ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΛΕΥΚΑΔΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Σχετικά έγγραφα
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Πρεσβεία της Ελλάδος στο Παρίσι Γραφείο Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων. Γαλλική Αγορά Κοτόπουλου

Η ΑΓΟΡΑ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ ΣΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ (Στοιχεία εισαγωγών και κατανάλωσης)

Η ΑΓΟΡΑ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ ΣΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ (Στοιχεία εισαγωγών και κατανάλωσης)

ΠΡΕΣΒΕΙΑ THΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Γραφείο Ο.Ε.Υ. Μαδρίτη Εξωτερικό εμπόριο Ισπανίας για το Γενικά χαρακτηριστικά


Χαρτογράφηση της εξαγωγικής δραστηριότητας της Ελλάδας ανά Περιφέρεια και Νοµό

Ε π ι σ η µ ά ν σ ε ι ς

ΠΡΕΣΒΕΙΑ THΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Γραφείο Ο.Ε.Υ. Μαδρίτη, 14 Μαρτίου 2017

Εξωτερικό Εμπόριο Αλβανίας 2013

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει;

Κτηνοτροφία Ορεινών Περιοχών & Κοινωνική Επιχειρηματικότητα ΚΑΝΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ, ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

Παγκόσμια οικονομία. Διεθνές περιβάλλον 1

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΞΑΓΩΓΕΩΝ ΚΡΑΤΙΝΟΥ ΑΘΗΝΑ FAX: site:

Συγκριτική Αναφορά Αγορών Ελαιολάδου. Γενικά

η πληρότητα των ξενοδοχείων στο σύνολο της χώρας την ίδια περίοδο, καθώς αυτό αποτελεί μια σημαντική ένδειξη του συνολικού τζίρου των τουριστικών

Ελληνική Δημοκρατία Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ηπείρου. Χοιροτροφία. Ενότητα 1η: Εισαγωγή. Σκούφος Ιωάννης

Έρευνα αγοράς κλάδου παραγωγής ιχθυηρών

Στατιστικά στοιχεία αγοράς βιοθέρμανσης & pellets στην Ευρώπη από τον Ευρωπαϊκό Σύνδεσμο Βιομάζας

ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΑΓΟΡΑΣ ΤΥΡΟΚΟΜΙΚΩΝ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ...3. Εισαγωγή...3. Εγχώρια παραγωγή τυροκομικών...3. Καταναλωτικές προτιμήσεις...4. Δίκτυα διανομής...

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ & ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ & ΔΙΜΕΡΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΩΝ (ΔΟΔΟΣ)

17, rue Auguste Vacquerie, Paris - Τηλέφωνο: Φαξ: Ε-mail: ecocom-paris@mfa.gr - ambcomgr@yahoo.

χώρας το δεκάμηνο του 2014 ξεπέρασαν το σύνολο των διανυκτερεύσεων ολόκληρου του έτους 2013.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΣΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων 1. Η ΑΓΟΡΑ ΕΛΑΙΩΝ ΣΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ (Στοιχεία εισαγωγών και κατανάλωσης)

ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΡΩΜΗ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΕΞΑΓΩΓΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ

Η ΙΣΠΑΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΚΡΕΑΤΟΣ

ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ

ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΕΞΑΓΩΓΕΣ ΒΡΩΣΙΜΩΝ ΕΛΙΩΝ ΣΤΗΝ ΙΑΠΩΝΙΑ * ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ *

Η ΑΓΟΡΑ ΕΛΑΙΟΛΑ ΟΥ & ΕΛΙΩΝ ΣΤΗΝ ΤΥΝΗΣΙΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΣΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟΥ Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων 1. Στοιχεία αγοράς αποξηραμένων φρούτων στο Ηνωμένο Βασίλειο

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Ανάλυση Ελληνικού Εξωτερικού Εµπορίου ιάστηµα: Α τρίµηνο Α τρίµηνο 2014

Παραγωγή και κατανομή της τροφής. Β ΜΕΡΟΣ: Κτηνοτροφία Αλιεία

ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΛΙΣΣΑΒΩΝΑ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ.

Σύντοµα σηµειώµατα για θέµατα εξαγωγικού ενδιαφέροντος. Η πορεία των εξαγωγών κατά το έτος 2007 Πρωταγωνιστές τα δώδεκα νέα κράτη-µέλη

Ειδικό Παράρτημα Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση ανά περιφέρεια

Ποιός πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού στην Ελλάδα ανά Περιφέρεια και ανά αγορά, 2017.

Έρευνα Περιφερειακής Κατανοµής της Ετήσιας Τουριστικής απάνης

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ & ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ Τμήμα Αγροτικής Στατιστικής

% Μεταβολή 08/ ,13% 9,67% ,21% 6,08% ,31% 3,39% ,88% 7,45%

Πειραιάς, 31 Ιουλίου 2018 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΣΥΝΤΟΜΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ: ΕΤΟΣ 2017

Νο. 85 Μάρτιος 2017 Η πορεία των εξαγωγών κατά το 2016 (Ιανουάριος Δεκέμβριος)

ΤΟ ΒΕΛΓΙΚΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ

Ανταγωνιστικότητα, Δίκτυα Διανομής και Εμπορία Βιολογικής Αιγοπροβατοτροφίας Δρ. Ηλίας Βλάχος Λέκτορας Διοίκηση Επιχειρήσεων

ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ -ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ

ΘΕΜΑ: Ύψος Φορολογικών συντελεστών στα Κράτη Μέλη της Ε.Ε. (27) -Πηγή Eurostat -

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ & ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ Τμήμα Αγροτικής Στατιστικής

ΑΔΙΑΒΑΘΜΗΤΟ ΚΑΝΟΝΙΚΟ. ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΠΑΡΙΣΙΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ Τηλ.: Ε-mail:

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΙΣΠΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΡΕΑΤΩΝ (σε τόνους)

ΙΟΥΛΙΟΣ 2010 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ. Β8 Διεύθυνση Επιχειρηματικής Ανάπτυξης - Τμήμα Ι

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Έτος 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ & ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ Τμήμα: Γ (Αγροτικής Στατιστικής)

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET15: ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ & ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ Τμήμα Αγροτικής Στατιστικής

Συνέντευξη Τύπου του Διεθνούς Οργανισμού Αμπέλου και Οίνου, Παρίσι,

ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑΣ ΣΤΟ ΝΈΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΑ ΠΟΤΑ

ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΠΑΣΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ, ΕΤΟΥΣ 2005

ΤΟ ΒΕΛΓΙΚΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ

Ασφαλή τρόφιμα Τρόφιμα με αξία Ποιότητα Ζωής

Στοιχεία: EUROSTAT για το 2005

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ & ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ Τμήμα Αγροτικής Στατιστικής

Πορεία ξένων επενδύσεων στη Γαλλία Στοιχεία εισροών-εκροών και αποθέματος ΑΞΕ έτους 2018

Πίνακας αποτελεσμάτων της Ένωσης για την Καινοτομία το Σύνοψη Γλωσσική έκδοση ΕL

Ο ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΚΡΗΤΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΕΣ. Δρ Μαρία Μαρκάκη, Ερευνήτρια ΙΤΕΠ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Ειδικό Παράρτημα B. Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση ανά περιφέρεια

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΣΥΝΤΟΜΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ: ΕΤΟΣ 2018

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. ΑΞΟΝΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΧΑΤΖΗΜΠΟΥΣΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ: ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΟΥΣΚΟΥΒΕΛΗΣ ΗΛΙΑΣ

ΕΠΟΧΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Εμπορικό Ισοζύγιο τροφίμων

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

H AΓΟΡΑ ΦΡΟΥΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ

ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΡΩΜΗ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΕΞΑΓΩΓΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΦΡΟΥΤΩΝ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΝΟΜΙΜΗ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ (προσωρινά στοιχεία) ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2002

«ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΠΟΛΥ ΜΙΚΡΩΝ & ΜΙΚΡΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥΣ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΑΓΟΡΕΣ»

ΕΡΕΥΝΑ ΑΓΟΡΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ ΣΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΞΑΓΩΓΕΩΝ ΚΡΑΤΙΝΟΥ ΑΘΗΝΑ FAX: site:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ


Ελληνικές εξαγωγές υπό εξέταση προϊόντων προς Ρωσία

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Ο τομέας ιχθυοκαλλιέργειας στη Γαλλία

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Έτος 2017 (Οριστικά στοιχεία)

Η αγορά ελαιολάδου στο Ισραήλ.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΤΑΤ. ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΟΥΣ ΤΟΜΕΑ ΤΜΗΜΑ ΣΤΑΤ.

Θέση ελληνικών αγροτικών προϊόντων στη γερμανική αγορά: Έλαια φυτικά και ζωικά

ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ

Ειδικό Παράρτημα B. Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση ανά περιφέρεια

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για τον μήνα Ιούλιο Πηγή Eurostat -

Θέση ελληνικών αγροτικών προϊόντων στη γερμανική αγορά: Γαλακτοκομικά & άλλα προϊόντα ζωϊκής προέλευσης

Μέτρο 2.1 Υδατοκαλλιέργεια. Συνοπτική παρουσίαση

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού ανά Περιφέρεια και ανά Αγορά

ΗΜΕΡΙΔΑ Σ.Ε.Γ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΓΕΩΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

Το παρόν αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης εργασίας, η οποία εξελίσσεται σε έξι μέρη που δημοσιεύονται σε αντίστοιχα τεύχη. Τεύχος 1, 2013.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ & ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ Τμήμα Αγροτικής Στατιστικής

ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Σύµφωνα µε τα στοιχεία της έρευνας για το 2007, το µέγεθος της ευρωπα

Δ Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET15: ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ

Παραγωγικά συστήματα προβάτων και αιγών: Βιοποικιλότητα, τοπικές φυλές και προϊόντα τους

Transcript:

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΛΕΥΚΑΔΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΟΩΘΗΣΗΣ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΜΙΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ Α.Π.Σ.Ι. «Η ΠΙΝΔΟΣ» ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ : κ. ΒΕΛΟΓΙΑΝΝΗ ΜΑΡΙΑ ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ : ΓΚΟΓΙΑΝΝΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΑΜ: 47 ΤΖΙΓΚΟΥ ΔΗΜΗΤΡΑ ΑΜ: 148 ΛΕΥΚΑΔΑ, 2008

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Θεωρούμε υποχρέωσή μας να ευχαριστήσουμε θερμά όσους συνέβαλαν με την επιστημονική, την υλική και την ανθρώπινη συμπαράστασή τους στο να διεξαχθεί και να ολοκληρωθεί αυτή η εργασία. Θερμές ευχαριστίες οφείλουμε στην υπεύθυνη καθηγήτρια κ. Βελογιάννη Μαρία η οποία με τις γνώσεις της, την υπομονή της και τη συμπαράσταση που μας παρείχε, βοήθησε καθοριστικά στην ολοκλήρωση της Πτυχιακής Εργασίας. Βέβαια, δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε την αναφορά μας στην επιχείρηση: Αγροτικός Πτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Ιωαννίνων «ΠΙΝΔΟΣ» και ειδικότερα στους κ. Τσακανίκας Λάζαρος (Γενικός Διευθυντής) και κ. Λέκκας Νικόλαος (Οικονομικός Διευθυντής) για την ευχάριστη συνεργασία μας όσον αφορά την πραγματοποίηση των συνεντεύξεων στα πλαίσια του πρακτικού μέρους της εργασίας. Τέλος, ευχαριστούμε την οικογένεια μας και τους φίλους συμφοιτητές μας και ειδικότερα τη φίλη μας Βράνια Χαρά, για τη συνεχή υποστήριξη και παρότρυνσή τους. - 1 -

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Σελ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ... 1 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ... 2 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΙΝΑΚΩΝ... 5 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΧΗΜΑΤΩΝ... 6 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ... 6 ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο : ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΤΗΣ ΠΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑΣ 1.1 Εισαγωγή... 9 1.2 Στοιχεία Παραγωγής και Αγοράς... 10 1.2.1 Παγκόσμια Στοιχεία... 10 1.2.2 Ευρωπαϊκά Στοιχεία... 12 1.3 Εξέλιξη Παραγωγής και Κατανάλωσης Κρέατος Πουλερικών στην Ελλάδα 1.3.1 Παραγωγή και Κατανάλωση Κρέατος Πουλερικών... 13 1.3.1.1 Εγχώρια Παραγωγή Κρέατος Πουλερικών... 13 1.3.1.2 Γεωγραφική Κατανομή της Παραγωγής Κρέατος... 16 1.3.1.3Μέγεθος Εγχώριας Αγοράς Κρέατος Πουλερικών... 17 1.3.1.4 Το Κρέας των Πουλερικών σε Σχέση με τα Λοιπά Κρέατα... 19 1.4 Στοιχεία Αγοράς Κρέατος Πουλερικών στην Ελλάδα 1.4.1 Εισαγωγές Κρέατος Πουλερικών... 22 1.5 Συνδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Παραγωγή Κρέατος Πουλερικών Κοινή Οργάνωση Αγοράς (ΚΟΑ)... 27 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο : ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΠΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑΣ 2.1 Προβλήματα Προκλήσεις του Τομέα... 28 2.2 Προοπτικές του Τομέα - 2 -

2.2.1 Προοπτικές για την Αγορά των Πουλερικών στην Ε.Ε... 31 2.2.2 Περιθώρια Αύξησης της Κατανάλωσης... 32 2.3 Η Αναμενόμενη Εξέλιξη της Ζήτησης σε Εγχώρια Πουλερικά... 33 2.4 Στρατηγική για την Ανάπτυξη του Τομέα... 33 2.5 Προτεινόμενες Παρεμβάσεις... 34 2.6 Βιολογική Πτηνοτροφία... 36 2.7 Εκπαίδευση Κατάρτιση Ενημέρωση... 37 2.8 Παρεμβάσεις Αναφορικά με τις Ζωοτροφές... 37 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο : Ο ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΠΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ «Η ΠΙΝΔΟΣ» 3.1 Εισαγωγή... 39 3.2 Σκοπός και Δραστηριότητες... 39 3.3 Νομική Μορφή... 42 3.4 Τα Μέλη του Συνεταιρισμού... 42 3.5 Διοίκηση... 43 3.6 Η Εξέλιξη του Αγροτικού Πτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Ιωαννίνων «Η Πίνδος»... 44 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ο : ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΗΣ «ΠΙΝΔΟΥ» ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΑΥΤΗΣ 4.1 Ορισμός της Οργάνωσης... 45 4.2 Έννοια, Αντικείμενα και Αρχές της Οργάνωσης... 45 4.3 Τμηματοποίηση Σχεδιασμός Τμημάτων... 47 4.4 Έννοια και Καθορισμός Εύρους Ελέγχου... 48 4.5 Επίπεδα Διοικητικής Ιεραρχίας... 49 4.6 Σύγχρονες Απόψεις για την Οργανωτική Δομή... 50 4.7 Παρουσίαση Οργανογράμματος της «Πίνδου»... 51 4.8 Έννοια και Επιχειρησιακό Περιβάλλον... 55 4.9 Ανάλυση «PEST»... 55 4.9.1 Το Εξωτερικό Περιβάλλον της Επιχείρησης... 55 4.9.1.1 Το Εξωτερικό Περιβάλλον της «Πίνδου»... 56 4.9.2 Το Εσωτερικό Περιβάλλον της Επιχείρησης... 59 4.9.2.1 Το Εσωτερικό περιβάλλον της «Πίνδου»... 60 4.10 Ανάλυση «SWOT» - 3 -

4.10.1 Η «SWOT ANALYSIS»... 64 4.10.2 Η «SWOT ANALYSIS» για την «Πίνδο»... 65 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ο : ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΔΡΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΝΕΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ «ΠΙΝΔΟΥ» 5.1 Η Στρατηγική της Επιχείρησης (Business Strategy)... 69 5.2 Το Μείγμα Marketing του Αγροτικού Πτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Ιωαννίνων «Η Πίνδος» 5.2.1 Εισαγωγή... 73 5.2.2 Περιγραφή Επιχειρησιακής Στρατηγικής της «Πίνδου»... 73 5.2.3 Ο Σχεδιασμός και η Διοίκηση Marketing της «Πίνδου»... 74 5.2.4 Εισαγωγή Νέων Προϊόντων και Παραγωγικών Διαδικασιών στην «Πίνδο» 75 5.2.5 Προσφορές προς πελάτες και λήψη Παραγγελιών από την «Πίνδο»... 76 5.2.6 Ανάλυση του Μείγματος Marketing του Αγροτικού Πτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Ιωαννίνων «Η Πίνδος»... 77 5.2.6.1 Το Ενιαίο Μείγμα Marketing της «Πίνδου»... 84 5.3 Η Στρατηγική Τμηματοποίησης, Στόχευσης και Τοποθέτησης της «Πίνδου» 5.3.1 Η Αγορά Στόχος... 86 5.3.2 Η Τμηματοποίηση της Αγοράς... 88 5.3.3 Η Στόχευση... 89 5.3.4 Η Τοποθέτηση του Προϊόντος... 89 5.4 Ο Ανταγωνισμός για την «Πίνδο»... 91 5.4.1 Το Ανταγωνιστικό Περιβάλλον της «Πίνδου»... 91 5.4.2 Λίγα λόγια για την «Πίνδο» και τους Ανταγωνιστές της... 91 5.4.3 Σχεδιασμός και Παρουσίαση του Αντιληπτού Χάρτη... 96 ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 100 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ... 104 ΑΚΡΩΝΥΜΙΑ... 107 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 109 ΠΗΓΕΣ ΑΠΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ... 113 ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ... 114-4 -

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΙΝΑΚΩΝ ΠΙΝΑΚΑΣ 1.1: Συνολικά Στοιχεία Αγοράς Κύριων Παραγωγικών Χωρών... 10 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.2: Οι Μεγαλύτερες Παραγωγικές Χώρες Κρέατος Όρνιθας και Γαλοπούλας... 10 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.3: Γενικό Ισοζύγιο Παραγωγής/Κατανάλωσης Κρέατος Πουλερικών Ε.Ε... 12 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.4: Παραγωγή Κρέατος Πουλερικών... 13 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.5: Εξέλιξη της Παραγωγής Κρέατος Πουλερικών ανά Κατηγορία Ζώου 1000 τόνους... 14 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.6: Εξέλιξη Της Παραγωγής Κρέατος Πουλερικών ανά Κατηγορία Ζώου σε 1.000.000 Κεφάλια... 15 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.7: Παραγωγή Κρέατος Κοτόπουλου Τύπο Ζώου... 15 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.8: Παραγωγή Κρέατος Πουλερικών ανά Περιφέρεια Ποσότητες... 16 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.9: Γενικό Ισοζύγιο Παραγωγής/ Κατανάλωσης Κρέατος Πουλερικών... 17 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.10: Κατά Κεφαλήν Κατανάλωση Κρέατος Πουλερικών στην ΕΕ-15... 19 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.11: Εξέλιξη Εγχώριας Κατανάλωσης για τις Επιμέρους Κατηγορίες Κρέατος... 20 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.12: Εξέλιξη κατά Κεφαλήν Κατανάλωσης για τις Επιμέρους Κατηγορίες Κρέατος σε κιλά... 21 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.14: Το Κρέας των Πουλερικών σε Σχέση με το Σύνολο Κρέατος... 22 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.15: Εισαγωγές Κρέατος Πουλερικών... 22 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.16: Εισαγωγές Κρέατος Πουλερικών ανά Είδος Ζώου... 23 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.17: Eισαγωγές Κρέατος Πουλερικών ανά Τύπο Προϊόντος... 24 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.18: Eισαγωγές Κρέατος Πουλερικών ανά Είδος Ζώου και Τύπο Προϊόντος... 24 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.19: Εισαγωγές Πουλερικών από ΕΕ και Τρίτες Χώρες, ανά Τύπο Προϊόντος... 25 ΠΙΝΑΚΑΣ 3.1: Μέλη Δ.Σ. «Αγροτικού Πτηνοτροφικού Συνεταιρισμού, «Η ΠΙΝΔΟΣ»... 44 ΠΙΝΑΚΑΣ 5.1: Τα Προϊόντα Πίνδος... 78 ΠΙΝΑΚΑΣ 5.2: Τα Κανάλια Διανομής των Προϊόντων Πίνδος... 82 ΠΙΝΑΚΑΣ 5.3: Τιμές Πώλησης Προϊόντων... 96-5 -

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΧΗΜΑΤΩΝ ΣΧΗΜΑ 4.1: Διαστάσεις της Διοικητικής Πυραμίδας... 50 ΣΧΗΜΑ 4.2: Το Εξωτερικό Περιβάλλον της Επιχείρησης... 56 ΣΧΗΜΑ 4.3: Το Εσωτερικό Περιβάλλον της Επιχείρησης... 59 ΣΧΗΜΑ 5.1: Στρατηγικές Ανταγωνισμού... 71 ΣΧΗΜΑ 5.2: Στρατηγική Ανάπτυξης... 71 ΣΧΗΜΑ 5.3: Το Λογότυπο των Προϊόντων Πίνδος... 79 ΣΧΗΜΑ 5.4: Οι Συσκευασίες των Προϊόντων Πίνδος... 79 ΣΧΗΜΑ 5.5: Η Διαδικασία Επιλογής της Αγοράς Στόχου... 87 ΣΧΗΜΑ 5.6: Η Διαδικασία της Τοποθέτησης και Διαφοροποίησης του Προϊόντος... 90 ΣΧΗΜΑ 5.7: Το Λογότυπο των Προϊόντων Νιτσιάκος... 93 ΣΧΗΜΑ 5.8: Τα Προϊόντα Νιτσιάκος... 93 ΣΧΗΜΑ 5.9: Τα Λογότυπα των Προϊόντων Μιμίκος... 95 ΣΧΗΜΑ 5.10: Αντιληπτικός Χάρτης... 97 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 1.1: Εξέλιξη Παραγωγής Κρέατος Πουλερικών 1962 2003... 14 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 1.2: Ποσοστιαία Σύνθεση Παραγωγής Κρέατος Κοτόπουλου ανά Τύπο Ζώου... 16 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 4.1: Το Οργανόγραμμα της Εταιρείας «Πίνδος»... 52 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 4.2: Οργανόγραμμα Σφαγείου... 53 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 4.3: Οργανόγραμμα Συνεταιρισμού... 54-6 -

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η πτηνοτροφία παρέχει στον άνθρωπο πολύτιµη για την επιβίωση του τροφή, πριν από το 2.500 π.χ. πραγµατοποιήθηκε η εξηµέρωση της όρνιθας. Το μεγαλύτερο µέρος της συνολικής ετήσιας παραγωγής κρέατος πουλερικών προέρχεται από την Ήπειρο και τη Στερεά Ελλάδα (µη συµπεριλαµβανοµένης της Αττικής). Οι πολύ περιορισµένες εισαγωγές από τρίτες χώρες αφορούν κατά κύριο λόγο πολύ µικρές ποσότητες κατεψυγµένων κυρίως πουλερικών. Από την άλλη, οι χώρες της Ε.Ε προµηθεύουν την Ελλάδα κυρίως µε τεµάχια πουλερικών, ενώ αρκετά σηµαντικές είναι και οι ποσότητες εισαγωγής σε νωπά, κυρίως αλλά και κατεψυγµένα κοτόπουλα-κότες. Ορισµένα από τα κρισιµότερα ζητήµατα για τον πτηνοτροφικό κλάδο αφορούν στο υψηλό κόστος διακίνησης και αποθήκευσης (κόστος Logistics), στη διάθεση αποβλήτων και χωροθέτηση των µονάδων, στο υψηλό κόστος εγχώριων δηµητριακών, στο μικρό χρόνο διατήρησης του νωπού κοτόπουλου, στην τεχνολογική εξάρτηση, στην ανάγκη επαγγελµατικής κατάρτισης, σε διάφορα διαρθρωτικά προβλήµατα, στο εντεινόµενο θεσµικό πλαίσιο, στην απελευθέρωση των αγορών στο πλαίσιο του Παγκόσµιου Οργανισµού Εµπορίου, στην καταλυτική επίδραση απρόβλεπτων µεταβλητών στην αγορά και στον προβληµατισµό για τα µεταλλαγµένα προϊόντα. Ο Αγροτικός Πτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Ιωαννίνων η «Πίνδος» ιδρύθηκε το έτος 1958 και για τις συναλλαγές με άλλα κράτη η επωνυμία της είναι «AGRICULTURAL ΡOULTRY COOPERATIVE PINDOS», με έδρα το Κοινοτικό διαμέρισμα Ροδοτοπίου του Δήμου Πασσαρώνος του νομού Ιωαννίνων. Είναι πρωτοβάθμια αγροτική συνεταιριστική οργάνωση (Α.Σ.Ο.), νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου και έχει εμπορική ιδιότητα. Σήμερα η «Πίνδος», είναι μια σύγχρονη και πλήρως καθετοποιημένη επιχείρηση, αποτελούμενη από 560 μέλη παραγωγούς και απασχολεί 800 εργαζόμενους. Τα επίπεδα διοικητικής ιεραρχίας των θέσεων είναι οκτώ: η γενική συνέλευση, το διοικητικό συμβούλιο, η γραμματεία δημοσίων σχέσεων και η γενική διεύθυνση, η εμπορική διεύθυνση, η διεύθυνση εργοστασίων και η διεύθυνση - 7 -

αγορών-αποθηκών. Αναλύθηκε επίσης, το εξωτερικό περιβάλλον της «Πίνδου», δηλ. πολιτικοί, οικονομικοί, κοινωνιολογικοί και τεχνολογικοί παράγοντες καθώς και το εσωτερικό δηλ. οικονομικοί, φυσικοί, ανθρώπινοι και τεχνολογικοί πόροι. Μέρος του περιβάλλοντος μιας εταιρίας, πάντως, αποτελούν και οι επιχειρήσεις που την ανταγωνίζονται. Στην περίπτωσή μας, ανταγωνιστές θεωρούνται οι παρόμοιου βεληνεκούς πτηνοτροφικοί συνεταιρισμοί με τις επωνυμίες: «Νιτσιάκος» και «Μιμίκος» και σε σύγκριση με αυτούς αναλύθηκαν τα δυνατά και αδύναμα σημεία καθώς και οι ευκαιρίες και απειλές που καλείται να αντιμετωπίσει η «Πίνδος». Τέλος, ακολουθεί μια παρουσίαση του τρόπου λειτουργίας του τμήματος Marketing της Πίνδου, η ανάλυση του «μείγματος marketing» των προϊόντων Πίνδος, η ανάλυση της στρατηγικής τμηματοποίησης, στόχευσης και τοποθέτησης που ακολουθήθηκε για τα συγκεκριμένα προϊόντα, ο εντοπισμός των δύο κυριότερων ανταγωνιστικών προϊόντων και ο σχεδιασμός ενός αντιληπτικού χάρτη. - 8 -

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο Πληροφοριακά Στοιχεία του Κλάδου της Πτηνοτροφίας 1.1 Εισαγωγή Η πτηνοτροφία περιλαµβάνει την εκτροφή των ορνίθων (Gallus domesticus), της πάπιας, της χήνας, της φραγκόκοτας, του φασιανού, της γαλοπούλας, των ορτυκιών, της πέρδικας, της στρουθοκαµήλου κ.α. πτηνών. Η πτηνοτροφία παρέχει στον άνθρωπο πολύτιµη για την επιβίωση του τροφή, πριν από το 2.500 π.χ. πραγµατοποιήθηκε η εξηµέρωση της όρνιθας. Η ιστορία της Ελληνικής Πτηνοτροφίας έχει την αφετηρία της στην προπολεµική περίοδο. Μεγάλη αύξηση, ιδιαίτερα της πτηνοτροφίας (κατά 113%) πραγµατοποιήθηκε µετά την αποκατάσταση των ακτηµόνων προσφύγων της Μικρασιατικής καταστροφής. Ο καταγεγραµµένος αριθµός πτηνών (κυρίως όρνιθες) το 1922 ήταν 5,8 εκατοµµύρια ενώ 15 χρόνια αργότερα υπερδιπλασιάστηκε. Μετά το 1925 άρχισαν να ιδρύονται στα Μέγαρα και στα περίχωρα των Αθηνών συστήµατα πτηνοτροφίας (300-1000 ορνίθων) µε γενετικό υλικό που προήλθε από το εξωτερικό (κυρίως Αµερική). Παρόλα αυτά λόγω έλλειψης επαρκών γνώσεων πτηνοτροφίας (διατροφής, αναπαραγωγής, πρόληψης και καταπολέµησης ασθενειών) πολλές από τις εκτροφές αυτές απέτυχαν και έκλεισαν. Τα πρώτα βήµατα της συστηµατικής ανάπτυξης πραγµατοποιήθηκαν στη δεκαετία του 1950. Στις επόµενες δυο δεκαετίες σηµειώνεται εκρηκτική ανάπτυξη. Την περίοδο αυτή, διαµορφώνεται το υπόβαθρο του εκσυγχρονισµού της (µηχανοποίηση και εξειδίκευση) και επιτυγχάνονται υψηλοί ρυθµοί αύξησης του όγκου παραγωγής των πτηνοτροφικών προϊόντων. Από την περίοδο αυτή και µετά ο τοµέας της πτηνοτροφίας, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, γνωρίζει ιδιαίτερη άνθηση. Ιδιαίτερα την τελευταία εικοσαετία αποτελεί το δυναµικότερο τοµέα του κρέατος, ξεπερνώντας, στα µέσα της δεκαετίας του 90, σε ανάπτυξη τον κλάδο των βοοειδών. Η πρώτη σηµαντική διαταραχή στην εξελικτική τάση του τοµέα πραγµατοποιήθηκε λόγω της εξάπλωσης της γρίπης των πτηνών. Παρόλα αυτά τελικά ο κλάδος ανάκαµψε πλήρως και σε σύντοµο χρονικό διάστηµα. - 9 -

1.2 Στοιχεία παραγωγής και αγοράς 1.2.1 Παγκόσµια στοιχεία Σύµφωνα µε πρόσφατα στοιχεία (Πίνακας 1.1) η παραγωγή κρέατος όρνιθας και γαλοπούλας στις κύριες παραγωγικές χώρες παρουσιάζει ανοδική τάση την περίοδο 2002-2007. Πίνακας 1.1: ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΓΟΡΑΣ ΚΥΡΙΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ (σε 1000 τ.) ΚΟΤΟΠΟΥΛΑ & ΓΑΛΟΠΟΥΛΕΣ 2002 2003 2004 2005 2006 2007 ΠΑΡΑΓΩΓΗ 59.173 59.218 60.845 63.943 64.921 66.044 ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ 57.643 57.664 58.923 62.050 63.598 64.460 (ΠΗΓΗ: Υπ.Α.Α.Τ.) ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ 4.861 5.025 4.768 5.517 5.627 5.796 ΕΞΑΓΩΓΕΣ 6.313 6.586 6.615 7.423 7.041 7.338 Οι µεγαλύτερες παραγωγικές χώρες κρέατος όρνιθας είναι κατά σειρά η Κίνα, η Βραζιλία, η Ε.Ε-25, το Μεξικό και η Ινδία όπως διακρίνεται και στον Πίνακα 1.2. Η µεγαλύτερη εγχώρια κατανάλωση πραγµατοποιείται επίσης στην Κίνα (10,09 εκατοµµύρια τόνους για το 2005) και ακολουθούν οι ΕΕ-25 (7,5 εκατοµµύρια για το 2005) η Βραζιλία (6,6) το Μεξικό (2,87) και η Οµοσπονδία της Ρωσίας (2,14). Για το 2005 οι µεγαλύτερες εισαγωγές πραγµατοποιήθηκαν από την Οµοσπονδία της Ρωσίας (1,23 εκατοµµύρια τόνους), την Ιαπωνία (748.000 τόνους), την Ε.Ε-25 (522.000 τόνους) και τη Σαουδική Αραβία (484.000 τόνους). Οι κύριες εξαγωγικές χώρες κρέατος όρνιθας για το 2005 είναι η Βραζιλία (2,74 εκατοµµύρια τόνοι), η Ε.Ε-25 (755.000 τόνους), η Κίνα (331.000 τόνους) και η Ταϊλάνδη (240.000 τόνους). Πίνακας 1.2: ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ ΚΡΕΑΤΟΣ ΟΡΝΙΘΑΣ & ΓΑΛΟΠΟΥΛΑΣ (σε 1000 τ.) 2002 2003 2004 2005 2006 2007 ΚΟΤΟΠΟΥΛΑ ΚΙΝΑ 9.558 9.898 9.998 10.200 10.350 10.520 ΒΡΑΖΙΛΙΑ 7.449 7.645 8.408 9.350 9.280 9.670 Ε.Ε-25 7.788 7.512 7.627 7.736 7.425 7.530 ΜΕΞΙΚΟ 2.157 2.290 2.389 2.498 2.610 2.724 ΙΝ ΙΑ 1.400 1.500 1.650 1.900 2.000 2.200 ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ 640 750 910 1.030 1.210 1.290 ΡΩΣΙΑ 500 560 650 900 1.080 1.260-10 -

ΓΑΛΟΠΟΥΛΕΣ Ε.Ε-25 2.102 2.025 2.030 1.917 1.810 1.790 ΒΡΑΖΙΛΙΑ 182 200 240 275 290 320 ΚΑΝΑΔΑΣ 147 148 145 155 160 164 ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΡΩΣΙΑΣ 9 12 15 17 19 21 ΜΕΞΙΚΟ 13 14 13 14 14 15 ΝΟΤΙΑ ΑΦΡΙΚΗ 3 4 5 5 5 7 (ΠΗΓΗ: Υπ.Α.Α.Τ.) Σε ότι αφορά την παραγωγή κρέατος γαλοπούλας οι κύριες παραγωγικές χώρες είναι οι Ε.Ε-25, Βραζιλία, Καναδάς, Οµοσπονδίας της Ρωσίας και Νότια Αφρική. Η µεγαλύτερη εγχώρια κατανάλωση καταγράφεται για το έτος 2005 στην Ε.Ε-25 (1.832 χιλιάδες τόνους), ακολουθούν το Μεξικό µε 199.000 τόνους, η Βραζιλία (114.000) που προβλέπεται ότι το 2007 θα ξεπεράσει τον Καναδά (160 έναντι 147 χιλιάδες τόνους) και ο Καναδάς (143.000). Οι χώρες που πραγµατοποιούν το σηµαντικότερο µέρος των εισαγωγών κρέατος γαλοπούλας είναι το Μεξικό, η Ε.Ε-25, η Οµοσπονδία της Ρωσίας και η Νότια Αφρική (σύνολο 432.000 τόνοι) ενώ η Βραζιλία, η Ε.Ε-25 και ο Καναδάς πραγµατοποίησαν τις µεγαλύτερες εξαγωγές (σύνολο 373.000 τόνους για το 2005). Η πιο µεγάλη ετήσια κατά κεφαλή κατανάλωση κρέατος από κοτόπουλο για το 2005 καταγράφηκε στο Κουβέιτ µε 71,08 κιλά/άτοµο και ακολουθούν τα Ηνωµένα Αραβικά Εµιράτα µε 45,4 κιλά/άτομο, το Κουβέιτ µε 42,8 κιλά/άτομο και η Ε.Ε-25 µε 38,8 κιλά/άτοµο. Αναφορικά µε το κρέας από γαλοπούλα οι ΗΠΑ είναι η πρώτη χώρα σε κατά κεφαλή κατανάλωση (7,6 κιλά/άτομο) και τη διαδέχονται ο Καναδάς µε 4,4 κιλά/άτομο, και η Ε.Ε µε 4 κιλά/άτοµο. Σύµφωνα µε τα στοιχεία του Οργανισµού Τροφίµων και Γεωργίας σε επίπεδο αναπτυσσόµενων χωρών, η Κίνα αποτελεί την πρώτη σε παραγωγή αυγών εκτοξεύοντας την παραγωγή της κατά 66,7% κατά την τελευταία δεκαετία (1995-2005), η Ινδία είναι τρίτη µε 66,6% αύξηση και το Μεξικό είναι πέµπτο. Από τα αναπτυγµένα κράτη οι ΗΠΑ είναι η δεύτερη παραγωγός (20,7% αύξηση για την ίδια περίοδο), η Ιαπωνία είναι τέταρτη και η µοναδική από τη λίστα των δέκα πρώτων σε παραγωγή χωρών που παρουσιάζει µείωση (-3,4%). Τέλος, η Γαλλία είναι στην ένατη θέση (2% αύξηση) της παγκόσµιας κατάταξης και πρώτη στην Ε.Ε. Ειδικότερα, το επίπεδο της παγκόσµιας παραγωγής αυγών εκτοξεύτηκε κατά τις τελευταίες δεκαετίες και ιδιαίτερα την περίοδο 1961 και 2000 όπου η παγκόσµια ετήσια παραγωγή αυγών αυξήθηκε περισσότερο από 3,5 φορές φθάνοντας τους 55 εκατοµµύρια τόνους το 2000 (όλα τα είδη αυγών - όχι µόνο προερχόµενα από κότες) εκ των οποίων το 6% είναι αυγά σε εκκόλαψη. Η µεγάλη, µάλλον γραµµική, αύξηση οφείλεται στην ταχεία επέκταση της - 11 -

παραγωγής των αναπτυσσόµενων χωρών. Πιο συγκεκριµένα η παραγωγή τους το 1961 αντιστοιχούσε σε 3,8 εκατοµµύρια τόνους ενώ το 2000 σχεδόν δεκαπλασιάστηκε, κυρίως λόγω της συµβολής της Ασίας. Αυτή η τάση οφείλεται κυρίως στην ανάπτυξη της παραγωγής που καταγράφηκε στην Κίνα από τους 1,6 τόνους το 1961 στους 22,3 το 2000, µε ετήσιο ρυθµό αύξησης περίπου 8% ενώ στις αναπτυγµένες χώρες η ετήσια αύξηση ήταν 1,6%. Το 1990 η συνεισφορά στην παγκόσµια παραγωγή των αναπτυσσόµενων χωρών ήταν 49,1% ενώ το 2000 η συνεισφορά αυτή ανήλθε στο 66%. Σε απόλυτα µεγέθη η ετήσια παραγωγή αυγών των αναπτυγμένων χωρών ήταν σταθερά κάτω των 20 εκατοµµυρίων τόνων, ενώ για το έτος 2000 το 67% της παραγωγής προερχόταν από την Ευρώπη και τη Βόρεια Αµερική. Για την ίδια χρονιά οι ασιατικές χώρες παρήγαγαν το 81% της συνολικής παραγωγής των αναπτυσσόμενων χωρών. 1.2.2 Ευρωπαϊκά στοιχεία Σύµφωνα µε στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας, στον Πίνακα 1.3 παρουσιάζεται το Γενικό Ισοζύγιό Παραγωγής/Κατανάλωσης Κρέατος Πουλερικών σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η κύρια χώρα εισαγωγής σε ολόκληρα κοτόπουλα και τεµάχια κοτόπουλου για την Ε.Ε, είναι η Βραζιλία, ενώ σηµαντικές ποσότητες σε τεµάχια κοτόπουλου εισάγονται από την Ταϊλανδή, την Αργεντινή και τη Χιλή. Οι κύριες χώρες προορισµοί ολόκληρων κοτόπουλων των εξαγωγών της Ε.Ε είναι η Σαουδική Αραβία, η Υεµένη, τα Ηνωµένα Αραβικά Εµιράτα, το Οµάν και η Ρωσία, ενώ για κοτόπουλα σε κοµµάτια είναι η Ρωσία, η Κίνα/Χόνγκ Κονγκ, η Ουκρανία και το Μπενίν της Δυτ. Αφρικής. Πίνακας 1.3: ΓΕΝΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ/ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΚΡΕΑΤΟΣ ΠΟΥΛΕΡΙΚΩΝ Ε.Ε(σε 1000 τ.) 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 2004 (Ε.Ε -25) Μικτή Παραγωγή 8.636,4 8.823,0 9.148,2 8.939,0 9.088 9.382 8.965 10.996 Εξαγωγές ζώντων ζώων - - - - 7 4 1 3 Εισαγωγές ζώντων ζώων 0,5 0,6 0,1-1 2 1 0 Παραγωγή 8.611,7 8.794,2 9.124,6 8.935,8 9.082 9.380 8.965 10.993 Εισαγωγές 264,8 327,6 343,1 670,7 686 590 758 445 Χρήσεις 8.876,5 9.121,8 9.467,7 9.606,6 8.695 8.848 8.746 10.480 Εξαγωγές 967,0 1.050,3 1.043,6 1.260,7 1.018 1.143 983 958-12 -

Συνέχεια από Πίνακα 1.3 Μεταβολή αποθεμάτων 27,6 42,8-44,0-56,5 55-20 6 - Κατανάλωση 7.881,9 8.028,7 8.468,1 8.402,4 Βαθμός αυτάρκειας (%) 109,6 109,9 108,0 106,4 104,5 106,0 102,2 104,9 Κατά κεφαλή κατανάλωση (κιλά/χρόνο) (ΠΗΓΗ: Υπ.Α.Α.Τ.) 21,2 21,5 22,5 22,2 23,0 23,4 22,7 23,0 1.3 Εξέλιξη παραγωγής και κατανάλωσης κρέατος πουλερικών στην Ελλάδα 1.3.1 Παραγωγή και κατανάλωση κρέατος πουλερικών 1.3.1.1 Εγχώρια παραγωγή κρέατος πουλερικών Η εξέλιξη της συνολικής παραγωγής κρέατος πουλερικών στην Ελλάδα για την περίοδο 1998-2003, σύµφωνα µε στοιχεία του Υπ.Α.Α.Τ. εµφανίζεται στον Πίνακα 1.4. Σύµφωνα µε τα στοιχεία αυτά προκύπτει η ετήσια µεταβολή για την αντίστοιχη περίοδο. Πίνακας 1.4: ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΡΕΑΤΟΣ ΠΟΥΛΕΡΙΚΩΝ (ποσότητες σε 1000 τ.) Έτος (ΠΗΓΗ: Υπ.Α.Α.Τ.) Ποσότητα (1000 t) Ετήσια Μεταβολή Σφάγια (1000 κεφάλια) 1998 147,9-14,3% 95.254,4 1999 153,5 3,8% 98.834,3 2000 163,8 6,7% 105.859,5 2001 162,0-1,1% 103.617,3 2002 163,6 1,0% 104.151,1 2003 169,1 3,4% 107.060,3 Η συνολική εγχώρια παραγωγή κρέατος πουλερικών παρουσίασε ετήσιες διακυµάνσεις το εξεταζόµενο διάστηµα. Ειδικότερα: Χαρακτηριστική είναι η παρατηρούµενη απότοµη µείωση (-14,3%) κατά το 1999, το διάστηµα από το 1998 µέχρι το 2003 η παραγωγή ακολουθεί σταθερά αυξητική πορεία (µε µέσο ετήσιο ρυθµό της τάξης του 2,7%) φθάνοντας το 2003 στα επίπεδα των 169 χιλ. τόνων. Γενικά η παραγωγή πουλερικών µετά το 1998, µε εξαίρεση τη διετία 1998-1999, κινείται σε επίπεδα µεταξύ 160 και 177 χιλ. τόνων. Το Διάγραµµα 1 παρουσιάζει την µακροχρόνια εξέλιξη της παραγωγής κρέατος πουλερικών κατά την περίοδο 1962-2003. - 13 -

(Πηγή: Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.) Η συνολική παραγωγή ορνίθειου κρέατος ανήλθε κατά το 2002 σε 147,9 χιλ. τόνους από 23,2 χιλ. τόνους που ήταν το 1962. Με τον τρόπο αυτό, η παραγωγή περίπου υπερεξαπλασιάστηκε, µέσα σε 40 χρόνια, ενώ ιδιαίτερα σηµαντική ήταν η αύξηση κατά την περίοδο 1962-1984 που είχε ως αποτέλεσµα να καταστεί η χώρα αυτάρκης. Στους Πίνακες 1.5 και 1.6 παρουσιάζεται η διαχρονική εξέλιξη της καθαρής εγχώριας παραγωγής κρέατος πουλερικών ανά κατηγορία ζώου [κοτόπουλα, γαλοπούλες, πάπιες- χήνες-φραγκόκοτες, λοιπά σφάγια πουλερικών (περιστέρια κλπ)], για το χρονικό διάστηµα 1997-2003, σε χιλιάδες τόνους και εκατοµµύρια κεφάλια αντίστοιχα. Πίνακας 1.5: ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΡΕΑΤΟΣ ΠΟΥΛΕΡΙΚΩΝ ΑΝΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΖΩΟΥ ΣΕ 1000 τόνους Κατηγορία ζώου 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 Κότες & Κοτόπουλα 168,5 144,4 150,4 160,1 158,4 160,3 166,1 Γαλοπούλες 3,1 2,6 2,4 3,0 2,9 2,6 2,4 Πάπιες-χήνεςφραγκόκ. 0,7 0,7 0,4 0,4 0,4 0,4 0,4 Λοιπά πουλερικά 0,2 0,3 0,3 0,3 0,2 0,2 0,2 ΣΥΝΟΛΟ 172,5 147,9 153,5 163,8 162,0 163,6 169,1 (ΠΗΓΗ: Υπ.Α.Α.Τ.) - 14 -

Πίνακας 1.6: ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΡΕΑΤΟΣ ΠΟΥΛΕΡΙΚΩΝ ΑΝΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΖΩΟΥ ΣΕ 1.000.000 ΚΕΦΑΛΙΑ Κατηγορία ζώου 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 Κότες & Κοτόπουλα 111,7 93,2 96,9 103,7 101,7 102,3 105,5 Γαλοπούλες 0,6 0,5 0,5 0,7 0,5 0,5 0,5 Πάπιες-χήνεςφραγκόκ. 0,2 0,2 0,2 0,2 0,2 0,2 0,1 Λοιπά πουλερικά 1,3 1,3 1,3 1,2 1,2 1,2 1,0 ΣΥΝΟΛΟ 113,8 95,3 98,8 105,9 103,6 104,2 107,1 (ΠΗΓΗ: Υπ.Α.Α.Τ.) Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Πίνακα 1.6, το κρέας κοτόπουλου καλύπτει µε διαφορά το µεγαλύτερο µέρος της συνολικής εγχώριας παραγωγής κρέατος πουλερικών, µε µερίδιο συµµετοχής της τάξης του 98%. Οι τρεις υπόλοιπες κατηγορίες αθροίζουν µόλις στο 2% περίπου και µάλιστα εµφανίζουν στο υπό εξέταση διάστηµα ελαφρώς πτωτική τάση. Όσον αφορά τα κοτόπουλα, που αποτελούν µακράν τη µεγαλύτερη κατηγορία εγχώριων παραγόµενων πουλερικών, ο Πίνακας 1.7 παρουσιάζει τη διαχρονική εξέλιξη στην ποσοστιαία σύνθεση της παραγωγής τους ανά τύπο κοτόπουλου (κοτόπουλα συστηµατικής πτηνοτροφίας, κότες συστηµατικής πτηνοτροφίας, κοτόπουλα χωρικής πτηνοτροφίας, κότες χωρικής πτηνοτροφίας). Πίνακας 1.7: ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΡΕΑΤΟΣ ΚΟΤΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΑ ΤΥΠΟ ΖΩΟΥ (σε 1000 τ.) Τύπος κοτόπουλου 1997 1998 1999 2000 2001 2002 Κοτόπουλα συστημ. πτηνοτροφίας Κότες συστηματικής πτηνοτροφίας Κοτόπουλα χωρικής πτηνοτροφίας Κότες χωρικής πτηνοτροφίας 144,0 120,7 127,1 136,8 135,9 137,1 20 03 144,7 6,2 5,6 5,4 5,1 5,0 5,4 4,3 11,7 12,0 11,7 11,6 10,9 11,5 6,5 6,0 6,2 6,6 6,6 6,3 5,9 ΣΥΝΟΛΟ 168,5 144,4 150,4 160,1 158,4 160,3 (ΠΗΓΗ: Υπ.Α.Α.Τ.) 11, 1 16 6,1-15 -

(ΠΗΓΗ: Υπ.Α.Α.Τ.) Όπως προκύπτει από το Διάγραµµα 2, στην παραγωγή κυριαρχούν τα κοτόπουλα συστηµατικής πτηνοτροφίας (ποσοστό που κατά το διάστηµα 1997-2003 κινείται περίπου στο 85%) και ακολουθούν, µε µεγάλη διαφορά, τα κοτόπουλα χωρικής πτηνοτροφίας (ποσοστό 7%) και οι κότες συστηµατικής και χωρικής πτηνοτροφίας που µαζί αντιστοιχούν περίπου στο υπόλοιπο 7%. 1.3.1.2 Γεωγραφική κατανοµή της παραγωγής κρέατος πουλερικών Στον Πίνακα 1.8 παρουσιάζεται η διαχρονική εξέλιξη της εγχώριας παραγωγής κρέατος πουλερικών ανά περιφέρεια. Πίνακας 1.8: ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΡΕΑΤΟΣ ΠΟΥΛΕΡΙΚΩΝ ΑΝΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ (σε 1000 τόνους) Περιφέρεια 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 Ήπειρος 40,0 40,2 44,3 54,7 54,9 60,8 63,3 Στερεά Ελλάδα 46,7 43,6 43,6 44,0 43,7 41,9 40,3 Κεντρ. Μακεδονία 22,6 23,4 23,2 22,8 23,0 21,7 21,1 Αττική 32,9 10,1 10,9 13,6 12,1 11,5 17,8 Κρήτη 6,2 6,2 6,4 6,5 6,8 5,5 5,4 Αν.Μακεδ./Θράκη 4,7 4,7 5,8 6,0 6,3 7,5 6,1-16 -

Συνέχεια από πίνακα 1.9 Πελοπόννησος 8,2 8,1 8,4 5,5 4,7 4,7 4,7 Θεσσαλία 4,6 4,6 4,2 4,4 4,0 4,4 4,0 Δυτική Ελλάδα 3,1 3,3 3,3 3,2 3,2 3,2 3,3 Βόρειο Αιγαίο 1,3 1,4 1,3 1,0 1,1 0,9 0,9 Νότιο Αιγαίο 0,8 0,8 0,8 0,8 0,8 0,8 0,8 Ιόνιοι Νήσοι 0,7 0,7 0,8 0,7 0,8 0,8 0,8 Δυτ. Μακεδονία 0,7 0,6 0,5 0,6 0,6 0,6 0,5 ΣΥΝΟΛΟ 172,5 147,9 153,5 163,8 162,0 164,4 169,1 (ΠΗΓΗ: Υπ.Α.Α.Τ.) Το µεγαλύτερο µέρος της συνολικής ετήσιας παραγωγής κρέατος πουλερικών προέρχεται από την Ήπειρο και τη Στερεά Ελλάδα (µη συµπεριλαµβανοµένης της Αττικής). Από κοινού οι δύο προαναφερθείσες περιφέρειες συγκέντρωσαν το 61,3% της συνολικής εγχώρια παραγόµενης ποσότητας κρέατος πουλερικών το 2003, µε παραγωγή 63,3 χιλ. τόνους (37%) και 40,3 χιλ. τόνους (24%), αντίστοιχα. Στην τρίτη θέση ακολουθεί η περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας µε παραγωγή 21,1 χιλ. τόνων το 2003 (13%) και έπονται µε διαφορά οι υπόλοιπες περιοχές. Σηµαντική µείωση σηµειώθηκε κατά την εξεταζόµενη περίοδο στην παραγωγή της Αττικής, η οποία από 32,9 χιλ. τόνους το 1997 µειώθηκε σε 11,5 χιλ. τόνους το 2002, αν και το 2003 διαµορφώθηκε σε 17,8 χιλ. τόνους. Αντίθετα, αύξηση παρουσιάστηκε στην παραγωγή της Κεντρικής Μακεδονίας και, ιδιαίτερα, της Ηπείρου. 1.3.1.3 Μέγεθος εγχώριας αγοράς κρέατος πουλερικών Πίνακας 1.9: ΓΕΝΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ - ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΚΡΕΑΤΟΣ ΠΟΥΛΕΡΙΚΩΝ 1997 1998 1999 2000 2001 2002 Μικτή Εγχώρια Παραγωγή 172,8 149 153,7 163,8 162,6 164 Εξαγωγές ζώντων ζώων 0,6 1,1 0,9 1 1,5 0,6 Εισαγωγές ζώντων ζώων 0,3 0,1 0,7 1 0,8 0,2 Παραγωγή 172,5 148 153,5 163,8 162 163,6 Εισαγωγές 39,7 47,2 45,6 49,8 49,8 50,7 Εξαγωγές 6,0 3,6 4,6 6,4 5,0 3,1 Κατανάλωση 206,2 191,6 194,5 207,2 206,8 211,2 Βαθμός αυτάρκειας (%) 83,8 77,8 79,0 79,1 78,6 77,7 (ΠΗΓΗ: Υπ.Α.Α.Τ.) Κατά κεφαλή κατανάλωση (κιλά/χρόνο) 19,7 18,2 18,5 19,7 19,6 19,6-17 -

Στον Πίνακα 1.9 παρουσιάζεται η εξέλιξη της παραγωγής και κατανάλωσης κρέατος πουλερικών καθώς και το μέγεθος των εισαγωγών-εξαγωγών για την περίοδο 1993-2002, σύµφωνα µε τα στοιχεία που προκύπτουν από τα ετήσια ισοζύγια παραγωγήςκατανάλωσης κρέατος του Υπ.Α.Α.Τ. Τα στοιχεία της παραγωγής αφορούν τόσο τη συστηµατική πτηνοτροφία όσο και τη χωρική πτηνοτροφία και καλύπτουν, εκτός από κοτόπουλα, και άλλα είδη, όπως γαλοπούλες, πάπιες-χήνες-φραγκόκοτες, κλπ. Σύµφωνα µε τα στοιχεία του Πίνακα 1.9 η συνολική κατανάλωση κρέατος πουλερικών κυµάνθηκε µεταξύ 190-211 χιλ. τόνων ετησίως κατά την περίοδο 1997-2002 µε µικρές διακυµάνσεις κυρίως κατά την περίοδο 1998-99. Η ποσοστιαία συµµετοχή της εγχώριας παραγωγής στην κατανάλωση κρέατος πουλερικών (βαθµός αυτάρκειας) κατά την περίοδο 1997-2002 εµφανίζεται σχεδόν σταθερή στο 78%. Αντίστοιχα, η ποσοστιαία συµµετοχή των εισαγωγών στην κατανάλωση κρέατος πουλερικών κατά την ίδια περίοδο είναι σταθερή στο 24% περίπου. Οι συνολικές εισαγωγές κρέατος πουλερικών, όπως παρουσιάζονται εδώ σύµφωνα µε τα στοιχεία του Υπ.Α.Α.Τ., κινήθηκαν ανοδικά κατά το µεγαλύτερο τµήµα του εξεταζόµενου διαστήµατος από το 1997 µέχρι το 2000, µε µέσο ετήσιο ρυθµό της τάξης του 11,7% και για τη διετία 2001-2002 εµφανίζουν τάσεις σταθεροποίησης στο επίπεδο των 50 χιλ. τόνων. Τέλος, οι εξαγωγές κρέατος πουλερικών κυµαίνονται σε χαµηλά επίπεδα, και δεν υπερβαίνουν τους 6 χιλ. τόνους ενώ εµφανίζουν διακυµάνσεις µε πτωτικές τάσεις από 6 χιλ. τόνους το 1997 στους 3,1 χιλ. τόνους το 2002. Όσον αφορά την κατά κεφαλή κατανάλωση, από τα στοιχεία του Πίνακα 1.10 προκύπτει ότι κυµάνθηκε κατά το εξεταζόµενο διάστηµα µεταξύ των 18,2-19,7 κιλών/άτοµο, τα δε τρία τελευταία έτη φαίνεται να έχει σταθεροποιηθεί στο επίπεδο των 19,6 κιλών/άτοµο. - 18 -

Πίνακας 1.10: ΚΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΚΡΕΑΤΟΣ ΠΟΥΛΕΡΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΕΕ-15 (κιλά/έτος) 1993 1994 1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001 2002 EE-15 20,4 20,9 21,2 21,5 22,5 22,2 23,4 Βέλγιο/Λουξεμβούργο 18,2 21,4 23,1 22,1 21,9 20,6 21 18,5 17,7 Δανία 13,9 14,8 15,3 15,1 18 17,6 18,1 19,1 20,8 22,6 Γερμανία 12,4 12,8 13,4 14,1 14,8 15,2 15,1 16 18,2 17,5 Ελλάδα 18 18,5 17,7 19,8 19,7 18,2 18,5 19,7 19,6 19,6 Ισπανία 23,4 27,3 27,7 26,5 28,1 27,5 31,9 29,3 33,9 34,2 Γαλλία 21 22,5 25,2 25,3 25,1 25,1 27,4 24,8 26,1 24,9 Ιρλανδία 25,3 27,7 30,9 31,3 31,8 30,1 33,2 33,6 30,7 31,4 Ιταλία 19,2 18,8 18,4 18,6 18,6 18,4 18,3 19 18,3 18,3 Ολλανδία 20,5 21,6 20,1 21,7 21,1 20,5 20,2 21,6 22,2 Αυστρία 15 14,9 15,3 15,7 16,5 17,3 17,2 17,2 18,3 17,7 Πορτογαλία 21,3 23,2 23 25,2 27 29,9 30,3 30,3 31,2 31,3 Φινλανδία 7,9 8,8 10,1 10,7 11,9 12,5 13,3 14,5 15,4 Σουηδία 7,9 9,2 9,2 9,8 11,3 12,5 13,6 14,5 Ηνωμένο Βασίλειο 23,7 25 25,8 27 26,6 28 28,7 28,8 28,9 (ΠΗΓΗ: Υπ.Α.Α.Τ.) Όπως προκύπτει από τον Πίνακα 1.10, η κατά κεφαλήν κατανάλωση κρέατος πουλερικών στην Ελλάδα κινείται σχετικά κοντά, αν και σαφώς χαµηλότερα από τον ευρωπαϊκό µέσο όρο. Βρίσκεται σαφώς χαµηλότερα από την κατά κεφαλήν κατανάλωση χωρών όπως η Ιρλανδία, Ισπανία, Πορτογαλία, Γαλλία και Ολλανδία και σαφώς υψηλότερα από την κατά κεφαλήν κατανάλωση χωρών όπως η Σουηδία, Φινλανδία και Γερµανία. Για το 2001 διαµορφώθηκε σε 19,6 kg/έτος έναντι των 23,4 kg/έτος που ήταν ο ευρωπαϊκός µέσος όρος. 1.3.1.4 Το κρέας πουλερικών σε σχέση µε τα λοιπά κρέατα Στον Πίνακα 1.11 παρουσιάζεται η εξέλιξη της εγχώριας κατανάλωσης κρέατος ανά προϊόν (βόειο, χοιρινό, αιγοπρόβειο, πουλερικών, λοιπών κρεάτων και παραπροϊόντων σφαγείων) για το χρονικό διάστηµα 1997-2002. Στην τελευταία στήλη του πίνακα έχει υπολογιστεί επίσης η µέση ετήσια κατανάλωση κατά κατηγορία κρέατος. - 19 -

Πίνακας 1.11: ΕΞΕΛΙΞΗ ΕΓΧΩΡΙΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΚΡΕΑΤΟΣ (σε 1000 τ.) 1997 1998 1999 2000 2001 2002 Μέση ετήσια κατανάλωση Χοίρειο Πουλερικά Βόειο Αιγοπρόβειο Λοιπά Κρέατα 259,9 277,1 339,2 344,1 341 300,4 310,3 32% 33% 38% 38% 38% 36% 36% 206,2 191,6 194,5 207,2 206,8 211,2 202,9 25% 23% 22% 23% 23% 25% 24% 199,4 221,6 202,2 196,0 197,3 189,2 200,9 24% 26% 23% 22% 22% 23% 23% 145,3 144,4 145 144,8 142,4 122,5 140,7 18% 17% 16% 16% 16% 15% 16% 8,4 10,7 11,7 12,8 12,8 11 11,2 1% 1% 1% 1% 1% 1% 1% ΣΥΝΟΛΟ 819,2 845,4 892,6 904,9 900,3 834,3 866,1 (ΠΗΓΗ: Υπ.Α.Α.Τ.) Από τα στοιχεία του πίνακα παρατηρείται ότι το διάστηµα 1997-2002, το χοιρινό κρέας κατατάσσεται στην πρώτη θέση των προτιµήσεων των καταναλωτών. Το 1997 για πρώτη φορά το κρέας πουλερικών αποσπά µεγαλύτερο µερίδιο κατανάλωσης από το βόειο κρέας ενώ από το 2000 και µετά η ισορροπία µετατοπίζεται σταθερά πλέον υπέρ του κρέατος πουλερικών, το οποίο κατατάσσεται σταθερά στη δεύτερη θέση των προτιµήσεων των καταναλωτών. Ενώ δε το σχετικό του µερίδιο παραµένει έκτοτε στο επίπεδο του 23%, σε απόλυτα µεγέθη η κατανάλωση µετά το 1997 αυξάνεται σταθερά. Το αιγοπρόβειο κρέας βρίσκεται σταθερά στην τελευταία θέση. Αναλυτικότερα, το ποσοστό συµµετοχής του χοιρινού κρέατος επί της συνολικής κατανάλωσης, διαµορφώθηκε από 32%-38% περίπου το διάστηµα 1997-2002, ενώ τα τελευταία χρόνια δείχνει να έχει σταθεροποιηθεί στο 37% περίπου. Αντίστοιχα, το µερίδιο του βοείου κρέατος παρουσιάζει σταθεροποιητικές τάσεις και διαµορφώνεται σε 23% περίπου. Χαρακτηριστική είναι η µείωση του ποσοστού συµµετοχής του βοείου κρέατος στη συνολική κατανάλωση από τα τέλη της δεκαετίας του 90 σε σχέση µε τα προηγούµενα έτη. Το κρέας των πουλερικών κάλυψε το 22%-25% της συνολικής κατανάλωσης και το αιγοπρόβειο κρέας το 15%- 18%. Η κατανάλωση λοιπών κρεάτων κυµαίνεται σε πολύ χαµηλά επίπεδα. - 20 -

Πίνακας 1.12: ΕΞΕΛΙΞΗ ΚΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΚΡΕΑΤΟΣ σε κιλά 1997 1998 1999 2000 2001 2002 Μέση κατά κεφαλή κατανάλωση Βόειο 19,0 21,1 19,2 18,6 18,7 17,6 20,0 Χοίρειο 24,8 26,4 32,2 32,6 32,3 27,9 27,0 Αιγοπρόβειο 13,9 13,7 13,8 13,7 13,5 11,4 13,6 Πουλερικά 19,7 18,2 18,5 19,7 19,6 19,6 18,9 Λοιπά Κρέατα 0,8 1 1,1 1,2 1,2 1 0,9 ΣΥΝΟΛΟ 78,2 80,4 84,8 85,8 85,3 77,5 80,4 (ΠΗΓΗ: Υπ.Α.Α.Τ.) H κατά κεφαλήν κατανάλωση κρέατος στην Ελλάδα ήταν το 2002 77,5 κιλά, ενώ την προηγούµενη τριετία 1999-2001 κινήθηκε στα επίπεδα των 85 κιλών ετησίως. Την πρώτη θέση διατηρεί το χοιρινό κρέας ενώ, µε ακριβώς αντίστοιχο τρόπο µε τη συνολική κατανάλωση, το 1997 για πρώτη φορά σηµειώνεται υψηλότερη κατά κεφαλήν κατανάλωση κρέατος πουλερικών από ότι βοδινού κρέατος ενώ από το 2000 και µετά η ισορροπία µετατοπίζεται σταθερά πλέον υπέρ του κρέατος πουλερικών, το οποίο εµφανίζει υψηλότερη κατά κεφαλήν κατανάλωση από το βοδινό κρέας. Στην τελευταία θέση βρίσκεται το αιγοπρόβειο κρέας που εµφανίζει διαχρονικά πτωτικές τάσεις. Στον Πίνακα 1.14 παρέχεται µία ολοκληρωµένη εικόνα της διαχρονικής εξέλιξης διαφόρων µεγεθών αφενός για το κρέας συνολικά και, αφετέρου, για το κρέας πουλερικών. - 21 -

1.4 Στοιχεία αγοράς κρέατος πουλερικών στην Ελλάδα 1.4.1 Εισαγωγές κρέατος πουλερικών (ΠΗΓΗ: ΕΣΥΕ) Πίνακας 1.15: ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΚΡΕΑΤΟΣ ΠΟΥΛΕΡΙΚΩΝ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ ΣΕ 1000 τ Έτος Ποσότητα (1000 t) Ετήσια Μεταβολή Αξία (εκ. δρχ) 1997 39,7 23,7% 19.396,586 1998 45,8 15,4% 23.377,368 1999 43,3-5,4% 21.198,439 2000 41,3-4,7% 24.365,486 20011 87,0 110,9% 26.378,572 (77.413.271 ) 20021 47,6-45,3% 29.754,228 (87.319.819 ) 20031 78,5 64,9% 29.506,192 (86.591.906 ) Η πορεία των εισαγόµενων ποσοτήτων κρέατος πουλερικών, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Πίνακα 1.15, ήταν σε γενικές γραµµές αυξητική µε τις εισαγωγές να ανέρχονται σε 78,5 τόνους το 2003 από 45,8 τόνους το 1998 (αύξηση 171%). Εξαίρεση αποτελούν οι περίοδοι 1999/1998 και 2000/1999 όπου σηµειώθηκε µείωση - 22 -

κατά -5,4% και -4,7%, αντίστοιχα. Παράλληλα, έντονες ιδιοµορφίες στα επίπεδα των εισαγωγών παρουσιάζονται από το 2001 και µετά συγκεκριµένα την περίοδο 2001/2000 παρουσιάζεται αλµατώδης αύξηση της τάξης του +110%, ακολουθούµενη από σηµαντική µείωση (-45%) την περίοδο 2002/2001 µε τις εισαγωγές να επανέρχονται στα ευρύτερα επίπεδα των ετών 1998-2000 (47,5 τόνοι) και τέλος, νέα απότοµη αύξηση (+65%) την περίοδο 2003/2002 µε τις εισαγωγές να αγγίζουν τους 78,5 τόνους. Η παρατηρούµενη µείωση την περίοδο 1999/1998 µπορεί εν μέρει να συνδεθεί µε τη διατροφική κρίση που προκάλεσε ο εντοπισµός µολυσµένων πουλερικών στο Βέλγιο, στα οποία ανιχνεύθηκαν διοξίνες. Στον Πίνακα 1.16 παρουσιάζεται η διαχρονική εξέλιξη των εισαγωγών κρέατος πουλερικών ανά είδος ζώου (πετεινοί και κότες, γάλοι και γαλοπούλες, πάπιες-χήνες-φραγκόκοτες). Πίνακας 1.16: ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΚΡΕΑΤΟΣ ΠΟΥΛΕΡΙΚΩΝ ΑΝΑ ΕΙΔΟΣ ΖΩΟΥ, σε 1000 τ Είδος ζώου 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 Πετεινοί και κότες 25,8 31,2 29,6 25,9 48,4 28,9 56,1 Γάλοι & Γαλοπούλες 12,6 14,1 13,1 14,7 38,1 18,1 21,8 Πάπιες, χήνες, φραγκόκοτες 1,3 0,5 0,6 0,7 0,6 0,6 0,6 ΣΥΝΟΛΟ 39,7 45,8 43,3 41,3 87,0 47,6 78,5 (ΠΗΓΗ: ΕΣΥΕ) Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Πίνακα 1.16, το µεγαλύτερο τµήµα των εισαγωγών πουλερικών αφορά σε κοτόπουλα (κατά µέσο όρο ~65% την επταετία 1997-2003) και σε µικρότερο βαθµό γαλοπούλες (κατά µέσο όρο ~33% την περίοδο 1997-2003), ενώ οι εισαγωγές για πάπιες-χήνες κινούνται σε πολύ χαµηλά επίπεδα, της τάξης των 500-1.300 τόνων ετησίως. Η πορεία των εισαγωγών είναι σε γενικές γραµµές αυξητική τόσο για τα κοτόπουλα όσο και για τις γαλοπούλες και παρουσιάζει για τα δύο αυτά είδη τις ίδιες περίπου διακυµάνσεις µε αυτές του συνόλου των πουλερικών. Ειδικότερα παρατηρούνται τα εξής: Κατά τις περιόδους 1999/1998 και 2000/1999 οι οποίες συνδέονται µε τη διατροφική κρίση των διοξινών οι εισαγωγές γαλοπούλας δεν εµφάνισαν µείωση, όπως οι εισαγωγές κοτόπουλου, αλλά πρακτικά έµειναν σταθερές. Στην απότοµη αύξηση του συνόλου των εισαγωγών κατά το 2001 συνεισφέρουν τόσο οι αυξηµένες εισαγωγές κοτόπουλου όσο και οι αυξηµένες εισαγωγές γαλοπούλας. Στην απότοµη αύξηση του συνόλου των εισαγωγών κατά το 2003 συνεισφέρουν ως επί το πλείστον οι αυξηµένες εισαγωγές κοτόπουλου. - 23 -

Στον Πίνακα 1.17 παρουσιάζεται η διαχρονική εξέλιξη των εισαγωγών κρέατος πουλερικών ανά τύπο προϊόντος (πουλερικά ολόκληρα - τεµάχια, νωπά - κατεψυγµένα). Πίνακας 1.17: EΙΣΑΓΩΓΕΣ ΚΡΕΑΤΟΣ ΠΟΥΛΕΡΙΚΩΝ ΑΝΑ ΤΥΠΟ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ (ποσότητες σε 1000 τ) Τύπος προϊόντος 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 Πουλερικά ολόκληρα νωπά 9,2 9,7 8,2 7,9 37,0 11,3 16,1 Πουλερικά ολόκληρα κατεψυγμένα 9,5 9,4 9,2 7,3 5,9 6,5 5,1 Τεμάχια νωπά 7,7 11,1 11,1 9,4 22,6 13,1 25,0 Τεμάχια κατεψυγμένα 13,3 15,7 14,7 16,7 21,5 16,6 32,3 ΣΥΝΟΛΟ 39,7 45,8 43,3 41,3 87,0 47,6 78,5 (ΠΗΓΗ: ΕΣΥΕ) Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Πίνακα 1.17 παρατηρείται διαχρονικά αύξηση στις εισαγωγές τεµαχίων πουλερικών και ιδιαίτερα νωπών, µε αντίστοιχη µείωση κυρίως των ολόκληρων κατεψυγµένων πουλερικών. Τα τεµάχια, νωπά και κατεψυγµένα, αντιπροσωπεύουν το 60%-75% του συνόλου των εισαγόµενων ποσοτήτων µε τάσεις αυξητικές ενώ πτωτικές τάσεις παρατηρούνται στις εισαγωγές ολόκληρων κατεψυγµένων πουλερικών. Σε απόλυτα µεγέθη τα κατεψυγµένα τεµάχια αντιπροσωπεύουν το µεγαλύτερο όγκο των εισαγωγών ακολουθούµενα από τα νωπά τεµάχια. Τέλος, στον Πίνακα 1.18 παρουσιάζεται η διαχρονική εξέλιξη των εισαγωγών κρέατος πουλερικών ανά είδος ζώου (πετεινοί και κότες, γάλοι και γαλοπούλες, πάπιες-χήνες- φραγκόκοτες) και τύπο προϊόντος (πουλερικά ολόκληρατεµάχια, νωπά-κατεψυγµένα). Πίνακας 1.18: EΙΣΑΓΩΓΕΣ ΚΡΕΑΤΟΣ ΠΟΥΛΕΡΙΚΩΝ ΑΝΑ ΕΙΔΟΣ ΖΩΟΥ & ΤΥΠΟ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ (ποσότητες σε 1000 τ.) Είδος ζώου & τύπος προϊόντος 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 ΚΟΤΟΠΟΥΛΑ 25,8 31,2 29,6 25,9 48,4 28,9 56,1 Ολόκληρα νωπά 5,0 6,7 6,4 6,0 19,4 10,6 14,7 Ολόκληρα κατεψυγμένα 8,1 7,9 7,1 5,7 4,6 4,6 3,7 Τεμάχια νωπά 3,5 5,3 5,9 3,7 9,2 4,2 13,0 Τεμάχια κατεψυγμένα 9,3 11,3 10,1 10,5 15,2 9,6 24,6 ΓΑΛΟΠΟΥΛΕΣ 12,6 14,1 13,1 14,7 38,1 18,1 21,8 Ολόκληρες νωπές 4,0 2,9 1,7 1,9 17,5 0,7 1,3 Ολόκληρες κατεψυγμένες 1,2 1,2 1,9 1,4 0,9 1,5 0,9 Τεμάχια νωπά 4,1 5,8 5,2 5,6 13,4 8,8 11,9 Τεμάχια κατεψυγμένα 3,3 4,3 4,4 5,9 6,3 7,0 7,7-24 -

ΣΥΝΟΛΟ ΕΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ ΣΥΝΟΛΟ ΕΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ ΣΥΝΟΛΟ ΕΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ ΣΥΝΟΛΟ ΕΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ Συνέχεια από πίνακα 1.18 ΠΑΠΙΕΣ-ΧΗΝΕΣ-ΦΡΑΓΚΟΚΟΤΕΣ 1,3 0,5 0,6 0,7 0,6 0,6 0,6 Ολόκληρες νωπές 0,1 0,0 0,1 0,0 0,2 0,1 0,0 Ολόκληρες κατεψυγμένες 0,3 0,3 0,2 0,3 0,3 0,4 0,5 Τεμάχια νωπά 0,1 0,0 0,0 0,1 0,0 0,1 0,0 Τεμάχια κατεψυγμένα 0,7 0,1 0,2 0,3 0,1 0,0 0,0 ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ 39,7 45,8 43,3 41,3 87,0 47,6 78,5 (ΠΗΓΗ: ΕΣΥΕ) Από τα ανωτέρω στοιχεία γίνεται σαφές ότι οι εισαγωγές κοτόπουλου αφορούν κατά κύριο λόγο κατεψυγµένα τεµάχια και δευτερευόντως ολόκληρα νωπά κοτόπουλα, ενώ στην περίπτωση της γαλοπούλας οι εισαγωγές αφορούν κατά κύριο λόγο τεµάχια, κυρίως νωπά και δευτερευόντως κατεψυγµένα, και σε πολύ µικρότερο ποσοστό ολόκληρες γαλοπούλες. Σε όλες τις περιπτώσεις οι αυξήσεις οφείλονται κυρίως σε αυξηµένες εισαγωγές νωπών και κατεψυγµένων τεµαχίων και, ειδικότερα κατά το 2001, και σε αυξηµένες εισαγωγές νωπών ολόκληρων κοτόπουλων και γαλοπούλων. Από τα στοιχεία του Πίνακα 1.19 καθίσταται σαφές ότι οι χώρες της Ε.Ε αποτελούν πρακτικά τον αποκλειστικό προµηθευτή της Ελλάδας σε κρέας πουλερικών, καλύπτοντας µεταξύ 95% και 100% του συνόλου των εισαγωγών, για όλα τα είδη πουλερικών. Το διάστηµα 2001-2003 το ποσοστό κάλυψης των εισαγωγών από χώρες της Ε.Ε έχει αυξηθεί ανά έτος περαιτέρω, κινούµενο στα επίπεδα του 99,5% µε 100%. Πίνακας 1.19: ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΠΟΥΛΕΡΙΚΩΝ ΑΠΟ ΕΕ ΚΑΙ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ, ΑΝΑ ΤΥΠΟ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ (Ποσότητες σε 1000 τ) - 1997 1998 1999 ΟΛΟΚΛΗΡΑ ΝΩΠΑ - - - 9,2 9,1 0,1 9,7 9,7 <0,1 8,2 8,2 <0,1 ΟΛΟΚΛΗΡΑ ΚΑΤΕΨΥΓΜΕΝΑ - - - 9,5 9,2 0,3 9,4 9,2 0,1 9,2 8,6 0,6 ΤΕΜΑΧΙΑ ΝΩΠΑ - - - 8,3 8,2 <0,1 11,2 11,2 <0,1 11,3 11,3 <0,1 ΤΕΜΑΧΙΑ 11, ΚΑΤΕΨΥΓΜΕΝΑ 12,7 - - - 9 0,9 15,6 15,1 0,5 14,6 14,3 0,3 ΟΛΟΚΛΗΡΑ ΝΩΠΑ 7,9 7,9 <0,1 37,0 ΟΛΟΚΛΗΡΑ ΚΑΤΕΨΥΓΜΕΝΑ 2000 20011 20021 20031 37, 0-25 - <0,1 11,3 11,3 <0,1 16,1 16,1 <0,1 7,3 7,2 0,1 5,9 5,9 <0,1 6,5 6,5 <0,1 5,1 5,0 0,1 ΤΕΜΑΧΙΑ ΝΩΠΑ 9,6 9,6 <0,1 22,7 ΤΕΜΑΧΙΑ ΚΑΤΕΨΥΓΜΕΝΑ (ΠΗΓΗ: ΕΣΥΕ) 16,4 16,0 0,4 21,5 22, 7 21, 2 <0,1 13,1 13,1 <0,1 25,0 25,0 <0,1 0,3 16,7 16,6 <0,1 32,3 32,3 <0,1

Όπως προκύπτει από τον Πίνακα 1.19 οι πολύ περιορισµένες εισαγωγές από τρίτες χώρες αφορούν κατά κύριο λόγο πολύ µικρές ποσότητες κατεψυγµένων κυρίως πουλερικών. Αναφορικά µε το είδος ζώου, οι εισαγωγές από τρίτες χώρες αφορούν ως επί το πλείστον σε κοτόπουλο αν και για κάποια έτη (2003, 1999) αφορούν εξίσου και σε γαλοπούλα. Από την άλλη, οι χώρες της Ε.Ε προµηθεύουν την Ελλάδα κυρίως µε τεµάχια πουλερικών, ενώ αρκετά σηµαντικές είναι και οι ποσότητες εισαγωγής σε νωπά, κυρίως, αλλά και κατεψυγµένα κοτόπουλα-κότες. Αναφορικά µε το είδος ζώου, όπως είναι εύλογο βάσει στοιχείων που έχουν προηγηθεί και δεδοµένου ότι οι εισαγωγές από χώρες της Ε.Ε καλύπτουν το µεγαλύτερο µέρος των εισαγωγών, οι εισαγωγές από χώρες της Ε.Ε αφορούν ως επί το πλείστον σε κοτόπουλο, δευτερευόντως µε σηµαντική διαφορά σε γαλοπούλα και εν συνεχεία σε πάπιες, χήνες, φραγκόκοτες. Τέλος, σύµφωνα µε τα αναλυτικά στοιχεία της ΕΣΥΕ προκύπτει ότι κατά την περίοδο 2001-2003 η Ιταλία καλύπτει το µεγαλύτερο µέρος των εισαγωγών (50%-70%) και ακολουθούν µε σηµαντική διαφορά η Ολλανδία, η Γαλλία και η Δανία. Από κοινού οι τέσσερις αυτές χώρες της Ε.Ε καλύπτουν περίπου το 88%-95% των εισαγωγών. Από την άλλη πλευρά, σταθερά στις τρίτες χώρες προέλευσης πουλερικών κατά το διάστηµα 1997-2003 βρίσκεται η Βραζιλία, ενώ κατά την περίοδο 2001-03 ως τρίτες χώρες εισαγωγών πουλερικών εµφανίζονται και η Αργεντινή, ο Καναδάς και η Κίνα. Όσον αφορά την Ιταλία, αξίζει επίσης να σηµειωθεί ότι κατά την τελευταία τριετία (2001-2003) η κυριαρχία της έχει γίνει ακόµη πιο έντονη στα νωπά πουλερικά: στα νωπά ολόκληρα κοτόπουλα αντιπροσωπεύει το 93% (µ.ο. τριετίας) των συνολικά εισαγόµενων ποσοτήτων ενώ στα νωπά τεµάχια κοτόπουλου αντιπροσωπεύει το 89% (µ.ο. τριετίας). - 26 -

1.5 Συνδροµή της Ε.Ε στην παραγωγή κρέατος πουλερικών Κοινή Οργάνωση Αγοράς (ΚΟΑ) Τα πουλερικά συµµετέχουν στην Κοινή Οργάνωση Αγορών (ΚΟΑ) της Ε.Ε, µέσω της οποίας επιδιώκεται η σταθεροποίηση των τιµών, η διευκόλυνση της εµπορίας των προϊόντων και ο καθορισµός λεπτοµερειών στις εµπορικές συναλλαγές µε τρίτες χώρες (θέµατα δασµών, χορήγησης εξαγωγικών ενισχύσεων) ώστε να εξασφαλίζεται ένα ισότιµο βιοτικό επίπεδο για τους αγρότες. Καθώς δεν προβλέπεται από το κοινοτικό καθεστώς άµεση αγοραστική παρέµβαση στην αγορά ή ιδιωτική αποθεµατοποίηση αφορά το κρέας των πουλερικών, τις τιµές της αγοράς αλλά και τα επίπεδα των εισαγωγών αντικατοπτρίζουν ευθέως την κατάσταση που προκύπτει από τις σχέσεις προσφοράς και ζήτησης για τα ανάλογα προϊόντα. 1.5.1 ΚΟΑ κρέατος πουλερικών Πεδίο εφαρµογής Σχετικά προϊόντα ΚΟΑ κρέατος πουλερικών: οι πετεινοί, οι κότες, οι πάπιες, οι χήνες, οι γαλοπούλες και οι φραγκόκοτες, τα κρέατα και τα βρώσιµα εντόσθια, τα συκώτια πουλερικών, τα λίπη και τα άλλα παρασκευάσµατα µε βάση τα πουλερικά. Εµπορία: επαγγελµατικές και διεπαγγελµατικές πρωτοβουλίες μπορούν να ληφθούν κοινοτικά µέτρα που ευνοούν τις επαγγελµατικές ή διεπαγγελµατικές πρωτοβουλίες, για να βελτιωθεί η ποιότητα των προϊόντων και της χρήσης τους, να προωθηθεί η καλύτερη οργάνωση της παραγωγής και της εµπορίας των προϊόντων, να διευκολυνθεί η διαπίστωση της εξέλιξης των τιµών τους στην αγορά. Κανόνες εµπορίας: Για τα κρέατα των πουλερικών θεσπίζονται οι κανόνες εµπορίας που µπορούν να αφορούν την κατάταξη ανά κατηγορία, την ποιότητα, το βάρος και τη σήµανση. Για τα άλλα προϊόντα, η υιοθέτηση των κανόνων είναι προαιρετική. - 27 -

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο Προβλήματα και Προοπτικές Ανάπτυξης της Πτηνοτροφίας 2.1 Προβλήµατα - προκλήσεις του τοµέα Ορισµένα από τα κρισιµότερα ζητήµατα για τον πτηνοτροφικό κλάδο αφορούν στα εξής: Υψηλό κόστος διακίνησης και αποθήκευσης (κόστος Logistics). Το νωπό κρέας πουλερικών παρουσιάζει σηµαντική ευπάθεια στις κανονικές συνθήκες του περιβάλλοντος, που συνεπάγεται ότι η µεταφορά και αποθήκευσή του απαιτεί ειδικούς χειρισµούς και αυξηµένο κόστος διανοµής και αποθήκευσης στην προσπάθεια επίτευξης και συντήρησης της λεγόµενης «ψυχρής αλυσίδας» κατά τη µεταφορά του. Το πρόβληµα οξύνει το ανεπαρκές οδικό δίκτυο της χώρας προκειµένου για επαγγελµατικές χρήσεις και η ανυπαρξία υποδοµών logistics, π.χ. συνδυασµένη µεταφορά από ένα µεταφορικό µέσο σε άλλο. Κατά συνέπεια ένα αποδοτικό «ψυχρό» δίκτυο διανοµής που θα καλύπτει όλη την ελληνική επικράτεια απαιτεί µια σοβαρή επένδυση κεφαλαίων που µόνο µεγάλες επιχειρήσεις είναι σε θέση να διαθέσουν, λειτουργώντας απαγορευτικά για την επέκταση των µικροµεσαίων επιχειρήσεων του κλάδου. Διάθεση αποβλήτων - Χωροθέτηση µονάδων. Σε περιοχές µε εντατική πτηνοτροφία δηµιουργούνται σοβαρά προβλήµατα ρύπανσης από νιτρικά άλατα λόγω πληµµελούς διάθεσης των αποβλήτων. Το πρόβληµα διάθεσης των αποβλήτων αποτελεί και ένα από τα κεντρικά προβλήµατα για την εξεύρεση σηµείων χωροθέτησης των πτηνοτροφικών µονάδων Yψηλό κόστος εγχώριων δηµητριακών. Μετά την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ, τα µέτρα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής επέδρασαν ευνοϊκά στην αναδιάρθρωση της πτηνοτροφίας. Αντίθετα, η αύξηση των τιµών των ζωοτροφών (καρποί δηµητριακών κτλ.) και της πλήρους - 28 -

εξίσωσής τους µε εκείνες της ΕΟΚ, µείωσε το περιθώριο κέρδους και γενικά το εισόδηµα του πτηνοτρόφου, λόγω αύξησης του κόστους διατροφής. Το αποτέλεσµα ήταν πολλές εκµεταλλεύσεις µικρού οικογενειακού τύπου να κλείσουν και άλλες, µεγαλύτερες, να γίνουν προβληµατικές. Μάλιστα, το κόστος των δηµητριακών, της πρώτης ύλης της διατροφής των πουλερικών, αυξάνει ακόµα περισσότερο όταν τα σιτηρέσια αποτελούνται µόνο από φυσικές τροφές µε βιταμίνες και ιχνοστοιχεία όπως απαιτεί η πιστοποίηση AGROCERΤ. Μικρός χρόνος διατήρησης του νωπού κοτόπουλου. Αποτελεί σηµαντικό πρόβληµα στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων αφού αφενός καθιστά σχεδόν απαγορευτική τη διάθεση του όχι µόνο σε αγορές του εξωτερικού αλλά και σε αποµακρυσµένες περιοχές της Ελλάδας (π.χ. Κρήτη). Μία τεχνολογική λύση αποτελεί η αερόψυξη η οποία αυξάνει το χρόνο διατήρησης του νωπού κοτόπουλου από τις 5 ηµέρες στις 12-15 ηµέρες, ενώ παράλληλα συντελεί στην διατήρηση της ποιότητάς του, αφού το ποσοστό υγρασίας (που αποτελεί εν δυνάµει εστία µικροβιακής επιβάρυνσης) µειώνεται στο ελάχιστο, σε αντίθεση µε τη διαδικασία της υγρής ψύξης. Τεχνολογική εξάρτηση. Αν και η ανάπτυξη και ο εκσυγχρονισµός της πτηνοτροφίας συνεχίζεται, φαίνεται ότι ο βαθµός εξάρτησής της από τις προηγµένες πτηνοτροφικά χώρες γίνεται µεγαλύτερος. Αυτό συµβαίνει γιατί τόσο η τεχνολογία, όσο και το γενετικό υλικό (γεννήτορες) και οι πρωτεϊνούχες ζωοτροφές, (σογιάλευρο, ιχθυάλευρο κτλ.) θα εισάγονται µε ρυθµό ανάλογο µε εκείνον της ανάπτυξης ή του εκσυγχρονισµού της. Ανάγκη επαγγελµατικής κατάρτισης. Στην πτηνοτροφία εφαρµόζονται σήµερα ζωοτεχνικές µέθοδοι παραγωγής πολύ υψηλού επιπέδου, που όµως και οι ίδιες εξελίσσονται γρήγορα, ώστε καινούργιες τεχνολογικές δυνατότητες να εµφανίζονται στον ορίζοντα. Αυτή η εξέλιξη απαιτεί από πλευράς του εκτροφέως, εκτός των άλλων, και υψηλή επαγγελµατική κατάρτιση για τη συνεχή µείωση του κόστους παραγωγής, µε στόχο την αύξηση της βιωσιµότητα της πτηνοτροφικής του εκµετάλλευσης, σε ένα καθεστώς σκληρού ανταγωνισµού. Διαρθρωτικά προβλήµατα. Στην κρεοπαραγωγό πτηνοτροφία, το µικρό µέγεθος των πτηνοτροφικών εκµεταλλεύσεων και ο µεγάλος αριθµός - 29 -

τους δηµιουργούν προβλήµατα κόστους παραγωγής αλλά και δυσκολίες στην συγκέντρωση της παραγωγής, τη σφαγή και την διάθεση του προϊόντος σε ικανοποιητικές ποσότητες στην αγορά χονδρικής πώλησης. Αντίστοιχα, στην αυγοπαραγωγό πτηνοτροφία, το µικρό µέγεθος των εκµεταλλεύσεων παραγωγής αυγών καθώς και ο µεγάλος τους αριθµός -ακόµη µεγαλύτερος από ότι στην περίπτωση των πουλερικών- δηµιουργούν προβλήµατα ως προς το κόστος παραγωγής που είναι αυξηµένο και ως προς τις δυσχέρειες συγκέντρωσης του προϊόντος. Ένα ειδικότερο διαρθρωτικό πρόβληµα όσον αφορά την αυγοπαραγωγό πτηνοτροφία σχετίζεται µε την τυποποίηση των αυγών. Σηµαντικό ποσοστό αυγών εξακολουθεί να συσκευάζεται σε πρόχειρους χώρους των υφισταµένων πτηνοτροφείων, οι οποίοι και αποτελούν το «παραδοσιακό συσκευαστήριο αυγών». Τα εγκεκριµένα συσκευαστήρια αυγών ανέρχονται σε 189 από τα οποία όµως λειτουργούν µόνο τα 135 συνολικής δυναµικότητας 97.000 τόνων µε πολύ µικρό βαθµό εκσυγχρονισµού. Εποµένως, διαπιστώνεται ανάγκη για υποδοµή σε κέντρα συσκευασίας, προκειµένου να βελτιωθεί η ποιότητα του προϊόντος και να µειωθεί το κόστος παραγωγής µε χώρους που θα επιτρέπουν την ορθολογικότερη εκµετάλλευση και θα συµµορφώνονται προς τους Κοινοτικούς κανονισµούς. Εντεινόµενο θεσµικό πλαίσιο. Το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τα της πτηνοτροφικής παραγωγής στην Ε.Ε τείνει συνεχώς να εξελίσσεται και να διευρύνεται ενσωµατώνοντας κανόνες που σχετίζονται κυρίως µε θέµατα υγιεινής και ποιότητας ως προς τα τελικά προϊόντα και ευζωίας και όρων παραγωγής ως προς τα εκτρεφόµενα ζώα. Η ανάγκη συµµόρφωσης µε τις νοµικές απαιτήσεις στους κανόνες υγιεινής, στην προστασία του περιβάλλοντος και στις συνθήκες διαβίωσης των πουλερικών δηµιουργούν υψηλότερο κόστος παραγωγής στην Ε.Ε σε σύγκριση µε τρίτες µεγάλες παραγωγούς χώρες κρέατος πουλερικών (η ΗΠΑ και η Βραζιλία). Απελευθέρωση των αγορών στο πλαίσιο του Παγκόσµιου Οργανισµού Εµπορίου. Η γεωργία µαζί µε τον τοµέα των υπηρεσιών,αποτελούν τους µόνους τοµείς όπου η περαιτέρω απελευθέρωση του εµπορίου είναι υποχρεωτική από τις ίδιες τις συµφωνίες του Παγκόσµιου Οργανισµού Εµπορίου (ΠΟΕ). - 30 -

Καταλυτική επίδραση απρόβλεπτων µεταβλητών στην αγορά. Ενδεικτικά αναφέρεται η ασθένεια της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας, καθώς και το πρόβληµα των διοξινών το οποίο έπληξε τα προϊόντα της ευρωπαϊκής αγοράς. Τέτοιου είδους απρόβλεπτα γεγονότα επηρεάζουν την αντίληψη των καταναλωτών µε αποτέλεσµα την µεταστροφή της ζήτησης από το ένα είδος κρέατος στο άλλο. Οι αλλαγές αυτές στις προτιµήσεις των καταναλωτών είναι συνήθως προσωρινές καθώς το µεγαλύτερο µέρος του χαµένου µεριδίου επανακτάται µετά από κάποιο χρονικό διάστηµα. Συνολικά όµως οι διατροφικές κρίσεις κλονίζουν την εµπιστοσύνη των καταναλωτών και δηµιουργούν µεγαλύτερη ευαισθητοποίηση τους σε θέµατα υγιεινής, φυσικής και ανώτερης ποιοτικά διατροφής στηριζόµενης παράλληλα σε µεθόδους παραγωγής φιλικές προς το περιβάλλον. Προβληµατισµός για τα µεταλλαγµένα προϊόντα. Πλέον η σόγια και το καλαµπόκι - που σε µεγάλο ποσοστό τους περιέχουν γενετικά τροποποιηµένους οργανισµούς (ΓΤΟ) - αποτελούν δύο από τις πιο σηµαντικές πρώτες ύλες στη βιοµηχανία τροφίµων και εκτενώς στην πτηνοτροφία. 2.2 Προοπτικές του τοµέα. 2.2.1. Προοπτικές για την αγορά των πουλερικών στην Ε.Ε. Η διεύρυνση καθώς και η επίδραση της ενιαίας αγοράς αναµένεται να ανακατευθύνουν το εµπόριο σύµφωνα µε τη σχετική ανταγωνιστικότητα κάθε κράτους-µέλους. Ένα από τα πρώτα τέτοια δείγµατα αναπροσαρµογής θα αφορά την αγορά πουλερικών. Ορισµένες χώρες της διεύρυνσης διαθέτουν αυξηµένη ανταγωνιστικότητα στα πουλερικά κυρίως λόγω των πραγµατοποιθεισών άµεσων ξένων επενδύσεων στο χώρο της παραγωγής και επεξεργασίας πουλερικών. Με την προσχώρηση των νέων αυτών χωρών, ένα αυξανόµενο τµήµα της παραγωγής πουλερικών (έως 800.000 τόνοι) προβλέπεται να κατευθυνθεί στα παλαιά κράτη µέλη. Με τη δυναµική της ενιαίας αγοράς η παραγωγή πουλερικών αναµένεται να αυξηθεί ελαφρά από 10,7 εκ. τόνους το 2004 σε 10,9 εκ. τόνους το 2010. Σε - 31 -