Δέκα + Πέντε ποιήματα μεταφρασμένα

Σχετικά έγγραφα
Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

LESSON 28 (ΜΑΘΗΜΑ ΕΙΚΟΣΙ ΟΚΤΩ) REF : 201/033/28. 2 December 2014

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

LESSON 26 (ΜΑΘΗΜΑ ΕΙΚΟΣΙ ΕΞΙ) REF : 102/030/ November 2014

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Απόστολος Θηβαίος - Παιδικές Ζωγραφιές

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Verklarte Nacht, Op.4 (Εξαϋλωμένη Νύχτα, Έργο 4) Arnold Schoenberg ( )

LESSON 16 (ΜΑΘΗΜΑ ΔΕΚΑΕΞΙ) REF : 102/018/16-BEG. 4 March 2014

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΓΓΛΟΦΩΝΗ ΜΟΥΣΙΚΗ

Writing for A class. Describe yourself Topic 1: Write your name, your nationality, your hobby, your pet. Write where you live.

LESSON 12 (ΜΑΘΗΜΑ ΔΩΔΕΚΑ) REF : 202/055/32-ADV. 4 February 2014

ΟΙ ΑΞΙΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ THE VALUES OF LIFE Η ΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑ..THE RESPONSIBILITY ΔΗΜΗΤΡΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Κώστας Λεµονίδης - Κάπως Αµήχανα

LESSON 5 (ΜΑΘΗΜΑ ΠΕΝΤΕ) REF: 201/033/25-ADV. 3 December 2013

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

LESSON 9 (ΜΑΘΗΜΑ ΕΝΝΙΑ) REF : 101/011/9-BEG. 14 January 2013

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

John Mavrikakis ENGLISH MULTIBOOK

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Η δικη μου μαργαριτα 1

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

" # $ # % & # Sve pticice (') I don t know how to love him ( El Dorado! )# # * '# ' )

Αιγαίο πέλαγος. Και στην αρχή το απέραντο, το άπειρο που δεν το χωράει ο νους εγένετο αλήθεια όπως με ένα φως λευκό.

ΕΤΟΣ 61 ο Μάρτιος - Απρίλιος 2015 Ἀρ. 608

7 Present PERFECT Simple. 8 Present PERFECT Continuous. 9 Past PERFECT Simple. 10 Past PERFECT Continuous. 11 Future PERFECT Simple

VAKXIKON.gr MEDIA GROUP Εκδόσεις Βακχικόν Ασκληπιού 17, Αθήνα τηλέφωνο: web site: ekdoseis.vakxikon.

«Η νίκη... πλησιάζει»

ΕΜΙΛΥ ΝΤΙΚΙΝΣΟΝ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΠΟΟΥΠ ΩΔΗ ΣΤΗΝ ΜΟΝΑΞΙΑ

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945)

RO01-KA

ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ

Please be sure that your kid memorized the song. Students homework -Pg.2: Read the song and the translation 3 times.

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Χρήστος Ιωάννου Τσαρούχης. Στάλες. Ποίηση

ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ 1 28Η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940

LESSON 6 (ΜΑΘΗΜΑ ΕΞΙ) REF : 201/045/26-ADV. 10 December 2013

ΞΕΝΙΑ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ. Το Σκλαβί. ή πώς ένα κορίτσι με τρεις φίλους και έναν παπαγάλο ναυλώνει ένα καράβι για να βρει τον καλό της

LESSON 16 (ΜΑΘΗΜΑ ΔΕΚΑΕΞΙ) REF : 202/059/36-ADV. 4 March 2014

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Copyright Φεβρουάριος 2016

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΞΩΤΙΚΩΝ. Ιστορίες από τη Σκωτία και την Ιρλανδία

HW 13 Due THURSDAY May 3, 2018

Παιχνίδια στην Ακροθαλασσιά

Α ΒΡΑΒΕΙΟ Το άσπρο του Φώτη Αγγουλέ

Cambridge International Examinations Cambridge International General Certificate of Secondary Education

Ενότητα τεσσαρακοστή έβδομη

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

τεύχος #20, Οκτώβριος#Νοέμβριος#Δεκέμβριος 2009, περιοδικό των Μεγάλων Οδηγών

Με της αφής τα μάτια Χρήστος Τουμανίδης

LESSON 14 (ΜΑΘΗΜΑ ΔΕΚΑΤΕΣΣΕΡΑ) REF : 202/057/34-ADV. 18 February 2014

Παραγωγή γραπτού λόγου Ε - Στ τάξη Σύνθεση ποιήµατος

Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών ηµοτικού

Poems of the Faded Rose

Είσαι ένας φάρος φωτεινός

«Ο ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΕΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ & ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ» ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Υπ. Καθηγήτριες: Ουρανία Φραγκουλίδου & Έλενα Κελεσίδου

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Μαρία Παντελή, Β1 Γυμνάσιο Αρχαγγέλου, Διδάσκουσα: Γεωργία Τσιάρτα

FINAL TEST B TERM-JUNIOR B STARTING STEPS IN GRAMMAR UNITS 8-17

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Το μαγικό βιβλίο. Σαν διαβάζω ένα βιβλίο λες και είμαι μια νεράιδα που πετώ στον ουρανό.

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Weekend with my family

Final Test Grammar. Term C'

Μαρία αγγελίδου. το βυζάντιο σε έξι χρώματα. χ ρ υ σ ο. eikonoγραφηση. κατερίνα βερουτσου

Paper Reference. Paper Reference(s) 1776/04 Edexcel GCSE Modern Greek Paper 4 Writing. Thursday 21 May 2009 Afternoon Time: 1 hour 15 minutes

Οι αδελφοί Montgolfier: Ψηφιακή αφήγηση The Montgolfier Βrothers Digital Story (προτείνεται να διδαχθεί στο Unit 4, Lesson 3, Αγγλικά Στ Δημοτικού)

Κατανοώντας και στηρίζοντας τα παιδιά που πενθούν στο σχολικό πλαίσιο

Στη μέση μιας ημέρας μακρύ ταξίδι κάνω, σ ένα βαγόνι σκεπτικός ξαναγυρνώ στα ίδια. Μόνος σε δύο θέσεις βολεύω το κορμί μου, κοιτώ ξανά τριγύρω μου,

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Χρήστος Τερζίδης: Δεν υπάρχει το συναίσθημα της αυτοθυσίας αν μιλάμε για πραγματικά όνειρα

Revelation 10. LGNT - September 7, 2019 Page 1. Book Chapter Verse. Word # Rev. Interlinear English. Numeric value. # of words. # of letters.

LESSON 19 REF : 203/062/39-ADV. 25 March 2014

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΜΠΛΕΗΚ (William Blake)

ΤΡΙΓΩΝΑ ΚΑΛΑΝΤΑ. Τρίγωνα, κάλαντα σκόρπισαν παντού. κάθε σπίτι μια φωλιά του μικρού Χριστού. ήρθαν τα Χριστούγεννα κι η Πρωτοχρονιά

ΑΓΓΛΙΚΑ ΙΙΙ. Ενότητα 12b: The Little Prince. Ζωή Κανταρίδου Τμήμα Εφαρμοσμένης Πληροφορικής

Ένα βήμα μπροστά στίχοι: Νίκος Φάρφας μουσική: Κωνσταντίνος Πολυχρονίου

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Kangourou Greek Competition 2015

«Η ΣΕΛΗΝΟΜΟΡΦΗ» Πράσινη κλωστή κλωσμένη. στην ανέμη τυλιγμένη. δωσ της κλώτσο να γυρίσει. παραμύθι ν αρχίσει

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

Θεογονία: Πώς ξεκίνησαν όλα.

Transcript:

1

2

Henry Wadsworth Longfellow Δέκα + Πέντε ποιήματα μεταφρασμένα Μετάφραση: Βασίλης Κομπορόζος 3

Τίτλος: Henry Wadsworth Longfellow: Δέκα + Πέντε ποιήματα μεταφρασμένα Μεταφραστής: Βασίλης Κομπορόζος Φωτογραφία εξωφύλλου από: http://cambridgeuncommon.com/archives/330 ISBN: 978-960-92318-3-1 Επίλεκτες Ψηφιακές Εκδόσεις: 24grammata.com Σειρά: εν καινώ, Αριθμός σειράς: 96 Τόπος και Χρονολογία πρώτης έκδοσης: Αγρίνιο, 2014 Μέγεθος Αρχείου: 1,2Mb Σελίδες: 60 Μορφή αρχείου: pdf Γραμματοσειρά: cambria Απαγορεύεται η αναδημοσίευση δίχως την έγγραφη άδεια του μεταφραστή ή του εκδότη 4

αφιερωμένο σε κείνους που μέσα στους ωκεανούς του παραδοσιακού ανευρίσκουν διάφανα πέλαγα του σύγχρονου 5

6

ΕΙΣΑΓΩΓΗ στον Henry Wadsworth Longfellow Με το έργο του Henry Wadsworth Longfellow (1807-1882) ήρθα σε επαφή στη σχολή Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας αλλά το μελέτησα διεξοδικότερα λίγα χρόνια αργότερα όταν και κάθισα να μεταφράσω μερικά ποιήματά του. Ο Longfellow γεννήθηκε στο Portland του Maine, στις Η.Π.Α. το 1807. Αν και ο πατέρας του τον προόριζε για τη δικηγορία και τον έστειλε στο Bowdoin για νομικές σπουδές, εκείνος επέδειξε τέτοια κλίση στις ξένες γλώσσες ώστε η σχολή τού δημιούργησε θέση καθηγητή ξένων γλωσσών, ειδικά για εκείνον! Κατόπιν, με την αρωγή του πατέρα του εστάλη στην Ευρώπη για εμβάθυνση στις Ρωμανικές γλώσσες. Κατόπιν, αφού δίδαξε στο Bowdoin και πραγματοποίησε και ένα δεύτερο ταξίδι στην Ευρώπη για τελειοποίηση στις Γερμανογενείς γλώσσες, δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Harvard λογοτεχνία διαφόρων γλωσσών. Ο Longfellow έφερε σε επαφή το ευρύ κοινό των Η.Π.Α. με την ποικιλομορφία της λογοτεχνίας της Ευρώπης και εξοικείωσε τους Αμερικάνους αναγνώστες με τις Ευρωπαϊκές τεχνοτροπίες, αρχαίες, μεσαιωνικές και σύγχρονες, γινόμενος μάλιστα ο πλέον δημοφιλής ποιητής στη χώρα του όσο ζούσε. Υπήρξε μεγάλος ποιητής, μη φτάνοντας βέβαια σε ύψη ποιητικά τέτοια όπως ο Walt Whitman, ο Robert Frost ή η Emily Dickinson (για να αναφέρω κάποιους - ενδεικτικά και μόνο - από αυτούς οι οποίοι μου αρέσουν). Διέθετε εν τούτοις αρκετό τάλαντο και αυτός όσον αφορά τη λεκτική και πραγματολογική διαχείριση της έμπνευσής του. Ο Longfellow χρησιμοποίησε μεν τις ήδη υφιστάμενες παραδοσιακές 7

τεχνοτροπίες αλλά τις σμίλεψε με τις δικές του ιδέες για να παρουσιάσει ένα έργο διαποτισμένο από το μελάνι της δικής του πνευματικής ευαισθησίας. Αγαπήθηκε, όπως αναφέραμε, πολύ από τους συμπατριώτες του Αμερικάνους όσο ζούσε - τα εβδομηκοστά-πέμπτα γενέθλιά του, μάλιστα, εορτάστηκαν πανεθνικά σε όλη την πατρίδα του. Η προσωπική του ζωή σημαδεύτηκε από τραγωδίες. Η πρώτη του σύζυγος αποβίωσε το 1835 μετά από τέσσερα χρόνια (από επιπλοκές έπειτα από αποβολή) και ο ποιητής μας ξαναπαντρεύτηκε την Fanny Appleton. Ο πεθερός του τους αγόρασε την έπαυλη που είχε χρησιμοποιήσει ως στρατηγείο ο George Washington (Craigie House στο Cambridge). Η πολυτέλεια, εν τούτοις, μάλλον ενθάρρυνε παρά αποθάρρυνε τον ποιητή στη λογοτεχνικό του λειτούργημα. Το 1861 η δεύτερη σύζυγος υπέστη θανατηφόρα εγκαύματα. Ο θάνατός της στοίχισε πολύ στον Longfellow. Μέσα στη θλίψη του μετέφρασε τη Θεία Κωμωδία του Δάντη στην Αγγλική, ο πρώτος Αμερικάνος που καταπιάστηκε μεταφραστικώς με τούτο το έργο. Δέον να τονίσουμε εδώ πως ο συγγραφέας μας έπασχε από νευραλγία. Από τις πρώτες ήδη συλλογές, Voices of the Night και Ballads and Other Poems, απέκτησε αναγνωρισιμότητα, με την ποίηση να του αποφέρει οικονομικά έσοδα, μολονότι εμφανίστηκαν αρκετοί επικριτές κατηγορώντας τον για μίμηση άλλων μέτρων και έλλειψη πρωτοτυπίας, με χαρακτηριστική περίπτωση τον Edgar Alan Poe ο οποίος αμφισβήτησε την αξία του αφού στην αρχή τον είχε αποκαλέσει αδιαμφίσβητα τον καλύτερο ποιητή στην Αμερική (παρατίθ. στο http://en.wikipedia.org/wiki/ 8

Henry_Wadsworth_Longfellow). Με τα έργα του συνέβαλε και αυτός στη διαμόρφωση της Αμερικανικής ψυχοσύνθεσης, ιδίως με το Paul Revere Ride. Όντως μιμήθηκε τα ήδη υφιστάμενα Ευρωπαϊκά μέτρα δε χωρά αμφιβολία. Καινούριες τεχνοτροπίες δεν δημιούργησε. Αλλά, το αποτέλεσμα είναι κάθε φορά που μένει και, διαβάζοντας κανείς τα ποιήματά του Longfellow, διακρίνει τη φωνή του ίδιου του ποιητή να διαποτίζει τα μέτρα τούτα με τον δικό του λογοτεχνικό και ψυχικό μικρόκοσμο και να παράγει ένα καλοδουλεμένο τεχνικά σύνολο άξιο ανάγνωσης και προσοχής γενικότερα στον μακρόκοσμο του αναγνωστικού κοινού. Ο Longfellow έγραψε τόσο μικρά όσο και μεγάλα ποιήματα καθώς και μεγάλα αφηγηματικά (ή έπη θα μπορούσαμε να πούμε) όπως το Evangeline, A Tale of Acadie, το προαναφερθέν Paul Revere s Ride και το περίφημο Song of Hiawatha, η κορύφωση κατά τη γνώμη μου της τέχνης του, το οποίο έχει μεταφραστεί, τουλάχιστον τρεις φορές στην Ελλάδα (Το Τραγούδι του Χιαγουάθα), με την τελευταία να είναι εκείνη που ετοιμάζει ο ποιητής Γ. Πρίμπας και προδημοσιεύει στις ηλεκτρονικές εκδόσεις 24grammata.com μάλιστα. Απλός αν και όχι απλοϊκός, κατανοητός, εύληπτος αλλά όχι και προχειρολόγος, με βάθος λυρισμού, αξιοποίησε το ποιητικό του τάλαντο αν και έχω την προσωπική εντύπωση πως αν έγραφε λιγότερα θα πετύχαινε ακόμη καλύτερα αποτελέσματα, με μεγαλύτερη πρωτοτυπία γραφής όχι βέβαια ότι δεν έφτασε σε υψηλά επίπεδα στο δικό του ποιητικό Παρνασσό. Έγραψε από σονέτα, μπαλάντες, και ποιήματα σε ανομοιοκατάληκτο ιαμβικό πεντάμετρο (blank verse) και ηρωικά δίστιχα μέχρι και τα προαναφερθέντα έπη. 9

Το Evangeline μάλιστα είναι γραμμένο με βάση αρχαία Ελληνικά μέτρα ενώ το Hiawatha σε Φινλανδικά! Δέον να σημειωθεί ότι υπήρξε συνειδητός πιστός Χριστιανός (προτεστάντης), αναζητώντας τα υψηλότερα νοήματα του Χριστιανισμού. Την πίστη του στη συγκεκριμένη μεταφυσική την εκδηλώνει άμεσα ή έμμεσα σε αρκετά ποιήματα, όπως φερ ειπείν σε δύο της παρούσας συλλογής, το Χάραμα και τον Αγρό του Θεού. Περί μετάφρασης Το να μεταφράσει κανείς παραδοσιακή ποίηση δεν είναι εύκολο. Όχι ότι είναι εύκολη υπόθεση η μετάφραση του ελευθερότροπου στίχου κάθε άλλο, γιατί εκεί ενέχει η παγίδα της σιγουριάς ότι τέλειωσες, ολοκλήρωσες τη μετάφραση χωρίς, όμως, να έχεις μεταφέρει στη γλώσσα στόχο τον εσωτερικό ρυθμό. Είναι εγχείρημα δύσκολο λοιπόν η μετάφραση παραδοσιακών τεχνοτροπιών, ποτέ δεν μπορεί να πει κάποιος ότι τέλειωσε. Ξανακοιτώντας το μετάφρασμα ανακαλύπτει καινούρια σημεία για αναθεώρηση. Μεταφραστές παραδοσιακής ποίησης έχουν υπάρξει αρκετά αξιόλογοι και στην Ελλάδα (Δεν είναι επί του παρόντος να προβούμε σε λίστα λογοτεχνώνμεταφραστών). Προσωπικά προσπάθησα να αποδώσω τα παραδοσιακά μέτρα με παραδοσιακά, με ιδιαίτερη προτίμηση στον ίαμβο (και τον τροχαίο). Ταυτόχρονα, κατεβλήθη προσπάθεια για μεταφορά της ομοιοκαταληξίας, όσο το δυνατόν χωρίς την αλλοίωση του σημασιολογικού φορτίου του πρωτοτύπου. Η ομοιοκαταληξία αποδίδεται, αν και όχι με το ίδιο σχήμα 10

πάντα. Τις τετράστιχες στροφές με πλεχτή ρίμα abab,, λ.χ., προσπάθησα να τις αποδώσω με μια στροφή όπου ομοιοκαταληκτούν ο β με το δ στίχο (ή καμιά φορά ο α με το γ ). Σε κάποιες περιπτώσεις χρειάστηκε να αλλάξω τη σειρά των στίχων. Αλλού έλαβε χώρα απαλοιφή ή και πρόσθεση κάποιων φράσεων χάριν του ρυθμού. Αν έπαιρνα περισσότερες ελευθερίες και απέδιδα ακριβώς και παντού το σχήμα της ομοιοκαταληξίας, θα άλλαζε θαρρώ αρκετά το νόημα του Αγγλικού κειμένου και δε θα περιέκλειε τις ιδέες του Longfellow ενώ και η ομοιοκαταληξία θα φάνταζε επίπλαστη, τεχνητή. Ναι μεν χρειάζεται να ηχεί σαν πρωτότυπο ποίημα το μετάφρασμα (και αυτό προσπάθησα να κάνω), αλλά οφείλουμε να μην παραποιήσουμε το κείμενο και έχουμε ένα αποτέλεσμα ξένο προς το ποίημα πηγή. Πιστεύω ωστόσο, πως δεν απομακρύνθηκα από το σημασιολογικό και πραγματολογικό πεδίο του πρωτοτύπου ενώ ταυτόχρονα κράτησα έναν παραδοσιακό ρυθμό ώστε να μεταλαμπαδευτεί και στα Ελληνικά το πνεύμα του Αγγλικού πρωτοτύπου, όσο βέβαια αυτό γινόταν, όσο ήταν κατορθωτό από άποψη σημαινόμενου - σημαίνοντος και πάντα με βάση την αρχή της ισοδυναμίας. Αυτά τα τελευταία θα επιθυμούσα να τα έχει υπόψιν του ο εν δυνάμει αναγνώστης της παρούσας συλλογής, καθώς πάντα θα χάνεται κάτι στη μετάφραση (αν και ίσως θα αντισταθμίζεται με κάτι άλλο), ώστε το μεταφραστικό προϊόν να μεταφέρει το φορτίο του πρωτοτύπου, κρατώντας και πολλά στοιχεία της μορφής και της δροσιάς του. Συνοψίζοντας, κινήθηκα κι εγώ όπως και τόσοι πριν από μένα με βάση το σεβασμό στο πνεύμα του πρωτοτύπου πασχίζοντας να κρατηθώ, ει δυνατόν, 11

και στο γράμμα της μορφής ως ένα σημείο. Σ ένα ποίημα, το Slave s Dream (Τ όνειρο του δούλου), δεν επιδίωξα την πιστή εφαρμογή του σχήματος της ρίμας (μολονότι υπάρχουν ομοιοκαταληξίες, κάποιες εκ των οποίων με το μετρικό τόνο), καθώς νιώθω ότι η μετάφραση έχει το επικό στοιχείο του πρωτοτύπου και πιστεύω πως μπορεί να σταθεί όπως είναι. Αισθάνομαι πως με μεγαλύτερη προσκόλληση στη μορφή εδώ, θα αλλοιωνόταν το πνεύμα του ποιήματος. Όσον αφορά τη σειρά των ανθολογημένων ποιημάτων, αυτή είναι κατά προσωπική επιλογή τυχαία, με βάση τη σειρά με την οποία προχώρησα, πάνω κάτω, στις μεταφράσεις. Τα περισσότερα από αυτά τα ποιήματα μεταφράζονται για πρώτη φορά στα Ελληνικά, αν δεν απατώμαι. Τέλος, τα ποιήματα που επέλεξα ελήφθησαν από την ιστοσελίδα http://emotional-literacyeducation.com/classic-books-online-b/cphwl10.htm (the Encyclopedia of the Self by Mark Zimmerman - προσπελάστηκε τον Φεβρουάριο του 2007). Βιβλιογραφία Καλή ανάγνωση, Βασίλης Κομπορόζος Αγρίνιο, Ιούνιος 2014 Βαγενάς, Ν. Ποίηση και Μετάφραση. Αθήνα: Στιγμή, 1989. Κόνολι, Ντ. Μεταποίηση. 6 (+1) μελέτες για τη μετάφραση της ποίησης. Αθήνα: Ύψιλον/Βιβλία, 1997. 12

Kennedy, X.J. Literature: An introduction to Fiction, Poetry and Drama. 5 η εκδ. Νέα Υόρκη: HarperCollinsPublishers, 1991 Ηλεκτρονική βιβλιογραφία http://emotional-literacy-education.com/classicbooks-online-b/cphwl10.htm (the Encyclopedia of the Self by Mark Zimmerman - προσπελάστηκε στις 4-2- 2007) http://en.wikipedia.org/wiki/henry_wadsworth_ Longfellow (προσπελάστηκε στις 26-6-2014) http://www.hwlongfellow.org/life_cambridge.shtml (προσπελάστηκε στις 26-6-2014) 13

The Broken Oar Once upon Iceland's solitary strand A poet wandered with his book and pen, Seeking some final word, some sweet Amen, Wherewith to close the volume in his hand. The billows rolled and plunged upon the sand, The circling sea-gulls swept beyond his ken, And from the parting cloud-rack now and then Flashed the red sunset over sea and land. Then by the billows at his feet was tossed A broken oar; and carved thereon he read, "Oft was I weary, when I toiled at thee"; And like a man, who findeth what was lost, He wrote the words, then lifted up his head, And flung his useless pen into the sea. 14

Το σπασμένο κουπί Aπό A BOOK OF SONNETS Στη μοναχική της Ισλανδίας κάποτε τη γη με την πέννα του στο χέρι ποιητής γυρνούσε μια τελευταία λέξη για να βρει, ένα γλυκό Αμήν, το βιβλίο να τελειώσει που στα χέρια του κρατούσε. Κύματα σκάγανε αφρίζοντας πάνω στη στεριά, γλάροι σχίζαν τον αγέρα για να βρουν τροφή και μες από τα σύννεφα π αραίωναν συχνά πυκνά ήλιος άλικος ξεμύτιζε, σκοτάδι πριν να ρθει. Και κουπί το κύμα τού ριξε στα πόδια του σπασμένο με μια επιγραφή και ήτανε αυτά γραμμένα: «Τι κούραση που ένιωθα σαν πάλευα για σένα.» Και σαν κάποιος πού βρε κάτι πού χε κάποτε χαμένο, τη φράση σημειώνει κι αγναντεύει τον ωκεανό και πέταξε την άχρηστη την πέννα στο νερό. 15

The Βrook and the Wave The brooklet came from the mountain, As sang the bard of old, Running with feet of silver Over the sands of gold! Far away in the briny ocean There rolled a turbulent wave, Now singing along the sea-beach, Now howling along the cave. And the brooklet has found the billow Though they flowed so far apart, And has filled with its freshness and sweetness That turbulent bitter heart! 16

Το ρυάκι και το κύμα Από BIRDS OF PASSAGE. FLIGHT THE THIRD Το ρυάκι κατηφόριζε απ το βουνό, τα χρόνια όπως τραγούδαγε ο βάρδος τα παλιά, κελαρυστό, με πόδια ασημένια διασχίζοντας την αμμουδιά τη χρυσαφιά. Πέρα μακριά ο αλμυρός ωκεανός σειόταν όλος από μανιασμένα κύματα που πότε έσκαγαν τραγουδιστά στην αμμουδιά και πότε όρμαγαν ουρλιάζοντας μες στη σπηλιά. Και το ρυάκι συναντά το κύμα μόλο που ξεκίνησε από τόσο μακριά, γεμίζοντας με τη φρεσκάδα και τη γλύκα του κείνη τη θλιμμένη και τρικυμισμένη καρδιά. 17

God's-Acre I like that ancient Saxon phrase, which calls The burial-ground God's-Acre! It is just; It consecrates each grave within its walls, And breathes a benison o'er the sleeping dust. God's-Acre! Yes, that blessed name imparts Comfort to those, who in the grave have sown The seed that they had garnered in their hearts, Their bread of life, alas! no more their own. Into its furrows shall we all be cast, In the sure faith, that we shall rise again At the great harvest, when the archangel's blast Shall winnow, like a fan, the chaff and grain. Then shall the good stand in immortal bloom, In the fair gardens of that second birth; And each bright blossom mingle its perfume With that of flowers, which never bloomed on earth. With thy rude ploughahare, Death, turn up the sod, And spread the furrow for the seed we sow; This is the field and Acre of our God, This is the place where human harvests grow! 18

O αγρός του Θεού Από BALLADS AND OTHER POEMS Αγρό το λέγαν του Θεού, το κοιμητήρι οι αρχαίοι Σάξονες μια φράση δίκαιη, σωστή! Τι καθαγιάζει κάθε τάφο στα στενά του τείχη και τη σκόνη των κεκοιμημένων ευλογεί. Αγρός του Θεού! Ναι, όνομα ευλογημένο, παρηγοριά για κείνους πού σπειραν στον τάφο τους το σπόρο πού χαν στην καρδιά τους αποθηκευμένο, τον άρτο της ζωής τους που δεν τους ανήκει πια! Όλοι κάποτε μες στα λαγούμια του θε να ριχτούμε, σίγουροι πως θα αναστηθούμε σαν η ώρα ρθεί που θα σαλπίσει ο Αρχάγγελος στο μέγα θερισμό κι η ήρα απ το στάρι χωριστεί. Αιώνια οι δίκαιοι θα είναι τότε ανθισμένοι στους άφθαρτους της δεύτερης της γέννησης τους κήπους κι όλοι οι ανθοί θα ευωδιάζουν λαμπροφορεμένοι με την ευωδιά ανθών που δεν υπήρχανε στη γη. Όργωσε το χώμα, Χάρε, με τ αλέτρι το σκληρό, άνοιξε χαντάκια για τη δική μας τη σπορά. Τούτο είναι κτήμα κι αγρός του Θεού. Εδώ καλλιεργούνται ανθρώπινα σπαρτά! 19

Fata Morgana O sweet illusions of song That tempt me everywhere, In the lonely fields, and the throng Of the crowded thoroughfare! I approach and ye vanish away, I grasp you, and ye are gone; But ever by night and by day, The melody soundeth on. As the weary traveller sees In desert or prairie vast, Blue lakes, overhung with trees That a pleasant shadow cast; Fair towns with turrets high, And shining roofs of gold, That vanish as he draws nigh, Like mists together rolled -- So I wander and wander along, And forever before me gleams The shining city of song, In the beautiful land of dreams. But when I would enter the gate Of that golden atmosphere, It is gone, and I wonder and wait For the vision to reappear. 20

Fata Morgana (i) Από BIRDS OF PASSAGE. FLIGHT THE THIRD Ω, ψευδαισθήσεις, σεις, γλυκιές του τραγουδιού που με πλανεύετε όπου κι αν βρεθώ μέσα σε μοναχικούς αγρούς ή στων συνωστισμένων δρόμων το βουητό! Σας ζυγώνω κι άξαφνα εξαφανίζεστε, σας γραπώνω κι έχετε ήδη απομακρυνθεί. Μα η μελωδία συνεχίζει ασταμάτητα μέρα νύχτα στο ρυθμό της ν αντηχεί. Kαθώς ο ταξιδιώτης κουρασμένος αντικρίζει στις ερήμους ή τ απέραντα λιβάδια γαλάζιες λίμνες από δέντρα περιστοιχισμένες, παιχνιδίσματα που κάνει μια γλυκιά σκιά, πολιτείες όμορφες με πύργους θεόρατους, και στέγες που λαμποκοπούν χρυσό, κι εξαφανίζονται καθώς ζυγώνει, σαν ομίχλη που διαλύεται στον ουρανό-- έτσι περιπλανιέμαι και εγώ χωρίς διακοπή και λάμπει μπρος στα μάτια μου παντοτινά, του τραγουδιού η πολιτεία η εκθαμβωτική στη χώρα των ονείρων την πανώρια. Μα κείνης της ατμόσφαιρας της χρυσαφένιας την πύλη πια σαν κάνω να διαβώ, όλα χάνονται και σαστισμένος προσδοκώ κάποτε το όραμα αυτό να ξαναδώ. 21

Daybreak A wind came up out of the sea, And said, "O mists, make room for me." It hailed the ships, and cried, "Sail on, Ye mariners, the night is gone." And hurried landward far away, Crying, "Awake! it is the day." It said unto the forest, "Shout! Hang all your leafy banners out!" It touched the wood-bird's folded wing, And said, "O bird, awake and sing." And o'er the farms, "O chanticleer, Your clarion blow; the day is near." It whispered to the fields of corn, "Bow down, and hail the coming morn." It shouted through the belfry-tower, "Awake, O bell! proclaim the hour." It crossed the churchyard with a sigh, And said, "Not yet! in quiet lie." 22

Χάραμα BIRDS OF PASSAGE. FLIGHT THE FIRST Άνεμος σηκώθηκε απ τη θάλασσα γλυκός κι είπε: «Ομίχλη, μέριασε για να διαβώ.» Χαιρέτησε τα πλοία με στεντόρεια φωνή: «Όρτσα τα πανιά, τι πέρασε η νύχτα, ναυτικοί.» Και κίνησε γοργόφτερος μες στη στεριά φωνάζοντας, «Ξημέρωσε. Τέλος η νυχτιά.» Και στράφηκε θροΐζοντας στο δάσος, «Εμπρός, ανοίξτε τ ανθισμένα λάβαρα σας μες στο φως!» Και τα πουλιά, στα διπλωμένα τους φτερά χαϊδεύοντας, «Ξυπνήστε και κελαηδήστε μας γλυκά.» Κι έπειτα στα αγροκτήματα, «Ω πετεινοί, τις σάλπιγγες ηχήστε. Γίνηκε πρωί.» Ψιθύρισε στα καλαμπόκια στον αγρό, «Υποκλιθείτε μπρος στο νιόφερτο το πρωινό.» Πέρασε βουίζοντας κι απ το καμπαναριό, «Εμπρός, καμπάνα, την ώρα διακήρυξε στην πλάση.» Διάβηκε το κοιμητήρι κι είπε μ αναστεναγμό, «Όχι εσείς. Δεν έχει φτάσει ακόμη ο καιρός!» 23

Haroun Al Raschid One day, Haroun Al Raschid read A book wherein the poet said:-- "Where are the kings, and where the rest Of those who once the world possessed? "They're gone with all their pomp and show, They're gone the way that thou shalt go. "O thou who choosest for thy share The world, and what the world calls fair, "Take all that it can give or lend, But know that death is at the end!" Haroun Al Raschid bowed his head: Tears fell upon the page he read. 24

Χαρούν Αλ Ρασίντ Από: BIRDS OF PASSAGE. FLIGHT THE FIFTH Μια μέρα ο Χαρούν Αλ Ρασίντ σε ποίημα διάβασε τους παρακάτω στίχους: «Πού ν οι βασιλιάδες, πού ναι όλοι αυτοί που κάποτε κατείχανε τη γη; Φύγαν μ όλα τους τα πλούτη, όλη τη χλιδή, το δρόμο πήραν που θα πάρεις κάποτε κι εσύ. Ω, σεις, που τον κόσμο θέλετε για μερτικό κι ό,τι ο κόσμος θεωρεί ωραίο και σωστό, πάρτε όσα ο κόσμος δίνει, κι όσα σας δανείσει, αλλά στο τέλος ο Χάρος θα επικρατήσει!» Έγειρε το κεφάλι του ο Χαρούν Αλ Ρασίντ, και δάκρυα κυλήσαν στο χαρτί του, κλάμα γοερό. 25

The Arrow and the Song I shot an arrow into the air, It fell to earth, I knew not where; For, so swiftly it flew, the sight Could not follow it in its flight. I breathed a song into the air, It fell to earth, I knew not where; For who has sight so keen and strong, That it can follow the flight of song? Long, long afterward, in an oak I found the arrow, still unbroke; And the song, from beginning to end, I found again in the heart of a friend. 26

Το βέλος και το τραγούδι Από THE BELFRY OF BRUGES AND OTHER POEMS Έριξα ένα βέλος στον αγέρα, έπεσε στη γη, δεν ξέρω πού. Τι γρήγορα που χάθηκε απ το βλέμμα και δεν μπόρεσα να το ακολουθήσω. Σιγοψιθύρισα τραγούδι στον αγέρα, έπεσε στη γη, δεν ξέρω που. Ποιος έχει βλέμμα τόσο διεισδυτικό που ν ακολουθεί την πτήση ενός τραγουδιού; Πολύ καιρό αργότερα το βέλος βρήκα άθικτο πάνω σε μια βελανιδιά και το τραγούδι όλο στίχο, στίχο σ ενός φίλου την καρδιά. 27

Holidays The holiest of all holidays are those Kept by ourselves in silence and apart; The secret anniversaries of the heart, When the full river of feeling overflows;-- The happy days unclouded to their close; The sudden joys that out of darkness start As flames from ashes; swift desires that dart Like swallows singing down each wind that blows! White as the gleam of a receding sail, White as a cloud that floats and fades in air, White as the whitest lily on a stream, These tender memories are;--a fairy tale Of some enchanted land we know not where, But lovely as a landscape in a dream. 28

Γιορτές Από A BOOK OF SONNETS Ο ιερότερες γιορτές είναι αυτές που τις γιορτάζουμε μονάχοι μες στη σιωπή. Της καρδιάς επέτειοι μυστικές σαν ξεχειλίζουνε των αισθημάτων μας οι ποταμοί. Μέρες ευτυχίας π ασυννέφιαστες αναχωρούν. Ξαφνικές χαρές που απ το σκοτάδι ξεπηδούν σα φλόγες από στάχτες. Πόθοι σαν πουλιά που κελαηδούν ό,τι αγέρας κι αν φυσά! Λευκές σαν τ αντιλάμπισμα πανιού που αλαργεύει, λευκές σα σύννεφο που στον αγέρα μες σκορπίζει, λευκές σαν το λευκότερο τον κρίνο σ έναν ποταμό, είν οι μνήμες τούτες. Παραμύθι που γητεύει χώρας μαγικής - που βρίσκεται κανένας δεν γνωρίζει... Παραμύθι όμορφο σαν τοπίο ονειρικό. 29

The Witnesses In Ocean's wide domains, Half buried in the sands, Lie skeletons in chains, With shackled feet and hands. Beyond the fall of dews, Deeper than plummet lies, Float ships, with all their crews, No more to sink nor rise. There the black Slave-ship swims, Freighted with human forms, Whose fettered, fleshless limbs Are not the sport of storms. These are the bones of Slaves; They gleam from the abyss; They cry, from yawning waves, "We are the Witnesses!" Within Earth's wide domains Are markets for men's lives; Their necks are galled with chains, Their wrists are cramped with gyves. Dead bodies, that the kite In deserts makes its prey; Murders, that with affright Scare school-boys from their play! All evil thoughts and deeds; Anger, and lust, and pride; The foulest, rankest weeds, That choke Life's groaning tide! 30

Οι Μάρτυρες Από POEMS ON SLAVERY Στ απέραντα τα σπλάχνα του ωκεανού, χάμω στο βυθό μισοθαμμένοι, με δεσμά στα χέρια και τα πόδια. κείτονται σκελετοί αλυσοδεμένοι. Σε μέρη που δε φτάνει ζέστη ή δροσιά, σε μέρη που δε φτάνει ανθρώπου νους, πλοία κείτονται με όλο τους το πλήρωμα που ν αρμενίσουν ή να βυθιστούνε πλέον δεν μπορούν. Κει κάτω πλέει καράβι μαύρο δουλοκτητικό, μ ανθρώπινα κουφάρια φορτωμένο, και δεν είναι πλέον της φουρτούνας έρμαιο το κορμί τους τ άσαρκο και τ αλυσοδεμένο. Ετούτα είναι των Σκλάβων τα οστά. Λάμπουν απ τα βάθη της αβύσσου και κραυγάζουν μες από το κύμα που λυσσομανά, Είμαστε Μάρτυρες εμείς! Απ άκρη σ άκρη σε ολόκληρη τη γη κάποιοι εμπορεύονται ανθρώπινες ζωές. Μουδιάσαν οι καρποί απ τα δεσμά, γεμίσαν απ τις αλυσίδες οι λαιμοί πληγές. Άψυχα κορμιά σαν κείνα στις ερήμους που γίνονται στα όρνια λεία. Φονιάδες που τρομάζουν σχολιαρόπαιδα που παίζουνε γεμάτα ευτυχία. Σκέψεις και πράξεις νοσηρές. Καρδιές όλο λαγνεία, περηφάνεια, θυμό. Τσουκνίδες οι πιο βρώμικες και μοχθηρές που φράσσουν της ζωής το θαλερό τον ποταμό. 31

These are the woes of Slaves; They glare from the abyss; They cry, from unknown graves, "We are the Witnesses! 32

Ετούτα είναι τα μαρτύρια των Σκλάβων. Μας αγριοκοιτάζουν απ τα βάθη της αβύσσου κι από τάφους άγνωστους κραυγάζουν, Είμαστε Μάρτυρες εμείς! 33

The Children's Hour Between the dark and the daylight, When the night is beginning to lower, Comes a pause in the day's occupations, That is known as the Children's Hour. I hear in the chamber above me The patter of little feet, The sound of a door that is opened, And voices soft and sweet. From my study I see in the lamplight, Descending the broad hall stair, Grave Alice, and laughing Allegra, And Edith with golden hair. A whisper, and then a silence: Yet I know by their merry eyes They are plotting and planning together To take me by surprise. A sudden rush from the stairway, A sudden raid from the hall! By three doors left unguarded They enter my castle wall! They climb up into my turret O'er the arms and back of my chair; If I try to escape, they surround me; They seem to be everywhere. They almost devour me with kisses, Their arms about me entwine, Till I think of the Bishop of Bingen In his Mouse-Tower on the Rhine! 34

Η ώρα των παιδιών Από BIRDS OF PASSAGE. FLIGHT THE SECOND Το σούρουπο σιγά σιγά σαν σκοτεινιάζει, σαν αρχίζει ν αχνοφέγγεται το φως των αστεριών σταματούν προσωρινά της μέρας οι δουλειές, και φτάνει αυτό που λέμε Ώρα των Παιδιών. Στο δωμάτιο πάν απ το δικό μου βηματάκια ακούω, πόδια παιδικά, το τρίξιμο μιας πόρτας που ανοίγει, γλυκές φωνoύλες, λόγια τρυφερά. Και μες στο μισοσκόταδο απ το γραφείο μου να κατεβαίνουν βλέπω τα πλατιά σκαλιά η Άλις η σοβαρή κι η γελαστή Αλέγκρα, κι η Έντιθ με τα χρυσά της τα μαλλιά. Ψίθυροι, μετά σιωπή. Και όμως τα σκανταλιάρικα ματάκια τους μου φανερώνουν πως παν όλα μαζί να μου τη στήσουν, πως συνωμοτούν και κόλπο μου σκαρώνουν. Ένα ξαφνικό ρεσάλτο απ τις σκάλες κι απ το διάδρομο έφοδος αιφνιδιαστική! Από τρεις πύλες που αφέθηκαν αφύλαχτες στο κάστρο μου μού κάνουν εισβολή. Αναρριχώνται στον πυργίσκο μου, στα χέρια και την πλάτη της πολυθρόνας. Κάνω πως πάω να ξεφύγω, με περικυκλώνουν. Είναι παντού - μάταιος ο αγώνας. Με καταβροχθίζουνε με τα φιλιά τους, τα χέρια τους τυλίγουν στο λαιμό μου τα μικρά. Και μού ρχεται στο νου του Μπίνγκεν ο δεσπότης (ii) που τον κάναν εκδικητικά ποντίκια μια χαψιά. 35

Do you think, o blue-eyed banditti, Because you have scaled the wall, Such an old mustache as I am Is not a match for you all! I have you fast in my fortress, And will not let you depart, But put you down into the dungeon In the round-tower of my heart. And there will I keep you forever, Yes, forever and a day, Till the walls shall crumble to ruin, And moulder in dust away! 36

Τι, επειδή μου σκαρφαλώσατε το τείχος γαλανομάτικα κατεργαράκια, πως να σας παραβγούμε, λέτε, δεν μπορούμε εμείς τ αδύναμα τα γεροντάκια! Θα σας δέσω γερά στο φρούριό μου και να φύγετε μη σας περνά απ το μυαλό, μα βαθιά σ ένα κελί θε να σας χώσω στης καρδιάς μου μέσα τ οχυρό. Και θα σας κρατώ εκεί για πάντα. Ναι, για πάντα και ακόμη πιο πολύ, ώσπου το τείχος μου ερείπια να καταντήσει να γίνει σκόνη, στον αγέρα να χαθεί! 37

The Rainy Day Written at the old home in Portland The day is cold, and dark, and dreary; It rains, and the wind is never weary; The vine still clings to the mouldering wall, But at every gust the dead leaves fall, And the day is dark and dreary. My life is cold, and dark, and dreary; It rains, and the wind is never weary; My thoughts still cling to the mouldering past, But the hopes of youth fall thick in the blast, And the days are dark and dreary. Be still, sad heart, and cease repining; Behind the clouds is the sun still shining; Thy fate is the common fate of all, Into each life some rain must fall, Some days must be dark and dreary. 38

Μέρα βροχερή Από BALLADS AND OTHER POEMS Γράφτηκε στο παλιό σπίτι στο Πόρτλαντ Η μέρα είναι κρύα, σκοτεινή και ζοφερή. Βρέχει και ο άνεμος ακαταπόνητος φυσά. Τ αμπέλι μου στηρίζεται στο σάπιο τοίχο ακόμη, μα με τον αγέρα πέφτουνε τα φύλλα τα νεκρά κι η μέρα είναι σκοτεινή και ζοφερή. Η ζωή μου είναι κρύα, σκοτεινή και ζοφερή. Βρέχει και ο άνεμος ακαταπόνητος φυσά. Οι σκέψεις μου στηρίζονται στο σάπιο παρελθόν ακόμη, μα της νιότης οι ελπίδες πέφτουνε με τις ριπές κι οι μέρες είναι σκοτεινές και ζοφερές. Γαλήνεψε καρδιά θλιμμένη. Πάψε να βαρυγκομάς τι πίσω απ τα σύννεφα ήλιος κρύβεται λαμπρός. Η μοίρα σου είν η μοίρα πού χουμε όλοι. Στη ζωή μας θα υπάρχουν και βροχές. Κάποιες μέρες θά ναι σκοτεινές και ζοφερές. 39

The Slave's Dream Beside the ungathered rice he lay, His sickle in his hand; His breast was bare, his matted hair Was buried in the sand. Again, in the mist and shadow of sleep, He saw his Native Land. Wide through the landscape of his dreams The lordly Niger flowed; Beneath the palm-trees on the plain Once more a king he strode; And heard the tinkling caravans Descend the mountain-road. He saw once more his dark-eyed queen Among her children stand; They clasped his neck, they kissed his cheeks, They held him by the hand!-- A tear burst from the sleeper's lids And fell into the sand. And then at furious speed he rode Along the Niger's bank; His bridle-reins were golden chains, And, with a martial clank, At each leap he could feel his scabbard of steel Smiting his stallion's flank. Before him, like a blood-red flag, The bright flamingos flew; From morn till night he followed their flight, O'er plains where the tamarind grew, Till he saw the roofs of Caffre huts, And the ocean rose to view. 40

Τ όνειρο του δούλου Από POEMS ON SLAVERY Ξάπλωσε στον ορυζώνα πλάι στο χέρι του βαστώντας το δρεπάνι. Το στήθος του γυμνό, ενώ τα κατσαρά του τα μαλλιά στην άμμο ήταν βυθισμένα. Στου ύπνου μέσα τις σκιές και την αχλύ ονειρεύτηκε ξανά την πατρογονική του γη. Στη χώρα μέσα των ονείρων του κύλαγε ο Νίγηρας αρχοντικός. Κάτω απ του λιβαδιού τις φοινικιές έτρεχε ξανά σα βασιλιάς αγέρωχος κι άκουγε τα καραβάνια που με βουητό κατέβαιναν ψηλά απ το βουνό. Είδε ξανά τη μαυρομάτα του βασίλισσά και τα παιδιά τους γύρω της. Τον αγκαλιάζανε, του δίνανε φιλιά, τον κράταγαν σφιχτά από το χέρι! Ένα δάκρυ κύλησε στην άμμο απ του ονειρευτή τα βλέφαρα. Κι έπειτα ξεχύθηκε ασυγκράτητος με τ άλογο στου Νίγηρα τις όχθες. Χρυσές τα χαλινάρια ήταν αλυσίδες και με μια στρατιωτική κλαγγή, σε κάθε άλμα του ο ατσαλένιος κολεός χτυπούσε τα καπούλια του αλόγου του. Πίσω του, μια κυανέρυθρη σημαία πετούσαν τα φλαμίγκο μεγαλοπρεπή. Ολημερίς τα ακολούθησε πάν από λιβάδια ταμαρίνδων μέχρι που αντίκρισε των Κάφρων τις καλύβες και ξανοίχτηκε μπροστά του ο ωκεανός. 41

At night he heard the lion roar, And the hyena scream, And the river-horse, as he crushed the reeds Beside some hidden stream; And it passed, like a glorious roll of drums, Through the triumph of his dream. The forests, with their myriad tongues, Shouted of liberty; And the Blast of the Desert cried aloud, With a voice so wild and free, That he started in his sleep and smiled At their tempestuous glee. He did not feel the driver's whip, Nor the burning heat of day; For Death had illumined the Land of Sleep, And his lifeless body lay A worn-out fetter, that the soul Had broken and thrown away! 42

Το βράδυ άκουσε το βρυχηθμό του λιονταριού και της ύαινας το ουρλιαχτό, και τον ιπποπόταμο στις καλαμιές σ έναν κρυμμένο, από πίσω, ποταμό που σαν τυμπανοκρουσία δοξαστική διέσχιζε του ονείρου του τον θρίαμβο. Με τις μυριάδες γλώσσες τους τα δάση αντιλαλούσαν λευτεριά και της ερήμου ο αγέρας βροντοφώναζε με τόσο λεύτερη κι αδάμαστη φωνή που σκίρτησε στον ύπνο του και χαμογέλασε με την πύρινή τους αγαλλίαση. Δεν ένιωσε του επιστάτη το μαστίγιο μηδέ τη ζέστη την ανηλεή της μέρας τι ο Χάρος λάμπρυνε τη Χώρα του Ονείρου του και ήταν πια το άψυχο κουφάρι του δεσμά φθαρμένα πού χε η ψυχή συντρίψει και λεύτερη φτερούγισε ψηλά στον ουρανό. 43

The Open Window The old house by the lindens Stood silent in the shade, And on the gravelled pathway The light and shadow played. I saw the nursery windows Wide open to the air; But the faces of the children, They were no longer there. The large Newfoundland house-dog Was standing by the door; He looked for his little playmates, Who would return no more. They walked not under the lindens, They played not in the hall; But shadow, and silence, and sadness Were hanging over all. The birds sang in the branches, With sweet, familiar tone; But the voices of the children Will be heard in dreams alone! And the boy that walked beside me, He could not understand Why closer in mine, ah! closer, I pressed his warm, soft hand! 44

Τ ανοιχτό παράθυρο Από THE SEASIDE AND THE FIRESIDE Σιωπηλό στεκόταν μέσα στη σκιά το παλιό το σπίτι με τις φλαμουριές και στο χαλικόστρωτο το μονοπάτι παιχνίδιζε το φως με τις σκιές. Ορθάνοιχτα μες στον αέρα έχασκαν του δωματίου τα παράθυρα του παιδικού μα των παιδιών τα προσωπάκια δεν ήταν πια εκεί. Μονάχο του στεκότανε στην πόρτα του σπιτιού εκείνου το μεγάλο το σκυλί. Νά βρει τους μικρούς του φίλους γύρευε που δε θα ξαναγύριζαν ποτέ εκεί. Δεν περπατούσαν κάτ από τις φλαμουριές, τους διαδρόμους πλέον δεν οργώναν, αλλά σκιές, σιωπή και θλίψη το μέρος κείνο πια στοιχειώναν. Μελωδίες γνώριμες γλυκές, τα πουλιά κελαηδούσαν στα κλαδιά. Τις φωνούλες όμως των παιδιών μόνο στα όνειρα θα τις ακούμε πια. Και τ αγοράκι που περπάταγε μαζί μου να καταλάβει δεν μπορούσε γιατί σφιχτά, όλο και πιο σφιχτά το ζεστό και απαλό του χέρι γω κρατούσα. 45

Birds Of Passage Black shadows fall From the lindens tall, That lift aloft their massive wall Against the southern sky; And from the realms Of the shadowy elms A tide-like darkness overwhelm The fields that round us lie. But the night is fair, And everywhere A warm, soft vapor fills the air, And distant sounds seem near; And above, in the light Of the star-lit night, Swift birds of passage wing their flight Through the dewy atmosphere. I hear the beat Of their pinions fleet, As from the land of snow and sleet They seek a southern lea. I hear the cry Of their voices high Falling dreamily through the sky, But their forms I cannot see. Oh, say not so! Those sounds that flow In murmurs of delight and woe Come not from wings of birds. 46

Διαβατάρικα πουλιά Από BIRDS OF PASSAGE. FLIGHT THE FIRST Μαύρες πέφτουνε σκιές απ τις ψηλές τις φλαμουριές π ορθώνονται σαν τείχος συμπαγές ψηλά στον ουρανό του νότου. Κι από τις λεύκες τις σκιερές, το βασίλειό τους τ αχανές, σκότος κατακλύζει σαν παλίρροια τους τριγύρω μας αγρούς. Μα τι γαλήνια πού ναι η νυχτιά και μια αύρα ζεστή και απαλή διαποτίζει τον αγέρα κι ήχοι μακρινοί ακούγονται πια καθαρά. Ψηλά, στο απαλό μέσα το φως στην έναστρη εκείνη τη νυχτιά διαβατάρικα πουλιά γοργόφτερα πετούν μες στη δροσιά. Ακούω τα φτερά που σμήνος πάλλονται μαζί αφήνοντας το χιόνι, τη βροχή για νά βρουν νοτιότερα λιβάδια. Ακούω μια κραυγή, τις φωνές τους απ τον ουρανό, που φτάνει ως εδώ ονειρική μα τις μορφές τους δεν μπορώ να δω. Ω, ας μην το ξαναπώ αυτό! Οι ήχοι αυτοί που ρέουνε κελαρυστοί σαν ψίθυροι θλίψης ή χαράς δεν έρχονται απ τα πουλιά. 47

They are the throngs Of the poet's songs, Murmurs of pleasures, and pains, and wrongs, The sound of winged words. This is the cry Of souls, that high On toiling, beating pinions, fly, Seeking a warmer clime. From their distant flight Through realms of light It falls into our world of night, With the murmuring sound of rhyme. 48

Είν οι νότες κι ο παλμός των τραγουδιών του ποιητή, ψίθυροι πόνου, χαράς κι αδικιών ο ήχος λέξεων φτερωτών. Είναι η κραυγή ψυχών που ψηλά στα ουράνια πετούν με φτερά που ακατάπαυστα χτυπούν κλίματα θερμότερα γυρεύοντας να βρουν. Κι από την πτήση τους τη μακρινή μες από βασίλεια του φωτός φτάνει η κραυγή στον κόσμο μας το σκοτεινό στης ρίμας τον ήχο τον ψιθυριστό. 49

The Bridge I stood on the bridge at midnight, As the clocks were striking the hour, And the moon rose o'er the city, Behind the dark church-tower. I saw her bright reflection In the waters under me, Like a golden goblet falling And sinking into the sea. And far in the hazy distance Of that lovely night in June, The blaze of the flaming furnace Gleamed redder than the moon. Among the long, black rafters The wavering shadows lay, And the current that came from the ocean Seemed to lift and bear them away; As, sweeping and eddying through them, Rose the belated tide, And, streaming into the moonlight, The seaweed floated wide. And like those waters rushing Among the wooden piers, A flood of thoughts came o'er me That filled my eyes with tears. How often, oh, how often, In the days that had gone by, I had stood on that bridge at midnight And gazed on that wave and sky! 50

Το γεφύρι Από THE BELFRY OF BRUGES AND OTHER POEMS Καθόμουν στο γεφύρι μια νυχτιά, τα ρολόγια ανήγγειλαν της ώρας τον βηματισμό και το φεγγάρι έφεγγε ψηλά πίσω απ το σκοτεινό καμπαναριό. Στο νερό που κύλαγε από κάτω το έβλεπα να καθρεπτίζεται λαμπρό και να βυθίζεται σιγά σιγά στη θάλασσα σαν ποτήρι καμωμένο από χρυσό. Και στη θεσπέσια εκείνη νύχτα του Ιούνη, στης μακρινής απόστασης τη θαμπάδα, έλαμπε πιο άλικη κι απ το φεγγάρι η φλόγ από την πυρωμένη καμινάδα. Ανάμεσα στα μαύρα μακριά δοκάρια αντιφεγγίζανε σκιές και το ρεύμα πού ρθε απ τον ωκεανό σαν να τις πήγε σ άγνωστες στεριές. Γιατί σηκώθηκε παλίρροια μες στη νυχτιά, μες στο πέρασμά της στροβιλίζοντάς τες, και σα χείμαρρος στο φεγγαρόφωτο παρέσυρε τα φύκια στ ανοιχτά. Και σαν τα νερά π ορμητικά κυλούν ανάμεσα στην ξύλινη προβλήτ αφρίζοντας, σκέψεις μου πλημμύρισαν το νου τα μάτια μου με δάκρυα γεμίζοντας. Πόσο συχνά, αλήθεια πόσο συχνά, σ εποχές αλλοτινές που δεν ξεχνώ καθόμουν στο γεφύρι τούτο μες στη νύχτα και χάζευα το κύμα και τον ουρανό. 51

How often, oh, how often, I had wished that the ebbing tide Would bear me away on its bosom O'er the ocean wild and wide! For my heart was hot and restless, And my life was full of care, And the burden laid upon me Seemed greater than I could bear. But now it has fallen from me, It is buried in the sea; And only the sorrow of others Throws its shadow over me. Yet whenever I cross the river On its bridge with wooden piers, Like the odor of brine from the ocean Comes the thought of other years. And I think how many thousands Of care-encumbered men, Each bearing his burden of sorrow, Have crossed the bridge since then. I see the long procession Still passing to and fro, The young heart hot and restless, And the old subdued and slow! And forever and forever, As long as the river flows, As long as the heart has passions, As long as life has woes; The moon and its broken reflection And its shadows shall appear, As the symbol of love in heaven And its wavering image here. 52

Πόσο συχνά, αλήθεια, πόσο συχνά ευχόμουν η παλίρροια καθώς υποχωρεί στη μεγάλη της να μ έπαιρνε αγκάλη στον ωκεανό τραβώντας με τον αχανή. Γιατί η καρδιά μου καίγονταν, δεν είχε ησυχία κι η ζωή μου όλο έγνοιες κι αγκούσα και φορτίο είχα πάνω μου βαρύ, και να το κουβαλάω άλλο δεν μπορούσα! Τώρα όμως έχω απ αυτό απαλλαγεί και θαμμένο βρίσκεται στη θάλασσα βαθιά και μόνον των συνανθρώπων μου οι πίκρες ρίχνουν πάνω μου βαριά σκιά. Όταν, όμως, το ποτάμι αυτό διαβαίνω στο ξύλινο γεφύρι πάνω το παλιό σκέψεις μού ρχονται από χρόνια περασμένα σαν τη μυρωδιά της άρμης από τον ωκεανό. Και συλλογίζομαι, με μύριες έγνοιες ζαλωμένες, πόσες άραγε ανθρώπινες ψυχές νά χουνε τη γέφυρα αυτή διαβεί μ ολόκληρο φορτίο, πόνους και πληγές. Ανθρώπους βλέπω πάνω κάτω να πηγαίνουν, μια μακριά πομπή, νέοι κι ηλικιωμένοι και των νέων η καρδιά ανήσυχη και φλογερή μα των γέρων αργή, τιθασευμένη! Και για πάντα, αδιάκοπα, χωρίς σταματημό, όσο το ποτάμι συνεχίζει να κυλά όσο η καρδιά θα φλέγεται από πάθη, όσο τη ζωή θα τη μαστίζουνε δεινά το φεγγάρι, το κομματιασμένο είδωλό του κι η σκιά του θα εμφανίζονται χωρίς διακοπή σαν σύμβολο της αγάπης τ Ουρανού σαν την τρεμουλιαστή εικόνα της στη γη. 53

54

Περιεχόμενα ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ HENRY WADSWORTH LONGFELLOW 7 Περί μετάφρασης 10 ΤΟ ΣΠΑΣΜΕΝΟ ΚΟΥΠΙ 15 ΤΟ ΡΥΑΚΙ ΚΑΙ ΤΟ ΚΥΜΑ 17 O ΑΓΡΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ 19 FATA MORGANA 21 ΧΑΡΑΜΑ 23 ΧΑΡΟΥΝ ΑΛ ΡΑΣΙΝΤ 25 ΤΟ ΒΕΛΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ 27 ΓΙΟΡΤΕΣ 29 ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ 31 Η ΩΡΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ 35 ΜΕΡΑ ΒΡΟΧΕΡΗ 39 Τ ΟΝΕΙΡΟ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ 41 Τ ΑΝΟΙΧΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ 45 ΔΙΑΒΑΤΑΡΙΚΑ ΠΟΥΛΙΑ 47 ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ 51 55

Βιογραφικό του μεταφραστή Ο Βασίλης Κομπορόζος σπούδασε Αγγλική γλώσσα και φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και παρακολούθησε το μεταπτυχιακό πρόγραμμα Μετάφρασης Μεταφρασεολογίας στο ίδιο Πανεπιστήμιο. Είναι μόνιμος καθηγητής Αγγλικών στο δημόσιο τομέα και μεταφραστής. Ζει στο Αγρίνιο. Έχει μεταφράσει βιβλία για κάποιους εκδοτικούς. Έχει δημοσιεύσει ποιήματα και μεταφράσεις ποιημάτων από την Αγγλική σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά, σε τοπικά έντυπα του Αγρινίου και του Πύργου και σε ιστοσελίδες ποίησης στο διαδίκτυο. Έχει γράψει διάφορα θεατρικά έργα και έμμετρα χιουμοριστικά παραμύθια τα οποία και έχει ανεβάσει με μαθητές στα σχολεία που υπηρετεί. Έχει μεγάλο όγκο λογοτεχνικού έργο ανέκδοτο, ανάμεσα στα οποία μεταφράσεις Άγγλων, Αμερικάνων και αρχαίων Ρωμαίων ποιητών. Είναι μέλος της Ένωσης Αιτωλοακαρνάνων Λογοτεχνών, του φιλολογικού και λογοτεχνικού ομίλου Κ. Χατζόπουλος, και της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος. Ασχολείται επίσης με την Ιταλική και Λατινική γλώσσα. Έχει λάβει διακρίσεις σε πανελλήνιους ποιητικούς διαγωνισμούς, ανάμεσα στις οποίες το Α βραβείο δύο φορές. Η Αγγλική μετάφραση που έκανε σε ένα ποίημα του της συλλογής Σε λίγους στίχους κουρνιασμένος (Κίτρινα φύλλα- Yellow leaves στην Αγγλική μετάφραση) και το οποίο είχε δημοσιεύσει στην ιστοσελίδα ποίησης www.poetrysoup.com συμπεριλαμβάνεται στο εγχειρίδιο διδασκαλίας των Αγγλικών για παιδιά 56

πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, το Oxford International English, Student Book 4, εκδ. Oxford University Press, 2013. Εργογραφία: Από το Συναξάρι των Ονείρων, ποίηση, Αθήνα 2003 (Α Βραβείο από τη Διεθνή Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών). Αϋπνίες Ονείρων, ποίηση, εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2004. Ο Κιθαρωδός και τα Σκουπίδια εκδ. Ίβυκος, Αγρίνιο 2007. (Βραβείο από το περιοδικό λόγου και τέχνης Κελαινώ, Έπαινος από το Διεθνή Πολιτιστικό Οργανισμό Καφενείο των Ιδεών Σαλαμίνας). Σε λίγους στίχους κουρνιασμένος, διαδικτυακές εκδόσεις 24grammata, (www.24grammata.com), Αθήνα 2013. Μετάφραση του Αγγλικού έπους Sir Gawain and the Green Knight, (Ο Σερ Γκοουέην κι ο Πράσινος Ιππότης, γλώσσα πρωτοτύπου Middle English - Αγγλική 15 ου αιώνα), διαδικτυακές εκδόσεις 24grammata, (www.24grammata.com), Αθήνα 2014. Συμμετοχή στο Κυπριακή Ποίηση και Πεζογραφία, συλλογική μετάφραση ποίησης, εκδ. Κέδρος Πανεπιστήμιο Αθηνών. Συμμετοχή σε ανθολογίες σύγχρονης ποίησης: Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, (Χάρη Πάτση) έκδοση «Κέντρου Ευρωπαϊκών Εκδόσεων», Αθήνα 2012 Αχ, Έρωτα..., εκδ. Βεργίνα, Αθήνα 2012 Με τη Φλόγα της Δημιουργίας, εκδ. 'ξάστερον, Αθήνα 2011 Το ημερολόγιο της γραφής, εκδ. Ωρίωνας, Θεσσαλονίκη 2010, Blogs: vcobor.blogspot.gr (λογοτεχνικό αλλά και με θέματα επικαιρότητας) 57

fryktorein.blogspot.gr (μεταφράσεις ξενόγλωσσης ποίησης) (i) Πρόκειται για «εξιταλισμένη απόδοση του μεσαιωνικού αγγλικού ονόματος Μόργκαν ή Μοργκάνα λε Φέι, της μάγισσας και ετεροθαλούς αδελφής του Βασιλιά Αρθούρου, των θρύλων του κύκλου του Αρθούρου και χρησιμοποιείται στη σικελική παράδοση για να υποδηλώσει ένα ιδιαίτερο είδος διπλού αντικατοπτρισμού, ένα οπτικό φαινόμενο, που οφείλεται σε θερμοκρασιακή αναστροφή, όπου εκεί βρίσκεται το φανταστικό παλάτι της Φάτα Μοργκάνα. Τα αντικείμενα στον ορίζοντα, όπως νησιά, κρημνοί, πλοία ή παγόβουνα, εμφανίζονται σύνθετα, δηλαδή δύο είδωλα ίδιου αντικειμένου ενωμένα αντίστροφα κατά κορυφή...» [από http://el.wikipedia.org/wiki/ /Φάτα_μοργκάνα_(φαινόμενο)] (ii) Παραδοσιακό Γερμανικό παραμύθι, όπου ένας μοχθηρός επίσκοπος δέχεται μέσα στις αποθήκες του εξαθλιωμένους χωρικούς, δήθεν για να τους δώσει τροφή, αλλά τους καίει ζωντανούς. Εν συνεχεία, ως τιμωρία του, καταδιώκουν και τρώνε τον ίδιο μυριάδες ποντίκια. 58

59

ISBN: 978-960-92318-3-1 νέο e-book 24grammata.com σειρά: εν καινώ, αρ. σειράς: 96 60