ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Θ.Ε. ΤΕΧΝΕΣ ΙΙ: ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΟΡΟΥ 2 η Γραπτή Εργασία Ακαδηµ. Έτους 2010-2011 ΘΕΜΑ: «Τα µουσικά όργανα της κλασικής αρχαιοελληνικής και Βυζαντινής περιόδου: κατηγορίες και χρήσεις τους» ΣΧΕ ΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ ΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ 1. Επαναδιατύπωση θέµατος Στην εργασία αυτή εξετάζεται η οργανοχρησία στην ελληνική αρχαιότητα και στους βυζαντινούς χρόνους, δηλαδή ποια όργανα γνωρίζουµε ότι χρησιµοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες και ποια οι Βυζαντινοί, και πως µπορούµε να τα εξετάσουµε ειδολογικά κατηγοριοποιηµένα. 2. Λέξεις κλειδιά: Bυζαντινή Aυτοκρατορία: το κράτος που ιδρύθηκε το 330 µε τη µεταφορά της πρωτεύουσας της ρωµαϊκής αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη, έως και την τελική άλωση της πρωτεύουσας από τους Οθωµανούς το 1453 Βυζαντινή µουσική: η κυρίαρχη και επίσηµη µουσική έκφραση της Αυτοκρατορίας, που έδραζε στην Κων/λη και κατευθυνόταν από την Εκκλησία Μουσική του Βυζαντίου: όλες οι µουσικές που εµφανίστηκαν µέσα στα όρια της Ανατολικής Ρωµαϊκής Αυτοκρατορίας, οι λόγιες και οι λαϊκές, οι θρησκευτικές και οι κοσµικές, οι θεωρητικές και οι προφορικές, κ.α κλασική αρχαιοελληνική εποχή: είναι η περίοδος της ελληνικής αρχαιότητας µεταξύ του τέλους των περσικών πολέµων (480 π.χ) έως το θάνατου του Μεγάλου Αλεξάνδρου.-(323 π.χ.) αυλός: πνευστό όργανο από καλάµι ή άλλο τεχνητό σωλήνα κιθάρα: χορδόφωνο που στην αρχαιότητα ήταν µορφή άρπας µε ξύλινο ηχείο, αργότερα και ως σήµερα µουσικό όργανο µε ξύλινο ηχείο, επίπεδο στη ράχη και µε βραχίονα που καταλήγει σε κεφαλή µε κλειδιά ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 3. Η δοµή της εργασίας εδοµένου ότι το θέµα δεν παρέχει σαφείς υποδείξεις δόµησης, µπορούµε να αναπτύξουµε την εργασία κατά το δοκούν. Εν προκειµένω, θα αφιερώσουµε ένα πρώτο µέρος αναφερόµενο στα µουσικά όργανα της ελληνικής αρχαιότητας και ένα δεύτερο για τα όργανα στο Βυζάντιο. Επίσης είναι δυνατή µια εσωτερική υποδιαίρεση κάθε µέρους σε δύο υποενότητες, από τις οποίες η µία να αναφέρεται στα όργανα (φύση, κατασκευή, χαρ/κα, κα) και µια άλλη στη χρήση τους. 1
Α) ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Ήδη από την αρχαιότητα η µουσική και ο χορός συνδέονταν στενά µε την οργανοχρησία, στα πλαίσια του πρωτογενούς τριφυούς δρωµένου, η ενότητα του οποίου διατηρείται έως και σήµερα αδιάσπαστη κυρίως στα πλαίσια του λαϊκού πολιτισµού. Στην παρούσα εργασία θα σταθούµε ιδιαίτερα στην κλασική εποχή της ελληνικής αρχαιότητας και στη βυζαντινή, ώστε να δούµε ποια όργανα γνωρίζουµε ότι χρησιµοποιήθηκαν σε κάθε µια από αυτές τις δυο ιστορικές περιόδους και σε ποιες περιστάσεις. Έτσι, µπορούµε να αποκτήσουµε µια εικόνα για τη συνέχεια του ελληνικού µουσικού πολιτισµού σε επίπεδο οργανοχρησίας, αλλά επίσης να επισηµάνουµε διαφοροποιήσεις που οφείλονται κυρίως σε πολιτισµικές ωσµώσεις, αλλά και στις διαφορετικές κοινωνικές, πολιτικές και ιδεολογικές µετατοπίσεις που σηµειώνονται µε το πέρασµα της Ελλάδας από την αρχαιότητα στο µεσαίωνα. Β) ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ: Ι. Η ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟ ΟΣ Ι.i Κατηγορίες µουσικών οργάνων Τα παρακάτω είναι τα µουσικά όργανα της ελληνικής αρχαιότητας για τα οποία γνωρίζουµε από κειµενικά και / ή αρχαιολογικά τεκµήρια: 1) Έγχορδα - Λύρες: Είναι νυκτά όργανα. Εµφανίζονται σε διάφορες µορφές, που συγκλίνουν κατά το ότι υπάρχει ένα ηχείο από το οποίο εκτείνονται προς τα πάνω 2 βραχίονες, οι πήχεις, των οποίων οι άκρες ενώνονται µε τον ζυγόν. Οι χορδές είναι τεντωµένες πάνω στο ηχείο και φτάνουν µέχρι το ζυγό, ενίοτε περνώντας πάνω από έναν καβαλάρη 1. 1.1 Η φόρµιγγα: Έχει ένα κατακόρυφο, δρεπανοειδές ή ηµικυκλικό, ηχείο µε βραχίονες που κλίνουν προς τα κάτω και µε 4 συνήθως χορδές. Το όλο πλαίσιο ήταν ξύλινο και οι χορδές από στριφτό έντερο ζώου, που παρήγαγαν έναν γλυκό και διαπεραστικό ήχο 2. 1. 2 Η βάρβιτος: Έχει ένα ηχείο καλυµµένο µε δέρµα ζώου, από το οποίο ανεβαίνουν λοξά και προς τα έξω λεπτοί και κάµπυλοι βραχίονες, που στο ανώτερο τµήµα τους έρχονται ξανά κοντά προκειµένου να ενωθούν µε το ζυγό και µετά αποµακρύνονται πάλι. Το ηχείο αποτελείται από (φυσικό ή σε αποµίµηση) όστρακο χελώνας, που δίνει και στο όλο όργανο την ονοµασία χέλυς / χελώνη, ενώ οι βραχίονες είναι συνήθως ξύλινοι και σπανιότερα από κέρατα ζώου. Ο αριθµός των χορδών ήταν κατά κανόνα 7 και επειδή είχαν µεγάλο µήκος, απέδιδαν µια χαµηλότερη τονική περιοχή 3. 1.3 Η κιθάρα: Πρέπει να ήταν έγχορδο µεγαλύτερο σε µέγεθος και µε πιο δυνατό και γεµάτο ήχο, µε µεγάλο ηχείο σε σχήµα κιβωτίου, το οποίο συνεχίζεται χωρίς διακοπή στους πήχεις. Οι βραχίονες έχουν το κάτω µέρος τους πολύ πλατύ µε µια ελαφρά κλίση προς τα έξω, στη µέση τους γίνονται πιο λεπτοί και πλησιάζουν µεταξύ τους (όπου φαίνεται να έχει προστεθεί κι ένας νέος βραχίονας), ενώ λίγο πριν φτάσουν στο ζυγό 1 Neubecker,J.A., Η Μουσική στην Αρχαία Ελλάδα, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1986, σ. 78 2 Στο ίδιο, σσ. 78-79 3 Στο ίδιο, σσ. 79-80 2
αποκτούν την αρχική τους απόσταση ανεβαίνοντας κατακόρυφα σε αρκετό µήκος. Στα άκρα του ζυγού είναι τοποθετηµένες σε κανονικά διαστήµατα µεγάλες πλάκες 4 1.4 Η «αιωρική» κιθάρα: Έγχορδο µε αρχικά 7 χορδές, µεγάλο ηχείο, από το οποίο ξεκινούν πλατείς και κατακόρυφοι βραχίονες 5 1.5 Η άρπα: ιαφοροποιείται όσον αφορά α) το είδος του πλαισίου: αποτελείται από µια οριζόντια βάση και ένα ηχείο, συχνά στο σχήµα επιµηκυµένου τραπεζίου, ενωµένο µαζί της σχεδόν σε ορθή γωνία. Τα 2 κοµµάτια κλείνουν κάποτε στις ελεύθερες άκρες τους µε ένα συνδετικό κοµµάτι σαν υποστήριγµα, σχηµατίζοντας έτσι ένα τρίγωνο. β) το διαφορετικό µήκος των χορδών, που µεγαλώνουν σταδιακά προχωρώντας προς τα έξω 6 1.6 Το λαούτο: Ονοµαζόταν επίσης πάνδουρος ή σκινδαψός και απεικονίζεται από το β µισό του 4 ου πχ αι και εξής σε teracotta 7. 2) Πνευστά - αερόφωνα 2.1 Οι αυλοί: Η καταγωγή τους συνδέεται µε τη Μ. Ασία και ανάγεται στις αρχές του 7 ου πχ αι. Το υλικό που συνηθιζόταν για την κατασκευή τους ήταν το καλάµι, αλλά επίσης χρησιµοποιούταν ο λωτός, το ξύλο, το ελεφαντοστό, το κόκαλο και µέταλλα. Ο κλασικός αυλός ήταν διπλοκάλαµος 8. Αποτελούταν συνήθως από 2 σωλήνες κυλινδρικούς ή ελαφρά κωνικούς, ισοµήκεις, µε 1 στο κάτω µέρος και 3-4 στο πάνω µέρος τρήµατα που αργότερα πληθαίνουν. Οι δύο σωλήνες σχηµάτιζαν οξεία γωνία και τους συγκρατούσαν στη θέση τους µε µια κορδέλα, που περνούσε πίσω από το κεφάλι, τη φορβειά. Η τονική τους έκταση έφτανε έως και τους 24 φθόγγους. Στις άκρες των σωλήνων που ακουµπούσαν στο στόµα πρόσθεταν επιστόµια και σ αυτά γλωττίδες. Ανάλογα µε την τονική τους έκταση υπήρχαν 5 είδη αυλών: οι παρθένιοι, οι παιδικοί, οι κιθαριστήριοι, οι τέλειοι και οι υπερτέλειοι 9 2.2. Η σύριγγα: Αποτελείται από µια σειρά καλαµένιων σωλήνων ενωµένων µεταξύ τους µε ½ εγκάρσιους µοχλούς ή µε κερί ή µε λινάρι. Κάθε ένας σωλήνας πετύχαινε 1 τόνο, οπότε για τις αλλαγές του τονικού ύψους είτε ενώνονταν σωλήνες διαφορετικού µήκους, είτε γέµιζαν κάθε σωλήνα µε κερί διαφορετικού πάχους 10. Έτσι προέκυπτε η µονοκάλαµη σύριγγα 11 2.3 Η σύριγγα του Πανός: ήταν ένα πολλαπλό κλειστό φλάουτο κατασκευασµένο από φραγµένα καλάµια χωρίς επιστόµιο 12 2.4 Η ύδραυλις: Υδραυλικό όργανο που επινόησε ο Κτησίβιος από την Αλεξάνδρεια (3 ος πχ αι). Ήταν µεγέθυνση και αναστροφή του µοντέλου της σύριγγας, όπου ο ήχος παραγόταν από τη διοχέτευση αέρα στους αυλούς υπό την υδραυλική πίεση 13. Ήταν πολύαυλη και οι σωλήνες των αυλών της είχαν διαφορετικό µήκος, ώστε να αποδίδουν ο καθένας διαφορετικό φθόγγο. Τα στόµια των αυλών που ο αλητής ήθελε να ηχήσουν άνοιγαν µε πλήκτρα, που πιέζονταν µε τα δάχτυλα 14. 4 Neubecker, όπ.π. σσ.80-82 5 Στο ίδιο, σσ. 82-83 6 Στο ίδιο, σσ. 83-84 7 Στο ίδιο, σ.84 8 Αγγελόπουλος, Λ., ραγούµης, Μ., Λέκκας,., Μαλιάρας, Ν., Μάµαλης,Ν., Μωραΐτης, Θ., Παπαοικονόµου-Κηπουργού, Κ., Ρωµανού, Κ., Ελληνική Μουσική Πράξη: Αρχαίοι και Μέσοι Χρόνοι, ΕΑΠ, Πάτρα 2003, σ 123 9 Neubecker, όπ.π. σσ. 84-89 10 Στο ίδιο, σσ. 89-90 11 Αγγελόπουλος, ραγούµης,λέκκας, κα., όπ.π., σ.118 12 Στο ίδιο, σ.118 13 Neubecker, όπ.π. σ.90 14 Αγγελόπουλος, ραγούµης,λέκκας, κα., όπ.π., σ. 120 3
2.5 Η σάλπιγγα: Αποτελείται από ένα µακρύ µεταλλικό σωλήνα µε κοκάλινο επιστόµιο, που κατέληγε σε ένα είδος καµπάνας. Ενδεχοµένως να χρησιµοποιούσαν και σε αυτό φορβειά 15. 3) Κρουστά 3.1. Τα κρόταλα: Ήταν 2 κρουστά από ξύλο ή µέταλλο που προσάρµοζαν οι χορευτές στα χέρια τους. ύο ευκίνητοι µοχλοί συνδεδεµένοι σε µια στρογγυλή άκρη δονούµενοι έδιναν ένα ρυθµικό κροτάλισµα 16 3.2 Τα κύµβαλα: Ήταν δύο κοίλα ηµισφαρικά πιάτα, συνήθως χάλκινα, που τα κρατούσαν από µια θηλιά στερεωµένη στο κέντρο της εξωτερικής τους πλευράς και τα έκαναν να χτυπάνε µεταξύ τους 17 3.3. Το τύµπανον: αποτελούταν από µια στεφάνη ζώου πάνω στην οποία ήταν τεντωµένο δέρµα ζώου. Κρατούσαν το όργανο µε το αριστερό τους χέρι και το χτυπούσαν µε τα δάχτυλα του δεξιού 18. Ι.ii Οι χρήσεις των µουσικών οργάνων Τα παρακάτω είναι τα όργανα για τη χρήση των οποίων έχουµε πληροφορίες: Έγχορδα - Λύρες Η λύρα: σε κάθε της µορφή φαίνεται ότι χρησιµοποιήθηκε κατεξοχήν στη λυρική ποίηση, στην οποία έδωσε και το όνοµά της 19. Χρησιµοποιούταν όµως και σε διάφορες πτυχές της ιδιωτικής ζωής, πχ στους γάµους, στη φάση της ετοιµασίας, όπου η νύφη κατά το στόλισµα έπαιζε λύρα ή βάρβιτο ή τρίγωνο, όπως και στην ποµπή προς το σπίτι του γαµπρού συγγενείς και φίλοι ακολουθούσαν τραγουδώντας τον υµέναιο µε συνοδεία κιθάρας ή λύρας 20 Η φόρµιγγα: αναφέρεται ήδη στα οµηρικά έπη και µάλιστα ότι είχε και ο Αχιλλέας 21. Φαίνεται ότι µε το όργανο αυτό συνόδευαν την απαγγελία τους οι ραψωδοί και οι αοιδοί της επικής ποίησης 22 Η βάρβιτος: χρησιµοποιούταν σε εκδηλώσεις σχετικές µε τον Απόλλωνα, αλλά επίσης και στη διονυσιακή λατρεία, στα µαθήµατα µουσικής και στους ποιητές 23 Η κιθάρα: υπάρχει η υπόθεση ότι αντικατέστησε τη λύρα φόρµιγγα ή τη βάρβιτο στις βασιλικές αυλές κατά τον 7 ο αι και ειδικά στις σολιστικές εκτελέσεις, αρχικά για να συνοδεύουν τη µουσική απαγγελία, έπειτα για να παίζουν αριστοτεχνικά καθαρά οργανικά κοµµάτια. Στις απεικονίσεις φαίνεται ότι χρησιµοποιούταν µόνον από άνδρες 24. Η µουσική αγωγή των παιδιών περιλάµβανε σταθερά την διδασκαλία της κιθάρας από τους κιθαριστάς 25. Κιθαρωδικοί αγώνες διεξάγονταν σε διάφορες γιορτές των ελληνικών 15 Neubecker, όπ.π. σσ.90-91 16 Στο ίδιο, σ.91 και Αγγελόπουλος, ραγούµης,λέκκας, κα., όπ.π., σ. 130 17 Neubecker, όπ.π. σ.91 18 Στο ίδιο, σ.91 19 Αγγελόπουλος, ραγούµης,λέκκας, κα., όπ.π., σ. 143 20 Στο ίδιο, σ. 156 21 Neubecker, όπ.π. σ.79 22 Αγγελόπουλος, ραγούµης,λέκκας, κα., όπ.π., σ. 143 23 Neubecker, όπ.π. σ.80 24 Στο ίδιο, σ.81 25 Αγγελόπουλος, ραγούµης,λέκκας, κα., όπ.π., σ. 166 4
πόλεων 26. Κιθάρες χρησιµοποιούνταν επίσης σε θρησκευτικές εκδηλώσεις, όπως σε θυσίες προς τους θεούς ή σε νεκρούς 27 ή ακόµη και στην εκφορά του νεκρού 28 Η «αιωρική» κιθάρα: συνδέεται κυρίως µε γυναικείες µορφές, µε τις Μούσες ή µε τις γυναίκες σε σκηνές του σπιτιού 29 Η άρπα: ο οργανοπαίκτης ήταν καθιστός, έπαιζε και µε τα δύο χέρια και στήριζε το ηχείο στον ώµο. Στις παραστάσεις φαίνεται ως όργανο γυναικείο και ειδικά των Μουσών 30. Άρπα µάθαιναν τα κορίτσια από µικρά, ώστε να µπορούν να παίζουν σε σηµαντικές εκδηλώσεις του βίου τους, όπως στο νυφοστόλισµά τους 31 2) Πνευστά - αερόφωνα Οι αυλοί: ήταν πολύ δηµοφιλείς και χρησιµοποιούταν στις περισσότερες και σε διάφορες περιστάσεις αν και πολλοί αριστοκράτες θεωρούσαν τα έγχορδα περισσότερο αρµόζοντα για την κοινωνική τους θέση. Στην Ελλάδα ήρθε όντας συνδεδεµένο µε τη διονυσιακή λατρεία γι αυτό και σε πολλές παραστάσεις απεικονίζονται ως αυλητές οι σειληνοί και οι µαινάδες, σύντροφοι δηλ του ιονύσου 32. Γνωρίζουµε ότι ήταν το κύριο όργανο που χρησιµοποιούταν στις διδασκαλίες (=παραστάσεις) της δραµατικής ποίησης 33. Αλλά και αγώνες αυλωδίας διεξάγονταν σε διάφορες γιορτές των ελληνικών πόλεων 34. Οι αυλοί ήταν απαραίτητοι και στα συµπόσια, όπου παρευρίσκονταν οι αυλητρίδες παίζοντας µουσική 35. Αλλά ήταν αναγκαίοι και σε θρησκευτικές εκδηλώσεις, όπως σε θυσίες προς τους θεούς ή σε νεκρούς 36 ή ακόµη και στην εκφορά του νεκρού 37 Η σύριγγα: ήταν το κατεξοχήν όργανο των βοσκών και γενικώς του απλού λαού 38 Η σάλπιγγα: Χρησιµοποιούταν κυρίως στον πόλεµο, αλλά και σε αναγγελίες αγώνων 39. Πρέπει να χρησιµοποιούνταν συνήθως µόνες τους 40. Στα Ολύµπια είχαν καθιερωθεί και αγώνες σαλπιγκτών 41 3) Κρουστά Τα κρόταλα: Χρησιµοποιούταν από τους ίδιους τους χορευτές και επειδή ήταν θορυβώδη ήταν συνδεδεµένα µε τη λατρεία του ιονύσου, της Μεγάλης Μητέρας των Θεών ή του Πάνα 42. Τα κύµβαλα: χρησιµοποιούταν επίσης στις θορυβώδεις λατρευτικές εκδηλώσεις 43, κυρίως του ιονύσου και της Κυβέλης 44 Το τύµπανον: απεικονίσεις µας πληροφορούν ότι τα χειρίζονταν συχνά οι χορευτές 45 26 Στο ίδιο, σσ. 149-150 27 Στο ίδιο, σ. 158 28 Στο ίδιο, σ. 159 29 Neubecker, όπ.π. σ.82 30 Στο ίδιο, σ.84 31 Αγγελόπουλος, ραγούµης,λέκκας, κα., όπ.π., σ.165 32 Neubecker, όπ.π. σ.85 33 Αγγελόπουλος, ραγούµης,λέκκας, κα., όπ.π., σ. 144 34 Στο ίδιο, σσ. 149-150 35 Στο ίδιο, σ. 157 36 Στο ίδιο, σ. 158 37 Στο ίδιο, σ. 159 38 Neubecker, όπ.π. σ.89 και Αγγελόπουλος, ραγούµης,λέκκας, κα., όπ.π., σ.118 39 Neubecker, όπ.π. σ.90 40 Αγγελόπουλος, ραγούµης,λέκκας, κα., όπ.π., σ. 131 41 Στο ίδιο, σ. 150 42 Neubecker, όπ.π. σ.91 43 Στο ίδιο, σ.91 44 Αγγελόπουλος, ραγούµης,λέκκας, κα., όπ.π., σ. 130 5
ΙΙ. Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟ ΟΣ ΙΙ.i Κατηγορίες µουσικών οργάνων Τα όσα γνωρίζουµε για τα όργανα της βυζαντινής µουσικής είναι κυρίως από έµµεσες πηγές, καθότι η οργανοχρησία είχε απαγορευτεί από το λειτουργικό τυπικό της Εκκλησίας. 1) Χορδόφωνα: 1.1 κιθάρες: τα πιο γνωστά νυκτά των βυζαντινών χρόνων πήραν την ονοµασία της κιθάρας, αλλά ως προς τη µορφή πρέπει να ήταν πολύ διαφορετική της αρχαίας κιθάρας (µεγάλη λύρα µε ξύλινο ηχείο) και περισσότερο εξέλιξη της αρχαιοελληνικής πανδούρας ή πανδουρίδος, ένα όργανο δηλ που µοιάζει µε το νεότερο ταµπουρά ή µε το µπουζούκι, καθώς έχει αχλαδόσχηµο αγγείο µε µικρό αριθµό από ισοµήκεις χορδές (3-4) τεντωµένες κατά µήκος ενός µακριού λαιµού και δεµένες σε κλειδιά στην άκρη. Οι ονοµασίες που απαντώνται ενδεχοµένως σχετίζονται µε διαφοροποιήσεις στο µέγεθος του οργάνου: λαβούτον, πανδούριν / θαµπούριν / ταµπούριν, κα 46. 1.2 τοξωτά: είναι χορδόφωνα µε δοξάρι και στο Βυζάντιο εισήχθησαν µέσω της Ανατολής, ίσως των Αράβων κατά τον 9 ο 10 ο αι. Οι αραβικές πηγές το αποδίδουν ως lira, πράγµα που σηµαίνει ότι έχουµε µάλλον επιβίωση της ανάµνησης της αρχαιοελληνικής λύρας και όχι του ίδιου του οργάνου, αλλά απόδοση της ονοµασίας σε ένα νέο. Οι απεικονίσεις παρουσιάζουν ένα όργανο µετρίου µεγέθους, παρόµοιο µε την αχλαδόσχηµη κρητική λύρα, αλλά πιο επίµηκες, το οποίο παιζόταν στηριγµένο στον ώµο του οργανοπαίκτη. 1.3: πολύχορδα: είναι έγχορδα µε µεγάλο αριθµό χορδών (10-15), οι οποίες δεν έχουν ίσο µεταξύ τους µήκος και είναι τεντωµένες πάνω σε ένα µακρύ χέρι. Στο Βυζάντιο υπήρχαν σε διάφορα µεγέθη και σχήµατα και αποδίδονταν µε ονοµασίες αρχαιοελληνικές και νεότερες: ψαλτήριον, άρπα, σαµβύκη, πηκτίς, µάγαδις, αγχίλλιον, πλήκτρον, δεκάχορδον, πεντεδεκάχορδον, κα 47 2) Πνευστά - αερόφωνα 2.1 αυλός / δόναξ / κάλαµος: αερόφωνο αποτελούµενο από έναν ηχητικό σωλήνα και µε οπές κατά µήκος του. Αν και οι ονοµασίες παραπέµπουν στην αρχαιότητα, οι πηγές δε διαφωτίζουν κατά πόσο συνεχιζόταν η αρχαία παράδοση κατά την οποία το όργανο αυτό αποτελούταν από διπλό σωλήνα και παιζόταν µε επιστόµιο από µονό ή διπλό γλωσσίδι, οπότε δε µπορούµε να γνωρίζουµε κατά πόσο τα σουραύλια, οι πλαγίαυλοι ή οι δίαυλοι ήταν διαφορετικά όργανα 48. 2.2. Βούκινο / βυκάνη: κατασκευαζόταν αρχικά από κέρατο ζώου και έπειτα από µέταλλο, στο οποίο έδιναν παρόµοιο, καµπύλο σχήµα 49. 2.3 Η σάλπιγγα / τούβα: ήταν ένας ευθύς σωλήνας µε ανοικτό κώδωνα στη µια του άκρη 50 45 Neubecker, όπ.π. σ.91 46 Αγγελόπουλος, ραγούµης,λέκκας, κα., όπ.π., σ.277 47 Στο ίδιο, σ. 278 48 Στο ίδιο, σσ. 276-277 49 Στο ίδιο, σ. 279 50 Στο ίδιο, σ. 279 6
2.4 Το «πολύαυλον όργανον: είναι το αρχαιότερο όλων των πληκτροφόρων, βασισµένο στην ύδραυλι του Κτησίβιου, ο υδραυλικός µηχανισµός της οποίας κατά τη βυζαντνή περίοδο αντικαταστάθηκε από ένα σύστηµα φυσερών. Κατά τον 9 ο αι επί αυτό/ρος Θεόφιλου κατασκευάστηκαν µια σειρά οργάνων που λειτουργούσαν µε αυτόµατο µηχανισµό. Πρέπει να είχε γενικά µικρές διαστάσεις και λειτουργούσε µε µοχλούς 51. 3) Κρουστά: 3.1. Ιδιόφωνα: 3.1.1 Τα κρόταλα ήταν κατασκευασµένα από κοµµάτια ξύλου, που χτυπούσαν µεταξύ τους 52. 3.1.2 Τα κύµβαλα ήταν ζεύγη µετάλλινων δίσκων, διαφόρων µεγεθών, που επίσης χτυπούσαν µεταξύ τους 53. 3.1.3 Τα χειροκύµβαλα ήταν µικρά κύµβαλα, που µάλλον παίζονταν µε τα δάχτυλα, όπως σήµερα τα ζίλια 54. 3.1.4. Το πλήθιον / πλίνθιον θεωρείται ότι ήταν αβαθές τύµπανο µε ζεύγη κυµβάλων στην περιφέρεια τους. Κατατάσσεται στα µεγαλύτερα πολύχορδα, καθώς διέθετε 32 χορδές 55 3.2 Μεµβρανόφωνα: 3.2.1. Οι ανακαράδες ήταν περσοαραβικής προελεύσεως και αποτελούνταν από ζεύγη µικρών ηµισφαιρικών τυµπάνων 56 3.2.2. Τα τύµπανα ποικίλαν σε µορφές, σχήµατα και µεγέθη. Στην πρωτοβυζαντινή περίοδο ονοµάζονταν και ταυρέα, επειδή οι (2 παράλληλες?) µεµβράνες του κατασκευάζονταν από δέρµα ταύρου. ΙΙ.ii Οι χρήσεις των µουσικών οργάνων 1) Χορδόφωνα: Για κάποιους τύπους της βυζαντινής πανδούρας διαβάζουµε µέσα από τα δηµώδη άσµατα και λαϊκά έµµετρα µυθιστορήµατα της υστεροβυζαντινής περιόδου, ενώ για τα τοξωτά µαθαίνουµε από απεικονίσεις. Κιθάρες: Γνωρίζουµε ότι συνθέτες και ψάλτες της µεταβυζαντινής περιόδου (όταν δηλ αυξάνεται η ανατολίτικη επιρροή), όπως ο Πέτρος Πελοποννήσιος, ο Γρηγόριος Λευίτης ή ο Χρύσανθος, γνώριζαν πανδουρίδα, πολίτικη λύρα, νέι, πλαγίαυλο 57. Γενικά όµως ήταν πολύ διαδεδοµένες και συνδεδεµένες µε διάφορες εκφάνσεις του ιδιωτικού βίου, πχ στους γάµους, όπου η νύφη πήγαινε σε ποµπική παρέλαση µε συνοδεία κιθαριστών 58 2) Πνευστά - αερόφωνα Οι αυλοί: Ο αυλός, όπως και η κιθάρα µνηµονεύεται συχνά στα «θυµελικά παίγνια», διασκεδάσεις που διαδραµατίζονταν στους δρόµους των φτωχών συνοικιών, αλλά και στα αρχοντικά σπίτια της αριστοκρατίας, ακόµη και στο Ιερό Παλάτι και στα 51 Στο ίδιο, σσ. 279-280 52 Στο ίδιο, σ. 278 53 Στο ίδιο, σ. 278 54 Στο ίδιο, σ. 278 55 Στο ίδιο, σ. 278 56 Στο ίδιο, σ. 278 57 Στο ίδιο, σσ.264, 267 58 Στο ίδιο, σ.156 7
οποία συµµετείχαν οργανοπαίκτες, οµάδες ηθοποιών, χορευτών, θαυµατοποιών, κα 59. Έτσι, οι αυλοί στους διάφορούς τύπους τους (µονοί, δίαυλοι, πλαγίαυλοι, φλογέρες, σουραύλια, κα) ήταν γενικώς εξαιρετικά διαδεδοµένοι. Εκτός από τις διασκεδάσεις συχνά αναφέρονται σε σχέση µε την ποιµενική ζωή της υπαίθρου. Η σύριγγα: µνηµονεύεται σχεδόν αποκλειστικά σε σχέση µε το ποιµενικό περιβάλλον. Το βούκινο / η βυκάνη στην απώτατη αρχαιότητα είχε κυρίως ποιµενική χρήση, ενώ στα βυζαντινά χρόνια χρησιµοποιήθηκε στο στρατό (παράδοση που είχε ξεκινήσει από τη ρωµαϊκή εποχή) και µάλιστα αρχικά στο ιππικό. Ακουγόταν στο πεδίο της µάχης για τη µετάδοση του συνθήµατος της επίθεσης, αλλά και στο στρατόπεδο για συνθήµατα έναρξης των εργασιών. Η σάλπιγγα / τούβα: είχε επίσης ρωµαϊκή προέλευση και χρησιµοποιούταν επίσης στο στρατό, λόγω του ότι παρήγαγε οξύ και δυνατό ήχο. Ακουγόταν στο πεδίο της µάχης για το σύνθηµα της λήξης, αλλά και στο στρατόπεδο για το σύνθηµα του τέλους των εργασιών. Χρησιµοποιούταν όµως και εκτός στρατοπέδου, κυρίως για τις επευφηµίες προς τον αυτοκράτορα κατά τη διάρκεια κάποια εορταστικής ή επινίκιας ποµπής στην Κων/λη ή σε άλλη µεγάλη πόλη της αυτό/ριας. Στην υστεροβυζαντινή και ειδικά την Παλαιολόγεια εποχή χρησιµοποιούταν και σε επίσηµες τελετές αναγόρευσης και στέψης του αυτοκράτορα ή και στις εορταστικές εµφανίσεις του. Το «πολύαυλον όργανον»: η µουσική του περιοριζόταν σε σύντοµες εισαγωγικές µουσικές φράσεις. Γι αυτό η λειτουργία του επικεντρωνόταν στον ιππόδροµο της Κων/λης και συνδέθηκε µε τις τελετές της αυλικής εθιµοτυπίας που λάµβαναν εκεί χώρα. Σταδιακά η χρήση του καθιερώθηκε στην τελετουργία και έγινε «βασιλικό», αυτοκρατορικό σύµβολο. Κατά τον 9 ο αι επί αυτό/ρος Θεόφιλου όργανα µε αυτόµατο µηχανισµό χρησιµοποιούνταν για την υποδοχή ξένων πρέσβεων προκειµένου για τον εντυπωσιασµό τους γεγονός που καταδηλοί ταυτόχρονα την αποσύνδεση του οργάνου από τη θρησκευτική του χρήση. Μετά την κατάκτηση της κων/λης από τους Φράγκους το 1204 η χρήση του στο Βυζάντιο παύει, συνεχίζεται όµως πλέον στη ύση, όπου είχε µεταφερθεί από τον 8 ο αι και σταδιακά θα µετεξελιχθεί από κοσµικό σε εκκλησιαστικό όργανο. 3) Κρουστά: ο ρόλος τους ήταν να κρατούν το ρυθµό ή να δηµιουργήσουν εντυπωσιακά εφέ. Χρησιµοποιούνταν κυρίως σε λαϊκές και οικογενειακές διασκεδάσεις, σε χορούς, στο θέατρο και σε γαµήλιους πανηγυρισµούς 60 Οι ανακαράδες γνωρίζουµε ότι χρησιµοποιούνταν και στο στρατό, ειδικά κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο, και ίσως µαζί µε τις σάλπιγγες. Τα τύµπανα χρησιµοποιούνταν συνοδευτικές προς τα βούκινα και τις σάλπιγγες στο στρατό Τα κύµβαλα: χρησιµοποιήθηκαν µαζί µε τα τύµπανα 59 Στο ίδιο, σ. 276 60 "Μουσικά όργανα στους χορούς & στις διασκεδάσεις των Βυζαντινών", Ν. Μαλιάρας στο Αρχαιολογία και τέχνες, τεύχος, 91, σ. 70 8
Γ) ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Τα όργανα χρησιµοποιούταν ως αναπόσπαστο µέρος του µουσικού πολιτισµού τόσο στην κλασική αρχαιότητα όσο και κατά τη βυζαντινή εποχή. Πολλά από αυτά που απαντάµε στην πρώτη, µε το πέρασµα στη δεύτερη εξαφανίζονται, πέφτουν σε αχρηστία ή αντικαθίστανται από άλλα, προερχόµενα από άλλους πολιτισµούς και κυρίως της Ανατολής. Και παρά την αποκήρυξη των µουσικών οργάνων από το λειτουργικό τυπικό στα βυζαντινά χρόνια, η ενότητα του τριφυούς δρωµένου µουσική χορός τραγούδι διατηρήθηκε αλώβητη, προσφέροντας µας σήµερα έναν πλούσιο και εξαιρετικά πολύµορφο µουσικό πολιτισµό. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Neubecker, J.A. Η Μουσική στην Αρχαία Ελλάδα, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1986. Αγγελόπουλος, Λ., ραγούµης, Μ., Λέκκας,., Μαλιάρας, Ν., Μάµαλης, Ν., Μωραΐτης, Θ., Παπαοικονόµου-Κηπουργού, Κ., Ρωµανού, Κ., Ελληνική Μουσική Πράξη: Αρχαίοι και Μέσοι Χρόνοι, ΕΑΠ, Πάτρα 2003. "Μουσικά όργανα στους χορούς & στις διασκεδάσεις των Βυζαντινών", Ν. Μαλιάρας στο Αρχαιολογία και τέχνες, τεύχος, 91 9