ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ Φροντιστήριο 2 ï Ä É Á Ã Ù Í É Ó Ì Á ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ Κάνουμε νομίζω ένα σοβαρό λάθος προσέγγισης όταν εξετάζουμε τον ελεύθερο χρόνο, ανεξάρτητα από τη θεμελιακή σχέση, που είναι η σχέση του ανθρώπου με την εργασία του. Σε τελευταία ανάλυση αντιμετωπίζουμε τον ελεύθερο χρόνο σαν αντίβαρο σε κατά βάση αρνητικές και αλλοτριωτικές συνθήκες εργασίας. Η τοποθέτηση αυτή είναι όχι μόνο λαθεμένη, αλλά βαθύτατα παγιδευτική. Η απουσία νοήματος και καταξίωσης στην εργασία δεν μπορεί παρά ακόμα και στην περίπτωση μιας από πολιτιστική άποψη «σωστής» διάρθρωσης του ελεύθερου χρόνου να υποθηκεύει αρνητικά τον χρόνο αυτό. Και τον υποθηκεύει αρνητικά, γιατί ο αλλοτριωμένος στην εργασία του άνθρωπος και στις καλύτερες ακόμα περιπτώσεις επιχειρεί μια αντιστάθμιση, δεν επιλέγει χρήσεις χρόνου ανάλογα με τις πραγματικές του ανάγκες τελείωσης και ολοκλήρωσης της προσωπικότητάς του. Αυτό καθαυτό το γεγονός ότι ο άνθρωπος επιφυλάσσει για τον ελεύθερο χρόνο του ό,τι θεωρεί ότι πραγματικά τον εκφράζει ή πιστεύει ότι συνιστά θετική δραστηριότητα αποτελεί μια αρνητική επιβάρυνση. Βεβαίως η εργασία ποτέ δεν ήταν απαλλαγμένη από την πίεση της ανάγκης επιβίωσης, επομένως από ένα χαρακτήρα καταναγκασμού, χρησιμοθηρικής επιδίωξης και σκοπιμότητας, όμως και ποτέ δεν είχε επιχειρηθεί η λειτουργική της αποκοπή από το ειδικό βάρος που έχει σαν κατ εξοχήν πεδίο καταξίωσης της ανθρώπινης ύπαρξης, όπως επιχειρείται στην εποχή μας. Η εποχή μας, χαρακτηρίζεται από το προβάδισμα των καταναλωτικών σε σχέση με τις παραγωγικές διαδικασίες. Είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση ότι στην εποχή μας αυτή έχει επέλθει μια ψυχολογική διχοτόμηση ανάμεσα στο χώρο παραγωγή-εργασία και τον χώρο κατανάλωση-ελεύθερος χρόνος. Μια ψυχολογική διχοτόμηση, που ενώ αφαιρεί από το χώρο της εργασίας το αίτημα της θετικής καταξιωτικής λειτουργίας του ελεύθερου ανθρώπου, αφήνει τον μη δεσμευμένο από την εργασία χρόνο έκθετο στη χυδαιοποιητική επενέργεια ενός ασυγκράτητου καταναλωτισμού. Η εργασία στην τεχνοκρατική εποχή μας όχι μόνο απαιτεί μια απόλυτη εξειδίκευση, που μερικοποιεί την ανθρώπινη δραστηριότητα, αλλά και αντιμετωπίζεται καθαρά χρησιμοθηρικά, δηλαδή σαν απλό μέσο εξασφάλισης εισοδήματος. Ο ελεύθερος χρόνος από το άλλο μέρος έχει κυριαρχηθεί από τη λεγόμενη «βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου», που μεταβάλλει τον άνθρωπο σε απλό παθητικό και άκριτο δέκτη «απολαύσεων». Η εξαίρεση στη διαδικασία αυτή είναι οι άνθρωποι εκείνοι που «αξιοποιούν» τον ελεύθερο χρόνο τους με ποιοτικές επιλογές ανώτερης τάξης. Πρόκειται όμως αληθινά για εξαίρεση; Ναι στον βαθμό, που οι άνθρωποι της κατηγορίας αυτής δεν γίνονται λεία των εκχυδαϊστικών μηχανισμών της βιομηχανίας του ελεύθερου χρόνου. Με τις εισαγωγικές αυτές παρατηρήσεις, μπορεί πλέον να απαντηθεί το ερώτημα, σχετικά με τον τρόπο αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου από τον σύγχρονο Έλληνα κατά 34
ÅÊÈÅÓÇ-ÅÊÖÑÁÓÇ ÃÅÍÉÊÇÓ ÐÁÉÄÅÉÁÓ Â ËÕÊÅÉÏÕ τρό πο όχι υπεραπλουστευτικό, όπως συνήθως συμβαίνει. Ιδιομορφικό ελληνικό στοιχείο είναι χωρίς αμφιβολία ένας πολύ υψηλότερος βαθμός ανασφάλειας σε σύγκριση με άλλες προηγμένες χώρες του κόσμου. Ο υψηλότερος αυτός βαθμός ανασφάλειας σε συνδυασμό με μια απότομη έξαρση του καταναλωτισμού, που εμφανίζεται σ όλες τις χώρες, οι οποίες έχουν βγει πρόσφατα από το στάδιο της υπανάπτυξης και της στέρησης οδηγεί το μέσο αστικοποιημένο Έλληνα σε αναζήτηση μιας πρόσθετης απασχόλησης, που ουσιαστικά ελαχιστοποιεί τον ελεύθερο χρόνο για πολύ μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Ένα δεύτερο ελληνικό ιδιομορφικό χαρακτηριστικό είναι ότι το απότομο πέρασμα από παραδοσιακά κοινωνικά μορφώματα στη σύγχρονη κοινωνία της «αφθονίας» έχει προκαλέσει μια τρομακτική αξιολογική σύγχυση με αποτέλεσμα ό,τι είναι «μοντέρνο», οσοδήποτε βάναυσο και χυδαίο, να θεωρείται και ποιοτικά ανώτερο. Σ αυτό ακριβώς οφείλεται το γεγονός ότι το βάρος της «ετεροκατεύθυνσης» βασικά η επιρροή της διαφήμισης είναι τόσο συνθλιπτικό στη χώρα μας, το οποίο τελικά σημαίνει ότι ο μέσος σύγχρονος Έλληνας διαμορφώνει τα πρότυπα ζωής του και φυσικά του ελεύθερου χρόνου του σύμφωνα με τα συμφέροντα των προαγωγών του επιδεικτικού καταναλωτισμού. Ένα τρίτο ιδιομορφικό ελληνικό χαρακτηριστικό είναι η απουσία γνήσιας αστικής κουλτούρας, γνήσιας παράδοσης πόλης, που μειώνει ακόμα περισσότερο τις αντιστάσεις στην εισβολή της κατευθυνόμενης ακρισίας, η οποία στηρίζεται στην παθητικοποίηση του μέσου ατόμου. Τέλος πρέπει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα, περισσότερο ίσως από χώρες ανάλογης στάθμης υπάρχει παραδοσιακά μεγάλο χάσμα ανάμεσα στην ιντελιγκέντσια και τις πλατιές μάζες, πράγμα που δεν επιτρέπει την καλλιέργεια και την προώθηση μιας άλλης, ουσιαστικά και όχι καταναλωτικά, ανώτερης ποιότητας ζωής. Αν σ αυτά προστεθούν οι απανθρωποποιητικές συνθήκες κατοικίας, κυκλοφορίας και περιβάλλοντος, που έχουν δημιουργηθεί κυρίως στις μεγάλες ελληνικές πόλεις είναι φανερό ότι ο καθημερινός ελεύθερος χρόνος, ο οποίος και είναι εκείνος που βασικά ζυγίζει, είναι πολύ αρνητικότερος βαρυμένος σε σύγκριση ακόμα και με άλλες χώρες του κόσμου αντίστοιχα ή αναλόγου επιπέδου ανάπτυξης. Ο ελεύθερος χρόνος σήμερα είναι μεγαλύτερος από ό,τι στο παρελθόν, το ερώτημα όμως για τον τρόπο διαμόρφωσής του σε συσχετισμό πάντοτε με την εργασία παραμένει ο πυρήνας του ζητήματος. Στοιχείο όμως καίριο κάθε αλλαγής είναι πάντοτε η άνοδος του επιπέδου συνειδητοποίησης μιας κατάστασης, στην οποία συνειδητοποίηση καλούμεθα όλοι να συμβάλλουμε με τον λόγο και την πράξη. Β. Φίλια 35
ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ Φροντιστήριο ÈÅÌÁ 1ï Íá δοθεί η περίληψη του κειμένου σε 100 περίπου λέξεις. (MïíÜäåò 25) ÈÅÌÁ 2ï Ο συγγραφέας χαρακτηρίζει τη σχέση του ανθρώπου με την εργασία του θεμελιακή. Κατά τη γνώμη σας, ποια είναι η προσφορά του επαγγέλματος στο άτομο και το σύνολο; (MïíÜäåò 15) ÈÅÌÁ 3ï Βρείτε συνώνυμα στις παρακάτω λέξεις: προσέγγιση, θεμελιακή, αλλοτριωτικές, συνιστά, επενέργεια, χρησιμοθηρικά, έξαρση, μορφώματα, χυδαίο, απανθρωποποιητικές. (MïíÜäåò 10) ÈÅÌÁ 4ï Σε κάθε μία από τις παρακάτω περιόδους βρείτε τις δευτερεύουσες αναφορικές προτάσεις και χαρακτηρίστες αυτές με βάση τις εξής δύο διακρίσεις: α) ονοματικές - επιρρηματικές β) προσδιοριστικές - παραθετικές Να δικαιολογηθούν οι απαντήσεις σας. 1. Η εργασία στην τεχνοκρατική εποχή μας όχι μόνο απαιτεί μια απόλυτη εξειδίκευση, που μερικοποιεί την ανθρώπινη δραστηριότητα, αλλά και αντιμετωπίζεται καθαρά χρησιμοθηρικά. 2. Ο ελεύθερος χρόνος έχει κυριαρχηθεί από τη λεγόμενη «Βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου», που μεταβάλλει τον άνθρωπο σε παθητικό δέκτη «απολαύσεων». 3. Η εξαίρεση στη διαδικασία αυτή είναι οι άνθρωποι εκείνοι που «αξιοποιούν» τον ελεύθερο χρόνο τους ποιοτικά. 4. Μπορεί λοιπόν να απαντηθεί το ερώτημα κατά τρόπο όχι απλουστευτικό, όπως συνήθως συμβαίνει. (MïíÜäåò 10) ÈÅÌÁ 5ï Ποια, κατά τη γνώμη σας είναι η σχέση ψυχαγωγίας και ποιότητας ζωής; (400-600 λέξεις) (MïíÜäåò 40) Á Ð Á Í Ô Ç Ó Å É Ó 2 ï õ Ä É Á Ã Ù Í É Ó Ì Á Ô Ï Ó ÈÅÌÁ 1ï Ζωτικής σημασίας είναι τόσο η σχέση του ανθρώπου με την εργασία του όσο και η σχέση του με τον ελεύθερο χρόνο. Παρ όλα αυτά, στην εποχή μας και η εργασία απαξιώνεται και ο ελεύθερος χρόνος δεν αξιοποιείται γόνιμα. Ο έντονος ρυθμός ζωής, η εξειδίκευση, 36
ÅÊÈÅÓÇ-ÅÊÖÑÁÓÇ ÃÅÍÉÊÇÓ ÐÁÉÄÅÉÁÓ Â ËÕÊÅÉÏÕ ο υλικός ευδαιμονισμός, το επικοινωνιακό αδιέξοδο και η «βιομηχανική», μαζική παραγωγή προϊόντων υποκουλτούρας, μειώνουν στο έπακρο την ευχέρεια ποιοτικών επιλογών. Ο υπερκαταναλωτισμός οδηγεί πολλούς στην υπερεργασία και την πολυαπασχόληση. Τα Μ.Μ.Ε., η διαφήμιση και η μόδα θεοποιούν ό,τι ευτελές, αφού στηρίζονται αλλά και τα ίδια ενισχύουν στην ακρισία και την παθητικοποίηση του μέσου ανθρώπου. Έτσι, στην εποχή μας ο ελεύθερος χρόνος εκμηδενίζεται ουσιαστικά, παρόλο που αντικειμενικά είναι μεγαλύτερος από πότε. ÈÅÌÁ 2ï Η εργασία δεν εξασφαλίζει στον άνθρωπο μόνο τη δυνατότητα κάλυψης των βιοτικών αναγκών. Είναι ο κυρίως τομέας πράξης και αυτοπραγμάτωσής του. Χωρίς αυτή δε θα μπορούσε να ικανοποιήσει τις ηθικοπνευματικές του ανάγκες (επικοινωνία, μάθηση, ψυχαγωγία, επαφή με τη φύση) ούτε να διοχετεύσει εποικοδομητικά την έμφυτη δημιουργικότητά του. Με την εργασία το άτομο προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο και έτσι νιώθει την αποδοχή, την καταξίωση, την ψυχική και ηθική ικανοποίηση. Ενισχύεται το αυτοσυναίσθημά του, βιώνει τόσο την ατομικότητα όσο και την κοινωνικότητά του, «εμβαπτιζόμενο» ταυτόχρονα σε υψηλές αξίες όπως η άμιλλα, η εργατικότητα, η εντιμότητα, η αξιοκρατία, η επιμονή, η υπομονή. Πρωτίστως ο εργαζόμενος, στον εργασιακό του χρόνο και χώρο, αυτοεκφράζεται, επικοινωνεί, ασκεί συνεχώς το πνεύμα του, πλουτίζοντας σε εμπειρίες και βιώματα, κινητοποιώντας το συναίσθημα και απελευθερώνοντας τη φαντασία. Με άλλα λόγια, πορεύεται προς την αυτογνωσία και την ολοκλήρωση. Χωρίς τη συστηματική εργασιακή απασχόληση των μελών του κοινωνικού συνόλου, δεν θα υπήρχε πρόοδος και ευημερία σε όλους τους τομείς. Η οικονομία αλλά και ο πολιτισμός εν γένει στηρίζονται στην εργασία. ÈÅÌÁ 3ï προσέγγιση προσπέλαση θεμελιακή βασική, καίρια αλλοτριωτικές αποξενωτικές συνιστά αποτελεί, είναι επενέργεια επίδραση, επήρεια, επιρροή χρησιμοθηρικά ωφελιμιστικά έξαρση όξυνση, επίταση μορφώματα σχήματα, δομές χυδαίο αγοραίο, ευτελές απανθρωποποιητικές αποθηριοποιητικές, αποκτηνωτικές 37
ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ Φροντιστήριο ÈÅÌÁ 4ï 1. «..., που μερικοποιεί την ανθρώπινη δραστηριότητα,...» Δευτερεύουσα αναφορική πρόταση α) ονοματική, γιατί εισάγεται με την αναφορική α- ντωνυμία «που = η οποία» και προσδιορίζει το ουσιαστικό «εξειδίκευση» και β) παραθετική ή προσθετική, γιατί δεν αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα για την κατανόηση της κύριας, εξ ου και χωρίζεται απ αυτήν με κόμμα και θα μπορούσε να παραλειφθεί. 2. «..., που μεταβάλλει τον άνθρωπο... απολαύσεων» Δευτερεύουσα αναφορική πρόταση α) ονοματική, γιατί εισάγεται με την αναφορική α- ντωνυμία «που = η οποία» και προσδιορίζει το ονοματικό σύνολο «βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου» και β) παραθετική ή προσθετική, γιατί δεν αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα για την κατανόηση της κύριας, εξ ου και χωρίζεται απ αυτήν με κόμμα και θα μπορούσε να παραλειφθεί. 3. «... που αξιοποιούν... ποιοτικά» Δευτερεύουσα αναφορική πρόταση α) ονοματική, γιατί εισάγεται με την αναφορική α- ντωνυμία «που = οι οποίοι» και προσδιορίζει την αντωνυμία «εκείνοι» και β) προσδιοριστική γιατί αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα για την κατανόηση της κύριας, εξ ου και δεν έχει κόμμα πριν το εισαγωγικό της και δε θα μπορούσε να παραλειφθεί. 4. «..., όπως συνήθως συμβαίνει» Δευτερεύουσα αναφορική πρόταση α) επιρρηματική, γιατί εισάγεται με το αναφορικό τροπικό επίρρημα «όπως» και προσδιορίζει τον εμπρόθετο προσδιορισμό του τρόπου «κατά τρόπο όχι απλουστευτικό» και β) παραθετική ή προσθετική, γιατί δεν αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα για την κατανόηση της κύριας, εξ ου και χωρίζεται απ αυτήν με κόμμα και θα μπορούσε να παραλειφθεί. ÈÅÌÁ 5ï Η ποιότητα ζωής έχει να κάνει με το «ευ ζην», με την παρουσία, ή όχι, συνθηκών, ευκαιριών και προϋποθέσεων για ανθρώπινη ολοκλήρωση, για μια ζωή με νόημα και περιεχόμενο. Ψυχαγωγία είναι η με τέτοιο τρόπο αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, ώστε το άτομο να τέρπεται και παράλληλα να ωφελείται. Αποτελεί δε, έναν από τους βασικότερους όρους για ποιότητα ζωής. Ψυχαγωγούμενο το άτομο δεν ξεφεύγει μόνο από την ανία και τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Διοχετεύει θετικά το «δυναμικό» του, χωρίς, μάλιστα, να ασχολείται με κάποια υποχρεωτική εργασία. Οι τέχνες, ο αθλητισμός, οι περιηγήσεις, η επαφή με τη φύση, τα διάφορα «χόμπυ» και κάθε είδους υγιείς ερασιτεχνικές απασχολήσεις, το διάβασμα, ο συγχρωτισμός με αγαπημένα και ενδιαφέροντα πρόσωπα, είναι μερικές μόνο μορφές ψυχαγωγίας. Οι πνευματικοί ορίζοντες διευρύνονται, οι νοητικές αρετές καλλιεργούνται, το άτομο μαθαίνει, ενημερώνεται, γνωρίζει κάθε τι νέο και ωφέλιμο, το συναίσθημα κινητοποιείται και η φαντασία απελευθερώνεται. Με λίγα λόγια, η γόνιμη αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου διδάσκει τον άνθρωπο και ιδιαίτερα το νέο ηθοποιεί, εξευγενίζει, ευαισθητο- 38
ÅÊÈÅÓÇ-ÅÊÖÑÁÓÇ ÃÅÍÉÊÇÓ ÐÁÉÄÅÉÁÓ Â ËÕÊÅÉÏÕ ποιεί. Το αισθητικό κριτήριο οξύνεται, το σώμα, κατά περίπτωση, ασκείται και επιτυγχάνεται η σωματική ευεξία, η ανανέωση, η ανασυγκρότηση. Δε θα ήταν, ως εκ τούτου, υπερβολή να ισχυριστεί κανείς ότι η ψυχαγωγία ενισχύει την πορεία του ανθρώπου προς την αυτογνωσία χαρίζοντάς του παράλληλα την ψυχική ισορροπία μέσα από τη βίωση τόσο της ατομικότητας όσο και της κοινωνικότητάς του. Σε αντίθεση, η «νόθη» ψυχαγωγία, η «φτηνή» εκτονωτική διασκέδαση, τα χαμηλής ποιότητας ακούσματα, θεάματακαι αναγνώσματα, φθείρουν τον άνθρωπο. Η μαζική παραγωγή προϊόντων υποκουλτούρας εντείνει την επικρατούσα αξιολογική σύγχυση, διαιωνίζει το επικοινωνιακό αδιέξοδο, αλλοτριώνει το άτομο θεοποιώντας τον υλικό ευδαιμονισμό και καθορίζοντας ένα συγκεκριμένο «μοντέλο» ζωής. Κατά τον Αριστοτέλη, ο ελεύθερος χρόνος δεν είναι το τέλος της δουλειάς αντίθετα, η δουλειά είναι το τέλος του ελεύθερου χρόνου, που πρέπει να αφιερώνεται στην επιστήμη, την τέχνη και τη φιλοσοφία. ÅðéìÝëåéá: Çëéü áñç Ì. ÌáíôïõâÜëïõ 39