ΑΘΗΝΑ ΖΩΝΙΟΥ-ΣΙ ΕΡΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ Τ.Ε.Α.Π.Η. ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ asideri@ecd.uoa.gr ΕΝΤΑΞΗ, ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ



Σχετικά έγγραφα
ΔΡΑΣΗ 2: «Ενέργειες ενημέρωσης, προβολής και δημοσιότητας»

ΠΡΑΞΗ: «ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΜΕΝΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ για ένταξη μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες» των Αξόνων

Εννοιολόγηση της αναπηρίας. Κατηγορίες ατόμων που ανήκουν στα άτομα με αναπηρία.

ΜΑΘΗΤΕΣ ΜΕ ΧΡΟΝΙΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΣΥΝΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΜΟΝΑ ΑΣ ΕΙ ΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ (ΣΜΕΑΕ)

Πηλείδου Κωνσταντίνα Σχολική Σύμβουλος ΕΑΕ

σκοπός Κατανόηση Όρος κατάλληλος; Άτομο με ειδικές ανάγκες Άτομο με αναπηρία Παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ Μαρούσι, 11/04/2016 Αρ.πρωτ.: 980

αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες

ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ

ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α. «Άτομα με αναπηρία και εργασία: εμπόδια και δικαιώματα» Εισηγητής: Γιάννης Λυμβαίος. Γεν. Γραμματέας ΕΣΑμεΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ & ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ κ. ΦΑΝΗΣ ΠΑΛΛΗ ΠΕΤΡΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗΣ ΣΥΜΠΡΑΞΗΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ & ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ

Ειδική Αγωγή αναπόσπαστο τµήµα ολόκληρης της Εκπαίδευσης. µάθηση Απορρίπτοντας στερεότυπες αντιλήψεις και κατηγοριοποιήσεις

ΑΔΑ: ΒΛ1Υ9-Ω1Ξ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ & ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

Το δικαίωμα του παιδιού με αναπηρία στην πρόσβαση στην πληροφορία και Εκπαιδευτική Πολιτική

Στόχοι του µαθήµατος Βασικοί στόχοι του µαθήµατος είναι ο φοιτητής:

Η διαφορετικότητα είναι μια σύνθετη έννοια, η οποία δεν θα πρέπει να συγχέεται με την έννοια της ποικιλομορφίας.

Φωτεινή Πολυχρόνη Επίκουρη Καθηγήτρια Πανεπιστήμιο Αθηνών Γιώτα Δημητροπούλου Λέκτορας Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

Νομοθεσία Εκπαιδευτικό πλαίσιο

ΠΡΟΣ: Οι Υπουργοί Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 3. ΙΣΤΟΡΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ Πρωτόγονη και αρχαία περίοδος. Ελληνική και Ρωμαϊκή περίοδος.. Μεσαίωνας..

Αναπηρία: όροι και ορισμοί. Η έννοια της διαφορετικότητας

Δικαίωμα ίσης αναγνώρισης από το νόμο «Η άποψη, η επιθυμία και η προτίμησή μου μετρούν» 5/12/2015

Πρόγραμμα Εξειδίκευσης στην Ειδική Αγωγή

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Πρόγραμμα Εξειδίκευσης στην Ειδική Αγωγή

(γλώσσα και σχολική αποτυχία γλώσσα και. συµπεριφοράς) ρ. Πολιτικής Επιστήµης και Ιστορίας Σχολικός Σύµβουλος Π.Ε. 70

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Θέμα: Τα άτομα με ειδικές ανάγκες. 6ο ΓΕΛ Αχαρνών Τμήμα: Α4 Υπεύθυνη καθηγήτρια: Κ. Παπαδάκη Σχ. Έτος: 2016

Διαπολιτισμικές σχέσεις στις πλουραλιστικές κοινωνίες

Εισαγωγή στην Ειδική Εκπαίδευση

Μαρία Θ. Παπαδοπούλου, PhD, Σχολική Σύμβουλος Π.Ε. 6η Περιφέρεια ν. Λάρισας ΠΕΚ ΛΑΡΙΣΑΣ, ΜΑΡΤΙΟΣ- ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2013

Ανα τυξιακή Σύµ ραξη «ΝΕΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ» "Ολοκληρωµένη Παρέµβαση για την Ισότιµη Συµµετοχή των Ατόµων µε Ανα ηρία στην Εργασία"

«Η ειδική αγωγή στην Ελλάδα»

Ενδοσχολική Προφορική Αξιολόγηση στα Μαθηματικά για τις προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

ΑΝΑΦΟΡΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ (STATE OF THE ART) ΤΟΥ ENTELIS ΕΚΔΟΣΗ EΥΚΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ

Μαρία Θ. Παπαδοπούλου, PhD, Σχολική Σύμβουλος Π.Ε. 6η Περιφέρεια ν. Λάρισας ΠΕΚ ΛΑΡΙΣΑΣ, ΜΑΡΤΙΟΣ 2015

1. Γουβιάς,. & Νιώτη Ν. «Η Αναγνώριση της ιαφορετικότητας στο Ελληνικό Σχολείο:

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΛΑΡΙΣΑΣ

Η διαφοροποίηση της διδασκαλίας για τυφλούς μαθητές

Σχετικά με τη λειτουργία και τη φοίτηση μαθητών στα Τ.Ε. και σε άλλες δομές της ΕΑΕ

Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση ατόμων με αναπηρία ή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL B8-0547/1. Τροπολογία

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΣΤΟ ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ ΕΙ ΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΑ Η ΕΙ ΙΚΕΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ

Εξέταση µαθητών µε αναπηρία & ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες

Ιστορική Αναδρομή. Η ειδική εκπαίδευση στην Ελλάδα

ΕΝΑΡΚΤΗΡΙΑ ΗΛΩΣΗ. Επαναφέρουµε σήµερα ενώπιον σας και ενώπιον της κυπριακής κοινωνίας ένα πολύ σηµαντικό θέµα.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΙ ΙΚΗ ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΝΤΑΞΗ ΜΑΘΗΤΩΝ ΜΕ ΕΙ ΙΚΕΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΕΣ. Πίνακας περιεχοµένων

ΕΙ ΙΚΗ ΑΓΩΓΗ και ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ. Κατάρτιση του προσωπικού των σχολείων Ειδικής Αγωγής στον Επαγγελµατικό Προσανατολισµό

«Το κοινωνικό στίγµα της ψυχικής ασθένειας»

Κείµενο Οι γυναίκες διδάσκουν και οι άνδρες διοικούν

ΓΛΩΣΣΑΡΙ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ

Χαιρετισµός του κ. ιονύση Νικολάου, Γενικού ιευθυντή του ΣΕΒ. «Ενεργός Γήρανση: Ένα Κοινωνικό Συµβόλαιο Αλληλεγγύης µεταξύ των Γενεών»

ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ «Vellum Diploma in Vocational Education and Training»

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΙ ΙΚΗ ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΗ

ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΝΗΛΙΚΩΝ «Vellum Diploma in Adult Education» SYLLABUS Vellum Global Educational Services 2017 Έκδοση 3.

Έργο: «Εκπόνηση μελετών» Δράση 3: Διακρίσεις και εμπόδια για τα άτομα με αναπηρία στην πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και μεταλυκειακή εκπαίδευση

ΜΑΘΗΣΙΑΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ (1)

Η Ειδική Αγωγή στην Εκπαίδευση. Κωνσταντίνος Πολυχρόνης Ειδικός Παιδαγωγός Σύμβουλος αγωγής Δυσλεξίας & Αυτισμού Davis

«Ο ρόλος της εκπαίδευσης ενηλίκων στη σύγχρονη κοινωνία»

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΙ ΙΚΗ ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΕΙΚΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΝΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗΣ

Παγκόσμια Ημέρα Ατόμων με Αναπηρία

α) προσαρµογή της διδασκαλίας βάσει του Εξατοµικευµένου Εκπαιδευτικού Προγράµµατος (ΕΕΠ) του µαθητή που σχεδιάζεται αξιολογείται και τροποποιείται

ΚΕΝΤΡΟ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

Παρακαλούμε συμπληρώστε με το σύμβολο «ν» ή υπογραμμίστε την απάντηση που σας αντιπροσωπεύει.

2. Στα άτομα αυτά περιλαμβάνονται όσοι:

Γενική Αιρεσιμότητα 3. Σχεδιασμός Εκπαιδευτικής παρέμβασης

ΖΑΡΓΚΛΗΣ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΠΕΣΥΠ Β ΕΞΑΜΗΝΟ

Διάγραμμα Μαθήματος. Κωδικός Μαθήματος Τίτλος Μαθήματος Πιστωτικές Μονάδες ECTS EDUC-521DL Μορφές Ειδικών Εκπαιδευτικών Αναγκών

Αειφόρα σχολεία και προαγωγή της Υγείας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΙ ΙΚΗ ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΗ. Τόµος Β Ι ΑΚΤΙΚΗ ΜΑΘΗΤΩΝ ΜΕ ΕΙ ΙΚΕΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ. Πίνακας περιεχοµένων

Τίτλος μαθήματος: Παιδιά με ειδικές ανάγκες: Διδασκαλία και μάθηση

Ισχύουσα νομοθεσία ένταξης και γονείς

Σύμβαση του Ο.Η.Ε. για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία

Πρόλογος: Κογκίδου ήµητρα. Εκπαιδευτική Ηγεσία και Φύλο. Στο: αράκη Ελένη (2007) Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.

Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ

Νέος Παιδαγωγός Πανελλήνιο συνέδριο για τον παιδαγωγό του σήμερα Ίδρυμα Ευγενίδου, 3 & 4 Μαΐου 2014

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

Στόχος υπό έμφαση για τη σχολική χρονιά

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

1. Γένεση, καταβολές καιεξέλιξητηςπε

«Οι βασικές αρχές και οι στόχοι του Ελληνικού Δικτύου για την καταπολέμηση των διακρίσεων»

Φοιτήτρια: Τσαρκοβίστα Βικτώρια (Α.Μ ) Επιβλέπων καθηγητής: Χριστοδουλίδης Παύλος

«Προφορικές εξετάσεις: θεσμικό πλαίσιο και παιδαγωγική τεκμηρίωση» Θεσσαλονίκη 7/4/2016

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Εισαγωγή στην Ειδική Αγωγή

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΟΚΕ ΕΛΛΑΔΑΣ, κ. Χρήστου ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ TRESMED 4 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 10-11/9/2012

Ενταξιακή Εκπαίδευση & Κοινωνική Δικαιοσύνη στη Σύγχρονη Εποχή: Ερωτήματα και Προβληματισμοί

ΑΝΟΙΚΤΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΟΔΗΓΟΣ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

Δομές Ειδικής Αγωγής στην Δευτεροβάθμια. Εκπαίδευση και Εκπαιδευτική Ηγεσία: ο ρόλος. του Διευθυντή μέσα από το υπάρχον θεσμικό.

Διάλεξη 1η Εισαγωγή Στην Ειδική Φυσική Αγωγή: Ορισμοί, Έννοιες

Πιστοποιητικό Γνώσεων και Δεξιοτήτων για την Προστασία Προσωπικών Δεδομένων. (GDPR - Γ.Κ.Π.Δ. / Γενικός Κανονισμός Προσωπικών Δεδομένων)

Σχ. Σύμβουλος 10 ης Περιφέρειας ΕΑΕ & Β ΚΕΔΔΥ Θεσ/νίκης Πολιτιστικό Κέντρο Δήμου Κορδελιού Ευόσμου 29/2/2016 8:00-14:00

Ενταξιακές εκπαιδευτικές πρακτικές. Ευδοξία Ντεροπούλου-Ντέρου

Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ανθρώπων με αναπηρίες

Transcript:

ΑΘΗΝΑ ΖΩΝΙΟΥ-ΣΙ ΕΡΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ Τ.Ε.Α.Π.Η. ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ asideri@ecd.uoa.gr ΕΝΤΑΞΗ, ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Παρά το γεγονός ότι, τα τελευταία χρόνια, η επίσηµη κοινωνική και εκπαιδευτική πολιτική σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, διακηρύσσει το δικαίωµα στην ένταξη των αναπήρων, εξακολουθεί να προσεγγίζει την αναπηρία µέσα από τη λογική των «ειδικών αναγκών». Με τον τρόπο αυτό, νοµιµοποιεί και αναπαράγει τις διαχωριστικές πρακτικές που στο επίπεδο της διακήρυξης υποστηρίζει ότι καταργεί. Με αφορµή τον τελευταίο Νόµο για την Ειδική αγωγή και Εκπαίδευση, η παρούσα εισήγηση επιχειρεί να αναδείξει πως, στο πλαίσιο της παραπάνω λογικής, η ένταξη προσεγγίζεται στο επίπεδο της ατοµικής διεκδίκησης για τους ανάπηρους µαθητές/τριες, αφήνοντας ανεξέταστες τις δοµικές κοινωνικές ανισότητες που παράγουν και αναπαράγουν το περιθώριο και τον αποκλεισµό στην εκπαίδευση. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Σε ένα από τα ενηµερωτικά φυλλάδια της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) για την απασχόληση και την κοινωνική πολιτική στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα αναφέρεται ότι «[σ]τις ηµοκρατίες, µε άλλα λόγια σε όλα τα κράτη-µέλη της Ε.Ε., δεν αµφισβητείται η ισότητα ενώπιον του νόµου. Στην καθηµερινή ζωή όµως πολλοί άνθρωποι αντιµετωπίζουν διακρίσεις χωρίς κανένα αντικειµενικό λόγο» Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική ιεύθυνση Εκπαίδευσης και Πολιτισµού, Λουξεµβούργο, 2000:28 Είναι γεγονός ότι τις τελευταίες δεκαετίες η Νοµοθεσία, ελληνική και ευρωπαϊκή, έχει χαρακτηρίσει παράνοµες ανοιχτές πράξεις διαχωρισµού. ιεθνείς οργανισµοί όπως τα Ηνωµένα Έθνη και η UNESCO, προτάσσουν την ενταξιακή εκπαίδευση ως βασική αρχή οργάνωσης και λειτουργίας των σχολείων και των εκπαιδευτικών συστηµάτων. Από την άλλη, πρακτικές διάκρισης και περιθωριοποίησης εξακολουθούν να υφίστανται στο κοινωνικό πεδίο. Πολύ συχνά οι ανάπηροι έρχονται αντιµέτωποι µε την προκατάληψη, τον οίκτο, την αδιαφορία, την κηδεµονία, ακόµα και την εχθρότητα. Στο επίπεδο των κοινωνικών υπηρεσιών η προνοιακή δραστηριοποίηση από ειδικούς κρατικούς λειτουργούς καθιστά τα άτοµα και τις οικογένειές τους εξαρτηµένα, τα στιγµατίζει και τα θέτει υπό κηδεµονία. Στο επίπεδο της επαγγελµατικής αποκατάστασης το ποσοστό των αναπήρων που αντιµετωπίζουν το πρόβληµα της ανεργίας, εξακολουθεί να παραµένει πολλαπλάσια υψηλότερο σε σχέση µε τους µη ανάπηρους. Η διερεύνηση των συνθηκών που σε θεσµικό επίπεδο- καταργούν ή διατηρούν τους αντικειµενικούς λόγους, για τη συνέχιση των διακρίσεων είναι σηµαντική για την κατανόηση της πορείας της ένταξης. Και αυτό, γιατί -σε θεωρητικό επίπεδο- στο πεδίο της εκπαίδευσης, βρισκόµαστε σε µια κρίσιµη καµπή, όπου το ερώτηµα «τι είναι η ένταξη και πώς µπορούµε να την επιτύχουµε έχει αντικατασταθεί από το «πώς η ένταξη από µια προοδευτική θέση για την εκπαίδευση µεταφράστηκε σε 1

πολιτικές και πρακτικές που διατηρούν ή και αυξάνουν την περιθωριοποίηση και τον αποκλεισµό των αναπήρων». ΘΕΣΜΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΙΣ ΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΙΑΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ Πολύ συχνά στη διεθνή νοµοθεσία ενάντια στις διακρίσεις και στα θεσµικά κείµενα για την ένταξη, τα αίτια για την περιθωριοποίηση των αναπήρων εντοπίζονται στις αντιλήψεις και τις προκαταλήψεις των µη ανάπηρων απέναντι στους ανάπηρους ή σε κάποιες εκδοχές της προσβασιµότητας του κτηριακού περιβάλλοντος και πρόσβασης στην πληροφορία. Αν και σηµαντικές οι παραπάνω παράµετροι, δεν επαρκούν για να καλύψουν το ζήτηµα των ορίων που αναπηροποιούν, τα οποία αναφέρονται στις ανισότητες των δοµών του κοινωνικού συστήµατος. Η άρση των εµποδίων που αντιµετωπίζουν οι ανάπηροι δεν µπορεί να θεωρείται ζήτηµα ατοµικής ευθύνης της «κοινωνίας των πολιτών», αλλά κυρίως µέρος ενός ευρύτερου πολιτικού σχεδίου αντιµετώπισης της κοινωνικής ανισότητας. Ιδίως όταν µέσα στα ίδια τα θεσµικά κείµενα προωθείται η αναπαραγωγή των στερεοτύπων απέναντι στους ανάπηρους. Η νοµοθεσία ενάντια στις διακρίσεις θεµελιώνεται σε ένα σύστηµα ταυτοποίησης και ταξινόµησης του πληθυσµού σε σταθερές και διακριτές οντολογικές κατηγορίες (όπως µη οµαλοποιηµένο σώµα, φύλο, σεξουαλική ταυτότητα, φυλή, εθνικότητα, θρησκεία), οι οποίες καθιστούν τα άτοµα θεσµικά ορατά και µετρήσιµα (Campbell, 2006). Στην περίπτωση των ανάπηρων, οι κατηγορίες διάγνωσης αναπαράγουν τη θεωρία του ατοµικού ελλείµµατος/ελαττώµατος και εξακολουθούν να αναπαριστούν το µοντέλο της προσωπικής τραγωδίας (Oliver, 1996). Το κλινικό µοντέλο προάγει και συντηρεί µια ιστορικά στρεβλή προσέγγιση της αναπηρίας, την οποία οι ίδιοι οι ανάπηροι έχουν από καιρό αποκηρύξει (UPIAS, 1976). Επιπρόσθετα θα πρέπει να λάβουµε υπόψη την άποψη σύµφωνα µε την οποία οι κατηγορίες διάγνωσης συνοψίζουν και αναπαριστούν το πεδίο µιας αρνητικής οντολογίας, στο πλαίσιο της οποίας προσδιορίζεται τόσο το µη οµαλοποιηµένο όσο και το οµαλοποιηµένο σώµα. Συγκεκριµένα η Campbell (2006) αναφέρεται στη συµπληρωµατική λογική, στο πλαίσιο της οποίας, το θεωρούµενο ως οµαλό/φυσιολογικό προσδιορίζεται µε βάση αυτό που βρίσκεται έξω από αυτό, το αδιανόητο, που ωστόσο είναι πάντα παρόν. Έτσι για παράδειγµα στον πρόσφατο Νόµο για την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση αναφέρεται ότι: «Η πολιτεία αλλά και όλες οι υπηρεσίες και οι λειτουργοί του Κράτους οφείλουν να αναγνωρίζουν την αναπηρία ως µέρος της ανθρώπινης ύπαρξης...» (Ν. 3699/2008, αρθρ. 1, 1) Στο άρθρ. 3, 1 του ίδιου Νόµου διευκρινίζεται ότι: «Στους µαθητές µε αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες συγκαταλέγονται ιδίως όσοι παρουσιάζουν νοητική αναπηρία, αισθητηριακές αναπηρίες όρασης (τυφλοί, αµβλύωπες µε χαµηλη όραση), αισθητηριακές αναπηρίες ακοής (κωφοί, βαρήκοοι), κινητικές αναπηρίες, χρόνια µη ιάσιµα νοσήµατα, διαταραχές οµιλίαςλόγου, ειδικές µαθησιακές δυσκολίες όπως δυσλεξία, δυσγραφία, δυσαριθµησία, δυσαναγνωσία, δυσορθογραφία, σύνδροµο ελλειµµατικής προσοχής µε ή χωρίς υπερκινητικότητα, διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές (φάσµα αυτισµού), ψυχικές διαταραχές και πολλαπλές αναπηρίες» 2

Η παρείσφρηση στη νοµοθεσία τέτοιων προσδιορισµών επικυρώνει και νοµιµοποιεί τα όρια εντός των οποίων, η ιδεολογία της ικανότητας (ableism), ένα διάχυτο δίκτυο σκέψης (Campbell, 2006:109), σταθεροποιείται. «Η συµπαιγνία του νόµου µε το λόγο της βιοιατρικής µας πληροφορεί όχι µόνο σχετικά µε τους τρόπους υποκειµενοποίησης της αναπηρίας. επιπρόσθετα, και πιο σηµαντικά, η συµπαιγνία αυτή µας πληροφορεί σχετικά µε το τι σηµαίνει να είναι κανείς «άνθρωπος» κάτω από τον έλεγχο/κυριαρχία της ιδεολογίας της ικανότητας (ableism)» (Campbell, 2006:110). Στην περίπτωση αυτή τα στερεότυπα της αναπηρίας, ως προσωπικής τραγωδίας, αλλά και ως έκπτωσης από αυτό που συγκροτεί το ανθρώπινο, συντηρούνται, αναπαράγοντας όχι µόνο αισθήµατα οίκτου, αλλά και φόβου και ενδεχοµένως απέχθειας (Hughes, 2009). ΕΙ ΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ, ΕΙ ΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ, ΕΙ ΙΚΕΣ ΠΑΡΟΧΕΣ, ΕΙ ΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΩΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΕΝΤΑΞΗΣ Στη βάση αυτών των κατηγοριών ταξινόµησης και διάκρισης, παράγονται ειδικοί χώροι, συµβολικοί και πραγµατικοί στους οποίους «παροχετεύονται» αυτοί που αποκλείονται (Armstrong, 1999, Sibley, 1995). Σύµφωνα µε τον Νόµο για την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση: «Το είδος και ο βαθµός των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών προσδιορίζουν τη µορφή, τον τύπο και την κατηγορία των σχολικών µονάδων ΕΑΕ» (Ν.3699/2008, αρθρ. 2, 1). Συγχρόνως η ταξινόµηση των ατόµων σε διαγνωστικές κατηγορίες, δηµιουργεί και ένα όριο και µια προϋπόθεση για την ένταξη: Στον ίδιο Νόµο, η Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση (ΕΑΕ), µεταξύ άλλων, επιδιώκει ιδίως (Ν. 3699/2008, αρθρ.2 5β,γ): «τη βελτίωση και αξιοποίηση των δυνατοτήτων και δεξιοτήτων τους, ώστε να καταστεί η ένταξη ή η επανένταξή τους στο γενικό σχολείο, όπου και όταν αυτό είναι δυνατόν» «την αντίστοιχη προς τις δυνατότητές τους ένταξη στο εκπαιδευτικό σύστηµα, στην κοινωνική ζωή και στην επαγγελµατική δραστηριότητα» Βασική προϋπόθεση της ένταξης, αλλά και όριο γι αυτή, είναι ότι οι ανάπηροι πρέπει να αποδείξουν ότι είναι δυνατή η ένταξή τους στο εκπαιδευτικό σύστηµα και την κοινωνική ζωή. Η ένταξη εδώ γίνεται αντιληπτή ως αποτέλεσµα της οµαλοποίησης του ατόµου και όχι ως µια ενεργητική διαδικασία που αφορά στην άρση των εµποδίων µέσα στο ίδιο το εκπαιδευτικό σύστηµα που εµποδίζει τη συµµετοχή των αναπήρων σε αυτό. Επιπλέον το γενικό σχολείο και οι ειδικές/«ενταξιακές» εκπαιδευτικές δοµές, εξακολουθούν να γίνονται αντιληπτές ως δύο ξεχωριστές, στατικές δοµές, όπου η ταξινόµηση των µαθητών σε αυτές πραγµατοποιείται µε βάση την προσλαµβανόµενη ικανότητα. Η προσλαµβανόµενη ικανότητα ωστόσο διαπλέκεται συχνά µε κοινωνικές και πολιτισµικές παραµέτρους που σχετίζονται µε τον κοινωνικό και σχολικό αποκλεισµό, αφού στα τµήµατα ένταξης φοιτούν και µαθητές/τριες µε µητρική γλώσσα διαφορετική από την ελληνική ή είναι τσιγγάνικης καταγωγής ή προέρχονται από υποβαθµισµένα κοινωνικοοικονοµικά περιβάλλοντα. Αυτό δεν σηµαίνει ότι οι µαθητές που φοιτούν στα τµήµατα ένταξης ανήκουν σε µια κατηγορία ιδιότυπων «άλλων». Η πραγµατικότητα της «ένταξης» µας έχει δείξει, ότι στο πλαίσιο ενός «ενταξιακού 3

λόγου» η Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση παρέχει υπηρεσίες στο γενικό σχολείο, απαλλάσσοντάς το γενικά από το βάρος όλων εκείνων των µαθητών που δεν υπάγονται στην «οµοιοµορφία» της γενικής τάξης (Ζώνιου-Σιδέρη κ.α.2005). Με βάση στοιχεία ερευνών (ΥΠΕΠΘ-Π.Ι., 2004, Ζώνιου-Σιδέρη κ.α. 2005) µπορούµε να υποστηρίξουµε ότι η αναπηρία συνεχίζει να αποτελεί ένα περιφερειακό ζητούµενο για τα γενικά σχολεία που αφορά σε µεµονωµένους µαθητές και µαθήτριες που επιδιώκουν να ενταχθούν σε αυτά. Στο πλαίσιο αυτό το «δικαίωµα στην εκπαίδευση» δεν διασφαλίζεται, αλλά διεκδικείται από τους ανάπηρους µαθητές/τριες και τους γονείς τους σε ατοµική κάθε φορά βάση και η διεκδίκηση αυτή λαµβάνει χώρα κυρίως έξω από το σχολείο, µε επίκεντρο τα ΚΕ Υ και άλλους διαγνωστικούς φορείς. Εποµένως, η «ένταξη» γίνεται αντιληπτή ως µια επιπρόσθετη στρατηγική που λειτουργεί ρυθµιστικά και σε αναφορά µε τον αποκλεισµό των µαθητών. Σε κάθε περίπτωση θεσµοποιεί και κατοχυρώνει την αναγκαιότητα µιας Ειδικής Παιδαγωγικής, αρµόδιοι για την οποία θεωρείται ότι είναι ένα σύνολο ειδικών επαγγελµατιών, που εντοπίζονται έξω από τη γενική τάξη. Αφήνει έτσι τα προβλήµατα που σχετίζονται µε το Αναλυτικό Πρόγραµµα και τις εκπαιδευτικές πρακτικές στο γενικό σχολείο ανεξέταστα. Ως εκ τούτου, το όριο της ένταξης δεν τίθεται µόνο σε σχέση µε την οµαλοποίηση του ατόµου, αλλά και σε σχέση µε τα όρια του ίδιου του γενικού σχολείου να δεχτεί ανάπηρους µαθητές. Η έκφραση «όπου και όταν αυτό είναι δυνατό» δεν αναφέρεται µόνο στην οµαλοποίηση του µαθητή. Ορίζει το βαθµό ή το όριο που το σχολείο µπορεί να αντεπεξέλθει σε διαφορετικές «ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες», χωρίς να «διαταράσσεται σηµαντικά» η λειτουργία του ή/και να γίνεται «δυσανάλογη» η επιβάρυνση το σχολείου. Σύµφωνα µε τον 3699/2008 (αρθρ. 6 1): «Στα Τµήµατα που φοιτούν µαθητές µε αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες πρέπει να µειώνεται αναλογικά ο αριθµός των µαθητών και οι παραπάνω µαθητές να κατανέµονται εξίσου στα τµήµατα της ίδιας τάξης» Παρόµοιες «ρήτρες προϋποθέσεων» εντοπίζονται γενικά στη Νοµοθεσία που αφορά στην ίση µεταχείριση, όπως για παράδειγµα στο αρθρ. 10 του Ν. 3304/2005, όπου ορίζεται ότι οι «εύλογες προσαρµογές» που απαιτούνται ώστε τα άτοµα µε αναπηρίες να συµµετάσχουν ισότιµα στην εργασία δεν πρέπει να «συνεπάγονται δυσανάλογη επιβάρυνση» του εργοδότη. Σε σύγκριση µε άλλες κοινωνικές οµάδες που εµπίπτουν στη Νοµοθεσία της ίσης µεταχείρισης, το οικονοµικό κόστος για την επίτευξη των στόχων της νοµοθεσίας θεωρείται ότι είναι σηµαντικά µεγαλύτερο για τα άτοµα µε αναπηρίες (Barnes & Mercer, 2001: 121), καθώς, κατά περίπτωση, µπορεί να απαιτούν σηµαντικές προσαρµογές και τροποποιήσεις στον εκπαιδευτικό/εργασιακό χώρο και επιπρόσθετα βοηθήµατα, εργαλεία, µέσα ή προσωπικό. Αν η κοινωνική πολιτική για την αντιµετώπιση του αποκλεισµού προτάσσει ως µια βασική παράµετρο κοινωνικής ένταξης την ενσωµάτωση του ατόµου στην αγορά εργασίας, πώς αποδίδεται τελικά η ιδιότητα του πολίτη στον ανάπηρο που δεν µπορεί να εργαστεί ή να κατακτήσει το πρότυπο όπως αυτονοµίας που προβάλλεται από την κυρίαρχη ιδεολογία όπως ικανότητας; Τέλος η εξελικτική προοπτική που προτάσσουν οι παραπάνω διατυπώσεις του Νόµου, συναντά εµπόδια στην υλοποίησή όπως που εντοπίζονται έξω από το άτοµο. Στην ελληνική πραγµατικότητα σύµφωνα µε τα δεδοµένα όπως έρευνας από τη Χαρτογράφηση όπως Ειδικής Αγωγής (ΥΠΕΠΘ-ΠΙ, 2004), πάνω από το 80% των ατόµων µε αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες βρίσκονται στην πρωτοβάθµια εκπαίδευση. Οι δοµές ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης στη δευτεροβάθµια εκπαίδευση µειώνονται δραµατικά σε σχέση µε την πρωτοβάθµια (ΥΠΕΠΘ-ΠΙ, 2004) και κάποιες από αυτές οδηγούν σε τίτλους σπουδών χωρίς 4

επαγγελµατική εξειδίκευση (όπως π.χ. ΕΕΕΕΚ). Αντιλαµβανόµαστε εδώ ότι στην πραγµατικότητα συνυπάρχουν δύο αντιφατικές συνθήκες: αφενός τα άτοµα χαρακτηρίζονται ως αποκλίνοντα από τη «νόρµα» και διαχωρίζονται ως άτοµα µε «ειδικές ανάγκες» και αφετέρου, δοµικά στοιχεία στην εκπαίδευση και στο κοινωνικό πεδίο επιτρέπουν υπό όρους ή αποκλείουν εντελώς την ένταξή όπως σε αυτό. Επιπρόσθετα όπως έχει διαπιστώσει η Vislie (2003) οι «ειδικές ανάγκες» συνδέονται µε αντιθετικά «δικαιώµατα» που περιλαµβάνουν από τη µία πλευρά τα δικαιώµατα διαχωρισµού, προστασίας και προνοµίων και από την άλλη τα δικαιώµατα συµµετοχής, ένταξης και ισότητας. ΕΝΤΑΞΙΑΚΗ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ ΚΑΙ Η Ι ΕΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ «ΕΙ ΙΚΩΝ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ Η Tomlinson έχει αναφερθεί στην ιδεολογία των «ειδικών αναγκών», η οποία δίνει τη δυνατότητα διαµόρφωσης της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης µε τρόπο που η διεύρυνσή της να επιτρέπεται και να δικαιολογείται, αφού «εκείνοι που δύνανται να ορίσουν τις «ανάγκες» άλλων και να τους παραχωρήσουν ή να τους στερήσουν [εκπαιδευτικές] παροχές έχουν σηµαντική εξουσία, ενώ η αγαθοεργή εικόνα που έχει διαµορφωθεί γύρω από την έκφραση «κάλυψη ειδικών αναγκών» αποκλείει την όποια συζήτηση των υποτιθέµενων αναγκών ή κριτική της παροχής και πρακτικής [αυτής] (Tomlinson, 1985:163) Οι ειδικές ανάγκες είναι ένας κενός όρος. Ορίζεται κάθε φορά ανάλογα µε τα συγκεκριµένα χαρακτηριστικά της «ειδικής ανάγκης», το πλαίσιο που αυτή εκφράζεται και της επιπρόσθετης διδακτικής στήριξης που απαιτείται ώστε να καλυφθεί. Κάθε φορά που µια «ειδική ανάγκη» εντοπίζεται, επιβεβαιώνεται ο διαχωρισµός ανάµεσα στις οµάδες ατόµων µε και χωρίς ειδικές ανάγκες. Οι ειδικές ανάγκες επιβεβαιώνουν την ύπαρξη διακριτών οµάδων όσο και την αναγκαιότητα για «ειδικές παροχές» για τη µία εξ αυτών των οµάδων. Οι παροχές που λαµβάνουν οι µαθητές/τριες µε «ειδικές ανάγκες» είναι πέρα από αυτές που θεωρούνται ως δεδοµένες για όλους του µαθητές/τριες (ανεξάρτητα από το αν θα τις χρησιµοποιήσουν ή όχι) Οι «ειδικές ανάγκες» είναι επίσης ένας ευέλικτος όρος. Τόσο η σχέση των δύο οµάδων, µε και χωρίς ειδικές ανάγκες, δεν είναι σταθερή όσο και το «βέλτιστο» πλαίσιο για την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών δεν είναι συγκεκριµένο (αφού προσδιορίζεται κατά περίπτωση). Είναι σηµαντικό να τονίσουµε ότι όλες οι (ειδικές) «ανάγκες» δεν έχουν την ίδια αναγνώριση και συνέπειες. Όπως υποστηρίζει η Corbett (1998:41) οι «ετικέτες έχουν εξαιρετική σηµασία και το πολιτισµικό τους κεφάλαιο είναι σηµαντικό» ιδιαίτερα σε κοινωνικο-πολιτισµικά πλαίσια που κατευθύνονται από τις δυνάµεις της Αγοράς. Θα τολµούσαµε να πούµε ότι υπάρχει ένα είδος ιδιότυπου χρηµατιστηρίου όπου διαφορετικές «ανάγκες» έχουν άλλη αξία αλλά και προσδίδουν άλλη αξία σε αυτούς που τις φέρουν, επηρεάζοντας τόσο τις εκπαιδευτικές και εργασιακές προοπτικές τους όσο και τις στάσεις της ευρύτερης κοινωνίας. Έτσι η ετικετοποίηση για κάποιες κατηγορίες ειδικών αναγκών ή αναπηριών σηµαίνει αποκλεισµό και µειωµένες ευκαιρίες ενώ για άλλες σηµαίνει ειδικές παροχές και στήριξη, µε διεύρυνση των εκπαιδευτικών ευκαιριών. Σε κάθε περίπτωση πρώτα πρέπει να αποδείξει κανείς ότι ανήκει σε µια ειδική κατηγορία και µετά να διεκδικήσει τα ανάλογα δικαιώµατα (Barnes & Mercer, 2003). 5

Όπως υποστηρίζει η Young (2002) το κοινωνικό µοντέλο της αναπηρίας µετατόπισε τη συζήτηση για τα ζητήµατα δικαιοσύνης των αναπήρων µακριά από την ιδεολογία των «αναγκών» και άρα είναι δύσκολο να επιστρέψουµε σε ένα κόσµο που περιγράφει κάποια άτοµα εστιάζοντας στις «ειδικές ανάγκες» τους. Παρόλα αυτά, η εστίαση στον ατοµικό άξονα χαρακτηρίζει σε µεγάλο βαθµό την προσέγγιση του δικαιώµατος στην ένταξη, όπως αυτό εκφράζεται στις διεθνείς διακηρύξεις και συµβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώµατα. Η ατοµική προσέγγιση συµπίπτει µε τους ευρύτερους µετασχηµατισµούς στην κοινωνική πολιτική που, σύµφωνα µε τον Apple, (2001: 104), κωδικοποιούνται στη δραµατική επέκταση της ιδεολογίας της ελεύθερης αγοράς, στη δραστική µείωση της κυβερνητικής ευθύνης απέναντι στις κοινωνικές ανάγκες, στην ενίσχυση των εντατικοποιηµένων ανταγωνιστικών δοµών κινητικότητας, τόσο εντός όσο και εκτός του σχολείου, στη µείωση των προσδοκιών των ανθρώπων για οικονοµική ασφάλεια, στην «πειθάρχηση» της κουλτούρας και του σώµατος, καθώς και στην επαναφορά στο προσκήνιο της τάσης για εξήγηση των κοινωνικών θέσεων που λαµβάνουν τα άτοµα στη βάση ουσιοκρατικών προσεγγίσεων (φύλο, φυλή κοκ). ΕΠΙΛΟΓΟΣ Όπως έχουµε ήδη υποστηρίξει αλλού, η έλλειψη ενός ουσιαστικού διαλόγου σχετικά µε το περιεχόµενο της ένταξης στην Ελλάδα οδηγεί σε µια άκριτη αποδοχή της ανθρωπιστικής ρητορικής της, ενώ και οι όποιες διαφωνίες υπάρχουν σχετικά µε την εφαρµογής της δεν εκφράζονται και άρα δεν γίνονται αντικείµενο αντιπαράθεσης και διαλόγου. Συνεπώς η διάσταση µεταξύ ρητορικής και πρακτικής δεν βγαίνει στην επιφάνεια (Zoniou-Sideri κ.α., 2006). Το σύγχρονο σχολείο µε τη σηµερινή του δοµή, δεν είναι και δεν µπορεί να είναι ένα σχολείο για όλους. Ως εκ τούτου, οι σχετικές συζητήσεις δεν µπορεί να περιορίζουν την ένταξη σε ένα ρόλο συντονιστή/διερµηνέα µεταξύ ειδικής και γενικής εκπαίδευσης ούτε να τη µεθερµηνεύουν ως ανταπόκριση σε ένα επιβεβληµένο δόγµα που προωθείται διεθνώς µε στόχο τη διατήρηση της υπάρχουσας οµαλότητας και εύρυθµης λειτουργίας του εκπαιδευτικού θεσµού. Σε σχέση µε το ερώτηµα που αφορά στο µέλλον της ενταξιακής εκπαίδευσης νοµίζω ότι ανοίγονται δύο επιλογές. Από τη µια µπορούµε να συνεχίσουµε να συλλέγουµε πληροφορίες σε σχέση µε τις ανισότητες στην κατανοµή των πόρων στα ζητήµατα διάκρισης και αναγνώρισης. Μια τέτοια στάση είναι σύννοµη µε την εύρεση άµεσων λύσεων σε τρέχοντα προβλήµατα και συνάδει µε το πνεύµα πραγµατισµού της εποχής. Από την άλλη µπορούµε να επαναφέρουµε στο προσκήνιο το ερώτηµα «τι εκπαίδευση θέλουµε;», αρχίζοντας να διερευνούµε τα σηµεία εκείνα όπου οι ταυτότητες των µαθητών, στον αυξανόµενο πλουραλισµό τους, συγκρούονται όχι µε µια αφηρηµένη και ευέλικτη στα όρια της νόρµα, αλλά µε την αρχιτεκτονική και την κουλτούρα του σύγχρονου σχολείου (Slee, 2008). 6

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Apple, M. (2001). Creating Profits by creating failures: standards, markets and inequality in education. International Journal of Inclusive Education, 5 2/3, 103-118. Armstrong, F. (1999). Inclusion, curriculum and the struggle for space in school. International Journal of Inclusive Education, 3 (1), 75-87. Barnes, C & Mercer, G. (2003). Disability. London: Polity. Campbell, F. C. (2006). Legislating Disability: Negative Ontologies and the Government of Legal Identities. In: Tremain, S. (ed) Foucalt and the Government of Disability (pp.108-130). The University of Michigan Press Corbett, J. (1998). Special Educational Needs in the Twentienth Century: A cultural analysis. London: Cassell. Hughes, B. (2009). Wounded/monstrous/abject: a critique of the disabled doby in the sociological imaginary. Disabiity & Society 24 (4), 399-410. N. 3699/2008. Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση Ατόµων µε Αναπηρία και Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες. Αθήνα: Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως. Ν. 3304/2005. Εφαρµογή της αρχής της ίσης µεταχειρισςη ανεξαρτήτως φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισµού. Αθήνα: Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως. Oliver, M. (1996). Understanding Disability: From Theory to Practice.. Basingstoke: Macmillan. Sibley, D. (1996). Geographies of Exclusion. London: Routledge. Slee, R. (2008). Beyond special and regular schooling? An inclusive education reform agenda. International Studies in Sociology of Education, 18 (2), 99-116. Tomlinson, S. (1985). The expansion of Special Education. Oxford Review of Education, 11 (2), 157-165. Vislie, L. (2003). Special education under the modernity. From restricted liberty through organised modernity, to extended liberty and a plurality of practices. European Journal of Special Needs Education, 21 (4), 395-414. 7

Young, I.M. (2002). Foreword. In: Corker, M. & Shakespeare, T. (eds) Disability/Postmodernity: Embodying disability theory (pp xii-xiv). London: Continuum. ΥΠΕΠΘ-Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (2004). Έκθεση για τη δράση «Χαρτογράφηση Ειδικής Αγωγής». Αθήνα: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Zoniou-Sideri, A., Deropoulou-Derou, E., Karagianni, P. και Spandagou, I. (2006). Inclusive discourse in Greece: strong voices, weak policies. International Journal of Inclusive Education, 10, 2/3, 279-291. Ζώνιου-Σιδέρη, Α., Καραγιάννη, Π., Ντεροπούλου-Ντέρου, Ε., Παπασταυρινίδου, Γ. και Σπανδάγου, Η. (2005). Η σηµασία και ο ρόλος το αναλυτικού προγράµµατος στην ενταξιακή εκπαίδευση των τυφλών παιδιών στην Ελλάδα. Στο: Α. Ζώνιου-Σιδέρη και Η. Σπανδάγου (επιµ.) Εκπαίδευση και τύφλωση: Σύγχρονες τάσεις και προοπτικές (σς. 205-217). Αθήνα: Ελληνικά Γράµµατα. 8