Η στάση των Ελλήνων µαθητών απέναντι στους Τσιγγάνους. Ερευνητικά δεδοµένα συγκριτικής παρουσίασης µεταξύ δύο περιοχών στο νοµό Αχαΐας.

Σχετικά έγγραφα
Η κοινωνική προκατάληψη των Ελλήνων µαθητών απέναντι στην πολιτισµική µειονότητα των Αθίγγανων µαθητών

Μαθητές και πολιτισµική ετερότητα: Εµπειρίες, αντιλήψεις και στάσεις των µαθητών απέναντι στο διαφορετικό 2. Ιωάννινα 2004

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΜΗ ΒΙΑΣ ΤΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΓΗΓΕΝΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Σ.Κ.Ε.Π. - Σύνδεσμος Κοινωνικής Ευθύνης για Παιδιά και Νέους Αθήνα, Ιούνιος 2015

Σωτήρης Τοκαμάνης Φιλόλογος ΚΕ.Δ.Δ.Υ. Ν. Ηρακλείου Διαπολιτισμική εκπαίδευση: σύγχρονη ανάγκη

«Διδάσκω και διερευνώ τη διδασκαλία μου σε μια πολυπολιτισμική τάξη»

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης.

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

Θέμα ποσοτικής εργασίας 1: «Η Διαπολιτισμική Επάρκεια και Ετοιμότητα των Διευθυντών Σχολικών Μονάδων της Α/βάθμιας Εκπαίδευσης στο σημερινό σχολείο»

Eπιμορφωτικό σεμινάριο

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Ο ρατσισµός είναι το δόγµα που αναπτύσσεται µε σύνδεσµο συγκεκριµένα γνωρίσµατα ", όπως π.χ. εθνικά, θρησκευτικά, πολιτιστικά κ.λπ., προκειµένου να αν

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ 1ης ΕΡΕΥΝΑΣ (1 ο Ερευνητικό Ερώτημα)

Α. Τηλεοπτικές συνήθειες-τρόπος χρήσης των Μ.Μ.Ε.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Περιεχόμενα. ΠΡΟΛΟΓΟΣ (Παντελής Γεωργογιάννης) 19

«Η ειδική αγωγή στην Ελλάδα»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ 17 ΠΡΟΛΟΓΟΣ 19 ΠΡΟΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ 25 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 27

1. Εισαγωγή. Αθήνα, Gutenberg, σ

(γλώσσα και σχολική αποτυχία γλώσσα και. συµπεριφοράς) ρ. Πολιτικής Επιστήµης και Ιστορίας Σχολικός Σύµβουλος Π.Ε. 70

Διαχείριση της πολιτισμικής ετερότητας στο πολυπολιτισμικό σχολείο

Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας και η προώθηση του σεβασμού και της ισότητας»

Διαπολιτισμική Εκπαίδευση

Εκπαιδευτικά Προγράμματα Εξοικείωσης με την Αναπηρία

Στόχος υπό έμφαση για τη σχολική χρονιά

Το νέο κοινωνιολογικό πλαίσιο του πολυπολιτισμικού σχολείου

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ (ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ) Ημερομηνία: Δευτέρα 10 Απριλίου 2017 Διάρκεια Εξέτασης: 3 ώρες. ΚΕΙΜΕΝΟ [Ρατσισμός]

Το Στίγµα στην πολιτισµική µειονότητα των Τσιγγάνων. Ερευνητικά δεδοµένα

Η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΨΥΧΟΜΕΤΡΙΚΩΝ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΣΤΟΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟ

Το δικαίωμα του παιδιού με αναπηρία στην πρόσβαση στην πληροφορία και Εκπαιδευτική Πολιτική

Γιώργος Σταμέλος ΠΤΔΕ Πανεπιστήμιο Πατρών

Ο σκοπός της πρότασης

Αξιολόγηση Προγράμματος Αλφαβητισμού στο Γυμνάσιο Πρώτο Έτος Αξιολόγησης (Ιούλιος 2009)

«ΑΤΣΟΕΚΠΛΗΡΟΤΜΕΝΗ ΠΡΟΒΛΕΧΗ» ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟ ΣΨΝ ΠΡΟΔΟΚΙΨΝ ΣΨΝ ΕΚΠΑΙΔΕΤΣΙΚΨΝ

Δ Φάση Επιμόρφωσης. Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Γραφείο Διαμόρφωσης Αναλυτικών Προγραμμάτων. 15 Δεκεμβρίου 2010

Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

Ενημέρωση και Ευαισθητοποίηση μαθητών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας για την ενσωμάτωση παιδιών με αναπηρία: «Βήματα Ζωής ΕΛΕΠΑΠ»

Ιστορία. ΓΙΑΝΝΗΣ Ι. ΠΑΣΣΑΣ, MED ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» 16 Σεπτεμβρίου Α. ΚΕΙΜΕΝΟ [Ιστορία & Εκπαίδευση]

Βία και επιθετική συμπεριφορά από τους εφήβους.

Ο καθημερινός άνθρωπος ως «ψυχολόγος» της προσωπικότητάς του - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχο

( 2) 4, 4.1, 4.1.1,

12/11/16. Τι είναι «ερευνητικό πρόβλημα» 1/2. Τι είναι «ερευνητικό πρόβλημα» 2/2

Ναπολέων Μήτσης: Αποσπάσματα κειμένων για τη σχέση γλώσσας και πολιτισμού

Ηθεωρία της ρεαλιστικής σύγκρουσης (Sherif, 1966).

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

Ένα από τα δυσκολότερα ζητήματα που έχει να αντιμετωπίσει ένα άτομο με αναπηρία, δεν είναι τόσο η διαφορετικότητα αυτή καθ εαυτή, όσο η αρνητική

Ποσοτικές ερευνητικές προσεγγίσεις

Εκπαιδευτικά Προγράμματα και Δράσεις στη Δημοτική Εκπαίδευση

html

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΣΤΑΣΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΜΕ Η ΧΩΡΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟ

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας στη ΜΕ

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ο Η ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ. 8.1 Εισαγωγή

Έργο: «Εκπόνηση μελετών» Δράση 3: Διακρίσεις και εμπόδια για τα άτομα με αναπηρία στην πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και μεταλυκειακή εκπαίδευση

Ο κοινωνικός αποκλεισµός των Τσιγγάνων Ζεφυρίου, αποτέλεσµα της κακής πληθυσµιακής και κοινωνικής τους κατάστασης

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Βασικές έννοιες

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Ερευνας στη ΜΕ

Μελέτη των επιδράσεων που ασκούν στους μαθητές της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, όσον αφορά στην αντίληψή τους για την αγορά εργασίας: (α) Οι

Η έννοια της κοινωνικής αλλαγής στη θεωρία του Tajfel. Ο Tajfel θεωρούσε ότι η κοινωνική ταυτότητα είναι αιτιακός παράγοντας κοινωνικής αλλαγής.

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Εφηβεία και Πρότυπα. 2)Τη στάση του απέναντι στους άλλους, ενήλικες και συνομηλίκους

Η Επίδραση της Συγκίνησης ης στη Λήψη Ατομικών Αποφάσεων

Στερεότυπα και προκαταλήψεις. Το σύνολο των χαρακτηριστικών που πιστεύεται ότι καθορίζουν µια οµάδα ανθρώπων ονοµάζονται στερεότυπα.

Πολυπολιτισμικότητα και Σχεδιασμοί Μάθησης


Ακολουθεί η περιγραφή του δείγµατος και κατόπιν αναλύονται τα αποτελέσµατα για κάθε κατηγορία ανηλίκων και ενηλίκων χωριστά.

Περιφερειακή Διεύθυνσης Π.Ε. & Δ.Ε. Αττικής. Εκτίμηση Διευθυντών Σχολικών Μονάδων ΕΑΕΠ Αττικής για την πορεία του ΕΑΕΠ το σχολικό έτος

Αποτελέσματα διαδικτυακή έρευνας του Συνηγόρου του Παιδιού «Υπάρχει ρατσισμός στα σχολεία;»

Εισαγωγή στη θεματική:

ΗΥ-SPSS Statistical Package for Social Sciences 1 ο ΜΑΘΗΜΑ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘ. ΚΡΟΜΜΥΔΑΣ Διδάσκων Τ.Ε.Φ.Α.Α., Π.Θ.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Parents for All. KA2 Στρατηγική Σύμπραξη για Καινοτομία στην Εκπαίδευση Ενηλίκων ASSESSMENT TOOLKIT

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Διαπολιτισμική Εκπαίδευση και Κοινωνική Συνοχή Ομιλία ΠΖ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ

Το υπουργείο μας. Ατυχήματα - πρώτες βοήθειες στο σχολείο

ΦΥΛΕΤΙΚΟΣ ΣΕΞΙΣΜΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ

Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Οι Νέοι/ες και η στάση τους απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Μελη: Μπετυ Υφαντη Μαρουσα Μακρακη Γεωργια Οικονομου Ευα Μιχαλη. Ομαδα: Αγωνιστριες κατα της βιας

Κείµενο Οι γυναίκες διδάσκουν και οι άνδρες διοικούν

Προτιμήσεις εκπαιδευτικών στην επίλυση προβλημάτων με συμμετρία. Στόχος έρευνας

ΜΙΓΜΑ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΧΟΛΙΚΟ ΡΑΤΣΙΣΜΟ

Τίτλος: «Ταξίδι στον κόσμο των συναισθημάτων»

Δρ. Ασβεστάς Τάσος

Παλιό Νέο: Τάσεις και στάσεις στην Ελλάδα σήμερα

Εισήγηση του Αχιλλέα Μίτιλη στο ιήµερο Συνέδριο του Πανελληνίου Συλλόγου Καθηγητών Γαλλικής (ΠΑ.ΣΥ.ΚΑ.ΓΑ.) στις 13/01/2008

ΜΜΕ & Ρατσισμός. Δοκιμασία Αξιολόγησης Β Λυκείου

Σχολείο: Τμήμα: Βαθμός στη φυσική αγωγή:

Β06Σ03 ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Εφαρμογή και αξιολόγηση προγράμματος συνεκπαίδευσης στην αγγλική γλώσσα σε ένα σχολικό έτος

Διαπολιτισμική Συμβουλευτική

1. Σκοπός της έρευνας

Transcript:

Η στάση των Ελλήνων µαθητών απέναντι στους Τσιγγάνους. Ερευνητικά δεδοµένα συγκριτικής παρουσίασης µεταξύ δύο περιοχών στο νοµό Αχαΐας. Λάγιος Βασίλειος Περίληψη Σκοπός της έρευνας ήταν να διαπιστώσει την στάση που έχουν οι Έλληνες µαθητές απέναντι στην πολιτισµική µειονότητα των Τσιγγάνων. Συγκεκριµένα, ερευνήθηκε η άποψη των Ελλήνων µαθητών και οι αντιδράσεις τους σε καταστάσεις αλληλεπίδρασης µε τους Τσιγγάνους για να διαπιστωθεί αν είναι προκατειληµµένοι απέναντι τους, καθώς και η επίδραση τριών παραγόντων, της ηλικίας, του φύλου και του τόπου διαµονής, πάνω σε αυτήν την στάση. Η προκατάληψη είναι η γνωσιακή και συναισθηµατική αντίδραση που αναπτύσσονται όταν ένα άτοµο ή µια οµάδα ενστερνίζεται τα αρνητικά στερεότυπα. Στην έρευνα συµµετείχαν ογδόντα εννέα µαθητές δηµοτικών σχολείων του Νοµού Αχαΐας, από την περιοχή της Πάτρας και της Κάτω Αχαΐας. Στους µαθητές δόθηκε ερωτηµατολόγιο µε ερωτήσεις τύπου Likert. Τα αποτελέσµατα έδειξαν ότι ένα µεγάλο ποσοστό των µαθητών έχει προκαταληπτική στάση απέναντι στους τσιγγάνους. Παράλληλα έδειξαν πώς η ηλικία δεν επηρεάζει αυτήν την αντίληψη, ενώ ούτε ο παράγοντας φύλο έχει επίδραση στις µεταβλητές. Αντιθέτως ο παράγοντας τόπος διαµονής παίζει κάποιο ρόλο στις αντιλήψεις και τη στάση των Ελλήνων µαθητών. Θεωρητικό πλαίσιο Σε όλες σχεδόν τις κοινωνίες και ιδιαίτερα στις µέρες µας η σύνθεση των κοινωνικών οµάδων που απαρτίζουν το κοινωνικό σύνολο παρουσιάζουν φυλετικές, γλωσσικές, θρησκευτικές και εθνικές διαφορές. Ο προσδιορισµός των διαφορετικών αυτών στοιχείων είναι πιο ευδιάκριτος, καθώς οι σύγχρονες κοινωνίες χαρακτηρίζονται πλέον ως πολυπολιτισµικές, γεγονός που επικυρώνει και συνεπάγεται την ανοµοιογένεια του πληθυσµού και των κοινωνικών οµάδων. Η εισροή πολλών και διαφορετικών οµάδων οδήγησε στην έξαρση και την άκριτη υιοθέτηση προκαταλήψεων, καθώς τα µέλη της κυρίαρχης οµάδας επιζητούν την επιβεβαίωση του συνόλου, που τις περισσότερες φορές διεκδικείται µέσω της αρνητικής προβολής άλλων οµάδων. Η ανάγκη για ανύψωση του γοήτρου τους και του αισθήµατος ασφάλειας είχε ως αποτέλεσµα την καλλιέργεια των προκαταλήψεων και των στερεοτύπων, ως δικλείδες ασφαλείας στην αλλαγή που συντελούνταν στην πληθυσµιακή σύνθεση της κοινωνίας (Γκότοβος, 1996: 92). Κάθε οµάδα λογικό είναι να αξιολογεί και να σκέφτεται θετικά για τα µέλη που την απαρτίζουν, οι εικόνες όµως που διατηρούν για τις αλλότριες οµάδες ή οι αξιολογήσεις που κάνουν γι αυτές δεν έχουν πάντα θετικό περιεχόµενο, αλλά συνήθως αρνητικό. Η συγκεκριµένη αντίδραση αποτελεί ένα στοιχείο άµυνας της λεγόµενης εσω-οµάδας (Γεώργας, 1990: 119) απέναντι στην εξω-οµάδα (Campbell,1990), τη διαφορετική. Οι συνειδήσεις ανωτερότητας ή κατωτερότητας διαµορφώνονται από την κυρίαρχη οµάδα που ταξινοµεί τους ρόλους των κοινωνικών στρωµάτων εξαιτίας της οικονοµικής ή της

πνευµατικής της υπεροχής. «Πολλές φορές τα χαρακτηριστικά ανωτερότητας δεν αποδίδονται στους οικονοµικούς και κοινωνικούς παράγοντες αλλά ως φυσικές ψυχοπνευµατικές ικανότητες των µελών της κυρίαρχης οµάδας µε αποτέλεσµα την ανωτερότητά τους και κατά συνέπεια την κατωτερότητα των µελών της κυριαρχούµενης οµάδας» (Παπάς, 1998: 28). «Η προκατάληψη αναφέρεται σε γνώµες ή στάσεις που έχουν τα µέλη µιας οµάδας απέναντι σε κάποια άλλη οµάδα. Οι γνώµες και οι στάσεις αυτές έχουν σχηµατιστεί εκ των προτέρων και βασίζονται κυρίως σε εικασίες και φήµες παρά σε αποδείξεις και δεν µεταβάλλονται εύκολα ακόµα και αν έρθουν αντιµέτωπες µε άλλες πληροφορίες. Οι προκατειληµµένοι άνθρωποι µπορεί να έχουν είτε ευνοϊκές είτε αρνητικές προκαταλήψεις απέναντι στις άλλες οµάδες» (Giddens, A., 2002: 301). Όσον αφορά στον αρνητικό χαρακτήρα της, διάφοροι ορισµοί έχουν δοθεί, όπως: «Η προκατάληψη είναι µια αντιπάθεια που βασίζεται σε µια λανθασµένη και παγιωµένη γενικότητα. Την αντιπάθεια αυτή µπορεί να τη νιώθει κάποιος ή ακόµα και να την εκφράζει απέναντι σε µια οµάδα ή σε ένα άτοµα το οποίο ανήκει σε κάποια διαφορετική οµάδα». Μια «άµεση αρνητική συµπεριφορά µιας κοινωνικής οµάδας που κάθε άτοµα αυτής της οµάδας διακατέχεται από αυτή τη συµπεριφορά». Μια «αρνητική συµπεριφορά που κάθε παρατηρητής την αναγνωρίζει σαν αδικαιολόγητη» (Dovidio, Brigham, Johnson, & Gaertner, 1996: 278). Τρία στοιχεία αναλύουν το φαινόµενο της προκατάληψης. Το συναισθηµατικό (απέχθεια, αντιπάθεια, µίσος), το γνωστικό (αντιλήψεις, στερεότυπα) και το βουλητικό (αρνητική προδιάθεση, µεροληψία) (Μίτιλης, Α., 1998: 60). Όταν η προκατάληψη ξεπερνά τα πλαίσια της γνώµης και περνά σε τρόπους συµπεριφοράς και πρακτικές, τότε µιλάµε για δυσµενή διακριτική µεταχείριση. Ο διαχωρισµός αυτός γίνεται γιατί αν και η προκατάληψη αποτελεί τη βάση της δυσµενούς διακριτικής µεταχείρισης, µπορούν αυτές οι δύο καταστάσεις να υφίστανται ξεχωριστά η µία από την άλλη. Οι άνθρωποι µπορεί να έχουν προκατειληµµένες απόψεις για κάποιους άλλους ανθρώπους, χωρίς να τις µετατρέπουν όµως σε πράξη. «Η δυσµενής διακριτική µεταχείριση αναφέρεται στην πραγµατική συµπεριφορά απέναντι σε κάποια άλλη οµάδα. Την παρατηρούµε στις δραστηριότητες εκείνες που αποκλείουν τα µέλη µιας οµάδας από τις ευκαιρίες που απολαµβάνουν άλλες» (Giddens, A., 2002: 302). «Πρόκειται για στάσεις απέχθειας και έµπρακτης εχθρότητας απέναντι σε κάποια άλλη κοινωνική οµάδα, συνήθως φυλετική» (Abercrombie, N., Hill, & Turner, B, 1992: 305). Χαρακτηριστικά των προκαταλήψεων είναι ότι: 1. ο άνθρωπος χαρακτηρίζει µε ευκολία µεγάλες οµάδες µε χονδροειδή γνωρίσµατα, 2. οι χαρακτηρισµοί αυτοί µένουν σταθεροί για µεγάλα χρονικά διαστήµατα, 3. αλλάζουν, µε δυσκολία, ανάλογα µε τις υπάρχουσες κοινωνικές, πολιτικές και οικονοµικές συνθήκες, 4. επιτείνονται οι αρνητικοί χαρακτηρισµοί, όταν υπάρχουν εχθρότητες µεταξύ των κοινωνικών οµάδων,

5. µαθαίνονται σε µικρή ηλικία, 6. δύσκολα µεταβάλλονται κάτω από εχθρικό κοινωνικό κλίµα (Tajfel, H., Fraser, C., 1978 : 427). Οι λειτουργίες που συντελούν στη διαµόρφωση των προκαταλήψεων αφορούν το ατοµικό και το οµαδικό επίπεδο. Οι άνθρωποι στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν τις πληροφορίες που αφορούν την κατηγοριοποίηση κάποιας συγκεκριµένης οµάδας, υπεραπλουστεύουν τα χαρακτηριστικά τους µε σκοπό την άµεση αναγνώριση και την οµοιόµορφη κατηγοριοποίηση των κοινών γνωρισµάτων των ατόµων σε οµάδες. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι προκαθορισµένα από την κοινωνία µας. Από τη στιγµή που τα άτοµα της κάθε οµάδας µοιράζονται την ίδια κοινωνική υπαγωγή, η επιλογή των κριτηρίων και το είδος των χαρακτηριστικών που αποδίδονται στις άλλες οµάδες για το διαχωρισµό της οµάδας τους από αυτές, καθορίζεται από τις πολιτιστικές παραδόσεις, τα οµαδικά συµφέροντα και τις κοινωνικές διαφοροποιήσεις, οι οποίες εκλαµβάνονται ως κοινές για το σύνολο της οµάδας. (Παπαστάµου, 1990: 135). Εκτός από τη συµβολή του ατόµου στην κατασκευή των προκατειληµµένων στάσεων καθοριστικό ρόλο διενεργεί το κοινωνικό περιβάλλον µέσα στο οποίο διαµορφώνονται οι προσωπικές στάσεις, οι κοινωνικές διαδικασίες και οι εκάστοτε κοινωνικές και πολιτιστικές αξίες. «αντίδραση της κυρίαρχης οµάδας απέναντι στις άλλες οµάδες δεν είναι πάντα προβλέψιµη και εξαρτάται από την περίσταση της επικοινωνίας και τη συµµετοχή των άλλων στον αξιακό κώδικα της κυρίαρχης οµάδας. Το γεγονός ότι η ξένη οµάδα µπορεί να προχωρήσει στην οργάνωση της ζωής της µε βάση τα δικά της πολιτιστικά στοιχεία και αξίες αποτελεί αιτία γένεσης και έξαρσης των προκαταλήψεων και στερεοτύπων» (Γκότοβος, 1996). Η κυρίαρχη οµάδα τείνει να εξιδανικεύει τον εαυτό της και να προχωρά στην αφοµοίωση του διαφορετικού βάσει του δικού της κώδικα, επικοινωνιακού, πολιτιστικού, κοινωνικού, καθώς προσπαθεί να διασφαλίσει τη θέση της στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο και να την ανυψώσει έναντι των µεταναστών, των αλλοδαπών και των µειονοτικών οµάδων. Θέτει τα όρια και τους κανόνες συµβάλλοντας στον κανονιστικό χαρακτήρα των στερεοτύπων θεωρώντας, πως οτιδήποτε διαφορετικό αποτελεί εµπόδιο στην κοινωνική της επιτυχία και πρόοδο. Εποµένως, η ανάπτυξη των προκαταλήψεων και στερεοτύπων σχετίζεται µε ιδεολογικούς και οικονοµικούς παράγοντες. Η πολιτισµική µειονότητα των Τσιγγάνων θεωρείται µια από τις οµάδες που προκαλεί προκαταλήψεις στην κυρίαρχη οµάδα µιας κοινωνίας, επειδή οι διαφορετικές αντιλήψεις τους και οι διαφορετικοί ηθικοί κώδικές τους, συντήρησαν κατά το πέρασµα των αιώνων την επιφυλακτικότητα των άλλων οµάδων και τους κράτησαν στο χώρο του περιθωρίου. Στο πλαίσιο ενός αναπτυσσόµενου κράτους και µιας οµογενοποιηµένης κοινωνίας, οι πολιτιστικές διαφορές µεταλλάσσονται σε κοινωνικές αντιθέσεις και οδηγούν στην απόρριψη και τη σύγκρουση. «Η διαφορετικότητα αυτή των Τσιγγάνων δεν επέτρεψε την άρση των διαχωριστικών γραµµών και την ενσωµάτωσή τους και τους καθήλωσε στο χώρο του περιθωρίου, στην αποµόνωση και στην γκετοποίηση». (Γεωργογιάννης, Π., 2004)

Μέθοδος είγµα Ογδόντα εννέα µαθητές δηµοτικών σχολείων από την Πάτρα και την Κάτω Αχαΐα πήραν µέρος στην έρευνα αυτή. Οι σαράντα πέντε µαθητές φοιτούσαν στο σχολείο της Πάτρας και οι σαράντα τέσσερις στο σχολείο της Κάτω Αχαΐας. Η ηλικία των µαθητών κυµαινόταν από 9 έως 12 έτη (Mean age 10.98). Για τη συλλογή των δεδοµένων χρησιµοποιήθηκε η µέθοδος της βολικής δειγµατοληψίας, επιλέγοντας τα πλησιέστερα άτοµα, ώστε να χρησιµεύσουν ως απαντώντες (Cohen & Manion, 1994: Ερευνητικό εργαλείο Για τη διαπίστωση της προκατάληψης των Ελλήνων µαθητών χρησιµοποιήθηκε ένα ερωτηµατολόγιο µε ερωτήσεις τύπου Likert από το 1 = Συµφωνώ απόλυτα έως το 4 = ιαφωνώ απόλυτα). Στην αρχή υπήρχαν ερωτήσεις δηµογραφικού τύπου όπου αναφέρονταν στο φύλο, στην ηλικία, στον τόπο διαµονής και την τάξη που φοιτούσαν και στη συνέχεια υπήρχαν 12 ερωτήσεις όπου οι µαθητές συµπλήρωναν ότι αισθάνονταν ότι τους ταίριαζε πιο πολύ. ιαδικασία Έπειτα από επικοινωνία µε τους διευθυντές των δηµοτικών σχολείων και την ενηµέρωσή τους για το αντικείµενο της έρευνας, έγινε η επίσκεψη στα σχολεία. Εκεί έγινε η ενηµέρωση των µαθητών. Η ενηµέρωση αφορούσε την προαιρετική συµµετοχή τους, την ανωνυµία των απαντήσεων και τη µη σχέση της έρευνας µε τα δρώµενα του σχολείου και τον επηρεασµό της σχολικής τους βαθµολογίας. Στατιστική ανάλυση Τα δεδοµένα που συγκεντρώθηκαν αναλύθηκαν µε τη βοήθεια του Statistical Package for Social Sciences. Οι ερωτήσεις του ερωτηµατολογίου κωδικοποιήθηκαν βάζοντας µπροστά από καθεµία το γράµµα Τ. Από τον υπολογισµό των µέσων όρων των απαντήσεων που έδωσαν οι µαθητές, όπως φαίνεται από τον πίνακα 1, παρατηρούµε ότι οι µέσοι όροι των απαντήσεων κυµαίνονται από 1,86 έως 3,70 για την Πάτρα και από 1,88 έως 3,48 για την Κάτω Αχαΐα. Για τις ανάγκες της παρούσας αναφοράς χρησιµοποιήθηκαν ενδεικτικά µόνο πέντε µεταβλητές, οι Τ5, Τ7, Τ8, Τ9 και Τ11.

Πίνακας 1. Αριθµητικοί µέσοι των απαντήσεων των µαθητών Στο σχήµα 1 µπορούµε να δούµε την γραφική απεικόνιση των µέσων όρων των πέντε µεταβλητών ανά περιοχή. Σχήµα 1. Γραφική απεικόνιση των αριθµητικών µέσων των µεταβλητών Τ5, Τ7, Τ8, Τ9 & Τ11 Αποτελέσµατα Στην αρχή έγινε µια περιγραφική σύγκριση των πέντε µεταβλητών (Τ5, Τ7, Τ8, Τ9 και Τ11) µεταξύ των µαθητών της Πάτρας και της Κάτω Αχαΐας. Ο πίνακας 2 περιγράφει τα ποσοστά των απαντήσεων που έδωσαν οι µαθητές στην ερώτηση «Οι τσιγγάνοι δεν θα έπρεπε να πηγαίνουν εκεί που δεν τους θέλουν»

Πίνακας 2. Απόλυτες συχνότητες-ποσοστά απαντήσεων στη µεταβλητή Τ5 Όσον αφορά τους µαθητές του σχολείου της Πάτρας τη διαβάθµιση «συµφωνώ απόλυτα» των απαντήσεων έχουν επιλέξει 20 µαθητές µε ποσοστό 44,44% και τη διαβάθµιση «συµφωνώ» 10 µαθητές µε ποσοστό 22,22%. Οι 7 στους 10 σχεδόν από τους µαθητές (68,18%) συµφωνούν σε αυτό που ζητά η ερώτηση. Υπάρχουν και 14 µαθητές που είτε διαφωνούν απόλυτα είτε διαφωνούν µε αυτό. Στο σχολείο της Κάτω Αχαΐας 9 µαθητές έχουν απαντήσει «συµφωνώ απόλυτα», 15 µαθητές «συµφωνώ», ενώ 18 µαθητές έχουν απαντήσει είτε «διαφωνώ» είτε «διαφωνώ απόλυτα» Στον πίνακα 3 παρουσιάζονται οι απαντήσεις που έδωσαν οι µαθητές στην ερώτηση «Θα έκανα φίλο µου κάποιον τσιγγάνο». Και εδώ η γενική εικόνα των απαντήσεων είναι παραπλήσια µε αυτή των απαντήσεων στην παραπάνω ερώτηση. Μόνο 3 από τους µαθητές, από το σχολείο της Πάτρας έχουν δώσει απαντήσεις στις διαβαθµίσεις «συµφωνώ απόλυτα» και «συµφωνώ». Οι 6 από τους 45 µαθητές έχουν απαντήσει «διαφωνώ» και οι τριάντα τέσσερις µαθητές «διαφωνώ απόλυτα». Ένα ποσοστό δηλαδή της τάξης του 88,89% των µαθητών έχει απαντήσει ότι διαφωνεί στο να κάνει ένα τσιγγάνο φίλο. Υπάρχουν και δύο µαθητές οι οποίοι δεν έχουν απαντήσει τη συγκεκριµένη ερώτηση. Πίνακας 3. Απόλυτες συχνότητες και ποσοστά απαντήσεων στη µεταβλητή Τ7

Από τους µαθητές του σχολείου της Κάτω Αχαΐας 14 έχουν επιλέξει τις απαντήσεις «συµφωνώ απόλυτα» και «συµφωνώ», 16 την απάντηση «διαφωνώ» και 12 την απάντηση «διαφωνώ απόλυτα». ηλαδή το 1/3 σχεδόν των µαθητών σε σχέση µε τους µαθητές της Πάτρας. Στον πίνακα 4 περιγράφονται οι απαντήσεις των τσιγγάνων µαθητών στην ερώτηση «Θα προσπαθούσα να κάνω παρέα µε παιδιά που είναι τσιγγάνοι.». Πίνακας 4. Απόλυτες συχνότητες -ποσοστά απαντήσεων στη µεταβλητή Τ8 Εδώ το 25% των µαθητών από την Πάτρα έχει επιλέξει τις απαντήσεις «συµφωνώ απόλυτα» (11,11%) και «συµφωνώ» (13,33%). Στις διαβαθµίσεις «διαφωνώ» και «διαφωνώ απόλυτα» έχουν απαντήσει 8 και 25 µαθητές αντίστοιχα. Και σε αυτή την ερώτηση το 73,24% των µαθητών έχει δώσει αρνητικές απαντήσεις. Όσον αφορά τους µαθητές της Κάτω Αχαΐας 14 µαθητές έχουν δώσει απαντήσεις «συµφωνώ απόλυτα» και «συµφωνώ», 4 και 10 αντίστοιχα, 15 µαθητές έχουν απαντήσει «διαφωνώ» και 13 «διαφωνώ απόλυτα» Στον πίνακα 5 παρουσιάζονται οι απαντήσεις των µαθητών στην ερώτηση «Θα συµµετείχα σε δραστηριότητες µε παιδιά που είναι τσιγγάνοι.» Πίνακας 5. Απόλυτες συχνότητες- ποσοστά απαντήσεων στη µεταβλητή Τ9

Στο σχολείο της Πάτρας την απάντηση «συµφωνώ απόλυτα» επέλεξε το 11,11% των µαθητών (5 µαθητές) ενώ την απάντηση «συµφωνώ» το 13,33% (6 µαθητές). 13 µαθητές έχουν επιλέξει την απάντηση «διαφωνώ» (28,89%) και 20 την απάντηση «διαφωνώ απόλυτα» (44,44%). Από τους µαθητές του σχολείου της Κάτω Αχαΐας 2 µαθητές έχουν απαντήσει «συµφωνώ απόλυτα», 12 µαθητές «συµφωνώ», 18 «διαφωνώ» και 9 «διαφωνώ απόλυτα». Ο πίνακας 6 περιλαµβάνει τις απαντήσεις των µαθητών στην ερώτηση «εµπιστεύοµαι τους τσιγγάνους» Πίνακας 6. Απόλυτες συχνότητες και ποσοστά απαντήσεων στη µεταβλητή Τ11 Σε αυτήν την ερώτηση υπάρχει µια ισορροπία στις απαντήσεις των µαθητών της Πάτρας και της Κάτω Αχαΐας. Εδώ τα ποσοστά των απαντήσεων στις διαβαθµίσεις «διαφωνώ» και «διαφωνώ απόλυτα» είναι ακόµα πιο υψηλά σε σχέση µε τις προηγούµενες µεταβλητές και στις δύο περιπτώσεις. Το 88,89% των µαθητών της Πάτρας έχει επιλέξει αυτές τις διαβαθµίσεις. Πιο συγκεκριµένα τη διαβάθµιση «διαφωνώ» έχουν επιλέξει 15 µαθητές και την απάντηση «διαφωνώ απόλυτα» 25 µαθητές. Στις διαβαθµίσεις «συµφωνώ απόλυτα» και «συµφωνώ» έχουν επιλέξει αντίστοιχα 1 και 3 µαθητές, ενώ ένας µαθητής δεν έχει απαντήσει. Σχεδόν τα ίδια αποτελέσµατα εµφανίζονται και στο σχολείο της Κάτω Αχαΐας µε 5 µαθητές να έχουν επιλέξει την απάντηση «συµφωνώ» και 37 µαθητές τις απαντήσεις «διαφωνώ» και «διαφωνώ απόλυτα». Χαρακτηριστικό είναι ότι δεν υπάρχει επιλογή στην απάντηση «συµφωνώ απόλυτα» Στη συνέχεια εξετάστηκε η σχέση των µεταβλητών µεταξύ τους. Ο πίνακας 7 περιέχει τους δείκτες συνάφειας µεταξύ των πέντε µεταβλητών (Τ5, Τ7, Τ8, Τ9 και Τ11). Από την ανάλυση του πίνακα προκύπτουν στατιστικά σηµαντικοί δείκτες συνάφειας µεταξύ των ζευγών των µεταβλητών (Τ7, Τ8, Τ9 και Τ11) και λιγότερο σηµαντικοί µεταξύ των ζευγών µε τη µεταβλητή Τ5.

Πίνακας 7. είκτες συνάφειας µεταξύ των µεταβλητών Τ5, Τ7, Τ8, Τ9, Τ11 Τέλος εξετάστηκε η σχέση µεταξύ των ανεξάρτητων µεταβλητών φύλο, ηλικία και τόπος διαµονής µε τις πέντε εξαρτηµένες µεταβλητές (Τ5, Τ7, Τ8, Τ9 και Τ11). Στην αρχή έγινε µια σύγκριση των µέσων όρων µεταξύ των κατηγοριών των ανεξάρτητων µεταβλητών και των εξαρτηµένων, όπως φαίνεται από τα παρακάτω σχήµατα.

Από την σύγκριση των µέσων όρων βλέπουµε ότι σε ορισµένες περιπτώσεις υπάρχουν διαφορές µεταξύ των µέσων όρων των διαφόρων κατηγοριών των ανεξάρτητων µεταβλητών. Στη συνέχεια εξετάστηκε αν ήταν στατιστικά σηµαντικές οι διαφορές των µέσων όρων σε επίπεδο στατιστικής σηµαντικότητας α=0,05 Για το λόγο αυτό χρησιµοποιήθηκε ο έλεγχος χ 2 (chi-square). Η µηδενική υπόθεση ήταν ότι δεν υπάρχει σχέση µεταξύ των απαντήσεων των µαθητών και των µεταβλητών φύλο, ηλικία και τόπος διαµονής. Η 0 : χ 2 = 0 Η εναλλακτική υπόθεση ήταν ότι υπάρχει σχέση Η α : χ2 0 Πίνακας 8. Στατιστικός έλεγχος χ 2 (chi-square) Από τον πίνακα 8 φαίνεται ότι υπάρχει στατιστικά σηµαντική διαφορά στις µεταβλητές Τ5 και Τ7 µεταξύ των µαθητών από διαφορετικό τόπο διαµονής και της µεταβλητής Τ5 µεταξύ των µαθητών µε διαφορετική ηλικία, αφού p<05. Συµπεράσµατα Τα αποτελέσµατα της παρούσας έρευνας περιγράφει µια τάση στάσεων την οποία έχουν οι Έλληνες µαθητές σε καταστάσεις αλληλεπίδρασης µε τους τσιγγάνους. Σκοπός της έρευνας αυτής ήταν να ερµηνεύσει αν οι µαθητές έχουν προκαταληπτικές και στερεοτυπικές στάσεις απέναντι στους τσιγγάνους µέσω ερωτήσεων οι οποίες αφορούσαν το πώς ένιωθαν για αυτούς και πώς θα

αντιδρούσαν σε καταστάσεις αλληλεπίδρασης µε αυτούς. Επίσης προσπαθούσε να αναλύσει την επίδραση της ηλικίας, του φύλου και του τόπου διαµονής στην απόκτηση αυτής της στάσης. Από τα αποτελέσµατα της έρευνας προκύπτει ότι ένα µεγάλο ποσοστό των µαθητών έχει µια τάση προκαταληπτικής στάσης απέναντι στους τσιγγάνους. Αυτό δεν προκύπτει µόνο από τα δεδοµένα που παρουσιάστηκαν, αφού η γενικότερη ανάλυση των δεδοµένων οδηγεί σε αυτό το συµπέρασµα. Ως προς την επίδραση της ηλικίας στη στάση αυτή δεν φαίνεται να υπάρχει διαφοροποίηση, αφού τα παιδιά από την ηλικία των 9 έως την ηλικία των 12 ετών έχουν δώσει σχεδόν ίδιες απαντήσεις εκτός από τη µεταβλητή Τ5. Σύµφωνα µε έρευνες η φυλετική προκατάληψη εµφανίζεται αιφνιδιαστικά στην ηλικία των τριών ετών και συνοδεύεται από τις πρώτες εκδηλώσεις θετικών η αρνητικών συναισθηµάτων (Παπαστάµου, 1990: 84). Το παιδί διαµορφώνει τη δική του φυλετική στάση µέσα από τα ερεθίσµατα του κοινωνικού του περιβάλλοντος, του οποίου η συνεισφορά είναι σηµαντική στην ανάπτυξη και την εξέλιξη του. Μεγαλώνοντας το παιδί οι στάσεις του αυτές αποκτούν µια πληρέστερη µορφή καθώς εµπλουτίζονται µε διάφορες πληροφορίες, όπως τα κοινωνικά στερεότυπα και τις στάσεις των σηµαντικών άλλων, όπως είναι οι γονείς και οι δάσκαλοι. «Μετά την ηλικία των οκτώ ετών τα παιδιά έχουν διαµορφώσει κάποια φυλετική στάση ή οποία περιλαµβάνει φυλετικά στερεότυπα, εκδηλώνοντας εντονότερα την εχθρική τους διάθεση απέναντι στις µειονότητες, για το λόγο ότι οι υποτυπώδεις στάσεις έχουν εµπλουτιστεί µε περισσότερες πληροφορίες για την κοινωνική θέση και τους κοινωνικούς ρόλους των φυλετικών οµάδων» (Μίτιλης, Α., 1998: 88-89). Και στο φύλο δεν υπάρχει διαφοροποίηση, αφού δεν υπάρχουν σηµαντικές διαφορές στις απαντήσεις µεταξύ αγοριών και κοριτσιών. Ο τόπος διαµονής είναι µια µεταβλητή που επηρεάζει τους παράγοντες που διαµορφώνουν αυτή τη στάση άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο. Η επιλογή των δύο περιοχών δεν έγινε τυχαία. Στην περιοχή της Κάτω Αχαΐας οι µαθητές του σχολείου έρχονται κάθε µέρα σε επαφή µε τους τσιγγάνους είτε στο χώρο του σχολείου είτε και στο χώρο της ευρύτερης κοινωνίας. Οι αλληλεπιδράσεις είναι συχνές και αυτό ίσως να είναι παράγοντας διαµόρφωσης της στάσης των Ελλήνων µαθητών, θέµα όµως το οποίο είναι για περαιτέρω διερεύνηση σε µελλοντική ίσως έρευνα. Ολοκληρώνοντας, τα αποτελέσµατα της παρούσας έρευνας περιορίζονται από το γεγονός πώς η έρευνα διεξήχθη µόνο σε δύο σχολεία, µε µικρό δείγµα µαθητών κάτι που µπορεί να µην είναι αντιπροσωπευτικό άλλων περιοχών ή µεγαλύτερου αριθµού δείγµατος. Παρουσιάζει όµως σε πρώτη φάση τη στάση των µαθητών απέναντι στους τσιγγάνους. Αναδεικνύει επίσης την ανάγκη για µια σχολική εκπαίδευση, πολυπολιτισµικού χαρακτήρα όπου θα αναγνωρίζεται η γλωσσική και πολιτισµική διαφορετικότητα των µαθητών και θα καταργούνται οι διακρίσεις, µια και προβάλλονται τα στοιχεία της αλληλοκατανόησης, της αλληλεγγύης, της αλληλοαποδοχής, της ισονοµίας, της δικαιοσύνης και της ισοπολιτείας (Ζωγράφου, Α., 2003: 34), µε σκοπό την άρση των προκαταλήψεων και των στερεότυπων απέναντι σε πρόσωπα και πολιτισµούς και την υπέρβαση κάθε µορφής εθνοκεντρικής αντιµετώπισης, πραγµατοποιώντας µια εκπαιδευτική

διαδικασία που να δίνει ουσία στα ανθρώπινα δικαιώµατα προωθώντας την κατανόηση και τη συνεργασία µεταξύ των λαών που έχουν µια κοινή αντίληψη για την πρόοδο και την ειρήνη. Επίσης, τα αποτελέσµατα δηµιουργούν την ανάγκη να ερευνηθεί η σχέση επηρεασµού και άλλων παραγόντων πάνω σε αυτή τη στάση σε περαιτέρω έρευνα. Βιβλιογραφία Ελληνόγλωσση Αζίζι Καλατζή, Α., Σιδέρη Ζώνιου, Α. & Βλάχου, Α., (1996), Προκαταλήψεις και στερεοτυπία. ηµιουργία και αντιµετώπιση, Αθήνα, Γ.Γ.Λ.Ε Γεώργας,., (1990), Κοινωνική Ψυχολογία, Τοµ.II, Αθήνα Γεωργογιάννης, Π., (1996), Θεωρίες της Κοινωνικής Ψυχολογίας, Τόµος Αθήνα, Gutenberg Γκότοβος, Α., (1996), Ρατσισµός, Κοινωνικές, Ψυχολογικές και παιδαγωγικές όψεις µιας ιδεολογίας και µιας πρακτικής, Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευµάτων, Γενική Γραµµατεία Λαϊκής Επιµόρφωσης, Αθήνα ραγώνα, Θ., (2004), Κοινωνικοπολιτισµικό πλαίσιο της εκπαίδευσης: Στερεότυπα και προκαταλήψεις, Κλειδιά και Αντικλείδια, ΥΠΕΠΘ, Πανεπιστήµιο Αθηνών Έξαρχος, Γ,. (1998), Κοινωνικός Αποκλεισµός των Τσιγγάνων. Στο Κ., Κασιµάτη, (επιµ.), Κοινωνικός Αποκλεισµός:Η Ελληνική Εµπειρία. Κέντρο Κοινωνικής Μορφολογίας και Κοινωνικής Πολιτικής, Αθήνα, Gutenberg Ζωγράφου, Α., (2003), ιαπολιτισµική αγωγή στην Ευρώπη και την Ελλάδα, Αθήνα, Τυπωθήτω Κάτσικας Χ., Πολίτου Ε., (1999), Εκτός τάξης το διαφορετικό, Τσιγγάνοι, µειονοτικοί, παλιννοστούντες και αλλοδαποί στην ελληνική εκπαίδευση, Αθήνα,Gutenberg, Μίτιλης, Α., (1998), Οι µειονότητες µέσα στη σχολική τάξη Μια σχέση αλληλεπίδρασης, Αθήνα, Οδυσσέας Ντούσας,., (1997), Romκαι φυλετικές διακρίσεις, Gutenberg, Αθήνα. Παιδαγωγική Ψυχολογική Εγκυκλοπαίδεια Λεξικό, (1991) Τόµος 7, Αθήνα, Ελληνικά Γράµµατα Παπακωνσταντίνου, Γ., Βασιλειάδου, Μ., Παυλή-Κορρέ, Μ., Οικονοµική- Κοινωνική- Πολιτισµική Κατάσταση των Τσιγγάνων στην Ελλάδα. Στο διαδίκτυο: www.uoi.gr/ ROMA Παπάς, Α., (1998), ιαπολιτισµική παιδαγωγική και διδακτική, Τόµος Α, Αθήνα Παπαστάµου, Σ., (1990), Σύγχρονες έρευνες στην κοινωνική ψυχολογία. ιοµαδικές σχέσεις, Αθήνα, Εκδόσεις Οδυσσέας Ξενόγλωσση Abercrombie, N., Hill, S& Turner, B, (1992) Λεξικό κοινωνιολογίας, Αθήνα, Πατάκης Campbell, T., Στερεότυπα και αντίληψη των διαφορών µεταξύ των οµάδων. Στο: Παπαστάµου, Σ. (επιµ), (1990), Σύγχρονες έρευνες στην κοινωνική ψυχολογία. ιοµαδικές σχέσεις, Αθήνα, Εκδόσεις Οδυσσέας

Cohen, L. & Manion, L., (1994), Μεθοδολογία εκπαιδευτικής έρευνας, Αθήνα, Μεταίχµιο Dovidio, J., Brigham, J., Johnson, B. & Gaertner, S., Stereotyping, Prejudice and Discrimination: Another look. Στο: Macrae, NeilC., Stangor, C & Hewstone, M., (επιµ), (1996), Stereotypesand New York, The Guilford Press Duckitt, J. H. (1992), The socialpsychology of prejudice, New York, Praeger Publishers Giddens, A., (2002), Κοινωνιολογία, Αθήνα, Gutenberg Goodman, M. E., (1964), Race awarenessinyoung children, New York, Collier Books Macrae, NeilC., C & Hewstone, M., (1996), and New York, The Guilford Press Milner, D., Φυλετική προκατάληψη. Στο: Παπαστάµου, Σ. (επιµ), (1990), Σύγχρονες έρευνες στην κοινωνική ψυχολογία. ιοµαδικές σχέσεις, Αθήνα, Εκδόσεις Οδυσσέας Stangor, C., Schaller, M., Stereotypesasindividualand collective representations, Στο: Macrae Neil, C., Stangor, C & Hewstone, M., (επιµ), (1996), and Stereotyping, New York, The Guilford Press Tajfel, H., Fraser, C., (1978), Introducing socialpsychology, Harmodsworth, Middlesex, Penguin Tajfel, H., Κοινωνικά στερεότυπα και κοινωνικές οµάδες. Στο: Παπαστάµου, Σ., (επιµ), (1990), Σύγχρονες έρευνες στην κοινωνική ψυχολογία. ιοµαδικές σχέσεις, Αθήνα, Εκδόσεις Οδυσσέας