ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ. ΣΧΟΛΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. ΤΜΗΜΑ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ, ΣΛΑΒΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΤΟΛΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ.

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ. ΣΧΟΛΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. ΤΜΗΜΑ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ, ΣΛΑΒΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΤΟΛΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ."

Transcript

1 1 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ. ΣΧΟΛΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. ΤΜΗΜΑ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ, ΣΛΑΒΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΤΟΛΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ, ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΝΟΤΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ. ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Τίτλος Εργασίας: «Ελληνίδες γυναίκες λογοτέχνες στο χώρο των γραμμάτων ( )». Του μεταπτυχιακού φοιτητή: Κωνσταντίνου Λώλου. Α.Μ:hac ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ:Βλάσιος Βλασίδης-Επίκουρος Καθηγητής. ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΒΑΘΜΟΛΟΓΗΤΗΣ: Τσίπριαν Σούτσιου Λουκρέτσιους-Επίκουρος Καθηγητής. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2018.

2 2 Σημείωση: «Η έγκριση της Μεταπτυχιακής Εργασίας από το Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας δεν υποδηλώνει αναγκαστικά ότι αποδέχεται το Τμήμα τις γνώμες του συγγραφέα.».

3 3 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ: Σελ. 1)Κεφάλαιο 1: Προλογικό Σημείωμα ) Κεφάλαιο 2: Εισαγωγικό Πλαίσιο )Κεφάλαιο 3: 3.1)Ελληνικός χώρος(σύμφωνα με τα σύνορα του1830) δράσης των Ελληνίδων λογίων και συγγραφέων, 3.1.1)Ιστορικό πλαίσιο εμφάνισης των γυναικών στα ελληνικά λογοτεχνικά δρώμενα ) Επτάνησα, 3.2.1) Η γυναικεία λογοτεχνική παρουσία στην περιοχή των Επτανήσων μέσα από τις περιπτώσεις της Ελισσάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου και της Μαριέττας Γιαννοπούλου Μινώτου )Γυναικείες πνευματικές προσωπικότητες με ελληνική καταγωγή στην Ιταλία )Κρήτη, 3.4.1) Η Γυναικεία λογοτεχνική παρουσία στην περιοχή της Κρήτης )Κεφάλαιο 4: Κωνσταντινούπολη, 4.1)Οι γυναικείες πνευματικές προσωπικότητες της Πόλης )Σμύρνη, 4.2.1)Η περίπτωση της Σαπφούς Λεοντιάδος )Κεφάλαιο 5: Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, 5.1)Η λογοτεχνική παραγωγή των Φαναριωτισσών γυναικών με περιπτώσεις όπως η Ρωξάνδρα Στούρτζα,η Ευανθία Καΐρη και η Dora D Istria )Κεφάλαιο 6: Η αντιμετώπιση των γυναικών από τον ανδροκρατούμενο λογοτεχνικό και κριτικό λόγο και τις ιστορίες της λογοτεχνίας, 6.1)Οι περιπτώσεις του Εμμανουήλ Ροΐδη, του Γρηγορίου Ξενόπουλου,του Κωστή Παλαμά, των Σουρή- Κονδυλάκη και του Βλάση Γαβριηλίδη )Κεφάλαιο 7: H θέση της γυναίκας στην Ελλάδα και στην Οθωμανική αυτοκρατορία, η εκπαίδευσή της και πως την αντιμετώπισε η λογοτεχνική πένα σε διάφορα λογοτεχνικά έργα )Κεφάλαιο 8: Συμπεράσματα )Κεφάλαιο 9: Ενδεικτικές πηγές- Βιβλιογραφία )Κεφάλαιο 10: Φωτογραφικό Υλικό

4 4 1)Κεφάλαιο 1:Προλογικό σημείωμα 1 : Στην παρούσα διπλωματική εργασία πρόκειται να αναλυθεί ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα το οποίο και σχετίζεται με το χώρο της λογοτεχνίας και αφορά της γυναίκες συγγραφείς και τη δράση τους σε όλο το 19 ο και στις αρχές του 20 ου αιώνα. Πιο συγκεκριμένα το θέμα αναλυτικά έχει να κάνει με το ιστορικό και οικογενειακόκοινωνικό πλαίσιο της εμφάνισης των γυναικών στο χώρο των γραμμάτων από τα μέσα έως και το τέλος του 19 ου αιώνα αρχής γενομένης από της ιδρύσεως του νεοελληνικού κράτους το 1830 μέχρι και το ξέσπασμα του Α Παγκοσμίου Πολέμου το Θα επιχειρηθεί ακόμα μια σύγκριση με την λογοτεχνική παραγωγή των ανδρών συγγραφέων των οποίων η πρωτοκαθεδρία στα γράμματα την περίοδο που εξετάζουμε θεωρείται δεδομένη. Η παρούσα εργασία εκπονείται στο πλαίσιο της καθιερωμένης μεταπτυχιακής διπλωματικής εργασίας που συμπεριλαμβάνεται στο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών του Τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας με εστίαση στην Ιστορία, Ανθρωπολογία και Πολιτισμό στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ευρώπη και με επικεφαλή επιβλέποντα καθηγητή τον κύριο Βλάσιο Βλασίδη. Σχετικά με την εργασία αυτή θα πρέπει να τονιστεί πως ακολουθήθηκε γραμμική παρουσίαση των γεγονότων και αυτό σημαίνει πως αρχικά θα γίνει αναλυτική παρουσίαση των εντύπων που δημοσίευσαν τα έργα τους, άγνωστες πτυχές της ζωής και της λογοτεχνικής τους παραγωγής με αναφορές στα ιστορικό-πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα στην πριν του 1830 εποχή. Επικέντρωση της προσοχής στην παραγωγή λόγου εντός και εκτός ορίων του τότε ελληνικού κράτους συμπεριλαμβανομένων και των αλύτρωτων περιοχών σε ένα νοητό άξονα που θα συνδέει περιοχές από τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και την Κωνσταντινούπολη, μέχρι και την περιοχή της Τεργέστης και της Βενετίας, με παράλληλη στροφή προς τα Επτάνησα, την κυρίως Ηπειρωτική και Βόρειο Ελλάδα και καταλήγοντας στο νησί της Κρήτης με την περίοδο εκεί της Τουρκοκρατίας και τον αγώνα για ανεξαρτησία. Αρχικά γενική βιβλιογραφική και ονομαστική επισκόπηση και στη συνέχεια αναλυτική περιγραφή των ιστορικών και κοινωνικών συνθηκών δράσης των σχεδόν άγνωστων αυτών καλλιτεχνών του λόγου, τα έντυπα που πρώτο-δημοσίευσαν τα έργα τους, το περιεχόμενό τους και τα θέματα που τους απασχολούν με το πεδίο δράσης. Στη συνέχεια επιλογή συγκεκριμένων έργων και συγγραφέων και περιεκτική τους παρουσίαση για έρευνα σε βάθος των εξειδικευμένων ενδιαφερόντων και καταβολών τους. Παρουσίαση όλων των λογοτεχνικών προσώπων κάτω από το πρίσμα του αναδυόμενου την εποχή αυτή λογοτεχνικού κινήματος του ρομαντισμού 1 Παρουσίαση του θέματος που πραγματεύεται η μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία με ταυτόχρονη δήλωση σκοπού της εκπόνησής της και επιθυμητών στόχων από τη συγγραφή της. Αναφορά στον τρόπο εξεύρεσης του υλικού για το στήσιμο της εργασίας με παράλληλες ευχαριστίες σε άτομα που βοήθησαν και αναφορά σε πηγές και βιβλιογραφία.

5 5 σε όλη την Ευρώπη αλλά εδώ με επίκεντρο την Ελλάδα και τις περιοχές που προαναφέρθηκαν. Ο σκοπός για τον οποίο και επελέγει το συγκεκριμένο θέμα εργασίας έχει να κάνει με το γεγονός πώς είναι ευρέως γνωστό ότι το ρομαντικό μοντέλο στη λογοτεχνία ένα αρκετά ενδιαφέρον διαχρονικό κίνημα ανά της αιώνες το οποίο και απασχόλησε ουκ ολίγες φορές την παγκόσμια λογοτεχνική σκηνή και προβλημάτισε με τη συστηματική του χρήση ως μέσου αναπαράσταση εθνικών ιδανικών και προβολής υψηλών οραμάτων και ιδεωδών και αξιών αρκετούς λογοτέχνες σε όλο τον κόσμο. Ειδικότερα και μέσα από την επιλογή της συγκεκριμένης θεματικής έρευνας, θα μελετηθεί αναλυτικά η ζωή των γυναικών και θα συγκρίθεί με αυτή των αντρών εντός και εκτός ορίων ελληνικού κράτους καθ όλη τη διάρκεια του 19 ου αιώνα με τα πρώτα χρόνια ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους. Οι διεκδικήσεις της κυρίως αφορούσαν το πέρασμά της από την υποτέλεια (την υποταγή της στην κυριαρχία του ανδρικού φύλου) στην χειραφέτησή της, στην αναγνώριση των δημόσιων και ιδιωτικών της δικαιωμάτων. Τις έρευνες και μελέτες σχετικά με τη θέση της γυναίκας απασχολούν τη διεθνή βιβλιογραφία. Το γυναικείο κίνημα εξασφάλισε στη γυναίκα σημαντικές κατακτήσεις δια μέσου των αιώνων. Ωστόσο άραγε η θέση της γυναίκας στη σύγχρονη κοινωνία είναι προνομιακή ή επιβαρυμένη ; Πώς η γυναίκα μπόρεσε σταδιακά να κατακτήσει μια σημαντική θέση σε μία κοινωνία, στην οποία τον πρώτο λόγο και τον τελευταίο τον έχει ο άντρας;. Από τα μέσα έως τα τέλη του 19ου αιώνα αρχίζει να γίνεται αισθητή η γυναικεία παρουσία στον χώρο τον γραμμάτων. Η θέση των γυναικών στην κοινωνία σταδιακά αναβαθμίζεται, ενώ η έντονη επιθυμία για συμμετοχή στην εκπαίδευση, ειδικά στην Τριτοβάθμια, συναρτάται με την είσοδο των γυναικών στο χώρο των γραμμάτων και ιδιαίτερα στο λογοτεχνικό πεδίο. Πάντως, για μεγάλο διάστημα, η γυναικεία συγγραφική παρουσία σε περιοδικά της εποχής αποσπούσε αρνητικά σχόλια από πρόσωπα του αντίθετου φύλου (Δ. Ι. Καλογερόπουλος, Δημήτριος Κορομηλάς κ.ά). Ο 19ος αιώνας υπήρξε ένας κατεξοχήν πατριαρχικός αιώνας, ένας αιώνας όπου η Ελλάδα οικοδόμησε τον κοινωνικό της ιστό στην εκμετάλλευση των γυναικών. Η παντοδυναμία του άντρα αποτελεί την κυρίαρχη ηθική. Οι γυναίκες ζουν στο περιθώριο της οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής, αν και όπως αναφέρει ο Κορδάτος από το 1870 και μετά ολοκληρώνεται μια «γυναικεία οικονομική αγορά» που οφείλει την καταγωγή της σε μια μεικτή (οικιακή και επαγγελματική ταυτόχρονα) ενασχόληση των γυναικών ως μοδίστρες, καπελούδες, κεντήστρες. Αγράμματες, γεμάτες προλήψεις και δεισιδαιμονίες περιορίζονται στην οικιακή εργασία και στην ανατροφή των παιδιών ή επιδίδονται στην αγροτική

6 6 εργασία και σε δύο επαγγέλματα, που ασκούν οι γυναίκες της πόλης και τα οποία προσιδιάζουν στη «γυναικεία τους φύση»: της δασκάλας και της υπηρέτριας. Τα δύο φύλα, διαφορετικά ως προς τη φυσιολογία και το βιολογικό τους δυναμικό, προορίζονται -ακριβώς εξαιτίας αυτής της διαφοράς- για διαφορετική κοινωνική λειτουργία. Οι γυναίκες, κοινωνικά υποβαθμισμένες, προορίζονται για τον ιδιωτικό χώρο της οικογένειας, που συνιστά το κύριο πεδίο των αγώνων τους και θα πρέπει να υπηρετούν αυτόν τον βιολογικά προσδιορισμένο κοινωνικό τους προορισμό. Μετά από αγώνες αιώνων, η γυναίκα της αρχές του 19 ου αιώνα κατάκτησε δικαίωμα και μέρισμα της εργασιακές υποχρεώσεις, ισότητα στην πολιτική σκηνή, ενώ συνεχίζει να παραμένει ο στυλοβάτης της οικογενειακής εστίας, φέροντας της ώμους της την υποχρέωση να είναι γυναίκα, μάννα, εργαζόμενη. Θα πρέπει της να δούμε πώς οδηγήθηκε η γυναίκα στην κοινωνική απελευθέρωση, αλλά και στην πολλαπλή δουλεία της σε ένα σύστημα, που τελικά δεν συγχωρεί την ισότητα. Μέχρι το 19 ο αιώνα ο κανόνας της παραδοσιακές κοινωνίες ήταν ότι η γυναίκα είναι κατώτερη από τον άνδρα και ανήκε στην εξουσία του. Η μεγάλη αλλαγή ήρθε τον 19 ο αιώνα όταν η γυναίκα άρχισε να εργάζεται έξω από το σπίτι. Παρά της άθλιες συνθήκες δουλειάς, το εξοντωτικό ωράριο και την απάνθρωπη μεταχείριση άρχισε να κατακτά τη θέση της στην κοινωνία. Η μεθοδολογία που θα ακολουθηθεί στη συγκεκριμένη διπλωματική εργασία, πρόκειται να βασιστεί πάνω σε ενδελεχή βιβλιογραφική έρευνα και ανασκόπηση των κυριοτέρων πρωτογενών και δευτερογενών πηγών του θέματος που απασχολεί εδώ και αυτό μεταφράζεται σε λογοτεχνικά και ιστορικά δοκίμια για το θέμα όπως και για αυτούσια αποσπάσματα από τα έντυπα μέσα της εποχής εκείνης στα οποία δημοσιεύτηκαν αρκετά από τα λογοτεχνικά έργα που θα μελετήθούν στην παρούσα εργασία. Η έρευνά αυτή θα περιλαμβάνει την ανασκόπηση από ιστορικά και λογοτεχνικά εγχειρίδια όλου του ιστορικό-πολιτικού γίγνεσθαι δράσης των καλλιτεχνών του λόγου που θα μελετήθούν με εξέχων έργο το δοκίμιο της κυρίας Σοφίας Ντενίση << Ανιχνεύοντας την Αόρατη Γραφή 2 >>και εν συνεχεία θα παρουσιασθεί με συγκεκριμένα συγγραφικά πονήματα, η λογοτεχνική κίνηση της περιόδου που θα ενδιαφέρει εδώ και θα τονισθεί η κριτική που ασκείται από τους συγγραφείς αυτών των έργων. Έπειτα η έρευνα θα περιδιαβεί σε αυτούσια λογοτεχνικά και περιοδικά έντυπα της εποχής για να εντοπεισθούν οι ανθολογούμενοι πνευματικοί άνθρωποι της 2 Ανιχνεύοντας την "αόρατη" γραφή Γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού διαφωτισμού-ρομαντισμού Σοφία Ντενίση Νεφέλη, Εισαγωγή.Σελ

7 7 παρούσας μελέτης και να ανιχνευθεί ο τρόπος και ο χρόνος που δημοσίευαν εδώ τα έργα τους και κάτω από ποιες κοινωνικές φόρμες γίνονταν αποδεκτά με την απαιτούμενη απήχηση από το λογοτεχνικό κοινό της εποχής. Στη μέθοδο της έρευνας θα επιχειρηθεί η ανίχνευση μέσα από τα έργα, του τρόπο σκέψης των ανθρώπων αυτών του πνεύματος, της ιδιοσυγκρασία τους, τα προσωπικά βιώματα που τους σημάδεψαν και τους επηρέασαν στην μετέπειτα εκπαιδευτική τους πορεία και πως αποτυπώνονται αυτά στο χαρτί. Ποιες δυσκολίες συνάντησαν στη συγγραφή και στην αποδοχή των έργων τους ειδικά οι γυναίκες λογοτέχνιδες και πως αντιμετωπίζονταν από το αντρικό κοινό. Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει η συγγραφέας Σοφία Ντενίση σε μια επιστημονική της έρευνα με τίτλο: Γυναικεία εγγραμματοσύνη: Κοινωνική παρουσία και παρεμβάσεις, οι γυναίκες διαδραμάτισαν κεντρικό ρόλο στην πνευματική κίνηση του εντός και εκτός ορίων Ελλαδικού χώρου καθ όλη τη διάρκεια του 19 ου αιώνα, με τη συγγραφική και εκδοτική τους δραστηριότητα (μεταφράσεις, συγγραφή πρωτότυπων έργων, έκδοση περιοδικών), η φιλανθρωπική, φιλεκπαιδευτική/μορφωτική, φεμινιστική και συνδικαλιστική συλλογική τους οργάνωση και δράση. Επιπροσθέτως, αναλύεται η προώθηση μέσα από τις δραστηριότητες αυτές κοινωνικών και πολιτικών ζητημάτων (εκπαίδευση απόρων, επαγγελματική εκπαίδευση, πολιτικές κοινωνικής πρόνοιας, εργασιακά δικαιώματα, δικαίωμα ψήφου-πολιτικά δικαιώματα). Στη δραστηριοποίηση αυτή κεντρική παρουσία έχουν οι γυναίκες εκπαιδευτικοί. Συνεχίζοντας η Ντενίση μας επισημαίνει πως εκτός από τον κύκλο των Φαναριωτισσών με το πλούσιο μεταφραστικό κυρίως έργο, γυναίκες που κινούνται στο περιβάλλον γνωστών ελλήνων διαφωτιστών ή σε κύκλους λογίων και εμπόρων που μετέχουν στη διαφωτιστική ανανεωτική κίνηση, όπως η Ανθή Οικονόμου, κόρη του Κωνσταντίνου Οικονόμου του εξ Οικονόμων, η Ευανθία Καΐρη ( ), αδελφή του Θεόφιλου Καΐρη. Έπειτα η Μητιώ Σακελλαρίου, σύζυγος του ιατροφιλόσοφου Γεώργιου Σακελλάριου και κόρη του Χαρίσιου Μεγδάνη, ιερέα και συγγραφέα, και η Φωτεινή Σπάθη, κόρη του έμπορου και υποπρόξενου της Αγγλίας στη Σάμο Θεόδωρου Σπάθη, εμφανίζονται με δημοσιεύσεις που απευθύνονται στις ομόφυλές τους με στόχο να συνδράμουν στο έργο της μορφωτικής αναγέννησης του «γένους». Η Ευανθία Καΐρη, για παράδειγμα, αλληλογραφεί με τον Αδαμάντιο Κοραή στο Παρίσι, μεταφράζει γαλλικά έργα για να βοηθήσει τις «συνηλικιώτιδας παρθένους», συνθέτει τον Νικήρατο το 1826, που χαρακτηρίστηκε ως το πρώτο πατριωτικό δράμα που γράφτηκε και εκδόθηκε στη διάρκεια του Αγώνα, και συντάσσει την «Επιστολή Ελληνίδων τινών προς Φιλελληνίδας» (1825), παρεμβαίνοντας με τον τρόπο αυτό άμεσα στη προσπάθεια διαμόρφωσης ευνοϊκής στάσης στο δυτικό κόσμο για την πολιτική επίλυση του ελληνικού ζητήματος.

8 8 H γυναικεία παρουσία στον δημόσιο βίο μέσω του τύπου χρονολογείται από τα μέσα του 19ου αιώνα, πιο συστηματικά και συνειδητοποιημένα όμως στη δεκαετία του Φυσικά το πρώτο, για μεγάλο διάστημα το μοναδικό, και επίσης αυτό που τύχαινε ευρύτερης αποδοχής, ήταν το ζήτημα της γυναικείας εκπαίδευσης, που αποτελούσε αίτημα από τις απαρχές της ίδρυσης του νέου ελληνικού κράτους 3 με διπλή κατεύθυνση: ιδρύθηκαν αρκετά σχολεία και παρθεναγωγεία, ενώ άνοιξε για τις γυναίκες το επάγγελμα της δασκάλας, που ήταν ουσιαστικά το μόνο δημόσιο λειτούργημα που μπορούσε μια γυναίκα να ασκεί. 2)Κεφάλαιο 2:Εισαγωγικό Πλαίσιο 4 : Τη δύσκολη περίοδο της τουρκοκρατίας, η θέση της Ελληνίδας γυναίκας τυπικά τουλάχιστον άλλαξε σε μεγάλο βαθμό. Η γυναίκα βρίσκεται εκτός σπιτιού βοηθώντας σε γεωργικές δουλειές, αλλά και σε άλλες πιο βαριές, ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο. Σιγά, σιγά αρχίζει να εργάζεται στα υφαντουργεία και στα κλωστήρια ως προέκταση των οικιακών τεχνών. Οι γυναίκες για ένα μακρύ χρονικό διάστημα βρίσκονται σπρωγμένες στην <<περιφέρεια>> της λογοτεχνικής δημιουργίας αλλά και θεωρίας. Από τον 19ο αιώνα καθώς η πρόσβαση τους στη γνώση διευκολύνεται επιδιώκουν να κάνουν ορατή την παρουσία τους, γεγονός που για τις Δυτικές τουλάχιστον γυναίκες επιτυγχάνεται στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, όχι άσχετα από σημαντικά κοινωνικοοικονομικά γεγονότα που λαμβάνουν χώρα και από την επίδραση του φεμινισμού. Η ανάπτυξη της φεμινιστικής επιστήμης και σκέψεις καθώς και η διαμόρφωση μιας συνείδησης του φύλου που αρνείται την ανδρική ερμηνεία του κόσμου επιτρέπει σε σημαντικό αριθμό γυναικών λογοτέχνιδων αλλά και θεωρητικών της λογοτεχνίας να αρθρώνουν λόγο γυναικείο συχνά ανατρεπτικό που αναδεικνύει τη γυναικεία υποκειμενικότητα και εμπειρία. Κατά την εθνεγερσία του 1821 οι Ελληνίδες απέκτησαν εμπειρίες και πήραν μέρος ως αγωνίστριες και καπετάνισσες(π.χ. Μπουμπουλίνα, Μαντώ Μαυρογένους) στον αγώνα αντίστασης ενάντια στον τουρκικό ζυγό. Η κάθε γυναίκα κουβαλούσε στους πολεμιστές τρόφιμα, νερό, ρούχα και πολεμοφόδια. Οι καπετάνισσες από την 3 Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, Εξάρτηση και αναπαραγωγή. Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα ( ), Θεμέλιο, Αθήνα 1992, σ και passim. Επίσης Βαρίκα, ό.π., σ Παρουσίαση της θέσης της γυναίκας στην κοινωνία και στην εκπαίδευση σε όλο το φάσμα του 19 ου αιώνα έως και το ξέσπασμα του Α Παγκοσμίου Πολέμου, τα πρώτα έντυπα περιοδικά που δημοσίευσαν τα έργα τους, οι περιοχές εντός Ελλάδος που ανέδειξαν σημαντικές γυναικείες προσωπικότητες των γραμμάτων, οι εκτός Ελλάδος γυναικείες πνευματικές φυσιογνωμίες με σημεία αναφοράς Κωνσταντινούπολη, Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, Τεργέστη-Βενετία. Ανάλυση κοινωνικής θέσης, αναφορά σε σημαντικά έργα, θεματολογία, αναφορά στο τύπο της εποχής και σύγκριση με αντίστοιχα παραδείγματα ανδρών συγγραφέων σε θεματολογία και ευχέρεια στη δημοσίευση έργων.εκτενή αναφορά στο λογοτεχνικό κίνημα του ρομαντισμού σε Ευρώπη και Ελλάδα.

9 9 πλευρά τους παραχωρούσαν ή μίσθωναν καράβια και τα έθεταν στην υπηρεσία του αγωνιζόμενου λαού 5. Ο Σολωμός με την ποίησή του αναδεικνύει τη θέση της γυναίκας από φίλη (Ξανθούλα), από κατατρεγμένη (Φαρμακωμένη), από μάνα, σε προσωποποίηση της Ελευθερίας, είτε να περπατάει στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη είτε ως Φεγγαροντυμένη να φέρνει το μήνυμα της ελευθερίας στο πολιορκούμενο Μεσολόγγι. Το πρότυπο της γυναικείας αρετής (συστολή, μετριοφροσύνη, αυτοπεριορισμός, έλεγχος και «εξαγνισμός» των συναισθημάτων) και προσωπικότητας (γαλήνια, ήσυχη, αφοσιωμένη στις οικιακές ενασχολήσεις, χωρίς αμφισβητήσεις και μεταφυσικές αναζητήσεις), που προβάλλεται στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού 6 και σχηματοποιεί την αστική ηθική του 19ου αιώνα μεταφέρεται σχεδόν αμετάβλητο στη νεοελληνική έμφυλη ιδεολογία. Η γυναίκα, αναφορικά με τις φύσει καταβολές της και τον κοινωνικό της ρόλο, αντιμετωπίζεται ως ον που προορίζεται για διαφορετική από τον άνδρα κοινωνική λειτουργία, η οποία καθορίζεται «νομο- τελειακά» από τη διαφορετική φυσιολογία και το διαφορετικό βιολογικό δυναμικό κατά τον ίδιο τρόπο ερμηνεύεται ο κοινωνικός προορισμός των ανδρών και η κυρίαρχη κοινωνική τους θέση. Η γυναίκα δηλαδή προορίζεται για τον ιδιωτικό χώρο της οικογένειας και για τους παραδοσιακούς ρόλους που διαγράφονται στο πλαίσιό της (μητέρα, σύζυγος, οικοδέσποινα) 7. Για την ανώτερη εκπαίδευση των κοριτσιών άρχισε πρώτη να ενδιαφέρεται η αστική τάξη. Η μόρφωση της πλούσιας αστής, που περιλαμβάνει ξένες γλώσσες, μουσική και για γενική καλλιτεχνική και φιλολογική μόρφωση, εξασφαλίζεται την εποχή αυτή κυρίως με ξένες δασκάλες και εξυπηρετείται παράλληλα από τις σχολές ξένων καλογραιών και τα ιδιωτικά παρθεναγωγεία. Το ιδανικό αυτό της αγωγής, συνδυασμένο και με πρακτική προετοιμασία του κοριτσιού για τα μελλοντικά καθήκοντα της οικοδέσποινας και της μητέρας, επικρατεί γρήγορα και στη μεσαία και αργότερα την κατώτερη αστική τάξη. 5 Ελένη Βαρίκα, Η εξέγερση των κυριών: Η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα (Αθήνα: Ίδρυμα Έρευνας και Παιδείας της Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος, 1987). Σελ Βλ. ενδεικτικά Arthur M. Wilson, Diderot (New York: Oxford University Press, 1972), Τζον Λοκ, Δεύτερη πραγματεία περί κυβερνήσεως, μτφρ. Πασχάλης Κιτρομηλίδης (Αθήνα: Γνώση, 1990), David Hume, Δοκίμια φιλολογικά-ηθικά-πολιτικά, μτφρ. Ευάγγελος Παπανούτσος (Αθήνα: Ι. Δ. Κολλάρος, χ.χ.), Ζαν-Ζακ Ρουσώ, Αιμίλιος ή περί αγωγής, μτφρ. Στέλλα Βουρδούμπα (Αθήνα: Σ. Δαρεμά, χ.χ.), Paschalis Kitromilidis, The Enlightenment and Woomanhood: Cultural change and the Politics of Exclusion, Journal of Modern Greek Studies 1, τχ. 1 (1983): Για τις θέσεις αυτές, βλ. ενδεικτικά Kitromilidis, The Enlightenment and Woomanhood, Κωνσταντίνος Σ. Ξανθόπουλος, Πρώτη και μέση εκπαίδευσις και περί ανατροφής και εκπαιδεύσεως των κορασίων (Αθήνα: Αδελφοί Περρή, 1873), Γεώργιος Μανούσος, Παιδαγωγική διαιτητική και παιδαγωγία ήτοι οικιακός και σχολικός οδηγός προς παιδαγώγησιν αμφοτέρων των φύλων (Αθήνα: «Κάλλος», 1884), Αναστάσιος Χρηστίδης, «Περί της κλήσεως και του προορισμού της γυναικός εν τη κοινωνία», Ο εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Σύγγραμ- μα Περιοδικόν 13 (1893):

10 10 «Τα κορίτσια μας αρχοντεύονται», επισημαίνεται στη σχετική κριτική και τονίζεται ότι «Ο εν ενεργεία τρόπος της εκπαιδεύσεως αποβλέπει μόνον την ανωτάτην τάξιν της κοινωνίας». Οι επιδράσεις από την Ευρώπη είναι στον τομέα αυτόν εμφανέστατες τόσο στους γενικούς σκοπούς της εκπαίδευσης όσο και στους επιμέρους στόχους, ακόμα και στα πρακτικά θέματα της σχολικής πράξης, αφού γίνεται κριτική για «δαντέλες και ποικίλματα φερμένα από τη Δύση» 8. Ακόμα στα παρθεναγωγεία οι μαθήτριες ασχολούνται «αποκλειστικώς εις έργα φαντασίας, καλλωπισμού και επιδείξεως», υποβαθμίζοντας εργόχειρα «αναγκαία και χρήσιμα» 9. Ο ρόλος της μητρότητας βέβαια αναβαθμίζεται αισθητά από τη δεκαετία του και εξής στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής-πολιτισμικής εξόρμησης του ελληνισμού και της εθνικής αποστολής που καλούνται να επιτελέσουν οι γυναίκες με τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και της εθνικής ιδεολογίας. Σε πολλούς νεοέλληνες δηµιουργούς η γυναίκα δεν είναι παρά για το σπίτι ή για να εµπνέει τον έρωτα, πέρα από µάνα και αδελφή (Καζαντζάκης 10 ). εν είναι τυχαίο που σε όλο το έργο του Άγγελου Τερζάκη οι γυναίκες περιορίζονται µόνον στα έργα του σπιτιού και συχνά δεν µιλούν µπροστά στους άνδρες, ούτε µια εκπαιδευτικός δεν αναφέρεται στο έργο του, προβάλλεται µόνον η γυναίκα-µητέρα 11, ενώ στο έργο της Ρέας Γαλανάκη Ελένη ή Κανένας η γυναίκα ζωγράφος έπρεπε να παρουσιάζει τα έργα της µε ψευδώνυµο άνδρα για να µπορέσει να κάµει κάποια έκθεση. Με την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους η γυναίκα βρέθηκε πιο ώριμη, αλλά διόλου ισότιμη με τον άνδρα. Παραμένει στην υπηρεσία του νοικοκυριού, των παιδιών και του συζύγου που είναι και ο αποκλειστικά αρμόδιος για πολιτική και κοινωνική δραστηριότητα και κύριος μοχλός στη διαδικασία της παραγωγής. Η συμμετοχή της στον απελευθερωτικό αγώνα δεν εκτιμήθηκε δεόντως από τους άνδρες, αλλά ούτε και η ίδια τη συνειδητοποίησε. Ποτέ δεν ήταν αυτεξούσια. Στο μεταξύ έκαναν και την εμφάνιση τους οι πρώτοι προοδευτικοί άνθρωποι που για λόγους ουμανιστικούς ή ορθολογιστικούς προπαγάνδισαν τη μόρφωση των γυναικών και την ισότητα των δύο φύλων. Καθ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα έχουμε και την παρουσία των γυναικών στα γράμματα. Εκδίδονται βιβλία, μεταφράσεις, σχολικά βιβλία, θεατρικά έργα, δημοσιεύονται σε περιοδικά ποιήματα, άρθρα, διηγήματα. 8 Αλέξης Δημαράς, Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε, (Τεκμήρια ιστορίας), τομ. Α ( ), εκδ. Εστία, Αθήνα 19992, σ Ζιώγου-Καραστεργίου, Η μέση εκπαίδευση, , 194. Βλ. σχετικά Ελένη Φουρναράκη, «Περί μορφώσεως «χρη- στών μητέρων» και εκπαιδεύσεως «μελλόντων πολιτών»: Έμφυλοι λόγοι στην ελληνική εκπαίδευση τον 19ο αιώνα», στο Το παιδί στη νεοελληνική κοινωνία 19ος-20ός αιώνας: Αξίες, αναπαραστάσεις, αποτυπώσεις, επιμ. Βάσω Θεοδώρου και Βασιλική Κοντογιάννη (Αθήνα: Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, 1999), Α. Αρµένη, Μ. Ιατροπούλου-Θεοχαρίδου, & Κ. Νικητοπούλου (1987), Η Γυναίκα στη ζωή και στο έργο του Γκαίτε και του Καζαντζάκη, Αθήνα. 11 Π. Μπίστα (1998), Γυναικεία Προσωπογραφία στο Πεζογραφικό Έργο του Αγγ. Τερζάκη, Αθήνα: Αρµός.

11 11 Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα οι γυναίκες ήταν σχεδόν αποκλεισμένες από τη μισθωτή εργασία. Θεωρούνταν άεργες, αφού ούτε αυτή η οικιακή εργασία τους δεν αναγνωρίζονταν, αμόρφωτες και «οπισθοδρομικές», μέσα σε μια κοινωνία που άρχιζε να προβάλλει τις αντίθετες ακριβώς αξίες. Ακόμη και όταν η εργασία τους θεωρήθηκε απαραίτητη για την ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας, τα επαγγέλματα που κοινωνικά τους επιτρέπονταν ήταν τα λεγόμενα «γυναικεία επαγγέλματα», αυτά δηλαδή που αποτελούσαν μια προέκταση του παραδοσιακού ρόλου των γυναικών μέσα στην οικογένεια. Περιορισμένες οι γυναίκες σε εργασίες μονότονες και δίχως δυνατότητα επαγγελματικής εξέλιξης, αλλά ιδιαίτερα κοπιαστικές και ανθυγιεινές αποθαρρύνονταν και αποκλείονταν από εκείνες που απαιτούσαν τεχνική κατάρτιση, μόρφωση και υπευθυνότητα. Ήταν για χρόνια το εφεδρικό εργατικό δυναμικό, τα φτηνά εργατικά χέρια. Το 1920 ιδρύθηκε ο Σύνδεσμος για τα Δικαιώματα της Γυναίκας. Οι πρώτες φεμινίστριες μαχητικές αγωνίζονταν και κατακτούσαν ένα-ένα τα μετερίζια που ήσαν ως πριν από λίγο απόρθητα για τις γυναίκες. Η γυναίκα πάλεψε για την κατάκτηση συγκεκριμένων ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, ξεκινώντας από το δικαίωμα στην εκπαίδευση, αφού η παιδεία ήταν απρόσιτη σε αυτή. Οι ρόλοι των αντρών και των γυναικών με το πέρασμα των αιώνων έχουν αλλάξει πολλές φορές, φτάνονταν σήμερα σε μια ισορροπία όσο αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις και των 2 φύλων. Στη χειρότερη θέση από όλους τους υπόδουλους της Τουρκοκρατίας βρίσκονταν οι γυναίκες. Οι γυναίκες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ένας πληθυσμός από μέλλουσες σκλάβες αφού στην παραμικρή κίνηση ανυπακοής, οι Τούρκοι έσφαζαν τους άντρες και πουλούσαν τις γυναίκες τους και τις κόρες τους στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. Εξαιρέσεις αποτέλεσαν οι Σουλιώτισσες και οι Μεσολογγίτισσες που έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία, όπως και μεμονωμένες περιπτώσεις όπως η Μαντώ Μαυρογένους και η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα. Οι γυναίκες στην Τουρκοκρατία απασχολούνταν περισσότερο με την υφαντική και τα χειροτεχνήματα αλλά και με την καλλιέργεια της γης. Οι άντρες στην τουρκοκρατία είχαν θέση είτε ως πολεμιστές-αγωνιστές είτε ως κληρικοί είτε ως προεστοί-πρόεδροι των ελληνικών κοινοτήτων είτε ως «ραγιάδες» - αγρότες 12. Οι εργασίες των τελευταίων, των αντρών-ραγιάδων, ήταν κυρίως αγροτικές με λίγα έσοδα και υψηλή φορολογία. 12 Χρήστος Τζήκας, «Η συμβολή της γυναίκας εκπαιδευτικού στη χειραφέτηση των γυναικών», στο Γυναίκες στην ιστορία των Βαλκανίων: Ιστορίες ζωής γυναικών εκπαιδευτικών, επιμ. Σιδηρούλα Ζιώγου-Καραστεργίου (Θεσσαλονίκη: Βάνιας, 2010). Σελ

12 12 Ο φεμινισμός έγινε ένα οργανωμένο κίνημα τον 19ο αιώνα καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι άρχισαν να πιστεύουν πως οι γυναίκες υφίστανται άδικη μεταχείριση. Ο όρος φεμινισμός σημαίνει την κοινωνική και πολιτική αντίληψη και κίνημα που στοχεύει στην ισότητα μεταξύ άνδρα και γυναίκας και τη διεύρυνση του γυναικείου ρόλου στην κοινωνία. Οι γυναίκες στην Ευρώπη αρχίζουν να διεκδικούν το δικαίωμά τους στη μόρφωση κατά τον 19ο αιώνα. Έντονος είναι στην αρχή ο διαχωρισμός των φύλων στο σχολείο με χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Βικτοριανής εποχής όπου οι λέξεις «κορίτσια» και «αγόρια» ήταν σκαλισμένες στον τοίχο στις δύο διαφορετικές εισόδους των αγγλικών σχολείων Το δικαίωμα φοίτησης των κοριτσιών στην Ελλάδα, στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση κατοχυρώνεται νομοθετικά με το διάταγμα του Η εκπαίδευσή τους όμως περιλαμβάνει πιο απλοποιημένα μαθήματα. Απαγορεύεται η συνεκπαίδευση από το 1852 και δημιουργούνται δημοτικά σχολείων αρρένων και θηλέων από τη διαφοροποιημένη εκπαίδευση, ίσχυσε σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα διαφορετικό αναλυτικό πρόγραμμα και βιβλία, υποστηρικτικά της αντίληψης για τη διαφορετική «φύση» των γυναικών και για την περιορισμένη νοητική τους ικανότητα. Τα κορίτσια εντρυφούν στα εργόχειρα και τα χειροτεχνήματα, στην οικιακή οικονομία και τη θρησκευτική παιδεία (Φουρναράκη, ό.π.) και διδάσκονται τα μαθήματα «επί το απλουστέρον» Μολονότι είναι υποχρεωτική η δημοτική εκπαίδευση των κοριτσιών, τα ποσοστά αποχής τους παραμένουν σχεδόν σε όλο το 19ο αιώνα υψηλά και αντίστοιχα υψηλός είναι ο αναλφαβητισμός των κοριτσιών. Όσο δε απομακρύνεται κανείς από τις πόλεις ή πλησιάζει τα χαμηλότερα κοινωνικά και οικονομικά στρώματα τόσο τα ποσοστά συμμετοχής μειώνονται 13. Η Μέση εκπαίδευση των κοριτσιών καλύπτεται από τα Παρθεναγωγεία με σκοπό να «καταστήσουν τας παιδευομένας καλάς θυγατέρας και οικοδεσποίνας» Η φοίτηση σε διαφορετικού τύπου σχολεία στηρίζεται πάλι σε διάκριση της στοχοθεσίας για την εκπαίδευση των φύλων και τον κοινωνικό τους ρόλο: «να παρασκευάσωμεν τους μέν παίδας χρηστούς πολίτας, τα δε κοράσια φρονίμους δεσποινίδας και αρίστης μητέρας» ( Ημερολόγιον της Εφημερίδος των Κυριών 1888). Η εκπαίδευση των γυναικών δεν μπορεί να απομονωθεί από τις κυρίαρχες αντιλήψεις κάθε εποχής για την κοινωνική θέση και τον κοινωνικό ρόλο της γυναίκας. Στη χώρα μας, σε όλο τον 19ο αιώνα, η πατριαρχική οικογένεια περιόριζε τη γυναίκα στο σπίτι και σε καθήκοντα που χαρακτηρίζονταν αποκλειστικά γυναικεία, όπως η φροντίδα για το νοικοκυριό και η ανατροφή των παιδιών. Έτσι, η μη ένταξη της γυναίκας στη διαδικασία των παραγωγικών σχέσεων και οι απόψεις για τη «γυναικεία φύση» και τον «γυναικείο προορισμό» 13 Τσουκαλάς Κ., 1977, «Εξάρτηση και αναπαραγωγή: Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα ( )», Αθήνα. Σελ

13 13 προσδιόρισαν τις μορφές της εκπαίδευσής της, η οποία είχε «συμβολική» λειτουργία και αποτελούσε έναν παράγοντα ενισχυτικό της προίκας της. Αντίθετα, η ανδρική εκπαίδευση είχε επαγγελματική και οικονομική λειτουργία και αποτελούσε το μέσο για την κατάκτηση του δημόσιου χώρου και τη δημιουργία ενός καλύτερου μέλλοντος 14. Το ελληνικό κράτος, αμέσως μετά την ίδρυσή του (1830), προσπάθησε να καταπολεμήσει τις προλήψεις κατά της μόρφωσης που επιβίωναν από την περίοδο της Τουρκοκρατίας και έδωσε μεγάλη σημασία στην οργάνωση της εκπαίδευσης, καθώς αυτή αποτελούσε εγγύηση για ελευθερία και πρόοδο. Οι Έλληνες λόγιοι και παιδαγωγοί, επηρεασμένοι από τις ιδέες των Ευρωπαίων διαφωτιστών παιδαγωγών, πρόβαλαν την αναγκαιότητα της εκπαίδευσης των νέων και υποστήριξαν ιδιαίτερα (θεωρητικά και στην πράξη) την εκπαίδευση των κοριτσιών. Όμως, ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός δεν ξεπέρασε τις παραδοσιακές πατριαρχικές αντιλήψεις και συντήρησε την υποδεέστερη θέση των γυναικών, αποδίδοντας τα αίτια της γυναικείας υποτέλειας στη διαφορετική «φύση» και τον διαφορετικό «προορισμό» τους στη ζωή. Καθώς η γυναίκα διέθετε διαφορετικές αρετές, ηθική και προσωπικότητα από τον άνδρα, προοριζόταν για τους ρόλους της υποστηρικτικής συζύγου και ενάρετης μητέρας. Συνεπώς, η εκπαίδευσή της έπρεπε να έχει στόχο την ηθική συγκρότησή της και την προετοιμασία της για τη σωστή και αποτελεσματική άσκηση των μελλοντικών καθηκόντων της στο σπίτι και την οικογένεια 15. Κατά την καποδιστριακή περίοδο, πρώτη προτεραιότητα της εκπαιδευτικής πολιτικής ήταν η επέκταση, γενίκευση, και οργάνωση της στοιχειώδους εκπαίδευσης με τη λειτουργία μικτών αλληλοδιδακτικών σχολείων, τα οποία απέβλεπαν στην εθνική, θρησκευτική και κοινωνική αγωγή των νέων. Παράλληλα, έγινε αισθητή η ανάγκη για την εκπαίδευση των Ελληνίδων και διατυπώθηκαν απόψεις που υποστήριζαν ότι οι γυναίκες δεν έπρεπε να μείνουν «εις παχυλήν αμάθειαν» γιατί από αυτές εξαρτιόταν η σωστή ανατροφή των παιδιών, η ευτυχία των ανδρών και η ευημερία της οικογένειας. Για να ανταποκριθούν λοιπόν καλύτερα στον κοινωνικό τους ρόλο, έπρεπε να γνωρίζουν τα στοιχειώδη γράμματα και συγχρόνως να αποκτήσουν μια ειδικότερη παιδεία, η οποία να καλλιεργεί τα «καθαρά και αυστηρά ήθη» και τις οικιακές αρετές που ταίριαζαν στις Ελληνίδες. Στην ανάπτυξη της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης των 14 Κων/νος Τσουκαλάς, Εξάρτηση και αναπαραγωγή. Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα ( ), εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 19875, σσ Ελένη Φουρναράκη, Εκπαίδευση και αγωγή των κοριτσιών. Ελληνικοί προβληματισμοί ( ). Ένα ανθολόγιο, εκδ. ΙΑΕΝ, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα 1987, σσ Κατερίνα Δαλακούρα, «Εκπαίδευση και γυναικεία συνείδηση στις ελληνικές κοινότητες του οθωμανικού χώρου (19ος αι.): Το αδύνατο, το ανωφελές και το άκαιρον ενός φεμινιστικού αυτοπροσδιορισμού», στο: Αριάδνη, Επιστημονική επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής, τόμ. 13ος, Παν/μιο Κρήτης, Ρέθυμνο 2007, σσ

14 14 Ελληνίδων, σε σχολεία θηλέων αστικού και περιαστικού περιβάλλοντος, συνέβαλαν τόσο οι ξένοι ιεραπόστολοι όσο και η ιδιωτική πρωτοβουλία. Ωστόσο, η συμμετοχή των κοριτσιών στα μικτά αλληλοδιδακτικά σχολεία της πρώτης βαθμίδας ήταν πολύ μικρή: στο 26,53% των σχολείων αυτών δεν φοιτούσαν καθόλου κορίτσια ενώ στο υπόλοιπο 75% η συμμετοχή των κοριτσιών δεν υπερέβαινε το 15% 16. Την ίδια εποχή, η φοίτηση των κοριτσιών ήταν αρκετά χαμηλή και στα μικτά Ελληνικά σχολεία. Λίγο αργότερα, με την εκπαιδευτική νομοθεσία του βασιλιά Όθωνα, θεσμοθετήθηκαν από την Πολιτεία η στοιχειώδης εκπαίδευση των κοριτσιών και η εκπαίδευση της δασκάλας, ενώ δεν ελήφθη καμία πρόνοια για την Μέση-ανώτερη του δημοτικού σχολείου εκπαίδευση. Αντίθετα, θεσμοθετήθηκαν όλες οι βαθμίδες της εκπαίδευσης για το ανδρικό φύλο. Το άρθρο 58 του νομοθετικού διατάγματος της 6/18 Φεβρουαρίου 1834 για την οργάνωση των Δημοτικών σχολείων αναφερόταν στην αγωγή των κοριτσιών και όριζε: «Τα σχολεία των κορασίων, όπου τούτο είναι δυνατόν, πρέπει να είναι χωριστά από των παίδων, να προΐστανται δε αυτών διδασκάλισσαι» 17. Για την εφαρμογή αυτού του άρθρου απαιτούνταν χωριστά κτίρια με προσωπικό γυναίκες, όμως όπου δεν υπήρχε οικονομική δυνατότητα ίδρυσης σχολείου θηλέων, τα κορίτσια φοιτούσαν στο ίδιο σχολείο με τα αγόρια. Στο ίδιο διάταγμα, με το άρθρο 2 εισήχθη η διαφοροποίηση του περιεχομένου σπουδών: «εις Κορασίων Σχολεία θέλει γίνεσθαι γύμνασις εις γυναικεία εργόχειρα». Έτσι, στα πρώτα αλληλοδιδακτικά σχολεία, οι μαθήτριες εκτός από την ανάγνωση, τη γραφή και την αριθμητική διδάσκονταν και τις «γυναικείες τέχνες»: τη ραπτική, το πλέξιμο και το κέντημα, δηλαδή μαθήματα που αναπαρήγαγαν τα στερεότυπα της εποχής και απέβλεπαν στην προετοιμασία των μαθητριών για το ρόλο της συζύγου και μητέρας. Στα τέλη του 19 ου αιώνα τα ποσοστά φοίτησης των μαθητριών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση παρέμειναν σε πολύ χαμηλά επίπεδα, αν και η δημοτική εκπαίδευση ήταν υποχρεωτική από το Μια απογραφή του 1879 μας δείχνει πως ο αναλφαβητισμός των γυναικών ανερχόταν στο 93% και σε αρκετούς δήμους σε όλη την επικράτεια της χώρας οι γυναίκες ήταν εντελώς αγράμματες. 16 Χαράλαμπος Μπαμπούνης, Η εκπαίδευση κατά την Καποδιστριακή Περίοδο. Διοικητική οργάνωση και εκπαιδευτική λειτουργία, εκδ. Σύλλογος προς διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, Αθήναι 1999, σσ , Αλεξάνδρα Λαμπράκη-Παγανού, Η εκπαίδευση των Ελληνίδων κατά την Οθωνική περίοδο, Διδακτορική διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Φιλοσοφική Σχολή, Αθήνα 1988, σσ. 63, Αλέξης Δημαράς, Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε, (Τεκμήρια ιστορίας), τομ. Α ( ), εκδ. Εστία, Αθήνα 19992, σ Αλεξάνδρα Μπακαλάκη και Ελένη Ελεγμίτου, Η εκπαίδευση «εις τα του οίκου» και τα γυναικεία καθήκοντα. Από την ίδρυση του ελληνικού κράτους έως την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, εκδ. ΙΑΕΝ, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα 1987, σσ Σιδηρούλα Ζιώγου-Καραστεργίου, «Φρονίμους δεσποινίδας και αρίστας μητέρας. Στόχοι των Παρθεναγωγείων και εκπαιδευτική πολιτική στον 19ο αιώνα», στο Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου «Ιστορικότητα της παιδικής ηλικίας και της νεότητας», τόμ. Β, εκδ. ΙΑΕΝ, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα 1986, σσ

15 15 Στους ανασταλτικούς παράγοντες της φοίτησης των κοριτσιών θα μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε: την απαγόρευση συνεκπαίδευσης των δύο φύλων που θεσμοθετήθηκε από το 1852, την τραγική έλλειψη σχολείων στις αγροτικές περιοχές, καθώς οι πολύ μικρές μειονότητες δε μπορούσαν να συντηρήσουν δεύτερο σχολείο και ακόμα οι αντιλήψεις και οι προκαταλήψεις του λαού τόσο για τους έμφυλους ρόλους όσο και για την αναγκαιότητα της γυναικείας εκπαίδευσης 19. Σε ό,τι αφορά την Μέση εκπαίδευση, το διάταγμα της 31 Δεκεμβρίου 1836 «Περί του κανονισμού των Ελληνικών Σχολείων και Γυμνασίων» αναφερόταν αποκλειστικά και μόνο στους «παίδας», μη προβλέποντας δευτεροβάθμια σχολεία για κορίτσια 20. Σε όλο τον 19ο αιώνα, η μέση εκπαίδευση των κοριτσιών, χαρακτηριζόταν από την έλλειψη κρατικής πρόνοιας, με αποτέλεσμα τις ανάγκες των κοριτσιών που επιθυμούσαν να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους μετά το δημοτικό σχολείο, να ικανοποιεί η ιδιωτική πρωτοβουλία. Για πολλά χρόνια, το σχήμα της μέσης εκπαίδευσης που γινόταν αποδεκτό από την ελληνική κοινωνία και τους παιδαγωγούς επικεντρωνόταν στην εκπαίδευση της δασκάλας και την παροχή ανώτερης του Δημοτικού σχολείου μόρφωσης στην οικοδέσποινα από προνομιούχα κοινωνικά στρώματα στα Ανώτερα ιδιωτικά Παρθεναγωγεία 21. Ο σπουδαιότερος φορέας δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης των κοριτσιών κατά τον 19ο αιώνα ήταν η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, η οποία στον τομέα αυτό αντικατέστησε εξολοκλήρου το κράτος, μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα Το θέμα της συνεκπαίδευσης των δύο φύλων απασχόλησε τους παιδαγωγούς και τις κυβερνήσεις όλο τον 19οαλλά και στις αρχές του 20ου αιώνα. Οι παιδαγωγοί δεν αποδέχονταν τα μικτά σχολεία για δύο λόγους: α) θεωρούσαν ότι τα κορίτσια δεν χρειάζονταν τη γνώση που ήταν κατάλληλη για τα αγόρια και β) συμμερίζονταν τις κοινωνικές αντιλήψεις της εποχής σύμφωνα με τις οποίες ο συγχρωτισμός των δύο φύλων στα σχολεία θα οδηγούσε στην «έκλυση των ηθών». Μέχρι το 1852 δεν απαγορευόταν η μικτή φοίτηση εκεί που δεν υπήρχαν αμιγή σχολεία θηλέων. Από το Σεπτέμβριο του 1852 απαγορεύτηκε αυστηρά ακόμα και στα νηπιαγωγεία, όχι μόνο η συμφοίτηση αλλά και η απλή συστέγαση αγοριών και κοριτσιών γιατί «η τοιαύτη επιμειξία προκαταβάλλει σπέρματα δυσαρέστων συνεπειών» (Α. Λαμπράκη-Παγανού, ό.π., σσ ). 20 Α. Δημαράς, ό.π., σ Ο όρος παρθεναγωγείο συναντάται για πρώτη φορά στον αναλυτικό πίνακα «της εν τη Ελλάδι δημοσίας εκπαιδεύσεως» του υπουργού Π. Αργυρόπουλου (1854), για να χαρακτηρίσει το σχολείο των κοριτσιών που έχει «ανώτερο» τμήμα (παρέχει μόρφωση ανώτερη από αυτή που παρέχεται στο δημοτικό σχολείο). Από το 1893 καθιερώθηκε ο όρος ανώτερο παρθεναγωγείο για τα σχολεία μέσης εκπαίδευσης, ενώ ο όρος παρθεναγωγείο χαρακτηρίζει και τα δημοτικά σχολεία κοριτσιών. (Σ. Ζιώγου-Καραστεργίου, Η μέση εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα, ( ), εκδ. ΙΑΕΝ, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα 1986, σσ , 221). 22 Ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1836, μετά από ενέργειες των Ι. Κοκκώνη, Γ. Γεννάδιου και Μ. Αποστολίδη και άρχισε τη δράση της το 1837 με τη σύσταση ενός «κατώτερου» και ενός «ανώτερου» σχολείου με σκοπό τη διάδοση της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και την παραγωγή διδασκαλισσών. Με τη συμπαράσταση του κράτους και στα πρώτα χρόνια ορισμένων δήμων, αλλά κυρίως με τις εισφορές Ελλήνων της διασποράς (Α. Αρσάκη, Σπ. Βαλέτα, Μ. Ράλλη, Δ. Στίνη), η Εταιρεία με τα σχολεία της (νηπιαγωγείο, δημοτικό, παρθεναγωγείο-διδασκαλείο, οικοτροφείο) που βρίσκονταν στην Αθήνα, Πάτρα, Κέρκυρα, πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες στον τομέα της εκπαίδευσης των Ελληνίδων. (Α. Λαμπράκη-Παγανού, ό.π., σσ Σ. Ζιώγου-Καραστεργίου, Η μέση εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα, ό.π., σσ ).

16 16 Η ρομαντική περίοδος ήταν μια εποχή μεγάλης συγκίνησης και δημιουργικότητας. Βασίστηκε στο συναίσθημα, την φαντασία, και την περιπέτεια, και ήταν μια εποχή της πολιτικής επανάστασης. Ο ρομαντισμός προέρχεται από την Δυτική Ευρώπη κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, και απέκτησε μεγάλη δύναμη κατά τη διάρκεια της βιομηχανικής επανάστασης. Αυτή η εποχή ήταν μια εποχή μεγάλων αλλαγών, και σε αντίθεση με την κλασική εποχή, η εποχή του Ρομαντισμού επέτρεψε την καλλιτεχνική δημιουργικότητα, την ελευθερία, και τον πειραματισμό. Η ρομαντική περίοδος επέφερε μια απότομη αύξηση των γυναικών. Με τον λογοτεχνικό όρο ρομαντισμός θα μπορούσαμε να ονομάσουμε ένα ευρύτερο καλλιτεχνικό κίνημα το οποίο και είχε επίκεντρο κυρίως τη Γερμανία ωστόσο όμως μεταλαμπαδεύτηκε και σε άλλες χώρες όπως η Αγγλία και η Γαλλία και εν συνεχεία εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη στο πρώτο μισό θα λέγαμε του 19 ου αιώνα 23. Εξαιτίας της Γαλλική Επανάστασης του 1789 και της άνθησης επαναστατικών κινημάτων σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη εμφανίζονται νέες θεωρίες που τοποθετούν στο προσκήνιο το άτομο και διαμορφώνουν μια ιδεαλιστική αντίληψη της πραγματικότητας ως αντίδραση στον στείρο ορθολογισμό που πρέσβευε το κίνημα του Διαφωτισμού και αμφισβήτηση της τυποποίησης που ακολουθούσε το κίνημα του κλασικισμού. Σιγά σιγά αρχίζει να χρησιμοποιείται η λυρική ποίηση η οποία είχε ως πηγή έμπνευσής της την φύση και την λειτουργία της στη ζωή των ανθρώπων ενώ επιλέγονται συχνά μελαγχολικά θέματα απαισιόδοξης διάθεσης εμπνεόμενα από το παρελθόν και τα λαϊκά τραγούδια του μύθους και τους θρύλους. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γερμανικό ρομαντικό κίνημα θύελλα και ορμή. Το συγκεκριμένο δυναμικό κίνημα, αντιτάχθηκε στο στείρο διαφωτιστικό ορθολογικό μοντέλο και ανέπτυξε τη θεωρία της πλήρους απελευθέρωσης των προσωπικών συναισθημάτων του εγώ του ήρωα και του δημιουργού με αναζήτηση παρηγοριάς στη φύση με κλασσικό παράδειγμα το επιστολικό μυθιστόρημα του Γκαίτε τα πάθη του νεαρού Βέρθερου όπου ο ήρωας μέσω της φύσης αναγνωρίζει τον ευαίσθητο ψυχικό του χαρακτήρα. Ακόμα ο ρομαντισμός χαρακτηρίζεται από έντονο πεσιμισμό και απαισιοδοξία και μελαγχολία κάτι που οδηγεί τους συγγραφείς σε μια διάθεση ρεμβασμού, ονειροπόλησης και φυγής από τον κυνικό και σκληρό κόσμο της πραγματικότητας και ενασχόληση με το ηρωικό παρελθόν ή επιλογή θεμάτων για το θάνατο και τη θανατολαγνεία. 23 Αλέξης Πολίτης, Ρομαντικά χρόνια, ιδεολογίες και νοοτροπίες στην Ελλάδα του , Ε.Μ.Ν.Ε. Μνήμων, 2008.Σελ

17 17 Απορρίπτεται η τέλεια ορθολογική μίμηση της πραγματικότητας και επιλέγεται η έκφραση των ατομικών προσωπικών συναισθημάτων της ευαισθησίας και της δημιουργικής φαντασίας με τον άνθρωπο να αποτελεί ένα ανήσυχο διονυσιακό πλάσμα που αντιτίθεται σε κάθε μορφής κοινωνικό κατεστημένο και βρίσκεται συνεχώς σε ψυχική ανισορροπία με κυριαρχία της απελπισίας, του μοιραίου και του αναπόφευκτου με αυθορμητισμό της εσωτερικής αισθηματικής αλήθειας 24. Η φύση στο ρομαντισμό αποτελεί ένα είδος ζωντανού οργανισμού που συμμετέχει στη συναισθηματική κατάσταση και στις ανθρώπινες μεταπτώσεις. Υπάρχει ένας συνεχής διάλογος μεταξύ φύσης και των ρομαντικών ηρώων και ουσιαστικά αυτή προκαλεί έναν αντικατοπτρισμό του διαταραγμένου και ευαίσθητου ψυχικού κόσμου των ηρώων. Η φύση ουσιαστικά θα λέγαμε στο ρομαντισμό αναλαμβάνει τον ρόλο εκείνο μιας παρήγορης και έμπιστης φίλης στην οποία βρίσκουν παρηγοριά οι απελπισμένες ψυχές. Τα βασικά ιδεώδη τα οποία και αντιπροσωπεύουν το ρομαντικό ήρωα είναι ο παράφορος πνευματισμός σε συνδυασμό με έναν έντονο θρησκευτικό μυστικισμό, έντονο πατριωτικό ιδεώδες με σφοδρή αγάπη για την πατρίδα με υπέρτατη τιμή την θυσία της ζωής για αυτήν και φυσικά πανταχού παρών ο έρωτας με τη λατρεία για την εξιδανικευμένη γυναικεία μορφή στη πλατωνική αντίληψη με συγχώνευση έρωτα και θρησκείας που οδηγεί ακόμα και στην κόλαση. Επιπλέον ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά του ρομαντικού κινήματος είναι και η κυριαρχία στοιχείων όπως είναι το απόλυτο, το συγκινησιακό, το ιδανικό και το υπερβολικό μαζί με πλήθος από ζωηρές εικόνες με θέματα παράδοξα και κάποιες φορές απόκοσμα και υπερφυσικά και εξωτικά και μυστηριώδη μέρη στα οποί ενυπάρχει το στοιχείο του ονείρου, του ασαφούς και του συγκεχυμένου. Ο ρομαντισμός γενικότερα εμπνέεται από ηρωικά κατορθώματα του παρελθόντος και τους αγώνες για ελευθερία, ανεξαρτησία και ισότητα που εμπνέουν ως πρότυπα τους ρομαντικούς ήρωες ενώ ο έρωτας παρουσιάζεται σχεδόν πάντα εξιδανικευμένος, μελαγχολικός, ανολοκλήρωτος και καταδικασμένος να αποτύχει με ελάχιστες εξαιρέσεις. Η θρησκευτικότητα και το θείο αποτελούν σεβάσμια στοιχεία για το ρομαντισμό καθώς οι ήρωες σε αυτά βρίσκουν συμπόνια και παρηγοριά ενώ η πηγη έμπνευσης προκύπτει από μεσαιωνικούς και ευρωπαικούς θρύλους όπως ο ιππότης Λάνσελοτ ή ο βασιλιάς Αρθούρος και γενικά θέματα μα την εθνική ιστορία των λαών μαζί με υποβλητικά μυστηριώδη σκηνικά όπως είναι τα νυχτερινά φεγγαρόλουστα τοπία ή οι μυστηριώδεις λίμνες και τα μνημεία, οι τάφοι και γενικά τα νεκροταφεία Berlin Ι. 2002, Οι ρίζες του ρομαντισμού, μτφρ. Γ. Παπαδημητρίου, Scripta, Αθήνα.Σελ Furst L. 1974, Ρομαντισμός, μτφρ. Ι. Ράλλη Κ. Χατζηδήμου, Ερμής, Αθήνα.Σελ

18 18 Το κίνημα του ρομαντισμού στην ελληνική του εκδοχή εκφράστηκε κυρίως από τους Φαναριώτες και τη λεγόμενη Παλαιά ή αλλιώς όπως ονομάζεται Α αθηναική σχολή του ρομαντισμού την περίοδο Το έργο εκείνο με το οποίο εισάγεται το ρομαντικό κίνημα στην Ελλάδα είναι ο Οδοιπόρος του Παναγιώτη Σούτσου το 1831 και είναι ένα μακροσκελές δραματικό ποίημα με θέμα τον έρωτα ενός ερωτευμένου ζευγαριού που ως γνήσια αληθινά ερωτευμένοι συναντούν εμπόδια που τους οδηγούν τελικά στο θάνατο. Τα κυριότερα χαρακτηριστικά του ελληνικού ρομαντισμού έχουν κυρίως να κάνουν με τη στροφή προς το ένδοξο αρχαιοελληνικό παρελθόν αλλά και το πρόσφατο με πατριωτική έξαρση και υμνολογία για τον ηρωικό αγώνα εναντίων των Τούρκων με έντονα όμως τα στοιχεία της απαισιοδοξίας και της μελαγχολίας που φτάνουν κάποιες φορές στα όρια του πενθισμού και της θανατολαγνείας. Χρησιμοποιείται η καθαρεύουσα γλώσσα κάτι που κάνει του ύφος της αφήγησης εξαιρετικά ρητορικό και πομπώδες με στόμφο και μαγαληγορία 26. Γίνεται ακόμα μίμηση του δημοτικού τραγουδιού με επιλογή πατριωτικών κυρίως ποιημάτων που εξυμνούν το ρομαντικό ιδεώδες του έθνους. Γράφουν κυρίως ερωτικά, μελαγχολικά και απαισιόδοξα έργα αλλά και πατριωτικά με θεματολογία από τα γεγονότα της ελληνικής επανάστασης του 1821 ενώ συναντούμε και αρκετά ποιήματα με έντονο το σατυρικό στοιχείο για την κοινωνία και την πολιτική σκηνή του τόπου. Οι κυριότεροι εκπρόσωποι του κινήματος είναι ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, οι Παναγιώτης και Αλέξανδρος Σούτσος, ο Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος, ο Θεόδωρος Ορφανίδης, ο Αχιλλέας Παράσχος κ.α 27. Όσον αφορά το ρομαντικό ιδεώδες του έθνους αυτό κατά βάση συνδέεται με την αίσθηση που έχουν οι ρομαντικοί καλλιτέχνες και οι ήρωες τους για την απαράβατη τήρηση του ιερού πατριωτικού καθήκοντος προς αυτήν και την υπέρτατη τιμή της θυσίας της ίδιας της ζωής και όλου του είναι με παράλληλη εξύμνηση του πατριωτικού αισθήματος της γενναιότητας και της ανδρείας με σκοπό την ελευθερία για το λαό και την εθνική ανεξαρτησία από ξένους δυνάστες. Οι περισσότεροι όπως προείπαμε ρομαντικοί συγγραφείς εμπνεύστηκαν από τα μεγάλα πατριωτικά κινήματα και τις επαναστάσεις που ξέσπασαν στην Ευρώπη με 26 Βάλτερ Πούχνερ, Η στροφή του ρομαντισμού προς τον θρησκευτικό Μεσαίωνα: Ο Μεσσίας ή Τα πάθη Ιησού Χριστού του Π.Σούτσου(1839) και ο Χριστός Πάσχων, στο: Ο Ρομαντισμός στην Ελλάδα-Επισημονικό Συμπόσιο (12-13 Νοεμβρίου 1999), εκδ.εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πόλιτισμού και Γενικής Παιδείας(Σχολή Μωραΐτη), Αθήνα, 2001,σελ Βούρτσης Ι «Η πρώτη Αθηναϊκή Σχολή. Ρομαντική Ποίηση και Πεζογραφία ( )», στο Παράλληλα Κείμενα για τη Θεματική Ενότητα «Γράμματα ΙΙ: Νεοελληνική Φιλολογία (19ος και 20ος αιώνας), Ε.Α.Π. Πάτρα.Σελ

19 19 κυρίαρχη τη Γαλλική του 1789 και την Ελληνική του 1821 και ενθουσιάστηκαν πάρα πολύ από τα ιδανικά που πρέσβευαν όπως ήταν η ελευθερία, η ισότητα και η αδελφότητα με κυριότερη όμως αξία την πίστη στη λυτρωτική δύναμη της θρησκείας και του θεού. Εκεί έβρισκαν συχνά παρηγοριά στις δύσκολες στιγμές πόνου και απελπισίας ενώ θαύμαζαν και τη μαγεία της φύσης η οποία μοιάζοντας να συμπονά τα βάσανα και τις θυσίες του έθνους για ανεξαρτησία λειτουργεί σαν ζωντανός οργανισμός και αντιδρά με όλα της τα στοιχεία και παρηγορεί τους αγωνιζόμενους και τους δίνει θάρρος και αποφασιστικότητα όταν βρίσκεται σε πλήρη γαλήνη και νηνεμία 28. Η έκρηξη του Ρομαντισμού, εδραιώνεται στα τέλη του 18 ου και στις αρχές του 19 ου αιώνα στην Ευρώπη, κυρίως στην δυτική και κεντρική, καθώς οι αυτοκρατορικοί πόλεμοι και οι αλλαγές του γεωγραφικού χάρτη έχουν σημαδέψει το λαϊκό αίσθημα σε κάθε χώρα. Με την Γερμανία και την Γαλλία, αρχικά, ως κυριότερους πυρήνες του ρεύματος του Ρομαντισμού, οι τέχνες ως φορείς και το εμπόριο του πολέμου και των συνθηκών ως διαμεσολαβητικός κρίκος, αναδεικνύουν τον λυρισμό που εκπνέει το πνεύμα του κλασικισμού αφήνοντας την θέση του στον νεοκλασικισμό και τον ρομαντισμό 29. Η πατρίδα, η οικογένεια, η θρησκεία και ο έρωτας εξυμνούνται τόσο στην πεζογραφία όσο και στην ποίηση ποικιλοτρόπως προβάλλοντας τα χαρακτηριστικά κάθε κουλτούρας. Η υποτέλεια του ελλαδικού χώρου και κόσμου σε μία γκάμα κατακτητών, με κυριότερους τους Οθωμανούς, συνέδραμε εξ ολοκλήρου στην πνευματική κίνηση της προεπαναστατικής και επαναστατικής περιόδου παρέχοντας αστείρευτο υλικό στους δημιουργούς και τους εμψυχωτές του απελευθερωτικού αγώνα. Μέσα από τις πηγές της επαναστατικής περιόδου και κατόπιν της ιδρύσεως του Ελληνικού κράτους (Φεβρουάριος 1830) και μέχρι τα τέλη του 19 ου αιώνα, η Επτανησιακή σχολή και η Α Αθηναϊκή σχολή, κατά το πρώτο μισό του 19 ου αιώνα, παρέχουν μια ογκώδη περιουσία λογοτεχνικού υλικού με τα δικά της χαρακτηριστικά η κάθε μία 30. Συγκεκριμένα, τα Επτάνησα μην έχοντας υποστεί την οθωμανική κατάκτηση, με εξαίρεση την μικρή διάρκεια κατοχής της Λευκάδας, βρίσκονται συνδεδεμένα με τον δυτικό κόσμο ήδη από τον 14 ο αιώνα (1386) συνεπακολούθως, έχοντας καταφέρει τα Ιόνια νησιά να βρίσκονται σε μια διαρκή επικοινωνία με την Δύση, οι 28 Löwy, M. - Sayre, R.: Εξέγερση και μελαγχολία. Ο ρομαντισμός στους αντίποδες της νεοτερικότητας. Μετάφρ. Δ. Καββαδία. "Εναλλακτικές Εκδόσεις", Αθ Σελ Παν. Μουλλάς- Ρήξεις και Συνέχειες. Μελέτες για τον 19 ο αιώνα, Παράλληλα Κείμενα, εκδ. Σοκόλη, Αθήνα 1993.Σελ Εγχειρίδιο Μελέτης, Γράμματα ΙΙ: Νεοελληνική Φιλολογία (19 ος και 20 ος αιώνας), Νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία (19 ος και 20 ος αιώνας), ΕΑΠ, Πάτρα 2000.Σελ

20 20 πνευματικές και πολιτικές εξελίξεις του ευρωπαϊκού χώρου δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την κοινωνία των Επτανησίων. Επίσης μεταλαμπαδεύονται πιο εύκολα, σε σύγκριση με την ηπειρωτική Ελλάδα. Η έντονη κινητικότητα των πληθυσμών προς την Δύση και η αθρόα μετανάστευση του κρητικού πληθυσμού, μετά την κρητική επανάσταση και το άδοξο τέλος της (1669) ενίσχυσαν την πνευματική δραστηριότητα στα Επτάνησα 31. Η προστασία που παρείχε η Γαληνοτάτη Αυτοκρατορία, αργότερα η Γαλλική Αυτοκρατορία και τέλος η Βρετανική επικυριαρχία, από τους Οθωμανούς επέτρεψε τις μετακινήσεις των εμπόρων και των διανοουμένων και ως εκ τούτου την διάδοση των ιδεών του Διαφωτισμού, της Δημοκρατίας και των πνευματικών ρευμάτων. Σε αυτό το σημείο, αξίζει να αναφερθεί η πρωτοπορία του Επτανήσιου πνεύματος σε αντίθεση με τον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο, εφόσον στην Κέρκυρα ιδρύεται (1824) και λειτουργεί για σαράντα περίπου χρόνια το πρώτο ουσιαστικά ελληνικό πανεπιστήμιο, ήτοι η Ιόνιος Ακαδημία, ο μορφωμένος κόσμος μιλάει δύο γλώσσες (ιταλόγλωσσοι και ελληνόγλωσσοι) και λειτουργούν τυπογραφεία (ήδη από το 1805) ενισχύοντας κατ αυτόν τον τρόπο την άνθηση της τοπικής λογοτεχνίας 32. Η επτανησιακή ποίηση έχοντας ως πυρήνα της το έργο του Διονυσίου Σολωμού χαρακτηρίζεται έντονα τόσο από τις επιρροές του δημοτικού τραγουδιού και την λογοτεχνία της κρητικής αναγέννησης όσο και από την εξοικείωση με τον ιταλικό νεοκλασικισμό. Παράλληλα όμως αποδέχεται τον συναισθηματισμό και τον ιδεολογικό κόσμο που προβάλλεται μέσα από το πνεύμα του ρομαντισμού. Η προαναφερθείσα ευχέρεια κίνησης και ανταλλαγής κουλτούρας και πολιτισμικών στοιχείων δεν χαρακτηρίζει τον υπόλοιπο οθωμανοκρατούμενο ελλαδικό χώρο, με εξαίρεση την πόλη της Κων/πολης. Την αυτοτελή και αυτόνομη εξέλιξη της επτανησιακής σχολής ευνόησαν οι ιστορικές συνθήκες, περισσότερο από τον ελληνικό ηπειρωτικό χώρο. Σημαντικότεροι πνευματικοί φορείς της Ελλάδος και δη της Αθηναϊκής σχολής αναδεικνύονται οι Φαναριώτες, που κατεβαίνουν προς τον νότο, μαζί με άλλες πολυσύνθετες κοινωνικές ομάδες, εξαιτίας της συμπύκνωσης του ελλαδικού χώρου με την ίδρυση του νεότευκτου ελληνικού κράτους το Οι Φαναριώτες έχοντας αποκτήσει πολιτική και διοικητική πείρα, αναλαμβάνουν τις ανώτερες θέσεις, σε μια περίοδο όπου οι προσπάθειες του Ιωαν. 31 Ελληνική Γενική Ανθολογία Ποιήσεως και Πεζογραφίας, τόμ. Α, επιμ. Σπ. Μελάς, εκδ.δέλτα, Αθήνα 1969.Σελ Mario Vitti- Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1978.Σελ Λίνος Πολίτης- Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 2004.Σελ

21 21 Καποδίστρια προς μια πολιτεία ευνοουμένων και στην συνέχεια η αυταρχική άσκηση εξουσίας από τους βαυαρούς του Όθωνα δυσχέραιναν την κατάσταση. Η μεταπολίτευση του 1843 και η παραχώρηση του πρώτου Συντάγματος έφερε κάποια βελτίωση. Όμως ο δρόμος έχει ανοίξει με τους Φαναριώτες μέσα σε μια ασφυκτική κοινωνία όπου οι αντιθέσεις και τα ατομικά παράπονα συνδυάζονται με συλλογικές εξάρσεις και με όνειρα εξωτερικού μεγαλείου, ο ρομαντικός ποιητής έχει να παίξει ρόλο σημαντικό κυρίως σε μια περίοδο (αρχές 19 ου αιώνα) όπου η κρατική καταστολή και ο έλεγχος της πνευματικής κίνησης καθιστά την λογοτεχνία ελεγχόμενη από την κεντρική βαυαρική εξουσία. Στην πρωτεύουσα του ελεύθερου κράτους το αρχικό ιδεώδες υποχωρεί μπροστά στην κυρίαρχη ιδεολογία, υποτάσσεται δηλαδή στις ανάγκες της raison d etat 34. Η ευνοούμενη πνευματική διαχείριση των ευρωπαϊκών εξελίξεων στην Επτάνησο πολιτεία και η αντίθεσή της με την μετεπαναστατική κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα της ελεύθερης Ελλάδας αντανακλάται και στην λογοτεχνία, μέσα από την γλωσσική διαμάχη των δύο πολιτιστικών κέντρων, της αθηναϊκής και της Επτανησιακής σχολής. Μολονότι η υποδομή των Επτανησίων και των Φαναριωτών ήταν κοινή, τουτέστιν ο Διαφωτισμός από την μία πλευρά και η αρκαδική ποίηση από την άλλη, εν τούτοις οι Φαναριώτες προασπιζόμενοι μία γλώσσα έντονου αρχαϊσμού, εναντιώθηκαν και καταδίκασαν την κρητική λογοτεχνική παράδοση και τις ιδιομορφίες της ντοπιολαλιάς, που χαρακτήριζαν τον κύκλο των Επτανησίων δημιουργών. Μεταξύ της Επτανησιακής και της Α Αθηναϊκής σχολής διαπιστώνονται αλλαγές και διαφορές, οι οποίες χαρακτηρίζουν τις τεχνοτροπικές και ιδεολογικές διαφορές των δύο σχολών, διαμορφώνοντας κατ αυτόν τον τρόπο μια λανθάνουσα αντιπαράθεση μεταξύ των Επτανησίων και των Φαναριωτών στις δεκαετίες μετά το 1850 αυτές οι διαφοροποιήσεις έλαβαν την μορφή ανοιχτής αντιπαράθεσης. Αυτήν την αντίθεση μεταξύ των πολιτικών σκοπιμοτήτων και έντονων δυσχερειών στο αθηναϊκό κέντρο, από την μία πλευρά και το κλίμα μιας σχετικής κοινωνικής και ηθικής ασφάλειας στην Ιόνιο Πολιτεία, από την άλλη, διαπιστώνει και ο M. Vitti, εντάσσοντάς την στα ιδιαίτερα συστατικά του νεοϊδρυθέντος ελληνικού κράτους και της προς διαμόρφωση γλώσσας του 35. Μέσα από προσεκτική ανάγνωση των τεσσάρων επιλεγμένων ποιημάτων (Η Φαρμακωμένη του Διον. Σολωμού, Το Πλάσμα της Φαντασίαςτου Ιουλ. 34 Γράμματα ΙΙ: Νεοελληνική Φιλολογία (19 ος και 20 ος αιώνας), Ανθολόγιο Νεοελληνικών Λογοτεχνικών Κειμένων, ΕΑΠ, Πάτρα 2000.Σελ Γιωρ. Βελουδής- Έλληνες Ποιητές, Διον. Σολωμός, περιοδ. Επτά Ημέρες, τόμ. ΝΓ, εφημερ. Καθημερινή, Αθήνα 2002.Σελ

22 22 Τυπάλδου, Γραφή Αποκριτική του Ανδ. Λασκαράτου και Ο Ζηλιάρης Γέρος του Αλ. Σούτσου) παρατηρεί κανείς την χρήση της απλής ομιλούμενης γλώσσας και από τους τέσσερις δημιουργούς, στην προσπάθειά τους να αποδώσουν, με πλέον ευκρίνεια και απλότητα, τα χαρακτηριστικά της καθημερινότητας και του βίου. Κανένα από τα τέσσερα ποιήματα δεν ασχολείται με θέματα ανδρείας και πατριωτισμού το μέγεθος του σεβασμού απέναντι στην ευαισθησία και την φυσική ομορφιά κατακτά το περιεχόμενο των στίχων και ο ρομαντισμός συμβαδίζει με την μελαγχολία και την θλίψη 36, όπως για παράδειγμα στο Πλάσμα της Φαντασίας, όπου ο ποιητής χρησιμοποιεί στοιχεία της φύσης για να απεικονίσει την ζωή και την ψυχοσύνθεση του ήρωα: «είδα θολή, κατάμαυρη η αυγή για με να βγαίνει κι έρμη η ψυχή μου απόμεινε, σ όλον τον κόσμο ξένη αλλά μεμιάς η θάλασσα, τ αστέρια, η γη αναζήσαν, και λόγια μου εμιλήσαν εγκάρδια, μυστικά.». Το ελεγειακό πνεύμα του διαρρέοντος ευρωπαϊκού ρομαντισμού βρίσκει ανταπόκριση σε σημεία διάχυτης ευαισθησίας χωρίς να αντιπαρέρχεται των θρησκευτικών γνωρισμάτων, όπως συμβαίνει στο Η Φαρμακωμένη: «Κοίτα μες στα σπλάχνα μου Πλάστη κοίτα μέσα στα σπλάχνα μου μέσα, που το κρίμα τους κλαίνε και πες, πες του κόσμου που φώναξε τόσα, εδώ μέσα αν είν άλλες πληγές». Τα εν λόγω ποιήματα μέσα από τον λυρισμό των εκφράσεων και τον περιρρέοντα ρομαντισμό που κυριαρχεί δεν σταματούν να συνιστούν δριμεία κριτική και έντονο κοινωνικό σχολιασμό, αρκετές φορές τόσο γυμνό και παθιασμένο, μέσα από στίχους γεμάτους αισχρούς υπαινιγμούς, όπως παρουσιάζεται στο Γραφή Αποκριτική: «Για να δώση κανείς μια γνώμη ορθή, έλεγε μια φορά κάποιος δεσπότης, πρέπει να ιδεί την αλήθεια γυμνή, για να ιδεί το καλό και το κακό της και τότε ευσυνειδήτως να μπορέση να πιθώση το δίκιο μες στη μέση». Στη συνέχεια αξίζει να αναφερθεί πως και στο Πλάσμα της Φαντασίας: «είν εδώ κάτου ακόπιαστα φθόνος, δειλία και πλάνη στολίζει ονείδια πρόσωπα της δόξης το στεφάνι σαν την οχιά, το φίλημα τα χείλη φαρμακώνει, η προδοσία πλακώνει τους κτύπους της καρδιάς». Αρκετές φορές λαμβάνει διαστάσεις αιχμηρής κριτικής απέναντι στην πολιτική αυθαιρεσία, χρησιμοποιώντας το ένδυμα της κοινωνικής σάτιρας και καυτηριάζοντας, όπως επί παραδείγματι στο Ο Ζηλιάρης Γέρος: «με τες φουστανέλες είμαι, δια τούτο δεν σ αρέσω; Φράγκικα σαν τόσοι νέοι θέλεις, σκύλα, να φορέσω;». Τα στοιχεία της ντοπιολαλιάς είναι έκδηλα κυρίως στους επτανήσιους ποιητές, εφόσον η δημοτική γλώσσα ήταν εδραιωμένη στην συνείδησή τους: «κι εκειό το πόδι, που ερωτεύει κι άλλους, δεν μπορεί να ναι σάπιο από τσου κάλους;» (Γραφή Αποκριτική) και η ίδια η δημοτική γλώσσα συνδράμει καταλυτικά στην σάτιρα προσδίδοντας της λεξιλογικά στοιχεία που χρησιμοποιεί ο απλός κόσμος, 36 Άπαντα Διονυσίου Σολωμού, εκδ. Μπούρας. Σελ

23 23 καθιστώντας την κατανοητή και εύπεπτη: «το κορμί μου με κορσέτο να βαστάξω θέλεις ίσια, να λυγίσω την φωνή μου, να την κάμω γυναικίσια; Διέ τους σημερινούς μας νέους! Κιχ και βιχ το πάγουν πάντα, κ είναι γέροι στα τριάντα» (Ο Ζηλιάρης Γέρος). Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί ο τρόπος με τον οποίο αναδύεται το ερωτικό περιβάλλον και γενικότερα το συναίσθημα, μέσα από τα ποιήματα των Επτανησίων και των Αθηναίων ποιητών. Το μέσο είναι η γυναίκα, που πλέον αναδύεται ως ένα πλασμένο σύμβολο, με μία λυρική αντιμετώπιση, μ έναν ύμνο στην ομορφιά, που φτάνει σε σημεία εξιδανίκευσης της γυναικείας ύπαρξης: «πόσες φορές μου φαίνεται να σε θωρώ μπροστά μου, και από τα στήθη στέκεται να πετακτή η καρδιά μου θωρώ τα ουράνια βλέμματα, τα αγγελικό σου στόμα, τα αερινό το σώμα, τα ολόχρυσα μαλλιά» (Το Πλάσμα της Φαντασίας). Μια εξιδανίκευση της γυναικείας μορφής σε θεϊκή, όπου χάνει την υλική της υπόσταση και συχνά παρουσιάζεται μέσα από το αναπόδραστο τέλος του πεισιθανάτιου και αγνού έρωτα, όπως στο ποίημα του Σολωμού: «με σκληρότατο χέρι το πήρες, ωραία κόρη και αυτό το κορμί, οπού τούπρεπε φόρεμα γάμου, πικρό σάβανο τώρα φορεί» (Η Φαρμακωμένη). Η έντονη επιθυμία για τον αγνό έρωτα διανθίζεται με χαρακτήρες που παραπέμπουν σε βουκολικές περιστάσεις, υμνώντας ταυτόχρονα το μεγαλείο της φύσης: «εσέ ζητώ στο χάραμα, σα γλυκοφέγγει η μέρα, εις τον αφρό της θάλασσας, στον ήσυχο αιθέρα εσέ στην ανθοστόλιστη του κάμπου πρασινάδα, στην μυστική αχνάδα του έρμου φεγγαριού» (Το Πλάσμα της Φαντασίας). Δεν παύει όμως μέσω του θαυμασμού προς την γυναικεία ομορφιά, διαρρηγνύοντάς την, ο ποιητής να αποκαλύπτει και την άσχημη πλευρά του ανθρώπου κάνοντας persiflage και καρικατούρα (σύμφωνα με τους Γάλλους): «ω Αντρία μου, α με τόσην ευκολιά πας κι εσύ και πιστεύεις του φοράδωνε, σου λέω πως μου πικραίνεις την καρδιά, και πως κάνεις ντροπή τουν Αντριάδωνε. Μωρέ οι γυναίκες δε σου λέω πως όλες, μα οι περσότερες πάντα, είναι μαριόλες» (Γραφή Αποκριτική). Ή ακόμα και να σατιρίζει την ανεμελιά και την αφέλεια της νεότητας, βάλλοντας κατά της πονηρής φύσης της γυναίκας, χαρακτηρίζοντάς την ως αιτία των συμφορών: «"Τι ταιριάζει" με φωνάζει, κ εξακολουθεί τον δρόμον. Σκάνω, σκάνω και πεθαίνω θάνατος ή υπανδρεία φωτιά, θάλασσα, γυναίκα, Είναι όντως κακά τρία» (Ο Ζηλιάρης Γέρος). Η αγνότητα και η τιμή είναι δύο έννοιες οι οποίες σημαδεύουν την ελληνική πραγματικότητα και δεν θα μπορούσαν να μείνουν εκτός της θεματικής των ποιημάτων του ελληνικού ρομαντισμού. Ο Διον. Σολωμός είναι χαρακτηριστικός τόσο στο θέμα της παρθενίας: «το κορμί σου εκεί μέσα στον τάφο το στολίζει σεμνή παρθενιά του κακού σ αδικούσεν ο κόσμος και σου φώναξε λόγια κακά».

24 24 (Η Φαρμακωμένη), όσο και στην κουλτούρα της τιμής, η οποία συχνά πυκνά αποδυναμώνει και στοιχειώνει ατελέσφορους και αδικημένους έρωτες, που οδηγούν στην αυτοχειρία, ανίκανοι να αντιμετωπίσουν την αιδώ της κοινωνίας: «Κόσμε ψεύτη! Τες κόρες τες μαύρες κατατρέχεις όσο είν ζωντανές, Σκληρέ κόσμε! Και δεν τους λυπάσαι την τιμή όταν είναι νεκρές» (Η Φαρμακωμένη). Καταληκτικά, θα πρέπει να τονιστεί πως ο μορφωτικός ανταγωνισμός μεταξύ των δύο πνευματικών κέντρων του ελλαδικού χώρου, ήτοι τα Επτάνησα και η Αθήνα, υπήρξε η συνέπεια της ιστορικής διαφοροποίησης του γεωγραφικού χώρου, συγχρονισμένη και με την υποβόσκουσα αντιπαλότητα μεταξύ των Επτανησίων λογίων και των Φαναριωτών η ικμάδα και η ζωντάνια της δημοτικής-απλής γλώσσας βρίσκεται σε αντιπαράθεση με τον γλωσσικό αρχαϊσμό. Μια αντιπαράθεση όμως που παρόλη την έντασή της δέχθηκε την επιρροή τόσο του ρομαντισμού όσο και του νεοκλασικισμού. Το επικο-λυρικό στοιχείο εμφανώς παραδομένο στο πάθος και την τόλμη της προεπαναστατικής και επαναστατικής περιόδου, παραχωρεί την θέση του στο ρομαντισμό, ο οποίος μεταθέτει το βάρος της δημιουργίας από τα παρελθοντικά ανυπέρβλητα πρότυπα στην υποκειμενική θέαση του πραγματικότητας. Η ποίηση υπακούοντας στις γενικές κατευθύνσεις της πολιτικής στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος από τη μία πλευρά και της αγγλικής επικυριαρχίας στην Επτάνησο Πολιτεία από την άλλη, χρησιμοποιεί την καθαρεύουσα με ρομαντικό περιεχόμενο για την πρώτη και την δημοτική γλώσσα με έντονα μελωδικά στοιχεία για την δεύτερη. Ο ρομαντισμός κυριαρχεί, κυρίως στο πρώτο μισό του 19 ου αιώνα, με τον απογοητευμένο έρωτα, την θλίψη, την νοσταλγία και την μελαγχολική διάθεση να αποτελούν τις συνιστώσες του. Αποτελεί ένα ευρύτερο πολιτισμικό κίνημα, ως μορφή αντίδρασης απέναντι στον ορθολογισμό του διαφωτισμού και τον κλασικισμό που είχε αρχίσει να παρακμάζει ως εκ τούτου, η λογοτεχνία και οι εκφάνσεις της δημιουργίας γενικότερα επηρεάζονται από το νέο πνευματικό ρεύμα και προπάντων η ποίηση πλέον οι ποιητές αμφισβητούν τους κανόνες της ποίησης και αντιτάσσονται στις ηθικές αξίες του παρελθόντος. Ο ποιητής μέσα από την δική του προσωπική ματιά ελευθερώνεται και ανεμπόδιστα αποδίδει την δική του ερμηνεία όσον αφορά την ύπαρξη. Δεν φείδεται στόμφου και βερμπαλισμού, δανείζεται το λεξιλόγιο του λαού και προτιμάει την σπατάλη των εκφραστικών μέσων, χωρίς ωστόσο να δίνει την δέουσα έμφαση στην στιχουργική δημιουργία. H λογοτεχνία αντανακλά την κοινωνία και την εποχή κατά τη οποία γράφεται. Τον 19 ο αιώνα έως τις απαρχές του 20 ου η λογοτεχνία όπως κάθε άλλη πολιτιστική και πολιτική έκφανση είναι ανδρική υπόθεση. Έτσι ο ρόλος της γυναίκας σε αυτή, δε θα μπορούσε παρά να είναι υποδεέστερης σημασίας ή επικουρικός στην καλύτερη περίπτωση.

25 25 Η λογοτεχνία βρίθει από γυναικείους χαρακτήρες που είναι ανίκανες να αναπτύξουν πρωτοβουλίες πέρα εκείνων του σπιτιού και της οικογένειας, αφού το μόνο που τους επιτρέπεται είναι να κοιτούν τον κόσμο να τους προσπερνά, αλλά όχι να συμμετέχουν ενεργά σε αυτόν. Γυναίκες που τρελάθηκαν, ή πλήρωσαν αδρά το τίμημα του λάθους τους να ενδώσουν στο αμάρτημα του έρωτα, της ίδια της ζωής. Σε αντιπαράθεση όλων αυτών, εξαίρεση και αχτίδα φωτός αποτελεί ο Παπαδιαμάντης με τα γνωστά πεζογραφήματα του στα οποία πρωταγωνιστούν οι γυναίκες διαφορετικές που προκαλούν με την αντισυμβατική και προκλητική για τα ήθη της εποχής συμπεριφορά τους 37. Στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος η θέση της γυναίκας δεν ήταν πολύ διαφορετική απ' ότι στην περίοδο της Τουρκοκρατίας. "Τυπικά, καθηλώθηκε κάτω από τους θεσμούς του Βυζαντινό-ρωµαϊκού δικαίου, που µεταφυτεύτηκε, κατά βάση, στο δίκαιο του νέου κράτους" 38. Εάν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι πολλοί αγωνιστές του '21 λησμονήθηκαν και παραμερίστηκαν εντελώς, δεν είναι παράξενο ότι αυτό συνέβη σε μεγαλύτερο ακόμη βαθμό µε τις γυναίκες που έλαβαν ενεργό μέρος στον Αγώνα 39. Μια αλλαγή στα ενδιαφέροντα των γυναικών των προνομιούχων στρωμάτων, στα µεταεπαναστατικά χρόνια, φαίνεται πως είναι η ανάγνωση ξένων μυθιστορημάτων, οι μεταφράσεις των οποίων κατέκλυζαν την ελληνική αγορά, και αργότερα ελληνικών λαϊκών μυθιστορημάτων 40. Είναι γνωστό βέβαια ότι το μυθιστόρημα θεωρήθηκε όργανο διαφθοράς, που εισήγαγε ξένα ήθη στην ελληνική κοινωνία και απειλούσε να βλάψει κυρίως τις νεαρές αναγνώστριες 41. Παρά τις προειδοποιήσεις πάντως, ο φανταστικός κόσμος του μυθιστορήματος προσέλκυε τις γυναίκες, δίνοντας τους την ευκαιρία να ονειρεύονται 37 Ειρήνη Ριζάκη, Οι «γράφουσες» Ελληνίδες: Σημειώσεις για τη γυναικεία λογιοσύνη του 19ου αιώνα (Αθήνα: Κατάρτι, 2007).Σελ Κακλαµανάκη 1984, σ Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Μαντώς Μαυρογένους, στην οποία αντί για αµοιβή-βραβείο για τις υπηρεσίες που πρόσφερε στην πατρίδα, δόθηκε µια µικρή σύνταξη χήρας, πράγµα που την ανάγκασε να γράψει το 1840 στον Όθωνα: "{...} αλλ' η υποφαινόµενη, Μεγαλειότατε, ούτε χήρα ήµουν ποτέ, αλλ' ούτε υπανδρευµένη δια να είναι δυνατόν να κατασταθώ χήρα...". Από έγγραφο δηµοσιευµένο στα "Αρχεία της νεωτέρας ελληνικής ιστορίας" (1901). 40 βλ. Κάσσης Ο συγγραφέας παραθέτει κατάλογο των ελληνικών και ξένων (µεταφρασµένων στα ελληνικά) λαϊκών µυθιστορηµάτων, και τα τα ταξινοµεί χρονολογικά σε τρεις περιόδους: Γέννηση των ΕΛΜ ( ), Ανάπτυξη και ακµή των ΕΛΜ ( ) και Παρακµή των ΕΛΜ ( ). 41 Στην πραγµατεία του Γρηγόριου Παπαδοπούλου Περί γυναικός και Ελληνίδος (Αθήνα 1850) διαβάζουµε: "{...} αν στρέψωµεν το βλέµµα εις τα αναγνώσµατα της Ελληνίδος, παρατηρούµεν µετά λύπης ότι συνηθέστατα είναι τα των µυθιστορηµάτων, άτινα, αδιακρίτως και κακοζήλως µεταφραζόµενα, πληµµυρούσιν ηµάς.{...} Αλλ' η εκλογή των αναγνωσµάτων της κόρης και εντός και εκτός του σχολείου, είναι τόσον σπουδαία, όσον και η διδασκαλία του σχολείου, διότι συχνότατα "βιβλίο ν διέφθορε την γυναίκα", ήτις, ζωηροτέραν έχουσα την φαντασίαν, µείζονα δε αργίαν και απειρίαν, ευκολώτερον δύναται ν' αναλίσκει επί µαταίω την καρδίαν αυτής αναγινώσκουσα µυθιστορήµατα...". Και στο Γεροστάθη (1858) του Λ. Μελά αναφέρεται: "Τοιουτοτρόπως και σεις και αι αδελφαί σας, είπεν ο γέρων, όχι µόνον τα αυτία, αλλά και τα όµµατα σας πρέπει να κλείετε, οσάκις µυθιστορίαι παρουσιάζονται ενώπιον σας." Η στάση των Α.Ρ. Ραγκαβή ( ) και. Βικέλα ( ) απέναντι στο µυθιστόρηµα ήταν επίσης αρνητική: ο πρώτος θεωρούσε την αφηγηµατική πεζογραφία, γενικά, πάρεργο κι όχι έργο, και ο δεύτερος πίστευε ότι µε τα µυθιστορήµατα "χάνει κανείς τον καιρό του" και καταδίκαζε τις κακές µεταφράσεις γαλλικών, κυρίως, µυθιστορηµάτων, µε τα οποία εψυχαγωγείτο το ακαλλιέργητο κι ακατατόπιστο αναγνωστικό κοινό. (βλ. Σαχίνης 1982, σσ ,60-65, και 1980, σσ ).

26 26 χώρους και πρόσωπα διαφορετικά από εκείνα της δικής τους καθημερινής πραγματικότητας. Η πρακτική αυτή των γυναικών προκάλεσε τον φόβο µήπως όσες διαβάζουν "µε άπληστον πόθον όλην την ηµέραν και πολλάκις και όλην την νύκτα µυθιστορίαν τινά ή τρυφερόν ή περίεργόν τι διήγηµα, παραµελούσι πολλάκις τα εµβριθέστερα των καθήκοντα" 42. " Η καλλιέργεια της ποίησης, που ήταν λογοτεχνικό είδος ηθικά και κοινωνικά καταξιωμένο και να αρμόζει στον γυναικείο χαρακτήρα και ψυχισμό, θεωρήθηκε ανέκαθεν πιο ασφαλής και κατάλληλη για τις γυναίκες, µια και δεν προϋποθέτει 'γνώση του κόσμου παρά µόνο πηγαίο ταλέντο και φαντασία και οι στίχοι, όπως πίστευαν, γράφονται πιο εύκολα σε στιγμές <<κλεμμένες>> από τις οικιακές ασχολίες" 43. Οπωσδήποτε όμως οι ελάχιστες γυναίκες της εποχής εκείνης που δεν ήταν αγράμματες, δεν διέθεταν ένα δικό τους χώρο ούτε χρόνο που να μπορούν να τον αφιερώσουν όπως ήθελαν αυτές. Ακόμα κι αν κατάφερναν ν' ασχοληθούν µε τη συγγραφή, προτιμούσαν να κρατούν τα γραπτά τους μόνο γι' αυτές τις ίδιες 44. Στα μέσα του 19ου αι. εμφανίστηκαν οι πρώτες ποιητικές συλλογές γυναικών µε έντονα τα στοιχεία και τη θεματολογία του επικρατούντος ρομαντισμού της εποχής δηλαδή φύση, θρησκεία, πατρίδα, (απαγορευμένος για τις γυναίκες) έρωτας. Το 1936 κυκλοφόρησε η πρώτη ανθολογία ελληνίδων ποιητριών, µε τον τίτλο Ελληνίδες ποιήτριες, του Δημήτρη Λαμπίκη. Επίσης στη μελέτη της Αθηνάς Ταρσούλη 45 αναφέρονται αρκετές Ελληνίδες ποιήτριες και διανοούμενες του 19ου αιώνα, οι οποίες όμως ζούσαν, οι περισσότερες, στην Ιταλία κι έγραφαν σε ξένες γλώσσες. Σε γενικές γραμμές είναι έκδηλο πως οι πρώτες γυναίκες συγγραφείς εμφανίστηκαν στα νεοελληνικά γράμματα περίπου στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, την περίοδο εξάπλωσης των ιδεών του νεοελληνικού διαφωτισμού. Η γυναικεία συγγραφική δραστηριότητα αναπτύχθηκε και με την κατοχύρωση των δικαιωμάτων των γυναικών- ειδικά μετά την πρόσβασή τους στη σχολική εκπαίδευση- άρχισαν να πολλαπλασιάζονται τα γυναικεία λογοτεχνικά έργα 46. Πέρα από το λογοτεχνικό πεδίο, δεν υπάρχουν συχνές αναφορές σε γυναικείες προσωπικότητες στα ιστορικά βιβλία μέχρι τον 19ο αιώνα. Δηλαδή οι γυναίκες έως και τα νεότερα χρόνια δεν είχαν άμεση επαφή με τον πολιτισμό, ήταν αποκλεισμένες 42 Α. Ραγκαβής, "Προς τας Ελληνίδας νεανίδας", εισαγωγή στη µετάφραση του Πατρική συµβουλή προς την θυγατέρα µου, του Ι. Κάµπε, Αθήνα Ελένη Σ. Παπαδάκη, "Η ποίησις και η γυνή", Εφηµερίς των Κυριών, 1892, σ Το φαινόµενο δεν παρατηρείται βέβαια µόνον στην Ελλάδα* η Emily Dickinson ( ), για να αναφερθώ σε µια από τις πιο γνωστές παγκόσµια ποιήτριες, έγραφε τα ποιήµατα της σε µικρά χαρτάκια χωρίς να τολµάει να τα δηµοσιεύσει. Το έργο της ανακαλύφθηκε µετά τον θάνατο της (βλ. τον Πρόλογο στη µετάφραση των ποιηµάτων της από τον Κ. Ιωάννου, Emily Dickinson, η ποιήτρια των επόµενων εποχών, Αθήνα 1996). 45 Ταρσούλη Σοφία Ντενίση, Ανιχνεύοντας την Αόρατη γραφή, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2014, σσ

27 27 από τις τέχνες και τις επιστήμες και η αποτίμηση των ιστορικών περιόδων πραγματοποιούνταν από τη σκοπιά των ανδρών. Ωστόσο, άρχισαν να πραγματοποιούνται κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές, οι οποίες ώθησαν τις γυναίκες να ξεδιπλώσουν τις δυνατότητές τους, να συνειδητοποιήσουν τα δικαιώματά τους και να ενταχθούν στην κοινωνία ως ισότιμα μέλη και ανεξάρτητες προσωπικότητες. Αυτές οι κοινωνικές αλλαγές σε συνδυασμό με την ανέλιξη των γυναικών και τη διαμόρφωση των σχέσεών τους με τους άνδρες αποτυπώνονται άμεσα ή έμμεσα στα ιστορικά βιβλία 47. Η Εφημερίδα των κυριών αποτελεί το μοναδικό γυναικείο περιοδικό (το πρώτο τεύχος εκδίδεται το 1887 και το τελευταίο το 1917), που σχεδιάζει στρατηγικές που θα οδηγήσουν στη γυναικεία χειραφέτηση. Τα βήματα που ακολουθούνται είναι προσεκτικά, αργά αλλά σταθερά, μέσα στα πλαίσια μίας κοινωνίας που αντιστέκεται ν' αναγνωρίσει τη γυναίκα ως ισότιμο μέλος της. Διεκδικούν αρχικά το δικαίωμα της γυναίκας στο γραπτό λόγο, δικαίωμα όχι απαραίτητα αυτονόητο για την εποχή εκείνη, καθώς το γράψιμο θεωρούνταν κατεξοχήν ανδρικό οχυρό. Ενδεικτικά η περιήγηση θα επικεντρωθεί στο χώρο της γυναικείας λογοτεχνικής δραστηριότητας και καλό θα ήταν να δοθεί η δέουσα προσοχή στις τρεις πιο γνωστές: την ποιήτρια, διηγηματογράφο και δραματουργό Αγγελική Πάλλη- Βαρθολοµαίου ( ) 48, που, αν και δεν έζησε καθόλου στην Ελλάδα, µε τους πατριωτικούς της στίχους και τα χρήματα που συγκέντρωνε στην Ιταλία για τον ελληνικό Αγώνα, συνετέλεσε στην εκδήλωση του ιταλικού φιλελληνισμού 49. Την ελληνοαλβανή διανοούµενη Ελένη Γκίκα ( ), γνωστή µε το ψευδώνυμο Dora d Istria, κορυφαία μορφή του 19ου αιώνα, µε πλούσιο συγγραφικό έργο, που αφιέρωσε θαυμάσιες σελίδες στην Ελληνίδα και ιδιαίτερα στις ηρωίδες του Αγώνα 50. Τη φιλόλογο και ανταποκρίτρια της "Daily News" στην Ιταλία, Μαργαρίτα Αλαβάνα-Μηνιάτη ( Το έργο τους θα άξιζε να ανασυρθεί από τη λησμονιά, να μεταφραστεί και να μελετηθεί. Θα πρέπει τέλος να αναφερθεί ότι η Ευφροσύνη Σαµαρτζίδου, η εκδότρια της Κυψέλης (βλ. 1.2.α) και η Αντωνούσα Καµπουράκη ή Καµπουροπούλου, από την 47 Georges Duby, Michelle Perrot (επιμ.), Γυναίκες και Ιστορία: Πρακτικά Συμποσίου, Κατερίνα Καρλαύτη (μτφρ.), εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995, σσ Ο Κ. Βαλλέκης εξέδωσε το 1876 τόµο µε τη βιογραφία της Πάλλη και εννέα διηγήµατα της. Η Βαρβάρα Θεοδωροπούλου-Λιβαδά έγραψε το Αγγελική Πάλλη-Βαρθολοµαίη, η ζωή και το έργο της, (Αθήνα 1939)» Της Πάλλη είναι και το ιστορικό διήγηµα "Ο καπετάν Αλέξης και αι τελευταίαι ηµέραι των Ψαρών"(1860), που µεταφράστηκε και δηµοσιεύτηκε από τον Ζακυνθινό Σπυρίδωνα Μονδίνο, και σχεδόν τρεις δεκαετίες αργότερα επαναδηµοσιεύτηκε στο περιοδικό Οικογένεια, τεύχ. 2-6 και (1898). Η ίδια µετέφρασε έργα των Σαίξπηρ και Ουγκώ στα ελληνικά και των Σολωµού, Ζαλοκώστα και Βαλαωρίτη στα ιταλικά, γαλλικά και αγγλικά. Η Πάλλη υπήρξε και τακτική "εν Ιταλία" συνεργάτρια του περιοδικού Πανδώρα ( ), όπου δηµοσίευε βιβλιοκρισίες κλπ. (βλ. Σαχίνης 1964). 49 βλ.στεργίου βλ. d Istria βλ.σπύρος ε Βιάζης, ιαπρεπείς Ελληνίδες κατά τον ΙΘ1 αιώνα, στην "Ελληνική Επιθεώρηση", 1910, και Αθηνά Ταρσούλη, Μαργαρίτα Αλαβάνα-Μηνιάτη, Αθήνα 1935.

28 28 Κρήτη 52, είναι οι πρώτες Ελληνίδες που καλλιέργησαν την ποίηση στα µεταεπαναστατικά χρόνια. Η δεύτερη µάλιστα, "εις ανακούφισιν της υπερβολικής της λύπης και της εσχάτης αθυµίας της δια τον αλλεπάλληλον και σκληρόν θάνατον όλων σχεδόν των υπέρ πατρίδος πεσόντων συγγενών της και δη του µονογενούς της υιού, κατέφυγε εις την εξιστόρησιν των δεινών της πατρίδος της" 53 παρουσιάζεται το 1847 µ' ένα πεντάπρακτο πατριωτικό δράµα σε δεκαπεντασύλλαβους στίχους 54. Το 1860 εµφανίστηκε η Αριστέα Χ. Ηγουµενίδου µε το δίπρακτο δράµα της Άγγελος και Βιργινία, το οποίο παρέδωσε στη δηµοσιότητα παρακαλώντας τους "Σεβαστούς κριτές" να παρατρέξουν επιεικώς "τας διαρρήδην αναφαινοµένας ελλείψεις". Ο Ν.Ι. Λάσκαρης σχολιάζει πως, δυστυχώς, στο έργο δεν µπορεί ν' ανακαλύψει τίποτε άλλο, το οποίον να µην είναι...έλλειψις 55. Η απουσία ελληνίδων συγγραφέων εκείνα τα χρόνια πιστοποιείται από την εικόνα που μας παραδίδουν οι ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας και οι ειδικές μελέτες για την περίοδο. Συγκεκριμένα στις ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας, η όποια αναφορά σε γυναικεία συγγραφική δραστηριότητα τον 19ου αιώνα, περιορίζονταν στα ονόματα της Ευανθίας Καΐρη, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως «η πρώτη πραγματική λογία που έχει να μνημονεύσει η ιστορία των γραμμάτων μας» και της Eλισάβετ Mουτζάν- Mαρτινέγκου, της αποκαλούμενης πρώτης πεζογράφου της σύγχρονης εποχής. Τα δύο αυτά ονόματα φάνταζαν ως μοναχικές φωτεινές εξαιρέσεις και έπειτα μεσολαβούσε ένα αγεφύρωτο και ανεξήγητο κενό, μέχρι την εμφάνιση των πολύ μεταγενεστέρων δημιουργών των αρχών του εικοστού αιώνα. Σύμφωνα πάντα με τις ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας από τις Καΐρη και Μαρτινέγκου που δραστηριοποιήθηκαν συγγραφικά την προεπαναστατική και επαναστατική περίοδο οι επόμενες γυναίκες δημιουργοί εμφανίζονταν τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Και αυτές δεν ξεπερνούσαν τα δέκα- δώδεκα ονόματα, αφού οι αναφορές περιορίζονται στις Μυρτιώτισσα (Θεώνη Δρακοπούλου), Μαρία Πολυδούρη, Αιμιλία Δάφνη (Κούρτελη), Γαλάτεια Καζατζάκη, Μελισσάνθη (Ήβη Κούγια), Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου, Ειρήνη Αθηναία, Άλκη Θρύλο (Ελένη Ουράνη), Πηνελόπη Δέλτα, Λιλίκα Νάκου, Μέλπω Αξιώτη και Φρίντα Μπούμη-Παπά Ευφροσύνη Σαµαρτζίδου, Συλλογή Ποιήσεων, Κων/πολη 1857, και Α. Καµπουροπούλου, Ποιήµατα τραγικά εµπεριέχοντα διαφόρους πολέµους εν Κρήτη, Ερµούπολη Λάσκαρης 1932, σσ Το Γεώργιος Παπαδάκης, για την αποτυχηµένη έφοδο κατά της Γραµβούσας, και ακολούθησαν άλλα δύο: Αάµπρω (1861), και Η Εξοδος του Μεσολογγίου (1875), τα οποία δεν παίχτηκαν ποτέ. Στην Ιστορία του Νέου Ελληνικού Θεάτρου, , τ. Α' (1990), ο Γιάννης Σιδέρης αναφέρει µόνον την..αναιµικότατη έξοδο του Μεσολογγίου..." (σ.34). 55 Λάσκαρης 1932, σ Σοφία Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή: γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού Διαφωτισμού- Ρομαντισμού.Ειαγωγή,σελ

29 29 Πόσο κοντά στην πραγματικότητα βρίσκεται η φιλολογική μελέτη, θεωρώντας ότι η γυναικεία δημιουργία από το 1780, συμβολικό όριο αυτού που ονομάζεται νεώτερη εποχή ως τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα περιορίζεται κυρίως στο έργο της Καΐρη και της Μαρτινέγκου; Το έτος 1780 ορίζεται ως έτος έναρξης της νεώτερης εποχής για τα γυναικεία λογοτεχνικά γράμματα, εφόσον τότε εμφανίζονται οι πρώτες Φαναριώτισσες. Αυτές έγραψαν πρωτότυπα έργα τα οποία εκφράζουν σύγχρονούς τους προβληματισμούς και δεν ακολουθούν την παλαιότερη παράδοση θρησκευτικού ή ιστορικού περιεχομένου, που χαρακτήριζε την ενασχόληση κάποιων αρχοντισσών της βυζαντινής περιόδου ή τη χειρόγραφη μεταφραστική παράδοση της περιόδου της Τουρκοκρατίας. Η γυναικεία παρουσία στο διάστημα των εκατό ετών ( ) που θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε, έχει να επιδείξει, σύμφωνα με τα πορίσματα της μακροχρόνιας έρευνάς μας, ένα σημαντικό αριθμό πνευματικά ενεργών γυναικών, άγνωστων όμως μέχρι σήμερα όχι μόνο στο πλατύ κοινό αλλά και στους ειδικούς. Πρέπει λοιπόν να δοθεί ένα σύντομο διάγραμμα του πνευματικού έργου της περιόδου αυτής, χωρίζοντας την σε τέσσερις υποπεριόδους την προπαρασκευαστική, που καλύπτει το διάστημα από το 1780 ως και τη δεκαετία του Την περίοδο της μετάβασης, αυτή της δεκαετίας του 1840 την περίοδο της παγίωσης, δηλαδή των δεκαετιών του 1850 και 60 και τέλος αυτήν της κορύφωσης, τουτέστιν της δεκαετίας του 1870, που κλείνει τον πρώτο κύκλο γυναικών δημιουργών και προετοιμάζει την έλευση της «νέας γυναίκας» της δεκαετίας του 1880, που με τη σειρά της οδηγεί στις δημιουργούς των αρχών του 20ου αιώνα. Επίσης, σε μια τόσο πρώιμη εποχή, στη Φιλόμουσο Εταιρεία που συστήνεται στην Αθήνα το 1813 με εκπαιδευτικούς στόχους μετέχουν και γυναίκες, ενώ η Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου καταγράφει στο αυτοβιογραφικό της κείμενο τις εμπειρίες, τις αντιστάσεις και τις αντιδράσεις που οι κοινωνικές συνθήκες δημιουργούν σε μια νέα γυναίκα στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Η παρουσία αυτή των γυναικών αποκτά μαζικότερα και διακριτά χαρακτηριστικά μετά την εμφάνιση του οργανωμένου ενδιαφέροντος για την εκπαίδευση των κοριτσιών (μετά τη σύσταση δηλαδή του ελληνικού κράτους και την έναρξη των μεταρρυθμίσεων στον οθωμανικό χώρο, το 1830 και 1839 αντίστοιχα) και κυρίως μετά τη δυνατότητα πρόσβασης των γυναικών στη μισθωτή εργασία και τη σταδιακή είσοδό τους σε άλλους τομείς της κοινωνικής ζωής, αξιοποιώντας το εφόδιο της εγγραμματοσύνης τους. Η δραστηριότητα των εγγράμματων γυναικών αποτυπώνεται σε τρία κυρίως με βάση την πυκνότητα ή το συλλογικό των παρεμβάσεών τους κοινωνικά/πολιτισμικά πεδία: α) στο πεδίο των γραμμάτων και της πνευματικής ζωής, β) της κοινωνικής πρόνοιας και εκπαιδευτικής μέριμνας, και γ) των κοινωνικών

30 30 κινημάτων, με αίτημα τα κοινωνικά και στη συνέχεια τα πολιτικά δικαιώματα των γυναικών. Η γραφή, η δημοσίευση έργων (λογοτεχνικών, εκπαιδευτικών, επιστημονικών, κοινωνικού και πολιτικού προβληματισμού) είναι το πρώτο πεδίο στο οποίο εκδηλώνεται η γυναικεία παρουσία, ενώ η φιλανθρωπική/φιλεκπαιδευτική δραστηριότητα και η κινηματική/φεμινιστική κίνηση ακολουθούν, καθώς διαμορφώνεται και ενισχύεται η κοινωνική και η συλλογική συνείδηση φύλου των γυναικών, όπως και η πολιτικοποίηση της δραστηριότητάς τους. Η συμμετοχή των γυναικών εκπαιδευτικών (διδασκαλισσών, καθηγητριών, πανεπιστημιακών) σε όλη αυτήν τη γυναικεία δραστηριότητα είναι αξιοσημείωτη τόσο από την άποψη των αριθμών όσο και των ποιοτικών της χαρακτηριστικών, καθώς συνιστά την κοινωνική/επαγγελματική κατηγορία γυναικών που αναδεικνύει με τη δική της επαγγελματική διεύρυνση (από τις δασκάλες στις καθηγήτριες και τις πανεπιστημιακούς) τις γενικότερες κοινωνικές αλλαγές και προσανατολίζει τα πεδία παρέμβασης και το είδος των γυναικείων διεκδικήσεων. Σύμφωνα με την αποτύπωση της εξέλιξης της γυναικείας εκπαίδευσης κατά τον 19ο αιώνα τόσο στο κράτος όσο και στον έξω από το κράτος ελληνισμό, υπερισχύει στον κανονιστικό και παιδαγωγικό λόγο η άποψη ότι «το έθνος, η πατρίς, η κοινωνία δεν απαιτούσι παρά των Παρθεναγωγείων γυναίκας λογίας, απαιτούσι γυναίκας ευσεβείς, σώφρονας, τιμίας, εγκρατείς, εναρέτους». Στην πράξη όμως η μορφωμένη γυναίκα, η γυναίκα που διαβάζει και γράφει κάνει σταδιακά την εμφάνισή της στο δημόσιο χώρο. Η διάδοση των γραμμάτων μεταξύ των γυναικών σε συνδυασμό με την έλλειψη διεξόδων για τις γυναίκες των μεσαίων στρωμάτων και συνεπώς τον «εγκλεισμό» στο σπίτι δημιούργησε από τα μέσα του 19ου αιώνα ένα νέο αναγνωστικό κοινό για τα ευρωπαϊκά κυρίως ρομαντικά μυθιστορήματα. Για την απομονωμένη στο σπίτι γυναίκα του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, η ανάγνωση των μυθιστορημάτων λειτουργούσε ως ένα είδος υποκατάστασης της πραγματικής δράσης και αποτελούσε τρόπο διερεύνησης της ατομικότητας και συνειδητοποίησης της υποκειμενικότητάς της. Το πρότυπο βέβαια της γυναίκας της αφοσιωμένης στην ανάγνωση δεν ταυτιζόταν με το πρότυπο της αφοσιωμένης στα καθήκοντά της οικοδέσποιναςσυζύγου και μητέρας και για το λόγο αυτό δέχθηκε κριτική, με κύρια επιχειρήματα την παραμέληση των γυναικείων οικιακών τους καθηκόντων και την άκριτη μίμηση συνηθειών των γυναικών της Δύσης.2 Μέσα στο κλίμα αυτό θα εμφανιστεί η γυναικεία συγγραφή, ποιητική καταρχάς και σε πεζό λόγο στη συνέχεια. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1840 τα περιοδικά και τα ημερολόγια αρχίζουν να δημοσιεύουν γυναικείες συνεργασίες, μεταφράσεις, ποιήματα, δοκίμια και άρθρα για τη γυναικεία εκπαίδευση, δείγματα μιας αυτόνομης δραστηριότητας των γυναικών που θα γνωρίσει στη δεκαετία του 1880 την κορύφωσή της αλλά και

31 31 ισχυρές αντιδράσεις. Η είσοδος των γυναικών στον κόσμο της διανόησης στα μεγάλα αστικά κέντρα (Αθήνα, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη) είναι ενδεικτική της προσπάθειας να ξεπεραστεί το διακοσμητικό πλαίσιο της εκπαίδευσης και να βελτιωθεί η κοινωνική θέση τους. Ο χώρος στον οποίο αποτυπώνεται με σαφήνεια η γυναικεία συγγραφική παρουσία είναι τα γυναικεία έντυπα, περιοδικά και εφημερίδες. Το πρώτο γυναικείο περιοδικό εκδίδεται στα 1845 στην Κωνσταντινούπολη από την Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου με τον τίτλο Κυψέλη. Θα ακολουθήσουν στον ίδιο χώρο η Ευρυδίκη το 1871, που εκδίδεται από την Αιμιλία Κτενά-Λεοντιάδα. Ακολουθεί έπειτα με το Ημερολόγιον των Κυριών ( ) της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου και Χαρίκλειας Κορακίδου, το ξενόγλωσσο Maarifet (1898) της Θεοδοσίας [το επώνυμο δεν δηλώνεται], η Βοσπορίς ( ) της Κορνηλίας Πρεβεζιώτου, ο Σπινθήρ (1902) της Αρτεμησίας Λανδράκη, η Εφημερίς των Κυριών ( ) της Χαρίκλειας Μελανδινού και μια σειρά ημερολογίων τις δυο πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Στον ελλαδικό χώρο και πιο συγκεκριμένα στην Αθήνα εκδίδονται: Η Θάλεια το 1867 από την Πηνελόπη Λαζαρίδου, η Εφημερίς των Κυριών το 1887 από την Καλλιρρόη Παρρέν, η Οικογένεια το 1897 από την Άννα Σερουΐου, η Πλειάς το 1899 του Συλλόγου Κυριών «Εργάνη Αθηνά». Οι γυναίκες όμως γράφουν και σε περιοδικά που εκδίδουν άνδρες εκδότες και ζητούν συνεργασίες και των δύο φύλων, όπως η Αθηναΐς (Αθήνα, ) και ο Ανθών (Αθήνα, 1877), αλλά και σε έντυπα τα οποία χωρίς να θέτουν ως στόχο την πρόσκληση γυναικείων συνεργασιών, δεν τις αποκλείουν. Τέτοια είναι τα αθηναϊκά έντυπα Πανδώρα ( ), Ευτέρπη ( ), Εφημερίς των Σχολείων ( ), Εστία ( ), Αττικόν Ημερολόγιον ( ), Παρνασσός ( ) ή τα κωνσταντινουπολίτικα περιοδικά Επτάλοφος και Επτάλοφος Νέα ( [;]), Κασταλία ( ), Φιλολογική Ηχώ ( ), Νέον Πνεύμα ( ) και τα περιοδικά της Σμύρνης Η Σμύρνη ( ), Όμηρος ( ) κ.ά. Η παρούσα διπλωματική εργασία θα επικεντρωθεί στην παρουσία των γυναικών συγγραφέων και λογίων σε όλο το φάσμα της λογοτεχνικής δημιουργίας εντός και εκτός ελληνικού χώρου με αναλυτική παρουσίαση του συγγραφικού τους έργου και πως αντιμετωπίστηκε αυτό από το γυναικείο και ανδρικό κοινό. Ακόμα πως αντιμετώπισε ο κατεξοχήν ανδροκρατούμενος λογοτεχνικός κόσμος των ιστοριών λογοτεχνίας και της λογοτεχνικής κριτικής την συγγραφική τόλμη αυτών των γυναικών. Η ένταξη των γυναικείων λογοτεχνικών έργων στα ιστορικά βιβλία και η ισότιμη αξιολόγησή τους με τα ανδρικά έργα καθυστέρησε χρονικά και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μη διαμορφωθεί ένας σταθερός "κανόνας" γυναικών συγγραφέων και τα ονόματα των γυναικών συγγραφέων να ποικίλλουν από ιστορία σε ιστορία λογοτεχνίας.

32 32 Οι γυναίκες για ένα μακρύ χρονικό διάστημα βρίσκονται σπρωγμένες στην «περιφέρεια» της λογοτεχνικής δημιουργίας αλλά και θεωρίας. Από τον 19 αιώνα καθώς η πρόσβαση τους στη γνώση διευκολύνεται επιδιώκουν να κάνουν ορατή την παρουσία τους, γεγονός που για τις Δυτικές τουλάχιστον γυναίκες επιτυγχάνεται στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, όχι άσχετα από σημαντικά κοινωνικοοικονομικά γεγονότα που λαμβάνουν ώρα και από την επίδραση του φεμινισμού. Η ανάπτυξη της φεμινιστικής επιστήμης και σκέψης και η χρήση του gender, η διαμόρφωση μιας συνείδησης του φύλου που αρνείται την ανδρική ερμηνεία του κόσμου, επιτρέπει σε σημαντικό αριθμό γυναικών λογοτέχνιδων αλλά και θεωρητικών της λογοτεχνίας να αρθρώνουν λόγο γυναικείο, συχνά ανατρεπτικό, που αναδεικνύει τη γυναικεία υποκειμενικότητα και εμπειρία. Οι γυναίκες για ένα απίστευτα μακρύ χρονικό διάστημα στερήθηκαν την κουλτούρα ως βιωμένη πραγματικότητα και δεν απόλαυσαν τη συμμετοχή τους σε μια ενεργητική διαμόρφωση αξιών, στα πολιτιστικά υποδείγματα και μάλιστα ο» μόνο στην πολιτιστική δράση, αλλά και στα αποτελέσματα (στο πεδίο τόσο της ατομικής όσο και της συλλογικής συνείδησης) 57. Κι αυτό γιατί το πολιτιστικό πλέγμα βασίζεται σε συλλογικές νοοτροπίες, στον απατηλό χαρακτήρα χιλιάδων απεικονίσεων, σε πρακτικές όπου οι ιδέες συμβαδίζουν με την ηθική, τους νομούς, τις κοινωνικές συμβάσεις καθώς και σχέσεις που αναπαράγουν και τονώνουν «ς κυρίαρχες κοινωνικές και ατομικές συνήθεις, οι οποίες με τη σειρά τους διέποντας από σεξισμό και ρατσισμό 58. Η λογοτεχνία μέρος αυτού του οικοδομήματος δεν αποτελεί εξαίρεση. Οι γυναίκες σπρωγμένες στην περιφέρεια της στη χωρά της σιωπής αναγκάζονται να εσωτερικεύσουν μια ανδρική ενόραση του κόσμου και οι όποιες προσπάθειες τους να διαμορφώσουν με σύμβολα και σημεία ένα λόγο έκφρασης της υποκειμενικότητας τους και της επιθυμίας τους, ένα <<γυναικείο αλφαβητάρι>> "χάνονται σε διάφορα «ατυχήματα» μιας πολιτιστικής παράδοσης όπως συμβαίνει με τα κείμενα της Σαπφώς και της Κόρινας λ.χ. - που όμως άφησε άθικτα τα ομηρικά έπη", όπως επισημαίνει εύστοχα η Αικατερίνη Δούκα Καμπίτογλου 59. Οι συνθήκες είναι εκ προοιμίου εξαιρετικά δύσκολες γι' αυτές: Αφενός αμφισβητείται τόσο η δυνατότητα τους στην καλλιτεχνική δημιουργία (δηλαδή το όποιο ταλέντο τους) όσο και το δικαίωμά τους στην τεχνική δραστηριότητα, καθώς μια τέτοια ενασχόληση τις αποσπούσε από τον <<φυσικό τους προορισμό>> δηλ. τη μητρότητα και την προσφορά υπηρεσιών προς την οικογένεια 60. Αφετέρου, το 57 Γκασούκα Μ, Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις του Φύλου Ζητήματα Εξουσίας κα. Ιεραρχίας, Αθήνα 1998, 2002, σ Γκολντμάν Λ, Για μια κοινωνιολογία του μυθιστορήματος, μετ,βέλτσου Ε, Ρυλμον Π, Αθήνα, Πλέθρον 1979, σ Δούκα - Καμπίτογλου» Α., «Κόρες της ΣαπφώςΠοίηση, Γλώσσα,Επιθυμία στο συλλ. τόμο Οι Γυναικείες Σπουδές στην Ελλάδα και η ευρωπαϊκή εμπειρία, Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής 1996,σ Van dor Linde» R., «Κενά στην Ιστορία της Τέχνης - γυναίκες καλλιτέχνες» στο συλλ,τόμο Κενά στην Ιστορία της Τέχνης Αθήνα, Γκοβόστη 1993, σ

33 33 περίφημο «οικουμενικό ισοδύναμο» δηλαδή η γλώσσα είναι βαθύτατα ανδροκεντρική, διαμορφωμένη έτσι που να αναδεικνύει τις ποικίλες έμφυλες και όχι μόνο κοινωνικές ασυμμετρίες, ενώ συχνά καθίστα το γυναικείο φύλο αόρατο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα για τη γυναικεία λογοτεχνική δημιουργία είναι μια διατύπωση της Άντειας Φραντζή: <<Γιατί «γυναικεία ποίηση» ονομάζεται συχνά η υπέρμετρα συναισθηματική έκφραση, που είτε ως πλαδαρή φλυαρία είτε/και ως αμήχανη γραφή υποτίθεται πως διασώζεται από την ειλικρίνεια των αισθημάτων, τα οποία ούτως ή άλλως δεν ελέγχονται ή απλώς παραπέμπουν με αυτονόητο, σχεδόν, τρόπο σε στερεότυπες απόψεις για τις γυναίκες. Ο χαρακτηρισμός αυτός καταλήγει να γίνεται μειωτικός, γιατί, κατά κανόνα, εκφέρεται με κάποια δόση μεγαλόθυμης επιείκιας για τις γυναίκες και υπονοεί τη φράση: για γυναίκα καλή είναι και αποσιωπάται, όταν ακριβώς θέλει η κριτική να υπογραμμίσει την ποιότητα του έργου μιας γυναίκας, οπότε την συγκρίνει με έργα μεγάλων ανδρών (ποιητών) και αφήνει να εννοηθεί ότι δε γράφει σα γυναίκα. Οι γυναίκες, όταν η κριτική θέλει να τις επαινέσει, γίνονται ρωμαλέες και, όταν θέλει να τις υποσκάψει, γίνονται νάρκισοι.>> «Γυναικεία ποίηση» ονομάζεται, επίσης, η ποίηση που επιλέγει τα θέματά της από τον παραδοσιακό ή έστω και από τον αναθεωρημένο σύγχρονο ρόλο της γυναίκας, αν, δηλαδή, μυρίζει κουζίνα ή μπιμπερό, αλλά κι αν είναι μαχόμενη στο φεμινισμό. Αυτή η ευδιάκριτη σχηματοποίηση, που προέρχεται, επίσης, από τις στερεότυπες απόψεις για τις γυναίκες, ενώ περιέχει μεγάλη αλήθεια, δίνει, νομίζω, το πρόσχημα για εύκολες θεματικές κατατάξεις. Πώς θα αντιμετωπίζαμε έναν άντρα που θα διάλεγε το προσωπείο μιας γυναίκας για να γράψει; Ή, επίσης, πώς θα χαρακτηρίζαμε μια γυναίκα που θα διάλεγε το αντρικό 61 ;. Οι άνδρες συγγραφείς του ρομαντισμού ήταν καθιερωμένοι στο λογοτεχνικό γίγνεσθαι με τη γραφή τους να αποθεώνεται από το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού κυρίως του ανδρικού καθώς ο γυναικείος πληθυσμός δεν είχε εύκολα πρόσβαση στη λογοτεχνική καλλιτεχνική δημιουργία λόγω χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και λόγω περιφρόνησης και στιγματισμού ως κάτι το μεμπτό και το απαγορευμένο που ήταν προνόμιο μόνο των ανδρών. Για τις ανδρικές αντιλήψεις του 19 ου αιώνα και των αρχών του 20 ου,η γυναίκα θα έπρεπε να είναι περιορισμένη στις δραστηριότητες που προβλέπονται από τους λεγόμενους ηθικούς κανόνες της φύσης της και τη γενεαλογίας και ανατομίας του σώματός της δηλαδή να διαφεντεύει εντός του οίκου, να τεκνοποιεί, να φροντίζει την καθαριότητα και το φαγητό, να σέβεται και να περιποιείται το σύζυγό της και να μην ασχολείται με πνευματικά ενδιαφέροντα που θα την αποσπούσαν από το ρόλο της. 61 Α. Φραντζή, Κ. Αγγελάκη-Ρουκ, Ρ. Γαλανάκη, Α. Παπαδάκη, Π. Παμπούδη, Υπάρχει, λοιπόν, γυναικεία ποίηση;, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα 1990, σ

34 34 Φυσικά όπως βλέπει κανείς στην παρούσα εργασία, κάποιες γυναίκες αποφάσισαν να ορθώσουν σθεναρά το ανάστημα τους απέναντι στην ανδρική κηδεμονία και πρωτοκαθεδρία στην κοινωνική και πνευματική ζωή και να ριχτούν με μανία και υπομονή όπως και μεράκι στη συγγραφική δραστηριότητα στην οποία κατά κύριο λόγο υπερασπίστηκαν τα δικαιώματα του φύλου τους και προέβαλλαν την ανάγκη της συμμετοχής των γυναικών στα καλλιτεχνικά δρώμενα. Βέβαια σε αυτό του το εγχείρημα το οποίο στηρίχτηκε τόσο σε συγγραφικό έργο όσο και σε εκδοτικό στις αρχές συνάντησαν την επιθετική στάση της ανδροκρατούμενης πατριαρχικής κοινωνίας που τις περιφρόνησαν θεωρώντας πως με το έργο τους προσβάλλουν τη γυναικεία φύση που είναι προορισμένη για συγκεκριμένους σκοπούς. Βέβαια στην περιοχή της Κρήτης που κυριαρχούσε από αρχαιοτάτων χρόνων η μητριαρχία οι γυναίκες αναδείχθηκαν χωρίς ιδιαίτερα σφοδρές αντιδράσεις δε συνέβη όμως το ίδιο στην Αθήνα, στα Επτάνησα και σε άλλες περιοχές εκτός ελλαδικού χώρου όπου οι γυναίκες κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν το μένος του ανδρικού συγγραφικού και αναγνωστικού κατεστημένου για το απαράδεκτο εγχείρημά τους να ασχοληθούν με ένα τομέα και με μια δραστηριότητα καθαρά για τους άνδρες. Σχετικά με τη θεματολογία και την ποιότητα του συγγραφικού έργου των γυναικών, θα λέγαμε πως μπορεί να σταθεί επάξια δίπλα στων ανδρών με την ίδια ποιότητα υλικό και την αμεσότητα και ζωντάνια στο λόγο. Τόσο τους άνδρες όσο και της γυναίκες συγγραφείς τους απασχολούν τα κλασσικά κοινά θέματα στο ρομαντισμό, δηλαδή, άρνηση του ορθολογικού πνεύματος του διαφωτισμού και την αμφισβήτηση της τυποποίησης του κλασικισμού. Έπειτα στροφή προς την αδέσμευτη, μερικές φορές αχαλίνωτη, φαντασία και το συναίσθημα, το απόλυτο, το συγκινησιακό, το ιδανικό και το υπερβολικό ελκύουν τον ρομαντικό καλλιτέχνη, την επιστροφή στη φύση και το παρελθόν από διάθεση απαισιοδοξίας και μελαγχολίας καθώς και νοσταλγία για τα περασμένα, την τάση για το παράδοξο, το υπερφυσικό και το εξωτικό, το μυστηριώδες, το όνειρο, το ασαφές και το συγκεχυμένο. Βέβαια στις γυναίκες περισσότερο απαντάται η θεματολογία του έρωτα που συνήθως παρουσιάζεται εξιδανικευμένος, μελαγχολικός, ανολοκλήρωτος και καταδικασμένος να αποτύχει διότι συναντάει διάφορα κοινωνικά και ηθικά εμπόδια ενώ οι περισσότερες γυναίκες επικεντρώνονται και στη συγγραφή φλογερών άρθρων που υμνούν τη διεκδίκηση των γυναικείων δικαιωμάτων και τη χειραφέτηση στην Ευρώπη και προτρέπουν και τις Ελληνίδες να δραστηριοποιηθούν περισσότερο στον τομέα της πνευματικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ακόμα κοινά στοιχεία αποτελούν η επικέντρωση τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών συγγραφέων σε θέματα από το ηρωικό παρελθόν της εθνεγερσίας του γένους εναντίον των Οθωμανών με υπέρτατη τιμή τη θυσία για χάρη της πατρίδας και

35 35 την ειδυλλιακή παρουσίαση της φύσης που σαν παρήγορη και έμπιστη φίλη συμπαραστέκεται στις βασανισμένες ψυχές των ερωτευμένων, τους παρηγορεί και τους βοηθάει με τα στοιχεία της στην αίσια έκβαση των μαχών. 3)Κεφάλαιο 3: 3.1)Ελληνικός χώρος(σύμφωνα με τα σύνορα του 1830) δράσης των Ελληνίδων λογίων και συγγραφέων: 3.1.1)Ιστορικό πλαίσιο εμφάνισης των γυναικών στα ελληνικά λογοτεχνικά δρώμενα: Ένα σημείο σταθμός στην ιστορία του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, αποτελεί το γεγονός πως το έτος 1833 η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στην Αθήνα οποία έως τότε παρουσίαζε την εικόνα μιας τούρκικης κωμόπολης με 4000 κατοίκους. Και εικόνα αυτή ελάχιστα διαφοροποιήθηκε τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αι. με αποτέλεσμα η πρωτεύουσα της Ελλάδας «κάθε άλλο παρά ανταποκρινόταν στα οράματα εκείνων που είχαν δει την Επανάσταση σαν την αναγέννηση του κλασικού πνεύματος και του απέδιδαν στη νέα Ελλάδα την εκπολιτιστική αποστολή της αρχαίας Ελλάδας». 62 Στην περίοδο αυτή την τόσο ενδιαφέρουσα, η πόλη των Αθηνών, η τόσο ένδοξη, χαρακτηρίζεται από την έντονη ετερογένεια του πληθυσμού της και προκειμένου να παρουσιάσουμε τις επιρροές που ασκήθηκαν στην ελληνική κοινωνία, έτσι ώστε να δημιουργηθεί αργότερα φεμινιστική συνείδηση καλό θα ήταν να δούμε συνοπτικά τα κυρίαρχα κοινωνικά στρώματα που αναπτύχθηκαν και έδρασαν στην πρωτεύουσα. Καταρχήν, στα προνομιούχα στρώματα άνηκε η βασιλική αυλή μαζί με όλη τη στρατιά των βαυαρών αντιβασιλέων, συμβούλων και στρατιωτικών. Ακολουθούν οι ετερόχθονες Φαναριώτες και άλλες ομάδες εύπορων καλλιεργημένων Ελλήνων, που εγκαθίστανται οριστικά στην Ελλάδα. Η διαμόρφωση της κουλτούρας στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος θα λέγαμε πως στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό στην κοσμοπολίτικη κουλτούρα, στον πλούτο αλλά και στην ικανότητα ενσωμάτωσης των ομάδων αυτών στο νέο κρατικό μηχανισμό. Υπάρχει επίσης η ομάδα των Ελλήνων αστών της διασποράς, οι ομογενείς που έχουν κοινές ρίζες με τους ετερόχθονες και αποτελούν φορείς αστικών ιδεών, αξιών και κοινωνικών σχέσεων. Αυτοί εισάγουν νέα πρότυπα συμπεριφοράς και τρόπων ζωής. Τέλος, δεν θα πρέπει να παραλείψουμε τους προκρίτους και τους προεστούς στους οποίους είχαν προστεθεί και οπλαρχηγοί της Επανάστασης. Αξίζει εδώ να αναφέρουμε ότι οι 62.-Ελένη Βαρίκα, Εξέγερση των Κυριών, Έκδοση, Κατάρτι, Αθήνα, 1996, σελ.35.

36 36 εκπρόσωποι αυτής της τελευταίας κατηγορίας έβλεπαν με δυσπιστία τα δυτικά ήθη και το γόητρο των ετεροχθόνων και των ομογενών. Ουσιαστικά το κυριότερο τμήμα του εγχώριου ελληνικού πληθυσμού που ήταν ο κυρίως Λαός ήταν ο ανδρικός πληθυσμός, ενώ οι γυναίκες ήταν αθέατες σε όλων των ειδών τις εκδηλώσεις. Για άλλη μια φορά ο δημόσιος χώρος στην Ελλάδα καθορίζεται ως χώρος από τον οποίο οι γυναίκες είναι αποκλεισμένες. «Ο αποκλεισμός αυτός δεν ισχύει μόνο για τις γυναίκες των μεσαίων στρωμάτων και της αστικής τάξης, όπως συμβαίνει στις ευρωπαϊκές πόλεις της εποχής. Οι γυναίκες του λαού βρίσκονται σε μεγάλο βαθμό στην ίδια μοίρα. Η απουσία γοργής εκβιομηχάνισης, που θα έσπρωχνε πλατιά στρώματα φτωχών γυναικών στα εργοστάσια, ευνοεί τη δουλειά με το κομμάτι που επιτρέπει στις γυναίκες του λαού να συμμετέχουν στην παραγωγή χωρίς να απομακρύνονται από το σπίτι.» 63 Για την ιστορία του φεμινιστικού κινήματος στην Ελλάδα και την ένταξή του στο παγκόσμιο φεμινιστικό κίνημα υπάρχουν μερικές μελέτες και άρθρα 64. Η θεωρητική ανάλυση εκπροσωπείται ελάχιστα και όχι εξειδικευμένα για τον ελληνικό χώρο: ασφαλώς προηγείται η ιστορική τοποθέτηση και ερμηνεία. Το ελληνικό γυναικείο κίνημα απέκτησε δική του φωνή το 1887, όταν ιδρύθηκε η Εφημερίς των Κυριών από την Καλλιρρόη Παρρέν, με μια ομάδα από συντάκτριες, οι οποίες με άρθρα αλλά και λογοτεχνικά έργα εξέφραζαν και προσπαθούσαν να προωθήσουν τα γυναικεία αιτήματα της εποχής 65. Η εμφάνισή του θέματος στο θέατρο έγινε με τρόπο αρνητικό: με τον αντιφεμινισμό. Το πρώτο κείμενο που σατίριζε τις γυναικείες διεκδικήσεις φαίνεται πως ήταν μια «σκηνή Διδασκαλισσών», το 1895, στην επιθεώρηση του Μίκιου Λάμπρου Άνω κάτω 66. Στην επανάληψη του 1898 της επιθεώρησης Λίγο απ όλα (1894) επίσης του Μίκιου Λάμπρου, προστέθηκε ένα νούμερο που σατίριζε τις σουφραζέτες και ένα συνέδριό τους στο Αγρίνιο Ελένη Βαρίκα, Εξέγερση των Κυριών, Β' Έκδοση, Κατάρτι, Αθήνα, 1996, σελ Βλ. ενδεικτικά Ελένης Βαρίκα, Η εξέγερση των κυριών. Η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα , Κατάρτι, β έκδ., Αθήνα 1996 (α έκδ. 1987): Σάσας Μόσχου-Σακορράφου, Η ιστορία του ελληνικού φεμινιστικού κινήματος, Αθήνα 1990 (με εκτεταμένη βιβλιογραφία). 65 Εκτός από την παραπάνω μελέτη της Βαρίκα, η οποία περιέχει πολλά στοιχεία για το θέμα βλ. επίσης την μελέτη της Μαρίας Αναστασοπούλου, Καλλιρρόη Παρρέν. Η συνετή απόστολος της γυναικείας χειραφεσίας. Ζωή και έργο, Ηλιοδρόμιον, Αθήνα χ.χ. 66 Βλ. Θ. Χατζηπανταζή Λ. Μαράκα, Η αθηναϊκή επιθεώρησις, Α2, Ερμής, Αθήνα 1984, σ. 37, υποσ Οι Χατζηπανταζής Μαράκα αδυνατούν να ταυτίσουν το συνέδριο, οπότε και να χρονολογήσουν την προσθήκη στο κείμενο της επιθεώρησης Λίγο απ όλα. Η Ελένη Βαρίκα (ό.π., σ. 245) το ταυτοποιεί με την έκθεση Έργων και Χειροτεχνίας που οργάνωσε τον Μάιο του 1898 στο Αγρίνιο ο σύλλογος Εργάνη Αθηνά. Το 1898 είναι και η χρονολογία του χειρογράφου του Λίγο απ όλα, το οποίο περιέχει τη σκηνή.

37 37 Βέβαια σχετικά με το λογοτεχνικό τομέα που η εργασία ασχολείται, ο αποκλεισμός των γυναικών αρχίζει να παρουσιάζει κάποια δειλά σημάδια ελαστικότητας. Η ανάγνωση ήταν αυτή που ουσιαστικά καλλιεργούσε το έδαφος για την εμφάνιση ενός γυναικείου τύπου. Μόνη ανάγνωση επέτρεπε στις γυναίκες να παρακολουθούν και να συμμερίζονται τις πνευματικές ανησυχίες των σύγχρονων ανδρών. Διαβάζοντας κάθε λογής βιβλία και περιοδικά στις πατρικές βιβλιοθήκες, οι γυναίκες του χώρου της μικροαστικής και της μεσοαστικής διανόησης άρχισαν να κατανοούν και να ενδιαφέρονται για τις ανδρικές συζητήσεις. Έχουν καταγραφεί αρκετές καίριες για την έρευνα μαρτυρίες σχετικά με το περιεχόμενων κειμένων που διαβάζονταν από ελληνίδες, ανάγνωση όπως <<η παιδαγωγός και συγγραφέας Πολύτιμη Κουσκούρη ( ) που οικογένειά της της απαγόρευε συστηματικά το διάβασμα γιατί την αποσπούσε από το εργόχειρο της, και η νεαρή Φωτεινή Οικονομίδου, που έκρυβε τα ποιήματα της κάτω από τα μαθητικά της τετράδια. Στη συνέχεια οι πρώτες γενιές των γυναικών συγγραφέων χρειάστηκε να αγωνιστούν σκληρά για να ξεπεράσουν τα κοινωνικά και τα οικογενειακά εμπόδια που είχαν να αντιμετωπίσουν. Ακόμη και όταν το οικογενειακό περιβάλλον δεν ήταν εχθρικό στις πνευματικές τους ασχολίες, οι περισσότερες γυναίκες δεν συγκέντρωναν δύο βασικές για το γράψιμο προϋποθέσεις, που διέθεταν οι περισσότεροι άνδρες συγγραφείς : ένα χώρο δικό τους και ελεύθερο χρόνο>> 68. Φαίνεται λοιπόν πως στην άσκηση και εκδήλωση των γυναικών στη λογοτεχνική γραφή πάντοτε περιφέρεται μια συνεχή και αδιάκοπη καταπίεση των δυνατοτήτων τους σαν κάτι τέτοιο να αποτελεί την πρώτη μαρτυρία της αναζήτησης μιας αυτόνομης ταυτότητας από τις γυναίκες την πρώτη ρητή έκφραση του γυναικείου εγώ ως συνειδητού υποκειμένου. «Έτσι, την περίοδο αυτή η προ πολλού ηθική και κοινωνική καταξίωση της ποίησης, και όπως επισημαίνει Παναγιώτης Μουλλάς, καθιέρωσή της με τους διαγωνισμούς, σαν επίσημος και εθνοφιλής θεσμός, η απήχηση του ρομαντισμού στις ενδιάθετες τάσεις του ελληνικού ψυχισμού, αντίληψη των ίδιων των γυναικών ότι ποίηση, και μάλιστα η ρομαντική αρμόζει περισσότερο σ αυτές παρά στους άνδρες και η γενική κατακραυγή εναντίον του μυθιστορήματος, είναι οι πιθανότεροι λόγοι που στρέφουν τις γυναίκες προς τον ποιητικό λόγο.» 69. Αυτό που χαρακτηρίζει τη θεματολογία των πρώτων γυναικών συγγραφέων, συμπίπτει με την αντίστοιχη ανδρική λογοτεχνική θεματολογία του ρομαντικού Ελένη Βαρίκα.«Μια δημοσιογραφία στην υπηρεσία της γυναικείας φυλής», Διαβάζω, αρ Σεπτέμβριος σελ Ελένη Λιανοπούλου, «Η γυναίκα λογοτέχνης τον 19 και 20 αιώνα». Περιφερειακό Συνέδριο Γυναίκα καχ Λογοτεχνία, Κομοτηνή 1995, σελ.21.

38 38 κινήματος του 19 ου αιώνα και χαρακτηρίζεται από τις αναφορές στη φύση, στη θρησκεία, στον έρωτα, στην πατρίδα. Τα χαρακτηριστικά των ποιημάτων τους είναι τα υπερβολικά συναισθήματα απαισιοδοξίας και μελαγχολίας στα όρια του πενθισμού και της θανατολαγνείας, το ρητορικό και πομπώδες ύφος λόγου, ο στόμφος, η μεγαληγορία, οι πλατειασμοί, οι χασμωδίες και οι υπερβολές της αρχαϊστικής καθαρεύουσας. Ο έρωτας αποτελούσε απαγορευμένο συναίσθημα που είναι συνήθως ιδανικός, ανεκπλήρωτος και καταδικασμένος να αποτύχει. Από τις πρώτες κιόλας συγγραφικές λογοτεχνικές αράδες της θεματολογίας τους αμέσως καταλαβαίνουμε πως οι πρώτες γυναίκες ποιήτριες έγραφαν με ένα τρόπο αντίστασης ακόμα και στις πιο ακραίες συνθήκες εγκλεισμού των γυναικών, όπως δείχνει για παράδειγμα η Αυτοβιογραφία της Ελισάβετ Μαρτινέγκου. Όπως γράφει η Ελένη Βαρίκα (1988, σ. 7), «το γράψιμο αποτελεί ένα από τα πρώτα μέσα διερεύνησης μιας αυτόνομης γυναικείας ταυτότητας. Μια πρακτική ετερόδοξη, όχι μόνο γιατί αποσπά τις γυναίκες από τα οικογενειακά τους καθήκοντα, αλλά γιατί οδηγεί στην ενδοσκόπηση, στη διερεύνηση της ατομικότητας, αλλά πάνω απ όλα γιατί όσο και αν είναι ιδιωτικό και κρυφό, κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να εξελιχθεί σε συγγραφική δραστηριότητα, οδηγώντας τις γυναίκες στον απαγορευμένο δημόσιο χώρο.» 70. Η περιήγησή αυτή στο γυναικείο ελληνικό λογοτεχνικό κόσμο θα ξεκινήσει από την περίπτωση της Καλλιρρόης Σιγανού Παρρέν 71 της πρώτης επαναστάτριας φεμινίστριας που κήρυξε την φεμινιστική αντεπίθεση ενάντια στην σκληρή ανδροκρατία της εποχής που έζησε. Ήταν δημοσιογράφος και εκδότρια. Η Καλλιρρόη Σιγανού, που αργότερα έμεινε γνωστή με το επώνυμο Παρρέν, γεννήθηκε σε ένα χωριό του Ρεθύμνου το Σε ηλικία έξι χρόνων, ο πατέρας της Στυλιανός Σιγανός την πήρε από την Τουρκοκρατούμενη Κρήτη για να εγκατασταθούν στην Αθήνα. Έγινε πρόεδρος της Επιτροπής Κρητών Προσφύγων στην Αθήνα και φρόντισε η κόρη του να λάβει επιμελημένη μόρφωση. Η Καλλιρρόη πέρασε τα σχολικά της χρόνια στη Σχολή Σουρμελή στον Πειραιά και στη γαλλική Σχολή Καλογραιών. Το 1878 αποφοίτησε από το Αρσάκειο, έχοντας πάρει το πτυχίο της δασκάλας. Τα δύο επόμενα χρόνια της τα πέρασε στην Οδησσό της Ρωσίας, ως διευθύντρια στο παρθεναγωγείο της ελληνικής κοινότητας. 70 Ελένη Βαρίκα, Μια δημοσιογραφία στην υπηρεσία της γυναικείας φυλής άρθρο στο περιοδικό Διαβάζω 1988 σελ Γεννημένη το 1861 στα Πλατάνια Αμαρίου στο Ρέθυμνο της Κρήτης, έφυγε έξι χρόνια μετά, το 1867, και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ο πατέρας της, Στυλιανός Σιγανός, ήταν πρόεδρος της Επιτροπής Κρητών Προσφύγων. Αφού πέρασε τα σχολικά της χρόνια στη Σχολή Σουρμελή στον Πειραιά και ύστερα στην γαλλική Σχολή Καλογραιών, αποφοίτησε τελικά το 1878 από το Αρσάκειο με βαθμό «άριστα». Αμέσως μετά την αποφοίτησή της, για δύο χρόνια έγινε διευθύντρια του παρθεναγωγείου της ελληνικής κοινότητας στην Οδησσό. Πηγή: Πάπυρος Λαρούς Μπριττάνικα τ.48ος, σ.221.

39 39 Επιστρέφοντας στην Αθήνα, γνώρισε τον Κωνσταντινοπολίτη δημοσιογράφο γαλλικής καταγωγής, Ιωάννη Παρρέν, τον οποίο και παντρεύτηκε. Ο άντρας της έγινε αργότερα ο ιδρυτής και ο πρώτος διευθυντής του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων. Εκείνος μάλιστα ήταν που την ενθάρρυνε να ακολουθήσει το επάγγελμα της δημοσιογραφίας και τη συνέστησε στους ανθρώπους του χώρου. «Παρακολουθούσα τας συζητήσεις των δημοσιογράφων και σιγά σιγά εξύπνησε μέσα μου και πάλιν ο πόθος να γράψω, όπως αυτοί, όχι μόνον για τον εαυτόν μου αλλά και για τους άλλους», έλεγε χρόνια μετά η πρωτοπόρος Καλλιρρόη Παρρέν. Ήταν 9 Μαρτίου του 1887, όταν εκδόθηκε στην Ελλάδα η πρώτη γυναικεία εφημερίδα. Η «Εφημερίς των Κυριών» ήταν ιδέα της Καλλιρρόης Παρρέν, που υπήρξε μια από τις πρώτες Ελληνίδες φεμινίστριες. Εκείνη, επηρεασμένη από τον αγώνα των Σουφραζετών, δημιούργησε ένα έντυπο αποκλειστικά για κυρίες. Τη συγγραφική ομάδα συγκρότησαν γυναίκες του πνεύματος και της τέχνης, που επεδίωκαν μέσω της εφημερίδας, ίσα δικαιώματα στην εκπαίδευση και την εργασία. Η Παρρέν εκτός από εκδότρια, διεκδίκησε επάξια και τον τίτλο της πρώτης Ελληνίδας δημοσιογράφου, γράφοντας καυστικά κείμενα με το ψευδώνυμο «Εύα Πρενάρ» (αναγραμματισμός του επιθέτου της). «Η Ελληνίς δύναται να αναλάβη τον της αναπτύξεώς της αγώνα μόνη, χωρίς την συνδρομήν του ανδρός. Διότι ούτος αδιαφορεί και εν τω εγωισμώ του εν επιθυμεί και θέλει, την δουλικήν υποταγήν της γυναικός εις τα νεύματά του», έγραφε στο πρώτο φύλλο της εφημερίδας η ελληνίδα εκδότρια. Στόχος της εφημερίδας ήταν να προωθήσει στην Ελλάδα τους φεμινιστικούς προβληματισμούς που ήδη απασχολούσαν τις γυναίκες των δυτικοευρωπαϊκών κρατών και να αφυπνίσει τις συνειδήσεις των γυναικών της τότε εποχής. Σημείο σταθμός στην πολύπλευρη καριέρα της αποτέλεσε το έτος 1893 όταν αντιπροσώπευσε τις Ελληνίδες στο Διεθνές φεμινιστικό συνέδριο του Σικάγου και όταν επέστρεψε ίδρυσε την «Ένωση υπέρ της Χειραφετήσεως των Γυναικών». Μετά από δικά της διαβήματα, η κυβέρνηση Θ. Δηλιγιάννη επέτρεψε τη φοίτηση των γυναικών στο Πανεπιστήμιο και το Πολυτεχνείο. Η Παρρέν ήταν η πρώτη που ανακίνησε το θέμα της παραχώρησης δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες, ήδη από τη δεκαετία του 1890, που όμως έγινε πραγματικότητα μόνο μετά από 70 χρόνια. Έγραψε άρθρα, δοκίμια, μυθιστορήματα και θεατρικά έργα με βασικό θέμα πάντα τη θέση της γυναίκας: Ιστορία της γυναικός (1889), Η μάγισσα (1901), Το νέον συμβόλαιον (1901), Η νέα γυναίκα, Η Χειραφετημένη (1915) και Επιστολές Αθηναίας προς Παρισινή. Το 1992, πενήντα δύο χρόνια μετά τον θάνατό της, η Καλλιρρόη Παρρέν τιμήθηκε από την Ελληνική Δημοκρατία με τα αποκαλυπτήρια της προτομής της στο Α Νεκροταφείο Αθηνών. Η Καλλιρρόη Παρρέν υπήρξε µεγάλη φεµινίστρια, η οποία ίδρυσε το Κυριακόν Σχολείον των Εργατίδων, όπου παρήχετο στοιχειώδηςεκπαίδευση στα

40 40 εργαζόµενα κορίτσια. Η Παρρέν τόνιζε ότι «η µόρφωση της γυναίκας του λαού αποτελεί τον κυριότερον παράγοντα της εξηµερώσεως του Έθνους» 72. Ιδρύθηκαν πολλά Παρθεναγωγεία για τη µόρφωση των κοριτσιών όπου δίδασκαν γυναίκες, π.χ. Το Παρθεναγωγείον της Κωνσταντινουπόλεως «ΖΑΠΠΕΙΟΝ» 1875 και πολλά άλλα Παρθεναγωγεία στην Τουρκία, όπου διέπρεψε η Καλλιόπη Κεχαγιά, δασκάλα µε άρτια µόρφωση, η οποία ερχόµενη στην Ελλάδα ίδρυσε το Σύλλογο Κυριών υπέρ της γυναικείας παιδεύσεως 73. Η ίδρυση Παρθεναγωγείων 74 καταδεικνύει την αύξηση του αριθµού των γυναικών που µορφώνονταν και στη συνέχεια πρόσφεραν στην κοινωνία, όπως οι: Ευθαλία Αδάµ, Ελένη Στρούβαλη, Σωτηρία Αλιµπέρτη, Μαρίκα Παπαριστείδου, Ευφροσύνη Αντωνιάδου κ.ά. Το σημαντικότερο ωστόσο συγγραφικό και εν μέρει δημοσιογραφικό της επίτευγμα αποτέλεσε ασφαλώς η έκδοση της Εφημερίδας των Κυριών η οποία κυκλοφορούσε εβδομαδιαία μέχρι και το 1907 και συνέχισε να κυκλοφορεί ανά δεκαπενθήμερο για άλλα δέκα χρόνια. Υπήρξε το μακροβιότερο ελληνικό γυναικείο περιοδικό του 19ου αιώνα. Αυτό που ξεχωρίζει την Εφημερίδα των Κυριών ως γυναικείο έντυπο είναι ότι οι συντάκτες της είναι αποκλειστικά γυναίκες. Ο αποκλεισμός των ανδρών από τις στήλες του περιοδικού υπήρξε απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσουν οι γυναίκες να χαράξουν το δικό τους στίγμα. Οι πιο τακτικές συντάκτριες της Εφημερίδος των Κυριών ανήκουν στο χώρο της γυναικείας εκπαίδευσης, ένα χώρο που έδινε τη δυνατότητα στις γυναίκες να αναπτύξουν μεταξύ τους σχέσεις φιλίας και συνεργασίας 75. Αρκετές ήταν η γυναίκες λογίες της εποχής που συνεργάστηκαν με την Εφημερίδα των Κυριών με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα που φιγουράριζαν στα κυριότερα άρθρα του εντύπου να είναι αυτά της ποιήτριας και παιδαγωγού Σαπφούς Λεοντιάδος, οι ποιήτριες Μαριέττα Μπέτσου, Μαρίκα Πίπιζα, Βιργινία Ευαγγελίδου, Μαρίκα Φιλιππίδου και Ξανθίππη Καλοστύπη. Ακολουθούν οι εκπαιδευτικοί Αγαθονίκη Αντωνιάδου, Ειρήνη Λαχανά, Σωτηρία Αλιμπέρτη (Ατθίς), Ειρήνη Ζαβιτσιάνου και Ελένη Γεωργιάδου, η Παναγιώτα Λιούρδη, η Φλωρεντία Φουντουκλή, η Κρυσταλία Χρυσοβέργη, η πεζογράφος Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, η Μαριάνθη Ηλιοπούλου και η Ειρήνη 72 Γ. Καιροφύλλας, Η Αθήνα και οι Αθηναίοι , Αθήνα: Τυπογραφείον Ι. Α. ασκαλάκη, χ.χ., σ Κ. Ξηραδάκη (1972), Από τα Αρχεία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Παρθεναγωγεία και ασκάλες του Υπόδουλου Ελληνισµού, τόµος Α, Αθήνα, σ Παρθεναγωγείο Επιβατών Θράκης, Ραιδεστού, Σηλυβρίας, όπου δίδαξε η λογοτέχνης και εκπαιδευτικός Αλεξ. Παπαδοπούλου ( ), Παρθεναγωγείο Φιλιππουπόλεως, Κορυτσάς, Στενηµάχου, Πρεµετής, Μοσχοπόλεως, Παρθεναγωγεία Κύπρου µε δασκάλες και διευθύντριες τις Ελένη Χρήστου, Ερατώ Καρύκη, Τριανταφυλλιά Οικονόµου κ.ά. 75 Δαλακούρα, «Λόγοι για την εκπαίδευση.», ό.π., σ. 131.

41 41 Nικολαΐδου. Οι αναγνώστριες συμμετείχαν ενεργά μέσα από την στήλη της αλληλογραφίας, αφού προτείνουν θέματα προς εμπλουτισμό της ύλης και κάνουν προτάσεις για συνεργασίες. 76 Μέσα σε ένα διάστημα τριών χρόνων δηλαδή από το 1900 έως και το 1903 η Καλλιρόη Παρρέν έγραψε τρία μυθιστορήματα τα οποία αποτέλεσαν μία τριλογία για τη θέση της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία. Την τριλογία αυτή ονόμασε Τα βιβλία της Αυγής. Ο τίτλος αυτός είναι συμβολικός καθώς αναφέρεται στην άποψη της συγγραφέως για την αυγή της νέας εποχής της ισότητας και της δικαιοσύνης ανάμεσα στα δύο φύλα. Στα έργα αυτά η Καλλιρρόη Παρρέν εκθέτει τόσο τον μεσαιωνικό ρόλο, που η ελληνική κοινωνία περίμενε να παίξουν οι γυναίκες όσο και τη δική της θέση για το γενναίο, νέο κόσμο στον οποίο η ισότητα των δύο φύλων θα έφερνε ευτυχία στο ανθρώπινο είδος. Μία εποχή στην οποία άνδρες και γυναίκες θα απολάμβαναν ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση και την εργασία. Τα τρία αυτά έργα της τριλογίας είναι: Η Χειραφετημένη, Η Μάγισσα και το Νέο Συμβόλαιο. Θα πρέπει σε αυτό το σημείο να τονισθεί ιδιαίτερα πως στην Καλλιρόη δόθηκε δίκαια ο τίτλος της πρώτης γυναίκας πεζογράφου της σύγχρονης και μοντέρνας Ελλάδας των αρχών του 20 ου αιώνα. Ήταν οραματίστρια και πρότεινε μια ριζική κοινωνική αλλαγή βασισμένη στα φεμινιστικά ιδανικά, που δεν αφορούν αποκλειστικά τη σχέση του άνδρα με τη γυναίκα αλλά προσέφερε ένα νέο μοντέλο για τη Γυναίκα, Μητέρα που υιοθετεί μια πιο ελεύθερη ανατροφή για τα παιδιά. Όλες αυτές τις απόψεις της που ουσιαστικά αποτέλεσαν γι αυτήν στάση ζωής εξέθετε η Παρρέν περίπου για τριάντα συνεχή χρόνια σε άρθρα της στην Εφημερίδα των Κυριών, η πρώτη εφημερίδα στην Ελλάδα, που επεξεργάζεται ένα πρόγραμμα και μια στρατηγική για τη γυναικεία χειραφέτηση. 77 Έπειτα ακολουθεί μια ευχάριστη περιδιάβαση στον πολύ ενδιαφέροντα χώρο της γυναικείας λογοτεχνίας δημιουργίας, επικεντρωνόμαστε στην μυθιστοριογράφο και πρώτη σημαντική ελληνίδα πεζογράφο τη Μαρία Μηχανίδου. Η Μαρία Μηχανίδου πρωτοεμφανίστηκε στο χώρο των ελληνικών γραμμάτων το 1874 με την έκδοση της τραγωδίας Ο προδότης ιερεύς στην Αλεξάνδρεια. Η Μαρία Π. Μηχανίδου (γεν. γύρω στα 1855), έζησε πρώτα στην Αλεξάνδρεια και αργότερα στον Πειραιά και ανήκει στις πρωτοποριακές γυναικείες φωνές της λογοτεχνίας µας. Πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1874 µε το θεατρικό έργο Ο Προδότης Ιερεύς, "τραγωδία εις πέντε πράξεις" 78, ενώ το μοναδικό της μυθιστόρημα, Η Καρτερία του Παύλου (Αθήνα 1875), που φαίνεται να 76 Ριζάκη, Οι «γράφουσες» Ελληνίδες, ό.π., σ Ελένη Βαρίκα, Εξέγερση των Κυριών, Β' Έκδοση, Κατάρτι, Αθήνα, 1996, σελ Μαρία Π. Μηχανίδου, Ο Προδότης Ιερεύς, τραγωδία εις πέντε πράξεις, Αλεξάνδρεια 1874.

42 42 είναι το πρώτο μυθιστόρημα ελληνίδας, το ακολούθησαν ακόμη τέσσερα θεατρικά 79 και µία νουβέλα µε τον τίτλο Η ωραία Οθωµανίς (1888). Στον πρόλογο του βιβλίου αναφέρεται πως η συγγραφέας ζούσε τότε στην Αλεξάνδρεια και η ερευνήτρια Σοφία Ντενίση τοποθετεί τη γέννησή της γύρω στο 1855 και αναφέρει μια πιθανή καταγωγή της από τον Μεσσήνιο Φιλικό Παναγιώτη Μηχανίδη. Στην ίδια πόλη τυπώθηκε και το δεύτερο θεατρικό έργο της (Η εσχάτη ένδεια, η ελληνική αριστοκρατία και ο βρικόλακας το1879), ενώ έργα της εκδόθηκαν επίσης στην Αθήνα, τη Μασσαλία και την Κωνσταντινούπολη. 80 Πολύ χαρακτηριστικός για την λογοτεχνική έρευνα είναι ό πρόλογος ο οποίος απαντάται στο πολύ ενδιαφέρον δράμα της Ο ψευδοϊερεύς Ιουδαίος την τοποθετεί στον Πειραιά. Από μόνο του το γεγονός της ενασχόλησής της με τη συγγραφή σε μια εποχή κατά την οποία η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού γυναικείου πληθυσμού ήταν αναλφάβητη, είναι αρκετό για να υποτεθεί πως η Μηχανίδου ανήκε στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα (υπόθεση υπέρ της οποίας συνηγορούν και οι αφιερώσεις των έργων της σε γνωστές πολιτικές προσωπικότητες της εποχής). Στο χώρο της πεζογραφίας έγραψε το μυθιστόρημα Η καρτερία του Παύλου και το διήγημα Η ωραία Οθωμανίς. Ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά τα οποία μπορεί να συναντήσει η έρευνα στη γραφή της Μηχανίδου είναι ο κοινωνικοπολιτικός (προσανατολισμένος αρχικά στο χώρο του ορθόδοξου κλήρου) προβληματισμός, με έμφαση στη ζωή του ελληνισμού των παροικιών (Αίγυπτος, Μασσαλία) αλλά και των ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. Το σύνολο του έργου της τοποθετείται χρονικά στο δεύτερο μισό του προηγούμενου αιώνα, εποχή κατά την οποία κυριάρχησε στον ελληνικό χώρο το ευρωπαϊκό λογοτεχνικό ρεύμα του ρομαντισμού. 81 Η υπόθεση των δύο πεζών της έργων που αναφέρθηκαν παραπάνω, διαδραματίζεται στο Κάιρο, του µεν μυθιστορήματος στο περιβάλλον του εκεί ελληνικού υπόκοσμου 82, της δε νουβέλας στην κοινωνία των πλούσιων Μωαμεθανών. Τα έργα αυτά χαρακτηρίζονται από τη ζωντάνια των διαλόγων και από τα κωμικά στοιχεία που περιέχουν. Η συγγραφέας κριτικάρει µε δριμύτητα διάφορα κοινωνικά φαινόμενα (γάμος, προίκα)και σατιρίζει ορισμένα πρόσωπα και κοινωνικές ομάδες (διεφθαρμένους ιερείς, αριστοκράτες). 79 Μαρία Π. Μηχανίδου, Η εσχάτη Ένδεια, δράµα απολήγον εις κωµωδίαν ή Ελληνική Αριστοκρατία και ο Βρυκόλακας, Εν Αλεξάνδρεια 1879, Μα Εψευρεσις Γάµου, κωµωδία εις πράξεις τρεις, εν Κωνσταντινουπόλει 1881, Ο ψευδοιερεύς Ιουδαίος, Αθήνα 1886, που αποτελεί διασκευή του πρώτου της θεατρικού, Ο Προδότης Ιερεύς (1874), Η Ανθρωποθυσία παρά τοις Ιουδαίοις, εν Αθήναις Ντενίση Σοφία, «Μαρία Π. Μηχανίδου», Η παλαιότερη πεζογραφία μας Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοε ( ), σ Αθήνα, Σοκόλης, Ντενίση Σοφία, «Μαρία Μηχανίδου: Μια πρωτοπόρος της γυναικείας λογοτεχνίας μας», Πρόγραμμα της παράστασης του έργου της Μηχανίδου Νέα εφεύρεσις γάμου από το θίασο Χορίκιος, την περίοδο 1/11-18/12/1994 στο Δημοτικό Θέατρο Καλλιθέας. 82 Αναφέρεται στη ζωή και σης περιπέτειες ενός έλληνα τυχοδιώκτη στην Αίγυπτο. Η Σ. Ντενίση συγκρίνει το έργο µε τον Ολιβερ Τουίστ του Κάρολου Ντίκενς, το οποίο ίσως να αποτέλεσε πρότυπο της Καρτερίας του Παύλου: και οι δύο ήρωες, ουσιαστικά αντι-ήρωες, εµφανίζουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά, (βλ. Ντενίση 1996, σσ ).

43 43 Η συγγραφέας Σοφία Ντενίση η οποία ανέσυρε το έργο της Μηχανίδου από τη λησμονιά, θεωρεί το τρίτο θεατρικό της, την κωμωδία Μια εφεύρεσις γάμου, (1881), ως το "αρτιότερο έργο της", µε το οποίο "το δραματουργικό της ταλέντο θα φτάσει στην καλύτερη στιγμή του..." και " η γνήσια κωμική φλέβα της συγγραφέως βρίσκει την πλήρη έκφραση της σε µια εξ ολοκλήρου κωμωδία." 83 Το έργο της Μηχανίδου, κατά τη Ντενίση, "υπερέχει αισθητά από πολλά ρομαντικά πεζογραφήματα των αρρένων συναδέλφων της κατά το ότι ασχολείται µε τον κοινωνικό προβληματισμό, φανερώνοντας µια γυναίκα έξυπνη, καλλιεργημένη, βαθιά ανθρώπινη, που γράφει µε την επιθυμία να συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός καλύτερου κόσμου." Στη συνέχεια ακολουθεί η ενδιαφέρουσα περίπτωση της Ευγενίας Ζωγράφου. Η Ευγενία Ζωγράφου γεννήθηκε στο Ναύπλιο, κόρη του Λυκούργου Ζωγράφου. Σε παιδική ηλικία εγκαταστάθηκε με την οικογένειά της στην Αθήνα, όπου φοίτησε στο Παρθεναγωγείο και, μαθήτρια ακόμη, δημοσίευσε το ποίημα Η Μπίλιω, μετά από παρότρυνση του Αριστομένη Προβελέγγιου.Δημοσίευσε διηγήματα, μυθιστορήματα, θεατρικά έργα, δοκίμια, μελέτες και άρθρα. Διευθύντρια του περιοδικού εντύπου Ελληνική Επιθεώρησις, οργάνου της Καλλιτεχνικής Συντροφιάς, συνεργάστηκε επίσης με τα έντυπα Ακρόπολις, Σκριπ, Άστυ, Ατλαντίς, Εμπρός κ.α. 84 Κατά τη διάρκεια του Α Βαλκανικού Πολέμου του 1912 εργάστηκε ως εθελόντρια νοσοκόμα, ενώ από το 1921 ως το 1922 διετέλεσε διευθύντρια του στρατιωτικού περιοδικού Νίκη με εντολή του Υπουργείου Εξωτερικών. Η τελευταία μνεία στο όνομά της ως διευθύντριας της Ελληνικής Επιθεωρήσεως υπάρχει στο τεύχος του Ιανουαρίου του 1946, όπου αναγράφεται και η διεύθυνσή της στην Αθήνα, Μενάνδρου Θα παρουσιαστεί εδώ στο πρώτο θεατρικό της έργο, το τρίπρακτο δράμα Η Μοναχή, ιστορικό, βυζαντινής εποχής, πρωτοπαίχτηκε το 1894 σε θέατρο της πλατείας Ομονοίας από το θίασο της Ευαγγελίας Παρασκευοπούλου και η επιτυχία του ήταν τόσο μεγάλη ώστε οι παραστάσεις επαναλήφθηκαν και το Το ίδιο πετυχημένες ήταν και οι παραστάσεις του δεύτερου ιστορικού της δράματος, της Κλεφτοπούλας, που αναφερόταν στον ξεσηκωμό του 21 και «ανέβηκε» για πρώτη φορά στο θέατρο Νεαπόλεως το Τα πέντε θεατρικά που ακολούθησαν, Ο Εξιλασμός, Όταν λείπει το χρήμα, Η Τζένη με το γέλιο της, Το στοίχημα και το μονόπρακτο Η Άνοιξη, ήταν κοινωνικά δράματα δύο απ αυτά μεταφράστηκαν στ αγγλικά και γαλλικά κι ένα στα ιταλικά, 83 Σοφία Ντενίση, Μαρία Π. Μηχανίδου, µια πρωτοπόρος της γυναικείας λογοτεχνίας µας, στο πρόγραµµα της πρώτης παράστασης της κωµωδίας της Μαρίας Μηχανίδου Νέα εφεύρεσις γάµου, στην Αθήνα, στις 9 Νοεµβρίου 1994, στο ηµοτικό Θέατρο Καλλιθέας, από τον "Χορίκιο" του Γιώργου Γαλάντη. 84 Ιωαννίδου Μαριέττα, «Η Γκούραινα της Ευγενίας Ζωγράφου Ένα αγνοημένο μυθιστόρημα μιας λησμονημένης συγγραφέως», Διαβάζω363, 5/1996, σ Σταμάτης Κώστας Μιχ., «Ζωγράφου Ευγενία», Πελοποννησιακή λογοτεχνία Η λογοτεχνία της Αργολίδας, σ.221. Αθήνα, Γαβριηλίδης Βλάσης, Κρίσεις επί των φιλολογικών έργων της Ευγενίας Ζωγράφου. Αθήνα, 1907.σελ

44 44 ενώ το Όταν λείπει το χρήμα ξανανέβηκε το 1912 στο Θέατρο της Κυβέλης. Το κοινό αποθέωνε τη συγγραφέα καλώντας τη στη σκηνή και στεφανώνοντας τη με άνθη, ενώ οι κριτικοί της εποχής την αποκαλούσαν «Ελληνίδα Γεωργία Σάνδη». 87 Συμπερασματικά στα δεκατέσσερα διηγήματά της που δημοσιεύτηκαν στις τρεις ομώνυμες συλλογές, δεσπόζουν τα γυναικεία πρόσωπα, νεαρής κυρίως ηλικίας, που ζουν στην Αθήνα, στη με πολύ γοργό ρυθμό μεταλλασσόμενη κοινωνία της τελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα. Τα δύο βασικά θεματικά μοτίβα, που αποτελούν «κοινό τόπο» στα περισσότερα διηγήματα της Ζωγράφου. Πρώτον είναι, η εξαρτημένη θέση και η παθητική στάση των γυναικών στην οικογένεια, στον έρωτα, στην κοινωνία και, δεύτερον, η κοινωνική αδικία που συντελείται λόγω της εκμετάλλευσης των αδύναμων και φτωχών από μερικούς αδίστακτους και επιτήδειους. Η Ζωγράφου συμμερίστηκε από νωρίς τις προσπάθειες για την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας, που μετά τον πόλεμο του 1897 θα βρουν υποστήριξη απ όλους τους νέους λογοτέχνες. 88 Κατά τη διάρκεια του έτους 1904, τρία χρόνια πριν αρχίσει την έκδοση της Ελληνικής Επιθεώρησης 89, εκδίδει το 717 σελίδων ιστορικό μυθιστόρημα Η Γκούραινα, ήτοι η γυναίκα του στρατηγού Γκούρα, το οποίο πρέπει να είχε νωρίτερα δημοσιευτεί ως επιφυλλίδα, όπως υποθέτω από μια σύντομη σημείωση στο τέλος του βιβλίου. Η Γκούραινα αναφέρεται στην εποχή του Αγώνα, συγκεκριμένα στην περίοδο , με βασική πρωταγωνίστρια, όπως μαρτυρά και ο τίτλος, την κοτσαμπασοπούλα Ασημίνα Λοιδωρίκη, που αγαπά τον φτωχό κι ορφανό Γιώτη Κότσαρη. Ο πατέρας και ο αδελφός της την αναγκάζουν να παντρευτεί τον Γιάννη Γκούρα, φρούραρχο της Ακρόπολης. Με τις περιπλανήσεις του Γιώτη και του Γκούρα τα γυναικεία πρόσωπα κινούνται κυρίως σε εσωτερικούς χώρους ο παντογνώστης αφηγητής έχει την ευκαιρία να περιγράψει σημαντικά ιστορικά γεγονότα της Επανάστασης, με στοιχεία που, όπως αναφέρει η συγγραφέας σε υποσημειώσεις, δανείζεται από τον Σουρμελή και τον Βλαχογιάννη. Μέσα από την πλοκή που ξετυλίγει την κεντρική ιστορία ενσωματώνονται και άλλες δύο δευτερεύουσες, η μια «με πρωταγωνιστές τον ήρωα Νικόλαο Σαρρή και 87 «Ζωγράφου Ευγενία», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας7. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. Η Μοναχή. [1894] (θίασος Ευαγγελίας Παρασκευοπούλου). Ο εξιλασμός. [1895] (θέατρο Παράδεισος). Η κλεφτοπούλα. [1899] (θέατρο Νεαπόλεως). Όταν λείπει το χρήμα. [1908]. Η Τζένυ με το γέλιο της. Το στοίχημα. Η Άνοιξη. 88 Ιωαννίδου Μαριέττα, «Το πρώτο ιστορικό μυθιστόρημα γραμμένο από γυναίκα», Νέα Εστία137, 1η/5/1995, ετ.ξθ, αρ.1628, σ Ελληνική Επιθεώρησις: μηνιαίον περιοδικόν, Τόμος Γ', Τεύχος 28 Εκ των τυπογραφείων της εφημερίδος "Αθήναι" 1910.

45 45 την Τουρκάλα αγαπημένη του και η άλλη με κάποιον Γάλλο φιλέλληνα και την Ελληνογαλλίδα κόρη ενός προξένου. Τα νήματα των τριών αυτών ιστορικών πλέκονται τεχνικά μεταξύ τους και μετά το θάνατο του Σαρρή και του Γκούρα και την ανάληψη της αρχηγίας του Κάστρου από την ηρωική Γκούραινα, οι υπόλοιποι πρωταγωνιστές συναντιούνται στην Ακρόπολη και συμπορεύονται προς το τραγικό, για τους περισσότερους απ αυτούς τέλος. Το μυθιστόρημα έχει όλα τα «κλασικά» χαρακτηριστικά ενός ιστορικού μυθιστορήματος: χρονική απόσταση ανάμεσα στο συγγραφέα και στον ιστορικό χρόνο της αφήγησης, αληθινό ιστορικό πλαίσιο, ο κεντρικός πρωταγωνιστής ο Γιώτης είναι πρόσωπο πλασματικό και όχι ιστορική προσωπικότητα, αναπαριστά τις συνήθειες και τη νοοτροπία της περιόδου στην οποία αναφέρεται. 90 Τώρα η έρευνα επικεντρώνεται σε άλλη μια σημαντική λογία συγγραφέα αλλά και εκδότρια της εποχής που εξετάζουμε και αυτή δεν είναι άλλη από την Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου. Η Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου, γεννήθηκε στην Σκύρο γύρω στα Ο δάσκαλος του τοπικού Σχολείου αναγνώρισε την ευφυΐα της και πίεσε τον πατέρα της να την αφήσει να παρακολουθήσει τα μαθήματα του Σχολείου μαζί με τα αγόρια. "Η μόνη κόρη διακριθείσα μεταξύ πάντων των αρρένων συμμαθητών". Σαν μαθήτρια την γνώρισε ο Σαμαρτζίδης όταν για κάποιο λόγο βρέθηκε στη Σκύρο και την ζήτησε από τον πατέρα της σε γάμο. Εκείνος αρνήθηκε λόγω του νεαρού της ηλικίας της, αλλά ο Σαμαρτζίδης μετά από έναν χρόνο επανήλθε στη Σκύρο, όπου την νυμφεύθηκε σε ηλικία 16 ετών. Η Ευφροσύνη τώρα συνέχισε ιδιωτικά τις σπουδές της με δύο δασκάλους που προσέλαβε ο σύζυγός της, οι οποίοι καθοδήγησαν την φιλομάθειά της προς την λογοτεχνία και την ποίηση.το 1845 η ενεργητικότητά της αυτή βρήκε διέξοδο στην έκδοση του περιοδικού "Κυψέλη" 91 στην Κωνσταντινούπολη. Κατά την παραμονή της στη Λάρισα "η κυρία Σαμαρτσίδου ού μόνον κάτοχος ικανής παιδείας είναι αλλά και Παρθεναγωγείον ιδία αυτής και του συζύγου αυτής δαπάνη διατηρεί εν Λαρίσση και την ανατροφήν και εκπαίδευσιν πολλών πενήτων ανεδέχθη". Πέθανε στον Βόλο το 1977, όπου ζούσε από το Από πληροφορίες που παρέχει ή ίδια η ποιήτρια, τα χρήματα των πωλήσεων θα δοθούν για τα οικόσιτα ορφανά κορίτσια, του άρτι ανεγερθέντος, δαπάνη του συζύγου της, «Παρθεναγωγείον Λαρίσσης». H Σαμαρτζίδου αισθάνεται την ανάγκη να ενημερώσει τους αναγνώστες της ότι : 90 Ιωαννίδου Μαριέττα, «Η Γκούραινα της Ευγενίας Ζωγράφου Ένα αγνοημένο μυθιστόρημα μιας λησμονημένης συγγραφέως», Διαβάζω363, 5/1996, σ Κυψέλη :Σύγγραφα Περιοδικόν Γυναικείον. Εκδιδόμενον κατά μήναν /Υπό Ευφροσύνης Σαμαρτζίδου. 92 Νίκη Λεων. Περδίκα, Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου - Αγαθονίκη Αντωνιάδου. Δύο Σκυριανές ποιήτριες του περασμένου αιώνα, Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών, τομ. Δ, σελ

46 46 Oι ολίγοι ούτοι στίχοι, γραφέντες κατά διαφόρους καιρούς προς ιδίαν μου τέρψιν και προς χρήσιν μόνων των οικείων μου, δεν ήσαν προσδιωρισμένοι να δημοσιευθώσιν εν συλλογή, διότι ολίγας ώρας σχολής αφίνουσιν εις εμέ αι οικιακαί φροντίδες, η δε ποίησις, άνθος καλλιεργήσιμον και ποτιστικόν, απαιτεί μελέτην διηνεκή και ζηλότυπον επιμέλειαν. 93 και όπως είδαμε να βρει έναν φιλανθρωπικό σκοπό που να δικαιολογεί την έκδοση του έργου της. H ποιητική της συλλογή εμπεριέχει έργα της των τελευταίων περίπου δεκαπέντε ετών, πρωτοδημοσιευμένα, στο περιοδικό της ή σε άλλα φιλολογικά περιοδικά και εφημερίδες της περιόδου. Έτσι εξηγείται και η κριτική των ποιημάτων της το 1851 από τον πολύ γνωστό ποιητή Zαλοκώστα στο περιοδικό Eυτέρπη, η οποία προηγήθηκε της αυτοτελούς έκδοσης των ποιημάτων της. Τώρα να και ένα δείγμα γραφής της από το ποίημά της «Η νεότης»: Του έαρός μου ανθηροί Πως φεύγετε, ώ χρόνοι, Και μ αποχαιρετάτε; Σταθήτε και μη, άσπλαχνοι, Και μη, ανθρωποκτόνοι, Εν τάχει μη περνάτε! 94. O Zαλοκώστας βλέπει την ποίηση της Σαμαρτζίδου σαν αντίδοτο στην ποίηση της απελπισίας, η οποία δεσπόζει εκείνη την εποχή και χαρακτηριστικά γράφει ότι σε μια χώρα σαν την Ελλάδα «δεν δύνατι η μεμψίμοιρος φωνή της γλαυκός να κατασιγάση το κελάδημα των αηδόνων». Τα ποιήματά της φανερώνουν μια έντονη μεταφυσική ανησυχία και είναι συχνά θρησκευτικά. Πραγματεύονται προσωπικές στιγμές ευτυχίας ή δυστυχίας και αναφέρονται στη σχέση της με τον σύζυγό της και τα παιδιά της ακόμη σκιαγραφούν ζωηρά το όραμά της για τη μόρφωση του φύλου της και τη συνέχιση της λόγιας γυναικείας παράδοσης του τόπου μας, μιας παράδοσης που ξεκίνησε με τη Σαπφώ και διεκόπη λόγω του τουρκικού ζυγού. Η Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου, από τις πρώτες ποιήτριες που εκδίδουν αυτοτελή συλλογή, ήδη από το 1857, χρησιμοποιεί τον 15σύλλαβο. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η πολύστιχη σύνθεσή της «Όνειρος» του (1842) 95 σε αυτό τον ρυθμό, όπου περιγράφεται η ενύπνια συνάντηση της ποιήτριας με τη μόνη γνωστή προμήτορα, τη Σαπφώ. Η Σαμαρτζίδου συνδέει την ποίησή της με την αρχαία λυρική ποιήτρια μέσω του εθνικού στίχου, σε συνδυασμό και με την αρχαΐζουσα, και με τον τρόπο αυτό φαίνεται να επιζητεί την αίσθηση της συνέχειας, την καταγωγική σχέση και εντέλει τη συγκαταβατική αποδοχή της γυναικείας ποίησης στον19ο αιώνα: είμαι εγώ θαρρείτε 93 Συλλογή Ποιήσεων Eυφροσύνης Σαμαρτζίδου, δαπάνη της φιλογενεστάτης κυρίας Eλένης M. Tοσίτζα, Eν Aθήναις, Tύποις Δ. Aθ. Mαυρομμάτη Λαρισσαίου, Γκίνης/Μέξας Σαμαρτζίδου, Συλλογή Ποιήσεων, 2 α.α 95 Περιέχεται στην ποιητική συλλογή Συλλογή ποιήσεων, Δαπάνῃ της φιλογενεστάτης κυρίας Ελένης Μ. Τοσίτσα, εν Αθήναις, Τύποις Δ. Αθ. Μαυρομμάτη Λαρισσαίου, 1857, σ. 7-9.

47 47 / σας εφορεύω, ενθαρρύνει η Σαπφώ τις νέες. 96 Η Αικατερίνη Ζάρκου εμφανίζεται στα ελληνικά γράμματα το 1878, σε ηλικία 23 ετών, με τη μετάφραση από τα Γαλλικά ενός φιλοσοφικού δοκιμίου του Καμίλ Φλαμμαριόν (Nicolas Camille Flammarion, ) με τίτλο Ο Θεός εν τη φύσει (Dieu dans la nature, 1866) 97. Η μετάφραση, που προκάλεσε στην εποχή της εντύπωση γιατί προερχόταν από μια νέα γυναίκα, δεν θα μείνει το μόνο αυτοτελώς δημοσιευμένο μετάφρασμα αυτής της σημαντικής δοκιμιογράφου και κριτικού λογοτεχνίας. Η ίδια θα μεταφράσει και ένα μέρος από το Πάρεργα και Παραλειπόμενα (Parerga und Paralipomena, 1851) του Σοπενχάουερ (Arthur Schopenhauer, ), και συγκεκριμένα το κεφάλαιο με τίτλο <<Συγγραφείς και ύφος>>, ένα κατεξοχήν ποιητολογικό κείμενο του φιλοσόφου 98. Το μετάφρασμα αυτό θα δημοσιευτεί το Ήδη αυτά τα δύο μεταφραστικά πονήματα καταδεικνύουν όχι μόνο την ευρύτατη παιδεία της αλλά και την ποικιλία των ενδιαφερόντων της. Ανάμεσα στην πρώτη εμφάνισή της στα γράμματα έως τον θάνατο της, σε ηλικία μόνο 44 ετών, η Ζάρκου θα συνεργαστεί με πολλά περιοδικά της εποχής, δημοσιεύοντας επωνύμως μεταφράσεις και δοκίμια. Σε ένα από αυτά τα άρθρα, και συγκεκριμένα ένα δοκίμιο με τίτλο <<Περί των εν Γερμανία συγγραφέων γυναικών>> 99, δημοσιευμένο το 1881 στο περιοδικό Ποικίλη Στοά, είναι αφιερωμένο το παρόν άρθρο. Η ερανισθείσα εκ του γαλλικού μελέτη αυτή είναι, όπως θα επιχειρηθεί να φανεί στη συνέχεια, ενδεικτική της προσπάθειας των γυναικών συγγραφέων να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες ώστε να κατοχυρώσουν και εκείνες το δικαίωμα στη λογοτεχνική δημιουργία, το δικαίωμα στην εκφορά δημόσιου λόγου στη νέα τάξη πραγμάτων όπως δια μορφώνεται προς το τέλος του 19ου αιώνα στη νεότερη Ελλάδα. Το άρθρο της Ζάρκου, που είναι εμφανώς διαποτισμένο από ρομαντικό πνεύμα, παρά τον τίτλο του που μοιάζει να υπόσχεται ένα πανόραμα της γυναικείας λογοτεχνικής σκηνής της Γερμανίας, παρουσιάζει αναλυτικά μόνο τρεις συγγραφείς, ενώ άλλες αναφέρονται μόνο ονομαστικά. Το άρθρο ξεκινά ξεκαθαρίζοντας ότι οι Γερμανίδες συγγραφείς δεν είναι ούτε τόσο πολυάριθμες ούτε τόσο αξιόλογες όπως 96 Συλλογή Ποιήσεων Eυφροσύνης Σαμαρτζίδου, δαπάνη της φιλογενεστάτης κυρίας Eλένης M. Tοσίτζα, Eν Aθήναις, Tύποις Δ. Aθ. Mαυρομμάτη Λαρισσαίου, Γκίνης/Μέξας Σελ Αικατερίνη Ζαρκου, <<Ο Θεός εν τη φύσει του Φλαμαριόν>>, Αττικόν Ημερολόγιο του έτους 1877(1876), σ Ζαρκου, Συγγραφείς και ύφος: (Πάρεργα και Παραλειπόμενα) του Arthur Schopenhauer, μτφρ. Αικατερίνης Ζάρκου, Φέξης, Αθήνα Ζαρκου, <<Περί των εν Γερμανία συγγραφέων γυναικών>>, Ποικίλη Στοά 1/1(1881), σ

48 48 οι Γαλλίδες ή οι Αγγλίδες και με παρόμοιο τρόπο τελειώνει, δηλώνοντας στον επίλογο ότι οι γυναίκες συγγραφείς στη Γερμανία δεν έχουν διακεκριμένη θέση στην ιστορία της λογοτεχνίας. Και αυτό είναι το πρώτο ερώτημα που ανακύπτει διαβάζοντας τη μελέτη της Ζάρκου. Γιατί να διαβάσει ο αναγνώστης ένα άρθρο είκοσι σελίδων για συγγραφείς που δεν έχουν ιδιαίτερη λογοτεχνική αξία;. Απαντώντας στο ερώτημα αυτό η Ζάρκου σπεύδει να εξηγήσει, ήδη στην πρώτη σελίδα του άρθρου της, ότι μπορεί τα έργα των Γερμανίδων συγγραφέων να μην είναι σημαντικά, αλλά είναι η ζωή τους ενδιαφέρουσα, μια ζωή που αποτυπώνεται έστω και <<ως ωχρά αντανάκλαση>>, όπως το διατυπώνει, στα έργα τους. Και η Ζάρκου πράγματι εστιάζει πολύ περισσότερο σε βιογραφικά στοιχεία, παρουσιάζοντας έτσι έμμεσα γυναικεία συγγραφικά μοντέλα, δηλαδή, το πώς μπορεί και τι σημαίνει για μια γυναίκα να γίνει συγγραφέας, από ότι στη λογοτεχνική πράξη των συγγραφέων. Και αυτό ακριβώς, η απόπειρα δηλαδή δημιουργίας μιας παράδοσης, η σκιαγράφηση συγγραφικών προτύπων προς μίμηση ή προς αποφυγή, είναι εκείνο που καθιστά τη μελέτη της Ζάρκου τόσο ενδιαφέρουσα για τη μελέτη της γυναικείας γραφής στη Ελλάδα. Της αόρατης γραφής, για να θυμηθεί κανείς εδώ το τόσο σημαντικό έργο της Σοφίας Ντενίση 100, που έβγαλε μόλις πρόσφατα από την αφάνεια τόσες και τόσες γυναίκες συγγραφείς σχεδόν δύο αιώνες αργότερα, κάτι που είναι ενδεικτικό μιας συστηματικής και σχεδόν θεσμικής περιθωριοποίησης της γυναικείας συγγραφικής πράξης του 18ου και του 19ου αιώνα. Την εποχή που γράφει η Ζάρκου ζητούμενο είναι ακόμα το δικαίωμα των γυναικών στον δημόσιο λόγο και βέβαια και στη λογοτεχνική έκφραση. Και από αυτή την άποψη η μελέτη της είναι κατατοπιστική σχετικά με τις στρατηγικές που αναπτύσσουν γενικότερα οι γυναίκες συγγραφείς, και ειδικότερα η Ζάρκου, για να προωθήσουν τη γυναικεία γραφή στην Ελλάδα χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα μια ξένη χώρα, εν προκειμένω τη Γερμανία. Κυρίως σε τρεις γυναίκες συγγραφείς εστιάζει η Ζάρκου. Στη συνέχεια η έρευνα θα επικεντρωθεί στις δύο πρώτες, στις οποίες είναι αφιερωμένο το μεγαλύτερο μέρος της μελέτης, και συγκεκριμένα στην Ida von Hahn ( ) και στη Fanny Lewald ( ). Και οι δύο είναι πολύ γνωστές στην εποχή τους συγγραφείς, ενώ έργα τους, ήδη τότε, έχουν μεταφραστεί και στα Γαλλικά και στα Αγγλικά αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες. Η Ida von Hahn, αριστοκρατικής καταγωγής, που έζησε σε φτωχικές συν θήκες μετά τον χωρισμό του πατέρα της από τη μητέρα της, αναγκάστηκε να παντρευτεί τον ξάδερφό της, με τον οποίο χώρισε λίγα χρόνια μετά και μάλιστα έναν 100 Σοφία Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη γραφή»: Γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού Διαφωτισμού-Ρομαντισμού (Αθήνα: Νεφέλη, 2014).

49 49 μήνα πριν να γεννηθεί η κόρη της. Η μετέπειτα πολύχρονη σχέση της με τον βαρώνο Bystram, ο οποίος τη συνόδευσε στα πολλά της ταξίδια μεταξύ άλλων και στην Ανατολή, θεωρήθηκε σκανδαλώδης, ενώ παράλληλα είχε και άλλες σχέσεις, με πιο γνωστή τη σχέση της με τον δημοκράτη πολιτικό August Heinrich Simon ( ) 101. Μετά τον θάνατο του συντρόφου της βαρώνου Bystram γίνεται καθολική και ιδρύει ένα μοναστήρι, ζώντας εκεί χωρίς όμως ποτέ να γίνει η ίδια μοναχή. Η Ida von Hahn δημοσίευσε πλήθος βιβλίων, μεταξύ των οποίων ποιητικές συλλογές, μυθιστορήματα και ταξιδιωτικά ημερολόγια και επιστολές 102. Η Fanny Lewald από την άλλη, κόρη Εβραίων ταπεινής καταγωγής, με τη σύμφωνη γνώμη του πατέρα της, που ήθελε τα παιδιά του να μην υποστούν την περιθωριοποίηση που υπέστη ο ίδιος, ασπάστηκε τον προτεσταντισμό. Ο πατέρας της, ωστόσο, στάθηκε μετέπειτα εμπόδιο στο να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο, επειδή ήταν γυναίκα. Αυτό όμως δεν την πτόησε. Άρχισε να δημοσιεύει, αρχικά ανώνυμα και μετά τις πρώτες επιτυχίες και επώνυμα, μετακόμισε μόνη της στο Βερολίνο, όπου γνώρισε τον μεγάλο έρωτα της ζωής της, έναν παντρεμένο άντρα που μετά από πολλά χρόνια πήρε την απόφαση να χωρίσει τη γυναίκα του και να αφήσει τα παιδιά του για να την παντρευτεί. Η Lewald, που έγραψε πάνω από είκοσι μυθιστορήματα, μεταξύ των οποίων ορισμένα που ανήκουν στην ταξιδιωτική λογοτεχνία, είχε, όπως και η Ida von Hahn, μια σύντομη θυελλώδη σχέση με τον πολιτικό Simon και πιθανώς με αφορμή αυτό έγραψε ένα μυθιστόρημα στο οποίο σατίριζε την αντίζηλό της. Και οι δύο γυναίκες θεωρούνται σήμερα από τις πρωτεργάτριες της γυναικείας χειραφέτησης στη Γερμανία. Και αν η μεν Ida von Hahn φαντάζεται κατ αρχάς την ισότητα μεταξύ των φύλων και τη χειραφέτηση της γυναίκας στο πλαίσιο της αριστοκρατίας, την οποία καταγγέλλει παράλληλα για υποκρισία και ανηθικότητα, η Lewald αποτυπώνει στο έργο της την καταπίεση των γυναικών της μεσαίας τάξης, τα εμπόδια που συναντούσαν τόσο στην εκπαίδευση όσο και στην επιθυμία τους για προσωπική πραγμάτωση και αυτονομία 103. Να σημειώσουμε εδώ ότι η πρώτη μελέτη που αναδεικνύει τη σημασία τους για το γυναικείο ζήτημα στη Γερμανία γράφτηκε μόλις το Πρόκειται για τη 101 Fritz Martini, Hahn-Hahn, Ida Marie Luise Gustave Grafin von, Neue Deutsche Biographie 7 (1966), σ , Ημερομηνία πρόσβασης [ ] από Για το έργο της Ida von Hahn βλ. μεταξύ άλλων Todd Kontje, Women, the Novel, and the German Nation Domestic Fiction in the Fatherland, Cambridge University Press, Cambridge 2006, σ Βλ. Margaret E. War, Fanny Lewald: Between Rebellion and Renunciation, Peter Lang, Ν. Υόρκη 2007, σ

50 50 μελέτη της Renate Mohrmann Die andere Frau. Emanzipationsansatze deutscher Schriftstellerinnen 104. Πώς όμως παρουσιάζει τη ζωή και το έργο των δύο αυτών γυναικών συγγραφέων η Αικατερίνη Ζάρκου; Κατ αρχάς προετοιμάζει, ήδη από την αρχή του άρθρου, τον αναγνώστη ότι θα αντιμετωπίσει ιδιορρύθμους βίους και έναν παράδοξο κόσμο. Ξεκινώντας με την Ida von Hahn, το ανυπότακτο πνεύμα της και τον ζωηρό χαρακτήρα της, τα παιδικά της χρόνια μέχρι τον χωρισμό της με τον άνδρα με τον οποίο την πάντρεψε η οικογένειά της νομίζουσα ότι εξασφαλίζει την ευτυχία αυτής, 105 προχωρά στα δημιουργικά χρόνια της συγγραφέως. Αναφέρεται στον βαρώνο Brystam ως έναν ευγενή και τρυφερό συνάμα, που ένωνε τον άνδρα του νεότερου πολιτισμού προς τον ενθουσιώδη ιππότην των μεσαιωνικών χρόνων, και στα ταξίδια που έκανε μαζί του. Για το έργο της αναφέρει τα εξής: Τα πρώτα ποιήματα της κομήσσης χρονολογούνται έκτοτε μετά τη γνωριμία της με τον βαρώνο. Συγκεχυμένος τις ενθουσιασμός είνε ο επικρατών τόνος εν τοις δοκιμίοις τούτοις εκδοθείσι βραδύτερον. Η κ. Χαν δεν είχεν έτι λάβει την δόνησιν εκείνην της ψυχής ήτις έμελλε να ορίση την διεύθυνσιν του πνεύματος αυτής 106. Η <<δόνηση>> έρχεται με τη γνωριμία με το δημοκράτη πολιτικό Σίμων, πού όπως σημειώνει η συγγραφέας Αναφαίνεται ημίν ως ρωμαντικός τις Γιρονδίνος εφορούμενος του πνεύματος τόσον του Λόρδου Βύρωνος, όσο και του Πλουτάρχου Ο χωρισμός με τον Σίμων, που η Ζάρκου εξηγεί ως αποτέλεσμα πολιτικών και ταξικών διαφορών μεταξύ των δύο, αυτή αριστοκράτισσα, αυτός δημοκράτης, είναι η κινητήριος δύναμη που την ωθεί να γράψει: Αφού δε άπαξ άρχισε να συγγράφη δεν εσταμάτησε πλέον. Περιέγραψε εαυτόν υπό μυρίας μορφάς και μετέπλασε την ιδίαν της την ύπαρξιν καταστάσα το κέντρον απάντων των μυθιστορημάτων της Ακολουθεί αναλυτική περιγραφή του μυθιστορήματος Φαουστίνη, ενός κειμένου που θεωρείται σήμερα μανιφέστο υπέρ της χειραφέτησης και των δικαιωμάτων των γυναικών. Δεν είναι τυχαίο από αυτή την άποψη ότι η Ζάρκου, μετά την παρουσίαση του μυθιστορήματος και σύμφωνα με τις ηθικές επιταγές της εποχής, καταλήγει: Η κ. Χαν εύρε [ ] θερμότατες αναγνώστριες παρ εκείνας, ας ο γάμος κακώς εξυπηρέτησε και κακώς εννοούμενον αίσθημα εξετροχίασε της ευθείας οδού. Τα θύματα ταύτα παρηγορούντο ανευρίσκοντα εν τοις έργοις της κ. Χαν τας 104 Renate Mohrmann, Die andere Frau. Emanzipationsansatze deutscher Schriftstellerinnen im Vorfeld der Achtundvierziger-Revolution, Metzler, Στουτγάρδη Ζαρκου, Περί των εν Γερμανία συγγραφέων γυναικών, σ Το ίδιο, σ Το ίδιο, σ Το ίδιο, σ. 139.

51 51 ιδίας αυτών αλγηδόνας και ίδια ονειροπολήματα παραμορφούμενα υπό ψευδούς λάμψεως μεγαλείoυ 109. Ακολουθεί η παρουσίαση της αντιζήλου της Χαν, της Φανής Λεβάλδ. Εδώ βλέπει κανείς επίσης τη σκιαγράφηση των παιδικών χρόνων της συγγραφέως, τον ασπασμό του χριστιανισμού και τον έρωτά της για τον Σίμων, την απόφαση να μην παντρευτεί άλλον εκτός από αυτόν που της υποδεικνύει η καρδιά της, καθώς και το πώς αντιλαμβάνεται ότι ο Σίμων είναι ερωτευμένος με τη Χαν και δεν πρόκειται να γίνει ποτέ δικός της. Και εκεί, εν μέσω της δυστυχίας, βρίσκονται και οι φωτεινότερες σελίδες του έργου της σύμφωνα με τη Ζάρκου: Η Φανή περιέπεσε τότε εις φοβεράν απελπισίαν και αι σελίδες εν αις περιγράφει το άλγος της είναι αι ευγλωττώταται του έργου της Συνερχόμενη από το χτύπημα αυτό και με δεδομένο ότι δεν είχε αλλάξει γνώμη για τον γάμο εξ όλων των σχεδίων, α εμελέτα, το του καλλιτέχνου, υπερηφάνου, ανεξαρτήτου, ενδόξου, ίσως την εσαγήνευσεν υπέρ παν άλλο. Έτσι, υπερπηδώντας τους δισταγμούς της οικογένειάς της, μετακομίζει στο Βερολίνο, όπου κάνει καριέρα ως συγγραφέας και παντρεύεται τελικά τον ιστορικό και συγγραφέα Αδόλφο Σταρ (Adolf Stahr, ). Αν η Ζάρκου θεωρεί την ερωτική απογοήτευση ως κινητήρια δύναμη της ποίησης και από αυτή την άποψη εκκινεί από μια ρομαντική κοσμοθεώρηση, η συγγραφική της πράξη είναι διαποτισμένη από τις αρχές του Διαφωτισμού. Έτσι χρησιμοποιεί τη Χαν με τας φεουδαλικάς αυτής αρχάς και τα υπεροπτικά αισθήματα ως παράδειγμα προς αποφυγή, διαβεβαιώνοντας τον αναγνώστη ότι δεν είναι της ημετέρας εποχής, ενώ αναδεικνύει τη Λεβάλδ, που όπως διατείνεται η Ζάρκου είναι των ημετέρων χρόνων, ως εκείνη που εκπροσωπεί το νέο, και το νέο είναι η χειραφέτηση των γυναικών. Η Λεβάλδ, γράφει η Ζάρκου, θίγει ζήτημα δι ου απέκτησε δημοτικότητα μεγίστην, τούτο δε είναι το περί χειραφετήσεως των γυναικών 111. Η Ζάρκου σπεύδει στο σημείο αυτό να καθησυχάσει τους άντρες αναγνώστες, βρίσκοντας όμως ταυτόχρονα την ευκαιρία να διατυπώσει βασικά γυναικεία αιτήματα: Ο αναγνώστης λοιπόν, ας μένει ήσυχος, δεν πρόκειται να τω αφαιρεθεί προνόμιον, και η φοβερά αύτη λέξις χειραφέτησις δεν περιλαμβάνει ειμή μετριοπαθείς ιδέας εφαρμοσίμους και δικαίας. 109 Το ίδιο, σ Το ίδιο, σ Το ίδιο, σ. 149.

52 Όπως εξηγεί η Ζάρκου, η Λεβάλδ στρέφει την προσοχή της στον τρόπο με τον οποίο ανατρέφονται οι γυναίκες, εξαιτίας του οποίου δεν αναπτύσσονται επαρκώς διανοητικά, πράγμα που με τη σειρά του τις εμποδίζει να ανεξαρτητοποιηθούν και να ασκήσουν επαγγέλματα τα οποία επωφελώς θα μπορούσαν να εξασκήσουν. Και η Ζάρκου καταλήγει: Η κ. Λεβάλδ δεν επαινεί τας γυναίκας, ουδέ παρορομά ταύτας εις αφροσύνας και τας αυταπαρνήσεις του μοναστηρίου, τας ενισχύει μόνον εις ανδρικά φρονήματα και καθιστά εφικτόν το ηθικόν υπερπήδημα, όπερ και εις αυτήν έδωκε την ανεξαρτησίαν, την δόξαν, την ευτυχίαν Αν η Λεβάλδ λειτουργεί ως το επιτυχημένο μοντέλο μιας συγγραφέως, με ανδρικό βέβαια φρόνημα, που υπόσχεται ανεξαρτησία, δόξα, ευτυχία, σημαντική προϋπόθεση για τα οποία είναι η παιδεία, η τρίτη συγγραφέας που παρου σιάζεται ένα ακόμα θετικό, μάλλον το θετικότερο και το πιο εξιδανικευμένο μοντέλο γυναίκας συγγραφέως, με την οποία κλείνει και το αφιέρωμα της Ζάρκου στις Γερμανίδες συγγραφείς είναι η Fredrika Bremer ( ), Σουηδή συγγραφέας, πολύ γνωστή τότε στη Γερμανία, που παραμένει και σήμερα γνωστή, κυρίως για την επίδραση που άσκησε μέσω των λογοτεχνικών της κειμένων στο κίνημα για την ισότητα των γυναικών στη χώρα της. Πρόκειται για μια γυναίκα που επίσης ταξίδεψε πολύ, όπως και οι άλλες δύο, και μάλιστα ακόμα περισσότερο από τις άλλες. Η Bremer, που επισκέφθηκε μεταξύ άλλων τη βόρεια και τη νότια Αμερική συναντώντας ακτιβίστριες υπέρ των γυναικείων δικαιωμάτων, στα έργα της υποστηρίζει πως οι γυναίκες για να χειραφετηθούν και να μπορέσουν να αποκτήσουν και πολιτικά δικαιώματα θα πρέπει να μετέχουν τόσο της γενικής παιδείας όσο και της θρησκευτικής εκπαίδευσης που λαμβάνουν οι άντρες. Η Bremer υποστήριξε ενεργά το δικαίωμα των γυναικών να ψηφίζουν και η Σουηδία και χάρη στις δημόσιες παρεμβάσεις της ήταν μία από τις πρώτες χώρες (ήδη το 1862) όπου οι γυναίκες απέκτησαν δικαίωμα ψήφου, έστω και περιορισμένο στις τοπικές εκλογές. Η Ζάρκου πάντως στην περίπτωση της Bremer καταθέτει στον αναγνώστη, που ίσως τον έχει τρομάξει μέχρι εκεί, μια αγιογραφία. Η Bremer παρουσιάζεται μια τυπική εκπρόσωπος του πεισιθανάτιου Ρομαντισμού και ταυτόχρονα ως υπέρμαχος της οικογένειας. Το ζήτημα της χειραφετήσεως, ην πας γενναίος κάλαμος υποστηρίζει, γράφει η Ζάρκου, επί πολύ την απησχόλησεν. Αλλ ό,τι η κ. Λεβάλδ ζητεί ως τιμή και δικαίωμα, η δεσποινίς Bremer επικαλείται ως επανόρθωσιν του κακού. Η οικογένεια διέμεινε πάντοτε δι αυτήν η αληθής σφαίρα της γυναικός Ό.π. 113 Το ίδιο, σ. 150.

53 Και το άρθρο κλείνει με την απαξίωση τωνγερμανίδων συγγραφέων και τις ελλείψεις των κομησσών Χαν και των κυριών Λεβάλδ όπως σημειώνει η Ζάρκου. Αυτή δε η απαξίωση μοιάζει να υπηρετεί μια αμυντική ρητορική που είναι προφανής σε όλο το κείμενο. Η Ζάρκου, γράφοντας αυτό το δοκίμιο που είναι ένα κείμενο και με λογοτεχνικές αξιώσεις, αναπτύσσει μια στρατηγική που έχει διπλό στόχο. Από τη μια πλευρά, παρουσιάζοντας τις μυθιστορηματικές σχεδόν ζωές των συγγραφέων και το έργο τους αλλά κατακρίνοντάς τες ταυτόχρονα, δεν ξεπερνά τα εσκαμμένα. Άλλωστε αυτά συμβαίνουν στη μακρινή, παράδοξη και ιδιόρρυθμη Γερμανία, κάτι που η Ζάρκου θυμίζει κάθε τόσο και λιγάκι στον αναγνώστη. Από την άλλη όμως υπηρετεί τον κύριο στόχο της, που δεν είναι παρά να δώσει ώθηση στις γυναίκες να γράψουν, να υπερπηδήσουν τα ηθικά εμπόδια, να αποκτήσουν, εν ανάγκη, αντρικό φρόνημα όπως η Λεβάλδ ή να γίνουν, ακόμα καλύτερα, όπως η Bremer, αυτό το σπάνιο δείγμα αφοσιώσεως, ελέους και ειλικρινείας 115, όπως τονίζει η Ζάρκου. Σίγουρα δεν είναι τυχαίο ότι από τις Γερμανίδες συγγραφείς της εποχής, όπως π.χ. την Gunderrode, την Bettina von Arnim και άλλες, η Ζάρκου διαλέγει να εστιάσει σε τρεις, που θεωρούνται και σήμερα πρωτεργάτριες του φεμινιστικού κινήματος και γι αυτό η τρίτη είναι (αναγκαστικά σχεδόν) Σουηδή. Το γεγονός δε ότι οι περισσότεροι αναγνώστες της ανήκουν στο αντρικό φύλο, για το οποίο η λέξη και μόνο χειραφέτηση είναι φοβερή, δεν διαφεύγει της Ζάρκου ούτε μια στιγμή. Γι αυτό τον λόγο όλο το κείμενο είναι οργανωμένο έτσι, ώστε να διαβαστεί και από τα δύο φύλα εξίσου, μεταφέροντας ωστόσο διαφορετικά μηνύματα. 114 Το ίδιο, σ Το γεγονός ότι η Bremer αρνήθηκε σε όλη της ζωή να παντρευ- τεί, προφανώς είτε διαφεύγει της Ζάρκου είτε το αποσιωπά. Σε κάθε περίπτωση το πορτρέτο της Bremer, που καταθέτει η Ζάρκου, είναι πολύ πιο μακριά από την πραγματικότητα από ό,τι τα λογοτεχνικά πορτρέτα της Χαν και της Λεβάλδ. Η Bremer είναι από τις πρώτες ακτιβίστριες της γυναικείας χειραφέτησης που κατέστησαν το γυναικείο ζήτημα διεθνές, όχι μόνο μέσω προσωπικών επαφών με πρωτεργάτριες του γυναικείου κινήματος, αλλά και με το έργο της που μεταφράστηκε την εποχή του σε πολλές γλώσσες. Βλ. μεταξύ άλλων Bonnie G. Smith (επιμ.), The Oxford Encyclopedia of Women in World History, τ. 1, Oxford University Press, Ν. Υόρκη 2008, σ Ζαρκου, Περί των εν Γερμανία συγγραφέων γυναικών, σ. 153.

54 54 Και από αυτή την άποψη το άρθρο της Ζάρκου είναι ενδεικτικό τόσο της δύσκολης θέσης των γυναικών συγγραφέων την εποχή αυτή όσο και της επιθυμίας και της προσπάθειας να αλλάξει αυτή η κατάσταση. Πρέπει να τονισθεί εδώ ότι τη δεκαετία του 1870 εκδίδεται η Ευριδίκη, που παροτρύνει τις γυναίκες να εκφραστούν δημόσια, ενώ επτά χρόνια μετά τη δημοσίευση του άρθρου της Ζάρκου, το 1888, αρχίζει να δημοσιεύεται η Εφημερίς των Κυριών, που συντάσσεται από γυναίκες 116. Στη Γερμανία την ίδια εποχή τα πράγματα δεν είναι πολύ διαφορετικά. Οι γυναίκες δεν είχαν νομικά δικαιώματα, έπρεπε να είναι αφιερωμένες στην οικογένεια και στην ανατροφή των παιδιών τους, ήταν αποκλεισμένες από την ανώτερη ή ανώτατη εκπαίδευση. Η μορφωμένη γυναίκα ως τρόμος του άντρα ήταν αντικείμενο παρωδιών και γελοιογραφιών, η γυναίκα ως αναγνώστρια επιτρεπόταν να διαβάσει μόνο ελαφρά λογοτεχνία, ενώ η γυναίκα ως συγγραφέας ήταν η δακτυλοδεικτούμενη εξαίρεση. Χωρίς αυτές τις εξαιρέσεις όμως δεν θα μπορούσαν να αναδειχτούν μεγάλες γυναικείες λογοτεχνικές φωνές. Χωρίς αυτές τις Χαν, Λεβάλδ, Bremer, χωρίς τη διαμεσολάβηση της Ζάρκου και όλων των γυναικών που υποστήριξαν το δικαίωμα των γυναικών στην παιδεία, την αυτοδιάθεση, τη δημόσια έκφραση πιθανώς να μην είχε ακουστεί ποτέ η φωνή της Μαρίας Πολυδούρη, της Λιλής Ζωγράφου, της Κρίστα Βολφ ή της Ελφρίντε Γέλινεκ. Ή ευχάριστη περιδιάβαση στον ελληνικό γυναικείο λογοτεχνικό κόσμο συνεχίζεται και επικεντρώνεται στην προσωπικότητα της Φωτεινής Οικονομίδου. Η Οικονομίδου γεννήθηκε το 1849 και πέθανε νεότατη σε ηλικία 33 ετών, το Ήταν κόρη επιφανούς οικογένειας λογίων της Αθήνας. Παρόλο που τα άρρενα μέλη της οικογένειάς της διέπρεπαν στον πνευματικό χώρο, πατέρας, θείος και αδελφός ήταν ποιητές, δεν είδαν θετικά την κλίση της προς την ποίηση. Αυτό όμως δεν ήταν αρκετό για να την αποτρέψει από την ενασχόλησή της με αυτήν. Το ενδιαφέρον της προς τον ποιητικό λόγο εκδηλώθηκε από την πολύ τρυφερή ηλικία των δώδεκα χρόνων, και παρόλη την αντίδραση της οικογένειάς της, τίποτα δεν μπόρεσε να ανακόψει την μεγάλη της φλόγα και την τόλμη της να δημοσιεύει εξαιρετικά προκλητικά για τα δεδομένα της περιόδου ποιήματα. Προσφιλή της θέματα τρία: η ποιητική δημιουργία ως μοναδικός στόχος στη ζωή, ο πόνος του ανεκπλήρωτου έρωτα και τέλος η ματαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Τα ποιήματα της τρίτης θεματικής εκφράζουν και την έντονη αμφισβήτηση μέχρι ασέβειας για τα δεδομένα της εποχής της ύπαρξης Θεού, που πρέπει να συνδέεται με την ερωτική της απογοήτευση και τη μηδενιστική διάθεση στην οποία αυτή την είχε ρίξει. Στο ποίημά της «Διατί γράφω στίχους» εξηγεί: Γράφω μόνον μικρόν ίνα την οδύνην μου πραύνω Δεν επιδιώκω δόξαν, ουδέ ποιητρίας φήμην Αποθνήσκουσα 116 Βλ. Ντενιση, σ

55 55 γνωρίζω ότι ίχνη δεν αφήνω, Και μηδέν ότι θα ήμαι όπως πριν υπάρξω ήμην Και ολοκληρώνει το ποίημα εξομολογούμενη ότι: Την ανάγκην της καρδίας μη παρεξηγής αφρόνως... Ό,τι γράφω ο βαθύς μου το υπαγορεύει πόνος. 117 Ένα άρθρο το οποίο γράφτηκε μετά από το θάνατό της γίνεται γνωστό, πως τόσο ο ποιητής πατέρας της, Αναγνώστης Οικονομίδης, όσο και ο ποιητής, διδάσκαλος του Γένους, θείος της, Φίλιππος Ιωάννου, την αποδοκίμασαν για τα πρώτα της ποιήματα. Όπως χαρακτηριστικά γράφει η Εφημερίς των Κυριών : «Δια του θρηνώδους άσματός της δια της γλυκείας και περιπαθούς φωνής της είπεν αυτή πρώτη μετά θάρρους και ενώπιον όλου του κόσμου ό,τι όλαι αι σύγχρονοί της μόνον εσκέπτοντο». Στον δε επικήδειό της, στην Ποικίλη Στοά αναφέρεται πως «Εν τοις στίχοις της πολυκλαύστου ελληνίδος πάσα καρδία και μάλιστα καρδία γυναικός, δύναται ν ανεύρη μετά τον στόνον αυτής την ανακούφισιν και το έλεος». Ο Παλαμάς χαρακτηριστικά γράφει πως, όταν ήταν φοιτητής, η Οικονομίδου συγκινούσε τους κύκλους με την αισθηματική της ποίηση που εξέφραζε ένα κρυφό καϋμό. Μάλιστα αγαπημένος του συμμαθητής τού αντέγραφε μεταξύ άλλων και τους στίχους της Οικονομίδου, τους οποίους, χρόνια αργότερα, χαρακτηρίζει ως «παθητικά βογγητά Σαπφώς που ντρεπόταν παστρικά να μιλήση», αναφερόμενος στον ανεκπλήρωτο έρωτα της ποιήτριας που ήταν γνωστός την εποχή της. Η Φωτεινή Οικονομίδου, που εμφανίζεται περίπου στα 1870, ακολουθεί γλωσσικά και θεματικά τον φθίνοντα (κλασικο)ρομαντισμό. Εντούτοις, αποτελεί το πρότυπο της συνειδητοποιημένης ποιήτριας που προβάλλει δημόσια με τα ποιήματά της την εικόνα της δημιουργού, ενώ παράλληλα χρησιμοποιεί τον ποιητικό λόγο ως μέσο διαμαρτυρίας για τον βίον / ον κοινωνικαί προλήψεις επιβάλλουν εις το θήλυ. Τα ποιήματα «Σφάλλω», «Διατί γράφω στίχους», «Τη κυρία Ε.Π. ζητούση να τη διδάξωσιν τον τρόπον του γράφειν στίχους» 118, δημοσιευμένα στο διάστημα , είναι γραμμένα σε τροχαϊκό 16σύλλαβο. Και αποτελούν ποιήματα γυναικείας ποιητικής, όπου αποτυπώνεται ρητά, ως πράξη χειραφέτησης, το ερωτικό συναίσθημα, αρθρώνεται η αυτοσυνειδησία για την αρνητική εικόνα των γυναικών, κατονομάζεται η πράξη της γραφής και ορίζεται διά του λόγου ως συνιστώσα της έμφυλης ταυτότητας της Οικονομίδου. Η έμφυλη και φανερά αρνητική θέση της Οικονομίδου προς την αντρική ηγεμονία αντανακλάται και μετρικά και δρα υπονομευτικά: η γυναικεία αυτονομία και διαφορετικότητα προβάλλεται με διαφορετικό από το προβεβλημένο μέτρο, τον ιαμβικό 15σύλλαβο, τον φορτισμένο με όλες τις γνωστές συνδηλώσεις. 117 Φωτεινή Α. Οικονομίδου, «Ποίησις. Εις παίζον παιδίον», Ιλισσός, (15 Νοεμ. 1871) 308 «Εις θάλασσαν γαλήνιον», Ιλισσός 4.14 (30 Νοεμ. 1871) 334, «Ποίησις, Εις ωχράν μικράν κόρην», Ιλισσός, (30 Δεκ. 71) Οι στίχοι που παρατίθενται ανήκουν στο ποίημα «Σφάλλω». Δημοσιευμένα στα περ. Βύρων, τχ. 19 (Ιούλ. 1876) , και τχ. 9 (Οκτώβρ. 1874) 706, Εθνική Βιβλιοθήκη, τχ. 2 (Σεπτ. 1872) 280 αντίστοιχα.

56 56 Έτσι, η μετρική επιλογή μπορεί να ερμηνευτεί ως διάθεση ιδιοπροσωπίας, ως αντίδραση και υπέρβαση (αρκεί να αναλογιστούμε το συνδυασμό 15σύλλαβος vs 16σύλλαβος και ιαμβικός vs τροχαϊκός) που αντανακλά την αμφισβήτηση των παραδεδομένων μετρικών αξιών, και κατ επέκταση, σε συνάρτηση με το νοηματικό φορτίο των εν λόγω ποιημάτων, και όλων των αξιών που έχει επιβάλει η πατριαρχική κοινωνία αναφορικά με τη γυναίκα. Το μετρικό σχήμα του τροχαϊκού 16σύλλαβου είναι ιδιαίτερα προσφιλές στην Οικονομίδου, η οποία το χειρίζεται τεχνικά, και η προτίμησή της αυτή, συγκριτικά με το πολύ μικρότερο ποσοστό ιαμβικών στίχων, δημιουργεί έναν διάλογο με την αντρική ποίηση στην οποίαν υπερτερεί ο 15σύλλαβος. Ο άμεσος διάλογος όμως διεξάγεται και με άλλους όρους: το ποίημα «Τω ποιητή Κ.Φ.Σ.» 119, σε ιαμβικό 15σύλλαβο, διαβάζεται ως αντιρρητικό στο ιαμβικού 15σύλλαβου ποίημα του Κ. Σκόκου με τίτλο «Άφες την ποίησιν», με το οποίο την προτρέπει να εγκαταλείψει την ελεγειακή αλλά και εν γένει την ποίηση λόγω της στάσης της κοινωνίας έναντι των ποιητών δεν διευκρινίζει βέβαια ο Σκόκος αν το φύλο είναι αυτό που καθιστά επιπλέον ανάρμοστη την ενασχόληση της νεαράς κόρης με την ποίηση 120. Η ποιήτρια, χρησιμοποιώντας ρητορικά και μετρικά τα ίδια όπλα, επιπλέον αποφεύγει προσεκτικά τους έντονους διασκελισμούς με τους οποίους ο Σκόκος δίνει ένταση στο ποίημά του. Ενδεχομένως, αυτοί οι προσεκτικοί 15σύλλαβοι να αντιτίθενται όχι μόνο σημασιολογικά αλλά και μορφολογικά-στιχουργικά προς την «ατεχνία» του Σκόκου, αποδεικνύοντας ό,τι ο Σκόκος πιθανόν υπόρρητα αμφισβήτησε και ευγενικά διατύπωσε: την ικανότητα της γυναίκας να γράφει ποίηση. Σημειωτέον ότι η Οικονομίδου διαλέγεται ποιητικά και με τον νεαρό Παλαμά. Σύμφωνα δε με την άποψη των συγχρόνων της, «απετέλει φωτεινήν και παρήγορος σπανιότητα εν των ήκιστα τη φιλολογία και τη καλλιτεχνία παραδεδομένω γυναικείω φύλω παρ ημίν» και γι αυτό το λόγο σύμφωνα με τον ίδιο αρθρογράφο «εξετιμήθη υπό πολλών συγχρόνων λογίων και συλλόγων και του τύπου, εν τη ολιγότητι μάλιστα των συγχρόνων ελληνίδων θεραπαινίδων των Μουσών». 121 Το ποιητικό της έργο θα κάνει έντονα αισθητή την παρουσία του στη δεκαετία του 1870, θα γνωρίσει μεγάλη απήχηση σ αυτήν του 1880, δεκαετία του πρόωρου θανάτου της, και θα τύχει ευρείας αποδοχής από τους μεταγενέστερους, αφού ποιήματά της θα συμπεριλαμβάνονται σε ποιητικές συλλογές χρόνια μετά τον θάνατό της. 119 Περ. Κόριννα, τχ. 8 (Οκτώβρ. 1877) «Άφες την ποίησιν. Τη νεαρά ποιητρία Φ. Οικονομίδου», περ. Απόλλων, τχ. 14 (1884) Κ. Παλαμάς, «Φοιτητική ζωή», Άπαντα τομ. 4, Αθήνα : Μπίρης, χ.χ., 448

57 57 Το 1888 στην Εφηµερίδα των Κυριών η Μαρία Δέδε δηµοσιεύει το ποίηµά της «Το λυπηµένο αηδόνι 122» το οποίο σηµειώνει ότι «αφιερούται στην Μαριέττα Μπέτσου», µια από τις σηµαντικότερες ποιήτριες του 19ου αι. µε δύο ποιητικές συλλογές και λίγες σχετικά δηµοσιεύσεις (13 ποιήµατα µεταξύ των ετών ) 123. Αξίζει δίπλα στην Οικονομίδου να αναφερθεί και μια άλλη σημαντική αλλά ξεχασμένη ποιήτρια που είναι η Μαριέττα Μπέτσου. Η πρώτη δημοσίευση ποιήματός της γίνεται στο Αττικόν Ημερολόγιον του Ειρηναίου Ασωπίου 124, ένα έντυπο που θα στηρίξει συστηματικά τις γυναικείες συνεργασίες περίπου πάνω από18. Στην πρώτη της αυτή δημόσια εμφάνιση με ένα ποίημα που τιτλοφορείται «Μελαγχολικός περίπατος», δεν τολμά να υπογράψει με το όνομά της παρά μόνο με το αρχικό γράμμα Μ.... Πρόκειται για ποίημα που αναφέρεται έμμεσα στο θλιβερό διάστημα της αρρώστιας του συζύγου της, και στην καλή σχέση που είχε μαζί του. 125 Φαίνεται πως έκανε την πρώτη της δημοσίευση μετά τον θάνατό του, που πρέπει να επήλθε το Το συγκεκριμένο ποίημα ανοίγει την ποιητική της συλλογή Μύρτα, λυρικαί ποιήσεις, την αφιερωμένη στη μνήμη του άντρα της, που κυκλοφόρησε το Ας δοθεί ένα δείγμα γραφής από ένα ποίημά της που δημοσιεύονται στο περιοδικό Ιλισσός το 1870 το οποίο αναφέρεται στον θάνατο του συζύγου της : Είνε βραδυά ερωτική, βραδυά χαριτωμένη Και το φεγγάρι το χλωμό Εχρύσωσε τον ουρανό, Μα εγώ είμαι λυπημένη Κ εμέ μ αφήκε μοναχή ς τον κόσμο την καυμένη!. 126 Η Μαριέττα Μπέτσου στη δεύτερη συλλογή της Δάφναι και Μύρτα (1888) επιχειρεί να συνδυάσει το φύλο με τον ηρωισμό, κατεξοχήν ανδρική ιδιότητα, σε ποιήματα με έντονη επιρροή από τους τρόπους και τη θεματική του δημοτικού τραγουδιού 127. Συνεχίζει την τάση της προηγούμενης συλλογής της να γράφει 122 Δέδε, Μαρία: «Το λυπηµένο αηδόνι». Εφηµερίς των Κυριών 70 (1888). 123 (Δέδε, 5). 124 Αττικόν Ημερολόγιον του έτους 1886 Υπό Ειρηναίου Ασωπίου ευνοϊκή συμπράξει φιλοκαλών λογίων.εν Αθήναις :Τύποις Λαζαρίδου και Κουβελάνου, [1885]. 125 Μαριέττα Μπέτσου, «Ελεγείον εις την Φωτεινήν Οικονομίδου», Νέα Εφημερίς 2. 4 (1883) Μ...[αριέττα Μπέτσου], «Μελαγχολικός περίπατος», Αττικόν Ημερολόγιον (Ειρηναίου Ασωπίου) , Μαριέττα Μπέτσου, Δάφναι και Μύρτα. Ποιήσεις, εν Αθήναις, Τύποις Α. Κολλαράκη και Ν. Τριανταφύλλου, Η πρώτη συλλογή της εκδίδεται το 1875 υπό τον τίτλο Μύρτα. Λυρικαί Ποιήσεις, εν Αθήναις, Τύποις Ιω. Κουβέλου και Α. Τρίμη, Ενδιαφέρον παρουσιάζει σε αυτή την πρώτη συλλογή το ποίημα «Αναζήτησις», όπου η ποιήτρια αποποιείται το φύλο της και γράφει στο αρσενικό γραμματικό γένος και σε τετράστιχες στροφές και μέτρο μεσοτονικό και μεσοτονικό/ιαμβικό σε κάθε τέταρτο στίχο. Στη δεύτερη συλλογή της ποίημα με τον ίδιο ακριβώς τίτλο και θεματική και ιαμβικό 15σύλλαβο υπονοεί το αρσενικό γένος. Όλη η συλλογή της Μπέτσου δεν αποκρύπτει το φύλο του ποιητικού υποκειμένου σε γενικές γραμμές, αντίθετα μάλιστα. Φυσικά, στο εν λόγω παράδειγμα, που μπορεί να θεωρηθεί απομίμηση τέτοιων ερωτικών ποιημάτων που έγραφαν όλοι οι ποιητές/τριες της εποχής, διακρίνει κανείς την αδιαμόρφωτη ακόμα ποιητική έμφυλη ταυτότητα και τη μίμηση κοινών προτύπων με στόχο την αποδοχή. Ανάλογο παράδειγμα αποτελεί το πρώτο ποίημα της συλλογής της Μ. Πίπιζα

58 58 πολύστιχες αφηγηματικές συνθέσεις σε ιαμβικό 15σύλλαβο, αλλά εδώ πλέον η ηρωίδα είναι πάντα γυναίκα που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο (πονηριά ή γενναιότητα και κυρίως κάλλη) υποτάσσει τον άντρα. Η Μπέτσου φαίνεται να χρησιμοποιεί τον 15σύλλαβο και τις δημοτικοφανείς συνθέσεις όχι μόνον υπακούοντας στην λαογραφική κίνηση της εποχής ή και τον ποιητικό συρμό, αλλά επιθυμώντας να καταστήσει αυτά τα ποιήματα μεγάλες έμφυλες, βλ. γυναικείες, αφηγήσεις, τις οποίες μάλιστα εντάσσει στην ενότητα «Έπη» φορτίζοντάς τες με όλες τις συνδηλώσεις του όρου. Το ίδιο συμβαίνει και στην ενότητα «Πατριωτικά» της συλλογής, όπου σταθεροποιείται το τρίπτυχο πατρίδα-γυναίκα-ηρωισμός. Πρόκειται λοιπόν για μια διπλή χρήση και εκμετάλλευση του 15σύλλαβου: το εθνικό/λαϊκό ηρωικό μέτρο, κοινά αποδεκτό, προβάλλει ένα νέο πρότυπο θηλυκότητας το οποίο είτε υπερβαίνει πάγια έμφυλα γνωρίσματα («Τι φέρει εν φίλημα») είτε τα χρησιμοποιεί για να αναδειχτεί («Τι φέρει εν φίλημα», «Η κόρη της μάγισσας») 128. Η σύνδεση φύλου με τον κατεξοχήν λαϊκό στίχο σηματοδοτεί την απόπειρα σύνθεσης μιας επικής/ εθνικής γυναικείας αφήγησης. Η Μπέτσου χρησιμοποιεί τον 15σύλλαβο και για ποιήματα ερωτικά εμπνευσμένα από την λόγια παράδοση (Ερωτόκριτος), όπως στο ποίημα «Η αγάπη» και από λαϊκά παραμύθια («Το παραμύθι της βασιλοπούλας», 12σέλιδη σύνθεση όπου επαναλαμβάνεται μια κλασικά πατριαρχική γυναικεία αναπαράσταση, η τιμημένη σύζυγος, κατά τα πρότυπα δημοτικών τραγουδιών) 129. Αξίζει να αναφερθεί και η Βιργινία Ευαγγελίδου για την οποί δε γνωρίζει κανείς βιογραφικά στοιχεία. Η συλλογή του 1886 της Βιργινίας Ευαγγελίδου σε αρχαΐζουσα γλώσσα χαρακτηρίζεται από μεγάλη μετρική ποικιλία και παιγνιώδεις ανισοσυλλαβίες. Έντονη ανισοσυλλαβία και ποικιλία απαντά στο ποίημα «Εις δακρύουσαν νεάνιδα» (ιαμβικού ρυθμού ). Στο ποίημα «Το απόρρητον» ό,τι χαροποιεί την ποιήτρια παραμένει άλεκτο, και ίσως υπονοείται η ίδια η ποίηση, η γραφή. Αυτό το άρρητο αποδίδεται με τακτή ανισοσυλλαβία σε αναπαιστικό ρυθμό (15σύλλαβος παροξύτονος, 14σύλλαβος οξύτονος, 14σύλλαβος οξύτο νος, 15σύλλαβος παροξύτονος, 14σύλλαβος οξύτονος, 6σύλλαβος οξύτονος). Η ποιήτρια Κρυ- σταλλίται, εν Αθήναις, Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου, 1899, σ. 9. Το ποίημα της πρώτης συλλογής της Μπέτσου, μάλιστα, μπορεί να θεωρηθεί ως τάση διαφοροποίησης μέσω του μέτρου: αντί ιαμβικού, μεσοτονικός 6σύλλαβος. Όσο για το τυπογραφικό λάθος στον πρώτο στίχο του ποιήματος («τον κόρη» αντί «την κόρη», που σχολιάζει ο Π. Αντωνόπουλος, «Από τη Μαριέττα Μπέτσου στη Ρίτα Μπούμη. Η Σαπφώ, η λεσβιακή λογοτεχνία και ο φεμινισμός στην Ελλάδα από τα τέλη του 19ου αι. μέχρι το Μεσοπόλεμο», στο Δ. Βασιλειάδου κ.ά. (επιμ.), (Αντι)μιλώντας στις βεβαιότητες. Φύλα, αναπαραστάσεις, υποκειμενικότητες, Αθήνα, ΟΜΙΚ, 2013, σ. 250), δεν υπάρχει στο αντίτυπο της Εθνικής Βιβλιοθήκης. 128 Μπέτσου, ό.π., σ. 10, Ό.π., σ. 31.

59 59 επιχειρεί, και μέσω του 15σύλλαβου και μέσω των ανανεωτικών δομών του αναπαιστικού, να δημιουργήσει μια ιδιαίτερη παρουσία στην οποία να συμπυκνώνονται τόσο οι νέες ποιητικές τάσεις όσο και οι παλαιότερες, αν και η ρητορική του φύλου μόνο έμμεσα είναι εμφανής στην Ευαγγελίδου. Στο «Εν νυκτί», σε αναπαιστικό τακτής ανισοσυλλαβίας ( ), το μότο παραπέμπει στην ισχυρή πρόγονο Σαπφώ και το ποίημα επαναδιαπραγματεύεται το γνωστό σαπφικό μοτίβο της νυχτερινής αγρυπνίας. Επιπλέον, ένας άλλος διάλογος με άντρα ποιητή υφίσταται: το μοντέλο του εγωκεντρικού ποιητή στο ποίημα του Ζαλοκώστα «Ο ποιητής» 130 αποδομεί η Ευαγγελίδου με το στερεοτυπικού, για την εποχή, τίτλου ποίημά της «Τω ποιητή Γ.Ζ.» 131. Από το ποίημα ποιητικής του Ζαλοκώστα η Ευαγγελίδου δανείζεται λεκτικά μοτίβα και τον 15σύλλαβο, για να απαντήσει με τρόπο έμφυλο: μετατοπίζοντας τον θεματικό άξονα από το έμφυλο υποκείμενο της γραφής και τα χαρακτηριστικά του («Ο ποιητής») στο αίτιο του γονεϊκού πόνου από τον οποίο προκύπτει η ποίηση: ό,τι τονίζεται από την Ευαγγελίδου, δηλαδή η απώλεια των παιδιών ως αιτία του ελεγειακού χαρακτήρα της ποίησης του Ζαλοκώστα, εμπλέκεται με ένα έμφυλο χαρακτηριστικό της γυναίκας-ποιήτριας: τη μητρότητα, την τρυφερότητα, την ευαισθησία, τον αλτρουϊσμό. Έτσι, η Ευαγγελίδου καταφάσκει στη στερεότυπη θέση του ηγεμονικού λόγου για τα πάγια γνωρίσματα του γυναικείου φύλου. Ο 15σύλλαβος, ως ρυθμός του ποιήματος-αφόρμησης και ως ιδεολογικά φορτισμένος ηγεμονικός ρυθμός που παραπέμπει σε πάγια γνωρίσματα φυλής και φύλου, κρίνεται ως αναπόδραστη/επιβεβλημένη επιλογή. Έπειτα ξεπροβάλλει και μια ξεχασμένη ποιήτρια του 19 ου αιώνα και αυτή είναι η Φλωρεντία Φουντουκλή 132. Αντίθετα με ότι ισχύει συχνά για τις λογοτέχνιδες του 19ου αι. και ιδίως του πρώιμου των οποίων η βιογραφία παραμένει άγνωστη, για τη ζωή της Φουντουκλή γνωρίζουμε αρκετά στοιχεία. Με καταγωγή από την Κέρκυρα, πατέρα αξιωματικό, γόνο καλής οικογενείας, και μητέρα από οικογένεια αγωνιστών, είχε θεία την Πολυτίμη Κουσκούρη, διαπρεπή παιδαγωγό, συγγραφέα παιδαγωγικών μελετημάτων μεταξύ των οποίων και μελέτες υπέρ της αναγκαιότητας της εκπαίδευσης των γυναικών. Η Φουντουκλή γεννήθηκε το 1869, φοίτησε στο σχολείο της εξαίρετης παιδαγωγού Αικατ. Λασκαρίδου και κατόπιν, όπως οι περισσότερες δασκάλες, στο 130 Γεώργιος Χ. Ζαλοκώστας, Τα άπαντα. Έκδοσις δευτέρα υπό Ευγενίου Γ. Ζαλοκώστα, εν Αθήναις, εκ του Τυπογραφείου των αδελφών Περρή, 1859, σ Βιργινία Ευαγγελίδου, Πρώτοι στίχοι, εν Κωνσταντινουπόλει, εκδίδονται υπό του Βιβλιοπωλείου Κ. Πανώριου, εκ του Πατριαρχικού Τυπογραφείου, 1886, για τα αναφερόμενα ποιήματα βλ. σ , 25-26, 36-37, αντίστοιχα. 132 Φλωρεντία Φουντουκλή.Αθήναι :'Εκδοση Μαριάννας-Γαλάνης Φουντουκλή,1949. Σελ

60 60 Αρσάκειο. Συμπλήρωσε τις σπουδές της στο Παρίσι και στο Βερολίνο επιστρέφοντας στην Αθήνα το Δίδαξε για χρόνια και το 1892 ήταν η πρώτη γυναίκα που έγινε δεκτή στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου. Πέθανε το 1915 στην Ιταλία επιστρέφοντας στην Ελλάδα μετά από μακρά παραμονή στη Γερμανία. 133 Το ποιητικό της, όπως και το λοιπό έργο (για παιδιά και ενήλικες), δεν το εξέδωσε ποτέ και βρίσκεται διασκορπισμένο σε περιοδικά της εποχής, και ιδίως στην Εφημερίδα των Κυριών 134 όπου απαντούν τριάντα έξι ποιήματά της. Πρόκειται για ποίηση που δεν αξιολογείται με κριτήρια την εκφραστική δύναμη, την πρωτοτυπία, την τεχνική. Ο λυρισμός της είναι τιθασευμένος καθώς κυριαρχεί η αφηγηματικότητα που αποδίδει το βίωμα με μια μάλλον αισιόδοξη προοπτική. «Και αν η γη σκεπάσθηκε με πάγους και με χιόνια/ μήπως και πάλι δεν θαρθούν τα λάλα χελιδόνια;/ Μόν' στο θεό σου πίστευε κι η άνοιξις θ αρχίση» γράφει στο ποίημα «Ελπίς» (1890). Αυτή η τάση μείωσης της λυρικής διάθεσης, θεωρούμενης σχεδόν ως εγγενές γνώρισμα της γυναικείας ποίησης, προσδιορίζει την ιδιαιτερότητα της ποίησης της Φουντουκλή. Συχνά φαίνεται ανάλαφρη και επιφανειακή, χωρίς να εκπίπτει στην κουραστική ρητορεία αλλά και χωρίς επιδεικτική φλυαρία. Ακόμη και όταν αποτυπώνει θλίψη «Πλην την ψυχήν μου έθλιβον του χωρισμού οι πόνοι», το συναίσθημα αντηχεί επιδερμικό και χάνει το βάρος του εν μέσω της έμμετρης αφήγησης που αποζητά την περιγραφική αποτύπωση των εμπειριών: «Αρχίζω το ταξείδιον και μάλιστα και μόνη/ Πλην την ψυχήν μου έθλιβον του χωρισμού οι πόνοι/ Εις τας επτά πρωί πρωί η μηχανή συρίζει/ Στο θλιβερόν της σύριγμα το μάτι μου δακρύζει». Θα χαρακτηριστεί από την έρευνα ως ποίηση υπαγορευμένη από τις περιστάσεις του βίου, εν είδει ημερολογίου, που κοινοποιεί στις αναγνώστριές τις συνήθως ευχάριστες περιπέτειες του βίου ή σε άλλες περιπτώσεις τις συμφορές. Πολύ συχνά ο αποδέκτης των αφηγηματικών ποιημάτων της, είναι μια φίλη (ενίοτε και με όνομα) αλλά ουσιαστικά πρόκειται για ένα «εσύ», που τείνει να εγγράψει το ποίημα στο είδος της έμμετρης επιστολής. Το θηλυκό αυτό εσύ, πέρα από την υπαρκτή φίλη της ποιήτριας, υπονοεί κάθε αναγνώστρια, δημιουργώντας έτσι μια γυναικεία κοινότητα (sisterhood) εντός της οποίας πρωταρχική ανάγκη συνιστά η επικοινωνία και η κοινοποίηση του βιώματος. Βέβαια, η επικαιρική αυτή ποίηση που επιχειρεί να μνημειώσει την ατομική εμπειρία της στιγμής και να την κοινοποιήσει ως δυνητικά συλλογικό βίωμα, είναι συνήθης ιδίως μεταξύ των ποιητριών: αφιερωματικά ποιήματα με αφορμή γενέθλια, γάμους, 133 Σ. Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή. Γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού Διαφωτισμού- Ρομαντισμού, Νεφέλη, Αθήνα Σελ Εφημερίς των Κυριών, Αρ / Παρρέν, Καλλιρρόη [ ].

61 61 γεννήσεις, αναχωρήσεις στο εξωτερικό και ποιήματα για τον θάνατο προσφιλών προσώπων. Η Φουντουκλή δεν διαφεύγει του κανόνα και επιπλέον φαίνεται να έχει ιδιαίτερη ικανότητα στη στιχουργία αυτού του είδους που αναδεικνύει το επίκαιρο. Απόδειξη αποτελούν η πρώτη έμμεση αφήγησή της σε τρεις συνέχειες «Επιστολαί οικιακαί προς φίλην» (1887), τα μεμονωμένα ποιήματα «Ενώ η φαντασία μου αρχίζει το ταξίδι», «Στη θάλασσα του Mon Repos», η έμμετρη αφήγηση της συνάντησής της με την Καλλιρρόη Παρρέν στην Κέρκυρα καθώς η τελευταία μεταβαίνει στο Σικάγο για το Συνέδριο των Γυναικών. «Ενώ δια την Εκθεσιν διαβαίνει σαν πουλί» και τα τρία του 1893 και κυρίως οι δώδεκα έμμετρες αφηγήσεις της από τον Ιούνιο έως τον Σεπτέμβριο του 1898 στην Εφημερίδα των Κυριών, ποιητικές επιφυλλίδες με τις εντυπώσεις της από ταξίδι στη Γερμανία. Στα παραπάνω, όσο και στα λοιπά ποιήματα της Φουντουκλή διακρίνεται η σταδιακή μετακύλιση από την καθαρεύουσα προς μια ήπια δημοτική. Πρόκειται για τη γυναίκα που συναιρεί τη δράση (επάγγελμα, γυναικεία εκπαίδευση, δράση υπέρ των γυναικών - υπήρξε δασκάλα, παιδαγωγός, μαθηματικός) με την γραφή. Το ευρύ πεδίο της συγγραφικής παραγωγής της Φουντουκλή περιλαμβάνει ποικίλα κείμενα άλλα από τα οποία, θεωρητικά ή λογοτεχνικά, εξυπηρετούν το παιδαγωγικό έργο της και άλλα είναι αμιγώς λογοτεχνικά. Όλες οι κατηγορίες κειμένων απορρέουν από την αναγκαιότητα αφήγησης του εαυτού, της συγκρότησης της έμφυλης γυναικείας υποκειμενικότητας. Η τάση της Φουντουκλή να γράφει έμμετρες αφηγήσεις εγγράφεται στην ανάγκη δημιουργίας μιας αυτοεικόνας, η οποία θα αποτυπώνει τις πολλαπλές ταυτότητες που μπορεί να έχει μια γυναίκα, ταυτότητες που η ίδια η ποιήτρια συνδύασε στον βίο της και εξέφρασε στα ποιήματά της. Τώρα η περιήγηση συνεχίζεται με την ποιήτρια Μαρίκα Φιλλιπίδου, η οποία ήταν και η εκδότρια του περιοδικού Νέος Παρθενών το 1931 στην Αθήνα. Καταγόταν από Τραπεζούντιο πατέρα ενώ η μητέρα της ήταν από την Κέα, το γένος Λάκωνα. Από τα λιγοστά βιογραφικά στοιχεία της υπάρχει η πληροφορία ότι γεννήθηκε το 1877 στην Κωνσταντινούπολη. Έγινε ευρέως γνωστή από τη θυελλώδη σχέση της με τον τραγουδιστή Αττίκ. Η Μαρίκα Φιλιππίδου στη ρομαντικού κλίματος συλλογή της Κελαδήματα (1899) χρησιμοποιεί κατά κόρον ιαμβικό 15σύλλαβο, προβάλλοντας πολύ συχνά τον πατριωτικό χαρακτήρα της ποίησής της με ποιήματα επικαιρότητας που αφορμώνται από ιστορικά συμβάντα («Εις στρατιώτην», όπου το μέτρο προχωρεί σε μερικά σημεία με δυσκολία, «Ο ασθενής στρατιώτης», «Επί τη εις Κρήτην αναχωρήσει του εθνοφιλούς μας πρίγκηπος Γεωργίου» κ.ά.) Μαρίκα Κ. Φιλιππίδου, Κελαδήματα, εν Αθήναις, εκ του Τυπογραφείου Μ. Σαλίβερου, 1899.

62 62 H επόμενη ποιήτρια της δεκαετίας αυτής στην οποία αξίζει να αναφερθεί η μελέτη, η Eλένη Γουσίου 136, είναι μια εντελώς άγνωστη δημιουργός για την οποία αντλούμε πλήθος πληροφοριών από τον εκτενέστατο πρόλογο της ποιητικής της συλλογής, H μικρά ανθοδέσμη ή ποιήματα αυτοσχέδια ). Το ποιητικό έργο της Γουσίου χωρίζεται συνήθως σε έργα πατριωτικά με θέμα την επανάσταση ή τη Μεγάλη Ιδέα και σε ποιήματα εμπνευσμένα από πραγματικά συμβάντα της εποχής, ερωτικά, κοινωνικά και προσωπικά. Παρόλο που δεν έχουν λογοτεχνικές αξιώσεις, η περίπτωση της Γουσίου παρουσιάζει ενδιαφέρον διότι η αναπηρία της νομιμοποιεί την έκδοση του πνευματικού της έργου, τα έσοδα του οποίου θα διατεθούν για καλό σκοπό, την πιθανή θεραπεία της καθώς ήταν τυφλή. Μια άλλη σημαντική ποιήτρια που αξίζει να αναφερθεί για την προσφορά της στη γυναικεία λογοτεχνική παραγωγή είναι και η Παυλίνα Μπορέλλη. H Mπορέλλη είναι μια ποιήτρια, η οποία κυριαρχεί, με πέντε συνεργασίες και με μία βιβλιοκρισία για το έργο της. H ποίησή της λυρική, είτε εξυμνεί τον έρωτα και τη νιότη, είτε παρηγορεί αγαπημένους ανθρώπους για την απώλεια συγγενικών τους προσώπων. Ξεχωρίζει η πρώτη της συνεργασία στο περιοδικό Ευτέρπη, τον Iανουάριο του 1853, με το ποίημα «O κήπος», στο οποίο μπορεί να διακρίνει κανείς ένα πνεύμα προδρομικά καβαφικό. Έπειτα ακολουθεί η ποιήτρια Αγανίκη Μαζαράκη. Η Αγανίκη Αινιάνος Μαζαράκη ( ) 138 ήταν Ελληνίδα βουκολική ποιήτρια του 19ου αιώνα. Γεννήθηκε το Η καταγωγή της ήταν από ηρωική και λόγια οικογένεια της Yπάτης Φθιώτιδας. Πατέρας της ήταν ο Γεώργιος Αινιάν, πρωτεργάτης της Φιλικής Εταιρείας, ήρωας της επανάστασης και πολιτικός. Έμεινε ορφανή σε μικρή ηλικία και μεγάλωσε στο πλευρό του θείου της Δημητρίου, ο οποίος ως πρωτεργάτης της επανάστασης κατά του Όθωνα αναγκάστηκε να καταφύγει στα βουνά. Η μικρή Αγανίκη συμμεριζόμενη την τύχη του θείου της τον ακολούθησε, μεγαλώνοντας σε χωρικό περιβάλλον. Όταν τα πράγματα ησύχασαν εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και φοίτησε στο Αρσάκειο, δείχνοντας μεγάλο ζήλο για τα γράμματα. Αποφοίτησε σε ηλικία 17 χρονών και στράφηκε στην σπουδή των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων και των Γάλλων ποιητών και πεζογράφων. Παντρεύτηκε το 1860 τον Ιωάννη Μαζαράκη από την Κύθνο. Έγραψε πολλά ποιήματα, τα οποία εν ζωή δεν δημοσίευσε ποτέ, αλλά και τα κράτησε μυστικά. 136 Σ. Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή. Γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού Διαφωτισμού- Ρομαντισμού, Νεφέλη, Αθήνα Σελ Ελένη Γουσίου, Μικρά ανθοδέσμη. Ποιήματα αυτοσχέδια, εν Αθήναις, εκ της Τυπογραφίας Φίλωνος του Αθηναίου, Πηνελόπη Μ. Καΐρη (1936). Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, επιμ. Φυσιογνωμίαι τινές αρσακειάδων : επ'ευκαιρία της εκατονταετηρίδος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας.

63 63 Ενδεικτικοί είναι οι στίχοι της ΑγανίκηςΜαζαράκη, της οποίας τα ποιήματα εκδόθηκαν το 1893, ένα χρόνομετά τον θάνατό της, αφού όσο ζούσε εξασκούσε εν κρυπτώ την τέχνη της ποίησης: Έρως;!! τέρψις;!! παύσε, παύσε, μη σ ακούσειη κοινωνία! / Ως αγροίκος, ως ευήθης κοίταξε μη εκληφθείς! / Κρύψεπάσαν έμπνευσίν σου εις τα βάθη της ψυχής σου! 139. Το παραπάνω απόσπασμα από το ποίημα της Αγανίκης Μαζαράκη ανήκει στη δεύτερη φάση της γυναικείας γραφής, τη «φεμινιστική», αφού εκφράζει τη δυσφορία των γυναικών για τις κοινωνικές προκαταλήψεις απέναντι στη γυναικεία σεξουαλικότητα, παρόλο που ακόμα και σε μια τόσο προσωπική γυναικεία έκφραση η ποιήτρια χρησιμοποιεί το αρσενικό γένος στην απόδοση των επιθετικών προσδιορισμών που χαρακτηρίζουν το καταπιεσμένο υποκείμενο. Η Αγανίκη Μαζαράκη στο πρώτο ποίημα της συλλογής της, το «Εις λυχνίαν 140», χρησιμοποιεί ιαμβικό 15σύλλαβο, όπως και σε πολλά άλλα ποιήματά της, ιδίως σε αυτά με πατριωτικό περιεχόμενο, με πολλές χασμωδίες. Η μετρική αταξία που υποβάλλει η χασμωδία ως δισταγμός, σύγχυση και κακοφωνία συνάπτεται με την αμηχανία που προκαλεί η εξίσωση της αντρικής και γυναικείας ποίησης. Η λυχνία μετατρέπεται σε συνδήλωση του στοχασμού και της ποίησης και ιδίως της ίδιας της πράξης της γραφής. Συνοδεύει τόσους σοφούς και μεταξύ αυτών την αμφιλεγόμενη μορφή τής Γεωργίας Σάνδη. Η αναφορά της μαζί με άντρες σαν τον Δάντη, τον Τάσσο, τον Δημοσθένη εξισώνει το γυναικείο με το αντρικό πνεύμα, και η γυναικεία και αντρική δημιουργία συνυπάρχουν ισότιμα. Μια άλλη σημαντική ποιήτρια που αξίζει να μνημονευθεί είναι και η Μαρίκα Πίπιζα( ). Μια από τις παλαιότερες Ελληνίδες ποιήτριες, έπειτα από τα επαναστατικά χρόνια. Το τέλος την βρίσκει στο Γηροκομείο, συντροφεμένη από μια ωραία γάτα και μεγάλα κουτιά χαρτονένια, όπου φυλάγονταν στοίβες ολόκληρες τα αποκόμματα των εφημερίδων με τις κριτικές των έργων της. Ο πιστός φίλος της, ένας σκύλος που λάτρευε, δεν υπάρχει πια. Η Μαρίκα Πίπιζα-Καρακάση, από τις πιο δημοφιλείς, με παρουσία στα περιοδικά από το 1888 έως το 1912, χρησιμοποιεί ήδη από την πρώτη της συλλογή το 1899 σε τουλάχιστον δέκα ποιήματα τον σπασμένο 15σύλλαβο (8+7 ή σε παραλλαγή 8+6 συλλαβές) 141. Η Πίπιζα, μάλιστα, στην ενότητα «Τραγούδια της Θεσσαλίας και 139 Αγανίκη Μαζαράκη, Ποιήσεις, Αθήνα, Κωνσταντινίδης, 1893, σ Αγανίκη Μαζαράκη, Ποιήσεις, εν Αθήναις, Τυπογραφείον Αν. Κωνσταντινίδου, 1893, σ. 1. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συλλογή τυπώθηκε από τον γιο της ποιήτριας μετά τον θάνατο της. 141 Πίπιζα, ό.π.

64 64 της Κρήτης» της δεύτερης συλλογής της επιλέγει ιαμβικό στίχο με ανισοσυλλαβίες, συνήθως τακτές. Σε δύο από τα επτά ποιήματα της ενότητας ο ιαμβικός εναλλάσσεται σε 10σύλλαβους και 11σύλλαβους στίχους, ενώ σε τέσσερα ποιήματα είναι τροχαϊκός και σε ένα σπασμένος ιαμβικός 15σύλλαβος 142. Επιπλέον, η Πίπιζα υιοθετεί σε 8στιχες στροφές το σχήμα Ή μελέτη τώρα αφορά σε μια άλλη ενδιαφέρουσα μορφή της γυναικείας γραφής όπως είναι η Κοζανίτισσα Μητιώ Σακελλαρίου 143. Ανήκει στις φυσιογνωμίες εκείνες που με το μεταφραστικό τους έργο συνέβαλαν στην καλλιέργεια ενός πρόδρομου φεμινισμού στον τουρκοκρατούμενο ελληνισμό κατά την προεπαναστατική περίοδο. Γεννημένη στη Βουδαπέστη το 1790 ήταν κόρη της Αικατερίνης και του Χαρίσιου Μεγδάνη ( ), λόγιου και κατόπιν ιερέα. Ο παππούς της από την πλευρά της μητέρας της ήταν ο Γεώργιος Κόντης, πλούσιος έμπορος και πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας του Tokaj της Αυστροουγγαρίας. Σε ηλικία μόλις τριών ετών θα επιστρέψει με την πατρική της οικογένεια στην Κοζάνη, όπου ουσιαστικά θα παραμείνει η βασική έδρα διαμονής της μέχρι το θάνατό της περί το Η Μητιώ λοιπόν ανήκει στην ανερχόμενη αστική τάξη, μεγαλώνει σε κλίμα διανόησης, αποκτά μόρφωση και οικείες παραστάσεις. 144 Ο πατέρας της, λόγιος ιατροφιλόσοφος Χαρίσιος Μεγδάνης, απόφοιτος της φημισμένης σχολής Λιβαδίου στο Θεσσαλικό Όλυμπο, ήταν ιδιαίτερα καλλιεργημένος και δραστήριος. Αρχικά εργαζόταν ως οικοδιδάσκαλος στην Πέστη και επιστρέφοντας στην Κοζάνη άσκησε και τα καθήκοντα του ιερέα. Από το συγγραφικό του έργο ξεχωρίζει μεταξύ άλλων η «Καλλιόπη παλινοστούσα» ή «Περί ποιητικής μεθόδου», που εκδόθηκε στη Βιέννη το Σχεδόν συνομήλικος με το Μεγδάνη, αν όχι λίγο μεγαλύτερος, ήταν και ο Γεώργιος Σακελλάριος (1765; 1838), ο μετέπειτα σύζυγος της Μητιώς. Ήταν γόνος μιας από τις παλαιότερες κοζανίτικες οικογένειες, γιος του μεγαλέμπορου Κωνσταντίνου Σακελλάριου, που είχε αποκτήσει σημαντική περιουσία από την εκτενή εμπορική του δραστηριότητα στη Βιέννη και τη Βουδαπέστη. 142 Ο τροχαϊκός ρυθμός σε πατριωτικά ποιήματα θα μπορούσε άραγε να θεωρηθεί επίδραση από τον σολωμικό «Ύμνο στην ελευθερία»; Οι πρόγονοι των ποιητριών δεν είναι σχεδόν πάντοτε ισχυροί άντρες ποιητές, με δεδομένη μάλιστα την απουσία «προμητόρων»;. 143 Βάλτερ Πούχνερ (2001) «Γυναικεία δραματουργία στα χρόνια της Επανάστασης, Μητιώ Σακελλαρίου, Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου, Ευανθία Καΐρη: Χειραφέτηση και αλληλεγγύη των γυναικών στο ηθικοδιδακτικό και επαναστατικό δράμα», Καστανώτης Αθήνα. Σελ Ειρήνη Ριζάκη «Οι "γράφουσες" Ελληνίδες Σημειώσεις για τη γυναικεία λογιοσύνη του 19ου αιώνα» (2007) Κατάρτι.Σελ

65 65 Ο Σακελλάριος είχε σπουδάσει ιατρική στο Βουκουρέστι αλλά και στην πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων, από όπου αποφοίτησε το Ήταν ευρυμαθής και εξαιρετικά φιλόπονος. 145 Πλούσιο και πολύπτυχο το έργο του κινήθηκε στην ποιητική δημιουργία, την ιστορική καταγραφή, το φιλοσοφικό στοχασμό και τη συστηματική μετάφραση (κυρίως από τα γαλλικά στα ελληνικά). Υπήρξε γνήσιο τέκνο της εποχής του και της ευφορίας που σηματοδότησε το Νεοελληνικό Διαφωτισμό στο μεταίχμιο του 19 ου αιώνα. Μεγδάνης και Σακελλάριος είχαν συχνή επικοινωνία και μοιράζονταν παρεμφερή πνευματικά ενδιαφέροντα. Αργότερα, μετά την απώλεια της συζύγου του Σακελλάριου το 1800, της Αναστασίας Καρακάση, η μοίρα τα έφερε έτσι, ώστε να συνδεθούν οι δύο άντρες με δεσμό συγγενικό, καθώς ο Σακελλάριος νυμφεύτηκε το 1805 σε δεύτερο γάμο τη Μητιώ Μεγδάνη. Η Μητιώ Σακελλαρίου θα ακολουθήσει το σύζυγό της στο Βελιγράδι, στα Γιάννενα, όπου παρέσχε τις υπηρεσίες του ως γιατρός στην αυλή του Αλή Πασά, στο Βεράτι της Αλβανίας, όπου διέμεινε ως προσωπικός γιατρός του Σαλή Πασά, γιου του Αλή, στο Μοναστήρι, στη Λάρισα και εν γένει, όπου εκείνος κινήθηκε επαγγελματικά, κυρίως στο βορειοελλαδικό χώρο. Σταθερό σημείο αναφοράς της όμως θα παραμείνει, ως το τέλος, η Κοζάνη. Η πρόσληψη των ιδεών του Νεοελληνικού Διαφωτισμού αντανακλά τις πεποιθήσεις της για την παιδευτική συμβολή του θεάτρου. Η έμφυτη ανησυχία συνυφασμένη με τα ερεθίσματα κοσμοπολιτισμού και τις ευκαιρίες μάθησης που της παρείχε το κοινωνικό της περιβάλλον επέτρεψαν αυτές τις προσλαμβάνουσες. Χαρακτηριστικά επισημαίνεται ότι η πόλη εκείνη την περίοδο «απολάμβανε ένα ιδιαίτερο πνευματικό κλίμα, κοινωνική ισορροπία και οικονομική ευμάρεια, χάρη στις δραστηριότητες πολλών αποδήμων, που βρίσκονταν σε στενή σχέση και επικοινωνία με τη μητρόπολη. Οι πόλεις στις οποίες απαντώνται πολυάριθμες κοινότητες Κοζανιτών ή δυτικομακεδόνων εν γένει ήταν η Βενετία, η Τεργέστη, το Βελιγράδι, το Βουκουρέστι, η Βουδαπέστη, η Βιέννη, η Λειψία, το Σεμλίνο, το Ιάσιο κά». 146 Ο Κάρλο Γκολντόνι συνδέεται άρρηκτα με τον Αιώνα των Φώτων. Το διαφωτιστικό πνεύμα διαπερνά ακέραιο το θεατρικό του έργο. Οι κωμωδίες του διακριβώνουν τη μετάβαση από το παραδοσιακό στο σύγχρονο. Ουσιαστικά η θεματική των γκολντονικών έργων είναι ομόλογη προς την αναδυόμενη αστική συνείδηση. 145 Άντεια Φραντζή «Καλλιόπη Παλινοστούσα ή Περί ποιητικής του Χαρίσιου Μεγδάνη», περιοδικό Παλίμψηστον, Τεύχος 6/7, Δεκέμβριος 1988, Ηράκλειο Κρήτης. 146 Η. Σπυριδωνίδη «Carlo Goldoni La vedova scaltra και L amore paterno : Ο κοσμοπολιτισμός και ο πρώιμος φεμινισμός της Μητιώς Μεγδάνη Σακελλαρίου στο πλαίσιο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού», Επετηρίδα Τμήματος Ιταλικής Γλώσσας & Φιλολογίας, ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη

66 66 Δεν είναι τυχαίο ότι τόσο οι μολιερικές κωμωδίες, όσο και τα έργα του Γκολντόνι, είχαν εξαιρετική απήχηση στην αρχή ως αναγνώσματα και κατόπιν ως δραματοποιημένες παραστάσεις στο Φαναριώτικο περιβάλλον. Ο Γκολντόνι ειδικά κατορθώνει να εκλαϊκεύει τις αξίες του Διαφωτισμού. Με το έργο του, δε θα ήταν υπερβολικό αν υποστηριχθεί, ότι εγκαθιδρύεται μία νέα δραματουργική ηθική. Στο γκολντονικό έργο, όπως έγραφε ο ίδιος ο δημιουργός του, τίθεται στο επίκεντρο il mondo e il teatro. Προτάσσονται αξιακά η χαρά της ζωής και οι γήινες απολαύσεις. Συνάπτονται πάντα με τη φιλομάθεια και τη φιλέρευνη διάθεση. Μέσα σε πνεύμα οπτιμισμού το θέατρο του Γκολντόνι γνωρίζει επιτυχία, γίνεται δημοφιλές και μεταφέρει στο νεοελληνικό κοινό τα αστικά μηνύματα. Οι μεταφράσεις των έργων του στις ελληνικές παροικίες του εξωτερικού είναι συχνές. Στην αρχή προσφέρονται ως ιλαρά αναγνώσματα στο καλλιεργημένο κοινό της εποχής. Σύντομα, σε μικρό βάθος χρόνου, θα ακολουθήσει και η θεατρική παράστασή τους. Η επαφή των εύπορων Ελλήνων της διασποράς με το δυτικό τρόπο ζωής θα τους εξοικειώσει σταδιακά και με τη σκηνική πράξη. 147 Ενστερνιζόμενη λοιπόν τις αυτές πεποιθήσεις, η Μητιώ Σακελλαρίου επιλέγει να προβεί τελικά στο διάβημά της. Όντας έξυπνη και έχοντας εξασκηθεί στους επιδέξιους χειρισμούς προφανώς και λόγω περιβάλλοντος αποφασίζει να κινηθεί ευέλικτα. Γνωρίζει εξαρχής την απαιδευσία αλλά και τον περιρρέοντα συντηρητισμό που επικρατεί στον τουρκοκρατούμενο ελληνισμό. Η Κοζάνη δεν είναι Βουκουρέστι, ούτε Οδησσός. Πρέπει λοιπόν να κινηθεί μεθοδικά, συγκρατημένα και βήμα βήμα, οργανώνοντας το εγχείρημά της με πειθαρχία, να πετύχει το στόχο της. Σε καμία περίπτωση δεν επιθυμεί να φανεί οχληρή στο πνευματικό κατεστημένο της εποχής και της περιοχής. Γνωρίζει ότι οι εκκλησιαστικοί κύκλοι εμφορούνται από οπισθοδρομικότητα και αντιμετωπίζουν με καχυποψία την προοδευτική κοσμοαντίληψη των Φώτων. Πόσω μάλλον θα στέκονται εχθρικοί απέναντι στο θέατρο! Η χαρά της ζωής τείνει να εξοβελίζεται από την ιδεολογική σκευή αυτής της νοοτροπίας. Θεωρείται στοιχείο έκλυσης των ηθών και διαφθοράς της νεολαίας. 148 Ο Μεγδάνης τη διαβεβαιώνει ωστόσο ότι δεν ανήκει στους «προληπτικούς», εκείνους που «απολύτως κατακρίνουν τας κωμωδίας ως ηθοφθόρους». Έχοντας λοιπόν εξασφαλίσει την πατρική συγκατάθεση και με δεδομένη τη συζυγική υποστήριξη μην ξεχνάμε ότι είναι μία νεαρότατη γυναίκα των αρχών του 19 αιώνα! 147 Άννα Ταμπάκη (2005) «Το νεοελληνικό θέατρο (18 ος 19 ος αιώνας) Ερμηνευτικές προσεγγίσεις», Δίαυλος, Αθήνα, 84 κε. 148 Η πατρική αγάπη ή Η ευγνώμων δούλη και Η πανούργος χήρα, Κωμωδίαι του Κυρίου Καρόλου Γολδώνη, Εκ του ιταλικού μεταφρασθείσαι παρά Μητιούς Σακελλαρίου, εν Βιέννη της Αουστρίας κατά το τυπογραφείον Ιωάννου του Σνεϊρερ.

67 67 θα εκδώσει τελικά το 1818 στη Βιέννη τις μεταφράσεις της. Θα προτάξει μία εισαγωγή, όπου θα απευθύνεται επί τούτου «προς τας ευμενείς αναγιγνωσκούσας». Το πρώτο ενδιαφέρον στοιχείο, που προκύπτει, αφορά τη στοχοθεσία. Αφενός η Μητιώ στρέφεται κατεξοχήν στις γυναίκες αναγνώστριες. Αφετέρου πιστεύει ακράδαντα στην παιδευτική αποστολή του θεάτρου. Μάλιστα το χαρακτηρίζει ως εφαλτήριο για πιο εμβριθείς μελέτες σε σύνθετα αντικείμενα στοχασμού. Το θεατρικό έργο λοιπόν λειτουργεί εξαρχής ως μέσο ψυχαγωγίας («εις διασκέδασιν του καιρού, μάλιστα των μακρών νυκτών του χειμώνος»), ιδίως στην πληκτική καθημερινότητα της τουρκοκρατούμενης επαρχίας. Ταυτόχρονα τα κείμενα αυτά και δη οι κωμωδίες γίνονται γέφυρες για την (ανα)γνωστική μετάβαση σε πιο υψηλές περιοχές του επιστητού («προδιαθέτει και προθυμοποιεί εις άλλας σπουδαιοτέρας μελέτας, δια των οποίων ημπορούν να πλουτισθούν με ανωτέρας ιδέας και μαθήσεις»). Το θέατρο επομένως καθίσταται χρηστομάθεια, όχι με τη στενά θρησκευτική έννοια του όρου αλλά με την ευρύτερη κοσμική και κοσμοπολίτικη σήμανση που της προσέδωσε ο Διαφωτισμός. Η Μητιώ από το σύνολο των κωμωδιών του Γκολντόνι επιλέγει να μεταφράσει τα έργα L amore paternooverro La serva riconoscente και Lavedova scaltra. Η επιλογή της δεν είναι τυχαία. Και τα δύο αποτελούν θεατρικές ηθογραφίες. Το πρώτο, «Η πατρική αγάπη» ή «Η ευγνώμων δούλη»» αποπνέει έντονο ηθικό διδακτισμό, σύμφυτο με τα ιδεώδη, που μία κλειστή, συντηρητική κοινωνία ενστερνίζεται. Πρόκειται για την «ηθικωτάτην κωμωδίαν» του «κυρίου Γολδώνη», που είχε αποστείλει το 1812 στον ιερωμένο πατέρα της προς έγκριση. Πραγματεύεται το ηθικό δίλημμα μίας πιστής υπηρέτριας, που κληρονόμησε το σπίτι του αφεντικού της μετά το θάνατό του. Από τη μια καλείται να φιλοξενήσει το φτωχό αδελφό του μακαρίτη και τις κόρες του, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης στη μνήμη του κυρίου της από την άλλη έχει να αντιμετωπίσει τον αρραβωνιαστικό της που την ψέγει για την αφελή καλοσύνη της, θεωρώντας ότι οι ξένοι καταχρώνται τη φιλοξενία της, την εκμεταλλεύονται και στο τέλος η κληρονομημένη περιουσία της θα εξανεμιστεί. Η κοπέλα, ως υπόδειγμα ηθικού χαρακτήρα, πράττει κατά συνείδηση. Ένα έργο λοιπόν ηθικοπλαστικό, συγκινητικό, κοινωνικά ανώδυνο και ιδεολογικά ακίνδυνο. Στεκόμαστε οπωσδήποτε στο γεγονός ότι η πρωταγωνίστρια είναι γυναίκα. 149 Το δεύτερο έργο «Η πανούργος χήρα» είναι, για τα κοινωνικά δεδομένα της εποχής στον τουρκοκρατούμενο ελληνισμό, πολύ πιο τολμηρό ως θεματική και ως κοσμοθεωρία. Ασφαλώς αυτό δεν το έστειλε το 1810 στο Χαρίσιο Μεγδάνη, διότι θα απορριπτόταν αυθωρεί! Η συγκεκριμένη κωμωδία απάδει τα «καλά ήθη και τα ορθά 149 Βάλτερ Πούχνερ (2004) «Δραματουργικές και θεατρολογικές θεωρίες στην προεπαναστατική Ελλάδα ( )», Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, «Ελληνικά» Τόμος 50, Αθήνα, σελ

68 68 δόγματα». Δεν έχει όμως και τόση σημασία. Εφόσον έχει εκμαιεύσει την πατρική συγκατάθεση, δυνητικά κινείται τώρα με μεγαλύτερη ελευθερία. Εδώ λοιπόν η πρωταγωνίστρια πάντα γυναικείος ο κεντρικός ρόλος η Ροζάουρα είναι μια όμορφη γυναίκα. Χήρεψε πρόσφατα από το γάμο με τον πρώτο της άντρα, επειδή είχαν μεγάλη διαφορά ηλικίας. Τώρα την διεκδικούν τέσσερις μνηστήρες από τέσσερις διαφορετικές εθνικότητες: ένας Ιταλός, ένας Άγγλος, ένας Γάλλος και ένας Ισπανός. Η γυναίκα καλείται μόνη της να αποφασίσει και να διαλέξει. Διαθέτει αυτοπεποίθηση, αυτοεκτίμηση, αυτενέργεια. Εδώ ακριβώς έγκειται ο πρώιμος φεμινισμός της Μητιώς Μεγδάνη Σακελλαρίου. Με όχημα το μεταφρασμένο θέατρο, τις δύο αυτές κωμωδίες ηθών, διαμορφώνει την παιδαγωγία της. Απευθυνόμενη στις ευμενείς αναγνώστριες, καταθέτει τη γνώμη της. Μιλά τεθλασμένα αλλά αποτελεσματικά για θέματα κρίσιμα των γυναικών στην εποχή της, μάλλον σε κάθε εποχή: το συνοικέσιο, το γάμο με διαφορά ηλικίας, τη δυνατότητα της κοπέλας να έχει άποψη για το μέλλον της και να επιλέγει. Ταυτόχρονα και αυτό είναι πολύ σημαντικό διαγράφονται τα πολιτισμικά στερεότυπα, που ήταν τότε διαδεδομένα στην Ευρώπη, για τα φυλετικά γνωρίσματα των εθνοτήτων. Πρόκειται για κριτική αποτίμηση της ετερότητας. Το διαπιστώνει κανείς μελετώντας όσα καταγράφονται για τα ιδιαίτερα γνωρίσματα των τεσσάρων υποψήφιων μνηστήρων. 150 Θεωρείται μάλλον απίθανο οι γκολντονικές αυτές κωμωδίες να παραστάθηκαν επί σκηνής σε τόσο πρώιμη φάση στην Κοζάνη. Οι έως τώρα αρχειακές μαρτυρίες δεν πιστοποιούν κάτι τέτοιο. Την ίδια εποχή πάντως, στα γειτονικά και συνάμα μακρινά Ιωάννινα, το θεατρικό γεγονός υφίστατο έμπρακτα. Πολλοί από τους κατοίκους ήταν εμπορευόμενοι και είχαν διαμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα στη Βιέννη ή σε ιταλικές πόλεις, όπως η Βενετία, το Λιβόρνο, η Τεργέστη. Κατά συνέπεια, όντας οικειωμένοι με την ευρωπαϊκή κουλτούρα, επιχείρησαν να αναλάβουν παρόμοιες πρωτοβουλίες και για την πόλη τους. Παραστάσεις από μπαλέτα και ιταλικούς θιάσους δόθηκαν την εποχή του Αλή Πασά. Μάλιστα ο ίδιος, για να γιορτάσει το γάμο του με την κυρά Βασιλική, μετακάλεσε ιταλικούς θιάσους στην πόλη, γεγονός που παρέμεινε ωραία ανάμνηση για τους Γιαννιώτες πολύν καιρό μετά. Αλλά και ο γιος του Αλή, ο Βελής αγαπούσε το θέατρο. Μαρτυρείται μάλιστα από γάλλο περιηγητή της εποχής ότι είχε τολμήσει να προτείνει τη μετατροπή ενός τζαμιού σε ιταλική σκηνή. Ή Μητιώ, κόρη του λόγιου ιερέα Χαρίσιου Μεγδάνη (ό οποίος είχε ιδιαίτερη κλίση στη λογοτεχνία και την ποιητική) και σύζυγος του ιατροφιλόσοφου και 150 Νίκου Θέμελη «Η ανατροπή», Κέδρος, Αθήνα 2000.

69 69 συγγραφέα Γεώργιου Σακελλάριου, βοηθήθηκε και από τους δύο, ιδιαίτερα από τον σύζυγο της, πού ήταν ό ίδιος έμπειρος μεταφραστής θεατρικών έργων. Ή Σακελλαρίου ολοκληρώνει κατά κάποιο τρόπο τη φάση της θεατρικής «προετοιμασίας», την προσπάθεια πού ό νεοελληνικός Διαφωτισμός ξεκίνησε τις τελευταίες δεκαετίες τού 18ου αιώνα και την συνέχισε ως τις παραμονές τού Εικοσιένα, προσπάθεια πού θα θεμελιώσει το μελλοντικό νεοελληνικό θεατρικό οικοδόμημα. Στο είδος της κωμωδίας ό Γκολντόνι ήταν ό απόλυτος κυρίαρχος. Από το1791, όταν ό Πολυζώης Ααμπανιτζιώτης, μεταφραστής και εκδότης, τύπωσε στη Βιέννη τα πρώτα έργα τού βενετσιάνου συγγραφέα, το ενδιαφέρον για την κωμωδιογραφία του παρέμεινε αμείωτο. Αν στα τυπωμένα κείμενα προσθέσουμε και τις χειρόγραφες μεταφράσεις(δέκα τίτλοι μαζεμένοι στον κώδικα πού σώζεται στη Βασιλική Βιβλιοθήκη των Βρυξελλών, άλλες διάσπαρτες μεταφράσεις και έργα πού παίχτηκαν εξελληνισμένα στα Επτάνησα), ή μεταφραστική συγκομιδή ξεπερνά τις είκοσι κωμωδίες. Έτσι, στην κίνηση αυτή ή Μητιώ Σακελλαρίου δεν μπορεί να διεκδικήσει, πρωτοποριακό ρόλο, άλλα αυτό δεν μειώνει την άξια, τη σημασία και το ενδιαφέρον της συμβολής της, ή όποια θα έπρεπε να εκτιμηθεί και να αξιολογηθεί συγκριτικά, στο πλαίσιο της μεταφραστικής και εν γένει θεατρικής ζύμωσης των προεπαναστατικών χρόνων. Από τις δύο κωμωδίες πού μετέφρασε ή Μητιώ, ή πρώτη με τίτλο Ή πατρική αγάπη (L'amor paterno) δεν θεωρείται από τις πετυχημένες κωμωδίες του Γκολντόνι και δεν την είχε προσέξει κανείς από τους προηγούμενους μεταφραστές. Είναι το πρώτο έργο πού παρουσίασε ό ιταλός συγγραφέας αμέσως μετά την άφιξη του στο Παρίσι το Με το υλικό πού επέλεξε όπως εξηγούν οι κριτικοί του επιδίωξε να ανταποκριθεί στα γούστα του γαλλικού κοινού, πού από το 1740 περίπου έδειχνε προτίμηση για το είδος της «δακρύβρεχτης» κωμωδίας («comédie larmoyante»). Στο κείμενο τα κωμικά στοιχεία είναι δευτερεύοντα, ενώ κυρίαρχες είναι οι εκδηλώσεις αλληλεγγύης και συμπαράστασης, το αίσθημα, ό ανθρωπισμός. Με το αίσιο τέλος της περιπέτειας, πριν κλείσει ή αυλαία, ή πρωταγωνίστρια συνοψίζει το νόημα σε ένα επιμύθιο: ό έρωτας και ή φιλανθρωπία δεν είναι έννοιες ασυμβίβαστες, άλλα μπορούν να συνδυαστούν και να συνυπάρξουν. Από όλα τα πρόσωπα της κωμωδίας (πού είναι μάλλον χλωμά) ξεχωρίζει ή κεντρική ηρωίδα με τον δυναμισμό και τη σταθερότητα της. Αύτη θα επιβάλει και τη σωστή λύση στην υπόθεση. Γνήσιο προϊόν της κωμικής ιδιοφυίας του βενετσιάνου συγγραφέα είναι Ή πανούργος χήρα (La vedova scaltra), πού ανήκει στις πρώτες μεγάλες επιτυχίες (πρωτοπαίχτηκε στη Βενετία το

70 ) του Γκολντόνι στην πατρίδα του και είναι ένα από τα κείμενα πού τον καθιέρωσαν. Να σημειωθεί εδώ πώς στα ελληνικά το έργο είχε ήδη μεταφραστεί δύο φορές: Με τον τίτλο7/ στοχαστική και ωραία χήρα το 1791 από τον Ααμπανιτζιώτη, ενώ σώζεται σε άλλη μεταφραστική εκδοχή, στον χειρόγραφο κώδικα των Βρυξελλών, με τον τίτλο Ή πανούργος και πολύξευρος γυνή 151. Το φαινόμενο αυτό με τις τρεις διαδοχικές ελληνικές προσεγγίσεις της ίδιας κωμωδίας είναι από πολλές απόψεις σημαντικό και μας προσφέρει έναν δείκτη για την κατεύθυνση πού παίρνουν οι ελληνικές προτιμήσεις. Δεν λησμονείται το γεγονός πώς ή μεταφραστική εξόρμηση εκείνη προωθούσε γενικά την ιδέα και την υπόθεση του θεάτρου, άλλα πρωταρχικά άμεσος αποδέκτης των έντυπων και χειρόγραφων μεταφράσεων ήσαν οι αναγνώστες, ό ελληνισμός των παροικιακών κέντρων ένα κοινό πού στις κωμωδίες του Γκολντόνι, ιδιαίτερα σε όσες κινούνται στον οικογενειακό-αστικό κόσμο, βλέπει τον καθρέφτη των δικών του προβλημάτων, την αναζήτηση ενός νέου κώδικα συμπεριφοράς, μακριά από παραδοσιακά στερεότυπα και προλήψεις, άλλα με γνώμονα τη φρόνηση και το λογικό. Ένα τέτοιο πρότυπο συμπεριφοράς ενσαρκώνει και ή Ροζάουρα, ή γοητευτική ηρωίδα της κωμωδίας τού Γκολντόνι Ή πανούργος χήρα, πού όπως ακούσαμε είναι και «στοχαστική» και «ωραία» και «πολύξευρος». Το επίθετο ((scaltra» τού ιταλικού τίτλου θα μπορούσε πιο άπλα να αποδοθεί με τους χαρακτηρισμούς «πονηρή» ή «τετραπέρατη», όμως οι δύο από τους τρεις έλληνες μεταφραστές θέλησαν να υπογραμμίσουν κυρίως πώς ή γυναίκα έχει μυαλό. Τήν Ροζάουρα, πού πριν λίγους μήνες έμεινε χήρα, την πολιορκούν τέσσερις «μνηστήρες», ένας Άγγλος, ένας Γάλλος, ένας Ισπανός και ένας Ιταλός. Ή νεαρή γυναίκα δεν βιάζεται να διαλέξει, δεν παρασύρεται από κολακείες, δώρα και υποσχέσεις, θέλει πρώτα να γνωρίσει μόνη της τον χαρακτήρα τού καθενός από τους «μνηστήρες». Όταν πρόκειται να διαλέξεις σύζυγο, λέει σε κάποιο σημείο της κωμωδίας, δεν φτάνει να έχεις και τα δύο μάτια σου ανοιχτά, χρειάζεται και «το μικροσκόπιο της φρόνησης». Ύστερα από πολλά κωμικά επεισόδια και αφού οι υποψήφιοι περάσουν τις δοκιμασίες και τις παγίδες πού έχει στήσει ή πανέξυπνη και γοητευτική ηρωίδα, ό κλήρος θα πέσει στον Ιταλό. Ή Ροζάουρα τον διαλέγει γιατί είναι ό πιο σοβαρός από τους άλλους και πιο σταθερός στο αίσθημα του. Για τούτο ή Σακελλαρίου στο 151 Τον χειρόγραφο κώδικα πού σώζεται στη Βασιλική Βιβλιοθήκη τών Βρυξελλών μελέτησε και πρωτοπαρουσίασε ή Valérie Daniel, πού εντόπισε και επισήμανε πολλές αλλαγές στην ελληνική μετάφραση αυτής ειδικά τής κωμωδίας, σέ σύγκριση μέ το πρωτότυπο. Βλ. Valérie Daniel, Une traduction inédite en grec moderne de Goldoni [...], Παρίσι 1928, σ Tò πλήρες κείμενο αυτής τής μετάφρασης, μαζί μέ τα υπόλοιπα εννέα έ'ργα του χειρογράφου τών Βρυξελλών, έχει τυπωθεί στην έκδοση Dieci commedie di Goldoni tradotte in neogreco, Voi. I. Testi, έπιμ. Anna Gentilini, Lidia Martini, Cristina Stevanoni, Πάδοβα 1988.

71 71 προλογικό της κείμενο, συνοψίζοντας το νόημα, γράφει πώς ή κωμωδία έχει πολλές περιπέτειες, άλλα το τέλος είναι «ηθικώτατον». Κυριαρχεί στην κωμωδία ή μορφή μιας ανεξάρτητης γυναίκας πού έχει δική της βούληση και προσωπικότητα, έντονη ακτινοβολία πού την ανεβάζει πολύ πιο ψηλά από τους άνδρες θαυμαστές της. Ουσιαστικά είναι το πρόπλασμα της χειραφετημένης γυναικείας προσωπικότητας, πού ό βενετσιάνος συγγραφέας θα ολοκληρώσει με τη μορφή της Μιραντολίνας στη Λοκαντιέρα. Στην τελευταία αυτή περίπτωση υπογραμμίζεται και ή ταξική διαφορά, ή ανωτερότητα της ηρωίδας, πού ενσαρκώνει το λαϊκό ήθος, απέναντι στους αργόσχολους ξεπεσμένους αριστοκράτες πού την πολιορκούν. Αν είχε γίνει σωστή δουλειά, δηλαδή αν ή έκδοση των έργων της Σακελλαρίου ήταν σωστά προσανατολισμένη και ενταγμένη στο μεταφραστικό φαινόμενο εκείνης της εποχής, θα μπορούσε ό εκδότης να κάνει τις επιβεβλημένες και χρήσιμες συγκρίσεις με την υπόλοιπη μεταφραστική παραγωγή στο είδος της κωμωδίας ή και παραβολή με τις άλλες μεταφράσεις της Πανούργας χήρας, πού θα είχε πολύ ενδιαφέρον. Δυστυχώς, ό φεμινιστικός (ας τον πούμε έτσι) προσανατολισμός ή, ορθότερα, ό αποπροσανατολισμός τού εκδοτικού εγχειρήματος παρασύρουν άλλου. Ό Βάλτερ Πούχνερ ψάχνει να βρει αυτοβιογραφικά κίνητρα για τις επιλογές της μεταφράστριας. Βλέπει σ' αυτές μια μορφή διαμαρτυρίας για τον παράταιρο γάμο (συνέπεια τού παραδοσιακού «παντρολογήματος») με ένα γέρο σύζυγο και άλλα σχετικά. Και τα δύο σκέλη τού συλλογισμού πού κατασκευάζει ό μελετητής δεν αντέχουν στον έλεγχο. Το θέμα τού παράταιρου γάμου με προξενιό είναι ανύπαρκτο στην πρώτη κωμωδία και εντελώς δευτερεύον, σχεδόν ανύπαρκτο, στην Πανούργο χήρα. Εδώ άφορα την αδελφή της Ροζάουρα, την Ελεονώρα, πού θέλει να την παντρευτεί ένας γερο-πανταλόνε. Χωρίς μεγάλο κόπο και χωρίς φασαρία, πάλι ή Ροζάουρα θα δείξει το χαρακτήρα της, θα ματαιώσει τον αταίριαστο γάμο και θα δώσει στην αδελφή της έναν από τους δικούς της υποψήφιους μνηστήρες πού εκείνη είχε απορρίψει. Και από την άλλη πλευρά μπορεί, με τα σημερινά κριτήρια, ή μεγάλη διαφορά ηλικίας ανάμεσα στη Μητιώ και τον Γεώργιο Σακελλάριο να μας παρασύρει και να χαρακτηρίσουμε το ζευγάρι αταίριαστο. Αλλά για εκείνη την εποχή αυτός ήταν περίπου ό κανόνας. Υποθέτουμε πώς πολλές συμπατριώτισσες της κόρης τού λόγιου ιερέα Χαρίσιου Μεγδάνη θα ζήλευαν την τύχη της Μητιώς, πού παντρεύτηκε έναν ήδη αναγνωρισμένο εκείνα τα χρόνια σπουδαίο γιατρό (σε λίγο θα έμπαινε και στην αυλή τού Αλή Πασά) και άνθρωπο των γραμμάτων. Έναν μορφωμένο και προοδευτικό άνθρωπο, πού δεν έκλεισε τη γυναίκα του στο σπίτι, άλλα την ανέδειξε σε ισότιμη με τον ίδιο προσωπικότητα: θα την κάνει συγγραφέα και πρακτική γιατρό (ίσως ή πρώτη ελληνίδα γιατρός!). Ή Μητιώ, Όπως

72 72 λένε οι μαρτυρίες, συνοδεύει τον άντρα της στις περιοδείες του στην Ήπειρο, Κεντρική Μακεδονία, Θεσσαλία, βλέπει μαζί του τους ασθενείς, ειδικότερα εξετάζει τις γυναίκες(κυρίως τις Τουρκάλες) και βοηθά στη διάγνωση. Απέσπασε, λένε, την αναγνώριση και την ευγνωμοσύνη των ανθρώπων πού ή ίδια βοήθησε. Πριν κλείσει το θέμα αυτό, χρήσιμο είναι ν' ακούστεί και μια γυναικεία άποψη, την όποια μεταφέρω από τη μελέτη της Ρέας Γρηγορίου για τη διάδοση του έργου του Γκολντόνι στην Ελλάδα 152. Ή ερευνήτρια συνδέει και συνεξετάζει τις δύο μεταφράσεις της Μητιώς, ανιχνεύοντας παράλληλα τα κοινά στοιχεία πού πιθανόν να επηρέασαν την επιλογή της. Υποστηρίζει πώς κοινό σημείο είναι «ή ωριμότητα της προσωπικότητας των γυναικών», πού πρωταγωνιστούν αντίστοιχα στα δύο έργα, ή κυριαρχία τους «στο κοινωνικό περιβάλλον». Οι δύο γυναικείοι χαρακτήρες και οι συμπεριφορές τους γοητεύουν την ελληνίδα μεταφράστρια. Αυτή η πρόταση είναι πιο πειστική από κάποια υποθετικά, αστάθμητα αυτοβιογραφικά κίνητρα. Ό φιλάργυρος της Ελισάβετ Μουτζάν- Μαρτινέγκου βάζει ακόμα πιο δύσκολα προβλήματα αξιολόγησης, γιατί, ας επαναληφθεί άλλη μια φορά, πως ή αυτοδημιούργητη συγγραφέας και το έργο της αποτελούν ένα φαινόμενο μοναδικό και ανεπανάληπτο. Τελικά, η Μητιώ Σακελλαρίου δεν είναι μία ρηξικέλευθη διανοούμενη. Δεν εδραιώνει έργο τομή στην εποχή της. Είναι όμως μία πρωτοπόρος. Κινούμενη με σεμνότητα και σε χαμηλούς τόνους, με έδρα την επαρχιακή Κοζάνη, συμβάλλει στη διαμόρφωση φεμινιστικής συνείδησης στον πρώιμο 19 ο αιώνα. Η προβολή του διαφωτιστικού πνεύματος διέπει την κοσμοθεωρία της ολοκληρωτικά. Όμως αυτό το έργο θα ξεχαστεί. Σύντομα θα καταλήξει ανεπίκαιρο. Συμπίπτει με μία συγκυρία, που το πνεύμα της εποχής αλλάζει άρδην, καθώς καλείται να υπηρετήσει διαφορετικές σκοπιμότητες. Οι καιροί ου μενετοί λοιπόν για τους ηθικοδιδακτικούς σκοπούς της κωμωδίας του Διαφωτισμού. Υποκύπτει εκ των πραγμάτων στις νέες απαιτήσεις των καιρών, που η ιστορική αλλά και η σκηνική αναγκαιότητα επιβάλλουν. Το ρεπερτόριο θα αναπροσανατολιστεί πλέον προς την πατριωτική δραματογραφία, που η επανάσταση του 1821 και ο ρομαντισμός της αθηναϊκής σχολής εμπνέουν και ενθαρρύνουν. Τώρα η έρευνα περνά στον κυρίως ελλαδικό χώρο όπου θα ήταν φρόνιμο να παρουσιασθεί μια γνώριμη μορφή του γυναικείου λογοτεχνικού λόγου και αυτή είναι η Πηνελόπη Δέλτα για την οποία εδώ θα αναφέρθούν αρκετά στοιχεία για ένα αυτοβιογραφικό της κείμενο με τίτλο Αναμνήσεις. Η Πηνελόπη Σ. Δέλτα ( Βλ. Ρέα Γρηγορίου, «Νέα στοιχεία για την διάδοση του έργου του Κάρλο Γκολντόνι στην Ελλάδα (τον 18ο και 19ο αιώνα)», Μαντατοφόρος39-40 (1995), Για τη Μητιώ Σακελλαρίου, σ

73 ), το γένος Μπενάκη 153, δημοσίευσε όσο ζούσε ένα πλούσιο έργο με διηγήματα και μυθιστορήματα για παιδιά. Η Πηνελόπη Μπενάκη - Δέλτα γεννήθηκε στις 24 Απριλίου του 1874, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, από τον επιχειρηματία και εθνικό ευεργέτη Εμμανουήλ Μπενάκη και την Βιργινία Χωρέμη, μέλος της ισχυρής τότε εμπορικής οικογένειας Χωρέμη της Αλεξάνδρειας. Εκτός από την Πηνελόπη η οικογένεια είχε δύο ακόμη κόρες, την Αλεξάνδρα και την Αργίνη και τρεις γιους, τον Αντώνη, τον Κωνσταντίνο και τον Αλέξανδρο. Τα παιδικά της χρόνια τα πέρασε στο αυστηρό αρχοντικό περιβάλλον του σπιτιού της και τα καλοκαίρια ταξίδεψε στην Ελλάδα και την Ευρώπη (Αθήνα, Πειραιάς, Χίος, Liverpool, Gratz κ.α.) Τις σχολικές γνώσεις της κάλυψε με κατ οίκον μαθήματα. Η σύγκριση των ελληνικών μαθητικών βιβλίων με τα αντίστοιχα ξενόγλωσσα την έκανε να συνειδητοποιήσει την ανάγκη για συγγραφή παιδικών βιβλίων γραμμένων σε απλή γλώσσα. Μετά την αγγλική κατάκτηση της Αιγύπτου (1882), η οικογένεια έφυγε για την Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Κηφισιά. Το 1895 η Πηνελόπη παντρεύτηκε το φαναριώτη επιχειρηματία Στέφανο Δέλτα, με τον οποίο επέστρεψε μετά το τέλος του πολέμου του 1897 στην Αλεξάνδρεια και απέκτησε τρεις κόρες, τη Σοφία, τη Βιργινία και την Αλεξάνδρα. Ο Δέλτας ήταν φιλόδημοτικιστής και η Πηνελόπη επηρεάστηκε κυρίως από τον αδερφό του Κωνσταντίνο και τη γνωριμία και σχέση της με τον Ίωνα Δραγούμη, που υπηρετούσε την περίοδο εκείνη στο προξενείο της Αλεξάνδρειας και την γνώρισε με τους Πάλλη, Εφταλιώτη, Βλαστό, Φωτιάδη, Ψυχάρη και Παλαμά, με τους οποίους διατήρησε επαφή και αλληλογραφία, συμβάλλοντας στο δημοτικιστικό αγώνα. Από το 1906 ως το 1913 έζησε με την οικογένειά της στη Φρανκφούρτη. Εκεί γνωρίστηκε με το Μανώλη Τριανταφυλλίδη και μέσω αυτού με τον κύκλο του Γληνού και του Δελμούζου, με τους οποίους συνέπραξε αργότερα στην έκδοση του Δελτίου του Εκπαιδευτικού Ομίλου, του οποίου έγινε μέλος το Μακροχρόνια αλληλογραφία διατήρησε και με το γάλλο βυζαντινολόγο Γκυστάβ Σλυμπερζέ, του οποίου το βιβλίο Βυζαντινή Εποποιία ενέπνευσε τη Δέλτα στη συγγραφή μυθιστορημάτων με βυζαντινή θεματική (Για την πατρίδα, Στον καιρό του Βουλγαροκτόνου). Παράλληλα με τη λογοτεχνία η Δέλτα ασχολήθηκε και με τις παιδαγωγικές μελέτες και το 1910 εξέδωσε το βιβλίο Στοχασμοί περί της ανατροφής των παιδιών μας. Το 1909 έγινε μέλος της Λαογραφικής Εταιρείας. Το 1916 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και έζησε από κοντά τα Νοεμβριανά γεγονότα. Η φρίκη που αντίκρισε και ο 153 Ο πατέρας της Πηνελόπης, Εμμανουήλ Μπενάκης, ήταν γιος εύπορου χιώτη εμπόρου. Ασχολήθηκε και ο ίδιος με το εμπόριο. Αρχικά δραστηριοποιήθηκε στην Ερμούπολη και αργότερα στην Αίγυπτο, κύριος μέτοχος του οίκου «Χωρέμη- Μπενάκη και Σία». Απέκτησε οικονομική και κοινωνική δύναμη. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το Συνδέθηκε προσωπικά με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, εκλέχτηκε βουλευτής και δήμαρχος Αθηναίων, και διετέλεσε υπουργός Εθνικής Οικονομίας. Δαπάνησε πολλά χρήματα για κοινωνικό έργο και ανακηρύχθηκε εθνικός ευεργέτης.

74 74 κίνδυνος που αντιμετώπισε ο βενιζελικός και δήμαρχος τότε της Αθήνας πατέρας της συνέβαλαν στην πολιτική μεταστροφή της Δέλτα από την βασιλική στη βενιζελική παράταξη. Ο Βενιζέλος υπήρξε πρότυπο της Δέλτα και διατήρησε αλληλογραφία μαζί του, καθώς επίσης με τον Νικόλαο Πλαστήρα. Οι πολιτικές εξελίξεις που ακολούθησαν ως τη Μικρασιατική καταστροφή επηρέασαν και τραυμάτισαν την ψυχοσύνθεση της Δέλτα, που αντιμετώπιζε περισσότερο συναισθηματικά παρά εγκεφαλικά τα γεγονότα. Παρά την άσχημη κατάσταση της υγείας της (προϊούσα παράλυση των άκρων), ήδη από το 1925 ανέλαβε σημαντικές πρωτοβουλίες για περίθαλψη και οικονομική ενίσχυση των προσφύγων από τη Βουλγαρία και τη Μικρασία. Ανάλογη πρωτοβουλία ανέλαβε και κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου. Στις 27 Απριλίου 1941, ημέρα κατά την οποία τα γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν την Αθήνα, η Πηνελόπη Δέλτα προσπάθησε να αυτοκτονήσει παίρνοντας δηλητήριο και τελικά έφυγε από τη ζωή πέντε ημέρες αργότερα, στις 2 Μαΐου 1941, ενώ είχαν ήδη προηγηθεί άλλες δύο απόπειρες αυτοκτονίας στο παρελθόν. Στον τάφο της, στον κήπο του σπιτιού της, χαράχτηκε η λέξη ΣIΩΠH. Το 2012 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Τετράγωνο η βιογραφία της, από την Μίτση Πικραμένου, με τίτλο «Η κυρία με μαύρα». Η Πηνελόπη Δέλτα υπήρξε μια από τις πιο σημαντικές φυσιογνωμίες στην Ελλάδα των αρχών του αιώνα. Στο πεζογραφικό έργο της προσπάθησε να επιτύχει τόσο την ψυχαγωγία των μικρών αναγνωστών της όσο και την διαπαιδαγώγησή τους, ιστορική και ηθική. Εξίσου σημαντικό είναι το ιστορικό ερευνητικό της έργο, που οδήγησε στη συγκέντρωση πολύτιμου αρχειακού υλικού για την ελληνική ιστορία του αιώνα μας, ενώ ένα σημαντικό μέρος του συνόλου του έργου της καλύπτει η αλληλογραφία της με εξέχουσες προσωπικότητες της πολιτικής και των γραμμάτων. Η Πηνελόπη Δέλτα, καθιερώθηκε ως συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας. Αυτή η εικόνα πρόσληψης της ίδιας και του συγγραφικού της έργου, που επιδιώχθηκε και από την ίδια, παραμένει ισχυρή και σήμερα (βλ. Βασιλειάδης 2010). Η συγγραφική της δράση τοποθετείται κυρίως στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα και εντάσσεται στο πλαίσιο εθνικής ανόρθωσης που έχει εμπνεύσει εκείνη την εποχή το κίνημα του δημοτικισμού σε πολλούς ανθρώπους των γραμμάτων. Ένας από αυτούς, η Δέλτα, από νωρίς συνδέθηκε στενά με τους βασικότερους εκπροσώπους του δημοτικισμού και, όταν εγκατέλειψε τη γαλλική γλώσσα στην οποία έγραψε τα πρώτα της κείμενα, επέλεξε τη δημοτική για να συγγράψει μια σειρά

75 75 από αλληγορικά παραμύθια, διηγήματα για παιδιά, αλλά και διηγήματα για μεγάλους με σαφές παιδαγωγικό περιεχόμενο 154. Το έργο της, όπως δηλώνει η ίδια με πολλές αφορμές στη δημοσιευμένη της αλληλογραφία, 155 αποβλέπει στην πνευματική και ηθική, γλωσσική και εθνική καλλιέργεια των παιδιών. Στην ίδια κατεύθυνση, μεταγλωττίζει σε μια ήπια δημοτική την ευαγγελική ιστορία του Χριστού (Η ζωή του Χριστού, 1925). Τον ίδιο καιρό, και ιδίως τη δεκαετία , το ενδιαφέρον της είναι αυξημένο για τα σχολικά αναγνωστικά 156. Μάλιστα, ενδιαφέρεται η ίδια να συντάξει ένα νεοελληνικό ανάγνωσμα με πρακτική, εκπαιδευτική κατεύθυνση. Το 1913 δημοσιεύει τη μελέτη της «Τα αναγνωστικά μας» στο Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου 157 και επανέρχεται στο θέμα και τα νέα (εκδοτικά) δεδομένα του, το 1918, με το άρθρο «Τα καινούργια Αναγνωστικά μας», στο ίδιο περιοδικό. 158 Η ίδια αντιλαμβάνεται τον κομβικό ρόλο των γονέων στην αγωγή και μόρφωση των παιδιών και υπογραμμίζει στα άρθρα της, αλλά και στα μυθοπλαστικά της κείμενα, τις δικές τους μεγάλες ευθύνες, ανακαλώντας στη μνήμη της τις προσωπικές της δυσάρεστες εμπειρίες από την απόμακρη έως αδιάφορη στάση των δικών της γονιών απέναντί της. Χαρακτηριστικότερη εκδήλωση αυτής της απεύθυνσης προς τους γονείς και τις ευθύνες τους είναι η συλλογή έξι διηγημάτων της για ενήλικες με τίτλο Τ ανεύθυνα (Ψυχές παιδιών) (1921), αλλά και το άρθρο της «Στοχασμοί περί της ανατροφής των παιδιών μας», δημοσιευμένο επίσης στο Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου, το Η Δέλτα θέτει τις προσωπικές της συγγραφικές φιλοδοξίες στην υπηρεσία των βασικών εθνικών επιδιώξεων του δημοτικισμού και του ενθουσιώδους πνεύματος που χαρακτηρίζει την ανερχόμενη αστική τάξη στην Ελλάδα, ιδιαίτερα μετά την Επανάσταση στο Γουδί (1909), τη νικηφόρα πορεία των δύο βαλκανικών πολέμων ( ), το επίτευγμα της βενιζελικής πολιτικής να επεκταθούν τα σύνορα της χώρας με τις προσαρτήσεις των νέων χωρών και, στην πρόσκαιρη αποκορύφωση του , με το σχήμα πολιτικής γεωγραφίας των «δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών». Η εθνική ανάταση που χαρακτηρίζει τις πολιτικές και ιστορικές αυτές στιγμές υπηρετείται, στο λογοτεχνικό έργο της Δέλτα, με άλλοτε ευθέως αλληγορικές και άλλοτε έμμεσες προβολές αναλογίας σε διάφορες στιγμές του απώτερου ή πιο 154 Βλ. Ζάννας 2006, σσ & Λευκοπαρίδης Δημαράς 2006, σσ Κυκλοφόρησε και σε ανάτυπο, στη σειρά «Βιβλιοθήκη του Εκπαιδευτικού Ομίλου» 158 Κυκλοφόρησε επίσης σε ανάτυπο. 159 Κυκλοφόρησε και σε ανάτυπο ανατυπώθηκε το 1932

76 76 πρόσφατου παρελθόντος της ελληνικής ιστορίας, εξίσου ένδοξες και νικηφόρες, με παραδείγματα ηρωισμού και αυτοθυσίας για το έθνος και την πατρίδα. Η βασιλεία του βυζαντινού αυτοκράτορα Βασιλείου Β, του επονομαζόμενου βουλγαροκτόνου (Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου, 1911), αλλά και ο εγγύτερος στο συγγραφικό παρόν μακεδονικός αγώνας (Στα μυστικά του Βάλτου, 1937), είναι οι γνωστότερες και αρκετά δημοφιλείς αναπαραστάσεις της εθνικής ανόρθωσης, που επιλέγονται από το ιστορικό παρελθόν. Ακόμα και σήμερα, η κυρίαρχη προσλαμβάνουσα του μακεδονικού αγώνα είναι αυτή των Μυστικών του Βάλτου, που γνωρίζει μια αξιοπρόσεκτη αναγνωστική μακροημέρευση. Το λογοτεχνικό έργο της Δέλτα, λοιπόν, γίνεται αποδεκτό, εγγράφεται και κατοχυρώνεται στη νεοελληνική γραμματεία με μια διπλή ταυτότητα, αυτή του παιδικού αναγνώσματος (με πλέον γνωστή περίπτωση τον αξιαγάπητο Μάγκα και τον περίφημο Τρελαντώνη) και εκείνη του εθνικού αναγνώσματος (με εμβληματικότερη περίπτωση, ασφαλώς, τα Μυστικά του Βάλτου). Πρόκειται, ουσιαστικά, για δύο όψεις της ίδιας ταυτότητας: η λογοτεχνία, τόσο στο επίπεδο της συγγραφικής πρόθεσης, όσο και στο επίπεδο της αναγνωστικής πρόσληψης, τίθεται στην υπηρεσία της εθνικής διαπαιδαγώγησης των παιδιών και των νέων. Στο πλαίσιο αυτό, η συγγραφέας αναλαμβάνει, με τα μυθοπλαστικά της κείμενα, να δώσει περιεχόμενο στο εθνικό αφήγημα. Η Δέλτα βρέθηκε στην ιστορική εκείνη συγκυρία (δημοτικισμός, βενιζελικός φιλελευθερισμός, άνοδος της αστικής τάξης στην οικονομία και την εξουσία, γεωγραφική εξάπλωση και εκσυγχρονισμός δομών και θεσμών του ελληνικού κράτους) και ανταποκρίθηκε πλήρως στο αίτημα για τη συγκεκριμένη εθνική διαπαιδαγώγηση με τη συγγραφή κειμένων μυθοπλασίας. Η επιλογή της ήταν συνειδητή και πολύ συχνά δόθηκε η αφορμή να τη συζητήσει στην αλληλογραφία της με τους αποδέκτες των επιστολών της 160. Με τον τρόπο αυτόν η Δέλτα κατοχύρωσε μια συγγραφική ταυτότητα αποδεκτή και θετική, «κανονική» στη γραμματολογία μας, με ρόλους αποδεκτούς για το φύλο της. Υπήρξε (και συνεχίζει να αναγνωρίζεται ως) η συγγραφέας-μητέρα των παιδιών, η συγγραφέας-μητέρα του έθνους, συγκροτώντας έναν εαυτό συμβατό με τις ουσιοκρατικές παραδοχές του πατριαρχικού διπόλου ανδρικό-γυναικείο, σε χαρακτηριστική (και καθησυχαστική για την κυριαρχία του πατριαρχικού λόγου) απόσταση από τις στρατηγικές επιλογές της Μουτζάν-Μαρτινέγκου και της Στούρτζα. Ας θυμηθεί κάποιος ότι η πρώτη προσέβλεπε σε μια ανεξάρτητη συγγραφική ταυτότητα και πορεία ζωής, έξω από τα έμφυλα όρια όπως τα αντιλαμβανόταν η τάξη της, η πατρίδα της και η εποχή της. 160 Βλ. Βασιλειάδης 2010.

77 77 Η δεύτερη, πάλι, υιοθετούσε πλήρως τις συμβατικές ρήτρες για τη συγγραφή απομνημονευμάτων απόλυτα εναρμονισμένων με τον (ανδρικό) κανόνα του γραμματειακού είδους. Αλλά η συγγραφή των παιδικών αναγνωσμάτων της Δέλτα (με ιστορικό περιεχόμενο και εθνικό κύρος) ανήκει χρονολογικά στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα και, επομένως, βρίσκεται εκτός του ορίζοντα της προσδοκίας κάποιου. Η συνοπτική συζήτησή τους εδώ είναι, ωστόσο, αναγκαία για να εντάχθεί σε μια προοπτική για τα αυτοβιογραφικά κείμενα (όσα από αυτά έχουν διασωθεί) που συνέγραψε στην τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα. Γιατί τα λογοτεχνικά κείμενα για παιδιά ή και για τους ενήλικες αναγνώστες συνιστούν μία συγγραφική εικόνα της Δέλτα, τη δημόσια, την ορατή στις γραμματολογικές καταχωρίσεις και τον λογοτεχνικό κανόνα. Η Δέλτα, όμως, διαθέτει πολλά συγγραφικά πρόσωπα ή προσωπεία, πολλούς ρόλους που επιθυμεί, αναλαμβάνει, διστάζει να επιτελέσει 161. Οι επιστολές της αποκαλύπτουν μια διαφορετική εικόνα, διαφορετικές συγγραφικές προθέσεις, για επιτέλεση μιας άλλης συγγραφικής ταυτότητας, που δεν αντιφάσκει με την προηγούμενη δημόσια 162. Σε αυτές τις επιστολές της, κρυμμένες στο σκιόφως του ιδιωτικού, η συντάκτριά τους μπορεί να αποκαλύπτει λανθάνουσες προσδοκίες συγκρότησης ενός συγγραφικού υποκειμένου, που διεκδικεί να γράψει λογοτεχνία με αυξημένες αισθητικές αξιώσεις, πέρα από τα όρια της αναγνωρισμένης «γυναικείας» αποστολής του. Το μόνο μυθιστόρημα που η Δέλτα συνέγραψε για ενήλικες, το τρίτομο Ρωμιοπούλες, έμεινε εκκρεμές στο αρχείο της μέχρι την έκδοσή του το Είναι χαρακτηριστικό ότι η Δέλτα δοκιμάζεται στη συγγραφή ενός εκτενούς μυθιστορήματος για πολλά χρόνια, από το 1927 και εξής, αλλά θα αποφασίσει να μην το δημοσιεύσει, αφήνοντας εντολή στους κληρονόμους της να το δημοσιεύσουν πολύ αργότερα. («Όταν τελείωσα το έργο μου κατέθεσα τα όπλα, είπα πως μπορώ τώρα να πεθάνω, αρκεί να το δημοσιεύσουν τα παιδιά μου, όταν ελευθερωθούν οι ελληνικές ψυχές και συνειδήσεις». 163 Στο κείμενο παρακολουθούμε τη μυθιστορηματική ανάπλαση μεγάλου μέρους των αυτοβιογραφικών της κειμένων. Η Δέλτα συνέτασσε σε όλη τη διάρκεια της ζωής της κείμενα με αυτοβιογραφικό περιεχόμενο και ανάλογη στόχευση: ημερολόγια, επιστολές, σελίδες αναμνήσεων. Τα κείμενα αυτά την απασχολούν διαρκώς και είναι εντυπωσιακή η συνεχής αναθεώρηση και επανεγγραφή τους, η καταστροφή παλαιότερων και η έναρξη συγγραφής νέων. Πρόκειται για κείμενα που δεν δημοσιοποιήθηκαν ποτέ από 161 Τζημούλα 2010, Tzimoula Βασιλειάδης Πετροπούλου 2014, σ. 59

78 78 την ίδια και, όσα δεν αποφάσισε η ίδια να καταστρέψει (και ήταν αρκετά αυτά), διατηρήθηκαν επιμελημένα στο αρχείο της. Η προσφορά της Π. έλτα στην εκπαίδευση γίνεται µε το πλούσιο έργο της, καθώς γράφει για παιδιά, τα οποία µπορούν να αµφισβητούν τους µεγάλους έµµεσα, ενώ υποχωρεί η τιµωρία, π.χ. Τρελαντώνης (1879). Το έργο της είναι µεγάλης εκπαιδευτικής και εθνικής σηµασίας (Μυστικά του Βάλτου 1915, 1937, Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου 1911, Για την Πατρίδα 1909). Συµβάλλει στην καθιέρωση της δηµοτικής γλώσσας, θαυµάζει το «Νέο Σχολείο» του Βόλου και χαιρετίζει την ίδρυση το 1921 της Ανωτέρας Γυναικείας Σχολής. Στις Μελέτες ή Μελετήµατα (1911) διατυπώνει τις παιδαγωγικές της αντιλήψεις για την ατοµικότητα του παιδιού και κάνει κριτική στα Αναγνωστικά του ηµοτικού, στοιχείο που επαινέθηκε από τους Α. Εφταλιώτη και Στρ. Μυριβήλη, ως συµβολή στη γλωσσο-εκπαιδευτική µεταρρύθµιση του Στο έργο της Στοχασµοί περί της ανατροφής των παιδιών µας καταδικάζει την τιµωρία, έρχεται σε αντίθεση µε θέσεις του περιοδικού ιάπλασις των Παίδων που διευθύνει ο Γρηγόρης Ξενόπουλος. Τα παιδιά-ήρωες της Πηνελόπης έλτα έχουν αξίες, φιλοπατρία, αξιοπρέπεια, ειλικρίνεια, αλλά αναγνωρίζουν θετικά στοιχεία και στον εχθρό 164. Η Π. έλτα θεωρείται και σήµερα µεγάλη δασκάλα για τους συγγραφείς της παιδικής λογοτεχνίας 165. Την τελευταία τριακονταετία, οι απόγονοί της Παύλος Ζάννας, στην αρχή, και Αλέξανδρος Ζάννας, στη συνέχεια, φρόντισαν με υποδειγματικό και μεθοδικό τρόπο να τα εκδώσουν. Θα παρουσιάσουμε το σύνολο των κειμένων αυτών με έναν ευσύνοπτο τρόπο, αποφεύγοντας λεπτομέρειες οι οποίες δεν συνδέονται άμεσα με την προσέγγιση των Αναμνήσεων 1899 που θα μας απασχολήσει παρακάτω 166. Η αρχή γίνεται με τις Αναμνήσεις, γραμμένες το 1899 σε γαλλική γλώσσα. Τη χρονιά εκείνη, η Δέλτα καταγράφει σε τέσσερα τετράδια την αφήγηση των νεανικών της χρόνων, μέχρι και τον γάμο της με τον Στέφανο Δέλτα το Το 1901 γράφει, στα γαλλικά επίσης, ένα ταξιδιωτικό ημερολόγιο, στο οποίο περιγράφει την εμπειρία του ταξιδιού που εκείνη τη χρονιά κάνει στις Βρυξέλλες και το Παρίσι συνοδεύοντας τον σύζυγό της. Το ημερολόγιο αυτό δεν διασώζεται. Το 1906 ξεκινά η ιδιαίτερα πυκνή αλληλογραφία της (το δημοσιευμένο τουλάχιστον μέρος της), που θα διαρκέσει μέχρι το Το 1957 ο Ξενοφών Λευκοπαρίδης μελέτησε την ογκώδη αλληλογραφία, εξαίρεσε αρκετές επιστολές για το πιο αυστηρό ιδιωτικό τους περιεχόμενο 164 Α. Κατσίκη-Γκίβαλου (19974 ), Το θαυµαστό ταξίδι, Αθήνα: Πατάκη, σ Π. έλτα (2002), Εξήντα Χρόνια από το Θάνατό της, Πρακτικά ηµερίδας 18-19/6/02, Ναύπλιο: «Ικόνα» Ν. Γ. Χριστόπουλος, σ Για μια αναλυτική και έγκυρη καταγραφή του έργου της Δέλτα, βλ. «Δημοσιευμένα έργα της Π. Σ. Δέλτα» (σσ ) και «Χρονολόγιο » (σσ ), στο Ζάννας 2006.

79 79 (ελπίζοντας ότι, όσο το πέρασμα του χρόνου θα αμβλύνει τις καταστάσεις, θα καταστεί κάποτε δυνατό να δημοσιοποιηθούν ακόμη και οι προς ώρας αποκλεισμένες επιστολές) και εξέδωσε τις υπόλοιπες. Το σώμα των επιστολών που δημοσίευσε ο Λευκοπαρίδης, σε έναν ογκώδη τόμο πεντακοσίων και πλέον σελίδων, αφορά 28 επιστολογράφους και καλύπτει την περίοδο Το 1906 θα ξεκινήσει και η αλληλογραφία με τον Ίωνα Δραγούμη, τον άνδρα που ερωτεύτηκε πολύ δυνατά το καλοκαίρι της προηγούμενης χρονιάς 168. Προς το τέλος του 1916, κάτω από την πίεση των γεγονότων («Νοεμβριανά») και τον φόβο που προκαλούν τα οξυμένα πολιτικά πάθη, καταστρέφει το πρώτο πολιτικό της ημερολόγιο, για το οποίο γνωρίζουμε μόνο ότι περιλάμβανε πολλές εμπιστευτικές αφηγήσεις. Πολύ σύντομα, με την έναρξη της επόμενης χρονιάς, ξεκινά να γράφει ένα δεύτερο πολιτικό ημερολόγιο. Τον Απρίλιο του 1917 ξεκινά και η συγγραφή του Turis Eburnea, του πολύ προσωπικού της ημερολογίου. Θα το κρατήσει «ενεργό» με καταγραφές μέχρι και τον θάνατό της (1941). Λίγα χρόνια αργότερα, το 1921, ξεκινά να γράφει δύο ακόμη ημερολόγια, στα οποία καταγράφονται οι αναμνήσεις της από τη σχέση της με τον Ίωνα Δραγούμη. Θα δημοσιευτούν από τους απογόνους της με τους τίτλους Αναμνήσεις 1921 και Αναμνήσεις Μια ακόμη συγγραφή αυτοβιογραφικού κειμένου ξεκινά το 1931: αρχίζει να γράφει τα απομνημονεύματά της (καλύπτουν τα πρώτα 15 χρόνια της ζωής της), αυτά που πολύ μεταγενέστερα (1980) θα κυκλοφορήσουν με τον τίτλο Πρώτες ενθυμήσεις. Τα ποικίλα αυτοβιογραφικά κείμενα της Δέλτα διασώζουν τις συνεχείς και επάλληλες αφηγήσεις, μέσα από τις οποίες η συγγραφέας τους ανασυγκροτούσε με τη συνδρομή της μνήμης τον προσωπικό της βίο, αλλά και κατέγραφε στιγμές του ιστορικού βίου των Ελλήνων, με πλήρη συνείδηση της ιστορικότητας του εαυτού της και της εποχής που ζούσε. Η πολιτική και κοινωνική θέση της οικογένειάς της (πατρικής και συζυγικής) της επέτρεψε, άλλωστε, να βιώσει από κοντά σημαντικά γεγονότα της εποχής της και να γνωρίσει, σε δημόσιες και ιδιωτικές τους στιγμές, αρκετά από τα πρόσωπα που διαδραμάτισαν ξεχωριστό ρόλο στις ιστορικές και πολιτικές εξελίξεις. Αυτός ο διττός χαρακτήρας, του προσωπικού και του συλλογικού, συμφυής του αυτοβιογραφικού είδους, γίνεται οξύτερος όταν το αυθιστορούμενο υποκείμενο είναι γυναίκα, διαμορφώνοντας περισσότερο μια μείξη ειδών, παρά μια συγγραφική «εφαρμογή» του «κανονικού» είδους. 167 Βλ. Λευκοπαρίδη 1957, σσ Συνήψε δεσμό και διατήρησε κρυφή αλληλογραφία μαζί του. Η Δέλτα ταξιδεύει σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης για λόγους υγείας (για ένα διάστημα ακολουθεί θεραπεία με τον ψυχαναλυτή Dubois) και θα διαμείνει στη Φρανκφούρτη (1907), όταν ο σύζυγός της θα ιδρύσει εκεί και θα διευθύνει το γραφείο κεντρικής Ευρώπης του οίκου Χωρέμη- Μπενάκη. Θα συναντηθεί με τον Δραγούμη στη Γερμανία και την Αυστρία και θα σκεφτεί τη λύση του διαζυγίου, που θα αποτρέψουν όμως με τις παρεμβάσεις τους ο σύζυγος, ο πατέρας και τα αδέλφια της (1908). Η σχέση τους θα τερματιστεί την επόμενη χρονιά.

80 80 Η περίπτωση της Δέλτα είναι ίσως η χαρακτηριστικότερη όλων, ή τουλάχιστον αυτή που μπορεί να παρουσιασθεί καλύτερα, δεδομένης της σταδιακής και μεθοδικής δημοσίευσης του μεγαλύτερου μέρους του αρχείου της και ειδικότερα των αυτοβιογραφικών της κειμένων που να ενδιαφέρουν εδώ. Οι αυτοβιογραφικές αφηγηματικές καταγραφές της Δέλτα κινούνται μεταξύ διαφόρων τύπων κειμένων (ημερολόγια, αναμνήσεις κ.λπ.) και τα γραπτά της παίρνουν ποικίλους ειδολογικούς τίτλους (Απομνημονεύματα, Βιογραφία, Αναμνήσεις, Ενθυμήσεις κ.λπ.), δείχνοντας πόσο άβολα στάθηκαν τα σχήματα της τυπικής, καθιερωμένης μορφής της αυτοβιογραφίας και του απομνημονεύματος. Φαίνεται όμως να συμβαίνει κάτι περισσότερο. Το σύνολο του συγγραφικού έργου της Δέλτα μοιάζει να συνέχεται στη βάση της αυτοβιογραφικής συγκρότησης και έκφρασης του υποκειμένου. Σαν το έργο της να είναι (ή να μπορεί να ιδωθεί ως) ένα συνεχές αυθιστορούμενης αφήγησης, που εκτείνεται σε διαφορετικά σχήματα επάνω σε ένα φάσμα με διαφορετικούς βαθμούς αυτοβιογραφικής δημιουργικής έκφρασης. Το μέρος εκείνο των δημοσιευμένων από την ίδια κειμένων της που απευθύνονται σε ενήλικες και εστιάζουν στη γονεϊκή ευθύνη της διαπαιδαγώγησης των παιδιών, δηλαδή το άρθρο της «Στοχασμοί περί της ανατροφής των παιδιών» (1911) και τα διηγήματά της Τ ανεύθυνα (1921), προϋποθέτουν και μεταπλάθουν (σε προβληματισμό ή επεισόδια μυθοπλασίας) τραυματικά βιώματα της παιδικής της ηλικίας, που περιγράφονται στις Πρώτες Ενθυμήσεις. Αλλά και τα εύθυμα παιδικά αναγνώσματα του Τρελαντώνη και του Μάγκα στηρίζονται στο αυτοβιογραφικό υλικό των παιδικών χρόνων στην Αλεξάνδρεια και διασώζουν την ανέφελη πλευρά τους 169. Διαβαθμισμένο και κλιμακούμενο, λοιπόν, το αυτοβιογραφικό υλικό διοχετεύεται μεταπλασμένο σε ποικίλα της κείμενα, με αποκορύφωμα τις πρόσφατα εκδομένες Ρωμιοπούλες (2014), όπου το μυθιστορηματικό είδος εκβάλλει σε μια εκδοχή μυθιστορηματικής αυτοβιογραφίας, που αρδεύεται από τις καταγραφές των ημερολογίων και τις αυθιστορήσεις των «Αναμνήσεων» 170. Η σχέση αυτοβιογραφίας και λογοτεχνίας γυναικών είναι κάτι περισσότερο από μια ένα προς ένα αντιστοίχιση της μυθοπλασίας με την ιστορικά βιωμένη πραγματικότητα. Όπως σημειώνει η Celeste Schenck, στο πλαίσιο μιας φεμινιστικής θεώρησης του αυτοβιογραφικού είδους, αναφερόμενη ειδικά στην ποίηση γραμμένη από γυναίκες, η σύνδεση βιώματος και ποιητικής έκφρασης είναι τέτοια, που έχουμε εμπεδώσει μια ανάγνωσή τους σαν να πρόκειται για αυτοβιογραφική κατάθεση, αρχής γενομένης από τα ποιήματα της Σαπφώς Ζάννας & Ζάννας 1990, σ Βλ. Ζάννας 2014 Πετροπούλου Schenck 1988, σ. 290.

81 81 Σύμφωνα με την ίδια, υπάρχει ένα συνεχές μεταξύ ποίησης και αυτοβιογραφίας, που δεν διακόπτεται κάθετα και μέσα στο οποίο κινείται η συγγραφή των γυναικών, αντλώντας και ανακαλώντας την εμπειρία του συλλογικού υποκειμένου των γυναικών. Η συγκεκριμένη θεώρηση έχει έναν ορισμένο ιδεολογικό προσανατολισμό: συγκεκριμένες μορφές, εξηγεί προκαταρκτικά η Schenck, της ποίησης των γυναικών και της αυτοβιογραφίας τους μπορούν να διαβαστούν ως αλληλοσυμπληρούμενες, με έναν τρόπο που υποσκάπτει πετυχημένα τη θεωρία για την επικρατούσα άποψη περί αυτοβιογραφίας και, γενικότερα, θέτει υπό αμφισβήτηση την πατριαρχικά καθορισμένη θεωρία των λογοτεχνικών ειδών 172. Μια τέτοια θεώρηση, μεταφερμένη από το παράδειγμα της ποίησης σε εκείνο των αφηγηματικών μυθοπλαστικών κειμένων, βρίσκει εφαρμογή στην περίπτωση της Δέλτα. Πράγματι, δεν πρόκειται απλώς για μυθοπλαστική διαπραγμάτευση των ιστορικών βιωμάτων, όπου τα δεύτερα τροφοδοτούν την πρώτη. Η μυθοπλασία γίνεται πεδίο αφηγηματικής ανασυγκρότησης του εαυτού, καθώς εκεί αναδιαπραγματεύεται οριστικά τις όψεις/εκδοχές του εαυτού, που έχουν συσταθεί σαν «ασκήσεις» αυτοβιογραφικού λόγου των ποικίλων ημερολογίων και «αναμνήσεών» της. Κατά κάποιον τρόπο, το προανήγγειλε στις αρχικές της Αναμνήσεις 1899 όταν έγραφε: «Η μελωδία αυτή έμεινε στη θύμησή μου, κι ακόμα και τώρα, που όλα αυτά είναι τόσο νεκρά και μιλώ γι αυτά όπως θα διηγιόμουν ένα παλιό μυθιστόρημα που κάπου διάβασα, δεν μπορώ να ακούσω αυτό το βαλς χωρίς κάποιο σφίξιμο στην καρδιά, και με πιάνει μια μελαγχολία που δεν είναι καθόλου γλυκιά» (σ. 55) 173. Λογοτεχνία και αυτοβιογραφία, με σύνορα περισσότερο διαπερατά από κάθε άλλη περίπτωση, συγκλίνουν ως προς την ανασυγκρότηση και αναπαράσταση του αυθιστορούμενου υποκειμένου. Στην περίπτωση της Δέλτα μοιάζει να συμβαίνει το αντίστροφο από ό,τι παρατηρήσαμε για την Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου: στην τελευταία είχαμε δει ότι η αυτοβιογραφία ανασυγκροτούσε και διέσωζε το αυθιστορούμενο υποκείμενο με την ταυτότητα του λογοτεχνικού συγγραφέα. Οι Αναμνήσεις 1899 είναι το «πρώτο καθαρά αυτοβιογραφικό κείμενο που έγραψε η Π. Σ. Δέλτα και που αποτελεί την πρώτη ουσιαστική συγγραφική της απόπειρα» 174. Είναι γραμμένο στα γαλλικά, στη γλώσσα που η νεαρή Δέλτα 172 Schenck 1988, σ Διόλου τυχαία, σε επόμενο σημείο των Αναμνήσεων, θα χαρακτηρίσει «ρομάντζο» την αυτοβιογραφικό αφήγηση των τετραδίων της (βλ. Ζάννας & Ζάννας 1990, ). 174 Ζάννας & Ζάννας 1990, σ. 11

82 82 χειριζόταν τότε καλύτερα. Γνωρίζουμε ότι ξεκίνησε να το γράφει τον Μάρτιο του , αλλά δεν γνωρίζουμε πότε ολοκληρώθηκε. Με βάση, όμως, γεγονότα που απουσιάζουν από την αφήγηση ή υπάρχουν σε αυτή, γεγονότα δηλαδή που συνέβησαν μετά την ολοκλήρωση της συγγραφής ή συνέβησαν πριν, μπορεί να προσδιοριστεί το χρονικό όριο λήξης. Ο Παύλος Ζάννας το τοποθετεί στις αρχές του Στο αρχείο της διασώθηκε το αυτόγραφο του κειμένου που αποτελείται από τέσσερις τόμους. Η αυθιστόρηση ξεκινά με μια συνοπτική περιγραφή της παιδικής της ηλικίας. Αναλυτική παρουσίαση των χρόνων της παιδικής της ηλικίας θα επιχειρήσει πολύ αργότερα, με τα «απομνημονεύματα», όπως τα ονομάζει, που θα γράψει στα και θα εκδοθούν με τον τίτλο Πρώτες Ενθυμήσεις (1980). Η αυθιστόρηση του θα τερματιστεί απότομα, ίσως επειδή, υποθέτει εύλογα ο Π. Ζάννας, η συγγραφέας σπεύδει να κλείσει την αφήγηση ενός πρώτου κύκλου της ζωής της, που περιλαμβάνει τη νεανική της ζωή στην Αλεξάνδρεια, τον πρώτο της άδοξο έρωτα, τον συμβατικό της γάμο με τον Στέφανο Δέλτα και τα πρώτα χρόνια της οικογενειακής ζωής στην Αθήνα, στη δύσκολη συμβίωση με τους συγγενείς του συζύγου της 176. Η αυθιστόρηση της Πηνελόπης 177 παρακολουθεί την αδιάφορη έως απόμακρη ή ψυχρή στάση των γονιών απέναντί της, καθώς και τη γνωριμία της με φερέλπιδες νέους, δυνάμει υποψήφιους γαμπρούς, σε μια πορεία αναζήτησης συζύγου που θα οδηγήσει στον συμβατικό γάμο με τον Στέφανο Δέλτα. Αρχικά, ο πρώτος της ξάδελφος Κωνσταντίνος Χωρέμης τη ζητά σε γάμο από τους γονείς της, χωρίς η ίδια να γνωρίζει το παραμικρό. Εκείνοι αρνούνται και υποπτεύονται πως η κόρη τους γνωρίζει τις προθέσεις του Χωρέμη και έχει μυστικά συναινέσει και, για τον λόγο αυτόν, την αντιμετωπίζουν εχθρικά. Η Πηνελόπη όμως δεν γνωρίζει τίποτε και, πολύ αργότερα, μαθαίνει για την καχύποπτη και άδικη στάση των γονιών της. Την ίδια εποχή, η νεαρή Πηνελόπη εισέρχεται στην κοσμική ζωή της αποικιακής Αλεξάνδρειας. Ένας δεύτερος υποψήφιος γαμπρός εμφανίζεται, ο Charles de Zogheb (στο κείμενο αναφέρεται ως Λουλού), ο οποίος δηλώνει ερωτευμένος με την Πηνελόπη. Στην πόλη φτάνει η οικογένεια Mellor και η Πηνελόπη την συνοδεύει για λίγες ημέρες στο Κάιρο. Διερευνάται η προοπτική ενός γάμου με τον Cecil Mellor, αλλά στους επόμενους μήνες ματαιώνονται τα σχέδια. Η Πηνελόπη ταξιδεύει στην Αθήνα και συναντιέται τυχαία με τον Αντώνη Μαυροκορδάτο. 175 Υπάρχει η σχετική τοποχρονολογική ένδειξη στην έναρξη του γραπτού: «Αλεξάνδρεια, 24 Μαρτίου 1899» (Ζάννας & Ζάννας 1990, 3). Στο εξής για κάθε παράθεμα από το συγκεκριμένο κείμενο δίνονται σε παρένθεση οι αριθμοί των σελίδων της συγκεκριμένης έκδοσης. 176 Ζάννας & Ζάννας 1990, σσ. 12*-13*. 177 Βλ. Ζάννας & Ζάννας 1990, σσ. 24*-32*.

83 83 Ακολουθεί ταξίδι στην Ελβετία και γνωριμία με τον Clark (δεν μαθαίνουμε κάτι περισσότερο), που δηλώνει επίσης ερωτευμένος μαζί της. Η Πηνελόπη επιστρέφει στην Αλεξάνδρεια και η μητέρα της αναζητεί γαμπρό (ανάμεσά τους ο Παρασκευάς και ο Τοπάλης). Αρχίζουν οι τακτικές επισκέψεις του Αντώνιου Μαυροκορδάτου στην οικεία Μπενάκη και σύντομα εκδηλώνονται οι προθέσεις του ως υποψήφιου γαμπρού. Στην αυτοβιογραφία κωδικοποιείται με το αρχίγραμμα Μ. Προσλαμβάνεται στην εταιρεία Μπενάκη στην Αίγυπτο. Η μητέρα της Πηνελόπης, Βιργινία, εκδηλώνει την προτίμησή της στον Μ. και ενθαρρύνει την Πηνελόπη να συναναστρέφεται τον επίδοξο γαμπρό. Το ειδύλλιο των δύο νέων δεν αργεί να εκδηλωθεί με την εξομολόγηση του Μ. και τη θετική ανταπόκριση της Πηνελόπης. Η μητέρα της αναλαμβάνει να συμβάλει στην ευόδωση της επιθυμίας των δύο νέων, αλλά ο πατέρας της αντιδρά και η μητέρα της μεταστρέφεται. Κάτω από την αρνητική σκιά του πατέρα της, η Πηνελόπη αρχίζει να αλληλογραφεί κρυφά με τον Μ., χάρη στη μεσολάβηση της Victorine Dufay. Η αρνητική στάση του πατέρα της θα δυσχεράνει την εξέλιξη. Ένας νέος υποψήφιος γαμπρός εμφανίζεται, ο Γεώργιος Στρέιτ, τη στιγμή που η πίεση των γονιών της εναντίον του Μ. αυξάνεται. Η σύγκρουση με τους γονείς την οδηγεί σε αναδίπλωση και στην υπόσχεση ότι δεν θα δεχτεί να παντρευτεί χωρίς τη συγκατάθεση του πατέρα της. Ο Στρέιτ αποσύρει την πρότασή του. Οι εντάσεις με τους γονείς της συνεχίζονται και η Πηνελόπη δηλώνει αποφασισμένη να μείνει ανυποχώρητη στον έρωτά της για τον Μ. Ο Μπενάκης απολύει τον Μ. από την εταιρεία του και η Πηνελόπη αποπειράται να αυτοκτονήσει. Ο Μ. ετοιμάζεται να αναχωρήσει για την Αθήνα, όταν η Πηνελόπη πληροφορείται για έναν άλλον δεσμό του. Καταβεβλημένη ακολουθεί τους γονείς της σε ένα ταξίδι στην Ευρώπη, αποφασισμένη να δεχτεί για σύζυγό της όποιον της υποδείξουν οι γονείς της. Στο ταξίδι τους συναντούν τον θείο της Γιάννη Χωρέμη, στη Λουκέρνη. Αυτός προτείνει ως γαμπρό τον Στέφανο Δέλτα. Όλοι μαζί αναχωρούν για την Αθήνα, όπου σύντομα γίνονται οι αρραβώνες. Αμέσως αναχωρούν για Χίο και από εκεί μεταβαίνουν στην Αλεξάνδρεια για τον γάμο. Λίγες εβδομάδες μετά, οι νεόνυμφοι επιστρέφουν στη συζυγική κατοικία στην Αθήνα. Η αφήγηση πλέον παρακολουθεί τον έγγαμο βίο και τη γέννηση των δύο πρώτων παιδιών τους, της Σοφίας και της Βιργινίας. Η Πηνελόπη θα συναντήσει τυχαία τον Μ., μαζί με τη σύζυγό του. Λίγες ημέρες αργότερα θα ξεκινήσει τη συστηματική καταγραφή των Αναμνήσεων Το αυτοβιογραφικό κείμενο του 1899, εξηγεί η Δέλτα σε ένα δεκαπεντασέλιδο μεταγενέστερο συμπλήρωμα γραμμένο στα ελληνικά, στο τέλος του τέταρτου τόμου των αυτογράφων της, συντάσσεται με την «υποστήριξη» προγενέστερου ημερολογίου, το οποίο η ίδια τηρούσε κρυφά από τον σύζυγό της, αλλά έγραφε με

84 84 περισσή προσποίηση από τον φόβο μήπως η περιέργεια οδηγήσει τον σύζυγο μέχρι την ανάγνωσή του. Όταν η Δέλτα βεβαιώνεται πως δεν διατρέχει τέτοιον κίνδυνο, η ίδια ομολογεί ότι απελευθερώνει τις ημερολογιακές της καταγραφές, που γίνονται πλέον ειλικρινείς και αποκαλυπτικές. Ίσως, υποθέτει ο Ζάννας, αυτή τη χρονική στιγμή της απελευθέρωσης της ημερολογιακής καταγραφής, η Δέλτα αποφασίζει να τερματίσει και την αυτοβιογραφική αφήγηση που στηριζόταν σε αυτά τα ημερολόγια. Η υποστήριξη της μνήμης και της συγγραφής του αυτοβιογραφικού κειμένου από τις ημερολογιακές καταγραφές μοιάζει με τη στρατηγική που μπορούμε εύλογα να συμπεράνουμε ότι ακολούθησε και η Στούρτζα για τα δικά της Απομνημονεύματα. Παρατίθεται παρακάτω ένα χαρακτηριστικό σημείο της αυτοβιογραφίας, όπου η Δέλτα στηρίζεται στις ημερολογιακές της καταγραφές για να χειριστεί τις μετακινήσεις μεταξύ αφηγηματικού και δραματικού χρόνου: «Όμως όλα αυτά συνέβησαν πολύ αργότερα, γιατί η μεγάλη σκηνή στο τραπέζι μπροστά στους Σαρηγιάννηδες, που διηγήθηκα πιο πάνω, έγινε μόνο τον Ιούνιο του 92, μετά από την πρώτη κοσμική μου εμφάνιση και όχι πριν, όπως έλεγα αυτή η θύελλα φώτισε τον ουρανό μου για μερικές εβδομάδες. «Ζω σ έναν παράδεισο», έγραφα τότε (τον Ιούνιο του 92). «Δεν θα μπορούσα να ονειρευτώ πιο τέλεια ευτυχία, επιτέλους η μητέρα με εμπιστεύεται, με φιλάει και με αγαπά». Και πιο κάτω: «Αρκεί, Θεέ μου, αυτό να κρατήσει! Αν απογοητευτώ πάλι, αυτή τη φορά θα είναι τρομερό, πώς θα μπορέσω να μη χάσω την εμπιστοσύνη μου αν ξαναπέσω από τόσο ψηλά; είμαι τόσο ευτυχισμένη που δεν τολμώ να το πιστέψω, η μητέρα με αγαπά και με φιλάει», και έγραφα ολόκληρες σελίδες στον τόνο αυτό.» 178 Σε έναν δεύτερο χρόνο, πολύ αργότερα, η Δέλτα διαβάζει τους τέσσερις τόμους και σχολιάζει στο περιθώριο. Η έκδοση των Αναμνήσεων 1899 μαζί με τα σχόλια του περιθωρίου (σε υποσελίδιες τώρα σημειώσεις) διαμορφώνει ένα ιδιαίτερο αυτοβιογραφικό κείμενο, στο πλαίσιο του οποίου συμβαίνει μια διπλή «αυτοβιογραφική πράξη». Η αφηγήτρια αυτοβιογραφείται διαβάζοντας και σχολιάζοντας παλαιότερες αυτοβιογραφικές της αφηγήσεις (ημερολογιακές καταγραφές) και, σε μεταγενέστερη χρονική στιγμή, η συγγραφέας διαβάζει το αυτοβιογραφικό της κείμενο (την αφήγηση των Αναμνήσεων 1899) και σχολιάζει στο περιθώριο τον προγενέστερο τρόπο ανασυγκρότησης του εαυτού της μέσα από την παλαιότερη αυθιστόρησή της. Πρόκειται για επάλληλες στρώσεις αυτοβιογραφικών διηγήσεων και αναδιηγήσεων, που θα διαρκέσουν όσο και η ζωή της. Η μικρογραφία τους θα 178 Ζάννας & Ζάννας 1990, σ. 21. Ή, σε επόμενο σημείο των Αναμνήσεων: «Αλίμονο, μικρό μου ημερολόγιο, έγραφα το βράδυ, τι θα σου διηγηθώ ακόμα! Φεύγει για την πρωτεύουσα και λυπάμαι με όλη μου την καρδιά! Χθες ακόμα ήταν ένας ξένος, σήμερα δεν είναι πια. Φύλαξε το μυστικό μου, μικρό ημερολόγιο, αλλά φοβάμαι πως θα είναι ένα μυστικό πολύ επώδυνο αν και τόσο γλυκό Προαισθανόμουν ήδη πόνους και λύπες, κι όμως όλα προαναγγέλλονταν τόσο ευχάριστα, τόσο χαρούμενα!» (σσ ).

85 85 μπορούσε να είναι αυτό το διπλό καθρέφτισμα του εαυτού της, τα πολλαπλά της είδωλα: «[Ο] εκνευρισμός μου είχε φτάσει στο αποκορύφωμά του, ενώ τον έβλεπα [τον αγαπημένο της Μ.] να γελά τρώγοντας το λουκούμι του, είχα πειστεί ότι δεν με αγαπούσε, και μου φάνηκε ότι ακόμα και ο χαιρετισμός του στο τέλος ήταν ψυχρός και τυπικός εκείνη τη νύχτα νόμισα πως θα τρελαθώ έγραψα δύο σελίδες από παράλογες σκέψεις και σκέφτηκα σοβαρά την αυτοκτονία Στα είκοσι χρόνια ο θάνατος φαίνεται άγλυκος. Μα δεν ήμουν ποτέ είκοσι χρόνων όταν έγινα εγώ είκοσι, η ψυχή μου ήταν γερασμένη, κουρασμένη. Η αυτοκτονία ήταν μια ιδέα που από μικρό παιδί δεν έπαυσε να ζει μέσα μου. [Προσθήκη ελληνικά στο περιθώριο]» 179 Αρκετές φορές, ο μεταγενέστερος σχολιασμός ενσωματώνεται στην κυρίως αφήγηση. Η Δέλτα μπορεί να σχολιάζει το πρωτογενές αυτοβιογραφικό υλικό το οποίο επεξεργάστηκε κατά την σύνταξη των Αναμνήσεων, είτε αυτό αφορά εγγραφές στο αρχικό της ημερολόγιο, 180 είτε αυτό αφορά επιστολές της 181. Κάποτε, ο σχολιασμός της αφηγήτριας αφορά την ίδια τη διαδικασία της σύνταξης του κειμένου 182. Ημερολογιακές καταχωρήσεις, απομνημόνευμα (Αναμνήσεις), μεταγενέστερη ανάγνωση και σχολιασμός: με αυτή τη χρονική σειρά διαμορφώνεται μια επαλληλία γραφών, όπου κάθε επόμενη σχολιάζει την προηγούμενη και, κάθε φορά, το αυθιστορούμενο ή αυτοσχολιαζόμενο υποκείμενο κατοπτρίζεται στο προγενέστερο κείμενο, που ενσωματώνει στη νέα αυθιστόρηση ή που σχολιάζει στο περιθώριό της. Η διαδικασία αυτή, μέσα από την οποία προκύπτει το αυτοβιογραφικό κείμενο που εκδίδεται το 1990, καθώς και τα ποικίλα είδη κειμένων από τα οποία ανασυντίθενται οι Αναμνήσεις, συνδιαμορφώνουν ένα έντονα μεικτό είδος. Σε αυτό θα πρέπει να συμπεριλάβουμε και τη λογοτεχνική μυθοπλασία. Όχι επειδή το αυτοβιογραφικό υλικό τροφοδοτεί τις λογοτεχνικές της αφηγήσεις, όπως αναφέραμε σε προηγούμενο σημείο του κεφαλαίου, με αποκορύφωμα τις Ρωμιοπούλες, αλλά επειδή η αυτοβιογραφική αφήγηση αποκτά γνωρίσματα της μυθιστορηματικής αφηγηματικής αναπαράστασης. Ακολουθεί ένα απόσπασμα στο οποίο διαβάζουμε ένα παράδειγμα μιας μάλλον «υβριδικής» μείξης ημερολογίου, αυτοβιογραφικής αφήγησης και μυθιστορήματος: «Την Κυριακή ξαναήλθε, λίγο πιο νωρίς αυτή τη φορά συνόδευα δύο επισκέπτες από τη βεράντα όταν τον είδα στον κήπο τον φώναξα και κατέβηκα να τον υποδεχτώ. «Just in time», είπα ενώ του έδινα το χέρι, «why so late?». Μου εξήγησε ότι το τρένο είχε καθυστέρηση. «And why haven t you been out?» με ρώτησε ενώ έσφιγγε το χέρι μου και το κρατούσε στο δικό του. «Because I hoped 179 Ζάννας & Ζάννας 1990, σ Βλ., π.χ., Ζάννας & Ζάννας 1990, σ Βλ., π.χ., Ζάννας & Ζάννας 1990, σ Βλ., π.χ., Ζάννας & Ζάννας 1990, σ. 359

86 86 you would come early», είπα, «I have been waiting for ever so long». Προχωρούσαμε ενώ κρατιόμασταν από το χέρι, μέσα στο ημίφως της νύχτας που έπεφτε. «You dear I know», ψιθύρισε, «and tomorrow at the station?». Έγνεψα ναι, θα άρχιζα τα μπάνια. Ήμασταν ευτυχισμένοι και συγκινημένοι, μόνοι οι δυο μας, με το χέρι μου πάντα μέσα στο δικό του ενώ με κοίταζε στα μάτια καθώς βάδιζε πλάι μου και δεν απέστρεφα το βλέμμα. «Your blue tie», είπα πολύ χαμηλόφωνα, «did you know I liked it?» «No dear I never thought of it». Με λίγα λόγια δεν ήμασταν παρά δύο ερωτευμένοι, τόσο νέοι και τόσο αφελείς όσο όλοι οι ερωτευμένοι, και φλυαρούσαμε λίγο ανόητα γιατί ήμασταν πάρα πολύ συγκινημένοι για να μιλήσουμε σοβαρά. Μόλις φθάσαμε στη βεράντα τράβηξα το χέρι μου, εκείνος πήρε το καπέλο του και το μπαστούνι του στην είσοδο και εγώ μπήκα στη βιβλιοθήκη. Μετά το γεύμα είπα να φέρουν το παιχνίδι με τις ντάμες και ήλθε για να παίξουμε τη δική μου ρεβάνς, αλλά έχασα πάλι Η μητέρα δεν μας κοίταξε πάρα πολύ και ο πατέρας έπαιζε ουίστ στο διπλανό δωμάτιο στο τελευταίο γράμμα του μου είχε στείλει μικρές φωτογραφίες με τους αδελφούς, τις αδελφές του, τον πατέρα και τη μητέρα του πολύ σιγά τον ρώτησα αν μπορούσα να τις κρατήσω και μου απάντησε πως ναι, ότι μου τις χάριζε σήκωσα τα μάτια και συνάντησα το βλέμμα του. Ευτυχώς που ο πατέρας δεν ήταν εκεί, θα γινόταν καβγάς αν μπορούσε να δει το βλέμμα που είχαμε ανταλλάξει!» 183 Το στιγμιότυπο παρουσιάζει ενδιαφέρον και για την εικόνα που μας δίνει, της κοσμικής, πολύγλωσσης (θυμίζω ότι η πρωτότυπη αφήγηση είναι γραμμένη στα γαλλικά, ενώ οι διάλογοι με τον Μαυροκορδάτο διεξάγονται στην αγγλική γλώσσα) μεγαλοαστικής Αλεξάνδρειας των ευρωπαίων αποικιοκρατών, στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Ως προς το «μεικτό» είδος αυτοβιογραφίας που διαμορφώνεται, κυρίαρχο ρόλο διαδραματίζει το ημερολόγιο, στο οποίο στηρίζεται η αυθιστόρηση. Η συγγραφή, μάλιστα, του ημερολογίου θεματοποιείται στην αυτοβιογραφία. Το ημερολόγιο της νεαρής Πηνελόπης γίνεται θέμα συζήτησής της με τον Αντώνιο Μαυροκορδάτο, 184 ενώ και η αφηγήτρια αναφέρεται σε αυτό και αντιγράφει αυτολεξεί ορισμένες εγγραφές του 185. Ανάλογα, και η μυθιστορηματική ανάγνωση 183 Ζάννας & Ζάννας 1990, σσ Βλ. Ζάννας & Ζάννας 1990, σσ Παράδειγμα: «Η ζωή μου γινόταν όλο και πιο δύσκολη, ο πατέρας δεν ήταν πιο μαλακός απέναντί μου μπροστά στη μητέρα εκείνη μου μιλούσε συνεχώς για γάμο με κάποιον καλό γαμπρό που αναζητούσε και τη νύχτα στην κάμαρά μου, αφηνόμουν στην απέραντη απελπισία μου. Είμαι εντελώς άρρωστη, έγραφα στις 5 Φεβρουαρίου, φώναξαν το γιατρό, με βρήκε τόσο αδύνατη ώστε θύμωσε και με μάλωσε. Αισθανόμουν τόσο άσχημα ώστε μόλις που τον άκουγα το κεφάλι μου ήταν σαν άδειο και τα αυτιά μου με τρέλαιναν από το βούισμα. Η μητέρα ήταν κάτω, με τις κυρίες του φιλανθρωπικού συλλόγου, η αδελφή μου ήταν μαζί μου, φαινόταν θλιμμένη και καταβεβλημένη. Υπάρχουν στιγμές όπου δεν μπορώ να σκέφτομαι. Την επομένη η μητέρα μού είπε με θυμωμένο ύφος ότι ο γιατρός με είχε βρει σοβαρά άρρωστη και την είχε συμβουλεύσει να με παντρέψει, και του απάντησα ότι ποτέ στη ζωή μου δεν θα υποχωρήσω, ότι θα προτιμούσα να σε δω στο φέρετρό σου. Με μάλωσε γιατί θέλησα να βάλω ακόμα και το γιατρό ανάμεσα σε κείνη και σε μένα δεν άνοιξα το στόμα δεν είχα ποτέ πει λέξη στο γιατρό, δεν άξιζα τις κατηγόριες της, και δεν θέλησα να δώσω εξηγήσεις» (σσ ).

87 87 της αυτοβιογραφικής αφήγησης γίνεται θέμα του κειμένου, όταν αποτυπώνονται στιγμές αναστοχασμού και (αυτο-)κριτικής: «Όταν ξαναμιλώ για όλα αυτά τώρα, μου φαίνονται απίστευτα! Ένα ρομάντζο, στη δική μου ζωή! θα ήταν για γέλια αν δεν ήταν όλα τόσο θλιβερά! Μετά από τόσα χρόνια που πέρασαν ξαναμιλώ για κείνη την εποχή σαν να ήταν η ιστορία κάποιας άλλης, ένα παλιό παραμύθι, που το διάβασα κάπου, πριν από πολύ καιρό, ένα παραμύθι που έχει διαβάσει κανείς πάρα πολύ πολλές φορές, το έχει μάθει απ έξω και του φέρνει αναγούλα! Κάθε κίνηση, κάθε λέξη, κάθε βλέμμα έχουν αποτυπωθεί στη μνήμη μου, τα ξαναβρίσκω με το περίγραμμά τους τόσο καθαρά χαραγμένο μέσα μου όσο τις πρώτες μέρες Ακόμα και τον τόνο της φωνής θυμάμαι! αλλά είναι σαν ένα σχέδιο που το περίγραμμά του έχει μείνει καθαρό και που έχει χάσει τη ζωή και την κίνησή του όλες αυτές οι ενθυμήσεις παραμένουν καθαρές, αλλά χωρίς το νόημα που είχαν άλλοτε προσπαθώ να γράψω τα αισθήματά μου εκείνης της εποχής σαν τα αισθήματα ενός προσώπου το οποίο παρατηρώ να ζει, αλλά τίποτε δε νοείται πια, τίποτε δε ζει πώς μπορεί κανείς να αλλάζει σε τέτοιο σημείο, είναι ένα πρόβλημα Δίστασα για καιρό, για πολύ καιρό, πριν τολμήσω να ξανανοίξω αυτές τις σελίδες του ημερολογίου μου, κλεισμένες εδώ και πολλά χρόνια, φοβόμουν να ξαναζήσω αυτή την περασμένη και θαμμένη ζωή, δεν τολμούσα να την ξανασκεφτώ Αλλά από τη στιγμή που το αποφάσισα, κατάλαβα ότι ήταν ακόμα πιο νεκρή απ όσο νόμιζα! το μόνο συναίσθημα που ξυπνούσε μέσα μου ήταν μια τεράστια έκπληξη, «Εγώ, εγώ, υπέφερα έτσι! Αγάπησα, εγώ, τόσο πολύ;» Ύστερα με έπιασε αηδία, σταμάτησα να γράφω αυτό το κείμενο για μήνες και χρόνια ύστερα ακόμα και η αηδία έσβησε, όπως σβήνουν όλα, και συνέχισα να γράφω. Και καθώς ξαναμιλώ τώρα γι αυτά, μιλώ πολύ ήρεμα, χωρίς πίκρα, χωρίς θλίψη, σχεδόν χωρίς αηδία Είναι η ιστορία ενός νεκρού που διηγούμαι, προσπαθώ να την διηγηθώ με όση γίνεται περισσότερη αλήθεια, αυτό είναι όλο. Δεν με συγκινεί πια, δεν μου προκαλεί καμία σκέψη, μου είναι τόσο αδιάφορη!» 186 Όλα τα ημερολόγια στα οποία στηρίχτηκε η αφήγηση των Αναμνήσεων η Δέλτα τα καταστρέφει το Διασώζεται μόνο το τελευταίο, στο οποίο συνεχίζει στο εξής να γράφει, αλλά και αυτό καταστρέφεται από την ίδια το Νωρίτερα όμως (και πάντως μέχρι και το 1906), η Δέλτα στέλνει τα ημερολόγιά της στον Ίωνα Δραγούμη. Έχει προηγηθεί, τον Ιούλιο του 1905, η γνωριμία τους και έχει εκδηλωθεί ο τραγικός τους έρωτας. Ο Δραγούμης κρατά για αρκετό χρονικό διάστημα τα ημερολόγια που του έχει εμπιστευτεί η αγαπημένη του Πηνελόπη, τα διαβάζει, υπογραμμίζει και σχολιάζει στο περιθώριό τους. Πριν τα επιστρέψει στη Δέλτα, ύστερα από δικό της αίτημα, προς το τέλος του 1906, αντιγράφει στο δικό του 186 Ζάννας & Ζάννας 1990, σσ

88 88 ημερολόγιο ένα μέρος του δικού της. Το αντιγραμμένο ημερολόγιο της Δέλτα εκτείνεται σε 38 σελίδες του ημερολογίου του Δραγούμη. Η Δέλτα κατέστρεψε τα δικά της ημερολόγια, αλλά διασώθηκαν οι 38 σελίδες της αντιγραφής, τις οποίες, μετά τη δολοφονία του Ίωνα (1920), ο αδελφός του Φίλιππος απέστειλε στη Δέλτα. Από την επικοινωνία Πηνελόπης Δέλτα και Φίλιππου Δραγούμη γνωρίζουμε ότι η Δέλτα εμπιστεύτηκε στον Ίωνα και τα τέσσερα αυτόγραφα τετράδια των Αναμνήσεων Δεν διακρίνεται κάτι, αλλά σίγουρα μετά τη δολοφονία του, ίσως το 1927 ή αργότερα, ο Φίλιππος Δραγούμης επέστρεψε τα τετράδια στη Δέλτα. Στο μεταξύ η Δέλτα είχε αρχίσει να καταγράφει την προσωπική της ιστορία με τον Ίωνα. Θα πρέπει, λοιπόν, υποθέτει ο Παύλος Ζάννας, να έγραψε τότε την ελληνική προσθήκη στο τέλος της αυτοβιογραφικής αφήγησης του τέταρτου τετραδίου, προκειμένου να συνδέσει το σημείο τερματισμού της αφήγησης των Αναμνήσεων στα 1899 με το έτος 1905 και τη μοιραία γνωριμία της με τον Ίωνα. Γιατί το συμπλήρωμα στην αφήγηση καλύπτει αυτό ακριβώς το μεσοδιάστημα, δίνοντας έμφαση στον πληκτικό οικογενειακό βίο μέχρι τη συνταρακτική γνωριμία με τον Δραγούμη. Η συλλογιστική, τα τεκμήρια και τα επιχειρήματα που ανασυνθέτουν την ιστορία σύνθεσης των Αναμνήσεων 1899, δίνονται αναλυτικά και εμπεριστατωμένα από τον Παύλο Ζάννα στον «Πρόλογο» της έκδοσης 187. Παρατίθεται εδώ η έναρξη των Αναμνήσεων 1899, ως ένα ικανό δείγμα της σημασίας που η Δέλτα, ως άνθρωπος και ως συγγραφέας, έδωσε στα ποικίλα αυτοβιογραφικά της κείμενα και τα οποία συνδέουν τόσο άρρηκτα τη ζωή και τη γραφή. «Αλεξάνδρεια, 24 Μαρτίου 1899 Αρχίζω σήμερα αυτό το τετράδιο όπου θέλω να γράψω όλες τις ενθυμήσεις μου, ξεκινώντας από τα πρώτα παιδικά μου χρόνια, όχι μόνο για να κάνω το κέφι μου ούτε για να περνώ τον καιρό μου το κάνω κυρίως για τις δύο κόρες μου, μικρές σήμερα, που όμως θα γίνουν μια μέρα, αν θέλει ο θεός, κοπέλες, σύζυγοι και μητέρες Θέλω αυτό το τετράδιο να μου χρησιμεύσει για να τις καθοδηγώ αργότερα στη ζωή, γιατί ξεχνά κανείς όταν γερνά και δε δίνει πια καμία σημασία σε γεγονότα που ωστόσο θα το άξιζαν πολύ και για να μην ξεχάσω ούτε εγώ, για να μην αντιμετωπίσω στο μέλλον με ελαφρότητα ό,τι θεωρώ πάντα πολύ σημαντικό και ό,τι με έκανε τόσο να υποφέρω, παίρνω σήμερα την απόφαση να διηγηθώ όσο θυμάμαι ακόμη, με κάθε λεπτομέρεια, όλη την παιδική ζωή μου και προπαντός τη νεανική. Αν με τον τρόπο αυτό συντελέσω αργότερα στην ευτυχία των κοριτσιών μου, τότε δεν θα έχω χάσει τον καιρό μου προσφέρω λοιπόν στη μικρή μου Σοφία και στο μωρό μου τη Βιργινία-Αλεξάνδρα αυτές τις ενθυμήσεις, και αν κάποτε τις διαβάσουν, 187 Ζάννας & Ζάννας 1990, σσ Η αρχή του «Προλόγου» γράφτηκε από τον Παύλο Ζάννα, αλλά συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε από τον Αλέξανδρο Ζάννα, γιατί μεσολάβησε ο θάνατος του πρώτου.

89 89 μαζεμένες όπως μου έρχονται, τουλάχιστον ας τους χρησιμεύσουν για μάθημα και ας τις βοηθήσουν να βαδίσουν σωστά στη ζωή. Τις θέλω τίμιες και καλές, αλλά θέλω να είναι και ευτυχισμένες γι αυτό αρχίζω σήμερα αυτό το τετράδιο και αν αργότερα τους λείψω, θέλω να ξέρουν ότι επιθυμία μου ήταν να γίνουν γυναίκες δυνατές και τίμιες, που να ξέρουν τι θέλουν και να το θέλουν σωστά. Θέλω κάποτε να διαλέξουν τη ζωή που θα τους ταιριάζει, δηλαδή να παντρευτούν σύμφωνα με τη δική τους προτίμηση. Και η εντονότερη επιθυμία μου είναι να μην αφήσουν να τις επηρεάσει κανένας στην εκλογή του συζύγου τους. Τις θέλω πάνω απ όλα τίμιες! και τους εύχομαι να μη χρειαστεί ποτέ να πουν ψέματα ή να υποκριθούν. Είναι η προϋπόθεση αν θέλει κανείς να ευτυχήσει. Μην ερωτευθείτε παιδιά μου! αν όμως ερωτευθείτε, να μείνετε πιστές στον έρωτά σας. Και προσπαθήστε τον έρωτα αυτό να τον τοποθετήσετε σωστά. Όσο πίσω μπορώ να θυμηθώ, ξαναβλέπω τον εαυτό μου παιδί, τριών χρονών περίπου, μικροκαμωμένο, αδύνατο, χλωμό, ασθενικό και πάντα έτοιμο να βάλει τα κλάματα. Ήμουν τρίτη πριν από μένα ήταν η αδελφή μου η Αλεξάνδρα και ο αδελφός μου ο Αντώνης εγώ γεννήθηκα το 1874 μετά από μένα ακολουθούσαν ένας μικρός αδελφός, ο Κωνσταντίνος, που πέθανε δεκαοκτώ μηνών, έπειτα ο Αλέξανδρος, και τέλος, εννέα χρόνια μετά από μένα, η Αργίνη.» 188 Αυτό είναι το σημείο εκκίνησης της αφήγησης. Σκοπός συγγραφής του κειμένου, εκτός από την καταφυγή της Δέλτα στις ανιαρές στιγμές του έγγαμου βίου («όχι μόνο για να κάνω το κέφι μου, ούτε για να περνώ τον καιρό μου»), είναι η διαφύλαξη μιας μνήμης και μιας εγρήγορσης που θα διασφαλίσουν, όσο αυτό είναι δυνατό, τη διαμόρφωση ανεξάρτητης, ειλικρινούς και ελεύθερης προσωπικότητας στις δύο της κόρες (το 1899 ήταν γεννημένες οι δυο πρώτες κόρες της). Η διατύπωση αυτή επιτρέπει την υπόνοια ότι η Πηνελόπη αναζητά για τις κόρες της αυτό που στερήθηκε η ίδια. 189 Όπως και στο δημοσιευμένο από την ίδια λογοτεχνικό της έργο, η συγγραφέας-αφηγήτρια της αυτοβιογραφίας αναλαμβάνει ρόλο συγγραφέως-μητέρας με στόχους ανάλογους. Αλλά, ως κείμενο αυθιστόρησης, δεν παύει να ενέχει και τον σκοπό της καταστατικής του αρχής, να μείνει στον μέλλοντα αναγνώστη η μνήμη και το βίωμα του αυθιστορούμενου υποκειμένου. Το δηλώνει η Δέλτα με την αφιέρωση που προστίθεται μεταγενέστερα στο χειρόγραφο: «Αυτή η σειρά των τεσσάρων τόμων 188 Ζάννας & Ζάννας 1990, σσ Θα γίνει σαφέστερο σε ένα επόμενο σημείο της αφήγησης: «Ήταν από εκείνες τις ανοησίες που όλοι οι ερωτευμένοι λένε, αλλά άμαθη καθώς ήμουν σε ό,τι είχε σχέση με τον έρωτα, μου φαινόταν σαν ένα εκπληκτικό συναίσθημα που εκείνος πρώτος είχε εφεύρει, και αφηνόμουν στη γλύκα του έρωτα ενώ τον φανταζόμουν σαν υπεράνθρωπη ύπαρξη. Φαντασία ενός κοριτσιού που αγνοούσε τον κόσμο και τις ασχήμιες του, γιατί είχε τραφεί με ιδεώδη και συναισθηματισμούς Θα φροντίσω οι κόρες μου να μην ονειροβατούν, θέλω να είναι γυναίκες που δεν περιμένουν να βρουν το ιδεώδες σ αυτόν τον κόσμο. Θέλω να ξέρουν τον κόσμο έτσι όπως είναι, ψεύτικος, πεζός, πρακτικός. Το όνειρο δεν ωφελεί σε τίποτε, και πλήρωσα με το παραπάνω για να θέλω να απαλλάξω τα παιδιά μου από τον πόνο των ψευδαισθήσεων» (σ. 165). Βλ. και Ζάννας & Ζάννας 1990, σσ. 310, 319, 386 & 408.

90 90 είναι για σένα, Βίργω μου. Κακογραμμένα και σαχλά όσο και να φαίνονται, είναι όμως documents humains. Μην τα περιφρονήσεις και κράτησέ τα» 190. Από την αρχική αυτή τοποθέτηση διαφαίνεται η συνείδηση που ως γυναίκα θα διαμορφώσει στην πορεία της ζωής της η Δέλτα, αυτή την ατομική συνείδηση που θα ανασυγκροτηθεί μέσα από τα ποικίλα αυτοβιογραφικά της κείμενα. Διεκδικεί την ελευθερία της γυναίκας (όπως καθρεφτίζεται στο αίτημα για τη διάπλαση των παιδιών της), αλλά μέσα στα αποδεκτά για την πατριαρχία όρια της έμφυλης αποστολής της: «θα γίνουν μια μέρα κοπέλες, σύζυγοι και μητέρες». Τα όποια τεκμήρια της σχέσης που, αργότερα, στην κρίσιμη για τις φεμινιστικές διεκδικήσεις περίοδο του Μεσοπολέμου, αναπτύσσει η Πηνελόπη και οι κόρες της με τις γυναικείες συλλογικότητες, μας βεβαιώνουν για μια διακριτική (πολιτική) τοποθέτησή της στην εκδοχή του αστικού φιλελεύθερου φεμινιστικού κινήματος 191. Με τρόπο που θυμίζει ανάλογες σκέψεις και εμπειρίες της Μουτζάν- Μαρτινέγκου, η Δέλτα αντιλαμβάνεται σταδιακά την απόστασή της από τη νοοτροπία και τον τρόπο σκέψης της μητέρα της («εξάλλου η μητέρα δεν είχε κάνει σοβαρές σπουδές, στην εποχή της, στη Χίο όπου μεγάλωσε, δεν τις συνήθιζαν, γι αυτό θεωρούσε τη μελέτη μάλλον επιζήμια, παρά ωφέλιμη για τη γυναίκα» σ. 12) Και συνειδητοποιεί την ατομικότητά της μέσω της μετ εμποδίων πλήρωσης της επιθυμίας της για μόρφωση: «Από τα δεκαπέντε μου στρώθηκα στη μελέτη, με πάθος σηκωνόμουν στις τέσσερις το πρωί και μελετούσα με το κερί, έλεγα καληνύχτα στις εννέα με το πρόσχημα ότι ήμουν κουρασμένη, κι έπειτα, μόλις βρισκόμουν μόνη στην κάμαρά μου, μελετούσα ως τα μεσάνυχτα στο λίγο φως ενός μικρού κλεφτοφάναρου, που χρησιμοποιούσα από φόβο μήπως έλθει ξαφνικά η μητέρα» (7). Και για τις δύο, όμως, το γράψιμο είναι ένας τρόπος να εκφράσουν την επιθυμία τους αντιδρώντας στην οικογενειακή αναστολή της ελευθερίας τους: «Σηκωθήκαμε επιτέλους από το τραπέζι και ανέβηκα στο δωμάτιό μου. Πήρα την πένα μου και χαρτί, και χωρίς να σκεφτώ ούτε τι έκανα ούτε σε ποιον τα έλεγα, έγραψα ώρες ολόκληρες, αφήνοντας να ξεσπάσει στο χαρτί όλη η πίκρα που είχε μαζευτεί στην καρδιά μου, ενώ ορκιζόμουν ότι παρά τη θέλησή τους, και ενάντια σε όλους, θα γινόμουν γυναίκα του, και μεγάλωνε ο έρωτάς μου για κείνον κι όλη η κακία που είχε ξεσπάσει στην καρδιά μου από τη σκληρότητα της μητέρας μου. Έγραφα, έγραφα τρελά πράγματα! δύο μέρες απελπισίας μού είχαν προκαλέσει τόση έξαψη, ώστε δεν μπορούσα να ελέγξω ούτε τα λόγια, ούτε τις σκέψεις μου. «Σας κατηγορούν ότι είσαστε προικοθήρας, ότι θέλετε το χρυσάφι του πατέρα μου, και το μυαλό μου φεύγει! νιώθω να τρελαίνομαι» 192.». 190 Ζάννας & Ζάννας 1990, σ Βασιλειάδης Ζάννας & Ζάννας 1990, σσ βλ. και σ. 341.

91 91 Θα πρέπει να αναφερθεί και η περίπτωση της Αρσινόης Παπαδοπούλου. Η Αρσινόη Παπαδοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα, κόρη του εκπαιδευτικού, ιδρυτή του Ελληνικού Εκπαιδευτηρίου και υπαλλήλου του Υπουργείου Εξωτερικών Γρηγόριου Παπαδόπουλου από τη Θεσσαλονίκη και της Αθηναΐδος Στεφοπούλου 193. Το οικογενειακό της περιβάλλον διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ενασχόλησή της με τη λογοτεχνία. Τέλειωσε το Αρσάκειο και στη συνέχεια φοίτησε οικότροφος στη Σχολή Χιλλ. Το 1877 ταξίδεψε στη Μασσαλία, όπου παρακολούθησε μαθήματα κλασικής φιλολογίας και φυσικών επιστημών στη Faculte des Sciences. Δίδαξε την ελληνική και γαλλική γλώσσας σε σχολεία του Λονδίνου και της Αθήνας και μετά το θάνατο της μητέρας της το 1883 (τον πατέρα της είχε χάσει ήδη δέκα χρόνια νωρίτερα) παντρεύτηκε λόγω οικογενειακής πίεσης και ακολούθησε τον άντρα της στη Σμύρνη. Ο γάμος της έληξε άδοξα ενάμιση χρόνο αργότερα, χάρισε όμως στην Παπαδοπούλου μια κόρη, με την οποία επέστρεψε στην Αθήνα και της οποίας ο θάνατος λίγες μέρες μετά την άφιξή τους σημάδεψε βαθιά την υπόλοιπη ζωή της. Το 1890 έφυγε για τη Θεσσαλονίκη, όπου εργάστηκε στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο και έδωσε διαλέξεις στον Φιλεκπαιδευτικό Σύλλογο. Έξι χρόνια αργότερα γύρισε στην Αθήνα και εργάστηκε στην ιδιωτική εκπαίδευση. Μετά το γύρισμα του αιώνα τα ίχνη της σχεδόν χάνονται. Πιθανόν πέθανε στο Γηροκομείο Αθηνών, όπου ζούσε δυο χρόνια πριν το θάνατό της. Στα γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1870 με τη δημοσίευση του διηγήματος Ο όρκος του σπουδαστού, το οποίο συμπεριέλαβε δεκαεφτά χρόνια αργότερα στην πρώτη της συλλογή διηγημάτων με τίτλο 20 διηγημάτια προς χρήσιν των παιδίων. Ακολούθησαν εκδόσεις διηγημάτων της στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα και το 1901 υπέβαλε στο διαγωνισμό Σχολικών Βιβλίων τη συλλογή Μητρός Υποθήκαι, η οποία βραβεύτηκε και εγκρίθηκε από το Υπουργείο για χρήση στα σχολεία ( και ) 194. Κείμενα και μεταφράσεις της δημοσίευσε επίσης στα περιοδικά Εστία, Αθηναΐς, Ημερολόγιον του Σκόκου, Ποικίλη Στοά, Βύρων, Καιροί, Ελληνίς, Ελληνική Επιθεώρησις, Τα Ελληνόπουλα. Η Αρσινόη Παπαδοπούλου ανήκει στους έλληνες πεζογράφους της λεγόμενης γενιάς του Προσανατολισμένη αποκλειστικά στο χώρο του διηγήματος είχε σαφείς διδακτικούς και ηθοπλαστικούς στόχους με έμφαση στη διάδοση ανθρωπιστικών αξιών και εθνικών ιδεωδών. Το σύνολο του έργου της ανήκει στην παιδική λογοτεχνία, παράλληλα ωστόσο απευθυνόταν και στους γονείς Άγρας Τέλλος, «Παππαδοπούλου Αρσινόη», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια19. Αθήνα, Πυρσός, 1932.Σελ Πολυκανδριώτη Ράνια, «Αρσινόη Παπαδοπούλου», Η παλαιότερη Πεζογραφία μας Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοζ ( ), σ Αθήνα, Σοκόλης, Γιαννιού Γαϊτάνου Αθηνά, «Η ζωή και το έργον της Αρσινόης Παπαδοπούλου Μία μεγάλη συγγραφεύς», Εστία, 10/5/1932.

92 92 Εκεί γράφει τα διηγήµατα της συλλογής Αθηναϊκά Ανθύλλια (Αθήνα 1895) όπου αντικατοπτρίζονται οι ιδέες της συγγραφέως για την ανατροφή των παιδιών, για τη θρησκεία, την πατρίδα καθώς και για τη θέση της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία. Ιδιαίτερα στο δεύτερο διήγηµα, µε τον τίτλο Εξ Αθηνών εις Μασσαλίαν, γραµµένο µε µορφή επιστολής, υποστηρίζει ότι η εκπαίδευση είναι απαραίτητη για τη γυναίκα επειδή τη βοηθάει να γίνει καλύτερη νοικοκυρά και ότι η Ελληνίδα έχει άλλη αποστολή απ' ό,τι η υτικοευρωπαία. εν µειονεκτεί η γυναίκα απέναντι στον άντρα, όµως βασικά πρέπει να ασχολείται µε το σπίτι της και να είναι "σωτήρας του ανδρός και φως εις τον βίον του" 196. "Ο ανήρ επιβάλλεται δια της ισχύος, εµείς νικώµεν δια της καρδίας", πρεσβεύει η Αρσινόη Παπαδοπούλου. Ο Ξενόπουλος, σε άρθρο του στην εφηµερίδα Άστυ, λίγο µετά την κυκλοφορία της συλλογής διηγηµάτων της, συστήνει τα Ανθύλλια σε όλες τις νέες που τελείωσαν το σχολείο και χρειάζονται αναγνώσµατα ευχάριστα, αλλά και ωφέλιµα 197. Συνολικά η Αρσινόη Παπαδοπούλου έγραψε, σε απλή καθαρεύουσα, δώδεκα βιβλία που απευθύνονται κυρίως σε παιδιά, νέες και στις µητέρες τους, το θεατρικό Παραµύθι της Πρωτοµαγιάς. Φαντασµαγορικόν ειδύλλιον (1924) και το ιστορικό έργο Ο δηµιουργός του Ελληνικού Έθνους, ο Μ. Αλέξανδρος, (Αθήνα 1930). Συνεργάστηκε επίσης µε πολλά περιοδικά, δηµοσιεύοντας διηγήµατα και άρθρα. Η φιλοπατρία, ο διδακτικός τόνος, η προσήλωση στις παραδοσιακές αξίες και η ηθοπλαστική διάθεση που χαρακτηρίζουν όλα τα έργα της Αρσινόης Παπαδοπούλου, υπήρξαν προφανώς αιτία το έργο της να κινήσει το ενδιαφέρον και τη συµπάθεια του Ροΐδη µε αποτέλεσµα να είναι αυτή η µόνη που ξέφυγε τα πυρά στη σφοδρή επίθεση που αυτός εξαπέλυσε το 1896, µέσω του Τύπου, κατά των 'γραφουσών'. Σηµαντικό ρόλο στην γυναικεία κίνηση της εποχής της έπαιξε και η παιδαγωγός και φιλόλογος, σπουδαγµένη στην Ιταλία, Σωτηρία Αλιµπέρτη ( ). Υπήρξε διευθύντρια του Ζαππείου Παρθεναγωγείου της Πόλης, εργάστηκε 196 Παραμύθι της Πρωτομαγιάς, (1925) όπου η ηρωίδα, η Μηλιά, με τη στάση της και τις παραδοσιακές ιδέες της για το ρόλο των δύο φύλων, "αντιτάσσεται ως απάντηση" στα όσα γραφόταν τότε για τη γυναίκα και τη χειραφέτηση της. 197 Είναι παιδαγωγικώτατα διηγήματα. Επιμελημένη καθαρεύουσα, ήσυχος και ακύμαντος, ως τεχνική λίμνη ιχθυοτροφείου, γαλήνη ύφους μοναδική και η κακία τιμωρείται και καυτηριάζεται, όπως εγκωμιάζεται και πανηγυρίζεται η αρετή, ιστορίαι απλαί βάσιν έχουσαι πάντα την προς τους γονείς και πατρίδα αγάπην, την ύπαρξιν του Θεού και την αθανασίαν της ψυχής. Συνεχίζει την παράδοσιν των σχολικών βιβλίων. Τίποτε δεν θα ιδούν, τίποτε δεν θα μάθουν τα καλά παιδία ικανόν να τα επαναστατήσει -μη γένοιτο!- να τα συγκινήσει βαθέως, ν' ανοίξει τα όμματα των εις την αλήθειαν και εις την ζωήν, να τα κάμει να βλέπουν και να σκέπτονται αλλέως! {...} Το βιβλίο ούτε καταστρέφει, ούτε δημιουργεί. Διατηρεί και συντηρεί." (Γρ. Ξενόπουλος, εφ. Το Άστυ, 25 Δεκ. 1895).

93 93 στη Ρουµανία και στο Παρθεναγωγείο των Χιλλ στην Αθήνα και ανέπτυξε µεγάλη δραστηριότητα σε διάφορους τοµείς 198. Η Σωτηρία Αλιμπέρτη γεννήθηκε στην Αθήνα, κόρη του πολιτικού Π. Κλεομένους Οικονόμου. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές της στην Αθήνα και πραγματοποίησε σπουδές στην Ιταλία. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Ελλάδα και ανέλαβε τη διεύθυνση του Ζαππείου Παρθεναγωγείου της Κωνσταντινούπολης. Μετά το γάμο της με τον Ιωάννη Αλιμπέρτη εγκαταστάθηκε στη Ρουμανία, όπου εργάστηκε σε σχολεία της εκεί ελληνικής παροικίας. Ως συνεργάτις της Εφημερίδας των Κυριών δημοσίευσε άρθρα για τη βελτίωση της κοινωνικής θέσης της ελληνίδας και μονογραφίες διαπρεπών ελληνίδων. Μετά την επιστροφή της στην Αθήνα ίδρυσε τον γυναικείο σύλλογο Εργάνη Αθηνά, το έργο του οποίου, υπέρ της κοινωνικής αναγνώρισης και επαγγελματικής αποκατάστασης των ελληνίδων, ενίσχυσε η περιοδική έκδοση Πλειάς ( ) και συνέχισε ο Πανελλήνιος Σύλλογος Γυναικών. Εξέδωσε τη δίτομη μονογραφία Αμαλία η Βασίλισσα της Ελλάδος, το Πανελλήνιον Λεύκωμα γυναικών, το Περί Αναθηματικής Στήλης και τη μελέτη Η Αναγέννησις της Ελλάδος και η δράσις της Ελληνίδος. Ανέκδοτο και μερικώς δημοσιευμένο παρέμεινε το έργο της Βίοι επιφανών Ελληνίδων 199. Η Αλιμπέρτη αποφοιτά από το Αρσάκειο το Εργάζεται ως δασκάλα από το 1869 έως το 1872 στη σχολή Χιλλ υπό τη διεύθυνση της Καλλιόπης Κεχαγιά και της Αικατερίνης Χρηστομάνου, μετέπειτα Λασκαρίδου. Αργότερα, το 1873, ταξιδεύει στην Ιταλία και τη Γαλλία τελειοποιώντας τις σπουδές της. Οι οικογενειακές σχέσεις και μαζί η οικονομική δυσπραγία, η γυναικεία εκπαίδευση και οι δεσμοί, φιλικοί και επαγγελματικοί, που εκεί αναπτύσσονται, ορίζουν την πρώτη περίοδο της διαμονής της στο ελληνικό Βασίλειο. Το 1875, στην Κωνσταντινούπολη, προσλαμβάνεται ως υποδιευθύντρια, με διευθύντρια την Καλλιόπη Κεχαγιά, στο νεοσύστατο εκπαιδευτήριο του Ζαππείου που ιδρύεται με την πρωτοβουλία του Εν Κωνσταντινουπόλει υπέρ της Γυναικείας Παιδεύσεως Συλλόγου και την αρωγή του Κωνσταντίνου Ζάππα. Η γυναικεία εκπαίδευση και η σημασία της στην ελληνορθόδοξη κοινότητα της Πόλης αλλά και στις άλλες εθνοθρησκευτικές κοινότητες της Αυτοκρατορίας, το αδιαμφισβήτητο κύρος του Ζαππείου, η προβεβλημένη θέση της διεύθυνσής του, και βέβαια οι σφοδρές επικρίσεις εναντίον της αποτελούν ζητήματα που ήταν καίρια και τη σημάδεψαν σε όλη τη μετέπειτα ζωή της. 198 Βλ. Αθηνά Γαϊτάνου-Γιαννιού, «Σωτηρία Αλιμπέρτη», Ελληνίς Ι / 2 (1930), σ Αλιμπέρτη Σωτηρία», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια3. Αθήνα, Πυρσός, 1927, χ.σ., «Αλιμπέρτη Σωτηρία», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας1. Αθήνα, Χάρη Πάτση, 1968 και χ.σ., «Αλιμπέρτη Σωτηρία», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό1. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1983.

94 94 Στον επαγγελματικό κύκλο του Ζαππείου, η Αλιμπέρτη θα συναντήσει τον μετέπειτα σύζυγό της, Ιωάννη Αλιμπέρτη, βιβλιοπώλη, μέλος του Εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου και γραμματέα, χάρη στη μεσολάβηση της Κεχαγιά, του Κ. Ζάππα. Με τον γάμο της, το 1882, η Σωτηρία Αλιμπέρτη εγκαθίσταται στη Ρουμανία. Το 1893 επιστρέφει στην Αθήνα και το 1902, όταν πεθαίνει ο άνδρας της, αναλαμβάνει τη διεύθυνση στο Νικολαΐδειο Παρθεναγωγείο της Λέρου. Γάμος εξ έρωτος και όχι από συμφέρον, κάποτε ευμάρεια και άλλοτε οικονομικές δυσχέρειες χαρακτηρίζουν τον συζυγικό βίο της Αλιμπέρτη. «Γράφουσα», η Σωτηρία Αλιμπέρτη αρθρογραφεί στις εφημερίδες Πατρίς και Σύλλογοι του Βουκουρεστίου, και βέβαια στην Εφημερίδα των Κυριών της Καλλιρρόης Παρρέν. Πρωτοστατεί στην ίδρυση του Συλλόγου «Εργάνη Αθηνά» και στην έκδοση, το 1899, του περιοδικού του Πλειάς. Γυναικείες συσσωματώσεις και ηγετικά πρόσωπα καταγράφονται στην ύλη της μακρόβιας Εφημερίδος των Κυριών, με σημαίνουσες κάποτε, παρατηρεί η Έφη Κάννερ 200, αποσιωπήσεις. Το 1911, με ενέργειες της Αλιμπέρτη, η Εργάνη Αθηνά μετονομάζεται Πανελλήνιος Σύλλογος Γυναικών και το 1917 ιδρύεται ως παράρτημά του ο Σύλλογος Γυναικών Θεσσαλονίκης, με πρόεδρο τη Σωτηρία Αλιμπέρτη. Το 1922 συστήνεται, με πρώτη πρόεδρο την Αλιμπέρτη, ο Διεθνής Σύνδεσμος Γυναικών. Βαλκανικοί πόλεμοι, βενιζελικοί χρόνοι, μεσοπολεμικές γυναικείες οργανώσεις ορίζουν, όπως καταγράφονται διεξοδικά σχετικά, με την τελευταία αυτή περίοδο στη δράση της Σωτηρίας Αλιμπέρτη. ηµοσίευε σε πολλά περιοδικά, εφηµερίδες και ηµερολόγια και από το 1899 µέχρι το 1902 εξέδιδε, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, το περιοδικό Πλειάς, που στόχευε, κυρίως, στη διαπαιδαγώγηση της Ελληνίδας (βλ.1.2.β). Το 1916 εκδόθηκε και το "Αναµνηστικό Λεύκωµα του Πανελληνίου Συλλόγου Γυναικών", που έκανε µεγάλη εντύπωση. Στην "Εφηµερίδα των Κυριών" η Αλιµπέρτη, µε το ψευδώνυµο "Ατθίς", δηµοσίευε "τας πρώτας των επιφανών Ελληνίδων βιογραφίας", άρθρα τα οποία αργότερα θα εκδοθούν σε τρεις τόµους 201 ενώ το 1896 κυκλοφόρησε την πρώτη βιογραφία της βασίλισσας Αµαλίας 202 και το 1900 την ιστορική µονογραφία Μαντώ 200 Έφη Κάννερ, Έμφυλες κοινωνικές διεκδικήσεις από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Ο κόσμος μιας ελληνίδας χριστιανής δασκάλας, Αθήνα, εκδόσεις Παπαζήση, 2012, 390 σ. 201 Αλιμπέρτη Αλιμπέρτη 1896, το Β' μέρος, ως συμπλήρωμα του πρώτου τόμου με επιστολές και εικόνες, δημοσιεύτηκε στην Αθήνα το 1916.

95 95 Μαυρογένους 203. Από τα ιταλικά µετέφρασε έργα της Ισαβέλλας Θεοτόκη-Αλµπρίτζη και της Αγγελικής Πάλλη-Βαρθολοµαίου 204. Το 1894 η Σωτηρία Αλιµπέρτη δηµοσιεύει άρθρο για µια ξεχασµένη ποιήτρια, την Άννα Φιλαδελφέως 205, αγγίζοντας την υπερβολή µάλιστα καθώς την εξισώνει µε την αρχαία Ήριννα 206. Με την αναδημοσίευση του ποιήματος «Τη κυρία Ζωή Ε. Βαλτατζή» καθίσταται γνωστή στην Ποικίλη Στοά η Αικατερίνη Δοσίου. Το ποίημα εντάσσεται στην κατηγορία των «ελεγείων», καθώς η ποιήτρια αναφέρει ότι έχει συγκρατήσει ανεξίτηλα στη μνήμη της τη μορφή της Ζωής Βαλτατζή. Από την παιδική της ηλικία η Δοσίου ασχολείται με τη λογοτεχνία και ιδιαίτερα με την ποίηση. Επιπλέον, επιμελείται τη μετάφραση του Γκιαούρ του Byron, η οποία κυκλοφορεί τον επόμενο χρόνο του θανάτου της ποιήτριας, τον Μάιο του Η Δοσίου δεν εξέδωσε κάποια ποιητική συλλογή. Τα λιγοστά ποιήματά της συναντώνται δημοσιευμένα διάσπαρτα σε περιοδικά της εποχής (Βύρων, κ.α.). Είναι γραμμένα σε γεμάτο αίσθημα στίχο και σε μια υπερκαθαρεύουσα που χαρακτηρίζεται για τη μελαγχολία της. Η απαισιοδοξία είναι διάχυτη στην ποίησή της, στοιχείο που αναφέρει ο Εμμανουήλ Κ. Στρατουδάκης στην νεκρολογία της, δημοσιευμένη στον τόμο του 1884 της Ποικίλης Στοάς ( ). Καρπός του πρώτου του ταξιδιού - προσκυνήματος στη Μεσόγειο και στις χώρες της Ανατολής ( ), ο περίφημος Γκιαούρ του Μπάυρον εγκαινιάζει μια σειρά εννέα εκτεταμένων έμμετρων ιστοριών, γνωστών ως μυθιστορίες οι πέντε πρώτες, όπου κυριαρχεί η ανατολίτικη θεματολογία, συμπληρώνονται από τη Νύμφη της Αβύδου (1813), τον Κουρσάρο (1814), τον Λάρα (1814) και την Πολιορκία της Κορίνθου (1815). Αν και ήδη καταξιωμένος στη συνείδηση του κοινού, οι ιδιαίτερα δημοφιλείς αυτές συνθέσεις, που διαδραματίζονταν σε τόπους εξωτικούς για τον μέσο Ευρωπαίο και τοπία ειδυλλιακά, όπου ο ήλιος θέρμαινε εξίσου τα αρχαία μάρμαρα και τις ψυχές των αλύτρωτων υποτελών των Οθωμανών, στερέωσαν αναμφίβολα τη φήμη του Μπάυρον και αποτέλεσαν γόνιμο έδαφος για την καθιέρωση στο λογοτεχνικό προσκήνιο του ήρωά του: ενός homo fatalis, σημαδεμένου από τη μοίρα, που 203 Αλιμπέρτη Από τα μεταφρασμένα διηγήματα της Α. Πάλλη, το ιστορικό διήγημα της Ελληνικαί σκηναί, Αλέξιος ή αι τελευταίαι ημέραι των Ψαρών, δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Οικογένεια, έτος Β', 1898, τεύχη 2,3,4,5,6,14 και 15. Το έργο αυτό είχε μεταφραστεί στα ελληνικά και τυπωθεί το 1860 από τον ζακυνθινό Σπυρίδωνα Μονδίνο. 205 Αλιµπέρτη, Σωτηρία: «Μια άγνωστος. Άννα Φιλαδελφέως», Εφηµερίς των Κυριών 337 (1894): (Αλιµπέρτη, 2). 207 Ο Γκιαούρ, Τεμάχιον Τουρκικού Διηγήματος κατά το αγγλικόν του Βύρωνος, υπό Αικατερίνης Κ. Δοσίου, Αθήνησι, τύποις Π. Α. Σακελλαρίου. Τυπώνεται και σε δεύτερη έκδοση: Ποιήματα Βύρωνος Ο Γκιαούρ..., Μετάφρασις Αικατερίνης Κ. Δοσίου. Εκδίδεται το δεύτερον υπό Αρ. Κ. Δοσίου, Αθήνησι, τύποις Ανδρέου Κορομηλά, Βλ. Ντενίση (2014, 173: σημ. 233, 182 και 278: σημ. 79).

96 96 αδυνατώντας να κατανικήσει τα πάθη και την εναντίωση του πεπρωμένου του καταστρέφεται τελικά συμπαρασύροντας στον όλεθρο και όλους εκείνους που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο συνδέθηκαν μαζί του. Ο βενετός Γκιαούρ (όπως άλλωστε ο Σελίμ, ο Κόνραντ, ο Λάρας και ο Αλπ, για να θυμηθούμε τους ήρωες και των άλλων τεσσάρων ανατολίτικων ποιητικών μυθιστοριών του), είναι ένα είδος υπερανθρώπου. Δεν κινείται μέσα στα συνηθισμένα μέτρα του κόσμου και έχει τους δικούς του κώδικες ηθικής: αντικοινωνικός έως μισάνθρωπος, μελαγχολικός και ορμητικός, ατομιστής και αναρχικός, προστάτης των αδικημένων και τιμωρός των τυράννων, φέρει βαθιά μέσα του μια φοβερή μυστηριώδη ενοχή και ερωτεύεται παράφορα τη Λεϊλά, ερωμένη ενός πλούσιου εμίρη. Την υπόθεση εξέθετε στον πρόλογο της μετάφρασης ο σύζυγος της μεταφράστριας Αικατερίνης Δοσίου 208, πολιτειολόγος Κωνσταντίνος Δόσιος, που διετέλεσε υπουργός Παιδείας και με τον οποίο η Αικατερίνη, θυγατέρα του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και της Σμαράγδας Μουρούζη, συνεργάστηκε στη μετάφραση των βυρωνικών συνθέσεων Μάνφρεντ και Λάρα. Ο Μπάυρον εμπνεύσθηκε τη μορφή του Γκιαούρ του πιο αγαπητού στον ελληνικό κόσμο ανάμεσα στους βυρωνικούς ήρωες από τη ζωή και τη δράση του Ρήγα Φεραίου, του Λάμπρου Κατσώνη, των σουλιωτών οπλαρχηγών και άλλων προσωπικοτήτων, που είτε συνάντησε είτε άκουσε να ιστορούν τα κατορθώματά τους. Στην εικονογραφία μοιάζει πολύ με έλληνα αγωνιστή, ενώ για σκηνικό του δράματος χρησιμεύει η χαριτωμένη φύση της Αττικής. Η Λεϊλά, πάλι, ενσαρκώνει την Ελλάδα που τη διεκδικούν παθιασμένα ο Χριστιανισμός και ο Ισλαμισμός αλλά τελικά αφανίζεται μέσα σε μια ιστορική συγκυρία που κορυφώνεται δραματικά με την αποτυχία των Ορλοφικών, το Ολα αυτά καθώς και η σημαντική σταδιοδρομία του έργου στα ελληνικά αποσπάσματά του αποδόθηκαν συχνά από το 1819 και μετά, με αποκορύφωμα τη μετάφραση και των στίχων του πρωτοτύπου από την Αικατερίνη Δοσίου (1857). Με μαεστρία η ίδια υπέταξε τα εκφραστικά της μέσα σε μια αυστηρή ηχητική μουσική και ρυθμική οργάνωση μετατρέποντας τον βυρωνικό οκτασύλλαβο σε τροχαϊκό δεκαεξασύλλαβο, ιδιαίτερα δημοφιλή εκείνη την εποχή ανάμεσα στους εκπροσώπους της Αθηναϊκής Σχολής, μετάφραση που οι αρετές της επαινέθηκαν μεταξύ των άλλων και από τον Π. Σούτσο, τον Κ. Παλαμά και τον Ιωάννη Γεννάδιο συνέτειναν ώστε ο Γκιαούρ να επηρεάσει σοβαρά τον νεοελληνικό ρομαντισμό, που τότε έκανε τα πρώτα δειλά του βήματα. 208 Ο Γκιαούρ τεμάχιον τουρκικού διηγήματος :ποιήματα Βύρωνος /Μετάφρασις Αικατερίνης Κ. Δοσίου.Εκδίσεται το δεύτερον /Υπό Αρ. Κ. Δοσίου.Αθήνησι :Τύποις Ανδρέου Κορομηλά,1873.Σελ

97 97 Σπέρματα του βυρωνικού έργου ανιχνεύονται στις ποιητικές δημιουργίες των Αλέξανδρου Σούτσου, Παναγιώτη Σούτσου και Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή και φτάνουν ως τις αρχές του 20ού αιώνα για να γονιμοποιηθούν με ιδιαίτερη επιτυχία στις ρωμαλέες παλαμικές συνθέσεις Η Φλογέρα του Βασιληά και Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου. Τόσο έντονη είναι η παρουσία του πεσιμισμού, του πόνου, της μελαγχολίας, της απελπισίας, της συντριβής στον Γκιαούρ, όπως άλλωστε και στα υπόλοιπα έργα του Μπάυρον, που ο μελετητής του Karl Elze διατύπωσε τη γνώμη ότι ο άγγλος ποιητής ήταν ο εισηγητής του παγκόσμιου πόνου στην πατρίδα του. Κατά την Ευγενία Κεφαλληναίου μάλιστα και ο βαμπιρισμός που εμφανίζεται στην ελληνική λογοτεχνία, τη δεκαετία του 1830, έλκει την προέλευσή του από τον Γκιαούρ, όπου γίνεται λόγος για βρικόλακες, που είχαν ήδη επηρεάσει τη λογοτεχνία του ρομαντισμού, κυρίως στη δεκαετία του Αλλά, κατά έναν πιο τολμηρό συλλογισμό, και τα ληστρικά και βουκολικά μυθιστόρηματα που εμφανίστηκαν λίγες δεκαετίες αργότερα ίσως έχουν τις πραγματικές καταβολές τους σε αυτά τα ποιήματα. Ιδιαίτερη φιλολογία πάντως έχει αναπτυχθεί γύρω από το συμβάν που έδωσε στον Μπάυρον την αφορμή να συνθέσει αυτό το ποίημα. Αν και ο ίδιος το τοποθετεί χρονολογικά αμέσως μετά την με πρωτοβουλία των Τούρκων εκκαθάριση της Πελοποννήσου από τους Αλβανούς, που είχαν δημιουργήσει μια αφόρητη κατάσταση σε βάρος του ντόπιου πληθυσμού, γύρω δηλαδή στα 1780, επιχειρήθηκε να ταυτιστεί το γεγονός του καταποντισμού της μοιχαλίδας Λεϊλά τιμωρία που προέβλεπε για τέτοιου είδους αδικήματα ο μωαμεθανικός νόμος με παραπλήσιο που σημειώθηκε στην Αθήνα του 1810, εποχή κατά την οποία στην πόλη βρισκόταν ο Μπάυρον. Σύμφωνα με ένα γράμμα του φίλου του, λόρδου Sligo, που βρέθηκε με το μπρίκι του αγκυροβολημένο έξω από το Φάληρο, ο Μπάυρον μεσολάβησε για χάρη της κοπέλας η οποία ήταν καταδικασμένη σ' αυτόν τον φριχτό θάνατο. Ο ίδιος όμως ο ποιητής χαρακτηρίζει «περίεργο» το γράμμα που τον θέλει να επιτυγχάνει στο εγχείρημά του και να μεταφέρει την κοπέλα σε ασφαλές κρησφύγετο στη Θήβα. Όπως και να 'ναι, ο Γκιαούρ, που αν και ο δημιουργός του δεν τον συμπαθούσε ιδιαίτερα, σε τρεις μάλιστα περιπτώσεις είχε εκφρασθεί γι' αυτόν αρνητικά, είναι μια από τις αντιπροσωπευτικότερες φιλελληνικές συνθέσεις του ποιητή, η οποία συνετέλεσε σοβαρά στη μεταστροφή της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης υπέρ της ελληνικής υπόθεσης, στα δύσκολα και δραματικά για το έθνος χρόνια που ακολούθησαν. Στην Αγγλία αγαπήθηκε τόσο, που μόνο μέσα σε δύο χρόνια, το 1814 και 1815, έκανε 15 εκδόσεις, ενώ η φήμη του απλώθηκε γρήγορα και εκτός των ορίων της Γηραιάς Αλβιώνος, έτσι που μέσα σε λίγα χρόνια μεταφράστηκε στα ιταλικά, στα γερμανικά και στα ρωσικά. Αλλά και στη χώρα μας αυτό το φιλελληνικό και ψυχωψελές έργο είχε τέτοια ζήτηση, ώστε το 1842, δεκαπέντε χρόνια πριν από την απόδοσή του στη γλώσσα μας από τη Δοσίου (η οποία για δεύτερη και τελευταία

98 98 φορά τυπώθηκε από τον γιο της Αριστείδη στα 1873), κυκλοφόρησε από την τυπογραφία του Γεωργίου Πολυμέρη στην Ερμούπολη της Σύρου ο Κγιαούρης του Λόρδου Βύρωνος στα αγγλικά, με διεξοδικότατο «Λεξικόν των εμπεριεχομένων λέξεων». Ο Γκιαούρ τεμάχιον τουρκικού διηγήματος :ποιήματα Βύρωνος /Μετάφρασις Αικατερίνης Κ. Δοσίου.Εκδίσεται το δεύτερον /Υπό Αρ. Κ. Δοσίου.Αθήνησι :Τύποις Ανδρέου Κορομηλά,1873.Σελ Η Φωτεινή Οικονομίδου (1849/ ) 209, η επιφανέστερη ποιήτρια του ελληνικού ρομαντισμού σύμφωνα με τη Σοφία Ντενίση (2014, ), μεγαλώνει σε περιβάλλον διανοουμένων, αλλά δεν μπορεί να δεχτεί τον προορισμό του φύλου της. Θα υποστεί τον εγκλεισμό και τη μοναξιά λόγω της γυναικείας της φύσης, παρά την ενέργεια, τη ζωτικότητα και διανοητική κλίση που διαθέτει. Μοναδική ευχαρίστηση στο κλίμα αυτό της απομόνωσης είναι γι αυτήν η συγγραφή στίχων. Ο πόνος του ανεκπλήρωτου έρωτα, η ματαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και η ποιητική δημιουργία ως μοναδικός στόχος στη ζωή αποτελούν προσφιλή θέματα της, τα οποία χαρακτηρίζουν τα δέκα ολιγόστιχα ποιήματά της που αναδημοσιεύονται στην Ποικίλη Στοά («Μακράν Ανία!», «Διατί;», «Οι πόθοι μου ή δεν ηξεύρω τι με λειπεί», κ.ά.). Η ευρεία αποδοχή της ποιήτριας σημειώνεται από τον νεαρό τότε φοιτητή Κωστή Παλαμά, ο οποίος αποστέλλει στην Οικονομίδου κάποια πρωτόλεια ποιήματά του και λαμβάνει ως απάντηση ένα ποίημα με τίτλο «Τω νεαρώ ποιητή Κ. Π.». Ο ίδιος γράφει χαρακτηριστικά: «Πρώτη φορά μ έγραφαν με τον τίτλο που ονειρευόμουνα: Ποιητής. Μια γυναίκα των μουσών με καθιέρωνε». Τρία άρθρα κοινωνικού περιεχομένου υπογράφει στην Ποικίλη Στοά η Καλλιρρόη Παρρέν ( ), 210 μία από τις πρώτες φεμινίστριες και η πρώτη λόγια Ελληνίδα δημοσιογράφος: «Ο θρίαμβος της γυναικός του ΧΙΧ αιώνος», «Άνθρωπος Πίθηκος υπόαλεξάνδρου Φιλαδελφέως» και «[Γνώμαι]». Σημαντική είναι η συμβολή της στην ανάπτυξη του Ελληνικού φεμινιστικού κινήματος, μέσα από τις μάχες που έδωσε για την ισότητα των δύο φύλων και την χορήγηση ψήφου στις γυναίκες. Το 1889 ίδρυσε τη «Σχολή της Κυριακής των Απόρων Γυναικών και Κορασίδων», όπου δίδαξε γραφή και ανάγνωση σε εργάτριες και υπηρέτριες και στη συνέχεια ίδρυσε και άλλα κοινωφελή σωματεία («Άσυλο της Αγίας Αικατερίνης», «Άσυλο Ανιάτων», «Ενώσις υπέρ της Χειραφετήσεως των Γυναικών», «Πατριωτικός Σύνδεσμος»). 209 Βλ. Ταρσούλη (1951, 30-34) Ντενίση (2014, ) Βαρίκα (1996, 199). Βλ., επίσης,..., Ελένη (1885, ). 210 Βλ. σχετικά Πολυκανδριώτη (1997, ) και το λήμμα «Παρρέν Καλλιρρόη» στο Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό (1988, 8: χ.σ.).

99 99 Η κοινωνική της δράση κορυφώθηκε το 1911 με την ίδρυση του «Λυκείου των Ελληνίδων», η λειτουργία του οποίου στόχευε στη διατήρηση ηθών και εθίμων της ελληνικής παράδοσης, στην πίστη στην ορθοδοξία, στο σεβασμό στο θεσμό της οικογένειας και στην προστασία των ηλικιωμένων. Στη δημοσιογραφική της καριέρα συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Ακρόπολις, Εστία, Εμπρός και με το Ημερολόγιον του Σκόκου. Στις 9 Μαρτίου του 1887 εξέδωσε την Εφημερίδα των Κυριών, την πρώτη εφημερίδα που απευθύνεται αποκλειστικά σε γυναίκες. Μια ακόμη λογοτεχνική συνεργασία σύναψε ο εκδότης με την Αικατερίνη Ζάρκου, την οποία η Σοφία Ντενίση (2013, 403) θεωρεί πρώιμη κριτικό της λογοτεχνίας του 19ου αιώνα. Η Ζάρκου μεταφράζει πολλά έργα γαλλικής και γερμανικής λογοτεχνίας, τα οποία δημοσιεύει σε περιοδικά της εποχής (Αττικόν Ημερολόγιον, Εφημερίς των Κυριών, κ.ά.) 211. Στην Ποικίλη Στοά δημοσιεύει μια μεταφρασμένη «εκ του γαλλικού» «Μελέτη περί των εν Γερμανία Συγγραφέων Γυναικών», το «ιστορικόν διήγημα» «Πυρκαϊά εν θαλάσση», μία βιογραφία για τον Γάλλο θεατρικό συγγραφέα Racine υπό τον τίτλο «Ιωάννης Ρακίνας » και το αφήγημα «Μεσσηνιακαί εντυπώσεις. Η πανήγυρις του Βουλκάνου». Η παιδαγωγός Καλλιόπη Κεχαγιά ( ) υπογράφει στην Ποικίλη Στοά το αφήγημα «Η Sonata του Bethoven και η εκ Σουνίου Ανθοδέσμη», μια «Παιδαγωγική ανάλυση» της μελέτης με τίτλο «Η Αντιγόνη του Σοφοκλέους» και μια βιογραφία για τον νομικό με λογοτεχνικές ενασχολήσεις Carol Summer («Βίος Καρόλου Summer. Πώς παρασκευάζονται οι μεγάλοι χαρακτήρες»). Η Καλλιόπη Κεχαγιά 212 μεταξύ των ετών έδωσε εβδομήντα πέντε διαλέξεις στις αίθουσες του Αρσακείου και στον Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσό» και έγινε η πρώτη γυναίκα που ανέβηκε στο βήμα του συλλόγου. Μέσα από τις διάλεξεις και τα άρθρα της διακήρυττε την ηθική και πνευματική χειραφέτηση του γυναικείου φύλου στην Ελλάδα η καταπολέμηση του αναλφαβητισμού και η διεύρυνση του επαγγελματικού προσανατολισμού των Ελληνίδων αποτελούσαν τα κυριότερα αιτήματά της. Η φιλανθρωπία αποτελούσε προέκταση της δραστηριότητάς της. 211 Βλ. Ξηραδάκη (1988, 78-79). 212 Για την Καλλιόπη Κεχαγιά βλ. Ξηραδάκη (1988, 77-81) και Ντενίση (2014, ). Για τη δημιουργία του συλλόγου βλ. Ντενίση (2014, ) και Βαρίκα (1996, 229, 231). Το «Εργαστήριο Άπορων Γυναικών» τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του δέχτηκε διακόσια κορίτσια και γυναίκες από ηλικίας δώδεκα μέχρι και πενήντα ετών και αναγκάστηκε να αρνηθεί την είσοδο σε άλλες εκατόν πενήντα, λόγω έλλειψης χώρου, γεγονός που φανερώνει την τεράστια επιτυχία αυτής της ιδιωτικής πρωτοβουλίας των γυναικών, που κάλυπτε μια κοινωνική ανάγκη (Ντενίση 2014, 279).

100 100 Συγκεκριμένα το 1872 ίδρυσε τον «Συλλόγο Κυριών υπέρ της γυναικείας παιδεύσεως», στο χώρο του οποίου συγκροτήθηκε το «Εργαστήριο Άπορων Γυναικών», όπου τα φτωχά κορίτσια μάθαιναν ένα βιοποριστικό επάγγελμα (ράψιμο, κέντημα, αργαλειός, κ.ά.). Το 1890 ο σύλλογος ίδρυσε και τον «Υπέρ της Γυναικείας Παιδεύσεως Σύλλογον». Στον τόμο του έτους 1894 της Ποικίλης Στοάς εμφανίζεται βιογραφία της με τίτλο «Καλλιόπη Κεχαγιά», η οποία υπογράφεται από την ψευδώνυμη Ιουλία Α. Σ.*******. Στην Ποικίλη Στοά συναντάει κανείς μια ακόμη γυναικεία συνεργασία, αυτήν της ποιήτριας Μαριέττας Μπέτσου, η οποία δημοσιεύει εννέα ποιήματα στο περιοδικό. Η δύναμη του έρωτα, ο ανεκπλήρωτος έρωτας, η σαγήνη της φύσης, οι τραυματικές παιδικές αναμνήσεις, το αίσθημα της ορφάνιας από την απώλεια της μητέρας αποτελούν τα κεντρικά θέματα αυτών των ποιημάτων 213. Η Μαριάννα Καμπούρογλου ( ), μητέρα του Δημητρίου Καμπούρογλου, ασχολήθηκε με τη μελέτη της ιστορίας της Αθήνας. Γυναίκα με μεγάλη μόρφωση έγραφε στην Εβδομάδα εθνογραφικά άρθρα και άρθρα σχετικά με αθηναϊκές παροιμίες, έθιμα καικάθε είδους λαογραφικό υλικό. Στο ημερολόγιο δημοσιεύονται αποσπάσματα από τα Απομνημονεύματά της (1891, ) 214. Η Ελληνίδα της διασποράς Αικατερίνη Ζλατάνου έγραφε φιλολογικά άρθρα και πατριωτικά ποιήματα, τα οποία δημοσιεύει σε ελληνικά περιοδικά, όπως το Αττικόν Ημερολόγιον, η Εφημερίς των Κυριών και η Ποικίλη Στοά 215. Επίσης, συνεργάστηκε και με το περιοδικό του Μάντσεστερ Φρουρός της Μαγχεστρίας. Ανέπτυξε πατριωτική δράση υπέρ των επαναστατημένων Κρητών, Θεσσαλών και Ηπειρωτών και εργάστηκε δυναμικά για τον επαγγελματικό προσανατολισμό των γυναικών. Η Αικατερίνη Ζλατάνου ήταν Ελληνίδα με σημαντική κοινωνική και φιλελληνική δράση. Γεννήθηκε στην Αθήνα και ήταν από αρχαιότατη αθηναϊκή οικογένεια. Πατέρας της ήταν ο Μιχαήλ Καζαντζής (ή Καζανζής). Αδελφός της μητέρας της ήταν ο Λουκάς Νίκας. Έτυχε εκλεκτής μόρφωσης και σε νεαρή ηλικία παντρεύτηκε τον Γρηγόριο Ζλατάνο, μεγαλέμπορο από τη Μακεδονία. Εγκαταστάθηκαν στο Μάντσεστερ. Το 1897 δημοσίευσε σε αγγλική εφημερίδα φλογερό άρθρο και κίνησε το αίσθημα του αγγλικού λαού υπέρ του απελευθερωτικού αγώνα της Κρήτης. Ίδρυσε το «φιλοκρητικό κομιτάτο», το οποίο αναδείχτηκε κέντρο εθνικής ενέργειας. 213 Η Μαριέττα Μπέτσου δημοσιεύει ποιήματά της και στα περιοδικά Ιλισσός και Αττικόν Ημερολόγιον. Βλ. Ντενίση (2014, 300, 313). 214 Βλ. Ξηραδάκη (1988, 79). 215 Επίσης, στο Ημερολόγιον των Κυριών του Ε. Κ. Ασώπιου η Ζλατάνου έχει δημοσιεύσει τη βιογραφία «Η δεσποινίς Αδριανή Λεκουβρέρ» (1890, ) και το μεταφρασμένο διήγημα, αταύτιστο από την έρευνά μου, «Μυστήριον» (1888, ).

101 101 Έκανε διαλέξεις σε πολλές πόλεις της Αγγλίας προκαλώντας μεγάλο ρεύμα φιλελληνισμού και συγκεντρώνοντας χρηματικά ποσά για την ενίσχυση του αγώνα υπέρ της Κρήτης και της Θεσσαλίας. Προσέφερε γενναία χρηματικά ποσά, φάρμακα, φορεία, απολυμαντικά είδη και χιλιάδες ενδύματα στον Ερυθρό Σταυρό και σε άλλα σωματεία. Ανέλαβε τη θέση του προέδρου της Σηροτροφικής Εταιρίας, ενός σωματείου που πήρε μέρος στο πρώτο βιομηχανικό συνέδριο στην Αθήνα το Πέραν του συγγραφικού της ταλέντου, η Αικατερίνη Ζλατάνου διακρίθηκε και για τη ζωγραφική της κλίση. Εικαστικά της έργα παρουσιάστηκαν σε πανελλήνια έκθεση που πραγματοποιήθηκε στο Ζάππειο, το 1888, μαζί με έργα σπουδαίων καλλιτεχνών, όπως των Γκύζη, Βολανάκη, Ιακωβίδη, κ.ά 216. Στην Ποικίλη Στοά δημοσιεύονται τρία διηγήματά της γραμμένα στην καθαρεύουσα: «Ο Δήμος», «Προίξ αντί καρδίας», τα οποία θεματοποιούν τη δύναμη του έρωτα, και «Το λευκοφορεμένο φάντασμα». Η επαφή με τον ποιητή Στέφανο Μαρτζώκη στάθηκε η αφορμή για να στραφεί στην ποίηση η μουσικοσυνθέτης και ποιήτρια Ελένη Λάμαρη (1878/ ) 217. Σύμφωνα με την Αθηνά Ταρσούλη (1951, 61-64) η Λάμαρη «είχε ποιητική φλέβα, όχι βέβαια πλούσια ούτε ορμητική κι ανήσυχη, αλλά που δεν της έλειπε ούτε ο λυρικός κραδασμός ούτε η εσώτερη συγκίνηση που τον γεννάει». Η Ελένη Σ. Λάμαρη, ηπειρώτικης καταγωγής (από τη Λάμαρη της Πρέβεζας) σπούδασε μουσική κι αργότερα επιδόθηκε στο στίχο, ιδίως αφ ότου γνώρισε, τον ποιητή Στέφανο Μαρτζώκη. Η σύντομη ζωή της, για την οποία υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία, πέρασε ανάμεσα στον μουσικό αυτοσχεδιασμό και στην ποίηση. Στη συλλογή της, που εξέδωσε ένα χρόνο πριν πεθάνει με τον τίτλο Ποιήματα(1911), αφιερωμένη στη μνήμη του πατέρα της και μ ένα σύντομο προλογικό σημείωμά της, στο οποίο πλεοναστικά διευκρινίζει ότι παραθέτει ως πρόλογο επιστολή του γλωσσολόγου Γεωργίου Ν. Χατζηδάκι ( ), αφιερώνει από τη δική της πλευρά στον Στέφανο Μαρτζώκη το ποίημα Μάης. Η Ελένη Σ. Λάμαρη ανθολογείται σε ελάχιστες ανθολογίες. Μεταξύ αυτών, στη Λογοτεχνία των Ελλήνων του Χάρη Πάτση και στην Ανθολογία Νεοελληνικής Ποιήσεως του Μιχ. Περάνθη. Στην ανθολογία Περάνθη ανθολογείται με τρεις στροφές από το ποίημα «Μάης», το αφιερωμένο στον Στέφανο Μαρτζώκη, όπου ο ανθολόγος έδωσε για τίτλο μέρος του πρώτου στίχου: «Σ εγνώρισα». Στην Ελένη Σ. Λάμαρη αφιερώνει 15 χρόνια από τον θάνατό της ο Κ.Γ. Καρυωτάκης ένα από τα ωραιότερα ποιήματα της νεοελληνικής ποίησης, τους 216 Βλ. Ξηραδάκη (1988, 80, 82). Επίσης, βλ. το επαινετικό κείμενο ενός Ανωνύμου (1899, 28-31) και τη βιογραφία της Λάμαρη (1912, ) για τη Ζλατάνου που δημοσιεύθηκαν στο Ημερολόγιον του Σκόκου. 217 Αθηνάς Ταρσούλη: Ελληνίδες ποιήτριες , Αθήνα, 1951, σσ

102 102 «Τάφους», με το οποίο ουσιαστικά, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, διατηρείται μέχρι σήμερα και θα διατηρείται για πάντα το όνομα μιας ποιήτριας, που σήμερα μας ενδιαφέρει μόνο ως πηγαία και ειλικρινής περίπτωση ρομαντικής ευαισθησίας. Ποιήματά της δημοσιεύονται στην Αττική Ίριδα και στο Ημερολόγιον του Σκόκου 218. Στην Ποικίλη Στοά δημοσιεύονται τρεις ποιητικές συνθέσεις της («Χαραυγή», «Κρινόφυλλο» και «Τρικυμία»), οι οποίες διακρίνονται για τον βαθύτατο αισθησιασμό τους και εκφράζουν αισθήματα απογοήτευσης αλλά και νοσταλγίας. Ο αισθησιασμός αυτός εκφράζεται μέσα από την περιγραφή των στοιχείων της φύσης. Η πρώτη Ελληνίδα που έλαβε το ανώτερο πτυχίο Brevet Supérieur, ανάμεσα σε εκατόν ογδόντα φοιτήτριες, από το γαλλικό υπουργείο Παιδείας ήταν η Φλωρεντία Φουντουκλή ( ) 219. Έχοντας από μικρή ηλικία έφεση στα γράμματα, σπούδασε Φιλοσοφία, Μαθηματικά και Παιδαγωγική σε διάφορα πανεπιστημιακά ιδρύματα της Ευρώπης αποκτώντας τη γνώση τριών ξένων γλωσσών. Ποιήματά της τόσο στην ελληνική όσο και στη γερμανική γλώσσα μαζί με έμμετρες μεταφράσεις εμφανίστηκαν το 1887 σε έντυπα της εποχής, όπως τα Εφημερίς των Κυριών, Ελλάς και Νουμάς με συνοδευτικά επαινετικά σχόλια για το στιχουργικό της ταλέντο. Στην Ποικίλη Στοά η Φλωρεντία Φουντουκλή δημοσιεύει δύο «έμμετρα γράμματα» προς την διεύθυνση του περιοδικού, μία νεκρολογία «Εις την Πολύκλαυστον Μαρίαν Ζ. Ρώση» και πέντε ποιήματα που διακρίνονται για τη λυρικότητα και την εσωτερική συγκίνηση γραμμένα σε δημοτική γλώσσα. Ο γλυκός κόσμος των ονείρων αντιτίθεται στην πραγματικότητα, όπου η αναζήτηση του ερωτικού πόθου είναι μάταιη. Στις σελίδες της Ποικίλης Στοάς εμφανίζεται, επίσης, η Μαρίκα Πίπιζα (1875-<;>) 220 με ποιήματα γραμμένα στη δημοτική γλώσσα. Το ποιητικό της ταλέντο αποσπά εγκωμιαστικά σχόλια από λογοτέχνες της εποχής (Βλάχος, Γεώργιος Πωπ, κ.ά.) λόγω της απλής έκφρασης και του μεστού ερωτισμού των στίχων της. Η αισθησιακή διάθεση και η λυρικότητα χαρακτηρίζουν το σύνολο του ποιητικού της έργου. Στο περιοδικό δημοσιεύονται δεκατέσσερα ολιγόστιχα ποιήματα, τα οποία διακρίνονται για τον γοργό ρυθμό, τις έντονες ρίμες και τον διάχυτο ερωτισμό τους. Ο έρωτας προβάλλεται σε όλες τις εκφάνσεις του, με τις χαρές, τις αγωνίες και τις 218 Τα μουσικά χειρόγραφα της βρίσκονται σήμερα στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Βλ. Ξηραδάκη (1988, 88). 219 Βλ. Ταρσούλη (1951, 37-42) και Ξηραδάκη (1988, 95). 220 Βλ. Ταρσούλη (1951, 47-56).

103 103 πίκρες του ο ανεκπλήρωτος έρωτας είναι επώδυνος και αφήνει βαθιά πληγή στις ανθρώπινες ψυχές. Στο τέλος αξίζει να αναφερθεί και η Σεβαστή Καλλισπέρη, η οποία δημοσιεύει στο έντυπο τις μελέτες «Ανδρομάχη. Συζυγική Πίστις Μητρική Στοργή» καθώς και «Εξέλιξις του δράματος εν τη ελληνική αρχαιότητι» και «Ο 17ος αιών της γαλλικής φιλολογίας και οι δύο αυτού έξοχοι τραγικοί ποιηταί», μια μεταφρασμένη επιστολή της Γαλλίδας φιλέλληνος Juliette Adam με θέμα την έγκαιρη ανόρθωση του ελληνικού βασιλείου μετά τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και δύο άρθρα με τίτλους «Η μοναχή της Πάρου», στο οποίο αναφέρεται στην τύχη της μοναχής Θεοκτίστης, και «Η Αμερική». Στο συγκεκριμένο έργο περιγράφεται το εκπαιδευτικό ζήτημα και οι χειρισμοί της αμερικανικής κυβέρνησης για τους μετανάστες, όπως τα αντιλήφθηκε η ίδια κατά την παραμονή της στην Αμερική, τονίζοντας ότι αυτά τα δύο ζωτικά ζητήματα πρέπει να επιλύσει και η ελληνική κυβέρνηση. Η Σεβαστή Καλλισπέρη σπούδασε φιλολογία στη Σορβόννη έπειτα από απόρριψη της αίτησής της από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, καθώς μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα δεν επιτρεπόταν στην Ελλάδα η πανεπιστημιακή φοίτηση σε γυναίκες 221. Η ανάπτυξη και διάδοση του ημερολογιακού είδους από τα μέσα του 19ου ως τα μέσα του 20ού αιώνα επέφερε σταδιακά αλλαγές στο περιεχόμενο της ύλης: η ημερολογιακή και αστρολογική ύλη μειώθηκε και δόθηκε μεγαλύτερη έκταση στη λογοτεχνική και ευρύτερη εγκυκλοπαιδική ύλη. Η εξέλιξη αυτή στα περιεχόμενα είχε ως αποτέλεσμα τα ημερολόγια να αποκτήσουν αρκετές ομοιότητες με τα περιοδικά. Παρόλα αυτά το μικρό κομψό σχήμα των ημερολογίων και η σταθερή συχνότητα της έκδοσής τους που ήταν, συνήθως, ένας τόμος ανά έτος, τα διέκριναν από τα ποικιλόμορφα περιοδικά. Στο εξώφυλλο του τόμου του 1912 αναγράφεται ότι η Ποικίλη Στοά εκδίδεται «κατ έτος τη 1η Δεκεμβρίου». Συνεργάτες των ημερολογίων την περίοδο αυτή ήταν λόγιοι, επιστήμονες, λογοτέχνες και καλλιτέχνες. Ο συνολικός αριθμός των ελληνικών ημερολογίων, που εκδόθηκαν από τον 18ο αιώνα μέχρι περίπου τα μέσα του 20ού αιώνα, δεν έχει προσδιοριστεί με απόλυτη ακρίβεια υπολογίζεται πάντως ότι ξεπερνούν τα Όπως παρατηρεί η Κατερίνα Κωστίου, παρόλο που το πεδίο μελέτης τους διαθέτει ποικιλόμορφο ενδιαφέρον, παραμένει άγνωστο και αδιερεύνητο, με εξαίρεση ελάχιστες μελέτες 223. Τα περισσότερα ημερολόγια ήταν βραχύβια (διάρκειας ενός έως δύο ετών), κάποια όμως 221 Βλ. Ξηραδάκη (1988, 99). 222 Ο Χαριτάτος προβαίνει σε έναν κατά προσέγγιση υπολογισμό εκφράζοντας τις επυφυλάξεις του (1977, 94, 95, 97, 101). 223 Βλ. Κωστίου (2002, 151).

104 104 εκδόθηκαν για πέντε έως οκτώ έτη και κάποια άλλα υπήρξαν μακροβιότερα όπως το ετήσιο έντυπο Ποικίλη Στοά. Η Ποικίλη Στοά καλύπτει χρονικά την περίοδο και διακρίνεται σε τρεις περιόδους: , 1899 και , με βάση τις επιγραφές «Περίοδος Β» και «Περίοδος Γ» στα εξώφυλλα των τόμων 1899 και 1912 αντίστοιχα. Την πρώτη και δεύτερη περίοδο έκδοσης της Ποικίλης Στοάς, εκδότης ήταν ο νομικός, δημοσιογράφος, λόγιος και λογοτέχνης Ιωάννης Αρσένης (<;>-1925). Ο Αρσένης γεννήθηκε στην Κεφαλονιά και πέθανε στην Αθήνα, στην πόλη που μεγάλωσε, σπούδασε και έγινε διδάκτωρ του Δικαίου. Από μικρή ηλικία είχε αναμειχθεί με λογοτεχνικούς κύκλους στην Αθήνα και υπήρξε πρόεδρος πολλών φιλολογικών και καλλιτεχνικών συλλόγων. Πριν την έκδοση της Ποικίλης Στοάς υπήρξε διευθυντής του καλλιτεχνικού περιοδικού Καλαί Τέχναι και αργότερα του περιοδικού Αι Μούσαι. Τη διετία συνεκδότης του περιοδικού έγινε ο Μιχαήλ Α. Ραφαήλοβιτς (;), γνωστός δικηγόρος της Αθήνας με καταγωγή από την Κέρκυρα. Τα φιλολογικά και καλλιτεχνικά του ενδιαφέροντα τον ώθησαν να παροτρύνει τον Ιωάννη Αρσένη να επανεκδόσουν την Ποικίλη Στοά 224. Όπως αναφέρει ο Ιωάννης Αρσένης, το 1912 στον εξαγγελτικό πρόλογό του «Προς τον απανταχού Ελληνισμόν» (1912, 7): Τώρα, ο αγών του εθνικού αυτής προορισμού [...] στεγάζεται υπό της ευγενούς ενισχύσεως εκλεκτού ανιδρύτου και παραστάτου, εξ αληθούς έρωτος προς την Φιλολογίαν και εξ άκρας εκτιμήσεως προς το έργον, αναλαβόντος την εδραίωσιν και συνέχισιν του νέου αυτού βίου, προς ενίσχυσιν του οποίου θαρρούντως ήδη επιζητείται η εμψύχωσις του Ελληνικού Δημοσίου, παρ ου περιφανή έσχεν εν τω παρελθόντι δείγματα η Ποικίλη Στοά και διά της απροσποιήτου υποστηρίξεως αυτού, εγαλουχήθη εις τα πρώτα βήματά της 225. Περιγραφή της ταυτότητας και η ευρετηρίαση του ετήσιου εγκυκλοπαιδικού εντύπου Ποικίλη Στοά με εκδότες αρχικά τον Ιωάννη Αρσένη και πολύ αργότερα τον Μιχαήλ Ραφαήλοβιτς. Η Ποικίλη Στοά κυκλοφόρησε στην Αθήνα την περίοδο ανά διαστήματα 226. Η κυκλοφορία της μπορεί να διακριθεί σε τρεις περιόδους: περίοδος Α : ( , 1889, 1891, , 1898), περίοδος Β : 1899 και περίοδος Γ : Απαρτίζεται από 16 τόμους και εξετάστηκε στο σύνολό της. 224 Οι βιβλιογραφικές αναφορές για τους δύο αυτούς εκδότες είναι ελάχιστες. Για λιγοστές βιογραφικές πληροφορίες βλ. Παπαδάκη (1998, 53-63) και το λήμμα «Αρσένης Ιωάννης» στη ΜΕΕ (χ.χ., 5: 664). 225 Στα παραθέματα έχει πραγματοποιηθεί μερικός εκσυχγρονισμός της ορθογραφίας. Συγκεκριμένα τα διαλυτικά έχουν διατηρηθεί όπου είναι απαραίτητο, η υπογεγραμμένη έχει απαλειφθεί από τη δοτική πτώση και λόγω πολυτυπίας του ημερολογίου στην υποτακτική έγκλιση έχει αντικατασταθεί το «η» με «ει». 226 Βλ. σχετικά το λήμμα «Ποικίλη Στοά» στη ΜΕΕ (χ.χ., 20: 450) και στο ΛΝΛ (2012, ).

105 105 Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Ποικίλη Στοά από το έτος 1899 χάνει τον ημερολογιακό της χαρακτήρα και προσειδιάζει σε περιοδικό. Συγκεκριμένα, την δεύτερη (1899) και τρίτη περίοδο ( ) κυκλοφορίας της έχει πλέον τον χαρακτήρα του περιοδικού, όπως δείχνουν και οι νέοι υπότιτλοι: «Εθνική Εικονογραφημένη Επετηρίς» (1899, 1912) και «Εθνική Εικονογραφημένη Επιθεώρησις» (1914). Στο εξώφυλλο κάθε τόμου αναγράφεται ο τίτλος, ο υπότιτλος, το έτος και η χρονολογία έκδοσης, το όνομα του εκδότη με τη συμπλήρωση της «ευνοϊκής συμμετοχής έγκριτων λογίων», ο τόπος, το τυπογραφείο και το έτος τύπωσης του εντύπου. Τα στοιχεία αυτά εξετάζονται λεπτομερώς στη συνέχεια. Ο τίτλος συνοδεύεται πάντα από έναν υπότιτλο, στοιχείο που χαρακτηρίζει τα περισσότερο ημερολόγια και περιοδικά της εποχής. Ποικιλομορφία τίτλων και υπότιτλων διακρίνει την Ποικίλη Στοά σε όλη τη διάρκεια κυκλοφορίας της. Συγκεκριμένα, τα έτη το έντυπο έφερε τον υπότιτλο «Ετήσιον Ημερολόγιον», τα έτη «Εθνικόν Ημερολόγιον» και τα έτη «Εθνικόν Εικονογραφημένον Ημερολόγιον». Ως «Εθνική Εικονογραφημένη Επετηρίς» εγκαινιάστηκε το έτος 1899 η νέα περίοδος του «Ετησίου σπουδαίου περιοδικού Συγγράμματος, εκ της δημιουργίας του οπoίου επιζητηθήσεται πλέον μία νέα Φιλολογική αναπτέρωσις, μία νέα Φιλολογική αφύπνισις, μίαπλήρης εν τω συνόλω Φιλολογική αναγέννησις» 228. Σημειώνουμε επίσης ότι οι τόμοι των ετών έφεραν στο εσώφυλλο και τον τίτλο «Σύγχρονος Καλλιτεχνική και Φιλολογική Στοά». Μετά τη διακοπή της κυκλοφορίας το 1899 το έντυπο θα επανακυκλοφορήσει στη διάρκεια των ετών Στον τελευταίο τόμο (1914) φέρει πια τον υπότιτλο «Εθνική Εικονογραφημένη Επιθεώρησις». Η αλλαγή των υποτίτλων δεν επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές στη θεματολογία του εντύπου, εκτός της παύσης της ημερολογιακής ύλης από τον τόμο του έτους 1899: Αλλ η προ καιρού φιλοτεχνηθείσα εις φιλολογικήν και καλλιτεχνικήν ανθοδέσμην εργασία αυτή, είναι τόσον πολύτιμος, παραμείνασα δ έκτοτε τελείως άγνωστος, δεν φαίνεται να υπέστει ουδεμίαν εκ της παρελεύσεως του χρόνου επίδρασιν 229. Ειδοποιός διαφορά υπάρχει μόνο στην εικονογράφηση: παρατηρείται αύξηση των χαρακτικών και διακόσμηση των σελίδων του περιοδικού στους τόμους της τελευταίας διετίας ( ). Σύμφωνα με τη Βέρα Παπαδάκη «από το 1885 και μετά τα εξώφυλλα της Ποικίλης Στοάς είναι εκπληκτικής ομορφιάς, σε τόνους πότε 227 Λόγω της παρουσίασης δύο χρονολογιών (έτους τύπωσης και έτους έκδοσης) στο εξώφυλλο του εκάστοτε τόμου βάζω σε πλάγια μορφή τα έτη που υπάρχουν στον τίτλο της Ποικίλης Στοάς για αποφυγή σύγχυσης. 228 [Αρσένης] (1899, 2). 229 [Αρσένης] (1912, 5).

106 106 μπλε πότε κόκκινου πότε γκρί ή σκούρου πράσινου, χρυσοποίκιλτα με ανάγλυφα σχέδια, αληθινά έργα τέχνης» 230. Σχεδόν κάθε χρόνο την έκδοση της Ποικίλης Στοάς αναλαμβάνει διαφορετικό τυπογραφείο, καθώς ο λεπτολόγος Ιωάννης Αρσένης επιθυμούσε κάθε τόμος να διακρίνεται για την εκλεπτυσμένη καλαισθησία του. Συγκεκριμένα, το έντυπο εκδίδεται: «εκ του τυπογραφείου της Ελληνικής Ανεξαρτησίας τα έτη , «εκ του τυπογραφείου της Ενώσεως» τα έτη , «εκ του τυπογραφείου του Αττικού Μουσείου» το έτος 1885, «εκ του τυπογραφείου των Καταστημάτων του Ανέστη Κωνσταντινίδου» το έτος 1886, «εκ της τυπογραφίας της Β. Αυλής 231 Ν. Ιγγλέση και Κορίννης 232» Το έτος 1887, στο τυπογραφείοτου Αλεξάνδρου Παπαγεωργίου 233 τα έτη 1889, 1894 και 1895, «εκ του τυπογραφείου των Καταστημάτων του Ανέστη Κωνσταντινίδου» και «εκ του τυπογραφείου Αλέξανδρου Παπαγεωργίου» 234 το έτος 1891, «εκ του τυπογραφείου της Εστίας» το έτος 1896, «εκ του τυπογραφείου της Εστίας Κ. Μάισνερ και Καργαδούρη» το έτος 1899, «εκ του τυπογραφείου «Εστία» Μάισνερ και Καργαδούρη και των καταστημάτων Θ. Αποστολόπουλου» το έτος 1912 και «εκ των τυπογραφείων Εστίας και Αυγής» το έτος Στον τελευταίο τόμο (1914) αναγράφεται και η διεύθυνση των γραφείων της Ποικίλης Στοάς (Οδός Δεριγνύ 50) και ο αριθμός τηλεφώνου (430). Η έκδοση του ετήσιου εντύπου χρονολογείται ένα χρόνο νωρίτερα από τη χρονολογία που αναγράφει ο τίτλος. Η τιμή της ετήσιας συνδρομής αναγράφεται στο οπισθόφυλλο και η ένδειξη υπάρχει μόνο στους τόμους των ετών 1882 και Στον τόμο του 1883 αναφέρεται ότι «τιμάται 3 νέων δραχμών», «εν τω εξωτερικώ δρ. ν. 4», «χρυσοδεμένον δρ. 6» και 230 Βλ. Παπαδάκη (1998, 54). 231 Ο προσδιορισμός «Β. Αυλής» αναφέρεται στο αθηναϊκό βιβλιοπωλείο Beck και Barth που έφερε τη διάκριση «Προμηθευταί Βασιλικής Αυλής». Καινοτομία του βιβλιοπωλείου αποτέλεσε η κυκλοφορία του Καταλόγου ελληνικών βιβλίων διά δώρον του Νέου Έτους το Η βιβλιοεμπορική δραστηριότητα του Beck τερματίστηκε το 1910 όταν πούλησε το μερίδιό του στον Κ. Ελευθερουδάκη. Βλ. το λήμμα «Εκδοτικοί Οίκοι» στο ΛΝΛ (2012, 596). 232 Η επωνυμία «Κορίννη» υπάρχει για το τυπογραφείο «Κορίννης» του Διονυσίου Χιώτη και Αθανασίου Σακελλαρίου. Βλ. το λήμμα «Εκδοτικοί Οίκοι» στο ΛΝΛ (2012, 596). 233 Αναγράφεται «εκ του τυπογραφείου Αλεξάνδρου Παπαγεωργίου» στον τόμο του 1889 και «Τύποις Αλεξάνδρου Παπαγεωργίου» στους τόμους των ετών 1894 και Μετά την αποχώρηση του Θρασύβουλου Παπαλεξανδρή λόγω της εκλογής του ως δημοτικού συμβούλου το 1887, ο τυπογράφος Αλέξανδρος Παπαγεωργίου συνέχισε την τυπογραφική του δραστηριότητα και την επέκτεινε και στον εκδοτικό τομέα. Βλ. το λήμμα «Εκδοτικοί Οίκοι» στο ΛΝΛ (2012, 596). 234 «Εκ παραδρομής εις το α τυπογρ. φύλλο φέρεται ότι ο παρών τόμος εξετυπώθη εις τα Καταστήματα του κ. Αν. Κωνσταντινίδου. Αληθώς μεν μέρος αυτού εγένετο εν αυτοίς, το όλον όμως της λίαν επιμελημένης και λαμπράς τυπογραφικής εργασίας οφείλεται εις το παρ ημίν διαπρέπον επί ευσυνειδήτω τέχνη, και φιλοτίμω προθυμία Τυπογραφείον του κ. Αλ. Παπαγεωργίου». Αρσένης (1891, 416).

107 107 «Δημόσια Γραφεία, Υπουργεία δραχ. ν. 4». Για τον συνολικό αριθμό των συνδρομητών διατίθεται μια πληροφορία στο τέλος του τόμου του 1884 από τον Ιωάννη Αρσένη: «Η διά το παρόν έτος πρόσκλησις περίπου συνδρομητών εκλεκτών είναι ύψιστη ηθική δι ημάς αμοιβή, ης ευχόμεθα να φανώμεν αντάξιοι» 235. Οι συνδρομητές φαίνεται ότι κάθε χρόνο αυξάνονταν, αν λάβουμε υπόψη όσα αναγράφονται για «τιράζ» «εις αντίτυπα» στο εξώφυλλο του τόμου του Ο τόπος πώλησης της Ποικίλης Στοάς «ευρίσκεται παρ άπασι τοις εν Αθήναις Βιβλιοπώλαις αντί δραχμών νέων τριών» 236. Το έντυπο είναι μεγάλου σχήματος (8ο) και αρκετά ογκώδες 237. Ο αριθμός των σελίδων του δεν παραμένει σταθερός: ο πρώτος τόμος (1881) αποτελείται από διακόσιες εβδομήντα (270) σελίδες, οι οποίες στα επόμενα χρόνια αυξάνονται φτάνοντας τις εξακόσιες σαράντα οκτώ (648) στον τόμο του Κάθε τόμος αφιερώνεται σε διακεκριμένες προσωπικότητες του έτους τύπωσης της Ποικίλης Στοάς. Έτσι, για παράδειγμα, ο τόμος του δευτέρου έτους (1882) είναι αφιερωμένος στη «σεπτή υμών ανάσση», βασίλισσα Όλγα, σύζυγο του βασιλιά Γεωργίου Α, ενώ ο τόμος του τρίτου (1883) και πέμπτου έτους (1885) στον Γεώργιο Ζαρίφη, «ανδρί μεγατίμω και προστάτη των γραμμάτων». Στη Στέλλα Βιολάντη του Ξενόπουλου, σχετικά με τη θέση της γυναίκας στα Επτάνησα, βλέπουμε πως η μητέρα της η Μαρία Βιολάντη αναγνώριζε στο σύζυγό της την εξουσία που κατείχε κάθε άντρας στις τότε πατριαρχικές κοινωνίες. Εκείνος αποφάσιζε για οτιδήποτε αφορούσε τα παιδιά του και τη γυναίκα του, όπως και για κάθε άλλο μέλος της οικογένειας που ζούσε στο σπίτι του -στην προκειμένη περίπτωση η μεγάλης ηλικίας αδελφή του. Η σαφής αυτή υποταγή στη θέληση του συζύγου της ενισχυόταν κιόλας από το φόβο που της προκαλούσε η οργή του βρισκόταν ωστόσο στο συνηθισμένο για την εποχή πλαίσιο. Καμία γυναίκα δεν μπορούσε να αντιταχθεί στις αποφάσεις του συζύγου της, όπως φυσικά και κανένα παιδί. Ο πατέρας ήταν εκείνος που φρόντιζε για την οικονομική στήριξη της οικογένειας, όπως και για την προίκα των κοριτσιών, κι άρα ήταν εκείνος που έπαιρνε όλες τις σημαντικές αποφάσεις. Το ενδεχόμενο, άλλωστε, να παρακούσει ένα από τα παιδιά ή η σύζυγος τις προσταγές του πατέρα, σήμαινε γι αυτόν και για όλη την οικογένειά του μεγάλη προσβολή. 235 Αρσένης (1884, 461). 236 Αρσένης (1882, οπισθόφυλλο). 237 Βλ. Παπαδάκη (1998, 54).

108 108 Εκείνη την εποχή, μάλιστα, το καλό όνομα της οικογένειας είχε εξαιρετικά μεγάλη σημασία κι έπρεπε να προφυλάσσεται απ όλους με ιδιαίτερη προσοχή, καθώς τα κακόβουλα σχόλια του «κόσμου» δεν αργούσαν να φέρουν ντροπή σ όλη την οικογένεια και να επιφέρουν έτσι μεγάλη ζημιά, ιδίως στο μέλλον των κοριτσιών, που δύσκολα θα μπορούσαν μετά να βρουν έναν αξιόλογο σύζυγο. 3.2) Επτάνησα: 3.2.1) Η γυναικεία λογοτεχνική παρουσία στην περιοχή των Επτανήσων μέσα από τις περιπτώσεις της Ελισσάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου και της Μαριέττας Γιαννοπούλου Μινώτου: Ή περιήγηση ξεκινά από την περιοχή των Επτανήσων και θα ήταν καίρια η αναφορά στην Αυτοβιογραφία της Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου 238 που όσο ζούσε δεν την εξέδωσε και αποτελεί δείγμα γραφής τόσο του γυναικείου όσο και του αυτοβιογραφικού λόγου στις αρχές του 19ου αιώνα στον ελλαδικό χώρο. Αποτελεί δηλαδή δείγμα μιας δημιουργίας ισχνής αφού τόσο η συγγραφική δραστηριότητα των γυναικών όσο και ο αυτοβιογραφικός λόγος δεν έχουν ακόμα βρει διεξόδους ανάπτυξης μέσα από το κοινωνικό πλαίσιο και τις ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες της εποχής. Για τον ελλαδικό χώρο του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα, τα πράγματα είναι λίγο πολύ γνωστά. Οι Ελληνίδες στερούνται της κοινωνικής αναγνώρισης και δημόσιας ζωής των συγχρόνων τους Γαλλίδων και Αγγλίδων. Η παραδοσιακή ελληνική κοινωνία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υποχρεώνει τις γυναίκες στην άγνοια, την υποταγή και τον εγκλεισμό, στο περιθώριο δηλαδή μιας αυστηρά πατριαρχικής και ανδροκρατούμενης κοινωνίας με πολύ υψηλούς δείκτες αναλφαβητισμού, τόσο στον γυναικείο όσο και στον ανδρικό πληθυσμό. Σε άμεση συνάρτηση με το νεωτεριστικό κλίμα του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και με τη νέα αντίληψη που διαμόρφωσε για τη φύση και το ρόλο των γυναικών στη νεότερη κοινωνία, βρίσκεται η εμφάνιση ενός περιορισμένου αριθμού Ελληνίδων λογίων οι οποίες υπηρέτησαν με τον τρόπο τους τον στόχο της εθνικής αναγέννησης και της ηθικής-πολιτισμικής διάπλασης των γυναικών. Λόγω της θέσης τους, τα Επτάνησα αποτελούσαν πάντα μια γέφυρα από την Ευρώπη προς την άρτι απελευθερωθείσα Ελλάδα μεταφέροντας νέες τάσεις και νοοτροπίες. Μέχρι ένα σημείο εμφάνιζαν κάποια πνευματική αυτονομία αλλά στη συνέχεια συντάχθηκαν με την πνευματική παραγωγή της ηπειρωτικής χώρας (των Αθηνών). 238 Ράνια Πολυκανδριώτη, «Η αυτοβιογραφία της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου», περ. Περίπλους, τχ. 51 (2002)

109 109 Δημοσίευσαν λογοτεχνικά κείμενα, δοκίμια και μεταφράσεις κατά τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα 239. Πρόκειται για έναν μικρό αριθμό γυναικών που δεν αποτελεί κανόνα, ούτε προκαλεί την ανατροπή του, αλλά που ωστόσο απηχεί μια εξέλιξη στη γυναικεία αυτοσυνειδησία και μια νέα αντίληψη για τον ρόλο της γυναίκας στη νεότερη ελληνική κοινωνία. Από τα διάφορα διασκορπισμένα στο σύνολό τους κατάλοιπα του συνολικού της έργου, διασώθηκαν 22 θεατρικά έργα, καθώς και άλλα πεζά και ποιητικά κείμενα, γραμμένα σε ελληνική ή ιταλική γλώσσα. Από την αξιοσημείωτη αυτή παραγωγή η ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας συγκράτησε μόνο τις αυτοβιογραφικές της σελίδες, που τις τύπωσε ο γιος της στην οψίτυπη και αποσπασματική έκδοση: Η μήτηρ μου. Αυτοβιογραφία της κυρίας Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου μετά διαφόρων αυτού ποιήσεων(1881) 240. Παρ ότι η αυτοβιογραφική της αφήγηση υπέστη περικοπές και αλλοιώσεις, συνιστά ένα σημαντικό λογοτεχνικό κείμενο, η σπουδαιότητα του οποίου δεν εξαντλείται στα όρια της γλώσσας και της ποιητικής του, αλλά φτάνει μέχρι τη βαθύτερη προβληματική της σύγκρουσης με τη συντηρητική επτανησιακή κοινωνία των αρχών του 19ου αιώνα. Γραμμένη με διαπεραστική ευθύτητα, χάρη, ζωντάνια αλλά και ρομαντική διάθεση, η Αυτοβιογραφία αποδίδεται με την καθομιλουμένη της επτανησιακής άρχουσας τάξης, με παραφθαρμένες ιταλογενείς λέξεις και με λέξεις αντλημένες από τα εκκλησιαστικά κείμενα. Το κράμα αυτό απηχεί όχι μόνο τις γλωσσικές επιδράσεις που διαμόρφωσαν τη γραφή της Μουτζάν-Μαρτινέγκου, αλλά και το κυρίαρχο ύφος των λογίων της εποχής. Οι συνεχείς αναφορές στη δύναμη της λογικής, στην αξία της ενάρετης αγωγής, της παιδείας και της ατομικής ελευθερίας συγκροτούν μια φιλελεύθερη συνείδηση, μέσα στα συμφραζόμενα του γαλλικού Διαφωτισμού. Η «πρώτη ελληνίδα πεζογράφος», συγγραφέας και μεταφράστρια Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου ( ) 241, κόρη επιφανούς ζακυνθινής οικογένειας, παρά τον βραχύ βίο της, είχε πλούσιο συγγραφικό έργο (θεατρικά έργα, μεταφράσεις κειμένων της αρχαιοελληνικής γραμματείας, ποιήματα και διαλόγους, πραγματείες). Ο πατέρας της, Φραγκίσκος Μουτζάν, άσκησε ανώτατα πολιτικά και διοικητικά αξιώματα στα Επτάνησα (η οικογένειά του καταγράφηκε στο Libro d Oro 239 Βάλτερ Πούχνερ, «Προεισαγωγικά». Γυναίκες θεατρικοί συγγραφείς στα χρόνια της Επανάστασης και το έργο τους, φιλολ. επιμ. Βάλτερ Πούχνερ, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα 2003, 73 & Αλέξης Ζήρας & Στέση Αθήνη, Λεξικό της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Πρόσωπα. Έργα. Ρεύματα. Όροι, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2007, Σελ Αβουρής Σπύρος, «Μαρτινέγκου Μουτσάν Ελισσάβετ», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας10. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. Σελ

110 110 της Ζακύνθου από το 1633), ενώ η μητέρα της Αγγελική καταγόταν από την οικογένεια των Σιγούρων, από τις πλέον ευγενείς οικογένειες του νησιού, πολλά μέλη της οποίας διακρίθηκαν στα γράμματα και την πολιτικοστρατιωτική διοίκηση. Οι πληροφορίες που διαθέτουμε για τον βίο της προέρχονται κυρίως από τα όσα αναφέρει η ίδια στην Αυτοβιογραφία της, γεγονός που στήριξε μια ισχυρή ανάγνωση του αυτοβιογραφικού της κειμένου ως άμεσης και έμπιστης πηγήςμαρτυρίας (ελλείψει άλλων) για την ίδια και τον άμεσο οικογενειακό και συγγενικό της περίγυρο. Στη μόρφωσή της συνέβαλαν, πέραν της αρχικής προσφοράς της μητέρας της και της γιαγιάς της, οι ζακύνθιοι κληρικοί Γεώργιος Τσουκαλάς και Βασίλειος Ρωμαντζάς, και ο κωνσταντινουπολίτης ιερομόναχος και δάσκαλος Θεοδόσιος Δημάδης 242. Καίριο ρόλο διαδραμάτισε επίσης η ενασχόλησή της με την αρχαία ελληνική και την ιταλική γλώσσα. Η γλωσσομάθειά της, που της επέτρεψε την ανάγνωση και μελέτη πρωτότυπων κειμένων της αρχαιοελληνικής γραμματείας και της ιταλικής λογοτεχνίας και, κυρίως, οι αρχικές μεταφραστικές της ασκήσεις, καθώς και οι μετέπειτα μεταφραστικές της εργασίες, ήταν ένα άτυπο σχολείο γνώσεων, γεγονός για το οποίο η ίδια έχει απόλυτη συνείδηση. Εξίσου συνειδητή ήταν και η επιλογή της να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία, τη μετάφραση, αλλά και τη συγγραφή έργων κοινωνικού περιεχομένου. Για τον σκοπό αυτόν αποφάσισε τον εγκλεισμό της σε μοναστήρι, προκειμένου να παρακάμψει τον ιστορικά, κοινωνικά και φυλετικά αναπόφευκτο μονόδρομο του έγγαμου βίου και των ποικίλων περισπασμών του. Η νεαρή Ελισάβετ είχε επιδοθεί νωρίτερα στη συγγραφή λογοτεχνικών κειμένων ποικίλων ειδών: δράματα και ποιήματα, μεταφράσεις από την αρχαία ελληνική γραμματεία, πραγματείες περί οικονομίας και ποιητικής. Μια επίδοση που είχε και τον χαρακτήρα της καταφυγής. Μέσα στον περιοριστικό κλοιό του οικογενειακού βίου, η συγγραφή απέκτησε γνωρίσματα παραμυθίας και, ομοίως, η Αυτοβιογραφία της διαθέτει μια τέτοια οπτική ανάγνωσής της (εγγεγραμμένη στο κείμενο). Ύστερα από αρκετές προσπάθειες διαφυγής από τη μοίρα της και μετά τη ματαίωση της επεισοδιακής, νυκτερινής φυγής της από το σπίτι, αναγκάζεται να υποχωρήσει και να παντρευτεί τον κατά πολύ μεγαλύτερό της Νικόλαο Μαρτινέγκο, καταπνίγοντας τον διακαή της πόθο να μείνει ανύπαντρη και να αφοσιωθεί στα γράμματα ή, μάλλον, μετατρέποντας την ανάγκη σε φιλοτιμία και προσβλέποντας σε ένα μικρό περιθώριο συγγραφικής ελευθερίας στο πλαίσιο του έγγαμου βίου. Πέθανε πολύ νωρίς (μόλις 31 ετών) λίγες ημέρες μετά τη γέννα του γιου της, ο οποίος ονομάστηκε, στη μνήμη της, Ελισαβέτιος. 242 Αποστολίδου Ν., «Μουτζάν Μαρτινέγκου Ελισάβετ», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό6. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, Σελ

111 111 Το γνωστότερο έργο της είναι η Αυτοβιογραφία της, ενώ από τα υπόλοιπα έργα της (θεατρικά έργα και ποιήματα) έχουν σωθεί ελάχιστα. Οι γονείς της,φραγκίσκος Μουτζάν και Αγγελική Σιγούρου, προέρχονταν από δύο από τις παλιότερες αριστοκρατικές οικογένειες της Ζακύνθου. Η Μουτζάν από μικρή είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την μάθηση και τα γράμματα και παρόλο που η εκπαίδευσή της ήταν περιορισμένη (είχε κατ οίκον δασκάλους τρεις κληρικούς), η ίδια με προσωπική μελέτη απέκτησε γνώσεις της αρχαίας ελληνικής, της ιταλικής και της γαλλικής γλώσσας. Παράλληλα επιδιδόταν στο γράψιμο ποιημάτων, θεατρικών έργων στα ελληνικά και τα ιταλικά και μεταφράσεων από την αρχαία ελληνική γραμματεία και επιθυμία της ήταν να μην παντρευτεί, αλλά να αφοσιωθεί στην μελέτη και την συγγραφή. Εξαιτίας των αντιρρήσεων της οικογένειάς της αντιπρότεινε να κλειστεί σε μοναστήρι ή να αποσυρθεί σε μία κατοικία της οικογένειας στην ύπαιθρο, όμως και αυτές οι επιθυμίες της δεν γίνονταν δεκτές από τους δικούς της. Μπροστά στην προοπτική να παραμείνει ανύπαντρη και να κατοικεί με τους γονείς της χωρίς να έχει το δικαίωμα να βγαίνει από το σπίτι, αποφάσισε να φύγει κρυφά από το νησί, αλλά μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα επέστρεψε χωρίς να την αντιληφθεί κάποιο μέλος της οικογένειάς της και τελικά αναγκάστηκε να υποχωρήσει και δεχτεί την επιθυμία των δικών της να παντρευτεί. Η ανεύρεση γαμπρού στην Ζάκυνθο ήταν ιδιαίτερα δύσκολη και γι αυτόν τον λόγο ο θείος της πρότεινε να ταξιδέψουν στην Ιταλία όπου θα ήταν πιο εύκολο να βρεθεί σύζυγος για την Ελισάβετ και την αδερφή της, που ήταν και αυτή σε ηλικία γάμου, όμως το ταξίδι δεν έγινε εξαιτίας μιας ασθένειας του πατέρα της. Εν τω μεταξύ βρέθηκε υποψήφιος σύζυγος, ο Νικόλαος Μαρτινέγκος, ο οποίος όμως καθυστερούσε την επισημοποίηση της γαμήλιας συμφωνίας με συνεχείς διαπραγματεύσεις για το ύψος της προίκας, αλλά τελικά ο γάμος τελέστηκε μετά από 16 μήνες, το καλοκαίρι του Η Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου πέθανε στις 9 Νοεμβρίου του 1832, δύο εβδομάδες μετά την γέννηση του γιου της λόγω επιπλοκών στον τοκετό. Η Ελισάβετ Μουτζάν, εκτός από την αυτοβιογραφία που είναι το πιο γνωστό και αξιόλογο κείμενό της, έγραψε πάνω από 15 θεατρικά έργα, στην ελληνική και την ιταλική, μετέφρασε αρχαία κείμενα και συνέθεσε κάποια ποιήματα. Η Αυτοβιογραφία της εκδόθηκε από τον γιο της Ελισάβετιο το 1881, με κάποιες περικοπές, σε έναν τόμο μαζί με δικά του ποιήματα. Η αξία του έργου έγκειται κυρίως στην απλή γλώσσα που χρησιμοποιείται. Από τα άλλα έργα της έχουν σωθεί ελάχιστα, μία κωμωδία με τίτλο Φιλάργυρος, κάποια ιταλικά κείμενα, 20 επιστολές, ο πρόλογος μιας πραγματείας «Περί Οικονομίας», τα ποιήματα Ωδή εις το πάθος του Ιησού Χριστού και Εις την Θεοτόκον και αποσπάσματα μεταφράσεων από τον Προμηθέα Δεσμώτη, την Οδύσσεια και τις Ικέτιδες.

112 112 Η Αυτοβιογραφία 243 της αποτελεί, κατά την ίδια, ένα μη λογοτεχνικό της έργο, στο οποίο καταγράφει τους αγώνες της και τις δυσχέρειες που συναντά στην προσπάθειά της να μορφωθεί, τη σταδιακή κατάκτηση της γνώσης και της αυτογνωσίας, τη συνειδητοποίηση των έμφυλων δεσμών που της επιβάλλει η πατριαρχική οικογένεια, η κοινωνική της τάξη και η ζακυνθινή κοινωνία των πρώτων δεκαετιών του 19ου αιώνα, την απεγνωσμένη προσπάθεια παρέκκλισής της από το φυλετικό πεπρωμένο, την καταληκτική υποχώρηση στον γάμο με τον Μαρτινέγκο. Η αυτοβιογράφηση καλύπτει την περίοδο ζωής της Ελισάβετ από το όγδοο έτος της ηλικίας της μέχρι και τις παραμονές του γάμου της. Η συγγραφή της ξεκίνησε στα 29 της χρόνια (1830). Είναι μια προσωπική μαρτυρία για την περιθωριοποιημένη θέση της γυναίκας σε σχέση με την πνευματική και κοινωνική ζωή της Ζακύνθου. Η σύγχρονή λογοτεχνική κριτική αναγνώρισε τη λογοτεχνική αξία της Αυτοβιογραφίας της 244, με την οποία ασχολήθηκε περισσότερο από κάθε άλλο έργο γυναίκας του 19ου αιώνα. Το αυτοβιογραφικό κείμενο της Μουτζάν-Μαρτινέγκου, με την έμφαση στον αγώνα για μόρφωση, την απήχηση διαφωτιστικών ιδεών για την αξία της παιδείας στη βελτίωση των ανθρώπων και των κοινωνιών, συνιστά ένα τυπικό παράδειγμα αυτοβιογραφικού είδους, όπως καλλιεργήθηκε από προγενέστερους και πρόδρομους συγγραφείς του είδους. Η πρώιμη εμφάνιση ενός τυπικού, «κλασικού» παραδείγματος του αυτοβιογραφικού είδους, γραμμένου από γυναίκα, πέρα από τις πολύτιμες πληροφορίες που μας δίνει για τη θέση των γυναικών (στην παιδεία, στην οικογένεια, στην κοινωνία) και τον αυτοπροσδιορισμό τους ως δρώντα υποκείμενα, καθίσταται ευνόητα αφετηρία κάθε αναφοράς και σύγκρισης με τα μεταγενέστερα κείμενα γυναικών μέσα στον 19ο αιώνα, στα οποία διοχετεύεται από τις συγγραφείς τους περισσότερο ή λιγότερο, αμεσότερα ή πλαγίως, αυτοβιογραφικό υλικό. Η Αυτοβιογραφία της Μουτζάν-Μαρτινέγκου 245 θα μείνει στα κατάλοιπά της για αρκετές δεκαετίες, μέχρις ότου ο γιος της Ελισαβέτιος αποφασίσει να τη δημοσιεύσει, το 1881, σε έναν τόμο μαζί με δικά του ποιήματα (Η Μήτηρ μου, αυτοβιογραφία της κυρίας Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, εκδιδομένη υπό του υιού αυτής Ελισαβετίου Μαρτινέγκου, μετά διαφόρων αυτού ποιήσεων). Έτσι, το κείμενο έρχεται στο φως της δημοσιότητας στις τελευταίες δεκαετίες του αιώνα, στα χρόνια που σταδιακά καλλιεργείται ένας προβληματισμός για τις γυναίκες ως συλλογικό υποκείμενο, τα χρόνια που, με προεξάρχουσα την περίπτωση της Καλλιρρόης Παρρέν, θα αναπτυχτεί το πρώτο ιστορικά κύμα του ελληνικού 243 Κεχαγιόγλου Γιώργος, «Ελισάβετ Μουτσά(ν) Μαρτινέγκου», Η παλιότερη πεζογραφία μας Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοβ,1, σ Αθήνα, Σοκόλης, Παμπούκη Ε., «Διανοούμενες γυναίκες της προεπαναστατικής περιόδου», Διαβάζω36, 11/1980, σ Αθανασόπουλος Βαγγέλης (εισαγ. επιμ.), Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία. Αθήνα, Ωκεανίδα, 1997 (στη σειρά Οι Επτανήσιοι, αρ.1).

113 113 φεμινιστικού κινήματος, χωρίς ωστόσο η Αυτοβιογραφία να προσεχτεί από τις εκπροσώπους του. Ο Ελισαβέτιος 246, με μια κίνηση που έχει, πέρα από την πραγματική αιτιολόγησή της, και μια συμβολική σημασία για την αναγνωστική τύχη των έργων γυναικών συγγραφέων, θα λογοκρίνει το κείμενο. Σήμερα δεν σώζεται παρά η λογοκριμένη αυτή εκδοχή, αλλά είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ότι οι βίαιες σιωπές επιβλήθηκαν στα σημεία όπου η λεκτική αντίδραση της συγγραφέως και οι χαρακτηρισμοί της υπερέβαιναν τα επιτρεπτά «ηθικά» όρια, όπως ορίζονται από το φύλο και την κοινωνική καταγωγή του γράφοντος υποκειμένου (και την οριοθέτηση ιδιωτικού-δημοσίου). Η έκδοση του Ελισαβέτιου δεν κέντρισε την κριτική προσοχή. Μόνο τέσσερα χρόνια αργότερα (1885), με αφορμή τον θάνατό του, θα δημοσιευτούν για τον ίδιο σχετικά σημειώματα στον Τύπο της Ζακύνθου: στο περιοδικό Κυψέλη (από τον Σπυρίδωνα Δε Βιάζη και τον Π. Χιώτη) και στην εφημερίδα Ελπίς (ανυπόγραφο). Η Μουτζάν-Μαρτινέγκου και η «Αυτοβιογραφία» της μάλλον θα ξεχαστούν. Στα 1898, ο Λ.Χ. Ζώης θα συμπεριλάβει λήμμα για την ίδια και το έργο της στο Λεξικόν Φιλολογικόν και Ιστορικόν Ζακύνθου και, δέκα χρόνια αργότερα ( ), ο Σπυρίδων Δε Βιάζης θα την παρουσιάσει στη σειρά δημοσιευμάτων του «Διαπρεπείς Ελληνίδες κατά τον ΙΘ αιώνα», στο περιοδικό Ελληνική Επιθεώρησις. 247 Στα πρώτα χρόνια του Μεσοπολέμου, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος θα δημοσιεύσει ένα άρθρο στη Νέα Ζωή της Αλεξάνδρειας (1924) 248. Είκοσι περίπου χρόνια αργότερα, ο Γιώργος Βαλέτας θα γράψει το άρθρο «Η αυτοβιογραφία της Ελισάβετ Μαρτινέγκου», στην εφημερίδα Πρωία (1943). Στα 1951, η Μαριέττα Γιαννοπούλου παρουσιάζει την Ελισάβετ και το έργο της στο περιοδικό Αλκυονίδες. Οι σποραδικές αυτές δημοσιεύσεις (πολλές περιφερειακές ή τοπικού ενδιαφέροντος) διατήρησαν μια μάλλον αδύναμη μνήμη της Αυτοβιογραφίας στο περιθώριο της ιστορίας των νεοελληνικών γραμμάτων. Η επισημότερη αναγνώρισή της από τον Κ. Θ. Δημαρά στην Ιστορία του 249 («αποτελεί σπάνιας ποιότητας λογοτεχνικό κείμενο, ένα από τα πιο αγνά στολίσματα της νέας μας λογοτεχνίας»)11 δεν φαίνεται να μετέβαλε σημαντικά την εικόνα αυτή. Για πολλές δεκαετίες το πλούσιο, ανέκδοτο έργο (θέατρο, ποίηση, δοκίμιο, επιστολές, μεταφράσεις) της Μουτζάν-Μαρτινέγκου θεωρούνταν οριστικά χαμένο. Διασώζονταν μόνο η δημοσιευμένη, λογοκριμένη από τον Ελισαβέτιο αυτοβιογραφία της. 246 Ελισαβέτιος Μαρτινέγκος, Η μήτηρ μου: Αυτοβιογραφία της κυρίας Ελισσάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου. Αθήνα, Σέρρας Διονύσης, «Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία», Περίπλους2, (Ζάκυνθος), Καλοκαίρι 1984, σ Ξενόπουλος Γρηγόριος, «Ελισάβετ Μουτσά Μαρτινέγκου», Νέα ΖωήΙΒ,αρ.2, 1924, σ Κ. Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, τόμος 1ος, Αθήνα 1948, σσ

114 114 Όμως, το 1947, ο επίσης ζακύνθιος Ντίνος Κονόμος ανακοίνωσε, στο περιοδικό Επτανησιακά Φύλλα που εξέδιδε, ότι είχε εντοπίσει και κατείχε χειρόγραφα έργα της Μουτζάν- Μαρτινέγκου και πως σκόπευε να τα δημοσιεύσει, ανάμεσά τους και το αυτόγραφο της Αυτοβιογραφίας. Στο ίδιο τεύχος, ο Κονόμος δημοσίευσε δύο επιστολές της, απόσπασμα από την πεζή μετάφρασή της του Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου και λιγοστές αράδες του θεατρικού της έργου Η Ροδόπη. Η υπεσχημένη δημοσίευση των χειρογράφων του αρχείου άργησε και την πρόλαβαν ο σεισμός και η καταστροφική πυρκαγιά που προκάλεσε στην πόλη της Ζακύνθου το Υπάρχει η εκτίμηση ότι έτσι χάθηκαν οριστικά 30 αδημοσίευτα κείμενα της Ελισάβετ σε χειρόγραφη μορφή. Το σωζόμενο έργο της περιορίστηκε και πάλι στο κείμενο της αυτοβιογραφίας της κυρίως. Μαζί χάθηκε και η ευκαιρία να γνωρίσουμε τη μη λογοκριμένη του εκδοχή, από το αυτόγραφο που βρισκόταν στην κατοχή του Κονόμου μέχρι το Το 1956, ο Κ. Πορφύρης 250 εκδίδει το δημοσιευμένο από τον Ελισαβέτιο κείμενο της αυτοβιογραφίας της μητέρας του, συνοδευμένο από εισαγωγή και σημειώσεις. Η έκδοση περιλαμβάνει και τον πρόλογο της αρχικής έκδοσης του Ελισαβέτιου, λίγες αράδες από τον επίλογό του (ενταγμένες στο κείμενο της εισαγωγής της νέας έκδοσης) καθώς και ό,τι δημοσίευσε ο Κονόμος το 1947 στα Επτανησιακά Φύλλα. Η έκδοση, κατά την κρίση του Φαίδωνα Μπουμπουλίδη και σύμφωνα με τα στοιχεία που του παραθέτει σε επιστολή ο Μαρίνος Σιγούρος, περιείχε αρκετές παράτολμες υποθέσεις, που λειτουργούσαν σε βάρος της αντικειμενικότερης μελέτης, όπως ο θρύλος για την ερωτική περιπέτεια της αυτοβιογραφούμενης ή μιας προγονής της με έναν ποπολάρο. Και η αφόρμηση του Βασιλικού του Αντώνιου Μάτεση από αυτόν τον θρύλο, αλλά και η απόφαση εγκλεισμού σε μοναστήρι, όχι για την απομάκρυνση από τα εγκόσμια, αλλά για την απαλλαγή από τα δεσμά του πατρικού και του συζυγικού οίκου κ.λπ. Ο Σιγούρος συνδεόταν με οικογενειακή φιλία με την Αναστασία, χήρα Ελισαβέτιου Μαρτινέγκου, μέσω της οποίας διασώθηκε η προφορική οικογενειακή αφήγηση για την προσωπικότητα της Ελισάβετ 251. Η αφήγηση αυτή, με τις δικές της δεσμεύσεις και αποβλέψεις, αρνείται κατηγορηματικά την υπόθεση της ερωτικής περιπέτειας της Ελισάβετ, την οποία παρουσιάζει ως απόλυτα αφοσιωμένη στη μελέτη της, αλλά και υποτακτική και πειθαρχημένη, εφόσον αναδεικνύει ως αιτία και στόχο του επιδιωκόμενου από την ίδια μοναστικού βίου τη χριστιανική απάρνηση των εγκοσμίων. 250 Πορφύρης Κ., Εισαγωγή στον τόμο Ελισσάβετ Μουτσάν Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία. Αθήνα, Ραυτόπουλος Μ., «Ελισάβετ Μουτσά Μαρτινέγκου: Αυτοβιογραφία», Επιθεώρηση ΤέχνηςΔ, ετ.β, 8/1956, αρ.20, σ

115 115 Η αφήγηση βρίσκεται σε απόσταση από τις προτάσεις και υποθέσεις που έθεσε στην εισαγωγή του ο Πορφύρης και, βάσει αυτής της αφήγησης, ο Μπουμπουλίδης 252 αμφισβήτησε έντονα τον προβληματισμό του Πορφύρη. Στα δεκαεννιά της πλέον χρόνια η Ελισάβετ συνθέτει έναν διάλογο μεταξύ της Emilia (Αιμιλία) και της Etelvige (Εθελβίγη) με θέμα την υπερνίκηση του πάθους του φθόνου από τον οποίο υποφέρει η δεύτερη, με όπλο τη δύναμη της λογικής, όπως τη συμβουλεύει η φίλη της Αιμιλία. Ο διάλογος, με διακριτό τον απόηχο του διαφωτιστικού πνεύματος, είναι γραμμένος στην ιταλική γλώσσα και παρατίθεται από την ίδια στο κείμενο της αυτοβιογραφίας της (και γι αυτό άλλωστε διασώθηκε σσ ). Θυμίζουμε ότι ο Ελισαβέτιος παράθεσε τη δική του λόγια μετάφραση στην ελληνική (σσ ), στην αρχική έκδοση, ενώ ο Πορφύρης μετέφρασε το κείμενο του διαλόγου στη δημοτική (σσ ). Η περίοδος αποδεικνύεται αρκετά παραγωγική για το συγγραφικό έργο της Ελισάβετ 253. Σύμφωνα με την Αυτοβιογραφία της πάντα, αμέσως μετά τη σύνθεση του διαλόγου, καταπιάνεται με την πεζόμορφη τραγωδία «Enrico o L Innocenza», γραμμένη επίσης στην ιταλική γλώσσα, με θέμα της την προστασία που η θεία Πρόνοια παράσχει στους αθώους έναντι της αδικίας. Προνομιακοί αναγνώστες της ήταν ο δάσκαλός της Ρωμαντζάς και ο πατέρας της. Ο τελευταίος, εντυπωσιασμένος, προτρέπει την κόρη του να μελετήσει την Ηθική Φιλοσοφία (σσ ). Είναι το έτος 1820 και η Ελισάβετ συνεχίζει το συγγραφικό της έργο με τη σύνθεση μιας νέας τραγωδίας, ιταλιστί επίσης, για την οποία η μεταγενέστερη εκτίμησή της, κατά την εποχή της συγγραφής της Αυτοβιογραφίας (1827 κ.ε.), είναι τέτοια, που δηλώνει αποφασισμένη να τη μεταφέρει στη νεοελληνική, σε μορφή μυθιστορίας πλέον, για να πετύχει ένα καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα. Η ιστόρηση της συγγραφικής της δράσης διακόπτεται, προκειμένου να εκθέσει τις τρομερές εμπειρίες της από τους σεισμούς του 1820 στο νησί της. Παραθέτει μάλιστα την επιστολή που, με εντολή του πατέρα της, απηύθυνε στον μεγαλύτερο αδελφό της και στην οποία περιγράφει την καταστροφή, για χάρη του αποδέκτη της που απουσιάζει για σπουδές στην Μπολόνια. Έπειτα, η ιστόρηση ξαναπιάνει το νήμα για το συγγραφικό της έργο και η Ελισάβετ αναφέρεται στην επόμενη τραγωδία που συνέθεσε, και πάλι στην ιταλική, με τίτλο «Teano o la Giustizia Legale». Αποτιμώντας τις αδυναμίες εκείνης της σύνθεσης από το παρόν της συγγραφής, η Μουτζάν-Μαρτινέγκου 254 δηλώνει την πρόθεσή της να συμπεριλάβει τη συγκεκριμένη τραγωδία στα έργα της που προτίθεται να εκδώσει, αυτούσια, χωρίς 252 Επτανησιακά ΦύλλαΑ (Ζάκυνθος), 11/1947, αρ Σπηλιάδη Βεατρίκη, «Ενθυμήθηκα πως είμαι γυναίκα και αναστέναξα», Γυναίκα, αρ.570, 24/3/1970, σ χ.σ., «Μαρτινέγκου Ελισσάβετ», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια16. Αθήνα, Πυρσός, Αφιερώματα περιοδικών

116 116 διορθωτικές επεμβάσεις, προκειμένου να δείξει τη φυσική της κλίση προς την τέχνη της τραγωδίας, χωρίς τη στήριξη της γερής εκπαίδευσης στα μυστικά της δραματικής σύνθεσης. Στο κείμενο της Αυτοβιογραφίας παρατίθεται η υπόθεση της τραγωδίας (πεζό κείμενο στην ιταλική) και έτσι διασώζονται οι μόνες πληροφορίες που έχουμε για το συγκεκριμένο της έργο (σσ ) 255. Είναι η κρίσιμη εποχή κατά την οποία η Ελισάβετ αποφασίζει να ανακοινώσει στον πατέρα της και τον θείο της την απόφασή της για τον εγκλεισμό σε μοναστήρι. Επιλέγει να το κάνει με μια επιστολή, προκειμένου να εξασφαλίσει τη δυνατότητα να αναπτύξει την επιχειρηματολογία της, φοβούμενη πως μια προφορική, πρόσωπο με πρόσωπο γνωστοποίηση της απόφασης, θα προκαλούσε άμεσες αντιδράσεις που δεν θα της έδιναν τον απαραίτητο χρόνο για να αρθρώσει τον αντίλογό της. Πρόκειται για το κεντρικό, κομβικό σημείο της Αυτοβιογραφίας. Η επιστολή, γραμμένη πάντα στην ιταλική, αντιγράφεται ολόκληρη από την Ελισάβετ στο αυτοβιογραφικό της κείμενο. Η αντίδραση την απογοητεύει και την καταρρακώνει. Ο πατέρας της, με μια δεύτερη σκέψη ενός τακτικού ελιγμού, όπως θα αποδειχτεί στη συνέχεια, δηλώνει ότι δεν απορρίπτει συλλήβδην την ιδέα του μοναστικού βίου, αλλά την πρόταση της μονής του Αγίου Ιωάννη στη Ζάκυνθο. Αντιπροτείνει να αναζητήσουν ένα μοναστήρι στην Ιταλία και με τον αντιπερισπασμό αυτόν το ζήτημα μετατίθεται στο μέλλον. Η Ελισάβετ ονειρεύεται τον μοναστικό βίο στη Βενετία και ζητά χρόνο μέχρι τον Οκτώβριο της ίδιας χρόνιας (1821) για να δοκιμάσει τον εαυτό της στη στερεότητα της επιλογής της ή στην αναθεώρησή της. Αμετακίνητη στην απόφασή της, τον Οκτώβριο στέλνει δεύτερη επιστολή που και πάλι παρατίθεται στο κείμενο (ιταλιστί, συνοδευμένη από τη μετάφραση του Ελισαβέτιου) 256. Οι αντιδράσεις επιβεβαιώνουν τους φόβους της Ελισάβετ η οποία συνειδητοποιεί πλέον την κάθετη άρνηση τόσο του πατέρα της, όσο και του θείου και της μητέρας της. Παρά την άκρως δυσάρεστη εξέλιξη στο ζήτημα αυτό για την Ελισάβετ, οι επόμενοι επτά μήνες (έως τον Απρίλιο του 1822), θα αποδειχτούν μια δημιουργική και παραγωγική περίοδος. Με αποφασιστικότητα, οργανωμένο σχέδιο εργασίας και εργώδη προσπάθεια, καταθέτει στο τέλος της περιόδου πέντε νέα δράματα, τρία ελληνιστί (Ευρύμαχος, Ευρύκλεια και Θεανώ, Ροδόπη) και δύο ιταλιστί (Numitore, Licurgo). Και αυτά τα έργα της έχουν προνομιακούς αναγνώστες τον δάσκαλό της Ρωμαντζά και έναν λόγιο αγγλικανό ιερέα και φίλο του, τα σχόλια των οποίων είναι ενθαρρυντικά για τη δημοσιοποίησή (έκδοσή) τους, ως αρκούντως αξιόλογων (σ. 143). Η αυτοβιογραφούμενη Ελισάβετ αναλογίζεται την ευτυχία που βίωσε την 255 Κεχαγιόγλου Γιώργος, «Ελισάβετ Μουτσά(ν) Μαρτινέγκου», Η παλιότερη πεζογραφία μας Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοβ,1, σ Αθήνα, Σοκόλης, Αυτοβιογραφία Εισαγωγή και σημειώσεις Κ.Πορφύρη. Αθήνα, Διγενής, 1956.

117 117 περίοδο εκείνη, επειδή, πλάι στις αγαπημένες της ασχολίες της γραφής και της μελέτης, έχει τη δυνατότητα να βγαίνει από το σπίτι 257. Η τακτική έξοδος από την «οικιακή φυλακή», μία-δύο φορές τον μήνα, ήταν πρωτόγνωρη για την ίδια και οφειλόταν στην πρωτοβουλία του πατέρα της να επισκέπτεται οικογενειακώς ένα μετόχι που διατηρούσε έξω από την πόλη της Ζακύνθου. Μια λογοκριτική παρέμβαση του Ελισαβέτιου διακόπτει την αφήγηση και η ιστόρηση του βίου της μεταβαίνει απότομα στην αναφορά της υπόλοιπης συγγραφικής της δραστηριότητας, μετά τον θάνατο του οκτάχρονου αδελφού της Μαρίνου. Η Ελισάβετ γράφει ένα «Όνειρο» για τον θάνατο του αδελφού της, δύο δράματα στα ελληνικά (Ουράνιος Δικαιοσύνη και Πολυκρίτη) και άλλα δύο στην ιταλική γλώσσα (Il Tiranno punito και Bruto Primo). Το «Όνειρο» και η «Ουράνιος Δικαιοσύνη» αφιερώνονται στον λόγιο θείο της, «ευγενέστατο κύριο ιππότη μεγαλόσταυρο» Αντώνιο Κομούτο και τη σύζυγό του, οι οποίοι αποδέχονται με χαρά την προσφορά, διαβάζουν και επαινούν τα κείμενά της. Είναι η εποχή που η Ελισάβετ αποφασίζει να μάθει γαλλικά και ασκείται με τη βοήθεια του δασκάλου της Ρωμαντζά. Η περιορισμένη του γαλλομάθεια, όμως, δεν θα της επιτρέψει μια γρήγορη κατάκτηση της ξένης γλώσσας. Παρ όλ αυτά, θα τολμήσει να στείλει επιστολή στον πατέρα της, που βρίσκεται στην Κέρκυρα, συνταγμένη στη γαλλική γλώσσα 258. Η επιστολή, που παρατίθεται στο κείμενό της και μαρτυρά λανθασμένες γλωσσικές χρήσεις, κυρίως λόγω επίδρασης της ιταλικής, κερδίζει τον θαυμασμό του πατέρα της. Το περιεχόμενο της επιστολής δείχνει την προσήλωση της συντάκτριας στη μελέτη γλωσσών και γραμματειών: ζητά από τον πατέρα της να της εξασφαλίσει δύο λεξικά, ένα ιταλογαλλικό και ένα γαλλοϊταλικό. Είναι ευνόητο ότι η ιταλομαθής Ελισάβετ προσεγγίζει τη γαλλική με διάμεσο την ιταλική γλώσσα. Συνεχίζει το συγγραφικό της έργο με τη σύνθεση δύο ακόμη δραμάτων (Σμέρδης ήτοι η Τιμωρημένη Απάτη και Numa). Στους καλοκαιρινούς μήνες η εργασία της περιορίζεται στην ποιητική άσκηση, με τη σύνθεση ανακρεόντιων στίχων και ωδών. Η θερινή ποιητική ενασχόληση παρουσιάζεται από την ίδια ως πάρεργο και ίσως γι αυτόν τον λόγο δεν μας παραθέτει δείγματα των συνθέσεών της, με την εξαίρεση δύο ιταλικά γραμμένων στροφών της («La Pastorella», σ. 148). Η Μουτζάν-Μαρτινέγκου εστιάζει στο δραματικό της έργο και φαίνεται πως με αυτό επιθυμεί να συνδεθεί η φυσιογνωμία της ως συγγραφέως. Δεν αποκλείει όμως την ποιητική δημιουργία. Από τον Σεπτέμβριο του 1824, η Ελισάβετ συνεχίζει το συγγραφικό της έργο συνθέτοντας δύο κωμωδίες (στα ιταλικά την κωμωδία I Pastori amici και στα 257 Αθανασόπουλος Βαγγέλης (εισαγ. επιμ.), Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία. Αθήνα, Ωκεανίδα, 1997 (στη σειρά Οι Επτανήσιοι, αρ.1). 258 Σέρρας Διονύσης, «Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία», Περίπλους2, (Ζάκυνθος), Καλοκαίρι 1984, σ

118 118 ελληνικά την κωμωδία Φιλάργυρος), δύο δράματα (Gli effetti della Discordia και Camillo, ιταλιστί) και το σύγγραμμα Εσθήρ 259. Και, ενώ την ίδια χρονιά την συγκλονίζει η είδηση του θανάτου του αγαπημένου της δασκάλου Δημάδη στα Κύθηρα, η αφήγηση του βίου της γρήγορα επανέρχεται στη «γραμματισμένη» ζωή της, όπως την ονομάζει, στη συγγραφική της δηλαδή δράση. Την απασχολεί ιδιαίτερα το δράμα της Camillo, το οποίο διάβασε ο δάσκαλός της Ρωμαντζάς και μέσω αυτού ο θείος της Κομούτος, που βρήκε αδυναμίες στη γλώσσα του. Η επιφυλακτική κριτική στάση του αναγνώστη-θείου της την προβληματίζει και συμπεραίνει ότι η γλώσσα της παρουσιάζει αδυναμίες λόγω της μίμησης ενός ιστορικού βιβλίου που είχε πρόσφατα διαβάσει. Αμέσως αποφασίζει να αναστείλει κάθε συγγραφή στην ιταλική μέχρι να βελτιώσει το γλωσσικό της όργανο. Επιλέγει το Δεκαήμερον του Βοκάκιου ως το τελειότερο δείγμα της ιταλικής πεζογραφίας για να ασκηθεί στην ανάγνωση, την αναδιήγηση από μνήμης των ιστοριών του και τη σύνθεση νέων μύθων από την ίδια («Il padrone generoso», «Pentuzio», «I due amici» και «Ed Ipomene»). Ως κριτής-αναγνώστης επιστρατεύεται και πάλι ο θείος της Κομούτος, που δηλώνει ικανοποιημένος αυτή τη φορά από τη βελτίωση στη γλώσσα της. Μέσα στον ίδιο χειμώνα ( ), η Ελισάβετ συνθέτει ακόμη ένα δράμα (Σέσωστρις) και δύο κωμωδίες (Καλός Πατήρ και Μητρυιά). «Εις πέντε χρονών διάστημα, δηλαδή από το τέλος του 1820 έως το 1825, εσύνθεσα εικοσιδύο θεατρικά συγγράμματα και έκαμα παύσιν» (σ. 151), δηλώνει η ίδια με πλήρη συνείδηση της συγγραφικής ταυτότητας και της ολοκλήρωσης ενός πρώτου κύκλου συγγραφικής της παραγωγής, διόλου ευκαταφρόνητης ποσοτικά και μάλλον ενδιαφέρουσας ποιοτικά μάλλον, γιατί μόνον υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε, όσο αγνοούμε τα ίδια τα κείμενα. Επανερχόμενη στον εκτός της συγγραφικής της δράσης κύκλο της οικογενειακής ζωής, η Ελισάβετ διηγείται επεισόδια του βίου της που σχετίζονται με την απώλεια της αγαπημένης της εξαδέλφης και τη μακρόχρονη απουσία του αδελφού της Νικόλαου και κυρίως του πατέρα της στην Ιταλία, μια απουσία που στέκεται αφορμή για έντονη αλληλογραφία της με τον πατέρα της και τον αδελφό της. Η απουσία των δύο ανδρών, η βιωμένη από την ίδια ως εγκατάλειψη των τριών γυναικών στο σπίτι (της ίδιας, της αδελφής της και της μητέρας της) κάτω από την προστασία πάντα του θείου της, η έλλειψη πατρικής αγάπης προς τις δύο κόρες και η αμέλεια για τις οικογενειακές υποχρεώσεις που καταλογίζει στον πατέρα της, δίνουν την ευκαιρία να εκδηλωθεί η έμφυλη συνείδηση της γράφουσας: 259 Αθανασόπουλος Βαγγέλης (εισαγ. επιμ.), Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία. Αθήνα, Ωκεανίδα, 1997 (στη σειρά Οι Επτανήσιοι, αρ.1).

119 119 «[Ε]γώ δεν έβλεπον τίποτες άλλο, παρά τρεις γυναίκας (δηλαδή με την μητέραν μου και την αδελφήν μου) γεμάταις από θλίψιν, χωρίς να έχουν κανένα μέσον διά να διασκεδάζουν, δεν έβλεπον τίποτες άλλο παρά ένα πατέρα, οπού να μη ψηφά τελείως τα πατρικά του χρέη, και ενταυτώ δεν έβλεπον τίποτες άλλο, παρά ένα άνθρωπον καταπολλά ηγαπημένον μου, οπού να έχη χρείαν από ελέγχους και οπού να μην έχη μήτε πατέρα, μήτε μητέρα διά να τον ελέγξη. Ποίον ρήτορα έχω να βάλω να ομιλήση διά ταις άνωθεν δυστυχισμέναις γυναίκαις; [ ] Εμείς η μαύραις γυναίκες όντας γεναμέναις από την φύσιν πλέον αισθητικαίς, όντας καταδικασμέναις από την συνήθειαν να ήμεθα πλέον υποκείμεναις εις τους πατέρας αφ ό,τι είναι οι άνδρες, γροικούμεν την πατρικήν αγάπην περισσότερον, και περισσότερον φροντίζομεν να δειχνώμασθε εις τους πατέρας υποτεταγμέναις. Από το άλλο μέρος χρεωστείτε [ενν. όλοι οι πατέρες], διατί είναι θηλυκά να τα αγαπάτε καλήτερα, επειδή και αυτά (ομιλώ διά τα θηλυκά της πατρίδος μου), όντας φυλακωμένα εις ένα σπήτι έχουσι περισσότερον χρείαν από την πατρικήν φροντίδα σας.» 260. Και ή τύχη του συνολικού έργου της είναι κάτι πρωτοφανές. Τόσα έργα, πεζά («πραγματείες») και θεατρικά, ελληνικά και ίταλόγλωσσα, δεν αξιοποιήθηκαν την εποχή πού έπρεπε και πήγαν χαμένα. Τώρα γνωρίζουμε μόνο τους τίτλους των έργων, πού ή ίδια αναφέρει στην περίφημη Αυτοβιογραφία της, και όσα έχει επίσης καταγράψει(με αρκετές διαφορές) ό γιος της Ελισαβέτιος Μαρτινέγκος 261. Στον κατάλογο με τίτλο «Έργα της Ελισάβετ Μαρτινέγκου», πού τυπώθηκε ως προσθήκη στην έκδοση του 1881, περιλαμβάνονται 13 ελληνικοί τίτλοι και16 ιταλικοί, εκ των όποιων έργα θεατρικά είναι 8 πρωτότυπα ελληνικά και14 ιταλικά. Στη σειρά αυτή πρέπει να προστεθούν και τα κείμενα πού ή ίδια ή συγγραφέας αναφέρει στις σελίδες της αυτοβιογραφίας: ελληνικά, ή τραγωδία Πολυκρίτης, ή κωμωδία Ό φιλάργυρος το μόνο θεατρικό πού σώθηκε καθώς και ή Έσθηρ, πιθανώς θρησκευτικό δράμα. Ή Ελισάβετ μας βεβαιώνει στη βιογραφία της πώς έγραψε και ιταλικά ένα δράμα με τίτλο Camillo και ένα μάλλον ιστορικό δράμα ή τραγωδία με τον τίτλο Numa. Αυτά τα τρία ελληνικά και τα δύο ίταλόγλωσσα κείμενα πού πέρασαν σε άλλα χέρια προφανώς, και δεν τα ήξερε ό Ελισαβέτιος, ανεβάζουν τη θεατρική παραγωγή της αυτοδίδακτης ζακυνθινής συγγραφέως σε 27 τίτλους. Μ' άλλα λόγια, ή Μαρτινέγκου έγραψε περισσότερα έργα απ' όσα θα δημοσιεύσουν τα επόμενα χρόνια τρεις 'Έλληνες διαπρεπείς συγγραφείς μαζί, ό Ίω. Ζαμπέλιος, ό Παναγιώτης Σούτσος και ό 'Αλέξανδρος Ραγκαβής. Εξίσου εντυπωσιακή με την ποσότητα είναι και ή ποικιλία των δραματικών ειδών στα όποια δοκιμάζει τις δυνάμεις της ή 'Ελισάβετ: ή τραγωδία(θηβαι έλευθερωμέναι κ.ά.), το 260 Αθανασόπουλος 1997, σ Τό κείμενο εκδόθηκε πρώτη φορά τό 1881 με τον τίτλο Ή μήτηρ μου. Αυτοβιογραφία τής κυρίας 'Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου. Καινούρια έκδοση πραγματοποίησε τό 1956 ό Κ. Πορφυρής, πού συνέβαλε αποφασιστικά στην αναθέρμανση του ενδιαφέροντος γιά τό έργο τής Μαρτινέγκου.

120 120 δράμα ( Ή τιμωρημένη απάτη κ.ά.), ή κωμωδία ( Ό καλός πατήρ, Ή μητρυιά), πιθανότατα το θρησκευτικό δράμα Έσθηρ, ενώ στα ίταλόγλωσσα, επικρατέστερα είδη είναι ή τραγωδία και το δράμα. Οι τίτλοι, τα θέματα και όσα διευκρινιστικά στοιχεία παρέχει ή Αυτοβιογραφία πείθουν πώς ή ελληνίδα συγγραφέας συμπλέει με την μετριοπαθή τάση του ιταλικού διαφωτισμικού κλασικισμού της προ-αλφιέρι εποχής, για το είδος της τραγωδίας, και πολύ πιο άνετα κινείται στις παρυφές της σοβαρής κωμωδίας ή τού οικογενειακού δράματος, πού καλλιεργήθηκε στην 'Ιταλία λίγο πριν ή παράλληλα με τη διάδοση τού έργου τού Κάρλο Γκολντόνι. Ή νεαρή επίδοξη συγγραφέας εξομολογείται στο αυτοβιογραφικό της κείμενο πώς έμαθε να συνθέτει τραγωδίες διαβάζοντας τα θεωρητικά κείμενα τού Gian Vincenzo Gravina ( ) για την Ποιητική και για την Τέχνη της τραγωδίας πού θεμελίωσαν την πρακτική τού ιταλικού κλασικισμού, έτσι όπως διαμορφώθηκε στις αρχές τού 18ου αιώνα. Ό Gravina υπήρξε δάσκαλος τού Μεταστάσιου και πολλών άλλων ιταλών συγγραφέων, τα αισθητικά του δοκίμια τα εκτιμούσε ό Βολταΐρος και ένα βιβλίο του σώθηκε στη βιβλιοθήκη τού Ίω. Ζαμπέλιου. Από τις ίταλόγλωσσες τραγωδίες της Μαρτινέγκου, ο πιο σημαδιακός τίτλος είναι το έργο Bruto primo, με ήρωα τον θρυλικό Αεύκιο 'Ιούνιο Βρούτο (6ος αι. π.χ.), πού απέτρεψε την παλινόρθωση της μοναρχίας στην πατρίδα του. Για το ίδιο πρόσωπο και το ίδιο θέμα (το χρέος προς την πολιτεία υπερισχύει τού πατρικού αισθήματος) έγραψαν τραγωδίες ό ΒολτάΤρος {Brutus, 1730), ό Antonio Conti (ΙούνιοςΒρούτος, 1743) και ό Άλφιέρι (Bruto primo, ). Ή μετάφραση της τραγωδίας του Βολταίρου παίχτηκε από τον ελληνικό θίασο του Βουκουρεστίου το 1819, λίγο καιρό πριν αφοσιωθεί στο τραγικό είδος ή Ελισάβετ. Να τονισθεί εδώ ακόμα ότι ή πρώτη, υποτίθεται «κανονική», τραγωδία πού έγραψε ή επίδοξη δραματουργός με τον τίτλο Theano ο la Giustizia legale («Θεανώ ή η δίκαιη τιμωρία») έχει παραπλήσιο θέμα, σύμφωνα με την περίληψη πού καταγράφει ή Αυτοβιογραφία: Ή βασίλισσα Θεανώ βάζει το χρέος προς τη δικαιοσύνη πιο ψηλά από το μητρικό αίσθημα, επιβάλλει στον γιο της την τιμωρία πού άξιζε για το βαρύ παράπτωμα του 262. Όσο για τις κωμωδίες, οι πολύ συνηθισμένοι τίτλοι, όπως Ό καλός πατήρ, Ή μητρυια κ.ά., δεν μας βοηθούν να κάνουμε ταυτίσεις, όμως είναι φανερό πώς σ' αύτη την κατηγορία υπερέχει ή κωμωδία χαρακτήρων, φορτισμένη με διδακτική πρόθεση* τάση χαρακτηριστική για τους ιταλούς κωμωδιογράφους, πού στο τέλος του 17ουάρχές 18ου, άλλα και αργότερα, δοκίμασαν να απεγκλωβιστούν από την ισοπεδωτική κυριαρχία της κομμέντια ντέλ άρτε. Ή επίδραση του Μολιέρου σ' αυτούς τους συγγραφείς, όπως και στον Γκολντόνι, ήταν πολύ έντονη. 262 Στην έκδοση της Αυτοβιογραφίας του 1983 (έπιμ. Κ. Πορφυρή), βλ. στις σ

121 121 Δεν υπήρξε η πρόθεση να γίνει λεπτομερειακή παρουσίαση του συγγραφικού έργου της Ελισάβετ Μαρτινέγκου 263. Κρίθηκε απαραίτητο να τονισθεί απλώς πώς ή Ελισάβετ δεν είναι συγγραφέας ενός πεζού αυτοβιογραφικού και ενός θεατρικού έργου, άλλα πολυγραφότατος δημιουργός, με ευρύτατο φάσμα ενδιαφερόντων. 'Ήθελε να παρέμβει, να μιλήσει, να επικοινωνήσει, να καταθέσει την άποψη της για μεγάλα ιστορικά ή μυθικά πρόσωπα και ζητήματα ή για την κοινωνία, άλλα και για «μικρά», για την οικογένεια, για τα πάθη και τα προβλήματα των ανθρώπων. Δεν έγραφε για εκτόνωση, ήθελε να πάρει μέρος στη ζωή από την όποια την είχαν αποκλείσει. Αφού δεν μπορούσε να γκρεμίσει τα τείχη πού την κρατούσαν απομονωμένη από τη ζωή, άνοιγε με τα γραφτά της τουλάχιστον ένα παράθυρο στον κόσμο. Δεκάδες φορές επαναλαμβάνει πώς ήθελε και περίμενε τα έργα της να τυπωθούν. Αυτή είναι ή μία συνιστώσα, ή υποκειμενική, ας πούμε. Υπάρχει όμως και ό άλλος παράγων, ό αντικειμενικός, αυτός πού επηρέασε και τον Σολωμό και τον Μάτεση, άλλα και τον Ζαμπέλιο και τον Κάλβο, δηλαδή το επτανησιακό κλίμα, για το οποίο έγινε λόγος παραπάνω. Ή Ελισάβετ ζει πολύ έντονα την εποχή της, περισσότερο έντονα απ' ότι φαίνεται σε μια πρώτη ματιά. Αυτό εξηγείται γιατί όπως είδαμε και δασκάλους απέσπασε (ανάμεσα τους και ό φωτισμένος λόγιος ιερωμένος Θεοδόσιος Δημάδης) και βιβλία από την Ιταλία όσα ήθελε της εξασφάλιζαν και άλλα τόσα είχε βρει στη βιβλιοθήκη του πατέρα της και τα διάβαζε με ακόρεστη βουλιμία. Ως και Βοκκάκιο διάβασε, όπως μας εξομολογείται, έφριξε με τις τολμηρές ιστορίες πού αφηγούνται στο Δεκαήμερο, άλλα έμεινε μαγεμένη από το ύφος, δεν κρύβει το θαυμασμό της για τον ιταλό αναγεννησιακό ουμανιστή συγγραφέα. Βαθιά θρησκευόμενο άτομο, από δικούς της δρόμους συμμετέχει στην αμφισβήτηση του Παλαιού Καθεστώτος, ανταμώνει με τον Διαφωτισμό: «Εγώ μισώ, βδελύττομαι, ονειδίζω όλα τα βαρβαρικά, τα τυραννικά πράγματα, μήτε φοβούμαι εκείνους οποί) τ αγαπούν και διαφεντεύουν» 264. Ό φιλάργυρος της ζακυνθινής συγγραφέως εκφράζει ακριβώς αυτό το ιδεολογικό κλίμα, αυτή την όψη, τη «στιγμή» της παρέμβασης της στα φαινόμενα της εποχής και της κοινωνίας στην όποια ζει. Από μια άποψη, υπολογίζοντας ορισμένα καθοριστικά χαρακτηριστικά της, ή κωμωδία της Μαρτινέγκου βρίσκεται στη μέση του δρόμου ανάμεσα στον Φιλάργυρο του Κωνστ. Οικονόμου και τον Βασιλικό του Άντ. Μάτεση. Και από το περιεχόμενο του, τα θέματα πού θίγει, και ως είδος γραφής τοποθετείται ανάμεσα στην κωμωδία και το οικογενειακό-κοινωνικό δράμα. Να γίνει κατανοητό πώς το 1823 ή 1824, πού γράφει την κωμωδία, ή Ελισάβετ έχει αρχίσει να 263 Για το θέμα αυτό παραπέμπω στις εκδόσεις της Αυτοβιογραφίας της και σε ειδικές μελέτες δπως της "Αννας Ταμπάκη «OL δραματουργικές αντιλήψεις στο έργο της 'Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου», ΐίαράβασις^ (2004), Άπό χειρόγραφο τής 'Ελισάβετ, πού δημοσίευσε ό Ντίνος Κονόμος στα 'Επτανησιακά Φύλλα 10,1947. Παραθέτω από τήν εκδ. τής Αυτοβιογραφίας 1983 (έπιμ. Κ. Πορφυρή), σ. 113.

122 122 μαθαίνει και διαβάζει γαλλικά* δεν αποκλείεται να γνώρισε το μολιερικό πρωτότυπο, άλλα από ορισμένες ενδείξεις είναι σχεδόν βέβαιο ότι είχε υπόψη της και τη διασκευή του Οικονόμου. Εντοπίζονται δύο μοτίβα, πού δεν υπάρχουν στον Μολιέρο, άλλα είναι προσθήκες του Οικονόμου και τα θέματα αυτά υπογραμμίζονται και στο κείμενο της Μαρτινέγκου 265. Ή πρώτη «σύμπτωση» ταυτόσημων μοτίβων ανάμεσα στα δύο κείμενα παρατηρείται ήδη από την α' σκηνή της 1ης πράξης του Έξηνταβελώνη και στο Ίδιο σημείο στην αρχή του Φιλάργυρου της Μαρτινέγκου. Στον μονόλογο της κόρης του Έξηνταβελώνη, πού είναι προσθήκη του έλληνα διασκευαστή, ή Ζωήτσα (Elise κατά Μολιέρον) ανησυχεί για τον αδελφό της, ό οποίος «δεν είδε το σχολεΐον» Και εξαιτίας της φιλαργυρίας του πατέρα κινδυνεύει να διαφθαρεί. Το ίδιο ακριβώς ακούμε να λέει ή σύζυγος του ζακυνθινού τσιγκούνη, ή Μέλουσα, μόλις αρχίζει το έργο. Λέει για τον άντρα της: «Αυτός, φοβούμενος την έξοδείαν, άφήκε χωρίς μιαν καλήν άνατροφήν τον μοναχόν υίόν δπου εχω [...] ή φιλαργυρία τού αντρός μου γλήγορα θέλει τον κρεμνήσει εις άσωτίαν». Εδώ στάματα ή ομοιότητα ως προς αυτό το θέμα, για τις συνέπειες της φιλαργυρίας στη μόρφωση και την ανατροφή των παιδιών. Ό Οικονόμος, με άλλες προσθήκες (Β' πράξη, β' σκηνή), ολοκληρώνει την εικόνα τού φιλάργυρουσκοταδιστή, βάζει τον κωμικό ήρωα του να λέει πώς δεν «μας χρειάζονται σχολεία» και να διατυπώνει την άποψη του επιγραμματικά: «ένα παιδί έχω, κάλλιο τώθελα στραβό, παρά γραμματισμένο!» 266 Από την πλευρά της ή Ελισάβετ στο δικό της κείμενο αναπτύσσει το θέμα της ασωτίας ως συνέπειας της φιλαργυρίας. Ό γιος τού Σέλημου, τού ζακυνθινού φιλάργυρου, θα πάρει όντως «κακές στράτες)), θα βαδίσει την οδό της απώλειας ως την τελική της κατάληξη, κάτι πού θα οδηγήσει σε διαφορετική λύση και θα δώσει διαφορετικό τόνο στο έργο της Μαρτινέγκου. Μια άλλη προσθήκη πού έκανε ό Οικονόμος είχε στόχο να δείξει την προέκταση της τσιγκουνιάς και της απανθρωπιάς τού Έξηνταβελώνη στις συναλλαγές του, εκτός οικογενειακού χώρου. Είναι το επεισόδιο με την Κερά Κακουλή, τη νοικάρισσά του, πού έρχεται να παρακαλέσει να πληρώσει το νοίκι της λίγες μέρες αργότερα. Ό σμυρνιός καρμίρης, σκληρός και ανάλγητος, της παίρνει και τις λίγες δεκάρες πού βρίσκονται στην τσέπη της και τις φύλαγε για το φαί των παιδιών της* επιπλέον της ζητά να φέρει ενέχυρο το καζάνι πού χρησιμοποιεί για το νοικοκυριό 265 Τα κοινά σημεία ανάμεσα στον Έξψταβελώνη και τήν επτανησιακή κωμωδία εντόπισε ή Τώνια Μαυράκη στην εργασία της (( Ό Φιλάργυρος της 'Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου», Μαντατοφόρος'39-40 (1995), Πληρέστερα στοιχεία για τις αλλαγές πού έκανε ό Οικονόμος, διασκευάζοντας το μολιερικο πρότυπο, περιέχονται στην εισαγωγική μελέτη του Κωστή Σκαλιόρα, στην έκδοση του Φιλάργυρου του Οικονόμου, έκδ. «Έρμης», 'Αθήνα 1970.

123 123 της. Ό Βράκας, περιβολάρης τού Έξηνταβελώνη, πού παρακολουθεί τη σκηνή, σχολιάζει πικρόχολα: «Οι φιλάργυροι καθώς βλέπω γεμίζουνε την σακκούλαν των πλειότερ' άπό δάκρυα και στεναγμούς των φτωχώνε πάρεξ άπό γρόσσα!)) (Γ' πράξη, ιβ' σκηνή). Στην ζακυνθινή κωμωδία, ή αντίστοιχη, ή ((ομόλογη» σκηνή Όπου ό φιλάργυρος εμφανίζεται ως στυγνός εκμεταλλευτής στο πλαίσιο του οικονομικού συστήματος εκείνης της εποχής, έχει μεγαλύτερο εκτόπισμα, ισχυρότερη ένταση, θα μπορούσαμε να πούμε πώς δίνει τη γεύση μιας ταξικής σύγκρουσης. Επιτρέπεται να θεωρηθεί ως καίριο σημείο για τον ορισμό της ιδεολογικής ταυτότητας της κωμωδίας. Πρόκειται για το επεισόδιο ανάμεσα στον Σέλημο και έναν χωρικό πού έρχεται να ζητήσει το δίκιο του (Β' Πράξη, ι σκηνή). Ό φιλάργυρος τον εξαπάτησε, του έδωσε 60 τάλαρα λιγότερα από το ποσό πού Όφειλε να πληρώσει για την αγορά-μεταπώληση μιας ποσότητας σταφίδας. Τις προσπάθειες του φιλάργυρου να ξεφύγει, ό αγρότης τις αντιμετωπίζει με την απειλή πώς θα καταφύγει στη δικαιοσύνη. 'Όσο ή συζήτηση οξύνεται, ό χωρικός λέει πώς θα πάει «εις την κρίσιν» όχι μοναχός του, άλλα θα πάρει μαζί του ((όλες τες χήρες, όλα ταρφανά, όλες εκείνες τες δυστυχισμένες ψυχές, όπου αδίκησες...». Ό Σέλημος αναγκάζεται να παραδεχθεί το χρέος του, ζητά μόνο μια μικρή πίστωση χρόνου για να εξοφλήσει. 'Όταν ό χωρικός φεύγει, ό φιλάργυρος βυθίζεται σε μαύρες σκέψεις και νοσταλγεί το παλαιό καθεστώς: «Ώ καιροί άπερασμένοι και πού είσασθε! Ώ καιροί, δια εμένα χρυσοί, ευτυχισμένοι και πού ύπήγατε! ''Αχ, καημένε πρεβεδούρε, καημένε πρεβεδούρε, πρεβεδοϋρε!... Τότε ή δύναμις είχεν εις την Ζάκυνθον τον πρώτον τόπον. Τώρα τον έχουν οι νόμοι, αλλοίμονονί Τώρα το δίκαιον δίνεται εις εκείνον, όπου του τυχαίνει. "Αχ, τώρα εις τον πλούσιον, εις τον ευγενή δεν γίνεται καμμία χάρις!» 'Έτσι λοιπόν ή ζακυνθινή συγγραφέας βάζει τον φιλάργυρο της να νοσταλγεί το καθεστώς της Ενετοκρατίας, τότε πού οι ευγενείς και οι πλούσιοι ήταν ασύδοτοι και καμιά αρχή, ούτε ή δικαιοσύνη τολμούσε να περιορίσει τις αυθαιρεσίες τους. Στην εικόνα του κεντρικού προσώπου, πού ενσαρκώνει την οικονομική, οικογενειακή και κοινωνική τυραννία, προστίθεται μια σημαντική λεπτομέρεια πού δίνει και πολιτική διάσταση στην κωμωδία. Δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία, πού θα να επέτρεπαν να συνδέθεί αυτό το επεισόδιο με τις πολιτικές απόψεις της Ελισάβετ για το παλαιό ή το νέο καθεστώς. Παρόμοια παρέκβαση θα μας έβγαζε πολύ μακριά από το γνωστό θέμα πού είναι ή κωμωδία. Και ευελπιστεί κάποιος πώς απ' αυτά πού ελέχθησαν και όσα θα προστεθούν παρακάτω θα γίνει σαφές πώς Ό φιλάργυρος της ζακυνθινής συγγραφέως δεν είναι ούτε μετάφραση, ούτε παράφραση των αντίστοιχων ομώνυμων κωμωδιών του Μολιέρου και του Οικονόμου. Είναι αυτόνομο, εντελώς πρωτότυπο έργο, πού έχει

124 124 ένα μόνο κοινό σημείο με τα ομόθεμα του, τη γνωστή από τον καιρό του Πλαύτου μορφή του γέρου τσιγκούνη, του εντελώς αλλοτριωμένου από το πάθος του χρήματος και από τον φόβο μη χάσει το θησαυρό του. Να προστεθεί εδώ, πώς στην ιταλική φιλολογία, τη λογοτεχνική- θεατρική περιοχή από την όποια ή Ελισάβετ αντλεί έμπνευση και διδάσκεται, το όνομα και το έργο του Μολιέρου είναι πάντα επίκαιρα, ιδιαίτερα οι μεγάλες κωμωδίες χαρακτήρων, πού λειτουργούσαν και ως σταθερό δραματουργικό πρότυπο. Τις δύο πρώτες δεκαετίες του 18ου αιώνα στην ιταλική κωμωδιογραφία ξεχωρίζουν τα έργα του Girolamo Gigli, πού ακολουθεί πιστά το μολιερικό δίδαγμα. Ή κωμωδία του Don Pilone (1711) έχει πρότυπο τον Ταρτούφο, ενώ στη συνέχεια της, με τον τίτλο Ή αδελφούλα του Δον Πιλόνε (La sorellina di Don Pilone, 1712), στο πρόσωπο της ηρωίδας σατιρίζονται και ή υποκρισία και ή φιλαργυρία. Γενικά όλοι οι ιταλοί κωμωδιογράφοι, Όσοι θα επιχειρήσουν να ανανεώσουν το κωμικό είδος εμπλουτίζοντας το με σύγχρονα κοινωνικά θέματα, αξιοποιούν τη μολιερική παράδοση. Κορυφαίο παράδειγμα ό Γκολντόνι, ό όποιος αναγνωρίζει (σε βαθμό υπερβολής ίσως) την οφειλή του στον γάλλο ομότεχνο και πρόδρομο του. Από τα έργα τού Γκολντόνι θα αναφερθεί ένας μόνο τίτλος, η κωμωδία Ό αληθής φίλος (Il vero amico, 1750) πού είχε επιτυχία και διάδοση στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Μετάφραση της περιέχεται στον χειρόγραφο κώδικα της Βιβλιοθήκης των Βρυξελλών, ενώ, προφανώς σε άλλη απόδοση, κυκλοφόρησε και στα Επτάνησα, παίχτηκε το 1831 στα Κύθηρα. Μεταφρασμένη από τον Ιωάννη Καρατζά, ή κωμωδία θα τυπωθεί στο Ναύπλιο το Στην κωμωδία επικρατούν οι αισθηματικοί τόνοι: δύο φίλοι αγαπούν την ίδια κοπέλα, εν τέλει ό ένας (ό μεγαλόψυχος και «αληθής») θα παραιτηθεί για χάρη τού άλλου 267. Τον κωμικό τόνο στο έργο τον εξασφαλίζει ή μορφή τού φιλάργυρου πατέρα της ηρωίδας, πού κυριαρχεί περίπου στο 1/3 τού κειμένου. Ό τύπος αυτός, ό Όττάβιο, θυμίζει πολύ έντονα τον μολιερικό τσιγκούνη, με τις μιζέριες του και τις μονομανίες του στην οικονομία βγάζει πολύ γέλιο, και όπως ό Άρπαγκόν αρνείται να δώσει προίκα στην κόρη του. Όμως με μια διαφορά σημαντική στην τύχη του. Ό κωμικός τσιγκούνης τού Γκολντόνι έχει κακό τέλος: ό υπηρέτης του, πού παρακολουθεί τις κινήσεις του, εντοπίζει το μπαούλο στο οποίο ο Όττάβιο κρύβει το θησαυρό του και με την πρώτη ευκαιρία θα αρπάξει όσα φλουριά χωράει ένα τσουβάλι και θα γίνει άφαντος. Μόλις ανακαλύψει την κλοπή ό γερο-τσιφούτης πεθαίνει απόπληκτος. 267 Αυτό το θέμα του έργου ((δανείστηκε» ό Ντιντερό και το επεξεργάστηκε με διαφορετικό, με δικό του πρωτότυπο τρόπο στο έργο του Ό νόθος γώς (Le fils naturel, 1757

125 125 Προηγουμένως αναφέρθηκε η απήχηση, στις μεταμορφώσεις της μολιερικής κληρονομιάς και στη διάδοση της στα ιταλικά γράμματα για να θυμίσω πώς ή Ελισάβετ, έκτος από τον γάλλο κωμωδιογράφο, μπορεί να είχε και άλλες πηγές έμπνευσης, από τον χώρο πού της ήταν πιο προσιτός και οικείος 268. Μολαταύτα, όποιες κι αν ήταν οι πιθανές παράπλευρες επιρροές, το μοναδικό σωζόμενο θεατρικό της κείμενο φέρνει έντονα την προσωπική της σφραγίδα, ξεχωρίζει, όπως και ή Αυτοβιογραφία, με τη λιτότητα και την ευθυβολία των εκφραστικών μέσων, με την απόλυτη προσήλωση στην αντιτυραννική ιδεολογία και το ανθρωπιστικό μήνυμα. Το κείμενο της Μαρτινέγκου έχει ελάχιστα κωμικά στοιχεία πού εντοπίζονται κυρίως σε κάποιες αψιμαχίες ανάμεσα στους υπηρέτες. Ό ίδιος ό Σέλημος σε καμιά στιγμή του έργου δεν γίνεται διασκεδαστικός, όπως ό'αρπαγκόν, ό Έξηνταβελώνης ή ό Όττάβιο, είναι μάλλον θλιβερός και αποκρουστικός. Στο επτανησιακό κείμενο δεν υπάρχει Ίχνος αισθηματικής πλοκής, ενώ όπως ξέρουμε στο μολιερικό πρότυπο ή δραματουργική μορφολογία καθορίζεται από τρεις γραμμές δράσης: τα παντρολογήματα του γέρου τσιγκούνη, και δύο συναισθηματικές περιπέτειες με τα ζευγάρια των ερωτευμένων, της κόρης του 'Αρπαγκόν με τον Valére (ή Δημητράκη) και του Κλεάνθη μέ τή Mariane. Για να ξεμπλέξει αυτό το μπέρδεμα, ό γάλλος κωμωδιογράφος χρειάστηκε να καταφύγει στο παμπάλαιο τέχνασμα της αναγνώρισης των χαμένων παιδιών, πού δίνει αίσιο τέλος στο έργο του: όλοι είναι ευτυχείς και ό 'Αρπαγκόν πανευτυχής πού ξαναβρήκε την κασέλα με τα λεφτά του. Στο έργο της Μαρτινέγκου κυριαρχεί ή γεύση της σκληρότητας και της απανθρωπιάς, ή απονέκρωση κάθε είδους ανθρώπινου αισθήματος από την πλευρά του πατέρα ως συνέπεια της αλλοτρίωσης, της πλήρους υποταγής στο πάθος του χρήματος. Ό δραματικός άξονας του έργου ορίζεται από την ολομέτωπη σύγκρουση πατέρα και γιου. Ό γερό σπαγκοραμμένος δεν δίνει ούτε μια δεκάρα για τις ανάγκες του παιδιού του, πού δεν έχει ν' αλλάξει πουκάμισο. 'Ακόμα και τα αυγά πού ό υπηρέτης μάζεψε από το κοτέτσι για το φαγητό του νεαρού, ό τσιγκούνης τού τα αρπάζει από τα χέρια. Λέει στον υπηρέτη να πει στο παιδί πώς οι κότες «εστρέφεψαν», δεν γεννάνε πια αυγά. Ό φιλάργυρος σπρώχνει το παιδί του στην κλεψιά. Ό νεαρός Λέκαος, πού έχει απόλυτη ανάγκη από λεφτά, θα κλέψει από τον πατέρα του 60 τάλαρα και ό τελευταίος δεν θα διστάσει να τον κλείσει στη φυλακή. Με την παρέμβαση της 268 Χρήσιμο είναι να θυμόμαστε πώς τύποι τσιγκούνηδων, φιλάργυροι ή τοκογλύφοι, εμφανίζονται εδώ κι εκεί σέ ιταλικές κωμωδίες από τις αρχές του 16ου αιώνα. Νωρίτερα ακόμα τέτοιες φιγούρες απαντούν στις ιταλικές νουβέλες. Θυμίζω πώς από αύτη τήν πηγή, από ιταλική νουβέλα, δπως και για πολλές άλλες δημιουργίες του, δανείστηκε ό Σαίξπηρ τήν υπόθεση για τον 'Έμπορο της Βενετίας.

126 126 πονόψυχης μητέρας, ό γιος αποφυλακίζεται, άλλα στο μεταξύ έχει ωριμάσει ή απόφαση του για το μεγάλο κτύπημα. Με τη βοήθεια ενός φίλου (ιταλού τυχοδιώκτη) και τού υπηρέτη κλέβουν την κασέλα με το θησαυρό τού γέρου και ανοίγουν πανιά για την Ιταλία. Ή μητέρα ή Μέλουσα θύμα και αύτη της συζυγικής τυραννίας, ολοκληρώνει την εικόνα της καταστροφής και της τιμωρίας τού φιλάργυρου πατέρα, αποφασίζει να καταφύγει σε μοναστήρι από όπου ζητά από τον Σέλημο να της επιστρέψει την προίκα της. Σε σχέση με τα γνωστά από την παραδοσιακή κωμωδιογραφία πρότυπα, ή λύση τού έργου είναι αμφίσημη, δεν εμφανίζεται (Όπως επιβάλλει ή παράδοση) «αίσια» για όλους. Ή δίκαιη τιμωρία τού τύραννου συζύγου και πατέρα ικανοποιεί τον θεατή/αναγνώστη. Ή έξοδος της Μέλουσας, της συζύγου, είναι λυτρωτική, άλλα την ίδια στιγμή ή μητέρα γνωρίζει πώς ό γιος της βαδίζει προς την καταστροφή. Το θέμα της ασωτίας υπογραμμίζεται και σε άλλα σημεία τού έργου 269. Ή συγγραφέας συμμερίζεται την παλιά κατηχητική αντίληψη πώς φιλαργυρία και ασωτία είναι δύο εκδοχές της ψυχοφθόρας επιρροής τού χρήματος. Ας υπάρχει, πάντως, υπόψη πώς το θέμα της ασωτίας, έμμεσα ή άμεσα, εμφανίζεται στα αναγνωρισμένα πρότυπα τού αστικού δράματος τού 18ου αι., στον Έμπορο του Λονδίνου (1731) τού Lillo και στον Χαρτοπαίκτη (1753) τού Edward Moore. Και στα δύο αγγλικά δράματα συμμετέχει ένας κακός δαίμων, ένας πειρασμός (φίλος ή φίλη), πού παρασύρει τους ήρωες στην ασωτία, όπως ό ιταλός τυχοδιώκτης τον Λέκαο. 'Όλα αυτά είναι πειστήρια πώς ό ορισμός «ρεαλιστικό κοινωνικό δράμα» είναι αυτός πού ταιριάζει καλύτερα στο έργο της Μαρτινέγκου. Ένα έργο πού τώρα διεκδικεί μια ξεχωριστή θέση στη νεοελληνική δραματική λογοτεχνία, στην εξελικτική της πορεία. Και το γεγονός πώς αύτη ή αποκατάσταση, ή αναγνώριση της αξίας του έργου γίνεται καθυστερημένα είναι ένας λόγος παραπάνω να προσέχθεί και να μην αδικήθεί το έργο. Και είναι αλήθεια πολύ λυπηρό το γεγονός πώς στα «Προεισαγωγικά», στην εκτενή κριτική παρουσίαση πού κάνει ό επιμελητής της έκδοσης Βάλτερ Πούχνερ, το έργο της Ελισάβετ δεινοπάθησε περισσότερο από τα άλλα δύο. Οι παράμετροι πού χρησιμοποιήθηκαν ως ενωτικό στοιχείο για τα συνεκδιδόμενα κείμενα, για τη συγκριτική αξιολόγηση και συνεκτίμηση τους. Δηλαδή ή γυναικεία συνείδηση και ή αυτοβιογραφικότητα, εδώ μετατρέπονται σε παρωπίδες πού οδηγούν σε παρανάγνωση, σε συρρίκνωση, σε διαστρέβλωση του νοήματος της κωμωδίας. Κυρίως ή «αύτοβιογραφικότητα» πού 269 Τύλεσα, ή πιστή υπηρέτρια της Μέλουσας, λέει, χαρακτηρίζοντας πατέρα και γιο: «Ό ένας μας έψησε με τήν φιλαργυρία του, ό άλλος θέλει μας ψήσει με τήν άσωτίαν του» (Β' πράξη, δ' σκηνή).

127 127 γίνεται ή έμμονη ιδέα, ένα λάιτ μοτίβ πού διαπερνά όλη την παρουσίαση του ζακυνθινού δράματος. Να σημειώθεί αμέσως πώς θεωρείται αυτονόητο ότι κάθε συγγραφέας πού στρέφεται στο είδος της ηθογραφίας, της κωμωδίας ή του οικογενειακού δράματος, οπωσδήποτε αντλεί από τις εντυπώσεις, τις εμπειρίες, τις αναμνήσεις πού έχει συγκρατήσει από τη δική του οικογενειακή ζωή, την καθημερινότητα και το κοινωνικό του περιβάλλον. Όλοι οι συγγραφείς από τον 18ο αι. ως τον 20ό, όσοι θήτευσαν στο είδος της ρεαλιστικής κωμωδίας ή του δράματος, από τον Λεσάζ ως τον Τσέχοφ και από τον Γκαίτε ως τον Ίψεν, αξιοποίησαν αυτοβιογραφικά στοιχεία, δικά τους ή περιστατικά από το στενό περιβάλλον τους. Στην κάθε περίπτωση, βέβαια, αυτά τα στοιχεία πρέπει να αξιολογούνται πολύ προσεκτικά. Στην περίπτωση πού εξετάζεται εδώ, συμβαίνει κάτι τελείως αντίθετο. Το πάθος για να βρεθούν αυτοβιογραφικές αναφορές έχει τόσο πολύ κατακυριεύσει τον ερευνητή ώστε δεν διαβάζει σωστά ούτε το θεατρικό κείμενο, ούτε την Αυτοβιογραφία της Μαρτινέγκου. Διαφορετικά είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς τα συμπεράσματα, πού σε ποικίλες παραλλαγές διατυπώνονται διάσπαρτα στη μελέτη. Παραθέτουμε επιλεκτικά: «Ό ζακυνθινός Φιλάργυρος άντικαθρεφτίζει φεουδαρχικές οικογενειακές καταστάσεις των Μουτζάν, ή προσαρμογή και διασκευή της κωμωδίας του Μολιέρου [...] είναι πράξη εκδίκησης και προειδοποίησης της θαρραλέας έγκλειστης άρχοντοκόρης, αμφισβήτησης της εξουσίας του pater familias...» (σ. 10). Στη σ. 84 (συνέχεια υποσημείωσης πού αρχίζει στη σ. 83) διαβάζουμε: «Οι στόχοι της συγγραφής της "κωμωδίας" της Ελισάβετ ήταν τελείως προσωπικοί και το απρόσμενο τέλος [...] είναι μια προσωπική "εκδίκηση" γι' αυτά πού υφίσταται στο οικογενειακό της περιβάλλον». Παρακάτω, στη σ. 93, διαβάζουμε και δεν πιστεύουμε στα μάτια μας πώς ό Λέκαος, ό γιος του τσιγκούνη πού δραπέτευσε στην Ιταλία με τον κλεμμένο θησαυρό, «είναι ό δικός της αδελφός», δηλαδή της Ελισάβετ, ((πού εγκατέλειψε την οικογένεια δήθεν για σπουδές». Στην επόμενη σελίδα τονίζεται πώς το έργο περιγράφει αμέ αρκετή ακρίβεια τη δική της οικογένεια [...] Είναι, θα λέγαμε, μια "προσωπική" διασκευή του Φιλάργυρου. 'Ένα "οικογενειακό" δράμα με μιαν ειδική σημασία» (σ. 94). Υποστηρίζεται παράλληλα πώς ή γυναίκα του φιλάργυρου, ή Μέλουσα, ενσαρκώνει την Ελισάβετ ή συγγραφέας «τα δικά της βιώματα από το οικογενειακό περιβάλλον» «τα δραματοποιεί και λυτρώνεται» από αυτά. Πάλι φαίνεται, στη σ. 128, πώς ή ταπεινωμένη από το σύζυγο της, στερημένη και εξευτελισμένη μητέρα είναι «προσωπείο και φερέφωνο της ίδιας της Ελισάβετ», όλα τα σχετικά περιστατικά είναι έκφραση «των δικών της οικογενειακών προβλημάτων».

128 128 Στην αρχή της Γ' πράξης, όταν ό Λέκαος από τη φυλακή απειλεί πώς θα αυτοκτονήσει, ή Μέλουσα μέσα στην απελπισία της κατηγορεί τον απάνθρωπο σύζυγο της πώς ήταν υπεύθυνος για το θάνατο των άλλων παιδιών τους και είχε μείνει ευχαριστημένος γι' αυτό. Ό μελετητής πάλι εντελώς αυθαίρετα συσχετίζει: ή συγγραφέας εδώ κάνει μια «κρυπτική νύξη», υπαινίσσεται πώς ό δικός της πατέρας Φραγκίσκος Μουτζας είχε ευθύνη για το θάνατο του μικρού αδελφού Μαρίνου, πού πέθανε το 1822 και βύθισε όλη την οικογένεια στο πένθος. Ή λεπτομέρεια αυτή είναι πολύ χαρακτηριστική, γιατί δείχνει πώς μια έμμονη ιδέα μπορεί να παρασύρει ακόμα και κάποιον έμπειρο μελετητή σε πολύ χοντρά λάθη. Το επεισόδιο με τον θάνατο του «επταετούς Μαρίνου» τον Ιούλιο του 1822 περιγράφει ή ίδια ή Ελισάβετ σε επιστολή προς κάποια εξαδέλφη της, κείμενο πού έχει σωθεί και δημοσιευτεί 270. Εξιστορεί το περιστατικό της αρρώστιας πού αρχικά δεν προκάλεσε ανησυχία, άλλα στη συνέχεια «ή από τύφλωσιν του ιατρού (αγκαλά και περίφημου) ή και από την θεϊκήν άπόφασιν» ή κατάσταση επιδεινώθηκε και ό θάνατος «τον άρπαξεν από τας φιλικάς μας άγκάλας». Ασφαλώς η οικογένεια Μουτζά είχε στη διάθεση της τους καλύτερους γιατρούς, αλλά γνωρίζουμε πως εκείνα τα χρόνια η επιστήμη ήταν ανίσχυρη μπροστά στα φαινόμενα της βρεφικής και παιδικής θνησιμότητας. Γι' αυτό και ή Ελισάβετ εξομολογείται ότι παρηγορείται με τη σκέψη «πώς όλο το πάν από τον προνοητικόν νουν του υπέρτατου όντος καθοδηγείται». Να προσθέσω πώς κάθε υποψία απόδοσης ευθυνών στον πατέρα, όσο και ή έννοια της «εκδίκησης» είναι εντελώς ασυμβίβαστες με την ποτισμένη από τη χριστιανική ηθική αγνή πίστη και νοοτροπία της κόρης. Μετά τον θάνατο του μικρού Μαρίνου, ό πατέρας φεύγει στην Ιταλία, όπου από το 1820 σπουδάζει ό μεγάλος γιος Νικόλαος, στην Μπολόνια(σπουδάζει πραγματικά και όχι «δήθεν»). Ή Ελισάβετ κάνει φρικτά παράπονα, πώς μετά τον θάνατο του παιδιού ό πατέρας πήγε στην Ιταλία «να ξεφαντώσει» και άφησε τρεις γυναίκες (εκείνη, τη μητέρα και την αδελφή της) μόνες στη θλίψη τους. Αργότερα όμως πληροφορεί πώς ό πατέρας έπαθε κατάθλιψη (μελαγχολία, γράφει), είτε λόγω του παιδιού είτε και από άλλη αίτια. Ή στάση της αλλάζει ριζικά όταν, κατά την επιστροφή του από την Ιταλία, ό πατέρας της παρουσιάζει σημάδια σοβαρής ψυχικής διαταραχής. Τον είδαν «βυθισμένον εις μίαν τόσον βαθυτάτην μελαγχολίαν, όπου τον έκαμνε να λέγη λόγια έξω τής τάξεως» Πρωτοτυπώθηκε στα Επτανησιακά Φύλλα 10, Νοέμβριος 1947, μαζί με άλλα γραπτά της συγγραφέως, πού διέσωσε ό Ντ. Κονόμος. Άναδημοσιεύθηκε πολλές φορές, μεταξύ άλλων και στην έκδοση της Αυτοβιογραφίας με επιμέλεια Κ. Πορφυρή, 1983, δπου και παραπέμπω στις σ Βλ. Αυτοβιογραφία, δ.π., σ. 89. Ή πρώτη αναφορά για ((μίαν άρρωστίαν» πού «έλαβε» ό πατέρας γίνεται στή σ. 85.

129 129 Λίγες σελίδες παραπάνω, με την πρώτη μνεία για την «αρρώστια» του πατέρα, ή Ελισάβετ γίνεται πιο ήπια και επιεικής, δεν τον κατηγορεί πώς εγκατέλειψε μόνες τις γυναίκες και γράφει αυτά τα πολύ σημαντικά: «Όχι, αυτός δεν ήτο κακός άνθρωπος, αυτός αγαπούσε τα τέκνα του άλλα οι φροντίδες όπου είχε πάντοτε εις την δούλευσιν τής πατρίδος και ή μελαγχολία πού πάντα τον έσυντρόφευε, τον έκαμνε (καθώς τώρα στοχάζομαι) να μην αισθάνεται εκείνην την μεγάλην προθυμίαν, όπου καθείς γονεύς εκ φύσεως αισθάνεται δια τα τέκνα του. Εγώ λοιπόν γεμάτη από συμπάθειαν και από απαλότητα γράφω του αδελφού μου να φροντίζει όσον δύναται δια τον πατέρα μας [...]» 272. 'Εδώ μιλάει μια χριστιανική ψυχή, χωρίς Ίχνος πικρίας ή μνησικακίας. Οι αυτοβιογραφικές ανιχνεύσεις και συσχετίσεις είναι χρήσιμες στο βαθμό πού συμβάλλουν στην καλύτερη κατανόηση ενός κειμένου, πού μας επιτρέπουν να φωτίσουμε πληρέστερα τα πρόσωπα και το νόημα ενός λογοτεχνικού έργου. Και πρέπει να αναρωτηθεί κανείς: ποια «σκοτεινά» σημεία της κωμωδίας μπορεί να μας φωτίσει ή αυτοβιογραφία της συγγραφέως;. Ή να τεθεί το ερώτημα: τι το κοινό υπάρχει ανάμεσα στην γκροτέσκα τερατόμορφη φιγούρα τού ζακυνθινού τσιφούτη, βδελυρού, αποκρουστικού και απάνθρωπου, με τον επτανήσιο ευπατρίδη Φραγκίσκο Μουτζά, πού κατάγεται από πλούσια αριστοκρατική οικογένεια, έχει κάνει σπουδές στην Ιταλία(και ό ίδιος σπουδάζει το γιο του στο εξωτερικό). Αυτός διορίζεται από τους Άγγλους έπαρχος Ζακύνθου (και στο τέλος της θητείας του, το1822, θα παρασημοφορηθεί από τον βασιλιά της Αγγλίας), πού είναι υποχρεωμένος να διατηρεί σχέσεις με τον κόσμο και να κάνει κοινωνική ζωή ανάλογη με τη θέση πού κατείχε;. Ή Ελισάβετ ψέγει τον πατέρα της, διότι είχε «την πάλαιαν βάρβαρον γνώμην», συμμεριζόταν το «βαρβαρικό ήθος» της πατρίδος του, πού ήθελε τη γυναίκα κλεισμένη στο σπίτι, χωρίς δικαίωμα στη μόρφωση και συμμετοχής στην κοινωνική ζωή. Ή «Αυτοβιογραφία» είναι κραυγή διαμαρτυρίας για τη θέση της γυναίκας στη μεσαιωνική ελληνική κοινωνία, ή συγγραφέας καταγγέλλει ένα καθεστώς, δεν καταγγέλλει τον πατέρα της. Ό όποιος, στο κάτω-κάτω, σε σύγκριση με άλλους, ήταν φωτεινή εξαίρεση: και δασκάλους πήρε για την κόρη του, και ό ίδιος την έμαθε να διαβάζει και να μεταφράζει, και βιβλία της προμήθευε, άλλα αργότερα ενθάρρυνε και τις συγγραφικές της επιδόσεις. Αυτό το συγγραφικό έργο, περισσότερο από την Αυτοβιογραφία, έχει κοινωνική εμβέλεια και άμεσο αποδέκτη το κοινό. Αυτά τα «μαύρα μου συγγράμματα», Όπως τα ονομάζει, ή Ελισάβετ έζησε, όσο έζησε, με την ελπίδα να τα 272 Αυτοβιογραφία, δ.π., σ. 86.

130 130 δει τυπωμένα, γιατί διψούσε να μιλήσει στον κόσμο. Ή ίδια αποκαλύπτει με πολύ άπλα λόγια το μυστικό, τη συνταγή πού εφάρμοζε στο «συγγραφικό της εργαστήρι». Στην παράγραφο όπου μας αφηγείται πώς άρχισε να μελετά τους κανόνες της τραγωδίας, λέει και τα έξης: «...και παρομοίως δεν έλειπα από το να διαβάζω τραγωδίαις και δράματα, όχι δια να κλέπτω τίποτες, άλλα δια να παίρνουν μεγαλητέραν όρμήν εκείνα τα πάθη, τα όποια έπρεπε να κινήσω πρώτον εις το στήθος μου, άνίσως αγαπούσα να κινηοουν μετά ταύτα, και εις εκείνο των αναγνωστών μου» 273. Την ενδιαφέρουν, συνεπώς, πρώτα απ όλα οι αναγνώστες, και ή αγωνία της είναι να μπορέσει να μεταδώσει τις δικές της ανησυχίες, να συγκινήσει τον αναγνώστη με τα πάθη πού απασχολούν την Ίδια. 'Ήθελε να μεταδώσει στους αναγνώστες το μίσος κατά της τυραννίας, όπως την ακούσαμε να το διατυπώνει παραπάνω, και μια από τις ποικίλες εκδοχές της τυραννίας είναι ή κωμικοτραγική μορφή του Σέλημου, ή καταπίεση πού ασκεί στους δικούς του ανθρώπους, στο παιδί του, ή καταπίεση και ή εκμετάλλευση σε βάρος των ανθρώπων (δούλοι, χωριάτες) πού συναλλάσσονται μαζί του. Μια-δύο πολύ σύντομες παρατηρήσεις ακόμα, πριν κλείσει το θέμα της «κωμωδίας». Ή Μέλουσα στο τέλος του έργου εγκαταλείπει το σπίτι της, καταφεύγει στο μοναστήρι και ζήτα από τον σύζυγο της να της επιστρέψει την προίκα. 'Απέναντι στο ανθρωπόμορφο τέρας πού κατέστρεψε την ίδια, την οικογένεια του και το παιδί, αυτό είναι το μόνο όπλο πού της απέμεινε, ό μόνος τρόπος, δίκαιος τρόπος, να τον τιμωρήσει. Ή, αν θέλετε, είναι τιμωρία και εκδίκηση. Ή πρόθεση της Ελισάβετ να καταφύγει στο μοναστήρι, πρόθεση πού ανανεώνεται και επαναλαμβάνεται πολλές φορές στην Αυτοβιογραφία, έχει τελείως διαφορετικό χαρακτήρα. Ή επιλογή αυτή αναμφίβολα αποτελεί μορφή διαμαρτυρίας για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία εκείνης της εποχής, άλλα έχει και κάποιες «αποχρώσεις» προσωπικές. Ή Ελισάβετ δεν θέλει να ζήσει μια ζωή κλεισμένη στους τέσσερις τοίχους, άλλα αποστρέφεται και την «ύπανδρείαν», επειδή βλέπει τις ξαδέρφες της και τις φίλες της πού παντρεύτηκαν και οι άντρες τους τις μεταχειρίζονται σαν σκλάβες. Από την άλλη, με τη νεανική της αφέλεια και τη χριστιανική της αγωγή, εξιδανικεύει τον μοναστικό βίο, νομίζει πώς εκεί θα ζει ελεύθερη, θα ασχολείται με το γράψιμο, θα παίρνει μαθήματα μουσικής και ζωγραφικής* κάτι δηλαδή σαν ελεύθερη 'Ακαδημία Καλών Τεχνών! Πάντως ή πρόθεση της δεν είναι να τιμωρήσει κανέναν. Τέλος, ένα από τα πιο εντυπωσιακά χαρακτηριστικά του θεατρικού έργου είναι ή ζωντανή λαϊκή γλώσσα πού χρωματίζει έντονα τον διάλογο. Πρόκειται για πολύ σπάνιο φαινόμενο νέας γυναίκας με τόσο οξυμένο γλωσσικό αισθητήριο. Και εδώ πρέπει να παρατηρήσουμε πώς παρά τον «εγκλεισμό» της στους τέσσερις 273 Αυτοβιογραφία, δ.π., σ. 72.

131 131 τοίχους, ή νεαρή γυναίκα έβρισκε τον τρόπο να «ακούει» τους συντοπίτες της, τους συγγενείς πού έμπαιναν στο σπίτι, τους υπηρέτες, ή τους χωριάτες στην εξοχή. Οι κλασικιστικές θεωρίες επιτρέπουν να χρησιμοποιείται ή ομιλούμενη γλώσσα στην κωμωδία και ή ιταλική πρακτική πάλι θα βοήθησε προς αυτή την κατεύθυνση. Εκείνο πού πρέπει να αποκλείσουμε είναι ή πιθανότητα να γνώρισε ή νεαρή συγγραφέας άλλα κείμενα της επτανησιακής κωμωδιογραφίας, πού κυκλοφορούσαν χειρόγραφα, π.χ. του Ρούσμελη ή του Γουζέλη. Οι λόγιοι Επτανήσιοι δεν τα φύλαγαν στις βιβλιοθήκες τους και για μερικά απ αυτά, για τα άσεμνα ή αθυρόστομα όπως ό Χάσης, δεν θα άφηναν τα παιδιά τους να τα διαβάσουν. Όπως και να 'ναι, ή κωμωδία είναι πλούσια σε γλωσσικούς ιδιωματισμούς. Το λυπηρό είναι πώς οι εκδότες δεν φρόντισαν να συμπληρώσουν τον τόμο με ένα γλωσσάριο, απαραίτητο ειδικά γι' αυτό το θεατρικό έργο. Ίσως έχουμε εδώ μια ακόμα (έστω ασήμαντη) λεπτομέρεια για τον ισοπεδωτικό τρόπο με τον όποιο αντιμετώπισαν οι εκδότες τα πολύ διαφορετικά, και από γλωσσική άποψη, έργα πού ανέλαβαν να εκδώσουν. Αυτό βέβαια είναι το λιγότερο. Ή συγκόλληση ανόμοιων και άνισης ιστορικής άξιας έργων, ή προσπάθεια να εξεταστούν και να παρουσιαστούν με βάση κάποια κοινά χαρακτηριστικά γυναικείας γραφής, και κυρίως μιας ανύπαρκτης αύτοβιογραφικότητας, δεν έφερε κανένα θετικό αποτέλεσμα. Δεν παρήγαγε μια καινούρια ίστορικό-φιλολογική ενότητα, ούτε το φαινόμενο της «γυναικείας» γραφής μπόρεσε να αναδείξει ή να φωτίσει, ενώ ή προσπάθεια να καλυφθούν υποχρεωτικά και καταναγκαστικά με κάποια κοινά χαρακτηριστικά αλλοίωσε τη φυσιογνωμία και το ιστορικό στίγμα του κάθε ξεχωριστού κειμένου. Αξίζει να αναφερθεί και το όνομα της ποιήτριας Ειρήνης Δενδρινού. Η Ειρήνη Δενδρινού γεννήθηκε στην Κέρκυρα το Καταγόταν από εύπορη αρχοντική οικογένεια και από μικρή έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τα γράμματα. Μέσω της γνωριμίας της με τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη ήρθε σε επαφή με τον σοσιαλισμό, τον φεμινισμό και τις νεωτερικές ευρωπαϊκές φιλοσοφικές ιδέες της εποχής. Υποστήριξε τη δημοτική γλώσσα και ήταν μέλος της ομάδας έκδοσης της "Κερκυραϊκής Ανθολογίας" 274. Συμμετείχε στο πρώτο φεμινιστικό συνέδριο που είχε διοργανώσει η Καλλιρρόη Παρρέν. Το 1916 εξέδωσε την ποιητική συλλογή της "Σονέτα". Επίσης εξέδωσε πεζογραφήματα και παιδικά βιβλία. Η γραφή της Δενδρινού, πέρα από την γοητεία και τη δυναμική της θεματολογίας και της ανάπτυξής της, μας δίνει την ευκαιρία να αποτιμηθεί η κερκυραϊκή πεζογραφική παράδοση, παράλληλα αλλά και 274 Δενδρινού βλ. Γιάκου Ρένα Δημ., «Δενδρινού Ειρήνη», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας6. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.σελ

132 132 μετά τον Κ. Θεοτόκη, να διαφανούν οι ανταγωνιστικές σχέσεις ανάμεσα στην Κέρκυρα και την Αθήνα και να παρακολουθηθεί η εξέλιξη του γλωσσικού ζητήματος. Έδωσε αξιομνημόνευτες διαλέξεις κυρίως για Επτανήσιους λογοτέχνες και ιδιαίτερα της Κερκυραϊκής Σχολής. Ήταν μέλος της περίφημης "Συντροφιάς των εννιά" μαζί με τον Ν. Λευθεριώτη, τον Ντίνο Θεοτόκη, τον Μάρκο Ζαβιτσιάνο, τον Λυκούργο Κογεβίνα, τον Π. Ξ. Σταματόπουλο, τον Αντώνη Μουσούρη, τον Κώστα Χατζόπουλο και τον Λάμπρο Πορφύρα. Πρόκειται για αναπαραγωγή φωτογραφίας που απεικονίζει την Κερκυραία λόγια Ειρήνη Ζαβιτσιάνου - Δενδρινού η οποία έδρασε στο πλαίσιο της "Κερκυραϊκής Σχολής" 275. Η εν λόγω λογοτεχνική σχολή κινείται σε δύο κύκλους, αυτόν γύρω απ'τον Ιάκωβο Πολυλά και αυτόν γύρω από το Σολωμικό έργο με τους Γ. Καλοσγούρο, Κ. Θεοτόκη, Λορέντζο Μαβίλη κ.ά. Στη μεταπολεμική περίοδο κυριαρχούν οι μορφές των Κώστα Δαφνή και Μ.Ι. Δεσύλλα που μαζί με την Μαίρη Ασπιώτη εκδίδουν το λογοτεχνικό περιοδικό «Πρόσπερος». Η Ειρήνη Ζαβιτσιάνου - Δενδρινού συμμετέχοντας στη "Συντροφιά των εννιά" (λογίων της Κερκυραϊκής Σχολής) υπήρξε συνιδρύτρια του σημαντικού επτανησιακού λογοτεχνικού περιοδικού "Κερκυραϊκή Ανθολογία". Σκοπός του περιοδικού όπως αναφέρει η διεύθυνσή του, ήταν: " να συγκεντρώνει εργασία Κερκυραίων λογίων και καλλιτεχνών, με την ελπίδα πως έτσι ανταποκρίνεται σε μια κοινωνική έλλειψη του τόπου" 276. Η γλώσσα του περιοδικού είναι προσεγμένη δημοτική. Τα θέματα χρωματίζονται συχνά από έντονο κοινωνικό προβληματισμό. Με μια διακοπή, η έκδοση θα συνεχιστεί από το 1915 ως το 1925 έχοντας δημοσιεύσει αξιόλογο πρωτότυπο υλικό και μεταφράσεις. Ας προχωρήσει τώρα η έρευνα στην άλλη μεγάλη επτανήσια λογία που είναι η Μαριέττα Γιαννοπούλου Μινώτου 277. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1900 και από μικρή είχε έμφυτη ροπή στα γράμματα. Με την πνευματική και οικονομική υποστήριξη της οικογενείας της κατάφερε να αποκτήσει ευρύτατη παιδεία, να αναπτύξει πλούσια προσωπικότητα και να ασχοληθεί με την ποίηση, την ιστορία και τη λαογραφία του τόπου της. Το 1921 εξέδωσε το περιοδικό Εύα Νικήτρια ( ) και το 1927 έγινε διευθύντρια της Ιονίου Ανθολογίας( ), την οποία εξέδιδε μαζί με τον σύζυγο 275 «Δενδρινού Ειρήνη», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό3. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985.Σελ Φτέρης Γιώργος, «Ειρήνη Δενδρινού και οι κερκυραίοι λόγιοι», Ελληνικές μορφές, σ Αθήνα, Δίφρος, Πέρσα Αποστόλη, «Μαριέττα Γιαννοπούλου-Μινώτου. Σελίδες για την ιστορία των γυναικών: από τη Βιττόρια Κολόννα (1921) ως την Ισαβέλλα Θεοτόκη (1959)», περ. Πόρφυρας, τχ (Κέρκυρα, Απρίλιος- Σεπτέμβριος 2014):

133 133 και συνεργάτη της Σπύρο Μινώτο. Τα έντυπα αυτά γράφονταν σε δημοτική γλώσσα, γεγονός που αποτελεί πρωτοπορία για την εποχή. Υπήρξε πολυγραφότατη. Δημοσίευσε πολλά κείμενα (διηγήματα, βιογραφίες, λαογραφικές μελέτες, θεατρικά έργα, κριτικές, μεταφράσεις, ταξιδιωτικές εντυπώσεις) σε διάφορα έντυπα και εφημερίδες, όπως Πρωία,Καθημερινή, Βραδυνή, Νεολόγος Πατρών, Ζακυνθινή φωνή, Messager d'athenes, Μαριέττα η Επτανησία και Χειραφετημένη. Παράλληλα, ανέπτυξε σημαντική δραστηριότητα συμμετέχοντας ενεργά στην πνευματική και φεμινιστική κίνηση της εποχής της. Το 1921 έλαβε μέρος στο πρώτο γυναικείο συνέδριο που διοργανώθηκε από το "Λύκειο των Ελληνίδων". Το 1927 πρωτοστάτησε στις εκδηλώσεις που έγιναν στη Ζάκυνθο για τα 100 χρόνια από το θάνατο του ποιητή Ούγου Φώσκολου και εξέδωσε το Πανηγυρικόν Λεύκωμα Ζακύνθου με αφιέρωμα στην "Εκατονταετηρίδα του Ούγου Φώσκολου ". Το 1929 συμμετείχε στο συνέδριο για την Ειρήνη που έγινε στην Αθήνα και το Μάιο του 1930 στις Β Δελφικές γιορτές. Τον Ιούνιο του 1932, με δική της πρωτοβουλία, πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα η "Α Εβδομάς Ελληνικού Βιβλίου". Ήταν ένθερμη δημοτικίστρια και μαχητική φεμινίστρια. Υποστήριξε με τόλμη τις προσπάθειες των Ελληνίδων φεμινιστριών για τη βελτίωση της θέσης της γυναίκας και την απόκτηση κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων. Αλληλογραφούσε με τον Γιάννη Ψυχάρη, στον οποίο παρουσίαζε τις απόψεις της για το γλωσσικό ζήτημα και τις προσπάθειες που έκανε για την επικράτηση της δημοτικής γλώσσας στη Ζάκυνθο: «Μεγάλε Δάσκαλε, Σ' αυτόν τον τόπο που να γράφη κανείς δημοτικά λογαριάζεται για έγκλημα, βγάνω την "Ιόνιο Ανθολογία" με το σκοπό να δώσω μια ώθηση στη δημοτική στη Ζάκυνθο» (Σεπτέμβριος 1927). 278 Παράλληλα, συνέδραμε στην μελέτη για τη διάδοση του πολιτισμού και των γραμμάτων των Επτανήσων, δημοσιεύοντας φιλολογικές, ιστορικές και λαογραφικές μελέτες καθώς και βιογραφίες σημαντικών Επτανήσιων διανοουμένων. Συχνά υπέγραφε τα κείμενά της με το ψευδώνυμο "Χειραφετημένη" ή "Επτανησία". Πέθανε το Παρά τις συντηρητικές καταβολές της η Μαριέττα Γιαννοπούλου - Μινώτου στάθηκε, με το λόγο και τα δημοσιεύματά της, κοντά στο λαό. Δεν περιορίστηκε στα κεκτημένα της τάξης της ούτε χρησιμοποίησε το φύλο της σαν άλλοθι. Φανατική οπαδός της δημοτικής σε δύσκολες εποχές διατραγωδεί στις επιστολές της προς τον Ψυχάρη την πολεμική που της έκαναν. 279 Γύρισε βουνά και κάμπους 278 Πέρσα Αποστόλη, «Μαριέττα Γιαννοπούλου-Μινώτου. Σελίδες για την ιστορία των γυναικών: από τη Βιττόρια Κολόννα (1921) ως την Ισαβέλλα Θεοτόκη (1959)», περ. Πόρφυρας, τχ (Κέρκυρα, Απρίλιος- Σεπτέμβριος 2014): Περίπλους», τεύχος 51, αφιέρωμα στην Ελισάβετ Μουτζάν - Μαρτινέγκου. «Επτανησιακά φύλλα»: Αφιέρωμα στη Μαριέττα Γιαννοπούλου - Μινώτού, τόμος ΚΒ, 3-4.

134 134 αποθησαυρίζοντας τραγούδια, παραμύθια, παροιμίες - από αγρότισσες - που χωρίς τη δική της συμβολή σήμερα θα είχαν χαθεί. Συνέτεινε στη διάδοση και ανάπτυξη του επτανησιακού πολιτισμού που φοβόταν - από τότε - ότι κινδύνευε να νεκρώσει. Γράφοντας για την Αγγλοκρατία στα Επτάνησα αναδεικνύει την αντιλαϊκή και απάνθρωπη στάση των αριστοκρατών, των «καταχθόνιων» που ήταν πουλημένοι στους ξένους και προσπαθούσαν να καταπνίξουν την επαναστατική διάθεση των συμπατριωτών τους, για να μη σηκώσουν κεφάλι ενάντια στη δική τους κυριαρχία. Στο «Ρεμπελιό των Ποπολάρων» - η πρώτη κοινωνική επανάσταση που έγινε στην Ελλάδα - καταγγέλλει την καταπίεση του λαού από το αρχοντολόι, που κατέληξε σε επανάσταση το Οι χωρικοί δανείζονταν για να ξεπληρώσουν υπέρογκα ποσά στους άρχοντες ή σάπιζαν στη φυλακή. Για τον Ιάκωβο Λεοπάρντι, για τον οποίο έγραψε πολλά έργα, αναφέρει: «Είναι ο μεγάλος ποιητής του παγκόσμιου πόνου, ο μεγάλος σοσιαλιστής». «Ο Φόσκολος, γράφει, απογοητεύεται για την εποχή του που παρασημοφορεί τραγουδιστές ευνούχους, είναι πεσιμιστής γιατί ο κόσμος δεν είναι γίγαντας, όπως τον θέλει η ελληνική φαντασία του... ένας πεσιμισμός αλλιώτικος, όχι σαν τον αρρωστημένο εκείνων, που κλαίνε αδιάκοπα για τη ζωή και ζητούν αδιάλλαχτα ως μόνη λύση το θάνατο...». Αφοσιώνεται στη μελέτη για τον Κάλβο και το Σολωμό και τονίζει ότι η μάνα του τελευταίου λαϊκής καταγωγής, «με τα ελληνικά της νανουρίσματα και τα δημοτικά που του έλεγε, του φύτεψε τις ρίζες της γλώσσας του λαού από τα πρώτα βήματα της ζωής του». Για τον Σολωμό γράφει και θεατρικό έργο που επρόκειτο να γίνει σενάριο για τον κινηματογράφο αλλά τελικά ματαιώθηκε. (Το 1963 μετά το θάνατό της θα εκδοθεί από το γιο της). Στα γραπτά της θα υμνήσει τη γυναικεία εργασία που τότε πολλοί την κατέκριναν, δίνοντας έμφαση στη βιοποριστική δουλιά των απλών γυναικών. Στα κείμενά της προβάλλει την ιστορία των γυναικών, κάνει ομιλίες για τη μητέρα του Φόσκολου, την Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου. Το 1951 δημοσιεύει στο περιοδικό «Αλκυονίδες» εργασία της για τη Μαρτινέγκου. (Το 1956 θα ακολουθήσει ο λογοτέχνης και μελετητής Κ.(Κονίδης) Πορφύρης, από τους πρωτεργάτες της προοδευτικής, αριστερής «Επιθεώρησης Τέχνης» που με έξοδά του θα εκδώσει για δεύτερη φορά μετά από 75 χρόνια την αυτοβιογραφία της Μαρτινέγκου, με δική του εισαγωγή, σχόλια και ιστορικές σημειώσεις). Η Μαριέττα Γιαννοπούλου - Μινώτου γράφει βιβλίο για την «Ισαβέλλα Θεοτόκη - η μεγάλη εμπνεύστρια» (1959). (Η Κερκυραία λόγια έκανε το σπίτι της ορμητήριο κατά των Αυστριακών κατακτητών). Υπογράφει σαν «Επτανήσια» και «Χειραφετημένη» και παίρνει μέρος με κείμενό της στο πρώτο γυναικείο συνέδριο που έγινε το 1921 στην Ελλάδα, ενώ το 1929 παρακολουθεί το συνέδριο για την ειρήνη και το 1930 τις δεύτερες Δελφικές

135 135 γιορτές. Μετά από πρότασή της οργανώνεται στην Αθήνα, το 1930, στην Ενωση Συντακτών η πρώτη εβδομάδα ελληνικού βιβλίου 280. Σ' όλη της τη ζωή αγωνίστηκε με συνέπεια για τα δικαιώματα των γυναικών. Αντίστοιχη η απήχηση και στα έργα της. Μερικοί ενδεικτικοί τίτλοι: «Οι χωρικές μας» (1921), «Ο Βαλαωρίτης φεμινιστής» (1925), «Κριτική για την επαναστάτρια» του Ι. Κοντού (1954), «Οι γυναίκες της Κύπρου σαν ηρωίδες» (1955) κ.ά. Πάνω από σαράντα χρόνια πνευματική διαδρομή, άγνωστη στη νέα γενιά, αλλά και στο γυναικείο κίνημα του οποίου υπήρξε πρωτοπόρος. Ευτυχώς η συνονόματη ερευνήτρια εγγονή της έχει αρχίσει την καταγραφή και παρουσίαση του αρχείου της. Χρειάζεται όμως, όπως τονίζει και ο Διον. Σέρρας, να εκδοθούν τα έργα της, να συγκεντρωθούν τα διάσπαρτα δημοσιεύματά της, να γίνει ανατύπωση του προοδευτικού περιοδικού «Εύα Νικήτρια», να εκδοθούν τα ζακυνθινά παραμύθια της, να παρουσιαστεί το άπαιχτο θεατρικό της έργο «Διονύσιος Σολωμός», να δοθεί το όνομά της σε ένα δρόμο της Ζακύνθου και να μελετηθεί -επιτέλους - το σύνολο του έργου της, ακόμα και η προσφορά της στο γυναικείο κίνημα )Γυναικείες πνευματικές προσωπικότητες με ελληνική καταγωγή στην Ιταλία: Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελούν οι γυναικείες πνευματικές προσωπικότητες που αν και είχαν ελληνική καταγωγή, ωστόσο δραστηριοποιήθηκαν στη γειτονική Ιταλία όπου και διέπρεψαν σε μεγάλο βαθμό. Το πρώτο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση της Ισαβέλλας Αλμπρίζι Θεοτόκη 282 που γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1760 και πέθανε στη Βενετία το Λογία, γνωστή και ως κόμισσα Ισαβέλλα. Κόρη του κόντε Αντωνίου Θεοτόκη, μορφώθηκε στην Κέρκυρα, όπου, με τη βοήθεια ονομαστών οικοδιδασκάλων, διδάχτηκε αρχαία ελληνικά, γαλλικά και ιταλικά. Το 1776 παντρεύτηκε, παρά τη θέλησή της, τον Βενετό αξιωματικό του ναυτικού Κάρολο Αντόνιο Μαρίν, συγγραφέα μελέτης για το εμπόριο της Βενετίας με τους λαούς της Ανατολής. 280 Μαριέττας Μινώτου, Ζακυθινά Αγρολούλουδα, Διηγήματα, Αθήναι 1929, Β Έκδοση, Εκδόσεις Τρίμορφο, Ζάκυνθος 2003, σσ. α -γ. Ενδιαφέρουσες πληροφορίες σχετικά με τα διηγήματα της Μαριέττας Μινώτου περιλαμβάνονται και στις επιστολές της στον Γιάννη Ψυχάρη, καθώς και στον υποδειγματικό σχολιασμό αυτών των επιστολών από τον Διονύση Μουσμούτη στο: Διονύση Ν. Μουσμούτη, Η Μαριέττα Γιαννοπούλου-Μινώτου, ο Γιάννης Ψυχάρης και ο Ούγκο Φόσκολο, <Ευθύνη / Αναλόγιο λδ > Εκδόσεις Ευθύνη, Αθήνα, 2012, σσ , 73-74, 84, 103, 105, , 118, , Περίπλους», τεύχος 51, αφιέρωμα στην Ελισάβετ Μουτζάν - Μαρτινέγκου. «Επτανησιακά φύλλα»: Αφιέρωμα στη Μαριέττα Γιαννοπούλου - Μινώτού, τόμος ΚΒ, Constantin von Wurzbach: Albrizzi-Teotochi, Isabella. In: Biographisches Lexikon des Kaiserthums Oesterreich. Band 1. Verlag L. C. Zamarski, Wien 1856, S. 12.

136 136 Το 1779 εγκαταστάθηκε στη Βενετία και το 1782 εγκαινίασε το φιλολογικό σαλόνι της, που σύντομα εξελίχθηκε σε πνευματικό κέντρο της πόλης. Η αυξανόμενη δημοτικότητά της δυσαρέστησε τον σύζυγό της ο οποίος, επιδιώκοντας να την απομακρύνει από τη Βενετία, διορίστηκε προβλεπτής στην Κεφαλονιά τελικά, όμως, η σύζυγός του αρνήθηκε να τον ακολουθήσει και ο γάμος τους διαλύθηκε. Απερίσπαστη πλέον, η Α. αφιερώθηκε στο σαλόνι της και το 1796 παντρεύτηκε τον ευγενή Ιωσήφ Αλμπρίτσι. Στο μεταξύ την είχε ερωτευτεί παράφορα ο νεαρός τότε ποιητής Ούγκο Φόσκολο, ο οποίος εξέφρασε τα συναισθήματα του στα έργα του Όρτις και Τελευταίες επιστολές του Ιακώβου Όρτις. Η Α., για να αποφύγει τα σχόλια της βενετσιάνικης κοινωνίας, εγκαταστάθηκε για έναν χρόνο αρχικά στη Φλωρεντία και αργότερα στη Ρώμη, όπου συνάντησε τους κορυφαίους εκπροσώπους της τότε ιταλικής διανόησης. Το 1797 το φιλολογικό σαλόνι της στη Βενετία, στο οποίο σύχναζαν και οι Ιωάννης Καποδίστριας και Ανδρέας Μουστοξύδης, επανέλαβε τη λειτουργία του. Τη δραστηριότητά της ανέκοψε η παρουσία των Γάλλων στη Βενετία, συνεχίστηκε όμως και πάλι μετά τη συνθήκη του Καμποφόρμιο. Η Α. προσέδωσε και πολιτικό χαρακτήρα στις συγκεντρώσεις που πραγματοποιούσε, τονίζοντας βέβαια τον αντιαυστριακό τους χαρακτήρα. Ανάμεσα στα σημαντικότερα έργα της συγκαταλέγονται τα Πορτραίτα (1807), όπου περιγράφονται οι προσωπικότητες πολλών λογίων της εποχής. Το ύφος των κειμένων της είναι απλό, ενώ προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση η λεπτομερειακή απόδοση των χαρακτήρων που αναλύει. Το αρχοντικό της έχει μετατραπεί σε μουσείο. Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό παράδειγμα ελληνίδας λογίας της διασποράς αποτελεί η περίπτωση της Αγγελικής Πάλλη-Μπαρτολομέι 283. Η Αγγελική Πάλλη ήταν επιφανής ποιήτρια και συγγραφέας. Γεννήθηκε στο Λιβόρνο της Ιταλίας το Ήταν θυγατέρα του Παναγιώτη Πάλλη που κατάγονταν από το χωριό Ελινοί (Βέλλιανη) τη σημερινή Χρυσαυγή Θεσπρωτίας. Σύγχρονη με τον Κάλβο και τον Σολωμό, επηρεασμένη από τον νεοκλασικισμό, φημίστηκε ως συγγραφέας όχι μόνον ποιητικών και δραματικών έργων, αλλά και διηγημάτων. Δίνει έμφαση στον Αγώνα των ελλήνων και το ταραγμένο ιστορικό παρόν της εποχής της, αποκαλύπτοντας συναισθήματα και στοχεύοντας στη συγκίνηση των αναγνωστών. Δεν αποφεύγει το στομφώδες ύφος και την επιμελημένη στιχουργική. Συνήθως έγραφε στην ιταλική γλώσσα, και υπερασπίστηκε τα δίκαια των αγώνων της Κρήτης. Το 1814 έγραψε την πρώτη τραγωδία της, Θυέστης, το 1819 έγινε μέλος της Labronica, λαμβάνοντας το όνομα του Zelmira, και συνέχισε να οργανώνει 283 Αλόη Σιδέρη (1929, 2004) ( ). Έλληνες φοιτητές στο Πανεπιστήμιο της Πίζας ( ), Α - Β. Αθήνα: Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, σελ. 55.

137 137 λογοτεχνικές συναντήσεις στο σαλόνι του σπιτιού του. Στη συνέχεια, όταν οι Έλληνες άρχισαν τον αγώνα κατά της Τουρκοκρατίας η Πάλλη εστίασε το ενδιαφέρον της στα προβλήματα του λαού του σπιτιού, μετατρέποντας λογοτεχνικό σαλόνι της σε ένα κέντρο συλλογής χρημάτων και ανακούφισης. Το 1824, η συγγραφέας, έγινε η μόνη γυναίκα που θα γίνόταν δεκτή στην επιστημονική και λογοτεχνική λέσχη του Υπουργικού Συμβουλίου, φιλοξενήθηκε στο Παρίσι από τον Giovan Pietro Vieusseux ο οποίος την κάλεσε να συνεργαστούν σε ανθολογία, αλλά η Πάλλη δεν μπορούσε να υποστηρίξει την απαιτούμενη συνεργασία και δεν αποδέχθηκε το πρόταση 284. Γύρω από τα 30 του παντρεύτηκε Gian Paolo Bartolommei, ευγενούς καταγωγής της Κορσικής πατριώτης, και, το 1832, γεννήθηκε ο γιος τους Lucianino. Εκείνα τα χρόνια, η Αγγελική Πάλλη έγραψε κυρίως πεζογραφία και μυθιστορήματα των κοινωνικών και παιδαγωγικών καταστάσεων, κινήθηκε προς την πολιτική λογοτεχνία και άρχισε να συνεργάζεται με εφημερίδες και μέτρια περιοδικά, τα οποία κατά κύριο λόγο ήταν η Pansy του Σίλβιο Giannini. Στα χρόνια που προηγήθηκαν του πρώτου πολέμου της ανεξαρτησίας έγραψε στίχους, ως επί το πλείστον ανέκδοτους, και συναισθηματικές ιστορικές ιστορίες που συγκέντρωσε στη συνέχεια σε ένα μικρό βιβλίο που ονομάζεται Racconti. Η πολιτική του δραστηριότητα ήταν έντονη: το 1847 ασχολήθηκε με την οργάνωση των εθνοφρουρών της Τοσκάνης και, το επόμενο έτος, πήγε να συνεργαστεί με την φλωρεντιανή εφημερίδα La Patria στέλνοντας τα νέα που ήρθαν από το στρατόπεδο. Έφτασε ο σύζυγός και ο γιος της στη Λομβαρδία για την επισφάλεια της κατάστασης, το 1849 επέστρεψε στο Λιβόρνο και αποσύρθηκε στην ύπαιθρο. εδώ, το 1851, έγραψε τις ομιλίες μιας γυναίκας στις νεαρές παντρεμένες γυναίκες της χώρας του, όπου καταδεικνύει την ανάγκη εκπαίδευσης γυναικών και επαναξιολογεί το ρόλο των γυναικών στην οικογένεια και την κοινωνία. Το 1853, χήρα και με μέτριες οικονομικές απολαβές, αποφάσισε να φύγει για το Τορίνο, όπου άρχισε να αφοσιώνεται πλήρως στα γράμματα. Το 1855 δημοσιεύθηκαν οι Εξομολογήσεις μιας Κορσικής, το επόμενο έτος έγραψε το Cenni πάνω από το Λιβόρνο και το περίγραμμα του, στην οποία περιγράφει την πόλη της, παρέχοντας ιστορικές και πολιτιστικές σημειώσεις. Επίσης, κατά τη διάρκεια της παραμονής στο Τορίνο άρχισε να συνεργάζεται με την εφημερίδα Λιβόρνο Η Ευτέρπη, καλλιτεχνική εβδομάδα, η γραμματική και θεατρικέςπαραστάσεις. Το 1857 αποφάσισε να επιστρέψει στο Λιβόρνο όπου ζούσε δίνοντας ιδιωτικά μαθήματα. 284 BARTOLOMMEI, Giampaolo, in Dizionario biografico degli italiani, Roma, Istituto dell'enciclopedia Italiana. URL consultato il 19 marzo 2018.

138 138 Στις 1 του Ιανουαρίου 1859 ξεκίνησε και στη συνέχεια συνεχίστηκε μέχρι την ανακήρυξη του Βασιλείου της Ιταλίας, την έκδοση του εβδομαδιαίου περιοδικού Il Romito, όπου παράλληλα με την είδηση της καλλιτεχνικής και λογοτεχνικής φύσης ενώθηκε ένα πολιτικό ρεπερτόριο σαφές προ-πιεμόντε προσανατολισμό και προ- Cavour. Περί το 1864 συνέθεσε το λυρικό δράμα Corinna, το 1968 τα μυθιστορήματα Ulrico και Elfrida και το Il hunchback της Santa Fiora. Την τελευταία δεκαετία της ζωής του ασχολήθηκε κυρίως με διδακτολογικά-παιδαγωγικά προβλήματα, με ιδιαίτερη προσοχή σε εκείνα που σχετίζονταν με την εκπαίδευση των γυναικών. Από το '72 έως '75 έγραψε δραματικές συνθέσεις, που περιγράφει τη ζωή του Δάντη στο δικαστήριο του Μιλάνου, Lello, ο οποίος αφηγείται σε 5 ενεργεί την ιστορία ενός «700 Ιππότης και τα νέα Σπύρο. Η Αγγελική Πάλλη πέθανε στο Λιβόρνο στις 6 Μαρτίου Κατά τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης αναζωπυρώθηκε ο ενθουσιασμός της υπέρ της μητέρας Ελλάδας και έγγραψε στα ελληνικά «Ύμνον προς τον Βύρωνα» και «Θρήνον για την καταστροφή των Ψαρών. Ονομάστηκε «νέα Σαπφώ». Επίσης έγραψε και δραματικά έργα και διηγήματα στα ελληνικά με Ελληνικές υποθέσεις. Υπήρξε φύση λεπτή, φιλέλλην, πνευματώδης, μορφωμένη και ενέπνευσε με το έργο της τον θαυμασμό στους ομότεχνούς της. Τιμήθηκε από το Λιβόρνο για την προσφορά της στην λογοτεχνία. Ή περιήγηση θα κλείσει με την τρίτη και τελευταία ελληνίδα λογία που διέπρεψε στην περιοχή της Ιταλίας και αυτή είναι η Μαργαρίτα Ματθίλδη Αλβάνα Μηνιάτη 285. Η Μαργαρίτα Mατθίλδη Αλβάνα γεννήθηκε στην Κέρκυρα. 'Ηταν κόρη του Δημητρίου Αλβάνα και της Αικατερίνης Παλατιανού. Σε παιδική ηλικία υιοθετήθηκε από την αδερφή της μητέρας της και τον σύζυγό της Σερ Φρέντερικ Άνταμ, φιλέλληνα αρμοστή των Ιόνιων Νησιών από τη Σκωτία. Τον Αύγουστο του 1821 κι ενώ τα νέα για την Ελληνική Επανάσταση είχαν μόλις φτάσει στην Αγγλοκρατούμενη Κέρκυρα, γεννήθηκε η Μαργαρίτα Αλβάνα. Σε πολύ μικρή ηλικία υιοθετήθηκε από την αδελφή της μητέρας της, Αδαμαντίνα Παλατιανού, καθώς η τελευταία δεν ήταν σε θέση να αποκτήσει δικό της παιδί. Το γεγονός αυτό μπορεί να στέρησε από την Μαργαρίτα την οικογένειά της, αλλά της παρείχε τις ιδανικότερες συνθήκες ανατροφής, καθώς η θεία της ήταν παντρευμένη με τον Frederoc Adam, τον Άγγλο (Σκώτο για την ακρίβεια) Αρμοστή των Ιονίων νήσων. Έτσι την δεύτερη πενταετία της ζωής της η Μαργαρίτα μεγάλωσε στο παλάτι που έκτισε ο θετός της πατέρας, γνωστό σήμερα ως «Μον Ρεπό», με τα προνόμια που της παρείχε η θέση της κόρης του ανώτατου άρχοντα της Επτανήσου. Από την πλούσια μόρφωσή της δεν έλειπε η μουσική, αλλά, σύμφωνα τουλάχιστον με το 285 Γιαλουράκης Μανώλης, «Μηνιάτη Μαργαρίτα», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας10. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. Σελ

139 139 βιογραφικό σημείωμα του Édouard Schuré, η νεαρή Μαργαρίτα σταμάτησε τα μαθήματα πιάνου και τραγουδιού αφού «πολύ ευαίσθητη στη μουσική, αυτή η τέχνη της υπερδιήγειρε τα νεύρα, ενώ έβρισκε τη μουσική του Rossini εξαιρετικά ελαφριά». Η Μαργαρίτα σε ηλικία δέκα ετών εγκατέλειψε την ιδιαίτερη πατρίδα της και ταξίδεψε με την θετή της οικογένεια στο Μαδράς της Ινδίας, όπου είχε μετατεθεί ο Φρειδερίκος Άνταμ, ενώ πέντε χρόνια αργότερα η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Ρώμη. Στην αιώνια πόλη η Μαργαρίτα γνώρισε τον Κεφαλλήνα ζωγράφο Γεώργιο Μηνιάτη 286 με τον οποίο ένωσε τη ζωή της το Το ζεύγος Μηνιάτη εγκαταστάθηκε στη Φλωρεντία και πολύ σύντομα το σπίτι τους αποτέλεσε πόλο έλξης για πολλούς καλλιτέχνες και διανοούμενους: τους Άγγλους ποιητές Robert Browning ( ) και Elizabeth Barrett-Browning ( ), τους οποίους την οικία ζωγράφισε ο Μηνιάτης κατόπιν παρακλήσεως του Robert ύστερα από τον θάνατο της συζύγου του το 1861, την Αγγλίδα μυθιστοριογράφο George Eliot ( ), τον Αμερικάνο συγγραφέα Nathaniel Hawthorne ( ), διάσημο για το μυθιστόρημά του The Scarlet Letter, αλλά και τον διπλωμάτη Robert Bulwer-Lytton ( ), γιο του συγγραφέα Edward Bulwer-Lytton ( ) στου οποίου το μυθιστόρημα Rienzi ο Wagner είχε βασίσει την ομώνυμη όπερά του ( , πρεμιέρα:1842). Ενδεικτικός για την πνευματική δραστηριότητα της Μαργαρίτας δεν είναι τόσο ο κύκλος της στην Ιταλία, αλλά κυριότερα τα δοκίμιά της, τα οποία αφορούν διάφορους τομείς του ανθρώπινου πνεύματος (ιστορία, ποίηση, ζωγραφική, μουσική, κ.ά), και είναι γραμμένα σε τρεις διαφορετικές γλώσσες εκτός από την ''μητρική'' αγγλική, η Μηνιάτη έγραφε και δημοσίευε και στα ιταλικά, αλλά και στα γαλλικά. Τα κείμενά της που δημοσιεύθηκαν στα ελληνικά σε διάφορα έντυπα ήταν αρχικώς γραμμένα σε άλλη γλώσσα και μεταφράστηκαν ελληνικά από άλλους. Παρόλα αυτά, η Μηνιάτη δεν έχανε την ευκαιρία να δηλώνει την ελληνικότητά της. Το βιβλίο της για την Ιστορία της Ιταλίας (Sketches of the historical past of Italy), που εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1876, είναι αφιερωμένο στον Άγγλο «φωτισμένο φίλο τής ελληνικής και ιταλικής λογοτεχνίας και τέχνης», όπως σημειώνει η συγγραφέας, William Ewart Gladstone, από μια Ελληνίδα («Hellene»). Ενώ στον πρόλογο του βιβλίου της για τον Ιταλό ζωγράφο Antonio Allegri, γνωστότερο ως Correggio, γραμμένο στα γαλλικά (Le Corrège), στα πόνημα για το οποίο, η γενέτειρα πόλη του ζωγράφου έχρισε την Μηνιάτη επίτιμo δημότη - η Μαργαρίτα Αλβάνα εξηγεί ότι αποφάσισε να συνθέσει αυτό το κείμενο καθώς «γεννημένη Ελληνίδα (grecque de naissance) και συνεχώς ενθυμούμενη την πατρίδα μου, θα ήμουν ευτυχής να κάνω πιο αγαπητό στην Γαλλία εκείνον τον καλλιτέχνη [τον Correggio] ο οποίος ένωσε καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον το ελληνικό 286 Για τον Γεώργιο Μηνιάτη (1823;-1895) βλ. το κείμενο της Σταλίνας Βουτσινά «Ο Γεώργιος Μηνιάτης και η νεοελληνική τέχνη» που παρουσιάστηκε στο Ι Πανιόνιο Συνέδριο την Πέμπτη 1 Μαΐου 2014.

140 140 πνεύμα με το πνεύμα της ανθρωπότητας». Δεν ήταν όμως μόνο η Μαργαρίτα που θεωρούσε τον εαυτό της Ελληνίδα. Ο Édouard Schuré ( ), πιστώνοντάς της την γνωριμία και αγάπη του για τον Άγγλο ποιητή Percy Bysshe Shelley (μέσα από το δοκίμιό της για τους Byron και Shelley), την χαρακτηρίζει «μια Ελληνίδα που κρύβει στους κόλπους της φλογερής ψυχής της τις δύο φωτεινές ακτίδες της πατρίδας της, τον ζωηρό ενθουσιασμό για το Ωραίο και την πίστη στο Ιδανικό». Πέρασε τα παιδικά της χρόνια στην Κέρκυρα και στη συνέχεια στο Μαντράς της Ινδίας, όπου ο θετός της πατέρας είχε διοριστεί διοικητής. Το 1844 παντρεύτηκε στη Ρώμη τον Κεφαλλονίτη ζωγράφο Γεώργιο Μηνιάτη, με τον οποίο απέκτησε δύο κόρες την Ελένη, της οποίας ο θάνατος σε παιδική ηλικία σφράγισε τη μετέπειτα ζωή της Μηνιάτη, και την Ασπασία, που ασχολήθηκε με τη ζωγραφική. Ταξίδεψε με το σύζυγό της στην Ευρώπη και το 1846 εγκαταστάθηκε στη Φλωρεντία, όπου μπήκε στους καλλιτεχνικούς και πνευματικούς κύκλους και εντατικοποίησε την ενασχόλησή της με τα γράμματα. Στο σπίτι της συγκεντρώνονταν προσωπικότητες της εποχής, όπως οι Εντουάρντ Συρέ, Πασκάλε Βιλλάρι, Ζυλ Ντυπρέ, Τζιουζέππε Τζούστι και άλλοι, με τους οποίους η Μαργαρίτα συνδέθηκε με πνευματικούς δεσμούς και για τους οποίους υπήρξε πηγή έμπνευσης. Από το 1860 άρχισε να συνεργάζεται με ιταλικές εφημερίδες και περιοδικά, ενώ από το 1857 ήταν συνεργάτις της εφημερίδας του Λονδίνου «Ημερήσια Νέα». Το 1866 δημοσίευσε μια μελέτη για το έργο του Δάντη και ακολούθησε το 1869 η μελέτη της «Ιστορικαί σκιαγραφίαι των πνευματικών και καλλιτεχνικών σχέσεων της Ιταλίας με την Βυζαντινήν αυτοκρατορίαν», που εκδόθηκε στην αγγλική γλώσσα το 1876 στο Λονδίνο. Το 1875 δημοσίευσε τη μονογραφία «Το θέατρον του Μπαϋρόυτ και η μουσική αναμόρφωσις του Ριχάρδου Βάγκνερ» στη γαλλόφωνη αθηναϊκή εφημερίδα Ελληνική Ανεξαρτησία και λίγο αργότερα εξέδωσε τη μελέτη «Η ζωή και το έργον του Κορρεγίου», για την οποία αναγορεύτηκε Πολίτης της πόλεως Κορρεγίου το Το τελευταίο έργο της ήταν η μελέτη «Αικατερίνη της Σιέννας». Με το σύνολο του έργου της η Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη 287 αναδείχτηκε ως μια από τις σημαντικότερες λόγιες της εποχής της σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. Πέθανε στο Λιβόρνο και η σορός της μεταφέρθηκε στη Φλωρεντία. Είχε λάβει ιδιαίτερη εσωτερική παιδεία γεγονός που καταδεικνύεται σε όλα της τα έργα, ο δε Εδουάρδος Συρέ (Édouard Schuré) αφιέρωσε σε αυτήν την περίφημη πραγματεία του «Οι Μεγάλοι Μύστες» («Les Grands Initiés»). Αξίζει να 287 Ταρσούλη Αθηνά, Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη Η ζωή της και το έργο της. Αθήνα, Πυρσός, Σελ

141 141 μελετηθεί η σχέση Μηνιάτη - Συρέ 288 και η επίδραση στο έργο του δευτέρου και ειδικά στην έμπνευση και συγγραφή της πραγματείας περί των Μεγάλων Μυστών. Οι «Μεγάλοι Μύστες», βιβλίο που ενέπνευσε πολλές γενιές αναγνωστών, είναι προϊόν της ώριμης συγγραφικής περιόδου του Συρέ, κατά την οποία προσπάθησε να επιδείξει τη βασική ενότητα πίσω από όλες τις ανώτερες θρησκείες. Θρησκείες που λειτουργούν ως μέσα αποκάλυψης του ενός θείου κόσμου, μέσω της ψυχής των προφητών τους. Στην πραγματικότητα, πηγή έμπνευσης για το συγκεκριμένο έργο, όπως και τα Ιερά της Ανατολής και η Θεία Εξέλιξη 289, υπήρξε η γνωριμία του με τη Μηνιάτη, η οποία τον ώθησε να μελετήσει τα προβλήματα της ανθρώπινης φύσης, της μοίρας και της μεταθανάτιας ζωής. Νους επιστημονικά εκπαιδευμένος στο Πανεπιστήμιο της γενέτειράς του, το Στρασβούργο, προσπάθησε να συνδυάσει τις πνευματικές του ενοράσεις με την επιστήμη και σε πολλές περιπτώσεις οι αναπλάσεις των γεγονότων και των τόπων υποδεικνύουν με καταπληκτική σαφήνεια ιστορικά τεκμηριωμένες, μετά το θάνατό του, μαρτυρίες 290. Όμως, η δύναμη του παρόντος έργου δεν βρίσκεται στις τεχνικές του λεπτομέρειες, αλλά στο γεγονός ότι ο Συρέ κατόρθωσε να αγγίξει ένα μέρος της λάμψης της παγκόσμιας πνευματικής εσωτερικής κληρονομιάς. Σύμφωνα με επιφανέστατο μελετητή Σπύρο Τσιλιμπάρη, η Μηνιάτη υπαγόρευσε στον Συρέ τους Μεγάλους Μύστες. Αλλά και ακόμη περισσότερο το βιβλίο του «Τα Ιερά της Ανατολικής Μεσογείου». Το δε βιβλίο του «Η Γένεση της Τραγωδίας και η Επίδρασις των Ελευσινίων Μυστηρίων», αποτελεί κλειδί για την κατανόηση του έργου του Ρ.Βάγκνερ )Κρήτη: 3.4.1) Η Γυναικεία λογοτεχνική παρουσία στην περιοχή της Κρήτης 292 : Στην αυστηρή μητριαρχική κοινωνία της κρητικής πολιτείας, με τις ιδιαιτερότητές της και την αυστηρότητα των ηθών σε ότι αφορούσε την ανατροφή των κοριτσιών αναδείχθηκε εντούτοις σε φυτώριο διανοούμενων γυναικών για δύο βασικούς λόγους : πρώτον την ανάπτυξη δύο αστικών κέντρων σε διαδοχικές ιστορικές φάσεις, τα Χανιά και το Ηράκλειο στα οποία η πνευματική κίνηση αλλά και 288 «Α λβάνα Μηνιάτη Μαργαρίτα Ματθίλδη», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό1. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, Σελ Αλιμπέρτη Σωτηρία, «Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη», Εφημερίς των Κυριών, 4-5/ Ασώπιος Ειρηναίος, «Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη», Αττικό Ημερολόγιο, Μάργαρης Δημ., «Το όνειρο μιας ζωής Εδουάρδος Συρέ και Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη», Νέα Εστία5, ετ.γ, 15/7/1929, αρ.62, σ Ιστορικές αναφορές για την Κρήτη.

142 142 οι συναλλαγές με ξένους επέτρεψαν τις ομάδες καλλιεργημένων αστών με δράση και δεύτερον το διδασκαλείο της Κρήτης 293. Ήδη από τον 19 ο αι. το επάγγελμα της δασκάλας δίνει τη διπλή δυνατότητα στις γυναίκες αφενός να κερδίσουν τη ζωή τους και να βοηθήσουν τις οικογένειές τους αφετέρου αποκτώντας οικονομική ανεξαρτησία να εισβάλλουν στον δημόσιο χώρο και να αποκτήσουν αυτόνομη υπόσταση. Δεν είναι τυχαίο ότι η πλειοψηφία των γυναικών λογοτεχνών από τα μέσα του 19 ου αιώνα έως και το μεσοπόλεμο είναι κυρίως δασκάλες. Κυρίαρχη γυναικεία μορφή αυτή τη δεκαετία θα γίνει η πρωτοεμφανιζόμενη στα γράμματα, Xανιώτισσα, Aντωνούσα Kαμπουράκη. H Kαμπουράκη αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα, όσο και ξεχωριστή, περίπτωση πρώιμης λόγιας, - είναι αυτοδίδακτη και στράφηκε στα γράμματα μετά τη χηρεία της και το χαμό του μονάκριβου γιου της- με πλούσιο και σημαντικό ποιητικό και δραματουργικό έργο. Παραμένει, όμως, ως τη σημερινή εποχή άγνωστη και το εκτενές έργο της παντελώς αγνοημένο, παρά τις κάποιες αναφορές στο όνομά της, κυρίως στις ιστορίες του νεοελληνικού θεάτρου. Είναι η πρώτη Eλληνίδα που εξέδωσε εκτενές ποιητικό έργο και μάλιστα σε μια πολύ πρώιμη εποχή, ήδη από το 1840 πρόκειται για το χρονικό της εξέγερσης της Κρήτης το Γίνεται σαφές ότι το έργο της γράφτηκε ως φόρος τιμής στον πεσόντα υπέρ πατρίδος σύζυγό της. Το εκτενές ποίημά της είναι γραμμένο σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο, σε γλώσσα μικτή, καθομιλουμένη με λόγιους τύπους, αλλά και στοιχεία του κρητικού ιδιώματος. Τα δεσμά που κρατούσαν αιχμάλωτη για αιώνες τη γυναίκα στην Ελλάδα επιχείρησε να σπάσει μια Κρητικιά, η ποιήτρια Αντωνούσα Καμπουράκη ή Καμπουροπούλα 294 που γεννήθηκε στα Χανιά το Εκείνη βρήκε το θάρρος να διεκδικήσει μια θέση στην κοινωνία, ύψωσε τη φωνή της για ν' αντιμετώπισε το φάσμα της σιωπής. Η Dora d' Istria συνάντησε την Αντωνούσα στο Μεσολόγγι στα Η συνάντηση δεν ήταν τυχαία, αφού η Istria δημοσίευε για την Ιστορία των Γυναικών και ενδιαφερόταν για τη ζωγραφική. Ακούστε, λοιπόν, πώς περιγράφει την Αντωνούσα: Une autre personne, d' une démarche imposante, complétement vêtue de noir, m' apporta deux volumes de poëmes composés par elle. Elle a dû être très- belle, ses 293 Ειρήνη Ριζάκη, Οι γράφουσες Ελληνίδες, σημειώσεις για τη γυναικεία λογιοσύνη του 19ου αιώνα, Αθήνα 2007, σ Ήταν συνηθισμένο στην Κρήτη οι ανύπαντρες γυναίκες να αποκαλούνται με το πατρικό επίθετο και την παραγωγική κατάληξη -πούλα, που σημαίνει κόρη του τάδε. Επισημαίνω ότι η αναγραφή του επιθέτου της ποιήτριας ως Καμπουροπούλου (sic) στα Ποιήματα Τραγικά οφείλεται σε λάθος ή και σε διόρθωση του τυπογράφου, στον οποίο ηχούσε μάλλον παράξενα η κατάληξη -πουλα. Η ποιήτρια υπογράφει ως Καμπουράκη και Καμπουροπούλα τα αφιερωματικά στιχουργήματα της Μνήμης.

143 143 mouvements sont lents et ses paroles rares. Elle se nomme Antonoussa Kamporopoulos et elle est de la Cydonie, dans l' île de Crète 295. Στην αρχή η Καμπουράκη δίσταζε να δημοσιοποιήσει το λόγο της, γιατί φοβόταν την αυστηρή κρίση των λογίων, που θα έβρισκαν ψεγάδια στο έργο της. Η ισχυρή της θέληση υπερνίκησε τα εμπόδια και η Αντωνούσα παρουσιάστηκε επώνυμα στα ελληνικά γράμματα, δήλωσε δηλαδή την ταυτότητά της. Η πράξη αυτή, πρωτοποριακή για την εποχή της, αποτελεί σταθμό για την ταυτότητα των γυναικών στην Ελλάδα, γιατί είναι η πρώτη επίσημη διεκδίκηση του δικαιώματος των γυναικών στη δημόσια σφαίρα. Τα Ποιήματα Τραγικά είναι το πρώτο βιβλίο που δημοσιεύτηκε επώνυμα από γυναίκα στη νεοελληνική γραμματεία. Τα βιβλία της Ευανθίας Καΐρη, αν και προγενέστερα της Αντωνούσας 296, εκδόθηκαν ανώνυμα. Αλλά και μεταγενέστερα, έχει παρατηρηθεί ότι αρκετές Ελληνίδες δημοσίευαν τα έργα τους ανώνυμα, αρχικώνυμα ή ψευδώνυμα για ν' αποφύγουν τα δυσμενή σχόλια για την ενασχόλησή τους με τη συγγραφή, που τότε θεωρείτο ανάρμοστη και ασυμβίβαστη με το φύλο τους. Αλλά η απουσία του ονόματος συνεπάγεται και απουσία ξεκάθαρης ταυτότητας. Η Αντωνούσα πίστευε ότι ο ορθός λόγος είναι ίδιον και των δύο φύλων. Η γυναίκα, λοιπόν, ως ισότιμη με τον άνδρα και προικισμένη με λογική είναι ικανή να συμμετέχει στην πολιτική και να συμβάλλει στις εθνικές διεκδικήσεις 297. Ο εθνικισμός είχε ανάγκη όλα τα άτομα της κοινωνίας για να πραγματοποιήσει τους στόχους του και οι γυναίκες δεν μπορούσαν να λείπουν από αυτό το μεγάλο σκοπό. Η γυναικεία φυλή δειλά στην αρχή βγαίνει στο προσκήνιο. Η αρχή έγινε μετά την επανάσταση του '21 με την Καμπουροπούλα. Ο κάθε ένας χρεωστεί καλό να ενεργήση, πάντοτε στην πατρίδα του, και να την ωφελήση, Ο γενικός κανονισμός ποτέ δεν εμποδίζει, να ομιλήσει ο καθείς εκείνο, που νομίζει. Κ' η γυναικεία η φυλή βρίσκεται προικισμένη, ο πάνσοφος Δημιουργός την έχει ποιημένη. (Ποιήματα Τραγικά σ. α ). Η Αντωνούσα γνώριζε τις ιδέες των προοδευτικών εκπροσώπων του Διαφωτισμού, για την ισότητα των δύο φύλων και το δικαίωμα συμμετοχής των γυναικών στη δημόσια σφαίρα. Γράφει σχετικά: Η στιχουργική αύτη εξιστόρησις, συνθεμένη με αχειραγώγητον από παντός είδους παιδείας νουν, είναι φυσικόν προϊόν γυναικείου πνεύματος, το οποίον η φιλαυτία των ανδρών κατέχει δεσμευμένον εις το σκοτεινόν της αμαθείας περίβολον, τον οποίον άρχισε να κρημνίζη η φιλοσοφία κατά τον παρόντα αιώνα. 295 Dora d' Istria, Excursions en Roumélie et en Morée par madame Dora d' Istria, v.1, Zurich- Meyet et Zeller, ParisJ. Cherbuliez, 1863, σ Κωνσταντίνος Φουρναράκης, Αντωνούσα Καμπουροπούλα, μια λησμονημένη Χανιώτισσα ποιήτρια ( ). 297 Ελένη Βαρίκα, Η εξέγερσις των κυριών. Η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα, , Αθήνα 1987 και Δήμητρα Τζανάκη, Δούλα και κυρά, όψεις εθνικισμού: Ρόλοι και συμπεριφορές στην Ελλάδα των ρομαντικών Χρόνων , Αθήνα 2007.

144 144 Οι φιλοσοφικές ιδέες, που υπονοεί, θα πρέπει να αναζητηθούν στις απόψεις του εγκυκλοπαιδιστή φιλόσοφου Νικολά Κοντορσέ, ο οποίος το 1790 χρονιά που γεννήθηκε η Αντωνούσα σε ένα πολιτικό του δοκίμιο έκανε λόγο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα των γυναικών. Από τους εκπροσώπους του Νεοελληνικού Διαφωτισμού ο Ρήγας είχε ζητήσει την καθολική εκπαίδευση αγοριών και κοριτσιών και την ένοπλη συμμετοχή των γυναικών στην άμυνα του Γένους. Στα 1835, όταν η Αντωνούσα 298 βρισκόταν στη Σύρο, ο Νεόφυτος Βάμβας δημοσίευσε εκεί τις παιδαγωγικές του απόψεις. Ζητούμενο βέβαια παραμένει πώς έγινε η μετακένωση των προοδευτικών ιδεών του Διαφωτισμού στην ποιήτρια. Δεν ήταν και δύσκολο τα ιδεολογικά ευρωπαϊκά ρεύματα να φτάσουν σε ένα κοσμοπολίτικο μέρος, όπως ήταν η Σύρος τον 19ο αιώνα. Αλλά και η Ευανθία Καΐρη, φορέας των ευρωπαϊκών ιδεών, επηρεασμένη από τις ιδέες του Κοραή, θα επέδρασε στη διαμόρφωση της σκέψης της Αντωνούσας, αν και οι απόψεις τους όσον αφορά την κοινωνική ταυτότητα των γυναικών δεν φαίνεται ότι ταυτίζονται. Στη σκέψη της επέδρασαν, τέλος, και οι λόγιες Ευρωπαίες της εποχής της, ιδιαίτερα ο πατριωτισμός της ποιήτριας Αγγελικής Πάλλη- Bartolommei 299. Ή αρχη θα γίνει από τη συλλογή Ποιήματα Τραγικά 300 που εξιστορεί την επανάσταση του 1821 στην Κρήτη. Η ιστορία χωρίζεται σε δυο μέρη: το πρώτο από την έναρξη της επανάστασης έως την άφιξη του τουρκοαιγυπτιακού στόλου το 1824, που σηματοδοτεί το πρώτο δύσκολο σημείο στην εξέλιξη του Αγώνα, το δεύτερο από εκείνη τη χρονική στιγμή μέχρι το τέλος της επανάστασης και την παράδοση της Κρήτης στην Τουρκία. Μετά από μια τυπική εισαγωγή, που συνηθίζεται στα έπη και τις ιστορικές ρίμες, η ποιήτρια διηγείται κατ' επιλογήν τις σπουδαιότερες μάχες της επανάστασης. Αποσιωπώνται όμως μάχες που ήταν αρνητικές για την εξέλιξη του αγώνα ή παρουσιάζονται ως θετικές άλλες που ως προς το αποτέλεσμα ήταν αμφίρροπες. Ενώ, για παράδειγμα, η Αντωνούσα είχε πληροφορηθεί την ανεπιτυχή μάχη έξω από το φρουρίου του Ρεθύμνου και το θάνατο του Βαλέστρα, τη σφαγή στο σπήλαιο του Μελιδονίου, την αιματηρή και ανεπιτυχή προσπάθεια κατάληψης της Γραμβούσας το 1823, όπως συμπεραίνουμε από τις Παρατηρήσεις της εκδότριας, αποφεύγει κάθε περιγραφή, που θα μπορούσε να ζημιώσει την επαναστατική εικόνα των Κρητικών. Γιατί συμβαίνει αυτό; Ας έχουμε υπόψη μας ότι το ποίημα δημοσιεύεται ένα χρόνο πριν την κρητική επανάσταση του Κωνσταντίνος Φουρναράκης, Αντωνούσα Καμπουροπούλα, μια λησμονημένη Χανιώτισσα ποιήτρια ( ). 299 Βλ.Dora d' Istria, ό.π., σ. 315 πρβλ. Ν. Β. Τωμαδάκης, Νεοελληνικά Δοκίμια και μελέται, τ. Β, Αθήνα 1983, σ Ποιήματα Τραγικά, εμπεριέχοντα διαφόρους πολέμους της Κρήτης επί της Ελληνικής Επαναστάσεως, συνταχθέντα και εκδοθέντα υπό Αντωνούσα Ι. Καμπουροπούλα, εν Ερμουπόλει, εκ της τυπογραφίας Γεωργ. Πολυμερή, 1840 (η καταγραφή από αντίτυπο της Βιβλιοθήκης Γεωργίου Καλαϊσάκη, που απόκειται στο ΙΑΚ).

145 145 Άρα το ποίημα είναι και προπαγανδιστικό, ή καλύτερα ένα ποίημα στρατευμένο, αφού θέλει με επαγωγικό τρόπο να αποδείξει ότι ενώ οι Κρητικοί ξεσηκώθηκαν το '21 και είχαν τόσες επιτυχίες, η Κρήτη δεν απελευθερώθηκε με απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων. Η ποιήτρια δε χρησιμοποίησε γραπτές πηγές, αλληλογραφία ή εκθέσεις μαχών για να συντάξει την ιστορία της. Έγραφε έχοντας οδηγό τα βιώματά της και όσες πληροφορίες συνέλεξε από τους αγωνιστές. Η αφήγηση μερικών μαχών δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε από άλλες πηγές, και απηχεί μάλλον την προφορική μυθοπλασία των Κρητών ή είναι λογοτεχνική επινόηση της ποιήτριας, αφού σε αρκετές ακολουθείται μια σχεδόν τυπική πορεία στην αφήγηση. Φαίνεται ότι η ενασχόλησή της Καμπουροπούλας με την ιστοριογραφία δυσαρέστησε όσους θεώρησαν ότι με την παράληψη των κατορθωμάτων τους θιγόταν η προσωπική τους φιλοτιμία. Απαντώντας στους επικριτές της αναφέρει ότι τα λάθη και οι τυχόν παραλείψεις στην ιστορική συγγραφή της οφείλονται στους πληροφορητές της και όχι σε δική της πρόθεση. Τα Ποιήματα Τραγικά ανήκουν στην μακρά λογοτεχνική παράδοση των έμμετρων υστεροβυζαντινών ιστορικών αφηγήσεων 301, όπου διασταυρώνονται τα ρεύματα της λόγιας και της λαϊκής παράδοσης, η αφήγηση του λογίου χρονογράφου και του αγράμματου ριμαδόρου. Την παράδοση της κρητικής ιστορικής ρίμας η Αντωνούσα την κατέχει καλά 302. Η συνύπαρξη του δημώδους και του λόγιου στοιχείου φαίνεται και στη μεικτή γλώσσα του ποιήματος. Με τα Ποιήματα Τραγικά κυριεύεται ένα κατεξοχήν αντρικό λογοτεχνικό οχυρό, με την έννοια ότι είναι η πρώτη γυναίκα, που καταπιάστηκε με την ιστορική αφήγηση, ασχολία, που από τα χρόνια του Ομήρου ήταν αποκλειστικό προνόμιο των ανδρών. Αυτό θα πρέπει να προσεχθεί ιδιαιτέρως, ότι η Αντωνούσα είναι η πρώτη Ελληνίδα ιστορικός. Τα Απομνημονεύματα του Κ. Κριτοβουλίδη για την επανάσταση στην Κρήτη άργησαν είκοσι χρόνια μέχρι να δουν το φως της δημοσιότητας. Η Αντωνούσα έγραφε χωρίς να έχει μπροστά της μεγάλη συγγραφική παραγωγή με κείμενα του Αγώνα, εκτός από τις ιστορικές ρίμες, και τα έργο του Χριστόφορου Περραιβού, Απομνημονεύματα Πολεμικά, διαφόρων μαχών συγκροτηθεισών μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών κατά τε το Σούλιον και Ανατολικήν Ελλάδαν,(Αθήνα 1836) τον τίτλο του οποίου φαίνεται ότι μιμείται και στους τίτλους των κεφαλαίων της αφήγησής της γράφοντας: Πόλεμος και νίκη των Ελλήνων ή Πόλεμος πρώτος, δεύτερος. 301 Για τις έμμετρες ιστορικές αφηγήσεις βλ. και Άλκης Αγγέλου, Πρώιμες μορφές ιστορικών αφηγήσεων,ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών, τ. Ι, σ και Στέφανος Κακλαμάνης, Άνθιμος (Ακάκιος) Διακρούσης, Ο Κρητικός Πόλεμος,Αθήνα 2008, σ , όπου και εκτενής βιβλιογραφία. 302 Για τα είδη της κρητικής ιστορικής ρίμας και τους τρόπους ανάπτυξης της αφήγησής της βλ. Κωνσταντίνος Φουρναράκης, Ο Χατζημιχάλης Γιάνναρης και το δημοτικό τραγούδι, Εν Χανίοις,τ.2, 2008, σ

146 146 Με την ανάγνωση των στίχων της έχει κανείς την εντύπωση ότι η ποιήτρια υιοθετεί την αντρική ρητορική, την αντρική φωνή στο έργο της. Τον 19ο αιώνα οι γυναίκες καλλιέργησαν λογοτεχνικά είδη, που συνδέονται με τον προσωπικό, εξομολογητικό λόγο, κατεξοχήν, δηλαδή, τη λυρική ποίηση, την επιστολή, το ημερολόγιο, το απομνημόνευμα. Η προτίμηση αυτή απηχεί και τον περιορισμό, που υφίσταται η γυναίκα από το δημόσιο βίο. Η Αντωνούσα ξεπερνά το αυτοβιογραφικό επίπεδο του λόγου και ασχολείται με το είδος της έμμετρης ιστοριογραφίας, δείχνοντας έτσι με το έργο της, προϊόν του γυναικείου πνεύματος εισέρχεται στη δημόσια σφαίρα, ιστορεί τα κοινά και τα εθνικά και όχι τα ιδιωτικά, κατακτά την ιστοριογραφία, ένα κατεξοχήν αντρικό λογοτεχνικό είδος. Η ποιητική εξιστόρησή της δεν προσιδιάζει με το ύφος της γυναικείας γραφής, τη λεπτότητα, το συναισθηματισμό, τη γλυκύτητα, όπως τουλάχιστον φαίνεται να εννοεί τη γυναικεία γραφή στα 1896 ο Ροΐδης 303. Ο λόγος της έχει κάτι το αρρενωπό, τραχύ και σκληρό πολλές φορές, αφού αφηγείται έργα του πολέμου, μάχες ανδρών 304. Στο τέλος των Ποιημάτων Τραγικών υπάρχει ένα στιχούργημα κατ' αλφάβητο, με το οποίο παρακαλεί τη βασίλισσα Αμαλία να θέσει το ζήτημα της Κρήτης στους Δυνατούς της Ευρώπης και να συναινέσει στο νέο απελευθερωτικό κίνημα. Το 1847, στο πρώτο της θεατρικό έργο δημοσιεύει τρεις έμμετρες επιστολές, το πρώτο δείγμα πολιτικού λόγου γραμμένο από Ελληνίδα, οι οποίες απευθύνονται στον Όθωνα, στον τσάρο Νικόλαο Α και στον πρωθυπουργό Ιωάννη Κωλέτη. Οι επιστολές πρέπει να ερμηνευτούν μέσα στα συμφραζόμενα και στους πόθους της εποχής. Είναι μια δημόσια πολιτική πράξη, μια πολιτική παρέμβαση. Το ότι μια γυναίκα, που εκείνη την εποχή δεν έχει πολιτικά δικαιώματα, απευθύνεται σε πρόσωπα που ασκούν εξουσία προτρέποντάς τα να μεσιτεύσουν για την πατρίδα της και να εφαρμόσουν μια επιθετική εξωτερική πολιτική για την απελευθέρωση των αλύτρωτων περιοχών. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί εκτός των άλλων φανερώνει ότι η Καμπουροπούλα είχε συνειδητοποιήσει ότι και οι γυναίκες ήταν ικανές για μια δυναμική παρουσία στη δημόσια σφαίρα. Στην επιστολή προς τον Όθωνα ο λόγος αγγίζει τα όρια της κολακείας και της ρητορικής μεγαλοστομίας, αλλά και της καλυμμένης κριτικής και σκοπό έχει να παρακινήσει το βασιλιά για νέα επαναστατικά κινήματα για την πραγματοποίηση της Μεγάλης Ιδέας. 303 Τας γραφούσας γυναίκας αγαπώμεν υπό τον όρον να μη μετενδύωνται γράφουσαι εις άνδρας, αρκούμεναι εις του φύλου των τα χαρίσματα, την λεπτότητα, την χάριν, την φιλοκαλίαν, την ευαισθησίαν ή και την πονηρίαν. Βλ. Εμμανουήλ Ροΐδης, Άπαντα, τ. Ε', επιμ. Α. Αγγέλου, Αθήνα 1979, σ , το παράθεμα στη σ Σχετικά με τις διαφορές της γυναικείας και της ανδρικής γραφής/ρητορικής και το θεωρητικό πλαίσιο της φεμινιστικής κριτικής βλ. Βαγγέλης Αθανασόπουλος, Οι μάσκες του ρεαλισμού, τ. Α', Αθήνα 2003, σ και Επίσης στο: Λόγος γυναικών, Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου, Κομοτηνή Μαρτίου 2004, Αθήνα 2006, σ

147 147 Αν και Αντωνούσα είχε βραβευθεί από τον Όθωνα με το παράσημο του Αγώνα, προσχώρησε το 1862 στη μυστική αντιοθωνική εταιρεία 305. Μετά την έξωση του Όθωνα δημοσίευσε, στα 1863, τη συλλογή ποιημάτων με τίτλο Η Μνήμη, ωδές για τους πεσόντες και επιζώντες αγωνιστές στην εξέγερση κατά του Όθωνα, στις οποίες επαινούνται και φιλελεύθερες κυρίες, που μετείχαν στο κίνημα. Εντύπωση προκαλεί ότι η ποιήτρια γνώριζε τόσες πολλές λεπτομέρειες για τους πρωταγωνιστές του κινήματος. Είναι έκδηλη, λοιπόν, η έντονη πολιτική της δραστηριότητα και ότι εκείνη την εποχή δεν υπάρχει άλλη γνωστή συγγραφέας με πολιτικό λόγο, θεωρούμε ότι πρέπει να ταυτίσουμε την Καμπουράκη με την ανώνυμη συγγραφέα ενός ημερολογίου για το αντιοθωνικό κίνημα με τίτλο: Η νυξ της 10 προς 11 Οκτωβρίου 1862 εν Αθήναις μεθ' όλων των ουσιωδεστέρων γεγονότων μέχρι της 21 του αυτού μηνός, συνετάχθη παρά της Ελληνίδος Α. Κ. προς γνώσιν των ομογενών και των δύο φύλων. Από νοηματικές και υφολογικές ενδείξεις και τα αρχικά γράμματα Α. Κ, που αντιστοιχούν στα αρχικά του ονόματος Αντωνούσα Καμπουροπούλα, οδηγηθήκαμε στο ασφαλές συμπέρασμα ότι δημιουργός του κειμένου είναι η Καμπουράκη 306. Η συγγραφέας αφηγείται ότι μόλις έμαθε για το κίνημα αποφάσισε μεταμφιεσμένη σε άντρα, ανάλογα έπραξε και η Ελένη Αλταμούρα για να σπουδάσει, να βγει στους δρόμους της Αθήνας για να συμμετάσχει στο κίνημα και να συλλέξει πληροφορίες. Με την απόκρυψη της ταυτότητάς της η Α. Κ. απελευθερώνεται από τη μειονεκτική θέση της γυναίκας και εισέρχεται στον κόσμο των ανδρών. Η συγγραφέας συγκλονίστηκε με όσα έζησε και έγραψε αυτό το πολιτικό κείμενο για να μεταδώσει την εμπειρία της στους αναγνώστες και των δύο φύλων, ιδιαίτερα στις κυρίες, που δεν μπορούσαν να γνωρίσουν, όσα εκείνη βίωσε κρυμμένη κάτω από τα αντρικά ενδύματα. Με συνέπεια δηλώνει η Καμπουράκη την παρουσία της στο χώρο του θεάτρου, χώρο κατεξοχήν δημόσιο και γι' αυτό αποκλεισμένο από τη γυναικεία παρουσία με τρεις πεντάπρακτες πατριωτικές τραγωδίες 307. Στα 1846, ανέβηκε στη Σύρο ο Γεώργιος Παπαδάκης και δημοσιεύτηκε το Πριν πεθάνει, το 1875, δημοσίευσε το δράμα Η έξοδος του Μεσολογγίου. 305 * Γεώργιος Παπαδάκης, τραγωδία εις πράξεις πέντε διηρημένη. Ποίημα της Αντωνούσης Ι. Καμπουροπούλας εκ Χανίων της Κρήτης, Εν Αθήναις, εκ του τυπογραφείου Κ. Αντωνιάδου, Η φράση, για παράδειγμα, Η Συμπολίτις σας Α. Κ. στο τέλος του βιβλίου Η νύξ[...] μπορεί να συσχετιστεί με τη φράση Η ελαχίστη Συμπολίτις σας Αντωνούσα Ι. Καμπουροπούλα του βιβλίου H Μνήμη. 307 Για το ελληνικό πατριωτικό δράμα έχει μιλήσει τεκμηριωμένα και εύστοχα ο Β. Πούχνερ σε πολλές μελέτες του. Βλ. κυρίως Β. Πούχνερ, Γυναικεία δραματουργία στα χρόνια της επανάστασης, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα Βλ. και Σοφία Ντενίση, Ευανθία Καΐρη, Αντωνούσα Καμπουράκη, Μαρία Μηχανίδου: διαφορετικές εκφάνσεις του πατριωτικού ιδεώδους στο δραματουργικό έργο τριών γυναικών δημιουργών του 19ου αιώνα, Ο Ελληνισμός στον 19ο αιώνα, Καστανιώτης, Αθήνα 2006, σ Παρατηρήσεις για το δράμα Γεώργιος Παπαδάκης διατύπωσε πρώτη η Dora d' Istria, χαρακτηρίζοντας τον κεντρικό ήρωα un soldat patriote ό.π., σ

148 148 Σ' αυτό παρουσιάζεται η Τασούλα Σκαρλάτου, που ακολουθούσε το ελληνικό στρατόπεδο σε όλους τους κινδύνους και θαυμαζόταν από όλους για το μεγάλο ενθουσιασμό και τον ακράτητο ηρωισμό της εκφράζοντας έτσι τη θαυμαστή ισοζυγία δυνάμεων μεταξύ αντρών και γυναικών. Μια σημαντική ποιητική συλλογή της Aντωνούσας Kαμπουράκη δημοσιεύεται στην Aθήνα και έχει τίτλο, H μνήμη ήτοι τα συμβάντα της Nαυπλιακής και Oκτωβριανής επαναστάσεως 308, και επικεντρώνεται στα θλιβερά γεγονότα που οδήγησαν στην έξωστη του Όθωνα. Είναι μια ποιητική συλλογή, που αποτελείται από έναν πρόλογο και έντεκα ανισομεγέθη ποιήματα διαφορετικού περιεχομένου. Από αυτά θα αναφερθούμε στα εκτενή ποιήματα που έχουν δώσει και τον τίτλο της συλλογής. Το πρώτο από τα ποιήματα αυτά με τον τίτλο «Τα καθέκαστα και περί των φονευθέντων επαναστατών», είναι σαν προσκλητήριο νεκρών ανά τόπο αντιοθωνικής εξέγερσης, με αναφορές σε μάχες που έγιναν σε συγκεκριμένους τόπους (Ναύπλιο και Κυκλάδες κυρίως) και σε συγκεκριμένες ημερομηνίες 309. Το δεύτερο, «Περί των επιζησάντων πρωτουργών ηρώων της Επαναστάσεως του 1862», είναι, αντίστοιχα, ένα προσκλητήριο, ζωντανών αυτή τη φορά. Πολύ εκτενέστερο από το προηγούμενο, όχι μόνο μνημονεύει πάρα πολλούς από αυτούς που εναντιώθηκαν στον Όθωνα ανά την Ελλάδα, αλλά ασκεί σκληρή κριτική στη διακυβέρνησή του. Η Καμπουράκη εξηγεί πως τον αρχικό ενθουσιασμό για την έλευσή του, αντικατέστησε η αντίδραση του κόσμου λόγω των «παράνομων νόμων» του, της νέκρωσης του εμπορίου και της βιομηχανίας και της συνεπακόλουθης ανεργίας που σήμαινε φτώχια για το λαό 310. Η έξωσή του αποτελούσε τη μοναδική λύση. Στο ποίημα μεταξύ των άλλων ηρώων της εξέγερσης κατά του Όθωνα αναφέρει και την ηρωίδα του Ναυπλίου Καλλιόπη Παπαλεξοπούλου, στην οποία αφιερώνει μεγάλο αριθμό στίχων, αλλά και τη Φωτεινή Μαυρομιχάλη, η οποία πρέπει να είχε εξοριστεί επί Όθωνος, καθώς και την κυρία «Τοσίτζα» ως ευεργέτιδα του έθνους 311. Το τρίτο εκτενές ποίημα, «Φωνή της ψυχής μου, προς την άτυχη πατρίδα μου Κρήτη», είναι και αυτό ένα προσκλητήριο, Κρητών, αυτή τη φορά, τους οποίους προτρέπει να αφήσουν την προσωπική τους ευημερία και ν ασχοληθουν με την απελευθέρωση της Κρήτης. Κι ενώ για άλλη μια φορά τονίζει πως «Σ όλους τους πεπαιδευμένους δεν μπορώ να ομιλήσω /Η αμάθεια με κάμνει το κονδύλι να πετάξω/ και συγγνώμην να ζητήσω», δεν πετά καθόλου το κονδύλι, αλλά αντίθετα τους ζητά να οργανωθούν και να ελευθερώσουν την Κρήτη. 308 H μνήμη ήτοι τα συμβάντα της Nαυπλιακής και Oκτωβριανής επαναστάσεως, ποίημα της Aντωνούσης I. Kαμπουροπούλου εκ Xανίων της Kρήτης, Eν Aθήναις, Tύποις "H φιλόμουσος λέσχη", Γκίνης/Μέξας Αποτελείται από 156 στίχους και καταλαμβάνει τις σελίδες της συλλογής. 310 Kαμπουροπούλου, H μνήμη, Kαμπουροπούλου, H μνήμη,

149 149 Τώρα ας αναλυθεί το ηρωικό της δράμα Η Λάμπρω 312. Η Καμπουροπούλα δε δημοσίευσε κάποιο αυτοβιογραφικό κείμενο. Το εντυπωσιακό είναι ότι η ηρωίδα του εν λόγω δράματος αποτελεί ολοφάνερα μια λογοτεχνική περσόνα της συγγραφέως. Δεν θα ήταν δύσκολο, όσοι γνώριζαν τη ζωή της, να ταυτίσουν την Αντωνούσα με την ηρωίδα του δράματος, τη Λάμπρω 313. Και η Λάμπρω κατέφυγε πρόσφυγας στην Ερμούπολη της Σύρου, αφού έχασε τους περισσότερους συγγενείς της στην κρητική επανάσταση και στη Σύρο ερωτεύτηκε το Φλώρο. Ένα άλλο πρόσωπο του δράματος, η Αντώ (Αντωνούσα), φίλη της Λάμπρως, απηχεί τη φωνή της λογικής, στην ευαίσθητη προσωπικότητα της ποιήτριας. Ο Φλώρος θα ειπωθεί στην έρευνα ότι είναι η λογοτεχνική περσόνα του δεύτερου συζύγου της, του Εμμανουήλ Ζαραχάνη. Η ποιήτρια ασκεί κοινωνική κριτική, ιδιαίτερα όσον αφορά το γάμο ανθρώπων από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, γιατί πιθανότατα και η ίδια ως φτωχή πρόσφυγας θα συνάντησε δυσκολίες μέχρι να γίνει αποδεκτή η σχέση της με το δεύτερο σύζυγό της. Ο Φλώρος και η Λάμπρω, αν και Έλληνες, χαρακτηρίζονται ξένοι, γιατί ήταν ετερόχθονες. Ο Αλέξανδρος,αδελφός της Λάμπρως, έχει όλα τα χαρακτηριστικά του αδελφού της Αντωνούσας, Γεωργίου: αγωνιστής του 1821, που κατόρθωσε να ξεφύγει από τους Τούρκους και εγκαταστάθηκε στο ελεύθερο ελληνικό κράτος. Η επιθυμία της Λάμπρως να ντυθεί αντρικά για να συμμετέχει στις μάχες της κρητικής επανάστασης απηχεί την επιθυμία της ίδιας της ποιήτριας. Το αυτοδιηγητικό δράμα της, δεν πρέπει να διαβαστεί, βέβαια, ως αυτοβιογραφία, αφού εμπεριέχει και τη μυθοπλασία 314. Η ηρωίδα από ένα σημείο και έπειτα ακολουθεί τον αυτόνομο δρόμο των λογοτεχνικών ηρώων, την πορεία όχι της πραγματικής ζωής, αλλά την πορεία της δραματικής ποίησης, για να εκφράσει το βαθύτερο και καθολικότερο νόημα με το παράδειγμα ηθικοτάτου έρωτος, και γι' αυτό στο τέλος σκοτώνεται στο πεδίο της μάχης. Το δράμα στο σύνολό του αποτελεί και μια ρομαντική ανάγνωση του Ερωτόκριτου 315, δείχνοντας πώς το αριστούργημα της κρητικής λογοτεχνίας επέδρασε ευεργετικά ως μορφή και περιεχόμενο στη γραφή μιας Κρητικιάς του 19ου 312 Η Λάμπρω διαφοροποιείται από τα υπόλοιπα πατριωτικά δράματα της συγγραφέως. Στο πλαίσιο αυτό η ποιήτρια θίγει και κοινωνικά ζητήματα της εποχής της, χωρίς βέβαια να καταφεύγει σε μια μονομερή κοινωνική ανάλυση, μετατρέποντας το έργο σε ένα αστικό -κοινωνικό δράμα. 313 Λάμπρω-Ανάλυση. 314 Πρβλ.τα αυτοβιογραφικά στοιχεία στα διηγήματα του Παπαδιαμάντη. Βλ. Α. Παπαδιαμάντης Αυτοβιογραφούμενος, επιμέλεια Π. Μουλλάς, Αθήνα 1981 και Γ. Φαρίνου- Μαλαματάρη, Αφηγηματικές τεχνικές στον Παπαδιαμάντη , Αθήνα 1987, σ Ως ρομαντικό μυθιστόρημα διάβαζε και ο Ροΐδης τον Ερωτόκριτο, όταν έγραφε στην Πάπισσα Ιωάννα : Και μη νομίσης, αναγνώστα, ότι Ερωτόκριτός τις, σούτσειος ήρως ή άλλο τοιούτον δίποδον του ρωμαντικού θηριοτροφείου είχε καταντήσει ο καλός Φρουμέντιος. Βλ. Εμμ. Ροΐδης, Άπαντα, τ. Α, επιμ. Α. Αγγέλου, Αθήνα 1978, σ Από τα έργα της εποχής του ελληνικού ρομαντισμού η Αντωνούσα φαίνεται ότι γνωρίζει τα ποιήματα Άννα και Φλώρος ή ο πύργος της Πέτρας (1855), Χίος Δούλη (1858) και Άγιος Μηνάς (1860) του Θ. Ορφανίδη, από τα οποία αντλεί και πληροφορίες για τη σφαγή της Χίου.

150 150 αιώνα, ομότεχνης του Κορνάρου. Αν ο Ερωτόκριτος είναι η μυθιστορία του έρωτα δύο νέων, η Λάμπρω είναι το δράμα της αγάπης για την πατρίδα, τον αδελφό και τον αγαπημένο/η. Πατριδολατρία, αδελφική αγάπη και έρωτας είναι οι τρεις ιδεολογικοί άξονες του δράματος. Η έννοια της μεταβολής της τύχης, που κινεί την πλοκή του Ερωτόκριτου, κινεί δραματουργικά και την υπόθεση της Λάμπρως, αφού οι ήρωες μεταπίπτουν από τη δυστυχία στην ευτυχία και αντίστροφα. Οι ωραίοι στίχοι της Καμπουροπούλας απηχούν μεταπλασμένη την ιδέα του Κορνάρου: Του κόσμου δε τα πράγματα καμμιά φορά γυρίζουν, άλλους σηκώνουν υψηλά κι άλλους βαθειά βυθίζουν (σ. 29) Ήξευρε πως οι ουρανοί ό,τι αποφασίσουν, τα πάντα, καίτοι δύσκολα, ευκόλως τα γυρίζουν. (σ. 56). Η υπόθεση της τραγωδίας έχει ως εξής: Ένα εφιαλτικό όνειρο απελπίζει μια κρητικιά προσφυγοπούλα, τη Λάμπρω, που παραλογίζεται και θέλει να αυτοκτονήσει, γιατί νομίζει ότι ο αδελφός της Αλέξανδρος, που πολεμά στην Κρήτη, έχει σκοτωθεί. Στην Ερμούπολη φτάνει ένας συναγωνιστής του φέρνοντας την είδηση ότι ο αδελφός της συνελήφθη από τους Τούρκους και φυλακίστηκε στο Φιρκά των Χανίων. Στο άκουσμα αυτής της είδησης η ηρωίδα θρηνεί και επιδιώκει το θάνατο. Ένας γενναίος και ευγενής νέος, ο Φλώρος, σπεύδει να τη βοηθήσει. Μαζί με τον φίλο του Λεωνίδα θα μεταβούν στα Χανιά για να απελευθερώσουν τον Αλέξανδρο. Όμως μια μέρα μετά την αναχώρηση τους, ο Λεωνίδας επιστρέφει στην Ερμούπολη, φέρνοντας μια είδηση, που ανατρέπει ευχάριστα την εξέλιξη της ιστορίας: Ο αδελφός της Λάμπρως είναι ζωντανός. Αφού δραπέτευσε από τη φυλακή, πήρε μια βάρκα με τους συντρόφους για να φτάσει στην ελεύθερη Ελλάδα. Έπειτα από μια μεγάλη περιπέτεια στο Αιγαίο, σώθηκε με τη βοήθεια του Φλώρου, έξω από το λιμάνι της Νάξου. Η ιπποτική πράξη του Φλώρου κάνει ν' ανθίσει στην καρδιά της Λάμπρως ο έρωτας. Η θεία και η φίλη της προσπαθούν να αποτρέψουν τον έρωτα της ορφανής για τον πλούσιο νέο. Ο Φλώρος φτάνει στη Σύρο και εξομολογείται τον έρωτά του στη Λάμπρω και οι δύο νέοι δίνουν όρκο αιώνιας αγάπης. Όμως, μια νέα μεταβολή της τύχης περιμένει το ζευγάρι ο πατέρας του Φλώρου θέλει να παντρέψει το γιο του με την Ευανθία, την κόρη του ευεργέτη του, ο οποίος είχε σκοτωθεί στη σφαγή της Χίου. Ο γιος αρνείται το συνοικέσιο, γιατί η καρδιά του πια ανήκε στη Λάμπρω, αλλά ο πατέρας του δεν μεταπείθεται. Απελπισμένος ο γιος αποπειράται ν' αυτοκτονήσει, αλλά τον σώζει ο Λεωνίδας λέγοντάς του ότι πρέπει να ζήσει για χάρη της πατρίδας. Πριν αναχωρήσει για τον πόλεμο, ο Φλώρος συναντά τη Λάμπρω και λυπημένος της ανακοινώνει την άδικη θέληση του πατέρα του. Η Λάμπρω προτρέπει τον αγαπημένο της να υπακούσει στο γονέα του. Ο Φλώρος της γράφει μια επιστολή για να συναντηθούν ξανά, προτού αναχωρήσει το πλοίο για την εκστρατεία και στέλνει τον υπηρέτη του να της την παραδώσει. Ο

151 151 υπηρέτης όμως δίνει το γράμμα στον πατέρα του Φλώρου, ο οποίος για να διαλύσει τον έρωτα των δύο νέων σχεδιάζει ο υπηρέτης να μεταφέρει ένα ψεύτικο μήνυμα, ότι τάχα η Λάμπρω δεν θέλει να ξαναδεί τον Φλώρο. Μόλις ο Φλώρος μαθαίνει την άρνηση της κόρης αποπειράται ν' αυτοκτονήσει, αλλά τον σώζει ο Αλέξανδρος. Μετά από αυτά ο πατέρας του για να μη χάσει το μοναχοπαίδι του, δίνει την ευχή του για το γάμο του γιου του. Ο Φλώρος περιχαρής συναντά τη Λάμπρω και της ανακοινώνει την απόφαση του πατέρα του και ότι θα την παντρευτεί, αφού γυρίσει από τον πόλεμο. Η ηρωίδα για να μην αποχωριστεί τον αγαπημένο της στη διάρκεια του πολέμου, ντύνεται σαν άντρας και τον ακολουθεί, χωρίς αυτός να το γνωρίζει 316. Σε μια μάχη έβαλε το σώμα της σαν ασπίδα για να τον προστατεύσει και ένα βόλι εχθρικό την πλήγωσε θανάσιμα στο στήθος. Η Λάμπρω 317 τονίζει τη σημαντική παρουσία των γυναικών στην πορεία διαμόρφωσης του ιστορικού γίγνεσθαι και κάνει πράξη την ιδέα της Ευανθίας Καΐρη να αναδειχτεί η εθνική δράση των γυναικών ως ισάξια με των ανδρών 318. Το δράμα έχει ενδιαφέρουσα θεατρική πλοκή και αν ανέβει στη σκηνή, θα συγκινήσει και το σύγχρονο θεατή. Η Ευανθία Καΐρη δικαίως έχει χαρακτηριστεί ως η πρώτη Ελληνίδα λογία. Λέγεται ότι ο Νικήρατός της στάθηκε το πρότυπο για τα πατριωτικά δράματα της Καμπουράκη 319. Όμως, αν και η Ευανθία διέθετε εξαιρετική μόρφωση, παρέμεινε κάτω από τη βαριά σκιά του αδελφού της, συνεσταλμένη και σεμνή, χωρίς ν' ανοίξει τα φτερά της προς την κοινωνική ζωή. Η πρωτότυπη παρουσία της στα γράμματα αρχίζει και σταματά με τον Νικήρατο, που δημοσίευσε ανωνύμως. Η προσωπικότητα της Αντωνούσας ήταν εντελώς διαφορετική. Ανεξάρτητη και φιλελεύθερη, βγήκε στην κοινωνία, μπόρεσε να σταθεί στα πόδια της μόνη της και να συνομιλήσει επί ίσοις όροις με τους άντρες. Το μήνυμα για την ισότητα των δύο φύλων δεν υπάρχει στην Καΐρη. Ή περιήγηση συνεχίζεται στην κρητική γυναικεία λογοτεχνική παρουσία και επικεντρώνεται στην περίπτωση της Αρτεμισίας Λανδράκη Ντόκου. Η Αρτεμισία 316 Η μεταμφίεση της Λάμπρως πρέπει να συσχετιστεί με τη μεταμφίεση της Α. Κ. στο βιβλίο Η νυξ της 10 προς 11 Οκτωβρίου 1862[...]. Η μεταμφίεση των γυναικών σε άντρες και η συμμετοχή τους στον πόλεμο, δεν είναι μόνο κοινός λογοτεχνικός τόπος, αλλά και μια ιστορική πραγματικότητα. Αναφέρω μόνο τις περιπτώσεις δύο γυναικών από την Κρήτη που ντύθηκαν αντρικά και πολέμησαν γενναία, της Κριτσοτοπούλας το 1821 και της συνονόματης της Καμπουράκη, Αντωνούσας Καστανάκη ή Καστανοπούλας στην επανάσταση του Για το ρόλο των μεταμφιέσεων στη λογοτεχνία βλ. Μαίρη Μικέ, Μεταμφιέσεις στην Νεοελληνική Πεζογραφία (19ος- 20ος αιώνας), Αθήνα Λάμπρω, Τραγωδία εις πράξεις πέντε, ποίημα της Αντωνούσης Ι. Καμπουροπούλας εκ Χανίων της Κρήτης, Εν Μεσολογγίω, τυπ. Ελληνικών Χρονικών, Έπρεπεν, ίσως, φίλαι μου, αντί να σας προσφέρω αλλογενών ιστορίας, να σας διηγηθώ Ελληνίδων γυναικών τας ζωάς. Ηξεύρω ότι το γένος μας ευτήχησε να γεννήση όχι μόνον μεγάλους άνδρας, αλλά και νεάνιδας, και γυναίκας, θαυμαστάς εις την αρετήν και ενδόξους εις την παιδείαν [...]. Βλ. στο Ι. Ν. Βουίλλος, Συμβουλαί προς την θυγατέραν μου, μετάφρασις Ε. Ν. η εξ Άνδρου, εν τω τυπογραφείω της των Κυδωνιών Σχολής, 1820, σ. η. 319 Μνήμη, ήτοι τα συμβάντα της Ναυπλιακής και Οκτωβριανής Επαναστάσεως, ποίημα της Αντωνούσης Ι. Καμπουροπούλου εκ Χανίων της Κρήτης, εν Αθήναις, τύποις Η Φιλόμουσος Λέσχη, 1863.

152 152 Λανδράκη Ντόκου ανήκει στις γυναικείες μορφές που διακρίθηκαν και πρόσφεραν πολλά στην κοινωνία του καιρού τους. «Ηταν θυγατέρα του διδασκάλου Ιωάννου Ν. Λανδράκη. Γεννήθηκε στα Χανιά γύρω στο 1880 και πέθανε στην Αθήνα το 1956, που σπούδασε και πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής της. Αριστούχος διδασκάλισσα και λογία, η αξιολογώτερη της εποχής της στην Κρήτη, μετέδωσε τη φλόγα των γραμμάτων και της μάθησης στους συμπατριώτες της και ανέπτυξε μεγάλη κοινωνική και εθνική δραστηριότητα». Ποιήτρια, πεζογράφος, θεατρική συγγραφέας, εκδότρια και συνεκδότρια περιοδικών άφησε αξιόλογο συγγραφικό έργο. Το τρίπρακτο σατιρόδραμα της με τίτλο Εμείς οι Φιλάνθρωποι «διδάχθηκε από σκηνής» το 1923 από τον Αιμ. Βεάκη. Εξέδωσε στις 15 Ιανουαρίου 1902, το πρώτο γυναικείο περιοδικό με τον τίτλο Σπινθήρ. Ο Σπινθήρ υπήρξε πολύ αξιόλογο περιοδικό με συνεργάτες μεγάλα ονόματα της επιστήμης και της λογοτεχνίας, όπως οι Γ. Μιστριώτης, Δημ. Αιγινήτης, Ιωσήφ Χατζιδάκης, Νικ. Σαρίπολος, Καλλιρρόη Παρρέν, Ζαχαρίας Παπαντωνίου, Πολύβιος Δημητρασκόπουλος, Κωστής Παλαμάς και άλλοι. Λίγα χρόνια πριν από την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, το 1911, δημοσίευσε στο περιοδικό Κρητικός Αστήρ, στο οποίο αργότερα έγινε συνιδιοκτήτης, το ποίημα «ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 1910 με το οποίο εκφράζει το παράπονό της επειδή οι ξένοι αρνούνταν να ικανοποιήσουν τον δίκαιο πόθο των Κρητικών, την Ένωση: «Λυπημένα Χριστούγεννα! Της Βηθλεέμ το αστέρι, θ ανατείλει περίλυπο στα δικά μας τα μέρη, Να φωτίσει μια γέννηση ιερά μα κι αγρία, Απ της Κρήτης τες φάραγγες θα προβάλ η ΘΥΣΙΑ! 320 Χρόνια τώρα κρυβότανε παγερή νεκρωμένη, στων ηρώων τα μνήματα, στα ερείπια θαμμένη, Κι από πάνω της σκόρπιζε με κρυφή περηφάνεια, η Ελλάδα η μάννα μας νικηφόρα στεφάνια. Μα τα χρόνια διαβήκανε κι οι μεγάλοι Ισχυροί μας, που κρατούνε στα χέρια των τη ζωή τη δική μας, πνίγουν τ άγιο δίκηο μας και καρδιά και συνείδησι, και μας στέλλουν στη νότα των την πειό απάνθρωπη είδησι!». Παλιά ιστορία, δηλαδή, που επαναλαμβάνεται και στις μέρες μας. Στα πολλά και αξιόλογα κείμενά της η Λανδράκη έθιξε μεγάλα και σημαντικά θέματα 320 Η γυναικεία εκδοτική δραστηριότητα : περιοδικά λόγου και τέχνης : η περίπτωση της Αρτεμισίας Λανδράκη και της Κορνηλίας Πρεβεζιώτου / Πέρσα Αποστολή. Περιοδικά Σπινθήρ και Κρητικός Αστήρ και Βοσπορίς.

153 153 του καιρού της. Και κοινωνικά και ιστορικά και εθνικά. Παραπονείται που οι Κρητικοί δεν ύψωσαν ακόμη το «Κρητικόν Ηρώον». Σ ένα ποίημά της γράφει: «Εχάθηκ ένα μάρμαρο /εχάθη ένα λιθάρι Για κείνους που μας έδωσαν /της λευθεριάς τη χάρη; Στήσετ αυτό το μάρμαρο/ το κάτασπρο λιθάρι Για κείνους που μας έδωσαν/ της λευθεριάς τη χάρη». Πιστεύει στην αξία που έχει η μόρφωση για τη γυναίκα τονίζοντας ότι η μορφωμένη γυναίκα μπορεί να γίνει μορφώτρια ολόκληρης της κοινωνίας Η μορφωμένη κόρη αποτελεί για την οικογένειά της «ζωογόνον ακτίνα και ηθικόν έρεισμα» καθώς και «μέλος ευυπόληπτον και στόλισμα αληθές της κοινωνίας εν η ζη», η μορφωμένη σύζυγος «ανταλλάσσουσα τας σκέψεις και ιδέας της μετά του συζύγου της μετριάζει τας δυσαρέστους εντυπώσεις του, τον ανακουφίζει» και η μορφωμένη μητέρα «διαπαιδαγωγεί σωστά τα τέκνα της». Δεν είναι των άκρων και δεν υψώνει τη σημαία της χειραφέτησης. Χαρακτηριστικά γράφει: «Αι αξιώσεις ημών δεν μετέχουσιν εγωισμού, ούτε αποβλέπουσι εις την ανατροπήν φυσικών θεσμών ή την πολυθρύλητον χειραφέτησιν υπό την ευρείαν αυτής έννοιαν». Απλά ζητά η γυναίκα να εργαστεί στην κοινωνία και να μην ασχολείται «από της παιδικής της ηλικίας» μόνο με την κατασκευή κεντημάτων. Στο περιοδικό Κρητικός Αστήρ του οποίου, όπως είπαμε παραπάνω, έγινε συνιδιοκτήτης, δημοσίευσε ποικίλα κείμενα, ποιητικά, ιστορικά, κοινωνικά, κριτικές γενικότερου ενδιαφέροντος, μέσα από τα οποία φαίνεται όχι μόνον η ευαισθησία αλλά και η ευρύτητα των ενδιαφερόντων της. Παραθέτουμε ένα ωραίο ποίημά της που δείχνει αυτήν την ευαισθησία: Η ΕΙΚΟΝΑ ΣΟΥ Μου έδωκες τη ζηλευτήν εικόνα σου Στον τοίχο κει ψηλά να την κρεμάσω Να την κυττάζω βράδυ και πρωί Γιατί φοβάσαι μήπως σε ξεχάσω. Μα εγώ μέσα στα βάθη της ψυχής Έχω για σένα εκκλησία χτισμένη Κι εκεί τη λατρευτήν εικόνα σου Την έχω για στολίδι κρεμασμένη. Και κάθε που μεγάλη και τρελλή γιορτή Νοιώθω πως έχει η φτωχή καρδιά μου Στολίζω με στεφάνι την εικόνα σου Πλεγμένο από τα αισθήματά μου.» Το 1902 η Λανδράκη ακολουθώντας το παράδειγμα γυναικών που υπήρξαν εκδότριες εφημερίδων και περιοδικών Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου,Κορνηλία

154 154 Πρεβεζιώτου, Άννα Σερρουΐου και Καλλιρόη Σιγανού Παρρέν από το Ρέθυμνο αποφασίζει την έκδοση περιοδικού 321. Το έντυπο εκδίδεται για ένα χρόνο επειδή οικονομικές δυσχέρειες δεν επιτρέπουν τη συνέχισή του. Βέβαια, το περιοδικό, καίτοι εκδίδεται από γυναίκα, δεν υπηρετεί την υπόθεση της χειραφεσίας, δηλαδή το φεμινιστικό κίνημα και απηχεί περισσότερο συντηρητικές τάσεις. Επιπλέον πολιτικά φαίνεται να στηρίζει τον Ύπατο Αρμοστή εφόσον αφιερώνεται σε αυτόν (Εις την Α. Υψηλότητα τον πρίγκηπα Γεώργιον της Ελλάδος Ύπατον Αρμοστήν εν Κρήτη). Ωστόσο, είναι μια κίνηση τολμηρή παρότι τα Χανιά του 1902 είναι η πρωτεύουσα της Κρητικής Πολιτείας η οποία μάλιστα βρίσκεται σε μια φάση δημιουργικής ακμής. Στην περίπτωση της Λανδράκη μας ενδιαφέρουν τα ποιητικά κείμενα που δημοσίευσε στο έντυπό της. Πρόκειται για συνολικά επτά ποιήματα που κινούνται μέσα στα συμβατικά πλαίσια της ποιητικής της εποχής χωρίς ιδιαίτερες λογοτεχνικές αξιώσεις. Δεν διακρίνονται για την εκφραστική τους δύναμη και για την τεχνική τους αρτιότητα αλλά στοχεύουν στην έκφραση του συναισθήματος, όπως εξάλλου σχεδόν το σύνολο των ποιητριών της εποχής. Το ποίημα «Εις τον χρόνον μάλιστα φέρει έντονη την επιρροή της θεματικής και ρητορικής του ρομαντισμού παρά την γλωσσική απλοποίηση. Το «Εχάθηκ ένα μάρμαρο;» και τα «Τα «Λευκά όρη» είναι εμπνευσμένα από την ιστορική συγκυρία το πρώτο και την κρητική φύση το άλλο αποπνέουν τον πατριωτισμό της ποιήτριας. Η παιδεία της Λανδράκη προφανώς της επέτρεπε να στιχουργεί ικανοποιητικά αλλά είναι βέβαιο ότι δεν επιδίωκε συστηματική ενασχόληση με την ποίηση και μάλλον επιθυμούσε μόνο να εμπλουτίσει την ύλη του περιοδικού της. Ωστόσο έχει ενδιαφέρον ότι η Λανδράκη επιχειρεί να προβάλλει ποίηση γυναικών δημοσιεύοντας ποιήματά τους ενώ σε ένα τεύχος η επιχειρείται κριτική της ποιητικής συλλογής της Ιωάννας Λιβαθηνού, ποιήτριας από την Πάτρα. Ενδεχομένως η επιλογή της Λιβαθηνού να έγινε και με κριτήριο την καταγωγή και διαμονή της στην επαρχία. Οι ποιήτριες που επιλέγει να δημοσιεύσει είναι μάλλον γνωστές, ιδίως η Μαρίκα Πίπιζα Μαντζούνη ή Καρακάση που αν και δεν κατάγεται από την Κρήτη θα την αναφέρουμε παρακάτω για την φιλοκρητική ποίησή της. Είναι αξιοπερίεργο που η Λανδράκη δεν απευθύνθηκε σε ντόπιες ποιήτριες, όσες υπήρχαν αλλά προτίμησε την δημοσίευση γνωστών και από τα αθηναϊκά έντυπα ποιητριών (Πίπιζα, Σβορώνου). Να υποθέσουμε ότι δεν τις γνώριζε ή ότι οι ίδιες δεν δημοσιοποιούσαν 321 Πέρσα Αποστολή, «Η γυναικεία εκδοτική δραστηριότητα (περιοδικά λόγου και τέχνης ): η περίπτωση της Αρτεμισίας Λανδράκη και της Κορνηλίας Πρεβεζιώτου». Σελ

155 155 την ποίησή τους; Πάντως γυναίκες συνεργάτιδες της εφημερίδας συνεργάζονται επίσης με το αθηναϊκό περιοδικό Οικογένεια, των ίδιων αντιλήψεων σχετικά με το θέμα της χειραφεσίας. Κλέινοντας κάποιος την περιδιάβαση στη γυναικεία κρητική λογοτεχνία ας ασχοληθεί με την περίπτωση της Αντωνούσας Καστανάκη 322. Γεννήθηκε στην Κερά Κισάμου το 1844, στα μαύρα χρόνια της τούρκικης σκλαβιάς. Κοπελοπούλα 22 χρονών το 1866, τη χρονιά δηλαδή που κάηκε το Αρκάδι, έζησε στα βαθύτερα του είναι της την αδικία και την καταπίεση που βίωναν οι Κρητικοί περισσότερο από δυο αιώνες. Ενας Τούρκος αξιωματούχος, ο Μουσά Δερβίσης ζήτησε από τον πατέρα της ένα βόδι για τους Τούρκους του Καστελιού. Αν αρνηθείς και δεν το φέρεις στο Καστέλι την ώρα που σου είπαμε, θα ρθούμε στο χωριό και θα σφάξομε κι εσένα και τα κοπέλια σου! του είπαν. Η Αντωνούσα καθώς το άκουσε από τον πολυπικραμένο πατέρα της, αντέδρασε με ιδιαίτερα ασυνήθιστο τρόπο. Δεν θα πας κανένα βόδι στο Καστέλι. Θα πάρεις την οικογένειά μας και τα ζώα που έχομε και θα πας στα Εννιά Χωριά. Εκεί δεν κινδυνεύετε. Εγώ θα μείνω στο σπίτι και θα λογαριαστώ με τον Τούρκο! Με την επιμονή της, ο Καστανοκωσταντής, πείστηκε κι έπραξε όπως του είπε η κόρη του. Την επομένη,αφού κανένα ζώο δεν έφτασε στο Καστέλι, ο Μουσά Δερβίσης πήγε στην Κερά, έφτασε στο σπίτι βρήκε την πόρτα κλειστή και άρχισε να φωνάζει. Η Αντωνούσα που τον περίμενε οπλισμένη πάνω σε μια συκιά, μόλις τον είδε μπροστά στην πόρτα τους και άκουσε τις φωνές του, τον πυροβόλησε, μα αστόχησε. Ο Τούρκος πέφτοντας κάτω έβγαλε την πιστόλα του,πυροβόλησε την Αντωνούσα μα αστόχησε κι αυτός Την ίδια στιγμή η γενναία κρητικοπούλα,με σβελτάδα αγριμιού, πηδά από τη συκιά, αρπάζει το γιαταγάνι του Μουσά, του κόβει το κεφάλι, του παίρνει όλα τα άρματα και φεύγει για το βουνό. Είναι μια κουβέντα να πεις «του κόβει το κεφάλι, του παίρνει τ άρματα και φεύγει για το βουνό». Πού βρήκε τη δύναμη η 22χρονη Κρητικοπούλα να εκδικηθεί για όσα δεν μπορούσε ίσαμε τότε να εκφράσει; Το γυναικείο χέρι της ήξερε μόνο τα νοικοκεράτα του σπιτιού και κάποιες γεωργικές εργασίες, όπως όλες οι γυναίκες του καιρού της. Πώς ξαρμάτωσε έναν εκπαιδευμένο στρατιώτη κι έγινε ο νέος Δαβίδ απέναντι στο σιδερόφραχτο Γολιάθ; Ας την παρακολουθήσομε, μέσα από τις σελίδες της ιστορίας: Ενώνεται με τους επαναστάτες, μάχεται ηρωικά στο πλευρό τους,καταδιώκεται από τους Τούρκους μα μένει ασύλληπτη. Ντύνεται με την παραδοσιακή κρητική στολή των αντρών που δεν την ξανάβγαλε ποτέ- και κοντά στους αρχηγούς της εποχής, τον 322 Αντωνούσα Καστανάκη, Βιογραφία, περιοδικό Διαβάζω τεύχος 22 σελ

156 156 Κωνσταντουλάκη, τον Σκαλίδη, τον Καρτσώνη, αγωνίζεται ισάξια με τους μπαρουτοκαπνισμένους πολεμιστές προκαλώντας τον δίκαιο θαυμασμό τους. Γίνεται παράδειγμα για άλλες Κρητικοπούλες, που θέλησαν να την μιμηθούν, όπως οι 50 Λακκιώτισσες που όπως αναφέρει ο Παντελής Πρεβελάκης. «τις έτρωγε, το σύζηλο που χεν ακουστεί στον πόλεμο μια Κισαμίτισσα από την Κερά, Αντωνούσα με τ όνομα, πού χε ντουφέκι με τον Τούρκο από την αρχή του Σηκωμού». Η δράση της προκαλεί χαρά και ικανοποίηση στους Χριστιανούς και φόβο στους Τούρκους. Παίρνει μέρος σε πολλές μάχες από το 1866 μέχρι το 1879 και παντού αριστεύει. Χαρακτηριστικά στην Ιστορία της Κισάμου επί τουρκοκρατίας αναγράφεται για τη μάχη Λουσακιών Συρικαρίου και Δραπανιά: «Εκ των Τούρκων, αι εκ Καστελίου διαφυγούσαι αργότερον πληροφορίαι, ανεβίβαζον τους εκ της μάχης νεκρούς και τραυματίας εις τριάκοντα πέντε. Κατά τη μάχην ταύτην, περί τον Μάκρωνα, διεκρίθη και γυνή τις εκ Κεράς, η Αντωνούσα, η οποία ακολουθήσασα έκτοτε πλησίον του Σκαλίδη και Καρτσώνη έλαβε μέρος εις πολλάς μάχας». Και σε άλλη σελίδα της ίδιας Ιστορίας, για τη μάχη Τοπολίων Τριών Αλωνιών Κισάμου αναφέρεται: «Οι Τούρκοι υποχωρήσαντες παρέλαβον 15 νεκρούς και τραυματίας, εξ ων 4 Τουρκοκρήτες. Εις τη μάχην διέπρεψεν η καπετάνισσα Αντωνούσα εκ Κεράς». Και η λαϊκή μούσα δεν ξέχασε την ηρωίδα, στην αναφορά που έκανε για τους σημαντικούς Κισαμίτες: «Γεράρχη τον Γεράσιμο Κισάμου τον Δεσπότη, Σκαλίδη, Γιαννουδοβαρδή και Ρουματαναγνώστη Τζανή, Καρτσώνη, Μαλαντρή, Γιάννη Αναστασάκη, Αντώνη το Μεσογεινό, Νικόλα Μπενιουδάκη, Και τον παπα-γερακιανό. Μ αυτούς που πολεμούσα Γενναίως αγωνίστηκε κι η κόρη Αντωνούσα». Τελικά, στα 1882, αποφεύγοντας τη δίωξη των Τούρκων, αναγκάζεται και αυτοεξορίζεται στην Αθήνα. Παρουσιάζεται στο βασιλιά Γεώργιο τον Α που ασφαλώς θα είχε πληροφορηθεί τις γενναίες πράξεις της και την ανακηρύσσει οπλαρχηγό. Με αυτή την ιδιότητα, του οπλαρχηγού και με δικό της σώμα ανδρών, παίρνει μέρος στους ηπειρωτικούς αγώνες Στα 1911 κατεβαίνει στην ελεύθερη πια Κερά, που και με τη δική της συμβολή, δεν τη βάραινε κανενός Μουσά Δερβίση η καταπίεση.κατεβαίνει για προσκύνημα στον αγαπημένο γενέθλιο τόπο, που ποτέ δεν είχε ξεχάσει. Συγκινημένη χαιρετά και αποχαιρετά μικρούς και μεγάλους, συγγενείς και φίλους, όλους τους χωριανούς και ξαναγυρίζει στον Πειραιά, που ύστερα από εφτά χρόνια, το 1918, αφήνει αυτό το μάταιο κόσμο, ευχαριστημένη ότι μπόρεσε και έπραξε το ύψιστο χρέος της προς την αγαπημένη λεβεντογέννα μάνα Κρήτη.

157 157 4)Κεφάλαιο 4:Κωνσταντινούπολη: 4.1)Οι γυναικείες πνευματικές προσωπικότητες της Πόλης: Τα λίγα ελληνόγλωσσα γυναικεία περιοδικά του 19ου αιώνα αποτέλεσαν για τις λόγιες Ελληνίδες της εποχής, τις γράφουσες κατά τον Εμμ. Ροΐδη 323, πεδίο άσκησης στη γραφή αλλά και δίοδο προς τον δημόσιο χώρο, τόσο στο ελληνικό κράτος όσο και στον έξω ελληνισμό 324. Οι γυναίκες αυτές, στο πλαίσιο που όριζαν οι κοινωνικές και λογοτεχνικές συνθήκες της εποχής, υπερνικώντας δυσκολίες, εμπόδια και αναστολές, αλλά και αξιοποιώντας ευνοϊκές συνθήκες και διευκολύνσεις, κατόρθωσαν να αποτελέσουν μια αναγνωρίσιμη κατηγορία στην ιστορία του έντυπου λόγου, παρά τον περιορισμό τους σε ένα ιδιαίτερο και ει δικό πεδίο, το γυναικείο 325. Σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα η συζήτηση για το θέμα της φτώχιας περνά από την ποινικοποίηση και τους εγκλεισμούς στην ελεημοσύνη και την αλληλοβοήθεια, και στη συνέχεια, με αφορμή το ζητούμενο της εδραίωσης της κοινωνικής συνοχής, στην ηθικοποίηση των φτωχών και στην εμφάνιση του κράτους πρόνοιας. Στις ελληνορθόδοξες κοινότητες της οθωμανικής επικράτειας η επιδιωκόμενη κοινωνική συνοχή συνδυάζεται με την εσωτερική συνοχή κάθε εθνικού σχηματισμού. Η φιλανθρωπία και η εκπαίδευση αποτελούν μια βασική προϋπόθεση για τη συνοχή αυτή, η οποία εκφράζεται μέσα από τους φιλανθρωπικούς συλλόγους, τις προσφορές χρημάτων στους ενδεείς, τη δημιουργία νοσοκομείων, ξενώνων, σχολείων και λοιπών ευαγών ιδρυμάτων. Στο πλαίσιο του «εκδυτικισμού» της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ο έλεγχος του δημόσιου χώρου και η εξασφάλιση της ευταξίας απαιτούν κινητοποίηση όλων των σύγχρονων μέσων επικοινωνίας, όπως ο Τύπος, οι σύλλογοι, οι συντεχνίες, οι αδελφότητες κ.ά 326. Κάτω από την εποπτεία και την καθοδήγηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η ελληνική κοινότητα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας κατάφερε να πρωτοστατήσει 323 Η κοινωνία της εποχής δεν είναι σε θέση να αναγνωρίσει γυναίκες συγγραφείς, διότι θεωρεί ότι αυτή η ιδιότητα έχει ένα ειδικό βάρος ως προς το κύρος, που δεν συμβιβάζεται με την υπόσταση και την κοινωνική θέση των γυναικών. Για τον λόγο αυτό τις ονομάζει «γράφουσες» ή «λόγιες». Βλ. Ελένη Βαρίκα, «Μια δημοσιογραφία στην υπηρεσία της γυ ναικείας φυλής Γυναικεία περιοδικά στον 19ο αιώνα», Διαβάζω 198 (14 Σεπτεμβρίου 1988), σ. 7. Για τη χρήση της έννοιας «γράφουσες» αντί του συγγραφείς και τη διαμάχη των «γραφουσών» με τον Εμμανουήλ Ροΐδη το 1896 βλ. Αγγέλικα Ψαρρά, «Το μυθιστόρημα της χειραφέτησης ή Η συνετή ουτοπία της Καλλιρρόης Παρρέν», Επίμετρο στο Καλλιρρόη Παρρέν, Η χειραφετημένη, Αθήνα, Εκάτη, 1999, σ , της ίδιας, «Άμα η όρνιθα αρχίσει να λαλή ως πετεινός, σφάξε την αμέσως. Η διαμάχη Ροΐδη γραφουσών», Σκούπα, για το γυναικείο ζήτημα 3 (Δεκέμβριος 1979), σ. 3-13, Ειρήνη Ριζάκη, Οι «γράφουσες» Ελληνίδες. Σημειώσεις για τη γυναικεία λογιοσύνη του 19ου αιώνα, Αθήνα, Κατάρτι, 2007, σ Ιστορικές αναφορές για την Πόλη. 325 Βλ. Ειρ. Ριζάκη, Οι «γράφουσες» Ελληνίδες, ό.π., σ Βλ. Έφη Κάννερ, Φτώχεια και φιλανθρωπία στην ορθόδοξη κοινότητα της Κων- σταντινούπολης ( ), Αθήνα, Κατάρτι, 2004, σ Για την πρόνοια, τη φι λανθρωπία, την εθελοντική δραστηριοποίηση πολιτών για την εξάλειψη της φτώχιας, της πορνείας και κυρίως των κινδύνων που προέρχονται από τους περιθωριακούς επαίτες, την αποδοχή του χριστιανικού καθήκοντος της σωτηρίας της ψυχής αλλά και την εξασφάλιση κοινωνικού κύρους μέσα από την εξιδανίκευση της δημόσιας εικόνας των φιλανθρώπων βλ. Γιάννης Γιαννιτσιώτης, Η κοινωνική ιστορία του Πειραιά. Η συγκρότηση της αστικής τάξης , Αθήνα, Νεφέλη, 2006, σ

158 158 σε γόνιμες οικονομικές, κοινωνικές και πνευματικές δραστηριότητες. Η βίωση της ορθόδοξης πίστης, η προστατευτική παρουσία του Πατριάρχη και η διάδοση της ελληνικής παιδείας είναι παράγοντες μείζονος σημασίας, που συνέβαλαν καθοριστικά στη διαμόρφωση και την συντήρηση της ελληνικής εθνικής συνείδησης. Ο Πατριάρχης δεν είναι μόνο «ο θρησκευτικός αρχηγός των ορθοδόξων, αλλά και ο εθνάρχης των σκλαβωμένων» 327. Οι εθνικές και πολιτιστικές δραστηριότητες του ελληνισμού της Πόλης επηρεάζονταν σε μεγάλο βαθμό από τις επιλογές του εκκλησιαστικού κύκλου. Η θέση όλων των υπηκόων του οθωμανικού κράτους επομένως και της ελληνικής κοινότητας- βελτιώθηκε αισθητά με τις μεταρρυθμιστικές διατάξεις του Χάτι Χουμαγιούμ 328 του 1856, σύμφωνα με τις οποίες οι μειονότητες απέκτησαν, έστω και θεωρητικά, ίδια δικαιώματα με τους Τούρκους. Ο ελληνισμός μέσα στην πρωτεύουσα του τουρκικού κράτους είχε όχι μόνο τη δυνατότητα να διατηρήσει την εθνική του φυσιογνωμία, αλλά και να διαδραματίσει πρωτεύοντα ρόλο στην οικονομική και πολιτιστική ζωή της Πόλης και του ευρύτερου χώρου της Ανατολής. Ο πληθυσμός της Πόλης στη διάρκεια του β μισού του αιώνα δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια εξαιτίας της έλλειψης αξιόπιστων στατιστικών. Από τη λήξη του Κριμαϊκού Πολέμου ως την Επανάσταση των Νεότουρκων το 1908 πραγματοποιήθηκαν τέσσερις απογραφές (1855, 1882, 1885, 1906), αλλά η απόσταση ανάμεσα στις επίσημες εκτιμήσεις και τα στατιστικά στοιχεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου δεν επέτρεψαν την ακριβή αποτίμηση του αριθμού των Ελλήνων κατοίκων της Πόλης 329. Σύμφωνα με τις οθωμανικές στατιστικές, το 1885 οι Έλληνες 327 Γιάννης Παπακώστας, Η ζωή και το έργο της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου, Ε.Λ.Ι.Α., Αθήνα 1980, κεφ. 2, σελ Βλ. Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, Κωνσταντινούπολη ( ). Η ακμή του Ελληνισμού, Εκδοτική Αθηνών 1994, σελ όπου παρουσιάζεται το περιεχόμενο των μεταρρυθμιστικών διατάξεων. Το ΧάτιΧουμαγιούμ, ενσωματωμένο στην Συνθήκη των Παρισίων, προέβλεπε ρητά κανόνες που θα καθιέρωναν την εξίσωση των δικαιωμάτων όλων των τμημάτων της οθωμανικής αυτοκρατορίας: μουσουλμάνοι και χριστιανοί θα είχαν ίση πρόσβαση στη διοίκηση και τη δικαιοσύνη, στην εκπαίδευση, ακόμα και στην στρατιωτική ιεραρχία, ίση μεταχείριση στο στράτευμα και εξισωμένες φορολογικές υποχρεώσεις. Τα μεικτά δικαστήρια θα δέχονταν ως έγκυρη τη μαρτυρία Χριστιανών. Όλοι οι υπήκοοι του Σουλτάνου χωρίς διάκριση φυλής και θρησκείας- θα αποκαλούνταν Οθωμανοί. Η ονομασία αυτή αφιερωμένη στο παρελθόν αποκλειστικά στους μουσουλμάνουςεπιβεβαίωνε την ισότητα ενώπιον του Νόμου και συνεπαγόταν αναγνώριση ίσων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Επίσης, σύμφωνα με τις διατάξεις θα ήταν εφικτή η πρόσληψη των Χριστιανών στη δημόσια διοίκηση, με μόνη αναγκαία προϋπόθεση τη γνώση της τουρκικής γλώσσας, της επίσημης γλώσσας του κράτους. Οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης αποδέχτηκαν με χαρά τις μεταρρυθμιστικές διατάξεις. Το ίδιο και το Πατριαρχείο, αν και αντιμετώπισε με περίσκεψη τόσο τη μείωση της πολιτικής του δύναμης όσο και την ενίσχυση του ελέγχου της κεντρικής εξουσίας στις εκκλησίες και τα σχολεία της ορθόδοξης ελληνικής μειονότητας. Ως προς την τήρηση αυτών των διατάξεων εκδηλώθηκαν αντιδράσεις άμεσες και έμμεσες- ενώ ταυτόχρονα παρατηρήθηκε και αδυναμία της ευρύτερης μάζας των κρατικών οργάνων και του διοικητικού μηχανισμού να ανταποκριθούν στην νέα ισχύουσα τάξη πραγμάτων. Το 1876 η άνοδος του Αβδούλ Χαμήτ Β, φορέα ακραίων συγκεντρωτικών μηχανισμών, αποδυνάμωσε τις μεταρρυθμιστικές τάσεις. 329 Βλ. Σβολόπουλος (1994) σελ όπου αναφέρεται ότι η διαφορετική εκτίμηση του αριθμού του ελληνικού πληθυσμού από την Οθωμανική διοίκηση και το Οικουμενικό Πατριαρχείο οφείλεται αρχικά στην τάση των μη-

159 159 υπολογίζονται σε , ενώ σε υπόμνημα των ελληνικών συλλόγων το 1878 ανέρχονται σε Ο Μανουήλ Γεδεών αναφέρει πως το 1877 η ελληνική κοινότητα αριθμεί μέλη. Οι Έλληνες ομογενείς κατοικούσαν σε συμπαγείς συνοικίες: στο Φανάρι, στο αριστοκρατικό Πέραν, στο Γαλατά, στα προάστια της ακτής του Βοσπόρου και της Προποντίδας ως τα Πριγκηπόννησα. Υπήρχαν και μικρότερες συνοικίες που το 1878 έφταναν τις είκοσι επτά, ενώ το 1906 το σύνολο των ενοριών της Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινούπολης υπολογίζεται στις τριάντα έξι. 18 Η μεικτή εγκατάσταση των Ελλήνων με Μουσουλμάνους, αλλά και με Εβραίους και Αρμένιους, ήταν επίσης μια πραγματικότητα. Μολονότι ζούσαν σε διαφορετικά τμήματα του ίδιου διαμερίσματος, η επικοινωνία μεταξύ τους ήταν αναπόφευκτη. Για τις εύπορες γυναίκες της Κωνσταντινούπολης η διέξοδος της φιλανθρωπίας δεν ήταν μόνο επιθυμητή αλλά και αναγκαία, όχι μόνο για την ανακούφιση των αναξιοπαθούντων αλλά και για την αιτιολόγηση του πλούτου και την αναβάθμιση της κοινωνικής τους θέσης 330. Στον ελληνικό χώρο, από τη δεκαετία του 1870 και μετά, με τη φιλανθρωπία δεν ασχολούνται μόνο οι ισχυρές οικονομικά και καταξιωμένες κοινωνικά μεγαλοαστές, αλλά αυτή η ευκαιρία για δράση και διαφυγή δινόταν και στις γυναίκες των μεσαίων στρωμάτων, οι φιλανθρωπικές δραστηριότητες των οποίων αποκτούν συλλογικό χαρακτήρα και κορυφώνονται μέχρι το τέλος του αιώνα. Ιδρύονται σύλλογοι κυριών με φιλανθρωπική δράση σε ορφανοτροφεία, πτωχοκομεία και επαγγελματικές σχολές με παράλληλες πρωτοβουλίες κοινωνικής αναμόρφωσης. Η γυναικεία φιλανθρωπική δράση των τριών τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα έδωσε στις γυναίκες την ευκαιρία να λειτουργήσουν έξω από τα καθιερωμένα όρια του οίκου. Ταυτόχρονα, φαίνεται ότι έλαβαν το μήνυμα των αναμορφωτών και ιδεολόγων του εθνικισμού και προσπάθησαν μέσα από τη δημόσια δράση να εκμεταλλευθούν τη συγκυρία για να βελτιώσουν τη θέση τους συλλογικά, να εξέλθουν μαζικά στον δημόσιο χώρο και να υπερβούν τα όρια του ιδιωτικού τους χώρου, και να συμβάλουν στην εθνική αναγέννηση και στην υλοποίηση της Μεγάλης Ιδέας 331. Τη γυναικεία γραφή στηρίζουν στο διάστημα του Διαφωτισμού και του ρομαντισμού τρία γυναικεία περιοδικά. Πρώτη, η μηνιαία Κυψέλη, που συντάσσεται μουσουλμάνων να αποφεύγουν την καταχώρησή τους στα δημόσια κατάστιχα, προκειμένου να μην υποστούν τον κεφαλικό φόρο, αλλά και στο γεγονός ότι δεν καταγράφονταν οι Έλληνες που ζούσαν προσωρινά στην Πόλη. 330 Βλ. Κ. Μαμώνη Λ. Ιστικοπούλου, ό.π., σ Βλ. Ε. Βαρίκα, Η εξέγερση των κυριών, H γένεση μιας φεμινιστικής συνεί- δησης στην Ελλάδα , Αθήνα, Κατάρτι, 2007, σ Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη διαμόρφωση της ταυτότητάς τους σε συγκεκριμένες ιστορικές συγκυρίες, την αλληλοδιαμόρφωση παλαιών και νέων προτύπων για το φύλο τους σε σχέση με τις φυσικές και κοινωνικές τους ιδιότητες βλ. Efi Avdela Αngelica, «Engendering Greekness Womens Emancipation and Irredentist Politics in Nineteenth-Century Greece», Mediterranean Historical Review 20/1 (2005), σ

160 160 και εκδίδεται το 1845 στην Κωνσταντινούπολη από τη Σκυριανή Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου ( ). Δασκάλα και ποιήτρια, σύζυγος λογίου γιατρού από τη Λευκάδα, η Σαμαρτζίδου θίγει από τις πρώτες το ζήτημα της ισότητας των φύλων και ενημερώνει τις αναγνώστριές της για τις διεθνείς εξελίξεις στα γυναικεία θέματα. Τα έξι τεύχη του περιοδικού, με ποιήματα και μεταφρασμένα διηγήματα αλλά κυρίως με θέματα που αφορούν την εκπαίδευση των γυναικών, επιτρέπουν να χαρακτηρίσουμε την προοδευτική εκδότρια προδρομική μορφή του φεμινισμού. Το 1867 η Πηνελόπη Λαζαρίδου εκδίδει τη μηνιαία Θάλεια. Κίνητρο, η παντελής έλλειψη εντύπου για τη δημοσίευση των ιδεών του γυναικείου φύλου στην Ελλάδα. Οι ανυπόγραφες συνεργασίες, πιθανότατα όλες δικές της, περιλαμβάνουν βιογραφίες επιφανών γυναικών, συγκρίσεις με το άλλο φύλο, νομοθετικά κείμενα και άρθρα για τον προορισμό, την ανατροφή και την εκπαίδευση των γυναικών, συνήθως ερανισμένα από άλλες πηγές. Το περιοδικό, το οποίο διχάστηκε μεταξύ της σοβαρής αρθρογραφίας και της προσπάθειας λαϊκής επιμόρφωσης των γυναικών αφενός και της ικανοποίησης ενός παραδοσιακού γυναικείου κοινού που ζητούσε πατρόν ραπτικής και ειδήσεις για τη γαλλική μόδα αφετέρου, δεν ξεπέρασε τα 12 τεύχη. Είχε όμως συνδρομήτριες παντού: στην Αθήνα και στην επαρχία, στην οθωμανική επικράτεια και στις παρίστριες ηγεμονίες, στη Γαλλία, στη Βρετανία 332. Συνεργασίες γυναικών φιλοξένησαν και τα καθοριστικά για την ανάπτυξη της εγχώριας πεζογραφίας Ευτέρπη ( ) και Πανδώρα ( ). Παραχωρούν σελίδες στις γυναίκες όταν αρχίζει η κάμψη της κυκλοφορίας τους, όμως το κύρος που προσδίδουν στις συνεργάτιδές τους είναι πολλαπλάσιο, τοποθετώντας τες ανάμεσα στην ελίτ των συγγραφέων της εποχής. Όχι εξίσου ριζοσπαστική με την Κυψέλη αλλά συλλογικότερη από τη Θάλεια, με πολλές και αυτή τη φορά ενυπόγραφες συνεργασίες γυναικών, είναι η Ευρυδίκη ( ) που εκδίδει η Αιμιλία Κτενά-Λεοντιάς στην Κωνσταντινούπολη με την ευχή να «παροτρύνη δι' αμίλλης την επίδοσιν του γυναικείου καλάμου προς παραγωγήν έργων λυσιτελών τη εν γένει αδελφότητι». Η έκκλησή της έχει απήχηση. Γυναίκες στέλνουν στο περιοδικό ποιήματα και πεζογραφήματα και εκφράζουν τις απόψεις τους για τη θέση της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία. Συνεργάζονται συχνά γυναίκες που κατέχουν θεσμικές θέσεις, η Δέσποινα Σκέντου, διευθύντρια του νεοσύστατου Παρθεναγωγείου Χάλκης, η Σαπφώ Λαίλιου, διευθύντρια του Παρθεναγωγείου Μυτιλήνης, και η αδελφή της εκδότριας, η μεγαλοϊδεατικών αντιλήψεων γνωστή παιδαγωγός και ποιήτρια Σαπφώ Λεοντιάς. 332 Βλ. Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, Κωνσταντινούπολη ( ). Η ακμή του Ελληνισμού, Εκδοτική Αθηνών 1994, σελ

161 161 Μεταφράσεις γαλλικών μελοδραμάτων, που αποδίδονται στην εκδότρια του γυναικείου περιοδικού Ευρυδίκη, Αιμιλία Κτενά-Λεοντιάς, και οι οποίες σώζονται σε χειρόγραφα στο Θεατρικό Μουσείο της Αθήνας. Πιο συγκεκριμένα, στόχος της είναι να εξετάσει πώς τα μελοδραματικά πρότυπα γραφής και συμπεριφοράς υιοθετούνται και προσαρμόζονται στο αίτημα για ελληνοπρεπή γνώση, να συζητήσει τη θέση του θεάτρου στην προσπάθεια κατασκευής της «αληθούς Ελληνίδας» και να διερευνήσει ζητήματα πολιτισμικών ανταλλαγών και προσαρμογών στο τρίγωνο Γαλλία, Ελλάδα και Οθωμανική αυτοκρατορία. Τόσο στο προλογικό σημείωμα όσο και στην βινιέτα του περιοδικού η Ευρυδίκη αναγράφεται ως εκδότρια η Αιμιλία Κτενά Λεοντιάς, αδερφή της Σαπφούς Λεοντιάδος, η οποία είχε ταυτόχρονα αναλάβει και την βασική ευθύνη της διεύθυνσης κατά τη διάρκεια του τρίτου έτους κυκλοφορίας του εντύπου. Η Ουρανία Κ. Πολίτη, σε άρθρο της στο περιοδικό Ελληνίς το 1921, αναφερομένη στις γυναικείες φυσιογνωμίες του περασμένου αιώνα επισημαίνει πως η Σαπφώ Λεοντιάς ήταν «η πρώτη γυναίκα στην Ανατολή, που εξέδωκε δικό της περιοδικό, την Ευρυδίκη [ ] η πρώτη άδεια για έκδοση εφημερίδος που έδωκε η Τουρκική Κυβέρνηση σε γυναίκα και μάλιστα Ελληνίδα, είναι η άδεια της Ευρυδίκης [ ] με εκδότρια την αδελφή της Σαπφώς, την Αιμιλία Κτενά Λεοντιάδα, επίσης λογία» 333. Σε απάντηση στον Μ. Γεδεών, ο οποίος τον Δεκέμβριο του 1921 εκφράζει την αντίρρησή του στα λεγόμενά της, η Ουρανία Πολίτη στο ίδιο περιοδικό επανέρχεται στο θέμα. Διευκρινίζει πως δεν αγνοεί την ύπαρξη του προϋπάρχοντος περιοδικού Κυψέλη, αλλά δεν είναι σίγουρη αν η άδεια από την τουρκική κυβέρνηση εκδόθηκε στο όνομα της Ευφροσύνης Σαμαρτζίδου. Παραθέτει επίσης τα λόγια της Σαπφούς Λεοντιάδος προς την Σωτ. Ι. Αλιμπέρτη, όταν στα 1884 ή 1885 ανέβηκε στο Βροσθένη και φιλοξενήθηκε στου Κ. Ζάππα: «Χάριν της θέσεώς μου ως διευθύντριας Παρθεναγωγείου, αφήκα να φαίνεται ως εκδότρια του περιοδικού μου Ευρυδίκη η αδελφή μου. Αλλά το περιοδικόν είναι ιδικόν μου» 334. Στην συνέχεια επισημαίνει πως αυτή είναι η πρώτη Ελληνίδα, στο όνομα της οποίας η τουρκική κυβέρνηση εξέδωσε «άδεια εκδόσεως Γυναικείας εβδομαδιαίας Επιθεωρήσεως>>. Η άποψη ότι η Σαπφώ Λεοντιάς 335 είναι αυτή που συνέλαβε την ιδέα έκδοσης ενός τέτοιου περιοδικού και διαμόρφωσε την φυσιογνωμία του επιβεβαιώνεται από 333 Βλ. Ουρανία Κ. Πολίτη, Γυναικείες φυσιογνωμίες του περασμένου αιώνα, στο περ. Ελληνίς 6-7 (1921) Βλ. Ουρανία Κ. Πολίτη, [απάντηση στο Μ. Ι. Γεδεών], στο περ. Ελληνίς Β/4 (1922) Βιογραφικές πληροφορίες για την Σαπφώ Λεοντιάς περιέχονται στα ακόλουθα: Σωτ. Αλιμπέρτη, «Σαπφώ Λεοντιάς ή του γένους διδάσκαλος», στο περ. Πλειάς. ετ. Β, 8-9 (31 Μαρτίου 1900) και 10 (15 Απριλίου 1900) Εφημερίς των Κυριών, έτ. ΙΔ, 613 (26 Μαρτίου 1900) -- Σπ. Δε Βιάζης, «Διαπρεπείς Ελληνίδες κατά τον ΙΘ αιώνα. Σαπφώ Λεοντιάς», στο περ. Ελληνική Επιθεώρησις, τ. Ε (1912) και Βλ. επίσης Ξηραδάκη (1972) τ. Β σελ και Δ. Π.

162 162 την ποσότητα και ποιότητα της δημοσιογραφικής παρουσίας της Αμιλίας στις σελίδες του. Πιο συγκεκριμένα, τα άρθρα που υπογράφονται από την Αιμιλία αφορούν κυρίως πρακτικά ζητήματα της διεύθυνσης του περιοδικού. Όσον αφορά τα κείμενα της Οικιακής Οικονομίας, που ενδεχομένως ανήκουν σε αυτή όπως θα φανεί στο έκτο κεφάλαιο της εργασίας- δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον αφού διατυπώνουν βασικές και επανερχόμενες αρχές της «οικιακής επιστήμης». Στα τεύχη του τρίτου έτους κυκλοφορίας της Ευρυδίκης, μειώνονται τα ενυπόγραφα άρθρα και αυξάνονται οι σελίδες της στήλης «Διάφορα», την ευθύνη της οποίας έχει η Αιμιλία. Μέσα από την ανάγνωση αυτών των σελίδων, γίνεται φανερό πως πρόκειται για άτακτη και χωρίς νοηματική αλληλουχία παράθεση κειμένων, τα οποία δεν παρουσιάζουν πρωτοτυπία. Αντίθετα, οι μελέτες, οι διαλέξεις, οι σχολικοί διάλογοι και τα ποιήματα της Σαπφούς κυριαρχούν στις σελίδες του περιοδικού και καθορίζουν την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του. Ή αρχή ας γίνει από την εκδότρια και συγγραφέα Κορνηλία Πρεβεζιώτου Ταβανιώτου και το περιοδικό Η Βοσπορίς. Η Κωνσταντινούπολη κέντρο του οθωµανικού ελληνισµού µέχρι το 1922, συνέβαλε καθοριστικά στην ανάπτυξη του ελληνικού τύπου στα Βαλκάνια, όπου σύµφωνα µε υπολογισµούς από το δεύτερο µισό του 19ου µέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα ο αριθµός εφηµερίδων και περιοδικών της ανεξάρτητα από τη µικρή η µεγάλη διάρκεια κυκλοφορίας τους έφθασε τις εκατόν είκοσι πέντε (125) 336. Η Κορνηλία Πρεβεζιώτου γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1878 και πέθανε στην Αθήνα το 1964 σε μεγάλη ηλικία (92 ετών). Θυγατέρα του εμπόρου Λεωνίδα Πρεβεζιώτη και της Αικατερίνης Πρεβεζιώτη, διαμένουσα στη ρωμαίικη συνοικία του Πέραν, ασχολήθηκε από πολύ νωρίς με τα γράμματα. Αφού έλαβε τις πρώτες εγκύκλιες γνώσεις όπως και η αδελφή της Αγλαία Πρεβεζιώτου επίσης λόγια, σε κατ οίκον εκπαίδευση, με καθηγητή τον Ηλία Αλεξανδρίδη, δημοσίευσε τα πρώτα ποιήματά της σε πολύ νεαρή ηλικία σε διάφορα Πασχάλης, Λεοντιάς Σαπφώ, στο Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. ΙΕ, σελ Αναφέρω ενδεικτικά ότι ήταν κόρη του δασκάλου της ελληνικής γλώσσας Λεοντίου Κληρίδη (Πόλη, ). Σπούδασε ελληνική, γαλλική και γερμανική φιλολογία, Από το 1854 ως το 1858 ήταν διευθύντρια στο παρθεναγωγείο της Σάμου. Το 1859 πήγε στην Σμύρνη και ανέλαβε τη διεύθυνση του παρθεναγωγείου του Μεθοδίου Αρώνη. Το 1861 επέστρεψε στην Σάμο προσκαλεσμένη από τον ηγεμόνα Μιλτιάδη Αριστάρχη, ο οποίος ίδρυσε με την βοήθειά της τέσσερα παρθεναγωγεία. Το 1863 ανέλαβε τη διεύθυνση του παρθεναγωγείου «Αγία Φωτεινή» στην Σμύρνη. Το 1878 παραιτήθηκε από αυτή τη θέση και πήγε στην Πόλη, από όπου επέστρεψε το 1886 και παρέμεινε διευθύντρια της «Αγίας Φωτεινής» ως το 1891, οπότε αποχώρησε οριστικά. Η Λεοντιάς μετέφρασε τους Πέρσες του Αισχύλου και την Εσθήρ του Ρακίνα. Έγραψε ποιήματα, διηγήματα, μελέτες, σχολικό εγχειρίδιο Κορασιακή Χρηστομάθεια (1876) και το σχολικό Ιερόν εκλόγιον ήτοι Συλλογή εκ του Συναξαριστού (1874). Συνεργάστηκε με το περιοδικό Ευρυδίκη, που εξέδιδε η αδελφή της, την Πανδώρα, την Εφημερίδα των Κυριών και δημοσίευσε κείμενα στο Αττικόν Ημερολόγιον. 336 Βλ. Γ. Κουτσοπανάγου, «Εφηµερίδες της Οµογένειας», ό.., σ. 7. Σύµφωνα µε τον Ταρίνα, ανέρχονται σε εκατόν τριάντα τρεις (133). Βλ. Σ. Ταρίνας, Ο Ελληνικός Τύ ος της Πόλης, Α µέρος, Εφηµερίδες, Εκδόσεις ΗΧΩ, Πόλη 2007, σ

163 163 περιοδικά της Πόλης και των Αθηνών 337. Με μια αυθαίρετη προσέγγιση θα μπορούσαμε να χωρίσουμε τη ζωή και το έργο της σε τρεις (3) διακριτές περιόδους. Πρώτη (νεότητας, 1878) Δεύτερη (εκδοτική-δημοσιογραφική) Τρίτη (οικογενειακή στην Αθήνα) Η πρώτη, της νεότητάς της ξεκινάει από το 1890, όταν αρχίζει να συγκεντρώνει ποιήματα για τη μετέπειτα συλλογή της Πρώται πτήσεις, έως και το 1899 που εκδίδει το περιοδικό της Βοσπορίδος. Δεκατεσσάρων (14) ετών το 1892, ξεκινά να δημοσιεύει τα ποιήματά της ως τακτική συνεργάτης στο Νεολόγο Κωνσταντινουπόλεως, την πολιτική, φιλολογική και επιστημονική επιθεώρηση του Σταύρου Ι. Βουτυρά 338. Στο Νεολόγο Κωνσταντινουπόλεως δημοσιεύτηκαν κατά την περίοδο αυτή (από το 1892 έως και το 1894) συνολικά πενήντα δύο (52) ποιήματά της, πρωτότυπα αφηγήματα και μεταφράσεις γαλλικών μυθιστορημάτων και διηγημάτων. Στις 18 Απριλίου 1893 ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως, αποφασίζει να βραβεύσει την ποιητική συλλογή της Πρώται πτήσεις. Η οποία εκδίδεται το 1895 από το τυπογραφείο του «Νεολόγου» με εβδομήντα ένα (71) αριθμημένα ποιήματα, πρωτότυπα ή/και μεταφρασμένα από γαλλικά και αγγλικά κατά δήλωσή της, αφιερωμένα σε θρησκευτικά πρόσωπα, στις μητέρες, τα παιδιά, τις φιλίες, σε επιθυμίες, υποσχέσεις, συναισθήματα, πόθους και όνειρα, στη φύση, σε εποχές, εορτές, αρκετές νεκρολογίες. Στον ονομαστικό κατάλογο των πεντακοσίων (500) περίπου συνδρομητών στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου, πρώτο πρώτο το όνομα της σημαντικής εκπαιδευτικού Σαπφούς Λεοντιάδος όταν ήταν στην Κωνσταντινούπολη (6 αντίτυπα), του δασκάλου της Ηλία Αλεξανδρίδη (3 αντίτυπα στην Κων/πολη, 23 στην Αμισό, 12 στα Δαρδανέλλια και 4 στη Μάδυτο), της Ευθαλίας Αδάμ διευθύντριας στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο (21 αντίτυπα) και της υποδιευθύντριας Ελένης Στρούβαλη για τις Ζαππίδες 339. Την ίδια περίπου περίοδο ( ) δημοσιεύονται τέσσερα (4) ποιήματά της στην Εφημερίδα των Κυριών της Καλλιρρόης Παρρέν στην Αθήνα και από το 337 Για στοιχεία της βιογραφίας της βλ. και Α. Αντωνόπουλος, Οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και το Ανατολικό Ζήτημα Η μαρτυρία του Νεολόγου της Κωνσταντινούπολης, Νέος Κύκλος Κωνσταντινουπολιτών Εκδόσεις Τσουκάτου, Αθήνα 2007, σ , και Π. Αποστολή, «Η γυναικεία εκδοτική δραστηριότητα (περιοδικά λόγου και τέχνης ): Η περίπτωση της Αρτεμησίας Λανδράκη και της Κορνηλίας Πρεβεζιώτου» στο Σοφία Ντενίση (επιμ.), Η γυναικεία εικαστική και λογοτεχνική παρουσία στα περιοδικά λόγου και τέχνης ( ), Πρακτικά Ημερίδας, Gutenberg, Αθήνα 2008, σ Βλ. και στο Παράρτημα Βιογραφικά Σημειώματα Συνεργατών. 338 Χρ. Αναγνωστοπούλου, «Το γυναικείο περιοδικό Η Βοσπορίς ( ). Συμβολή στη μελέτη του γυναικείου οθωμανικού τύπου», αδημοσίευτη μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ρέθυμνο Οι συνδρομητές εκτός από την Κων/πολη και τα γύρω περίχωρά της, διέμεναν στο Κοντοσκάλι, στη Χαλκηδόνα, την Αμισό, τη Μάδυτο, τα Δαρδανέλλια, στην Κω, την Καστοριά, το Μέτσοβο, αλλά και στη Μασσαλία και την Οδησσό. (Από τον κατάλογο των Συνδρομητών στην τελευταία σελίδα της ποιητικής συλλογής «Πρώται πτήσεις»).

164 164 ( ) δύο (2) κείμενα με εναλλαγές πεζού και ποιητικού λόγου στο λογοτεχνικό περιοδικό Παρνασσός, επίσης στην Αθήνα. Το 1894 δημοσιεύτηκε ένα (1) ακόμη ποίημά της «Έχετε γειά!» στη Φιλολογική Ηχώ (Κωνσταντινούπολη) κατά το δεύτερο έτος της έκδοσής της. Νέος Παρθενών (Αθήνα), Αι Μούσαι (Ζάκυνθος), κ.ά. Ακολουθούν οι ποιητικές συλλογές Άνθη του αγρού, Φλοίσβοι και Ρόχθοι Λυρικαί ποιήσεις (68 ποιήματα), [Δακρύων Μάργαρα, Φθινοπωριναί πνοαί (ανέκδοτες μέχρι το 1899)], Πατριωτικά ποιήματα και το παιδικό διήγημα Ψεκάδες, (1896) και Ο μικρός βοσκός (συλλογικό). Η δεύτερη περίοδος, η εκδοτική κατά την οποίαν έγινε ευρύτερα γνωστή, θα μπορούσε να ορισθεί από το 1899, όπου παίρνει τη μεγάλη απόφαση να ιδρύσει και να διευθύνει εκδοτική επιχείρηση και να εκδώσει μόνη της ένα γυναικείο εικονογραφημένο περιοδικό, τη Βοσπορίδα, εστιασμένο σε θέματα που αφορούσαν στη σύγχρονη γυναίκα της εποχής και τα χαρακτηριστικά της. Κατά τα πρώτα χρόνια της έκδοσής του υπερισχύει ο γυναικείος χαρακτήρας του περιοδικού, αργότερα όμως και με βάση το διαφοροποιημένο τίτλο του, χαρακτηρίζεται ως οικογενειακό περιοδικό, με την τρέχουσα θεματογραφία του να αναφέρεται όλο και περισσότερο σε θέματα επιμορφωτικού χαρακτήρα, εκπαιδευτικά, επιστημονικά και κυρίως λογοτεχνικά. Στο βαθμό που το έντυπο εκδίδεται και διευθύνεται από γυναίκα και απευθύνεται σε γυναικείο αναγνωστικό κοινό, παρά το ότι προς τα τελευταία χρόνια της έκδοσής του διεύρυνε τη θεματογραφία του και εξελίχθηκε σε ανάγνωσμα για όλη την οικογένεια, ανήκει στη κατηγορία του γυναικείου εντύπου 340. Σύμφωνα με μια από τις διαστάσεις του προγραμματικού άρθρου του περιοδικού Η Βοσπορίς 341, ο πεζός και ποιητικός λόγος, η ελαφρά φιλολογία, οι μεταφράσεις διηγημάτων και μυθιστορημάτων, οι επιστολές και τα ημερολόγια με το ηθικοπλαστικό περιεχόμενό τους, θα συμβάλουν στην επιμόρφωση του γυναικείου αναγνωστικού κοινού και στην προώθηση της υγιούς εικόνας της γυναίκας ως άξιου τέκνου για την οικογένεια και την κοινότητα. Μεγάλο μέρος της ύλης της Βοσπορίδος όπως και όλων γενικά των παρόμοιων γυναικείων περιοδικών καταλαμβάνουν οι λογοτεχνικές σελίδες 342, οι οποίες αυξάνονται με την πάροδο των ετών κυκλοφορίας του περιοδικού. 340 Βλ. και Κ. Δαλακούρα, «Λόγοι για την εκπαίδευση στα ελληνικά γυναικεία περιοδικά του οθωμανικού χώρου (19ος αι.-1906): Η γυναικεία λαϊκή εκπαίδευση», Μνήμων 31 (2010), σ Στο διάγραμμα του περιοδικού υπάρχουν αναφορές στη «συμμετοχή των υγιώς μορφωμένων γυναικών στην πρόοδο των εθνών και των κοινωνιών», στα «ίσα δικαιώματα ανδρών και γυναικών», στην «αναγκαιότητα της γυναικείας εκπαίδευσης ως απαραίτητης για την εκπλήρωση του προορισμού της γυναίκας, όπως ο Θεός και η φύση ορίζει», στη γυναικεία εργασία, στη χειραφέτηση και αντιχειραφέτηση. Βλ. [Κ. Πρεβεζιώτου], «Διάγραμμα Βοσπορίδος», Η Βοσπορίς Α/1 (7 Απριλίου 1899), σ Η λογοτεχνία μεταξύ άλλων, είναι αυτή η οποία θα αναλάβει να διαχειριστεί τις νέες παραμέτρους του «γυναικείου ζητήματος». Γυναίκες αλλά και άνδρες συγγραφείς μέσα από τη μυθοπλασία προτείνουν ένα νέο εναλλακτικό μέσο διερεύνησης του νέου γυναικείου ιδεώδους, γράφοντας για την ανασύσταση της κοινωνικής πραγματικότητας του κόσμου της γυναίκας. Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, συγκροτείται ένας ιδιαίτερα

165 165 Το μεγαλύτερο μέρος αφιερώνεται στην ποίηση, στην οποία αναλογεί οπωσδήποτε χώρος σε κάθε τεύχος, με ένα ή και περισσότερα ποιήματα. Ακολουθούν η πεζογραφία, το πρωτότυπο ή μεταφρασμένο διήγημα, το συνήθως ελαφρά ρομαντικό μυθιστόρημα σε συνέχειες, οι επιφυλλίδες σε καθιερωμένη μόνιμη στήλη προς τις τελευταίες σελίδες του κάθε τεύχους, οι ανοικτές επιστολές, τα χρονογραφήματα, κ.λ.π. Αν και είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς τα διηγήματα σε πρωτότυπα και μεταφρασμένα εκτός αν δηλώνονται στον τίτλο τους ότι είναι πρωτότυπα ή ότι προέρχονται «εκ του γαλλικού» ή «εκ του γερμανικού», κ.λ.π. 343, μαζί με την ποίηση, τα μυθιστορήματα, τα χρονογραφήματα και τις επιφυλλίδες, στη συνολική διάρκεια έκδοσης της Βοσπορίδος δημοσιεύθηκαν περίπου οχτακόσια σαράντα οκτώ (848) λογοτεχνικά θέματα σε ποσοστό 38,34 στο σύνολο των αναφορών (2.212). Από αυτό το σύνολο των λογοτεχνημάτων, τα τριακόσια ογδόντα τρία (383) αφορούσαν στην ποίηση, σε ποσοστό 45,16%, ογδόντα οκτώ (88) στο μυθιστόρημα, σε ποσοστό 10,38%, τριάντα τρία (33) στο δηλωμένο πρωτότυπο διήγημα, σε ποσοστό 3,89% και εκατόν ογδόντα τέσσερα (184) στο μεταφρασμένο, σε ποσοστό 21,70%, εκατόν ένα (101) στις επιφυλλίδες κυρίως από μετάφραση, σε ποσοστό 11,91%, είκοσι μία (21) ανοικτές επιστολές, σε ποσοστό 2,48% και τριάντα οκτώ (38) χρονογραφήματα, σε ποσοστό 4,48%. Τα ποσοστά αυτά είναι επί του συνόλου των λογοτεχνημάτων (848). Η εκδότρια της Βοσπορίδος Κορνηλία Λ. Πρεβεζιώτου καταλαμβάνει μια σημαντική θέση ανάμεσα στους καθαρολόγους διηγηματογράφους της πρώτης περιόδου ( ), οι οποίοι γράφουν στο κλίμα του ελληνικού ρομαντισμού 344. Στο ποιητικό και πεζό έργο της είναι ευδιάκριτη η παραδοσιακή γραφή των Φαναριωτών, όπως η επιμελημένη και αυστηρή καθαρεύουσα, η λεπτομερής περιγραφή του τόπου και του στενού κοινωνικού περίγυρου, η σκιαγράφηση προσώπων, ο ηθικοδιδακτισμός και κυρίως η άρτια τεχνική ενσωμάτωσης στιχουργημάτων στον αφηγηματικό της λόγο. 345 μεγάλος και προσφιλής στο αναγνωστικό κοινό αριθμός λογοτεχνημάτων, κυρίως μυθιστορημάτων, τα οποία έρχονται να προβάλουν, να ερμηνεύσουν και να συμπληρώσουν τις απαιτήσεις των γυναικείων διεκδικήσεων της εποχής. Βλ. Α. Ψαρρά, «Το μυθιστόρημα της χειραφέτησης ή Η συνετή ουτοπία της Καλλιρρόης Παρρέν», επίμετρο στο Καλλιρρόη Παρρέν, Η χειραφετημένη, Εκάτη, Αθήνα 1999, σ Σταθερός κανόνας στις δημοσιεύσεις μεταφρασμένων αφηγημάτων, δεν υπήρχε. Άλλοτε αναγραφόταν το όνομα του ξένου συγγραφέα, άλλοτε όχι, άλλοτε σημειωνόταν «εκ του γαλλικού» ή «εκ του αγγλικού» άλλοτε όχι, άλλοτε δημοσιευόταν το όνομα, το ψευδώνυμο, ή τα αρχικά του μεταφραστή, άλλοτε όχι. Γι αυτό είναι δύσκολο να αποφανθεί κανείς με ασφάλεια αν ένα αφήγημα είναι πρωτότυπο ή μεταφρασμένο, αν είναι διήγημα ή μυθιστόρημα. Τα μεταφρασμένα ξένα πεζογραφήματα τις περισσότερες φορές περνούν ανώνυμα στις σελίδες του περιοδικού. Επώνυμα παρουσιάζονται μόνο ορισμένα αφηγήματα Γάλλων συγγραφέων και κάποιων Άγγλων. Βλ. και Α. Σαχίνης, Συμβολή στην ιστορία της Πανδώρας και των παλιών περιοδικών, χ.έ., Αθήνα 1964, σ Βλ. Β. Ποσάντζη, «Το νεοελληνικό διήγημα στην Κωνσταντινούπολη ( ). Από τη λαϊκή φαναριώτικη ηθογραφία στην αστική πεζογραφία», στο Ελένη Πολίτου-Μαρμαρινού και Σοφία Ντενίση (επιμ.), Το Διήγημα στην ελληνική και στις ξένες λογοτεχνίες. Θεωρία Γραφή Πρόσληψη, Gutenberg, Αθήνα 2009, σ Βλ. και Β. Ποσάντζη, «Το νεοελληνικό διήγημα», ό.π., σ Για τα πεζά ποιήματα της Κ. Πρεβεζιώτου στο περιοδικό, ενδεικτικά βλ. Η Βοσπορίς Δ/23 (20 Δεκεμβρίου 1902), σ , Η Βοσπορίς Ζ/8 (30 Αυγούστου 1905), σ , Η Βοσπορίς Ζ/11 (1 Οκτωβρίου 1905), σ

166 166 Η Βούλα Ποσάντζη την κατατάσσει στους «αξιομνημόνευτους» καθαρολόγους νεοφαναριώτες διηγηματογράφους της καμπής του 19ου αιώνα, ενώ ο Παπακώστας ισχυρίζεται ότι η Βοσπορίς δεν προσέφερε κάτι καινούργιο γιατί βρισκόταν έξω από το κλίμα της νέας λογοτεχνικής κίνησης και δεν είχε αποδεσμευτεί από το συντηρητικό πνεύμα και την αρχαίζουσα καθαρεύουσα την οποία χρησιμοποιούσαν και τα έντυπα του συγκροτήματος Βουτυρά, όπως ο Νεολόγος κ.ά. Παρόλο που αναφέρει σχετικά ότι νέοι λογοτέχνες όπως ο Γρυπάρης και ο Βασιλειάδης δεν εμφανίζονταν συχνά στις σελίδες των διηγημάτων της Βοσπορίδος, τα οποία ήταν κυρίως μεταφρασμένα σε αρχαίζουσα καθαρεύουσα από γαλλικά και γερμανικά όπως συνηθιζόταν την εποχή εκείνη και ότι «η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου δεν έδωσε ποτέ κανένα διήγημά της» 346, σε δύο τεύχη της Βοσπορίδος του πρώτου έτους, βρέθηκαν δύο διηγήματα δικά της 347. Η Βοσπορίς εκδιδόταν στην Κωνσταντινούπολη από τις 7 Απριλίου 1899 έως και τις 20 Μαρτίου Εκδότρια, διευθύντρια και ιδιοκτήτρια ήταν η λογία, ποιήτρια και δημοσιογράφος Κορνηλία Λ. Πρεβεζιώτου. Αρχικά ανέλαβε μόνη της τη διεύθυνση του περιοδικού σε ηλικία περίπου είκοσι δύο ετών, στη συνέχεια όμως λόγω οικονομικών και άλλων δυσχερειών, κατά δήλωσή της, στη διαχείριση ή στη διεύθυνση του περιοδικού συνέβαλαν κατά καιρούς διάφοροι συνεργάτες της 349. Η έκδοση της Βοσπορίδος στην Κωνσταντινούπολη δεν αποτελούσε την πρώτη γυναικεία εκδοτική απόπειρα στην περιοχή. Είχαν προηγηθεί δύο ακόμη γυναικεία περιοδικά, η Κυψέλη (1845) 350 και η Ευρυδίκη ( ) 351, τα οποία, παρά τη μικρή διάρκειά τους, την πολυετή απόσταση ανάμεσά τους και τον 346 Βλ. Γ. Παπακώστας, Η ζωή και το έργο της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου, ΕΛΙΑ, Αθήνα 1980, σ Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, «Προφητεία» Η Βοσπορίς Α/3 (24 Απριλίου 1899), σ και της ίδιας, «Κόρη Άπονη», Η Βοσπορίς Α/9 (5 Ιουνίου 1899), σ Εκδόθηκαν συνολικά 223 τεύχη, από τα οποία κατόρθωσα να εντοπίσω τα 221. Δεν βρέθηκαν τα δύο πρώτα τεύχη του 5ου έτους ( και αντίστοιχα). Στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη βρέθηκαν τα τεύχη των τριών πρώτων ετών σταχωμένα σε δύο τόμους. Στη Βιβλιοθήκη της Βουλής υπήρχε ψηφιοποιημένο το υλικό για την περίοδο (όχι όμως πλήρως), στο Ε.Λ.Ι.Α. βρέθηκαν διάσπαρτα τεύχη από τα έτη 1901 έως Οι προαναφερθείσες ελλείψεις καλύφθηκαν από τα υπάρχοντα τεύχη στο Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, όπου έγινε επιτόπια καταγραφή. Διάσπαρτα τεύχη υπάρχουν, επίσης, στην Εθνική Βιβλιοθήκη και στη Βιβλιοθήκη του Οικουμενικού Πατριαρ χείου στην Κωνσταντινούπολη, όπως και στην ιδιωτική συλλογή του Στρατή Δ. Ταρίνα. Σε συνεχή σειρά βρέθηκαν τεύχη των ετών στα οικογενειακά αρχεία των απογόνων της εκδότριας, του κ. Τάκη Ταβανιώτη και της κ. Κορνηλίας Παντελάκη-Ταβανιώτου. 349 Για τους εκάστοτε διευθυντές, τα τεχνικά χαρακτηριστικά του εντύπου, τίτλους, υπότιτλους, συνεργάτες κ.λπ. βλ. Π. Αποστολή, «Η γυναικεία εκδοτική δραστηριότητα», ό.π., σ Anastassia Falierou, «Les redacteurs et le lectorat d une revue grecque d Istanbul: Vosporis ( )», International Journal of Tourcologia, vol. I, No 1 (Spring 2006), p Κατερίνα Δαλακούρα, «Λόγοι για την εκπαίδευση στα ελληνικά γυναικεία περιοδικά του οθωμανικού χώρου (19ος αι.-1906): Η γυναικεία λαϊκή εκπαίδευ ση», Μνήμων 31 (2010), σ Βλ. Ελένη Φουρναράκη, λήμμα «Κυψέλη», στο Λουκία Δρούλια Γιούλα Κου τσοπανάγου (επιμ.), Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Τύπου : Εφημερίδες, Πε- ριοδικά, Δημοσιογράφοι, Εκδότες, τ. Β, Αθήνα, ΕΙΕ/ΙΝΕ, 2008, σ , της ίδιας, «Ένα πρώιμο γυναικείο δημοσιογραφικό εγχείρημα: η Κυψέλη της Ευφροσύνης Σαμαρτζίδου (Κωνσταντινούπολη, 1845)», στο Βασιλική Κοντογιάννη (επιμ.), Λόγος γυναικών, Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου, Κομοτηνή, Μαΐου 2006, Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., 2008, σ Βλ. Ε. Φουρναράκη, λήμμα «Ευρυδίκη», στο Λ. Δρούλια Γ. Κουτσοπανάγου (επιμ.), ό.π., σ , Μαίρη Γριβέα, Το γυναικείο περιοδικό Ευρυδίκη ( ). Προσπάθεια έκφρασης και διαμόρφωσης γυναικείας συλλογικής συνείδησης στο β μισό του 19ου αι., μεταπτυχιακή εργασία, Τμήμα Φιλολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ρέθυμνο 2001.

167 167 διαφορετικό ιδεολογικό προσανατολισμό τους, είχαν ως κοινό σημείο αφετηρίας την προβολή του γυναικείου ιδεώδους και την απόδοσή του στο κοινωνικό και πνευματικό γίγνεσθαι της εποχής με τους καλύτερους όρους. Τόσο η Κυψέλη με τον ριζοσπαστικό για την εποχή της λόγο σε ό,τι αφορούσε στην ισοτιμία των δύο φύλων, όσο και η Ευρυδίκη με την προβολή της γυναικείας ανάπτυξης, εστίασαν στη σπουδαιότητα, τη συστηματοποίηση και τη διεύρυνση της γυναικείας εκπαίδευσης σε όλα τα επίπεδα και σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Στη συνέχεια, και σε αντίθεση με τα δύο προηγούμενα έντυπα, η Βοσπορίς με τον συντηρητικό και αντιχειραφετικό της λόγο, προώθησε το πρότυπο της ηθικής, υπομονετικής, καλλιεργημένης, όχι εργαζόμενης παρά μόνο για βιοποριστικούς λόγους γυναίκας, της επιμελούς οικοδέσποινας και συνεπούς μητέρας, προσδεμένης στο άρμα της οικογενειακής ευτυχίας στο πλαίσιο της ελληνοχριστιανικής ηθικής. Στο προγραμματικό άρθρο του πρώτου τεύχους του περιοδικού, στο «Διά γραμμα», υπάρχουν αναφορές στη συμμετοχή των μορφωμένων γυναικών στην πρόοδο των εθνών και των κοινωνιών, στα ίσα δικαιώματα μεταξύ ανδρών και γυναικών, στην αναγκαιότητα της γυναικείας εκπαίδευσης ως απαραίτητης για την εκπλήρωση του προορισμού της γυναίκας 352. Επισημαίνεται η υποτιμημένη θέση της γυναίκας από την αρχαιότητα και στη συνέχεια η εξύψωσή της μέσα από τη χριστιανική θρησκεία, η οποία την τοποθέτησε στην αληθινή της θέση: «την έταξε και την τάσσει βασίλισσαν του ηθικού της ανθρωπότητος βίου και ηγέτιδα της ηθικής και κοινωνικής των εθνών αναπλάσεως». Στηλιτεύεται η απαίτηση των γυναικών να θέλουν να μοιάσουν στους άνδρες, να χειραφετηθούν πολιτικά και επαγγελματικά: «πανταχού και πάντοτε ανά τους αιώνας, η παρεξήγησις του αληθούς προορισμού της γυναικός» προκάλεσε, κατά την εκδότρια, «εμμέσους ή αμέσους, βραδείας ή οξείας κοινωνικάς κρίσεις». Υποσχόμενη την ευρύτερη διερεύνηση, μέσα από τις στήλες του περιοδικού, της ιστορίας, των αιτίων, των φάσεων και των αποτελεσμάτων του «δυσοιώνου κοινωνικού φαινομένου της γυναικείας χειραφετήσεως», η Κ. Πρεβεζιώτου κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η θέση των γυναικών είναι «εν τω οίκω και παρά την εστίαν». Με οδηγό αυτή την ακλόνητη, κατά τη γνώμη της, λογική και σταθερή ιδέα το νεοσύστατο περιοδικό Η Βοσπορίς θα επιδίωκε να προωθήσει «την υγιά ηθικήν διάπλασιν και επαρκή νοητικήν ανάπτυξιν της γυναικός» σε όλες τις φάσεις του ηθικού της βίου: ως κόρης, συζύγου, μητέρας, οικοδέσποινας, κοινωνικού ατόμου και τέκνου του Γένους και της Εκκλησίας. 352 [Κ. Πρεβεζιώτου], «Διάγραμμα Βοσπορίδος», Η Βοσπορίς Α /1 (7 Απριλίου 1899), σ. 1-2.

168 168 Η θεματογραφία των ποιημάτων της Κ. Πρεβεζιώτου αλλά και των συνεργατών της 353 που δημοσιεύονται στη Βοσπορίδα είναι πλούσια. Πολλά από αυτά αναφέρονται στη φύση, αρκετά εκφράζουν συναισθήματα θετικά ή αρνητικά και πολλά άλλα μιλούν για την αληθινή αγάπη και τον έρωτα, το χωρισμό, τη νεότητα, τους αδικοχαμένους, κ.λ.π. Τα περισσότερα είναι μικρά ποιήματα, τετράστιχα δύο ή και τριών στροφών, άλλα καλύπτουν πολύ περισσότερο από μια σελίδα, τα περισσότερα είναι υπογεγραμμένα από την εκδότρια ή και ανυπόγραφα, χρεώνονται όμως στην ίδια, η οποία στο συγκεκριμένο έντυπο υπογράφει έναν αριθμό δεκατριών (13) ποιημάτων. Το διήγημα, το λογοτεχνικό είδος που ξεχωρίζει αυτήν την εποχή, μοιάζει να ανταποκρίνεται καλύτερα στις εκφραστικές ανάγκες των γυναικών. Με χαρακτηριστικά τη συντομία, την απλή πλοκή, την αμεσότητα και το ρεαλισμό στις περιγραφές των ματαιώσεων και δυστυχιών που ταλαιπωρούν τις ηρωίδες, ορίζεται ως μέσο διερεύνησης των αντιφάσεων και προκλήσεων του νέου γυναικείου ιδεώδους, γεγονός που συντελεί στη διαδεδομένη στήριξη και εφαρμογή του από όλα τα επίπεδα των αναγνωστριών. Στη συνέχει έρχεται η περίπτωση της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου. Η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου ως η αντιπροσωπευτικότερη διηγηματογράφος της λαϊκής και κοινωνικής ηθογραφίας κατά τη Β. Ποσάντζη, γράφοντας και στη δημοτική γλώσσα είχε κερδίσει την εύνοια των προοδευτικών λογίων της εποχής της, σε αντίθεση με τη «γλωσσαμύντωρα» Νεοφαναριώτισα λογοτέχνιδα Κ. Πρεβεζιώτου, η οποία δεν έτυχε της ανάλογης αποδοχής από τους ίδιους κύκλους, παρόλο που εμφάνισε και αυτή στο έργο της έντονο κοινωνικό προβληματισμό 354. Η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου (9 Ιανουαρίου 1867, Βλάγκα της Κωνσταντινούπολης - 8 Μαρτίου 1906) έρχεται από τον 19ο αιώνα όχι ως η γυναίκα που έγραψε και πεζογραφία αλλά ως η πεζογράφος, η οποία διεκδίκησε και την 353 Από τις γυναίκες συνεργάτιδες, ποιήματά τους δημοσιεύουν από τις πλέον γνωστές γραμματολογικά, η εκδότρια Ημερολογίων και ποιήτρια Ελένη Σβορώνου από τη Σάμο, η ποιήτρια Ελένη Λάμαρη από την Αθήνα, η ποιήτρια Μαρίκα Πίπιζα και η ποιήτρια και εκδότρια του φιλολογικού περιοδικού Νέος Παρθενών, Μαρίκα Φιλιππίδου επίσης από την Αθήνα, η λόγια και ποιήτρια Βιργινία Π. Ευαγγελίδου. Μικρότερο αριθμό ποιημάτων δημοσιεύουν οι λιγότερο γνωστές γραμματολογικά, η ποιήτρια από τη Χίο, Βιργινία Ε. Βοριά, η ποιήτρια από την Κωνσταντινούπολη, Μαρία Ζάμπα λίγο πριν την αναχώρησή της για την Αθήνα και η Αθηνά Πολυκράτους, όπως και αυτές που χρησιμοποιούν ψευδώνυμα αταύτιστα μέχρι στιγμής, χωρίς να είναι βέβαιο ότι είναι γυναίκες (π.χ. Παλμύρα, Αλκυών, Ανεμοζάλη, Θάμυρις, κ.λ.π.), βλ. και Ν. Παλαιού, «Η συνείδηση του φύλου στην πεζογραφία όπως παρουσιάζεται στα περιοδικά λόγου και τέχνης ( ): Παραδειγματικές περιπτώσεις», στο Σοφία Ντενίση (επιμ.), Η γυναικεία εικαστική και λογοτεχνική παρουσία στα περιοδικά λόγου και τέχνης ( ), ό.π., σ Από τους άνδρες συνεργάτες, τα περισσότερα ποιήματα υπογράφουν ο ποιητής και μεταφραστής Κλεάνθης Βασαρδάκις από την Κίο, ο ψευδώνυμος Άλυς από την Κερασούντα, ο ποιητής Σπ. Χριστοφίδης από το Μακροχώριον, ο ποιητής Αχιλ. Ταβουλάρης και ο γνωστός ποιητής Στυλιανός Σπεράντσας από τη Σμύρνη. Λιγότερα ποιήματα δημοσιεύουν ο Νικοκλής Μακρίδης, ο λόγιος, συγγραφέας και ποιητής Νικόλαος Καπιγιολδάσης από την Αθήνα, ο γνωστός και πολυταξιδεμένος ποιητής και διηγηματογράφος Άγγελος Σημηριώτης, ο δημοφιλής σατιρικός ποιητής Γεώργιος Σουρής από την Αθήνα. Από τους μη ευρισκόμενους στη ζωή την περίοδο των δημοσιεύσεων, αναφέρονται έργα των γνωστών ποιητών Χριστόφορου Σαμαρτσίδη και Γ. Χ. Ζαλοκώστα. Επίσης στη Βοσπορίδα δημοσιεύτηκε και ένα ποίημα του εμπνευστή και εισηγητή της λεγόμενης γενιάς του 1880, ακαδημαϊκού Κωστή Παλαμά ο οποίος την περίοδο εκείνη ήταν και γενικός γραμματέας του Πανεπιστημίου Αθηνών ( ), βλ. Κωστής Παλαμάς, «Θεοφάνεια», Η Βοσπορίς Ε/12-13 (10-20 Αυγούστου 1903), σ Βλ. Β. Ποσάντζη, «Το νεοελληνικό διήγημα...», ό.π., σ. 291.

169 169 ιδιαιτερότητα του φύλου της. Στο ένα και µοναδικό ταξίδι της στην Αθήνα, το 1896, φιλοξενείται επί ένα µήνα στο σπίτι της Καλλιρρόης Παρρέν. Η Πολίτισσα πεζογράφος δεν βρέθηκε τυχαία εκεί: είχε προηγηθεί η θετική υποδοχή της από την «Εφηµερίδα των κυριών» στις 11 Σεπτεµβρίου του Στο φιλολογικό σαλόνι της πρώτης Ελληνίδας φεµινίστριας γίνεται η γνωριµία της Παπαδοπούλου µε τον δεδηλωµένο θαυµαστή της, συνοµήλικό της Γρηγόριο Ξενόπουλο. Ωστόσο η λογοτεχνική τους σχέση κρατούσε από την έκδοση της πρώτης συλλογής διηγηµάτων της «εσµίς διηγηµάτων» (1889), την οποία προλογίζει ο εκ Ζακύνθου συγγραφέας. Την Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου ανέσυρε από τα «αζήτητα» της νεοελληνικής ιστορίας της λογοτεχνίας ο καθηγητής Γιάννης Παπακώστας πριν από είκοσι πέντε χρόνια µε τη µονογραφία του «Η ζωή και το έργο της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου». Επανέρχεται σ' αυτό µε την έκδοση δύο λανθανόντων πεζών της (νουβέλες) στη σειρά «Επί τα ίχνη...» που φέρει την υπογραφή του ως διευθυντή: «Περιπέτειαι µιας διδασκαλίσσης-στο Μοναστήρι» (εισαγωγή: Αλέξης Ζήρας, επιλεγόµενα-φιλολογική επιµέλεια: Γιάννης Παπακώστας, «Πατάκης», σελ. 144, ευρώ 14). Το πρώτο κείµενο 2 κυκλοφόρησε το 1891 στον τόµο «ιηγήµατα. Μέρος Β'» που περιέχει τις νουβέλες «Περιπέτειαι µιας διδασκαλίσσης» και «Μετά δεκαετίαν». Το δεύτερο δηµοσιεύτηκε σε τρεις συνέχειες, στο περιοδικό «Παναθήναια» ( ). Στο επίµετρο δηµοσιεύονται δύο δυσεύρετες µελέτες µε την υπογραφή του γιατρού, κριτικού της Πόλης και βιογράφου τού Βιζυηνού Νικολάου Βασιλειάδη και του καθηγητή της Μεγάλης του Γένους Σχολή ηµητρίου Μοστράτου. Η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου µεγαλώνει σ' ένα συντηρητικό περιβάλλον: είναι ατόπηµα µέγα να ζητάς να γράφεις στην οµιλούσα λαϊκή γλώσσα και ακόµη µεγαλύτερο να είσαι άγαµη και να δηµοσιογραφείς. Έτσι, κρυβόταν πίσω από τα ψευδώνυµα Σατανίσκη, Βοσπορίς, Βυζαντίς, Σάνκο Πάνσας, Ανατολίτισσα, Θρακοπούλα ή υπογράφει µε το βαφτιστικό της όνοµα, Αλεξάνδρα. Πελοποννησιακής καταγωγής, είναι κόρη του γιατρού που υπηρετεί στον τουρκικό στρατό Βασιλείου Παπαδοπούλου. Οικότροφος στο Παρθεναγωγείο «Η Παλλάς», αποφοιτά µε το πτυχίο της δασκάλας αλλά η διευθύντριά της Σαπφώ Λεοντιάς της κόβει τις φιλοδοξίες για ανώτατες σπουδές, καθώς η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου αντιτίθεται στο παιδαγωγικό σύστηµα που εφάρµοζαν στη σχολή. Ετσι επί είκοσι χρόνια, µέχρι τον πρόωρο θάνατό της σε ηλικία τριάντα εννέα ετών, διδάσκει σε σχολεία των ελληνικών κοινοτήτων αλλά και κατ' οίκον σε κορίτσια εύπορων οικογενειών. Στην πρώτη ανθολογία ελληνικού διηγήµατος, που κυκλοφόρησε στις 12 εκεµβρίου 1896, του Τήνιου Γεωργίου Κασδόνη, εκδότη τότε του περιοδικού «Εστία», η Παπαδοπούλου είναι η µοναδική θηλυκή γραφίδα εν µέσω 33 συγγραφέων. «Γυνή Ελληνίς και µάλιστα Βυζαντίς, και µάλιστα τόσον νεαρά, και

170 170 µάλιστα σήµερον, να γράφη τοιαύτα διηγήµατα, αν δεν είνε το όγδοον θαύµα του κόσµου, εξάπαντος όµως είνε θαύµα» γράφει στην κατά τα άλλα πικρόχολη κριτική του για την ανθολογία ο Ξενόπουλος, µόλις έντεκα µήνες µεγαλύτερός της αλλά ήδη από θέσεως ισχύος. Πάντως οι αναγνώστες της κριτικής του στην εφηµερίδα «Το Άστυ» γνώριζαν την αδυναµία του στην πολίτισσα συγγραφέα, αφού, προ τετραετίας, ο Μποέµ, στη συνέντευξη του Ξενόπουλου, που είχε δηµοσιευτεί στην ίδια εφηµερίδα, περιέγραφε µετά γλαφυρότητας το δωµάτιο του Ζακύνθιου στην οικία Σκόκου: «... Κλίνη ολόλευκος εις το βάθος, τράπεζα εις το µέσον µε βιβλία και χειρόγραφα επ' αυτής, µε κηροπήγια και σιγαροθήκας, µε µιαν φωτογραφίαν της γνωστής εκ Κωνσταντινουπόλεως λογογράφου, δεσποινίδος Παπαδοπούλου...». H ίδια φωτογραφία µε αυτήν του εξωφύλλου στο πρόσφατο βιβλίο, που είναι και η µοναδική σωζόµενη της Παπαδοπούλου. Πράγµατι, «όµορφη δεν ήταν», «για αυτό οι φωτογραφίες της δεν έλεγαν τίποτα» στον Ξενόπουλο και η αλληλογραφία τους στα είχε άδοξο τέλος. Γνωρίστηκαν πολύ αργότερα, τον Οκτώβριο του 1896, στοσαλόνι της Καλλιρρόης Παρρέν, και ο Ζακύνθιος καταγοητεύτηκε από την «πνευµατικότητά» της αλλά ήταν ήδη ερωτευµένος µε τη µέλλουσα δεύτερη σύζυγό του, γι' αυτό και «την άφησε να φύγει» πίσω στην Πόλη. Όσο για τα αισθήµατα της Παπαδοπούλου, παραµένουν άγνωστα, αφού οι επιστολές τους και τυχόν ηµερολόγιά της χάθηκαν στους άγριους καιρούς που ακολούθησαν. Πάντως, του οφείλει τον πρόλογο στην πρώτη συλλογή διηγηµάτων της, εσµίς διηγηµάτων. Μέρος A', που εκδόθηκε στην Πόλη, το 1889, και µια εγκωµιαστική νεκρολογία στα «Παναθήναια», συνοδευµένη από σκίτσο της φίλης της, ζωγράφου Θάλειας Φλώρα, κατόπιν Καραβία, που πολύ την κολακεύει. εσποινίς ετών 39, αυστηρή και ανεξάρτητη, όπως και ήταν στις 8 Μαρτίου 1906, που πέθανε, συµπτωµατικά την ηµέρα που αφιερώθηκε στα δικαιώµατα της γυναίκας. Αν δωθεί βάση στη νεκρολογία του Ξενόπουλου, η Παπαδοπούλου θα πρέπει να είχε τυπώσει «δύο βιβλιαράκια» µε διηγήµατα πριν από το 1889, που λανθάνουν, άλλωστε και η πρώτη συλλογή της µόλις το 1998 εντοπίστηκε από τον Παπακώστα. Όπως κι αν έχει, στο πρόσφατο βιβλίο, από την πεζογραφική σοδειά της, ισοδύναµη ποσοτικά µε αυτήν του Παπαδιαµάντη, επιλέγονται δύο διηγήµατα που δεν ανήκουν στα συνολικά 39 συν µία νουβέλα των επανεκδόσεων της περιόδου Το «Περιπέτεια µιας διδασκαλίσσης», που πρωτοεκδόθηκε αυτοτελώς στην Πόλη το 1891 και την ίδια χρονιά µαζί µε το εκτενέστερο «Μετά δεκαετίαν» αποτέλεσε τον τόµο ιηγήµατα. Μέρος B', και το «Στο µοναστήρι», που θεωρείται το ωραιότερο από τα «βυζαντινά διηγήµατά» της, πρωτοδηµοσιευµένο σε συνέχειες στα «Παναθήναια», , αργότερα στην «Εφηµερίδα των Κυριών» και το 1920 στον δεύτερο τόµο

171 171 της ανθολογίας ελληνικού διηγήµατος του Σκόκου. Επίσης, στον συγκεντρωτικό τόµο του 1954 που ετοίµασε ο αδελφός της Τζαννής Παπαδόπουλος, προτάσσοντας και ως βυζαντινολόγος τα βυζαντινά. Θα παρουσίαζε ενδιαφέρον το δεύτερο διήγηµα να αναπαραγόταν µαζί µε τις εικόνες της Φλώρα που το κοσµούσαν στην πρώτη του δηµοσίευση. Αντ' αυτού τα διηγήµατα συνοδεύουν τα κείµενα δύο λογίων, σύγχρονων της Παπαδοπούλου, του γιατρού και κριτικού Νικόλαου Βασιλειάδη και του καθηγητή της Μεγάλης του Γένους Σχολής ηµητρίου Μοστράτου, µε πολύτιµες πληροφορίες. Βιωµατικό το πρώτο διήγηµα, µε ηρωίδα µια «οικοδιδασκάλισσα» που έχει, όπως και η Παπαδοπούλου, πατέρα «στρατιωτικό ιατρό», «στα ενδότερα της Ανατολής», δεν σκιτσάρει απλώς πρόσωπα και καταστάσεις αλλά και ψυχογραφεί. Στο δεύτεροδιήγηµα η συγγραφέας κατορθώνει να δώσει πνοή στις βυζαντινές ίντριγκες του δεύτερου µισού του 9ου αιώνα µέσα από τους µονολόγους και τις στιχοµυθίες παθιασµένων γυναικών του αυτοκρατορικού κύκλου. Τελικά δύο διηγήµατα αντιπροσωπευτικά του έργου της, µε το «σπινθηροβόλον ύφος, την µεγάλην ηθογραφικήν δύναµιν, το πνεύµα, την τρυφερότητα και την ειρωνείαν» που διέβλεπε ο Ξενόπουλος, παροτρύνοντας στην ανεύρεση και έκδοση του έργου της. Έναν αιώνα αργότερα η ανεύρεση έγινε, αναµένεται τώρα η συνολική έκδοση. Η Παπαδοπούλου ως δασκάλα και διευθύντρια, µε εθνικό και εκπαιδευτικό έργο σηµαντικό, δηµοτικίστρια, όπως αναφέρει ο Γ. Παπακώστας 355, ξεκίνησε από την Πόλη, γνωρίστηκε µε την Κ. Παρρέν και ανέπτυξε δράση εθνική ως διδασκάλισσα στο Βουκουρέστι και στη Σηλυβρία. Επανήλθε στην Πόλη όπου δίδαξε αρχαίους από µετάφραση και νεοελληνική λογοτεχνία (µεγάλη καινοτοµία για εκείνη την εποχή) 356. Ήρθε στην Αθήνα όπου εργαζόταν και παρακολουθούσε µαθήµατα στο Πανεπιστήµιο. Μέσα από τις καθηµερινές σκηνές των διηγηµάτων της διδάσκει, ενώ το ταλέντο της αναγνώρισε έγκαιρα ο σύγχρονός της Ξενόπουλος. Στα διηγήµατά της φαίνεται και η θέση της γυναίκας στην κοινωνία της Πόλης, εµπνέεται από χαρακτήρες του Βυζαντίου, στα αποσπάσµατα παρακολουθούµε τη γυναίκα ως µητέρα, τη διδασκάλισσα ως ερωµένη, αλλά και τη γυναίκα, δασκάλα και συγχρόνως καλή σύζυγο, π.χ. «[ ]. Πόσα έλεγαν άλλοτε σκυµµένοι σ αυτό το παράθυρο, πριν ξηµερώσει η µαύρη µέρα, κατά την οποίαν ο κ. Μάρκος έφυγε δια την Ευρώπην, µε την διδασκάλισσαν της κόρης του. ώδεκα έτη έλειπε. ώδεκα έτη η κ. Πουλχερία έζησε 355 Γ. Παπακώστας (1980), Η Ζωή και το Έργο της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου, Αθήνα: Ε.Λ.Ι.Α. 356 Γ. Παπακώστας (2003), Ιχνηλασίες, φιλολογικά µελετήµατα, Αθήνα: Πατάκη, σ. 107.

172 172 ζωντόνεκρη στο παραθαλάσσιο αυτό σπίτι, δώδεκα έτη έκλαιγε κρυφά, δια να µην την βλέπει η κόρη της η ασθενική» 357. Πιθανόν ο λόγος για τον οποίο το φιλολογικό έργο της Κ Πρεβεζιώτου δεν έχει αποτιμηθεί, να βασίζεται στο γεγονός ότι στη Βοσπορίδα η έμφαση δεν δινόταν τόσο στα φιλολογικά ή καλλιτεχνικά θέματα παρά το πλήθος των δημοσιευόμενων λογοτεχνημάτων, διότι ο κεντρικός προσανατολισμός του περιοδικού ήταν διαφορετικός. Η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το Αποφοίτησε από τη Σχολή Θηλέων Παλλάς και το 1887 άρχισε να διδάσκει στα σχολεία της ελληνικής κοινότητας στην πρωτεύουσα του Οθωμανικού Κράτους. Ένα χρόνο αργότερα και μαζί με τη Χαρίκλεια Κορακίδου προέβη στην έκδοση του ετήσιου φιλολογικού βιβλίου με τίτλο «Ημερολόγιον των Κυριών» και στο οποίο δημοσίευσε και τα πρώτα της διηγήματα σε καθαρεύουσα γλώσσα. Μετά τη διακοπή της έκδοσης του «Ημερολόγιου» στην Κωνσταντινούπολη, η Παπαδοπούλου έστελνε τα διηγήματά της σε φιλολογικά περιοδικά στην Αθήνα με αποτέλεσμα να γίνει σύντομα γνωστή στο ευρύ κοινό. Υπήρξε η μοναδική γυναίκα διηγηματογράφος της οποίας το έργο συμπεριλήφθηκε στην πρώτη ανθολογία των ελληνικών διηγημάτων («Ελληνικά Διηγήματα», 1986). Ο Ξενόπουλος 359 επαίνεσε την αυθεντικότητα και τη δομική τελειότητα των συνθέσεών της, τη σεμνή αφήγηση, την απόλυτη τελειότητα των διαλόγων της καθώς και την ικανότητά της να διεισδύει βαθιά στην ανθρώπινη ψυχή. «Το γράψιμο της συχνά φθάνει στην υψηλότερη στάθμη της Τέχνης και προσφέρει στον αναγνώστη την απόλυτη αισθητική ευχαρίστηση». Η Καλλιρόη Παρρέν παρατήρησε με τη σειρά της ότι «όλα τα διηγήματα της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου είναι τόσο όμορφα και γοητευτικά και ορισμένες φορές σατανικά.» Πάρα ταύτα, τα διηγήματα της Παπαδοπούλου αμαυρώνονται από το φανερό διδακτικό τους χαρακτήρα και από μία μικρή ποσότητα μελοδραματικού αισθηματισμού 360. Η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου παρά τη σύντομη ζωή της(πέθανε σε ηλικία τριάντα εννέα χρόνων) έχει να παρουσιάσει ένα πλούσιο συγγραφικό έργο. Έγραψε άρθρα, χρονογραφήματα και κυρίως διηγήματα, o αριθμός των οποίων ανέρχεται σε αρκετές δεκάδες. Ενδεικτικά αναφέρονται μερικά από τα διηγήματά της: 357 Α. Παπαδοπούλου (1987), ιηγήµατα, Αθήνα: Στιγµή, σ Ζήρας Αλέξης, «Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου», Η παλαιότερη πεζογραφία μας Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοστ ( ), σ Αθήνα, Σοκόλης, Ξενόπουλος Γρηγόριος, «Η δις Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου», Το περιοδικόν μαςι, 1900, σ Γιαλούρης Αντώνης, «Νεώτερες πληροφορίες για την Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου», Νέα Εστία32, 1942, σ

173 173 «Περιπέτειαι μίας διδασκαλίσσης»(1891), «Ημερολόγιον της δεσποινίδας Λεσβίου»(1894), «Ευτυχισμένη»(1896), «Τέρας αχαριστίας»( 1892), «Μονοκονδυλιά»(1881), «Οικογενειακές υποχρεώσεις»(1897)κ.α. Το έργο της «Θεία Ευτυχία» θεωρείται από τα ωριμότερα διηγήματά της και δημοσιεύτηκε σε σαράντα μία συνέχειες στην καθημερινή εφημερίδα της Πόλης «Πρόοδο». Οι υποθέσεις των έργων της πηγάζουν από την αστική ζωή της Κωνσταντινούπολης 361 με αποτέλεσμα την καλλιέργεια του «διηγήματος αστικών ηθών», το οποίο αρκετά συχνά παίρνει κοινωνικό χαρακτήρα. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι αρκετά διηγήματά της πραγματεύονται θέματα όπως η προίκα, η συζυγική απιστία, η κοινωνική αδικία κ.α. Ζώντας σε ένα περιβάλλον, το οποίο ήταν ισχυρώς αντίθετο στη χειραφέτηση της γυναίκας, η Παπαδοπούλου φαίνεται να είναι πολύ επιφυλακτική στο να προάγει φανερά φεμινιστικές ιδέες. Έτσι, μέσα στα έργα της ούτε αποδοκιμάζει την μόρφωση των γυναικών αλλά και ούτε αξιώνει μία καλύτερη μόρφωση για τους γυναικείους χαρακτήρες. Δεν εξαιρεί τις γυναίκες από την εργασία, αλλά μόνο σε καιρούς οικονομικής ανάγκης και πάντοτε σε παραδοσιακά αποδεκτές γυναικείες εργασίες, όπως είναι η διδασκαλία 362. Τη μοναδική ευκαιρία, που η Παπαδοπούλου επιτρέπει στους νέους γυναικείους χαρακτήρες της είναι εκείνη, όπου η γυναίκα εκφράζει μία άποψη σχετικά με την εκλογή του συζύγου της. Βέβαια,η Παπαδοπούλου δεν ήταν αδιάφορη στο ζήτημα της χειραφέτησης των γυναικών και άλλωστε η δική της ζωή ήταν ένα εξαιρετικό παράδειγμα από το τι μία χειραφετημένη γυναίκα μπορούσε να πετύχει. Βοήθησε τον αδελφό της κατά τη διάρκεια των σπουδών του να γίνει καθηγητής Πανεπιστημίου. Ακόμη, η Παπαδοπούλου εργάστηκε για την προαγωγή της μητρικής της γλώσσας. Τον Αύγουστο του 1889 εξαιτίας των κατηγοριών ότι αυτή είχε εισαγάγει τη «μαλλιαρή γλώσσα» στην Κωνσταντινούπολη της απαγορεύτηκε να διδάσκει στα εκεί ελληνικά σχολεία. Το σκάνδαλο αυτό την ανάγκασε να πάει στο Βουκουρέστι όπου για τρία χρόνια δίδαξε ελληνικά σε σχολεία και σε σπίτια. Κινητήρια δύναμη στη ζωή της Παπαδοπούλου αποτέλεσε αγάπη της για την πατρίδα. Ένας σχολιαστής παρατήρησε ότι «η πατρίδα ήταν το όνειρό της, η θρησκεία της και το ιδανικό της. Επιπλέον, η Παπαδοπούλου συνείσφερε διηγήματα στο περιοδικό «Διάπλασις των παιδιών» του Ξενόπουλου, με τον όρο ότι αντίτυπα του περιοδικού θα διανέμονταν δωρεάν σε σχολεία της Μακεδονίας 363. Το 1905 εγκατέλειψε τη σίγουρη δουλειά της στην Κωνσταντινούπολη και πήγε στη Θεσσαλονίκη, ελπίζοντας ότι θα της επιτρεπόταν να ανακατευτεί στον 361 Παπακώστας Γιάννης, Η ζωή και το έργο της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου. Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., Σελ Περάνθης Μιχαήλ, «Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου», Ελληνική ΠεζογραφίαΔ, σ Ξενόπουλος Γρηγόριος, «Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου», Παναθήναια, ετ.στ, 15/5/1906, σ

174 174 Μακεδονικό Αγώνα, προσδοκία που δεν πραγματοποιήθηκε. Μεταξύ των ετών 1899 και 1902 δημοσίευσε μία σειρά διηγημάτων, που συνήθως αναφέρονται ως τα Μακεδονικά Διηγήματα, στην εφημερίδα Πατρίς στο Βουκουρέστι, σε μία συνειδητή προσπάθεια να προωθήσει την εθνική περηφάνια και την αφοσίωση στην πατρίδα. Για αυτό άλλωστε και επέλεγε ανάμεσα από τις διάφορες προτάσεις εργασίας που της έκαναν όχι αναγκαστικά εκείνες που πλήρωναν καλύτερα, αλλά εκείνες που θεωρούσε «εθνωφελέστερες». Όταν οι φίλοι της της συνιστούν σύνεση γιατί «οι βλάχοι... δεν τα καλοβλέπουν τα τοιαύτα» εκείνη απαντά : εγώ δεν θα είμαι προσεκτική. Εγώ είμαι ανεξάρτητος». Η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου δεν παντρεύτηκε ενώ ο θάνατός της χρονολογείται στα 1906, σε ηλικία τριάντα εννέα χρόνων 364. Ας αναφερθεί εδώ ένα διήγημα της Παπαδοπούλου με τίτλο Το Σκούντημα. Εστιάζει στην αστική κοινωνία της Κων/λης την οποία ελέγχει κριτικά ως προς τις προλήψεις σχετικά με την αποκατάσταση των θηλυκών μέσω του γάμου. Όχι γυναικεία στόχευση, αλλά ψυχολογία του πλήθους. Ρεαλιστικός τρόπος αφήγησης, αμεσότητα χάρη στη χρήση διαλόγων, προσπάθεια ερμηνείας φαινομένων => διερεύνηση καθημερινής ανθρώπινης συμπεριφοράς. Γενικότερα είναι φανερό πως στο έργο κυριαχεί μια ειρωνική διάθεση απέναντι στην προγενέστερη ρομαντική εξιδανίκευση, που αγγίζει τα όρια του κυνισμού. Σημασία του Τύπου πάλι με ειρωνική διάθεση για κύρος και παντοδυναμία του.ωστόσο μέσω της ειρωνείας προβάλλει το μήνυμα ότι τα φαινόμενα είναι συχνά απατηλά. Το πώς ερμηνεύονται εξυπηρετούν στο να εφησυχάζουν συνειδήσεις και ευθυνοφοβίες. Κοινωνική ματιά, κοινός τόπος και με άλλους εκπροσώπους της περιόδου (πόσο σύνθετο είναι το θέμα της αντίληψης της πραγματικότητας. Η Παπαδοπούλου ψυχογραφεί τους ήρωές της κάνοντας άνοιγμα προς μια εσωτερική προοπτική. Γι' αυτό και αξιοπρόσεκτη περίπτωση της περιόδου. Κοινωνική ματιά, παιγνιώδες ύφος (αντιστοιχία με έργο Ξενόπουλου). Η Αθηνά Γαϊτάνου γεννήθηκε στο Μακροχώρι της Ανατολικής Θράκης. Φοίτησε στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο της Κωνσταντινούπολης και στη συνέχεια ίδρυσε ημιγυμνάσιο παρθεναγωγείο στο Μακροχώρι, όπου εργάστηκε ως δασκάλα από το 1903 ως το Το 1907 έφυγε για την Κωνσταντινούπολη, όπου διετέλεσε αρχισυντάκτρια του περιοδικού Νέον Πνεύμα ως το 1911, οπότε εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Στην πρωτεύουσα ίδρυσε το οικοτροφείο Το σπίτι του κοριτσιού, όπου διετέλεσε γενική γραμματέας από το 1919 και για είκοσι χρόνια Άγρας Τέλλος, «Τα Βιβλία», Ρυθμός Πειραιά7, 1934, σ Αυδή Καλκάνη Ίρις, Μια αντάρτισσα της Πόλης στην ταραγμένη Αθήνα Αθηνά Γιαννιού Γαϊτάνου ( ). Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., 1997.Σελ

175 175 Παντρεύτηκε τον πολιτικό και συγγραφέα Νικόλαο Γιαννιό, με τον οποίο συνεργάστηκε σε πολιτικό επίπεδο. Η Γαϊτάνου ανέπτυξε σοσιαλιστική δράση και παράλληλα υπήρξε μια από τις πρώτες ελληνίδες φεμινίστριες. Ιδρυτικό μέλος του Σοσιαλιστικού Ομίλου Γυναικών και διευθύντρια των περιοδικών Ελληνίς και Σοσιαλιστική Ζωή, πήρε μέρος σε φεμινιστικά συνέδρια στη Μασσαλία, τις Βρυξέλλες και τη Βιέννη. Εκτός από την πολιτική και κοινωνική αρθρογραφία, ασχολήθηκε επίσης με τη λογοτεχνία και τη λογοτεχνική μελέτη. Το 1908 εξέδωσε τη συλλογή διηγημάτων Οράματα. Την ίδια εποχή γράφει και εκδίδει με το ψευδώνυμο Σίβυλλα μια συλλογή διηγημάτων στη δημοτική γλώσσα, τα Οράματα που προβάλλουν την άσχημη θέση της γυναίκας στην κοινωνία και την ανάγκη για την βελτίωσή της. Αργότερα τα διηγήματα αυτά μεταφράζονται στα ιταλικά 366. Ἡ Μαριώρα Ρίζου-Τυανίτη ξεχώριζε. Ἀδελφή ποιητῆ καί σύζυγος γιατροῦ, ἔγραφε στίχους καί δεχόταν στό σπίτι της στήν Κωνσταντινούπολη τήν ἀφρόκρεμα τῆς ἑλληνικῆς λογιοσύνης καί ξένους διπλωμάτες 367. Ὁ θάνατός της σέ προχωρημένη ἡλικία, τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1797, ἀποτέλεσε γεγονός πού ἐνδιέφερε τή δημοσιότητα, ἀφοῦ ἡ Ἐφημερίς τῶν Μαρκιδῶν τύπωσε ὄχι μόνο τήν εἴδηση ἀλλά καί μία νεκρολογία τή μοναδική μᾶλλον πού δημοσίευσε ποτέ γιά ἕναν κοινό θνητό, καί μάλιστα γιά μιά γυναίκα. Τό ἀσυνήθιστο κείμενο γιά τήν ἀσυνήθιστη Φαναριώτισσα ἀνακοίνωνε πώς: «ἐτελείωσε τό ζῇν»...«μία ἀπό τάς πλέον ἀξιολογωτέρας καί περιφήμους ἀρχόντισσας τῆς πόλεως μεταξύ τῶν ρωμαίων, ἡ ὀνομαστή μαδάμα Τυανίτη λεγομένη ὡς ἀπό μέρους τοῦ συζύγου της κατά τήν εὐρωπαϊκή συνήθειαν. ὡς ἀπό μέρους δέ τῆς φαμηλίας της κοκόνα μαριώρα ρίζου ὀνομαζομένη, ἡ ὁποία ἀγκαλά καί κατά τήν ἡλικίαν προβεβηκεῖα, μ ὅλον τοῦτο ἄφησε ἀρκετήν λύπην εἰς ὅσους τήν ἐγνώριζαν»...«μέ τό νά ἐστάθη μία ἀξιολογωτάτη κατά πάντα καί σπάνια γυναῖκα, φρονιμωτάτη καί πολιτική ὅσον δίδεται, στολισμένη πρός τούτοις καί μέ ἄλλας ψυχικάς ἀρετάς μεγάλας». Τώρα ακολουθεί και το έργο δύο Φαναριωτισσών γυναικών λογίων, της Δουδού Υψηλάντης και της Δόμνας Κατήνκω 368. Το έργο της πρώτης χρονολογείται στα 1778 ενώ αυτό της δεύτερης αν και αχρονολόγητο θεωρείται πως ανήκει περίπου στην ίδια εποχή. Kαι τα δύο ποιήματα παραθέτονται μεταξύ των χαρακτηριστικότερων αλλά ταυτόχρονα και καλύτερων ποιημάτων που έχουν γραφτεί από Φαναριώτες, από τα μέσα μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, ως υποδείγματα της νόθας γλώσσας που 366 «Γιαννιού Γαϊτάνου Αθηνά», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό3. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985.Σελ Τήν προσοχή τῆς ἔρευνας στή Μαριώρα Τυανίτη ἔστρεψε ἡ μελέτη τοῦ Ἄλκη Ἀγγέλου, «Ἡ Μαντάμ Τυανίτη», στό: ὁ ἴδιος, Τῶν Φώτων Β, Ὄψεις τοῦ νεοελληνικοῦ Διαφωτισμοῦ, Ἀθήνα 1999, σ Σ. Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή. Γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού Διαφωτισμού- Ρομαντισμού, Νεφέλη, Αθήνα Σελ

176 176 χρησιμοποιείται από την τάξη αυτή: ένα κράμα ελληνικής, τουρκικής και φραγκικής γλώσσας. Tέτοιου είδους ποιήματα κυκλοφορούσαν την εποχή εκείνη σε μικρά χειρόγραφα σημειωματάρια και τα ονόμαζαν, μετζμουάδες ή μισμαγιές. Tα ποιήματα αυτά ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή απoστηθίζονταν, τραγουδιόνταν και αντιγράφονταν και οι ποιητές τους γνώριζαν μεγάλη δόξα την εποχή τους. Ήταν συχνά σατιρικά και ανάλαφρα, άλλοτε όμως ήταν ερωτικά, μελαγχολικά και θλιβερά η γλώσσα τους απεικόνιζε την καθομιλουμένη στους φαναριώτικους κύκλους. Eνδεικτικά παρατίθενται τα δύο αυτά ποιήματα με πρώτο το πιο φιλοσοφικό από τα δύο έργα, αυτό της Δόμνας Kατήνκως(;) : Σφαίρα τάχα δεν γυρίζεις και σ' εμένα μια φορά ; να χαρίσης, αντί πάθη, ευτυχίαν και χαρά; Φθάνει, φθάνει ευσπλαγχνίσου, δείξε μια μεταβολή γιατί η οργή σου τούτη σούρδισε πάρα πολύ. Kάνε πλέον μερχαμέτι μη αφήσεις το κορμί ν' αποθάνη εις τα πάθη, μην το κάνης σφαίρα μη. και ας δούμε έπειτα κάποιους στίχους από το σατιρικό ποίημα της Δουδούς Yψηλάντη: Όλο ένα μουσουμπέτι αντίς για γλυκό σοχπέτι, και αντίς δια μετζλήσι είν' μεγάλο σιπαρίσι Mία φύλαξι' μεγάλη' (κη-όποιος την βαστά δεν σφάλλει). Ώχ! δεν έχει πλέον χάλι μία τέτοια παραζάλη 369!. Η Δόμνα, Αικατερίνη (Κατήνκω) Γκίκα, ήταν γόνος της ομώνυμης φαναριώτικης οικογένειας των Γκίκα, ευγενών με καταγωγή από τη Βόρεια Ήπειρο (Ζερβάτι Αργυροκάστρου) που κατά την διάρκεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας αρχικά εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα και αργότερα στην Κωνσταντινούπολη. Πήραν διοικητικές θέσεις και διετέλεσαν και πρωθυπουργοί των Παραδουνάβιων ηγεμονιών. Ο έρωτας του διάκου Γεωργίου Γκότζια για την Κατήνκω εκφράστηκε με ένα ποίημα που βρίσκεται στη Μελπομένη του Νικηφόρου Ναυτουνιάρη στη μονή Βατοπεδίου στιχουργημένο περίπου το 1803 και σχηματίζει ακροστιχίδα με το όνομα της γυναίκας. Ο τότε διάκος Γεώργιος Γκότζιας που παρολίγον να παντρευόταν την Κατήνκω ήταν ο μετέπειτα μητροπολίτης Παλαιών Πατρών με το όνομα Γερμανός. Σε παιγνιώδες και σατυρικό ύφος και γλώσσα με ιδιωματισμούς φαναριώτικους κινείται και η Φαναριώτισσα Δουδού Υψηλάντη 370, της οποία η θεματολογία των έργων βασίστικε κατά βάση σε ερωτικά θέματα της γυναικείας ψυχολογίας με το ιδανικό συναίσθημα αγάπης να κάνει κυριολεκτικά έρμαια στα μάτια των αδοιφάγων αρσενικών τα θηλυκά, ενώ συχνά πραγματεύεται και πατριωτικά θέματα με μοναδικό το στοιχείο της ζωντάνιας και της παραστατικότητας στις εικόνες της ηρωικής πατρίδας. Το γλωσσικό ιδίωμα των Φαναριωτών με το σατιρικό ανάλαφρο ύφος που έρχεται σε αντίθεση με το γνωστό μελαγχολικό ύφος του φαναριώτικου ρομαντισμού 369 Γλωσσάρι στο ανθολόγιο του Γιώργου Κεχαγιόγλου, Πεζογραφική ανθολογία, 2 τομ. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Θεσσαλονίκη, Η λέξη μουσουμπέτι μπορεί να σημαίνει κουβεντούλα ή γλέντι, κάτι αντίστοιχο με το μουχαμπέτι. 370 Σ. Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή. Γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού Διαφωτισμού- Ρομαντισμού, Νεφέλη, Αθήνα Σελ

177 177 είναι προφανές στα παραπάνω ποιήματα. Η γυναικεία φαναριωτική λογιοσύνη έχει ήδη ξεκινήσει από τις Ρωξάνη Σκαρλάτου 17 ος αιώνας, οι οποίες μετέφρασαν έργα ξένα στα ελληνικά καθώς και την Ραλλού Καρατζά Αργυροπούλου, που θεωρείται η πρώτη Ελληνίδα σκηνοθέτιδα που ανέβασε παράσταση με ερασιτέχνες ελληνίδες από το Φανάρι και συνέβαλε αποφασιστικά στην δημιουργία θεάτρου στο Βουκουρέστι. 4.2)Σμύρνη: 4.2.1)Η περίπτωση της Σαπφούς Λεοντιάδος: Η Σαπφώ Κληρίδου (Λεοντιάς) γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στη συνοικία του Μεγάλου Ρεύματος το Ήταν κόρη του γνωστού στην εποχή του ελληνοδιδάσκαλου Λεόντιου Κληρίδη, με καταγωγή από την Κύπρο, ο οποίος συνδεόταν με τον κύκλο των νεοελλήνων διαφωτιστών που εκπαιδευτικά κινήθηκαν και έδρασαν στο τρίγωνο των αστικών/εκπαιδευτικών κέντρων Σμύρνης-Κυδωνιών- Χίου τις δυο πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Η Σαπφώ Λεοντιάς δε φαίνεται να φοίτησε σε κάποιο είδος σχολείου της εποχής της. Την εκπαίδευσή της σύμφωνα με τις πηγές επιμελήθηκε ο πατέρας της, όπως και της αδελφής της, Αιμιλίας Κτενά-Λεοντιάδος, επίσης εκπαιδευτικού και εκδότριας του περιοδικού Ευρυδίκη ( ). Η εκπαίδευση αυτή περιλάμβανε μελέτη της αρχαιοελληνικής γραμματείας, της γαλλικής και γερμανικής γλώσσας και φιλολογίας και της φιλοσοφίας, ενασχολήσεις που αποτυπώνο- νται στη μετέπειτα εκπαιδευτική και παιδαγωγική της φυσιογνωμία. Η βαθιά, για παράδειγμα, και ευρεία ελληνομάθειά της, που τεκμηριώνεται ιστορικά καθώς διδάσκει κλασικούς συγγραφείς στις ανώτερες τάξεις των παρθεναγωγείων (μάθημα που συνήθως αναλαμβάνουν άνδρες εκπαιδευτικοί. Απόφοιτοι της φιλοσοφικής σχολής), όπως και ο άριστος χειρισμός της αρχαιοελληνικής γλώσσας, που αντανακλάται στην άψογη χρήση της ακραίας καθαρεύουσας που χρησιμοποιεί σε πολλά από τα κείμενά της, αναγνωρίζονται από τους/τις συγχρόνους της και μεταγενέστερους λόγιους/ίες, γεγονός που διευκόλυνε την πρόσβαση στο δημόσιο χώρο και την επαγγελματική της πορεία η Καλλιρρόη Παρρέν αναφέρει ότι «υπήρξεν ίσως η πρώτη και η μόνη Ελληνίστρια φιλόλο- γος η παίζουσα τους αρχαίους συγγραφείς και ποιητάς εις τα δάκτυλα. [ ] 371 Στη βιβλιογραφία (βλ. υποσημ. 73) αναφέρεται συνήθως ως χρονολογία γέννησής της το Με βάση όμως τη ληξι- αρχική πράξη του γάμου της, που έγινε το 1856 στη Σάμο, στην οποία αναφέρεται ότι είναι 26 χρονών, συνάγεται ότι η χρονολογία γέννησής της είναι το Το έτος αυτό ως έτος γέννησης της Λεοντιάδος αναφέρεται μόνον στην αδημο- σίευτη μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία της Παρασκευής Παρασκευά, «Σαπφώ Λεοντιάς ( ): Παιδαγωγικές απόψεις, εκπαιδευτική δράση, κοινωνική παρουσία» (μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία, Α.Π.Θ., 2001), 11 και στο Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή, 187.

178 178 Έγραφε την αρχαίαν γλώσσαν μεθ όσης ευκολίας γράφομεν την καθομιλουμένην», 372 και ο Σπυρίδων Αναστασιάδης υποστηρίζει ότι «την βαθείαν ελληνομά- θειαν της Σαπφούς Λεοντιάδος [ ] δεν είχε ουδεμία άλλη εξ όσων διηύθυναν ανώτερα παρθεναγωγεία εν τω ελευθέρω βασιλείω και τω αλυτρώτω ελληνισμώ». Η πολύ καλή δε γνώση της γαλλικής και γερμανικής φιλολογίας και γλώσσας αποτέλεσε μέσο για την ενημερότητά της στα εκπαιδευτικά πράγματα του ευρωπαϊκού χώρου, ενημερότητα που εγγράφεται στα κείμενά της με συχνές πληροφοριακές ή τεκμηριωτικές των απόψεών της αναφορές στα τεκταινόμενα και στις παιδαγωγικές απόψεις και θεωρίες που διατυπώνονται στον ευρωπαϊκό χώρο. Από πολύ νωρίς απέκτησε φήμη ως εκπαιδευτικός, καθώς προσκαλείται από ιδρυτές σχολείων θηλέων ή κοινοτικές αρχές να αναλάβει την εξαρχής οργάνωση των σχολείων τους (π.χ. των παρθεναγωγείων της Σάμου, του Ελληνικού Παρθεναγωγείου του Μ. Αρώνη στη Σμύρνη), να επιλέξει και να προτείνει το διδακτικό τους προσωπικό (π.χ. του παρθεναγωγείου της Λευκωσίας), να στηρίξει τη διαφαινόμενη ανάπτυξη αυτών (π.χ. του Παρθεναγωγείου της Αγίας Φωτεινής Σμύρνης), να αποτρέψει τη διάλυσή τους (του Παρθεναγωγείου της Παλλάδας στην Κωνσταντινούπολη το 1891) 373. Η εκπαιδευτική της δράση άρχισε νωρίτερα από το Σύμφωνα με τον Μανουήλ Γεδεών 374, πριν τη χρονολογία αυτή δίδαξε στη Λέρο. Την περίοδο /52 διδάσκει, μάλλον ιδιωτικά, στην Κύπρο στη Λευκωσία και πιθανόν στη Μόρφου και στη συνέχεια στο Βαθύ Σάμου, όπου αναλαμβάνει για πρώτη φορά την οργάνωση και διεύθυνση κοινοτικού σχολείου θηλέων. Την πρώτη αυτή περίοδο της εκπαιδευτικής της δραστηριοποίησης φαίνεται να έχει την αρωγή του πατέρα της, τον οποίο ακολουθεί στις εκπαιδευτικές του μετακινήσεις. Και οι δυο παρουσιάζονται να διδάσκουν στις ίδιες περιοχές κατά τον ίδιο χρόνο 375. Η ανεξάρτητη θα μπορούσε να υποστηριχθεί εκπαιδευτική της δράση αρχίζει με τη μετακίνησή της το 1858 στη Σμύρνη και την ανάληψη της διεύθυνσης σχολείων της πόλης και συνεχίζεται χωρίς διακοπή έως το 1893/94, ενώ η γενικότερη παιδαγωγική και συγγραφική της δράση έως σχεδόν το χρόνο του θανάτου της. Η πεντηκονταετής περίπου αυτή εκπαιδευτική/παιδαγωγική δραστηριότητα περιλάμβανε: α) οργάνωση και διεύθυνση σχολείων θηλέων/ανώτερων παρθεναγωγείων/διδασκαλείων, β) σύνταξη κανονισμών και προ- γραμμάτων για τα 372 Καλλιρρόη Παρρέν, «Δύο μεγάλαι νεκραί», Εφημερίς των Κυριών, 613 (26 Μαρτίου 1900): [Μεθόδιος Αρώνης], «Αγγελία», στο Κανονισμός του εν Σμύρνη Ελληνικού Παρθεναγωγείου, υπό Σ. Λεοντιάδος διευ- θυνομένου (Σμύρνη: Ι. Μάγνης, 1858), γ -δ Θεόδωρος Παπαδόπουλος, Κώδιξ σχολείων Λευκωσίας (Λευκωσία: Πολιτι- στικόν Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου, 1991) Σαπφώ Λεοντιάς, «Λόγος», Εφημερίς των Κυριών, 236 (24 Νοεμβρίου 1891): 5-6 Γ.Α.Κ. Σάμου, Αρχείο ΗΔΓ, Φάκ. 5/1, αρ. 27 Λόγος Μιλτιάδη Αριστάρχη στη Γενική Συνέλευση των Σαμίων, Βαθύ Σάμου, 18 Μαΐου Γεδεών, Αποσημειώματα χρονογράφου, Γ.Α.Κ. Σάμου, Αρχείο ΗΔΓ, Φάκ. 5/1, 1852, αρ. 184, 187 & 1856, αρ. 57 Ιερώνυμος Κ. Περιστιάνης, Ιστορία των ελ- ληνικών γραμμάτων από της τουρκικής κατακτήσεως μέχρι της αγγλικής κατοχής ( ) (Λευκωσία: Κ. Επιφάνιος 2000) Σαπφώ Λεοντιάς, «Περί υψηλοτέρας εκπαιδεύσεως των κορασίων», Αμάλθεια, 29 Μαρτίου 1857.

179 179 σχολεία που διεύθυνε, γ) δημόσιες διαλέξεις σε εκδηλώσεις της σχολικής ζωής ή φιλεκπαιδευτικών και φιλαναγνωστικών συλλόγων με θέματα σχετικά με τη εκπαίδευση και το γυναικείο ζήτημα, όπως και θέματα γενικότερα μορφωτικά ή σχετικά με την αρχαία ελληνική γραμματολογία, δ) δημοσίευση άρθρων στις ίδιες θεματικές, ε) συγγραφή σχολικών εγχειριδίων και παιδαγωγικών έργων, πρωτότυπων ή μεταφράσεων. Η πολυσχιδής και πολυεπίπεδη αυτή εκπαιδευτική δραστηριότητα, συνυπολογίζοντας ιδιαίτερα το χρόνο που εκδηλώνεται, όταν δηλαδή το εκπαιδευτικό σύστημα των κοριτσιών μόλις έχει αρχίσει να οργανώνεται και η λαϊκή και δευτεροβάθμια εκπαίδευση των αγοριών να συστηματοποιείται, προϊδεάζει για τη δυναμική τής επίδρασής της στην εκπαιδευτική πράξη. Κάποια ποσοτικά στοιχεία και ποιοτικά χαρακτηριστικά της δραστηριότητάς της, όπως και η «εκπαιδευτική της γεωγραφία» στηρίζουν τη θέση αυτή. Πιο συγκεκριμένα, η Σ. Λεοντιάς οργάνωσε και/ή διεύθυνε επτά συνολικά σχολεία θηλέων (πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και ανώτερα παρθεναγωγεία/διδασκαλεία, ιδιωτικά, κοινοτικά και ένα ιδιοσυντήρητο) στη Σάμο, Σμύρνη και Κωνσταντινούπολη, και πιθανόν ένα είδος «σπιτικών σχολείων» στη Λέρο και στην Κύπρο 376. Για την υλοποίηση του έργου της κινείται στο κέντρο της οθωμανικής αυτοκρατορίας, στην Κωνσταντινούπολη (διοικητικό, εκπαιδευτικό και πολιτισμικό κέντρο της αυτοκρατορίας), στη Σμύρνη (την «ευρωπαϊκή», ανθηρότερη οικονομικά, τρίτη σε δημογραφική κλίμακα πόλη και δεύτερο σε εμπορική δραστηριότητα λιμάνι της αυτοκρατορίας), στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου (στη Σάμο, Ηγεμονία με οικονομικές σχέσεις και πολιτισμικές συνδέσεις σχεδόν αποκλειστικά με την Κωνσταντινούπολη και την Κεντρική Ευρώπη) σε πόλεις/περιοχές δηλαδή στις 376 Το σχολικό έτος 1854 προσκαλείται στη Σάμο από την Αλεξάνδρα Γκίκα, σύζυγο του κυβερνήτη Ιωάννη Γκίκα, για να οργανώσει το πρώτο σχολείο κοριτσιών του νησιού, το πριγκιπικό παρθεναγωγείο στο Βαθύ Σάμου, το οποίο διευθύνει έως το σχολικό έτος 1857/58. Το Αύγουστο του 1858 μετακινείται στη Σμύρνη, όπου οργανώνει και διευθύνει Το εν Σμύρνη Ελληνικόν Παρθεναγωγείον, ιδιωτικό σχολείο που συστήνεται από τον Μεθόδιο Αρώνη. Τον Απρίλιο του 1861 επιστρέφει και πάλι στη Σάμο, μετά από πρόσκληση του νέου κυβερνήτη του νησιού, Μιλτιάδη Αριστάρχη, για την οργά- νωση τεσσάρων παρθεναγωγείων (μεταξύ των οποίων και το πρώτο παρθεναγωγείο, που επανασυστήνεται). Παραμένει δύο χρόνια (1861/ /63) ως διευθύντρια του κεντρικού παρθεναγωγείου στο Βαθύ και ως επόπτρια των λοιπών και επιστρέφει εκ νέου στη Σμύρνη πριν μάλιστα τη λήξη των ετήσιων εξετάσεων, όπου αναλαμβάνει τη διεύθυνση του κοινοτικού Παρθεναγωγείου της Αγίας Φωτεινής έως το σχολικό έτος 1876/77. Στη συνέχεια μετακινείται στην Κωνστα- ντινούπολη στη διεύθυνση του ιδιοσυντήρητου Παρθεναγωγείου «Η Παλλάς», που ιδρύθηκε το 1874 από την ομώνυμη Φιλόμουσο Εταιρεία, και το 1886 επιστρέφει και πάλι στη Σμύρνη και στο Παρθεναγωγείο της Αγίας Φωτεινής, το οποίο είχε ήδη αποβεί ένα από το πολυπληθέστερα σχολεία του χώρου. Τέλος, μεταβαίνει και πάλι στην Κωνσταντινούπολη στη διεύθυνση του ίδιου και πάλι σχολείου (1891), προκειμένου με την παρέμβασή της να αποτραπεί το κλείσιμο του σχολείου που αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα, κάτι που εν τέλει δεν επιτεύχθηκε (1894). Βλ. Γ.Α.Κ. Σάμου, Αρχείο ΗΔΓ, Φάκ. 5/1, 1852, αρ. 164 & 1854, έγγραφο με τίτλο «Αγγελία» & 1861, αρ. 74 & 1863, αρ. 75, 77 Σαπφώ Λεοντιάς, «Περί παρθεναγωγείων ή Περί γυναικείας εκπαιδεύσεως», Αμάλθεια, 9 και 16 Ιουνίου 1861, 7, 14 και 21 Ιουλίου 1861 Παρασκευά, «Σαπφώ Λεοντιάς ( )», Σπεράντζας, «Ελληνίδες Παιδαγωγοί», Αλιμπέρτη, «Σα- πφώ Λεοντιάς η του Γένους διδάσκαλος», 153 Παύλος Διακογιάννης, Η παιδεία στη Σάμο: Από την τουρκοκρατία μέχρι σήμερα (Αθήνα: Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων 1988), Δαλακούρα, Η εκπαίδευση των γυναικών στις ελληνικές κοινότητες της οθωμανικής αυτοκρατορίας,

180 180 οποίες παράγονται τα εκπαιδευτικά μοντέλα και κοινωνικοπολιτισμικά πρότυπα για ολόκληρο τον οθωμανικό χώρο. Το Παρθεναγωγείο της Αγίας Φωτεινής στη Σμύρνη, για παράδειγμα, ένα από τα μεγαλύτερα σε μαθητικό πληθυσμό σχολεία, με παρατήματα στην ίδια πόλη και μεγάλο αριθμό τμημάτων/κατευθύνσεων σπουδών, και το ιδιοσυντήρητο, εφάμιλλο του Ζαππείου, Παρθεναγωγείο της Παλλάδας στην Κωνσταντινούπολη δύο από τα σχολεία που διηύθυνε η Λεοντιάδα για μεγάλες χρονικές περιόδους υπήρξαν από τα πιο γνωστά ανώτερα παρθεναγωγεία των ελληνικών κοινοτήτων. Με οργανωμένα τμήματα εκπαίδευσης εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και προσχολικής αγωγής, μεταξύ των επτά ανώτερων σχολείων των κοινοτήτων που είχαν οργανώσει ξεχωριστά τμήματα εκπαίδευσης εκπαιδευτικών 377. Είναι γνωστό ότι οι περισσότερες πόλεις του οθωμανικού χώρου αναζητούν εκπαιδευτικούςαποφοίτους των ανώτερων παρθεναγωγείων της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης για τη στελέχωση των σχολείων τους. Έτσι οι δασκάλες-απόφοιτες, καθώς διασπείρονται στον οθωμανικό χώρο, αναπαράγουν τις παιδαγωγικές αρχές και αντιλήψεις των σχολείων στα οποία εκπαιδεύτηκαν. Επιπλέον, η Λεοντιάδα, όπως και άλλες παιδαγωγοί, διατηρεί αλληλογραφία με τις δασκάλες-μαθήτριές της, καθοδηγώντας τες στο διδακτικό και οργανωτικό τους έργο. Αναφορικά με τη συγγραφική της δραστηριότητα, δημοσίευσε τριάντα πέντε τουλάχιστον άρθρα, έντεκα διαλέξεις, πέντε κανονισμούς σχολείων, τέσσερα σχολικά εγχειρίδια σε επτά τόμους και τέσσερις μονογραφίες παιδαγωγικού/εκπαιδευτικού περιεχομένου (δύο πρωτότυπες και δύο μεταφράσεις). Τα άρθρα της δημοσιεύονται σε περιοδικά, ημερολόγια και εφημερίδες που εκδίδονται στη Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη, Αθήνα, Σάμο και Παρίσι, με ευρεία κυκλοφορία τα περισσότερα από αυτά στις ελληνικές κοινότητες του οθωμανικού χώρου και της Κεντρικής Ευρώπης και στο ελληνικό κράτος 378. Η πολιτική της δε να δημοσιεύει σε περισσότερα του ενός περιοδικά/εφημερίδες τα άρθρα/λόγους της, όπως και οι επανεκδόσεις των έργων της, καταδεικνύουν αφενός μια σημαντική διάχυση των αντιλήψεων της και αφετέρου το προσωπικό της ενδιαφέρον για την ευρεία κατά το δυνατό πρόσληψη του έργου της και τη φιλοδοξία της να παίξει ρόλο στα εκπαιδευτικά πράγματα της εποχής της. 377 Κατερίνα Δαλακούρα, «Εκπαίδευση των γυναικών εκπαιδευτικών (19ος αι. 1922)», στο Πανόραμα ιστορίας της εκ- παίδευσης: Όψεις και απόψεις. Νεοελληνική εκπαίδευση , επιμ. Σήφης Μπουζάκης (Αθήνα: Gutenberg, 2011), 2: Χρήστος Σ. Σολομωνίδης, Η παιδεία στη Σμύρνη (Αθήνα: χ.έ., 1962), Για παράδειγμα, δημοσιεύει στην εφημερίδα Αμάθεια ( ) και στα περιοδικά Η Σμύρνη ( ) μετέ- πειτα με την επωνυμία Όμηρος ( ) που εκδίδονται στη Σμύρνη στα περιοδικά Ευρυδίκη ( ) και Κασταλία ( ) που εκδίδονται στην Κωνσταντινούπολη, στα αθηναϊκά περιοδικά Εφημερίς των Κυριών ( ), Αθηναϊς ( ), Πανδώρα ( ), Ποικίλη Στοά ( , ) και Εφημερίς των Παίδων ( ), και στο Εθνικόν Ημερολόγιον (Μαρίνου Π. Βρετού) ( ), που εκδίδεται στο Παρίσι. 82 [Σαπφώ Λεοντιάς], Εσωτερικός Κανονισμός Παρθεναγωγείου Α.Γ. (Βαθύ Λιμένος: χ.έ., 1854) Κανονισμός του εν Σμύρ- νη Ελληνικού Παρθεναγωγείου Κανονισμός των εν Σάμω Παρθεναγωγείων (Βαθύ Λιμένος: χ.έ., 1861) Κανονισμός του Παρθεναγωγείου της Αγίας Φωτεινής (Σμύρνη: χ.έ., 1863).

181 181 Έως και το τέλος της δεκαετίας του 1860 το εκπαιδευτικό της ενδιαφέρον εστιάζει αποκλειστικά στην εκπαίδευση των κοριτσιών. Συγγράφει κανονισμούς για τα σχολεία που καλείται να οργανώσει και να διευθύνει 379, δημοσιεύει τους λόγους που εκφωνεί στις επε τειακές σχολικές γιορτές (συνήθως κατά την επίσημη εκδήλωση της απονομής των απολυτηρίων στις μαθήτριες που αποφοιτούν) ή τις διαλέξεις της στο κοινό φιλεκπαιδευτικών ή φιλαναγνωστικών συλλόγων 380 και αρθρογραφεί σχετικά με την αναγκαιότητα της ουσιαστικής γυναικείας εκπαίδευσης και την επέκτασή της πέραν της περιορισμένης και ελλιπούς ως προς το περιεχόμενο, κατά την ίδια πρωτοβάθμιας 381. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1860 και εξής, το ενδιαφέρον της αρχίζει να εκτείνεται χωρίς η γυναικεία εκπαίδευση να πάψει να αποτελεί το κέντρο των ενδιαφερόντων και της δράσης της και να συμπεριλαμβάνει την εκπαίδευση και των δυο φύλων, ιδιαίτερα την προσχολική και πρωτοβάθμια εκπαίδευση, «μεταστροφή» που εγγράφεται στο είδος και στο περιεχόμενο των έργων της τής εν λόγω δεκαετίας 382. Στις δυο τελευταίες δεκαετίες της ζωής και της δράσης της συγγραφικά φαίνεται να επικεντρώνεται στην έκδοση πολύτομων σχολικών εγχειριδίων 383, ενώ σημαντική θέση παρουσιάζεται να κατέχει στην αρθρογραφία και στις διαλέξεις της η θεματική του γυναικείου ζητήματος ή της ιστορίας των γυναικών, σε μια αυτόνομη σχετικά από τη θεματική της εκπαίδευσης, στην οποία έως ένα βαθμό στα προγενέστερα έργα της εμπλέκονταν και πιο συστηματική πραγμάτευση, μετέχοντας έτσι άμεσα και η ίδια στην αυξανόμενη σχετική αρθρογραφία που εμφανίζεται στην ελληνόγλωσση γυναικεία δημοσιογραφία από τα μέσα του 19ου αιώνα και συνδέεται με τη συγκρότηση και δημόσια έκφραση της κοινωνικής συνείδησης φύλου των γυναικών [Σαπφώ Λεοντιάς], Εσωτερικός Κανονισμός Παρθεναγωγείου Α.Γ. (Βαθύ Λιμένος: χ.έ., 1854) Κανονισμός του εν Σμύρ- νη Ελληνικού Παρθεναγωγείου Κανονισμός των εν Σάμω Παρθεναγωγείων (Βαθύ Λιμένος: χ.έ., 1861) Κανονισμός του Παρθεναγωγείου της Αγίας Φωτεινής (Σμύρνη: χ.έ., 1863). 380 Βλ. ενδεικτικά, Σαπφώ Λεοντιάς, Περί ανατροφής τέκνων, λόγος εκφωνηθείς υπό της διευθυντρίας του πριγκιπικού παρ- θεναγωγείου (Σάμος: Ηγεμονικό Τυπογραφείο, 1858) της ίδιας, Περί πολιτισμού: Λόγος εκφωνηθείς την ΚΔ Αυγούστου 1858, καθ ην ημέραν ετελέσθησαν τα εγκαίνια του εν Σμύρνη Ελληνικού Παρθεναγωγείου (Σμύρνη: Αμάλθεια, 1858) της ίδιας, Περί ανατροφής κορασίων. Λόγος εκφωνηθείς εν τω Ελληνικώ Παρθεναγωγείω την 26η Ιουνίου 1860 επί τη διανομή των βραβείων (Σμύρνη: Αμάλθεια, 1860) της ίδιας, «Περί κλήσεως της γυναικός. Εξεφωνήθη την 17 Μαΐου 1870», Περιοδικόν του Αναγνωστηρίου «Η Σμύρνη» 1, τχ. 2 (1871): της ίδιας, Ο ανήρ και η γυνή: Διαλέξεις τρεις αναγνωσθείσαι εν τω Ελληνικώ Φιλολογικώ Συλλόγω και πέντε ποιήματα (Κωνσταντινούπολη: Αφοί Γεράρδοι, 1899). 381 Βλ. ενδεικτικά, Σαπφώ Λεοντιάς, «Περί υψηλοτέρας εκπαιδεύσεως των κορασίων» της ίδιας, «Περί παρθεναγωγείων ή Περί γυναικείας εκπαιδεύσεως» Σαπφώ Λεοντιάς, «Γνώμαι περί της εκπαιδεύσεως των κορών», Ευρυδίκη 2, τχ. 7 (15 Απριλίου 1872): 116 και 2, τχ. 8 (30 Απριλίου 1872): της ίδιας, «Περί εκπαιδεύσεως: Τις η βάσις και ο σκοπός της εκπαιδεύσεως και τίνα τα παρά των εκπαιδευόντων από της κοινωνίας προς τούτο απαιτούμενα», Αμάλθεια, 23, 27 και 30 Νοεμβρίου Λεοντιάς, «Περί εκπαιδεύσεως». 383 Σαπφώ Λεοντιάς, Διδασκαλία των συνθέσεων κατά μαθήματα μετά παραδειγμάτων και οδηγιών: Προς χρήσιν των αρ- ρεναγωγείων και παρθεναγωγείων εις τεύχη, τχ. 1-2 (Κωνσταντινούπολη: Σούμα και υιοί, Α. Κορομηλάς, 1895). Το εν λόγω εγχειρίδιο προαναγγέλλεται να έχει 8 τεύχη (3 τόμους με 3, 4 και 1 τεύχη αντίστοιχα). Στη μέχρι τώρα έρευνα έχουν εντοπιστεί τα δυο πρώτα τεύχη. 384 Βλ. ενδεικτικά Λεοντιάς, Ο ανήρ και η γυνή της ίδιας, «Περί του γυναικείου ζητήματος», Εφημερίς των Κυριών, 400 (28 Μαΐου 1895): 2-3, και 402 (11 Ιουνίου 1895): 3-4

182 182 Αναφορικά με τη γυναικεία εκπαίδευση, από την πολύ πρώιμη αρθρογραφία της υπερασπίζεται την ουσιαστική, «ανώτερη» και ίση σχεδόν με τα αγόρια εκπαίδευση των κοριτσιών, εναντιωνόμενη στην περιορισμένη ως προς το περιεχόμενο ή επιπόλαιη και διακοσμητική εκπαίδευση που λάμβαναν έως τότε τα κορίτσια των λαϊκών και μεσαίων/ανώτερων στρωμάτων, αντίστοιχα. Χρησιμοποιώντας δεν τον όρο «ανώτερη και ίση» με την των αρρένων εκπαίδευση, περισσότερο εννοεί την ποιοτική αναβάθμιση των περιεχομένων της γυναικείας εκπαίδευσης (διδακτέα αντικείμενα και γνωστικό εύρος των αντικειμένων) παρά την πλήρη αντιστοίχιση των βαθμίδων της γυναικείας εκπαίδευσης και της διάρκειας σπουδών με τα αντίστοιχα της εκπαίδευσης των αγοριών. Πιο συγκεκριμένα χωρίζει τη γυναικεία εκπαίδευση κατ αντιστοιχία με την εκπαίδευση των αγοριών σε τρεις βαθμίδες: την πρωτοβάθμια (νηπιαγωγείο και δημοτικό σχολείο), τη μέση εκπαίδευση και την ανώτερη. Στη γυναικεία εκπαίδευση όμως ως ανώτερη θεωρεί τη δεύτερη βαθμίδα της μέσης εκπαίδευσης των αγοριών. Έτσι όταν μιλά για ανώτερη εκπαίδευση των κοριτσιών και ίση με αυτή των αγοριών, ουσιαστικά εννοεί την ολοκληρωμένη και με τα δυο της επίπεδα μέση εκπαίδευση 385. Με δεδομένο ότι την περίοδο που αρχίζει να γράφει για «υψηλότερη εκπαίδευση των κοριτσιών» τα σχολεία των κοριτσιών σπάνια περιελάμβαναν ολοκληρωμένο τμήμα της πρώτης βαθμίδας της μέσης εκπαίδευσης και φυσικά καθόλου τη δεύτερη, γίνεται κατανοητή η αιρετική της θέση σε σχέση με τον ηγεμονικό λόγο περί περιορισμένης εκπαίδευσης των κοριτσιών. Τα σχετικά της άρθρα στην εφημερίδα Αμάλθεια και στο περιοδικό Η Σμύρνη προκάλεσαν έντονο δημόσιο διάλογο αρχικά στις στήλες των ίδιων εντύπων στον οποίο παίρνουν μέρος επικρίνοντας τις θέσεις της Λεοντιάδας άνδρες παιδαγωγοί της εποχής, όπως ο Ιωάννης Σκυλίτσης και ο Κωνσταντίνος Ξανθόπουλος, ηγεμονικές φυσιογνωμίες στο χώρο της εκπαίδευσης των μικρασιατικών κοινοτήτων: «Η απαίτησις να λαμβάνουν τα κοράσια εκπαίδευσιν ίσην με την των αρρένων είνε παράλογος και αντίθετος προς την φύσιν» 386. «[ ], διότι άτοπον είνε [ ] να διϊσχυρισθή τις ότι η γυνή καθόλου ειπείν ανάγκη να λάβη ίσην προς τον άνδρα παίδευσιν» 387. Στην προτεινόμενη εκπαίδευση για τα κορίτσια, η Λεοντιάς εντάσσει το σύνολο των γνωστικών αντικειμένων που συμπεριλαμβάνονται στην εκπαίδευση των αρρένων ακόμη και τη διδασκαλία της τουρκικής γλώσσας αντικείμενο που σπάνια απαντάται στα σχολεία των κοριτσιών σε ολόκληρο τον 19ο αιώνα, καθώς, όπως 385 Λεοντιάς, «Περί υψηλοτέρας εκπαιδεύσεως των κορασίων» της ίδιας, «Εισαγωγή», στο Χρηστομάθεια κορασιακή προς χρήσιν των παρθεναγωγείων: εις τόμους δέκα. Δια τας τρεις περιόδους της κορασιακής εκπαιδεύσεως, 2η έκδ. (Σμύρνη: Ο Φοίνιξ, 1877.), 1: α -ιστ. (1η έκδ: Σμύρνη: Ν. Α. Δαμιανός, Άλλη έκδοση το 1881). 386 Ιωάννης Σκυλίτσης, «Η εκπαίδευσις των κορασίων», Αμάλθεια, 29 Απριλίου Κωνσταντίνος Σ. Ξανθόπουλος, Πρώτη και μέση εκπαίδευσις και περί ανατροφής και εκπαιδεύσεως των κορασίων (Αθήνα: Αφοί Περρή, 1873), 265.

183 183 υποστηρίζει, συνιστά χρήσιμο γνωστικό αντικείμενο για τη μελλοντική επαγγελματική απασχόληση και των δυο φύλων. (Των αγοριών ως υπαλλήλων και των κοριτσιών ως διδασκαλισσών σε οθωμανικά παρθεναγωγεία), όπως και τη διδασκαλία όλων των επιμέρους κλάδων των μαθηματικών, αριθμητικής, γεωμετρίας και άλγεβρας, και των φυσικών επιστημών πρόταση που επίσης δε βρίσκει ολοκληρωμένη εφαρμογή στα σχολεία θηλέων πλην ελαχίστων περιπτώσεων, όπως π.χ. τα σχολεία που η ίδια διευθύνει 388. Η εκπαίδευση με άλλα λόγια χρειάζεται κατά την Λεοντιάδα να στηρίζεται στη φιλοσοφία, την ιστορία αλλά και τις φυσικές επιστήμες και να εμπλαισιώνεται από τα στοιχεία της ελληνικής εθνικότητας, την ελληνική γλώσσα και την ορθοδοξία, μια αναφορά που αν και σχετικά συχνή στα κείμενα της πρώτης δεκαετίας της συγγραφικής της δραστηριότητας, εντάσσεται ερμηνευτικά περισσότερο στο πλαίσιο του πολιτισμικού και εκπαιδευτικού ανταγωνισμού προς τα ξένα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, παρά αποτελεί ένδειξη εθνικιστικής προσέγγισης της λειτουργίας της εκπαίδευσης. (Ωδή σαπφική εις την νέαν στιχουργίαν)» υμνεί την ομορφιά της φύσης κατά τη διάρκεια της ανατολής και δύσης του ηλίου. Στο «Ο πόθος του ταξιδεύειν» ο άνθρωπος θέλει να γίνει πουλί και να ταξιδεύει ακατάπαυστα. Γενικότερα, τα ποιήματά της διακρίνονται για τον έντονο φαναριώτικο ρομαντισμό, τον ρητορικό στόμφο, το λεπτό φυσιολατρικό αίσθημα και τη βαθύτατη θρησκευτικότητά τους 389. Ένα ποίημά της, δημοσιευμένο στον τέταρτο τόμο της Πανδώρας (1853), τιτλοφορείται «Eις τας Aθήνας». Η νεαρότατη τότε Σαπφώ το έχει συνθέσει στην αρχαία ελληνική γλώσσα την οποία φαίνεται πως χρησιμοποιούσε εξίσου άνετα με την καθομιλουμένη. Βλέπει κανείς πως η χρήση της αρχαίας ελληνικής πρέπει να έχει νομιμοποιήσει τη δημοσίευση του ποιήματος στην Πανδώρα, το σημαντικότερο περιοδικό της περιόδου, εφόσον είναι το πρώτο πρωτότυπο λογοτεχνικό γυναικείο έργο το οποίο περιλαμβάνει στις σελίδες του το περιοδικό αυτό. Τη Λεοντιάδα απαντάται με αξιόλογο ποιητικό έργο γραμμένο σε αρχαία ή αρχαΐζουσα γλώσσα με έντονες θρησκευτικές και πατριωτικές εξάρσεις σε όλη την υπό εξέταση περίοδο του 19 ου αιώνα. Η Σαπφώ Λεοντιάς, εκτός των ποιητικών συνθέσεων, έγραψε ιστορικά διηγήματα, παιδαγωγικές μελέτες, εκπαιδευτικά εγχειρίδια, άρθρα και θεατρικά έργα. Τα έργα της έχουν καταχωρηθεί σε περιοδικά της εποχής και ειδικότερα στην Εφημερίδα των Κυριών. Στην πρώτη της ποιητική συλλογή (1856) η Σαπφώ Λεοντιάς εξαγγέλλει ότι «και του ημετέρου έθνους η γυναικεία φυλή βαδίζει οσημέραι προς τα πρόσσω του αληθούς πολιτισμού». 388 Λεοντιάς, «Περί εκπαιδεύσεως». Βλ. και πρόγραμμα μαθημάτων στο Ελληνικό Παρθεναγωγείο Σμύρνης ή στο Παρθε- ναγωγείο της Παλλάδας: (Λεοντιάς, Κανονισμός του εν Σμύρνη Ελληνικού παρθεναγωγείου, 9-15 Κανονισμός του Ανωτέ- ρου Παρθεναγωγείου της Ελληνικής Φιλομούσου Εταιρείας Παλλάδος (Κωνσταντινούπολη: χ.έ., 1886), Βλ. Ταρσούλη (1951, 21-23).

184 184 Η πεποίθησή της αυτή ότι οι γυναίκες αποτελούν τμήμα μιας «γυναικείας φυλής» γίνεται φανερή και στις πρώτες απόπειρες έκδοσης γυναικείων περιοδικών 390. Αναφερόμενη δε, από τη δεκαετία του 1870 και εξής, γενικά στο εκπαιδευτικό σύστημα προτείνει τη διαίρεσή του σε 4 βαθμίδες μετά το νηπιαγωγείο: την πρωτοβάθμια, τη μέση, τη γυμνασιακή και την πανεπιστημιακή εκπαίδευση, χωρίς να διαφοροποιείται στο σημείο αυτό από ότι ισχύει στην εκπαιδευτική πράξη, όπως σημειώνει και η ίδια. Καινοτομεί όμως προτείνοντας κοινό περιεχόμενο σπουδών, την ίδια εκπαιδευτική φιλοσοφία και σκοπό της εκπαίδευσης και για τα δύο φύλα έως και τη βαθμίδα της γυμνασιακής εκπαίδευσης, καθώς στην ανώτατη εκπαίδευση, την πανεπιστημιακή δεν φτάνει, όπως σημειώνει, κανένα κορίτσι. Πιο συγκεκριμένα, προτείνει 4 χρόνια σπουδών για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση και για τα δυο φύλα, και για την κάθε μια από τις δύο επόμενες βαθμίδες, τη μέση και τη γυμνασιακή, 3 χρόνια σπουδών για τα κορίτσια και 4 για τα αγόρια, αυξάνοντας έτσι, σε σχέση με τα ισχύοντα, τις βαθμίδες εκπαίδευσης για τα κορίτσια και τη διάρκεια σπουδών για τα αγόρια. Θεωρεί αναγκαίο τον πρακτικότερο προσανατολισμό κατά το παράδειγμα του γερμανικού και πρωσικού εκπαιδευτικού συστήματος και την αυτοτέλεια της κάθε μιας από τις δυο πρώτες βαθμίδες της εκπαίδευσης, στις οποίες φοιτά και η πλειονότητα του μαθητικού πληθυσμού, ώστε οι απόφοιτοι/ες αυτών εφοδιασμένοι/ες με τις αναγκαίες γενικές και πρακτικές γνώσεις να είναι ικανοί να λειτουργήσουν αποτελεσματικά στην κοινωνία Να επιτελέσουν το ρόλο τους τόσο στο χώρο της οικογένειας (ως σύζυγοι και γονείς, τόσο τα κορίτσια όσο και τα αγόρια ένας ρόλος που για τα δεύτερα σπάνια αναφέρεται μεταξύ των σκοπών της εκπαίδευσης) όσο και της κοινωνίας (τα αγόρια ως επαγγελματίες δάσκαλοι, τεχνίτες, γιατροί, βιομήχανοι και τα κορίτσια ως δασκάλες, ζωγράφοι, μουσικοί, ειδικευμένες σε κάποια τέχνη ρόλοι επαγγελματικοί, που επίσης σπάνια αναφέρονται για τα κορίτσια) 391. Ο Ποιητής αγιοποιεί τη φύση «ἥτις ἐξῆλθε πάγκαλος τῶν θαυµαστῶν χειρῶν τοῦ [Θεοῦ]» και απαριθµεί τις αρετές του δάσους από τις οποίες εµπνέεται: τις 390 Βλ. Βαρίκα (1996, 233). Ανάμεσα στα πρώτα περιοδικά που εκδόθηκαν από γυναίκες τον 19ο αι. ήταν η Κυψέλη, όπως αναφέραμε πιο πάνω, που κυκλοφόρησε το 1850 στην Κωνσταντινούπολη από την Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου, και η Θάλεια που κυκλοφόρησε το 1867 στην Αθήνα από την Πηνελόπη Λαζαρίδου. Επίσης, το περιοδικό Ευρυδίκη που εκδίδεται κατά την περίοδο από την Αιμιλία Κτενά αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα θέλησης κάποιων «λόγιων» γυναικών να ταχθούν στην υπηρεσία των γυναικείων συμφερόντων. Βλ. Βαρίκα (1996, 82: σημ. 145). Ειδικότερα στη Θάλεια δημοσιεύονται άρθρα που αναφέρονται στον προορισμό, στην ανατροφή και την εκπαίδευση της γυναίκας και ακόμη στις γυναικείες αρετές και στη στάση που πρέπει να υιοθετήσει το γυναικείο φύλο, ώστε να επιτύχει αρμονική συνύπαρξη με το ανδρικό φύλο. Βλ. Ντενίση (2014, 241). 391 Η πρότασή της αυτή αναπτύσσεται διεξοδικά: α) στο κείμενο που στάλθηκε στην ΠΚΕΕ το 1874 (βλ. υποσημ. 96), β) στον πρόλογο του 1ου τόμου του εγχειριδίου Χρηστομάθεια κορασιακή, και γ) στο άρθρο της «Περί εκπαιδεύσεως» που δημοσιεύεται στην εφημερίδα Αμάλθεια της Σμύρνης το 1874 σε τρεις συνέχειες.

185 185 µυρωδιές και τα αρώµατα, τους ήχους και τις µελωδίες, την αύρα, τη σιγή, τη γαλήνη, την αρµονία. Το Δάσος, µετά από λεπτοµερή και εξαντλητική ανάκριση στην οποίαν υποβάλλει τον Ποιητή, θα αποδεχθεί εν τέλει ως µόνον πιθανόν επισκέπτη του τον Ποιητή, µε τον οποίον συνδιαλέγεται επί µακρόν, επιθυµώντας και προσδοκώντας µία σχέση αρµονικής συµβίωσης µε τους ανθρώπους, αλλά υπό όρους. Ο Ποιητής συνέχεται από ευαισθησία και δείχνει έµπρακτα το σεβασµό του απέναντι στη φύση, συνεπώς είναι ο εκλεκτός του Δάσους µιας και είναι καµωµένος από άλλη στόφα: «Ναὶ, φίλτατέ µου, δι αὐτὸ σὲ ἀγαπῶ, σὲ θέλω συχνὰ εἰς τὰς σκιώδεις µου νὰ ἔρχησαι ἀγκάλας καὶ τὴν γαλήνην ἐν αὐταῖς τὴν θείαν νὰ εὑρίσκῃς. Διότι µόνον ἐντὸς σοῦ τὸ πνεῦµα ζωῆς πνέει, καὶ µόνος σὺ φερώνυµος τοῦ ποιητοῦ ὑπάρχεις». Μία εµφανής περίπτωση µπωντλαιρικής διακειµενικότητας εντοπίζεται στους στίχους της Λεοντιάδος: «ὡς ναὸν ἐγὼ τῆς ἁρµονίας», «ἐντὸς αὐτοῦ τοῦ ἱεροῦ ναοῦ τῆς ἠρεµίας» και «Ὤ! ἔνδον τούτου τοῦ ναοῦ τῆς θείας ἁρµονίας/εὑρίσκει ἡ καρδία µου τὴν ἱερὰν γαλήνην». Οι εικόνες του δάσους ως ναού της Φύσης, του οποίου η αρµονία πρέπει να µείνει αδιατάρακτη από το βέβηλο χέρι της επιστήµης και να µείνει ανοιχτή µόνο στον λάτρη και τον µύστη, θυµίζουν το σονέτο «Correspondances» 392 του Baudelaire 393 (όπως και το «κρυµµένο» 394 ποίηµα του Καβάφη «Αλληλουχία κατά τον Βωδελαίρον» 395 (1891) όπου, εν είδει εγκιβωτισµού, ενσωµατώνεται µια ελεύθερη απόδοση στίχων του γάλλου συµβολιστή: το πρώτο είναι πολύ πιθανό να ήταν ήδη γνωστό στη γαλλοµαθή Λεοντιάδα, αφού είχε δηµοσιευτεί στα 1857 (β διευρυµένη έκδ. 1861). Ο Καβάφης βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη κατά τα έτη µε την οικογένειά του και ενδέχεται να είχε υπόψιν του το ποίηµα της Λεοντιάδος 396. Είναι βέβαια µία τολµηρή υπόθεση εφόσον δεν είναι βεβαιωµένο αλλά ξέρουµε ότι ο Καβάφης ήταν φανατικός αναγνώστης και µπορεί να είχε προσέξει τον µπωντλαιρικό απόηχο στο εν λόγω ποίηµα, το οποίο είχε δηµοσιευτεί στον κωνσταντινουπολίτικο Ανατολικό Αστέρα, το Μέσα στην αντίληψη αυτή για τη Φύση, αλλά και ως συνέχεια του έντονου θρησκευτικού αισθήµατος, που υποβοηθεί η επαφή του ανθρώπου µε αυτήν σε κείµενα του ροµαντισµού, είναι εύλογο να αναµένονται από τη Λεοντιάδα και σαφείς αντιθετικιστικές διακηρύξεις. Έτσι, οι φυσικές επιστήµες υποβάλλονται στο ποίηµα, µε µια ανεπαίσθητη ειρωνεία, µε τη φωνή του Δάσους/Φύσης, κάτω από αυστηρό 392 «La Nature est un temple où de vivants piliers/laissent parfois sortir de confuses paroles» (Baudelaire 1968, 46). 393 Ο Γ. Π. Σαββίδης εµφατικά σηµειώνει ότι το εν λόγω ποίηµα συνιστά «θεµελιακό κείµενο του µυστικιστικού συµβολισµού» (3 2000, 145). 394 Παρέµεινε ανέκδοτο µέχρι το «Είναι ναός η Φύσις όπου ζωνταναί/ στήλαι συγκεχυµένας λέξεις κάποτε/ εκφέρουσιν.» Κ. Π. Καβάφης, «Αλληλουχία κατά τον Βωδελαίρον», ό.π. Βλ. (Παντελοδήµος 1983, ) και (Τσούτσουρα 1997, ). 396 Η Σαπφώ Λεοντιάς, πέραν του ότι ήταν διάσηµη παιδαγωγός, θεωρείτο από αρκετούς καλή ποιήτρια για τα δεδοµένα της εποχής της.

186 186 έλεγχο, όπως και η δαρβινική θεωρία της εξέλιξης των ειδών, ήδη γνωστή και στην ελληνική γραµµατεία την εποχή εκείνη από µελέτες και αντιδαρβινικά συγγράµµατα 397. Ο Κύπριος Βασίλης Μιχαηλίδης 398 θα δηµοσιεύσει ποιήµατά του µε ανάλογο περιεχόµενο, όπως το ιδιωµατικό «Μία επιστολή εις κυπριακήν διάλεκτον» 399 (1881). Το ποίηµα της Λεοντιάδος αφορά σε ένα διαλογικό ποίηµα, ένα δοκίµιο, κατ ουσίαν, εφόσον ο διάλογος Ποιητή και Δάσους αποτελεί το πρόσχηµα για να εκθέσει η ποιήτρια τις αντίθετες απόψεις της για την Καταγωγή των ειδών (1859) και την Καταγωγή του ανθρώπου (1871) του Κάρολου Δαρβίνου. Είναι γνωστό το επιστηµονικό και θετικιστικό πνεύµα που επικρατεί τον 19ο αιώνα και είναι εµφανές ότι η Λεοντιάς δε διάκειται θετικά υπέρ της ανάπτυξης του εν λόγω διαλόγου. Οι επιστηµολογικές αντιλήψεις και τα επιτεύγµατα του 19ου αιώνα που συντάσσονται µε τον δαρβινισµό την απωθούν. Η ποιήτρια υπαινίσσεται την κατηγορηµατικά αντίθετη άποψή της στη δαρβινική θεωρία περί κληρονοµικότητας, αλλά και τον ισχυρισµό του Εµµµανουήλ Ροϊδη, ο οποίος υπαγορεύεται από τις δαρβινικές επιταγές: «Κατ ουδέν επερίσσευσεν του κτήνους, και µεταξύ ηµών και των προγόνων ηµών πιθήκων, πλην της ουράς, ουδεµία άλλη υπάρχει ουσιώδης διαφορά» 400. Οι παρακάτω στίχοι, δηλωτικοί της µη συµµόρφωσής της µε τις επιστηµονικές αιτιάσεις, την εγγράφουν στο στρατόπεδο της «αντιδραστικής γραµµατείας», σε ό, τι αφορά τον δαρβινισµό και τους υπέρµαχούς του, χωρίς αυτό να σηµαίνει ότι επιδίδεται σε συστηµατική κριτική στάση έναντι άλλων επιτευγµάτων της επιστήµης στο σύνολο του ευρεθέντος ποιητικού της έργου. «Δάσος: κι ὁ µὲν ἐκ τούτων εἶναι 401 περιφραδὴς φιλόσοφος, περὶ αὐτοῦ ὡς λέγουν, κι ἐδῶ στὴν ἠρεµείαν µου ἀγκάλην καταφεύγει, κι εἰς λαβυρίνθους σκέψεων τὸν λόγον του βυθίζων, ζητεῖ ἐκεῖ τὸ ἀρχικὸν τῶν ὄντων Ὂν νὰ εὕρῃ, οὐδὲ ἕν βλέµµα 397 Πληθώρα ελληνόγλωσσων βιβλίων µε δαρβινικό και αντιδαρβινικό περιεχόµενο συµπληρώνουν τη διεθνή βιβλιογραφία: «Σ. Μηλλιαράκης, W. Preyer, Κάρολος Δάρβιν. Μετάφρασις εκ του Γερµανικού, Αθήνα Μ.Μ και Ν. Μ., Έλεγχος της κατά Δαρβίνον καταγωγής των ανθρώπων και των του Μακράκη διδασκαλιών, Ερµούπολη, Ζήσιµος Τυπάλδος, Η δίκη των πιθήκων, Ερµούπολη, 1881 (σατιρικό κείµενο γραµµένο από καθηγητήν του εν Χίω Γυµνασίου. φαίνεται πως είχε επιτυχία, αφού έκανε και δεύτερη έκδοση στη Λευκάδα το 1889). Δ. δε Χελδράιχ, Αλφόνσου Δεκανδόλ, Σκέψεις περί Δαρβίν. Εκ του Γαλλικού, Αθήνα, Κ. Λευκαδίτης, Θεωρίαι των πανθεϊστών και δαρυοινιστών ολέθριαι εις την ανθρωπότητα, Χαλκίδα Ιωάννης Σκαλτσούνης, Θρησκεία και Επιστήµη. Μελέται, Τεργέστη 1884, και Περί γενέσεως του ανθρώπου. Αρµονίαι χριστιανισµού και επιστήµης, Αθήναι 1893,. Μ. Δ. Καλαποθάκης, Η θεωρία της εξελίξεως υπό καθαρώς επιστηµονικόν έλεγχον, Αθήνα Φιλοποίµην Γ. Στεφανίδης, Αι υποθέσεις του υλισµού και του δαρβινισµού και το Ελληνικόν Πανεπιστήµιον, Αθήνα 1895.» 398 Ο Γιώργος Κεχαγιόγλου κάνει ουσιαστικές αναφορές στα θέµατα αυτά (2011, 33-41) Ας σηµειωθεί ότι πρόκειται για το κατεξοχήν αντιδαρβινικό ποίηµα του Β. Μιχαηλίδη: «Είδες τους ίντα πράµατα φιλοσοφούν τζαι βκάλλουν;/τζ ακόµα που είσαι, φτωσέ, ν ακούσεις ίντα ψάλλουν;!/εβκάλαν µας πως είµαστον ποσπόρκα των πιθήκων,/καλά τζ εν µας εβκάλασιν ζίζιρους των µερίκων!/φίλε µου, γράφουν τζαι λαλούν, να µεν χαρώ το φως µου,/πως είµαστον δικολογιά µ ούλα τα ζα του κόσµου! [ ] Τούτα βκήκαν πού τον µυαλόν ούλλα τζείν του Δαρβίνου,/τζείν η θυµάδα που βκηκεν πού τα µυαλά του τζείνου,/ήβρεν τους προκοµµένους µας τζ έµπην µες στα µυαλά τους/ τζ έδωκέν τους στην τζεφαλήν τζ άψαν τζαι τα δικά τους». Ο Μιχαηλίδης ήταν θεοσεβούµενος παρόλη την άτακτη ζωή του (βλ. ποίηµα «Εις την Εκκλησίαν»). 400 (Ροϊδης 1871, 29) 401 Στο ποίηµα έχουν γίνει ορθογραφικές προσαρµογές, π.χ. στα εἶνε, ἦνε κτλ. ή στην απάλειιψη του εγκλιτικού τόνου στα περισπώµενα.

187 187 ἀξιῶν ὁ ἀγαθὸς ὑψίφρων νὰ ρίψῃ ἐπὶ τούτων µου τῶν προσφιλῶν τεκνίων, ὧν περ καὶ τὸ σµικρότατον εὐθὺς θὰ τῷ κηρύξῃ τίς εἰς τὸ εἶναι ἤγαγε καὶ τοῦτο καὶ ἐκεῖνον. [ ] Φυσιοδίφης ἕτερος, καθὼς τὸν ὀνοµάζουν, ὦ ἄνθρωπ, ἐδῶ ἔρχεται βαστάζων ἀνὰ χεῖρας διόπτρας, µικροσκόπια, τριχοειδεῖς σωλῆνας, ψαλίδας, ὡς τὰ λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι ἀκούω. Καὶ ἄν µὲν εἶναι τις σοφὸς, σκληρὸς πλὴν ζωοτόµος ἢ φυτοτόµος ἄσπλαγχνος, ζητῶν ν ἀνακαλύψῃ τοῦ τέττιγος, τοῦ µύρµηκος, τῆς σαύρας, τοῦ κανθάρου τὰς σχέσεις πρὸς τὸν ἄνθρωπον τὸν λογικὸν, ὅν οὗτος νοµίζει τοῦ τετράχειρος ἀπόγονον πιθήκου. Ὤ! τότε τὰ ταλαίπωρα ζωΰφιά µου ταῦτα συλλέγει µετ ἐπιµονῆς καὶ ζήλου παραδόξου καὶ κάθηται νυχθήµερον αὐτὰ καταµελίζων, καὶ τὰς ζωώδεις ἶνας των ζητῶν νὰ ἀποδείξῃ τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύµατος παραγωγοὺς δυνάµεις Η κατακόπτει τῶν φυτῶν τὰς ρίζας καὶ τὰ φύλλα, καὶ θέλει ἀποτέλεσµα αὐτῶν νὰ παραστήσῃ τὴν λογικὴν αὐτοῦ ψυχὴν, ἐκ τούτων τρεφοµένην. Ἐὰν δὲ τύχῃ ἀγαθὸς νὰ ᾖ βοτανολόγος, ἢ ἀνθολόγος δεξιὸς κι ἐρευνητὴς µετάλλων, διὰ χειρὸς ἐπιµελοῦς τὰ βότανά µου δρέπει, καὶ ἐξ αὐτῶν ἐνίοτε τῶν ἀνθρωπίνων νόσων νέον ἀλεξιφάρµακον ζητεῖ ν ἀνακαλύψῃ, ἐὰν καὶ τὸν φιλάνθρωπον Ἀσκληπιὸν λατρεύῃ καὶ ὑποµένω δι αὐτὸ νὰ µὲ ἀποχωρίζῃ τῶν προσφιλῶν τεκνίων µου. Ὁ φιλανθὴς δ ὁ ἄλλος τὰ ἐκριζοῖ µικρὰ µικρὰ, ἢ σπόρους συναθροίζει, ἵνα ἐντὸς τῶν κήπων του τὰ σπείρῃ, τὰ φυτεύσῃ καὶ τὰ ποιήσῃ ἥµερα, ὡς λέγει, ἐξ ἀγρίων. Ἐν ᾧ αὐτὸ µοὶ φαίνεται παράδοξον ὀλίγον διότι πῶς εἶν δυνατὸν ἡ φύσις αὕτη πᾶσα, ἥτις νοῦ εἶναι γέννηµα παγκάλου καὶ πανσόφου, νὰ εἶν ἀγρία, καὶ αὐτὸς µὲ τὴν πτωχήν του τέχνην καὶ µὲ τῆς ἐπιστήµης του τοὺς ἀσθενεῖς σπινθῆρας, ὁ τάλας, λέγω, ἄνθρωπος νὰ τὴν ἐξηµερώνῃ; Ἐν ᾧ ἀξίαν δὲν ἔχει κι ἡ τέχνη τ οὐδεµίαν, ἄν δὲν εἶν ἀποµίµησις τῶν φυσικῶν µορφῶν µου, κι ἡ ὅλη ἐπιστήµη του δὲν εἶναι ἐπιστήµη, ἄν δὲν εἶν τῶν ἐνεργειῶν τῆς φύσεως καὶ νόµων τελεία κατανόησις κι ἀκριβεστάτη γνῶσις, κι ἄν τούτων δὲν εἶν τήρησις ἡ ὅλη ἀρετή του;» Το Δάσος σε µία αποστροφή του προς τον Ποιητή εκφράζοντας φόβους για την επιβίωσή του, απαριθµεί τους ειδικούς επιστήµονες, τους οποίους θεωρεί υπαίτιους για την επερχόµενη καταστροφή του. Έτσι, στο ποίηµα παρελαύνουν: ο «σκληρός ζωοτόµος», ο «άσπλαγχνος φυτοτόµος», ο «γεωλόγος», ο «µεταλλειολόγος», ο «ερευνητής µετάλλων». Από την κριτική επιτίµηση, δε θα ξεφύγουν ούτε ο «αγαθός φυσιοδίφης», ούτε ο «ανθολόγος», ούτε ο «φιλανθής», αλλά ούτε και ο «βοτανολόγος». Η ποιήτρια υπαινίσσεται προφανώς τρανταχτά ονόµατα της επιστήµης, όπως τους Charles Darwin ( ), Charles Lyell ( ) και το έργο του The principles of Geology ( ), Ludvic Edward Buchner ( ): Γερµανό υλιστή φιλόσοφο, Lamarark Jean Baptiste de Monet ( ): Γάλλο φυσιοδίφη και πατέρα της Βιολογίας, Jacobus Moleschot ( ): Ολλανδό φυσιολόγο και υλιστή φιλόσοφο, Karl Vogt ( ): Γερµανό φυσιοδίφη 402, αµφισβητώντας 402 Βλ. εµπεριστατωµένα άρθρα της Εύης Βογιατζάκη (2007, 47-71) και (2009, ).

188 188 όµως τόσο τη σοφία τους όσο και την επιστηµοσύνη τους: «µὲ τῆς ἐπιστήµης του τοὺς ἀσθενεῖς σπινθῆρας», «Ἐν ᾧ ἀξίαν δὲν ἔχει κι ἡ τέχνη τ οὐδεµίαν», «κι ἡ ὅλη ἐπιστήµη του δὲν εἶναι ἐπιστήµη/ ἄν δὲν εἶν ν τῶν ἐνεργειῶν τῆς φύσεως καὶ νόµων/ τελεία κατανόησις κι ἀκριβεστάτη γνῶσις». Ως λογία, εξαιρετικά µορφωµένη και σκεπτόµενο άτοµο, η Λεοντιάς διαθέτει ευρυµάθεια ενώ οι κεραίες της είναι διαρκώς τεντωµένες και, ως εκ τούτου, η φιλοπεριέργεια αποτελεί ίδιον του χαρακτήρα της. Είναι γνωστό ότι ενηµερώνεται για τα πάντα και έχει άποψη. Εκτός από την πληθώρα συγγραµµάτων/µονογραφιών δαρβινικού και αντιδαρβινικού περιεχοµένου, τη διάσηµη διαµάχη Ροϊδη και Βλάχου που αναµφίβολα είχε υπόψιν της η Λεοντιάς, δηµοσιεύεται αφενός, το 1876, η µελέτη του Σπύρου Σούγκρα, υφηγητή της θεολογίας: «Η νεοτάτη του υλισµού φάσις, ήτοι ο δαρουϊνισµός και το ανυπόστατον αυτού», αφετέρου, το περιοδικό Ανάπλασις γίνεται ο υπέρµαχος του αντιδαρβινισµού από τη θεολογική µατιά, µε αντίπαλον δέος το περιοδικό Προµηθεύς 403, που φιλοξενεί το δαρβινικό λόγο από την επιστηµονική άποψη. Ας σηµειωθεί ότι η Λεοντιάς ήταν τακτική συνεργάτις της Ανάπλασης όπου είχε δηµοσιεύσει δέκα ποιήµατά της, θεολογικών καταβολών. Ένα από τα ποιήµατα αυτά, που αναφέρεται επίσης στο επίµαχο θέµα και άπτεται της προβληµατικής µας, είναι και «Το πνεύµα των χρόνων τούτων» 404 (1892) -δηλωτικός ο τίτλος- δηµοσιευµένο στην εφηµερίδα Ανάπλασις, εννέα χρόνια µετά τη δηµοσίευση του ποιήµατος που µας απασχολεί σήµερα. Η έρευνά που είναι σε εξέλιξη 405, ίσως φέρει στο φως και άλλα ποιήµατα µε συναφές ή παρεµφερές περιεχόµενο. Η θρησκεία και η επιστήµη αντιµάχονται, όµως ο διάλογος της θρησκευόµενης Λεοντιάδος µε τη δαρβινική θεωρία της εξέλιξης, η οποία οµολογουµένως προκάλεσε µεγάλη ταραχή τον 19ο αιώνα, δε διέπεται από επιστηµολογική χροιά αλλά από θεολογική και φιλοσοφική. Έτσι, «Το πνεύµα των χρόνων τούτων», γραµµένο µε την ίδια λογική που είναι γραµµένο και το έτερον ποίηµα, υποστηρίζει ότι «τὸ φηµισµένον πνεῦµα», από το οποίο εµφορείται ο 19ος αιώνας, στο όνοµα της προόδου, είναι «ὑληγενὲς», «διαδίδει τὴν ὀσµὴν τῆς χωµατώδους ὕλης», είναι «φῶς πλάνον» και «τὸ γεννᾷ ὑλόφρων φαντασία/ κι ἐγωϊσµὸς ἀντίθεος, ὃς προτιµᾷ Θεόν του/ τὴν ὕλην κι ἐν παράφρονος δεινῇ ἀναισθησίᾳ/ τὸν πίθηκον ἁβρύνεται νὰ ἔχῃ πρόγονόν του!». Η Λεοντιάς δεν αποδέχεται τις δαρβινικές θεωρίες του µεταµορφισµού, ούτε το circulus του Zola, ούτε το νόµο της αλληλεξάρτησης των φαινοµένων και της 403 Αναφέρεται και από την Τζίνα Πολίτη στο άρθρο της: «Δαρβινικό κείµενο και η Φόνισσα του Παπαδιαµάντη (πρόταση ανάγνωσης)» (1995, 255). 404 (Λεοντιάς, 1482) 405 Μέχρι τώρα η έρευνά µας σε εφηµερίδες και περιοδικά του 19ου αιώνα µας απέδωσε γύρω στα 171 ποιήµατα της Σαπφούς Λεοντιάδος, τα οποία πρόκειται να εκδόσουµε.

189 189 φυσικής επιλογής. Δε συντάσσεται µε τη θεωρία της «κοινής καταγωγής και της όµοιας σύστασης» 406 µε τους πιθήκους και αρνείται κατηγορηµατικά «εἰς τῶν κτηνῶν τὸν ἄλογον νὰ συνταχθῶµεν βίον!», πρεσβεύουσα «τὸ κατ εἰκόνα πλάσµα». Σηµαντικότατη παιδαγωγός-σκαπανέας του 19ου αιώνα, πολύγλωσση, εξαιρετικά µορφωµένη. Πολύπλευρη προσωπικότητα, διανοούµενη, ποιήτρια, πολυγραφότατη, αφού πέραν της ποίησης, είχε επιδοθεί στη συγγραφή και µετάφραση πληθώρας παιδαγωγικών εγχειριδίων, ιστορικών διηγηµάτων και θεατρικών έργων. Μεταξύ των έργων που έγραψε ήταν : Παραστάσεις δραµατικαί αρµόδιαι εις Παρθεναγωγεία ή Συνέδριον των Ηπείρων και συνδιάλεξις του χορού των Μουσών, Χρηστοµάθεια κορασιακή, Διδασκαλία των συνθέσεων κατά µαθήµατα µετά παραδειγµάτων και οδηγιών, Ο ανήρ και η γυνή. Διαλέξεις τρεις. Πέντε ποιήµατα κ.ά. Ένα από τα σηµαντικά έργα που µετέφρασε ήταν η Εσθήρ του Ρακίνα. Πολλά από τα έργα της είτε λανθάνουν είτε δεν εκδόθηκαν, παρόλο που η έκδοσή τους είχε εξαγγελθεί. Η συµβολή της στην εκπαίδευση των κορασίων ήταν ανεκτίµητη. Διαδραµάτισε σηµαντικό ρόλο, ώστε και τα κορίτσια να έχουν δικαίωµα στη µόρφωση. Κατόρθωσε να εγκαθιδρύσει νέες ιδέες, πολύ προχωρηµένες, για την εποχή που µιλάµε και απόψεις, µε τις οποίες ξεχώρισε. Ο έµφυλος χαρακτήρας του λόγου της -έστω και ήπιος- µέσα από την αρθογραφία της, µέσω της οποίας επιδίωξε να ανασυγκροτήσει και να στηρίξει τη θήλεια εκπαίδευση και να διαµορφώσει τη γυναικεία ταυτότητα, την οδήγησε σε σύγκρουση µε άνδρες λογίους της εποχής της, µέσω του Τύπου 407. Οι πρωτοπόρες και αποτελεσµατικές µέθοδοι που εφάρµοζε στη διδασκαλία την έκαναν περιζήτητη. Υπήρξε διευθύντρια του Παρθεναγωγείου της Σάµου ( ), του Παρθεναγωγείου Αρώνη στη Σµύρνη ( ), διευθύντρια και ιδρύτρια παρθεναγωγείων στη Σάµο ( ), διευθύντρια στο Παρθεναγωγείο της Αγίας Φωτεινής, στη Σµύρνη ( ), διευθύντρια στο Παρθεναγωγείο Παλλάς ( ), στην Κωνσταντινούπολη και ξανά στο Παρθεναγωγείο της Αγίας Φωτεινής στη Σµύρνη (1887 έως το 1891) απ όπου παραιτήθηκε, για λόγους υγείας. Πραγµατοποίησε δύο ταξίδια στην Αθήνα (1860) και (1883), όπου συναντήθηκε µε λόγιες της εποχής της, επισκέφθηκε την Ακρόπολη και το Πανεπιστήµιο, όπου την υποδέχθηκε ο Μιστριώτης, πλέκοντάς της το εγκώµιο, αλλά και τις φυλακές Μενδρεσέ. Επισκέφθηκε το Παρίσι (1881) και άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Υπήρξε µέλος πολλών συλλόγων και σωµατείων, µε ενεργή δράση. 406 (Δαρβίνος χ.χ., 177). 407 "Ημερολόγιον των Εθνικών Φιλανθρωπικών Καταστημάτων (1905)", Εν Κωνσταντινουπόλει, 1904, σ

190 190 Μαζί µε την Καλλιόπη Κεχαγιά υπήρξαν οι µοναδικές γυναίκες που έδωσαν διαλέξεις στον Φιλολογικό Σύλλογο Κωνσταντινουπόλεως. Δεν έπαψε στιγµή, µέχρι το θάνατό της, να γράφει και να αγωνίζεται για την ισότητα των φύλων στην εκπαίδευση και την αναµόρφωση της κορασιακής εκπαίδευσης, κυρίως στον Έξω Ελληνισµό και υπήρξε, κατά κάποιο τρόπο, µία ηγέτις, γεγονός που την κατατάσσει στην ελίτ της εποχής της, αφού απετέλεσε πρότυπο και ήταν σηµείο αναφοράς σε πολλούς τοµείς. Οµολογουµένως, άφησε τη σφραγίδα της ποικιλοτρόπως γι αυτό και χαρακτηρίστηκε «µεγάλη πολίτις του έθνους». Σύµφωνα µε την Καλλιρόη Παρρέν, «υπήρξεν, αναντιρρήτως, η σοφωτέρα και πολυµαθεστέρα µεταξύ όλων των παιδαγωγών του αιώνος τούτου». Στον πρόδρομο της Εφημερίδος των Κυριών περιοδικό, την Ευρυδίκη ( ), το οποίο εκδίδεται από την ίδια και την αδελφή της Αιμιλία Κτενά-Λεοντιάδα, διατυπώνονται οι πρώτες απόψεις για τη συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική ζωή της Ελλάδας. Η Λεοντιάς εργαζόταν σκληρά για την αναβάθμιση της κοινωνικής θέσης της γυναίκας μέσω της συγγραφικής της δραστηριότητας, αλλά και με τη συμμετοχή της σε συλλόγους και σε φιλανθρωπικές οργανώσεις. Το βραχύβιο 408 γυναικείο περιοδικό Ευρυδίκη, που εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη από την Αιμιλία Κτενά Λεοντιάδα. Η Ευρυδίκη αρχικά εβδομαδιαία και ολιγοσέλιδη ( ), στην συνέχεια πενθήμερη ( ) και μετά δεκαπενθήμερη με αυξημένο αριθμό σελίδων ( , ) ολοκλήρωσε τη δημοσιογραφική της πορεία αφού συμπλήρωσε τον αριθμό των 76 τευχών. Τόσο στο προλογικό σημείωμα όσο και στην βινιέτα του περιοδικού αναγράφεται ως εκδότρια η Αιμιλία Κτενά Λεοντιάς, αδερφή της Σαπφούς Λεοντιάδος, η οποία είχε ταυτόχρονα αναλάβει και την βασική ευθύνη της διεύθυνσης κατά τη διάρκεια του τρίτου έτους κυκλοφορίας του εντύπου. Η Ουρανία Κ. Πολίτη, σε άρθρο της στο περιοδικό Ελληνίς το 1921, αναφερομένη στις γυναικείες φυσιογνωμίες του περασμένου αιώνα επισημαίνει πως η Σαπφώ Λεοντιάς ήταν «η πρώτη γυναίκα στην Ανατολή, που εξέδωκε δικό της περιοδικό, την Ευρυδίκη [ ] η πρώτη άδεια για έκδοση εφημερίδος που έδωκε η Τουρκική Κυβέρνηση σε γυναίκα και μάλιστα Ελληνίδα, είναι η άδεια της Ευρυδίκης [ ] με εκδότρια την αδελφή της Σαπφώς, την Αιμιλία Κτενά Λεοντιάδα, επίσης λογία» Βλ. Χ. Λ. Καράογλου, Το Περιοδικό «Μούσα» ( ). Ζητήματα ιστορίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1991, σελ. 18 (υποσ. 1) όπου διευκρινίζεται ότι ο διαχωρισμός σε μακρόβια και βραχύβια περιοδικά είναι ως ένα βαθμό αυθαίρετος. Ωστόσο, ορίζεται ως μακρόβιο περιοδικό εκείνο, που συμπληρώνει τουλάχιστον δέκα χρόνια κυκλοφορίας Βλ. Ουρανία Κ. Πολίτη, Γυναικείες φυσιογνωμίες του περασμένου αιώνα, στο περ. Ελληνίς 6-7 (1921) 174.

191 191 Σε απάντηση στον Μ. Γεδεών, ο οποίος τον Δεκέμβριο του 1921 εκφράζει την αντίρρησή του στα λεγόμενά της, η Ουρανία Πολίτη στο ίδιο περιοδικό επανέρχεται στο θέμα. Διευκρινίζει πως δεν αγνοεί την ύπαρξη του προϋπάρχοντος περιοδικού Κυψέλη, αλλά δεν είναι σίγουρη αν η άδεια από την τουρκική κυβέρνηση εκδόθηκε στο όνομα της Ευφροσύνης Σαμαρτζίδου. Παραθέτει επίσης τα λόγια της Σαπφούς Λεοντιάδος προς την Σωτ. Ι. Αλιμπέρτη, όταν στα 1884 ή 1885 ανέβηκε στο Βροσθένη και φιλοξενήθηκε στου Κ. Ζάππα: «Χάριν της θέσεώς μου ως διευθύντριας Παρθεναγωγείου, αφήκα να φαίνεται ως εκδότρια του περιοδικού μου Ευρυδίκη η αδελφή μου. Αλλά το περιοδικόν είναι ιδικόν μου» 410. Στην συνέχεια επισημαίνει πως αυτή είναι η πρώτη Ελληνίδα, στο όνομα της οποίας η τουρκική κυβέρνηση εξέδωσε «άδεια εκδόσεως Γυναικείας εβδομαδιαίας Επιθεωρήσεως». Η άποψη ότι η Σαπφώ Λεοντιάς 411 είναι αυτή που συνέλαβε την ιδέα έκδοσης ενός τέτοιου περιοδικού και διαμόρφωσε την φυσιογνωμία του επιβεβαιώνεται από την ποσότητα και ποιότητα της δημοσιογραφικής παρουσίας της Αμιλίας στις σελίδες του. Πιο συγκεκριμένα, τα άρθρα που υπογράφονται από την Αιμιλία αφορούν κυρίως πρακτικά ζητήματα της διεύθυνσης του περιοδικού. Όσον αφορά τα κείμενα της Οικιακής Οικονομίας, που ενδεχομένως ανήκουν σε αυτή - -όπως θα φανεί στο έκτο κεφάλαιο της εργασίας- δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον αφού διατυπώνουν βασικές και επανερχόμενες αρχές της «οικιακής επιστήμης». Στα τεύχη του τρίτου έτους κυκλοφορίας της Ευρυδίκης, μειώνονται τα ενυπόγραφα άρθρα 412 και αυξάνονται οι σελίδες της στήλης «Διάφορα», την ευθύνη της οποίας έχει η Αιμιλία. Μέσα από την ανάγνωση αυτών των σελίδων, γίνεται φανερό πως πρόκειται για άτακτη και χωρίς νοηματική αλληλουχία παράθεση 410 Βλ. Ουρανία Κ. Πολίτη, [απάντηση στο Μ. Ι. Γεδεών], στο περ. Ελληνίς Β/4 (1922) Βιογραφικές πληροφορίες για την Σαπφώ Λεοντιάς περιέχονται στα ακόλουθα: Σωτ. Αλιμπέρτη, «Σαπφώ Λεοντιάς ή του γένους διδάσκαλος», στο περ. Πλειάς. ετ. Β, 8-9 (31 Μαρτίου 1900) και 10 (15 Απριλίου 1900) Εφημερίς των Κυριών, έτ. ΙΔ, 613 (26 Μαρτίου 1900) -- Σπ. Δε Βιάζης, «Διαπρεπείς Ελληνίδες κατά τον ΙΘ αιώνα. Σαπφώ Λεοντιάς», στο περ. Ελληνική Επιθεώρησις, τ. Ε (1912) και Βλ. επίσης Ξηραδάκη (1972) τ. Β σελ και Δ. Π. Πασχάλης, Λεοντιάς Σαπφώ, στο Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. ΙΕ, σελ Αναφέρω ενδεικτικά ότι ήταν κόρη του δασκάλου της ελληνικής γλώσσας Λεοντίου Κληρίδη (Πόλη, ). Σπούδασε ελληνική, γαλλική και γερμανική φιλολογία, Από το 1854 ως το 1858 ήταν διευθύντρια στο παρθεναγωγείο της Σάμου. Το 1859 πήγε στην Σμύρνη και ανέλαβε τη διεύθυνση του παρθεναγωγείου του Μεθοδίου Αρώνη. Το 1861 επέστρεψε στην Σάμο προσκαλεσμένη από τον ηγεμόνα Μιλτιάδη Αριστάρχη, ο οποίος ίδρυσε με την βοήθειά της τέσσερα παρθεναγωγεία. Το 1863 ανέλαβε τη διεύθυνση του παρθεναγωγείου «Αγία Φωτεινή» στην Σμύρνη. Το 1878 παραιτήθηκε από αυτή τη θέση και πήγε στην Πόλη, από όπου επέστρεψε το 1886 και παρέμεινε διευθύντρια της «Αγίας Φωτεινής» ως το 1891, οπότε αποχώρησε οριστικά. Η Λεοντιάς μετέφρασε τους Πέρσες του Αισχύλου και την Εσθήρ του Ρακίνα. Έγραψε ποιήματα, διηγήματα, μελέτες, σχολικό εγχειρίδιο Κορασιακή Χρηστομάθεια (1876) και το σχολικό Ιερόν εκλόγιον ήτοι Συλλογή εκ του Συναξαριστού (1874). Συνεργάστηκε με το περιοδικό Ευρυδίκη, που εξέδιδε η αδελφή της, την Πανδώρα, την Εφημερίδα των Κυριών και δημοσίευσε κείμενα στο Αττικόν Ημερολόγιον. 412 Χαρακτηριστικό παράδειγμα το πρώτο τεύχος του τρίτου έτος, στο οποίο περιέχονται μόνο δύο ενυπόγραφα κείμενα. Η πτωτική πορεία του περιοδικού γίνεται φανερή από την έλλειψη επιφανών συνεργατών και την παράθεση κειμένων από ξένα περιοδικά.

192 192 κειμένων, τα οποία δεν παρουσιάζουν πρωτοτυπία. Αντίθετα, οι μελέτες, οι διαλέξεις, οι σχολικοί διάλογοι και τα ποιήματα της Σαπφούς κυριαρχούν στις σελίδες του περιοδικού και καθορίζουν την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του. Εξάλλου, όπως ειπώθηκε κανένα από τα γυναικεία έντυπα που είχαν κυκλοφορήσει στο παρελθόν δεν είχε αφοσιωθεί αποκλειστικά στην προώθηση της γυναικείας εκπαίδευσης. Όλα τα κείμενα του περιοδικού, που συνηγορούν στην διεύρυνση του προγράμματος της μόρφωσης των γυναικών, δεν παραλείπουν να τονίσουν εμφατικά τον «εθνικό» και «χριστιανικό» χαρακτήρα που οφείλει αυτή να έχει. Στόχος είναι η διαπαιδαγώγηση άξιων Ελληνίδων μητέρων, γιατί αυτές είναι που μεταδίδουν στα παιδιά τα πρώτα στοιχεία της χριστιανικής θρησκείας και του εθνικού αισθήματος. Οι ευνοϊκές μεταρρυθμιστικές διατάξεις του 1856 έθεσαν τις ιδανικές συνθήκες για μια πιο εκτεταμένη και οργανωμένη εκπαιδευτική δραστηριότητα των Ελλήνων της Τουρκίας 413. Η διάδοση της ελληνικής γλώσσας, της ιστορίας και της εθνικής ιδεολογίας αποκτά επείγουσα σημασία. Είναι λοιπόν φυσικό επόμενο να προβάλλεται με έμφαση η αναγκαιότητα μόρφωσης των γυναικών και να παγιώνονται μηνύματα για την εθνική αποστολή που πρέπει αυτές να επιτελέσουν όχι μόνο μέσα από την οικογένεια αλλά και από την ιδιότητα της δασκάλας: «όπου η γυνή είναι απαίδευτος εκεί αι πεποιθήσεις κλονίζονται και σύρονται υπό των τυχόντων, ενώ ένθα η γυνή είναι κάτοχος της εθνικής ιστορίας εκεί η εθνική ιδέα δεσπόζει και κραταιούται 414». Κοινή όμως παραδοχή είναι ότι η «εθνική» και «χριστιανική» παιδεία που θα λάβει το γυναικείο φύλο πρέπει ταυτόχρονα να είναι εναρμονισμένη με τις έμφυτες κλίσεις του. Τα περισσότερα άρθρα μεταφέρουν διαλέξεις δασκάλων διευθυντριών των παρθεναγωγείων, οι οποίες αν και αγωνίζονται για την εξύψωση του φύλου τους και εκφράζουν με μαχητικότητα το αίτημα για εμπλουτισμό της παιδείας και καταπολέμηση της αμάθειας ή ημιμάθειας, δεν επιδιώκουν την πλήρη εξομοίωση της γυναικείας εκπαίδευσης με την ανδρική. Δεν αρνούνται την πεποίθηση, σύμφωνα με την οποία η ανθρώπινη φύση υπαγορεύει από μόνη της σε κάθε φύλο την σφαίρα της κοινωνικής του δράσης. Κατά συνέπεια, υιοθετούν επιφυλακτική στάση απέναντι σε διεκδικήσεις που αφορούν στην εξω-οικιακή εργασία, γιατί τέτοιου είδους αιτήματα θα έρχονταν σε 413 Βλ. Ελένη Φουρναράκη, Εκπαίδευση και Αγωγή των κοριτσιών. Ελληνικοί Προβληματισμοί ( ). Ένα Ανθολόγιο, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα 1987, σελ. 38 όπου αναφέρεται ότι το ελληνικό κράτος και η ελληνική κοινότητα της οθωμανικής αυτοκρατορίας συνεργάζονται προκειμένου να διεισδύσουν μέσω του σχολικού δικτύου στις διαφιλονικούμενες περιοχές (Μακεδονία, Θράκη, Ήπειρος). Κυριότεροι φορείς αυτής της συνεργασίας είναι ο «Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κπόλεως» (1861) και ο «Σύλλογος προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων» (1869), μέλη του οποίου είναι σύμβουλοι της ελληνικής κυβέρνησης στα θέματα του ελληνισμού που ζει στις περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας. 414 Βλ. Ευρυδίκη Γ/2 ( ) 26.

193 193 σύγκρουση με το γυναικείο προορισμό έτσι, όπως αυτός υπαγορεύεται από τις φυσικές ιδιότητες του φύλου. Οι γυναίκες είναι αναγκαίο να μορφώνονται, γιατί έτσι θα συντελέσουν στην πρόοδο των οικογενειών τους και κατά συνέπεια του έθνους, θα εξασφαλίσουν δηλαδή στους συζύγους τους την οικιακή ευδαιμονία και στα παιδιά τους μια σωστή ανατροφή. Αποκορύφωση των ενεργειών της είναι η ίδρυση του «Συλλόγου Κυριών Αθηνά» και η αναγνώριση του δικαιώματος των γυναικών στις τέχνες και τις επιστήμες 415.Την ίδια συγγραφική ενασχόληση με την Σαπφώ Λεοντιάδα έχει και η παιδαγωγός Αρσινόη Παπαδοπούλου ( ) η οποία εμφανίζεται στα γράμματα σε ηλικία μόλις δεκαέξι ετών με τη μετάφραση του έργου Η αμοιβή της Τιμιότητος και Αληθής Αγαθοεργία, που της αποδόθηκε πρόσφατα 416. Επιμελείται αρκετές μεταφράσεις παιδαγωγικού χαρακτήρα σε διάφορα περιοδικά της εποχής (Αθηναΐς, Εστία, κ.ά) και από το 1876 εκδίδει αυτοτελώς τα πρωτότυπα διηγήματά της 417. Στην Ποικίλη Στοά η Αρσινόη Παπαδοπούλου υπογράφει τη μετάφραση του παιδικού αφηγήματος «Οι χωρικοί του μέλανος δρυμού» του γνωστού από παλιότερες μεταφράσεις γερμανού συγγραφέα Christoph von Schmid, το οποίο χρονικά διαδραματίζεται την παραμονή των Χριστουγέννων, περίοδο που κυκλοφορεί το έντυπο («1η Δεκεμβρίου ετησίως»). 5)Κεφάλαιο 5:Παραδουνάβιες Ηγεμονίες: 5.1)Η λογοτεχνική παραγωγή των Φαναριωτισσών γυναικών με περιπτώσεις όπως η Ρωξάνδρα Στούρτζα,η Ευανθία Καΐρη και η Dora D Istria: Σε αυτή την περιοχή του ελληνισμού συναντάει κανείς πάλι τη λογοτεχνική τεχνική της αυτοβιογραφίας όπως παραπάνω στην περίπτωση της Ελισσάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου τώρα με την Ρωξάνδρα Στούρτζα. Τα Απομνημονεύματα της Ρωξάνδρας Στούρτζα γράφτηκαν το 1829 στα γαλλικά, αλλά είδαν το φως της δημοσιότητας μόλις το 1888, στη Μόσχα, με φροντίδα της ανιψιάς της Μαρίας Γκαγκάριν 418. Σε ελληνική μετάφραση της Μαρίας Τσάτσου κυκλοφόρησαν πρόσφατα (2006), από τις εκδόσεις Ιδεόγραμμα. Λόγω της οψίτυπης πρώτης έκδοσης, αλλά και της καθυστερημένης ελληνικής μετάφρασής του, το έργο δεν έχει ενταχτεί (ακόμη) στη γραμματολογική θεώρηση του 19ου αιώνα και δεν έχει μελετηθεί παρά ελάχιστα 419. Η συγγραφέας του Ρωξάνδρα Στούρτζα γεννήθηκε το 1786 στην Κωνσταντινούπολη και πέθανε το 1844 στην Οδησσό, διαγράφοντας μια 415 Βλ. Ντενίση (2014, 67, , , 397). Βιογραφικά στοιχεία για τη Σαπφώ Λεοντιάδα βλ. στο ίδιο βιβλίο ( ) και το λήμμα «Λεοντιάς» στη ΜΕΕ (χ.χ., 16: 940). 416 Βλ. Ντενίση (2014, 225 και σημ. 384 και 385 στην ίδια σελίδα). 417 Βλ. Ντενίση (2014, 412, 419, 423, 425) και Βαρίκα (1996, 233, 241). 418 Χατζηαντωνίου 2006, σ. 7 Ντενίση 2014, σ Βλ. την εξαίρεση του άρθρου Denissi 2005 και της μελέτης Ντενίση 2014.

194 194 ενδιαφέρουσα πορεία πολλών μετακινήσεων στον ευρωπαϊκό χάρτη, που αποτυπώνει την ανθρωπογεωγραφία της εποχής της. Θα έχουμε την ευκαιρία να την παρακολουθήσουμε και να τη συζητήσουμε λίγο παρακάτω. Ο πατέρας της, Σκαρλάτος Στούρτζας, καταγόταν από τη Μολδαβία. Η μητέρα της, Σουλτάνα Μουρούζη, καταγόταν από φημισμένη φαναριώτικη οικογένεια. Ο πατέρας της Σουλτάνας Μουρούζη, Κωνσταντίνος (ο παππούς της Ρωξάνδρας), διετέλεσε οσποδάρος (ηγεμόνας) της Μολδαβίας (παραδουνάβιας χώρας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με περιορισμένη αυτονομία). Οι διοικητικές θέσεις των προγόνων της, αλλά και η οικονομική και κοινωνική τους επιφάνεια, έφεραν την οικογένεια Στούρτζα σε άμεση σύνδεση με τις πολιτικές και ιστορικές εξελίξεις της εποχής και ειδικότερα με την τροχιά κίνησης της οθωμανικής και, κυρίως, της ρωσικής διπλωματίας και πολιτικής. Ο πατέρας της μετακίνησε την οικογένειά του από την Κωνσταντινούπολη και το Ιάσιο στην Πετρούπολη, όταν η Ρωξάνδρα ήταν πέντε ετών. Βρισκόμαστε στη λήξη του πενταετούς Ρωσοτουρκικού πολέμου ( ), με την ήττα των Οθωμανών και την υπογραφή της Συνθήκης του Ιασίου, που διαμόρφωσε οικονομικές, γεωστρατηγικές και πολιτικές συνθήκες σε όφελος των Ρώσων. Οι τελευταίοι βρίσκονται υπό τη διοίκηση της τσαρίνας Αικατερίνης Β, η πολιτική της οποίας αντιμετώπιζε θετικά τους ελληνικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο και με την ευνόητη προσδοκία για ένα καλύτερο πολιτικό, στρατιωτικό, ή διπλωματικό μέλλον των γιων του, σε ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τη σταδιοδρόμησή τους (έχει δύο γιους, τον Κωνσταντίνο και τον Αλέξανδρο), ο Σκαρλάτος Στούρτζας εγκαταλείπει την οικογενειακή περιουσία στην Οθωμανική αυτοκρατορία και εγκαθίσταται αρχικά στην Πετρούπολη 420. Η επιλογή του αποδείχτηκε εύστοχη, παρά τις οικονομικές και άλλες δυσκολίες που συνάντησε η οικογένεια με τη μετεγκατάστασή της. Ο Κωνσταντίνος, παρά το άδοξο τέλος του 421, θα σταδιοδρομήσει στον στρατιωτικό τομέα και ο Αλέξανδρος στον διπλωματικό στίβο. Η οικογενειακή περιουσία που απέμεινε στην Οθωμανική αυτοκρατορία εξανεμίστηκε πολύ γρήγορα και η οικονομική δυσχέρεια θα αναγκάσει τον Σκαρλάτο Στούρτζα να μεταφέρει την οικογένειά του μακριά από την ακριβή ζωή της Πετρούπολης, στην επαρχία, στο Μοχίλεφ της Λευκορωσίας, όσο ο ίδιος ταξίδευε στην Οθωμανική αυτοκρατορία για να περισώσει μέρος της περιουσίας τους. 420 Βλ. Στούρτζα 2006, σ Οι βασικότερες από τις πληροφορίες αυτές αναφέρονται από την ίδια τη Ρωξάνδρα Στούρτζα στο αυτοβιογραφικό της κείμενο. Συμπληρώνονται με αναλυτικές πληροφορίες, που δίνονται στις ιδιαίτερα πλούσιες σε δεδομένα και εκτενείς «Σημειώσεις» στο τέλος των Απομνημονευμάτων (της ελληνικής μετάφρασής τους), συνταγμένες από τον Κώστα Χατζηαναντωνίου (Στούρτζα 2006, σσ ). 421 Ο Κωνσταντίνος, όπως θα δούμε παρακάτω, αυτοκτόνησε.

195 195 Η απομονωμένη ζωή στην επαρχία θα φανεί αρκετά σκοτεινή. Η Ρωξάνδρα θα κάνει λόγο για «τα ατέλειωτα βράδια του χειμώνα» (σ. 18) 422. Εκεί, με την άγρυπνη φροντίδα της μητέρας της, θα λάβει επιμελημένη κατ οίκον μόρφωση και θα καλλιεργήσει μια ευαίσθητη, ευγενική και ευφυή προσωπικότητα, που θα εντυπωσιάσει τον περίγυρό της στην πορεία της ζωής της. Μια ιδιαίτερη στιγμή, καθοριστική για την προσωπική της ζωή, που θα εμφανιστεί διακριτικά στην αφήγησή της, είναι η γνωριμία της με τον πολιτικό και διπλωμάτη Ιωάννη Καποδίστρια, όταν αυτός θα μεταβεί στην Πετρούπολη, το 1809, για να εργαστεί στο διπλωματικό σώμα της Ρωσίας. Θα αναπτυχτεί ένας ευγενής όσο και φλογερός αισθηματικός δεσμός, που θα κρατηθεί ζωντανός παρά την απόσταση που σύντομα θα χωρίσει τους δύο με τις μετακινήσεις τους, ο Καποδίστριας στην Ελβετία και, κατόπιν, στο ελληνικό Βασίλειο ως ο πρώτος κυβερνήτης του, η Στούρτζα στη συνοδεία της αυτοκράτειρας Ελισάβετ. Πιθανολογείται ότι μια παρέμβαση από την πλευρά του αυτοκρατορικού περιβάλλοντος συντέλεσε ώστε να μην ευοδωθεί η σχέση και καταλήξει σε γάμο 423. Πάντως, φαίνεται πως και από την πλευρά του Καποδίστρια λειτούργησε μια αναστολή. Από το σώμα επιστολών που έχει διασωθεί μεταξύ των εμπλεκομένων (των δύο νέων και του αδελφού της Ρωξάνδρας, Αλέξανδρου), προκύπτει ότι ο Καποδίστριας, προϊόντος του χρόνου και της διπλωματικής του σταδιοδρομίας, είχε αποφασίσει να αφοσιωθεί στην «ελληνική υπόθεση» και, επομένως, δεν θα μπορούσε να δεσμευτεί με τη δημιουργία οικογένειας στη Ρωσία. Η γνωριμία της Ρωξάνδρας με τον Καποδίστρια και οι συχνές συναντήσεις τους στην Πετρούπολη κράτησαν μία τριετία περίπου (μέχρι το 1811). Θα ξανασυναντηθούν το 1814, στο πλαίσιο των διπλωματικών διεργασιών που συντελούνται στην Ευρώπη και καταλήγουν στο Συνέδριο της Βιέννης. Έναν χρόνο νωρίτερα, η Ρωξάνδρα ακολουθεί την αυτοκράτειρα σε ένα μακρύ ταξίδι σε περιοχές της πατρίδας της: Βερολίνο, Λειψία, Βαϊμάρη (η Ελισάβετ είναι γερμανίδα). Το ταξίδι θα καταλήξει στη Βιέννη και σε συνάντηση με τον Καποδίστρια. Λίγα χρόνια αργότερα, η δολοφονία του κυβερνήτη θα πληγώσει βαθύτατα τη Ρωξάνδρα, όπως γνωρίζουμε από άλλα γραπτά τεκμήρια, δεδομένου ότι η συγγραφή των Απομνημονευμάτων ολοκληρώθηκε πριν από το τραγικό γεγονός. Στην παραμονή της στη Βαϊμάρη και με τη μεσολάβηση της ίδιας της αυτοκράτειρας θα γνωρίσει τον κόμη Έντλινγκ (Edling), υπουργό των εξωτερικών της Βαϊμάρης και εξάδελφο της Ελισάβετ. Το 1816, με τη δική της παρέμβαση και πάλι, η Ρωξάνδρα θα συνάψει έναν συμβατικό γάμο μαζί του. Η διαμονή στη 422 Οι αριθμοί στην παρένθεση παραπέμπουν στην έκδοση της ελληνικής μετάφρασης (Ιδεόγραμμα, 2006). 423 Χατζηαντωνίου 2006, σσ Αναλυτική παρουσίαση της απόφασης και των δύο να μην προχωρήσουν σε γάμο, βλ. στην ιστορική βιογραφία της Κούκκου (1997).

196 196 Βαϊμάρη θα της φανεί δυσβάσταχτη και θα επιδιώξει τη μετακίνησή τους στην Πετρούπολη, κοντά στην οικογένειά της. Τελικά, η μετεγκατάσταση αυτή θα γίνει ιδιωτικά, στην πατρική της περιουσία στη Λευκορωσία, καθώς ο κόμης Έντλινγκ δεν μπόρεσε να αποκτήσει μια διπλωματική/πολιτική θέση στη ρωσική πρωτεύουσα. Σύντομα θα μετακινηθούν στο Μανζύριο της Βεσσαραβίας, περιοχή στην οποία ο τσάρος διέθεσε κτήματα στον κόμη για να τα εκμεταλλευτούν. Ο συμβατικός γάμος, όμως, αδυνατεί να τους κρατήσει μαζί. Ο κόμης Έντλινγκ θα επιστρέψει στην πατρίδα του. Είναι πιθανό να μην ξανασυναντήθηκαν στη ζωή τους, εκτός ίσως από μία επίσκεψη της Ρωξάνδρας στη Βαϊμάρη, λίγο καιρό πριν τον θάνατό της. 424 Η Ρωξάνδρα θα ενδιαφερθεί έντονα για το πολιτικό ζήτημα του ελληνικού κράτους και θα αφοσιωθεί σε δράσεις υποστήριξης των Ελλήνων. Το ενδιαφέρον της για τους δοκιμαζόμενους Έλληνες στα χρόνια αμέσως μετά την επανάσταση του 1821, θα τη φέρει (μόνη πια, καθώς έχει προηγηθεί η οριστική ρήξη με τον σύζυγό της) το 1825 στην Οδησσό, για να συνδράμει τους προσφυγικούς ελληνικούς πληθυσμούς που κατέφυγαν στη ρωσική πόλη. Δραστηριοποιήθηκε έντονα και φρόντισε την προμήθεια τροφής, την οικονομική στήριξη και τη στέγαση των προσφύγων. Ενεργοποιώντας και τον Ρώσο υπουργό της Παιδείας, περιέθαλψε τους πρόσφυγες, ίδρυσε ορφανοτροφείο, πρωτοβάθμιο σχολείο για τη στοιχειώδη εκπαίδευσή τους και Παρθεναγωγείο ειδικά για τη μόρφωση των κοριτσιών. Ο θάνατος τη βρήκε στην Οδησσό, το Νωρίτερα όμως, στα χρόνια του ταξιδιού της στην κεντρική Ευρώπη και, κατόπιν, κατά την περίοδο του γάμου και της αρχικής της παραμονής στη Βαϊμάρη, η Ρωξάνδρα είχε δραστηριοποιηθεί στη στήριξη νέων του παροικιακού ελληνισμού που επιθυμούσαν να σπουδάσουν. Η ίδια χρηματοδότησε την έκδοση της τραγωδίας Ιφιγένεια εν Ταύροις του Γκαίτε, σε ελληνική μετάφραση από τον σπουδαστή Ιωάννη Παπαδόπουλο. Η Στούρτζα είχε συναντηθεί με τον Γερμανό ποιητή ήδη από το 1813, κατά την επίσκεψή της στη Λειψία. Δεν έχουμε επαρκείς ενδείξεις ή δεδομένες πληροφορίες για στενή και διαρκή ενασχόληση της ίδιας με τη συγγραφή λογοτεχνικών κειμένων. Η ιστορικός Ελένη Κούκκου, που ερεύνησε το αρχείο της οικογένειας Στούρτζα στην Πετρούπολη, εντόπισε στις επιστολές αναφορές της στην «ποιητική διάθεση» που την ενέπνεε και, σε μία περίπτωση, πιθανολογεί ότι σε αυτήν ανήκει ένα ποίημα που παρατίθεται σε επιστολή της. 424 Κούκκου 1997, σσ

197 197 Απόκειται στο αρχείο και ένα δικό της μυθιστόρημα (αδημοσίευτο μέχρι σήμερα) με τον τίτλο Zoé, ou la jeune Grecque 425. Πάντως, η απόφαση και η άσκηση της πράξης της συγγραφής σχετίζεται περισσότερο με τον «πρακτικότερο» χαρακτήρα της μαρτυρίας, της προσωπικής κατάθεσης με ιστορικό βάρος, της ανταπόκρισης σε μια ανάγκη επικοινωνίας, και λιγότερο στην αναζήτηση της δημιουργικής έκφρασης μέσα από τη λογοτεχνία (με τις όποιες καλλιτεχνικές ανησυχίες). Σύμφωνα με τις διαθέσιμες μέχρι σήμερα πληροφορίες, τα αυτοβιογραφικά κείμενα που φέρεται να συνέταξε η Ρωξάνδρα Στούρτζα, περιλαμβάνουν δύο καταγραφές απομνημονευμάτων, ποικίλα και σκόρπια σημειώματα, καθώς και μια σειρά επιστολών. Γνωρίζουμε ότι η Στούρτζα έστειλε επιστολές προς πολλούς αποδέκτες. Εκείνες που ενδιαφέρουν περισσότερο είναι όσες απευθύνονται στον Ιώαννη Καποδίστρια, λόγω της σχέσης που συνδέει αποστολέα και παραλήπτη. Η αλληλογραφία αυτή αποσιωπήθηκε από τη Ρωξάνδρα στο κείμενο των Απομνημονευμάτων που δημοσιεύτηκε, ως μία ακόμη ένδειξη της πρόθεσης της συγγραφέως τους να διατηρήσει μια γραμμή διάκρισης της πολύ προσωπικής ζωής της από τη δημόσια αφήγηση των απομνημονευμάτων. Πρόκειται για «θερμά γράμματα» με «φλογερά αισθήματα», για να δανειστούμε τη φρασεολογία του Κώστα Χατζηαντωνίου 426. Το μεγαλύτερο μέρος των επιστολών που απέστειλε ο Καποδίστριας στη Στούρτζα δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1901, στην εφημερίδα Νέα Ημέρα της Τεργέστης. Οι επιστολές του προϋπέθεταν την ύπαρξη επιστολών της Ρωξάνδρας, που ελάνθαναν και οι οποίες θα εντοπιστούν πολύ αργότερα, τη δεκαετία του 1990, από την ιστορικό Ελένη Κούκκου, στο αρχείο της οικογένειας Σκαρλάτου Στούρτζα που φυλάσσεται στο Σπίτι/Μουσείο Πούσκιν στην Πετρούπολη. Η επιτόπια έρευνα της Κούκκου θα εντοπίσει τα κείμενα των απομνημονευμάτων και τις επιστολές. Τα γραπτά τεκμήρια που μελέτησε στην αυτοψία της δείχνουν ότι η αλληλογραφία τους διήρκεσε μέχρι τη δολοφονία του Κυβερνήτη, το Από τη χρονική αυτή στιγμή και έπειτα η Ρωξάνδρα θα απομείνει χωρίς παραλήπτη επιστολών και αισθημάτων, τραγικά μόνη στη ζωή, για να υποφέρει τη βίαιη θανάτωση του αγαπημένου της προσώπου. Θυμίζουμε ότι το 1831, πλέον, η Ρωξάνδρα έχει απομακρυνθεί από τον συμβατικό γάμο με τον κόμη Έντλινγκ, έχει 425 Κούκκου 1997, σ Δυστυχώς δεν διαθέτουμε μια συστηματική, αναλυτική και κατά το δυνατόν εξαντλητική καταγραφή του αρχείου της οικογένειας Στούρτζα για να σχηματίσουμε, έμμεσα έστω, μια συνολική και (ει δυνατόν) οριστική εικόνα της συγγραφικής δραστηριότητας της Ρωξάνδρας, λογοτεχνικής ή μη. Οι πληροφορίες μεταφέρονται εδώ από διάσπαρτα σημεία της αφήγησης της ιστορικής βιογραφίας της Κούκκου, Ιωάννης Καποδίστριας Ρωξάνδρα Στούρτζα. Μια ανεκπλήρωτη αγάπη (1997). 426 Χατζηαντωνίου 2006, σ. 10.

198 198 εγκατασταθεί στην Οδησσό και δραστηριοποιείται στη στήριξη των Ελλήνων προσφύγων στη ρωσική πόλη. Από τότε και έπειτα, η Ρωξάνδρα θα ξεκινήσει τη συγγραφή νέων απομνημονευμάτων (του δεύτερου από τα δύο κείμενα απομνημονευμάτων που απόκεινται στο αρχείο της οικογένειάς της), επίσης στη γαλλική γλώσσα, με τον τίτλο «Ma Vie» 427. Τα απομνημονεύματα αυτά διαχειρίζονται το δυσβάστακτο πένθος μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια και έχουν χαρακτήρα αυστηρότερα προσωπικό. Το γαλλικό πρωτότυπο, με τη μορφή καταγραφών ημερολογίου, δεν έχει εκδοθεί μέχρι σήμερα. Η έναρξη της συγγραφής του δεύτερου αυτού κειμένου απομνημονευμάτων, αμέσως μετά τη δολοφονία του Κυβερνήτη και τη διακοπή της αλληλογραφίας, μοιάζει σαν να θέλει να συνεχίσει την επικοινωνία που τερμάτισε αμετάκλητα ο θάνατος, με τη συστροφή του αφηγούμενου υποκειμένου στον εαυτό του, τη ζωή του και τα βιώματά του. Γενικότερα, δημιουργείται η εντύπωση ότι η ενασχόληση με τη συγγραφή αυτοβιογραφικών κειμένων υπήρξε για τη Ρωξάνδρα Στούρτζα μια συνέχεια, ένα νήμα πορείας της ζωής της. Πρώτα το αρχικό κείμενο των Απομνημονευμάτων, αυτό που εκδόθηκε στα 1888 στη Μόσχα και αφηγείται τη ζωή και τη δράση της, από την αρχή του βίου της μέχρι και τον θάνατο του τσάρου Αλέξανδρου Α το Έπειτα η αλληλογραφία της με τον Καποδίστρια, που έχει ήδη ξεκινήσει κατά το διάστημα συγγραφής των πρώτων της Απομνημονευμάτων και τερματίζεται το Και, τέλος, η έναρξη των δεύτερων απομνημονευμάτων της, αμέσως μετά τη διακοπή της αλληλογραφίας. Καθώς οι πληροφορίες που διαθέτει κανείς και η μαρτυρία από την αυτοψία των γραπτών τεκμηρίων δείχνουν πως τα δεύτερα απομνημονεύματα είναι περισσότερο στραμμένα στον ιδιωτικό εαυτό της απομνημονευματογράφου, θα ήταν ενδιαφέρουσα μια σύγκρισή τους με τα πρώτα απομνημονεύματα, που καταθέτουν βιώματα και μαρτυρίες της ευρωπαϊκής διπλωματίας και πολιτικής, καθώς και των ανταγωνιστικών παθών της αυτοκρατορικής αυλής, προερχόμενα δηλαδή από έναν δημόσιο χώρο. 427 Στην Εισαγωγή του Χατζηαντωνίου ανακοινώνεται ότι το αδημοσίευτο αυτό κείμενο έχει ήδη μεταφραστεί στην ελληνική και πρόκειται να κυκλοφορήσει επίσης από τις εκδόσεις Ιδεόγραμμα (Χατζηαντωνίου 2006, σ. 10 μέχρι σήμερα δεν έχει πραγματοποιηθεί η συγκεκριμένη έκδοση). Αποσπάσματά του σε ελληνική μετάφραση μπορεί να διαβάσει κανείς στις σελίδες της ιστορικής βιογραφίας της Κούκκου (1997), όπου αξιοποιούνται για να αναπαρασταθεί ο ανείπωτος πόνος της Ρωξάνδρας για την απουσία του αγαπημένου Ιωάννη. Παραθέτουμε δείγματος χάριν: «Ιανουάριος Ό,τι ευγενές και υπέροχο και ενάρετο γνώρισα επάνω στη γη, χάθηκε από γύρω μου, από τη ζωή μου, χωρίς καν ν αφήσει κάποιο ορατό ίχνος από το πέρασμά του επάνω στη γη για εμένα! Τα πήρε όλα μαζί του, γιατί δεν έπρεπε να τα αφήσει στη γη. Ακόμα δεν κατέβηκες στην κρύπτη των προγόνων σου, Ιωάννη Καποδίστρια, και η αχαριστία και αναισθησία της εποχής σου προσπαθούν να ρίξουν τον πέπλο της λήθης στην όμορφη μνήμη σου! Έζησες αλήθεια μονάχα για την ευτυχία των ομοίων σου; Συχνά μετά τον δικό σου χαμό νιώθω και πιστεύω ότι δεν ζω πια και ότι απλώς υπάρχω στη ζωή, χωρίς να ζω Για να βλέπω γύρω μου την πανδαισία των ανθρώπων, από όπου εγώ βγαίνω εξουθενωμένη, πεθαίνοντας από την πείνα και τη δίψα της αγάπης και της αλήθειας, που έχασα. Θα ήθελα να είμαι πάντοτε εντελώς μόνη, με τον Θεό μου, για να κλαίω ελεύθερα στα πόδια του σταυρού» (Κούκκου 1997, σσ ) 428 Το μεγαλύτερο μέρος της αφήγησης εστιάζεται στα γεγονότα της περιόδου (Denissi 2005, σ. 262).

199 199 Θα ήταν ενδιαφέρον να συγκριθούν, για να παρακολουθήσει κανείς τις αποκλίσεις στο είδος των αυτοβιογραφικών κειμένων, όταν το αυτοβιογραφούμενο εγώ ανασυγκροτείται ως υποκείμενο που εξέρχεται στο φως της δημόσιας σφαίρας και ως υποκείμενο που στέκεται στο ημίφως του ιδιωτικού, αλλά και τη θέση (και σχέση) τους ως προς το ζεύγμα ιστορική αφήγηση/μαρτυρίαλογοτεχνία/μυθοπλαστική αφήγηση. Τα παραπάνω ερωτήματα ισχύουν και ως προς τα «σκόρπια σημειώματα» της Ρωξάνδρας που η Κούκκου αναφέρει ότι εντόπισε στο αρχείο. Διάσπαρτες, σύντομες, «εκ βαθέων» αφηγήσεις, γραμμένες σε χαρτιά που δεν συγκροτούν ένα σώμα, αλλά διασώζουν σπαράγματα του ανείπωτου πόνου για την οριστική απώλεια του αγαπημένου της Ιωάννη. Παραθέτουμε ένα από αυτά: «Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνον τον περίπατο που κάναμε μαζί, Ιωάννη, κάτω από τις πυκνές φυλλωσιές, στη λουτρόπολη Ems. Είχες τόσα να μου ειπείς για τα σχέδια και τα όνειρά σου για την Ελλάδα! Την πατρίδα μας. Σε άκουγα αμίλητη. Ο λόγος σου είχε πάντοτε τόση γοητεία Στους μοναχικούς τώρα περιπάτους μου, που θα ήθελα τόσο πολύ να ήσουν δίπλα μου, να ήμουν και εγώ δίπλα σου, προσπαθώ να αναπληρώσω την απουσία σου με τη σκέψη μου» 429. Είναι ενδιαφέρον ότι, εδώ, η αυτοβιογραφική αφήγηση αποτυπώνει ανάγλυφα την προσπάθεια υποκατάστασης μιας οριστικά χαμένης επικοινωνίας και ανασυγκρότησης του αφηγούμενου υποκειμένου στις διάφορες βαθμίδες του προσωπικού χρόνου του βίου του: η ανάκληση από τη μνήμη, η αφηγηματική αποτύπωση/ανακατασκευή του ευτυχισμένου παρελθόντος, η γραφή διέξοδος και θεραπεία του τραυματικού παρόντος. Παρατηρείται, λοιπόν, πως στο αρχείο της οικογένειας απόκειται μια εντυπωσιακή ποικιλία κειμένων του αυτοβιογραφικού είδους γραμμένων από τη Ρωξάνδρα: απομνημονεύματα και ημερολόγια, εξομολογητικά σημειώματα. Στα τετράδιά της η Κούκκου εντοπίζει και μας πληροφορεί για την ύπαρξη και αναμνήσεων («Souvenirs», «Mémoires»), ταξιδιωτικών εντυπώσεων και ημερολογίων ταξιδίων, μια «ιστορία» από το φιλάνθρωπο έργο της στην Οδησσό, μια βιογραφία της μητέρας της κ.λπ 430. Φαίνεται πως σε όλη τη διάρκεια του βίου της και με διαφορετικές μορφές κειμένων και τρόπους έκφρασης των «γραφών του εγώ», η Στούρτζα σύστηνε, αναθεωρούσε ή συμπλήρωνε, και ξανασύστηνε τον εαυτό της ή, μάλλον, διαφορετικές όψεις και στιγμές του βίου του. Με όλη αυτή την ποικιλία ειδών, ημερολογίων, αναμνήσεων, προσωπικών σημειωμάτων κ.λπ., η Στούρτζα πραγματεύεται τον εαυτό της, τον εσώτερο εαυτό μιας γυναίκας, που αδυνατεί ή έστω νιώθει άβολα να εκφραστεί μέσα από τα εμπεδωμένα «ανδρικά» σχήματα του απομνημονεύματος. 429 Το σημείωμα αξιοποιείται ως γραπτός μάρτυρας στην ιστορική βιογραφία της Κούκκου η μετάφραση είναι της ίδιας (βλ. Κούκκου 1997). 430 Κούκκου 1997, σσ. 613, 628.

200 200 Όπως παρατηρεί η Valerie Sanders, οι γυναίκες της βικτωριανής εποχής που επιθυμούν να αποτυπώσουν γραπτά τον βίο τους, να στοχαστούν για τη ζωή τους και να συγκροτήσουν τον εαυτό τους μέσα από την αφήγηση, καταφεύγουν στη συγγραφή ημερολογίων, αναμνήσεων κ.λπ., επειδή αισθάνονται απαγορευτική για το φύλο τους τη συγγραφή επίσημης αυτοβιογραφίας. Το σύνολο αυτών των κειμένων, μέσα στην πολυφωνία των εκδοχών τους, συστήνουν το σώμα της αυτοβιογραφίας της γυναίκας συγγραφέως 431. Πρόκειται, λοιπόν, για μια άσκηση γραφής με μεγάλες διάρκειες στη ζωή της Ρωξάνδρας και από νωρίς συνειδητοποιημένη και μεθοδικά εφαρμοσμένη. Για παράδειγμα, η συγγραφή των εκδομένων Απομνημονευμάτων της ακολουθεί μια χρόνια διαδικασία επεξεργασίας ή επανεγγραφής, της οποίας τη μέθοδο θα μπορούσαμε να ανασυγκροτήσουμε συνοπτικά εδώ. Όσο βρίσκονται σε εξέλιξη τα γεγονότα που αφηγείται στα Απομνημονεύματά της, η Ρωξάνδρα κρατά σημειώσεις αρκετά αναλυτικές, ίσως και με τη μορφή ημερολογιακών εγγραφών. Πάνω σε αυτά τα σημειώματα στηρίζεται όταν αργότερα θα συγγράψει το κείμενο της ενιαίας αφήγησης των απομνημονευμάτων της. Γιατί, όταν αφηγείται το παρελθόν στο εκδομένο κείμενο, μοιάζει να έχει έναν πλήρη έλεγχο και μια ευκολία μετατόπισης στις χρονικές στιγμές της αφήγησης και τις επιλογές της ιστόρησης (π.χ. «Ξαναγυρίζω στην εποχή που έζησα, η οποία παρουσίαζε όλο και μεγαλύτερο ενδιαφέρον για εμένα», σ. 44 «Επειδή πρόθεσή μου δεν είναι να καταγράψω τα ιστορικά γεγονότα, αλλά απλώς αυτά που συνέβαιναν μπροστά στα μάτια μου, δεν θα παρακολουθήσω τα γεγονότα της εκστρατείας του 1813», σ. 82), που θα μπορούσαν να συμβαίνουν επειδή την ώρα της συγγραφής η Στούρτζα έχει μπροστά της καταγραμμένες αφηγήσεις της από το παρελθόν (ενδεχομένως και με τη μορφή των «σκόρπιων σημειωμάτων» που η Κούκκου εντόπισε στο αρχείο της οικογένειας). Άλλωστε, πώς θα μπορούσε η μνήμη να συγκρατήσει τόσα πολλά πρόσωπα και πληροφορίες χωρίς τη συνδρομή της γραπτής υπόμνησης; Σε ένα επόμενο σημείο της αφήγησης, η Στούρτζα γράφει προϋποθέτοντας προγενέστερες καταγραφές ή σημειώσεις: «Κατ αυτόν τον τρόπο είχα κρίνει τότε τον πρίγκιπα Ευγένιο και η συνέχεια της διηγήσεώς μου θα αποδείξει ότι η σκιαγραφία αυτή είναι σύμφωνη με την πραγματικότητα» (σ. 134). Φαίνεται πως η Ρωξάνδρα γράφει τα απομνημονεύματά της ενώ, παράλληλα, διαβάζει το δικό της καταγραμμένο αυτοβιογραφικό υλικό, όπως η σκιαγραφία του πρίγκιπα Ευγένιου εδώ. Τα σημειώματα αυτά συγκροτούν ένα σχέδιο, καλά οργανωμένο, βάσει του οποίου προχωρά μεθοδικά η συγγραφή. Διαθέτουμε όμως και την έξωθεν μαρτυρία του Καποδίστρια, ο οποίος, σε επιστολή του προς την ίδια τον Απρίλιο του 1814, εμφανίζεται να γνωρίζει ότι η Ρωξάνδρα επεξεργάζεται ένα κείμενο, με την πρόθεση 431 Sanders 1989, σσ. 1-27

201 201 να αφηγηθεί τα ιστορικά γεγονότα που ζει και το οποίο κατά πάσα πιθανότητα οδήγησε στα απομνημονεύματα που γνωρίζουμε σήμερα 432. Προς το παρόν διατίθενται μόνο τα πρώτα απομνημονεύματα και με εστιάση στην παρακολούθηση της αφήγησής τους και τη μελέτη τους. Θα φανεί πώς η απομνημονευματογράφος καταθέτει στοιχεία και μαρτυρίες της προσωπικής (ατομικής και οικογενειακής) ζωής της και πώς αυτά συνδυάζονται με την «αναμνηστική» κατάθεση των διαδραματιζόμενων στον δημόσιο βίο. Η διάκριση των δύο περιοχών αφήγησης είναι καταστατική για το απομνημόνευμα. Ο απομνημονευματογράφος καταθέτει τη μαρτυρία της δικής του οπτικής για όσα συνέβησαν στον δημόσιο χώρο, στην ιστορία, και αφορούν ένα ευρύτερο σύνολο ανθρώπων (και αποδεκτών-αναγνωστών της αφήγησής του) και, παράλληλα, καταθέτει, έμμεσα ή άμεσα, το μερίδιο της δικής του ευθύνης και συμβολής στην πορεία των διαδραματιζόμενων στη δημόσια σφαίρα. Από αυτή την άποψη, το απομνημόνευμα στήνεται πάνω στη γραμμή με την οποία η αφήγηση για το ατομικό εκβάλλει στο συλλογικό, αλλά και το συλλογικό μπορεί να ρίχνει το δικό του φως στην προσωπικότητα του απομνημονευματογράφου και να τη λαμπρύνει. Στην αφήγηση του απομνημονεύματος φαίνεται να συνομολογείται μια εκ παραλλήλου αφήγηση του ατομικού-ιδιωτικού και του συλλογικού-δημόσιου, με διαρκή αναζήτηση των μεταξύ τους συνάψεων. Με την επίγνωση αυτής της διάστασης στο είδος του απομνημονεύματος ξεκινά η αφήγηση της Στούρτζα: «Προτού αρχίσω την εξιστόρηση των γεγονότων που συνέβησαν επί της εποχής μου, οφείλω να δώσω στον αναγνώστη το στίγμα της προσωπικής μου ιστορίας. Γνωρίζοντάς την θα μπορέσει να κρίνει τον χαρακτήρα και τα αισθήματά μου και να εκτιμήσει πόση εμπιστοσύνη μπορεί να δώσει στα απομνημονεύματα αυτά. Τα όσα αναφέρονται στην οικογένειά μου παρουσιάζουν αναμφισβήτητα κάποιο ενδιαφέρον αναφέρονται σε ένα πεπρωμένο σημαδεμένο από βαθειά οδύνη.» 433 Οι πληροφορίες που μας δίνει το παράθεμα είναι πολλές. Πρώτα απ όλα, προσδιορίζεται με σαφήνεια ο σκοπός της αφηγηματικής πράξης, να εξιστορηθούν τα γεγονότα που συνέβησαν στην εποχή της Ρωξάνδρας. Και η εξιστόρηση αυτή καταλαβαίνουμε ότι θα γίνει με την αφηγήτρια σε θέση μάρτυρα. Έπειτα, η αφήγηση αποβλέπει σε έναν αναγνώστη και την κοινοποίηση σε αυτόν των κατατιθέμενων μαρτυριών. Είναι, επομένως, ένα κείμενο, το οποίο η συντάκτρια προτίθεται να δημοσιοποιήσει και υπό την προοπτική αυτής της δημόσιας έκθεσής του το συντάσσει Βλ. Denissi 2005, σ Στούρτζα 2006, σ Σε άλλο σημείο των απομνημονευμάτων της η Στούρτζα γράφει: «Όσο για το πώς θα το κρίνει κανείς, το αφήνω στο αίσθημα δικαιοσύνης όσων με διαβάζουν» (σ. 35). Είναι προφανές ότι έχει συνεχώς κατά νου ότι το κείμενο που συντάσσει απευθύνεται σε τρίτους και επιθυμεί να καταστεί δημόσιο. Σήμερα γνωρίζουμε ότι στη

202 202 Τρίτον, για να λειτουργήσει όλη αυτή η επικοινωνιακή συνθήκη, μάρτυρας, κατάθεση μαρτυρίας, ανάγνωση και αποδοχή της από τους αναγνώστες, είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί η εμπιστοσύνη του αναγνώστη. Κάτι τέτοιο, το δηλώνει ρητά η Στούρτζα, μπορεί να γίνει εφόσον ο αναγνώστης γνωρίσει την ίδια και την οικογένειά της και την εμπιστευτεί για το ήθος και τον χαρακτήρα της, την ενάρετη οικογένειά της κ.λπ. Η πρακτική αυτή είναι οικείος τρόπος για τη ρητορική των απομνημονευμάτων. Ο απομνημονευματογράφος, πολιτικός, στρατιωτικός ή διπλωμάτης, πρέπει να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη του αναγνώστη του, για να υιοθετήσει ο τελευταίος πλήρως την αφηγούμενη μαρτυρία 435. Η αφήγηση της προσωπικής της ιστορίας, όπως την προαναγγέλλει η Στούρτζα, καλύπτει το πρώτο μέρος των απομνημονευμάτων. Ξεκινά με την αναφορά στην καταγωγή των γονέων της και τη γέννησή της και φτάνει στη στιγμή που ο πατέρας της την τοποθετεί στην αυτοκρατορική αυλή της Πετρούπολης (σσ ). Όμως, δεν πρόκειται για μια ξεκάθαρη διάκριση της προσωπικής (ατομικής και οικογενειακής) ιστορίας από τη δημόσια (πολιτική, διπλωματική, στρατιωτική), της οποίας μαρτυρία προτίθεται να καταστεί το κείμενο των απομνημονευμάτων της. Οι δύο «ιστορίες» συμπλέκονται και η αφηγήτρια κάποτε παρεμβαίνει για να επαναφέρει την «τάξη» της σαφούς διάκρισης προσωπικού και συλλογικού ή ιδιωτικού και δημόσιου. Ως προς αυτό το γνώρισμα των Απομνημονευμάτων, η Ντενίση επισημαίνει 436, παρακολουθώντας όσα υποστηρίζει η Faith Beasley 437, ότι γνώρισμα ορισμένων από τις γυναίκες απομνημονευματογράφους του γαλλικού 17ου αιώνα ήταν η ικανότητά τους να υποσκάπτουν την ξεκάθαρη διάκριση ιδιωτικής και δημόσιας σφαίρας συγχέοντας τα όριά τους. Στο παρακάτω εκτενές παράθεμα, ενώ η εξιστόρηση αφορά τον προσωπικό-οικογενειακό βίο στο παρελθόν, η Στούρτζα παρασύρεται από το παρόν της αφηγήτριας και το έντονο πολιτικό της ενδιαφέρον και ανατέμνει την πολιτική συγκυρία της στιγμής διεισδύοντας στα αίτια πίσω από τα φαινόμενα. Η στάση αυτή, η κριτική ματιά, η πολιτική επίγνωση και το ζωηρό ενδιαφέρον, αναμφίβολα ξαφνιάζουν όταν εκδηλώνονται από μια γυναίκα, έστω και αν πρόκειται για κυρία επί των τιμών της τσαρίνας Ελισάβετ, μια γυναίκα που ήταν σε θέση να παρατηρεί και να γνωρίζει: «Ήμουν τότε πάρα πολύ νέα και ζούσα στο περιθώριο των εξελίξεων για να μπορώ να σταθμίσω τα κίνητρα που οδήγησαν σε αυτή τη διακήρυξη. διαθήκη της είχε ζητήσει να δημοσιευθούν με τη συμπλήρωση πενήντα χρόνων από τον θάνατό της, εντολή την οποία σεβάστηκε και εκτέλεσε η ανιψιά της (Κούκκου 1997, σ. 92). 435 Στην ανάγνωση του απομνημονεύματος θα πρέπει να λειτουργήσει η σύμβαση της αληθολογίας. Για την ίδια και τη διαφοροποίησή της από την αληθοφάνεια, βλ. στον παρόντα τόμο «Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της αυτοβιογραφίας», στο Κεφάλαιο 1, και Πασχαλίδης 1993, σσ Ντενίση 2005, σ Beasley 2000, σ. 76

203 203 Η γνώση που απέκτησα, αργότερα, του χαρακτήρα και των ικανοτήτων του κυρίου Νοβοσίλτσεφ και του φίλου του πρίγκιπα Τσαρτορύσκι, μου δίνει το δικαίωμα να πιστέψω ότι η διακήρυξη δεν υπαγορεύθηκε από κάποια διορατικότητα. Τόσο ο ένας όσο και ο άλλος έχαιραν τότε μιας λαμπρής φήμης, η οποία παρέμεινε αναλλοίωτη επί πολλά χρόνια. Τόσο ο ένας όσο και ο άλλος αποτελούν ένα εντυπωσιακό παράδειγμα του πόσο λίγη πίστη πρέπει να δίνουμε στην κοινή γνώμη. Αρκεί ένα ύφος πολυπράγμον και περισπούδαστο, μια βαρύνουσα σιωπή, μερικά ξεσπάσματα γενναιοδωρίας, μερικές φράσεις του συρμού, και ο άξεστος μένει έκθαμβος, πρόθυμος πάντα να θαυμάσει αυτό που δεν κατανοεί. Ο Αυτοκράτωρ έτρεφε γι αυτούς μεγάλη συμπάθεια, γιατί τους είχε κοντά του σε όλα τα νεανικά του χρόνια, καθώς και λόγω ενός συνόλου αρχών και ιδεών τις οποίες είχε ασπασθεί με τη ζέση μιας νεαρής και γεμάτης πάθος ψυχής. Δεν θέλω όμως να προτρέξω στην εξέλιξη των γεγονότων και θα γυρίσω πάλι στην ιστορία της οικογένειάς μου.» 438 Μπορεί να παρέκλινε για λίγο από την εξιστόρηση του οικογενειακού βίου, αλλά πού τελειώνει το προσωπικό και αρχίζει το συλλογικό/δημόσιο στο παραπάνω παράθεμα; Είναι μόνο προσωπικό το ενδιαφέρον και η εκτίμηση στο πρόσωπο του νεαρού τσάρου Αλέξανδρου Α ; Πού τελειώνει το δημόσιο πολιτικό σχόλιο και πού αρχίζει η ιδιωτεύουσα σκέψη; Τα ερωτήματα δεν είναι ασφαλώς ρητορικά και υποδεικνύουν τη στενή σύνδεση του προσωπικού με το πολιτικό και του ατομικού με το δημόσιο. Από την τοποθέτηση της Ρωξάνδρας στην αυτοκρατορική αυλή και έπειτα (σσ. 30 κ.ε.), η αφήγηση παίρνει ένα σαφέστερο δημόσιο περιεχόμενο, καθώς περιορίζονται οι αναφορές στην τύχη των οικογενειακών προσώπων. Η νεαρή αφηγήτρια γνωρίζει κόμισες και ναυάρχους, δούκες και στρατηγούς, παρατηρεί τις συμπεριφορές τους με οξυδερκή ματιά και προσαρμόζει ανάλογα τη δική της συμπεριφορά. Σύντομα, τα προτερήματα του χαρακτήρα της, όπως «σεμνά» και «διακριτικά» μας δείχνει στην αφήγησή της, η ευφυΐα, η ευγένεια, η μόρφωση και η ψύχραιμη και συγκρατημένη κριτική της στάση, θα εκτιμηθούν στη ρωσική αυτοκρατορική αυλή και θα επιλεγεί συνοδός επί των τιμών, σχεδόν ταυτόχρονα, από τη μητέρα του αυτοκράτορα Μαρία (Φιοντόροβνα) και τη σύζυγό του Ελισάβετ (σσ ), στη συνοδεία της οποίας εντάχτηκε τελικά και παρέμεινε μέχρι τον γάμο της. Στο μεταξύ, και όσο η Ρωξάνδρα διέμενε με την οικογένειά της στην Πετρούπολη, οι γονείς της διοργανώνουν σε εβδομαδιαία βάση δείπνα στο σπίτι τους, σε μια προσπάθεια να ενισχύσουν την κοινωνική τους παρουσία. 438 Στούρτζα 2006, σσ

204 204 Στο πλαίσιο αυτών των δείπνων, των οποίων την υποδοχή είχε αναλάβει η Ρωξάνδρα, γνωρίζεται με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και τον Ιωάννη Καποδίστρια (σσ ). Η γνωριμία αυτή με τον μέλλοντα Κυβερνήτη της Ελλάδας, όπως είδαμε αναλυτικά προηγουμένως, υπήρξε μοιραία για τον ισχυρό δεσμό που θα αναπτύξουν οι δυο τους και ο οποίος θα παραμείνει ζωντανός, παρά τις αντιξοότητες, μέχρι τον θάνατο του δεύτερου. Στο πλαίσιο των συζητήσεων με τους δύο άνδρες στην οικογένεια Στούρτζα έχουμε την ευκαιρία, ως αναγνώστες, να δούμε το ενδιαφέρον της Ρωξάνδρας για την ελληνική υπόθεση, ένα ενδιαφέρον που, όπως σημειώθηκε προηγουμένως, θα διατηρηθεί ζωντανό σε όλη τη πορεία της στην αυτοκρατορική αυλή και θα εκδηλωθεί έμπρακτα, με πρωτοβουλίες της για την κάθε είδους υποστήριξη των Ελλήνων στις παροικιακές εστίες της κεντρικής Ευρώπης, αλλά και των Ελλήνων προσφύγων στην Οδησσό. Το ενδιαφέρον αυτό συνδέεται στενά (και συνδέθηκε από την πρώτη στιγμή) με τον προσωπικό θαυμασμό που αισθάνεται για τον Καποδίστρια: «Η ελπίδα ότι το ελληνικό έθνος θα κέρδιζε κάποτε την ελευθερία του φαινόταν τότε ωσάν ένα γοητευτικό όνειρο. Τον ενθουσιασμό αυτό μοιραζόταν και ο κόμης Καποδίστριας, ο οποίος, όντας μεγαλύτερος από μας, είχε ήδη προσπαθήσει να πραγματοποιήσει το θαυμάσιο αυτό όνειρο, αφιερώνοντας τα πιο ωραία χρόνια της νεότητάς του στη δημιουργία της Ιονίου Πολιτείας, της πατρίδας του, την οποία η ειρήνη του Τιλσίτ είχε μόλις διαλύσει» (σσ ). Στο πρόσωπο του Καποδίστρια η Ρωξάνδρα βλέπει να συγκλίνουν, λοιπόν, το πολιτικό ενδιαφέρον για τις εξελίξεις στην ελληνική υπόθεση και το προσωπικό για το αγαπημένο πρόσωπο του Κερκυραίου κόμη. Ιδιωτικό και δημόσιο μπλέκονται, αλλά η Στούρτζα επιλέγει την αυτοσυγκράτηση, την ψύχραιμη διάκρισή τους και την πρόκριση του δημόσιου, σύμφωνα με τις ειδολογικές επιταγές των απομνημονευμάτων. Με αυτή την οπτική αξίζει να παρακολουθήσουμε την παρουσίαση της πρώτης εικόνας του χαρακτήρα του Καποδίστρια που η απομνημονευματογράφος θυμάται και παραθέτει στο κείμενό της: «Ο κόμης Καποδίστριας είναι από τα πρόσωπα εκείνα που η γνωριμία τους αφήνει εποχή στη ζωή ενός ανθρώπου, χωρίς δε να αναφερθεί κανείς στο ιστορικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει. Το ωραίο του πρόσωπο, το οποίο φέρει τη σφραγίδα της ιδιοφυΐας, μπορεί να χρησιμεύσει ως μοντέλο για τον ζωγράφο και τον φυσιογνωμιστή το διαυγές, γόνιμο και οξυδερκές πνεύμα του συλλαμβάνει με θέρμη ό,τι συμβαίνει να τον απασχολεί και δίνει στο αντικείμενο των στοχασμών του νέα, μεγαλόπνοη μορφή. Αλλά, όμοιος με τον καλλιτέχνη που εργάζεται για τις επερχόμενες γενεές, τα δημιουργήματά του απορροφούν κατά κανόνα όλη του τη σκέψη και οτιδήποτε άλλο δεν είναι γι αυτόν παρά το φόντο ενός ζωγραφικού πίνακα.

205 205 Αυτή η διάθεσή του μπορεί μερικές φορές να πληγώνει τους φίλους του σκεπτόμενοι όμως βαθύτερα, πρέπει να τον συγχωρήσωμε, γιατί αυτή ακριβώς η διάθεση οφείλεται στην ανωτερότητα του πνεύματός του. Ποιος θα τολμούσε να κατηγορήσει τον Μιχαήλ Άγγελο για έλλειψη ευαισθησίας όταν έκανε τα σχέδια της εκκλησίας του Αγίου Πέτρου; Εξ άλλου, η εξαιρετική καλωσύνη του κόμητος Καποδίστρια, η γενναιοδωρία του, η γλυκύτητα και η προσήνεια του χαρακτήρα του, μπορούν κάλλιστα να εξισορροπήσουν κάποια μικρά ελαττώματα, που και αυτά εξαφανίσθηκαν στη συνέχεια, όταν η ηλικία και η πείρα είχαν τιθασσεύσει αυτόν τον φλογερό πόθο της δίκαιης δόξας που κατελάμβανε τότε το πνεύμα του στην ολότητά του.» 439 Βλέπει, λοιπόν, κανείς, ότι το ιδιωτικό, που εν προκειμένω ενέχει μια ελεγχόμενη διάσταση του ερωτικού, παραμένει καλά κρυμμένο. Η όποια συμπάθεια προς το πρόσωπο (που εκδηλώνεται φανερά στο κείμενο) και ο θαυμασμός διοχετεύονται ψύχραιμα στην υπηρεσία των εθνικών του ιδεωδών, στον «φλογερό πόθο της δίκαιης δόξας». Η στάση αυτή, που είναι επιλογή, απόφαση της Στούρτζα, να διαχωρίσει και να εξαιρέσει τα προσωπικά της αισθήματα από τη δημόσια εικόνα και σχέση, χαρακτηρίζει τα απομνημονεύματα ανδρών. Στα κείμενά τους διαχωρίζουν τον ιδιωτικό τους χώρο και τον αφήνουν εκτός αφήγησης. Η εξιστόρησή τους επικεντρώνεται στα επεισόδια εκείνα που παρουσιάζουν ευρύτερο, δημόσιο ενδιαφέρον, φροντίζοντας πάντα να επενδύσουν την αφήγηση με την προσωπική τους κατάθεση εμπειρίας, γνώσης και κρίσης, σε μια αφήγηση που, ενώ είναι εξ ορισμού υποκειμενική, διαβάζεται με τη συμβατική συνθήκη της αντικειμενικής μαρτυρίας. Φαίνεται πως, ό,τι μένει εκτός της αφήγησης της Στούρτζα, είναι αυτό που θα προσδοκούσε ο αναγνώστης από την αυτοβιογραφική κατάθεση μιας γυναίκας: τις προσωπικότερες σκέψεις και αισθήματα για το αγαπημένο πρόσωπο, την εστίαση στην ευαισθησία, ενδεχομένως το φλογερό πάθος κ.τ.ό. ό,τι ακριβώς η Ρωξάνδρα διοχέτευσε στα άλλα αυτοβιογραφικά της κείμενα (ημερολογιακές καταγραφές, εκ βαθέων σημειώματα, αναμνήσεις κ.λπ.). Η Στούρτζα εναρμονίζεται με τον τρόπο γραφής των ανδρών «συναδέλφων» της απομνημονευματογράφων, γράφοντας σύμφωνα με τις «ανδρικές» επιταγές του είδους, από τη στιγμή που επιλέγει ένα γραμματειακό είδος που εκλαμβάνεται ως κυρίαρχα ανδρικό. Εκδομένο και γνωστό σε μας σήμερα κείμενο απομνημονευμάτων γραμμένων από Ελληνίδα συναντάμε πολλές δεκαετίες αργότερα. Πρόκειται για τα Απομνημονεύματα γυναικός πρεσβύτιδος συγχρόνου, της Ζαχαρένιας Γραμματικοπούλου, «χήρας αντιστρατήγου», όπως συστήνεται στη σελίδα τίτλου της έκδοσης, που δημοσιεύτηκαν στην Αθήνα το Έτσι, στο 439 Στούρτζα 2006, σσ Βλ. Ριζάκη 2007, σ. 141

206 206 πρώτο μισό του νεοελληνικού 19ου αιώνα, τα Απομνημονεύματα της Στούρτζα στέκουν το μοναδικό γνωστό παράδειγμα απομνημονευμάτων γραμμένων από γυναίκα μοναδικό παράδειγμα εισδοχής σε ένα «ανδρικό» γραμματειακό είδος και, επιπλέον, παράδειγμα επιτυχούς άσκησης της «ανδρικής» γραφής από μια γυναίκα. Μια βασική στόχευση της αναμνηστικής αφήγησης των απομνημονευμάτων της αφορά το πρόσωπο του τσάρου Αλέξανδρου Α. Η προσωπική μαρτυρία της Στούρτζα, όπως κατατίθεται στα απομνημονεύματά της, υπόσχεται να διασώσει μια νηφάλια «αλήθεια» για τις αρετές, τις αδυναμίες, τις αγωνίες και την προσωπικότητα του ηγεμόνα, έτσι όπως τον έζησε η ίδια από πολύ κοντά σε στιγμές κρίσιμων αποφάσεών του, στις κατ ιδίαν συζητήσεις τους, και στη σχέση του με την Ελισάβετ. Πρόκειται, ασφαλώς, για μια στρατηγική επιλογή που ακολουθούν γυναίκες απομνημονευματογράφοι, επειδή με την επίκληση της πρόθεσης προβολής ενός ισχυρού δημόσιου άνδρα νομιμοποιούν τη δική τους συγγραφική εισδοχή στον δημόσιο «ανδρικό» χώρο των απομνημονευμάτων 441. Σύμφωνα με τους ρητορικούς τρόπους που συναντάει κανείς στα απομνημονεύματα, ο αφηγητής, εδώ η Ρωξάνδρα, επικαλείται την απουσία σκοπιμότητας ή άμεσης ωφέλειας της ίδιας, όπως για παράδειγμα ο έπαινος του αυτοκράτορα για να αποσπάσει την εύνοιά του, εφόσον ο Αλέξανδρος Α είναι πεθαμένος στο παρόν της συγγραφής και, επομένως, δεν διαφαίνεται άμεσα μια προοπτική δημοσίευσης των εξιστορούμενων, για να εξασφαλίσει έτσι την προϋπόθεση της αντικειμενικής διήγησης, βασικής για να ανταποκριθεί με εμπιστοσύνη ο αναγνώστης σε ό,τι θα διαβάσει: «Ακριβώς την εποχή αυτή, την τόσο ενδιαφέρουσα από κάθε άποψη, είχα την ευτυχία να γνωρίσω καλλίτερα τον μεγάλο αυτό ηγεμόνα. Δεν είναι πλέον εν ζωή όσο για τα απομνημονεύματα αυτά, ή δεν θα δουν ποτέ το φως της δημοσιότητος ή αυτό θα γίνει όταν εγώ θα έχω εγκαταλείψει πλέον αυτή τη γη. Μπορώ λοιπόν να ανακαλέσω επάνω στο χαρτί, χωρίς καμία διάθεση εξωραϊσμού και χωρίς υπερφίαλη αλαζονεία, την ανάμνηση μιας σχέσεως η οποία θα παραμείνει για εμένα ανεκτίμητη, γιατί υπήρξε πάντοτε αγνή, ανεπίληπτη, πέρα από κάθε σκοπιμότητα. 442» Ο τσάρος Αλέξανδρος Α θα προσέξει τη νεαρή κοπέλα επί των τιμών της συζύγου του από την πρώτη στιγμή, θα τη γνωρίσει και θα την εκτιμήσει. Η Ρωξάνδρα θα κερδίσει την εμπιστοσύνη του και θα σταθεί πολύτιμος σύμβουλός του. Έτσι, είναι σε θέση να γνωρίζει σκέψεις και προβληματισμούς του και να καταθέτει μια μαρτυρία πολύ προσωπική, αλλά και μοναδική, καθώς δεν υπάρχει άλλη πηγή να την πληροφορηθούμε. Βέβαια, το ενδιαφέρον για μας σήμερα δεν έγκειται στο «τι» της εξιστόρησης, στην ιστορική σημασία της μαρτυρίας, όσο στο «πώς» αυτής της εξιστόρησης. 441 Βλ. Denissi 2005, σσ Στούρτζα 2006, σ. 59. Βλ. στο κεφάλαιο 3 του παρόντα τόμου το υποκεφάλαιο «Η προβληματική του αυτοβιογραφικού λόγου στα απομνημονεύματα».

207 207 Αν, λοιπόν, μετακινηθεί η προσοχή από το περιεχόμενο της αφήγησης στους τρόπους της, θα διαπιστωθεί ότι, παρά τα όσα σημειώθηκαν στο παραπάνω απόσπασμα για την αποφυγή της παραμικρής διάθεσης εξωραϊσμού, εντούτοις ανιχνεύεται η συγγραφική πρόθεση να αναδειχτεί ο τσάρος μέσω της αφήγησης σε έναν λαοφιλή ηγεμόνα, έτοιμο να θυσιαστεί για τον λαό του και να αντισταθεί μέχρις εσχάτων για την ηρωική υπεράσπιση του ρωσικού έθνους. Σε τούτο συνδράμει καίρια η αλλαγή στους αφηγηματικούς τρόπους. Η πρωτοπρόσωπη ομοδιηγητική αφήγηση, συνήθης τρόπος στα απομνημονεύματα, διακόπτεται και παρατίθεται «αυτούσιος» και ζωντανός ο διάλογος της Ρωξάνδρας με τον αυτοκράτορα. Ας προσέχθεί και η υπερβολή του ισχυρισμού της αφηγήτριας ότι ο διάλογος που ακολουθεί είναι ακριβής μεταφορά μέχρι και της παραμικρής λέξης της πραγματικής συζήτησης που διημείφθη μεταξύ Στούρτζα και Αλέξανδρου Α, όπως αρμόζει άλλωστε σε ένα απομνημόνευμα που σέβεται απόλυτα τις συμβάσεις του είδους. «Μετά την ανταλλαγή των πρώτων φιλοφρονήσεων, η συζήτηση εστράφη στην κρίσιμη κατάσταση στην οποία ευρίσκετο η χώρα. Αισθάνομαι την ανάγκη να μεταφέρω εδώ ένα μέρος της συζητήσεως αυτής, διότι σκιαγραφεί τις διαθέσεις του Αυτοκράτορος την εποχή εκείνη και επίσης επειδή είμαι βεβαία ότι δεν ελησμόνησα ούτε λέξη. Μιλώντας επάνω στο ζήτημα του πατριωτισμού και της δραστηριότητας που παρατηρούσε κανείς να αναπτύσσεται ανάμεσα στον κόσμο, ο Αυτοκράτωρ είπε τα ακόλουθα: «Ένα μόνον πράγμα με θλίβει, το ότι δεν μπορώ να ανταποκριθώ, όπως θα το ήθελα, στην αφοσίωση αυτού του θαυμασίου έθνους». «Μα πώς Μεγαλειότατε, δεν σας εννοώ». «Ναι, το έθνος θα χρειαζόταν έναν ηγέτη ικανό να το οδηγήσει στην νίκη, και δυστυχώς δεν διαθέτω ούτε την πείρα, ούτε τις απαραίτητες γνώσεις για την πρόκληση αυτή. Εάν η νεότητά μου, αντί να κυλήσει μέσα στο ημίφως της Αυλής, είχε ανατεθεί σε ένα Σουβορώφ ή σ ένα Ρομαντσώφ, οι οποίοι θα με είχαν εκπαιδεύσει για πόλεμο, τότε ίσως να είχα μπορέσει να απομακρύνω τις δυστυχίες που μας απειλούν τώρα». «Ω, Μεγαλειότατε, μην εκφράζεσθε έτσι! Πιστέψτε ότι οι υπήκοοί σας γνωρίζουν την αξία σας και ότι προτιμούν εσάς χίλιες φορές περισσότερο από ό,τι τον Ναπολέοντα και όλους τους ήρωες του κόσμου». «Ας το πιστέψω λοιπόν, αφού μου το λέτε εσείς. Αλλά ακόμη και εάν δεν διαθέτω τις απαραίτητες ικανότητες για να εκπληρώσω, όπως θα ήθελα, τα καθήκοντα που συνεπάγεται η θέση που κατέχω, θα έχω όμως πάντα τη γενναιότητα και τη θέληση να μην φανώ ανάξιος του λαού μου στην τρομερή αυτή κρίση, που μπορεί να μεταστραφεί σε δόξα για μας, αν δεν αφήσουμε τον εχθρό να μας τρομοκρατήσει. Πιστεύετε ότι ο εχθρός αυτός θα μας καθυποτάξει διά της ειρήνης; Είμαι βέβαιος ότι αρνούμενοι να υποκύψουμε σε οιαδήποτε έννοια διαπραγματεύσεως θα δούμε εν τέλει τις προσπάθειές μας να καρποφορούν και θα θριαμβεύσουμε». «Η απόφαση αυτή είναι αντάξια της μεγαλειότητός σας. Και αποτελεί ομόφωνη επιθυμία του έθνους». «Προσυπογράφω δεν ζητώ από το έθνος παρά να μην αναστείλει την

208 208 μεγαλόψυχη αυτοθυσία του. Είμαι βέβαιος για την τελική επιτυχία. Όλα θα πάνε κατ ευχήν, εάν δεν απωλέσουμε το ηθικό μας». 443». Ας ληφθεί υπόψη το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο γίνεται η συζήτηση: τα γαλλικά στρατεύματα, υπό την καθοδήγηση του Ναπολέοντα, θα εισβάλουν στα εδάφη της ρωσικής αυτοκρατορίας και θα καταλάβουν τη Μόσχα. Ο ρωσικός λαός θα αντισταθεί γενναία και δεν θα παραιτηθεί από την προσπάθεια απελευθέρωσης των εδαφών του. Η θέση του τσάρου και ο έλεγχός του στην αυτοκρατορία θα δοκιμαστούν. Ο ίδιος θα αντέξει, θα βγει ενδυναμωμένος, θα ανακαταλάβει τη Μόσχα και θα οδηγήσει σε επιτυχή για την αυτοκρατορία του λήξη τους ναπολεόντειους πολέμους. Η Στούρτζα γράφει τα απομνημονεύματά της με την εκ των υστέρων γνώση των δραματικών εξελίξεων και της ευτυχούς για τη Ρωσία κατάληξής τους. Στη στιγμή της εξιστόρησης, όμως, υποτίθεται ότι τίποτε από αυτά δεν είναι γνωστό και όλα διακυβεύονται. Όσο πιο ριψοκίνδυνη εμφανίζεται η κατάσταση και όσο πιο αποφασισμένος ο αυτοκράτορας που δεν γνωρίζει τι θα συμβεί, τόσο πιο γενναίος και άξιος πατέρας του έθνους του αναδεικνύεται. Εδώ εμφιλοχωρεί μια ειρωνική ανάγνωση της συζήτησης του παραπάνω παραθέματος από τον σημερινό αναγνώστη, που θα εμφανιζόταν περισσότερο υποψιασμένος για τις δηλωμένες και τις ενδόμυχες συγγραφικές προθέσεις της Στούρτζα: στον «αληθινό» διάλογο που διαβάζουμε στα Απομνημονεύματα είναι εντυπωσιακή η ευκολία και η ταχύτητα με την οποία μεταστρέφεται η γνώμη και η ψυχική διάθεση του αυτοκράτορα με τα λίγα και απλά λόγια εμψύχωσης που ακούει από τη Ρωξάνδρα. Ας προσπελαστεί για την ώρα αυτό που όλους μας εντυπωσιάζει, πώς μια γυναίκα, όσο προικισμένη και να είναι, στέκεται τόσο απλός και έμπιστος συνομιλητής του τσάρου, σε τόσο κρίσιμα ζητήματα και δραματικές στιγμές, σε αυτή την εποχή και αυτή την κοινωνία, για να σταθούμε σε εκείνο που θίξαμε προηγουμένως αναφορικά με τον αφηγηματικό τρόπο με τον οποίο επιλέγει να αποδώσει τη συνάντηση με τον αυτοκράτορα, μεταβαίνοντας από την αφήγηση στον διάλογο. Η συγκεκριμένη επιλογή μοιάζει να έγινε με επίγνωση των αισθητικών συνεπειών της. Η διαλογική μορφή προσδίδει έναν τόνο δραματικό (δηλαδή θεατρικό) και ζωντανό. Ο λόγος που ακούγεται απευθείας από τα πρόσωπα επί της σκηνής γίνεται περισσότερο αληθινός και πειστικός. Το πρόσωπο που μιλά είναι άμεσα ορατό, απτό και αναμφίβολα πιο προσιτό, πιο ανθρώπινο, γνώρισμα που εδώ είναι η εμφανής επιδίωξη για τη Στούρτζα: να αναδειχτεί το ανθρώπινο πρόσωπο ενός γενναίου αυτοκράτορα. Αν όλα αυτά ισχύουν 443 Στούρτζα 2006, σσ Σύμφωνα με τις Σημειώσεις που συνέταξε για το κείμενο ο Χατζηαντωνίου, οι Σουβορώφ και Ροματσώφ, διακρίθηκαν στη στρατιωτική ιστορία της Ρωσίας, ο πρώτος ως στρατηγός και ο δεύτερος ως στρατάρχης (βλ. Στούρτζα 2006, σ. 247).

209 209 και πράγματι η Στούρτζα προχωρά συνειδητά στην αλλαγή του αφηγηματικού τρόπου, είναι επόμενο να αναρωτηθούμε εάν εμπίπτει στις προθέσεις της περισσότερο ή λιγότερο αποσαφηνισμένες στον ίδιο της τον εαυτό μια επεξεργασία του γραπτού της κειμένου με αισθητικές αξιώσεις. Μπορεί η Στούρτζα να μην έχει τη συγγραφική/λογοτεχνική συνείδηση της Μουτζάν-Μαρτινέγκου, αλλά είναι μια τεχνίτρια του λόγου που ενδιαφέρεται για την αισθητική της έκφραση μέσω του κειμένου της. Είναι γνωστό ότι διαθέτει μια δεινότητα στον γραπτό λόγο εξαιτίας της μόρφωσής της. Πέρα από το κείμενο των απομνημονευμάτων της, οι επιστολές προς τον Καποδίστρια είναι από μόνες τους μια καλή μαρτυρία. Έχουμε, επίσης, την πληροφορία από την ίδια, μέσα στα Απομνημονεύματά της, ότι στα δεκαεπτά της περίπου χρόνια εξέφραζε γραπτώς τις ονειροπολήσεις της: «Η ψυχή μου, καταπονημένη από τη θλίψη και την κόπωση, αναπαυόταν τότε μέσα σε θλιμμένες ονειροπολήσεις, των οποίων διετήρησα κάποια ίχνη πάνω στο χαρτί» (σ. 23). Δεν ξέρουμε αν τα γραπτά αυτά «ίχνη» διασώζονται στο αρχείο Στούρτζα στην Πετρούπολη. Πάντως, φαίνεται πως πρόκειται για συνήθεις εφηβικές ή νεανικές ασκήσεις έκφρασης «θλιμμένων ονειροπολήσεων». Η ίδια η Στούρτζα μοιάζει να μην δίνει περισσότερη σημασία και μάλλον υποτιμά ή καταδικάζει την περιπαθή ατμόσφαιρά τους. Από την άλλη, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, υπάρχει ένα ποίημα που ίσως και να είναι γραμμένο από την ίδια και, σίγουρα, ένα μυθιστόρημα (στη γαλλική γλώσσα) με τη δική της υπογραφή. Το ζήτημα θα μένει μάλλον ανοιχτό μέχρι να καταγραφεί και να περιγραφεί το αρχείο και να έρθουν στο φως της δημοσιότητας άλλα σημαντικά κείμενα από τα κατάλοιπα της Στούρτζα. Είναι γνωστό ότι η πρόσληψη των κειμένων δύναται να μεταβληθεί στον χρόνο και σε ένα κείμενο να αναγνωριστεί μεγαλύτερη ή μικρότερη αξία ή διαφορετικού είδους αξία. Συχνά, κείμενα που αρχικώς γράφτηκαν ή και διαβάστηκαν ως μη λογοτεχνικά, όπως μαρτυρίες, χρονικά, απομνημονεύματα, αυτοβιογραφίες κ.ά., κείμενα δηλαδή με έναν πρόδηλο πρακτικό (ιστορικό ή άλλο), μη αισθητικό χαρακτήρα, αναθεωρήθηκαν σε επόμενες εποχές, και επανεκτιμήθηκαν και ως λογοτεχνικά αναγνώσματα, ως κείμενα με αισθητικές αξιώσεις. Το παράδειγμα των Απομνημονευμάτων του στρατηγού Μακρυγιάννη είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση της νεοελληνικής γραμματείας. Ακόμη κι έτσι όμως, τα Απομνημονεύματα της Στούρτζα δεν φαίνεται να μπορούν να διεκδικήσουν μια τέτοια αναθεώρηση στην ανάγνωσή τους 444. Φαίνονται, όμως, στο κείμενό της σημεία που είναι γραμμένα σύμφωνα με τις συμβάσεις λογοτεχνικής έκφρασης της εποχής της, σημεία όπου το κείμενό της αποκτά μια ορισμένη, πρόσκαιρη, λογοτεχνικότητα στην αφήγηση. 444 Το γεγονός ότι είναι γραμμένα στη γαλλική γλώσσα δυσχεραίνουν καθοριστικά μια τέτοια αναθεώρηση από τον έλληνα αναγνώστη.

210 210 Αξίζει να διαβάστει ένα από αυτά, που αποδίδει τις στιγμές ανασυγκρότησης της ρωσικής πλευράς λίγο πριν ξεκινήσει η επιχείρηση για την ανακατάληψη της Μόσχας: «Πώς να αποδώσει κανείς με λόγια την εντύπωση που μας προκάλεσε η είδηση της εκκενώσεως της Μόσχας! Όσο για μένα, με την καρδιά και τον νου μου πλημμυρισμένο από αυτήν την είδηση, περίμενα την Αυτοκράτειρα στα διαμερίσματά της. Είχα σταθεί κοντά σε ένα παράθυρο και με τα μάτια μου θεωρούσα τον μεγαλοπρεπή ποταμό, τον οποίον οι πιο υπερήφανοι κυματισμοί του έμοιαζαν να ακολουθούν με ακόμη περισσότερο μεγαλείο. Αίφνης ο κρότος ενός κανονιού ακούστηκε από τους προμαχώνες του φρουρίου, το χρυσαφένιο βέλος των οποίων υψώνεται ακριβώς απέναντι από το παλάτι. Αυτές οι σε κανονικά διαστήματα εκρήξεις που είχαν επιβλητικό και επίσημο χαρακτήρα και εσήμαιναν την ελπίδα για μία αίσια έκβαση, έκαναν την ψυχή μου να πάλλεται από αγνή και ζωηρή χαρά, που παρόμοιά της δεν είχα νιώσει ποτέ μου. Θα μου ήταν αδύνατο να αντέξω συγκίνηση τόσο βαθειά, αν τα δάκρυα που ανέβηκαν στα μάτια μου δεν της έδιναν διέξοδο. Αισθάνθηκα εκείνη τη στιγμή, ως το μεδούλι των οστών μου, ότι κανένα συναίσθημα δεν μπορεί να συνταράξει πιο βαθειά την ψυχή από τα ευγενή πατριωτικά αισθήματα. Το λέγω αυτό εδώ τώρα, διότι αυτή ήταν η ψυχική κατάσταση που είχε καταλάβει τη Ρωσία ολόκληρη τότε. Οι δυσαρεστημένοι εσίγησαν. Ο λαός, ο οποίος ουδέποτε είχε αμφιβολίες για τη θεία πρόνοια, ένιωθε ικανοποιημένος. Και ο Αυτοκράτωρ, βέβαιος πια για τις ευνοϊκές διαθέσεις της πρωτευούσης, ετοιμαζόταν να την εγκαταλείψει για να συναντήσει το στράτευμα.» 445 Και η πρώτη έκδοση των Απομνημονευμάτων θα γίνει με τη ρητή, προλογική επισήμανση ότι δεν εκδίδονται επειδή προκρίθηκε η όποια λογοτεχνική τους αξία. Θυμίζουμε ότι τα Απομνημονεύματα εκδόθηκαν το 1888, με τη φροντίδα της ανιψιάς της, πριγκίπισσας Μαρίας Αλεξάνδροβα Γκαγκάριν 446 και τυπώθηκαν στη Μόσχα από τη «Αγία Σύνοδο». Το κείμενο γράφτηκε στα γαλλικά και εκδόθηκε αμετάφραστο, όχι τόσο λόγω της γαλλομάθειας των ρώσων αναγνωστών που θα ενδιαφέρονταν να το διαβάσουν, όσο εξαιτίας της πολιτικής σκοπιμότητας της έκδοσης. Η έκδοση μοιάζει να απευθύνεται περισσότερο στους Γάλλους αναγνώστες και να επιδιώκει να υποστηρίξει την καλλιέργεια φιλικών γαλλορωσικών σχέσεων. Το περιεχόμενο του κειμένου επιτρέπει κάτι τέτοιο, αν σκεφτεί κανείς ότι εξυμνεί ουσιαστικά τον τσάρο Αλέξανδρο Α, οι πολιτικές επιλογές του οποίου έσωσαν τη Γαλλία από τους συμμάχους της Ρωσίας στον εναντίον του Ναπολέοντα ευρωπαϊκό συνασπισμό τους. 445 Στούρτζα 2006, σσ Στούρτζα 2006, σ. 227.

211 211 Με την αναστροφή της έκβασης των μαχών και την υποχώρηση των γαλλικών στρατευμάτων και, στη συνέχεια, την ήττα του Ναπολέοντα, οι δυνάμεις του αντιγαλλικού συνασπισμού ετοιμάζονταν να καθαιμάξουν τη Γαλλία. Η καταστροφή αναχαιτίστηκε από την απόφαση του τσάρου να προκρίνει μια συνετή και με αυτοσυγκράτηση αντιμετώπιση των ηττημένων από τους νικητές. Τα Απομνημονεύματα της Στούρτζα, λοιπόν, προτάθηκαν στους αναγνώστες της πρώτης έκδοσης ως ένα πολιτικό ανάγνωσμα, όπως είναι εμφανές από το σημείωμα της έκδοσης του 1888: «Τα Απομνημονεύματα αυτά παρουσιάζονται στον Γάλλο αναγνώστη, όχι τόσο λόγω της λογοτεχνικής τους αξίας, όσο λόγω του ενδιαφέροντος που συνδέεται με το πρόσωπο της συγγραφέως τους. Η κόμισσα Ρωξάνδρα Στούρτζα-Έντλινγκ, λόγω της κοινωνικής της θέσεως, μπορούσε να γνωρίζει τα μυστικά της πολιτικής της εποχής της υπήρξε ένα από τα πλέον διακεκριμένα πρόσωπα της αξιομνημόνευτης βασιλείας του αυτοκράτορος Αλεξάνδρου Α, του ηγεμόνος ο οποίος, στα 1815, έσωσε τη Γαλλία από την αρπακτικότητα των γειτόνων της, οι οποίοι επιθυμούσαν τον κατακερματισμό της. Ο Αλέξανδρος έγινε τόσο αγαπητός στους Γάλλους, ώστε όταν πέθανε, η χώρα κήρυξε εθνικό πένθος. Η κόμισσα Ρωξάνδρα υπήρξε φίλη, Ηγερία σχεδόν του συμπατριώτη της κόμητος Ιωάννη Καποδίστρια, υπουργού των Εξωτερικών της Ρωσίας, ο οποίος εγκατέλειψε τη θέση του αυτή, μόνον όταν δυνάμεις έξω από τη σφαίρα επιρροής της Γαλλίας υπερίσχυσαν στη ρωσική διπλωματία.» 447. Κάτω από μια τέτοια και τόσο ισχυρή πολιτική ανάγνωση του κειμένου, δύσκολα θα αναζητούσε κανείς τη λογοτεχνική διάσταση των απομνημονευμάτων και, αν το έκανε, θα περιοριζόταν σε μια συμπτωματική σχεδόν αναφορά, όπως αυτή στην αρχή του σημειώματος της πρώτης έκδοσης (1888). Πώς θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά άλλωστε, όταν το ίδιο το κείμενο εμφανίζεται κάθε τόσο προσηλωμένο στην «αντικειμενική αλήθεια» και μόνο, προεγγράφοντας τον εαυτό του ως κείμενο πολιτικής μαρτυρίας; Για παράδειγμα, όταν εμφανίζεται στην αφήγηση ο μέγας δούκας Κωνσταντίνος, αδελφός του τσάρου Αλέξανδρου Α, η Στούρτζα, πριν σκιαγραφήσει τον χαρακτήρα του, θα επαναλάβει την αντικειμενική της πρόθεση με την εξής ταυτοσημία: «Είναι οφειλή μου προς την αλήθεια, να παρουσιάσω τον ηγέτη αυτόν υπό το φως της αληθείας» (σ. 64). Στο κείμενο εμφανίζονται κάθε τόσο παρόμοιοι δείκτες της αφηγηματικής πρόθεσης ή της συγγραφικής απόβλεψης: αντικειμενικότητα του μάρτυρα, εστίαση στην αλήθεια. 448 Όπως προκύπτει από όσα προηγήθηκαν, το κείμενο της Στούρτζα διαμορφώνεται μέσα σε ένα «ανδρικό» γραμματειακό είδος, αυτό του απομνημονεύματος, με τους τρόπους της κανονικοποιημένης του μορφής. 447 Στούρτζα 2006, σ Σε μια τέτοια πρόθεση ανταποκρίνεται η ανάγνωση των Απομνημονευμάτων από την ιστορικό Κούκκου και η αξιοποίησή τους ως ιστορική πηγή για τις εργασίες της σχετικά με το έργο και την προσωπικότητα του Ιωάννη Καποδίστρια (Denissi 2005, σ. 259).

212 212 Η Στούρτζα γράφει ένα ανδρικό είδος σύμφωνα με τις συμβάσεις του. Δύσκολα σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούσε κανείς να αναζητήσει έναν «γυναικείο» χαρακτήρα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αναγνωρίζεται η ματιά του «έμφυλου» υποκειμένου στα πρόσωπα και τα πράγματα της αφήγησης. Αποτυπώνεται στις διαπροσωπικές σχέσεις με ομόφυλες και άνδρες, στο ενδιαφέρον για τα άλλα μέλη της οικογένειάς της κ.λπ. Όμως, η σύνθεση των απομνημονευμάτων από μια γυναίκα με αυτό το περιεχόμενο και τον προσανατολισμό δημιουργούσε μια αίσθηση ανισορροπίας μεταξύ φύλου του υποκειμένου και του τρόπου και του είδους της γραφής του. Στο επίμετρο της πρώτης έκδοσης σημειώνεται προς έπαινο της συγγραφέως Ρωξάνδρας Στούρτζα: «Τα γραπτά της κομίσης Έντλινγκ διακρίνονται για την ανεξάρτητη και νηφάλια σκέψη η οποία τα διατρέχει εν τούτοις, διατηρούν μια γοητεία εντελώς γυναικεία, η αφήγησή της δε χαρακτηρίζεται από δροσερότητα και πρωτοτυπία» 449. Η παραπάνω σύσταση του κειμένου στους αναγνώστες προϋποθέτει μια σιωπηρή παραδοχή. Το απομνημόνευμα ως είδος οφείλει να διακρίνεται για την ανεξάρτητη και νηφάλια σκέψη του γράφοντος (στρατηγού, πολιτικού, διπλωμάτη). Αυτή είναι η κανονική του μορφή. Και αυτήν ακολουθεί με αξιέπαινη επιτυχία η Στούρτζα. Όμως, η συγγραφέας στην περίπτωσή μας είναι γυναίκα, που σημαίνει ότι λόγω της έμφυλης ιδιότητάς της δημιουργεί στο «ανδρικό» της κείμενο μια πρόσμιξη, αρκετά αόριστη είναι αλήθεια: μια «γοητεία», μια «δροσερότητα», μια «πρωτοτυπία». Το κείμενο προσλαμβάνεται ως «μεικτό» λόγω της εισδοχής μιας γυναίκας στη συγγραφή ενός είδους ανομολόγητα, αλλά αναμφισβήτητα «ανδρικού». Το ενδιαφέρον είναι ότι το «μεικτό» γίνεται αποδεκτό και ως «νόμιμο». Πράγματι, όπως είδαμε, τα Απομνημονεύματα της Στούρτζα νομιμοποιούνται, κατοχυρώνονται ως «ανεξάρτητες» και «νηφάλιες» μαρτυρίες, ικανές να διασφαλίσουν την αντικειμενική αλήθεια, κυρίαρχη ιδιότητα του πατριαρχικού λόγου, και καθιστούν το κείμενο ένα ανάγνωσμα με πολιτικό και ιστορικό ενδιαφέρον. Με την υπογραφή της Ελίζας Σούτσου ( ) δημοσιεύονται στο έντυπο η μετάφραση του αφηγήματος του Αλέξανδρου Δουμά «Le Speronare: Η παρά το Παλέρμον μονή των καπουκίνων», ένα απόσπασμα της φυσιολατρικής μελέτης του Rambosson σχετικά με το δέντρο πεύκη («Historie et légendes des plantes: Η πεύκη») και το φυσιολατρικό άρθρο «Ο πυθμήν της θαλάσσης» 450. Συνεχίζεται η ευχάριστη περιδιάβασή στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και στη γυναικεία λογοτεχνική δραστηριότητα και υπάρχει και η ενδιαφέρουσα 449 Στούρτζα 2006, σ Ως συνεργάτιδα της Εστίας υπογράφει πέντε μεταφράσεις. Βλ. Ντενίση (2014, 423).

213 213 προσωπικότητα της λογίας Ευανθίας Καΐρη. Η «Ευανθία η εξ Άνδρου» 451 ( ), υπήρξε μια εξαιρετική για την εποχή της γυναίκα, «τις των σπουδαιότερων ελληνίδων» 452, «μία από τας διαπρεπεστέρας γυναικείας μορφάς της αναγεννηθείσης Ελλάδος» 453 με σπουδαία παιδεία 454 και πνευματική τόλμη. Παρά την μοναδικότητά της, έμεινε πάντοτε στην σκιά του περιώνυμου διαφωτιστή Θεόφιλου Καΐρη, του «αγαπητού αδελφού και διδασκάλου» 455 της. 451 Με αυτόν τον τρόπο υπογράφει την επιστολή της προς τον Αδαμάντιο Κοραή στο Παρίσι, (2 Αυγούστου 1814). Η επιστολή είναι γραμμένη στα γαλλικά. Η Ευανθία ήταν τότε μόλις 15 ετών και ζητούσε από τον Κο ραή «[...] Να στείλης κανέν γαλλικόν βιβλίον ηθικόν ή καμμίαν μικράν εγκυκλοπαίδειαν δια τους παίδας δια να το μεταφράσω και εγώ και ούτω να ωφελήσω κατά την δύναμίν μου, το γένος ημών [...]». Δ.Ι. ΠΟΛΕΜΗ: Αλ ληλογραφία Θεοφίλου Καΐρη. Μέρος Β'. Επιστολαί Ευανθίας Καΐρη , Καίρειος Βιβλιοθήκη Ανδρος 1997 (επιστολή 1, σελ. 15). Ο Κοραής την αποκαλεί «φιλτάτην θυγατέρα» και «φιλόμουσον Ευανθίαν». Εν θουσιασμένος από την παιδεία της γράφει στον Θεόφιλο: «αποθνήσκω πλέον ευχαριστημένος, αφού ίδω ότι η παιδεία επροχώρησε και εις αυτάς του γένους μας τας γυναίκας». Δ.Σ. ΜΠΑΛΑΝΟΣ: Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος. «Ευανθία Καΐρη» σελ Στο εξώφυλλο της «Επιστολής Ελληνίδων τινών προς τας Φιλελληνίδας» που τυπώθηκε στην Ύδρα το 1825, απουσιάζει το όνομα της συγγραφέως Ευανθίας Καΐρη. Αντ αυτού αναγράφεται: «συντεθείσα παρά τί νος των σπουδαιοτέρων ελληνίδων». Αντίτυπο της επιστολής βρίσκεται στη Δημοτική βιβλιοθήκη Πατρών. 453 Δημήτριος Σιμός ΜΠΑΛΑΝΟΣ: Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος- «Ευανθία Καΐρη» σελ Διδάσκαλός της υπήρξε ο κατά 15 έτη μεγαλύτερος αδελφός της Θεόφιλος, από τον οποίο διδάχθηκε την αρχαία ελληνική, την γαλλική και ιταλική γλώσσα, μαθηματικά και φιλοσοφία. Ο γάλλος Didot ήλθε το 1817 στις Κυδωνιές όπου η Ευανθία είχε ακολουθήσει τον Θεόφιλο. Γνωρίζοντας από κοντά τα δυο αδέλφια, έγραψε: «Η χαριτωμένη Ευανθία, αδελφή του Θεοφίλου, ομιλεί απταίστως την Γαλλικήν και Ιταλικήν και την καθαρωτέραν αρχαίαν ελληνικήν. Γνωρίζει τελείως τα μαθηματικά και ασχολείται μετά του αδελφού της εις την θεωρίαν των υπερβατικών συναρτήσεων και εις την σπουδήν των κωνικών τομών. Τις θα ηδύνατο να υπο- πτευθή ότι εις αυτήν την άγνωστον πόλιν της Ασίας, μια μικρά και άθλια οικία θα περίκλειε τόσον εξαιρετικήν μόρφωσιν; [...] Firmin DIDOT Notes d un voyage dans le Levant en 1816 et 1817, Paris 1817, σσ. 375 και εξ. H E. ΚΑΪΡΗ μετέφρασε από τα γαλλικά με παραίνεση του Κοραή, το Εγκώμιον εις Μάρκον Αυρήλιον του ακαδημαϊκού Τομά (Ερμούπολη 1835), το Περί αγωγής των νεανίδων του Φενελόν και το Συμβουλαί προς την θυγατέραν μου του Bouilly (Κυδωνίαι 1820). Βλ. Δ.Σ. ΜΠΑΛΑΝΟΥ : «Ευανθία Καΐρη», Ημερολόγιον Μ. Ελ λάδος 1927 και Δ.Π. ΠΑΣΧΑΛΗ: Ευανθία Καΐρη , εν Αθήναις τυπ. «Εστία» Κατά πάσα πιθανότητα, η Ευανθία Καΐρη άσκησε το διδασκαλικό επάγγελμα στις Κυδωνιές, την Σύρο και την Ανδρο. Ο Ν. ΛΑΣΚΑΡΗΣ μάλιστα γράφει ότι «[...] εγένετο διευθύντρια του εν Κυδωνίαις Παρθεναγωγείου [...]» Ν. ΛΑΣΚΑΡΗ, Ιστορία του Νεοελληνικού Θεάτρου, τόμ. I, σ. 257, υποσημ Πρόκειται για την πλέον τυπική επιστολική της προσφώνηση προς τον αδελφό της Θεόφιλο. Βλ. Δ. I. ΠΟΛΕΜΗ: Αλληλογραφία... Επιστολαί..., ως αν., σσ Ο Θεόφιλος ΚΑΪΡΗΣ, υπήρξε μεγάλη φυσιογνωμία του ελληνικού Διαφωτισμού ( ). Γόνος ιστορι κής οικογένειας της Άνδρου. Φιλόσοφος και μοναχός. Πρωτοπόρο, ανήσυχο και πολυσχιδές πνεύμα καθώς και ακατάβλητος χαρακτήρας, σπούδασε στις Κυδωνιές, στην Πίζα και στο Παρίσι- όπου συνδέθηκε πνευματικά με τον Κοραή-Φιλοσοφία, Μαθηματικά και Φυσική. Επηρεασμένος από τα διδάγματα του ευρωπαϊκού Δια φωτισμού, δίδαξε στην Ευαγγελική σχολή της Σμύρνης και στη σχολή των Κυδωνιών για 9 χρόνια, δίνοντάς της μεγάλη πνευματική αίγλη. Μέλος της Φιλικής Εταιρίας από το 1818, ένθερμος υποστηρικτής της επανά στασης -αυτός κήρυξε την επανάσταση στην Ανδρο- και πολεμιστής. Τραυματίστηκε στην ατυχή εκστρατεία στον Όλυμπο και επέζησε μετά από πολλές περιπέτειες. Εκλεγμένος πληρεξούσιος της Άνδρου στα χρόνια του αγώνα, υπήρξε εκ των κυρίων συνεργατών στην σύνταξη του πολιτεύματος στην Εθνοσυνέλευση του Άστρους. Εκφώνησε τον χαιρετισμό προς τον Καποδίστρια κατά την έλευσή του ως Κυβερνήτη. Ίδρυσε, χρηματοδότη σε, διηύθυνε και δίδαξε στο περίφημο Ορφανοτροφείο της Ανδρου από το Αρνήθηκε τον «χρυσούν σταυ ρόν του Σωτήρος», σπανιότατη διάκριση, που του απένειμε ο Όθων. Αρνήθηκε επίσης θέση καθηγητή στο Πα νεπιστήμιο Αθηνών. Η 3ετής εκπαίδευση των μαθητών του Ορφανοτροφείου, περιλάμβανε μαθηματικά, φυσι κή, μεταφυσική, αστρονομία, φιλοσοφία, ρητορική, ποιητική, φιλολογία, ηθική κ.ά., μαθήματα τα οποία δίδα σκε ο ίδιος και οι μαθητές των μεγαλύτερων τάξεων. Το Ορφανοτροφείο, ένα πραγματικό Πανεπιστήμιο της ε ποχής, προσείλκυσε πολύ μεγάλο αριθμό μαθητών. Εκεί ο Θ. ΚΑΪΡΗΣ άρχισε να διδάσκει τις περί φιλοσοφίας και χριστιανισμού απόψεις του, παρόμοιες με αυτές του Πλήθωνα, Γ. Γεμιστού, -θεωρία την οποία επεξεργα ζόταν για χρόνια- με το όνομα «Θεοσέβεια». Για την νέα αυτή Θρησκεία που πρέσβευε, υπέστη ανήκουστες διώξεις. Αρνούμενος να αποποιηθεί την «Θεοσέβειά» του στην Ιερά Σύνοδο, καθαιρέθηκε και εξορίστηκε σε μοναστήρια του Αιγαίου, όπου υπέστη μεγάλες κακουχίες. Αργότερα μετέβη στο Παρίσι και στο Λονδίνο όπου οι θεωρίες του βρήκαν πολύ μεγάλη απήχηση. Το 1844, όταν ψηφίστηκε το Σύνταγμα και καθιερώθηκε η ελευ θερία της συνείδησης επέστρεψε στην Ελλάδα, αλλά πολύ γρήγορα άρχισαν και πάλι οι διώξεις εναντίον του. Το 1852 με χαλκευμένη κατηγορία περί προσηλυτισμού των μαθητών του, καταδικάστηκε και φυλακίστηκε για δυο περίπου χρόνια στην Σύρο. Γέροντας πια, πέθανε λίγες μέρες μετά την καταδίκη του. Τις επόμενες ημέρες έγινε εκταφή της σορού του από τις αστυνομικές αρχές, αφαιρέθηκαν τα σπλάχνα του «αιρετικού» και αντικα- ταστάθηκαν από ασβέστη. Με δικαστικές ενέργειες της

214 214 Η Ευανθία Καΐρη γεννήθηκε στην Άνδρο, κόρη του Νικόλαου Καΐρη και της Ασημίνας το γένος Καμπανάκη και αδερφή του λόγιου, θεολόγου και αγωνιστή Θεόφιλου Καΐρη, του οποίου υπήρξε επίσης μαθήτριά του στη σχολή των Κυδωνιών στη Μικρά Ασία. Από τα δεκαπέντε χρόνια της ξεκίνησε αλληλογραφία με τον Αδαμάντιο Κοραή με στόχο το διαφωτισμό του Γένους, η οποία συνεχίστηκε ως το θάνατό του. Το 1820 μετέφρασε και εξέδωσε στο τυπογραφείο των Κυδωνιών το σύγγραμα του Ι.Ν.Βουίλου Συμβουλαί προς τη θυγατέρα μου. Στον πρόλογο της έκδοσης η Καΐρη 456 προέτρεπε τις ελληνίδες της εποχής της να αναπτύξουν διαφωτιστική πνευματική και παιδευτική δράση. Ακολούθησε η σύνταξη της επιστολής Επιστολή Ελληνίδων τινών προς τα φιλελληνίδας, την οποία υπέγραψαν τριανταμία ακόμη ελληνίδες και η οποία αποτελούσε έκκληση προς τις ευρωπαίες για ηθική στήριξη του ελληνικού αγώνα. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1826 με την ανώνυμη έκδοση του τρίπρακτου δράματος Νικήρατος 457, με θέμα την Έξοδο του Μεσολογγίου, που παραστάθηκε τον ίδιο χρόνο στο θέατρο της Ερμούπολης στη Σύρο. Ολοκλήρωσε επίσης μια μετάφραση του Εγκωμίου του Μάρκου Αυρήλιου, μια σύντομη Ιστορία της Ελλάδος και το έργο του Φενελόν Περί της εκπαιδεύσεως των νεανίδων. «La charmante Evanthie» 458, η προικισμένη με σημαντική καταγωγή, καλλονή και πνεύμα Ευανθία Καΐρη 459 έζησε βίο χωρίς ίδιες εξάρσεις, χωρίς βιωματικές μεταβολές 460 και σχεδόν σε πνευματική απομόνωση: «Περίπτωσις μάλλον θλιβερά δια μιαν λογίαν, η ο ποία προσέτι δεν απέκτησε και ιδικήν της οικογένειαν» 461. Οι μετακινήσεις της από την γενέτειρα Άνδρο υπήρξαν ελάχιστες 462 «φοβουμένη καθ υπερβολήν την θάλασσαν», σχεδόν μόνο υπό το κράτος οικογενειακών αναγκών. Το έργο όπως και ο βίος της δεν έχει ίδια, ανεξάρτητη υπόσταση. Είναι στενότατα συνδεδεμένο με τον Θεόφιλο και περιστρέφεται κατά κανόνα γύρω από τον βίο, το οικογένειάς του αναιρέθηκε η καταδίκη του, μετά θά νατον. Το πλούσιο έργο του, τα φιλοσοφικά και επιστημονικά πονήματά του, παραμένουν ακόμα και σήμερα αναξιοποίητα. 456 Παμπούκη Ελένη, «Διανοούμενες γυναίκες της προεπαναστατικής περιόδου», Διαβάζω36, 11/1980, σ Νικήρατος, δράμα εις τρεις πράξεις υπό ελληνίδος τινός συντεθέν. Ναύπλιο, Χαρακτηρισμός του Firmin Didot ως αν. για την νεαρή, καλλονή και λόγια -18χρονη τότε- Ε. Καΐρη. Βλ. και Δ.Π. ΠΑΣΧΑΛΗ: Ευανθία Καΐρη , ως αν. 459 Η οικογένεια της Ευανθίας Καΐρη ανήκε στις αρχαιότερες και επιφανέστερες οικογένειες της Άνδρου. Ήταν το τελευταίο παιδί της οικογένειας του Νικολάου Καΐρη και της Ασημίνας Καμπάνη. Τα έξι μεγαλύτερα αδέλφια της ήταν ο Ευγένιος (ο οποίος έγινε αρχιμανδρίτης και εφημέριος της Ανατολικής εκκλησίας στο Λι- βόρνο), ο Ιωάσαφ, ο περίφημος Θεόφιλος (πριν από την χειροτονία του ονομαζόταν Τομάσος -Θωμάς-), η Μα ρία και η Λασκαρού. Ο Θεόφιλος όταν ανέλαβε να διδάξει στην περίφημη σχολή των Κυδωνιών το 1812, πή ρε μαζί του την μικρή Ευανθία με την ανατροφή και την εκπαίδευση της οποίας ασχολήθηκε προσωπικά. 460 Η Dora d Istria μαρτυρεί ότι η Ευανθία εκτός των άλλων της προσόντων υπήρξε και περίφημη για την ωραιότητά της ώστε την ζητούσαν σε γάμο «αυθένται και ηγεμόνες. Αύτη όμως απεποιείτο [...]». Δ.Σ. ΜΠΑ- ΛΑΝΟΣ: Ημερολόγιον..., ως αν. σελ Δ.Ι. ΠΟΛΕΜΗ, Αλληλογραφία...Επιστολαί..., ως αν., εισαγωγή σελ Κατά τον Δ.Ι. ΠΟΛΕΜΗ (ως αν. σελ 9-10) δεν μετακινήθηκε παρά μόνον, από την γενέτειρα Ανδρο στις Κυδωνιές μέχρι το Από το 21 έως το 24 στην Άνδρο. Από το 24 μέχρι το 39 στην Σύρο ακολουθώντας τον άλλο της αδελφό, τον έμπορο Δημήτριο. Από το 39 μέχρι τον θάνατό της το 1866 και πάλι στην Άνδρο.

215 215 πνευματικό έργο, την πατριωτική, διαφωτιστική και κοινωνική δράση αλλά και τις περιπέτειες του αδελφού της 463. Το γραπτό έργο της -εκτός του μεταφραστικού- είναι κατά βάση ε- πιστολικό 464. Οι διακόσιες και πλέον επιστολές της απευθύνονται κυρίως σε πρόσωπα του οικογενειακού της περιβάλλοντος ή φίλους της οικογένειας. Την μερίδα του λέοντος καταλαμβάνει η επιστολογραφία προς τον λατρευτό της αδελφό Θεόφιλο, όπου με κάθε ευκαιρία εκδηλώνεται απολύτως ο θαυμασμός της προς αυτόν, η αγωνία της για τις περιπέτειες της πολυκύμαντης ζωής του, η ανησυχία για την τύχη του, η διαρκής πίκρα της διότι τον στερείται, η διακαής επιθυμία της να τον συναντήσει και να λαμπρυνθεί από το πνεύμα του 465. Τώρα θα αναλυθεί διεξοδικά το θεατρικό της δράμα που ονομάζεται Νικήρατος. Ο «Νικήρατος», «δράμα εις τρεις πράξεις, υπό ελληνίδος τινός συντεθέν» 466, τυπώθη κε στο Ναύπλιο το Σύμφωνα με την ημερομηνία της εισαγωγής -που έχει μορφή ε πιστολής με τίτλο «προς τας Ελληνίδας»- 467, το έργο ή μέρος του γράφτηκε στην Ανδρο: -«Εν Α[νδρω] 1826 Ιουλίου 11». Ο Νικήρατος είναι θεατρικό έργο της Ευανθίας Καΐρη. Το έργο τοποθετείται στο πολιορκημένο από τους Τούρκους Μεσολόγγι. Κάθε ελπίδα για βοήθεια έχει χαθεί και ο στρατηγός Νικήρατος σκέφτεται να φυγαδεύσει την κόρη του. Συζητά με τον εκπρόσωπο των Μεγάλων Δυνάμεων, τον επτανήσιο Λυσίμαχο. Εκεί του εκθέτει τις απόψεις του για την όλη κατάσταση. Τα γυναικόπαιδα αναπέμπουν δέηση στο Θεό. Τελικά αποφασίζεται η Έξοδος, ενώ οι άρρωστοι και οι γεροντότεροι μένουν πίσω για να τιναχθούν στον αέρα μαζί με τους Τούρκους. Ο Νικήρατος σχεδιάζει την φυγή της κόρης του και του γιου του με τον Λυσίμαχο. Τελικά η κόρη του αποφασίζει να μείνει μαζί του: επιλέγει την αυτοθυσία Πολέμης Δημ., «Τρεις επιστολές της Ευανθίας Καΐρη», ΕρανιστήςΖ, 1969, σ Ανάμεσα στις σημαντικότερες επιστολές, που συνέταξε, χωρίς συγκεκριμένο παραλήπτη, είναι και η ε κτεταμένη επιστολή της: «Προς τας Φιλελληνίδας» (1825), στην οποία ευχαριστεί τις ευρωπαίες φιλελληνίδες για την συμπαράστασή τους στον αγώνα της ανεξαρτησίας, ενώ ταυτόχρονα εκφράζεται και ο αποτροπιασμός του Γένους προς την στάση ορισμένων «πεπολιτισμένων» ευρωπαίων για την στάση τους εναντίον της επανά στασης. Την επιστολή προσυπέγραψαν 31 επώνυμες αρχοντοπούλες της εποχής από πολλές περιοχές της χώ ρας «από Αιγαίου πελάγους, από Ύδρας, από Σαλώνων, από Χίου, από Αθηνών από Λειβαδιάς». Ανάμεσά τους: η Μαρία κόρη Ιακώβου Τομπάζη, η Βασιλική κόρη Αναστασίου Τσαμαδοΰ, η Ελένη σύζυγος Γ. Σαχίνη, η Ειρήνη αδελφή Αντ. Μελιδόνη, η Ειρήνη Μιαούλη, η Αικατερίνα Σκούζε κ.α. βλ. Δ.Ι. ΠΟΛΕΜΗ «Αλληλο γραφία...» ως αν, σελ Χατζηφώτης Ι.Μ., «Η Ευανθία Καΐρη», Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια14, 1970 (τώρα και στον τόμο Ο ελληνικός διαφωτισμός, σ Αθήνα, Αλκαίος, 1971). 466 Αντίγραφο του «Νικήρατου» βρίσκεται στην Δημοτική βιβλιοθήκη Πατρών, στο οποίο αναγράφεται πρωτοσέλιδα και ολοσέλιδα: Νικήρατος. Δράμα εις τρεις πράξεις υπό ελληνίδος τινός συντεθέν, Εν Ναυπλίω, εν τη τυπογραφία της Διοικήσεως Η συστολή εμποδίζει την Ευανθία να υπογράψει το έργο της, καθώς και η απουσία πεποίθησής της ότι πρόκειται για δραματική συγγραφέα. 467 «Προς τας Ελληνίδας», σ. 9. Αντί προλόγου προτάσσεται στον «Νικήρατο» σύντομο κείμενο με τίτλο «Προς τας Ελληνίδας» σελ 7-9, όπου εξηγεί τους ηθικούς και πατριωτικούς λόγους, οι οποίοι την ώθησαν στην συγγραφή του έργου. 468 Τάσος Γριτσόπουλος, "Το 1821 και το θέατρο", Νέα Εστία, τομ. 45, τχ. 522 (1η Απριλίου 1949), σελ

216 216 Ο Νικήρατος ήταν το πρώτο τυπωμένο θεατρικό έργο αφιερωμένο στην Ελληνική Επανάσταση και εκδόθηκε ανώνυμα στο Ναύπλιο το Χαρακτηρίζεται από συγκινησιακή φόρτιση και λυρισμό. Ως προς τη μορφή και το περιεχόμενο συνδυάζει το ιστορικό θέμα με κλασικότροπα εξαρχαϊστικά στοιχεία (αρχαία ονόματα για τα πρόσωπα του δράματος, υψηλός τόνος και χρήση ενός χωρικού σε κομβικό σημείο του έργου). Φορτίζει το έργο με έντονο πολιτικό προβληματισμό καταγγέλλοντας τους ξένους και τις μεγάλες δυνάμεις για την αδιαφορία τους απέναντι στον αγώνα των Ελλήνων ενώ έμμεσα θίγει και τις ευθύνες της ελληνικής πλευράς, τις εμφύλιες διενέξεις και τους εθνικούς διχασμούς. Το έργο Νικήρατος γράφτηκε τρεις μήνες μετά την Έξοδο του Μεσολογγίου το 1826,στην Ερμούπολη. Πρωτοπαρουσιάστηκε το 1827 μπροστά σε πρόσφυγες στην Ερμούπολη, ίσως και το 1830, ενώ σίγουρα παίχτηκε το Με τον τίτλο Η άλωσις του Μεσολογγίου παίζεται το 1837 στο θέατρο του Σκοντζόπουλου στην Αθήνα καθώς και σε αυλική παράσταση που οργανώνει γερμανός αξιωματικός με έλληνες ερασιτέχνες.. Το 1838 ανεβαίνει στο Μεσολόγγι. Πιθανώς παίχτηκε και το Επίσης παίχτηκε στην Καΐρειο Σχολή 470. Ή Ευανθία, αδελφή του Θεόφιλου Καίρη, έμεινε αρκετά χρόνια δίπλα στον αδελφό της(ως το 1820) στη Σχολή των Κυδωνιών και ωφελήθηκε πολλαπλά, για να πάρει αξιοζήλευτη μόρφωση, να μάθει ξένες γλώσσες, και να μεταφράζει. Μέσω του Θεόφιλου γνωρίστηκε και επικοινωνούσε με τον Κοραή, ό οποίος από το Παρίσι, μαζί με τα βιβλία πού έστελνε στον Θεόφιλο για τη Σχολή, ταχυδρομούσε και μερικούς τόμους με κείμενα γάλλων κλασικών (Κορνέιγ, Ρασίν, Μολιέρος) ύστερα από παραγγελία της Ευανθίας. Ας προσθέσουμε εδώ κάτι ακόμα αξιοσημείωτο: οι Κυδωνιές είναι ένα από τα λιγοστά κέντρα θεατρικής δραστηριότητας την προεπαναστατική περίοδο, γνωστό από τις παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας πού ετοίμαζαν οι μαθητές του σχολείου. Το έργο της Ευανθίας είναι το πρώτο τυπωμένο κείμενο πού δραματοποιεί ένα επεισόδιο της Επανάστασης (νωρίτερα είχαν κυκλοφορήσει χειρόγραφα ή παίχτηκαν άλλα, π.χ. για τον Μάρκο Μπότσαρη) και επιπλέον έχει το προνόμιο πώς σ' αυτό στηρίχτηκαν οι πρώτες θεατρικές παραστάσεις στην Αθήνα και Ερμούπολη το 1836 και 1837, παραστάσεις πού το κοινό υποδέχτηκε πολύ θερμά. Το έργο παρουσιαζόταν ανώνυμα με τον τίτλο Ή έξοδος του Μεσολογγίου. Το πιο χτυπητό παράδειγμα είναι ασφαλώς ό Νικήρατος της Ευανθίας Καίρη, κείμενο πού περιβάλλεται με μοναδική ιστορική αίγλη και εκπέμπει σπάνια ηρωική 469 Σπάθης, Δημήτρης (2005). «Παλαιά λογοτεχνικά κείμενα σε νέες εκδοτικές περιπέτειες». Ο Ερανιστής (Όμιλος Μελέτης του Ελληνικού Διαφωτισμού) 25: Βάλτερ Πούχνερ, «Νικήρατος», Ανθολογία Νεοελληνικής Δραματουργίας, τομ. Β1: Από την Επανάσταση του 1821 ως τη Μικρασιατική Καταστροφή, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 2006, σελ

217 217 επαναστατική έξαρση. 'Όπως είπαμε, είναι το πρώτο τυπωμένο (1826) θεατρικό έργο για τον Αγώνα, μια συγκλονιστική μαρτυρία για ένα κορυφαίο γεγονός σε μια κρίσιμη καμπή της Επανάστασης. Ασφαλώς ή συγκινησιακή φόρτιση, ό λυρισμός πού χαρακτηρίζουν πολλές σκηνές είναι προϊόν γυναικείας ευαισθησίας. Όμως πιο καθοριστικό γνώρισμα είναι ή τόλμη του δραματουργικού πειράματος, στη μορφή και το περιεχόμενο τού θεατρικού έργου. Ή συγγραφέας μάλλον δεν είχε μπροστά της άλλο δείγμα ή πρότυπο <<επικαιρικού>> θεατρικού κειμένου 471. Για τούτο επιχειρεί έναν αυτοσχέδιο συνδυασμό: προσπαθεί να οργανώσει και να ταιριάξει το φορτισμένο με ρομαντική έξαρση ζωντανό ιστορικό υλικό, μαζί με κλασικότροπα έξαρχαϊστικά στοιχεία(αρχαία ονόματα για τα πρόσωπα του δράματος, υψηλός τόνος, ένα χορικό σε κομβικό σημείο του έργου). Άλλο τόσο τολμηρή ήταν ή επιλογή της Ευανθίας να φορτίσει το έργο με έντονο πολιτικό προβληματισμό σε δύο μέτωπα: να καταγγείλει την αδράνεια των ξένων, ειδικά τις κυβερνήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων απέναντι στον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό, άλλα, έμμεσα, να θίξει και τις ελληνικές ευθύνες, τους υπαίτιους του διχασμού και των εμφύλιων διενέξεων πού οδήγησαν τον Αγώνα στο χείλος της καταστροφής. Εννοείται ότι πάνω απ' όλα αυτά κυριαρχεί το μοτίβο του μαζικού ηρωισμού των «ελεύθερων πολιορκημένων», πού είναι αποφασισμένοι να πολεμήσουν ως την τελευταία στιγμή, ως την υπέρτατη θυσία και το ολοκαύτωμα. Αντιμετωπίζοντας ένα παρόμοιο κείμενο, πού παρά τις δραματουργικές του αδυναμίες εξακολουθεί να έχει τεράστια ιστορική σημασία, για τον σημερινό αναγνώστη είναι σχεδόν αδιάφορο αν ταυτίζεται ή συγγραφέας με την ηρωίδα τού δράματος ή αν υπάρχουν άλλες πτυχές «αυτοβιογραφικής αναφορικότητας», για τις όποιες γίνεται λόγος στην «Εισαγωγή». Ακόμα πιο σίγουρο είναι πώς το εκρηκτικό ηρωικό δράμα της Εύ. Καίρη δύσκολα μπορεί να ταιριάξει και να συμβιώσει με τις συμπαθητικές κατά τα άλλα κωμωδίες τού Κάρλο Γκολντόνι, πού εκφράζουν μιαν άλλη εποχή και άλλο κεφάλαιο στην ιστορία των ελληνικών γραμμάτων. Η Ευανθία Καΐρη δεν υπογράφει το δράμα της ούτε καν με τα αρχικά της. Μόνο η ένδειξη: «Η ***» βρίσκεται στη θέση της υπογραφής της, «κατεχόμενη από υπερβάλλουσαν συστολήν, η οποία έρχεται εις αντίφασιν προς την ζωηρότητα της φαντασίας» της 472. Ο «Νικήρατος» κυριαρχεί ως εξαίρεση μεταξύ των γραπτών της. Την πένα της οδηγεί το συγκλονιστικό γεγονός της εξόδου του Μεσολογγίου, το 471 Τά περισσότερα φιλελληνικά θεατρικά, πού αμέσως μετά τήν έναρξη του 'Αγώνα κυκλοφόρησαν στην Ευρώπη, ήταν ερασιτεχνικού επιπέδου και είχαν περιορισμένη τοπική εμβέλεια. Μοναδική εξαίρεση μπορεί να θεωρήσουμε το δραματικό ποίημα του Ρ. Β. Shelley Hellas (1822), πού βεβαιωμένα έφτασε στα Επτάνησα, ίσως και σέ άλλες ελληνικές περιοχές. Βλ. Έμμ. Ν. Φραγκίσκος, «Ό Σολωμικός ύμνος καί το λυρικό δράμα Hellas του Ρ. Β. Shelley (1822)», Ό 'Ερανιστής 11 (1974) Νεοελληνικός Διαφωτισμός, 'Αφιέρωμα στον Κ. Θ. Δημαρά, Ο DIDOT παρατηρεί: «Δυστυχώς η περιορισμένη ζωή των ελληνίδων [...], όπου δεν εξέρχονται της οι κίας τους παρά άπαξ του έτους, συντελεί ώστε να κατέχωνται αύται από υπερβάλλουσαν συστολήν [...].

218 218 οποίο αποτελεί το θέμα του έργου: «[...] Την ημέραν κατά την οποίαν ηκούσθη έπεσε το Μεσολόγγι, ποιαν αφήκεν πληγήν εις την κατώδυνον καρδίαν μας [..,]» 473. Η επιλογή του θέματος έχει ως φανερή αιτία το πατριωτικό καθήκον, το «μέγα χρέος» 474, απέναντι στο οποίο είναι εξαιρετικά ευαίσθητη. Η Ευανθία Καΐρη δεν είχε μόνον συναίσθηση αλλά και συνείδηση της εξέχουσας ιστορικής στιγμής. Άρχισε αμέσως να συνθέτει τον «Νικήρατο», τον οποίο ολοκλήρωσε σε 3 μόλις μήνες μετά το γεγονός 475, δημιουργώντας ένα ενδιαφέρον από κάθε άποψη ιστορικό δράμα, όπου περικλείεται ηχηρή ακόμα η πραγματικότητα και ζέουσες οι εντυπώσεις της ηρωικής εξόδου. Στον «Νικήρατο» ο τρόπος της δραματουργίας αναλαμβάνει να υπηρετήσει μια ισχυρή συγγραφική έκρηξη, κατά την οποία η επική έξαρση συναγωνίζεται την ποιητική διάθεση. Ο «Νικήρατος» είναι η μοναδική της δραματουργική προσπάθεια, χωρίς συνέχεια. Γιατί όμως επέλεξε τον δραματικό λόγο ως μορφή του πιο εκτεταμένου γραπτού της έργου και έργου τής πιο βαθιάς προσωπικής έκφρασής της; Είναι βέβαιο ότι η Καΐρη δεν αισθανόταν δραματουργός. Στην προκειμένη περίπτωση και εξ αιτίας ένθερμου πατριωτισμού, η βασική της επιθυμία ήταν «να εκθέσει εγγράφως όσα ενόμιζε ότι έβλεπε και ήκουε»: «Υπήρξεν αδύνατον να λησμονήσω την νύκτα της 10ης του εφετεινού Απριλίου [...] εκείνα τα ηρωικά φαντάσματα, τα παλαίοντα τόσας ημέρας με την πείναν και με τον θάνατον [...] τας ημιθανείς γυναίκας και τα μόλις πνέοντα παιδία [...] εκείνος των φίλων και συγγενών ο αποχωρισμός [...] αι οιμωγαί των μητέρων [...] εκείνοι οι ήρωες, όσοι απεφάσισαν να ενταφιασθούν υπό τα ερείπια του Μεσολογγίου [...] των υπονόμων αι ε κρήξεις, αι φλόγες, τα χάσματα [...]. Ήρχοντο πάντοτε εις την φαντασίαν μου και ήτον αδύνατον να την εφησυχάσω, εάν δεν απεφάσιζα να εκθέσω εγγράφως, όσα ενόμιζα, ότι έβλεπα και ήκουα. Πόσον όμως εις εμέ υπήρξεν δύσκολον να συνάψω όσα εφανταζόμην και όσα ησθάνετο η καρδία μου! Ήρχισα πολλάκις και πολλάκις παραίτησα. Τέλος έγραψα το δράμα τούτο. Ενόμισα ότι έκαμα τί και έλαβα ολίγην άνεσιν. Το παράξενον όμως είναι ότι ετόλμησα να το εκδώσω [,..] 476. Γιατί όμως αυτή η «έγγραφος έκθεσις» των γεγονότων του Μεσολογγίου, που αποτελούσε την πρόθεσή της, πήρε την μορφή ενός δράματος; Γιατί η φαντασία και οι απόψεις της ξεχύθηκαν μέσα από δραματικούς διαλόγους. Σκηνές και Πράξεις; Οι βασικοί λόγοι είναι οι εξής: Κατά πρώτον, η έξοδος του Μεσολογγίου είναι γεγονός 473 «Νικήρατος»: «Προς τας Ελληνίδας», σ «Προς τας Ελληνίδας», ως αν. Εδώ με ειλικρίνεια περιγράφει τις δυσκολίες που συνάντησε και το θάρ ρος που χρειάστηκε για να φτάσει στην έκδοση του έργου της, αλλά: «[...] Το μέγα χρέος, το οποίο εστοχαζό- μην ότι έχω εις τα ιερά τούτα της πατρίδος σφάγια, με έκαμαν να λάβω την τόλμην τούτην. [...]. Ως γνωστόν «Χρέος» ήταν και ο πρώτος τίτλος που ο Δ. Σολωμός θα έδινε στους «Ελεύθερους πολιορκημένους» του Απριλίου 1826 έγινε η έξοδος και στις «1826 Ιουλίου 11» υπογράφει ήδη τον πρόλογο της έκδοσης!. 476 Με κοριτσίστικη αιδώ αναφέρεται στις δυσκολίες που συνάντησε συνθέτοντας το δραματικό της έργο: [...] Πόσον δε ήθελα είσθαι ευτυχής, εάν ήτο δυνατόν εις εμέ να παραστήσω την φοβερόν και εν ταυτώ αλη- θεστάτην αυτήν εικόνα [...]. «Νικήρατος», ως αν., σελ. 8.

219 219 που διαδραματίστηκε σε συγκεκριμένο -περιορισμένο- χώρο και χρόνο, με συγκεκριμένους πρωταγωνιστές. Το γεγονός αυτό ως προς την κλίμακα των εξελίξεών του πρόσφερε το «καταλληλότερο» υλικό για ένα καλά δομημένο δράμα με αλληλουχία σκηνών μέχρι την τραγική κορύφωσή του. Αυτή ακριβώς είναι η ιδέα της Ευανθίας αφού ταυτίζει το πραγματικό γεγονός -«δράμα του Μεσολογγίου»- με την δική της δραματική συγγραφική απόπειρα: «Και τι άλλο η δυνάμην καταλληλότερον να προσφέρω παρά την τρομερόν σκηνήν του μεγάλου και ενδόξου Μεσολογγίου δράματος;» 477 αναρωτιέται ρητορικά. Κατά δεύτερον, ο δραματουργικός τρόπος, περισσότερο από κάθε άλλο είδος γραπτού λόγου, πρόσφερε στην Ευανθία την δυνατότητα να «παραστήσει τας φοβερός και αθλιέστατας εικόνας», τους ήχους και τα γεγονότα και να τα κρατήσει εναργή, αφού οι πρώτες πληροφορίες για τα γεγονότα έφταναν σε αυτήν κυρίως μέσω προφορικών 478 αφηγήσεων: «Τίποτε άλλο δεν ανέφερα παρ ότι συνέβη κατ αυτήν την ημέραν της εξόδου, ή ολίγον προ αυτής, ή μετ αυτήν εις το Μεσολόγγι» 479. Ο προφορικά εκπεφρασμένος λόγος των δραματικών ηρώων, στον οποίο είναι υποχρεωμένη να υποτάσσεται η δραματουργία, της επέτρεπε πιθανόν να κρατήσει στο δράμα της και μέρος των πραγματικών αφηγήσεων. Ταυτόχρονα όμως η σύνθεση ενός δράματος της έδινε και την ελευθερία να «πλάσει» τα γεγονότα: - «εάν έκαμα ολίγας τινάς εις την αλήθειαν μεταβολάς, στοχάζομαι ότι τού το είναι συγχωρημένον εις τοιαύτην υπόθεσιν»- 480 και να εκθέσει μέσω των ηρώων και των συγκρούσεων όχι μόνον όσα η φαντασία της γεννούσε και πολλαπλασίαζε, αλλά και όσα οι αντιλήψεις της υπαγόρευαν περί των ενδοελληνικών πολιτικών διαφωνιών και συγκρούσεων, περί του ρόλου των ξένων δυνάμεων και περί φιλελληνισμού. Παρά το γεγονός ότι την διακρίνει η συστολή για το εγχείρημά της και αιτείται την συμπάθεια για τις ατέλειες του δράματός της, είναι φανερό ότι γνωρίζει τις δυσκολίες τις σχετικές με την συγγραφή ενός ιδιαιτέρου κειμένου -ενός δράματος-, τις οποίες φαίνεται ότι συνάντησε και η ίδια: «[...] Γνωρίζω την αδυναμίαν μου. Ηξεύρω πόσα και ποία προτερήματα και ποιαν έξιν πρέπει να έχη όστις επιχειρίζεται, δεν λέγω να πλάση, αλλά να εκθέσει μόνον γυμνήν την αλήθειαν των σημερινών της Ελλάδος δραμάτων. Δεν με λανθάνει ότι η προσφορά μου αυτή είναι 477 «Νικήρατος» «Προς τας Ελληνίδας», ως αν., σελ Σύμφωνα προς την ένδειξη της εισαγωγής το έργο γράφτηκε στην Ανδρο, όπου πιθανότατα έφτασαν πρόσφυγες μεσολογγίτες. Ο Ν. ΛΑΣΚΑΡΗΣ: (Ιστορία του Νεοελληνικού Θεάτρου, τόμ. I, σελ. 257) υποστηρίζει ότι ο «Νικήρατος» γράφτηκε στο Ναύπλιο, όπου «ως ήτο επόμενον κατέφυγον και οι μετά την καταστρεπτικήν αλλ ένδοξον του Μεσολογγίου πτώσιν διασωθέντες αρχηγοί και στρατιώται της ηρωικής εκείνης φρουράς. Τα παθήματά των, άτινα διεκτραγωδούν ανά τας οδούς κκαι τας ρύμας και τα γνωσθέντα καθ άπαντα τον πεπολιτισμένον κόσμον ανδραγαθήματά των, ενέπνευσαν εις τινα του Ναυπλίου κυρίαν, ήτις, καίτοι μετριοφρόνως εκρύφθη υπό την ανωνυμίαν, εγνώσθη κατόπιν ότι ήτο η Ευανθία Κάΐρη [...]». Ο Δ.Ι. ΠΟΛΕΜΗΣ (Αλληλο γραφία..., ως αν. σελ. 10), υποστηρίζει ότι την περίοδο η Ευανθία Καΐρη, βρισκόταν στην Σύρο. Όπου και αν βρισκόταν, φαίνεται ότι υπήρξε αυτήκοος μάρτυρας αφηγήσεων και άμεσων ειδήσεων. 479 «Νικήρατος», ως αν., σελ «Νικήρατος», ως αν., σελ 8.

220 220 μικρά, λιτή και διόλου ατελής...] 481. Η Ευανθία Καΐρη μπορεί να μην αισθανόταν δραματουργός, στον «Νικήρατό» της όμως, προσπάθησε συνειδητά και επεξεργάστηκε σοβαρά το θέμα της, ώστε να βρει τον τρόπο που θα της επέτρεπε να γράψει ένα πλήρες δράμα. Παρά τις φανερές αδυναμίες του, ο πρωτόλειος αλλά όχι αδόκιμος «Νικήρατος» αποτελεί ένα προσωπικό της κατόρθωμα. Δεν φαίνεται αν αυτό πίστευε και η ίδια. Αφιέρωσε τον «Νικήρατό» της «τη ιερά κόνει των υπέρ της Ελλάδος θυσιασθεισών ελληνίδων» και θεώρησε ότι ήταν η δική της συνεισφορά στην υπόθεση της πατρίδας. Εν τέλει η Ευανθία Καΐρη έγραψε και εξέδωσε τον «Νικήρατό» με φανερό σκοπό, ό χι μόνον να διαβάζεται, αλλά και να παρίσταται, έχοντας επί πλέον την πεποίθηση ότι η τέχνη του θεάτρου έχει μεγάλη δύναμη: «Οι άνθρωποι βλέποντες τας δυστυχίας των εθνών εις τα θέατρα, δακρύουν» 482. Παρά τις διαβεβαιώσεις της Καΐρη, ο «Νικήρατος» δεν αποτελεί «μικρά, λιτή και ατελή» προσφορά στην δραματουργία μας. Πρόκειται για έργο σημαντικό, το οποίο χαρακτηρίζεται περισσότερο από αρετές παρά από αδυναμίες. Ως προς τον γενικό του χαρακτηρισμό του δράματος, αρχικά πρέπει να τονιστεί ότι ο «Νικήρατος» είναι «το πρώτον πατριωτικόν δράμα, το οποίον εγράφη, αλλά και εξεδόθη κατά την διάρκειαν της Ελληνικής Επαναστάσεως» 483 και αυτό του δίνει μια ιδιαίτερη ιστορική και ειδολογική αξία. Πρόκειται για ένα δράμα με στοιχεία και με προθέσεις «ιστορικού ντοκουμέντου». Το έργο γράφεται και τυπώνεται όχι μόνον ενώ διαρκεί η επανάσταση, αλλά και πριν ακόμα εκτιμηθούν και αποτυπωθούν τα αποτελέσματα του ιστορικού γεγονότος. Ενώ «μεγίστη θλίψη» κατέχει ακόμα τους Έλληνες και πριν ακόμα φανεί ή -μετά το ολοκαύτωμα του Μεσολογγίου- μεταστροφή της ευρωπαϊκής πολιτικής υπέρ των Ελλήνων, η Ευανθία Καΐρη έχει ήδη ολοκληρώσει τον «Νικήρατό» της, ένα ιστορικό έργο «άμεσης δράσης»: παραστάθηκε στην Σύρο, αμέσως μετά την έκδοσή του. Ο «Νικήρατος» είναι ένα ιστορικό δράμα με πυρήνα του ένα κομβικό και «μοιραίο» γεγονός της εποχής. Όμως εδώ το συγκεκριμένο γεγονός δεν αποδίδεται απλώς ως ιστο ρισμός δραματουργικά επεξεργασμένος -«να εκθέσω μόνον την γυμνήν αλήθειαν»-, ό πως η ίδια διατείνεται. 481 «Νικήρατος», ως αν., σελ «Νικήρατος», ως αν., σελ. 21. Ομιλεί ο Νικήρατος, ο οποίος θέλοντας να κατακεραυνώσει την υποκρι σία όσων δεν κάνουν κάτι για την υπόθεση της πατρίδας, καταγγέλει ότι περιορίζονται σε δάκρυα, όταν πα ρακολουθούν θεατρική παράσταση με θέμα «τας δυστυχίας των εθνών». 483 Ν. ΛΑΣΚΑΡΗ: Ιστορία..., ως αν., τομ. 1, σελ. 257.

221 221 Ούτε μας βρίσκει σύμφωνους η γνώμη του Ν. Λάσκαρη ότι το έργο «είναι καθαρά και απλή αφήγησις της ενδοξοτέρας σελίδος της νεωτέρας ελληνικής ι στορίας μετ ακράτου πατριωτισμού γεγραμμένη» 484. Στις προθέσεις της Καΐρη υπάρχει κάτι περισσότερο από την δεδηλωμένη επιθυμία της για διατήρηση και αναπαραγωγή της ιστορικής μνήμης: Στον «Νικήρατό» το ιστορικό γεγονός της εξόδου του Μεσσολογγίου χρησιμεύει ως ικανή και αναγκαία συνθήκη, ως υπόστρωμα και πλαίσιο για να οικοδομηθούν μακροϊστορικοί συμβολισμοί, αντιλήψεις, ηθικές στάσεις και αξίες. Δραματουργικός πυρήνας του έργου είναι το γεγονός της εξόδου, όπως αυτό προετοιμάζεται και εξελίσσεται μέσα από τα πρόσωπα και την δράση των ηρώων, κυρίως του Νικήρατου υποτιθέμενου ηγέτη των πολιορκημένων. Το αντικειμενικό γεγονός, ενυπάρχει κατά βάση ως πεπρωμένο, χωρίς αναστροφή, χωρίς αποφυγή. Το δράμα καθορίζεται από το υποκείμενο, τον Νικήρατό, διότι το ήθος και η συμπεριφορά του Νικήρατου εκείνη την ιστορική στιγμή, είναι αυτά που οριοθετούν την δομή, τον χρόνο, τον χώρο, την υπόθεση, τις συγκρούσεις και την αλληλουχία του δράματος. Το υποκείμενο ξεδιπλώνει το μέγεθος του, πορεύεται, δρα και συμπεριφέρεται συνειδητά και ελεύθερα. Εγνωσμένα αναμετράται με τις αναπόφευκτες συνθήκες. Τέλος και υπό το κράτος υπέρτερης ανάγκης συντρίβεται, όπως όλοι οι τραγικοί ήρωες. Ποιος είναι ο Νικήρατος; Ο Νικήρατος, -ο αίρων την νίκη-, είναι πρόσωπο τόσο πραγματικό όσο και δραματουργικά συμβολικό. Πρόσωπο ιδανικό, μαχητικό και πρωτο πόρο, «αίρει» την ηγετική ευθύνη των αποφάσεων και για λογαριασμό των συμπατριωτών του, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Έχει όμως ιστορική υπόσταση;. Έχει υποστηριχθεί η γνώμη, ότι ο Νικήρατος παραπέμπει ευθέως στον πρόκριτο Χρήστο Καψάλη 485. Η ίδια η Καΐρη εκμυστηρεύεται: [...] Ο Χρήστος Καψάλης, τον οποίο παρουσιάζω υπό το όνομα Νικήρατος [...] 486. Η αλήθεια είναι ότι ο πρόκριτος Καψάλης υπήρξε το κορυφαίο πρόσωπο του ολοκαυτώματος. Επίσης τα περισσότερα από τα πραγματικά γεγονότα του βίου του Καψάλη αναφέρονται και στον Νικήρατό ως δραματικό ήρωα: Παρών σε όλες τις πολιορκίες, αφοσιωμένος στον τόπο του, στερημένος πρόσφατα την σύζυγό του -που έπεσε θύμα της πείνας-, πατέρας ενός γιου ο οποίος συμμετέχει στην έξοδο, τελικά αρνούμενος να εγκαταλείψει το Μεσολόγγι, πυρπολεί την αποθήκη των εκρηκτικιόν και πεθαίνει μαζί με τους γέροντες και τους ασθενείς. 484 Ν. ΛΑΣΚΑΡΗ: Ιστορία..., τομ. Ι,σ.258. [...) η ενθουσιώδης συγγραφεύς, ως εφόδια εις το έργον της δεν είχε τίποτε άλλο παρά τον πατριωτισμόν της. Με την δραματικήν τέχνην δεν είχε ουδεμίαν σχέσιν [...]. 485 Δ. Σ. ΜΠΑΛΑΝΟΥ: «Ευανθία Καΐρη» Ημερολόγιον Μ. Ελλάδος 1927, σ. 374: «[...] αναπαρίσταται η μορφή του σεβασμίου Μεσολογγίτου γέροντος Χρήστου Καψάλη [...]. 486 Το καταθέτει ο Αλέξανδρος ΣΟΥΤΣΟΣ: (Alexandre SOUTSO, Histoire de la revolution grecque, Paris 1829 σσ. 407 κ.ε.). Ο Σούτσος επισκέφθηκε την οικογένεια Καΐρη στη Σύρο το Περιγράφει την συνάντη σή του με «την νέαν, μετριόφρονα, συνενοΰσαν τα θέλγητρα της ωραιότητος και της παιδείας» Ευανθία Καΐρη. Της ζητά να του απαγγείλει κάποιο απόσπασμα από τον «Νικήρατό». Αυτή αφού παίρνει εμμέσως άδεια από τον Θεόφιλο, του λέει: «Θα σας διαβάσω το μέρος όπου ο Χρήστος Καψάλης, τον οποίον παρουσιάζω με το ό νομα Νικήρατος, είναι αποφασισμένος να αποθάνει εις το Μεσολόγγι [...]. Ν. ΛΑΣΚΑΡΗΣ, Ιστορία..., ως αν., σσ

222 222 Είναι βέβαιο ότι τα πραγματικά γεγονότα, καθώς και η πορεία του βίου του Χρήστου Καψάλη έδωσαν στην Ευανθία σε αδρές γραμμές το βιογραφικό υλικό για να πλάσει τον Νικήρατο, ως τον κεντρικό δραματικό ήρωά της. Ο Νικήρατός της είναι δραματικό πρόσωπο εντός αλλά και πέραν της ιστορικής υπόστασης του Καψάλη. Ο Νικήρατός είναι περισσότερο ένας πνευματικός ηγέτης παρά ένας πολέμαρχος ή προεστός. Φυσιογνωμία οδηγητική 487, είναι περισσότερο ένας μαχητής του λόγου 488 παρά των όπλων. Η βαθιά πνευματική του υπόσταση, και η ολοκληρωμένη και συνειδητή επαναστατική του οντότητα 489, η σχεδόν ιερατική μεγαλοπρέπειά του, ο εξαίσιος και μειλίχιος χαρακτήρας του, το λεπτό και καλλιεργημένο του πνεύμα και η ευφράδειά του, δεν προσιδιάζουν τόσο προς έναν γέροντα στρατιωτικό, όσο προς έναν μαχητικό φιλόσοφο. Ο Νικήρατός, οξύς και πειστικός ομιλητής, ευαίσθητος ως ποιητής, λόγιος που διδάσκει διαρκώς, εμπνευστής του λαού, πολιτικός αναλυτής των τεκταινομένων σε εθνικό επίπεδο 490, βαθύς γνώστης των ευρωπαϊκών πολιτικών τάσεων 491, πράγματι μοιάζει με ένα εξέχον πρόσωπο της στενής πραγματικότητας της Ευανθίας Καΐρη: με τον αδελφό της, Θεόφιλο. Η μορφή του Νικήρατου «ενδΰεται» τις αρετές του 487 Οποίος στρατιώτης! Οποίος πολεμιστής! Ποιας θυσίας δεν υπέμεινεν γενναίως υπέρ της πατρίδος [...] Πρώτος εις τας μάχας και τους κινδύνους. Φροντίζων πάντοτε δια το καλόν του έθνους, αποστρεφόμενος τας φατρίας [...], εμποδίζων τους στρατιώτας από τας καταχρήσεις, όσαι ατιμάζουν πολλούς πολεμιστάς, οδηγών αυτούς πάντοτε εις την νίκην και την δόξαν. Και πόσον ηγαπάτο και εσέβετο από αυτούς; Διατί να μην έχωμεν πολλούς τοιούτους οδηγούς! [...]». Ομιλεί ο επταννήσιος Καλλίμαχος, φίλος και αξιωματικός του Νικήρατου, περιγράφοντας τον αρχηγό του. «Νικήρατός», ως αν., σσ «[...] Έθνος του οποίου, οι πρόγονοι υπήρξαν της ανθρωπότητος διδάσκαλοι, το οποίον εις τόσας πολ- λάς και μεγάλας μεταβολάς και εγκαταλειπόμενον και προδιδόμενον, παλαιόν με την βαρβαρότητα διετήρησε τον εθνικόν χαρακτήρα του, το οποίον πρώτον απαντήσαν την ορμήν του κατ' αρχάς ακαθέκτου τούρκου, και θυσιαζόμενον, τον εμπόδισεν από το να καταπίη την λοιπήν Ευρώπην. Έθνος, το οποίον υπό τοιούτον ζυγόν στενάζον, δεν επρόδωκε τα ιερώτερα εις τον άνθρωπον πράγματα, και το οποίον βλέπον τα λείψανα της πα τρίδος του, εφλογίζετο από την επιθυμίαν να την ιδή να αναζήση, ήτον άξιον όταν έλαβε τα όπλα κατά των τυ ράννων του, να κινήση την συμπάθειαν όλων της Ευρώπης των εθνών. Και όμως τι δεν εβάλθη κατ αρχάς εις πράξιν εναντίον του; τι δεν ενεργείται ίσως την σήμερον κατ' αυτού;». «Νικήρατός», ως αν., σσ Εδώ ο- μιλεί ο Νικήρατός στον απεσταλμένο του Ιμπραήμ, ο οποίος είναι Γάλλος και μόλις του έχει υπενθυμίσει ότι για την κατάσταση του Μεσολογγίου ευθύνονται κατά πολύ οι ενδοελληνικές έριδες. Ο Νικήρατός βρίσκει αφορ μή να του αναλύσει δια μακρών τις ευθύνες των Ευρωπαίων και το μεγαλείο του επαναστατημένσυ λαού. Η συ μπεριφορά του είναι παρόμοια σε κάθε περίπτωση. Ακόμα και αν προκύπτει κάποιο πρακτικό ζήτημα στην ροή της δράσης, ο Νικήρατός πάντοτε βρίσκει αφορμή για βαθιές και μακρές αναλύσεις. 489 Ο Νικήρατός υπερασπίζεται το δίκαιο της επανάστασης και θεωρεί ως έναν βαθμό φυσιολογικές τις υ περβολές, τις τριβές, τις εμφύλιες έριδες σε μια επανάσταση. Επί πλέον υπενθυμίζει εμμέσως στον Γάλλο απε σταλμένο του Ιμπραήμ, ότι παρόμοιες έριδες εκδηλώθηκαν και στην γαλλική επανάσταση: «[...]Αι ακαταστα σίας τα πάθη, αι διχόνοιας το ηξεύρης και συ ο ίδιος, είναι αχώριστοι από πάσαν επανάστασιν. Και το έθνος μου ήτον άξιον κατά τούτον να τύχη όχι τόσον αυστηρούς κριτάς [...]». «Νικήρατός», ως αν., σ «Ποια Εριννύςενέπνευσεν εις αυτούς αυτήν την απάνθρωπον και ολεθρίαν σπσυδαιαρχίαν, τας δι αυ τήν έριδας και διχονοίας, τα άγρια πάθη, τα οποία αφού έφεραν εις τοιούτον κίνδυνον το έθνος μας, έδωκαν προσέτι αφορμήν, εις τους ζητούντας αφορμήν παραλόγους εχθρούς μας να μας κατηγορούν και να μας βλά πτουν. Βεβαίωσέ τους ότι αντί δόξης, όνειδος θα καλύψη και καταισχύνη. Όχι η επιθυμία του να καταβάλλη ο εις τον άλλον, ή να δώση περισσσότερα εις το χωρίον του, εις την χώραν του, εις εαυτόν προνόμια, δια να αρ- πάζη έπειτα όσον δύναται περισσότερα. Αλλά η προθυμία του να σώση ολόκληρον την Ελλάδα, να ελευθερώ- ση όσον ημπορεί περισσότερους αδελφούς του, τους κάμη ισόνομους και ανεξάρτητους! [...] Φοβούνται μήπως χάσουν την ζωήν τους υπέρ πατρίδος αγωνιζόμενοι: Και ποια ζωή, και η πλέον ευδαίμων, ημπορεί να συγκρι- θή με τον υπέρ πίστεως και πατρίδος θάνατον;». Ομιλεί ο Νικήρατός προς τον Λυσίμαχο χαρακτηρίζοντας την στάση των εκτός Μεσολογγίου στρατιωτικών, οι οποίοι υποσχέθηκαν να τους υποστηρίξουν στρατιωτικά μετά την έξοδό τους. «Νικήρατός», ως αν., σσ Πράξη Β\ σκηνή Διαρκείς αναφορές με την μορφή μονολόγων ή στιχομυθίας σχετικά με την στάση της Ευρώπης στον α γώνα της ανεξαρτησίας. Σχολιάζεται όχι μόνον η επίσημη πολιτική της σε διάφορες φάσεις αλλά και το κίνημα του φιλελληνισμού στην εξέλιξή του.

223 223 αδελφού της και εξιδανικεύεται τόσο, όσο η απεριόριστη λατρεία της προς αυτόν απαιτούσε. Ο Θεόφιλος Καΐρης εξ άλλου, μπορεί να μην υπήρξε πολέμαρχος αλλά δεν ήταν διόλου απόλεμος. Με την έκρηξη της επανάστασης, και όντας φιλικός από το 1818, συμμετείχε ενθουσιωδώς περιερχόμενος πολλά μέρη της Ελλάδας παρακινώντας και ενθαρρύνοντας με την «διάπυρον ευγλωττίαν του» τους υπόδουλους. Επίσης ο Θεόφιλος Καΐρης ήταν αυτός που ύψωσε την σημαία της ελευθερίας στην Άνδρο, ενώ αργότερα συμμετείχε στην ατυχή εκστρατεία στον Όλυμπο, όπου και τραυματίστηκε βαριά. Η Κλεονίκη: Ο Νικήρατος είναι ένα πρόσωπο ιδιαιτέρως λατρευόμενο από την θυγατέρα του Κλεονίκη 492. Η ονοματική συγγένεια ακόμα και στο επίπεδο του συμβολισμού είναι φανερή: Νικήρατος και Κλεονίκη -ο αίρων την νίκη, η ένδοξη νίκη. Η Κλεονίκη εί ναι χαρακτήρας με βάθος και ποιότητα και έχει δραματικό ειδικό βάρος. Παρ ότι είναι νέα και γυναίκα απολαμβάνει ιδιαίτερα προνόμια: συνομιλεί με τον ηγέτη πατέρα της, του εκφράζει επιφυλάξεις, παράπονα και επιθυμίες, κάνει προτάσεις, ηγείται της ομάδας των γυναικών -η οποία εμφανίζεται ως αρχαίος χορός. Παρά τον εσωτερικό δυναμισμό και το θάρρος της, επιδεικνύει απόλυτο σεβασμό και άμετρο θαυμασμό προς στον Νικήρατο. Διακρίνεται από αιδημοσύνη, γλυκύ συγκροτημένο και χαριτωμένο λόγο σε όλες της τις εκδηλώσεις και τρυφερή φροντίδα προς τον ανήλικο αδελφό της, Χαριγένη. Σε έ να πράγμα όμως παραμένει πείσμων και ανυποχώρητη, και για το οποίο σε όλο το δρά μα μεριμνά αποφασιστικά: να μείνει μαζί με τον Νικήρατο και να μοιρασθεί το πεπρωμένο του. Κατά μία άποψη, η Ευανθία μέσω της Κλεονίκης προσδιόρισε δραματουργικά τον εαυτό της και εξέφρασε δραματικά την πραγματική σχέση και τα αισθήματά της προς τον Θεόφιλο-Νικήρατο. Ο Νικήρατος και η Κλεονίκη έχουν βεβαίως άλλου είδους συγγένεια από την συγγένεια Θεόφιλου-Ευανθίας. Ωστόσο ο Θεόφιλος και λόγω της ηλικιακής απόστασης, αλλά και λόγω της πραγματικής ορφανείας της Ευανθίας από πατέ ρα σε πολύ μικρή ηλικία, ουσιαστικά υπήρξε για αυτήν η πατρική μορφή του βίου της. Ο Λυσίμαχος-ο καταλύων την μάχη- ο στρατιωτικός ηγέτης της εξόδου, είναι το τρί το κατά σειρά πρόσωπο του δράματος, το οποίο προσδιορίζεται ως ο έμπιστος, ο «φίλος και αξιωματικός του Νικηράτου». Ο Λυσίμαχος στο δράμα έχει αμιγή στρατιωτική υπόσταση. Είναι επτανήσιος και παρά το γεγονός ότι «[...] δεν εγνώρισε τα εκ της τυραννίας των Τούρκων κακά, 492 Δεν είναι γνωστό αν ο Καψάλης είχε κόρη. Από τα μέλη της οικογένειας του που συμμετείχαν στα γεγονότα, είναι γνωστός μόνο ο γιος του Απόστολος, που συμμετείχε στην έξοδο και σκοτώθηκε.

224 224 έτρεφεν όμως και τρέφει άσπονδον μίσος κατ αυτών [...] 493. Παρουσιάζεται κυρίως ως γενναίος μαχητής αλλά και ως ισότιμος συνομιλητής του Νικήρατου. Κάθε αναγγελία τρέχοντος γεγονότος -σκηνικού επεισοδίου- γίνεται θέμα διευρυμένης και ενίοτε γενικευμένης συζήτησης ανάμεσα στους δυο, συχνά και περί εθνικής και ευρωπαϊκής πολιτικής. Δραματουργικά ο Λυσίμαχος παρά την προσεγμένη αυτοτελή οντότητά του, σε μεγάλο μέρος του έργου με τις ερωτήσεις και τις παρατηρήσεις του «λειτουργεί» περισσότερο ως δραματική αιτία ώστε ο Νικήρατος να εκφράζει και να «εξελίσσει» διαλογικά τις απόψεις και ιδέες του. Ο λόγος του Λυσίμαχου κατάστικτος από ε ρωτηματικά και θαυμαστικά «χρησιμεύει» κατά κανόνα στο να συντίθενται δραματικά και να ολοκληρώνονται τα επιχειρήματα του Νικήρατου. Έτσι ο καταιγιστικός, «διδακτικός», ιδεολογικά και πολιτικά βαρύνων λόγος του Νικήρατου εμφανίζεται, όχι ως συ νεχής μονόλογος αλλά με την απαιτούμενΐ διαλογική μορφή. Ο «Ευρωπαίος απεσταλμένος και αξιωματικός του Ιμπραήμη», είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πρόσωπα του δράματος. Ο χαρακτήρας του (Γάλλου) απεσταλμένου του Ιμπραήμ, υποβοηθά το δράμα να αποκτήσει τις εντάσεις του, τις αντιθέσεις και τις συ γκρούσεις του. Ο απεσταλμένος αξιωματικός είναι ο κυρίως αντιθετικός πόλος του δράματος στην Α' πράξη. Είναι η αιτία των οξύτερων διαλογικών αντιθέσεων και των βαθύτερων ιδεολογικών συγκρούσεων. Η παρουσία του ευρωπαίου αξιωματικού είναι νηφάλια και ο λόγος του ευγενής, όπως αρμόζει σε «πεπολιτισμένον». Εμφανίζεται βέβαιος για την τελική νίκη του Ιμπραήμ, επιχειρεί να πείσει τον Νικήρατο για το μάταιο του αγώνα των μεσολογγιτών, προτείνει παράδοση και τάζει την σωτηρία των πολιορκημένων. Είναι όμως και γνώστης των ενδοελληνικών αντιθέσεων, τις οποίες τονίζει και για τις ο ποίες σαρκάζει. Έχει άποψη και εκφράζει τους λόγους για τους οποίους συρρικνώθηκε το φιλελληνικό κίνημα και εξηγεί ότι η δική του επαγγελματική θέση στο στρατό του Ιμπραήμ, είναι εντιμότερη από εκείνη των ελλήνων που για πολιτικούς λόγους άφησαν το Μεσολόγγι στην τύχη του. Με την εμφάνιση του απεσταλμένου ο Νικήρατος παύει να είναι ολύμπιος. Αν και οργισμένος καταφέρνει να αποκαλύψει την βαθύτερη χυδαιότητα του ευρωπαίου και ανασκευάζει πειστικά τις θέσεις του. Ο ευρωπαίος απεσταλμένος εμ φανίζεται πάλι στην Γ πράξη, χωρίς την μάσκα της ευγένειάς του και συνομιλώντας με τον Ιμπραήμ, αποκαλύπτεται ότι έχει συμβάλει και αυτός στην εξαγορά ενός «αυτομόλου» με σκοπό την προδοσία, τονίζοντας ως πραγματικός ανθέλληνας ευρωπαίος ότι «γνωρίζει την τέχνην να τους έχει διηρημένους». 493 «Νικήρατος», ως αν. Σ. 11. Πράξη Α', σκηνή 1.

225 225 Ο «Νικήρατος» έχει ενδιαφέρουσα εσωτερική δομή, καθώς και επεξεργασμένη τεχνική και συγκρότηση, ως προς τα εξής: α) Η «καμπύλη» της δραματικής εξέλιξης είναι σταθερά ανοδική: Οι ρυθμοί του δράματος είναι αδιάπτωτοι και βαίνουν αυξανόμενοι -ολοένα και γοργότεροι. Οι συναισθηματικές εντάσεις βαίνουν και αυτές αυξητικά. Με την ροή των γεγονότων, η δραματική ακολουθία πυκνώνει και δυναμώνει. Εν τέλει το δράμα κορυφιονεται, ώσπου «εκρήγνυται» κυριολεκτικά. β) Η αλληλουχία των σκηνικών συμβάντων έχει τάξη, σαφήνεια, συνέπεια και σταθε ρή ροή. Η αλληλοδιαδοχή αυτή των σκηνικών ενοτήτων δεν είναι διόλου μηχανιστική. Οι ενότητες του δράματος διατηρούν συνεχώς το σχήμα: αιτία-αποτέλεσμα. Η δραματική ακολουθία χαρακτηρίζεται επίσης από καθαρότητα και εσωτερικότητα. Δεν παρατηρείται καμία άστοχη επαναφορά, καμία νοηματική ασυνέπεια. Σε κανένα σημείο του «Νικήρα- του» ακόμα και στα πιο αδύναμα -από πλευράς σκηνικής έμπνευσης ή λογοτεχνικής αξίας- δεν συναντάμε δραματουργική αμηχανία ή άσκοπους πλατειασμούς. γ) Η γλωσσική επεξεργασία του δράματος είναι φανερή. Η γλώσσα του «Νικήρατου» είναι η «λόγια» γλώσσα της εποχής, η οποία παρά την «δυσκαμψία» της-ιδίως στο να εκ- φράσει ένα τόσο άμεσο δραματικό θέμα-, δεν καταφέρνει να εξαφανίσει την δύναμη, την αλήθεια, την τόλμη και την ζωντάνια του. Κατά την γνώμη μας, η γλωσσική μορφή του «Νικήρατου» εκλαμβάνεται και ως ενσυνείδητη απόπειρα απόδοσης του «υψηλού» -ως καλλιτεχνικής ποιότητας- κατά το γλωσσικό έθος των «πεπαιδευμένων» της εποχής. Ο γλωσσικός τόνος είναι μεγαλοπρεπής, ίσως «αρχαιοπρεπής» αλλά όχι βαρύγδουπος, ούτε εξεζητημένος. Η ειλικρινής πατριωτική ιδέα, ο βαθύς πόνος, η οργή, το πάθος αλλά και η ευαισθησία και λεπτότητα της Ευανθίας Καΐρη «προδίδονται» και ξεχύνονται σε κάθε φράση του λόγιου δραματικού κειμένου. Έτσι το ιδεολογικό φορτίο και η συγκινησιακή αποτύπωση στην γλώσσα του «Νικήρατου» είναι ακόμα και για τον σημερινό αναγνώστη, υπέρτερα της λόγιας «δέσμευσής» της. δ) Οι δραματικοί ήρωες -ιδεολογικά και ηθικά-, είτε εκφράζουν θέση είτε άρνηση είναι εξαιρετικά σημαίνοντες. Οι χαρακτήρες των προσώπων διαγράφονται με αδρότητα και ακρίβεια και διακρίνονται για την ποιότητα και βάρος τους. Χωρίς να είναι σχηματικοί, παραμένουν πάντοτε αμετακίνητοι στις βασικές τους απόψεις. Επομένως οι συγκρού σεις μεταξύ τους είναι τόσο ισχυρές, όσο και άκαρπες. Δεν παρατηρείται καμία μεταλλαγή ούτε ανάκληση της αρχικής θέσης των υποκειμένων. Μόνο οι καίριες, αντικειμενικές συνθήκες είναι αυτές που ορίζουν την συντριβή των μεν και την επικράτηση των δε. Μια ενδιαφέρουσα, αλλά δευτερεύουσα αλλαγή παρατηρείται σε συμπεριφορά δρώντος προσώπου μετά από εσωτερική, συναισθηματική σύγκρουση:

226 226 Αυτή του Νικήρατου, όταν η απόπειρα αυτοκτονίας της Κλεονίκης και οι ικεσίες του μικρού Χαριγένη κλονίζουν τον ηγέτη -ως πατέρα- και τον κάνουν να υπαναχωρεί από την αρχική απόφασή του να στείλει τα παιδιά του στην έξοδο. Είναι η πιο ευαίσθητη, η πιο ανθρώπινη στιγμή του Νικήρατου, όταν γίνεται επίορκος της υπόσχεσης στην πεθαμένη γυναίκα του, υπο χωρώντας στο «παράλογο» και αθώο πείσμα των παιδιών του. ε) Τα «ρεαλιστικά» στοιχεία του έργου, εξ αιτίας της έντασης του ίδιου του ιστορικού γεγονότος που πραγματεύεται, υπερνικούν την «ρομαντική» διάθεση της δραματουργού, η οποία διαφαίνεται στην δραματική υπερβολή της απόπειρας αυτοκτονίας της Κλεονίκης. Η ακρότητα όμως αυτή δεν φτάνει μέχρι τον σχηματικό μελοδραματισμό. Είναι μάλ λον μια πράξη απόλυτης αποφασιστικότητας και νεανικού πείσματος, ένας συναισθημα τικός «εκβιασμός». στ) Άξια ιδιαίτερης παρατήρησης είναι η αγωνία στον τρόπο εξέλιξης του δράματος, όπου η συνεχής υπέρβαση των γεγονότων αναλογεί προς τις συνεχείς υπερβάσεις των ηρώων του, μέχρι την στιγμή της συντριβής τους: Τα προσδοκώμενα διαρκώς αναιρούνται, διαψεύδονται. (Ματαίωση της έλευσης τροφής στους πολιορκημένους. Ματαίωση του αρχικού σχεδίου της εξόδου. Ματαίωση της διαφυγής. Προδοσία. Ματαίωση της σωτηρίας.) Η σκληρότητα της πραγματικότητας μέσα στην οποία κινούνται οι ήρωες ξεπερνά πάντοτε και τις πιο δυσοίωνες προβλέψεις. Οι δραματικοί ήρωες όμως κάθε φορά καταφέρνουν να προσαρμόζονται στις καινούργιες αντιξοότητες. Συντονίζονται. Ταλαντεύονται μεταξύ απελπισίας και ελπίδας. Καταστρώνουν και πάλι σχέδια. Παλεύουν. Εξαίρονται. Διαψεύδονται και πάλι. Και όταν η πραγματικότητα σκεπάζει κάθε ελπίδα, όταν όλες οι ματαιώσεις έχουν συντελεστεί, όταν όλες οι δυνατότητες έχουν αποκλειστεί, όταν όλες οι υποκειμενικές υπερβάσεις έχουν εξαντληθεί, τότε ο «Νικήρατος» γίνεται ολοκαύτωμα. Αυτόν τον τελευταίο λόγο του «Νικήρατου», -τη στιγμή που λαμπάδιαζε το κορμί του, την στιγμή της αυτοθυσίας του- διάλεξε η Ευανθία να απαγγείλλει στον Αλέξανδρο Σούτσο 494, όταν την παρακάλεσε να ακούσει από τα χείλη της ένα απόσπασμα του δράματός της: «Σκιαί των ηρώων... σκιαί των φίλων μου... μη αδημονείτε... έφθασεν η ώρα... Πυρ!...». Έπειτα υπάρχει και η ενδιαφέρουσα περίπτωση της Ντόρας Ντ Ίστρια 495. Η Ντόρα (Δώρα) Ντ' Ίστρια, φιλολογικό ψευδώνυμο της Έλενας Γκίκα (ρουμανικά: Elena Ghica( ) ) υπήρξε Ρουμάνα, συγγραφέας του 19ου αιώνα και φιλελληνίδα. Η Ντόρα Ντ' Ίστρια γεννήθηκε 494 Ν. ΛΑΣΚΑΡΗΣ: Ιστορία..., ως αν., σ. 260). Παραστάσεις του «Νικήρατου» έγιναν αμέσως μετά την έκ δοσή του από ερασιτέχνες στη Σύρο (1826). Αργότερα (1830) και πάλι στην Ερμούπολη αλλά και στο Μεσο λόγγι και στην Άνδρο -στο Καΐρειο Ορφανοτροφείο με ηθοποιούς τους μαθητές. (Ν. ΛΑΣΚΑΡΗΣ, Ιστορία, ως αν τ. I, σ. 259.) 495 «Ντόρα ντ Ίστρια (Ελένη Γκίκα)», στο Συλλογικό: Γυναίκες φιλέλληνες, Ε Ιστορικά, τ/χ.228 (18 Μαρτίου 2004), σελ.34.

227 227 το 1828 στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας. Η καταγωγή της ήταν αρβανίτικης (ή κατά άλλους Βλάχικη) από τον φαναριώτικο οίκο των Γκίκα, από τον οποίο προέρχονταν πολλοί ηγεμόνες σε Βλαχία και Μολδαβία μεταξύ 1760 και Ο πατέρας της ήταν ο Mihai Ghica, μεγάλος βάνος (διοικητής) της Κραϊόβας και αργότερα υπουργός εσωτερικών απόγονος του Gheorghe Ghica από το Ζαγόρι και η μητέρα της η ελληνικής καταγωγής ρουμάνα πριγκίπισσα Αικατερίνη Φωκά. Η Ελένη είχε άλλα πέντε αδέλφια, δύο κορίτσια (τη Σοφία και την Όλγα) και τρία αγόρια (τον Ματθαίο, Βλαδίμηρο και Γεώργιο) 496. Το 1849 παντρεύεται τον Ρώσο πρίγκιπα Κολτσόφ-Μασάλσκι με τον οποίο πηγαίνει να ζήσει στην Πετρούπολη. Εκεί κάνει ταξίδια, ζωγραφίζει και γράφει. Το 1854 η Αυτοκρατορική Ακαδημία Καλών Τεχνών την βραβεύει με το αργυρό μετάλλιο για το έργο της Έλατο και φοίνικας, εμπνευσμένο από ένα πόημα του Χάινριχ Χάινε. Μετά πέντε χρόνια εγκαταλείπει το σύζυγό της, με τον οποίο δεν είχε αποκτήσει παιδιά, και τη Ρωσία και κάνει διάφορα ταξίδια στην Ευρώπη: Βέλγιο, Ελβετία για να καταλείξει το 1871 στη Φλωρεντία. Σ αυτήν την πόλη θα γνωρίσει τον πολύ νεότερό της Άγγελο ντε Κουμπερνάτις, καθηγητή των ανατολικών γλωσσών, με τον οποίο και έζησε μέχρι το τέλος της ζωής της. Προερχόταν από ένα οικογενειακό περιβάλλον με δημοκρατικές αντιλήψεις και αγάπη για τα γράμματα ιδιαίτερα κοσμοπολίτικο: ο πατέρας της ήταν από τους πρώτους που είχε υιοθετήσει τη δυτική ενδυμασία και ενδιαφερόταν για τις αρχαιολογικές μελέτες, ενώ η μητέρα της ήταν η πρώτη γυναίκα στη Βλαχία η οποία έγραψε στη ρουμανική γλώσσα, «ένα υπόδειγμα που συνδύαζε τη γυναικεία χειραφέτηση με τον γλωσσικό εθνικισμό».ακολουθώντας το αρχαιοελληνικό πρότυπο αγωγής μέσα στην οικογένειά της ασκείτο και σωματικά μαθαίνοντας κολύμπι στον Δούναβη 497. Εξοικειώθηκε σύντομα με τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά, την ελληνική μυθολογία και ιστορία και τις ευρωπαϊκές γλώσσες: τα γαλλικά, τα γερμανικά, τα ιταλικά, τα ρώσικα. Με το συγγραφικό της έργο, άρθρα σε ευρωπαϊκά έντυπα και βιβλία υποστήριξε κάθε ελληνική υπόθεση και ενημέρωσε την κοινή γνώμη σε μια εποχή δημιουργίας ενός κύματος ανθελληνισμού. Το εκτενές έργο της δείχνει πως υιοθετούσε πλήρως τη φιλελληνική θεώρηση της σύγχρονης Ελλάδας ως συνέχειας της αρχαίας από κάθε άποψη 498. Έτσι για παράδειγμα με τις εργασίες της για τα Ιόνια νησιά, υποστήριξε την ελληνικότητά τους και την ως εκ τούτου αναγκαιότητα απόδοσής τους στην Ελλάδα. Όταν ξεσπά η Κρητική Επανάσταση του 1866 εφοδιάζει τους εξεγερμένους με όπλα. 496 Ίριδα Αυδή-Καλκάνη, «Ντόρα ντ Ίστρια (Ελένη Γκίκα)», στο Συλλογικό: Γυναίκες φιλέλληνες, Ε Ιστορικά, τ/χ.228 (18 Μαρτίου 2004), σελ Ίριδα Αυδή-Καλκάνη, «Ντόρα ντ Ίστρια (Ελένη Γκίκα)», στο Συλλογικό: Γυναίκες φιλέλληνες, Ε Ιστορικά, τ/χ.228 (18 Μαρτίου 2004), σελ Ίριδα Αυδή-Καλκάνη, «Ντόρα ντ Ίστρια (Ελένη Γκίκα)», στο Συλλογικό: Γυναίκες φιλέλληνες, Ε Ιστορικά, τ/χ.228 (18 Μαρτίου 2004), σελ.34 κ.εξ.

228 228 Ενώ με την εργασία της για τα δημοτικά τραγούδια προβάλει τη συνέχεια με την αρχαία Ελλάδα: οι ήρωές τους, οι Κλέφτες, ισχυρίζεται «είναι νέοι άνδρες, οι οποίοι από πολλές απόψεις μοιάζουν με περισσότερο με τους ρωμαλέους συντρόφους του Αχιλλέα, παρά με τους φοβισμένους υπηκόους του τελευταίου Κωνσταντίνου». Οι γλύπτες αδελφοί Φυτάλη φιλοτεχνούν την προτομή της. Η Ελληνική Αρχαιολογική Εταιρεία την ανακηρύσσει στις 23 Μαΐου 1860 επίτιμο εταίρο της-τίτλος που απονεμόταν πρώτη φορά σε γυναίκα. Το 1867 της απονεμήθηκε ο τίτλος του επίτιμου Έλληνα πολίτη. Ο δήμος Αθηναίων έχει δώσει το όνομά της σε έναν δρόμο του Ευαγγελισμού. Το 1673 ο Λεοπόλδος ο 1 ος (ή Leopold Ignaz Joseph Balthasar Felician όπως ήταν ολόκληρο το όνομα του), βασιλιάς της Ουγγαρίας, της Βοημίας, της Κροατίας και Αρχιδούκας της Αυστρίας, έδωσε τον τίτλο Πρίγκηπας της ιερής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στον Grigore II Ghica. Ποια ήταν όμως η οικογένεια Γκίκα; Η οικογένεια Γκίκα ήταν μία μεγάλη οικογένεια της Ρουμανίας, τα μέλη της οποίας είχαν διασπαρεί στη Βλαχία, Μολδαβία και το Βασίλιο της Ρουμανίας. Η προέλευση της οικογένειας δεν είναι ξεκάθαρη. Ορισμένοι, όπως ο Paul Cernovodeanu (La Famille Ghika court historique) και ο Charles Francis Richardson (The International Cyclopedia: A Compendium of Human Knowledge, Rev. with Large Additions, Volume 6, 1898), τη θεωρούν αλβανικής καταγωγής, ενώ άλλοι, όπως ο Liviu Bordaș (Dor de Dunăre şi alte nostalgii cosmopolite - Preţul cosmopolitismului, Observator Cultural, No. 437, August, 2008), τη θεωρούν βλάχικης καταγωγής. Σύμφωνα με έναν θρήλο (Legend XXXVII, O sama de cuvinte), στον οποίο όμως αναφέρονται πολλές ιστορικές ανακρίβειες και αναχρονισμοί, που διαδόθηκε από τον Μολδαβό χρονικογράφο Ion Neculce, δύο φτωχά παιδιά που αργότερα έγιναν διάσημοι, συναντήθηκαν στο ταξίδι τους προς την Κωνσταντινούπολη και υποσχέθηκαν ο ένας στον άλλον αμοιβαία υποστήριξη στο μέλλον. Ο ένας ήταν ο Arbëreshë (αλβανόφωνος) Gheorghe Ghica, ιδρυτής της οικογένειας Γκίκα, ενώ ο άλλος ήταν ένας "Τουρκοκύπριος", ο ιδρυτής της οικογένειας Köprülü. Στα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το Βέλες μετονομάστηκε σε Κιοπρουλού, ενώ στα χρόνια του Κομμουνισμού σε Τίτοβ Βέλες 499. Ο Gheorghe Ghica ήταν γιος του Matei Ghica από το Ζαγόρι, ο οποίος μαζί με τον γιο του μετανάστευσε στην Κωνσταντινούπολη, ενώ αργότερα ο Gheorghe Ghica μετανάστευσε στη Μολδαβία, όπου σταδιακά κατάφερε να εισέλθει στην τάξη των ευγενών και απέκτησε την εύνοια του αλβανικής καταγωγής πρίγκηπα της Μολδαβίας Vasile Lupu. Ο Vasile Lupu (ή Vasil Koci όπως ήταν το πραγματικό του ονοματεπώνυμο) ήταν βοεβόδας (δηλαδή πρίγκηπας) της Μολδαβίας στα Γεννήθηκε το 499 Michael Herzfeld, Πάλι δικά μας. Λαογραφία, Ιδεολογία και διαμόρφωση της σύγχρονης Ελλάδας, μτφρ. Μαρίνος Σαρηγιάννης, εκδ.αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2002, σελ.104.

229 στο Arbanasi, ένα αρβανίτικο χωριό στη Βουλγαρία. Ήταν γιος του Nikollë Koci, από την Ήπειρο, ο οποίος μαζί με άλλους μισθοφόρους, κατέφυγε στο Arbanasi. Ο Vasile, που πήρε αργότερα το παρατσούκλι Lupu (λύκος), εισήγαγε το πρώτο κωδικοποιημένο σύνταγμα στη Μολδαβία το 1646, στο Iaşi (Ιάσιο). Το σύνταγμα ήταν γνωστό ως Carte româneascǎ de învăţătură (Ρουμανική χάρτα/βιβλίο της γνώσης) ή και ως Pravila lui Vasile Lupu (Κώδικας του Vasile Lupu). Οι απόγονοι της οικογένειας Κότσι ενώθηκαν μέσω γάμου με άλλες αριστοκρατικές οικογένειες της Μολδαβίας, όπως οι Bucioc, Boulesti και Abazesti. (Susana Andea (2006). History of Romania: compendium. Romanian Cultural Institute και Nicolae Iorga, Byzance après Byzance: continuation de l'histoire de la vie byzantine, Bucarest, 1935). Απ την άλλη, ορισμένα μέλη της οικογένειας Ghica προέβαλαν μία Βλάχικη εθνική συνείδηση 500. Για παράδειγμα τα μέλη της οικογένειας που είχαν καταφύγει και ζούσαν στην Αυστρία, ετεροπροσδιορίζονταν ως Βλάχοι. Γνωρίζουμε επίσης ότι στα σχέδια του Grigore III Ghica ήταν να ανοίξει βλάχικα σχολεία, στις περιοχές των Βαλκανίων που ήταν υπό Οθωμανική κυριαρχία. (Liviu Bordas, Dor de Dunare si alte nostalgii cosmopolite, Pretul cosmopolitismului, Observator Cultural, No.437, August, 2008). Μέχρι το 1777 χρονιά κατά την οποία ο Grigore III Ghica δολοφονήθηκε επειδή αντιτέθηκε στην προσάρτηση της Μπουκοβίνα (Буковина), περιοχή που σήμερα μοιράζεται ανάμεσα στην Ουκρανία και τη Ρουμανία, από τους Αψβούργους άλλα από τα μέλη της οικογένειας Γκίκα ήταν επηρεασμένοι από τη ρουμανική ταυτότητα και άλλοι είχαν εξελληνισθεί (υιοθετόντας την ελληνο-φαναριότικη ταυτότητα στην Κωνσταντινούπολη). Η ιστορία και η φήμη της οικογένειας, είναι περισσότερο γνωστές στο δυτικό κοινό από το βιβλίο της Elena Ghica Gli Albanesi in Rumenia. Storia dei principi Ghika (Οι Αλβανοί στη Ρουμανία. Η ιστορία των πριγκίπων Γκίκα). Η Dora d'istria (ψευδόνυμο της Elena Ghica), υιοθέτησε τη θεωρία της αλβανικής καταγωγής του ιδρυτή της οικογένειας, αν και στην αρχή είχε μια φιλελληνική συμπεριφορά, λόγω της ελληνικής καταγωγής της μητέρας της Αικατερίνης Φωκά και λόγω του Έλληνα δασκάλου της, Γρηγορίου Παπαδόπουλου. Άρχισε να μελετάει την αλβανική ιστορία και τελικά έγινε - κυρίως από το 1866 και μετά ο κύριος υποστηρικτής στη δυτική Ευρώπη του αλβανικού ζητήματος, παρόλο που ποτέ δεν έμαθε την αλβανική γλώσσα. Το βιβλίο της Gli Albanesi in Rumenia. Storia dei principi Ghika 501 που εκδόθηκε το 1873 στη Φλωρεντία, 500 Ίριδα Αυδή-Καλκάνη, «Ντόρα ντ Ίστρια (Ελένη Γκίκα)», στο Συλλογικό: Γυναίκες φιλέλληνες, Ε Ιστορικά, τ/χ.228 (18 Μαρτίου 2004), σελ Michael Herzfeld, Πάλι δικά μας. Λαογραφία, Ιδεολογία και διαμόρφωση της σύγχρονης Ελλάδας, μτφρ. Μαρίνος Σαρηγιάννης, εκδ.αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2002, σελ. 108.

230 230 κάνοντας την οικογένεια της να την αποκληρώσει, κατάφερε να μετατοπίσει την αντίληψη του κοινού προς την θεωρία της αλβανικής καταγωγής της οικογένειας και προς τον εξοβελισμό της βλάχικης θεωρίας. Του βιβλίου προηγήθηκαν μία σειρά από άρθρα σχετικά με τα έθνη της νοτιοανατολικής Ευρώπης και της μάχης τους για ανεξαρτησία. Μετά από άρθρα για τη ρουμανική (1859), την ελληνική (1860) και τη σερβική εθνική ταυτότητα (1865), η Dora d'istria εξέδοσε το 1866 ένα άρθρο με τίτλο Η αλβανική ταυτότητα σύμφωνα με τα λαϊκά τραγούδια. Η μελέτη αυτή μεταφράστηκε στα αλβανικά το 1867 από τον Arbëreshë (Αλβανό της Ιταλίας) πατριώτη Dhimitër Kamarda και ως πρόλογο είχε ένα ποίημα με επαναστατικό περιεχόμενο, που γράφτηκε από έναν Αλβανό συγγραφέα ο οποίος με αυτό απευθυνόταν στους συμπατριώτες του, καλώντας τους να επαναστατήσουν εναντίον των Οθωμανών (Nathalie Clayer, Origins of Albanian nationalism, Karthala, Paris, 2007, p.209) Έτσι λοιπόν, η Dora d'istria έγινε διάσημη στους αλβανικούς εθνικιστικούς κύκλους, τα μέλη των οποίων δεν δίσταζαν να χρησιμοποιήσουν το όνομα της ώστε να κερδίσουν υποστήριξη για το θέμα τους. Αυτό έγινε δεκτό και καλλιεργήθηκε και από την ίδια την d'istria, η οποία διατηρούσε τακτική επικοινωνία και αλληλογραφία με αρκετούς Αλβανούς πατριώτες, όπως ο Kamarda και ο Jeronim de Rada. Μετά την έκδοση του Gli Albanesi in Rumenia, οι Αλβανοί εθνικιστές στην Ιταλία ανακήρυξαν την Elena Ghica ως την μη εστεμμένη βασίλισσα της Αλβανίας. Στο τέλος αυτού του αιώνα, ένα άλλο μέλος της οικογένειας Γκίκα, ο αριστοκράτης και συγγραφέας Albert Ghica, διεκδίκησε τον αλβανικό θρόνο. (Liviu Bordaș, Dor de Dunăre şi alte nostalgii cosmopolite - Preţul cosmopolitismului, Observator Cultural, No. 437, August, 2008) Η D'Istria ήταν πολύ καλή ζωγράφος. Ήταν μέλος πολλών εκπαιδευτικών συλλόγων, όπως η Ιταλική Ακαδημία. Είχε ανακηρυχθεί ως επίτιμη πολίτης από το Κοινοβούλιο της Ελλάδας και ως επίτιμη δημότης από ορισμένες ιταλικές πόλεις. Ήταν καλή κολυμβήτρια, και ασχολούνταν επίσης με την ορειβασία. Είχε κάνει μία αναρρίχηση στο βουνό Blanc στις 1 Ιουνίου του 1860, την οποία είχε περιγράψει στο βιβλίο της La Suisse allemande 502. Πέθανε στη Φλωρεντία στις 17 Νοεμβρίου του 'H προικισμένη μέ πολλά πνευματικά χαρίσματα, γνωστή στούς φιλολογικούς κύκλους τής Ευρώπης μέ τό ψευδώνυμο Dora d Istria, πριγκίπισσα Ελένη Γκίκα Κολτσώφ Μασάλσκη ( ), άνεψιά τοΰ ηγεμόνα τής Βλαχίας Αλεξάνδρου 502 Ίριδα Αυδή-Καλκάνη, «Ντόρα ντ Ίστρια (Ελένη Γκίκα)», στο Συλλογικό: Γυναίκες φιλέλληνες, Ε Ιστορικά, τ/χ.228 (18 Μαρτίου 2004), σελ

231 231 Γκίκα ( ), έλαβε εύρεΐα μόρφωση στήν αυλή του 503 κατά βάση ελληνοκεντρική, μέ δάσκαλο τόν όνομαστό "Ελληνα λόγιο Γρηγ. Γ. Παπαδόπουλο, ό όποιος καί θα έπέδρασε άσφαλώς πολύ στήν άνάπτυξη σ εκείνη θερμών φιλελληνικών αισθημάτων, πού διαποτίζουν τά έθνοϊστορικά βιβλία της, τά δημοσιευμένα μετά τή συμπλήρωση των σπουδών της στή Δυτική Ευρώπη. Στά φιλελληνικά της αισθήματα καί στόν θαυμασμό της γιά τήν Ελληνική Επανάσταση τοΰ 1821 όφείλεται καί ή μεγάλη επιθυμία της νά έπισκεφθει καί νά γνωρίσει άπό κοντά τή χώρα καί τούς άπογόνους των άρχαίωνελλήνων, οί όποιοι εμφανίστηκαν καί πάλι στό προσκήνιο τής Ιστορίας μέ τίτλους ηρώων, μέ φιλοδοξίες ν ανανεώσουν τόν πολιτισμό τους, νά διαψεύσουν έτσι τή δυσμενή γιά τήν καταγωγή τους θεωρία του Fallmerayer, νά εκμηδενίσουν τους ειρωνικούς υπαινιγμούς του About τούς διάχυτους στό βιβλίο του La Grèce contemporaine καί ν άντικρούσουν φιλοτουρκικούς ισχυρισμούς στά έργα Histoire de Turquie του Lavullée, La Turquie contemporaine του Holland καί σέ άλλα άκόμη δημοσιεύματα πού τυπώθηκαν μετά τήν έκρηξη τού Κριμαϊκού πολέμου ( ) στή Γαλλία καί Αγγλία. Όπως ή Ιδια γράφει στόν πρόλογο τού δίτομου βιβλίου της, «μετά τήν Επανάσταση τού 1821 αυτή τού 1789 τής Ανατολής ή Ελλάδα δέν έπαψε ν άπασχολεϊ τήν προσοχή τών λαών τής Δυτικής Ευρώπης. Αλλά άπό έκείνη τήν εποχή μπορεί κανείς νά διαπιστώσει στόν τύπο της δύο τάσεις παραπολύ διαφορετικές. Οί μέν, όπως ό Γάλλος Pouqueville, χαιρέτιζαν μέ ενθουσιασμό τήν άναγέννηση τής πατρίδας τού Σωκράτη καί τού Πλάτωνα καί τής προφήτευαν πιό εύτυχισμένη μοίρα. Άλλοι, όπως ό Τυρολέζος Fallmerayer, άμφισβητοΰσαν συστηματικά τούς τίτλους πού πρόβαλλε γιά νά τή συμπαθεί ό πολιτισμένος κόσμος καί προσπαθούσαν, μέ όλα τά μέσα πού διέθεταν, νά τήν κάνουν μισητή καί γελοία στά μάτια τών χριστιανικών λαών. Ό πόλεμος τής Κριμαίας αύξησε φυσικά τόν αριθμό τών εχθρών πού είχαν ήδη οί "Ελληνες στή Δύση» (σ. I). Ό σκοπός τού ταξιδιού τής Dora d Istria στην Ελλάδα ήταν νά μελετήσει έπιτόπου τά διάφορα ίστορικολαογραφικά προβλήματα πού παρουσίαζε καί όχι νά κάνει θεωρίες. «Εμψυχωμένη άπό ζωηρή επιθυμία, γράφει, νά είμαι αμερόληπτη, ακόυσα τούς άνθρώπους όλων τών μερίδων, μελέτησα όλες τίς τάξεις καί ρώτησα μέ τήν ίδια φροντίδα τόσο τούς γιδοβοσκούς τού Παρνασσού καί τούς βοσκούς τής Αρκαδίας, όσο καί τούς Φαναριώτες, τούς καθηγητές καί τούς θεολόγους τής Αθήνας. "Εχω πάρει μαζί μου άναμφίβολα μιά εντύπωση ευνοϊκή γιά τήν Ελλάδα, άλλά νομίζω ότι μπορώ νά πω ότι γιά τή μαρτυρία μου δέν χρησιμοποίησα κανένα τέχνασμα μέ σκοπό νά κάνω τούς αναγνώστες μου νά-συμφωνήσουν μαζί μου» (σ. 503 Γιά τήν άκτινοβολία της έλληνικής παιδείας καί του πολιτισμού στή Βλαχία καί Μολδαβία πρίν άπό τήν Επανάσταση τοϋ 1821 βλ. Άποστ. Ε. Βακαλοπούλου, Ιστορία τοΰ Νέου 'Ελληνισμού, ΆΟήναι 1973, τ. 4, σ. 247 κ.έ., Ιδίως σσ

232 232 XI). Άς σημειωθεί ότι στήν περιήγησή της αυτή, πού κράτησε δυό μήνες, άπό τίς 6/18 Ιουλίου 1860 κ.ε., συνοδός της καί ουσιαστικά άρχηγός τής όμάδας, πού κατεύθυνε τό δρομολόγιό της, πρέπει νά ήταν, όπως θ αποδείξω παρακάτω, ό ίδιος ό παλιός της δάσκαλος Γ. Γ. Παπαδόπουλος, καθηγητής τότε τών Καλών Τεχνών καί μέλος τής Αρχαιολογικής Εταιρείας (τ. 1 σ. 4). Ή παρουσία του θά διευκόλυνε πολύ βέβαια, άπό ιστορική καί λαογραφική άποψη, τήν πριγκίπισσα όχι μόνο κατά τήν επίσκεψη καί διερεύνηση τών τόπων, μέσα άπό τούς όποιους θά περνούσαν, άλλά καί κατά τήν άμεση επικοινωνία της μέ τούς χωρικούς καί τά προβλήματά τους. Άπό τά παραπάνωφαίνεται ότι οί σχέσεις του παλιού δασκάλου μέ τήν εκλεκτή του μαθήτρια, καθώς καί ή άλληλεκτίμησή τους, ποτέ δέν διακόπηκαν, όπως θά φανεί από τά στοιχεία πού θά μνημονεύσω άμέσως παρακάτω. Μετά τήν περιγραφή του ταξιδιού της στήν Πελοπόννησο, ϋστερ άπό όρισμένες παρατηρήσεις της γιά τήν ιδιοσυστασία τού Κορινθιακού κόλπου καί γιά τίς χαρακτηριστικές διαφορές μεταξύ Πελοποννησίων καί Ρουμελιωτών, ή προσοχή της στρέφεται πρός τούς συνταξιδιώτες καί προπάντων σ ένα «παλληκάρι» πού είχε σκοπό νά περάσει στή Μακεδονία. Τότε κάποιος άλλος άπό τούς συντρόφους της, καταγόμενος άπό τή Μακεδονία, μέ πολλή ευγένεια, όπως γράφει, προθυμοποιήθηκε νά τής δώσει «ενδιαφέρουσες πληροφορίες» γιά τήν Ελληνική Επανάσταση τού 1821, γιά ενα γεγονός, τού όποιου ή άνάμνηση συντηρεί τά πατριωτικά αισθήματα τών Ελλήνων καί τό όποιο ή Ιδια θέλησε νά τό ξαναζωντανέψει. Αυτές άκριβώς τίς καταγραφές της, όσες μοϋ φαίνονται άξιόλογες νά σταχυολογηθοΰν, επιθυμώ νά παραθέσω μέ τήν πρόθεση νά διασώσω, κοντά στά τόσα άλλα γνωστά ιστορικά στοιχεία, καί τά νέα, τά άξιόπιστα βέβαια, πού συνέλεξε ή Dora d Istria. Ειδικά γιά τίς χαρακτηριστικές άρχές πού κυριάρχησαν στόν νου τής Δώρας κατά τήν περιήγησή της στή Ρούμελη καί στήν Πελοπόννησο γράφει ό Παπαδόπουλος τά παρακάτω στίς σελίδες , τά όποια άξίζει νά τά παραθέσουμε αύτολεξεί, γιά νά κρίνουμε τή βαθιά εκτίμησή του γιά τό έργο της: «Ή πριγκήπισσα Μασσάλσκη, είλικρινώς καί θερμώς τήν Ελλάδα άγαπώσα, ήλθεν ενταύθα τή 12 Μαΐου 1860, όπως έκπληρώση παλαιόν τινα καί έγκάρδιον πόθον αύτής διότι ή Ελλάς είναι ού μόνον γή τών πατέρων αύτής καί πνευματική μητρόπολις τού εύρωπαϊκοΰ πολιτισμού, είς ήν πάντα τά εκλεκτά πνεύματα μετ άγάπης καί σεβασμού προσερχόμενα επιζητούσε τάς άναμνήσεις τού παρελθόντος καί τάς ελπίδας τού μέλλοντος Άλλ είναι προς τούτοις καί τό μέγα τών άγώνων τής Δώρας στάδιον διότι ό ελληνισμός καί ή όρθοδοξία είναι τά δύω ζωτικώτατα τού καθ ημάς άνατολικοΰ βίου στοιχεία, καθ ών δεινώς οί πολέμιοι ήμιν άντιστρατεύονται. Διατρίψασα δέ έν Άθήναις μέχρι τής 6 Ιουλίου έπεσκέφθη τήν Αττικήν, τήν Βοιωτίαν, τήν Φωκίδα, τήν Αιτωλίαν, τήν Άχαΐαν, τήν Αρκαδίαν, τήν Λακωνίαν καί τήν Αργολίδα,

233 233 συντελέσασα τήν επίπονον ταύτην περιήγησιν είς δύω περίπου μήνας. Άλλά κατά τό διάστημα τούτο μηδόλως διατρίβουσα έν ταις πόλεσι καί μετά θαυμαστής όντως καρτερίας παντοειδείς ύφισταμένη μόχθους, διά μέσου καταπληκτικών πολλάκις δυστοπιών, έπεσκέπτετο παν δ,τι έκρινεν άξιον τής προσοχής αύτής, προ πάντων μετά του λαού συγκοινωνούσα, είσερχομένη εις τήν καλύβην του χωρικού καί εξ οικείας άντιλήψεως τά κατ αυτόν μανθάνουσα Άνευρίσκουσα τά λείψανα τού άγώνος καί παρ αυτού πολλά αυτού επεισόδια άποθησαυρίζουσα- άνερχομένη είς άποκρήμνους άκρας, όπως θαυμάση καλόν τι τοπίον, ή όπως είσδύση είς τά καταγώγια τής θρησκείας υπέρ ής συνηγορεί, ή συνίδη τόν μοναχόν, οδ τό πνεύμα κατακρίνει, εν αύτοΐς τοις χαρακώμασιν αυτού. Εύλόγως λοιπόν δυνάμεθα νά εϊπωμεν, ότι ούδείς τών εν τή Δύσει περί Ελλάδος γραψάντων ήδυνήθη νά έξευρευνήση όσα καί όπως ή Δώρα. Προς τούτοις δέ όξυτάτη κατά τήν άντίληψιν οδσα, έταστικωτάτη κατά τήν παρατήρησιν καί βαθυτάτη κατά τήν κρίσιν, εδρε τό μυστήριον πλεΐστα εν όλίγψ χρόνιο νά μάθη, πολλά μέν τής άρχαίας Ελλάδος εν τή ζώση φύσει σπουδάζουσα, πολλά δέ καί τής νεωτέρας βέλτιον έμβλέπουσα ή ημείς αυτοί, ώς άδιαφοροΰντες διά τήν συνήθειαν, ή οί ξένοι, ώς έστερημένοι τών άναγκαίων γνώσεων περί τών ήμετέρων ήθών καί εθίμων καί τής γλώσσης, προ πάντων δέ έστερημένοι τής μεταξύ λαού καί συγγραφέως συμπάθειας δι ής μόνης δύναται ό περιηγούμενος νά είσδύση είς αυτό τό βάθος τών άντικειμένων τής παρατηρήσεως αυτού. Ούχί μόνον τήν έθνολογικήν ημών ουσίαν συνειδεν ή Δώρα καί τήν ήθικήν, κοινωνικήν καί πολιτικήν κατάστασιν εγνω, άλλά καί αυτόν τόν διοικητικόν μηχανισμόν συνέλαβεν επ αύτοφώρω όσάκις ή κακώς προσηρμόζετο, ή εκ κακοβουλίας προσέκοπτε. Δέν είναι λοιπόν άπορον, άν προεΐπε μετά τοσαύτης ασφαλείας τήν τότε παρ ήμΐν έπικειμένην μεταβολήν τών καθεστώτα^. Ό παλιός Μακεδόνας καθηγητής τής Δώρας, ό Γρηγ. Γ. Παπαδόπουλος, καθώς καί άλλοι πού γνώρισε κατά τήν περιήγησή της είναι ασφαλώς εκείνοι πού τής κίνησαν τό ενδιαφέρον νά δώσει στό βιβλίο της πληροφορίες καί γιά τή σκλαβωμένη τότε Μακεδονία (είναι φανερό ότι δέν τήν έπισκέφθηκε ή ίδια), ειδικά γιά τή Δυτική καί μέρος τής Κεντρικής, γιά τή Νάουσα 504. "Ανατρέχει στό μακρινό παρελθόν τής περιοχής, στά βυζαντινά χρόνια, όπότε στις όχθες τοϋ "Αξιού (Βαρδαρίου) είχαν έγκατασταθει, κατά μία άποψη, Πέρσες έποικοι καί βαθμιαία έκχριστιανιστεΐ (άναφέρεται καί έπισκοπή Βαρδαρίου), οί όνομαζόμενοι «Βαρδαριώται», οί όποιοι είχαν άναγκαστεΐ νά έγκαταλείψουν τή χώρα τους κατά τήν προέλαση τών μουσουλμάνων πρός δυτικά Dora d Istria, Excursions en Roumélie et en Morée, τ. 1, σ Γιά τήν άμφιλεγόμενη ταυτότητα καί Ιστορία τών «Βαρδαριωτών» βλ. γνώμες N. Α. Βέη στό Έγκυκλ. Λεξικό Έλευθερουδάκη, Κωνστ. Άμάντου, 'Ιστορία τον βυζαντινού κράτους, τ. 2 ( ), σ. 124, δπου καί άπόψεις Στίλπ. Κυριακίδου και Janin.

234 234 Ένδιαφέρεται ή Δώρα γιά τήν κοντινή πρός τόν "Αξιό Νάουσα, τής όποιας ή άνταρσία καί ή τραγική τύχη καί τού πληθυσμού της στις 12 καί 13 "Απριλίου 1822 είχε συγκινήσει τήν κοινή γνώμη. "Άς σημειωθεί έδώ ότι μετά τήν καταστροφή τής πατρίδας τους Ναουσαΐοι άγωνιστές κατεβαίνουν καί πολεμούν στή Νότια Ελλάδα. Και συγκεκριμένα ό Νικ. Κασομούλης άναφέρει ότι κατά τήν εισβολή τού Δράμαλη στήν Πελοπόννησο, Ναουσαΐοι έπί τρεις ώρες πολεμούσαν μαζί του μέ άλλους Ρουμελιώτες έναντίον τών Τούρκων στις 21 "Ιουλίου/2 Αύγούστου 1822, μέρα Κυριακή, κυρίεψαν τή θέση Προφ. Ήλίας καί κυνήγησαν τούς αντιπάλους των ώς τό "Άργος 506. Στή Νάουσα, μετά τήν καταστροφή της, είχαν έποικιστεΐ 40 τουρκικές οικογένειες, όπως μάς λέγει ή Δώρα 507, οί όποιες κυρίως πρέπει νά ήταν Τουρκαλβανοί μεταφερμένοι άπό τό Λάλα τής Πελοποννήσου καί έγκαταστημένοι στόν καζά Βέροιας 508. Τόν "Ιούνιο τού 1821 οί Λαλιώτες, άποκλεισμένοι στήν πατρίδα τους άπό τόν κλοιό τών Ελλήνων έπαναστατών, απελευθερώθηκαν μέ τήν έπέμβαση τού Γιουσούφ πασά τών Σερρών, ό όποιος έλυσε τήν πολιορκία καί γιά τήν άσφάλειά τους τούς συνόδεψε ώς τήν Πάτρα 509. 'Η Δώρα συγκρίνοντας τίς τουρκικές οικογένειες τής Νάουσας μέ τίς ελληνικές γράφει κατά πληροφορίες βέβαια προερχόμενες άπό εντοπίους της περιοχής ότι οί πρώτες υστερούσαν ώς πρός τά φυσικά καί πνευματικά τους χαρίσματα, καθώς καί ώς πρός τη φιλεργία καί τόν πατριωτισμό τους. Οί γυναίκες μάλιστα συνδύαζαν όμορφιά καί χάρη καί θύμιζαν τόν δωρικό τύπο τής κυνηγού Άρτέμιδος. Οί κοπέλες φοιτούσαν στό δημοτικό σχολείο καί παντρεμένες βοηθούσαν τούς άντρες τους νά κάνουν γόνιμη καί καρποφόρα τήν πεδιάδα πού άπλώνεται εμπρός στην πόλη τους. Άπό τά άμπέλια, τά φυτεμένα στίς πλαγιές τών λόφων της έβγαζαν τό όνομαστό ακόμη καί πριν άπό τήν Επανάσταση μαύρο κρασί της. Καί τώρα, παρατηρεί ή Δώρα, τά κέρδη τού Ναουσαίου είχαν αυξηθεί άπό τήν ανάπτυξη τών εργοστασίων οινοποιίας, καθώς καί άπό τή βιοτεχνία πιλημάτων, άπό τίς μπατανίες πού τίς δούλευαν στά όρμητικά νερά τής Άράπιτσας καί τίς πουλούσαν στήν ελεύθερη Ελλάδα. Κατόπιν ή Δώρα έρχεται στήν περιγραφή τού καλύμματος τής κεφαλής τών γυναικών, πού τό θαυμάζει καί τό παρομοιάζει μέ τήν αρχαία στεφάνην. 506 Ενθυμήματα στρατιωτικά τής Έπαναστάσεως τών Ελλήνων , ΆΟήναι 1940, τ. Ι,σσ Dora d Istria, ί.ά., τ. 1, σ Βλ. Ίωάν. Κ. Βασδραβέλλη, Ιστορικά Αρχεία Μακεδονίας. Β λ Άρχεΐον Βεροίας-Ναούσης, , Θεσσαλονίκη 1954, σσ Σχετικά μέ τήν έγκατάσταση μουσουλμανικών οίκογενειών στή Νάουσα καί μέ τά διάφορα μετέπειτα προβλήματα πού άφορούσαν τήν έπάνοδο τών Ναουσαίων κατοίκων στήν πατρίδα τους βλ. τήν ένδιαφέρουσα μελέτη τοϋ Γεωργ. X. Χιονίδη, «Ζητήματα Ιδιοκτησίας-φορολογίας καί διώξεις στή Νάουσα στά χρόνια », Μακεδονικά 19 (1979)

235 235 Ό δάσκαλός της καί αρχαιογνώστης Γρηγ. Γ. Παπαδόπουλος θά τής μίλησε άσφαλώς καί γιά τόν πόλον καί γιά τό χαμηλό πλατύγυρο καπέλο τών Μακεδόνων, γιά τήν καυσίαν, πού τούς προστάτευε άπό τίς φλογερές άκτίνες τού ήλιου καί πού τό φορούσαν μέ περηφάνεια ακόμη καί στά χρόνια της, καθώς καί γιά τή γνωστή λαϊκή ενδυμασία καί υπόδηση. Σπάνια έβλεπε κανείς άνδρα μέ ευρωπαϊκή φορεσιά )Κεφάλαιο 6:Η αντιμετώπιση των γυναικών από τον ανδροκρατούμενο λογοτεχνικό και κριτικό λόγο και τις ιστορίες της λογοτεχνίας: 6.1)Οι περιπτώσεις του Εμμανουήλ Ροΐδη, του Γρηγορίου Ξενόπουλου,του Κωστή Παλαμά, των Σουρή-Κονδυλάκη και του Βλάση Γαβριηλίδη 511 : Σε όλο το ευρύ φάσμα του 19 ου αιώνα, οι γυναίκες άρχισαν να διεισδύουν στο χώρο των γραμμάτων και να αποκτούν μεγαλύτερη πρόσβαση στα λογοτεχνικά έργα. Ήταν η περίοδος εδραίωσης της γυναικείας εκπαίδευσης και ανάπτυξης της γυναικείας εκδοτικής δραστηριότητας. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 1887 άρχισε να εκδίδεται στην Αθήνα από την Καλλιρρόη Παρρέν η Εφημερίς των Κυριών, που συνιστούσε τον σημαντικότερο θεσμό για την εμψύχωση των γυναικών στην σχέση τους με τη λογοτεχνία και αποτέλεσε τη μετάβαση στη φεμινιστική συνείδηση 512. Οι γραμματολογίες μετά βίας συγκρατούν επτά γυναίκες στο πάνθεον των λογοτεχνών του 19ου αιώνος, επαυξάνοντας τις μόλις τρεις που απαντώνται στις ιστορίες νεοελληνικής λογοτεχνίας, και αυτές συμψηφίζοντας επιμέρους αναφορές - δύο σε μία, από μία σε δύο άλλες- ενώ, κατά κανόνα, η γυναικεία παρουσία διαγράφεται ολοσχερώς, σε αυτήν την πρώιμη περίοδο. Η μνημονευόμενη επτάδα χωρίζεται σε δυο διακριτές ομάδες. Τρεις σχεδόν ομήλικες, γεννημένες στα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 19ου, που έγραψαν στα χρόνια του Αγώνα την πρεσβύτερη, Μητιώ Σακελλαρίου, που υπογράφει την πρώτη επώνυμη μετάφραση κωμωδίας του Γκολντόνι, την λογία Ευανθία Καΐρη και την Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, που η "Αυτοβιογραφία" της λογαριάζεται μεταξύ των πρώτων κειμένων της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Όµως, οι γυναίκες από το 19ο, 20ό και 21ο αιώνα έχουν κάνει µεγάλο άλµα µε τη συµµετοχή τους στα κοινά. Πολύ σηµαντικός είναι ο ρόλος τους ως εκπαιδευτικών, όχι µόνο διότι επιτελούν το έργο τους υπεύθυνα, αλλά διότι επιτελούν και εθνικό έργο σε καιρούς δίσεκτους, ιδρύουν και διευθύνουν σχολεία, γαλουχούν µε τα λογοτεχνικά τους κείµενα γενιές και γενιές ελληνοπαίδων. 510 Dora d Istria, ε.ά., τ. 1, σσ Παρουσίαση των κυριοτέρων απόψεων των ανδρών λογίων συγγραφέων και κριτικών λογοτεχνίας για τη φύση της γυναικείας γραφής και επίσης πως αποτυπώνουν το γυναικείο λογοτεχνικό λόγο οι σημαντικότερες ιστορίες της λογοτεχνίας. 512 Ειρήνη Ριζάκη, Οι γράφουσες Ελληνίδες, εκδ. Κατάρτι, Αθήνα 2007, σσ

236 236 Οι γυναίκες σήµερα διεκδικούν θέσεις σε όλα τα επίπεδα, ακόµα και σε παραδοσιακά ανδρικά επαγγέλµατα (πιλότοι, στρατιωτικοί, οδηγοί ταξί, λεωφορείων, φορτηγών κ.ά.). Εκεί, όµως, που διαπρέπει η γυναίκα είναι στην εκπαίδευση. Ανάµεσα στις γυναίκες ξεχωρίζουν η Καλλιρρόη Παρρέν, η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, η Πηνελόπη έλτα, η Έλλη Αλεξίου και η Ρόζα Ιµβριώτη. Πολλά είναι τα Παρθεναγωγεία και οι δασκάλες που δίδαξαν τον υπόδουλο ελληνισµό και επιτέλεσαν εθνικό έργο, αλλά και στη διασπορά, όπως τα Παρθεναγωγεία σε Ρωσία, σε Αίγυπτο, σε Ρουµανία -Παρθεναγωγεία Βουκουρεστίου, Βραΐλας, Κωστάντζας, όπου έδινε παραστάσεις η Μ. Κοτοπούλη. Η διευθύντρια Σ. Αλιµπέρτη συνέβαλε στην ίδρυση Παρθεναγωγείων και η Παρρέν 513 εξέδωσε τα έργα της Παπαδοπούλου που πέθανε νέα. Στην Αθήνα λειτουργεί το Παρθεναγωγείο/Αρσάκειο για κορίτσια µε γυναίκες εκπαιδευτικούς και το µουσικό σχολείο, όπου οι πρώτοι µαθητές κατά το σχολικό έτος ήταν 253 αγόρια και 217 κορίτσια, αλλά οι καθηγητές ήταν µόνον άνδρες. Από µνήµες της ροσίνης Μελετοπούλου κατά την υποδοχή του ιαδόχου Κωνσταντίνου στο Αρσάκειο (γι αυτήν έγραψε ο Γ. ροσίνης την Ανθισµένη Αµυγδαλιά), µας αποκαλύπτεται το δασκαλοκεντρικό µοντέλο εκπαίδευσης 514. Η εκπροσώπηση της γυναικείας γραφής, σύµφωνα µε έρευνα της Χρ. Αργυροπούλου 515, κατά λογοτεχνικά ρεύµατα και γενιές δεν είναι ιδιαίτερα ικανοποιητική λόγω µικρής παρουσίας της γυναίκας στα λογοτεχνικά δρώµενα, θα µπορούσε όµως να είναι πιο αντιπροσωπευτική, το ίδιο επισηµαίνει και η Ελ. Λόππα 516 σε δική της έρευνα. Βέβαια, τόσο στην ποίηση όσο και την πεζογραφία η γυναίκα είναι η αγαπηµένη των λογοτεχνών. Καιρός είναι να αρθεί αυτή η ανισότητα της ανθολογούµενης γυναικείας γραφής, που ως τώρα είναι ισχνή. Στα Κ.Ν.Λ. γίνεται αναφορά στην εκπαιδευτικό, δασκάλα ή σπανιότερα καθηγήτρια στα εξής βιβλία: Α Γυµνασίου «Τα χαιρετίσµατα» της Αλ. Παπαδοπούλου, όπου η ίδια λειτουργεί ως κοινωνική λειτουργός, ως άνθρωπος που µε τον τρόπο της απαλύνει πόνους, Β Γυµνασίου «Πρόποση» του Α. Μήτσου και «Τα δεκατέσσερα παιδιά» του Ν. Βρεττάκου, Γ Γυµνασίου «Ο µικρός λαγός» του Ν. Παππά, Β λυκείου «Το σπίτι του δασκάλου» του Κ. Χατζόπουλου, όπου δασκάλα ονοµάζεται η πολύτεκνη σύζυγος του δασκάλου και Γ Λυκείου «Η τελετή» του Γ. Γιατροµανωλάκη, όπου έχοµε το συµφυρµό σε µια ηρωίδα της αυστηρής καθηγήτριας, της ευαίσθητης συναδέλφου, της ερωµένης και της µάνας. 513 Κ. Κούλα (1973), Από τα Αρχεία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Παρθεναγωγεία και ασκάλες του Υπόδουλου Ελληνισµού, τόµος Β, Αθήνα. 514 Γ. Καιροφύλλας, Η Αθήνα και οι Αθηναίοι , Αθήνα: Τυπογραφείον Ι. Α. ασκαλάκη, χ.χ, σ Χ. Αργυροπούλου (2001), Υπήρξε ένας ιδιότυπος ρατσισµός για τις ποιήτριες, Νέµεσις,14, σ Ε. Λόππα-Γκουνταρούλη (1996), Η γυναικεία παρουσία στα Κ.Ν.Λ. του Λυκείου, Σύγχρονη Εκπαίδευση, 88, σ

237 237 Αξίζει να προστεθεί ότι σε 129 Νεοελληνικά Αναγνώσµατα από το και σε 480 συγγραφείς οι 453 είναι άνδρες καιµόνον οι 27 είναι γυναίκες, επίσης σε κείµενα, τα είναι πεζά και τα είναι ποιητικά 517. Όσον αφορά τις αναφορές στο δάσκαλο και το σχολείο αυτές είναι πολλές και µπορούµε να πούµε ότι αναπαράγονται τα στερεότυπα για τα φύλα και στον εργασιακό τοµέα. Όσον αφορά, όµως, την παρουσία της γυναίκας εκπαιδευτικού στη λογοτεχνία, αυτή µπορεί να ταξινοµηθεί ανάλογα µε τους ρόλους της και µε αναφορές σε συγκεκριµένα έργα, όπως: δασκάλα, καθηγήτρια, εκπαιδευτικός και µοιραία γυναίκα, ερωτευµένη ή αντικείµενο έρωτα, µητέρα και αδελφή. Η κυρίαρχη άποψη της εποχής ήταν ότι, όταν οι γυναίκες γράφουν, πρέπει να παραμένουν στα όρια που ορίζει το φύλο τους. Η πένα τους οδηγείται από τη γυναικεία φύση τους και κατά συνέπεια τα γραπτά τους θα πρέπει να παρουσιάζουν άλλοτε μια αγαθή και χαριτωμένη εικόνα και άλλοτε μια επιπόλαια εικόνα. Για παράδειγμα ο Εμμανουήλ Ροΐδης με αφορμή την έκδοση του τόμου διηγημάτων Αθηναϊκά Ανθύλια της Αρσινόης Παπαδοπούλου δημοσιεύει άρθρο με τίτλο «Αι γράφουσαι» στην Ακρόπολη και αντιτίθεται στην πνευματική αυτή δραστηριότητα των γυναικών. Εύλογα η Ειρήνη Ριζάκη διερωτάται: «η γραφή διαιρείται κατά το φύλο των συγγραφέων σε δύο γένη ή αντίθετα η γραφή είναι εξ ορισμού οικουμενική; 518». Ενδεικτική ήταν η διαμάχη Καλλιρόης Παρρεν και του Εμμανουήλ Ροίδη, εκπροσώπου της κυρίαρχης γνώμης της τότε κοινωνίας. Η διαμάχη ξεκινάει τον Απρίλη του 1896, όταν ο Ροίδης, με αφορμή την έκδοση της συλλογής διηγημάτων της Παπαδοπούλου, εκθέτει τις απόψεις του για τις ελληνίδες συγγραφείς. Στα τέλη του 19ου αιώνα, διαδραματίστηκε, μάλιστα, η διένεξη του Εμμανουήλ Ροΐδη με την Καλλιρρόη Παρρέν, η οποία καταδεικνύει τη γενικότερη εικόνα της Περιόδου όσον αφορά την αντιπαλότητα της ανδρικής λογιοσύνης με τις γράφουσες. Η έριδα μεταξύ τους ξεκίνησε το 1896, όταν ο Εμμανουήλ Ροΐδης έγραψε το άρθρο του Αι γράφουσαι Ελληνίδες για το περιοδικό Ακρόπολη, στο οποίο ήθελε να μιλήσει πρωταρχικά για τη γραφή της Αρσινόης Παπαδοπούλου, αλλά ταυτόχρονα, βρήκε την ευκαιρία να εκθέσει στους αναγνώστες τις απόψεις του για τη γυναικεία λογοτεχνία. Το εν λόγω άρθρο του Ροΐδη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ακρόπολη", στις 28 Απριλίου 1896, ωστόσο την αποστροφή, που έτρεφε ο Συριανός, παρά την ευρωπαϊκή του παιδεία, για τη γυναικεία χειραφέτηση, την είχε εκφράσει πολύ νωρίτερα, υποστηρίζοντας πως η συγγραφική ενασχόληση ταιριάζει στις αδικημένες 517 Χ. Κουµπάρου-Χανιώτη (2003), Τα Νεοελληνικά Αναγνώσµατα στη Μέση Εκπαίδευση, , Αθήνα: Ζαχαρόπουλος, σ Βλ. Ριζάκη (2008, 45).

238 238 από τη φύση και τις μεγαλοκοπέλες. Όσο για τις νεότερες και τυχόν, χαριτωμένες γράφουσες, αυτές τις αποδεχόταν μόνο υπό τον όρο να περιορίζονται σε λεπταίσθητα έργα, συναφή με τις οικογενειακές τους υποχρεώσεις και τα μητρικά τους καθήκοντα. Με τον όρο γράφουσες αποκαλούνταν οι γυναίκες συγγραφείς, όχι μονάχα από τον Ροΐδη, αλλά γενικά από την κοινωνία της εποχής. Οι άνθρωποι του πνεύματος τις κατονονόμαζαν, επίσης, λόγιες ή πιερίδες θέλοντας να αποδυναμώσουν το ρόλο τους και να αποφύγουν να τους αποδώσουν την ιδιότητα του συγγραφέα, επειδή ήταν ασυμβίβαστη με τη φύση τους 519. Υποστηρίζει ότι, όταν γράφουν οι γυναίκες είναι υποχρεωμένες να κινούνται στα όρια που τους προσδιορίζει το φύλο τους: η γυναικεία φύση πρέπει να δηλώνεται σε κάθε γυναικείο έργο. Όταν υπερβούν τα όρια του φύλου τους, οι γυναίκες γίνονται γελοίες. Αυτές που εξασκούν ''ανδρικά'' επαγγέλματα (όπως γιατρού και δικηγόρου) αγγίζουν τα όρια της γελοιότητας. Αναφέρει ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι γυναίκες αντιτάχθηκαν στην ισότητα και στην εξίσωση των δύο φύλων. Οι ''φρόνιμες'' είναι αυτές που αποδέχονται ότι ο Προυντόν αποφάνθηκε, ότι δηλαδή ''δύο επαγγέλματα υπάρχουν για τις γυναίκες, το νοικοκυριό και η πορνεία". Ο Ροίδης δίνει έμφαση στην ορθότητα αυτής της άποψης, υποστηρίζοντας ότι την ίδια γνώμη είχαν και οι αρχαίοι έλληνες για τη λειτουργία των γυναικών και τα επαγγέλματα που μπορούν να εξασκήσουν στα όρια της ελληνικής κοινωνίας. Θεωρεί ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει γυναικείο ζήτημα. Ένας από τους κυριότερους λόγους για τον οποίο, όπως αναφέρει, οι γυναίκες δεν πρέπει να γράφουν, αποτελεί το γεγονός ότι τα ανδρικά συγγραφικά ελαττώματα γίνονται οξύτερα στα γραπτά μίας γυναίκας. Τέλος εκθειάζει το έργο της Παπαδοπούλου, γιατί διατηρεί κατά την άποψη του τις γυναικείες αρετές. Η απάντηση σ' αυτό το άρθρο ήρθε από την ίδια την Παρρέν με 4 άρθρα, που δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα των κυριών. Η Παρρέν επιτίθεται προσωπικά στον Ροίδη λέγοντας ότι δεν έχει ιδέα από τις γυναίκες και κατηγορώντας τον ότι δημοσιεύει στις εφημερίδες τα απομεινάρια της πνευματικής του παραγωγής. Περιγράφει το Ροίδη ως φύλακα άγγελο του παλαιού καθεστώτος. Θεωρεί ότι ο τύπος της γυναίκας που περιγράφει ο Ροίδης στο άρθρο του είναι ανύπαρκτος και ότι οι απόψεις του είναι αναχρονιστικές και δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Καταδικάζει το Ροίδη, γιατί ούτε λίγο ούτε πολύ υποστηρίζει ότι οι γυναίκες που εργάζονται είναι πουτάνες. Τονίζει η ίδια ότι τα γλωσσικά προβλήματα που εμφανίζουν στα γραπτά τους οι ελληνίδες λογοτέχνες οφείλονται στο γεγονός ότι δε γίνονται δεκτές στα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα. 519 Ελένη Βαρίκα, Μια δημοσιογραφία στην υπηρεσία της γυναικείας φυλής, Διαβάζω, αρ. 198, , σ. 7.

239 239 Τέλος τον κατηγορεί ότι δεν έχει διαβάσει καν τα έργα των γυναικών που κρίνει και καταγγέλλει την αδυναμία του να δώσει απάντηση στην κριτική που του ασκήθηκε από τις γυναίκες. Το αποτέλεσμα αυτής της διαμάχης ήταν η διεξαγωγή μιας σειράς συνεντεύξεων από το Δημήτρη Χατζόπουλο με θέμα το δικαίωμα της ελληνίδας στο γραπτό λόγο. Σ' αυτή τη συνέντευξη πήραν μέρος πέντε γυναίκες και ο Ροίδης. Από τη συνέντευξη προέκυψαν τα εξής αποτελέσματα: Άλλες γυναίκες έρχονται σε αντίθεση με τον Ροίδη, άλλες γυναίκες εμφανίζονται μετριοπαθείς ως προς τις απόψεις τους και μία γυναίκα δεν παίρνει θέση. Ο Ροίδης εκφράζει την απορία του για τις διαμαρτυρίες των γυναικών, καθώς θεωρεί ότι το άρθρο του υμνεί το γυναικείο φύλο. Ένα άλλο σημαντικό αποτέλεσμα της διαμάχης αυτής ήταν η μελέτη που δημοσίευσε ο Βλάσης Γαβριηλίδης με τίτλο "Αι γυναίκες" στην εφημερίδα Ακρόπολη. Στην μελέτη του αυτή υποστηρίζει ότι η άποψη πως η γυναίκα δεν έχει τίποτα το κοινό με τον άνδρα ταλαιπωρεί αιώνες το ανθρώπινο γένος. Καταγγέλλει το γάμο, ο οποίος δεν απέχει πολύ από την αγοροπωλησία. Προβλέπει την κατάργηση της προίκας, αναφέρει ότι επιστημονικά έχει αποδειχθεί ότι ο εγκέφαλος της γυναίκας δεν είναι κατώτερος από αυτόν του άνδρα, προβλέπει ότι η γυναικεία ισότητα είναι ζήτημα χρόνου. Στα τέλη του 19ου αι. παρατηρείται ένα φιλογυνικό πλαίσιο: ο εκδότης Βλάσης Γαβριηλίδης τάσσεται υπέρ του γυναικείου ζητήματος: Οι γυναίκες μπορούν να κάμουν όλες σχεδόν τις δουλειές, όλα τα επαγγέλματα, που κάνουν οι άνδρες. [...] Η γυναίκα βγαίνοντας απ τον σημερινό παθητικό και περιωρισμένο της ρόλο, προαγόμενη ψυχικά και πνευματικά, ευρύνοντας την ατομική και κοινωνική ενέργειά της μπορεί να γίνει ένας απείρος πολυτιμότερος, παρ ότι σήμερα, σύντροφος του ανδρός και παράγοντας, συνεπώς, του πολιτισμού, της ανθρώπινης ευτυχίας 520. Ξεκινάει, ο Ροΐδης λέγοντας χαρακτηριστικά: Τας γράφουσας γυναίκας αγαπώμεν υπό τον όρον να μη μετενδύωνται γράφουσαι εις άνδρας, αρκούμεναι εις μόνα του φύλου των τα χαρίσματα, την λεπτότητα, την χάριν, την φιλοκαλίαν, την ευαισθησίαν ή και την πονηρίαν 521. Δηλαδή, οι γυναίκες θα πρέπει να γράφουν έργα σύμφωνα με τη φύση τους. Εφόσον έχουν μικρότερη διάνοια από τους άνδρες, είναι καταλληλότερες στο να καταπιάνονται με ζητήματα μικρότερης αξίας. Δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τα όρια των αρμοδιοτήτων τους και να προσπαθούν να κάνουν ανδρικές δραστηριότητες, γιατί το αποτέλεσμα που προκύπτει, θα είναι γελοίο. 520 Βλ. Παράσχος (1929, ). 521 Εμμανουήλ Ροΐδης, Αι Γράφουσαι Ελληνίδες, Άπαντα, Άλκης Αγγέλου (επιμ.), τ.5, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1978, σ. 121.

240 240 Για τον Ροΐδη αλλά και για τη μεγαλύτερη μερίδα των διανοουμένων εκείνης της εποχής, προορισμός των γυναικών ήταν να εμπνέουν τους ποιητές, απέχοντας οι ίδιες έργων δημιουργικών. Ως καλές σύντροφοι, έπρεπε να καταβάλουν κάθε προσπάθεια για να τους εξασφαλίσουν τις αναγκαίες συνθήκες, ώστε εκείνοι γαλήνιοι και απερίσπαστοι να αφοσιώνονται στο γράψιμο. Πρότυπο συντρόφου για εκείνα τα χρόνια στάθηκε η σύζυγος του Σουρή, η, και γι' αυτό, τόσο προσφιλής του ποιητή, Μαρή. Ως παράδειγμα για την ενδεικνυόμενη γυναικεία γραφή, ο Ροΐδης προτείνει στο άρθρο του την Αρσινόη Παπαδοπούλου, εξαίροντας τη συλλογή διηγημάτων της, "Αθηναϊκά ανθύλλια", την οποία είχε εκδώσει στα τέλη του Αυτό το άρθρο στάθηκε το έναυσμα για τη διένεξη του Ροΐδη αρχικά με την Καλλιρόη Παρρέν και την εφημερίδα της, που, στη συνέχεια, εξελίχτηκε σε αντιπαράθεση του Ροΐδη και των ομοϊδεατών του με τις γράφουσες και τους υποστηρικτές τους. Διαμάχη, που θα ήταν, τρόπον τινά, τιμητική για τις γράφουσες, αφού απασχόλησε τον Τύπο κι ένας Ροΐδης πρωτοστάτησε. Στην πραγματικότητα, όμως, επρόκειτο και σε αυτήν την περίπτωση, για αντιπαράθεση δυο ανδρών, του Ροΐδη και του Ξενόπουλου, με αρχικό ερέθισμα, ένα δημοσίευμα του Ζακύνθιου στο "Άστυ", στις25 Δεκεμβρίου 1895, με τίτλο, "Δυο γυναίκες συγγραφείς". Επιπλέον, επισημαίνει ότι στη Γαλλία ακόμη και οι ίδιες οι γυναίκες κοροϊδεύουν τη χειραφέτησή τους, τις διαδηλώσεις και την αρθρογραφία, γεγονός που αποδεικνύει ότι η γυναικεία γραφή απαξιώνεται από τις ομόφυλές τους. Συνεχίζει, κατακρίνοντας τις διαλέξεις περί χειραφεσίας, τις ιδρύσεις συλλόγων και την Εφημερίδα των Κυριών και σημειώνει ότι: ταύτα δεν δύνανται να θεωρηθώσι κατ ουδένα λόγον ως συμπτώματα επισκήψαντος και εις την χώραν ημών παθολογικού οργασμού του γυναικείου εγκεφάλου, αλλά ως μεμονομέναι και τελείως άσχετοι προς την διανοητικήν υγείαν των Ελληνίδων απόπειραι πιθηκισμού. Παρόλο που ο ίδιος θέλει να αρκεστεί στα λίγα, δεν γίνεται, αφού οι σύγχρονές του γράφουσες δεν έχουν να επιδείξουν ιδιαίτερα προσόντα. Οι γυναίκες συγγραφείς θα πρέπει να φέρουν στο έργο τους την ταυτότητα του φύλου τους και τις κατ' εξοχήν γυναικείες τους ιδιότητες. Δεν θα πρέπει να προσπαθούν να μεταμφιέζονται και να επιδιώκουν να αντιγράψουν τους άνδρες στην συγγραφή των έργων, την επιστήμη, την πολιτική και τη φιλοσοφία. Ο Ροΐδης επιμένει ότι στα γυναικεία έργα συσσωρεύονται όλα τα χαρακτηριστικά της ανδρικής γραφής, όπως η σχολαστικότης, η επιτήδευσις εμβριθείας, ο δογματισμός, η στομφώδης κοινοτοπία και αι παρατάξεις ηχηρών λέξεων. Οι γυναίκες συγγραφείς πρέπει να παραμένουν γυναίκες και όταν γράφουν, να αναδεικνύουν την ευαίσθητη φύση τους. Η έλλειψη θηλυκότητας είναι η αιτία όλης αυτής της αρνητικής κριτικής. Η Αρσινόη Παπαδοπούλου συνιστούσε για τον Ροΐδη τη μοναδική εξαίρεση του κανόνα. Μέσα από τις δημιουργίες της ανεδείκνυε όλες τις γυναικείες της αρετές και

241 241 όσα αισθανόταν. Το έργο της ήταν πολύ πρωτότυπο και εξόχως γυναικείον, δυνάμενον να ομοιωθή με κέντημα επί μαύρου πενθίμου υφάσματος ζωηρών και ευχρόων ανθυλλίων. Η Αρσινόη Παπαδοπούλου ήταν η μόνη άξια του λόγου ανάμεσα στις γράφουσες Ελληνίδες 522. Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι το θέμα της γυναικείας χειραφέτησης συζητιέται στον πνευματικό κόσμο της Αθήνας. Επίσης διαφαίνεται ότι οι γυναίκες διαφοροποιούνται ως προς τον τρόπο δράσης, άλλες θεωρούν ότι οι διεκδικήσεις των γυναικών θα έρθουν μέσα από έναν κοινό αγώνα, άλλες δίνουν έμφαση στην ατομική προσπάθεια. Συνάμα η άποψη που επικρατεί την χρονική εκείνη περίοδο [η οποία εκφράζεται μέσο του Ροίδη] ταυτίζει τη γυναίκα με τη φύση και τον άνδρα με τον πολιτισμό. Στο δοκίμιο του «Αι γράφουσαι Ελληνίδες» αρχίζει κάνοντας την εξής διαπίστωση περί γυναικών: «Ή μικρά διάνοια των γυναικών είναι πολύ προσφορωτέρα της ανδρικής προς στάθμισιν μικρών πραγμάτων». Παρ ότι ένθερμος φίλος του γυναικείου φύλου, ο Ροΐδης θεωρήθηκε αντιφεμινιστής. Παραθέτω μερικές παροιμιώδεις «αντιφεμινιστικές» φράσεις του Ροΐδη, που επέσυραν την μήνιν της περίφημης φεμινίστριας Καλλιρρόης Παρέν: «Τας γράφουσας γυναίκας άγαπώμεν υπό τον όρον να μη μετενδυωνται γράφουσαι εις άνδρας, άρκοϋμεναι εις μόνα τα του φύλου των τα χαρίσματα, τήν λεπτότητα, την χάριν, την φιλοκαλλίαν. την ευαισθησίαν ή και την πονηρίαν». «Από τας γράφουσας ουδέν άλλο ζητοΰμεν παρα ν* άποδεικνυωνται εξ ίσου έξυπναι, χαρίεσσαι, ευαίσθητοι ή και πονηραί, φιλοσκώμμονες. κακόγλωσσοι και διασκεδαστικοί όταν γράφωσιν, όσον είναι και όταν όμιλώσι». «Κατά τούτο διαφέρει των άλλαχού γυναικών ή Έλληνις, ότι πολύ πεοισσότερον του έραστού αγαπά πάντοτε τον σύζυγον της». «Έκαστον έθνος έχει ζώον τι, τό οποίον θεωρεί ως ακάθαρτον οί Τούρκοι βδελύσσονται τους κυνας. οί Ιταλοί λέγουσιν ό χοίρος, μέ συμπάθειον, έν Ελλάδι δε ήκουσα πολλάκις χωρικούς λέγοντας: ή γυναίκα μου, μέ συμπάθειον». Ο Ξενόπουλος συνέκρινε τα πρόσφατα διηγήματα των δυο Παπαδοπούλου, επαινώντας την πρωτοτυπία των διηγημάτων της νεότερης Αλεξάνδρας, ενώ έβρισκε πως τα διηγήματα της Αρσινόης δεν ήταν παρά φτωχή συνέχεια μιας σχολικής παράδοσης. Όπως γράφει στην αυτοβιογραφία του, εν μέρει και μεταμελημένος, όταν αργότερα έτυχε να γνωρίσει την αθηναία διηγηματογράφο, του εξομολογήθηκε πως εκείνη η κρίση του την είχε κάνει να κλάψει από στενοχώρια. Πιθανώς τα δάκρυά της, ίσως, όμως, και κάποια λανθάνοντα αισθήματα αντιπαλότητας να είχαν παρακινήσει το δημοσίευμα του Ροΐδη ως απάντηση, αν και απέφυγε να αναφερθεί στην Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, δικαιολογούμενος αργότερα, 522 Εμμανουήλ Ροΐδης, ό.π., σσ

242 242 όταν τον πολιορκούσαν οι "κυρίες", πως αγνοούσε το βιβλίο της. Όπως κι αν έχει, ο χρόνος δικαίωσε την κρίση του Ξενόπουλου. Όσο για τη διαμάχη εκείνης της εποχής, κατά πόσο η γραφή έχει φύλο, απομένει ως τελεσίδικη η κρίση του Κωστή Παλαμά, ο οποίος απάντησε επιγραμματικά πως η Τέχνη δεν έχει γένος. Αν και τελικά, ίσως όχι και τόσο τελεσίδικη, καθώς, επί των ημερών μας, επανέρχονται οι φυλετικές κρίσεις και ομαδοποιήσεις. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και ο Κωστής Παλαμάς 523, ο οποίος σε συνέντευξη που παραχωρεί στην Καλλιρρόη Παρρέν και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα των Κυριών στις , αναφέρει: Η γυνή επλάσθη ίση προς τον άνδρα κατά τας νοητικάς δυνάμεις, και κατά τας ηθικάς. Αλλ ο ανήρ, όστις μόνον σωματικώς επλάσθη ισχυρότερος, υπεδούλωσεν αυτήν εις την εποχήν, καθ ήν ακόμη η δύναμις του φυσικώς ισχυροτέρου εβασίλευεν. [...].Η τέχνη δεν έχει γένος, ούτε μεγαλοφυΐα. Άλλως τε αι διακριθείσαι μέχρι σήμερον γυναικείαι μεγαλοφυΐαι δεν θα διεκρίνοντο βεβαίως, εάν εζήτουν να περιορίσουν εαυτάς εις τα στενά του κύκλου των όρια. [...]. Ανδρογύναικες, κατά την γνώμην μου, δεν υπάρχουν, αλλά μόνον ισχυραί και μεγάλαι διάνοιαι, αι οποίαι ετίμησαν και τιμούν το φύλο των και την ανθρωπότητα. Μία Γεωργία Σάνδη, η οποία διά της μεγαλοφυΐας κατέπληξε τον κόσμον, μία Ackermann, της οποίας αι φιλοσοφικαί ιδέαι και το ποιητικόν τάλαντον τόσον πλουσίαν και μεγάλην ανέδειξαν την γυναικείαν διάνοιαν, μία Georges Elliot, η οποία τοιαύτην εχάραξεν οδόν διά το γυναικείον μυθιστόρημα, είναι τόσαι μεγάλαι προσωπικότητες, αι οποίαι ακριβώς διεκρίθησαν διά το ευρύ και απεριόριστον των βλέψεων και των ιδεών των, κατά τας οποίας κανείς κριτικός, κανείς σοφός δεν εσκέφθη να μεμφθή δι αυτό. [...].Η γυνή είναι στοιχείον εκπολιτιστικόν και εξημερωτικόν. Και εις τας δημοσίας θέσεις και όπου δήποτε αλλού και αν λάβη αυτή θα ωφελήση μάλλον παρά θα βλάψη 524». Στη συνέχεια, στην εφημερίδα Σκριπ με πρωτοβουλία του Δημήτρη Χατζόπουλου έγραψαν τις απόψεις τους πολλές από τις γράφουσες, όπως η Καλλιρρόη Παρρέν, η Ευγενία Ζωγράφου, η Ελένη Κανελλίδου, η Σωτηρία Αλιμπέρτη, η Σεβαστή Καλλισπέρη, η Καλλιόπη Κεχαγιά και η Αρσινόη Παπαδοπούλου. Τέλος, απάντησε και ο ίδιος ο Ροΐδης. Με αυτόν τον τρόπο, ξεκινάει η περίοδος που το φλέγον ζήτημα ενασχόλησης των λογίων θα είναι οι γράφουσες 525. Είναι γνωστή η πολεμική που άσκησε ο Ροΐδης στην «Εφημερίδα των κυριών» αλλά και γενικότερα στις γυναίκες - συγγραφείς. Την εποχή αυτή οι γυναίκες έχουν ήδη αποχτήσει, αργά αλλά αποφασιστικά, ορισμένα δικαιώματα στην εκπαίδευση, στην επαγγελματική απασχόληση. Παράλληλα κάνουν αισθητή την παρουσία τους σ ένα χώρο αποκλειστικά αντρικό. Στο χώρο των γραμμάτων. 523 Πολλά άρθρα υπέρ του γυναικείου ζητήματος έχει δημοσιεύσει κυρίως στο Εμπρός, με το οποίο συνεργαζόταν. 524 Παρρέν (1896, 2-4). 525 Ειρήνη Ριζάκη, ό.π., σσ

243 243 Εμφανίζονται όχι μόνο γυναίκες - συγγραφείς αλλά και δημοσιογράφοι. Μία από αυτές είναι και η Καλλιρρόη Παρρέν. Σ' αυτήν ο Ροΐδης στρέφει τα πυρά του. Την κατηγορεί ως δημιουργό του γυναικείου ζητήματος στην Ελλάδα και την αποκαλεί απόστολο της γυναικείας χειραφέτησης. Η Παρρέν του απαντά: «Εξακολουθεί να επισείη ως υπερτάτην μομφήν εναντίον μου τον τίτλον της αποστόλου της γυναικείας χειραφετήσεως. Αλλά είναι ο ευγενέστερος τίτλος, όν πάσα γυνή ως και πας ανήρ εκ των γραφόντων και δρώντων έχει να επίδειξη». Η άποψη του Ροίδη είναι πως οι προσπάθειες των γυναικών για τη χειραφέτηση τους κινούνται στα πλαίσια του γελοίου και του ανεπίτρεπτου. Η άποψη αυτή ήταν και η κυρίαρχη της εποχής του. Γράφει λοιπόν: «... έχομεν τεσσάρας ή πέντε φοιτήτριας και σκάνδαλα... διαδηλώσεις μεταβαίνουσας εις ανάκτορα κατόπιν φουστανίου...διαλέξεις περί χειραφεσίας της γυναικός, ιδρύσεις συλλόγων και «Εφημερίδα των Κυριών», όπου γίνεται πολύ περισσότερος λόγος περί κοινωνικών ζητημάτων και Αμερικής παρά περί εργόχειρων και μαγειρικής». Οι Ελληνίδες θα έπρεπε, κατά το Ροΐδη, να μεταφέρουν στα συγγράματά τους τις «γυναικείες ιδιότητες» και να μην υπερβαίνουν τα «όρια της φύσης τους», η οποία διακρίνεται για τη «λεπτότητα, την χάριν, την φιλοκαλίαν, την ευαισθησίαν ή και πονηρίαν». Αντί αυτών όμως: «Ο λαμβάνων λ.χ. εις χείρας την «Εφημερίδα των Κυριών» με την ελπίδα να εντρύφηση εις γυναικείαν κομψότητα και ευφυΐαν, μεταπίπτει από τους αμερικανισμούς των κυρίων άρθρων εις τα πεζά ή έμετρα γυμνάσματα μιας, κ. Σαπφούς Λεοντιάδος». Τα γραπτά των γυναικών πρέπει να ανταποκρίνονται πλήρως στις επιθυμίες των αντρών και σε ό,τι αυτοί έχουν ορίσει σαν γυναικεία λογοτεχνία εκ των προτέρων, ξεσπαθώνει στη συνέχεια του άρθρου του ο Ροΐδης: «Από τας γράφουσας ουδέν άλλον ζητούμεν παρά ν' αποδεικνύονται εξ Ίσου έξυπνοι, χαρίεσσαι, ευαίσθητοι ή και πονηραί, φιλοσκώμμονες, κακόγλωσσοι και διασκεδαστικοί όταν γράφωσιν, όσον είναι όταν ομιλώσιν». Στο Ροίδη απαντά η Καλλιρρόη Παρρέν από τις στήλες του περιοδικού «Ολύμπια», της «Εφημερίδας των Κυριών» και της «Ακρόπολης». Ο Ροΐδης, καταγγέλει η Παρρέν, δεν έχει καν διαβάσει τα έργα των γυναικών τα οποία κρίνει. Εξάλλου, σε σχέση με τη μόρφωση που παρέχεται στις γυναίκες, και με τη φιλολογική πενιχρότητα της εποχής το έργο των γυναικών συγγραφέων είναι αξιοθαύμαστο, διακηρύσσει η Παρρέν. «Αυτός (σ.σ. ο Ροΐδης) ο μέχρι χθες και προ ολίγου μη αναγνωρίζων καν εις την γυναίκα το δικαίωμα να εξέρχηται του μαγειρείου, ο αποκαλών πάσαν γράφουσαν bas - bleu, ο πρεσβεύων ότι και το να ζητώμεν ανωτέραν μόρφωσιν διαπράττομεν ιεροσυλίαν, πού και πώς ή φέτηση των γυναικών) ενώ η εφημερίδα «Ακρόπολις», σε άρθρο Υπό την σκιάν και τας εμπνεύσεις ποίων μεγάλων δασκάλων, ποίων κραταιών της φιλολογίας αναμορφωτών, ποίων εξόχων νοών

244 244 ήθελον βαδίσει αι μόλις αποτολμήσασαι να πιστεύουν ότι έχουν αι αυταί πνεύμα επιδεκτικόν καλλιέργειας, ότι έχουν την δύναμιν να γράφουν και ότι θα έχουν την τύχη να αναγνωσθούν χωρίς μειδιάματα ειρωνείας και σαρκασμούς». Το 1901 ο Γεώργιος Σουρής έγραψε ένα έργο πάνω στο αριστοφανικό μοντέλο και θεματικά με τον εύγλωττο τίτλο Χειραφέτησις 526. Οι γυναίκες διεκδικούν πολιτικά δικαιώματα, όπως στις Εκκλησιάζουσες, αρχικά τα δύο φύλα χωρίζονται και φτιάχνουν δικές τους κοινωνίες, αλλά νιώθουν αμοιβαία την έλλειψη τόσο πολύ, ώστε ενώνονται ξανά, με υποχώρηση των γυναικών φυσικά. Η παράστασή του διαφημίστηκε με ενθουσιασμό από τον τύπο, χαιρετίστηκε ως «γεγονός μέγα, γιγάντειον, κολοσσαίον εν σχέσει προς την εποχήν» 527. «Τέρπει συγχρόνως και διδάσκει. Προκαλεί τον γέλωτα αλλά και φρονηματίζει δια της απεικονίσεως της πολιτικής και κοινωνικής μας καταστάσεως» 528. Η Καλλιρρόη Παρρέν έγραψε ένα πύρινο άρθρο, καθώς δεν θεωρούσε διόλου αθώα και ανώδυνη τέτοια θεματολογία. «Ο πόλεμος αυτός ο ταπεινός και ο αγενής και ο άνανδρος χρονολογείται χιλιάδας τώρα έτη και καιρούς [ ]ο σατυρογράφος ποιητής του Ρωμηού, εις το πρώτον θεατρικόν έργον, το οποίον έγραψεν, εσκέφθη να σατυρίση την γυναίκα [ ] βλέπομεν χάρις εις το θέμα του [ ] εχθρικήν διάθεσιν του ανδρός προς τη γυναίκα!» 529. Ο Ιωάννης Κονδυλάκης θεώρησε πως «η αρχιφεμινίστρια Παρρέν» παρεξήγησε τον αθώο και καλοπροαίρετο ποιητή. «Ο Σουρής σατιρίζει τις αντρογυναίκες. Όχι τις γυναίκες» 530. O Δημήτριος Ταγκόπουλος τάχθηκε αναφανδόν στο πλευρό της: «Στο πείσμα λοιπόν όλων των οπισθοδρομικών ανθρώπων, η χειραφέτησις προχωρεί καλπάζουσα, μαζή με τον λεγόμενον πολιτισμόν» 531. Γράφεται ότι ο Σουρής δεν είναι διόλου φίλος της χειραφετήσεως και «αι νέαι φιλοσοφικοκοινωνικαί θεωρίαι έπεσαν χθες αμειλίκτως κτυπώμεναι από του ποιητού 526 Στο μελέτημά της «Αριστοφάνης ο σύγχρονός μας: η θαυμαστή ιστορία της Χειραφετήσεως του Γεωργίου Σουρή, εχθρού των γυναικών», Τα Ιστορικά 26 (Ιούν. 1997), σ , η Μαρίνα Κοτζαμάνη θεωρεί ότι ο αρχικός τίτλος του έργου ήταν Χειραφεσία. Κάτι τέτοιο δεν συνάγεται ούτε από τα δημοσιεύματα τύπου, που όλα, ειδήσεις και κριτικές, το αναφέρουν ως Χειραφέτησις, ούτε από τις εκδόσεις, όπου επίσης έχει τον τίτλο αυτό. 527 Νυκτερίς, 21 Οκτ. 1901, σ. 2, υπογρ. Πήγασος (Γ. Σιδέρης, Το αρχαίο θέατρο στη νέα ελληνική σκηνή , Ίκαρος, Αθήνα 1976, σ ). 528 Λ., «Η Χειραφέτησις», Εστία, 17 Οκτ ] Κ. Παρρέν, «Ξεθυμασμένη σάτυρα», Εφημερίς των Κυριών, 21 Οκτ. 1901, σ. 1-2 και σε άλλες, λ.χ. Εστία, 19 Οκτ Από δημοσίευμα στην εφ. Εμπρός στο Γ. Σουρής, Χειραφέτησις, Άπαντα, επιμ. Γ. Βαλέτας, Γιοβάνης, Αθήνα 1967, τόμ. 1, «Συμπληρωματικόν σημείωμα», σ Ο Νουμάς (Δ. Ταγκόπουλος), «Οι αντιχειραφετικοί», Εστία, 21 Οκτ

245 245 την αβράν αλλ ουχ ήττον τσουχτερήν μάστιγα. Η μεγάλη αποστολή της γυναικός είναι η μητρότης. Εις αυτήν πρεπει να εμμείνη» 532. Η Παρρέν δευτερολόγησε και υποστήριξε ότι η αντίληψη του Σουρή για τον φεμινισμό είναι διαστρεβλωμένη: οι σύγχρονες φεμινίστριες δεν παύουν να είναι καλές σύζυγοι και υποδειγματικές μητέρες, δεν εχθρεύονται απαραιτήτως τους άνδρες, ενώ ο Αριστοφάνης δεν αποτελεί το καλύτερο πρότυπο γιατί ανήκει σε άλλη εποχή 533. Η στάση της Ποικίλης Στοάς απέναντι στις γράφουσες είναι πολύ ευνοϊκή: ο ίδιος ο Αρσένης επιδιώκει να συνεργαστεί με γυναίκες θεωρώντας προφανώς ότι δεν υστερούν συγγραφικά. Στη συνέχεια παρουσιάζονται αναλυτικότερα οι γυναίκες συγγραφείς και λόγιες, κείμενα των οποίων δημοσιεύονται στις σελίδες του εντύπου. Η παιδαγωγός Σαπφώ Λεοντιάς (1830/ ), εξέχουσα μορφή του Κωνσταντινουπολίτικου πολιτισμού, δημοσιεύει στην Ποικίλη Στοά δύο ποιήματα: Το «Η Ανατολή και η Δύσις του Ηλίου εν τη Νήσω Χάλκη. Όσον αφορά τις γυναίκες συγγραφείς, οι πρώτες ιστορίες νεοελληνικής λογοτεχνίας αρκούνται στην αναφορά λιγοστών γυναικείων ονομάτων, ενώ οι νεότερες ιστορίες αυξάνουν τα γυναικεία ονόματα και δίνουν περισσότερες πληροφορίες για τη γυναικεία λογοτεχνική παραγωγή. Οι παλαιότερες ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας αρκούνται στην απλή αναφορά των γυναικών συγγραφέων, χωρίς να δίνουν περαιτέρω πληροφορίες και να σχολιάζουν το έργο τους. Ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος αναφέρει συγκεντρωτικά τις γυναίκες συγγραφείς το 1938, ο Άριστος Καμπάνης το1948 ακολουθεί τον ίδιο χειρισμό, σημειώνοντας τις βασικές κατ' αυτόν γυναίκες δημιουργούς χωρίς να διεισδύει στο έργο τους. Το 1948 και ο Κ. Θ. Δημαράς σχολιάζει σύντομα τις γυναίκες που υπάρχουν στην ιστορία του. Με το πέρασμα των ετών παρατηρείται ότι οι ιστορικοί αφιερώνουν περισσότερες σελίδες για να μιλήσουν για το έργο των γυναικών λογοτεχνών. Ο Λίνος Πολίτης το 1978 δίνει τα βασικά στοιχεία του έργου της κάθε γυναίκας λογοτέχνη σε μία παράγραφο κατά κύριο λόγο. Σε ξεχωριστά κεφάλαια τοποθετούν τις γυναίκες ο Γιάννης Κορδάτος το1962 και ο Νίκος Παππάς το Τέλος, o Mario Vitti δημιουργεί μία μικρή ενότητα, που αναφέρεται στις γυναίκες δημιουργούς και ο Beaton δίνει λεπτομέρειες για το έργο των γυναικών που επιλέγει. Είναι γεγονός, λοιπόν, ότι αριθμός των γυναικών λογοτεχνών εξαρτάται άμεσα από τα χρόνια που εξετάζουν οι ιστορικοί. Αυτό συμβαίνει γιατί η ετήσια γυναικεία παραγωγή πολλαπλασιάζεται, όσο η γυναίκα εισέρχεται στο δημόσιο χώρο 532 «Δημοτικόν Θέατρον Η χειραφέτησις», Το Άστυ, 19 Οκτ. 1901, ανυπ. 533 ] Κ. Παρρέν, «Αι αμαζόνες και η χειραφέτησις», Εφημερίς των Κυριών, 28 Οκτ. 1901, σ. 1-2.

246 246 και κατακτά τα δικαιώματά της. Επίσης, η γυναίκα αναδύεται στα γράμματα μέσω των περιοδικών του 20ου αιώνα, που αποτελούν το μέσο έκφρασής της. Οι νεότεροι ιστορικοί παρατηρούν και αξιολογούν αυτή τη γυναικεία πνευματική ανάπτυξη, την οποία αποτυπώνουν στις ιστορίες τους μέσα από την ποσοτική αύξηση, κατ'αρχήν, των γυναικών, αλλά και τον ευρύτερο σχολιασμό τους. Για παράδειγμα, η ελληνική έκδοση της Ιστορίας του Λίνου Πολίτη το 1978, όπως προαναφέρθηκε, περιλαμβάνει είκοσι μία γυναίκες συγγραφείς. Χρονικά καλύπτει τη λογοτεχνική παραγωγή μέχρι τα μεταπολεμικά χρόνια. O Mario Vitti στην δική του Ιστορία το 1978 εντάσσει περίπου τις διπλάσιες γυναίκες, σαράντα τρεις. Ο Κορδάτος, λόγου χάρη, ο οποίος ασπάζεται τη σοσιαλιστική ιδεολογία, το 1962 στην Ιστορία του ενσωματώνει πληθώρα γυναικών συγγραφέων. Ο σοσιαλισμός ευνοούσε την ισότητα των δύο φύλων και η δυναμική διεκδίκηση των γυναικείων δικαιωμάτων, γεγονός που εξηγεί την ευνοϊκή στάση του Κορδάτου απέναντι στην γυναικεία λογοτεχνική παραγωγή. Πέρα από τις ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας, αν κάποιος εξετάσει συγκριτικά την ανθολογία Ελληνίδες Ποιήτριες του Δημητρίου Λαμπίκη 534 και τις Ελληνίδες Ποιήτριες της Αθηνάς Ταρσούλη 535, θα διαπιστώσει ότι τα ονόματα των γυναικών συγγραφέων της ίδιας περιόδου είναι μεταξύ τους διαφορετικά εκτός από λιγοστές εξαιρέσεις. Οι περισσότεροι μίλησαν για την γυναικεία ευαισθησία των έργων, αλλά εκείνος που έκανε ξεκάθαρη φυλετική διάκριση της λογοτεχνίας και μίλησε για τη διαφορετική εξέλιξη των δύο φύλων στα γράμματα ήταν ο Παππάς. Εντύπωση προκαλεί η Νεοελληνική Λογοτεχνία της Μαρίας Δ. Μιράσγεζη, όπου η δημιουργός παρουσιάζει με θέρμη τα γυναικεία χαρακτηριστικά των γυναικών συγγραφέων. Είναι η μοναδική ίσως ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας που γράφτηκε από γυναίκα και εκδόθηκαν το 1978 και το1982 οι δύο τόμοι της αντίστοιχα 536. Εκθειάζει το γυναικείο λογοτεχνικό έργο, το οποίο συνοδεύεται από την ευαισθησία, την τρυφερότητα και το λυρισμό. Επομένως, η απόδοση γυναικείων χαρακτηριστικών στη γραφή των γυναικών συγγραφέων δεν προέρχεται μονάχα από τους άνδρες ιστορικούς, αλλά και από τις ίδιες τις γυναίκες. 534 Δημήτριος Λαμπίκης, Ελληνίδες Ποιήτριες, χ.ε., Αθήνα Αθηνά Ταρσούλη, Ελληνίδες Ποιήτριες: , χ. ε., Αθήνα Μαρία Δ. Μιράσγεζη, Νεοελληνική Λογοτεχνία, τόμος Α', Ιδιωτική Έκδοση, Αθήνα 1978 και Μαρία Δ. Μιράσγεζη, Νεοελληνική Λογοτεχνία, τόμος Β', Ιδιωτική Έκδοση, Αθήνα 1982.

247 247 7)Κεφάλαιο 7: H θέση της γυναίκας στην Ελλάδα και στην Οθωμανική αυτοκρατορία, η εκπαίδευσή της και πως την αντιμετώπισε η λογοτεχνική πένα 537 σε διάφορα λογοτεχνικά έργα: Στη διάρκεια της τουρκοκρατίας, η θέση της Ελληνίδας τυπικά τουλάχιστον άλλαξε. Η γυναίκα βρίσκεται εκτός σπιτιού βοηθώντας σε γεωργικές δουλειές, αλλά και σε άλλες πιο βαριές, ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο. Σιγά, σιγά αρχίζει να εργάζεται στα υφαντουργεία και στα κλωστήρια ως προέκταση των οικιακών τεχνών. Στην επανάσταση του 1821 οι Ελληνίδες απόκτησαν εμπειρίες και πήραν μέρος ως αγωνίστριες και καπετάνισσες(π.χ. Μπουμπουλίνα, Μαντώ Μαυρογένους) στον αγώνα αντίστασης ενάντια στον τουρκικό ζυγό. Με την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους η γυναίκα βρέθηκε πιο ώριμη, αλλά διόλου ισότιμη με τον άνδρα. Παραμένει στην υπηρεσία του νοικοκυριού, των παιδιών και του συζύγου που είναι και ο αποκλειστικά αρμόδιος για πολιτική και κοινωνική δραστηριότητα και κύριος μοχλός στη διαδικασία της παραγωγής. Η συμμετοχή της στον απελευθερωτικό αγώνα δεν εκτιμήθηκε δεόντως από τους άνδρες, αλλά ούτε και η ίδια τη συνειδητοποίησε. Ποτέ δεν ήταν αυτεξούσια. Στο μεταξύ έκαναν και την εμφάνιση τους οι πρώτοι προοδευτικοί άνθρωποι που για λόγους ουμανιστικούς ή ορθολογιστικούς προπαγάνδισαν τη μόρφωση των γυναικών και την ισότητα των δύο φύλων. Καθ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα έχουμε και την παρουσία των γυναικών στα γράμματα. Εκδίδονται βιβλία, μεταφράσεις, σχολικά βιβλία, θεατρικά έργα, δημοσιεύονται σε περιοδικά ποιήματα, άρθρα, διηγήματα. Το ελληνικό κράτος, αμέσως μετά την ίδρυσή του (1830), προσπάθησε να καταπολεμήσει τις προλήψεις κατά της μόρφωσης που επιβίωναν από την περίοδο της Τουρκοκρατίας και έδωσε μεγάλη σημασία στην οργάνωση της εκπαίδευσης, καθώς αυτή αποτελούσε εγγύηση για ελευθερία και πρόοδο. Οι Έλληνες λόγιοι και παιδαγωγοί, επηρεασμένοι από τις ιδέες των Ευρωπαίων διαφωτιστών παιδαγωγών, πρόβαλαν την αναγκαιότητα της εκπαίδευσης των νέων και υποστήριξαν ιδιαίτερα (θεωρητικά και στην πράξη) την εκπαίδευση των κοριτσιών. Όμως, ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός δεν ξεπέρασε τις παραδοσιακές πατριαρχικές αντιλήψεις και συντήρησε την υποδεέστερη θέση των γυναικών, αποδίδοντας τα αίτια της γυναικείας υποτέλειας στη διαφορετική «φύση» και τον διαφορετικό «προορισμό» τους στη ζωή. Καθώς η γυναίκα διέθετε διαφορετικές αρετές, ηθική και προσωπικότητα από τον άνδρα, προοριζόταν για τους ρόλους της υποστηρικτικής συζύγου και ενάρετης μητέρας. Συνεπώς, η εκπαίδευσή της έπρεπε να έχει στόχο την ηθική συγκρότησή της 537 Παρουσίαση της θέσης της γυναίκας στην ελεύθερη Ελλάδα και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ανάλυση της εκπαίδευσης και διαπαιδαγώγησής της και πως η επιλογή της για είσοδο στη λογοτεχνική οικογένεια σχολιάστηκε από τη λογοτεχνική κριτική.

248 248 και την προετοιμασία της για τη σωστή και αποτελεσματική άσκηση των μελλοντικών καθηκόντων της στο σπίτι και την οικογένεια 538. Κατά την καποδιστριακή περίοδο, πρώτη προτεραιότητα της εκπαιδευτικής πολιτικής ήταν η επέκταση, γενίκευση, και οργάνωση της στοιχειώδους εκπαίδευσης με τη λειτουργία μικτών αλληλοδιδακτικών σχολείων, τα οποία απέβλεπαν στην εθνική, θρησκευτική και κοινωνική αγωγή των νέων. Παράλληλα, έγινε αισθητή η ανάγκη για την εκπαίδευση των Ελληνίδων και διατυπώθηκαν απόψεις που υποστήριζαν ότι οι γυναίκες δεν έπρεπε να μείνουν «εις παχυλήν αμάθειαν» γιατί από αυτές εξαρτιόταν η σωστή ανατροφή των παιδιών, η ευτυχία των ανδρών και η ευημερία της οικογένειας. Για να ανταποκριθούν λοιπόν καλύτερα στον κοινωνικό τους ρόλο, έπρεπε να γνωρίζουν τα στοιχειώδη γράμματα και συγχρόνως να αποκτήσουν μια ειδικότερη παιδεία, η οποία να καλλιεργεί τα «καθαρά και αυστηρά ήθη» και τις οικιακές αρετές που ταίριαζαν στις Ελληνίδες. Στην ανάπτυξη της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης των Ελληνίδων, σε σχολεία θηλέων αστικού και περιαστικού περιβάλλοντος, συνέβαλαν τόσο οι ξένοι ιεραπόστολοι όσο και η ιδιωτική πρωτοβουλία. Ωστόσο, η συμμετοχή των κοριτσιών στα μικτά αλληλοδιδακτικά σχολεία της πρώτης βαθμίδας ήταν πολύ μικρή: στο 26,53% των σχολείων αυτών δεν φοιτούσαν καθόλου κορίτσια ενώ στο υπόλοιπο 75% η συμμετοχή των κοριτσιών δεν υπερέβαινε το 15%. Την ίδια εποχή, η φοίτηση των κοριτσιών ήταν αρκετά χαμηλή και στα μικτά Ελληνικά σχολεία 539. Λίγο αργότερα, με την εκπαιδευτική νομοθεσία του βασιλιά Όθωνα, θεσμοθετήθηκαν από την Πολιτεία η στοιχειώδης εκπαίδευση των κοριτσιών και η εκπαίδευση της δασκάλας, ενώ δεν ελήφθη καμία πρόνοια για την Μέση-ανώτερη του δημοτικού σχολείου εκπαίδευση. Αντίθετα, θεσμοθετήθηκαν όλες οι βαθμίδες της εκπαίδευσης για το ανδρικό φύλο. Το άρθρο 58 του νομοθετικού διατάγματος της 6/18 Φεβρουαρίου 1834 για την οργάνωση των Δημοτικών σχολείων αναφερόταν στην αγωγή των κοριτσιών και όριζε: «Τα σχολεία των κορασίων, όπου τούτο είναι 538 Ελένη Φουρναράκη, Εκπαίδευση και αγωγή των κοριτσιών. Ελληνικοί προβληματισμοί ( ). Ένα ανθολόγιο, εκδ. ΙΑΕΝ, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα 1987, σσ Κατερίνα Δαλακούρα, «Εκπαίδευση και γυναικεία συνείδηση στις ελληνικές κοινότητες του οθωμανικού χώρου (19ος αι.): Το αδύνατο, το ανωφελές και το άκαιρον ενός φεμινιστικού αυτοπροσδιορισμού», στο: Αριάδνη, Επιστημονική επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής, τόμ. 13ος, Παν/μιο Κρήτης, Ρέθυμνο 2007, σσ Χαράλαμπος Μπαμπούνης, Η εκπαίδευση κατά την Καποδιστριακή Περίοδο. Διοικητική οργάνωση και εκπαιδευτική λειτουργία, εκδ. Σύλλογος προς διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, Αθήναι 1999, σσ , Αλεξάνδρα Λαμπράκη-Παγανού, Η εκπαίδευση των Ελληνίδων κατά την Οθωνική περίοδο, Διδακτορική διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Φιλοσοφική Σχολή, Αθήνα 1988, σσ. 63, 88.

249 249 δυνατόν, πρέπει να είναι χωριστά από των παίδων, να προΐστανται δε αυτών διδασκάλισσαι» 540. Για την εφαρμογή αυτού του άρθρου απαιτούνταν χωριστά κτίρια με προσωπικό γυναίκες, όμως όπου δεν υπήρχε οικονομική δυνατότητα ίδρυσης σχολείου θηλέων, τα κορίτσια φοιτούσαν στο ίδιο σχολείο με τα αγόρια. Στο ίδιο διάταγμα, με το άρθρο 2 εισήχθη η διαφοροποίηση του περιεχομένου σπουδών: «εις Κορασίων Σχολεία θέλει γίνεσθαι γύμνασις εις γυναικεία εργόχειρα». Έτσι, στα πρώτα αλληλοδιδακτικά σχολεία, οι μαθήτριες εκτός από την ανάγνωση, τη γραφή και την αριθμητική διδάσκονταν και τις «γυναικείες τέχνες»: τη ραπτική, το πλέξιμο και το κέντημα, δηλαδή μαθήματα που αναπαρήγαγαν τα στερεότυπα της εποχής και απέβλεπαν στην προετοιμασία των μαθητριών για το ρόλο της συζύγου και μητέρας. Ως το τέλος του 19ου αιώνα τα ποσοστά φοίτησης των μαθητριών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση παρέμειναν σε πολύ χαμηλά επίπεδα, αν και η δημοτική εκπαίδευση ήταν υποχρεωτική από το Σύμφωνα με την απογραφή του 1879, ο αναλφαβητισμός των γυναικών ανερχόταν στο 93% και υπήρχαν αρκετοί δήμοι της χώρας στους οποίους καμία γυναίκα δεν ήξερε γράμματα. Ανασταλτικοί παράγοντες για τη φοίτηση των κοριτσιών στη δημοτική εκπαίδευση ήταν: η απαγόρευση της συνεκπαίδευσης των δύο φύλων που θεσμοθετήθηκε το η έλλειψη σχολείων θηλέων στις αγροτικές περιοχές, καθώς οι μικρές κοινότητες δεν μπορούσαν να συντηρήσουν δεύτερο σχολείο. οι αντιλήψεις και οι προκαταλήψεις του λαού τόσο για τους έμφυλους ρόλους όσο και για την αναγκαιότητα της γυναικείας εκπαίδευσης 542. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα οι γυναίκες ήταν σχεδόν αποκλεισμένες από τη μισθωτή εργασία. Θεωρούνταν άεργες, αφού ούτε αυτή η οικιακή εργασία τους δεν αναγνωρίζονταν, αμόρφωτες και «οπισθοδρομικές», μέσα σε μια κοινωνία που άρχιζε να προβάλλει τις αντίθετες ακριβώς αξίες. Ακόμη και όταν η εργασία τους 540 Αλέξης Δημαράς, Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε, (Τεκμήρια ιστορίας), τομ. Α ( ), εκδ. Εστία, Αθήνα 19992, σ Το θέμα της συνεκπαίδευσης των δύο φύλων απασχόλησε τους παιδαγωγούς και τις κυβερνήσεις όλο τον 19οαλλά και στις αρχές του 20ου αιώνα. Οι παιδαγωγοί δεν αποδέχονταν τα μικτά σχολεία για δύο λόγους: α) θεωρούσαν ότι τα κορίτσια δεν χρειάζονταν τη γνώση που ήταν κατάλληλη για τα αγόρια και β) συμμερίζονταν τις κοινωνικές αντιλήψεις της εποχής σύμφωνα με τις οποίες ο συγχρωτισμός των δύο φύλων στα σχολεία θα οδηγούσε στην «έκλυση των ηθών». Μέχρι το 1852 δεν απαγορευόταν η μικτή φοίτηση εκεί που δεν υπήρχαν αμιγή σχολεία θηλέων. Από το Σεπτέμβριο του 1852 απαγορεύτηκε αυστηρά ακόμα και στα νηπιαγωγεία, όχι μόνο η συμφοίτηση αλλά και η απλή συστέγαση αγοριών και κοριτσιών γιατί «η τοιαύτη επιμειξία προκαταβάλλει σπέρματα δυσαρέστων συνεπειών» (Α. Λαμπράκη-Παγανού, ό.π., σσ ). 542 Αλεξάνδρα Μπακαλάκη και Ελένη Ελεγμίτου, Η εκπαίδευση «εις τα του οίκου» και τα γυναικεία καθήκοντα. Από την ίδρυση του ελληνικού κράτους έως την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, εκδ. ΙΑΕΝ, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα 1987, σσ Σιδηρούλα Ζιώγου-Καραστεργίου, «Φρονίμους δεσποινίδας και αρίστας μητέρας. Στόχοι των Παρθεναγωγείων και εκπαιδευτική πολιτική στον 19ο αιώνα», στο Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου «Ιστορικότητα της παιδικής ηλικίας και της νεότητας», τόμ. Β, εκδ. ΙΑΕΝ, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα 1986, σσ

250 250 θεωρήθηκε απαραίτητη για την ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας, τα επαγγέλματα που κοινωνικά τους επιτρέπονταν ήταν τα λεγόμενα «γυναικεία επαγγέλματα», αυτά δηλαδή που αποτελούσαν μια προέκταση του παραδοσιακού ρόλου των γυναικών μέσα στην οικογένεια. Περιορισμένες οι γυναίκες σε εργασίες μονότονες και δίχως δυνατότητα επαγγελματικής εξέλιξης, αλλά ιδιαίτερα κοπιαστικές και ανθυγιεινές αποθαρρύνονταν και αποκλείονταν από εκείνες που απαιτούσαν τεχνική κατάρτιση, μόρφωση και υπευθυνότητα. Ήταν για χρόνια το εφεδρικό εργατικό δυναμικό, τα φτηνά εργατικά χέρια. Από το τέλος του 19ου αιώνα αρχίζει η γυναίκα σ όλο τον κόσμο να εισβάλει στα «αντρικά» επαγγέλματα και στις επιστήμες, να αποκτάει το δικαίωμα της ψήφου και να προωθείται στα δημόσια αξιώματα, ακόμα και στα κυβερνητικά. Η βιομηχανική επανάσταση άλλαξε τις μεθόδους της παραγωγής και τη θέση της γυναίκας μέσα σε αυτή. Στα τέλη του 19ου αιώνα εμφανίζονται σιγά-σιγά οι πρώτες δασκάλες, μεταφράστριες, ποιήτριες, συγγραφείς. Η παρουσία τους γίνεται αισθητή ιδίως μετά το Στην Ελλάδα ως το 1917 η γυναίκα δεν μπορούσε να αναλάβει άλλο δημόσιο λειτούργημα εκτός της δασκάλας. Η γυναικεία απομόνωση έσπασε σε όλα τα επίπεδα, από τις οικιστικές συνθήκες μέχρι την παραγωγή. Η μαζική είσοδος των γυναικών στην αγορά εργασίας άρχισε σε μια περίοδο στυγνής εκμετάλλευσης του εργατικού δυναμικού, και ιδιαίτερα των γυναικών και των κοριτσιών. Η εκμετάλλευση αυτή επιδεινωνόταν από το γεγονός ότι οι γυναίκες δεν γίνονταν δεκτές στα εργατικά συνδικάτα και δεν είχαν τη δυνατότητα αυτόνομων συλλογικών κινητοποιήσεων. Στα μέσα του 19ου αιώνα, πρώτα στην Αμερική και μετέπειτα στην Ευρώπη, κάνει την εμφάνισή του το κίνημα του φεμινισμού από γυναίκες της κυρίαρχης αστικής τάξης, διεκδικώντας δυο βασικά αιτήματα: το δικαίωμα της ψήφου και το δικαίωμα στη μόρφωση. Ο αγώνας των γυναικών μέσα από το φεμινιστικό κίνημα ήταν και σημαντικός και μεγάλος. Σε πολλές χώρες της Ευρώπης ιδρύθηκαν γυναικείοι σύλλογοι και ενώσεις, εκδόθηκαν γυναικείες εφημερίδες και περιοδικά. Στην ανάπτυξη του φεμινιστικού κινήματος εμφανίστηκαν δύο παράλληλα ρεύματα: το ένα με άξονα τη διεκδίκηση της ψήφου και το άλλο με άξονα την οικογενειακή νομοθεσία και τα δικαιώματα στην εκπαίδευση και τη μισθωτή εργασία. Ανάμεσα στις λόγιες γυναίκες της εποχής αυτής ξεχωρίζουν η Καλλιρρόη Παρρέν, η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, η Πηνελόπη Δέλτα, η Έλλη Αλεξίου η Ρόζα Ιμβριώτη, η Ελένη Αλταμούρα-Μπούκουρα, η Ζακυνθινή λόγια Ελισάβετ Μουτζάν- Μαρτινέγκου κ.ά., που η παρουσία τους σημάδεψε αποφασιστικά το γυναικείο κίνημα.

251 251 Η εκπαίδευση των γυναικών δεν μπορεί να απομονωθεί από τις κυρίαρχες αντιλήψεις κάθε εποχής για την κοινωνική θέση και τον κοινωνικό ρόλο της γυναίκας. Στη χώρα μας, σε όλο τον 19ο αιώνα, η πατριαρχική οικογένεια περιόριζε τη γυναίκα στο σπίτι και σε καθήκοντα που χαρακτηρίζονταν αποκλειστικά γυναικεία, όπως η φροντίδα για το νοικοκυριό και η ανατροφή των παιδιών. Έτσι, η μη ένταξη της γυναίκας στη διαδικασία των παραγωγικών σχέσεων και οι απόψεις για τη «γυναικεία φύση» και τον «γυναικείο προορισμό» προσδιόρισαν τις μορφές της εκπαίδευσής της, η οποία είχε «συμβολική» λειτουργία και αποτελούσε έναν παράγοντα ενισχυτικό της προίκας της. Αντίθετα, η ανδρική εκπαίδευση είχε επαγγελματική και οικονομική λειτουργία και αποτελούσε το μέσο για την κατάκτηση του δημόσιου χώρου και τη δημιουργία ενός καλύτερου μέλλοντος 543. Οι Οθωμανές ήταν οι γυναίκες υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ( ), μουσουλμάνες και μη μουσουλμάνες. Η μελέτη του ρόλου της γυναίκας στο Οθωμανικό κράτος ξεκίνησε στην οθωμανική ιστοριογραφία από το 1970 και ύστερα. Οι κύριες πηγές που έχει κανείς είναι οι κατάλογοι που έχουν συνταχθεί από τους γραφείς των δικαστηρίων, προσωπικές επιστολές, ημερολόγια, έγγραφα σχετικά με τη λειτουργία του νοικοκυριού και λογοτεχνικά έργα. Αντλήσαμε γνώσεις σχετικά με το οικογενειακό δίκαιο, το συζυγικό καθεστώς, τα διαζύγια, τη θέση του έρωτα στη ζωή των γυναικών και πως αυτός καθόριζε τη σχέση των δύο φύλων, την κοινωνικότητα των γυναικών, το κόσμημα και την ενδυμασία, την απασχόληση, την πρόσβαση στις τέχνες, τον ρόλο στην άσκηση κοινωνικής πολιτικής αλλά και καθορισμού μεγάλων αποφάσεων για το μέλλον της αυτοκρατορίας και τέλος τη φεμινιστική αφύπνιση της οθωμανής γυναίκας προς τα τέλη του 19ου αι. Στα εξαιρετικά δύσκολα εκείνα χρόνια της σκλαβιάς η Ελληνίδα στάθηκε όρθια και κράτησε αμόλυντο τον θεσμό της οικογενειακής ζωής. Επιμελούνταν την ανατροφή των παιδιών της στα οποία μεταβίβαζε βασικές αρχές και αξίες της κοινωνίας. Είχε τη φροντίδα διευρυμένης οικογένειας ( όπως των γονιών του άντρα της). Ασχολούνταν με εξωτερικές εργασίες, π.χ. φροντίδα ζώων. Λόγω των δύσκολων συνθηκών ζωής, τα παιδιά και κυρίως τα κορίτσια δε λάμβαναν ιδιαίτερη μόρφωση. Οι γονείς τα κρατούσαν στο σπίτι αξιοποιώντας την παρουσία τους σε διάφορες δουλειές. Εξαιρούνταν ωστόσο τα παιδιά των εύπορων οικογενειών. Η Ελληνίδα, από τις πρώτες κιόλας συγκρούσεις, ξεχώρισε με τη δράση και τη δυναμική παρουσία της στην προσπάθειά της να προσφέρει στον αγώνα και στην πατρίδα. Ενέπνευσε και δίδαξε με το παράδειγμά της. 543 Κων/νος Τσουκαλάς, Εξάρτηση και αναπαραγωγή. Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα ( ), εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 19875, σσ

252 252 Η μεταρρυθμιστική περίοδος του Τανζιμάτ ( ) σηματοδότησε αλλαγές στη θέση της Οθωμανής γυναίκας. Η σουλτανική αρχή ξεκίνησε κάποια δειλά βήματα εκδυτικισμού που αποτελούν προοίμιο των κεμαλικών μεταρρυθμίσεων 544. Το 1858 άνοιξε το πρώτο σχολείο αποκλειστικά για κορίτσια, το 1869 θεσπίστηκε νόμος για την υποχρεωτική εκπαίδευση αγοριών και κοριτσιών και τον ίδιο χρόνο εκδόθηκε το πρώτο γυναικείο περιοδικό για μουσουλμάνες ως ένθετο φύλλο σε μεγάλη εφημερίδα, το Terakki i Mukadderat. Τον επόμενο χρόνο εγκαινιάστηκε η λειτουργία της πρώτης παιδαγωγικής ακαδημίας για δασκάλες στελεχώνοντας τις τάξεις των κοριτσιών τα επόμενα χρόνια με 700 δασκάλες. Μεταξύ του 1869 και 1927 κυκλοφόρησαν 38 γυναικεία περιοδικά διαμορφώνοντας νέες ζυμώσεις στην κοινή γνώμη. Σε αυτά πρέπει να προστεθούν και τα Ρωμαίικα γυναικεία περιοδικά Κυψέλη (εκδ. 1845), Ευρυδίκη (εκδ. 1870) και Βόσπορις (εκδ. 1899). Για τις γυναίκες τόσο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όσο και τις ελεύθερης ανεξάρτητης Ελλάδας, η λογοτεχνία διατήρησε μια πρωτεύουσα θέση καθώς τις συμπονά και τις συμπαραστέκεται στις δύσκολες συνθήκες καταπίεσης, ενδεχομένως βίαιης ανδρικής συμπεριφοράς και περιφρόνησης του φύλου τους που βιώνουν καθημερινά. Τα περισσότερα έργα των λογίων γυναικών αποτελούν έναν πραγματικό ύμνο στη γυναικεία πολύπλευρη και καλλιεργημένη προσωπικότητα που θα πρέπει να κυριαρχήσει από εδώ και πέρα στην κοινωνία και να υπάρξουν αγώνες για τη δυναμική διεκδίκηση δικαιωμάτων, την ισότητα με του άνδρες στην επιλογή μιας ανώτερης μόρφωσης και του διαμοιρασμού των οικογενειακών ευθυνών και βαρών. Πολύ συχνά σε ηρωικά έργα και πατριωτικά γυναικών λογίων, συναντάει κανείς τα πορτρέτα χαρισματικών γυναικείων προσωπικοτήτων που μην αντέχοντας άλλο τη βάρβαρη και απάνθρωπη συμπεριφορά του δυνάστη Τούρκου επαναστατούν και παρά τη γυναικεία φύση τους καταφέρνουν καίρια πλήγματα στον εχθρό και πετυχαίνουν το σεβασμό των υπολοίπων κυρίως των ανδρών που αναγνωρίζουν την ψυχική τους φιλοπατρία αλλά και την αυτό εκτίμηση των δυνατοτήτων τους. Συμπεραίνει λοιπόν κανείς πως και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και στην κυρίως Ελλάδα η θέση των γυναικών ήταν αρκετά περιορισμένη χωρίς δικαιώματα στη μόρφωση και στη συμμετοχή σε κοινωνικά δρώμενα και εκδηλώσεις παρά μόνο η παραμονή εντός ρου σπιτιού με την οικοκυρική και τη φροντίδα ανατροφής των παιδιών. Αυτή η κατάσταση άρχισε να αλλάζει ριζικά με την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό όπου οι γυναίκες πέρα από τις οικιακές και αγροτικές ασχολίες, με τη νομοθετική θέσπιση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης αγοριών και 544 Faroqui, Suraiya, Κουλτούρα και Καθημερινή Ζωή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, Από τον Μεσαίωνα ως τις αρχές του 20ου αι., Εξάντας, Αθήνα, Σελ Πηγή:

253 253 κοριτσιών πήγαν στα πρώτα παρθεναγωγεία όπου διδάχθηκαν ανάγνωση και γραφή και σταδιακά οδηγήθηκαν και προς την ανώτερη εκπαίδευση. Και στη λογοτεχνία ακόμα συναντάει κανείς σε μυθιστορήματα και ποιήματα γυναικών λογίων που απευθύνονται σε γυναίκες πολλούς γυναικείους χαρακτήρες που συνήθως εξεγείρονται ενάντια στην καταπίεση του φύλου τους και συχνά συγκρούονται με τους άνδρες που τις περιφρονούν και τις χλευάζουν όταν ξεφεύγουν από τα εσκαμμένα πατροπαράδοτα εθιμοτυπικά διδάγματα για μια γυναίκα ή παρουσιάζονται ηρωίδες και καπετάνισσες σε αγώνες ανεξαρτησίας από βίαιους κατακτητές με ρωμαλεότητα ψυχής αντίστοιχη ανδρών να ρίχνονται πρώτες στη μάχη και να εισπράττουν τους επαίνους και τα εγκώμια των λογοτέχνιδων σε ποιήματα και πεζά έργα. 8)Κεφάλαιο 8: Συμπεράσματα 545 : Ας δοθεί προσοχή τώρα στη διερεύνηση όλων εκείνων των κυριοτέρων συμπερασμάτων τα οποία προκύπτουν από την εκπόνηση της πολύ ενδιαφέρουσας αυτής εργασίας σχετικά με τον απολογισμό του λογοτεχνικού κινήματος του ρομαντισμού στις επιλεγμένες από εμένα αξιόλογες γυναίκες συγγραφείς που παρουσίασα και κατά πόσο τα ιδεώδη αυτού του κινήματος συνέβαλαν στην ανάπτυξη μιας εθνικής συνείδησης και ορθής διάπλασης ηθών και αντιλήψεων για το έθνος και το κράτος γενικότερα και επίσης πως η λαογραφία και το δημοτικό τραγούδι επηρέασαν τους συγγραφής στη διαδικασία σύνθεσης των έργων τους. Καταρχάς φάνηκε ότι ο ρομαντισμός αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα πνευματικά και καλλιτεχνικά κινήματα όλων των εποχών. Εκδηλώθηκε και κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία, στην Αγγλία, τη Γερμανία και τη Γαλλία, από τα τέλη του 18 ου αιώνα έως τα μέσα του 19 ου αιώνα. Με κάποια καθυστέρηση εμφανίζεται και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα και ουσιαστικά αναπτύχθηκε με τη δυναμική της έντονης αντίδρασης στον ορθολογισμό του διαφωτιστικού κινήματος και την αμφισβήτηση της στείρας τυποποίησης του κλασικισμού και αντί αυτών πρέσβευε την απελευθέρωση της αχαλίνωτης φαντασίας και του συναισθήματος. Οι ήρωες των έργων συνήθως διακατέχονται από ψυχική ανισορροπία με μελαγχολία και απελπισία και περιμένουν μόνο το μοιραίο γεγονός του θανάτου ως λύτρωσης από τα ανυπέρβλητα ανθρώπινα πάθη όπως ο σφοδρός, αμόλυντος και ανολοκλήρωτος έρωτας που όμως συναντά εμπόδια και οδηγεί τους δύο νέους στην αυτοκτονία ή την περιπλάνηση και τη φυγή για παρηγοριά στη φύση που συμπονά και συμπαραστέκεται στις τυραννισμένες ψυχές ή στο θεό και την έντονη 545 Παρουσίαση των κυριοτέρων συμπερασμάτων που προκύπτουν από την ενδελεχή έρευνα στο χώρο της γυναικείας λογοτεχνικής σκηνής και σε τι στοιχεία καταλήγει κανείς για το εύρος της γυναικείας λογοτεχνικής παραγωγής και πόσο τολμηρό εγχείρημα αποδείχθηκε στα επόμενα χρόνια δηλαδή η είσοδος των γυναικών στο λογοτεχνικό κατά βάση ανδροκρατούμενο χώρο.

254 254 θρησκευτικότητα ως καλόγεροι ου ξεφεύγουν από αμαρτίες ή τάσσονται στην υπηρεσία της ύψιστης τιμής υπεράσπισης της πατρίδας. Συνοψίζοντας, θα μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως ο μορφωτικός ανταγωνισμός μεταξύ των δύο πνευματικών κέντρων του ελλαδικού χώρου, ήτοι τα Επτάνησα και η Αθήνα, υπήρξε η συνέπεια της ιστορικής διαφοροποίησης του γεωγραφικού χώρου, συγχρονισμένη και με την υποβόσκουσα αντιπαλότητα μεταξύ των Επτανησίων λογίων και των Φαναριωτών Η ικμάδα και η ζωντάνια της δημοτικής-απλής γλώσσας βρίσκεται σε αντιπαράθεση με τον γλωσσικό αρχαϊσμό. Μια αντιπαράθεση όμως που παρόλη την έντασή της δέχθηκε την επιρροή τόσο του ρομαντισμού όσο και του νεοκλασικισμού. Το επικο-λυρικό στοιχείο εμφανώς παραδομένο στο πάθος και την τόλμη της προεπαναστατικής και επαναστατικής περιόδου, παραχωρεί την θέση του στο ρομαντισμό, ο οποίος μεταθέτει το βάρος της δημιουργίας από τα παρελθοντικά ανυπέρβλητα πρότυπα στην υποκειμενική θέαση του πραγματικότητας. Η ποίηση υπακούοντας στις γενικές κατευθύνσεις της πολιτικής στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος από τη μία πλευρά και της αγγλικής επικυριαρχίας στην Επτάνησο Πολιτεία από την άλλη, χρησιμοποιεί την καθαρεύουσα με ρομαντικό περιεχόμενο για την πρώτη και την δημοτική γλώσσα με έντονα μελωδικά στοιχεία για την δεύτερη. Ο ρομαντισμός κυριαρχεί, κυρίως στο πρώτο μισό του 19 ου αιώνα, με τον απογοητευμένο έρωτα, την θλίψη, την νοσταλγία και την μελαγχολική διάθεση να αποτελούν τις συνιστώσες του. Αποτελεί ένα ευρύτερο πολιτισμικό κίνημα, ως μορφή αντίδρασης απέναντι στον ορθολογισμό του διαφωτισμού και τον κλασικισμό που είχε αρχίσει να παρακμάζει Ως εκ τούτου, η λογοτεχνία και οι εκφάνσεις της δημιουργίας γενικότερα επηρεάζονται από το νέο πνευματικό ρεύμα και προπάντων η ποίηση πλέον οι ποιητές αμφισβητούν τους κανόνες της ποίησης και αντιτάσσονται στις ηθικές αξίες του παρελθόντος. Ο ποιητής μέσα από την δική του προσωπική ματιά ελευθερώνεται και ανεμπόδιστα αποδίδει την δική του ερμηνεία όσον αφορά την ύπαρξη. Δεν φείδεται στόμφου και βερμπαλισμού, δανείζεται το λεξιλόγιο του λαού και προτιμάει την σπατάλη των εκφραστικών μέσων, χωρίς ωστόσο να δίνει την δέουσα έμφαση στην στιχουργική δημιουργία. Όπως φαίνεται, η αναζήτηση των γυναικείων χαρακτηριστικών και η επίδραση τους στην ποιότητα του έργου απασχόλησε έντονα τους ιστορικούς της λογοτεχνίας. Είναι γεγονός ότι μερικά χαρακτηριστικά, όπως ο λυρισμός και η απλότητα, συναντώνται συχνά στα γυναικεία λογοτεχνικά έργα. Δεν αποκλείεται, όμως, η χρήση αυτών των συγγραφικών στοιχείων από τους άνδρες συγγραφείς.

255 255 Συμπερασματικά, συγκρίνοντας κανείς την ποιητική παραγωγή των ανδρών λογίων πεζογράφων και ποιητών με την αντίστοιχη παραγωγή των γυναικών συναδέλφων τους, θα μπορέσει γρήγορα να διαπιστώσει πως σαφώς οι άνδρες υπερτερούν σε εκδοτική ευφράδεια λόγου και ξεπούλημα πολλών έργων τους από τους εκδότες σε σχέση με τις γυναίκες. Αυτό συμβαίνει διότι, το φύλο τους τούς κάνει πιο προσιτούς σε ανδρικό αναγνωστικό κοινό το οποίο κατά κάποιο τρόπο σνομπάρει τις γυναίκες τις οποίες θεωρεί κατώτερες πνευματικά και τις περιφρονεί και τις χλευάζει και δεν προτιμά να διαβάζει τα έργα τους εκτός από κάποιες μορφωμένες κορασίδες τις αριστοκρατικής τάξης που τις στηρίζουν ενώ τα λαϊκά στρώματα είναι μόνο για οικοκυρική. Ωστόσο, είναι φανερό πως από άποψη θεματική αρκετές φορές άνδρες και γυναίκες συγγραφείς συγκλίνουν αρκετές φορές στα έργα τους, κυρίως όταν πραγματεύονται θέματα που έχουν να κάνουν με το ένδοξο ιστορικό παρελθόν του εντόπιου χωρικού συγκροτήματος της πατρίδας αλλά και τα ηρωικά κατορθώματα όχι μόνο Ελλήνων ηρώων αλλά και άλλων λαών που ανέδειξαν ήρωες για να πετύχουν την ανεξαρτησία τους από τον ξένο ζυγό. Πολλές φορές μάλιστα, είναι έντονα κοινό και το επικολυρικό στοιχείο και ο στομφώδης μεγαλόπνοος τόνος στην παρουσίαση ηρωικών κατορθωμάτων και ανδραγαθημάτων με τη χρήση του επικού έμμετρου αφηγηματικού τόνου που προσδίδει ζωντάνια και αμεσότητα στο λόγο με καθαρότητα του νοήματος. Τα συμπεράσματα των κοινών στοιχείων ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες συγγραφείς, είναι έκδηλα στις περιπτώσεις συγγραφέων όπως ο Γεώργιος Σαγιαξής και ο Πέτρος Κυριαζής που έδρασαν στην περιοχή του Μοναστηρίου ως εξαίρετοι ποιητές και λόγιοι που αρθρογραφούσαν σε τοπικές εφημερίδες όπως Το Φώς. Όπως και σε γυναίκες συναδέλφους τους της ίδιας περιόδου παρατηρείται η τάση της ενασχόλησης με θέματα από το ένδοξο ιστορικό παρελθόν που προκαλούν δέος και υπερηφάνεια για μίμηση των πράξεων των προγόνων με έκδηλο το στοιχείο του λυρισμού σε μια κατά βάση εθνικοπατριωτική ποίηση και με ακόμα ένα κοινό στοιχείο την εμφάνιση ψηγμάτων της δημοτικής γλώσσας με αρκετούς τοπικιστικούς ιδιωματισμούς σε διαλόγους. Γυναίκες με τέτοια θεματολογία έργων ήταν για παράδειγμα οι Κρητικές Αντωνούσα Καμπουράκη με το επικοηρωικό έργο Η Λάμπρω, η Αρτεμισία Λανδράκη με ηρωικά ποιήματα και διθύραμβους, Αντωνούσα Καστάνακη με τα εθνικοαπελευθερωτικά της μυθιστορήματα και η Ευανθία Καϊρη με τον πατριωτικό Νικήρατο αλλά και η Μαρτινέγκου με ποίηματα για τον αγώνα του 1821 και την αυταπάρνηση και το σθένος των αγωνιστών. Θα μπορούσε κανείς να αναφερθεί και στην ποιήτρια Ελισάβετ Ψαρά πού θεωρείται ποιήτρια της Διασποράς με καταγωγή από το Λεωνίδιο Λακωνίας πού έζησε και εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην Αίγυπτο ξεφεύγοντας από το αυστηρό

256 256 και συντηρητικό οικογενειακό πλαίσιο και μια ελληνική κοινωνία της ρομαντικής εποχής του 19 ου αιώνα που θέλει τα γυναίκες να ασχολούνται με οικοκυρική και κουζίνα για μαγείρεμα. Η πρώτη ποιητική της συλλογή Ρόδα και Φλόγες δημοσιεύτηκε το Η ίδια γεννήθηκε το 1892 και πέθανε το Τα ποιήματά της έχουν γνήσιο λυρισμό, τρυφερή συγκίνηση, βαθειά φυσιολατρία και πατριωτικό οίστρο μοναδικό. Ήταν μια γυναίκα επαναστάτρια που αγωνίστηκε σθεναρά για τα δικαιώματα του φύλου της και διέδωσε το ένδοξο πατριωτικό και ηρωικό πνεύμα των ποιημάτων της και στο εξωτερικό και ήταν και μάχιμη δημοσιογράφος. Οι ποιητές Λάμπρος Αστέρης και Φώτης Αστέρης όπως και οι γυναίκες συνάδελφοι τους αγωνίστηκαν για να διαδώσουν μια πατριωτική φωνή πρωτοφανούς λυρισμού και αρχαιολατρίας στα ποιήματά τους με παραστατικότητα και με την αμεσότητα του έμμετρου στίχου που προκαλεί δέος και σεβασμό στον αναγνώστη. Επίσης και ο Σοφοκλής Καρύδης εμπνεύστηκε όπως και οι γυναίκες από το ένδοξο ιστορικό παρελθόν και αυτός όπως και η Παρρέν κατέκρινε έντονα με στυγνής και ανελέητη σάτιρα της πολιτικοκοινωνική κατάσταση της εποχή με την υποκρισία των ανθρώπων κυρίως των πολιτικών όπως η Παρρέν που κατέκρινε το Ροίδη για μισογυνισμό. Ένα κοινό στοιχείο που συμπεραίνει κανείς σε άνδρες και γυναίκες συγγραφείς είναι η συμπάθεια στα ερωτικά έργα μου μιλούν για την ένδοξη, ιδανική και εξιδανικευμένη αγάπη που είναι καταδικασμένη να αποτύχει και τον έρωτα τον ιδανικό και απαγορευμένο που οδηγεί τους ήρωες στο θάνατο. Έντονα λυρικά στοιχεί με μια δόση τρυφερότητας και γλυκύτητα στη παρουσίαση των άδολων συναισθημάτων. Διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών συγγραφέων μπορεί να εντοπίσει κανείς μόνο στο κοινό της αποδοχής του έργου τους με τους άνδρες συγγραφείς να έχουν περισσότερο ανδρικό κοινό και τις γυναίκες γυναικείο κοινό και με διαφορετικές καταβολές σχετικά με τα πνευματικά βιώματα και τις συνθήκες που ανδρώθηκαν και διαμόρφωσαν την προσωπικότητά τους. Σήμερα, δεν πρέπει να λογίζεται η γυναικεία παραγωγή ως ξεχωριστό είδος της λογοτεχνίας. Η βιολογική φύση δεν επηρεάζει την αξία του έργου. Υπάρχουν πιο σημαντικοί παράγοντες, όπως η μόρφωση του δημιουργού ή οι συνθήκες συγγραφής του έργου, οι οποίοι όντως αντανακλώνται στο τελικό αποτέλεσμα και καθορίζουν την αξιολόγησή του. Αναντίρρητα, η κοινωνική θέση της γυναίκας, η οποία αλλάζει συνεχώς κατά το πέρας του χρόνου, επιδρά άμεσα στην παραγωγή, αλλά και την προαγωγή της γυναικείας λογοτεχνίας. Η πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση, το πέρασμα από την ιδιωτική στη δημόσια σφαίρα, η διερεύνηση της ατομικότητας και η επαγγελματική αποκατάσταση των Ελληνίδων, τους έδωσε το έναυσμα να αρχίσουν να ασχολούνται με τη συγγραφή έργων.

257 257 Η εκπαίδευση αποτελούσε έναν από τους τομείς, όπου εξέφραζε με τον πιο καθαρό τρόπο τη διαφοροποίηση των κοινωνικών ρόλων των ανδρών και γυναικών το 19 ο αιώνα. Παρά το διάταγμα του 1834, που κατοχύρωνε νομοθετικά την υποχρεωτική δημοτική εκπαίδευση και για τα δύο φύλα και τη μόρφωση της δασκάλας και παρά το γεγονός ότι η κατάσταση στην εκπαίδευση μετά την απελευθέρωση έκανε επιτακτική τη λήψη άμεσων και ριζικών μέτρων, η γυναικεία εκπαίδευση αναπτύχθηκε πολύ λιγότερο από την ανδρική. Σε γενικές γραμμές, πρωταρχικός στόχος της γυναικείας εκπαίδευσης θεωρούνταν η μόρφωση της «οικοδέσποινας». Παράλληλα, υποσχόταν να μάθει στις γυναίκες την «πραγματική τους θέση». Η γυναικεία εκπαίδευση είχε συμβολικό και διακοσμητικό χαρακτήρα και αυτό φαινόταν και από το γεγονός ότι η εκπαίδευση θεωρούνταν προνόμιο των κοριτσιών των πόλεων, καθώς και από το μικρό ποσοστό συμμετοχής των γυναικών στη μέση εκπαίδευση. Συμπερασματικά, παρατηρεί κανείς ότι από τις αρχές του 19ου αιώνα μέχρι και τις αρχές του 20ου συντελέστηκαν πολλές ζυμώσεις στην ελληνική κοινωνία έως ότου να διαμορφωθεί η εθνική και πολιτισμική της ταυτότητα. Σε όλη αυτή την περίοδο δεν θα μπορούσε να μην επηρεαστεί η θέση της γυναίκας στη νέα πραγματικότητα, να μην μεταμορφωθεί το γυναικείο ιδεώδες και να μην προβληθούν οι διεκδικήσεις των γυναικών για ισοτιμία στη μόρφωση και στις εργασιακές ευκαιρίες. Όλες αυτές οι κοινωνικές αλλαγές αντανακλώνται στη λογοτεχνία κυρίως τολμηρών γυναικών αλλά και ελάχιστων προοδευτικών ανδρών συγγραφέων και διανοούμενων όπως ο Παλαμάς και ο Ξενόπουλος που εκθέτουν τις υπερβολές της πατριαρχικής εξουσίας στη ζωή των γυναικών, όμως και πάλι διστάζουν να προτείνουν ριζικές αλλαγές. Η γυναίκα-συγγραφέας που σφραγίζει την εποχή αυτή είναι η Καλλιρόη Σιγανού-Παρρέν με την τριλογία της Τα Βιβλία της Αυγής προτείνει με χαρακτηριστική γενναιότητα το νέο ρόλο και τη νέα θέση που πρέπει να πάρουν οι γυναίκες στην ελληνική κοινωνία. Βασισμένη πάνω στην ανάγκη της ελληνικής κοινωνίας για μητέρες και δασκάλες που ενεργά θα σφυρηλατήσουν νέες γενιές Ελλήνων με δυνατή εθνική συνείδηση η Παρρέν γράφει τα μυθιστορήματά της, μέσα από τα οποία προωθεί ταυτόχρονα και το φεμινιστικό της πρόγραμμα. Έμμεσες αλλά σημαντικές είναι και οι προσεγγίσεις της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου στα μυθιστορήματά της για τις γυναικείες ελευθερίες. Προβάλλει το δικαίωμα της μόρφωσης της μισθωτής εργασίας, της ελεύθερης επιλογής του συντρόφου με ένα συγκρατημένο όμως τρόπο. Προφανώς η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου όπως και η Καλλιρόη Σιγανού- Παρρέν έχει ανεπτυγμένη τη φεμινιστική της συνείδηση, την εκφράζει όμως διαφορετικά από την Παρρέν διότι δεν ενστερνίζεται απόλυτα όλες τις φεμινιστικές

258 258 διεκδικήσεις αυτού του πρωτο- φεμινιστικού κύματος διότι ο κοινωνικό-πολιτικός χώρος δεν την ευνοεί σε αυτό. Αυτή η βασική διαφοροποίηση που παρατηρείται μεταξύ των δύο γυναικών πέραν του ότι έζησαν την ίδια χρονική περίοδο και πέραν της κοινής κοινωνικής τους προέλευσης ( άνηκαν στα μεσαία και ανώτερα κοινωνικά στρώματα) οφείλεται στο γεωγραφικό χώρο, όπου έδρασαν οι δύο συγγραφείς. Η Καλλιρόη Σιγανού-Παρρέν παρότι στηλιτεύει στα έργα της την κοινωνική πραγματικότητα της Κωνσταντινούπολης ζει και εργάζεται στην Αθήνα όπου δέχεται τις επιδράσεις της Δύσης. Αντίθετα, η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου αντιλαμβάνεται τα τρωτά της Ανατολής με έναν διαφορετικό τρόπο καθώς και η ίδια δέχεται ως κάτοικος της Κωνσταντινούπολης τις επιρροές του ανατολικού πολιτισμού και υφίσταται επιρροές και επιδράσεις από διάφορα περιβάλλοντα. Τα διαφορετικά βιώματα των δύο γυναικών εκφράζονται και στα έργα που εξετάζονται εδώ, στη Χειραφετημένη της Παρρέν και στη Θεία Ευτυχία της Παπαδοπούλου. Οι ανδρικοί χαρακτήρες για παράδειγμα της Παρρέν είναι αυταρχικοί, εξουσιαστές της γυναίκας και άπιστοι ενώ οι ανδρικοί χαρακτήρες της Παπαδοπούλου περιγράφονται ως στοργικοί, έντιμοι, ειλικρινείς και έντονα συναισθηματικοί. Η ποιήτρια Φουντουκλή αξιοποιεί επάξια αυτό το είδος ποιητικού λόγου στην έμμεση αφήγησή της Επιστολαι οικιακαί προς φίλην (1887) και στα μεμονωμένα ποιήματα Ενώ η φαντασία μου αρχίζει το ταξίδι και στη θάλασσα του Mon Repos. Σταδιακά προχωρά από τη καθαρεύουσα προς μια ήπια δημοτική. Η ίδια αποτέλεσε ενσάρκωση του γυναικείου πνεύματος της εποχής εκείνης συνδυάζοντας επάγγελμα και μαζί αγώνα για τα δικαιώματα των γυναικών. Τα έργα της αποτελούν μια αναγκαιότητα αφήγησης του εαυτού και παράλληλα επιθυμούν τη συγκρότηση μιας έμφυλης γυναικείας υποκειμενικότητας. Η τάση προς την έμμετρη αφήγηση αποτυπώνει την επιθυμία της ποιήτριας για δημιουργία μιας αυτοεικόνας με πολλαπλές ταυτότητες που αποτυπώνουν το βίο της. Αλλά και η γυναίκα της Ανατολής όπως περιγράφεται στα δύο έργα παρότι στα γενικά χαρακτηριστικά μοιάζει, εντούτοις όμως εμφανίζει διαφορές. Σε καμία περίπτωση δεν εργάζεται και αναθρέφει τα παιδιά της αλλά η μεν Παρρέν την περιγράφει ως πονηρή και ραδιούργα, ενώ η δε Παπαδοπούλου ως σοβαρή και λογική. Παρατηρούμε ότι σε κάθε περίπτωση οι αναφορές της Παρρέν είναι πιο αυστηρές ενώ της Παπαδοπούλου πιο ήπιες για τους λόγους που αναφέρθηκαν. Παρά το διαφορετικό τρόπο με τον οποίο προσέγγισαν στα έργα τους την έννοια «φεμινισμός» τόσο η Καλλιρόη Σιγανού-Παρρέν, όσο και η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου εργάστηκαν ώστε να αναπτυχθεί μία φιλογυνική ατμόσφαιρα μέσα στα πλαίσια της οποίας ενθαρρύνθηκε η ανάπτυξη φεμινιστικής συνείδησης.

259 259 Καθώς μελετάει η έρευνα σήμερα τις δυσκολίες και τις ταπεινώσεις στις οποίες εκτέθηκαν οι πρώτες γυναίκες φεμινίστριες και ταυτόχρονα απολαμβάνουμε τους καρπούς των δικών τους αγώνων, δεν μπορούμε παρά να εκφράζουμε το θαυμασμό μας και την ευγνωμοσύνη αναγνωρίζοντας τη συμβολή τους στη δημιουργία και την εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού. Το μεταβαλλόμενο περιεχόμενο της λαϊκής εκπαίδευσης, όπως εγγράφεται στους λόγους των εντύπων, αποδεικνύεται ότι έχει σαφείς αντιστοιχίες με τα εκάστοτε νοούμενα της έννοιας, όπως σταδιακά συγκροτούνται στην ευρύτερη δημόσια συζήτηση που λαμβάνει χώρα στη διάρκεια του 19ου αιώνα για την εκπαίδευση και των δύο φύλων. Με δεδομένο ότι ο ηγεμονικός δημόσιος λόγος για τη λαϊκή εκπαίδευση, από τον πλέον προοδευτικό διαφωτιστικό λόγο έως τον εστιασμένο στην εθνική υπόθεση και εκ των πραγμάτων συντηρητικό λόγο της τελευταίας εικοσιπενταετίας του 19ου αιώνα, δεν συμπεριλαμβάνει τις γυναίκες, τουλάχιστον σ όλο το εύρος του σχετικού προβληματισμού, ο γυναικείος λόγος των εντύπων αποδεικνύεται σημαντικά προοδευτικός, σχεδόν ριζοσπαστικός ιδιαίτερα στην πρώτη του δημόσια έκφανση έως και τη δεκαετία του1870. Η ισότιμη ένταξη των γυναικών στην κοινοτική εκπαιδευτική παροχή, η διεκδίκηση του δικαιώματος αυτού για όλες τις γυναίκες και, πρωτίστως, η διεκδίκηση επαγγελματικής εκπαίδευσης για τις γυναίκες ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν η επαγγελματική εκπαίδευση παραμένει έξω από το κοινοτικό εκπαιδευτικό δίκτυο έως και την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα, στηρίζουν τη θέση αυτή. Μετά τη δεκαετία του 1870 ο φεμινιστικός λόγος των γυναικών παρουσιάζει φθίνουσα πορεία, καθώς η συζήτηση περιορίζεται σε βελτιωτικές κυρίως παρεμβάσεις στην εκπαίδευση που ήδη παρέχεται. Η πολεμική δε αντιμετώπιση των διεκδικήσεων για διεύρυνση των εκπαιδευτικών κεκτημένων, όταν διακυβεύεται το κυρίαρχο μοντέλο της οικιακότητας, μεταβάλλει τον εκπαιδευτικό γυναικείο λόγο στα τέλη του αιώνα και στην καμπή του 20ού σε λόγο βαθύτερα συντηρητικό. Τα γυναικεία περιοδικά αποτέλεσαν για τις λόγιες Ελληνίδες του 19ου αιώνα πεδίο εντρύφησής τους στη γραφή αλλά και δίοδο προς το δημόσιο χώρο, μέσα από τις συνεργασίες τους, τη συγγραφική και μεταφραστική πορεία τους στην εκδοτική δραστηριότητα. Οι ανάλογες ιστορικές, κοινωνικές και λογοτεχνικές συνθήκες, οι δεδομένες δυσκολίες και διενέξεις, τα εμπόδια, οι αναστολές, αλλά και σε κάποιο βαθμό οι ευνοϊκές συνθήκες και διευκολύνσεις, αποτέλεσαν το πλαίσιο μέσα στο οποίο οι λόγιες γυναίκες του 19ου αιώνα τόσο στο ελληνικό κράτος όσο και στον έξω-ελληνισμό, συνιστούν µια αναγνωρίσιμη κατηγορία στην ιστορία του έντυπου

260 260 λόγου, παρά τον περιορισμό τους τους σε ένα ιδιαίτερο και ειδικό πεδίο, το γυναικείο 546. Στην Κουζίνα, στην Κουζίνα φώναζαν οι άνδρες φοιτητές με σκοπό να χλευάσουν τις γυναίκες που κατάφερναν να εισαχθούν στην ανώτατη πανεπιστημιακή εκπαίδευση με αρκετή δόση ειρωνείας και βιτριολικού χιούμορ καθώς για τα μέτρα και σταθμά της εποχής θεωρούσαν αδιανόητο μια γυναίκα να έχει δικαίωμα στη δημόσια μόρφωση και εκπαίδευση αλλά μόνο κατ οίκον για κορασίδες των αριστοκρατικών οικογενειών και στη χειρότερη των περιπτώσεων για τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Οι περισσότερες παρέμεναν αναλφάβητες με μόνη ασχολία το εργόχειρο, την οικοκυρική και το καθημερινό μαγείρεμα και τη φροντίδα των παιδιών με προσεκτική περιποίηση του σπιτιού που έπρεπε να λάμπει και ο άντρας να είναι χαρούμενος και με τις παντόφλες στο χέρι. Η μόνη έξοδος από το σπίτι γινόταν με συνοδεία του πατέρα ή του αδελφού και του συζύγου και τον περισσότερο χρόνο τον περνούσαν στην κουζίνα και εντός του σπιτιού γενικότερα χωρίς άλλες πνευματικές ασχολίες. Πρώτα απ όλα, τα κείμενα των Μουτζάν-Μαρτινέγκου και Στούρτζα έχουν μια χρονική εγγύτητα, τόσο ως προς τον χρόνο συγγραφής τους, όσο και ως προς τον χρόνο της πρώτης τους έκδοσης. Συμπτωματικά, γράφονται στη δεκαετία του 1820 και κυκλοφορούν περίπου μια πεντηκονταετία μετά, στη δεκαετία του Ας σημειωθεί ότι, ειδικά για τα Απομνημονεύματα της Στούρτζα, η συγγραφέας τους είχε αφήσει εντολή στους κληρονόμους της να δημοσιευτούν πενήντα χρόνια μετά τον θάνατό της. 548 Και στις τρεις περιπτώσεις, η πρώτη έκδοση απέχει μεγάλο χρονικό διάστημα από τη χρονική στιγμή ολοκλήρωσης της συγγραφής. Οι οψίτυπες εκδόσεις απαντώνται συχνά όταν αφορούν αυτοβιογραφικά κείμενα, επειδή, τις περισσότερες φορές, το περιεχόμενό τους είναι ιδιωτικό και ενδέχεται να εκθέτει πρόσωπα της αφήγησης. Γι αυτό και η δημοσιοποίησή τους μπορεί να καθυστερεί, από τον δισταγμό του συγγραφέα ή του επιφορτισμένου με την ευθύνη της έκδοσης κληρονόμου. Μπορεί να υποθέσει κανείς ότι το φαινόμενο του μεγάλου ετεροχρονισμού μεταξύ συγγραφής και πρώτης έκδοσης εντείνεται όταν πρόκειται για γυναίκες συγγραφείς, ή ότι η λογοκριτική παρέμβαση είναι εντονότερη ενόψει της δημοσίευσης, όπως συνέβη στην Αυτοβιογραφία της Μουτζάν-Μαρτινέγκου. Πάντως, και στις τρεις περιπτώσεις, η πρώτη έκδοση αναλαμβάνεται από έναν συγγενή κληρονόμο της εντολής ή της ηθικής υποχρέωσης δημοσιοποίησης του κειμένου. Ας θυμηθούμε: ο γιος της Μαρτινέγκου, η ανιψιά της Στούρτζα, ο εγγονός και ο δισέγγονος της Δέλτα. 546 Βλ. Ε. Ριζάκη, Οι «γράφουσες» Ελληνίδες, ό.., σ Denisi 2005, σ Κούκκου 1997, σ. 92

261 261 Θα μπορούσε, όμως,κανείς, να εντοπίσει και σημεία αναφορικά με το περιεχόμενο, τη γλώσσα και το ύφος στα οποία συγκλίνουν τα αυτοβιογραφικά κείμενα των γυναικών αυτών. Επισημαίνονται συνοπτικά, ανακεφαλαιώνοντας με τον τρόπο αυτόν όσα αναλυτικά παρουσιάστηκαν στην επιμέρους εξέταση και τον σχολιασμό των τριών αυτοβιογραφικών κειμένων σε αυτό το κεφάλαιο: Η αυθιστόρηση περιλαμβάνει, με έναν ορισμένο τρόπο και σε έναν ορισμένο βαθμό κάθε φορά, την αυτοσυνειδησία (κάποτε παρακολουθεί σταδιακά τη διαδικασία ωρίμανσης) του αυτοβιογραφούμενου υποκειμένου ως προς την έμφυλη ιδιότητά του. Με την αφηγηματική πράξη ανασυγκροτείται το υποκείμενο στη βάση μιας ατομικής συνείδησης της γυναίκας. - Η συγκρότηση της ατομικής συνείδησης περιλαμβάνει ή προϋποθέτει τη συλλογικότερη συνείδηση για την ευρύτερη κατηγορία του φύλου. Στα αυτοβιογραφικά τους κείμενα αποτυπώνεται η αντίληψη της ένταξης των συγγραφέων-αφηγητριών-πρωταγωνιστριών τους στο συλλογικό υποκείμενο των γυναικών. - Στο πλαίσιο της παραπάνω αυτοσυνειδησίας θα πρέπει να δούμε και την ιδιαίτερη σχέση που αναπτύσσεται με τις ομόφυλες προγόνους και επιγόνους, κυρίως με τη μητέρα και την κόρη ή τις κόρες της συγγραφέωςαφηγήτριας-πρωταγωνίστριας. Η αυτοβιογραφική αφήγηση αναθεωρεί τη σχέση αυτή, με τις όποιες εκδοχές της, συνύπαρξης ή σύγκρουσης, διαδοχής ή ρήξης, ως μέρος της συγκρότησης του αυθιστορούμενου υποκειμένου. - Η συγγραφή αυτοβιογραφικών κειμένων, ενός καθιερωμένου γραμματειακού είδους για την έκφραση του δημόσιου λόγου των ανδρών, από γυναίκες συγγραφείς, δημιουργεί μια κατάσταση ανισορροπίας, υπονόμευσης ή, έστω, αναθεώρησης της κανονικότητας του είδους. Με την πράξη της συγγραφής οι γυναίκες απομνημονευματογράφοι/αυτοβιογράφοι διεκδικούν την έξοδό τους στον λόγο και τη δράση της δημόσιας σφαίρας. Καθιστούν ορατή τη σύνδεσή τους με το εθνικό αφήγημα και διεκδικούν ένα μερίδιο συμβολής στη διαμόρφωσή του, με τα τεκμήρια των δικών τους αυτοβιογραφικών κειμένων (κάτι που είναι εμφανές στη ζωή και στη γραφή της Στούρτζα και της Δέλτα). - Παράλληλα, η αυτοβιογραφική ανασυγκρότηση του γυναικείου υποκειμένου είναι άβολη μέσα στα παραδεδομένα σχήματα αυτοβιογράφησης των ανδρών και έτσι οι γυναίκες συγγραφείς διαμορφώνουν μεικτούς τύπους κειμένων εμπλουτίζοντας με έναν αυτοβιογραφικό υβριδικό λόγο την παράδοση του είδους. Αναμνήσεις, ημερολόγια, σημειώματα, σχόλια στο περιθώριο, επιστολές κ.λπ., διαφορετικοί τρόποι έκφρασης, ποικίλες αφηγηματικές πρακτικές, συγκαλούνται σε ένα κείμενο ή σε ένα αρχείο για να συγκροτήσουν από κοινού το αυθιστορούμενο υποκείμενο. Η περίπτωση της Δέλτα είναι το χαρακτηριστικό παράδειγμα, αλλά και οι ενδείξεις που διαθέτουμε για το ακατάγραφο ακόμη και

262 262 αδημοσίευτο αρχείο της οικογένειας Στούρτζα δείχνει ότι μπορούμε να αναμένουμε στο μέλλον, και σε αυτή την περίπτωση, ένα παρόμοιο παράδειγμα. Η σύνδεση ιστορικής πραγματικότητας και αφηγηματικής μυθοπλασίας, ζωής και αφήγησης, είναι καταστατική αρχή στην περίπτωση του αυτοβιογραφικού είδους. Ειδικά, όμως, στις περιπτώσεις των τριών αυτοβιογραφικών κειμένων γυναικών που εξετάσαμε στο κεφάλαιο αυτό, το αυτοβιογραφικό κείμενο αποκτά μια εντονότερη σωματικότητα, η συγγραφή καθίσταται ζήτημα ζωής μυθοπλασία και αυτοβιογραφία διαμορφώνουν ένα συνεχές της δημιουργικής έκφρασης των γυναικών συγγραφέων τους, όπου, τόσο η λογοτεχνία που γράφουν όσο και ο λόγος περί εαυτού, υπηρετούν την ίδια ανάγκη διεκδίκησης μεριδίου ανεξάρτητης συμμετοχής στη ζωή, στη γραφή, στην ιστορία: «[Κ]αι σεις, μαύρα μου συγγράμματα, που σας αγαπούσα και ήθελα το καλόν σας, ό,τι λογής μία αγαπητή μητέρα το θέλει εις τα τέκνα της, έχετε κλεισμένα εδώ μέσα που σας έχω, να χορτάσητε την κοιλίαν των σαράκων, ή έχει κανένα καιρόν ο αδελφός μου να σας ευγάλη και να σας δώση εις τους δούλους του διά να σας ξεσχίζουν, και να μεταχειρίζωνται τα μέλη σας εις τας χρείας του μαγειρείου; Εγώ αποθνήσκω, αλλά πόσον ο θάνατός μου ήθελε με λυπεί ολιγώτερον ανίσως ημπορούσα να σας παραδώσω εις κανένα σπουδαίον, εις κανένα που να τιμά, και όχι να καταφρονή τα γεννήματα της αγχινοίας! Τοιούτους συλλογισμούς επήγαινα στρέφωντας διά του νοός μου, οπόταν έρχεται ένας στοχασμός και μου λέγει «Ο άνθρωπος πρέπει να μεταχειρίζεται κάθε μέσον διά να φυλάττη την ζωήν του την ιδίαν». 549» Σχετικά τώρα με τις ποιήτριες της Κρήτης, τα κοινά χαρακτηριστικά που διακρίνουν την ποίηση των γυναικών αυτών, όπως εξάλλου επισημάνθηκε παραπάνω, είναι ο έντονος λυρισμός ως αποτέλεσμα μιας εξέχουσας ευαισθησίας, το υπερτονισμένο συναίσθημα, η τρυφερότητα είτε απευθύνεται στην μορφή του αγαπημένου είτε στο παιδί ως απόρροια της μητρικής αγάπης. Η τρυφερότητα συνδυάζεται με την απόδοση του ειλικρινούς και αβίαστου συναισθήματος. Η ερωτική εμπειρία συνοδευμένη συνήθως από την αίσθηση της απόλυτης παράδοσης στον αγαπημένο αποκαλύπτει συχνά μια γυναίκα υποταγμένη και εξαρτημένη από τον άντρα αλλά με τρόπο φυσικό, χωρίς δυσαρέσκεια για αυτό. Η ποίησή των κρητικών ποιητριών προκύπτει από το άμεσο προσωπικό βίωμα και αυτό μεταφέρει στον αναγνώστη την αίσθηση της αμεσότητας. Πρόκειται λοιπόν για μια ομάδα γνωρισμάτων τα οποία αφενός η κριτική αφετέρου οι ίδιες οι ποιήτριες προβάλλουν στο έργο τους. Η πρόκριση του συναισθήματος είναι σχεδόν όρος απαράβατος για τη γυναικεία ποίηση και ταυτόσημος με τη γυναικεία φύση ή αλλιώς με τη γυναικεία ψυχή. Ωστόσο, οι γυναίκες αυτές συμβιβάζονται με τα ζητούμενα της κριτικής. 549 Αθανασόπουλος 1997, σ. 161.

263 263 Το ερώτημα που τίθεται είναι για ποιο λόγο οι γυναίκες ακολουθούν αυτήν την ρητορική υπακούοντας στα ζητούμενα της κριτικής. Η προεξοχή του συναισθήματος και μιας σειράς παραπλήσιων εννοιών είναι ο τρόπος τους αφενός να γίνουν αποδεκτές στον ποιητικό χώρο αφετέρου με την αυτοαναφορικότητα αυτή να μιλήσουν για την γυναικεία εμπειρία να την κοινοποιήσουν στην ευρύτερη κοινότητα και να βρουν ανταπόκριση σε άλλες γυναίκες-αναγνώστριες. Οι Κρητικές ποιήτριες ξεκινούν από έναν χώρο διπλά ανδροκρατούμενο και διπλά ασφυκτικά κριτικό γι αυτές : την ιδιαίτερη πατρίδα τους στην οποίαν για να φτάσουν στην δημοσίευση και στην υποδοχή από τους ανοιχτόμυαλους διανοούμενους πρέπει να υπερβούν τα εμπόδια του μικρού χωριού και να διανύσουν την απόσταση ανάμεσα στην αμόρφωτη και ημιμορφωμένη αγροτική ύπαιθρο έως το άστυ. Η δημοσίευση, η έκδοση του έργου ποιητριών που κατάγονταν από ή ζούσαν στην Κρήτη αποτελεί ένα κομβικό σημείο αναφοράς για όλες τις γυναίκες, τουλάχιστον τις αναγνώστριες. Περαιτέρω, η καταγωγή ορισμένων γυναικών όχι από τις κρητικές πόλεις αλλά από την ύπαιθρο (Μαυροειδή-Παπαδάκη, Κόμη) σηματοδοτεί την πορεία της γυναίκας προς την ανεξαρτησία, τη μόρφωση και την ελεύθερη έκφραση. Τέλος, η σύνδεση των γυναικών αυτών με το φεμινισμό του μεσοπολέμου και τις διεκδικήσεις των γυναικών όφειλε να γίνει διακριτικά και να προκύπτει από τη δράση τους ήπια εννοώ την δημοσίευση και έκδοση ποιημάτων και όχι φεμινιστική δράση. Σε αντίθετη περίπτωση κινδύνευαν να κατακριθούν και να παραμεριστούν από την αντιφεμινιστική σκέψη και κρίση αντρών αλλά και γυναικών. Επίσης, η Μαρίκα Πίπιζα ή Μαντζούνη ή Καρακάση η οποία αν και δεν κατάγεται από την Κρήτη συγκινείται τόσο από το δράμα των απελευθερωτικών αγώνων του νησιού που γράφει πολλά ποιήματα για την Κρήτη. Η Πίπιζα ανήκει περισσότερο στην εκπνοή των ρομαντικών και λιγότερο στο κλίμα της γενιάς του Βέβαια γράφει στην ομιλούμενη γλώσσα αλλά παραμένει σε ύφος στον στόμφο και το άκαμπτο και προσποιητό της ρητορικής των αθηναίων ρομαντικών. Συμπερασματικά λοιπόν, αν και οι ποιήτριες της Κρήτης δεν καινοτομούν θεματολογικά ή μορφολογικά αλλά ακολουθούν τα ποιητικά ρεύματα και τη ρητορική που η αντρική ποιητική είχε καθιερώσει, εντούτοις σε τοπικό επίπεδο δίνουν ένα αξιολογότατο στίγμα ποιοτικά και ποσοτικά. Σοβαρή, κατά τη γνώμη μου, υπόθεση εργασίας αποτελεί η καταγραφή, συλλογή και έκδοση των κειμένων τους είτε ατομικά είτε σε ανθολογία. Η Κ. Πρεβεζιώτου ως λογία, ποιήτρια, μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος, ιδιοκτήτρια και διευθύντρια περιοδικού, προερχόμενη από αστική οικογένεια της Κωνσταντινούπολης, μορφωμένη και καλλιεργημένη, εργαζόμενη μέσα σε ένα κατεξοχήν ανδρικό περιβάλλον, λογικά δεν θα διέφερε από εκείνες τις νέες ανεξάρτητες ταλαντούχες γυναίκες που επιζητούσαν αλλαγή στη μοίρα και τον

264 264 προορισμό τους κατά τα δυτικά πρότυπα, αν δεν ήταν πολύ βαθιά ριζωμένα μέσα της τα έντονα και ισχυρά ελληνοχριστιανικά ιδεώδη της γενιάς της, που την απέτρεπαν από παρόμοιους «επικίνδυνους νεωτερισμούς». Ανήκει στην κατηγορία των γυναικών που δεν θεωρούσαν απαραίτητο να ακολουθούν τα νέα ρεύματα της εποχής τους σχετικά με το φύλο και την ταυτότητά τους, αντίθετα, ανάλογα με την κατάρτιση και τις αντιλήψεις τους, τις επιρροές και τις πεποιθήσεις τους, ενστερνίζονταν τις παραδοσιακές απόψεις και διαδρομές, ακόμη και έρχονταν σε αντίθεση, κατά μια έννοια, με την ατομική και προσωπική τους ζωή. Η μεταβατική εποχή στην οποία ζούσε η Κορνηλία Πρεβεζιώτου-Ταβα νιώτου, στην περιοχή των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων της Ανατολής με τα ιδιαίτερα κοινωνικοπολιτικά και εθνικοϊδεολογικά χαρακτηριστικά, η αγωγή και η εκπαίδευση την οποία είχε λάβει με τα πρότυπα του καθιερωμένου ρόλου της συζύγου και της μητέρας, προφανώς καθόρισαν τη στάση της έναντι της επερχόμενης μεταστροφής στην αντιμετώπιση του παραδοσιακού ρόλου των γυναικών. Η αντιπαράθεση για την ισχύ και τις προοπτικές της γυναικείας χειραφέτησης, η αναγνώριση της ανάγκης για βελτίωση της εκπαίδευσης των γυναικών, η γυναικεία επαγγελματική δραστηριοποίηση για λόγους επιβίωσης, οι σχέσεις ανάμεσα στα δύο φύλα, η ηθική εξύψωση του ρόλου και της θέσης των γυναικών προβάλλονται μέσα από τις στήλες του περιοδικού, χρωματισμένες από τις πεποιθήσεις και τις ιδεολογικές τοποθετήσεις όχι μόνο της εκδότριας αλλά και των «ευυπολήπτων λογίων ανδρών και γυναικών» συνεργατών της Βοσπορίδος. Οι κατάλογοι των συνδρομητών στα βιβλία της Αντωνούσας παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, καθώς σ' αυτούς καταχωρίζονται και ονόματα συνδρομητριών δίνοντάς μας μια εικόνα του ποσοστού των εγγράμματων γυναικών τουλάχιστον στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά και μια ιδέα για την υπό διαμόρφωση ανεξάρτητη γυναικεία κοινωνική ταυτότητα (gender) στο νεοσύστατο βασίλειο. Από την άλλη δείχνουν την πρόσληψη του έργου της την εποχή εκείνη. Διαβάζουμε πάμπολλα ονόματα συνδρομητών, μεταξύ των οποίων του βασιλιά Όθωνα, ο οποίος είχε παραγγείλει 50 αντίτυπα του πρώτου θεατρικού της, ονόματα πολλών αγωνιστών και απογόνων τους. Ο Χαρίλαος Τρικούπης είχε παραγγείλει 20 αντίτυπα από το τελευταίο δράμα της. Το έργο της Αντωνούσας είχε κερδίσει και τους άνδρες αναγνώστες, οι οποίοι προτιμούσαν να διαβάζουν έργα με εθνικό περιεχόμενο και όχι εύπεπτα γαλλικά ρομάντζα. Πρωτοπόρος στάθηκε η Αντωνούσα και στη διαφύλαξη και προβολή της γυναικείας λαϊκής τέχνης. Αυτό που αργότερα, στο γύρισμα του αιώνα, θα επιδιώξουν διάφοροι σύλλογοι και το Λύκειο Ελληνίδων. Ίδρυσε στην Ερμούπολη, το Μεσολόγγι και την Αθήνα εργαστήρια, που παράλληλα λειτουργούσαν και ως τεχνικές σχολές θηλέων για την εκμάθηση κατασκευής κεντημάτων και ζωγραφικής καλεμικιαρίων. Στα τεχνικά σχολεία της δίδαξε τις μαθήτριες της, να συνειδητοποιήσουν ότι τα έργα των

265 265 χειρών τους, όχι μόνο εξέφραζαν την ταυτότητα τους, την τέχνη και το μόχθο τους, αλλά θα συνέβαλαν και στην ανεξαρτητοποίηση τους, αφού με αυτά θα εξοικονομούσαν κάποια χρήματα. Η Ευανθία Καΐρη δικαίως έχει χαρακτηριστεί ως η πρώτη Ελληνίδα λογία. Λέγεται ότι ο Νικήρατός της στάθηκε το πρότυπο για τα πατριωτικά δράματα της Καμπουράκη. Όμως, αν και η Ευανθία διέθετε εξαιρετική μόρφωση, παρέμεινε κάτω από τη βαριά σκιά του αδελφού της, συνεσταλμένη και σεμνή, χωρίς ν' ανοίξει τα φτερά της προς την κοινωνική ζωή. Η πρωτότυπη παρουσία της στα γράμματα αρχίζει και σταματά με τον Νικήρατο, που δημοσίευσε ανωνύμως. Η προσωπικότητα της Αντωνούσας ήταν εντελώς διαφορετική. Ανεξάρτητη και φιλελεύθερη, βγήκε στην κοινωνία, μπόρεσε να σταθεί στα πόδια της μόνη της και να συνομιλήσει επί ίσοις όροις με τους άντρες. Το μήνυμα για την ισότητα των δύο φύλων δεν υπάρχει στην Καΐρη. Ως προς την Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, έχει επικρατήσει στη βιβλιογραφία η άποψη ότι είναι η πρώτη Ελληνίδα φεμινίστρια και ότι η σκέψη τη φέρνει κοντά στην Αγγλίδα πρωτεργάτρια του φιλελεύθερου φεμινισμού Mary Wollstonecraft ( ). Θα πρέπει όμως να διευκρινιστεί ότι οι ιδέες της δεν είχαν καμιά επίδραση στην εποχή της, αφού η Αυτοβιογραφία της εκδόθηκε μισό αιώνα μετά το θάνατό της. Η ίδια δεν επιδίωξε ποτέ να κοινοποιήσει τις σκέψεις της, όπως έκανε η Αντωνούσα. Κατέγραφε στην αυτοβιογραφία της τη μίζερη ζωή της, αλλά δεν μπόρεσε να αρθρώσει δημόσιο λόγο για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, στην πολιτική, στην επανάσταση, γιατί θεωρούσε ότι η γυναικεία ύπαρξη είναι περιορισμένη και αδύναμη να αντιδράσει. Φαίνεται ότι ο λόγος της ήταν μια σιωπηλή διαμαρτυρία για τον ανδρικό αυταρχισμό, ένα είδος ψυχοθεραπείας μέσω της γραφής, λόγος χωρίς σύγχρονο αποδέκτη, μια παραγωγή λόγου για προσωπική και μόνο χρήση. Για τα θεατρικά έργα της είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι τα προόριζε να δημοσιευτούν ή να παρασταθούν. Ήταν περισσότερο μια εξάσκηση της έγκλειστης μεγαλοαστής στη μετάφραση ή ένας τρόπος για να ικανοποιήσει τη ζωτική ανάγκη της επικοινωνίας μέσω του θεατρικού διαλόγου 550. Η διαμαρτυρία της δεν ξεπέρασε τα στενά όρια των τειχών του σπιτιού της. Δεν τόλμησε να κάνει πράξη τις ιδέες της. Γι' αυτό και η φυγή της από το σπίτι κράτησε μόνο λίγες ώρες. Αντίθετα από την επικρατούσα ως τώρα άποψη, πρώτη η Αντωνούσα έκανε πράξη το αίτημα για τη γυναικεία χειραφέτηση και ζήτησε μια θέση στη δημόσια σφαίρα. Η Αντωνούσα είναι η πρώτη Ελληνίδα, μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, που όχι μόνο έθιξε στο λογοτεχνικό της έργο το αίτημα της ισότητας των δύο φύλων και του σεβασμού της γυναικείας προσωπικότητας, αλλά και το έκανε πράξη στην κοινωνική ζωή. 550 Για την Ελισάβετ Μαρτινέγκου βλ. Β. Αθανασόπουλος, ό.π., σ

266 266 Ξεπέρασε τα ασφυκτικά όρια του σπιτιού, οργάνωσε δική της επιχείρηση, συνομίλησε με άνεση με πολιτικούς άνδρες, κοινοποίησε τις ιδέες της μέσα από τα βιβλία της, ενθάρρυνε με το παράδειγμά της και άλλες γυναίκες, σχολίασε τα πολιτικά πράγματα ως ενεργή πολίτις, όταν οι γυναίκες ήταν αποκλεισμένες από το δημόσιο βίο. Μαχητική και ασυμβίβαστη έμεινε ένα πρόσωπο ελεύθερο. Ήταν ένα φωτεινό γέννημα του Διαφωτισμού. Η Οικονομίδου δεν μπορεί να αξιολογηθεί αισθητικά, ακόμη και στα μέτρα του καιρού της ως μείζων ποιητική φυσιογνωμία. Η ποίησή της δεν έχει πάντοτε την ίδια πρωτοτυπία, συνήθως αυτοπεριορίζεται στον χώρο της αντρικής ρομαντικής ποιητικής. Ωστόσο, κατορθώνει να αρθρώσει σχεδόν υπερήφανα λόγο και να διεκδικήσει μια θέση στο λογοτεχνικό στερέωμα της εποχής της δημιουργώντας έτσι, χωρίς φυσικά να το συνειδητοποιεί όπως και άλλες όμοιές της, το λογοτεχνικό προηγούμενο για τις επόμενες γράφουσες. Για την ίδια την Οικονομίδου δεν υπάρχει μια γυναικεία λογοτεχνική ιστορία-πρότυπο. Οι πρόγονοί της, τα ποιητικά της μοντέλα, είναι άντρες τους οποίους δεν αρνείται αλλά επιχειρεί να τεθεί ισάξια ενώπιόν τους. Τόσο το έργο όσο και ο βίος της λειτουργούν, όσο είναι δυνατόν, διαβρωτικά απέναντι στην ανδροκρατούμενη λογοτεχνία και στην οικογενειακή πατριαρχία. Τον ρόλο αυτό της αναγνωρίζει και, μεταθανάτια, η Καλλιρρόη Παρρέν, θεωρώντας την έκφραση της συλλογικής γυναικείας ψυχής, ή όπως αναφέρεται ήδη στον τίτλο «ἡ ἠχὼ τῶν στόνων ὅλων τῶν ῥομαντικών γυναικών». Στις ρίζες της οθωμανικής κοινωνίας οι γυναίκες χωρίζονταν από τους άνδρες και αποκτούσαν γυναικεία υπόσταση και ταυτότητα μόνο μέσα στο σπίτι, στον ιδιωτικό χώρο, ενώ οι άνδρες επιτρέπονταν να κινηθούν και έξω από το σπίτι, στο δημόσιο τομέα, διαχωρισμός που ενισχύθηκε ιδιαίτερα από τις κοινωνικές και θρησκευτικές επιβολές. Τελικά, το τούρκικο κοινωνικό και πολιτιστικό συγκείμενο διακρινόταν από μια δομή καθαρά πατριαρχική. Από την Κρήτη μέχρι τη Θράκη, η γυναίκα έπρεπε να είναι υποταγμένη στον σύζυγό της και να σέβεται την επιθυμία της κοινωνίας που ήθελε τη γυναίκα κατώτερη απ την αντρική παρουσία. Οι γυναίκες βρίσκονταν αρχικά υπό τον έλεγχο του πατέρα τους, αλλά και της μητέρας τους, η οποία ήταν υπεύθυνη να διαμορφώσει το χαρακτήρα τους, και στη συνέχεια περνούσαν στον έλεγχο του συζύγου τους, στον οποίο η κοινωνία αναγνώριζε πλήρη εξουσία στα μέλη της οικογένειάς του. Κλείνοντας αυτή την πολλή ενδιαφέρουσα έρευνά της εργασίας για αυτές τις εξαιρετικές γυναικείες προσωπικότητες, θα πρέπει να επισημανθεί η βαθύτατη συγκίνηση από το απαράμιλλο σθένος και τη δυναμικότητα του χαρακτήρα τους διότι δε δίστασαν να συγκρουστούν με αναχρονιστικά ανδρικά κατεστημένα ακαδημαϊκά και κοινωνικά προκειμένου να υπερασπιστούν τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους σε οικογενειακό και δημόσιο επίπεδο με ελεύθερη πρόσβαση στη μόρφωση και σε

267 267 δραστηριότητες που μέχρι τις αρχές του 20 ου αιώνα θεωρούνταν προνόμιο των ανδρών. Μελετώντας εξονυχιστικά τις διάφορες περιοχές που ανέπτυξαν λογοτεχνικό λόγο διαπίστώθηκε πως σε κάθε μια περίπτωση ξεχωριστά ήρθαν σε αντιπαράθεση με τους μύδρους της ανδροκρατούμενης λογοτεχνικής κριτικής για την ποιότητα των έργων τους που προσέβαλλε την ηθική διαπαιδαγώγηση των κοριτσιών και τα χρηστά ήθη της κοινωνίας ενώ οι εκδότριες αντιμετώπισαν το μένος του ανδρικού αναγνωστικού κοινού με μικρή υπεράσπιση μόνο από γυναίκες με κατ οίκον μόρφωση καθώς υπήρχε μεγάλο ποσοστό γυναικείου αναλφαβητισμού. Καθώς αναλύθηκε η ποιότητα του έργου τους μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα πως σε καμία περίπτωση το έργο τους δε στέκεται μειονεκτικά απέναντι σε αυτό των ανδρών ομολόγων τους αλλά είναι ίσης αξίας και ποιότητα καθώς εκπέμπει μια ζωντάνια στις περιγραφές της φύσης και του αγνού και άδολου έρωτα, με ένα παραστατικό και γλαφυρό λόγο γεμάτο από αμεσότητα και καθαρότητα ενώ επίσης διακρίνεται στον αντίποδα ο ορμητικός και μαινόμενος χείμαρρος αγανάκτησης. Επίσης είναι έκδηλος ο ξεσηκωμός όταν πραγματεύονται θέματα της καταπίεσης της γυναικείας φύσης και συνεχώς προτρέπουν τις γυναίκες να ξεσηκωθούν εναντίον του άθλιου φαλλοκρατικού ανδροκρατούμενου κατεστημένου και με παραλληλισμό των θυσιών για την πατρίδα στον αγώνα ανεξαρτησία με παραδείγματα ηρωικών προσωπικοτήτων να μπορέσουν να επιβληθούν στο δημόσιο και ιδιωτικό βίο και όχι να περιορίζονται σε προσωπική ανάγνωση βιβλίων στο σπίτι και οικοκυρικές δραστηριότητες.

268 268 9)Κεφάλαιο 9:Ενδεικτικές πηγές-βιβλιογραφία 551 : Σοφία Ντενίση, Ανιχνεύοντας την «αόρατη γραφή»: Γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού Διαφωτισμού-Ρομαντισμού (Αθήνα: Νεφέλη, 2014).Σελ και Σιδηρούλα Ζιώγου-Καραστεργίου, Η μέση εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα ( ) (Αθήνα: Ι.Α.Ε.Ν./ Γ.Γ.Ν.Γ., 1986).Σελ Ελένη Φουρναράκη, Εκπαίδευση και αγωγή των κοριτσιών: Ελληνικοί προβληματισμοί ( ). Ένα ανθολόγιο (Αθήνα: Ι.Α.Ε.Ν./Γ.Γ.Ν.Γ., 1987).Σελ Ειρήνη Ριζάκη, Οι «γράφουσες» Ελληνίδες: Σημειώσεις για τη γυναικεία λογιοσύνη του 19ου αιώνα (Αθήνα: Κατάρτι, 2007).Σελ Ελένη Βαρίκα, Η εξέγερση των κυριών: Η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα (Αθήνα: Ίδρυμα Έρευνας και Παιδείας της Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος, 1987).Σελ Κατερίνα Δαλακούρα, «Λόγοι για την εκπαίδευση στα ελληνικά γυναικεία περιοδικά του οθωμανικού χώρου (19ος αι. 1906): Η γυναικεία λαϊκή εκπαίδευση», Μνήμων, 31 (2010). Αγγέλικα Ψαρρά, «Γυναικεία περιοδικά του 19ου αιώνα», Σκούπα, 2 (Ιούνιος 1979): Ελένη Βαρίκα, «Μια δημοσιογραφία στην υπηρεσία της γυναικείας φυλής : Γυναικεία περιοδικά στον 19ο αιώνα», Διαβάζω, 198 (1988): Χρήστος Τζήκας, «Η συμβολή της γυναίκας εκπαιδευτικού στη χειραφέτηση των γυναικών», στο Γυναίκες στην ιστορία των Βαλκανίων: Ιστορίες ζωής γυναικών εκπαιδευτικών, επιμ. Σιδηρούλα Ζιώγου-Καραστεργίου (Θεσσαλονίκη: Βάνιας, 2010).Σελ Κώστας Μάγερ, Ιστορία του ελληνικού Τύπου , τ. 1 (Αθήνα: Α. Δημόπουλος, 1957).Σελ Τσουκαλάς Κ., 1977, «Εξάρτηση και αναπαραγωγή: Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα ( )», Αθήνα.Σελ Ντενίση Σοφία, «Οι λόγιες ελληνίδες στα χρόνια του ελληνικού ρομαντισμού ( )», Διαβάζω339, 7/1994, σ Παρουσίαση των κυριοτέρων βιβλιογραφικών πηγών που χρησιμοποιήθηκαν για την εργασία με ελληνική και ξένη βιβλιογραφία όπως και ηλεκτρονικές πηγές.

269 269 Α. Ζ., «Ιασονίδης, Ονούφριος Ι.», Λεξικό Νεοελληνικής λογοτεχνίας: πρόσωπα, έργα, ρεύματα, όροι, Αθήνα, Πατάκης, 2007, σ Αβδελά, Έφη Ψαρρά, Αγγέλικα, «Εισαγωγή: Ξαναγράφοντας το παρελθόν. Σύγχρονες διαδρομές της ιστορίας των γυναικών», Έφη Αβδελά Αγγέλικα Ψαρρά (επιμ.), Σιωπηρές ιστορίες. Γυναίκες και φύλο στην ιστορική αφήγηση, Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1997, σσ Γριβέα, Μαρία, Το γυναικείο περιοδικό Ευρυδίκη ( ): προσπάθεια έκφρασης και διαμόρφωσης γυναικείας συλλογικής συνείδησης στο β μισό του 19ου αι., Φιλοσοφική Σχολή, Πανεπιστήμιο Κρήτης, 2001.Σελ Δαλακούρα, Κατερίνα, «Εκπαίδευση και γυναικεία συνείδηση στις ελληνικές κοινότητες του οθωμανικού χώρου (19ος αι.): Το αδύνατο, το ανωφελές και το άκαιρον ενός φεμινιστικού αυτοπροσδιορισμού», Αριάδνη, τ. 13, Ρέθυμνο, Φιλοσοφική Σχολή, Πανεπιστήμιο Κρήτης, 2007, Δρούλια, Λουκία Κουτσοπανάγου, Γιούλα (επιμ.), Εγκυκλοπαίδεια του ελληνικού τύπου : εφημερίδες, περιοδικά, δημοσιογράφοι, εκδότες, τ. Β, Δ, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών / Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών - Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας, 2008.Σελ Ζιώγου-Καραστεργίου, Σιδηρούλα, «Ανώτατη εκπαίδευση. Προ των προπυλαίων: Η εξέλιξη της ανώτατης εκπαίδευσης των γυναικών στην Ελλάδα», Β. Δεληγιάννη και Σ. Ζιώγου (επιμ.), Εκπαίδευση και Φύλο: Ιστορική διάσταση και σύγχρονος προβληματισμός, Θεσσαλονίκη, Βάνια, 1999, σσ Ξηραδάκη, Κούλα, Το φεμινιστικό κίνημα στην Ελλάδα ( ): πρωτοπόρες Ελληνίδες, Αθήνα, Γλάρος, 1988.Σελ Ελεγμίτου, Ελένη, Η εκπαίδευση «εις τα του οίκου» και τα γυναικεία καθήκοντα. Από την ίδρυση του ελληνικού κράτους έως την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, Αθήνα, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, 1987.Σελ Ροΐδης, Εμμανουήλ, «Αι γράφουσαι Ελληνίδες. Α Αρσινόη Παπαδοπούλου», Άπαντα, επιμ. Άλκης Αγγέλου, τ. Ε, Αθήνα, 1978, σσ Μποέμ, «Αι γράφουσαι Ελληνίδες. Το άρθρον του κυρίου Ροΐδη. Τι λέγουν αι κυρίαι», Σκριπ 3, τχ. 241 (3 Μαΐου 1896), σ. 1. Τσουκαλάς, Κωνσταντίνος, Εξάρτηση και αναπαραγωγή: ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα ( ), μτφ. Ιωάννα Πετροπούλου- Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, Αθήνα, Θεμέλιο, 1992.Σελ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΑ, ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΑΜΠΗ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ, ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ, ΤΕΥΧΟΣ Β, ΓΚΟΒΟΣΤΗ, ΜΑΡΤΙΟΣ-ΙΟΥΝΙΟΣ 1998.

270 270 Ψαρρά, Αγγέλικα, «Μητέρα ή πολίτις: Ελληνικές εκδοχές της γυναικείας χειραφέτησης ( )», Κέντρο Γυναικείων Μελετών και Ερευνών Διοτίμα, Το φύλο των δικαιωμάτων. Εξουσία, γυναίκες και ιδιότητα του πολίτη, Αθήνα, Νεφέλη, 1999, σσ «Το δώρο του Νέου Κόσμου: Οι Ελληνίδες φεμινίστριες μεταξύ Δύσης και Ανατολής ( )», Τσαλάρ Κέυντερ και Άννα Φραγκουδάκη (επιμ.), Ελλάδα και Τουρκία: Πορείες εκσυγχρονισμού. Οι αμφίσημες σχέσεις τους με την Ευρώπη , μτφ. Κώστας Κουρεμένος, Αλεξάνδρεια, 2008, σσ «Το μυθιστόρημα της χειραφέτησης ή Η συνετή ουτοπία της Καλλιρρόης Παρρέν», Καλλιρρόη Παρρέν, Η χειραφετημένη, Αθήνα, Εκάτη, 1999, σσ Αλέξης Πολίτης, Ρομαντικά χρόνια, ιδεολογίες και νοοτροπίες στην Ελλάδα του , Ε.Μ.Ν.Ε. Μνήμων, 2008.Σελ Berlin Ι. 2002, Οι ρίζες του ρομαντισμού, μτφρ. Γ. Παπαδημητρίου, Scripta, Αθήνα.Σελ Furst L. 1974, Ρομαντισμός, μτφρ. Ι. Ράλλη Κ. Χατζηδήμου, Ερμής, Αθήνα.Σελ Löwy, M. - Sayre, R.: Εξέγερση και μελαγχολία. Ο ρομαντισμός στους αντίποδες της νεοτερικότητας. Μετάφρ. Δ. Καββαδία. "Εναλλακτικές Εκδόσεις", Αθ Σελ Γεωργαντά Α. 1992, Αιών Βυρωνομανής: Ο κόσμος του Byron και η νέα ελληνική ποίηση, Εξάντας Αθήνα.Σελ Benoit-Dusausoy A. & G. Fontaine (επιμ.) 1999, Ευρωπαϊκά Γράμματα: Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, μτφρ. A. Zήρας κ.ά., τ. Β, Σοκόλη, Αθήνα.Σελ Κ. Θ. Δημαράς, «Η ποίηση στον ΙΘ αιώνα», Ελληνικός Ρομαντισμός, Ερμής, Αθήνα 1994, σελ Καραβία Αιμιλία, «Παρρέν Καλλιρρόη», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια19. Αθήνα, Πυρσός, 1932.Σελ Κωνσταντινίδου Λούλα, Καλλιρρόη Παρρέν 50 χρόνια από το θάνατό της, Μια πρωτοπόρος στο φεμινιστικό κίνημα της χώρας μας. Αθήνα, 1990.Σελ Μιχαλιάδου Σούλα, Η Καλλιρρόη Παρρέν. Σάμος, 1940.Σελ

271 271 Μόσχου - Σακορράφου Σάσα, «Το ξύπνημα της ελληνίδας Καλλιρρόη Παρρέν», Ιστορία του ελληνικού φεμινιστικού κινήματος, σ Αθήνα, Πολυκανδριώτη Ράνια, «Καλλιρρόη Παρρέν», Η παλαιότερη πεζογραφία μας Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοζ ( ), σ Αθήνα, Σοκόλης, Ταρσούλη Αθηνά, «Καλλιρρόη Παρρέν», Νέα Εστία27, ετ.ιδ, 1η/2/1940, αρ.315, σ χ.σ., «Παρρέν Καλλιρρόη», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό8. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988.Σελ Ι.Μυθιστορήματα Τα βιβλία της ΑυγήςΑ Η χειραφετημένη. Αθήνα, τυπ. Παρασκευά Λεώνη, Τα βιβλία της ΑυγήςΒ Η μάγισσα. Αθήνα, τυπ. Παρασκευά Λεώνη, Τα βιβλία της αυγήςγ Το νέον συμβόλαιον. Αθήνα, τυπ. Παρασκευά Λεώνη, Ιωαννίδου, Μαριέττα, Γράφουσες Ελληνίδες τον 19ο αρχές του 20ου αιώνα. Η περίπτωση της Ευγενίας Ζωγράφου( ): Μια συμβολή στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Groningen, 2001.Σελ , «Μια λησμονημένη μορφή των γραμμάτων μας: Ευγενία Ζωγράφου», Θέματα Λογοτεχνίας τχ. 16 (Νοέμβριος Φεβρουάριος 2001), σσ Ιωαννίδου Μαριέττα, «Το πρώτο ιστορικό μυθιστόρημα γραμμένο από γυναίκα», Νέα Εστία137, 1η/5/1995, ετ.ξθ, αρ.1628, σ Ιωαννίδου Μαριέττα, «Η Γκούραινα της Ευγενίας Ζωγράφου Ένα αγνοημένο μυθιστόρημα μιας λησμονημένης συγγραφέως», Διαβάζω363, 5/1996, σ Σταμάτης Κώστας Μιχ., «Ζωγράφου Ευγενία», Πελοποννησιακή λογοτεχνία Η λογοτεχνία της Αργολίδας, σ.221. Αθήνα, Ντενίση Σοφία, «Οι λόγιες ελληνίδες στα χρόνια του ελληνικού ρομαντισμού ( )», Διαβάζω339, 7/1994, σ Ντενίση Σοφία, «Μαρία Μηχανίδου: Μια πρωτοπόρος της γυναικείας λογοτεχνίας μας», Πρόγραμμα της παράστασης του έργου της Μηχανίδου Νέα εφεύρεσις γάμου από το θίασο Χορίκιος, την περίοδο 1/11-18/12/1994 στο Δημοτικό Θέατρο Καλλιθέας. Ντενίση Σοφία, «Μαρία Π. Μηχανίδου», Η παλαιότερη πεζογραφία μας Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοε ( ), σ Αθήνα, Σοκόλης, 1996.Σελ Ο προδότης ιερεύς τραγωδία εις πέντε πράξεις. Αλεξάνδρεια, 1874 (και δεύτερη εμπλουτισμένη έκδοση με τίτλο Ο ψευδοϊερεύς Ιουδαίος Πρωτότυπον δράμα εις

272 272 πράξεις πέντε, Αθήνα, 1886). Η εσχάτη ένδεια, η ελληνική αριστοκρατία και ο βρυκόλακας δράμα απολήγον εις κωμωδίαν. Αλεξάνδρεια, Νέα εφεύρεσις γάμου κωμωδία πρωτότυπος εις πράξεις τρεις. Κωνσταντινούπολη, Η ανθρωποθυσία παρά τοις Ιουδαίοις Δράμα απολήγον εις κωμωδίαν, εις πράξεις πέντε, εις τεύχη δύο. Αθήνα, Σαμαρτζίδου, Ευφροσύνη, Συλλογή Ποιήσεων, Δαπάνη της φιλογενεστάτης Κυρίας Ελένης Μ. Τοσίτζα, Εν Αθήναις :Τύποις Δ. Αθ. Μαυρομμάτη Λαρισσαίου,1857. Ά[γρας] Τ[έλος], «Παππαδοπούλου Αρσινόη», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια19. Αθήνα, Πυρσός, 1932.Σελ Γιαννιού Γαϊτάνου Αθηνά, «Η ζωή και το έργον της Αρσινόης Παπαδοπούλου Μία μεγάλη συγγραφεύς», Εστία, 10/5/1932. Δάφνης Στέφανος, «Αρσινόη Παπαδοπούλου», Νέα Εστία34, ετ.iz, 29/11/1943, αρ.396, σ Μποέμ [= Δημ. Χατζόπουλος], Συνέντευξη με τη συγγραφέα, Σκριπ, 6/5/1896. Πολυκανδριώτη Ράνια, «Αρσινόη Παπαδοπούλου», Η παλαιότερη πεζογραφία μας Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοζ ( ), σ Αθήνα, Σοκόλης, 1997.Σελ Ροΐδης Εμμανουήλ, «Αι γράφουσαι Ελληνίδες», Ακρόπολις, 28/4/1896 (τώρα και στον τόμο Εμμ. Ροΐδου, ΆπανταΒ Επιμέλεια Ε.Π.Φωτιάδου, σ Αθήνα, Βίβλος, 1955). Σακελλαρίου Χάρης, Ιστορία της παιδικής λογοτεχνίας, σ.152. Αθήνα, Δίπτυχο, Η ογδονταετηρίς της λογογράφου Αρσινόης Γρ. Παπαδοπούλου. Ο βίος και το έργον της. Αθήνα, Ι.Δ. Κολλάρος και Σία, 1934.Σελ Αβουρής Σπύρος, «Μαρτινέγκου Μουτσάν Ελισσάβετ», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας10. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.σελ Αθανασόπουλος Βαγγέλης (εισαγ. επιμ.), Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία. Αθήνα, Ωκεανίδα, 1997 (στη σειρά Οι Επτανήσιοι, αρ.1) Αποστολίδου Ν., «Μουτζάν Μαρτινέγκου Ελισάβετ», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό6. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1987.Σελ Κεχαγιόγλου Γιώργος, «Ελισάβετ Μουτσά(ν) Μαρτινέγκου», Η παλιότερη πεζογραφία μας Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοβ,1, σ Αθήνα, Σοκόλης, Σέρρας Διονύσης, «Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία», Περίπλους2, (Ζάκυνθος), Καλοκαίρι 1984, σ Ξενόπουλος Γρηγόριος, «Ελισάβετ Μουτσά Μαρτινέγκου», Νέα ΖωήΙΒ,αρ.2, 1924, σ Παμπούκη Ε., «Διανοούμενες γυναίκες της προεπαναστατικής περιόδου», Διαβάζω36, 11/1980, σ Πορφύρης Κ., Εισαγωγή στον τόμο Ελισσάβετ Μουτσάν Μαρτινέγκου,

273 273 Αυτοβιογραφία. Αθήνα, Ραυτόπουλος Μ., «Ελισάβετ Μουτσά Μαρτινέγκου: Αυτοβιογραφία», Επιθεώρηση ΤέχνηςΔ, ετ.β, 8/1956, αρ.20, σ Σπηλιάδη Βεατρίκη, «Ενθυμήθηκα πως είμαι γυναίκα και αναστέναξα», Γυναίκα, αρ.570, 24/3/1970, σ χ.σ., «Μαρτινέγκου Ελισσάβετ», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια16. Αθήνα, Πυρσός, 1931.Σελ Αφιερώματα περιοδικών Επτανησιακά ΦύλλαΑ (Ζάκυνθος), 11/1947, αρ.10. Ελισαβέτιος Μαρτινέγκος, Η μήτηρ μου: Αυτοβιογραφία της κυρίας Ελισσάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου. Αθήνα, 1881.Σελ Αυτοβιογραφία Εισαγωγή και σημειώσεις Κ.Πορφύρη. Αθήνα, Διγενής, Αυτοβιογραφία Εισαγωγή Φιλολογική επιμέλεια Βαγγέλης Αθανασόπουλος. Αθήνα, Ωκεανίδα, Για περισσότερα εργογραφικά στοιχεία της Ελισάβετ Μουτσά(ν) Μαρτινέγκου βλ. Κεχαγιόγλου Γιώργος, «Ελισάβετ Μουτσά(ν) Μαρτινέγκου», Η παλιότερη πεζογραφία μας Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοβ,1, σ Αθήνα, Σοκόλης, Αλέξης Ζήρας & Στέση Αθήνη, Λεξικό της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Πρόσωπα. Έργα. Ρεύματα. Όροι, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2007, 1481.Σελ Ράνια Πολυκανδριώτη, «Η αυτοβιογραφία της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου», περ. Περίπλους, τχ. 51 (2002) Βάλτερ Πούχνερ, «Προεισαγωγικά». Γυναίκες θεατρικοί συγγραφείς στα χρόνια της Επανάστασης και το έργο τους, φιλολ. επιμ. Βάλτερ Πούχνερ, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα 2003, 73 & [σειρά: Θεατρική Βιβλιοθήκη]. Μαριέττας Μινώτου, Ζακυθινά Αγρολούλουδα, Διηγήματα, Αθήναι 1929, Β Έκδοση, Εκδόσεις Τρίμορφο, Ζάκυνθος 2003, σσ. α -γ. Ενδιαφέρουσες πληροφορίες σχετικά με τα διηγήματα της Μαριέττας Μινώτου περιλαμβάνονται και στις επιστολές της στον Γιάννη Ψυχάρη, καθώς και στον υποδειγματικό σχολιασμό αυτών των επιστολών από τον Διονύση Μουσμούτη στο: Διονύση Ν. Μουσμούτη, Η Μαριέττα Γιαννοπούλου-Μινώτου, ο Γιάννης Ψυχάρης και ο Ούγκο Φόσκολο, <Ευθύνη / Αναλόγιο λδ > Εκδόσεις Ευθύνη, Αθήνα, 2012, σσ , 73-74, 84, 103, 105, , 118, , 134. Βαγγέλης Αθανασόπουλος, Το ποιητικό τοπίο του ελληνικού 19ου και 20ού αιώνα,τόμος Β, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1995, σσ. 150, 185, 145. «Αι αντιλήψεις της Κας Μινώτου», Εφημερίς των Ελληνίδων, τχ. 8, , σελ. 2. «Περίπλους», τεύχος 51, αφιέρωμα στην Ελισάβετ Μουτζάν - Μαρτινέγκου. «Επτανησιακά φύλλα»: Αφιέρωμα στη Μαριέττα Γιαννοπούλου - Μινώτού, τόμος

274 274 ΚΒ, 3-4. Constantin von Wurzbach: Albrizzi-Teotochi, Isabella. In: Biographisches Lexikon des Kaiserthums Oesterreich. Band 1. Verlag L. C. Zamarski, Wien 1856, S. 12. Η πατρική αγάπη ή Η ευγνώμων δούλη και Η πανούργος χήρα, Κωμωδίαι του Κυρίου Καρόλου Γολδώνη, Εκ του ιταλικού μεταφρασθείσαι παρά Μητιούς Σακελλαρίου, εν Βιέννη της Αουστρίας κατά το τυπογραφείον Ιωάννου του Σνεϊρερ. Οι περισσότεροι Κοζανίτες λόγιοι εξέδιδαν τα έργα τους στη Βιέννη. Βλ. και Anna Tabaki «Le théâtre néohellénique: Genèse et formation. Ses composantes sociales, idéologiques et esthétiques», Διδακτορική διατριβή, vol. I III, École des Hautes Études en Sciences Sociales, Paris 1995, Σελ. 419 κε: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών. Πρβλ. Βάλτερ Πούχνερ (2004) «Δραματουργικές και θεατρολογικές θεωρίες στην προεπαναστατική Ελλάδα ( )», Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, «Ελληνικά» Τόμος 50, Αθήνα, σελ Ειδικότερα για τη μετεπαναστατική κατάσταση στο ερασιτεχνικό θέατρο της Αθήνας βλ. σ. 302: «Αν και το ρεπερτόριο του ερασιτεχνικού θιάσου του 1836/1837 στην Αθήνα επαναλαμβάνει το προεπαναστατικό ρεπερτόριο, πολλά πράγματα έχουν αλλάξει στο μεταξύ στη βαυαροκρατούμενη Αθήνα κυριαρχούν τα πολιτικά θέματα και η σύγκρουση του ντόπιου με το ξένο, του αυτόχθονου με το ετερόχθονο». Και εν κατακλείδι σ. 304: «τη Μητιώ Σακελλαρίου και τις μεταφράσεις της, μαζί με τον καλογραμμένο και συμπαθητικό πρόλογό της «προς τας αναγιγνωσκούσας» θα τις φάει το μαύρο σκοτάδι, ώσπου σύγχρονες βιβλιογραφίες και μελετητές θα τις ανασύρουν από τη λήθη». Γιαλουράκης Μανώλης, «Μηνιάτη Μαργαρίτα», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας10. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Κόκκινος Δ., «Αλβάνα (Μαργαρίτα Ματθίλδη Αλβάνα Μηνιάτη)», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια3. Αθήνα, Πυρσός, 1927, Ταρσούλη Αθηνά, Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη Η ζωή της και το έργο της. Αθήνα, Πυρσός, 1935 και χ.σ., «Αλβάνα Μηνιάτη Μαργαρίτα Ματθίλδη», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό1. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, Αλιμπέρτη Σωτηρία, «Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη», Εφημερίς των Κυριών, 4-5/1895. Ασώπιος Ειρηναίος, «Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη», Αττικό Ημερολόγιο, Κόκκινος Διον., «Αλβάνα (Μαργαρίτα Ματθίλδη Αλβάνα Μηνιάτη)», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια3. Αθήνα, Πυρσός, Μάργαρης Δημ., «Το όνειρο μιας ζωής Εδουάρδος Συρέ και Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη», Νέα Εστία5, ετ.γ, 15/7/1929, αρ.62, σ Ταρσούλη Αθηνά, Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη Η ζωή της και το έργο της. Αθήνα, Πυρσός, χ.σ., «Αλβάνα Μηνιάτη Μαργαρίτα Ματθίλδη», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό1. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1983.

275 275 Αλόη Σιδέρη (1929, 2004) ( ). Έλληνες φοιτητές στο Πανεπιστήμιο της Πίζας ( ), Α -Β. Αθήνα: Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, σελ. 55. Βιβλιογραφία Εργογραφία Αντωνούσας Καμπουροπούλας (Καμπουράκη) * Ποιήματα Τραγικά, εμπεριέχοντα διαφόρους πολέμους της Κρήτης επί της Ελληνικής Επαναστάσεως, συνταχθέντα και εκδοθέντα υπό Αντωνούσα Ι. Καμπουροπούλα, εν Ερμουπόλει, εκ της τυπογραφίας Γεωργ. Πολυμερή, 1840 (η καταγραφή από αντίτυπο της Βιβλιοθήκης Γεωργίου Καλαϊσάκη, που απόκειται στο ΙΑΚ). * Γεώργιος Παπαδάκης, τραγωδία εις πράξεις πέντε διηρημένη. Ποίημα της Αντωνούσης Ι. Καμπουροπούλας εκ Χανίων της Κρήτης, Εν Αθήναις, εκ του τυπογραφείου Κ. Αντωνιάδου, * Λάμπρω, Τραγωδία εις πράξεις πέντε, ποίημα της Αντωνούσης Ι. Καμπουροπούλας εκ Χανίων της Κρήτης, Εν Μεσολογγίω, τυπ. Ελληνικών Χρονικών, * Η νυξ της 10 προς 11 Οκτωβρίου 1862 εν Αθήναις μεθ' όλων των των ουσιωδεστέρων γεγονότων μέχρι της 21 του αυτού μηνός, συνετάχθη παρά της Ελληνίδος Α. Κ. προς γνώσιν των ομογενών και των δύο φύλων, εκ του τυπογραφείου Ερμού [1862]. * Μνήμη, ήτοι τα συμβάντα της Ναυπλιακής και Οκτωβριανής Επαναστάσεως, ποίημα της Αντωνούσης Ι. Καμπουροπούλου εκ Χανίων της Κρήτης, εν Αθήναις, τύποις Η Φιλόμουσος Λέσχη, * Η έξοδος του Μεσολογγίου, τραγωδία εις πέντε πράξεις υπό της κυρίας Αντωνούσης Καμπουράκη, Κρήσσης, εν Αθήναις εκ του τυπογραφείου Σ. Κ. Βλαστού, Η γυναικεία εκδοτική δραστηριότητα : περιοδικά λόγου και τέχνης : η περίπτωση της Αρτεμισίας Λανδράκη και της Κορνηλίας Πρεβεζιώτου / Πέρσα Αποστολή. σ Άγρας Τέλλος, «Παππαδοπούλου Αλεξάνδρα», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια19. Αθήνα, Πυρσός, Άγρας Τέλλος, «Τα Βιβλία», Ρυθμός Πειραιά7, 1934, σ Γιαλούρης Αντώνης, «Το γλωσσικό ζήτημα στην Πόλη», Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου8, 1920, σ Γιαλούρης Αντώνης, «Νεώτερες πληροφορίες για την Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου», Νέα Εστία32, 1942, σ Γιαλούρης Αντώνης, «Φαναριώτικο διήγημα. Φαναριώτικο μυθιστόρημα», Ρυθμός Πειραιά9, 1934, σ Ζήρας Αλέξης, «Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου», Η παλαιότερη πεζογραφία μας Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοστ ( ), σ Αθήνα,

276 276 Σοκόλης, Ξ[ενόπουλος Γρηγόριος], «Δύο γυναίκες συγγραφείς», Το Άστυ, 15/1/1896. Ξενόπουλος Γρηγόριος, «Η δις Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου», Το περιοδικόν μαςι, 1900, σ Ξενόπουλος Γρηγόριος, «Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου», Παναθήναια, ετ.στ, 15/5/1906, σ Παπακώστας Γιάννης, Η ζωή και το έργο της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου. Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., Παρρέν Καλλιρρόη, «Μυθιστοριογράφος Ελληνίς», Εφημερίς των Κυριών, 11/9/1894. Παρρέν Καλλιρρόη, «Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου», Εφημερίς των Κυριών, 19 και 26/3/1906. Περάνθης Μιχαήλ, «Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου», Ελληνική ΠεζογραφίαΔ, σ Πεζογραφία Δεσμίς διηγημάτων. Κωνσταντινούπολη, ΔιηγήματαΑ. Κωνσταντινούπολη, ΔιηγήματαΒ. Κωνσταντινούπολη, Αρισ.Ε. Βλαστός & Σία, Περιπέτειαι μιας διδασκαλίσσης. Κωνσταντινούπολη, Αρισ.Ε. Βλαστός & Σία, Μετά δεκαετίαν. Κωνσταντινούπολη, Αρισ.Ε. Βλαστός & Σία, Ημερολόγιον της δεσποινίδος Λεσβίου. Κωνσταντινούπολη, τυπ. Ν.Γ.Κεφαλίδου, ΙΙ. Συγκεντρωτικές μεταθανάτιες εκδόσεις Διηγήματα (εισαγωγή Δ.Σ.Καλογερόπουλου). Αθήνα, Ζηκάκης, Διηγήματα (επιμέλεια Π.Ιωάννη Παπαδόπουλου). Αθήνα, Ίκαρος, Άπαντα των Νεοελλήνων Κλασικών Ζαν Μωρεάς (Ι.Παπαδιαμαντόπουλος), Στέφανος Μαρτζώκης, Α.Παπαδοπούλου. Αθήνα, Εταιρεία Ελληνικών Εκδόσεων, χ.χ. Διηγήματα Εισαγωγή - Φιλολογική επιμέλεια Γιάννης Παπακώστας. Αθήνα, Οδυσσέας, Διηγήματα. Αθήνα, Στιγμή, Κόρη ευπειθής και άλλα διηγήματα. Αθήνα, Νεφέλη, Για εξαντλητική της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου βλ. Παπακώστας Γιάννης, Η ζωή και το έργο της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου, σ Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., Κορνηλία Λ. Πρεβεζιώτου-Ταβανιώτου (Κωνσταντινούπολη 1878 Αθήνα 1964). Λογία και δημοσιογράφος, κόρη του εμπόρου Λεωνίδα Πρεβεζιώτη και της Αικατερίνης Πρεβεζιώτη. Σε πολύ νεαρή ηλικία δημοσίευσαν ποιήματα, διηγήματα και μεταφράσεις της οι ακόλουθες εφημερίδες και περιοδικά: Φιλολογική Ηχώ (Κωνσταντινούπολη), Νέος Παρθενών (Αθήνα), Αι Μούσαι (Ζάκυνθος), Εφημερίς των Κυριών (Αθήνα), Ημερολόγιον του Αιγαίου (Σάμος) κ.ά. Εξέδωσε ποιητικές συλλογές, σειρές ποιητικών διηγημάτων και για πολλά χρόνια το ετήσιο ημερολόγιο Αι Αναμνήσεις με τον μετέπειτα σύζυγό της Εμμ. Τ. Ταβανιώτη. Το 1936

277 277 εγκατέλειψε ως ανεπιθύμητο πρόσωπο την Τουρκία και εγκατα στάθηκε στην Αθήνα. Βλ. και Πέρσα Αποστολή, «Η γυναικεία εκδοτική δραστηριότητα (περιοδικά λόγου και τέχνης ): Η περίπτωση της Αρτεμησίας Λανδράκη και της Κορνηλίας Πρεβεζιώτου», στο Σοφία Ντενίση (επιμ.), Η γυναικεία εικαστική και λογοτεχνική παρουσία στα περιοδικά λόγου και τέχνης ( ), Πρακτικά Ημερί- δας, Αθήνα, Gutenberg, 2008, σ και Ανδρέας Αθ. Αντωνόπουλος, Οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και το Ανατολικό Ζήτημα Η μαρτυρία του Νεολόγου της Κωνσταντινούπολης, Αθήνα, Νέος Κύκλος Κωνσταντινουπολιτών Εκδόσεις Τσουκάτου, 2007, σ , Βιάζης Σπυρίδων δε, «Διαπρεπείς ελληνίδες κατά τον ΙΘ αιώνα», Ελληνική ΕπιθεώρησιςΓ, Καρδαρά Παρθενόπη, «Ευανθία Καΐρη», Εφημερίς των Κυριών, 1890, αρ.174. Ξηρηδάκη Κούλα, Ευανθία Καΐρη, Αθήνα, Παμπούκη Ελένη, «Διανοούμενες γυναίκες της προεπαναστατικής περιόδου», Διαβάζω36, 11/1980, σ Πασχάλης Δ.Π., Ευανθία Καΐρη ( ). Αθήνα, Πασχάλης Δ.Π., «Καϊρη Ευανθία», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια13. Αθήνα, Πυρσός, Πολέμης Δημ., «Τρεις επιστολές της Ευανθίας Καΐρη», ΕρανιστήςΖ, 1969, σ Σφυρόερας Βασ., «Καΐρη Ευανθία», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό4. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, Χατζηφώτης Ι.Μ., «Η Ευανθία Καΐρη», Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια14, 1970 (τώρα και στον τόμο Ο ελληνικός διαφωτισμός, σ Αθήνα, Αλκαίος, 1971). Χατζηφώτης Ι.Μ., «Καΐρη Ευανθία», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας7. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. Θέατρο Νικήρατος, δράμα εις τρεις πράξεις υπό ελληνίδος τινός συντεθέν. Ναύπλιο, ΙΙ.Μεταφράσεις Ι.Ν.Βουίλλου, Συμβουλαί προς την θυγατέρα μου Μεταφρασθέν υπό της Ε.Ν. της εξ Άνδρου. Κυδωνιές, Thomas:Μάρκου Αυρηλίου Εγκώμιον, συγγραφέν μεν γαλλιστί υπό Θωμά του Ρήτορος και μέλους της Γαλλικής Ακαδημίας και μεταφρασθέν δε υπό της Ερμούπολη, ΙΙΙ.Αγωνιστικά κείμενα Επιστολή Ελληνίδων τινών προς τας φιλελληνίδας Συντεθείσα παρά τινος των σπουδαιοτέρων Ελληνίδων Ε.Ν.. Ύδρα, Αναστασοπούλου, Μαρία (18 Μαρτίου 2004). Γυναίκες φιλέλληνες. «Ρωξάνδρα Σ. Στούρτζα». Ε Ιστορικά (Τεύχος 228): σελίδες Κούκκου, Ελένη Ε. (1997). Ιωάννης Καποδίστριας, Ρωξάνδρα Στούρτζα. Μια ανεκπλήρωτη αγάπη: Ιστορική βιογραφία. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της

278 278 Εστίας. ISBN Παπουλίδης, Κωνσταντίνος (1979). «Τρία ανέκδοτα γράμματα του Κωνσταντίνου Οικονόμου του εξ Οικονόμων στη Ρωξάνδρα και στον Αλέξανδο Στούρτζα». Κληρονομία (τόμ. 11): Στούρτζα, Ρωξάνδρα (2006). Απομνημονεύματα. μτφρ. Μαρία Α. Τσάτσου. Ιδεόγραμμα. Γρηγόριος Ξενόπουλος, "Η ζωή μου σαν μυθιστόρημα. Αυτοβιογραφία", στο: Γρηγόριου Ξενόπουλου, Άπαντα, τομ. 1ος, εκδ. Μπίρης, [1972], β'εκδ., σελ Μαρία Τριχιά-Ζούρα, Η αυτοβιογραφία του Γρηγόριου Ξενόπουλου, Διδακτορική Διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ). Σχολή Φιλοσοφική. Τμήμα Φιλολογίας. Τομέας Νεοελληνικής Φιλολογίας, Χρυσόθεμις Σταματοπούλου-Βασιλάκου, «Τα μονόπρακτα έργα του Γρηγόριου Ξενόπουλου». Παράβασις, τόμ. 8, 2008, σσ Στέλλα Βιολάντη Ισαβέλλα, εκδ. αδελφοί Βλάσση. Στέλιος Παπαθανασίου, «Παπαδιαμάντης λογοκρινόμενος», Ίνδικτος, τ/χ. 20 (2006), σελ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, "Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης: αυτοβιογραφούμενος", Επιμέλεια Μουλλάς Παναγιώτης, Εκδ. Εστία, 1999, Αθήνα. Λίνου Πολίτη, Συνοπτική ιστορία της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας, Εκδόσεις «Δωδώνη», Αθήνα-Ιωάννινα 1987, σελ. 58. Α. Παπαδιαμάντης, «Η Φόνισσα», Απάντα ΙΙΙ, επιμ. Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Αθήνα, Δόμος, 1989, σσ Εξέταση μιας ενδεχόμενης επίδρασης του ρομαντισμού στη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη / Σωτηρία Σταυρακοπούλου. Ιωάννης Ζερβός, Ανδρέας Λασκαράτος, εκδ.φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσός,Αθήνα, Ιωάννης Κονιδάρης, Ανδρέας Λασκαράτος. Η δίκη του για εξύβριση της θρησκείας και η άρση του αφορισμού του (με βάση ανέκδοτα έγγραφα), εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα, Τα μυστήρια της Κεφαλλονιάς, Ανδρέας Λασκαράτος, Αιγιαλός,Λαγουδέρα,2013. Παναγιώτης Νούτσος, "K. Θεοτόκης: η συζυγία κοινωνικού και γλωσσικού ζητήματος", Πόρφυρας, 80 (Iαν. - Mαρτ. 1997), Η τιμή και το χρήμα, Περ. Ο Νουμάς, τεύχ , 1912 / Εκδ. της «Συντροφιάς

279 279 των Εννιά», Χρωμοτυπολιθογραφείο Αφών Ασπιώτη, Κέρκυρα 1914 / Ελευθερουδάκης 1921 / Τυπογραφείο «Κείμενα» 1969, 1978, 1984 / γράμματα, 1991/ Νεφέλη, Ιωάννης Χατζηφώτης, «Γεώργιος Βιζηνός. Μετεβλήθη εντός μου ο ρυθμός του κόσμου. Μια ζωή που μοιάζει με μυθιστόρημα», Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 72 (Ιούνιος 1974), σελ Χρυσανθόπουλος Μ., Γεώργιος Βιζυηνός: μεταξύ φαντασίας και μνήμης (1994). Γεώργιος Βιζυηνός, Το αμάρτημα της μητρός μου, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα Αβδελά Έφη, Ψαρρά Αγγέλικα, Ο φεμινισμός στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου, Κωστούλα Σκλαβενίτη (επιμ.), εκδ. Γνώση, Αθήνα 1985.Σελ Αλεξίου Στυλιανός, Ελληνική Λογοτεχνία: Από τον Όμηρο στον 20ο αιώνα, εκδ. Στιγμή, Αθήνα 2010.Σελ Βαρίκα Ελένη, Μια δημοσιογραφία στην υπηρεσία της γυναικείας φυλής, Διαβάζω, αρ. 198, , σ Βουτιερίδης Ηλίας, Σύντομη Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, εκδ. Μιχαήλ Σ. Ζηκάκη και Πανεπιστημίου, Αθήνα 1933.Σελ Βουτιερίδης Ηλίας, Σύντομη Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Δημήτρης Γιάκος (συμπλήρωμα), εκδ. Παπαδήμας, Αθήνα Σελ Δημαράς Κ. Θ., Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας: Από τις πρώτες ρίζες ως τον Σολωμό, τ.1, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1948.Σελ Δημαράς Κ. Θ., Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας: Από τον Ρωμαντισμό ως την εποχή μας, τ.2, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1949.Σελ Δημαράς Κ. Θ., Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, εκδ. Γνώση, Αθήνα Σελ Θρακιώτης Κώστας, Σύντομη Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Δίφρος, Αθήνα 1965.Σελ Καμπάνης Άριστος, Ιστορία της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας (1000 Μ.Χ- 1900), εκδ. Άγελλος Κασιγόνης, Αλεξάνδρεια Σελ Καμπάνης Άριστος, Ιστορία της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα Σελ Κεχαγιόγλου Γιώργος, Οι ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μαντατοφόρος, τχ. 15, 1980, σσ. 21, 22. Κορδάτος Γιάνης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, τ. Α', εκδ. Επικαιρότητα,

280 280 Αθήνα Σελ Κορδάτος Γιάνης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, τ. Β', εκδ. Επικαιρότητα, Αθήνα Σελ Λαμπίκης Δημήτριος, Ελληνίδες Ποιήτριες, χ.ε., Αθήνα Μιράσγεζη Μαρία Δ., Νεοελληνική Λογοτεχνία, τόμος Α', Ιδιωτική Έκδοση, Αθήνα 1978.Σελ Μιράσγεζη Μαρία Δ., Νεοελληνική Λογοτεχνία, τόμος Β', Ιδιωτική Έκδοση, Αθήνα 1982.Σελ Ντενίση Σοφία, Ανιχνεύοντας την Αόρατη γραφή, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2014.Σελ Παναγιωτόπουλος Ι. Μ., Στοιχεία Ιστορίας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Γραφείου Πνευματικών Υπηρεσιών, Αθήνα Σελ Παππάς Νίκος, Η αληθινή ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, εκδ. Τύμφη, Αθήνα 1973.Σελ Πολίτης Λίνος, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα Σελ Ριζάκη Ειρήνη, Οι γράφουσες Ελληνίδες, εκδ. Κατάρτι, Αθήνα 2007.Σελ Ροΐδης Εμμανουήλ, Αι Γράφουσαι Ελληνίδες, Άπαντα, Άλκης Αγγέλου (επιμ.), τ.5, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1978, σσ Ταρσούλη Αθηνά, Ελληνίδες Ποιήτριες: , χ. ε., Αθήνα Vitti Mario, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 2003.Σελ Φραντζή Α., Αγγελάκη- Ρουκ Κ., Γαλανάκη Ρ., Παπαδάκη Α., Παμπούδη Π., Υπάρχει, λοιπόν, γυναικεία ποίηση;, εκδ. Εταιρεία Σπουδών, Αθήνα 1990.Σελ Beaton Roderick, Εισαγωγή στη Νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία, Ευαγγελία Ζουργού- Μαριάννα Σπανάκη (μτφρ.), εκδ. Νεφέλη, Σελ Duby Georges, Perrot Michelle (επιμ.), Γυναίκες και Ιστορία: Πρακτικά Συμποσίου, Κατερίνα Καρλαύτη (μτφρ.), εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1995, σσ Hesseling D.C., Histoire de la litterature grecque moderne, εκδ. Les belles lettres, Paris Lavagnini Bruno, La letteratura neoellenica, εκδ. Nuova Accademia Editrice, Μιλάνο 1955.

281 281 Politis Linos, A History of Modern Greek Literature, εκδ. Clarendon Press, Oxford Vitti Mario, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1978.Σελ Ταμπάκη Άννα, «Η μετάβαση από το Διαφωτισμό στο Ρομαντισμό στον ελληνικό 19ο αιώνα. Η περίπτωση του Ιωάννη και του Σπυρίδωνα Ζαμπέλιου», Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, τομ. 30, σελ (και στον τόμο με μελέτες της: Ζητήματα συγκριτικής γραμματολογίας και ιστορίας των ιδεών. Εννέα μελέτες, Εκδόσεις Ergo, Αθήνα 2008, σελ ). Οι Κρητικοί Γάμοι. Ανέκδοτον επεισόδιον της Κρητικής Ιστορίας επί Βενετών (1570) (1871). Αθανασόπουλος Β., «Οι μάσκες του ρεαλισμού-εκδοχές του νεοελληνικού αφηγηματικού λόγου», τόμος Α, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2003.Σελ , «Οι μύθοι της ζωής και του έργου του Γ. Βιζυηνού», εκδόσεις Καρδαμίτσα, 1996.Σελ Βακαλόπουλος Απ., «Νέα Ελληνική Ιστορία, », εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2000.Σελ Βαρίκα Ελ., «Η εξέγερση των κυριών Η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα », εκδόσεις Κατάρτι, Αθήνα 2004.Σελ Βασιλειάδης Ν., «Εικόνες Κωνσταντινουπόλεως και Αθηνών», Τυπογραφείο Εστία, Αθήνα 1910.Σελ Beaton Roderick, «Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία. Ποίηση και Πεζογραφία », εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1996.Σελ Βιζυηνός Γεώργιος, «Διηγήματα Α & Β», εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα «Βιζυηνός Γ. Μ, Νεοελληνικά Διηγήματα», επιμέλεια Παν. Μουλλάς, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα Βίττι M., «Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας», εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 1987.Σελ Vitti M., «Ιδεολογική λειτουργία της ελληνικής ηθογραφίας», 3η έκδοση, εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1991.Σελ Βουτουρής Π., «Ως εις καθρέπτην προτάσεις και υποθέσεις για την ελληνική πεζογραφία του 19ου αιώνα», εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1995.Σελ Bowlby R. «Μεταλλασσόμενος Οιδίποδας», Α. Σπυροπούλου (επιμ.),

282 282 Αναπαραστάσεις της θηλυκότητας», Κέντρο Έρευνας και Τεκμηρίωσης, Αθήνα, Γκασούκα Μ., «Η κοινωνική θέση των γυναικών στο έργο του Παπαδιαμάντη», εκδόσεις Φιλιππότη, Αθήνα 1998.Σελ , «Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις του φύλου. Ζητήματα εξουσίας και ιεραρχίας», Αθήνα 1998.Σελ , «Κοινωνικές και Λαογραφικές Παράμετροι», εκδόσεις Φιλιππότη, Αθήνα 1999.Σελ , «Το φύλο κάτω από το πέπλο. Γυναικεία πραγματικότητα και αναπαραστάσεις 89. του Φύλου στα λαϊκά παραμύθια», εκδόσεις Δελφοί, Αθήνα 2004.Σελ.77- Δημητρόπουλος Ε., Εισαγωγή στη Μεθοδολογία της επιστημονικής έρευνας. Ένα συστημικό δυναμικό μοντέλο», Έλλην, Αθήνα 2001.Σελ Ζιώγου-Καραστεργίου Σ., «Η μέση εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα ( )», Ιστορικό αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα 1986.Σελ Ιγγλέση Χ., «Πρόσωπα γυναικών Προσωπεία συνείδησης», εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 1997.Σελ.33. Ιωσηφίδης Θ., «Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων στις κοινωνικές επιστήμες», εκδόσεις Κριτική, Αθήνα 2003.Σελ.44. Κανατσούλη Μ., «Πρόσωπα γυναικών σε παιδικά λογοτεχνήματα. Όψεις και Απόψεις», εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 1999.Σελ.88. Κερένυι Κ., «Η μυθολογία των Ελλήνων», (μετάφραση Δ. Σταθόπουλου), Βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα 2004.Σελ.44. Κόμερ Λ., Ε. Ρίντ, Ε. Γκόλντμαν, «Ο μύθος της μητρότητας», (μτφ. Ν. Β. Αλεξίου), Ελεύθερος τύπος, Αθήνα.Σελ.55. Κυριαζή Ν., «Η κοινωνιολογική έρευνα, Κριτική επισκόπηση των μεθόδων και των τεχνικών», Ελληνικά γράμματα, Αθήνα 2005.Σελ.88. Κυριακίδου Στ., «Αι γυναίκες εις την λαογραφίαν», Βιβλιοπωλείον Ιωάννου Σιδέρη, Εν Αθήναις.Σελ.77. Λεκατσάς Π., «Η Μητριαρχία και η σύγκρουση της με την ελληνική πατριαρχία»,

283 283 εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1996.Σελ.99. Λεντάκης Α., «Είναι η γυναίκα κατώτερη από τον άντρα; Ή πως κατασκευάζεται η γυναίκα», εκδόσεις Δωρικός, έκδοση 2η, Αθήνα 1986.Σελ.88. Ληξουριώτης Γ., «Κοινωνικές και νομικές αντιλήψεις για το παιδί τον πρώτο αιώνα του Νεοελληνικού κράτους», Ίδρυμα ερευνών για το παιδί, εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα 1986.Σελ.99. Μαραγκουδάκη Ελ., «Εκπαίδευση και διάκριση των φύλων», εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 2000.Σελ.55. Μερακλής Μ. Γ., «Ελληνική λαογραφία. Κοινωνική συγκρότηση», Οδυσσέας, Αθήνα 1992.Σελ.33. Μαρκαντώνης Ι.Σ.-Ρήγα Α.Β. «Οικογένεια, μητρότητα, αναδοχή», εκδόσεις Δ. Μαυρομμάτη, Αθήνα 1991.Σελ.57. Μητσάκης Κ., «Αναδρομή στις ρίζες-γεώργιος Βιζυηνός», εκδόσεις Ελληνική Παιδεία, Αθήνα 1977.Σελ.31. Μισέλ Α., «Κοινωνιολογία της οικογένειας και του γάμου», εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 1987.Σελ.88. Ξηρέας Μαρίνος, «Άγνωστα βιογραφικά στοιχεία και κατάλοιπα του Βιζυηνού», Κύπρος-Λευκωσία 1949.Σελ.22. Παλαμάς Κ., «Άπαντα», τόμος 2 ος και 8 ος, εκδόσεις Γκοβόστης, Αθήνα Παπαθανάση-Μουσιοπούλου Κ., «Λαογραφικά της Θράκης», τόμος Α & Β, Αθήνα 1979.Σελ , «Λαογραφικές Μαρτυρίες Γεωργίου Βιζυηνού», Αθήνα 1982.Σελ , <<Λαϊκή Μεταφυσική>>, Αθήνα 1979.Σελ.22. Παπαταξιάρχης Ε. Θ. Παραδέλλης, «Ταυτότητες και φύλο στη σύγχρονη Ελλάδα», Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Αθήνα 1992.Σελ.33. Παπούλια Β., Μ. Μερακλής, Θ. Κορρές, «Θράκη», Γενική Γραμματεία Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, εκδόσεις Ιδέα, Αθήνα 1994.Σελ.44. Peri Μ., «Δοκίμια Αφηγηματολογίας», επιμέλεια Σ.Ν. Φιλλιπίδης, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο Κρήτης 1994.Σελ.33. Perrot Michelle, «Η εργασία των γυναικών στην Ευρώπη.19ος-20ος αι.», Μτφ. Δ. Σαμίου, Ερμούπολη Σύρου 1988, Επιστημονικό και Μορφωτικό ίδρυμα Κυκλάδων.Σελ.66.

284 284 Πολίτη Λ., «Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας», ΙΑ έκδοση, ΜΙΕΤ Αθήνα 2001.Σελ.86. Πολίτης Ν. Γ., «Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού», εκδόσεις Βαγιονάκη, έκδοση 7η, Αθήνα 1978.Σελ.22. Πούχνερ Β., «Ο Γεώργιος Βιζυηνός και το αρχαίο θέατρο. Λογοτεχνία και λαογραφία στην Αθήνα της μπελ επόκ», εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2002.Σελ.13. Σαλιμπά Ζ., «Γυναίκες εργάτριες στην ελληνική βιομηχανία και στη βιοτεχνία ( )», Ιστορικό αρχείο ελληνικής νεολαίας, Γενική γραμματεία νέας γενιάς, Αθήνα 2002.Σελ.66. Σαχίνης Απ. «Παλαιότεροι Πεζογράφοι», Βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα 1973.Σελ.62. Σκοπετέα Έλ., «Το Πρότυπο Βασίλειο και η Μεγάλη Ιδέα, Όψεις του Εθνικού Προβλήματος στην Ελλάδα ( )», Πολύτυπο, Αθήνα, 1988.Σελ.44. Σκούτερη- Διδασκάλου Ν., «Ανθρωπολογικά για το γυναικείο ζήτημα», Ο Πολίτης, Αθήνα 1991.Σελ.77. Σταμέλος Δ.., «Νεοελληνική λαϊκή τέχνη», Αθήνα 1975.Σελ.85. Στεργιόπουλος Κ., Περιδιαβάζοντας- Στο χώρο της παλιάς μας πεζογραφίας», εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1986.Σελ.34. Τσαούσης Δ.., «Η κοινωνία του ανθρώπου», εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 1983.Σελ.90. Turner P., Βιολογικό φύλο, κοινωνικό φύλο και ταυτότητα του Εγώ», επιμέλεια Ν. Γιαννιτσάς, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1998.Σελ.57. Veblen Thorstein, «Η θεωρία της αργόσχολης τάξης. Η οικονομική μελέτη των θεσμών», Μτφ. Γ. Νταλιάνης, -Επιμέλεια Φ. Ρ. Σοφιανός, Κάλβος, Αθήνα 1982.Σελ.21. Φλεριανού Αικ., «Χαρίλαος Τρικούπης. Η ζωή και το έργο του», τόμος Α, Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα 1999.Σελ.23. Χρηστέα-Δουμάνη Μ., «Η Ελληνίδα μητέρα άλλοτε και σήμερα», εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1989.Σελ Χρυσανθόπουλος Μ., «Γ. Βιζυηνός, Μεταξύ Φαντασίας και Μνήμης», Βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα 1994.Σελ Ψυχάρης Γ., «Το ταξίδι μου», εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1988.Σελ.38.

285 285 Ξενόγλωσση: Aswynn F., Northern Mysteries and Magic: Runes, Gods and Feminine Powers Liewllyn Publications, St. Paul 1998.Σελ.33. Bachofen J.J., Myth Religion and Mother Right, Princeton University Press, 1967.Σελ.22. Berelson B. & P.F. Lazarsfeld, The Analysis of Communication Content, Chicago & New York: University of Chicago and Columbia University, 1948.Σελ.44. Campbell J. K., Honour, Family and Patronage: A study of Instructions and Moral Values in Greek Mountain Community, Oxford Clarendon Press, 1964.Σελ.76. De Riencourt A., Sex and Power in History, Delta, New York 1974.Σελ.33. Donovan J., Feminist Literary Criticism, Kentucky, Lexington 1975.Σελ.44. Dubish J., Gender and Power in Rural Greece Princeton University Press, New Jersey 1986.Σελ.22. Fuller M. Woman in the Nineteenth Century, New York, W.W. Norton Co., 1971.Σελ.33. Gage M. G., Woman, Church and State: The original Expose of Male Collaboration against the Female Sex, London 1893.Σελ.44. Harding E. M., Woman s Mysteries, C. G. Jung Foundation, New York Leacock E. Myths of Male Dominance: Collected Articles on Women Cross culturally, Monthly Review Press, London Mead M. Male and Female. A study of the sexes in a changing world, Peuguin, New York Ratai R. Sex and Family in the Bible and the Wide East, New York, Dubleday Peristiani J., (ed.) Mediterranean Family Structures, Cambridge University Press, Pocs Eva, Fairies and Witches at the Boundary of South- Eastern and Central Europe, Helsinki, Rowe K., «Feminism and Fairy tales», Women s Studies, Vol 6, 3/1979. Saadawi N. El., «Women in Islam», in Alhbri, London Stratern U., Women in Between: Female Roles in Male world, Academic Press,

286 286 London Tilly L. - Scott J., Women, Work and the Family, Rinehart & Winston, New York Weber R. P., Basic Content Analysis, London: Sage Publications, Webster Sh., Women and Folklore. Special Issue in Women Studies International Forum 9 (1986). Woolf V., A room of one s own, Oxford University Press 1992 («Ένα δικό σου δωμάτιο», μετάφραση Μ. Δαλαμάνγκα, εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 1993, σελ. 139). Περιοδικά- Εφημερίδες- Άρθρα- Πρακτικά Αρχή φόρμας Τέλος φόρμας Αλεξάκη, Β. «Η δομή της ελληνικής οικογένειας στη Θράκη», περιοδικό Μνήμων, τόμος 5ος, Αθήνα Βικέλας Δ., «Η ελληνική δημοσιογραφία κατά το 1883», Εστία 1884, τ.17. Γκασούκα Μ. «Έμφυλες κοινωνιολογικές προσεγγίσεις της λογοτεχνίας» στο Πρακτικά συνεδρίου «Η λογοτεχνία σήμερα. Όψεις, Αναθεωρήσεις, Προοπτικές», Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών- Παιδαγωγικό τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, Αθήνα 29 Νοεμβρίου-1 Δεκεμβρίου Δαλακούρα Κ., «Η εκπαίδευση των γυναικών στις ελληνικές κοινότητες της οθωμανικής αυτοκρατορίας (19ος αι. 1922). Κοινωνικοποίηση στα πρότυπα της πατριαρχίας και του εθνικισμού», Διδακτορική Διατριβή, Θεσσαλονίκη Ζιώγου-Καραστεργίου Σ., «Εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις και μέση εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα ( )» στο «Οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα (προσπάθειες, αδιέξοδα, προοπτικές), Επιμέλεια Αν. Καζαμία-Μ. Κασσωτάκη, Ρέθυμνο , «Φρονίμους δεσποινίδας και αρίστας μητέρας. Στόχοι παρθεναγωγείων και εκπαιδευτική πολιτική στον 19ο αιώνα», Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου. «Ιστορικότητα της παιδικής ηλικίας και της νεότητας», τόμος Β, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής.

287 287 Νεολαίας- Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα Κιακίδου Θ.Π., Ιστορία Σαμμακοβίου και Περιχώρων, Θρακικά 33. Κορασίδου Μ., «Η υλική και ηθική «αναμόρφωση» των φτωχών γυναικών: Οχυρό κατά της «βίας» και της «αγριότητας»των απόκληρων της Αθήνας του 19ου αιώνα», περιοδικό Δίνη, τεύχος 6, Αθήνα Μάιος Κρανιδιώτης Π., «Βιζυηνός, αυτοκαταγραφόμενος και ψυχολογών, ετεροαναλυόμενος και μη», περιοδικό Διαβάζω, τεύχος 278-αφιέρωμα στο Γ. Βιζυηνό. Κωβαίου Γ. Β., «Λαογραφικός θησαυρός στην πεζογραφία του Βιζυηνού», Τετράδια Ευθύνης, τεύχος 29, 1988, «Ποιος ήτον ο Γεώργιος Βιζυηνός». Μακρής Σπ., «Λογοτεχνία και Κοινωνία. Η μυθοπλαστική απεικόνιση της νεοελληνικής κοινωνίας από την ελληνική ηθογραφία στην αστική παρωδία», στο Πρακτικά συνεδρίου «Η λογοτεχνία σήμερα. Όψεις, Αναθεωρήσεις, Προοπτικές», Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών- Παιδαγωγικό τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, Αθήνα 29 Νοεμβρίου-1 Δεκεμβρίου Μελίδου- Κεφαλά Νέλλης, «Η σημειολογική λειτουργία της παραδοσιακής γυναικείας φορεσιάς: Ένα παράδειγμα από τη Θράκη» και Μουτσοπούλου Ν. Κ., «Οι Μαΐστρες της Μακεδονίας και της Θράκης» στο Πρακτικά Στ Συμποσίου Λαογραφίας του Βορειοελλαδικού χώρου (Η ιστορική, αρχαιολογική και λαογραφική έρευνα για τη Θράκη) Κομοτηνή-Αλεξανδρούπολη, 7-10 Μαΐου 1989, Ίδρυμα μελετών Χερσονήσου του Αίμου-Θεσσαλονίκη 1991 Ξενόπουλος Γρ., εφημερίδα «Το άστυ», 13 Ιανουαρίου 1896 Οικονομίδου Δ., «Η κοινωνική θέσις της ελληνίδος κατά τινά έθιμα του λαού», Επετηρίς του κέντρου ερεύνης ελληνικής λαογραφίας, τόμος κβ, Αθήναις Okcay Hale, «Η γυναίκα και η κατανόηση της θρησκείας στην Τουρκική κοινωνία», στο «Κείμενα Παιδείας, Ελληνοτουρκικές προσεγγίσεις: Επαναπροσδιορίζοντας τη γυναικεία ταυτότητα», επιμέλεια Καΐλα Μαρία, εκδόσεις Ατραπός, τόμος 4 ος, Αθήνα 2004 Ουάιτ Ουίλιαμ Φ., «Συνέπειαι», Μτφ. Στ. Παναγιωτοπούλου, Περιοδικό Διαβάζω, τεύχος 278, Ιανουάριος 1992 Πρακτικά Στ Συμποσίου Λαογραφίας του Βορειοελλαδικού χώρου (Η ιστορική, αρχαιολογική και λαογραφική έρευνα για τη Θράκη) Κομοτηνή-Αλεξανδρούπολη, 7-10 Μαΐου 1989, Ίδρυμα μελετών Χερσονήσου του Αίμου-Θεσσαλονίκη 1991 Πετρόπουλος Δ., «Λαογραφικά Μαΐστρου Ανατολικής Θράκης», Αρχείο Θρακικού

288 288 Θησαυρού 9 ( ) Λαογραφική -----, «Η ακληρία εις τα έθιμα του ελληνικού λαού», Ελληνική Επετηρίς, Τόμος, Ζ, 1952, σελ Πλησή Κ., «Γεώργιος Βιζυηνός, μερικές απόψεις για το έργο του», Τετράδια Ευθύνης, τεύχος 29, 1988, «Ποιος ήτον ο Γεώργιος Βιζυηνός» Yetim Unsal, «Κοινωνικοί και πολιτιστικοί δείκτες για τις γυναίκες στην Τουρκία», στο «Κείμενα Παιδείας, Ελληνοτουρκικές προσεγγίσεις: Αποκαλύπτοντας τον κοινωνικό- οικονομικό ρόλο της γυναίκας», επιμέλεια Καΐλα Μαρία, εκδόσεις Ατραπός, τόμος 3ος, Αθήνα Αβδελά Έφη Ψαρρά Αγγέλικα, «Ξαναγράφοντας το παρελθόν. Σύγχρονες διαδρομές της ιστορίας των γυναικών», στο Σιωπηρές ιστορίες. Γυναίκες και φύλο στην ιστορική αφήγηση, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1997, σελ Αναστασοπούλου, Μαρία, «Φεμινιστική συνείδηση και λογοτεχνική αναπαράσταση στην καμπή του 19ου αιώνα. Η τριλογία της Καλλιρρόης Σιγανού-Παρρέν», στο περ. Θέματα Λογοτεχνίας 8 (Μάρτιος Ιούνιος 1998) Αμπατζοπούλου, Φραγκίσκη, «Η γενοκτονία και η γυναικεία φωνή», στο περ. Δίνη 9 (1997) Βαρίκα, Ελένη, Η εξέγερση των κυριών. Η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα , Κατάρτι, Β εκδ., Αθήνα Βαρίκα, Ελένη, «Το κενό στον καθρέπτη. Βιογραφικές προσεγγίσεις στην ιστορία των γυναικών» στο: Με διαφορετικό πρόσωπο. Φύλο, Διαφορά και Οικουμενικότητα, Κατάρτι 2000, σελ Βαρίκα, Ελένη, «Η εξαίρεση και ο κανόνας», στο: Με διαφορετικό πρόσωπο. Φύλο, Διαφορά και Οικουμενικότητα, Κατάρτι 2000, σελ Βαρίκα, Ελένη, «Μητρότητα, Πατρότητα, Συμβόλαιο και άλλοι μύθοι της κλασικής πολιτικής θεωρίας», στο: Με διαφορετικό πρόσωπο. Φύλο, Διαφορά και Οικουμενικότητα, Κατάρτι 2000, σελ Βαρίκα, Ελένη, Η εξέγερση αρχίζει από παλιά. Σελίδες από τα πρώτα βήματα του γυναικείου κινήματος, ανθ. μτφ.σχ. Ελένη Βαρίκα Κωστούλα Σκλαβενίτη, Εκδοτική ομάδα Γυναικών, Αθήνα 1981, σελ Βαρίκα, Ελένη, Μια δημοσιογραφία στην υπηρεσία της γυναικείας φυλής, στο

289 289 περ. Διαβάζω 198 ( ) Βαρίκα, Ελένη, «Πίσω από τις τζελουτζίες: η Αυτοβιογραφία της Ελισσάβετ Μαρτινέγκου», στο περ. σκούπα 2 (Ιούνης 1979) Bock, Gisela, «Πέρα από τις διχοτομίες. Προοπτικές στην ιστορία των Γυναικών», στο περ. Δίνη 6 (1993) Γαβριηλίδης, Βλ., Αι γυναίκες, εκδ. οίκος Ελευθερουδάκη, εισ. Θ. Ν. Συναδινός, Εν Αθήναις Γαιτάνου Γιαννιού, «Τα φιλολογικά σαλόνια της Κωνσταντινούπολης», στο περ. Νέα Εστία 505 (1948). Δε Βιάζης, Σπυρίδων, «Διαπρεπείς Ελληνίδες κατά τον ΙΘ αιώνα. Σαπφώ Λεοντιάς», στο περ. Ελληνική Επιθεώρησις τ. Ε (1912) και Εξερτζόγλου, Χάρης, Εθνική ταυτότητα στην Κωνσταντινούπολη τον 19ο αιώνα. Ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως , εκδ. Νεφέλη, Αθήνα Ζιώγου-Καραστεργίου, Σιδηρούλα, Η Μέση εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα ( ), Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα Ζιώγου-Καραστεργίου, Σιδηρούλα, «Φρονίμους δεσποινίδας και αρίστας μητέρας. Στόχοι παρθεναγωγείων και εκπαιδευτική πολιτική στον 19ο αιώνα» στα Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου Ιστορικότητα της παιδικής ηλικίας και της νεότητας, τ. Β, Αθήνα 1986, σελ Ιωαννίδου, Μαριέττα, «Γυναίκες πεζογράφοι και άντρες κριτικοί στην ελληνική λογοτεχνία του περασμένου αιώνα», στο περ. Δώμα 9 (1987) Μέντη, Δώρα, «Η Γυναικεία Λογοτεχνική παρουσία στα Επτάνησα τον 19ο αιώνα», στο περ. Θέματα Λογοτεχνίας 13 (Νοεμ Φεβρ. 2000). Μπακαλάκη Αλεξάνδρα Ελεγμίτου Ελένη, «Εγχειρίδια Οικιακής Οικονομίας: παλιές και νέες εκδοχές των γυναικείων καθηκόντων», στα Πρακτικά του Διεθνούς Συνεδρίου Ιστορικότητα τηςπαιδικής ηλικίας και της νεότητας, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς, Αθήνα 1986, τ. Β, σελ Μπακαλάκη Αλεξάνδρα Ελεγμίτου Ελένη, Η εκπαίδευση «εις τα του οίκου» και τα γυναικεία καθήκοντα. Από την ίδρυση του ελληνικού κράτους έως την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, Ιστορικό Αρχείο της Ελληνικής Νεολαίας, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα Μπακαλάκη Αλεξάνδρα, Ανθρωπολογία, Γυναίκες και φύλο. Κείμενα των S. Ortner,

290 290 M. Strathern, M. Rosaldo, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1994, σελ Ντελόπουλος, Κυρ., «Φιλολογικά ψευδώνυμα. Μέθοδοι προσέγγισης και προβλήματα ανίχνευσης, ταύτισης και αποκατάστασης», στα Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου αφιερωμένου στην μνήμη Κ. Θ. Δημαρά Νεοελληνική παιδεία και κοινωνία, Όμιλος μελέτης του Ελληνικού Διαφωτισμού, Αθήνα 1995, σελ Ντενίση, Σοφία, «Οι λόγιες Ελληνίδες στα χρόνια του ελληνικού ρομαντισμού», στο περ. Διαβάζω 339 (Ιούλιος 1994) Ξηραδάκη, Κούλα, Από τα Αρχεία του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Παρθεναγωγεία και Δασκάλες υποδούλου ελληνισμού, Αθήνα Παπακώστας, Γιάννης, Η ζωή και το έργο της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου, Ε.Λ.Ι.Α., Αθήνα 1980, κεφ. 2, σελ Παρρέν, Καλλιρρόη, «Ο κ. Ροίδης και αι γράφουσαι Ελληνίδες», στο περ. Εφημερίς των Κυριών έτος Ι αρ. 442 (5 Μαίου 1896) 1-3 και αρ. 443 (12 Μαίου 1896) 1-3. Πολίτη, Ουρανία Κ., [απάντηση στο Μ. Ι. Γεδεών], στο περ. Ελληνίς Β/4 (1922) Πολίτη, Ουρανία Κ., Γυναικείες φυσιογνωμίες του περασμένου αιώνα, στο περ. Ελληνίς 6-7 (1921) Ροίδης, Εμμανουήλ, «Αι γράφουσαι Ελληνίδες», στο: Ροίδης Εμμανουήλ, Άπαντα, επιμ. Άλκης Αγγέλου, Ερμής, Αθήνα 1978, τόμος 5ος ( ), σελ Ροίδης, Εμμανουήλ, «Αι απόστολοι της γυναικείας χειραφετήσεως», στο: Ροίδης Εμμανουήλ, Άπαντα, επιμ. Άλκης Αγγέλου, Ερμής, Αθήνα 1978, τόμος 5ος ( ), σελ Σταυροπούλου, Έρη, «Στολισμένη με γράμματα (Η εικόνα της μορφωμένης Ελληνίδας στη λογοτεχνία του 19ου αιώνα)», στα Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου αφιερωμένου στην μνήμη Κ. Θ. Δημαρά Νεοελληνική παιδεία και κοινωνία, Όμιλος μελέτης του Ελληνικού Διαφωτισμού, Αθήνα 1995, σελ Ταμπούκου Μαρία, «Χαρτογραφώντας τον εαυτό της. Προσεγγίσεις της γυναικείας ύπαρξης στην εκπαίδευση μέσα από αυτοβιογραφικά κείμενα», στο περ. Δίνη 9 (1997) Ταρσούλη, Αθηνά, Ελληνίδες ποιήτριες , Αθήναι Τάσος Γριτσόπουλος, "Το 1821 και το θέατρο", Νέα Εστία, τομ. 45, τχ. 522 (1η Απριλίου 1949), σελ Βάλτερ Πούχνερ, «Νικήρατος», Ανθολογία Νεοελληνικής Δραματουργίας, τομ.

291 291 Β1: Από την Επανάσταση του 1821 ως τη Μικρασιατική Καταστροφή, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 2006, σελ Σπάθης, Δημήτρης (2005). «Παλαιά λογοτεχνικά κείμενα σε νέες εκδοτικές περιπέτειες». Ο Ερανιστής (Όμιλος Μελέτης του Ελληνικού Διαφωτισμού) 25: Δημήτρης Σπάθης, «Παλαιά λογοτεχνικά κείμενα σε νέες εκδοτικές περιπέτειες», Ο Ερανιστής, τομ. 25 (2005), σελ Βάλτερ Πούχνερ, Γυναικεία δραματουργία στα χρόνια της επανάστασης Μητιώ Σακελλαρίου: Ελισάβετ Μουτζάν - Μαρτινέγκου: Ευανθία Καΐρη: Χειραφέτηση και αλληλεγγύη των γυναικών στο ηθικοδιδακτικό και επαναστατικό δράμα, εκδόσεις Καρδαμίτσα,2001, σελ Πολυκανδριώτη, Ράνια (1997) «Καλλιρρόη Παρρέν» στο Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, τ. Ζ ( ), Αθήνα: Σοκόλης, Ριζάκη, Ειρήνη (2008) «Το φύλο της γραφής ή η γραφή ως δικαίωμα στον ελληνικό 19ο αιώνα» στο Λόγος Γυναικών, Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου Κομοτηνή, Μαΐου 2006, Αθήνα: ΕΛΙΑ, Παράσχος, Κλέων (1929) «Ο Γαβριηλίδης φεμινιστής», Νέα Εστία, 52: Παρρέν, Καλλιρρόη (1896) «Καθημεριναί Εντυπώσεις», Εφημερίς των Κυριών, 24 Νοεμβρίου, 2-4. Ξηραδάκη, Κούλα (1988) Το φεμινιστικό κίνημα στην Ελλάδα. Πρωτοπόρες Ελληνίδες , Αθήνα: Εκδόσεις Γλάρος. Λάμαρη, Ελένη (1912) «Από τον κύκλο της γυναικείας δράσεως. Αικατερίνη Ζλατάνου», Ημερολόγιον Σκόκου του έτους 1912 [Ημερολόγιον του Σκόκου], : [ανάκτηση: 17/9/2014]. Καράογλου, Χαράλαμπος Λ. (επιμ. σειράς) (1996) Περιοδικά λόγου και τέχνης : Αναλυτική βιβλιογραφία και παρουσίαση: Αθηναϊκά περιοδικά , τ. Α, Θεσσαλονίκη: University Studio Press. (2002) Περιοδικά λόγου και τέχνης : Αναλυτική βιβλιογραφία και παρουσίαση: Αθηναϊκά περιοδικά , τ. Β1 - Β2, Θεσσαλονίκη: University Studio Press.

292 292 (2007) Περιοδικά λόγου και τέχνης : Αθηναϊκά περιοδικά , τ. Γ1 - Γ2, Θεσσαλονίκη: University Studio Press. Καρπόζηλου, Μάρθα (1991) Τα ελληνικά οικογενειακά φιλολογικά περιοδικά ( ), Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων: Επιστημονική Επετηρίδα Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης 1. Μουλλάς, Παναγιώτης (1996) Η παλαιότερη πεζογραφία μας: από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Εισαγωγή, Αθήνα: Σοκόλης. Ντενίση, Σοφία (2014) Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή: γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού Διαφωτισμού-Ρομαντισμού, Αθήνα: Νεφέλη. Ανώνυμος (1899) «Μία Ελληνίς εν τη ξένη. Αικατερίνη Γρ. Ζλατάνου», Ετήσιον Ημερολόγιον του έτους 1899 [Ημερολόγιον του Σκόκου], 28-31: [ανάκτηση: 17/9/2014]. Πηνελόπη Μ. Καΐρη (1936). Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, επιμ. Φυσιογνωμίαι τινές αρσακειάδων : επ'ευκαιρία της εκατονταετηρίδος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας.. Αθήνα: χ.ε.. Ανακτήθηκε στις 27 Νοεμβρίου Δώρα ντ' Ίστρια συνοπτικό βιογραφικό σημείωμα από το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών. Ιωάννης Αρσένης (1888). Ποικίλη Στοά: Εθνική εικονογραφημένη επετηρίς. Αθήνα: Επί του Τυπογραφείου Αττικού Μουσείου. Ανακτήθηκε στις 17 Μαΐου Ίριδα Αυδή-Καλκάνη, «Ντόρα ντ Ίστρια (Ελένη Γκίκα)», στο Συλλογικό: Γυναίκες φιλέλληνες, Ε Ιστορικά, τ/χ.228 (18 Μαρτίου 2004), σελ Michael Herzfeld, Πάλι δικά μας. Λαογραφία, Ιδεολογία και διαμόρφωση της σύγχρονης Ελλάδας, μτφρ. Μαρίνος Σαρηγιάννης, εκδ.αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2002, σελ Άννινος Μπάμπης, «Στα Μυστικά του Βάλτου», Πρωία, 12/8/1937. Βιβλιόφιλος, «Τ Ανεύθυνα», Πατρίς, 25/11/1921. Γιαλουράκης Μανώλης, «Δέλτα Πηνελόπη», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας6. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. Γληνός Δημήτρης, «Το γλωσσικό ζήτημα», Νέοι Πρωτοπόροι5, 1934, σ.188. Δημαράς Κ.Θ., «Το παιδικό βιβλίο», Ελεύθερο Βήμα, 15/4/1941. Έλατος Νώντας, «Για τα νέα αναγνωστικά του 1917 και την κριτική της κας Δέλτα», Δελτίο Εκπαιδευτικού Ομίλου 1920, σ Ζάννας Παύλος, «Το αρχείο Δέλτα για τους βαλκανικούς πολέμους», Η Ελλάδα των Βαλκανικών πολέμων , σ Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., Ζέγγελης Κ., «Γύρω από ένα βιβλίο Η ζωή του Χριστού», Ελληνίδα2, 1926, σ

293 293 Θρύλος Άλκης, «Π.Δέλτα: Η ζωή του Χριστού», Δημοκρατία, 6/1/1926. Θρύλος Άλκης, «Ένα παιδικό βιβλίο: Ο Τρελαντώνης», Πολιτεία, 30 και 31/10/1932. Ιωαννίδου Αλεξάνδρα, «Γλώσσες και εθνικές ομάδες της Μακεδονίας στο έργο της Πηνελόπης Δέλτα», Νέα Εστία138, 15/7/1995, ετ.ξθ, αρ.1633, σ Λαούρδας Βασίλης, Η Πηνελόπη Δέλτα και η Μακεδονία. Θεσσαλονίκη, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Μαυροειδή-Παπαδάκη Σοφία, «Ο Τρελαντώνης», Ελληνίδα11, 1932, σ Παπαδάκης Ν.Α., Πηνελόπη Στεφ. Δέλτα Η «πρώτη» της παιδικής λογοτεχνίας. Αθήνα, ανάτυπο από τη Νέα Εστία, Παπαϊωάννου Μ.Μ., «Η Πηνελόπη Δέλτα και η εθνικιστική παιδική λογοτεχνία», Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας3, ετ.γ, 1988, σ (εκδόσεις Καστανιώτη). Πέτροβιτς Ανδρουτσοπούλου Λότη, Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία, σ Αθήνα, Καστανιώτης, Πολίτης Φώτος, «Λυτρωμένη μητέρα», Πρωία, 2/9/1932. Σακελλαρίου Χάρης, Ιστορία της παιδικής λογοτεχνίας Ελληνική και παγκόσμια. Αθήνα, Φιλιππότης, 1990 (έκδοση Στ ). Σακελλαρίου Χάρης, Πηνελόπη Δέλτα Η ζωή και το έργο της. Αθήνα, Κίνητρο, 1990 (και σε τελευταία έκδοση Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 1997). Σταυροπούλου Έρη, «Πηνελόπη Σ. Δέλτα», Η παλαιότερη πεζογραφία μας Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοια , σ Αθήνα, Σοκόλης, Φορτούνιο (=Σπύρος Μελάς), «Για ένα μεγάλο βιβλίο», Ελεύθερον Βήμα, 11/5/1937. χ.σ., «Ένα εθνικόν ιστόρημα», Ελληνίδα6, 1937, σ.148. χ.σ., «Δέλτα Πηνελόπη», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό3. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, Αφιερώματα περιοδικών Καλλιτεχνική Ελλάδα4-6, 4-6/1945. Διαδρομές16, Χειμώνας Νέα Εστία132, ετ.ξστ, 1η/8/1992, αρ Διαβάζω300, 9/12/1992. Ι.Πεζογραφία Για την πατρίδα. Εικονογραφίες Ν. Λύτρα και Σ. Λασκαρίδη. Λονδίνο, τυπ. Γ.Σ.Βελώνη, Παραμύθι χωρίς όνομα. Εικονογραφίες Δ. Κωνσταντινίδη. Λονδίνο, τυπ.γ.σ.βελώνη, Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου. Εικονογραφίες Δ.Λ.Κωνσταντινίδη. Λονδίνο, Παραμύθια και άλλα. Εικονογραφίες Σοφίας Λασκαρίδου και Σοφίας Σ. Δέλτα. Αθήνα, Βιβλιοθήκη του Εκπαιδευτικού Ομίλου5, 1915.

294 294 Τ ανεύθυνα (Ψυχές Παιδιών). Αθήνα, Ι.Ν.Σιδέρης,1921. Η ζωή του Χριστού Τομος Α. Αθήνα, τυπ. Εστία, Η ζωή του Χριστού Τομος Β. Αθήνα, τυπ. Εστία, Ο Τρελαντώνης Εικονογραφίες Μαρίας Παπαρρηγοπούλου. Αθήνα, τυπ.εστία, Μάγκας. Εικόνες Δ. Π. Ζωγράφου Αντ. Πολυκανδριώτη Δ. Λ. Κωνσταντινίδη. Αθήνα, Κασταλία, Στα μυστικά του βάλτουα -Β. Εικονογραφίες Δ. Α. Μπισκίνη. Χάρτες Στεφανίας Φάρκου. Αθήνα, τυπ. Εστία, ΙΙ.Μελέτες Στοχασμοί περί της ανατροφής των παίδων μας. Αθήνα, ανάτυπο από το Α Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου, Τα αναγνωστικά μας. Αθήνα, Βιβλιοθήκη του Εκπαιδευτικού Ομίλου3, Τα καινούρια αναγνωστικά μας. Αθήνα, ανάτυπο από το Δελτίου του Εκπαιδευτικού Ομίλου του 1919, ΙΙΙ.Συγκεντρωτικές εκδόσεις Αλληλογραφία της Π.Σ.Δέλτα επιμέλεια Ξ.Λευκοπαρίδη. Αθήνα, Εστία, Αρχείο της Πηνελόπης ΔέλταΑ Ελευθέριος Βενιζέλος (Ημερολόγιο Αναμνήσεις Μαρτυρίες Αλληλογραφία). Αθήνα, Ερμής, Αρχείο της Πηνελόπης ΔέλταΒ Νικόλαος Πλαστήρας (Εκστρατεία Ουκρανίας 1919 Κίνημα 6 Μαρτίου 1933, Αλληλογραφία). Αθήνα, Ερμής, Αρχείο της Πηνελόπης ΔέλταΓ Πρώτες ενθυμήσεις Επιμέλεια Π.Α.Ζάννας. Αθήνα, Ερμής, Αρχείο της Πηνελόπης ΔέλταΔ Εκστρατεία στη μεσημβρινή Ρωσία (κείμενα Ι.Δραγούμη, Κ.Μανέτα, Κ.Βλάχου, Ν.Γρηγοριάδη). Αθήνα, Ερμής, Αρχείο της Πηνελόπης ΔέλταΕ Το γκρέμισμα. Ιστορικό μυθιστόρημα. Επιμέλεια Μαριάννα Σπανάκη Εισαγωγή Π. Α. Ζάννας. Αθήνα, Ερμής, Αρχείο της Πηνελόπης ΔέλταΣτ Αναμνήσεις Μετάφραση από το γαλλικό πρωτότυπο Βούλα Λούβρου. Επιμέλεια : Π. Α. Ζάννας, Αλ. Π. Ζάννας. Αθήνα, Ερμής, Αρχείο της Πηνελόπης ΔέλταΖ Αναμνήσεις Επιμέλεια Αλ. Π. Ζάννας. Αθήνα, Ερμής, Μαρίνα Λουκάκη, Ο Βασίλειος Β' Βουλγαροκτόνος και η Πηνελόπη Δέλτα, Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, Βυζαντινή Πραγματικότητα και Νεοελληνικές Ερμηνείες 1, Αθήνα ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ, Πηνελόπη Δέλτα (ανακτήθηκε στις 7/3/13) Ζάννας Αλέκος, "Πηνελόπη Σ. Δέλτα Η συγγραφική της παραγωγή", Ελευθεροτυπία, 15 Μαΐου 2009 (ανακτήθηκε στις 7/3/13) Μίτση Πικραμένου Ἡ κυρία με τα μαύρα"

295 295 Rexine, John (1971). «Morfés tis ellinikís pezoghrafías». Books Abroad 45 (4): Ηλεκτρονικές Πηγές: digital.lib.auth.gr/ Εφημερίς των Κυριών, Αρ / Παρρέν, Καλλιρρόη, [ ]. Εφημερίς των Κυριών, Αρ / Παρρέν, Καλλιρρόη [ ]. Live, Rethemnos. «Καλλιρόη Παρέν Σιγανού Rethemnos Live». rethemnos.gr. Ανακτήθηκε στις Άλμα πάνω «Εφημερίς των Κυριών - ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ». Ανακτήθηκε στις Άλμα πάνω «Καλλιρρόη Παρρέν: Η Ελληνίδα που κήρυξε τη φεμινιστική αντεπίθεση στην ανδροκρατία». BriefingNews. Ανακτήθηκε στις Άλμα πάνω Καλλιρρόη,, Παρρέν, ( ) (στα αγγλικά). Εφημερίς των Κυριών. Άλμα πάνω «ΕΛΙΑ». Ανακτήθηκε στις Εφημερίς των κυριών /συντασσομένη υπό κυριών, διευθύντρια Καλλιρρόη Παρρέν.Εν Αθήναις :[Γραφείον της Εφημερίδος των κυριών], anemi.lib.uoc.gr. Το γυναικείο περιοδικό Η ΒΟΣΠΟΡΙΣ ( ) : συμβολή στη μελέτη του γυναικείου οθωμανικού τύπου, Αναγνωστοπούλου, Χρυσούλα, Πανεπιστήμιο Κρήτης, μεταπτυχιακή εργασία που υποστηρίχθηκε τον Φεβρουάριο του 2011 στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, στο Τμήμα Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής, υπό την επίβλεψη της επίκουρης καθηγήτριας Κατερίνας Δαλακούρα. Το γυναικείο περιοδικό Ευρυδίκη ( ) : προσπάθεια έκφρασης και διαμόρφωσης γυναικείας συλλογικής συνείδησης στο μισό του 19ου αι., Μαίρη Γριβέα,Πανεπιστήμιο Κρήτης, τμήμα Φιλολογίας, μεταπτυχιακή εργασία, ] Βλ. ενδεικτικά Ελένης Βαρίκα, Η εξέγερση των κυριών. Η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα , Κατάρτι, β έκδ., Αθήνα 1996 (α έκδ. 1987): Σάσας Μόσχου-Σακορράφου, Η ιστορία του ελληνικού φεμινιστικού

296 296 κινήματος, Αθήνα 1990 (με εκτεταμένη βιβλιογραφία). [2] Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, Εξάρτηση και αναπαραγωγή. Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα ( ), Θεμέλιο, Αθήνα 1992, σ και passim. Επίσης Βαρίκα, ό.π., σ [3] Εκτός από την παραπάνω μελέτη της Βαρίκα, η οποία περιέχει πολλά στοιχεία για το θέμα βλ. επίσης την μελέτη της Μαρίας Αναστασοπούλου, Καλλιρρόη Παρρέν. Η συνετή απόστολος της γυναικείας χειραφεσίας. Ζωή και έργο, Ηλιοδρόμιον, Αθήνα χ.χ. [4] Βλ. Θ. Χατζηπανταζή Λ. Μαράκα, Η αθηναϊκή επιθεώρησις, Α2, Ερμής, Αθήνα 1984, σ. 37, υποσ. 1. [5] Οι Χατζηπανταζής Μαράκα αδυνατούν να ταυτίσουν το συνέδριο, οπότε και να χρονολογήσουν την προσθήκη στο κείμενο της επιθεώρησης Λίγο απ όλα. Η Ελένη Βαρίκα (ό.π., σ. 245) το ταυτοποιεί με την έκθεση Έργων και Χειροτεχνίας που οργάνωσε τον Μάιο του 1898 στο Αγρίνιο ο σύλλογος Εργάνη Αθηνά. Το 1898 είναι και η χρονολογία του χειρογράφου του Λίγο απ όλα, το οποίο περιέχει τη σκηνή. [6] Στο μελέτημά της «Αριστοφάνης ο σύγχρονός μας: η θαυμαστή ιστορία της Χειραφετήσεως του Γεωργίου Σουρή, εχθρού των γυναικών», Τα Ιστορικά 26 (Ιούν. 1997), σ , η Μαρίνα Κοτζαμάνη θεωρεί ότι ο αρχικός τίτλος του έργου ήταν Χειραφεσία. Κάτι τέτοιο δεν συνάγεται ούτε από τα δημοσιεύματα τύπου, που όλα, ειδήσεις και κριτικές, το αναφέρουν ως Χειραφέτησις, ούτε από τις εκδόσεις, όπου επίσης έχει τον τίτλο αυτό. [7] Νυκτερίς, 21 Οκτ. 1901, σ. 2, υπογρ. Πήγασος (Γ. Σιδέρης, Το αρχαίο θέατρο στη νέα ελληνική σκηνή , Ίκαρος, Αθήνα 1976, σ ). [8] Λ., «Η Χειραφέτησις», Εστία, 17 Οκτ [9] Κ. Παρρέν, «Ξεθυμασμένη σάτυρα», Εφημερίς των Κυριών, 21 Οκτ. 1901, σ. 1-2 και σε άλλες, λ.χ. Εστία, 19 Οκτ [10] Από δημοσίευμα στην εφ. Εμπρός στο Γ. Σουρής, Χειραφέτησις, Άπαντα, επιμ. Γ. Βαλέτας, Γιοβάνης, Αθήνα 1967, τόμ. 1, «Συμπληρωματικόν σημείωμα», σ [11] Ο Νουμάς (Δ. Ταγκόπουλος), «Οι αντιχειραφετικοί», Εστία, 21 Οκτ [12] «Δημοτικόν Θέατρον Η χειραφέτησις», Το Άστυ, 19 Οκτ. 1901, ανυπ. [13] Κ. Παρρέν, «Αι αμαζόνες και η χειραφέτησις», Εφημερίς των Κυριών, 28 Οκτ. 1901, σ [14] Βλ. την ανάλυση της Βαρίκα από τη φεμινιστική σκοπιά, ό.π., σ , 151.

297 297 [15] Κ. Παλαμάς, Τρισεύγενη, εισαγωγή-φιλολογική επιμέλεια Βάλτερ Πούχνερ, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα Για την Τρισεύγενη υπάρχει εκτεταμένη βιβλιογραφία και ποικίλες ερμηνείες. Για συνολική θεώρηση βλ. Βάλτερ Πούχνερ, Ο Παλαμάς και το θέατρο, Καστανιώτης, Αθήνα 1995, σ , από όπου και οι παραπομπές εδώ. [16] Για την εικόνα της γυναίκας στην ιστορική τραγωδία του 19ου αι. και τις προεκτάσεις της στην πραγματική κατάσταση των γυναικών της εποχής βλ. Θόδωρου Χατζηπανταζή, Το ελληνικό ιστορικό δράμα. Από τον 19ο στον 20ό αι., Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2006, σ [17] «Ένα γράμμα του κ. Ψυχάρη», Ο Νουμάς 65, 19 Οκτ. 1903, σ. 1. [18] Βλ. στο Πούχνερ, ό.π., σ. 362, υποσ. 738: 368, υποσ [19] Τον όρο «νέα γυναίκα» φαίνεται πως είχε εισαγάγει στα φεμινιστικά άρθρα του ο Βλάσσης Γαβριηλίδης στην Ακρόπολι (16-25 Ιουν. 1896), που καθιερώθηκε ως ταυτόσημος με το «χειραφετημένη» (Αναστασοπούλου, ό.π., σ ). Η υπόθεση του έργου είναι η εξής: σε εποχή μετά το μέσο του 19ου αι., η Μαρία Μύρτου είναι ζωγράφος και ζει στην Κωνσταντινούπολη. Έχει παντρευτεί κρυφά τον Κώστα Μεμιδώφ, αργόσχολο γόνο μιας πλούσιας και διαφθαρμένης πολίτικης οικογένειας. Ο Κώστας προσπαθεί να συμβιβάσει τους δύο κόσμους του, αλλά νιώθει να καταπιέζεται από την νοοτροπία της γυναίκα του, που απαιτεί ισοτιμία μεταξύ τους και ανεπίγνωστα να του επιβάλει τις απόψεις και τις αυστηρές μοντέρνες αρχές της. Η μητέρα του γίνεται έξαλλη όταν μαθαίνει για τον γάμο, αλλά και ο Κώστας πιστεύει ότι ήταν λάθος του και θα έπρεπε να είχε παντρευτεί την Ελένη, που του έμοιαζε στη νοοτροπία και στην αποδοχή της μετριότητας και των συμβάσεων. Η μητέρα του Κώστα φροντίζει να τους ακούσει η Μαρία να εξομολογούνται ο ένας στον άλλον. Η Μαρία, αν και είναι έγκυος, εγκαταλείπει τον Κώστα και φεύγει στην Αμερική, όπου επιτυγχάνει ως ζωγράφος. Ο γιος της είναι ολυμπιονίκης στους πρώτους Ολυμπιακούς στην Αθήνα (1896). Ο Κώστας μετανιωμένος της ζητά να γνωρίσει τον λαμπρό γιο του, εκείνη όμως αρνείται. [20] Κ. Παλαμάς, «Η Γυναίκα. Ένα γράμμα προς την κ. Καλλ. Παρρέν» στο Καλλιρόη Παρρέν: Η νέα γυναίκα, Εν Αθήναις 1908, σ [21] Γ. Ξενόπουλος, «Θέατρον Συντάγματος: Η Νέα Γυναίκα, δράμα εις πράξεις τρεις υπό Καλλιρρόης Παρρέν», Παναθήναια 15 (Οκτ Μάρτ. 1908), σ. 26. [22] Γ. Ξενόπουλος, «Η Νέα Γυναίκα», Εφημερίς των Κυριών, 30 Σεπτ. 1907, σ. 1-3 (αναδ. από εφ. Αθήναι). [23] Γ.Τ.(σοκόπουλος), «Αι νέαι και αι παλαιαί», Εστία, 26 Σεπτ [24] Κ. Παρρέν, «Η νέα γυναίκα ανάλυσις του δράματος», Εφημερίς των Κυριών, 21 Οκτ. 1907, σ. 4-5.

298 298 [25] Ε.Ζ. (Ευγενία Ζωγράφου), «Η νέα γυναίκα», Ελληνική Επιθεώρησις, τεύχ. 1, Νοέμ. 1907, σ. 9. [26] «Τα άνθη ενός Έλληνος ποιητού», Εφημερίς των Κυριών, 21 Οκτ. 1907, σ Είναι ανυπόγραφο, αλλά είναι η στήλη και οι ιδέες της Παρρέν. [27] Του οποίου το χαρακτηριστικό τραγούδι έχει επιβιώσει μέχρι σήμερα: «Είμ εγώ η Νέα Γυναίκα / που θα καπνίζω και θα γυρίζω / κάθε μια μας αξίζει για δέκα / δε δίνω γι άντρες ένα παρά». [28] «Το θέατρον», Εφημερίς των Κυριών, Ιουν. 1908, σ. 285, ανυπ. [29] Η χειραφετημένη, δράμα εις μέρη τρία, υπό Χρήστου Παπαζαφειροπούλου, Αλεξάνδρεια (1907). Η Μαρία Λοϊζίδου και ο ζωγράφος Γιώργος Ανδρονίδης ζουν σε ελεύθερη συμβίωση για λόγους αρχής και έχουν ένα φιλάσθενο παιδί. Εντούτοις στον κόσμο φέρονται ως παντρεμένοι για να γίνονται αποδεκτοί. Η Μαρία αντιμετωπίζει μια οικονομική δυσχέρεια στο περιοδικό της και δανείζεται χρήματα, τα οποία αδυνατεί να επιστρέψει. Ο Γιώργος το μαθαίνει, θέλει να αναλάβει την υποχρέωση, και η Μαρία τον εγκαταλείπει, θεωρώντας ότι προδίδει την αρχή της ισοτιμίας στη σχέση τους. Ένας απορριφθείς υποψήφιος εραστής αποκαλύπτει την αλήθεια. Η Μαρία αντιμετωπίζει την απόρριψη του περιβάλλοντός της. Τελικά ένας φίλος καλύπτει το χρέος και συμφιλιώνει το ζευγάρι, το παιδί τους όμως πεθαίνει. [30] Γ. Ξενόπουλος, «Η Χειραφετημένη, δράμα εις μέρη τρία, υπό Χρήστου Παπαζαφειροπούλου, Αλεξάνδρεια», (βιβλιοκρισία), Παναθήναια 15 (Οκτ Μάρτ. 1908), σ [31] Παναθήναια 16 (Απρ Σεπτ. 1908), σ [32] ΔΙΚ. (Δημήτριος Καλογερόπουλος), Πινακοθήκη 8 (Σεπτ. 1908) σ [33] Χ., «Η χειραφετημένη», Εστία, 29 Ιουλίου [34] Ε.Ζ., «Θεατρική επιθεώρησις», Ελληνική Επιθεώρησις, Σεπτ. 1908, σ [35] Το έργο είναι διασκευή του διηγήματος «Έρως εσταυρωμένος». [36] «Το θέατρον», Αναμνηστικόν τεύχος για την θεατρικήν τριακονταετηρίδα του Γρηγορίου Ξενοπούλου , Αθήνα 1925, σ. 30. Είναι ανυπόγραφο αλλά οι πληροφορίες και τα σχόλια για κάθε έργο φαίνονται να προέρχονται από τον Ξενόπουλο. [37] «Θέατρον», Εφημερίς των Κυριών, 1-15 Ιουν. 1909, σ. 740, ανυπ. (υποθέτουμε ότι είναι η Παρρέν). [38] Ζαχαρίας Φυτίλης, Νίτσα. Δράμα σε τέσερες πράξες (sic), Πόλη, Μάρτης 1909 [39] Μητέρα και κόρη (1903), Το έκθετο (1904), Δίχως ακρογιάλι (1905), Χτισμένο

299 299 στην άμμο (1906). [40] Πέτρος Βασιλικός (Κ. Χατζόπουλος), «Δραματική παραγωγή», Ο Νουμάς 365 (8 Νοεμ. 1909), σ. 6. [41] «Νίτσα, δράμα σε τέσσερες πράξες υπό Ζ. Φυτίλη, Πόλη 1909, Τύποις Α. Κορομηλά», Παναθήναια 18 (Απρ Σεπτ. 1909), σ. 120, ανυπ. [42] Βαρίκα, ό.π., σ [43] Βλ. ενδεικτικά Βαρίκα, ό.π., σ [44] Βλ. και A. Blessios, Le Théâtre d Idées en Grèce de 1895 à 1922, Université Paris IV, Παρίσι Ο Blessios αφιερώνει ένα κεφάλαιο στο θέμα (τόμ. Ι, σ ), όπου αναλύει τα δραματικά μοτίβα που συναντώνται στα κυριότερα έργα του «Θεάτρου των Ιδεών» και την αντιμετώπισή τους από τους συγγραφείς. [45] Σ. Μελάς, Πενήντα χρόνια θέατρο, Φέξης, Αθήνα 1960, σ [46] Βλ. Αρετής Βασιλείου, Εκσυγχρονισμός ή παράδοση; Το θέατρο πρόζας στην Αθήνα του Μεσοπολέμου, Μεταίχμιο, Αθήνα 2004, σ , και passim. [47] Βλ. Κυριακής Πετράκου, «H γυναίκα στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο» (κοινωνική και ψυχολογική εικόνα της γυναίκας στη νεοελληνική δραματουργία), Πανελλήνια Πολιτιστική Κίνηση, Έκδοση Πολύτιμης Ύλης, 20 Χρόνια Νεοελληνικό Θεατρικό Έργο (Πρακτικά Α Συμποσίου Νεοελληνικού Θεάτρου), Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999, σ Ο ΔΙΟΝΥΣΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΚΑΔΙΑ, από την Αρκαδία του μύθου στην Τρίπολη του Μαλλιαροπουλείου Θεάτρου Γεωργία Δάλκου, Δήμος Τρίπολης 2013.Σελ Ο ΔΙΟΝΥΣΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΚΑΔΙΑ, από την Αρκαδία του μύθου στην Τρίπολη του Μαλλιαροπουλείου Θεάτρου Γεωργία Δάλκου, Δήμος Τρίπολης 2013.Σελ Κ. Μπαρούτα, Η κραυγή των Ελλήνων, εκδ. Σαββάλα, Αθήνα 1992, σελ.. 63 κ.ε. Δ. Ταγκόπουλου, Φιλολογικά Πορτραίτα , Αθήνα Μάης 1922, σελ Το 1879 οι διευθυντές του Κλ. Τριανταφύλλου και Βλ. Γαβριηλίδης είχαν συλληφθεί με την κατηγορία της εξύβρισης του βασιλιά. Μ. Βάλσα, Το Νεοελληνικό Θέατρο, εκδ. Ειρμός, Αθήνα 1994, σελ Το δοξασμένο Μοναστήρι : ήτοι ιστορία της πατριωτικής δράσεως της πόλεως Μοναστηρίου και των περιχώρων από του έτους 1830 μέχρι του 1903 / Παντελή Γ. Τσάλλη.Σελ Πέτρος Κυριαζής, Παγκόσμιο Βιογραφικό λεξικό, Σελ Ντίνου Χριστιανόπουλου: Μοναστήρι. Ελληνικές εκδόσεις 1910-

300 Φλώρινα.Λογοτεχνικές εκδόσεις Καταγραφή - Προσωπογραφία, «Πρέσπες 1996», σελ. 54. Παιάνες : ποιήματα πολεμικά /Πέτρος Κυριαζής/ Δημοσίευση : Τυπ. Αδελφών Α. Πίλλη, (Μοναστήρι :1913. Γεώργιος Σαγιαξής, Παγκόσμιο Βιογραφικό λεξικό, Σελ Διθύραμβοι / Γ. Θ. Σαγιαξή. Μοναστήριον : Τύπ. Διεθνούς Εμπ. Τυπογραφείου, Ευανθία Στιβανάκη,Θεατρική ζωή, κίνηση και δραστηριότητα στην Πάτρα από το 1828 έως το 1900, Εκδόσεις Περί Τεχνών, Πάτρα 2001.Σελ Κιτρομηλίδης, Π. Μ. (1999). Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Οι πολιτικές και κοινωνικές ιδέες. Μετάφραση Σ. Νικολούδη. 2η Έκδοση. Αθήνα: ΜΙΕΤ (ISBN Χ, ISBN ). Μπουμπουλίδης, Φ. Κ. (Επιμ.) (1965). Ελισάβετ Μουτζά-Μαρτινέγκου. Αθήνα. Ἄλκη Ἀγγέλου, «Ἡ Μαντάμ Τυανίτη», στό: ὁ ἴδιος, Τῶν Φώτων Β, Ὄψεις τοῦ νεοελληνικοῦ Διαφωτισμοῦ, Ἀθήνα 1999, σ Antonio D'Alessandri, Il pensiero e l opera di Dora d Istria fra Oriente europeo e Italia (Istituto per la storia del Risorgimento italiano, Biblioteca scientifica, Serie II: Memorie, vol. 54), Roma, Gangemi, 2007 Meyers Konversations-Lexikon. In turn, it cites as references: Armand Pommier, Madame la comtesse Dora d'istria (Brussels 1863) Charles Yriarte, Portraits cosmopolites (Paris 1870) Bartolomeo Cecchetti, Bibliografia della Principessa Elena Gjika, Dora D Istria (6. Ed., Florence 1873). François Buloz, Revue des deux mondes, Fragment. Bartolomeo Cecchetti, Bibliografia della Principessa Elena Ghika, Dora d'istria, Venezia, 1868, p. 20 Liviu Bordaș, Dor de Dunăre şi alte nostalgii cosmopolite - Preţul cosmopolitismului, in Observator Cultural, No. 437, August, Skendi, Stavro (1967). The Albanian national awakening. Princeton: Princeton University Press. Paul Cernovodeanu et al., Elena Ghica - Dora d'istria. Online at Ghyka.net.

301 301 Nathalie Clayer, Origins of Albanian nationalism, Karthala, Paris, 2007, p.209, apud Paul Cernovodeanu et al., Elena Ghica - Dora d'istria. Online at Ghyka.net. La Suisse allemande et l ascension du Moench(Paris: J. Cherbuliez, 1856, 4 volumes) La vie monastique dans l Église orientale(geneva: Cherbuliez, 1855) Les Femmes en Orient. I. La Péninsule orientale. II. La Russie (Zurich, Meyer et Zeller, , 2 volumes) Excursions en Roumélie et en Morée (Geneva: J. Cherbuliez, 1863) La Vénitienne (in Le Calendrier, Athens: Vretos, 1865) Des femmes par une femme (Paris: Librairie internationale / A. Lacroix, 1869) Gli Albanesi in Rumenia, storia dei principi Ghika nei secoli XVII, XVIII e XIX su documenti inediti degli archivii di Venezia Vienna, Parigi, Berlino, Constantinopoli, etc. Traduzione dal Francese di B. Cecchetti (Florence: Tipografia editrice dell associazione, 1873) La Poésie des Ottomans (Paris: Maisonneuve, 1877) Relevant publications: Twentieth and twenty-first century editions Merita Sauku-Bruci, Elena Ghika a Girolamo De Rada. Lettere di una principessa (Tirana: 2004) Biography Armand Pommier, Profils contemporains Mme la Comtesse Dora d Istria (Paris: Lécrivain Toubon, 1863) Cristia Maksutovici and Georgeta Penelea-Filitti, Dora d Istria (Bucuresti: Criterion, 2004) Criticism and Comparative analysis Antonio d'alessandri, Il pensiero e l opera di Dora d Istria fra Oriente europeo e Italia (Roma: Gangemi, 2007) Links Constantin Roman on Dora d'istria Enciclopedia Rom?niei on Dora d'istria Alternative Romania: Women Celebrities an Anthology of Unsung Voices

302 302 Αναστασοπούλου, Μαρία (18 Μαρτίου 2004). Γυναίκες φιλέλληνες. «Ρωξάνδρα Σ. Στούρτζα». Ε Ιστορικά (Τεύχος 228): σελίδες Κούκκου, Ελένη Ε. (1997). Ιωάννης Καποδίστριας, Ρωξάνδρα Στούρτζα. Μια ανεκπλήρωτη αγάπη: Ιστορική βιογραφία. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας.Σελ Παπουλίδης, Κωνσταντίνος (1979). «Τρία ανέκδοτα γράμματα του Κωνσταντίνου Οικονόμου του εξ Οικονόμων στη Ρωξάνδρα και στον Αλέξανδο Στούρτζα». Κληρονομία (τόμ. 11): Στούρτζα, Ρωξάνδρα (2006). Απομνημονεύματα. μτφρ. Μαρία Α. Τσάτσου. Ιδεόγραμμα. Angelica Palli Bartolommei, su SIUSA - Sistema Informativo Unificato per le Soprintendenze Archivistiche. URL consultato il 19 marzo PALLI, Angelica, in Dizionario biografico degli italiani, Roma, Istituto dell'enciclopedia Italiana. URL consultato il 19 marzo Palli Bartolommèi, Angelica, in Treccani.it Enciclopedie on line, Istituto dell'enciclopedia Italiana, 15 marzo URL consultato il 19 marzo Angelica Πάλλη γεννήθηκε στο Λιβόρνο 22 Νοέμ 1798 από Έλληνες γονείς: ο πατέρας του, Panajotti, ελληνική πρόξενος στη Λιβόρνο, ήταν Ηπείρου, και η μητέρα Dorothy ήταν Σπαρτιάτης? μια πλούσια οικογένεια, σπούδασε με πολύ γνωστά στο Λιβόρνο δασκάλους όπως η De Coureil, και άρχισε να αυτοσχεδιάζει στίχους μέχρι την εφηβεία. [1] Το 1814 έγραψε την πρώτη τραγωδία της, Θυέστης, το 1819 έγινε μέλος της Labronica, λαμβάνοντας το όνομα του Zelmira, και συνέχισε να οργανώνει λογοτεχνικές συναντήσεις στο σαλόνι του σπιτιού του. Στη συνέχεια, όταν οι Έλληνες άρχισαν τον αγώνα κατά της Τουρκοκρατίας η Πάλλη εστίασε το ενδιαφέρον της στα προβλήματα του λαού του σπιτιού, μετατρέποντας λογοτεχνικό σαλόνι της σε ένα κέντρο συλλογής χρημάτων και ανακούφισης. Το 1824, η συγγραφέας, έγινε η μόνη γυναίκα που θα γίνόταν δεκτή στην επιστημονική και λογοτεχνική λέσχη του Υπουργικού Συμβουλίου, φιλοξενήθηκε στο Παρίσι από τον Giovan Pietro Vieusseux ο οποίος την κάλεσε να συνεργαστούν σε ανθολογία, αλλά η Πάλλη δεν μπορούσε να υποστηρίξει την απαιτούμενη συνεργασία και δεν αποδέχθηκε το πρόταση 552. Γύρω από τα 30 του παντρεύτηκε Gian Paolo Bartolommei, ευγενούς καταγωγής της Κορσικής πατριώτης, και, το 1832, γεννήθηκε ο γιος τους Lucianino. Εκείνα τα χρόνια, η Αγγελική Πάλλη έγραψε κυρίως πεζογραφία 552 BARTOLOMMEI, Giampaolo, in Dizionario biografico degli italiani, Roma, Istituto dell'enciclopedia Italiana. URL consultato il 19 marzo 2018.

303 303 και μυθιστορήματα των κοινωνικών και παιδαγωγικών καταστάσεων, κινήθηκε προς την πολιτική λογοτεχνία και άρχισε να συνεργάζεται με εφημερίδες και μέτρια περιοδικά, τα οποία κατά κύριο λόγο ήταν η Pansy του Σίλβιο Giannini. Στα χρόνια που προηγήθηκαν του πρώτου πολέμου της ανεξαρτησίας έγραψε στίχους, ως επί το πλείστον ανέκδοτους, και συναισθηματικές ιστορικές ιστορίες που συγκέντρωσε στη συνέχεια σε ένα μικρό βιβλίο που ονομάζεται Racconti. Η πολιτική του δραστηριότητα ήταν έντονη: το 1847 ασχολήθηκε με την οργάνωση των εθνοφρουρών της Τοσκάνης και, το επόμενο έτος, πήγε να συνεργαστεί με την φλωρεντιανή εφημερίδα La Patria στέλνοντας τα νέα που ήρθαν από το στρατόπεδο. Έφτασε ο σύζυγός και ο γιος της στη Λομβαρδία για την επισφάλεια της κατάστασης, το 1849 επέστρεψε στο Λιβόρνο και αποσύρθηκε στην ύπαιθρο. εδώ, το 1851, έγραψε τις ομιλίες μιας γυναίκας στις νεαρές παντρεμένες γυναίκες της χώρας του, όπου καταδεικνύει την ανάγκη εκπαίδευσης γυναικών και επαναξιολογεί το ρόλο των γυναικών στην οικογένεια και την κοινωνία. Τορίνο Περίοδος και επιστροφή στο Λιβόρνο Το 1853, χήρα και με μέτριες οικονομικές απολαβές, αποφάσισε να φύγει για το Τορίνο, όπου άρχισε να αφοσιώνεται πλήρως στα γράμματα. Το 1855 δημοσιεύθηκαν οι Εξομολογήσεις μιας Κορσικής, το επόμενο έτος έγραψε το Cenni πάνω από το Λιβόρνο και το περίγραμμα του, στην οποία περιγράφει την πόλη της, παρέχοντας ιστορικές και πολιτιστικές σημειώσεις. Επίσης, κατά τη διάρκεια της παραμονής στο Τορίνο άρχισε να συνεργάζεται με την εφημερίδα Λιβόρνο Η Ευτέρπη, καλλιτεχνική εβδομάδα, η γραμματική και θεατρικέςπαραστάσεις. Το 1857 αποφάσισε να επιστρέψει στο Λιβόρνο όπου ζούσε δίνοντας ιδιωτικά μαθήματα. Στις 1 του Ιανουαρίου 1859 ξεκίνησε και στη συνέχεια συνεχίστηκε μέχρι την ανακήρυξη του Βασιλείου της Ιταλίας, την έκδοση του εβδομαδιαίου περιοδικού Il Romito, όπου παράλληλα με την είδηση της καλλιτεχνικής και λογοτεχνικής φύσης ενώθηκε ένα πολιτικό ρεπερτόριο σαφές προ-πιεμόντε προσανατολισμό και προ- Cavour. Περί το 1864 συνέθεσε το λυρικό δράμα Corinna, το 1968 τα μυθιστορήματα Ulrico και Elfrida και το Il hunchback της Santa Fiora. Την τελευταία δεκαετία της ζωής του ασχολήθηκε κυρίως με διδακτολογικά-παιδαγωγικά προβλήματα, με ιδιαίτερη προσοχή σε εκείνα που σχετίζονταν με την εκπαίδευση των γυναικών. Από το '72 έως '75 έγραψε δραματικές συνθέσεις, που περιγράφει τη ζωή του Δάντη στο δικαστήριο του Μιλάνου, Lello, ο οποίος αφηγείται σε 5 ενεργεί την ιστορία ενός «700 Ιππότης και τα νέα Σπύρο. Η Αγγελική Πάλλη πέθανε στο Λιβόρνο στις 6 Μαρτίου 1875.

304 304 Η Αγγελική Πάλλη πέθανε στο Λιβόρνο στις 6 Μαρτίου Αλιμπέρτη Σωτηρία, «Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη», Εφημερίς των Κυριών, 4-5/1895. Ασώπιος Ειρηναίος, «Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη», Αττικό Ημερολόγιο, Κόκκινος Διον., «Αλβάνα (Μαργαρίτα Ματθίλδη Αλβάνα Μηνιάτη)», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια3. Αθήνα, Πυρσός, Μάργαρης Δημ., «Το όνειρο μιας ζωής Εδουάρδος Συρέ και Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη», Νέα Εστία5, ετ.γ, 15/7/1929, αρ.62, σ Ταρσούλη Αθηνά, Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη Η ζωή της και το έργο της. Αθήνα, Πυρσός, χ.σ., «Αλβάνα Μηνιάτη Μαργαρίτα Ματθίλδη», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό1. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, Εργογραφία «Saggio critico sul Bayron e Schelley», Rivista di Firenze, 12/1859-1/1860. An historical Sketch illustratine of the life and times of Dante Alighieri with an outline of the legendary history of Hell, Purgatory and Paradise previous to the Divina Commedia. Firenze, Bettini, «Ο Δάντης μτφ. Φρειδερίκου Αλβάνα», Αττικό Ημερολόγιο Ειρ.Ασωπίου, Le Theatre de Bayreut et le Reforme Musicale de Richard Wagner- Cellini. Firenze, 1885 (και Independance Hellenique, 8,15,22/2/1873 και 1,8,15/3/1873. «Η Γυναίκα στην κοινωνία και η μελλοντική αποστολή της Μεταφρ. Ειρηναίου Ασωπίου», Αττικό Ημερολόγιο, Sketches of the Historical Past of Italy from the fall of the Roman Empire to the Earliest Rivival of Letters and Arts. London, Bentley & Co, «Ιστορική της καλλιτεχνίας», Αττικό Ημερολόγιο, Le Correge, sa vie et son oeuvre. Paris, Fischbacher, Catherine de Sienne, sa vie et son role dans l Italie du XIVe siecle. Paris, Fischbacher, Δημοσιεύσεις μελοποιήσεις ποιημάτων της Ελένης Σ. Λάμαρη Η Ελένη Σ. Λάμαρη δημοσίευσε ποιήματα, πεζά και μεταφράσεις σε μια σειρά από περιοδικά, μερικά από τα οποία μπορεί κανείς να αναζητήσει και στην Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών Ανέμη του Πανεπιστημίου Πατρών, συλλογή «Κοσμόπολις», (μηχανή αναζήτησης ελληνικών ψηφιακών βιβλιοθηκών openarchives.gr). Τα περιοδικά αυτά είναι: α) η Πινακοθήκη (της «Εταιρείας των Φιλοτέχνων», μηνιαίο εικονογραφημένο καλλιτεχνικό περιοδικό, , με σημαντικότερους συνεργάτες τους: Σπ. Δε Βιάζη, Κ. Καιροφύλλα, Κλ. Ραγκαβή, Γρηγ. Ξενόπουλο, Ν. Καζαντζάκη, Παύλο Νιρβάνα, Μ. Μαλακάση, Ν. Λαπαθιώτη, Ιω. Πολέμη, Αχ. Παράσχο, Σπ. Τρικούπη, Ανδρέα και Στέφανο Μαρτζώκη),

305 305 β) το Ημερολόγιον Σκόκου (το περιεχόμενο του περιοδικού που ευρετηριάζεται στον παραπάνω ιστότοπο καλύπτει την περίοδο ), και γ) η Ποικίλη Στοά (το περιεχόμενο του περιοδικού που ευρετηριάζεται καλύπτει την περίοδο ). Σημειώνεται ότι από τα ποιήματα που είχαν δημοσιευθεί στα παραπάνω περιοδικά, μερικά συμπεριλαμβάνονται και στη συλλογή της ποιήτριας, με μικρές διαφορές (βελτιώσεις) σε κάποια απ αυτά. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι από ένα ποίημα (τη «Χλωμή δύσι») απουσιάζει στη συλλογή ολόκληρη η τέταρτη στροφή της αρχικής δημοσίευσής του στο Ημερολόγιον Σκόκου. Η ποιητική συλλογή της Ελένης Σ. Λάμαρη «Ποιήματα» υποδιαιρείται στις εξής χαρακτηριστικές ενότητες: «Ελεγεία», «Ανοιξιάτικες συμφωνίες», «Φθινοπωρινές νοσταλγίες», «Χειμώνας», «Πικρά χαμόγελα» και «Σκόρπια λουλούδια», κλείνει δε με μία παράφραση (κατά τον χαρακτηρισμό της ιδίας) του ποιήματος «Θυμήσου» του Alfred de Musset, με το ποίημα «Δύο ρόδα» (αφιέρωση: «Στους αγαπητούς μου Κωνσταντίνο και Ελένην Ματζαγριωτάκη») και με τα ποιήματα των Guglielmo Felice Damian και Philéas Lebesgue, «Τα μάτια» και «Η ροδαριά», αντίστοιχα. Όλα τα ποιήματα της συλλογής είναι σονέτα, εκτός από τα ποιήματα της ενότητας «Ανοιξιάτικες συμφωνίες», (σ αυτή την ενότητα περιλαμβάνεται και το ποίημα που αφιερώνει η Ελένη Σ. Λάμαρη στον Στέφανο Μαρτζώκη), καθώς και τεσσάρων ποιημάτων στις «Φθινοπωρινές νοσταλγίες». Η συλλογή περιλαμβάνει συνολικά πενήντα επτά ποιήματα. Το πρώτο ποίημα της συλλογής και της ενότητας «Ελεγεία» συλλογή η οποία, όπως σημειώσαμε, είναι αφιερωμένη στη μνήμη του πατέρα της ποιήτριας έχει πηγή έμπνευσης αυτή την απώλεια. Το τελευταίο επίσης ποίημα αυτής της ενότητας είναι γραμμένο για τον πατέρα της, ενώ και το ποίημα «Δύο μητέρες», πρώτη δημοσίευση στο Ημερολόγιον Σκόκου, έχει ως θέμα τη μητέρα της ποιήτριας (δύο μητέρες: η φυσική μητέρα και η Παναγία). Στη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων φυλάσσονται παρτιτούρες τραγουδιών της Ελένης Σ. Λάμαρη, καθώς και η συλλογή της, υπό τα εξής στοιχεία: 1) Μη φύγης [002 ΨΥΧ 32522]: μελωδία άσμα και κλειδοκύμβαλον, παρτιτούρα (6 σ.), 34 εκ., συσταχωμένη με άλλα έργα. Στο εξώφυλλο του αντ. 1 χειρόγραφη αφιέρωση της ποιήτριας: «Στη σεβαστή Κυρία Ψυχάρη είνε μεγάλη τιμή μου να προσφέρω τα πρώτα και άτεχνα κομμάτια μου στην κόρη του Ρενάν και στη σύζυγο του Ψυχάρη. Με μεγάλο σεβασμό Ελένη Σ. Λάμαρη Αθήνα 15 Αυγούστου 1907». Στη σ.τ. του αντ. 1 η σφραγίδα: Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων. Δωρεά Ε. Μπενάκη. Εκδότης Ζ. Βελούδιος, [1907]. 2) Του ναύτη το παράπονο [002 ΨΥΧ 32522]: λεμβωδία, 1 παρτιτούρα (5 σ.), 34 εκ., το αντ. 1 συσταχωμένο με άλλο έργο όπου η σφραγίδα: Βιβλιοθήκη της Βουλής

306 306 των Ελλήνων. Δωρεά Ε. Μπενάκη. Athenes: Εκδότης G. Fexis, [1904], 3) Ποιήματα [002 ΚΛΣ Η / 002 ΨΥΧ 8322]: στη σ.τ. του αντ. 1 της συλλογής Ψυχάρη η χειρόγραφη αφιέρωση της ποιήτριας: Στον ένδοξο αγωνιστή του πλειό δοξασμένου αγώνα κ. Γιάννη Ψυχάρη Στη σ.τ. του αντ. 1 της συλλογής Ψυχάρη η σφραγίδα: Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων. Δωρεά Ε. Μπενάκη. Στη σ.τ. του αντ. 1 της συλλογής Ψυχάρη η σφραγίδα: Bibliotheque du Senat. Fonds J. Psichari. Εν Αθήναις: Τυπογραφείον «Νομικής», Το παλαιότερο δημοσιευμένο ποίημα της Ελένης Σ. Λάμαρη Παρατίθεται το παλαιότερο, εξ όσων γνωρίζουμε, δημοσιευμένο ποίημα της Ελένης Σ. Λάμαρη, το «Σονέττο», από το περιοδικό Πινακοθήκη, Τόμ. 2, Αρ. 20 (1902), ποίημα με σαφή άξονα περιέλιξης την άδολη συναισθηματική έλξη της Ελένης Σ. Λάμαρη προς τον Στέφανο Μαρτζώκη, καίτοι ο ποιητής δεν κατονομάζεται. Η ποιήτρια ήταν τότε περίπου ετών: ΣΟΝΕΤΤΟ Αν σιωπηλή και κάποτε θλιμμένη Να γέρνω με θωρείς σιμά σ εσένα Μια άλλη γλώσσα ουράνια μαγευμένη Τα χείλη μού κρατεί σφιχτά δεμένα. Απ τον πόθο η ψυχή πλημμυρισμένη Βλέπει τ άγια της κρίνα σκορπισμένα Και το τραγούδι αγάλι γάλι σβύνει Και λόγια λέω πικρά κι απελπισμένα. Η ψυχή μου σιμά σου μαρτυρεύει Κι απ το μάτι κρυφό δάκρυ κυλάει Το πρόσωπό σου το γλυκό να βρέξη Εσέ κάθε μου πόθος συντροφεύει Κι όπου βρεθής σ εσένανε πετάει Της καρδιάς να σου πη μια μόνο λέξη ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Αθηνάς Ταρσούλη: Ελληνίδες ποιήτριες , Αθήνα, 1951, σσ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Βλ. και Χάρη Πάτση, Λογοτεχνία των Ελλήνων, εκδ. οίκος Χάρη Πάτση Ε.Π.Ε. (Πανελλήνιος Οργανισμός Εγκυκλοπαιδικών Εκδόσεων), τόμ Ό.π. 3. Ίσως λανθάνει και μία νεανική συλλογή (1900).

307 Ελένης Σ. Λάμαρη: Ποιήματα, εν Αθήναις, Τυπογραφείον «Νομικής», Γεώργιος Ν. Χατζηδάκις, θεμελιωτής της επιστήμης της γλωσσολογίας στην Ελλάδα. 6. Ό.π., (υποσ. 2). 7. Μιχαήλ Περάνθη, Ανθολογία Νεοελληνικής Ποιήσεως, τόμ. δεύτερος, Από τον ενδέκατον αιώνα ώς σήμερον, Ελληνικά Γράμματα, χχ., σ Κώστας Καρυωτάκης: «Τάφοι» (Ελεγεία και σάτιρες, 1927). 9. Το αίσθημα δικαίου του Κώστα Καρυωτάκη για άγνωστους ή ξεχασμένους, προφανώς και ελάσσονες ποιητές, αποτυπώνεται σφαιρικά και με τον καλύτερο τρόπο στο ποίημα «Μπαλλάντα για τους άδοξους ποιητές των αιώνων» (Νηπενθή, 1921). 10. (Ποικίλη Στοά / Ετήσιον Ημερολόγιον, υπό Ιωάννου Δ. Αρσένη, τη ευνοϊκή συμπράξει πολλών λογίων, εν Αθήναις, Τυπογραφείον Ελληνικής Ανεξαρτησίας, έτος πρώτο ). 11. Χαρακτηρίζονται πράγματι ως ανέκδοτα, ωστόσο, το ποίημα «Κρινόφυλλο» ήταν ήδη δημοσιευμένο προ δεκαετίας (1904) στο Ημερολόγιον Σκόκου, Τόμ. 19, Αρ. 1 (1904). 12. Βασικές πηγές του παρόντος άρθρου. 13. Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, H μνήμη ήτοι τα συμβάντα της Nαυπλιακής και Oκτωβριανής επαναστάσεως, ποίημα της Aντωνούσης I. Kαμπουροπούλου εκ Xανίων της Kρήτης, Eν Aθήναις, Tύποις "H φιλόμουσος λέσχη", Γκίνης/Μέξας Μαριέττα Μπέτσου, Δάφναι και Μύρτα. Ποιήσεις, εν Αθήναις, Τύποις Α. Κολλαράκη και Ν. Τριανταφύλλου, Η πρώτη συλλογή της εκδίδεται το 1875 υπό τον τίτλο Μύρτα. Λυρικαί Ποιήσεις, εν Αθήναις, Τύποις Ιω. Κουβέλου και Α. Τρίμη, Μ. Πίπιζα Κρυσταλλίται, εν Αθήναις, Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου, 1899, σ. 9. ο Π. Αντωνόπουλος, «Από τη Μαριέττα Μπέτσου στη Ρίτα Μπούμη. Η Σαπφώ, η λεσβιακή λογοτεχνία και ο φεμινισμός στην Ελλάδα από τα τέλη του 19ου αι. μέχρι το Μεσοπόλεμο», στο Δ. Βασιλειάδου κ.ά. (επιμ.), (Αντι)μιλώντας στις βεβαιότητες. Φύλα, αναπαραστάσεις, υποκειμενικότητες, Αθήνα, ΟΜΙΚ, 2013, σ. 250). Μαρίκα Κ. Φιλιππίδου, Κελαδήματα, εν Αθήναις, εκ του Τυπογραφείου Μ. Σαλίβερου, Αγανίκη Μαζαράκη, Ποιήσεις, εν Αθήναις, Τυπογραφείον Αν. Κωνσταντινίδου, 1893, σ. 1. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συλλογή τυπώθηκε από τον γιο της ποιήτριας μετά τον θάνατο της. Πίπιζα, ό.π.

308 308 Συλλογή ποιήσεων, Δαπάνῃ της φιλογενεστάτης κυρίας Ελένης Μ. Τοσίτσα, εν Αθήναις, Τύποις Δ. Αθ. Μαυρομμάτη Λαρισσαίου, 1857, σ Σφάλλω». Δημοσιευμένα στα περ. Βύρων, τχ. 19 (Ιούλ. 1876) , και τχ. 9 (Οκτώβρ. 1874) 706, Εθνική Βιβλιοθήκη, τχ. 2 (Σεπτ. 1872) 280 αντίστοιχα. 1 Γεώργιος Χ. Ζαλοκώστας, Τα άπαντα. Έκδοσις δευτέρα υπό Ευγενίου Γ. Ζαλοκώστα, εν Αθήναις, εκ του Τυπογραφείου των αδελφών Περρή, 1859, σ Βιργινία Ευαγγελίδου, Πρώτοι στίχοι, εν Κωνσταντινουπόλει, εκδίδονται υπό του Βιβλιοπωλείου Κ. Πανώριου, εκ του Πατριαρχικού Τυπογραφείου, 1886, για τα αναφερόμενα ποιήματα βλ. σ , 25-26, 36-37, αντίστοιχα. Αικατερίνη Ζαρκου, <<Ο Θεός εν τη φύσει του Φλαμαριόν>>, Αττικόν Ημερολόγιο του έτους 1877(1876), σ Ζαρκου, Συγγραφείς και ύφος: (Πάρεργα και Παραλειπόμενα) του Arthur Schopenhauer, μτφρ. Αικατερίνης Ζάρκου, Φέξης, Αθήνα Ζαρκου, <<Περί των εν Γερμανία συγγραφέων γυναικών>>, Ποικίλη Στοά 1/1(1881), σ Fritz Martini, Hahn-Hahn, Ida Marie Luise Gustave Grafin von, Neue Deutsche Biographie 7 (1966), σ , Ημερομηνία πρόσβασης [ ] από 1 Για το έργο της Ida von Hahn βλ. μεταξύ άλλων Todd Kontje, Women, the Novel, and the German Nation Domestic Fiction in the Fatherland, Cambridge University Press, Cambridge 2006, σ Βλ. Margaret E. War, Fanny Lewald: Between Rebellion and Renunciation, Peter Lang, Ν. Υόρκη 2007, σ Renate Mohrmann, Die andere Frau. Emanzipationsansatze deutscher Schriftstellerinnen im Vorfeld der Achtundvierziger-Revolution, Metzler, Στουτγάρδη Ζαρκου, Περί των εν Γερμανία συγγραφέων γυναικών, Bonnie G. Smith (επιμ.), The Oxford Encyclopedia of Women in World History, τ. 1, Oxford University Press, Ν. Υόρκη 2008, σ Ἄλκη Ἀγγέλου, «Ἡ Μαντάμ Τυανίτη», στό: ὁ ἴδιος, Τῶν Φώτων Β, Ὄψεις τοῦ νεοελληνικοῦ Διαφωτισμοῦ, Ἀθήνα 1999, σ

309 309 Για τον Γεώργιο Μηνιάτη (1823;-1895) βλ. το κείμενο της Σταλίνας Βουτσινά «Ο Γεώργιος Μηνιάτης και η νεοελληνική τέχνη» που παρουσιάστηκε στο Ι Πανιόνιο Συνέδριο την Πέμπτη 1 Μαΐου Αλέξης Δημαράς, Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε, (Τεκμήρια ιστορίας), τομ. Α ( ), εκδ. Εστία, Αθήνα 19992, σ. 48. isabella teotochi albrizzi foscolo. (επιλογή): Lew Iles Ioniennes sous le domination de Venise et sous le protectorat Britanique. Revue des deux Mondes, 16 (1851) pp (Το ίδιο Ελληνικά στην Αθηνά 1859). /La monastique dans l Eglise Orientale, Paris 1855/Excursions en Roumele et en Moree. Zurich-Paris 1863/Venezia nel 1867, Firenze 1873 και πέντε δημοσιεύσεις στη Revue des deux Mondes, και 1873 για τα δημοτικά τραγούδια των Σέρβων, Αλβανών, Ελλήνων, Βουλγάρων και Τούρκων. Βιβλιογραφικές αναφορές: B. Cecchetti: Biografia della principessa Dora d Istria, Firenze 1873/Μ. Μαντούβαλου: Αγνωστη αλληλογραφία Δώρας ντ Ιστρια και Δημητρίου Βούλγαρη. Παρνασσός, 11 (1969) /V. Bala: Questions du movement cultural Albanais dans la correspondance de Dora d Istria a de Rada, Studia Albanica, 1966, Ιστοσ. SkyrosOn.gr, Νίκη Πέρδικα 2. Άλμα πάνω Σιδηρούλα Ζιώγου - Καραστεργίου, Η μέση εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα ( ), Εκδ. Εθνικού Αρχείου Ελληνικής Νεολαίας-Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα 1986, σελ Άλμα πάνω Μαρία Ρεπούση, ΑΠΘ, Κινήσεις και κινήματα γυναικών για την ισότητα και το φεμινισμό 19ος και 20ος αιώνας (pdf) Αλεξάνδρα Δεσποτοπούλου, Μαρία Φουντουλάκη (Φεβρουάριος 2004). Οδωνυμικά της Νέας Σμύρνης: οι ονομασίες των οδών. Αθήνα: Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, σελ. 49. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου Βιβλιογραφικές αναφορές Νίκη Πέρδικα, Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου - Αγαθονίκη Αντωνιάδου (δύο Σκυριανές ποιήτριες του περασμένου αιώνα), Αθήνα 1956 Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου-Αγαθωνίκη Αντωνιάδου (Δυο Σκυριανές ποιήτριες του περασμένου Αιώνα) Νίκη Πέρδικα. Αναταραχή φύλου Ο φεμινισμός και η ανατροπή της ταυτότητας Judith Butler μετάφραση: Γιώργος Καράμπελας επιμέλεια: Βενετία Καντσά Αλεξάνδρεια, 2009.

310 310 Αθηνά Ταρσούλη Ελληνίδες ποιήτριες Αθήνα, Άγρας Τέλλος, «Αθηνάς Ταρσούλη: Μαντώ Μαυρογένους», Νέα Εστία12, ετ.στ, 15/9/1932, αρ.138, σ Γιάκος Δημήτρης, «Αθηνά Ταρσούλη», Νέα Εστία97, ετ.μθ, 15/5/1975, αρ.1149, σ Καραντώνης Ανδρέας, «Ελληνίδες ποιήτριες», Ελληνική Δημιουργία80, 1/6/1951. Μαυροειδή Παπαδάκη Σοφία, «Ταρσούλη Αθηνά», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας12. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. Σταύρου Τατ., «Προσφορά στην Αθηνά Ταρσούλη», Πνευματική Κύπρος456, Χάρης Πέτρος, «Αθηνάς Ταρσούλη: Κάστρα και πολιτείες του Μωρηά», Νέα Εστία16, ετ.η, 1η/7/1934, σ Χάρης Πέτρος, «Αθηνάς Ταρσούλη: Μαργαρίτα Αλβάνα Μηνιάτη», Νέα Εστία20, ετ.ι, 15/11/1936, αρ.238, σ Χατζίνης Γιάννης, «Αθηνάς Ταρσούλη: Κάστρα και Πολιτείες του Μοριά», Νέα Εστία90, ετ.με, 1η/10/1971, αρ.1062, σ Χριστοφίδης Μ., «Η Αθηνά Ταρσούλη», Πνευματική Κύπρος52, 1/1965. χ.σ., «Ταρσούλη Αθηνά», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό9β. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, Ω., «Ταρσούλη Αθηνά Ν.», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια22. Αθήνα, Πυρσός, Δημήτρης Λαμπίκης Ελληνίδες ποιήτριες. Αθήνα Ταρσούλη Αθηνά. Συλλογικοί τόµοι- Μονογραφίες Αγγέλου Άλκης, Των Φώτων: όψεις του Νεοελληνικού Διαφωτισµού, τ. Β, Μορφωτικό Ίδρυµα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα Αποστολόπουλος Δηµήτρης, Για τους Φαναριώτες: δοκιµές ερµηνείας & µικρά αναλυτικά, Εθνικό Ιδρυµα Ερευνών/Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών, Αθήνα Μίρτζεα Κωνσταντίν Βαδίν, Ιερά Μονή Βακαρέστι, Μεταπτυχιακή Εργασία, Τµήµα Ποιµαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη Βασιλειάδης Νικόλαος, Από το Φανάρι, Εταιρεία Σχολικών Αποικιών, Κωνσταντινούπολη Γκίνης Δηµήτριος, Περίγραµµα ιστορίας του µεταβυζαντινού δικαίου, Γραφείο Δηµοσιευµάτων Ακαδηµίας Αθηνών, Αθήνα Διάφα-Καµπουρίδου Βασιλική, Μνηστεία και Γαµήλιες Παροχές στη

311 311 Νοµολογία των Δικαστηρίων της Ιεράς Μητρόπολης Σερβίων και Κοζάνης (18ος- 20ος αιώνας), τ Α, Διδακτορική Διατριβή, Τµήµα Νοµικής, ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη Αββάς Δωρόθεος, Ἀσκητικά, Εκδ. Ετοιµασία, Αθήνα Ιστορία του Νέου Ελληνισµού κατά τη διάρκεια της οθωµανικής πολιτικής κυριαρχίας, Δ. Παπασταµατίου και Φ. Κοτζαγεώργης (επιµ.), Κάλλιπος, Θεσσαλονική Η Καινή Διαθήκη, Ελληνική Βιβλική Εταιρία, Αθήνα 2003 Κιτροµηλίδης Πασχάλης, Νεοελληνικός Διαφωτισµός, οι πολιτικές και οι κοινωνικές ιδέες, Μορφωτικό Ίδρυµα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα Του ιδίου, Ιώσηπος Μοισιόδαξ. Οι συντεταγµένες της Βαλκανικής σκέψης τον 18ο αιώνα, Μορφωτικό Ίδρυµα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα Κολοβός Η. (επιµ. ), Μοναστήρια, Οικονοµία και Πολιτική. Από τους Μεσαιωνικούς στους Νεώτερους Χρόνους, Πανεπιστηµιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο Κοµνηνός Υψηλάντης Αθανάσιος, Ἐκκλησιαστικῶν καὶ πολιτικῶν τῶν εἰς δώδεκα: ἤτοι τὰ µετά τὴν ἄλωσιν ( ), εκδ. Αρχιµ. Γ. Αφθονίδου, Κωνσταντινούπολη Κούµας Κωνσταντίνος, Ἱστορίαι τῶν Ἀνθρωπίνων Πράξεων ἀπό τῶν ἀρχαιοτάτων χρόνων ἕως τῶν ἡµερῶν µας, τ. 12, εκδ. Α. Αυκούλου, Βιέννη Λάσκαρης Νικόλαος, Ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου, τ. Α, εκδ. Μ. Βασιλείου και ΣΙΑ, Αθήνα Μαρούση Φωτεινή, Η γυναίκα στο έργο του Καισάριου Δαπόντε: Καθρέπτης Γυναικών, Μεταπτυχιακή Εργασία, Τµήµα Θεολογίας, ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη Μαρινέσκου Φλώριν, Η Τραπεζουντιακή Οικογένεια Μουρούζη, γενεαλογική µελέτη, Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη Μηνάογλου Χαράλαµπος, Έλληνες Διπλωµάτες στην Οθωµανική Αυτοκρατορία: ο Κωνσταντίνος Καρατζάς, ο Μπάνος και το ταξίδι του στην Πρωσία ( ), Διδακτορική Διατριβή, Τµήµα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Αθήνα Μισκέβκα Βλαντιµίρ, Ο Ηγεµόνας Κωνσταντίνος Υψηλάντης (1760;- 1816), Αθ. Καραθανάσης (µετ.), Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1999.

312 312 Μπλανκάρ Θεόδωρος, Ο οίκος Μαυρογένη, Δήµητρα Αδαµοπούλου (µετ.) Εστία, Αθήνα Ντενίση Σοφία, Ανιχνεύοντας την "αόρατη" γραφή: γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού Διαφωτισµού-Ροµαντισµού, Νεφέλη, Αθήνα Ξηραδάκη Κούλα, Φαναριώτισσες, η συµβολή τους στα γράµµατα, στις τέχνες και την κοινωνική πρόνοια, εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα Της ιδίας, Γυναίκες στη Φιλική Εταιρἰα, εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα Παπαρρηγόπουλος Κωνσταντίνος, Βιογραφίαι , δύο Μωραΐτισσαι, Ελένη Καντακουζηνή, Ροξάνδρα Μαυροκορδάτου, εκδ. Αρ. Γαλάνου, Αθήνα Πολίτης Λίνος Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Μορφωτικό Ίδρυµα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα Ρίζος Ραγκαβής Ευγένιος, Livre d or de la noblesse Phanariote, en Grèce, en Roumanie, en Russie et en Turquie, εκδ. Σ. Βλαστός, Παρίσι Ρωµιοί στην υπηρεσία της Υψηλής Πύλης, Πρακτικά της Τρίτης Επιστηµονικής Ηµερίδας, Αθήνα 13 Ιανουαρίου 2001, Εταιρία Μελέτης της καθ ηµάς Ανατολής, Αθήνα Σουλογιάννης Ευθύµιος, Αλέξανδρος Ρίζος-Ραγκαβής ( ), Η ζωή και το έργο του, εκδ. Αρσενίδης, Αθήνα Σούτσος Σκαρλάτος Δηµήτριος, Έλληνες Ηγεµόνες Βλαχίας και Μολδαβίας, Εστία, Αθήνα Σπάθης Δηµήτριος, Ο διαφωτισµός και το νεοελληνικό θέατρο, εφτά µελέτες, University Studio Press, Θεσσαλονίκη Σταµατίου Επαµεινώνδας, Βιογραφίαι των Ελλήνων Μεγάλων Διερµηνέων του Οθωµανικού Kράτους, εκδ. Π. Πουρνάρας, Θεσσαλονίκη Σφυρόερας Βασίλειος, Οι Δραγουµάνοι του Οθωµανικού Κράτους: ο θεσµός και οι φορείς, Διδακτορική Διατριβή, Τµήµα Ιστορίας και Αρχαιλογίας, Αθήνα Ταµπάκη Άννα, Ο Μολιέρος στη Φαναριώτικη Παιδεία, τρεις χειρόγραφες µεταφράσεις, Εθνικό Ιδρυµα Ερευνών/ Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών, Αθήνα Της ιδίας, Η νεοελληνική δραµατουργία και οι δυτικές επιδράσεις (18ος- 19ος), Θεατρική έρευνα 2, εκδ. Αφοί Τολίδη, Αθήνα 1993.

313 313 Τοµάζοβ Βλαντιµίρ, Το γένος των Μαυροκορδάτων (Μαυρογορδάτων) στη ρώσικη αυτοκρατορία, η ιστορία του γένους µέσα από έγγραφα και γεγονότα, Άλφα Πι, Χίος Ι. Χατζηπαναγιώτη- Sangmaister, Χ. Καρανάσιος, M. Kappler, Χ. Χοτζακόγλου (επιµ.), Φαναριώτικα και αστικά στιχουργήµατα στην εποχή του Νεοελληνικού Διαφωτισµού, Πανεπιστήµιο Κύπρου, Αθήνα Paschalis M. Kitromilides, "The Enlightenment and Womanhood: Cultural Change and the Politics of Exclusion," Journal of Modern Greek Studies vol. 1 no. 1 (1983): Ραλλού Σούτζου, Παραίνεσις μητρός προς θυγατέρα (Βενετία, 1819) (κατά το πρότυπο του Avis d une mere a sa fille της Marquise De Lambert, 1734). Αικατερίνη Σούτσου, Διάλογοι Φωκίωνος (Ιάσιον, 1819) (κατά το πρότυπο του Eritretiens de Phocion sur le rapport de la morale avec la polotique του Gabriel Bonnot demably, 1765). Αικατερίνη Ράστη, Χαρτοπαίγνιον γεωγραφικόν (Βιέννη, 1816) (κατά το πρότυπο Victor Joseph Étienne dejouy, Jeu de cartes historiques). Ρ. Δ. Σαμουρκάση, Έραστος (Ιάσιον, 1819) (κατά το πρότυπο Solomon Gessner, Erastus). Μυρτώ Σακελλαρίου, Πατρική αγάπη (Βιέννη, 1818); Της ιδίας, Η πανούργα χήρα (Βιέννη, 1818); Της ιδίας Πάμελα Ύπανδρος (κατά το πρότυπο του Carlo Goldoni L amor Paterno, Vedova Scalta, Pamela Maritata). Γιάκου Ρένα Δημ., «Δενδρινού Ειρήνη», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας6. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. Δάφνης Κ., Πρόλογος στο Ειρήνης Α. Δενδρινού, Η Κερκυραϊκή Σχολή, σ Κέρκυρα, Παπά Κατίνα, «Ειρήνη Δενδρινού», Νέα Εστία97, ετ.μθ, 15/1/1975, αρ.1141, σ Πρωτόπαππα Γλυκερία, «Ειρήνη Α.Δεντρινού», Νέα Εστία68, ετ.λδ, 1η/7/1960, αρ.792, σ Ταρσούλη Αθηνά, «Ειρήνη Α. Δεντρινού», Ελληνίδες ποιήτριες, σ Αθήνα, Φτέρης Γιώργος, «Ειρήνη Δενδρινού και οι κερκυραίοι λόγιοι», Ελληνικές μορφές, σ Αθήνα, Δίφρος, χ.σ., «Δενδρινού Ειρήνη», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό3. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, Εργογραφία (πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις) Ι.Ποίηση

314 314 Τα σονέττα. Έκδοση του περ. Αλεξανδρινά Γράμματα, Εξαγνισμός. Έκδοση του περ. Αλεξανδρινά Γράμματα, ΙΙ.Πεζογραφία Πετακτές κουβέντες. Από τον κόσμο του σαλονιού Ο ξένος και η μικρή μου φίλη Η γιαγιά με τα εννιά εγγονάκια. ΙΙΙ.Μελέτες - Διαλέξεις Το φιλί στη δημοτική μας ποίηση. Ο ποιητής Λαυρέντιος Μαβίλης Διάλεξη της κυρ. Ειρήνης Δεντρινού στην Ένωση Ερασιτεχνών Κερκύρας την 8 Μαρτίου 1915 (με τη συνεργασία του Κ.Θεοτόκη). Κέρκυρα, Η Κερκυραϊκή Σχολή (Σολωμός, Μαρκοράς, Κογεβίνας, Μαβίλης, Καλοσγούρος, Χρυσομάλλης, Θεοτόκης) Προλεγόμενα Κ.Δάφνη. Κέρκυρα, Τα έργα του Λορέντζου Μαβίλη. Αλεξάνδρεια, εκδ. περιοδ. Γράμματα, 1915 (επιμέλεια Ειρήνη Δεντρινού- Κων/νος Θεοτόκης). Βιβλιογραφία Αθανασοπούλου, Μαρία: «Ισότητα στη διαφορά : Γυναικεία ποίηση στις αρχές του 20ου αιώνα», Κονδυλοφόρος 2 (2002): Αλιµπέρτη, Σωτηρία: «Μια άγνωστος. Άννα Φιλαδελφέως», Εφηµερίς των Κυριών 337 (1894): 2. Βαρίκα, Ελένη: Η εξέγερση των κυριών. Η γένεση µιας φεµινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα Αθήνα Κατάρτι Βασιλειάδης, Βασίλης: Η ιδεολογία της λογοτεχνικής κριτικής του µεσοπολέµου για τη «γυναικεία» και την «ανδρική» λογοτεχνία, ανέκδοτη διδακτορική διατριβή ΑΠΘ: Butler, Judith: Αναταραχή φύλου. Ο φεµινισµός και η ανατροπή της ταυτότητας, µτφρ. Γ. Καράµπελας, επιµ. κειµένου: Χρ. Σπυροπούλου. Αθήνα Αλεξάνδρεια Δέδε, Μαρία: «Το λυπηµένο αηδόνι». Εφηµερίς των Κυριών 70 (1888): 5. Κάννερ, Έφη: Έµφυλες κοινωνικές διεκδικήσεις από την οθωµανική αυτοκρατορία στην Ελλάδα και την Τουρκία. Ο κόσµος µιας ελληνίδας δασκάλας. Αθήνα εκδόσεις Παπαζήση Καραβία, Αιµιλία: «Η Σίγκριντ Ούνδσετ». Ελληνικά Γράµµατα 36 (1928): Νικολοπούλου, Μαρία: «Η πρόσληψη της γυναικείας λογοτεχνικής παραγωγής στα περιοδικά λόγου και τέχνης ( )» στο Σ. Ντενίση (επιµ.) Η γυναικεία εικαστική και λογοτεχνική παρουσία στα περιοδικά Λόγου και Τέχνης ( ). Πρακτικά Ηµερίδας. Αθήνα Gutenberg 2008:

315 315 Ντενίση, Σοφία: «Το κενός (;) της γυναικείας πνευµατικής δηµιουργίας : Απουσία ή άγνοια;» στο Μνήµη Άλκη Αγγέλου: Τα άφθονα σχήµατα του παρελθόντος: Ζητήσεις της πολιτισµικής ιστορίας και της θεωρίας της λογοτεχνίας. Πρακτικά Ι Επιστηµονικής Συνάντησης ΜΝΕΣ. Θεσσαλονίκη University Studio Press: Ντενίση, Σοφία: «Η γυναικεία εικαστική και λογοτεχνική παρουσία στα περιοδικά Λόγου και Τέχνης ( : Πλαίσιο-αναζητήσεις-στόχοιπροβληµατισµοί ενός ερευνητικού προγράµµατος» στο Σ. Ντενίση (επιµ)., Η γυναικεία εικαστική και λογοτεχνική παρουσία στα περιοδικά Λόγου και Τέχνης ( ). Πρακτικά Ηµερίδας. Αθήνα: Gutenberg, 2008: Ντενίση, Σοφία: Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή. Γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού Διαφωτισµού-Ροµαντισµού. Αθήνα Νεφέλη Ντουνιά, Χριστίνα: «Επίµετρο» στο Χριστίνα Ντουνιά (επιµ.) Μαρία Πολυδούρη, Τα ποιήµατα. Αθήνα Εστία, 2014: Ξενόπουλος, Γρηγ. Δ: «Πρόλογος στο βιβλίο της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου Δεσµίς διηγηµάτων». Νέα Εστία 145/1711 (1899): 387. Παλαµάς, Κωστής: «Συγγραφείς και βιβλία. Βιργινίας Ε. Ευαγγελίδου, Έπεα πτερόεντα», Άπαντα, τ. 15. Γκοβόστης: Παρρέν, Καλλιρόη: «Εισαγωγικό σηµείωµα. Σύγχρονοι Έλληνες ποιηταί», µτφρ. από τα γαλλικά Ευφρ. Κετσέα. Εφηµερίς των Κυριών 339 (1894): 2. Παρρέν, Καλλιρόη: «Φωτεινή Οικονοµίδου». Εφηµερίς των Κυριών 402 (1895): 1. Παρρέν, Καλλιρόη: «Δύο µεγάλαι νεκραί». Εφηµερίς των Κυριών 613 (1900):1. Ριζάκη, Ειρήνη: Οι «γράφουσες» Ελληνίδες. Σηµειώσεις για τη γυναικεία λογιοσύνη του 19ου αι. Αθήνα Κατάρτι Ρούσσου, Βαρβάρα: «Κριτική κι ευαισθησία : όροι και παραδείγµατα κριτικής θεώρησης της γυναικείας ποίησης του 19ου αι.» στο Νεοελληνική Λογοτεχνία και Κριτική από τον Διαφωτισµό µέχρι σήµερα.πρακτικά ΙΓ Επιστηµονικής Συνάντησης Νεοελληνικού τοµέα ΑΠΘ. Μνήµη Π. Μουλλά. Αθήνα Εκδόσεις Σοκόλη-Κουλεδάκη 2014: Σαµαρτζίδου, Ευφροσύνη: «Το µύχιον άλγος», Βοσπορίς 39 (1900): 361. Σταυροπούλου, Έρη: «Η παρουσία των γυναικών συγγραφέων στις ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας» στο Αγγ. Καστρινάκη, κ.ά. (επιµ.), Για µια ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας του εικοστού αιώνα. Προτάσεις ανασυγκρότησης, θέµατα και ρεύµατα. Πρακτικά συνεδρίου στη µνήµη του Αλέξανδρου Αργυρίου.

316 316 Ηράκλειο ΠΕΚ 2012: Φιλιππίδου, Μαρίκα: «Τη φίλη δεσποινίδι Ειρήνη Ζαβιτσιάνου». Νέος Παρθενών 13 (1900): 8. Ψαρρά, Αγγέλικα: «Το µυθιστόρηµα της χειραφέτησης ή η «συνετή» ουτοπία της Καλλιρόης Παρρέν» στο Καλλιρόη Παρρέν, Η Χειραφετηµένη. Αθήνα Εκάτη 1999: 423. χ.σ., «Γιαννιού Γαϊτάνου Αθηνά», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό3. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, Αυδή Καλκάνη Ίρις, Μια αντάρτισσα της Πόλης στην ταραγμένη Αθήνα Αθηνά Γιαννιού Γαϊτάνου ( ). Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., 1997.Σελ «Γιαννιού Γαϊτάνου Αθηνά», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό3. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985.Σελ Δενδρινού βλ. Γιάκου Ρένα Δημ., «Δενδρινού Ειρήνη», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας6. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.σελ «Δενδρινού Ειρήνη», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό3. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985.Σελ Φτέρης Γιώργος, «Ειρήνη Δενδρινού και οι κερκυραίοι λόγιοι», Ελληνικές μορφές, σ Αθήνα, Δίφρος, Εργογραφία (πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις) Ι.Πεζογραφία - ταξιδιωτική λογοτεχνία Ψυχής στεναγμοί. Αθήνα, τυπ. αφών Μπλαζουδάκη, Στα βρόχια της αγάπης κι άλλα διηγήματα. Αθήνα, τυπ.ταρουσόπουλου, Ο Καπετάν - μοναχός Και άλλα διηγήματα. Αθήνα, Δημητράκος, Παλιά Αθήνα Κάστρα και Πολιτείες του Μοριά. Αθήνα, Δημητράκος, Άσπρα νησιά. Αθήνα, τυπ.μυρτίδη,1939. ΙΙ.Ποίηση Σπίθες και τέφρες Ποιήματα. Αθήνα, Περάσματα πουλιών. Αθήνα, Εσπερινά Ποιήματα. Αθήνα, ΙΙΙ.Μελέτες - μονογραφίες - Λευκώματα Μαντώ Μαυρογένους Ελένη Αλταμούρα. Αθήνα, Δημητράκος, Μαργαρίτα Αλβάνα - Μηνιάτη Η ζωή της και το έργο της. Αθήνα, Πυρσός, Ελληνίδες ποιήτριες Αθήνα, Η θάλασσα Στην αρχαία μας ποίηση και το δημοτικό τραγούδι. Αθήνα, 1969.

317 317 Ελληνικές φορεσιές. Αθήνα, Η Καταπολιανή της Πάρου Ιστορία και θρύλος. Αθήνα, Δωδεκάνησα1-3. Αθήνα, Κύπρος1-3. Αθήνα, Ελένη Βαρίκα, Η εξέγερση των κυριών. Η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα , β εκδ., Κατάρτι 1996, σελ. 82. (πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις) Αμαλία, η Βασίλισσα της ΕλλάδοςΑ. Αθήνα, Αμαλία, η Βασίλισσα της ΕλλάδοςΒ. Αθήνα, Πανελλήνιον Λεύκωμα Γυναικών. Αθήνα, 1920 Η αναγέννησις της Ελλάδος και η δράσις της ελληνίδος. Αθήνα, Περί Αναθηματικής Στήλης. Αθήνα, Ο Γκιαούρ τεμάχιον τουρκικού διηγήματος :ποιήματα Βύρωνος /Μετάφρασις Αικατερίνης Κ. Δοσίου.Εκδίσεται το δεύτερον /Υπό Αρ. Κ. Δοσίου.Αθήνησι :Τύποις Ανδρέου Κορομηλά,1873.Σελ Έφη Κάννερ, Έμφυλες κοινωνικές διεκδικήσεις από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Ο κόσμος μιας ελληνίδας χριστιανής δασκάλας, Αθήνα, εκδόσεις Παπαζήση, 2012, 390 σ.. Αικατερίνη Ζαρκου, Ο Θεός εν τη φύσει του Φλαμαριόν, Αττικόν Ημερολόγιο του έτους (1876), σ Ζαρκου, Συγγραφείς και ύφος: (Πάρεργα και Παραλειπόμενα) του Arthur Schopenhauer, μτφρ. Αικατερίνης Ζάρκου, Φέξης, Αθήνα Ζαρκου, Περί των εν Γερμανία συγγραφέων γυναικών, Ποικίλη Στοά 1/1 (1881), σ Fritz Martini, Hahn-Hahn, Ida Marie Luise Gustave Grafin von, Neue Deutsche Biographie 7 (1966), σ , Ημερομηνία πρόσβασης [ ] από Για το έργο της Ida von Hahn βλ. μεταξύ άλλων Todd Kontje, Women, the Novel, and the German Nation Domestic Fiction in the Fatherland, Cambridge University Press, Cambridge 2006, σ Βλ. Margaret E. War, Fanny Lewald: Between Rebellion and Renunciation, Peter Lang, Ν. Υόρκη 2007, σ

318 318 Renate Mohrmann, Die andere Frau. Emanzipationsansatze deutscher Schriftstellerinnen im Vorfeld der Achtundvierziger-Revolution, Metzler, Στουτ- γάρδη Αι Ελληνίδες και το θέατρον", άρθρο του Νικ. Ι. Λάσκαρη στο περιοδικό Ελληνίς, αρ. 8-9, Αθήνα, Αύγ.-Σεπτ. 1932, σ Κατάλογος θεατρικών βλ. Σιδέρης 1990, και Θ. Συνοδινού, "Η Κ. Παρρέν ως συγγραφεύς", Εικοσιπενταετηρίς του Λυκείου των Ελληνίδων ( ). Πεντηκονταετηρίς της δράσεως της ιδρυτρίας αυτού Κ. Παρρέν ( ), Αθήνα 1937, σ Το έργο δηµοσιεύτηκε και στην Εφηµερίδα των Κυριών, από τον Οκτώβριο µέχρι τον εκέµβριο του 1908 (αρ ). 176 Ιωαννίδου, Μ., "Γράφουσες Ελληνίδες τον 19ο-αρχές του 20ου αιώνα, Η περίπτωση της Ευγενίας Ζωγράφου ( ): Μια συμβολή στην ιστορία της λογοτεχνίας". Τέλλου Άγρα (1922)"Οι νέοι. Εκλογή από το έργο νέων ελλήνων ποιητών ". [1]. «Θεσσαλικά Χρονικά». Έκτακτος έκδοσις επ ευκαιρία της πεντηκονταετηρίδος ( ) από της απελευθερώσεως της Θεσσαλίας. Πανηγυρικός τόμος της Ιστορικής Λαογραφικής Εταιρείας Θεσσαλών, Αθήναι (1935), σ [2]. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Η Λαρισαία Αμαλία Παπασταύρου και ο πόλεμος του 1897, εφ. Ελευθερία Λάρισας, φύλλο της 12ης Φεβρουαρίου 2014 και του ιδίου, Κωνσταντίνος και Αμαλία Παπασταύρου, εφ. Ελευθερία Λάρισας, φύλλο της 12ης Μαρτίου [3]. Η Κική Πιπινοπούλου γεννήθηκε στη Λάρισα το Όπως και η φίλη της Ελένη Τέτση, σπούδασε στο Αρσάκειο και μετά την αποφοίτησή της δίδαξε στο Αρσάκειο Διδασκαλείο Λαρίσης. Εξαιρετικά μορφωμένη γυναίκα, παντρεύτηκε τον μεγαλοκτηματία Δημητριάδη, και εργάσθηκε συστηματικά για την πνευματική ανάπτυξη και καταξίωση των γυναικών της εποχής της, ιδρύοντας ειδικό «ΚυριακόνΣχολείον» για τους αναλφάβητους της πόλης της. «Θεσσαλικά χρονικά», ό.π. σ [4].Η Μαρία Δεσύπρη ( ) ήταν κόρη του διευθυντή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στη Λάρισα όπου μετατέθηκε μετά από την υποχώρηση των Τούρκων (1898). Από την περίοδο ακόμα που βρισκόταν στην πόλη μας αγωνίζονταν για τα δικαιώματα της γυναίκας. Μετά τον θάνατο του πατέρα της μετακόμισε στην Αθήνα και το 1922 παντρεύτηκε τον συνταγματολόγο και πολιτικό Αλέξανδρο Σβώλο. Στις εκλογές του 1958 εκλέχθηκε βουλευτής με την

319 319 ΕΔΑ. [5].Μαρία Πίπιζα-Καρακάση ( ) ποιήτρια και δημοσιογράφος. Έμεινε για λίγο διάστημα στη Λάρισα. Τα έργα που δημοσίευε τα υπέγραφε με το ψευδώνυμο «Πηνειάς». Τα πολεμικά της τραγούδια είχαν μεγάλη απήχηση στον κόσμο που είχε ατιμωθεί από την ατυχή έκβαση του πολέμου. Παντρεύτηκε τον αρχιμουσικό Αχιλλέα Καρακάση και έζησε στην Αθήνα. [6]. Με ενδιάμεσες μικρές διακοπές η «Μικρά» διέκοψε οριστικά την κυκλοφορία της το 1926 και η διάρκεια ζωής της ήταν τριάντα χρόνια. Τη σκυτάλη από την «Μικρά» θα έλεγε κανείς ότι την πήρε η εφημερίδα «Ελευθερία», η αρχαιότερη εφημερίδα της πόλης μας, η οποία κυκλοφορεί με επιτυχία μέχρι και σήμερα. [7]. Βλέπε: Μακρής Θρασύβουλος, Rebelleseconde εφ. «Μικρά», Λάρισα, φύλλο της 4 Ιουνίου 1909 και του ιδίου, LaRebelle 3me, Λάρισα, φύλλο της 20ης Ιουλίου Τα συγκεκριμένα έθεσε στη διάθεσή μου ο καλός φίλος και συλλέκτης Θανάσης Μπετχαβές. [8].Γαλανούλης Αλέξης, Λογοτεχνικά κείμενα και συνεργάτες λογοτέχνες της εφημερίδας «Μικρά» της Λάρισας κατά τα έτη , Πρακτικά 7ου Συνεδρίου Λαρισαϊκών Σπουδών, Λάρισα 22 Οκτωβρίου 2011, «Η Λάρισα από την απελευθέρωσή της (1881) μέχρι το 1940». Όμιλος Φίλων της Θεσσαλικής Ιστορίας, τ. 10, Λάρισα (2013) σ Για την LaRebelleβλέπε σ [9]. Ζιαζιάς Γεώργιος, Αναζητώντας τη χαμένη Λάρισα. Πενήντα χρόνια μνήμες και αναπολήσεις (1900)-1950), τόμ. Β, Λάρισα (2000): Ελένη Καρακίτη. Η Λαρισαία πρωτοπόρος σουφραζέτα, σελ Μέλαινα, Ελπίς: Περιηγήσεις στην Κρήτη Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης (2008). Τίτλος: Ιστορία των γραμμάτων παρά τοις Νεωτέροις Έλλησι / συνταχθείσα υπό Ιακώβου Ρίζου Νερουλού... ; εξελληνίσθη δε υπό Ολυμπίας Ι.Ν. Αββοτ... Συγγραφέας: Νερουλός, Ιακωβάκης Ρίζος, Ημερομηνία έκδοσης: Νικίας Λούντζης, Ισαβέλλα Θεοτόκη-Albrizzi, Δελτίο Αναγνωστικής Εταιρείας Κέρκυρας, αρ.27, 2011, Κέρκυρα, σελ Κανελλόπουλος Παναγιώτης, Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος, τόμος Χ, σελ.358. Ν.Λ.Βροκίνη Έργα, Βιογραφικά σχεδιάρια, Κερκυραϊκά Χρονικά, Τόμος XVI, Προλεγόμενα Κώστα Δαφνή, Κέρκυρα 1972, σελ.100. Αγάθη Νικοκάβουρα, Ανακοίνωσις στο Β Πανιόνιο Συνέδριο, Κερκυραϊκά Χρονικά, Τόμος XΙΙΙ, Προλεγόμενα Κώστα Δαφνή, Κέρκυρα 1967, σελ. 132.

320 320 Ν.Λ.Βροκίνη Έργα, Βιογραφικά σχεδιάρια, Κερκυραϊκά Χρονικά, Τόμος XVI, Προλεγόμενα Κώστα Δαφνή, Κέρκυρα 1972, σελ Ν.Λ.Βροκίνη Έργα, Βιογραφικά σχεδιάρια, Κερκυραϊκά Χρονικά, Τόμος XVI, Προλεγόμενα Κώστα Δαφνή, Κέρκυρα 1972, σελ Αγάθη Νικοκάβουρα, Ανακοίνωσις στο Β Πανιόνιο Συνέδριο, Κερκυραϊκά Χρονικά, Τόμος XΙΙΙ, Προλεγόμενα Κώστα Δαφνή, Κέρκυρα 1967, σελ Ν.Λ.Βροκίνη Έργα, Βιογραφικά σχεδιάρια, Κερκυραϊκά Χρονικά, Τόμος XVI, Προλεγόμενα Κώστα Δαφνή, Κέρκυρα 1972, σελ.105. Αθηνά Ταρσούλη, Μαργαρίτα Αλβάνα-Μηνιάτη, Η ζωή και το έργο της, Εκδόσεις «Πυρσός Α.Ε», Αθήνα, 1935, σελ Αθηνά Ταρσούλη, Μαργαρίτα Αλβάνα-Μηνιάτη, Η ζωή και το έργο της, Εκδόσεις «Πυρσός Α.Ε», Αθήνα, 1935, σελ Ισαβέλλα Αλμπρίτζι-Θεοτόκη.

321 321 Mignaty Albana Margherita: Μετάφραση του έργου:συγγραφείς και Ύφος του Σόπενχάουερ από την Αικατερίνη Ζάρκου:

322 322 Μετάφραση του έργου Ο Θεός εν τη Φύσει του Φλαμμαρίωνος από την Αικατερίνη Ζάρκου:

323 323 "LA GRECE SUR LES RUINES DE MISSOLONGHI" (H Ελλάδα ξεψυχά στα ερείπια του Μεσολογγίου) πίνακας του Ντελακρουά 1826:

324 324 10)Κεφάλαιο 10: Φωτογραφικό υλικό 553 : 1)Η Καλλιρρόη Παρρέν σε νεαρή και σε πιο ώριμη ηλικία όπως αποτυπώνεται σε εξώφυλλα του έντυπου που εξέδιδε, δηλαδή, της Εφημερίδος των Κυριών : 553 Παράθεση σπάνιου φωτογραφικού υλικού των γυναικών λογίων συγγραφέων και επίσης πρώτων εκδόσεων έργων τους όπως και περιοδικών.

325 325 2)Εξώφυλλο και εσώφυλλο από το παρόμοιο έντυπο που ακολούθησε την Εφημερίδα και αυτό ήταν το Ημερολόγιον της Εφημερίδος των Κυριών με θέματα για την προάσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών και δημοσιεύσεις και άρθρα για τη γυναικεία φύση και λογοτεχνικά έργα γυναικών λογίων: 3)Η Ευγενία Ζωγράφου σε νεαρή και σε πιο ώριμη ηλικία: 4)Η Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου:

326 326 5)Η Ιζαμπέλα Αλμπρίτζι-Θεοτόκη(αριστερά) και η Μαργαρίτα Mατθίλδη Αλβάνα(μέση και δεξιά): 6)Η Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου και ο τάφος της:

327 327 7)Η Κρητικοπούλα αγωνίστρια για αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και ποιήτρια Αντωνούσα Καστανάκη και εξώφυλλο από το έργο Η Λάμπρω της Αντωνούσας Καμπουροπούλας:

328 328 8)Η Κωνσταντινοπολίτισσα συγγραφέας Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου και ένα ιδιόχειρο χειρόγραφό της: 9)Η Κορνηλία Πρεβεζιώτου-Ταβανιώτου και το περιοδικό Η Βοσπορίς :

329 329 10)Η Ρωξάνδρα Στρούντζα: 11)Η Σαπφώ Λεοντιάς:

330 330 12) Ο Νικήρατος της Ευανθίας Καίρη στην πρώτη του έκδοση στο Ναύπλιο με εξώφυλλο του 1826: 13)Οι ποιήτριες Ντόρα Ντ Ίστρια(αριστερά) και Αγγελική Πάλλη- Μπαρτολομέι(δεξιά):

331 331 14)Έργο της Αρσινόης Παπαδοπούλου, Ο Δημιουργός του Ελληνικού Έθνους : 15)Μαθήτριες Παρθεναγωγείου 19 ος αιώνας:

332 332 16)Η Καλλιρρόη Παρρέν επί το έργο και κάτω μαθήτριες σε δημοτικό σχολείο:

333 333 17)Περιοδικό Η Ευρυδίκη της Αιμιλίας-Κτενάς Λεοντιάδος:

334 334 18) Η Κυψέλη της Ευφροσύνης Σαμαρτζίδου:

335 335 19)Πηνελόπη Δέλτα και Εφημερίδα των Κυριών:

336 336 20)Γυναικεία περιοδικά Χρυσαλίς και Ευτέρπη:

337 337 21)Πανδώρα και Φωτεινή Οικονομίδου:

338 22)Αικατερίνη Δοσίου Γκιαούρ: 338

339 339 23)Μητιώ Σακελλαρίου και κάτω Μαριέττα Γιαννοπούλου-Μινώτου:

340 340 24)Αριστοκράτισσα της εποχής και Ανιχνεύοντας την Αόρατη Γραφή της Σοφίας Ντενίση:

341 25)Παρθεναγωγεία: 341

342 342 26)Χαρακτηριστική γυναικεία ενδυμασία της αστικής τάξης:

343 343 26)Ποικίλη Στοά και Αυτοβιογραφία Μαρτινέγκου με σχόλια:

344 344 27)Ροίδης και ανάλυση έργου Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου:

345 345 28)Φλωρεντία Φουντουκλή(επάνω σε νεαρή(αριστερά) και ώριμη ηλικία(δεξιά), μέση Καλλιρρόη Παρρέν και κάτω Σαπφώ Λεοντιάς:

346 346 29)Καλλιρρόη Παρρέν και η πρώτη γυναίκα στην Ιατρική Αγγελική Παναγιωτάτου:

347 347 30)Παναγιωτάτου συγγράφοντας και Παρρέν σε νεαρή ηλικία κάτω:

348 348 31)Παρθεναγωγείο επάνω και κάτω γυναίκες(αδελφές Παναγιωτάτου,από τις πρώτες φοιτήτριες) σε αίθουσα Πανεπιστημίου: Στην Κουζίνα, στην Κουζίνα φώναζαν οι άνδρες φοιτητές με σκοπό να χλευάσουν τις γυναίκες που κατάφερναν να εισαχθούν στην ανώτατη πανεπιστημιακή εκπαίδευση με αρκετή δόση ειρωνείας και βιτριολικού χιούμορ καθώς για τα μέτρα και σταθμά της εποχής θεωρούσαν αδιανόητο μια γυναίκα να έχει δικαίωμα στη δημόσια μόρφωση και εκπαίδευση αλλά μόνο κατ οίκον για κορασίδες των αριστοκρατικών οικογενειών και στη χειρότερη των περιπτώσεων για τα φτωχά λαϊκά στρώματα παρέμεναν αναλφάβητες με μόνη ασχολία το εργόχειρο, την οικοκυρική και το καθημερινό μαγείρεμα και τη φροντίδα των παιδιών με προσεκτική περιποίηση του σπιτιού που έπρεπε να λάμπει και ο άντρας να είναι χαρούμενος και με τις παντόφλες στο χέρι. Η μόνη έξοδος από το σπίτι γινόταν με συνοδεία του πατέρα ή του αδελφού και του συζύγου και τον περισσότερο χρόνο τον περνούσαν στην κουζίνα και εντός του σπιτιού γενικότερα χωρίς άλλες πνευματικές ασχολίες.

349 32)Ελένη Λάμαρη: 349

350 350

351 351

352 352 33)Αρτεμισία Λανδράκη: 34)Kορνηλία Πρεβεζιώτου:

353 35)Μαρίκα Πίπιζα: 353

354 36)Βιργινία Ευαγγελίδου: 354

355 37)Μαρίκα Φιλιππίδου: 355

356 38) Dora D istria: 356

357 357

358 358 39)Γυναίκες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία:

359 40)Αγαθονίκη Αντωνιάδου: 359

360 360 41)Νίκη Πέρδικα: 42)Αθηνά Ταρσούλη:

361 361 43) Ειρήνη Ζαβιτσιάνου Δενδρινού: 44) «Γιαννιού Γαϊτάνου Αθηνά»:

362 45)Κυψέλη: 362

363 363 46)Σωτηρία Αλιμπέρη και Ελισάβετ Μαρτινέγκου:

364 47)Αικατερίνη Δοσίου: 364

365 48)Σεβαστή Καλλισπέρη: 365

366 49) Αικατερίνη Ζλατάνου: 366

367 367 50)Καλλιόπη Κεχαγιά: 51)Αγανίκη Αινιάνος Μαζαράκη:

368 368

369 52)Μητιώ Σακελλαρίου: 369

370 53) Αρσινόη Παπαδοπούλου: 370

371 54)Λάμαρη Ελένη: 371

372 55)Βιργινία Ευαγγελίδου: 372

373 373 56)Μαρία Μπόταση: 57)Καρακίτη Ελένη:

374 374 58) Μαρίκα Πίπιζα: 59) Γιαννοπούλου-Μινώτου Μαριέττα:

375 60)Μέλαινα Ελπίς: 375

376 376 61) ΙΖΑΜΠΕΛΛΑ ΘΕΟΤΟΚΗ-ALBRIZZI:

377 377 62) ΜΑΡΙΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΠΕΤΡΕΤΤΙΝΗ: 63) ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΑΛΒΑΝΑ-ΜΗΝΙΑΤΗ:

378 378 64)Παρρέν: 65)Ζωγράφου και Σαμαρτζίδου:

379 66)ΦΩΤΕΙΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ: 379

380 380 67)ΦΟΥΝΤΟΥΚΛΗ: 68)Πηνελόπη Δέλτα:

381 69)ΣΑΓΙΑΞΗΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΑΖΗΣ: 381

382 382 ΣΗΜΕΙΩΣΗ:Πηγή όλων των φωτογραφιών του Κεφαλαίου 10 αποτέλεσε το site:

383 383

Ρομαντισμός. Εργασία για το μάθημα της λογοτεχνίας Αραμπατζή Μαρία, Βάσιου Μαρίνα, Παραγιού Σοφία Σχολικό έτος 2013-2014 Τμήμα Α1

Ρομαντισμός. Εργασία για το μάθημα της λογοτεχνίας Αραμπατζή Μαρία, Βάσιου Μαρίνα, Παραγιού Σοφία Σχολικό έτος 2013-2014 Τμήμα Α1 Ρομαντισμός Εργασία για το μάθημα της λογοτεχνίας Αραμπατζή Μαρία, Βάσιου Μαρίνα, Παραγιού Σοφία Σχολικό έτος 2013-2014 Τμήμα Α1 Τζον Κόνσταμπλ Το κάρο του σανού Ρομαντισμός Τέλη 18 ου αι. μέσα 19 ου αι.

Διαβάστε περισσότερα

<<Γυναίκες στην ρομαντική εποχή της λογοτεχνίας>>

<<Γυναίκες στην ρομαντική εποχή της λογοτεχνίας>> Οι γυναίκες της ρομαντικής περιόδου οι οποίες άρχισαν να γράφουν ποίηση, μυθιστορήματα και άλλα λογοτεχνικά έργα. Η ρομαντική περίοδος ήταν μια εποχή μεγάλης

Διαβάστε περισσότερα

Η Βία κατά των γυναικών και η θέση της στην κοινωνία.

Η Βία κατά των γυναικών και η θέση της στην κοινωνία. Η Βία κατά των γυναικών και η θέση της στην κοινωνία. Τ α δ ι κ α ι ώ µ α τ α τ ω ν γ υ ν α ι κ ώ ν σ τ η ν κ ο ι ν ω ν ί α. Εισαγωγή Πολλές έρευνες και µελέτες σχετικά µε τη θέση της γυναίκας απασχολούν

Διαβάστε περισσότερα

ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ. Το κίνημα του ρομαντισμού κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα.

ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ. Το κίνημα του ρομαντισμού κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα. ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ Το κίνημα του ρομαντισμού κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα. Ο ρομαντισμός προβάλλει το συναίσθημα και τη φαντασία. Στα ποιήματα υπάρχει

Διαβάστε περισσότερα

Eρευνητικό υποερώτημα H Κατάσταση της γυναικείας εκπαίδευσης τον 19ο αίωνα

Eρευνητικό υποερώτημα H Κατάσταση της γυναικείας εκπαίδευσης τον 19ο αίωνα Eρευνητικό υποερώτημα H Κατάσταση της γυναικείας εκπαίδευσης τον 19ο αίωνα Α Αρσάκειο Λύκειο Ψυχικού Επιμέλεια εργασίας: Νικηφόρος Αναστασόπουλος Αναστάσης Ασημακόπουλος Κουκότσικα Λίνα Κουρκουνάκη Μάρα

Διαβάστε περισσότερα

Διεπιστημονικό Συνέδριο Παιδί και Πληροφορία: Αναζητήσεις και Προσεγγίσεις Ιστορίας, Δικαίου - Δεοντολογίας, Πολιτισμού

Διεπιστημονικό Συνέδριο Παιδί και Πληροφορία: Αναζητήσεις και Προσεγγίσεις Ιστορίας, Δικαίου - Δεοντολογίας, Πολιτισμού Διεπιστημονικό Συνέδριο Παιδί και Πληροφορία: Αναζητήσεις και Προσεγγίσεις Ιστορίας, Δικαίου - Δεοντολογίας, Πολιτισμού Θέμα Ο έμφυλος καταμερισμός στην διδασκαλία των κοριτσιών στην Ελλάδα Κάλφα Μαρία

Διαβάστε περισσότερα

Αγωγή και Εκπαίδευση στη Νεώτερη Ελλάδα

Αγωγή και Εκπαίδευση στη Νεώτερη Ελλάδα Αγωγή και Εκπαίδευση στη Νεώτερη Ελλάδα Στο πλαίσιο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού έγινε σημαντική προσπάθεια Να συσταθούν σχολεία Nα γραφτούν βιβλία Nα εισαχθούν οι θετικές επιστήμες Nα καταπολεμηθεί ο

Διαβάστε περισσότερα

334 Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπαίδευσης Δυτ. Μακεδονίας (Φλώρινα)

334 Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπαίδευσης Δυτ. Μακεδονίας (Φλώρινα) 334 Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπαίδευσης Δυτ. Μακεδονίας (Φλώρινα) Ιστορικό Σημείωμα γαι την Παιδαγωγική Σχολή Φλώρινας Η Παιδαγωγική Ακαδημία Φλώρινας ιδρύθηκε τον Νοέμβριο του 1941, δηλ. κατά την διάρκεια

Διαβάστε περισσότερα

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ. @ Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ. @ Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ @ Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης ί>ηγο^η 26 Επιστήμες της Αγωγής 26 ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ ΤΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος και τον τόνο της αποτίμησης γ) τα στοιχεία της ιστορικής

Διαβάστε περισσότερα

Ελισάβετ Μουτζά(ν) Μαρτινέγκου «Αυτοβιογραφία»

Ελισάβετ Μουτζά(ν) Μαρτινέγκου «Αυτοβιογραφία» Ελισάβετ Μουτζά(ν) Μαρτινέγκου «Αυτοβιογραφία» Η πρώτη Ελληνίδα συγγραφέας γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1801 Είχε ιδιαίτερη έφεση στα γράµµατα και κατάφερε να µορφωθεί σχεδόν µόνη της Ξεχωρίζει από τους δασκάλους

Διαβάστε περισσότερα

Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΟ 17 ο ΚΑΙ 18 ο ΑΙΩΝΑ

Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΟ 17 ο ΚΑΙ 18 ο ΑΙΩΝΑ Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΟ 17 ο ΚΑΙ 18 ο ΑΙΩΝΑ Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ αύξηση πληθυσμού αγροτική επανάσταση (μεγάλα αγροκτήματα νέες μέθοδοι εισαγωγή μηχανημάτων) ανάπτυξη εμπορίου α. Ευρώπη Αφρική Αμερική (τριγωνικό

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΣΤΗΝΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ

ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΣΤΗΝΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΣΤΗΝΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ εμφανίζεται ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΑ ΙΤΑΛΙΑ Επηρεάζεται από το ελληνικό και ρωμαϊκό πολιτισμό ΟΥΜΑΝΙΣΜΟΣ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟ ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ Αξία στον ΝΤΑ ΒΙΝΤΣΙ ΣΑΙΞΠΗΡ ΚΟΠΕΡΝΙΚΟΣ Άνθρωπο ΜΙΧΑΗΛ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: Ιστορική αναδροµή του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήµατος. Οι µεταρρυθµίσεις του Το σηµερινό εκπαιδευτικό σύστηµα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: Ιστορική αναδροµή του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήµατος. Οι µεταρρυθµίσεις του Το σηµερινό εκπαιδευτικό σύστηµα ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: Ιστορική αναδροµή του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήµατος Οι µεταρρυθµίσεις του 1964 Το σηµερινό εκπαιδευτικό σύστηµα Το γλωσσικό ζήτηµα Ο θεσµός της συνεκπαίδευσης στην Ελλάδα Σύγκρισηελληνικού,

Διαβάστε περισσότερα

Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα

Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα Ενότητα 8: Κοινωνική και διανοητική ιστορία της Ελλάδας, και γυναικείο

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ (μάθημα επιλογής) Α τάξη Γενικού Λυκείου Α) Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών (ΑΠΣ) Στο πλαίσιο της διδασκαλίας του μαθήματος επιλογής «Ελληνικός και Ευρωπαϊκός πολιτισμός»,

Διαβάστε περισσότερα

12 Ο ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΧΟΡΟΣ στην εκπαιδευση

12 Ο ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΧΟΡΟΣ στην εκπαιδευση προλογοσ Το βιβλίο αυτό αποτελεί καρπό πολύχρονης ενασχόλησης με τη θεωρητική μελέτη και την πρακτική εφαρμογή του παραδοσιακού χορού και γράφτηκε με την προσδοκία να καλύψει ένα κενό όσον αφορά το αντικείμενο

Διαβάστε περισσότερα

Κείμενα και συγγραφείς της νεοελληνικής λογοτεχνίας

Κείμενα και συγγραφείς της νεοελληνικής λογοτεχνίας Κείμενα και συγγραφείς της νεοελληνικής λογοτεχνίας 1830-1880 Διδάσκων: Αναπλ. Καθηγητής Ιωάννης Παπαθεοδώρου 1 η ενότητα: «Εισαγωγή στα ρομαντικά χρόνια» Ρομαντισμός. Η ανάδυση του μυθιστορήματος. Χαρακτηριστικά

Διαβάστε περισσότερα

κατεύθυνση της εξάλειψης εθνοκεντρικών και άλλων αρνητικών στοιχείων που υπάρχουν στην ελληνική εκπαίδευση έτσι ώστε η εκπαίδευση να λαμβάνει υπόψη

κατεύθυνση της εξάλειψης εθνοκεντρικών και άλλων αρνητικών στοιχείων που υπάρχουν στην ελληνική εκπαίδευση έτσι ώστε η εκπαίδευση να λαμβάνει υπόψη ΕΙΣΑΓΩΓΗ Είναι γνωστό ότι, παραδοσιακά, όπως άλλα εκπαιδευτικά συστήματα έτσι και το ελληνικό στόχευαν στην καλλιέργεια και ενδυνάμωση της εθνοπολιτιστικής ταυτότητας. Αυτό κρίνεται θετικό, στο βαθμό που

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Σχ. Έτος: «Τα παιδικά αναγνώσματα και η πορεία τους από τον 19 ο αιώνα έως και σήμερα».

ΣΧΕΔΙΟ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Σχ. Έτος: «Τα παιδικά αναγνώσματα και η πορεία τους από τον 19 ο αιώνα έως και σήμερα». ΣΧΕΔΙΟ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Σχ. Έτος: 2014-2015 ΣΧΟΛΙΚΗ ΜΟΝΑΔΑ Α ΑΡΣΑΚΕΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΨΥΧΙΚΟΥ Ο ΤΙΤΛΟΣ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: «Τα παιδικά αναγνώσματα και η πορεία τους από τον 19 ο αιώνα

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 8. Ο Ρήγας Βελεστινλής και ο Αδαµάντιος Κοραής

Κεφάλαιο 8. Ο Ρήγας Βελεστινλής και ο Αδαµάντιος Κοραής 1 Κεφάλαιο 8 Ο Ρήγας Βελεστινλής και ο Αδαµάντιος Κοραής Ανάµεσα στους δασκάλους του Γένους ξεχωρίζουν για τη δράση τους ο λόγιος επαναστάτης Ρήγας Βελεστινλής και ο Αδαµάντιος Κοραής, ένας Έλληνας φιλόλογος

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ )

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ ) Ιστορία ΣΤ τάξης 4 η Ενότητα «Η Ελλάδα στον 19 ο αιώνα» 1 Κεφάλαιο 6 Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ. 170 173) Στη διάρκεια του 19ου αιώνα η Οθωµανική Αυτοκρατορία αντιµετώπισε πολλά προβλήµατα και άρχισε σταδιακά

Διαβάστε περισσότερα

Οι συγγραφείς του τεύχους

Οι συγγραφείς του τεύχους Οι συγγραφείς του τεύχους Οι συγγραφείς του τεύχους [ 109 ] Ο Θανάσης Αγάθος είναι λέκτορας Νεο ελληνικής Φιλολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα επικεντρώνονται

Διαβάστε περισσότερα

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας Σκοποί Θεματικές ενότητες Διαμόρφωση των σκοπών της αγωγής Ιστορική εξέλιξη των σκοπών της αγωγής Σύγχρονος προβληματισμός http://users.uoa.gr/~dhatziha/ Διαφάνεια:

Διαβάστε περισσότερα

Η εξέλιξη της ελληνικής παιδαγωγικής σκέψης και πράξης

Η εξέλιξη της ελληνικής παιδαγωγικής σκέψης και πράξης Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ Ανώτατη Σχολή Παιδαγωγικής & Τεχνολογικής Εκπαίδευσης 2013-14 Α εξάμηνο Η εξέλιξη της ελληνικής παιδαγωγικής σκέψης και πράξης Υπεύθυνος καθηγητής: Μαυρικάκης Εμμανουήλ Συμμετέχοντες

Διαβάστε περισσότερα

«ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ: Προσθέτει χρόνια στη ζωή αλλά και ζωή στα χρόνια»

«ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ: Προσθέτει χρόνια στη ζωή αλλά και ζωή στα χρόνια» «ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ: Προσθέτει χρόνια στη ζωή αλλά και ζωή στα χρόνια» 1 ο Γενικό Λύκειο Πάτρας Ερευνητική Εργασία Β Τάξης Σχολικού έτους 2012-2013 Ομάδα Ε Ας φανταστούμε μία στιγμή το σχολείο των ονείρων μας.

Διαβάστε περισσότερα

Σκοποί της παιδαγωγικής διαδικασίας

Σκοποί της παιδαγωγικής διαδικασίας Σκοποί της παιδαγωγικής διαδικασίας Θεματικές ενότητες Διαμόρφωση των σκοπών της αγωγής Ιστορική εξέλιξη των σκοπών της αγωγής Σύγχρονος προβληματισμός Διαμόρφωση των σκοπών της αγωγής Η παιδαγωγική διαδικασία

Διαβάστε περισσότερα

Παιδαγωγοί και παιδαγωγική σκέψη στον ελληνόφωνο χώρο (18ος αιώνας- Μεσοπόλεμος)

Παιδαγωγοί και παιδαγωγική σκέψη στον ελληνόφωνο χώρο (18ος αιώνας- Μεσοπόλεμος) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Παιδαγωγοί και παιδαγωγική σκέψη στον ελληνόφωνο χώρο (18ος αιώνας- Μεσοπόλεμος) Ενότητα 13: Παιδαγωγική και παιδαγωγικά περιοδικά A.

Διαβάστε περισσότερα

Θέμα: Η θέση της γυναίκας

Θέμα: Η θέση της γυναίκας Μέλη : Μαρζέλου Δήμητρα Μπαζίνα Φραντζέσκα Μωραΐτης Σαράντος Μαλαμάς Αποστόλης Θέμα: Η θέση της γυναίκας Kείμενα :Τα μυστήρια της Κεφαλλονιάς Η γυναίκα της Ζάκυνθος Ήλθε η ώρα και ο καιρός Λίγα λόγια για

Διαβάστε περισσότερα

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Απαντήσεις Θεμάτων Πανελληνίων Εξετάσεων Εσπερινών Επαγγελματικών Λυκείων (ΟΜΑΔΑ Α )

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Απαντήσεις Θεμάτων Πανελληνίων Εξετάσεων Εσπερινών Επαγγελματικών Λυκείων (ΟΜΑΔΑ Α ) 29 Μαΐου 2014 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Απαντήσεις Θεμάτων Πανελληνίων Εξετάσεων Εσπερινών Επαγγελματικών Λυκείων (ΟΜΑΔΑ Α ) Α1. Ο συγγραφέας του κειμένου αναφέρεται στη σημασία του δημιουργικού σχολείου στη

Διαβάστε περισσότερα

Συντάχθηκε απο τον/την Άννα Φραγκουδάκη - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 26 Σεπτέμβριος :28

Συντάχθηκε απο τον/την Άννα Φραγκουδάκη - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 26 Σεπτέμβριος :28 Άννα Φραγκουδάκη Η ευρωπαϊκή ταυτότητα του μέλλοντος (Και το απαραίτητο μεσογειακό περιεχόμενό της) Είναι σημαντική προϋπόθεση για τη δημοκρατία και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης η καλλιέργεια της ευρωπαϊκής

Διαβάστε περισσότερα

Ο Σολωµός και οι Επτανήσιοι

Ο Σολωµός και οι Επτανήσιοι Ο Σολωµός και οι Επτανήσιοι Το 1864 προσαρτήθηκαν στην Ελλάδα. Επτάνησα Από τα µέσα του 18 ου ως και τα τέλη του 19 ου αι. τα Επτάνησα βρίσκονταν υπό την κατοχή δυτικών δυνάµεων, δεν ήταν ποτέ υπό οθωµανική

Διαβάστε περισσότερα

2. Αναγέννηση και ανθρωπισμός

2. Αναγέννηση και ανθρωπισμός κεφάλαιο 6 ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΧΩΡΩΝ ΩΣ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΒΕΣΤΦΑΛΙΑΣ (1453-1648) 2. Αναγέννηση και ανθρωπισμός Ορισμός Πρόκειται για μια γενικότερη πνευματική

Διαβάστε περισσότερα

Ιστορία της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης στην Ελλάδα: Το παράδειγμα των Φιλοσοφικών Σχολών

Ιστορία της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης στην Ελλάδα: Το παράδειγμα των Φιλοσοφικών Σχολών ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ιστορία της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης στην Ελλάδα: Το παράδειγμα των Φιλοσοφικών Σχολών Ενότητα: Φοιτητές και φοιτήτριες Βασίλειος Φούκας

Διαβάστε περισσότερα

Κείμενα και συγγραφείς της νεοελληνικής λογοτεχνίας

Κείμενα και συγγραφείς της νεοελληνικής λογοτεχνίας Κείμενα και συγγραφείς της νεοελληνικής λογοτεχνίας 1830-1880 Διδάσκων: Αναπλ. Καθηγητής Ιωάννης Παπαθεοδώρου 3 η ενότητα: «Ρομαντισμός και Ρεαλισμός» Ορισμοί, χαρακτηριστικά, διαφορές και ζώνες συνύπαρξης.

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΝΙΑΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΚΟΠΟΣ Το διδακτορικό πρόγραμμα στην Ειδική και Ενιαία Εκπαίδευση αποσκοπεί στην εμβάθυνση και κριτική

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Κλασικών Σπουδών και Φιλοσοφίας

Τμήμα Κλασικών Σπουδών και Φιλοσοφίας Τμήμα Κλασικών Σπουδών και Φιλοσοφίας Γραφεία: Κτήριο Αποστολίδη, Καλλιπόλεως και Ερεσού 1 T.K. 20537, 1678 Λευκωσία, Τηλ.: + 357 22893850, Τηλομ.: + 357 22 894491 Παρουσίαση 26 Ιανουαρίου 2014 2. ΣΚΟΠΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Α.Π.Θ. Α.Π.Θ. Διά Βίου Μάθησης. Μάθησης. Ποίηση και Θέατρο Αρχαία Ελλάδα

Α.Π.Θ. Α.Π.Θ. Διά Βίου Μάθησης. Μάθησης. Ποίηση και Θέατρο Αρχαία Ελλάδα Α.Π.Θ. Α.Π.Θ. Πρόγραµµα Πρόγραµµα Διά Βίου Μάθησης Μάθησης Ποίηση και Θέατρο στην Ποίηση και Θέατρο στην Αρχαία Ελλάδα Αρχαία Ελλάδα + Στόχος του προγράμματος Το πρόγραμμα επιμόρφωσης Ποίηση και Θέατρο

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΠΠΣ. ΔΕΠΠΣ και ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

ΔΕΠΠΣ. ΔΕΠΠΣ και ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ ΔΕΠΠΣ ΔΕΠΠΣ και ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών ΔΕΠΠΣ Φ.Ε.Κ., 303/13-03-03, τεύχος Β Φ.Ε.Κ., 304/13-03-03, τεύχος Β Ποιοι λόγοι οδήγησαν στην σύνταξη των ΔΕΠΠΣ Γενικότερες ανάγκες

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Νάκου Αλεξάνδρα Εισαγωγή στις Επιστήμες της Αγωγής Ο όρος ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ δημιουργεί μία αίσθηση ασάφειας αφού επιδέχεται πολλές εξηγήσεις. Υπάρχει συνεχής διάλογος και προβληματισμός ακόμα

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Κύπρου Τμήμα Επιστημών της Αγωγής. MA Ειδική και Ενιαία Εκπαίδευση

Πανεπιστήμιο Κύπρου Τμήμα Επιστημών της Αγωγής. MA Ειδική και Ενιαία Εκπαίδευση Πανεπιστήμιο Κύπρου Τμήμα Επιστημών της Αγωγής Φιλοσοφία του προγράμματος MA Ειδική και Ενιαία Εκπαίδευση Η Κυπριακή κοινωνία, πολυπολιτισμική εκ παραδόσεως και λόγω ιστορικών και γεωγραφικών συνθηκών

Διαβάστε περισσότερα

Η Παιδική Λογοτεχνία

Η Παιδική Λογοτεχνία Τα παιδικά αναγνώσματα και η πορεία τους από τον 19 ο αιώνα μέχρι σήμερα Η Παιδική Λογοτεχνία Ονόματα μαθητριών: Μπουλούγαρη Ελίνα Περιφανάκη Σουζάνα Σταθακάρου Κατερίνα Σταθοπούλου Αναστασία Στεργίου

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2019 A ΦΑΣΗ

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2019 A ΦΑΣΗ ΤΑΞΗ: ΜΑΘΗΜΑ: B ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ / ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Ημερομηνία: Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2019 Διάρκεια Εξέτασης: 3 ώρες ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α. Ο συγγραφέας αναφέρεται στη φυσιογνωμία και στον ρόλο

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ , ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Λ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΑΝΤΑ ΚΑΤΣΙΚΗ - ΓΚΙΒΑΛΟΤ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΠΟΡΕΙΑ ΑΘΗΝΑ 2001 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η οριοθέτηση της παιδικής λογοτεχνίας σε σχέση με την

Διαβάστε περισσότερα

2. ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ

2. ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ 2. ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ Συμπλήρωση κενών ακόλουθες λέξεις (τρεις λέξεις περισσεύουν): βιβλιοθήκη, Βαλκανική, ανθρωπιστικός, πανεπιστήμιο, χειρόγραφο, Ιταλική, τυπογραφία, σπάνιος. Η Αναγέννηση και

Διαβάστε περισσότερα

Τα φύλα στη λογοτεχνία Τάξη: Α Λυκείου

Τα φύλα στη λογοτεχνία Τάξη: Α Λυκείου Τα φύλα στη λογοτεχνία Τάξη: Α Λυκείου Είδος διδακτικής πρακτικής: project, ομαδοσυνεργατική διδασκαλία Προτεινόμενη διάρκεια: 20 ώρες Εισαγωγικές παρατηρήσεις Η διδακτική ενότητα «Τα φύλα στη λογοτεχνία»

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΛ ΑΛΙΑΡΤΟΥ Σχ. Έτος ΟΜΑΔΑ: Κατερίνα Αραπίτσα Κατερίνα Βίτση Ειρήνη Γκραμόζι Σοφία Ντασιώτη

ΓΕΛ ΑΛΙΑΡΤΟΥ Σχ. Έτος ΟΜΑΔΑ: Κατερίνα Αραπίτσα Κατερίνα Βίτση Ειρήνη Γκραμόζι Σοφία Ντασιώτη ΓΕΛ ΑΛΙΑΡΤΟΥ Σχ. Έτος 2015-2016 ΟΜΑΔΑ: Κατερίνα Αραπίτσα Κατερίνα Βίτση Ειρήνη Γκραμόζι Σοφία Ντασιώτη Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Η ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΒΑΦΗ Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΒΑΦΗ

Διαβάστε περισσότερα

1. Γένεση, καταβολές καιεξέλιξητηςπε

1. Γένεση, καταβολές καιεξέλιξητηςπε 1. Γένεση, καταβολές καιεξέλιξητηςπε Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση γεννιέται. Πότε; Η ΠΕ γεννιέται και διαµορφώνεται σε αυτόνοµο πεδίο στις δεκαετίες 1960 1970 Πώς; Προέρχεται από τη συνειδητοποίηση του

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ Ο ρόλος της Δια βίου Μάθησης στην καταπολέμηση των εκπαιδευτικών και κοινωνικών ανισοτήτων. Τοζήτηματωνκοινωνικώνανισοτήτωνστηνεκπαίδευσηαποτελείένα

Διαβάστε περισσότερα

Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ

Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ Κυρίες και κύριοι Αγαπητοί εργαζόμενοι Φίλες και φίλοι Θέλω να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας σήμερα εδώ, στο

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ : ΤΟ

ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ : ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1 ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ : ΤΟ ΝΟΗΣΙΑΡΧΙΚΟ ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΟ 7 1. ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΕΡΕΙΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΤΟΥ ΕΞΕΛΙΞΗ 9 1.1. Η ΝΟΗΣΙΑΡΧΙΚΗ ΚΑΙ Η ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΕΤΟΥΣ 2014-2015*

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΕΤΟΥΣ 2014-2015* ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΕΤΟΥΣ 2014-2015* ΔΕΥΤΕΡΑ 19/1 ΤΡΙΤΗ 20/1 ΤΕΤΑΡΤΗ 21/1 ΠΕΜΠΤΗ 22/1 ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 23/1 ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ ΕΥΓΕΝΙΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Β2. α) 1 ος τρόπος πειθούς: Επίκληση στη λογική Μέσο πειθούς: Επιχείρημα («Να γιατί η αρχαία τέχνη ελευθερίας»)

Β2. α) 1 ος τρόπος πειθούς: Επίκληση στη λογική Μέσο πειθούς: Επιχείρημα («Να γιατί η αρχαία τέχνη ελευθερίας») Α1. ΠΕΡΙΛΗΨΗ Το κείμενο πραγματεύεται το διαχρονικό ρόλο και τη συμβολή της αρχαίας ελληνικής τέχνης σε παγκόσμια κλίμακα. Αρχικά, επισημαίνεται ότι ο καλλιτέχνης προσπαθεί μέσω της τέχνης να αποστασιοποιηθεί

Διαβάστε περισσότερα

Η εποχή του Διαφωτισμού

Η εποχή του Διαφωτισμού Ομαδική εργασία μαθητών Γ1 (12-01-2015) ΕΝΟΤΗΤΑ 1 Η εποχή του Διαφωτισμού ΟΜΑΔΑ 1 Κωνσταντίνος Σταύρος Χρήστος - Γιάννης Εξελίξεις στην Ευρώπη κατά τον 17 ο και 18 ο αιώνα Οικονομικές μεταβολές Αγροτική

Διαβάστε περισσότερα

Ιστορία του νεότερου και σύγχρονου κόσμου

Ιστορία του νεότερου και σύγχρονου κόσμου Ιστορία ΣΤ' Δημοτικού Ιστορία του νεότερου και σύγχρονου κόσμου Βιβλίο μαθητή ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ Ιωάννης Κολιόπουλος Ομότιμος Καθηγητής Ιάκωβος Μιχαηλίδης Επίκουρος Καθηγητής, ΑΠΘ Αθανάσιος Καλλιανιώτης Σχολικός

Διαβάστε περισσότερα

Γρηγόριος Ξενόπουλος, απόπειρα παρουσίασης της ζωής και του έργου του.

Γρηγόριος Ξενόπουλος, απόπειρα παρουσίασης της ζωής και του έργου του. Γρηγόριος Ξενόπουλος, απόπειρα παρουσίασης της ζωής και του έργου του. Στοιχεία για τη ζωή του Ο Γ. Ξενόπουλος γεννήθηκε στο Φανάρι της Κωνσταντινούπολης το 1867 και πέθανε στην Αθήνα το 1951. Καταγόταν

Διαβάστε περισσότερα

Αιτιολογική έκθεση. µεγάλων δυσκολιών που η κρίση έχει δηµιουργήσει στον εκδοτικό χώρο και στους

Αιτιολογική έκθεση. µεγάλων δυσκολιών που η κρίση έχει δηµιουργήσει στον εκδοτικό χώρο και στους Αιτιολογική έκθεση Η Επιτροπή Κρατικών Bραβείων Λογοτεχνικής Μετάφρασης εργάστηκε για τα βραβεία του 2013, όπως και την προηγούµενη χρονιά, έχοντας επίγνωση α. των µεγάλων δυσκολιών που η κρίση έχει δηµιουργήσει

Διαβάστε περισσότερα

Η Καλλιτεχνική Αγωγή στην Εκπαίδευση Ιστορική διαδρομή

Η Καλλιτεχνική Αγωγή στην Εκπαίδευση Ιστορική διαδρομή Η Καλλιτεχνική Αγωγή στην Εκπαίδευση Ιστορική διαδρομή Επιμορφωτικό Σεμινάριο για εκπαιδευτικούς 1 ης & 2 ης Εκπ. Περιφ. Καβάλας Δρ. Δρ. Θανάσης Διαλεκτόπουλος Η ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΙΣΤΟΡΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

«Η ειδική αγωγή στην Ελλάδα»

«Η ειδική αγωγή στην Ελλάδα» ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ Σεμινάριο Επιμόρφωσης και Εξειδίκευσης στην Ειδική Αγωγή «Η ειδική αγωγή στην Ελλάδα» Ονοματεπώνυμο: ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΣΟΦΙΑ Τμήμα: ΞΑΝΘΗΣ 2 ΜΑΙΟΣ 2010 1 Περιεχόμενα: Περίληψη..σελ. 3 Εισαγωγή:...

Διαβάστε περισσότερα

ΟΛΟΗΜΕΡΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΔΙΑΚΟΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ 2 ΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΕΡΦΕΡΕΙΑΣ ΣΑΜΟΥ

ΟΛΟΗΜΕΡΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΔΙΑΚΟΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ 2 ΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΕΡΦΕΡΕΙΑΣ ΣΑΜΟΥ ΟΛΟΗΜΕΡΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΔΙΑΚΟΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ 2 ΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΕΡΦΕΡΕΙΑΣ ΣΑΜΟΥ Το σχολείο, ως ένας κατεξοχήν κοινωνικός θεσμός, δεν μπορεί να παραμείνει αναλλοίωτο μπροστά στις ραγδαίες

Διαβάστε περισσότερα

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ Επεξηγήσεις συμβόλων/αρχικών γραμμάτων:

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ Επεξηγήσεις συμβόλων/αρχικών γραμμάτων: ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ 2009-10 Υ= Υποχρεωτικό Ε= Κατ επιλογήν υποχρεωτικό Επεξηγήσεις συμβόλων/αρχικών γραμμάτων: Κ= ενότητα μαθημάτων «Κοινωνία

Διαβάστε περισσότερα

«Οι Δημόσιες Πολιτικές Εναρμόνισης Οικογενειακής και Επαγγελματικής Ζωής: Μια κριτική αξιολόγηση»

«Οι Δημόσιες Πολιτικές Εναρμόνισης Οικογενειακής και Επαγγελματικής Ζωής: Μια κριτική αξιολόγηση» Ημερίδα: Ισορροπία εργασίας, οικογένειας και προσωπικής ζωής σε κρίση; Συνεδρία 4 η : Η Οικογενειακή και Επαγγελματική ζωή των γυναικών σε πίεση: Πολιτικές, Μαθήματα και Προκλήσεις Αθήνα, 29 Νοεμβρίου

Διαβάστε περισσότερα

Νέα Ελληνική Γλώσσα. Απαντήσεις Θεμάτων Πανελλαδικών Εξετάσεων Ημερησίων & Εσπερινών Γενικών Λυκείων Α1.

Νέα Ελληνική Γλώσσα. Απαντήσεις Θεμάτων Πανελλαδικών Εξετάσεων Ημερησίων & Εσπερινών Γενικών Λυκείων Α1. 8 Ιουνίου 2018 Νέα Ελληνική Γλώσσα Απαντήσεις Θεμάτων Πανελλαδικών Εξετάσεων Ημερησίων & Εσπερινών Γενικών Λυκείων Α1. Το θέμα του κειμένου αφορά τον συσχετισμό «παιδείας» και «εκπαίδευσης». Αρχικά, η

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ (1) ΓΕΝΙΚΑ ΣΧΟΛΗ Κοινωνικών Επιστημών ΤΜΗΜΑ Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας ΕΠΙΠΕΔΟ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΚΩΔΙΚΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛ201 ΕΞΑΜΗΝΟ ΣΠΟΥΔΩΝ 1 ο ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΘΕΩΡΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

1. ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

1. ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ 1. ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΣΧΟΛΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΕΠΙΠΕΔΟ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΚΩΔΙΚΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΦΕ0708 ΕΞΑΜΗΝΟ ΣΠΟΥΔΩΝ Ζ ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

VII. ΙΣΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ : ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΕΚΠ/ΚΩΝ ΕΥΚΑΙΡΙΩΝ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΙ ΦΥΛΟ

VII. ΙΣΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ : ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΕΚΠ/ΚΩΝ ΕΥΚΑΙΡΙΩΝ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΙ ΦΥΛΟ VII. ΙΣΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ : ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΕΚΠ/ΚΩΝ ΕΥΚΑΙΡΙΩΝ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΙ ΦΥΛΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: 1.0 Αριθµός µαθητών στα σχολεία Πρωτοβάθµιας και ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης 2.0 Τριτοβάθµια Εκπαίδευση 83 Ισότητα

Διαβάστε περισσότερα

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ Επεξηγήσεις συμβόλων/αρχικών γραμμάτων: ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ 2009-10 Υ= Υποχρεωτικό Κ= ενότητα μαθημάτων «Κοινωνία και Εκπαίδευση» Ε= Κατ

Διαβάστε περισσότερα

Το κείμενο αναφέρεται στη μειονεκτική θέση της γυναίκας στην ινδική κοινωνία. Η ινδική

Το κείμενο αναφέρεται στη μειονεκτική θέση της γυναίκας στην ινδική κοινωνία. Η ινδική ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 25/01/2015 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α. Περίληψη Το κείμενο αναφέρεται στη μειονεκτική θέση της γυναίκας στην ινδική κοινωνία. Η ινδική κυβέρνηση έχει υποσχεθεί

Διαβάστε περισσότερα

«Η ευρωπαϊκή ταυτότητα του μέλλοντος»

«Η ευρωπαϊκή ταυτότητα του μέλλοντος» «Η ευρωπαϊκή ταυτότητα του μέλλοντος» 1 Είναι σημαντική προϋπόθεση για τη δημοκρατία και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης η καλλιέργεια της ευρωπαϊκής ταυτότητας δίπλα στις εθνικές ταυτότητες των πολιτών

Διαβάστε περισσότερα

20 Νοεμβρίου Κυρίες και κύριοι, Καλησπέρα σας.

20 Νοεμβρίου Κυρίες και κύριοι, Καλησπέρα σας. Ομιλία Αλεξάνδρας Πάλλη στην Ημερίδα της ΕΣΕΕ με θέμα: «Στηρίζουμε τη γυναικεία επιχειρηματικότητα, προωθούμε τη συμμετοχή των γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων» 20 Νοεμβρίου 2013 Καλησπέρα σας. Θα ήθελα

Διαβάστε περισσότερα

Η εποχή του Διαφωτισμού

Η εποχή του Διαφωτισμού ΟΜΑΔΑ 1 Σοφία Μαρία Χριστίνα Χρύσα - Ιωάννα ΕΝΟΤΗΤΑ 1 Η εποχή του Διαφωτισμού Ομαδική εργασία μαθητών Γ2 (13-10-2015) Εξελίξεις στην Ευρώπη κατά τον 17 ο και 18 ο αιώνα Αύξηση του πληθυσμού Αύξηση του

Διαβάστε περισσότερα

Ιστοριογραφία της Ελληνικής Εκπαίδευσης: Επανεκτιμήσεις και Προοπτικές

Ιστοριογραφία της Ελληνικής Εκπαίδευσης: Επανεκτιμήσεις και Προοπτικές Επιστημονικό Διήμερο Ιστοριογραφία της Ελληνικής Εκπαίδευσης: Επανεκτιμήσεις και Προοπτικές Πρόγραμμα Πανεπιστήμιο Κρήτης, Πανεπιστημιούπολη Γάλλου, Ρέθυμνο, αμφιθέατρο Δ7 Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2012 Προσφωνήσεις

Διαβάστε περισσότερα

Όμιλος Γλώσσας : «Παιχνίδια γλώσσας και δημιουργική γραφή» ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Όμιλος Γλώσσας : «Παιχνίδια γλώσσας και δημιουργική γραφή» ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Όμιλος Γλώσσας : «Παιχνίδια γλώσσας και δημιουργική γραφή» ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Η δημιουργική γραφή στο δημοτικό σχολείο είναι μια προσπάθεια να ξυπνήσουμε στο παιδί τα συναισθήματα και τις σκέψεις του,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. Α1. Η επίδραση του Ευρωπαϊκού Ρομαντισμού είναι πρόδηλη στο έργο του

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. Α1. Η επίδραση του Ευρωπαϊκού Ρομαντισμού είναι πρόδηλη στο έργο του ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Α1. Η επίδραση του Ευρωπαϊκού Ρομαντισμού είναι πρόδηλη στο έργο του Σολωμού. Το μεταφυσικό στοιχείο εντοπίζεται λόγου χάρη στο στίχο 54 όπου ανιχνεύουμε

Διαβάστε περισσότερα

160 Επιστημών Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία Θράκης (Αλεξανδρούπολη)

160 Επιστημών Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία Θράκης (Αλεξανδρούπολη) 160 Επιστημών Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία Θράκης (Αλεξανδρούπολη) Σκοπός Σκοπός του Τμήματος είναι η παιδαγωγική κατάρτιση ατόμων, που θα ασχοληθούν με την εκπαίδευση και αγωγή παιδιών προσχολικής

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝEΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ Κοινωνίες αγροτικού τύπου (παραδοσιακές, στατικές κοινωνίες)

ΓΕΝEΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ Κοινωνίες αγροτικού τύπου (παραδοσιακές, στατικές κοινωνίες) ΓΕΝEΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ Κοινωνίες αγροτικού τύπου (παραδοσιακές, στατικές κοινωνίες) Αξίες αδιαµφισβήτητες από γενιά σε γενιά Οι σχέσεις καθορισµένες από ήθη και έθιµα Εξωτερική ηθική Κοινωνίες

Διαβάστε περισσότερα

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΜΑΡΜΑΡΑ Καθηγητή του Τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου ΟΜΙΛΙΑ

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΜΑΡΜΑΡΑ Καθηγητή του Τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου ΟΜΙΛΙΑ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΜΑΡΜΑΡΑ Καθηγητή του Τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου ΟΜΙΛΙΑ Κυρίες και Κύριοι, Είναι μοιραίο, όταν ακολουθείς ως ομιλητής τους συγκεκριμένους σπουδαίους προλαλήσαντες να πρέπει

Διαβάστε περισσότερα

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα της Ιστορίας. κατεύθυνσης των Πανελλαδικών εξετάσεων 2014

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα της Ιστορίας. κατεύθυνσης των Πανελλαδικών εξετάσεων 2014 Θέμα Α1 Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα της Ιστορίας κατεύθυνσης των Πανελλαδικών εξετάσεων 2014 ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ Α) Με τη βιομηχανική επανάσταση καθώς η κατοχή γης έπαυε προοδευτικά να είναι πηγή εξουσίας

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α.

Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α. Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α. Χρονολόγιο 1844: Συνταγματική μοναρχία (σύνταγμα) 1862: Έξωση του Όθωνα

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΙΤΛΟΣ: «ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ ΗΘΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ» ΜΑΘΗΤΡΙΑ: ΣΚΡΕΚΑ ΝΑΤΑΛΙΑ, Β4 ΕΠΙΒΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΝΤΑΒΑΡΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2016 17 Περιεχόμενα

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ

Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ 4 Ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ - ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2012 13 ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ΤΜΗΜΑ : Α4 ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΡΑΖΑΚΗ, ΜΑΡΙΑ ΜΕΡΑΜΒΕΛΙΩΤΑΚΗ, ΙΩΑΝΝΑ ΠΑΠΑ ΑΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ : ΕΥ. ΣΕΡ ΑΚΗ 1 Ο ρόλος του οίκου

Διαβάστε περισσότερα

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων Ενότητα 8: Η Συνειδητοποίηση μέσα από τον Κριτικό Στοχασμό Γιώργος Κ.

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ Α τρίμηνο 2006

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ Α τρίμηνο 2006 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Γ. Γ. ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ Α τρίμηνο 2006 Πειραιάς, 29 Ιουνίου 2006 Η Γενική Γραμματεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας

Διαβάστε περισσότερα

Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία

Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία Ποιά ηρωικά χαρακτηριστικά έχει η ηρωίδα κατά τη γνώμη σας; Κατά τη γνώμη μου και μόνο που χαρακτηρίζουμε την Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου ηρωίδα δείχνει ότι

Διαβάστε περισσότερα

2000-2006 ( 2) 4, 4.1, 4.1.1, 4.1.1.

2000-2006 ( 2) 4, 4.1, 4.1.1, 4.1.1. 2000-2006 ( 2) 4, 4.1, 4.1.1, 4.1.1. : - :. : : ( /,, ) :...., -, -.,,... 1.,, 2,,,....,,,...,, 2008 1. 2. - : On Demand 1. 9 2. 9 2.1 9 2.2 11 2.3 14 3. 16 3.1 16 3.1.1 16 3.1.1. 16 3.1.1. 25 3.1.2 26

Διαβάστε περισσότερα

ΠΔ 363/1996: Τμήματα Πανεπ.Μακεδονίας Οικονομικών-Κοινωνικών Επιστημών (169880)

ΠΔ 363/1996: Τμήματα Πανεπ.Μακεδονίας Οικονομικών-Κοινωνικών Επιστημών (169880) ΠΔ 363/1996: Τμήματα Πανεπ.Μακεδονίας Οικονομικών-Κοινωνικών Επιστημών (169880) Αρθρο :0 ΦΕΚ Α` 235/1996 ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ` ΑΡΙΘ. 363 `Ιδρυση Τμημάτων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Οικονομικών Κοινωνικών

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα) Ενότητα 4: Ομάδες και Φορείς Κοινωνικοποίησης Αναστασία Κεσίδου

Διαβάστε περισσότερα

Γεννήθηκε το 1883 στο Ηράκλειο της Κρήτης Υπήρξε φιλόσοφος, ποιητής, θεατρικός συγγραφέας Έργα: µυθιστορήµατα, ποίηση, θεατρικά,

Γεννήθηκε το 1883 στο Ηράκλειο της Κρήτης Υπήρξε φιλόσοφος, ποιητής, θεατρικός συγγραφέας Έργα: µυθιστορήµατα, ποίηση, θεατρικά, http://www.amis-kazantzaki.gr./ Γεννήθηκε το 1883 στο Ηράκλειο της Κρήτης Υπήρξε φιλόσοφος, ποιητής, θεατρικός συγγραφέας Έργα: µυθιστορήµατα, ποίηση, θεατρικά, ταξιδιωτικά Τα πιο γνωστά του έργα: Αναφορά

Διαβάστε περισσότερα

Ελληνιστική Περίοδος Πολιτισμός. Τάξη: Α4 Ονόματα μαθητών : Παρλιάρου Βάσω Σφήκας Ηλίας

Ελληνιστική Περίοδος Πολιτισμός. Τάξη: Α4 Ονόματα μαθητών : Παρλιάρου Βάσω Σφήκας Ηλίας Ελληνιστική Περίοδος Πολιτισμός Τάξη: Α4 Ονόματα μαθητών : Παρλιάρου Βάσω Σφήκας Ηλίας ελληνιστικός ονομάστηκε o πολιτισμός που προήλθε από τη σύνθεση ελληνικών και ανατολικών στοιχείων κατά τους τρεις

Διαβάστε περισσότερα

Φροντιστήρια Εν-τάξη Σελίδα 1 από 5

Φροντιστήρια Εν-τάξη Σελίδα 1 από 5 ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : Νεοελληνική Γλώσσα / Γ ΕΠΑΛ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 03/01/2018 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ 1. Μη λογοτεχνικό κείμενο Α1. Πρόταση 1. Η λέξη πρόοδος ισοδυναμεί με βελτίωση της ζωής σε όλους τους τομείς. Σωστό/ Λάθος

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 13 - Κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις της βιομηχανικής επανάστασης

Ενότητα 13 - Κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις της βιομηχανικής επανάστασης Ενότητα 13 - Κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις της βιομηχανικής επανάστασης Ιστορία Γ Γυμνασίου Απεικόνιση των γεγονότων στην Haymarket Square Σικάγο - Μάιος 1886 Κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις

Διαβάστε περισσότερα

1o ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑ 7 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2006 «ΣΩΣΤΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΙΣΟΡΡΟΠΗΜΕΝΑ ΑΤΟΜΑ ΥΓΙΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΥΠΡΟΥ»

1o ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑ 7 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2006 «ΣΩΣΤΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΙΣΟΡΡΟΠΗΜΕΝΑ ΑΤΟΜΑ ΥΓΙΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΥΠΡΟΥ» 1o ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑ 7 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2006 «ΣΩΣΤΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΙΣΟΡΡΟΠΗΜΕΝΑ ΑΤΟΜΑ ΥΓΙΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΥΠΡΟΥ» ΕΥΑ ΝΕΟΦΥΤΟΥ Βοηθός ιευθύντρια Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΑΤΗ Η ΥΣΤΕΡΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΑΤΗ Η ΥΣΤΕΡΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΑΤΗ Η ΥΣΤΕΡΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ 1. Ύστερη Μεσαιωνική Περίοδος - Η Ύστερη Μεσαιωνική περίοδος ξεκινάει από τον 11 ο αι., ο οποίος σηματοδοτεί την έναρξη μίας διαφορετικής

Διαβάστε περισσότερα

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ & ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΝΤΑΣ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Διαστάσεις της διαφορετικότητας Τα παιδιά προέρχονται

Διαβάστε περισσότερα

Πρόσκληση υποβολής ανακοινώσεων ΣΥΝΕΔΡΙΟ Η Επανάσταση του 1821 στην Ιστορία και την Λογοτεχνία Μαρτίου 2020

Πρόσκληση υποβολής ανακοινώσεων ΣΥΝΕΔΡΙΟ Η Επανάσταση του 1821 στην Ιστορία και την Λογοτεχνία Μαρτίου 2020 Πρόσκληση υποβολής ανακοινώσεων ΣΥΝΕΔΡΙΟ Η Επανάσταση του 1821 στην Ιστορία και την Λογοτεχνία 20-21 Μαρτίου 2020 Συνεχίζοντας την πορεία των συνεδρίων που ξεκινήσαμε το 2016 με το Συνέδριο «Η Κωνσταντινούπολη

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία Ενότητα 1η: Εισαγωγή Ελευθερία Μαντά, Λέκτορας Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας Ιστορίας και Αρχαιολογίας

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ Τίτλος μαθήματος ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΤΥΠΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Επιλογής / Ενότητα Τεχνών (ΤΕ) ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΕΙΡΗΝΗ ΝΑΚΟΥ ΚΩΔΙΚΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: ΚΤ1121 ΜΟΝΑΔΕΣ ECTS:

Διαβάστε περισσότερα

«Από την έρευνα στη διδασκαλία» Παπαστράτειος Δημοτική Βιβλιοθήκη Αγρινίου Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2016

«Από την έρευνα στη διδασκαλία» Παπαστράτειος Δημοτική Βιβλιοθήκη Αγρινίου Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2016 Βιογραφικό σημείωμα Ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1965. Το 1986 αποφοίτησε από τη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία και το 1993 από το Ιστορικό-Αρχαιολογικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής.

Διαβάστε περισσότερα

Θεσμοί Εκπαίδευσης του Οικουμενικού Ελληνισμού: «Τα ιστορικά σχολεία» Μπούντα Ελένη, Σχολική Σύμβουλος

Θεσμοί Εκπαίδευσης του Οικουμενικού Ελληνισμού: «Τα ιστορικά σχολεία» Μπούντα Ελένη, Σχολική Σύμβουλος Θεσμοί Εκπαίδευσης του Οικουμενικού Ελληνισμού: «Τα ιστορικά σχολεία» Μπούντα Ελένη, Σχολική Σύμβουλος Στην κατηγορία των ιστορικών σχολείων συγκαταλέγονται όλα εκείνα τα εκπαιδευτήρια τα οποία έχουν διανύσει

Διαβάστε περισσότερα