Χωρικές και δομικές επιπτώσεις των σεισμών στην πόλη. Η περίπτωση της Αθήνας. 1



Σχετικά έγγραφα
Αστική εξάπλωση, χωροκοινωνική διάρθρωση του αστικού χώρου

Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την εφαρμογή προγραμμάτων αστικής αναγέννησης. Προτάσεις για το μέλλον

ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΕΙΣΜΟ ΤΗΣ ΠΑΡΝΗΘΑΣ (ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1999 ) ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ

Η πόλη και οι λειτουργίες της.

ΕΦΚΑ. Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης. Οργανόγραμμα (Σχέδιο - Έκδοση ) 1. Διοίκηση, Κεντρική Υπηρεσία

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 6 η Διάλεξη Β. Διάγνωση της υπάρχουσας κατάστασης Οικιστική ανάπτυξη και Κατοικία Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου

Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την. Προτάσεις για το μέλλον

Τα GIS στην Πρόληψη και ιαχείριση των Φυσικών Καταστροφών

Πληθυσμιακές μεταβολές και πολεοδομικές ανακατατάξεις στην Μητροπολιτική Αθήνα στο διάστημα

Ταχυδρομικοί Κώδικες στους οποίους παρέχεται η Υπηρεσία «Διανομή Φαρμάκων κατ οίκον από τα Φαρμακεία ΕΟΠΥΥ» Αττική

Καθορισμός των Περιφερειών Σχολικών Συμβούλων Δημοτικής Εκπαίδευσης Αττικής

ΘΕΜΑ ΕΞΑΜΗΝΟΥ «Το φαινόμενο της αστικοποίησης στο Δήμο Ζωγράφου»

είκτης Κόστους Αποκατάστασης και Βαθµός Βλάβης σε Κτίρια Οπλισµένου Σκυροδέµατος

Μεταπτυχιακή Εργασία

ΘΕΜΑ: Οδηγίες τροποποίησης των Αποφάσεων Ένταξης των Πράξεων «ΚΕΝΤΡΑ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ»

Δημογραφία. Ενότητα 11.1: Παράδειγμα - Περιφερειακές διαφοροποιήσεις και ανισότητες του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση

Κώστας Γκόρτσος. Ειδικότητα Αρχιτέκτονας - Πολεοδόμος ΕΛΕ / Δ. Επικοινωνία Γραφείο 7.3, τηλ , kgortsos@ekke.gr,

Καθορισμός των Περιφερειών Σχολικών Συμβούλων Προσχολικής Εκπαίδευσης Αττικής

Εισήγηση Προέδρου του ΤΕΕ Δυτικής Ελλάδας στην. «Η Αντισεισμική Θωράκιση της Πόλης» Ένα στιγμιαίο φυσικό φαινόμενο αποτέλεσμα του οποίου,

Όψεις της σύγχρονης αστικοποίησης και διαδικασίες πρόσφατης αστικής αλλαγής

Συνεργασίες με τον Λευτέρη Παπαγιαννάκη. Ερευνητικά προγράμματα Ε.Μ.Π. για την. Ερευνητικό πρόγραμμα Ε.Μ.Π. για ένα. Αθήνας Αττικής (δεκαετία 2000)

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΠΟΜΕΝΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΕΝΤΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

ΚΕΝΤΡΑ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣ ΔΗΜΟΣ ΦΥΛΗΣ ΔΗΜΟΣ ΒΥΡΩΝΑ ΔΗΜΟΣ ΝΙΚΑΙΑΣ ΡΕΝΤΗ ΔΗΜΟΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΔΗΜΟΣ ΑΛΙΜΟΥ ΔΗΜΟΣ ΗΛΙΟΥΠΟΛΕΩΣ

Συµπεράσµατα για την σεισµική τρωτότητα των κτιρίων από τον σεισµό της Αθήνας της 7 ης Σεπτεµβρίου 1999.

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Γεωγραφικά Πληροφοριακά Συστήµατα (GIS) στη διαχείριση καταστροφών

Κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις της αστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα Διαχρονικές αναγνώσεις

Θεωρίες Πολεοδομικού Σχεδιασμού

Κώστας Γκόρτσος. Ειδικότητα Αρχιτέκτονας - Πολεοδόµος ΕΛΕ / Γ. Επικοινωνία Γραφείο 7.3, τηλ ,

ΘΕΜΑ: «Αναπλήρωση διδακτικών ωρών στα Γυμνάσια, Γενικά Λύκεια και ΕΠΑΛ» Ο Περιφερειακός Διευθυντής Α/θμιας και Β/θμιας Εκπαίδευσης Αττικής

Πολιτική Προστασία : μόνιμη προτεραιότητα σχεδιασμού, διαρκής ανάγκη επικαιροποίησης. ή διαφορετικά. ή σχέση τής Πολιτικής Προστασίας μέ τήν ανάπτυξη

ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΚΑΙ Η ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ

B Η ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ

Αποτίμηση της Σεισμικής Διακινδύνευσης και Κόστος Επεμβάσεων σε Αστικό Περιβάλλον

Οργανισμός Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας

ΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΙΑΡΘΡΩΣΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

ΠΕΝΤΑΕΤΕΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ

ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΤΙΜΕΣ ΖΩΝΗΣ

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Η εξέλιξη στις καμπύλες ενοικίου μετά την αναβάθμιση της κεντρικής υποβαθμισμένης περιοχής στην πόλη

Θανάσης Κ. Παππάς αρχιτέκτων Θεσσαλονίκη Νοέµβριος 1999

Παρουσίαση Αποτελεσμάτων Έρευνας Δείκτη Τιμών Καταναλωτή στην Ελλάδα την περίοδο

Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε. ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΥΔΡΕΥΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΗΣ Α.Ε.

Ο Σύλλογος και τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων

ΑΜΕΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΣΤΕΓΑΣΗ

Περιεχόμενα. 1: Ιστορική προσέγγιση της οικονομικής θεωρίας και της έννοιας της προσόδου. Το υπόβαθρο των εκτιμήσεων στο σκηνικό του χθες

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

1η Ελληνο - Γαλλική & Διεθνής Συνάντηση, SD-MED:

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ H ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ TOY ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ. Αναστασία Στρατηγέα. Υπεύθυνη Μαθήματος

Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε. ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΥΔΡΕΥΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΗΣ Α.Ε.

Τιμές Ζώνης IOS APPLICATION

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

H Μητροπολιτική Αθήνα αντιμετωπίζει ριζικές αλλαγές και σύνθετα πολεοδομικά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά προβλήματα

ΣΟΑΠ Δυτικής Αθήνας. Π.Ε. Δυτικός Τομέας

«γεωγραφικές δυναμικές και σύγχρονοι μετασχηματισμοί του ελληνικού χώρου» σ. αυγερινού- κολώνια, ε. κλαμπατσέα, ε.χανιώτου ακαδημαϊκό έτος

ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΣΕΙΣΜΟΠΛΗΚΤΩΝ (Υ.Α.Σ.)

είκτης κόστους αποκατάστασης και βαθµός βλάβης κτιρίων µετά από σεισµικές καταπονήσεις

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΔΗΜΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΤΤΙΚΗΣ

''Σεπτέμβριος 2015: οι ακραίες μέγιστες θερμοκρασίες στο 1ο δεκαήμερο και κλιματολογικά στοιχεία του μήνα''

Δυναμικές των Πόλεων και Σύγχρονες Πρακτικές του Σχεδιασμού. Ακαδ. Έτος Aθ. Α. 4η Διάλεξη

ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΕΚΤΑΚΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΣΕΙΣΜΟΥ

Στρατηγική αντιμετώπιση της Βιώσιμης Κινητικότητας στη Δυτική Αθήνα

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. «Η Επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα : Ενδείξεις ανάκαμψης της μικρής επιχειρηματικότητας;»

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΗ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

ΘΕΜΑ: Προϋποθέσεις και διαδικασία για την κρίση των ασύµφορων για επισκευή κτισµάτω επλήγησαν από το σεισµό της 7ης Σεπτεµβρίου 1999.

Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε. ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΥΔΡΕΥΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΗΣ Α.Ε.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ, ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε.

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Α τική δ τική ιάχυση ιάχ

Πολεοδομία σε περιβάλλον κρίσης. και με ποια εργαλεία; Σεμινάριο ΣΥΠΟΚ /ΕΤΕΚ. Παγκόσμια Ημέρα Πολεοδομίας

Συνάντηση Εργασίας «Πρόληψη και Ετοιμότητα για τη Διαχείριση Έκτακτης Ανάγκης σε Σεισμό» Προδιαγραφές και Προσδιορισμός χώρων καταφυγής

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΜΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΊΝΑΙ: ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΗ ΔΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΙ ΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΚΑΙ TA ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΥΓΕΙΑΣ ΠΟΥ ΣΥΝ ΕΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 o ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΔΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΨΑΘΟΠΥΡΓΟΥ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΡΙΟΥ ΣΕ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ

Η Επιχειρηµατικότητα στα πρόθυρα της κρίσης: η έρευνα GEM

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Ένα σύστημα διαχείρισης του δομικού πλούτου και της σεισμικής διακινδύνευσης κτιρίων

Σύστημα Υποστήριξης Διαχείρισης Κρίσεων Πρόληψη & Πρόβλεψη: Επιπτώσεις Σεισμών σε Αστικό Περιβάλλον

5 ο Πανελλήνιο Συνέδριο Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών

Περιφερειακή ανάπτυξη- Περιφερειακές ανισότητες. Εισαγωγικές έννοιες. Συσσώρευση Κεφαλαίου, Χωρικός Καταμερισμός Εργασίας

ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ Ιούνιος 2014

ΦΟΡΟΥΜ III: ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΧΗ (Οµάδα Εργασίας: Π. Ζέϊκου, Κ. Νάνου, Ν. Παπαµίχος, Χ. Χριστοδούλου)

Πρότυπος βιοκλιματικός σχεδιασμός στην Ελευσίνα

ΑΜΕΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΣΤΕΓΑΣΗ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΣΕΙΣΜΟ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΔΗΜΟΥ

4.2 Μελέτη Επίδρασης Επεξηγηματικών Μεταβλητών

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ Μέρος Α

Η αγορά κατοικιών και οικοπέδων στα Ανατολικά & Δυτικά. για το έτος Μάρτιος 14

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ & ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ & ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΥ ΜΟΝΑ Α ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Περιεχόμενα. Πρόλογος 14

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ. Τριμηνιαία Έρευνα. B Τρίμηνο 2010

Περιοχή Νομός ΤΚ ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

ΑΜΕΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΣΤΕΓΑΣΗ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET10: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ

ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΝΤΙΣΕΙΣΜΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ & ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ (Ο.Α.Σ.Π.)

Transcript:

Χωρικές και δομικές επιπτώσεις των σεισμών στην πόλη. Η περίπτωση της Αθήνας. 1 Εισήγηση στην Ημερίδα: Πρόληψη - Διαχείριση των Φυσικών Καταστροφών. Ο ρόλος του Αγρονόμου Τοπογράφου Μηχανικού. 11 Δεκεμβρίου 2007 Κωνσταντίνος Δημόπουλος, Υ.Δ., Τομέας Γεωγραφίας και Περιφερειακού Σχεδιασμού, Σχολή Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών, Ε.Μ.Π. Καλυψώ Τίγκα, Υ.Δ., Τομέας Γεωγραφίας και Περιφερειακού Σχεδιασμού, Σχολή Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών, Ε.Μ.Π. Ι. Π. Σαγιάς, Λέκτορας, Τομέας Γεωγραφίας και Περιφερειακού Σχεδιασμού, Σχολή Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών, Ε.Μ.Π. Εισαγωγή και Εννοιολογικές προσεγγίσεις Οι σεισμοί ως φυσικά φαινόμενα βίαια και σε σημαντικό βαθμό απρόβλεπτα, έχουν ιστορικά και διεθνώς την τάση να μονοπωλούν τουλάχιστον για σύντομες χρονικές περιόδους- το ενδιαφέρον, τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Προκαλούν άλλωστε εντυπωσιακές καταστροφές στο κτισμένο - και όχι μόνο - περιβάλλον ή ακόμα και θανάτους. Η άμεση δε επιρροή τους στα αστικά κέντρα αύξανε μαζί με τα πληθυσμιακά μεγέθη των τελευταίων και δεν περιορίστηκε μόνο σε ιστορικώς ασυνήθιστα, αλλά οπωσδήποτε εντυπωσιακά, ζητήματα όπως η αρχική επιλογή τόπου μόνιμης κατοίκησης ή η επιβίωση ενός οικισμού. H σύγχρονη άλλωστε, ταχύτητα της αστικοποίησης / αστικής ανάπτυξης δημιούργησε χάσμα μεταξύ του προβλέψιμου κινδύνου (της επικινδυνότητας) με βάση την οποία κάθε κοινωνικός σχηματισμός σχεδιάζει τις πόλεις του και της κοινωνικής τρωτότητας - των κοινωνικών ανισοτήτων που γεννώνται. Οι επιπτώσεις ενός σεισμού, ένα κατ ουσία κοινωνικό και πολιτικό φαινόμενο, και το συνδυασμένο αποτέλεσμα του φυσικού φαινομένου του σεισμού καθαυτού, του κοινωνικά κατασκευασμένου τόπου στον οποίο επιδρά και της αντιμετώπισής του, μπορούν να μελετηθούν από πολλαπλές σκοπιές, αν και συνηθέστερα περιορίζονται στην ανάδειξη κατάλληλων τρόπων αντιμετώπισης ή πρόληψης της κρίσης. Οι τρόποι αντιμετώπισης ή προετοιμασίας, έμμεσο τμήμα 1. Η εισήγηση αυτή έχει παρουσιαστεί στο Συνέδριο «ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΣΕΙΣΜΟΥΣ. 50 χρόνια από τους καταστρεπτικούς σεισμούς στη Θεσσαλία.», Βόλος, 12-14 Μαΐου 2006.

της επιρροής των σεισμών, μπορεί για παράδειγμα να είναι πολεοδομικοί (π.χ. μέσω όρων δόμησης, ή απαγόρευσης κατασκευών σε συγκεκριμένα μέρη), αρχιτεκτονικοί / στατικοί, ή ακόμα και θεσμικοί / νομικοί. Ιδιαίτερα στη σύγχρονη εποχή, οπότε τα μεγέθη των πόλεων γιγαντώνονται και ο σχεδιασμός αποκτά θεσμική υπόσταση, ο σεισμός επηρεάζει την πόλη κυρίως σε νομικό επίπεδο, χωρίς φυσικά να σταματάει να παίζει το ρόλο του σε ζητήματα επιλογής υλικών κατασκευής και αρχιτεκτονικών προτύπων ή να καθορίζει πολεοδομικές ζώνες επικινδυνότητας. Οι επιπτώσεις των σεισμών άρα μπορούν να εμφανιστούν και στην ίδια την πολιτική κοινωνία, ιδιαίτερα όταν η αντιμετώπισή τους εντάσσεται σε (συχνά αυταρχικών διαθέσεων) ολιστικές λογικές διαχείρισης κρίσεων ή πιο συγκεκριμένα αστικών κρίσεων. Ολιστικές αντιμετωπίσεις και στρατηγικές, οι οποίες αντιλαμβάνονται σεισμούς ( φυσικές καταστροφές ) και τρομοκρατία, αν όχι σαν ομοίως αντιμετωπίσιμα προβλήματα, ως συγγενείς περιπτώσεις αστικής κρίσης (για παράδειγμα βλ. Little, 2004). Αξίζει δε να αναφερθεί, όπως πολύ σωστά διαπιστώνει ο N. Smith (2005), ότι οι φυσικές καταστροφές είναι ανθρώπινες (κοινωνικές) καταστροφές, οι οποίες εκτίθενται μέσω φυσικών συμβάντων. Οι 23000 νεκροί και 1.500.000 άστεγοι του σεισμού της Γουατεμάλας το 1976, δεν προέκυψαν άμεσα με το σεισμό, αλλά τις επόμενες μέρες και εβδομάδες (Smith, 2005), ενώ η σεισμική γεωγραφία του Λος Άντζελες έχει προφανή ταξικά χαρακτηριστικά (Davis, 1999). Οι Lindel και Prater (2003) διαπιστώνουν, ότι χώρες χαμηλών εισοδημάτων έχουν περίπου 3000 νεκρούς ανά καταστροφή, ενώ υψηλών εισοδημάτων 500. Αντίστοιχα παραδείγματα μπορούν να θεωρηθούν οι συχνά καταστροφικές πλημμύρες στις φαβέλες του Ρίο ντε Τζανέιρο, όπως και οι πλημμύρες των δυτικών συνοικιών της Αθήνας. Ιδιαίτερη σημασία στο βαθμό επιρροής του σεισμού στην πόλη και την κοινωνία έχει προφανώς η συχνότητα εμφάνισης, αλλά και η έντασή του. Η συχνότητα σχετίζεται με το σχεδιασμό βάσει της λογικής της περιόδου επαναφοράς (κατ αναλογία με την περίοδο επαναφοράς, του όρου που χρησιμοποιείται για το σχεδιασμό μεγάλων τεχνικών έργων, όπου: Περίοδος επαναφοράς δοθέντος ετήσιου μεγέθους ενός φαινομένου είναι το μέσο χρονικό διάστημα (έτη) μέσα στο οποίο το θεωρούμενο φαινόμενο θα εμφανιστεί μια μόνο φορά με τιμή ίση ή μεγαλύτερη της δοθείσας (Τσακίρης,1995)) μια λογική που πηγάζει από τις αναλύσεις Κόστους Ωφέλειας. Μεγαλύτερη σημασία έχει η ένταση του σεισμού, καθώς αυτή είναι (συνήθως), η κύρια παράμετρος, η οποία δυνητικά μετατρέπει τον σεισμό από disaster σε catastrophe σύμφωνα με την Αγγλοσαξονική ορολογία. Ο διαχωρισμός Catastrophe και Disaster είναι ιδιαίτερα χρήσιμος στην παρούσα εργασία, ακριβώς διότι είναι ικανός να δείξει πρακτικά την άμεση καταστροφική επιρροή ενός σεισμού. Ισχυριζόμαστε μάλιστα ότι οι μη-catastrophic σεισμοί στις πόλεις δεν έχουν πρακτική επιρροή στην εξέλιξη, τη μορφή και την κοινωνική οργάνωσή τους. Στην κλίμακα Mercalli για

παράδειγμα, ένας σεισμός τάξης VIII θεωρείται destructive, τάξης ΙΧ ruinous και της ανώτατης τάξης ΧΙΙ catastrophic. Αποτελεί δηλαδή ένα ποσοτικό, αλλά κυρίως ποιοτικό διαχωρισμό των ειδών των καταστροφών, βάσει των μετρήσιμων επιπτώσεών τους στα κτήρια και στον άνθρωπο. Ίσως η ικανοποιητικότερη αντιστοιχία στα ελληνικά να είναι Disaster = καταστροφή και Catastrophe = όλεθρος ή για λόγους κυρίως αισθητικούς, αλλά και ακολουθώντας την ορολογία της ελληνικής μετάφρασης της κλίμακας Mercalli (σύμφωνα με τον ΟΑΣΠ) ολική καταστροφή. Οι διαφορές της ολικής καταστροφής (ολέθρου) από την καταστροφή, θα μπορούσαν κατ αρχάς να φανούν συγκριτικά. Η επιρροή του τυφώνα Κατρίνα στη Νέα Ορλεάνη, μπορεί να θεωρηθεί ολική καταστροφή, όπως άλλωστε και το πρόσφατο Τσουνάμι στην Νοτιοανατολική Ασία, ενώ η πτώση των Δίδυμων Πύργων στη Νέα Υόρκη ή ακόμα και ο πρόσφατος σεισμός στην Ιστανμπούλ καταστροφή. Ιστορικά, ως ολικές καταστροφές μπορούν να περιγραφούν συμβάντα, τα οποία οδήγησαν σε ουσιαστική επανοικοδόμηση και αναδιοργάνωση της πόλης, όπως η μεγάλη πυρκαγιά του Λονδίνου το 1189 (Mumford, 1989) ή και ο συνδυασμός σεισμούπυρκαγιάς των αρχών του αιώνα στο Σαν Φρανσίσκο, ο οποίος και άφησε άστεγους τρεις στους τέσσερις κατοίκους της πόλης και ισοπέδωσε το 80% του κτηριακού της πλούτου. Πιο συγκεκριμένα ο διαχωρισμός συνίσταται, σύμφωνα με την τρέχουσα βιβλιογραφία και όπως αυτή έχει κωδικοποιηθεί από τον Quantarelli (2005), στα εξής: Στο οργανωτικό επίπεδο μια περίπτωση ολικής καταστροφής (ολέθρου), απαιτεί (ή τουλάχιστον ακολουθείται από) συνεργασία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα σε ανώτερα πρότυπα, περιορισμούς αυτονομίας και περιθωρίων ελεύθερης δράσης και ταχεία προσαρμογή οργανισμών σε ευρείες και ασυνήθιστες συμμαχίες. Σε συνολικότερο επίπεδο, μια καταστροφή μπορεί να θεωρηθεί ως ολική, όταν το σύνολο ή το μεγαλύτερο τμήμα του κτισμένου περιβάλλοντος δεχτεί ισχυρά πλήγματα (π.χ. στη Νέα Ορλεάνη πλημμύρησε το 80% της πόλης), όταν οι τοπικές αρχές αδυνατούν να επιτελέσουν το έργο τους, οι πλησιέστερες κοινότητες αδυνατούν να βοηθήσουν, όταν διαταράσσονται οι καθημερινές κοινωνικές σχέσεις και λειτουργίες και όταν απαιτούνται κορυφαίου επιπέδου πολιτικές αποφάσεις. Σαφώς και η μετατροπή μιας καταστροφής σε γενική-ολική δεν είναι απλά κάποιο φυσικό ή τυχαίο φαινόμενο, αλλά προφανώς κοινωνικό. Οι καταστροφές, για παράδειγμα, στο Σαν Φρανσίσκο, προήλθαν σε σημαντικό βαθμό από εμπρησμούς, καθώς είχε διαδοθεί ή φήμη ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν αποζημίωναν για σεισμό, αλλά για πυρκαγιά. 2 Στο βαθμό λοιπόν που ένας σεισμός δεν είναι ολική καταστροφή (catastrophe), και ιδιαίτερα όταν συμβαίνει σε μητροπόλεις, ισχυριζόμαστε ότι οι επιπτώσεις του στο πεδίο της κοινωνικής οργάνωσης του χώρου, της μητροπολιτικής δομής, της οικονομίας, της παραγωγής και φυσικά της ταξικής διάρθρωσης της πόλης είναι μακροχρόνια ελάχιστες. Όπου μάλιστα υπάρχει ανεπτυγμένο σχετικό νομικό πλαίσιο, ασφαλιστικές πολιτικές και οργανωμένα προγράμματα δημόσιας 2 http://en.wikipedia.org/wiki/1906_san_francisco_earthquake

παρέμβασης αντιμετώπισης κρίσεων, ακόμα και οι βραχυπρόθεσμες ή και τοπικές συνέπειες μπορεί να ελαχιστοποιηθούν. Αξίζει να σημειωθεί ότι σειρά μελετών, οι οποίες αφορούσαν στις ΗΠΑ, έδειξαν ότι δεν μπορούν να διαπιστωθούν σημαντικές μακροπρόθεσμες κοινωνικές επιπτώσεις των καταστροφών, έστω και αν αυτές επουλώθηκαν από παρεμβάσεις οργανισμών όπως ο Ερυθρός Σταυρός (Lindel, Prater, 2003). Οι εκατοντάδες ανθρώπων που παραμένουν άστεγοι προφανώς δεν θεωρούνται κρίσιμοι στατιστικά. Της μη επιρροής, εξαιρούνται βέβαια σημαντικές καταστροφές υποδομών, κρίσιμων για την πόλη, όπως για παράδειγμα καταρρεύσεις φραγμάτων ή εκρήξεις σε πυρηνικά εργοστάσια ή ακόμα και καταστροφές εξαιρετικής σημασίας μνημείων, οι οποίες μετατρέπουν τελικά την καταστροφή σε ολική, αλλάζοντας (σε εξαιρετικά ακραίες περιπτώσεις) δυνητικά και τη μορφή-οργάνωση της πόλης. Άλλωστε, σύμφωνα με την Chang (2003), οι απώλειες σε υποδομές μπορούν να προκαλέσουν σημαντικές κοινωνικές μετατοπίσεις. Αντίστοιχα, πόλεις μικρότερου του μητροπολιτικού μεγέθους και με περιορισμένες (ή πολύ συγκεκριμένες) παραγωγικές δραστηριότητες, π.χ. τύπου Καστοριάς, θα μπορούσαν να εξαφανισθούν από ισχυρό σεισμό. Ενδιαφέρον, ειδικά στις μητροπόλεις, είναι το ότι δεν φαίνεται να διαρρηγνύεται το πολύπλοκο οικονομικό τους δίκτυο η οικονομική τους βάση- συνήθως ούτε τοπικά και σίγουρα όχι μακροπρόθεσμα, αν και ο σεισμός ίσως να μπορούσε να δράσει ως μια δύναμη ανανέωσης ή και επιμέρους αναβάθμισης του κτηριακού πλούτου. Δεν παραβλέπουμε βέβαια φαινόμενα κερδοσκοπίας, ευκαιρίες εξευγενισμού (gentrification) συγκεκριμένων περιοχών, αλλά και την ταξικότητα των πληγμάτων, αν και κεντρικότερο θεωρούμε το ζήτημα της τρωτότητας της μητρόπολης, όπου ως τρωτότητα θεωρούμε τον συνδυασμό έκθεσης στον κίνδυνο, αντίστασης στον κίνδυνο και ανθεκτικότητας-δυνατότητας ανανέωσης-επαναφοράς. Μελέτη περίπτωσης: Αθήνα. Η Ελλάδα, λόγω της θέσης της εμφανίζει διαχρονικά έντονη σεισμικότητα και οι περιπτώσεις σεισμών με αρκετά μεγάλες καταστροφές, είναι από τις συχνότερες στον κόσμο, σε σχέση βέβαια και με το μέγεθος της. Η έντονη αστικοποίηση τμημάτων της χώρας (ιδιαίτερα στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας) σε μικρό σχετικά χρονικό διάστημα, με συχνά άτυπες ή και παράνομες μεθόδους και κακή ποιότητα κατασκευής των κτηρίων, έχει αναμφίβολα εντείνει τον κίνδυνο εμφάνισης καταστροφικών επιπτώσεων από τους σεισμούς σε αστικές περιοχές. Στο πρόσφατο παρελθόν, έξι μεγάλες πόλεις της Ελλάδας έχουν χτυπηθεί από μεγάλης κλίμακας σεισμούς: η Θεσσαλονίκη το 1978, η Κόρινθος και το Λουτράκι το 1981, η Καλαμάτα το 1986, το Αίγιο το 1995 και τέλος, τα βορειοδυτικά προάστια της Αθήνας το 1999 (Pomonis, 2001). Ιδιαίτερα ενδιαφέρον και σίγουρα όχι τυχαίο είναι το γεγονός, πως παρά τη σεισμικότητα, το πρόσφατο και οριακά ανεφάρμοστο της αντι-σεισμικής νομοθεσίας, σε συγγράμματα

πολεοδομικής ιστορίας της Αθήνας, όπως για παράδειγμα στο Αθήνα 1830-2000 του Γ. Σαρηγιάννη (2000), δεν γίνεται αναφορά σε σεισμούς ή στην επιρροή τους, γεγονός που αποτελεί μια πρώτη ένδειξη (τουλάχιστον ως προς τη μελέτη περίπτωσης), ότι οι μη ολικά καταστροφικοί σεισμοί σε μεγάλες πόλεις αδυνατούν να τις επηρεάσουν ουσιαστικά και σε βάθος χρόνου.

Ο σεισμός στις Αλκυονίδες (1981) Ο σεισμός της 24 ης Φεβρουαρίου 1981, με επίκεντρο τις Αλκυονίδες νήσους στον Κορινθιακό κόλπο, 77 χιλιόμετρα από την Αθήνα, είχε ισχύ 6,6 Ρίχτερ 3 και επηρέασε κυρίως της περιοχές Περαχώρα, Βραχάτι, Κιάτο, Λουτράκι, Κόρινθο, Κινέττα, Μέγαρα και λιγότερο το Πολεοδομικό Συγκρότημα της Πρωτεύουσας- τον κυρίως δηλαδή αστικό χώρο. Στην Αθήνα, «το διήμερο μεταξύ 24 και 26 Φεβρουαρίου, οι πυροσβεστικές δυνάμεις, απεγκλωβίζουν 218 άτομα από ανελκυστήρες, βοηθούν στην απομάκρυνση ασθενών και ηλικιωμένων από τα σπίτια τους, κατεβάζουν οικοσκευές από ετοιμόρροπες πολυκατοικίες, απομακρύνουν ετοιμόρροπα αντικείμενα, ενώ επεμβαίνουν για την κατάσβεση δεκάδων πυρκαγιών» 4. Παρά την γλαφυρότητα των περιγραφών περί την κατάσταση που επικράτησε, αλλά και τις πιέσεις για αναθεώρηση του ΓΟΚ, καμία ουσιαστική επιρροή του σεισμού αυτού στην Αθήνα δεν διαπιστώνεται στη βιβλιογραφία. Ενδεικτικά αναφέρουμε, ότι ο σεισμός δεν ανέτρεψε τάσεις εξέλιξης, δεν άλλαξε τα πρότυπα των χωροθετήσεων κοινωνικού εξοπλισμού (Οικονόμου, 1992), τη χωρική έκφραση του κοινωνικού διαχωρισμού (Μαλούτας, 1992) ή τις πρακτικές στέγασης (Μαλούτας, 1990). Ο σεισμός του 1999 Ο τελευταίος αυτός σεισμός, που είναι και το κυρίως αντικείμενό αυτής της ανακοίνωσης, έπληξε πολύ κοντινές στο κέντρο της πόλης περιοχές, απόστασης μόλις 18 χιλιομέτρων βορειοδυτικά από αυτό. Προκάλεσε την κατάρρευση περισσοτέρων των 50 κτηρίων, σε 28 εκ των οποίων υπήρξαν πολυάριθμες περιπτώσεις εγκλωβισμένων ανθρώπων. Το ίδιο το επίκεντρο του σεισμού αποτέλεσε έκπληξη, δεδομένου ότι η περιοχή της Αττικής, θεωρούταν περιοχή χαμηλής σεισμικής δραστηριότητας. Η εκτίμηση για το μέγεθος του σεισμού, είναι ότι ήταν μεγέθους Mw=5,9, ενώ η χωρική κατανομή των μετασεισμών προσδιορίζει μια ζώνη με διεύθυνση ΔΒΑ ΑΝΑ. Η διεύθυνση αυτή ταυτίζεται με την διεύθυνση του επιπέδου του ρήγματος, όπως αυτή υπολογίστηκε από τον μηχανισμό γένεσης του κύριου σεισμού. Ο μεγαλύτερος μετασεισμός ήταν μεγέθους Ms=4.9 και η πλειονότητα των μετασεισμών ήταν μεταξύ 2.5 3.0 με μέγιστο στο 2.6. Οι μέγιστες εντάσεις που παρατηρήθηκαν στους Δήμους Ζεφύρι, Καματερό, Ίλιον, Αγ. Ανάργυροι, Πετρούπολη, Περιστέρι, Αιγάλεω, Αγ. Βαρβάρα, Χαϊδάρι, ήταν VII VIII+ βαθμοί της τροποποιημένης κλίμακας Mercalli (ΟΑΣΠ, 2003). 3 http://www.astro.gr/general/earth/historical.htm 4 http://eaps.gr/modules.php?name=content&pa=showpage&pid=137

Εικόνα 1. Μοντέλο αναγλύφου και ρήγματα (Ganas et al. 2005). Με κόκκινες γραμμές φαίνονται τα ρήγματα, με μπλε τα ποτάμια. APFS=Ρήγμα Αγίων Αποστόλων, OFS=Ρήγμα του Ωρωπού, PEFS=Ρήγμα Πεντέλης, AFFS=Ρήγμα Αφιδνών, AVFS=Ρήγμα Αυλώνος. 5 5 Η εικόνα και ο χάρτης προέρχονται από την τελική έκθεση του Ερευνητικού Προγράμματος «Ανάπτυξη Συστήματος Υποστήριξης Αποφάσεων για τη Διαχείριση Φυσικών και Ανθρωπογενών Κινδύνων στην Ανατολική Αττική», Απρίλιος 2006, που εκπονήθηκε από το Κέντρο Εκτίμησης Φυσικών Κινδύνων και Προληπτικού Σχεδιασμού, Σ. Α. Τ. Μ., Ε. Μ. Π.

Οι θάνατοι από το σεισμό έφτασαν τους 143 ενώ οι τραυματισμοί τους 7000, 500 από τους οποίους ήταν σοβαροί. Ο αριθμός των κτηρίων που επλήγησαν από το σεισμό ξεπέρασε τα 42000, πάνω από 4000 εκ των οποίων κατέρρευσαν η υπέστησαν ανεπανόρθωτες ζημιές. Με άλλα λόγια, στο σεισμό της Αθήνας του 1999, επλήγησαν τέσσερις φορές περισσότερα κτήρια από εκείνα του σεισμού της Αθήνας του 1981 (Pomonis, 2001). Η περιοχή που επηρεάστηκε περισσότερο από το σεισμό του 99 και υπέστη τις μεγαλύτερες ζημιές ήταν, όπως φάνηκε και παραπάνω η Δυτική Αττική, και πιο συγκεκριμένα οι περιοχές Ζεφύρι, Καματερό, Ίλιον, Αγ. Ανάργυροι, Πετρούπολη, Περιστέρι, Αιγάλεω, Αγ. Βαρβάρα, Χαϊδάρι, Μεταμόρφωση, Νέα Φιλαδέλφεια, Αχαρναί, Θρακομακεδόνες, Άνω Λιόσια, Ασπρόπυργος και Φυλή, οι οποίες και αποτέλεσαν το κυρίως αντικείμενο της στατιστικής μας προσέγγισης. Μετά τον σεισμό ξεκίνησαν άμεσα, υπό την καθοδήγηση ειδικής επιτροπής, οι χαρακτηρισμοί των κτηρίων που υπέστησαν ζημιές, ως πράσινων (χωρίς ζημιές στο φέροντα οργανισμό), κίτρινων (ζημιές στο φέροντα οργανισμό που ήταν ασήμαντες ή που μπορούσαν να διορθωθούν) και κόκκινων (ζημίες πέραν διορθώσεως, που πιθανότατα θα κατεδαφιζόταν). Στις περισσότερες από τις σοβαρότερα πληγείσες περιοχές, το ποσοστό των κτηρίων που υπέστησαν ζημιές ξεπερνούσε το 25-30% (σύμφωνα με στοιχεία της ΕΣΥΕ για το 2000). Ωστόσο, στην πορεία, αρκετά από τα κτήρια άλλαξαν χαρακτηρισμό και συγκεκριμένα προς τα κάτω. Ερευνητικό πρόγραμμα του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, αναζήτησε τις κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις στις κατοικίες και τα νοικοκυριά αλλά και τις οικονομικές επιπτώσεις τόσο από την άποψη της επιχειρηματικής ζωής όσο και από την άποψη της επίδρασης των σεισμών στην τοπική απασχόληση. Από τα στοιχεία που προκύπτουν από την έρευνα αυτή, φαίνεται ότι ο φόβος για ένα νέο σεισμό, η γνώση της υψηλής σεισμικότητας της περιοχής με το πλέον δραματικό τρόπο, η καταστροφή πολλών περιουσιών, δεν στάθηκαν αρκετά ώστε να απομακρύνουν τους κατοίκους από τις περιοχές που επλήγησαν από το σεισμό. Συγκεκριμένα, το 90% των πληγέντων νοικοκυριών, ένα μήνα μόλις μετά το σεισμό, δήλωσε ότι επιθυμεί να παραμείνει στον ίδιο δήμο που κατοικούσε πριν το σεισμό. Το μεγαλύτερο μάλιστα ποσοστό (34% των νοικοκυριών και 32% των μελών) είχε παραμείνει στην πληγείσα κατοικία. Το γεγονός αυτό αποτελεί απόδειξη ότι ο τόπος εγκατάστασης των νοικοκυριών επηρεάζεται εξαιρετικά δύσκολα, αλλά και η από τον σεισμό προερχόμενη τάση μετεγκατάστασης είναι ουσιαστικά ασήμαντη (ΟΑΣΠ, 2003). Δύο χρόνια μετά το σεισμό, το ΥΠΕΧΩΔΕ, δημοσίευσε σειρά στοιχείων σχετικά με την πορεία των έργων και την αποκατάσταση των πληγέντων κτηρίων. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά λοιπόν, στο 84% περίπου των χαρακτηρισμένων ως κόκκινων κτηρίων είχαν εγκριθεί οι αιτήσεις για

χρηματοδότηση της ανακατασκευής από το κεντρικό κράτος, 9% αποτελούν μέρος κρατικών προγραμμάτων αναζωογόνησης των πιο προβληματικών περιοχών, των Άνω Λιοσίων και της Νέας Φιλαδέλφειας, που αναμενόταν να έχει ολοκληρωθεί ως το 2003, από τον ΟΕΚ και τους ΟΤΑ,ενώ το μόνο το 4%, 200 περίπου κτήρια δηλαδή, είχαν ιδιωτική ασφάλιση. Για τα χαρακτηρισμένα ως κίτρινα κτήρια, επίσης το μεγαλύτερο ποσοστό, με διάφορους τρόπους, έχουν ήδη ανακατασκευαστεί κι επιδιορθωθεί, ή είναι στην διαδικασία της ολοκλήρωσης των έργων.

Από το ΥΠΕΧΩΔΕ, 2001 Ο κύριος λοιπόν φορέας απορρόφησης των επιπτώσεων ήταν οι κρατικοί μηχανισμοί. Βέβαια, ακόμα και τότε, 2 χρόνια μετά τον σεισμό, πάνω από 10000 άνθρωποι έμεναν ακόμα στις προσωρινές τους κατοικίες (container), από τους οποίους οι περισσότεροι δεν ήταν ιδιοκτήτες, και λόγω των μεγάλων αυξήσεων των αξιών και των ενοικίων που ακολούθησαν το σεισμό, δυσκολεύονται να βρουν νέα κατοικία. (Α. Pomonis, 2001). Διερεύνηση της εξέλιξης όψεων του αστικού χώρου. Η εκτατική προσέγγιση δεδομένων για την ανίχνευση των επιπτώσεων του σεισμού επικεντρώθηκε στους πληγέντες Δήμους, σε σύγκριση με τις 4 Νομαρχίες της Αττικής, αλλά και με την Δυτική Αθήνα, μια στατιστική ενότητα προσδιορισμένη από εμάς που αποτελείται από Δήμους με κοινά- όμοια γεωγραφικά-κοινωνικά χαρακτηριστικά. Συγκεκριμένα, οι Δήμοι της Δυτικής Αθήνας είναι: Μοσχάτο, Ρέντης, Ταύρος, Πειραιάς, Δραπετσώνα, Πέραμα, Κερατσίνι, Νίκαια, Κορυδαλλός, Αγία Βαρβάρα, Αιγάλεω, Περιστέρι, Χαϊδάρι, Νέα Λιόσια, Νέα Χαλκηδόνα, Άγιοι Ανάργυροι, Νέα Ιωνία, Πετρούπολη, Νέα Φιλαδέλφεια, Καματερό, Ζεφύρι, Άνω Λιόσια, Νέο Ηράκλειο, Μεταμόρφωση, Αχαρναί, Θρακομακεδόνες, Ασπρόπυργος, Φυλή, Λυκόβρυση. Ας σημειωθεί ότι η μελέτη μας δεν είχε σκοπό μόνο την ανίχνευση δομικών κοινωνικών και πολεοδομικών αλλαγών, αλλά και την πιθανή κατά τόπους βελτίωση / ανανέωση του κτισμένου περιβάλλοντος επ αφορμή του σεισμού.

Αρχικά εξετάσαμε τα νοικοκυριά κατά μέλη και μέγεθος ανάλογα με τον αριθμό δωματίων για τα έτη 1991 και 2001 (Απογραφές ΕΣΥΕ). Όσον αφορά τον αριθμό των νοικοκυριών, αλλά και αυτόν των μελών τους, παρατηρήσαμε ότι το επί τοις εκατό ποσοστό μεταβολής του για τη Δυτική Αθήνα στο σύνολό της, και για τις πληγείσες περιοχές ειδικά, είναι θετικό, πράγμα που σημαίνει ότι διατήρησαν τον πληθυσμό τους μετά το σεισμό. Κατά ένα σημαντικό ποσοστό δε, της τάξης του 8% για τα μέλη και του 15% για τα νοικοκυριά, παρατηρήθηκαν και αυξητικές τάσεις. Ακόμα και αν εξεταστούν μόνο οι έντονα πληγείσες από το σεισμό περιοχές, όπως είναι τα Άνω Λιόσια (αύξηση 16,78% του αριθμού των μελών των νοικοκυριών) ή το Καματερό (αύξηση 25,17%), ή ο Ασπρόπυργος (αύξηση 64,86%) ή το Ζεφύρι (αύξηση 20,48%), ο μέσος όρος αύξησης της Δυτικής Αθήνας (7,69%) ξεπερνάται κατά πολύ, έστω και αν υπολείπεται εντυπωσιακά του μέσου ποσοστού αύξησης στην Νομαρχία Ανατολικής Αττικής (37,39%). Μόνο στην περιοχή της Ν. Φιλαδέλφειας που χτυπήθηκε εντονότατα από το σεισμό, παρατηρούμε μια μικρή μείωση του αριθμού των μελών (2,85%), αν και η μεταβολή του αριθμού των νοικοκυριών είναι θετική. Παρατηρώντας δε τα αντίστοιχα στοιχεία σε επίπεδο της ευρύτερης περιοχής της Αθήνας, βλέπουμε ότι οι υπό μελέτη περιοχές ακολουθούν σε μεγάλο ποσοστό τις κυρίαρχες τάσεις μεταβολής, χωρίς να έχουν εμφανώς επηρεαστεί από το σεισμό. Σχήμα 1: Χάρτες Τοπικής χωρικής αυτοσυσχέτισης (LISA), θερμά σημεία και αποκομμένες περιοχές, Μεταβολή πραγματικού πληθυσμού 1981-1991 και 1991-2001

Σχήμα 2: Χάρτες Τοπικής χωρικής αυτοσυσχέτισης (LISA), θερμά σημεία και αποκομμένες περιοχές, Πραγματικός πληθυσμός με Εμπειρική Bayes τυποποίηση με μεταβλητή βάσης την έκταση (σε εκτάρια) 1981, 1991, 2001 Σχήμα 3: Χάρτες Τοπικής χωρικής αυτοσυσχέτισης (LISA), θερμά σημεία και αποκομμένες περιοχές, Πραγματικός πληθυσμού που κατοικούσε σε άλλο Δήμο της Ελλάδας το 1985 και το 1995 με Εμπειρική Bayes τυποποίηση με μεταβλητή βάσης το συνολικό πραγματικό πληθυσμό,1991, 2001,

Σχήμα 4: Χάρτες Τοπικής χωρικής αυτοσυσχέτισης (LISA), θερμά σημεία και αποκομμένες περιοχές, Πραγματικός πληθυσμού που κατοικούσε στον ίδιο Δήμο το 1985 και το 1995 με Εμπειρική Bayes τυποποίηση με μεταβλητή βάσης το συνολικό πραγματικό πληθυσμό,1991, 2001, Από τους παραπάνω χάρτες βλέπουμε ότι οι περιοχές που επλήγησαν φαίνεται να διατηρούν τον πληθυσμό τους, δεν είναι, ως επί το πλείστον, περιοχές υποδοχής εσωτερικής μετανάστευσης, οι δε κάτοικοί τους δεν μεταβάλλουν τόπο κατοικίας κατά τις πενταετίες πριν από τις απογραφές (Σαγιάς, 2005, Sayas, 2006). Πρόκειται δηλαδή στις οποίες δεν παρατηρούνται έντονες τάσεις γεωγραφικής κινητικότητας, σε σύγκριση με την ευρύτερη περιοχή της Αθήνας. Όσον αφορά στις συνθήκες στέγασης, για τα νοικοκυριά που έχουν ένα μόνο δωμάτιο στη Δυτική Αθήνα ο μέσος όρος μεταβολής είναι με αρνητικό πρόσημο (-28%), με μεγάλη, αρνητική απόκλιση (45-70%) στους Δήμους του Πειραιά. Οι πιο πολλοί από τους άμεσα επηρεαζόμενους από το σεισμό Δήμους ακολουθούν το μέσο όρο, υπάρχουν όμως κι εξαιρέσεις όπως αυτή του Δήμου Φυλής που εμφανίζει αύξηση 100% στη συγκεκριμένη κατηγορία. Στις κατηγορίες για νοικοκυριά με 1 δωμάτιο και μικρό αριθμό μελών (1-3) οι τάσεις είναι πτωτικές τόσο στη Δυτική όσο και στην υπόλοιπη Αθήνα. Στην κατηγορία όμως των νοικοκυριών με 1 δωμάτιο και 4 μέλη, παρατηρούμε ότι, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις των άλλων Δήμων

της Αθήνας υπάρχει αρνητικό πρόσημο στη μεταβολή, στη Δυτική Αθήνα παρουσιάστηκε αύξηση, τάση που ακολουθούν οι περισσότεροι Δήμοι της. Στις υπόλοιπες κατηγορίες, των νοικοκυριών δηλαδή με δύο δωματίων και άνω που αποτελούνται από λίγα σχετικά μέλη, παρατηρείται και στη Δυτική Αθήνα η αντίστοιχη περίπου αύξηση που παρατηρείται και στους υπόλοιπους Δήμους. Παρατηρείται δε ως κανόνας ότι οι πληγέντες δήμοι δεν διαφοροποιούνται από τις κυρίαρχες τάσεις στη Δυτική Αθήνα ή και το σύνολο της πρωτεύουσας. Μελετώντας τα κτήρια κατά χρονική περίοδο κατασκευής, και τη νόμιμη οικοδομική δραστηριότητα 2001-2004, παρατηρούμε ότι οι πληγέντες Δήμοι, ακολουθούν ως προς την οικοδόμηση και ανοικοδόμηση τις ίδιες περίπου τάσεις με τις υπόλοιπες περιοχές της Δυτικής Αθήνας, σε αντιδιαστολή με την Ανατολική και Βορειοανατολική Αττική όπου λόγω του Αεροδρομίου και των εν γένει προς την κατεύθυνση αυτή αναπτυξιακών τάσεων, υπάρχει πολύ εντονότερη ανοικοδόμηση. Παρατηρείται μάλιστα ότι πριν το 1995 και αμέσως μετά από αυτό, έχουμε τα ίδια περίπου ποσοστά ανέγερσης οικοδομών. Ταυτόχρονα, και το ποσοστό των υπό κατασκευή κτηρίων (το 2001) είναι περίπου τα ίδια για το σύνολο της Αττικής, πράγμα που σημαίνει ότι δεν υπήρχε ιδιαίτερη ένταση της οικοδομικής δραστηριότητας πριν το χτύπημα του σεισμού στις πληγείσες περιοχές. Εξαιρέσεις σε αυτή την τάση, με μεγάλη απόκλιση από τον μέσο όρο (που είναι 6,18%) στα μετά το 1996 κτήρια είναι οι περιοχές των Αχαρνών (11,22%), των Θρακομακεδόνων (14,27%), του Ασπρόπυργου (32,75%), των Άνω Λιοσίων (12,80%) και της Φυλής (25,21%). Στα υπό ανέγερση, μεγάλη απόκλιση από τον μέσο όρο (1,86%) της Δυτικής Αθήνας εμφανίζει το Καματερό (5,02%) και τα Άνω Λιόσια (3,58%). Τα δεδομένα αυτά παρουσιάζονται στη συνέχεια και χαρτογραφικά. Η εξέλιξη της νόμιμης οικοδομικής δραστηριότητας, δείχνει μετά το 2003 μια ενίσχυση της κατασκευής νέων κατοικιών σε τμήμα των πληγέντων περιοχών, που υποδηλώνει τις τάσεις πύκνωσης και αύξησης του πληθυσμού στις εν λόγω περιοχές (Σαγιάς, 2005, Sayas, 2006).

Σχήμα 5: Χάρτες Τοπικής χωρικής αυτοσυσχέτισης (LISA), θερμά σημεία και αποκομμένες περιοχές,, Ηλικίες κτηρίων Εμπειρική Bayes τυποποίηση με μεταβλητή βάσης το σύνολο κτηρίων το 200,, ΕΣΥΕ. Απογραφή Κτηρίων 2000

Από το ΤΕΕ, 2005 Σχήμα 11: Χάρτες Τοπικής χωρικής αυτοσυσχέτισης (LISA), θερμά σημεία και αποκομμένες περιοχές, Νέες κατοικίες, Νομός Αττικής,2001,2002, 2003, 2004, με Εμπειρική Bayes τυποποίηση με μεταβλητή βάσης το πλήθος των κανονικών κατοικιών το 2001 2004 2003 2002 2001

Για να εξετάσουμε τη μεταβολή στην ποιότητα κατοικίας και συνεπώς και ζωής στις πληγείσες περιοχές την προσεγγίσαμε μέσω των στοιχείων των Απογραφών της ΕΣΥΕ του 1991 και του 2001, μελετώντας τις κανονικές κατοικίες ανάλογα με τις ανέσεις που διαθέτουν. Τα στοιχεία αυτά, σε μορφή πίνακα, εμφανίζονται παρακάτω. Με ανοιχτό κίτρινο έχει σημειωθεί κάθε αύξηση, η οποία ξεπερνάει το μέσο όρο της «Δυτικής Αθήνας», ενώ με πορτοκαλί έχει σημειωθεί ποιες από αυτές τις αυξήσεις συνέβησαν χωρίς να συσχετίζονται με υπερβολική αύξηση του συνόλου των κανονικών κατοικιών. Στο σύνολό τους σχεδόν οι περιοχές της Δυτικής Αθήνας βελτιώνουν την ποιότητα των κατοικιών που ανεγείρονται, με μεγάλα ποσοστά αυξήσεων μεταξύ 1991 και 2001 στις ανέσεις, ακολουθώντας κι εδώ τις τάσεις της υπόλοιπης Αθήνας με εξαίρεση την Ανατολική Αττική, όπου τα ποσοστά είναι σαφώς υψηλότερα. Συμπερασματικά, φαίνεται ότι η «Δυτική Αθήνα» διατηρεί ένα υψηλό ποσοστό συγκέντρωσης πληθυσμού, συνεχίζει να κτίζεται και με κάπως ποιοτικότερες (με περισσότερες στοιχειώδεις ανέσεις) κατοικίες. Τα οριακά υψηλά ποσοστά των χτυπημένων από το σεισμό Δήμων, σχετίζονται περισσότερο με την, εν γένει έντονη, εκεί οικοδομική δραστηριότητα. Πάντως σε άλλα μέρη της ευρύτερης περιοχής της Αθήνας, τα σχετικά ποσοστά είναι ούτως ή άλλως πολύ μεγαλύτερα, οπότε η επίδραση του σεισμού δεν είναι ανιχνεύσιμη, σε αυτό το επίπεδο χωρικής ανάλυσης και σε ότι αφορά τη πληθυσμιακή εξέλιξη, τη γεωγραφική κινητικότητα και το απόθεμα κατοικιών.

Πορίσματα-Διαπιστώσεις Τα πορίσματα της μικρής έρευνας που έγινε στο πλαίσιο προετοιμασίας της παρούσας εισήγησης που συνοπτικά εκτίθενται παραπάνω προσφέρονται νομίζουμε για την προβολή υποθέσεων τόσο σε ό,τι αφορά την θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση της χωρικής ανάπτυξης και των επιπτώσεων των φυσικών καταστροφών στον αστικό χώρο, όσο και για παρατηρήσεις σχετικά με τον τρόπο διάρθρωσης ρυθμιστικών πολιτικών αντιμετώπισής τους. Υποστηρίζουμε ότι όσο οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις κατανοούν το χώρο ως «αφηρημένο χώρο» εξετάζοντας δηλαδή μόνο τα γεωμετρικά, τοπογραφικά, κατασκευαστικά, γεωφυσικά και χρηματοοικονομικά (αγοραία αξία) χαρακτηριστικά του, αγνοώντας τόσο την χωρική υπόσταση της κοινωνίας όσο και την κοινωνική υπόσταση του χώρου δεν θα είναι ούτε αποτελεσματικές, ούτε κοινωνικά δίκαιες. Τα μέτρα πολιτικής που προκύπτουν από μια τέτοια προσέγγιση του «αφηρημένου» χώρου, μέτρα δηλαδή τα οποία μόνο συμπληρωματικά περιλαμβάνουν τις χωρικές και οργανωτικές διαστάσεις του κοινωνικού μετασχηματισμού ως υποκείμενα ρύθμισης, περιορίζονται σε ορισμένα ιδιότυπα χαρακτηριστικά των διαστάσεων αυτών (π.χ.. επιλογή υλικών κατασκευής και

αρχιτεκτονικά-τεχνικά πρότυπα των κτηρίων, περιβαλλοντικές διαστάσεις ). Δεν λαμβάνουν δηλαδή υπόψη την εξελικτική πορεία των κοινωνικών σχηματισμών, όσο και τους τρόπους που συναρθρώνονται οι διάφορες διαστάσεις στις επιμέρους χωρικές κλίμακες. Ο σχεδιασμός της χωρικής και κοινωνικής ανάπτυξης των πόλεων, θα πρέπει να ενσωματώνει, στη διαδικασία διαμόρφωσης πολιτικής, την πολυπλοκότητα και τη διαφορετικότητα του χώρου. Ειδικότερα, είναι αναγκαία η διάρθρωση στρατηγικών πλαισίων ρύθμισης της ανάπτυξης και της οργάνωσης του αστικού χώρου. Αιχμή των εν λόγω πλαισίων θα πρέπει να αποτελούν η ανάλυση και αναγνώριση των τάσεων σε τομείς καίριους για την διαμόρφωση της χωρικής φυσιογνωμίας των υπό εξέταση περιοχών. Καταρχάς, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι κρατικές πολιτικές ρύθμισης νοούνται ως ένα από τα συστατικά αυτού που ονομάζεται ιεραρχικά δομημένη ολότητα. Θεωρούμε ότι στο πλαίσιο συγκεκριμένων χωροχρονικών ορίων οι κρατικές πολιτικές αποτελούν τμήμα αυτού που η σχολή της Ρύθμισης ονομάζει τρόπο ρύθμισης. Ο τρόπος ρύθμισης αποτελεί μια ενδιάμεση έννοια ιδιαίτερα χρήσιμη για την εξέταση της εξελικτικής πορείας των κοινωνικών σχηματισμών και έχει κατά καιρούς ορισθεί με διάφορους τρόπους. Εδώ υιοθετούμε την έννοια της ρύθμισης ως «συνδυασμό μηχανισμών που συμβάλλουν στη συνολική αναπαραγωγή, λαμβάνοντας υπόψη τις επικρατούσες οικονομικές και κοινωνικές μορφές». 6 Από τον ορισμό αυτό προκύπτει ότι οι κρατικοί μηχανισμοί ρύθμισης (Κεντρική-Περιφερειακή διοίκηση, ΟΤΑ κλπ.) αποτελούν ένα μόνο τμήμα του «τρόπου ρύθμισης». Θεωρούμε ότι στη διαμόρφωση του τρόπου συνάρθρωσης των αυτόνομων και αυθόρμητων κοινωνικών πρακτικών με την ιστορικά διαμορφωμένη ιεραρχικά δομημένη ολότητα οι κρατικές πολιτικές ρύθμισης διαδραματίζουν αποφασιστικό ρόλο. Ο συνδυασμός της υιοθέτησης μιας αφηρημένης έννοιας του χώρου με την ιστορική διαδρομή των κρατικών μηχανισμών στη χώρα μας 7 είχε ως αποτέλεσμα την άρθρωση αυταρχικών και εκ των άνω λύσεων των κοινωνικών διαφορών στο πεδίο της ρύθμισης του χώρου (Πολεοδομικός-Χωροταξικός σχεδιασμός) 8. 6. Boyer, R., 1988, σ. 49. 7. Tσουκαλάς, K. 1980 και 1986, Mηλιός, Γ., 1988, Kαραμπελιάς, Γ., 1989, Μαλούτας, Θ. & Οικονόμου, Δ., 1988. 8. Βλέπε και Χατζημιχάλης, Κ., 1988.

Το ζήτημα υπέρβασης της αυταρχικότητας και αναποτελεσματικότητας της ρύθμισης του χώρου έχει δύο πλευρές. Την αναθεώρηση της εννοιολογικής προσέγγισης του χώρου και την προώθηση συλλογικότερων μορφών λήψης αποφάσεων. H κατεύθυνση προς την οποία λοιπόν πρέπει να κινηθεί η ρυθμιστική πολιτική είναι άμεση απόρριψη άκαμπτων τελεολογικών θεωρητικών προσεγγίσεων και περισσότερο προς μια ευέλικτη και αναπροσαρμόσιμη μεθοδολογία. Mια μεθοδολογία θεωρητικά επίκαιρη και κοινωνικά ευαίσθητη. Ως αρχικά βήματα σε αυτή την κατεύθυνση θεωρούμε ότι είναι η κατανόηση και αντιμετώπιση των φυσικών κινδύνων-καταστροφών ως χωροκοινωνικών γεγονότων και η αναθεώρηση της μονοδιάστατης τεχνικής-οικονομικής φυσιογνωμίας των πολιτικών πρόληψης και αντιμετώπισης τους.

Βιβλιογραφικές αναφορές Boyer, R., 1988, Η θεωρία της Ρύθμισης: Κριτική ανάλυση, Εξάντας, Αθήνα. Chang, Stephanie E., 2003, «Evaluating Disaster Mitigations: Methodology for Urban Infrastructure Systems», στο Natural Hazards Review, Vol. 4, No. 4, 186 196. Ganas, A., Pavlides, S. and Karastathis, V. (2005). «DEM-based morphometry of range-front escarpments in Attica, Central Greece, and its relation to fault slip rates», Geomorphology, 65, 301-319. Davis. M., 1999, Ecology of Fear: Los Angeles and the Imagination of Disaster, Vintage Books, New York Καραμπελιάς, Γ., 1989, Kράτος και Kοινωνία στη Mεταπολίτευση, Eξάντας, Aθήνα. Lindell, Michael K. & Carla S. Prater, 2003, «Assessing Community Impacts of Natural Disasters», στο Natural Hazards Review, Vol. 4, No. 4, 176 185. Little, Richard G., 2004, «Holistic Strategy for Urban Security», στο Journal of Infrastructure Systems, Vol. 10, No. 2, 52 59. Μαλούτας, Θ. & Οικονόμου, Δ., 1988, «Εισαγωγή. Κράτος Πρόνοιας. Το «πρότυπο» και η ελληνική εκδοχή του», στο Μαλούτας Θ. & Οικονόμου, Δ. (επιμ.), Προβλήματα ανάπτυξης του Κράτους Πρόνοιας στην Ελλάδα, Εξάντας, Αθήνα, 13-55. Μαλούτας, Θ., 1990, Αθήνα, Κατοικία, Οικογένεια, Εξάντας-ΕΚΚΕ, Αθήνα. Μαλούτας, Θωμάς, 1992, «Κοινωνικός Διαχωρισμός στην Αθήνα», Μαλούτας Θ. & Οικονόμου, Δ. (επιμ.), Κοινωνική Δομή και Πολεοδομική Οργάνωση στην Αθήνα, Παρατηρητής,Θεσσαλονίκη, 67-140. Μηλιός, Γ., 1988, Ο ελληνικός κοινωνικός σχηματισμός. Από τον επεκτατισμό στην καπιταλιστική ανάπτυξη, Εξάντας, Αθήνα. Mumford, Lewis, 1989, The city in history, Harvest Books, New York ΟΑΣΠ, 2003 Ερευνητικό Πρόγραμμα: Κοινωνικές και Οικονομικές Επιπτώσεις στη βιομηχανία κι απασχόληση στη Δυτική Αθήνα από το σεισμό της 7.9.1999, Αθήνα Οικονόμου Δημήτρης, 1992, «Ο κοινωνικός εξοπλισμός στον Αθηναϊκό Χώρο. Πρότυπα χωροθέτησης, σχέσεις με την οικιστική δομή», Μαλούτας Θ. & Οικονόμου, Δ. (επιμ.), Κοινωνική Δομή και Πολεοδομική Οργάνωση στην Αθήνα, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 189-264.

Quarantelli, E.L., 2005, Catastrophes are Different from Disasters: Some Implications for Crisis Planning and Managing Drawn from Katrina, δημοσιευμένο στο διαδικτυακό τόπο http://understandingkatrina.ssrc.org/quarantelli, posted: September 26, 2005 (4.5.2006) Pomonis, 2001, «The Mount Parnitha (Athens) Earthquake of September 7, 1999: A Disaster Management Perspective» Natural Hazards 27, 171 199. Σαγιάς, Ι., 2005, «Το τέλος της συνεκτικής μας πόλης;» Εισήγηση στο συνέδριο «ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗΣ: ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΩΡΟ»,Θεσσαλονίκη 22 Οκτωβρίου 2005. Sayas, J. P., 2006, «Urban Sprawl in the periurban coastal areas of Athens», στο The Greek Review of Social Research, Special Issue, 121, pp. 71-104. Σαρηγιάννης, Γεώργιος Μ., 2000, Αθήνα 1830-2000. Εξέλιξη πολεοδομία - μεταφορές, Συμμετρία, Αθήνα. Smith, N., 2005, «There s no such thing as a Natural Disaster», δημοσιευμένο στο διαδικτυακό τόπο http://understandingkatrina.ssrc.org/ Smith/ posted: September 26, 2005 (4.5.2006). ΤΕΕ, 2005, ΕΠΑΝΤΥΚ, Ομάδα εργασίας για την αποτίμηση του υφιστάμενου δομικού πλόυτου της χώρας, Αθήνα. Τσακίρης, Γ., 1995, Υδατικοί Πόροι: Ι. Τεχνική Υδρολογία, Συμμετρία, Αθήνα. Τσουκαλάς, K., 1980, Kοινωνική Aνάπτυξη και Kράτος, Θεμέλιο, Aθήνα. Τσουκαλάς, Κ., 1986, Κράτος, Κοινωνία, Εργασία, Θεμέλιο, Αθήνα. ΥΠΕΧΩΔΕ, 2001, 2 χρόνια μετά το σεισμό η ελπίδα γεννιέται ξανά. Αποκατάσταση σεισμοπλήκτων. Απολογισμός μέτρων και δράσεων, ΥΠΕΧΩΔΕ, Αθήνα. Χατζημιχάλης, Κ., 1988, «Νεοελληνικό κράτος, περιφερειακή πολιτική και κοινωνικός έλεγχος», στο Μαλούτας Θ. & Οικονόμου, Δ. (επιμ.), Προβλήματα ανάπτυξης του Κράτους Πρόνοιας στην Ελλάδα, Εξάντας, Αθήνα, 115-148.