ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑ ΟΣ ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ Αποτελέσµατα 2002 Αθήνα, 20/2/2003 Από την ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑ ΟΣ ανακοινώθηκαν σήµερα τα αποτελέσµατα του 2002, που έχουν ως ακολούθως: Τα προ φόρων κέρδη του Οµίλου της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος µετά την αφαίρεση των δικαιωµάτων µειοψηφίας, ανήλθαν το 2002 σε 349.8 εκατ., µειωµένα κατά 49.9% σε σχέση µε το 2001. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται κυρίως στη σηµαντική µείωση των διαπραγµατευτικών κερδών, τα οποία στο 2002 περιορίστηκαν σε 83.2 εκατ. από 390.2 εκατ. το 2001. Επίσης, τα αποτελέσµατα του 2002 επιβαρύνθηκαν από έκτακτη δαπάνη ύψους 28.5 εκατ. λόγω του προγράµµατος εθελουσίας εξόδου υπαλλήλων της ΕΤΕ και της ΕΤΕΒΑ. Αν δεν ληφθεί υπόψη αυτή η εφάπαξ δαπάνη, η µείωση των προ φόρων κερδών του Οµίλου κατά το 2002 περιορίζεται σε 45.8%. Για τους ίδιους λόγους, τα προ φόρων κέρδη της Τράπεζας ανήλθαν σε 296.7 εκατ. έναντι 647.5 εκατ. στο 2001. Παρά την αρνητική συγκυρία των αγορών, η οργανική κερδοφορία του Οµίλου συνεχίζει να παρουσιάζει αισθητή βελτίωση. Η βελτίωση αυτή αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στα παρακάτω: Τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα του Οµίλου διαµορφώθηκαν στο 2002 σε επίπεδα υψηλότερα του 2001 κατά 6.5% (2002: 1 183.3 εκατ., 2001: 1 111.0 εκατ.). Η εξέλιξη αυτή αντανακλά την τάση βελτίωσης των καθαρών επιτοκιακών εσόδων λόγω βελτίωσης της σύνθεσης του Ενεργητικού της Τράπεζας, τα οποία ειδικά στο δ! 3µηνο του 2002 σηµειώνουν αύξηση κατά 6.3 εκατ. έναντι του γ! 3µήνου (8.4% σε ετησιοποιηµένη βάση).
Το επιτοκιακό περιθώριο του Οµίλου διαµορφώθηκε σε 243 µονάδες βάσης. Tα έσοδα προµηθειών του Οµίλου σηµειώνουν οριακή αύξηση σε σχέση µε το 2001 (2002: 374.5 εκατ., 2001: 371.3 εκατ.), παρά την κάµψη των προµηθειών που σχετίζονται µε την κεφαλαιαγορά (µείωση κατά 29%). Αυξηµένη συµβολή στα κέρδη του Οµίλου είχε το δίκτυο εξωτερικού, η συµµετοχή του οποίου, προ διαπραγµατευτικών κερδών, ανήλθε σε 25% περίπου. Ως αποτέλεσµα των παραπάνω, συνεχίζεται η ποιοτική βελτίωση της σύνθεσης των εσόδων του Οµίλου, µε τις οργανικές πηγές κερδοφορίας το 2002 να αντιπροσωπεύουν πλέον το 95% των συνολικών εσόδων έναντι 79.6% το 2001, διαµορφώνοντας µια σταθερή βάση επαναλαµβανόµενης κερδοφορίας που θα αποτελέσει τον πυρήνα των αποτελεσµάτων του Οµίλου στα προσεχή έτη. Ειδικότερα, τα επιτοκιακά έσοδα αντιπροσωπεύουν το 72% των συνολικών εσόδων του Οµίλου (2001: 58%). Θετική συµβολή στη συνολική κερδοφορία του Οµίλου είχε η συστηµατική προσπάθεια συγκράτησης των λειτουργικών δαπανών οι οποίες σηµείωσαν οριακή αύξηση κατά 2.4% σε σχέση µε το 2001. Η ιοίκηση της Τράπεζας αποδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα στον έλεγχο του κόστους, γεγονός που αναµένεται να έχει ευνοϊκή επίδραση στα προσεχή 3µηνα. Ειδικότερα, το 2002 οι δαπάνες προσωπικού του Οµίλου εµφανίζουν για πρώτη φορά µείωση έναντι της προηγούµενης χρήσης (κατά 0.5%). Με την ολοκλήρωση των προγραµµάτων εθελουσίας εξόδου της ΕΤΕ και της ΕΤΕΒΑ αποχώρησαν 725 εργαζόµενοι µέσα στο 2002. Το κόστος της εθελουσίας εξόδου διαµορφώθηκε σε 28.5 εκατ. περίπου, ενώ η ετήσια δαπάνη µισθοδοσίας του προσωπικού που αποχώρησε θα υπερέβαινε τα 40 εκατ. Στην ίδια περίοδο, πέραν των ανωτέρω, αποχώρησαν από την ΕΤΕ 190. Η πολιτική συγκράτησης του αριθµού σελ. 2
του προσωπικού εφαρµόστηκε µε ιδιαίτερη επιτυχία και στις µονάδες του εξωτερικού από τις οποίες αποχώρησαν συνολικά 610 άτοµα. Ως αποτέλεσµα των παραπάνω προγραµµάτων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, και παρά την επέκταση του Οµίλου τόσο στις ΗΠΑ (εξαγορά Yonkers) όσο και στη Βαλκανική, ο συνολικός αριθµός προσωπικού µειώθηκε µέσα στη χρήση κατά 6% περίπου. Το γεγονός αυτό αναµένεται να έχει θετική επίδραση στη µείωση του κόστους προσωπικού και στη βελτίωση της αποδοτικότητας του Οµίλου στα προσεχή 3µηνα. Το συνολικό ύψος χορηγήσεων και εταιρικών χρεογράφων του Οµίλου στο τέλος του 2002 ανήλθε σε 23.1 δισ., καταγράφοντας αύξηση 7.8% σε ετήσια βάση. Ο τοµέας της λιανικής τραπεζικής, στον οποίο περιλαµβάνεται και η επαγγελµατική πίστη, εξακολουθεί να αναπτύσσεται δυναµικά και στα τέλη του 2002 αντιπροσωπεύει πλέον 44% του χαρτοφυλακίου χορηγήσεων του Οµίλου έναντι 38% στο τέλος του 2001. Αντίστοιχα, στην Τράπεζα η λιανική πίστη αντιπροσωπεύει 47% του συνόλου των χορηγήσεων. Η τάση αυτή επιβεβαιώνει τη στρατηγική της ιοίκησης για τη σταδιακή αύξηση της συµµετοχής των χορηγήσεων στο σύνολο του Ενεργητικού και τη βελτίωση της σχέσης χορηγήσεων προς καταθέσεις. Ως αποτέλεσµα, η σχέση χορηγήσεων και εταιρικών οµολόγων προς καταθέσεις διαµορφώνεται τη 31.12.2002 σε 52% περίπου έναντι 48% στο τέλος του 2001, τάση που αναµένεται να συνεχισθεί και στα προσεχή έτη. Ειδικότερα, στα υπόλοιπα της καταναλωτικής πίστης (πιστωτικές κάρτες, καταναλωτικά και προσωπικά δάνεια) καταγράφεται στην τρέχουσα χρήση ετήσιος ρυθµός αύξησης 25%. Ο αντίστοιχος ετήσιος ρυθµός αύξησης των υπολοίπων της στεγαστικής πίστης ανέρχεται σε 23%, που αντιπροσωπεύει ικανοποιητικό ρυθµό αύξησης λαµβανοµένου υπόψη του σηµαντικού ύψους των αποπληρωµών του εν λόγω χαρτοφυλακίου λόγω ωρίµανσης. Επίσης, εντυπωσιακά εξελίσσεται η πρωτοβουλία της Τράπεζας στην επαγγελµατική πίστη, όπου το σελ. 3
σχετικό χαρτοφυλάκιο καταγράφει αύξηση της τάξης του 35% στο διάστηµα των τελευταίων οκτώ µηνών. Στον τοµέα της επιχειρηµατικής πίστης συνεχίζεται η συντηρητική πολιτική της Τράπεζας σε σχέση µε την περαιτέρω επέκτασή της στις χρηµατοδοτήσεις µεγάλων επιχειρήσεων. Αντίθετα, σηµαντική αύξηση της τάξης του 15% καταγράφεται στα υπόλοιπα χορηγήσεων προς τις µεσαίες επιχειρήσεις, ως αποτέλεσµα της επίµονης προσπάθειας του Οµίλου για διεύρυνση του µεριδίου αγοράς στο συγκεκριµένο κλάδο. Η ποιότητα του χαρτοφυλακίου χορηγήσεων διατηρείται σε υψηλά επίπεδα παρά τη σηµαντική αύξησή του. Τα µη εξυπηρετούµενα δάνεια µετά από τις σχετικές προβλέψεις αντιπροσωπεύουν το 2% του συνολικού χαρτοφυλακίου έναντι 2.1% το 2001 και υπερκαλύπτονται από εµπράγµατα βάρη και λοιπές εξασφαλίσεις. Ειδικότερα, όσον αφορά την ποιότητα του χαρτοφυλακίου της στεγαστικής πίστης είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την τελευταία τετραετία, σωρευτικά, το ύψος των νέων µη εξυπηρετούµενων στεγαστικών δανείων αντιπροσωπεύει µόλις το 0.8% των αντίστοιχων εκταµιεύσεων της περιόδου. Επίσης, στην ίδια τετραετία η εντυπωσιακή αύξηση των υπολοίπων της καταναλωτικής πίστης κατά 1 800 εκατ. οδήγησαν σε αύξηση των µη εξυπηρετούµενων καταναλωτικών δανείων κατά µόλις 35 εκατ. Στην τρέχουσα χρήση πραγµατοποιήθηκε, µε βάση το άρθρο 28 του Ν. 3091/2002, αναπροσαρµογή της αξίας των ιδιοχρησιµοποιούµενων ακινήτων της Εθνικής Τράπεζας στην αντικειµενική τους αξία. Η υπεραξία που προέκυψε ύψους 211.8 εκατ. και η οποία δεν αντανακλά την αποτίµηση σε τρέχουσα αξία, συµψηφίστηκε µε το σύνολο των ζηµιών (ύψους 211.3 εκατ.) που προέκυψαν από την κατ είδος αποτίµηση του εµπορικού χαρτοφυλακίου µετοχών, οµολόγων και µεριδίων αµοιβαίων κεφαλαίων. Η ενέργεια αυτή κρίθηκε επιβεβληµένη ενόψει της υιοθέτησης των ιεθνών Λογιστικών Προτύπων και είχε ως σελ. 4
αποτέλεσµα την πλήρη διαγραφή όλων των εξ αποτιµήσεως ζηµιών των χρεογράφων του εµπορικού χαρτοφυλακίου του Οµίλου. Οι καταθέσεις του Οµίλου παρέµειναν αµετάβλητες παρά τη µείωση των καταθέσεων προθεσµίας κατά 11%, η οποία αντισταθµίστηκε από την αύξηση των καταθέσεων Ταµιευτηρίου κατά 4.9%. Το γεγονός αυτό είναι ενδεικτικό της ηγετικής θέσης της Τράπεζας στην ελληνική τραπεζική αγορά. Ο συντελεστής αποτελεσµατικότητας (Efficiency Ratio) του Οµίλου το 2002 ανήλθε σε 71.7% έναντι 60.4% το 2001, επηρεαζόµενος αρνητικά από τη µείωση των διαπραγµατευτικών κερδών. Σηµειώνεται όµως, ότι εξαιρουµένων των διαπραγµατευτικών κερδών, ο συντελεστής αποτελεσµατικότητας του Οµίλου παρουσιάζει οριακή βελτίωση έναντι του 2001 (2002: 75.5%, 2001: 75.9%) και το δ! 3µηνο µειώθηκε αισθητά στο 73.7% από 78.4% στο α! 3µηνο. Για τον ίδιο λόγο, η προ φόρων απόδοση των ιδίων κεφαλαίων του Οµίλου (Pre- Tax Return on Average Equity), διαµορφώθηκε σε 14.3% (2001: 27.1%) και η απόδοση του ενεργητικού του Οµίλου (Return on Average Assets) σε 0.66% (2001: 1.40%). Η κεφαλαιακή επάρκεια του Οµίλου παραµένει σε υψηλά επίπεδα. Στο τέλος του 2002, µε βάση προσωρινά στοιχεία ο Βασικός είκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας (Tier I Capital Ratio) υπολογίζεται σε 7.4% και ο Συνολικός είκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας (Total Capital Ratio) σε 10.4%. Με βάση την επιτευχθείσα κερδοφορία, η ιοίκηση της Τράπεζας προτίθεται να προτείνει στην Τακτική Γενική Συνέλευση των Μετόχων τη διανοµή µερίσµατος 0.45 ανά µετοχή έναντι αντιστοίχου µερίσµατος της χρήσης 2001 ύψους 1.1 ανά µετοχή. Το συνολικό ως ανωτέρω προτεινόµενο για διανοµή µερίσµατος ποσό ανέρχεται σε 104.3 εκατ. έναντι 250.9 εκατ. του 2001. Με βάση την τιµή κλεισίµατος της 19 Φεβρουαρίου 2003, το προτεινόµενο µέρισµα ισοδυναµεί µε ετησιοποιηµένη απόδοση 3.7%. σελ. 5
Κατάσταση Λογαριασµού Αποτελεσµάτων Οµίλου ETE σε εκατ. 31.12.02 31.12.01 ±% 4Q.02 3Q.02 ±% 2Q.02 1Q.02 Καθαρό επιτοκιακό αποτέλεσµα 1 183.3 1 111.0 +6.5% 308.0 301.7 +2.1% 298.9 274.7 Έσοδα από τίτλους 20.0 39.9-49.9% 3.5 5.3-34.0% 7.0 4.2 Καθαρά έσοδα προµηθειών 333.9 338.2-1.3% 87.3 80.6 +8.3% 85.7 80.3 Λοιπά έσοδα εκµεταλλεύσεως 28.7 33.6-14.6% 7.2 5.8 +24.1% 7.2 8.5 Οργανικά έσοδα 1 565.9 1 522.7 +2.8% 406.0 393.4 +3.2% 398.8 367.7 Έσοδα χρηµατ/κών πράξεων 83.2 390.2-78.7% 23.5 (10.7) -319.6% 2.3 68.1 Συνολικά έσοδα 1 649.1 1 912.9-13.8% 429.5 382.7 +12.2% 401.1 435.8 απάνες προσωπικού (717.8) (721.5) -0.5% (177.8) (175.7) +1.2% (186.8) (177.5) Έξοδα διοίκησης και λοιπά έξοδα (314.2) (295.9) +6.2% (86.8) (76.8) +13.0% (78.5) (72.1) Αποσβέσεις (150.9) (138.0) +9.3% (34.6) (39.2) -11.7% (38.5) (38.6) Προβλέψεις (144.6) (174.8) -17.3% (37.1) (35.7) +3.9% (34.5) (37.3) Έκτακτα αποτελέσµατα 31.3 125.5-75.1% (17.2) (10.0) +72.0% 30.9 27.6 Κέρδη προ φόρων και µειοψηφίας 352.9 708.2-50.2% 76.0 45.3 +67.8% 93.7 137.9 Αναλογία µειοψηφίας (3.1) (9.6) -67.7% (2.6) 2.3-213.0% (1.1) (1.7) Καθαρά κέρδη Οµίλου προ φόρων 349.8 698.6-49.9% 73.4 47.6 +54.2% 92.6 136.2 Φόροι (136.6) (214.8) -36.4% Καθαρά κέρδη Οµίλου 213.2 483.8-55.9% Έσοδα προµηθειών Οµίλου ETE σε εκατ. 31.12.02 31.12.01 ±% 4Q.02 3Q.02 ±% 2Q.02 1Q.02 Λιανικής τραπεζικής (1) 139.2 121.8 +14.3% 36.0 39.5-8.9% 35.0 28.7 Επιχειρηµατικής τραπεζικής (2) 60.4 61.3-1.5% 16.3 11.7 +39.3% 15.8 16.6 ιαχείρισης κεφαλαίων 28.1 28.2-0.4% 6.2 6.9-10.1% 7.4 7.6 Λοιπές (3) 103.7 99.3 +4.4% 28.2 26.3 +7.2% 23.9 25.3 331.4 310.6 +6.7% 86.7 84.4 +2.7% 82.1 78.2 Κεφαλαιαγοράς και χρηµατιστηριακών (4) 43.1 60.7-29.0% 13.6 10.2 +33.3% 9.3 10.0 Σύνολο 374.5 371.3 +0.9% 100.3 94.6 +6.0% 91.4 88.2 (1) Προµήθειες χορήγησης στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων, πιστωτικών καρτών, εξυπηρέτησης καταθέσεων ιδιωτών και τελών επικοινωνίας. (2) Προµήθειες χορήγησης επιχειρηµατικών δανείων, εγγυητικών επιστολών, εισαγωγών εξαγωγών και εξυπηρέτησης εταιρικών καταθέσεων. (3) Προµήθειες κίνησης κεφαλαίων, πράξεων συναλλάγµατος και λοιπές προµήθειες διαµεσολάβησης. (4) Προµήθειες επενδυτικών εργασιών, θεµατοφυλακής οµολόγων και χρηµατιστηριακών συναλλαγών. Αποτελέσµατα χρηµατοοικονοµικών πράξεων Οµίλου ΕΤΕ σε εκατ. 31.12.02 31.12.01 ±% 4Q.02 3Q.02 ±% 2Q.02 1Q.02 Οµόλογα και πράξεις αντιστάθµισης 84.7 292.5-71.0% 25.0 (6.8) -468% (4.3) 70.8 Συνάλλαγµα 28.2 35.6-20.8% 1.7 16.5-89.7% 1.7 8.3 Μετοχές 2.3 64.9-96.5% (1.7) (5.6) -69.6% 9.7 (0.1) Πράξεις παραγώγων (7.9) (2.8) +182% 1.5 (3.6) -142% (3.7) (2.1) Αποτελέσµατα συγγενών εταιρειών (24.1) (3.0) (11.2) -73.2% (1.1) (8.8) Σύνολο 83.2 390.2-78.7% 23.5 (10.7) -320% 2.3 68.1 σελ. 6
Χορηγήσεις Οµίλου ETE σε εκατ. 31.12.02 31.12.01 ±yoy% Χαρτοφυλάκια: Επιχειρηµατική πίστη 11 448.7 11 832.7-3.2% Επαγγελµατική πίστη 532.0 394.0 +35.0% Καταναλωτικά δάνεια 1 463.4 1 214.3 +20.5% Πιστωτικές κάρτες 1 046.7 795.0 +31.7% Κτηµατική πίστη 5 900.5 4 800.1 +22.9% Σύνολο χορηγήσεων 20 391.3 19 036.1 +7.1% Εταιρικά οµόλογα 2 667.9 2 352.9 +13.4% Σύνολο χρηµατοδοτήσεων (προ προβλέψεων) 23 059.2 21 389.0 +7.8% Προβλέψεις (1 012.0) (1 009.4) +0.3% Σύνολο χρηµατοδοτήσεων 22 047.2 20 379.6 +8.2% Ανάλυση χορηγήσεων: Ενήµερες 18 964.9 17 630.4 +7.6% Μη εκτοκιζόµενες (1) 1 426.4 1 405.7 +1.5% Σύνολο 20 391.3 19 036.1 +7.1% είκτες χαρτοφυλακίου: Μη εκτοκιζόµενες χορηγήσεις/ Σύνολο χορηγήσεων 7.0% 7.4% Μη εκτοκιζόµενες χορηγήσεις µετά από προβλέψεις/ Σύνολο χορηγήσεων 2.0% 2.1% Ποσοστό κάλυψης µη εκτοκιζοµένων χορηγήσεων 70.9% 71.8% (1) Η Τράπεζα χαρακτηρίζει ως µη εκτοκιζόµενα τα καταναλωτικά δάνεια και τις πιστωτικές κάρτες που παρουσιάζουν καθυστέρηση 100 ηµερών και άνω και τα επιχειρηµατικά και στεγαστικά δάνεια µε καθυστέρηση 180 ηµερών και άνω. Αναπροσαρµογή ακινήτων- Συµψηφισµός ζηµιών εµπορικού χαρτοφυλακίου σε εκατ. 31.12.02 Υπεραξία αναπροσαρµογής ακινήτων 211.8 Συµψηφισµός ζηµιών Μετοχών (152.6) Οµολόγων και ΕΓΕ (23.0) Αµοιβαίων Κεφαλαίων (35.7) (211.3) είκτες Οµίλου ETE 2002 2001 Καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (ΝΙΜ) 2.43% 2.43% Απόδοση µέσου ενεργητικού προ φόρων και µειοψηφίας (ROAA) 0.66% 1.40% Απόδοση µέσων ιδίων κεφαλαίων µετά από φόρους (ROAE) 8.71% 18.7% είκτης αποτελεσµατικότητας (cost: income) 71.7% 60.4% είκτης αποτελεσµατικότητας (εκτός διαπραγµατευτικών κερδών) 75.5% 75.9% Κέρδη ανά µετοχή 0.93 2.12 σελ. 7