Μ. Βογκα Διαγλωσσική ομοτυπία και μεταφραστική προτεραιοποίηση: ο ρόλος του ορθογραφικού δείκτη και της ετυμολογίας μέσα από δύο ελληνο-γαλλικά πειράματα Abstract The present study examines the role of two factors on cross-linguistic cognate priming. The first factor, present by definition in all cross-script protocols, is the orthographic cue, due to the fact that Greek and French have different alphabets. The second contribution of our study resides in the thorough examination of the role of etymological origin on masked priming cognate effects, given that the characteristics of the languages taken into account render testing the morphological explanation of the cognate effect possible by two means: first by comparing the timing and amplitude of morphological and cognate priming and second, via the role of etymological origin. The results suggest an architecture of the bilingual lexicon, where individual units are organized in terms of and retrieved through lexical paradigms and where the orthographic cue orientates the identification mechanism, thus enhancing effects not only in the L1 to L2 priming direction but also in the L2 to L1, for which priming is not usually obtained. Εισαγωγή Το ερώτημα αν και κατά πόσο οι λέξεις που ανήκουν σε γλώσσες που χειρίζεται ένα δίγλωσσο άτομο είναι συνδεδεμένες με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στο νοητικό λεξικό εξαρτάται, σύμφωνα με την πρόσφατη ψυχογλωσσολογική έρευνα, από δύο τύπους παραγόντων. Πρώτον, από παράγοντες που σχετίζονται με τον χρήστη της γλώσσας, και πιο συγκεκριμένα με χαρακτηριστικά όπως το επίπεδο του χρήστη στη δεύτερη γλώσσα (από εδώ και στο εξής Γ2),1 το μαθησιακό περιβάλλον και άλλοι μαθησιοκεντρικοί παράγοντες (για μια επισκόπηση, βλ. Kroll & Stewart 1994). Δεύτερον, από παράγοντες που σχετίζονται με τη φύση των λέξεων των οποίων εξετάζεται η επεξεργασία, όπως για παράδειγμα η διαγλωσσική ομοτυπία, γνωστή στη διεθνή βιβλιογραφία με τον όρο cognateness που θα μας απασχολήσει εκτενώς εδώ και που αποτελεί, τουλάχιστον για τα τελευταία 20 χρόνια, πεδίο εντατικής έρευνας (για μία επισκόπηση βλ. De Groot & Keijzer 2000). 1 Χρησιμοποιούμε εδώ τον όρο Γ2 με την γενικότερή του έννοια, μπορεί δηλαδή να πρόκειται για μία τρίτη γλώσσα που γνωρίζει και χρησιμοποιεί ένας ομιλητής. Στην παρούσα έρευνα όμως, αναφερόμαστε σε πειραματικά δεδομένα που προέρχονται από τη Γ2 αποκλειστικά, από τη γλώσσα δηλαδή της οποίας τα υποκείμενά μας δεν είναι φυσικοί ομιλητές, εξού και η προτίμησή μας για τον όρο Γ2. [ 104 ]
Διαγλωσσική ομοτυπία και μεταφραστική προτεραιοποίηση Ο λόγος για τον οποίο η διεθνής βιβλιογραφία έχει αφιερώσει μεγάλο όγκο μελετών στη διαγλωσσική ομοτυπία δεν έχει μόνο να κάνει με τις τεράστιες εφαρμογές των λεξικών αυτών μονάδων στην εκμάθηση της Γ2 με τις οποίες θα ασχοληθούμε στο τελευταίο μέρος αυτής της εργασίας, αλλά και με το ότι η μελέτη της διαγλωσσικής ομοτυπίας προσφέρει απαντήσεις, αφενός, στο ερώτημα της αρχιτεκτονικής του δίγλωσσου νοητικού λεξικού (bilingual mental lexicon) και, αφετέρου, σε αυτό της ύπαρξης και του ρόλου των συνδεδεμένων αναπαραστάσεων στην οργάνωσή του. Όσον αφορά την αρχιτεκτονική του δίγλωσσου νοητικού λεξικού, μπορούμε να διακρίνουμε δύο συνιστώσες: η πρώτη δομικής φύσεως, σχετική με την οργάνωση των δύο γλωσσών, και η δεύτερη δυναμικής φύσεως, σχετική με τη γλωσσική λειτουργία. Όσον αφορά την πρώτη, γίνεται διάκριση ανάμεσα στην αποθήκευση των λέξεων σε ένα ενοποιημένο λεξικό και, από την άλλη μεριά, στην αποθήκευση των λέξεων του δίγλωσσου λεξικού ανάλογα με τη γλώσσα από την οποία προέρχονται. Η πρώτη προσέγγιση πρεσβεύει λοιπόν μια οργάνωση του νοητικού λεξικού ανεξάρτητη από τη γλώσσα, με την έννοια ότι οι λέξεις της ελληνικής και της γαλλικής λ.χ. θα βρίσκονται στο ίδιο λεξικό. Η δεύτερη προσέγγιση προτείνει μια οργάνωση εξαρτώμενη από τη γλώσσα, με την έννοια ότι οι λέξεις των δύο γλωσσών θα περιέχονται σε δύο χωριστά υπο-λεξικά. Η δεύτερη συνιστώσα, σχετική με την on-line λειτουργία, μας οδηγεί στον διαχωρισμό ανάμεσα στη μη επιλεκτική πρόσβαση (non selective lexical access), κατά την οποία ενεργοποιούνται οι λέξεις και των δύο γλωσσών που κατέχει το δίγλωσσο άτομο, και στην επιλεκτική πρόσβαση, κατά την οποία ενεργοποιούνται μόνο οι λέξεις της γλώσσας-στόχου. Σύμφωνα με την ταξινόμηση των Van Heuven, Dijkstra & Grainger (1998), τέσσερις θεωρητικές προσεγγίσεις που συνδυάζουν τα δομικά και τα δυναμικά χαρακτηριστικά του νοητικού λεξικού απαντούν στη βιβλιογραφία: (α) Το πρώτο θεωρητικό πλαίσιο συνδυάζει επιλεκτική πρόσβαση με δύο ανεξάρτητα λεξικά. Στα μοντέλα που κινούνται σε αυτό το πλαίσιο, ένας μηχανισμός αναζήτησης θα ψάξει πρώτα ανάμεσα στις αναπαραστάσεις του πρώτου λεξικού και στη συνέχεια του δεύτερου, ώσπου να βρει τη λεκτική αναπαράσταση που αντιστοιχεί στο ερέθισμα εισόδου (input). (β) Το δεύτερο θεωρητικό πλαίσιο συνδυάζει την επιλεκτική πρόσβαση με το ενοποιημένο λεξικό που διαθέτει έναν κόμβο για την πρώτη γλώσσα (Γ1) και έναν άλλο για τη Γ2. Δεδομένου ότι ο κόμβος της γλώσσας που δεν παρουσιάζει αντιστοιχία με το ερέθισμα δεν θα ενεργοποιηθεί ποτέ, η λειτουργία αυτού του πλαισίου είναι πανομοιότυπη με αυτή του πλαισίου (α), εφόσον οι λέξεις της μη ενεργοποιούμενης γλώσσας δεν θα έχουν καμία απολύτως επίδραση στην επεξεργασία των λέξεων της ενεργοποιούμενης γλώσσας. (γ) Η τρίτη θεωρητική προσέγγιση πρεσβεύει τη μη επιλεκτική πρόσβαση με ανεξάρτητα λεξικά. Οι λέξεις προερχόμενες από τις δύο γλώσσες θα ενεργοποιηθούν παράλληλα, και όχι η μία μετά την άλλη, όπως στα πλαίσια (α) και [ 105 ]
Μ. Βογκα (β) έτσι οι λέξεις που είναι μερικώς συμβατές με το ερέθισμα θα ενεργοποιηθούν, ενώ οι άλλες όχι. Η ενεργοποίηση αυτή γίνεται ανά γλώσσα, χάρη σε έναν μηχανισμό αναζήτησης που θα ελέγξει τις λέξεις της Γ1 και στη συνέχεια αυτές της Γ2. Μέσα σε ένα πλαίσιο διαδραστικής ενεργοποίησης (interactive activation), όπως αυτό των McClelland & Rumelhart (1981), η υπόθεση της ύπαρξης χωριστών και ανεξάρτητων λεξικών συνεπάγεται την ύπαρξη συνδέσεων αναστολής (inhibitory connexions)2 στο εσωτερικό του κάθε λεξικού, ανάμεσα, δηλαδή, στις λέξεις της κάθε γλώσσας. (δ) Η τέταρτη προσέγγιση προτείνει μη επιλεκτική πρόσβαση συνδυασμένη με ένα ενοποιημένο λεξικό ανεξάρτητο από τη γλώσσα. Σε αυτή την περίπτωση, οι λέξεις προερχόμενες και από τις δύο γλώσσες ενεργοποιούνται παράλληλα, ούτως ώστε όλες οι λέξεις που παρουσιάζουν μερική συμβατότητα με το ερέθισμα να ενεργοποιούνται ταυτόχρονα, σύμφωνα με κριτήρια όπως η συχνότητά τους στη γλώσσα, φωνολογικά και ορθογραφικά χαρακτηριστικά κ.ά. Μέσα σε ένα πλαίσιο διαδραστικής ενεργοποίησης (interactive activation) όπως αυτό των McClelland & Rumelhart (1981), η υπόθεση του ενοποιημένου λεξικού πρoϋποθέτει την ύπαρξη συνδέσεων αναστολής ανάμεσα στις λέξεις των διαφορετικών γλωσσών, η ενεργοποίηση δηλαδή μιας μονάδας της Γ1 θα επιφέρει αναστολή στις μονάδες της Γ2, και αντίστροφα. Με αυτό τον τρόπο θα αποφευχθούν και οι παρεμβολές από τη μία γλώσσα στην άλλη. Δεν θα ασχοληθούμε εδώ με το πώς η διεθνής βιβλιογραφία, αφού σε πρώτη φάση τάχθηκε υπέρ της επιλεκτικής πρόσβασης (για παράδειγμα, Scarborough, Gerard & Cortese 1984), σήμερα τάσσεται υπέρ της μη επιλεκτικής πρόσβασης. Από τη μελέτη των Altenberg & Cairns (1984), πολλές έρευνες στη δίγλωσση λεκτική πρόσβαση έχουν καταδείξει ότι η υπόθεση της επιλεκτικής πρόσβασης θα πρέπει να εγκαταλειφθεί.3 Θα θεωρήσουμε λοιπόν ότι στο δίγλωσσο νοητικό λεξικό η πρόσβαση είναι μη επιλεκτική. Σε αυτή την περίπτωση ένα ερώτημα είναι ζωτικής σημασίας: με ποιον τρόπο το σύστημα επεξεργασίας του γραπτού λόγου (που μας απασχολεί εδώ) αντιλαμβάνεται ότι μια λέξη ανήκει σε μια συγκεκριμένη γλώσσα, ότι λ.χ. δεν ανήκει στη γαλλική αλλά στην ελληνική; Αυτό το ερώτημα μας παραπέμπει κατευθείαν στην υπόθεση του ορθογραφικού δείκτη (orthographic cue Voga 2005 Voga & Grainger 2007), που όπως θα δούμε στη συνέχεια παίζει έναν πολύ σημαντικό αν και παραμελημένο ρόλο στη λεκτική πρόσβαση. 2 Στο μοντέλο διαδραστικής ενεργοποίησης των McClelland & Rumelhart (1981), οι συνδέσεις αναστολής εμποδίζουν την ενεργοποίηση ή μειώνουν την όποια ενεργοποίηση των λεκτικών μονάδων. Για μια πιο λεπτομερή περιγραφή του ρόλου των συνδέσεων αναστολής, βλ. Giraudo & Voga 2007 2013. 3 Ενδεικτικά αναφέρουμε τους: De Groot & Nas 1991 Dijkstra, Grainger & Van Heuven 1999 Gollan, Forster & Frost 1997 Jared & Kroll 2001 Van Hell & De Groot 1998 και για την ελληνική γαλλική τους: Voga 2005 Voga & Grainger 2007 Voga & Anastassiadis-Symeonidis 2012. [ 106 ]
Διαγλωσσική ομοτυπία και μεταφραστική προτεραιοποίηση 1. Διαγλωσσική ομοτυπία και παράγοντες που την επηρεάζουν Ο όρος διαγλωσσική ομοτυπία (cognateness) αναφέρεται στην ομοιότητα, ορθογραφική και/η φωνολογική δύο λέξεων που είναι η μια μετάφραση της άλλης, λέξεων προερχόμενες από διαφορετικές, λιγότερο ή περισσότερο συγγενείς γλώσσες. Για παράδειγμα οι λέξεις palace-palacio παλάτι στην αγγλική και την ισπανική είναι διαγλωσσικά ομότυπα (δ.ο. στο εξής), ενώ οι λέξεις bloem flower λουλούδι στην ολλανδική και την αγγλική δεν είναι. Τα πειραματικά δεδομένα που καταδεικνύουν τον ρόλο της διαγλωσσικής ομοτυπίας στην επεξεργασία του γραπτού λόγου προέρχονται από πληθώρα μελετών που εστιάζουν στη δίγλωσση επεξεργασία με διάφορες μεθοδολογίες, μεταξύ των οποίων εξέχουσα θέση κατέχει η τεχνική της κεκαλυμμένης προτεραιοποίησης4 (masked priming Forster & Forster 2003). Σε αυτές τις μελέτες, οι δύο γλώσσες που συνυπάρχουν στο δίγλωσσο λεξικό, είτε μοιράζονται έναν κοινό ορθογραφικό κώδικα (same-script για παράδειγμα Cristofanini, Kirsner & Milech 1986, με δ.ο. ισπανικά αγγλικά De Groot & Nas 1991, με δ.ο. ολλανδικά αγγλικά Sánchez-Casas & García-Albea 2005, με δ.ο. ισπανικά καταλανικά Duñabeitia, Dimitropoulou, Morris & Diependaele (υπό έκδ.), με δ.ο. αγγλικά ολλανδικά κ.ά.) είτε γράφονται με διαφορετικά αλφάβητα (cross-script), όπως στην περίπτωση της ελληνικής με όλες τις άλλες γλώσσες (βλ. αγγλικά εβραϊκά, Gollan, Forster & Frost 1997 ελληνικά-γαλλικά, Voga & Grainger 2007 Voga 2005 Voga & Anastassiadis-Syméonidis 2012 ακόμα κινεζικά αγγλικά, Jiang & Forster 2001). Τα δ.ο. που προέρχονται από γλώσσες που γράφονται με το ίδιο αλφάβητο παρουσιάζουν μεγάλη ορθογραφική και φωνολογική ομοιότητα, ενώ η ομοιότητα είναι κυρίως φωνολογική για τα δ.ο. που γράφονται με διαφορετικό αλφάβητο. Αυτό βέβαια αποτελεί μια γενική διαπίστωση, η οποία διαβαθμίζεται από τα επιμέρους χαρακτηριστικά των λέξεων, για παράδειγμα τα δ.ο. ταξί-taxi και κέντρο-centre διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό όσον αφορά τον βαθμό φωνολογικής ομοιότητάς τους. Η βιβλιογραφία υπέκυψε μερικές φορές στον πειρασμό να αντιμετωπίσει τα πρώτα ως πραγματικά δ.ο. και τα δεύτερα ως δ.ο. δεύτερης κατηγορίας, όπως π.χ. οι Dijkstra, Grainger & Van Heuven (1999), που προτείνουν τα δ.ο. του τύπου κέντρο-centre να ονομαστούν semi-cognates,5 όρος που θα μπορούσε να αποδοθεί στην ελληνική ως ημι-ομότυπα. Στις περισσότερες μελέτες, τα δ.ο. που χρησιμοποιούνται παρουσιάζουν μέγιστη φωνολογική και/ή γραφηματική ομοιότητα. Άλλοι ερευνητές όμως (De 4 Για την απόδοση του όρου priming χρησιμοποιούμε την έκφραση προτεραιοποίηση και για τον όρο masked priming χρησιμοποιούμε τον όρο κεκαλυμμένη προτεραιοποίηση, σύμφωνα με την πρόταση του Χ. Συμεωνίδη (βλ. και Αναστασιάδη Συμεωνίδη & Βόγκα 2012). 5 Αν και πρέπει σε αυτό το σημείο να τονίσουμε τη σημαντική καθυστέρηση αλλά και τη μεγάλη υστέρηση σε αριθμό των μελετών που πραγματεύονται δ.ο. από διαφορετικά αλφάβητα, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα, τουλάχιστον στα πρώιμα στάδια του τομέα, η σχετική βιβλιογραφία να βασίζεται μερικές φορές σε αποσπασματικά έως ελλιπή δεδομένα. [ 107 ]
Μ. Βογκα Groot & Nas 1991 Dufour & Kroll 1995 Van Hell & De Groot 1998), χρησιμοποιούν έναν πιο ελαστικό ορισμό και θεωρούν ζευγάρια δ.ο. όπως height hoogte ύψος ή rain regen βροχή κανονικά δ.ο., καθώς η μειωμένη φωνολογική τους ομοιότητα δεν εμποδίζει την εμφάνιση σημαντικού αποτελέσματος μεταφραστικής προτεραιοποίησης6 υπό κεκαλυμμένες συνθήκες: 58 ms στην κατεύθυνση Γ1 προς Γ2 και 39 ms από τη Γ2 στη Γ1, με δίγλωσσους ολλανδικής γαλλικής. Όπως θα φανεί στη συνέχεια, τα πειραματικά δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας για την ελληνική, και πιο συγκεκριμένα για ζευγάρια δ.ο. ελληνικής γαλλικής (Voga 2005 Voga & Grainger 2007 Voga & Anastassiadis-Symeonidis 2012), συνηγορούν στον πιο ελαστικό ορισμό της διαγλωσσικής ομοτυπίας. Παρά το γεγονός αυτό, διαπιστώνεται στη βιβλιογραφία ένας κάποιος δισταγμός. Για παράδειγμα, οι Gollan, Forster & Frost (1997), δεν αποκαλούν δ.ο. τα γλωσσικά ερεθίσματα εβραϊκής αγγλικής που χρησιμοποιούν, π.χ. television televizya, για τον λόγο ότι η φωνολογική τους ομοιότητα είναι μειωμένη σε σχέση με το πρωτοτυπικό ζευγάρι δ.ο. hotel hotel, της γαλλικής και της αγγλικής ή ακόμα της ολλανδικής και της αγγλικής. Παρά το γεγονός ότι ζεύγη όπως television televizya επιφέρουν αποτελέσματα της τάξεως των 50 ms, αποτελέσματα δηλαδή ισότιμα, αριθμητικά και στατιστικά, με αυτά των δ.ο. σε άλλες μελέτες (π.χ. de Groot & Nas 1991), οι συγγραφείς αυτής της πολύ σημαντικής μελέτης προτιμούν να αποκαλούν τα γλωσσικά τους ερεθίσματα δάνειες λέξεις (loan words), κάτι που φυσικά είναι, αποσιωπώντας όμως με αυτό τον τρόπο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και την ιδιαίτερη θέση που μπορεί να έχουν στο νοητικό λεξικό λόγω ακριβώς της διαγλωσσικής τους ομοτυπίας. Όπως βλέπουμε λοιπόν, τόσο τα δεδομένα μελετών όπου τα δ.ο. γράφονται με το ίδιο αλφάβητο, όσο και αυτά μελετών που εξετάζουν δ.ο. από διαφορετικά αλφάβητα επιβεβαιώνουν τον πιο ελαστικό ορισμό, ο οποίος βασίζεται σε μια διαβαθμισμένη θεώρηση της ορθοφωνολογικής ομοιότητας υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι υπάρχει ένας ελάχιστος βαθμός ομοιότητας και όχι στη διχοτομημένη, δυαδική σχέση ναι/όχι. Αυτός είναι και ο ορισμός στον οποίο βασίζεται η παρούσα μελέτη. 1.1 Ο ρόλος του ορθογραφικού δείκτη Με την έκφραση ορθογραφικός δείκτης (orthographic cue) εννοείται το στοιχείο που θα προσανατολίσει το σύστημα αναγνώρισης των γλωσσικών ερεθισμάτων προς το σωστό λεξικό και θα εμποδίσει ή θα μειώσει έτσι την άσκοπη περιφορά από το ένα λεξικό στο άλλο, ώσπου να εντοπιστεί η λεκτική αναπαράσταση που αντιστοιχεί στο ερέθισμα. Ένα τέτοιο στοιχείο είναι φυσικά το αλφάβητο στο οποίο είναι γραμμένες οι λέξεις (και ψευδολέξεις) που παρουσιάζουμε στο υποκείμενο, το οποίο μπορεί να δει με μια ματιά από ποια γλώσσα, τη Γ1 ή τη 6 Πειραματική μέθοδος με την οποία θα ασχοληθούμε εκτενέστατα στο μεθοδολογικό μέρος της παρούσας μελέτης. [ 108 ]
Διαγλωσσική ομοτυπία και μεταφραστική προτεραιοποίηση Γ2, προέρχεται το ερέθισμα και να εντοπίσει το σωστό λεξικό. Στην πράξη πρόκειται για εντελώς αυτοματοποιημένες διαδικασίες που δεν εγείρουν συνειδητό έλεγχο, εφόσον το υποκείμενο είναι ενήλικας με καλή ως άριστη γνώση της Γ2 και αυτόματη επεξεργασία των δύο γλωσσών. Άλλο στοιχείο που μπορεί να λειτουργήσει ως ορθογραφικός δείκτης είναι η παρουσία χαρακτηριστικών ομάδων γραφημάτων (π.χ. τριγράμματα όπως το eau για τη γαλλική, βλ. Beauvillain & Grainger 1987) που προσανατολίζουν κατευθείαν και με ελάχιστα περιθώρια λάθους στο σωστό λεξικό, ακόμα και στο πλαίσιο ενός πρωτοκόλλου όπου η Γ1 και η Γ2 γράφονται με το ίδιο αλφάβητο. Η υπόθεση του ορθογραφικού δείκτη βασίζεται στην παραδοχή ότι η παρουσία του θα λειτουργήσει με τρόπο που θα επιταχύνει την αναγνώριση. Για να περιγράψουμε συνοπτικά τη λειτουργία του στα πλαίσια μιας μη επιλεκτικής πρόσβασης στο δίγλωσσο λεξικό, μπορούμε να πούμε τα εξής: καταρχήν, η απουσία ή τα ισχνά αποτελέσματα κεκαλυμμένης μεταφραστικής προτεραιοποίησης σε συνθήκες ίδιου αλφάβητου μπορούν να εξηγηθούν με την ενεργοποίηση ανταγωνιστών (competitors activation) και στις δύο γλώσσες. Για παράδειγμα, η ισπανική λέξη nube σύννεφο σε ένα αγγλο-ισπανικό πρωτόκολλο θα ενεργοποιήσει τους ανταγωνιστές της αγγλικής cube, nude κ.ά. που είναι συνυποψήφιες λεκτικές μονάδες στη διαδικασία της αναγνώρισης, λόγω της γραφηματικής συνάφειάς τους με το ερέθισμα nube. Με αυτό τον τρόπο, η λεκτική είσοδος nube έχει λίγες πιθανότητες να ενεργοποιηθεί τόσο γρήγορα όσο χρειάζεται για να επιφέρει όφελος κεκαλυμένης προτεραιοποίησης στο σχετικό πρωτόκολλο. Από την άλλη μεριά, σε συνθήκες όπου τα αλφάβητα είναι διαφορετικά, δεν θα υπάρξει ενεργοποίηση ανταγωνιστών, διότι πολύ απλά δεν υπάρχουν συνυποψήφιοι στην αναγνώριση, καθώς δεν υπάρχει, για παράδειγμα, λέξη της γαλλικής που να γράφεται με τα ίδια γραφήματα με αυτές της ελληνικής.7 Με αυτό τον τρόπο η διαδικασία αναγνώρισης προσανατολίζεται προς το κατάλληλο λεξικό. Να σημειώσουμε, τέλος, ότι η υπόθεση του ορθογραφικού δείκτη καθιστά τη μη επιλεκτική πρόσβαση στην οποία έχει καταλήξει η βιβλιογραφία, επιλεκτική από λειτουργικής άποψης, πράγμα που, αφενός, εξηγεί πειραματικά δεδομένα όπως αυτά που θα δούμε παρακάτω και, αφετέρου, μας επιτρέπει να υιοθετήσουμε την τέταρτη προσέγγιση για την πρόσβαση στο δίγλωσσο λεξικό, αυτήν που πρεσβεύει τη μη επιλεκτική πρόσβαση σε συνδυασμό με ένα ενοποιημένο λεξικό. 1.2 Ο ρόλος της μορφολογίας Όσον αφορά το δίγλωσσο νοητικό λεξικό, ένα από τα πιο σημαντικά ερωτήματα της ψυχογλωσσολογικής έρευνας κατά τα τελευταία 20 χρόνια, είναι η 7 Ή, για να ακριβολογούμε, αν γραφτούν οι λέξεις με κεφαλαία γράμματα, υπάρχει ένας πολύ μειωμένος αριθμός που σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί τη νόρμα των γλωσσικών ερεθισμάτων, ούτε στα πειράματα που αναφέρονται εδώ ούτε και στη γλώσσα γενικά. [ 109 ]
Μ. Βογκα ύπαρξη και ο ακριβής ρόλος αναπαραστάσεων, χάρη στις οποίες επιτυγχάνεται η σύνδεση ανάμεσα στα δύο λεξικά, αυτό της Γ1 και αυτό της Γ2. Τα διαγλωσσικά ομότυπα αποτελούν την πύλη εισόδου στη μελέτη των συνδετικών αναπαραστάσεων. Οι πρώτοι ερευνητές που εξέφρασαν την υπόθεση ότι αυτές οι συνδετικές αναπαραστάσεις είναι μορφολογικής φύσεως και ότι το δίγλωσσο νοητικό λεξικό είναι οργανωμένο γύρω από λεκτικά παραδείγματα (lexical paradigms, όρος λειτουργικά συνώνυμος με τον όρο clusters που η Bybee χρησιμοποιεί αλλού) είναι οι Bybee (1985 1988) και Kirsner (1986), η πρώτη σε πιο θεωρητική βάση και η δεύτερη σε περισσότερο πειραματική. Η Bybee (1985) περιγράφει το μονόγλωσσο λεξικό σαν μια σειρά από λεκτικά παραδείγματα, καθένα από τα οποία απαρτίζεται από το σύνολο των μορφολογικών παραγώγων της εκάστοτε λέξης. Οι σχέσεις στο εσωτερικό του παραδείγματος ορίζονται βάσει της μορφολογικής ομοιότητας: λέξεις που παρουσιάζουν ομοιότητα στο επίπεδο της φόρμας και της σημασίας μοιράζονται την ίδια αναπαράσταση στο λεκτικό επίπεδο. Κατά συνέπεια, η σύμπτωση φόρμας και σημασίας (co-occurrence of meaning and form) συνιστά τη βάση για τη διευκόλυνση μεταφραστικής προτεραιοποίησης που μπορούμε να παρατηρήσουμε κάτω από ορισμένες συνθήκες (π.χ. Lalor & Kirsner 2001). Αυτού του είδους η οργάνωση υπερβαίνει τις γλώσσες και γι αυτό τον λόγο μπορούμε και πρέπει να την εφαρμόσουμε στη δίγλωσση πρόσβαση στο λεξικό (Bybee 1985). Έτσι λοιπόν, η διευκόλυνση που προκαλούν τα δ.ο. στην αναγνώριση των στόχων μπορεί να ιδωθεί μέσα από το πρίσμα της μορφολογικής εξήγησης που υπερβαίνει το επίπεδο της γλώσσας για να περάσει από τη Γ1 στη Γ2, κάτι το οποίο καταδεικνύει πληθώρα ερευνητικών δεδομένων (Cristoffanini, Kirsner & Milech 1986 Kirsner, Lalor & Hird 1993). Από την άλλη μεριά, θα πρέπει να τονίσουμε ότι η ύπαρξη διευκόλυνσης για τις μεταφράσεις που δεν είναι δ.ο. (π.χ. λάθος erreur για την ελληνική γαλλική), όπως έχουν δείξει οι Voga (2005) και Voga & Grainger (2007), σε πρώτη ματιά αντιβαίνει τη βασική αρχή της προσέγγισης της Bybee. Κάτι τέτοιο είναι δύσκολο να συνδυαστεί με τη μορφολογική προσέγγιση της διαγλωσσικής ομοτυπίας: δεδομένου ότι ζεύγη λέξεων που δεν είναι δ.ο., ενώ είναι η μια μετάφραση της άλλης, π.χ. λάθος erreur, ανήκουν σε διαφορετικές αναπαραστάσεις, θα έπρεπε να μην οδηγούν σε όφελος προτεραιοποίησης, σύμφωνα με την προσέγγιση της Bybee. Πειραματικά δεδομένα (υπό δημοσίευση, δεν θα αναπτυχθούν εδώ ελλείψει χώρου) προερχόμενα από τη μελέτη ελληνο-γαλλικών δ.ο. αποδεικνύουν πως μπορούμε να γεφυρώσουμε το χάσμα που φαίνεται να υπάρχει ανάμεσα στη μορφολογική προσέγγιση της διαγλωσσικής ομοτυπίας και σε ορισμένα πειραματικά αποτελέσματα. Προς το παρόν, όμως, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η μορφολογική εξήγηση της διαγλωσσικής ομοτυπίας έχει ισχυρή πειραματική βάση. Πέρα από τις μελέτες που αναφέρθηκαν παραπάνω (Cristofanini, Kirsner & Milech 1986 Kirsner, Lalor & Hird 1993) πιο πρόσφατες μελέτες (Sánchez- Casas & García-Albea 2005 Duñabeitia, Dimitropoulou, Morris & Diependaele [ 110 ]
Διαγλωσσική ομοτυπία και μεταφραστική προτεραιοποίηση υπό έκδ.) που ακολουθούν το ίδιο πειραματικό πρωτόκολλο (κεκαλυμμένη προτεραιοποίηση) με την παρούσα μελέτη παρουσιάζουν αποτελέσματα που ενισχύουν τη θέση της Bybee. 1.3 Μελέτη της διαγλωσσικής ομοτυπίας και οι υπό εξέταση γλώσσες: ο ιδιαίτερος ρόλος της ελληνικής Η βιβλιογραφία στο θέμα που μας απασχολεί είναι πλουσιότατη, πλην όμως οι διάφορες γλώσσες δεν αντιπροσωπεύονται στον ίδιο βαθμό στην ψυχογλωσσολογική έρευνα, πράγμα λογικό, αν λάβουμε υπόψη μας τις διάφορες δυσκολίες που σχετίζονται με την ανεύρεση του πειραματικού πληθυσμού, ο οποίος στην περίπτωση που μας απασχολεί θα πρέπει να είναι και δίγλωσσος, καθώς επίσης και την πρωτοκαθεδρία, και σε αυτό τον τομέα της έρευνας, των χωρών της Εσπερίας (ολλανδική, αγγλική, καθώς και ισπανική καταλανική). Όλες οι έρευνες στις οποίες αναφερθήκαμε μέχρι στιγμής (με εξαίρεση τους Gollan, Forster & Frost 1997 Jiang & Forster 2001 Voga 2005 Voga & Grainger 2007 Voga & Anastassiadis-Syméonidis 2012) λαμβάνουν υπόψη ζεύγη γλωσσών που γράφονται με το ίδιο αλφάβητο, δεν υπάρχει δηλαδή ο ορθογραφικός δείκτης. Αυτό ακριβώς είναι το κενό που φιλοδοξεί να καλύψει η παρούσα μελέτη και που μπορεί να καλύψει η ελληνική, αυτό δηλαδή της μελέτης της διαγλωσσικής προτεραιοποίησης (cross-linguistic priming) σε συνθήκες όπου η Γ1 και η Γ2 δεν μοιράζονται το ίδιο αλφάβητο. Αυτού του είδους οι μελέτες έχουν ήδη πολλές εφαρμογές, και θα έχουν όλο και περισσότερες στα επόμενα χρόνια. Αυτή η διαπίστωση, στην οποία συνηγορεί ο ολοένα και αυξανόμενος αριθμός ομιλητών των οποίων η πρώτη γλώσσα γράφεται με διαφορετικό ορθογραφικό κώδικα ή/και σύστημα (Κίνα, Ινδία, αραβικές χώρες) από τη Γ2 και μαθαίνουν να διαβάζουν, να γράφουν και να χρησιμοποιούν τη Γ2 για ένα πλήθος επικοινωνιακών αναγκών, δεν κατάφερε, τουλάχιστον προς το παρόν, να κινητοποιήσει τις δυνάμεις αυτές που θα συμβάλουν στην ανάπτυξη των μελετών cross-script. Κατά την άποψή μου, ανοίγεται εδώ πεδίον δόξης λαμπρόν για την ελληνική, που κατέχει μια ενδιάμεση θέση στο συνεχές ανάμεσα στις συνθήκες ίδιου αλφάβητου και διαφορετικού αλφάβητου ή/και συστήματος. Με αυτό εννοώ ότι είναι διαφορετική η γραφή της από την αγγλική, τη γαλλική και άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες αλλά ταυτόχρονα παρουσιάζει έναν βαθμό συνάφειας, αν συγκριθεί με την αραβική ή την εβραϊκή, όπου η ανάγνωση γίνεται δεξιόστροφα, τα φωνήεντα δεν αναπαρίστανται, για παράδειγμα, στις εφημερίδες, και όπου φυσικά το σύστημα βασίζεται στη ρίζα των τριών συνήθως συμφώνων, πράγμα που αλλάζει άρδην την εσωτερική δομή των λέξεων. Αν λοιπόν επιχειρούσαμε να καταρτίσουμε ένα συνεχές για την αντιληπτική συγγένεια των γλωσσικών μονάδων από διαφορετικές γλώσσες, η οποία αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τις έρευνες που εστιάζουν στον γραπτό λόγο, θα μπορούσαμε να κατατάξουμε στη μια μεριά του συνεχούς ζεύγη γλωσσών όπως αγγλική ολλανδική, στο [ 111 ]
Μ. Βογκα άλλο άκρο ζεύγη γλωσσών όπως αγγλική κινεζική, και στο μέσο η ελληνική. Από αυτή τη σκοπιά, η ελληνική έχει πολλά να προσφέρει στην έρευνα της δίγλωσσης λεκτικής πρόσβασης και της διγλωσσίας και πολυγλωσσίας γενικότερα. 2. Η έρευνα 2.1 Πειραματικό πρωτόκολλο Tα δύο πειράματα που παρουσιάζουμε σε αυτή την εργασία (Πειράματα 1α και 1β) χρησιμοποιούν την τεχνική της κεκαλυμμένης προτεραιοποίησης (Forster & Forster 2003), μια ευρύτατα διαδεδομένη τεχνική σε πολλούς τομείς της ψυχογλωσσολογικής έρευνας. Ενδεικτικά αναφέρουμε ορισμένες εργασίες σχετικές με τη διερεύνηση των διεργασιών που εμπλέκονται στη μορφολογική επεξεργασία και που χρησιμοποιούν το συγκεκριμένο πρωτόκολλο: Drews & Zwitserlood (1995), για τη γερμανική Marslen-Wilson, Tyler, Waksler & Older (1994), για την αγγλική Giraudo & Grainger (2001), για τη γαλλική. Χωρίς να αναφερθούμε λεπτομερειακά στη συγκεκριμένη τεχνική, σχηματικά, ο γενικότερος τρόπος λειτουργίας της έχει ως εξής: το ερέθισμα προτεραιοποίησης (prime) μεταβάλλει προσωρινά το σύστημα, με τέτοιο τρόπο ώστε, όταν έχει σχέση με τον στόχο της αναγνώρισης (target), επιφέρει διευκόλυνση της αναγνώρισης, συγκριτικά με τη μη συνδεδεμένη συνθήκη (συνθήκη ελέγχου). Για παράδειγμα, όταν υπάρχει σημασιολογική σχέση μεταξύ του ερεθίσματος προτεραιοποίησης (πιρούνι) και του στόχου (πιάτο), το ερέθισμα προτεραιοποίησης θα ενεργοποιήσει την αντίστοιχη είσοδο πιρούνι, αλλά επίσης και άλλες λεξικές μονάδες συνδεδεμένες σημασιολογικά (μαχαίρι, πιάτο, ποτήρι κτλ.), μεταξύ αυτών, και τον στόχο. Το πλεονέκτημα της τεχνικής αυτής συνίσταται στο ότι επιτρέπει τη μελέτη των αυτόματων διαδικασιών αναγνώρισης του γραπτού λόγου, καθώς επίσης και την εξάλειψη τυχόν στρατηγικών από τη μεριά του υποκειμένου, το οποίο δεν γνωρίζει καν την ύπαρξη του ερεθίσματος προτεραιοποίησης. Επιτυγχάνεται με αυτό τον τρόπο μια πλήρως ασύνειδη επεξεργασία του γλωσσικού ερεθίσματος, η οποία επιτρέπει να φωτογραφίσουμε τις αυτόματες διαδικασίες στις οποίες στηρίζονται τα πρώιμα στάδια της λεκτικής αναγνώρισης. Όσον αφορά τη μεταφραστική κεκαλυμμένη προτεραιοποίηση, όπου δηλαδή το ερέθισμα προτεραιοποίησης στη μια γλώσσα, π.χ. τη Γ1, θα διευκολύνει ή δεν θα διευκολύνει (αυτό εξαρτάται από τη φύση των ερεθισμάτων καθώς και άλλους παράγοντες) τον στόχο της αναγνώρισης που είναι στην άλλη γλώσσα (Γ2), πρόκειται φυσικά για διαγλωσσική προτεραιοποίηση (cross-linguistic priming), κεκαλυμμένη στην περίπτωσή μας, όπου, σύμφωνα με την κατάταξη που είδαμε στην εισαγωγή, μπορούμε να διαχωρίσουμε τα πρωτόκολλα που συνδυάζουν γλώσσες που γράφονται με το ίδιο αλφάβητο (same-script) από αυτά που συνδυάζουν γλώσσες από διαφορετικά αλφάβητα (cross-script). [ 112 ]
Διαγλωσσική ομοτυπία και μεταφραστική προτεραιοποίηση 2.2 Πείραμα 1 2.2.1 Συμμετέχοντες Στο πείραμα συμμετείχαν 27 φυσικοί ομιλητές της ΝΕ που είχαν ως δεύτερη γλώσσα τη γαλλική και διέμεναν στη Γαλλία, όπου είχαν έρθει για τις σπουδές τους από τέσσερα ως οκτώ χρόνια. Ανέφεραν ότι είχαν κανονική ή διορθωμένη όραση και ήταν φοιτητές στα πανεπιστήμια του Μονπελιέ σε διάφορες σχολές. Συμμετείχαν εθελοντικά στο πείραμα, χωρίς πληρωμή ή άλλου είδους αμοιβή και πριν ξεκινήσουν συμπλήρωσαν ένα σύντομο ερωτηματολόγιο που αφορούσε κυρίως τη διάρκεια παραμονής στη Γαλλία και τα διπλώματα ή άλλες εμπειρίες σχετικές με τη γαλλική γλώσσα (π.χ. εργασία). Τα υποκείμενά μας υποβλήθηκαν επίσης σε ένα εισαγωγικό τεστ κατονομασμού εικόνων (image naming, σύμφωνα με αυτό που προτείνουν οι Jared & Kroll 2001), σκοπός του οποίου ήταν να αξιολογήσει το επίπεδό τους στη Γ2. Τα αποτελέσματα αυτού του τεστ δεν θα αναφερθούν εδώ. Θα σημειώσουμε μόνο ότι το τεστ αυτό μας χρησίμευσε για να αποκλείσουμε από το δείγμα κάποια άτομα που παρά την παραμονή τους στη Γαλλία, είχαν επίπεδο γλωσσομάθειας αισθητά κατώτερο από αυτό των περισσότερων υποκειμένων μας. Οι ίδιοι ακριβώς συμμετέχοντες απάντησαν στο Πείραμα 1α και 1β, με τον κατάλληλο βέβαια σχεδιασμό (βλ. Ενότητα 2.2.3). 2.2.2 Γλωσσικά ερεθίσματα και σχεδιασμός Χρησιμοποιήσαμε 60 λέξεις και 60 ψευδολέξεις ως στόχους της αναγνώρισης. Οι στόχοι, ονόματα ή επίθετα, ήταν όλοι δ.ο. ελληνικής γαλλικής με ικανοποιητική συχνότητα στη γαλλική, σύμφωνα με τη βάση Lexique (New, Pallier, Ferrand & Matos 2001). Ακολουθήθηκαν δύο κατευθύνσεις προτεραιοποίησης: (α) από την Γ1 προς την Γ2 (από την ελληνική προς τη γαλλική, Πείραμα 1α) (β) από την Γ2 προς την Γ1 (από τη γαλλική προς την ελληνική, Πείραμα 1β), κατεύθυνση στην οποία, από τις λίγες μελέτες που την επιχειρούν, οι περισσότερες δεν βρίσκουν κανένα όφελος (βλ. Gollan, Forster & Frost 1997). Έτσι λοιπόν το Πείραμα 1α ήταν ακριβώς το ίδιο με το Πείραμα 1β, εκτός από το ότι στο Πείραμα 1β η κατεύθυνση προτεραιοποίησης ήταν η αντίθετη από αυτή του Πειράματος 1α. Οι 60 λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν ως στόχοι της αναγνώρισης χωρίζονταν στις εξής δύο κατηγορίες: (α) 30 δ.ο. με ελληνική ετυμoλογία (β) 30 δ.ο. με γαλλική-λατινική ετυμολογία. Στον Πίνακα 1 βλέπουμε ορισμένα παραδείγματα γλωσσικών ερεθισμάτων. [ 113 ]
Μ. Βογκα Ερεθίσματα προτεραιοποίησης δ.ο. Στόχοι8 Μετάφραση Φωνολογική ομοιότητα Ορθογραφική ομοιότητα Μορφολογική Μη συνδεδεμένη γαλλικής ετυμολογίας ελληνικής ετυμολογίας rôle 5.51 γράμ. 62.4 occ/m. idée 5.7 γράμ. 45.9 occ/m. ρόλος 83% 31% ρολάκι πόδι ιδέα 67% 35% ιδεατό μέσο Πίνακας 1: Πείραμα 1α και 1β, δείγμα γλωσσικών ερεθισμάτων (αριθμός γραμμάτων και συχνότητα) και επίπεδο ορθογραφικής και φωνολογικής ομοιότητας για τις τρεις πειραματικές συνθήκες (μετάφραση, μορφολογική και μη συνδεδεμένη) και τους δύο τύπους στόχου (δ.ο. γαλλικής-λατινικής ετυμολογίας και δ.ο. ελληνικής ετυμολογίας)8 Κάθε στόχος (target) μπορούσε να προηγηθεί από τρεις τύπους ερεθισμάτων προτεραιοποίησης (prime), οι οποίοι και ορίζουν τις τρεις πειραματικές συνθήκες: ερέθισμα προτεραιοποίησης που ήταν η μετάφραση στην άλλη γλώσσα του δ.ο., αν δηλαδή το ερέθισμα ήταν πόρτα στην ελληνική, ο στόχος ήταν porte στη γαλλική. Τα ερεθίσματα προτεραιοποίησης παρουσιάζονταν πάντα στην ονομαστική ενικού. ερέθισμα προτεραιοποίησης που έχει μορφολογική σχέση με τον στόχο, για παράδειγμα, για τον στόχο porte (κατεύθυνση από τη Γ1 προς τη Γ2) το ερέθισμα προτεραιοποίησης είναι πορτούλα. Τα παράγωγα που χρησιμοποιήθηκαν εδώ είναι υποκοριστικά και μεγεθυντικά για τα ονόματα καθώς και επίθετα (βλ. Πίνακα 1, για λεπτομέρειες και παραδείγματα). ο τελευταίος τύπος ερεθίσματος προτεραιοποίησης αντιστοιχεί στη μη συνδεδεμένη συνθήκη, που αποτελεί σε αυτού του τύπου τα πρωτόκολλα τη συνθήκη βάσει της οποίας θα εκτιμηθούν τα αποτελέσματα. Στη δική μας περίπτωση, το μη συνδεδεμένο ερέθισμα είναι μια λέξη της άλλης γλώσσας, συνήθως της ίδιας γραμματικής κατηγορίας που δεν παρουσιάζει όμως καμία γραφηματική ή φωνολογική ή ετυμολογική ομοιότητα με τον στόχο. Οι 120 ψευδολέξεις δημιουργήθηκαν έτσι ώστε να σέβονται τις φωνοτακτικές ιδιότητες της εκάστοτε γλώσσας (της ελληνικής ή της γαλλικής) και προηγήθηκαν από ερεθίσματα προτεραιοποίησης που μιμούνταν τους τρεις τύπους ερεθισμάτων προτεραιοποίησης των αληθινών λέξεων. Οι λέξεις και οι ψευδο- 8 Για την κατεύθυνση Γ1 προς Γ2, το ερέθισμα προτεραιοποίησης είναι στην ελληνική και o στόχος στη γαλλική. Στην κατεύθυνση Γ2 προς Γ1 συμβαίνει το αντίθετο (Πείραμα 1β). [ 114 ]
Διαγλωσσική ομοτυπία και μεταφραστική προτεραιοποίηση λέξεις διανεμήθηκαν σε τρεις πειραματικούς καταλόγους (λίστες), εκ των οποίων καθένας περιλάμβανε 10 λέξεις και 10 ψευδολέξεις σε κάθε πειραματική συνθήκη. Τα ερεθίσματα διανεμήθηκαν στους τρεις καταλόγους σύμφωνα με το σχεδιασμό Latin Square, έτσι ώστε κάθε λέξη ή ψευδολέξη να εμφανίζεται μόνο μια φορά για ένα συγκεκριμένο υποκείμενο και να προηγείται από ένα μόνο ερέθισμα προτεραιοποίησης (είτε μετάφραση, είτε μορφολογικό, είτε μη συνδεδεμένο) για ένα υποκείμενο, αλλά να εμφανίζεται με όλα τα ερεθίσματα προτεραιοποίησης στο σύνολο των υποκειμένων (⅓ των υποκειμένων βλέπει τη λέξη με το μεταφραστικό ερέθισμα προτεραιοποίησης, ⅓ των υποκειμένων βλέπει τη λέξη με το μορφολογικό ερέθισμα προτεραιοποίησης, και ⅓ βλέπει τη λέξη με το μη συνδεδεμένο). 2.2.3 Διαδικασία Το πείραμα πραγματοποιήθηκε μέσω του λογισμικού DMDX (Forster & Forster 2003). Κάθε προσπάθεια εκτυλισσόταν σε τρία στάδια: πρώτον, μια σειρά αποτελούμενη από δέκα διέσεις (συνήθως αποκαλούμενη μάσκα) εμφανιζόταν στο κέντρο της οθόνης για 500 ms. Το ερέθισμα προτεραιοποίησης εμφανιζόταν αμέσως μετά τη μάσκα, για μια διάρκεια 48 ms, πράγμα που φυσικά δεν επιτρέπει τη συνειδητή αναγνώρισή του, και ως εκ τούτου εγγυάται την εξάλειψη τυχόν στρατηγικών από τη μεριά του υποκειμένου. Το ερέθισμα προτεραιοποίησης ακολουθούνταν αμέσως από τον στόχο της αναγνώρισης, ο οποίος και έμενε στο κέντρο της οθόνης μέχρι να απαντήσει το υποκείμενο. Το διάστημα ανάμεσα σε δύο προσπάθειες ήταν 500 ms. Τα ερεθίσματα προτεραιοποίησης παρουσιάζονταν στην οθόνη σε Times New Roman 12, ενώ οι στόχοι σε 16 (βλ. Frost, Forster & Deutsch 1997), έτσι ώστε να υπάρχει όσο το δυνατό μικρότερη επικάλυψη του ερεθίσματος προτεραιοποίησης από τον στόχο (αν υποθέσουμε ότι μπορεί να υπάρχει ένα κοινό γράφημα στην ίδια θέση, π.χ. ένα α ή ένα ι και να μειωθούν κατά το δυνατόν οι αμιγώς οπτικές επιδράσεις.9 Οι συμμετέχοντες ήταν καθισμένοι σε απόσταση 50 cm από την οθόνη του υπολογιστή. Τους ζητούσαμε να κάνουν μια λεκτική αναγνώριση για καθένα από τα 120 γλωσσικά ερεθίσματα, να αποφασίσουν δηλαδή, όσο πιο γρήγορα και σωστά γίνεται, αν το ερέθισμα που εμφανιζόταν στην οθόνη ήταν ή δεν ήταν λέξη (δεξιό Shift για το ΝΑΙ και αριστερό για το ΟΧΙ). Μετά από ένα σύντομο δοκιμαστικό, ακολουθούσε η παρουσίαση ενός καταλόγου 120 ερεθισμάτων, δηλαδή του ενός από 9 Ας σημειωθεί ότι όσον αφορά την εφαρμογή της συγκεκριμένης τεχνικής στη ΝΕ, και σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει για άλλες γλώσσες, π.χ. την αγγλική, οι στόχοι, όπως επίσης και τα ερεθίσματα προτεραιοποίησης, παρουσιάζονται με μικρά γράμματα (και όχι με κεφαλαία οι μεν και με μικρά τα δε, όπως στα πρωτόκολλα που χρησιμοποιούν άλλες γλώσσες). Αυτή η προσαρμογή σκοπεύει στη μη αποσιώπηση της φωνολογικής ταυτότητας του λεξήματος, μια και η μη διατήρηση του τόνου μπορεί να οδηγήσει σε σύγχυση, και να επιβραδύνει έτσι τους χρόνους αντίδρασης. Αυτό ισχύει τόσο για τα ερεθίσματα της ΝΕ αλλά και για αυτά της γαλλικής, μια και υπάρχουν και εκεί τόνοι, η απουσία των οποίων μπορεί να αλλοιώσει την γραφηματική και φωνολογική ταυτότητα των ερεθισμάτων. [ 115 ]
Μ. Βογκα τους τρεις πειραματικούς καταλόγους. H εξαρτημένη μεταβλητή είναι ο χρόνος αντίδρασης (RT) για κάθε στόχο. Οι μισοί συμμετέχοντες απάντησαν πρώτα στο Πείραμα 1α και μετά στο 1β, και οι άλλοι μισοί πρώτα στο 1β και μετά στο 1α. 2.2.4 Αποτελέσματα Η ανάλυση των αποτελεσμάτων πραγματοποιήθηκε στους χρόνους των σωστών απαντήσεων και αφού αποκλείστηκαν τα λάθη10 καθώς και οι πολύ αργές ή πολύ γρήγορες απαντήσεις (RT>1500ms και RT<350ms, λιγότερο από 3% των συνολικών δεδομένων). Τα αποτελέσματα για τις λέξεις παρουσιάζονται στους Πίνακες 2α και 2β. Πραγματοποιήσαμε παραγοντική ανάλυση διακύμανσης σύμφωνα με το πειραματικό πλάνο S27<L3>*A3*C2, όπου Α και C οι δύο ανεξάρτητες μεταβλητές: ο παράγοντας Α αντιστοιχεί στον τύπο ερεθίσματος προτεραιοποίησης, δηλαδή στις τρεις πειραματικές συνθήκες, και ο παράγοντας C στην ετυμολογία. Ο παράγοντας L αντιστοιχεί στον πειραματικό κατάλογο και έχει συμπεριληφθεί στην ανάλυση για να αποκλειστεί κάθε επίδρασή του στα αποτελέσματα. 2.2.4.1 Κατεύθυνση μεταφραστικής προτεραιοποίησης από τη Γ1 προς τη Γ2 (Πείραμα 1α) Όσον αφορά τις κύριες επιδράσεις πρώτα, η κύρια επίδραση του τύπου ερεθίσματος προτεραιοποίησης (παράγοντας Α) είναι στατιστικά σημαντική (F1(2, 48)=19.76, p<.0001 F2(2, 116)=25.29, p<.0001), ενώ η κύρια επίδραση του παράγοντα ετυμολογία (παράγοντας C) είναι στατιστικά σημαντική μόνο στην ανάλυση ανά υποκείμενα (F1(1, 24)=7.94, p<.01 F2(1, 58)=1.58). Η κύρια επίδραση του παράγοντα λίστα (L) δεν είναι στατιστικά σημαντική (F1<1). Η αλληλεπίδραση της ετυμολογίας και του τύπου ερεθίσματος προτεραιοποίησης δεν είναι στατιστικά σημαντική (F1(2, 48)=1.71 F2(2, 116)=1.33), η τριπλή όμως αλληλεπίδραση ανάμεσα στους παράγοντες L, C και A είναι στατιστικά σημαντική (F1(4, 48)=4.61, p<.01). δ.ο. Μετάφραση (T) Μορφολογική (M) [ 116 ] Μη συνδεδεμένη (Θ) Αποτέλεσμα προτεραιοποίησης RT Λάθος RT Λάθος RT Λάθος Θ - Τ Θ - Μ γαλλικής ετυμολογίας 608 1,48 614 1,35 642 3,33 34* 28* ελληνικής ετυμολογίας 618 2,59 624 2,36 674 3,33 56* 50* Πίνακας 2α: Πείραμα 1α, χρόνοι αντίδρασης (RT, σε ms) και ποσοστά λάθους για λεκτική αναγνώριση στόχων στις τρεις πειραματικές συνθήκες, μετάφραση (T), μορφολογική (M), και μη συνδεδεμένη (Θ) το αποτέλεσμα της προτεραιοποίησης εκτιμάται βάσει της μη συνδεδεμένης συνθήκης (Θ) Στη συνέχεια υπολογίσαμε τη στατιστική σημαντικότητα των διαφορών που 10 Η παραγοντική ανάλυση στα δεδομένα των λαθών καθώς και η ανάλυση για τις ψευδολέξεις δεν θα αναπτυχθούν εδώ.
Διαγλωσσική ομοτυπία και μεταφραστική προτεραιοποίηση σχετίζονται με τις υποθέσεις μας. Πρώτα απ όλα, όσον αφορά τις διαφορές ανάμεσα στις μη συνδεδεμένες και τις μεταφραστικές συνθήκες που αντιστοιχούν στη διευκόλυνση που επέφερε η διαγλωσσική ομοτυπία, διαπιστώνεται ότι αυτές οι διαφορές είναι στατιστικά σημαντικές για τα δ.ο. ελληνικής ετυμολογίας (56 ms, F1(1, 24)=23.99, p<.0001 F2(1, 29)=35.08, p<.0001) καθώς και για τα δ.ο. λατινικής ετυμολογίας (34ms, F1(1, 24)=8.43, p<.01 F2(1, 29)=16.13, p<.001). Οι διαφορές ανάμεσα στις μη συνδεδεμένες και στις μορφολογικές συνθήκες αντιστοιχούν στη διευκόλυνση που επέφερε το μορφολογικό παράγωγο της ΝΕ στην αναγνώριση του στόχου που ήταν στη γαλλική: και αυτό το αποτέλεσμα ήταν στατιστικά σημαντικό και για τις δύο κατηγορίες δ.ο., γαλλικής (F1(1, 24)=7.24, p<.05 F2(1, 29)=6.40, p<.05) και ελληνικής ετυμολογίας (F1(1, 24)=40.09, p<.0001 F2(1, 29)=24.31, p<.0001). Τέλος, οι μεταφραστικές και μορφολογικές συνθήκες δεν διαφέρουν στατιστικά μεταξύ τους (Fs<1) και για τους δύο τύπους δ.ο. 2.2.4.2 Κατεύθυνση μεταφραστικής προτεραιοποίησης από τη Γ2 προς τη Γ1 (Πείραμα 1β) Η κύρια επίδραση του τύπου ερεθίσματος προτεραιοποίησης (παράγοντας Α) είναι στατιστικά σημαντική (F1(2, 48)=5.14, p<.05 F2(2, 116)=5.10, p<.05), ενώ η κύρια επίδραση του παράγοντα ετυμολογία (παράγοντας C) είναι στατιστικά σημαντική μόνο στην ανάλυση ανά υποκείμενα (F1(1, 24)=9.59, p<.01 F2(1, 58)=1.92). Η κύρια επίδραση του παράγοντα λίστα (L) δεν είναι στατιστικά σημαντική, F1<1. Η αλληλεπίδραση της ετυμολογίας και του τύπου ερεθίσματος προτεραιοποίησης δεν είναι στατιστικά σημαντική (Fs<1), ούτε και η τριπλή αλληλεπίδραση ανάμεσα στους παράγοντες L, C και A (F1(4, 48)=1.14, F2(4, 48)=1.14). Λέξεις δ.ο. γαλλικής ετυμολογίας δ.ο. ελληνικής ετυμολογίας Μετάφραση (T) Μορφολογική (M) Μη συνδεδεμένη (Θ) Αποτέλεσμα προτεραιοπoίησης RT Λάθος RT Λάθος RT Λάθος Θ - Τ Θ - Μ 607 3,33 618 4,44 628 3,33 21 10 591 0,74 594 0,37 615 0,74 24* 21* Πίνακας 2β: πείραμα 1β, χρόνοι αντίδρασης (RT, σε χιλιοστά του δευτερολέπτου) και ποσοστά λάθους για λεκτική αναγνώριση στόχων στις τρεις πειραματικές συνθήκες, μετάφραση (T), μορφολογική (M), και μη συνδεδεμένη (Θ). Το αποτέλεσμα της προτεραιοποίησης εκτιμάται βάσει της μη συνδεδεμένης συνθήκης (Θ) Όσον αφορά τις διαφορές ανάμεσα στις μη συνδεδεμένες και τις μεταφραστικές συνθήκες, η στατιστική ανάλυση καταδεικνύει ότι η μεταφραστική διευκόλυνση είναι στατιστικά σημαντική για τα δ.ο. ελληνικής ετυμολογίας (24 ms, F1(1, 24)=6.28, p<.05 F2(1, 29)=12.72, p<.001), καθώς και για τα δ.ο. λατινικής ετυμολογίας (21 ms), αν και, για τα τελευταία, μόνο στην ανάλυση ανά υποκείμενα (F1(1, 24)=4.87, p<.05 F2(1, 29)=2.92). [ 117 ]
Μ. Βογκα Οι διαφορές ανάμεσα στις μη συνδεδεμένες και στις μορφολογικές συνθήκες ήταν στατιστικά σημαντικές μόνο για τα δ.ο. ελληνικής ετυμολογίας (21 ms, F1(1, 24)=4.78, p<.05 F2(1, 29)=8.07, p<.01) αλλά όχι και για τα δ.ο., γαλλικής ετυμολογίας (Fs<1). Τέλος, οι μεταφραστικές και μορφολογικές συνθήκες δεν διέφεραν στατιστικά μεταξύ τους, ούτε για τα δ.ο. ελληνικής (Fs<1) ούτε για τα δ.ο. γαλλικής ετυμολογίας (F1(1, 24)=1.70 F2(1, 29)=1.12). 2.2.5 Ερμηνεία των αποτελεσμάτων των Πειραμάτων 1α και 1β Στην κατεύθυνση Γ1 προς Γ2, διαπιστώνουμε ότι όλες οι κατηγορίες δ.ο. παράγουν αποτέλεσμα προτεραιοποίησης, τόσο μεταφραστικής, όσο και μορφολογικής, καθώς τα δύο αυτά αποτελέσματα επέρχονται στον ίδιο χρόνο, και είναι μεταξύ τους αριθμητικά και στατιστικά ισοδύναμα, 34 ms και 28 ms αντίστοιχα για τα δ.ο. γαλλικής ετυμολογίας και 56 ms και 50 ms αντίστοιχα για τα δ.ο. ελληνικής ετυμολογίας. Αυτό το αποτέλεσμα ταυτίζεται πλήρως με την προσέγγιση της Bybee, σύμφωνα με την οποία ο ειδικός χαρακτήρας των δ.ο., όσον αφορά την αναπαράστασή τους, καθώς και το προβάδισμά τους, όσον αφορά την επεξεργασία τους on-line, βασίζεται στο ότι τα δ.ο. παρουσιάζουν σύμπτωση ομοιότητας, κυρίως φωνολογικής εν προκειμένω, και σημασίας. Το αποτέλεσμα της μεταφραστικής προτεραιοποίησης είναι λοιπόν ταυτόσημο με το αποτέλεσμα μορφολογικής προτεραιοποίησης, όπως καταδεικνύει η στατιστική ανάλυση, και αυτά τα δύο αποτελέσματα (μεταφραστικό και μορφολογικό) δεν διαφέρουν μεταξύ τους, ούτε στον χρόνο στον οποίο εμφανίζονται (διάρκεια ερεθίσματος προτεραιοποίησης της τάξης των 48 ms, δηλαδή στα πρώτα στάδια της λεκτικής αναγνώρισης) ούτε στο αριθμητικό τους εύρος. Στην κατεύθυνση Γ2 προς Γ1, η στατιστική ανάλυση φέρνει στο φως δύο σημαντικά ευρήματα: αφενός, ότι η διευκόλυνση μεταφραστικής και μορφολογικής προτεραιοποίησης δεν περιορίζεται στην κατεύθυνση από τη Γ1 προς τη Γ2, αλλά μπορεί να επιτευχθεί και στην αντίθετη κατεύθυνση, παρά το γεγονός ότι στη διεθνή βιβλιογραφία αυτό το αποτέλεσμα δεν εμφανίζεται συχνά, για τον λόγο ότι πρόκειται συνήθως για συνθήκες όπου δεν υφίσταται ο ορθογραφικός δείκτης (π.χ. αγγλική ολλανδική), όπως θα δούμε διεξοδικότερα στη γενική συζήτηση αφετέρου, ότι σε αυτή τη δύσκολη κατεύθυνση, ο τύπος των δ.ο., εν προκειμένω η ετυμολογία τους, από τη Γ1 ή από τη Γ2 του υποκειμένου παίζει ρόλο: τα γαλλικά δ.ο. επιφέρουν ένα ισχνό στατιστικά αποτέλεσμα μεταφραστικής προτεραιοποίησης που είναι (στατιστικά) σημαντικό μόνο στην ανάλυση ανά υποκείμενα, ενώ αυτό των δ.ο. ελληνικής ετυμολογίας (δεδομένου ότι η Γ1 των υποκειμένων είναι η ελληνική) παρουσιάζει στατιστική σημαντικότητα και στις δύο αναλύσεις (F1 F2). Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι η μεταφραστική προτεραιοποίηση δεν είναι της ίδιας εμβέλειας για τους δύο τύπους δ.ο. Όσο για τη μορφολογική διευκόλυνση, βλέπουμε ότι τα δ.ο. γαλλικής ετυμολογίας δεν επιφέρουν αποτέλεσμα. [ 118 ]
Διαγλωσσική ομοτυπία και μεταφραστική προτεραιοποίηση Συνεπώς, το συμπέρασμα της κατεύθυνσης Γ1 προς Γ2 ως προς τη συμμετοχή του μορφολογικού παράγοντα στην προτεραιοποίηση δ.ο. ενδυναμώνεται και επεκτείνεται και στην κατεύθυνση Γ2 προς Γ1, καθώς και οι δύο συνθήκες, μορφολογική και μεταφραστική, δείχνουν να συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο, τουλάχιστον από στατιστική άποψη (δεν διαφέρουν μεταξύ τους). Και μπορεί να συνοψιστεί με την πρόταση ότι στη Γ2 προς Γ1 κατεύθυνση, επιτυγχάνουμε μεταφραστική και μορφολογική προτεραιοποίηση, αλλά μόνο για τα δ.ο. ελληνικής ετυμολογίας. 3. Γενική συζήτηση Η πρωτοτυπία των πειραμάτων που παρουσιάσαμε σε σχέση με τη βιβλιογραφία συνοψίζεται σε δύο βασικά χαρακτηριστικά. Πρώτον, τα πειράματα που παρουσιάζουμε εδώ αφορούν το ζεύγος γλωσσών ελληνική γαλλική, το οποίο, πέρα από το ότι εμφανίζεται σπάνια στις δημοσιευμένες έρευνες, επιτρέπει την εξέταση παραγόντων που είναι αρκετά δύσκολο να μελετηθούν με άλλες γλώσσες. Ένας τέτοιος παράγοντας είναι αυτός της ετυμολογίας, που παραπέμπει κατευθείαν στη μορφολογική οργάνωση της γλώσσας, και που, παρουσία του ορθογραφικού δείκτη, μπορεί να μας δώσει πολύτιμες πληροφορίες για τη φύση των συνδετικών αναπαραστάσεων στο εσωτερικό του νοητικού λεξικού. Από την πλειάδα δ.ο. της ελληνικής και της γαλλικής, αποτέλεσμα του εντατικού δανεισμού ανάμεσα στη γαλλική και την ελληνική (Αναστασιάδη-Συμεωνίδη 1994 Anastassiadis-Symeonidis 2007), προκύπτει πλήθος δ.ο., πράγμα που καθιστά δυνατή τη ανεύρεση ικανού αριθμού γλωσσικών ερεθισμάτων που αντιστοιχούν στις ανάγκες του πειράματος. Κάτι τέτοιο θα ήταν δύσκολο, αν όχι ανέφικτο, με άλλο ζεύγος γλωσσών που γράφονται με διαφορετικά αλφάβητα, όπου το μεγαλύτερο μέρος των δ.ο. είναι αποτέλεσμα μονομερούς δανεισμού (π.χ. στη μελέτη των Gollan, Forster & Frost 1997) και δεν επιτρέπει έτσι την ενδελεχή εξέταση παραγόντων όπως αυτός της ετυμολογίας. Το δεύτερο χαρακτηριστικό στο οποίο θα εστιάσουμε την προσοχή μας είναι η διπλή κατεύθυνση προτεραιοποίησης στην οποία υποβλήθηκαν τα γλωσσικά ερεθίσματα, με τους ίδιους ακριβώς συμμετέχοντες. Στη βιβλιογραφία, το αποτέλεσμα προτεραιοποίησης δεν εμφανίζεται στην κατεύθυνση Γ2 προς Γ1, ούτε σε συνθήκες κοινού αλφάβητου των υπό εξέταση γλωσσών, αλλά ούτε και στη μελέτη των Gollan, Forster & Frost (1997) που εξετάζει γλώσσες με διαφορετικά αλφάβητα. Πριν συνεχίσουμε, θα πρέπει να τονίσουμε ότι το αποτέλεσμα προτεραιοποίησης δεν είναι αυτόματο, δεν επέρχεται δηλαδή σε όλες τις μελέτες, ειδικά σε αυτές που λαμβάνουν υπόψη ζεύγη γλωσσών από διαφορετικό αλφάβητο, π.χ. οι Bowers, Mimouni & Arguin (2000) δεν επιτυγχάνουν διευκόλυνση για τα δ.ο. αραβικής αγγλικής.11 11 Πράγμα που φυσικά έρχεται σε αντίθεση με τα πειραματικά δεδομένα που προαναφέραμε, τόσο της ελληνικής όσο και της εβραϊκής, της κινεζικής και άλλων γλωσσών. [ 119 ]
Μ. Βογκα Μπορούμε να εξηγήσουμε το ότι στη δική μας έρευνα επιτυγχάνεται αποτέλεσμα στην κατεύθυνση Γ2 προς Γ1 χάρη στην παρουσία του ορθογραφικού δείκτη, αλλά σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να εξηγήσουμε γιατί οι Gollan, Forster & Frost (1997) δεν επιτυγχάνουν το ίδιo. Με άλλα λόγια, γιατί ο ορθογραφικός δείκτης, χάρη στον οποίο το σύστημα αναγνώρισης των γλωσσικών ερεθισμάτων προσανατολίζεται προς το σωστό λεξικό και αποφεύγει έτσι την άσκοπη περιφορά από το ένα λεξικό στο άλλο, οδηγώντας έτσι κατευθείαν στην αναπαράσταση της κατάλληλης λεκτικής μονάδας, λειτουργεί άψογα στη δική μας περίπτωση ενώ φαίνεται να είναι ανενεργός στην περίπτωση των Gollan, Forster & Frost (1997) Αυτό το ερώτημα ισχύει για την κατεύθυνση Γ2 προς Γ1, στην αντίθετη κατεύθυνση (Γ1 προς Γ2) τα αποτελέσματά μας συμπίπτουν με αυτά των Gollan, Forster & Frost (1997). Κατά την άποψή μου, η απάντηση εδώ μπορεί να δοθεί μόνο μέσω μιας συνολικής και όχι αποσπασματικής θεώρησης της πρόσβασης στο δίγλωσσο νοητικό λεξικό. Παίρνοντας ως δεδομένο ότι ο ορθογραφικός δείκτης συμβάλλει στο να επιτευχθεί αριθμητικά ευρεία και στατιστικά σημαντική προτεραιοποίηση, τόσο για τις μεταφραστικές συνθήκες όσο και για τις μορφολογικές, δεν πρέπει να παραμελείται η γενικότερη οργάνωση του λεξικού. Στα πλαίσια μιας μορφολογικού τύπου οργάνωσης του δίγλωσσου νοητικού λεξικού, την οποία η παρούσα μελέτη επιβεβαιώνει μαζί με άλλα πρόσφατα δεδομένα (Sánchez-Casas & García- Albea 2005 Duñabeitia, Dimitropoulou, Morris & Diependaele υπό έκδ. Voga & Anastassiadis-Symeonidis 2012) μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι λέξεις που προέρχονται ετυμολογικά από τη Γ1 ανήκουν σε λεκτικά παραδείγματα (clusters ή lexical paradigms), στο εσωτερικό των οποίων οι σύνδεσμοι θα είναι πιο στενοί σε σχέση με αυτούς που υπάρχουν στο εσωτερικό αυτών της Γ2. Με άλλα λόγια, συμμετρία στην οργάνωση του λεξικού της Γ1 και Γ2 δεν θα πρέπει απαραίτητα να σημαίνει και ισοδυναμία στις συνδέσεις ανάμεσα στις λέξεις του παραδείγματος. Η γενική οργάνωση του μοντέλου, όπως περιγράφεται στην εισαγωγή της παρούσας εργασίας, βάσει της οποίας χωροθετούμε κατά κάποιον τρόπο το δίγλωσσο νοητικό λεξικό,12 δεν καθιστά επ ουδενί το σύστημα επεξεργασίας γλωσσικών ερεθισμάτων τυφλό στα επιμέρους χαρακτηριστικά της Γ1, τα οποία αποτελούν τη βάση πάνω στην οποία χτίστηκε το νοητικό λεξικό.13 Τα δεδομένα του πειράματός μας καταδεικνύουν ακριβώς αυτό το γεγονός, ότι δηλαδή, η αρχιτεκτονική του μοντέλου, εν προκειμένω της δίγλωσσης επεξεργασίας του λόγου, δεν υπαγορεύει την ύπαρξη ή απουσία συνδέσεων ενεργοποίησης και αναστολής για τους διαφορετικούς τύπους γλωσσικών ερεθισμάτων, αλλά λειτουργεί ως ένα πλαίσιο στο εσωτερικό του οποίου αναδεικνύουμε και μελετούμε περαιτέρω μια συγκεκριμένη παράμετρο, εν προκειμένω την ετυμολογία. Για 12 Αναγκαστικά με τρόπο συμμετρικό, τουλάχιστον για τις προσεγγίσεις (α) και (γ) όπως αυτές περιγράφονται στην εισαγωγή. 13 Τουλάχιστον για τα υποκείμενά μας, για τα οποία η Γ2 είναι μια γλώσσα που μαθαίνουν αφού έχει ολοκληρωθεί η κατάκτηση της Γ1. [ 120 ]
Διαγλωσσική ομοτυπία και μεταφραστική προτεραιοποίηση να ξαναγυρίσουμε στις συνθήκες του πειράματός μας, εφόσον χωρίσαμε τα δ.ο. σε δύο κατηγορίες βάσει της ετυμολογικής-μορφολογικής τους προέλευσης κάτι που οι Gollan, Forster & Frost (1997) για παράδειγμα είναι πολύ δύσκολο να κάνουν, και έχουμε εδώ μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στις δύο μελέτες είναι λογικό να επιτυγχάνουμε αποτελέσματα μεταφραστικής και μορφολογικής προτεραιοποίησης για τα δ.ο. ελληνικής ετυμολογίας, και λιγότερο, έως καθόλου, για τα δ.ο. ξένης ετυμολογίας (πράγμα που αντιστοιχεί στις συνθήκες των Gollan, Forster & Frost (1997), όπου τα δ.ο. είναι, ως επί το πλείστον, αγγλικής ετυμολογίας, ή ετυμολογίας μη προερχόμενης από τη Γ1). Σημειώνουμε εδώ ότι στις ψυχογλωσσολoγικές μελέτες σπανίως προσμετράται η ετυμολογική προέλευση των δ.ο., και ακόμα λιγότερο για αυτές που πραγματεύονται την ελληνική. Έτσι λοιπόν, αυτό που στη βιβλιογραφία είναι ένας παραμελημένος παράγοντας (ετυμολογία), μας επιτρέπει εδώ να καταδείξουμε τον ρόλο της μορφολογίας στην οργάνωση του δίγλωσσου λεξικού, μέσω δύο οδών, αφενός, της ύπαρξης ταυτόχρονης μορφολογικής και μεταφραστικής προτεραιοποίησης και, αφετέρου, της διαφοράς ανάμεσα στους δύο τύπους δ.ο., στη δύσκολη κατεύθυνση, εκ των οποίων ο ένας προκαλεί μεταφραστική και μορφολογική προτεραιοποίηση και ο άλλος όχι (τα δ.ο. γαλλικής ετυμολογίας). Πρέπει να τονίσουμε εδώ ότι στο πλαίσιο μιας προσέγγισης που λαμβάνει υπόψη την παρουσία ή απουσία του ορθογραφικού δείκτη και αποδίδει σημαντικό ρόλο στην μορφολογία, είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε για ποια ακριβώς μορφολογία μιλάμε. Τα αποτελέσματά μας συνηγορούν σε μια παραδειγματικού τύπου οργάνωση, όπου ο ρόλος του μορφολογικού παράγοντα δεν υπακούει σε μια μορφηματική λογική, βασισμένη στα μορφήματα (π.χ. Taft & Forster 1975 Rastle & Davis 2008). Εάν αυτή ήταν η περίπτωση, το δ.ο. chocolat-ier θα έπρεπε να επιφέρει την ίδια διευκόλυνση στο στόχο σοκολάτα με αυτήν που επιφέρει το idé-al στο στόχο ιδέα (στην κατεύθυνση Γ2 προς Γ1) μια και τα δύο μπορούν να χωριστούν σε μορφήματα το ίδιο εύκολα. Πλην όμως τα πειράματά μας αποδεικνύουν το αντίθετο. Ο μορφολογικός παράγοντας στην αναγνώριση και επεξεργασία των δ.ο. επεμβαίνει σε επίπεδο που υπερβαίνει το λεξικό επίπεδο (supra-lexical Giraudo & Grainger 2001 2003 Voga & Giraudo 2009 Voga, Giraudo & Anastassiadis-Symeonidis 2012 Giraudo & Voga 2013, για το μονόγλωσσο λεξικό της ελληνικής και της γαλλικής αντίστοιχα). Είναι ανάγκη η οργάνωση βάσει λεκτικών παραδειγμάτων την οποία επιβεβαιώνουν τα αποτελέσματά μας καθώς και άλλα πρόσφατα εμπειρικά δεδομένα, να λαμβάνεται υπόψη στα πλαίσια της διδασκαλίας της Γ2. Η πρώτη διδακτική εφαρμογή που προτείνουμε, και που απευθύνεται σε μεσαίου επιπέδου μαθητές των FLE (Français Langue Étrangère) ή των GLE (Grec Langue Étrangère) είναι λοιπόν η εξής: να διδάσκεται το λεξικό της Γ2 (και φυσικά και αυτό της Γ1) μέσα από οικογένειες λέξεων, σύμφωνα με μια παραδειγματική λογική, προσαρμοσμένη στην οργάνωση σε λεκτικά παραδείγματα του νοητικού λεξικού. Από αυτή την άποψη, οι ασκήσεις με οικογένειες λέξεων θα βοηθήσουν σημα- [ 121 ]