2ο Κεφάλαιο: Θεματική Δομή

Σχετικά έγγραφα
8 η Ενότητα. Κατάκτηση του σημασιολογικού τομέα

(2) (Quantifier Raising). (3)

5o Κεφάλαιο: Μετακινήσεις Α

Μοντέλα γλωσσικής επεξεργασίας: σύνταξη

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ Χ --Η ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΡΦ, ΠΡΦ, ΕΦ, ΟΦ

3ο Κεφάλαιο: Η Δομή των Φράσεων και η Πρόταση

Πώς να διαβάζεις στο σπίτι γρήγορα και αποτελεσματικά για μαθητές τάξης Teens 2 & 3 (B & C Senior)

[+εαυτό / +Α] Αναφορικές εκφράσεις: δεδομένα από τα Νέα Ελληνικά. Brian D. Joseph Πανεπιστήμιο της Πολιτείας του Οχάιο

Ενότητες Α και Β (Α' Μέρος). Από τη γραμμικότητα στη συστατικότητα. Δομή και συστατικότητα. Δομικοί κανόνες.

ΤΕΧΝΟΓΛΩΣΣΙΑ VIII ΛΟΓΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: ΜΑΪΣΤΡΟΣ ΓΙΑΝΗΣ, ΠΑΠΑΚΙΤΣΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΣΚΗΣΗ: ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΕΚΦΡΑΣΕΩΝ (Β )

3ο Νηπ/γείο Κορδελιού Τμήμα Ένταξης

ΘΕΜΑ: ΟΙ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ:ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΤΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟΥ ΓΕΝΟΥΣ

Β. Συστατικότητα και εξαρτήσεις (συνέχεια). Το σθένος, επιλογή (το Λεξικό)

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ. Η σύνταξη μιας πρότασης

Ενότητα 7. πίνακας του Γιώργου Ιακωβίδη

Αναπτυξιακά ορόσημα λόγου

Μέρος Β /Στατιστική. Μέρος Β. Στατιστική. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Εργαστήριο Μαθηματικών&Στατιστικής/Γ. Παπαδόπουλος (

ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΗΜΑΣΙΟΛΟΓΙΑ - SEMANTICS

Εισαγωγή στη Γλωσσολογία Ι

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας;

Κείμενα Κατανόησης Γραπτού Λόγου

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΤΑΣΗ. Η οργανωμένη ομάδα λέξεων που εκφράζει μόνο ένα νόημα, με σύντομη συνήθως διατύπωση, λέγεται πρόταση.

Ο ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ. Οι [-Ρ] κατηγορίες (ο, Προθ) εμφανίζονται στη δομή «είναι [-Ρ] που...»: Είναι ο Γιάννης που λείπει Στη βιβλιοθήκη ήταν που κλειδώθηκε

ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΙΑΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΗΣ, ΕΣΠΙ 1

Κεφάλαιο 4. Σύνταξη και λεξικό

Η ΙΣΧΥΣ ΕΝΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ. (Power of a Test) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 21

Γραμματική και Συντακτικό Γ Δημοτικού ανά ενότητα - Παρασκευή Αντωνίου

HY118-Διακριτά Μαθηματικά

7o Κεφάλαιο: Μετακίνηση Κεφαλής

Κεφάλαιο 9. Έλεγχοι υποθέσεων

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Τεχνικές συλλογής δεδομένων στην ποιοτική έρευνα

Εισαγωγή στη Γλωσσολογία Ι

ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ. Μαρίτσα Καμπούρογλου, Λογοπεδικός. Ίδρυμα για το Παιδί «Η Παμμακάριστος»

ΕΙΔΗ ΕΡΕΥΝΑΣ I: ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ & ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ

Στην ηλεκτρονική φόρμα του ΑΣΕΠ στην κατηγορία Πρόσθετα Προσόντα (και αλλού) αναφέρει με κόκκινα γράμματα την λέξη Σημαντικό και εξηγεί ότι " Ο

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ <<ΦΥΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ >> ΘΕΜΑ 1 <<ΣΧΗΜΑ ΓΗΣ ΜΕΡΑ & ΝΥΧΤΑ>>

2ο Κεφάλαιο: Θεµατική οµή

Είδαμε τη βαθμολογία των μαθητών στα Μαθηματικά της προηγούμενης σχολικής χρονιάς. Ας δούμε τώρα πώς οι ίδιοι οι μαθητές αντιμετωπίζουν τα Μαθηματικά.

Διακριτά Μαθηματικά ΙΙ Χρήστος Νομικός Τμήμα Μηχανικών Η/Υ και Πληροφορικής Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων 2018 Χρήστος Νομικός ( Τμήμα Μηχανικών Η/Υ Διακριτά

Ενότητα 2 η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Δημοσιογράφος: Όχι, όχι, δεν θα καθυστερήσετε. Οι ερωτήσεις είναι πολύ λίγες. Έχετε κόψει τελείως κάποια από τις συνήθειες που είχατε παλιότερα;

ΓΛΩ 386 Ζητηματα Νεοελληνικής Σύνταξης

Κεφάλαιο 8. Αριστερή περιφέρεια ΙΙ: ερωτήσεις και Ā-εξαρτήσεις

Κεφάλαιο 9. Έλεγχοι υποθέσεων

4o Κεφάλαιο: Η Δομή της Ονοματικής Φράσης

Πώς Διηγούμαστε ή Αφηγούμαστε ένα γεγονός που ζήσαμε

ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ: ΠΑΤΣΑΤΖΑΚΗ ΕΛΕΝΗ, ΑΕΜ:3196 ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΥΕ258 ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΩΝ ΓΛΩΣΣΙΚΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ και ΕΠΑΓΩΓΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. 5η Ενότητα: Συζητώντας για την εργασία και το επάγγελμα ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Εισαγωγικά κείμενα

Πρόλογος. Καλή τύχη! Carl-Johan Forssén Ehrlin

Συμφωνία υποκειμένου- ρήματος, Χρόνος και Όψη στην Ελληνόφωνη Αφασία. Ιωάννινα, Νοέμβριος 2012

Χρήστος Μαναριώτης Σχολικός Σύμβουλος 4 ης Περιφέρειας Ν. Αχαϊας Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ ΣΤΗΝ Α ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Λύδια Μίτιτς

Σοφία Παράσχου. «Το χάνουμε!»

«Δοκιμασία Εκφραστικού Λεξιλογίου σε τυπικά αναπτυσσόμενα παιδιά ηλικίας 6 8 ετών»

ΕΝΟΤΗΤΑ Γ. Κατηγορίες (Μέρη του Λόγου)

ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ: Β06Σ03 «Στατιστική περιγραφική εφαρμοσμένη στην ψυχοπαιδαγωγική» ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:

Πώς γράφω µία σωστή περίληψη; Για όλες τις τάξεις Γυµνασίου και Λυκείου

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

«ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ» Μάθημα 6 «Βασικές μέθοδοι ποιοτικής & μικτής έρευνας»

Δεύτερη διδακτική πρόταση Έλεγχος επίδοσης στο σχολείο. 1 φωτοτυπία ανά μαθητή με τον έλεγχο παραγωγή προφορικού λόγου, παραγωγή γραπτού λόγου

Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών. σύμβολα αριθμών. επ. Κωνσταντίνος Π. Χρήστου. Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας

Κεφάλαιο 3. Από τη λέξη στη φράση: φραστική δομή

Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Ανάπτυξη Χωρικής Αντίληψης και Σκέψης

Το αντικείμενο [τα βασικά]

(συνέντευξη: ραδιοφωνικός σταθμός Αθήνα, 9.84, ο σφυγμός της μέρας, 06/02/08)

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

Ψυχογλωσσολογικά ευρήματα για τους κλινικούς δείκτες πρώιμης διάγνωσης στην Ειδική Γλωσσική Διαταραχή

ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Χρόνος: 1 ώρα. Οδηγίες

Έλεγχος υποθέσεων και διαστήματα εμπιστοσύνης

1ο Κεφάλαιο: Συντακτικές Κατηγορίες

H Ναταλί Σαμπά στο babyspace.gr

Γλωσσικό τεστ για παιδιά ηλικίας μηνών

Οδηγίες. Θα το παίξεις... και θα πεις κι ένα τραγούδι!

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» Τομέας Νέων Ελληνικών

Κεφάλαιο 5 Κριτήρια απόρριψης απόμακρων τιμών

Ταυτότητα εκπαιδευτικού σεναρίου

«Φύλλο εργασίας 2» «Εντοπίζοντας χαρακτηριστικά της διαισθητικής βιολογικής γνώσης των μικρών παιδιών»

Εμένα με νοιάζει. Επαναληπτικό μάθημα. Ήρθαν οι μπλε κάδοι. 1 Αντιστοίχισε τις πρώτες ύλες με τα παράγωγά τους:

Ιεραρχική αναλυση αποφασεων Analytic hierarchy process (AHP)

Εφαρμοσμένη Στατιστική Δημήτριος Μπάγκαβος Τμήμα Μαθηματικών και Εφαρμοσμένων Μαθηματικών Πανεπισ τήμιο Κρήτης 14 Μαρτίου /34

Η Διωνυμική Κατανομή. μαθηματικών. 2 Ο γονότυπος μπορεί να είναι ΑΑ, Αα ή αα.

x ν+1 =ax ν (1-x ν ) ή αλλιώς η απλούστερη περίπτωση ακολουθίας αριθμών με χαοτική συμπεριφορά.

Μαθηματικά: Αριθμητική και Άλγεβρα. Μάθημα 3 ο, Τμήμα Α. Τρόποι απόδειξης

κάνουμε τι; Γιατί άμα είναι να είμαστε απλώς ενωμένοι, αυτό λέγεται παρέα. Εγώ προτιμώ να παράγουμε ένα Έργο και να δούμε.

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

Συγγραφέας: Αλεξίου Θωμαή ΕΠΙΠΕΔΟ Α1 ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΔΙΑΜΟΝΗ. Κατανόηση γραπτού λόγου. Γεια σου, Μαργαρίτα!

Η επιστήµη της γλωσσολογίας και η µετασχηµατιστική γραµµατική

Εκπαιδευτική παρέμβαση στον αφηγηματικό λόγο νηπίου με γλωσσική διαταραχή

Πρόταση. Αληθείς Προτάσεις

ΥΔΡΟΠΕΡΑΤΟΤΗΤΑ (ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ) Τίτλος διερεύνησης: Ποιοί παράγοντες επηρεάζουν το πόσο νερό συγκρατεί το χώμα;

Πανεπιστήμιο Αθηνών Τμήμα Φυσικής Κβαντομηχανική ΙΙ

ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΓΛΩΣΣΑΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ (Υποκείμενο, Αντικείμενο, Κατηγορούμενο)

ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ. Γαλήνη Σαπουντζάκη Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΣΤΑΣΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΜΕ Η ΧΩΡΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟ

Transcript:

2ο Κεφάλαιο: Θεματική Δομή Σύνοψη Σε αυτό το κεφάλαιο παρουσιάζονται οι θεματικές σχέσεις που έχουν μεταξύ τους οι όροι μιας πρότασης, ο διαχωρισμός ανάμεσα σε κατηγορήματα και ορίσματα, καθώς και τα διάφορα είδη των θεματικών ρόλων. Υποστηρίζεται ότι οι λεξικές πληροφορίες πρέπει να αναπαρίστανται στη δομή της πρότασης ακόμη και όταν δεν έχουν φωνολογικό περιεχόμενο (κενές κατηγορίες), αλλά και ότι η δομή της πρότασης πρέπει να προβλέπει για στοιχεία που δεν έχουν λεξικές πληροφορίες, αλλά μόνο φωνολογικό περιεχόμενο (πλεοναστικά). Εξηγείται επίσης η διαφορά μεταξύ θέσεων Α και Α, καθώς και μεταξύ θέσεων Θ και Θ. Η αναφορά στις διαταραχές εστιάζεται στον αγραμματισμό και στα προβλήματα που προκαλούν οι προτάσεις με υποκείμενα που έχουν μετακινηθεί από κάποια άλλη θέση με συνέπεια να παραβιάζουν την θεματική ιεραρχία, καθώς και τα ρήματα με πολλούς θεματικούς ρόλους. Γίνεται επίσης αναφορά σε θεραπευτική παρέμβαση που λαμβάνει υπόψη της τις παραπάνω θεωρητικές γνώσεις. 1 Εισαγωγή Οι προτάσεις της γλώσσας (sentences) συνήθως εκφράζουν κάποιες λογικές προτάσεις (propositions). Σύμφωνα με την τυπική λογική (ή κατηγορηματική λογική predicate logic) οι λογικές προτάσεις αποτελούνται από ένα κατηγόρημα (predicate), το οποίο και καθορίζει τις σχέσεις μεταξύ των ορισμάτων του (arguments). Το κατηγόρημα είναι μια έκφραση που δηλώνει, για παράδειγμα, μια δραστηριότητα ή ένα γεγονός, ενώ το όρισμα εκφράζει τον συμμετέχοντα στη δραστηριότητα ή το γεγονός. Υπάρχουν διαφόρων ειδών κατηγορήματα, όπως βλέπουμε με πλαγιαστά γράμματα στις προτάσεις (1). Βλέπουμε δηλ., ότι τα κατηγορήματα μπορεί να είναι επίθετα, ουσιαστικά ή και προθέσεις στην πρώτη και τρίτη πρόταση μάλιστα εκφράζουν σχέσεις ανάμεσα σε δύο οντότητες (Ονοματικές Φράσεις). Τα κατηγορήματα στα οποία θα αναφερθούμε εμείς σε αυτό το κεφάλαιο όμως είναι κυρίως τα ρήματα, (2). (1) α. Η Μαρία είναι πιο ψηλή από την Καίτη. β. Ο Σπύρος είναι πολιτικός μηχανικός. γ. Ο σκύλος είναι σε ένα μικρό σπιτάκι. (2) α. Η Μαρία κλαίει. β. Ο Κώστας ξέρει την ιστορία. γ. Τα παιδιά ακούμπησαν τη μπάλα στο έδαφος. Η σχέση μεταξύ του κατηγορήματος και των ορισμάτων του είναι γνωστή ως Θεματική Δομή (argument structure), ή δομή οργανικών όρων και δομή ορισμάτων. 1.1 Ορίσματα Στις παρακάτω προτάσεις έχουμε βάλει σε αγκύλες τα κατηγορήματα των προτάσεων και με πλαγιαστά γράμματα τα ορίσματά τους. (3) α. Κάποιος από τους φοιτητές [χασμουρήθηκε]. β. 10 μέλη της συνέλευσης [γέλασαν]. γ. Ο Γιάννης [έφυγε]. (4) α. Η αστυνομία [συνέλαβε] τους υπόπτους. β. Η Μαρία [έστειλε] το γράμμα. 19

(5) α. Τα παιδιά [έβαλαν] το λουράκι στον σκύλο. β. Ο σερβιτόρος [έδωσε] το φαγητό στον ζητιάνο. Τα ρήματα στις προτάσεις (3) λέγονται μονοθέσια (one-place predicates) γιατί έχουν ένα όρισμα, στις προτάσεις (4) διθέσια (two-placepredicates) επειδή έχουν δύο ορίσματα και στις προτάσεις (5) τριθέσια (three-place predicates). Δεν είναι σίγουρο ότι υπάρχουν κατηγορήματα με τέσσερα ορίσματα. Στην παρακάτω πρόταση, αλλά και σε όλες τις προτάσεις γενικότερα, το αντικείμενο, «τους υπόπτους», λέγεται και εσωτερικό όρισμα, ενώ το υποκείμενο, «η αστυνομία», λέγεται εξωτερικό όρισμα. (6) Η αστυνομία συνέλαβε τους υπόπτους. Αυτές οι ονομασίες προέκυψαν από το γεγονός ότι στο δένδρο που αναπαριστά τη δομή της πρότασης το αντικείμενο βρίσκεται μέσα στη Ρηματική Φράση (άρα, εσωτερικό), ενώ το υποκείμενο έξω από τη Ρηματική Φράση (εξωτερικό). (7) Η αστυνομία συνέλαβε τους υπόπτους. Μπορούμε να φανταστούμε και κατηγορήματα που δεν έχουν ορίσματα, όπως: (8) α. Βρέχει. β. It snows. Θα δούμε λίγο αργότερα ότι παρότι η Αγγλική πρόταση (8β) έχει ως υποκείμενο το it, αυτό δεν είναι όρισμα. 1.2 Προσαρτήματα Δεν αποτελούν ορίσματα του ρήματος όλες οι φράσεις που περιλαμβάνει μία πρόταση. Στις παρακάτω προτάσεις, για παράδειγμα, οι φράσεις που είναι με πλαγιαστά γράμματα δεν είναι ορίσματα, αλλά προσαρτήματα. Τα προσαρτήματα είναι οι φράσεις που γνωρίζαμε από την παραδοσιακή γραμματική ως προσδιορισμούς. (9) α. Η αστυνομία συνέλαβε τους υπόπτους την Παρασκευή. β. Η αστυνομία συνέλαβε τους υπόπτους στην Καλαμάτα. Πώς διακρίνουμε τα ορίσματα από τα προσαρτήματα; Πρώτα απ όλα η συντακτική κατηγορία μίας Φράσης από μόνη της δεν αποτελεί ακριβές κριτήριο για το αν η Φράση είναι όρισμα ή προσάρτημα. Αυτό φαίνεται από το ότι τα προσαρτήματα στις προτάσεις (9) είναι η ΟΦ «την Παρασκευή» και η ΠροθΦ «στην Καλαμάτα», ενώ τα ορίσματα στην πρόταση (5α) είναι επίσης (δύο) ΟΦ, «τα παιδιά» και «το λουράκι», και μία ΠροθΦ, «στον σκύλο». Ένα κριτήριο, αν και όχι απόλυτα αξιόπιστο, για να διακρίνουμε ανάμεσα σε ορίσματα και προσαρτήματα είναι ότι τα προσαρτήματα μπορούν να παραλειφθούν, σε αντίθεση με τα ορίσματα. Αν παραλειφθούν τα προσαρτήματα στις προτάσεις, (9), για παράδειγμα, οι προτάσεις εξακολουθούν να είναι 20

γραμματικές. Αν όμως παραλειφθεί η ΟΦ «τους υπόπτους» της πρότασης (6), η πρόταση που προκύπτει είναι αντιγραμματική, βλέπε (10). (10) α. Η αστυνομία συνέλαβε τους υπόπτους. β. *Η αστυνομία συνέλαβε. Δείτε όμως ότι σε προτάσεις όπως οι παρακάτω, αυτό που φαίνεται να είναι όρισμα, δηλ., η ΟΦ «ένα παγωτό», μπορεί να παραλειφθεί. Είναι δυνατό, με βάση αυτό το σκεπτικό, η ΟΦ «ένα παγωτό» να είναι προσάρτημα; Έχει αναφερθεί η πιθανότητα τα ρήματα στις προτάσεις (11α) και (11β) να είναι διαφορετικά, με το «τρώω» στο (11α) να είναι διθέσιο και το «τρώω» στο (11β) να είναι μονοθέσιο. Αυτή η πιθανότητα έχει τελικά απορριφθεί όμως, επειδή το ρήμα «τρώω/έφαγα», μαζί με αρκετά άλλα, πολύ συνηθισμένα ρήματα, θα έπρεπε να θεωρηθούν αμφίσημα κάτι όχι ιδιαίτερα εύλογο Kearns (2000: 39). (11) α. Τα παιδιά έφαγαν ένα παγωτό. β. Τα παιδιά έφαγαν. Τελικά, το πιο ακριβές που μπορούμε να πούμε είναι όχι ότι τα ορίσματα είναι υποχρεωτικά, αλλά ότι τα προσαρτήματα δεν είναι ποτέ υποχρεωτικά στην πρόταση (βλέπε επίσης Ackema 2015). 1.3 Θεματικοί Ρόλοι Με το να πούμε απλά και μόνο ότι ένα Ρήμα, όπως το «συλλαμβάνω», για παράδειγμα, έχει δύο Ονοματικές Φράσεις (ΟΦ) ορίσματα, δηλ., το υποκείμενό του και το αντικείμενο/συμπλήρωμα δεν λαμβάνουμε υπόψη ότι η κάθε μία από τις ΟΦ παίζει διαφορετικό ρόλο στο γεγονός που εκφράζει το ρήμα. Στην πρόταση (6), για παράδειγμα, η οποία επαναλαμβάνεται παρακάτω ως (12), «η αστυνομία» και οι «ύποπτοι» συμμετέχουν με διαφορετικό τρόπο στο γεγονός της «σύλληψης» που εκφράζεται από το Ρήμα. (12) Η αστυνομία συνέλαβε τους υπόπτους. Γι αυτό και κάθε θεωρία ορισμάτων θα πρέπει να διαθέτει και την κατάλληλη περιγραφή του θεματικού ρόλου κάθε ορίσματος. Ο όρος θεματικός ρόλος λοιπόν περιγράφει και εκφράζει τη σχέση που έχει το κατηγόρημα με τα ορίσματά του. Η μελέτη των θεματικών ρόλων που έχει διεξαχτεί τα τελευταία τριάντα χρόνια έχει προσπαθήσει να προτείνει μια καθολική τυπολογία των πιθανών θεματικών ρόλων των φράσεων σε σχέση με τα κατηγορήματά τους. Παραθέτουμε αμέσως πιο κάτω τους πιο γνωστούς θεματικούς ρόλους με τις φράσεις στις οποίες αντιστοιχούν σε πλαγιαστά γράμματα, σημειώνοντας ότι δεν υπάρχει απόλυτη συμφωνία ως προς τα είδη και την ονομασία τους. (13) α. Η Μαρία έπεσε. θέμα (ή δέκτης) [theme/ patient] β. Η Μαρία χτύπησε τον σκύλο. δράστης, θέμα/δέκτης [agent ή causer, theme] γ. Η Μαρία αισθανόταν καλά. φορέας εμπειρίας [experiencer] δ. Έδωσα το βιβλίοστη Μαρία. δράστης, θέμα, στόχος. [agent, theme, goal] 21

ε. Πήγα σπίτι. θέμα, στόχος [theme, goal] 1 Ακολουθούν κι άλλα παραδείγματα των ίδιων θεματικών ρόλων: (14) α. Η αστυνομία συνέλαβε τους εμπρηστές. δράστης, θέμα β. Ο ύποπτος έλαβε προειδοποίηση. δέκτης, θέμα γ. Το ακροατήριο ευχαριστήθηκε το έργο. φορέας εμπειρίας, θέμα δ. Ο Πρωθυπουργός πήγε στην Κύπρο. θέμα, στόχος Λέμε ότι το κατηγόρημα δίνει (ή προσδίδει ή αποδίδει) θεματικούς ρόλους στις διάφορες Φράσεις οι οποίες αποτελούν τα ορίσματά του και, αντίστοιχα, ότι οι Φράσεις παίρνουν θεματικό ρόλο από το κατηγόρημα. Δηλαδή, λέμε, για παράδειγμα, ότι στην πρόταση (14α) το ρήμα «συλλαμβάνω» δίνει τον θεματικό ρόλο του δράστη στο υποκείμενό του, «η αστυνομία», και το θεματικό ρόλο του θέματος στο αντικείμενό του, «τους εμπρηστές». 2 Εστιάζοντας στους δύο βασικούς θεματικούς ρόλους, αυτούς του δράστη και του θέματος, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι: α) ο δράστης εισάγει τη δράση που περιγράφει το κατηγόρημα, και β) το θέμα είναι αυτό που υπόκειται σε αλλαγή της θέσης ή της κατάστασής του από το κατηγόρημα. Τα μονοθέσια ρήματα που συνδυάζονται με δράστη λέγονται ανεργαστικά (unergatives), (15α), ενώ τα μονοθέσια ρήματα που συνδυάζονται με θέμα λέγονται αναιτιατικά (unaccusatives), (15β). (15) α. Ο Γιάννης γελάει. β. Ο Γιάννης έπεσε/έρχεται Ένας από τους στόχους των πολλών προηγούμενων παραδειγμάτων με θεματικούς ρόλους είναι να γίνει κατανοητό ότι οι θεματικοί ρόλοι δεν συνδέονται με συγκεκριμένη θέση στην πρόταση. Δεν σημαίνει δηλαδή ότι αν μια ονοματική φράση είναι σε θέση υποκειμένου, πράγμα που προκύπτει από την ονομαστική πτώση που φέρει (ή και από τη συμφωνία με το ρήμα), θα φέρει απαραίτητα και το θεματικό ρόλο του δράστη. Συγκρίνετε τις προτάσεις (15α) και (15β), για παράδειγμα. Και οι δύο έχουν υποκείμενο, και μάλιστα το ίδιο υποκείμενο. Και οι δύο προτάσεις δεν έχουν κάποιο άλλο όρισμα, παρά μόνο αυτό που βλέπουμε στη θέση υποκειμένου. Παρόλα αυτά, το υποκείμενο δεν έχει τον ίδιο θεματικό ρόλο στις δύο προτάσεις. Στην πρώτη έχει τον θεματικό ρόλο του δράστη, και στη δεύτερη τον θεματικό ρόλο του θέματος. Αυτό προκύπτει από τη σχέση που έχει «ο Γιάννης» με το Ρήμα στην κάθε πρόταση. Θα επανέλθουμε στο κεφάλαιο 6 με περισσότερες λεπτομέρειες για τη θεμελιώδη διαφορά μεταξύ αυτών των δύο τύπων ρημάτων, αλλά ας πούμε δύο λόγια εδώ για τη συντακτική δομή τους. (16) α. ΟΦ [ ΡΦ Ρ] β. _ [ ΡΦ Ρ ΟΦ] Η πρόταση (15α) με το ανεργαστικό ρήμα έχει τη δομή (16α), δηλ., έχει εξωτερικό όρισμα (υποκείμενο), αλλά όχι εσωτερικό, πράγμα αναμενόμενο μιας και δεν έχει αντικείμενο. Από την άλλη πλευρά, οι προτάσεις με αναιτιατικά ρήματα, (15β), θεωρείται ότι έχουν εσωτερικό όρισμα (αντικείμενο), αλλά όχι εξωτερικό, (16β). Στην Αγγλική, η οποία δεν επιτρέπει κενά εξωτερικά ορίσματα, δηλ., δεν επιτρέπει κενά υποκείμενα, η ΟΦ που βλέπουμε στο (16β) μετακινείται στη θέση υποκειμένου, στο σημείο που υπάρχει το κενό, με αποτέλεσμα να έχουμε προτάσεις όπως John left. Στην Ελληνική, σε προτάσεις όπως η (16β) η 22

ΟΦ, η οποία αποτελεί και το μοναδικό όρισμα, μπορεί να μείνει και μετά το ρήμα, με αποτέλεσμα να μπορούμε να έχουμε «έπεσε/έρχεται ο Γιάννης». Σε γενικές γραμμές, φαίνεται προτιμότερο να μείνει η ΟΦ μετά το Ρήμα με τα αναιτιατικά ρήματα (π.χ., «ήρθε ο Γιάννης», σε αντίθεση με «διάβασε ο Γιάννης»), ακριβώς επειδή έχει ξεκινήσει από εκεί. Έχει επίσης ενδιαφέρον, ότι στην Ελληνική κάποια από τα αναιτιατικά ρήματα έχουν μη ενεργητική μορφολογία, π.χ., «έρχομαι», όπως ακριβώς και τα ρήματα των παθητικών προτάσεων. Όπως θα δούμε προς το τέλος αυτού του κεφαλαίου, οι αγραμματικοί έχουν διαφόρων ειδών προβλήματα με τα αναιτιατικά ρήματα. 1.4 Το Θ-Κριτήριο Αναφέραμε ήδη διάφορους θεματικούς ρόλους οι οποίοι αποδίδονται στα ορίσματα μιας (λεξικής) συντακτικής κατηγορίας. Πώς όμως κατανέμονται οι θεματικοί ρόλοι; Σύμφωνα με το Θεματικό κριτήριο (Θ-κριτήριο), Chomsky (1981): (17) Κάθε όρισμα εκφράζει έναν μόνο θεματικό ρόλο και κάθε θεματικός ρόλος αποδίδεται σε ένα και μόνο όρισμα. Αυτό που ουσιαστικά λέει το Θ-κριτήριο είναι ότι κάθε όρισμα μπορεί να δεχτεί μόνο έναν θεματικό ρόλο και, από την άλλη πλευρά, πρέπει να υπάρχουν τόσα ορίσματα όσοι και οι θεματικοί ρόλοι του κατηγορήματος. Γι αυτό εξάλλου και τα ορίσματα είναι υποχρεωτικά: αν δεν υπάρχουν, δεν θα μπορέσουν να αποδοθούν οι θεματικοί ρόλοι του κατηγορήματος. Οι θέσεις μέσα στην πρόταση στις οποίες μπορεί να αποδοθεί θεματικός ρόλος λέγονται οργανικές θέσεις ή Α-θέσεις, από την Αγγλική λέξη Argument (όρισμα). Αυτές οι θέσεις είναι η θέση του υποκειμένου και οι θέσεις των αντικειμένων. Όταν σε αυτές τις θέσεις τελικά αποδίδεται θεματικός ρόλος, τότε είναι και Θ-θέσεις. Είπαμε λοιπόν ότι η θέση του υποκειμένου της πρότασης είναι Α-θέση, δηλ., θέση στην οποία μπορεί να αποδοθεί θεματικός ρόλος. Ανάλογα με τη θεματική δομή του ρήματος της πρότασης όμως, η ΟΦ που βρίσκεται σε αυτήν τη θέση μπορεί να δέχεται θεματικό ρόλο, αλλά μπορεί και όχι. Στην πρόταση (18), για παράδειγμα, η ΟΦ υποκείμενο, ο Γιάννης, έχει τον θεματικό ρόλο του δράστη. Όμως η ΟΦ στη θέση του υποκειμένου στην πρόταση (19) δεν δέχεται θεματικό ρόλο εκεί που βρίσκεται, επειδή το Ρήμα «φαίνεται» δεν μπορεί να δώσει θεματικό ρόλο στο υποκείμενό του. Αυτό συμβαίνει επειδή το «φαίνεται» είναι απρόσωπο ρήμα. (18) Ο Γιάννης έφαγε ένα παγωτό. (19) Ο Γιάννης φαίνεται να είναι έξυπνος. Συνεπώς, ενώ «ο Γιάννης» είναι σε Α-θέση και στις δύο παραπάνω προτάσεις κι αυτό επειδή είναι σε θέση υποκειμένου, δηλ., θέση στην οποία μπορεί να αποδοθεί θεματικός ρόλος στην πρόταση (18) αυτή η θέση είναι και Θ-θέση, επειδή το ρήμα μπορεί να δώσει θεματικό ρόλο (και δίνει το θεματικό ρόλο του δράστη). Αντίθετα, στην πρόταση (19) η θέση του υποκειμένου είναι Θ -θέση, επειδή το Ρήμα της πρότασης είναι το απρόσωπο ρήμα «φαίνεται» το οποίο δεν έχει να δώσει θεματικό ρόλο στο εξωτερικό του όρισμα, δηλ. στη ΟΦ που βρίσκεται στη θέση υποκειμένου. Τέλος, η θέση του αντικειμένου όλων των προτάσεων είναι Α-θέση και Θ-θέση ταυτόχρονα. Μια άλλη θέση που βρίσκεται επίσης στην αρχή της πρότασης είναι η θέση του Χαρακτηριστή της Φράσης Συμπληρωματικού Δείκτη (ΦΣΔ). Θα επανέλθουμε στα κεφάλαια 3 και 5 με πολλές λεπτομέρειες και διευκρινίσεις σε σχέση με αυτήν τη θέση, αλλά ας αναφέρουμε εδώ με συντομία ότι σε αυτήν τη θέση, η οποία, όπως επισημάναμε, βρίσκεται στην αρχή-αρχή της πρότασης, μετακινούνται Φράσεις, όπως οι ερωτηματικές, (20), ή άλλες που συνδέονται με ιδιαίτερη έμφαση και επιτονισμό, (21). Αυτή η θέση είναι πάντα Α -θέση, δηλαδή, δεν δέχεται ποτέ θεματικό ρόλο. (20) Ποιον είδες; 23

(21) ΤΗΝ ΚΟΚΚΙΝΗ ΤΣΑΝΤΑ αγόρασα (όχι την καφέ). 3 Αφού οι ΟΦ «ποιον» και «την κόκκινη τσάντα» στις παραπάνω προτάσεις βρίσκονται σε θέση στην οποία δεν αποδίδεται θεματικός ρόλος, πώς γίνεται να έχουν θεματικό ρόλο; Να διευκρινίσουμε κατ αρχάς ότι ξέρουμε ότι έχουν θεματικό ρόλο, επειδή είναι φανερό ότι στην πρόταση (20) η ερωτηματική αντωνυμία «ποιον» έχει τον θεματικό ρόλο του δέκτη και στην (21) η ΟΦ «την κόκκινη τσάντα» έχει επίσης τον θεματικό ρόλο του δέκτη. Έχουν θεματικό ρόλο, παρότι βρίσκονται στη συγκεκριμένη θέση, επειδή τους έχει δοθεί αυτός ο θεματικός ρόλος από το Ρήμα («είδες» και «αγόρασα» αντίστοιχα) στη θέση που ήταν πριν μετακινηθούν στην αρχή της πρότασης, δηλ., στη θέση του αντικειμένου των ρημάτων των αντίστοιχων προτάσεων. 2 Η Αρχή της Προβολής Είδαμε σε προηγούμενα σημεία αυτού του κεφαλαίου τις θεματικές σχέσεις μεταξύ του Ρήματος και των ορισμάτων του στην πρόταση. Ένα ζητούμενο είναι ποιος είναι ο ρόλος αυτών των στοιχείων (καθώς και των μεταξύ τους σχέσεων) όταν πρόκειται να αναπαραστήσουμε μία πρόταση δομικά, συγκεκριμένα, όταν πρόκειται να αναπαραστήσουμε την πρόταση με ένα δενδροδιάγραμμα (δένδρο). Παίρνουμε ως αφετηρία την παρακάτω Αρχή, η οποία έχει εκφραστεί από τον Chomsky (1981), και είναι γνωστή ως Αρχή της Προβολής (Projection Principle). Σύμφωνα με την Αρχή της Προβολής: (22) Όλες οι λεξικές πληροφορίες αναπαρίστανται συντακτικά. Αυτό που σημαίνει η Αρχή της Προβολής είναι ότι στις παρακάτω προτάσεις ακριβώς επειδή υπονοούμε ότι «κάποιος έφυγε νωρίς», ή «κάποιος διάβασε πολλά βιβλία», αυτός «ο κάποιος» θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στη δομική αναπαράσταση των προτάσεων. (23) α. Έφυγε νωρίς. β. Διάβασε πολλά βιβλία. Θα πρέπει, δηλαδή, όταν φτιάχνουμε το δένδρο που αναπαριστά τις προτάσεις (23) να λάβουμε υπόψη ότι πριν από το «έφυγε» ή το «διάβασε» υπάρχει ένα υποκείμενο που, αν και δεν το βλέπουμε, θα πρέπει να το αναπαραστήσουμε στη δομή της πρότασης επειδή υπάρχει ως λεξική/θεματική πληροφορία. 4 Με άλλα λόγια, θα πρέπει να φροντίσουμε να υπάρχει μία θέση γι αυτό το όρισμα στο δέντρο που θα φτιάξουμε για την πρόταση. 2.1 Κενές κατηγορίες και πλεοναστικά Είδαμε στην προηγούμενη ενότητα ότι υπάρχουν θεματικοί ρόλοι οι οποίοι δεν αντιστοιχούν σε κάποια ορατή Ονοματική Φράση, δηλαδή, ονοματική φράση με φωνολογικό περιεχόμενο. Μια τέτοια περίπτωση είναι τα υποκείμενα των προτάσεων (23), τα οποία αποτελούν περιπτώσεις κενών υποκειμένων. Από την άλλη πλευρά όμως, υπάρχουν και ονοματικές φράσεις με φωνολογικό περιεχόμενο, οι οποίες δεν έχουν θεματικό ρόλο. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν αντωνυμίες και επιρρήματα όπως το «it» και το «there» της Αγγλικής στις παρακάτω προτάσεις: (24) α. It rained. β. There was a man in the garden. Το «it»και το «there»της Αγγλικής εισάγονται στις παραπάνω προτάσεις επειδή η Αγγλική είναι γλώσσα που δεν επιτρέπει κενά υποκείμενα. Τα υποκείμενα των δύο προτάσεων (24) δεν φέρουν κάποιο θεματικό ρόλο, όπως προκύπτει από το νόημά τους, άρα η παρουσία τους δεν υπαγορεύεται από την Αρχή της 24

Προβολής, (22). Όμως, οι θέσεις του υποκειμένου δεν μπορούν να μείνουν κενές. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι η παρουσία του «it» και «there» στη θέση υποκειμένου της Αγγλικής, ακριβώς επειδή δεν υπαγορεύεται από τις λεξικές τους πληροφορίες τις οποίες εξάλλου δεν έχουν, επιτελούν μόνο δομικούς σκοπούς. Επειδή λοιπόν αυτές οι δύο φράσεις βρίσκονται στη θέση του υποκειμένου παρότι δεν φέρουν λεξικές πληροφορίες, δηλ., δεν φέρουν θεματικό ρόλο, λέγονται πλεοναστικά. Η Ελληνική διαφέρει από την Αγγλική ως προς τη δυνατότητα να έχει κενά υποκείμενα. Στην Ελληνική, ακόμη και όταν το υποκείμενο της πρότασης φέρει θεματικό ρόλο, δεν χρειάζεται να εκφραστεί φωνολογικά, αλλά το περιεχόμενό του εξάγεται από το περικείμενο. Αυτό το κενό υποκείμενο, δηλ., το κενό υποκείμενο των παρεμφατικών προτάσεων της Ελληνικής (αλλά και πολλών άλλων γλωσσών, όπως της Ιταλικής ή Ισπανικής, κλπ.), λέγεται pro. 5 Η δυνατότητα που έχουν γλώσσες όπως η Ελληνική να μην εκφράζουν φανερά το υποκείμενο θεωρείται ότι συνδέεται στενά με την πλούσια μορφολογία του Ρήματος, η οποία βοηθάει στην ανακάλυψη του υποκειμένου (και υποβοηθείται βέβαια από το περικείμενο). Οι γλώσσες αυτού του τύπου λέγονται γλώσσες pro-drop, ή γλώσσες κενού υποκειμένου (null subject languages). Τη στιγμή λοιπόν που στις γλώσσες κενού υποκειμένου τα υποκείμενα έχουν τη δυνατότητα να μην εκφράζονται φωνολογικά ακόμη κι όταν φέρουν θεματικό ρόλο, όταν η θέση του υποκειμένου δεν φέρει θεματικό ρόλο, όπως συμβαίνει με τα ρήματα καιρού, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί το υποκείμενο να έχει φωνολογικό περιεχόμενο, (26). (25) α. (Η Μαρία/Ο Κώστας/Κάποιος, κλπ) έφυγε νωρίς ή β. (Η Μαρία/Ο Κώστας/Κάποιος, κλπ) διάβασε πολλά βιβλία (26) α. (*Αυτό) βρέχει. β. (*Αυτό) χιονίζει. Εκτός από γλώσσες όπως τα Ελληνικά, ή τα Αγγλικά όμως, υπάρχουν και γλώσσες οι οποίες, ακριβώς όπως τα Αγγλικά, δεν επιτρέπουν κενά υποκείμενα. Αντίθετα με τα Αγγλικά όμως, δεν έχουν πλεοναστικά, δηλ., δεν έχουν στο λεξιλόγιό τους ΟΦ όπως το «it» ή το «there» που να μπορούν να τοποθετηθούν στις θέσεις του υποκειμένου για να καλύψουν την απαγόρευση για κενά υποκείμενα. Πώς λένε άραγε σε αυτές τις γλώσσες «βρέχει» ή «χιονίζει»; Μια τέτοια γλώσσα είναι η Shupamem, η οποία μιλιέται στο Καμερούν, και βλέπουμε τον γλωσσικό μηχανισμό που χρησιμοποιείται προκειμένου οι εκφράσεις καιρού να έχουν υποκείμενα. 6 (27) α. mbi gbe βροχή πέφτει Βρέχει. β. mbah gbe σύννεφο πέφτει Συννεφιάζει. 2.2 Η Αρχή της Διευρυμένης Προβολής Σύμφωνα με τη Αρχή της Διευρυμένης Προβολής (Extended Projection Principle) Chomsky 1981: (28) Όλες οι προτάσεις της γλώσσας έχουν υποκείμενο. Βλέπουμε ότι αυτή η Αρχή αφορά τη δομή της πρότασης. Δεν μας λέει δηλαδή κάτι για το σημασιολογικό περιεχόμενο, ή τον θεματικό ρόλο του υποκειμένου, αλλά μόνο για την θέση του. Έχουμε δει ότι σε μερικές γλώσσες το υποκείμενο πρέπει να εκφράζεται φωνολογικά (Αγγλική), ενώ σε άλλες όχι (Ελληνική). Αυτή η διαφοροποίηση πραγματώνεται από τις δύο Παραμέτρους αυτής της Αρχής (βλέπε 1ο κεφάλαιο, ενότητα 1.1). Η μία από αυτές είναι γνωστή ως Παράμετρος του Κενού Υποκειμένου. 25

Προκύπτει λοιπόν από όσα έχουμε συζητήσει σε αυτό το κεφάλαιο ότι η δομή της πρότασης καθορίζεται από δύο παράγοντες: α) από τη δομή των θεματικών ρόλων του κατηγορήματος (θεματική δομή/δομή ορισμάτων). Η δομή της πρότασης λοιπόν είναι κατά ένα μέρος λεξικά/θεματικά καθορισμένη. Αυτό δηλώνει εξάλλου η Αρχή της Προβολής. Ότι, δηλαδή, όλες οι λεξικές πληροφορίες της πρότασης, ακόμη και θεματικοί ρόλοι Φράσεων που δεν είναι ορατές, πρέπει να εμφανίζονται ως θέσεις στο δένδρο που αναπαριστά την πρόταση. β) από κάποια στοιχεία, τα πλεοναστικά, τα οποία δεν φέρουν θεματικό ρόλο, αλλά χρειάζονται προκειμένου να συμπληρώσουν δομικά κενά της πρότασης. Αυτό δηλώνεται από την Αρχή της Διευρυμένης Προβολής. Όταν λοιπόν πρόκειται να φτιάξουμε το δενδροδιάγραμμα που αναπαριστά τη δομή μιας πρότασης θα πρέπει να λάβουμε υπόψη και των δύο ειδών τις πληροφορίες. 2.3 Συνέπειες για το Λεξικό Σε εισαγωγικά μαθήματα Γλωσσολογίας μαθαίνουμε ότι το Λεξικό της γλώσσας περιλαμβάνει συντακτικές πληροφορίες όπως: 1. Χαρακτηριστικά κατηγορίας και 2. Περιορισμούς υποκατηγοριοποίησης. Με άλλα λόγια, για την κάθε λέξη που υπάρχει στο Λεξικό, υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τη συντακτική κατηγορία στην οποία ανήκει, καθώς και τον αριθμό και την συντακτική κατηγορία των ορισμάτων της. Σύμφωνα με αυτά που είπαμε μέχρι τώρα σε αυτό το κεφάλαιο όμως, και, συγκεκριμένα, σύμφωνα με: α) το Θ-κριτήριο, β) την Αρχή της Προβολής, γ) την Αρχή της Διευρυμένης Προβολής θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι οι πληροφορίες 1. και 2. είναι περιττές. Αν, όπως δηλώνει η Αρχή της Προβολής, (22), για παράδειγμα, όλες οι πληροφορίες πρέπει να αναπαρίστανται δομικά, οι περιορισμοί υποκατηγοριοποίησης δεν φαίνεται να χρειάζονται. Παρά τα παραπάνω όμως, δεν είναι σίγουρο ότι μπορούμε να απαλλαγούμε από το πλαίσιο υποκατηγοριοποίησης. Κι αυτό επειδή, όταν έχουμε ένα Ρήμα, όπως το «αισθάνομαι», για παράδειγμα, αυτό μπορεί να συνταχθεί με τρεις διαφορετικούς τρόπους: (29) α. Η Μαρία αισθάνθηκε ευχαριστημένη. (Επίθετο) β. Η Μαρία αισθάνθηκε ότι ήταν εκεί (ο Γιάννης). (Πρόταση) γ. Η Μαρία αισθάνθηκε ένα σπρώξιμο στην πλάτη. (ΟΦ) Η Αρχή της Προβολής μας λέει ότι ένα κατηγόρημα, το «αισθάνομαι» σε αυτήν την περίπτωση, αποδίδει το θεματικό ρόλο του φορέα εμπειρίας και το θεματικό ρόλο του θέματος σε αντίστοιχες φράσεις. Εναλλακτικά, το Επίθετο «ευχαριστημένη», η Πρόταση «ότι ήταν εκεί ο Γιάννης» και η ΟΦ «ένα σπρώξιμο στην πλάτη» στις παραπάνω προτάσεις δέχονται τον ίδιο θεματικό ρόλο (αυτόν του θέματος) από το ρήμα «αισθάνθηκε». Δεν είναι αρκετό όμως από αυτήν την πληροφορία να μαντέψουμε σε ποια συντακτική κατηγορία ανήκει η Φράση που παίρνει τον θεματικό ρόλο του θέματος από το Ρήμα (ή οποιοδήποτε άλλο κατηγόρημα). Καταλήγουμε λοιπόν ότι χρειαζόμαστε και τα χαρακτηριστικά υποκατηγοριοποίησης (cselection features). 7 3 Θεματική δομή και διαταραχές 3.1 Η θεματική δομή στην αφασία Μια σειρά από μελέτες που έχουν διεξαχθεί τα τελευταία χρόνια έχουν βρει διαφόρων ειδών προβλήματα σε πληθυσμούς με γλωσσικές διαταραχές ως προς τη δομή ορισμάτων. Ο πληθυσμός που έχει μελετηθεί 26

περισσότερο μέχρι τώρα σε αυτόν τον τομέα της γλώσσας είναι οι αφασικοί, στην πλειοψηφία τους οι αγραμματικοί. Οι Thompson et al. (1997α) μελέτησαν μονοθέσια, διθέσια και τριθέσια ρήματα μέσα από δοκιμασίες εκμαίευσης. Ζήτησαν δηλαδή από αγραμματικούς, και αντίστοιχη ομάδα ελέγχου, να παράγουν ρήματα μέσα από φωτογραφίες που τους έδειχναν. Βρήκαν ότι οι αγραμματικοί τα πήγαιναν, όπως είναι αναμενόμενο ίσως, πολύ καλύτερα στα μονοθέσια απ ό,τι στα διθέσια, και καλύτερα στα διθέσια απ ό,τι στα τριθέσια ρήματα. Αυτό συνέβη και με την ομάδα ελέγχου, μόνο που με αυτούς τα ποσοστά ορθών απαντήσεων ήταν από 83% έως 100%, ενώ των αγραμματικών κυμάνθηκε από 25% έως 90%. Ένα άλλο εύρημα ήταν ότι όταν οι αγραμματικοί έπρεπε να παράγουν ρήματα σε σενάρια που απαιτούσαν τρεις θεματικούς ρόλους, αλλά επρόκειτο για ρήματα που θα μπορούσαν να πάρουν και δύο θεματικούς ρόλους, όπως το ζεύγος (30α)-(30β), επέλεγαν να παράγουν την πρόταση (30β) αντί για την πρόταση (30α). (30) α. Πέταξε ένα κόκκαλο στον σκύλο. β. Πέταξε ένα κόκκαλο. γ. Έδωσε ένα κόκκαλο στον σκύλο Και πάλι, παρόμοια προτίμηση έδειξε και η ομάδα ελέγχου. Στην ομάδα ελέγχου όμως οι σωστές απαντήσεις σε τριθέσια-διθέσια ήταν 83% - 99% αντίστοιχα, ενώ στους αγραμματικούς ήταν 26% - 60%. Συμπερασματικά, οι αγραμματικοί είχαν δυσκολίες με τη θεματική δομή των ρημάτων, κι αυτό δεν ήταν απαραίτητα συνάρτηση του μεγέθους των προτάσεων, δηλ., του αριθμού των ορισμάτων που είχαν τα ρήματα. Αυτό προκύπτει από την καλύτερη επίδοση που είχαν στα τριθέσια ρήματα όπως στο (30γ) σε σχέση με τα αντίστοιχα στο (30α), που έχει ακριβώς την ίδια δομή, αλλά που το ρήμα «πετάω», σε αντίθεση με το «δίνω», μπορεί να έχει και την απλούστερη δομή (30β). Μία άλλη κατηγορία προτάσεων στην οποία βρέθηκαν προβλήματα, από πιο πρόσφατες μελέτες, ήταν προτάσεις με ρήματα στα οποία η θεματική δομή δεν έρχεται σε αντιστοιχία ένα-προς-ένα με την επιφανειακή δομή της πρότασης. Δηλαδή, ενώ συνήθως περιμένουμε η ΟΦ που βρίσκεται πρώτη στην πρόταση να έχει τον θεματικό ρόλο του δράστη, η δεύτερη τον θεματικό ρόλο του θέματος/δέκτη, κλπ., κάποιες προτάσεις δεν ακολουθούν αυτήν την προσδοκία. Τέτοιες ακριβώς προτάσεις είναι αυτές που έχουν αναιτιατικά ρήματα, όπως οι παρακάτω. Σε αυτές τις προτάσεις η πρώτη ΟΦ έχει το θεματικό ρόλο του δέκτη, αντί για τον θεματικό ρόλο του δράστη που περιμένουμε συνήθως. Όπως είπαμε ήδη λίγο πιο πριν, σύμφωνα με τη συντακτική θεωρία, σε τέτοιες προτάσεις το υποκείμενο έχει μετακινηθεί στη θέση που το βλέπουμε από τη θέση του αντικειμένου. Δηλαδή, η συντακτική δομή των προτάσεων (31) είναι όπως στην (16β), την οποία επαναλαμβάνουμε παρακάτω, και στην οποία η ΟΦ μετακινείται στη θέση. (31) α. Το κουτί έπεσε. β. Το πανί σκίστηκε. (16) β. _ [ ΡΦ Ρ ΟΦ] Σε μελέτες τους οι Kim & Thompson (2000) βρήκαν ότι οι αγραμματικοί είχαν δυσκολίες ως προς την παραγωγή αναιτιατικών ρημάτων. Μετά από μία σειρά μελετών καιαποτελεσμάτων, η Thompson (2003) διατύπωσε την υπόθεση της πολυπλοκότητας της θεματικής δομής (argument structure complexity hypothesis, ASCH), η οποία ουσιαστικά περιγράφει τα προβλήματα των αγραμματικών ως προς δύο διαστάσεις: τον αριθμό των ορισμάτων του ρήματος και την πολυπλοκότητα της συντακτικής δομής του. Ισχυρίζεται, λοιπόν, η υπόθεση της πολυπλοκότητας ότι οι αγραμματικοί έχουν προβλήματα: α) με προτάσεις που περιέχουν ρήματα με πολλά ορίσματα/θεματικούς ρόλους, β) με προτάσεις που έχουν θεματική δομή που προκύπτει μετά από τη μετακίνηση της ΟΦ με θεματικό ρόλο θέματος από τη θέση αντικειμένου στη θέση υποκειμένου. Στην πραγματικότητα η πρώτη ερευνήτρια που βρήκε σοβαρά προβλήματα με τα αναιτιατικά ρήματα της Αγγλικής ήταν η Kegl (1995). Θεώρησε λοιπόν ότι αυτά τα προβλήματα προέρχονται από το ότι, 27

σε αυτά τα ρήματα, η ΟΦ που εμφανίζεται ως υποκείμενο έχει μετακινηθεί στη θέση του υποκειμένου από τη θέση του αντικειμένου, (16β), με αποτέλεσμα την αντιστροφή της γενικά αναμενόμενης θέσης των θεματικών ρόλων. Η θεωρία της Thompson, η οποία ακολούθησε χρονικά τα ευρήματα και τις απόψεις της Kegl (1995), δεν προσφέρει κάτι ριζοσπαστικό, εκτός από το ότι λαμβάνει υπόψη και τον αριθμό των θεματικών ρόλων/οφων, πράγμα που μάλλον είναι αυτονόητο ως ένα βαθμό. Όπως και να χει όμως, δυσκολίες με τα αναιτιατικά ρήματα έχουν βρεθεί και στους αγραμματικούς άλλων γλωσσών, π.χ., Ολλανδικά και Ρώσικα (Bastiaanse & vanzonneveld 2005, Dragoy & Bastiaanse 2010). Στο κεφάλαιο 6, στο οποίο θα συζητήσουμε τις παθητικές προτάσεις, θα επανέλθουμε στα αναιτιατικά ρήματα για να δούμε πώς συγκρίνεται η συμπεριφορά των αγραμματικών, μιας και τα δύο είδη προτάσεων/ρημάτων, δηλ., τόσο τα παθητικά όσο και τα αναιτιατικά, εμπλέκουν μετακίνηση ενός εσωτερικού ορίσματος σε θέση υποκειμένου. Αυτό που πρέπει να συγκρατήσουμε μέχρι αυτό το σημείο από τις μελέτες της γλώσσας των αγραμματικών με μητρική γλώσσα την Αγγλική ως προς τα αναιτιατικά ρήματα είναι ότι οι αγραμματικοί δυσκολεύονται, και η δυσκολία τους έχει αποδοθεί στο γεγονός ότι η ΟΦ υποκείμενο αυτών των προτάσεων έχει μετακινηθεί στη θέση υποκειμένου (από τη θέση αντικειμένου). Έχει δηλαδή θεωρηθεί υπεύθυνη η συντακτική δομή αυτών των ρημάτων για τις δυσκολίες που έχουν οι αγραμματικοί ως προς αυτά. Επιπλέον, εκτός από την συντακτική δομή, τα ρήματα με λίγους θεματικούς ρόλους είναι σε καλύτερη κατάσταση από αυτά με περισσότερους. Σε αυτό το σημείο βέβαια εισέρχεται η αντίφαση του ότι τα αναιτιατικά ρήματα έχουν λίγους θεματικούς ρόλους, συγκεκριμένα μόνο έναν, αλλά η δομή είναι πολύπλοκη σε βαθμό που δημιουργεί προβλήματα. 3.1.1 Η θεματική δομή των Ελληνόφωνων αγραμματικών Στην Ελληνική τα αναιτιατικά ρήματα μπορούν να εμφανιστούν είτε με ενεργητική είτε με μη ενεργητική μορφολογία, δηλ., με την ίδια μορφολογία που χρησιμοποιείται για τα παθητικά ρήματα. Ήδη τα δύο ρήματα που εμφανίζονται στην πρόταση (15β) μας έδωσαν μία γεύση γι αυτήν τη διαφοροποίηση. Έχουμε λοιπόν αναιτιατικά ρήματα με ενεργητική μορφολογία, (32α), αναιτιατικά ρήματα με μη ενεργητική μορφολογία, (32β), και αναιτιατικά ρήματα που μπορούν να έχουν είτε ενεργητική είτε μη ενεργητική μορφολογία (32γ): (32) α. Το μπουκάλι άδειασε. β. Η σημαία σκίστηκε. γ. Το τραπεζομάντηλο λέρωσε/το τραπεζομάντηλο λερώθηκε. Σε μία μελέτη τους οι Stavrakaki et al. (2011) βρήκαν ότι οι πέντε αγραμματικοί που συμμετείχαν στα πειράματα που διεξήγαγαν είχαν πολύ χειρότερη επίδοση από την ομάδα ελέγχου χωρίς γλωσσικά προβλήματα ως προς την παραγωγή των αναιτιατικών ρημάτων. Για να δώσουμε μία ιδέα, ενώ η παραγωγή των αγραμματικών και της ομάδας ελέγχου ως προς τα μεταβατικά ρήματα ήταν 88% έναντι 99% σωστές απαντήσεις αντίστοιχα, στα αναιτιατικά ρήματα ήταν 21% έναντι 93%. Όταν οι αγραμματικοί έπρεπε να πουν, για παράδειγμα, «το μπουκάλι άδειασε» έλεγαν «κάποιος άδειασε το μπουκάλι». Με άλλα λόγια, τους ήταν δύσκολο να φτιάξουν μία πρόταση που η πρώτη ΟΦ να έχει τον θεματικό ρόλο του θέματος και την άλλαζαν έτσι ώστε η πρώτη ΟΦ να έχει τον θεματικό ρόλο του δράστη. Παρόμοιες αντικαταστάσεις έκαναν και άτομα από το δείγμα ελέγχου, αλλά σε πολύ πιο μικρά ποσοστά. Να σημειωθεί ότι δύο από τους πέντε αγραμματικούς δεν μπόρεσαν να παράγουν καθόλου αναιτιατικά ρήματα, κάτι που σε καμία περίπτωση δεν συνέβη με συμμετέχοντες από την ομάδα ελέγχου. Στην κατανόηση οι αγραμματικοί τα πήγαν πολύ καλύτερα, αλλά, και πάλι, απέδωσαν πιο χαμηλά από το δείγμα ελέγχου στα αναιτιατικά ρήματα (84% έναντι 99%). Έχει ενδιαφέρον όμως ότι απέδωσαν λίγο καλύτερα σε εκείνα τα αναιτιατικά ρήματα που είχαν μη ενεργητική μορφολογία, π.χ., «Το καλώδιο συνδέθηκε» παρά σε αυτά που είχαν ενεργητική, π.χ., «Η πόρτα άνοιξε». Αυτή η συμπεριφορά φανερώνει ότι δεν έχουν μόνο σοβαρό πρόβλημα στο να αποδώσουν τον θεματικό ρόλο του δέκτη/θέματος στην πρώτη ΟΦ που βλέπουν, αλλά τους επηρεάζει και η μορφολογία. Τους είναι δηλαδή πιο δύσκολο να ερμηνεύσουν το υποκείμενο ως θέμα (το οποίο, σύμφωνα με τα όσα ισχύουν για τη συντακτική δομή των αναιτιατικών ρημάτων έχει μετακινηθεί στη θέση υποκειμένου από τη θέση του τους αντικειμένου) όταν η 28

μορφολογία του αναιτιατικού ρήματος είναι ενεργητική. Οι Stavrakaki et al. (2011) αποδίδουν το έλλειμμα των Ελλήνων αγραμματικών ως προς τα αναιτιατικά ρήματα στην μη αντιστοιχία μεταξύ θεματικών ρόλων και συντακτικών λειτουργιών, επικαλούμενοι τους Schwartz et al. (1987), και γενικότερα την αναντιστοιχία μεταξύ μορφολογίας και σύνταξης, η οποία μεγεθύνεται στους αγραμματικούς ακριβώς στην περίπτωση εκείνων των αναιτιατικών ρημάτων που έχουν ενεργητική μορφολογία, και άρα προδιαθέτουν να ερμηνεύσει κάποιος το υποκείμενο ως δράστη και όχι ως δέκτη ή θέμα. Εκτός από τους ισχυρισμούς των Stavrakaki et al. (2011), που είναι αρκετά προς αυτήν την κατεύθυνση, και τους ισχυρισμούς της Kegl (1995), που επίσης είναι, αλλά πιο αμυδρά, δεν ήταν μέχρι τότε συχνό στην έρευνα επί των αγραμματικών να αποδίδονται τα προβλήματα στα αναιτιατικά ρήματα, όχι στη μετακίνηση της ΟΦ από τη θέση αντικειμένου στη θέση υποκειμένου, αλλά στο γεγονός ότι οι προτάσεις με τέτοια ρήματα παραβιάζουν μια γενικά αποδεκτή ιεραρχία θεματικών ρόλων. Σύμφωνα με αυτήν την ιεραρχία, η πρώτη ΟΦ στην πρόταση έχει τον θεματικό ρόλο του δράστη, η επόμενη του οργάνου και τελευταίος στην ιεραρχία έρχεται ο θεματικός ρόλος του δέκτη/θέματος. Αυτή η ιεραρχία, αναφέρθηκε για πρώτη φορά από τον Fillmore (1968) και αποτέλεσε τη βάση για πολλή σχετική έρευνα στη συνέχεια από τους θεωρητικούς γλωσσολόγους (Grimshaw 1990, Levin & Rappaport 2005, μεταξύ πολλών άλλων). Η ιδέα είναι, λοιπόν, ότι υπάρχει μία συγκεκριμένη Θεματική Ιεραρχία (Thematic Hierarchy), η οποία στην περίπτωση των παρακάτω τριών θεματικών ρόλων είναι ως εξής: 8 (33) Δράστης > Όργανο > Δέκτης/Θέμα Αυτή η ιεραρχία σημαίνει ότι η ΟΦ με τον υψηλότερο στην ιεραρχία θεματικό ρόλο (δηλ., αυτόν προς τα αριστερά) θα είναι και το υποκείμενο της πρότασης. Δηλαδή, αν, για παράδειγμα, ένα ρήμα έχει θεματικό ρόλο δράστη και δέκτη, η ΟΦ που έχει τον θεματικό ρόλο του δράστη θα είναι το υποκείμενο της πρότασης, (34α). Αν δεν υπάρχει θεματικός ρόλος δράστη, αλλά υπάρχει θεματικός ρόλος οργάνου και δέκτη, η ΟΦ που είναι υποκείμενο της πρότασης είναι αυτή που φέρει το θεματικό ρόλο του οργάνου, (34β). Σε κάθε περίπτωση, ο θεματικός ρόλος του δέκτη έρχεται τρίτος (τουλάχιστον) στη σειρά, και είναι υποκείμενο της πρότασης μόνο όταν δεν υπάρχουν οι δύο άλλοι, (34γ). (34) α. Η Μαρία άνοιξε την πόρτα. β. Το κλειδί άνοιξε την πόρτα. γ. Η πόρτα άνοιξε. Σύμφωνα με την παραπάνω ιεραρχία λοιπόν, είναι σε μεγάλο βαθμό αναμενόμενο η πρώτη ΟΦ που συναντάμε σε μία πρόταση να φέρει τον θεματικό ρόλο του δράστη, κι έτσι παρουσιάζεται δυσκολία όταν η πρώτη ΟΦ που συναντάμε φέρει τον θεματικό ρόλο του δέκτη/θέματος. Αυτό ακριβώς συμβαίνει στην περίπτωση των αναιτιατικών ρημάτων. Όπως προαναφέρθηκε, σύμφωνα με τους Stavrakaki et al. (2011), το πρόβλημα που έχουν οι αγραμματικοί με τα αναιτιατικά ρήματα συνίσταται στο να κάνουν την αντιστοίχιση των θεματικών ρόλων με τις ΟΦ στη σειρά που τις συναντάμε καθώς αρχίζουμε να αποκωδικοποιούμε την πρόταση, ακριβώς επειδή η πρώτη ΟΦ δεν φέρει τον θεματικό ρόλο του δράστη που συνήθως αναμένεται. Την ίδια κατεύθυνση ακολουθεί και μία άλλη μελέτη των αναιτιατικών προτάσεων/ρημάτων της Ελληνικής, αυτή των Koukoulioti & Stavrakaki (2014), η οποία στηρίζεται εξ ολοκλήρου στις αρχές της Θεματικής Δομής, και ιδιαίτερα σε πτυχές αυτής που αναπτύχτηκαν από την Grimshaw (1990). Δύο πράγματα αξίζει να σημειωθούν σε σχέση με αυτήντην έρευνα: πρώτον, το δείγμα των αφασικών που μελετήθηκαν (10 στο σύνολο) δεν ήταν μόνο Broca/αγραμματικοί, αλλά διαφόρων ειδών παρόλα αυτά, όλοι είχαν προβλήματα με τα αναιτιατικά ρήματα, αν και οι υπόλοιποι όχι σε τόσο μεγάλο βαθμό όσο οι αγραμματικοί. Δεύτερον, το πρόβλημα των αφασικών δεν αποδόθηκε στη δυσκολία αντιστοίχισης θεματικών ρόλων και ΟΦ, αλλά στην υπεροχή των μεταβατικών και ανεργαστικών ρημάτων, ακριβώς επειδή δίνουν θεματικό ρόλο δράστη, ο οποίος εμφανίζεται στην πρώτη ΟΦ της πρότασης, ανεξάρτητα με το αν υπάρχουν ή όχι άλλοι θεματικοί ρόλοι. Σε περίπτωση που έχετε ξεχάσει ποια είναι τα ανεργαστικά ρήματα, δείτε τις προτάσεις (15). 9 29

Τα ίδια ρήματα, δηλαδή, αναιτιατικά και ανεργαστικά, μελετήθηκαν και από τους Peristeri et al. (2013), αλλά με διαφορετικό τρόπο, δηλ., δια μέσου μίας δοκιμασίας επεξεργασίας σε πραγματικό χρόνο (on-line). Οι ερευνήτριες θέλησαν να δουν κατά πόσο στις προτάσεις με αναιτιατικά ρήματα οι αφασικοί Broca ήταν ευαίσθητοι ως προς το σημείο από το οποίο ξεκινά το υποκείμενο των αναιτιατικών προτάσεων σύμφωνα με τη συντακτική θεωρία, δηλ., από τη θέση αντικειμένου του ρήματος που φαίνεται στην (16β). Προφανώς, οι ως άνω ερευνήτριες πίστευαν ότι υπάρχει μετακίνηση στα αναιτιατικά ρήματα, η οποία αφήνει πίσω της ένα ίχνος, και ήθελαν να δουν κατά πόσο οι αφασικοί είναι ευαίσθητοι ως προς την παρουσία του ίχνους μέσα από τις δοκιμασίες που τους δόθηκαν. Αυτό που έκαναν ήταν δώσουν στους συμμετέχοντες διαφόρων ειδών προτάσεις με ανεργαστικά και αναιτιατικά ρήματα, για να δουν σε ποια από τα τρία σημεία που υπάρχει το σημάδι # έδειχναν ευαισθησία ως προς μία σημασιολογικά συγγενή λέξη. (35) α. Ο δολοφόνος # με το αγγελικό πρόσωπο ξαφνικά δραπέτευσε # όταν ο αστυνομικός κοιμήθηκε στην καρέκλα του τμήματος # έξω από το κελί. β. Ο άρρωστος # με τις λίγες ημέρες ζωής ξαφνικά γιατρεύτηκε # όταν επισκέφτηκε ένα μοναστήρι πριν λίγες μέρες # και έκανε ένα τάμα. γ. Τα λουλούδια # στην άκρη του δρόμου δυστυχώς μαράθηκαν # όταν ο κηπουρός αρρώστησε πολύ βαριά # και δεν δούλεψε για δέκα μήνες. δ. Ο τραγουδιστής # με τις πολλές επιτυχίες ξαφνικά κρύωσε # όταν βγήκε χωρίς παλτό # στον δρόμο που χιόνιζε. ε. Το δένδρο # στο κέντρο του κήπου ξαφνικά άνθισε # όταν ο καιρός έγινε καλύτερος # και ανέβηκε η θερμοκρασία. Στις παραπάνω προτάσεις, το 2ο σημείο # είναι η θέση από την οποία ξεκινούν τα υποκείμενα των προτάσεων (35β-ε) πριν καταλήξουν στη θέση υποκειμένου στην αρχή της πρότασης, είναι δηλαδή το σημείο του ίχνους του υποκειμένου των αναιτιατικών ρημάτων, ή αλλιώς, η θέση του αντικειμένου, από την οποία ξεκινούν οι ΟΦ-υποκείμενα των αναιτιατικών ρημάτων για να καταλήξουν στη θέση του υποκειμένου. Το υποκείμενο της πρότασης (35α) όμως δεν έχει μετακινηθεί στη θέση υποκειμένου, αντίθετα, ήταν πάντα εκεί, αφού το ρήμα δεν είναι αναιτιατικό, αλλά ανεργαστικό. Υπάρχει όμως και σε αυτήν την πρόταση το 2ο σημείο #, καταναλογία με τις υπόλοιπες προτάσεις, ώστε να διερευνηθεί αν υπάρχει διαφορά, γιατί λογικά θα πρέπει να υπάρχει αν το πείραμα είναι επιτυχές. Προσέξτε ότι οι προτάσεις (35β-γ) διαφέρουν από τις (35δ-ε) ως προς το ότι, αν και τα ρήματα είναι αναιτιατικά σε όλες, στις πρώτες δύο τα ρήματα έχουν μη ενεργητική μορφολογία, ενώ στις δεύτερες δύο έχουν ενεργητική μορφολογία (και μάλιστα είναι από εκείνα που δεν μπορούν να έχουν και μη ενεργητική). Τέλος, η πρώτη πρόταση κάθε ζεύγους έχει έμψυχο υποκείμενο, ενώ η δεύτερη άψυχο. Η δοκιμασία των Peristerietal. (2013) πηγάζει από την προσδοκία ότι: α) το 2ο σημείο # θα πρέπει να συμπεριφέρεται διαφορετικά στις προτάσεις με αναιτιατικά ρήματα, δηλ., στις προτάσεις (35β-ε), απ ό,τι στις υπόλοιπες, π.χ., (35α), ακριβώς επειδή είναι το σημείο από το οποίο ξεκινάει το εσωτερικό όρισμα του ρήματος και μετακινείται στη θέση υποκειμένου, δηλαδή είναι το σημείο του ίχνους της μετακίνησης, και β) το 2ο σημείο # θα συμπεριφέρεται διαφορετικά από τα άλλα δύο σημεία # μέσα στην ίδια πρόταση, και πάλι για τον ίδιο λόγο, δηλ., επειδή αυτή είναι μόνη θέση που σχετίζεται με το ίχνος της μετακίνησης. Κατά την εκτίμησή μου, τα αποτελέσματά της έρευνας δεν ήταν απόλυτα ξεκάθαρα. Οι συμμετέχοντες της ομάδας ελέγχου πάντως έδειξαν ευαισθησία ως προς το 2ο σημείο #. Οι αφασικοί όμως έδειξαν ευαισθησία μόνο για μία κατηγορία αναιτιατικών ρημάτων, δηλαδή, αυτά που είχαν μη ενεργητική μορφολογία, (35β-γ), και όχι ως προς το 2ο σημείο #, αλλά ως προς το 3ο. Παρά τα όχι ιδιαίτερα προφανή αποτελέσματα όμως, η μελέτη έχει ενδιαφέρον για μία σειρά από λόγους. Πρώτα απ όλα μας δείχνει ένα διαφορετικό τρόπο διερεύνησης του θέματος. Αποτελεί μία δοκιμασία η οποία προσφέρει εξαιρετικά επιχειρήματα για το ότι τα συγκεκριμένα ρήματα εμπλέκουν μετακίνηση αλλιώς δεν θα μπορούσε να εξηγηθεί η ιδιαίτερη ευαισθησία ως προς το 2ο σημείο # από την ομάδα ελέγχου. Αυτό δεν είναι αμελητέο εύρημα, γιατί είμαι σχεδόν σίγουρη ότι υπάρχουν αναγνώστες που δεν πείθονται εύκολα ότι οι δύο 30

προτάσεις στο (15) έχουν διαφορετική δομή, τουλάχιστον μετά από τα όσα έχουμε πει ως τώρα, ή που γενικά δεν πείθονται για τις μετακινήσεις των διαφόρων στοιχείων της πρότασης. 10 Με άλλα λόγια, οι προτάσεις (15) φαίνονται πολύ παρόμοιες και ίσως να μην είναι απόλυτα πειστικό ότι έχουν διαφορετική δομή, (16). Η δομή (16β) ουσιαστικά σημαίνει ότι μόνο στα αναιτιατικά, και όχι στα ανεργαστικάρήματα, το υποκείμενο της πρότασης έχει μετακινηθεί εκεί από τη θέση αντικειμένου, δηλ., από τη θέση που βρίσκεται το δεύτερο σημείο # στις παραπάνω προτάσεις. Μεγάλο ενδιαφέρον έχει επίσης ότι οι αφασικοί συμπεριφέρονται αλλιώς στα αναιτιατικά ρήματα με ενεργητική μορφολογία από τα αναιτιατικά ρήματα με μη ενεργητική μορφολογία. Θυμηθείτε ότι διαφορετική συμπεριφορά ως προς τις δύο κατηγορίες αναιτιατικών ρημάτων ως προς τη μορφολογία βρέθηκε και στο πείραμα των Stavrakaki et al. (2011), παρότι ήταν διαφορετικού είδους πείραμα, πράγμα που επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για περιοχή που θα πρέπει να προσεχτεί στην αφασία. Ξαναγυρίζοντας στο πείραμα των Peristeri et al. (2013), θα πρέπει να επισημάνουμε ότι αποτελεί αυτό ακριβώς το είδος πειράματος που είναι σε θέση να αξιολογήσει ανάμεσα σε δύο προσεγγίσεις των δυσκολιών που έχει ένας συγκεκριμένος πληθυσμός ως προς τα αναιτιατικά ρήματα: αυτή που αποδίδει τις δυσκολίες στην παραβίαση της θεματικής ιεραρχίας, και αυτή που τα αποδίδει σε (πιθανά) προβλήματα με τη μετακίνηση του εσωτερικού ορίσματος στη θέση υποκειμένου, διαδικασία η οποία εμπλέκεται στα αναιτιατικά ρήματα σύμφωνα με όλες τις επικρατούσες απόψεις. Αν τα αποτελέσματα μας δείχνουν τελικά ότι οι αφασικοί, αντίθετα με την ομάδα ελέγχου, δεν δείχνουν ευαισθησία ως προς το σημείο από το οποίο ξεκινά η μετακίνηση του εσωτερικού ορίσματος, πιθανώς να μην αντιλαμβάνονται καν τη μετακίνηση. Αν όμως δεν αντιλαμβάνονται τη μετακίνηση, θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι δεν τους δυσκολεύει. Με τη σειρά του, αυτό μας κάνει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι τα προβλήματα που έχουν οι αγραμματικοί ως προς τα αναιτιατικά ρήματα πιθανώς να μην οφείλονται στη μετακίνηση του εσωτερικού ορίσματος, αλλά στην παραβίαση της ιεραρχικής δομής των θεματικών ρόλων (33). Σε κάθε περίπτωση η γνώση των παραπάνω θεωριών, καθώς και των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από την πειραματική τους επαλήθευση είναι εξαιρετικά σημαντική επειδή θα μπορούσε να φανταστεί κανείς ότι, ανάλογα με την αιτία της δυσκολίας, θα πρέπει να διαφέρει και η παρέμβαση ως προς τις συγκεκριμένες γλωσσικές εκφράσεις προκειμένου να είναι αποτελεσματική. 3.2 Θεματικοί ρόλοι και θεραπευτική παρέμβαση Στο υπόλοιπο αυτού του κεφαλαίου θα δούμε πώς οι πληροφορίες που παραθέσαμε μέχρι εδώ μπορούν να χρησιμεύσουν στη θεραπεία των γλωσσικών διαταραχών των πληθυσμών με ελλείμματα στη θεματική δομή. Θα αναφερθούμε λοιπόν σε πρόσφατες προσπάθειες οι οποίες εκπαιδεύουν την παραγωγή των ρημάτων, όχι μόνο μεμονωμένα, ούτε με φωνολογική ή άλλη σημασιολογική βοήθεια, αλλά μέσα στην πρόταση και σε συνάρτηση με τους θεματικούς ρόλους των ρημάτων και τις αντίστοιχες ΟΦ που δέχονται αυτούς τους θεματικούς ρόλους. Τέτοιου είδους προσπάθειες έχουν γίνει στο εργαστήριο της Thompson, του Πανεπιστημίου Northwestern, και έχουν δημοσιευθεί στο άρθρο Thompson et al. (2013). Να σημειώσουμε ότι στα κεφάλαια 5 και 6 θα συζητήσουμε πρακτικές θεραπείας από την ίδια επιστημονική ομάδα σε συντακτικά πολύπλοκες προτάσεις, δηλ., σε ερωτηματικές και παθητικές (Thompson et al. 1997β). Σε αυτό το κεφάλαιο θα μιλήσουμε για απλές προτάσεις, αλλά με σύνθετη θεματική δομή. Με τον όρο σύνθετη θεματική δομή, αναφερόμαστε απλά και μόνο σε προτάσεις που περιέχουν ρήματα με τρεις θεματικούς ρόλους (αντί για έναν ή δύο). Οι Thompson et al. (2013) επέλεξαν μία ομάδα οκτώ αγραμματικών, στους μισούς από τους οποίους εφάρμοσαν εντατική θεραπεία ως προς τη θεματική δομή των ρημάτων με τρεις θεματικούς ρόλους και οι άλλοι τέσσερις αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου. Να διευκρινίσουμε ότι οι αγραμματικοί δεν αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα προβλήματα στην κατανόηση των ρημάτων, αλλά δυσκολεύονται να τα παράγουν. Σε αυτήν την περίπτωση, και πριν από τη θεραπεία που θα παρουσιάσουμε στη συνέχεια, αλλά φυσικά και μετά, αξιολόγησαν τις παραγωγές όλων των ρημάτων όλων των αγραμματικών, δηλ., ρήματα με ένα, δύο, ή και με τρεις θεματικούς ρόλους, τόσο από τους τέσσερις αγραμματικούς στους οποίους εφαρμόστηκε η παρέμβαση, όσο και από τους άλλους τέσσερις. Η θεραπεία διήρκεσε το πιο πολύ 20 συνεδρίες, της μιάμιση ώρας η κάθε μία, δύο φορές τη βδομάδα, μέχρι οι συμμετέχοντες να φτάσουν το 31

ποσοστό της 80% ακριβούς παραγωγής των ρημάτων τόσο ως προς την κατονομασία, όσο και ως προς την παραγωγή τους στην πρόταση. Η διαδικασία ήταν απλή και ταυτόχρονα έξυπνη κατά τη γνώμη μου. Στο τραπεζάκι της συνεδρίας υπήρχε μία εικόνα που απεικόνιζε αυτό που λέει το ρήμα/πρόταση, π.χ., «το αγόρι δίνει το μήλο στον δάσκαλο». Στην αρχή ο ερευνητής έδειχνε και κατονόμαζε στον συμμετέχοντα αγραμματικό όλες τις ΟΦ της εικόνας, και του ζητούσε να κατονομάσει ο ίδιος την πράξη (ρήμα). Μετά ο ερευνητής έβαζε στο τραπέζι κάρτες, κάθε μία από τις οποίες είχε κάθε λέξη της πρότασης, δηλ., μία κάρτα με τη λέξη «το αγόρι», μία με τη λέξη «δίνει», κλπ. Στη συνέχεια ο ερευνητής επαναλάμβανε τις λέξεις και εξηγούσε τους θεματικούς ρόλους, ως εξής: έχουμε μία λέξη το «δίνω» που δείχνει μία πράξη. Αυτή η πράξη σημαίνει ότι κάποιος την κάνει, αυτός ο κάποιος είναι «το παιδί», δηλ., «το παιδί δίνει». Η συγκεκριμένη πράξη, «δίνω», σημαίνει ότι υπάρχει κάτι στο οποίο την κάνεις, «το μήλο», δηλ., «το αγόρι δίνει το μήλο». Η πράξη «δίνω» σημαίνει ακόμη ότι υπάρχει κάποιος που τη δέχεται, «ο δάσκαλος», και καταλήγουμε στο ότι «το αγόρι δίνει το μήλο στον δάσκαλο». Μπορούμε να φανταστούμε ελαφρώς διαφορετικούς τρόπους περιγραφής των θεματικών ρόλων, η ουσία όμως είναι ότι ο ερευνητής ουσιαστικά δίδαξε από την αρχή στον αγραμματικό τη δομή των θεματικών ρόλων, δηλ., τη σχέση της κάθε ΟΦ με το Ρήμα (χωρίς να του πει βέβαια «αυτό είναι δράστης, αυτό είναι θέμα», κλπ.). Καθώς οι ερευνητές εξηγούσαν τον κάθε θεματικό ρόλο, έβαζαν και την κάρτα με τη λέξη στη σειρά πάνω στο τραπέζι, έτσι ώστε να σχηματίζεται σιγά-σιγά η πρόταση. Μετά, έπαιρναν τις κάρτες, τις ανακάτευαν και ζητούσαν από τον αγραμματικό να τις βάλει πάλι με τη σειρά και να διαβάσει την πρόταση. Αφού το έκανε, εξαφάνιζαν τις κάρτες, και ζητούσαν από τον συμμετέχοντα αγραμματικό να πει την πρόταση βλέποντας την εικόνα μόνο. Ενδεικτικά, μετά τη συγκεκριμένη παρέμβαση οι συμμετέχοντες στο πείραμα είχαν σωστή παραγωγή προτάσεων από 38% μέχρι 68%, ενώ πριν από την παρέμβαση είχαν 0% έως 33% σωστές απαντήσεις. Οι αγραμματικοί της ομάδας ελέγχου είχαν στην ίδια δοκιμασία 3% ως 65% σωστές απαντήσεις πριν τη θεραπεία (στην άλλη ομάδα) και 5% έως 55% σωστές απαντήσεις μετά το τέλος της θεραπείας που εφαρμόστηκε στην άλλη ομάδα. Το ενδιαφέρον είναι ότι οι αγραμματικοί στους οποίους εφαρμόστηκε η παρέμβαση έδειξαν βελτίωση όχι μόνο στα τριθέσια ρήματα (τα οποία ήταν και τα μόνο στα οποία έγινε παρέμβαση), αλλά και στα μονοθέσια και στα διθέσια. Στην άλλη ομάδα δεν υπήρξε βελτίωση σε αυτά τα ρήματα, όπως θα ήταν αναμενόμενο εξάλλου. Μία σημαντική λεπτομέρεια που δεν ξέρουμε είναι κατά πόσο οι αγραμματικοί της ομάδας ελέγχου, στο διάστημα της παρέμβασης στην άλλη ομάδα, δεν έκαναν καθόλου θεραπεία, ή ακολουθούσαν τη συμβατική θεραπεία. Όπως και να είναι όμως, εκτιμώ ότι τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. Το άρθρο δίνει επίσης πολλές πληροφορίες για την ανάκτηση και άλλων ικανοτήτων (νευρονικών και γενικότερων συμπεριφορικών) της ομάδας στην οποία εφαρμόστηκε η θεραπεία, τις οποίες μπορεί να αναζητήσει κανείς διαβάζοντας το ίδιο το άρθρο, καθώς και το άρθρο των Thompson & Meltzer-Asscher (2014). Μία μικρή ατέλεια της παραπάνω έρευνας, που όμως δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι παρέχει εξαιρετικές ευκαιρίες για βελτίωση και συμβολή με νέες γνώσεις, είναι ότι τα μονοθέσια ρήματα που αξιολογήθηκαν πριν και μετά τη θεραπεία, δεν ήταν αναιτιατικά. Έτσι δεν μπορούμε να δούμε αν η μέθοδος παρέμβασης που ακολουθήθηκε για τα τριθέσια ρήματα, η οποία επικεντρώθηκε στη δομή των θεματικών ρόλων, όπως επισημάναμε, αλλά επηρέασε τόσο το διθέσια όσο και τα μονοθέσια ρήματα, τελικά επηρέασε και τα αναιτιατικά. Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός είναι ότι οι δυσκολίες που παρουσιάζουν ως προς τα αναιτιατικά ρήματα οι αγραμματικοί (αλλά και άλλοι αφασικοί, όπως είδαμε) έχουν ήδη προσεγγιστεί και ερμηνευτεί μέσα από δύο κατευθύνσεις, δηλ., α) είτε ότι εμπλέκουν μετακίνηση (της ΟΦ που καταλήγει να είναι το υποκείμενό τους), και β) είτε ότι παραβιάζουν τη θεματική ιεραρχία. Ως εκ τούτου, προσφέρουν πρόσφορο έδαφος για περαιτέρω έρευνα αλλά και για εναλλακτικούς τρόπους παρέμβασης με στόχο τη βελτίωσή αυτών των ευάλωτων περιοχών της γλώσσας. Σημειώσεις 1 Στις τελευταίες δύο προτάσεις υπάρχει ένας θεματικός ρόλος παραπάνω από τον αριθμό των ΟΦ που βλέπουμε. Είναι ο θεματικός ρόλος που έχει το υποκείμενο της πρότασης, το οποίο δεν έχει φωνολογικό περιεχόμενο με συνέπεια να μην είναι ορατό. Αυτό συμβαίνει επειδή η Ελληνική επιτρέπει οι προτάσεις της να μην εκφράζουν πάντα τα υποκείμενά τους. 32

2 Για την ακρίβεια, αυτό που αποδίδει θεματικό ρόλο στο στοιχείο που βρίσκεται στη θέση του υποκειμένου δεν είναι το Ρήμα, αλλά ολόκληρη η Ρηματική Φράση (ΡΦ). Θα επανέλθουμε σε αυτό το θέμα στο κεφάλαιο 6. 3 Συνήθως χρησιμοποιούμε κεφαλαία γράμματα για να δείξουμε ιδιαίτερο επιτονισμό. 4 Δείτε το άρθρο του Landau (2010) για μια σειρά από κριτήρια που δείχνουν αν μια ΟΦ που δεν είναι ορατή, τελικά υπάρχει στη συντακτική δομή της πρότασης, και άρα αναπαρίσταται συντακτικά, καθώς και για άλλες ιδιότητες αυτού του είδους των ΟΦ. 5 Αυτό το κενό υποκείμενο είναι διαφορετικού τύπου από το κενό υποκείμενο απαρεμφατικών προτάσεων των γλωσσών που έχουν απαρέμφατα, π.χ., John wants to win. 6 Ευχαριστώ τον Laziz Nchare για τα παραδείγματα. 7 Για πολύ καλή παρουσίαση των παραπάνω θεμάτων, βλέπε Lasnik (2000: κεφάλαιο 3) και Θεοφανοπούλου-Κοντού (2002: κεφάλαιο 4). 8 Αν θέλουμε να λάβουμε υπόψη μας κι άλλους θεματικούς ρόλους, η ιεραρχία είναι ως εξής: (i) Δράστης > Φορέας Εμπειρίας > Στόχος/Πηγή/Τόπος > Δέκτης/Θέμα (Grimshaw 1990) Θα πρέπει βέβαια να σημειώσουμε ότι κάποιες ιεραρχίες έχουν αμφισβητηθεί, αν και όχι αυτή που μας ενδιαφέρει και αφορά τον Δράστη και τον Δέκτη. Για περισσότερες πληροφορίες δείτε τις Levin & Rappaport (2005). 9 Να σημειώσουμε ότι οι Koukoulioti & Stavrakaki (2014) θεωρούν ότι στην Ελληνική δεν υπάρχει μετακίνηση του αντικειμένου σε θέση υποκειμένου (τόσο στα αναιτιατικά όσο και στα παθητικά ρήματα), επικαλούμενες τις Alexiadou & Anagnostopoulou (1998) γι αυτόν τον ισχυρισμό, τον οποίον όμως δεν νομίζω ότι έχουν κάνει. Σε κάθε περίπτωση, ακριβώς επειδή αρνούνται ότι στην Ελληνική υπάρχει αυτού του τύπου η μετακίνηση, δεν ανατρέχουν σε αυτήν προκειμένου να εξηγήσουν τα ελλείμματα που έχουν οι αφασικοί ως προς τα αναιτιατικά ρήματα. Αντίθετα, βασίζονται εξ ολοκλήρου σε θεωρίες Θεματικής Δομής. 10 Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η πρώτη έρευνα που μελέτησε και συνέκρινε τη δομή ανεργαστικών και αναιτιατικών ρημάτων με ψυχογλωσσολογικές μεθόδους ήταν αυτή των Friedmann et al. (2008), η οποία επίσης χρησιμοποίησε πειράματα σε πραγματικό χρόνο (online), αλλά με παιδιά. Η μελέτη έγινε στην Αγγλική και βρέθηκε διαφορά ανάμεσα στις δύο κατηγορίες ρημάτων ως προς το σημείο απ όπου ξεκινά το εσωτερικό όρισμα των αναιτιατικών πριν καταλήξει στη θέση υποκειμένου. Οι συγγραφείς απέδωσαν τη διαφορά στη διαφορετική δομή των ανεργαστικών και αναιτιατικών ρημάτων, δηλαδή στο γεγονός ότι μόνο τα υποκείμενα των αναιτιατικών είναι αποτέλεσμα μετακίνησης από τη θέση αντικειμένου, όπως εξάλλου ισχυρίζεται και η συντακτική θεωρία. Βιβλιογραφία Ackema, P. 2015. Arguments and Adjuncts. In T. Kiss & A. Alexiadou (eds.), Syntax Theory and Analysis. An International Handbook, 246-273. Berlin: Mouton de Gruyter Bastiaanse, R. &R. van Zonneveld. 2005. Sentence production with verbs of alternating transitivity in agrammatic Broca s aphasia. Journal of Neurolinguistics 18: 57-66. Chomsky, N. 1981. Lectures on Government and Binding. Dordrecht: Foris. Dragoy, O. & R. Bastiaanse. 2010. Verb production and word order in Russian agrammatic speakers. Aphasiology 24: 28-55. Fillmore, C. J. 1968. The Case for Case. In E. Bach & R.T. Harms (eds.), Universals in Linguistic Theory, 1-88. New York, NY: Holt, Rinehart and Winston. Friedmann, N, G. Taranto, L. P. Shapiro & D. Swinney. 2008. The Leaf Fell (the Leaf): The Online Processing of Unaccusatives. Linguistic Inquiry 39: 355-379. Grimshaw, J. 1990. Argument Structure. Cambridge, MA: MIT Press Kearns, K. 2000. Semantics. New York: Palgrave MacMillan. 33