Περιοδικό Φιλοσοφεῖν

Σχετικά έγγραφα
1)Στην αρχαιότητα δεν υπήρχε διάκριση των κοινωνικών επιστημών από τη φιλοσοφία. Σ Λ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

<5,0 5,0 6,9 7 7,9 8 8,9 9-10

Σκοποί της παιδαγωγικής διαδικασίας

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ. 1.Στόχοι της εργασίας. 2. Λέξεις-κλειδιά ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΟ42

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

«Τα Βήματα του Εστερναχ»

Περιοδικό Φιλοσοφεῖν

Διαφωτισμός και Επανάσταση. 3 ο μάθημα

Περί της έννοιας της άρνησης στη διαλεκτική*

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Χ Ρ Η Σ Η Γ Λ Ω Σ Σ Α Σ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ

παράγραφος Εκταση Περιεχόμενο Δομή Εξωτερικά στοιχεία 8-10 σειρές Ολοκληρωμένο νόημα Οργανωμένη και λογική Εμφανή και ευδιάκριτα

Σημειώσεις Κοινωνιολογίας Κεφάλαιο 1 1

Οδηγός. Σχολιασμού. Διπλωματικής Εργασίας

Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ι

Η οικολογική ηθική ως μέρος της απελευθερωτικής ηθικής και το ζήτημα της θεμελίωσης. Η συμβολή ορισμένων Ελλήνων: Καστοριάδης, Τερζάκης, Φωτόπουλος.

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Ηέκδοση, για πρώτη φορά στα ελληνικά, του έργου του

1.1 Άνθρωπος: κοινωνικό,

Ηγεσία και Διοικηση. Αποτελεσματική Ηγεσία στο Χώρο της Εργασίας

Διάταξη Θεματικής Ενότητας PYS623 / Νομικά και Ηθικά Θέματα στην Υγεία

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΑΡΤΙΟΥ ΜΑΐΟΥ ΔΕ ΤΡΙ ΤΕ 3-6 ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΝΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΒΙΩΜΑΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ Π.ΛΕΣΧΗ ΙΠΠ. 15 (ΒΙΝΤΕΟΣΚΟΠΗΣΗ)

στις οποίες διαμορφώθηκαν οι ιστορικοί και οι πολιτισμικοί όροι για τη δημοκρατική ισότητα: στη δυτική αντίληψη της ανθρώπινης οντότητας, το παιδί

Πολυπολιτισμικότητα και Εκπαίδευση

125 Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας Παντείου

Θέση της Φυσικής Αγωγής στο ισχύον εκπαιδευτικό σύστημα

Γιάννης Πλάγγεσης ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ENA, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών Ζαλοκώστα 8, 2ος όροφος T enainstitute.org

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

Το Συνταγματικό Δίκαιο και το Σύνταγμα. 1. Το Σύνταγμα ως αντικείμενο των πολιτειακών επιστημών

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ενότητα 3: Δισσοί Λόγοι. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο

Θέμα: Η εξάπλωση του σχολείου - Η γένεση του κοινωνικού ανθρώπου.

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Κομμουνισμός και Φιλοσοφία. Η θεωρητική περιπέτεια του Λουί Αλτουσέρ Παναγιώτης Σωτήρης

Ορισμοί Εννοιών Ελευθερία-Βία-Ολοκληρωτισμός Φαυλοκρατία Δημοκρατία-Ευθύνη

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΑΡΗΣ ΑΣΛΑΝΙΔΗΣ Φυσικός, M.Ed. Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας

Ιδιότητες και Τεχνικές Σύνταξης Επιστημονικού Κειμένου

Ενότητα 1: Εισαγωγή στην έννοια και την ύλη της Εφαρμοσμένης Ηθικής

Πολιτική Φιλοσοφία: Ο ρόλος της Διοίκησης στο σύγχρονο Κράτος

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.)

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

2η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22. ΘΕΜΑ: Οι βασικοί σταθµοί του νεώτερου Εµπειρισµού από τον Locke µέχρι και τον Hume. ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Κωνσταντίνα Αρβανίτη Άννα-Μαρία Γώγουλου Πάνος Τσιώλης

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΓΕΝΙΚΑ ΟΡΙΣΜΟΣ

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΕΡΓΟΥ. «Δίκτυο συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών για θέματα διαθρησκευτικού διαλόγου και άσκησης θρησκευτικών πρακτικών»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Έστω λοιπόν ότι το αντικείμενο ενδιαφέροντος είναι. Ας δούμε τι συνεπάγεται το κάθε. πριν από λίγο

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ

Μάθημα: ΚΟΙΝ107 Κλασική Κοινωνιολογική Θεωρία. Σωτήρης Χτούρης, Καθηγητής

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΒΑΘΜΟΛΟΓΗΣΗΣ ΓΡΑΠΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

GEORGE BERKELEY ( )

Αγροτική Κοινωνιολογία

Ίσως/ Παρατηρήσεις/σχόλια Ακαδημαϊκού λόγου. Υπάρ χουν αμφιβολί ες

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Αντώνης Βάος: Ζητήματα διδακτικής των εικαστικών τεχνών

Παρουσίαση Βιβλίου. Δημήτρης Γερμανός Τμήμα Επιστήμων Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΟ 17 ο ΚΑΙ 18 ο ΑΙΩΝΑ

hp?f=176&t=5198&start=10#p69404

ΜΜΕ & Ρατσισμός. Δοκιμασία Αξιολόγησης Β Λυκείου

2. Οικονομική Επιστήμη και Οικονομία της Αγοράς (Καπιταλισμός)

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 4: Ιατρική ηθική. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

Ο Φιλελευθερισμός του Καρλ Πόππερ. Όμιλος Ανοιχτή Κοινωνία & Ινστιτούτο Διπλωματίας και Διεθνών Εξελίξεων 23 Οκτωβρίου 2014

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Η εποχή του Διαφωτισμού

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΡΟΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΨΟΥΜΕ ΜΙΑ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ. Γιάννης Ι. Πασσάς, MEd ΤΟΜΕΑΣ ΝΕΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ

Διοίκηση Ανθρώπινων Πόρων Ενότητα 5: Επιστημονικές βάσεις διοίκησης του ανθρωπίνου δυναμικού

Ομιλία της υπουργού Εξωτερικών, κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη, στην παρουσίαση του βιβλίου

ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΦΡΑΓΚΟΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ενότητα 9: Η σχέση μεταξύ νόμου και ελευθερίας. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

Ανάλυση Πολιτικού Λόγου

Προχωρημένα Θέματα Διδακτικής της Φυσικής

Διάταξη Θεματικής Ενότητας PYS611 / Πολιτική Υγείας και Πολιτική

Δεοντολογία Επαγγέλματος Ηθική και Υπολογιστές

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Απαντήσεις Θεμάτων Πανελληνίων Εξετάσεων Εσπερινών Επαγγελματικών Λυκείων (ΟΜΑΔΑ Α )

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

Ανάλυση Πολιτικού Λόγου

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Transcript:

Ηλίας Βαβούρας, Υπ. Διδάκτωρ Φιλοσοφίας Α.Π.Θ. Κριτική στο βιβλίο: Γιάννη Πλάγγεση, Νεότερη πολιτική και κοινωνική φιλοσοφία: Από τον Machiavelli στον Marx University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 460. Ο Γιάννης Πλάγγεσης για περισσότερο από 25 χρόνια διδάσκει ιστορία της νεότερης πολιτικής φιλοσοφίας και μεθοδολογία της ιστορίας της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Το νέο του έργο, Νεότερη πολιτική και κοινωνική φιλοσοφία: Από τον Machiavelli στον Marx, είναι ακριβώς το απαύγασμα όλων αυτών των χρόνων έρευνας και διδασκαλίας. Το εν λόγω έργο του έρχεται να καλύψει ουσιαστικά ένα κενό στην ελληνόγλωσση βιβλιογραφία για την ιστορία της νεότερης πολιτικής σκέψης, δεδομένου ότι σπανίζουν έργα που πληρούν ταυτόχρονα μια σειρά προϋποθέσεων, όπως η απλή και κατανοητή γλώσσα, η σαφήνεια στη διατύπωση, η βαθειά επιστημονική γνώση των φιλοσόφων και αντίληψη των έργων τους, η από κοντά ανάγνωση και ανάλυση των κλασικών κειμένων πολιτικής θεωρίας, με τα οποία μας κληροδότησε ο νεότερος πολιτικός στοχασμός. Με άλλα λόγια, ο συγγραφέας προσφέρει μια ολοκληρωμένη ανάγνωση των πολιτικών στοχαστών, από το Machiavelli ως τον Marx, όπου καθένας μπορεί να βρει εκτεταμένες αναλύσεις και διαλεκτικές αποφάνσεις και προσεγγίσεις για μια σειρά από βαρύνοντα ζητήματα της πολιτικής φιλοσοφίας, όπως η θεωρία της δημοκρατίας, η έννοια της κυριαρχίας, το 137

αίτημα για ισότητα και ελευθερία, όπως αυτά αναλύονται από τους ίδιους τους πολιτικούς φιλοσόφους. Το έργο χωρίζεται σε 10 κεφάλαια, από τα οποία τα δύο πρώτα αποτελούν μια εκτενή εισαγωγή, όπου και τίθενται κρίσιμα ερωτήματα αναφορικά με το περιεχόμενο, το αντικείμενο και την ιστορία της πολιτικής φιλοσοφίας σαν επιμέρους και ανεξάρτητο επιστημονικό πεδίο έρευνας και ενασχόλησης. Για το συγγραφέα ένα τέτοιο ερώτημα δεν μπορεί παρά να συνδέεται με εκείνο της μεθόδου βάσει της οποίας μπορούμε να «κάνουμε» ή να μελετήσουμε πολιτική φιλοσοφία. Το ζήτημα της μεθόδου λοιπόν γίνεται βασικός άξονας μελέτης, παραπέμποντας χαρακτηριστικά σε κλασικές ιστορίες της πολιτικής φιλοσοφίας, όπως των John Plamenatz, Sheldon S. Wolin και Iain Hampsher-Monk. Με τον τρόπο αυτό, τα φιλοσοφικά συστήματα του παρελθόντος δεν καταντούν «μουσείο», όπου καθένας μπορεί να μπαίνει και να θαυμάζει τις πολιτικές ιδέες σαν ένα είδος εκθέματος, αλλά, κατά τη διατύπωση του ίδιου του συγγραφέα, καθίστανται η ουσιαστική και γόνιμη διαδικασία ανασύνθεσης του πολιτικού στοχασμού του παρελθόντος στο παρόν, μέσω της ένταξης των πολιτικών φιλοσόφων στην εποχή τους ή, όπως θα λέγαμε, στο κοινωνικό, πολιτικό και ιστορικό τους πλαίσιο. Καθένα από τα επόμενα 8 κεφάλαια αφιερώνεται στην ανάλυση ισάριθμων πολιτικών στοχαστών των νεότερων χρόνων, δηλαδή στους Machiavelli, Hobbes, Locke, Montesquieu, Rousseau, J.S. Mill, Hegel και Marx. Η κατάταξη του προσώπου του Machiavelli στους νεότερους χρόνους αφενός και η εξέταση του πολιτικού του στοχασμού στο πλαίσιο μιας ιστορίας της νεότερης πολιτικής φιλοσοφίας αφετέρου αποτελούν από μόνα τους δύο ικανοποιητικούς λόγους για να χαρακτηρίσουμε το έργο αρκούντως ριζοσπαστικό και θεωρητικά καινοτόμο, ακολουθώντας μάλιστα τη σύγχρονη βιβλιογραφική και επιστημονική τάση, που σκοπεύει στην αποκατάσταση της σκέψης του Φλωρεντίνου στοχαστή, δίνοντας έμφαση στις υλικές προϋποθέσεις της σκέψης του, εκείνες δηλαδή που τον ανακηρύσσουν εισηγητή του νεότερου πολιτικού και κοινωνικού στοχασμού. Η παράθεση και ανάλυση του στοχασμού του Machiavelli, όπως συλλαμβάνονται από τον συγγραφέα, ικανοποιούν και ένα επιπλέον αίτημα, εκείνο της αξίας και σημασίας της ανάλυσης της ιστορίας στην ανάπτυξη του πολιτικού στοχασμού, δεδομένου ότι ο ίδιος ο Machiavelli αντιλαμβάνεται πρώτος τη «χρήση της ιστορίας και την αξία της ιστοριογραφίας» στην ερμηνεία των κοινωνικών δομών και αλληλεπιδράσεων, καθώς 138

και της ανθρώπινης φύσης που θεωρείται μακιαβελικά υπό μία σαφώς θουκυδίδεια οπτική (Θουκ. Γ.82.2.3: ἕως ἂν ἡ αὐτὴ φύσις ἀνθρώπων ᾖ). Στην ανάλυση του έργου κεντρική σημασία κατέχουν το ζήτημα της εξουσίας και της θεωρίας της δημοκρατίας, όπως αυτά διαμορφώνονται στην αυγή των νεότερων χρόνων με την ανάδυση νέων παραγωγικών δυνάμεων και των μεταξύ τους σχέσεων. Η ιστορία και η πολιτική συνυφαίνονται σε μια ιδιότυπη διαλεκτική σχέση που σαν τελικό αποτέλεσμα έχουν την ξεκάθαρη ανάδειξη του κράτους σε μοναδικό φορέα άσκησης της πολιτικής εξουσίας και την προϋποτιθέμενη αποκήρυξη της εκκλησίας σε κανονιστικό παράγοντα. Ο συγγραφέας με τον τρόπο αυτό βρίσκεται στη γραμμή όλων των ριζοσπαστών μελετητών του Machiavelli, από τον Gramsci, τον Berlin, τον Gruppi και τον Femia ως τον Κονδύλη και τον Νούτσο. Αν με τον Machiavelli έχουμε το πρώιμο πέρασμα στους νεότερους χρόνους, με τον Hobbes περνάμε σε μια νέα εποχή για ολόκληρο τον πολιτικό στοχασμό (το πέρασμα από το Μεσαίωνα στη νεοτερικότητα), όπως διαμορφώνεται από την ανάδυση νέων μέσων παραγωγής και νέων σχέσεων μεταξύ των παραγωγικών δυνάμεων. Η ανάλυση της πολιτικής φιλοσοφίας του Thomas Hobbes είναι και ορθά για τον Πλάγγεση η ανάλυση της ιστορίας της Αγγλίας κατά τον 17ο αιώνα και της ανάδυσης της ανερχόμενης τότε αστικής τάξης προς αντικατάσταση των μεσαιωνικών-φεουδαρχικών οίκων. Ο Hobbes καλύπτει όλη την κρίσιμη αύτη περίοδο, «τον αιώνα της μετάβασης από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό, τον αιώνα των θρησκευτικών πολέμων, τον αιώνα της αγγλικής επανάστασης, αλλά και τον αιώνα του Galileo και του Descartes». Σωστά συνδέεται η νέα επιστημονική μέθοδος με την ανάγκη ανάδυσης μιας νέας μεθόδου εξέτασης και θεμελίωσης της πολιτικής, σαν ιδιαίτερος επιστημονικός κλάδος, που θα δίνει έμφαση στην πρακτικότητα της γνώσης και την αμεσότητα στην εφαρμογή και όχι στον στείρο, αριστοτελικό σχολαστικισμό, τάση που ίδιος ο Hobbes εγκαινίασε στο Λεβιάθαν. Η περίπτωση του John Locke έχει ιδιαίτερη σημασία, δεδομένου ότι οι απόψεις του για την πολιτική και τη θρησκεία έχουν αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης κορυφαίων στοχαστών στην ιστορία της δυτικής σκέψης. Το εν λόγω κεφάλαιο αποδεικνύει τη βαθιά γνώση του στοχασμού του Locke, ενώ η ριζοσπαστική ανάγνωση που επιχειρείται, ακολουθεί από κοντά και παράλληλα εκείνη του C.B. Macpherson για τις προϋποθέσεις, κοινωνικές και οικονομικές, της πολιτικής σκέψης του φιλοσόφου. 139

Τα ζητήματα που θεματοποιεί ο συγγραφέας είναι εκείνα που κατατάσσουν τον Locke στην κορυφή της πολιτικής σκέψης της εποχής του, δηλαδή α) η αμφισβήτηση του παραδοσιακού τρόπου σκέψης και συγκεκριμένα του επιχειρήματος για τη θεμελίωση της πολιτικής εξουσίας σε κάποιο υπερβατολογικόθεϊκό στοιχείο, β) η θέση ότι ο Locke επιχειρεί να εκφράσει τα πλέον προωθημένα αιτήματα της ανερχόμενης τότε αστικής τάξης και γ) σε ένα γνωσιοθεωρητικό επίπεδο, ότι οι επιστημονικές μέθοδοι μπορούσαν να επεκταθούν πέρα από τα φαινόμενα της φύσης, στην κατανόηση των ανθρώπινων σχέσεων και σαφώς της πολιτικής εξουσίας. Πέρα από τα ζητήματα αυτά που, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, εμφανίζονται σε ποικίλες άλλες αναλύσεις μελετητών του Locke, θεωρούμε ότι η ανάλυση του παρόντος βιβλίου καινοτομεί, εξαιτίας του βάρους που ρίχνει στο κοινωνικό και οικονομικό στοιχείο της σκέψης του φιλοσόφου. Συγκεκριμένα, το ζήτημα της ατομικής ιδιοκτησίας θεμελιώνει, όχι μόνο το επιχείρημα για μια απεριόριστη ιδιοποίηση αλλοτριώσιμων φυσικών πόρων, αλλά και ένα νέο μοντέλο ηθικής πράξης, βάσει του οποίου ηθικός θεωρείται εκείνος που λειτουργεί με τους κανόνες της κοινωνίας της ανταγωνιστικής αγοράς. Επιπλέον τίθεται εκ νέου η προβληματική της ανεξιθρησκίας (για μια περισσότερο επισταμένη ανάλυση βλ. Πλάγγεσης Γ., John Locke, Επιστολή για την Ανεξιθρησκία, Ζήτρος 1998, στην Εισαγωγή του έργου) με την οποία ο Locke θέτει το ζήτημα της θρησκευτικής ελευθερίας και γενικότερα το ζήτημα της ελευθερίας της συνείδησης. Στρέφεται, έτσι, κατά του θρησκευτικού φανατισμού και του εξωλογικού δογματισμού και υπερασπίζεται το αίτημα μιας ανεκτικής κοινωνίας θέτοντας ως απαραίτητη προϋπόθεση τη διάκριση της κοσμικής από τη θρησκευτική σφαίρα, το χωρισμό της εκκλησίας από το κράτος. Μέσα από την μελέτη της οικονομικής σκέψης του Locke επιχειρείται η εξέταση των απόψεων του φιλοσόφου για την κοινωνική ανισότητα και εν γένει το κοινωνικό ζήτημα. Το όλο ζήτημα ή απόρημα έχει να κάνει με το πώς ο φιλόσοφος, υιοθετώντας όλη την προηγούμενη φιλοσοφική παράδοση του φυσικού δικαίου, της φυσικής κατάστασης και του κοινωνικού συμβολαίου, επιδιώκει τελικά να δικαιολογήσει την άνιση κατανομή του κοινωνικά παραγόμενου πλούτου και ως εκ τούτου την ταξικά διαρθρωμένη αγγλική κοινωνία του 17ου αιώνα. Στο ίδιο πλαίσιο της κοινωνικής ιστορίας και κριτικής που αναλαμβάνεται και εγχειρείται στην πολιτική σκέψη του Locke, δεν πρέπει να μας διαφύγει το βάρος που ρίχνεται στο ζήτημα της ηθικής και του χαρακτηριστικά καπιταλιστικού 140

περιεχομένου της. Από αυτή την άποψη, η ηθική ταυτίζεται με την εργασία και τον πολλαπλασιασμό του πλούτου και της ατομικής ιδιοκτησίας, ενώ η πενία και η εξαθλίωση συνδέονται με την ανηθικότητα, την αεργία και την οκνηρία. Στο ίδιο πνεύμα κινούνται και οι απόψεις του φιλοσόφου για την αντιμετώπιση του φαινομένου της φτώχειας, και γενικά του κοινωνικού ζητήματος, οι αιτίες του οποίου αναζητούνται και αποδίδονται αποκλειστικά στην ηθική διαφθορά των μελών των κατώτερων τάξεων. Η προβληματική τελικά, που προκύπτει από την προσέγγιση και ερμηνεία της πολιτικής φιλοσοφίας του Locke, αποτυπώνεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στη σύντομη, αλλά επιτυχημένη ανασύνθεση της διαμάχης, κυρίως, μεταξύ C.B. Macpherson και James Tully, αναφορικά με το ζήτημα της ιδιοκτησίας. Με τον τρόπο αυτό, ο αναγνώστης του έργου μπορεί να έρθει σε μια σύντομη επαφή με μια από τις πιο διάσημες διαμάχες στο χώρο της μελέτης της νεότερης πολιτικής φιλοσοφίας, γεγονός, που σε κάθε άλλη περίπτωση, θα προϋπέθετε τη γνώση μιας τεράστιας, δευτερεύουσας βιβλιογραφίας, που ευτυχώς για μας, έχει διατρέξει στις λεπτομέρειές της ο συγγραφέας του έργου. Το έκτο κεφάλαιο του συγγράμματος εισχωρεί στην πολιτική σκέψη του Montesquieu. Αφόρμηση της ανάλυσης καθίσταται το έργο σταθμός του Montesquieu στην ιστορία της ευρωπαϊκής πολιτικής φιλοσοφίας, Το Πνεύμα των Νόμων. Η εξέταση των πολιτειακών διαφοροποιήσεων και των ειδοποιών τους χαρακτηριστικών, διαμέσου της επισκόπησης κομβικών ερμηνευτικών παρεμβάσεων από τους Plamenatz, Hegel, Althusser και Berlin, οδηγούν την έρευνα σε μια προοπτική κοινωνιολογικής προσέγγισης του πολιτικού φαινομένου. Ακολούθως, το κεφάλαιο για την πολιτική φιλοσοφία του Rousseau αποδεικνύει με πειστικό τρόπο, πώς ένα σύγχρονο εγχείρημα πολιτικής φιλοσοφίας και κριτικής (όπως το παρόν πόνημα) μπορεί να ανασυνθέσει με επιτυχία έναν πολιτικό στοχασμό, που, αν μη τι άλλο, έχει προκαλέσει σοβαρές διαφωνίες και αντικρουόμενες ερμηνείες μεταξύ των μελετητών του. Ακολουθώντας ο συγγραφέας με επιστημονική συνέπεια, που ίδιόν της είναι η ορθολογική και αντικειμενική κριτική, τη ριζοσπαστική γραμμή ορισμένων μελετητών του Rousseau δέχεται το επιχείρημα περί εσωτερικής/οργανικής συνοχής όλου του φιλοσοφικού έργου του Rousseau, κάτι που του επιτρέπει να διακρίνει τον ξεκάθαρα διαλεκτικό χαρακτήρα του. Αποτέλεσμα αυτής της αποδοχής είναι να συνδέονται με την ανάλυση της πολιτικής θεωρίας του Rousseau, η κοινωνική ανισότητα, οι εξουσιαστικοί κρατικοί 141

μηχανισμοί, η ταξική κοινωνία και η ατομική ιδιοκτησία. Με τον τρόπο αυτό, κατατάσσεται ο φιλόσοφος στην πτέρυγα των στοχαστών, που κατά την εύστοχη διατύπωση του Marc Plattner, άσκησαν για πρώτη φορά κριτική στην αστική κοινωνία από τα Αριστερά. Κεντρική θέση στην αναλυτική επέλαση του συγγραφέα κατέχει η έννοια της γενικής βούλησης και μέσω αυτής η θεωρία της κυριαρχίας. Στην εν λόγω προβληματική ο συγγραφέας ορθά συνδυάζει τη μελέτη των κλασικών πολιτικών κειμένων του φιλοσόφου με τα κείμενα οικονομίας και κοινωνικής κριτικής. Αποτέλεσμα είναι η επίτευξη μιας ριζοσπαστικής αποτίμησης του πολιτικού φαινομένου, με αναφορές στο επιχείρημα της δυνατότητας μιας λαϊκής μορφής άσκησης της κυριαρχίας με διαχρονική επικαιρότητα. Από τη διεισδυτική εμβάθυνση του Πλάγγεση, στο πλαίσιο συγγραφής μιας ιστορίας της νεότερης πολιτικής σκέψης, δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι αναφορές στην κριτική που έχει ασκηθεί στον Rousseau για ολοκληρωτισμό, όπως απαντάται, κατά κύριο λόγο, στο έργο του J.L. Talmon, αλλά και η ανατρεπτική προσέγγιση του ιταλού, μαρξιστή φιλοσόφου Galvano della Volpe, που τοποθετεί τον Rousseau στη σοσιαλιστική γραμμή του νεότερου πολιτικού στοχασμού μαζί με τους Marx και Engels. Τέλος, γίνεται αναφορά στην ενδιαφέρουσα, αλλά αρνητική, ανάγνωση του Rousseau από τον Louis Althusser, και στο πρόβλημα που ο τελευταίος θέτει αναφορικά με το πώς μπορεί να είναι ταυτόχρονα δυνατή η επιδίωξη του ατομικού και του γενικού συμφέροντος. Στο ζήτημα αυτό ο συγγραφέας δίνει απάντηση, παραπέμποντας στις αναλύσεις του Marx για την παρισινή Κομμούνα, όπως τις βρίσκουμε στο έργο του Ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Γαλλία, αλλά και στις διαβεβαιώσεις του ίδιου του Rousseau για την ανάγκη μιας βαθιά πολιτικής μόρφωσης με σαφείς προεκτάσεις προς την ανάδυση μιας καθ όλα αφατρίαστης, αταξικής κοινωνίας, προϋπόθεση αδιαπραγμάτευτη για την αποκατάσταση της ελευθερίας και της ισότητας μεταξύ των ανθρώπων. Με τον Mill περνάμε στη σύγχρονη πολιτική σκέψη, εφόσον έχουμε να κάνουμε με έναν από τους πλέον σημαντικούς φιλοσόφους του 19ου αιώνα. Η ανάλυση περνάει από όλα τα μεγάλα ζητήματα που αναδεικνύουν το Mill σε ηγετική μορφή του νεότερου πολιτικού φιλελευθερισμού, δηλαδή από το ωφελιμιστικό ιδεώδες, την έννοια της ελευθερίας και τέλος από το αίτημα μιας δημοκρατικής, αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης. 142

Η ανάλυση του έργου, μπορούμε να πούμε ότι εγκαινιάζει και οριοθετεί νέους στοχαστικούς και ερμηνευτικούς ορίζοντες για το Mill και τον πολιτικό του στοχασμό. Μέσα από την ανάγνωση των κλασικών πολιτικών κειμένων του θεωρητικού της πολιτικής, εξετάζεται μια σειρά από ζητήματα, που μόνο αυτονόητα δεν είναι για τους μελετητές του μιλλιανού στοχασμού. Συγκεκριμένα, αναφερόμαστε στο ζήτημα της ταξικής αντίληψης για την κοινωνία και το κράτος, όπως και για την ιεράρχηση των πολιτισμών με βάση την ηθική που καθιερώνει ο καπιταλιστικός τρόπος οικονομικής παραγωγής και η αστική δημοκρατία. Στο ίδιο πλαίσιο, ασκείται κριτική στις απόψεις του Mill για την αποικιοκρατική τακτική της χώρας του κατά το 19ο αιώνα, μια αντίληψη που επίσης θεμελιώνεται στην αρχή της ιεράρχησης των πολιτισμών. Τέλος, η αναλυτική διάγνωση του πολιτικού φαινομένου φτάνει στην εξέταση του, αν μπορούμε να εντοπίσουμε, ή όχι, μια συνεπή φιλοσοφία της ιστορίας στο Mill. Η απάντηση του Πλάγγεση να είναι σαφώς θετική, στο βαθμό μάλιστα που αυτή καθαυτή η φιλοσοφία της ιστορίας πείθει ότι ο Mill θα μπορούσε να δεχτεί μια μελλοντική σοσιαλιστική κοινωνία, στηριγμένη στην κατά βάση θετική-προοδευτική αντίληψη που έχει για τον άνθρωπο σαν διαρκώς εξελισσόμενο ον που επιθυμεί να βελτιώνει τη θέση του πάντα στο πλαίσιο της κοινωνικής ζωής και της πολιτικής δραστηριότητας. Στο ένατο κεφάλαιο αναπτύσσεται η πολιτική φιλοσοφία του Hegel. Ερευνητικός τόπος καθίσταται η Φιλοσοφία του Δικαίου, έργο του Hegel, στο οποίο κεντρική θέση κατέχει η σχέση της βούλησης με την ιδιοκτησία. Έπεται η ανάλυση της κοινωνικής και πολιτικής ηθικής υπό τους όρους που διαμορφώνονται από το θεσμό της οικογένειας, την αστική κοινωνία και το κράτος. Οι τρεις αυτοί δομικοί παράγοντες οργάνωσης της ανθρώπινης συλλογικής συμβίωσης διαπλέκονται συστήνοντας ένα πολιτικό πλέγμα αντίθετων τάσεων προς μια, όμως, κατεύθυνση άμβλυνσης των αντιθέσεων και εξασφάλισης της ενότητας των ιδιωτικών συμφερόντων με το γενικό συμφέρον της κοινωνίας. Εδώ διακριβώνεται και ο διευθυντικός ρόλος του κράτους, που δρα - ή καλύτερα πρέπει να δρα - όχι εξουσιαστικά αλλά ενοποιητικά προς το κοινωνικοπολιτικό όλον. Ωστόσο η κοινωνικοπολιτική διάγνωση-πρόταση του Hegel με δυσκολία αντέχει στην «κριτική» των ίδιων των ιστορικών πραγματώσεων αλλά και στην καίρια παρέμβαση του Marx στη σκηνή της πολιτικής φιλοσοφίας και της ιστορικοκοινωνικής ερμηνείας. 143

Η επεξεργασία για τον κοινωνικό και πολιτικό στοχασμό του Hegel αποδεικνύει με ένταση ότι ο συγγραφέας διαθέτει, όχι μόνο εξαιρετική γνώση της εν λόγω προβληματικής, αλλά και μια εξίσου ανεπτυγμένη κριτική διάθεση και προσέγγιση του φιλοσόφου και των ζητημάτων που εκείνος θίγει, διάθεση που σπάνια απαντάται σε αναλόγου είδους εργασίες. Η απόπειρα ανασύνθεσης του, κατά γενική ομολογία, δύσκαμπτου και δυσνόητου, για μερικούς, φιλοσοφικού λόγου του Hegel περνάει από όλα τα κρίσιμα ζητήματα που μπορούμε να βρούμε στη Φιλοσοφία του Δικαίου. Πέρα από τη σύζευξη μερικού ή επιμέρους και αντικειμενικού ή αληθινού, που επιτυγχάνεται σε ένα ταυτόχρονα υλικό, αλλά κυρίως, πνευματικό επίπεδο φιλοσοφικού στοχασμού όπως ήθελε και πραγματοποίησε ο Hegel, ο συγγραφέας δράττεται της ευκαιρίας να αρθρώσει μια συνταρακτικά επίκαιρη κοινωνική κριτική που στέκεται κυρίως στο ζήτημα της φτώχειας, της εκμετάλλευσης και της κοινωνικής ανισότητας, κάτι που απουσιάζει κατά κανόνα από κάθε ερευνητική προσπάθεια με αντικείμενο τη σκέψη του γερμανού φιλοσόφου. Για τον συγγραφέα, ο Hegel είναι ο μεγάλος στοχαστής και θεωρητικός της αστικής τάξης, της αστικής κοινωνίας και του καπιταλιστικού συστήματος οικονομικής παραγωγής, που προβάλλει σαν «προτυπική» τη δράση του επιμέρους ατόμου που επιδιώκει το εγωιστικό του συμφέρον. Η αστική κοινωνία έτσι γίνεται ο χώρος ή ο μηχανισμός νομιμοποίησης της ιδιοκτησιακής ανισότητας, ενώ η φτώχεια, μολονότι εξαρτάται απόλυτα από τη δράση των ατόμων σε κοινωνικό επίπεδο, ανάγεται σε φυσικούς παράγοντες, το αποτέλεσμα των οποίων μπορούμε να ελέγξουμε, αλλά όχι και να εξαλείψουμε. Αν με την αστική κοινωνία έχουμε την αποθέωση του εγωιστικού, υποκειμενικού και επιμέρους, με το κράτος έχουμε το πέρασμα στο καθολικό και το αντικειμενικά αληθινό. Το κράτος ενσωματώνει όλα τα επιμέρους στοιχεία και καθιστά την ατομιστικά νοούμενη αστική κοινωνία, ενιαίο και αδιαίρετο όλον. Βεβαίως, για έναν κριτικό αναλυτή, όπως είναι ο Πλάγγεσης, αναδύονται μια σειρά ενστάσεις, που με τον πιο εύστοχο τρόπο συγκεφαλαιώνονται στη μαρξική Κριτική της Φιλοσοφίας του Δικαίου, μία κριτική που ξεκάθαρα συμμερίζεται και ο ίδιος ο συγγραφέας του έργου. Πέρα από τις γενικές κριτικές αναφορικά με την αναγωγή της προσέγγισης του πολιτικού φαινομένου σε μια μορφή «σπιριτουαλισμού και χυδαίου υλισμού», το κύριο και ουσιώδες μέρος αυτής της κριτικής κατευθύνεται στην ανάλυση του σχήματος των διαμεσολαβήσεων ανάμεσα στην αστική κοινωνία και το 144

κράτος. Τελικά, η μόνη διέξοδος από την αστική κοινωνία του αναπόδραστου ανταγωνισμού είναι η δημοκρατία, η καθολική συμμετοχή όλων στην πολιτική διαδικασία, το μόνο μέσο που καθιστά πρακτικά εφικτή την υπέρβαση του δυϊσμού, κράτους και αστικής κοινωνίας. Εν τέλει, αν η συμβολή του Marx έγκειται στην ανάδειξη της δημοκρατίας σε γιατρικό κάθε κοινωνική παθογένειας, όπως η ανισότητα, η αδικία και η εκμετάλλευση, η παρέμβαση του Πλάγγεση μας προτρέπει, βάσει των κατάλληλων αφαιρέσεων και προβολών, να αρθρώσουμε τη δική μας κριτική στη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα, εξάγοντας τα δικά μας συμπεράσματα. Εδώ ίσως πρέπει να εντοπίσουμε και τη σημασία της εν λόγω ανάλυσης. Η μετάβαση στην πολιτική φιλοσοφία του Marx πραγματοποιείται έτσι με ομαλό τρόπο. Ο συγγραφέας με «κομψούς» χειρισμούς αποφεύγει την χρονοβόρο περιήγηση στα μονοπάτια της σχολαστικής σοσιαλιστικής ανάλυσης της μαρξιστικής σκέψης. Στόχευση του συγγράμματος είναι η οριοθέτηση και ερμηνεία της πολιτικής φιλοσοφίας και ως προς αυτή την προσδοκία ο συγγραφέας ανταποκρίνεται επαρκώς: η πολιτική φιλοσοφία του Marx έχει δημοκρατική χροιά και ουσία η έννοια της δημοκρατίας στη σκέψη του Marx αποδεσμεύεται από τη μορφή της αστικής δημοκρατίας και παίρνει τη μορφή μιας αυθεντικής, αληθινής δημοκρατίας, μιας δημοκρατίας που ανταποκρίνεται στη φύση του ανθρώπου ως κοινωνικού όντος. Η δημοκρατία ορίζεται «εκ νέου» (έχοντας τις θεωρητικές καταβολές της στην παρισινή Κομμούνα) ως καθεστώς λαϊκής κυριαρχίας ή εξουσίας της εργατικής τάξης με φόντο τον κοινωνικοπολιτικό-ταξικό αγώνα για την εγκαθίδρυσή της. Προσκομίζοντας ένα συνολικό σχόλιο, θα λέγαμε ότι το εν λόγω έργο ηγείται κάθε προηγούμενης ελληνόγλωσσης προσπάθειας να ανασυντεθεί ο πολιτικός στοχασμός των νεότερων χρόνων. Τολμούμε να τοποθετήσουμε το έργο δίπλα σε κλασσικές, ξενόγλωσσες μελέτες για την ιστορία της νεότερης πολιτικής φιλοσοφίας, όχι μόνο για τη μέθοδο που χρησιμοποιεί στην ανάλυσή του, αλλά ακόμη, γιατί θέτει το ζήτημα για μια ολοζώντανη ανασύνθεση του κλασικού πολιτικού στοχασμού, όχι στο πλαίσιο αποκλειστικά της θεωρητικής του ανάλυσης, αλλά σε εκείνο της ανάγκης για μια μεγαλύτερη και συνεπέστερη ενημέρωση και συμμετοχή των ευρέων μαζών σ αυτό που ονομάζουμε, συμμετοχή στις πολιτικές διαδικασίες ή άσκηση της πολιτικής. Με άλλα λόγια, το ζήτημα της δημοκρατίας όχι ως ιδεολογικής αναγκαιότητας αλλά ως εμπράγματης προοπτικής είναι ηχηρά παρόν σε όλη την έκταση του κειμένου και κινεί το στοχασμό του συγγραφέα. Ως εκ τούτου, το έργο 145

αυτό δεν απευθύνεται μόνο στο φοιτητή ή καθηγητή-ειδήμονα της πολιτικής φιλοσοφίας, αλλά αξίζει της προσοχής κάθε σύγχρονου «πολίτη» που θέλει να δικαιολογεί το περιεχόμενο αυτής ακριβώς της ιδιότητας με την αρχαιοελληνική της σημασία. Ηλίας Βαβούρας, Υπ. Διδάκτωρ Φιλοσοφίας Α.Π.Θ. 146