ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΗΘΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΚΙΖΙΡΙΔΟΥ Πρᾶξις ἐλλόγιμος καί ἦθος τῆς χάριτος. Σπουδή στά κείμενα τοῦ Ἀββᾶ Ἀντωνίου. Σύμβουλος Καθηγητής: Πρωτοπρ. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης Θεσσαλονίκη 2008
Στην οικογένεια μου 2
ΠΡΟΛΟΓΟΣ «Η λογική και ενάρετη ψυχή αναγνωρίζεται από το βλέμμα, το βάδισμα, τη φωνή, το γέλιο, από το που συχνάζει και με ποιους συναναστρέφεται. Όλα αυτά έχουν αλλάξει σ αυτήν και έγιναν κοσμιότερα.» 1. Με αυτό τον τρόπο περιγράφει και προσδιορίζει ο συγγραφέας των Παραινέσεων τους ανθρώπους που διακρίνονται για την ορθή χρήση του λογικού τους και οι οποίοι αγωνίζονται ακατάπαυστα για να ζουν ἐν Χριστῷ. Η λογική προσδιορίζει κάθε έκφανση της ζωής του ανθρώπου, διαμορφώνει το ήθος του και γι αυτό το λόγο μπορεί να οδηγήσει, ανάλογα με την ορθή ή λανθασμένη χρήση της, σε ψυχωφελείς ή ψυχοφθόρες αντίστοιχα καταστάσεις. Αρκετοί ίσως να θεωρούν ότι η λογική και το ήθος είναι δύο έννοιες που μπορούν να νοηθούν ανεξάρτητα η μία από την άλλη. Η πράξη και η εμπειρία, όμως, στον ορθόδοξο χριστιανισμό διαψεύδει κάτι τέτοιο. Στην ορθόδοξη θεολογία οι έννοιες αυτές είναι αλληλένδετες. Αυτή η άμεση σχέση μεταξύ λογικής και ήθους παρουσιάζεται με έναν φιλοσοφικό τρόπο στα 170 κεφάλαια των Παραινέσεων «περί ἥθους ἀνθρώπων καί χρηστῆς πολιτείας» στη Φιλοκαλία. Μέσα από το κείμενα αυτά βλέπουμε ότι η λογική αποτελεί τον ρυθμιστικό παράγοντα σε όλες τις πτυχές της ανθρώπινης ζωής, από την γέννηση ως τον θάνατο και την σωτηρία του ανθρώπου, ενώ παράλληλα αποτελεί το κριτήριο για μία ἐν Χριστῷ ζωή. Χαίρομαι ιδιαίτερα που μου δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από την εκπόνηση της διπλωματικής μου εργασίας, να έρθω σε επαφή με τα αριστουργηματικά κείμενα της Φιλοκαλίας, καθώς επίσης να γνωρίσω την διδασκαλία των Στωϊκών φιλοσόφων και μέρος από την διδασκαλία του Πλάτωνα. Μέσα από αυτή την ερευνητική διαδρομή και με μία συγκριτική μελέτη είδα τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται και αποδίδουν τις έννοιες της λογικής και του ήθους οι Πατέρες της Εκκλησίας και οι αρχαίοι φιλόσοφοι. Σ αυτό το σημείο θα ήθελα να ευχαριστήσω από καρδιάς τον καθηγητή μου, π. Βασίλειο Καλλιακμάνη, για την επιλογή και την ανάθεση του θέματος. Πρωτίστως όμως θα ήθελα να τον ευχαριστήσω για την κατανόηση, την υπομονή, την συμπαράσταση, την πνευματική και επιστημονική καθοδήγηση. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους 1 Αντωνίου του Μεγάλου, Παραινέσεις περί ἤθους ἀνθρώπων καί χρηστῆς πολιτείας, κεφ. κ, Φιλοκαλία, τομ. Α, εκδόσεις «Αστήρ», Αθήνα 1982 5,σ.7. 3
γονείς μου, Αναστάσιο και Ζωή, και τον αδερφό μου, π. Ιάκωβο, για την αμέριστη συμπαράσταση τους και για τόσα άλλα. Τέλος, πολλές ευχαριστίες ανήκουν στον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Νικοπόλεως και Πρεβέζης κ. Μελέτιο για τις συμβουλές και τις προσευχές του, στον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμ. π. Εφραίμ Τουμπέκη, καθηγούμενο της Ι.Μ. Προφήτου Ηλιού Ηλιοβουνίων για την ευλογία να χρησιμοποιήσω υλικό από τη βιβλιοθήκη της Μονής και ιδιαιτέρως στον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμ. π. Αλκίσων για την παραχώρηση δυσεύρετου υλικού από την προσωπική του βιβλιοθήκη. Πάσχα 2008 Θεσσαλονίκη Κιζιρίδου Παρασκευή 4
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ..3 ΕΙΣΑΓΩΓΗ.7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΟΥ Μ. ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ. 1.Εισαγωγικά στο έργο του Μ. Αθανασίου «Βίος καί πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου»....10 2.Βίος του Μεγάλου Αντωνίου..11 3. Το πρόβλημα της γνησιότητας του έργου : «Παραινέσεις περί ἥθους ἀνθρώπων καί χρηστῆς πολιτείας»....20 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΟΙ ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΚΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΩΝ ΣΤΩΪΚΩΝ. ΣΗΜΕΙΑ ΣΥΓΚΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΛΙΣΗΣ.. 31 1.Στωϊκή φιλοσοφία και χριστιανισμός...32 2. Περί πρόνοιας. α) Η έννοια της «πρόνοιας» στον Στωϊκισμό και τον Χριστιανισμό 41 β)η έννοια της «πρόνοιας» όπως παρουσιάζεται στα κεφάλαια των Παραινέσεων..45 3. Περί δαιμόνων. α)ο «δαίμονας» στον Στωϊκισμό και τον Χριστιανισμό.. 50 β)ο «δαίμονας» στα κεφάλαια των Παραινέσεων......54 4. Περί υιοθεσίας. α) Η έννοια της «υιοθεσίας» στον Στωϊκισμό και τον Χριστιανισμό...58 β)η έννοια της «υιοθεσίας» όπως παρουσιάζεται στα κεφάλαια των Παραινέσεων..62 5
5.Περί σώματος. α) Το σώμα στον Στωϊκισμό, τον Πλατωνισμό και τον Χριστιανισμό...65 β)το σώμα στα κεφάλαια των Παραινέσεων....76 6. Περί τριμερούς διακρίσεως της ψυχής. α) Η τριμερής διάκριση της ψυχής στον Πλατωνισμό και τον Χριστιανισμό..... 82 β) Η ψυχή στα κεφάλαια των Παραινέσεων......89 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΝΘΕΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΗΘΟΣ...92 1. Η λογική ψυχή και ο λογικός άνθρωπος...92 2. Ο παράλογος άνθρωπος......100 3. Η διάκριση μεταξύ καλού και κακού.....103 4. Ο λογικός άνθρωπος και η σχέση του με τον επουράνιο και τον επίγειο κόσμο....105 5. Λογικός άνθρωπος και άλογα ζώα....110 6. Η στάση του λογικού ανθρώπου απέναντι στον θάνατο και στην αθανασία..... 113 7.Η σχέση του με την ψυχή, το σώμα και την ύλη..116 8. Λογική και νους..127 9. Η πνευματική εμπειρία ως υπέρβαση της λογικής 134 ΕΠΙΛΟΓΟΣ..139 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Α. ΠΗΓΕΣ...140 Β. ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ 141 6
ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Ηθική και λογική είναι δύο έννοιες που σχετίζονται άμεσα μεταξύ τους. Η ηθική και ειδικότερα ο ηθικός προβληματισμός προϋποθέτουν το αυτεξούσιο και τη λογική που αποτελούν χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ανθρώπου. 2 Η κτιστή φύση του ανθρώπου προικίστηκε με την δυνατότητα ενός τρόπου υπάρξεως που είναι διαφορετικός από τον τρόπο υπάρξεως της υπόλοιπης κτίσης. Προικίστηκε με την δυνατότητα του τρόπου της θείας υπάρξεως, που εκδηλώνεται κατεξοχήν στο χάρισμα του λογικού και του αυτεξουσίου. Αυτά τα χαρίσματα φανερώνουν, χωρίς όμως να εξαντλούν, την εικόνα του Θεού στον άνθρωπο. 3 Ο άνθρωπος είναι λογικός όχι μόνο γιατί έχει την δυνατότητα να προβληματίζεται και να σκέφτεται με τρόπο λογικό αλλά και γιατί μπορεί να αναζητεί και να εννοεί την αιτία και το σκοπό του κόσμου. 4 Ο άνθρωπος μπορεί να γνωρίσει τον Θεό μόνο αν νοεί και λογίζεται ορθά. 5 Η ορθόδοξη Θεολογία δίνει πρωτεύοντα ρόλο στον ορθό λόγο και στη λειτουργία του. Με τον ορθό λόγο εξασφαλίζεται η κατά φύση κατάσταση του ανθρώπου. Αυτήν την φυσιολογική κατάσταση του ανθρώπου την διαταράσσουν τα πάθη, τα οποία αποτελούν «αλόγιστες» κινήσεις της ψυχής και του σώματος και τα οποία αλλοιώνουν την λειτουργία του ορθού λόγου. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να οδηγείται ο άνθρωπος σε παράλογες συμπεριφορές και σε «παρά φύσιν» καταστάσεις. 6 Ο άνθρωπος, όμως, ύστερα από συνεχή άσκηση και πνευματική εγρήγορση για την καθαρότητα του νου και της καρδιάς, μπορεί να φτάσει με την χάρη του Αγίου Πνεύματος σε υπέρβαση της λογικής. Η «υπέρ φύσιν» κατάσταση δεν εκλαμβάνεται ως έκσταση αλλά ως φωτισμός της «κατά λόγον» κατάστασης του ανθρώπου. 7 Έτσι, λοιπόν, το «κατά φύση είναι» του ανθρώπου ξεπερνώντας τις μηδενιστικές δυνάμεις 2 Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ηθική, εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2000 4,σ.23. 3 Χρήστου Γιανναρά, Αλφαβητάρι της πίστης, εκδόσεις Δόμος, Αθήνα 1999 12, σ. 90. 4 Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Εισαγωγή στην ηθική, εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1995 3,σ.147. 5 Νικολάου Α. Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β, εκδόσεις Π.Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1999 5, σ.502. 6 Νικολάου Α. Ματσούκα, ό.π., σ.506. 7 Νικολάου Α. Ματσούκα, ό.π., σ.505. 7
του παρά φύση περνάει στο «εὖ εἶναι» του υπέρ φύση, πράγμα που σημαίνει ότι το ίδιο το «κατά φύση είναι» παίρνει και γεύεται την εμπειρία της φωτιστικής ενέργειας του Αγίου Πνεύματος ή με άλλα λόγια της άκτιστης πραγματικότητας. Σε κάθε βαθμίδα ο άνθρωπος έχει ο ίδιος την εμπειρία και μέσα στα όρια του εφικτού και της εκάστοτε δυνατότητας γνωρίζει αυτό που είναι, είτε στην κατάσταση του κατά φύση, είτε του παρά φύση είτε του υπέρ φύση τελικά η λειτουργική ενότητα του κατά φύση και του υπέρ φύση εξασφαλίζει την ολοκλήρωση της ανθρώπινης ύπαρξης. 8 Στην παρούσα εργασία θα ασχοληθούμε με το κατά πόσο η λογική αποτελεί ρυθμιστικό κανόνα της ένθεης ζωής, όπως αυτή παρουσιάζεται στα 170 κεφάλαια που δημοσιεύονται στη Φιλοκαλία. Τα κεφάλαια αυτά φέρουν ως τίτλο: «Παραινέσεις περί ἥθους ἀνθρώπων καί χρηστῆς πολιτείας» και αποδίδονται στον Αββά Αντώνιο. Θα παραθέσουμε αρχικά την βιογραφία του Μ. Αντωνίου, έτσι όπως μας έχει παραδοθεί από τον βιογράφο του Μ. Αθανάσιο, και επειδή ακριβώς είναι κείμενα που αποδίδονται στον Αββά Αντώνιο, θα παραθέσουμε εν συνεχεία τον προβληματισμό για την γνησιότητα του έργου αυτού, αν δηλαδή ανήκουν πραγματικά στον Αββά Αντώνιο ή όχι. Στο B κεφάλαιο θα αναφερθούμε στο κατά πόσο απηχούνται οι αντιλήψεις και η διδασκαλία των Στωϊκών μέσα στα κεφάλαια των Παραινέσεων, σε θέματα όπως η πρόνοια, η υιοθεσία, οι δαίμονες, το σώμα, η τριμερής διάκριση της ψυχής και θα γίνει μία σύγκριση με την αντίστοιχη διδασκαλία του Χριστιανισμού πάνω στα θέματα αυτά. Στο Γ κεφάλαιο, έχοντας ως βάση τις «Παραινέσεις» θα αναλύσουμε την έννοια της λογικής, το πώς πρέπει να χρησιμοποιείται από τους ανθρώπους αυτό το θείο δώρο, αφού ανάλογα με το πώς χρησιμοποιείται, ορθά ή λανθασμένα, οδηγεί σε υπέρ φύσιν, κατά φύσιν ή παρά φύσιν καταστάσεις. Δηλαδή θα δούμε το κατά πόσο η λογική διαμορφώνει το ήθος των ανθρώπων, αφού αποτελεί κριτήριο που καθορίζει την σχέση του ανθρώπου με το Θεό, με τους συνανθρώπους του, με τον κόσμο και τα υλικά αγαθά, με τον θάνατο, με το σώμα, με την ψυχή πάντα μέσα στα πλαίσια της ορθοδόξου πίστεως. Τέλος, θα αναφερθούμε στα όρια μεταξύ λογικής και εμπειρίας, δηλαδή μέχρι που 8 Νίκου Α. Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Α, Εισαγωγή στη θεολογική γνωσιολογία, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 2000 5,σ. 176. 8
φτάνει και σταματάει η λογική και που ξεκινάει η πνευματική εμπειρία και παράλληλα θα προσπαθήσουμε να δώσουμε απαντήσεις στα εξής ερωτήματα: Μπορεί η ανθρώπινη λογική να ερμηνεύσει ή και να περιγράψει ακόμη τις πνευματικές εμπειρίες; Η λογική είναι στατική; Δεν επηρεάζεται και αυτή από την ψυχική κατάσταση του ανθρώπου ; 9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΟΥ Μ. ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ. 1. Εισαγωγικά στο έργο του Μ. Αθανασίου «Βίος καί πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου». Ο «Βίος του Αντωνίου» είναι η αρχαιότερη μοναστική βιογραφία που έχουμε. 9 Συγγραφέας της είναι ο Μ. Αθανάσιος, πρόσωπο που προσδίδει ένα αδιαμφισβήτητο κύρος σε αυτήν. Ο ολοκληρωμένος τίτλος του έργου αυτού είναι «Βίος καί πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου, συγγραφείς καί ἀποσταλείς πρός τούς ἐν τῆ ξένῃ μοναχούς». 10 Ο Μ. Αθανάσιος έχει ως πρότυπο τον Μ. Αντώνιο, καθώς στο πρόσωπο του και στον τρόπο ζωής του συνδυάζεται αρμονικά λόγια και απλοϊκή θεολογία. Ο Μ. Αντώνιος δεν καλλιεργεί την επιστημονική και την λόγια θεολογία άλλωστε δεν ξέρει να διαβάσει ούτε την Αγία Γραφή. Ωστόσο όμως στην ορθόδοξη ζωή και σκέψη ποτέ τα γράμματα δεν χωρίστηκαν από τον φωτισμένο και γυμνασμένο νου. Άλλωστε μονάχα ένας γυμνασμένος νους κατανοεί τα θεία μυστήρια, και έχοντας σωστή θεογνωσία δεν πέφτει σε ατοπήματα. Όσοι είναι αγράμματοι γυμνάζουν τον νου διαβάζοντας τους λόγους της κτίσης και της ιστορίας. 11 Χαρακτηριστική είναι η απάντηση που δίνει ο Μ. Αντώνιος στην ερώτηση ενός φιλοσόφου για το πώς αντέχει την απομόνωση στην έρημο χωρίς την συντροφιά των βιβλίων. Ο Αντώνιος δείχνοντας την ερημιά γύρω του είπε: «Τό ἐμὸν βιβλίον, ὦ φιλόσοφε, ἡ φύσις τῶν γεγονότων ἐστὶ, καὶ πάρεστιν ὅτε βούλομαι τοὺς λόγους ἀναγινώσκειν τοὺς τοῦ Θεοῦ». 12 Τα γράμματα λοιπόν είτε τα μαθαίνει κανείς (οπότε είναι λειτουργικά εναρμονισμένα με τη θεία σοφία και ποτέ δεν βρίσκονται σε αντιθετική σχέση), είτε δεν τα μαθαίνει, υπάρχουν στην θεία γνώση, γιατί στην προκειμένη 9 Γεωργίου Φλορόφσκυ, Οι Βυζαντινοί Ασκητικοί και Πνευματικοί Πατέρες, μτφρ. Παναγιώτου Κ. Πάλλη, εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 166. 10 Migne P.G. 26, 835 976. 11 Νίκου Α. Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Α, Εισαγωγή στη θεολογική γνωσιολογία, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 2000 5,σ. 148. 12 Σωκράτους, Εκκλησιαστική Ιστορία, P.G. 67, κεφ. ΚΓ, στ. 516 C. 10
περίπτωση αναπληρώνονται από το βιβλίο «τῆς φύσεως τῶν γεγονότων». 13 Το έργο γράφτηκε ύστερα από απαίτηση των μοναχών που διήγαν τον μοναστικό τους βίο στην έρημο. Στο προοίμιο του έργου αυτού ο Μ. Αθανάσιος αναφέρει τους σκοπούς του έργου του. Έτσι, λοιπόν, αναφέρει ότι η θύμηση και μόνο του Αντωνίου είναι μεγάλο κέρδος και ωφέλεια και για τον ίδιο. Αλλά γνωρίζει ότι και οι μοναχοί όταν ακούσουν για τον Αντώνιο θα θελήσουν και θα ζηλέψουν να μιμηθούν την πρόθεση του. 14 Ωστόσο, όμως, αν μελετήσει κανείς το κεφάλαιο 67, μπορεί να διακρίνει ότι κύριος σκοπός του Μ. Αθανασίου ήταν να προκαλέσει το ενδιαφέρον των μοναχών υπέρ της Εκκλησίας και υπέρ των αγώνων που αυτή καταβάλλει για την διατήρηση της Ορθοδοξίας και της αληθινής ιερής αποστολικής παραδόσεως, ιδιαίτερα κατά τους σκληρούς αγώνες αυτής εναντίον των ποικιλώνυμων αιρέσεων. Και αυτό γιατί εκείνη την εποχή οι μοναχοί απέφευγαν κάθε επαφή με την Εκκλησία, ενώ οι εγκρατιτικές τάσεις γνωστικών και ιουδαϊζουσών αιρέσεων είχαν δημιουργήσει την εντύπωση σ αυτούς που είχαν επιλέξει τον μοναχικό βίο ότι η «ἐν τῶ κόσμῳ» βιούσα Εκκλησία δεν ζούσε πραγματικά και αληθινά κατά Χριστόν. Γι αυτό ο Μ. Αθανάσιος προβάλλει ως παράδειγμα τον Μ. Αντώνιο, ο οποίος έδειχνε μεγάλο σεβασμό στην Εκκλησία και στους ιερείς και με ζήλο συμμετείχε στους αντιαιρετικούς αγώνες της Εκκλησίας. 15 2.Βίος του Μεγάλου Αντωνίου. Ο Μέγας Αντώνιος είναι ο πρώτος συγγραφέας που παρουσιάζεται στη Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών. Είναι σημαντικό να παρουσιαστεί η περιρρέουσα ατμόσφαιρα και οι ιστορικές συγκυρίες μέσα στις οποίες εμφανίστηκε η σπουδαία αγιοπατερική μορφή του Μεγάλου Αντωνίου. Ο Αντώνιος εμφανίζεται την εποχή δύο σπουδαίων ιστορικών γεγονότων. Ζει το διωγμό του Διοκλητιανού (303), καθώς και την ελευθερία στη 13 Νίκου Α. Ματσούκα, Μαθηματικές, φιλοσοφικές και θεολογικές έννοιες σε πατερικά κείμενα, περ. Γρηγόριος Παλάμας, τεύχος 687, Θεσσαλονίκη, 1982, σ. 259, παραπομπή 1. 14 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου συγγραφείς καί ἀποσταλείς πρός τούς ἐν τῆ ξένῃ μοναχούς, PG 26,Προοίμιον,837ΑΒ. 15 Κωνσταντίνου Γ. Μπόνη, Ασκητικοί συγγραφείς του Δ αιώνος (Εισαγωγαί), Αθήνα 1970, σ. 12 (ανάτυπο από την ΒΕΠ τ.39/42). 11
λατρεία που παραχώρησε το 313 ο Κωνσταντίνος, που επρόκειτο να γίνει ο πρώτος χριστιανός αυτοκράτορας. Η κατάρρευση της ειδωλολατρίας σήμαινε για τους χριστιανούς την νίκη του Χριστού πάνω στο θάνατο και στις δυνάμεις του κακού. Μέσα σε αυτό το κλίμα εμφανίζεται ο Αντώνιος και οι πρώτοι μοναχοί. Το γεγονός ότι αυτό έγινε στην Αίγυπτο, ενίσχυε αυτήν την ερμηνεία: Μία αρχαία χριστιανική παράδοση έλεγε πράγματι ότι με τον διωγμό του Ηρώδη, όταν το παιδί Ιησούς αναγκάστηκε να καταφύγει στην Αίγυπτο, τα είδωλα μέσα στους ναούς έπεσαν από τα βάθρα τους και έσπασαν. 16 Η εμφάνιση του Αντωνίου και των πρώτων μοναχών μέσα σε αυτά τα διαδραματιζόμενα ιστορικά γεγονότα, που είχαν άμεση σχέση με την ιστορία της Εκκλησίας, αποκάλυπτε την εσωτερική της διάσταση. Η εγκαθίδρυση της χριστιανικής αυτοκρατορίας μπορούσε να έχει απλώς πολιτικο θρησκευτική σημασία και να εκθέσει την Εκκλησία στον πειρασμό της εξουσίας και στο πνεύμα της εκκοσμίκευσης. Ο μοναχισμός αποτελούσε το αντίβαρο στο μεγαλείο της χριστιανικής αυτοκρατορίας. Ερχόταν να θυμίσει ότι η νίκη του Χριστού και της Εκκλησίας του έχει πρώτα από όλα ένα νόημα εσωτερικό. Στα μάτια των χριστιανών εκείνης της εποχής ο αδιάκοπος πνευματικός αγώνας των μοναχών συνέχιζε τον αγώνα των μαρτύρων στην αρένα. Ο μοναχισμός δεν αμφισβητούσε το ιδεώδες της χριστιανικής αυτοκρατορίας, αλλά ήταν το απαραίτητο αντίβαρο των γήινων μεγαλείων της, όπως θα γινόταν και το καταφύγιο των υπέρτατων αξιών της στις αποτυχίες της. 17 Όπως ήδη έχει αναφερθεί, ο βίος του Αντωνίου γράφτηκε από τον αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας Αθανάσιο την επομένη του θανάτου του αγίου. Αποτελεί, λόγω και της αξίας του συγγραφέα του, το πραγματικά «θεμελιώδες κείμενο» της μοναστικής ζωής. 18 Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία που μας παραδίδει ο Μ. Αθανάσιος, ο Μ. Αντώνιος ήταν Αιγύπτιος στην καταγωγή. Οι γονείς του ήταν ευγενείς, χριστιανοί και είχαν αρκετή περιουσία. Ο Αντώνιος μεγάλωσε χριστιανοπρεπώς, αρνήθηκε όμως να μάθει γράμματα γιατί ήθελε να αποφύγει 16 Αρχιμ. Πλακίδα Deseille, Φιλοκαλία Η νηπτική παράδοση της Ορθοδοξίας και η ακτινοβολία της στον κόσμο, μτφρ. Άννα Κωστάκου Μαρίνη. Εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1999, σ. 19 20. 17 Αρχιμ. Πλακίδα Deseille, ό.π., σ. 20. 18 Αρχιμ. Πλακίδα Deseille, ό.π., σ. 21. 12
οποιαδήποτε συναναστροφή με παιδιά της ηλικίας του και επιθυμούσε να παραμείνει άπλαστος μέσα στο σπίτι του. Πήγαινε πρόθυμα στην Εκκλησία με τους γονείς του και ήταν πολύ υπάκουος σε αυτούς. Επίσης, έδινε μεγάλη προσοχή στην ανάγνωση των ιερών βιβλίων και αποκόμιζε μεγάλη ωφέλεια για τον εαυτό του. 19 Μετά τον θάνατο των γονέων του έμεινε μόνος αυτός με την πολύ μικρή αδελφή του. Ήταν τότε δεκαοκτώ ως είκοσι ετών και φρόντιζε αυτός πια για το σπίτι και για την αδελφή του. Δεν είχαν περάσει ακόμα έξι μήνες από τον θάνατο των γονιών του, όταν αποφάσισε να εγκαταλείψει τα πάντα και να ακολουθήσει τον δρόμο του μοναχισμού. Αυτή η απόφαση πάρθηκε, όταν μία μέρα κατά την συνήθεια πήγαινε στην Εκκλησία και συλλογιζόταν πως οι Απόστολοι εγκατέλειψαν τα πάντα και ακολούθησαν τον Σωτήρα Χριστό, ενώ και οι Χριστιανοί που αναφέρονται στις Πράξεις πωλούσαν τα υπάρχοντα τους και απέθεταν το αντίτιμο «στους πόδας» των Αποστόλων, για να τα μοιράσουν σε αυτούς που είχαν ανάγκη. Καθώς, λοιπόν, συλλογιζόταν αυτά μπήκε στην Εκκλησία, όπου εκείνη την ώρα συνέβη να διαβάζεται το Ευαγγέλιο, στο σημείο όπου λέει ο Κύριος στον πλούσιο νεανίσκο: «Αν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πώλησε πάντα τα υπάρχοντα σου και μοίρασε τα στους φτωχούς κι έλα να με ακολουθήσεις και θα έχεις, τότε, θησαυρό στους ουρανούς» 20. Ο Αντώνιος ακούγοντας αυτά, θεώρησε οτι διαβάστηκε ειδικά γι αυτόν η περικοπή αυτή, και έχοντας στο νου του το παράδειγμα των Αποστόλων και των πρώτων Χριστιανών, αμέσως μόλις βγήκε από την Εκκλησία, χάρισε στους χωριανούς του τα κτήματα, όσα είχε από τους γονείς του για να μην ενοχλήσουν πια τα χρήματα ούτε αυτόν ούτε την αδελφή του. Τα άλλα τους τα πράγματα, τα κινητά, αφού τα πούλησε όλα και μάζεψε χρήματα αρκετά, τα μοίρασε κι αυτά στους φτωχούς και κράτησε μόνο λίγα για την αδελφή του. 21 Τελικά, όμως, ακόμα και αυτά τα λίγα που κράτησε για την αδελφή του τα μοίρασε στους φτωχούς. Αφορμή για να προχωρήσει σε αυτήν την πράξη στάθηκε για άλλη μια φορά η περικοπή του Ευαγγελίου που άκουσε όταν είχε πάει στην Εκκλησία, 19 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου συγγραφείς καί ἀποσταλείς πρός τούς ἐν τῆ ξένῃ μοναχούς, PG 26, 1, 840Β 841ΑΒ. 20 Ματθ. 19,21. 21 Μ.Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 2, 841 BC 844A. 13
όπου ο Κύριος έλεγε: «Μη μεριμνήσετε περί της αύριον» 22. Αφού μοίρασε και τα τελευταία χρήματα, εμπιστεύθηκε την αδελφή του σε γνώριμες πιστές παρθένους, την έβαλε να ανατρέφεται σε Παρθενώνα, κι άρχισε να ζει στην αυλή του σπιτιού του, αφοσιωμένος πλέον στην ασκητική ζωή. Και αυτό, γιατί ακόμη δεν υπήρχαν στην Αίγυπτο τακτοποιημένα και συνεχώς κατοικημένα μοναστήρια αλλά ούτε και κανένας μοναχός ήξερε καλά την μακρινή έρημο. Όποιος, δέ, ήθελε να «προσέχῃ ἑαυτῶ» ασκήτευε κατά μόνας, όχι μακριά από το χωριό του. 23 Ο Αντώνιος είχε ακούσει για έναν γέροντα, ο οποίος ασκήτευε και μόλις τον είδε τού γεννήθηκε η επιθυμία να τον μιμηθεί. Άρχισε, λοιπόν, και αυτός να μένει σε τόπους γύρω από το χωριό του και όπου άκουγε για κάποιον σπουδαίο άνθρωπο στην αρετή, αναχωρούσε και αναζητούσε να τον βρει. Χαρακτηριστικό είναι ότι δεν επέστρεφε στον τόπο όπου έμενε, αν πρώτα δεν τον έβλεπε και αφού έπαιρνε από αυτόν κάτι ωφέλιμο, σαν εφόδιο στον δρόμο της αρετής. Σκεφτόταν, μάλιστα, να μην επιστρέψει στο σπίτι του, στα οικογενειακά του και στους συγγενείς του. Μοναδική του έγνοια ήταν πώς να αυξήσει τον τόνο της ασκητικής ζωής. 24 Επίσης, όταν άκουσε ότι ο αργός δεν πρέπει και να τρώει 25, εργαζόταν χειρωνακτικά και από το προϊόν της εργασίας του ένα μέρος κρατούσε «εἰς τόν ἄρτον» για την συντήρηση του δηλαδή, και το υπόλοιπο το μοίραζε σε όσους είχαν ανάγκη. 26 Ακόμη, η προσευχή κατείχε σημαντικότατη θέση στην ζωή του. Προσευχόταν συνέχεια, όταν έμαθε πως ο καθένας πρέπει «ἀδιαλείπτως» να προσεύχεται, χωρίς διακοπή δηλαδή, και νοερά. 27 Επίσης, όπως μας πληροφορεί ο Μ. Αθανάσιος, ο Αντώνιος γνώριζε την περισσότερη, αν όχι όλη την Καινή Διαθήκη «από στήθους» 28, ήταν δηλαδή θεοδίδακτος. Ο Μ. Αντώνιος διακρινόταν για την ταπείνωση, την αγάπη και την καταδεκτικότητα του. Από τους μοναχούς που επισκεπτόταν, έπαιρνε το 22 Ματθ. 6,34. 23 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία,, PG 26, 3, 844ΑΒ. 24 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, κεφ. 3, στ. 844 BC. 25 Όπως, λέει ο Απόστολος Παύλος : «Εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδέ ἐσθιέτω» ( Β Θεσσαλ. 3, 10). 26 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 3, 844C 845A. 27 Όπως, λέει ο Απόστολος Παύλος προς τους Θεσσαλονικείς «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α Θεσσαλ. 5, 17). Και «Πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ» (Ματθ. 6,6). 28 Μ.Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 3, 845Α. 14
προτέρημα του καθενός. Προσπαθούσε, μάλιστα, να συνδυάζει όλα αυτά τα προτερήματα και να τα έχει ως παράδειγμα στον ασκητικό του βίο. Αγωνιζόταν να φανεί αντάξιος εκείνων που εξασκούσαν υψηλές αρετές, χωρίς όμως να είναι «φιλόνεικος» με τους συνομήλικους του και όλα αυτά τα έκανε χωρίς να λυπεί κανέναν. 29 Ο διάβολος, όμως, δεν ανεχόταν να βλέπει τέτοια πρόθεση και αγαθή διάθεση στον Αντώνιο, γι αυτό και προσπάθησε να τον πειράξει με κάθε τρόπο. Σ αυτό το σημείο πρέπει να σημειώσουμε ότι τα δαιμονικά μέσα με τα οποία επιχειρείται να εμποδιστεί η οδός της ασκήσεως και του μοναχικού βίου, μπορεί να είναι άλλοτε λεπτά και άλλοτε χονδροειδή και πάντοτε υποβάλλουν στον υποψήφιο ασκητή την αμφιβολία για την ορθότητα της οδού, πάντοτε δηλαδή υποβάλλουν την σκέψη ότι αυτή μπορεί να μην είναι λογική. 30 Η προσπάθεια του διαβόλου είναι «να του ψιθυρίσει την ανάμνηση του πλούτου του, την φροντίδα για την αδελφή του, τις απαιτήσεις των συγγενών, την αγάπη του χρήματος, την αγάπη της δόξας, τις διάφορες ευχαριστήσεις του τραπεζιού και τις άλλες ανέσεις της ζωής.». 31 Αυτές, όμως, οι προσπάθειες του διαβόλου να εμποδίσουν τον Αντώνιο στην οδό της ασκήσεως δεν απέδωσαν. Ο Αντώνιος έχοντας τον νου του στον Χριστό απέφυγε όλους τους πειρασμούς. 32 Ο Αντώνιος, παρόλο, που νίκησε τον διάβολο, δεν παραμελούσε την πνευματική του ζωή. Αντιθέτως, φρόντιζε όλο και περισσότερο γι αυτήν και ζούσε όλο και πιο ασκητικά, σκληραγωγώντας τον εαυτό του και απονεκρώνοντας το σώμα του. Χαρακτηριστικό είναι ότι αντιμετώπιζε την κάθε ημέρα ως αρχή ασκήσεως. Δεν ανέφερε τα χρόνια που περνούσαν γιατί δεν θεωρούσε πρέπον να μετρά το δρόμο της αρετής με τον χρόνο, ούτε με την διάρκεια αναχωρήσεως από τον κόσμο για την εξάσκησή της αλλά τον μετρούσε με το μέγεθος του πόθου και με την φλόγα της προαιρέσεως. 33 Ο Αντώνιος, αφού επί 15 χρόνια έμεινε ασκούμενος στην αυλή του σπιτιού του, αποφάσισε το 285 να πάει στο νεκροταφείο που ήταν μακριά 29 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 4, 845ABC. 30 Γεωργίου Φλορόφσκυ, Οι Βυζαντινοί Ασκητικοί και Πνευματικοί Πατέρες, μτφρ. Παναγιώτου Κ. Πάλλη, εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 172. 31 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 5, 845C 848A. 32 Μ.Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 5, 848ΑΒC 849A. 33 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 7, 852ABC 853ABC. 15
από το χωριό του. Αφού παρήγγειλε σε έναν από τους γνωστούς του να του φέρει ψωμί για πολλές μέρες, αυτός μπήκε μέσα σ ένα από τα μνήματα, κι αφού έβαλε τον γνωστό του να του κλείσει την πόρτα απέξω, έμεινε μονάχος του εκεί μέσα. 34 Αυτά που διηγείται στη συνέχεια ο Μ. Αθανάσιος έχουν σχέση με τους πειρασμούς του Αντωνίου από τους δαίμονες, ο οποίος όμως τους χλευάζει και τους νικά. 35 Μετά από όλα αυτά, ο Αντώνιος αποφάσισε να πάει στην έρημο. Πραγματικά, βρήκε ένα εγκαταλελειμμένο στρατόπεδο στην έρημο και παρ όλες τις αντιξοότητες που αντιμετώπισε, εγκαταστάθηκε εκεί, απομονωμένος από όλους. 36 Ο Αντώνιος συνέχισε την άσκηση του στην απομόνωση περίπου είκοσι χρόνια. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Μ. Αντώνιος, ύστερα από είκοσι χρόνια άσκησης, βρίσκεται σε φυσιολογική κατάσταση. Είναι απόλυτα ίδιος σε όλους, τον κυβερνά η λογική και είναι φυσικός στην συμπεριφορά του. «Ἀλλ ὅλος ἦν ἴσος, ὡς ὑπό τοῦ λόγου κυβερνώμενος καί ἐν τῶ κατά φύσιν ἑστώς.». 37 Αλλά ακόμα και το σώμα του βρίσκεται σε άριστη κατάσταση. Δεν είναι ούτε παχύ από την έλλειψη ασκήσεως αλλά ούτε και αποστεωμένο από την νηστεία και από την μάχη με τους δαίμονες. Έτσι λοιπόν σώμα και ψυχή βρίσκονται σε μία ισορροπία. Αντίθετα με την αρνητική άποψη που επικρατούσε για το σώμα στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία και γενικότερα αντίθετα με όλους τους τύπους δυϊσμού, ειδωλολατρικούς και παραχριστιανικούς, η τελειότητα του Αντωνίου αντικατροπτίζεται στην άριστη κατάσταση του σώματος του, η οποία διατηρήθηκε έτσι μέχρι τον θάνατο του, πενήντα χρόνια αργότερα, όταν ακόμα είχε όλες τις αισθήσεις του και ήταν ακμαίος σωματικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι τον θάνατό του είχε διατηρήσει ακέραιο όλο τον αριθμό των δοντιών του. Η τελειότητα του Αντωνίου νοείται ως η επιστροφή του ανθρώπου στην φυσιολογική κατάσταση του. Σκοπός εξάλλου των ασκητών της Ορθόδοξης Ανατολής είναι η ανάκτηση της κατάστασης του Αδάμ πριν από την πτώση. Αυτή η κατάσταση γίνεται αποδεκτή ως η αληθινή φύση του ανθρώπου, ενώ 34 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 8, 853C 856AB. 35 Βλ. Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26,κεφ. 8 9 10. 36 Βλ. Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, κεφ.12. 37 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 14, 865Α. 16
αντιθέτως η πτωτική κατάσταση του ανθρώπου χαρακτηρίζεται ως παρά φύσιν. 38 Τα κεφάλαια 15 45 του βίου του αγίου που ακολουθούν είναι μεστά υψηλών διδαγμάτων, ηθικών παραινέσεων, θεολογικών εκθέσεων, απολογητικών αποδείξεων, μοναχικών εντολών και ασκητικών υποδείξεων. Ο Μ. Αθανάσιος παραθέτει με πολύ ωραίο τρόπο τους θρυλικούς πειρασμούς του Αγίου Αντωνίου, τους άθλους, τους αγώνες, τα παθήματα, τις πληγές, τα δάκρυα, τους στεναγμούς αλλά και την νίκη του Αντωνίου επί του διαβόλου. 39 Τα κεφάλαια 51 66 περιγράφουν θαύματα του Μ. Αντωνίου, τα οποία είναι μεστά χάριτος και υψηλής πνευματικής ωφέλειας, ενώ το κεφ. 67 αποτυπώνει το χριστιανικό ήθος, την συμπεριφορά και την διαγωγή του Αντωνίου. Τα κεφ. 68 και 69 εξαίρουν την ορθόδοξη τοποθέτηση του Μ. Αντωνίου και το ενδιαφέρον του για την αγωνιζόμενη Εκκλησία κατά των αιρετικών. 40 Ο Μ. Αντώνιος συνομιλεί, με την βοήθεια διερμηνέως, με Έλληνες φιλοσόφους, αντικρούοντας με ισχυρά επιχειρήματα τις θέσεις που υποστήριζαν πάνω σε διάφορα θέματα. Σε κάποιο σημείο, μάλιστα, ο Μ. Αντώνιος κάνει λόγο για την ενεργό πίστη και την λογική απόδειξη. Η γνώση περί Θεού είναι εφικτή μόνο με την ενεργό πίστη. Ο Μ. Αντώνιος λέει χαρακτηριστικά απευθυνόμενος στους Έλληνες φιλοσόφους : «Σ αυτούς που έχουν την ʺδιά πίστεως ἐνέργειανʺ, ο αποδεικτικός λόγος είναι άχρηστος ή ακόμα και περιττός. Γιατί ότι γνωρίζουμε με την πίστη αυτό προσπαθείτε να το αποδείξετε με την λογική και συχνά δεν μπορείτε ούτε να εκφράσετε τι εννοούμε. Έτσι η «διά πίστεως ἐνέργεια» είναι καλύτερη και ισχυρότερη από τους σοφιστικούς σας συλλογισμούς. 41 Εμείς, λοιπόν, οι Χριστιανοί έχουμε το μυστήριο (της πνευματικής μας ζωής) όχι με την σοφία των Ελληνικών λόγων αλλά με την δύναμη της πίστεως που μας δίνεται πλούσια από τον Θεό διά του Ιησού Χριστού». 42 38 Derwas J. Chitty, The desert a city, An introduction to the Study of Egyptian and Palestinian Monasticism under the Christian Empire, St Vladimir s Seminary Press, Crestwood, New York 1999 3, σ. 4. 39 Κωνσταντίνου Γ. Μπόνη, Ασκητικοί συγγραφείς του Δ αιώνος (Εισαγωγαί), Αθήνα 1970, σ. 17 (ανάτυπο από την ΒΕΠ τ.39/42). 40 Κωνσταντίνου Γ. Μπόνη, ό.π., σ.19 (ανάτυπο από την ΒΕΠ τ.39/42). 41 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26,77, 949BC 952A. 42 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 78, 952Β. 17
Στο κεφ. 82, αναφέρεται το όραμα του Αντωνίου για τους Αρειανούς 43, γεγονός που αποδεικνύει το μεγάλο ενδιαφέρον του Μ. Αθανασίου υπέρ της αγωνιζόμενης Εκκλησίας κατά των Αρειανών και της προσελκύσεως του κόσμου των μοναχών προς τα δίκαια της Εκκλησίας και τις ορθόδοξες δογματικές αρχές και παραδόσεις της. 44 Ο συγγραφέας του βίου του Αντωνίου θεωρεί τον θάνατό του σπουδαίο. Λέει χαρακτηριστικά: «Αξίζει εγώ να διηγηθώ και σεις να ακούσετε ποιο ήταν το τέλος. Διότι το τέλος του αυτό έγινε πολύ ζηλευτό». 45 Ο Αντώνιος, όταν προαισθάνθηκε το τέλος της ζωής του, επισκέφθηκε για τελευταία φορά τους μοναχούς που βρίσκονταν στο έξω όρος και τους έδωσε συμβουλές. Ανάμεσα στις πολλές συμβουλές που τους έδωσε, δύο εξ αυτών ήταν να μην αγγίζουν τους Μελιτιανούς και να μην έχουν καμία κοινωνία με τους Αρειανούς. 46 Στην συνέχεια επέστρεψε στον τόπο που ήταν και πριν για να αποθέσει το σκήνωμα του. 47 Ο Μ. Αντώνιος δεν ήθελε να τιμήσουν το λείψανο του, σύμφωνα με τις αιγυπτιακές συνήθειες. Οι Αιγύπτιοι συνήθιζαν τα σώματα των νεκρών και μάλιστα των Αγίων μαρτύρων, να τα θάβουν και να τα περιτυλίγουν με σεντόνια αλλά δεν τα έκρυβαν κάτω από την γη. Τα τοποθετούσαν επάνω σε φορεία (νεκρικές κλίνες) και τα φύλασσαν μέσα στα σπίτια τους, νομίζοντας ότι με αυτό τιμούν τους απελθόντας. Ο Μ. Αντώνιος θεωρούσε την συνήθεια αυτή άνομη και ανόσια και αναγνώριζε ως μόνη ορθή την ταφή σε μνήμα. 48 Αρκετός καιρός πέρασε από την τελευταία του έξοδο προς τους «έξω του όρους» αδελφούς μοναχούς και ασθένεια γεροντική τον κατέλαβε. Προαισθανόμενος ότι πλησίαζε το τέλος του κάλεσε τους δύο μοναχούς που έμεναν στα ενδότερα μαζί του, δεκαπέντε χρόνια στην ασκητική ζωή, και τον υπηρετούσαν στα γεράματα του. Τους συμβούλεψε και άφησε σ αυτούς τις τελευταίες υποθήκες του. 49 Αφού, λοιπόν, είπε τις 43 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 82, 957ABC 960AB. 44 Κωνσταντίνου Γ. Μπόνη, Ασκητικοί συγγραφείς του Δ αιώνος (Εισαγωγαί), Αθήνα 1970, σ. 20 (ανάτυπο από την ΒΕΠ τ.39/42). 45 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 89, 968Α. 46 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 89, 968ΑΒ. 47 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 91, 969Β. 48 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 90, 968C 969AB 49 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 91, 969ΒC 972AB. 18
επιθυμίες του, τον ασπάσθηκαν οι μοναχοί και εκείνος με το πρόσωπο ιλαρό εξεδήμησε προς Κύριον και προστέθηκε στους Πατέρες. 50 Ο Μ. Αντώνιος εξεδήμησε στις 17 Ιανουαρίου του 356,, όπου και γιορτάζεται η μνήμη του από την Εκκλησία μας. 50 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία, PG 26, 92, 972Β. 19
3. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ: «ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΗΘΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΚΑΙ ΧΡΗΣΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ». Οι «Παραινέσεις περί ἤθους ἀνθρώπων καί χρηστῆς πολιτείας» αποτελούν ένα έργο αμφισβητούμενο. Διάφορες αντικρουόμενες απόψεις έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς από ξένους και έλληνες ερευνητές, σχετικά με την χριστιανική προέλευση του έργου και κατά συνέπεια σχετικά με το ποιος είναι ο συγγραφέας των Παραινέσεων. Τρεις είναι οι κυρίαρχες απόψεις. Καταρχήν υπάρχει η άποψη, την οποία υποστηρίζει στην εισαγωγή των Παραινέσεων ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ένας από τους πρώτους εκδότες της Φιλοκαλίας, ότι συγγραφέας του κειμένου είναι ο Μ. Αντώνιος. Μία άλλη άποψη αναφέρει ότι ο συγγραφέας του κειμένου είναι κάποιος άλλος ορθόδοξος πατέρας, άγνωστος σε μας, και όχι ο Μ. Αντώνιος. Μία τρίτη άποψη θεωρεί ότι ο συγγραφέας των Παραινέσεων δεν προέρχεται από χριστιανικούς κύκλους αλλά από στωϊκούς και άρα το έργο δεν είναι χριστιανικό. Ξεκινώντας από την άποψη ότι συγγραφέας των Παραινέσεων είναι ο Μ. Αντώνιος θα παραθέσουμε στην παρούσα εργασία τα όσα μας λέει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Ο Άγιος Νικόδημος, λοιπόν, θεωρεί τα 170 κεφάλαια που τιτλοφορούνται «Παραινέσεις περί ἤθους ἀνθρώπων καί χρηστῆς πολιτείας», αυθεντικό έργο του Μεγάλου Αντωνίου του Αιγυπτίου και καθώς ακολουθεί στη Φιλοκαλία χρονολογική σειρά, το τοποθετεί στην αρχή του έργου. Το κείμενο περιέχει πολλά αποσπάσματα γραμμένα με βαθύ πνευματικό στοχασμό και αυτός θα πρέπει, δίχως άλλο, να είναι και ο λόγος για τον οποίο ο Νικόδημος το συμπεριέλαβε στη συλλογή των κειμένων των νηπτικών Πατέρων. Στην μικρή εισαγωγή που προηγείται των Παραινέσεων και που συμπεριλαμβάνει μία σύντομη αναφορά στον βίο του Μ. Αντωνίου, ο Νικόδημος ο Αγιορείτης εκφράζει και ο ίδιος ορισμένες αμφιβολίες για το έργο. Αυτό γίνεται εμφανές από αναφορές που κάνει για την γλώσσα που χρησιμοποιείται. Λέει χαρακτηριστικά: «Άλλα και το ύφος της φρασεολογίας όχι μόνον αφαιρεί κάθε αμφιβολία, αλλά και κραυγάζει σ όσους τα μελετούν από περιέργεια πως είναι σύγχρονα της ιεράς εκείνης εποχής. Δεν πρέπει συνεπώς να απορεί κανείς αν χάριν της απλότητας ξέφυγε το φραστικό 20
ύφος και είναι κάπως παραμελημένο και αρχαϊκό». 51 Συγκεκριμένα, η γλωσσική διαφορά φαίνεται κυρίως στα κεφάλαια 127 ( ρκτ ) και 138 (ρλη ). 52 Ωστόσο, όμως, ο Νικόδημος ο Αγιορείτης θεώρησε υποχρέωση του να υποστηρίξει ότι τα κεφάλαια αυτά γράφτηκαν στην πραγματικότητα από τον Μ. Αντώνιο. Στην εισαγωγή του μάλιστα για να τεκμηριώσει ότι ο συγγραφέας του κειμένου είναι ο Μ. Αντώνιος, αναφέρεται στην μαρτυρία και το αδιαμφισβήτητο κύρος του Αγίου Πέτρου του Δαμασκηνού. Λέει χαρακτηριστικά: «Ότι αυτά (τα κεφάλαια) είναι γνήσιο γέννημα της θεοειδούς διανοίας του, επικυρώνει και ο άγιος οσιομάρτυρας Πέτρος ο Δαμασκηνός». 53 Η άποψη αυτή υιοθετείται και από σύγχρονους ερευνητές. 54 Από την άλλη πλευρά, βέβαια, η σύγχρονη έρευνα, έχει αποδείξει ότι αν και ο Πέτρος ο Δαμασκηνός έχει οκτώ παραπομπές στο έργο του Αντωνίου του Μεγάλου, καμία από αυτές δεν αναφέρεται στο παρόν έργο. 55 Σύγχρονοι μελετητές υποστηρίζουν και αυτοί ότι οι Παραινέσεις ανήκουν στον Μ. Αντώνιο φέρνοντας ως επιχείρημα τις ομοιότητες που υπάρχουν μεταξύ των Παραινέσεων και του λόγου του Μ. Αντωνίου προς τους μοναχούς που διέσωσε ο Μ. Αθανάσιος (Βίος, κεφ. 16 43), ιδίως στην διδασκαλία περί ψυχής και νου. 56 Συγκεκριμένα, σε κάποιο σημείο του βίου του Μ. Αντωνίου γίνεται λόγος για την αρετή, η οποία είναι φυσική ιδιότητα της ψυχής. Ο Μ. Αντώνιος λέει, χαρακτηριστικά, ότι η αρετή δημιουργείται όταν η ψυχή θέλει φυσιολογικά τα πνευματικά, ενώ η ψυχή είναι φυσιολογική όταν μπορεί να μένει όπως πλάστηκε από τον Δημιουργό και έχει πλαστεί καλή και ειλικρινής. Επίσης, αναφέρει ότι «τὸ γὰρ εὐθείαν εἶναι τὴν ψυχὴν, τοῦτό ἐστι τὸ κατὰ φύσιν νοερὸν αὐτῆς ὡς ἐκτίσθη. Πάλιν δὲ ὄτ ἄν ἐκκλίνῃ, καὶ ἐν διαστροφῇ τοῦ κατὰ φύσιν 51 Αντωνίου του Μεγάλου, Παραινέσεις περί ἤθους ἀνθρώπων καί χρηστῆς πολιτείας, Φιλοκαλία, τομ. Α, εκδόσεις «Αστήρ», Αθήνα 1982 5, σ. 3. 52 Archim. Kallistos Ware, The Philokalia, The complete text compiled by St. Nikodimos of the Holy Mountain and St Makarios of Corinth, Volume 1, translated from the Greek and edited by G.E.H Palmer, Philip Sherrard, Kallistos Ware, Faber and Faber, London Boston, 1979, σ. 327. 53 Αντωνίου του Μεγάλου, Παραινέσεις περί ἤθους ἀνθρώπων καί χρηστῆς πολιτείας, Φιλοκαλία, τομ. Α, εκδόσεις «Αστήρ», Αθήνα 1982 5, σ. 3. 54 Βλ. Αρχιμ. Παντελ. Καρανικόλα, Η Φιλοκαλία των Νηπτικών και τα εν αυτή περιεχόμενα έργα,εκκλησία 31, 14/16, 1954, σ. 267. 55 Archim. Kallistos Ware, ό.π., σ. 327. 56 Ευαγγέλου Δεληδήμου, Ο Μέγας Αντώνιος, εκδόσεις Β.Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1996 5, σ. 13 14. 21
γένηται, τότε κακία ψυχῆς λέγεται.»( «Διότι ευθύτητα της ψυχής είναι η φυσιολογική νοερότητα της, γιατί έτσι πλάστηκε. Και αντίθετα όταν παρεκκλίνει και διαστραφεί από την φυσιολογική της (νοερά, πνευματική, άϋλη, αθάνατη) κατάσταση, τότε μιλάμε για κακία της ψυχής»). 57 Παρόμοιες αναφορές υπάρχουν και στα κεφάλαια των Παραινέσεων. Υπάρχουν, όμως, και σύγχρονοι μελετητές που υποστηρίζουν ότι μία προσεκτική μελέτη των Παραινέσεων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα κείμενα αυτά ανήκουν σε άλλο πατέρα και ότι η απόδοση τους στον Αββά Αντώνιο είναι συμβολική. 58 Πρόκειται για κείμενα που ανήκουν στην ορθόδοξη πνευματική παράδοση με έξαρση του ηθικού και λογικού παράγοντα, γεγονός που οδηγεί στη σκέψη ότι ανήκουν σε κάποιον χριστιανό που θήτευσε στην κλασσική γραμματεία και συγκεκριμένα στη στωϊκή φιλοσοφία. Ο πατέρας των Παραινέσεων «περί ἤθους ἀνθρώπων καί χρηστῆς πολιτείας», γνώστης προφανώς της κλασσικής παιδείας, κατόρθωσε να την αναχωνεύσει στις ἐν Χριστῶ πνευματικές εμπειρίες του, χωρίς να αρνηθεί τελικά τον εαυτό του, σαν μαθητή της Στοάς, αφού οι επιρροές των στωϊκών αντιλήψεων είναι εμφανείς στις Παραινέσεις. Συγκεκριμένα, η λογική, το «κατά λόγον», αποτελεί βασικό παράγοντα που καθορίζει την ένθεη ζωή και θυμίζει στωϊκές αντιλήψεις. 59 Ο ορθός λόγος διαδραματίζει βασικό ρόλο για τους στωϊκούς, αφού είναι ένα κομμάτι του παγκόσμιου λόγου και είναι ορθός, όταν έχει την επαφή του προς τον κοσμικό λόγο γιατί μόνο αυτός είναι ο πραγματικά ορθός και κοινός λόγος. 60 Για τους στωϊκούς ο μοναδικός κατά φύση σκοπός είναι η ζωή σύμφωνα με τον κοινό νόμο, που είναι ο ορθός λόγος. Κάθε ξεστράτισμα οδηγεί στην κατάσταση του παρά φύση και επομένως στην απώλεια της αρετής. Γι αυτό το «κατά λόγον ζῆν» είναι το ίδιο το «κατά φύσιν ζῆν». 61 57 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου συγγραφείς καί ἀποσταλείς πρός τούς ἐν τῆ ξένῃ μοναχούς, PG 26, 20, 873ΑΒ. 58 Philocalie des Peres Neptiques, trad. Lucien Regnault Jacques Touraille, Abbaye de Bellefontaine, 1989,p. 16. 59 Θεόκλητου Διονυσιάτη Μοναχού, Εισαγωγικά Σχόλια, Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, τομ. Α, μτφρ. στη νεοελληνική γλώσσα υπό Αν. Γ. Γαλίτη εκδόσεις «το Περιβόλι της Παναγιάς», Αθήνα 1989 3, σ. 26. 60 Νικολάου Α. Ματσούκα, Ιστορία της Φιλοσοφίας, εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1997 6, σ.220. 61 Νικολάου Α. Ματσούκα, ό.π, σ.221. 22
Ένα άλλο επιχείρημα που φέρνουν οι υποστηρικτές της απόψεως ότι ο συγγραφέας των κειμένων είναι κάποιος ορθόδοξος χριστιανός αλλά όχι ο Μ. Αντώνιος, είναι ότι όλοι οι χρησιμοποιούμενοι όροι,όπως η ηθική και αρετολογία τους προέρχονται αποκλειστικά από τον ορθόδοξο χριστιανικό χώρο. Η αντίληψη για την χριστιανική προέλευση των Παραινέσεων ενισχύεται από την παρατηρούμενη σαφή διάκριση ανάμεσα στον χριστιανικό και φιλοσοφικό λόγο. Τα κεφάλαια των Παραινέσεων συναρμολογούν την εικόνα του αληθινού χριστιανού στη σκέψη, την πράξη, το δόγμα. Γι αυτό μπορούμε να διαπιστώσουμε μέσα από τα κείμενα ότι όλα ανακρίνονται με τον λόγο, αλλά πάντα μέσα στο χώρο της πίστεως. Ωστόσο, παρόλο που απουσιάζουν ασκητικά στοιχεία, όμως διαφαίνονται και προϋποτίθενται, αφού οι Παραινέσεις δεν έχουν στατικό αλλά δυναμικό χαρακτήρα και οδηγούν στην ένωση με το Θεό και τη θέωση. 62 Οι υποστηρικτές της απόψεως αυτής αναφέρουν, επίσης, ότι το ίδιο μπορεί να λεχθεί και για την λειτουργική ζωή και την ευχαριστιακή πράξη. Δεν γίνεται μέν λόγος γι αυτές, αλλά εξυπακούονται, έστω και ασθενώς, αφού ο άγνωστος συγγραφέας είναι χριστιανός που δεν έχει απαλλαγεί από τις επιδράσεις της στωικής φιλοσοφίας, χωρίς φυσικά τις δογματικές πλάνες της ειμαρμένης και του πανθεϊσμού. Αντιθέτως, μάλιστα, η μέν ηθική του είναι χριστιανική, η δέ δογματική διδασκαλία του είναι ορθόδοξη, όσο και αν παρασυρόμενος από τις παλιές δοξασίες του, χρησιμοποιεί και όρους φιλοσοφικούς και αντί αναφοράς στον Σαρκωμένο Λόγο, επικαλείται συνεχώς το Θεό. 63 Κάποιος, βέβαια, από την άλλη πλευρά μπορεί να υποστηρίξει ότι και ο Μ. Αντώνιος ενδεχομένως να ήταν γνώστης της κλασσικής παιδείας για τους εξής λόγους: Είναι ευρέως αναγνωρισμένη η παρουσία διάφορων θρησκευτικών και φιλοσοφικών κινήσεων στην Αίγυπτο κατά την εποχή μάλιστα που αναπτύχθηκε ο μοναχισμός και έζησε ο Μ. Αντώνιος, δηλαδή τέλη τρίτου και αρχές τέταρτου αιώνα. Έχει μάλιστα υποστηριχθεί ότι αυτές οι κινήσεις άσκησαν επιρροή στην ανάπτυξη του μοναχισμού. Ανάμεσα σε αυτές τις επιδράσεις συγκαταλέγονται και οι 62 Θεόκλητου Διονυσιάτη Μοναχού, Εισαγωγικά Σχόλια, Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, τομ. Α, μτφρ. στη νεοελληνική γλώσσα υπό Αν. Γ. Γαλίτη εκδόσεις «το Περιβόλι της Παναγιάς», Αθήνα 1989 3, σ. 27. 63 Θεόκλητου Διονυσιάτη Μοναχού,ό.π., σ. 27. 23
ελληνικές φιλοσοφικές σχολές των Στωϊκών, των Νεοπυθαγορείων και των Νεοπλατωνιστών. Επειδή όμως δεν γνωρίζουμε τις ακριβείς συνθήκες των απαρχών του μοναχισμού δεν είναι δυνατό ούτε να αποκλεισθεί αλλά ούτε και να υποστηριχθεί με βεβαιότητα η επίδραση που μπορεί να άσκησαν αυτές οι φιλοσοφικές σχολές στις απαρχές και στην ανάπτυξη του μοναχισμού. 64 Επίσης, είναι γνωστό ότι οι περισσότεροι που επέλεγαν τον αναχωρητισμό στην έρημο ήταν αγράμματοι και είχαν λάβει ελάχιστη επίσημη μόρφωση. Ωστόσο όμως υπήρχαν και αρκετοί που ήταν μορφωμένοι, μιλούσαν και διάβαζαν ελληνικά, ενώ άλλοι ήταν γνώστες και κάτοχοι της κλασσικής παιδείας. 65 Έτσι,λοιπόν, έχοντας υπόψη τα παραπάνω ίσως κάποιος να υπέθετε ότι θα μπορούσε συγγραφέας των Παραινέσεων να είναι ο Μ. Αντώνιος, γεγονός όμως που αποκλείεται γιατί ο Μέγας Αντώνιος ήταν αγράμματος και γιατί δεν είχε την ευκαιρία να ταξιδεύει συχνά, ενώ η επαφή του με φιλοσόφους ήταν σπάνια, οι οποίοι γενικά είχαν ως έδρα τους τα μεγάλα αστικά κέντρα. Γενικά, η ελληνική φιλοσοφική σκέψη κατά την εποχή του Μ. Αντωνίου δεν πρέπει να έπαιξε κάποιο σημαντικό ρόλο. 66 Σ αυτό το σημείο θα πρέπει ίσως να αναφερθούμε στις Επιστολές του Αββά Αντωνίου, που παραλήπτες τους ήταν μοναχοί. Παρόλο που ο Μ. Αντώνιος ήταν αγράμματος, όπως μας γνωστοποιείται από τον Βίο του, ωστόσο φαίνεται ότι είχε την ικανότητα να υπαγορεύει την διδασκαλία του στους μαθητές του. 67 Έτσι, λοιπόν, φαίνεται ότι υπαγόρευσε έναν αριθμό επιστολών, από τις οποίες σώζονται οι εφτά, με βαθύ θεολογικό περιεχόμενο, στις οποίες μάλιστα ως ένα σημείο απηχείται η διδασκαλία του Ωριγένη. 68 Μελετώντας τις επιστολές του Αντωνίου αποκαλύπτεται όχι μόνο η εξοικείωση που είχε ο Αντώνιος με την διδασκαλία του Ωριγένη αλλά και η γνώση της ελληνιστικής σκέψης 64 Douglas Burton Christie, The word in the desert, Scripture and the quest for Holiness in Early Christian Monasticism, Oxford University Press, New York 1993, σ. 36 37. 65 Douglas Burton Christie, ό.π., σ. 57 58. 66 Douglas Burton Christie, ό.π., σ. 64, υποσημείωση 20. 67 Bishop Kallistos of Diokleia (foreword), The letters of Saint Antony the Great, translated with an introduction by Derwas J. Chitty, SLG Press, Convent of the Incarnation, Fairacres, Oxford, 1995 8,σ. 3. 68 Derwas J. Chitty, The desert a city, An introduction to the Study of Egyptian and Palestinian Monasticism under the Christian Empire, St Vladimir s Seminary Press, Crestwood, New York 1999 3, σ. 20. 24
του κόσμου της εποχής εκείνης. 69 Έτσι, λοιπόν, στις Επιστολές, είναι εμφανής η χρησιμοποίηση της φιλοσοφικής γλώσσας, γεγονός που δείχνει και το εκπαιδευτικό υπόβαθρο του Αββά Αντωνίου. 70 Επίσης, παρά το γεγονός ότι ο Αββάς Αντώνιος είχε χρησιμοποιήσει μεταφραστές στην συνάντηση του με ομιλητές που μιλούσαν την ελληνική γλώσσα, πρέπει και ο ίδιος να γνώριζε κάποια ελληνικά. Εξάλλου, η κοπτική γλώσσα την οποία μιλούσε ο Αντώνιος είναι πλούσια σε λέξεις δανεισμένες από την ελληνική γλώσσα. Έχει υποστηριχθεί και η άποψη ότι ο Αντώνιος δεν υπαγόρευσε τις Επιστολές, αλλά τις έγραψε ο ίδιος και ότι ο Μ. Αθανάσιος με τον όρο αναλφάβητος που αποδίδει στον Αντώνιο εννοεί ότι ήταν γνώστης μιας χριστιανικής εκπαίδευσης αντί πρώτιστα μίας φιλοσοφικής. 71 Επίσης, ο Μ. Αθανάσιος στον Βίο του Αντωνίου, παρουσιάζει τον Αντώνιο να ωθεί τους μαθητές του να γράφουν τους λογισμούς τους ως τεχνική αυτογνωσίας και αυτοελέγχου, 72 ενώ χρησιμοποιώντας α πληθυντικό φαίνεται ότι είναι μία τεχνική που θα μπορούσε να εφαρμόζει και ο ίδιος. Στον αντίποδα βρίσκονται αυτοί που υποστηρίζουν ότι το έργο δεν είναι χριστιανικής προέλευσης και ότι ο συγγραφέας του έργου δεν είναι χριστιανός, αλλά προέρχεται από στωικούς κύκλους, αφού έχουν διαπιστωθεί στωικές επιδράσεις σε αυτό. Συγκεκριμένα, ο επίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Ware στα εισαγωγικά του σχόλια που παραθέτει στην αγγλική έκδοση της Φιλοκαλίας, για τις Παραινέσεις του Αββά Αντωνίου, υποστηρίζει ότι το κείμενο δεν είναι κάν χριστιανικό αλλά ότι αποτελεί συμπίλημα διάφορων έργων στωικών και πλατωνικών στοχαστών από τον 1 ο ως τον 4 ο αιώνα μ.χ. Σημειώνει, μάλιστα, ότι σε ορισμένα αποσπάσματα απηχούνται οι απόψεις του Σενέκα, του Επίκτητου, του Μάρκου Αυρηλίου και του Σαλούστιου. Επίσης, αναφέρει ότι ο συμπιλητής του έργου αυτού, όποιος και αν ήταν, έχει διαφοροποιήσει ελαφρώς τα κείμενα, έτσι ώστε να αποκλείσει στον βαθμό του εφικτού, την χρήση μη χριστιανικής ορολογίας. Κατά τα άλλα 69 Columba Stewart, OSB, Anthony of the Desert, The early Christian World, v. II, edited by Philip F. Esler, Routledge, Taylor & Francis Group, London and New York, 2000, σ. 1092. 70 Columba Stewart, OSB, ό.π., σ. 1090. 71 Columba Stewart, OSB, ό.π., σ. 1092. 72 Μ. Αθανασίου, Βίος καί πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου συγγραφείς καί ἀποσταλείς πρός τούς ἐν τῆ ξένῃ μοναχούς, PG 26, 55, 924 BC. 25
έχει αφήσει το υλικό του πρωτότυπου κειμένου σχεδόν άθικτο. Ακόμα, ο Κάλλιστος Ware υποστηρίζει ότι παρόλο που υπάρχουν συγκεκριμένες αναφορές στον Θεό Λόγο, αυτές δεν αποδεικνύουν την χριστιανική προέλευση του έργου. Επιπλέον, έχει παρατηρηθεί ότι δεν υπάρχει καμία αναφορά στον Ιησού Χριστό, την Εκκλησία ή τα Μυστήρια, ενώ αναφορά στην Αγία Τριάδα γίνεται μόνο μία φορά και αυτό οφείλεται σε παρείσφρηση, γιατί η πρόταση δεν δένει οργανικά με το επιχείρημα που αναπτύσσεται στο απόσπασμα: «Ὁ Υἱὸς ἐν τῷ Πατρὶ καὶ τὸ Πνεῦμα ἐν τῷ Υἱῷ καὶ ὁ Πατὴρ ἐν ἀμφοτέροις ἐστί. Πίστει δὲ πάντα τὰ ἀόρατα καὶ νοούμενα γινώσκει ὁ ἄνθρωπος. Πίστις δὲ ἐστιν ἡ ἐθελούσιος τῆς ψυχῆς συγκατάθεσις.» 73 ( «Ο Υιός είναι μέσα στον Πατέρα, το Πνεύμα μέσα στον Υιό και ο Πατέρας μέσα στον Υιό και το Πνεύμα. Και με την πίστη γνωρίζει ο άνθρωπος όλα τα αόρατα και νοητά. Πϊστη είναι η θεληματική συγκατάθεση της ψυχής»). Επίσης, η αναφορά στο φύλακα άγγελο 74 αποτελεί χριστιανική παρείσφρηση, ενώ εκείνο που παρατηρείται σαφώς στο κείμενο είναι η έννοια (οικεία από την ελληνική σκέψη) του «προσωπικού δαίμονα». 75 Ακόμα, δεν γίνεται καμία παραπομπή στην Αγία Γραφή. Σύμφωνα με τον Κάλλιστο Ware, σε ολόκληρο το κείμενο το δόγμα σχετικά με τον άνθρωπο ταυτίζεται μάλλον με την στωϊκή και την πλατωνική, παρά με την χριστιανική αντίληψη. Δεν υπάρχει καμία αναφορά στην πτώση του ανθρώπου ή στην εξάρτηση του από την θεία χάρη. Η ψυχή δεν εμφανίζεται πουθενά να αναζητά σωτηρία αλλά προχωρά στην ένωση με το Θεό μέσα από τις δικές της εγγενείς δυνάμεις. Επίσης, παρατηρείται μέσα από τα κεφάλαια ότι το σώμα βρίσκεται σε σαφή αντίθεση προς την ψυχή και μοιάζει να θεωρείται όχι ως πραγματικό μέρος του ανθρώπου, αλλά ως ένδυμα που ο άνθρωπος επιθυμεί να αποτινάξει από τους ώμους του, «ὥσπερ τελευταῖον χιτῶνα ἡ 73 Αντωνίου του Μεγάλου, Παραινέσεις περί ἤθους ἀνθρώπων καί χρηστῆς πολιτείας, κεφ.ρμα, Φιλοκαλία, τομ. Α, εκδόσεις «Αστήρ», Αθήνα 1982 5,σ. 23. 74 Φιλοκαλία, τομ. Α, κεφ. ξβ, σ.12 : «Ὅταν κλείσῃς τὰς θύρας τοῦ οἰκήματος καὶ μόνος ὑπάρχῃς γίνωσκε, ὅτι συμπάρεστί σοι ὁ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ἀφορισθεὶς ἑκάστῳ ἀνθρώπῳ ἄγγελος ὃν οἱ ἕλληνες οἰκεῖον δαίμονα καλοῦσιν». 75 Archim. Kallistos Ware, The Philokalia, The complete text compiled by St. Nikodimos of the Holy Mountain and St Makarios of Corinth, Volume 1, translated from the Greek and edited by G.E.H Palmer, Philip Sherrard, Kallistos Ware, Faber and Faber, London Boston, 1979, σ. 327 328. 26
ψυχή τό σῶμα ἀποδύεται» 76, ή ως μισητός εχθρός, «ὥσπερ ἐχθρῷ καί πολεμίῳ» 77, αν και υπάρχει κάποια νύξη που επιτρέπει την υπόθεση ότι στο τέλος το σώμα μπορεί και να σωθεί, «πάντως τῷ σώματι τοῦτο νόησον καὶ οὐ τῇ ψυχῇ ἀλλὰ καὶ αὐτὸ μετὰ τὴν ἀνάστασιν ἀθανατισθήσεται.» 78 Η ύλη θεωρείται εγγενώς αρνητική, ενώ, τέλος, ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται η πρόνοια είναι περισσότερο στωικός παρά χριστιανικός. 79 Γι αυτούς τους λόγους οι εκδότες της αγγλικής έκδοσης της Φιλοκαλίας θεωρούν ότι το έργο αυτό δεν είναι χριστιανικό και το παραθέτουν σε παράρτημα στο τέλος του πρώτου τόμου της έκδοσης. 80 Ύστερα από την έκθεση των απόψεων που επικρατούν στον χώρο της έρευνας, θα μπορούσαμε να πούμε συμπερασματικά, εκφράζοντας έτσι την προσωπική μας άποψη, ότι οι Παραινέσεις ανήκουν στην ορθόδοξη πνευματική παράδοση και αποδίδονται σε κάποιον άλλο ορθόδοξο χριστιανό και όχι στον Μ. Αντώνιο. Παρόλο, που οι στωικές και πλατωνικές επιρροές αποτυπώνονται εμφανώς στα κεφάλαια αυτά, γεγονός που οφείλεται ενδεχομένως στην κλασσική παιδεία που έλαβε ο συγγραφέας, ωστόσο φαίνεται, όπως διαπιστώνουμε από την ανάγνωση των κεφαλαίων, ότι οι φιλοσοφικές γνώσεις έχουν αφομοιωθεί από τις χριστιανικές εμπειρίες του συγγραφέα και έχουν αποδοθεί με έναν τέτοιο τρόπο που εναρμονίζονται πλήρως με την ἐν Χριστῶ ζωή. Τέλος, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι «Παραινέσεις» είναι ένα έργο που εκχριστιανίστηκε και γι αυτό εντάχθηκε στην ορθόδοξη πνευματική παράδοση. Εξάλλου οι Πατέρες της Εκκλησίας χρησιμοποίησαν συνειδητά την ελληνική φιλοσοφία για την διατύπωση των θείων αληθειών. Πολλά είναι τα στοιχεία εκείνα που μας υποδεικνύουν και μας αποκαλύπτουν ότι μεταξύ Ελληνισμού και Χριστιανισμού υπήρξε μια αλληλοδιείσδυση, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι αναιρείται η ιστορική ιδιαιτερότητα του 76 Αντωνίου του Μεγάλου, Παραινέσεις περί ἤθους ἀνθρώπων καί χρηστῆς πολιτείας, κεφ. πα, Φιλοκαλία, τομ. Α, εκδόσεις «Αστήρ», Αθήνα 1982 5, σ.15. 77 Φιλοκαλία, τομ. Α, κεφ. ν,σ.11. 78 Φιλοκαλία, τομ. Α, κεφ. ρκζ, σ. 21. 79 Archim. Kallistos Ware, The Philokalia, The complete text compiled by St. Nikodimos of the Holy Mountain and St Makarios of Corinth, Volume 1, translated from the Greek and edited by G.E.H Palmer, Philip Sherrard, Kallistos Ware, Faber and Faber, London Boston, 1979, σ. 328. 80 Archim. Kallistos Ware, ό.π., σ. 328. 27
Ελληνισμού και η θεία αποκαλυπτική φύση του Χριστιανισμού. 81 Αυτή η επαφή και η συνεργασία είχε ως αποτέλεσμα την διεύρυνση της διανοίας των χριστιανών διδασκάλων καθώς διευκόλυνε την ορθή κατανόηση του θείου περιεχομένου του Χριστιανισμού αλλά και τον εμπλουτισμό του Χριστιανισμού από άποψη μορφής (εννοιολογικής, λατρευτικής, καλαισθητικής, διοικητικής κλπ.). 82 Από την μία μεριά, ο Χριστιανισμός βρήκε στον Ελληνισμό τα κατάλληλα εκφραστικά και επικοινωνιακά μέσα, για να εκφράσει «το καινόν» μήνυμα της Βασιλείας του Θεού. Από την άλλη, το ελληνιστικό περιβάλλον προετοίμασε πνευματικά τους ανθρώπους της εποχής να δεχτούν το χριστιανικό μήνυμα, γεγονός βέβαια που οφείλεται στην Θεία Πρόνοια. 83 Οι Έλληνες αναμφισβήτητα δημιούργησαν προγεφυρώματα για την διάδοση του χριστιανικού μηνύματος. Προσέφεραν την ελληνική γλώσσα και πολλές λογικές κατηγορίες σκέψεως για την συγγραφή της Καινής Διαθήκης και πολλών πατερικών έργων. Από την άλλη μεριά, η Εκκλησία βοήθησε τον Ελληνισμό να αξιοποιήσει όλα εκείνα τα ειδολογικά στοιχεία (γλώσσα, λογικές έννοιες και κατηγορίες) του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Έδωσε σε αυτά ένα καινούριο πνευματικό περιεχόμενο και τα ενέταξε σε νέες ανώτερες, θεανθρώπινες συναρτήσεις. 84 Έτσι, λοιπόν, η ελληνική σκέψη περνάει από μία δημιουργική συνάντηση με τον Χριστιανισμό και εκεί υφίσταται βασικές μεταμορφώσεις, που ενώ δεν εξαφανίζουν την ελληνικότητα της τήν κάνουν όμως να αλλάξει προσανατολισμό, να αποκτήσει στοιχεία που δεν τα είχε προηγουμένως. 85 Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία από άποψη γλώσσας, λογικών εννοιών και κατηγοριών διείσδυσε και χρησιμοποιήθηκε στην διδασκαλία του Χριστιανισμού σχεδόν εξ ολοκλήρου, από άποψη όμως περιεχομένου μετέδωσε από την αρχή σε όλους τους χριστιανούς το 81 Γεωργίου Π. Πατρώνου, Ελληνισμός και Χριστιανισμός, Θέματα αρχικής συνάντησης και σύνθεσης τους, εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα, 2003, σ.18. 82 Παναγιώτη Μπρατσιώτη, Χριστιανισμός και Ελληνισμός εν αντιθέσει και συνθέσει, Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, τόμος 32, Αθήνα, 1957, σ. 284. 83 Ευαγγέλου Δ. Θεοδώρου, Θεός, κόσμος και άνθρωπος στην ελληνικήν φιλοσοφίαν και τον χριστιανισμόν, Πρακτικά Στ Παννελληνίου Λειτουργικού Συμποσίου Στελεχών Ιερών Μητροπόλεων «Χριστιανική Λατρεία και Ειδωλολατρία», Κλάδος εκδόσεων της Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα, 2005, σ.74 75. 84 Ευαγγέλου Δ. Θεοδώρου, ό.π., σ. 77 78. 85 Ιωάννη Ζηζιούλα, Μητροπολίτου Περγάμου, Ελληνισμός και Χριστιανισμός Η συνάντηση των δύο κόσμων, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος 6, Αθήνα, 1976, σ. 539. 28