9. Κεφάλαιο: Τυρβώδες Αντιδρών Πεδίο Ροής

Σχετικά έγγραφα
v = 1 ρ. (2) website:

ΟΡΙΑΚΟ ΣΤΡΩΜΑ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ. Σημειώσεις. Επιμέλεια: Άγγελος Θ. Παπαϊωάννου, Ομοτ. Καθηγητής ΕΜΠ

website:

Ρευστομηχανική Εισαγωγικές έννοιες

Εργαστήριο Μηχανικής Ρευστών. Εργασία 1 η : Πτώση πίεσης σε αγωγό κυκλικής διατομής

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ 1 η & 2 η : ΟΡΙΑΚΟ ΣΤΡΩΜΑ

Μακροσκοπική ανάλυση ροής

ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΩΝ ΡΕΥΣΤΩΝ- ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ NAVIER STOKES

1. Στοιχεία Μεταφοράς Μάζας και Εξισώσεις Διατήρησης

ΥΔΡΑΥΛΙΚΗ ΑΝΟΙΚΤΩΝ ΑΓΩΓΩΝ

Υπολογισμός Παροχής Μάζας σε Αγωγό Τετραγωνικής Διατομής

Χειμερινό εξάμηνο

6 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΣΥΝΑΓΩΓΙΜΟΤΗΤΑ Α. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

ΥΔΡΑΥΛΙΚΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

υδροδυναμική Σταθερή ασυμπίεστη ροή σε αγωγούς υπό πίεση

1 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ: ΟΡΙΑΚΟ ΣΤΡΩΜΑ ΜΕΛΕΤΗ ΣΤΡΩΤΟΥ ΟΡΙΑΚΟΥ ΣΤΡΩΜΑΤΟΣ ΕΠΑΝΩ ΑΠΟ ΑΚΙΝΗΤΗ ΟΡΙΖΟΝΤΙΑ ΕΠΙΠΕΔΗ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ

Απώλειες φορτίου Συντελεστής τριβής Ο αριθμός Reynolds Το διάγραμμα Moody Εφαρμογές

ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΡΕΥΣΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ ΜΕ ΤΗ ΜΕΘΟΔΟ ΤΩΝ ΠΕΠΕΡΑΣΜΕΝΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

κατά το χειµερινό εξάµηνο του ακαδηµαϊκού έτους ΕΜ-351 του Τµήµατος Εφαρµοσµένων Μαθηµατικών της Σχολής Θετικών

Υδροδυναμική. Σταθερή ασυμπίεστη ροή σε αγωγούς υπό πίεση: Στρωτή και τυρβώδης ροή Γραμμικές απώλειες

υδροδυναμική Σταθερή ασυμπίεστη ροή σε αγωγούς υπό πίεση

4 η ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΣΥΝΑΓΩΓΙΜΟΤΗΤΑ Α. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Ροη αέρα σε Επίπεδη Πλάκα

Συνήθεις διαφορικές εξισώσεις προβλήματα οριακών τιμών

Υποστηρικτικό υλικό για την εργασία «Πειραματική διάταξη για τη μελέτη της ροής ρευστού σε σωλήνα» του Σπύρου Χόρτη.

ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΚΑΙ ΑΕΡΟΝΑΥΠΗΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΤΩΝ ΡΕΥΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΑΥΤΗΣ

ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΚΑΙ ΑΕΡΟΝΑΥΠΗΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΤΩΝ ΡΕΥΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΑΥΤΗΣ

Εργαστήριο Μηχανικής Ρευστών. Εργασία 2 η Κατανομή πίεσης σε συγκλίνοντα αποκλίνοντα αγωγό.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Πειραιά Τεχνολογικού Τομέα. Μετάδοση Θερμότητας. Ενότητα 3: Βασικές Αρχές Θερμικής Συναγωγιμότητας

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ 11 ΣΤΡΟΒΙΛΟΚΙΝΗΤΗΡΩΝ

ΥΔΡΑΥΛΙΚΕΣ ΑΠΩΛΕΙΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΡΟΗ ΝΕΡΟΥ ΣΕ ΚΛΕΙΣΤΟ ΑΓΩΓΟ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ 3

ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΝΟΜΟΙ ΤΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΡΕΥΣΤΩΝ

ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΡΕΥΣΤΩΝ. Πτώση πίεσης σε αγωγό σταθερής διατομής 2η εργαστηριακή άσκηση. Βλιώρα Ευαγγελία

Συνοπτική Παρουσίαση Σχέσεων για τον Προσδιορισμό του Επιφανειακού Συντελεστή Μεταφοράς της Θερμότητας.

ηµήτρης Τσίνογλου ρ. Μηχανολόγος Μηχανικός

Διασπορά ατμοσφαιρικών ρύπων

website:

2 Μετάδοση θερμότητας με εξαναγκασμένη μεταφορά

ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΤΗΣΗΣ 6: ΔΙΑΜΗΚΕΙΣ ΑΕΡΟΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΟΙ ΕΥΣΤΑΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ

p = p n, (2) website:

ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΣΕ ΠΟΛΥΦΑΣΙΚΑ, ΠΟΛΥΣΥΣΤΑΤΙΚΑ & ΑΝΤΙΔΡΩΝΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

Υ ΡΑΥΛΙΚΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο ΡΕΥΣΤΑ ΣΕ ΚΙΝΗΣΗ

ΦΥΣΙΚΗ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ. Ρευστά. Επιμέλεια: ΑΓΚΑΝΑΚΗΣ A.ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ, Φυσικός.

Άσκηση 9. Προσδιορισμός του συντελεστή εσωτερικής

[ ] = = Συναγωγή Θερμότητας. QW Ahθ θ Ah θ θ. Βασική Προϋπόθεση ύπαρξης της Συναγωγής: Εξίσωση Συναγωγής (Εξίσωση Newton):

ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΟΡΦΩΣΗ ΡΕΥΣΤΩΝ

Αγωγιμότητα στα μέταλλα

ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΣΥΝΑΓΩΓΙΜΟΤΗΤΑ Α. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Κεφάλαιο 6. Εισαγωγή στη µέθοδο πεπερασµένων όγκων επίλυση ελλειπτικών και παραβολικών διαφορικών εξισώσεων

website:

Διαφορική ανάλυση ροής

Εργαστήριο Μηχανικής Ρευστών

Κεφ. 7: Συνήθεις διαφορικές εξισώσεις (ΣΔΕ) - προβλήματα αρχικών τιμών

ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΧΗΜΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. Καθηγητής Δ. Ματαράς

ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΟΡΦΩΣΗ ΡΕΥΣΤΩΝ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ 7-9

ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 2.1 ΕΙΔΗ ΡΟΩΝ 2.2 ΣΥΣΤΗΜΑ & ΟΓΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ 2.3 ΕΙΔΗ ΑΝΑΛΥΣΗΣ

Το σύστημα των μη αλληλεπιδραστικών ροών και η σημασία του στην ερμηνεία των ιδιοτήτων των ιδανικών αερίων.

(1) ταχύτητα, v δεδομένη την πιο πάνω κατανομή θερμοκρασίας; 6. Γιατί είναι σωστή η προσέγγιση του ερωτήματος [2]; Ποια είναι η

Κεφ. 6Β: Συνήθεις διαφορικές εξισώσεις (ΣΔΕ) - προβλήματα αρχικών τιμών

ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ ΚΙΝΗΣΗΣ (Equations of Motion)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΥΔΡΑΥΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ. Διάλεξη 2: Περιγραφή αριθμητικών μεθόδων

4. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ FOURIER

ΜΕΤΡΗΣΗ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΤΡΙΒΗΣ

Υδρομετεωρολογία Διεργασίες μεταφοράς

ΕΜΒΟΛΙΜΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ. Μερικές βασικές έννοιες διανυσματικού λογισμού

I.2. ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΕΡΟΣΗΡΑΓΚΑ. I.2.a Εισαγωγή

PP οι στατικές πιέσεις στα σημεία Α και Β. Re (2.3) 1. ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΜΑΤΟΣ

Αγωγιμότητα στα μέταλλα

Κινηματική ρευστών. Ροή ρευστού = η κίνηση του ρευστού, μέσα στο περιβάλλον του

Ατμοσφαιρική Ρύπανση

ΤΑΞΙΝOΜΗΣΗ ΦΛΟΓΩΝ ΒΑΘΜΟΣ ΑΠΟ ΟΣΗΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΥΣΗΣ. Μ. Φούντη Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών, 2004

ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΥΡΕΣΗΣ ΤΩΝ ΡΥΘΜΩΝ ΤΩΝ ΧΗΜΙΚΩΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΩΝ

Ρευστoμηχανική Εισαγωγικές έννοιες. Διδάσκων: Άλκης Παϊπέτης Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήμα Μηχανικών Επιστήμης Υλικών

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΕΞΑΤΜΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΥΣΗΣ ΣΤΑΓΟΝΑΣ ΥΓΡΟΥ ΚΑΥΣΙΜΟΥ. Μ. Φούντη Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών, 2004

Εισαγωγή στις Ετερογενείς Χημικές Αντιδράσεις

ΥΔΡΑΥΛΙΚΗ ΑΝΟΙΚΤΩΝ ΑΓΩΓΩΝ

ΦΛΟΓΕΣ ΠΡΟΑΝΑΜΕΙΞΗΣ. Μ. Φούντη Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών 2009

Υδρομετεωρολογία Διεργασίες μεταφοράς

2 Η ΠΡΟΟΔΟΣ. Ενδεικτικές λύσεις κάποιων προβλημάτων. Τα νούμερα στις ασκήσεις είναι ΤΥΧΑΙΑ και ΟΧΙ αυτά της εξέταση

ΡΟΗ ΑΕΡΑ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΚΥΛΙΝΔΡΟ

ΙΣΟΖΥΓΙΑ ΜΑΖΑΣ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΟΜΕΤΡΙΑ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΙΙ

ΚΑΤΑΣΤΡΩΣΗ ΔΙΑΦΟΡΙΚΩΝ ΕΞΙΣΩΣΕΩΝ ΠΟΛΥΒΑΘΜΙΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ 55

2. Κατά την ανελαστική κρούση δύο σωμάτων διατηρείται:

Σχεδιασμός Χημικών Διεργασιών και Βιομηχανιών Διάλεξη 6

ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΟΡΜΗΣ ΡΕΟΛΟΓΙΑ. (συνέχεια) Περιστροφικά ιξωδόμετρα μεγάλου διάκενου.


Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ανόργανη Χημεία. Ενότητα 10 η : Χημική κινητική. Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής.

ΣΥΣΚΕΥΗ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΙΞΩΔΟΥΣ ΥΓΡΩΝ

Δυναμική Μηχανών I. Δυναμικά Μοντέλα Συνεχούς Μέσου

Διδάσκουσα: Καθηγήτρια Εφαρμογών Σ. Πέππα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΣΗΣΗ 5

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΣΚΗΣΗ II

Ενεργό Ύψος Εκποµπής. Επίδραση. Ανύψωση. του θυσάνου Θερµική. Ανύψωση. ανύψωση θυσάνου σε συνθήκες αστάθειας ή ουδέτερης στρωµάτωσης.

ιανοµή θερµοκρασίας και βαθµός απόδοσης πτερυγίων ψύξης

Transcript:

Σύνοψη 9. Κεφάλαιο: Τυρβώδες Αντιδρών Πεδίο Ροής Στα προηγούμενα κεφάλαια, εξετάσαμε τα χαρακτηριστικά φλογών, υπό στρωτή ροή των αντιδρώντων (στρωτές φλόγες-lamnar flames), όπου η διεργασία της καύσης διέπεται από τη διάχυση και τη χημική κινητική. Όμως το κύριο ενδιαφέρον, λόγω πρακτικών εφαρμογών, ανακύπτει από τον τρόπο που εξελίσσεται το ούτως ή άλλως περίπλοκο φαινόμενο της καύσης υπό συνθήκες τυρβώδους ροής. Υπό τις συνθήκες αυτές, τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της φλόγας επηρεάζονται και καθορίζονται από τις πολύ γρήγορες και στοχαστικές διακυμάνσεις των διανυσμάτων της ταχύτητας στο χώρο και στο χρόνο. Στο παρόν κεφάλαιο θα περιγραφούν, καταρχήν, οι γενικές αρχές και μεθοδολογίες διατύπωσης των βασικών εξισώσεων που διέπουν το τυρβώδες αντιδρών πεδίο. Θα παρουσιαστούν οι κλίμακες χώρου και χρόνου που αναπτύσσονται στις τυρβώδεις φυσικοχημικές διεργασίες και θα περιγραφούν οι διαφορές και οι ιδιαιτερότητες των τυρβωδών φλογών προανάμειξης και διάχυσης. Επίσης, θα συζητηθούν μερικές διατυπώσεις για την ταχύτητα διάδοσης του τυρβώδους μετώπου της φλόγας και θα δοθούν μερικά στοιχεία για τη σταθεροποίηση των φλογών αυτών, σε υψηλούς αριθμούς Reynolds, σε πρακτικές εφαρμογές. Μια πλέον λεπτομερής και εκτενής περιγραφή του αντικειμένου δίνεται στις παρακάτω αναφορές: (Hnze, 975 Bradshaw, 978 Damköhler, 940 Kuo & Acharaya, 0 bby & Wllams, 994 Peers, 984 Ponso & Veynane, 00 Tennekes & umley, 97). Προαπαιτούμενη γνώση Κεφάλαια 3, 4, 5, 6 και 7

9.. Θεμελιώδεις Αρχές και Φυσική του Τυρβώδους Πεδίου 9... Γενικά Χαρακτηριστικά του Τυρβώδους Πεδίου Ο λόγος για τον οποίο χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε και να επιλύσουμε το πρόβλημα της τύρβης γενικά και της τυρβώδους καύσης ειδικά, γίνεται σαφής αν αναλογιστεί κανείς ότι όλα τα πεδία ροών πρακτικού ενδιαφέροντος, και φυσικά και αυτά που περιλαμβάνουν χημικές αντιδράσεις είναι τυρβώδη (Ponso & Veynane, 00 Tennekes & umley, 97 Wllams, 985 bby & Wllams, 994 Bradshaw, 978 Peers, 993 Hnze, 975 paldng, 955 Kuo & Acharaya, 0 Echekk & Masorakos, 0). Το τυρβώδες αντιδρών πεδίο αποτελεί ένα από τα πλέον δύσκολα επιστημονικά πεδία όσον αφορά την ανάλυση, μέτρηση και τον υπολογισμό του, λόγω των πολυπληθών κλιμάκων χρόνου και χώρου που είναι απαραίτητο να υπολογιστούν για την πλήρη αποτύπωση των φυσικοχημικών διεργασιών του πεδίου. Γενικά, είναι δύσκολο να δοθεί ένας ακριβής ορισμός της τύρβης. Αυτό που μπορεί να κάνει κανείς είναι να περιγράψει την τυρβώδη ροή μέσα από κάποια γενικά χαρακτηριστικά (Tennekes & umley, 97 Hnze, 975). Αυτά είναι:. Η αταξία (rregulary). Είναι από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά. Αυτό σημαίνει ότι ο υπολογισμός του ροϊκού πεδίου με βάση τις εξισώσεις Naver-okes είναι πολύ δύσκολος. Έτσι καταφεύγουμε στη βοήθεια της στατιστικής ανάλυσης. Η διαχυτότητα (dffusvy). Μέσω της χαοτικής κίνησης παρατηρείται έντονη ανάμειξη και αυξημένες τυρβώδεις εγκάρσιες ροές ορμής, θερμότητας και μάζας. Ο υπολογισμός αυτών των ροών είναι ο βασικός στόχος σε όλα σχεδόν τα τεχνικά προβλήματα. Ο μεγάλος αριθμός Reynolds. Όλες οι τυρβώδεις ροές εμφανίζονται σε μεγάλους αριθμούς Re. Αυτό σημαίνει ότι η τυρβώδης ροή είναι αποτέλεσμα δυναμικής αστάθειας των παραπάνω εξισώσεων. Οι τρισδιάστατες διακυμάνσεις στροβιλότητας (3-D vorcy srucures). Η τύρβη είναι πάντα τρισδιάστατη, έστω και αν το πεδίο ροής είναι κατά βάση μονοδιάστατο ή δισδιάστατο. Η στροβιλότητα παίζει σημαντικό ρόλο στη δυναμική αστάθεια της ροής. Ο εκφυλισμός ή η απορρόφηση (dsspaon) της Τυρβώδους Κινητικής Ενέργειας (TKE, Τurbulence Κnec Εnergy). Όπως το ιξώδες επενεργεί διαχυτικά, με το να μετατρέπει κινητική ενέργεια σε θερμότητα, το ίδιο παρατηρείται με την τύρβη. Αν η ροή δεν τροφοδοτείται συνεχώς με μηχανική ενέργεια, η ενέργεια της τύρβης εκφυλίζεται και στο τέλος μετατρέπεται σε θερμότητα, με επακόλουθο την εξαφάνιση (εκφυλισμό) της τύρβης. Το συνεχές πεδίο ροής (connuum). Η τύρβη είναι χαρακτηριστικό του πεδίου ροής και η μικρότερη κλίμακα τύρβης είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν της μοριακής δομής του ρευστού. Η χαρακτηριστική ιδιότητα της ροής. Η τύρβη είναι χαρακτηριστική ιδιότητα της ροής και όχι του ρευστού και εμφανίζεται μόνον όταν υπάρχουν μη μηδενικές ταχύτητες στο ρευστό, δηλαδή, όταν υπάρχει ροή υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Αν και, όπως αναφέρθηκε παραπάνω δεν είναι εύκολο να δοθεί ένας ακριβής ορισμός για την τύρβη σύμφωνα με τον (Bradshaw, 978): «η τύρβη είναι μια, χρονικά μεταβαλλόμενη ροή, όπου η διάταση των δινοσωλήνων (vorex srechng) δημιουργεί τρισδιάστατες διακυμάνσεις στην ταχύτητα. Αυτές οι διακυμάνσεις επεκτείνονται σε όλα τα μήκη κύματος μεταξύ ενός ελάχιστου, το οποίο το προσδιορίζουν οι δυνάμεις της συνεκτικότητας (ιξώδους), και ενός μέγιστου το οποίο το προσδιορίζουν οι οριακές συνθήκες της ροής». Η βασική διάκριση μεταξύ του στρωτού και του τυρβώδους πεδίου ροής είναι η χρονική συμπεριφορά μιας διαταραχής ορισμένου πλάτους και συχνότητας που δημιουργείται μέσα στο πεδίο ροής. Συγκεκριμένα, αν το πλάτος της τυχαίας διαταραχής που δημιουργείται μέσα στο πεδίο ροής (π.χ. λόγω τραχύτητας του σωλήνα) ελαττώνεται με το χρόνο, τότε πρόκειται περί στρωτής ροής. Αν, όμως το πλάτος της διαταραχής αυξάνει με το χρόνο δείχνοντας έτσι ότι η αρχική διαταραχή (δηλαδή, η αρχική αστάθεια της ροής) μπορεί να αφαιρέσει από τη ροή κινητική ενέργεια και στη συνέχεια να δημιουργήσει και άλλες διαταραχές μικρότερου πλάτους και διαφορετικής συχνότητας -ο μηχανισμός αυτός θα οδηγήσει σε τυρβώδη ροή αν βρισκόμαστε στη μεταβατική περιοχή-, τότε η ροή καλείται τυρβώδης. Το τυχαίο είναι ουσιώδες χαρακτηριστικό της τύρβης. Μολονότι η ροή κυβερνάται από τις εξισώσεις Naver-okes, η επίδραση των οριακών συνθηκών εξαρτάται δραστικά από μικρο-διαταραχές. Αυτό έχει ως

αποτέλεσμα την αδυναμία του προσδιορισμού του πεδίου ροής, με ακρίβεια, επί τη βάσει ορισμένων μόνιμων οριακών συνθηκών. Αυτό που με τη σειρά του επιβάλλει τη χρήση των μεθόδων της στατιστικής. Η στατιστική ανάλυση χρησιμοποιεί κατά κύριο λόγο δύο μεθόδους: Την εύρεση των μέσων τιμών διάφορων ποσοτήτων και των τυρβωδών διακυμάνσεων αυτών. Τη χρησιμοποίηση της Συνάρτησης της Πυκνότητας Πιθανότητας, ΣΠΠ (Probably Densy Funcon PDF). Είναι ευνόητο, λοιπόν, ότι η αντιμετώπιση των χημικώς αντιδρωσών τυρβωδών ροών αποτελεί μια πρόκληση λόγω των ανωτέρω χαρακτηριστικών. Στις περιπτώσεις αυτές το τυρβώδες ροϊκό πεδίο είναι συζευγμένο με τη χημική κινητική και πολλές φορές και με διφασική ροή. Υπάρχει, όμως, αμείωτο ενδιαφέρον για την επίλυση του τυρβώδους αντιδρώντος πεδίου λόγω της ευρύτατης εφαρμογής του σε διάφορες τεχνικές εγκαταστάσεις οι οποίες εκτείνονται από, π.χ., αεριοστρόβιλους, μέχρι σταθμούς παραγωγής ενέργειας και πυρκαγιές. Η τυρβώδης φλόγα, αντίθετα με τη στρωτή, συχνά συνοδεύεται από θόρυβο και γοργές διαταραχές των ορίων της φλόγας. Ενώ για τη στρωτή φλόγα η ταχύτητα διάδοσης του μετώπου της φλόγας εξαρτάται μόνον από τη σύνθεση (Φ) και τις ιδιότητες του ρευστού (ρ, k, μ, D), η ταχύτητα διάδοσης της τυρβώδους φλόγας εξαρτάται και από τις συνθήκες του τυρβώδους πεδίου. Μερικά επιπλέον χαρακτηριστικά τυρβωδών φλογών περιγράφονται συνοπτικά παρακάτω, (Damköhler, 940 Bray & Peers, 994 Karlovz, Dennnson, & Wells, 95 Kuo & Acharaya, 0 Klmov, 983 Peers, 000):. Η επιφάνεια της φλόγας είναι πολυσύνθετη και είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε τις διάφορες επιφάνειες (π.χ. ένα μέτωπο φλόγας) που χρησιμοποιήσαμε για να χαρακτηρίσουμε τη στρωτή φλόγα.. Λόγω των αυξημένων ιδιοτήτων μεταφοράς (ρ, c p, μ, D) η ταχύτητα της τυρβώδους φλόγας είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν της στρωτής. 3. Το ύψος της τυρβώδους φλόγας, τύπου δέσμης (e), είναι μικρότερο από αυτό της στρωτής για την ίδια παροχή καυσίμου, τον ίδιο λόγο αέρα/καυσίμου και ίδιας διατομής καυστήρα. Αυτό που φαίνεται με σύγκριση φωτογραφιών των φλογών είναι ότι για μια συγκεκριμένη ταχύτητα το ύψος της φλόγας μειώνεται καθώς αυξάνει η ένταση της τύρβης. 4. Σε αντίθεση με τη στρωτή φλόγα, η ζώνη αντίδρασης είναι αρκετά παχύτερη. 5. Η ταχύτητα διάδοσης του μετώπου της τυρβώδους φλόγας, T, αυξάνει καθώς αυξάνει ο αριθμός Reynolds, Re. Στη συνέχεια, θα μελετήσουμε τις εξισώσεις που διέπουν την τυρβώδη μεταφορά σε, χημικώς ή μη, αντιδρώντα ροϊκά συστήματα και τις μεθόδους απλοποίησης και εύρεσης λύσης για τις εξισώσεις αυτές. 9... Εξισώσεις Naver-okes, Μέσες Τιμές του Πεδίου Ροής, Τάσεις Reynolds και Εξισώσεις Τυρβώδους Μεταφοράς 9... Εξισώσεις Naver-okes Όπως έχει ήδη συζητηθεί στο Κεφάλαιο 4 οι εξισώσεις που διέπουν και την τυρβώδη ροή είναι οι εξισώσεις Naver-okes. Για να απλοποιήσουμε τη θεώρηση θα αναφερθούμε καταρχήν σε ασυμπίεστο ρευστό. Το πρόβλημα θα γενικευτεί ακόμη περισσότερο με άρση των παραπάνω παραδοχών στη συνέχεια. Οι εξισώσεις που περιγράφουν το φαινόμενο είναι οι εξισώσεις Naver-okes, (Tennekes & umley, 97 Hnze, 975 Bradshaw, 978 paldng, 955), οι οποίες εκφράζουν τη διατήρηση της ορμής του ρευστού υπό μορφή τανυστή στις τρεις κατευθύνσεις, x, με αντίστοιχες ταχύτητες, u. u x 0 3

s u u p u kfk x x x k (9.) όπου είναι ο τανυστής των τάσεων όπως δίνεται στο Κεφάλαιο 4. Αντικαθιστώντας τις εκφράσεις για το από το Κεφάλαιο 4, οι εξισώσεις Naver-okes γίνονται: u 0 x Ns u u p u u Y f x x x k k k (9.) όπου u u (x,), p p(x,), k =συγκέντρωση του k συστατικού (k=,,.νs), k N s k (f ) είναι η πεδιακή δύναμη που ασκείται στο k συστατικό, στις διευθύνσεις, =,, 3 και B ρ (Ykf k ), είναι η συνολική πεδιακή δύναμη που ασκείται στο μείγμα στις τρεις διευθύνσεις. Οι εξισώσεις διατήρησης της ορμής είναι μερικές διαφορικές εξισώσεις δεύτερου βαθμού ως προς τις χωρικές συντεταγμένες και παραβολικές πρώτου βαθμού ως προς τη χρονική συντεταγμένη. Για τη μελέτη ενός χημικά αντιδρώντος, ή μη, τυρβώδους πεδίου ροής απαιτείται η επίλυση του συστήματος των τριών αυτών εξισώσεων μαζί με την εξίσωση της συνέχειας στο χώρο και στο χρόνο. Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι η απευθείας επίλυση του συστήματος αυτού, με τις κατάλληλες οριακές και αρχικές συνθήκες ( u u 0(x,), p p 0(x,) ) είναι δύσκολο να επιτευχθεί, είτε με αναλυτικές, είτε με αριθμητικές μεθόδους. Γενικά, η λύση του συστήματος των εξισώσεων είναι αδύνατη με αναλυτικές μεθόδους και είναι αναγκαίο να προσπαθήσουμε να επιλύσουμε το σύστημα με αριθμητικές μεθόδους. Η εξέλιξη ηλεκτρονικών υπολογιστών μεγάλης ταχύτητας και χωρητικότητας από τη μια πλευρά, και η ανάπτυξη εξελιγμένων μοντέλων προσομοίωσης της τύρβης, μας έχει επιτρέψει να κάνουμε μεγάλες προόδους προς την κατεύθυνση της αριθμητικής επίλυσης, (Tennekes & umley, 97 bby & Wllams, 994 Hnze, 975 Bradshaw, 978 paldng, 955). Η αριθμητική επίλυση του συστήματος απαιτεί την αντικατάσταση των μερικών παραγώγων με αλγεβρικές διαφορές σε διακεκριμένα αριθμητικά σημεία (δηλαδή, κόμβους ενός πλέγματος) με τα οποία καλύπτουμε το πεδίο ροής. Ας υποθέσουμε ότι έχουμε να επιλύσουμε ένα ροϊκό πεδίο με τυπικές χωρικές διαστάσεις d*d*d. Είναι γνωστό, από πειράματα, ότι μέσα στο πεδίο ροής υπάρχουν μικρο-στρόβιλοι (που εμπεριέχονται και εκφράζονται από τον όρο u / ) τυπικής διάστασης ή κλίμακας, αντιπροσωπευτεί καθένας από αυτούς τους μικρο-στροβίλους αριθμητικά στο συγκεκριμένο ροïκό πεδίο, πρέπει να τοποθετηθούν μέσα στη χωρική διάσταση κάθε μικρο-στροβίλου ( ενός επιλεγμένου πλέγματος και οπωσδήποτε κατ ελάχιστον ένας κόμβος. Άρα στον τυπικό όγκο ενδιαφέροντος d³ χρειάζεται να τοποθετήσουμε 0 9, τουλάχιστον αριθμητικούς κόμβους (0 3 κόμβοι για κάθε διάσταση, σε έναν κύβο διάστασης d 3 ). Στα προβλήματα με χημικές αντιδράσεις έχουμε δε έναν μεγάλο αριθμό αγνώστων, όπως u, p, k, σταγονίδια κ.λ.π. (πρβ. και Κεφάλαιο 4) και κατά συνέπεια χρειαζόμαστε μνήμη υπολογιστή, τουλάχιστον 0 με 0 x 0 5 words. Οι υπολογιστές που υπάρχουν σήμερα έχουν χωρητικότητα μνήμης της τάξης του 0 0 words, (Peers, 000 Ponso & Veynane, 00 aw, 006 Echekk & Masorakos, 0). Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι και η απευθείας αριθμητική επίλυση των εξισώσεων Naver-okes, και ιδιαίτερα για πολυ-συστατικά αντιδρώντα συστήματα, είναι αδύνατη τουλάχιστον για τα περισσότερα προβλήματα πρακτικού ή τεχνικού ενδιαφέροντος και θα παραμείνει αδύνατη για αρκετά χρόνια ακόμη. Παρόλα αυτά ο μηχανικός πρέπει να βρει λύση στα διάφορα προβλήματα, γιατί όπως είναι φανερό πρέπει να σχεδιάσει έναν καυστήρα, έναν εναλλάκτη, έναν θάλαμο καύσης αεροστροβίλου, μια μηχανή εσωτερικής καύσης ή να βρει τρόπους να ελέγξει τη ρύπανση του περιβάλλοντος η οποία προέρχεται από τις ανωτέρω μηχανές ή ακόμη και να ελέγξει ανεπιθύμητα φαινόμενα καύσης, όπως οι πυρκαγιές. Έτσι, λοιπόν, αναγκάζεται να προσφύγει σε λύσεις που εμπεριέχουν διαφορετικά επίπεδα προσεγγίσεων. 0 3 d. Για να 0 3 d) κάποια σημεία κόμβων 4

9... Μια Προσέγγιση στο Πρόβλημα - οι Τάσεις Reynolds Οι δίνες που υπάρχουν μέσα στο πεδίο ροής, των οποίων η κίνηση περιγράφεται από τις μη μόνιμες (χρονοεξαρτώμενες) εξισώσεις Naver-okes, έχουν τυπικές συχνότητες της τάξεως των 00 Hz, δηλαδή μια τυπική κλίμακα χρόνου για τις μικρο-δίνες είναι η eddy=0-3 -0 - sec. Σε πολλές πρακτικές εφαρμογές ο μηχανικός, όμως, δεν ενδιαφέρεται για χρονικές μεταβολές των ποσοτήτων, p, Υ, κ.λ.π. σε μια διάρκεια χρονική κλίμακα των τυρβωδών δινο-στροβίλων, αλλά σε πολλαπλάσια κλίμακα χρόνου. Έτσι καταφεύγει στην απλοποίηση των εξισώσεων Naver-okes, μεταβάλλοντας το εύρος των χρονικών και χωρικών κλιμάκων των φαινομένων που εμπεριέχονται στις εξισώσεις, εφόσον και δεν ενδιαφερόμαστε για τη μικρο-δομή του πεδίου ροής, αλλά ικανοποιούμεθα με τις μέσες τιμές ταχύτητας, πίεσης, τάσεων και μετάδοσης θερμότητας και μάζας. Σε ένα οποιοδήποτε σημείο του τυρβώδους πεδίου η στιγμιαία ταχύτητα μεταβάλλεται με το χρόνο όπως δείχνει το Σχήμα 9.. Για να μπορέσει να γίνει μια αντιμετώπιση των εξισώσεων διατήρησης για τυρβώδεις, χημικά αντιδρώσες ή μη ροές, είναι συνηθισμένο να αναλύουμε τις στιγμιαίες ποσότητες σε μέσες και διακυμαινόμενες, όπως φαίνεται στο Σχήμα 9., (Tennekes & umley, 97 Hnze, 975 Bradshaw, 978 paldng, 955 Peers, 984 aw, 006 Ponso & Veynane, 00). u 0 sec, τυπική Σχήμα 9. Μεταβολή στιγμιαίας ταχύτητας συναρτήσει του χρόνου. Στην κλασική μέθοδο λήψης των χρονικά μέσων τιμών κατά Reynolds (Χρονικό Μέσο ΧΜ ή ΧΜ Reynolds ή XMR),η μέση τιμή μιας ποσότητας s ορίζεται ως, (Tennekes & umley, 97 Bradshaw, 978): 0 s lm sd 0 (9.3) Το XMR είναι χρήσιμο μόνον όταν είναι ανεξάρτητο του στατιστικά μόνιμες (Σχήμα 9.). Στην παραπάνω εξίσωση, η έννοια του Δ είναι σχετική και σημαίνει ότι ο χρόνος ολοκλήρωσης είναι πάρα πολύ μεγάλος, σε σχέση με τη χρονική κλίμακα μεταβολής των δινών του πεδίου ροής (π.χ. eddy= Είναι δυνατόν, ακόμη και για Δ (π.χ. Δ=00 sec), η χρονική κλίμακα για την οποία ο μηχανικός ενδιαφέρεται να πάρει αποτελέσματα, να είναι κατά πολύ μεγαλύτερη του χρόνου Δ στον οποίο λαμβάνεται η μέση τιμή της συνάρτησης s. Οπότε μπορεί να γραφεί γενικά ότι: 0. Σ αυτήν την περίπτωση οι μέσες τιμές καλούνται 0 sec, άρα Δ, αν διαλέξουμε χρονική περίοδο ολοκλήρωσης, Δ=00 sec). s x, s x, s x, 0 s lm s d 0 0 όπου (9.4) (9.5) Για στατιστικά μόνιμες μέσες ροές, η ποσότητα, s, μπορεί να αναλυθεί ως: 5

s x, s x s x, και, γενικά, έχουμε για τις ποσότητες ενδιαφέροντος: u x, u x u x, x, x x, p x, p x p x, h x, h x h x, T x, T x T x, (9.6) (9.7) (9.8) (9.9) (9.0) (9.) Επιπλέον, αν s και g είναι δύο εξαρτημένες μεταβλητές και αν r υποδηλώνει οποιαδήποτε από τις ανεξάρτητες μεταβλητές x, y, z,, τότε ο κανόνας λήψης του XMR απαιτεί ότι: s s s g s g (9.) (9.3) sg sg, sg sg s g (9.4) ds ds dr dr (9.5) sdr sdr και οι εξισώσεις διατήρησης μπορεί να εκφραστούν συναρτήσει των μέσων τιμών, των διακυμάνσεων και των συσχετισμών αυτών των ποσοτήτων. Η εξίσωση της συνέχειας είναι: (9.6) u u x x Η εξίσωση της ορμής (για ασυμπίεστο ρευστό), επίσης, γράφεται: όπου ο όρος 0 u u p u x x x x u uu B uu καλείται φαινομενική τάση ή τάση Reynolds. Στη συνέχεια, παρατίθεται η ανωτέρω εξίσωση σε ένα καρτεσιανό σύστημα συντεταγμένων: (9.7) (9.8) x-διεύθυνση u u u u p u u v u w u v w u x y z x x y z x (9.9) y-διεύθυνση v v v v p u v v v w u v w v x y z y x y z y (9.0) 6

z-διεύθυνση w w w w p u w v w w u v w w x y z z x y z z (9.) οι δε συνιστώσες του τανυστή των τάσεων Reynolds είναι: u w vw w xx xy u u v u w xz xy yy yz u v v vw xz yz zz (9.) Οι μέσες ταχύτητες της τυρβώδους ροής εκφράζονται από τις ίδιες εξισώσεις, όπως στη στρωτή ροή, αλλά οι συνολικές τάσεις θα πρέπει τώρα να αυξηθούν κατά το ποσό των επιπρόσθετων τυρβωδών τάσεων (στρωτές + τυρβώδεις). Οι παραπάνω εξισώσεις διατήρησης του τυρβώδους ορμικού πεδίου, αν και είναι φαινομενικά ίδιες με τις εξισώσεις Naver-okes είναι σημαντικά απλούστερες, γιατί έχουν πολύ μεγαλύτερη χρονική κλίμακα μεταβολής. Δυστυχώς όμως, η απλούστευση αυτή οδήγησε στην εισαγωγή των νέων αγνώστων, των τυρβωδών τάσεων Reynolds λόγω της μη γραμμικότητας των αρχικών εξισώσεων. Για να επιλύσουμε τώρα το πεδίο ροής χρειαζόμαστε πληροφορίες και για τις τάσεις Reynolds και ειδικότερα για το μέγεθος των διαταραχών της διακύμανσης (roo mean square) της ταχύτητας u x, καθώς και των στατιστικών συσχετίσεών τους, (u u ), δηλαδή χρειαζόμαστε γνώση των χαρακτηριστικών των τυρβωδών παραμέτρων της ροής. Οι τάσεις Reynolds σε τυρβώδεις ροές είναι σημαντικότερες και μεγαλύτερες από τις συνεκτικές τάσεις, όπως θα καταδειχτεί παρακάτω, και η επίδρασή τους κυριαρχεί στη διαμόρφωση των χαρακτηριστικών του πεδίου ροής (π.χ. στους ρυθμούς μεταφοράς ορμής, θερμότητας και μάζας/συστατικών). 9...3. Η Τάξη Μεγέθους των Τάσεων Reynolds Η σημασία των τάσεων Reynolds στη διαμόρφωση των πεδίων ροής γίνεται εμφανής αν συγκριθούν με τις αντίστοιχες διατμητικές τάσεις του ρευστού που οφείλονται στη συνεκτικότητά του (το ιξώδες), δηλαδή αν εκτιμηθεί ο παρακάτω λόγος, (Tennekes & umley, 97 Hnze, 975 aw, 006): u x uu u x ά Re ynolds έ ά ώ (9.3) Έστω για παράδειγμα ότι έχουμε τυρβώδη ροή σε σωλήνα διαμέτρου D. Η τάξη μεγέθους του όρου u x είναι: u x (9.4) O u u u x x D (9.5) Η τάξη μεγέθους των τυπικών διαταραχών της ταχύτητας 7 u στη ροή (από πειράματα) είναι:

O{u } 0.u Συνεπώς: uu και έτσι έχουμε: 0.0 u (9.6) uu 0.0u ud 0.0 0.0Re u u u x D x (9.7) οπότε για Re 500 (ένα κριτήριο για να έχουμε τυρβώδη ροή σε αγωγό) τότε προκύπτει ότι οι τάσεις Reynolds είναι τουλάχιστον μια τάξη μεγέθους μεγαλύτερες από τις συνήθεις διατμητικές τάσεις που οφείλονται στη συνεκτικότητα του ρευστού. Γι αυτό για πλήρως τυρβώδη ροή πολλές φορές ο όρος, u x, στις εξισώσεις Reynolds, αγνοείται ως πολύ μικρός. Η διαδικασία λήψης του ΧΜR έχει βέβαια και τα εξής μειονεκτήματα, (Tennekes & umley, 97 Bradshaw, 978 Kuo & Acharaya, 0 paldng, 955 Hnze, 975): Στην εξίσωση της συνέχειας προκύπτει ένας επιπλέον όρος ο οποίος χρειάζεται να υπολογιστεί ή να μοντελοποιηθεί. u x Αυτός ο όρος υπονοεί ότι υπάρχει μια μέση συναλλαγή μάζας διά μέσου μιας μέσης ροϊκής γραμμής, κάτι που αντίκειται στη συνήθη θεώρηση της μέσης ροϊκής γραμμής. Οι περισσότεροι αισθητήρες δειγματοληψίας, π.χ. θερμοκρασίας ή συστατικών, μετρούν τιμές που προσεγγίζουν μέσες κατά μάζα τιμές και όχι χρονικά μέσες τιμές. Οι προκύπτουσες εξισώσεις είναι κατά πολύ απλούστερες όταν το μέσο ληφθεί ως προς τη μάζα κατά Favre (Μαζικό Μέσο ΜΜ Favre ή ΜΜF), (Bray & Peers, 994 bby & Wllams, 994 paldng, 955 Kuo & Acharaya, 0 Peers, 000). Μπορούμε να ορίσουμε μια μέση, κάτα μάζα (κατά Favre) ταχύτητα ως: u u (9.8) και η στιγμιαία ταχύτητα μπορεί να γραφεί τώρα ως: u x, u x u x, (9.9) όπου u x, είναι η υπερτιθέμενη διακύμανση της ταχύτητας και όπου τώρα: u u u, u 0 (9.30) όμοια δε, ορίζονται και οι άλλες ποσότητες. Αποδεικνύεται, τέλος, ότι η σχέση μεταξύ του ΧΜR και του ΜΜF μιας οποιασδήποτε ποσότητας f είναι: f f f f (9.3) 9...4. Οι Μέσες, Κατά Μάζα, Εξισώσεις Διατήρησης και Μεταφοράς. 8

Επειδή οι πιο συνήθεις μεθοδολογίες μέτρησης των τυρβωδών ποσοτήτων στην καύση μετράνε κυρίως χρονικά μέσους (ΧΜR) συσχετισμούς τυρβωδών διακυμάνσεων, όπως π.χ. η ανεμομετρία θερμού νήματος, τα χρονικά μέσα θα διατηρηθούν για τον τανυστή των τάσεων και το διάνυσμα της ροής θερμότητας και της μάζας. Παρακάτω παραθέτουμε τις εξισώσεις διατήρησης και μεταφοράς για το πεδίο ταχυτήτων, ενθαλπίας και συστατικών με λήψη του μέσου κατά Favre, ΜΜF, (Bray & Peers, 994 bby & Wllams, 994 paldng, 955 Kuo, 00 Peers, 000 Wllams, 985 Borgh, 988 aw, 006). Εξίσωση της συνέχειας: u 0 x (9.3) Εξίσωση της ορμής: x x x p u u u u u Εξίσωση της ενέργειας: p p p u u x x x x x x h h u u u q h u IV V I II III VI (9.33) (9.34) Η φυσική ερμηνεία των παραπάνω όρων είναι: μέσος ρυθμός μεταβολής της ενέργειας/ενθαλπίας h ανά μονάδα όγκου και χρόνου, έργο πίεσης που οφείλεται στη μακροσκοπική κίνηση, έργο που οφείλεται στην τύρβη, μεταφορά θερμότητας μέσω αγωγής, τυρβώδης διάχυση της ενέργειας, απορρόφηση/εκφυλισμός ενέργειας που οφείλεται στη μοριακή τριβή. H εξίσωση της διατήρησης της μάζας του k συστατικού βασισμένη στο ΜΜF (κατά Favre) γράφεται: Y k Y k Y Y u D Y u D MW x x x x x k k k k k (9.35) Συμπληρωματικά, παρατίθεται και η εξίσωση της Τυρβώδους Κινητικής Ενέργειας, TKE, k u u που περιγράφει τη μέση τιμή της διακυμαινόμενης κινητικής ενέργειας των δινών ανά μονάδα μάζας, (Peers, 000 bby & Wllams, 994 Bray & Peers, 994 Bradshaw, 978 Kuo & Acharaya, 0). p k u u u u k u u u u u u k D D x x x x k k k I II III IV V (9.36) Η φυσική σημασία των παραπάνω όρων είναι: Ρυθμός μεταβολής της κινητικής ενέργειας της τύρβης. Κινητική ενέργεια των διαταραχών που μεταδίδεται διά συναγωγής από τις διαταραχές (δηλαδή, διάχυση της ενέργειας των διαταραχών). 9

Έργο που οφείλεται στην τύρβη. Έργο των τάσεων ιξώδους που οφείλεται στη διακυμαινόμενη κίνηση. Παραγωγή της τυρβώδους κινητικής ενέργειας. Στην περίπτωση της τυρβώδους καύσης χρησιμοποιείται η ΜΜF (κατά Favre), τυρβώδης κινητική ενέργεια, k / u u ή απλά k. Η μοντελοποίηση και επίλυση αυτής της εξίσωσης και της εξίσωσης για τον εκφυλισμό της τύρβης, (paldng, 955 Peers, 000 bby & Wllams, 994), ε, μας δίνουν τη δυνατότητα σε πρώτο επίπεδο, της εκτίμησης του φαινομενικού ή τυρβώδους ιξώδους, μ, ως C k C k όπως συζητιέται παρακάτω. Αυτή η προσέγγιση επιτρέπει, σε αρχικό πάντα επίπεδο, την επίλυση των εξισώσεων ορμής κατά Reynolds ή κατά Favre μέσα από τον υπολογισμό των αγνώστων τυρβωδών συνιστωσών τους. 9..3. Η Υπόθεση Boussnesq Ξεκινώντας από τη βασική σχέση του Newon, μεταξύ των τάσεων του ιξώδους και του ρυθμού παραμόρφωσης του πεδίου ταχυτήτων, ο (Boussnesq, 877), διατύπωσε μια παρόμοια έκφραση και για τις τυρβώδεις τάσεις Reynolds (ή Favre). u u Οι τάσεις της στρωτής ροής γράφονται, ή ή, και ανάλογα μπορούμε να x x γράψουμε για τις τάσεις Reynolds της τυρβώδους ροής, (9.37) u u ώ ή u u x x Ο συντελεστής αναλογίας τώρα,, είναι το τυρβώδες ιξώδες (κατ αναλογία του δυναμικού ιξώδους, μ). Με αντικατάσταση των φαινομενικών τάσεων από την εξίσωση. (9.37) στην εξίσωση (9.8) η δεύτερη αγκύλη στην εξίσωση (9.8) γίνεται: u x u x (9.38) Με χρήση της υπόθεσης, λοιπόν, Boussnesq οι εξισώσεις Reynolds μπορούν να μετασχηματιστούν ως: u u u p u x x x x x (9.39) και παίρνουν την ίδια μορφή με τις αρχικές εξισώσεις Naver-okes, με τις εξής δύο βασικές διαφορές, (Tennekes & umley, 97 bby & Wllams, 994 Bradshaw, 978 Hnze, 975 Peers, 000 paldng, 955): Οι ταχύτητες u στην παραπάνω σχέση είναι οι χρονικά μέσες κατά Reynolds u ή Favre, Ο ενεργός συντελεστής ιξώδους της ροής, eff, δεν είναι ποσότητα που εξαρτάται από το ρευστό (όπως το κινηματικό ιξώδες, μ, που είναι φυσική ιδιότητα του ρευστού), αλλά εξαρτάται από την ποιότητα της ροής (δηλαδή, εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά του τυρβώδους πεδίου), υπολογίζεται δε μέσω των τυρβωδών μοντέλων, (bby & Wllams, 994 Kuo, 00 Ponso & Veynane, 00 Echekk & Masorakos, 0). Σε τυρβώδες πεδίο ροής με καύση οι μαζικά μέσες (κάθετες και διατμητικές) τάσεις κατά Favre δίνονται από τη γενική έκφραση, (Bray & Peers, 994 Peers, 000): u. 0

u k u u u u k 3 x k x x (9.40) οι δε τυρβώδεις ροές των βαθμωτών μεγεθών, Z (= Y, Τ, f), δίνονται από την έκφραση: Z u x (9.4) όπου ή ώ ό και σ είναι ο τυρβώδης αριθμός Prandl ή chmd (Pr ή c ). Εκτενέστερες περιγραφές για την τυρβώδη μοντελοποίηση και τις εξελιγμένες μεθοδολογίες υπολογισμού και μοντελοποίησης των τυρβωδών μεγεθών δίνονται στις αναφορές, (Bray & Peers, 994 Hnze, 975 Kuo, 00 bby & Wllams, 994 Peers, 000 Ponso & Veynane, 00 paldng, 955 Echekk & Masorakos, 0). 9..4. Διαστατική Ανάλυση, Κλίμακες Χώρου και Χρόνου Η πιο στοιχειώδης μορφή ανάλυσης που μπορεί να γίνει στο τυρβώδες πεδίο ροής είναι η διαστατική ανάλυση (dmensonal analyss). Με τη μέθοδο αυτή προσδιορίζονται οι βασικές ανεξάρτητες παράμετροι που επηρεάζουν το πεδίο. Οι παράμετροι αυτές συνδυάζονται κατά τρόπο ώστε να αδιαστατοποιήσουν τις υπόλοιπες. Το τυρβώδες πεδίο ροής χαρακτηρίζεται από σημαντικές μεταβολές του πεδίου ταχυτήτων στο χώρο και στο χρόνο, οι οποίες δημιουργούν ένα πλήθος μικρo-στροβίλων διαφορετικού μεγέθους, τις δίνες που μεταφέρονται από τη μέση ροή. Οι δίνες όλων των μεγεθών αλληλεπιδρούν έντονα μεταξύ τους μέσα από μια συνεχή και επαναλαμβανόμενη διεργασία, όπως έχει περιγραφεί από τον Kolmogorov (cascade process), (Tennekes & umley, 97 Turns, 000 Hnze, 975), όπου οι μεγάλες δίνες διαχωρίζονται σε όλο και πιο μικρές μέχρι το μικρότερο δυνατό επίπεδο το οποίο επιτρέπει την επίδραση της συνεκτικότητας (δηλαδή του ιξώδους). Η τύρβη είναι, ουσιαστικά, ένα εκφυλιστικό φαινόμενο που μετατρέπει την ενέργεια σε θερμότητα. Για ένα ισοτροπικό πεδίο τύρβης, το φάσμα της κατανομής των δινών συναρτήσει του χαρακτηριστικού μήκους κλίμακας δείχνεται στο Σχήμα 9.. Εδώ φαίνεται να ξεχωρίζουν οι τρεις ζώνες κατανομής των δινών: Η ζώνη των μεγάλων δινών ή ολοκληρωτική ζώνη (Inegral zone), με χαμηλές συχνότητες και μεγάλες δομές, που περιέχουν και το μεγαλύτερο ποσοστό ενέργειας. Η ζώνη αδρανείας (Ineral zone), η οποία περιέχει ασταθείς δίνες τρισδιάστατης συμπεριφοράς, έντονης δραστηριοποίησης, με υψηλή τυρβώδη κινητική ενέργεια, k. Τη ζώνη εκφυλισμού (Dsspaon zone), όπου οι δίνες απορροφώνται από την επίδραση της συνεκτικότητας (δηλαδή του ιξώδους), που είναι πολύ έντονη σε αυτό το επίπεδο μεγέθους κλιμάκων και όπου εδώ, τελικά, η ενέργειά τους μετατρέπεται σε θερμότητα. Η ζώνη αυτή uu x x κυριαρχείται από τα επίπεδα του ρυθμού εκφυλισμού των δινών,.

Σχήμα 9. Κατανομή της ενέργειας των δινο-στροβίλων συναρτήσει του χαρακτηριστικού μήκους κλίμακας σε τυρβώδη ροή. Οι κύριες ανεξάρτητες παράμετροι είναι οι κλίμακες του χώρου και του χρόνου. Οι κλίμακες αυτές επιλέγονται έτσι ώστε η εξαρτημένη μεταβλητή να παρουσιάζει «τοπική αμεταβλητότητα» (local nvarance) ή «αυτοσυντηρητικότητα» (self-preservaon) μέσα στο πλαίσιο μεταβολής των παραπάνω παραμέτρων. Αυτό σημαίνει ότι η εξαρτημένη μεταβλητή επηρεάζεται άμεσα από τις αλλαγές των μεταβλητών μέσα σε μια περιοχή που περιορίζουν οι παραπάνω κλίμακες χώρου και χρόνου. Για παράδειγμα η παράγωγος ( u y) (δηλαδή, η διατμητική τάση τ) επηρεάζεται μόνον από τη διαφορά Δu (της ταχύτητας) σε μήκος Δy που είναι της τάξης μεγέθους του πάχους δ του οριακού στρώματος κ.λ.π. Στη θεωρία της τύρβης οι πιο γνωστές κλίμακες είναι δύο, (Tennekes & umley, 97 Bradshaw, 978): Οι ολοκληρωτικές κλίμακες (negral scales) χώρου/χρόνου στη ζώνη Α, (Σχήμα 9.). Οι κλίμακες απορρόφησης ή εκφυλισμού (dsspaon scales) στη ζώνη C. Οι ολοκληρωτικές κλίμακες ορίζονται με βάση τις παραμέτρους συσχετισμού και εκφράζουν το μέγεθος των στροβίλων που φέρουν το μεγαλύτερο ποσοστό της τυρβώδους κινητικής ενέργειας (ΤΚΕ), k ( k u u ). Οι κλίμακες απορρόφησης ή εκφυλισμού (ή μήκη Kolmogorov, όπως αλλιώς αποκαλούνται) χαρακτηρίζουν τις μικρότερες δίνες της τύρβης, όπου η ΤΚΕ εκφυλίζεται σε θερμότητα μέσω της επίδρασης της συνεκτικότητας. Το μήκος Kolmogorov ( ) ορίζεται ως: l k όπου 3 4 l k (9.4) uu k x x l 3 urbulen (9.43) Η παράμετρος, ε, είναι ο προαναφερθείς ρυθμός εκφυλισμού της τυρβώδους κινητικής ενέργειας, k, και η κλίμακα μήκους, l (urbulen), είναι η κλίμακα μήκους των δινο-στροβίλων στην περιοχή των μεγάλων δινών, Α, (Σχήμα 9.).

Ο ρυθμός που μεταφέρεται η τυρβώδης κινητική ενέργεια, k, είναι της τάξης απορροφηθεί. Άρα μπορούμε να γράψουμε: u k l u 3 l (u l ) πριν αυτή (9.44) Για τις κλίμακες απορρόφησης/εκφυλισμού του χρόνου και της ταχύτητας (Kolmogorov) αντίστοιχα έχουμε: k uk 4 (9.45) (9.46) Οι συσχετισμοί μεταξύ των μακρο- και μικρο-κλιμάκων είναι, (Tennekes & umley, 97 Bradshaw, 978 bby & Wllams, 994 paldng, 955 Peers, 000): 3 4 3 k kl Re 4 l l k k k kl Re l (9.47) (9.48) u 4 k kl Re 4 k (9.49) όπου Re kl = ο τοπικός τυρβώδης αριθμός Reynolds, ο δε αριθμός Reynolds των μικρο-δινών στην περιοχή εκφυλισμού, C, είναι ul k k. 9.. Τυρβώδεις Φλόγες Όπως και στην περίπτωση της φλόγας στρωτής ροής, έτσι και στην τυρβώδη ροή η φλόγα εξαρτάται άμεσα από το αν έχουμε προαναμεμειγμένο το καύσιμο με το οξειδωτικό ή όχι. Σε αρκετές, όμως, περιπτώσεις η ανάλυση βασίζεται σε εμπειρικές σχέσεις που έχουν προέλθει από πειραματικές μετρήσεις. Εδώ σημαντικές παράμετροι είναι η ένταση και η απόδοση της καύσης, η τοπολογία και η ταχύτητα του μετώπου της φλόγας, οι κατανομές της θερμοκρασίας, η μεταφορά της θερμότητας και των συστατικών, οι εκπομπές ρύπων, και η ευστάθεια της φλόγας, καθότι επηρεάζουν πρακτικές λειτουργικές συμπεριφορές όπως, π.χ. την οπισθανάφλεξη (flashback) και το εκφύσημα (blow-off) του μετώπου της φλόγας, (bby & Wllams, 994 Peers, 000 Ponso & Veynane, 00 Echekk & Masorakos, 0). 9... Τυρβώδεις Φλόγες Προανάμειξης 9... Αλληλεπίδραση της Τύρβης και του Μετώπου της Φλόγας-Διάκριση Περιοχών Αντίδρασης Στην ανάλυση της φλόγας στρωτής ροής με προανάμειξη έγινε η υπόθεση ότι η φλόγα είναι μια συνεχής λεπτή ζώνη. Στην περίπτωση της τυρβώδους φλόγας τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά και οι υποθέσεις ποικίλλουν. Η ένταση της τύρβης (δηλαδή o λόγος (u ) U ) και το μέγεθος των μικρο-στροβίλων παίζουν σημαντικό 3

ρόλο. Γενικά, ο ρυθμός χημικής αντίδρασης αυξάνει με την ένταση της τύρβης. Ο τρόπος με τον οποίο η τύρβη επηρεάζει και αυξάνει το ρυθμό αντίδρασης, δηλαδή την ταχύτητα διάδοσης του μετώπου της τυρβώδους φλόγας εξαρτάται από τη σχέση που έχουν οι κλίμακες της τυρβώδους ροής και οι κλίμακες που χαρακτηρίζουν το μέτωπο της φλόγας. Τα χημικο-κινητικά φαινόμενα στο μέτωπο της φλόγας χαρακτηρίζονται από τη χημική χρονο-κλίμακα, τ C=δ /, όπου δ και είναι το πάχος και η θεμελιώδης ταχύτητα διάδοσης του στρωτού μετώπου φλόγας (Κεφάλαιο 6). Το μέτωπο της φλόγας αλληλεπιδρά, αφενός μεν με τις πλέον ενεργητικές, μεγάλες δίνες, με χαρακτηριστική κλίμακα χρόνου, τ =l /, και αφετέρου, με τις μικρότερες δίνες με χαρακτηριστική κλίμακα χρόνου αυτήν του Kolmogorov, u l u. Οι κλασικές θεωρήσεις k k k εισάγουν δύο αδιάστατους αριθμούς για την περιγραφή αυτών των αλληλεπιδράσεων, (Borgh, 988 bby & Wllams, 994 aw, 006 Peers, 000 Ponso & Veynane, 00): Τον αριθμό Damköhler που ορίζεται για τις μεγάλες δίνες και εκφράζει το λόγο της χρονο-κλίμακας Da / l u μείξης των μεγάλων δινών προς τη χημική χρονο-κλίμακα, c Τον αριθμό Karlovz που προσδιορίζει τις μικρότερες δίνες Kolmogorov και εκφράζει το λόγο της χημικής χρονο-κλίμακας προς τη χρονο-κλίμακα μείξης των μικρών δινών, Kolmogorov, Ka / l u. c k k Ο αριθμός Karlovz μπορεί, επίσης, να γραφεί ως: Ka / l. Υπάρχει, ωστόσο, η σχέση c k k Re Da Ka. Για να διακρίνουμε την επίδραση της τύρβης στην εσωτερική δομή του μετώπου της φλόγας, που αποτελείται από τις ζώνες προθέρμανσης, αντίδρασης και προϊόντων καύσης (βλπ. και Κεφάλαιο 6), ορίζεται ένας επιπρόσθετος αριθμός Karlovz με βάση το πάχος της ζώνης αντίδρασης, δ r (Peers, 000), ως, r r k r k k Ka l l 00 l Ka /00. Σύμφωνα με τον (Peers, 000) έχουν διακριθεί τέσσερις περιοχές με διαφορετικές αλληλεπιδράσεις τύρβης και χημικής κινητικής, στο μέτωπο της φλόγας, οι οποίες έχουν κατανεμηθεί ως ακολούθως: kl Η περιοχή της στρωτής φλόγας (amnar flame regme) με Re <. Η περιοχή των λεπτών ρυτιδωμένων φλογών (Thn wrnkled flame regme, με Re <, Ka < ), όπου το μέτωπο της φλόγας μπορεί να περιγραφεί σαν στατιστική συλλογή από λεπτά, «στρωτά» φλογίδια. Η γεμάτη μικρο-στροβίλους τυρβώδης ροή συστρέφει, κάμπτει και ζαρώνει το μέτωπο της φλόγας, Σχήμα 9.3, χωρίς οι δίνες να εισχωρούν εντός του. Η επιφάνεια της φλόγας ρυτιδώνεται (wrnkles), με αποτέλεσμα να αυξάνεται το εμβαδόν της (και φυσικά ο ρυθμός κατανάλωσης του καυσίμου). Η θεμελιώδης στρωτή ταχύτητα της φλόγας,, δε μεταβάλλεται, αλλά αυτό που αυξάνεται σημαντικά είναι η τυρβώδης ταχύτητα του μετώπου της φλόγας, T. Η περιοχή αυτή υποδιαιρείται περαιτέρω βάσει του λόγου, u, στις δύο παρακάτω περιοχές: a) Την περιοχή των λεπτών, ελαφρά ρυτιδωμένων από τις δίνες, φλογιδίων (Wrnkled flamele regme, με Ka < και u <) b) Την περιοχή των έντονα παραμορφωμένων (από τις δίνες) φλογιδίων (Corrugaed flamele regme, με Ka < και u >). Η περιοχή των διασταλμένων και ρυτιδωμένων φλογών ή αλλιώς των λεπτών ζωνών αντίδρασης (Thckened wrnkled flame regme ή hn reacon zone, με Re >, < Ka < 00, Ka r <, Da > ), όπου οι μικρότερες δίνες μπορούν και αλληλεπιδρούν με τη ζώνη προθέρμανσης αλλά όχι και με τη ζώνη αντίδρασης, η οποία διατηρείται λεπτότερη από τις δίνες. Η περιοχή των διασταλμένων φλογών ή αλλιώς της πλήρως αναδευμένης ζώνης αντίδρασης (Thckened flame regme ή well-srred reacor, με Re >, Ka > 00, Ka r >, Da < ), όπου η ανάμειξη που δημιουργεί η τύρβη είναι πολύ έντονη και το πάχος του μετώπου της φλόγας είναι αυξημένο, με αποτέλεσμα οι μικρότερες δίνες Kolmogorov να μπορούν να αλληλεπιδρούν τόσο με τη ζώνη προθέρμανσης όσο και με τη ζώνη αντίδρασης. 4

Το ζάρωμα (wrnklng) του τυρβώδους μετώπου της φλόγας σκιαγραφείται στο διάγραμμα του Σχήμα 9.3. Υπήρξε στο παρελθόν και υπάρχει ακόμη, έντονη ερευνητική προσπάθεια και συνεχιζόμενη ανάλυση για την εξεύρεση μιας γενικευμένης έκφρασης αναφορικά με την ταχύτητα διάδοσης του μετώπου της φλόγας υπό τυρβώδεις συνθήκες, T, η οποία να ισχύει σε όλες αυτές τις περιοχές. Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν έχει διαμορφωθεί μια ενιαία θεωρία και προσέγγιση, (bby & Wllams, 994 Peers, 000 Borgh, 988 Abdel- Gayed, Bradley, Hamd, & awes, 984). Σχήμα 9.3 Το ζάρωμα (wrnklng) του τυρβώδους μετώπου της φλόγας. 9... Θεωρίες για την Ταχύτητα Διάδοσης του Τυρβώδους Μετώπου της Φλόγας Προανάμειξης. Η τυρβώδης φλόγα, είτε προανάμειξης είτε διάχυσης, εξαρτάται έντονα από το τυρβώδες πεδίο, (Borgh, 988 Damköhler, 940). Η πρώτη προσέγγιση στον υπολογισμό της ταχύτητας της τυρβώδους φλόγας προανάμειξης βασίστηκε στην υπόθεση ότι η τύρβη ρυτιδώνει ή ζαρώνει τη φλόγα της στρωτής ροής. Η υπόθεση αυτή βασίστηκε στις παρατηρήσεις που είχαν γίνει στο παρελθόν, σύμφωνα με τις οποίες εμφανίζεται μια οπτική παραμόρφωση της φλόγας, Σχήμα 9.3. Μια από τις πρώτες αναλύσεις είναι αυτή που έκανε ο Damköhler (940), ο οποίος παρατήρησε ότι η ταχύτητα της φλόγας είναι: ανεξάρτητη του αριθμού Reynolds όταν Re 300, ανάλογη της τετραγωνικής ρίζας του αριθμού Re όταν 300 Re 6000, ανάλογη του αριθμού Re όταν Re 6000. Προφανώς, η δεύτερη και τρίτη περίπτωση επηρεάζονται από την τύρβη και έτσι η μετρούμενη ταχύτητα της φλόγας εξαρτάται από τη γεωμετρία του καυστήρα και τη ροή. Στο διάστημα 300 Re 6000 η τύρβη είναι μικρής κλίμακας, το οποίο σημαίνει ότι το μέγεθος των δινών και το μήκος της μείξης είναι πολύ μικρότερα από το πάχος του μετώπου της φλόγας. Το φαινόμενο αυτό (μικρής κλίμακας δίνες) αυξάνει την ένταση των διαδικασιών μεταφοράς στην περιοχή του κύματος καύσης. Έτσι, τα φαινόμενα μεταφοράς (θερμότητας και μάζας) λαμβάνουν χώρα λόγω της τυρβώδους διάχυσης και όχι λόγω της μοριακής διάχυσης. Όταν Re 6000, το μέγεθος των δινών είναι συσχετισμένο με τη διάμετρο του σωλήνα και πολύ μεγαλύτερο από το πάχος του μετώπου της στρωτής φλόγας. Οι μεγάλης κλίμακας δίνες δε συντελούν τόσο στην αύξηση της διάχυσης, όσο συντελούν οι μικρότερης κλίμακας δίνες, αλλά ζαρώνουν το ομαλό μέτωπο της στρωτής φλόγας, όπως φαίνεται στο Σχήμα 9.3. Αυτό το ζάρωμα της φλόγας έχει ως συνέπεια την αύξηση του λόγου (μέτωπο της φλόγας/επιφάνεια του σωλήνα) και κατά συνέπεια η ταχύτητα της φλόγας αυξάνει χωρίς καμία αλλαγή στη στιγμιαία ανάπτυξη της φλόγας. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω (κατά Damköhler) οι μικρής κλίμακας δίνες (υψηλή ένταση της τύρβης) αυξάνουν τους συντελεστές μεταφοράς. Επίσης, η ταχύτητα της στρωτής φλόγας ( ) ορίζεται από την εξίσωση Error! Reference source no found. άρα είναι λογικό να περιμένουμε ότι η ταχύτητα της τυρβώδους φλόγας κατά αναλογία θα είναι: T T (9.50) 5

όπου α Τ=ο τυρβώδης συντελεστής θερμικής διαχυτότητας και υποτεθεί ότι: =ο ρυθμός αντίδρασης. Έτσι, μπορεί να T (9.5) Αν τώρα ο τυρβώδης ρυθμός Prandl ( ) και ο ( στρωτός που βασίζεται στις μοριακές ιδιότητες μεταφοράς) αριθμός Prandl ( ) είναι κατά προσέγγιση ίσοι με τη μονάδα, τότε η εξίσωση γίνεται: / / T (9.5) και για ροή μέσα σε σωλήνα ισχύει, / 0.0Re, άρα: T 0.Re (9.53) Για την περίπτωση όπου έχουμε δίνες μεγάλης κλίμακας (χαμηλή ένταση της τύρβης), η φλόγα ζαρώνει ή συρρικνώνεται, αλλά οι μοριακοί συντελεστές μεταφοράς παραμένουν ως έχουν και ως εκ τούτου η ταχύτητα της στρωτής φλόγας παραμένει σταθερή. Με βάση τα παραπάνω έχουμε ότι για σταθερή, η επιφάνεια της φλόγας είναι ανάλογη της ταχύτητας της ροής και είναι λογικό να θεωρήσουμε ότι η αύξηση της επιφάνειας της φλόγας μέσω της τύρβης θα είναι ανάλογη της. Επίσης, αφού όπως ξέρουμε το τυρβώδες κινηματικό ιξώδες (ν ) είναι ανάλογο του γινομένου της έντασης της τύρβης επί το μήκος μείξης (το οποίο μπορεί να θεωρηθεί σταθερό) έχουμε ότι η u u είναι ανάλογη του ν. Ακόμη, περιμένουμε ότι ν ~ Re για σταθερό ν. T Συνοψίζοντας, έχουμε : (επιφάνειας του μετώπου της φλόγας) (διακύμανσης της τύρβης) ν Τ Re Τέλος, έχει βρεθεί πειραματικά ότι: T A*Re B όπου Α, Β = σταθερές. Η παραπάνω σχέση επαληθεύει τη ανάλυση του Damköhler (φυσικά μόνο για την περιοχή των δινών μεγάλης κλίμακας) αρκετά ικανοποιητικά. Ο (chelkn, 943) επέκτεινε την παραπάνω ανάλυση θεωρώντας την επιρροή του χρόνου χημικής αντίδρασης (τ r) στην τύρβη. Έτσι πρότεινε για στρωτές φλόγες: a k k c ch p ch ch (9.54) όπου k ο συντελεστής θερμικής αγωγιμότητας και παρόμοια για τυρβώδεις φλόγες έχουμε: k k k k k T (9.55) ch ch k k όπου τ ch είναι ο χρόνος χημικής αντίδρασης. Για τις δίνες μεγάλης κλίμακας ο chelkn (943) υπέθεσε ότι το ζάρωμα ή ρυτίδωμα της φλόγας είναι μορφής κώνου και υπολόγισε ότι: u T (9.56) Φυσικά, όταν η ένταση της τύρβης ( u ) αυξηθεί πολύ ώστε u >>, τότε: st u (όπως υπέθεσε ο Damköhler). Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ο Damköhler πρότεινε ότι η ταχύτητα της τυρβώδους φλόγας είναι ανάλογη του. Σ αυτήν την υπόθεση, όμως υπάρχει ένα λάθος, όταν το α Τ τείνει στο 0, το T τείνει και 6

αυτό στο 0. Στην πραγματικότητα το T τείνει στο καθώς το α Τ τείνει στο 0. Έτσι, για να εξαλειφθεί αυτό το μειονέκτημα οι (Karlovz, Dennnson, & Wells, 95), πρότειναν την έκφραση: u T (9.57) Ακόμη έχουμε: u και έτσι λαμβάνουμε: T K T όπου Κ είναι πειραματική σταθερά. Άλλοι ημι-εμπειρικοί συσχετισμοί που καλύπτουν αυτές τις προϋποθέσεις είναι η έκφραση του (Klmov, 983), u 3.5 0.7 η έκφραση του (Calvn & Wllams, 98), (9.58) (9.59) u 0.5 8 (9.60) και η έκφραση του (Gulder, 990), / u 0.6 (Re 4 ) Επειδή οι διάφορες θεωρίες δεν είναι απολύτως επιτυχείς για την περιγραφή της μεταβολής, vs. Re, σε όλο το εύρος των αριθμών Reynolds, οι περιοχές της τυρβώδους προαναμεμειγμένης καύσης περιγράφονται επίσης, μέσω των αδιάστατων αριθμών Damköhler, Da, και Karlovz, Ka. Όταν Re>> και Ka<< έχουμε λεπτά και ρυτιδωμένα μέτωπα φλόγας και όταν Re>> και Ka>> έχουμε διανεμημένα η διασταλμένα μέτωπα φλόγας. Στην πρώτη περίπτωση ισχύουν οι σχέσεις (9.56), (9.59), (9.60) και (9.6) και στη δεύτερη οι σχέσεις (9.5) και (9.5). 9... Τυρβώδεις μη-προαναμεμειγμένες ή Μερικώς Προαναμεμειγμένες Φλόγες Πρόκειται για μια σημαντική γκάμα φλογών από πλευράς παραδοσιακών πρακτικών εφαρμογών. Περιλαμβάνουν τόσο τις φλόγες δέσμης (e), οριακού στρώματος (boundary layer) κ.λ.π., όσο και τη διφασική καύση που μπορεί να αναφέρεται, είτε σε λιμνώδεις ανωστικές φλόγες, είτε σε καύση εκνεφώματος σταγονιδίων, προερχόμενο εξ εγχύσεως υγρού καυσίμου (για τα οποία έχουμε μιλήσει στο Κεφάλαιο 8), ή επιπλέον και στην καύση σωματιδίων π.χ. άνθρακα σε εστίες, ή και στις πυρκαγιές δασών. Γενικά, σε μια μη προαναμεμειγμένη φλόγα υπάρχουν δύο χρονο-κλίμακες: μία σχετική με τη ροή ή τη βαθμίδα της ταχύτητας ( u / x, sran-διάταση) και μία σχετική με τη χρονο-κλίμακα της βραδύτερης χημικής αντίδρασης (Blger, 988 Peers, 000). Ωστόσο, έχει διαπιστωθεί μέσα από φυσικές ερμηνείες (Peers, 000 aw, 006 Peers, 984 Cueno & Ponso, 994) ότι σε οριακές συνθήκες απόσβεσης και οι δύο κλίμακες είναι παρόμοιες ή και ίσες. Αυτό υποδεικνύει ότι υπάρχει μια θεμελιώδης σχέση μεταξύ μη προαναμεμειγμένων και προαναμεμειγμένων φλογών στην οριακή κατάστασή τους, κοντά στο όριο της απόσβεσης. Οι μη προαναμεμειγμένες φλόγες, από την άλλη πλευρά, είναι εν γένει περισσότερο ευσταθείς και ελέγξιμες και γι αυτό ευρύτερα αξιοποιούμενες. Ωστόσο, ανάλογα με την περιοχή του λόγου καυσίμου/αέρα που λειτουργούν, παρουσιάζουν και αυξημένα προβλήματα όσον αφορά τα επίπεδα των εκπεμπόμενων ρύπων. 9... Γενικά Χαρακτηριστικά της μη Προαναμεμειγμένης Τυρβώδους Φλόγας (9.6) 7

Οι περισσότεροι μηχανισμοί των διεργασιών που συζητήθηκαν για τις φλόγες προανάμειξης ισχύουν εν γένει και για τις μη προαναμεμειγμένες τυρβώδεις φλόγες. Οι μη προαναμεμειγμένες τυρβώδεις φλόγες είναι περισσότερο ευαίσθητες στις τοπικές συνθήκες διάτασης/παραμόρφωσης (sran) της μέσης ροής και στην ένταση της τύρβης. Οι φλόγες αυτές δεν έχουν διεύθυνση διάδοσης του μετώπου, αλλά εδράζονται εκεί όπου γίνεται η ανάμειξη του καυσίμου με το οξειδωτικό. Αυτή η εξάρτηση των χαρακτηριστικών και της συμπεριφοράς τους από την ανάμειξη και το ρυθμό διάχυσης μεταξύ του καυσίμου και του οξειδωτικού (είτε στη στρωτή είτε στην τυρβώδη ροή) τους προσέδωσε και την επωνυμία φλόγες διάχυσης. Θα μπορούσε να λεχθεί ότι λόγω της απουσίας μιας συγκεκριμένης ταχύτητας διάδοσης του μετώπου της φλόγας, οι φλόγες αυτές αδυνατούν να επιβάλλουν τη δική τους δυναμική εξέλιξη επί του πεδίου ροής και γίνονται πιο ευαίσθητες στην επίδραση της τύρβης. Το πάχος της φλόγας διάχυσης, επίσης, εξαρτάται από τα αεροδυναμικά χαρακτηριστικά της ροής, τα οποία ελέγχουν την ανάμειξη και τη διάχυση του καυσίμου και του οξειδωτικού, όπως προαναφέρθηκε. Φυσικά, τα σχόλια του Κεφαλαίου 7 για τις στρωτές φλόγες διάχυσης ισχύουν και για την τυρβώδη περίπτωση. Στην περίπτωση των τυρβωδών φλογών διάχυσης έχουν αφιερωθεί πολλές μελέτες για τον προσδιορισμό των καταλληλότερων χαρακτηριστικών κλιμάκων που περιγράφουν τη συμπεριφορά τους, (Blger, 988 Borgh, 988 Bray & Peers, 994 Cueno & Ponso, 994 Peers, 984 bby & Wllams, 994 Cueno, Egolfopoulos, & Ponso, 000). Με δεδομένες τις κλίμακες μήκους των μεγάλων δινών (ολοκληρωτικές, Inegral) και τις κλίμακες Kolmogorov εκ του τυρβώδους πεδίου ροής, μπορεί να οριστούν δύο κλίμακες που αναφέρονται στη ζώνη της φλόγας διάχυσης, (Blger, 988): Η κλίμακα (το πάχος) της ζώνης διάχυσης (dffusve hckness, l d) είναι το λεπτό στρώμα όπου καύσιμο και οξειδωτικό διαχέονται και αναμειγνύονται και όπου το κλάσμα μείγματος, f, που υποδεικνύει την κατανομή του λόγου καυσίμου/αέρα των αντιδρώντων, μεταβάλλεται από 0 (καθαρός αέρα) έως (καθαρό καύσιμο). Η κλίμακα (το πάχος) της ζώνης αντίδρασης (reacon zone hckness, l r) που προσδιορίζει τη στενή περιοχή, εκατέρωθεν της στοιχειομετρικής ισοταχούς του κλάσματος μείγματος, f δηλαδή εκατέρωθεν της γραμμής f=f s, όπου λαμβάνουν χώρα οι χημικές αντιδράσεις. Αυτές οι δύο κλίμακες εξελίσσονται ανεξάρτητα στο χρόνο και εξαρτώνται από τις τυρβώδεις ροϊκές συνθήκες. uu Επιπρόσθετα με το μέσο ρυθμό εκφυλισμού της τυρβώδους κινητικής ενέργειας,, μπορεί, επίσης, x x να οριστεί και ένας αντίστοιχος μέσος ρυθμός εκφυλισμού της ενέργειας ενός τυρβώδους βαθμωτού μεγέθους, οριζόμενου γενικά ως, c, (π.χ. του κλάσματος μείγματος, f, της θερμοκρασίας, T, ή και ενός συστατικού, Y ), ως: c c c D x x k k (9.6) Ο ρυθμός εκφυλισμού της τυρβώδους ενέργειας του βαθμωτού μεγέθους c, χ c έχει μονάδες /s, δηλαδή προσδιορίζει μια κλίμακα χρόνου. Εδώ συνηθίζεται να χρησιμοποιείται η κλίμακα χρόνου, f s, στην περιοχή κοντά στη στοιχειομετρική ζώνη, f f s. Ο αριθμός Damköhler χαρακτηρίζει τη ζώνη αντίδρασης και ορίζεται ως: Da / ( ). Το κλάσμα μείγματος, επίσης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί μέσω της εξ. flow chemcal s chemcal (9.53) για να χαρακτηρίσει την τοπική κλίμακα μήκους, l d, ως l d D,s s. Ακόμη, σύμφωνα με τους (bby & Wllams, 994), η κλίμακα μήκους (το πάχος της ζώνης αντίδρασης) για μια αντίδραση ενός βήματος, ν F F + ν OO P, μπορεί από τη θεωρία της ασυμπτωτικής προσέγγισης (Ponso & Veynane, 00) να / προσδιοριστεί ως: lr l d (Da) όπου α είναι η τάξη της αντίδρασης, α=ν F+ν O+, και όσο μεγαλύτερος είναι ο Damköhler τόσο λεπτότερο είναι το πάχος του στρώματος της αντιδρώσας περιοχής, δηλαδή το l r. Κατά συνέπεια η ζώνη της αντίδρασης χαρακτηρίζεται από τον αριθμό Damköhler και η φέρουσα, τυρβώδης ροή, από τον αριθμό Reynolds. Για τις κλίμακες της τυρβώδους φλόγας διάχυσης μπορεί να δειχθεί, (Kuo & Acharaya, 0 Peers, 000 paldng, 955 Cueno & Ponso, 994 Blger, 988) ότι ισχύει: 8

Ο λόγος της κλίμακας των μεγάλων δινών (l ) προς την κλίμακα της ζώνης διάχυσης (l d ) είναι: / l l d (f Re ). Παρόμοια ο λόγος της κλίμακας Kolmogorov (l k) προς την κλίμακα της ζώνης διάχυσης (l d ) / / μπορεί να γραφεί ως: l l (f / Re ). k d / Από την παραπάνω ανάλυση είχαμε ότι l l (Da) και επιπλέον μπορεί να γραφεί για την / / / κλίμακα της ζώνης αντίδρασης ότι: l l (f / Re ) (Da ). r d k r Σχετικά με τις κλίμακες χρόνου, οι πιο χαρακτηριστικές είναι η κλίμακα μείξης, η οποία μπορεί να γραφεί για την περίπτωση των φλογών διάχυσης ως:, όπου χs είναι ο ρυθμός εκφυλισμού του βαθμωτού μεγέθους, f, και μαζί με τη χημική χρονο-κλίμακα, τ ch, μπορεί να ορίσουν έναν αντίστοιχο αριθμό Damköhler: Da ( )( f ) m s,z ch. Δύο οριακές καταστάσεις μπορεί να διακριθούν για τις μη προαναμεμειγμένες φλόγες. Η πρώτη είναι όταν ο αριθμός Damköhler τείνει στο άπειρο, η χημεία είναι απειροστά γοργή και προσεγγίζει τη χημική ισορροπία. Και η δεύτερη είναι όταν ο αριθμός Damköhler μειώνεται προς στο μηδέν, οπότε η φλόγα ψύχεται και τείνει προς την απόσβεσή της, ή δε αντιδρώσα ροή τείνει οριακά προς μια ισόθερμη μείξη. Μια πιο αναλυτική περιγραφή του πολύπλοκου αυτού αντικείμενου μπορεί να αναζητηθεί στη σχετική βιβλιογραφία: (Bray & Peers, 994 Cueno & Ponso, 994 bby & Wllams, 994 Ponso & Veynane, 00 Wllams, 985 Echekk & Masorakos, 0 Borgh, 988 Blger, 988). 9... Η θεώρηση της Τυρβώδους Φλόγας Διάχυσης Τύπου Δέσμης Εδώ θα παρουσιαστούν σύντομα μερικά χαρακτηριστικά και παράμετροι φλογών τύπου δέσμης και θα γίνει αναφορά και συζήτηση για τη πλέον κλασική περίπτωση μη προαναμεμειγμένης διαμόρφωσης φλόγας, αυτήν της μονοφασικής, αέριας φλόγας τύπου δέσμης, (Kuo & Acharaya, 0 bby & Wllams, 994 Peers, 984 Ponso & Veynane, 00 paldng, 955 Turns, 000 Zukosk & Marble, 955 Blger, 988). Η τυρβώδης φλόγα δέσμης έχει αναλυθεί λεπτομερώς, και θεωρητικά και πειραματικά, λόγω των πολλών πρακτικών εφαρμογών της. Η δέσμη μπορεί να είναι πολλών τύπων, μπορεί να είναι δισδιάστατη ή αξονοσυμμετρική. Η πιο απλή μορφή της είναι εκροή καυσίμου από ένα σωλήνα σε λιμνάζουσα οξειδωτική ατμόσφαιρα, συνήθως αέρα. Επίσης, η αξονικά εκρέουσα δέσμη μπορεί να έχει και μια περιφερειακή συνιστώσα, δηλαδή να υφίσταται περιδίνηση (στροβιλισμό). Από την άλλη μεριά, ο εξωτερικά δακτυλιοειδώς συρρέων αέρας μπορεί να έχει κάποια ταχύτητα παράλληλη με τη δέσμη (π.χ. συρρέουσα δέσμη) ή η εκροή της βασικής δέσμης να γίνεται εγκάρσια προς ένα κύριο ρεύμα (e n cross-flow) κ.τ.λ. H βασική ανάλυση που παρουσιάζεται εδώ, αφορά την απλή δέσμη, αξονοσυμμετρικής μορφής, με οπή έκχυσης κυκλικής διατομής και εκροή σε λιμνάζουσα ατμόσφαιρα. Ο ρυθμός της καύσης εξελίσσεται πολύ γρήγορα, ώστε να μην επηρεάζει τους ρυθμούς της ορμικής, της θερμικής και της μαζικής διάχυσης. Στη δέσμη αυτή, η δομή της τύρβης και το μήκος της φλόγας εξαρτώνται από την ταχύτητα εκροής, u 0, δηλαδή από τον αριθμό Reynolds. Στο Σχήμα 9.4 φαίνονται οι δυνατές διαμορφώσεις και τα μήκη της φλόγας, όπως και η ποιότητα της ροής (στρωτή, τυρβώδης) καθώς αυξάνει η u 0. Εδώ, παρατηρούμε ότι έχουμε αρχικά μια φλόγα στρωτής ροής, όπου το μήκος αυξάνει με την u 0, και στη συνέχεια μια γρήγορη περιοχή μετάβασης (ranson regon) προς τυρβώδη ροή, όπου το μήκος της φλόγας σταδιακά μειώνεται και γίνεται σχεδόν ανεξάρτητο από την u 0. Γενικά, έχει αποδειχθεί πειραματικά ότι το μήκος της στρωτής και μεταβατικής φλόγας x f είναι σχεδόν ανάλογο της διαμέτρου (D=r 0) του στομίου του ακροφυσίου εκροής. Με επιπλέον αύξηση της παροχής η πλήρης τυρβώδης φλόγα είναι κοντύτερη από την αντίστοιχη στρωτή, με μήκος πρακτικά ανεξάρτητο της ταχύτητας προσαγωγής του καυσίμου, ως αποτέλεσμα των αυξημένων ρυθμών διείσδυσης και ανάμειξης του περιβάλλοντος αέρα με τον πυρήνα της δέσμης του καυσίμου. Οι παράγοντες οι οποίοι επιδρούν σε μια φλόγα δέσμης, διαμόρφωση κάθετης διάταξης, που εκρέει σε λιμνάζουσα ατμόσφαιρα αέρα, είναι οι ακόλουθοι: Το σχετικό μέτρο της αρχικής ορμής της δέσμης του καυσίμου και των δυνάμεων λόγω θερμικής άνωσης, οι οποίες επιδρούν στη φλόγα. Η στοιχειομετρική αναλογία καυσίμου και οξειδωτικού. Ο λόγος των πυκνοτήτων καυσίμου και αέρα. 9

Η διάμετρος του ακροφυσίου εκροής του καυσίμου. Παρακάτω δίνονται κάποιες ενδεικτικές πειραματικές συσχετίσεις για τα μήκη φλόγας στην καύση τυρβώδους δέσμης, για μερικά καύσιμα σε οξειδωτική ατμόσφαιρα αέρα: Πίνακας 9. Ενδεικτικοί συσχετισμοί μήκους φλόγας τυρβώδους δέσμης. Καύσιμο CO (Μονοξείδιο του Άνθρακα) 45 x fl/d Η (Υδρογόνο) 30 C H (Ακετυλένιο) 75 C 3H 8 (Προπάνιο) 95 Η τυρβώδης δέσμη εμφανίζεται όταν (Kanury, 975 Turns, 000) ο αριθμός Reynolds είναι περίπου: Du 0 0 4 ReD.5 30 0 (9.63) Η μαθηματική ανάλυση της τυρβώδους δέσμης είναι παρόμοια με αυτήν της στρωτής ροής (β.λ.π. υποκεφάλαιο 7.3.). Υπάρχει, επιπλέον, το πρόβλημα προσδιορισμού της αυξημένης διάχυσης, λόγω των τάσεων Reynolds. Η πιο παραδοσιακή και στοιχειώδης προσέγγιση προϋποθέτει (όπως έχει συζητηθεί στο υποκεφάλαιο 9..3.) ότι: u v u y όπου μ είναι το τυρβώδες φαινομενικό ιξώδες. (9.64) Σχήμα 9.4 Μεταβολή του μήκους της φλόγας δέσμης συναρτήσει της ταχύτητας εκροής (hp://www.hysafe.ne/wk/brh/ofd-combusonofhydrogen). Επίσης, για τυρβώδη διάχυση ενέργειας και μάζας έχουμε αντίστοιχα: c v k p T T y (9.65) 0

Y vy D y (9.66) όπου T και Y είναι η μέση θερμοκρασία και το μέσο κλάσμα μάζας συστατικού, αντίστοιχα. Στην έκφραση (9.65) η συνεισφορά του στρωτού ιξώδους έχει θεωρηθεί αμελητέα (9.7). Επίσης, ορίζουμε τους τυρβώδεις αριθμούς Prandl (Pr ), chmd (c ) και ews (e ) από τις σχέσεις: (9.67) Pr cp k, c D, e k cpd Οι τυπικές περιοχές των αριθμών αυτών είναι: 0.5< Pr c e <.5. Οι τιμές των μ, k και D στο βασικό επίπεδο προσέγγισης υπολογίζονται μέσα από τη χρήση των βαθμίδων των μέσων παραμέτρων δηλαδή: l m du dy όπου l m = μήκος τυρβώδους ανάμειξης l και η u είναι η μέση ταχύτητα. Από τη διαστατική ανάλυση ισχύει η σχέση (μ Σ (k, l )) (k είναι η τυρβώδης κινητική ενέργεια και l είναι το χαρακτηριστικό μήκος των μεγάλων δινών) και έχει δειχθεί ότι ισχύει η σχέση, (bby & Wllams, 994 Peers, 993 paldng, 955 Bray & Peers, 994): (9.68) C k l (9.69) όπου C μ γενικά θεωρείται μια σταθερά περίπου ίση με 0.09. Από τον ορισμό του μήκους ανάμειξης έχουμε ότι: k l m du dy (9.70) k u (9.7) Για την αξονοσυμμετρική δέσμη έχει βρεθεί πειραματικά ότι l m 0.075δ(r), όπου δ(r) είναι η τάξη μεγέθους της ακτίνας της δέσμης κατά την κατάντι διασπορά και ανάπτυξή της. Επειδή το δ(r) είναι δύσκολο να οριστεί ακριβώς, συνήθως, χρησιμοποιείται η ακτίνα εκεί όπου η ταχύτητα είναι ίση με το μισό της μέγιστης τιμής της, (r /). Από πειραματικές μετρήσεις έχει προκύψει ότι το r.5. Έτσι έχουμε ότι l m = 0.87r ½ και μ 0.056ρu αξ r ½, όπου u αξ =μέγιστη αξονική ταχύτητα στον άξονα της δέσμης. Από τη λύση για τη στρωτή ροή, αντικαθιστώντας όπου ν (ή μ) το ν (ή μ ), όπως το υπολογίσαμε πριν, έχουμε: ua ή D0 6.57 (9.7) u x 0 u u a r 0.44 r (9.73) u u 0 6.57D0 r x 0.44 r (9.74)