1 Φυσική, Μαθηματικά και Φιλοσοφία ΥΛΙΣΤΙΚΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΑ ΡΕΥΜΑΤΑ ΥΛΙΣΜΟΣ Κύριο όργανο του ανθρώπου στην εξερεύνηση του περιβάλλοντος χώρου, σύμφωνα με τα δόγματα της Δυτικής πολιτισμικής κληρονομιάς, είναι ο «κοινός νους» ο οποίος αντιλαμβάνεται τον κόσμο σαν ένα σύνολο γεμάτο από διακριτά αντικείμενα και πρόσωπα. Ο «κοινός» αυτός νους μας οδηγεί διαισθητικά στο συμπέρασμα ότι «όποιος, ή ότι, περιγράφει τον κόσμο μας με διαφορετικό τρόπο από εκείνον που αυτός τον αντιλαμβάνεται, δεν μπορεί να είναι αληθής, αλλά ψευδής». Εκτός όμως των προηγουμένων, η κοινή ανθρώπινη λογική είναι αυτή η οποία προικοδοτεί αυθαίρετα τους ανθρώπους με την ιδιότητα της «ελεύθερης βούλησης και επιλογής», η οποία μέσω της συνείδησης επιτρέπει τον κατά το δοκούν έλεγχο των όποιων πεποιθήσεων και επιθυμιών. Όλα τα προηγούμενα οδηγούν τους ανθρώπους στο υποκειμενικό συμπέρασμα ότι μπορούν να δρουν σαν «ανεξάρτητοι παρατηρητές» των φυσικών φαινομένων χωρίς να επιδρούν πάνω σ αυτά, αλλά, χωρίς και αυτά να επιδρούν πάνω τους.
2 ΜΗΧΑΝΙΣΤΙΚΟΣ ΥΛΙΣΜΟΣ Η προηγούμενη «λογική» του «κοινού νου», όσον αφορά τη δομή του φυσικού κόσμου, εκφράζεται φιλοσοφικά με τον καλύτερο τρόπο μέσω της θεωρίας του «μηχανιστικού υλισμού». Σύμφωνα με την θεωρία αυτή, τα αποτελέσματα των φυσικών διεργασιών δεν υποκρύπτουν κανένα άλλο νόημα, ούτε πίσω από αυτά μπορούμε να διακρίνουμε γενεσιουργά γεγονότα αόρατα και απροσδιόριστα από τις ανθρώπινες αισθήσεις. Ομοίως κάτι «αισθητά υπαρκτό», δεν είναι δυνατόν να εξαφανίζεται και να εμφανίζεται, με μόνη αιτία φυσικούς νόμους οι οποίοι θα μπορούσαν να επαναληφθούν προγραμματισμένα από την ανθρώπινη βούληση. Σύμφωνα με την άποψη του Jonathan Powers* (1998): «Ο υλισμός σαφώς αποτελεί μεταφυσικό σχήμα, ενώ η απλή ή μηχανιστική μορφή του περιέχει τις ακόλουθες προτάσσεις: 1. O φυσικός κόσμος συνίσταται από αντικείμενα που υπάρχουν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο και ανεξάρτητα από την εμπειρία μας σχετικά με αυτά. 2. Τα αντικείμενα αυτά έχουν τις δικές τους ιδιότητες, τις οποίες κατέχουν ανεξάρτητα από άλλα αντικείμενα και ανεξάρτητα από την εμπειρία μας σχετικά με αυτά. 3. Κάθε τι που συμβαίνει στον κόσμο καθορίζεται από προηγηθέντα φυσικά αίτια που δρουν σύμφωνα με αναλλοίωτους νόμους. 4. Η συμπεριφορά κάθε πολύπλοκου όλου οφείλει να εξηγείται στη βάση της συμπεριφοράς των βασικών στοιχειωδών συστατικών του».
3 ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΟΣ ΥΛΙΣΜΟΣ Μια πιο προσαρμόσιμη φιλοσοφική εκδοχή του «υλισμού» είναι ο «διαλεκτικός υλισμός». Σύμφωνα με τη φιλοσοφική αυτή θεώρηση, η «ύλη» εξελίσσεται συνεχώς σε νέες μορφές, οι οποίες είναι φορείς νέων ιδιοτήτων διαφόρων από τις προηγούμενες και οι οποίες δεν προέρχονται από τις παλαιές. Το γεγονός αυτό δίνει την δυνατότητα στους ερευνητές να εξετάζουν τις ιδιότητες και τους νόμους πολύπλοκων συστημάτων, χωρίς να έχουν ανάγκη να τις αναγάγουν στην συμπεριφορά, τις ιδιότητες και τους νόμους της φυσικής των στοιχειωδών σωματιδίων. Το επιστημονικό απαράδεκτο όμως της φιλοσοφικής αυτής προσέγγισης είναι ότι «αφήνει να πλανάται η άποψη ότι μια αναγωγή στις ρίζες της ύλης, προκειμένου να διερευνηθούν οι ιδιότητες και οι νόμοι των πολύπλοκων συγκροτημάτων της, δεν αξίζει καν τον κόπο να επιχειρηθεί».
4 ΔΥΪΣΜΟΣ και ΠΑΝΨΥΧΙΣΜΟΣ Σε αντίθεση με τον διαλεκτικό υλισμό, όσοι αποδέχονται την συνείδηση σαν μια ουσιαστική πραγματικότητα, επιλέγουν μεταξύ του «δυϊσμού» και του «πανψυχισμού». Ο δυϊσμός αποδέχεται την διαφορετική υπόσταση μεταξύ «ύλης» και «νου», ενώ Ο πανψυχισμός ότι κάθε μορφή ύλης διαθέτει συνείδηση. Όπως γίνεται φανερό από τα προηγούμενα, οι διάφορες υλιστικές φιλοσοφικές απόψεις έχουν σαν θεμέλιό τους την «εμπειρία». Σύμφωνα με αυτόν τον αναπτυχθέντα «εμπειρισμό», θεοποιείται η «κοινή ανθρώπινη λογική» των αισθήσεων και διατυπώνεται η θέση ότι δεν μπορεί ο άνθρωπος να κατανοήσει τίποτα πέραν όσων είναι δυνατόν να παρατηρηθούν.
5 ΙΔΕΑΛΙΣΤΙΚΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΑ ΡΕΥΜΑΤΑ Στον αντίποδα των υλιστικών φιλοσοφικών σχολών, σε αντίθεση δηλαδή με την φιλοσοφία της αλήθειας του εμπειρισμού των ανθρώπινων αισθήσεων, αναπτύσσεται η ιδεαλιστική φιλοσοφική τάση η οποία θεωρεί ότι ο «νους» είναι η μόνη αληθής πραγματικότητα και ότι αυτό που ονομάζουμε «ύλη» δεν αποτελεί παρά ένα πλασματικό κατασκεύασμα του ζευγαρώματος νου και αισθήσεων. Δηλαδή η ύλη υπάρχει μόνο εφόσον υπάρχουν νόες και αισθήσεις που μπορούν να την σχηματοποιήσουν. Όπως γίνεται φανερό, στη βάση των προσπαθειών της επιστήμης να μελετήσει και να ερμηνεύσει το Σύμπαν, βρίσκεται, κατά καιρούς, κάποια από τις προηγούμενες φιλοσοφικές σχολές. Τα δόγματα κάθε μιας φιλοσοφικής σχολής διαποτίζουν την επιστημονική θεωρία και αποτελούν αδιατύπωτα, αλλά πανταχού παρόντα, αξιώματα τα οποία θα πρέπει χωρίς κρίση να αποδεχόμαστε αναπόδεικτα. Ως εκ τούτου το πώς θα πρέπει να αντιληφθούμε το Σύμπαν, τη φύση και τους νόμους του, εξαρτάται κατά μεγάλο μέρος από τη φιλοσοφική αποδοχή θεωριών, Σχολών και αναπόδεικτων αξιωμάτων.
6 ΘΕΤΙΚΙΣΤΙΚΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΑ ΡΕΥΜΑΤΑ Η ανάπτυξη του θετικισμού Ένα κοινό όμως χαρακτηριστικό μεταξύ υλισμού - ιδεαλισμού είναι ότι και οι δύο αυτές φιλοσοφικές τάσεις προσπαθούν με έναν τρόπο που δεν επαληθεύεται, να διατυπώσουν απόψεις για το τι υπάρχει «πίσω» ή «πέρα» από την αισθητή εμπειρική γνώση. Αυτό όμως, σύμφωνα με την θετικιστική φιλοσοφική τάση δεν έχει κανένα νόημα εφόσον δεν είναι πρακτικά και εμπειρικά, άμεσα επαληθεύσιμο. Σύμφωνα όμως με αυτή την άποψη, η οποία δέχεται ότι δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούμε μη επαληθεύσιμες εμπειρικά έννοιες και νόμους, θα έπρεπε να απορριφθεί ολόκληρο το οικοδόμημα της θεωρητικής σύγχρονης επιστήμης ως στερούμενο πραγματικού νοήματος, εφόσον η επιστήμη δεν μπορεί να αποφύγει την χρησιμοποίηση γενικών νόμων μη επαληθεύσιμων μέσω του εμπειρικού πειράματος. Προκειμένου να ξεπεραστεί αυτός ο σκόπελος «εφευρέθηκε» η ιδέα της «έμμεσης επαλήθευσης». Μια πρόταση για να έχει νόημα δεν χρειάζεται μια άμεση επαλήθευση, αρκεί συνδυάζοντάς την με άλλες επαληθεύσιμες προτάσεις να δίνει αμέσως επαληθεύσιμα συμπεράσματα. Αυτό σημαίνει στην πράξη ότι σύμφωνα με αυτή τη λογική οι φυσικοί νόμοι μπορούσαν να έχουν πραγματικό νόημα αν συνδυαζόμενοι με άμεσα επαληθεύσιμες αρχικές συνθήκες δίνουν τελικά αμέσως επαληθευόμενα συμπεράσματα.
7 ΟΠΕΡΑΣΙΟΝΑΛΙΣΜΟΣ Μια άλλη θετικιστική φιλοσοφική θεωρία είναι ο «οπερασιοναλισμός» ο οποίος δεχόταν ότι οι θεωρητικές επιστημονικές έννοιες είχαν κάποιο πραγματικό νόημα μόνο αν κατέληγαν σε κάποια «πράξη μέτρησης» ως προς ένα καθορισμένο σύστημα μετρησης. Με τη λογική αυτή, π.χ., το γεγονός ότι πιθανότατα η ακτίνα του σύμπαντος διπλασιάστηκε, δεν έχει κανένα λογικό νόημα αν συγχρόνως διπλασιάστηκε το μήκος του μέτρου που την μετράμε. Ομοίως δεν έχει κανένα λογικό νόημα το γεγονός ότι ο χρόνος από τη στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης μέχρι σήμερα συστέλλεται, εφόσον ισόρροπα συστέλλεται και η διάρκεια του δευτερολέπτου που το μετρά. Δηλαδή εδώ πλέον ο παρατηρητής δεν βρίσκεται εκτός των διαδικασιών του πειράματος, αλλά συμμετέχει σ αυτό. Αυτό βέβαια οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο παρατηρητής, συμμέτοχος του πειράματος, έχει μια «προσωπική» και όχι μια «αντικειμενική» πλέον θεώρηση της εξέλιξης του πειράματος. Με βάση αυτή τη λογική η μελέτη του χώρου και του χρόνου συνίσταται απλά στη μέτρηση της συμπεριφοράς ρολογιών και ράβδων μέτρησης. Με τέτοια λογική ασφαλώς δεν υιοθετείται πλέον από τις θετικές επιστήμες, οι οποίες με κάθε δυνατό τρόπο προσπαθούν να διατηρήσουν σταθερές τις πρότυπες μονάδες μέτρησης, η έστω να μπορούν να υπολογίζουν με ακρίβεια τις όποιες μεταβολές τους. Παρ όλα αυτά, η κλασική κοσμολογία επιμένει να υπολογίζει την ηλικία του Σύμπαντος με βάση την ξεπερασμένη «οπερασιοναλιστική» φιλοσοφική λογική, αγνοώντας π.χ. ότι η ηλικία του Σύμπαντος συντίθεται από ένα άθροισμα δευτερολέπτων άνισης διάρκειας, αφού ο χρόνος από τη στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης μέχρι σήμερα συστέλλεται.
8 Τελικά όπως αναφέρει και ο J. Powers στο βιβλίο του «Φιλοσοφία και Νέα Φυσική»: «Ο αυστηρός οπερασιοναλισμός αποδείχθηκε ότι είχε δραστικές επιπτώσεις για το περιεχόμενο και την πρακτική της επιστήμης, εκ των οποίων η πλέον ατυχής είναι ότι κάθε διαφορετική διεργασία μέτρησης ορίζει μια διαφορετική έννοια. Επομένως αν έχουμε δύο διαφορετικούς τρόπους μέτρησης του μήκους (φερ ειπείν με χάρακα και ραντάρ) τότε ο οπερασιοναλισμός μας υποχρεώνει να πούμε ότι έχουμε δύο έννοιες που κατ αρχήν είναι τόσο διαφορετικές όσο το βάρος και η θερμοκρασία.ο Οπερασιοναλισμός συντρίβει ότι ακριβώς επιδιώκει να πετύχει η επιστήμη, δηλαδή τη θεωρητική ενοποίηση της εμπειρίας». Η επιστημονική συγκρότηση ενός πολιτισμού Είναι πολύ ενδιαφέρον να αναφερθούν οι σκέψεις του Σ. Θεοδωράκη* για τη σχέση των επιστημονικών αντιλήψεων περί χρόνου, χώρου, ύλης κλπ και της συγκρότησης ενός πολιτισμικού ρεύματος. Όπως αναφέρεται στο βιβλίο του «Το κενό που κοχλάζει» (Εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 2000): «Ένας πολιτισμός δεν ξεφυτρώνει από το κενό. Οικοδομείται πάνω σ ένα σύνολο πεποιθήσεων και αντιλήψεων της κοινωνίας που τον δημιουργεί, και τις οποίες κι αυτός επηρεάζει κατά τη διάρκεια της γέννησης και της εξέλιξής του. Άλλοτε όμως αυτές οι αντιλήψεις είναι κάποια αδιόρατα υπονοούμενα, κάποιες σιωπηρές κοινές παραδοχές που επηρεάζουν ανεξίτηλα τις εκφάνσεις του πολιτισμού. Όπως είπε εξ άλλου και ο Σεφέρης, ένας πολιτισμός είναι τα συμφωνημένα υπονοούμενα. Τα συμφωνημένα υπονοούμενα μπορεί ν αφορούν και τον τρόπο με τον οποίο μια κουλτούρα αντικρίζει κάποιες θεμελιώδεις έννοιες όπως τον χώρο, τον χρόνο, την ύλη, το φως, την τύχη, τα όρια, τη σχέση παρατηρητή-παρατηρουμένου,, την ολιστικότητα, το κενό κ.λ.π. Τούτες οι έννοιες είναι ουσιαστικές και οικουμενικές. Όλοι οι άνθρωποι παντού και πάντα, σ όλες τις κουλτούρες και τις εποχές, έχουν κάποια εμπειρία σχετική με αυτές τις
9 έννοιες και έχουν διαμορφώσει, έστω ασυνείδητα, κάποια σχετική αντίληψη. Αυτή η οικουμενικότητα επιτρέπει τη μελέτη μιας κουλτούρας ως συνάρτηση του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβάνεται αυτές τις έννοιες, ανεξάρτητα από την πολιτική ή κοινωνική της δομή. Γίνεται δηλαδή εφικτή η πολιτισμική χαρτογράφηση αυτών των οικουμενικών εννοιών, που δημιουργούν τον πολιτισμό και δημιουργούνται με τη σειρά τους από αυτόν. Για παράδειγμα, οι έννοιες του χώρου, του χρόνου και των ορίων είναι βαθιά ριζωμένες μέσα σ έναν πολιτισμό και τον διαμορφώνουν, παρόλο που αυτό δεν γίνεται πάντα άμεσα αντιληπτό. Οι συγκεκριμένες αντιλήψεις που έχει ένας πολιτισμός για την υφή του χώρου και του χρόνου καθορίζουν τη στάση της κοινωνίας σε πάμπολλα θέματα, πολλές φορές με μη προφανή τρόπο και μπορούν να δημιουργηθούν βαθιές διαφορές μεταξύ πολιτισμών. Οι αντιλήψεις περί χώρου και χρόνου διαμορφώνουν λοιπόν ένα πολιτισμό, στο μέτρο που καθορίζουν τη στάση και δράση των ανθρώπων κατά την εξέλιξη του πολιτισμού αυτού. Αντίστροφα πάλι, οι καρποί και η εξέλιξη του πολιτισμού τροποποιούν βαθμιαία αυτές τις αντιλήψεις. Τόσο η Τέχνη όσο και η Επιστήμη μετεωρίζονται πάνω σ ένα ιστό αράχνης, έναν ιστό διάχυτων αντιλήψεων της εποχής τους, αντιλήψεων όχι μόνο για ηθικές αξίες, υπαρξιακές έννοιες, ή για το τι είναι εκείνη τη στιγμή ενδιαφέρον, αλλά επίσης και για το τι είναι χώρος, χρόνος, ύλη κενό. Αυτός ο συνεκτικός ιστός που επηρεάζει και επηρεάζεται από τις αντιδράσεις των όντων που διασυνδέεται, είναι το πολιτισμικό πεδίο». * Ο Σ. Θεοδωράκης είναι αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου της Κύπρου J. Powers «Φιλοσοφία και Νέα Φυσική», Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης Ηράκλειο το 1998. Ο Jonathan Powers είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου του Derby.
10 ΕΠΙΚΡΙΤΕΣ ΤΟΥ ΘΕΤΙΚΙΣΜΟΥ Sir Karl Popper (1902-1994) Γεννήθηκε στην Αυστρία το 1902. Επικριτικός με τις επαγωγικές μεθόδους που χρησιμοποιεί η επιστήμη. «Παρατηρούμε και μελετούμε μέρη του χρόνου και του χώρου και δεν μπορούμε να βγάζουμε γενικά συμπεράσματα» (μη καθολική παρατήρηση). π.χ. δε μπορούμε να προβλέψουμε την εξέλιξη ενός συστήματος σύμφωνα με τη θεωρία του Heisenberg. Αμφισβήτησε το χωρισμό επιστήμης και μεταφυσικής που είχαν προτείνει οι υπέρμαχοι του Λογικού θετικισμού. Η επιστημονική διαδικασία πορεύεται με «δοκιμές και πλάνες» με «εικασίες και διαψεύσεις» και όχι με την επαγωγή. Παρατηρούμε τον κόσμο υποκειμενικά και όχι αντικειμενικά, δηλαδή, σύμφωνα με τις αισθήσεις μας και τις αντιλήψεις μας». Πρότεινε μία εναλλακτική μέθοδο που βασίζεται στην αρχή της διαψευσιμότητας και όχι σε αυτή της επαληθευσιμότητας, Εισηγήθηκε στα πλαίσια του μεταφυσικού στοχασμού τη διάκριση τριών κόσμων 1. Τον Κόσμο των υλικών αντικειμένων 2. Τον Κόσμο των νοερών οντοτήτων 3. τον Κόσμο των αφηρημένων οντοτήτων.
11 Thomas Kuhn (1922-1996) Ανέδειξε την παραδειγματική δομή και την επαναστατική εξέλιξη των επιστημονικών θεωριών. «Δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια αλλά βήμα προς βήμα αέναη πορεία προς την αλήθεια μέσω ουδέτερων παρατηρήσεων». π.χ. το πρότυπο του Νεύτωνα για το Σύμπαν είναι διαφορετικό από αυτό του Einstein. Κάθε πρότυπο είναι μια διαφορετική ερμηνεία για τον κόσμο παρά μια αντικειμενική ερμηνεία» «Η ιστορία της επιστήμης χαρακτηρίζεται από επαναστάσεις, όταν αμφισβητείται το αρχικό πρότυπο» Paul Feyerabend (1924-1994) Γεννήθηκε στη Βιέννη. Υπήρξε πρόμαχος μιας επιστημονικής μεθοδολογίας την οποία χαρακτήρισε «αναρχική». Κάθε επιστήμονας έχει έναν εντελώς προσωπικό τρόπο εργασίας. Τάχθηκε υπέρ του χωρισμού Επιστήμης και Κράτους και καταδίκασε κάθε πολιτικό σύστημα που φέρνει στην εξουσία ανθρώπους από το χώρο της Επιστήμης. Συμφωνεί με τον Kuhn ότι «η ιστορία της επιστήμης είναι η Ιστορία διαφορετικών οπτικών γωνιών» και πως «δεν πρέπει να προσπαθούμε να απαγορεύσουμε μελλοντικά διαλεκτικά εγχειρήματα προσπαθώντας να ορίσουμε ένα στενό κυρίαρχο πρότυπο χρησιμοποιώντας τους νόμους της Φύσης».