χωρικές αφηγήσεις περί οικειότητας

Σχετικά έγγραφα
Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Χώρος και Διαδικασίες Αγωγής

Παναγιώτης Γιαννόπουλος Σελίδα 1

Ανάπτυξη Χωρικής Αντίληψης και Σκέψης

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Βασικοί κανόνες σύνθεσης στη φωτογραφία

Βιολογική εξήγηση των δυσκολιών στην ανθρώπινη επικοινωνία - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχολόγ

GEORGE BERKELEY ( )

Η πολιτιστική κληρονομιά ως κοινωνικό κατασκεύασμα. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, MSc Research Fellow, Birmingham University

Α Φάση Δι.Με.Π.Α. 3ο μάθημα: Σχολικός χώρος και Μέθοδοι Παρατήρησης της διδασκαλίας

μαθημα δεύτερο: Βασικοί ορισμοί και κανόνεσ 9 MAΘΗΜΑ ΤΡΙΤΟ: Το συναισθηματικό μας υπόβαθρο 16

Δράση και Διακεκριμένη Επίδοση Σελίδα.1

Η ιστορία της παιδικής συμπεριφοράς γεννιέται από την συνύφανση αυτών των δύο γραμμών (Vygotsky 1930/ 1978, σελ. 46).

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

e-seminars Αναπτύσσομαι 1 Προσωπική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

Το παιδί μου έχει αυτισμό Τώρα τι κάνω

Η Απουσία του Χρόνου Σελίδα.1

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Η Επιστήµη της Κοινωνιολογίας

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

Διάλογοι Σελίδα.1

TO ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΣΤΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ

Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ. Ιωάννης Βρεττός

Στην ρίζα της δυσλεξίας, της ελλειμματικής προσοχής με ή χωρίς υπέρ-κινητικότητα και άλλων μαθησιακών δυσκολιών υπάρχει ένα χάρισμα, ένα ταλέντο.

Η ΕΝΔΥΝΑΜΩΜΕΝΗ ΨΥΧΗ. του Ρατζίντερ Σινγκ Απόσπασμα από το βιβλίο: «Διαλογισμός για την Ενδυνάμωση της Ψυχής σας»

Η Επιθετικότητα στα Παιδιά που Έχουν Βιώσει Τραύμα. Victoria Condon and Panos Vostanis Μετάφραση: Ματίνα Παπαγεωργίου

Γράφοντας ένα σχολικό βιβλίο για τα Μαθηματικά. Μαριάννα Τζεκάκη Αν. Καθηγήτρια Α.Π.Θ. Μ. Καλδρυμίδου Αν. Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Γεωργία Ζαβράκα, MSc. Ψυχολόγος Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια

Σχολική Μουσική Εκπαίδευση: αρχές, στόχοι, δραστηριότητες. Ζωή Διονυσίου

Mάθηση και διαδικασίες γραμματισμού

Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας;

Τεχνικές συλλογής δεδομένων στην ποιοτική έρευνα

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

ΤΙΤΛΟΙ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΝΟΤΗΤΑΣ

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

Ο παιδικός σταθμός, είναι πράγματι ένας «σταθμός» στην πορεία ανάπτυξης και ζωής του ανθρώπου!

Πρόταση Διδασκαλίας. Ενότητα: Γ Γυμνασίου. Θέμα: Δραστηριότητες Παραγωγής Λόγου Διάρκεια: Μία διδακτική περίοδος. Α: Στόχοι. Οι μαθητές/ τριες:

Παρουσίαση των σκοπών και των στόχων Ημερήσια πλάνα...53

Μουσική Παιδαγωγική Θεωρία και Πράξη

Μητρικός Θηλασμός μετά το Πρώτο Έτος.

Γνωστική ανάπτυξη Piaget

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 15 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2015 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Από τις μαθήτριες της Α Λυκείου: Ζυγογιάννη Μαρία Μπίμπαση Ελευθερία Πελώνη Σοφία Φωλιά Ευγενία

Βετεράνοι αθλητές. Απόδοση & Ηλικία. Βασικά στοιχεία. Αθλητισμός Επιδόσεων στη 2η και 3η Ηλικία. Γενικευμένη θεωρία για τη

O μετασχηματισμός μιας «διαθεματικής» δραστηριότητας σε μαθηματική. Δέσποινα Πόταρη Πανεπιστήμιο Πατρών

Mαθησιακό Περιβάλλον: Χώρος και μη λεκτική επικοινωνία ως στοιχεία του μαθησιακού περιβάλλοντος

Οι έννοιες της Αυτοκαταγραφής & της Αυτορρύθμισης

Η προσεγγιση της. Αρχιτεκτονικης Συνθεσης. ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΓΡΑΦΑΚΟΥ Καθηγητρια της Σχολης Αρχιτεκτονων Ε.Μ.Π.

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

Οι γνώμες είναι πολλές

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΑΥΤΙΣΤΙΚΟΥ ΦΑΣΜΑΤΟΣ

710 -Μάθηση - Απόδοση

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Δημιουργική Μέθοδος ρυθμικού και θεατρικού παιχνιδιού

Οπτική αντίληψη. Μετά?..

710 -Μάθηση - Απόδοση

ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΟ 22 2 ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ ΜΕ ΤΟΝ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ

Β. ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ 4. ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΚΑΙ ΕΜΦΑΣΗ

Συναισθήματα και η Διαχείρισή τους

Σύμβολα και σχεδιαστικά στοιχεία. Μάθημα 3

Διαχείριση Ανθρώπινου Δυναμικού ή Διοίκηση Προσωπικού. Οργανωσιακή Κουλτούρα

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Χ Ρ Η Σ Η Γ Λ Ω Σ Σ Α Σ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ

Πολλοί άνθρωποι θεωρούν λανθασμένα ότι δεν είναι «ψυχικά δυνατοί». Άλλοι μπορεί να φοβούνται μήπως δεν «φανούν» ψυχικά δυνατοί στο περιβάλλον τους.

ΔΕΛΤΙΟ ΓΙΟΓΚΑ Atma Darshan Yoga Centre

ενδιάμεσοι χώροι χρόνοι π ε ρ ι π λ α ν ή σ ε ι ς μ η χ α ν ι σ μ ο ί σ κ έ ψ η ς

ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ. Απόσπασμα από το βιβλίο Ενδυναμώνοντας την Ψυχή Μέσω του Διαλογισμού από τον Ρατζίντερ Σινγκ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ

Η ζωή και ο Θάνατος στο Υλικό Σύμπαν

Μέθοδος : έρευνα και πειραματισμός

Κέντρο Πρόληψης των Εξαρτήσεων και Προαγωγής της Ψυχοκοινωνικής Υγείας Περιφερειακής Ενότητας Κιλκίς «ΝΗΡΕΑΣ»

Περιβαλλοντικό άγχος. Ορισμοί και μοντέλα Πυκνότητα Αίσθημα συνωστισμού Θόρυβος

Ο Χώρος και οι Γωνιές απασχόλησης

ΡΟΜΠΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΣΥΝΘΕΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ

Νίκος Σιδέρης. Μιλώ για την κρίση με το παιδί. Εμπιστευτική επιστολή σε μεγάλους που σκέφτονται ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ ΑΝΤΙΤΥΠΑ

Ενότητα στις Εικαστικές Τέχνες

Το Αληθινό, το Όμορφο και η απόλυτη σχέση τους με την Νοημοσύνη και τη Δημιουργία Σελ.1

710 -Μάθηση - Απόδοση. Κινητικής Συμπεριφοράς: Προετοιμασία

Χωρικές σχέσεις και Γεωμετρικές Έννοιες στην Προσχολική Εκπαίδευση

ΩΡΑ ΓΙΑ ΚΙΝΟΥΜΕΝΑ ΣΧΕΔΙΑ ΕΠΙΡΡΟΗ ΚΙΝΟΥΜΕΝΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΣΤΗ ΠΑΙΔΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Η έννοια του χώρου. Η ταυτότητα του χώρου Προσωπικός χώρος Εδαφικότητα Ιδιωτικότητα

Διάρκεια: 2Χ80 Προτεινόμενη τάξη: Δ -Στ Εισηγήτρια: Χάρις Πολυκάρπου

2η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22. ΘΕΜΑ: Οι βασικοί σταθµοί του νεώτερου Εµπειρισµού από τον Locke µέχρι και τον Hume. ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α.

Ατομική Ψυχολογία. Alfred Adler. Εισηγήτρια: Παπαχριστοδούλου Ελένη Υπ. Διδάκτωρ Συμβουλευτικής Ψυχολογίας. Υπεύθυνη καθηγήτρια: Μ.

Από τη μεγάλη γκάμα των δεξιοτήτων ζωής που μπορεί κανείς να αναπτύξει παρακάτω παρουσιάζονται τρεις βασικοί άξονες.

ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟ STRESS STRESS: ΠΙΕΣΗ

"Στην αρχή το φως και η πρώτη ώρα που τα χείλη ακόμα στον πηλό δοκιμάζουν τα πράγματα του κόσμου." (Οδυσσέας Ελύτης)

Νοητική Διεργασία και Απεριόριστη Νοημοσύνη

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΤΗΣΙΩΝ

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

Ν Η Π Ι Α Γ Ω Γ Ε Ι Ο

Transcript:

χωρικές αφηγήσεις περί οικειότητας για την κατοικία

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Πολυτεχνική σχολή, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Θεσσαλονίκη 2020 χωρικές αφηγήσεις περί οικειότητας για την κατοικία spatial narratives about intimacy for housing spaces Διπλωματική Ερευνητική Εργασία Σοφία Κυρκοπούλου Α.Ε.Μ.: 8256 Επιβλέπουσα καθηγήτρια: Κυριακή Τσουκαλά

Ευχαριστώ την επιβλέπουσα καθηγήτρια, Κυριακή Τσουκαλά για την πολύτιμη καθοδήγηση της σκέψης και της εργασίας μου, ώστε να προσεγγίσει το στόχο και τις προσδοκίες μου. Ξεχωριστές ευχαριστίες σε καθέναν από τους: Αλίκη, Αναστασία, Αποστόλη, Γεωργία, Γιάννη, Θάνο, Μαρία, Νικολέτα, Όλγα, Παναγιώτη που δέχθηκαν με χαρά να μοιραστούν μαζί μου τα βιώματα και τα συναισθήματα τους. Τέλος, ευχαριστώ την οικογένειά μου που προσφέρει καθημερινά κάθε είδους υποστήριξη και αποτελεί πηγή έμπνευσης στην αναζήτηση των αξιών οικειότητάς μου.

Στην Κατερίνα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΉ...11 ΣΚΟΠΟΣ / ΣΤΟΧΟΣ...12 ΜΕΘΟΔΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ / ΕΡΓΑΛΕΙΑ...14 1. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ...15 1.1. Ο Τόπος...16 1.2 Ο Χώρος...18 1.3 Διαμόρφωση της αντίληψης για το χώρο...22 2. Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΩΣ ΑΦΕΤΗΡΙΑ...24 2.1 Αρχετυπικές μορφές αναφοράς στην κατοικία...26 2.2 Το σπίτι της παιδικής ηλικίας...29 3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ...33 3.1 Ορισμός και ανάλυση των εννοιών οίκος και οικία...33 3.2 Ορισμός και ανάλυση της έννοιας της οικειότητας...35 3.3 Παράγοντες και ποιότητες οικειότητας...37 Χρόνος...37 Διαλεκτική του εσωτερικού με το εξωτερικό περιβάλλον...41 Ογκοπλασία και μορφή...45 3.4 Χωρικές αφηγήσεις περί οικειότητας για την κατοικία...48 1η Αφήγηση...49 2η Αφήγηση...52 3η Αφήγηση...55 4η Αφήγηση...58 5η Αφήγηση...61 6η Αφήγηση...64 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...66 ΕΠΙΛΟΓΟΣ...69 ΠΗΓΕΣ...70

ΕΙΣΑΓΩΓΉ Στη σύγχρονη εποχή το φαινόμενο της συχνής εναλλαγής περιβαλλόντων διαβίωσης είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο, καθώς παρατηρείται ότι προκύπτουν ολοένα και περισσότεροι λόγοι για τους οποίους κανείς επιλέγει ή αναγκάζεται να μετοικήσει. Ο ρυθμός των μη αναγκαστικών μετακινήσεων για σπουδές, εύρεση εργασίας ή επιδίωξη μιας καλύτερης ζωής αυξάνεται, ενώ διαχρονικά πολλοί άνθρωποι εγκαταλείπουν τον τόπο τους εξαιτίας των μη βιώσιμων συνθηκών ζωής σ αυτόν. Επιπλέον προβλέπεται ότι μελλοντικά οι κλιματικές συνθήκες θα καταστήσουν πολλά περιβάλλοντα μη βιώσιμα Προκύπτει έτσι επιτακτική η ανάγκη για ευελιξία και προσαρμοστικότητα του ατόμου σε οποιοδήποτε νέο περιβάλλον και αν βρεθεί. Η ολοένα και πιο σύντομη προσαρμογή σε έναν νέο τόπο θα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής σε κάθε νέα συνθήκη. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό αποτελεί μια καθ όλα προσωπική αναζήτηση. Ένας από τους βασικότερους παράγοντες επίτευξης αυτής της προσαρμογής αποτελεί και το αίσθημα του οικείου που αποκτάται σταδιακά για τον οποιοδήποτε τόπο ή χώρο. Η σταδιακή κατάκτηση του αισθήματος της οικειότητας για ένα νέο χώρο είναι αυτό που θα μας απασχολήσει περισσότερο. Και καθώς η κατοικία, από την έννοια του απλού καταφυγίου έως την έννοια του προσωπικού σύμπαντος, όπως θα δούμε στη συνέχεια, είναι ο χώρος αυτός που ορίζει σε μεγάλο βαθμό την καθημερινότητα μας και τη σχέση μας τον οποιοδήποτε τόπο, ορίζει και το αίσθημα της οικειότητας που αισθανόμαστε γι αυτόν. Η κατοικία μας, με τη μορφή και τα υλικά χαρακτηριστικά της, αλλά κυρίως με τις άυλες αξίες που θα τις αποδώσουμε σταδιακά, μπορεί να αποτελέσει το εργαλείο εκείνο που θα μας βοηθήσει να προσαρμοστούμε σε κάθε νέο τόπο. 11

ΣΚΟΠΟΣ / ΣΤΟΧΟΣ Όπως συμπεραίνεται από την εισαγωγή, στόχος της παρούσας ερευνητικής αποτελεί η διερεύνηση της συνθήκης κατοίκησης ενός ατόμου σε ένα νέο, εντελώς ανοίκειο περιβάλλον με στόχο, τη σταδιακή κατάκτηση της οικειότητας. Αυτό μπορεί να προσδιορίζεται ως η μετοίκηση σε μια ξένη χώρα, σε κάποια μακρινή πόλη ή μελλοντικά ακόμη και ως η κατοίκηση σε άλλο πλανήτη, συνοδεία, πάντοτε, της αλλαγής στη συνθήκη κατοίκησης. Το θέμα της εργασίας θα αναπτυχθεί σε τρεις ευρείες θεωρητικές ενότητες, όλες εστιασμένες στην κατοικία, και μια μελέτη περιπτώσεων χωρικών αφηγήσεων. Η πρώτη ενότητα αφορά στην ανάλυση εννοιών βασικών για τη διερεύνηση του θέματος της εργασίας. Αρχικά θα αναλυθεί η έννοια του τόπου και η μέθοδος της τοποανάλυσης που συντάσσεται από το σύνολο των τοποθεσιών της ζωής μας, ενώ στη συνέχεια θα αναπτυχθεί η έννοια του χώρου με τις διαφορετικές του εκφάνσεις, καθώς η μέθοδος διαμόρφωσης της αντίληψης του ατόμου γι αυτόν. Ο χαρακτήρας και η δομή του νέου τόπου αποτελούν παράγοντες που επιδρούν αμέσως στο νέο ένοικο. Η επόμενη ενότητα αναγνωρίζει την κατοικία ως τόπο αφετηρίας οποιασδήποτε προσπάθειας κατάκτησης της οικειότητας σε ένα νέο περιβάλλον. Ο τρόπος με τον οποίο προηγούμενες εμπειρίες κατοίκησης επηρεάζουν την οποιαδήποτε νέα εμπειρία θα διερευνηθεί μέσα από την ανάλυση αρχετυπικών μορφών αναφοράς στην κατοικία, αλλά και σπιτιών της παιδικής ηλικίας. Συγκεκριμένα θα αναλυθούν οι έννοιες της αρχέτυπης καλύβας, της φωλιάς, των γωνιών και της εστίας και ο συμβολισμός που αυτές φέρουν. Η ιδέα της συμβολής των ιδιαίτερων χώρων της παιδικής ηλικίας στη διαμόρφωση αξιών οικειότητας θα παρουσιαστεί μέσω των ιδεών του Gaston Bachelard, στο σύγγραμμά του «Η ποιητική του χώρου». (Bachelard, 1982) Η τελευταία ενότητα αναπτύσσεται πάνω στην προσέγγιση του αισθήματος της οικειότητας, η οποία καθιστά τη διαβίωσή μας σε οποιοδήποτε τόπο, ευχάριστη και θέτει τη βάση της ευζωίας. Αφετηρία της ενότητας αποτελεί η ιδέα ότι ένας χώρος κατοίκησης μπορεί να ονομαστεί σπιτικό, όσο περισσότερο προσεγγίζουμε τις συνθήκες της οικειότητας και απομακρυνόμαστε από ποιότητες ανοικειότητας. Για το λόγο αυτό διασαφηνίζονται οι ορισμοί του οίκου και της οικίας, καθώς και οι ορισμοί του οικείου και του ανοίκειου. Καθώς η προσοχή στρέφεται από τις έννοιες στην πραγματικότητα, θα αναπτυχθούν τρεις κατηγορίες παραγόντων που συμβάλλουν στην οικειότητα. Η σχέση του χρόνου με το χώρο, η διαλεκτική του εσωτερικού με 12

με το εξωτερικό περιβάλλον και η ογκοπλασία και μορφή του χώρου. Κάθε κατηγορία θα συνδεθεί με ορισμένα περισσότερο πρακτικά χαρακτηριστικά και ποιότητες που βοηθούν στη σύνδεση του ατόμου με το χώρο. Τέλος, το μέρος της εργασίας που βασίστηκε σε χωρικές αφηγήσεις εμπεριέχει έξι πλήρεις αφηγήσεις ατόμων που διέμειναν για κάποιο διάστημα σε κατοικία ενταγμένη σε πλαίσιο ανοίκειο για τον καθένα. Κάθε μια από αυτές εστιάζει σε διαφορετικά ζητήματα που εκφράζουν την προσωπικότητα του συνεντευξιαζόμενου και αναδεικνύουν τις προτιμήσεις του για να αισθανθεί οικεία στο χώρο. 13

ΜΕΘΟΔΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ / ΕΡΓΑΛΕΙΑ Όπως είναι κατανοητό, το διερευνώμενο θέμα θα προσεγγισθεί, βασιζόμενο σε βιβλιογραφική επισκόπηση, αλλά και μέσω χωρικών αφηγήσεων που θα διεξαχθούν με τη μορφή συνεντεύξεων στο πλαίσιο της παρούσας ερευνητικής εργασίας. Οι συνεντευξιαζόμενοι είναι νέοι που διέμειναν σε περιβάλλοντα πολύ διαφορετικά από τις πατρίδας τους και κλήθηκαν να δημιουργήσουν συνθήκες οικειότητας σε ένα ανοίκειο περιβάλλον. Οι αφηγήσεις θα βοηθήσουν στη μετάβαση σε διαφορετικές συνθήκες κατοίκησης. Οι πληροφορίες αυτών θα συλλεχθούν ως δεδομένα προς επεξεργασία και εξαγωγή ορισμένων πολύ γενικών συμπερασμάτων. Σε ό,τι αφορά τις χωρικές αφηγήσεις, θα προσανατολιστούμε περισσότερο σε διηγήσεις εμπειριών και λιγότερο σε λεπτομερείς περιγραφές χώρων. Οι δεύτερες δίνουν μια αίσθηση για το χώρο που συνήθως δεν ανταποκρίνεται, ούτε στην πραγματικότητα, ούτε στη φαντασία του υποκειμένου, καθώς οι λέξεις άθελα του οριοθετούν το περίγραμμα, τον όγκο και τελικά τη μορφή του χώρου. Άλλωστε, ο στόχος φαινομενολόγων, ψυχαναλυτών και ψυχολόγων είναι «να ξεπεράσουν τα όρια της περιγραφής για να φτάσουν σε πρωτογενείς αρετές.» (Bachelard, 1982: 31) Μέσα από υποκειμενικές προσεγγίσεις για το σπίτι θα επιχειρήσουμε να αναγνωρίσουμε κάποιες κοινές ποιότητες και διαστάσεις της οικειότητας, με στόχο την κατά το δυνατό εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με την οικειοποίηση του χώρου. Βασικοί πυρήνες γύρω από τους οποίους θα βασιστούν οι αφηγήσεις είναι οι τρεις ενότητες που προαναφέρθηκαν, πιο συγκεκριμένα, οι προηγούμενες εμπειρίες κατοίκησης, οι χωρικές ποιότητες του νέου χώρου και η κατάκτηση ή μη της πολυπόθητης οικειότητας, καθώς και συναισθήματα που τη συνόδευσαν. Η υποκειμενικότητα της αφήγησης που προαναφέρθηκε είναι θεμιτή, αφού ο κάθε αφηγητής έχει τη δυνατότητα να αναλύσει το ζητούμενο από τη δική του οπτική γωνία. Αυτή είναι άλλωστε και η ουσία της αντιληπτικής και βιωματικής αφήγησης, που όμως μπορεί να μας δώσει χρήσιμες πληροφορίες για μια περισσότερο ανθρωποκεντρική αρχιτεκτονική. 14

1.ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

16 1.ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 1.1 Ο ΤΟΠΟΣ «Ο τόπος είναι πάντα περιορισμένος, είναι δημιούργημα του ανθρώπου και στημένος για τους ιδιαίτερους σκοπούς του.» (Norberg-Schulz, 1971: 19) Ο τόπος ως όρος δηλώνει το περιβάλλον ως κάτι περισσότερο από μια αφηρημένη τοποθεσία. Αφορά ένα ποιοτικό σύνολο που απαρτίζεται από πράγματα με υλική υπόσταση, σχήμα, χρώμα και υφή. Το σύνολο αυτό αναδίδει χαρακτήρα ή ατμόσφαιρα. Καθορίζει έναν «περιβαλλοντικό χαρακτήρα» που είναι η ουσία ενός τόπου. (Norberg-Schulz, 2009: 9) Από μια πιο βιωματική σκοπιά θα λέγαμε ότι κάθε τόπος είναι αφενός μια εστία, όπου βιώνουμε ουσιώδη γεγονότα της ύπαρξής μας και αφετέρου ένα σημείο εκκίνησης για τον προσανατολισμό του καθενός προς την κατάκτηση του περιβάλλοντός μας. Σε ό,τι αφορά τη σχέση του ανθρώπου με τον τόπο, αυτή ποικίλει σύμφωνα με την αντίληψη του ατόμου για τα χαρακτηριστικά του τόπου σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο και τις δραστηριότητες που συμβαίνουν σ αυτόν, το σχεδιασμό του, τα όρια του κ.α. Η διαμόρφωση της αντίληψής μας σχετικά με τον τόπο ξεκινά με την αναγνώριση και την πρόσληψη των πληροφοριών μέσω των πέντε αισθήσεων. Η αίσθηση για τον τόπο βασίζεται στο ξεχωριστό αίσθημα που αναπτύσσει ο καθένας με αυτόν. Απαιτεί προσωπική γνωριμία, η οποία κερδίζεται με το χρόνο, και μια περισσότερο συναισθηματική παρά λογική αντίδραση προς αυτόν. Οι τόποι με ξεχωριστή σημασία για τον καθένα είναι δύσκολο να αναγνωριστούν καθώς δεν φέρουν προφανείς ενδείξεις παρά μόνο με την πάροδο του χρόνου. Το ανθρώπινο περιβάλλον αποτελείται από αμέτρητους τόπους στους οποίους ζούμε και δίνουμε νόημα. Όταν δοθεί νόημα τότε ο τόπος ανήκει σε εμάς, αποτελεί το δικό μας μέρος στον κόσμο. Η έννοια της τοποφιλίας που εισήχθη από τον Tuan (1974) εκφράζει αυτή τη φαινομενολογική στενή σχέση του ατόμου με κάθε τόπο. Πέρα από την αγάπη για τον τόπο αυτό, προϋποθέτει και μια ισχυρή αίσθηση για την ταυτότητά του. (Τσιπήρας, 2013: 1) Οι σχέσεις με τους διάφορους τόπους συνθέτουν την ταυτότητα, την οπτική του ατόμου, αποτελούν πολύπλοκα μέρη της προσωπικής εμπειρίας και συμβάλλουν καθοριστικά στην εξέλιξη της χωρικής αντίληψης. Με την αύξηση των τόπων που συνθέτουν την ύπαρξή μας μπορούμε σταδιακά να απελευθερωθούμε από τη χωρική μας εξάρτηση. Η σχέση μας με του οικείους και προσωπικούς χώρους που θα μελετήσουμε δομείται μέσω συχνά επαναλαμβανόμενων αισθητικών εμπειριών, καθώς και μέσω της συγκρότησης προγράμματος συμπεριφοράς, συνοδεία διαπροσωπικών σχέσεων.

1.ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 1.1 Ο ΤΟΠΟΣ Τοποανάλυση και διαμόρφωση προσωπικής περιβαλλοντικής αυτοβιογραφίας Η τοποανάλυση ως μέθοδος έρευνας εδραιώθηκε από τον Gaston Bachelard και ορίστηκε ως «η συστηματική μελέτη των τοποθεσιών του ενδόμυχου βίου μας». (Bachelard, 1982: 35) Στηρίζεται στην ιδέα ότι κάθε νέα εικόνα συνδέεται με κάποιο αρχέτυπο στο βάθος του υποσυνειδήτου και το «ξυπνά». Όπως είναι φανερό αυτή η νέα μορφή φαινομενολογικής έρευνας, χαρακτηρίζεται από υποκειμενικότητα και αποτελεί σημαντικό εργαλείο ψυχανάλυσης, καθώς στρέφει την προσοχή προς τον τοπικό προσδιορισμό των αναμνήσεων του ατόμου. Αυτό συμβαίνει μέσω των ερωτημάτων που αφορούν ποιότητες του χώρου όπως ο φωτισμός, ο αερισμός, ο θόρυβος, η θερμοκρασία κ.α. «Ήταν η σοφίτα ασφυκτικά γεμάτη από περιττά πράγματα; Η γωνιά ήταν ζεστή; Και από που ερχόταν το φως; Πως μέσα σε εκείνους τους χώρους γνώρισε το άτομο τη σιωπή;» (Bachelard, 1982: 36) Μέσω των ερωτημάτων της τοποανάλυσης θα μπορέσουμε πιθανά να αποσπάσουμε τις αξίες εκείνες που πηγάζουν από όλες τις εικόνες από «τα σπίτια όπου έχουμε βρει καταφύγιο ή τα σπίτια στα οποία έχουμε ονειρευτεί να κατοικήσουμε». (Bachelard, 1982: 30) Ο Toby Israel στο βιβλίο του Some place like home (2003), επηρεασμένος από την Ποιητική του χώρου (1982) του Bacherlard, υποστηρίζει ότι «καθένας από εμάς κατέχει το δικό του προσωπικό σεντούκι αναμνήσεων και εντυπώσεων αποτελούμενο από μέρη όπου έχει ζήσει, τόσο παλαιότερα σπίτια, όσο και περιβάλλοντα μεγαλύτερης κλίμακας». Όλα αυτά συνιστούν για τον καθένα μια προσωπική περιβαλλοντική αυτοβιογραφία. Αναλύει πως οι προηγούμενες περιβαλλοντικές μας εμπειρίες αποτελούν τη βάση για τωρινές και μελλοντικές μας επιλογές, καθώς επιλέγουμε «κάποιο μέρος σαν το σπίτι». Βασισμένος στην τοποανάλυση του Bachelard προτείνει τη μέθοδο του περιβαλλοντικού αναστοχασμού, όπου κανείς αναλύοντας και συνθέτοντας προηγούμενες εμπειρίες κατοίκησης μπορεί να φτάσει πιο κοντά σε ποιότητες χώρου που εκπέμπουν το αίσθημα της οικειότητας. Η τοποανάλυση δέχεται την επίδραση της τοποφιλίας, όπως αναφέρει ο Bachelard. (1982: 39) Αυτή αφορά την αίσθηση της εμπειρίας των ανθρώπων, όταν επιστρέφουν σε ένα σημαντικό μέρος του παρελθόντος τους. Έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι ως αίσθηση προκαλεί συναισθηματικές και διανοητικές αλλαγές στον οργανισμό που σχετίζονται με την ευδαιμονία. Από όλα τα παραπάνω ο τόπος που φαίνεται να είναι η προφανής αφετηρία για την τοποανάλυση είναι η κατοικία, παράλληλα με την ανάλυση περιβαλλόντων με προσωπική σημασία για το άτομο. 17

1.ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 1.2 Ο ΧΩΡΟΣ Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο χώρος αφορά το σύνολο όλων των τόπων, ένα δυναμικό πεδίο με κατευθύνσεις και ποιοτικές ιδιότητες και η προσέγγιση του μπορεί να θεωρηθεί προσπάθεια συστηματοποίησης του αρχέγονου χώρου. Μετέπειτα ορίστηκε από την ευκλείδεια γεωμετρία ως άπειρος και ομοιογενής. Αργότερα, επικράτησε η άποψη ότι ο χώρος είναι βασική κατηγορία διαμόρφωσης της ανθρώπινης αντίληψης, ανεξάρτητη της ύλης. (Kant, 1999) Σήμερα είναι ευρέως γνωστό ότι οι ζωτικοί χώροι δεν μετρούνται γεωμετρικά, αλλά με την αίσθηση. Ο χώρος προϋποθέτει κίνηση και συμμετοχή όλων των αισθήσεων προκειμένου να βιωθεί πραγματικά. Το ενδιαφέρον του ατόμου για το χώρο έχει υπαρξιακές ρίζες και πηγάζει από την ανάγκη του να αντιληφθεί και να προσαρμοστεί στο περιβάλλον γύρω του. Αυτό είναι δυνατό, μέσω του δομημένου χώρου, ο οποίος περιέχει αντικείμενα και άλλα άτομα. Αυτά προσανατολίζουν το άτομο, ιεραρχούν και οριοθετούν το χώρο για τον καθένα. Έτσι η ατμόσφαιρα του κάθε χώρου διαμορφώνεται ως σύστημα ποιοτήτων φωτός-σκιάς, ήχων, οσμών, θερμοκρασίας, απτικής και οπτικής ιδιότητας των υλικών. Ο χώρος αποτελείται από δύο βασικά στοιχεία, την αίσθηση του χωρικού πλαισίου, που εκφράζεται μέσω της ατμόσφαιρας και προσλαμβάνεται από τον καθένα με διαφορετικό τρόπο, και από τον προσανατολισμό και τη θέση του ατόμου στο χώρο. Ο προσανατολισμός επιτρέπει την κίνηση στο χώρο με στόχο την επίτευξη της ταύτισης, ώστε το άτομο να συνδεθεί με τις ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά που ορίζουν την ταυτότητα του χώρου. Το άτομο σε κάθε χώρο, ανεξάρτητα με το βαθμό ιδιοποίησης του, επιθυμεί να εδραιώσει τη δική του θέση στο χώρο, το δικό του πεδίο ελευθερίας. Μέσω του αρχιτεκτονικού έργου, κατασκευάζονται κενά στο χώρο, που αντιπροσωπεύουν κελύφη, απομονώνονται και σε αυτά τοποθετούνται άτομα που θα τα ιδιοποιηθούν, γεμίζοντας το χώρο με αντικείμενα. Μέσα σ αυτά ο άνθρωπος προσπαθεί να βρει την ισορροπία στη σχέση του με την κοινωνία. Η αντίληψη των χώρων, όπως θα αναλυθεί στη συνέχεια, ποικίλει ανάλογα με την εθνικότητα, την ηλικία, την κοινωνική τάξη. Στόχος της αντίληψης του χώρου είναι και ο καθορισμός του προσωπικού χώρου, μέσω των στοιχείων που λαμβάνουμε από τις αισθήσεις μας και που ορίζει για τον καθένα μας αποστάσεις με τον έξω κόσμο, αποτελώντας τελικά την προέκτασή του εαυτού μας. 18

1.ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 1.2 Ο ΧΩΡΟΣ Στη συνέχεια θα αναλυθούν ορισμένες εκφάνσεις της έννοιας χώρου που σχετίζονται άμεσα με το ζήτημα και την κατάκτηση της οικειότητας. Η σύντομη διασαφήνιση των παρακάτω εννοιών θα βοηθήσει αρχικά στην εξαγωγή συμπεράσματων σχετικά με την αντίληψη του χώρου και έπειτα στην ξεδίπλωση του θέματος, καθώς βιώνοντας κάθε μια από αυτές προσεγγίζουμε την αίσθηση της οικειότητας. Ζωτικός χώρος Ο ζωτικός χώρος διαμορφώνεται από φυσικά χαρακτηριστικά και κοινωνικούς μηχανισμούς για την επιβίωση του κάθε είδους. Αυτά τα δύο εξασφαλίζουν ότι το περιβάλλον που ταιριάζει σε ένα είδος δεν απειλείται από κάποιο άλλο. Τα όριά του ζωτικού χώρου ποικίλουν, μπορεί να είναι μικρής έκτασης και καθορισμένα ή μεγάλης και ασαφή, ενώ το μέγεθός του διαφοροποιείται για κάθε είδος. Ο ζωτικός χώρος συνδέεται και με την πρωτόγονη αίσθηση για το χώρο που μεταφράζεται σε συγκεκριμένες έννοιες αναφερόμενες σε αντικείμενα και τοποθεσίες που εκπέμπουν βαθύ συναισθηματισμό. Οι έννοιες αυτές όπως το κατώφλι, η εστία, το καταφύγιο, η φωλιά και η γωνία θα αναλυθούν στη συνέχεια ως έννοιες ικανές να συμβάλλουν στο βαθμό οικειοποίησης του χώρου. Αντιληπτικός χώρος Ο αντιληπτικός χώρος εξαρτάται από την υποκειμενική αντίληψη του καθενός, το πως δηλαδή ο καθένας προσλαμβάνει τα ερεθίσματα που δέχεται από το χώρο. Επομένως, όπως είναι λογικό είναι διαρκώς μεταβαλλόμενος, αφού εξαρτάται από τη διαρκώς μεταβαλλόμενη ταυτότητα του ατόμου. Αντιληπτικός χώρος και ανθρώπινη ταυτότητα είναι δύο έννοιες μεταβλητές και αλληλεξαρτώμενες. Μέσα από τη διαδικασία διαρκούς αλληλοδιαμόρφωσης διαμορφώνονται νέες εμπειρίες και τροποποιούνται τα μοτίβα του ατόμου. Ο Nitschke στο άρθρο του Η ανατομία της ζωής και του περιβάλλοντος (1986), προσπαθώντας να εξηγήσει την έννοια του αντιληπτικού χώρου, τον θεωρεί ως έναν περισσότερο βιωμένο χώρο, αντιπαραθέτοντάς τον στον ευκλείδειο. Στο κέντρο του τοποθετεί τον άνθρωπο, ο οποίος ορίζει ένα ολόκληρο σύστημα κατευθύνσεων. Βιωμένος χώρος Ως αφετηρία ορισμού της έννοιας αυτής, παρατίθεται ο παρακάτω ορισμός: «Ο βιωμένος χώρος συναρτάται από τον χώρο ως τρισδιάστατη οργάνωση στοιχείων 19

20 1.ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 1.2 Ο ΧΩΡΟΣ που τον συνθέτουν σε συνδυασμό με τον χαρακτήρα, ο οποίος διαμορφώνει μια ατμόσφαιρα, καθοριστική για τον οποιοδήποτε τόπο». (Norberg-Schulz, 2009: 13) Θα πρέπει να τονιστεί ότι η βασική διαφορά ανάμεσα στο χώρο της αντίληψης και τον βιωμένο χώρο, είναι ότι ο δεύτερος φέρει όλο το συναισθηματικό και συγκινησιακό φορτίο του χρήστη. Εκφράζει το χώρο πέρα από τα γεωμετρικά του χαρακτηριστικά και το πως ο καθένας τα αντιλαμβάνεται. Ο βιωμένος χώρος αναφέρεται σε κάθε χώρο ξεχωριστά και εξαρτάται από τις διαθέσεις και τις εμπειρίες του χρήστη. Προσωπικός χώρος «Οι άνθρωποι αρέσκονται, όπως οι σκαντζόχοιροι στο μύθο του Σοπενχάουερ, στο να είναι αρκετά κοντά ώστε να έχουν τη θέρμη και την οικειότητα, αλλά αρκετά μακριά ώστε να αποφεύγουν τα τσιμπήματα ο ένας του άλλου». (Sommer, 1969) Μια από τις τρεις κατηγορίες χώρου που όρισαν οι Sebba και Churchman (1983) εντός της κατοικίας, είναι και ο προσωπικός, όπου εδώ αφορά τη σχεδόν αποκλειστική χρήση του από έναν από τους ενοίκους. Τέτοιος χώρος μπορεί να είναι ένα προσωπικό γραφείο μέσα στο σπίτι ή ένα ιδιωτικό δωμάτιο. Άλλες κατηγορίες χώρων είναι ο κοινόχρηστος, που χρησιμοποιείται από κάποια υποομάδα ενοίκων και ο δημόσιος, που είναι ανοιχτός στο σύνολο των ενοίκων και τους επισκέπτες. Η έρευνα της ανθρώπινης χωρικής συμπεριφοράς έδωσε σημασία στην έννοια του προσωπικού χώρου. Σύμφωνα με τον E. Hall και το βιβλίο του The hidden dimension (1969), αυτός καθορίστηκε ως «η γύρω από ένα άτομο ζώνη την οποία δεν μπορούν να διαπεράσουν οι άλλοι». Δημιουργεί ένα αόρατο όριο ανάμεσα στο άτομο και τους εν δυνάμει εισβολείς. Δεν πρόκειται για μια καθορισμένη γεωγραφική περιοχή, αλλά μετακινείται μαζί με το άτομο. Είναι σε μεγάλο βαθμό μεταβλητή και μειώνεται ή μεγεθύνεται και σε σχέση με την αλλαγή των συνθηκών. Συγκρίνεται με μια φούσκα χώρου γύρω από το άτομο, δίνοντας έμφαση στη χωρική απόσταση ανάμεσα στα άτομα. Το σχήμα του προσωπικού χώρου παραδοσιακά θεωρήθηκε κυκλικό. Στην πορεία επισημάνθηκε ότι ο προσωπικός χώρος είναι πιθανά πολύ πιο πολύπλοκος και προτάθηκε ένα μοντέλο προσωπικού χώρου τριών διαστάσεων. (Hayduk, 1978) O προσωπικός χώρος εξυπηρετεί δύο στόχους προσαρμογής. Ο πρώτος είναι ο προστατευτικός και χρησιμεύει σα μια φούσκα η οποία μας προφυλάσσει από πιθανές συναισθηματικές και φυσικές απειλές, όπως είναι οι υπερβολικοί ερεθισμοί, η υπερδιέγερση που οδηγεί στο στρες, η μη επαρκής διακριτικότητα, η υπερβολική

1.ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 1.2 Ο ΧΩΡΟΣ οικειότητα ή η επίθεση από τους άλλους. Ο δεύτερος ρόλος που εξυπηρετεί ο προσωπικός χώρος είναι η ρύθμιση της έντασης των αισθητηριακών πληροφοριών που δεχόμαστε από τους άλλους. Η αλλαγή κάθε φορά του μεγέθους του προσωπικού μας χώρου αποτελεί, προφανώς, μια από τις πολλές τεχνικές που χρησιμοποιούμε για να ρυθμίσουμε, είτε το ποσό των ερεθισμάτων που δεχόμαστε από το περιβάλλον μας, είτε το είδος της επικοινωνίας που θέλουμε να έχουμε με τους άλλους. Όπως έχει αποδειχθεί η δομή του φυσικού χώρου ασκεί επίδραση στον προσωπικό χώρο (McAndrew, 1993). Επιπλέον, ο προσωπικός χώρος «εκφράζει την προσωπικότητα του ατόμου στον έξω κόσμο, ενδυναμώνοντας την εικόνα του και συγκεκριμενοποιώντας την κοσμοθεωρία του». (Pallasmaa, 2005: 116) Συγκρίνοντας αυτήν την έννοια του χώρου με τις προηγούμενες θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι ο προσωπικός χώρος έχει πιθανώς περισσότερο καθορισμένα όρια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αυτά δεν μεταβάλλονται με το πέρας του χρόνου, την αλλαγή των συνθηκών και των ψυχολογικών μεταβάσεων. 21

1.ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 1.3. ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΧΩΡΟ Με βάση τις παραπάνω επεξηγήσεις για κάθε μια από τις αναλυόμενες εκφάνσεις της έννοιας του χώρου, προκύπτει έντονα η ύπαρξη του υποκειμενικού παράγοντα που διέπει την καθεμία από αυτές. Έτσι, ερωτήματα όπως το εάν ο τρόπος που βιώνει ο καθένας το χώρο είναι κοινός για όλους είναι πλέον αυτονόητα, καθώς έχει αποδειχθεί ότι τα φυσικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά του καθενός διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί και αντιδρά στα ερεθίσματα του περιβάλλοντος. Σύμφωνα με τον Hall (1982), που ασχολήθηκε εκτενώς με τους παράγοντες που επηρεάζουν την αντίληψή μας για το χώρο, καθοριστικότερος παράγοντας είναι η θέση του ατόμου στον κόσμο. Ο ορισμός της έννοιας του χώρου διαφέρει από λαό σε λαό και γίνεται διακριτός μέσω της έμπρακτης συμπεριφοράς του κάθε λαού προς αυτόν. Αποτελεί κομμάτι του πολιτισμού του κάθε λαού, μεταβάλλοντας την αίσθηση της αντίληψης του χώρου. Μέσω αυτού αποδίδει διαφορετική σημασία στον κάθε χώρο, καθώς και στην χωροθέτηση και ιεράρχηση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Στην πράξη, διαφορές παρουσιάζονται στον τρόπο διαχείρισης του εσωτερικού χώρου, δηλαδή στην οργάνωσή του, τη διαίρεση του σε επιμέρους ενότητες, τη σταθερότητα και τη μεταβλητότητα των ορίων του. Φυσικά η αντίληψη του ατόμου για το χώρο διαμορφώνεται και βάσει των εμπειριών του, ανεξαρτήτως της γεωγραφικής θέσης στην οποία αυτές διαδραματίστηκαν. Όπως ήδη αναφέρθηκε η τοποανάλυση στηρίζεται στην ιδέα ότι κάθε νέα εικόνα συνδέεται με κάποιο αρχέτυπο στο βάθος του υποσυνειδήτου και το ξυπνά. Επομένως, όπως είναι λογικό τα αρχέτυπα επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την αντίληψη μας για κάθε νέο χώρο. Οι αρχετυπικές μορφές αναφοράς στην κατοικία είναι μορφές με καθολικό συμβολισμό που όμως δεν έχουν βιωθεί απαραίτητα από τον καθένα. Παρ όλα αυτά ο συμβολισμός του κάθε αρχετύπου καλύπτει ανάγκες κατοίκησης και επηρεάζει την αντίληψη για το χώρο για τον καθένα ξεχωριστά. Επίσης εφόσον «οι αισθήσεις μας έχουν έναν τρόπο να μας επανασυνδέουν, χωρίς προειδοποίηση, σε αναμνήσεις τόπων, ιδίως της παιδικής ηλικίας». (Cooper Marcus, 1995: 17) Εκτός από τα αρχέτυπα που πιθανόν αφορούν εικόνες που δεν έχουμε ζήσει, οι εμπειρίες από προηγούμενα σπίτια και ιδιαίτερα από τα σπίτια της παιδικής ηλικίας, θα μας απασχολήσουν, τόσο θεωρητικά, όσο και στα πλαίσια των αφηγήσεων. Δεν αφορούν καθολικές αξίες, αλλά τονίζουν την υποκειμενικότητα που διέπει την αντίληψη του χώρου. 22

2. Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΩΣ ΑΦΕΤΗΡΙΑ

24 2. Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΩΣ ΑΦΕΤΗΡΙΑ Ξεπερνώντας τα προβλήματα της επιβίωσης που συνδέονται με αρχετυπικές μορφές κατοικίας, ο άνθρωπος θέλησε σταδιακά να μετασχηματίσει το χώρο του αναγνωρίζοντας ότι διαθέτει τα προσόντα να επέμβει σε αυτόν. Επομένως από τη στιγμή που αντιλήφθηκε ότι ο ζωτικός του χώρος δεν αποτελεί μόνο ένα χώρο ανάγκης, αμετάβλητο, έναν χώρο που δεν επιδρά πάνω του, αλλά μπορεί να παρέμβει σε αυτόν προκειμένου να ορίσει τη θέση του στον κόσμο, άρχισε να ανελίσσεται στην πυραμίδα των οικιστικών του αναγκών (Israel, 2003: 54). Αυτή έχει στη βάση της το σπίτι ως καταφύγιο, και στη συνέχεια το σπίτι ως ικανοποίηση των ψυχολογικών αναγκών, (ανάγκη για έκφραση, για αισθήματα κοινοκτημοσύνης και αγάπης), το σπίτι ως ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών (ανάγκη ιδιωτικότητας, ανεξαρτησίας, ελευθερίας και θέσης μέσα στην κοινότητα), το σπίτι ως ικανοποίηση των αισθητικών αναγκών (ανάγκη για βίωση του όμορφου) και στην κορυφή της το σπίτι ως αυτοπραγμάτωση. Θα επικεντρωθούμε στους χώρους κατοικίας, θεωρώντας τους ως πραγματικά εργαλεία τοποανάλυσης, και αναγνωρίζοντας ότι η σύνδεση του ατόμου με τον τόπο κατοικίας του γίνεται πολυδιάστατα, τόσο σωματικά, όσο και ψυχικά. Κάθε σπίτι με την πάροδο του χρόνου γίνεται η υποκειμενική κανονικότητα του καθενός, αυτή που θα τον βοηθήσει να ανακαλέσει γνώριμα χαρακτηριστικά που πιθανά θα συμβάλλουν στην ευκολότερη αναγνώριση παρόμοιων χαρακτηριστικών σε άλλους χώρους και άρα στην ευκολότερη οικειοποίηση του κάθε χώρου. Οι κατοικίες παρουσιάζουν ένα διττό ενδιαφέρον. Εκ πρώτης όψεως, η γεωμετρία τους κυριαρχεί και μας είναι αβίαστο να τις περιγράψουμε βάσει των τεχνικών τους λεπτομερειών. Να μιλήσουμε για τα υλικά και τις τεχνοτροπίες τους, για τους άδειους χώρους και τα μεγέθη τους. Ωστόσο, το να «διαβάσουμε ένα σπίτι ή ένα χώρο», το να «γράψουμε» γι αυτόν όπως προτρέπει ο Bachelard δεν αφορά τέτοιου είδους περιγραφές. Γι αυτόν το νόημα προκύπτει αντιμετωπίζοντας το σπίτι ή το δωμάτιο ως ψυχολογικά διαγράμματα που θα μας βοηθήσουν να αναλύσουμε την αίσθηση της οικειότητας μας σ αυτά. Πριν κατακτήσουμε τις αξίες της οικειότητας σ αυτά, αισθανόμαστε τον πειρασμό να τα αναλύσουμε ορθολογιστικά. «Από τη στιγμή, όμως που δεχόμαστε ένα χώρο κατοικίας ως χώρο παρηγοριάς και οικειότητας, ως χώρο που οφείλει να υπερασπιστεί και να συγκεντρώσει την ιδιωτική μας ζωή» (Bachelard, 1982: 76), η υπόστασή του παύει να είναι καθαρά γεωμετρική για εμάς. Η κατοικία και ο ένοικος ως δυναμική κοινότητα, «απέχει τότε από τις απλές αναφορές σε γεωμετρικές μορφές. Το βιωμένο σπίτι αυτού του ενοίκου δεν είναι ένα αδρανές

2. Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΩΣ ΑΦΕΤΗΡΙΑ κουτί. Ο βιωμένος χώρος του υπερβαίνει το γεωμετρικό». (Bachelard, 1982: 74-75) Οι αξίες που το περιβάλλουν έχουνε τότε μεγαλύτερη βαρύτητα για τον ένοικο. Το σπίτι γίνεται η «γωνιά» του μέσα στον κόσμο και η υποκειμενική του αξία ξεπερνά την αντικειμενική. Σε ό,τι αφορά τα επιμέρους συστατικά της κατοικίας, μια ολοκληρωμένη σύλληψη αυτής απαρτίζεται από τρεις τύπους νοητικών ή συμβολικών στοιχείων, σύμφωνα με τον Juhani Pallasmaa (2005, σ: 120). Αυτά είναι στοιχεία που έχουν τη βάση τους σε ένα βαθύτερο, ασυνείδητο βιολογικό και πολιτισμικό επίπεδο (είσοδος, στέγη, εστία), στοιχεία που είναι συνδεδεμένα με την προσωπική ζωή και την ταυτότητα του ενοίκου (αναμνηστικά, προσωπικά αντικείμενα, οικογενειακά κειμήλια) και τέλος κοινωνικά στοιχεία, που προορίζονται για να μεταδώσουν συγκεκριμένες εικόνες και μηνύματα στον έξω κόσμο. Καθένα από αυτά τα στοιχεία προκαλεί μια σειρά εικόνων, οι οποίες μπορούν να λειτουργήσουν ως κέντρα συμπεριφοράς, συμβολισμού και τελικά οικειότητας. 25

2. Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΩΣ ΑΦΕΤΗΡΙΑ 2.1 ΑΡΧΕΤΥΠΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΙΚΙΑ Με τη βοήθεια αρχέτυπων μορφών-συμβόλων, βιωματικά κατασκευασμένων, είναι δυνατή η μετάλλαξη κάθε άγνωστου και ξένου χώρου σε γνωστό και οικείο. Η διαδικασία της καθιέρωσης των προτύπων αυτών για τον καθένα και στη συνέχεια η διαδικασία μετάλλαξης άγνωστων ποιοτήτων σε γνωστές, βάσει προτύπων, είναι διαδικασίες ασυνείδητες για τους περισσότερους. Τα σύμβολα που έχουν καθιερωθεί με αυτό τον τρόπο λειτουργούν ως γνωστικά εργαλεία ικανά να λειτουργήσουν ακόμη και ασυνείδητα. (Ozick, 1991) Οι έννοιες παρακάτω έχουν διαχρονικά καθιερωθεί ως αρχετυπικές μορφές-σύμβολα αναφοράς στην κατοικία. Η ανάλυσή τους θα γίνει καθώς έχουν συνδεθεί με καθολική νοηματοδότηση και συμβολισμό στο πέρασμα των χρόνων, παρότι φέρουν πιθανώς διαφορετικά νοήματα, χρωματισμένα με την προσωπικότητα και τα βιώματα του καθενός. Η Καλύβα Το καταφύγιο Απαρχή της μελέτης των αρχέτυπων συμβόλων αποτελεί το καταφύγιο. Η ιστορία του ξεκινά με τη μορφή της σπηλιάς ως φυσικού στοιχείου του χώρου για τους πρωτόγονους. Για αιώνες ο σκοπός του καταφυγίου, που ήταν τότε συνώνυμο της κατοικίας, ήταν η προστασία του ανθρώπου από τις δυνάμεις της φύσης, που επιτυγχάνεται κατά βάση από την ασφάλεια που προσφέρει η καλυπτικότητα μιας στέγης. Το κάθε καταφύγιο για να θεωρείται επαρκές θα πρέπει πρώτα από όλα να καλύπτει την φυσική μας ανάγκη για ασφάλεια και προστασία. Βέβαια αυτό το ελάχιστο κατάλυμα έχει και ποιητική διάσταση πέρα από τα φυσικά του χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με τον Bachelard «η καλύβα με το φως που αγρυπνά στον μακρινό ορίζοντα είναι η πιο απλουστευμένη, αλλά συμπυκνωμένη μορφή του καταφυγίου». (1982: 65) Εκεί μπορεί να λάβει χώρα και να εσωκλειστεί «κάθε απόσυρση της ψυχής, κάθε ενδότερη ιδιωτική στιγμή». (1982: 163) Επομένως, είναι φανερό ότι ακόμη και το πιο απλό σπίτι μπορεί να μιλήσει στην ψυχή γεννώντας το αίσθημα της οικειότητας. 26 εικ. 1: Αρχετυπικές μορφές καταφυγίου

2. Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΩΣ ΑΦΕΤΗΡΙΑ 2.1 ΑΡΧΕΤΥΠΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΙΚΙΑ Η Φωλιά Σε ένα επόμενο επίπεδο θα μας απασχολήσει η έννοια της φωλιάς. Το ενδιαφέρον εδώ επικεντρώνεται στο εσωτερικό της φωλιάς. Όπως στην περίπτωση των πουλιών που κατασκευάζουν μόνα τους το σπίτι τους, αλλά αυτό στην πορεία παίρνει τη φόρμα του σώματός τους, έτσι και στους ανθρώπους το σχήμα της κατοικίας - φωλιάς επιβάλλεται από το σώμα, παίρνοντας το σχήμα του σώματος που το κατοικεί. Με αυτό τον τρόπο μπορούμε να πούμε ότι ο βιωματικός κόσμος της καθημερινότητας μας οργανώνεται και αρθρώνεται γύρω από το κέντρο του σώματος μας. Ο κόσμος του καθενός έχει δύο ταυτόχρονες εστίες: το σώμα και το σπίτι. Η δυναμική σχέση των δύο, μπορεί να οδηγήσει σε συνάφεια και άρα οικειότητα ή σε απομάκρυνση και αποξένωση. Όποια και να είναι η εξέλιξη της σχέσης των δύο, η «καρδιά» μιας φωλιάς είναι απαραίτητη για την κατάκτηση της οικειότητας. (Bachelard, 1982: 92) Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σε συνέχεια της αντίληψης του καταφυγίου ως μέσο ικανοποίησης της φυσικής ανάγκης για ασφάλεια, η φωλιά όπως και η γωνία, που θα παρουσιαστεί στη συνέχεια, εμφανίζονται ως αρχέτυποι χώροι με την ιδιότητα της κάλυψης των ψυχολογικών μας αναγκών. Οι Γωνίες Για αιώνες το καμπηλόμορφο σχήμα όριζε την μορφή των κατοικιών, με την γωνία να χρησιμοποιείται ευρέως αργότερα στην αρχιτεκτονική. Η μεταστροφή αυτή σχετίζεται με την αλλαγή της δράσης των ατόμων από καθαρά συλλογικό επίπεδο σε περισσότερο ατομικό. Οι γωνίες, καθώς και οι μικροί χώροι, «όπου μας αρέσει να κουρνιάζουμε, να αναδιπλωνόμαστε, φέρουν την αρχική μορφή και ουσία ενός δωματίου, ενός σπιτιού». (Bachelard, 1982: 162) Είναι τα κοντινότερα καταφύγια που εξασφαλίζουν την πρώτη αξία του όντος: την ακινησία. Έχουν την ικανότητα να στρέφουν την προσοχή στον εαυτό μας ή και σε κάποια συγκεκριμένη δραστηριότητα που εκτελούμε εκεί. Έτσι σταδιακά η κάθε γωνία, ο κάθε μικρός χώρος γίνεται αποθήκη διαφορετικών αναμνήσεων και η φροντίδα τους μας συνδέει περισσότερο με το χώρο. Το συναίσθημα της οικειότητας μπορεί να μην προέρχεται από το σύνολο του σπιτιού, αλλά από ένας μέρος αυτού όπως μια γωνία, που πιθανά θα λειτουργήσει ως αφετηρία για την κατάκτηση της οικειότητας σε ολόκληρο το σπίτι. 27

2. Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΩΣ ΑΦΕΤΗΡΙΑ 2.1 ΑΡΧΕΤΥΠΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΙΚΙΑ Η Εστία Η εστία ορίζει το κέντρο ενός χώρου, όχι απαραίτητα το γεωμετρικό, αλλά αυτό το οποίο συγκεντρώνει την ουσία του, ισαπέχοντας από τα υπόλοιπα στοιχεία του χώρου. Η σχέση της εστίας με την κατοικία είναι σχεδόν αυταπόδεικτη, καθώς η εικόνα της φωτιάς στο σπίτι συνδυάζει την πιο αρχέγονη εμπειρία με την πιο σύγχρονη ανάγκη. Η συμβολική δύναμη της εστίας βασίζεται στην ικανότητά της να συνδέει μια διαχρονική εμπειρία προσωπικής άνεσης με σύμβολα συντροφικότητας και κοινωνικής κατάστασης. Σύμφωνα με τον Βιτρούβιο, η ανακάλυψη της φωτιάς καθόρισε την κατοίκηση, ως την οργάνωση των ανθρώπων γύρω από μία εστία. (1931: 76-81) Από την ανακάλυψη της η φωτιά συμβολίζει το σημείο αναφοράς των ανθρώπων σε έναν χώρο, τη μονιμότητα και τη σταθερότητα της διαμονής σε έναν τόπο. Η φωτιά και η συμβολική της προβολή ως Εστίας, θεάς του οίκου, συγκροτούν το ενωτικό στοιχείο μιας ανθρώπινης ομάδας. Γι αυτό θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι ως αρχέτυπη μορφή είναι ικανή να καλύψει τις κοινωνικές μας ανάγκες. Επιπλέον, με τη διαμόρφωση ενός κεντρικού χώρου κοινωνικοποίησης στις κατοικίες, οι νόμοι της φύσης παίρνουν τη θέση του ανθρώπου στο κέντρο του κόσμου. Από την ανάλυση των αρχέτυπων συμβόλων προκύπτει ότι η κατοικία μας είναι το καταφύγιο και η προβολή του σώματος, ο χώρος απομόνωσης και κοινωνικοποίησης. Με την ανάλυση του όρου του σπιτιού της παιδικής ηλικίας θα δούμε ότι είναι επίσης καταφύγιο της μνήμης και της ταυτότητας του καθενός. 28 εικ. 2: Η Φωλιά και η Εστία

2. Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΩΣ ΑΦΕΤΗΡΙΑ 2.2 ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ Για κάθε έναν από εμάς, η διαμόρφωση του χαρακτήρα μας και της χωρικής μας αντίληψης ξεκίνησε από τα περιβάλλοντα της παιδικής μας ηλικίας. Το σπίτι της παιδικής ηλικίας αποτελεί το κέντρο της οποιασδήποτε χωρικής εμπειρίας και τα σπίτια της μετέπειτα ζωής το συμπληρώνουν ως περιφερειακά κέντρα. Πλήθος ψυχολόγων και φαινομενολόγων έχουν υποστηρίξει τη στενή σχέση της κατοικίας με την ανθρώπινη ανάπτυξη. Λαμβάνοντας δεδομένα από έρευνες για την παιδική ηλικία ακόμα, έχει αποδειχτεί ότι υπάρχει μια βαθύτερη ανάμειξη του παιδιού με το φυσικό κόσμο, που σταδιακά χάνεται καθώς μεγαλώνει. Επομένως οι πρώτες μας εμπειρίες κατοίκησης είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τη μετέπειτα ζωή μας. Σύμφωνα με τον Jean Piaget (1955), ο οποίος ασχολήθηκε με την ανάπτυξη της παιδικής αντίληψης σε ό,τι αφορά το γύρω κόσμο, προτού ακόμη να είμαστε ικανοί να διακρίνουμε συμβολισμούς όπως αυτούς που αναλύσαμε προηγουμένως, αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο μέσα από σχήματα και διευρύνουμε τη νοητική μας εικόνα, μέσα από μια διαδικασία αφομοίωσης και προσαρμογής σε νέα δεδομένα. Επιπλέον, έχει αποδειχθεί ότι οι παιδικές εμπειρίες του τόπου συγκρατούν την ίδια δημιουργική δύναμη μέσα στο χρόνο. Ο φιλόσοφος Gaston Bachelard ανέλυσε την αξία του πρώτου σπιτιού για τον καθένα μας. Όπως αναφέρει το σπίτι αυτό είναι πολλά παραπάνω από τις αναμνήσεις που μας παρέχει. «Έχει εντυπωθεί μέσα μας, ως μια ομάδα οργανικών συνηθειών» (Bachelard, 1982: 42), καθώς το σώμα μας δένεται με έναν ξεχωριστό δεσμό με το σπίτι όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια. «Το σπίτι που γεννηθήκαμε είναι κάτι περισσότερο από ένα σώμα κατοικίας, είναι ένα σώμα ονείρων για την υπόλοιπη ζωή μας». (Ο.π.) Είναι «το πρώτο μας σύμπαν». (Bachelard, 1982: 31) Θα πρέπει εδώ να διευκρινίσουμε πως για την παρούσα ερευνητική εργασία, η έννοια του σπιτιού της παιδικής ηλικίας δεν αφορά απαραίτητα το ένα και μοναδικό σπίτι στο οποίο γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε, αλλά όσα οικεία σκηνικά ιδιωτικού βίου «στέγασαν» τις παιδικές μας αναμνήσεις. Το σπίτι αυτό μπορεί να είναι και κάποιο εξοχικό σπίτι, το σπίτι του παππού και της γιαγιάς, το σπίτι φιλικής οικογένειας στο οποίο περάσαμε τα καλοκαίρια των παιδικών μας χρόνων. Μπορεί να είναι και ένα συνονθύλευμα τους. Η μοναδική προϋπόθεση είναι να έχουμε περάσει αρκετό χρόνο σ αυτό ώστε να θυμόμαστε λεπτομέρειες του, αλλά κυρίως τον τρόπο αντίδρασης του σώματός μας στις προκλήσεις του. Αυτές οι προϋποθέσεις είναι που θα μας κάνουν να είμαστε οι ίδιοι το διάγραμμα των λειτουργιών αυτού του συγκεκριμένου σπιτιού. 29

2. Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΩΣ ΑΦΕΤΗΡΙΑ 2.2 ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ Ο λόγος για τον οποίο μας ενδιαφέρει να ανατρέξουμε σε ένα τέτοιο σπίτι είναι γιατί «η ήρεμη φωλιά και το παλιό σπιτικό, πάνω στον αργαλειό των ονείρων υφαίνουν το γερό πανί της οικειότητας». (Bachelard, 1982: 127) Επιστρέφουμε στο παλιό σπιτικό όπως θα επιστρέφαμε σε μια φωλιά και μέσω των αναμνήσεων συνδεόμαστε με εικόνες της χαμένης οικειότητας. (Bachelard, 1982: 126-127) Μπορούμε να αντιληφθούμε λοιπόν ότι τα σπίτια του παρελθόντος μπορούν να μας βοηθήσουν στη διερεύνηση και την επίτευξη των αξιών οικειότητας που αναζητούμε σε ένα χώρο κατοικίας. Όταν αρχίζουμε να σκεφτόμαστε λεπτομέρειες του σπιτιού, όλο το σπίτι ξαναζεί δυναμικά στη φαντασία μας. Αντιλαμβανόμαστε ότι οι αναμνήσεις μας είναι πολυεπίπεδες, όπως και η δομή της ψυχής μας είναι πολυστρωματική. Μέσω των ιδιαίτερων χώρων της παιδικής ηλικίας μπορούμε να θέσουμε τα θεμέλια για αυτονομία, ιδιωτικότητα και ελευθερία στο χώρο Διαχωρισμός αυτονομία Η δημιουργία μικρών καταφυγίων παιχνιδιού, όπως δεντρόσπιτα για τα παιδιά της υπαίθρου και αυτοσχέδια φρούρια στο σπίτι για τα παιδιά της πόλης, αποτελεί μια αρκετά διαδεδομένη δραστηριότητα της παιδικής ηλικίας. Κάθε τέτοιο μέρος προσφέρει την πρώτη αίσθηση αυτονομίας, διαχωρίζοντας τον προσωπικό από τον κοινόχρηστο χώρο, ενώ παραμένει στην ενήλικη ζωή στοιχείο ισχυρό, νοσταλγικό για τη μνήμη. Ιδιωτικότητα Γενικά η σημαντικότερη λειτουργία των κρυφών τόπων της παιδικής ηλικίας είναι η δημιουργία ενός τόπου με ιδιωτικό χαρακτήρα - είτε πρόκειται για μια κουβέρτα φρούριο στο δωμάτιο, ένα δεντρόσπιτο στον κήπο ή μια περιοχή με ψηλό γρασίδι στη μέση ενός λιβαδιού. Η διαδικασία της εξεύρεσης των στοιχείων που θα μας κάνουν να αισθανόμαστε ελεύθεροι στην μελλοντική μας κατοικία, ξεκινά από την παιδική ηλικία και τον τρόπο που χειριζόμαστε τον προσωπικό μας χώρο. Η ανάγκη για προσωπικό χώρο στην παιδική ηλικία αποκαλύπτει μια πρώιμη ανάγκη για διεκδίκηση του χώρου μέσω αλλαγών στο περιβάλλον, που γίνονται από τον καθένα. Για πολλά παιδιά, το καταφύγιό τους είναι η μόνη γωνιά του περιβάλλοντος τους που είναι σε θέση να κατασκευάσουν και να τροποποιήσουν τα ίδια. Ως χώροι φέρουν στην επιφάνεια θέματα δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, ορίων και κανόνων, οι οποίοι γίνονται εκφράσεις της προσωπικότητας του κάθε παιδιού. Στην ενήλικη ζωή, αυτή 30

2. Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΩΣ ΑΦΕΤΗΡΙΑ 2.2 ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ η ανάγκη εκφράζεται με μια σειρά από δραστηριότητες από την οικοδόμηση του σπιτιού του, την αναδιάταξη των επίπλων, το βάψιμο ενός ενοικιαζόμενου δωματίου, την τοποθέτηση αφισών. Εξερεύνηση και υπέρβαση του φόβου Οι περισσότεροι από εμάς θυμόμαστε επίσης κάποια περιβάλλοντα που μας φοβίζουν, ένα περιβάλλον στο οποίο επιστρέψαμε και τολμήσαμε να εισέλθουμε, για να ξεπεράσουμε τους φόβους μας. Η επιθυμία να είμαστε γενναίοι και να κυριαρχήσουμε τους φόβους μας είναι σκοπός της παιδικής ηλικίας.( Cooper Marcus, 1995: 28) 31

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.1. ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ ΟΙΚΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΙΑ Οι έννοιες οίκος και οικία συχνά ταυτίζονται με την έννοια σπίτι, αλλά παρ όλα αυτά η καθεμία εκφράζει κάτι διαφορετικό. Οίκος Η έννοια του οίκου, που προέρχεται από το *woik- *weik- (λατ. vicus, vicinus), συνδέεται εμμέσως με την έννοια της εστίας, καθώς αναφέρεται στον πλησίον, στον οικείο, στον κοντινό. (Μπαμπινιώτης, 1998: 1252) Επομένως, ο οίκος είναι η προϋπόθεση και η συνθήκη της κοινής διαβίωσης, το πρωταρχικό πλαίσιο της οικειότητας και της επικοινωνίας των ανθρώπων. Διανοίγει ένα πεδίο κοινωνικότητας, καθώς περιλαμβάνει και την ανθρώπινη ομάδα που οικεί. Πράγματι, αν, όπως γράφει ο Henri Lefebvre (1977): «Κατοικώ σημαίνει συμμετέχω σε μία κοινωνική ζωή, σε μία κοινότητα, χωριό ή πόλη», τότε ο οίκος, αποτελεί ένα πεδίο συγκέντρωσης ανθρώπων και συμβάλλει στην άρθρωση ενός ευρύτερου κοινωνικού συνόλου, συμμετέχει στη συγκρότηση μίας πολιτείας. Συνεπώς, ο οίκος είναι μία ευρεία έννοια που αναφέρεται στο χώρο οίκησης ανθρώπινων ομάδων και τη δομή των κοινωνικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων που κατοικούν. Έτσι, η αφηρημένη, ιδεατή έννοια του οίκου διαφοροποιείται από τη συγκεκριμένη έννοια της οικίας, που, όπως θα αναλυθεί, αφορά το υλικό κτίσμα, το πραγματικό κτίριο, την κατασκευασμένη οικοδομή. Οικία Αντιπαραβάλλοντας την έννοια της οικίας αυτή έχει πολύ πιο συγκεκριμένη ερμηνεία και περισσότερο ιδιωτικό χαρακτήρα. Προέρχεται από το *domo-, *dema- που σημαίνει «χτίζω κατοικία», κατασκευάζω. (Μπαμπινιώτης, 1998: 527), επομένως οίκοδομώ. Αποτελεί το υλοποιημένο κτίσμα όπου στεγάζεται ο οίκος, την απτή υλοποίηση της αφηρημένης έννοιας του οίκου. Το μέσο υλοποίησης του είναι η αρχιτεκτονική, όπου με εργαλεία της τη χωροθέτηση δωματίων, τα υλικά, τα ανοίγματα, τα όρια εκφράζει σχέσεις καθορισμένες από την έννοια του οίκου. Ο οικοδομημένος οίκος δημιουργεί έναν τόπο, μία τοποθεσία με νόημα, ποιότητες και χαρακτήρα, και επομένως μία μοναδική χωρική σχέση για τους ανθρώπους και το χώρο. Αν ο τόπος είναι ένας κατοικημένος χώρος, τότε η οικία είναι ένας οικοδομημένος οίκος. Η οικία, ως υλοποίηση του οίκου, ως τόπος και εστία της ανθρώπινης ύπαρξης και δράσης, είναι ένα κέντρο συγκεντρωμένης μοναξιάς, ένα 33

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.1. ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ ΟΙΚΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΙΑ καταφύγιο της ονειροπόλησης, μια γωνιά του κόσμου. «Η ψυχή μας είναι όπως μια κατοικία. Με το να θυμόμαστε σπίτια και κάμαρες μαθαίνουμε να κατοικούμε μέσα στον εαυτό μας». (Bachelard, 1982: 27) Συμπερασματικά, ο οίκος αποτελεί εννοιολογική προϋπόθεση της οικίας, καθιστώντας τις δύο έννοιες άρρηκτα δεμένες μεταξύ τους. Καμία δεν μπορεί να υπάρξει σε όλη της την ουσία, χωρίς την ύπαρξη της άλλης. Μια οικία δίχως οίκο είναι ένα άδειο κέλυφος χωρίς νόημα, ενώ ένας οίκος δίχως οικία είναι μια έννοια ημιτελής που ανήκει μόνο στη σφαίρα του ιδεατού. Η μεταξύ τους σχέση γεφυρώνεται από την αρχιτεκτονική. (Τερζόγλου, 2008) 34 εικ. 3: Η διαφορά οίκου και οικίας

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.2. ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΗΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ «Από τη στιγμή που ερχόμαστε στον κόσμο ξεκινά και η προσπάθειά μας να αισθανθούμε οικεία και ασφαλείς κάπου». M. Heidegger (2009) Το οικείο, καθώς ορίζεται ως «αυτό που ανήκει σ εκείνον για τον οποίο γίνεται λόγος ή που έχει στενή σχέση με κάποιον ή με κάτι» (Λεξικό Τριανταφυλλίδη), είναι φανερό ότι ορίζεται υποκειμενικά από τον καθένα. Επομένως, η έννοια της οικειότητας, όπως και του χώρου δεν μπορεί να είναι καθολικά ορισμένη. O υποκειμενικός χαρακτήρας του όρου δεν μας επιτρέπει εύκολα να εξάγουμε γενικά συμπεράσματα και καθιστά την οποιαδήποτε κατηγοριοποίηση αυθαίρετη ως ένα βαθμό. Παρ όλα αυτά η αναζήτηση των σταδίων γνωριμίας, του βαθμού αλληλεπίδρασης και οικειοποίησης και των παραγόντων που συμβάλλουν σε αυτή είναι μια ουσιαστική διαδικασία, καθώς εστιάζοντας σε κάθε άτομο, μπορεί να μας δώσει χρήσιμες πληροφορίες για μια περισσότερο ανθρωποκεντρική αρχιτεκτονική για όλους. Σε ό,τι αφορά την αίσθηση της οικειότητας με το χώρο κατοικίας, αναφέρεται ότι ο άνθρωπος αντιλήφθηκε από νωρίς πως μπορεί να τροποποιήσει το δοσμένο περιβάλλον του, χωρίς όμως να έχει την ελευθερία να επέμβει στο βαθμό που επιθυμεί σε οποιονδήποτε χώρο. Προκειμένου λοιπόν να ικανοποιήσουμε την ανάγκη να αισθανθούμε οικεία, στρεφόμαστε στον χώρο που γνωρίζουμε ότι μπορούμε να οικειοποιηθούμε ευκολότερα, δηλαδή τον εκάστοτε χώρο κατοικίας μας. Άλλωστε, ο Gaston Bachelard υποστήριξε ότι «η οικειότητα του κόσμου όλου φανερώθηκε στους μεγάλους ονειροπόλους μελετώντας το σπίτι». (1982: 93) Φυσικά αυτό δεν μπορεί να συμβεί από τη μελέτη ενός και μόνο σπιτιού, αλλά ακόμη και μέσω της μελέτης των εικόνων και των ποιοτήτων της ονειροπόλησής μας, σχετικά με κατοικίες παλιές, κλεισμένες σαν κουτιά η μια μέσα στην άλλη. Κατοικίες στις οποίες ζήσαμε ή ακόμη ονειρευτήκαμε να ζούμε. Στην προσπάθεια αναζήτησης των στοιχείων που συμβάλλουν στην κατανόηση της κατοίκησης και την κατάκτηση της οικειότητας, θα αναλυθεί η έννοια του ανοίκειου για αντιπαραβολή, καθώς και παράγοντες οικειότητας και εξαγόμενα από αυτούς χαρακτηριστικά του χώρου. Όπως είναι φανερό, χρήσιμο εργαλείο για την αναζήτηση αξιών οικειότητας αποτελούν οι βιωματικές χωρικές αφηγήσεις ατόμων που θα παρουσιαστούν στο τέλος. 35

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.2. ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΗΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ Το ανοίκειο Σύμφωνα με τις αρχές της ψυχανάλυσης, ο όρος αφορά ένα αγχογόνο στοιχείο του ψυχικού βίου το οποίο παλαιότερα απωθήθηκε και αποξενώθηκε από το άτομο, αλλά επανέρχεται ακούσια στην επιφάνεια: ότι δεν είναι ούτε οικείο μα ούτε και παντελώς ξένο, είναι ανοίκειο. (Φρόιντ, 2009) Πρακτικά ο όρος αναφέρεται στην αβέβαιη και άγνωστη αίσθηση για τον πραγματικό κόσμο, που δεν φέρει συναισθηματικό και συγκινησιακό φορτίο από προηγούμενες εμπειρίες και συμβολισμούς. Κάποιος που δεν γνωρίζει στοιχεία του κόσμου γύρω του, που όπως αναφέρθηκε αποτελεί αντανάκλαση του εαυτού του καθενός, και άρα δεν γνωρίζει τον εαυτό του, έχει συχνά το αίσθημα του ανοίκειου στους νέους χώρους που βρίσκεται. Με την αναγνώριση του περιβάλλοντος προκύπτει η δυνατότητα προσανατολισμού σ αυτό και άρα η απομάκρυνση από το αίσθημα της σύγχυσης και της αβεβαιότητας. Η εξοικείωση με το περιβάλλον, τα άτομα και τις δραστηριότητες που το συναρτούν είναι ικανή να μας απομακρύνει από την αίσθηση του ανοίκειου για ένα χώρο. Η διάταξη του, η κλίμακα και οι αναλογίες σε αυτόν, η γεωμετρία του, τα χρώματα και η υλικότητα των στοιχείων, το φως και τα αντικείμενα του χώρου είναι παράγοντες που ορίζουν την ταυτότητα του χώρου και επομένως την εξοικείωσή μας μ αυτόν. 36 εικ. 4: Κατοικίες κλεισμένες σαν κουτιά η μια μέσα στην άλλη

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.3. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΕΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ Παρακάτω θα αναλυθούν τρείς βασικοί παράγοντες ικανοί να προσφέρουν οικειότητα σε κάθε χώρο, εστιασμένοι στη θεματική της κατοικίας, καθώς και χαρακτηριστικά με υλική υπόσταση ή ποιότητα που προέρχονται κατά βάση από έναν από αυτούς. ΧΡΟΝΟΣ Ο χώρος και ο χρόνος είναι δύο αλληλένδετες έννοιες, ο ένας δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τον άλλο. «Καθώς μέσα στις χιλιάδες κυψέλες του ο χώρος κρατά συμπυκνωμένο χρόνο», (Bachelard, 1957) θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτή ακριβώς είναι και η βασική ιδιότητα του. Οι αναμνήσεις διατηρούνται ακλόνητες στον χρήστη τόσο περισσότερο, όσο περισσότερο έχουν ριζώσει στο χώρο με τον οποίο συνδέονται. Με αυτό τον τρόπο τα σπίτια του παρελθόντος παραμένουν ανέπαφα μέσα μας. (Bachelard, 1957) Δια μέσου των αναμνήσεων που λειτουργούν ως συνδέσεις με προηγούμενα σπίτια μπορεί ο χρήστης ευκολότερα να νιώσει τη «ζεστασιά» της οικειότητας. Έτσι ο χρόνος που έχουμε περάσει σε προηγούμενα σπίτια είναι ωφέλιμος για την κάθε νέα προσπάθεια κατάκτησης της οικειότητας, αφού το παρελθόν «κατοικεί σε κάθε νέο σπίτι». Σε ό,τι αφορά το μελλοντικό σπίτι, αυτό σχετίζεται άμεσα με την ιδέα του ονειρικού σπιτιού. Το μελλοντικό σπίτι είναι για όλους «πιο άνετο, πιο φωτεινό, πιο απλόχωρο» (Bachelard, 1982) και γι αυτό το λόγο η αναζήτησή του συνεχίζεται αδιάκοπα σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Το στοιχείο της μεταβλητότητας του χαρακτήρα του χώρου σε συνδυασμό με στοιχεία που μας συνδέουν με το παρελθόν μας ως χρήστες χώρων κατοικίας μπορούν να διευκολύνουν τη διαδικασία αναζήτησης του ονειρικού σπιτιού. Σε κάθε περίπτωση «είναι προτιμότερο και αποδοτικότερο να ζει κανείς στο προσωρινό σπίτι που μπορεί να μεταβληθεί, παρά στο οριστικό». (Bachelard, 1982) Η διαδικασία αυτή αφήνει περιθώρια ονειροπόλησης, αφού πρώτα παρέχει τη δυνατότητα προσεκτικής παρατήρησης χώρων, αποδοχής ή απόρριψης τους ή στοιχείων τους. 37

38 3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.3. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΕΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ Δραστηριότητες Ο χρόνος πέρα από τα παρελθοντικά σπίτια και το ονειρικό σπίτι διαμορφώνει τις αξίες της οικειότητας του καθενός και μέσα από τις δραστηριότητες που συμβαίνουν σε κάθε σπίτι, καθώς αυτές διαμορφώνουν συνδέσεις με το χώρο και τα υπόλοιπα άτομα που τον κατοικούν. Καθένας από εμάς συνδέει χώρους μέσα στο χώρο της κατοικίας με ορισμένες δραστηριότητες, οι συνήθειες αυτές εντυπώνονται σε εμάς και εμφανίζονται ως οικείες καταστάσεις σε μετέπειτα εμπειρίες κατοίκησης. Έτσι μας είναι ευκολότερο να στεγάσουμε μια δραστηριότητα σε έναν χώρο που εμφανίζει τις ίδιες ποιότητες με έναν παρελθοντικό χώρο. Στην 4η αφήγηση η σύνδεση των δραστηριοτήτων με σημεία του χώρου και η επανάληψη αυτών των συνδέσεων σε μελλοντικούς χώρους είναι μια κίνηση που προσφέρει άμεση οικειότητα στον αφηγούμενο. Αντικείμενα Όπως έχει διαπιστωθεί και θα συμπεράνουμε από τις αφηγήσεις παρακάτω, τα περισσότερα άτομα επιθυμούν να προσωποποιούν και να διακοσμούν το χώρο, τοποθετώντας προσωπικά αντικείμενα ή στολίζοντας τους τοίχους ώστε να δίνουν μια ταυτότητα προσωπική. Ο τρόπος αυτός συχνά αποτελεί ένα είδος προβολής των συναισθημάτων, των στόχων και των αξιών των ενοίκων τους. Σύμφωνα με την Cooper-Marcus και το βιβλίο της House as a mirror of self «Ορισμένα αντικείμενα στη ζωή μας έχουν διπλό ρόλο. Είναι μέσο διευκόλυνσης της καθημερινότητας στο σπίτι, αλλά και προεκτάσεις του εαυτού μας προς τα έξω». (1995: 57) Καθώς τα αντικείμενα αποτελούν και προεκτάσεις του εαυτού μας προς τα έξω, θα πρέπει να δέχονται συχνά επαναπροσδιορισμό ώστε να μας αντιπροσωπεύουν κατά το δυνατόν περισσότερο. Όταν αυτά κρίνονται ασύμβατα με την αυτο-εικόνα παραμελούνται και απορρίπτονται, ενώ όταν η ίδια η αυτό-εικόνα είναι μπερδεμένη, εμφανίζεται η τάση διατήρησης πραγμάτων, αφού υπάρχει έλλειψη συνειδητοποίησης αυτών που εκφράζουν το άτομο. Όσο πιο κοντά στην ανακάλυψη της αυτό-εικόνας βρισκόμαστε, κάνουμε περισσότερο πετυχημένες επιλογές αντικειμένων. (Bachelard, 1982: 61)Σε απόσπασμα αφήγησης που διεξήχθη στα πλαίσια της εργασίας αναφέρεται: «Με την αλλαγή του σπιτιού που ξαφνικά απέκτησα το δικό μου παιδικό δωμάτιο, νομίζω ότι το πιο βασικό πράγμα που ήθελα ήταν να αδειάσω από πράγματα, να διώξω αυτά που δεν χρειαζόμουν για να αποσυμφορηθεί όλο το περιβάλλον. Στην ενήλικη ζωή κατάλαβα ότι μπορούσα να ζήσω με ελάχιστα πράγματα.»

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.3. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΕΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ Μέσω των ξεχωριστών αντικειμένων που μετακινούνται από σπίτι σε σπίτι μαζί με τους ιδιοκτήτες τους, μπορεί να επιτευχθεί η αναπαραγωγή των ειδικών παιδικών ή άλλων αγαπημένων χώρων στην ενήλικη ζωή. Συνεντευξιαζόμενη διηγείται σχετικά με την παρουσία των επίπλων στο σπίτι της παιδικής ηλικίας: «Χρησιμοποιούσαμε τους καναπέδες, τα έπιπλα ακόμη και τα πλακάκια με μια νέα διαφορετική σημασία για το παιχνίδι μας. Κάθε φορά υπήρχαν κάποιοι συμβολισμοί που όριζαν κάθε αντικείμενο ως κάτι διαφορετικό από αυτό που ήταν στην πραγματικότητα». Τα αντικείμενα-κειμήλια δηλώνουν την καταγωγή και συμβολίζουν την ταυτότητα του καθενός. Η επανάχρησή τους δίνει την αίσθηση της συνέχειας του χώρου στο χρόνο και μεταμορφώνει κάθε νέο περιβάλλον σε οικείο, αφού μοιάζουν να βρίσκονται καιρό στον κάθε χώρο. Αποκτούν με τα χρόνια και την εναλλαγή περιβαλλόντων δική τους φωνή και ζωή. Για τον καθένα ο αριθμός των «πολύτιμων» αντικείμενων διαφέρουν σε αριθμό. Κάποιος μπορεί να αισθάνεται οικεία στεγάζοντας σε ειδική θέση αντικείμενα που συλλέγει για χρόνια, ενώ κάποιος άλλος μπορεί να διαθέτει έναν ελάχιστο χώρο, όπως το προσκέφαλο του κρεβατιού του προκειμένου να τοποθετήσει μερικές φωτογραφίες. ((Bachelard, 1982: 63) Τα σπίτια μας είναι και δοχεία για συλλογές αναμνηστικών. Αντικείμενα τέχνης, φωτογραφίες, έπιπλα, αφίσες, διακοσμητικά όλα μας θυμίζουν σημαντικούς ανθρώπους, μέρη, φάσεις, εμπειρίες και αξίες στη ζωή μας. Αυτά τα αντικείμενα μπορούν να λειτουργήσουν με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Κυρίως μας παρέχουν νόημα. Μας δίνουν σταθερότητα και συνέχεια στη μεταβλητή πραγματικότητα. Όπως εξηγεί ο G. McCracken (1998): «Περιτριγυρισμένοι από τα πράγματα μας, είμαστε συνεχώς ενήμεροι για το ποιοι είμαστε και σε τι φιλοδοξούμε είμαστε ριζωμένοι και σε συνεχή οπτική επαφή με το παρελθόν μας είμαστε προστατευμένοι από δυνάμεις 39

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.3. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΕΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ Eπενέβησα από την αρχή στο χώρο. Έβαλα αναμνηστικά σε ένα κάδρο. Και μερικά ρούχα που αγαπώ σε έναν καλόγερο. Αυτά τα δύο σημεία ήταν τα πιο προσωπικά. (1η Αφήγηση) Στο νέο παιδικό δωμάτιο, το πρώτο πράγμα που ήθελα ήταν να αδειάσω από πράγματα, να διώξω αυτά που δεν χρειαζόμουν για να αποσυμφορηθεί το περιβάλλον. Στην ενήλικη ζωή κατάλαβα ότι μπορούσα να ζήσω με ελάχιστα πράγματα. εικ. 5: Τα σπίτια ως δοχεία αναμνηστικών. 40

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.3. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΕΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΜΕ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ Το τοπίο, που περιβάλλει ή και περιλαμβάνει τις κατοικίες, αποτελεί τη σύνθετη ιστορική συγκρότηση της κατοικημένης φύσης από τον άνθρωπο. Η μορφή της φύσης στο περιβάλλον μεταβλήθηκε από ένα αδιαίρετο τοπίο χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, σε μικρά κομμάτια διαιρεμένα στον αστικό ιστό που αποτελούν πέρα από αντικείμενο επιθυμίας και αντικείμενο οικειότητας, σύμφωνα με τον Φατούρο (1955). Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η μεταβολή της μορφής της φύσης δε συνέβη αψήφιστα. Όπως έχει πει ο Όσκαρ Ουάιλντ «Αν η φύση ήταν άνετη το ανθρώπινο γένος δεν θα είχε εφεύρει την αρχιτεκτονική.» Παρά το ότι, όπως αναφέρθηκε, πρωταρχικός σκοπός κάθε αρχιτεκτονήματος είναι να είναι να μας προστατεύει από τις δυνάμεις της φύσης, σήμερα αναζητούμε την έντονη παρουσία της στην καθημερινότητα μας με τρόπο που εξυπηρετεί τις σύγχρονες ανάγκες. Το σπίτι και το περιβάλλον δεν είναι δύο χώροι αντιπαρατιθέμενοι, αλλά αλληλοσυμπληρούμενοι. Το περιβάλλον στο οποίο εντάσσεται το σπίτι και η παρουσία της φύσης ως μεταβατικού χώρου στα όρια μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου, διαμορφώνουν σε σημαντικό βαθμό αυτή τη σχέση αλληλοσυμπλήρωσης. Τα σημερινά διαμερίσματα είναι συχνά στοιβαγμένα συμβατικά κουτιά, που επιπλώνουμε με ζωγραφιές, μπιμπελό και συρτάρια. Σε αυτά η έλλειψη επαφής με τη φύση είναι εμφανής, καθώς και η έλλειψη κατακορυφότητας σε σχέση με τον ουρανό και τη γη. Η έλλειψη αυτή αποτελεί καθοριστικό παράγοντα ανοικειότητας. Καθώς το άτομο αποξενώνεται από τη φύση, απομακρύνεται από το συνάνθρωπο και επομένως από την κοινωνική πλευρά του εαυτού του. Η εισβολή της φύσης στην πόλη, αναγνωρίζεται πλέον ως στοιχείο καθοριστικής σημασίας για να νιώσει κανείς σπίτι του. Δεν αρκεί μόνο η διαμόρφωση ενός ορισμένου χώρου που θεωρούμε προσωπικό. Η συμμετοχή στη διαμόρφωση του κοινόχρηστου ή και μεταβατικού χώρου είναι εξίσου σημαντική για να αισθανθεί κανείς άνετα σε χώρους που δεν του ανήκουν. Η διαλεκτική του μέσα και του έξω καθορίζει, μέσω των ορίων, και τον βαθμό ιδιωτικότητας που προσφέρει η κατοικία ή ο χώρος της κατοικίας στον οποίο βρίσκεται το άτομο. Σε ό,τι αφορά αυτό δεν μπορούν να υπάρξουν συγκεκριμένοι κανόνες. Αυτό συμβαίνει καθώς ο βαθμός ιδιωτικότητας που επιθυμεί ο καθένας ώστε να αισθάνεται οικεία, μεταλλάσσεται στον χρόνο ανάλογα με τη δραστηριότητα που ασκείται στο χώρο, την ώρα της ημέρας ή τη διάθεση. Σε κάθε περίπτωση είναι ωφέλιμη η ποικιλία και η δυνατότητα μεταβολής των ορίων, σχετικά με την τοποθέτησή τους, το μέγεθος 41

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.3. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΕΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ Φως Το φως δίνει λόγο ύπαρξης στην πιο βασική μας αίσθηση, την όραση, η οποία κυριαρχεί έναντι των άλλων αισθήσεων στην πρόσληψη των αρχιτεκτονικών ποιοτήτων. Το φως καθορίζει τις επιφάνειες του χώρου μας και τις μεταλλάσσει με τρόπο καθοριστικότερο και από το μέγεθος, το χρώμα, την υλικότητα τους. Ουσιαστικά δίνει νέα διάσταση σε όλα αυτά τα χαρακτηριστικά. Με αυτό τον τρόπο, είναι εμφανής η αδιάκοπη σύνδεση του φωτός με την αρχιτεκτονική, μέσω της διαμόρφωσης της ταυτότητας των χώρων. Το φως και ιδιαίτερα το φυσικό φως διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση, αντίληψη και οικειοποίηση του κάθε χώρου. Χαρακτηριστική απόδειξη αυτού αποτελεί η θεοποίησή του ήδη από την απαρχή της σύστασης οργανωμένων πολιτισμών. Για αιώνες το φυσικό φως καθόρισε το χρόνο και την ποιότητα της ανθρώπινης δραστηριότητας και παρά την ανακάλυψη του τεχνητού φωτισμού, παραμένει αναντικατάστατη ποιότητα του χώρου, καθώς οι άνθρωποι μέχρι σήμερα αποζητούν την έντονη παρουσία του φυσικού φωτός στο χώρο τους. Ο φυσικός φωτισμός επιδρά στον συναισθηματισμό και την ικανοποίηση του χρήστη. Με την παρουσία του φυσικού φωτισμού, επιτυγχάνεται η άμεση επικοινωνία με το εξωτερικό περιβάλλον, στοιχείο ιδιαίτερα σημαντικό για την οικειοποίηση οποιουδήποτε χώρου. Επιπλέον αποκαλύπτονται όλες τις πτυχές ενός χώρου, προσφέροντας τη δυνατότητα για πλήρη εποπτεία του. Αντιθέτως, το σκοτάδι συχνά προκαλεί σύγχυση στο χρήστη, συνυφασμένη με την πρόκληση αισθήματος ανοικειότητας. Επομένως η αναλογία φωτός σκοταδιού είναι ικανή να διαβαθμίσει τις αξίες της οικειότητας. Στις αφηγήσεις που θα αναλυθούν στη συνέχεια θα παρατηρήσουμε την ανάγκη όλων των αφηγητών για φυσικό φωτισμό στο χώρο τους. Είναι ίσως η καθολικότερη αρχή οικειότητας που παρατηρήθηκε. Συγκεκριμένα σε αφήγηση που δεν θα αναλυθεί παρακάτω αναφέρθηκε για χώρο κατοικίας μακριά από οικείο περιβάλλον. «Το φως είναι μια μεγάλη υπόθεση. Αν υπάρχει κάτι που μου έλειψε ήταν το φως στο νέο σπίτι. Ένα παράθυρο που κοιτάς έξω και κάτι βλέπεις δεν είναι το άδειο μπαλκόνι του γείτονα.» Επισημαίνεται εδώ και η σπουδαιότητα του παραθύρου ως μέσο διευκόλυνσης της διέλευσης του φωτός και της επικοινωνίας με το περιβάλλον. Το παράθυρο σύμφωνα με τον Norberg Schulz σημαίνει «άνοιγμα του εσωτερικού ως συμπλήρωμα του εξωτερικού περιβάλλοντος. Εκφράζει τη χωρική δομή του κτιρίου και τη σχέση του με το φως». (2009: 179) 42

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.3. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΕΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ Όριο Τα όρια του κάθε χώρου που ορίζουν τόσο την ιδιωτικότητα, όσο και την ελευθερία του σε αυτόν, καθορίζονται από όλες τις αισθήσεις. Μπορεί να είναι υλικά που εντοπίζονται με την όραση ή και άυλα που γίνονται αισθητά μέσω της όσφρησης ή της ακοής. Σε κάθε περίπτωση είναι «φράγματα» προστασίας που ορίζουν τη σχέση μεταξύ του εσωτερικού και του εξωτερικού χώρου ή και μεταξύ επιμέρους εσωτερικών χώρων. Ο διαχωρισμός μεταξύ αυτών φανερώνεται στο κατώφλι μιας κατοικίας. Η μορφή του κατωφλιού εκφράζει τη σχέση της κατοικίας με το περιβάλλον της και διαμορφώνει τον μεταβατικό χώρο μεταξύ των δύο. Έτσι η είσοδος στον χώρο της κατοικίας σημαίνει την έναρξη της μεγαλύτερης έντασης των αξιών της οικειότητας, ενώ η έξοδος από αυτή θα έπρεπε να σημαίνει την έναρξη της μεγαλύτερης έντασης των σχέσεων με το περιβάλλον και το συνάνθρωπο. Σε κάθε περίπτωση η ύπαρξη μεταβατικού χώρου που θα προετοιμάζει το άτομο για την αλλαγή της ταυτότητας του χώρου κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική. Η έννοια του ορίου μέσα στην κατοικία θα αναλυθεί εκτενέστερα παρακάτω. 43

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.3. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΕΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ Βασικός παράγοντας για εμένα είναι το φως. Δεν θα ήθελα να μείνω σε ένα χώρο χωρίς επαρκή φωτισμό. Δεν μου αρέσουν οι πολύ κλειστοί χώροι. (5η αφήγηση) Το φως είναι μια μεγάλη υπόθεση. Αν υπάρχει κάτι που μου έλειψε στο νέο σπίτι, ήταν το φως. Και το να έχω ένα παράθυρο που κοιτάς έξω και βλέπεις κάτι πέρα από το άδειο μπαλκόνι του γείτονα. εικ. 6: Σχέση του εσωτερικού με το εξωτερικό μέσω του παραθύρου 44

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.3. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΕΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ ΟΓΚΟΠΛΑΣΙΑ ΚΑΙ ΜΟΡΦΗ Καθώς η πρωταρχική αίσθηση με την οποία προσλαμβανόμαστε τον χώρο είναι η όραση, η ογκοπλασία και η μορφή δεν θα μπορούσαν να μην αποτελούν βασικούς παράγοντες διαμόρφωσης συνθηκών οικειότητας. Η κλίμακα και το όριο καθορίζουν τις αναλογίες του χώρου και τελικά το βίωμα που προσλαμβάνουμε. Όριο Υπάρχουν δύο κατηγορίες ορίων. Τα οριακά όρια που καθορίζονται από τη συνέχεια του υλικού και προκαλούν ασυνέχειες, ταυτίζονται με τα υλικά. Οι τοίχοι, τα δάπεδα και οι οροφές ενός δωματίου. Ακόμη και ορισμένα έπιπλα. Σε κομμάτι αφήγησης αναφέρεται: «Τα έπιπλα έπαιζαν το ρόλο που θα έπαιζαν οι τοίχοι σε ένα άλλο διαμέρισμα, όριζαν τις περιοχές. Τα δύο κρεβάτια ήταν οι περιοχές του ύπνου ή του καθιστικού. Υπήρχε ένας μικρός καναπές που μαζί με το γραφείο διαμόρφωναν το καθιστικό. Ο διαχωριστικός πάγκος χώριζε το κρεβάτι από την κουζίνα.» Τα ενδιάμεσα όρια αποτελούν αποτέλεσμα συνέχειας των χώρων, αλλά ασυνέχειας του υλικού και βρίσκονται ανάμεσα σε οριακά όρια ή εφάπτονται με ελεύθερη πλευρά π.χ. ανοιχτό πατάρι, διαχωριστικοί τοίχοι. Δεν περιορίζουν το χώρο, αλλά δημιουργούν την αίσθηση του χώρου μέσα στο χώρο. Τα ενδιάμεσα όρια κάνουν συνήθως το χώρο περισσότερο οικείο ειδικά όταν έχουν όγκο. Κλίμακα Η έννοια της κλίμακας ορίζεται ως προς ένα μέτρο σύγκρισης. Η σύνδεση με την ανθρώπινη αναλογία προσφέρει την επιθυμητή σύγκριση και επομένως τον ορισμό της έννοιας της κλίμακας για τον καθένα. Η σχέση της κλίμακας με την αίσθηση του οικείου είναι γνωστή. Πολύ συχνά ένας χώρος που χαρακτηρίζεται ως μη οικείος είναι ταυτόχρονα και εκτός κλίμακας για το άτομο. Η αναλογία είναι ο τρόπος με τον οποίο κατανοούμε την κλίμακα ανάμεσα στο νοητό και τον πραγματικό κόσμο, σε συνάρτηση με την αντίληψη και την πραγματικότητα. Παρουσιάζει δίπολα του χώρου που αφορούν τη διαλεκτική μικρού μεγάλου, κενού πλήρους, ανοιχτού κλειστού, ιδιωτικού δημόσιου. Η ανθρώπινη κλίμακα είναι βασισμένη στα χαρακτηριστικά του ανθρώπου που βιώνει το χώρο, τις μετρήσεις και τις αναλογίες του μέσου ανθρώπου. Η κλίμακα επηρεάζει την αίσθηση της φωλιάς. Πιο συγκεκριμένα όσο μεγαλύτερο είναι το μέγεθος του χώρου, τόσο πιο περιορισμένη είναι η ένταση των οριακών ορίων και μειώνεται η αίσθηση της ασφάλειας. Η ανθρώπινη κλίμακα εμφανίζεται 45

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.3. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΕΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ ύψος του χώρου γενικά προτείνεται ποικιλία υψών. Στους κοινόχρηστους χώρους είναι ενδεδειγμένο το μεγάλο ύψος που θα τους προσφέρει και σωστότερη αναλογία, ενώ στους ιδιωτικούς ενδείκνυνται τα χαμηλότερα ύψη για την ενίσχυση του αισθήματος της φωλιάς. Γεωμετρία Η εξέλιξη της αρχιτεκτονικής βασίστηκε σε γεωμετρικές αρχές που ακολουθούσαν τον άνθρωπο στην καθημερινότητα του. Η σύνδεση των γεωμετρικών μορφών με τη φυσικά παρουσία του ατόμου βοηθά στην ένταξη του ατόμου στο περιβάλλον. Η συναίσθηση για τις χωρικές σχέσεις βασίζεται στην γεωμετρία. Η γεωμετρία διαμορφώνει το χώρο, τα κενά και τα πλήρη, τα ιδιωτικά και τα κοινόχρηστα και τα μεταβατικά. Πιθανώς ο άνθρωπος εφηύρε την αρχιτεκτονική πέρα από την ανάγκη για ασφάλεια και την ανάγκη να μπει σε τάξη το άστατο φυσικό περιβάλλον γύρω του. Αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς την ύπαρξη της γεωμετρίας. Ο Δοξιάδης ανέφερε ότι ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται έναν χώρο ως οικείο όταν συνδέεται με την ανθρώπινη κλίμακα και έχει κάποια γεωμετρική κανονικότητα Υλικότητα Η προτίμησή σχετικά με συγκεκριμένα υλικά για την πρόκληση του αισθήματος του οικείου υφίσταται για όλους και εκφράζεται μέσω διαφορετικών επιλογών. Συνηθισμένες είναι οι προτιμήσεις φυσικών υλικών, όπως το ξύλο, έναντι των τεχνητών. Τα πρώτα, πέρα του ότι μας θυμίζουν τον πρωτόγονο μας σπίτι στη φύση, ποιότητα που μας έχει λείψει στη σύγχρονη ζωή, φέρουν και την «γοητευτική» ιδιότητα της φθοράς. Αυτή ασκεί γοητεία στο άτομο, καθώς του υπενθυμίζει τη φθαρτή φύση του και ωριμάζει μαζί με αυτό. Καθώς τα φυσικά υλικά φθείρονται, οι ιδιότητες και η όψη τους τους μεταλλάσσεται δίνοντας την αίσθηση του ζωντανού οργανισμού. Ως ζωντανοί οργανισμοί απαιτούν φροντίδα που σε κάθε περίπτωση «δένει» το χρήστη με το χώρο. Το γυαλί ως υλικό αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση οριακού ορίου, αφού η πλήρης διαφάνειά του δίνει συνέχεια στο χώρο, καταργώντας την έννοια του κλειστού. Χώροι με μεγάλες επιφάνειες γυαλιού που διαμορφώνουν διάφανες γωνίες στο χώρο μπορεί να αφαιρέσουν από το χρήστη τη δυνατότητα να «κουρνιάσει» άνετα στο χώρο εξαιτίας της μεγάλης έκθεσης στο εξωτερικό περιβάλλον. 46

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.3. ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΕΣ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ Χρώματα Κάθε χρώμα ορίζεται από την απόχρωση, τον τόνο, την ένταση και την φωτεινότητα. Τα χρώματα παίζουν σημαντικό ρόλο στην έκφραση του χαρακτήρα του χώρου και του περιεχομένου του και στην έκφραση της ιδέας κάθε χώρου. Σε κάθε περίπτωση οι χρωματικές επιλογές αποτελούν υποκειμενική διαδικασία, καθώς αυτή δεν υπόκεινται σε κανόνες και οι απόψεις σχετικά με την επιλογή τους διίστανται. Θα ήταν περισσότερο ωφέλιμο να χρησιμοποιούνται σε στοιχεία του χώρου εκφράζοντας κάτι και άρα να επιλέγονται βάσει της κατασκευής, της λειτουργίας, του συμβολισμού που προβάλλουν και των διαθέσεων του χρήστη ή του αρχιτέκτονα. 47

3. ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ 3.4. ΧΩΡΙΚΕΣ ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΟΙΚΙΑ Όπως το θεωρητικό μέρος της εργασίας, έτσι και οι αφηγήσεις οικειότητας θα αναπτυχθούν σε τρία μέρη. Το πρώτο κομμάτι των αφηγήσεων αφορά εμπειρίες κατοίκησης σε σπίτια της παιδικής ηλικίας, οι οποίες για κάποιο λόγο εντυπώθηκαν στη μνήμη του αφηγητή. Κάθε αφήγηση εστιάζει σε αυτό που ο καθένας θεωρούσε σημαντικό ως παιδί για τη χωρική του εμπειρία. Το δεύτερο κομμάτι της αφήγησης αφορά πρόσφατες εμπειρίες κατοίκησης σε ανοίκεια περιβάλλοντα. Οι αφηγητές παραθέτουν ποιότητες του χώρου σχετικά με την ιδιωτικότητα, την κλίμακα, τη σχέση με το περιβάλλον της κατοικίας, την υλικότητα και τελικά την ταυτότητα του χώρου. Στη συνέχεια κρίνουν πολλές από αυτές τις ποιότητες, περιγράφουν τις παρεμβάσεις τους στο χώρο, καθώς και τι θα ήθελαν να αλλάξουν. Τέλος κατά τη διάρκεια όλων των αφηγήσεων η αυθόρμητη αντιπαραβολή των δύο παραπάνω χώρων θα καταλήξει σε συνειρμικά στοιχεία που συναρτούν για την κάθε αφήγηση την αίσθηση της οικειότητας. Συνδέοντας το παρελθόν, με την ύλη του και το συναίσθημα που ενεργοποίησε, με πιο πρόσφατες εμπειρίες ή μελλοντικές επιθυμίες σε ό,τι αφορά την κατοίκηση, θα βρεθούμε πιο κοντά στην κατάκτηση της πολυπόθητης οικειότητας. Κάθε μελέτη περίπτωσης θα εστιάσει σε μια πτυχή ή και συνδυασμό πτυχών, όπως αυτές μεταφέρθηκαν από τον κάθε αφηγητή. 48

1η Αφήγηση Στην πρώτη αφήγηση δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στην κοινωνική διάσταση ενός χώρου κατοικίας, η οποία σε συνδυασμό με την κατάλληλη υλικότητα, φαίνεται να αποτελεί τη βάση της επίτευξης του αισθήματος της οικειότητας για τη συνεντευξιαζόμενη. Όπως φαίνεται μέσα από την αφήγηση της, τα συναισθήματα που προκαλεί η συναναστροφή με αγαπημένους, συμβάλλουν συχνά στο βαθμό οικειοποίησης του χώρου της. Αφηγούμενη αναμνήσεις από έναν αγαπημένο χώρο της ιδιωτικής ζωής της παιδικής ηλικίας, περιέγραψε ένα εθιμοτυπικό της οικογένειας που επαναλαμβάνονταν κάθε Χριστούγεννα. «Στο εξοχικό του νονού και νονάς μου πηγαίναμε κάθε χρόνο τα Χριστούγεννα Την Πρωτοχρονιά μαζευόμασταν όλη η οικογένεια στο σαλόνι και περιμέναμε να αλλάξει ο χρόνος. Μετά από αυτό καθόμασταν όλοι στην μεγάλη τραπεζαρία και τρώγαμε όλοι μαζί.» Το παραπάνω κομμάτι αφήγησης προέκυψε ως αυθόρμητη απάντηση στην ερώτηση «Οραματιστείτε και περιγράψτε μια δυνατή χωρική ανάμνηση της ιδιωτικής ζωής της παιδικής σας ηλικίας.(ανάκληση αγαπημένου μέρους που μπορεί να επηρέασε την τωρινή αίσθηση για το σπίτι και τον τόπο)». Στην απάντηση είναι εμφανής η επισήμανση της κοινωνικής διάστασης της ανάμνησης, που όπως διαπιστώνεται τονίστηκε μέσα και από την επανάληψη της λέξης «όλοι». Στη συνέχεια της αφήγησης προσθέτει: «Επίσης στο σαλόνι υπήρχε το τζάκι. Το σπίτι είναι διακοσμημένο με βαριά χαλιά και δερμάτινους ογκώδεις καναπέδες και αυτό εκπέμπει μια αίσθηση ζεστασιάς.» Με μια σύντομη περιγραφή του χώρου η συνεντευξιαζόμενη τονίζει τα πιο βασικά χαρακτηριστικά που συμπλήρωναν την αίσθηση της οικειότητας γι αυτή. Η φωτιά σε συνδυασμό με την υλικότητα του χώρου είχαν ως αποτέλεσμα την πρόκληση του αισθήματος της θαλπωρής. Το αναμμένο τζάκι το χειμώνα φαίνεται να εντείνει την εμπειρία του εσωτερικού της κατοικίας, λειτουργώντας ως σημείο αναφοράς της οικογένειας, «κέντρο της καλύβας» και άρα «κέντρο δύναμης, ζώνη προστασίας» (Bachelard, 1982: 59). Ο Baudelaire πιστεύει ότι «οι αξίες της οικειότητας ενισχύονται όταν ένα σπίτι χτυπιέται από το χειμώνα», τότε «η φωλιά γίνεται πιο ζεστή, πιο γλυκιά, πιο αγαπημένη» Επιπλέον η επένδυση του χώρου με βαριά υλικά μοιάζει ιδανική για την περίσταση. Ένα σπίτι το χειμώνα μοιάζει να αντιστέκεται στις δυνάμεις της φύσης με την οικογένεια μαζεμένη γύρω από τη φωτιά περιτριγυρισμένη από βαριά και ογκώδη υλικά. Στο δεύτερο κομμάτι της αφήγησης, η κοινωνική διάσταση φαίνεται να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και στις μελλοντικές επιλογές κατοικίας της συνεντευξιαζόμενης. Επισημαίνει ότι: «Σίγουρα από ένα σπίτι θέλω να εκπέμπει ζεστασιά, να υπάρχει ένας κοινός χώρος όπου πάντα θα μπορεί να μαζευτεί περισσότερος κόσμος. Όχι μόνο 49

ιδιωτικά δωμάτια, αλλά ένας μεγάλος ανοιχτός χώρος προσβάσιμος σε όλους. Τώρα που το σκέφτομαι αυτό υπάρχει και στο σπίτι μου (στο της παιδικής ηλικίας)» Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι και στο ανοίκειο περιβάλλον μιας πόλης του εξωτερικού που κατοίκησε η συνεντευξιαζόμενη, τόνισε ότι: «Η προσαρμογή μου στο χώρο ήταν ευκολότερη εξαιτίας των ανθρώπων που γνώρισα εκεί». Η χωρική μετάφραση αυτού συνέβαινε στο χώρο της κουζίνας ο οποίος αποτελούσε σε καθημερινή βάση τον κύριο χώρο κοινωνικοποίησης. «Μαζευόμασταν στην κουζίνα όπου, παρότι ήταν στενή, υπήρχε το μεγάλο τραπέζι, σίγουρα πάντα κάποιος μαγείρευε και μπορούσαμε όλοι μαζί να μιλάμε». Πέρα από χώρο συγκέντρωσης, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η κουζίνα αποτελεί τον χώρο της εστίας την οποία τόνισε προηγουμένως ως στοιχείο οικειότητας. Η μορφή του στις δύο αναμνήσεις μπορεί να διαφέρει, αλλά η ουσία τους ως σημείο αναφοράς και ενωτικό χωρικό στοιχείο της κατοικίας παραμένει. Παρ ότι ο κοινός χώρος φαίνεται να αποτέλεσε τον βασικό λόγο της ευχάριστης διαμονής της, αναφέρθηκε και στον προσωπικό χώρο, λέγοντας ότι περνούσε τον περισσότερο χρόνο εκεί. Παραθέτει συνειρμικές συνδέσεις με τον προσωπικό της χώρο στο σπίτι της παιδικής της ηλικίας: «Το μέγεθος του ήταν μάλλον παραπάνω από αρκετό. Ήταν αρκετά παρόμοιο με το μέγεθος του παιδικού μου δωματίου. Ακόμη και το φως ερχόταν από την ίδια κατεύθυνση. Έμοιαζαν αρκετά και σε μέγεθος και σε ποιότητες. Οπότε ίσως αυτό βοηθούσε στο να μου είναι πιο οικείος και να είναι πιο ευχάριστο το να είμαι εκεί» και προσωπικές προτιμήσεις: «Το πιο ξένο σε εμένα ήταν το στυλ της επίπλωσης. Ήταν αρκετά κλασικά για το γούστο μου. Όμως επενέβησα από την αρχή στο χώρο. Έβαλα αναμνηστικά σε ένα κάδρο. Και μερικά ρούχα που αγαπώ σε έναν καλόγερο. Αυτά τα δύο σημεία ήταν τα πιο προσωπικά». Ενδιαφέρον παρουσιάζει η προσοχή σε λεπτομέρειες του χώρου, η οποία υποδεικνύει ότι οι προσωπικές μας αντιλήψεις για τα στοιχεία του χώρου, εκτός του ότι διαφέρουν για τον καθένα, εντυπώνονται στη μνήμη ανεξάρτητα από το μέγεθος και την επιβολή του στοιχείου στο χώρο. Συγκεκριμένα επισημαίνει: «Μου άρεσε πολύ που το μπάνιο είχε ροζ πλακάκια και στο μπαλκόνι υπήρχαν γλάστρες.» Κλείνει την αφήγηση λέγοντας: «Σίγουρα αποτελεί νοσταλγικό χώρο οικειότητας κυρίως επειδή σκέφτομαι ότι δεν θα γυρίσω ποτέ εκεί σε αυτό το σπίτι. Μου άρεσε σαν δωμάτιο και σαν σπίτι. Σκέφτομαι με χαρά το ότι έζησα εκεί πέρα». 50

εικ. 7: Η κοινωνική διάσταση του χώρου κατοικίας 51

52 2η Αφήγηση Η δεύτερη αφήγηση αφορά μια περισσότερο μοναχική σχέση με το χώρο οικειότητας. Αυτή στην προκειμένη περίπτωση προέρχεται σε μεγάλο βαθμό και από την ανάγκη για τάξη και οργάνωση του χώρου με τον τρόπο με τον οποίο την αντιλαμβάνεται το άτομο. Η ανάγκη της αφηγούμενης για υποκειμενική οργάνωση του χώρου είναι φανερή από την παιδική ηλικία ακόμη. Συγκεκριμένα αφηγείται: «Στο παιδικό μου δωμάτιο που μοιραζόμουν με την αδελφή μου σίγουρα ένιωθα οικεία. Με τα χρόνια βέβαια ήθελα ιδιωτικότητα, τον δικό μου χώρο, οργανωμένο όπως θέλω, ώστε να έχω την αίσθηση της τάξης και του ελέγχου». Στη συνέχεια συμπληρώνει: «Το να έχω έναν ιδιωτικό χώρο με την αίσθηση της τάξης μου είναι κάτι που επιθυμώ γενικά στη ζωή μου. Νιώθω οικεία όταν γνωρίζω το χώρο και τον έχω φτιάξει όπως μου αρέσει, με τρόπο που βολεύει εμένα στην καθημερινότητα μου». Είναι αντιληπτό ότι η ιδιωτικότητα μπορεί πιο εύκολα να οδηγήσει σε οργάνωση του χώρου με τον τρόπο που την επιθυμεί ο καθένας. Χωρίς την παρουσία άλλων ατόμων στο χώρο, ιδιαίτερα τον προσωπικό, οι επιθυμίες και οι προτιμήσεις του ατόμου μπορούν να καθιερωθούν ευκολότερα και να μεταβάλλονται μόνο όποτε αυτό το επιθυμεί. Σε πιο πρόσφατη εμπειρία κατοίκησης σε ανοίκειο περιβάλλον που είχε η συνεντευξιαζόμενη, αφηγείται: «Όταν μετακόμισα ήμουν τελείως μόνη μου, παρ ότι ζούσα με συγκατοίκους. Δεν είχα συγκατοικήσει έως τότε με άγνωστα άτομα και πίστευα ότι θα είχα περισσότερες σχέσεις με τους συγκατοίκους, όμως με το που πήγα όλες οι πόρτες τους ήταν κλειστές. Ο καθένας ήθελε το χώρο του, ακόμα και στην κουζίνα που ήταν κοινός χώρος έπρεπε να τελειώσει ο ένας και μετά να πάει ο άλλος. Ίσως γι αυτό ένιωθα οικεία εκεί και την θεωρούσα μέρος του προσωπικού μου χώρου. Επειδή ήμουν μόνη, εκτός από τις φορές που επέλεγα να προσκαλέσω κάποιον.» Έχει ενδιαφέρον εδώ να παρατηρήσουμε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση η κατάκτηση της οικειότητας προήλθε μέσα από μια μοναχική διαδικασία. Βέβαια η μοναχικότητα στο χώρο κατοικίας δεν ήταν επιλογή, αντιθέτως η αλληλεπίδραση με τους συγκατοίκους φάνηκε να προσδοκάται. Τελικά η δυνατότητα της χρήσης ενός κοινού χώρου, χωρίς την παρουσία κάποιου άλλου συντέλεσε στο να προκύψει αβίαστα το αίσθημα της οικειότητας. Στην πορεία αφηγείται «Ο σχεδιασμός του κτιρίου και η τήρηση των κανόνων με έκαναν να προσαρμοστώ ευκολότερα».από αυτή τη δήλωση επιβεβαιώνεται το ότι η τάξη και ο έλεγχος είναι βασικές αξίες για την συνεντευξιαζόμενη, που την ακολουθούν και στην ενήλικη ζωή. Γνωρίζοντας ότι όλα λειτουργούν βάσει συγκεκριμένων κανόνων που θέτει, είτε η ίδια, είτε ακόμη και κάποιος άλλος έχει τη δυνατότητα να ελέγχει

καλύτερα το χώρο κατοικίας της. Η ανάγκη του ελέγχου είναι σημαντική για πολλούς ανθρώπους για να νιώσουν οικεία και όπως αναφέρθηκε νωρίτερα εκφράζεται από την παιδική ηλικία ακόμη. Περιγράφοντας μερικές από τις ποιότητες του χώρου γίνεται ευκολά αντιληπτό ότι η μοναξιά που συνόδευε αυτή την εμπειρία είχε θετική χροιά. «Ειδικά τις πρώτες μέρες που είχε κακό καιρό, καθόμουν αρκετά στην κουζίνα μόνη και μου άρεσε επειδή ήταν στη γωνία του κτιρίου και είχε παράθυρα. Έβλεπες τον δρόμο αλλά δεν είχε αυτοκίνητα, ούτε φασαρία. Είχε και πολύ πράσινο έξω. Το να κοιτάω έξω από το παράθυρο μου δημιουργούσε ένα αίσθημα γαλήνης». Στο αίσθημα οικειότητας που ένιωθε συνέβαλε και ο εξοπλισμός. «Τα έπιπλα ήταν τυπικά, αλλά ποιοτικά, για να μπορούν να αντέξουν στο χρόνο και την εναλλαγή χρηστών. Ήταν ξύλινα με κάποια κομμάτια τους να είναι βαμμένα σε μι απόχρωση του μπλε που ταίριαζε πολύ με το χρώμα του ξύλου. Εκτός από τα βασικά έπιπλα, υπήρχαν και πολλά άλλα έπιπλα και αντικείμενα από προηγούμενους ενοίκους. Το ότι τίποτα δεν είναι εντελώς καινούργιο με έκανε να αισθάνομαι πιο οικεία». Το γεγονός ότι ο εξοπλισμός του χώρου μοιάζει να έχει φανεί χρήσιμος πριν από την ύπαρξη της στο χώρο, εκπέμπει, στη συγκεκριμένη περίπτωση, μια οικεία αίσθηση, προερχόμενη από την έμμεση σχέση με άλλους ανθρώπους. Η αφήγηση κλείνει με την εξής δήλωση που υπογραμμίζει την επιλογή για ιδιωτική ζωή. Αναφερόμενη στο πρόσφατο σπίτι δηλώνει: «Μου λείπει πάρα πολύ. Κάθομαι και φαντάζομαι να κάθομαι στην κουζίνα και να πίνω τσάι ενώ έξω βρέχει. Ακόμη και που ήμουν μόνη δεν με πείραζε. Το ίδιο μου το δωμάτιο εδώ είναι άνετο, αλλά εκεί ήταν διαφορετικά. Ίσως επειδή εκεί περνούσα αρκετά χρόνο μόνη μου και λειτουργούσα εντελώς αυτόνομα σε αντίθεση με το κανονικό μου σπίτι». 53

54 εικ. 8: Η μοναχική διάσταση του χώρου κατοικίας

3η Αφήγηση Σε αυτή την αφήγηση θίγεται κυρίως το θέμα των ορίων, είτε πρόκειται για όρια με υλική υπόσταση, που ορίζουν το χώρο κίνησης, είτε για άυλα όρια στις επιλογές που ορίζουν την ταυτότητα του χώρου. Ο συνεντευξιαζόμενος αφηγείται για το σπίτι της παιδικής του ηλικίας: «Οι παιδικές μου αναμνήσεις είναι σε μεγάλο βαθμό υπαίθριες. Ανέκαθεν περνούσα μεγάλο μέρος της ημέρας στην αυλή του σπιτιού της οικογένειας μου που βρίσκεται έξω από την πόλη. Εκεί υπάρχει αυλή σε πολλά επίπεδα. Όταν ήμουν μικρός τα τοιχία που χωρίζουν τα επίπεδα μου φαινόταν απροσπέλαστα. Για να μην ανεβοκατεβαίνουμε και χτυπήσουμε μας έβαζαν γλάστρες, τις οποίες αντιμετωπίζαμε ως όριο. Όσο μεγάλωνα μπορούσα σταδιακά να αλλάζω επίπεδα και αυτό ήταν μια νέα εξερεύνηση. Μπορούσα να δω το σπίτι και την αυλή από σημεία που δεν την είχα δει πριν. Γενικά θεωρώ ότι τα όρια που σου βάζουν όταν είσαι παιδί και σταδιακά φεύγουν είναι κάτι που συμβαίνει σε όλους και αλλάζει την εμπειρία του χώρου.» Στην παραπάνω αφήγηση τίθενται δύο βασικά ζητήματα. Το πρώτο αφορά τη σχέση του ατόμου με το εξωτερικό περιβάλλον της κατοικίας του, η οποία στην προκειμένη περίπτωση υπήρξε ιδιαίτερα στενή κατά τη διάρκεια των παιδικών χρόνων. Στην ενήλικη ζωή μέσα από αφήγηση για έναν ανοίκειο χώρο υπήρξαν σε όλη τη διάρκεια της αφήγησης στοιχεία αντιπαραβολής του εσωτερικού με τον εξωτερικό χώρο. Τόσο σε ό,τι αφορά την υλικότητα και το χρώμα, όσο και σε ό,τι αφορά τη μεταξύ τους σχέση. «Εξωτερικά ήταν ένα ήταν παλιό, διώροφο κτίριο, βαμμένο στο κίτρινο της ώχρας με πράσινα παράθυρα και κόκκινη πόρτα. Εσωτερικά ήταν ένα στούντιο 30 τ.μ., είχε εμφανή μεταλλικά στοιχεία στήριξης και ήταν αρκετά ψηλοτάβανο. Δεν είχα μπαλκόνι και αυτό ήταν περίεργο γιατί είχα συνηθίσει πολύ την αυλή. Είχα τον απέναντι μου πάρα πολύ κοντά και δεν είχα συνηθίσει ούτε σε αυτό.» Το δεύτερο ζήτημα που θίγεται είναι η αλλαγή της εμπειρίας του χώρου μέσω της άρσης των ορίων σ αυτόν, η οποία φαίνεται να προκαλεί το ενδιαφέρον του συνεντευξιαζόμενου κατά την μετάβαση από την παιδική στην ενήλικη ζωή. Στην ενήλικη ζωή του, η άρση των ορίων στις επιλογές που συνθέτουν την ταυτότητα του χώρου αποτελεί για τον συνεντευξιαζόμενο βασικό παράγοντα οικειότητας. Συγκεκριμένα αναφέρει: «Σε έναν χώρο δεν θέλω να μου ορίζουν το φωτισμό ή οτιδήποτε άλλο, θέλω να ορίζω το χώρο όπως θέλω εγώ. Θεωρώ ότι η σχέση των φοιτητών με τα προσωρινά τους καταλύματα δεν είναι καθόλου καλή. Δεν ενδιαφέρονται γι αυτά και δεν παρεμβαίνουν καθόλου με αποτέλεσμα να μην τους είναι καθόλου οικεία». Στη συνέχεια παραθέτει συγκεκριμένες αλλαγές που πραγματοποίησε στο χώρο, 55

κάνοντας εμφανές το ότι δεν περιορίστηκε σε αυτά που του προσέφερε. «Είχα δει μόνο από φωτογραφίες το χώρο και δεν ήξερα πολλά οπότε αποφάσισα πριν ακόμη πάω ότι ήθελα να κάνω αλλαγές. Μετέφερα αρκετά έπιπλα και άλλα αντικείμενα από το σπίτι μου στην Ελλάδα. Γραφείο, λάμπες, φυτά, δικούς μου πίνακες κάποια χαλιά και κομοδίνο. Έτσι αντικατέστησα κάποια έπιπλα με άλλα της επιλογής μου και πρόσθεσα αντικείμενα με το προσωπικό μου στυλ. Πήρε χρόνο, αλλά μου άρεσε γιατί ήταν όλα σχεδόν δική μου απόφαση. Αν δεν είχα φτιάξει τον χώρο δεν θα έμενα σχεδόν καθόλου εκεί». Όπως είναι φανερό, η επένδυση του χώρου με αντικείμενα που εκφράζουν το προσωπικό στυλ αποτέλεσε βασικό παράγοντα για να αφιερώσει περισσότερο χρόνο στο χώρο. Η αφήγηση κλείνει με την εξής δήλωση: «Η μικρότερη κλίμακα της πόλης και της κατοικίας με βοήθησε να προσαρμοστώ, όπως και η διακόσμησή της που ήταν επιλογή μου. Επισκέφτηκα ξανά την πόλη τέσσερις μήνες αφού έφυγα, πήγα στα ίδια μέρη που ήμουν, ακόμη και κάτω από το παλιό μου σπίτι και προσπαθούσα να δω ποιος είναι μέσα». 56

εικ. 9: Τα όρια στο χώρο κατοικίας 57

58 4η Αφήγηση Εστιάζοντας περισσότερο στη θεματική της σχέσης της κατοικίας με τον εξωτερικό χώρο, η επόμενη αφήγηση κινήθηκε γύρω από το πως μπορεί αυτή να επηρεάσει την ψυχολογία του ατόμου και «όχι μόνο στην αίσθηση της οικειότητας που είχε γι αυτόν». Επιπλέον αναλύεται η συμβολή του μαζικά παραγόμενου εξοπλισμού και η αναπαραγωγή της λογικής στη διαμόρφωση κάθε νέου χώρου. Ο συνεντευξιαζόμενος αναφέρει, αντιπαραβάλλοντας το σπίτι της παιδικής του ηλικίας με ένα σπίτι της ενήλικης ζωής σε ό,τι αφορά τη σχέση τους με τον εξωτερικό χώρο. «Το σπίτι της παιδικής μου ηλικίας ήταν αρκετά μεγάλο με αυλή. Στο πιο πρόσφατο σπίτι μου, μου έλειπε το έξω. Δεν με πείραζε το πόσο μικρό θα ήταν δωμάτιο, αρκεί να μπορούσα να βγω και να περάσω χρόνο σε πάρκα. Το περιβάλλον και το κλίμα της χώρας που ήταν πολύ ψυχρότερο έπαιξε μεγάλο ρόλο και στην ψυχολογία μου, όχι μόνο στην αίσθηση της οικειότητας που είχα γι αυτόν. Το να μπαίνει ήλιος μέσα στο δωμάτιο, αλλάζει κατά πολύ το πως νιώθω.» Στο νέο σπίτι και εφόσον δεν υπήρχε η δυνατότητα της άμεσης επαφής με τη φύση «είχα βάλει και φυτά στις γωνίες και στα έπιπλα για να το κάνω περισσότερο σαν τον κήπο του σπιτιού όπου μεγάλωσα». Σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση του νέου χώρου ο συνεντευξιαζόμενος υποστήριξε ότι το να αγοράσει ίδια έπιπλα για το νέο του σπίτι με αυτά που είχε στο σπίτι της παιδικής ηλικίας συνέβαλαν στη διαμόρφωση των συνθηκών οικειότητας. «Τα αντικείμενα και τα έπιπλα που έχεις βέβαια παίζουν μεγάλο ρόλο. Στο νέο μου σπίτι που βρισκόταν πολύ μακριά από το σπίτι που μεγάλωσα, αγόρασα κάποια ίδια έπιπλα με αυτά που είχα στο πρώτο από γνωστή αλυσίδα επίπλων. Έτσι τα έπιπλα αυτά έκαναν αμέσως τον χώρο μου πιο οικείο». Γίνεται αντιληπτό ότι η αναπαραγωγή εικόνων γνωστών στις αισθήσεις μας θέτει τα θεμέλια της οικειότητας για το χώρο αυτό. Ένα ακόμη ζήτημα που τέθηκε στην παρούσα συνέντευξη ήταν το ζήτημα της χωρικής διαμόρφωσης βασισμένης στην ιδέα της «γωνιάς». Συγκεκριμένα ο συνεντευξιαζόμενος αφηγείται: «Προσπάθησα να κάνω γωνιές στο δωμάτιο με πράγματα που μου αρέσουν. Μέσα στο δωμάτιο το κρεβάτι μου βρισκόταν σε μια εσοχή. Αρχικά μου φάνηκε περίεργο, αλλά στο τέλος μου άρεσε που είχα μια γωνία για το κρεβάτι. Έφτιαξα άλλη μια γωνιά με μουσικά όργανα και πράγματα σχετικά με τη μουσική. Άλλη με τα ηλεκτρονικά μου και άλλη μια με τα ρούχα μου, όπου μια ράγα οργάνωνε τον χώρο έκθεσης τους.». Γενικεύοντας αυτή τη λογική οργάνωσης του χώρου αναφέρει: «Οι γωνιές με πράγματα που με ενδιαφέρουν ήταν κάτι που επανέλαβα και σε επόμενα σπίτια σε εντελώς διαφορετικό περιβάλλον. Με αυτόν τον τρόπο ο χώρος άλλαζε για εμένα πολύ γρήγορα. Κάθε φορά διαμόρφωνα τις γωνιές

οπουδήποτε βόλευε, ανάλογα με την περίσταση». Έτσι το μέγεθος και οι ποιότητες του χώρου ως κέλυφος μεταβάλλονται, αλλά η γενική λογική για την οργάνωση του παραμένει. Μέσω τις διαμόρφωσης γωνιών μπορεί κανείς να δημιουργεί χώρους μέσα σε έναν ενιαίο χώρο και με την αλλαγή της θέσης του σώματός του να ορίζει την δραστηριότητά του. Η αφήγηση κλείνει με τον εξής τρόπο, που υποδεικνύει ότι, όπως αναλύθηκε παραπάνω, η τριβή και ο χρόνος που αφιερώνουμε σε ένα χώρο, είναι βασικοί παράγοντες μετατροπής του σε χώρο όχι μόνο οικείο, αλλά και νοσταλγικό. «Πριν φύγω νόμιζα ότι δεν θα μου λείψει, αλλά τώρα που το άφησα και ξέρω ότι δεν θα επιστρέψω στεναχωριέμαι. Πιστεύω ότι σε αυτό συνέβαλε και το ότι πέρασα τους τελευταίους δύο μήνες κλεισμένος μέσα σε αυτό εξαιτίας της πανδημίας. Αυτό με έκανε να το μάθω καλύτερα και να το αγαπήσω πολύ, δέθηκα περισσότερο από ότι το προηγούμενο διάστημα που ζούσα 59

60 εικ. 9: Η σχέση με το περιβάλλον, η διαμόρφωση και ο εξοπλισμός στο χώρο κατοικίας όπως μεταβλήθηκε στο χρόνο.

5η Αφήγηση Σε αυτή την αφήγηση παρουσιάζονται πολλοί διαφορετικοί παράγοντες οικειότητας, όπως είναι η ιδιωτικότητα, το μέγεθος του προσωπικού χώρου, ο εξοπλισμός που δηλώνει και την ταυτότητα του, το φυσικό φως κ.α. Δίνεται βαρύτητα στην οικειότητα που χτίζεται μέσω της θαλπωρής που προσφέρουν αγαπημένα πρόσωπα και στον περιορισμό του προσωπικού χώρου σε γωνιές με τα χαρακτηριστικά της «φωλιάς». Στο κομμάτι της αφήγησης που αφορά κάποιο σπίτι της παιδικής ηλικίας η συνεντευξιαζόμενη ανέφερε: «Το σπίτι της γιαγιάς μου στο χωριό είναι μονοκατοικία με αυλή. Πήγαινα εκεί μικρή τα καλοκαίρια. Θυμάμαι να κάθεται η γιαγιά μου στον καναπέ και εγώ στο κρεβάτι και να μου λέει ιστορίες από τη ζωή της για να κοιμηθώ. Το παράθυρο ήταν ανοιχτό, έμπαινε φως και ακούγαμε τα τζιτζίκια. Πολύ όμορφη ανάμνηση». Στην προσπάθεια να περιγράψει το συναίσθημα αυτό που την έκανε να ξεχωρίσει την ανάμνηση αναφέρει: «Αυτό που μου άρεσε πολύ τότε και με κάνει να την ξεχωρίζω σαν ανάμνηση είναι ο συνδυασμός ανεμελιάς και ζεστασιάς. Αναμελιά γιατί ήταν καλοκαίρι και δεν είχα υποχρεώσεις και ζεστασιά γιατί η γιαγιά με τη φροντίδα και την αγάπη της με έκανε να νιώθω πολύ οικεία στο χώρο. Αυτή η αίσθηση με βοήθησε να αγαπήσω το μέρος και να προσαρμοστώ ευκολότερα, κάτι που με δυσκόλευε όταν ήμουν μικρή κάθε φορά που έπρεπε να πάω σε ένα καινούργιο σπίτι και να μείνω εκεί». Παρατηρούμε εδώ την περίπτωση της κατάκτησης της οικειότητας μέσω ενός αγαπημένου προσώπου, συνοδεία ιδιαίτερων αισθητικών ποιοτήτων όπως είναι η καλοκαιρινή ατμόσφαιρα, το φως που λούζει το σπίτι και οι ήχοι της φύσης. Στη συνέχεια της αφήγησης, η συνεντευξιαζόμενη αφηγήθηκε τις εμπειρίες της από έναν χώρο κατοικίας της ενήλικης ζωής, μακριά από πολλές οικείες ποιότητες «Είχα σαν προσωπικό χώρο μόνο το δωμάτιό μου γιατί με τους συγκατοίκους δεν μοιραζόμασταν την ίδια αίσθηση για την καθαριότητα και συχνά δεν ένιωθα άνετα να χρησιμοποιήσω κάποιον κοινό χώρο ενώ χρησιμοποιούνταν από κάποιον άλλο». Στη συνέχεια κρίνει το μέγεθος του προσωπικού της χώρου ανεπαρκές λέγοντας: «Το ότι δεν ήταν επαρκής είχε να κάνει με το ότι δεν μπορούσα να χρησιμοποιήσω άλλο χώρο εύκολα». Όπως αναφέρει όμως, το δωμάτιο μπορεί να μην ήταν επαρκές σε μέγεθος, αλλά ήταν αρκετά ιδιωτικό. «Δεν ήταν κοντά στην πόρτα και στο σαλόνι οπότε αν κάποιος έκανε μια μάζωξη ο θόρυβος δεν ήταν έντονος». Ως πιο προσωπικό σημείο του χώρου αναφέρει το κρεβάτι. «Αξιοποιούσα κυρίως το κρεβάτι εκεί διάβαζα και περνούσα χρόνο. Αυτό το κάνω και στον τωρινό μου χώρο». Νωρίτερα αναφέρθηκε στο κρεβάτι στο σπίτι της γιαγιάς στο χωριό από το οποίο ξεκίνησε να αισθάνεται άνετα στο νέο χώρο. Παρατηρούμε μια επανάληψη της 61

έννοιας του κρεβατιού ως φωλιά που στεγάζει ποικίλες δραστηριότητες, διαφυλάσσει την ιδιωτικότητα και αποτελεί σημείο του χώρου από το οποία ξεκινά η κατάκτηση της οικειότητας. Η συνήθεια της δράσης σε έναν τόσο προσωπικό χώρο είναι κάτι που, όπως φαίνεται, την συνοδεύει από την παιδική ηλικία έως σήμερα κάθε φορά που επιχειρεί να γνωρίσει έναν νέο χώρο. Από τον σχολιασμό πάνω σε κάποια πρακτικά θέματα της κατοικίας συμπεραίνουμε ότι δίνει ιδιαίτερη βάση και σε αυτά. «Η πόλη είχε πάρα πολλή υγρασία, οπότε ο αερισμός ήταν αρκετά δύσκολος. Επιπλέον η θέρμανση ήταν κεντρική και σπάνια ο χώρος ήταν θερμικά άνετος». Επισημαίνει επίσης την ανάγκη της για επαρκή φυσικό φωτισμό. «Βασικός παράγοντας είναι το φως δεν θα ήθελα να μείνω σε ένα χώρο χωρίς επαρκή φωτισμό. Θα ήθελα να μην είναι κλειστοφοβικός, δεν μου αρέσουν οι πολύ κλειστοί χώροι». Και σε αυτή την περίπτωση ο εξοπλισμός του χώρου αποτέλεσε αντικείμενο εκτενούς ανάλυσης από την συνεντευξιαζόμενη. Οι δηλώσεις της την εμφανίζουν θετικά προσκείμενη στις προ υπάρχουσες επιλογές του ιδιοκτήτη: «Δεν ήταν το κλασικό φοιτητικό σπίτι με έπιπλα πρόσκαιρα. Τα έπιπλα ήταν εποχής. Στο χώλ υπήρχε ένα ωραίο πορτ-μαντώ με καθρέφτη και στο σαλόνι ένα σύνθετο με τηλεόραση όπου είχε θέση έκθεσης για τα ποτήρια ποτού του ιδιοκτήτη». Σχετικά με την υλικότητα περιγράφει: «Το δάπεδο ήταν επενδυμένο με ξύλο, κάτι που προτιμώ γιατί κάνει έναν χώρο πιο ζεστό. Τα μπάνια ήταν πράσινα στο χρώμα της ελιάς με παλιό περιποιημένο μωσαϊκό». Σε ό,τι αφορά πιθανές παρεμβάσεις της στο χώρο ανέφερε: «Δεν ένιωσα την ανάγκη να παρέμβω. Δεν είμαι τόσο του να υπερφορτώνω ένα χώρο. Προσπάθησα να προσαρμοστώ εγώ στο χώρο και όχι να προσαρμόσω αυτόν σε εμένα.» Η αφήγηση κλείνει λέγοντας: «Αυτό το σπίτι παρά τα ελαττώματά του, συνδέθηκε με ωραίες αναμνήσεις και μια πολύ δημιουργική περίοδο στη ζωή μου. Δέθηκα σταδιακά με το χώρο γιατί τον συνέδεσα πολύ με την ατομική μου πορεία, καθώς δεν είχα μείνει ποτέ άλλοτε μόνη. Δυσκολεύτηκα να φύγω. Τον σκέφτομαι πολύ συχνά και πολύ θετικά. Βλέποντας βίντεο τωρινά από το σπίτι αναρωτιέμαι γιατί βρίσκεται κάποιος άλλος μέσα στο δωμάτιο μου». 62

εικ. 10: Το κρεβάτι ως «φωλιά» και η οικειότητα ως πολυπαραγοντική αίσθηση όπως μεταβλήθηκε στο χρόνο 63