«ΜΙΚΡΗ ΒΟΛΒΗ: ΕΝΑΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗΣ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΛΙΘΟΤΕΧΝΙΑΣ ΤΟΥ»



Σχετικά έγγραφα
Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα

Παλαιολιθική και Μεσολιθική εποχή στην Ελλάδα

Οικισμός αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής στα Ρεβένια Κορινού. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης της κεραμικής.

Ενότητα 2 Η Προϊστορική Ανασκαφή

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία

Το σύνολο των βραχογραφιών και κάτω λεπτομέρεια

Προϊστορικό Σπήλαιο Θεόπετρας

Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ:

Προνεολιθική και Νεολιθική Κύπρος

Κακοποίηση Ζώων Συντροφιάς

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Πυραμίδες στην Ελλάδα

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ. διαιρεί τη δράση του ανθρώπου σε: (πριν τη χρήση γραφής) Β. Εποχή των μετάλλων. μέταλλα. Εποχή του χαλκού

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ «ΠΛΑΤΙΑΝΑΣ» 1 Μ Α Ρ Ι Α Μ Α Γ Ν Η Σ Α Λ Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ε.Μ.Π. MSc Ε.Μ.Π.

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016)

ΚΥΚΛΑΔΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΝΕΟΛΙΘΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΑΥΓΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΕΣ ΡΑΣΕΙΣ 2014

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών

Εισαγωγή στη Θεωρία και τη Μέθοδο της Προϊστορικής Αρχαιολογίας. - Επιφανειακή έρευνα Renfrew & Bahn 2001, κεφ. 3

προϊστορικά και πρωτοϊστορικά χρόνια: τα αρχαιοβοτανικά δεδομένα

Σωσάνδρα ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

- Η νεολιθική στην Θεσσαλία -

4 ο ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ:

ΟΜΟΔΟΣ ΟΨΕΙΣ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ. χατζηπέτρου_ελένη. Περιοχές-Όψεις

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ

14. Κατασκευάστε μια μακέτα ανασκαφικού σκάμματος και παίξτε «ανασκαφή»! Επίσης, για την «ανασκαφή» θα χρειαστείτε:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κουσερή Γεωργία

ΟΙ ΓΡΑΦΕΣ ΣΤΟ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΙΓΑΙΟ Όταν οι μαθητές δημιουργούν

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων,

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015)

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΙΟΥ, Αλέξανδρος Μπαξεβανάκης, ΒΠΠΓ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Πειραιά Τεχνολογικού Τομέα. Ιστορία Κατασκευών

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

Ο αρχαιολογικός χώρος του Καλαμωτού βρίσκεται 2 χλμ. νότια του χωριού και είναι γνωστός στους κατοίκους του με την ονομασία Τούμπες ή Καστέλλια.

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

Διαχείριση Ανθρώπινου Δυναμικού ή Διοίκηση Προσωπικού. Οργανωσιακή Κουλτούρα

Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ.

4.2 Μελέτη Επίδρασης Επεξηγηματικών Μεταβλητών

Θέρμανση θερμοκηπίων με τη χρήση αβαθούς γεωθερμίας γεωθερμικές αντλίες θερμότητας

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ. Γενική άποψη του οικισμού. Το άνοιγμα στη θέα. Η περιοχή μελέτης

Συγγραφή ερευνητικής πρότασης

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΟΥ ΟΡΙΟΥ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΕΚΚΕ ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «TO ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. WORLD INTERNET PROJECT GREECE»

ΣΠΙΤΙΑ & ΑΥΛΕΣ ΣΤΟ ΝΕΟΛΙΘΙΚΟ ΟΙΚΙΣΜΟ ΑΥΓΗΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ: ΤΟ ΚΤΙΡΙΟ 5 ΚΑΙ ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΙΚΟΙ ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΧΩΡΟΙ

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

Σοφία Αυγερινού-Κολώνια, Καθηγήτρια

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. Σπύρος Τσιπίδης. Περίληψη διατριβής

3 Τοποθετήσεις Διευθυντών/ντριών Διευθύνσεων και Προϊσταμένων Γραφείων για τα έτη 1982, 1983, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1991, 1992, 1995, 1997,

Διερευνητική μάθηση We are researchers, let us do research! (Elbers and Streefland, 2000)

Θέμα: ΟΡΓΑΝΩΣΗ & ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΓΡΑΜΜΙΚΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ

ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ»

οκ _ τόπους παρεμβάσεις τοπίου για την ανάδειξη του παραλιακού μετώπου του Ναυπλίου

Πολιτιστικό Πρόγραμμα «Τα αγγεία λένε την ιστορία τους- Από την ανασκαφή στην προθήκη του Μουσείου» Σχ. έτος

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2009 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ (ΙΙ) ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Η αβεβαιότητα στη μέτρηση.

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

Πώς περνάμε τη μέρα μας;

9. Τοπογραφική σχεδίαση

Γεωργία Ε. Αντωνέλου Επιστημονικό Προσωπικό ΕΕΥΕΜ Μαθηματικός, Msc.

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Το μυστήριο των Δρακόσπιτων

Συμβολική και ιδεολογική ζωή.

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Σύμβολα και σχεδιαστικά στοιχεία. Μάθημα 3

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση

Αρχιτεκτονική σχεδίαση με ηλεκτρονικό υπολογιστή

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΒ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ & ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ Θ Ε Α Τ Ρ Ο ΛΙΝΔΟΥ ΧΟΡΗΓΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ

Μεταγνωστικές διεργασίες και αυτο-ρύθμιση

Κος ΣΤΑΥΡΙΝΟΥΔΗΣ: Καλησπέρα. Η δική μας εισήγηση θα είχε άμεση σχέση και θα είχε ενδιαφέρον να ακολουθούσε την εισήγηση του κυρίου Λέλεκα.

ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΩΝ ΣΧΕ ΙΩΝ ΜΙΚΡΗΣ ΙΩΡΟΦΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ.

Κώστας Ζάµπας Πολιτικός Μηχανικός ρ ΕΜΠ. Σκιάθου Αθήνα. Τηλέφωνο: Φαξ: Ηλεκτρονική διεύθυνση:

ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ)

Ανδρέας Ανδρικόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Χίος, 9/04/2014

ΕΚΘΕΣΗ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΩΝ

κατεύθυνση της εξάλειψης εθνοκεντρικών και άλλων αρνητικών στοιχείων που υπάρχουν στην ελληνική εκπαίδευση έτσι ώστε η εκπαίδευση να λαμβάνει υπόψη

Ύστερη Χαλκοκρατία ή Υστεροκυπριακή περίοδος: 1650/ /1050 π.χ.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Ιστορία της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης στην Ελλάδα: Το παράδειγμα των Φιλοσοφικών Σχολών

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΑ- ΕΙΡΗΝΗ ΔΟΓΙΑΜΑ «ΜΙΚΡΗ ΒΟΛΒΗ: ΕΝΑΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗΣ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΛΙΘΟΤΕΧΝΙΑΣ ΤΟΥ» ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΚΩΣΤΑΣ ΚΩΤΣΑΚΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009

Επιβλέπων καθηγητής: Κώστας Κωτσάκης Ημερομηνία έγκρισης: 24 Ιουνίου 2009 «Η έγκριση της Μεταπτυχιακής Εργασίας από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. δεν υποδηλώνει αναγκαστικά ότι αποδέχεται το Τμήμα τις γνώμες του συγγραφέα.»

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Από το βήμα αυτό μου δίνεται η ευκαιρία να ευχαριστήσω και να αναγνωρίσω τη συμβολή όλων εκείνων που στάθηκαν δίπλα μου στο εγχείρημα αυτό. Κατ αρχήν, οφείλω πολλές ευχαριστίες στην αδιάλειπτη αρωγή του επιβλέποντος καθηγητή μου κ. Κώστα Κωτσάκη, ο οποίος πάντοτε στήριζε τις ακαδημαϊκές επιλογές μου και με βοήθησε με κάθε δυνατό τρόπο. Στην κα. Αντίκλεια Μουνδρέα- Αγραφιώτη, καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, είμαι ευγνώμων γιατί δέχθηκε να μαθητεύσω κοντά της και με δίδαξε πάντοτε με ενθουσιασμό όλα όσα σήμερα γνωρίζω για τη λιθοτεχνία. Την ευχαριστώ ολόψυχα για την πολύτιμη βοήθειά της, χωρίς την οποία η εκπόνηση της εργασίας αυτής δεν θα είχε πραγματοποιηθεί. Πολλές ευχαριστίες οφείλω στον ανασκαφέα της θέσης κ. Σταύρο Κώτσο, ο οποίος ήταν πάντοτε διαθέσιμος και πρόθυμος να απαντήσει τις πολλές απορίες μου για την θέση. Τον ευχαριστώ θερμά που μου εμπιστεύτηκε το υλικό της Μικρής Βόλβης. Θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου και στην ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α. για την παραχώρηση άδειας για την μελέτη του υλικού. Θα ήθελα να ευχαριστήσω το Κοινωφελές Ίδρυμα Αλέξ. Ωνάση για την πολύτιμη αρωγή του με την μορφή υποτροφίας, την οποία λάμβανα για διάστημα δύο ετών. Η συμβολή του κ. Δημητριάδη, καθηγητή Γεωλογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, υπήρξε πολύ σημαντική στην αναγνώριση των πρώτων υλών. Τον ευχαριστώ θερμά που βρήκε τον χρόνο να κοιτάξει το υλικό. Ευχαριστώ ιδιαιτέρως τον Žarko Tankosić, υποψήφιο διδάκτορα του Indiana University, για τα αμέτρητα επιστημονικά άρθρα που μου προμήθευσε, για την συνεχή στήριξη και τις γόνιμες συζητήσεις μας για την εργασία. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους φύλακες του Παλαιού Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, όπου έγινε η μέλέτη, κα. Σοφία Πατραμάνη, κ. Φάνη Πατραμάνης και κα. Μαρία Σαντά, για τις διευκολύνσεις που μου παρείχαν και τα ευχάριστα διαλείμματα που είχα μαζί τους. Ευχαριστώ επίσης τις κυρίες Αντιγόνη Παπαδέα και Κατερίνα Σκουρτοπούλου για τις πολύτιμες συμβουλές τους στην «τέχνη» των λίθινων. Οφείλω ευγνωμοσύνη και πολλές ευχαριστίες στους γονείς μου, Κωνσταντίνο και Δέσποινα Δογιάμα, που ήταν πάντοτε ενεργά παρόντες και πρόθυμοι να βοηθήσουν με κάθε τρόπο.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Η εποχή της Αρχαιότερης Νεολιθικής στον ελλαδικό χώρο 1 1.1. Κύρια χαρακτηριστικά της Αρχαιότερης Νεολιθικής.1 2. Ο οικισμός της Μικρής Βόλβης: ανασκαφικά και αρχιτεκτονικά στοιχεία...10 3. Θεωρητικοί προβληματισμοί 15 4. Από την θεωρία στην πράξη: μεθοδολογία και στόχοι της έρευνας..21 5. Στρωματογραφία 24 6. Πρώτες Ύλες...27 6.1. Πυριτόλιθος...27 6.1.1. Κατηγορίες πυριτόλιθου.29 6.2. Χαλαζίας 37 6.3. Προέλευση πρώτων υλών.38 7. Τεχνολογική/ μορφολογική ανάλυση 40 7.1. Εργαλειοτεχνία από πυριτόλιθο 42 7.1.1. Λεπίδες...42 7.1.2. Πυρήνες..46 7.1.3. Τεχνικά αποκρούσματα..48 7.1.4. Ξέστρο 49 7.1.5. Ράσπες 49 7.1.6. Φολίδα με ράχη..50 7.1.7. Πολυγωνικά θραύσματα.50 7.1.8. Φολίδες...50 7.1.9. Απολεπίσματα 54 7.2. Εργαλειοτεχνία από χαλαζία.54 7.2.1. Πυρήνες..54 7.2.2. Λεπίδες...55 7.2.3. Ράσπα.55 7.2.4. Φολίδες...55 7.2.5. Πολυγωνικά θραύσματα.56 7.2.6. Απολεπίσματα 56 8. Ίχνη Χρήσης 57

8.1. Είδη ιχνών χρήσης.57 8.2. Εργαλεία με ίχνη χρήσης..59 8.2.1. Στοιχεία δρεπανιών 60 8.2.2. Σφηνίσκοι...63 9. Κατανομή ευρημάτων στον χώρο.66 9.1. Κατανομή αντικειμένων ανά τομή 67 9.2. Κατανομή αντικειμένων ανά λάκκο και οικία..85 10. Συμπεράσματα, Ερμηνείες και Συζήτηση..106 10.1. Τι είδους εργαλεία προτιμούσαν να λαξεύουν οι νεολιθικοί κάτοικοι της Μικρής Βόλβης και από ποια πρώτη ύλη..106 10.2. Η μορφή με την οποία εισέρχονταν στον οικισμό οι πρώτες ύλες και η ανασύσταση των εγχειρηματικών αλυσίδων 109 10.3. Η χρήση των εργαλείων και οι τρόποι που αυτά χρησιμοποιήθηκαν 114 10.4. Ο γενικότερος χαρακτήρας του οικισμού ως κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο δράσης μέσα από το πρίσμα της λίθινης τεχνολογίας 115 10.5. Γενικές παρατηρήσεις- Συγκρίσεις 127 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ..130 ΠΙΝΑΚΑΣ 1..144 ΕΙΚΟΝΕΣ.151 ΣΧΕΔΙΑ.161 ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ.165

1. Η ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗΣ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ. Η Αρχαιότερη Νεολιθική είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες περίοδους της ελληνικής προϊστορίας, αν σκεφτεί κανείς πόσο ριζικά μεταβλήθηκε η ζωή των ανθρώπων που την έζησαν, αλλά και πόσο καθοριστικό ρόλο έπαιξε στην διαμόρφωση πολλών πραγμάτων που σήμερα θεωρούμε δεδομένα. Από τα δημητριακά στο πρωινό μας ως το ψωμί στο τραπέζι μας και τον πασχαλινό οβελία, εμείς οι άνθρωποι του 21 ου αιώνα συνεχίζουμε να απολαμβάνουμε καθημερινά τα επιτεύγματα και τις ανακαλύψεις των πρώτων νεολιθικών γεωργών και κτηνοτρόφων. Επίσης είναι η εποχή που οι άνθρωποι αποφασίζουν να βάλουν την προσωπική τους σφραγίδα στο περιβάλλον χτίζοντας τις μόνιμες κατοικίες τους και εκμεταλλευόμενοι την φύση προς όφελός τους, αλλά με τους δικούς τους όρους πλέον. Είναι η απαρχή της ενεργούς επέμβασης του ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον με την μορφή της εξημέρωσης φυτών και ζώων και της καλλιέργειας και το τέλος της περιπλάνησης προς αναζήτηση τροφής. Ο νεολιθικός άνθρωπος δεν επαφίεται άλλο στις συγκυρίες και την τύχη για την επιβίωσή του, επιστρατεύει τεχνικές και πρακτικές που του επιτρέπουν να προγραμματίζει και να αποθηκεύει τροφή για το μέλλον. Ακόμη δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι την εποχή αυτή εφευρέθηκε η κεραμική, μια τεχνική που παρέμεiνε κεντρική στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων για πολλές χιλιετίες και συνεχίζει να υπάρχει ακόμη μέχρι σήμερα. 1.1. Κύρια χαρακτηριστικά της Αρχαιότερης Νεολιθικής. Χρονολογικό και γεωγραφικό πλαίσιο. Η Αρχαιότερη Νεολιθική είναι η πρώτη περίοδος της Νεολιθικής εποχής, τοποθετείται χρονολογικά περίπου στα 6700/6500-5800/5600 π.χ. και η διάρκειά της είναι περίπου 900 χρόνια (Andreou et al. 1996: 538). Έχει επιχειρηθεί πολλές φορές ο διαχωρισμός της περιόδου σε επιμέρους φάσεις, κυρίως βάσει της κεραμικής, όμως κάτι τέτοιο προσκρούει σε πολλά ζητήματα, κυρίως όμως στις γεωγραφικές διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται (Perlès 2001: 111-2). Η Αρχαιότερη Νεολιθική γεωγραφικά εντοπίζεται κυρίως στην δυτική Μακεδονία (Νέα Νικομήδεια, Γιαννιτσά Β, Σέρβια), στην Θεσσαλία (Θεόπετρα, 1

Αχίλλειον, Άργισσα, Σουφλί, Σέσκλο, Μακρυχώρι, Πετρομαγούλα κ.α.), στη Στερεά Ελλάδα (Νέα Μάκρη, Ελάτεια, Εύβοια κ.α.), στην Πελοπόννησο (Φράγχθι, Ασέα, Λέρνα, Κόρινθος), στο Ιόνιο (Σιδάρι Κέρκυρας) και στο Αιγαίο (Κνωσός και σπήλαιο Κύκλωπα στα Γιούρα). Από τις παραπάνω περιοχές η πυκνότερη συγκέντρωση οικισμών της Αρχαιότερης Νεολιθικής βρίσκεται στην Θεσσαλία. Στις περιοχές της κεντρικής και ανατολικής Μαεδονίας και Θράκης η Αρχαιότερη Νεολιθική είναι σπανιότατη έως και ανύπαρκτη. Τύποι οικισμών. Ο αριθμός των θέσεων της Αρχαιότερης Νεολιθικής είναι εντυπωσιακά μεγάλος. Οι Demoule και Perlès (1993: 368) αναφέρουν ότι στην ανατολική Θεσσαλία έχουν βρεθεί περίπου 120 οικισμοί με μέση απόσταση μεταξύ τους μόλις 2,7 χιλιόμετρα (Perlès 1999: 46), που πιθανόν ευνοούσε την ορατότητα και την επαφή μεταξύ των οικισμών. Στη συγκεκριμένη περιοχή ωστόσο δεν φαίνεται να έχουν χρησιμοποιηθεί κριτήρια επιλογής των θέσεων όπως η εγγύτητα σε πηγές νερού ή άλλα τοπογραφικά στοιχεία (Perlès 1999: 51). Οι Runnels και van Andel (1995) όμως πιστεύουν ότι επέλεγαν να κατοικούν σε κοιλάδες με περιοδικές πλημμύρες για την ευκολότερη άρδευση των καλλιεργειών. Πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι ανάλογες τοπογραφικές επιλογές και τόσο υψηλή συγκέντρωση θέσεων δεν υπάρχει πουθενά αλλού στην Ελλάδα μέχρι στιγμής. Σημαντικό είναι να σημειωθεί ότι τα σπήλαια που αποτελούσαν την κύρια προτίμηση των παλαιολιθικών και μεσολιθικών πληθυσμών (με πολλές εξαιρέσεις βεβαίως), σχεδόν αγνοήθηκαν παντελώς κατά την Αρχαιότερη Νεολιθική. Ελάχιστα είναι τα παραδείγματα σπηλαίων με κατοίκηση σε αυτή την φάση της Νεολιθικής και τα κυριότερα είναι τα εξής: Φράγχθι, Θεόπετρα, Κύκλωπας. Οι οικισμοί ήταν ανοιχτοί επίπεδοι ή χαμηλοί τεχνητοί γήλοφοι (τούμπες ή μαγούλες). Για τους δύο τύπους που διέπουν την νεολιθική αντίληψη της οργάνωσης του οικιστικού χώρου έχουν ειπωθεί αρκετά με αφετηρία κυρίως οικισμούς μεταγενέστερους της περιόδου που μας απασχολεί εδώ. Οι τούμπες ή μαγούλες φαίνεται να προάγουν την ιδέα της συνέχειας, της σύνδεσης με το προγονικό παρελθόν, της μονιμότητας και της μνήμης εν γένει. Η ιδέα αυτή εδράζεται στα ίδια τα χαρακτηριστικά του τύπου αυτού: μακροχρόνια επιλογή του ίδιου σημείου για κατοίκηση από πολλές γενιές 1, επιβολή της τούμπας ως μνημείο στο περιβάλλον, χρήση συγκεκριμένων οικοδομικών υλικών, περιορισμένος χώρος χρήσης (Ανδρέου 1 Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της θέσης Πρόδρομος 3 στην Θεσσαλία, στην οποία βρέθηκαν δέκα διαδοχικά στρώματα κατοίκησης, όλα της Αρχαιότερης Νεολιθικής (Perlès, 2001: 175). 2

& Κωτσάκης 1987, Kotsakis 1994, 1999). Οι θέσεις Αχίλλειο, Γεντίκι, Οτζάκι, Σουφλί, Σέσκλο, Νέα Νικομήδεια είναι λίγα μόνο παραδείγματα αυτού του τύπου οικισμού που φαίνεται να υπερτερεί αριθμητικά στην μέχρι τώρα έρευνα (Perlès 2001). Οι επίπεδοι οικισμοί χαρακτηρίζονται από λεπτότερες επιχώσεις που δηλώνουν μικρότερη διάρκεια κατοίκησης, αναπτύσσονται οριζοντίως, υπάρχει μετακίνηση δηλαδή των οικημάτων σε μεταγενέστερες φάσεις και καταλαμβάνουν σαφώς μεγαλύτερη έκταση από τις τούμπες (Kotsakis 1994, 1999). Επίπεδοι οικισμοί έχουν βρεθεί στο Σέσκλο, Νέα Μάκρη, Σιδάρι (Perlès 2001). Οικονομία και παραγωγή. Οι κοινωνίες της Αρχαιότερης Νεολιθικής στον ελλαδικό χώρο ήταν οικονομικά αγροκτηνοτροφικές. Πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι βασίζονταν κυρίως στην καλλιέργεια εξημερωμένων ειδών δημητριακών και οσπρίων και λιγότερο στην κτηνοτροφία (Halstead 1981, 1996, 1999, 2004; Perlès 2001; Bailey 2000). Τα κύρια είδη δημητριακών που καλλιεργούνταν ήταν το σιτάρι Triticum dicoccum, Triticum monococcum, Triticum aestivum (σπανιότερα), το κριθάρι (Hordeum vulgare) κ.α. Τα όσπρια ήταν επίσης κοινό διατροφικό προϊόν. Στο αρχαιολογικό υλικό ιδιαίτερα δημοφιλής είναι η φακή (Lens culinaris), το μπιζέλι (Pisum sativum), η φάβα (Vicia ervilia) και το λαθούρι (Lathyrus sativus). Έχει διαπιστωθεί ότι η εναλλαγή καλλιεργειών σιτηρών και οσπρίων αποτελούσε στρατηγική μείωσης του κινδύνου για κακή σοδειά, καθώς τα όσπρια είναι πιο ανθεκτικά στο ξηρό κλίμα (Perlès 2001: 155). Λιγοστές είναι οι ενδείξεις για την εκμετάλλευση άγριων καρπών και φυτών. Αν και αυτό θα μπορούσε να οφείλεται σε ποικίλους παράγοντες, όπως ότι δεν άφησαν κατάλοιπα ή ότι καταναλώθηκαν εκτός οικισμού, ωστόσο η σχεδόν παντελής έλλειψή τους από τα αρχαιολογικά δεδομένα μάλλον οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ηθελημένα αποφεύγονταν από τους νεολιθικούς πληθυσμούς. Η αρχαιοζωολογία έχει παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στην κατανόηση της νεολιθικής οικονομίας. Η αναγνώριση εξημερωμένων ειδών όπως αιγοπρόβατα, βοοειδή, σκύλοι και χοίροι συμπληρώνει κατά πολύ την εικόνα της νεολιθικής ζωής. Ο ακριβής τους ρόλος τους όμως μόνο τα τελευταία χρόνια έχει διευκρινισθεί με περισσότερη σαφήνεια. Τα πιο πρόσφατα συμπεράσματα δείχνουν ότι τα εξημερωμένα ζώα δεν αποτελούσαν τον διατροφικό πυρήνα, αλλά μόνο περιστασιακά συμπλήρωναν την διατροφή που κατά τα άλλα ήταν βασισμένη στις 3

φυτικές τροφές (Halstead 1981). Τα ζώα πρέπει να θεωρούνταν πολύ πιο σημαντικά: κατά πρώτον, μπορούσαν να θρέψουν μια κοινότητα σε περιπτώσεις καταστροφής της σοδειάς, ή ακόμη πιο πιθανό είναι ότι σε τέτοιες δύσκολες στιγμές ανταλλάσσονταν έναντι φυτικών και άλλων προϊόντων. Δεν αποκλείεται μάλιστα τα ζώα να αποτελούσαν ένα είδος συμβόλου κοινωνικής δύναμης και αναγνώρισης και να καταναλώνονταν σε ειδικές κοινωνικές περιστάσεις, όπως γάμοι, φιλοξενία κλπ. (Halstead 2000, 2004, Runnels & Van Andel 1988). Ας σημειωθεί ξανά ότι και στην περίπτωση των ζώων, άγρια είδη καταναλώνονταν πολύ σπάνια (Perlès 2001: 170-1). Μόνο περιστασιακά η διατροφή συμπληρωνόταν από πτηνά, ψάρια ή μαλάκια. Είναι έκδηλη η προτίμηση των πρώιμων νεολιθικών ανθρώπων στα εξημερωμένα είδη φυτών και ζώων. Μπορούμε μόνο να υποθέσουμε ότι πρόκειται για συνειδητή κοινωνική επιλογή που δεν σχετίζεται με περιβαλλοντικές επιταγές, αφού άγρια είδη ήταν σαφώς διαθέσιμα, αλλά ούτε και με έλλειψη τεχνογνωσίας στη θήρευση, καθώς υπάρχουν κάποια παραδείγματα, λιγοστά ωστόσο, από οικισμούς όπου έχουν βρεθεί καταναλωμένα άγρια ζώα (Αχίλλειο, Λέρνα). Πιθανότατα η επιλογή αυτή σχετίζεται με την εν γένει αντίληψη της εποχής που θέλει τον άνθρωπο να αντιτίθεται στο φυσικό άγριο περιβάλλον και να κατασκευάζει κοινωνικά το δικό του περιβάλλον του, είτε πρόκειται για την κατοικία του, είτε για την τροφή του. Αρχιτεκτονική. Το βασικό χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής κατά την Αρχαιότερη Νεολιθική είναι η εντυπωσιακή ποικιλομορφία σε τεχνικές και συνδυασμούς τεχνικών ακόμη και μέσα στον ίδιο οικισμό (Perlès 2001: 188). Έχει χαρακτηριστεί ως «περίοδος τεχνολογικού πειραματισμού» με παρόντα όλα τα στοιχεία που θα εξακολουθήσουν να διέπουν την αρχιτεκτονική στις μετέπειτα φάσεις της Νεολιθικής περιόδου (Benvenuti 2006: 19). Τα βασικά οικοδομικά υλικά για την κατασκευή μιας νεολιθικής οικίας ήταν το ξύλο, η λάσπη και ο λίθος. Επίσης υπάρχουν ενδείξεις ότι χρησιμοποιούνταν και καλάμια, άχυρο και άλλα φυτικά στελέχη κυρίως για να δώσουν μεγαλύτερη συνεκτικότητα και αντοχή στον πηλό. Οι κύριοι τρόποι τοιχοδομίας είναι η ξυλοδεσιά με επάλειψη από αχυροπηλό ( wattle and daub ) και το χτίσιμο με ωμές πλίνθους. Η πρώτη τεχνική έχει σχετιστεί με την ύπαρξη οπών πασσάλων, οι οποίες φαίνεται ότι ήταν απαραίτητες για την στήριξη της στέγης. Η τοιχοδομία άλλοτε εδραζόταν σε λίθινο θεμέλιο που κάποιες φορές χτιζόταν μέσα σε τάφρο (Αχίλλειον, Άγιος Πέτρος, 4

Νέα Μάκρη, Λέρνα κ.α.) και άλλοτε οι τοίχοι εγείρονταν απευθείας στο έδαφος (Νέα Μάκρη, Λέρνα, Σέσκλο κ.α.) (Perlès 2001). Για τις τάφρους αυτές έχει εκφραστεί και η άποψη ότι εξυπηρετούσαν κυρίως στην μείωση της υγρασίας και κατ επέκταση στην προστασία του τοίχου (Benvenuti 2006: 17). Η συνηθέστερη κάτοψη της τυπικής οικίας της Αρχαιότερης Νεολιθικής είναι τετράπλευρη μονόχωρη (Αχίλλειο, Οτζάκι, Άγιος Πέτρος, Κνωσός, Νέα Μάκρη, Λέρνα κ.α.) ή και δίχωρη με δάπεδο είτε από πατημένη γη είτε στρωμένο επιμελώς με πηλό (Πρόδρομος, Νέα Νικομήδεια κ.α.). Ενδείξεις για την κατασκευή της στέγης υποδεικνύουν ότι σε κάποιες περιπτώσεις θα έπρεπε να ήταν αμφικλινής (Σέσκλο, Νέα Νικομήδεια), ενώ σε άλλες επίπεδη (Οτζάκι). Στον οικισμό της Νέας Νικομήδειας βρέθηκαν εσωτερικές αντιστηρίξεις για την αποτελεσματικότερη στήριξη της στέγης (Demoule & Perlès 1993: 370-1, Perlès 2001: 188-191). Το εσωτερικό των οικιών μπορούσε να περιλαμβάνει χτιστό θρανίο (Νέα Νικομήδεια), υπερυψωμένες πλατφόρμες, εστίες (Άργισσα, Αχίλλειον) και αποθηκευτικούς χώρους. Πάντως την εποχή της Αρχαιότερης Νεολιθικής είναι εξίσου σύνηθες οι εστίες και οι φούρνοι καθώς και δάπεδα σχετιζόμενα με την προετοιμασία της τροφής να βρίσκονται εκτός του οικιακού χώρου (Αχίλλειον, Νέα Νικομήδεια) (Perlès 2001: 192-4), καταδεικνύοντας ίσως έντονους κοινοτικούς δεσμούς που εκδηλώνονταν και μέσω της κοινής προετοιμασίας της τροφής. Κατά τον Halstead (1995: 13) η οικία της Αρχαιότερης Νεολιθικής αποτελεί την αρχιτεκτονική μονάδα που στεγάζει και αντιπροσωπεύει ένα μικρό σύνολο ατόμων, πιθανότατα μιας οικογένειας. Κατά τον ίδιο ερευνητή η νεολιθική κώμη πρέπει να είχε πληθυσμό από 50 έως 300 άτομα, αριθμός που συνάδει με το πνεύμα ισότητας και με την απουσία κοινωνικής διαστρωμάτωσης και διαφοροποίησης, που φαίνεται να υπήρχε. Τέλος, θα μας απασχολήσει σύντομα το θέμα των ημιυπόγειων κυκλικών κατοικιών ( semi-subterranean houses ή oval pit-houses ) που έχουν θεωρηθεί ως κύριο χαρακτηριστικό της πρωιμότερης φάσης της Αρχαιότερης Νεολιθικής (π.χ. Benvenuti 2006: 15, Halstead 2006: 13). Ενδείξεις για την ύπαρξή τους έχουμε από λίγους οικισμούς (Άργισσα, Αχίλλειον, Νέα Μάκρη 2 κ.α.). Εκτός όμως από τον μικρό αριθμό των σωζώμενων παραδειγμάτων, υπάρχουν επιμέρους ζητήματα όπως αυτό 2 Το συγκεκριμένο οίκημα ήταν τετράπλευρης κάτοψης και όχι κυκλικής/ ελλειψοειδούς. Αποτελεί το πιο πειστικό παράδειγμα ημιυπόγειας οικίας καθώς στο εσωτερικό του βρέθηκε εστία (Perlès 2001: 185). 5

της ελλιπούς περιγραφής τους κάποιες φορές ή άλλοτε η έλλειψη ικανών επιχειρημάτων για την χρήση τους ως οικίες (για τα προβλήματα των ημιυπόγειων οικιών βλ. Γιαννούλη 2006). Η Perlès θεωρεί ότι στις περισσότερες των περιπτώσεων οι λεγόμενες οικίες είναι μόνο λάκκοι εύρεσης πηλού για την κατασκευή τετράπλευρων επίγειων οικιών και συμπεραίνει ότι η υπόθεση ότι η αρχιτεκτονική των κυκλικών ημιυπόγειων κατοικιών κυριαρχούσε στην πρώιμη Αρχαιότερη Νεολιθική περίοδο δεν πιστοποιείται επαρκώς από τα ανασκαφικά δεδομένα και ότι αποτελεί λανθασμένο παραλληλισμό με την Εγγύς Ανατολή (2001: 184-5) αλλά και την Βαλκανική χερσόνησο (Bailey 2000: 264-5). Μόνο περισσότερα ανασκαφικά δεδομένα και μελέτες οργάνωσης του χώρου μπορούν να προσφέρουν περαιτέρω στοιχεία και ερμηνείες αναφορικά με το ζήτημα αυτό 3. Ταφικές Πρακτικές. Τα ανασκαφικά δεδομένα που αφορούν στην διαχείριση των νεκρών κατά την Αρχαιότερη Νεολιθική είναι εξαιρετικά λίγα και το αξιοπερίεργο είναι ότι δίνουν μια πολύ ετερόκλητη εικόνα για τις ταφικές πρακτικές στην περίοδο εν γένει. Οι πληροφορίες που έχουμε προέρχονται από λίγες ταφές, οι οποίες δεν ξεπερνούν τις 50 με 60 συνολικά από όλο τον ελλαδικό χώρο (Perlès 2001: 273). Γενικά οι ταφικές πρακτικές φαίνεται να συνάδουν με το γενικότερο κλίμα της Βαλκανικής χερσονήσου (Bailey 2000: 123). Στη Σουφλί Μαγούλα βρέθηκε νεκροταφείο μικρής έκτασης (αν και δεν έχει ανασκαφεί ολοκληρωτικά) με 15 συνολικά καύσεις που περιείχαν κάποια κτερίσματα. Βρέθηκαν επίσης δύο λάκκοι που ερμηνεύτηκαν ως αποτεφρωτήρια λόγω ικανών ενδείξεων (Andreou et al. 1996: 553, Fowler 2004: 30-39). Το παράδειγμα από την θέση αυτή πιστοποιεί ότι υπήρχαν ειδικοί χώροι εκτός οικισμού που χρησίμευαν ως νεκροταφεία, αν και αυτό δεν μπορεί ακόμη να θεωρηθεί ως η συνήθης πρακτική, καθώς δεν υπάρχει άλλο ανάλογο παράδειγμα. Σε άλλους οικισμούς όμως παρατηρείται ο ενταφιασμός του νεκρού εντός των ορίων του οικισμού αλλά εκτός του οικιακού χώρου (Νέα Νικομήδεια, Σέσκλο, Λέρνα, Άργισσα, Φράγχθι κ.α.). Οι ταφές είναι ως επί το πλείστον ακτέριστες και μοιάζουν να έχουν γίνει με λίγη φροντίδα (Perlès 2001: 274-6). Η θέση Πρόδρομος παρέχει 3 Κατά τα τελευταία χρόνια ήρθε στο φως κυκλική ημιυπόγεια κατοικία στην θέση Φυλλοτσαΐρι Μαυροπηγής στην Κοζάνη, που χρονολογείται στις πρώιμες φάσεις της Αρχαιότερης Νεολιθικής. Η οικία αυτή, που ξαναχτίστηκε δύο φορές, είναι δίχωρη, με δάπεδο από μάργα και κυκλική εστία στο εσωτερικό της. Στις επόμενες φάσεις διευρύνθηκε και έγινε επίγεια, ενώ η στήριξη της στέγης γινόταν με πασσάλους έξω και περιμετρικά της οικίας (Καραμήτρου Μεντεσίδου 2005: 525 6). 6

άλλο ένα μεμονωμένο είδος ταφής: κάτω από το δάπεδο οικίας βρέθηκε λάκκος με έντεκα ανθρώπινα κρανία και λίγα ακόμη οστά, ανάμεσα στα οποία υπήρχαν αρκετά όστρακα και λίθινα απολεπισμένα εργαλεία. Κατά την άποψη της Perlès (2001: 279-80) η δευτερογενής ταφή του Προδρόμου αποτελεί έκφανση τελετουργικού που σχετίζεται με την λατρεία των προγόνων. Κατά την ίδια ερευνήτρια ως η συνήθης ταφική πρακτική πρέπει να θεωρηθεί η περίπτωση του νεκροταφείου της Σουφλί Μαγούλας, αν και αποτελεί μοναδική περίπτωση στην Ελλάδα (Perlès 2001: 276). Όσον αφορά στις ταφές σε λάκκους εντός οικισμών πρέπει μάλλον να ανήκουν σε άτομα στα οποία για κάποιους λόγους δεν επιτρεπόταν ο ενταφιασμός τους με το σύνηθες τελετουργικό, όπως παιδιά και έφηβοι λόγω του νεαρού της ηλικίας τους(perlès 2001: 279). Αναμφισβήτητα το θέμα των ταφικών πρακτικών στην Αρχαιότερη Νεολιθική είναι πολυδιάστατο και περιπλέκεται περισσότερο από την γεωγραφική ανομοιότητα που διέπει το αρχαιολογικό υλικό (Fowler 2004: 43). Ακόμη και οι ταφές που είναι γνωστές είναι πολύ δύσκολο να μην θεωρηθούν ως ευτυχή ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης, που αυτή την φορά αποκάλυψε τις εξαιρέσεις και όχι τον κανόνα, όποιος και αν ήταν αυτός. Δεν αποκλείεται βέβαια ο κανόνας να βρίσκεται μπροστά μας, το κλειδί όμως στην περαιτέρω κατανόηση των ταφικών αντιλήψεων της Αρχαιότερης Νεολιθικής βρίσκεται μόνο στην αδιάκοπη συνέχιση των ερευνών. Τεχνουργήματα, ανταλλαγές και εξειδίκευση. Η κεραμική αποτελεί μια από τις σημαντικότερες τεχνολογικές εφευρέσεις της Αρχαιότερης Νεολιθικής. Αν και γνωρίζουμε ότι σε προηγούμενες περιόδους γινόταν κάποια χρήση πηλού, στην πρώιμη Νεολιθική παρουσιάζεται για πρώτη φορά ολοκληρωμένο το κεραμικό προϊόν. Ο συνηθέστερος τύπος σχήματος είναι η ανοιχτή φιάλη με κυρτά τοιχώματα και επίπεδη ή δακτυλιόσχημη βάση. Πρόκειται συνήθως για μονόχρωμη στιλβωμένη κεραμική, που διακοσμείται σπάνια με γεωμετρικά γραπτά μοτίβα, πλαστικές εμπίεστες ταινίες, πλαστικά κομβία κ.α. (Perlès 2001: 212-3). Πρόσφατες έρευνες έχουν κατάλήξει σε εξαιρετικά ενδιαφέροντα συμπεράσματα για την πρώιμη χρήση της κεραμικής. Η Vitelli (1989, 1993a, 1993b, 1999) κυρίως μέσα από την μελέτη της κεραμικής από το σπήλαιο Φράγχθι, συμπέρανε ότι τα πρώτα αγγεία δεν είχαν χρηστικό χαρακτήρα (για την παρασκευή ή την αποθήκευση τροφής), αλλά συμβολικό- τελετουργικό. Το συμπέρασμα αυτό βασίστηκε στην εξαιρετικά χαμηλή ετήσια παραγωγή αγγείων (12-13 αγγεία), την 7

απουσία εξωτερικών ιχνών από την επαφή με την φωτιά, την έλλειψη αντοχής σε συχνά θερμικά σοκ και την μικρή χωρητικότητά τους, που δεν τα καθιστά ιδανικά για καθημερινή χρήση. Η ίδια ερευνήτρια πιστεύει ότι η κεραμική παραγωγή βρισκόταν στα χέρια εξειδικευμένων παραγωγών- σαμάνων, που κατασκεύαζαν τα αγγεία του οικισμού στα πλαίσια ειδικών τελετουργιών. Απομένει να επιβεβαιωθούν τα συμπεράσματα αυτά από ανάλογες μελέτες σε άλλες θέσεις της Αρχαιότερης Νεολιθικής. Όσον αφορά στην «κυκλοφορία» των αγγείων κατά την περίοδο αυτή φαίνεται ότι υπάρχει ελάχιστη κινητικότητα. Τα αγγεία δεν παρουσιάζουν μεγάλη στυλιστική διαφοροποίηση, κατασκευάζονται από τοπικούς πηλούς και χρησιμοποιούνται σχεδόν αποκλειστικά από τους οικισμούς για τους οποίους προορίζονταν, χωρίς να υπάρχουν ενδείξεις ανταλλαγής τους (Perlès & Vitelli 1999: 98, Perlès 1992: 127, Demoule & Perlès 1993: 384). Λιγότερο συνήθη ευρήματα σε θέσεις της Αρχαιότερης Νεολιθικής είναι τα λίθινα αγγεία, «ενώτια» και σφραγίδες καθώς και χάντρες ή περίαπτα από λίθο ή όστρεα. Στο Φράγχθι βρέθηκε μεγάλη συγκέντρωση θραυσμένων οστρέων με διαμπερείς οπές κοντά σε μεγάλο αριθμό λίθινων οπέων. Τα αντικείμενα συσχετίστηκαν και ο χώρος ερμηνεύτηκε ως εργαστήρι τοπικής παραγωγής χαντρών από όστρεα (Perlès 1992: 130). Λίθινα αγγεία έχουν βρεθεί ελάχιστα. Ιδιαίτερη είναι η περίπτωση της Νέας Μάκρης όπου προτάθηκε ότι λειτουργούσε εξειδικευμένο εργαστήριο παραγωγής τέτοιων αντικειμένων (Perlès 2001: 222). Φαίνεται πάντως από τα λίγα παραδείγματα ότι η κατασκευή τέτοιων αντικειμένων ήταν αδιαμφησβήτητα απαιτητική, τόσο σε χρόνο, όσο και σε τεχνογνωσία. Τα τελικά προϊόντα ήταν γενικά λίγα σε αριθμό, κάτι που σε συνδυασμό με την εργασία που χρειάζεται για την παραγωγή τους, οδηγεί πιθανότατα στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για εξειδικευμένη εργασία (Perlès 2001: 223) Οι εξωτικές πρώτες ύλες που συχνά χρησιμοποιούνταν και οι μεγάλες αποστάσεις που αυτά τα αντικείμενα «ταξίδευαν», κάνουν κάποιους ερευνητές να πιστεύουν ότι πρόκειται για αντικείμενα με ιδιαίτερη συμβολική αξία (Perlès 1992: 138, 149, Demoule & Perlès 1993: 384). Στα χαρακτηριστικά της λιθοτεχνίας της περιόδου θα αναφερθώ εκτενώς στο τελευταίο κεφάλαιο της εργασίας. Περιληπτικά θα αναφέρω εδώ ότι ο οψιανός της Μήλου φαίνεται πως είναι ένα από τα σημαντικότερα αγαθά που «ταξιδεύει» σε πολύ μακρινές περιοχές από την πηγή του και τον βρίσκουμε σε θέσεις από την Θεσσαλία ως την Κρήτη. Συνδέεται μάλιστα με συγκεκριμένο τρόπο λάξευσης, την τεχνική της 8

πίεσης, η οποία μεγιστοποιεί τις εγγενείς δυνατότητες του υλικού, ενώ παράλληλα η δυσκολία της τεχνικής αυτής υπαινίσσεται ενδεχομένως τεχνολογική εξειδίκευση (Perlès 2001: 203). Πάντως φαίνεται ότι οι νεολιθικοί άνθρωποι δεν είναι έτοιμοι να συμβιβαστούν με χαμηλής ποιότητας πρώτες ύλες, και αντ αυτού προτίθενται να συμμετάσχουν σε πολύπλοκα δίκτυα ανταλλαγών, που τους προμηθεύουν με τις επιθυμητές υψηλής ποιότητας πρώτες ύλες (Perlès 1989). 9

2. Ο ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΒΟΛΒΗΣ: ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 4. Η θέση της Μικρής Βόλβης παρέμενε άγνωστη στην αρχαιολογική έρευνα μέχρι την τυχαία ανακάλυψή της λόγω της διέλευσης του αυτοκινητόδρομου της Νέας Εγνατίας από την περιοχή. Αποφασίστηκε και διενεργήθηκε σωστική ανασκαφή από την ΙΣΤ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων με κύριους ανασκαφείς τους κκ. Σταύρο Κώτσο, Αστέριο Λιούτα και Δημήτρη Νικάκη. Ο οικισμός βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της λεκάνης του Λαγκαδά, στους πρόποδες του Κερδύλλιου όρους (εικ. 1 και 2). Πρόκειται για έναν ανοιχτό εκτεταμένο οικισμό που βρίσκεται στις υπώρειες λόφου (εικ. 3). Η απόσταση της θέσης από τη σημερινή βόρεια όχθη της λίμνης Βόλβης είναι μόλις 1,5 χλμ. και είναι ορατή ακόμη και σήμερα από τον οικισμό. Φαίνεται μάλιστα ότι βρίσκεται πάνω σε μια φυσική δίοδο προς τα ανατολικά κατά μήκος της οποίας έχουν εντοπιστεί πολλές θέσεις διαφορετικών χρονολογικών περιόδων. Στην δυτική πλευρά της λεκάνης του Λαγκαδά επιφανειακή έρευνα που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης εντόπισε πληθώρα άγνωστων μέχρι σήμερα αρχαιολογικών θέσεων, μεταξύ των οποίων και προϊστορικές, αν και καμία της Αρχαιότερης Νεολιθικής (Kotsakis 1989, Κωτσάκης 1990, Κωτσάκης & Ανδρέου 1992, Andreou & Kotsakis 1994). Ο εν λόγω οικισμός επομένως εντάσσεται γεωγραφικά σε μια περιοχή που έχει γνωρίσει εντατική οικιστική δραστηριότητα και έχει προτιμηθεί για εγκατάσταση σε πολλές διαφορετικές προϊστορικές και ιστορικές περιόδους. Εκτεταμένες καλλιέργειες και πυκνή βλάστηση στη νότια και δυτική πλευρά αντίστοιχα δεν επέτρεψαν τον σαφή προσδιορισμό των ορίων του οικισμού. Από τα βόρεια και ανατολικά όρια, που ήταν δυνατόν να διερευνηθούν, εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο οικισμός είχε έκταση περίπου 200 x 150 μέτρα. Στην ανατολική πλευρά του χώρου ανασκαφής αποκαλύφθηκε νεκροταφείο των ιστορικών χρόνων (υστερορωμαϊκό), το οποίο σε αρκετά σημεία είχε διαταράξει την νεολιθική επίχωση. Ενδεικτικά παραδείγματα είναι οι λάκκοι 49 και 61, των οποίων οι επιχώσεις διακόπτονται από την διάνοιξη ορυγμάτων για ρωμαϊκούς 4 Οι πληροφορίες προέρχονται από την έκθεση ανασκαφής της ΙΣΤ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, από τα ημερολόγια της ανασκαφής, από το άρθρο των ανασκαφέων Α. Λιούτα και Σ. Κώτσο (2006), και από προσωπική επικοινωνία με τον ανασκαφέα κ. Σταύρο Κώτσο. 10

τάφους. Συνολικά βρέθηκαν 113 ρωμαϊκοί τάφοι και τμήμα του θεμελίου αψιδωτού κτιρίου της ίδιας περιόδου. Η ανασκαφή ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2005 και τελείωσε τον Σεπτέμβριο του 2006 με δύο ενδιάμεσες διακοπές συνολικά πέντε μηνών. Ανασκάφησαν 86 τετράγωνα διαστάσεων 4x4μ.. Το μεγαλύτερο όμως τμήμα του νεολιθικού οικισμού επιχώθηκε χωρίς να διερευνηθεί πρώτα, λόγω έλλειψης χρόνου, αφού η ανασκαφή έπρεπε να περιοριστεί στην έκταση των εργασιών για την Εγνατία Οδό. Υπολογίζεται ότι ερευνήθηκε η βόρεια και βορειονατολική πλευρά του νεολιθικού οικισμού. Το κύριο χαρακτηριστικό της θέσης αυτής είναι ο μεγάλος αριθμός των λάκκων, συνολικά 138, που αποκαλύφθηκαν κατά την ανασκαφή. Η διάταξή τους στον χώρο της ανασκαφής δεν είναι κανονική και η πυκνότητά τους διαφέρει από σημείο σε σημείο. Σε κάποιες τομές υπάρχει συνωστισμός από λάκκους (τετράγωνα Ξ32, Ξ33, Θ16 είναι λίγα μόνο παραδείγματα), ενώ σε άλλες δεν βρέθηκε κανένας (τετράγωνα Β12, Β13 και Β14). Σκαμμένοι στο φυσικό έδαφος, οι περισσότεροι έχουν κυκλική ή ελλειψοειδή κάτοψη με διάμετρο που κυμαίνεται από 0,50μ. ως 1,80μ. και βάθος από 0,30μ ως και 1,20μ. Τα τοιχώματά τους είναι ως επί το πλείστον κατακόρυφα σκαμμένα, άλλοτε παρουσιάζουν ελαφρά κλίση προς τα έξω και σπανιότερα είναι ελαφρώς κοίλα. Οι πυθμένες των λάκκων είναι συνηθέστερα επίπεδοι φτιαγμένοι από χώμα ή άλλοτε με στρώση αργών λίθων. Η εσωτερική διάμορφωση των λάκκων είναι γενικά σπάνια στον οικισμό της Μικρής Βόλβης, ωστόσο υπάρχουν κάποια παραδείγματα. Ένας τύπος διαμόρφωσης είναι η διάνοιξη μικρότερων λάκκων στην επιφάνεια ενός μεγαλύτερου, όπως στην περίπτωση του λάκκου 1 στον οποίο ανοίχθηκαν οι λάκκοι 1α και 1β και στην περίπτωση του Λάκκου 137 στον οποίο βρέθηκαν πολλά επιμέρους λακκίδια και κοιλώματα (εικ. 4). Οι δύο αυτοί μεγάλοι λάκκοι έχουν χαρακτηριστεί και ως οικιακοί χώροι. Άλλες φορές διαμορφώνεται ένας λάκκος ή ένα κοίλωμα στον πυθμένα του κυρίως λάκκου. Τέτοιες είναι οι περιπτώσεις των λάκκων 49 και 103. Συναντάται επίσης ο τύπος της διαμόρφωσης με εσωτερική βαθμίδα από αργούς λίθους. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα πλάτωμα, που ερμηνεύτηκε από τους ανασκαφείς ότι παρείχε ευκολότερη πρόσβαση στον πυθμένα λάκκων με μεγάλο βάθος. Εσωτερική βαθμίδα βρέθηκε στους λάκκους 104 και 135. Ο τελευταίος 11

μάλιστα εκτός από βαθμίδα, χωριζόταν εσωτερικά σε δύο επίπεδα με υψομετρική διαφορά περίπου 40 εκατοστών. Επίσης να αναφέρουμε ότι υπήρξαν και λίγες περιπτώσεις «σύνθετων» λάκκων που αποτελούνταν από δύο λάκκους που τέμνονταν (λάκκοι 74 και 86). Δεν είναι βέβαιο αν πρόκειται για μεταγενέστερη επέμβαση στον αρχικό λάκκο ή για εξ αρχής διαμόρφωσή του. Η αδιαμφισβήτητη δράση μεταποθετικών παραγόντων ευθύνεται για τη διάβρωση των επιχώσεων εντός των λάκκων. Ως εκ τούτου οι λάκκοι δεν αποτελούν κλειστά ανασκαφικά σύνολα, καθώς οι αρχικές επιχώσεις τους αναμείχθηκαν με χώματα που παρασύρθηκαν από ψηλότερα. Από την πληθώρα των λάκκων ξεχωρίζουν οι λάκκοι 1, 49 και 137, οι οποίοι θα μπορούσαν να αποτελούν μέρος ημιυπόγειων κατοικιών. Σε κανέναν όμως από τους τρεις αυτούς λάκκους δεν βρέθηκαν περαιτέρω στοιχεία που θα υποστήριζαν με ασφάλεια την υπόθεση αυτή, όπως π.χ. η ύπαρξη πασσαλότρυπων για την στήριξη στέγης. Ο λάκκος 1 βρέθηκε εντός των ορίων του τετραγώνου Α12 και είχε διάμετρο 5,70μ., ονομάστηκε Οικία Α. Στην επίχωσή του βρέθηκαν τρεις ρωμαϊκοί τάφοι. Εντός του λάκκου εντοπίστηκαν δύο μικρότεροι λάκκοι, οι λάκκοι 1α και 1β. Ο λάκκος έδωσε πλείστα ευρήματα, μεταξύ των οποίων σταυρόσχημο πήλινο αντικείμενο, πληθώρα κεραμεικής και λίθινα απολεπισμένα εργαλεία. Ο λάκκος 49 βρέθηκε στην τομή Ι7. Η νότια πλευρά του ήταν διαταραγμένη από τάφο των ιστορικών χρόνων. Η διερεύνησή του έδειξε ότι είχε ελλειψοειδή κάτοψη 3x 3,50 μέτρων, ενώ στη νότια πλευρά του πυθμένα του αποκαλύφθηκε κοίλωμα διαστάσεων 1,40x 0,90 μέτρων, το οποίο αποτελεί και τη μόνη εσωτερική διαμόρφωση του λάκκου. Ο λάκκος 49 έδωσε πληθώρα νεολιθικής κεραμεικής και άλλων αντικειμένων. Ο λάκκος 137 βρέθηκε στο τετράγωνο Γ21. Είναι ωοειδούς κάτοψης με διαστάσεις 3,20x 1,50 μέτρα. Εσωτερικά ήταν διαμορφωμένος με επιμέρους λακκίδια και κοιλώματα, όπως περιγράψαμε και παραπάνω (εικ. 5). Όσον αφορά στην χρήση των λάκκων, οι ανασκαφείς δηλώνουν ότι παραμένει άγνωστη, κυρίως γιατί όσα ευρήματα προέρχονται ανασκαφικά από το εσωτερικό τους είναι ουσιαστικά «φερμένα» και σχετίζονται περισσότερο με την περίοδο μετά 12

την εγκατάλειψη των λάκκων, παρά με την περίοδο χρήσης τους. Επίσης δεν φαίνεται να σχετίζονταν με καμία από τις οικίες που βρέθηκαν. Παρόλα αυτά αναφέρουμε τις περιπτώσεις των λάκκων 103 και 113, οι οποίοι παρουσιάζουν την εξής ιδιαιτερότητα: τα τοιχώματα και ο πυθμένας τους είναι από ψημένο πηλό, γεγονός που αποδεικνύει ότι στο εσωτερικό τους αναπτύχθηκε φωτιά αρκετά υψηλής θερμοκρασίας. Δεν ήταν εύκολο όμως να διαπιστωθεί ανασκαφικά εάν επρόκειτο για τυχαίο γεγονός κατά το οποίο το πηλώδες εσωτερικό των λάκκων ψήθηκε ή εάν έχουμε δείγματα εκούσιας όπτησης που συνέβαινε στο εσωτερικό των δύο αυτών λάκκων. Εκτός όμως από τους πολυπληθείς λάκκους στο φως ήρθαν και δύο 5 οικίες (Οικία Β και Γ 6 ). Πρόκειται για επίγειες κατοικίες με παραλληλόγραμμη κάτοψη που χτίστηκαν με ξύλινο σκελετό που επικαλύφθηκε με πηλό και με δάπεδα από πατημένη γη. Στα υπολείμματα μάλιστα των τοίχων της Οικίας Β είναι εμφανή τα αποτυπώματα των ξύλινων στοιχείων δόμησης στον πηλό. Η έκτασή τους ξεπερνούσε τα 6x6 μέτρα. Όλες οι οικίες καταστράφηκαν από πυρκαγιά που είχε ως αποτέλεσμα οι τοίχοι τους να πέσουν πάνω στα δάπεδα των οικιών. Στο εσωτερικό τους βρέθηκαν τετράπλευρες εστίες πάνω σε έδρανο, που είχαν ως βάση λίθινες πλάκες αλειμμένες με πηλό. Οι οικίες φαίνεται ότι είχαν εγκαταλειφθεί από τους ενοίκους τους πριν την πυρκαγιά. Βασικός λόγος για την υπόθεση αυτή είναι ότι στον χώρο των οικιών δεν βρέθηκαν τεχνουργήματα, όπως κεραμική ή λίθινα εργαλεία. Εικάζεται ότι οι άνθρωποι που ζούσαν εδώ είχαν προλάβει να αδειάσουν τις κατοικίες τους από τα οικιακά αντικείμενα καθημερινής χρήσης πριν το ατυχές συμβάν. Τα λιγοστά τεχνουργήματα που βρέθηκαν προέρχονται με ασφάλεια από την επίχωση που δημιουργήθηκε μετά την εγκατάλειψή τους. Σε ολόκληρο τον ανασκαφικό χώρο βρέθηκε μόνο μία νεολιθική ταφή, στο εσωτερικό του τετραγώνου Δ18. Πρόκειται για έναν νεκρό σε συνεσταλμένη στάση, χωρίς κτερίσματα. Η ταφή δεν σχετίζεται με κάποιον λάκκο ή άλλη κατασκευή. Η κεραμική του οικισμού είναι ιδιαιτέρως διαβρωμένη πιθανότατα λόγω της οξύτητας του χώματος. Συνολικά συλλέχθηκαν επτά τόνοι κεραμικής. Η πλειοψηφία 5 Ως Οικία Α έχει χαρακτηριστεί το σύνολο του λάκκου 1, ο οποίος περιγράφηκε παραπάνω. 6 Δεν ανασκάφηκε η Οικία Γ, μόνο καθαρίστηκε. 13

των οστράκων ανήκει στην ερυθρή ή καστανή μονόχρωμη κεραμική. Κατά κύριο λόγο τα σχήματα είναι ανοιχτά, όπως μεγάλες και μικρότερες ημισφαιρικές φιάλες. 14

3. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ. Τα λίθινα απολεπισμένα εργαλεία αποτελούν για το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας την κύρια κατηγορία υλικού που σώζεται αρχαιολογικά και κατ επέκταση το κυριότερο μέσο για τους αρχαιολόγους προσέγγισης της κοινωνικής ζωής των ανθρώπων στο απώτερο αυτό παρελθόν. Ιδιαίτερα σε περιόδους όπως η Παλαιολιθική, τα λίθινα εργαλεία αποτελούν το κύριο αναλυτικό μέσο στην διάθεση του αρχαιολόγου στην επίπονη προσπάθειά του να κατανοήσει τις κοινωνικές δυναμικές που δρούσαν την περίοδο εκείνη. Η ιστορία της μελέτης των λίθινων εργαλείων είναι σύμφυτη με την ιστορία της αρχαιολογικής σκέψης και θεωρίας, όπως αυτή εξελίχθηκε από τα τέλη του 19 ου αιώνα ως τις μέρες μας. Αρχικά οι πρώτοι μελετητές βρέθηκαν αντιμέτωποι με το ερώτημα αν τα λίθινα αυτά αντικείμενα ήταν ανθρώπινα τεχνουργήματα ή τυχαία φυσικά δημιουργήματα και έγιναν προσπάθειες για τον καθορισμό κάποιων κριτηρίων αναγνώρισης του ανθρώπινου παράγοντα (Barnes 1939), ενώ στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι πρώτες απόπειρες πειραματικής λάξευσης (Johnson 1978). Επικρατούσα ήταν επίσης η αντίληψη ότι όσο πιο πολύπλοκη ήταν η τεχνολογία ενός πολιτισμού, τόσο πιο ανώτερος πολιτισμικά ήταν, με την έννοια ότι είχε καταφέρει να επικρατήσει της φύσης (Ingold 1990: 5). Σταδιακά και για αρκετά μεγάλο διάστημα η κύρια μεθοδολογική προσέγγιση των εργαλείων ήταν η τυπολογική ανάλυση με όλους τους περιορισμούς που αυτή συνεπάγεται. Η τυπολογία φαίνεται πάντως ότι βοήθησε περισσότερο τους ίδιους τους αρχαιολόγους να κατανοήσουν τις μορφολογικές ιδιαιτερότητες του υλικού, παρά να δουν πέρα και πίσω από αυτό την κοινωνία που το δημιούργησε. Προσπάθειες προς αυτήν την κατεύθυνση είχαν ως μοναδικό αντικειμενικό σκοπό την ανίχνευση πολιτισμικών ομάδων που κατασκεύαζαν συγκεκριμένα εργαλεία. Επομένως η ύπαρξη διαφορετικών τυπολογικά εργαλείων σε μια περιοχή σήμαινε απαραιτήτως την ύπαρξη διαφορετικών πολιτισμικών ομάδων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η διαφωνία μεταξύ F. Bordes και L. Binford για τις τέσσερις τυπολογικές κατηγορίες της Μουστέριας τεχνολογίας, που πυροδότησε την θεωρητική αψιμαχία μεταξύ στυλ και λειτουργίας (αναλυτικά για την συζήτηση βλ. Sackett 1982, Perlès 1988: 477-8). Ο πρώτος ερμήνευε την ποικιλότητα αυτή με την δράση διαφορετικών πολιτισμικών 15

ομάδων που η καθεμία είχε την δική της τεχνολογία, ενώ ο δεύτερος απέδωσε το φαινόμενο αυτό σε λειτουργιστικές διαφορές (Binford & Binford 1966, Bordes 1970). Η διαδικαστική αρχαιολογία μέσα από το πρίσμα της συστημικής θεώρησης εξέτασε την τεχνολογία ως ένα λειτουργιστικό υποσύνολο που συνέβαλλε στην ομαλή λειτουργία της κοινωνικής ομάδας. Έθεσε την τεχνολογία στη «νεκρά ζώνη» του πεδίου μάχης μεταξύ του φυσικού περιβάλλοντος και του ανθρώπου και της προσέδωσε τον χαρακτήρα ενός παθητικού μέσου που βρισκόταν στην διάθεση του ανθρώπου προκειμένου να αντιμετωπίσει και να προσαρμοστεί στο φυσικό του περιβάλλον (Edmonds 1995: 13, Edmonds 1990: 56, Torrence 1989a: 2, Torrence 1989b: 58). Ως εκ τούτου οι κύριες έννοιες πίσω από την τεχνολογία ήταν η χρηστικότητα, οι περιορισμοί από το περιβάλλον και η λογική της οικονομίας. Επικράτησε η άποψη ότι η τεχνολογία ήταν βασισμένη σε κανόνες που υπαγορεύονταν από το φυσικό περιβάλλον (διαθεσιμότητα πρώτων υλών) και που εξυπηρετούσαν την βελτιστοποίηση (optimization) της παραγωγής με σκοπό την αποτελεσματικότερη εκμετάλλευση του χρόνου και της ενέργειας που επενδυόταν για την κατασκευή λίθινων εργαλείων (Torrence 1989: 2), μια καθαρά αναχρονιστική άποψη που προέρχεται από τις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες (Costin 2001: 289). Στην μηχανιστική αυτή αντίληψη τα λίθινα εργαλεία είναι πλήρως παθητικά αντικείμενα που κατασκευάζονται από εξίσου παθητικούς ανθρώπους βάσει οικονομικών μεγεθών και χρησιμοποιούνται με σκοπό να επιτελέσουν κάποια συγκεκριμένη χρηστική λειτουργία (Gero 1989: 92). Η επανάσταση στην θεωρητική προσέγγιση των λίθινων εργαλείων ήρθε με την διατύπωση της μεθόδου της εγχειρηματικής αλυσίδας (chaîne opératoire, operational sequence) από τον Γάλλο ανθρωπολόγο Leroi- Gourhan στα μέσα της δεκαετίας του 1940, η οποία ανάγεται στην δουλειά του κοινωνιολόγου Marcel Mauss το 1936 περί των τεχνικών του σώματος ( techniques du corps ) (Tostevin in press: 7, Dobres 2000: 153-4, Schlanger 1994: 144). Η μέθοδος συνίσταται στην αναγνώριση και ανασύνθεση όλων των σταδίων που διέπουν την κατασκευή και χρήση των εργαλείων. Τα στάδια αυτά ξεκινούν από την προμήθεια της πρώτης ύλης και συνεχίζουν με την προετοιμασία του πυρήνα, την λάξευση των εργαλείων, την χρήση ή και επαναχρησιμοποίησή τους, την ανταλλαγή τους έως και την τελική τους απόρριψη (Σκουρτοπούλου 1998: 324, Dobres 2000: 154, Καρίμαλη 2001: 756, Karimali 2005: 188). Όπως ήταν αναμενόμενο η νέα μέθοδος πυροδότησε πολλές 16

νέες μελέτες πειραματικής λάξευσης (όπως των François Bordes, Jacques Tixier, Don Crabtree κ.α.) με σκοπό την ευρύτερη κατανόηση των προκλήσεων αλλά και των δυνατοτήτων της διαδικασίας. Οι δυνατότητες αυτού του μεθολογικού πλαισίου είναι πολύ μεγάλες, καθώς καθίσταται δυνατόν για τον αρχαιολόγο να «παρακολουθήσει» ολόκληρη την διαδικασία παραγωγής των εργαλείων, από την φυσική μορφή του πετρώματος ως την διαμόρφωση του ως τεχνουργήματος. Εκτός αυτού η εγχειρηματική αλυσίδα δίνει μια νέα δυναμική στα εργαλεία, αφού δεν ενδιαφέρεται μόνο για το τελικό προϊόν της λάξευσης, όπως η τυπολογική ανάλυση, αλλά και για τα παραπροϊόντα (debitage) της διαδικασίας, αφού μπορεί να είναι διαγνωστικά ενός συγκεκριμένου σταδίου. Έδωσε επίσης στους αρχαιολόγους την δυνατότητα να προσεγγίσουν τα λίθινα εργαλεία από την πλευρά του λαξευτή (emic approach) στο επίπεδο των διαδοχικών αποφάσεων που έπρεπε να πάρει κατά την κατασκευή των εργαλείων (Tostevin in press: 7). Άλλη μια σημαντική παράμετρος είναι ότι η μέθοδος είναι απόλυτα προσαρμόσιμη στις ιδιαιτερότητες του εκάστοτε αρχαιολογικού συνόλου (context specific) που αναδεικνύει τις συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες και τους παράγοντες που έδρασαν σε κάθε αρχαιολογική θέση (Edmonds 1990: 56). Η επιτυχία της μεθόδου αυτής φαίνεται από το γεγονός ότι χρησιμοποιήθηκε εκτός από το πεδίο των λίθινων εργαλείων και σε πλήθος άλλων αρχαιολογικών υλικών όπως κεραμική, υφάσματα, οικιακή αρχιτεκτονική, λειασμένα λίθινα εργαλεία, αλλά και σε θέματα ποικίλων ιστορικών περίοδων, όπως μηχανική της Αναγέννησης, μεσαιωνικοί νερόμυλοι, σύγχρονη μαγειρική κ.α. (αναλυτικά βλ. Tostevin in press: 4) Το σχήμα της εγχειρηματικής αλυσίδας εμπεριέχεται στην ευρύτερη έννοια της βιογραφίας του τεχνουργήματος, και αποτελεί το τεχνοκεντρικό μέρος της «ζωής» του τεχνουργήματος, η οποία ξεκινά από την κατάστασή του στην φύση και φτάνει μέχρι και την μελέτη του από τον σύγχρονο αρχαιολόγο. Η αντίληψη που κρύβεται πίσω από την έννοια της «βιογραφίας 7» είναι ότι τα αντικείμενα, όπως και 7 Οι όροι biography και life history δεν ταυτίζονται και δεν σχετίζονται με τον όρο use life, ο οποίος προέρχεται από μερίδα των Αμερικανών αρχαιολόγων (Schiffer, Shott κ.α.) και αφορά στα επεισόδια που αλλάζουν την μορφολογία ή την λειτουργία ενός εργαλείου, όπως θραύσεις κατά την χρήση, αλλαγή χρήσης εργαλείου κλπ. αφήνοντας εκτός συζήτησης καίρια θέματα περί κοινωνικού πλαισίου (Shott 1989). Το τεχνούργημα υπό αυτή την θεώρηση είναι παθητικό, και υφίσταται 17

οι άνθρωποι, εμπλέκονται σε διαρκείς αλληλοεπηρεαζόμενους μετασχηματισμούς, όχι μόνο τεχνολογικούς, που σμιλεύονται από την πάροδο του χρόνου, την επενέργεια διαφόρων αλλαγών και την διακίνησή τους (Kopytoff 1986, Tringham 1994, Gosden and Marshall 1999: 169, Odell 2003: 12, Skourtopoulou 2006: 57). Κατά την διάρκεια της «ζωής» του, το αντικείμενο αποκτά ποικίλα νοήματα που προέρχονται και καθορίζονται μέσα από τις κοινωνικές σχέσεις (Kopytoff 1986, Gero 1989, Dobres 2000). Οι άνθρωποι άλλωστε χρησιμοποιούν τα αντικείμενα μέσα σε συγκεκριμένα κοινωνικά και οικονομικά πλαίσια, τα οποία είναι δυνατόν να υποστούν μετασχηματισμούς από την χρήση των αντικειμένων μέσα στα πλαίσια μιας διαλεκτικής σχέσης (Hodder 2002: 199). O υλικός πολιτισμός δεν αντανακλά μια κοινωνία, αλλά είναι από μόνος του ένα δυναμικό στοιχείο ικανό για κοινωνικές αλλαγές και κοινωνική δράση, ανάλογα με το ποιος τον μεταχειρίζεται και ποια συμφέροντα έχει, τη δύναμη της ιστορικότητας του μέσα σε μια κοινωνία (historical context), την ερμηνεία που αυτός προσλαμβάνει σε διαφορετικά πλαίσια (context), τις κοινωνικές και οικονομικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων που τον δημιουργούν και χρησιμοποιούν. Επομένως η εξίσωση «υλικός πολιτισμός = κοινωνία» είναι τουλάχιστον απλοϊκή αφού δεν λαμβάνονται υπόψιν οι ποικίλες μεταβλητές που παρεμβάλλονται κάνοντας έτσι το αποτέλεσμα κάθε φορά μοναδικό. Τα υλικά σύμβολα δεν είναι στατικά, παθητικά, αλλά ενεργά, δρώντα και ως τέτοια έχουν τη δυνατότητα να μετασχηματίζουν, να καθορίζουν και να επηρεάζουν μια κοινωνία μέσα σε ένα συγκεκριμένο ιδεολογικό πλαίσιο αντιλήψεων. Το ζητούμενο δεν είναι να βρεθούν οι συσχετισμοί εντός ενός συστήματος (συστημική προσέγγιση), αλλά το ιδεολογικό- συμβολικό πλέγμα που βρίσκεται κάτω και μέσα σε αυτό και που τελικά είναι υπεύθυνο για τις ζυμώσεις που επιτελούνται στο πλαίσιο μιας κοινωνίας. Πρέπει να επισημανθεί και να τονισθεί η σπουδαιότητα των αντιλήψεων και του συμβολικού νοήματος ως συνδετικού κρίκου μεταξύ κοινωνικής οργάνωσης και υλικού πολιτισμού (Hodder 1982, 1995: 24-44). Όπως ήδη αναφέρθηκε η εγχειρηματική αλυσίδα αποτελείται από πολλά στάδια, καθένα από τα οποία τροποποιεί περαιτέρω την πρώτη ύλη. Κάθε στάδιο απαιτεί προσεκτικούς υπολογισμούς, που σχετίζονται με την πρόβλεψη του προσωρινού αλλά και του τελικού αποτελέσματος. Ο λαξευτής δηλαδή πρέπει να αλλαγές (Gosden and Marshall 1999: 169). Για την συζήτηση περί use life και biography βλ. Tringham 1994. 18

εκτιμήσει βάσει της πρότερης εμπειρίας του τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να εκμεταλλευτεί την πρώτη ύλη που έχει στην διάθεσή του με άμεσο σκοπό για παράδειγμα την απόσπαση μιας φολίδας, η οποία στα επόμενα στάδια με ειδική επεξεργασία θα μετατραπεί σε βλητική αιχμή. Η εκτίμηση των παραγόντων αυτών γίνεται έχοντας κατά νου την επίτευξη επιμέρους στόχων που ολοκληρώνουν κάθε στάδιο και επιτρέπουν την συνέχιση στο επόμενο. Πρέπει να συνεκτιμηθούν παράγοντες όπως το μέγεθος της πρώτης ύλης, η καθαρότητα ή μη του πετρώματος, η μηχανική της θραύσης, το επιθυμητό πάχος της φολίδας κ.α. κατά την κρίση πάντοτε του λαξευτή. Καθ όλη την διαδικασία της λάξευσης επομένως ο λαξευτής καλείται να λάβει επιμέρους αποφάσεις που θα καθορίσουν τελικά το επόμενο στάδιο αλλά και το τελικό προϊόν (Pelegrin 1990: 117). Οι αποφάσεις αυτές, τεχνικές και μη, είναι το αποτέλεσμα επιλογών που κάνει ο λαξευτής έναντι άλλων εναλλακτικών που ενδεχομένως έχει κατά την διαδικασία. Όπως τονίζει η Skourtopoulou (2006: 52) η ανίχνευση των επιμέρους επιλογών κατά την διαδικασία είναι σημαντική γιατί συχνά επηρεάζει τις μεγάλης κλίμακας αποφάσεις και στρατηγικές που αφορούν στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Οι επιλογές είναι ο συνδετικός ιστός που επιτρέπει στον αρχαιολόγο να κινείται μεταξύ του χειροπιαστού υλικού πολιτισμού και των αφηρημένων και «άπιαστων» κινήτρων του δρώντος ατόμου (Morris 2004: 52). Ο δράστης (agent) δεν θεωρείται πλέον ως ένα παθητικό, πρακτικό άτομο, αλλά ως εμπλεκόμενο άμεσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι, με δράση πολλές φορές απολύτως μη πρακτική που εξηγείται και υπαγορεύεται από κοινωνικές δυνάμεις (Dobres & Robb 2000: 4, Dobres 1995). Η θεωρία της ανθρώπινης δράσης θέτει για πρώτη φορά την παράμετρο ότι ο άνθρωπος είναι ικανός για απρόβλεπτες πράξεις, οι οποίες δεν μπορούν να εξηγηθούν μέσα σε κανονιστικά θεωρητικά μοντέλα, αλλά πρέπει να εξετάζονται μέσα από τις δυνατότητες και τους περιορισμούς που θέτουν οι ίδιες οι κοινωνικές σχέσεις στον δρώντα (Wobst 2000). Η σύγχρονη θεωρία όμως θέτει στο κέντρο του ενδιαφέροντος της πλέον και την δράση των ίδιων των αντικειμένων, τα οποία πολλές φορές προσωποποιούνται και λαμβάνουν ξεχωριστή υπόσταση (Hodder 1982). Τα τεχνουργήματα γίνονται σήμερα αντιληπτά ως δυναμικά, ενεργά αντικείμενα που είναι απαραίτητα, επιθυμητά, χρήσιμα ή άχρηστα, συμβολικά, μαγικά για τους ανθρώπους που τα κατασκευάζουν και τα χρησιμοποιούν και τα οποία είναι σε θέση να καθορίζουν την ανθρώπινη δράση και να επηρεάζουν τις κοινωνικές σχέσεις. 19

Οι επιλογές που καλείται ο δράστης να κάνει έχουν πάντοτε σχέση με το συγκεκριμένο κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο ο δράστης εντάσσεται και μέσω αυτών επαναδιαπραγματεύεται ή συνεχίζει την κοινωνική παράδοση σε μια διαδικασία αέναη και διαλεκτική (Wobst 2000: 41). Οι νοητικές διεργασίες που κρύβονται πίσω από τις πράξεις του ατόμου πραγματώνονται στο υλικό επίπεδο, αλλά εντάσσονται στο συμβολικό (Lemonnier 1993: 3). Τα τεχνουργήματα είναι επομένως ένα σύνολο «σωματοποιημένων» επιλογών που ο δράστης κάνει βάσει των προσλαμβανουσών (εμπειρία, ταμπού, παραδόσεις, κανόνες, νόρμες) που έχει από την κοινωνία του, αλλά όχι με έναν παθητικό, υπαγορευτικό τρόπο, αφού οι επιλογές του αυτές έχουν την δύναμη να διατηρήσουν ή και να αλλάξουν το κοινωνικώς παραδεδομένο (Dobres 2000, Wobst 2000). Τα αντικείμενα που παράγονται τεχνολογικά διέπονται από κοινωνικά μηνύματα και είναι το μέσον του δράστη να εκφράσει συνειδητά ή ασυνείδητα κοινωνικές σχέσεις (Joyce and Lopiparo 2005). Εν κατακλείδει, όπως έχει γράψει πολύ εύστοχα η Dobres (1999: 2) και η ίδια «η τεχνολογία είναι ένας ιστός κοινωνικών υλικών δυναμικών που από κοινού συμβάλλουν στην δημιουργία και επαναδημιουργία της κοινωνίας» και «η αποτελεσματικότητά της έγκειται στην διαλεκτική σχέση που ενυπάρχει μεταξύ του υλικού, του κοινωνικού, του πολιτικού και του συμβολικού» (1999: 10). 20

4. ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ: ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΕΡΕΥΝΑΣ. Η ανάληψη του εγχειρήματος της μελέτης ενός αρχαιολογικού συνόλου είναι από μόνη της μια διαδικασία επίπονη, μακρόχρονη και συνεπάγεται πολλών ευθυνών από την πλευρά του μελετητή. Εάν στα παραπάνω προσθέσει κανείς και την απειρία, τότε το εγχείρημα φαντάζει πολλές φορές ακατόρθωτο. Η διαδικασία καταγραφής του υλικού διήρκεσε σχεδόν επτά μήνες με ενδιάμεσες διακοπές και έγινε στο Παλαιό Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Η εξέταση κάθε αντικειμένου έγινε αρχικά μακροσκοπικά και στη συνέχεια με τη βοήθεια δύο μεγεθυντικών φακών 10 x 21mm και 30x 21mm. Η φόρμα καταγραφής αποκρυσταλλώθηκε μέσα από διαδικασίες πολλαπλών διορθώσεων, απορρίψεων και ανακατατάξεων προκειμένου να διαμορφωθεί η τελική μορφή της που θα εξυπηρετούσε τους σκοπούς της μελέτης μου. Τα πεδία συμπλήρωσης της φόρμας χωρίστηκαν σε ενότητες που περιελάμβαναν τα εξής: 1) ανασκαφικές πληροφορίες: επιφανειακό εύρημα ή μη, αριθμός ΜΕ (όλα τα απολεπισμένα εργαλεία ανήκαν ανασκαφικά στην ομάδα των μικροευρημάτων), ημερομηνία ανασκαφής, τομή, πάσα, στρώμα, και συντεταγμένες αντικειμένου (όπου αυτές υπήρχαν). 2) διαστάσεις αντικειμένου: τρία πεδία αναφέρονται στο μήκος, το πλάτος και το πάχος του εκάστοτε αντικειμένου.3) περιγραφή πετρώματος: συνίσταται σε τέσσερα πεδία που καλύπτουν α. την πρώτη ύλη (εάν πρόκειται για πυριτόλιθο ή χαλαζία), β. το χρώμα κατά Munsell: δεδομένης της ποικιλομορφίας των πρώτων υλών κρίθηκε απαραίτητος ο προσδιορισμός του χρώματος των πυριτολίθων βάσει του πίνακα Munsell σε μια προσπάθεια να ενταχθούν οι διαφορετικές κατηγορίες σε μια κοινώς αποδεκτή χρωματολογική κλίμακα, γ. περιγραφή του πετρώματος με παρατηρήσεις για την υφή, την ομοιογένεια, το χρώμα και τη διαφάνεια του πετρώματος, και τέλος δ. Εάν επρόκειτο για πυριτόλιθο, προσδιορισμός της συγκεκριμένης κατηγορίας στην οποία ανήκει το αντικείμενο. Οι κατηγορίες αυτές είναι αυθαίρετες και δημιουργήθηκαν για την ευκολότερη διαχείριση των πληροφοριών και των συμπερασμάτων. 4) υπόβαθρο: καθορισμός του αρχικού υποβάθρου του αντικειμένου (λεπίδα, φολίδα κλπ.). 5) φλοιός: ποσοστό ύπαρξης φλοιού και πού αυτός εντοπίζεται (πλευρά, όψη, άκρο) ή παντελής απουσία του. 6) κατάσταση: εάν π.χ. πρόκειται για λεπίδα ολόκληρη ή 21

σπασμένη και εάν είναι σπασμένη ποιο τμήμα της σώζεται (άνω, μεσαίο ή κάτω). 7) φτέρνα: συνίσταται σε τρία πεδία που αφορούν στην μονολεκτική περιγραφή της, εφόσον σώζεται, στις διαστάσεις της (μήκος- πλάτος) και στο εάν παρατηρείται προετοιμασία της ή όχι. 8) ίχνη χρήσης: καταγραφή ενδεχόμενων ιχνών χρήσης και καθορισμός της ακριβούς θέσης τους στο αντικείμενο (δεξιά, αριστερή πλευρά, άνω, κάτω άκρο). 9) επεξεργασία: περιγραφή της επεξεργασίας σε τέσσερα πεδία που αφορούν στον τύπο, το περίγραμμα, τη γωνία και τη συνέχεια (ή ασυνέχεια), καθώς και το πού ακριβώς εντοπίζεται. 10) τύπος εργαλείου: τελικός ορισμός του αντικειμένου σε μια συνοπτική φράση που αποδίδει τα κυριότερα χαρακτηριστικά του ενώ παράλληλα το εντάσσει στον τεχνολογικό τύπο όπου ανήκει. 11) πεδίο για γενικές παρατηρήσεις σε ελεύθερο κείμενο, 12) σχέδιο: σχεδιασμός του αντικειμένου όπου δηλώνονται με σαφήνεια τυχόν ίχνη χρήσης και επεξεργασία. 13) ημερομηνία καταγραφής. Στη συνέχεια οι πληροφορίες κάθε δελτίου αντιγράφηκαν σε φύλλο του Excel, όπου και έγιναν οι στατιστικοί πίνακες που δείχνουν τις γενικές τάσεις του υλικού. Η διαχείριση των πληροφοριών έγινε με αυτό τον τρόπο ευκολότερη και αποτελεσματικότερη, αφού ήταν δυνατό να απομονωθούν ή να συγκριθούν μεμονωμένες κατηγορίες πληροφοριών με άλλες, αλλά και να γίνουν πολύπλοκοι συνδυασμοί πληροφοριών με σκοπό την απάντηση συγκεκριμένων ερωτημάτων. Το σύστημα που ακολούθησα κατά την καταγραφή και μελέτη ήταν διαρθρωμένο κατά τέτοιον τρόπο ώστε το αποτέλεσμά του να είναι μια βάση δεδομένων που θα μου παρείχε τη δυνατότητα να διαχειρισθώ το πλήθος των πληροφοριών που προέκυψε με ευέλικτο και αποτελεσματικό τρόπο. Εκτός αυτού κατέστη δυνατό να ελέγξω την πληροφορία, να διασταυρώσω τα αποτελέσματα και έχω επισκόπηση των τάσεων που εμφανίζονται στο υλικό. Η μελέτη που διενήργησα έγινε με σκοπό να απαντηθούν συγκεκριμένα ερωτήματα, που είναι τα εξής: Α) να διαπιστωθεί τι είδους εργαλεία προτιμούσαν να λαξεύουν οι νεολιθικοί κάτοικοι της Μικρής Βόλβης (λεπίδες, φολίδες), και από ποια πρώτη ύλη (πυριτόλιθος, χαλαζίας), 22