axristop@econ.uoa.gr Προπαρασκευαστικό μάθημα στο ΤΕΙ Πειραιά Θέμα: Παράγωγα Προϊόντα
Παράγωγα προϊόντα Προθεσμιακές Συμφωνίες Συμφωνίες Ανταλλαγών Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης Δικαιώματα Προαίρεσης
Οργανωμένη αγορά και Over The Counter Οργανωμένη αγορά: η αγορά της οποίας οι λειτουργίες διέπονται από κανόνες (χρηματιστηριακές αγορές). Μη οργανωμένη αγορά: οι κανόνες τίθενται από τους συναλλασσόμενους, βάσει των προτιμήσεών τους (εξωχρηματιστηριακές αγορές, συνήθως μέσω επενδυτικών τραπεζών).
Τρέχουσα και Προθεσμιακή αγορά Τρέχουσα αγορά: η αγορά στην οποία συμφωνείται σήμερα μία συναλλαγή με στόχο να ολοκληρωθεί στην παρούσα ή σε άμεση μελλοντική στιγμή. Προθεσμιακή αγορά: η αγορά στην οποία συμφωνείται σήμερα η τιμή στην οποία θα ολοκληρωθεί η συναλλαγή αλλά η ίδια η συναλλαγή θα λάβει χώρα στο μέλλον. Κίνδυνοι αντισυμβαλλόμενου βάσει της θέσης τους στην αγορά.
Παράγωγα σε οργανωμένες αγορές ή εξωχρηματιστηριακά Τα παράγωγα χωρίζονται σε 2 μεγάλες κατηγορίες καταρχήν ως προς τον τρόπο διαπραγμάτευσής τους. Έτσι, έχουμε: ΣΜΕ και ΔΠ που διαπραγματεύονται σε οργανωμένες χρηματιστηριακές αγορές παραγώγων με κύριο χαρακτηριστικό την τυποποίηση των συμφωνιών επί υποκείμενων προϊόντων αλλά και την αντιμετώπιση του κινδύνου αθέτησης. Προθεσμιακές συμφωνίες και συμφωνίες ανταλλαγών που διαπραγματεύονται εξωχρηματιστηριακά (OTC Over The Counter), συνήθως μέσω τηλεφώνου. Εμφανίστηκαν κυρίως τις δεκαετίες 1980 και 1990. Κύριο χαρακτηριστικό η συμφωνίες κατά παραγγελία βάσει των αναγκών αλλά και η ύπαρξη κινδύνου αθέτησης.
Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης (ΣΜΕ) Διεθνής όρος: Futures Συμφωνία που λαμβάνει χώρα σήμερα και αφορά αγορά ή πώληση σε δεδομένη τιμή και ποσότητα στο μέλλον. Τα δύο μεγαλύτερα χρηματιστήρια παραγώγων βρίσκονται στο Σικάγο των ΗΠΑ. ΣΜΕ διαπραγματεύονται και στο Ελληνικό Χρηματιστήριο Παραγώγων. Η διαπραγμάτευση των ΣΜΕ λαμβάνει χώρα σε οργανωμένα χρηματιστήρια ανά τον κόσμο (με τη συμμετοχή brokers/μεσιτών και traders/διαπραγματευτών). Αποτελεί δεσμευτική συμφωνία και για τα δύο μέρη. Δεν απαιτείται αρχικό κόστος επένδυσης, πέραν των περιθωρίων ασφάλισης. Ιστορικά τέτοιες συμφωνίες πρωτοεμφανίστηκαν μεταξύ αγροτών και εμπόρων για να επεκταθούν αργότερα σε άλλες κατηγορίες.
Δικαιώματα Προαίρεσης (Δ.Π.) Διεθνής όρος: Options Δικαίωμα αγοράς ή πώλησης συγκεκριμένης ποσότητας ενός προϊόντος σε δεδομένη μελλοντική στιγμή (expiration date) και τιμή (strike price). Διαπραγματεύονται λιγότερα χρόνια από τα ΣΜΕ. Διακρίνονται σε δύο τύπους: Calls και puts. Calls: δικαίωμα του κατόχου του (long) να αγοράσει το υποκείμενο προϊόν. Puts: δικαίωμα του κατόχου του (long) να πουλήσει το υποκείμενο προϊόν. Ο αγοραστής (long) ενός call ή put έχει το Δ.Π., ενώ ο πωλητής (short) ενός call ή put έχει υποχρέωση και όχι δικαίωμα. Η διαπραγμάτευση γίνεται επί ενός τύπου Δ.Π., είτε call είτε put. Συνεπώς όταν η μία πλευρά έχει θέση long σε call η άλλη έχει short σε call και αντίστοιχα long put με short put. Υπάρχει αρχικό κόστος επένδυσης. Ευρωπαϊκά και Αμερικάνικα Δικαιώματα. Μεγαλύτερο χρηματιστήριο στον κόσμο το CBOE στο Σικάγο των ΗΠΑ. Από δεκαετία 1980 έχουμε και over the counter options.
Βασικές κατηγορίες συμμετεχόντων Υπάρχουν 3 βασικές κατηγορίες συμμετεχόντων στις αγορές παραγώγων (ΣΜΕ και Δικαιώματα). Αντισταθμιστές, κερδοσκόποι, arbitrageurs Αντισταθμιστές: θέλουν να διασφαλίσουν (να σιγουρέψουν) την τιμή που θα πουλήσουν ή θα αγοράσουν το προϊόν τους στο μέλλον. Κερδοσκόποι: λαμβάνουν ανοικτή θέση βάσει πρόβλεψης που κάνουν για την μελλοντική πορεία των τιμών. Arbitrageurs: Διακρίνουν ατέλειες στην αγορά και δημιουργούν κέρδη χωρίς κίνδυνο.
Αντιστάθμιση συναλλαγματικού κινδύνου με αγορά ΣΜΕ Αν μία επιχείρηση από ΗΠΑ εισάγει προϊόντα από Η.Β. τα οποία θα πρέπει να εξοφλήσει σε λίρες Αγγλίας (π.χ. 1εκ.) σε 3 μήνες, τότε αντιμετωπίζει συναλλαγματικό κίνδυνο αφού δεν γνωρίζει σε δολάρια ΗΠΑ πόσο θα τις κοστίσει συνολικά το προϊόν που εισαγάγει (σημειώνεται ότι το κάθε συμβόλαιο ΣΜΕ αποτελείται από 62.500). Μπορεί να πάει στην αγορά ΣΜΕ και να κλείσει συμφωνία αγοράς 1εκ. σε 3 μήνες με βάση την ισοτιμία $/ τριμήνου. Με αυτόν τον τρόπο αντισταθμίζει τον συναλλαγματικό κίνδυνο αλλά δεν σημαίνει ότι τελικά θα έχει κέρδος. Αν η τρέχουσα ισοτιμία μετά από 3 μήνες είναι ανατιμημένη για το $ τότε θα έχει χάσει ενώ αν η ισοτιμία του $ είναι υποτιμημένη θα έχει κερδίσει αφού θα χρειαζόταν περισσότερα $ για να αγοράσει το 1εκ.
Αντιστάθμιση συναλλαγματικού κινδύνου με πώληση ΣΜΕ Αν μία επιχείρηση από ΗΠΑ εξάγει προϊόντα στο Η.Β. για τα οποία θα εισπράξει λίρες Αγγλίας (π.χ. 3εκ.) σε 1 μήνα, τότε αντιμετωπίζει συναλλαγματικό κίνδυνο αφού δεν γνωρίζει σε δολάρια ΗΠΑ πόσα θα εισπράξει για το προϊόν που εξάγει (σημειώνεται ότι το κάθε συμβόλαιο ΣΜΕ αποτελείται από 62.500). Μπορεί να πάει στην αγορά ΣΜΕ και να κλείσει συμφωνία πώλησης 3εκ. σε 1 μήνα με βάση την ισοτιμία $/ μηνός. Με αυτόν τον τρόπο αντισταθμίζει τον συναλλαγματικό κίνδυνο αλλά δεν σημαίνει ότι τελικά θα έχει κέρδος. Αν η τρέχουσα ισοτιμία μετά από 1 μήνα είναι ανατιμημένη για τη θα έχει χάσει αφού με τη συμφωνία που έχει στα ΣΜΕ θα εισπράξει λιγότερα $, ενώ αν η ισοτιμία της είναι υποτιμημένη θα έχει κερδίσει αφού θα εισπράξει περισσότερα $ από την πώληση του 1εκ.
Αντιστάθμιση κινδύνου κατόχου μετοχών με Δ.Π. Επενδυτής κατέχει σήμερα 500 μετοχές ΟΤΕ με τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία 52 και σκοπεύει να τις πουλήσει σε 1 μήνα για να εξοφλήσει υποχρεώσεις της επιχείρησής του. Ο φόβος του είναι η τιμή του ΟΤΕ σε 1 μήνα να είναι χαμηλότερη. Συμφωνεί σήμερα να πουλήσει (put) σε 1 μήνα τις 500 μετοχές για 50 (strike price) Η άλλη πλευρά για να δεχτεί να έχει υποχρέωση να αγοράσει σε 1 μήνα για 100 τον ΟΤΕ ακόμη και αν αυτός είναι φθηνότερος στο χρηματιστήριο, απαιτεί σήμερα να εισπράξει 5. Η συμφωνία κλείνεται και ο επενδυτής που κατέχει τις μετοχές ΟΤΕ αποκτά το δικαίωμα να πουλήσει για 50 τον ΟΤΕ, καταβάλλοντας σήμερα 5 στο αντισυμβαλλόμενο μέρος. Σημειώνεται ότι 1 συμβόλαιο Δ.Π. αποτελείται από 100 μετοχές.
Αντιστάθμιση κινδύνου με Δ.Π. για μελλοντική αγορά μετοχών Επενδυτής επιθυμεί να αγοράσει 500 μετοχές ΟΤΕ σε 1 μήνα. Ο φόβος του είναι η τιμή του ΟΤΕ σε 1 μήνα να είναι υψηλότερη. Συμφωνεί σήμερα να αγοράσει (call) σε 1 μήνα τις 500 μετοχές για 50 (strike price) Η άλλη πλευρά για να δεχτεί να έχει υποχρέωση να πουλήσει σε 1 μήνα για 50 τον ΟΤΕ ακόμη και αν αυτός είναι ακριβότερος στο χρηματιστήριο, απαιτεί σήμερα να εισπράξει 10. Η συμφωνία κλείνεται και ο επενδυτής που επιθυμεί να αγοράσει τις μετοχές ΟΤΕ αποκτά το δικαίωμα να αγοράσει για 50 τον ΟΤΕ, καταβάλλοντας σήμερα 10 στο αντισυμβαλλόμενο μέρος. Σημειώνεται ότι 1 συμβόλαιο Δ.Π. αποτελείται από 100 μετοχές.
Διαγραμματική απεικόνιση θέσεων long και short call
Διαγραμματική απεικόνιση θέσεων long και short put
Συμφωνίες Ανταλλαγών (Swaps) (1/4) Αποτελούν ιδιωτικές συμφωνίες (OTC) μεταξύ 2 εταιρειών για να ανταλλάξουν τις χρηματοροές τους στο μέλλον, βάσει μίας συμφωνίας που λαμβάνει χώρα σήμερα. Τα πρώτα swaps εμφανίστηκαν το 1981 και έκτοτε παρουσιάζουν μεγάλη ανάπτυξη. Τα κυριότερα swaps είναι αυτά που αφορούν ανταλλαγές επί επιτοκίων και ανταλλαγές επί συναλλάγματος (νομισμάτων).
Συμφωνίες Ανταλλαγών (Swaps) (2/4) Ανταλλαγές επιτοκίων: Η κυριότερη περίπτωση είναι τα plain vanilla όπου ο Α συμφωνεί να πληρώνει τις χρηματοροές του Β που θα προσδιορίζονται επί ενός σταθερού επιτοκίου που προσυμφωνείται σήμερα την ίδια ώρα που ο Β συμφωνεί να καταβάλλει τις χρηματοροές του Α οι οποίες αντιστοιχούν σε κυμαινόμενο επιτόκιο στο ίδιο ονομαστικό κεφάλαιο και για την ίδια περίοδο. Το νόμισμα είναι επίσης κοινό για το δύο μέρη. Η διάρκεια των swaps συνήθως είναι από 1 έως 15 έτη.
Συμφωνίες Ανταλλαγών (Swaps) (3/4) Παράδειγμα: Έστω μία 3ετής συμφωνία ανταλλαγής με έναρξη 30 Ιουνίου 2007 όπου η εταιρεία Β συμφωνεί να καταβάλλει στην Α ένα επιτόκιο 4,50% σταθερό το χρόνο και η Α συμφωνεί να καταβάλλει στη Β το επιτόκιο Euribor+1%. Η συμφωνία γίνεται επί ενός ονομαστικού ποσού 100 εκατ. Η καταβολή του Α προς το Β υπολογίζεται επί του Euribor που ισχύει την προηγούμενη περίοδο της καταβολής (έτος, 6μηνο, κλπ) ώστε να μπορεί να προγραμματίζεται για την υποχρέωσή του. Οι συμφωνία προβλέπει 6μηνιαία ανταλλαγή.
Συμφωνίες Ανταλλαγών (Swaps) (4/4) Ημερομ. Euribor (%) A σε Β (%) Β σε Α (%) Καθαρή ροή προς Α (%) Καθαρή ροή προς Β (%) Καταβληθέν ποσό από Α Καταβληθέν ποσό από Β 30/6/07 2,50 31/12/07 2,70 1,75 (2,5%/2+0,5%) 2,25 (4,50%/2) 0,50-0,50 500.000 (0,50%*100εκ) 30/6/08 3,80 1,85 2,25 0,40-0,40 400.000 31/12/08 4,10 2,40 2,25-0,15 0,15 150.000 30/6/09 4,60 2,55 2,25-0,30 0,30 300.00 31/12/09 5,10 2,80 2,25-0,55 0,55 550.000 30/6/10 5,40 3,05 2,25-0,80 0,80 800.000