ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. ΙΩΑΝΝΙΝΑ εκέµβριος Από τις παραδόσεις του Επίκ. Καθηγητή Θωµά Σ.



Σχετικά έγγραφα
Διαχείριση Ανθρώπινου Δυναμικού ή Διοίκηση Προσωπικού. Η Στελέχωση 1

Διαχείριση Ανθρώπινου Δυναμικού ή Διοίκηση Προσωπικού. Έννοια και Περιεχόμενο

Διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού στο εκπαιδευτικό σύστημα

Διαχείριση Ανθρώπινου Δυναμικού ή Διοίκηση Προσωπικού. Η Στελέχωση 2

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. ΙΩΑΝΝΙΝΑ εκέµβριος Από τις παραδόσεις του Επίκ. Καθηγητή Θωµά Σ.

Διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού στο εκπαιδευτικό σύστημα

5 η Διδακτική Ενότητα Οι βασικές αρχές και η σημασία της Διοίκησης του Ανθρώπινου Δυναμικού στην περίπτωση των τουριστικών επιχειρήσεων

3 ο Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο Α. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ

Η Λειτουργία της Στελέχωσης

Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΚΙΝΗΤΗΣ ΤΗΛΕΦΩΝΙΑΣ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. ΙΩΑΝΝΙΝΑ εκέµβριος Από τις παραδόσεις του Επίκ. Καθηγητή Θωµά Σ.

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή στη Διοίκηση Επιχειρήσεων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΙΟΙΚΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥ ΩΝ ΜΑΘΗΜΑ: ΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Επιχειρησιακή Στρατηγική. Αριστοµένης Μακρής

Ανθρώπινοι Πόροι και Ανάπτυξη

2 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΡΓΩΝ

6 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο : ΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ

2.2. Η έννοια της Διοίκησης

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΚΕΝΗΣ ΘΕΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΕΦΕΔΡΙΚΟΥ ΠΙΝΑΚΑ

Οργανωσιακός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Ανθρωπίνου Δυναμικού

ιοίκηση Ανθρωπίνων Πόρων

ΜΑΘΗΜΑ 3ο. I. Μάνατζµεντ - Ορισµοί. H Εξέλιξη του Μάνατζµεντ Οι Λειτουργίες του Μάνατζµεντ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10 - ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ «ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ»

Η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΨΥΧΟΜΕΤΡΙΚΩΝ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΣΤΟΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟ

Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων

1. Πρακτικές για κάθε Στάδιο της ιαδικασίας Εθελοντισµού 1.1 Προσέλκυση και Επιλογή Εθελοντών

25o Μονοπάτι Επιχειρηματικότητας

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΚΕΝΗΣ ΘΕΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΕΦΕΔΡΙΚΟΥ ΠΙΝΑΚΑ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ

«ΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΕΛΕΧΩΣΗΣ ΤΩΝ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΩΝ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ»

ΜΑΘΗΜΑ 3ο. I. Μάνατζµεντ - Ορισµοί. H Εξέλιξη του Μάνατζµεντ Οι Λειτουργίες του Μάνατζµεντ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ MANAGEMENT ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ. Ορισμοί

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας-ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΑΧΕΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ, ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠ.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III. Αξιολόγηση Τµήµατος από τους Αποφοίτους

Management. Νικόλαος Μυλωνίδης Μάθημα /2/2010

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ-ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗ

ΕΓΧΕΙΡΙ ΙΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ YΠΟΨΗΦΙΩΝ ΘΕΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ

Δ.12: ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ Δ.12.03: ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ 02/01/2019 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ

Εκπαιδευτική Μονάδα 1.1: Τεχνικές δεξιότητες και προσόντα

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Μάθηµα 5ο: Θεµελιώδεις Αρχές της Οργάνωσης και Οργανωτικός Σχεδιασµός. Ερωτήσεις Μελέτης Στόχοι Μαθήµατος 6

ΕΓΧΕΙΡΙ ΙΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ YΠΟΨΗΦΙΩΝ ΑΝΑ ΟΧΩΝ ΓΟΝΕΩΝ

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Μάθηµα 6ο: Θεµελιώδεις Αρχές της Οργάνωσης και Οργανωτικός Σχεδιασµός

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΑΝΟΙΚΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. ΙΩΑΝΝΙΝΑ εκέµβριος Από τις παραδόσεις του Επίκ. Καθηγητή Θωµά Σ.

Μελέτη Λειτουργίας Οργάνωσης και Μηχανισμών Παρακίνησης Εργαζομένων στο Δημόσιο Τομέα

Ισότητα Ισοµισθία στοχώροεργασίας. Μάρτιος 2010

Έννοια, ρόλος και επιμέρους κατηγοριοποιήσεις των στελεχών του Τραπεζικού κλάδου

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ & ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ & ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΩΝ ΔΟΜΩΝ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ & ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ & ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΩΝ ΔΟΜΩΝ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας στη ΜΕ

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΤΗ ΙΟΙΚΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΠΟΡΩΝ Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙ ΜΕ ΤΕΤΟΙΟ ΤΡΟΠΟ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΑΠ-ΝΔΦΚ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ & ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ενότητα 2.2: Ανάλυση Θέσεων Εργασίας & Προγραμματισμός Ανθρώπινου Δυναμικού

Δ12 Διαδικασία Εσωτερικών Επιθεωρήσεων


2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) Βασικές έννοιες Ιστορική εξέλιξη τον µάνατζµεντ.

ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2014 ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ & ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ MANAGEMENT

ΟΡΓΑΝΩΣΗ & ΙΟΙΚΗΣΗ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ

Λήψη Αποφάσεων και Πληροφορίες

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Μάθηµα 7ο: Θεωρία και Πρακτική της Παρακίνησης

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΘΕΣΗΣ ΜΕΛΟΥΣ ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Καταγραφή αναγκών στελεχών της δημόσιας διοίκησης

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας-ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ, ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠ.

Υ.Α Γ2/6646/ Επιµόρφωση καθηγητών στο ΣΕΠ και τη Επαγγελµατική Συµβουλευτική

Ανθρώπινοι πόροι ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΙΟΙΚΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΠΟΡΩΝ

Αρχές Διοίκησης Επιχειρήσεων

Μελέτες Περιπτώσεων. Επιχειρησιακή Στρατηγική. Αριστοµένης Μακρής

ΕΡΕΥΝΑ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΩΝ ΕΤΩΝ Υπεύθυνοι Έρευνας

10 / ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΠΟΡΩΝ

H Έννοια και η Φύση του Προγραμματισμού. Αθανασία Καρακίτσιου, PhD

Κεφάλαιο 3 ο ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ

Μαθησιακά Αποτελέσματα Matrix Ελληνική Έκδοση

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΞΕΥΡΕΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΠΑΣ ΓΑΛΑΤΣΙΟΥ ΤΜΗΜΑ: Α ΚΟΜΜΩΤΙΚΗΣ 2012

Παροχή κινήτρων για αύξηση απόδοσης. 13 ο Κεφάλαιο

ανθρώπινου δυναµικού, περιγραφή και θέση εργασίας

Εισηγητής Δρ. Αβραάμ Παπασταθόπουλος. Δρ. Αβραάμ Παπασταθόπουλος

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ ΓΙΑ ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ, αστική µη κερδοσκοπική εταιρεία, λειτουργεί το Κέντρο

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΚΕΝΗΣ ΘΕΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΕΦΕΔΡΙΚΟΥ ΠΙΝΑΚΑ 31/12/2018

Κεφάλαιο. Διοίκηση ανθρώπινων πόρων

Διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού στο εκπαιδευτικό σύστημα

συναντήσεις εργασίας εκτέλεση ρόλου διευθυντή σεμινάρια σύνταξη γραπτής εργασίας τελικό σεμινάριο έκθεση αξιολόγηση

Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού

Η έννοια του Management: εµπεριέχει δύο βασικές λειτουργίες, την οργάνωση και τη διοίκηση, καθώς και µια βοηθητική, τον έλεγχο.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΟΜΑΔΑ Α ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ-ΛΑΘΟΥΣ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ «Από την εκπαίδευση και την κατάρτιση στην επαγγελματική ζωή. Διεθνείς τάσεις και προοπτικές»

Προτεινόμενα θέματα στο μάθημα Αρχές οργάνωσης και διοίκησης επιχειρήσεων. ΟΜΑΔΑ Α: Ερωτήσεις Σωστού Λάθους

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

Κώδικας Δεοντολογίας Κοινωνικής Ευθύνης

Η αξιολόγηση των μαθητών

ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ 11

ΠΩΣ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕΤΕ ΕΝΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΨΥΧΙΚΑ ΥΓΙΕΣ-ΕΝΑ ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ 7 ΒΗΜΑΤΩΝ

2. Σκοπός και οµή του ιδακτορικού Προγράµµατος

Το Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύστημα

Διοίκηση Αθλητισμού και Αναψυχής

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ- ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΡΙΣΜΟΙ ΕΙΔΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΑΛΦΑΒΗΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΗ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ - ΒΑΣΙΚΑ ΜΟDULES ΓΙΑ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΩΝ TRAIN

Transcript:

1 ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ για το µάθηµα ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Από τις παραδόσεις του Επίκ. Καθηγητή Θωµά Σ. Μπάκα ΙΩΑΝΝΙΝΑ εκέµβριος 2014

2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1.Η ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ή ΙΟΙΚΗΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ. 1.1. Έννοια και σηµασία της ιοίκησης Προσωπικού.. 1.2. Αντικείµενο µελέτης της ιοίκησης Προσωπικού.. 1.3. Η ιοίκηση Ανθρώπινου υναµικού ως οργανωτική λειτουργία... 1.4. Ο ανθρώπινος παράγοντας ως στοιχείο του Οργανισµού... 1.5. Οι Άνθρωποι στο Χώρο Εργασίας.. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΣΤΕΛΕΧΩΣΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ. 2.1. Ο προσδιορισµός των αναγκών σε προσωπικό... 2.2. Η προσέλκυση υποψηφίων.. 2.3. Η επιλογή και η πρόσληψη του νέου προσωπικού.. 2.4. Μέθοδοι επιλογής του προσωπικού ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. Η ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ. 3.1. Έννοια, περιεχόµενο και στόχοι της εκπαίδευσης προσωπικού 3.2. ιάγνωση των εκπαιδευτικών αναγκών του προσωπικού. 3.3. Οργάνωση εκπαιδευτικών προγραµµάτων 3.4. Αρχές, µέθοδοι και τεχνικές εκπαίδευσης ενηλίκων. 3.5. Αξιολόγηση εκπαιδευτικών προγραµµάτων.. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ, ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟ ΗΓΗΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ 4.1. Η αξιολόγηση. Έννοια, περιεχόµενο, σκοπός 4.1.1. Στοιχεία Αξιολόγησης του Προσωπικού.... 4.1.2. Φύλλα Αξιολόγησης του Προσωπικού 4.1.3. υσκολίες και προβλήµατα στην Αξιολόγηση Προσωπικού.. 4.1.4. Ειδικές Περιπτώσεις Αξιολόγησης του Προσωπικού. 4.2. Η εποπτεία στα πλαίσια της διοίκησης προσωπικού.. 4.2.1. Έννοια και Περιεχόµενο της Εποπτείας 4.3. Καθοδήγηση προσωπικού. Έννοια και Περιεχόµενο... ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. ΠΑΡΑΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ 5.1. Έννοια και περιεχόµενο. 5.2. Βασικές Έννοιες. 5.3. Θεωρίες παρακίνησης 5.3.1. Η Θεωρία της Ιεράρχησης των Αναγκών, του Maslow (1954). 5.3.2. Η Θεωρία Παρακίνησης-Υγιεινής, του Herzberg.. 5.3.3. Η Θεωρία της ικαιοσύνης, του Adams (1965) 5.3.4. Η Θεωρία των Προσδοκιών.. 5.3.5. Η Θεωρία της Σχοχοθεσίας των Lathan και Locke (1979) 5.4. Συνέπειες για τη ιοικητική Πρακτική.. 5.5. Ζητήµατα των θεωριών.. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΟΙ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. 6.1. Εισαγωγή 6.2. Τύποι Συγκρούσεων 6.3. Τρόποι ιευθέτησης των Συγκρούσεων. 6.4. Βήµατα ιευθέτησης των Συγκρούσεων. 6.5. Συµπτώµατα Σύγκρουσης ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7. ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ. 7.1. Έννοια και περιεχόµενο της επικοινωνίας.. 7.2. Η επικοινωνία στους οργανισµούς.. 7.3. Τρόποι και αρχές και εµπόδια επικοινωνίας... 7.4. Μορφές και µέσα επικοινωνίας.. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. 3-6 7-16 17-22 23-27 28-35 36-40 41-46 47

3 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Η ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ή ΙΟΙΚΗΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ 1.1. Έννοια και σηµασία της διοίκησης προσωπικού. Εισαγωγή Η ιοίκηση προσωπικού αποτελεί ειδικό κλάδο στο πλαίσιο της επιστήµης του Management, αναφέρεται δε στο σύνολο των µέτρων, τα οποία συµβάλλουν στη δηµιουργία κατάλληλων προϋποθέσεων µέσα σε κάθε οργανισµό, για το σωστό προσδιορισµό των αναγκών, την πρόσληψη, την απασχόληση και γενικά την εξέλιξη του προσωπικού, µε σκοπό τη µεγιστοποίηση της αποδοτικότητας του. Όπως είναι γνωστό, το προσωπικό αποτελεί ένα από τα τέσσερα βασικά στοιχεία, που συνθέτουν την έννοια του οργανισµού. Τα υπόλοιπα τρία είναι οι σχέσεις, το περιβάλλον και η εργασία. Τα στοιχεία αυτά είναι απαραίτητο να συνδυάζονται µεταξύ τους σε µια αδιάσπαστη ενότητα, µέσα από ένα αποδοτικό σύστηµα οργάνωσης και συντονισµού, ώστε να εξασφαλίζεται η µεγιστοποίηση της απόδοσης του οργανισµού. Ο ρόλος του προσωπικού µέσα στους οργανισµούς είναι κυρίαρχος, διότι όσο τέλεια µηχανικά µέσα και αν χρησιµοποιεί και οποιεσδήποτε σύγχρονες µεθόδους εκτέλεσης της εργασίας κι αν εφαρµόζει ο οργανισµός, χωρίς κατάλληλους ανθρώπους και χωρίς κατάλληλη υ- ποκίνηση τους, είναι αδύνατο να επιτύχει τα επιθυµητά αποτελέσµατα. Στην πράξη, οι οργανισµοί δεν είναι παρά συστήµατα αλληλοεξαρτώµενων ατόµων, ενώ η συµπεριφορά των ατόµων που εργάζονται µέσα στον ίδιο τον οργανισµό επηρεάζει άµεσα, τόσο την οργανωτική διάρθρωση, όσο και γενικά τη λειτουργία του, σε τελευταία δε ανάλυση, η συµπεριφορά αυτή δεν επηρεάζει µόνο τους σκοπούς του οργανισµού αλλά και τις αρχές πάνω στις οποίες βασίζεται η λειτουργία του. Το γεγονός αυτό, αποτελεί ένα ξεχωριστό στοιχείο µέσα σε κάθε οργανισµό και ως ξεχωριστό στοιχείο απαιτεί ειδικούς τρόπους αντιµετώπισης των προβληµάτων, που προκύπτουν από την ύπαρξη του. 1.2. Αντικείµενο µελέτης της ιοίκησης Προσωπικού. Η αποδοτικότητα µε την οποία µπορεί να εργάζεται ένας οργανισµός, εξαρτάται σε µεγάλο βαθµό από τον τρόπο µε τον οποίο διοικείται και αξιοποιείται γενικά το προσωπικό που διαθέτει. Για το λόγο αυτό κάθε προϊστάµενος πρέπει να είναι σε θέση να συνεργάζεται αποδοτικά µε το προσωπικό του και να επιλύει ικανοποιητικά τα πολλά και ποικίλα προβλήµατα που δηµιουργούνται από τη διοίκηση του προσωπικού αυτού. Η αποδοτική διοίκηση του προσωπικού δηµιουργεί επίσης, την ανάγκη ανάπτυξης σχεδίων και προγραµµάτων, τα οποία θα επιτρέπουν αφ ενός µεν την επιλογή και την πρόσληψη του καταλλήλου προσωπικού, αφ ετέρου δε την εν συνεχεία ανάπτυξη των ικανοτήτων του και την υποκίνησή του για άντληση του αναγκαίου βαθµού ικανοποίησης σε συνδυασµό µε την παροχή ευκαιριών για την ανάπτυξη ολόκληρου του δυναµικού του. Ειδικότερα η ιοίκηση Προσωπικού αναφέρεται: στη µελέτη των αναγκών του οργανισµού σε ανθρώπινο δυναµικό, στην κατάλληλη ανάλυση, περιγραφή και σχεδίαση των έργων, ώστε να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του οργανισµού, στον κατάλληλο προγραµµατισµό του ανθρωπίνου δυναµικού,

4 στην πρόσληψη, την προαγωγή και γενικά την εξέλιξη του προσωπικού, στη δηµιουργία κατάλληλων συνθηκών εργασίας, ώστε να εξασφαλίζεται η εναρµόνιση του περιβάλλοντος προς τις ανάγκες του προσωπικού, στην άσκηση της εποπτείας, στην αξιολόγηση της εργασίας και του προσωπικού, στην εκπαίδευση και σε άλλα θέµατα του προσωπικού. (Φαναριώτης, χ.χ.: 27-29). 1.3. Η διοίκηση ανθρώπινου δυναµικού ως οργανωτική λειτουργία. Κάθε οργάνωση, ανεξάρτητα από τη φύση της (επιχείρηση, δηµόσια υπηρεσία, ή φιλανθρωπικός οργανισµός), επιδιώκει την επίτευξη των στόχων της µέσω της χρήσης ορισµένων πόρων-οικονοµικών, υλικοτεχνικών, ανθρώπινων, γνώσης κ.ά. Η αποδοτική χρήση, δηλαδή η αξιοποίηση, των πόρων αυτών είναι ο διαρκής στόχος των λειτουργιών και δραστηριοτήτων που ονοµάζονται "διοίκηση". Ξεχωριστή θέση µεταξύ των πόρων µιας οργάνωσης κατέχει το ανθρώπινο δυναµικό της. το οποίο αναγνωρίζεται γενικά ως ένας από τους πιο κρίσιµους παράγοντες για την επιτυχία των σκοπών της. Στο πλαίσιο αυτό, η ιοίκηση Ανθρώπινου υναµικού αποτελεί µία ιδιαίτερα σηµαντική οργανωτική λειτουργία. Ως βασικές συνιστώσες της θεωρούνται: Η οργάνωση, δηλαδή ο σχεδιασµός του οργανογράµµατος και των θέσεων εργασίας. Η στελέχωση, δηλαδή η εξεύρεση ανθρώπινων πόρων, που περιλαµβάνει τον προγραµ- µατισµό της κάλυψης των αναγκών, καθώς και την επιλογή προσωπικού. Η διαχείριση της απόδοσης, που συνίσταται στην παρακολούθηση, την αξιολόγηση και τη βελτίωση της. Η παρακίνηση των εργαζοµένων, µέσω της παροχής κινήτρων. Ο καθορισµός των αµοιβών. Η διαχείριση της υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού. Η εκπαίδευση και η επιµόρφωση. Ο χειρισµός του ανθρώπινου παράγοντα. Οι εργασιακές σχέσεις. Η φροντίδα για την υγιεινή και την ασφάλεια στο χώρο εργασίας. Μέσω των λειτουργιών αυτών ένα σύστηµα διοίκησης προσωπικού στοχεύει κατ αρχήν στην επιλογή και ανάπτυξη ανθρώπινου δυναµικού του οποίου οι γνώσεις και δεξιότητες α- νταποκρίνονται στις απαιτήσεις της οργάνωσης και αποτελούν γι αυτήν ανταγωνιστικό πλεονέκτηµα. Προωθώντας τις κατάλληλες οργανωτικές ρυθµίσεις και τα σωστά κίνητρα, στοχεύει στη δηµιουργία συνθηκών εργασίας και εργασιακού κλίµατος που είναι αµοιβαία αποδεκτά και ευνοούν την απόδοση. Ακόµη, µε τη γενικότερη αξιοποίηση των δυνατοτήτων του προσωπικού, στοχεύει στην ενίσχυση της ικανότητας της οργάνωσης να λειτουργεί σε ένα περιβάλλον που συνέχεια αλλάζει. (Χατζηπαντελή, 1999: 15-16). 1.4 Ο ανθρώπινος παράγοντας ως στοιχείο του Οργανισµού. Όπως είναι γνωστό, ο άνθρωπος, σε αντίθεση µε τα υπόλοιπα υλικά µέσα (µηχανήµατα, έπιπλα, εγκαταστάσεις κλπ.), που χρησιµοποιεί ο οργανισµός ή η υπηρεσία, αποτελεί σύνθεση υλικών και ψυχικών στοιχείων, τα οποία τον διαφοροποιούν από όλα τα λοιπά στοιχεία

5 του οργανισµού. Λόγω της ιδιοµορφίας του αυτής, ο άνθρωπος δεν µπορεί να υπαχθεί στις ίδιες αρχές χειρισµού, στις οποίες υπάγονται τα λοιπά µέσα π.χ. δεν είναι δυνατόν να υποχρεώσουµε τον άνθρωπο (όπως κάνουµε στην περίπτωση των µηχανικών µέσων) να εργάζεται σε εικοσιτετράωρη βάση, ούτε είναι δυνατόν να τον εκθέτουµε σε συνθήκες εργασίας τέτοιες, που να βρίσκονται έξω από τα όρια αντοχής του, (ιδιάζουσες συνθήκες φωτισµού, υγρασίας, θερµοκρασίας κ.λ.π.). Εξ' άλλου ο άνθρωπος ως λογικό ον, απαιτεί λογικούς χειρισµούς, οι οποίοι ενώ είναι προσανατολισµένοι προς το συµφέρον του οργανισµού, θα πρέπει ταυτόχρονα να ικανοποιούν και τις υλικές και ψυχολογικές του ανάγκες ως ανθρώπου. Τότε µόνο µπορεί ένας οργανισµός να πετύχει στην αποστολή του, όταν έχει προσωπικό ικανοποιηµένο από την εργασία που προσφέρει και όταν η συµπεριφορά της ιοίκησης του προσωπικού συµβάλλει στην α- νάπτυξη της ικανοποίησής του από την εργασία. Ο βαθµός ικανοποίησης που αντλεί το προσωπικό από την εργασία του, σε συνδυασµό µε την ποιοτική και ποσοτική του απόδοση, αποτελεί το βασικότερο κριτήριο επιτυχίας του οργανισµού, γι αυτό σήµερα η παραγωγικότητα θεωρείται ότι βαδίζει παράλληλα µε την ικανοποίηση που παρέχει κάθε οργανισµός στο προσωπικό του. 1.5. Οι Άνθρωποι στο Χώρο Εργασίας. Το αντικείµενο της ιοίκησης Προσωπικού είναι οι άνθρωποι της οργάνωσης. Είναι εύλογο, εποµένως, ότι όσοι ασχολούνται µε το ανθρώπινο δυναµικό, είτε υπό την ιδιότητα του προϊσταµένου, είτε ως µέλη της Μονάδας Προσωπικού, θα πρέπει να γνωρίζουν-και να είναι σε θέση να αναγνωρίζουν-κάποια βασικά πράγµατα σε σχέση µε τους ανθρώπους και τη συ- µπεριφορά τους στο χώρο εργασίας. Το πρώτο πράγµα που θα πρέπει να θυµάται κανείς είναι ότι µεταξύ τους οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί. Πέρα από τις διαφορές φύλου, ηλικίας, φυλής, προέλευσης κλπ, οι ατοµικές διαφορές που έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη διοίκηση µπορούν να συνοψιστούν στιςπολύπλοκες και όχι πάντα σαφείς, ούτε ορισµένες µε ενιαίο και αδιαµφισβήτητο τρόποέννοιες της ικανότητας, της ευφυΐας και της προσωπικότητας. Ξεκινώντας µε την ικανότητα, βλέπουµε ότι αυτή αναλύεται σε διάφορες συνιστώσες, κάθε µία από τις οποίες βοηθά στην πραγµατοποίηση διαφορετικών ενεργειών. Έτσι, υπάρχει η µαθηµατική ικανότητα, η ταχύτητα αντίληψης, η ικανότητα κατανόησης εννοιών, η ικανότητα αντίληψης του χώρου, η επιδεξιότητα (ικανότητα χειρισµού εργαλείων και υλικών), η ικανότητα στο χειρισµό του λόγου, η επαγωγική λογική, η κρίση, οι διαπροσωπικές ικανότητες (ικανότητα επιτυχούς επικοινωνίας και ανάπτυξης σχέσεων µε άλλους ανθρώπους), η δηµιουργικότητα κ.ά. Η ευφυΐα έχει ορισθεί ως η ικανότητα επίλυσης προβληµάτων, εφαρµογής αρχών, εξαγωγής συµπερασµάτων και αντίληψης συσχετίσεων. Ακόµη, έχει αναλυθεί σε πέντε µορφές νοητικής λειτουργίας: σκέψη, µνήµη, αποκλίνουσα παραγωγή (επίλυση προβληµάτων που οδηγεί σε απροσδόκητες και πρωτότυπες λύσεις), συγκλίνουσα παραγωγή (επίλυση προβληµάτων που οδηγεί στη µία, σωστή λύση) και αξιολόγηση. Η προσωπικότητα µπορεί να ορισθεί ως το σύνολο των σχετικά σταθερών χαρακτηριστικών που διακρίνουν τα άτοµα µεταξύ τους. Ως τέτοια χαρακτηριστικά έχουν καταγραφεί η υπευθυνότητα, η συναισθηµατική σταθερότητα, η κοινωνικότητα, η προσοχή, η ζωντάνια, η επιµονή, η ακαµψία, η συστολή, η ευερεθιστότητα κ.ά. Από πολλούς ερευνητές, όµως, διατυπώνεται η άποψη ότι δεν υπάρχουν µόνιµα χαρακτηριστικά και ότι η ανθρώπινη συµπεριφορά καθορίζεται σε µεγάλο βαθµό από την κατάσταση την οποία αντιµετωπίζει το άτοµο. Οι διαφορές αυτές πρέπει να λαµβάνονται υπόψη κατά το σχεδιασµό των θέσεων εργασίας, κατά την εκπαίδευση του προσωπικού, κατά το σχεδιασµό συστηµάτων παρακίνησης και

6 αµοιβής και ακόµη, κατά την αξιολόγηση του προσωπικού και την εφαρµογή πειθαρχικών µέτρων. Επίσης, πρέπει να συνεκτιµώνται κατά την επιλογή του προσωπικού, έτσι ώστε να βρίσκονται πάντα οι κατάλληλοι άνθρωποι στις κατάλληλες θέσεις. Είναι αλήθεια ότι µία οργάνωση δεν µπορεί πάντα να προσαρµόζεται η ίδια στις ανάγκες των ανθρώπων της. Έτσι, συχνά κάνει χρήση της δυνατότητας που έχει να ασκεί πίεση στα µέλη της ώστε να οδηγήσει τη συµπεριφορά τους προς ορισµένη κατεύθυνση. Η υπερβολική πίεση, όµως, µπορεί να αποδειχθεί αντιπαραγωγική για το λόγο αυτό, θα πρέπει να επιδιώκεται η ισορροπία. Ένα δεύτερο ζήτηµα που έχει ενδιαφέρον όταν αναφερόµαστε στους ανθρώπους στο πλαίσιο των οργανώσεων είναι η συµπεριφορά τους-και ειδικότερα οι παράγοντες που την επηρεάζουν και οι µορφές µε τις οποίες εκδηλώνεται. Οι παράγοντες που επηρεάζουν τη συµπεριφορά στον εργασιακό χώρο είναι εσωτερικοί, δηλαδή συνδέονται µε το άτοµο, και εξωτερικοί, δηλαδή αφορούν στο περιβάλλον. Οι ατοµικοί παράγοντες είναι οι ικανότητες, οι αντιλήψεις, οι προσδοκίες, οι αξίες και οι προσωπικοί στόχοι. Οι εξωτερικοί παράγοντες είναι το είδος της εργασίας, η οµάδα στην οποία εντάσσεται το άτοµο, το εργασιακό κλίµα, η οργανωτική παιδεία, το στυλ ηγεσίας κ.ά. Η συµπεριφορά εκδηλώνεται κυρίως ως στάση, δηλαδή ως σχετικά σταθερός τρόπος σκέψης. Η στάση αναπτύσσεται ως αποτέλεσµα της εµπειρίας και, στη συνέχεια, επηρεάζει τη συµπεριφορά. Η καταγραφή των στάσεων του προσωπικού, δηλαδή των σκέψεων και των αισθηµάτων του απέναντι σε κάποιο συγκεκριµένο θέµα είναι ένα χρήσιµο εργαλείο που µπορεί να βοηθήσει τη διοίκηση στη λήψη αποφάσεων ή στον εντοπισµό σηµείων δυσλειτουργίας και τριβής. Πρέπει, όµως, να λαµβάνεται υπόψη ότι οι στάσεις µεταβάλλονται ως αποτέλεσµα νέων εµπειριών και, κατά συνέπεια, οι προβλέψεις είναι επισφαλείς. Οι εκδηλώσεις συµπεριφοράς που θα πρέπει να προβληµατίζουν-και δεν είναι σπάνιες στο χώρο εργασίας- είναι η απογοήτευση, η επιθετικότητα, το άγχος και η αντίσταση στην αλλαγή. Η αντίσταση στην αλλαγή µπορεί να οφείλεται στο φόβο του καινούργιου, στην αβεβαιότητα για το µέλλον της απασχόλησης, στην απειλή διατάραξης των προσωπικών σχέσεων, στην απειλή εναντίον του κύρους και του γοήτρου της θέσης και. τέλος, στην αµφιβολία για την ικανότητα προσαρµογής στην αλλαγή. Η παρατήρηση αυτών των αρνητικών εκδηλώσεων και η διάγνωση των αιτίων τους µπορούν να βοηθήσουν τη διοίκηση να µειώσει την εµφάνιση και τις συνέπειες τους. Θα πρέπει, όµως να είναι πάντα κατανοητό ότι µία οργάνωση είναι ένας χώρος όπου συνυπάρχουν πολλοί διαφορετικοί άνθρωποι, µε πολλά διαφορετικά ενδιαφέροντα και προβλήµατα, και ότι η απρόσκοπτη εργασία προς τον κοινό σκοπό είναι κάτι που δεν είναι πάντα αυτονόητο ή εύκολο. (Χατζηπαντελή, 1999: 23-25).

7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. Η ΣΤΕΛΕΧΩΣΗ Εισαγωγή Με τον όρο στελέχωση εννοούνται εκείνες οι λειτουργίες που διασφαλίζουν ότι η οργάνωση έχει στο παρόν, και θα έχει στο κοντινό µέλλον, επαρκές σε αριθµό και κατάλληλο, από την άποψη των γνώσεων και δεξιοτήτων, προσωπικό. Σε γενικές γραµµές οι λειτουργίες αυτές περιλαµβάνουν τον προγραµµατισµό του ανθρώπινου δυναµικού, δηλαδή την εκτίµηση των µελλοντικών αναγκών σε προσωπικό, και την επιλογή προσωπικού, δηλαδή τη διαδικασία εξεύρεσης των προσώπων που θα καλύψουν τις κενές θέσεις της οργάνωσης. 2.1. Ο προσδιορισµός των αναγκών σε προσωπικό. Προϋπόθεση για την επιτυχία της διαδικασίας επιλογής είναι να γίνει σωστά ο προσδιορισµός των αναγκών σε προσωπικό, δηλαδή α) να εκτιµηθεί σωστά ο αριθµός και το είδος των θέσεων που πρέπει να πληρωθούν. β) να περιγραφούν µε ακρίβεια τα καθήκοντα και οι απαιτήσεις (τυπικά και ουσιαστικά προσόντα) κάθε θέσης και γ) να καθοριστούν οι όροι και οι συνθήκες εργασίας. Για την περιγραφή των απαιτήσεων της θέσης χρησιµοποιούνται, συχνά, κατηγορίες χαρακτηριστικών όπως αυτές: Φυσικά χαρακτηριστικά (υγεία, εµφάνιση, τρόπος οµιλίας κ.λπ.) Επιτεύγµατα (σπουδές, εµπειρία, ειδικές γνώσεις κ.ά.) Γενική ευφυΐα (νοητική ικανότητα) Ειδικές δεξιότητες (δεξιοτεχνία, χρήση µηχανών γραφείων ή άλλων, ευγλωττία, ικανότητα στα µαθηµατικά, στη γλώσσα κ.α.) Ενδιαφέροντα (πνευµατικά, πρακτικά, κοινωνικά, καλλιτεχνικά, αθλητικά) Χαρακτηριστικά προσωπικότητας (ηγετικές ικανότητες, αξιοπιστία, αυτενέργεια σταθερότητα, πρωτοβουλία) Συνθήκες (οικογενειακές υποχρεώσεις κ.λπ.) Οι απαιτήσεις θα πρέπει να διαχωρίζονται σε υποχρεωτικές και επιθυµητές, ώστε τα προσόντα των υποψηφίων να αξιολογούνται ανάλογα. Κατά την περιγραφή των απαιτήσεων της θέσης δύο είναι οι πιθανοί κίνδυνοι: η υπερβολή ή η υποβάθµιση των απαιτήσεων σε σχέση µε τις πραγµατικές ανάγκες της θέσης. Η ε- µπειρία, όµως. έχει δείξει ότι ο πρώτος κίνδυνος είναι αυτός που εµφανίζεται συχνότερα. Οι όροι και οι συνθήκες εργασίας (ωράριο, βάρδιες, αµοιβή, εκπαίδευση, δυνατότητες εξέλιξης, µετακινήσεις κ.λπ.) θα πρέπει να καθορίζονται και να γίνονται γνωστοί εξαρχής, ώστε να µπορούν οι υποψήφιοι να κρίνουν την καταλληλότητα και την επιθυµία τους για µία ορισµένη θέση. Με τον τρόπο αυτό αποτρέπεται το ενδεχόµενο παραίτησης ενός ατόµου που µόλις έχει προσληφθεί. (Χατζηπαντελή, 1999: 52-53) Προγραµµατισµός του ανθρώπινου δυναµικού. Αυτή η διαδικασία της από κάθε άποψη άρτιας συγκρότησης της εργαζόµενης δύναµης όπως αναφέρθηκε πιο πάνω αποτελεί ζωτική ανάγκη αλλά και µέγιστο συµφέρον για κάθε υπηρεσία, επιχείρηση, ή οργανισµό. Η εργασία αυτή όµως είναι δυσχερέστατη γιατί αναφέρεται στην επίλυση ενός από τα δυσκολότερα προβλήµατα των σύγχρονων οργανώσεων. Ο προγραµµατισµός πρέπει να περιλαµβάνει τον κατά κατηγορία, φύλο, ηλικία, µορφωτικό επίπεδο και εµπειρία, αριθµητικό προσδιορισµό του αναγκαίου προσωπικού για τις σηµερινές και µελλοντικές ανάγκες της µονάδας. Πρέπει να είναι εύκαµπτος και να επιτρέπει την οµαλή εξέλιξη του προσωπικού ώστε να επιτυγχάνεται η απρόσκοπτη κάλυψη των κενών, σε στελέχη, που θα δηµιουργούνται µε την

8 πάροδο του χρόνου. Επίσης να προβλέπει τη δυνατότητα λειτουργίας της υπηρεσίας, του οργανισµού, της υπηρεσίας ή της επιχείρησης σε κάποιες κρίσιµες περιόδους (π.χ. απουσία των ανδρών σε περίπτωση επιστράτευσης, απουσίες των γυναικών κατά την περίοδο της εγκυµοσύνης κ.α). Η σχέση ανδρών και γυναικών, αποφοίτων Λυκείων ή Τεχνικών Σχολών και Πανεπιστηµίων, η ηλιακή διαφορά του προσωπικού, ώστε να µη συµπέσει η οµαδική αποχώρηση των στελεχών συνεπεία συνταξιοδότησής τους, είναι µερικά από τα πολλά προβλήµατα που πρέπει να επιλύσει η Υπηρεσία Προσωπικού. Ένα άλλο σοβαρό θέµα για εξέταση από την Υπηρεσία Προσωπικού είναι η διαµόρφωση και η διατήρηση της κατάλληλης οργανωτικής πυραµίδας της υπαλληλικής ιεραρχίας. Η διάρθρωση αυτής σε βαθµίδες αναφέρεται στην ορθολογική κατανοµή των καθηκόντων των στελεχών κατά θέσεις και τάξεις και στη δυνατότητα ικανοποιητικής εποπτείας των εργαζοµένων. Μια λογική αναλογία στελεχών και λοιπών εργαζοµένων ανταποκρίνεται στην προσδοκία όλων όπως τύχουν οµαλής υπηρεσιακής εξέλιξης και ικανοποιητικής αµοιβής. Αντίθετα µια υπέρµετρη διόγκωση των στελεχών, µιας ή περισσοτέρων ιεραρχικών βαθµίδων, επιφέρει τη µείωση της αποτελεσµατικότητας των εργαζοµένων, την απογοήτευση και την αδιαφορία τους. ( ήµου, 2003: 121-122). Ο προγραµµατισµός ανθρώπινου δυναµικού είναι απαραίτητος σε κάθε εργασία (οργανισµό, υπηρεσία ή επιχείρηση) ώστε να µπορεί να προβλέψει τις βραχυπρόθεσµες και µεσοπρόθεσµες (µε χρονικό ορίζοντα 1-2 ετών) ανάγκες της σε προσωπικό και να έχει κάποιο σχέδιο για τον τρόπο µε τον οποίο θα τις καλύψει. Στάδια του προγραµµατισµού. Η διαδικασία του προγραµµατισµού ανθρώπινου δυνα- µικού περιλαµβάνει πέντε στάδια: την απογραφή του υπάρχοντος προσωπικού, την πρόβλεψη των αναγκών σε προσωπικό (δηλαδή την πρόβλεψη της ζήτησης), την πρόβλεψη της προσφοράς (δηλαδή την πρόβλεψη της κατάστασης που θα επικρατεί στην αγορά εργασίας τη στιγµή που θα εκδηλωθεί η ανάγκη κάλυψης θέσεων), τη διαµόρφωση της πολιτικής και των σχεδίων για την κάλυψη των θέσεων και. τέλος, την εφαρµογή και αξιολόγηση των σχεδίων. Απογραφή. Το πρώτο βήµα για την εκτίµηση των µελλοντικών αναγκών είναι η καταγραφή της υφιστάµενης κατάστασης και των µεταβολών που είναι γνωστό ότι θα επέλθουν µέχρι το τέλος της χρονικής περιόδου για την οποία γίνεται η πρόβλεψη. Για το σκοπό αυτό συγκεντρώνονται και ταξινοµούνται στοιχεία που αφορούν τόσο στον αριθµό του υπάρχοντος προσωπικού όσο και σε ποιοτικά χαρακτηριστικά όπως είναι οι γνώσεις, οι δεξιότητες, η ε- µπειρία, η απόδοση, η δυνατότητα εξέλιξης κ.ά. Κατά το στάδιο αυτό δηµιουργούνται πίνακες του προσωπικού ανά ειδικότητα, επίπεδο γνώσεων, οργανική µονάδα, λειτουργία ή θέση, ιεραρχική βαθµίδα και, γενικά, ανά κάθε κατηγορία που µας δίνει χρήσιµες πληροφορίες και µας βοηθά να αποκτήσουµε εικόνα των ανθρώπινων πόρων που έχει στη διάθεση της η µονάδα, η υπηρεσία, ο οργανισµός κλπ.. Ακόµη, καταγράφεται η κατανοµή του προσωπικού σε ηλικιακές οµάδες (προφίλ ηλικιών), έτσι ώστε να διαφανούν τυχόν κίνδυνοι µαζικών αποχωρήσεων, ή ανησυχητικής συγκέντρωσης πληθυσµού µεγάλης ή µικρής ηλικίας. Μία άλλη χρήσιµη καταγραφή είναι αυτή των αναλογιών µεταξύ, για παράδειγµα, του διοικητικού προς το τεχνικά προσωπικό, των προϊσταµένων προς τους υφισταµένους, των εκπαιδευτικού προς το διοικητικό ή βοηθητικό προσωπικό, των ειδικευµένων προς τους ανειδίκευτους κλπ. Πρόβλεψη ζήτησης. Η πρόβλεψη της ζήτησης είναι η προσπάθεια να εκτιµηθούν οι µελλοντικές ανάγκες της υπηρεσιακής µονάδας, ή του οργανισµού σε προσωπικό. Οι ανάγκες αυτές προκύπτουν από τα στρατηγικά σχέδια και τα σχέδια δράσης του οργανισµού και συνδέονται µε αλλαγές στην κλίµακα δραστηριοτήτων, στον τρόπο οργάνωσης και διοίκησης κλπ. Πρόβλεψη προσφοράς. Κατά το τρίτο στάδιο γίνεται εκτίµηση της διαθεσιµότητας κατάλληλου προσωπικού, µέσα και έξω από τον οργανισµό.

9 Αρχίζοντας από το εσωτερικό του οργανισµού, ανιχνεύονται οι τάσεις που ενδεχοµένως παρατηρούνται στις αποχωρήσεις, στις προαγωγές και στις µεταθέσεις. Αντίστοιχη ανάλυση θα πρέπει να γίνει για τις αναµενόµενες προαγωγές και µεταθέσεις, ώστε ο οργανισµός να είναι σε θέση να προβλέψει το προσωπικό που θα έχει στη διάθεση του κατά τη ζητούµενη χρονική στιγµή. ιαµόρφωση πολιτικής και σχεδίων. Κατά το στάδιο αυτό αποφασίζεται, µε γνώµονα τις προβλέψεις για την προσφορά και τη ζήτηση, η πολιτική που θα ακολουθηθεί και τα συγκεκριµένα µέτρα που θα ληφθούν ώστε η υπηρεσία ή ο οργανισµός να έχει ανά πάσα στιγµή το προσωπικό που χρειάζεται. Οι αποφάσεις του σταδίου αυτού αφορούν σε πολλούς τοµείς της οργανωτικής λειτουργίας, όπως είναι η επιλογή προσωπικού, η εκπαίδευση, οι προαγωγές, οι αµοιβές και. συχνά, ο σχεδιασµός της εργασίας. Ένα σηµαντικό ζήτηµα πολιτικής στο θέµα των προσλήψεων είναι αν η κάλυψη των κενών θέσεων των υψηλών βαθµίδων θα γίνεται καταρχήν από το προσωπικό της ίδιας της οργάνωσης ή από το ευρύτερο περιβάλλον, δηλαδή από την εσωτερική ή την εξωτερική αγορά εργασίας. Το κυριότερο πλεονέκτηµα της άντλησης προσωπικού από την εσωτερική αγορά εργασίας είναι η ελαχιστοποίηση του κινδύνου κακής επιλογής, δεδοµένου ότι οι υποψήφιοι είναι γνωστοί και η απόδοση τους έχει ήδη αξιολογηθεί. Εξάλλου, µε τη χρησιµοποίηση της εσωτερικής αγοράς εργασίας η πιθανότητα προαγωγής για τα στελέχη της είναι αυξηµένη, γεγονός που επιδρά θετικά στην παρακίνηση τους. Τέλος, η αίσθηση ότι η αξία και η προσφορά των υπαλλήλων στη µονάδα/οργανισµό/υπηρεσία αναγνωρίζονται συµβάλλει στην επικράτηση ευνοϊκού εργασιακού κλίµατος. Υπάρχουν όµως και µειονεκτήµατα, µε πιο σηµαντικό το γεγονός ότι όταν δεν απευθύνεται και στην εξωτερική αγορά εργασίας η µονάδα έχει περιορισµένο φάσµα επιλογής και δεν αποκτά κατ' ανάγκη τον καλύτερο υποψήφιο. Ακόµη, η µη ανανέωση του ανθρώπινου δυνα- µικού, σε όλες τις βαθµίδες της, µπορεί να έχει ως συνέπεια την αποκοπή της από τις εξελίξεις που αφορούν στον τοµέα της και στο ευρύτερο περιβάλλον που την επηρεάζει-µπορεί επίσης να έχει ως συνέπεια την επικράτηση ενιαίου τρόπου σκέψης, που αποβαίνει σε βάρος της ευρηµατικότητας και της δηµιουργικότητας στην οργάνωση. Ένα ζήτηµα που πρέπει επίσης να σκεφτόµαστε όταν εξετάζουµε το δίληµµα της εσωτερικής ή της εξωτερικής αγοράς εργασίας είναι ότι η πρώτη οδηγεί ενδεχοµένως στον αποκλεισµό άξιων υποψηφίων που βρίσκονται σε άλλες µονάδες. Εφαρµογή και αξιολόγηση των σχεδίων. Η µετάφραση των σχεδίων σε συγκεκριµένες ενέργειες δεν είναι πάντα απλή. Στην πράξη εµφανίζονται δυσχέρειες τόσο στην υλοποίηση όσο και στην αποδοχή των σχεδίων. Γι αυτό τα σχέδια που αναπτύσσονται θα πρέπει να παρέχουν περισσότερες από µία εναλλακτικές λύσεις και να προσαρµόζονται εύκολα στις αλλαγές συνθηκών. Ακόµη, η εφαρµογή τους θα πρέπει να παρακολουθείται στενά και η αποτελεσµατικότητα τους να αξιολογείται τόσο κατά τη διάρκεια όσο και µετά την εφαρµογή. Η αξιολόγηση θα πρέπει να γίνεται µε βάση τους στόχους που είχαν τεθεί (π.χ. επιλογή προσωπικού συγκεκριµένων ειδικοτήτων, εκπαίδευση µέσα σε ορισµένο χρονικό διάστηµα), ελέγχοντας παράλληλα την οικονοµική αποδοτικότητα των µεθόδων που χρησιµοποιήθηκαν για την κάλυψη των αναγκών σε προσωπικό. (Χατζηπαντελή, 1999: 43-49) 2.3. Η προσέλκυση υποψηφίων Τον προσδιορισµό των αναγκών ακολουθεί η αναζήτηση υποψηφίων. Σε περίπτωση που η οργάνωση, περισσότερο στον ιδιωτικό τοµέα, αλλά και στο δηµόσιο, αποφασίσει να αναζητήσει υποψηφίους έχει τέσσερις, κυρίως, τρόπους για την προσέλκυση τους: Καταχώρηση στον τύπο (αγγελία) Χρησιµοποίηση γραφείου ευρέσεως εργασίας

10 Ανάθεση σε σύµβουλο επιλογής προσωπικού Προσέγγιση εκπαιδευτικών ιδρυµάτων Η επιλογή µεταξύ των τεσσάρων δυνατοτήτων είναι συνάρτηση του κόστους, της ταχύτητας και της πιθανότητας που έχει η κάθε µέθοδος να αναδείξει τους κατάλληλους υποψήφιους. Η καταχώρηση στον τύπο θα πρέπει να προσφέρει συνοπτικές πληροφορίες για την υπηρεσία, τη θέση εργασίας, τα απαιτούµενα προσόντα, τις απολαβές και τις ενέργειες στις ο- ποίες πρέπει να προβεί ο ενδιαφερόµενος (π.χ. αποστολή βιογραφικού σηµειώµατος). Τα γραφεία ευρέσεως εργασίας. Στη χώρα µας για την αναζήτηση εργασίας στον ιδιωτικό τοµέα λειτουργούν τα Γραφεία Εργασίας του Οργανισµού Απασχόλησης Εργατικού υναµικού (ΟΑΕ ). Με το νόµο 2639/98 επιτράπηκε και η σύσταση ιδιωτικών γραφείων, "µε αντικείµενο την εξεύρεση για Λογαριασµό του εργοδότη ορισµένων κατηγοριών θέσεων εργασίας σε ηµεδαπούς ή αλλοδαπούς" (άρθρο 5). Για τον καθορισµό των κατηγοριών των θέσεων εργασίας για την εξεύρεση των οποίων επιτρέπεται η σύσταση ιδιωτικών γραφείων, των όρων και των προϋποθέσεων για τη σύσταση τους, καθώς και της διαδικασίας για τη χορήγηση της ειδικής εγκριτικής άδειας λειτουργίας τους καθώς και άλλες λεπτοµέρειες καθορίζονται µε σχετικό προεδρικό διάταγµα. Η ανάθεση σε γραφείο ή σύµβουλο επιλογής προσωπικού, λόγω του υψηλού κόστους της. συνιστάται για την κάλυψη ειδικευµένων και υψηλόβαθµων θέσεων. Έχει το πλεονέκτη- µα ότι απαλλάσσει την επιχείρηση στον ιδιωτικό τοµέα από σηµαντικό φόρτο εργασίας, ενώ ταυτόχρονα δίνει περισσότερες εγγυήσεις για το αποτέλεσµα, λόγω των ειδικών γνώσεων και της εµπειρίας που έχουν κατά κανόνα οι σύµβουλοι. Προϋποθέσεις για την επιτυχία της ανάθεσης είναι α) να έχουν δοθεί στο σύµβουλο όλες οι πληροφορίες που αφορούν στη θέση εργασίας, στις απαιτήσεις της κλπ. και β) να παρακολουθείται διαρκώς από την επιχείρηση η διαδικασία επιλογής, ώστε να προλαµβάνονται ή να διορθώνονται εγκαίρως ενέργειες που δεν έχουν την έγκρισή της. Οι σύµβουλοι καταλήγουν, συνήθως, σε ένα µικρό πίνακα υποψηφίων, από τον οποίο την τελική επιλογή κάνει η επιχείρηση. Η προσέγγιση εκπαιδευτικών ιδρυµάτων, ιδίως της τριτοβάθµιας εκπαίδευσης, χρησιµοποιείται όταν δεν απαιτείται από τους υποψήφιους επαγγελµατική εµπειρία. Έχει τα πλεονεκτήµατα ότι προσφέρει τη δυνατότητα επιλογής µεταξύ πολλών υποψηφίων, ότι δίνει πρόσβαση σε αρκετά λεπτοµερή στοιχεία για τις επιδόσεις τους και. ακόµη, ότι έχει σχετικά µικρό κόστος. Ανεξάρτητα από τον τρόπο µε τον οποίο θα προσελκυσθούν οι υποψήφιοι, κατά την επιλογή προκύπτει το ζήτηµα ποιος λαµβάνει την οριστική απόφαση ή ποιος συµµετέχει στη λήψη της. Υπάρχουν διάφορες απόψεις, που προβάλλουν το δικαίωµα της ανώτατης διοίκησης, του διευθυντή προσωπικού και του άµεσου προϊσταµένου του µελλοντικού υπαλλήλου. Στην πράξη, πολλές επιχειρήσεις ή οργανισµοί χρησιµοποιούν επιτροπές, άλλοτε µε αποφασιστικό και άλλοτε µε συµβουλευτικό χαρακτήρα. (Χατζηπαντελή, 1999: 53-54) 2.3. Η επιλογή και πρόσληψη του νέου προσωπικού. Η κάλυψη των αναγκών σε ανθρώπινο δυναµικό γίνεται συνήθως µε την πρόσληψη νέου προσωπικού, µετά από µία διαδικασία επιλογής. Τα βήµατα και οι µέθοδοι που µπορούν να ακολουθηθούν σε µια τέτοια διαδικασία εξετάζονται στη συνέχεια. Η ενέργεια αυτή περιλαµβάνει όπως και πιο πάνω τονίστηκε την αναζήτηση (µε πληροφορίες, αγγελίες κλπ), εξεύρεση, επιλογή (µε τεστ, συνεντεύξεις, διαγωνισµούς κλπ) πρόσληψη και τοποθέτηση, των προσληφθέντων ατόµων µέσα στη µονάδα. Ο στόχος της αναζήτησης και της επιλογής των προσώπων είναι η εξεύρεση των κατάλληλων ατόµων, τα οποία θα καλύψουν τις θέσεις που έχουν καθορισθεί µε το οργανόγραµµα και έχουν προκύψει από ανάλυση των προσόντων που απαιτεί κάθε θέση εργασίας, ώστε να

11 επιτευχθεί τελικά το ποθούµενο αποτέλεσµα και να επαληθευθεί το αξίωµα «ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση». Η όλη λειτουργία αποτελεί την «πολιτική προσλήψεων» και συνίσταται στη χάραξη κατευθυντηρίων γραµµών, για την σύνθεση του προσωπικού που θα προσληφθεί. Αυτές αφορούν: α) Το βαθµό µόρφωσης. Πόσους αποφοίτους Λυκείου και πόσους πτυχιούχους ή κατόχους Μάστερ-µεταπτυχιακών σπουδών χρειάζεται η υπηρεσία, ο οργανισµός ή η επιχείρηση. Πόσους γλωσσοµαθείς και γνώστες ποιών γλωσσών χρειάζονται οι συγκεκριµένες θέσεις. β) Τα βασικά προσόντα και τις ικανότητες. Βασικά προσόντα είναι η εντιµότητα, η ακεραιότητα χαρακτήρα και η αξιοπιστία. Βασικές ικανότητες είναι αυτές που προέρχονται από την εξειδίκευση, την τεχνική κατάρτιση και την εµπειρία, προκειµένου περί τεχνικών, την µόρφωση, την πείρα, την καλή χρήση της ελληνικής γλώσσας, την ευχέρεια ορθής σύνταξης υπηρεσιακών εγγράφων και εκθέσεων, προκειµένου περί διοικητικών υπαλλήλων. γ) Το φύλο. Επειδή οι γυναίκες, έχει αποδειχθεί, ότι στην πλειονότητα τους έχουν, από τη φύση τους, µεγαλύτερη έφεση και ικανότητα στη διεκπεραίωση λεπτοµερειακών εργασιών εκτελεστικής φύσης, πρέπει να εξετασθεί ποιες εργασίες της επιχείρησης, της υπηρεσίας ή του οργανισµού προσιδιάζουν στις γυναίκες και ποιες πρέπει να ανατεθούν σε άνδρες. Ποια πρέπει να είναι η λογική αναλογία µεταξύ ανδρών και γυναικών και ποιου φύλου πρέπει να είναι ο επικεφαλής των γυναικείων τµηµάτων. 5) Την ηλικία. Η ταυτόχρονη πρόσληψη εργατοϋπαλληλικού προσωπικού της αυτής ηλικίας µπορεί να δηµιουργήσει προβλήµατα στην υπηρεσία, τον οργανισµό ή την επιχείρηση, εξ αιτίας του ενδεχόµενου οµαδικής αποχώρησης αυτού συνεπεία συµπλήρωσης του προς συνταξιοδότηση απαιτούµενου χρόνου. ε) Την υγεία. Είναι γενικά παραδεκτό ότι άτοµα µε όχι καλή υγεία αποδίδουν λιγότερο των υγειών και απουσιάζουν συχνότερα, λόγω ασθενειών ή αναρρωτικών αδειών. Γι' αυτό, προτού γίνει κάθε πρόσληψη, πρέπει να εξετάζεται η υγιεινή κατάσταση των υ- ποψηφίων ατόµων. ( ήµου, 2003: 123-124). 2.4. Μέθοδοι επιλογής προσωπικού Η χρησιµοποίηση ενός και µόνον τρόπου από αυτούς που αναφέρθηκαν παραπάνω δε διασφαλίζει συνήθως την άριστη επιλογή. Αντίθετα η κατάλληλη και συνδυασµένη εφαρµογή, µερικών από τις χρησιµοποιούµενες δοκιµασίες ή κριτήρια, επιτρέπει την αποτελεσµατικότερη εξακρίβωση των προσόντων και των ικανοτήτων του υποψήφιου. Η επιλογή είναι η διαδικασία µέσω της οποίας εκτιµάται και συγκρίνεται η καταλληλότητα των υποψηφίων για µια ορισµένη θέση. Οι µέθοδοι που µπορούν να χρησιµοποιηθούν για το σκοπό αυτό είναι πολλές και διάφορες, ενώ συχνοί είναι και οι συνδυασµοί τους. Η επιλογή της µεθόδου που θα χρησιµοποιηθεί για την επιλογή του νέου προσωπικού βασίζεται σε τέσσερα, κυρίως, χαρακτηριστικά, ως προς τα οποία µπορούν να αξιολογηθούν οι µέθοδοι επιλογής: Εγκυρότητα. Πρόκειται για την ικανότητα της µεθόδου να προβλέπει µε ακρίβεια τη µελλοντική απόδοση των υποψηφίων. Είναι συνάρτηση, κυρίως, της συνάφειας µεταξύ του περιεχοµένου της θέσης εργασίας (δηλαδή των καθηκόντων που θα κληθεί να ασκήσει ο εργαζόµενος) και του αντικειµένου της διαδικασίας επιλογής. Αυτό είναι πολύ σηµαντικό, διότι οι µέθοδοι επιλογής τείνουν να "µετρούν" παραµέτρους (π.χ. χαρακτηριστικά της προσωπικότητας) που δεν είναι πάντα σχετικές προς το αντικείµενο εργασίας. Η εγκυρότητα αποτελεί το πιο ουσιώδες κριτήριο για την αξιολόγηση µιας µεθόδου επιλογής προσωπικού. ικαιοσύνη. Ως δίκαιη χαρακτηρίζεται µία µέθοδος όταν δεν οδηγεί σε διακρίσεις µε βάση το φύλο, την ηλικία, τη φυλή ή άλλα τυχαία γνωρίσµατα των υποψηφίων. Όπως και η εγκυρότητα, η δικαιοσύνη µίας µεθόδου µπορεί να έχει διάφορους βαθµούς. Παρόλο που µε-

12 ρικές φορές τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι µία µέθοδος οδηγεί σε διάκριση, η "αδικία" είναι δύσκολο να αποδειχθεί και η πηγή της είναι δύσκολο να εντοπισθεί. Πεδίο εφαρµογής. Αναφέρεται στο φάσµα των θέσεων εργασίας και των υποψηφίων για τους οποίους µπορεί να χρησιµοποιηθεί µία µέθοδος. Ορισµένες µέθοδοι µπορούν να χρησι- µοποιηθούν για ένα ευρύ φάσµα επαγγελµάτων (π.χ. συνέντευξη), ενώ άλλες είναι ειδικές για ένα µόνο επάγγελµα (π.χ. ακρόαση). Κόστος. Αν και συχνά αγνοείται από αυτούς που αναζητούν την τέλεια µέθοδο, το κόστος είναι κρίσιµος παράγοντας κατά τη διαδικασία επιλογής προσωπικού, δεδοµένου ότι οι διάφορες µέθοδοι διαφέρουν αισθητά ως προς τις δαπάνες που συνεπάγονται. Έτσι, η οικονοµική αποδοτικότητα µιας µεθόδου, δηλαδή το κόστος σε σχέση µε την αποτελεσµατικότητα της. είναι σηµαντικό κριτήριο για την επιλογή της. Αν και τα τέσσερα χαρακτηριστικά που προαναφέρθηκαν µπορούν να κατευθύνουν την έρευνα µας θα πρέπει να περιµένουµε ότι η στάθµιση δεν θα µας οδηγήσει σε µία βέλτιστη µέθοδο επιλογής. Τέτοια µέθοδος δεν υπάρχει και θα πρέπει να είµαστε προετοιµασµένοι να "ανταλλάξουµε"' π.χ. ένα βαθµό εγκυρότητας, για να διασφαλίσουµε τη δικαιοσύνη ή το χα- µηλό κόστος της επιλογής. (Χατζηπαντελή, 1999: 54-56) Οι πιο ευρύτερα χρησιµοποιούµενες µέθοδοι επιλογής προσωπικού. Παραθέτουµε στη συνέχεια ορισµένες από τις ευρύτερα χρησιµοποιούµενες µεθόδους ε- πιλογής προσωπικού, σχολιάζοντας ταυτόχρονα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους. Το ερωτηµατολόγιο. Το ερωτηµατολόγιο, που συµπληρώνεται χειρόγραφα και ιδιόγραφα από τον υποψήφιο, είναι µέσο συλλογής πληροφοριών για την ατοµική και οικογενειακή κατάσταση του υποψήφιου, τις σπουδές, την προϋπηρεσία, τις προτιµήσεις και τα ενδιαφέροντα του, τις ασχολίες του κ.λπ. Η σαφής διατύπωση των ερωτήσεων και η ειλικρινής απάντηση σ αυτές παρέχουν τη δυνατότητα συγκέντρωσης στοιχείων που αναδεικνύουν τις διαθέσεις του υποψηφίου έναντι της εργασίας, τις προσδοκίες του και τις συναισθηµατικές αντιδράσεις του. Με το ερωτηµατολόγιο γίνεται προσπάθεια να φανούν τα 10 βασικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του ατόµου, που είναι: 1) Η σταθερότητα, η υποµονή και η λογική τάξη 2) Ο συναισθηµατικός κόσµος του 3) Η συγκρότηση και η αυτοκυριαρχία του 4) Η βεβαιότητα µε την οποία υποστηρίζει τις απόψεις του 5) Η δραστηριότητα και η ικανότητα ανάπτυξης πρωτοβουλιών 6) Η πίστη στις ιδέες του και η ικανότητα του να τις µεταδίδει 7) Η υπευθυνότητα, στην ανάληψη πρωτοβουλιών 8) Η ευθυκρισία, στην αντιµετώπιση πραγµατικών καταστάσεων 9) Η σωστή εκτίµηση των άλλων ανθρώπων και 10) Η δυνατότητα επικοινωνίας του µε τους άλλους ανθρώπους (χρήστες της υπηρεσίας ή πελάτες, προϊσταµένους του, υφισταµένους κλπ.). Ένα ερωτηµατολόγιο µπορεί να αποτελείται από πολύ µεγάλο αριθµό, κατανοητών όµως ερωτήσεων, που απαντιούνται συνήθως σε περιορισµένο χρόνο. Η αξιολόγησή του γίνεται µετά από επαλήθευση ορισµένων στοιχείων του και το αποτέλεσµα και η τελική κρίση, που πρέπει να είναι επαρκώς αιτιολογηµένα, ανακοινώνεται στη συνέχεια στον ενδιαφερόµενο. ( ήµου, 2003: 126-127).

13 Συνέντευξη. Είναι η συνηθέστερη µέθοδος επιλογής, είτε µόνη της είτε σε συνδυασµό µε άλλες µεθόδους-για τις οποίες αποτελεί κατά κανόνα την τελική φάση. Η συνέντευξη µπορεί να είναι ατοµική ή οµαδική, ανάλογα µε τον αριθµό των ατόµων που συνοµιλούν µε τον υ- ποψήφιο. Ακόµη, µπορεί να είναι µία ελεύθερη συζήτηση ή µία δοµηµένη υποβολή ερωτήσεων που δεν διαφέρει πολύ από την προφορική εξέταση. Η επιτυχία µιας συνέντευξης προϋποθέτει: Α) Σωστή προετοιµασία. Στο στάδιο της προετοιµασίας µελετώνται τα στοιχεία που έχει ήδη δώσει ο υποψήφιος (π.χ. Βιογραφικό σηµείωµα) και παρατίθενται µε τις απαιτήσεις της θέσης. Έτσι. επισηµαίνονται τα σηµεία εκείνα που χρειάζονται διευκρινίσεις ή περαιτέρω α- νάπτυξη, καθώς και τα σηµεία που δηµιουργούν αµφιβολίες για την καταλληλότητα του υποψηφίου για τη θέση. Με βάση τη µελέτη αυτή, συντάσσεται ένας γραπτός κατάλογος ερωτήσεων που θα βοηθήσουν ώστε να σχηµατισθεί πλήρης εικόνα για τις γνώσεις και τις δεξιότητες του υποψηφίου. Β) Τεχνική. Κατά τη διεξαγωγή µιας συνέντευξης θα πρέπει να ακολουθούνται ορισµένοι πρακτικοί κανόνες που, χωρίς να διασφαλίζουν την επιτυχία, συµβάλλουν ώστε να αποτρέπονται οι πιο κοινοί κίνδυνοι. Τέτοιοι κανόνες είναι, για παράδειγµα; α) Το κλίµα της συνέντευξης θα πρέπει από την αρχή να είναι άνετο και φιλικό, β) Είναι σκόπιµο η συνέντευξη να αρχίζει µε µια σύντοµη αναφορά στην υπηρεσία και στη θέση. γ) Ο υποψήφιος θα πρέπει να είναι αυτός που µιλά περισσότερο, δ) Οι ερωτήσεις θα πρέπει να δίνουν στον υποψήφιο τη δυνατότητα να αναπτύξει τις σκέψεις του και όχι να απαντώνται µονολεκτικά, ε) Οι ερωτήσεις θα πρέπει να εστιάζονται σε συγκεκριµένα παραδείγµατα από την προηγούµενη εµπειρία και δράση του υποψηφίου, έτσι ώστε να µπορεί να προβλεφθεί η µελλοντική απόδοσή του. στ) Οι δύσκολες ερωτήσεις θα πρέπει να τίθενται προς το τέλος της συνέντευξης, ζ) Στο τέλος της συνέντευξης ο υποψήφιος θα πρέπει να ερωτάται αν θέλει να προσθέσει κάτι για να υποστηρίξει την υποψηφιότητά του. Η έρευνα έχει δείξει ότι η εγκυρότητα της συνέντευξης ως µεθόδου επιλογής προσωπικού είναι πολύ µικρή (ποσοστό επιτυχών προβλέψεων µικρότερο του 20%). Παρόλα αυτά. εξακολουθεί να είναι η δηµοφιλέστερη µέθοδος, ίσως λόγω του χαµηλού κόστους της, ή λόγω της εντύπωσης που δίνει ότι είναι µία απλή διαδικασία που ο καθένας µπορεί να χειριστεί µε επιτυχία. Στην πράξη, όµως, η συνέντευξη µας δείχνει κυρίως τις διαπροσωπικές δεξιότητες και την ευφυΐα του υποψήφιου, οι οποίες επηρεάζουν κατά πολύ την εικόνα που αποκτά αυτός που θέτει τις ερωτήσεις. Για το λόγο αυτό κατά τη συνέντευξη θα πρέπει να γίνεται µόνο συλλογή στοιχείων και όχι επεξεργασία τους ή λήψη της απόφασης επιλογής. Η κατάλληλη εκπαίδευση µπορεί να ενισχύσει την ικανότητα των στελεχών που διενεργούν συνεντεύξεις να αποκοµίζουν χρήσιµες πληροφορίες κατά την εκτέλεση τους. Αν τα στοιχεία που συγκεντρώνονται για τους υποψηφίους είναι επαρκή-και δεν περιορίζονται σε αόριστες εντυπώσεις-και ακολουθήσει η κατάλληλη επεξεργασία, η εγκυρότητα της συνέντευξης ως µεθόδου επιλογής προσωπικού µπορεί να αυξηθεί σηµαντικά. (Χατζηπαντελή, 1999: 56-57) Η συνέντευξη επιτρέπει στα αρµόδια µε τις προσλήψεις όργανα της υπηρεσία, του οργανισµού ή της επιχείρησης να γνωρίσουν, µε προσωπική επαφή, τον υποψήφιο, να εκτιµήσουν τις ικανότητες και τις δυνατότητες του και να σχηµατίσουν γνώµη για την προσωπικότητα και την συµπεριφορά του. Η συνέντευξη, που έχει διαγνωστικό κατ' εξοχήν χαρακτήρα, ολοκληρώνει τη διαδικασία επιλογής και πρόσληψης του κατάλληλου προσωπικού. Και εάν κρίνεται χρήσιµη για την πρόσληψη προσωπικού γενικά, είναι απαραίτητη ιδιαίτερα για την επιλογή στελεχών. Ευνόητο είναι ότι τα πρόσωπα που θα επιφορτισθούν µε το έργο της συνέντευξης πρέπει να έχουν τις ανάλογες γνώσεις και να είναι ειδικευµένα στην τεχνική των συνεντεύξεων. Οφείλουν να ξέρουν να ερωτούν, να ακούν, να παρατηρούν, να καταγράφουν µε ακρίβεια,

14 περιληπτικά και αντικειµενικά, τα ουσιώδη στοιχεία της συνέντευξης και να εξάγουν τα βαθύτερα συµπεράσµατα.( ήµου, 2003: 127-128). Ψυχοµετρικά τεστ. Με τα ψυχοµετρικά τεστ επιχειρείται να αξιολογηθούν κάποια εγγενή ή επιγενή ανθρώπινα χαρακτηριστικά που σχετίζονται µε την απόδοση στη δουλειά. Ανάλογα µε το περιεχόµενο τους τα ψυχοµετρικά τεστ διακρίνονται σε τρεις βασικές οµάδες: τεστ νοηµοσύνης, τεστ ικανότητας και καταλληλότητας και, τέλος, τεστ προσωπικότητας και ενδιαφερόντων. Τεστ νοηµοσύνης. Εδώ και πολλά χρόνια χρησιµοποιούνται ευρέως ως µέθοδος επιλογής προσωπικού, χάρη στην κοινή πεποίθηση ότι η υψηλή νοηµοσύνη οδηγεί σε υψηλή απόδοση στο χώρο εργασίας. Τέτοια συνάρτηση δεν έχει επαληθευτεί από την έρευνα, αν και. λαµβάνοντας ως κριτήριο τις αξιολογήσεις που κάνουν οι προϊστάµενοι για τους υπαλλήλους τους εµφανίζεται να υπάρχει συσχέτιση. Αυτή όµως, µπορεί να είναι το αποτέλεσµα της ατέλειας του τρόπου αξιολόγησης. Τα τεστ νοηµοσύνης έχουν κατηγορηθεί ότι ευνοούν τη µεσαία τάξη και ότι αδικούν τις µειονότητες. Ακόµη, ότι οι ερωτήσεις που θα τεθούν επιλέγονται µε τέτοιο τρόπο ώστε να προκατασκευάζεται το αποτέλεσµα. Τεστ ικανότητας και καταλληλότητας. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται τα διάφορα τεστ που επιχειρούν να εκτιµήσουν την ύπαρξη στον υποψήφιο συγκεκριµένων οµάδων ικανοτήτων οι οποίες θεωρούνται ως αναγκαίες για την προς κάλυψη θέση. Παραδείγµατα αποτελούν τα τεστ µαθηµατικών, χειρισµού µηχανών (π.χ. δακτυλογράφηση, οδήγηση), γνώσεων, κριτικής σκέψης, καλής λειτουργίας αισθητηρίων οργάνων, δεξιοτεχνίας κ.ά. Τα τεστ αυτά έχουν περιορισµένο πεδίο εφαρµογής, δηλαδή το κάθε ένα µπορεί να χρησιµοποιηθεί για ένα µικρό φάσµα εργασιών, αν όχι για µία, µόνο, εργασία. Ακόµη, αν ο αριθ- µός των υποψηφίων είναι µεγάλος, αποδεικνύονται δαπανηρά και χρονοβόρα. Όταν, όµως, είναι προσεκτικά επιλεγµένα και ελεγµένα ως προς τα αποτελέσµατα τους, δηλαδή αν η ικανότητα τους να προβλέπουν την απόδοση έχει ελεγχθεί π.χ. σε ένα δείγµα ήδη εργαζοµένων, αποδεικνύονται πολύ έγκυρα. Τεστ προσωπικότητας και ενδιαφερόντων. Τα τεστ αυτά είναι, κατά κανόνα, ερωτηµατολόγια στα οποία ο υποψήφιος δίνει πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά, τα ενδιαφέροντα, τις αρχές, τις εµπειρίες και τον τρόπο συµπεριφοράς του. Οι απαντήσεις συνθέτουν µία πολυδιάστατη εικόνα, η οποία στη συνέχεια συγκρίνεται προς ένα επιθυµητό πρότυπο. Ακόµη, είναι δυνατό να αποµονωθεί ένα χαρακτηριστικό, το οποίο θεωρείται ως ενδεικτικό για την καταλληλότητα του υποψηφίου, και να "µετρηθούν" οι υποψήφιοι ως προς αυτό. Τα τεστ προσωπικότητας είναι τα πιο αµφιλεγόµενα. Οι µελέτες για την εγκυρότητα τους εµφανίζουν ποικίλους βαθµούς επιτυχών προβλέψεων (από 14 έως 39%). Οι υποστηρικτές τους ισχυρίζονται ότι, αν αποµακρυνθούµε από τα παλιά τεστ, που αποσκοπούσαν στη διάγνωση διαταραχών της προσωπικότητας, και στραφούµε προς νέα, ειδικά σχεδιασµένα για την εκτίµηση της συµπεριφοράς στο χώρο εργασίας, τα οποία θα οργανώνονται και θα αξιολογούνται από ειδικούς, τα αποτελέσµατα θα είναι ενθαρρυντικά. Ακόµη, ένα δεύτερο σηµείο αµφισβήτησης για τα τεστ προσωπικότητας είναι η "αδιακρισία" τους. Πολλοί υποψήφιοι αισθάνονται ότι οι ερωτήσεις στις οποίες πρέπει να απαντήσουν αφορούν σε θέµατα προσωπικά και λεπτά που, επιπλέον, είναι τελείως άσχετα µε τη συγκεκριµένη δουλειά. (Χατζηπαντελή, 1999: 56-58) Το βιογραφικό σηµείωµα. Το βιογραφικό σηµείωµα είναι ένα στοιχείο που ζητείται προτού γίνει η συνέντευξη και συνήθως το περιεχόµενο του συζητείται κατά τη διάρκεια αυτής. Πρόκειται για στοιχεία, δεδοµένα που αφορούν τόσο σε πραγµατολογικά, επαληθεύσιµα στοιχεία (π.χ. σπουδές, δηµογραφικά στοιχεία κ.ά.) όσο και σε υποκειµενικά θέµατα (όπως είναι τα ενδιαφέροντα και οι δεξιότητες). Από τα στοιχεία αυτά επιλέγονται εκείνα που θεωρούνται ως τα πιο άµεσα συνδεόµενα µε τις απαιτήσεις της θέσης. Το βιογραφικό χρησιµοποιείται ευρέως ως µέθοδος επιλογής προσωπικού, µε το σκεπτικό ότι οι δραστηριότητες, τα ενδιαφέροντα και η συµπεριφορά που επιδείξαµε στο παρελθόν

15 προδιαγράφουν αυτό που θα κάνουµε στο µέλλον. Φαίνεται ότι το σκεπτικό αυτό είναι σωστό: γιατί οι µελέτες δείχνουν ότι η εγκυρότητα τους είναι υψηλή (περίπου 50%). Τα βιογραφικά δεδοµένα είναι ιδιαίτερα χρήσιµα ως µέθοδος για µία πρώτη διαλογή όταν ο αριθµός των υποψηφίων είναι µεγάλος. (Χατζηπαντελή, 1999: 59) Στους σύγχρονους οργανισµούς την πρώτη αξιολόγηση των βιογραφικών κάνουν οι υπολογιστές που, χρησιµοποιώντας λέξεις-κλειδιά, αναζητούν εκείνα τα βιογραφικά που συγκεντρώνουν τα περισσότερα κριτήρια για την κατάληψη µιας συγκεκριµένης θέσης. Έτσι οι υπεύθυνοι των προσλήψεων καταλήγουν να διαβάζουν µόνον λίγα βιογραφικά, αυτά που δεν έχει απορρίψει ο ηλεκτρονικός υπολογιστής. Γι αυτό, κατά τη σύνταξη ενός βιογραφικού, θα πρέπει να επιλέγονται εκείνες οι λέξεις που περιγράφουν παραστατικότερα τα προσόντα του υποψήφιου και σχετίζονται µε τις απαιτήσεις της θέσης που επιθυµεί να καταλάβει. Παρ' όλο που δεν υπάρχει γενικό σχέδιο για το γράψιµο ενός βιογραφικού, υπάρχει κάποια συµφωνία πάνω στο τι πρέπει να περιλαµβάνεται σ' αυτό και τι πρέπει να εξαιρείται. Στο βιογραφικό, συνήθως περιλαµβάνονται οι ακόλουθες πληροφορίες: 1. Πληροφορίες επαφής: Το όνοµα, η διεύθυνση και οι αριθµοί τηλεφώνων που µπορούν να επικοινωνούν. 2. Αντικείµενα εργασίας: οσµένα σε µια πρόταση, επικεντρωµένη σε συγκεκριµένους τοµείς ειδικότητας, 3. Προϋπηρεσία: Εργασίες, µε ή χωρίς µισθό, ξεκινώντας από την πιο πρόσφατη. 4. Μόρφωση: Πτυχία, σχολεία και χρόνια απασχόλησης σε κάποιους τοµείς που σχετίζονται άµεσα µε την εργασία. 5. Στρατιωτική θητεία (για τους άντρες): Περιλαµβάνει αξιώµατα, υπηρεσίες και επιτεύξεις, ικανότητες και δυνατότητες. 6. Επαγγελµατική εµπειρία: Θέσεις, υπεύθυνα καθήκοντα, κατοχή αξιωµάτων. 7. Ανάµειξη στα κοινά: Σύλλογοι, οργανώσεις κ.λπ., µε ηµεροµηνίες. 8. Πρόσθετες γνώσεις: Ξένες γλώσσες. 9. Ενδιαφέροντα και δραστηριότητες; Μόνο αυτά που σχετίζονται µε το αντικείµενο σας. 10. Συστάσεις: Μόνο µια πρόταση που να λέει ότι οι συστάσεις είναι διαθέσιµες αν ζητηθούν. Στην παραπάνω λίστα δεν περιλαµβάνονται προσωπικές πληροφορίες, όπως το ύψος, βάρος, ηλικία, φύλο, γάµος, υγεία, φυλή, θρησκεία ή πολιτικούς δεσµούς, ούτε περιλαµβάνεται κάποια αναφορά στο µισθό. ( ήµου, 2003: 138-140). Συστατικές επιστολές. Υπάρχουν δύο είδη συστατικών επιστολών: αυτές που απλώς ε- παληθεύουν τα στοιχεία που έχει δώσει ο υποψήφιος και αυτές που σχολιάζουν - και κατά κανόνα υποστηρίζουν - την καταλληλότητα του υποψηφίου για τη θέση. Οι µετρήσεις δείχνουν ότι η εγκυρότητα των συστατικών επιστολών είναι µικρή (περίπου 15%). Γενικά, η χρήση συστατικών επιστολών φαίνεται να είναι αποτελεσµατική στον εντοπισµό των ακατάλληλων υποψηφίων αλλά όχι στην υπόδειξη των κατάλληλων. (Χατζηπαντελή, 1999: 59) Οι πληροφορίες, σε συνδυασµό µε τις συστάσεις, που προέρχονται από συστατικές επιστολές αξιόλογων προσώπων, βοηθούν τους οργανισµούς να έχουν µια πρώτη εκτίµηση του «προφίλ» του υποψηφίου και της καταλληλότητάς του για τη θέση που τον προορίζουν. Συνεπώς, είναι επόµενο, η αξία των πληροφοριών να εξαρτάται από την αντικειµενικότητα και από τον χαρακτήρα αυτού που τις παρέχει. ( ήµου, 2003: 140-141). Οι διαγωνισµοί. Οι διαγωνισµοί, είναι το σύνηθες µέσο επιλογής προσωπικού, κυρίως όταν αφορά αυτός στην πρόσληψη µεγάλου αριθµού προσώπων. Η µέθοδος του διαγωνισµού, όταν µάλιστα είναι αντικειµενικός, είναι ο ασφαλέστερος τρόπος απόκτησης ικανού προσωπικού, τουλάχιστον από άποψη γνώσεων. Βέβαια δεν πρέπει να παραβλέπεται το µειονέκτηµα αυτού του τρόπου να φέρει στην

16 πρώτη γραµµή επιτυχίας άτοµο που έχει µεν πολλές γραµµατικές γνώσεις ή µόρφωση, αλλά δεν διακρίνεται για το ζήλο, την επιµέλεια, την τάξη και πιθανώς, στερείται διοικητικών προσόντων. Ο διαγωνισµός δεν είναι σωστό να θεωρείται αλάνθαστο κριτήριο και µοναδικό µέσο εκτί- µησης των ικανοτήτων του υποψήφιου αλλά συµπληρωµατικός τρόπος συγκέντρωσης στοιχείων. Μια µορφή διαγωνισµού είναι και η εξέταση των γνώσεων, της εξυπνάδας και της ετοι- µότητας των διαγωνιζοµένων µε τα τεστ. Χρειάζεται όµως ιδιαίτερη εµπειρία για τη µορφή, το περιεχόµενο και την αξιολόγηση των αποτελεσµάτων τους. ( ήµου, 2003: 141). Οι αγγελίες. Οι αγγελίες είναι ένα συνηθισµένο µέσο που χρησιµοποιείται από τους οργανισµούς για την πρόσληψη προσωπικού. Συνήθως η µορφή αυτή χρησιµοποιείται για µαζικές προσλήψεις. ( ήµου, 2003: 141-142). Η ιατρική εξέταση. Η ιατρική εξέταση χρησιµοποιείται ως µέθοδος επιλογής προσωπικού, γιατί έχει µεγάλη σηµασία για τις διάφορες υπηρεσίες, η καλή υγεία και καλή φυσική κατάσταση των ατόµων που πρόκειται να προσληφθούν, ιδιαίτερα µάλιστα όταν σε µερικές θέσεις απαιτούνται ξεχωριστές σωµατικές ικανότητες (µεταφορείς, αποθηκάριοι, φύλακες κ.λπ.). ( ήµου, 2003: 142). είγµα εργασίας. Τα δείγµατα εργασίας αποτελούν µία από τις ασφαλέστερες µεθόδους επιλογής προσωπικού, µε βαθµό εγκυρότητας που υπερβαίνει το 50%. Αυτό που ελέγχεται εδώ είναι η ίδια η απόδοση στη δουλειά και όχι κάποιο στοιχείο που την "αντιπροσωπεύει" Ορισµένα από τα τεστ ικανότητας και καταλληλότητας (π.χ. η οδήγηση και η δακτυλογράφηση) µπορούν να θεωρηθούν ως δείγµατα εργασίας. (Χατζηπαντελή, 1999: 59-60) Η πρόσληψη µε δοκιµή. Η πρόσληψη µε δοκιµή επιτρέπει στην υπηρεσία, την επιχείρηση ή τον οργανισµό να εξετάσει τον προσληφθέντα υπάλληλο στην πράξη, να διαπιστώσει τις ικανότητες του και να βεβαιωθεί ότι ικανοποιεί, µε τα προσόντα του, τις απαιτήσεις της θέσης στην οποία τοποθετήθηκε. Στις περισσότερες Τράπεζες και στους µεγαλύτερους Οργανισµούς εφαρµόζεται η µέθοδος αυτή για χρονικό διάστηµα, συνήθως ενός ή δύο ετών γιατί οι µέθοδοι που προαναφέρθηκαν παρέχουν ενδείξεις µόνον για το τι µπορεί να αποδώσει ο υπάλληλος στη συγκεκριµένη θέση και όχι αποδείξεις. ( ήµου, 2003: 142). Αλλά και στο δηµόσιο ο υπάλληλος πριν τη µονιµοποίησή του διανύει θεωρητικά την πρώτη διετία ως δόκιµος υπάλληλος. Κέντρα επιλογής. Τα κέντρα επιλογής χρησιµοποιούν συνδυασµούς µεθόδων (συνεντεύξεις, τεστ, παίξιµο ρόλων κ.ά.) µε σκοπό να πλησιάσουν όσο περισσότερο γίνεται τις πραγµατικές συνθήκες εργασίας. (Χατζηπαντελή, 1999: 60) Ηθικά ζητήµατα της επιλογής προσωπικού. Κατά τη διαδικασία επιλογής προσωπικού αναφύονται ορισµένα ηθικά ζητήµατα, που σχετίζονται µε τον κίνδυνο της περιττής αδιακρισίας, καθώς και µε το ενδεχόµενο της χρησιµοποίησης µεθόδου η οποία οδηγεί σε διακρίσεις εις βάρος φύλων, φυλών ή µειονοτήτων. Μία άλλη συνιστώσα της ηθικής διάστασης αυτής της διαδικασίας είναι η εν γένει συµπεριφορά προς τους υποψήφιους. Οι υποψήφιοι θα πρέπει να αντιµετωπίζονται µε εντιµότητα, σεβασµό και ευγένεια. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει, για παράδειγµα, να τους παρέχονται ακριβείς πληροφορίες για την υπηρεσία που θα εργαστούν και, ακόµη, να ενηµερώνονται για την πορεία και τα αποτελέσµατα της αίτησης τους. Ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων, και χωρίς αυτό να σηµαίνει ότι δεν θα πρέπει να επιδιώκουµε να αποκτήσουµε πλήρη εικόνα, δεν θα πρέπει να τοποθετούµε τον υποψήφιο σε θέση απολογούµενου. (Χατζηπαντελή, 1999: 60)

17 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ 3.1. Έννοια, περιεχόµενο και στόχοι της εκπαίδευσης προσωπικού. Μετά την πρόσληψη του προσωπικού η εκπαίδευση χρησιµοποιείται για την επίλυση µίας µεγάλης ποικιλίας οργανωτικών προβληµάτων. Υπόσχεται να βελτιώσει την ατοµική και συλλογική απόδοση να αυξήσει την παραγωγικότητα- να βελτιώσει την ποιότητα του παραγόµενου έργου, να µειώσει τη σπατάλη, τις δαπάνες και τις καθυστερήσεις- να συµβάλει στη σωστή και πλήρη χρήση του εξοπλισµού- να αυξήσει το ζήλο και να ανυψώσει το ηθικό των υπαλλήλων- να µειώσει το κόστος της επίβλεψης- να προετοιµάσει τις αντικαταστάσεις και τις προαγωγές, να βοηθήσει την οργάνωση να αντιµετωπίσει τις αλλαγές του περιβάλλοντος- να διευκολύνει την εφαρµογή µεταρρυθµίσεων, νέων διαδικασιών ή νέας πολιτικής και, τέλος, να κάνει δυνατή την αλλαγή της οργανωτικής παιδείας. Τα οφέλη αυτά προκύπτουν χάρη στη µετάδοση γνώσεων, στην ανάπτυξη δεξιοτήτων και στην αλλαγή στάσεων που επιτυγχάνονται µέσω της εκπαίδευσης. (Χατζηπαντελή, 1999: 123) 3.2. ιάγνωση των εκπαιδευτικών αναγκών του προσωπικού. Το πρώτο βήµα για το σχεδιασµό ενός επιτυχούς εκπαιδευτικού προγράµµατος είναι η σωστή διάγνωση των εκπαιδευτικών αναγκών. Οι µέθοδοι που χρησιµοποιούνται συνήθως για την ανίχνευση των αναγκών σε εκπαίδευση και επιµόρφωση αντλούν στοιχεία από δύο βασικές πηγές: Τα σχέδια (στρατηγικά και επιχειρησιακά) της οργάνωσης: Η εισαγωγή ενός νέου αντικειµένου απασχόλησης, η επέκταση σε νέους τοµείς δράσης, η αντικατάσταση εξοπλισµού, κλπ, δηµιουργούν την ανάγκη στο προσωπικό για νέες γνώσεις και δεξιότητες. Σε συνδυασµό µε τα σχέδια που αφορούν στους ανθρώπινους πόρους (επικείµενες προαγωγές, αποχωρήσεις, προσλήψεις κλπ.) υποδεικνύουν τις ενέργειες που πρέπει να αναληφθούν στον τοµέα της εκπαίδευσης. Την περιγραφή της θέσης εργασίας. Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, η περιγραφή µίας θέσηες εργασίας περιλαµβάνει, µεταξύ άλλων, τα καθήκοντά της, τα αναµενόµενα επίπεδα ποιοτικής και ποσοτικής απόδοσης και τέλος, τα προσόντα, δηλαδή τις γνώσεις και δεξιότητες που πρέπει να διαθέτει ο κάτοχός της. Με βάση αφενός την περιγραφή αυτή και αφετέρου την εκτίµηση του βαθµού στον οποίο ο κάτοχος µιας θέσης πληροί τις απαιτήσεις της καταγράφονται οι συγκεκριµένες αποκλίσεις και αδυναµίες που χρειάζονται διόρθωση. Η ανάλυση αυτή µπορεί να γίνεται ειδικά για τους σκοπούς της εκπαίδευσης ή να αποτελεί τµήµα της ετήσιας αξιολόγησης του υπαλλήλου. Τη διάγνωση των αναγκών ακολουθεί η απόφαση για τον τρόπο κάλυψης. Έτσι, ανάλογα µε τη φύση και τον αριθµό των αναγκών, ενδέχεται να επιλεγούν λύσεις εξατοµικευµένες ή οµαδικές. Ακόµη, ανάλογα µε τις δυνατότητες της οργάνωσης µπορεί να επιλεγεί η ανάπτυξη ενδουπηρεσιακών προγραµµάτων, ή η προµήθεια υπηρεσιών εκπαίδευσης από την εξωτερική αγορά. (Χατζηπαντελή, 1999: 128) 3.3. Οργάνωση εκπαιδευτικών προγραµµάτων Ένα εκπαιδευτικό πρόγραµµα έχει σχεδιασθεί όταν έχουν καθοριστεί: οι µαθησιακοί στόχοι, δηλαδή οι ικανότητες που περιµένουµε να έχουν οι εκπαιδευόµενοι µετά το τέλος του

18 προγράµµατος. Η διατύπωση των µαθησιακών στόχων περιλαµβάνει απαραίτητα το επιθυµητό επίπεδο ποσοτικής και ποιοτικής απόδοσης, καθώς και τις συνθήκες υπό τις οποίες θα πρέπει να εµφανίζεται αυτή. (Παράδειγµα: Ο στόχος ενός προγράµµατος ειδίκευσης των εκπαιδευτικών στην Ειδική αγωγή θα µπορούσε να είναι: Να µπορεί ο εκπαιδευόµενος να αναγνωρίσει, µε πρόχειρα µέσα, τις εκδηλώσεις συµπεριφοράς, τις αδυναµίες και τις δυσκολίες που παρουσιάζει ένα παιδί προκειµένου να παρακολουθήσει µαθήµατα από κοινού µε τα άλλα παιδιά της τάξης του) Ακόµη η οργάνωση του εκπαιδευτικού προγράµµατος επιµόρφωσης του προσωπικού µιας υπηρεσίας ή ενός οργανισµού πρέπει να περιλαµβάνει τα θέµατα όπως τα παρακάτω: Το αναλυτικό πρόγραµµα, δηλαδή οι θεµατικές ενότητες και η διάρκεια τους. Οι µέθοδοι και τα µέσα διδασκαλίας. Οι εκπαιδευτές. Οι εκπαιδευόµενοι. Τα διδακτικά βοηθήµατα. Ο συντονιστής του προγράµµατος. Ο χώρος και ο χρόνος διεξαγωγής. Ο τρόπος αξιολόγησης. (Χατζηπαντελή, 1999: 128-129) 3.4. Αρχές, µέθοδοι και τεχνικές της Εκπαίδευσης Ενήλικων Για να είναι αποτελεσµατική η εκπαίδευση προσωπικού, και δεδοµένου ότι απευθύνεται σε ενηλίκους, θα πρέπει να λαµβάνει υπόψη κάποιες ιδιαίτερες αρχές: Η συµµετοχή σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες είναι εθελοντική. Ακόµη κι αν υπάρχει κάποια εξωτερική αιτία που πειθαναγκάζει τον ενήλικο να εκπαιδευτεί (π.χ. νέο αντικείµενο ενασχόλησης, ανανέωση εξοπλισµού κλπ), η απόφαση για την έναρξη της µαθησιακής διαδικασίας είναι δική του. Έτσι, ο καταναγκασµός και ο εκφοβισµός δεν µπορούν να λειτουργήσουν ως συνθήκες εκπαίδευσης. Ο αλληλοσεβασµός µεταξύ όλων όσων εµπλέκονται στην εκπαιδευτική διαδικασία αποτελεί αναγκαίο όρο για την επιτυχία της. Η συµπεριφορά που µειώνει την αξία κάποιου και συνιστά άσκηση ψυχολογικής βίας λειτουργεί ανασταλτικά ως προς τη µάθηση. Αυτό δεν σηµαίνει ότι η κριτική θα πρέπει να απουσιάζει από την εκπαίδευση, αλλά ότι θα πρέπει να κατευθύνεται από το σεβασµό προς την αξία του άλλου. Η εκπαιδευτική σχέση είναι σχέση συνεργασίας. Ο εκπαιδευτής και ο εκπαιδευόµενος είναι εταίροι σε ένα κοινό εγχείρηµα, στο οποίο οι ρόλοι µπορεί να αντιστρέφονται. Η συνεργασία απαιτείται σε κάθε στάδιο: κατά τη διάγνωση των αναγκών, τον ορισµό των µαθησιακών στόχων, το σχεδιασµό του αναλυτικού προγράµµατος και τον καθορισµό των κριτηρίων αξιολόγησης της εκπαίδευσης. Στην καρδιά της αποτελεσµατικής εκπαίδευσης βρίσκεται η πράξη. Ο εκπαιδευτής και ο εκπαιδευόµενος µετέχουν σε µία διαρκή διαδικασία, κατά την οποία η δράση εναλλάσσεται µε τη σκέψη, και κατά την οποία η µελέτη και αξιολόγηση της δράσης οδηγεί στον επαναπροσδιορισµό της. Η δράση, φυσικά, µπορεί να είναι µία γνωστική δραστηριότητα και όχι κατ ανάγκην πρακτική ενέργεια. Για παράδειγµα, η διερεύνηση και επανεξέταση της ιδεολογικής µας τοποθέτησης µπορεί κάλλιστα να αποτελεί "δράση". Σκοπός της εκπαίδευσης οφείλει να είναι η καλλιέργεια της αυτενέργειας. Μέσω της συµµετοχής σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες οι εκπαιδευόµενοι θα πρέπει να µαθαίνουν πώς να αναγνωρίζουν τις ελλείψεις τους και πώς να αυτοοδηγούνται προς την κάλυψη τους. Οι αρχές που προαναφέρθηκαν, σε συνδυασµό µε τα πορίσµατα της εµπειρίας, εξειδικεύονται στους παρακάτω όρους της αποτελεσµατικής εκπαίδευσης: α. Οι εργαζόµενοι πρέπει να αισθάνονται την ανάγκη να µάθουν. Πρέπει να έχουν εικόνα τόσο του επιπέδου των γνώσεων τους, όσο και του επιπέδου απόδοσης που αναµένεται από

19 αυτούς. β. Οι εκπαιδευόµενοι πρέπει να γνωρίζουν τους µαθησιακούς στόχους της εκπαίδευσης. γ. Οι εκπαιδευόµενοι χρειάζονται επαναπληροφόρηση. Ο εκπαιδευτής θα πρέπει να τους ενηµερώνει για το σηµείο στο οποίο βρίσκονται ως προς τους µαθησιακούς στόχους. δ. Η µάθηση είναι ενεργητική, όχι παθητική διαδικασία. Για το λόγο αυτό, οι σχέσεις α- νάµεσα στον εκπαιδευόµενο, τον εκπαιδευτή, τους συν-εκπαιδευόµενους και τη διδακτέα ύλη πρέπει να είναι αµφίδροµες. ε. Η επιλογή της κατάλληλης εκπαιδευτικής µεθόδου θα πρέπει να βασίζεται τόσο στην ανάγκη της ποικιλίας όσο και στις ειδικές απαιτήσεις του θέµατος και των εκπαιδευοµένων. στ. Η µάθηση προϋποθέτει χρόνο για την αφοµοίωση, τον έλεγχο και την αποδοχή των µεταδιδόµενων γνώσεων. Η συµπίεση µεγάλου αριθµού πληροφοριών και η έλλειψη πρακτικής άσκησης δεν ευνοούν την εξοικείωση µε το αντικείµενο της εκπαίδευσης. ζ. Οι εκπαιδευόµενοι χρειάζονται επιβεβαίωση, και µάλιστα άµεση, για τα σωστά βήµατα τους, Στα µακροχρόνια προγράµµατα εκπαίδευσης θα πρέπει να περιλαµβάνονται περίοδοι επανεξέτασης της πορείας τους, κατά τις οποίες θα επισηµαίνεται η πρόοδος των συµµετεχόντων. η. Υπάρχουν τέσσερα επίπεδα µάθησης: το πρώτο, και απλούστερο, επίπεδο απαιτεί άµεση ανταπόκριση των αισθήσεων και αποµνηµόνευση. Στο δεύτερο επίπεδο η µάθηση σηµαίνει την προσαρµογή της υπάρχουσας γνώσης σε ένα νέο έργο ή σε ένα νέο πλαίσιο. Στο επό- µενο επίπεδο η µάθηση απαιτεί πιο πολύπλοκες νοητικές διεργασίες, όπως είναι η αναγνώριση των αρχών και παραδοχών στις οποίες βασίζεται µία πράξη, ή η ένταξη µεµονωµένων ε- νεργειών σε µία ολοκληρωµένη εργασία. Τέλος, το ανώτερο επίπεδο µάθησης πραγµατεύεται ανθρώπινες και κοινωνικές αξίες και τρόπους συµπεριφοράς και προϋποθέτει την ικανότητα αξιολόγησης. (Χατζηπαντελή, 1999: 126-127) Η εκπαίδευση µπορεί να πραγµατοποιείται στη θέση εργασίας ή εκτός αυτής. Κατά τη διάρκεια ενός προγράµµατος εκπαίδευσης στη θέση εργασίας, ο υπάλληλος ασκείται στην εκτέλεση των καθηκόντων του και µαθαίνει να τα επιτελεί χάρη τόσο στην άσκηση, όσο και στις κατευθύνσεις και υποδείξεις του προϊσταµένου του - ή του υπαλλήλου που έχει ορισθεί για το σκοπό αυτό. Ανάλογα µε το χρόνο πραγµατοποίησης της η εκπαίδευση διακρίνεται σε εισαγωγική, προαγωγική. ή διαρκή. Η εισαγωγική εκπαίδευση, ή εκπαίδευση προσανατολισµού, αποσκοπεί στη διευκόλυνση της ένταξης του νεοεισερχόµενου στην οργάνωση. Συνήθως αποτελείται από δυο ενότητες: α) γνωριµία µε την οργάνωση (δοµή, στελέχωση, δραστηριότητες, αρχές και στόχοι) και β) βασικές γνώσεις και δεξιότητες που απαιτούνται για τη συγκεκριµένη θέση εργασίας. Η εισαγωγική εκπαίδευση βοηθά τον νέο υπάλληλο αφενός να αποκτήσει τα αναγκαία εφόδια για την άσκηση του έργου του και αφετέρου να µάθει τι αναµένεται από αυτόν ως προς την απόδοση και την εν γένει συµπεριφορά. Αποτελεί συνέχεια της διαδικασίας επιλογής, κατά την οποία γίνεται η διάγνωση της καταλληλότητας ενός ατόµου για µια συγκεκριµένη θέση και εντοπίζονται τα ελλείµµατα γνώσεων και δεξιοτήτων. Η προαγωγική εκπαίδευση προετοιµάζει τον εργαζόµενο για µία θέση υψηλότερης ευθύνης. Η προαγωγή σηµαίνει, συχνά, τη µετάβαση σε θέση προϊσταµένου άλλων υπαλλήλων. Στην περίπτωση αυτή η προαγωγική εκπαίδευση συνίσταται, κατά το µεγαλύτερο µέρος της στην επιµόρφωση σε θέµατα διοίκησης ανθρώπινου δυναµικού. Τέλος, ως διαρκής εκπαίδευση θα µπορούσε να χαρακτηρισθεί κάθε εκπαιδευτική δραστηριότητα που λαµβάνει χώρα κατά τη διάρκεια της σταδιοδροµίας του υπαλλήλου. Η δραστηριότητα αυτή µπορεί να έχει χαρακτήρα θεραπευτικό, δηλαδή να στοχεύει στην

20 κάλυψη κενών και στην άρση αδυναµιών, ή αναπτυξιακό, δηλαδή να αποσκοπεί στην περαιτέρω βελτίωση του εκπαιδευόµενου. Μέθοδοι εκπαίδευσης. Οι µέθοδοι εκπαίδευσης που χρησιµοποιούνται κυρίως είναι: 1. Η διάλεξη. Συνίσταται στην προφορική παρουσίαση γνώσεων και πληροφοριών από τον εισηγητή προς ένα-σιωπηλό-ακροατήριο. Αποτελεί την ευρύτερα χρησιµοποιούµενη µέθοδο διδασκαλίας, κυρίως διότι έχει το πλεονέκτηµα της µετάδοσης µεγάλου αριθµού πληροφοριών σε µικρό χρόνο, όπως και του χα- µηλού κόστους. Η αποτελεσµατικότητα της. όµως αµφισβητείται, λόγω της έλλειψης ενεργού συµµετοχής από την πλευρά των εκπαιδευοµένων. 2. Το σεµινάριο. Εδώ ο ρόλος του εισηγητή είναι να επιµερίσει το θέµα της εκπαίδευσης σε ενότητες, να τις κατανείµει στους εκπαιδευόµενους, οι οποίοι θα αναλάβουν την προετοι- µασία τους, και να κατευθύνει την παρουσίαση τους και τη συζήτηση πάνω σ' αυτές. Απαιτεί χρόνο και προσπάθεια τόσο από τον εισηγητή όσο και από τους εκπαιδευόµενους, αλλά, χάρη στην αυτενέργεια που απαιτεί από τους συµµετέχοντες, αποδεικνύεται κατά κανόνα αποτελεσµατική µέθοδος µάθησης. 3. Η µελέτη περιπτώσεων. Οι εκπαιδευόµενοι, χωρισµένοι συνήθως σε οµάδες εργασίας, αναλαµβάνουν να διερευνήσουν ένα πρακτικό πρόβληµα και να παρουσιάσουν µία τεκ- µηριωµένη λύση. Κατά τη διαδικασία αυτή µαθαίνουν να συλλέγουν και να αξιολογούν στοιχεία, αναπτύσσοντας τις αναλυτικές και κριτικές τους ικανότητες. Προϋπόθεση για την επιτυχία της άσκησης είναι η σωστή επιλογή της από τον εισηγητή. 4. Η επίδειξη. Χρησιµοποιείται συνήθως για την εκµάθηση µίας τεχνικής ή του τρόπου λειτουργίας µιας µηχανής, για την παρουσίαση ενός προϊόντος και, γενικά, σε περιπτώσεις στις οποίες ο προφορικός λόγος αδυνατεί να µεταφέρει την πλήρη εικόνα. Συχνά είναι δαπανηρή, αλλά είναι αποτελεσµατική γιατί αξιοποιεί την όραση, την κύρια οδό µάθησης. 5. Το παίξιµο ρόλων. Οι εκπαιδευόµενοι υποδύονται ρόλους σχετικούς µε τα καθήκοντα τους και ωθούνται αφενός να αφοµοιώσουν κάποιες χρήσιµες πληροφορίες και αφετέρου να υιοθετήσουν την κατάλληλη συµπεριφορά. Πρόκειται για µέθοδο που κατορθώνει να εξοικειώσει τους εργαζόµενους µε τις απαιτήσεις της θέσης τους. Ακόµη, µε τη µέθοδο αυτή µπορεί να επιτευχθεί η αλλαγή στάσης του εργαζόµενου-ένα κατά κανόνα δύσκολο ζητούµενο. Απαιτείται, όµως, αυστηρή πειθαρχία από τους εκπαιδευόµενους και ικανή καθοδήγηση από την πλευρά του εισηγητή. 6. Άλλες µέθοδοι. Άλλες µέθοδοι που χρησιµοποιούνται στην εκπαίδευση είναι η συζήτηση, ο καταιγισµός ιδεών, η προσοµοίωση, οι οµάδες εργασίας κ.ά. Μέσα διδασκαλίας. Ως τεχνικά βοηθήµατα της εκπαίδευσης, αλλά και ως βάση της µεθόδου διδασκαλίας, χρησιµοποιούνται, όλο και πιο συχνά, οι βιντεοταινίες, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, τα πολυµέσα κ.ά. Ειδική µνεία θα πρέπει να γίνει στη µάθηση από απόσταση η οποία αξιοποιεί τα µέσα αυτά, όπως επίσης βιβλία, τετράδια ασκήσεων και άλλα µέσα διδασκαλίας, για να αποφύγει τη µετακίνηση του εκπαιδευοµένου προς κάποιο εκπαιδευτικό κέντρο. Η µέθοδος αυτή, λόγω του χαµηλού, σχετικά, κόστους της και της ευελιξίας που προσφέρει ως προς τη διαχείριση του χρόνου του εκπαιδευοµένου, γίνεται όλο και πιο δηµοφιλής και παρουσιάζεται ως η µέθοδος του µέλλοντος. Εγείρει, όµως, δύο αντιρρήσεις: η πρώτη αφορά στην αποτελεσµατικότητα της, δεδοµένου ότι αφενός η µέθοδος αυτή στερεί από τον εκπαιδευόµενο το ευεργέτηµα της άµεσης παρουσίας του εκπαιδευτή και αφετέρου η έρευνα έχει δείξει ότι οι άνθρωποι µαθαίνουν πιο εύκολα και πιο µόνιµα όταν είναι σε οµάδες. Η δεύτερη κάνει λόγο για τις κοινωνικές ανάγκες των εκπαιδευοµένων και για τους κινδύνους της αποµόνωσης. (Χατζηπαντελή, 1999: 123-126)