LIFE04/ENV/GR/000099 με τίτλο: Ανάπτυξη και εφαρμογή πολιτικής ολοκληρωμένης διαχείρισης υδατικών πόρων σε μια υδρολογική λεκάνη με την εφαρμογή μιας δημόσιας κοινωνικής συμφωνίας στη βάση των αρχών της Agenda 21 και των κατευθύνσεων της οδηγίας πλαίσιο 2000/60/ΕΚ. ΕΤΑΙΡΟΣ: ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ 2 η Δράση Παραδοτέο 2.2: Αξιολόγηση των ποιοτικών χαρακτηριστικών και κατηγοριοποίηση των υδατίνων σωμάτων σε συνδυασμό με τους προτεινόμενους περιβαλλοντικούς στόχους Σεπτέμβριος, 2005
Περιεχόμενα ΠΕΡΙΛΗΨΗ...1 EXECUTIVE SUMMARY...3 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ...4 2. ΓΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΝΘΕΜΟΥΝΤΑ...4 2.1 ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ...4 2.2 ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ...5 2.3 ΑΠΟΡΡΟΕΣ...7 3. ΔΙΑΚΡΙΤΟΠΟΙΗΣΗ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ...7 3.1 ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ...7 3.2 ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ ΥΔΑΤΩΝ...12 3.2.1 Επιφανειακά υδάτινα σώματα...12 3.2.2 Υπόγεια υδάτινα σώματα...18 3.3 ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ ΣΤΗ ΛΕΚΑΝΗ ΤΟΥ ΑΝΘΕΜΟΥΝΤΑ...19 3.3.1 Ποτάμια...20 3.3.2 Λίμνες...24 3.3.3 Παράκτια ύδατα...26 3.3.4 Υπόγεια ύδατα...26 4. ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΥΔΑΤΩΝ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ...31 4.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...31 4.2 ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΑ ΠΟΙΟΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΧΡΗΣΗ...32 4.2.1 Απαιτήσεις ποιότητας επιφανειακών υδάτων που προορίζονται για πόση...32 4.2.2 Απαιτήσεις ποιότητας πόσιμου νερού...35 4.2.3 Απαιτήσεις ποιότητας επιφανειακών υδάτων για την διαβίωση ιχθύων...40 4.2.4 Απαιτούμενη ποιότητα υδάτων κολύμβησης...43 4.2.5 Προστασία των υδάτων από νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης...47 4.2.6 Πρόταση για νέα Οδηγία σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων (COM550/2003)...49 4.2.7 Λοιπές Οδηγίες σχετικές με την ποιότητα των υδάτων...51 4.3 ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ...56 5. ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ ΒΑΣΕΙ ΤΩΝ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΤΟΥΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ...59 5.1 ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΟΔΗΓΙΑΣ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΑ ΝΕΡΑ 2000/60/ΕΚ...59 5.1.1 Ποιοτικά στοιχεία επιφανειακών υδάτων (ποταμών, λιμνών, παράκτιων)...61 5.1.2 Ποιοτικά στοιχεία υπόγειων υδάτων...65 5.2 ΑΡΧΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ...66 5.2.1 Επιφανειακά υδάτινα σώματα...66 5.2.2 Υπόγεια υδάτινα σώματα...73 5.3 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑΤΑΞΗΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΩΝ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ ΣΕ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ...74 5.3.1 Γενικά...74 5.3.2 Εφαρμογή της Οδηγίας Πλαίσιο για τα νερά 2000/60/ΕΚ στην Ελλάδα...75 5.3.3 Προτεινόμενοι δείκτες ταξινόμησης επιφανειακών υδατίνων σωμάτων...76 5.3.4 Πλαίσιο ταξινόμησης επιφανειακών υδατίνων σωμάτων...90 5.4 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑΤΑΞΗΣ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ ΣΕ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ...92 6. ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΔΑΤΩΝ ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΝΘΕΜΟΥΝΤΑ...96 6.1 ΠΟΤΑΜΙΑ...96 6.2 ΛΙΜΝΕΣ...97 6.3 ΠΑΡΑΚΤΙΑ...97 6.4 ΥΠΟΓΕΙΑ...97 7. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΝΘΕΜΟΥΝΤΑ...99 Παραδοτέο 2-2 ii
ΑΝΑΦΟΡΕΣ...101 Παραδοτέο 2-2 iii
ΠΕΡΙΛΗΨΗ Το παρόν παραδοτέο (2.2) αφορά στην αξιολόγηση των ποιοτικών χαρακτηριστικών και κατηγοριοποίηση των υδατίνων σωμάτων σε συνδυασμό με τους προτεινόμενους περιβαλλοντικούς στόχους. Η διακριτοποίηση των υδατίνων σωμάτων γίνεται μέσω εφαρμογής κριτηρίων σχετικών με τα γεωγραφικά και υδρομορφολογικά χαρακτηριστικά τους και με το αν το υδάτινο σώμα είναι τεχνητό ή ιδιαιτέρως τροποποιημένο. Μία άλλη ομάδα κριτηρίων σχετίζεται με την κατάσταση των υδατίνων σωμάτων, η οποία έχει άμεση σχέση με την ανάλυση πιέσεων και επιπτώσεων, ενώ παράλληλα προστατευόμενες περιοχές ή υδάτινα σώματα τα οποία έχουν σαφώς διαφορετική χρήση, αποτελούν διακριτά στοιχεία νερού. Η διάκριση σε υδάτινα σώματα, ως το πρώτο ουσιαστικό βήμα για την θέσπιση των στόχων και την οργάνωση των διαχειριστικών σχεδίων των λεκανών, αποτελεί ουσιαστικά μια επαναληπτική διαδικασία με την δυνατότητα αναθεωρήσεων, π.χ. μετά από πληροφορίες που θα προκύψουν από επόμενα στάδια του ερευνητικού έργου (π.χ. ανάλυση πιέσεων και επιπτώσεων, πρόγραμμα παρακολούθησης). Μετά την καταγραφή των υδατίνων σωμάτων σε κάθε λεκάνη απορροής και την διάκριση τους σε κατηγορίες υδατίνων σωμάτων, ακολουθεί η ταξινόμηση σε τύπους υδατίνων σωμάτων. Ο χαρακτηρισμός των υπόγειων υδάτων γίνεται σε δύο στάδια, τον αρχικό χαρακτηρισμό και τον περαιτέρω χαρακτηρισμό, που απαιτείται για την ακριβέστερη αξιολόγηση της σοβαρότητας του κινδύνου μη επίτευξης των στόχων και τον προσδιορισμό μέτρων πρόληψης. Στη λεκάνη Ανθεμούντα για την αναγνώριση των επιφανειακών υδατίνων σωμάτων εφαρμόσθηκε το σύστημα Α. Τα υδάτινα σώματα που αναγνωρίσθηκαν είναι 46 εσωτερικά επιφανειακά, 1 παράκτιο και 6 υπόγεια υδάτινα σώματα. Ο καθορισμός των περιβαλλοντικών στόχων έγινε με άξονα τις απαιτήσεις της Οδηγίας Πλαίσιο και τη σχετική με τις διάφορες χρήσεις νερού, Κοινοτική και εθνική νομοθεσία, καθώς η μέχρι τώρα ακολουθούμενη διαδικασία αξιολόγησης της ποιότητας των υδατίνων σωμάτων είναι κατά κανόνα στενά συνδυασμένη με τις επί μέρους αυτές Οδηγίες και βασίζεται σε φυσικοχημικές παραμέτρους οι οποίες πρέπει ή είναι επιθυμητό να τηρούν ορισμένα επιτακτικά ή ενδεικτικά όρια. Ως αποτέλεσμα η ταξινόμηση των επιφανειακών υδατίνων σωμάτων σε επιμέρους κατηγορίες Παραδοτέο 2-2 1
ποιότητας θα πρέπει να γίνεται με χρήση τόσο υδρομορφολογικών και φυσικοχημικών όσο και βιολογικών ποιοτικών στοιχείων. Για την κατάταξη των επιφανειακών υδάτων στη λεκάνη Ανθεμούντα χρησιμοποιήθηκαν φυσικοχημικά στοιχεία που πληρούν τα κριτήρια αποφυγής ευτροφικών καταστάσεων και συγκεκριμένες ρυπαντικές ουσίες. Η κατάταξη των υπόγειων υδάτινων σωμάτων έγινε με βάση την ποσοτική και ποιοτική τους κατάσταση. Η ταξινόμηση των υδατίνων σωμάτων, βάσει των έως σήμερα διαθέσιμων στοιχείων αποτελεί μία συντηρητική προσέγγιση ως προς τον αριθμό των υδατίνων σωμάτων που ενδέχεται να μην επιτύχουν την καλή κατάσταση. Ο αριθμός αυτός μπορεί να τροποποιηθεί με την ολοκλήρωση της ανάλυσης των επιπτώσεων και των αποτελεσμάτων του προγράμματος παρακολούθησης, το οποίο προβλέπεται στα πλαίσια του ερευνητικού έργου και το οποίο έχει ήδη ξεκινήσει. Παραδοτέο 2-2 2
EXECUTIVE SUMMARY The classification of water bodies is based on their quality characteristics as compared to the general in scope and specific environmental objectives. The identification of water bodies, as a first step of the process is based on the topography, the hydro-morphological characteristics and on whether a water body is artificial or heavily modified. Further criteria which are used for the identification of water bodies are related to the pressures and their impact to a specific water body, protected areas or water bodies which are used for specific purposes. This is an on going process which is also related to future steps of the implementation of the Directive (e.g. pressure and impacts analysis, monitoring results). Typology is a next step for the categorisation of water bodies, which is based on system A for surface water bodies and on the quantitative and qualitative characteristics of groundwaters initial characterization. In the river basin of Anthemountas 46 inland surface water bodies were identified, 1 coastal water body and six groundwater bodies. The determination of environmental objectives was based on the requirements of the WFD and other directives in force, which are related to specific water uses (e.g. potable, fresh waters etc.) and specify standards for physicochemical parameters. Although the WFD refers also to biological elements for the classification of water bodies, specific criteria have not yet been developed, which combined to the fact that monitoring data are not available, results to a classification system based only at physicochemical parameters. For the water bodies in Anthemountas river basin, substances related to eutrophication phenomena were used for their classification. At this point the categorisation of water bodies which may not be able to meet the objectives of the WFD is preliminary, and could be considered also as a conservative one. The final categorisation will be based on the results of the impacts analysis, as well as the results of the monitoring programme which is operational. Παραδοτέο 2-2 3
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ενότητα εργασίας 2 του ερευνητικού έργου υλοποιείται από την ερευνητική ομάδα του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Το παρόν παραδοτέο (2.2) αφορά στην αξιολόγηση των ποιοτικών χαρακτηριστικών και κατηγοριοποίηση των υδατίνων σωμάτων σε συνδυασμό με τους προτεινόμενους περιβαλλοντικούς στόχους. Ειδικότερα η παρούσα έκθεση χωρίζεται σε επιμέρους κεφάλαια, τα οποία αναφέρονται στα κύρια χαρακτηριστικά της Λεκάνης του Ανθεμούντα (τοπογραφία, κλιματολογικές συνθήκες, βροχοπτώσεις, γεωλογία), τα οποία είναι απαραίτητα για την διακριτοποίηση των υδατίνων σωμάτων (Κεφάλαιο 2), στη μεθοδολογία διακριτοποίησης των υδατίνων σωμάτων και τα αποτελέσματα αυτής στην περίπτωση της Λεκάνης του Ανθεμούντα (Κεφάλαιο 3), στην καταγραφή και αποτύπωση των απαιτήσεων ποιότητας των υδάτων σε συνάρτηση με την εκάστοτε χρήση τους, όπως αυτές απορρέουν από την εθνική και κοινοτική νομοθεσία (Κεφάλαιο 4) και τέλος την αρχική ταξινόμηση των υδατίνων με βάση τα ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους και τους προτεινόμενους περιβαλλοντικούς στόχους (Κεφάλαιο 5). 2. ΓΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΝΘΕΜΟΥΝΤΑ 2.1 Τοπογραφία Η λεκάνη του Ανθεμούντα τοποθετείται στο χώρο της Κεντρικής Μακεδονίας, ενώ γεωγραφικά εντάσσεται στην χερσόνησο της Χαλκιδικής καλύπτοντας επιφάνεια 318,3 Κm 2 (Σχήμα 1). Η λεκάνη καταλαμβάνει το ΝΑ τμήμα του Ν. Θεσσαλονίκης ενώ οι ορεινές απολήξεις της εντάσσονται στον Ν. Χαλκιδικής. Το δυτικό όριο της λεκάνης απορροής καλύπτει ο κόλπος της Θεσσαλονίκης, ενώ το εκτεταμένο λοφώδες συγκρότημα της Αγίας Παρασκευής Σουρωτής Μονοπηγάδου οριοθετεί την προς νότο προέκτασή της. Βόρεια, φυσικό όριο της λεκάνης συνιστά η οροσειρά Χορτιάτη- Θέρμου μέχρι τις ημιορεινές παρυφές της Γαλάτιστας-Βάβδου οι οποίες οριοθετούν την προς τα Ανατολικά επέκταση της λεκάνης. Στα τμήματα κατάντη της λεκάνης τα κύρια οικιστικά συγκροτήματα της Θέρμης, Νέας Ραιδεστού, Τριαδίου αποτελούν πόλο έλξης για μόνιμη κατοικία τα τελευταία χρόνια και δεικνύουν την έντονη τάση για αστικοποίηση σε σχέση με τα ανάντη τμήματα (Βασιλικά, Γαλάτιστα) στα οποία κυριαρχεί ο αγροτικός πληθυσμός. Παραδοτέο 2-2 4
Στο παράκτιο τμήμα της λεκάνης απορροής ανατολικά προς τον Θερμαϊκό κόλπο λόγω της ύπαρξης σημαντικών υποδομών συγκοινωνίας (αεροδρόμιο Μακεδονία, οδικός άξονας Θεσσαλονίκης - Μουδανιών, οδός Θεσσαλονίκης - Μηχανιώνας) απαντάται πυκνό οδικό δίκτυο. Εσωτερικά και ανάντη της λεκάνης ο παλιός αλλά αναβαθμιζόμενος άξονας Θεσσαλονίκης Πολυγύρου αποτελεί την κύρια οδική αρτηρία. Σε γενικά γραμμές η λεκάνη του Ανθεμούντα εμφανίζει πολυποίκιλες γεωγραφικές ενότητες με διαφορές στις χρήσεις γης οι οποίες καθορίζουν και την ανθρώπινη δραστηριότητα κυρίως στον πρωτογενή τομέα. Ταυτόχρονα η δραστηριότητα αυτή επιδρά σημαντικά και στην εξέλιξη και διαφοροποίηση των χρήσεων γης με διαφορετικό ρυθμό μεταβολής και μορφοποιητικό αποτέλεσμα. Μέσο υψόμετρο Λεκάνης Ανθεμούντα = 280 m Σχήμα 1: Τοπογραφία 2.2 Κλιματολογικές συνθήκες Το μέσο ύψος βροχόπτωσης στην λεκάνη Ανθεμούντα ετησίως, ανέρχεται σε 550 mm, με χαμηλότερη παρατηρηθείσα τιμή τα 430 mm. Οι κατακρημνίσεις εμφανίζονται υψηλότερες προς τα ΒΔ της λεκάνης με τάσεις μείωσης προς τα Ν-ΝΑ. Οι εντονότερες βροχοπτώσεις εντοπίζονται του μήνες Οκτώβριο-Δεκέμβριο και το μήνα Μάιο. Το μέσο ετήσιο ποσοστό υγρασίας είναι της τάξης του 70% με μέγιστη τιμή το 78% και ελάχιστη το 53%. Παραδοτέο 2-2 5
Στο σχήμα 2 παρουσιάζονται οι μέσες μηνιαίες τιμές βροχόπτωσης για την περίοδο 1990-1999, ενώ στο Σχήμα 3, η μέση ετήσια βροχόπτωση σε όλη την έκταση της λεκάνης. Σχήμα 2: Μέση μηνιαία βροχόπτωση (mm) Κλίμακα: 1:250.000 Σχήμα 3: Μέση ετήσια βροχόπτωση στη λεκάνη Ανθεμούντα (mm) Παραδοτέο 2-2 6
2.3 Απορροές Το ανάγλυφο της λεκάνης απορροής μπορεί να χαρακτηριστεί ομαλό µε μικρές ως μέσες κλίσεις στο μεγαλύτερο τμήμα της λεκάνης απορροής γεγονός που δεικνύει πως ο χρόνος συγκέντρωσης του πλεονάσματος της βροχής είναι μεγάλος και κατά συνέπεια η πιθανότητα ταχείας κατείσδυσης αυξάνεται σημαντικά. Η επιφανειακή απορροή της υδρολογικής λεκάνης προέρχεται αποκλειστικά από ατμοσφαιρικά κατακρημνίσµατα, εκφορτίζει δε το υδατικό της περιεχόµενο προς τον Θερµαϊκό κόλπο δια µέσου ενός δικτύου υποπαράλληλων υδατορευµάτων που αποτελεί και το υδρογραφικό δίκτυο της λεκάνης απορροής, ακολουθώντας µια πορεία ΝΑ-Β. Κύριο φυσιογραφικό χαρακτηριστικό της λεκάνης αποτελεί η ύπαρξη κεντρικής µισγάγγειας κοίτης (υδατόρευµα Ανθεµούντα) µε τη µορφή τελικού αποδέκτη των ρευµάτων µεγαλύτερης τάξεως, γεγονός που σε συνδυασµό µε την γεωµορφολογική εικόνα της λεκάνης απορροής καθιστά σχετικά εύκολα διαχειρίσιµη την επιφανειακή υδρολογία της λεκάνης Ανθεµούντα. 3. ΔΙΑΚΡΙΤΟΠΟΙΗΣΗ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ 3.1 Κατηγορίες υδατίνων σωμάτων Η Οδηγία αναφέρεται σε όλες τις κατηγορίες υδάτων, επιφανειακά, υπόγεια, μεταβατικά και παράκτια (σε απόσταση ενός ναυτικού μιλίου για τις βιολογικές και δώδεκα ναυτικών μιλίων για τις φυσικοχημικές παραμέτρους, από την «γραμμή αναφοράς» που προσδιορίζεται από την ακτογραμμή), ανεξαρτήτως μεγέθους και χαρακτηριστικών. Η διακριτοποίηση των υδατίνων σωμάτων γίνεται μέσω εφαρμογής κριτηρίων σχετικών με τα γεωγραφικά και υδρομορφολογικά χαρακτηριστικά τους και με το αν το υδάτινο σώμα είναι τεχνητό (ΤΥΣ) ή ιδιαιτέρως τροποποιημένο (ΙΤΥΣ). Μία άλλη ομάδα κριτηρίων σχετίζεται με την κατάσταση των υδατίνων σωμάτων, η οποία έχει άμεση σχέση με την ανάλυση πιέσεων και επιπτώσεων, ενώ παράλληλα προστατευόμενες περιοχές ή υδάτινα σώματα τα οποία έχουν σαφώς διαφορετική χρήση, αποτελούν διακριτά στοιχεία νερού. Παραδοτέο 2-2 7
Διακριτότητα και σημαντικότητα: Ένα διακριτό τμήμα ποταμού, ρέματος, ή τμήμα παράκτιων υδάτων είναι δυνατόν να αποτελεί ένα υδάτινο σώμα. Οι έννοιες της διακριτότητας και της σημαντικότητας δίνουν μια αρχική κατεύθυνση για την διάκριση αυτή, που είναι σαφές ότι δεν πρέπει να είναι αυθαίρετη. Σύμφωνα με τα καθοδηγητικά κείμενα της οδηγίας, διακριτά είναι τα επιφανειακά υδάτινα σώματα όταν: Δεν επικαλύπτονται μεταξύ τους Δεν αποτελούνται από στοιχεία επιφανειακών υδατίνων σωμάτων τα οποία δεν είναι διαδοχικά Ανήκουν σε μία κατηγορία υδάτινου σώματος (δηλ. λίμνη, ποταμός, παράκτια νερά, μεταβατικά νερά) Ανήκουν σε ένα τύπο με βάση την τυπολογία Το τελευταίο κριτήριο που είναι και το σημαντικότερο, προκύπτει από τους στόχους της ίδιας της διάκρισης υδατίνων σωμάτων, βάσει των οποίων ένα υδάτινο σώμα πρέπει να ανήκει σε ένα τύπο με βάση την τυπολογία που θα προταθεί για την διαφοροποίησή των υδατίνων σωμάτων σε διαφορετικούς τύπους. (παράρτημα ΙΙ 1.1 (ii) της οδηγίας). Γεωμορφολογικά και Υδρομορφολογικά χαρακτηριστικά: Τα εν λόγω χαρακτηριστικά πρέπει να αξιοποιούνται κατά την διάκριση των υδατίνων σωμάτων. Ενδεικτικά αναφέρεται πως η συμβολή δύο τμημάτων ενός ποταμού (παραποτάμων) μπορεί να είναι ένα σαφές σημείο διάκρισης των επιφανειακών υδατίνων σωμάτων. Όμως, αν και δεν αναφέρεται καθαρά στον ορισμό του υδάτινου σώματος διαφαίνεται από άλλα στοιχεία της οδηγίας ότι και τμήματα λιμνών ή τμήματα μεταβατικών υδάτων μπορεί να αποτελέσουν διακριτά υδάτινα σώματα, για παράδειγμα, εφόσον ανήκουν σε διαφορετικούς τύπους. Μια λίμνη για παράδειγμα που αποτελείται από ένα σαφώς διακριτό ρηχό τμήμα και ένα βαθύτερο με διαφορετικά τυπολογικά χαρακτηριστικά μπορεί να διακριθεί σε δύο υδάτινα σώματα. ΙΤΥΣ και ΤΥΣ: Η ύπαρξη ισχυρώς τροποποιημένων ή τεχνητών υδατίνων σωμάτων, μπορεί επίσης να αποτελέσει κριτήριο για την διάκριση επιμέρους υδατίνων σωμάτων. Για παράδειγμα, (όπως αναφέρεται και στο καθοδηγητικό κείμενο) εξαιτίας της ύπαρξης ενός «διευθετημένου» τμήματος στο μήκος ενός ποταμού προκύπτει η Παραδοτέο 2-2 8
ανάγκη της διάκρισης επιμέρους υδατίνων σωμάτων, ώστε το «ισχυρώς τροποποιημένο» να αποτελεί διακριτό υδάτινο σώμα. Οικολογική κατάσταση: Ειδικότερα σε ότι αφορά την κατάσταση των υδατίνων σωμάτων, η αδυναμία διάκρισής τους βάσει του κριτηρίου αυτού, δυσκολεύει την παρακολούθηση της επιτυχίας της εφαρμογής της οδηγίας συνολικά. Ενδεικτικά αναφέρεται πως αν ένας ποταμός έχει τρία διακριτά τμήματα το καθένα από τα οποία παρουσιάζει σημαντικά διαφορετική κατάσταση που μπορεί με σαφήνεια να διακριθεί, (δηλαδή ένα τμήμα με υψηλή οικολογική κατάσταση, ένα τμήμα με καλή οικολογική κατάσταση και ένα τμήμα με μέτρια οικολογική κατάσταση), αντιμετωπιστεί ως ενιαίο υδάτινο σώμα, τότε χάνεται η δυνατότητα παρακολούθησης και διατήρησης της υψηλής οικολογικής κατάστασης στο αντίστοιχο τμήμα. Αντίθετα, αν επιλεγεί σε αυτή την περίπτωση ως διαχειριστικός στόχος για όλο το ποτάμι η μέση τιμή της οικολογικής κατάστασής του, τότε χάνεται ξανά η δυνατότητα προστασίας του τμήματος με την υψηλότερη οικολογική κατάσταση, ενώ ταυτόχρονα καταστρατηγείται μία από τις βασικές αρχές της Οδηγίας περί διατήρησης της ποιότητας των υδάτων. Με βάση την λογική της διάκρισης υδατίνων σωμάτων εξαιτίας της διαφορετικής οικολογικής τους κατάστασης προκύπτει μια σειρά παράγωγων κριτηρίων, τα οποία αφορούν στην ύπαρξη προστατευόμενων περιοχών (διαφορετικοί διαχειριστικοί στόχοι - απαίτηση για επιμέρους διαχειριστικά μέτρα), στην ύπαρξη διαφορετικών θεσμοθετημένων ή κυρίαρχων χαρακτηριστικών χρήσεων νερού (διαφοροποίηση ποιοτικών και διαχειριστικών στόχων) και στην διαφοροποίηση των πιέσεων (άμεση σχέση με την οικολογική κατάσταση του υδάτινου σώματος). Η διάκριση σε υδάτινα σώματα, ως το πρώτο ουσιαστικό βήμα για την θέσπιση των στόχων και την οργάνωση των διαχειριστικών σχεδίων των λεκανών, αποτελεί ουσιαστικά μια επαναληπτική διαδικασία με την δυνατότητα αναθεωρήσεων, π.χ. μετά από πληροφορίες που θα προκύψουν από επόμενα στάδια του ερευνητικού έργου (π.χ. ανάλυση πιέσεων και επιπτώσεων). Τα βήματα που προτείνονται από το σχετικό κατευθυντήριο κείμενο της οδηγίας παρουσιάζονται στο Σχήμα 4 και περιλαμβάνουν: - Διάκριση των υδατίνων σωμάτων και ταξινόμησή τους σε κατηγορίες υδατίνων σωμάτων (ποταμοί, λίμνες, μεταβατικά ύδατα, παράκτια ύδατα, ιδιαιτέρως τροποποιημένα υδάτινα σώματα, τεχνητά υδάτινα σώματα) - Διάκριση σε επιμέρους υδάτινα σώματα με βάση την τυπολογία Παραδοτέο 2-2 9
- Συνοπτική καταγραφή σημαντικών πιέσεων χρήσεων γης προστατευόμενων περιοχών - Αναθεώρηση της διάκρισης επιμέρους υδατίνων σωμάτων - Ομαδοποίηση υδατίνων σωμάτων όπου απαιτείται - Αναλυτική καταγραφή όλων των πιθανών πιέσεων (καταγραφή πιέσεων από παλαιότερες μελέτες, διαχειριστικά σχέδια, άλλες καταγραφές) - Γρήγορη αξιολόγηση των πιέσεων χρησιμοποιώντας μεθοδολογίες κριτηρίων για την αναγνώριση των σημαντικότερων πιέσεων - Ποσοτικοποίηση πιέσεων - Εκτίμηση επιπτώσεων των πιέσεων στα ποιοτικά στοιχεία του υδάτινου σώματος - Εκτίμηση της κατάστασης του υδάτινου σώματος με βάση τα παραπάνω δεδομένα - Εκτίμηση της πιθανότητας μη επίτευξης των στόχων της Οδηγίας ΚαθορισμόςΠεριοχής Λεκάνης ΑΠορροής [άρθρο 3(1)] Διάκρισητων επιφανειακών νερών σε μία από τις έξι επιφανειακές κατηγορίες (π.χ. ποτάμια, λίμνες μεταβατικά ύδατα, παράκτια ύδατα τεχνητά και εντονα τροποιημέναυδάτινα σώματα [Παρ;αρτημα II 1.1(i)] Χωρίστετα επιφανειακά ύδατα σε τύπους, χρησιοποιώνταςτα κριτήρια που παρουσιάζονται στο Παράρτημα II, και ταξινομήστε τα επιφανειακά ύδατα σε κάθε τύπο Διακρίνεταιένα υδάτινο σώμα ενός τύπου σε μικρότερα υδάτινα σώματα σύμφωνα με τις πιέσεις και τις επιιπτώσεις [Παραάρτημα II 1.1(i)] Σκοπός: Να διασφαλιστεί ότι τα υδάτινα σώματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ώστε να υπάρξει μια ακριβής περιγραφή της κατάστασης των επιφανειακών νερών Σχήμα 4: Επαναληπτική διαδικασία επαλήθευσης και εξειδίκευσης της διάκρισης υδατίνων σωμάτων (Οδηγία 2000/60) Παραδοτέο 2-2 10
Αξίζει να επισημανθεί πως η διάκριση επιμέρους υδατίνων σωμάτων για κάθε διαφορετική καταγεγραμμένη κατάσταση, θα δημιουργούσε διαχειριστικά προβλήματα, καθώς θα είχε ως αποτέλεσμα πολλαπλάσιο αριθμό υδατίνων σωμάτων, χωρίς να βοηθά στην γενικότερη επίτευξη των στόχων της οδηγίας. Στις περιπτώσεις αυτές προτείνεται η ομαδοποίηση υδατίνων σωμάτων με αποτέλεσμα την αποφυγή τέτοιων προβλημάτων, ιδιαίτερα για πολύ μικρά υδάτινα σώματα. Καθώς δεν γίνεται σαφής αναφορά στο ελάχιστο μέγεθος καθορισμού ενός υδάτινου σώματος, αυτό μπορεί έμμεσα να προκύψει βάσει της προτεινόμενης τυπολογίας (Σύστημα Α ή Β) όπου γίνεται αναφορά σε χαρακτηριστικά μεγέθη. Ειδικότερα, για τους ποταμούς αναφέρονται αντίστοιχες λεκάνες απορροής 10-100 km 2, που αποτελούν την μικρότερη κλάση και για τις λίμνες η μικρότερη κλάση προκύπτει από την ελάχιστη επιφάνεια (0,5-1 km 2 ). Τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν την ευελιξία να αποφασίζουν κατά περίπτωση με ποιο τρόπο οι στόχοι της οδηγίας μπορεί να επιτευχθούν χωρίς την οριοθέτηση και διάκριση του κάθε μικρού αλλά διακριτού και σημαντικού υδάτινου στοιχείου ως υδάτινου σώματος. Πάντως, μπορεί κανείς να βασιστεί και στα κριτήρια της σημαντικότητας και διακριτότητας ώστε να εξαιρέσει μη σημαντικά και όχι σαφώς διακριτά υδάτινα σώματα, ενώ είναι δυνατή και η ομαδοποίηση μικρών στοιχείων των επιφανειακών υδάτων με βάση κριτήρια οικολογικής σημαντικότητας, στόχους προστασίας προστατευόμενων περιοχών, καταγραφή σημαντικών επιπτώσεων στα πλαίσια της λεκάνης απορροής. Σύμφωνα με τα παραπάνω είναι δυνατόν να ομαδοποιηθούν υδάτινα σώματα: που ανήκουν στην ίδια κατηγορία και τύπο που επηρεάζονται από την ίδια κατηγορία και ένταση πιέσεων που έχουν επιρροή σε ένα μεγαλύτερο διακριτό υδάτινο σώμα. Τέλος για όσα υδάτινα σώματα δεν εμπίπτουν στις παραπάνω κατηγορίες και δεν αναγνωρίζονται τελικά ως διακριτά και σημαντικά υδάτινα σώματα, προτείνεται, εκτός των μηχανισμών της οδηγίας, να τεθούν αντίστοιχοι στόχοι προστασίας και βελτίωσής τους με τελικούς στόχους εκείνους των υδατίνων σωμάτων με τα οποία συνδέονται (Σχήμα 5). Παραδοτέο 2-2 11
Μπορεί ένα στοιχείο να αποτελεί τμήμα γειτονικού υδάτινου σώματος; Ναι Το στοιχείο αποτελεί τμήμα του υδατίνου σώματος Όχι Είναι το στοιχείο σημαντικό σύμφωνα με τις βασικές αρχές της Οδηγίας; Ναι Αναγνώριση ως υδάτινο σώμα Όχι Μην αναγνωρίσετε ως υδάτινο σώμα Προστασία ώστε να μην επηρεάζονται αρνητικά τα γειτονικά υδάτινα σώματα. Σχήμα 5: Προτεινόμενη προσέγγιση για την προστασία πολύ μικρών υδατίνων σωμάτων 3.2 Τυπολογία υδάτων 3.2.1 Επιφανειακά υδάτινα σώματα Μετά την καταγραφή των υδατίνων σωμάτων σε κάθε λεκάνη απορροής και την διάκριση τους σε κατηγορίες υδατίνων σωμάτων, ακολουθεί η ταξινόμηση σε τύπους υδατίνων σωμάτων. Η οδηγία απαιτεί την διάκριση των υδατίνων σωμάτων σε τύπους βάσει δύο διαφορετικών συστημάτων: το σύστημα Α και το σύστημα Β. Η ταξινόμηση τύπων ποτάμιων υδατίνων σωμάτων ώστε να διακριθούν σχετικά ομοιόμορφα οικολογικά συστήματα και οι σχετικές βιοκοινωνίες απαιτείται για δύο κυρίως λόγους: - για την ανάπτυξη τυποχαρακτηριστικών συνθηκών αναφοράς ώστε να μπορεί να δημιουργηθεί ένα συστήματα αξιολόγησης της οικολογικής κατάστασης - για την ανάπτυξη και εφαρμογή προγραμμάτων παρακολούθησης τα οποία πρέπει να καλύπτουν όλους τους τύπους ποταμών. Το πρώτο βήμα για την αξιολόγηση της οικολογικής κατάστασης ενός υδάτινου σώματος είναι η ταξινόμησή του σε μία από τις οικοπεριοχές που προτείνει η Οδηγία. Παραδοτέο 2-2 12
Η ταξινόμηση αυτή υποθέτει ότι οι 25 βιογεωγραφικές περιοχές ή οικοπεριοχές που έχουν προταθεί είναι ομογενή οικολογικά συστήματα και οι βιοκοινωνίες, συσχετίζονται με αυτές τις οικοπεριοχές. Η διαμόρφωση μιας επιστημονικά ορθής τυπολογίας για τα ποτάμια φαίνεται να είναι εξαιρετικά πολύπλοκη υπόθεση και απαιτεί οπωσδήποτε μια ολιστική προσέγγιση. Όλες οι διακρίσεις οικοπεριοχών περιγράφουν την πιθανή κατανομή των βιοκοινωνιών σε σχέση με τοπικά και γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά. Η ταξινόμηση του Illies παρουσιάζει όμως ένα σημαντικό πρόβλημα, αυτό του μεγάλου μεγέθους των οικοπεριοχών και την μεγάλη ποικιλία (ποικιλότητα) εντός των οικοπεριοχών αυτών. Ένα κλασσικό παράδειγμα είναι η Ιβηρική χερσόνησος (οικοπεριοχή 1) όπου η βόρεια περιοχή της χαρακτηρίζεται από ποτάμια συνεχούς ροής, ενώ τα ποτάμια της νότιας περιοχής χαρακτηρίζονται από τυπικά Μεσογειακά χαρακτηριστικά, (μη συνεχής ροή). Συνεπώς, χρειάζεται η αξιοποίηση και επιμέρους κριτηρίων ταξινόμησης από το σύστημα Β. Άλλες προτάσεις ζώνωσης των ρευμάτων ποταμών είναι η ταξινόμηση βαθμίδων με τις οποίες συσχετίζεται η πανίδα του ρέματος ποταμού. Αυτές οι μέθοδοι έχουν χρησιμοποιήσει την τάξη του ρέματος, την θερμοκρασία και άλλες φυσικοχημικές βαθμίδες στα ποτάμια. Στην γενικότερη προσέγγιση, θεωρείται ότι το μέγεθος (πλάτος) του καναλιού αυξάνεται καθώς αυξάνεται η λεκάνη απορροής του προχωρώντας κατάντη. Λόγω της σημαντικής συσχέτισης μεταξύ πλάτους της κοίτης και θέσης στο σύστημα απορροών είναι δυνατή η σχετική ταξινόμηση των παραποτάμων ανάλογα με την θέση τους στο σύστημα απορροής (Σχήμα 6). Ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα, της ταξινόμησης των ποταμών που διατυπώνεται από πολλούς ερευνητές (Noble & Cowx, 2002), είναι ότι η ίδια η οδηγία παρουσιάζει μια σημαντική ασυνέπεια: Ενώ η ταξινόμηση των τύπων των ποτάμιων υδατίνων σωμάτων και ο καθορισμός συνθηκών αναφοράς βασίζεται σε αβιοτικές παραμέτρους, (σύστημα Α, αλλά και σύστημα Β) η αξιολόγηση εκτίμηση της οικολογικής τους κατάστασης γίνεται με βάση βιολογικές κυρίως παραμέτρους. Παραδοτέο 2-2 13
Σχήμα 6: Διαγραμματική αναπαράσταση της μεταβολής των ιδιοτήτων της κοίτης κατά μήκος μιας λεκάνης απορροής (Noble & Cowx, 2002) Σύστημα Α Το σύστημα Α, (για τα επιφανειακά ύδατα) βασίζεται στη θέση του υδάτινου σώματος στις οικοπεριοχές που έχουν διακριθεί στην Ευρώπη με βάση την εργασία του Illies 1978 - για το ζωοβένθος στα εσωτερικά επιφανειακά ύδατα της Ευρώπης (Σχήμα 7). Οι οικοπεριοχές αυτές, είναι ανεξάρτητες διοικητικών ορίων της Ευρώπης και φιλοδοξούν να ενσωματώνουν ομοιόμορφες γεωγραφικά περιοχές και ενιαίες στα χαρακτηριστικά χλωρίδας και πανίδας. Η διάκριση αυτή των οικοπεριοχών έχει δεχτεί γενικά κριτική ως προς την χρησιμότητά της στην διαχείριση των υδατικών όρων, αφού σε κάθε περίπτωση θα απαιτηθεί περαιτέρω διάκριση οικοπεριοχών σε κάθε κράτος μέλος (Chave, 2001), ενώ πολλές φορές οι οικοπεριοχές που προτείνονται Παραδοτέο 2-2 14
από τα κράτη μέλη, είναι εντελώς διαφορετικές από τις προτεινόμενες από την οδηγία (Aqem, 2003). Επισημαίνεται πως η υδρολογική λεκάνη του Ανθεμούντα ανήκει στην οικοπεριοχή 7 (ανατολικά βαλκάνια). 1. Ιβηρική Μακρονησιακή περιοχή 2. Πυρηναία 3. Ιταλία, Κορσική και Μάλτα 4. Άλπεις 5. Δειναρικά Δυτικά Βαλκάνια 6. Ελληνικά Δυτικά Βαλκάνια 7. Ανατολικά Βαλκάνια 8. Δυτικά υψίπεδα 9. Κεντρικά υψίπεδα 10. Καρπάθια 11. Ουγγρικά πεδινά 12. Ποντιακή περιοχή 13. Δυτικές πεδιάδες 14. Κεντρικές πεδιάδες 15. Βαλτική περιοχή 16. Ανατολικές πεδιάδες 17. Ιρλανδία και Βόρεια Ιρλανδία 18. Μεγάλη Βρετανία 19. Ισλανδία 20. Σκανδιναβικά υψίπεδα 21. Τούνδρα 22. Φινο-σκανδιναβική ασπίδα 23. Τάιγκα 24. Καύκασος 25. Κασπιακό κοίλωμα Σχήμα 7: Σύστημα Α, Οικοπεριοχές για ποταμούς και λίμνες. Παραδοτέο 2-2 15
Πίνακας 2: Τυπολογία Σύστημα Α για λίμνες Σταθερή τυπολογία Τύπος Περιγραφείς Τυπολογία υψομέτρου υψηλός > 800 m μέσου υψομέτρου 200 έως 800 m πεδινός < 200 m Τυπολογία βάθους βάσει του μέσου βάθους <3 m 3-15 m >15 m Τυπολογία μεγέθους βάσει επιφάνειας 0,5-1 km 2 1-10 km 2 10-100 km 2 > 100 km 2 Γεωλογία Ασβεστολιθικός Πυριτικός Οργανικός Επιμέρους παράμετροι (περιγραφείς descriptors) χρειάζονται για την τυποποίηση κάθε υδάτινου σώματος. Για τα γλυκά επιφανειακά ύδατα, απαιτείται το υψόμετρο (το μέσο υψόμετρο) της λεκάνης, η έκταση της λεκάνης του υδάτινου σώματος και η επικρατούσα γεωλογία. Για το υψόμετρο προτείνονται τρεις κλάσεις (0-200 m, 200-800 m, >800 m), ενώ για τη γεωλογία, το υπόβαθρο ταξινομείται σε Ασβεστολιθικό, Πυριτικό ή Οργανικό (Πίνακας 1). Μια επιπλέον παράμετρος, το μέσο βάθος απαιτείται για την διάκριση των λιμνών (Πίνακας 2). Πίνακας 1: Τυπολογία Σύστημα Α για ποταμούς Σταθερή τυπολογία Τύπος Περιγραφείς Τυπολογία υψομέτρου υψηλός > 800 m μέσου υψομέτρου 200 έως 800 m πεδινός < 200 m Τυπολογία μεγέθους βάσει της υδρολογικής λεκάνης μικρός 10-100 km 2 μέτριος >100 έως 1000 km 2 μεγάλος >1000 έως 10.000 km 2 πολύ μεγάλος > 10.000 km 2 Γεωλογία Ασβεστολιθικός Πυριτικός - Οργανικός Παραδοτέο 2-2 16
Σύστημα Β Το σύστημα Β, περιλαμβάνει μεγαλύτερη ποικιλία παραγόντων βάσει των οποίων γίνεται ο διαχωρισμός. Εναλλακτικά της διάκρισης μέσω των οικοπεριοχών του Illies, δίνεται η δυνατότητα διάκρισης της γεωγραφικής θέσης του υδάτινου σώματος με την χρήση γεωγραφικών συντεταγμένων. Οι παράγοντες αυτοί δίνονται στους Πίνακες 3 και 4, για τους ποταμούς και τις λίμνες αντίστοιχα. Πίνακας 3: Το σύστημα Β για ποταμούς Εναλλακτικός χαρακτηρισμός Υποχρεωτικοί παράγοντες Προαιρετικοί παράγοντες Φυσικοί και χημικοί παράγοντες οι οποίοι καθορίζουν τα χαρακτηριστικά του ποταμού ή τμήματος του ποταμού και, κατά συνέπεια, τη δομή και τη σύνθεση του βιολογικού πληθυσμού Υψόμετρο Γεωγραφικό πλάτος Γεωγραφικό μήκος Γεωλογία Μέγεθος απόσταση από την πηγή του ποταμού ενέργεια του ρεύματος (συνάρτηση του ρεύματος και της κλίσης) μέσο πλάτος νερού μέσο βάθος νερού μέση κλίση νερού μορφή και σχήμα της κύριας κοίτης του ποταμού κατηγορία παροχής (ροής) ποταμού σχήμα κοιλάδας μεταφορά στερεών ικανότητα εξουδετέρωσης οξέων μέση σύνθεση υποστρώματος χλωριούχες ενώσεις φάσμα ατμοσφαιρικής θερμοκρασίας μέση ατμοσφαιρική θερμοκρασία βροχόπτωση Από την πρώτη ματιά φαίνεται πως αξιοποιώντας τους προαιρετικούς παράγοντες του συστήματος αυτού μπορεί να προκύψει πολύ μεγαλύτερος αριθμός τύπων, κάτι που διαχειριστικά τουλάχιστον δεν κρίνεται σκόπιμο. Όμως οι περιορισμοί και η «φτωχή» γενικά επιλογή παραμέτρων στο σύστημα Α, σε συνδυασμό με την μεγάλη ποικιλία υδατίνων συστημάτων έχει οδηγήσει τις περισσότερες χώρες να επιλέξουν εξ αρχής το σύστημα Β για την τυπολογία των υδατίνων σωμάτων. Παραδοτέο 2-2 17
Πίνακας 4: Το σύστημα Β για λίμνες Εναλλακτικός χαρακτηρισμός Υποχρεωτικοί παράγοντες Προαιρετικοί παράγοντες Φυσικοί και χημικοί παράγοντες οι οποίοι καθορίζουν τα χαρακτηριστικά του ποταμού ή τμήματος του ποταμού και, κατά συνέπεια, τη δομή και τη σύνθεση του βιολογικού πληθυσμού Υψόμετρο Γεωγραφικό πλάτος Γεωγραφικό μήκος Βάθος Γεωλογία Μέγεθος μέσο βάθος νερού σχήμα λίμνης χρόνος παραμονής μέση ατμοσφαιρική θερμοκρασία φάσμα ατμοσφαιρικής θερμοκρασίας μεικτικά χαρακτηριστικά ικανότητα εξουδετέρωσης οξέων βασική κατάσταση θρεπτικών ουσιών μέση σύνθεση υποστρώματος διακύμανση στάθμης νερού Η τυποποίηση με βάση το σύστημα Β εμπεριέχει σαφή μειονεκτήματα, τα οποία σχετίζονται με τη βαθμονόμηση και την επιλογή των ορίων της πενταβάθμιας κλίμακας για τους μη υποχρεωτικούς παράγοντες του συστήματος, καθώς απαιτεί την συνολική μελέτη μεγάλου αριθμού αντίστοιχων υδατίνων σωμάτων, τουλάχιστον σε επίπεδο οικοπεριοχής. 3.2.2 Υπόγεια υδάτινα σώματα Σύμφωνα με τους ορισμούς που αναφέρονται στην Οδηγία Πλαίσιο ως υπόγειο υδάτινο σώμα χαρακτηρίζεται συγκεκριμένος όγκος υπόγειων υδάτων εντός ενός ή περισσοτέρων υδροφόρων οριζόντων. Σύμφωνα με τα κατευθυντήρια κείμενα της Οδηγίας, η αναγνώριση των υπόγειων υδατίνων σωμάτων προϋποθέτει υδροφόρους ορίζοντες με σημαντική παροχή και άντληση υδάτων. Ειδικότερα, υπόγεια στρώματα που επιτρέπουν σημαντική ροή υπόγειων υδάτων ή δύναται να προσφέρουν μέση ημερήσια αντλούμενη ποσότητα νερού μεγαλύτερη από 10 m 3 (ή εξυπηρετούν περισσότερα από 50 άτομα) χαρακτηρίζονται ως υδροφόροι ορίζοντες. Με βάση τα κριτήρια αυτά είναι αναμενόμενο όλα τα υπόγεια στρώματα να αποτελούν και υδροφόρους ορίζοντες Παραδοτέο 2-2 18