Η επαγγελματική αποκατάσταση των αναπήρων στην Κύπρο και ο ρόλος του Σχολείου. Δαμιανίδου Ελένη & Φτιάκα Ελένη Πανεπιστήμιο Κύπρου Πανεπιστήμιο Κύπρου



Σχετικά έγγραφα
ΜΑΘΗΤΕΣ ΜΕ ΧΡΟΝΙΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΣΥΝΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Παραδοτέο Π.1 (Π.1.1) Εκθέσεις για προµήθεια εκπαιδευτικού υλικού

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ

Μέθοδοι Κοινωνικής Έρευνας ΙI

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Εκπαιδευτική Έρευνα: Μέθοδοι Συλλογής και Ανάλυσης εδομένων Έλεγχοι Υποθέσεων

Ισχύουσα νομοθεσία ένταξης και γονείς

Get There Ταξίδι προς την Απασχόληση

Η ιδέα διεξαγωγής έρευνας με χρήση ερωτηματολογίου δόθηκε από τη δημοσιογραφική ομάδα του Σχολείου μας, η οποία στα πλαίσια έκδοσης της Εφημερίδας

Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε. Π.Μ.Σ. ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

(Δεκέμβριος 2015) 1. Ταυτότητα της έρευνας

Dr Marios Vryonides. Curriculum Vitae I. PERSONAL DETAILS.. 2 II. EDUCATION... 3 III. WORK EXPERIENCE. 4

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας:

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ 1ης ΕΡΕΥΝΑΣ (1 ο Ερευνητικό Ερώτημα)

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑΣ ΝΕΩΝ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

«Ο ρόλος της εκπαίδευσης ενηλίκων στη σύγχρονη κοινωνία»

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ THΣ ΕΝΤΑΞΗΣ. Χρύσω Στυλιανού

Έννοιες. Επιχειρηματικότητα είναι η διαδικασία μέσω της οποίας ένας ή περισσότεροι του ενός ανθρώπου, δημιουργούν και αναπτύσσουν μία επιχείρηση.

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ (PROJECT)

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ

ΜΑΘΗΣΙΑΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ (1)

ΣΧΈΔΙΟ RELEASE για τη δια βίου μάθηση και την ενδοϋπηρεσιακή επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στην Κύπρο

ΚΥΠΡΟΣ - ΝΕΑ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΕΡΓΙΑ ΝΕΩΝ ΠΤΥΧΙΟΥΧΩΝ. Συντάχθηκε απο τον/την el.pi. Παρασκευή, 01 Απρίλιος :02 - sigmalive.

Ερευνητικό Πρόγραμμα Αξιολόγησης των Εσπερινών Σχολών Μέσης Γενικής και Μέσης Τεχνικής Εκπαίδευσης ( )

Διακήρυξη. των Δικαιωμάτων. και Ευθυνών. των Εθελοντών ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΜΕΓΑΡΟ

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΕΔΙΟΥ (ΠΑΚΕΠΕ) ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

Εκπαιδευτική Διαδικασία και Μάθηση στο Νηπιαγωγείο Ενότητα 2: Μάθηση & διδασκαλία στην προσχολική εκπαίδευση: βασικές αρχές

Συνηµµένο και Παραρτήµατα

Οι επιπτώσεις των ειδικών μονάδων στην ένταξη παιδιών με αναπηρίες: Μία μελέτη περίπτωσης στην Κύπρο. Πιερίδου Μύρια Πανεπιστήμιο Κύπρου

Διασφάλιση της Ποιότητας και η εφαρμογή της στην Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση. Ανδρέας Έλληνας Εκπαιδευτής ΜΤΕΕ

Πανεπιστήμιο Πειραιώς Τμήμα Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών

τη βελτίωση της οργάνωσης της εργασίας και του περιβάλλοντος την προώθηση της ενεργού συμμετοχής την ενθάρρυνση της εξέλιξης του εργαζόμενου

ΘΕΜΑΤΑ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΟΦΙΛΙΑΣ. Ανάθεση: Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως Εκτέλεση: Κέντρο Ερευνών Cyprus College

Ένα από τα δυσκολότερα ζητήματα που έχει να αντιμετωπίσει ένα άτομο με αναπηρία, δεν είναι τόσο η διαφορετικότητα αυτή καθ εαυτή, όσο η αρνητική

μεγάλο ποσοστό των οποίων εργάζεται με καθεστώς μερικής απασχόλησης, με περιορισμένης διάρκειας συμβόλαια και σε επαγγέλματα χαμηλής εξειδίκευσης.

Ευκαιρίες δια βίου µάθησης στoν χώρο εργασίας για παραδοσιακά ευπαθείς οµάδες στην Ιρλανδία.

Ο Θεσμός του Μέντορα στην Ελληνική Εκπαίδευση: Διερεύνηση των απόψεων και στάσεων των Εκπαιδευτικών Λυκείου του Ν. Χανίων.

Πανεπιστήμιο Πατρών Π.Τ.Δ.Ε. - Κέντρο Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης. Θέμα εργασίας : «Η επαγγελματική ικανοποίηση των εκπαιδευτικών» Μπούτσκου Λεμονιά

Ερευνητικό Kέντρο Ισότητας Φύλου. Παρουσίαση αποτελεσμάτων έρευνας με τίτλο Η έμφυλη διάσταση της ανεργίας: Απόψεις και στάσεις των νέων

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/0000(INI)

ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α. «Άτομα με αναπηρία και εργασία: εμπόδια και δικαιώματα» Εισηγητής: Γιάννης Λυμβαίος. Γεν. Γραμματέας ΕΣΑμεΑ

Οι Νέοι/ες και η στάση τους απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Προσανατολισμός των Millennials απέναντι στην καριέρα σε περίοδο οικονομικής κρίσης

Ισότητα Ισοµισθία στοχώροεργασίας. Μάρτιος 2010

4.2 Μελέτη Επίδρασης Επεξηγηματικών Μεταβλητών

The Kallipateira project: From sport to everyday life. All equal, all different

Σεμινάριο Τελειοφοίτων. 2 - Επιλογή Επεξεργασία Ερευνητικού Θέματος

ΑΝΑΦΟΡΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ (STATE OF THE ART) ΤΟΥ ENTELIS ΕΚΔΟΣΗ EΥΚΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ

Διερευνητική μάθηση We are researchers, let us do research! (Elbers and Streefland, 2000)

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

«Κοινωνικές σχέσεις μαθητών με πολιτισμικές ιδιαιτερότητες σε ελληνικές τάξεις»

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

τη βελτίωση της οργάνωσης της εργασίας και του περιβάλλοντος την προώθηση της ενεργού συμμετοχής την ενθάρρυνση της εξέλιξης του εργαζόμενου

Έργο: «Εκπόνηση μελετών» Δράση 3: Διακρίσεις και εμπόδια για τα άτομα με αναπηρία στην πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και μεταλυκειακή εκπαίδευση

Word 2. Excel 3. Powerpoint 4. Access 5. SPSS

Γενικός προγραμματισμός στην ολομέλεια του τμήματος (διαδικασία και τρόπος αξιολόγησης μαθητών) 2 ώρες Προγραμματισμός και προετοιμασία ερευνητικής

ΦΥΛΕΤΙΚΟΣ ΣΕΞΙΣΜΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

Αξιολόγηση του Μουσικού Σχολείου (Οκτώβριος 2015)

Ισότητα Ισοµισθία στο χώρο εργασίας

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ

European Year of Citizens 2013 Alliance

Survey Report. Supported by: Ms. Vicky Chatzidogiannaki. Ms. Elena Papanikitopoulou Linkage Greece. TLN Manager Linkage Greece

ΕΡΕΥΝΑ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΩΝ ΕΤΩΝ Υπεύθυνοι Έρευνας

ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗ-ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ (ΠΕΣ)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ γα μέλη Προσωπικών Δικτύων

Σαφής διάκριση της διαμορφωτικής από τη συγκριτική / τελική αξιολόγηση

H Υφιστάμενη Κατάσταση των Νέων στην Κύπρο. Νοέμβριος 2015

Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή

Διαχείριση Χρόνου Το πιο σημαντικό σε θέματα αποτελεσματικότητας είναι όχι μόνο να πετύχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα αλλά και τι επίδραση είχε στους

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

«Η ειδική αγωγή στην Ελλάδα»

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΑΤΣΑΚΙΩΡΗ

Εισαγωγή. Προφίλ του δείγματος

ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ TIMSS

Μεθοδολογία Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών

4/6/2014 Α.μ.E.A και εργασία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΑΡΧΕΣ/ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΜΕ ΠΑΙΔΙΑ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ

ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΠΕΡΝΙ ΑΚΗ ΑΛΝΤΟΥΣ Βουλευτής Επικρατείας ΝΕΑ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

«Οι Δημόσιες Πολιτικές Εναρμόνισης Οικογενειακής και Επαγγελματικής Ζωής: Μια κριτική αξιολόγηση»

Περίγραμμα Μαθήματος

Η χαμηλή αυτοπεποίθηση - Βοηθείστε το παιδί σας. Επιμέλεια football-academies Τρίτη, 27 Μάρτιος 2012

Θέματα Συνάντησης. Υποστηρικτικό Υλικό Συνάντησης 1

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.)

Επαγγελματικός Προσανατολισμός Ευάλωτων Ομάδων Νεαρών Ατόμων

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

Ερευνητική Εργασία Β2

9o Εκπαιδευτικό Συνέδριο της ΟΛΜΕ. Εκπαιδευτικά και εργασιακά προβλήματα των εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης

EDU.20 Μια διαδικτυακή πλατφόρμα, ένα περιβάλλον αυτόνομης και διαφοροποιημένης διδασκαλίας και μάθησης στα Αγγλικά στη Δημοτική εκπαίδευση

Εκπαιδευτικές Αλλαγές και Καινοτομίες

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

Τετάρτη 23 Μαΐου, «Τίποτα δεν είναι καλό ή κακό η σκέψη το κάνει έτσι», όπως. διαπίστωσε ο Άμλετ στο ομώνυμο έργο του Shakespeare, όταν

Εμπειρική διερεύνηση των στάσεων των καταναλωτών απέναντι στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας

Transcript:

Η επαγγελματική αποκατάσταση των αναπήρων στην Κύπρο και ο ρόλος του Σχολείου Δαμιανίδου Ελένη & Φτιάκα Ελένη Πανεπιστήμιο Κύπρου Πανεπιστήμιο Κύπρου Περίληψη Σκοπός της έρευνας ήταν να διερευνηθεί η κατάσταση που επικρατεί στην Κύπρο σχετικά με την επαγγελματική αποκατάσταση των αναπήρων, καθώς και ο ρόλος που διαδραματίζει το Σχολείο στην προετοιμασία τόσο των ανάπηρων μαθητών, όσο και της ευρύτερης κοινωνίας, ώστε να γίνει εφικτή η επαγγελματική ένταξη των ατόμων με αναπηρία. Ως μέθοδος επιλέκτηκε η μελέτη περίπτωσης ώστε να εξεταστούν τα ερευνητικά ερωτήματα εις βάθος, ενώ έγινε τριγωνισμός με την εξέταση αρχειακού υλικού. Μετά την ανάλυση των δεδομένων της συνέντευξης προέκυψε ότι στην Κύπρο επικρατούν ρατσιστικές αντιλήψεις και προκατάληψη σχετικά με τις ικανότητες των αναπήρων για εργασία, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι ανάπηροι να παραμένουν άνεργοι. Έτσι φάνηκε ότι το Σχολείο δεν επιτελεί το ρόλο που θα έπρεπε στις προσπάθειες για την καταπολέμηση των διακρίσεων εις βάρος των αναπήρων, αφού έχει αποτύχει να δημιουργήσει μια ενταξιακή κοινωνία που να αποδέχεται τα ανάπηρα άτομα στον εργασιακό χώρο. Ως εκ τούτου προτείνονται λύσεις για την απάμβλυνση του προβλήματος. Εισαγωγή Βιβλιογραφική αναφορά Παρά το γεγονός ότι η εργοδότηση όχι μόνο αυξάνει τις χρηματικές προσόδους, αλλά κυρίως συμβάλλει στην πλήρη κοινωνική ένταξη των ανάπηρων ατόμων, μέσω των βελτιωμένων κοινωνικών σχέσεων, της πληρέστερης πολιτειακής συμμετοχής, της ανεξαρτητοποίησης και της ανάπτυξης αίσθησης αυτεπάρκειας και αυτοπεποίθησης ως απότοκο της εκπλήρωσης νοηματισμένων, κοινωνικά επιδοκιμαστέων και χρήσιμων ρόλων, η θλιβερή πραγματικότητα είναι πως, σε μια κοινωνία που το μόνο που επιδιώκει είναι η κανονικοποίηση, τα ποσοστά εργοδότησης υπαλλήλων με αναπηρία παραμένουν χαμηλά, παρόλο που οι περισσότεροι άνεργοι ανάπηροι θα επιθυμούσαν να είχαν μια σταθερή εργασία (Schur, Kruse and Blanck, 2005 Deloach, 2004). Πρόσφατα ερευνητικά στοιχεία τονίζουν ότι το μικρό ποσοστό των ατόμων με αναπηρία που καταφέρνουν τελικά να βρουν δουλειά βρίσκονται συγκεντρωμένα σε χαμηλόμισθες εργασίες, ενώ έχουν συνήθως και χαμηλό μορφωτικό επίπεδο (Τμήμα Εργασίας, 2010 Pagán and Malo, 2009 Wilson-Kovacs, Ryan, Haslam and Rabinovich, 2008 Barnes and Mercer, 2005 Kennedy and Harris, 2005). Επιπρόσθετα φαίνεται ότι οι πιθανότητες για εξεύρεση εργασίας μειώνονται σημαντικά ανάλογα με τη βαρύτητα της αναπηρίας ή και με το φύλο, αφού οι βαριά ανάπηροι και οι γυναίκες αντιμετωπίζουν πιο αρνητική στάση σε θέματα εργοδότησης, ενώ γενικά στις προσλήψεις ή στις προαγωγές προτιμούνται μη ανάπηρα άτομα (Wilson-Kovacs et al., 2008 Moore, Moore and Moore, 2007 Verloo, 2006 Stevens, 2002). Αυτό φαίνεται να οφείλεται κατά κύριο λόγο στην παραπληροφόρηση και στην άγνοια των εργοδοτών, οι οποίοι πιστεύουν ότι η αναπηρία απαραίτητα συνεπάγεται μειωμένη παραγωγικότητα, ψηλό κόστος για τους εργοδότες και χαμηλή ποιότητα δουλειάς 11 ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 178

(Basas, 2008 Moore et al., 2007 Cunningham, James and Dibben, 2004 Schneider and Dutton, 2002). Έτσι οι εργοδότες υιοθετούν την πολιτική της αποφυγής εργοδότησης αναπήρων, ως την ασφαλέστερη και συμφερότερη λύση (Wilson-Kovacs et al., 2008 Kennedy and Harris, 2005). Δηλαδή, παρά το γεγονός ότι η παροχή διευκολύνσεων και η πρόσληψη είναι θέμα παροχής ίσων ευκαιριών στην εργασία (Slobodien and O Brien, 2008 Kennedy and Harris, 2005), τόσο οι εργοδότες όσο και οι μη ανάπηροι υπάλληλοι, σε γενικές γραμμές χαρακτηρίζονται από ρατσισμό και απροθυμία να αποδεκτούν τα ανάπηρα άτομα και τις συνεπαγόμενες αλλαγές στην εργασία τους, θέτοντας έτσι σοβαρούς φραγμούς στην εργοδότηση αναπήρων (Basas, 2008 Balser, 2007 Foster, 2007 Baldridge and Veiga, 2006 Scherbaum, Scherbaum and Popovich, 2005 Schur et al., 2005 Colella, Paetzold, and Belliveau, 2004). Αυτό φαίνεται να οφείλεται κατά μεγάλο μέρος στον τρόπο λειτουργίας του Σχολείου που αντικατοπτρίζει και αναπαράγει τις αντιλήψεις της σύγχρονης κοινωνίας, η οποία φροντίζει να ανακατασκευάζει έντεχνα την αναπηρία μέσα από τη διαιώνιση αρνητικών στερεοτύπων, καθώς τονίζει μια υποθετική έλλειψη και μια πλασματική ανικανότητα, πάντα με βάση τις ανάγκες της αγοράς για παραγωγικό εργατικό δυναμικό (Foster, 2007 Woodhams and Danieli, 2000). Παράλληλα, η πηγή και η αιτία των προβλημάτων συνήθως μεταφέρεται έντεχνα και τοποθετείται αυθαίρετα εντός του ατόμου, δικαιολογώντας και νομιμοποιώντας με αυτό τον τρόπο τη δημιουργηθείσα κοινωνική ανισότητα, η οποία και κατοχυρώνεται έτσι πολύ εύκολα, με βάση και «άλλοθι» τη βιολογική πτυχή της αναπηρίας (Vlachou, 2004). Η ανεξέταστη αποδοχή όμως της ύπαρξης παθολογίας σε προσωπικό επίπεδο, αντί της κριτικής απόρριψης των δογματικών και αβάσιμων ουσιαστικά υποθέσεων του ιατρικού μοντέλου, ή αντί της τοποθέτησης της αναπηρίας εντός της κοινωνίας, όπου και γεννάται και απ όπου μορφοποιείται, κατασκευάζει τελικά την αναπηρία αρνητικά (Oliver, 1996). Έτσι, οι μοναδικές επιλογές που προσφέρονται είναι είτε η ομαλοποίηση και ομογενοποίηση του ανάπηρου ατόμου, είτε η περιθωριοποίηση του αν η αναπηρία είναι τέτοια που δεν επιδέχεται αλλαγές ώστε τουλάχιστον να προσεγγίσει την κυρίαρχη κανονικότητα, όπως απαιτούν και το Σχολείο και η κοινωνία για να εντάξουν ένα άτομο στους κόλπους τους (Liasidou, 2008 Zoniou-Sideri, Deropoulou-Derou, Karagianni, and Spandagou, 2006). Η αναγκαιότητα έρευνας Το πιο παράδοξο όμως είναι ότι την ίδια στιγμή που τα δικαιώματα των αναπήρων παραβιάζονται κατάφωρα και οι ίδιοι εξευτελίζονται σχεδόν καθημερινά και υποβιβάζονται σε πολίτες δεύτερης κατηγορίας, παρατηρείται παράλληλα μια έντονη κινητικότητα, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο, για άρση των φραγμών στην ένταξη και για εξάλειψη της κοινωνικής ανισότητας και των διακρίσεων εις βάρος των αναπήρων, με μια σωρεία από διακηρύξεις και υπογραφές συμβάσεων γεμάτες ηχηρές υποσχέσεις και φανταχτερές ιδέες (Slobodien and O Brien, 2008 Basas, 2008 Foster, 2007 Verloo, 2006 Barnes and Mercer, 2005). Επειδή λοιπόν η υφιστάμενη σχέση μεταξύ θεωρίας και πράξης αναφορικά με την ένταξη των αναπήρων παρουσιάζεται ως άκρως αντιφατική, προβάλλει επιτακτική η ανάγκη έρευνας ώστε να εξεταστούν τα ακόλουθα ερωτήματα: Ποια είναι η πραγματική κατάσταση που επικρατεί στην Κύπρο αναφορικά με την επαγγελματική αποκατάσταση των αναπήρων, πέραν των διακηρύξεων και των προσυπογραμμένων συμφωνιών; 11 ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 179

Τα προσόντα που αποκτούνται στο σχολείο και σε περαιτέρω σπουδές είναι αρκετά για την εξεύρεση εργασίας, όταν το άτομο που αποτείνεται για δουλειά είναι ανάπηρο; Ποιες είναι οι βαθύτερες αιτίες που προκαλούν την υιοθέτηση αρνητικής στάσης και ρατσιστικής πολιτικής προς τους ανάπηρους από τους εργοδότες και το υπόλοιπο προσωπικό; Το σχολείο τελικά συμβάλλει στη δημιουργία μιας ενταξιακής κοινωνίας που εγκολπώνει και αποδέχεται ως ίσα τα ανάπηρα άτομα ή όχι; Μέθοδος Δείγμα Όντας ποιοτική, η έρευνα είχε ως στόχο την εις βάθος διερεύνηση του θέματος της επαγγελματικής αποκατάστασης των ανάπηρων προσοντούχων στην Κύπρο. Επομένως το κύριο κριτήριο για την επιλογή του δείγματος, ώστε να γίνει μελέτη περίπτωσης, ήταν να είναι ένα ανάπηρο άτομο που να έχει μόρφωση μεταλυκειακού επιπέδου. Επιπρόσθετα, αφού σκοπός της έρευνας ήταν να δοθεί η ευκαιρία στα ανάπηρα άτομα να εκφράσουν την άποψη τους και να ακουστούν, δεύτερο κριτήριο αποτέλεσε τόσο η επιθυμία, όσο και η δυνατότητα του ατόμου που θα συμμετείχε να εκφράσει απόψεις με βάση σχετικές προηγούμενες και τωρινές εμπειρίες από επαφές του με το χώρο εργασίας. Τέλος, συμπληρωματικό κριτήριο για την επιλογή του δείγματος απέβη η ύπαρξη σχετικού αρχειακού υλικού που να επιτρέπει τη διεξαγωγή πιο ασφαλών συμπερασμάτων, μέσω τριγωνισμού (Παπαδόπουλος, 2006 Χωριανόπουλος, 2006 Stake, 2005 Robson, 2002), σχετικά με το ρόλο του Σχολείου στην επαγγελματική αποκατάσταση των αναπήρων. Έτσι, τελικά επιλέγηκε για να πάρει μέρος στην έρευνα η εικοσιτετράχρονη κινητικά ανάπηρη Κάλια, η οποία είναι απόφοιτος Ενιαίου Λυκείου και πτυχιούχος κολλεγίου, προς το παρόν άνεργη, όμως με κάποια, έστω μικρή, εργασιακή πείρα. Ερευνητικά εργαλεία Το κύριο ερευνητικό εργαλείο ήταν η ημιδομημένη συνέντευξη που αποτελεί εξάλλου και ένα από τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα εργαλεία στην περίπτωση των ποιοτικών ερευνών και ειδικά στη μελέτη περίπτωσης (Peräkylä, 2005 Fontana and Frey, 2005 Coolican, 2004 Robson, 2002). Οι ερωτήσεις που τέθηκαν ήταν ως επί το πλείστον ανοικτού τύπου, ώστε να υπάρχει πιο μεγάλη ευελιξία, πιο πολύ βάθος, καλύτερο ξεκαθάρισμα των πιθανών παρερμηνειών, πιο αρμονικό κλίμα και μεγαλύτερη πιθανότητα για απροσδόκητες και μη αναμενόμενες απαντήσεις (Coolican, 2004 Robson, 2002). Ως συμπληρωματικό εργαλείο χρησιμοποιήθηκε το προϋπάρχον αρχειακό υλικό σχετικά με την επίδοση της Κάλιας, το χαρακτήρα της και τα εκάστοτε προβλήματα, το οποίο είχε παραχθεί από καθηγητές της Κάλιας κατά τα δυο τελευταία χρόνια της φοίτησης της στο Λύκειο, μετά από παρατήρηση και άτυπες συνεντεύξεις. Σύμφωνα με τους Robson (2002) και Dey (1993), η μελέτη υφιστάμενων αρχείων μπορεί να αποτελέσει ένα πολύτιμο συμπληρωματικό εργαλείο και μια πλούσια πηγή πληροφοριών, ειδικά όταν η έρευνα διεξάγεται σε οργανισμούς, όπως είναι για παράδειγμα το σχολείο. 11 ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 180

Διαδικασία Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, έγινε προσπάθεια να αποφευχθούν τα συνηθισμένα λάθη, όπως είναι το επικριτικό ή πιεστικό κλίμα, οι διπλές ερωτήσεις (doublebarrelled), η σκόπιμη καθοδήγηση, καθώς και τα πολύπλοκα και ασαφή ερωτήματα. Παρείχετο επίσης τακτική ανατροφοδότηση στην ερωτώμενη, ενώ υπήρχε ευελιξία στη σειρά των ερωτήσεων καθώς και στη διατύπωση τους. Λήφθηκε επίσης μέριμνα ώστε ο χώρος διεξαγωγής της συνέντευξης να είναι ήσυχος και να υπάρχει αρκετός χρόνος διαθέσιμος ώστε να αποφευχθούν τυχόν αντιπερισπασμοί (Coolican, 2004). Όσον αφορά το αρχειακό υλικό, επιλέχθηκαν τα έγγραφα εκείνα που θεωρήθηκαν αξιόπιστα και σχετικά με το σκοπό της έρευνας, ώστε να μην υπερφορτωθεί η έρευνα με αχρείαστες και άσχετες πληροφορίες. Παράλληλα τηρήθηκαν όλοι οι κανόνες της ηθικής δεοντολογίας (εμπιστευτικότητα, πληροφορημένη συναίνεση, ανωνυμία) (Stake, 2005). Αποτελέσματα Ανάλυση των δεδομένων Η άποψη που φάνηκε να κυριαρχεί σε όλη τη συνέντευξη με την Κάλια ήταν ότι στην Κύπρο, τόσο οι εργοδότες όσο και η κοινωνία, διακατέχονται από προκαταλήψεις και ρατσιστικές πεποιθήσεις, οι οποίες και οδηγούν στην υιοθέτηση αρνητικής και απορριπτικής στάσης αναφορικά με τα ανάπηρα άτομα και τις δυνατότητες που έχουν, καθώς και στην ανάπτυξη αισθήματος απογοήτευσης και «αχρηστίας», ενώ οι εργοδότες συνήθως βρίσκουν κάποια πρόφαση για να αποφύγουν την πρόσληψη ανάπηρου ατόμου ή δίνουν ψεύτικες υποσχέσεις. Χαρακτηριστικά η Κάλια ανάφερε: «Όταν με το τέλος του προγράμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εε μέσω του γραφείου εργασίας, βρήκα εργασία σε ένα γραφείο που έκαμνε γραφικές τέχνες, μιλούμε τωρά ότι ήταν μια νεόκτιστη εταιρεία, και δεν υπήρχε πρόσβαση για άτομα με αναπηρίες και η αντιμετώπιση από τον εργοδότη ήταν πολλά άσχημη λέγοντας μου το εξής: Εε γιατί ήρτες δαμαί (=εδώ) ας πούμε, έπρεπε να μου το πεις και που (=από) το τηλέφωνο ότι είσαι έτσι ας πούμε.» Η ρατσιστική αυτή αντιμετώπιση παρατηρείται όχι μόνο στον ιδιωτικό, αλλά και στο δημόσιο τομέα. Σε γενικές γραμμές, με βάση την εμπειρία της και τις επαφές της με τον εργασιακό χώρο, η Κάλια πιστεύει ότι οι περισσότεροι εργοδότες δεν θέλουν να προσλαμβάνουν ανάπηρους, με αποτέλεσμα οι ανάπηροι να ψάχνουν για εργασία επί καιρό, αλλά χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Αυτό συμβαίνει, παρά το γεγονός ότι πολλά ανάπηρα άτομα έχουν και τα απαιτούμενα προσόντα, τα οποία και μπορεί να απέκτησαν με πολύ κόπο, αλλά και την όρεξη να εργαστούν αφού θέλουν να συνεισφέρουν ισότιμα στην κοινωνία. Από την άλλη βέβαια, φαίνεται να υπάρχουν και περιπτώσεις που η αναπηρία αντιμετωπίζεται θετικά και που παρέχονται οι διευκολύνσεις τις οποίες χρειάζονται οι ανάπηροι εργαζόμενοι, καθώς και ευκαιρίες επιμόρφωσης και ενδιαφέροντες ρόλοι. Αυτή η υποστήριξη μέσα από την ανάθεση καθηκόντων και την ανάληψη εργασιών είναι πολύ σημαντική για την ψυχολογία των αναπήρων, αφού όπως λέει η Κάλια ενθαρρύνει τους αναπήρους και τους βοηθά να πάψουν να αισθάνονται μειονεκτικά. Εκτός της προκατάληψης, σημαντικό φραγμό στην ένταξη των αναπήρων στον επαγγελματικό χώρο, καθώς και στην κοινωνική ζωή γενικότερα, φαίνεται να αποτελεί η έλλειψη υλικοτεχνικής υποδομής. Όπως λέει χαρακτηριστικά η Κάλια: 11 ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 181

«Στην Κύπρο υπάρχει η νοοτροπία «εγώ να κάμνω τη δουλειά μου και εν με κόφτει (=δεν με νοιάζει) για τους άλλους!». Οι παραπάνω χώροι δεν είναι προσβάσιμοι για τους ανάπηρους. Αν και έχουν γίνει βήματα, μικρά βεβαίως, το θέμα είναι παραμελημένο. Οι ανάπηροι δεν έχουν την ευκαιρία να παν στους χώρους που θέλουν οι ίδιοι με την ίδια ευκολία όπως οι αρτιμελείς.» Η θετική στάση απέναντι στα ανάπηρα άτομα αποδίδεται κατά κύριο λόγο στη συνεχή επαφή με ανάπηρους και στην εξοικείωση των μη ανάπηρων ατόμων τα οποία και μαθαίνουν να αντιμετωπίζουν ισότιμα και με φυσικότητα τους ανάπηρους, όπως συμβαίνει για παράδειγμα με τους εργαζόμενους σε Κέντρα Ημέρας. Γι αυτό ακριβώς το λόγο και η Κάλια πιστεύει ότι τα ίδια τα ανάπηρα άτομα πρέπει να επιδιώκουν να μιλούν και να εξηγούν στους άλλους την πραγματικότητα γύρω από την αναπηρία, αλλά και να συχνάζουν σε δημόσιους χώρους, ώστε να περνούν τα σωστά μηνύματα στην κοινωνία και να συνηθίσει ο κόσμος στην παρουσία των αναπήρων παντού. Έτσι πιστεύει ότι θα σταματήσουν και τα περίεργα βλέμματα και τα σχόλια του κόσμου που ακολουθούν την εμφάνιση ανάπηρων ατόμων, τα οποία βέβαια, όσο ενοχλητικά κι αν είναι, τελικά συνηθίζονται. Αυτή είναι εξάλλου και η διαπίστωση που προκύπτει και από τη μελέτη του αρχειακού υλικού, με βάση το οποίο δεν φαίνεται να υπήρχε καμιά αρνητική αντίδραση από τους συμμαθητές της Κάλιας, τουλάχιστον στο Λύκειο, οι οποίοι και φαίνεται ότι την είχαν συνηθίσει και αποδεκτεί ως μια ακόμα συμμαθήτρια τους, μάλλον από συμπάθεια παρά οίκτο. Όπως διευκρινίζει εξάλλου η Κάλια, οι ανάπηροι δεν ζητούν οίκτο και λύπηση αλλά ίση μεταχείριση και ευκαιρίες να αποδείξουν το τι μπορούν να προσφέρουν: «Κάμνω το για να πείσω τον άλλο ότι είμαι κι εγώ άνθρωπος. Δεν θέλω τον οίκτο και τη λύπηση των άλλων γιατί νοιώθω αρκετά ικανή να προσφέρω κι εγώ στην κοινωνία Μπορώ να προσφέρω πολλά πράματα στην κοινωνία, αλλά δεν μου δίνεται η ευκαιρία να το κάμω Δεν ζητώ κάποια ιδιαίτερη μεταχείριση, απλά εκείνο που θέλουν τα άτομα με αναπηρία είναι να τους ενισχύουν την ψυχολογία για να μην νοιώθουν μειονεκτικά απέναντι στους άλλους. Να με κοιτάζουν εμένα και όη τα πόδια μου που έχουν πρόβλημα. Ο κόσμος μας θέλει πολλή δουλειά» Από την άλλη, η Κάλια επισημαίνει ότι τα ενισχυτικά μαθήματα που είχε δεχθεί κατά τη φοίτηση της στο σχολείο, καθώς και η βοήθεια που πήρε, τόσο από τους συμμαθητές όσο και από τους καθηγητές της, συνέβαλαν στην εμψύχωση της, στην αποδοχή της αναπηρίας της και την ενίσχυση της ψυχικά και γνωστικά, ώστε να έχει όλα τα προσόντα που απαιτούνται για να βρει επάγγελμα και να είναι ένα λειτουργικό και ισότιμο μέλος της κοινωνίας. Αυτή η εκτίμηση της Κάλιας για την αποτελεσματικότητα και την καταλληλότητα της παρέμβασης που δέχτηκε στο σχολείο επιβεβαιώθηκε και μέσα από τη μελέτη του αρχειακού υλικού, όπου φαίνεται ότι η Κάλια δέκτηκε βοήθεια και συμβουλές στην προσπάθεια της να επιλέξει μελλοντικό επάγγελμα και τις ανάλογες σπουδές, ενώ η τότε επιθυμία της ήταν να επικεντρωθεί στις Γραμματειακές Σπουδές, όπως και τελικά έκαμε. Βέβαια, η Κάλια θεωρεί ως εξίσου σημαντικά μέτρα για την επαγγελματική αποκατάσταση των αναπήρων τη δυνατότητα για απόκτηση εργασιακής εμπειρίας, αλλά και την ενθάρρυνση των εργοδοτών να προσλαμβάνουν ανάπηρους υπαλλήλους παίρνοντας χρηματική επιχορήγηση. Όπως εξηγεί η ίδια: «Τούτο εν (=είναι) ένα κίνητρο για τον εργοδότη για να προσλάβει ανάπηρους και μια πρόκληση, για να το πω έτσι, για τους υπόλοιπους εργοδότες για να 11 ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 182

προσλάβουν ανάπηρους και να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα. Εγώ το μόνο που θέλω είναι να έχω κι εγώ τη δουλειά μου όπως όλοι οι άλλοι!» Η Κάλια τονίζει όμως ότι, για να πετύχουν οποιαδήποτε προγράμματα και για να αποκατασταθούν τελικά οι ανάπηροι επαγγελματικά, πρέπει να αλλάξει η νοοτροπία όχι μόνο των εργοδοτών, αλλά και του κόσμου γενικότερα, ώστε να πάψει να ανακατασκευάζετια η αναπηρία. Η ίδια βέβαια παραμένει αισιόδοξη και πιστεύει ότι κάποτε θα βρει δουλειά, αξιοποιώντας έτσι τις σπουδές της, ενώ παράλληλα θεωρεί ότι η υποτιμητική στάση των εργοδοτών και της κοινωνίας απέναντι στους αναπήρους μπορεί να αλλάξει. Έτσι, όπως λέει σήμερα, η αλλαγή στη νοοτροπία και η εξάλειψη της προκατάληψης μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνο αν οι μη ανάπηροι, κατά τη δημιουργία σχέσεων με αναπήρους, προσπαθήσουν να δουν το άτομο που υπάρχει πίσω και πέραν της κατασκευασμένης αναπηρίας. Εν κατακλείδι και διά στόματος Κάλιας λοιπόν: «Πρέπει τα άτομα που θέλουν να κάμουν σχέση με άτομα που έχουν αναπηρία να σκέφτονται ότι εν (=δεν) έχουν αναπηρία! Ότι εν υπάρχει έτσι πράμα! Και να προσπαθούν να μεν (=μην) το φέρνουν στη σκέψεις του εκείνου του ατόμου για να μεν τον κάμνουν να νοιώθει άβολα να μεν τον μειώνουν βασικά» Περιορισμοί Λόγω του είδος της αναπηρίας της ερωτώμενης, αναγκαστικά τα συμπεράσματα έχουν περιοριστεί εντός του πλαισίου της κινητικής αναπηρίας. Συν τοις άλλοις, η μελέτη του αρχειακού υλικού πιθανόν να έχει δώσει επίσης ελλιπή και μεροληπτικά στοιχεία, λόγω της πιθανότητας μερικής και επιλεκτικής διαφύλαξης υλικού, ώστε να φαίνεται προς τα έξω ότι το σχολείο είχε πράγματι επιτύχει τους στόχους που είχαν τεθεί. Ως εκ τούτου κρίνεται απαραίτητη η περαιτέρω διερεύνηση του θέματος μέσα από μελέτη και άλλων περιπτώσεων με διαφορετικές αναπηρίες, ενώ απαιτείται εκτενέστερη διερεύνηση όσον αφορά το ρόλο του φύλου, της ηλικίας, του επαγγελματικού τομέα και του επιπέδου μόρφωσης, αλλά και παρουσίαση της οπτικής γωνιάς των εργοδοτών. Έτσι θα γίνει δυνατή η εξεύρεση των μεταβλητών εκείνων που πραγματικά επηρεάζουν την επαγγελματική αποκατάσταση των αναπήρων, αλλά και θα διασφαλιστεί η εγκυρότητα και η αξιοπιστία, μέσα από μια πιο σφαιρική εξέταση του προβλήματος της επαγγελματικής αποκατάσταση των αναπήρων. Συζήτηση Συμπεράσματα Αναντίρρητα, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, έχει καταγραφεί μια σημαντική ποσότητα νόμων στην Ευρώπη που προσπαθούν να αφυπνίσουν τους πολίτες ώστε να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη άρσης των διακρίσεων σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένης και της περίπτωσης της αναπηρίας, όπως είναι για παράδειγμα η Συνθήκη του Άμστερνταμ το 1997, καθώς και ο Αναθεωρημένος Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης, αλλά και ένας σημαντικός αριθμός νόμων που έχει ψηφιστεί και από την Κυπριακή Βουλή, όπου και αναφέρεται το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρίες για αυτονομία, κοινωνική ένταξη και συμμετοχή στα κοινά. (Τμήμα Εργασίας, 2010 Verloo, 2006 Charter of Fundamental Rights of the European Union, 2000, όπως παρατίθεται στη Verloo, 2006 Council of Europe, 1996). Όπως διαφάνηκε όμως και μέσα από τη συνέντευξη αλλά και τη βιβλιογραφική αναφορά, παρά τα ευοίωνα μηνύματα και την καθιέρωση έστω και τυπικά ενός νομικού πλαισίου που να 11 ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 183

στηρίζει θεσμικά τις προσπάθειες για επίτευξη ισότητας, οι διακρίσεις στον επαγγελματικό χώρο εις βάρος των ανάπηρων ατόμων συνεχίζουν να υφίστανται στην Κύπρο και τα δικαιώματα των αναπήρων για ίση μεταχείριση να παραβιάζονται κατάφωρα, ακόμα και στην περίπτωση που οι ανάπηροι έχουν όλα τα απαιτούμενα προσόντα και τη σχετική εκπαίδευση για να εργαστούν. Έτσι, παρά τις νομοθετικές προσπάθειες για κατοχύρωση της ισότητας μεταξύ ανάπηρων και μη ανάπηρων ατόμων, η ισχύουσα αληθινή πρακτική απέχει πολύ από τις θεσμικές προθέσεις, όπως μαρτυρεί και η Κάλια στη συνέντευξη. Κατ ακρίβεια και όχι μόνο ως άποψη της ερωτώμενης αλλά ως γενικότερη λυπηρή διαπίστωση, είναι αξιοπρόσεχτο ότι και η υλικοτεχνική υποδομή για την επαγγελματική και κοινωνική ένταξη των ατόμων με αναπηρίες είναι ελλιπής, αλλά και επικρατεί παράλληλα μια γενική ανετοιμότητα τόσο σε επίπεδο πολιτικό όσο και κοινωνικό, παρά τις γενικές υποσχέσεις για ισότητα (Barr and Smith, 2009 Φτιάκα, 2007 Liasidou, 2007 Armstrong, 2005). Συν τοις άλλοις, συνεχίζει να διαιωνίζεται ένα κλίμα προκαταλήψεων και στερεοτύπων, σε μια κοινωνία που δεν αντέχει την αναπηρία και με ένα εκπαιδευτικό σύστημα που διαμορφώνει τις υπηρεσίες του με βάση τις ανάγκες της αγοράς. παρά τις μεμονωμένες και σποραδικές προσπάθειες για ουσιαστική ενίσχυση των αναπήρων, τόσο σε ψυχολογικό όσο και γνωστικό επίπεδο ώστε να αποκατασταθούν επαγγελματικά (Kalyva and Agaliotis, 2009 Zoniou-Sideri, Deropoulou-Derou, Karagianni and Spandagou, 2006 Brah and Phoenix, 2004 Rioux, 2002). Το πρόβλημα της άρσης των διακρίσεων καθίσταται ακόμα πιο σοβαρό και δυσεπίλυτο σε μια συντηρητική κοινωνία όπως την κυπριακή, η οποία και φαίνεται να καθορίζει τη συμπεριφορά της με βάση τις κυρίαρχες πεποιθήσεις και αντιλήψεις που, αν και ανυπόστατες και οπισθοδρομικές, θέλουν τους ανάπηρους να είναι ανίκανοι, αδύναμοι, άχρηστοι και ανήμποροι να φροντίσουν ακόμα και τον εαυτό τους (Liasidou, 2008 Foster, 2007 Deloach, 2004 Rioux, 2002). Έτσι, πίσω από τις ωραίες θεωρίες και τις ανεφάρμοστες διακηρύξεις, σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία από την απογραφή του κυπριακού πληθυσμού το 1992, τα οποία και παρατίθενται στην ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (OSHA) (2010), την τελευταία εικοσαετία στην Κύπρο η συντριπτική πλειοψηφία των ανάπηρων ατόμων (σχεδόν 75%) δεν εργάζονταν. Αυτό το γεγονός φαίνεται να επιβεβαιώνει την άποψη της Κάλιας και τα στοιχεία από τη βιβλιογραφία για την έντονη ύπαρξη προκατάληψης στην Κύπρο και την επικράτηση αρνητικών στερεοτύπων σε σχέση με την αναπηρία, τα οποία αφενός ωθούν τους εργοδότες να μην προσλαμβάνουν ανάπηρους υπαλλήλους και αφετέρου δημιουργούν ανασφάλεια στους αναπήρους ώστε τελικά να μην τολμούν καν να διεκδικήσουν θέσεις εργασίας. Επιπρόσθετα, όπως φαίνεται από την απογραφή, στο σύνολο των Κύπριων ανάπηρων εργαζομένων, οι άντρες ήταν τριπλάσιοι από ότι οι γυναίκες, γεγονός που φαίνεται να εξηγείται από την γενικότερη αρνητική αντιμετώπιση των γυναικών και την ύπαρξη διακρίσεων με βάση το φύλο ως ένα παγκόσμιο φαινόμενο (Verloo, 2006), ενώ οι περισσότεροι ανάπηροι εργαζόμενοι απασχολούνταν σε κατώτερα επαγγέλματα. Συμπερασματικά, προκύπτει ότι: Στην Κύπρο φαίνεται να επικρατεί μια αναχρονιστική κατάσταση αναφορικά με την επαγγελματική αποκατάσταση των αναπήρων, αφού πέραν των διακηρύξεων 11 ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 184

και των προσυπογραμμένων συμφωνιών, το ποσοστό ανεργίας για τα ανάπηρα άτομα είναι ιδιαίτερα υψηλό, ενώ οι εργοδότες φαίνονται να τηρούν μια ρατσιστική και αρνητική στάση απέναντι στην πρόσληψη ανάπηρων εργαζομένων και να απορρίπτουν υποψηφίους απλά και μόνο γιατί είναι ανάπηροι, έστω και αν πληρούν όλες τις άλλες προϋποθέσεις. Ενώ τα προσόντα που αποκτούνται στο σχολείο και σε περαιτέρω σπουδές είναι αρκετά για την εξεύρεση εργασίας, όταν το άτομο που αποτείνεται για δουλειά είναι ανάπηρο, τότε αυτό που έχει σημασία δεν είναι ούτε τα προσόντα ούτε και οι σπουδές, αλλά μόνο η αναπηρία. Οι βαθύτερες αιτίες που προκαλούν την υιοθέτηση αρνητικής στάσης και ρατσιστικής πολιτικής προς τους ανάπηρους από τους εργοδότες και το υπόλοιπο προσωπικό φαίνονται να προέρχονται από την επικράτηση του ιατρικού μοντέλου που ταυτίζει την αναπηρία με την ασθένεια, τη μόνιμη και πλήρη ανικανότητα, καθώς και την αχρηστία. Τελικά το σχολείο που θα έπρεπε να συμβάλλει στη δημιουργία μιας ενταξιακής κοινωνίας, η οποία να εγκολπώνει και να αποδέχεται ως ίσα τα ανάπηρα άτομα, έχει αποτύχει να εκπληρώσει αυτή την αποστολή και να αποικοδομήσει την κατασκευασμένη αναπηρία, παρά τη φαινομενική αποδοχή των ανάπηρων μαθητών εντός του σχολικού χώρου. Εισηγήσεις Πρώτα-πρώτα, για να μπορέσουν τα ανάπηρα άτομα να αποκατασταθούν επαγγελματικά, θεωρείται απαραίτητη η πιστή εφαρμογή της αρχής για παροχή ίσων ευκαιριών, η οποία και συνδέεται στενά με τους πρόσφατους στόχους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που επικεντρώνονται στην καταπολέμηση των προκαταλήψεων, της φοβίας και της παραπληροφόρησης των εργοδοτών σχετικά με τις δυνατότητες των ανάπηρων ατόμων (Pagán and Malo, 2009). Έτσι, φαίνεται να καθίσταται αναγκαία η τροποποίηση της εργατικής νομοθεσίας, ώστε οι εργοδότες όχι μόνο να προσλαμβάνουν ανάπηρα άτομα αλλά και να προβαίνουν υποχρεωτικά και συνειδητά στις αναγκαίες διευθετήσεις στο χώρο εργασίας ώστε να διευκολύνουν τα ανάπηρα άτομα τόσο στην πρόσβαση, όσο και στη διεκπεραίωση των καθηκόντων τους (Balser, 2007 Schur et al., 2005). Βέβαια, για να αυξηθούν οι πιθανότητες για εργοδότηση των αναπήρων μπορούν να εφαρμοστούν κατάλληλες στρατηγικές, όπως είναι η συνεχής αξιολόγηση των αναγκών της αγοράς ώστε να δίνεται βαρύτητα εντός Σχολείου στην ανάλογη εκπαίδευση που απαιτείται για την επιτυχή πλήρωση μιας θέσης εργασίας, η χρηματική υποστήριξη των εργοδοτών που προσλαμβάνουν ανάπηρα άτομα, καθώς και η απρόσκοπτη πρόσβαση των αναπήρων σε επιμορφωτικά προγράμματα που ενισχύουν τις πιθανότητες είτε για πρόσληψη είτε για προαγωγή (Kennedy and Harris, 2005 Schneider and Dutton, 2002). Ουσιαστικά, η αποδοχή των αναπήρων στην εργασία είναι και το πρώτο βήμα για την επιτυχή ένταξή τους, επομένως πρέπει να ενισχύεται μέσα από τα κατάλληλα «φιλικά προς την αναπηρία» προγράμματα, τα οποία και πρέπει να ξεκινούν από το Σχολείο, ώστε να δημιουργείται από νωρίς η ενταξιακή και χωρίς προκαταλήψεις κοινωνία (Beckett, 2009 Barr and Smith, 2009 Barton and Armstrong, 2008 Schur et al., 2005 Mautz, Storey and Certo, 2001 Cimera, 2001). 11 ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 185

Ιδιαίτερα ζωτικής σημασίας και απαραίτητη προϋπόθεση για την άρση των διακρίσεων εις βάρος των αναπήρων στον εργασιακό χώρο είναι η υιοθέτηση και η προώθηση επίσημης αντιρατσιστικής πολιτικής από τους οργανισμούς και το Σχολείο, καθώς και η υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων μέσα από εκούσιες διαδικασίες, οι οποίες και να πηγάζουν από την πεποίθηση για το δικαίωμα των ανάπηρων να τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης με τους μη ανάπηρους εργαζόμενους, αλλά όχι από οίκτο ή φιλανθρωπία. Με αυτό τον τρόπο η κοινωνικά κατασκευασμένη αναπηρία ως ανίατη ασθένεια μπορεί να αποδομηθεί, ενώ παράλληλα μπορεί να καταστεί δυνατή η μετάδοση των σωστών μηνυμάτων για την πραγματικότητα γύρω από τους ανάπηρους εργαζομένους, ώστε να αποσυνδεθούν από την ανικανότητα και την αχρηστία και να αποκατασταθεί τελικά η κοινωνική δικαιοσύνη (Symeonidou and Ftiaka, 2009 Foster, 2007 Brodin and Lindstrand, 2007 Barton, 2005 Colella et al., 2004 Colella, 2001 Robinson, 2000). Αναφορές Στα Ελληνικά Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (2010). Σημαντικά στατιστικά στοιχεία. Ανευρέθη στις 9 Απριλίου 2010 από http:// osha.europa.eu/el/campaigns/hwi/topic_integration_disabilities/cyprus/index_html/key_ national_statistics_html Παπαδόπουλος, Α. Γ. (2006). Περιπτωσιολογική έρευνα: Μια ερευνητική στρατηγική για το συνδυασμό ποσοτικών και ποιοτικών μεθόδων. Στο Θ. Ιωσηφίδης και Μ. Σπυριδάκης (επιμ.), Ποιοτική Κοινωνική Έρευνα: Μεθοδολογικές προσεγγίσεις και ανάλυση δεδομένων (σελ. 231-257). Αθήνα: Εκδόσεις Κριτική. Τμήμα Εργασίας (2010). Νομοθεσία. Ανευρέθη στις 9 Απριλίου 2010 από http://www.mlsi.gov.cy/mlsi/dl/dl.nsf/dmllegislation_en/dmllegislation_en?opendocu ment Φτιάκα, Ε. (2007). Ειδική και ενιαία εκπαίδευση στην Κύπρο. Αθήνα: Ταξιδευτής. Χωριανόπουλος, Ι. (2006). Η ποιοτική έρευνα με ημιδομημένες συνεντεύξεις και το πρόβλημα της εισόδου στο πεδίο: Η περίπτωση της αστικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο Θ. Ιωσηφίδης και Μ. Σπυριδάκης (επιμ.), Ποιοτική Κοινωνική Έρευνα: Μεθολογικές προσεγγίσεις και ανάλυση δεδομένων (σελ. 157-175). Αθήνα: Εκδόσεις Κριτική. Στα Αγγλικά Armstrong, D. (2005). Reinventing inclusion : New Labour and the cultural politics of special education, Oxford Review of Education, 31(1), 135-151. Baldridge, D. C. and Veiga, J. F. (2006). The impact of anticipated social consequences on recurring disability accommodation requests, Journal of Management, 32(1), 158-179. 11 ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 186

Balser, D. B. (2007). Predictors of workplace accommodations for employees with mobility-related disabilities, Administration and Society, 39(5), 656-683. Barnes, C. and Mercer, G. (2005). Disability, work, and welfare: Challenging the social exclusion of disabled people, Work, Employment and Society, 19(3), 527-545. Barr, S. and Smith, R. (2009). Towards educational inclusion in a transforming society: some lessons from community relations and special needs education in Northern Ireland, International Journal of Inclusive Education, 13(2), 211-230. Barton, L. (2005). Emancipatory research and disabled people: some observations and questions, Educational Review, 57(3), 317-327. Barton, L. and Armstrong, F. (2001). Disability Education and Inclusion: Cross-cultural issues and dilemmas. In G. Albrect, K. Seelman and M. Bury (Eds.), International Handbook of Disability Studies (pp. 693-710). London: Sage Publications. Basas, C. G. (2008). Back rooms, board rooms reasonable accommodation and resistance under the ADA, Berkeley Journal of Employment and Labor Law, 29(1): 59-116. Beckett, A. E. (2009). Challenging disabling attitudes, building an inclusive society : considering the role of education in encouraging non-disabled children to develop positive attitudes towards disabled people, British Journal of Sociology of Education, 30(3), 317-329. Brah, A. and Phoenix, A. (2004). Ain t I a woman? Revisiting intersectionality, Journal of International Women s Studies, 5(3), 75-85. Brodin, J and Lindstrand, P. (2007). Perspectives of a school for all, International Journal of Inclusive Education, 11(2), 133-145. Charter of Fundamental Rights of the European Union (2000). Solemn Proclamation of the European Parliament, the Commission and the Council of 7 December 2000, OJ 2000 C346/1. Cimera, R. E. (2001). Utilizing c-workers as Natural Supports : Evidence on costefficiency, job retention, and other employment outcomes, Journal of Disability Policy Studies, 11(4), 194-201. Colella, A. (2001). Coworker distributive fairness judgements of the workplace accommodation of employees with disabilities, Academy of Management Review, 26(1), 100-116. Colella, A., Paetzold, R. L. and Belliveau, M. A. (2004). Factors affecting coworkers procedural justice inferences of the workplace accommodations of employees with disabilities, Personnel Psychology, 57(1), 1-23. 11 ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 187

Coolican, H. (2004). Research Methods and Statistics in Psychology (4 th edn.). London: Hodder & Stoughton. Council of Europe (1996). European Social Charter (revised). Strasbourg. Cunningham, I., James, I. and Dibben, P. (2004). Bridging the gap between rhetoric and reality: Line managers and the protection of job security for ill workers in the modern work place, British Journal of Management, 15, 274-290. Deloach, M. (2004). Can t we all just get along? The treatment of Interacting with others as a major life activity in the Americans with Disabilities Act, Vanderbilt Law Review, 57(4), 1313-1347. Dey, I. (1993). Qualitative Data Analysis: A user-friendly guide for social scientists. London: Routledge. Fontana, A. and Frey, J. H. (2005). The Interview: From natural stance to political involvement. In N. K. Denzin and Y. S. Lincoln (Eds.), The Sage Handbook of Qualitative Research (3 rd edn.) (pp. 695-727). Thousand Oaks: Sage Publications. Foster, D. (2007). Legal obligation or personal lottery? Employee experiences of disability and the negotiation of adjustments in the public sector workplace, Work, employment and society, 21(1), 67-85. Kalyva, E. and Agaliotis, I. (2009). Can contact affect Greek children s understanding of and attitudes towards peers with physical disabilities? European Journal of Special Needs Education, 24(2), 213-220. Kennedy, Ρ. Β. and Harris, Ν. Κ. (2005). Employing persons with severe disabilities: Much work remains to be done, Journal of Employment Counseling, 42(3), 133-139. Liasidou, A. (2007). Inclusive educational policies and the feasibility of educational change: the case of Cyprus, International Studies in Sociology of Education, 17(4), 329-347. Liasidou, A. (2008). Critical discourse analysis and inclusive education policies: The power to exclude, Journal of Education Policy, 23(5), 483-500. Mautz, D., Storey, K. and Certo, N. (2001). Increasing integrated workplace social interactions: The effects of job modifications, natural supports, adaptive communication, and job coach training, Journal of the Association for Persons with Severe Handicaps, 26(4), 257-269. Moore, D. P., Moore, J. W. and Moore, J. L. (2007). After fifteen years: The response of small business to the American with Disabilities Act, Work, 29(2), 113-126. Oliver, M. (1996). Understanding disability: from theory to practice. Macmillan Press: Basingstoke. 11 ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 188

Pagán, R, and Malo, M. Á. (2009). Job satisfaction and disability: lower expectations about jobs or a matter of health? Spanish Economic Review, 11(1), 51-74. Peräkylä, A. (2005). Analyzing talk and text. In N. K. Denzin and Y. S. Lincoln (Eds.), The Sage Handbook of Qualitative Research (3 rd edn.) (pp. 869-885). Thousand Oaks: Sage Publications. Rioux, M. (2002). Disability, citizenship and rights in a changing world. In C. Barnes, M. Oliver and L. Barton (Eds.), Disabilities Studies Today (pp. 210-227). Cambridge: Polity Press. Robinson, J. E. (2000). Access to employment for people with disabilities: Findings of a consumer-led project, Disability and Rehabilitation: An International, Multidisciplinary Journal, 22(5), 246-253. Robson, C. (2002). Real World Research: A Resource for Social scientists and Practioner- Researchers (2 nd edn.). Oxford: Blackwell. Scherbaum, C. A., Scherbaum, K. L. and Popovich, P. M. (2005). Predicting job-related expectancies and affective reactions to employees with disabilities from previous work experience, Journal of Applied and Social Psychology, 35(5), 889-894. Schneider, J. and Dutton, J. (2002). Attitudes towards disabled staff and the effect of the national minimum wage: a Delphi survey of employers and disability employment advisors, Disability and Society, 17(3), 283-307. Schur, L., Kruse, D. and Blanck, P. (2005). Corporate culture and the employment of persons with disabilities, Behavioral Sciences and the Law, 23(1), 3-20. Slobodien, A. M. and O Brien, K. (2008). The ADA Amendments Act of 2008 and how it will change the workplace, Employee Relations Law Journal, 34(3), 32-41. Stake, R. E. (2005). Qualitative case studies. In N. K. Denzin and Y. S. Lincoln (Eds.), The Sage Handbook of Qualitative Research (3 rd edn.) (pp. 443-465). Thousand Oaks: Sage Publications. Stevens, G. R. (2002). Employers perceptions and practice in the employability of disabled people: A survey of companies in Southeast UK, Disability and Society, 17(7), 779-796. Symeonidou, S. and Phtiaka, H. (2009). Using teachers prior knowledge, attitudes and beliefs to develop in-service teacher education courses for inclusion, Teaching and Teacher Education, 25, 543-550. Verloo, M. (2006). Multiple inequalities, intersectionality and the European Union, European Journal of Women s Studies, 13(3), 211-228. 11 ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 189

Vlachou, A. (2004). Education and inclusive policy-making implications for research and practice, International Journal of Inclusive Education, 8(1), 3-22. Wilson-Kovacs, D., Ryan, M. K., Haslam, S. A. and Rabinovich, A. (2008). Just because you can get a wheelchair in the building doesn t necessarily mean that you can still participate : Barriers to the career advancement of disabled professionals, Disability and Society, 23(7), 705-717. Woodhams, C. and Danieli, A. (2000). Disability and diversity a difference too far? Personnel Review, 29(3), 402-416. Zoniou-Sideri, A., Deropoulou-Derou, E., Karagianni, P. and Spandagou, I. (2006). Inclusive discourse in Greece: strong voices, weak policies, International Journal of Inclusive Education, 10(2-3), 279-291. 11 ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 190