Γεωµετρική και Αρχαϊκή κεραµική από επιφανειακές έρευνες στο Καραµπουρνάκι. Η Συλλογή Τσάκου.



Σχετικά έγγραφα
2 Τροχήλατοι αμφορίσκοι με οριζόντιες λαβές [1]

ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ. Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς

Από τα νεκροταφεία τύμβων του Μακεδονικού Ολύμπου (ΜΟ) I. Γενικά

[1] με κρεμάμενα ημικύκλια (ΣΚΗ)

ΝΕΑ ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΑ ΚΑΡΤΩΝ. Σχεδιαστικά καρτών και κείμενα περιγραφής σχεδίων ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΙ ΜΕΣΗ ΧΑΛΚΟΚΡΑΤΙΑ. Master Card Classic Credit

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ

ΚΕΡΑΜΙΚΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογικό µουσείο Κιµώλου

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

[IA12] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β

Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία

ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΡΙΤΗ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ. Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας

Οικισμός αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής στα Ρεβένια Κορινού. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης της κεραμικής.

Η θεώρηση και επεξεργασία του θέματος οφείλει να γίνεται κυρίως από αρχιτεκτονικής απόψεως. Προσπάθεια κατανόησης της συνθετικής και κατασκευαστικής

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΣΙΝΔΟΣ. en Macédoine, ,BSA 23, , σελ και ΕΑΑ, Suppl., Sindos.

Η Αρχαία Τήνος, Συνέντευξη με την Καθηγήτρια του ΕΚΠΑ Νότα Κούρου

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ «ΠΛΑΤΙΑΝΑΣ» 1 Μ Α Ρ Ι Α Μ Α Γ Ν Η Σ Α Λ Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ε.Μ.Π. MSc Ε.Μ.Π.

Η Ελληνιστική Κεραμική

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Ο ρόλος του συνδυασμού επιπέδων και ελικοειδούς πλυντηρίου στο οικονομικό αποτέλεσμα της τήξης του αργυρίτη

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

ΙΔΡΥΜΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ & ΝΤΟΛΛΗΣ ΓΟΥΛΑΝΔΡΗ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Σηµειώσεις στις σειρές

Δημιουργική Εργασία στο μάθημα της Ιστορίας. Αγγελάτου Βάλια Αντωνίου Ορσαλία Γιαννούκου Κατερίνα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΚΑΤΟ ΒΑΘΙΕΣ ΛΑΚΕΣ

34 Τροχήλατοι και γραπτοί κάνθαροι. Από τα νεκροταφεία τύµβων του Μακεδονικού Ολύµπου (ΜΟ)

Λίγα Λόγια για τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό

1. Σκοπός της έρευνας

Εσωτερικός φωτισµός κτιρίων σε σχέση µε τη χρήση ΓΡΑΦΕΙΑ

Νίκος Μαζαράκης Αθήνα 2010

Η κεραμική τέχνη στην αρχαία Ελλάδα

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Ανάγνωση - Περιγραφή Μνημείου: Ναός του Ηφαίστου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή Iστορική αναδρομή Περιγραφή του χώρου Επίλογος Βιβλιογραφία 10

Ο αρχαιολογικός χώρος του Καλαμωτού βρίσκεται 2 χλμ. νότια του χωριού και είναι γνωστός στους κατοίκους του με την ονομασία Τούμπες ή Καστέλλια.

The Social Archaeology of Early Iron Age and Early Archaic Greece Κωδ.350_Ακρωνύμιο EIA-EA Greece

3 Τοποθετήσεις Διευθυντών/ντριών Διευθύνσεων και Προϊσταμένων Γραφείων για τα έτη 1982, 1983, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1991, 1992, 1995, 1997,

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

MIA ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ

Ανάκλαση Είδωλα σε κοίλα και κυρτά σφαιρικά κάτοπτρα. Αντώνης Πουλιάσης Φυσικός M.Sc. 12 ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ

Ο Οικισμός Σκάρκος της Ίου

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ-ΘΡΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ 2008

Μυρτώ Παπαδοπούλου Ισαβέλλα Παπαδοπούλου Ά3α

6 Γεωμετρικές κατασκευές

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 15 / 01 / 13. Ι. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟΓΡΑΦΕΙ (ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΕΙΤΑΙ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥΣ) Φορέας Χρηματοδότησης

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΑΝΔΡΟΥΔΗΣ 111 ΔΕ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ Π. 112 ΔΕ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΑΓΓΕΙΟΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ Δ/ΝΤΗΣ: ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Α.Ν. ΚΑΤΣΑΜΟΥΡΗΣ

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

Ακρότατα υπό συνθήκη και οι πολλαπλασιαστές του Lagrange

Ανάβρυτα Συντελεστές: Αγγελάκης Άγγελος Αδαμάκης Παύλος Τσαντά Ιωάννα Σωτηροπούλου Κωνσταντίνα

Αναλυτικό Πρόγραµµα Σπουδών του Μαθήµατος. Α Τάξη 1 ου Κύκλου Τ.Ε.Ε. 2 ώρες /εβδοµάδα. Αθήνα, Απρίλιος 2001

Νικόλαος Σπ. Καρατζάς

Λίγα λόγια για την αρχαία κεραμική. Ευρυδίκη Κεφαλίδου

Ερευνητική Εργασία µε. Ζωγραφική και Μαθηµατικά

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

ΚΥΚΛΑΔΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΩΡΟΛΟΓΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

Από τα νεκροταφεία τύμβων του Μακεδονικού Ολύμπου (ΜΟ) Το σχήµα θεωρείται ευβοϊκό, ιδιαίτερα συνδεδεµένο µε το Λευκαντί και την περιοχή του,

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET03: ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα - Νεότερη και Τελική Νεολιθική (5300 π.χ π.χ.)

διάστημα κατασκευής αυτών των αγγείων περιορίζεται σε δύο έως τρεις γενιές. Ως προς τη χρονολόγησή της βασιζόμαστε στα κεραμικά συνευρήματα που

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. Ερώτηση 4 Πιστεύετε ότι η διάκριση µεταξύ υπηρεσιών τύπου Α και Β πρέπει να αναθεωρηθεί;

Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ : Π.Χ. ΥΣΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

Εκπαιδευτικό πρόγραμμα: «Αγώνες: δράση και θέαμα»

Φυσικές ιδιότητες οδοντικών υλικών

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 6 η Διάλεξη Β. Διάγνωση της υπάρχουσας κατάστασης Οικιστική ανάπτυξη και Κατοικία Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου

στιλβωµένοι «κάνθαροι θεσσαλικού τύπου» Από τα νεκροταφεία τύµβων του Μακεδονικού Ολύµπου (ΜΟ)

Η Βοιωτία θεωρείται από αρχαίους και συγχρόνους ιστορικούς καθώς και γεωγράφους, περιοχή ευνοημένη από τη φύση και τη γεωπολιτική θέση της.

Υπεύθυνος Προγράµµατος: Καθηγητής Νικόλαος Σταµπολίδης. (ΚΑΡ) Κλασική Αρχαιολογία (ΑΙΣ) Αρχαία Ιστορία (ΠΑΡ) Προϊστορική Αρχαιολογία

ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ. Στοιχεία τοπογραφικών χαρτών

«Αριθμητική και πειραματική μελέτη της διεπιφάνειας χάλυβασκυροδέματος στις σύμμικτες πλάκες με χαλυβδόφυλλο μορφής»

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016)

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ

Κεφάλαιο 5. 5 Συστήματα συντεταγμένων

Πρόσκληση απασχόλησης στο έργο ''Πανδέκτης: Ψηφιακός θησαυρός πρωτογενών τεκµηρίων ελληνικής ιστορίας και πολιτισµού''

Εργασία Ιστορίας. Ελένη Ζέρβα

Ο Μ.Αλέξανδρος εικονίζεται σε εξάρτηµα της πολεµικής του πανοπλίας στον ΙΙ βασιλικό τάφο της Βεργίνας

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Αρχαιολογικό μυστήριο στα Γρεβενά. Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Κυριακή, 14 Αύγουστος :09 -

Η Παγκόσμια Κληρονομιά της Κύπρου

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

ΑΓΓΕΙΑ ΓΙΑ ΕΓΧΥΤΡΙΣΜΟΥΣ ΚΑΙ ΚΑΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΑ ΤΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΣΙΔΗΡΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΥΛΙΚΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΘΕΣΗ. Ύψος: 20cm Διάμ. σώματος: 10,5cm. Πορσελάνη. αγγείο, τύπου «Τσαγερό», από λευκή πορσελάνη με. Χίου.

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

Από τα νεκροταφεία τύμβων του Μακεδονικού Ολύμπου (ΜΟ)

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015)

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ-ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ Νικόλαος Α. Σκιαδάς Γεωµετρική και Αρχαϊκή κεραµική από επιφανειακές έρευνες στο Καραµπουρνάκι. Η Συλλογή Τσάκου. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ-ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΥ ΦΟΙΤΗΤΗ ΝΙΚΟΛΑΟΥ Α. ΣΚΙΑ Α ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ :Μ. ΤΙΒΕΡΙΟΣ Η έγκριση της Μεταπτυχιακής εργασίας από το Τµήµα Ιστορίας Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. δεν υποδηλώνει αναγκαστικά ότι αποδέχεται το Τµήµα τις γνώµες του συγγραφέα. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009

Περιεχόµενα.......i-ii Χρονολογικός Πίνακας...iii Εισαγωγή...1-3 Κεφάλαιο 1. Ο αρχαίος οικισµός στο Καραµπουρνάκι 1.1.Θέση-Έρευνες στο χώρο.4-5 1.2.Κεραµικά ευρήµατα...5-6 1.3.Ταύτιση του αρχαίου οικισµού...6-9 Κεφάλαιο 2.Κεραµική της Εποχής του Σιδήρου 2.1 Τροχήλατη κεραµική..10 2.1.1 Σκύφοι µε κρεµαστά ηµικύκλια 2.1.1.i Εξέλιξη της έρευνας Τυπολογία.........11-14 2.1.1.ii Χρονολόγηση....14-16 2.1.1. iii Προέλευση-Κέντρο Παραγωγής........17-20 2.1.1.iv Τα όστρακα της Συλλογής Τσάκου........20-23 2.1.2 Σκύφοι µε κάθετες γραµµές που ορίζουν κενές µετόπες 2.1 2.i Προέλευση- ιάδοση-χρονολόγηση...23-24 2.1.2.ii Τα όστρακα της Συλλογής Τσάκου...24-26 2.1.3 Σκύφοι µε κάθετες και λοξά τεµνόµενες γραµµές 2.1.3.i Προέλευση- ιάδοση-χρονολόγηση.....26-27 2.1.3ii Τα όστρακα της Συλλογής Τσάκου.........27-28 2.1.4 Φιάλες....28-29 2.1.5 Λοιπή κεραµική......29-33 2.2. Ντόπιοι Γεωµετρικοί Αµφορείς, η οµάδα ΙΙ..33-34 2.2.1 Κέντρο παραγωγής και διάδοση της οµάδας ΙΙ....34-35 2.2.2 Τεχνικά χαρακτηριστικά Σχήµα....35-37 2.2.3 Χρήση..37-38 2.2.4. Χρονολόγηση...38-41 2.2.5 Οµάδα Ι...41-42 2.2.6 «Μεταβατική» οµάδα...42-43 2.2.7 Τα όστρακα της Συλλογής Τσάκου.....44-45 2.3. «Ασηµίζουσα»Κεραµική...45 2.3.1. Πηλός Επίχρισµα...45-46 2.3.2 Σχήµατα......46-47 2.3.3 ιακόσµηση........48-49 2.3.4 Κέντρο Παραγωγής- ιάδοση.....49-50 2.3.5 Χρονολόγηση.....50-51 2.3.6 Τα όστρακα της Συλλογής Τσάκου.....51-57 2.3.6.i. Πιθαµφορεύς 2.3.6.ii. Πίθος 2.3.6.iii. Λοιπά κλειστά αγγεία i

2.4 Χειροποίητη Κεραµική....57-58 2.4.1Φιάλες.....59-60 2.4.2 Λοιπή κεραµική... 61-62 Κεφάλαιο 3. Κεραµική Αρχαϊκών Χρόνων 3.1.Ντόπια «ωοκέλυφη» κεραµική 3.1.1Περιοχές εύρεσης και κέντρο παραγωγής...62-63 3.1.2Τεχνικά χαρακτηριστικά-σχήµατα-χρήση....64 3.1.3 Τα όστρακα της Συλλογής Τσάκου..64-65 3.1.3.i Άποδες κύλικες..65-66 3.1.3.ii Φιαλόσχηµα-λεκανόσχηµα αγγεία...66-67 3.1.3.iii Οινοχόες...67-68 3.1.4 Χρονολόγηση...69-74 3.2 Κεραµική της Ανατολικής Ελλάδας..74 3.2.1Χιακή κεραµική......75-76 3.2.1.i.Κάλυκες......76-81 3.2.1.ii. Εµπορικοί αµφορείς.....81-83 3.2.2.Σαµιακή κεραµική....83-84 3.2.3 Λοιπή κεραµική......85 3.2.3.i.Ιωνικές κύλικες.. 85-87 3.2.3.iiΙωνικές κύλικες µε πουλιά και κοτύλες µε πουλιά 88-91 3.2.3.iii Καρποδόχη......91-92 3.2.3.iv Λέβης.......92-93 3.2.4. Κεραµική G2-3....93-95 Επίλογος Συµπεράσµατα.....95-103 Κατάλογος...104-126 Πίνακες.127-165 Χάρτες...166-168 Σχέδια...169-171 Βιβλιογραφία...172-188 ii

Χρονολογικός Πίνακας 1050 1000------------ 950------------- ΑΤΤΙΚΗ (Coldstream 1978, 330/Snodgrass 2000,134-135) ΠΠρΓ -------------------------- ΜΠρΓ -------------------------- ΕΥΒΟΙΑ (Popham κα. 1979/1980) ΠΠρΓ -------------------- ΜΠρΓ -------------------- ΒΟΡΕΙΟ ΑΙΓΑΙΟ (στρωµατογραφία Σίνδου, Gimatzidis 2006,262) ΠΠρΓ ------------------------ ΜΠρΓ ------------------------ 900------------- 875------------- 850------------- 800------------- 760------------- 750------------- 735------------- 720------------- 700------------- 690 ΥΠρΓ ------------------------ ΠΓΙ -------------------------- ΠΓΙΙ -------------------------- ΜΓΙ -------------------------- ΜΓΙΙ -------------------------- ΥΓΙα -------------------------- ΥΓΙβ -------------------------- ΥΓΙΙα -------------------------- ΥΓΙΙβ -------------------------- ΥποΓ ΥΠρΓ -------------------- ΥποΠρΓΙ -------------------- ΥποΠρΓΙΙ -------------------- ΥποΠρΓΙΙΙα -------------------- ΥποΠρΓΙΙΙβ -------------------- ΥΓ -------------------- ΥποΓ/πρώιµα αρχαϊκά χρόνια ΥΠρΓ ------------------------ ΥποΠρΓΙ ------------------------ ΥποΠρΓΙΙ ------------------------ ΥποΠρΓΙΙΙα ------------------------ ΥποΠρΓΙΙΙβ ------------------------ ΥΓ ------------------------ ΥποΓ/πρώιµα αρχαϊκά χρόνια Συντοµογραφίες ΠΠρΓ= Πρώιµη Πρωτογεωµετρική ΜΠρΓ= Μέση Πρωτογεωµετρική ΥΠρΓ= Ύστερη Πρωτογεωµετρική ΥποΠρΓ= Υποπρωτογεωµετρική ΠΓ= Πρώιµη Γεωµετρική ΜΓ= Μέση Γεωµετρική ΥΓ= ύστερη Γεωµετρική ΥποΓ= Υπογεωµετρική iii

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η παρούσα εργασία στόχο έχει τη µελέτη και παρουσίαση ορισµένου αριθµού οστράκων από επιφανειακές έρευνες, οι οποίες πραγµατοποιήθηκαν από το φοιτητή και µετέπειτα αρχαιολόγο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας Κωνσταντίνο Τσάκο 1 και τον αδερφό του, Σταµάτη Τσάκο, κατά τις δεκαετίες του 1950 και 1960 2, στον ευρύτερο χώρο του αρχαίου οικισµού στο Καραµπουρνάκι. Το σύνολο των οστράκων, που περισυνελλέγησαν, καλύπτουν ένα ευρύ χρονικό πλαίσιο από τα ύστερα µυκηναϊκά χρόνια 3 ως και τη βυζαντινή εποχή. Από το εκτεταµένο χρονολογικά αυτό υλικό η µελέτη µας περιορίστηκε στα όστρακα που ανήκουν στη γεωµετρική και αρχαϊκή περίοδο. Καταρχήν τα όστρακα της ΠΕΣ διακρίνονται σε τροχήλατα και χειροποίητα και αποτελούν το αντικείµενο του κεφαλαίου 2. Εδώ, περιλαµβάνονται σκύφοι µε κρεµαστά ηµικύκλια(2.1.1), µε καθέτους που ορίζουν κενές µετόπες(2.1.2) 1 Τιβέριος ΕΓΝΑΤΙΑ 5,299-300, του ιδίου ΑΕΜΘ 1,247, Πέτσας 1969,162. 2 Μεγάλος αριθµός των οστράκων της Συλλογής Τσάκου έχουν βρεθεί κατά το έτος 1966,όπως αυτό δηλώνεται από την αντίστοιχη ένδειξη που τα συνοδεύει. 3 Πρόκειται για το θραύσµα (121)351. Προέρχεται από ανοικτό µικρού µεγέθους αγγείο, πιθανότατα σκύφο (ή κύλικα), πάχους 0,3 εκ. Από την εξωτερική του διακόσµηση σώζεται µόνο µικρό τµήµα καστανής καµπύλης σκούρης ταινίας, η οποία ανέρχεται του σώµατος και εδράζεται σε καστανοµέλανη ταινία, που περιτρέχει το σώµα στο ύψος των λαβών. Μάλιστα σώζεται το σηµείο γέννησης της µίας λαβής. Το εσωτερικό του αγγείου φέρει µελανό υάλωµα και µια πορτοκάλερυθρη ταινία στο µέσο περίπου το σώµατος. Η εξωτερική διακόσµησή του (121) 351 οµοιάζει µε εκείνη των σκύφων των τύπων Α και Β, γι αυτό και προκρίνεται η ταύτιση του θραύσµατός µας µε σκύφο. Πιο συγκεκριµένα, οι σκύφοι των τύπων αυτών διακοσµούνται κυρίως µε οριζόντιες κυµατοειδείς ταινίες, απλής µορφής ή και διπλών /τριπλών ταινιών. Ωστόσο, γνωστή είναι και η χρήση κερατόσχηµων µοτίβων/θυσάνων. Εσωτερικά οι σκύφοι Α δεν είναι ολόβαφη, σε αντίθεση µε εκείνους του τύπου Β, καθώς υπάρχουν µία ή και δύο ταινίες στο µέσο ή στο κατώτερο τµήµα του αγγείου. Στο δικό µας όστρακο θα µπορούσε η πλατιά ταινία της εξωτερικής διακόσµησης να αναγνωριστεί ως κάποιο κερατόσχηµο µοτίβο. Επίσης και στο εσωτερικό σώζεται µια ταινία στο µέσο περίπου του σώµατος. Η ύπαρξη µάλιστα της συγκεκριµένης ταινίας δεν µας επιτρέπει να υιοθετήσουµε την άποψη, ότι πρόκειται για τον τύπο Β, στον οποίο είναι σπανιότερη η συγκεκριµένη διακόσµηση στο εσωτερικό(ο Jung αναφέρει µόλις ένα παράδειγµα από τον Καστανά, αρ.ευρ.170.). Για τον τύπο Α, βλ. Jung 2002,77κε.. Για ανάλογο παράδειγµα ως προς την εξωτερική διακόσµηση, βλ. Jung 2002, πιν.15.170. (το θραύσµα αυτό ανήκει ωστόσο στον τύπο Β). Για τη χρονολόγηση θα βασιστούµε στο σύστηµα που ακολουθείται στον Καστανά, δηλαδή εκείνο που ορίστηκε στις δηµοσιεύσεις της Κάτω Ακροπόλεως της Τίρυνθας. Οι σκύφοι τύπου Α εντοπίζονται στα στρώµατα 15 ως και 12 του Καστανά, δηλαδή από την ΥΕΙΙΒ(εξελιγµένη)ως και ΥΕΙΙΙ(ύστερη)- (τέλη του 13 ου αι. π.χ. ως και λίγο πριν το 1060/1040π.Χ.). Για κεραµική µυκηναϊκών χρόνων από το Καραµπουρνάκι, βλ. Τιβέριος ΕΓΝΑΤΙΑ 5, 307,του ιδίου ΑΕΜΘ 1, 249-259,του ιδίου 2004,296, Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη ΑΕΜΘ 9,255 και εικ.1.για τη µυκηναϊκή κεραµική στη Μακεδονία, βλ. Jung ΑΕΜΘ 16,125-131, του ιδίου 2002,1 κε., Ανδρέου- Κωτσάκης ΑΕΜΘ 10, 375-376 και σχ.7,των ιδίων 1997, 106-107,των ιδίων ΑΕΜΘ 6,260,εικ.2,3.Μάλιστα το όστρακο της εικ. 2 από την Τούµπα οµοιάζει ως προς τη διακόσµηση µε το όστρακό µας. Οι ανασκαφείς το χρονολογούν στην ΥΕΙΙΙΒ ή στις αρχές της ΥΕΙΙΙΓ. 1

και µε κάθετα και πλάγια γραµµικά µοτίβα (2.1.3). Τα όστρακα των οµάδων αυτών προέρχονται από εισαγµένα, αλλά και «ντόπια» αγγεία. Στη συνέχεια, στο υποκεφάλαιο 2.1.4 παρουσιάζονται δύο φιάλες, ενώ στο 2.1.5 κατατάσσονται ορισµένα εισαγµένα και «ντόπια» όστρακα, τα οποία δεν ανήκουν στις παραπάνω οµάδες. Το υπο-κεφάλαιο 2.2 αναφέρεται στην «ασηµίζουσα» κεραµική και στο αµέσως επόµενο (2.3) γίνεται λόγος για την οµάδα ΙΙ των «ντόπιων» εµπορικών αµφορέων. Για τις δύο αυτές κεραµικές οµάδες αποφασίστηκε η αυτόνοµη παρουσίαση τους εξαιτίας της ιδιαίτερης σηµασίας τους για την περιοχή 4, αλλά και για την προβληµατική που υπάρχει σχετικά µε το χρονικό εύρος της παραγωγής τους. Το κεφάλαιο ολοκληρώνεται µε την παρουσίαση της «ντόπιας» χειροποίητης κεραµικής της ΕΣ (2.4). Το τελευταίο κεφάλαιο (3) αναφέρεται στα αρχαϊκά χρόνια και συγκεκριµένα στην τοπική «ωοκέλυφη» κεραµική και στην εισαγµένη των ανατολικοιωνικών εργαστηρίων. Η συνεξέταση των δύο αυτών αρχαϊκών οµάδων δικαιολογείται από την πιθανή συγγένεια τους, καθώς η κεραµική της Ανατολικής Ελλάδας φαίνεται να ασκεί κάποια επιρροή στην «ωοκέλυφη» κεραµική. Στον επίλογο διατυπώνονται τα συµπεράσµατα της εργασίας και κυρίως ερευνάται ο ρόλος των Ευβοέων στη Μακεδονία, ενώ ακολουθεί κατάλογος των οστράκων, τα οποία φέρουν δύο αριθµούς. Μέσα σε παρένθεση αναγράφεται ο αριθµός ευρετηρίου, που ακολουθείται εδώ, ενώ παράλληλα διατηρείται και ο αρχικός αριθµός καταγραφής τους, δηλαδή εκείνος που αναφέρεται στον κατάλογο της Συλλογής Τσάκου 5. Στο σηµείο αυτό, θα ήθελα να εκφράσω τις θερµότατες ευχαριστίες µου στον καθηγητή κ. Μιχάλη Τιβέριο για την ανάθεση της µελέτης του συγκεκριµένου υλικού και παράλληλα για τη βοήθειά του σε οποιοδήποτε πρόβληµα 4 Γιµατζίδης 1997,2-3. 5 Στον αρχικό αριθµό καταγραφής των οστράκων της Συλλογής Τσάκου υπάρχει τόσο ο αριθµός ευρετηρίου του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, στον οποίο περιλαµβάνεται και το γράµµα Τ, το οποίο υποδηλώνει την περισυλλογή Τσάκου, όσο και εκείνος που τους δόθηκε µετά τη µεταφορά τους στο Καραµπουρνάκι, τον Ιούλιο του 1999. Ωστόσο, ορισµένα όστρακα, που εξετάζονται στην παρούσα εργασία, δεν φέρουν το γράµµα Τ. Παρόλα αυτά, τα συγκεκριµένα συµπεριλήφθηκαν εδώ, καθώς είτε υπήρχε η ένδειξη «Τσάκος 1966?» είτε είχαν τοποθετηθεί µαζί µε όστρακα της Συλλογής Τσάκου µε την πεποίθηση πως ανήκουν σε αυτή. 2

παρουσιάστηκε κατά τη διάρκεια της εκπόνησης της εργασίας. Πάνω από όλα όµως του είµαι ευγνώµων για τις γνώσεις που έχω αποκοµίσει κατά τη µαθητεία µου κοντά του. Επίσης, ευχαριστώ την επίκουρο καθηγήτρια κα. Ελένη Μανακίδου, µέλος της τριµελούς εξεταστικής επιτροπής, για τις πολύτιµες συµβουλές και επισηµάνσεις της επί του υλικού της εργασίας µου. Ακόµη, ευχαριστίες οφείλω και στην καθηγήτρια κα. Στέλλα ρούγου, η οποία ως µέλος της τριµελούς εξεταστικής επιτροπής προέβη σε ουσιαστικές παρατηρήσεις ως προς το περιεχόµενο της εργασίας. Τέλος, ευχαριστώ τον αρχαιολόγο της ΙΣΤ ΕΠΚΑ και υποψήφιο διδάκτορα κ. Στέφανο Γιµατζίδη, ο οποίος µου εµπιστεύτηκε την επί του παρόντος αδηµοσίευτη διδακτορική του διατριβή και µου επέτρεψε να παραπέµψω σε αυτή. 3

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο αρχαίος οικισµός στο Καραµπουρνάκι. 1.1. Θέση Έρευνες στο χώρο. Το ακρωτήριο Μικρό Καραµπουρνού βρίσκεται ανάµεσα στις πεδιάδες της Θεσσαλονίκης και των Βασιλικών. Ο αρχαίος οικισµός εδράζεται πάνω στη φυσική τούµπα στο νότιο τµήµα του ακρωτηρίου 6, ενώ ίχνη από το λιµάνι αυτού έχουν έλθει στο φως αµέσως νότια της σηµερινής οδού Πλαστήρα, η οποία έχει κόψει στα δύο τον αρχαίο οικισµό. 7 Αναφορικά µε τις έρευνες στο χώρο, αυτές ξεκίνησαν µετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης 8, αν και ήταν γνωστή η ύπαρξη αρχαιολογικού χώρου στο σηµείο αυτό τουλάχιστον από τον 19 ο αι. 9 Κατά τη διάρκεια του Α Παγκοσµίου Πολέµου στον ευρύτερο χώρο του αρχαίου οικισµού δηµιουργήθηκε στρατόπεδο των συµµαχικών στρατευµάτων. Το 1917 γαλλικά στρατεύµατα ερεύνησαν είκοσι έξι τάφους, οι οποίοι βρίσκονται στις παρυφές της τούµπας, τα αγγλικά τρεις και ορισµένους τα ρωσικά. Το 1930 ο καθηγητής αρχαιολογίας του Πανεπιστηµίου της Θεσσαλονίκης Κ. Ρωµαίος ερεύνησε για λίγες εβδοµάδες µαζί µε φοιτητές ανασκαφικά το χώρο 10 και το 1954 µε τη διάνοιξη της οδού Πλαστήρα ήλθαν στο φως αρχαιότητες 11. Τα κινητά ευρήµατα από τις ανασκαφικές εργασίες του 1954 φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. 12 Το 1994 άρχισαν οι Πανεπιστηµιακές ανασκαφές, οι οποίες συνεχίζονται µέχρι και σήµερα, µε υπεύθυνο καθηγητή τον Μ. Τιβέριο και παράλληλα η ΙΣΤ ΕΠΚΑ ερεύνησε τη γύρω περιοχή, αλλά και τάφους του 6 ου,5 ου και 4 ου αι. 6 Τιβέριος 2007,266,Τρακοσοπούλου Παντερµαλή ΑΕΜΘ 8,203-216, των ιδίων ΑΕΜΘ 9, 283-292. 7 Τιβέριος ΕΓΝΑΤΙΑ 5,299. 8 Στο Α 2(1917) αναφέρεται η ερευνητική δραστηριότητα του Γ. Οικονόµου στο Μ. Καραµπουρνού, που ωστόσο αφορά το Μεγάλο Καραµπουρνού. 9 Ρωµαίος 1941,359 και σηµ 1,Τιβέριος ΕΓΝΑΤΙΑ 5,299-300. 10 Ρωµαίος 1941,358κε. 11 Πέτσας 1966-1967,303. 12 Τιβέριος ΕΓΝΑΤΙΑ 5,299, Πέτσας 1966-1967,303,του ιδίου 1969,135. 4

π.χ. 13 Το 1999 ανασκάφηκαν 39 τάφοι 400µ. βορειοανατολικά από τη Ν..Β.Ε.* ως το ύψος του Κυβερνείου 14. Τέλος, έγιναν και ορισµένες επιφανειακές έρευνες από τον Ι. Παπαδόπουλο το 1930 15 και όπως ήδη αναφέρθηκε από τον Κ. Τσάκο, αλλά και τον αδερφό του, στις δεκαετίες του 50 και του 60. Μέρος των ευρηµάτων των ερευνών των αδερφών Τσάκου αποτελεί άλλωστε το υλικό της παρούσας εργασίας 16. 1.2. Κεραµικά ευρήµατα Από τις ανασκαφές στο χώρο του αρχαίου οικισµού, από όπου περισυνελέχθησαν και τα όστρακα της παρούσας εργασίας, έχει έλθει στο φως κεραµική, η οποία καλύπτει χρονικά µια µακρά περίοδο από την ύστερη µυκηναϊκή εποχή ως και τους ρωµαϊκούς χρόνους. Πιο συγκεκριµένα από τη µυκηναϊκή περίοδο έχουν βρεθεί αρκετά όστρακα και ένα που πιθανότατα ανήκει στην Ύστερη Μυκηναϊκή ΙΙ(1500-1425π.Χ.), το οποίο αποτελεί µία από τις πρωιµότερες µυκηναϊκές µαρτυρίες στο Βόρειο Αιγαίο 17. Έπειτα από την ΕΣ συναντώνται θραύσµατα «ντόπιας» χειροποίητης κεραµικής, αλλά και τροχήλατης διακοσµηµένης και ακόσµητης 18.Επίσης από τη γεωµετρική περίοδο υπάρχουν κεραµικά ευρήµατα όλων των γνωστών εργαστηρίων, όπως της Εύβοιας, της Αττικής και των Κυκλάδων 19. Μάλιστα, δύο θραύσµατα αττικού σκύφου ή κανθάρου της ΜΓ περιόδου αποτελούν την παλαιότερη βεβαιωµένη παρουσία του αττικού Κεραµεικού στο βορειοελλαδικό χώρο 20. Αξιοσηµείωτο γεγονός, όπως θα δούµε και παρακάτω, είναι η µίµηση από τους ντόπιους κεραµείς των εισαγµένων γεωµετρικών αγγείων. 21 13 Τρακοσοπούλου Παντερµαλή ΑΕΜΘ 8,203-216, των ιδίων ΑΕΜΘ 9, 283-292. *Ναυτική ιοίκηση Βορείου Ελλάδος. 14 Τσιµπίδου Αυλωνίτη 1999, 532. 15 Ρωµαίος 1941,358. 16 Τιβέριος ΕΓΝΑΤΙΑ 5,297-299, Πέτσας 1969,162. 17 Τιβέριος ΕΓΝΑΤΙΑ 5, 307,του ιδίου ΑΕΜΘ 1, 249-259,του ιδίου 2004,296 και εικ.2, Τιβέριος- Μανακίδου-Τσιαφάκη ΑΕΜΘ 9,255 και εικ.1. 18 Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη ΕΓΝΑΤΙΑ 7,338. 19 Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη ΕΓΝΑΤΙΑ 7,338-339 και εικ.8.,τιβέριος 2004,296. 20 Τιβέριος ΕΓΝΑΤΙΑ 5,309, του ιδίου ΑΕΜΘ 1,250 και εικ.4 α. 21 Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη ΕΓΝΑΤΙΑ 7, 343. 5

Πριν προχωρήσουµε στην αρχαϊκή περίοδο, να σηµειωθεί η παρουσία της ντόπιας «ασηµίζουσας» κεραµικής, σε αξιοσηµείωτες ποσότητες, όπως και των «ντόπιων» γεωµετρικών αµφορέων. Στην αρχαϊκή εποχή, η «ντόπια» παραγωγή περιλαµβάνει κατά κύριο λόγο την «ωοκέλυφη» κεραµική και τις ακόσµητες µεγάλες οινοχόες ή εκείνες µε απλή γραµµική διακόσµηση, αλλά και λέβητες, στιλβωµένες οινοχόες- «κολοκύθες»,υδρίες, σταµνοειδή και µαγειρικά αγγεία. 22 Όσον αφορά την εισαγµένη αρχαϊκή κεραµική, συναντώνται όλα τα γνωστά εργαστήρια, όπως της Αττικής, της Κορίνθου, της Εύβοιας, της Λακωνίας 23 και της Ανατολικής Ελλάδας 24. Επίσης έχει εντοπιστεί λιγοστή Φοινικο-κυπριακή κεραµική. 25 Τέλος, δεν απουσιάζουν και αγγεία ή θραύσµατα αγγείων από την αποκαλούµενη «χαλκιδικιώτικη» κεραµική 26. 1.3. Ταύτιση του αρχαίου οικισµού Η ταύτιση του αρχαίου οικισµού στο Καραµουρνάκι θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της ένταξής του στο εκτεταµένο και σηµαντικό πόλισµα της αρχαίας Θέρµης. Παρακάτω αναφέρονται ορισµένοι λόγοι, που επιβεβαιώνουν την άποψή µας αυτή. Καταρχήν θα πρέπει να γίνει αποδεκτή η παραθαλάσσια θέση της αρχαίας Θέρµης, η οποία παράλληλα θα πρέπει να είχε και ένα σηµαντικό λιµάνι. Αυτό αποδεικνύεται επαρκώς, καθώς στο όνοµά της οφείλεται και το όνοµα του Κόλπου στον οποίο βρισκόταν, του Θερµαϊκού 27. Επίσης και µέσω των γραπτών πηγών και συγκεκριµένα του Ηροδότου 28 γνωρίζουµε, ότι κατά την εκστρατεία του Ξέρξη στην Ελλάδα ο στόλος του ναυλόχησε στη Θέρµη. Μάλιστα ο όγκος του στόλου του, όπως και του στρατού, ήταν σηµαντικά µεγάλος και εποµένως και το λιµάνι θα έπρεπε να ήταν αρκετά ευρύχωρο. εν 22 Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη ΕΓΝΑΤΙΑ 7,344. 23 Τιβέριος-Μανακίδου-Τσιαφάκη ΕΓΝΑΤΙΑ 7,338κε. 24 Tiverios 2008,28. 25 Τιβέριος Μανακίδου-Τσιαφάκη ΕΓΝΑΤΙΑ 7,350,του ιδίου ΕΓΝΑΤΙΑ 5,311, Τιβέριος-Μανακίδου- Τσιαφάκη ΑΕΜΘ 15,259. 26 Παντή 2008,192 κε, Τιβέριος Μανακίδου- Τσιαφάκη ΑΕΜΘ 19,190-191,εικ.6. 27 Τιβέριος 2007,266, Τιβέριος ΕΓΝΑΤΙΑ 5, 315. 28 Ηρόδοτος VII,121,123,179. 6

αποκλείεται η διενέργεια ιδιαίτερων εργασιών για την ενίσχυση και επέκταση του λιµανιού στο πλαίσιο των προετοιµασιών της εκστρατείας του Ξέρξη, οι οποίες γνωρίζουµε από τον Ηρόδοτο, ότι διήρκησαν τέσσερα χρόνια και διεξήχθησαν σε περιοχές από όπου θα περνούσαν οι δυνάµεις του, συµπεριλαµβανοµένης και της Μακεδονίας 29. Tα τελευταία χρόνια, όπως ειπώθηκε παραπάνω, έχει εντοπιστεί τµήµα αρχαίου λιµανιού ακριβώς νότια του οικισµού. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασµό µε τη γεωµορφολογία της χερσονήσου, η οποία ορίζει δύο λιµάνια ένα στα νότια και ένα στα βόρεια, µας οδηγεί στην πιθανή ταύτιση του λιµανιού της Θέρµης µε το λιµάνι, που αποκαλύφθηκε πρόσφατα. Η ύπαρξη άλλωστε των δύο λιµανιών επιλύει ενδεχοµένως και το ζήτηµα του αυξηµένου χώρου, ο οποίος απαιτούνταν για το στόλο του Πέρση βασιλιά. Ένα άλλο στοιχείο, το οποίο συνδέει τη Θέρµη µε τον οικισµό στο Μικρό Καραµπουρνού είναι εκείνο της διάρκειας κατοίκησης των δύο. Η Θέρµη ή µέρος αυτής αποδεικνύεται µέσω των πηγών 30, πως συνέχισε να υφίσταται και µετά την ίδρυση της Θεσσαλονίκης το 315π.Χ. από τον Κάσσανδρο 31. Όσον αφορά το Καραµπουρνάκι µέσω της κεραµικής είµαστε σε θέση να υποστηρίξουµε, ότι και µετά την ίδρυση της Θεσσαλονίκης συνεχίστηκε η κατοίκηση του τουλάχιστον ως και τους ρωµαϊκούς χρόνους. Παράλληλα λοιπόν πρέπει να διατηρήθηκε και η χρήση του λιµανιού. Εποµένως, ο οικισµός πρέπει να ταυτίζεται µε το τµήµα της αρχαίας Θέρµης, στο οποίο υπήρχε το λιµάνι. Να σηµειωθεί, ότι η ευρύτερη περιοχή του λιµανιού θα πρέπει να θεωρηθεί ως το ζωτικότερο σηµείο της αρχαίας Θέρµης και άρα ο πυρήνας της, καθώς θα αποτελούσε το κυριότερο οικονοµικό-εµπορικό κέντρο αυτής. 29 Ηρόδοτος VII 20. 30 Ο Πλίνιος παραδίδει την συνύπαρξη, στις µέρες του, της Θέρµης και της Θεσσαλονίκης. Επίσης σχόλιο του Ζώσιµου στο Μ. Κωνσταντίνο µας κάνει να πιστέψουµε την έλλειψη σηµαντικού λιµανιού στη Θεσσαλονίκη κατά τους προχριστιανικούς χρόνους και εποµένως τη διατήρηση και χρήση κάποιου παλαιότερου, πιθανώς εκείνου της Θέρµης. Βλ. Πλίνιος ΝΗ4,10, Vickers 1972,169 και σηµ.96. 31 Ο Κάσσανδρος γνωρίζουµε,(στράβων VII.21.) ότι για την ίδρυση της Θεσσαλονίκης κατέλαβε 26 πολίσµατα. 7

Και ερχόµαστε τώρα στο ζήτηµα της µορφής της πόλης της Θέρµης. Η Θέρµη σίγουρα υπήρξε σπουδαίο πόλισµα της περιοχής. Ωστόσο, ο οικισµός στο Καραµπουρνάκι λόγω του µικρού µεγέθους του δεν δικαιολογεί ούτε τη χρήση ενός σηµαντικού λιµανιού, ούτε συνάδει µε τη σπουδαιότητα της αρχαίας Θέρµης, όπως αυτή µαρτυρείται µέσω των γραπτών πηγών. Εποµένως, δεν µπορεί να ταυτιστεί µόνο το Καραµπουρνάκι µε την αρχαία Θέρµη. Μάλιστα η µεγάλη έκταση, στην οποία θα πρέπει να εκτεινόταν η τελευταία, δεν µας επιτρέπει να την ταυτίσουµε ούτε και µε οποιοδήποτε άλλο περιορισµένης έκτασης πόλισµα στη γύρω περιοχή 32. Έτσι, καταρρίπτονται θεωρίες που ήθελαν τη Θέρµη στη Σταυρούπολη, στο Σέδες 33 και στην Πολίχνη, σε περιοχές δηλαδή όπου έχουν βρεθεί αρχαιότητες 34. Επίσης, η πρόταση για ταύτιση της Τούµπας Θεσσαλονίκης µε τη Θέρµη και το Καραµπουρνάκι ως επίνειό της µε το όνοµα Αλία 35 δεν γίνεται αποδεκτή για τον επιπρόσθετο λόγο του µη διαχωρισµού της Θέρµης και του λιµανιού της 36 σε καµία αρχαία πηγή.τέλος και η περίπτωση της παλιάς πόλης της Θεσσαλονίκης µοιάζει αδύνατη 37. Αρχικά, η εύρεση τµηµάτων ενός υστεροαρχαϊκού ναού στο κέντρο της πόλης- καθώς ένας τέτοιος ναός πιστεύεται ότι θα κοσµούσε το σηµαντικότερο πόλισµα της περιοχής, δηλαδή τη Θέρµη- σε συνδυασµό µε την πρόταση βυζαντινού Επιτοµέα του Στράβωνα, ότι «η Θεσσαλονίκη είναι η πόλις, η προηγουµένως Θέρµη αποκαλουµένη» 38 την προέκριναν ως πιθανή. Ωστόσο, από την άλλη πλευρά υπάρχει και η άποψη, που βεβαίως µένει να αποδειχθεί, η οποία θέλει την τοποθέτηση του ναού στην αρχαία Αίνεια, δηλαδή το Μεγάλο Καραµπουρνού 39, από όπου τελικά πρέπει να µεταφέρθηκε στην παλιά πόλη 32 Τιβέριος 1990 β, 77κε. 33 Πρόκειται για πρόταση του ήµιτσα, ο οποίος θεώρησε πως το όνοµα της πόλης «Θέρµη» προέρχεται από τα θερµά λουτρά που υπάρχουν στην περιοχή του Σέδες. Ωστόσο, η απόσταση µεταξύ του αρχαίου οικισµού στο Σέδες και των λουτρών είναι αρκετά µεγάλη, γεγονός που αποδυναµώνει τη θεωρία αυτή.βλ. Τιβέριος 1990β,71-81. 34 Τιβέριος ΕΓΝΑΤΙΑ 5,317. 35 Βοκοτοπούλου 1986,15,18. 36 Τιβέριος ΕΓΝΑΤΙΑ 5, 317. 37 Μπακαλάκης 1953-1954, 221 κε. 38 Bakalakis 1963, 30κε. 39 Βουτυράς 1999, 1338 κε, Kαραδέδος ΑΕΜΘ 20, 319-327. Σε καρποστάλ των αρχών του 20 ου αι. που απεικονίζει το Μεγάλο Καραµπουρνού έχει τοποθετηθεί στο χώρο κι ένας αρχαίος ναός, ζωγραφισµένος από άγνωστο καλλιτέχνη της εποχής. Βλ. Τιβέριος 1998,227,232-233 και εικ. 1-2. 8

της Θεσσαλονίκης κατά τα ρωµαϊκά χρόνια. Αυτή η άποψη, εφόσον αποδειχθεί η ορθότητά της, λειτουργεί επικουρικά στην πληροφορία του Πλινίου, που είδαµε και παραπάνω 40, βάσει της οποίας η Θέρµη δεν µπορεί να τοποθετηθεί στην παλιά πόλη της Θεσσαλονίκης. Ως προς τη µορφή, που είχε η αρχαία Θέρµη, τα ως τώρα ανασκαφικά δεδοµένα επιβεβαιώνουν την άποψη του Ρωµαίου, την οποία ακολουθεί και ο Τιβέριος, σύµφωνα µε την οποία η Θέρµη ήταν µια πόλις κτισµένη «κωµηδόν» 41. Συνοψίζοντας, είµαστε σε θέση να υποστηρίξουµε την «κωµηδόν» ανάπτυξη της αρχαίας Θέρµης, ενός σηµαντικού και ισχυρού πολίσµατος στο µυχό του Θερµαϊκού Κόλπου, η οποία ήταν παραθαλάσσια και έφερε λιµάνι αρκετά εκτεταµένο και µεγάλο. Μάλιστα, η διάρκεια κατοίκησης της Θέρµης ή τµήµατος αυτής παρατάθηκε και µετά την ίδρυση της Θεσσαλονίκης και πρέπει να αφορά σίγουρα το χώρο του λιµανιού. Ο πιο σηµαντικός οικισµός της αρχαίας Θέρµης κατά τους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους, ήταν εκείνος στο Καραµπουρνάκι 42, που είµαστε σίγουροι, ότι είχε λιµάνι, καθώς αυτό αποδεικνύουν και τα ανασκαφικά δεδοµένα. Το γεγονός αυτό άλλωστε, δηλαδή της ύπαρξης του λιµανιού, είναι που µας επιτρέπει να υποστηρίξουµε πως το Καραµουρνάκι ήταν ο πυρήνας της αρχαίας Θέρµης. Επιπροσθέτως και η κεραµική βεβαιώνει την παράταση κατοίκησης του αρχαίου οικισµού στο Καραµπουρνάκι ως και τη ρωµαϊκή περίοδο, γεγονός που ενισχύει την παραπάνω θεωρία. 40 Βλ.σηµ.30. 41 Tiverios 2008,27. 42 Κατά την Εποχή του Χαλκού και κατά την Πρώιµη Εποχή του Σιδήρου ο πιο σηµαντικός οικισµός της αρχαίας Θέρµης πρέπει να ήταν η Τούµπα Θεσσαλονίκης. Βλ.Τιβέριος ΕΓΝΑΤΙΑ 7,338,Tiverios 2008,27. 9

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Κεραµική της Εποχής του Σιδήρου ΤΡΟΧΗΛΑΤΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ Με τον όρο ΠΕΣ (Πρώιµη Εποχή Σιδήρου) στο βόρειο Ελλαδικό χώρο 43 ορίζεται το διάστηµα από τον 11 ο ως και τον 8 ο αι. π.χ. Την περίοδο αυτή, η εξέλιξη στη νότια Ελλάδα είναι διαφορετική. Εκεί έχουµε τον ΠρΓ ρυθµό (1050/1025-900π.Χ.)και από τις αρχές του 9 ου π.χ. τo Γεωµετρικό (900-700π.Χ.). Ωστόσο, ο Γεωµετρικός Ρυθµός δεν υιοθετείται ταυτοχρόνως σε όλα τα εργαστήρια. Παράδειγµα αποτελεί η Εύβοια, η οποία θα µας απασχολήσει παρακάτω και για την οποία γνωρίζουµε, ότι από το τέλος της ΠρΓ περιόδου συνεχίζει να διατηρεί έναν ΥποΠρΓ ρυθµό ως και τα µέσα του 8 ου αι. π.χ. Σηµαντικό µέρος της τροχήλατης κεραµικής της ΠΕΣ στη Μακεδονία, κατέχουν τα µικρού µεγέθους αγγεία πόσεως, όπως οι σκύφοι, ένα εξόχως αγαπητό αγγείο στη νότια Ελλάδα και ιδίως στην Αττική και την Εύβοια 44. Ο ρόλος της τελευταίας, όπως θα δούµε, είναι καθοριστικός για την εισαγωγή του σχήµατος στη Μακεδονία. Μάλιστα, µεταξύ των οστράκων της Συλλογής Τσάκου υπάρχουν όστρακα, τα οποία µπορούν να χαρακτηριστούν ευβοϊκά, αλλά και µεγάλος αριθµός «ντόπιων» µιµήσεών τους. Ο κύριος τρόπος διαχωρισµού των εισαγµένων και των «ντόπιων» αγγείων είναι κυρίως η σύσταση του πηλού 45 -περιεκτικότητα σε µίκα, και άλλες προσµίξεις- και µια γενικότερη διαφοροποίηση στην ποιότητα της κατασκευής τους. 43 Σαββοπούλου 2004,308. Στην παρούσα εργασία ακολουθείται το χρονολογικό σύστηµα που υιοθετείται στα εργαστήρια της Νότιας Ελλάδας, όπως σε εκείνο της Εύβοιας, εξαιτίας της εύρεσης πολλών εισαγµένων αγγείων στη Μακεδονία, αλλά και τη µίµηση αυτών από τους «ντόπιους» κεραµείς. Βλ. Χρονολογικό πίνακα. 44 Desborough 1995,226, Coldstream 1968,9,148-153. 45 Συνολική θεώρηση του πηλού της Εύβοιας. Βλ.Descoeudres-Kearsley 1983,11-53 και ιδίως 20. Πηλοί και τεχνολογία των ευβοϊκών αγγείων Ερετριακός: λεπτόκοκκος, καθαρός µε λίγες προσµίξεις(κρυστάλλους),αρκετά σκληρός µε καλή όπτηση. Χρώµα από κιτρινωπό- απαλό ιώδες (παρά πορτοκαλί) ως σκοτεινό καστανό. Η εξωτερική επιφάνεια των αγγείων φέρει φωτεινότερο επίχρισµα, ενώ εσωτερικά καλύπτεται µε υάλωµα µελανό µέχρι ωχρό πορτοκαλί.βλ. Ανδρειωµένου 1975, 209-210,Boardman 1957,2. Χαλκίδας: Πρόκειται για πηλό κυµαινόµενου από ερυθροκίτρινο µέχρι και σκούρου ιώδους χρώµατος. Επίσης συχνά συναντάται πηλός χρώµατος καφέ και κιτρινωπού γκρί. Η σύσταση του πηλού χαρακτηρίζεται από καθαρότητα µε ελάχιστες προσµίξεις και µίκα. Βλ. Andriomenou 1984,39. 10

2.1.1. Σκύφοι µε κρεµαστά ηµικύκλια 2.1.1.i. Εξέλιξη της έρευνας -Τυπολογία Μία ιδιαιτέρως σηµαντική και διαδεδοµένη οµάδα αγγείων στο χώρο του Θερµαϊκού κόλπου 46 είναι αυτή των σκύφων µε κρεµαστά ηµικύκλια. Αγγεία της ίδιας οµάδας συναντούµε σε πληθώρα θέσεων του αρχαίου κόσµου εκτεινοµένων από τη δυτική Μεσόγειο- τα στενά του Γιβραλτάρ και τη νότια Ισπανία 47 - µέχρι την Κύπρο και τη Μέση Ανατολή 48. Το 1989 εκδόθηκε η διδακτορική διατριβή της R. Kearsley, στην οποία έγινε προσπάθεια εκτενούς µελέτης και οµαδοποίησης των σκύφων µε κρεµαστά ηµικύκλια. Βεβαίως και πριν την προσπάθεια αυτή το ίδιο αντικείµενο απασχόλησε και άλλους ερευνητές. Το 1952 ο Desborough 49 διέκρινε τους εν λόγω σκύφους σε τρεις τύπους, τους Α, Β, C. Στον τύπο Α ενέταξε σκύφους µε χαµηλό και ελαφρώς εξωστρεφές χείλος. Στον Β εντάχθηκαν σκύφοι µε υψηλό και κρεµάµενο πάνω από το σώµα χείλος και στον C σκύφοι που έφεραν χείλος, το οποίο είχε κλίση προς τα πίσω διαµορφώνοντας έτσι κοίλο προφίλ 50. Το 1968 µε την ίδια οµάδα αγγείων ασχολήθηκε ο Coldstream 51. Συγκεκριµένα στην έρευνά του διατήρησε τους τρεις τύπους του Desborough, παρατηρώντας παράλληλα, ότι τα αγγεία των τύπων A και B διαθέτουν βαθύ σώµα σε αντίθεση µε εκείνα του τύπου C. Λευκαντίου: Χρώµα από απαλό καστανό ως και καστανό ή ιώδες καστανό (5YR 5,6,6,4,6,6-7,4,7,6 ως 7.5YR 6,4,6,6-7,4,7,6) σπανίως ανοικτό κίτρινο (7.5YR 8,4) και απαλό κόκκινο (2.5YR 6,6). Η όπτηση καλή, ελάχιστες προσµίξεις και ελάχιστη µίκα, βλ. Lefkandi II (Catling),9. 46 Εκτός από το Καραµπουρνάκι: Τιβέριος ΑΕΜΘ 1,250και εικ.2(τύπος 5),Τιβέριος Μανακίδου- Τσιαφάκη ΑΕΜΘ 20,267 και εικ 5, έχουν εντοπιστεί στη Σίνδο:Τιβέριος-Λαχανίδου, ΑΕΜΘ 8 1994,229, εικ.2, στην Τούµπα Θεσσαλονίκης: Ανδρέου- Κωτσάκης -Χουρµουζιάδης ΕΓΝΑΤΙΑ 2,398 και εικ.3, Σουέρεφ ΑΕΜΘ 8,εικ.9Β(τύπος 5),στη Σταυρούπολη, στη Ν. Φιλαδέλφεια: Μισαηλίδου- εσποτίδου ΑΕΜΘ 12,εικ.6(τύπος 5),στο Σέδες, στη Γκόνα: Σκαρλατίδου-Κωνταντινίδου ΑΕΜΘ17,εικ.17(τύποι 4-5),στο Περιβολάκι : Λιούτας Κώτσος ΑΕΜΘ 15,εικ.4-5, στη Βεργίνα. στο Παλατιανό: Αναγνωστοπούλου-Χατζηπολυχρόνη ΑΕΜΘ 10,202,εικ.22,των ιδίων ΑΕΜΘ 15,149-160 και εικ.26(τύποι 4-5), στη Μένδη: Βοκοτοπούλου ΑΕΜΘ 4β,εικ.7.(τύποι 4-5) στο Αρχοντικό Γιαννιτσών: Μοσχονησιώτη.Εκτενώς για την εύρεση σκύφων µε κρεµαστά ηµικύκλια στο βορειοελλαδικό χώρο, βλ. Tiverios 2008,6-8,16. 47 Gonzalez de Canales κα. 2004,86-87 και εκ.19.1-2.(ουέλβα). 48 Kearsley 1989, 72-73 όπου σχετικός χάρτης και λίστα των θέσεων του ελληνικού χώρου και της Ανατολικής Μεσογείου, βλ. Popham-Lemos 1989,152. 49 Desborough 1952, 180-194. 50 Desborough 1952, 180-194. 51 Coldstream 1968, 151-157. 11

Η Kearsley 52 στην εργασία της προχώρησε κι αυτή σε τυπολογική διάκριση των εν λόγω σκύφων. Πιο συγκεκριµένα, κατέληξε σε έξι βασικούς τύπους διακρίνοντάς τους σε υπο-οµάδες. Συγκεκριµένα στους τύπους 1(α - β),2(α-βγ), 3(α-β),4(α-β),5(α-β)και 6. Στην υπο-οµάδα 1α κατέταξε αγγεία 53 τα βασικά χαρακτηριστικά των οποίων είναι το βαθύ και σφαιρικό σχήµα του σώµατός τους και το ψηλό, σχεδόν κάθετο χείλος (1,5-2 εκ.). Επίσης, παρατήρησε πως το συνολικό ύψος τους δεν ξεπερνά τα 10εκ. Στην υπο-οµάδα 1β, τα αγγεία 54 διατηρούν αρκετά από τα χαρακτηριστικά της 1α,ωστόσο, το χείλος δεν παραµένει κάθετο, αλλά σχηµατίζει γωνία. ου 55 Στην υπο-οµάδα α του 2 τύπου τα κύρια διακριτικά γνωρίσµατα είναι το κοντύτερο χείλος σε σχέση µε την οµάδα 1 και το µεγαλύτερο συνολικό ύψος των αγγείων, που συνήθως υπερβαίνει τα 10εκ. και παράλληλα το ύψος του χείλους σε µερικές περιπτώσεις είναι πάνω από 2εκ.( 1,2-2,2εκ.). Η υπο οµάδα 2β 56 περιλαµβάνει αγγεία µε ελαφρώς πιο σφαιρικό σώµα, ενώ οι σκύφοι της υπο-οµάδας 2γ 57, αν και οµοιάζουν αρκετά µε εκείνους της 2β παρουσιάζονται χωριστά εξαιτίας της κυρτότητας στο χείλος, το οποίο έχει και µεγαλύτερο ύψος. Στον τρίτο τύπο, οι σκύφοι της υπο-οµάδας 3α 58 έχουν βαθύ κοίλο σώµα µε κοντό χείλος ως και 1,4 εκ. ύψος. Το συνολικό ύψος των αγγείων της υποοµάδας αυτής, που µελέτησε η Kearsley, κυµαίνεται µεταξύ 9,7 και 11 εκ. Η υπο-οµάδα 3β 59 διαφέρει ως προς το ύψος των αγγείων της, αφού περιλαµβάνει αγγεία ύψους 8,9-10,5εκ., αλλά και ως προς το χείλος, που δεν είναι ιδιαιτέρως εξωστρεφές. Στην υπο-οµάδα 4α 60 κατέταξε κοντούς σκύφους (6,9-9,8 εκ.) µε ίσιο, κοντό (0,9-1,4 εκ.) και αρκετά εξωστρεφές χείλος. Η δεύτερη υπο-οµάδα του 52 Kearsley R., The pendent semi-circle skyphos σε Bulletin Suppl. 44,1989,1-213. 53 Πρόκειται για 5 αγγεία, βλ. Kearsley 1989, 84-85 και πιν.1.b,c,2 a. b.,εικ.34.a.b.c. 54 Περιλαµβάνονται 2 αγγεία, βλ. Kearsley 1989, 86. και πιν.2c-d., εικ.24,25. 55 Αναφέρονται17 αγγεία, βλ. Kearsley 1989, 87και πιν.3a-b, 4 d, 5a-b, εικ.20,22.,εικ.35.a,b,c,d, 56 Μελετήθηκαν 3 αγγεία βλ. Kearsley 1989,90 και πιν.3c, fig, 9, 23a, 36a. 57 Αναφέρονται 6 αγγεία, βλ.kearsley 1989, 90-91 και πιν.4 a.b.c,εικ.16,36b.c 58 Πρόκειται για 8 αγγεία, βλ.. Kearsley 1989,93-94 και πιν.5c.d.,6a.b.c.d,εικ.15,17,18,26,27,31,37d. 59 Περιλαµβάνονται 5 αγγεία, βλ.. Kearsley 1989,94-95 και πιν.7a.b,εικ.37c.d. 60 Αναφέρονται 7 αγγεία, βλ. Kearsley 1989, 95 και πιν. 7d,8 a.c., εικ. 19,21a.b.,38a.b.c. 12

ιδίου τύπου (4β) 61 περιλαµβάνει αγγεία των οποίων το ύψος κυµαίνεται γύρω στα 7,5 εκ. κι έχουν αναλογικά κοντύτερο χείλος µεταξύ 0,8 και 1,2 εκ. Ο τύπος 5 62 είναι συγγενικός του 4 όσον αφορά το κοντό σώµα και το µικρού ύψους χείλος. Η σηµαντική διαφορά έγκειται στο ότι στον τύπο 5 το χείλος, αν και κυρτό δεν εκτείνεται πέραν του σώµατος, αλλά αµέσως έχει κλίση προς τα πίσω 63. Τέλος, στον τύπο 6 64 κατατάσσονται µικρού µεγέθους σκύφοι µε ρηχό σώµα ύψους 6 µε 7 εκ. Το χείλος τους, κυρτό προς τα έξω, ξεπερνά τη νοητή κάθετη γραµµή του σώµατος. Στην παραπάνω κατηγοριοποίηση, όπως γίνεται αντιληπτό δεν λήφθηκε υπόψη ως κριτήριο η διακόσµηση 65. Αντιθέτως δόθηκε έµφαση στις αναλογίες του συνολικού ύψους του αγγείου προς τη διάµετρο του χείλους, όπως και της διαµέτρου της βάσης σε σχέση µε το ύψος του. Ακόµη, κριτήριο αποτελεί το ύψος του χείλους και η διαµόρφωση αυτού και τέλος το ύψος του ποδιού, που ωστόσο προσφέρει µηδαµινή βοήθεια 66. Η εργασία της Kearsley δεν αποτελεί πανάκεια στη µελέτη των σκύφων µε κρεµαστά ηµικύκλια. Καταρχήν η ερευνήτρια, αν και είχε ολοκληρώσει την εργασία της περίπου µία δεκαετία πριν την έκδοση της, δεν προχώρησε στην ενηµέρωση του καταλόγου της και των χαρτών διάδοσης των συγκεκριµένων σκύφων µε νέα ευρήµατα 67. Επίσης δεν προέβη στη συµπλήρωση της βιβλιογραφίας της. Άλλη µία αδυναµία της συγκεκριµένης εργασίας είναι σίγουρα ο µικρός αριθµός παραδειγµάτων που επικαλείται (συνολικά 55), στην προσπάθειά της να κατηγοριοποιήσει τους σκύφους µε κρεµαστά ηµικύκλια 68. 61 Κατατάσσονται 3 αγγεία, βλ.kearsley 1989,97-98, εικ.3e,5,38d. 62 Κατατάσσονται 19 αγγεία, βλ.kearsley 1989,99-100, πιν.8b.d,εικ.4,6,12,13,28,29,39a.b.c. 63 Περιλαµβάνονται 2 αγγεία, βλ. Kearsley 1989,100-101,εικ.39d. 64 Πρόκειται για 4 αγγεία, βλ. Kearsley 1989,101-102, εικ.40d,41a. 65 Όσον αφορά τη διακόσµηση στον τύπο 1 δεν απαντώνται-σύµφωνα µε την Kearsley- συµπλεκόµενα ηµικύκλια, ενώ στους τύπους 2 και 3 συναντώνται συµπλεκόµενα ηµικύκλια στη µία όψη µόνο. Στους υπόλοιπους τύπους πιο συχνή είναι η χρήση συµπλεκοµένων ηµικυκλίων και στις δύο όψεις των αγγείων. 66 Kearsley 1989,105. 67 Popham- Lemos 1989, 153. 68 Popham- Lemos 1989, 153 και Gimatzidis 2006,127. 13

Όσον αφορά τα κριτήρια κατάταξης των συγκεκριµένων αγγείων, δεν είναι ιδιαιτέρως αξιόπιστα και ευκόλως χρησιµοποιήσιµα. Αυτό ισχύει, καθώς σε ορισµένες περιπτώσεις το ύψος του χείλους του ενός τύπου είναι ίδιο µε το ύψος του χείλους άλλου τύπου. Πιο συγκεκριµένα, η οµάδα 3α έχει ύψος χείλους ως και 1,4 εκ., ενώ και το αντίστοιχο ύψος των οµάδων 4α και 4β κυµαίνεται µεταξύ 0,9 και 1,4εκ. και 0,8 µε 1,2 εκ. αντιστοίχως. Επίσης το χείλος του τύπου 2α γνωρίζουµε, πως φθάνει ως και τα 2,2 εκ. σε ύψος, ενώ και του τύπου 1 φθάνει περίπου στο ίδιο(2εκ.). Αντιστοίχως το ίδιο φαινόµενο παρατηρείται και σε σχέση µε το συνολικό ύψος των αγγείων. Για παράδειγµα, το ύψος των αγγείων στην περίπτωση της υπο-οµάδας 3β κυµαίνεται από 8,9 µέχρι και 10,5εκ., ενώ και των αγγείων της υπο-οµάδας 4α είναι µεταξύ 6,9 και 9,8 εκ. Τέλος, στον τύπο 1 δύναται να φθάσει ως και 10 εκ., ενώ στην υπο-οµάδα 2α ξεκινά από τα 10 εκ. Εποµένως δεν µπορούµε να δεχτούµε ως απόλυτο κριτήριο τα ύψη των αγγείων. 2.1.1.ii Χρονολόγηση Για τη χρονολόγηση των σκύφων µε κρεµαστά ηµικύκλια έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς αρκετές απόψεις. Πρώτα ο Desborough είχε υποστηρίξει, πως οι σκύφοι µε κρεµαστά ηµικύκλια παράγονταν για 150 χρόνια περίπου από το 900 µέχρι και το 750π.Χ. 69 επισηµαίνοντας την απουσία των αγγείων αυτών από τις αποικίες των Ευβοέων στη ύση, οι οποίες ως γνωστό ιδρύθηκαν περίπου στα µέσα του 8 ου αι. π.χ. 70. Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα εξαιτίας θραυσµάτων τέτοιων αγγείων, που βρέθηκαν στη Μέση Ανατολή, υποστήριξε τη συνέχιση της παραγωγής του συγκεκριµένου τύπου αγγείων ως και τα τέλη του 8 ου αι.π.χ. 71. Ο Coldstream, στη συνέχεια, πρότεινε την αρχή παραγωγής των σκύφων αυτών στα µέσα του 9 ου αι. π.χ. και ως κατώτερο όριο παραγωγής τους θεώρησε το 750 π.χ. 72 Χρησιµοποίησε ως κριτήρια για την κατάταξη των 69 Desborough 1952, 193. 70 Η Ίσκια περίπου στα 770/765π.Χ. και η Κύµη στα 725π.Χ. 71 Desborough 1963,204-206. 72 Coldstream 1968,151-157. 14

αγγείων στις τρεις οµάδες, που αναφέρθηκαν προηγουµένως, το σχήµα του σώµατος και ιδίως το βάθος αυτού, τη µορφή του χείλους και της βάσης. 73 Ως παλαιότερους θεώρησε τους σκύφους των τύπων Α και Β και νεότερους αυτούς του τύπου C. 74 Ο Βoardman το 1957 είχε υποστηρίξει µία σύντοµη διάρκεια παραγωγής των σκύφων µε κρεµαστά ηµικύκλια από το 800 ως και το 750 π.χ. θεωρώντας ως καθοριστικό παράγοντα την απουσία των εν λόγω αγγείων από τις αποικίες των Ευβοέων στη ύση. 75 Ωστόσο, οι παραπάνω ερευνητές την εποχή που διατύπωσαν τις θεωρίες τους δεκαετίες 50 και 60- δεν είχαν υπό την εποπτεία τους υλικό ικανό για την εξαγωγή συµπερασµάτων. Η έρευνα της συγκεκριµένης οµάδας αγγείων ήταν τότε σε πρώιµο στάδιο. Σηµαντικό ρόλο για τη µελέτη της ΥποΠρΓ ευβοϊκής κεραµικής, σηµαντικό τµήµα της οποίας αποτελούν οι σκύφοι µε κρεµαστά ηµικύκλια, διαδραµατίζουν οι ανασκαφές στο Λευκαντί 76, οι οποίες άρχισαν στα µέσα της δεκαετίας του 60 και συνεχίζονται ως σήµερα. Τα πρώτα αποτελέσµατα των ανασκαφών δηµοσιεύτηκαν το 1979-1980 αρκετά χρόνια µετά τις προηγούµενες προσπάθειες ερµηνείας και χρονολόγησης, που είδαµε παραπάνω. Από τις ανασκαφές λοιπόν στην περιοχή αποδείχτηκε η παραγωγή των σκύφων αυτών για 150 χρόνια περίπου, δηλαδή σε όλη την ΥποΠρΓ περίοδο της Εύβοιας (900-750π.Χ.) και η εγκατάλειψη του σχήµατος στην ΥΓ περίοδο(750-700π.χ.). 77 H Κearsley υποστήριξε, πως οι τύποι 1,2 και 3 χρονολογούνται µεταξύ 900-825/800 π.χ., ενώ οι τύποι 4,5 και 6 είναι υστερότεροι και παράγονταν από το 73 Coldstream 1968,151-157. 74 Coldstream 1968,151-157. 75 Boardman 1957, 7-10. 76 Για παραδείγµατα σκύφων µε κρεµαστά ηµικύκλια από το Λευκαντί, βλ. Lefkandi I, 32-33 και πιν. 31.4-10,37-38(SPG Pit) και πιν.33.1-29.(levelling material).44-45 (area 3 south),52(xeropolis various areas).lefkandi II, 22-23και πιν. 12,48,49(PG κτίριο στην Τούµπα).Ωστόσο, την ίδια οµάδα σκύφων την συναντούµε και στην Ερέτρια, βλ. Andriomenou 1986, πιν.16. Αρ.180-184, αρ.177, αρ.185-190, αρ. 195-196 και τη Χαλκίδα, βλ. Andriomenou 1985β,51-52 και εικ.10-11,αρ.10-23. 77 Lefkandi I,362 κε. Εδώ προκύπτει και το πρόβληµα του ακριβούς καθορισµού του τέλους της ΥποΠρΓ περιόδου στην Εύβοια. Οι ανασκαφείς στο Λευκαντί το ορίζουν στο 750π.Χ, ενώ βάσει της στρωµατογραφίας και των αναλόγων ευρηµάτων του Καστανά και της Σίνδου, αυτό τοποθετείται στα 760π.Χ. 15

825/800 µέχρι το 750 π.χ. 78. Τέλος, αναφορικά µε τον τύπο 6, διατυπώνει την άποψη, ότι συνεχίζεται η χρήση του και στην ΥΓ περίοδο. Ωστόσο, δεν έχει βρεθεί κανένας σε κλειστό σύνολο της περιόδου αυτής, ούτε στην Ίσκια 79, ούτε στο Λευκαντί, περιοχές µε βεβαιωµένη Ευβοϊκή κεραµική 80. Ο Γιµατζίδης µελετώντας τα ευρήµατα από τη Σίνδο, βάσει της στρωµατογραφίας, διαπίστωσε πως ο τύπος 2 συναντάται πρώτη φορά σε στρώµα που χρονολογείται στη φάση 9 81 και αντιπροσωπεύεται µόνο από ένα όστρακο, ο τύπος 4 σε στρώµατα των φάσεων 8, 6.5 82, 7 και 5 και ο τύπος 5 στα ίδια στρώµατα µε τον τύπο 4, πλην του στρώµατος της φάσης 5, όπου δεν βρέθηκε κανένα όστρακο. Τέλος, ο τύπος 6 εντοπίστηκε στα στρώµατα, τα οποία ανήκουν στις φάσεις 8 και 6.5 83. Εποµένως, ο τύπος 2 θεωρείται πρωιµότερος και ανήκει στην ΥποΠρΓΙΙΙα (850-800π.Χ.), οι τύποι 4 και 5 είναι πιθανότατα σύγχρονοι και παράγονται από την ΥποΠρΓΙΙΙβ ως και την ΥΓ Ια (800-750π.Χ.) µε τον τύπο 4 να φαίνεται πως κατεβαίνει ως και την ΥΓΙΙα, δηλαδή ως το 735-720π.Χ. Παρόλα αυτά, η εύρεση ενός µόνο θραύσµατος είναι µάλλον τυχαίο γεγονός και οφείλεται σε ολίσθηση του οστράκου σε νεότερα στρώµατα. Τέλος, από τον τύπο 6 βρέθηκαν µόνο δύο όστρακα σε στρώµατα της ΥποΠρΓΙΙΙβ και ΥΓ Ια (800-750 π.χ.). 78 Kearsley 1989, 128.Η ίδια σε άρθρο στο Deoscoeudres Kearsley 1983,46-47 είχε δώσει πιο διευρυµένο χρονικό πλαίσιο χωρίς να αναφέρεται στον τύπο 6.Συγκεκριµένα κατέταξε τον Τύπο 1 πριν το 850 π.χ., τους τύπους 2-3 στον 9 ο αι. πχ. και τους τύπους 4-5 στα 800-750 π.χ. 79 Η Ίσκια (Πιθηκούσσες) υπήρξε η πρώτη θέση εγκατάστασης των Ελλήνων (Ευβοέων από τη Χαλκίδα και την Ερέτρια) στα µέσα περ.του 8 ου αι. πχ. Σηµαντικό γεγονός είναι η εύρεση νεκροταφείου, του Σαν Μοντάνο. Βλ. Greco 2001,37κε. 80 Popham- Lemos, 1989,154 και Gimatzidis, 2006,127. 81 Πρόκειται για 16 διαδοχικές αρχιτεκτονικές φάσεις του οικισµού της αρχαίας Σίνδου, η σχετική χρονολόγηση των οποίων έχει γίνει κυρίως µε τη βοήθεια της επείσακτης κεραµικής. Οι φάσεις αυτές αντιστοιχούν σε χρονικές περιόδους της σχετικής χρονολογικής κλίµακας του Κεντρικού Αιγαίου. Βλ. Gimatzidis 2006, 24-48. 82 H φάση 6.5 εντοπίζεται µόνο στην Κάτω Τράπεζα του οικισµού µεταξύ των φάσεων 7 και 6. Πρόκειται ουσιαστικά για άνδηρα, τα οποία µάλιστα δεν εντοπίζονται παρά µόνο σε ορισµένα σηµεία. Χρονολογικά η φάση 6.5 εντάσσεται στο µεταίχµιο της ΥΓΙα και ΥΓΙβ. Βλ. Gimatzidis 2006, 269. 83 Gimatzidis 2006, 13. 16

2.1.1.iii Προέλευση Κέντρο παραγωγής Η προέλευση της οµάδας των συγκεκριµένων σκύφων αποτελούσε για πολλά χρόνια µια ιδιαιτέρως δύσκολη και πολύπλοκη υπόθεση. Η εύρεσή τους σε πληθώρα θέσεων της Μεσογείου είχε οδηγήσει τους πρώτους ερευνητές στην απόδοση του σχήµατος µε το διακοσµητικό µοτίβο των κρεµαστών ηµικυκλίων σε διάφορες περιοχές 84. Πιο συγκεκριµένα, ο Buschor είχε υποστηρίξει την κυκλαδική καταγωγή των σκύφων µε κρεµαστά ηµικύκλια 85. Ο Desborough(1952) υποστήριξε την καταγωγή των σκύφων από την περιοχή της Θεσσαλίας και των Κυκλάδων, αναφέροντας συγχρόνως την εύρεση τους και στην Ανατολική Μεσόγειο. 86 O Boardman (1957) παρατήρησε την εύρεσή αγγείων της οµάδας σε όλο τον αρχαίο Ελληνικό κόσµο 87 υποστηρίζοντας και τη στενή σχέσης µεταξύ Εύβοιας- Κυκλάδων Βοιωτίας. O Coldstream (1968) χαρακτήρισε την οµάδα αυτή ως προϊόν της θεσσαλο-κυκλαδικής περιοχής και των εκεί εργαστηρίων 88. Σταθµός στη µελέτη της οµάδας αυτής, όπως ειπώθηκε παραπάνω, ήταν η ανασκαφική έρευνα στο Λευκαντί. Μέχρι τότε οι έρευνες στη νήσο Εύβοια δεν είχαν προχωρήσει ιδιαίτερα, καθώς η Χαλκίδα και η Ερέτρια δεν είχαν ανασκαφεί συστηµατικά 89. Με τη δηµοσίευση των ευρηµάτων το 1979-1980 από το Λευκαντί, όπου συναντώνται και οι έξι τύποι των σκύφων µε κρεµαστά ηµικύκλια, αποδείχθηκε, πως εκεί βρισκόταν το κύριο κέντρο παραγωγής τους 90. εχόµενοι την Ευβοϊκή προέλευση της οµάδας αυτής πρέπει να ερµηνευθεί και η διαφορετικότητα ορισµένες φορές των πηλών, όπως και η ποιότητα της 84 Παράδειγµα αποτελεί η εύρεση σκύφων στην Aλ Μίνα. Τα αποτέλεσµα της χηµικής ανάλυσης ορισµένου αριθµού οστράκων από τη θέση αυτή διαφέρει από τα αποτελέσµατα αντιστοίχων αναλύσεων σε σκύφους από το Λευκαντί( 10 όστρακα) και τη Χαλκίδα( 3 όστρακα). Να σηµειωθεί πως τα αποτελέσµατα από τις δύο θέσεις της Εύβοιας ήταν παραπλήσια.βλ. Popham κα. 1980,157-159,table.2 και πιν.14. 85 Buschor 1929, 159. 86 Desborough 1952, 140-141 και 180. 87 Boardman 1952,4,του ιδίου 1957,9-10. 88 Coldstream 1968,151-155. 89 Boardman 1957, 1 κε, Desborough 1995,229-231,Kearsley 1989,142-143..Η Χαλκίδα, η Ερέτρια, το Λευκαντί αποτελούν τα κύρια κέντρα κεραµικής παραγωγής (βλ. Τιβέριος 1996, 23) οπότε η έλλειψη ανασκαφικών ερευνών στις δύο πρώτες θέσεις σε συνδυασµό µε την απουσία των δηµοσιεύσεων από το Λευκαντί ως το 1979, οδήγησαν σε ανεπαρκή συµπεράσµατα. 90 Kearsley 1989,133 κε,, όπου και πίνακες µε τις θέσεις διάδοσης των 6 τύπων των σκύφων µε κρεµαστά ηµικύκλια. 17

κατασκευής τους, που παρατηρείται σε σκύφους σε διάφορα µέρη της Μεσογείου. Πιθανότατα λοιπόν να υπήρξαν κατά τόπους µιµήσεις του βασικού ευβοϊκού προτύπου. Καλό παράδειγµα αποτελεί ο χώρος της Κεντρικής Μακεδονίας, καθώς παρατηρείται σηµαντικός αριθµός αγγείων, τα οποία µιµούνται τους ευβοϊκούς σκύφους µε κρεµαστά ηµικύκλια. Μάλιστα βάσει των παρατηρήσεων της Kearsley σύµφωνα µε τις οποίες δεν συναντώνται παντού και οι έξι τύποι, πλην της Εύβοιας, ενισχύεται η παραπάνω άποψη. Στο σηµείο αυτό χρήσιµη είναι και η παρατήρηση, ότι στο χώρο της Κεντρικής Μακεδονίας φαίνεται, πως υιοθετήθηκαν κυρίως οι τύποι 4 και 5, οι οποίοι υπερισχύουν αριθµητικά στη Σίνδο και σε άλλες θέσεις 91, όπως και στη Συλλογή Τσάκου, η οποία περιλαµβάνει επιφανειακά ευρήµατα από το Καραµπουρνάκι. Έτσι, ο ισχυρισµός της Kearsley για ναξιακή καταγωγή του τύπου 5 92 δεν ευσταθεί, καθώς σηµαντικός αριθµός ευρηµάτων του συγκεκριµένου τύπου δεν προέρχεται αποκλειστικά από τη Νάξο. Η ίδια ερευνήτρια επίσης πιστεύει, ότι ο τύπος 6 προέρχεται από τη Μέση Ανατολή 93. Αναλύσεις όµως πηλών από δύο σκύφους τύπου 6, συµπεριλαµβανοµένου και του υπ αριθµ.105 του καταλόγου της από το Κίτιο της Κύπρου, δείχνουν πως πρόκειται για ευβοϊκής προέλευσης αγγεία. 94 Όσον αφορά την προέλευση του σχήµατος του σκύφου, παρατηρούµε µία βασική διαφοροποίηση σε σχέση µε το αττικό πρότυπο, το οποίο προέρχεται από τη µυκηναϊκή παράδοση. Στους αττικούς σκύφους το πόδι είναι υψηλό, ενώ στην περίπτωση των ευβοϊκών παραµένει κοντό. Πιθανό φαίνεται το ενδεχόµενο της επιρροής της Αττικής στην υιοθέτηση του σχήµατος από τους Ευβοείς κεραµείς, οι οποίοι ωστόσο έπειτα το εξέλιξαν αυτόνοµα 95. Στο σηµείο αυτό προκύπτει και το θέµα της καταγωγής του ΠρΓ Ρυθµού. Η πιο διαδεδοµένη θεωρία θέλει τον ρυθµό αυτό να γεννιέται στην Αττική ως 91 Gimatzidis 2006, 146 όπου χάρτης (Χάρτης 3) µε θέσεις εύρεσης των τύπων 4-5. Βλ. και σηµ.53. 92 Kearsley 1989,133κε. 93 Popham- Lemos 1989,154 και Gimatzidis 2006,127. 94 Popham- Lemos 1989,154 και Popham κα.1983,281-290. 95 Desborough 1952,169,180-194,Coldstream 1968,185. 18

συνέχεια της µυκηναϊκής παράδοσης. Από την Αθήνα στη συνέχεια διαδόθηκε και σε άλλες περιοχές 96. Ωστόσο, ορισµένοι ερευνητές ισχυρίζονται την κατά τόπους ανάπτυξη του ΠρΓ Ρυθµού απευθείας από τη µυκηναϊκή παράδοση 97 και ότι η Αθήνα συνετέλεσε στην περαιτέρω πορεία του µετά τα µέσα του 10 ου αι. π.χ. 98. Την πρωτοπορία της Αθήνας την αντιλαµβάνεται κανείς, αν αναλογιστεί πέραν της ποιότητας των αγγείων της και το γεγονός της πρωιµότερης εγκατάλειψης του ΠρΓ Ρυθµού από τους Αθηναίους κεραµείς στα τέλη του 10 ου αι. π.χ., οι οποίοι στη συνέχεια προχώρησαν στο Γεωµετρικό Ρυθµό. Στην Εύβοια αντιθέτως συνεχίστηκε, όπως αναφέρθηκε πρωτύτερα, ένας ΥποΠρΓ ρυθµός ως και τα µέσα του 8 ου αι. π.χ., δηλαδή ως την αρχή της ΥΓ στην Αττική. Ο ρόλος της Αθήνας στη δηµιουργία αυτού του ΥποΠρΓ Ρυθµού πρέπει να είναι πολύ περιορισµένος, αν όχι ανύπαρκτος 99. Υποστηρίζεται από ορισµένους ερευνητές, πως όταν η Αθήνα πέρασε στα τέλη του 10 ου αι. π.χ. στο Γεωµετρικό Ρυθµό σταµάτησε να επηρεάζει τα περιφερειακά εργαστήρια 100. Μάλιστα, η απουσία αττικής κεραµικής από το Λευκαντί ως και την ΥποΠρΓ ΙΙ(Εύβοιας),οπότε και εισήχθησαν αττικά αγγεία στη νήσο και υπήρξαν και µιµήσεις αυτών, ενισχύει την προαναφερθείσα άποψη 101. Συνοψίζοντας, ο τύπος του σκύφου µε κρεµαστά ηµικύκλια αποτελεί δηµιούργηµα του ευβοϊκού κεραµικού εργαστηρίου, το οποίο αφού υιοθέτησε το σχήµα του σκύφου από την Αττική κατά την ΠρΓ περίοδο 102, έπειτα το εξέλιξε αυτόνοµα. Παράλληλα η ΥποΠρΓ διακόσµησή του οφείλεται στη συνέχιση του ΥποΠρΓ Ρυθµού στην Εύβοια τη στιγµή που στην Αθήνα 96 Cook 1994,8 κε, Desborough1952,169,180-184,Coldstream 1968,148,Boardman 2001,18-19,Eiteljorg 1980,445.,Τιβέριος 1996,αγγεία,21-22.Αρχικά ο ΠρΓ ρυθµός θεωρήθηκε δηµιούργηµα των ωριέων, οι οποίοι εισέβαλαν στον ελλαδικό χώρο. Ωστόσο, η απόδοση των αντιπροσωπευτικότερων και καλύτερων αγγείων στην Αθήνα, όπου ουδέποτε εισέβαλαν οι ωριείς, κάνει τη θεωρία αυτή αδύνατη. 97 Βερδελής1958, 74κε. Αναφέρει τη θεωρία των Μüller και Oelmann για την καταγωγή του ΠρΓ Ρυθµού από την Αργολίδα και εκείνη του Skeat για τη Θεσσαλική καταγωγή του. Αµφισβητεί ωστόσο την πειστικότητα των επιχειρηµάτων του Desborough για την εξ Αθηνών προέλευση του Ρυθµού τονίζοντας τη θεσσαλική αυτονοµία. 98 Τιβέριoς 1996,21-22.,Desborough 1995,223-224. 99 Desborough 1995,221-222,225-226. 100 Coldstream 1968,148-149.,Desborough 1995,223-226. Ο τελευταίος αναγνωρίζει ελάχιστη επιρροή της Αθήνας στις αρχές της ΠΓ (αττικής). Το ιδιό πιστεύει και ο Boardman, βλ. Boardman 2001,38. 101 Lefkandi I,363.και πιν.21(levelling Material, Ξερόπολη περιοχή 2). 102 Boardman 2001,20 και εικ.9 όπου εικονίζεται αττικός σκύφος µε υψηλό πόδι και δύο οριζόντιες λαβές.,desborough 1995,170-171,224 και εικ.9.,coldstream 1968,9κε. 19

προχώρησαν στο Γεωµετρικό Ρυθµό 103. Τα παραπάνω ενισχύουν την ευβοϊκή προέλευση των σκύφων µε κρεµαστά ηµικύκλια, που συνάµα διαδόθηκαν γρήγορα και εκτός της νήσου, χάρη στην ανεπτυγµένη αποικιακή δραστηριότητα των Ευβοέων, για την οποία θα γίνει λόγος σε χωριστό κεφάλαιο. 2.1.1.iv Τα όστρακα της Συλλογής Τσάκου Στην Συλλογή Τσάκου περιλαµβάνονται όστρακα δύο βασικών τύπων που απαντώνται ιδιαιτέρως συχνά στην Κεντρική Μακεδονία, των τύπων 4 και 5 της Kearsley. Τύπος 4 Το όστρακο (1)422αΤ(σχ.2α) φέρει χείλος αρκετά υψηλό 1,1-1,2εκ., το οποίο κλίνει ελαφρώς προς τα µέσα, σχηµατίζοντας µικρή κοιλότητα στο σηµείο µετάβασης από των ώµο στο χείλος 104. Επιπροσθέτως, η απόληξη του χείλους κλίνει ελάχιστα προς τα έξω. Η περιεκτικότητα του πηλού σε µίκα και η αραιή σύσταση του εσωτερικού υαλώµατος οδηγεί στην απόδοση του αγγείου σε «τοπικό» κεραµικό εργαστήριο. Στην περίπτωση του θραύσµατος (2)423-422βΤ(σχ.2β) παρατηρούµε την ύπαρξη υψηλού χείλους, ύψους 1,4εκ., το οποίο είναι κατασκευασµένο σχεδόν κάθετα, κλίνοντας ελαφρώς προς τα µέσα και σχηµατίζοντας και πάλι µία µικρή κοιλότητα στο σηµείο επαφής µε το σώµα 105. Τέλος και εδώ η απόληξη του χείλους νεύει ελαφρώς προς τα έξω. Όσον αφορά τη σύσταση του πηλού, η περιεκτικότητα σε µίκα, σε συνδυασµό µε την κακή επάλειψη του υαλώµατος πιθανότατα υποδηλώνει και πάλι την τοπική κατασκευή του αγγείου. Το όστρακο(4)422ετ (σχ.2ε)φέρει χείλος ύψους 1-1,1εκ.,το οποίο στέκεται σχεδόν κάθετα έχοντας µια ελαφριά κλίση προς τα µέσα. Στο σηµείο µετάβασης, από το σώµα στο χείλος, δηµιουργείται µικρή κοιλότητα. Η 103 Στην Αθήνα περιορίζεται η χρήση του διαβήτη για τη διακόσµηση των αγγείων, αφού χρησιµοποιείται µονάχα για ορισµένα µεµονωµένα κυκλικά µοτίβα. Γενικότερα τα κυκλικά µοτίβα περιορίζονται και τα αγγεία πλέον κοσµούνται κυρίως µε «γραµµικά» µοτίβα. Βλ. Boardman 2001,31,37. 104 Βλ. Kearsley 1989,96,πιν.38a.αρ. 54. 105 Βλ. Kearsley 1989,96,πιν.38a.αρ. 54. 20

σύσταση του πηλού, όπου διακρίνεται µίκα και η µέτριας ποιότητας κατασκευή του αγγείου, µας κάνει να το θεωρούµε και αυτό «ντόπιο». Να σηµειωθεί, ότι στις παραπάνω περιπτώσεις παρατηρείται η απουσία στην εσωτερική επιφάνεια του χείλους της χαρακτηριστικής εξηρηµένης ταινίας, που απαντάται συνήθως στα ευβοϊκά αγγεία 106. Εκτός των θραυσµάτων, που σώζουν τµήµα του χείλους, υπάρχουν και δύο καλά διατηρηµένα όστρακα από το σώµα σκύφων της οµάδας, που λόγω της διαµόρφωσης των τοιχωµάτων τους, πιστεύουµε, ότι ανήκουν κι αυτά στον τύπο 4. Πρόκειται για τα (13)425αΤ105 και (14)425δΤ.Εξαιτίας της σύστασης του πηλού και του κακού υαλώµατος πρέπει να θεωρηθούν και αυτά προϊόντα «τοπικών» εργαστηρίων. Στη Συλλογή Τσάκου, υπάρχουν δύο παραδείγµατα, που πιθανότατα είναι εισαγµένα και ανήκουν στον τύπο 4. Σε αυτό συνηγορεί η καθαρότητα του πηλού τους σε συνδυασµό µε την καλή ποιότητα κατασκευής τους, όπως για παράδειγµα η πυκνή επάλειψη του υαλώµατος στην εσωτερική επιφάνεια. Συγκεκριµένα στο πρώτο, το (7)422Τ112(σχ.2δ), η σχεδίαση των ηµικυκλίων επιτυγχάνεται µε µεγάλη ακρίβεια και καθαρότητα. Εσωτερικά η επιφάνεια καλύπτεται µε πυκνό χρώµα εκτός από την εξηρηµένη ταινία στο χείλος. Ο πηλός δεν περιέχει µίκα ή άλλες προσµίξεις. Όσον αφορά το σχήµα του αγγείου, το χείλος είναι αρκετά κοντό µε ύψος 0,7-0,8εκ., και διαµορφώνεται σχεδόν κάθετα µε µία ελαφριά κλίση προς τα µέσα. Τέλος, το σώµα αποκτά τη µέγιστη καµπυλότητά του ψηλά, κάτω ακριβώς από το χείλος. Στο δεύτερο όστρακο, το (9)422Τ102, η σχεδίαση των ηµικυκλίων είναι λιγότερο ακριβής, αλλά το υάλωµα της εσωτερικής επιφάνειας είναι καλής ποιότητας και δεν φέρει µίκα. Μάλιστα εσωτερικά απαντάται και η ταινία που περιτρέχει συνήθως το χείλος των ευβοϊκών σκύφων. Όσον αφορά δε το χείλος, αυτό µετράται στα 0,8-0,9εκ. και νεύει ελαφρώς προς τα έξω. Τύπος 5 Εισαγµένο είναι πιθανότατα το όστρακο (8)422Τ101. Η περίπτωση αυτή είναι πιο δύσκολη όσον αφορά τον προσδιορισµό της προέλευσης. Ωστόσο, η αρκετά καλή επάλειψη του υαλώµατος και η απουσία µεγάλης ποσότητας 106 Ανδρειωµένου 1981, 88. 21