Ονοµάζοµαι Μερίτα Υµέρι και είµαι µετανάστρια από την Αλβανία. Είµαι ασκάλα του Σχολείου Αλβανικής γλώσσας, όπως έχουµε συνηθίσει να το λέµε, που λειτουργεί στην Καλαµπάκα από το 2008. Αυτή την στιγµή, 49 παιδιά διαφόρων ηλικιών παρακολουθούν τα µαθήµατα και τα έχω µοιράσει σε 5 τµήµατα. Ένα από αυτά είναι και το τµήµα που διδάσκω στο χωριό Βασιλική µε 13 παιδιά. Εκεί πηγαίνω κάθε Σάββατο απόγευµα από τις 4 έως τις 7:30 εδώ και δύο χρόνια. Τέσσερα τµήµατα λειτουργούν στην Καλαµπάκα κάθε Κυριακή, δύο τµήµατα από τις 9 µέχρι τις 12 και άλλα δύο τµήµατα από τις 11 µέχρι τις 2. Από τις 11 µέχρι τις 12 που τα παιδιά είναι όλα µαζί, τους µαθαίνω χορούς, τραγούδια καθώς επίσης και ιστορία και γεωγραφία. Παλιότερα, κάναµε µάθηµα κάθε Σάββατο και Κυριακή αλλά τώρα κάνουµε µόνο Κυριακή λόγο έλλειψης αίθουσας. Την δουλειά αυτή την κάνω µε πολύ αγάπη, πάθος και χαρά παρά τις δυσκολίες που συναντάω όπως είναι το µάζεµα των παιδιών, η έλλειψη διδακτικής ύλης (τα βιβλία) τα οποία, τις περισσότερες φορές, τα έχω αγοράσει µόνη µου, άλλες φορές έχουν προσφερθεί από το Σύλλογο των µεταναστών και φέτος προσφέρθηκαν από την ένωση Αλβανών δασκάλων στην Ελλάδα που και εγώ είµαι µέλος. Η µεγαλύτερη δυσκολία για εµένα είναι η οικονοµική κρίση που αντιµετωπίζει η οικογένειά µου λόγο της ανεργίας. Εδώ και 5 χρόνια ζούµε µε τις οικονοµίες µας που σχεδόν έχουν τελειώσει. Πολλές φορές σκεφτήκαµε σοβαρά τον γυρισµό. Ο λόγος που µας κράτησε ήταν τα παιδιά, τα δικά µου παιδιά και τα παιδιά του σχολείου που και αυτά τα θεωρώ παιδιά µου. Από την διοίκηση της πόλης είχαµε και έχουµε υποστήριξη αφού µαζί µε τον διευθυντή του εργατικού κέντρου µας έχουν προσφέρει την αίθουσα. Στήριγµα είναι επίσης τα παιδιά του Σχολείου και οι γονείς τους που κάποιες φορές τα τελευταία δύο χρόνια µε έχουν βοηθήσει και οικονοµικά όσον αφορά στα έξοδα του σχολείου. Η ιδέα να ανοίξω αυτό το σχολείο γεννήθηκε όταν παρατηρούσα τους συµπατριώτες µου και τα παιδιά τους, αλλά, το σηµαντικότερο, ήταν ένα όνειρο, ένα πάθος που είχα πάρει µαζί µου όταν άφησα πίσω την πατρίδα µου. Αυτό που µου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση ήταν ότι άκουγα όχι µόνο τα παιδιά των συµπατριωτών µου αλλά και τους ίδιους τους γονείς να µη µιλούν Αλβανικά. Ένιωθα πολύ άσχηµα που αυτά τα παιδιά δεν καταλάβαιναν και δεν µιλούσανε σχεδόν καθόλου την Αλβανική γλώσσα ή ακόµα και αυτά που
µιλούσανε λίγο, µιλούσαν πολύ άσχηµα. Μα το χειρότερο ήταν που κάποια παιδιά, ενώ γνώριζαν τη γλώσσα, δεν ήθελαν να µιλάνε γιατί ένιωθαν άβολα. Και αυτό ίσως για να αποφεύγουν την αντιµετώπιση µε ρατσιστικά περιστατικά που εκδηλωνόταν στην κοινωνία. Έτσι αρνιούνταν την καταγωγή τους για να είχαν µια πιο εύκολη κοινωνική ένταξη. Αντίδραση τελείως λανθασµένη γιατί το να ανατρέφεις τα παιδιά να αρνιούνται την καταγωγή και την κουλτούρα τους δεν µπορεί να λέγετε σωστή ανατροφή. Συνήθως, επειδή οι γονείς τους δουλεύουν πολύ σκληρά, κάνουν δύσκολες δουλειές και το ωράριό τους είναι πολύωρο, δεν µπορούν να παρακολουθήσουν την πρόοδο τον παιδιών τους ή να περάσουν ελεύθερο χρόνο µαζί τους για να συζητήσουν στην µητρική τους γλώσσα.* Η άγνοια των γονέων ότι η µάθηση της µητρικής γλώσσας δεν είναι µόνο λαογραφία ή ροµαντική νοσταλγία κάποιων ιδεαλιστικών γλωσσολόγων ή Εθνικιστών, αλλά είναι απαραίτητη προϋπόθεση της ψυχολογικής ισορροπίας τόσο στις σχολικές και οικονοµικές αποδόσεις όσο και στην οικογενειακή ισορροπία, δηµιουργούσε πολλά προβλήµατα. Ένα πρόβληµα δηµιουργήθηκε ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια όταν οι µετανάστες γυρνούσαν πίσω στην Αλβανία λόγω της οικονοµικής κρίσης και τα παιδιά τους δεν µπορούσαν να ενταχθούν στην κοινωνία και, ακόµη χειρότερα, να επικοινωνούν ακόµη και µε τους συγγενείς τους. Πλέον, η διδασκαλία της Αλβανικής γλώσσας δεν ήταν µόνο µία επιθυµία για µένα αλλά και επιτακτική ανάγκη για την αντιµετώπιση και την επίλυση προβληµάτων έτσι ώστε να έχουν την δυνατότητα της ευκολότερης ενσωµάτωσης και προσαρµογής στο περιβάλλον τους και την αξιοπρεπή εµφάνιση της ταυτότητάς τους. Έτσι, ξεκίνησα τις πρώτες µου κινήσεις. Με τη βοήθεια κάποιον Ελλήνων γνωστών µου παρουσιάστηκα στο δηµαρχείο της πόλης και συζητήσαµε φιλικά και πολύ σοβαρά για την λύση αυτού του προβλήµατος. Ο ήµαρχος µου εξήγησε τη διαδικασία που έπρεπε να ακολουθήσω όπως επίσης µε ενηµέρωσε πως µόνη µου θα δυσκολευόµουν. Γνώριζα ότι υπήρχαν κάποια προγράµµατα από την Ευρωπαϊκή Ένωση για την εκµάθηση της µητρικής γλώσσας για τα παιδιά των µεταναστών και, ως εκ τούτου, ζητούσα συνεχώς από την τοπική κυβέρνηση να κάνει κάτι νόµιµα σε σχέση µε αυτό. Κατά τη διάρκεια της παραµονής µου για περίπου ενάµιση
χρόνο στην Καλαµπάκα εγώ δεν γνώριζα ότι υπήρχε ο σύλλογος Αλβανών Μεταναστών «ΤΑ ΜΕΤΕΩΡΑ». Ο Σύλλογος είχε κάνει αρκετές προσπάθειες και είχε στο πρόγραµµά του την έναρξη ενός Αλβανικού Σχολείου αλλά δεν είχε βρει δασκάλα και έτσι ήταν αδύνατη η πραγµατοποίηση αυτού του σχεδίου. Αυτοί ενηµερώθηκαν από τον ήµαρχο για την προθυµία µου να διδάξω. Μία µέρα, λοιπόν, τον Οκτώβριο του 2008 µετά από συνάντηση µε τα µέλη του Συλλόγου, αποφασίσαµε να ανοίξουµε το σχολείο. Εννοείται πως προσφέρθηκα να δουλέψω εθελοντικά. Ήταν µια µεγάλη ηµέρα η ηµέρα που το όνειρό µου είχε αρχίσει την πορεία του. Ήµουν χαρούµενη, ενθουσιασµένη αλλά συνάµα φοβισµένη και αγχωµένη. Εκείνη την βραδιά δεν κοιµήθηκα από την χαρά µου. Ονειρευόµουν κάθε λεπτό τον εαυτό µου µπροστά σε αυτά τα παιδιά. Συνεχώς µε απασχολούσε η σκέψη για το αν θα µπορούσα να τα καταφέρω µόνη µου χωρίς την στήριξη του Ελληνικού και του Αλβανικού κράτους, χωρίς πρόγραµµα και χωρίς τα απαραίτητα σχολικά είδη. Απερίγραπτα ήταν τα συναισθήµατα της πρώτης ηµέρας όσο από την µεριά µου τόσο και από την µεριά των παιδιών. Όταν είδα όλο τον ενθουσιασµό και όλα αυτά τα µάτια που µε παρακολουθούσανε µε θαυµασµό χάρηκα τόσο πολύ και νίκησα κάθε αίσθηση αµφιβολίας και φόβου. Τα παιδιά ήταν τόσο ευτυχισµένα και περήφανα γι αυτό που κάνανε. εν µπορώ να πω ότι δεν υπήρχαν και παιδιά που ντρεπόταν ή φοβόταν την αντίδραση της κοινωνίας. Επίσης, υπήρχαν και παιδιά που τα είχαν αναγκάσει οι γονείς τους να έρθουν. Με το πέρασµα του χρόνου, αυτά τα παιδιά απέκτησαν πιο δυνατό χαρακτήρα και ενσωµατώθηκαν µε τα υπόλοιπα. Την πρώτη ηµέρα του σχολείου παρευρέθηκαν και οι εκπρόσωποι του ηµοτικού Συµβουλίου και της Νοµαρχίας, οι οποίοι µας υποσχέθηκαν πως θα µας υποστήριζαν. Από µεριά τους, µας προσφέρθηκε η αίθουσα δωρεάν. Στιγµές απερίγραπτης χαράς υπάρχουν στις αναµνήσεις τις δικές µου και των παιδιών κατά την διάρκεια αυτών των 7 ετών. Έχουµε κάνει πολλές εκδροµές στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, έχουµε διοργανώσει πολλές γιορτές όχι µόνο για τα παιδιά και τους γονείς του Αλβανικού σχολείου αλλά και όλων των Αλβανών Μεταναστών που ζουν στην Καλαµπάκα και στην περιφέρειά της όπως είναι οι Εθνικές µας γιορτές (Η ανεξαρτησία της Αλβανίας, Η απελευθέρωση της Αλβανίας, Η γιορτή της Μητέρας, Η γιορτή
της Γυναίκας, Η Γιορτή των ασκάλων) και επίσης πολλές Ελληνικές γιορτές (Χριστούγεννα, Αποκριάτικες Γιορτές κλπ.). Με τις γιορτές αυτές έχουµε παρουσιάσει στην κοινωνία που ζούµε λίγη από την κουλτούρα, τα ήθη και τα έθιµά µας. Το Αλβανικό σχολείο για αυτά τα παιδιά έχει γίνει όχι µόνο ένα µέρος για να µάθουν την γλώσσα και την κουλτούρα τους και να δυναµώσουν το χαρακτήρα και την προσωπικότητά τους αλλά και ένα µέρος όπου κάνουν καινούριες φιλίες και σχέσεις και περνάνε το Σαββατοκύριακο τους µε πολιτισµένο τρόπο. Παρόλα αυτά χρειάζεται ακόµα πολύ δουλειά που πρέπει να γίνει τόσο από την µεριά των εκπαιδευτικών, γιατί δεν είµαι η µόνη στην Ελλάδα, όσο και των συλλόγων οι οποίοι πρέπει να ευαισθητοποιήσουν τους γονείς και τα παιδιά, διότι η εκµάθηση της µητρικής γλώσσας φέρνει µόνο πλεονεκτήµατα όπως : 1) Υπεροχή Επικοινωνίας στην οικογένεια και στην κοινωνία, διεθνείς επαφές. 2) Καλύτερη γραφή και ανάγνωση. 3) Περισσότερη ανεκτικότητα και λιγότερος Ρατσισµός. 4) Απόκτηση περισσότερων γνώσεων. 5) υνατό χαρακτήρα, αυτοπεποίθηση και αυτοαξιολόγηση. 6) Σχολική Υπεροχή µε υψηλές επιδώσεις. 7) ιευκόλυνση στην εκµάθηση άλλων ξένων γλωσσών. υστυχώς, µόνο µε ιδιωτικές πρωτοβουλίες το πρόβληµα δε λύνεται χωρίς την παρέµβαση του κράτους. Η δική µου είναι µία εθελοντική προσπάθεια βασισµένη στην πρωτοβουλία την δική µου και του Συλλόγου χωρίς την στήριξη του Αλβανικού και του Ελληνικού κράτους. Στο Εκπαιδευτικό Σύστηµα της Ελλάδας, στην πρωτοβάθµια και δευτεροβάθµια, έχουν καταγραφεί 120 χιλιάδες µαθητές Αλβανικής καταγωγής από τους οποίους µόνο 700 (εφτακόσιοι) µε 800 (οκτακόσιοι) παρακολουθούν µαθήµατα Αλβανικής γλώσσας, αριθµός που δείχνει το χαµηλό επίπεδο της γνώσης της µητρικής τους Γλώσσας. Πρέπει να καταλάβουµε πως η διγλωσσία όχι µόνο δεν βλάπτει την γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών αλλά λειτουργεί ως πλεονέκτηµα αρκεί να ανοίξει η πόρτα του σχολείου στην διαφορετικότητα. Η εκµάθηση της γλώσσας και της κουλτούρας της
προέλευσης είναι βασική προϋπόθεση στην ενσωµάτωση και στην επανένταξη. Ο κάθε άνθρωπος στον πλανήτη γη έχει µία εθνική ταυτότητα, πηγή η οποία πρέπει να είναι ιερή και να συνεχίζει να αναπτύσσεται. Ευχαριστώ πολύ το 1 ο Γυµνάσιο Καλαµπάκας, τη ιεύθυνση της ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης του Νοµού Τρικάλων και όλους τους διοργανωτές του προγράµµατος που µας έδωσαν αυτή την ευκαιρία. Σας ευχαριστώ.