ΓΛΩΣΣΑΡΙ AIKIDO A Agaranai Karada (ΑγκαρανάιΚαράντα): "Ασήκωτο σώμα" άσκηση η οποία επιδεικνύει τη δύναμη του Κι του ασκούμενου. Agura no Shisei (Αγκούρα Νο Σισέι): Κάθισμα οκλαδόν κατά τον ινδικό τρόπο διαλογισμού. Ενίοτε μπορεί να εκτελεστεί και ως στάση "μισού λωτού"(το ένα πόδι στον αντίθετο μηρό). Ai (Άι): Αρμονία, ένωση, ολοκλήρωση Ai Hanmi (Άι Χάνμι): Αμοιβαία στάση στην οποία οι ασκούμενοι στέκονται οένας απέναντι στον άλλον με το ίδιο πόδι και χέρι μπροστά (αριστερό - αριστερό, δεξί - δεξί). Aiki (Αϊκί): Μίξη δύο (η περισσότερων) ενεργειών, εναρμόνιση, ολοκλήρωση, συμπλήρωση. Aiki - Budo (Αϊκί - Μπούντο): Η ονομασία του Μοριχέι Ουεσίμπα για την τέχνη που ασκούσε και δίδασκε την περίοδο πριν το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο όρος υπάρχει ακόμα και σήμερα για να περιγράψει κάποια ανεξάρτητα στυλ κυρίως μαθητών του Μοριχέι Ουεσίμπα οι οποίοι απομακρύνθηκαν από αυτόν πριν τον πόλεμο. Aikido (Αϊκίντο): Η τέχνη που ίδρυσε ο Μοριχέι Ουεσίμπα. Συχνά αποδίδεται ως "ο δρόμος της αρμονίας", "ο δρόμος της εναρμόνισης της ενέργειας" αν και η ακριβής ερμηνεία είναι αρκετά δύσκολη εκτός ιαπωνικής γλώσσας. Aikidoka (Αϊκιντόκα): Αυτός που ασκείται στο Αϊκίντο. Aiki - Jο (Αϊκί - Τζο): Τεχνικές επιθέσεων και άμυνας με κοντό ραβδί σύμφωνα με τις αρχές του Αϊκίντο. Aiki - Jutsu/ Aiki - Jujutsu(Αϊκί - Τζούτσου/ Αϊκί - Τζουτζούτσου): Πολεμικέςτέχνες στηριγμένες στην αίσθηση του χρόνου και του ελέγχου. Aikikai (Αϊκικάι): Πρόκειται για τη μεγαλύτερη διοικητική οργάνωση του Αϊκίντο με έδρα στην Ιαπωνία. Επικεφαλής της σήμερα είναι ο Μοριτέρου Ουεσίμπα, εγγονός του Μοριχέι Ουεσίμπα και διάδοχος του στη θέση του "ντόσου". Aiki - Ken (Αϊκί - Κεν): Τεχνικές επιθέσεων και άμυνας με ξίφος (συνήθως ξύλινο) σύμφωνα με τις αρχές του Αϊκίντο. Aiki Taiso (Αϊκί Τάισο): Ασκήσεις προθέρμανσης με τις οποίες ξεκινά η προπόνηση στο Αϊκίντο. Ashi (Άσι): Πόδι Ashi Sabaki (Άσι Σαμπάκι): Κινήσεις των ποδιών. Ο τρόπος με τον οποίο ο ασκούμενος χρησιμοποιεί διάφορες θέσεις των ποδιών για την εκτέλεση των τεχνικών του Αϊκίντο. Atemi (Ατέμι): Χτύπημα σε κάποιο αδύνατο ανατομικό σημείο του αντιπάλου. Στο Αϊκίντο χρησιμοποιείται συνήθως αμυντικά με την πρόθεση να αποσπάσει την προσοχή του αντιπάλου.
Awase (Αουάσε): Μίξη. Η εκκίνηση της τεχνικής με στόχο την προσέλκυση του αντιπάλου. Ayumi Ashi (Αγιούμι Ασι): Ένας από τους βασικούς βηματισμούς του Αϊκίντο. B Banzai no Kamae (Μπανζάι νο Καμάε): Άσκηση ανάπτυξης του Κι κατά την οποία ο ασκούμενος στέκεται με τα πόδια ανοικτά στο πλάτος των ώμων και τα χέρια υψωμένα. Bokken (Μποκέν): Ξύλινο σπαθί. Bokuto (Μποκούτο): Ξύλινο σπαθί Breakfall (Μπρέικφολ): Ιπτάμενη πτώση όπου ο ασκούμενος στρέφει το σώμα του στον αέρα πριν προσγειωθεί στο έδαφος (βλ και Τόμπου Ουκέμι - Tobu Ukemi) Budo (Μπούντο): Οι πολεμικές τέχνες της Ιαπωνίας. Budoka (Μπουντόκα): Ο ασκούμενος στις πολεμικές τέχνες της Ιαπωνίας. Bujutsu (Μουτζούτσου): Άλλη ονομασία για τις πολεμικές τέχνες της Ιαπωνίας. Bushido (Μπουσίντο): Ο κώδικας συμπεριφοράς των παλιών πολεμιστών της Ιαπωνίας. C Chinkon Kishin (Τσινκόν Κισίν): Ηρεμία του πνεύματος και επιστροφή στην πηγή -πρόκειται για ασκήσεις που γίνονται στην αρχή και στο τέλος της προπόνησης ώστε ο ασκούμενος να χαλαρώσει και να ηρεμήσει. Chi No - Kokyu (Τσι Νο - Κόκιου): Η αναπνοή της Γης, το δεύτερο επίπεδο των τεχνικών αναπνοής του Αϊκίντο σύμφωνα με το Μοριχέι Ουεσίμπα. Chokusen No - Irimi (Τσοκουσέν Νο - Ιρίμι): Απευθείας διείσδυση πίσω από μια επίθεση. Περιγραφή μιας από τις τεχνικές του Αϊκίντο. Chudan (Τσουντάν): Θέση μεσαίου επιπέδου των χεριών, του σπαθιού κλπ. Όταν το σπαθί βρίσκεται σε θέση τσούνταν, στοχεύει στο στήθος του αντιπάλου. Chushin (Τσούσιν): Κέντρο. Πιο συγκεκριμένα το επίκεντρο της κίνησης ή της ισορροπίας κάποιου D Daito - Ryu (Ντάιτο - Ρίου): Το σύστημα πολεμικής τέχνης που δίδασκε ο Σοκάκου Τακέντα, κύριος δάσκαλος του Μοριχέι Ουεσίμπα από το οποίο έχει επηρεαστεί τεχνικά το Αϊκίντο. Dan (Νταν): Βαθμός, σκαλοπάτι. Στο Αϊκίντο το σύστημα βαθμολόγησης των νταν ξεκινάει από το σόνταν (shodan-πρώτος βαθμός) και θεωρητικώς φτάνει στο τζούνταν (judan- δέκατος βαθμός) αν και στην πράξη σχεδόν κανείς δε φτάνει πλέον στο βαθμό αυτό. Deshi (Ντέσι): Μαθητής. Do (Ντο):
Ένα συγκεκριμένο "μονοπάτι" σωματικής και/ή πνευματικής ανάπτυξης, ένας τρόπος ζωής, μια ατραπός. Στα κινέζικα ο ίδιος χαρακτήρας διαβάζεται "Ταό". Do - Gi (Ντο - Γκι): Η φόρμα που φορούν οι ασκούμενοι στις πολεμικές τέχνες. Dojo (Ντότζο): Ο χώρος άσκησης στις πολεμικές τέχνες αλλά και σε οποιοδήποτε άλλο "Ντο". Ο όρος χρησιμοποιείται και στα μοναστήρια του Ζεν για να δηλώσει το χώρο όπου οι μοναχοί ασκούνται στο διαλογισμό. Dojo - cho (Ντότζο - τσο): Ο επικεφαλής ενός ντότζο, ο αρχι-εκπαιδευτής (τίτλος) Doka (Ντόκα): "Τραγούδια του Δρόμου", τα ηθικοπλαστικά ποιήματα του Μοριχέι Ουεσίμπα για το Αϊκίντο. Domo Arigato Gozaimashu (Ντόμο Αριγκάτο Γκοτζαϊμάσου): Ευχαριστώ πολύ. Ιαπωνική έκφραση που ανταλλάσσεται μεταξύ εκπαιδευτή και ασκουμένων στο τέλος κάθε μαθήματος Αϊκίντο. Πρόκειται για την πιο ευγενική εκδοχή της έκφρασης -το απλό ευχαριστώ συνήθως είναι Domo (Ντόμο) ή Domo Arigato (Ντόμο Αριγκάτο) ή Arigato (Αριγκάτο) Dori (Ντόρι - προφέρεται και tori, τόρι): Πιάσιμο, άρπαγμα. Dosa (Ντόσα): Βασικές κινήσεις πιο συχνά λέγονται κιχόν - ντόσα (kihon - dosa) Doshu (Ντόσου): Μεγάλος δάσκαλος. Η υψηλότερη θέση για την οργάνωση Αϊκικάι. Ο Μοριχέι Ουεσίμπα ήταν ο πρώτος ντόσου, ο γιός του Κισσομάρου Ουεσίμπα ήταν ο δεύτερος, και ο εγγονός του, Μοριτέρου Ουεσίμπα, ο τρίτος. Dozo (Ντοζό): Παρακαλώ, βεβαίως. Λέγεται συνήθως με την έννοια "παρακαλώ ξεκινήστε" από τον εκπαιδευτή του Αϊκίντο προκειμένου να ξεκινήσουν οι ασκούμενοι μια συγκεκριμένη άσκηση. E En No - Irimi (Εν Νο - Ιρίμι): Κυκλική διείσδυση. Ο αμυνόμενος διεισδύει πίσω από την επίθεση και ελέγχει με μια κυκλική κίνηση - περιγραφή μιας από τις τεχνικές του Αϊκίντο. F Fudo No - Shisei (Φούντο Νο - Σισέι): "Ακίνητη" σταθερή στάση του ασκούμενου στο Αϊκίντο. Fudo - Shin (Φούντο - Σιν): "Ακίνητο πνεύμα". Νους που δεν αποσπάται από εξωτερικές παρεμβάσεις. Πρόκειται για ένα υψηλό στάδιο για το οποίο απαιτείται πολύχρονη προσπάθεια. Fukushidoin (Φουκουσιντόιν): Εκπαιδευτής πρώτου επιπέδου πρόκειται για τίτλο ανεξάρτητο από τη βαθμίδα νταν την οποία κατέχει το άτομο. Fukushinkan (Φούκουσινκαν): Το όνομα του κεντρικού ντότζο του ΕΟΑ. Η ονομασία σημαίνει "ο χώρος του επιστήθιου φίλου". Fune - Kogi - Undo (Φούνε - Κόγκι - Ούντο): Κωπηλατική. Άσκηση προθέρμανσης του Αϊκίντο. Furi - Κaburi (Φούρι - Καμπούρι): Κίνηση των χεριών προς τα πάνω για το σήκωμα του σπαθιού (στην ξιφασκία). Η κίνηση χρησιμοποιείται και σε αρκετές τεχνικές του Αϊκίντο όπως π.χ. στο Ίκιο.
Furi - Tama (Φούρι -Τάμα): "Ταρακούνημα του πνεύματος" -μια συνηθισμένη άσκηση διαλογισμού στο Αϊκίντο προερχόμενη από τα τελετουργικά της Σιντοϊστικής θρησκείας. Από τις πιο συνηθισμένες του Μοριχέι Ουεσίμπα. G Gaku (Γκάκου): Οριζόντια πινακίδα που γράφει το όνομα του ντότζο ή κάποια φιλοσοφική φράση. Η παράδοση αυτή τηρείται κυρίως στην u921 Ιαπωνία. Gasshuku (Γκασούκου): Έντονη άσκηση που διαρκεί αρκετές μέρες. Συνήθως στα αγγλικά αποδίδεται με τη λέξη "camp". Gedan (Γκεντάν): Χαμηλή θέση των χεριών, του σπαθιού κλπ. Όταν το σπαθί βρίσκεται σε θέση γκένταν, στοχεύει στα γόνατα ή τις κνήμες του αντιπάλου. Gendai Budo (Γκεντάι Μπούντο): Μοντέρνες πολεμικές τέχνες (σε αντιπαράθεση με τις κορίου τις παλιές τέχνες). Πρόκειται για τις σύγχρονες πολεμικές τέχνες οι οποίες αναπτύχθηκαν μετά την αποκατάσταση του Αυτοκράτορα Μεϊτζί (1868) και το άνοιγμα της Ιαπωνίας στη δύση. Στην κατηγορία αυτή κατατάσσονται οι πιο διαδεδομένες πολεμικές τέχνες όπως το Τζούντο, το Καράτε, το Αϊκίντο κλπ. Gi (Γκι): Η φόρμα που φορούν οι ασκούμενοι στις πολεμικές τέχνες. Godan (Γκοντάν): Μαύρη ζώνη πέμπτου βαθμού. Gokyo (Γκόκιο): Τεχνική ακινητοποίησης υπ' αριθμόν πέντε. Ενίοτε λέγεται και "πέμπτη διδασκαλία" ή "πέμπτη τεχνική". Gyaku - Hanmi(Γκιάκου - Χάνμι): Αντίθετη στάση όπου οι ασκούμενοι στέκονται ο ένας απέναντι στον άλλον με το αντίθετο πόδι μπροστά (αριστερό απέναντι από δεξί ή αντίστροφα). H Hachidan (Χατσιντάν): Μαύρη ζώνη όγδοου βαθμού. Hakama (Χακάμα): Η "φούστα" των σαμουράι (αν και πρόκειται για ένα πάρα πολύ φαρδύ παντελόνι) που φορούν οι ασκούμενοι στο Αϊκίντο και σε όλες σχεδόν τις παραδοσιακές πολεμικές τέχνες της Ιαπωνίας. Φοριέται πάνω από το παντελόνι του γκι και είναι συνήθως μαύρη ή σκούρα μπλε. Hajime (Χατσιμέ): Αρχή. Εντολή - παρότρυνση για να αρχίσει κάποια άσκηση σε μια προπόνηση του Αϊκίντο. Hanmi (Χάνμι): Μισάνοιχτη, τριγωνική στάση με το ένα πόδι μπροστά, το άλλο πίσω και το σώμα σε τέτοια θέση ώστε να εκτίθεται όσο το δυνατόν λιγότερο στον αντίπαλο. Hanmi - Handachi (Χάνμι - Χαντάτσι): Τεχνικές στις οποίες ο νάγκε (ο αμυνόμενος) κάθεται ενώ ο ούκε (ο επιτιθέμενος) στέκεται. Hantai (Χαντάι): Αντίθετο, απέναντι. Happo Undo (Χάπο Ούντο): Άσκηση οκτώ κατευθύνσεων. Μια από τις ασκήσεις του Αϊκίντο για ισορροπία και άνεση στην αλλαγή κατευθύνσεων.
Happo Giri (Χάπο Γκίρι): Κόψιμο οκτώ κατευθύνσεων. Μια από τις ασκήσεις με το σπαθί όπου ο ασκούμενος μαθαίνει να αλλάζει γρήγορα κατευθύνσεις εκτελώντας παράλληλα κάθετα κοψίματα. Hara (Χάρα): Κοιλιά, κέντρο του σώματος. Το σημείο το οποίο σύμφωνα με την παράδοση της Άπω Ανατολής είναι το κέντρο της ανθρώπινης ύπαρξης. Hasso No Kamae (Χάσο Νο Καμάε): Μια από τις βασικές στάσεις με το σπαθί όπου ο ασκούμενος στέκεται σε στάση χάνμι και κρατάει το σπαθί στο πλάι του κεφαλιού και στο ύψος του αυτιού. Henka - Waza (Χένκα - Ουάζα): Τεχνικές που εξερευνούν διάφορες παραλλαγές ανατρέποντας το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Πρόκειται για άσκηση που συνήθως γίνεται σε αρκετά υψηλό επίπεδο στο Αϊκίντο. Hidari (Χιντάρι): Αριστερό. Honbu Dojo (Χόνμπου - Ντότζο) ή Hombu Dojo (Χόμπου Ντότζο): Το αρχηγείο του Αϊκικάι στο Τόκιο της Ιαπωνίας. Η διεύθυνση του είναι: Tokyo - to, Shinjuku, Wakamatsu-cho 17-18 I Iai - Do (Ιάι - Ντο): Η τέχνη του τραβήγματος και του κοψίματος με το σπαθί. Εκτελείται με κανονικό σπαθί αν και στα χαμηλότερα επίπεδα (μέχρι τέταρτο νταν) οι ασκούμενοι χρησιμοποιούν σπαθί από κράματα αλουμινίου το οποίο δεν κόβει. Iaito (Ιάιτο): Σπαθί ειδικό για την άσκηση στο Ιάι - Ντο. Είναι κατασκευασμένο από κράματα αλουμινίου και άλλων μετάλλων και δεν κόβει (ούτε μπορεί να ακονιστεί) ενώ κατά τα λοιπά έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός κανονικού σπαθιού και κατασκευάζεται από ανάλογους τεχνίτες. Iki (Ίκι): Ανάσα, η φυσική λειτουργία της αναπνοής. Ikkyo (Ίκιο): Τεχνική ακινητοποίησης υπ' αριθμόν ένα. Ενίοτε λέγεται και "πρώτη διδασκαλία" ή "πρώτη τεχνική". Irimi (Ιρίμι): Διείσδυση -σωματική ή πνευματική- σε μια αντίθετη δύναμη με στόχο την εξουδετέρωσή της. Πρακτικά, κίνηση στο πλάι και πίσω από τον αντίπαλο. Πρόκειται για μια από τις πιο συνηθισμένες πρακτικές του Αϊκίντο και μια από τις βάσεις της άσκησης σε αυτό Irimi - Nage (Ιρίμι - Νάγκε): Διεισδυτική ρίψη, μια από τις βασικές τεχνικές του Αϊκίντο. Irimi - Tenkan (Ιρίμι - Τενκάν): Διείσδυση και στροφή. Περιστροφική κίνηση γύρω από ένα σταθερό σημείο από την οποία προκύπτουν πολλές τεχνικές του Αϊκίντο. Iwama (Ιβάμα): Πόλη στην επαρχία Ιμπαράγκι όπου βρίσκεται ο ναός του Αϊκί του Μοριχέι Ουεσίμπα, το υπαίθριο ντότζο και το αγρόκτημά του. Ο Ιδρυτής του Αϊκίντο έζησε εκεί για όλο το διάστημα του Β' Π.Π. και για αρκετά χρόνια μετά και εκεί τελειοποίησε την τέχνη του Αϊκίντο.
Iwama - Ryu (Ιβάμα - Ρίου): Έτσι ονομάζεται το στυλ Αϊκίντο το οποίο ασκούσε μέχρι το θάνατό του (το 2001) ο Δάσκαλος Μοριχίρο Σάιτο, ένας από τους πιο πιστούς μαθητές του Μοριχέι Ουεσίμπα. Ο Δάσκαλος Σάιτο παρέμεινε στην Ιβάμα και μετά το θάνατο του Μοριχέι και συντηρούσε το εκεί ντότζο εκπαιδεύοντας μαθητές με τον τρόπο που ακολουθούσε ο Μοριχέι τα χρόνια που έζησε στην Ιβάμα. Το στυλ Ιβάμα, χαρακτηρίζεται κυρίως από την εκτενή χρήση των όπλων (τζο και μποκέν) καθώς και από μια αυστηρή μεθοδολογία διδασκαλίας, ενώ μέρος της άσκησης είναι και η ενασχόληση με αγροτικές εργασίες. Το στυλ συνεχίζεται σήμερα από το γιο του Μοριχίρο Σάιτο, Χιτοχίρο. J Jinja (Τζίντζα): Σιντοϊστικός ναός. Στην Ιβάμα, υπάρχει το Αϊκί-Τζίντζα το οποίο έφτιαξε ο Μοριχέι. Jin No - Kokyu (Τζιν Νο - Κόκιου): Η αναπνοή του ανθρώπου-το τρίτο στάδιο του αναπνευστικού διαλογισμού στο Αϊκίντο σύμφωνα με το Μοριχέι Ουεσίμπα. Jiyu - Waza (Τζίου - Ουάζα): Ελεύθερες τεχνικές. Οι δύο ασκούμενοι "αυτοσχεδιάζουν" χωρίς να είναι δεδομένες οι επιθέσεις και οι τεχνικές άμυνας και εξουδετέρωσης. Θεωρείται από τα προχωρημένα στάδια της άσκησης στο Αϊκίντο. Jo (Τζο): Ξύλινο ραβδί μήκους περίπου 1,32 εκατοστών που χρησιμοποιείται σε τεχνικές του Αϊκίντο. Jodo (Τζόντο): H τέχνη του ραβδιού. Ξεχωριστή πολεμική τέχνη η οποία διδάσκεται σε πολλές παραδοσιακές σχολές (κορίου) της Ιαπωνίας. Jodan (Τζοντάν): Άνω θέση των χεριών, του σπαθιού κλπ. Όταν το σπαθί βρίσκεται σε θέση τζόνταν, στοχεύει στο πρόσωπο του αντιπάλου. Jo - Dori (Τζο - Ντόρι): Τεχνικές αφοπλισμού κάποιου που είναι οπλισμένος με τζο. Jo Tai - Ken (Τζο Τάι - Κεν): Άσκηση με τζο απέναντι σε αντίπαλο οπλισμένο με μποκέν. Ju (Τζου): Ευελιξία, ευκαμψία. Judan (Τζουντάν): Μαύρη ζώνη δέκατου βαθμού. Η υψηλότερη βαθμίδα στο Αϊκίντο η οποία πλέον έχει καταργηθεί. Judo (Τζούντο): Σύγχρονη πολεμική τέχνη (και εν συνεχεία Ολυμπιακό άθλημα) την οποία δημιούργησε ο Jigoro Kano (Τζίγκορο Κάνο, 1860-1938) συνδυάζοντας στοιχεία από τις άοπλες πολεμικές τέχνες που εν γένει ονομάζονται Τζουτζούτσου (Jujutsu). Juji - Nage (Τζούτζι - Νάγκε): Ρίψη κατά την οποία ο νάγκε (αμυνόμενος) κρατά σταυρωμένα τα χέρια του ούκε (επιτιθέμενου). Jujutsu/Ju - Jutsu (Τζουτζούτσου/Τζου - τζούτσου): Άοπλες πολεμικές τέχνες της Ιαπωνίας οι οποίες περιλαμβάνουν πιασίματα, εξαρθρώσεις, πνιγμούς, ανατροπές, ρίψεις κλπ. Από διάφορες σχολές Τζουτζούτσου έχει προέλθει τόσο το Αϊκίντο, όσο και το Τζούντο ενώ στοιχεία από αυτές υπάρχουν και στο Καράτε. K Kaiso (Κάισο): Ιδρυτής συχνά αναφέρεται και έτσι ο Μοριχέι Ουεσίμπα, ιδρυτής του Αϊκίντο.
Kaiten (Κάιτεν): Άνοιγμα και στροφή, ένας από τους βασικούς τρόπους κίνησης στην εκτέλεση των τεχνικών του Αϊκίντο. Kakejiku (Κακετζίκου): Πάπυρος που κρεμιέται στον τοίχο του ντότζο και περιλαμβάνει συνήθως τη λέξη Αϊκίντο γραμμένη καλλιγραφικά. Kamae (Καμάε): Στάση, θέση ετοιμότητας. Kami (Κάμι): Θεότητα σύμφωνα με τη Σιντοϊστική θρησκεία. Kamiza (Καμίζα): Το μπροστινό μέρος του ντότζο όπου είναι αναρτημένες φωτογραφίες του Ιδρυτή, πάπυροι με καλλιγραφίες κλπ. Kansha (Κάνσα): Βαθιά ευγνωμοσύνη. Karate (Καράτε): Σύγχρονη πολεμική τέχνη που ξεκίνησε στην Οκινάουα από τον Γκιτσίν Φουνακόσι (Gichin Funakoshi, 1868-1957). Kata (Κάτα): Συγκεκριμένη φόρμα. Προκαθορισμένη σειρά κινήσεων που χρησιμεύει ως εκπαιδευτική μέθοδος. Στο Αϊκίντο αναφέρεται συνήθως σε σχέση με τα όπλα. Kata - Dori (Κάτα - Ντόρι): Πιάσιμο από τον ώμο. Katana (Κατάνα): To μακρύ σπαθί των σαμουράι το οποίο φοριέται μαζί με τη θήκη του στη ζώνη με την κόψη προς τα επάνω. Συνήθως οι σαμουράι το φορούσαν μαζί με το κοντότερο σπαθί που ονομαζόταν Ουακιζάσι (Wakizashi). Kataashi Age (Καταάσι Άγκε): Άσκηση σταθερότητας και ανάπτυξης του Κι όπου ο ασκούμενος στέκεται στο ένα πόδι. Katate - Dori (Κατάτε - Ντόρι): Πιάσιμο ενός χεριού του αμυνόμενου από ένα χέρι του επιτιθέμενου. Katate - Ryote Dori (Κατάτε - Ριότε Nτόρι): Πιάσιμο στο ένα χέρι του αμυνόμενου από δύο χέρια του επιτιθέμενου. Λέγεται και Morote Dori (Μορότε Ντόρι). Katsuhayabi (Κατσουχαγιάμπι): Νίκη εδώ και τώρα. Ένα από τα ρητά που χρησιμοποιούσε ο Μοριχέι Ουεσίμπα σε σχέση με το Αϊκίντο. Keiko (Κέικο): Εξάσκηση, προπόνηση. Η λέξη σημαίνει "χρήση της αρχαίας σοφίας για τη φώτιση του παρόντος". Kekkafuza (Κεκαφούζα): Κάθισμα στη στάση του λωτού την τυπική στάση διαλογισμού όπου το κάθε πόδι ακουμπά στον αντίθετο μηρό. Ken (Κεν): Σπαθί, ξίφος. Kendo (Κέντο): Η σύγχρονη ιαπωνική ξιφασκία, που πλέον έχει τη μορφή αθλήματος. Ki (Κι - στα κινέζικα Chi, τσι):
Η ζωογόνος δύναμη, η ενέργεια, το πνεύμα. Η λέξη είναι συστατικό πολλών σύνθετων λέξεων της ιαπωνικής γλώσσας Kiai (Κιάι): Η συγκέντρωση της ενέργειας, πολύ συχνά με τη μορφή δυνατής φωνής ή κραυγής, όταν ο ασκούμενος λειτουργεί με πλήρη αρμονία. Kikai Tanden (Κικάι - Τάντεν): Το σωματικό και πνευματικό κέντρο του ανθρώπου. Βρίσκεται περίπου πέντε πόντους κάτω και πίσω από τον αφαλό και μερικές φορές αναφέρεται και ως Χάρα (Hara) ή Φούκου (Fuku). Κi ken - tai ichi (Κι - κεν - τάι ίτσι): Πνεύμα - σπαθί - σώμα ένα. Μια κατάσταση ενότητας όπου όλο το είναι του ασκούμενου λειτουργεί ταυτόχρονα. Ο όρος προέρχεται από τις τέχνες του σπαθιού, έχει όμως εφαρμογή και στο Αϊκίντο. Kimusubi (Κιμουσούμπι): Η ένωση του κι, η ανάμιξη των ενεργειών. Ki No - Nagare (Κι Νο - Ναγκαρέ): Τεχνικές που ρέουν η εκτέλεση των τεχνικών του Αϊκίντο με συνεχή ροή. Πρόκειται για την πιο εξελιγμένη μορφή άσκησης. Kobukan Dojo (Κόμπουκαν Ντότζο): Το όνομα του πρώτου ντότζο του Μοριχέι Ουεσίμπα στο Τόκιο. Η λέξη σημαίνει "Χώρος μελέτης των αυτοκρατορικών πολεμικών τεχνών". Kohai (Κοχάι): Νεώτερος. Κάποιος με μικρότερη εμπειρία στο Αϊκίντο. Aντίθετο του σεμπάι. Koho Tento - Undo (Κόχο Τέντο - Ούντο): Άσκηση πτώσης αλλά και ανάπτυξης του Κι. Kokoro (Κόκορο): Πνεύμα, καρδιά. Διαβάζεται και Shin (Σιν) Kokyu (Κόκιου): Ζωογόνος ανάσα, αναπνοή. Επίσης, κατάλληλη χρονική στιγμή, timing. Kokyu - Dosa (Κόκιου - Ντόσα): Άσκηση ανάπτυξης του Κι η οποία εκτελείται συνήθως στο τέλος των προπονήσεων του Αϊκίντο. Kokyu - Ho (Κόκιου - Χο): Ειδικές ασκήσεις που βελτιώνουν την αναπνοή. Kokyu - Ryoku (Κόκιου - Ρόκου): Η δύναμη της αναπνοής-σε αντίθεση με τη σωματική δύναμη. Kokyu - Undo (Κόκιου - Ούντο): Ασκήσεις κίνησης και αναπνοής που εκτελούνται από καθιστή και από όρθια στάση. Kon (Κον): Διαμάντι. Αναφέρεται στη "σκληρή" πλευρά των τεχνικών και της φιλοσοφίας του Αϊκίντο. Koryu (Κορίου): Οι παραδοσιακές σχολές πολεμικών τεχνών της Ιαπωνίας. Αρκετές από αυτές έχουν ιστορία πάνω από 5 αιώνες ενώ οι περισσότερες δημιουργήθηκαν την περίοδο Έντο (1603-1867). Kosadori: (Κόσαντορι): Πιάσιμο του αντίθετου χεριού ο ούκε πιάνει με το δεξί του χέρι το αριστερό χέρι του νάγκε ή με το αριστερό του, το δεξί χέρι του νάγκε. Koshi - Νage (Κόσι - Νάγκε): Ρίψη από το γοφό. Kote - Gaeshi (Κότε - Γκάεσι): Ρίψη με στρέψη του καρπού βασική τεχνική του Αϊκίντο.
Ku (Κου): Κενό που δημιουργείται από τις αντεπιθέσεις του Αϊκίντο. Kuden (Κούντεν): Μυστικές διδασκαλίες που μεταδίδονται από στόμα σε στόμα. Υπονοείται η απευθείας μετάδοση από το δάσκαλο στο μαθητή και αποτελεί τη βάση της εκπαίδευσης στις παραδοσιακές ιαπωνικές τέχνες, πολεμικές και μη. Kumi - Jo (Κούμι - Τζο): Άσκηση ζευγαριών οπλισμένων με τζο. Kumi - Tachi (Κούμι - Τάτσι): Άσκηση ζευγαριών οπλισμένων με μποκέν. Kyu (Κίου): Προκαταρκτικές βαθμίδες, κατώτερες από τις βαθμίδες νταν. Kyudan (Κιούνταν): Μαύρη ζώνη ένατου βαθμού. M Ma - Ai (Μα - Άι): Σωστή απόσταση μεταξύ δύο αντιπάλων. Mae (Μάε): Εμπρός. Mae Geri (Μάε Γκέρι): Λάκτισμα προς τα εμπρός. Mae - Ukemi (Μάε - Ουκέμι): Πτώση προς τα εμπρός Mae Kagami (Μάε Καγκάμι): Άσκηση ανάπτυξης του Κι και ευλυγισίας της πλάτης προς τα εμπρός. Makoto No - Kokyu (Μακότο Νο - Κόκιου): Η αληθινή αναπνοή. Το τρίτο στάδιο του αναπνευστικού διαλογισμού (το ίδιο με το Τζιν Νο - Κόκιου). Masakatsu - Agatsu (Μασακάτσου - Αγκάτσου): Η αληθινή νίκη, είναι η νίκη επί του εαυτού. Μια ακόμα φράση που χρησιμοποιούσε συχνά ο Μοριχέι Ουεσίμπα μιλώντας για το Αϊκίντο. Meisoho (Μέισοχο): Άσκηση διαλογισμού. Men - Uchi (Μεν - Ούτσι): Χτύπημα στο κεφάλι ή το πρόσωπο. Migi (Μίγκι): Δεξί. Misogi (Μισόγκι): Εξαγνισμός σώματος και πνεύματος στη Σιντοϊστική θρησκεία. Mokuso (Μοκούσο): "Διαλογιστείτε!". Εντολή - παρότρυνση για να ξεκινήσει ο ομαδικός διαλογισμός σε μια τάξη πολεμικών τεχνών. Morihei Ueshiba (Μοριχέι Ουεσίμπα): Ο Ιδρυτής του Αϊκίντο. Morote - Dori (Μορότε - Ντόρι): Πιάσιμο στο ένα χέρι του αμυνόμενου από δύο χέρια του επιτιθέμενου. Λέγεται και Katate - Ryote Dori (Κατάτε - Ριότε Ντόρι) Mu (Μου):
Κενό. Βουδιστική ιδέα η οποία αντιστοιχεί στην έλλειψη διαταραχών και ψευδαισθήσεων. Muga - mushin (Μούγκα - μουσίν): Χωρίς εαυτό και χωρίς νου. Ένα από τα ιδεώδη των παραδοσιακών πολεμικών τεχνών όπου ο ασκούμενος δρα χωρίς να σκέφτεται τον εαυτό του και με το νου άδειο. Mushin (Μουσίν): Κενός νους. Ο ήρεμος νους που δε διακατέχεται από σκέψεις που τον αναστατώνουν. Πρόκειται για ένα από τα ιδεώδη των κλασσικών πολεμικών τεχνών της Ιαπωνίας. Munedori (Μουνεντόρι): Πιάσιμο στο στήθος. N Nagare (Ναγκαρέ): Η ανεμπόδιστη ροή μιας τεχνικής. Nage (Νάγκε): Αυτός που ρίχνει. Ο αμυνόμενος που εφαρμόζει την τεχνική στον επιτιθέμενο. Η ίδια λέξη σημαίνει επίσης κατά περίπτωση ρίψη ή πτώση. Nanadan (Νάνανταν): Μαύρη ζώνη έβδομου βαθμού. Λέγεται και Σίτσινταν (Shichi-dan) Nidan (Νιντάν): Μαύρη ζώνη δεύτερου βαθμού. Nikkyo (Νίκιο): Τεχνική ακινητοποίησης υπ' αριθμόν δύο. Ενίοτε λέγεται και "δεύτερη διδασκαλία" ή "δεύτερη τεχνική". O Obi (Όμπι): Η ζώνη της φόρμας που φορούν οι ασκούμενοι. Η μαύρη ζώνη λέγεται Κούρο - Όμπι (Kuro - Obi) ενώ η λευκή Σίρο - Όμπι (Shiro - Obi) Omote (Ομότε): H όψη μιας τεχνικής που περιλαμβάνει κίνηση προς τα εμπρός ή προς την εμπρός πλευρά του αντιπάλου. Omoto - Kyo (Ομότο Κίο): Σιντοϊστική σέκτα την οποία ακολουθούσε ο Μοριχέι Ουεσίμπα και η οποία είχε επηρεάσει τις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις. Η λέξη σημαίνει "Διδασκαλία της Μεγάλης Πηγής". Onegai - Shimasu (Ονεγκάι - Σιμάσου): Σας ζητάω, παρακαλώ. Ιαπωνική έκφραση που χρησιμοποιείται μεταξύ εκπαιδευτή και μαθητών στην αρχή κάθε προπόνησης. Το συναίσθημα που εκφράζει μπορεί να αποδοθεί ως "ας βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον να ασκηθεί". One Point / Ένα σημείο: Το λεγόμενο και "χάρα" (υπογάστριο). Πρόκειται για το κέντρο της ισορροπίας κάθε ατόμου στο οποίο, σύμφωνα με τις αρχές του Κοίτσι Τοχέι, πρέπει είναι πάντα εστιασμένος ο ασκούμενος. Onisaburo Deguchi (Ονισαμπούρο Ντεγκούτσι 1871-1948): Κύριος δάσκαλος της Σιντοϊστικής σέκτας Ομότο Κίο ο οποίος επηρέασε πολύ την κοσμοθεωρία του Μοριχέι Ουεσίμπα. Orenaite (Ορενάιτε): "Αλύγιστο χέρι" άσκηση η οποία επιδεικνύει τη δύναμη του Κι του ασκούμενου. Osae - Waza (Οσάε - Ουάζα):
Τεχνικές ακινητοποίησης. Πρόκειται για ένα σύνολο βασικών τεχνικών του Αϊκίντο. Μερικές φορές αναφέρονται και ως Κανσέτσου Ουάζα (Kansetsu Waza) δηλαδή "τεχνικές αρθρώσεων" καθώς η ακινητοποίηση γίνεται σε μια από τις αρθρώσεις των χεριών ή των ποδιών του επιτιθέμενου. Ο - Sensei (Ο - Σενσέι): Μεγάλος δάσκαλος. Ο τρόπος με τον οποίο αναφέρεται συχνά ο Μοριχέι Ουεσίμπα στους κύκλους των ασκούμενων στο Αϊκίντο. Οyo-Waza (Όγιο -Ουάζα): Τεχνικές οι οποίες έχουν πρακτική εφαρμογή ως αυτοάμυνα. R Randori (Ραντόρι): Ελεύθερες τεχνικές εναντίον πολλών επιτιθεμένων. Η λέξη σημαίνει "Να πιάσει κανείς το χάος". Rei (Ρέι): Υπόκλιση, χαιρετισμός. Η επίσημη χειρονομία σεβασμού στο Αϊκίντο και σε άλλα μπούντο. Επίσης, η εντολή που δίνεται στην αρχή κάθε μαθήματος. Κατ' επέκταση σημαίνει το σεβασμό ως ιδέα. Reigi (Ρέιγκι): Κανόνες καλή συμπεριφοράς. Renzoku Kokyu Dosa (Ρενζόκου Κόκιου Ντόσα): Παραλλαγή της άσκησης Κόκιου Ντόσα με τη διαφορά ότι οι ανατροπές γίνονται διαδοχικά χωρίς παύση και χωρίς ο nage να αλλάζει θέση. Rokudan (Ρόκουνταν): Μαύρη ζώνη έκτου βαθμού. Ryo Kata Dori (Ρίο Κάτα Ντόρι): Επίθεση με πιάσιμο και από τους δύο ώμους. Ryote - Dori (Ριότε - Ντόρι): Πιάσιμο και στα δύο χέρια του αμυνόμενου από δύο χέρια του επιτιθέμενου. Ryu (Ρίου): Σχολή, παράδοση (π.χ. Ντάιτο - Ρίου) S Saho (Σάχο): Η σωστή συμπεριφορά για τους χαιρετισμούς, τις υποκλίσεις, το πώς χειρίζεται κανείς το τζο και το μποκέν κλπ. Samurai (Σαμουράι): Πολεμιστής. Η παραδοσιακή ονομασία των πολεμιστών της Ιαπωνίας μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα. Sandan (Σάνταν): Μαύρη ζώνη τρίτου βαθμού. Sankaku - Irimi (Σανκάκου - Ιριμί): Τριγωνική διείσδυση (λέγεται επίσης και ισόκου - ιριμί, "ιριμί του ενός βήματος") περιγραφή μιας από τις τεχνικές του Αϊκίντο. Sankyo (Σάνκιο): Τεχνική ακινητοποίησης υπ' αριθμόν τρία. Ενίοτε λέγεται και "τρίτη διδασκαλία" ή "τρίτη" τεχνική". Sayu Choyaku Undo (Σάγιου Τσογιάκου Ούντο): Άσκηση ανάπτυξης του Κι και αλλαγής κατεύθυνσης προς τα δεξιά και τα αριστερά με βήμα. Sayu Undo (Σάγιου Ούντο): Άσκηση ανάπτυξης του Κι και αλλαγής κατεύθυνσης προς τα δεξιά και τα αριστερά ενώ ο ασκούμενος στέκεται.
Seiza (Σέιζα): Σωστό και ήσυχο κάθισμα. Το παραδοσιακό κάθισμα των ιαπώνων με τα πόδια διπλωμένα κάτω από τους γλουτούς. Sempai (Σεμπάι): Αρχαιότερος στο Αϊκίντο, αντίθετο του κοχάι. Sensei (Σενσέι): Δάσκαλος. Προσφώνηση σεβασμού που ακολουθεί το όνομα ενός εκπαιδευτή αλλά και μιας σειράς από άλλα επαγγέλματα στην Ιαπωνία (γιατρούς, δικηγόρους, δασκάλους σχολείου κλπ). Στην κυριολεξία σημαίνει "αυτός που έχει γεννηθεί πριν". Shiai (Σιάι): Οργανωμένος συναγωνισμός, αγώνας. Shiai (Σιάι - διαφορετικός χαρακτήρας με την ίδια προφορά): Συνάντηση με το θάνατο, μια ιδέα που αντιπροσωπεύει την ανάγκη για αδιάσπαστη προσοχή κατά την εξάσκηση στις πολεμικές τέχνες. Shidoin (Σιντόιν): Αρχαιότερος εκπαιδευτής. Shihan (Σιχάν): Μεγάλος δάσκαλος έτσι ονομάζονται οι υψηλόβαθμοι εκπαιδευτές αν και στο βασικό στυλ του Αϊκίντο, το στυλ Αϊκικάι, ο τίτλος αυτός ισχύει πλέον μόνο για ιάπωνες εκπαιδευτές οι οποίοι διδάσκουν στο κεντρικό ντότζο, Χόμπου Ντότζο). Shiho - Giri (Σίχο - Γκίρι): Κόψιμο τεσσάρων κατευθύνσεων. Η βασική κίνηση του σπαθιού του Αϊκίντο (Αϊκί - Κεν) όπου ο ασκούμενος κόβει κάθετα προς τις τέσσερις βασικές κατευθύνσεις - εμπρός, πίσως, δεξιά και αριστερά. Shiho - Nage (Σίχο - Νάγκε): Ρίψη τεσσάρων κατευθύνσεων, μια από τις βασικές τεχνικές του Αϊκίντο η οποία έλκει την καταγωγή της από το Σίχο - Γκίρι (Shiho - Giri), το αντίστοιχο κόψιμο προς τις τέσσερις βασικές κατευθύνσεις εμπρός, πίσω, δεξιά και αριστερά. Shiho - Undo (Σίχο - Ούντο): Άσκηση αλλαγής κατεύθυνσης όπου ο ασκούμενος κινείται προς τις τέσσερις βασικές κατευθύνσεις εμπρός, πίσω, δεξιά και αριστερά. Shikko (Σίκο): Περπάτημα με τα γόνατα. Άσκηση για δυνάμωμα των ποδιών και των γοφών και για καλύτερη αίσθηση του κέντρου του. Shinai (Σινάι): Ένα ειδικό "σπαθί" κατασκευασμένο από μπαμπού το οποίο χρησιμοποιείται στην ιαπωνική ξιφασκία Κέντο. Shinken Shobu (Σίνκεν - Σόμπου): Μάχη ως το τέλος. Χρησιμοποιείται μεταφορικά στο Αϊκίντο εννοώντας την ολόψυχη αφιέρωση στην εξάσκηση. Αξίζει να αναφερθεί ότι "Σίνκεν" ονομάζεται στα ιαπωνικά το πραγματικό, ακονισμένο σπαθί (κατάνα). Shinto (Σίντο): Ο δρόμος των Θεών. Η αρχαιότερη θρησκεία της Ιαπωνίας η οποία συνδυάζει λατρείας της φύσης, παγανισμό, Ταοϊσμό και σαμανισμό. Shizentai (Σίζενταϊ): Φυσική στάση. Shodan (Σοντάν): Μαύρη ζώνη πρώτου βαθμού.
Shomen (Σόμεν): Το εμπρός μέρος του ντότζο όπου που βρίσκεται η καμίζα. Shomen - Uchi (Σόμεν - Ούτσι): Απευθείας κάθετο χτύπημα στο κεφάλι. Shomen Uchi Ikkyo - Undo (Σόμεν Ούτσι Ίκκυο - Ούντο): Άσκηση ανάπτυξης του Κι και εξάσκησης σε τεχνικές άμυνας. Shugyo (Σούγκιο): Έντονη άσκηση και ισόβια πειθαρχία. Βασικό χαρακτηριστικό των πολεμικών τεχνών της Ιαπωνίας. Sokaku Takeda (Σοκάκου Τακέντα 1859-1943): Δάσκαλος της τέχνης Ντάιτο - Ρίου και βασικός δάσκαλος του Μοριχέι Ουεσίμπα στα μπούντο. Sokumen (Σόκουμεν): Πλάι, πλευρό. Soto (Σότο): Εξωτερική πλευρά. Χρησιμοποιείται ως περιγραφή σε κάποιες από τις τεχνικές του Αϊκίντο. Soto Kaiten (Σότο Κάιτεν): Στροφή από την έξω πλευρά του επιτιθέμενου. Ενίοτε αναφέρεται και ως "Σότο Μαβάρι" (Soto Mawari). Suburi (Σουμπούρι): Κινήσεις επαναλαμβανομένων χτυπημάτων με το τζο ή το μποκέν που γίνονται από τον κάθε ασκούμενο κατά μόνας. Sudori (Σουντόρι): Ρίψη "περάσματος" ή "εξαφάνισης" -μια από τις προχωρημένες τεχνικές του Αϊκίντο. Sumi - Otoshi (Σούμι - Οτόσι): Ρίψη στη γωνία. Μια από τις τεχνικές ρίψης στο Αϊκίντο. Sumo (Σούμο): Παραδοσιακή πάλη της Ιαπωνίας, συνδεδεμένη με τη μυθολογία του Σίντο. Sutemi (Σουτέμι): Με κίνδυνο της ζωής κάποιου. Ορισμένες φορές ονομάζονται έτσι οι πτώσεις τύπου breakfall (μπρέικφολ) ή tobu ukemi (τόμπου ουκέμι) αν και συχνά ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια γενικότερη στρατηγική "αυτοθυσίας". Suwari - Waza (Σουάρι - Ουάζα): Τεχνικές του Αϊκίντο όπου και οι δύο ασκούμενοι βρίσκονται σε στάση σέιζα. T Tachi - Dori (Τάτσι - Ντόρι): Τεχνικές αντιμετώπισης αντιπάλου οπλισμένου με σπαθί. Ο αμυνόμενος καταλήγει να πάρει το σπαθί του επιτιθέμενου. Tachi - Waza (Τάτσι - Ουάζα): Όρθια στάση. Tai - Jutsu (Τάι - Τζούτσου): Άοπλες τεχνικές. Ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει γενικά τις τεχνικές κάθε πολεμικής τέχνης που δεν περιλαμβάνουν όπλα. Tai No - Henko (Τάι Νο - Χένκο): Περιστροφή του σώματος-μια από τις βασικές κινήσεις του Αϊκίντο. Τai - Sabaki (Τάι - Σαμπάκι): Κινήσεις του σώματος. Η βάση του Αϊκίντο αλλά και όλων των πολεμικών τεχνών. Η γνώση του σωστού τάι - σαμπάκι προηγείται κάθε τεχνικής.
Τai - Sabaki Toshu (Τάι - Σαμπάκι Τόσου): Ασκήσεις κίνησης του σώματος εναντίον επιθέσεων αλλά χωρίς ολοκληρωμένες τεχνικές. Ο ασκούμενος καλείται να επιδείξει την επάρκειά του στις βασικές κινήσεις του σώματος. Takemusu Aiki (Τακεμούσου Αϊκί): Θαρραλέα και δημιουργική ζωή. Το βασικό σύνθημα του Αϊκίντο σύμφωνα με το Μοριχέι Ουεσίμπα και χαρακτηρισμός του στυλ Ιβάμα Ρίου του Μοριχίρο Σάιτο. Tanabe (Τανάμπε): Παραθαλάσσια πόλη στην επαρχία Ουακαγιάμα, τόπος γέννησης του Μοριχέι Ουεσίμπα. Τanden (Τάντεν): Κέντρο του σώματος λίγο κάτω από τον αφαλό. Αναφέρεται επίσης και ως "ένα σημείο" (One point), Χάρα (Hara) ή Φούκου (Fuku). Tanren (Τάνρεν): Σφυρηλάτηση -μεταφορικά πολύ έντονη άσκηση σώματος και πνεύματος. Τη λέξη χρησιμοποιούσε πολύ ο Μοριχέι Ουεσίμπα για να περιγράψει την άσκηση στο Αϊκίντο. Tanto (Τάντο): Μαχαίρι το οποίο χρησιμοποιείται σε τεχνικές του Αϊκίντο, κυρίως σε περιπτώσεις που ο επιτιθέμενος είναι οπλισμένος με αυτό και ο αμυνόμενος καλείται να τον αφοπλίσει. Tanto - Dori (Τάντο - Ντόρι): Τεχνικές αντιμετώπισης αντιπάλου οπλισμένου με μαχαίρι. Ο αμυνόμενος καταλήγει να πάρει το μαχαίρι του επιτιθέμενου. Tatami (Τατάμι): Στρώματα που καλύπτουν το πάτωμα του ντότζο και ο παραδοσιακός τρόπος κάλυψης των πατωμάτων στην Ιαπωνία. Ένα τατάμι, έχει συνήθως διαστάσεις 2μ x 1μ. Tegatana (Τεγκατάνα): Χέρι - σπαθί. Η ανοιχτή παλάμη με τα δάχτυλα ενωμένα που χρησιμοποιείται στις πολεμικές τέχνες της Ιαπωνίας, τόσο για χτυπήματα όσο και για έλεγχο. Tekubi (Τεκούμπι): Καρπός του χεριού. Tekubi Kosa Undo (Τεκούμπι Κόσα Ούντο): Άσκηση ανάπτυξης του Κι με σταυρωμένα τα χέρια στο ύψος των καρπών. Tenchi (Τέντσι): Ουρανός και γη. Αναφέρεται συχνά στα κείμενα του Μοριχέι Ουεσίμπα για να δηλώσει το φυσικό σύμπαν. Tenchi - Nage (Τέντσι - Νάγκε): Ρίψη ουρανού και γης, μια από τις βασικές τεχνικές του Αϊκίντο. Ten No - Kokyu (Τεν Νο - Κόκιου): Αναπνοή του ουρανού, το πρώτο βημα του αναπνευστικού διαλογισμού. Tenkan (Τενκάν): Περιστροφή του σώματος. Μια από τις βασικότερες κινήσεις του σώματος στην οποία στηρίζεται ένα μεγάλο μέρος των τεχνικών του Αϊκίντο. Tenkan Undo (Τενκάν Ούντο): Άσκηση ανάπτυξης του Κι η οποία στηρίζεται στην κίνηση Τενκάν. Tesabaki (Τεσαμπάκι): Κινήσεις των χεριών. Ο τρόπος με τον οποίο ο ασκούμενος χρησιμοποιεί διάφορες θέσεις των χεριών για την εκτέλεση των τεχνικών του Αϊκίντο. Tobu - Ukemi (Τόμπου - Ουκέμι):
Ιπτάμενη πτώση στην οποία ο ασκούμενος στρέφει το σώμα του στον αέρα πριν προσγειωθεί στο έδαφος. Στην καθομιλουμένη του Αϊκίντο αποκαλείται συνήθως "Μπρέικφολ" (Breakfall) Tori (Τόρι): Αυτός που παίρνει (που αναλαμβάνει δράση). Εναλλακτική ονομασία για τον νάγκε, τον αμυνόμενο. Tsuki (Τσούκι): Γροθιά, χτύπημα. Συνήθως προηγείται ο στόχος π.χ. Μούνε - Τσούκι (Mune Tsuki) - γροθιά στο στήθος). Tsugi ashi (Τσούγκι Άσι): Ένας από τους βασικούς βηματισμούς του Αϊκίντο. U Uchi (Ούτσι): Εσωτερική πλευρά. Χρησιμοποιείται ως περιγραφή σε κάποιες από τις τεχνικές του Αϊκίντο. Uchi (Ούτσι-διαφορετικός χαρακτήρας με την ίδια προφορά): Χτύπημα, συνήθως με ανοιχτή παλάμη. Uchi Kaiten (Ούτσι Κάιτεν): Στροφή από την εσωτερική πλευρά του επιτιθέμενου. Ενίοτε αναφέρεται και ως "Ούτσι Μαβάρι" (Uchi Mawari). Uchi - Deshi (Ούτσι - Ντέσι): Οικότροφος μαθητής ο οποίος ασκείται διαρκώς κοντά σε κάποιον δάσκαλο ή εκπαιδευτή. Μερικοί από τους σημερινούς μεγάλους δασκάλους του Αϊκίντο υπήρξαν ούτσι-ντέσι του Μοριχέι Ουεσίμπα. Uchi - Gatame (Ούτσι - Γκατάμε): Ελαφρά χτυπήματα του σώματος με τις γροθιές. Άσκηση προθέρμανσης που διεγείρει το δέρμα και τους μυς. Ude Furi Choyaku Undo (Ούντε Φούρι Τσογιάκου Ούντο): Άσκηση ανάπτυξης του Κι και κίνησης εμπρός και πίσω με περιστροφές των χεριών με βήμα. Ude Furi Undo (Ούντε Φούρι Ούντο): Άσκηση ανάπτυξης του Κι και κίνησης εμπρός και πίσω με περιστροφές των χεριών ενώ ο ασκούμενος στέκεται. Uke (Ούκε): Αυτός που δέχεται την τεχνική, ο αρχικά επιτιθέμενος. Ukemi (Ουκέμι): Πτώση. Γενικότερα μιλώντας πρόκειται για τη διαδικασία απορρόφησης της ενέργειας του αντιπάλου, μέρος της οποίας είναι και η πτώση. Ura (Ούρα): H όψη μιας τεχνικής που περιλαμβάνει κίνηση προς τα πίσω ή προς την πίσω πλευρά του αντιπάλου. Χρησιμοποιείται ως περιγραφή σε κάποιες από τις τεχνικές του Αϊκίντο. Ushiro (Ουσίρο): Πίσω. Ushiro - Dori (Ουσίρο - Ντόρι): Κράτημα του αμυνόμενου από πίσω. Ushiro - Dori Undo (Ουσίρο - Ντόρι Ούντο): Άσκηση ανάπτυξης του Κι η οποία μιμείται την επίθεση σε κράτημα από πίσω. Ushiro Katadori (Ουσίρο Καταντόρι): Επίθεση από πίσω με πιάσιμο του ώμου του αμυνομένου. Ushiro Kubishime (Ουσίρο Κουμπισίμε): Επίθεση από πίσω με πνιγμό. Ushiro Ryo Katadori (Ουσίρο Ρίο Καταντόρι):
Επίθεση από πίσω με πιάσιμο και των δύο ώμων του αμυνομένου. Ushiro Sori (Ουσίρο Σόρι): Άσκηση ανάπτυξης του Κι και ευλυγισίας της πλάτης προς τα πίσω. Ushiro Tekubi Dori (Ουσίρο Τεκούμπι Ντόρι): Πιάσιμο των καρπών του αμυνόμενου από πίσω. Ushiro Tekubi Dori Undo (Ουσίρο Τεκούμπι Ντόρι Ούντο): Άσκηση ανάπτυξης του Κι η οποία μιμείται την επίθεση σε κράτημα των καρπών του αμυνόμενου από πίσω. Ushiro - Waza (Ουσίρο - Ουάζα): Πίσω τεχνικές, τεχνικές στις οποίες η επίθεση γίνεται από πίσω. Μια από τις κατηγορίες τεχνικών του Αϊκίντο. W Wakizashi (Ουακιζάσι): Κοντό σπαθί το οποίο φορούσαν οι σαμουράι μαζί με την κατάνα. Waza (Ουάζα): Τεχνικές. Y Yame (Γιαμέ): Σταματώ, παραιτούμαι. Εντολή - παρότρυνση για να σταματήσει κάποια άσκηση στην προπόνηση του Αϊκίντο. Yobi - Dashi (Γιόμπι - Ντάσι): Πρόκληση. Προληπτικό χτύπημα που έχει στόχο να αδρανοποιήσει μια επίθεση πριν αυτή εκδηλωθεί. Μεθοδολογία που χρησιμοποιείται αρκετά σε ορισμένα στυλ του Αϊκίντο και την οποία πολύ συχνά χρησιμοποιούσε και ο Μοριχέι Ουεσίμπα. Yodan (Γιόνταν): Μαύρη ζώνη τέταρτου βαθμού. Αποδίδεται και ως "yondan". Yoko (Γιόκο): Πλάγιο, πλάι. Yokomen - Uchi (Γίόκομεν - Ούτσι): Διαγώνιο χτύπημα στο πλάι του κεφαλιού ή στο λαιμό. Yonkyo (Γιόνκιο): Τεχνική ακινητοποίησης υπ' αριθμόν τέσσερα. Ενίοτε λέγεται και "τέταρτη διδασκαλία" ή "τέταρτη" τεχνική". Yudansha (Γιουντάνσα): Κάποιος με βαθμό νταν -κάτοχος μαύρη ζώνης. Z Zanshin (Ζανσίν): Το να παραμένει κανείς σε εγρήγορση, ακόμα και μετά την ολοκλήρωση της τεχνικής. Πρόκειται για μια από τις πιο δύσκολες διαστάσεις των πολεμικών τεχνών και ένα από τα βασικά σημεία στα οποία θα πρέπει να επιμένει ο ασκούμενος. Zen (Ζεν): Βουδιστικό σύστημα διαλογισμού που υποστηρίζει την άμεση συνειδητοποίηση μέσω του ήσυχου καθίσματος. Zengo Undo (Ζένγκο Ούντο): Άσκηση ανάπτυξης του Κι και αλλαγής κατεύθυνσης προς τα εμπρός και προς τα πίσω.