Η Θεωρία των Διεθνών Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού
Περιεχόμενα Κεφαλαίου Α. Θεωρητική Προσέγγιση των Αιτίων των Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού Η Κλασική Οικονομική Σκέψη και η Μετανάστευση Η Μαρξιστική Προσέγγιση Η Νεοκλασική Προσέγγιση Η Κεϋνσιανή Προσέγγιση Η Προσέγγιση του Ανθρώπινου Κεφαλαίου και της «Διαρροής Εγκεφάλων» Η Προσέγγιση των Παραγόντων «Έλξης» και «Απώθησης»
Περιεχόμενα Κεφαλαίου (συνέχεια) Β. Θεωρητική Προσέγγιση των Οικονομικών Αποτελεσμάτων των Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού Β.1 Τα Βραχυχρόνια Αποτελέσματα της Μετανάστευσης Τα Μεταναστευτικά Εμβάσματα και οι Επιπτώσεις τους Οι Επιπτώσεις στην Απασχόληση και τους Μισθούς Οι Επιπτώσεις στην Αύξηση του ΑΕΠ και του Εισοδήματος Οι Επιπτώσεις στις Τιμές και τη Διανομή του Εισοδήματος Β2. Τα Μακροπρόθεσμα Αποτελέσματα των Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού Το Ζήτημα του Ανθρώπινου Κεφαλαίου Το Επιχείρημα της Απόκτησης Εξειδίκευσης και Προσόντων Το Επιχείρημα της Ισόρροπης Ανάπτυξης Κάποια Επιπρόσθετα Μακροπρόθεσμα Αποτελέσματα
Α. Θεωρητική Προσέγγιση των Αιτίων των Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού Η διεθνής κινητικότητα του εργατικού δυναμικού προσεγγίζεται από την οικονομική θεωρία ως αποτέλεσμα της εκούσιας απόφασης των ατόμων αναφορικά με τη χώρα στην οποία επιλέγουν να εργαστούν. Η διεθνής κινητικότητα της εργασίας θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική καθώς επηρεάζει μια σειρά οικονομικών μεταβλητών με προφανέστερη την προσφορά εργατικού δυναμικού και την αγορά εργασίας γενικότερα. Η κλασική οικονομική σκέψη χαρακτηρίζεται από ένα δυαδισμό όσον αφορά τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις, καθώς προκρίνεται η φιλελεύθερη προσέγγιση για το ελεύθερο και χωρίς περιορισμούς εμπόριο από τη μια και η παρεμβατική για τις μετακινήσεις των παραγωγικών συντελεστών από την άλλη.
Η μετανάστευση συνδέεται εννοιολογικά, κυρίως από τους Νεοκλασικούς, με το άριστο (optimum) μέγεθος του πληθυ-σμού, οπότε και με φαινόμενα όπως ο υπερπληθυσμός ή το πληθυσμιακό έλλειμμα. Αν εξετάσουμε τον υπερπληθυσμό υπό τη Μαρξιστική μορφή του εφεδρικού βιομηχανικού στρατού, μπορούμε να διακρίνουμε τρεις μορφές του: την κυμαινόμενη, τη λανθάνουσα και τη στάσιμη. Η κυμαινόμενη μορφή σχετίζεται με τη μετανάστευση υπό την έννοια ότι μέρος αυτών που δεν απορροφώνται όταν η βιομηχανία αναπτύσσεται αποτελούν πλεονάζον εργατικό δυναμικό που συχνά αναγκάζεται να μεταναστεύσει. Το μέγεθος του πληθυσμού σε συνδυασμό με τη θεωρία της οριακής αποδοτικότητας αποτελεί τη βάση και της Νεοκλασικής θεωρίας της μετανάστευσης. Αναφορικά με τα αίτια της μετανάστευσης και παρά το γεγονός ότι η θεωρητική κάλυψη του θέματος δεν είναι πλήρης, αναλύοντας ανά σχολή οικονομικής σκέψης διαπιστώνουμε τα εξής:
Η Μαρξιστική προσέγγιση για τα αίτια της μετανάστευσης βασίζεται στην έννοια του υπερπληθυσμού και στις πιο πρόσφατες συμβολές της Νεομαρξιστικής προσέγγισης της εξάρτησης. Οι σχετικοί μισθοί βρίσκονται στο επίκεντρο της Νεοκλασικής ανάλυσης. Οι διαφορές στη ζήτηση και την προσφορά εργατικού δυναμικού στις αγορές εργασίας δυο χωρών αντανακλούνται σε διαφορετικά επίπεδα μισθών. Έτσι, το εργατικό δυναμικό θα τείνει να μεταναστεύσει από τη χώρα όπου οι μισθοί είναι χαμηλοί, προς τη χώρα όπου οι μισθοί είναι υψηλότεροι προκειμένου να βελτιώσουν το επίπεδο ευημερίας τους. Η ύπαρξη ευκαιριών απασχόλησης βρίσκεται στο επίκεντρο της Κεϋνσιανής προσέγγισης. Tο εργατικό δυναμικό μετακινείται από μια χώρα σε μια άλλη κυρίως επειδή οι ευκαιρίες απασχόλησης είναι καλύτερες στη χώρα προορισμού απ ότι στη χώρα προέλευσής του.
Ένα στοιχείο που διαφοροποιεί τις μετακινήσεις εργατικού δυναμικού μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου από τις προπολεμικές, είναι ότι σε σημαντικό βαθμό αφορούσαν ειδικευμένο εργατικό δυναμικό που ενσωμάτωνε ανθρώπινο κεφάλαιο.». Οι αναπτυγμένες χώρες σε πολλές περιπτώσεις έδειξαν πρόθεση να προσελκύσουν τέτοιας ποιότητας εργατικό δυναμικό, ενώ ταυτόχρονα έθεταν εμπόδια στην εισροή ανειδίκευτων εργατών. Το αποτέλεσμα αυτής της επιλογής ήταν τα μεταπολεμικά μεταναστευτικά ρεύματα να αφορούν σε σημαντικό (και αυξανόμενο) βαθμό την επιστημονική και επαγγελματική ελίτ των χωρών προέλευσης της μετανάστευσης με αποτέλεσμα οι χώρες αυτές να υφίστανται «διαρροή εγκεφάλων
Η λογική της προσέγγισης των παραγόντων έλξης και απώθησης των μεταναστών διαφέρει ουσιαστικά από τις προαναφερθείσες θεωρητικές προσεγγίσεις. Είναι μάλλον μακρο- παρά μικροοικονομική. Η μετανάστευση μπορεί να επέλθει ως αποτέλεσμα παραγόντων έλξης των μεταναστών από τη χώρα υποδοχής, απώθησης των μεταναστών από τη χώρα προέλευσης τους, ή συνδυασμό των δύο. Η ανάλυση των οικονομικών επιπτώσεων της μετανάστευσης μπορεί να γίνει τόσο στο μικρο- όσο και στο μακρο-οικονομικό επίπεδο. Μπορεί επίσης να γίνει με βάση τη διάκριση ανάμεσα σε βραχυχρόνιες και μακροχρόνιες επιπτώσεις.
Β. Θεωρητική Προσέγγιση των Οικονομικών Αποτελεσμάτων των Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού Το εμφανέστερο πιθανά αποτέλεσμα που επιφέρει η μετανάστευση είναι η ροή εμβασμάτων από τη χώρα υποδοχής προς τη χώρα προέλευσης των μεταναστών. Ειδικά όταν οι μετανάστες δεν συνοδεύονται από τις οικογένειές τους τείνουν να εμβάζουν σημαντικό μέρος των εισοδημάτων που αποκομίζουν από την απασχόλησή τους στο εξωτερικό στη χώρα προέλευσής τους. Η οικονομική θεωρία θεωρεί σε σημαντικό βαθμό τα εμβάσματα ως φυσικό αποτέλεσμα της μετανάστευσης δίνοντας έμφαση στο πώς επιδρούν στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Ανάλογα με τη χρήση και την τελική αξιοποίηση τους, μπορούμε να δούμε τα εμβάσματα ως απλή πηγή ξένου συναλλάγματος, αλλά και ως πηγή σχηματισμού πάγιου κεφαλαίου (επένδυσης). Στην περίπτωση που τα εμβάσματα χρηματοδοτούν την επένδυση και το σχηματισμό πάγιου κεφαλαίου στη χώρα προέλευσης των μεταναστών, μπορούν να προκαλέσουν και αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων, της απασχόλησης και του ΑΕΠ. Η μετακίνηση εργατικού δυναμικού επηρεάζει την προσφορά εργατικού δυναμικού στις χώρες προέλευσης, αλλά και στις χώρες υποδοχής των μεταναστών. Η μετανάστευση μειώνει τις πιέσεις που δημιουργεί η υψηλή ανεργία και λειτουργεί ως «βαλβίδα ασφαλείας» για την ανεργία στις χώρες προέλευσης των μεταναστών. Από την άλλη, η μετανάστευση καλύπτει τα ελλείμ-ματα σε εργατικό δυναμικό στις χώρες υποδοχής των μετανα-στών, επιτρέποντας τη διατήρηση των μισθών σε χαμηλά επίπεδα, καθώς αργά ή γρήγορα, οι ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό οδηγούν σε αύξηση των μισθών.
Οι παράγοντες που επηρεάζουν το ύψος των εμβασμάτων μπορούν να περιλαμβάνουν μη οικονομικές μεταβλητές, όπως η οικογενειακή κατάσταση των μεταναστών. Μπορούν όμως να περιλαμβάνουν και καθαρά οικονομικές όπως το ύψος των εισοδημάτων τους, η ροπή τους προς αποταμίευση, τα επίπεδα των επιτοκίων και οι επενδυτικές ευκαιρίες στις δύο χώρες. Η επίδραση της εισροής μεταναστών στους πραγματικούς μισθούς για τις χώρες υποδοχής εξαρτάται από τη διάρκεια παραμονής τους. Μια προσωρινού χαρακτήρα μετανάστευση έχει μικρής διάρκειας και μικρού (σχεδόν αμελητέου) μεγέθους επιπτώσεις, ενώ μια μονιμότερου χαρακτήρα μετακίνηση θα έχει σαφώς σημαντικότερες και πιο μακροχρόνιες επιπτώσεις. Η μετανάστευση βραχυχρόνια οδηγεί σε αύξηση του ΑΕΠ στη χώρα υποδοχής των μεταναστών και μείωση του στη χώρα προέλευσής τους. Επίσης μπορεί να επηρεάσει τις τιμές και τη διανομή του εισοδήματος.
Η ανάλυση των μακροχρόνιων επιδράσεων της μετανάστευσης, αναφέρεται κυρίως στο πώς αυτή επηρεάζει τη διαδικασία της οικονομικής ανάπτυξης στις χώρες προέλευσης και στις χώρες υποδοχής των μεταναστών και εξετάζει θέματα όπως: Το ζήτημα του ανθρώπινου κεφαλαίου, υπό την έννοια ότι η μετανάστευση θεωρείται απώλεια ανθρώπινου κεφαλαίου για τις χώρες που εξάγουν ανθρώπινο δυναμικό. Το επιχείρημα της απόκτησης εξειδίκευσης και προσόντων, υπό την έννοια ότι οι παλιννοστούντες φέρουν μαζί τους την επαγγελματική εμπειρία που αποκόμισαν στη χώρα υποδοχής και η οποία μπορεί να είναι χρήσιμη για την εκβιομηχάνιση και την οικονομική ανάπτυξη της πατρίδας τους. Το ζήτημα της ισόρροπης ανάπτυξης, που αναφέρεται στο κατά πόσο η μετανάστευση θεραπεύει ανισορροπίες στην αγορά εργασίας.