15.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 1 ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕ ΡΙΟ Σύµφωνα µε τις διατάξεις των συνθηκών (άρθρο 45 Γ παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚΑΧ, άρθρο 248 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ και άρθρο 160 Γ παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚΑΕ) και του δηµοσιονοµικού κανονισµού της 21ης εκεµβρίου 1977 (άρθρο 88), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισµό (ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόµ) αριθ. 762/2001 του Συµβουλίου, και του δηµοσιονοµικού κανονισµού της 16ης Ιουνίου 1998 που εφαρµόζεται στη συνεργασία για τη χρηµατοδότηση της ανάπτυξης στα πλαίσια της τέταρτης σύµβασης ΑΚΕ-ΕΟΚ, το Ελεγκτικό Συνέδριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ενέκρινε, κατά τη συνεδρίασή του της 10ης Οκτωβρίου 2001, την ΕΤΗΣIΑ ΕΚΘΕΣΗ για το οικονοµικό έτος 2000 (2001/C 359/01) Η έκθεση, συνοδευόµενη από τις απαντήσεις των οργάνων στις παρατηρήσεις του Συνεδρίου, διαβιβάστηκε στις αρµόδιες για την απαλλαγή αρχές και στα άλλα όργανα. Jan O. KARLSSON (πρόεδρος) Bernhard FRIEDMANN John WIGGINS Giorgio CLEMENTE Hubert WEBER Aunus SALMI Jørgen MOHR Καλλιόπη ΝIΚΟΛΑΟΥ Françοis COLLING Maarten B. ENGWIRDA Jean-Françοis BERNICOT Robert REYNDERS Juan Manuel FABRA VALLÉS Máire GEOGHEGAN-QUINN Vítor Manuel da SILVA CALDEIRA
15.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 3 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Σελίδα Γενική εισαγωγή... 5 ΕΚΘΕΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΠΟΥ ΕΜΠΙΠΤΟΥΝΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΡΟΥ}ΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ Κεφάλαιο 1 Ίδιοι πόροι... 13 Κεφάλαιο 2 Κοινή γεωργική πολιτική... 57 Κεφάλαιο 3 ιαρθρωτικές ενέργειες... 143 Κεφάλαιο 4 Εσωτερικές πολιτικές... 205 Κεφάλαιο 5 Εξωτερικές ενέργειες... 235 Κεφάλαιο 6 Προενταξιακή βοήθεια... 283 Κεφάλαιο 7 ιοικητικές δαπάνες... 307 Κεφάλαιο 8 Χρηµατοδοτικά µέσα και τραπεζικές δραστηριότητες... 371 Κεφάλαιο 9 ήλωση αξιοπιστίας και πληροφοριακά στοιχεία προς υποστήριξή της... 383 ΕΚΘΕΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΠΟΥ ΕΜΠΙΠΤΟΥΝΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΕΚΤΟΥ, ΕΒ ΟΜΟΥ ΚΑΙ ΟΓ ΟΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙ}ΚΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (ETA) Κεφάλαιο I Εκτέλεση του έκτου, έβδοµου και όγδοου ETA στις 31 εκεµβρίου 2000... 421 Κεφάλαιο II ήλωση αξιοπιστίας σχετικά µε τα Ευρωπαϊκά Ταµεία Ανάπτυξης... 438 Κεφάλαιο III Συνέχεια που δόθηκε σε προηγούµενες παρατηρήσεις... 443 Κεφάλαιο IV Κυριότερες παρατηρήσεις των ειδικών εκθέσεων που δηµοσίευσε το Συνέδριο µετά την τελευταία διαδικασία απαλλαγής... 449 Κεφάλαιο V Λοιπές παρατηρήσεις... 452 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ Παράρτηµα I ηµοσιονοµικές πληροφορίες σχετικά µε το γενικό προϋπολογισµό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και µε το έκτο, έβδοµο και όγδοο ΕΤΑ... Παράρτηµα ΙΙ Εκθέσεις και γνωµοδοτήσεις που εγκρίθηκαν από το Συνέδριο κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας... III XXI
15.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 5 ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 0.1. Η γενική διάρθρωση και η µορφή της παρούσας ετήσιας έκθεσης ακολουθούν τις αντίστοιχες του παρελθόντος έτους. ιαφορετικά κεφάλαια πραγµατεύονται κάθε τοµέα δαπανών και τα έσοδα που εµπίπτουν στους τίτλους των δηµοσιονοµικών προοπτικών. Αυτή τη φορά υπάρχει ένα νέο κεφάλαιο 6 το οποίο αφορά την προενταξιακή βοήθεια, για την οποία από το 2000 υπάρχει χωριστός τίτλος στις δηµοσιονοµικές προοπτικές. Το τελευταίο κεφάλαιο περιέχει τη δήλωση αξιοπιστίας συνοδευόµενη από σχετικές επεξηγήσεις. Οι παρατηρήσεις του Συνεδρίου που αφορούν τις δραστηριότητες του έκτου, έβδοµου και όγδοου Ευρωπαϊκού Ταµείου Ανάπτυξης παρουσιάζονται χωριστά. 0.2. Τα κεφάλαια που πραγµατεύονται τα έσοδα και τους τοµείς δαπανών που εµπίπτουν στους τίτλους των δηµοσιονοµικών προοπτικών ( 1 ) περιέχουν τµήµατα που αφορούν τη δηµοσιονοµική διαχείριση, την ειδική αξιολόγηση στο πλαίσιο της δήλωσης αξιοπιστίας, καθώς και τη συνέχεια που δόθηκε σε προηγούµενες παρατηρήσεις του Συνεδρίου που διατυπώθηκαν σε ετήσιες και ειδικές εκθέσεις. Το νέο στοιχείο που χαρακτηρίζει τη φετινή ετήσια έκθεση είναι ότι τα κυριότερα πορίσµατα και οι συστάσεις των ειδικών εκθέσεων που ενέκρινε το Συνέδριο µετά την τελευταία απαλλαγή περιέχονται συνοπτικά στα διάφορα κεφάλαια. Αυτό σηµαίνει ότι η φετινή ετήσια έκθεση περιέχει όλα τα κύρια πορίσµατα και τις συστάσεις που αφορούν την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισµού και των Ευρωπαϊκών Ταµείων Ανάπτυξης και δηµοσιεύθηκαν από το Συνέδριο µετά την τελευταία απαλλαγή. 0.3. Το Συνέδριο, υιοθετώντας την πρόταση που διατύπωσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο ψήφισµα για την απαλλαγή του 1999, δηµοσιεύει, µαζί µε το δικό του κείµενο, τις απαντήσεις της Επιτροπής και, κατά περίπτωση, των άλλων θεσµικών οργάνων. Το έργο του Συνεδρίου καλύπτει ευρύ φάσµα των δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης 0.4. Πέρα από τις εργασίες που αφορούν την ετήσια έκθεση, το Συνέδριο ενέκρινε 18 ειδικές εκθέσεις που καλύπτουν ευρύ φάσµα των δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ( 2 ). Μία αφορά τους ιδίους πόρους, επτά πραγµατεύονται διάφορες πτυχές της κοινής γεωργικής ( 1 ) Εκτός από το κεφάλαιο 6, το οποίο, ως νέο, έχει διαφορετική διάρθρωση. ( 2 ) Πλήρης κατάλογος των εκθέσεων και γνωµοδοτήσεων που ενέκρινε το Συνέδριο για κάθε έτος της τελευταίας πενταετίας περιλαµβάνεται στο παράρτηµα II της παρούσας έκθεσης. πολιτικής, τρεις αναφέρονται στην εφαρµογή διαρθρωτικών µέτρων, µία αφορά τον τοµέα των εσωτερικών πολιτικών, πέντε ασχολούνται µε τις εξωτερικές δράσεις που χρηµατοδοτούνται από το γενικό προϋπολογισµό, συµπεριλαµβανοµένης της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας, και µία εξετάζει τα Ευρωπαϊκά Ταµεία Ανάπτυξης. Υπάρχουν µερικές θετικές διαπιστώσεις 0.5. Από τα αποτελέσµατα των ελέγχων του Συνεδρίου προκύπτουν σηµαντικές θετικές διαπιστώσεις. Για παράδειγµα, στον τοµέα της γεωργίας, το αναθεωρηµένο σύστηµα εκκαθάρισης των λογαριασµών και το ολοκληρωµένο σύστηµα διαχείρισης και ελέγχου συνέβαλαν στη βελτίωση µολονότι όχι ακόµη πλήρως ικανοποιητική της διαχείρισης µεγάλων ποσών από τους κοινοτικούς πόρους, ενώ το καθεστώς των ποσοστώσεων γάλακτος περιόρισε την παραγωγή στο επίπεδο-στόχο. Η στρατηγική της Επιτροπής για την αντιµετώπιση της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών (ΣΕΒ) είναι σε γενικές γραµµές ορθή. Όσον αφορά τα διαρθρωτικά µέτρα, η κοινοτική πρωτοβουλία Urban συνέβαλε στην υλοποίηση πολλών σχεδίων αστικής ανάπτυξης και άνοιξε για τις τοπικές αρχές το δρόµο προς την κοινοτική χρηµατοδότηση. Στον τοµέα των εξωτερικών δράσεων, το έργο του Οργανισµού για την Ανασυγκρότηση του Κοσσυφοπεδίου ήταν τόσο αποτελεσµατικό όσο και οικονοµικά αποδοτικό. Το πρόγραµµα διασυνοριακής συνεργασίας Tacis αποτελεί µέσο που έχει τη δυνατότητα να διαδραµατίσει χρήσιµο ρόλο στην αντιµετώπιση θεµάτων που αφορούν τα νέα προς ανατολάς σύνορα, που θα προκύψουν από την προσεχή διεύρυνση. Συχνά, ωστόσο, σηµαντικοί στόχοι δεν επιτυγχάνονται, ενώη αξιολόγηση των αποτελεσµάτων δεν είναι η ενδεδειγµένη 0.6. Εντούτοις, διαπιστώθηκε επίσης ότι στόχοι µείζονος σηµασίας δεν επιτεύχθηκαν ή ότι η πρόοδος που σηµειώθηκε ήταν περιορισµένη. Επιπλέον, συχνά παρατηρήθηκε ότι η αξιολόγηση της επίτευξης των στόχων εκ µέρους της Επιτροπής ήταν ανεπαρκής ή και ανύπαρκτη. Σε πολλές περιπτώσεις, για παράδειγµα όσον αφορά την κοινοτική πρωτοβουλία Urban και τα διαρθρωτικά µέτρα για τη βελτίωση της απασχόλησης, οι ίδιοι οι στόχοι των προγραµµάτων δεν καθορίζονταν µε σαφήνεια. Υπό τις συνθήκες αυτές, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να εκτιµήσει την αποδοτικότητα της δαπάνης, ούτε να κρίνει ποιες αλλαγές απαιτούνται, ώστε οι κοινοτικοί πόροι να χρησιµοποιούνται µε αποδοτικότερο και αποτελεσµατικότερο τρόπο. Με το µεταρρυθµιστικό πρόγραµµα της Επιτροπής, η έµφαση που δίδεται στη µέτρηση των αποτελεσµάτων και της απόδοσης είναι ακόµα µεγαλύτερη και εντάσσεται σε πλαίσιο διάθεσης των πόρων που αντικατοπτρίζει προκαθορισµένες προτεραιότητες και συγκεκριµένους στόχους. Οι διαπιστώσεις του Συνεδρίου σχετικά µε πρόσφατα προγράµµατα υποδηλώνουν ότι η Επιτροπή εξακολουθεί να βρίσκεται έναντι σηµαντικών προκλήσεων στον τοµέα αυτό.
6 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 15.12.2001 Οι έλεγχοι των κοινοτικών δράσεων εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται από αδυναµίες 0.7. ιαπιστώθηκε ότι οι έλεγχοι των κοινοτικών δράσεων εκ µέρους των κρατών µελών, όσον αφορά προγράµµατα των οποίων η διαχείριση βαρύνει από κοινού την Επιτροπή και τα κράτη µέλη, εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται από αδυναµίες. Αυτό ισχύει για το ΟΣ Ε ( 3 ), τις επιστροφές κατά την εξαγωγή και τον κανονισµό για τον έλεγχο των διαρθρωτικών µέτρων και επιβεβαιώνεται από τα αποτελέσµατα των ελέγχων που διενεργήθηκαν στο πλαίσιο της δήλωσης αξιοπιστίας στους τοµείς των γεωργικών και διαρθρωτικών µέτρων. Η βελτίωση των ελεγκτικών διαδικασιών στα κράτη µέλη αποτελεί το κλειδί για την εξασφάλιση της ορθής χρήσης των κοινοτικών πόρων και αποκτά συγχρόνως ιδιαίτερη σηµασία, εάν το Συνέδριο, για τους σκοπούς του δικού του ελέγχου, πρέπει να επιδεικνύει τουλάχιστον ένα βαθµό εµπιστοσύνης στους ελέγχους που διενεργούνται από τις διάφορες υπηρεσίες ελέγχου και εποπτείας της Επιτροπής και των κρατών µελών. Οι κανόνες πρέπει να απλοποιηθούν και να εναρµονιστούν περαιτέρω 0.8. Το Συνέδριο έχει επανειληµµένα διατυπώσει την παρατήρηση ότι η απλοποίηση των κανονιστικών διατάξεων και η εναρµόνιση των συστηµάτων και των διαδικασιών σε όλα τα κράτη µέλη θα διευκόλυνε την καλύτερη διαχείριση, θα µείωνε το διοικητικό κόστος και θα ελάφρυνε τις υποχρεώσεις που βαρύνουν τους δικαιούχους των ενισχύσεων. Κατά την τελευταία δεκαετία έχουν γίνει σηµαντικότατες προσπάθειες για την απλοποίηση των κανόνων σε διάφορους τοµείς των κοινοτικών πολιτικών. Σε ορισµένες περιπτώσεις έχουν σηµειωθεί αναµφισβήτητα βήµατα προόδου, για τα οποία το Συνέδριο έχει διατυπώσει σχετικά σχόλια. Εντούτοις, από τις εκθέσεις προκύπτει ότι, παρ όλες τις προσπάθειες, εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρά προβλήµατα. Για παράδειγµα, όσον αφορά την κοινή οργάνωση της αγοράς των οπωροκηπευτικών, ένας από τους στόχους της µεταρρύθµισης του 1996 ήταν η απλοποίηση του καθεστώτος. Παρά την απλοποίηση σε ορισµένους τοµείς, η συνεχιζόµενη πολυπλοκότητα των κανονισµών είχε ως αποτέλεσµα µέτρα, στο πλαίσιο επιχειρησιακών προγραµµάτων, τα οποία κρίνονται ακατάλληλα και µη συναφή ( 4 ). Η Επιτροπή δέχθηκε µερικές από τις προτάσεις του Συνεδρίου για ενίσχυση της δηµοσιονοµικής διαχείρισης και του ελέγχου 0.9. Μετά την τελευταία ετήσια έκθεση, το Συνέδριο ενέκρινε επτά γνωµοδοτήσεις, τέσσερις από τις οποίες δηµοσιεύθηκαν στην Επίσηµη Εφηµερίδα ( 5 ). Η σηµαντικότερη από αυτές είναι η γνωµοδότηση αριθ. 2/2001 ( 6 ) σχετικά µε την πρόταση της Επιτροπής για ( 3 ) Ολοκληρωµένο σύστηµα διαχείρισης και ελέγχου. ( 4 ) Βλέπε σηµεία 2.146-2.150 της παρούσας έκθεσης. ( 5 ) Βλέπε παράρτηµα II της παρούσας έκθεσης. ( 6 ) ΕΕ C162της 5.6.2001. την αναδιατύπωση του δηµοσιονοµικού κανονισµού, η οποία αποτελεί το ουσιαστικότερο στοιχείο του προγράµµατος µεταρρύθµισης της Επιτροπής. Η αναθεωρηµένη πρόταση της Επιτροπής ( 7 ) υιοθέτησε µια σειρά προτάσεων που διατυπώνονταν στη γνωµοδότηση του Συνεδρίου, κυρίως προς διευκρίνιση ή ενίσχυση των διατάξεων που αφορούν τις µεθόδους εκτέλεσης του προϋπολογισµού, τις προκαταβολές, τις αγορές και συµβάσεις, την απόδοση των λογαριασµών και τις υπηρεσίες. 0.10. Επίσης, το Συνέδριο εκφράζει την ιδιαίτερη ικανοποίησή του για την εισαγωγή νέων διατάξεων που σκοπό έχουν να συµβάλουν στην καθιέρωση ενός συνεκτικού νοµικού πλαισίου στον τοµέα της δηµοσιονοµικής εκτέλεσης, βασιζόµενου στην υπεροχή του δηµοσιονοµικού κανονισµού, της οποίας η έλλειψη είχε επισύρει τις επικρίσεις του Συνεδρίου σε πολλές περιστάσεις κατά το παρελθόν ( 8 ). Ωστόσο, δεν υιοθετήθηκε η γνώµη του Συνεδρίου για άλλα σηµαντικά ζητήµατα αρχής 0.11. Εντούτοις, η θέση του Συνεδρίου δεν υιοθετήθηκε σε ορισµένα σηµαντικά ζητήµατα αρχής, επί των οποίων η άποψή του είναι σαφής, και συγκεκριµένα όσον αφορά: την κατάτµηση των δηµοσιονοµικών και νοµικών αναλήψεων υποχρεώσεων σε τεχνητές ετήσιες δόσεις, γεγονός που σηµαίνει ότι όλες οι ειδικές αποφάσεις για πραγµατοποίηση δαπανών που λαµβάνονται κατά τη διάρκεια συγκεκριµένου οικονοµικού έτους δεν καταχωρίζονται πλήρως σε αυτό το έτος η κατάσταση αυτή επιβαρύνει σε µεγάλο βαθµό την πολυπλοκότητα της δηµοσιονοµικής διαχείρισης, τον ανεπαρκή καθορισµό της επαγγελµατικής και οικονοµικής ευθύνης των διατακτών για σοβαρά σφάλµατα που έχουν ως συνέπεια ζηµίες εις βάρος του προϋπολογισµού ή βλάβη των οικονοµικών συµφερόντων της Κοινότητας, τη θέσπιση διατάξεων οι οποίες αφορούν τις εξουσίες του Συνεδρίου και θα µπορούσαν να ερµηνευθούν στενά από τους ελεγχόµενους, τις παρεκκλίσεις σε συγκεκριµένους τοµείς, όπως είναι η συµπληρωµατική περίοδος για τις πληρωµές του ΕΓΤΠΕ-Τµήµα Εγγυήσεων και η ανασύσταση των πιστώσεων των διαρθρωτικών ταµείων και ( 7 ) Τα σχόλια αυτά βασίζονται στο σχέδιο αναθεωρηµένης πρότασης µε τη µορφή που έχει στις 10 Οκτωβρίου 2001, ηµεροµηνία της επίσηµης έγκρισης της ετήσιας έκθεσης του Συνεδρίου. ( 8 ) Τελευταία στις γνωµοδοτήσεις του αριθ. 4/97 (σηµείο 12) και αριθ. 2/2001 (σηµείο 73).
15.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 7 διάφορα ζητήµατα, των οποίων οι οικονοµικές επιπτώσεις είναι µεν δευτερεύουσας σηµασίας, συντελούν ωστόσο στην πολυπλοκότητα των συστηµάτων διαχείρισης και µπορούν να οδηγήσουν σε σύγχυση κατά την ανάγνωση των οικονοµικών καταστάσεων, όπως είναι η µεταφορά των µη χρησιµοποιηθεισών πιστώσεων από το ένα οικονοµικό έτος στο άλλο και η διατήρηση του αρνητικού αποθε- µατικού. 0.12. Το Συνέδριο εξακολουθεί να παρακολουθεί και άλλες πτυχές της διαδικασίας της µεταρρύθµισης. Ωστόσο, θα ήταν πρόωρο να επιχειρήσει να διατυπώσει συνολική εκτίµηση της εν λόγω διαδικασίας, δεδοµένου ότι οι αλλαγές στη δηµοσιονοµική διαχείριση και τον έλεγχο είναι πολύ πρόσφατες, ενώ αναµένεται να ληφθούν αποφάσεις σχετικά µε διάφορα θέµατα που άπτονται της διοίκησης του προσωπικού. Το πλεόνασµα του προϋπολογισµού το 2000 ήταν το µεγαλύτερο που έχει σηµειωθεί 0.13. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της εκτέλεσης του προϋπολογισµού του 2000 ήταν η εµφάνιση εξαιρετικά υψηλού πλεονάσµατος εσόδων έναντι των δαπανών, ύψους 11,6 δισεκατοµµυρίων ευρώ. Το πλεόνασµα αυτό αντιστοιχούσε σε ποσοστό που υπερέβαινε το 14 % των τελικών δαπανών για πληρωµές. Τα σηµαντικότερα αίτια αυτής της κατάστασης ήταν η υψηλότερη απόδοση των εσόδων σε σχέση µε την προβλεπόµενη στον προϋπολογισµό ( 9 ) και οι χαµηλότερες πληρωµές για τις διαρθρωτικές παρεµβάσεις, και συγκεκριµένα αυτές της περιόδου προγραµµατισµού 2000-2006 ( 10 ). 0.14. Η Επιτροπή δεν συνηθίζει να προτείνει σε διορθωτικό και συµπληρωµατικό προϋπολογισµό προσαρµογές των εσόδων και των δαπανών που έχουν ήδη εγγραφεί στον προϋπολογισµό, όταν καθίσταται προφανές ότι προκύπτει σηµαντικό πλεόνασµα, όπως συνέβη το 2000. Η µεταφορά ενός τόσο υψηλού πλεονάσµατος στο επόµενο οικονοµικό έτος στρεβλώνει σηµαντικά τη θέση των εσόδων για το επόµενο οικονοµικό έτος. Τα σχετικά στοιχεία ήταν διαθέσιµα εγκαίρως και θα µπορούσαν να είχαν γίνει προσαρµογές στο τµήµα του προϋπολογισµού που αφορά τα έσοδα, ώστε το πλεόνασµα να µειωθεί σηµαντικά. Το Συνέδριο, στο κεφάλαιο 1, συνιστά στην Επιτροπή να εξετάσει µε ποιο τρόπο µπορεί να χρησιµοποιήσει καλύτερα τη διαδικασία του διορθωτικού και συµπληρωµατικού προϋπολογισµού, ώστε να αποφεύγονται τα υπερβολικά πλεονάσµατα στον προϋπολογισµό. Οι πληροφορίες που παρέχει η Επιτροπή στην ανάλυση της διαχείρισης του προϋπολογισµού χρειάζονται περαιτέρω βελτίωση 0.15. Προκειµένου η αρµόδια για τον προϋπολογισµό αρχή, αλλά και άλλοι, να είναι σε θέση να εκτιµήσουν την ορθή διαχείριση του προϋπολογισµού, απαιτούνται επαρκείς και αξιόπιστες πληροφορίες, οι οποίες να αναλύουν αυτή τη διαχείριση. Κατά συνέπεια, τα τελευταία χρόνια, το Συνέδριο δίδει περισσότερη σηµασία στην ποιότητα των πληροφοριών που παρουσιάζει η Επιτροπή σχετικά µε τη διαχείριση του προϋπολογισµού στον τόµο 1, µέρος 2 του «λογαριασµού διαχείρισης». Συνεπεία των παρατηρήσεων του Συνεδρίου, η Επιτροπή δεσµεύτηκε να βελτιώσει ουσιαστικά την ποιότητα και τη συνεκτικότητα των παρουσιαζόµενων πληροφοριών σε όλα τα κονδύλια του προϋπολογισµού. Για να το επιτύχει, διαθέτει πλέον περισσότερους πόρους και βελτιώνει διαρκώς τον τρόπο εξαγωγής και συγκέντρωσης των στοιχείων. Από τα σχόλια που διατυπώνει το Συνέδριο στα διάφορα κεφάλαια της παρούσας έκθεσης προκύπτει ότι έχει σηµειωθεί πρόοδος σχετικά, αλλά ότι πρέπει να καταβληθούν και άλλες προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση. Ζητήµατα που χρήζουν περαιτέρω προσοχής είναι, για παράδειγµα, τα επίπεδα στα οποία πρέπει να γίνεται η ανάλυση, το πόσο λεπτοµερής πρέπει να είναι αυτή, η ανάγκη να µην αναφέρεται απλώς τι έχει συµβεί από άποψη διαφορών, µεταφορών του προϋπολογισµού κ.λπ., αλλά να παρέχεται συγχρόνως σύντοµη επεξήγηση των σηµαντικότερων εξελίξεων που αποτελούν τις σχετικές γενεσιουργούς αιτίες, και ο τρόπος για την εξασφάλιση µιας συνεκτικής προσέγγισης η οποία να ισχύει για όλους τους διαφορετικούς τοµείς που καλύπτει ο προϋπολογισµός. Η έκταση και η αποτελεσµατικότητα της δράσης που αναλαµβάνει η Επιτροπή, συµµορφούµενη µε τις παρατηρήσεις του Συνεδρίου, ποικίλλει 0.16. Το Συνέδριο, ανταποκρινόµενο στις επιθυµίες της αρµόδιας για την απαλλαγή αρχής, εξακολούθησε να παρακολουθεί τη συνέχεια που δόθηκε στις παρατηρήσεις προηγούµενων ετήσιων και ειδικών εκθέσεων, αποσκοπώντας κυρίως στην εξέταση της δράσης που ανέλαβε κατά κύριο λόγο η Επιτροπή, ως απάντηση στις παρατηρήσεις του Συνεδρίου, στις συστάσεις του Συµβουλίου και στα ψηφίσµατα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. 0.17. Σε όλους τοµείς που εξετάστηκαν διαπιστώθηκε ότι ανελήφθη κάποια µορφή δράσης. Αυτό που ποικίλλει σηµαντικά, ωστόσο, είναι η έκταση και η αποτελεσµατικότητά της. Κατά κανόνα, η Επιτροπή, ιδίως στις περιπτώσεις που συµφωνούσε µε προηγούµενες παρατηρήσεις και προτάσεις, ενέκρινε µέτρα τα οποία, ως απάντηση σε αυτές, προορίζονταν να συµβάλουν στη βελτίωση της κατάστασης. Σε ορισµένες περιπτώσεις η διορθωτική δράση ήταν βραδεία, σε άλλες οι πόροι προσωπικό και κεφάλαια που διατέθηκαν για την επίτευξη του επιθυµητού βαθµού βελτίωσης ήταν ανεπαρκείς [για παράδειγµα, πυρηνική ασφάλεια στις χώρες που εµπίπτουν στα προγράµµατα Phare και Tacis ( 11 )]. Όσον αφορά τις δράσεις στον τοµέα της γεωργίας που εξέτασε το Συνέδριο (κοινές οργανώσεις της αγοράς για το πρόβειο και αίγειο κρέας και για τα οπωροκηπευτικά, καθώς και επιστροφές κατά την εξαγωγή), υπήρξαν µεν αλλαγές στις διαδικασίες, πολλά όµως προβλήµατα που είχε επισηµάνει προηγουµένως το Συνέδριο αγνοήθηκαν, ή ακόµη και αν επιχειρήθηκε να επιλυθούν, ( 9 ) Βλέπε σηµείο 1.4 της παρούσας έκθεσης. ( 10 ) Βλέπε σηµεία 3.8 και 3.17 της παρούσας έκθεσης. ( 11 ) Βλέπε κεφάλαιο 5, σηµεία 5.45 5.76.
8 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 15.12.2001 εξακολουθούν να υπάρχουν. Αυτό αποδεικνύει ότι η βελτίωση της διαχείρισης και του ελέγχου πολύπλοκων προγραµµάτων, στα οποία µετέχουν πολλοί φορείς σε διάφορα επίπεδα, είναι δύσκολη και χρονοβόρα. Συχνά χρειάζεται να αντιµετωπιστούν διαρθρωτικές δυσκαµψίες, και στους τοµείς στους οποίους η διαχείριση γίνεται είτε από κοινού είτε σε αποκεντρωµένο επίπεδο, και οι οποίοι αντιστοιχούν σε ποσοστό του προϋπολογισµού που υπερβαίνει το 80 %, η Επιτροπή πρέπει να εξασφαλίσει τη δράση άλλων. 0.18. Παρά το γεγονός ότι η επίτευξη αλλαγών µπορεί να είναι δύσκολη, η Επιτροπή πρέπει να βεβαιώνεται ότι λαµβάνει κάθε δυνατό από την πλευρά της µέτρο για την υλοποίηση των συστάσεων του Συνεδρίου και της αρµόδιας για την απαλλαγή αρχής. 0.19. Μερικές φορές δεν λαµβάνονται µέτρα για το λόγο ότι οι συστάσεις του Συνεδρίου δεν γίνονται αποδεκτές. Μια ιδιαίτερη περίπτωση αφορά τη σύσταση που το Συνέδριο απηύθυνε προς όλα τα όργανα στην ειδική έκθεσή του αριθ. 5/2000 σχετικά µε τις δαπάνες για ακίνητα του Ευρωπαϊκού ικαστηρίου. Η σύσταση ότι οι Κοινότητες πρέπει να εξετάζουν τα πλεονεκτήµατα του άµεσου δανεισµού για τη χρηµατοδότηση της ανέγερσης των κτηρίων τους είχε ως αποτέλεσµα η Επιτροπή να συµπεριλάβει αυτή τη δυνατότητα επιλογής στην πρόταση τροποποίησης του δηµοσιονοµικού κανονισµού, η οποία, ωστόσο, δεν έγινε αποδεκτή ( 12 ). Κατά συνέπεια, πολλά θεσµικά όργανα εξακολουθούν να χρηµατοδοτούν τις αγορές ακινήτων τους µε τη βοήθεια «µέσων για ειδικούς σκοπούς», τα οποία παρουσιάζουν τα ίδια βασικά χαρακτηριστικά µε τα δάνεια, αλλά είναι λιγότερο διαφανή και κοστίζουν περισσότερο από ό,τι αν είχαν συναφθεί άµεσα. Είναι λυπηρό να διαπιστώνεται ότι, για το σκοπό αυτό, τα θεσµικά όργανα χρειάζεται να καταφεύγουν σε παρόµοιες διαδικασίες. Η πρόοδος προς την κατεύθυνση της αναδιοργάνωσης του έργου της Ένωσης για την καταπολέµηση της απάτης ήταν αργή 0.20. Η ειδική έκθεση αριθ. 8/98 του Συνεδρίου σχετικά µε τις υπηρεσίες της Επιτροπής που είναι ειδικά επιφορτισµένες µε την καταπολέµηση της απάτης συνέβαλε σηµαντικά στο διάλογο ο οποίος οδήγησε στην αντικατάσταση της τότε µονάδας για την καταπολέµηση της απάτης (UCLAF) από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέµησης της Απάτης (OLAF). Στις αρχές του 2001, το Συνέδριο προέβη σε ανασκόπηση της προόδου που είχε σηµειωθεί στον τοµέα αυτό, ως µέρος του έργου ( 12 ) Το Συνέδριο διατύπωνε παρόµοια πρόταση και στη γνώµη που υπέβαλε στη ιακυβερνητική ιάσκεψη που προηγήθηκε της τροποποίησης των κοινοτικών συνθηκών στη Νίκαια, η οποία επίσης δεν υιοθετήθηκε. παρακολούθησης της συνέχειας που δίδεται στις παρατηρήσεις του. Οι νέες ρυθµίσεις για την OLAF δηµιουργούν καταλληλότερο διοικητικό πλαίσιο και της εξασφαλίζουν µεγαλύτερη ανεξαρτησία από ό, τι διέθετε η προκάτοχός της. Η OLAF διαθέτει επίσης νοµική βάση για τις έρευνές της, ενώ οι σχετικές διαδικασίες βελτιώνονται διαρκώς. Το προσωπικό αυξήθηκε µε ρυθµούς βραδύτερους από τους προβλεπόµενους ( 13 ). Εντούτοις, τα κυριότερα προβλήµατα έχουν επιλυθεί. Οι βάσεις δεδοµένων και οι πληροφορίες σχετικά µε τη διαχείριση που επικρίνονταν στην ειδική έκθεση αριθ. 8/98 άρχισαν να βελτιώνονται µόνο µετά την ανασκόπηση του Συνεδρίου και υπάρχει ανάγκη τροποποίησης των κανόνων και των διαδικασιών που αφορούν το προσωπικό, προκειµένου να διευκολυνθούν οι έρευνες εντός των θεσµικών οργάνων. 0.21. Η OLAF χρειάζεται πλέον να σχεδιάζει τις εργασίες της επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον της στους τοµείς δραστηριοτήτων του πρώτου πυλώνα που αφορούν την ευθύνη της Επιτροπής, ή των άλλων θεσµικών οργάνων, και εµπεριέχουν άµεσο κίνδυνο για τον προϋπολογισµό. Χρειάζεται επίσης µια περίοδος σταθερότητας: οι µονάδες της Επιτροπής που είναι αρµόδιες για τις έρευνες έχουν αναδιοργανωθεί δύο φορές σε διάστηµα επτά ετών και είναι αναγκαίο να δοθεί στα νέα συστήµατα ο απαραίτητος χρόνος για να τεθούν σε οµαλή εφαρµογή. 0.22. Το Συνέδριο εξακολουθεί να συνεργάζεται στενά µε την OLAF και έχει καθιερώσει επίσηµες διαδικασίες οι οποίες εξασφαλίζουν ότι οι σχέσεις µεταξύ των δύο οργάνων είναι αποδοτικές και αποτελεσµατικές. Επίσης, έχει καθιερώσει εποικοδοµητικό διάλογο µε την επιτροπή που εποπτεύει το έργο της OLAF. ηλώσεις αξιοπιστίας 0.23. Όσον αφορά τη δήλωση αξιοπιστίας σχετικά µε το γενικό προϋπολογισµό (βλέπε κεφάλαιο 9), εκτός από τις επιδράσεις ορισµένων θεµάτων που περιέχονται στη δήλωση, το Συνέδριο είναι της γνώµης ότι οι αναθεωρηµένοι λογαριασµοί για το οικονοµικό έτος που έκλεισε στις 31 εκεµβρίου 2000, όπως δηµοσιεύτηκαν στην Επίσηµη Εφηµερίδα ( 14 ), αντικατοπτρίζουν αξιόπιστα τα έσοδα και τις δαπάνες των Κοινοτήτων για το οικονοµικό έτος, καθώς και τη δηµοσιονοµική κατάσταση στο τέλος του έτους. 0.24. Όσον αφορά τη νοµιµότητα και την κανονικότητα των υποκειµένων πράξεων, ο έλεγχος των κυριότερων συστηµάτων διαχείρισης και ελέγχου που εφαρµόζονται ( 13 ) Βλέπε σηµεία 7.43 7.45. ( 14 ) Τόµος ΙV των εγγράφων που υπέβαλε η Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συµβούλιο και στο Συνέδριο κατά την επίσηµη προθεσµία της 1ης Μαΐου 2001 (γπό δηµοσίευση στην Επίσηµη Εφηµερίδα υπάρχει στο διαδίκτυο, στην ιστοσελίδα: http://europa.eu.int/eur-lex/fr/com/cpi_index_el.html).
15.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 9 στη γεωργία και στα διαρθρωτικά µέτρα έδειξε ατέλειες στην ορθή λειτουργία των ελεγκτικών διαδικασιών που διασφαλίζουν τη νοµιµότητα και κανονικότητα των πράξεων. Ο έλεγχος των επιχειρησιακών δαπανών έδειξε απαράδεκτη συχνότητα σφαλµάτων που επηρεάζουν το ποσό των πληρωµών ή την πραγµατικότητα ή την επιλεξιµότητα των υποκειµένων πράξεων. Βάσει όλων των αποτελεσµάτων του ελέγχου, το Συνέδριο είναι της γνώµης ότι οι υποκείµενες πράξεις των οικονοµικών καταστάσεων, λαµβανόµενες ως σύνολο, είναι νόµιµες και κανονικές όσον αφορά τα έσοδα, τις αναλήψεις υποχρεώσεων και τις διοικητικές δαπάνες, αλλά αρνείται να παράσχει αυτή τη διαβεβαίωση όσον αφορά τις υπόλοιπες πληρωµές. 0.25. Όσον αφορά τη δήλωση αξιοπιστίας σχετικά µε τα Ευρωπαϊκά Ταµεία Ανάπτυξης (βλέπε κεφάλαιο II της έκθεσης σχετικά µε τις δραστηριότητες που εµπίπτουν στα Ευρωπαϊκά Ταµεία Ανάπτυξης), το Συνέδριο είναι της γνώµης ότι, εκτός από ορισµένα θέµατα που αναφέρονται στη δήλωση, οι οικονοµικές καταστάσεις και οι λογαριασµοί διαχείρισης για το οικονοµικό έτος 2000 αντικατοπτρίζουν αξιόπιστα τα έσοδα και τις δαπάνες του έκτου, έβδοµου και όγδοου ΕΤΑ για το οικονοµικό έτος, καθώς και τη δηµοσιονοµική κατάσταση στο τέλος του έτους. 0.26. Όσον αφορά τη νοµιµότητα και κανονικότητα των υποκειµένων πράξεων, λαµβανοµένων υπόψη των διαπιστώσεων που αναφέρονται στη δήλωση, το Συνέδριο είναι της γνώµης ότι οι πράξεις στις οποίες βασίζονται οι οικονοµικές καταστάσεις του έκτου, έβδοµου και όγδοου ΕΤΑ για το οικονοµικό έτος που έκλεισε στις 31 εκεµβρίου 2000, λαµβανόµενες ως σύνολο, είναι νόµιµες και κανονικές.
15.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 11 ΕΚΘΕΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΠΟΥ ΕΜΠΙΠΤΟΥΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΡΟΥ}ΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
15.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 13 KΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ίδιοι πόροι 1.0. ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Σηµεία Εισαγωγή 1.1-1.2 ιαχείριση του προϋπολογισµού 1.3-1.10 Εκτέλεση του προϋπολογισµού 1.3-1.7 ηµοσιονοµική παρουσίαση των ιδίων πόρων 1.8-1.10 Ειδική εκτίµηση στο πλαίσιο της δήλωσης αξιοπιστίας 1.11-1.94 Εισαγωγή 1.11 Παραδοσιακοί ίδιοι πόροι 1.12-1.68 Έλεγχος των πράξεων 1.13-1.20 Mέτρα αντιντάµπινγκ της Ευρωπαϊκής Ένωσης 1.21-1.52 Εισαγωγή 1.21-1.26 Πορίσµατα του ελέγχου 1.27-1.49 Συµπεράσµατα και συστάσεις 1.50-1.52 Προστασία των οικονοµικών συµφερόντων της Κοινότητας 1.53-1.68 Εισαγωγή 1.53-1.54 Κανονιστική ρύθµιση 1.55-1.57 Αποτελέσµατα που παρουσίασε η Επιτροπή 1.58-1.60 Εµβέλεια των πληροφοριών που παρουσιάστηκαν 1.61-1.63 Έλεγχοι που διενέργησε η Επιτροπή στο πλαίσιο της προστασίας των κοινοτικών οικονοµικών συµφερόντων 1.64-1.65 Συµπεράσµατα και συστάσεις 1.66-1.68 Ίδιοι πόροι που βασίζονται στον ΦΠΑ και το ΑΕΠ 1.69-1.92 Ανάλυση του συστήµατος 1.70-1.74 Πορίσµατα του ελέγχου 1.72-1.73 Συµπεράσµατα και συστάσεις 1.74 Προστασία των οικονοµικών συµφερόντων της Κοινότητας 1.75-1.92 Σπουδαιότητα του ΦΠΑ 1.75-1.76 Εκτιµήσεις των µειώσεων αξίας ΦΠΑ 1.77 Κανονιστικό πλαίσιο 1.78-1.79 Περιορισµένη παρακολούθηση των εθνικών συστηµάτων ελέγχου 1.80-1.83 Ελλείψεις στη διοικητική συνεργασία µεταξύ κρατών µελών 1.84-1.87 Ανεπάρκειες του νοµικού µηχανισµού 1.88-1.90 Συµπεράσµατα και συστάσεις 1.91-1.92 Γενικό συµπέρασµα 1.93-1.94
14 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 15.12.2001 Παρακολούθηση των προγενέστερων παρατηρήσεων 1.95-1.121 Παραδοσιακοί ίδιοι πόροι 1.95-1.106 Ετήσια έκθεση για το οικονοµικό έτος 1998 1.96 Ασφάλειες και εγγυήσεις που προβλέπονται στον κοινοτικό τελωνειακό κώδικα για την προστασία της είσπραξης των παραδοσιακών ιδίων πόρων (ειδική έκθεση αριθ. 8/99) 1.97-1.106 Αναβολή πληρωµής δασµών, προσωρινή εισαγωγή εµπορευµάτων και ελλιπείς διασαφήσεις 1.97-1.98 ιαµετακόµιση 1.99-1.100 TIR (διεθνείς οδικές µεταφορές) 1.101-1.102 Προσφυγές 1.103 Απόδοση στην Επιτροπή των βεβαιωθεισών απαιτήσεων που καλύπτονται από εγγύηση 1.104 Συµπεράσµατα και συστάσεις 1.105-1.106 ιαχείριση από την Επιτροπή της ποιότητας των στατιστικών που αφορούν το ΑΕΠ 1.107-1.121 Αναγκαιότητα ελέγχου των στατιστικών σχετικά µε το ΑΕΠ που να χαρακτηρίζεται από διαφάνεια 1.107-1.109 Σταθερό πλαίσιο διαχείρισης των στατιστικών που αφορούν το ΑΕΠ 1.110-1.112 Ευελιξία του διαχειριστικού πλαισίου 1.113 Ελλιπής εφαρµογή του διαχειριστικού πλαισίου 1.114-1.115 Ελλιπής πληροφόρηση των χρηστών σε ορισµένες περιπτώσεις 1.116-1.119 Συµπεράσµατα και συστάσεις 1.120-1.121
15.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 15 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1. Για τους παραδοσιακούς ιδίους πόρους, η εξέταση του Συνεδρίου στο πλαίσιο της κατάρτισης της δήλωσης αξιοπιστίας (DAS) επικεντρώθηκε στη βεβαίωση και είσπραξη των δασµών, στην εφαρµογή της κοινοτικής κανονιστικής ρύθµισης σχετικά µε τα µέτρα αντιντάµπινγκ, καθώς και στις διαθέσιµες πληροφορίες όσον αφορά την προστασία των κοινοτικών οικονοµικών συµφερόντων. Επιπλέον, το Συνέδριο παρουσίασε παρατηρήσεις σχετικά τη δασµολογητέα αξία των εισαγόµενων εµπορευµάτων στην ειδική έκθεσή του αριθ. 23/2000 ( 1 ). 1.2. Όσον αφορά τον ίδιο πόρο ΦΠΑ, ο έλεγχος επικεντρώθηκε στο σύστηµα προστασίας των οικονοµικών συµφερόντων της Κοινότητας. Σχετικά µε τον πόρο ΑΕΠ, ο έλεγχος κάλυψε τις διαδικασίες που θέσπισε η Επιτροπή προκειµένου να διασφαλίσει την ποιότητα των στατιστικών που αφορούν το ΑΕΠ. ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΥ}ΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ Εκτέλεση του προϋπολογισµού 1.3. Ο πίνακας 1.1 συνοψίζει τα κοινοτικά έσοδα για το οικονοµικό έτος 2000 και η γραφική παράσταση 1.1 παρουσιάζει την κατανοµή των διαφόρων ειδών εσόδων. Η γραφική παράσταση 1.2 επεξηγεί την εξέλιξη των πραγµατικών εσόδων για την περίοδο 1989 έως 2000. 1.4. Ο πίνακας 1.1 εµφαίνει µεταξύ των εσόδων που παρουσιάζονται στον αρχικό προϋπολογισµό και των πραγµατικών εσόδων τις εξής σηµαντικές µεταβολές: α) οι εισπραχθέντες ακαθάριστοι δασµοί ( 2 ) ανήλθαν σε 14 568,3 εκατοµµύρια ευρώ, ενώ µόνον 12 300 εκατοµµύρια ευρώ είχαν προβλεφθεί. Ο πόρος ΦΠΑ για το τρέχον οικονοµικό έτος έφθασε σε ύψος 34 187,6 εκατοµµυρίων ευρώ, ενώ µόνον 32 554,6 εκατοµµύρια ευρώ παρουσιάζονταν στον αρχικό προϋπολογισµό. Αµφότερες οι υποεκτιµήσεις προέκυψαν κυρίως λόγω της χρησιµοποίησης υπερβολικά χαµηλής πρόβλεψης σχετικά µε την οικονοµική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1999 και το 2000 για την κατάρτιση του αρχικού προϋπολογισµού ( 1 ) ΕΕ C84της 14.3.2001. ( 2 ) Οι πόροι που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόµ του Συµβουλίου, της 31ης Οκτωβρίου 1994, για το σύστηµα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 293 της 12.11.1994, σ. 9).
16 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 15.12.2001 β) οι εξελίξεις που αναφέρθηκαν στο στοιχείο α) σε συνδυασµό µε το πλεόνασµα από το οικονοµικό έτος 1999, ύψους 3 209,1 εκατοµµυρίων ευρώ, οδήγησαν σε σηµαντική µείωση του πόρου ΑΕΠ, ο οποίος ανερχόταν σε 43 049,8 εκατοµµύρια ευρώ στον αρχικό προϋπολογισµό και µειώθηκε σε 37 253,2 εκατοµµύρια ευρώ στα πραγµατικά έσοδα γ) το σύνολο των πραγµατικών εσόδων ανήλθε σε 92 724,4 εκατοµµύρια ευρώ (έναντι 89 440,6 εκατοµµυρίων ευρώ στον οριστικό προϋπολογισµό) και το σύνολο των δαπανών έφθασε µόλις τα 81 105,3 εκατοµµύρια ευρώ. Συνεπώς, ο προϋπολογισµός δεν παρουσίαζε πλέον ισορροπία. Το πλεόνασµα που προέκυψε, ύψους περίπου 11 619,1 εκατοµµυρίων ευρώ (το υψηλότερο πλεόνασµα της τελευταίας δεκαετίας, θα συµπεριληφθεί αναγκαστικά στα 1.4. γ) Στο µέλλον η Επιτροπή θα προσπαθήσει να παρέχει περισσότερες διευκρινίσεις ως προς τους λόγους του δηµοσιονοµικού πλεονάσµατος. Κατηγορία εσόδων και αντίστοιχο κονδύλιο του προϋπολογισµού Πίνακας 1.1 Έσοδα των οικονοµικών ετών 1999 και 2000 Πραγµατικά έσοδα κατά το 1999 Εξέλιξη του προϋπολογισµού το 2000 Πραγµατικά Αρχικός προϋπολογισµός Οριστικός προϋπολογισµός έσοδα κατά το 2000 (εκατ. EUR) Μεταβολή (µεταξύ 1999 και 2000) (%) (α) (β) (γ) (δ) (ε) =[(δ)-(α)]/(α) 1. Παραδοσιακοί ίδιοι πόροι 13 857,6 13 108,4 13 703,7 15 267,2 10,2 Γεωργικά τέλη (κεφάλαιο 1 0) 1 187,3 1 102,2 1 102,2 1 198,4 0,9 Εισφορές «ζάχαρη» και «ισογλυκόζη» (κεφάλαιο 1 1) 1 203,5 1 162,7 1 162,7 1 196,8 0,6 ασµοί (κεφάλαιο 1 2) 13 006,5 12 300,0 12 961,4 14 568,3 12,0 Έξοδα είσπραξης (κεφάλαιο 1 9) 1 539,7 1 456,5 1 522,6 1 696,3 10,2 2. Πόρος ΦΠΑ 31 332,3 32 554,6 34 048,6 35 192,5 12,3 Πόρος ΦΠΑ του τρέχοντος οικονοµικού έτους (κεφάλαιο 1 3) 31 381,6 32 554,6 34 048,6 34 187,6 Υπόλοιπα προηγούµενων οικονοµικών ετών (κεφάλαιο 3 1) 49,3 p.m. p.m. 1 004,9 3. Πόρος ΑΕΠ 37 512,0 43 049,8 37 805,1 37 580,5 0,2 Πόρος ΑΕΠ του τρέχοντος οικονοµικού έτους (κεφάλαιο 1 4) 37 011,7 43 049,8 37 805,1 37 253,2 Υπόλοιπα προηγούµενων οικονοµικών ετών (κεφάλαιο 3 2) 500,3 p.m. p.m. 327,3 4. Ελλείψεις ισορροπίας του προϋπολογισµού 169,2 0,0 0,0 70,9 58,1 ιόρθωση υπέρ του Ηνωµένου Βασιλείου (κεφάλαιο 1 5) 167,8 0,0 0,0 70,8 Οριστικός υπολογισµός της διόρθωσης υπέρ του Ηνωµένου Βασιλείου (κεφάλαιο 3 5) 1,4 0,0 p.m. 0,1 5. Λοιπά έσοδα 4 375,4 674,1 3 883,2 4 755,3 8,7 Πλεόνασµα προηγούµενου οικονοµικού έτους (κεφάλαιο 3 0) 3 022,2 p.m. 3 209,1 3 209,1 6,2 Επιστροφές στα κράτη µέλη (κεφάλαιο 3 3) 0,0 p.m. p.m. 0,0 ιάφορα έσοδα (τίτλοι 4 έως 9) 1 353,2 674,1 674,1 1 546,2 14,3 Γενικό σύνολο 86 908,1 89 387,0 89 440,6 92 724,4 6,7 Πηγή: Προϋπολογισµός 2000 και λογαριασµοί διαχείρισης 1999 και 2000.
15.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 17 Γραφική παράσταση 1.1 Ανάλυση των πραγµατικών εσόδων 2000 Πλεόνασµα προηγούµενου οικονοµικού έτους (3 209 εκατ. EUR) 3,5 % Λοιπά έσοδα (1 475 εκατ. EUR) 1,6 % Γεωργικοί δασµοί ( 1 ) (1 079 εκατ. EUR) 1,2 % Εισφορές ζάχαρης ( 1 ) (1 077 εκατ. EUR) 1,2 % ασµοί ( 1 ) (13 111 εκατ. EUR) 14,1 % Πόρος ΑΕΠ (37 580 εκατ. EUR) 40,5 % Πόρος ΦΠΑ (35 192 εκατ. EUR) 38,0 % ( 1 ) Έπειτα από αφαίρεση 10 % για έξοδα είσπραξης από τα κράτη µέλη. 100 000 Γραφική παράσταση 1.2 Εξέλιξη των πηγών πραγµατικών εσόδων µεταξύ 1989 και 2000 90 000 80 000 70 000 Λοιπά ( 1 ) Πόρος ΑΕΠ 60 000 Πόρος ΦΠΑ 50 000 40 000 Παραδοσιακοί ίδιοι πόροι 30 000 20 000 10 000 0 1989 1990 1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998 1999 2000 ( 1 ) Πλεόνασµα του προηγούµενου οικονοµικού έτους και διάφορα.
18 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 15.12.2001 διαθέσιµα έσοδα για το οικονοµικό έτος 2001. Το γεγονός αυτό θα οδηγήσει σε σηµαντικές µεταβολές όσον αφορά τα έσοδα σε διορθωτικό και συµπληρωµατικό προϋπολογισµό το 2001, καθώς η πρώτη εκτίµηση του πλεονάσµατος στον αρχικό προϋπολογισµό για το 2001 είναι 900 εκατοµµύρια ευρώ. Εντούτοις, η Επιτροπή δεν παρουσιάζει στον τόµο Ι διεξοδική ανάλυση της προέλευσης του πλεονάσµατος ( 3 ), παρά τη σηµασία του στοιχείου αυτού στο αποτέλεσµα του προϋπολογισµού. 1.5. Η αύξηση των πραγµατικών εσόδων το 2000 (+ 6,7 %) ήταν σηµαντική, κυρίως λόγω της ισχυρής οικονοµικής ανάπτυξης. Το ΑΕΠ υπερέβη κατά πολύ σε αξία το 2000 το αριθµητικό στοιχείο για το ΑΕΠ που χρησιµοποιήθηκε στην τελευταία διαθέσιµη έκδοση των δηµοσιονοµικών προοπτικών 2000-2006 (Ιανουάριος 2001). Και µόνον αυτός ο παράγοντας θα µπορούσε να µεταβάλει τις πιστώσεις για πληρωµές από 1,12 % του ΑΕΠ σε 1,10 % περίπου. 1.6. Η γραφική παράσταση 1.2 επεξηγεί την αύξηση της σηµασίας του πόρου ΑΕΠ από το 1989 και εξής, έως ότου υπερέβη το 40 % των εσόδων το 2000. Θα συνεχίσει να αυξάνεται κατόπιν της νέας απόφασης σχετικά µε τους ιδίους πόρους ( 4 ). 1.7. Το Συνέδριο συνιστά να εξετάσει η Επιτροπή πώς θα µπορούσε να λάβει καλύτερα υπόψη, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του προϋπολογισµού για το έτος, την υποχρησιµοποίηση των πιστώσεων για πληρωµές και τη µη αναµενόµενη εξέλιξη των εσόδων, ιδίως στο πλαίσιο ενός διορθωτικού και συµπληρωµατικού προϋπολογισµού. 1.7. Η Επιτροπή παρακολουθεί την πραγµατοποίηση εσόδων καθ όλη τη διάρκεια του δηµοσιονοµικού έτους. Την άνοιξη, γίνεται κανονικά, µε διορθωτικό προϋπολογισµό, µια πρώτη προσαρµογή των προβλέψεων για τους παραδοσιακούς ίδιους πόρους και τις βάσεις ΦΠΑ και ΑΕΠ, µετά από διαβουλεύσεις µε τα κράτη µέλη στο πλαίσιο της συµβουλευτικής επιτροπής «Ίδιοι πόροι». Το φθινόπωρο, η Επιτροπή, µε βάση τα διαθέσιµα στοιχεία, εγγράφει, αν είναι αναγκαίο, µια πρώτη εκτίµηση του προβλεπόµενου υπολοίπου του οικονοµικού έτους σε διορθωτική επιστολή στο προσχέδιο του προϋπολογισµού. ( 3 ) Το Συνέδριο εξέτασε τα πληροφοριακά στοιχεία που παρουσίασε η Επιτροπή στον τόµο Ι του λογαριασµού διαχείρισης. Ο τόµος αυτός περιέχει σχόλια σχετικά µε τη διαχείριση του προϋπολογισµού για το οικονοµικό έτος και, ιδιαίτερα, εξηγήσεις σχετικά µε τις διαφορές µεταξύ του αρχικά εγκριθέντος προϋπολογισµού και των πραγµατικών εσόδων. Στόχος της εν λόγω εξέτασης δεν ήταν να παράσχει διαβεβαίωση ως προς την αξιοπιστία των εν λόγω εξηγήσεων. Επεδίωξε µάλλον να εντοπίσει κάθε σηµαντική διαφορά για την οποία δεν παρέχονται εξηγήσεις και να επισηµάνει κάθε εξήγηση που θα µπορούσε να θεωρηθεί παραπλανητική. ( 4 ) Απόφαση 2000/597/ΕΚ, Ευρατόµ του Συµβουλίου, της 29ης Σεπτεµβρίου 2000, για το σύστηµα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 253 της 7.10.2000, σ. 42).
15.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 19 ηµοσιονοµική παρουσίαση των ιδίων πόρων 1.8. Στο πλαίσιο της δηµοσιονοµικής ανάλυσης 2000, το Συνέδριο διαπίστωσε ότι η αναγνωσιµότητα και η διαφάνεια των πληροφοριών σχετικά µε τον προϋπολογισµό που δηµοσιεύτηκαν, ιδίως προς χρήση της αρµόδιας για τον προϋπολογισµό αρχής, δεν είναι πάντοτε ικανοποιητικές. 1.9. Όσον αφορά τη διαχείριση των διορθωτικών και συµπληρωµατικών προϋπολογισµών, το Συνέδριο διαπίστωσε ότι οι προθεσµίες δηµοσίευσης στην Επίσηµη Εφηµερίδα που ορίζει ο δηµοσιονοµικός κανονισµός δεν τηρούνται. Σε ορισµένες περιπτώσεις, οι πληροφορίες που παρουσιάζονται δεν καθιστούν δυνατή την ακριβή παρακολούθηση των µεταβολών που πραγµατοποιήθηκαν. 1.9. Η Επιτροπή θα µεριµνήσει ώστε να τηρούνται οι διατάξεις του δηµοσιονοµικού κανονισµού όσον αφορά τις προθεσµίες δηµοσίευσης των διορθωτικών και συµπληρωµατικών προϋπολογισµών. 1.10. Το Συνέδριο συνιστά: 1.10. α) την αναθεώρηση της παρουσίασης του προϋπολογισµού όσον αφορά τους ιδίους πόρους, καθώς και της ονοµατολογίας που χρησιµοποιείται επί του παρόντος α) Η Επιτροπή προτίθεται να λάβει υπόψη τη σύσταση του Ελεγκτικού Συνεδρίου και θα προτείνει στη δηµοσιονοµική αρχή τροποποιήσεις σχετικά µε τη δηµοσιονοµική παρουσίαση των ιδίων πόρων. β) τον καλύτερο σχεδιασµό της προσφυγής στους διορθωτικούς και συµπληρωµατικούς προϋπολογισµούς. β) Η Επιτροπή προσπαθεί να περιορίσει στο ελάχιστο τον αριθµό των διορθωτικών και συµπληρωµατικών προϋπολογισµών, η υποβολή των οποίων θα πρέπει να περιοριστεί µόνο σε αναπόφευκτες, εξαιρετικές ή απρόβλεπτες περιστάσεις, όπως ορίζει το άρθρο 15 του δηµοσιονοµικού κανονισµού. Αντίθετα, η Επιτροπή υποχρεούται να υποβάλει ΣΠ µετά το κλείσιµο των λογαριασµών προκειµένου να συµπεριληφθεί στον προϋπολογισµό ενός συγκεκριµένου οικονοµικού έτους το αποτέλεσµα του προηγούµενου οικονοµικού έτους. ΕΙ ΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΗΛΩΣΗΣ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑΣ Εισαγωγή 1.11. Η δήλωση αξιοπιστίας δεν καλύπτει τους διαφυγόντες δασµούς, καθώς αυτοί δεν παρουσιάζονται στους λογαριασµούς. Προκειµένου να ληφθεί περαιτέρω υπόψη το εν λόγω πρόβληµα, το Συνέδριο: α) έλαβε υπόψη την εργασία άλλων ελεγκτών, ιδίως των υπηρεσιών της Επιτροπής β) εξέτασε τις διατάξεις που στοχεύουν στον εντοπισµό, την αναφορά και την παρακολούθηση των περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας, στο πλαίσιο της προστασίας των κοινοτικών οικονοµικών συµφερόντων (βλέπε σηµεία 1.53-1.68, 1.75-1.92).
20 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 15.12.2001 Παραδοσιακοί ίδιοι πόροι 1.12. Στόχος των ελεγκτικών εργασιών του Συνεδρίου ήταν να διασφαλιστεί ότι οι δασµοί που έχουν εγγραφεί στους λογαριασµούς είχαν βεβαιωθεί εγκαίρως και µε ακρίβεια, καθώς και ότι οι λογιστικές διαδικασίες ήταν αξιόπιστες. Επιπλέον του ελέγχου των πράξεων, το Συνέδριο διενέργησε επίσης εις βάθος έλεγχο της διαχείρισης και της είσπραξης των δασµών αντιντάµπινγκ, δεδοµένου ότι το κίνητρο για αποφυγή τους είναι ιδιαίτερα ισχυρό (βλέπε σηµεία 1.21-1.52). Έλεγχος των πράξεων 1.13. Το Συνέδριο διενέργησε έλεγχο αποδείξεων δασµών εισαγωγής, που έλαβε από τους λογαριασµούς της Επιτροπής, οι οποίοι περιλάµβαναν στοιχεία από έντεκα κράτη µέλη. Ο έλεγχος περιορίστηκε σε εξέταση των διαθέσιµων εγγράφων στις τελωνειακές αρχές των κρατών µελών για την εκκαθάριση των τελωνειακών πράξεων. 1.14. Ο δασµός εισαγωγής βεβαιώνεται από τις τελωνειακές αρχές των κρατών µελών και εγγράφεται στα εθνικά λογιστικά συστήµατα, από τα οποία εξάγεται και αποδίδεται στην Επιτροπή συνεπώς, είναι σηµαντικό τα συστήµατα αυτά να χαρακτηρίζονται από αξιοπιστία και δυνατότητα διενέργειας ελέγχου. Στη Γερµανία, υπάρχουν τρία διαφορετικά και µόνον εν µέρει συντονισµένα λογιστικά συστήµατα για τις τελωνειακές διασαφήσεις, και µεγάλο τµήµα της επεξεργασίας πραγµατοποιείται χειρόγραφα. 1.15. Οι βεβαιωθείσες απαιτήσεις για τις οποίες δεν έχει συσταθεί ασφάλεια, καθώς και αυτές που αποτελούν αντικείµενο αµφισβήτησης και ενδέχεται να υποστούν µεταβολές δεν χρειάζεται να αποδίδονται στην Επιτροπή, αλλά αντ αυτού µπορούν να εγγράφονται από τα κράτη µέλη σε χωριστούς λογαριασµούς (λογιστική Β). Κάθε κράτος µέλος παρέχει τριµηνιαία κατάσταση της λογιστικής Β στην Επιτροπή. Τα υπόλοιπα περιλαµβάνονται στον ισολογισµό, στο τµήµα «Ποσά που οφείλουν τα κράτη µέλη» (VII. B.2.γ) (βλέπε σηµείο 9.6 σχετικά µε τον υπολογισµό της πρόβλεψης από την Επιτροπή). 1.16. To συνολικό υπόλοιπο που παρουσιάζεται στη λογιστική Β αυξήθηκε κατά 4,3 %, περνώντας από 2 168,7 εκατοµµύρια ευρώ στις 31 εκεµβρίου 1999 σε 2261,6εκατοµµύρια ευρώ στις 31 εκεµβρίου 2000. Η αύξηση αυτή αντιστοιχεί σε λιγότερο από το ήµισυ της µέσης ετήσιας αύξησης κατά την περίοδο 1990-1999. εδοµένου ότι οι τριµηνιαίες καταστάσεις που αποστέλλονται στην Επιτροπή απαιτούν µόνο αναφορά των συνολικών µεταβολών, χωρίς χρονολογική ή άλλου είδους ανάλυση της λογιστικής Β, τα κράτη µέλη είναι ελεύθερα απλώς να συναθροίζουν τα σύνολα που τους διαβιβάζουν τα τοπικά γραφεία, χωρίς να πραγµατοποιούν οποιαδήποτε κεντρική ή τοπική ανάλυση σχετικά µε το είδος και τον
15.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 21 αριθµό των περιπτώσεων που συνθέτουν το υπόλοιπο. εν είναι γνωστό πόσες µεµονωµένες καταχωρίσεις υπάρχουν. Ορισµένες καταχωρίσεις είναι σηµαντικές: 532,7 εκατοµµύρια ευρώ (23 % περίπου του συνολικού υπολοίπου) αντιστοιχούν στις τελωνειακές οφειλές που προέκυψαν από τις έρευνες σχετικά µε τις εισαγωγές βουτύρου Νέας Ζηλανδίας ( 5 ) οι οφειλές αυτές αποτελούν αντικείµενο αµφισβήτησης και οι υποθέσεις έχουν υποβληθεί στις δικαστικές αρχές του Ηνωµένου Βασιλείου. Χαρακτηριστικότερο παράδειγµα σηµαντικών εγγραφών αποτελούν δύο καταχωρίσεις του 1995 που πραγµατοποίησε το Βέλγιο σχετικά µε λαθρεµπόριο τσιγάρων το 1993 και ανέρχονται συνολικά σε 29,4 εκατοµµύρια ευρώ (1,3 % του συνόλου). 1.17. Το 2000, όπως και κατά τα προηγούµενα έτη ( 6 ), διαπιστώθηκαν προβλήµατα σχετικά µε την τήρηση της λογιστικής Β σε αρκετά κράτη µέλη. Στη Γερµανία, οι διαδικασίες λογιστικής συγκέντρωσης είναι χειρόγραφες για τη λογιστική Β και δεν περιλαµβάνουν επαρκείς ελέγχους προκειµένου να παρέχεται διαβεβαίωση αξιοπιστίας. ιαπιστώθηκαν περιπτώσεις κατά τις οποίες τα βεβαιωθέντα ποσά δεν είχαν εγγραφεί (Ηνωµένο Βασίλειο) ή δεν είχαν προσαρµοστεί κατόπιν δικαστικών αποφάσεων (Βέλγιο). Στις Κάτω Χώρες, οι διαδικασίες αναθεωρούνται επί του παρόντος προκειµένου να εξασφαλιστεί ότι οι εφαρµοζόµενοι κανόνες αντανακλούν πλήρως τις νοµικές απαιτήσεις. Στη Φινλανδία, η λογιστική Β έχει υπερεκτιµηθεί τουλάχιστον κατά 0,75 εκατοµµύρια ευρώ, που αντιστοιχούν σε υπολογισµό δυνητικών δασµών σε κατασχεθέντα εµπορεύµατα εντούτοις, οι τελωνειακές οφειλές για τα εν λόγω εµπορεύµατα έχουν αποσβεστεί µε τις πράξεις της κατάσχεσης και δήµευσης. Σε ορισµένα κράτη µέλη (Βέλγιο, ανία, Γερµανία), καταχωρίζονται συστηµατικά στη λογιστική Β τελωνειακές οφειλές που καλύπτονται από ασφάλεια και προέρχονται από µη εκκαθαρισµένες πράξεις διαµετακόµισης, ανεξάρτητα του εάν έχει ασκηθεί επίσηµη προσφυγή. Πρόκειται για παραβίαση του κανονισµού, ο οποίος απαιτεί να αποδίδονται τα ποσά που καλύπτονται από ασφάλεια. 1.17. Η Επιτροπή συµφωνεί ότι το σηµερινό ξεχωριστό λογιστικό σύστηµα που στηρίζεται σε τοπικό επίπεδο µπορεί να οδηγήσει σε λάθη, τα περισσότερα περιστασιακά, µερικά όµως συστηµατικά, που οφείλονται στην εσφαλµένη ερµηνεία του άρθρου 6 του κανονισµού (ΕΚ, Ευρατόµ) αριθ. 1150/2000. Η Επιτροπή λαµβάνει τα ενδεδειγµένα µέτρα για την αποκατάσταση και εξακολουθεί να παρέχει καθοδήγηση στα κράτη µέλη σχετικά µε τον τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας. Όσον αφορά τα κράτη µέλη που αναφέρονται συγκεκριµένα, έρευνα της Επιτροπής στη Γερµανία για 282 υποθέσεις που είχαν αναφερθεί ως διαγραφές αποκάλυψε ότι σε περισσότερες από τις µισές δεν είχε γίνει σωστή λογιστική επεξεργασία. Εδόθησαν οι κατάλληλες συµβουλές ώστε να βελτιωθεί η κατάσταση. Η Επιτροπή επεσήµανε επίσης αδυναµίες στα συστήµατα της ανίας, των Κάτω Χωρών και του Ηνωµένου Βασιλείου, και διεξάγονται διαπραγµατεύσεις σχετικά µε τις απαιτούµενες αλλαγές στις διαδικασίες τους. Μετά από αίτηµα της Επιτροπής, οι φινλανδικές αρχές τροποποίησαν, πριν από µερικούς µήνες, το σύστηµά τους. εδοµένου ότι οι διαπραγµατεύσεις µε το Βέλγιο έχουν αποβεί µέχρι στιγµής άκαρπες, η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία επί παραβάσει. 1.18. Υπάρχει µεγάλη πιθανότητα να µην µπορέσει να ανακτηθεί τµήµα του υπολοίπου της λογιστικής Β. Ο κανονισµός επιβάλλει την προσφυγή σε διαδικασία ακύρωσης αξίας όταν η ανάκτηση φαίνεται αδύνατη ( 5 ) Ειδική έκθεση αριθ. 4/98 σχετικά µε την εισαγωγή στην Κοινότητα µε µειωµένο συντελεστή εισφοράς και µε τη διάθεση γαλακτοκοµικών προϊόντων Νέας Ζηλανδίας και τυριού Ελβετίας (ΕΕ C127 της 24.4.1998 και ΕΕ C191 της 18.6.1998). ( 6 ) Βλέπε την ετήσια έκθεση για το οικονοµικό έτος 1999, σηµεία 1.12-1.16 ετήσια έκθεση για το οικονοµικό έτος 1998, σηµείο 1.10 δήλωση αξιοπιστίας σχετικά µε τις δραστηριότητες που εµπίπτουν στο γενικό προϋπολογισµό για το οικονοµικό έτος 1997, σηµεία 8.13 και 8.14 (ΕΕ C 349 της 17.11.1998) δήλωση αξιοπιστίας σχετικά µε τις δραστηριότητες που εµπίπτουν στο γενικό προϋπολογισµό για το οικονοµικό έτος 1996, σηµεία 19.6 και 19.7 (ΕΕ C 348 της 18.11.1997).
22 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 15.12.2001 µακροπρόθεσµα για λόγους που δεν µπορούν να καταλογιστούν στα κράτη µέλη, αλλά δεν καθορίζει κριτήρια ούτε επιβάλλει προθεσµίες εντός των οποίων τα κράτη µέλη υποχρεούνται να εκτιµήσουν την οφειλή. 1.19. Η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση κανονισµού ( 7 ) που προβλέπει την απόσυρση από τη λογιστική Β ποσών που θεωρούνται µη ανακτήσιµα έπειτα από περίοδο πέντε ετών µετά την ηµεροµηνία κοινοποίησης ή την ηµεροµηνία της τελικής δικαστικής απόφασης. Εφόσον το Συµβούλιο δεν εγκρίνει τέτοιο κανονισµό, το υπόλοιπο της λογιστικής Β θα εξακολουθήσει να περιέχει πολυάριθµα ποσά που είναι de facto µη ανακτήσιµα. Κατά την άποψη του Συνεδρίου, η διατήρηση επ αόριστο εγγραφών στη λογιστική Β δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό εάν δεν ενδέχεται να ανακτηθούν και, εποµένως, το Συνέδριο θεωρεί ότι θα πρέπει να πραγµατοποιηθούν οι εν λόγω τροποποιήσεις στον κανονισµό. 1.20. Τα ήσσονα σφάλµατα που διαπιστώθηκαν κατά τη διάρκεια του ελέγχου των πράξεων δεν επηρεάζουν σηµαντικά τους δασµούς εισαγωγής που παρουσιάζονται στο λογαριασµό διαχείρισης, ούτε τη νοµιµότητα και κανονικότητα της είσπραξης των ποσών που παρουσιάζονται στον εν λόγω λογαριασµό. Μέτρα αντιντάµπινγκ της Ευρωπαϊκής Ένωσης Εισαγωγή 1.21. Οι κανόνες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά µε τα µέτρα αντιντάµπινγκ ( 8 ) θεσπίστηκαν το 1968 ( 9 ). Από την εποχή εκείνη και εξής, το κανονιστικό πλαίσιο ( 7 ) Τροποποιηµένη πρόταση κανονισµού (ΕΚ, Ευρατόµ) του Συµβουλίου για την τροποποίηση του κανονισµού (ΕΟΚ, Ευρατόµ) αριθ. 1552/89 για την εφαρµογή της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόµ για το σύστηµα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων COM(98) 209 τελικό (ΕΕ C150 της 16.5.1998, σ. 20). ( 8 ) Πέραν των µέτρων αντιντάµπινγκ, η κοινοτική νοµοθεσία προβλέπει επίσης αντισταθµιστικά µέτρα έναντι των επιδοτήσεων που χορηγούν τρίτες χώρες σε εξαγωγές προς την Κοινότητα. Στην παρούσα έκθεση ο όρος «µέτρα αντιντάµπινγκ» θεωρείται ότι περιλαµβάνει και τα «αντισταθµιστικά µέτρα», των οποίων το περιεχόµενο, οι διαδικασίες εφαρµογής και τα αποτελέσµατα οµοιάζουν πολύ µε των «µέτρων αντιντάµπινγκ». ( 9 ) Κανονισµός (ΕΟΚ) αριθ. 459/68 του Συµβουλίου, της 5ης Απριλίου 1968 (ΕΕ L 93 της 17.4.1968, σ. 1).
15.12.2001 EL Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 23 τροποποιήθηκε ( 10 ) προκειµένου να είναι σύµφωνο µε την εξέλιξη των διεθνών συµφωνιών στο πλαίσιο της Γενικής Συµφωνίας ασµών και Εµπορίου (GATT) ( 11 ). 1.22. Σύµφωνα µε τις διατάξεις του κανονισµού (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συµβουλίου, ήτοι του βασικού κανονισµού σχετικά µε το αντιντάµπινγκ, ένα προϊόν θεωρείται ότι αποτελεί αντικείµενο ντάµπινγκ όταν η τιµή εισαγωγής του στην Κοινότητα είναι χαµηλότερη από την κανονική τιµή πώλησης στη χώρα εξαγωγής. Είναι δυνατό να επιβάλλεται δασµός αντιντάµπινγκ εάν προκαλείται ζηµία στην κοινοτική βιοµηχανία, εάν υπάρχει αιτιώδης συνάφεια µε το ντάµπινγκ και εάν το µέτρο είναι προς όφελος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ( 12 ). 1.23. Οι δασµοί αντιντάµπινγκ αποτελούν ιδίους πόρους των Κοινοτήτων και εισπράττονται από τις τελωνειακές αρχές κατά τον ίδιο τρόπο όπως οι κανονικοί δασµοί. Κατά τη διάρκεια του οικονοµικού έτους 2000, εισπράχθηκαν δασµοί αντιντάµπινγκ ύψους 139 εκατοµµυρίων ευρώ περίπου στο σύνολο της Κοινότητας. Στο τέλος του έτους, 70 προϊόντα µε καταγωγή από 38 χώρες είχαν υπαχθεί σε οριστικά µέτρα αντιντάµπινγκ. 1.24. Η διαδικασία που οδηγεί στη θέσπιση µέτρου αντιντάµπινγκ ξεκινά µε γραπτή καταγγελία εκ µέρους φυσικού ή νοµικού προσώπου που ενεργεί επ ονόµατι της κοινοτικής βιοµηχανίας που ζηµιώνεται. Η καταγγελία πρέπει να περιλαµβάνει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά µε το ( 10 ) Όσον αφορά τα µέτρα αντιντάµπινγκ, εφαρµόζεται ο κανονισµός (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συµβουλίου, της 22ας εκεµβρίου 1995 (ΕΕ L56της 6.3.1996, σ.1) και όσον αφορά τα αντισταθµιστικά µέτρα έναντι των επιδοτήσεων εφαρµόζεται ο κανονισµός (ΕΚ) αριθ. 2026/97, της 6ης Οκτωβρίου 1997 (ΕΕ L 288 της 21.10.1997, σ. 1). Για τα προϊόντα που καλύπτονται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) θεσπίζονται ειδικοί κανόνες στις αποφάσεις αριθ. 2277/96/ΕΚΑΧ, της 28ης Νοεµβρίου 1996 (ΕΕ L 308 της 29.11.1996, σ.11) και αριθ. 1889/98/ΕΚΑΧ, της 3ης Σεπτεµβρίου 1998 (ΕΕ L 245 της 4.9.1998, σ.3)της Επιτροπής. Οι γενικές γραµµές και των δύο αποφάσεων ακολουθούν τους βασικούς κανονισµούς του Συµβουλίου. ( 11 ) Σχετικά µε τα µέτρα αντιντάµπινγκ: «Agreement on implementation of Article VI of the General Agreement on Tariffs and Trade 1994» (Συµφωνία σχετικά µε την εφαρ- µογή του άρθρου VI της γενικής συµφωνίας δασµών και εµπορίου 1994) σχετικά µε τα αντισταθµιστικά µέτρα έναντι των επιδοτήσεων: «Agreement on subsidies and countervailing measures» (Συµφωνία σχετικά µε τις επιδοτήσεις και τα αντισταθµιστικά µέτρα). Ο Παγκόσµιος Οργανισµός Εµπορίου (ΠΟΕ), που ιδρύθηκε το 1995, αποτελεί το διεθνές διοικητικό πλαίσιο για την εφαρµογή των συµφωνιών της GATT. ( 12 ) Οι δασµοί αντιντάµπινγκ θεσπίστηκαν προκειµένου να γεφυρωθεί το χάσµα µεταξύ των τιµών που αποτελούν αντικείµενο ντάµπινγκ και των κανονικών τιµών εξαγωγής, σε τέτοιο επίπεδο ώστε να εξαλείφεται η ζηµία στην εγχώρια βιοµηχανία.