Εισαγωγή Βασική αντίληψη που διαποτίζει αυτή την εργασία είναι ότι η βαθύτερη παιδαγωγική διάσταση της εικαστικής εκπαίδευσης αναδύεται μέσα από τη συμμετοχή σε μια διεργασία στην οποία συνδέονται άρρηκτα η προσπάθεια για δημιουργία και η απόκριση απέναντι στο εικαστικό έργο. Πρόκειται για μια δημιουργική και στοχαστική αναζήτηση που οδηγεί σταδιακά στην οργανωμένη γνώση για την τέχνη. Η φύση της διεργασίας αυτής θέτει ένα ζήτημα ανάδειξης μιας διδακτικής μεθόδου συντονισμένης με τα χαρακτηριστικά του εικαστικού εγχειρήματος. Μιας διδακτικής δηλαδή που, προκειμένου να αποκαλύψει, ενσωματώνει ως δικά της στοιχεία τις πτυχές, τις διαστάσεις και τις ιδιομορφίες της καλλιτεχνικής πράξης. Στην πορεία αναζήτησης επαρκών αιτιολογήσεων για τη διδασκαλία της τέχνης τέθηκαν κατά καιρούς αρκετά διαφορετικά προτάγματα: απόκτηση δεξιοτήτων, ενστάλαξη αισθητικών αξιών, κοινωνικοποίηση μέσω της τέχνης, καλλιέργεια της ευαισθησίας, ενίσχυση της δημιουργικότητας είναι ορισμένα από αυτά. Η ασυμφωνία αυτή είναι φυσική ή τουλάχιστον αναμενόμενη. Τόσο η εικαστική όσο και εκπαιδευτική πράξη ανανεώνονται και επαναπροσδιορίζονται διαρκώς, κάτω από την επίδραση πολλαπλών επιρροών, συχνά αντικρουόμενων, που συνδέονται με διαφορετικές κοινωνικές αναγκαιότητες, προτεραιότητες και διεργα- 7
Αντώνης Βάος: Ζητήματα διδακτικής των εικαστικών τεχνών σίες. Σε κάθε περίπτωση, η σημασία και ο ρόλος που κάθε φορά αποδίδονται στην εικαστική εκπαίδευση αντανακλούν γενικότερα τη θέση της τέχνης σε μια κοινωνία. Στο πλαίσιο αυτό η σχέση της τέχνης με την εκπαίδευση δεν είναι καθόλου αυτονόητη, ούτε και στατική. Φυσικά αυτή η συνεχής μεταβολή δεν αποτελεί κάποιο παράδοξο. Εκείνο που στοιχειοθετεί ένα θεωρητικό και πρακτικό ζήτημα αναφορικά με τη διδακτική των εικαστικών τεχνών βρίσκεται αλλού: η ίδια η φύση της καλλιτεχνικής δημιουργίας ανθίσταται σε μια κανονιστικού τύπου πρόταση, που θα ξεκινούσε από την προσχώρηση σε ένα ανελαστικό θεωρητικό εργαλείο, με βάση το οποίο θα προσδιοριζόταν με μονοσήμαντη ακρίβεια ο τρόπος δημιουργίας και πρόσληψης του εικαστικού έργου. Μια τέτοια στάση θα είχε αναγκαστικά μερικό και περιοριστικό χαρακτήρα και θα οδηγούσε σε αδιέξοδο: το σχολείο δεν είναι δυνατόν να κατορθώσει να μεταδώσει μια ολοκληρωμένη εικόνα για τις εικαστικές τέχνες χωρίς να ληφθούν ουσιαστικά υπόψη οι πολλαπλές προσεγγίσεις και οι ριζικές μεταβολές που έχουν αποτυπωθεί στο χώρο αυτόν, καθώς και οι ραγδαίες εξελίξεις τού σήμερα. Το ζητούμενο λοιπόν δεν έγκειται στην ανάδειξη μιας προσέγγισης ως της μοναδικής και ακλόνητης επιλογής, αλλά στην αναζήτηση μιας συνθήκης που αναγνωρίζει τις πολλές πρακτικές και τις πολλές οπτικές ως τμήματα της οργανωμένης γνώσης για την τέχνη του παρόντος και του παρελθόντος, και ταυτόχρονα τις θέτει σε μια ανοιχτή, ερευνητική και κριτική εξέταση. Η πρόκληση βρίσκεται στο να καταστεί ο μαθητής ικανός για μια μελλοντική χειραφετημένη πορεία, τέτοια που να του επιτρέψει να περιπλανηθεί πλέον αυτόνομα σε αυτή τη γνώση, πέρα από κάθε εκπαιδευτική εντολή, προδιαγραφή και περιορισμό. Η πρόκληση αυτή απολήγει και βαραίνει, περισσότερο από 8
Εισαγωγή όλους, τον εκπαιδευτικό, ιδιαίτερα εκείνον της πρώτης εκπαιδευτικής βαθμίδας, στον οποίο και απευθύνεται κυρίως αυτή η εργασία. Αυτός βρίσκεται στο σημείο όπου επιτελείται η παιδαγωγική πράξη και αυτός επωμίζεται την τελική ευθύνη της καλλιέργειας γόνιμου εδάφους προκειμένου να διευκολυνθεί η συνάντηση του παιδιού με το φαινόμενο της τέχνης. Πριν από καθετί άλλο, θα πρέπει να είναι πεισμένος για τη σκοπιμότητα αυτής της διαμεσολάβησης και να έχει αντιληφθεί ο ίδιος τις διαστάσεις, τις πτυχές και το χαρακτήρα της. Έχει σημασία επομένως πρώτα να ερευνήσει και να στοχαστεί πάνω στη φύση της εικαστικής πράξης και στη συνέχεια να κατευθυνθεί προς τη διερεύνηση μιας συμβατής διδακτικής και όχι το αντίθετο, δηλαδή να προσαρμόσει την παρέμβασή του σύμφωνα με κάποιες προκαθορισμένες, κανονιστικού τύπου, εκπαιδευτικές προδιαγραφές. Η γνώση του για τις ποικίλες όψεις της εικαστικής δημιουργίας αφενός και η ευρύτερη παιδαγωγική του επάρκεια αφετέρου αποτελούν το ασφαλέστερο υπόστρωμα πάνω στο οποίο θα συγκροτήσει μια συνειδητή στάση σχετικά με το τι, γιατί, σε ποιους και πώς προσφέρεται. Τα παραπάνω ζητήματα συνθέτουν τον κεντρικό άξονα γύρω από τον οποίο διαρθρώνεται αυτό το βιβλίο. Στο πρώτο μέρος του αναπτύσσονται ορισμένες θέσεις σχετικές με την αναγκαιότητα, το σκοπό και τον ευρύτερο παιδαγωγικό ρόλο της συνάντησης με τις εικαστικές τέχνες. Το μεγάλο ζήτημα που αναδύεται εδώ είναι ασφαλώς το τι συνιστά «διδακτική» στο χώρο των εικαστικών τεχνών. Η διασάφησή του εμπλέκεται με τη διερεύνηση των χαρακτηριστικών της καλλιτεχνικής πράξης, που βρίσκεται στη βάση της εικαστικής εκπαίδευσης και επομένως αποτελεί το σημείο εκκίνησης και σταθερή αναφορά στον όποιο προβληματισμό για την υιοθέτηση μιας ευρύτερης εκπαιδευτικής στρατηγικής. Στο δεύτερο μέρος προτείνεται ένας βασικός άξονας πά- 9
Αντώνης Βάος: Ζητήματα διδακτικής των εικαστικών τεχνών νω στον οποίο μπορεί να οργανωθεί η παιδαγωγική παρέμβαση. Ο άξονας αυτός ουσιαστικά ταυτίζεται με την ανάδειξη των διεργασιών και των παραμέτρων που υπεισέρχονται στη δημιουργία, επομένως και στην προσέγγιση, των εικαστικών μορφών. Δεν πρόκειται για μια πρόταση ενός κλειστού μοντέλου διδασκαλίας, αλλά για τον προσδιορισμό ενός χώρου ρευστού από επιλογές, διαμέσου του οποίου επιχειρείται η συνάντηση με την οργανωμένη γνώση για το φαινόμενο της τέχνης. Στο σημείο αυτό οφείλουμε και μια διευκρίνιση: όσα προτείνονται δεν σημαίνει ότι αγνοούν ή παρακάμπτουν τις, κάθε άλλο παρά ιδανικές, πραγματικές εκπαιδευτικές συνθήκες. Η προσπάθεια μιας, κατά το δυνατόν, σφαιρικότερης παρουσίασης της εικαστικής διεργασίας δεν έχει την έννοια της μιας πρότασης στην οποία θεωρείται απαραίτητη η διδακτική εφαρμογή όλων των επιμέρους στοιχείων. Κυρίως γίνεται για να διερευνηθεί και να αναδειχθεί ο πολυεπίπεδος και πολυδιάστατος χαρακτήρας μιας παιδαγωγικής παρέμβασης στην οποία η απόκτηση προσωπικών εικαστικών εμπειριών θεωρείται θεμελιώδης προϋπόθεση για την ουσιαστική κατανόηση του φαινομένου της τέχνης. Ταυτόχρονα ο εκπαιδευτικός, που δεν είναι εικαστικός καλλιτέχνης, έχει τη δυνατότητα να συγκροτηθεί ο ίδιος συναντώντας τα διάφορα ερωτήματα και ζητήματα που συνδέονται με την εικαστική αναζήτηση. Έτσι μπορεί να αξιοποιήσει με ελεύθερο τρόπο το υλικό που τίθεται στη διάθεσή του, δημιουργώντας προϋποθέσεις που εμπλέκουν τους μαθητές σε μια δράση αλλά και στην ταυτόχρονη ανάλυση αυτής της δράσης, χαράζοντας μια πορεία που αποκαλύπτει σταδιακά μια συνολική και συνεκτική εικόνα για τις εικαστικές τέχνες. Η αναζήτηση μιας διδακτικής μεθόδου συμβατής με τη φύση των διεργασιών που υπεισέρχονται στο εικαστικό εγχείρημα δεν 10
Εισαγωγή σημαίνει λοιπόν τη συγκρότηση μιας κανονιστικής διδακτικής πρότασης. Κάτι τέτοιο θα ήταν αντιφατικό και θα οδηγούσε σε αυτοαναίρεση της όλης προσπάθειας. Προορισμός αυτής της αναζήτησης είναι να συμβάλει στην οργάνωση της σκέψης του εκπαιδευτικού σχετικά με το αντικείμενο που καλείται να διδάξει και, κυρίως, να συνεισφέρει στον εκτενέστερο προβληματισμό του, στην ανάπτυξη μιας ερευνητικής στάσης απέναντι σε αυτό. Παρά τα όσα αποτελούν κοινή πρακτική, η ουσία της παρέμβασής του δεν έγκειται στα παραγόμενα προϊόντα με τη μορφή μαθητικών εργασιών, ούτε στις πληροφορίες που ενσταλάζει, αλλά στο βαθμό του βαθύτερου ενδιαφέροντος σχετικά με την τέχνη που τελικά θα καταφέρει να αφυπνίσει στους μαθητές. Μια τέτοια στάση συναρτάται με την ικανότητά του να δημιουργεί τις απαραίτητες συνδέσεις μεταξύ της θεωρίας και της εκπαιδευτικής πράξης, προσφέροντας κάθε φορά τα κατάλληλα ερεθίσματα, ανταποκρινόμενος σε ποικίλες διδακτικές καταστάσεις. Έτσι, η επιλογή να μην προταθούν συγκεκριμένες δραστηριότητες είναι συνειδητή. Κάθε προτυποποίηση, κάθε έτοιμη συνταγή που προσφέρεται στα χέρια του εκπαιδευτικού, ακυρώνει αυτό που υποτίθεται ότι καλείται να διευκολύνει και θα πρέπει να θεωρηθεί ασύμβατη με τις αρχές και τις γενικές προϋποθέσεις της διδακτικής των εικαστικών τεχνών, όπως τουλάχιστον αυτές τίθενται εδώ. Η παράθεση ορισμένων παραδειγμάτων θα ήταν ίσως χρήσιμη, αλλά μόνο στο βαθμό στον οποίο αποτύπωνε διεξοδικά τις εμπειρίες από την πραγματικότητα μιας συγκεκριμένης ομάδας που εργάστηκε σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, και αυτό θα συναρτούσε την προσέγγιση που επιχειρείται με το πλαίσιο μιας εκπαιδευτικής επικαιρότητας. Εξάλλου, η εργασία αυτή δεν αποτελεί ένα συμπληρωματικό εγχειρίδιο και ο προβληματισμός που αναπτύσσει δεν συνυφαίνεται στενά με ένα συ- 11
Αντώνης Βάος: Ζητήματα διδακτικής των εικαστικών τεχνών γκεκριμένο σχολικό πρόγραμμα. Τόσο ο τίτλος όσο και η θέση, που προβλήθηκε ήδη από την αρχή, υπογραμμίζουν ότι η πραγμάτευση του θέματος δεν επιχειρείται με σκοπό να προταθούν εικαστικές δραστηριότητες, αλλά για να αναδειχθεί ένα ευρύ και μεταβαλλόμενο πεδίο αναζητήσεων και εναλλακτικών θεωρήσεων το οποίο παραμένει πάντοτε ανοιχτό. Όπως είναι φυσικό, η εργασία αυτή δεν δημιουργήθηκε σε κενό χώρο. Πέρα από τις απόψεις των ερευνητών που υιοθετεί και ενσωματώνει, αντικατοπτρίζει και πολλές γόνιμες συζητήσεις με φίλους, που συγκρότησαν συμφωνίες, διαφωνίες και προβληματισμούς. Με την έννοια αυτή θα πρέπει να προσμετρηθεί η συνεισφορά των συναδέλφων στο Πανεπιστήμιο Πατρών Αλεξάνδρας Μουρίκη, Λεωνίδα Σωτηρόπουλου και Μαριάννας Κονδύλη, καθώς και του συναδέλφου εικαστικού Αστέριου Λάμπρου, που τους ευχαριστώ, όπως και τον Δημήτρη Ζουρούδη, στον οποίο οφείλεται το έργο του εξωφύλλου. 12