Ευτυχία Τσιρίκα. Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια. Θεσσαλονίκη 2010 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ



Σχετικά έγγραφα
ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ

4.2 Μελέτη Επίδρασης Επεξηγηματικών Μεταβλητών

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

Εφηβεία και Πρότυπα. 2)Τη στάση του απέναντι στους άλλους, ενήλικες και συνομηλίκους

The Jobbies. 14ο ΓΕΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. Project Β τριμήνου «Το επάγγελμα που επιλέγω» Αντωνιάδου Δέσποινα. Βάκουλης Παναγιώτης.

Στερεότυπα φύλου στις επαγγελματικές επιλογές των νέων γυναικών

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Κοινωνιογνωστική θεωρία Social Cognitive Theory

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥΣ;

Α. Τηλεοπτικές συνήθειες-τρόπος χρήσης των Μ.Μ.Ε.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης.

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Μεγαλώνοντας ως αγόρι, μεγαλώνοντας ως κορίτσι: η κατασκευή της ταυτότητας του φύλου στο οικογενειακό και στο σχολικό πλαίσιο

ΤΙΤΛΟΙ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΝΟΤΗΤΑΣ

Εναλλακτικές θεωρήσεις για την εκπαίδευση και το επάγγελμα του εκπαιδευτικού

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

LOGO

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Μαθηση και διαδικασίες γραμματισμού

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 2. Έρευνα και θεωρία 2-1

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Δομώ - Οικοδομώ - Αναδομώ

Το μυστήριο της ανάγνωσης

Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης

του παιδιού στο σπίτι και στο σχολείο Δρ Παναγιώηης Γαλάνης Σσνηονιζηής Εκπαίδεσζης Γραθείοσ Εκπαίδεσζης Σηοσηγάρδης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ

Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα

Μεθοδολογία Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών

Kantzara, V. (2006) Patriarchy στο Fitzpatrick T., et al. (eds.) International Encyclopedia of Social Policy, London: Routledge (σελ.

PROJECT Β'Τετραμήνου Η οικογένεια στο χθες και στο σήμερα

Κοινή Γνώμη. Κολέγιο CDA ΔΗΣ 110 Κομμωτική Καρολίνα Κυπριανού 11/02/2015

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΜΗ ΒΙΑΣ ΤΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΓΗΓΕΝΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Κείμενα Τράπεζας Θεμάτων ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ:ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΥΠΟΣ Μ.Μ.Ε

ΩΡΑ ΓΙΑ ΚΙΝΟΥΜΕΝΑ ΣΧΕΔΙΑ ΕΠΙΡΡΟΗ ΚΙΝΟΥΜΕΝΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΣΤΗ ΠΑΙΔΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

V/ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ.

PROJECT ΟΝΟΜΑ ΟΜΑΔΑΣ : ΕΝΕΡΓΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ

Στυλιανή Ανή Χρόνη, Ph.D. Λέκτορας ΤΕΦΑΑ, ΠΘ, Τρίκαλα

Σκοποί της παιδαγωγικής διαδικασίας

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΙΔΡΟΥΝ ΣΤΗ ΣΧΕΣΗ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

Διήμερο εκπαιδευτικού επιμόρφωση Μέθοδος project στο νηπιαγωγείο. Έλενα Τζιαμπάζη Νίκη Χ γαβριήλ-σιέκκερη

Η ιδέα διεξαγωγής έρευνας με χρήση ερωτηματολογίου δόθηκε από τη δημοσιογραφική ομάδα του Σχολείου μας, η οποία στα πλαίσια έκδοσης της Εφημερίδας

Διεθνές συνέδριο για την έρευνα και την εκπαίδευση γύρω από τη γυναίκα

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κείµενο Οι γυναίκες διδάσκουν και οι άνδρες διοικούν

Κείμενο. Εφηβεία (4596)

Η φύση της προκατάληψης (Allport, 1954).

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ. στην Έκφραση-Έκθεση Β Λυκείου Δεκέμβριος 2013

ΑΝΑΦΟΡΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ (STATE OF THE ART) ΤΟΥ ENTELIS ΕΚΔΟΣΗ EΥΚΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ

1. Οι κλασσικές φεµινιστικές θεωρίες της ανισότητας.

Νεοελληνική Γλώσσα Β Λυκείου. Μανιαδάκη Πόπη

Το φύλο στην εκπαίδευση. Μια περιήγηση στα σημαντικά ζητήματα έρευνας, εφαρμογής και εκπαιδευτικών πρακτικών

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Κάθε επιλογή, κάθε ενέργεια ή εκδήλωση του νηπιαγωγού κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι σε άμεση συνάρτηση με τις προσδοκίες, που

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

Η έννοια της κοινωνικής αλλαγής στη θεωρία του Tajfel. Ο Tajfel θεωρούσε ότι η κοινωνική ταυτότητα είναι αιτιακός παράγοντας κοινωνικής αλλαγής.

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ενίσχυση δεσμών ομάδας, ομαδικό κινητικό παιχνίδι με διαλογική συζήτηση, δραστηριότητες δημιουργικής έκφρασης και βιωματικής μάθησης

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Μελη: Μπετυ Υφαντη Μαρουσα Μακρακη Γεωργια Οικονομου Ευα Μιχαλη. Ομαδα: Αγωνιστριες κατα της βιας

Μαίρη Κουτσελίνη Τµήµα Επιστηµών τη Αγωγή ιευθύντρια τη Έδρα ΟΥΝEΣΚO Για την Ισότητα και Ενδυνάµωση των Φύλων

Η λειτουργία της εκπαίδευσης στην κοινωνικοποίηση των ατόμων για το ρόλο των φύλων

Πληροφορίες και υλικό του μαθήματος είναι διαθέσιμα ηλεκτρονικά στην πλατφόρμα eclass.uth.gr

Βιολογική εξήγηση των δυσκολιών στην ανθρώπινη επικοινωνία - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχολόγ

Η προσέγγιση του γραπτού λόγου και η γραφή. Χ.Δαφέρμου

Η Γυναίκα στην Αρχαία Αθήνα. Χουτουρίδου Κλαούντια, καθ. κλ. ΠΕ07

Μαίρη Κουτσελίνη, Καθηγήτρια Εκ μέρους της Πρωτοβουλίας για την Ενίσχυση της γυναικείας παρουσίας στην πολιτική ζωή.

1o ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑ 7 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2006 «ΣΩΣΤΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΙΣΟΡΡΟΠΗΜΕΝΑ ΑΤΟΜΑ ΥΓΙΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΥΠΡΟΥ»

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Χ Ρ Η Σ Η Γ Λ Ω Σ Σ Α Σ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ

Χρήστος Μαναριώτης Σχολικός Σύμβουλος 4 ης Περιφέρειας Ν. Αχαϊας Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ ΣΤΗΝ Α ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

ΟΡΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ, ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Πρόλογος: Κογκίδου ήµητρα. Εκπαιδευτική Ηγεσία και Φύλο. Στο: αράκη Ελένη (2007) Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.

(γλώσσα και σχολική αποτυχία γλώσσα και. συµπεριφοράς) ρ. Πολιτικής Επιστήµης και Ιστορίας Σχολικός Σύµβουλος Π.Ε. 70

Ειδικότεροι σκοποί. Επιμέλεια: Βασιλείου Μάνος Σελίδα 1

Εκπαίδευση Ενηλίκων: Εμπειρίες και Δράσεις ΑΘΗΝΑ, Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΝΕΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ. 2 ο Λύκειο Αμαρουσίου Β Τάξη 1 ο project Σχολικό Έτος: Υπεύθυνη καθηγήτρια: κα Σπανού

ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ:

Εκπαιδευτική Ψυχολογία Μάθημα 2 ο. Γνωστικές Θεωρίες για την Ανάπτυξη: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση

Ηλικία - Επιχειρηματικότητα

12/11/16. Τι είναι «ερευνητικό πρόβλημα» 1/2. Τι είναι «ερευνητικό πρόβλημα» 2/2

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Ατομική Ψυχολογία. Alfred Adler. Εισηγήτρια: Παπαχριστοδούλου Ελένη Υπ. Διδάκτωρ Συμβουλευτικής Ψυχολογίας. Υπεύθυνη καθηγήτρια: Μ.

Σταμούλου Αναστασία-Διονυσία 7ο Λύκειο Καλλιθέας Α4

ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ. Συντάκτριες - ηµιουργοί: Αγγέλου ήµητρα Ζορµπά Βασιλική

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

Ποιο άτομο θεωρείται παιδί;

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

Θεμελιώδεις Αρχές Επιστήμης και Μέθοδοι Έρευνας

15ο ΕΠΑΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ : Β ΤΕΤΡΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Α ΕΠΑΛ

Τεχνικές συλλογής δεδομένων στην ποιοτική έρευνα

Είδαμε τη βαθμολογία των μαθητών στα Μαθηματικά της προηγούμενης σχολικής χρονιάς. Ας δούμε τώρα πώς οι ίδιοι οι μαθητές αντιμετωπίζουν τα Μαθηματικά.

Δημιουργικό Παιχνίδι ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΑΙΧΝΙΔΙΩΝ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ Φ.Α. Διάλεξη 3η

Transcript:

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 1 Ονοματεπώνυμο: Ευτυχία Τσιρίκα Θέμα: Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια Επόπτης: Κυριάκος Μπονίδης, επίκουρος καθηγητής Θεσσαλονίκη 2010 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 2 ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ Ευτυχία Τσιρίκα Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2010

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 3 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η παρούσα εργασία εντάσσεται στο χώρο των σπουδών φύλου και αφορά στη μελέτη των γυναικείων και ανδρικών αναπαραστάσεων στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή «Τα στρουμφάκια». Πρόκειται για ένα θέμα που παρουσιάζει έντονο ενδιαφέρον, γιατί η παρακολούθηση παιδικών τηλεοπτικών προγραμμάτων από τα παιδιά είναι ένας παράγοντας που σε συνδυασμό με άλλους που θα παρακολουθήσουμε στο θεωρητικό πλαίσιο επηρεάζει τις αντιλήψεις για το φύλο και τις στερεοτυπικές συμπεριφορές, οι οποίες αναπτύσσονται ήδη από την προσχολική ηλικία και ασκούν μεγάλη επίδραση και σε μεγάλο βαθμό καθορίζουν τη στάση και τη συμπεριφορά κάθε ατόμου. Το έναυσμα για την επιλογή του συγκεκριμένου θέματος για τη μεταπτυχιακή μου εργασία μου δόθηκε κατά τη διάρκεια του δεύτερου έτους του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών, όταν, στο πλαίσιο του μαθήματος «Γυναίκα και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης» μου γεννήθηκε το ερώτημα για το ποιες είναι οι αναπαραστάσεις του γυναικείου και ανδρικού φύλου στα παιδικά τηλεοπτικά προγράμματα και πώς αυτές κοινωνικοποιούν τα παιδιά στο ρόλο του φύλου τους. Η προτίμησή μου στη συγκεκριμένη παιδική τηλεοπτική εκπομπή οφείλεται εκτός από την αγάπη μου γι αυτή στο γεγονός ότι το γυναικείο φύλο υποεκπροσωπείται, καθώς πρόκειται για μια ανδροκρατούμενη κοινωνία με ένα μόνο θηλυκό στρουμφάκι, τη Στρουμφίτα. Έτσι, αποφάσισα να προχωρήσω στην αναζήτηση σχετικής βιβλιογραφίας και στην αναζήτηση κάποιων επεισοδίων της συγκεκριμένης παιδικής τηλεοπτικής σειράς. Τα περισσότερα επεισόδια, συγκεντρώθηκαν από εβδομαδιαίο περιοδικό που τα διένειμε, ενώ τα υπόλοιπα από το διαδίκτυο. Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον καθηγητή και επόπτη μου, κ. Κυριάκο Μπονίδη, για τις γόνιμες απόψεις του σχετικά με τη δομή και το περιεχόμενο της εργασίας, για το ενδιαφέρον του για την έρευνα αυτή και κυρίως για την ηθική υποστήριξη που μου παρείχε. Ακόμη, θα ήθελα να ευχαριστήσω την κ. Σιδηρούλα Ζιώγου, για τη βοήθεια που μου πρόσφερε στη διάρκεια των μεταπτυχιακών μου σπουδών. Ευτυχία Τσιρίκα

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 4 Θεσσαλονίκη 2010

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 5 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 7 Α ΜΕΡΟΣ: ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ 1. ΤΟ ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΟΥ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΦΥΛΟΥ.. 11 1.1. Μαρξιστικός φεμινισμός... 12 1.2. Φιλελεύθερος φεμινισμός. 13 1.3. Ριζοσπαστικός φεμινισμός... 14 1.4. Σοσιαλιστικός φεμινισμός 15 1.5. Μεταδομικός φεμινισμός. 16 1.6. Μαύρος φεμινισμός. 17 2. Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΡΟΛΟΥ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΜΜΕ.. 19 2.1. Κοινωνικοποίηση... 19 2.2. Θεωρίες της κοινωνικοποίησης του ρόλου των δύο φύλων... 21 2.3. Μέσα μαζικής ενημέρωσης και φύλο. 23 2.3.1. Η κοινωνικοποιητική λειτουργία της τηλεόρασης... 24 3. ΤΑ ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΑ ΤΟΥ ΡΟΛΟΥ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ.. 28 3.1. Τα στερεότυπα των ρόλων των φύλων στις παιδικές τηλεοπτικές εκπομπές.. 28 3.2. Τα Στρουμφάκια. 29 Β ΜΕΡΟΣ: Η ΕΡΕΥΝΑ 1. Η ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ 34 1.1. Φάση σχεδιασμού της έρευνας... 34 1.1.1. Σκοπός και ερωτήματα της έρευνας 34 1.1.2. Το υπό έρευνα υλικό 35 1.1.3. Επιλογή ερευνητικής μεθόδου και του παραδείγματος της ανάλυσης του περιεχομένου 36 1.2. Φάση της εκτέλεσης της έρευνας 37

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 6 1.2.1. Συγκρότηση συστήματος κατηγοριών. 37 1.2.2. Το παράδειγμα ανάλυσης της παρούσας εργασίας... 38 2. ΟΙ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ.. 38 2.1 Γυναικείες αναπαραστάσεις 38 2.2 Ανδρικές αναπαραστάσεις 66 ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗ. 87 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ... 91

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 7 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Μπορεί ο «μύθος» της γυναικείας κατωτερότητας να έχει εξαλειφθεί. Μπορεί αντίστοιχα όλα τα επαγγέλματα σήμερα να ασκούνται από άνδρες και γυναίκες και να μην υπάρχει καμία απαγόρευση από το νόμο. Οι προκαταλήψεις όμως σε βάρος των γυναικών εξακολουθούν να ισχύουν και το «χάσμα» ανάμεσα στη θεωρία για την «Ισότητα των δύο φύλων» και στην καθημερινή πραγματικότητα, εξακολουθεί να διαγράφεται (Δουλκέρη, 1991). Η διαδικασία της «κοινωνικοποίησης», της εκμάθησης δηλαδή των κοινωνικών κανόνων και των στάσεων που προσδιορίζουν και κατευθύνουν τη συμπεριφορά του ατόμου, ξεκινάει από μικρή ηλικία. Γονείς, συγγενείς, φίλοι αντιμετωπίζουν με διαφορετικό τρόπο τα αγόρια και με διαφορετικό τα κορίτσια. Αλλά ακόμη και οι παιδαγωγοί, οι «δημιουργοί» των μέσων επικοινωνίας όπως οι ποιητές, οι συγγραφείς παραμυθιών και οι σεναριογράφοι παιδικών τηλεοπτικών εκπομπών, κατευθύνουν το παιδί σε μια συμπεριφορά, ανάλογα με το φύλο τους, προωθώντας τα κλασικά, στερεοτυπικά πρότυπα (Δουλκέρη, 1991). «Σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου, σε κάθε κοινωνία λειτουργούν ορισμένα στερεότυπα, όπως τα ονομάζουν οι κοινωνικοί επιστήμονες. Πρόκειται για απόψεις, στάσεις ζωής και κρίσεις, που τα μέλη ενός κοινωνικού συνόλου, ενός λαού, έχουν μάθει να αποδέχονται χωρίς συζήτηση, σαν κάτι το αυτονόητο. Με άλλα λόγια, είναι αυτό που εμφανίζεται πάντα με την ίδια μορφή, που γίνεται με τον ίδιο τρόπο, που διατυπώνεται με τα ίδια λόγια. Τα στερεότυπα είναι οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές αντιλήψεις, που μαθαίνει ένας λαός να θεωρεί σαν αυτονόητες, χωρίς κριτική επεξεργασία, χωρίς συζήτηση ή αντίρρηση. Είναι προκατασκευασμένες ιδέες, που έχουν διαμορφωθεί στη συνείδησή μας από την κοινωνία και οι οποίες εμποδίζουν να σχηματίσουμε σωστή αντίληψη για τη νέα πραγματικότητα, γιατί την απλοποιούν, τη γενικεύουν, τη διαστρεβλώνουν» (Φίλιας, 1991). Τα στερεότυπα του ρόλου των φύλων ή αλλιώς σεξιστικά πρότυπα μπορούν να οριστούν ως «το σύνολο των προσχηματισμένων και υπεραπλουστευμένων κοινωνικών αντιλήψεων αναφορικά με τους τρόπους συμπεριφοράς, τις ικανότητες, τους ρόλους, τα επαγγέλματα κτλ. των ατόμων, απλώς και μόνο με βάση το φύλο τους. Τα στερεότυπα που έχουν διαμορφωθεί και επικρατούν για τα δύο φύλα είναι διαμετρικά αντίθετα. Σε πολύ γενικές γραμμές, με βάση τις σχετικές μελέτες, τα

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 8 χαρακτηριστικά προσωπικότητας που συνθέτουν το αντρικό στερεότυπο αξιολογούνται ως θετικά, συχνότερα από εκείνα του γυναικείου. Τα θετικά χαρακτηριστικά προσωπικότητας, η ικανότητα, ο ορθολογισμός και η επιβολή για τους άνδρες, η αγάπη, η στοργικότητα και η εκφραστικότητα για τις γυναίκες, έχουν ενσωματωθεί στην αυτοαντίληψη και των δύο φύλων σχετικά με τα όρια και τις δυνατότητες του φύλου τους και εξακολουθούν ακόμη να επικρατούν, ανεξάρτητα από ηλικία, φύλο, οικογενειακή κατάσταση και μορφωτικό επίπεδο» (Κανατσούλη, 1999). Σ ένα πρώτο στάδιο τα αγόρια και τα κορίτσια μαθαίνουν ότι διαφέρουν μεταξύ τους ως προς την εμφάνιση, κατόπιν μαθαίνουν ότι άλλες δραστηριότητες κάνει το αγόρι και άλλες το κορίτσι, και στη συνέχεια ότι έχουν άλλες ικανότητες τα δύο φύλα (Δουλκέρη, 1991). Σύμφωνα με τη σύγχρονη γλωσσολογία, η γλώσσα εκφράζει ιδέες, αλλά εκφράζοντάς τες τις επηρεάζει και τις διαμορφώνει συγχρόνως. Είναι, επομένως, ενδιαφέρον να δει κανείς πώς η γλώσσα διαμορφώνει τις αντιλήψεις των παιδιών για τα δύο φύλα, εφόσον η γλώσσα όχι μόνο εκφράζει τις κυρίαρχες αντιλήψεις και διακρίσεις των φύλων, αλλά και διαπαιδαγωγεί και επιβάλλει αυτές τις αντιλήψεις, αναπαράγοντας έτσι τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα φύλα και διαιωνίζοντας την ιδεολογική υποτέλεια του ενός φύλου, του γυναικείου (Λούβρου, 1994). Όταν γίνεται λόγος για γλωσσικό σεξισμό, ο νους μας πάει σχεδόν αυτόματα σε κοινωνικές αξίες, στην ιδεολογία στην οποία μυούμαστε με τη βοήθεια της γλώσσας. Αρκεί μόνο να αναλογιστούμε το πρότυπο της γυναίκας που μας επιβάλλεται μέσα από τα κείμενα των βιβλίων που χρησιμοποιούνται ως αναγνωστικά στο σχολείο, μέσα από τα κείμενα της διαφήμιση, ή σ όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης (Λούβρου, 1994). Σήμερα τα media έχουν κατακλύσει κάθε περιοχή της ανθρώπινης δραστηριότητας, ακόμη και αυτές που θα τις χαρακτηρίζαμε περιοχές ελεύθερου χρόνου, που κάποτε οι άνθρωποι τις χρησιμοποιούσαν για να ασχοληθούν με τα χόμπι τους. Οι περισσότεροι σύγχρονοι άνθρωποι, στον ελεύθερο χρόνο τους, ακούνε μουσική, βλέπουν τηλεόραση, διαβάζουν. Συμμετέχουν δηλαδή σε μια κουλτούρα που δεν έχει παραχθεί από τους ίδιους, αλλά τους επιβάλλεται και τους αντιμετωπίζει σαν να ήταν όλοι ίδιοι μεταξύ τους. Απ αυτόν τον κανόνα δε θα μπορούσε να εξαιρέσει κανείς ούτε τα παιδιά, τα περισσότερα απ τα οποία έχουν εύκολη πρόσβαση στις εφημερίδες, τα περιοδικά, τις βιντεοταινίες, το ραδιόφωνο, τα κόμικς,

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 9 τον ηλεκτρονικό υπολογιστή, την τηλεόραση, τα DVD. Ένα παιδί που γεννιέται σήμερα έχει πολλές πιθανότητες, να αφιερώσει πάρα πολλές ώρες, στο να παρακολουθεί τηλεόραση, απ ότι σε οποιαδήποτε άλλη μεμονωμένη δραστηριότητα, μέχρι την ενήλικη ζωή του. Αυτή η παθητική έκθεση των παιδιών στα media μπορεί να έχει μεγάλη επίδραση στη διαμόρφωση της αντίληψής τους για την πραγματικότητα, την ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους και την ανάληψη ρόλων μέσα στην κοινωνία (Graggs, 2003). Κυρίως η τηλεόραση «ελκύει» την προσοχή των παιδιών γιατί τα χρώματα, τα θεαματικά εφφέ της εικόνας, η γρήγορη κίνηση προσελκύει τα παιδιά. Δημιουργεί στο παιδί έναν κόσμο παράλληλο με τον πραγματικό και το παιδί, επειδή είναι πιο ευάλωτο σε σύγκριση με τον ενήλικο, εσωτερικεύει και αφομοιώνει πιο εύκολα τα τηλεοπτικά μηνύματα και δέχεται τον τρόπο συμπεριφοράς και τα πρότυπα ζωής που προβάλλει η τηλεόραση. Παρακολουθώντας κινούμενα σχέδια, δεν μπορούν παρά να «ταυτισθούν» με τους ήρωες και τις ηρωίδες και να μιμούνται το ντύσιμο, τις εκφράσεις και τη συμπεριφορά τους (Rank O., 1982, Δουλκέρη, 1991). Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πάμπολλες συζητήσεις γύρω από τις παιδικές τηλεοπτικές εκπομπές και τις ιδέες και αξίες που αυτές προβάλλουν αναφορικά με τα δύο φύλα. Οι συζητήσεις αυτές εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο των μελετών που ενδιαφέρονται να εξετάσουν τους τρόπους παρουσίασης του γυναικείου και ανδρικού φύλου μέσα στα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια προσπάθεια διερεύνησης του τρόπου που παρουσιάζονται τα δύο φύλα στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή «Τα στρουμφάκια». Συγκεκριμένα, σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η περιγραφή των αναπαραστάσεων για το γυναικείο και ανδρικό φύλο στη συγκεκριμένη παιδική τηλεοπτική εκπομπή, το είδος των δραστηριοτήτων που αναπτύσσουν και πώς αυτές επιδρούν στην κοινωνικοποίηση των κοριτσιών και αγοριών στο ρόλο του φύλου τους και στην κατασκευή της ταυτότητάς τους. Όσον αφορά τη δομή της εργασίας, αυτή διαρθρώνεται ωε εξής: αποτελείται από δύο βασικά τμήματα, το θεωρητικό, στο οποίο περιλαμβάνεται η βιβλιογραφική επισκόπηση σχετικά με το παραπάνω θέμα, και το ερευνητικό μέρος, όπου διεξάγεται κυρίως η έρευνα της παιδικής τηλεοπτικής εκπομπής «Τα στρουμφάκια».

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 10 Α ΜΕΡΟΣ: ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΕΡΕΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 11 1. ΤΟ ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΟΥ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΦΥΛΟΥ Κατά το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της, η δυτική πολιτική θεωρία αδιαφόρησε για τις γυναίκες. Σπάνια εμφανίζονται στις αναλύσεις για το ποιος έχει ή θα έπρεπε να έχει την εξουσία. Και όσες φορές δεν αδιαφόρησε, υπερασπίστηκε τον αποκλεισμό τους από τις δημόσιες υποθέσεις και τον περιορισμό τους στο σπίτι. Ακόμα και σήμερα, αυτός ο αποκλεισμός του μισού ανθρώπινου είδους συχνά είτε διαιωνίζεται είτε απορρίπτεται ως ασήμαντη πρόβλεψη. Αντίθετα το μεγαλύτερο μέρος της φεμινιστικής πολιτικής θεωρίας υποστηρίζει ότι οι γυναίκες κατέχουν κεντρική θέση στην πολιτική ανάλυση. Το ερώτημα που την απασχολεί είναι γιατί σε σχεδόν όλες τις γνωστές κοινωνίες οι άνδρες φαίνεται να έχουν περισσότερη εξουσία και προνόμια από τις γυναίκες, και πώς αυτό θα μπορούσε να αλλάξει (Bryson, 2005). Ο όρος «φεμινιστής / φεμινίστρια» πρωτοεμφανίστηκε στην αγγλική γλώσσα κατά τη δεκαετία του 1880, υποδηλώνοντας την υποστήριξη στα ίσα νομικά και πολιτικά δικαιώματα των γυναικών με τους άνδρες. Έκτοτε ο όρος περιέλαβε κι άλλες σημασίες, και εξακολουθεί να προκαλεί έντονες αντιπαραθέσεις (Bryson, 2005). Ενώ οι προγενέστερες εκφράσεις της φεμινιστικής συνείδησης γενικά άντλησαν από τις θρησκευτικές παραδόσεις για να υποστηρίξουν την αξία των γυναικών, οι κοσμικές φιλελεύθερες ιδέες για τα ίσα δικαιώματα ήταν όλο και πιο πρόσφορες από τον 17 ο αιώνα, και τις χρησιμοποίησαν οι φεμινίστριες κοινωνιολόγοι της εκπαίδευσης για να υποστηρίξουν ότι οι γυναίκες έχουν δικαίωμα στη εκπαίδευση, την εργασία, την πολιτική συμμετοχή και την πλήρη νομική ισότητα. Εργάστηκαν ώστε να βοηθήσουν «να ακουστεί η φωνή» των γυναικών και των νέων κοριτσιών που ιστορικά είχαν καταδικαστεί σε σιωπή από το κοινωνικό σύστημα που καθόρισε την πορεία της ζωής τους (Arnot, 2004). Οι σημαντικότερες φεμινιστικές τάσεις που επηρέασαν και επηρεάζουν την έρευνα σχετικά με το φύλο στην εκπαίδευση είναι: ο φιλελεύθερος φεμινισμός, ο μαρξιστικός φεμινισμός, ο σοσιαλιστικός φεμινισμός, ο ριζοσπαστικός φεμινισμός, ο

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 12 μεταδομικός φεμινισμός και ο μαύρος φεμινισμός. Οι τέσσερις πρώτες τάσεις αναλύουν και ερμηνεύουν τις σχέσεις ανισότητας και εξουσίας ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες με όρους κοινωνικής δομής και οργάνωσης, κάτι που δεν ισχύει για τη θεωρητική προσέγγιση του μεταδομικού φεμινισμού. Ο μαύρος φεμινισμός προσεγγίζει το γυναικείο ζήτημα σε συνδυασμό με την προβληματική του αντιρατσιστικού αγώνα (Στασινοπούλου, 1992). 1.1 Μαρξιστικός φεμινισμός (Marxist feminism) Ο μαρξισμός αναδείχτηκε σημαντικό ρεύμα στο πλαίσιο του φεμινισμού ήδη από τις αρχές του εικοστού αιώνα (Maruani, 2008). Οι αναλύσεις του μαρξιστικού φεμινισμού για το γυναικείο ζήτημα στηρίζονται στην κλασική θεωρία των Marx ( 1818 1883) και Engels (1820 1895) για τη σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στο γάμο ως πρωταρχικού θεσμού της καταπίεσης των γυναικών και στην ατομική ιδιοκτησία που είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένη με τον καπιταλισμό και την ταξική κοινωνία (Bryson, 2005). Σύμφωνα με τη μαρξιστική θεωρία στις καπιταλιστικές κοινωνίες το άτομο σχηματίζεται μέσα από τις ταξικές σχέσεις. Δηλαδή οι κοινότητες των ανθρώπων, οι ανάγκες και τα ενδιαφέροντά τους θεωρούνται πως καθορίζονται από τον τρόπο παραγωγής που χαρακτηρίζει την κοινωνία στην οποία κατοικούν. Οι φεμινίστριες που υιοθετούν τη μαρξιστική οπτική βλέπουν την ανισότητα των φύλων να καθορίζεται τελικά από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και τους μείζονες κοινωνικούς διαχωρισμούς που σχετίζονται με τις τάξεις. Η υποταγή της γυναίκας θεωρείται ως μια μορφή καταπίεσης που διατηρείται (όπως ο ρατσισμός), γιατί εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου και της ηγετικής τάξης (Tong, 1992). Όλα τα παραπάνω μας προσφέρουν μια θεωρία που υποστηρίζει ότι η μεταβαλλόμενη κατάσταση των γυναικών είναι συνέπεια των οικονομικών διαδικασιών. Οι μη μαρξιστές θεωρούν απαράδεκτη την προσέγγιση αυτή του Engels, αλλά και πολλές μαρξίστριες φεμινίστριες στα τέλη του 20 ού αιώνα κράτησαν ιδιαίτερα επικριτική στάση απέναντι στις ιδέες του Engels. Η υπόθεση ότι υπήρξε ένα καθολικό πρότυπο οικογενειακής ανάπτυξης από τις πρώτες ανθρώπινες κοινωνίες είναι αμφισβητήσιμη, όπως και ο ισχυρισμός ότι υπήρξε μια αρχική κατάσταση ισότητας των φύλων. Επίσης το ότι ο πρωτόγονος άνθρωπος θέλησε να αφήσει την ιδιοκτησία του στους κληρονόμους του θεωρήθηκε μάλλον ως δεδομένο παρά εξετάστηκε. Δεδομένο θεωρήθηκε και το γεγονός ότι οι σεξουαλικές ανάγκες

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 13 των ανδρών φυσικά είναι μεγαλύτερες από των γυναικών, χωρίς να εξετάσει κατά πόσο αυτές πιθανόν να αντικατοπτρίζουν τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Τέλος, έντονη κριτική δέχθηκε για την υπόθεσή του ότι οι γυναίκες είναι φυσικά υπεύθυνες για το σπίτι και την οικογένεια χωρίς να εξηγεί την αιτία αυτού του φαινομένου. Υπάρχει δηλαδή το πρόβλημα κατά πόσο ο μαρξισμός μπορεί πραγματικά να αντιληφθεί ή να κατανοήσει τις οποιεσδήποτε μη οικονομικές πηγές καταπίεσης (Bryson, 2005, Tong, 1992). 1.2 Φιλελεύθερος φεμινισμός (Liberal feminism) Ο φιλελεύθερος φεμινισμός ο οποίος γνώρισε μεγάλη άνθηση στις ΗΠΑ, διαπνέεται από τις αρχές του διαφωτισμού και της φιλελεύθερης αντίληψης για τη σχέση κράτους κοινωνίας με κύρια αφετηρία την ατομική πρωτοβουλία και δράση και την ελευθερία της αγοράς. Στηρίχτηκε στην ιδεολογία του καπιταλιστικού συστήματος σύμφωνα με την οποία κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να εξελίσσεται σύμφωνα με την προσωπική του αξία και εργασία, με την προϋπόθεση ότι οι ατομικές του επιλογές δε θα περιορίζουν τις επιλογές και τις ελευθερίες των άλλων ή της κοινωνίας στο σύνολό της (Στασινοπούλου, 1992, Tong, 1995). Έτσι απαίτησε την προέκταση της φιλελεύθερης ιδεολογίας και στις γυναίκες οι οποίες όπως και οι άνδρες γεννιούνται ελεύθερες και ίσες. Άρα οι διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα δεν οφείλονται σε βιολογικούς παράγοντες αλλά σε σεξιστικά στερεότυπα και στη διαφορετική εκπαίδευση και κοινωνικοποίηση (Sayers,1982). Για το λόγο αυτό, διεκδίκησε την κατοχύρωση των κοινωνικών δικαιωμάτων της γυναίκας, όπως το δικαίωμα της αντισύλληψης και της άμβλωσης, την καθιέρωση της αρχής των ίσων ευκαιριών στο χώρο της εργασίας, καθώς και την ίση δυνατότητα πρόσβασης στην εκπαίδευση για άνδρες και γυναίκες, χωρίς φυσικά τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις των φορέων που εμπλέκονται στην εκπαιδευτική διαδικασία, δηλαδή των γονιών, των παιδιών και των εκπαιδευτικών (Στασινοπούλου, 1992, Δεληγιάννη Κουϊμτζή, 1994). Είναι γεγονός ότι από το 1789, όταν η πρωτοπόρος του φεμινιστικού κινήματος Μαίρη Γουλστοουνκράφτ διακήρυττε τα ίσα δικαιώματα των γυναικών στην ψήφο, στην παιδεία και στην εργασία, οι βασικές αρχές του φιλελεύθερου φεμινισμού έχουν συμβάλει στον αγώνα για την ισότητα των φύλων. Ωστόσο και η φιλελεύθερη οπτική δέχθηκε κριτική από φεμινίστριες, αριστερές κυρίως, κοινωνιολόγους. Οι φιλελεύθερες φεμινίστριες κατηγορήθηκαν ότι δεν

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 14 συμπεριέλαβαν στον προβληματισμό τους την επίδραση της κοινωνικής δομής πάνω στη ανισότητα των δύο φύλων, τον προβληματισμό γύρω από τη βιολογική διάσταση της μητρότητας και τη σύνδεση ιδιωτικού και δημόσιου χώρου (Tong, 1995, Στασινοπούλου, 1992). 1.3. Ριζοσπαστικός φεμινισμός (Radical Feminism) Ο ριζοσπαστικός φεμινισμός έχει τις ρίζες του στο αμερικανικό γυναικείο κίνημα του τέλους της δεκαετίας του 1960 που θεωρεί την καταπίεση των γυναικών ως βασικό στοιχείο της ανθρώπινης κοινωνίας και επιχειρεί να καταπολεμήσει το πρότυπο αυτό, απορρίπτοντας ευρέως τους στάνταρ ρόλους των φύλων (Sayers,1982). Ισχυριζόταν ότι έφτανε στη ρίζα της γυναικείας καταπίεσης, την οποία θεωρούσε την πιο θεμελιώδη και καθολική μορφή κυριαρχίας, και είχε ως στόχο να την κατανοήσει και να της δώσει ένα τέλος (Bryson, 2005). Θεωρεί ότι το βιολογικό στοιχείο και η διαφορά ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες σχετικά με τη βιολογική αναπαραγωγή είναι η κύρια βάση καταπίεσης των γυναικών. Σημαντικό μέσο άσκησης επιβολής αποτελεί και η μυϊκή δύναμη των ανδρών, που μαζί με την κοινωνική αποδοχή της βίας υποχρεώνουν τις γυναίκες να ζουν σε ένα συνεχές καθεστώς φόβου. Οι γυναίκες και οι άνδρες αποτελούν δύο αντίπαλες κοινωνικές τάξεις, σε ένα σύστημα θεσμοποιημένης εκμετάλλευσης των γυναικών, την πατριαρχία, η οποία υπάρχει και συνεχίζεται μέσα από την πάροδο των αιώνων και σε διαφορετικά οικονομικά συστήματα (Στασινοπούλου, 1992). Η πατριαρχία δηλαδή αποτελεί τη λέξη κλειδί του ριζοσπαστικού φεμινισμού. Ορίζεται ως η ανδρική κυριαρχία και ο έλεγχος που ασκείται στη γυναικεία σεξουαλικότητα και στη γυναικεία βιολογία, κυρίως στη βιολογική αναπαραγωγή σε όλες τις κοινωνίες, σοσιαλιστικές και μη, αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες, ανεξαρτήτως των διαφορών που μπορεί να παρουσιάζουν οι ζωές των γυναικών (Barrett, 1989, Tong, 1995). Οι ριζοσπάστριες φεμινίστριες υποστηρίζουν ότι ο καπιταλισμός υπήρξε αποτέλεσμα της πατριαρχίας, ο οποίος συναντάται και στις νεότερες κοινωνίες. Ο κοινωνικός έλεγχος των γυναικών τόσο στην ιδιωτική όσο και στη δημόσια σφαίρα πραγματοποιείται, πλέον, όχι με την απευθείας βία, αλλά με τη χειραγώγησή τους και την κοινωνικοποίησή τους στα στερεότυπα του φύλου, έτσι ώστε να συμφωνούν και οι ίδιες με τη μειονεκτική τους θέση (H. Einsenstein, 1989).

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 15 Η κριτική που ασκήθηκε στο ριζοσπαστικό φεμινισμό επικεντρώνεται κυρίως στην αδυναμία του να διατυπώσει με ακρίβεια μία θεωρία για τις αιτίες της πατριαρχίας. Αλλά και η εμμονή σε μία καθαρά γυναικεία κουλτούρα, η οποία αποκλείει τους άνδρες, αγνοώντας τις σχέσεις αλληλοβοήθειας που αναπτύσσονται συχνά ανάμεσα στα φύλα, σίγουρα δε βοηθά στην καταπολέμηση των ανισοτήτων αλλά αντίθετα τις αναπαράγει. Τέλος, δε βρήκε αποδοχή το γεγονός ότι ο ριζοσπαστικός φεμινισμός πρόβαλλε τα σημερινά ανδρικά και γυναικεία χαρακτηριστικά σε παλαιότερες εποχές, αγνοώντας τις ιστορικές αλλαγές και τις διαφορές στις ζωές των γυναικών διαφορετικής εθνικότητας, κοινωνικής τάξης και ηλικίας (Στασινοπούλου, 1992, Sayers,1982). 1.4 Σοσιαλιστικός φεμινισμός (socialist feminism) Ο σοσιαλιστικός φεμινισμός αναπτύχθηκε κυρίως στις καπιταλιστικές χώρες σε σύνδεση με το εργατικό κίνημα. Εστιάζει και στη δημόσια και την ιδιωτική σφαίρα της ζωής μιας γυναίκας και υποστηρίζει πως η απελευθέρωση μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από τη δουλειά για τον τερματισμό των οικονομικών και πολιτιστικών πηγών της καταπίεσης της γυναίκας. Ο σοσιαλιστικός φεμινισμός είναι μια δυϊστική θεωρία που διευρύνει το επιχείρημα του Μαρξιστικού φεμινισμού για το ρόλο του καπιταλισμού στην καταπίεση των γυναικών και τη θεωρία του ριζοσπαστικού φεμινισμού για το ρόλο του φύλου και της πατριαρχίας (Sayers,1982). Στην ανάλυση που προκύπτει από μελέτες για τη διαιώνιση της ηγεμονίας της ιδεολογίας της αστικής τάξης μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα, εις βάρος των παιδιών της εργατικής τάξης, οι σοσιαλίστριες φεμινίστριες πρόσθεσαν και την αναπαραγωγή της ανδρικής κυρίαρχης ιδεολογίας εις βάρος των γυναικών και εισήγαγαν τον όρο της πατριαρχίας στις αναλύσεις τους για το φύλο στην εκπαίδευση. Ενώ όμως οι ριζοσπάστριες φεμινίστριες θεωρούν την πατριαρχία ως καθολικό φαινόμενο, οι σοσιαλίστριες φεμινίστριες τη βλέπουν σε ένα πλαίσιο ταξικής διαστρωμάτωσης, επισημαίνοντας πως η ένταση και μορφή τους διαφέρουν από κοινωνία σε κοινωνία, και από τάξη σε τάξη (Δεληγιάννη Κουϊμτζή, 1994). Στην εξέλιξη του σύγχρονου σοσιαλιστικού φεμινισμού επιχειρείται η σύνδεση της ανισότητας των δύο φύλων και της κοινωνικής καταπίεσης των γυναικών με τη λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος και τις ανάγκες του κεφαλαίου και της κυρίαρχης αστικής τάξης. Η ανάλυση επικεντρώνεται στην αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης και στη σημασία της οικιακής εργασίας, που

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 16 οδηγεί στο κέρδος, ενώ επισημαίνεται η διπλή εκμετάλλευση της γυναικείας εργατικής δύναμης στον αναπαραγωγικό ρόλο μέσα από την οικογένεια και στην παραγωγή, όπου μάλιστα αποτελεί σημαντικό κομμάτι του εφεδρικού στρατού του κεφαλαίου. Τέλος, δίνεται περισσότερη έμφαση σε θέματα αναπαραγωγής κοινωνικών σχέσεων υποστηρίζοντας ότι δε νοείται η μελέτη της κοινωνικής πολιτικής χωρίς τη μελέτη του θέματος της κοινωνικής αναπαραγωγής ευρύτερα και όχι μόνο σε σύνδεση με την παραγωγή (Στασινοπούλου, 1992). Η κριτική που ασκήθηκε στις θεωρίες των σοσιαλιστριών φεμινιστριών εστίασε κυρίως στην αποτυχία τους να εντοπίσουν μια έμφυτη σύνδεση της πατριαρχίας και της ταξικότητας. Άλλοτε έδιναν βαρύτητα στις καταπιεστικές δομές του καπιταλισμού και άλλοτε της πατριαρχίας. Επίσης δεν προτείνουν λύσεις και πρακτικές για τη βελτίωση της θέσης της γυναίκας, γιατί θεωρούν ως απαραίτητη προϋπόθεση γι αυτό την ανατροπή του συγκεκριμένου κοινωνικού συστήματος (Tong, 1995, Sayers, 1982). 1.5. Μεταδομικός φεμινισμός Ο μεταδομικός φεμινισμός προχωρά πέρα από την πίστη στον ορθό λόγο και αμφισβητεί τη σχέση ανάμεσα σε ό,τι μπορούμε να γνωρίζουμε και τον κόσμο γύρω μας. Απορρίπτει τις φαινομενικά σταθερές ομαδοποιήσεις, όπως η τάξη και το φύλο, θεωρώντας τες προσωρινές και αβέβαιες, όπως και τη δυνατότητα της αντικειμενικότητας, αλλά και την αναζήτηση μιας μοναδικής θεωρίας που περικλείει τα πάντα (Bryson, 2005). Αυτή η κριτική θέση έχει σχέση με τις εξελίξεις στη μεταδομιστική γλωσσολογία και την ψυχαναλυτική και πολιτική θεωρία που συνδέεται ειδικότερα με τους γάλλους συγγραφείς Derrida, Lacan & Foucault. Σύμφωνα με τον Derrida, παρότι τα αντικείμενα και τα άτομα ίσως να έχουν μια υλική υπόσταση, η «πραγματικότητα» αποκτά νόημα μέσα από το βίωμα και τη γλώσσα. Οι ίδιες οι λέξεις έχουν νόημα μόνο σε σχέση με άλλες λέξεις. Μολονότι οι λέξεις που χρησιμοποιούμε καθορίζουν το πώς βλέπουμε τον κόσμο, αυτό καθαυτό το νόημα των λέξεων πάντα μετατοπίζεται και αλλάζει, και το αντιλαμβανόμαστε διαφορετικά διαφορετικοί άνθρωποι σε διαφορετικές εποχές. Έτσι, η «πραγματικότητα» ποτέ δεν έχει το ίδια ακριβώς νόημα για όλους μας, αλλά θα αποτελείται μόνο από ιδιαίτερες, ατομικές και μεταβαλλόμενες υποκειμενικότητες (Tong, 1995, Bryson, 2005).

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 17 O Foucault υποστηρίζει ότι με τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται οι λέξεις και παράγονται η γνώση, το νόημα και η κουλτούρα, διαμορφώνονται πρότυπα ή λόγοι που οργανώνουν την αντίληψή μας για την κοινωνία και είναι συνδεδεμένοι με την άσκηση εξουσίας. Αυτό σημαίνει ότι οι κυρίαρχες ομάδες θα προσπαθήσουν να επιβάλουν τον τρόπο με τον οποίο βλέπουν τον κόσμο, μολονότι μπορούν να τους αμφισβητήσουν ή να τους ανατρέψουν οι υπόλοιπες ομάδες. Όμως αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάμε είναι ότι πρόκειται για μια κατάσταση προσωρινή (Tong,1995, Bryson, 2005). Σύμφωνα με τον Lacan και τους μαθητές του, ιδίως η σεξουαλική ταυτότητα ποτέ δεν είναι παγιωμένη, και οι όροι «γυναίκα» και άνδρας δεν είναι ενιαίες ή σταθερές κατηγορίες καθώς έχουν διαφορετικές υποκειμενικότητες, γλωσσικά κατασκευασμένες παρά βιολογικά προσδιορισμένες. Παρ όλα αυτά ο Lacan υποστηρίζει ότι σε όλους τους πολιτισμούς η απόκτηση της σεξουαλικής ταυτότητας είναι θεμελιωδώς διαφορετική για τα αγόρια και τα κορίτσια (Bryson, 2005). Για πολλούς συγγραφείς ο μεταδομισμός εκπροσωπεί έναν τρόπο επίλυσης πολλών διλλημάτων που προβλημάτισαν και δίχασαν τις φεμινίστριες στο παρελθόν, καθώς απορρίπτει τη διχοτομική σκέψη. Για κάποιους άλλους όμως ο μεταδομισμός είναι πολύ πιο ανατρεπτικός απ οτιδήποτε άλλο προηγήθηκε, αλλά και κάποιοι θεωρούν ότι αποτελεί απειλή για όλα όσα αντιπροσωπεύει ο φεμινισμός. Με το να απορρίπτει τη δυνατότητα γενικού μετασχηματισμού δυσφημεί όλα τα κινήματα για την κοινωνική αλλαγή. Τέλος, οι ριζοσπάστριες κριτικοί ισχυρίστηκαν ότι οι ίδιες πάντα είχαν επίγνωση των ζητημάτων γύρω από τη διαφορά και την ποικιλομορφία που οι μεταδομικοί φαίνεται να πιστεύουν ότι τα ανακάλυψαν μόνοι τους και ότι οι απόψεις τους δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια σειρά από ριζοσπαστικές ερμηνείες που είχε αναπτύξει μισό αιώνα νωρίτερα η Simone de Beauvoir (Bryson, 2005). 1.6 Μαύρος φεμινισμός Πρόκειται για μια προσέγγιση που διαμορφώθηκε μέσα από τις εμπειρίες των μαύρων γυναικών στις ΗΠΑ και στη Βρετανία φέρνοντας στην επιφάνεια τα προβλήματά τους που έχουν σχέση με το ρατσισμό των λευκών γυναικών και με το σεξισμό των μαύρων ανδρών (Στασινοπούλου, 1992). Είναι γεγονός ότι μέλημα της φεμινιστικής θεωρίας είναι να συμβάλει στην κατανόηση της κατάστασης των γυναικών, ώστε να αμφισβητηθεί και να αλλάξει θεωρώντας δεδομένο ότι γνωρίζουμε ποιες είναι οι γυναίκες. Αν και ορισμένοι

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 18 συγγραφείς δέχονται ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των γυναικών, συνήθως δεν τους αναγνώρισαν κεντρική θέση στην ανάλυσή τους και θεώρησαν ότι οι «γυναίκες» είναι μία εύκολα προσδιορίσιμη και αναγνωρίσιμη ομάδα ανθρώπων (Bryson, 2005). Τα τελευταία όμως χρόνια, αυτές οι βασικές υποθέσεις αμφισβητήθηκαν βαθιά από τις μαύρες φεμινίστριες, οι οποίες από τις αρχές του 19 ου αιώνα έως πολύ πρόσφατα ήταν περιθωριοποιημένες μέσα στο δυτικό φεμινισμό. Σήμερα, ωστόσο, ο μαύρος φεμινισμός πέρα από την κριτική που ασκεί στο λευκό φεμινισμό, αναπτύσσει μια πρωτότυπη θεωρία (Bryson, 2005). Στα πλαίσια του γενικότερου προβληματισμού για την πατριαρχία και τη σχέση της με τα κοινωνικά συστήματα, ο μαύρος φεμινισμός θεωρεί τις βασικές φεμινιστικές θέσεις ανεπαρκείς. Ο τρόπος με τον οποίο βιώνουν την πατριαρχία οι μαύροι, άνδρες και γυναίκες, είναι διαφορετικός από αυτόν των λευκών. Οι άντρες δεν έχουν τα ίδια προνόμια που έχουν οι λευκοί ομόφυλοί τους, ενώ οι γυναίκες βιώνουν την πατριαρχία μέσα από το φαινόμενο του ρατσισμού και του σεξισμού (Williams, 1989). Όσον αφορά θέματα σχέσης ανδρών γυναικών, κυρίως ο ριζοσπαστικός φεμινισμός, δίνει την εντύπωση ότι οι γυναίκες καταπιέζονται από τους άνδρες, χωρίς να λαμβάνει υπόψη οποιαδήποτε άλλα κοινωνική παράμετρο, δίνοντας την εντύπωση ότι μεταξύ όλων των γυναικών επικρατεί καθολική αλληλεγγύη, χωρίς διαφοροποιήσεις. Ωστόσο, ένα μεγάλο εμπόδιο στους αγώνες των μαύρων γυναικών είναι συχνά ο ρατσισμός άλλων ομόφυλών τους. Το ίδιο ισχύει και για τους άνδρες. Γιατί η λευκή κοινωνία δε δίνει την ίδια θέση στην πυραμίδα της εξουσίας στους μαύρους άνδρες. Επομένως συχνότερα εκδηλώνεται αλληλεγγύη μεταξύ μαύρων ανδρών και γυναικών, παρά μαύρων και λευκών ανδρών (Στασινοπούλου, 1992). Τον μαύρο φεμινισμό προβλημάτισαν και οι σχέσεις που αναπτύσσονται μέσα σε μια οικογένεια. Δεν αποτελεί για όλους χώρος καταπίεσης των γυναικών αντίληψη που προωθεί ο λευκός φεμινισμός αλλά πηγή κουράγιου και χώρος αντίστασης στην καταπίεση (Williams, 1989). Ωστόσο, κάποιες πλευρές αυτών των ιδεών επικρίθηκαν. Όπως ο όρος «άνδρας» περιθωριοποίησε τις γυναίκες και ο όρος «γυναίκα» περιθωριοποιεί τις μη λευκές γυναίκες, έτσι και ο όρος «μαύρες γυναίκες» μπορεί να περιθωριοποιεί κάποιες ομάδες. Επίσης υπάρχει ο κίνδυνος να αγνοηθούν οι ταξικές διαιρέσεις και ο

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 19 ρατσισμός που ίσως υπάρχουν μέσα και ανάμεσα στις ομάδες των «μαύρων» (Bryson, 2005). 2. Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΡΟΛΟΥ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΜΜΕ 2.1 Κοινωνικοποίηση Απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη και την ομαλή λειτουργία μιας κοινωνίας ή κοινωνικής ομάδας είναι η κοινωνικοποίηση των μελών της. Η κοινωνικοποίηση αρχίζει από τη γέννηση του ανθρώπου και συνεχίζεται σ όλες τις φάσεις της ζωής του ως το θάνατο (Γιούλτσης, 1985). Με τη γέννησή του το παιδί δεν είναι ούτε κοινωνικό ούτε μη κοινωνικό. Έχει απλά δυνατότητες κοινωνικοποίησης. Για την κοινωνικοποίηση όμως χρειάζεται η επίδραση του περιβάλλοντος (Μάνος, 1993). Η υιοθέτηση δηλαδή των πολιτιστικών στοιχείων, των αρχών και των κανόνων που εκφράζουν τη συγκεκριμένη κοινωνία ή ομάδα. Η πολύπλοκη αυτή διαδικασία, η οποία απαιτεί την αφομοίωση των κοινωνικά αποδεκτών τρόπων και αξιών είναι γνωστή ως κοινωνικοποίηση (Κανταρτζή, 2003). Η κοινωνικοποίηση είναι μία συνεχιζόμενη μαθησιακή διαδικασία με την οποία τα άτομα ως μέλη μιας κοινωνίας μαθαίνουν τις κοινωνικές αξίες και τους κοινωνικούς κανόνες της συγκεκριμένης κοινωνίας. Είναι ο τρόπος με τον οποίο το άτομο ενσωματώνεται στην κοινωνία του και εντάσσεται στην κουλτούρα του. Με τη διαρκή αυτή διαδικασία το άτομο αποκτά και βρίσκει την προσαρμοστικότητά του καθώς επίσης και την ταυτότητά του (Χατζηδήμου, 2000). Υιοθετεί αξίες, αρχές, κανόνες, πρότυπα συμπεριφοράς, γνώσεις, ρόλους με σκοπό τη μεταβολή του νέου ατόμου σε συνειδητό μέλος της κοινωνικής ομάδας (Γιούλτσης, 1985). Η κοινωνικοποίηση είναι μια πολύπλευρη και δυναμική λειτουργία. Είναι επίσης συνεχής και ασταμάτητη, επειδή η εξέλιξη και η ανακατανομή των ρόλων κατά τη διάρκεια της ζωής είναι αδιάκοπη. Συγκεκριμένα, είναι μια πορεία που διαρκεί σε όλη τη ζωή του ατόμου αν και αναφέρεται κυρίως σε παιδιά. Απευθύνεται σε κάθε άτομο χωριστά, γιατί κάθε άνθρωπος έχει τις ιδιομορφίες του και δεν αντιδρούν όλοι με τον ίδιο τρόπο κατά την εκμάθηση των κοινωνικών κανόνων, δεν έχουν όλοι την ίδια δεκτικότητα και δε δείχνουν την ίδια διάθεση για προσαρμογή στο κοινωνικό περιβάλλον. Μέσω της κοινωνικοποίησης τα άτομα αποκτούν γνώσεις,

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 20 δεξιότητες και στάσεις, οι οποίες τα κάνουν ικανά να συμμετέχουν στη ζωή και στις δραστηριότητες των κοινωνικών ομάδων και ολόκληρης της κοινωνίας. Η κοινωνικοποίηση είναι μάθηση, η οποία πρέπει να διαχωριστεί από την ωρίμανση, καθώς αυτή έρχεται αυτόματα, ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης των δυνατοτήτων της ανθρώπινης φύσης (Κανταρτζή, 2000). Βέβαια η διαμόρφωση της ανθρώπινης φύσης είναι το αποτέλεσμα μιας πολύπλοκης πορείας και της ισχυρής αλληλεπίδρασης δύο βασικών παραγόντων: της κληρονομικότητας, με όλες τις ιδιομορφίες που παρουσιάζει σε κάθε άτομο και των κοινωνικοπολιτικών παραγόντων. Έτσι δεν μπορούμε να μιλήσουμε για «προσωπικότητα» χωρίς να επισημάνουμε τη μοναδικότητα και την ιδιαιτερότητά της. Θεωρητικά, κάθε άτομο έχει τη δυνατότητα της διαμόρφωσης της εξέλιξής του. Η ελευθερία του όμως αυτή περιορίζεται από την ομάδα στην οποία ανήκει και από τους θεσμούς της κοινωνίας του (Νασιάκου, 1982). Το άτομο προσπαθεί να ενταχθεί στο σύνολο προσαρμόζοντας τις αντιλήψεις, τις πράξεις και τις ενέργειές του, στις αντιλήψεις, τις πράξεις και τις ενέργειες της ομάδας. Αντιλαμβάνεται από πολύ νωρίς τη σημασία της αποδοκιμασίας, της ενθάρρυνσης ή της αποθάρρυνσης που αποτελούν μέσα για την άσκηση της κοινωνικής κριτικής (Κανταρτζή, 2000). Σε κάθε κοινωνία αντιστοιχεί ένα σύνολο κοινωνικών ρόλων, στην εκμάθηση των οποίων καθοριστικοί είναι οι κοινωνικοί παράγοντες. Ανάλογα με τη θέση που κατέχει ένα άτομο σε ένα σύστημα κοινωνικών σχέσεων αναλαμβάνει και συγκεκριμένους κοινωνικούς ρόλους. Διαφορετικοί ρόλοι αντιστοιχούν σε διαφορετικές ηλικίες, διαφορετικά φύλα, διαφορετικές κοινωνικο επαγγελματικές ομάδες κ.λπ. Έτσι οι γυναίκες διαφοροποιούνται συνήθως από τους άνδρες ως προς τις λειτουργίες που αναλαμβάνουν στο πλαίσιο μιας οικογένειας (ρόλοι πατέρα μητέρας), τις επαγγελματικές δραστηριότητες και τη σημασία που αποδίδουν στην καριέρα τους, το βαθμό και τον τρόπο συμμετοχής τους στην πολιτική ζωή ενός τόπου κ.λπ (Φίλια, 1983, Τσαούση, 1987). Μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της κοινωνικοποίησης τα παιδιά συνειδητοποιούν την κατηγοριοποίηση των ανθρώπων σε δυο φύλα, εντάσσουν τον εαυτό τους στη μια από τις δυο κατηγορίες και υιοθετούν εκείνα τα χαρακτηριστικά που είναι κοινωνικά αποδεκτά για το φύλο τους. Η όλη διαδικασία που αρχίζει από τις πρώτες στιγμές της γέννησης και νωρίτερα, αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές πλευρές της ευρύτερης

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 21 κοινωνικοποίησης γνωστής με τον όρο «κοινωνικοποίηση του ρόλου των φύλων» (Κανταρτζή, 2003). Παιδιά διαφορετικού φύλου ή διαφορετικής κοινωνικής προέλευσης αντιλαμβάνονται με διαφορετικό τρόπο τις φιλοδοξίες τους, τις κλίσεις τους και τις επαγγελματικές επιλογές τους. Μεταξύ των δύο φύλων έχουν διαπιστωθεί αναμφισβήτητες διαφορές στα σωματικά χαρακτηριστικά, στις νοητικές ικανότητες, στη σχολική ζωή και γενικότερα στην προσωπικότητα(κανταρτζή, 2003). Η ζωή κάθε ανθρώπου επηρεάζεται κυρίως από το φύλο με το οποίο γεννιέται. Το ερώτημα, βέβαια που, γεννάται είναι αν οι διαφορές μεταξύ των δύο φύλων έχουν βιολογική υπόσταση ή αποκτώνται με την επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος. Έτσι οι θεωρίες για το ρόλο των δύο φύλων χωρίζονται σε βιολογικές και σε γνωστικές/κοινωνικές (Κανταρτζή, 2003). 2.2 Θεωρίες της κοινωνικοποίησης του ρόλου των δύο φύλων Η διαίρεση των φύλων και ειδικότερα οι διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα απασχόλησε σε μεγάλο βαθμό επιστήμονες και ερευνητές/τριες από όλες τις κοινωνικές επιστήμες. Η θεωρία για τη διαμόρφωση του ρόλου των φύλων σχετίζεται με το πρόβλημα αν η ανθρώπινη προσωπικότητα και συμπεριφορά καθορίζεται από την κληρονομικότητα ή το περιβάλλον. Οι θεωρίες που προκύπτουν αποδίδουν τις διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα άλλοτε σε βιολογικούς και άλλοτε σε κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες, και προσεγγίζονται είτε από την ψυχολογική είτα απ την ανθρωπολογική κοινωνιολογική σκοπιά (Δεληγιάννη Κουϊμτζή, 1999, Κανταρτζή, 2003). Αναλυτικότερα: Α) Η θεωρία που επεξεργάστηκε με τον πιο εμπεριστατωμένο και ευρηματικό τρόπο την ιδέα ότι η γυναίκα είναι ατελής άνδρας είναι η θεωρία του Freud, η οποία δίνει έμφαση στην πρώιμη παιδική ηλικία και θεωρεί ότι η θηλυκότητα, όπως και ο ανδρισμός, καθορίζεται από την ανατομική διαφορά των φύλων. Τα παιδιά πρώτα μαθαίνουν για τη σεξουαλικότητά τους και μετά αποκτούν πληροφορίες για τους ρόλους των φύλων. Η διαφορετική ανατομική κατασκευή των σεξουαλικών οργάνων και η επιθυμία του παιδιού για το γονέα του αντίθετου φύλου, έχουν καθοριστική σημασία για την ανάπτυξη, την εσωτερίκευση και την επίδειξη διαφορετικών χαρακτηριστικών προσωπικότητας για τα δύο φύλα (Κανταρτζή, 2003). Η κεντρική θέση της θεωρίας αυτής είναι πως η ταύτιση είναι ο κύριος μηχανισμός με τον οποίο το παιδί αποκτά το ρόλο που αντιστοιχεί στο φύλο του και τοποθετεί το χρονικό

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 22 διάστημα ως τα 5 6 ως την πιο κρίσιμη περίοδο στην ανάπτυξη του ρόλου των δύο φύλων. Το αγόρι μέσω της ταύτισης με τον πατέρα και το κορίτσι μέσω τελικά της ταύτισης με τη μητέρα, υιοθετούν τους ρόλους του φύλου τους. Με τον ίδιο μηχανισμό υιοθετούν και τις ηθικές αξίες και αντιλήψεις του γονέα. Επειδή όμως η μητέρα είναι πρόσωπο κατώτερο και παθητικό, τα κορίτσια αναπτύσσονται αντιμετωπίζοντας προβλήματα με τη σεξουαλική τους ταυτότητα και την ηθική τους σκέψη (Ιγγλέση, 1990, Freud, 1976). Β)Οι βιολογικές θεωρίες υποστηρίζουν πως οι διαφορές ανάμεσα στα φύλα βασίζονται στη φύση και πως η κληρονομικότητα είναι αυτή που παίζει τον αποκλειστικό ή τουλάχιστον τον κύριο ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου. Σύμφωνα με τη θεωρία του Wilson (στο Ριντ, 1981) οι διαφορές σε στάσεις, αξίες, τρόπους συμπεριφοράς ανάμεσα στα δύο φύλα είναι αποτέλεσμα βιολογικών παραγόντων, όπως είναι τα χρωμοσώματα και οι ορμόνες. Όλη η κοινωνική ζωή ερμηνεύεται μέσα από το βιολογικό ντετερμινισμό. Γ)Τα τελευταία χρόνια ωστόσο, οι μελετητές/τριες (Κογκίδου, 1990) που ασχολούνται με το θέμα των διαφορών ανάμεσα στα δύο φύλα, τείνουν να πιστεύουν ολοένα και περισσότερο ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά καθορίζεται σχεδόν απόλυτα από τις περιβαλλοντικές επιδράσεις, αγνοώντας τη συμβολή των βιολογικών και κληρονομικών παραγόντων. Δύο από τις πιο σημαντικές περιβαλλοντικές θεωρίες είναι οι θεωρίες της κοινωνικής μάθησης και της γνωστικής ανάπτυξης. 1) Σύμφωνα με τη θεωρία της κοινωνικής μάθησης - κύριος υποστηρικτής της οποίας είναι ο Bandura (1977) οι άνθρωποι μαθαίνουν μέσω της μίμησης προτύπων συμπεριφοράς άλλων ανθρώπων, πραγματικών καταστάσεων ή φανταστικών, όπως παρουσιάζονται σε φιλμ, στην τηλεόραση ή ακόμα και σε βιβλία. Όλοι τείνουμε στο να υιοθετούμε τους τύπους συμπεριφοράς που ανταμείβονται και να αποφεύγουμε τις μορφές συμπεριφοράς που τιμωρούνται. Με αυτόν τον τρόπο το παιδί οργανώνει τις συγκεκριμένες συμπεριφορές σε δομές που προσδιορίζονται από τις κοινωνικές προσδοκίες για το ποιος θεωρείται κατάλληλος ή αποδεκτός ρόλος για το κάθε φύλο. Αυτό σημαίνει ότι τα διάφορα κοινωνικά χαρακτηριστικά του ατόμου εμφανίζονται σε συνάρτηση με το εκάστοτε περιβάλλον και δεν εκφράζονται από το άτομο σε όλες τις καταστάσεις αδιακρίτως, ούτε ισχύουν διαχρονικά ή διαπολιτισμικά (Κογκίδου, 1990).

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 23 2)Όσον αφορά τις θεωρίες της γνωστικής εξελικτικής ανάπτυξης, οι οποίες έχουν αναπτυχθεί πιο πρόσφατα από τις θεωρίες της κοινωνικής μάθησης, δίνεται έμφαση στον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται το παιδί. Ο Kohlberg (1966) υποστηρίζει ότι τα παιδιά συμμετέχουν ενεργά στην ανάπτυξη και εξέλιξή τους. Η κοινωνικοποίηση του ρόλου των φύλων συνδέεται άμεσα είναι αποτέλεσμα της γνωστικής ανάπτυξης και των γνωστικών ικανοτήτων του παιδιού. Το παιδί περίπου στην ηλικία των τεσσάρων χρόνων κατηγοριοποιεί τον εαυτό του ως αγόρι ή κορίτσι, τροποποιεί τη συμπεριφορά του και υιοθετεί τους κατάλληλους για το δικό του φύλο τρόπους συμπεριφοράς. Η γνωστική θεωρία δέχεται ότι τα παιδιά πρώτα συνειδητοποιούν το φύλο τους και έπειτα μιμούνται άτομα που ανήκουν στο ίδιο φύλο, ενώ αντίθετα στη θεωρία της κοινωνικής μάθησης η μίμηση και η αντιγραφή της συμπεριφοράς των ατόμων του ίδιου φύλου, οι αμοιβές και οι τιμωρίες οδηγούν τα παιδιά στην κατανόηση του φύλου τους. 2.3 Μέσα μαζικής ενημέρωσης και φύλο Η κοινωνικοποίηση, σε όλες τις μορφές της κοινωνικής οργάνωσης, από τις πιο απλές ως τις πιο περίπλοκες, γίνεται με κοινωνικά θεσμοθετημένους τρόπους. Στις κοινωνίες υπάρχουν φορείς της κοινωνικοποίησης που έχουν ρόλο την αναπαραγωγή και μετάδοση των αξιών, των αντιλήψεων, των αρχών και των προτύπων συμπεριφοράς που είναι κυρίαρχα σε κάθε κοινωνικό πλαίσιο (F. Elkin και G. Handel, 1972). Στη δική μας κοινωνία οι σημαντικότεροι φορείς κοινωνικοποίησης είναι η οικογένεια, το σχολείο, οι ομάδες ομηλίκων, το επάγγελμα και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης (Έρικσον, 1975). Σήμερα όταν αναφερόμαστε σ αυτά, εννοούμε κυρίως το ραδιόφωνο, την τηλεόραση, τον τύπο και τη διαφήμιση. Τα Μ.Μ.Ε και οι νέες τεχνολογίες της επικοινωνίας παίζουν ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο στη ζωή των ατόμων, των ομάδων και των κοινωνιών. Αποτελούν πηγή εξουσίας, ένα εν δυνάμει μέσο άσκησης επιρροής, ελέγχου και πρωταρχικό μέσο μετάδοσης των ουσιωδών πληροφοριών για τη λειτουργία των περισσότερων θεσμών μιας κοινωνίας. Αποτελούν πεδίο, όπου βλέπουν το φως της δημοσιότητας πολλά θέματα που απασχολούν τη δημόσια ζωή, τόσο σε εθνικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο. Τα μέσα είναι αυτά που ορίζουν και απεικονίζουν την κοινωνική πραγματικότητα. Είναι επίσης το πεδίο όπου καταγράφεται η εξέλιξη του πολιτισμού, καθώς κατασκευάζονται, αποθηκεύονται και κυρίως εκφράζονται οι αξίες των

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 24 κοινωνιών και των ομάδων. Μέσα από αυτό προσδιορίζεται το τι είναι φυσιολογικό μέσα σε μια κοινωνία και τυχόν αποκλίσεις αποτελούν αντικείμενο συζήτησης. Επιπροσθέτως, τα Μ.Μ.Ε αποτελούν πηγή διασκέδασης, μέσα ψυχαγωγίας και βοηθούν στην οργάνωση του ελεύθερου χρόνου (Ντένις Μακκουέιλ, 1997). Πάντως αν και πρωταρχικός σκοπός τους είναι η ενημέρωση και η ψυχαγωγία, εντούτοις πολλές φορές δεν ενημερώνουν, αλλά χρησιμοποιούν την ενημέρωση για να ελέγχουν και να επηρεάζουν τις εξελίξεις, να κατευθύνουν την κοινή γνώμη αλλά και τα στερεότυπα που ήδη υπάρχουν. Ενδιαφέρον είναι ότι ο βαθμός επηρεασμού δεν εξαρτάται μόνο από το περιεχόμενο της πληροφόρησης ή ψυχαγωγίας, αλλά και από τις αξίες του ατόμου καθώς και τις συναισθηματικές ανάγκες και επιθυμίες του. Δηλαδή, η επίδραση των μέσων ενημέρωσης είναι πολύ ισχυρότερη στις νεαρές ηλικίες, σε άτομα χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και σε άτομα που έχουν άμεσα την ανάγκη για ταύτιση (Νασιάκου, 1982). Επίσης, υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάλογα με το φύλο ως προς τον τρόπο χρήσης των Μ.Μ.Ε και στα νοήματα που αποδίδονται στις πράξεις τους. Αυτό μπορεί να αποδοθεί στις διαμορφωμένες διαφορές των κοινωνικών ρόλων σύμφωνα με τα πρότυπα, στην καθημερινή εμπειρία και τα ενδιαφέροντα καθώς και στους ρόλους εξουσίας μέσα στην οικογένεια (Ντένις Μακκουέιλ, 1997). Καθώς διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην κοινωνικοποίηση των παιδιών, οι εφημερίδες, η τηλεόραση, το ραδιόφωνο, ο κινηματογράφος μεταφέρουν πληροφορίες σχετικά με τη φύση και το ρόλο των φύλων. Μέσα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα φύλα παρουσιάζονται με τρόπους, οι οποίοι είναι σύμφωνοι με τις στερεότυπες απόψεις τους (Κανταρτζή, 2003). Ιδιαίτερα η τηλεόραση φαίνεται ότι έχει τη μεγαλύτερη επιρροή από τα υπόλοιπα μέσα στην πορεία της κοινωνικοποίησης. 2.3.1 Η κοινωνικοποιητική λειτουργία της τηλεόρασης Η τηλεόραση μέσα στο κοινωνικό υποσύστημα της μαζικής επικοινωνίας αποκτά με τη λειτουργικότητά της μέσα σε αυτό μεγαλύτερη σπουδαιότητα από εκείνη όλων των άλλων μέσων μαζικής επικοινωνίας. Με τις τεράστιες δυνατότητες επίδρασής της θεωρείται από πολλούς δευτερογενής ή ακόμη και πρωτογενής παράγοντας κοινωνικοποίησης και μερικοί την τοποθετούν δίπλα στην οικογένεια και το σχολείο. Ο Α. Silbermann υποστηρίζει, ότι η τηλεόραση σήμερα, είναι η μεγαλύτερη πηγή κοινών βιωμάτων στη ζωή των παιδιών και ότι αυτή μαζί με το

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 25 σχολείο ανήκει στους καθοριστικούς παράγοντες κοινωνικοποίησης (Silbermann, & Luthe, 1969 στο: Βουϊδάσκης, 1995). Η σύγχρονη τηλεόραση με την καταπληκτική τεχνολογική της ανάπτυξη αποτελεί το ταχύτερο και παραστατικότερο μέσο επικοινωνίας, ενημέρωσης και πληροφόρησης. Σε ελάχιστο χρόνο ή ακόμα και συγχρόνως με τις απ ευθείας μεταδόσεις, μεταφέρει τοπικές και διεθνείς ειδήσεις, κοινωνικά, πολιτιστικά, πολιτικά και άλλα γεγονότα, πλούσιες και ενδιαφέρουσες πληροφορίες από τη μια άκρη του κόσμου στην άλλη. Έτσι, ο σύγχρονος άνθρωπος ενημερώνεται για τα εθνικά και διεθνή σημαντικά γεγονότα και τις ραγδαίες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις του πλανήτη μας. Οι πληροφορίες που δέχονται ωστόσο τα παιδιά δεν περιορίζονται στα νέα πράγματα ή στη μόρφωση με την παραδοσιακή έννοια, αλλά παρέχουν επίσης γνώσεις σχετικές με τους ρόλους άλλων ανθρώπων και τον τρόπο ζωής έξω από το δικό τους σπίτι και το σχολείο. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η επιλογή του είδους και του ποσού πληροφοριών εξαρτάται από τις βασικές αρχές και τη θέση που έχει η οικογένεια απέναντι στην τηλεόραση. Επίσης έχει διαπιστωθεί από διάφορες έρευνες, ότι η προτίμηση της τηλεόρασης ή του τύπου ως ειδησεογραφικών μέσων ποικίλλει ανάλογα με τις μεταβλητές φύλο, ηλικία, μορφωτικό επίπεδο και επάγγελμα. Άνδρες τηλεθεατές και συγχρόνως αναγνώστες του τύπου χρησιμοποιούν τον τύπο σε μεγαλύτερο ποσοστό ως κύριο μέσο πληροφόρησης συγκριτικά με τις γυναίκες που χρησιμοποιούν την τηλεόραση. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με το μορφωτικό επίπεδο. Όσο υψηλότερο είναι το μορφωτικό επίπεδο των τηλεθεατών/τριών και αναγνωστών/τριών, τόσο αυξάνει και το ποσοστό που χρησιμοποιούν τον τύπο σαν κύριο μέσο πληροφόρησης και μειώνεται περισσότερο ο ρόλος της τηλεόρασης (Βουϊδάσκης, 1995). Ιδιαίτερη βαρύτητα αποδίδουν οι ερευνητές/τριες στη δυνατότητα που έχει η τηλεόραση ως παράγοντας της διαδικασίας της κοινωνικοποίησης, προπάντων κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού. Εκείνα που βρίσκονται στο στάδιο της ανάπτυξης, της αφιερώνουν πολύ χρόνο από τη ζωή τους και αυτή αποσπά την προσοχή τους από άλλες ασχολίες και από τα παιχνίδια τους. Ο μέσος όρος των παιδιών προσχολικής ηλικίας περνάει περίπου τρεις ώρες τη μέρα βλέποντας τηλεόραση, αφιερώνοντας περισσότερη ώρα από οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα εκτός του ύπνου (Greenfield, 1984, Davis, 1990, Signorelli, 1989 στο Colombok & Fivush, 1994). Τους μεταβιβάζει μαζί με τους γονείς και τους δασκάλους νόρμες,

Έ. Τσιρίκα, Ανδρικές και γυναικείες αναπαραστάσεις στην παιδική τηλεοπτική εκπομπή Τα Στρουμφάκια 26 αξίες και πρότυπα ρόλων, καθώς προβάλλει την κοινωνική πραγματικότητα και αντανακλά την εικόνα των κοινωνικών αξιών και δομών. Η τηλεόραση μαγεύει, γιατί σ αυτήν το μη πραγματικό εμφανίζεται ως πραγματικό, το μακρινό γίνεται κοντινό και το ξένο και άγνωστο γνωστό. Αποτελεί το πρώτο παράθυρο στον κόσμο από το οποίο μαθαίνουν τον στενότερο αλλά και τον ευρύτερο κοινωνικό τους περίγυρο (Βουϊδάσκης, 1995). Αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους αλλά και τον τρόπο με τον οποίο οι άλλοι σκέφτονται, αισθάνονται και συμπεριφέρονται (Berry & Asamen, 1993). Όπως ήδη τονίστηκε, η τηλεόραση παίζει σημαντικό ρόλο στην όλη διαδικασία της κοινωνικοποίησης του ανθρώπου. Μ αυτό το ρόλο δραστηριοποιούνται και οι μηχανισμοί της διαδικασίας της μάθησης. Ο/Η σημερινός/ή τηλεθεατής/τρια, και ειδικά το παιδί, με την τεράστια ποικιλία και δυνατότητα επιλογής τηλεοπτικών καναλιών και προγραμμάτων, δέχεται αναμφίβολα σημαντικές επιδράσεις για τη διαμόρφωση των βασικών στοιχείων της συμπεριφοράς του, όπως στη στάση και στη γνώμη σ όλες τις περιοχές της κοινωνικο - πολιτιστικής του ζωής. Σ όλες τις εκπομπές και τα τηλεοπτικά προγράμματα, τα οποία ο/η μικρός/ή τηλεθεατής/τρια παρακολουθεί, πρωταγωνιστεί φυσικά ο άνθρωπος, δηλαδή ο άνδρας και η γυναίκα. Αυτό σημαίνει ότι η εμφάνιση και ο τρόπος συμπεριφορά του ενός ή του άλλου επηρεάζει και δημιουργεί την αντίστοιχη στάση ή γνώμη για τα δύο φύλα τόσο στα αγόρια όσο και στα κορίτσια. Σχετικές έρευνες έδειξαν, ότι τα παιδιά που έβλεπαν περισσότερο από 25 ώρες την εβδομάδα τηλεόραση είχαν σαφώς προσανατολιστεί στον παραδοσιακό τρόπο ζωής, στον τύπο συμπεριφοράς του δικού τους φύλου, σ αντίθεση με εκείνα που έβλεπαν μόνο δέκα ώρες. Φάνηκε επίσης ότι τα αγόρια παρουσιάζουν υψηλότερο βαθμό ταύτισης με τον παραδοσιακό ρόλο του φύλου τους απ ότι τα κορίτσια και ότι αυτή η τάση ενισχύεται με την αύξηση της ηλικίας (Ηλιοπούλου, 1983). Επίσης η τάση αυτή διατηρείται και αναπαράγεται από την προηγούμενη γενιά στην επόμενη. Οι τηλεοπτικές εκπομπές συντηρούν και ενισχύουν περισσότερο τις κοινωνικές αντιλήψεις σχετικά με τους ρόλους των δύο φύλων, τους οποίους δέχεται και επιτρέπει η κοινωνία (Παπαδοπούλου και Μαρκουλής, 1989). Η γυναίκα εμφανίζεται στην ελληνική πραγματικότητα παίζοντας σχεδόν πάντα τους παραδοσιακούς ρόλους. Εμφανίζεται συνήθως υποβιβασμένη, συγκριτικά κατώτερη και άνιση με τον άνδρα, ο οποίος κυριαρχεί σε όλους τους τομείς της