ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Διπλωματική Εργασία Γνωστικό Αντικείμενο: Διεθνείς Σχέσεις Τίτλος εργασίας: «Κριτική Προσέγγιση στην Αρκτική Γεωπολιτική» Μαρία Καλπακίδου Α.Ε.Μ. 565 Επιβλέπων καθηγητής: Μιλτιάδης Σαρηγιαννίδης Μαθήματα Β έτους σπουδών: 1. Διεθνείς Σχέσεις Κωνσταντίνος Χατζηκωνσταντίνου Μιλτιάδης Σαρηγιαννίδης 2. Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο Κωνσταντίνος Χατζηκωνσταντίνου Μιλτιάδης Σαρηγιαννίδης 3. Διεθνές Οικονομικό Δίκαιο Παναγιώτης Γκλαβίνης Θεσσαλονίκη 2014
3 Περιεχόμενα Συντομογραφίες Α. Εισαγωγή.. 7 Β. Θεωρητική Προσέγγιση 1. Γεωπολιτική.....12 1.1 Κυριότεροι εκφραστές της γεωπολιτικής..13 1.2 Η έννοια της Γεωπολιτικής 16 1.3 Η Κριτική Γεωπολιτική..19 1.4 Η Αρκτική Κριτική Γεωπολιτική...23 2.1 Ιστορική αναδρομή 28 2.2 Ιστορική καμπή-«πρωτοβουλία Μουρμάνσκ»..30 Γ. Διαστάσεις της νέας αρκτικής γεωπολιτικής 1. Η αρκτική περιοχή 1.1 Αρκτικό φυσικό περιβάλλον.. 33 1.2Υδρογονάνθρακες...37 1.3 Ναυσιπλοΐα. 42 2.1 Αυτόχθονες Λαοί και κάτοικοι της Αρκτικής....47 2.1.1 Inuit Circumpolar Council..50 3. Θεσμική Διάσταση 3.1 Αρκτικό Συμβούλιο 53 3.1.1 Η Διακήρυξη του Ilulissat(The Ilulissat Declaration) 57 3.2 Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS III)..60 Δ. (Γεω)Πολιτική των αρκτικών κρατών 1.Οι εθνικές στρατηγικές των αρκτικών κρατών 1.1 Δανία..67 1.2 Η.Π.Α.... 68 1.3 Ισλανδία.. 70 1.4 Καναδάς. 72 1.5 Νορβηγία....75 1.6 Ρωσία..76 1.7 Σουηδία.. 78 1.8 Φινλανδία... 79
4 2. Σημεία τριβής ανάμεσα στα κράτη 2.1 Η.Π.Α.-Καναδάς.... 81 2.2 Δανία-Καναδάς-Ρωσία... 82 2.3 Καναδάς-Δανία..83 2.4 Νορβηγία 83 Ε. Άλλοι Ενδιαφερόμενοι 1. Ε.Ε... 85 2. Ο.Η.Ε... 88 3. Ηνωμένο Βασίλειο...90 4. Ιαπωνία.91 5. Ινδία..92 6. Κίνα..93 7. Νότια Κορέα.94 Στ. Καταληκτικά Συμπεράσματα. 95 Παράρτημα Ι Άρθρα της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας-UNCLOS III...100 Παράρτημα II Χάρτες-Διαγράμματα...117 Βιβλιογραφία 123
5 Συντομογραφίες AAC: Arctic Atabaskan Council ACAP: Arctic Contaminants Action Programme AEPS: Arctic Environmental Protection Strategy AMAP: Arctic Monitoring and Assessment Programme AIA: Aleut International Association ΑΟΖ: Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη ATS: Antarctic Treaty System BAS: British Antarctic Survey BEAC: Barents Euro-Arctic Council Β Π. Π.: Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος CAFF: Conservation of Arctic Flora and Fauna CARA: Circum-Arctic Resource Appraisal CLCS: Commission on the Limits of the Continental Shelf CSS: Center for Security Studies D.E.W. Line: Distant Early Warning Line EBRD: European Bank for Reconstruction and Development Ε.Ε.: Ευρωπαϊκή Ένωση ΕΚ: Ευρωπαϊκή Κοινότητα EPPR: Emergency Prevention, Preparedness and Response ΕΣΣΔ: Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών GCI : Gwich in Council International GEF: Global Environmental Facility Η.Ε.: Ηνωμένα Έθνη ICC: Inuit Circumpolar Conference IMO: International Maritime Organization ISA: International Seabed Authority ITLOS: International Tribunal for the Law of the Sea ΚΕΠΠΑ: Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας Μ.Κ.Ο.: Μη Κυβερνητικός Οργανισμός ΜΜΕ: Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης NEP: Northeast Passage
6 NERC: Natural Environment Research Council NSR: Northern Sea Route NWP: Northwest Passage OPEC: Organization of the Petroleum Exporting Countries PAME: Protection of the Arctic Marine Environment PCB: Polychlorinated Biphenyls POP: Persistent Organic Pollutants RAIPON: Russian Association of Indigenous Peoples of the North RREC: Russian Regional Environmental Center SA: Saami Council SAR Agreement: Search and Rescue Agreement ΣΔΘ: Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας SIPRI: Stockholm International Peace and Research Institute SDWG: Sustainable Development Working Group SWIPA: Snow, Water, Ice, Permafrost in the Arctic UNCLOS: United Nations Convention on the Law of the Sea UNDP: United Nations Development Programme UNDRIP: United Nations Declaration on the Rights of Indigenous Peoples UNEP: United Nations Environmental Programme UNESCO: United Nations Scientific and Cultural Organization UNFCCC: United Nations Framework Convention on Climate Change USGS: United States Geological Survey
7 Α. Εισαγωγή Η Αρκτική είναι ένας χώρος που τις τελευταίες δεκαετίες μεταβάλλεται συνεχώς. Βασική αιτία πρόκλησης των αλλαγών είναι η κλιματική αλλαγή. Η αύξηση της θερμοκρασίας και το λιώσιμο των πάγων στον Αρκτικό Ωκεανό και στην εδαφική επικράτεια των αρκτικών κρατών αποτελεί μια από τις σημαντικότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, που επηρεάζει άμεσα το αρκτικό περιβάλλον. Ως αρκτικό περιβάλλον εννοείται ο φυσικός χώρος ο οποίος φιλοξενεί τη χλωρίδα και την πανίδα της αρκτικής περιοχής αλλά και τους αυτόχθονες κατοίκους που διαβιούν εκεί εδώ και χιλιάδες χρόνια. Στο πλαίσιο αυτών των αλλαγών, τα αρκτικά κράτη έχουν αναλάβει συνεργατικές πρωτοβουλίες με σκοπό την πρόληψη και την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων. Παράλληλα, η εμφάνιση νέων ευκαιριών στην Αρκτική (φυσικοί πόροι, ναυσιπλοΐα) περιπλέκει τις σχέσεις των αρκτικών κρατών. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει την ανάπτυξη ενός δικτύου σχέσεων και πολιτικών οι οποίες, σε συνδυασμό με την εμπλοκή ετερόκλητων παραγόντων, διαμορφώνουν την αναδυόμενη αρκτική γεωπολιτική. Αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση όλων των παραγόντων που συμβάλλουν στη διαμόρφωση της αρκτικής γεωπολιτικής. Στο πλαίσιο της ανάλυσης αυτής ως Αρκτική εννοείται η περιοχή που περιλαμβάνει τον Αρκτικό Ωκεανό και τα εδαφικά τμήματα των οκτώ αρκτικών κρατών (ήτοι Δανία/Γροιλανδία-Φερόες Νήσοι, Η.Π.Α., Ισλανδία, Καναδάς, Νορβηγία, Ρωσία, Σουηδία, Φινλανδία) τα οποία βρίσκονται βορείως του Αρκτικού Κύκλου. Ο Αρκτικός Κύκλος ορίζεται από τους επιστήμονες ως η νοητή κυκλική γραμμή στον 66 32 της γης. Η Αρκτική στο πλαίσιο της εργασίας, δεν εννοείται σύμφωνα με την επιστημονική χρήση του όρου η οποία την ορίζει είτε ως την περιοχή βορείως της αρκτικής δενδρογραμμής, είτε ως την περιοχή όπου η θερμοκρασία δεν ξεπερνά κατά μέσο όρο τους 10 C τη θερινή περίοδο, είτε ως την περιοχή όπου υπάρχουν έξι μήνες συνεχούς μέρας και έξι μήνες συνεχούς νύχτας. Αυτό που ενδιαφέρει στην παρούσα ανάλυση είναι ένας ορισμός που να περιλαμβάνει όλες τις εκφάνσεις της αρκτικής γεωπολιτικής στην ευρύτερη περιοχή της Αρκτικής. Στο πρώτο κεφάλαιο της εργασίας γίνεται μια ιστορική αναδρομή και ανάλυση της έννοιας της «γεωπολιτικής» γενικά, με αφετηρία τη γέννηση του όρου από τον Σουηδό πολιτικό Rudolf Kjellen οποίος τον εφηύρε το 1899. Παρατίθενται ορισμένα βασικά στοιχεία των θεωρητικών προσεγγίσεων των εκπροσώπων των
8 τριών σημαντικότερων σχολών σκέψης, (αγγλοσαξονική, γερμανική, γαλλική), οι οποίες συνέβαλαν στη διαμόρφωση της γεωπολιτικής ανάλυσης. Από τον H. J. Mackinder και τη θεωρία του για τη Heartland, τον A. T. Mahan και τη ναυτική ισχύ (αγγλοσαξονική σχολή), τον K. Haushofer και τον Ratzel και τη σημασία του χώρου για την ανάπτυξη του κράτους, ως τον Y. Lacoste και τον J. Ancel και τη σημασία των συνόρων στη διαμόρφωση της γεωπολιτικής. Στη συνέχεια γίνεται αναφορά στην επαναφορά του όρου στους κύκλους των πολιτικών συζητήσεων, μετά τον παραγκωνισμό που υπέστη, στα χρόνια μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο εξαιτίας της συνειρμικής σύνδεσής του με τη ναζιστική «geopolitik», επαναφορά που έγινε με αφορμή την έκδοση του βιβλίου White House Years από τον Henry Kissinger το 1979, στο οποίο έκανε πολύ συχνή χρήση του όρου διαφοροποιώντας, ωστόσο, το νόημα και το περιεχόμενό του. Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, υπήρξαν μελετητές οι οποίοι αναφέρθηκαν στο τέλος της γεωπολιτικής και την έλευση της «γεωοικονομίας», την οποία όριζαν ως τη μετατόπιση των σχέσεων από τον πολιτικό-στρατιωτικό στον εμπορικό-οικονομικό τομέα. Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση δεν αποτέλεσε την αναγνώριση του «τέλους της γεωπολιτικής», αλλά αντίθετα την διεύρυνση του αναλυτικού της πεδίου. Ακολουθεί παρουσίαση των βασικών στοιχείων του νεοαναδυόμενου κλάδου της «κριτικής γεωπολιτικής-critical geopolitics», η οποία εμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας 1990, και η προσέγγισή της είχε ως σκοπό την απομάκρυνση της γεωπολιτικής από τις ιστορικές συνδέσεις της και τη δημιουργία ενός ξεχωριστού πεδίου μελέτης. Η κριτική γεωπολιτική αμφισβητεί τις σχέσεις ισχύος και προσπαθεί να ενοοιολογήσει τη γεωπολιτική διαμόρφωση του κόσμου μέσα από τις γεωγραφικές αναπαραστάσεις των κρατών. Βασικός σκοπός της κριτικής γεωπολιτικής ανάλυσης είναι η φανέρωση των πολιτικών πρακτικών των κρατών, που διαφορετικά θα έμεναν στην αφάνεια. Η αρκτική κριτική γεωπολιτική, αποτελεί την προσπάθεια ολοκληρωμένης αντίληψης των σχέσεων όπως διαμορφώνονται στο αρκτικό περιβάλλον. Σκοπός της αρκτικής γεωπολιτικής είναι να εξηγήσει το γεωγραφικό προσδιορισμό της πολιτικής, όπου η Αρκτική δεν αποτελεί απλά ένα γεωγραφικό τοπίο, αλλά το μέσο δια του οποίου ο χώρος της Αρκτικής προσδιορίζεται και αναπαρίσταται με διαφορετικούς τρόπους, μέσα από το πλέγμα των σχέσεων των εμπλεκομένων παραγόντων. Μετά από μια σύντομη ιστορική αναδρομή στη στρατηγική σημασία της Αρκτικής την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, γίνεται αναφορά στην ιστορική καμπή
9 για την αρκτική γεωπολιτική το 1987, με την ομιλία του Mikhail Gorbachev στο Μουρμάνσκ της Ρωσίας, η οποία έμεινε γνωστή ως «Η Πρωτοβουλία του Μουρμάνσκ» και η οποία αφορούσε στην πρόσκληση σε διάλογο και αφοπλισμό μεταξύ Ανατολής και Δύσης και στη μεταμόρφωση της Αρκτικής σε μια «ζώνη ειρήνης». Η πρωτοβουλία αυτή έχει ιστορική σημασία για την αρκτική γεωπολιτική, καθώς αποτέλεσε την αφετηρία για την έναρξη των συνεργατικών πρωτοβουλιών ανάμεσα στα αρκτικά κράτη, οι οποίες οδήγησαν αργότερα στη δημιουργία του Αρκτικού Συμβουλίου-Arctic Council, τη βασική θεσμική διάσταση της αρκτικής γεωπολιτικής. Στο επόμενο κεφάλαιο αναλύεται το αρκτικό φυσικό περιβάλλον και οι προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα αρκτικά κράτη εξαιτίας των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Στη συνέχεια γίνεται αναφορά στους φυσικούς πόρους της Αρκτικής και στις εκτιμήσεις της γεωλογικής έρευνας των Η.Π.Α. (USGS 2007), σύμφωνα με την οποία ο πυθμένας του Αρκτικού Ωκεανού αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη ανεξερεύνητη περιοχή με ορυκτό πετρέλαιο και με αποθέματα που υπολογίζονται σε 90 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου και 1.669 δισεκατομμύρια κυβικά φυσικού αερίου. Η δημοσίευση της έρευνας προκάλεσε το διεθνές ενδιαφέρον και την προσπάθεια πολλών να συμμετάσχουν στις γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή. Στη συνέχεια, παρουσιάζεται η σημασία της διάνοιξης των οδών ναυσιπλοΐας στην Αρκτική (Northwest Passage, Northern Sea Route), ως αποτέλεσμα της τήξης των πάγων στον Αρκτικό Ωκεανό. Το γεγονός αυτό, μπορεί να έχει πολύ σημαντικές επιπτώσεις για την παγκόσμια ναυσιπλοΐα καθώς θα σημάνει τη μείωση του κόστους και των αποστάσεων των θαλάσσιων μεταφορών κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό σε σχέση με τα υπάρχοντα περάσματα. Οι πόροι του αρκτικού πυθμένα και η διάνοιξη των οδών ναυσιπλοΐας αποτελούν δύο από τις σημαντικότερες συνιστώσες της αρκτικής γεωπολιτικής. Οι αυτόχθονες λαοί της Αρκτικής αποτελούν επίσης ένα πολύ σημαντικό κομμάτι στη διαμόρφωση της αρκτικής γεωπολιτικής. Στο πλαίσιο ενός περιβάλλοντος διαρκών αλλαγών και εξωγενών παρεμβάσεων στον χώρο που για αυτούς αποτελεί πατρίδα και τόπο διαβίωσης, προσπαθούν να ισχυροποιήσουν τη θέση τους και να προασπίσουν τα δικαιώματά τους με βασικό νομικό κείμενο τη Διακήρυξη για τα Δικαιώματα των Αυτοχθόνων Λαών (UNDRIPS) και τη συμμετοχή στις πολιτικές διαβουλεύσεις για την περιοχή, κυρίως μέσω του Αρκτικού
10 Συμβουλίου αλλά και ανεξάρτητων δράσεων των οργανώσεων των αυτοχθόνων, και ιδιαίτερα του Inuit Circumpolar Council. Στο επόμενο κεφάλαιο, αναλύεται η θεσμική διάσταση της αρκτικής γεωπολιτικής όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τη λειτουργία του Αρκτικού Συμβουλίου και τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS III). Το Αρκτικό Συμβούλιο, το οποίο ιδρύθηκε το 1996 από τα οκτώ αρκτικά κράτη με τη Διακήρυξη της Οττάβα, αποτελεί ένα διακυβερνητικό forum στο οποίο μετέχουν τα αρκτικά κράτη και οι οργανώσεις των αυτοχθόνων, με σκοπό τη λήψη πρωτοβουλιών και δράσεων αναφορικά με ζητήματα της αρκτικής περιοχής και κυρίως του αρκτικού φυσικού περιβάλλοντος, και την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων. Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, αποτελεί το νομικό κείμενο που έχουν επιλέξει τα πέντε αρκτικά παράκτια κράτη, (Δανία, Η.Π.Α., Καναδάς, Νορβηγία, Ρωσία) με Διακήρυξή τους το 2008 (The Ilulissat Declaration) για την επίλυση όποιων ζητημάτων ανακύπτουν αναφορικά με τον Αρκτικό Ωκεανό. Παράλληλα, αποτέλεσε έναν τρόπο ευθείας δήλωσης των παράκτιων κρατών πως δεν επιθυμούν τη δημιουργία ενός νέου, ξεχωριστού νομικού καθεστώτος για την Αρκτική ανάλογου της Συνθήκης για την Ανταρκτική, επιχειρώντας με αυτόν τον τρόπο να σταματήσουν τις ανάλογες συζητήσεις που είχαν αρχίσει να αναπτύσσονται. Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που ενδιαφέρει τα αρκτικά κράτη, είναι η δυνατότητα που έχουν βάσει της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας να επεκτείνουν το εξωτερικό όριο της υφαλοκρηπίδας τους, μετά από κατάθεση σχετικών πληροφοριών στην Επιτροπή για τα Όρια της Υφαλοκρηπίδας (CLCS), όπως ορίζεται στη Σύμβαση. Σε αυτό το σημείο δημιουργούνται ζητήματα αλληλεπικαλυπτόμενων αξιώσεων για την επίλυση των οποίων τα αρκτικά κράτη φαίνεται πως συνεργάζονται μεταξύ τους. Πρόσθετα, η σημασία της επέκτασης της υφαλοκρηπίδας των παρακτίων κρατών έχει αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία μετά τις πρόσφατες εκτιμήσεις για την ύπαρξη τεραστίων αποθεμάτων υδρογονανθράκων στον Αρκτικό Ωκεανό. Στο επόμενο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι εθνικές πολιτικές των αρκτικών κρατών για την Αρκτική έτσι όπως εκτίθενται μέσα από τα επίσημα κυβερνητικά έγγραφα. Στις πολιτικές καθίσταται φανερή, η σημασία που δίνουν τα αρκτικά κράτη στην περιοχή, ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία, μέσα από την προσπάθεια να ενσωματώσουν στις πολιτικές τους όλες τις εκφάνσεις του αρκτικού περιβάλλοντος και των προκλήσεων που δέχεται σε συνδυασμό με τη στρατηγική για τη μεγιστοποίηση της δυνατότητας διαφύλαξης των εθνικών συμφερόντων στην περιοχή
11 και την αποκόμιση οφέλους από τις ευκαιρίες που προβάλλουν. Τα εθνικά συμφέροντα των κρατών πολλές φορές αποτελούν αιτία προστριβών μεταξύ τους. Υπάρχουν διαφιλονικούμενες περιοχές στην Αρκτική για το καθεστώς των οποίων τα αρκτικά κράτη προβάλουν διεκδικήσεις που τα φέρνουν σε αντιπαράθεση. Ωστόσο, ορισμένες από αυτές επιλύθηκαν πρόσφατα με διαπραγμάτευση ανοίγοντας το δρόμο για την επίλυση τέτοιων ζητημάτων με συνεργασία και όχι με αντιπαράθεση ή σύγκρουση όπως αναμένουν πολλοί. Στο τελευταίο κεφάλαιο γίνεται μια σύντομη αναφορά στα κυριότερα ενδιαφερόμενα μέρη (πέραν των αρκτικών κρατών). Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί έναν από τους περισσότερο ενδιαφερόμενους δρώντες στην Αρκτική και τα τελευταία χρόνια εργάζεται για τη διαμόρφωση μιας επίσημης ευρωπαϊκής αρκτικής πολιτικής. Το Ηνωμένο Βασίλειο, η Κίνα, η Νότια Κορέα, η Ιαπωνία και η Ινδία αποτελούν τα κράτη εκείνα που προσπαθούν να ισχυροποιήσουν την παρουσία τους στη περιοχή μέσω της θέσης τους ως παρατηρητές στο Αρκτικό Συμβούλιο και της διενέργειας επιστημονικών ερευνών στον Αρκτικό Ωκεανό. Οι ευκαιρίες που προβάλλουν μέσα από τη διάνοιξη των θαλάσσιων οδών και την εκμετάλλευση των πόρων που βρίσκονται στον πυθμένα του Αρκτικού Ωκεανού, είναι τα βασικότερα κίνητρα στην αναζήτησή μιας θέσης στη διαμόρφωση της αρκτικής γεωπολιτικής. Ωστόσο, αυτό μπορεί να τα φέρει σε αντιπαράθεση με τα αρκτικά κράτη, τα οποία ασκούν κυριαρχία στο μεγαλύτερο μέρος του Αρκτικού Ωκεανού, τον οποίο οι μη-αρκτικοί δρώντες προτιμούν να θεωρούν ως «πάνδημο χώρο-global common». Η αρκτική γεωπολιτική όπως και η αρκτική περιοχή είναι υπό συνεχή διαμόρφωση. Η ιδιαιτερότητά της καθίσταται φανερή από την ανάπτυξη των σχέσεων των ενδιαφερομένων μερών. Υπάρχει ένα πλήθος ετερόκλητων παραγόντων που συμβάλλουν στη διαμόρφωσή της (φυσικό περιβάλλον, κλιματική αλλαγή, φυσικοί πόροι, ναυσιπλοΐα, εθνικές στρατηγικές των αρκτικών κρατών, Αρκτικό Συμβούλιο, Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, Αυτόχθονες Λαοί, ενδιαφερόμενα μη-αρκτικά κράτη) οι οποίοι θα πρέπει να εξετάζονται ξεχωριστά αλλά και σε συνδυασμό μεταξύ τους προκειμένου να δημιουργηθεί μια ολοκληρωμένη εικόνα για την αρκτική γεωπολιτική. Η ισότιμη εξέταση αυτών των παραγόντων και των δυναμικών που αναπτύσσουν βοηθά στην κατανόηση της αρκτικής γεωπολιτικής η οποία σταδιακά αναπτύσσεται σε ξεχωριστό κλάδο μελέτης.
12 Β. Θεωρητική Προσέγγιση 1. Γεωπολιτική Ο όρος «γεωπολιτική» επινοήθηκε από τον Rudolf Kjellen το 1899 και αφορούσε την ενασχόληση με τη γεωγραφία και την πολιτική (γεω-πολιτική). Η γεωπολιτική σκέψη και ανάλυση καλλιεργήθηκαν στα τέλη του 19 ου και στις αρχές του 20 ου αιώνα. Ως μορφή γνώσης η γεωπολιτική αναπτύχθηκε την εποχή του έντονου ανταγωνισμού των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της εποχής μεταξύ 1870-1945. Η εποχή εκείνη χαρακτηρίστηκε από την επέκταση της αποικιοκρατίας, την τεχνολογική πρόοδο και τις κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές. Μεταξύ αυτών των δυνάμεων ξεχώριζε η Βρετανική Αυτοκρατορία, και ακολουθούσαν η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Ρωσία και οι Η.Π.Α. Όλες οι δυνάμεις είχαν στρατηγικούς αναλυτές οι οποίοι συνέβαλλαν στη διαμόρφωση της γεωπολιτικής προσέγγισης κάθε χώρας και της στρατηγικής της. Υπάρχουν τρεις βασικές σχολές εκπροσώπησης, η γερμανική, η αγγλοσαξονική και η γαλλική. Οι σχολές αυτές ονομάζονται «γεωγραφικές σχολές» καθώς η γεωπολιτική θεωρείται πεδίο ανάλυσης της πολιτικής γεωγραφίας. Κύριοι εκφραστές αυτών των σχολών υπήρξαν ενδεικτικά, οι Friedrich Ratzel, Karl Haushofer (γερμανική), Sir Halford Mackinder, Nicolas Spykman (αγγλοσαξονική), Jacques Ancel και Yves Lacoste (γαλλική). 1 Η κλασική γεωπολιτική καλλιεργήθηκε μέσα από την πάγια αντίληψη των κρατών της Ευρώπης, για την ισορροπία ισχύος και τη διεθνή πολιτική του 20 ου αιώνα. Ως εκ τούτου, συνδέθηκε στενά με τις ανταγωνιστικές φιλοδοξίες των ευρωπαϊκών κρατών. Για παράδειγμα, οι ιδέες του Ratzel για το χώρο προέκυψαν από την αγωνία που υπήρχε αναφορικά με τη θέση της Γερμανίας στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Αντίστοιχα, η θεωρία του βρετανού στοχαστή Mackinder συνδέονταν με τη θέση της Βρετανίας. Επομένως, συνάγεται ότι η γεωπολιτική θα πρέπει να εννοείται καλύτερα μέσα στο ιστορικό της πλαίσιο. 2 1 O Tuathail, G., Thinking Critically About Geopolitics, στο O Tuathail, G., Dalby, S., Routledge, P. (επ.), The Geopolitics Reader, Routledge, London and New York, 1998, σ. 1.Μάζης, Ι., Γεωπολιτική: Η Θεωρία και η Πράξη, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2002, σ. 10-13. O Tuathail, G., Post modern Geopolitics? The modern geopolitical imagination and beyond, στ O Tuathail, G., Dalby, S. (επ.), Rethinking Geopolitics, Routledge, London and New York, 1998, σ. 15. 2 O Tuathail, G., Thinking Critically About Geopolitics, ό.π., Kuus, M., Critical Geopolitics, University of British, Columbia, σ. 2, διαθέσιμο στο: http://www.isacompss.com/info/samples/criticalgeopolitics_sample.pdf, τελευταία ανάκτηση: 10/11/2014. O Tuathail, G., The Postmodern Geopolitical Condition: States, Statecraft, and Security at the Millennium, Annals of the Association of American Geographers, 90:1, 2000, σ. 1. Cuddy- Keane, M., Modernism, Geopolitics, Globalization, Modernism/Modernity, 10:3, 2003, σ. 2.
13 1.1 Οι κυριότεροι εκφραστές της γεωπολιτικής Ο Friedrich Ratzel θεωρείται πατέρας της γερμανικής σχολής. Στο έργο του «Πολιτική Γεωγραφία», θεμελιώνει για πρώτη φορά την έννοια της υπαγωγής της γεωγραφίας στην υπηρεσία του κράτους. Σκοπός του ήταν η δημιουργία ενός εργαλείου χωρικής ανάλυσης στην υπαγωγή της κρατικής εξουσίας, διότι θεωρούσε την εφαρμογή της επιστήμης της γεωγραφίας πολύ σημαντική στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Η κριτική που δέχθηκε το έργο του τον συνέδεε με την ανάπτυξη του ιμπεριαλισμού και της έννοιας του «κράτους-οργανισμού» που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το έδαφος και που αργότερα χρησιμοποιήθηκε από τη ναζιστική Γερμανία για την αναζήτηση του «ζωτικού χώρου-lebensraum». 3 Ο Rudolf Kjellen, σουηδός πολιτικός επιστήμονας, επηρεάστηκε από το έργο του Ratzel και εξέλιξε την αναλυτική μέθοδο της επιστήμης της γεωγραφίας στη γεωπολιτική. Το 1916 στο έργο του «Το κράτος ως μορφή ζωής», χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο «γεωπολιτική». Με τον όρο αυτόν ήθελε να επισημάνει τρία χαρακτηριστικά γνωρίσματα του κράτους: Την τοποθεσία του σε σχέση με τα άλλα κράτη, τη μορφολογία του εδάφους, την επιφάνεια και τα φυσικά χαρακτηριστικά αυτού του εδάφους (topopolitik, morphopolitik, physiopolitik όπως τα ονόμασε αντίστοιχα). Στη σκέψη του Kjellen ο χώρος υπερισχύει, αποτελώντας πηγή ζωτικότητας και ισχύος για το κράτος. 4 Ο γερμανός Karl Haushofer ανέπτυξε το έργο του την περίοδο του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου και στη συνέχεια υπερασπίστηκε την ανάγκη αναζήτησης του απαραίτητου χώρου για την ανάπτυξη του γερμανικού λαού, ως απάντηση στις ρυθμίσεις που επέβαλε η Συνθήκη των Βερσαλλιών. Σύμφωνα με τον Haushofer, αντικειμενικός σκοπός της γεωπολιτικής είναι η διεθνής ανάδειξη ενός περιορισμένου αριθμού κρατών, καθένα εκ των οποίων θα ήλεγχε μια ζώνη επιρροής (ο αριθμός των οποίων δε θα έπρεπε να ξεπερνά τις τέσσερις), με τη Γερμανία να ελέγχει την Κεντρική Ευρώπη. Επίσης, θεωρούσε πολύ σημαντική τη δημιουργία ενός «άξονα» ανάμεσα στη Γερμανία τη Ρωσία και την Ιαπωνία, προκειμένου να εξουδετερωθούν οι αγγλοσαξονικές δυνάμεις. Υποστήριζε ότι ένας από τους λόγους που ηττήθηκε η 3 Μάζης, Ι., ό.π., σ. 10-13. Βλ. επίσης, Ratzel F., Studies in Political Areas: The Political Territory in Relation to Earth and Continent, The American Journal of Sociology, 3:3, 1987, 297-313. 4 Ό.π., σ.13-15. Ο Kjellen εισήγαγε διάφορους νεολογισμούς προκειμένου να ονομάσει χαρακτηριστικά στοιχεία του κράτους, ένας εκ των οποίων ήταν η «γεωπολιτική». Οι άλλοι ήταν οι «demopolitik», «kratopolitik», «sociopolitik», «ekonomipolitik», χωρίς όμως να έχουν την ίδια απήχηση. Βλ. σχετικά Mamadouh, V. D., Geopolitics in the nineties: one flag many meanings, GeoJournal, 46:4, 1998, σ. 1.
14 Γερμανία κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν η απουσία γνώσης της γεωπολιτικής. Τόνιζε πως η γεωπολιτική παρέχει τη δυνατότητα διενέργειας προβλέψεων και μια ρεαλιστική αντίληψη για τον κόσμο ο οποίος μεταβάλλεται συνεχώς. 5 Ο Sir Halford J. Mackinder υπήρξε ο κύριος εκφραστής της αγγλοσαξονικής σχολής, η οποία θεωρείται και ως η «κλασική γεωπολιτική». Το έργο που έκανε διεθνώς γνωστή τη σκέψη του ήταν το «The Geographical Pivot of History», το οποίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1906. Βασικό σημείο της ανάλυσης του Mackinder ήταν η ύπαρξη ενός Κεντρικού Άξονα (ή Κεντρικής Γης) τον οποίο ονόμασε «Heartland». Η δυνατότητα ελέγχου αυτής της περιοχής θα σήμαινε την κυριαρχία επί της «Πλανητικής Νήσου-World Island», η οποία για τον Mackinder αποτελείται από την Ευρώπη την Αφρική και την Ασία. Επίσης, η Heartland περιβάλλεται από τον «εσωτερικό ή περιφερειακό ημιδακτύλιο (ημισέληνο)-inner or marginal crescent», ο οποίος αποτελείται από τη Δυτική Ευρώπη, την Εγγύς-Μέση Ανατολή και τη Νοτιοανατολική Ασία. Ακολούθως, αυτός ο ημιδακτύλιος περιορίζεται από τον έτερο δακτύλιο στα άκρα του οποίου βρίσκονται τα νησιωτικά υποσυστήματα της Ιαπωνίας και των βρετανικών νήσων, τον οποίο ονομάζει «εξωτερικό ή νησιωτικό δακτύλιοouter or insular crescent», και ο οποίος αποτελείται από την Αμερική, τα νησιά του Ν. Ειρηνικού και της Αυστραλίας. Μέσα από τη σύνθετη αυτή γεωγραφική κατανομή προκύπτουν ισορροπίες ισχύος από τον ανταγωνισμό ανάμεσα στον Κεντρικό Άξονα και το Νησιωτικό Δακτύλιο. 6 Η σκέψη του Mackinder επικεντρώνει κυρίως στη σταθερότητα και στη σημασία της τεχνολογικής προόδου. Ο συσχετισμός της δυνατότητας ελέγχου μεγάλων εδαφικών εκτάσεων με την ισχύ ενός κράτους, αποτυπώθηκε στη γνωστή ρήση του: «Who rules East Europe commands the Heartland; Who rules the Heartland commands the World-Island; Who rules the World-Island commands the World» 7 5 O Tuathail, G., Thinking Critically About Geopolitics, ό.π., σ. 20-21. Μάζης, Ι., ό.π., σ. 16-18. Λιούσης, Ν., Ντάλης, Σ., «Εισαγωγή», στο Λιούσης, Ν., Ντάλης, Σ., (επ.) Οι Διεθνείς Σχέσεις στη Μεταψυχροπολεμική Εποχή: Από τη Γεωπολιτική στη Γεωοικονομία και οι Προκλήσεις του 21 ου αιώνα, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 1999, σ. 13. Flint, C., Introduction to Geopolitics, Routledge, London and New York, 2006, σ. 20-21. 6 Λιούσης, Ν., Ντάλης, Σ., ό.π., Μάζης, Ι., ό.π., σ. 18-19. Dalby, S., Geopolitics, The Revolution in Military Affairs and the Bush Doctrine, YCISS (York Centre for International and Security Studies) Working Paper, Number 49, May 2008, σ. 3, διαθέσιμο στο http://yorkspace.library.yorku.ca/xmlui/bitstream/handle/10315/1308/yci0002.pdf?sequence=1, τελευταία ανάκτηση 25/11/2014. 7 Τη φράση αυτή κατέγραψε στο έργο του «Democratic Ideals and Reality», 1919, όπως παρατίθεται στο O Tuathail, G., Thinking Critically About Geopolitics, ό.π. σ. 17-18, ο οποίος σημειώνει, πω
15 Ο Alfred T. Mahan, αξιωματικός του αμερικανικού ναυτικού, στο έργο του «The Influence of Sea Power Upon History» που εκδόθηκε το 1890, ανέλυσε τη σημασία της ναυτικής ισχύος για τη στρατηγική υπεροχή μιας χώρας. Τη φυσική γεωγραφία την περιέγραφε ως τη σχέση ανάμεσα στο έδαφος και τη θάλασσα, και της απέδιδε ιδιαίτερη σημασία για στην ανάπτυξη μιας ναυτικής δύναμης. Σύμφωνα με τον Mahan, μέσα από τον ναυτικό επεκτατισμό επέρχεται η αύξηση της ισχύος και της υπεροχής ενός κράτους. 8 Τόσο η σκέψη του Mahan όσο και του Mackinder επηρέασαν τις Η.Π.Α. και τη Μ. Βρετανία, αλλά και τη Σοβιετική Ένωση. Αυτό έγινε φανερό με τη μόνιμη στρατιωτική παρουσία των Η.Π.Α. στην Ευρασία και η σημαντική αύξηση της ναυτικής ισχύος που επεδίωξε και πέτυχε η Σοβιετική Ένωση ανταγωνιζόμενη τις Η.Π.Α. 9 Την αμερικανική πολιτική επηρέασε και ο Nicolas Spykman. Άσκησε κριτική στον Haushofer αλλά και στον Mackinder χαρακτηρίζοντας «υπεραπλουστευτικό» το διαχωρισμό χερσαίων και ναυτικών δυνάμεων. Όρισε τον Δακτύλιο-Γη/Rimland (Δ. Ευρώπη, Τουρκία, Αραβική Χερσόνησος, Πακιστάν, Αφγανιστάν, Ινδική υποήπειρος, ΝΑ Ασία) ως το χώρο που περικλείει την Heartland, η οποία αποτελείται κυρίως από την Ανατολική Ευρώπη και τη Σοβιετική Ένωση. Επίσης, σε αντίθεση με τον Mackinder, θεωρούσε πως η τεχνολογική πρόοδος θα συνέβαλε στην τρωτότητα της Heartland. Για τον Spykman, όποιος ελέγχει την Rimland θα ελέγχει και την Ευρασία και όποιος ελέγχει την Ευρασία, «κρατά όλον τον κόσμο στα χέρια του». Η προσέγγισή του επηρέασε την πολιτική των Η.Π.Α. μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, και αποτέλεσε τη θεωρητική βάση για τη στρατηγική της ανάσχεσης (containment), αφού η πολιτική συνοχή της Rimland απειλούνταν από τον επεκτατισμό της Heartland όπως αυτός εκφραζόταν από τις δυνάμεις του Συμφώνου της Βαρσοβίας. 10 Η γαλλική σχολή υπήρξε εξίσου σημαντική για την ανάπτυξη της γεωπολιτικής επιστήμης. Θεμελιωτής της ήταν ο Yves Lacoste ο οποίος δημιούργησε την επιθεώρηση Hérodote για τη γεωγραφία και την πολιτική. Σύμφωνα με τον αυτό που υπονοεί ο Mackinder είναι η ανάγκη πρόληψης του γερμανικού επεκτατισμού στη Ανατολική Ευρώπη και μια πιθανή συνεργασία ανάμεσα στη Ρωσία και τη Γερμανία. Βλ. επίσης, Λιούσης, Ν., Ντάλης, Σ., ό.π., Cohen, S., Presidential Address: Global Geopolitical Change in the Post-Cold War Era, Annals of the Association of American Geographers, 81:4, 1991, σ. 6. Flint, C., ό.π., σ. 18. 8 O Tuathail, G., Thinking Critically About Geopolitics, ό.π., σ. 4. Flint, C., ό.π., σ. 20. 9 Λιούσης, Ν., Ντάλης, Σ., ό.π., σ. 15. 10 Mamadouh, V. D., ό.π. Dalby, S., Geopolitics, The Revolution in Military Affairs and the Bush Doctrine, ό.π. Μάζης, Ι., ό.π., σ. 19-22.
16 Lacoste η γεωπολιτική μας επιτρέπει μια συνολική θεώρηση του πολιτικού κόσμου μέσω της ανάλυσης των αντιπαραθέσεων που λαμβάνουν χώρα στον εδαφικό χώρο, έτσι ώστε να είμαστε σε θέση να αντιδρούμε με αποτελεσματικότερο τρόπο σε αυτές. Ο Jacques Ancel, ο οποίος προηγήθηκε του Lacoste, επηρεάστηκε από τη γερμανική σχολή αναφορικά με τη δυναμική των συνόρων, υποστηρίζοντας πως το «σύνορο χαράσσεται υπακούοντας σε αυτό που κινείται στο εσωτερικό του». 11 1.2 Η έννοια της Γεωπολιτικής Πολλοί αναλυτές των διεθνών σχέσεων επιχείρησαν να αποδώσουν τη σημασία της έννοιας της γεωπολιτικής με έναν ορισμό. Σύμφωνα με τον Foucher, «είναι μια προσπάθεια να δοθεί προσοχή στη σημασία συγκεκριμένων γεωγραφικών μοτίβων στην πολιτική ιστορία. Είναι μια θεωρία χωρικών σχέσεων και ιστορικής συνάφειας( )συνδυάζει την ιστορική γνώση με μια εκλεπτυσμένη ικανότητα θεωρητικοποίησης. Το αποτέλεσμα είναι ένα ισχυρό αναλυτικό πλαίσιο». 12 Η γεωπολιτική αποτελεί την πρακτική των κρατών τα οποία ανταγωνίζονται για τον έλεγχο μιας περιοχής. Δημιουργεί εικόνες σε σχέση με τον πόλεμο, τη διπλωματία και τις αυτοκρατορίες. 13 Σκοπός της γεωπολιτικής ανάλυσης είναι καταστήσει φανερή την πολιτική υπεροχή ως ζήτημα ισχύος όχι μόνο ως προς τους ανθρώπους και τα υλικά αγαθά, αλλά και ως προς το γεωγραφικό πλαίσιο όπου ασκείται αυτή η ισχύς. 14 Να χρησιμοποιήσει τη γεωγραφία προκειμένου να «διαφωτίσει» την πολιτική και τη λήψη πολιτικών αποφάσεων. 15 Ενώ, όπως σημειώνει ο Dalby, η γεωπολιτική αφορά στην πολιτική οργάνωση του χώρου και στον τρόπο που αυτός παρουσιάζεται και γίνεται αντιληπτός στις πολιτικές συζητήσεις. Αναφέρεται στην ισχύ και τη σχέση της με τη γεωγραφία. Επίσης, πέρα από την πολιτική έχει και στρατιωτική διάσταση αφού πολλές φορές η πολιτική ισχύς σχετίζεται με τη βία και τον εξαναγκασμό. 16 Ωστόσο, σύμφωνα με τον Agnew, σήμερα ο όρος γεωπολιτική χρησιμοποιείται περισσότερο αναφορικά με φαινόμενα 11 Μάζης, Ι., ό.π., σ. 28. 12 Sloan, G., Gray, C., Why Geopolitics, Journal of Strategic Studies, 22:2-3, σ. 2. 13 Flint, C., ό.π., σ. 13. 14 Sloan, G., Gray, C., ό.π. 15 Anderson, E. W., Geopolitics: International Boundaries as Fighting Places, Journal of Strategic Studies, 22:2-3, 1999, σ. 1. 16 Dalby, S., Geopolitics, The Revolution in Military Affairs and the Bush Doctrine, ό.π., σ. 3.
17 διεθνών συνοριακών συγκρούσεων, τη δομή του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού συστήματος και τη γεωγραφική απεικόνιση εκλογικών αποτελεσμάτων. 17 Ο όρος «γεωπολιτική» πέρασε από διάφορα στάδια, ως προς τη δημοτικότητα και τη χρήση του. Εξαιτίας της συνειρμικής σύνδεσης με την πολιτική των Ναζί και τη «geopolitik» του Haushofer, οι πολιτικοί γεωγράφοι τον απαξίωσαν και τον αγνόησαν για αρκετά χρόνια. Ωστόσο, ακόμη και την περίοδο εκείνη που αποφεύγονταν η χρήση του όρου, η ουσία της γεωπολιτικής βρίσκονταν «κρυμμένη» πίσω από εννοιολογήσεις παρεμφερών και νέο-αναδυόμενων θεωρητικών προσεγγίσεων, όπως είναι για παράδειγμα οι στρατηγικές σπουδές. 18 Την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου η γεωπολιτική συνδέθηκε με τον ανταγωνισμό των υπερδυνάμεων και την αναζήτηση συμμαχιών και στρατηγικών πόρων στο διεθνές πεδίο. Σε αυτή τη σύνδεση συνέβαλε ο Henry Kissinger. Το 1979 στο βιβλίο που εξέδωσε με τον τίτλο «White House Years», έκανε συχνή χρήση του όρου, επαναφέροντάς τον στο πολιτικό προσκήνιο, αν και με διαφορετική έννοια που περιείχε αρκετές ασάφειες και συγχύσεις. Αποτέλεσμα ήταν αφενός η αντανάκλαση της παγκόσμιας στρατηγικής στη γεωπολιτική παράδοση, αφετέρου η αύξηση της δημοτικότητας του όρου «γεωπολιτική». 19 Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου υπήρξε περίοδος άνθισης του κλάδου της πολιτικής γεωγραφίας. Η ανησυχία για τη χωρική κατανομή ισχύος, με τη μεταβολή του εδαφικού σχηματισμού στην πολιτική σκέψη, δημιούργησε την ανάγκη να επανεξεταστεί ο μεταβατικός τότε κόσμος. Μαζί με την ίδρυση της συμπεριφορικής γεωπολιτικής, και τη χρήση συμπεριφορικών και στατιστικών μοντέλων ανάλυσης 17 Agnew, J., Geopolitics: Re-visioning World Politics, Routledge, London-New York, 2 nd edition, 2003, σ. 5. 18 O Tuathail, G., Thinking Critically About Geopolitics, ό.π., σ. 1-2. Sloan, G., Gray, C., ό.π., σ. 1, Peters, S., The West against the Rest : Geopolitics after the end of the cold war, Geopolitics, 4:3, 1999, σ. 1. Hepple, L., The Revival of Geopolitics, Political Geography Quarterly, supplement to 5:4, 1986, σ. 1-2. Kuus, M., ό.π., σ. 2-3. Agnew, J., Global Political Geography beyond Geopolitics, International Studies Review, 2:1, 2000, σ. 2. Albert, M., On boundaries, territory and postmodernity: An international relations perspective, Geopolitics, 3:1, 1998, σ. 4. Cohen, S., ό.π., σ. 8. 19 O Tuathail, G., Thinking Critically About Geopolitics, ό.π. Sloan, G., Gray, C., ό.π., Επίσης, όπως δήλωσε ο ίδιος ο Kissinger by geopolitical I mean an approach that pays attention to the requirements of equilibrium, όπως παρατίθεται στο προηγούμενο. Είναι σημαντικό το ότι οι συχνές αναφορές του Kissinger στον όρο «γεωπολιτική», χρησιμοποιούνταν αφενός ως μέθοδος ανάλυσης για την καταπολέμηση του αμερικανικών φιλελεύθερων πολιτικών του ιδεαλισμού και αφετέρου ως εναλλακτική στην συντηρητική αντικομουνιστική πολιτική. Θεωρήθηκε πως προσπαθούσε να στρέψει την αμερικανική εξωτερική πολιτική προς μια «ρεαλιστική» άποψη για την ισορροπία δυνάμεων, αλλά διατηρώντας πολιτική ευελιξία. Η κριτική που δέχτηκε, αφορούσε στην αδιάκριτη χρήση του όρου, χωρίς γεωγραφική χροιά και ότι τον άφηνε κάπως ασαφή. Κάποιοι, ωστόσο, χρησιμοποιούσαν τον όρο ως «τίτλο», χωρίς να υπάρχει ουσιαστική σχέση, με το περιεχόμενό του. Βλ. σχετικά, Hepple, L., ό.π., σ. 6, 9.
18 της διεθνούς πολιτικής, συνετέλεσε στην επάνοδο της γεωπολιτικής. Επίσης, πολλοί πολιτικοί γεωγράφοι, ορμώμενοι από Μαρξιστικές/Νεο-Μαρξιστικές θεωρίες, άσκησαν κριτική στην παραδοσιακή γεωπολιτική και επιχείρησαν να την αναμορφώσουν με αφετηρία τις οικονομικές σχέσεις. 20 Ο O Tuathail επιχείρησε να εξηγήσει τους λόγους που ξαναέγινε δημοφιλής η γεωπολιτική, οι οποίοι συνδέονται με το περιεχόμενό της. Όπως αναφέρει, η γεωπολιτική ασχολείται με την αναλυτική θεώρηση του παγκόσμιου πολιτικού χάρτη, προσφέροντας τη δυνατότητα συσχετισμού τοπικών και περιφερειακών δυναμικών στο παγκόσμιο σύστημα και μια συνολική θεώρηση του κόσμου. Ενώ, πρόσθετα, η υπόσχεση μιας μελλοντικής απεικόνισης του κόσμου και της δομής του παγκόσμιου πολιτικού συστήματος απαλλαγμένης από τη βραχεία και συγκεχυμένη εικόνα του παρόντος, καθιστά τη γεωπολιτική ακόμη πιο ελκυστική. 21 Ωστόσο, ορισμένοι στοχαστές, ερμήνευσαν τις εξελίξεις διαφορετικά, ως το «τέλος της γεωπολιτικής» και την έλευση της «γεωοικονομίας». Η μονοκρατορία των Η.Π.Α. και η εικόνα ενός μονοπολικού/ηγεμονικού συστήματος, συνετέλεσε στη δημιουργία αυτής της εντύπωσης. Η ανακατανομή ισχύος και οι προσπάθειες εντοπισμού του νέου κέντρου βάρους στο πολιτικό πεδίο, χαρακτήρισαν τα πρώτα χρόνια μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Η «παγκοσμιοποίηση» ήταν η λέξηκλειδί της εποχής. 22 Η «γεωοικονομία» του Edward Luttwak, σήμαινε τη μετατόπιση της λογικής των κρατών από τον πολιτικό-στρατιωτικό στον οικονομικό-εμπορικό τομέα. 23 Στην εποχή της γεωοικονομίας τα αίτια και τα μέσα του πολέμου είναι οικονομικά και η στρατιωτική ισχύς υποβαθμίζεται. Αντίθετα, η οικονομική αλληλεξάρτηση προάγει τη σταθερότητα και την ειρήνη. Βέβαια, επισημαίνεται πως 20 Hepple, L., ό.π., σ. 10. Kuus, M., ό.π., Για παράδειγμα ο «γεωπολιτικός καπιταλισμός» του Harvey ή η εναλλακτική προσέγγιση του Wallerstein για την παγκόσμια οικονομία και τα παγκόσμια συστήματα. Για τη θεωρία του Wallerstein, βλ., επίσης, Peters, S., ό.π., σ. 7. Agnew, J., ό.π., σ. 1.Επίσης, Στον κλάδο των διεθνών σχέσεων, o James Rosenau, το 1990, είχε προαναγγείλει την έλευση της «postinternational politics», η οποία σήμαινε μια πολύ ουσιαστική αναδιαμόρφωση της διεθνούς πολιτικής. Το πραγματικό ζήτημα ήταν οι βάσεις του Βεστφαλιανού συστήματος κρατών, αναφορικά με τη χρήση της εδαφικής οριοθέτησης και του ελέγχου ως τη βασική αρχή διαφοροποίησης και οργάνωσης. Βλ. σχετικά, Albert, M., ό.π., σ. 5. 21 O Tuathail, G., Thinking Critically About Geopolitics, ό.π., Η Susanne Peters, τοποθετεί την αναβίωση της γεωπολιτικής στα μέσα της δεκαετίας του 1990, οπότε και περιφερειακές ομάδες, όπως η Ε.Ε., ενώ απείχαν από πολιτικές ισχύος, άρχισαν να εκφράζουν γεωπολιτικά ενδιαφέροντα. Όπως αναφέρει όμως, παραμένει άγνωστη η δύναμη που ωθεί τα δυτικά κράτη στο κυνήγι της γεωπολιτικής ενάντια στους «υπολοίπους», όπως τους αποκάλεσε ο Huntington «the Rest». Βλ. Peters, S., ό.π. 22 Foucher, M., «Το Τέλος της Γεωπολιτικής; Γεωγραφικές παρατηρήσεις σχετικά με τη γραμματική των δυνάμεων», στο Λιούσης, Ν., Ντάλης, Σ., (επ.) Οι Διεθνείς Σχέσεις στη Μεταψυχροπολεμική Εποχή: Από τη Γεωπολιτική στη Γεωοικονομία και οι Προκλήσεις του 21 ου αιώνα, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 1999, σ. 44-45. 23 Ό.π.
19 ο ρόλος της γεωοικονομίας στην παγκόσμια οικονομική σκηνή δεν μπορεί να συγκριθεί με το ρόλο της γεωπολιτικής στην παγκόσμια πολιτική ολότητα. 24 Όπως σημειώνει ο Foucher, η αναγνώριση της αλλαγής του παγκόσμιου πολιτικού συστήματος δε συνεπάγεται την εξαφάνιση της γεωπολιτικής σκέψης. Αντίθετα, την προϋποθέτει, αφού το κράτος παραμένει ο πρωταρχικός παράγων ανάπτυξης. 25 Επομένως, η κατανόηση των νέων δομών και δυναμικών του διεθνούς συστήματος μέσα από διλήμματα όπως «γεωπολιτική vs. γεωοικονομία» ή «κράτος vs. αγορών», είναι ανεδαφική. Υπάρχει ανάγκη νέων εννοιολογικών προσεγγίσεων που να εκφράζουν τους περιορισμούς των παραδοσιακών αναλύσεων και να προτείνουν τρόπους μετακίνησης πέρα από αυτές. 26 Στο διαφοροποιημένο διεθνές πολιτικό πεδίο εξακολουθεί να υπάρχει αγώνας για ισχύ, πολιτική και χώρο. Η ανάγκη να μελετηθεί η γεωπολιτική πέρα από τις παραδοσιακές προσεγγίσεις και τις συμβατικές γεωπολιτικές σκέψεις, εξυπηρετήθηκε από εναλλακτικές σχολές των διεθνών σχέσεων και κυρίως από την κριτική γεωπολιτική-critical geopolitics. 27 1.3 Κριτική Γεωπολιτική...Critical geopolitics is one of many cultures of resistance to Geography as imperial truth, state-capitalized knowledge, and military weapon. It is a small part of a much larger rainbow struggle to decolonize our inherited geographical imagination so that other geographings and other worlds might be possible. 28 Ο όρος «κριτική γεωπολιτική» επινοήθηκε στα τέλη της δεκαετίας 1980 από τους πολιτικούς γεωγράφους Gerard O Tuathail και Simon Dalby. Με το εμπνευσμένο και πρωτοπόρο έργο τους, η βάση για την κριτική γεωπολιτική άρχισε 24 Luttwak, E., From Geopolitics to Geo-Economics: Logic of Conflict, Grammar of Commerce, The National Interest, (1990), στο O Tuathail, G., Dalby, S., Routledge, P. (επ.), The Geopolitics Reader, Routledge, London and New York, 1998, σ. 128. Peters, S., ό.π., σ. 13. Ο συνδυασμός της οικονομίας και των νέων οπλικών τεχνολογιών θεωρήθηκε ως «θάνατος της γεωγραφίας» και ως εκ τούτου της γεωπολιτικής, καθώς μειώθηκε η σημασία της τοποθεσίας (του τόπου και της διαφοράς ανάμεσα σε διάφορες τοποθεσίες) στην εποχή της άμεσης παγκόσμιας επικοινωνίας, και τα μεταφορικά κόστη επίσης μειώθηκαν. Βλ. σχετικά, Agnew, J., ό.π., σ. 3. Επίσης για τη σχέση οικονομίας-γεωπολιτικής βλ. Salih, M., Th., Economic development and geopolitics: a tale of two regions, International Journal of Social Economics, Bradford: 2005, 32:10. 25 Foucher, M., ό.π., σ. 49. 26 Albert, M., ό.π., σ. 5. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η συλλογιστική που αφορά στο «τέλος της γεωγραφίας», σε σχέση με την εξάλειψη των συνόρων και του έθνους-κράτους. Συλλογιστική που αποδομείται εύκολα, με τη συλλογιστική ότι, «όσο ο άνθρωπος θα ενδιαφέρεται για την ταυτότητα και την ανεξαρτησία του» θα υπάρχουν σύνορα. Μάλιστα, παρατηρείται πως μετά την 9/11 τα σύνορα ισχυροποιούνται ανά τον κόσμο. Βλ., σχετικά: Zadeh-Mojtahed, P., The geopolitics of actuality, International Journal of Peace and Development Studies, 2:7, 2011. 27 Ek., R., A revolution in military geopolitics?, Political Geography, 19:7, 2000, σ. 1. 28 O Tuathail, G., Critical Geopolitics, Routledge, London, 1996, σ. 201.
20 να δημιουργείται, τοποθετημένη στο πεδίο των διεθνών σχέσεων με τη συνεισφορά του μετα-στρουκτουραλισμού και της πολιτικής οικονομίας. Οι πολιτικοί γεωγράφοι, ξεκινώντας από την επανεστίαση της γεωπολιτικής, δεδομένων των συνθηκών με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, επιζητούσαν να εξετάσουν την πολιτική της ταυτότητας και τις γεωγραφικές συνέπειες των συγκρούσεων. Πρόσθετα, σκοπός ήταν η δημιουργία ενός ξεχωριστού πεδίου μελέτης που να αναγνωρίζει ωστόσο την προβληματική ιστορία του όρου. 29 Η κριτική γεωπολιτική ανάλυση προϋποθέτει ότι η γεωπολιτική διαμορφώνεται μέσα από τη γεωγραφία και την πολιτική, έχει συνάφεια με το περιβάλλον, και εκδηλώνεται κριτικά στο πλαίσιο της συνεχούς κοινωνικής αναπαραγωγής ισχύος και της πολιτικής οικονομίας. Δεν επικεντρώνει στους διάφορους δρώντες, στα σύνορα και τους εδαφικούς σχηματισμούς, θεωρώντας τους ως δεδομένους, αλλά στον τρόπο και τις διαδικασίες που αυτοί σχηματίζονται. Παράλληλα, αποδομεί την αντικειμενικότητα της παραδοσιακής γεωπολιτικής αμφισβητώντας τις σχέσεις ισχύος στις γεωπολιτικές πρακτικές των κρατών. 30 Ο ρόλος της γεωγραφίας στην πολιτική δεν εξισώνεται με το ρόλο της φύσης. Αποτελεί μια αναπόδραστη κοινωνική και πολιτική «γεω-γραφία», όπως ακριβώς μπορεί να ερμηνευθεί ετυμολογικά «η γραφή της γης». Ανάλογα, η γεωπολιτική αποτελεί μια γραφή των γεωγραφικών εννοιών και της πολιτικής των κρατών. 31 Μια από τις σημαντικότερες διαφορές μεταξύ κλασικής και κριτικής γεωπολιτικής, είναι ότι η κριτική γεωπολιτική διερευνά τις δυνατότητες της πολιτικής γεωγραφίας με τη μεθοδολογική και εννοιολογική επανεκτίμηση. Προσπαθεί να αντιληφθεί τον τρόπο που η επιστήμη της γεωγραφίας έχει «μετρήσει, περιγράψει και αξιολογήσει τον κόσμο». 32 Η κλασική γεωπολιτική έχει κοινές ρίζες με τον πολιτικό ρεαλισμό, με τη διαφορά ότι χρησιμοποιεί τη γεωγραφία ως εκείνο το ξεχωριστό στοιχείο που βοηθά 29 Dodds, K., Political geography III: critical geopolitics after ten years, Progress in Human Geography, 25:3, 2001, 469-484, σ. 3. 30 O Tuathail, G., Dalby S., Introduction: Rethinking Geopolitics, Towards a Critical Geopolitics, στo O Tuathail, G., Dalby, S. (επ.), Rethinking Geopolitics, Routledge, London and New York, 1998, σ. 1-3. O Tuathail, G., The Postmodern Geopolitical Condition: States, Statecraft, and Security at the Millennium, ό.π., σ. 2. Dodds K., Kuus, M., Sharp, J., Introduction: Geopolitics and its critics, στο Dodds K., Kuus, M., Sharp, J., (eds.), The Ashgate Research Companion to Critical Geopolitics, Ashgate Publishing Limited, England-USA, 2013, σ. 37-38. 31 O Tuathail, G., Understanding critical geopolitics: Geopolitics and risk society, Journal of Strategic Studies, 22:2-3, 2008, 107-124, σ. 3. 32 Dodds, K., Global Geopolitics: A critical introduction, Pearson Education Limited, England, 2005, σ. 28.
21 στην εννοιολόγηση της εξωτερικής πολιτικής και πρακτικής. Λαμβάνει τις υπάρχουσες δομές ως δεδομένες και εργάζεται μέσα σε αυτές προκειμένου να διαδραματίσει συμβουλευτικό ρόλο στην πολιτική πρακτική. Σε αντίθεση με την κλασική γεωπολιτική, η κριτική γεωπολιτική επιχειρεί να θέσει τις υπάρχουσες δομές, γνώσης και εξουσίας, υπό αμφισβήτηση. Επιδιώκει την εξάλειψη των στοιχείων που καθιστούν περίπλοκη την πολιτική ζωή, φανερώνοντας τις σχέσεις ισχύος, οι οποίες και χαρακτηρίζουν τη γνώση για τη γεωπολιτική. 33 Ο επιθετικός προσδιορισμός «κριτική» στη γεωπολιτική, υπονοεί την κατάργηση των θεωρούμενων ως δεδομένων προσδιορισμών των πολιτικών χώρων. Η κατάργηση αυτή, είναι ιδιαίτερα σημαντική σήμερα ιδωμένη από τη μεριά της σύγχρονης ηθικής σκέψης, η οποία αναπόφευκτα θέτει το ερώτημα για το πώς λειτουργούν οι πολιτικοί διάλογοι, επιτυγχάνοντας τον παραμερισμό ερωτημάτων αναφορικά με την ευθύνη για τους «άλλους». 34 Όπως αναφέρει ο Dalby, ο προσδιορισμός «κριτική», σχετίζεται περισσότερο με τον προβληματισμό που αναπτύσσεται στη γεωπολιτική συζήτηση. Επομένως, δε συνεπάγεται την αντιπρόταση με ένα οργανωμένο πολιτικό σχέδιο ή μια πολιτική κίνηση ενάντια στο υπάρχον σύστημα. Αναφέρεται στην ιδιότητα της κριτικής θεωρίας να χειραφετεί, να απεγκλωβίζει δηλαδή τις πολιτικές πρακτικές. Ο τρόπος για να γίνει αντιληπτός αυτός ο ρόλος της κριτικής θεωρίας είναι η ερμηνεία της πρακτικής όχι «μιλώντας με αλήθεια στην εξουσία αλλά μιλώντας κριτικά για τις αλήθειες που η εξουσία χρησιμοποιεί». 35 Με αυτόν τον τρόπο επέρχεται η χειραφέτηση, προκαλώντας τη λειτουργία της εξουσίας και φέρνοντας στο προσκήνιο νέες προοπτικές στη πολιτική, που διαφορετικά θα έμεναν στην αφάνεια. 36 Ρόλος της κριτικής γεωπολιτικής δεν είναι η συμβουλευτική διαδικασία προς την εξουσία μέσω της γεωπολιτικής συλλογιστικής. Ρόλος της είναι η διερεύνηση του τρόπου που χρησιμοποιεί η 33 O Tuathail, G., Understanding critical geopolitics: Geopolitics and risk society, Journal of Strategic Studies, 22:2-3, 2008, 107-124, σ. 3-5. 34 Dalby, S., O Tuathail, G., The critical geopolitics constellation: problematizing fusions of geographical knowledge and power, Political Geography, 15:6-7, 1996, 451-456, σ. 5. Οι «άλλοι» στο έργο του Dalby, είναι οι «εχθρικές φιγούρες» όπως σχηματίστηκαν την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Η εισδοχή και η ενσωμάτωση των «ίδιων-same» και ο αποκλεισμός των «άλλων-other», αποτελεί την πιο σημαντική στιγμή για τη γεωπολιτική. Αυτό εκφράζεται με όρους χώρου και ισχύος. Βλ., σχετικά, O Tuathail, G., Critical Geopolitics, ό.π., σ. 142. 35 Dalby, S., Writing critical geopolitics: Campbell, O Tuathail, Reynolds and dissident skepticism, Political Geography, 15:6-7, 1996, 655-660, σ. 4. 36 Dalby, S., ό.π.
22 γεωπολιτική συλλογιστική ως ιδεολογικό επινόημα προκειμένου να διατηρήσει τις κοινωνικές σχέσεις στη σύγχρονη παγκόσμια πολιτική. 37 Η κριτική ερμηνεία στη γεωπολιτική, σύμφωνα με τον O Tuathail, θα πρέπει να χρησιμοποιήσει την προβληματική του «sight/site/cite», της Καρτεσιανής άποψης για το «οφθαλμοκεντρικό σύστημα γνώσης», καθώς η κριτική γεωπολιτική λειτουργεί στο πλαίσιο της γεωγραφικής συλλογιστικής. Διαφορετικά, συνεπάγεται την αποτυχία αναφοράς στα εννοιολογικά θεμέλια της γεωπολιτικής. 38 Όπως αναφέρει, η ισχύς λειτουργεί μέσω της συγκάλυψής της. Σκοπός του κριτικού θεωρητικού είναι να την εκθέσει και να την αποκαλύψει. Να καταστήσει την πολιτική εξουσία ορατή. Η κριτική γεωπολιτική αποτελεί τον τρόπο που αποκαλύπτονται όλα, μέσω μιας διαδικασίας «αποκρυπτογράφησης». Όπως περιγράφει ο O Tuathail: «η πρακτική της κριτικής γεωπολιτικής είναι η πρακτική της αποκρυπτογράφησης των αινιγματικών στοιχείων, το ξεκλείδωμα των κλειδαριών. Μόλις ολοκληρώσουμε αυτό, τότε μπορούμε να δούμε». 39 Μια συνολική εικόνα της κριτικής γεωπολιτικής, την περιγράφει ως ένα τρόπο αντίστασης στην αντιμετώπιση της γεωγραφίας ως της αλήθειας του ισχυρού κράτους που τη χρησιμοποιεί ως στρατιωτικό εργαλείο. Η κριτική γεωπολιτική αποτελεί μια προσπάθεια αλλαγής της εικόνας και χρήσης της γεωγραφίας πέρα από τις κυρίαρχες μέχρι πρότινος πρακτικές των ισχυρών κρατών. Έναν διαφορετικό τρόπο αντίληψης της γραφής του χώρου ώστε να υπάρχει η δυνατότητα αλλαγής του. 40 Σε απόσταση από τις ανελαστικές προσεγγίσεις ορισμένων πολιτικών γεωγράφων που προσκολλώνται αποκλειστικά στους γεωγραφικούς παράγοντες για την κατανόηση της πολιτικής, ευνοώντας με αυτόν τον τρόπο τις νεορεαλιστικές προσεγγίσεις και απόψεις, η κριτική γεωπολιτική εμβαθύνει στην αναζήτηση των 37 Dalby, S., Geopolitics, Grand Strategy and Critique: 20 Years and Counting, Paper for presentation to the Critical Geopolitics 2008 conference, Durham University, September, 2008. Την ιδιότητα της κριτικής γεωπολιτικής να επεμβαίνει ενεργά και να σχολιάζει τις εξελίξεις της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής περιγράφει γλαφυρά ο G. O Tuathail critical geopolitics does not offer the strategic surveyor s perspective of the foreign policy expert, with its reduction of time to space and detached, authoritative overview of a space it makes global, visible and objectifiable. Rather, its mode of operation is a mobile, guerilla one that uses what is at hand within a terrain governed by hegemonic political understandings in order to advance critical positions in a permanent war of position, βλ. σχετικά O Tuathail, G., Critical Geopolitics, ό.π., σ. 53. 38 O Tuathail, G., Critical Geopolitics, ό.π., σ. 113. 39 Ό.π., σ. 145. 40 Ό.π., σ. 201.
23 βαθύτερων αιτιών των τεκταινόμενων και των επιδιώξεων σε μια περιοχή, όπως είναι η Αρκτική. 41 1.4 Αρκτική Γεωπολιτική Η κριτική προσέγγιση της αρκτικής γεωπολιτικής καταπιάνεται με ολόκληρο το φάσμα των σχέσεων και των πολιτικών που αναπτύσσονται στην Αρκτική. Ή όπως αναφέρουν ο K. Dodds και ο R. Powell, η κριτική γεωπολιτική προσέγγιση στην περιοχή των Πόλων, προσπαθεί να εννοιολογήσει όλες τις «διατομές μεταξύ εδαφών και μη, νομικών καθεστώτων, γνώσης, πόρων κουλτούρας που συνδυάζονται προκειμένου να συγκροτήσουν και να αναπαραστήσουν» την Αρκτική ως μια ξεχωριστή χωρική οντότητα. 42 Ωστόσο, παρόλο που από το 1980 και ιδιαίτερα μετά την Πρωτοβουλία του Μουρμάνσκ, υπήρξε ανανέωση της αρκτικής γεωπολιτικής, η κριτική προσέγγιση για τη γεωπολιτική της περιοχής αγνοήθηκε για πολλά χρόνια. 43 Στην κριτική γεωπολιτική, ο χώρος δεν αντιμετωπίζεται ως «φυσικό τοπίο» αλλά ως το μέσο δια του οποίου η Αρκτική υφίσταται πολλές και διαφορετικές αναπαραστάσεις. Σκοπός δεν είναι η περιγραφή της γεωγραφίας της πολιτικής μέσα σε προκαθορισμένο πλαίσιο, αλλά η διερεύνηση του γεωγραφικού προσδιορισμού της πολιτικής και του τόπου. Επομένως, το φυσικό πλεονέκτημα που προσφέρει η κλασική γεωπολιτική ανάλυση στο κράτος και τις εθνικές κυβερνήσεις εν προκειμένω, θα αποτελούσε αποσταθεροποιητικό παράγοντα. Τα κράτη, είναι συνδεδεμένα σε διαδικασίες που τα απομακρύνουν από την εθνική δικαιοδοσία και που τα εμπλέκουν σε πληθώρα σχέσεων με διάφορους παράγοντες οι οποίοι διαφορετικά καθορίζουν και γνωρίζουν το αρκτικό περιβάλλον. 44 Στην κατανόηση της αρκτικής γεωπολιτικής σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν οι χαρτογραφικές αναπαραστάσεις. Η «χαρτοπολιτική» αποτελεί έναν ιδιαίτερο τρόπο μέσω του οποίου ένας χώρος καθίσταται πραγματικός, ανταποκρινόμενος στην πολιτική πρακτική που καθορίζει την οριοθέτηση των συνόρων. Πώς δηλαδή η πολιτική ανταποκρίνεται σε μια χαρτογραφικά δομημένη πραγματικότητα και πώς η 41 Powell, R., Dodds, K., Polar Geopolitics, στο Powell C. R., Dodds, K., (eds.), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Publishing Limited, UK, 2014, σ. 8. 42 Ό.π., σ. 9. 43 Powell, R., Lines of possession? The anxious constitution of a polar geopolitics, Political Geography, 29: (2010), 74-77. Ως «Πρωτοβουλία του Μουρμάνσκ» ονομάστηκε η ομιλία που εκφώνησε ο M. Gorbachev στην αρκτική πόλη της Ρωσίας και η οποία οδήγησε στην αλλαγή της πολιτικής των κρατών στην Αρκτική. Το περιεχόμενο και ο ρόλος της πρωτοβουλίας θα αναλυθούν σε επόμενο κεφάλαιο. 44 Powell, R., Dodds, K., Polar Geopolitics, ό.π. σ. 9-10.
24 χαρτογράφηση μπορεί να συμβάλλει στην κατανόηση ενός συγκεκριμένου εδάφους. 45 Επομένως, τα σύνορα συγκροτούν το χώρο και όχι ο χώρος τα σύνορα. Η δημιουργία νομικών συνόρων ανάμεσα σε κυρίαρχα κράτη παράγει διαφορετικούς χώρους. Όταν υπάρχει ζήτημα χάραξης συνόρων μεταξύ κρατικής κυριαρχίας και ανοιχτής θάλασσας, όπως στην Αρκτική, τότε δημιουργούνται δύο διαφορετικές «χωρικότητες», οι κυρίαρχοι χώροι και οι διεθνείς. Καθώς, η εγκαθίδρυση τέτοιου είδους νομικών συνόρων εξαρτάται από μια συγκεκριμένη χωρικότητα, τα σύνορα δεν παράγουν το χώρο αλλά ο χώρος καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο θα χαραχτούν τα σύνορα. 46 Τα κυρίαρχα σύνορα εξαρτώνται από μια σταθερή και καθορισμένη χωρικότητα. Στην Αρκτική, τα ασταθή και ακαθόριστα γεωγραφικά χαρακτηριστικά, έχουν κατά κάποιο τρόπο συμβάλλει στη διαφαινόμενη φιλονικία για κυριαρχία στην περιοχή. Επιπλέον, η κλιματική αλλαγή συμβάλλει σε αυτήν την ακαθοριστία και αβεβαιότητα που υπάρχει. 47 Ο Dodds, έχει χαρακτηρίσει τον Αρκτικό Ωκεανό ως έναν «ζωντανό χώρο-a lively space», ο οποίος μεταβάλλεται συνεχώς. Σε αυτόν τον χώρο, νέοι παίκτες και νέοι θεσμοί παραπέμπουν στις ιστορικές διαμάχες για εξουσία. Η επαναχαρτογράφηση του ωκεανού μέσω των αξιώσεων των παράκτιων κρατών για επέκταση των εξωτερικών ορίων της υφαλοκρηπίδας τους, αποτελεί ένα από τα νεότερα ζητήματα της αρκτικής γεωπολιτικής. Η συνένωση των πέντε παράκτιων κρατών (Δανία-Γροιλανδία, Η.Π.Α., Καναδάς, Νορβηγία, Ρωσία) σε μια ομάδα, με την περιθωριοποίηση άλλων παικτών, είναι μια από τις εκφάνσεις των πρόσφατων γεωπολιτικών εξελίξεων στην Αρκτική. Αυτή η ιδιότητα του Αρκτικού Ωκεανού, ως ζώντος χώρου, απαιτεί μια γεωπολιτική αντιμετώπιση που να είναι ευέλικτη και «ζωντανή», ικανή να ερμηνεύσει τις μεταβαλλόμενες συνθήκες που καθορίζουν τις εξελίξεις στην Αρκτική. 48 45 Strandsbjerg, J., Cartography and Geopolitics in the Arctic Region, DIIS Working Paper, 2010:20, σ. 7. 46 Ό.π., σ. 8. Strandsbjerg, J., Cartopolitics, Geopolitics and Boundaries in the Arctic, Geopolitics, 17:4, 2012, 818-842, σ. 3. 47 Strandsbjerg, J., Cartopolitics, Geopolitics and Boundaries in the Arctic, ό.π. Gerhardt, H., Steinberg E. P., Tasch, J., Fabiano, J., S., Shields R., Contested Sovereignty in a Changing Arctic, Annals of the Association of American Geographers, 100:4, 2010, 992-1002, σ. 3. Ιστορικά, η το «ιδανικό» της κυριαρχίας προϋπέθετε ένα βασικό χαρακτηριστικό στοιχείο διάκρισης ανάμεσα στη γη και το νερό. 48 Steinberg, P., You are (not) here: On the ambiguity of flag planting and finger pointing in the Arctic, Political Geography, 29: (2010), 81-84. Nicol, H. L., Refra.ming Sovereignty: Indigenous peoples and Arctic states, Political Geography, 29: (2010), 78-80, σ. 1.
25 Μια συμπληρωματική άποψη της αρκτικής γεωπολιτικής μπορεί να υπάρξει με τη χρήση της περιφερειακής ανάλυσης και του «region-building», το οποίο εστιάζει στο πώς είναι δομημένη μια περιοχή και στο ρόλο της γνώσης στη διαμόρφωσή της. Η περιοχή, δε θεωρείται ως κάτι δεδομένο αλλά ως μια επιλογή βασισμένη σε ιστορικούς και πολιτικούς λόγους. Στο πλαίσιο αυτής της ανάλυσης καθίσταται φανερός ο τρόπος που άνθρωποι και γεωγραφία συνεξετάζονται, σχηματίζοντας μια μονάδα με διακριτά χαρακτηριστικά, από τα οποία τους ξεχωρίζουν οι διάφοροι δρώντες. 49 Η φύση της αρκτικής γεωπολιτικής είναι μεταβλητή και εξαρτώμενη από διαφορετικούς παράγοντες. Τα μεγάλα και ισχυρά κράτη, για παράδειγμα, δεν υπερισχύουν έναντι των μικρότερων. Όλα τα κράτη ανεξαρτήτως μεγέθους και ισχύος έχουν καταφέρει να επιβεβαιώσουν το ενδιαφέρον τους. Η δυναμική που δημιουργείται στην περιοχή μεταβάλλεται αναλόγως των συνθηκών, καθώς άλλα ζητήματα εξετάζονται σε πολυμερές και άλλα σε διμερές επίπεδο. Επίσης, ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι πως μπορεί να συνυπάρχουν σύγκρουση συμφερόντων και συνεργατικές πρωτοβουλίες. 50 Σύμφωνα με τον Strandsbjerg, το πολιτικό ενδιαφέρον για την περιοχή αυξήθηκε την τελευταία δεκαετία εξαιτίας τριών κυρίως παραγόντων: της συρρίκνωσης του πάγου που συνεπάγεται την αύξηση της προσβασιμότητας στην περιοχή, της τεχνολογικής προόδου που διευκολύνει την εξόρυξη των πόρων και της επικύρωσης της UNCLOS που παρέχει τη δυνατότητα στα κράτη να επεκτείνουν τα κυριαρχικά τους δικαιώματα για εκμετάλλευση πόρων στην ανοιχτή θάλασσα. Η κυριαρχία στο Βορειοδυτικό Πέρασμα (Northwest Passage), το οποίο είναι ένα από τα δύο βασικά περάσματα στον Αρκτικό Ωκεανό (το άλλο είναι η Βόρεια Θαλάσσια Οδός), η διαμάχη για τον έλεγχο του Αρκτικού Ωκεανού και η δυνατότητα πολυμερούς διακυβέρνησης της περιοχής είναι ορισμένα από τα τρέχοντα ζητήματα στην Αρκτική. 51 Το γεωπολιτικό ενδιαφέρον για την Αρκτική, καθορίζεται από «αντισυμβατικούς» παράγοντες, που, όπως προαναφέρθηκε, την απομακρύνουν από την κλασική γεωπολιτική. Ιδωμένη από το επίπεδο της ασφάλειας και τους διαφορετικούς τρόπους που αυτή γίνεται αντιληπτή στις διεθνείς σχέσεις, η Αρκτική 49 Keskitalo, K., International Region Building: Development of the Arctic as an International Region, Cooperation and Conflict, 42: (2007), 187-205, σ. 1-4. 50 Mychajlyszyn, N., The Arctic: Geopolitical Issues, Library of Parliament Info Series, Parliamentary Information and Research Service Publication PRB 08-06E, 24 October 2008, Canada. 51 Strandsbjerg, J., Cartography and Geopolitics in the Arctic Region, ό.π., σ. 8. Gerhardt, H., Steinberg E. P., Tasch, J., Fabiano, J., S., Shields R., ό.π., σ. 5.
26 μπορεί να θεωρηθεί πως αποτελεί την αιτία διακύβευσης της ασφάλειας σε διάφορα επίπεδα. Για παράδειγμα, η ανθρώπινη ασφάλεια, αναφορικά με τους αυτόχθονες πληθυσμούς, δέχεται προκλήσεις εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Αλυσιδωτά, επηρεάζεται η πολιτισμική και η διατροφική ασφάλεια. Αντίθετη επίπτωση, όμως, μπορεί να έχει η κλιματική αλλαγή στην ενεργειακή ασφάλεια. Η δυνατότητα εκμετάλλευσης των πλούσιων αποθεμάτων που βρίσκονται στο αρκτικό περιβάλλον μπορεί να καταστήσει πολύ σημαντική την Αρκτική, για την ενεργειακή ασφάλεια των κρατών σε παγκόσμιο επίπεδο. 52 Το ενδιαφέρον για την περιοχή, μπορεί να διακριθεί επίσης σε ακαδημαϊκό, διεθνών οργανισμών, παγκόσμιο εμπορικό-οικονομικό, γεωστρατηγικό και περιβαλλοντικό. Η έμφαση στον ανθρώπινο παράγοντα που χαρακτηρίζει την αρκτική γεωπολιτική μετά το 1990 (έναντι της πρότερης έμφασης στον στρατιωτικό παράγοντα), και το ποικίλο ενδιαφέρον για την περιοχή μπορεί να γίνει κατανοητό μέσω δεικτών που αποτελούν συγχρόνως παράγοντες της αλλαγής. Η εθνική κυριαρχία, η στρατιωτική παρουσία, η χρήση των φυσικών πόρων, η ενεργειακή ασφάλεια, οι θαλάσσιες μεταφορές, η τεχνολογία, η επίδραση της παγκοσμιοποίησης στο βορρά και οι επικίνδυνες ροές εξαιτίας αυτής, και η διεθνής πολυμερής συνεργασία, αποτελούν ορισμένους από αυτούς τους δείκτες. 53 Εν προκειμένω, η κλιματική αλλαγή μπορεί να θεωρηθεί ως γεωπολιτικός παράγοντας ο οποίος προκαλεί και επισπεύδει την πολυμερή συνεργασία και την ανάπτυξη της εκπαίδευσης και της επιστημονικής συνεργασίας μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών. Μέσω της κριτικής γεωπολιτικής, η γνώση και η ισχύς χρησιμοποιούνται προκειμένου να εξηγηθεί η αβεβαιότητα που υπάρχει στην περιοχή εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής και των πολύ-λειτουργικών επιδράσεών της. 54 Αυτό που υφίσταται η περιοχή της Αρκτικής σύμφωνα με τον O.Young, είναι μια θεμελιώδης αλλαγή, «a fundamental state change» όπως τη χαρακτηρίζει. Μάλιστα, διακρίνει δύο τέτοιες αλλαγές στην Αρκτική. Την πρώτη την τοποθετεί ανάμεσα στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές του 1990, μετά την ομιλία Gorbachev στο Murmansk που οδήγησε στις συνεργατικές πρωτοβουλίες ανάμεσα στα αρκτικά κράτη, και την ορίζει ως πολιτική-κοινωνική. Τη δεύτερη την τοποθετεί 52 Welch, D., The Arctic and Geopolitics, East Asia-Arctic Relations: Boundary Security and International Politics, Paper No 6, CIGI, December 2013. 53 Heininen, L., Geopolitics of a Changing North, Position Paper for the 5 th NRF Open Assembly, September 24 th -27 th 2008, Draft of August 2008. 54 Ό.π.
27 στη σημερινή εποχή. Οι δυνάμεις που οδηγούν σε αυτήν είναι των βιοφυσικών εξελίξεων σε συνδυασμό με οικονομικές και κοινωνικές παραμέτρους που επηρεάζουν την περιοχή. 55 Η Αρκτική, σύμφωνα με τον συγγραφέα, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα σύνθετο και δυναμικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Τέτοιου είδους συστήματα επηρεάζονται από σημαντικά στοιχεία που ενίοτε οδηγούν σε συστημικές ανατροπές και ως εκ τούτου σε «state changes», οι οποίες είναι πολλές φορές ανεπιθύμητες για τις τοπικές κοινωνίες. Η επικέντρωση σε ξεχωριστά μεγάλα κοινωνικοοικονομικά συστήματα, όπως το θαλάσσιο οικοσύστημα, η αποφυγή της σύγκρουσης εξαιτίας των κυριαρχικών αξιώσεων και η δημιουργία συνεργατικών καθεστώτων που να μπορούν να αντιμετωπίσουν τα αρκτικά ζητήματα με ολοκληρωμένο τρόπο, αποτελούν τις κύριες προτάσεις για την αντιμετώπιση της αλλαγής που υφίσταται η περιοχή. 56 Η ιδιαιτερότητα του αρκτικού χώρου έχει σχέση με την πρακτική των γεωπολιτικών δρώντων μέσα σε αυτήν. Οι αλλαγές στο περιβάλλον εξαναγκάζουν την αλλαγή στη συμπεριφορά των παικτών. Αν θεωρηθεί ότι ο χώρος παράγεται σχεσιακά, η Αρκτική ως ιδιαίτερος χώρος προέρχεται από τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπινων παικτών και των δικτύων τους. Η σύνδεση των χώρων ενέχει παρεμβάσεις. Συνεπώς, δεν είναι η κλιματική αλλαγή και η ξεχωριστή φύση της Αρκτικής που παράγει αυτές τις παρεμβάσεις, αλλά η αναγνώριση της κλιματικής αλλαγής ως ζήτημα ασφάλειας και η συνακόλουθη αναγνώριση της Αρκτικής ως εξαιρετικού χώρου που επιτρέπει τη γεωπολιτική παρέμβαση, καθώς η περιοχή επαναπροσδιορίζεται ως «σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης». 57 Πρόσθετα, τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί μια συζήτηση γύρω από την ύπαρξη ενός αγώνα στην Αρκτική για τη διεκδίκηση πόρων και αξιώσεων. Ο αγώνας αυτός περιγράφεται ως «the Arctic scramble» και παραπέμπει συνειρμικά στο «scramble for Africa» του 19 ου αιώνα, που αφορούσε στην αποικιοποίηση των αφρικανικών χωρών από τις μεγάλες δυνάμεις, οι οποίες, μεταξύ άλλων, επεδίωκαν να αποκτήσουν πρόσβαση στους πόρους της Αφρικής. Η αποστολή της Ρωσίας το 2007 με την τοποθέτηση σημαίας στον πυθμένα του Αρκτικού Ωκεανού, συνέβαλλε στον πολλαπλασιασμό αυτών των συζητήσεων, ιδιαίτερα από τα Μ.Μ.Ε. καθώς τα 55 Young, O., The Arctic in Play: Governance in a time of Rapid Change, The International Journal of Marine and Coastal Law, 24 (2009), 423-442, σ. 1-5. Για την ομιλία του M. Gorbachev στο Μουρμάνσκ, βλέπε σχετικό υποκεφάλαιο. 56 Young, O., The Arctic in Play: Governance in a time of Rapid Change, ό.π., σ. 11. 57 Dittmer, J., Moisio, S., Ingram, A., Dodds, K., Have you heard the one about the disappearing ice? Reacsting Arctic geopolitics, Political Geography, 30: (2011), 202-214, σ. 1-2.
28 αρκτικά κράτη προτίμησαν να μη το αναγάγουν σε ουσιώδες ζήτημα. 58 Είναι πολλοί οι μελετητές οι οποίοι θεωρούν την όλη συζήτηση υπερβολική και πως δεν υπάρχει κανένας ανταγωνισμός τέτοιου είδους στην περίπτωση της Αρκτικής. Πρόσθετα, καθώς οι σχετικές συζητήσεις αναφέρονται στην πιθανότητα ύπαρξης ένοπλης σύγκρουσης και έντονης διαμάχης, εξαιτίας των ανταγωνιστικών αξιώσεων των παράκτιων αρκτικών κρατών, οι περισσότεροι μελετητές τείνουν να υποτιμούν σχετικές αναφορές και θεωρούν την πιθανότητα σύγκρουσης σχεδόν μηδαμινή. 59 Όπως θα φανεί και στη συνέχεια η τάση των αρκτικών κρατών τείνει περισσότερο προς τη συνεργασία παρά στη σύγκρουση. Ακόμη και στα ζητήματα που υπάρχει τριβή μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών, όπως οι αλληλεπικαλυπτόμενες διεκδικήσεις, τα αρκτικά κράτη συνεργάζονται μεταξύ τους προκειμένου να επιτύχουν την πραγμάτωση του εκάστοτε εθνικού συμφέροντος. Το γεγονός αυτό αποτελεί ίσως, ένα από τα πλέον εξαιρετικά χαρακτηριστικά της αρκτικής γεωπολιτικής, που καθιστούν την ανάλυσή της τόσο ιδιαίτερη. 2.1 Ιστορική Αναδρομή Την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου η περιοχή της Αρκτικής είχε μια ιδιάζουσα στρατηγική θέση. Η στρατηγική της σημασία ήταν η δυνατότητα που παρείχε στα κράτη για συντομότερες αποστάσεις αλλά και για έγκαιρη προειδοποίηση ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις. Γι αυτό το λόγο οι δύο υπερδυνάμεις μαζί με τους εταίρους τους δαπάνησαν εκείνη την περίοδο πολλά χρήματα για τη στρατιωτική ενίσχυση της περιοχής. Παράλληλα τα αρκτικά κράτη ασχολούνταν με την ανάπτυξη της εκμετάλλευσης των πόρων της Αρκτικής, όπως τα πετρελαϊκά αποθέματα και τα αλιεύματα. Από την άλλη μεριά είχε ξεκινήσει μια συζήτηση για τη δυνατότητα ύπαρξης εδαφικών αξιώσεων στην Αρκτική και για τον τρόπο που θα ήταν δυνατό κάτι τέτοιο. Πολλές διεκδικήσεις ήταν πλέον γνωστές χωρίς ωστόσο να θεωρούνται και επιλυμένες, λαμβάνοντας υπόψη το πολιτικό κλίμα της εποχής. 60 58 Dodds K., Developments in geopolitics of Arctic resources, speech at Lloyd s Register Energy press event, University of London, 25/05/2012, διαθέσιμο στο http://www.youtube.com/watch?v=cgqa7ic2dik, τελευταία ανάκτηση 16/11/2014. Ansink, E., The Arctic scramble: Introducing claims in a contest model, European Journal of Political Economy, 27: (2011), 693-707. Βλέπε σχετικό δημοσίευμα στον The Guardian, http://www.theguardian.com/world/2007/aug/02/russia.arctic, τελευταία ανάκτηση 1/11/2014. 59 Dodds K., Developments in geopolitics of Arctic resources, ό.π. Ansink, E., ό.π. 60 Roucek, S. J., The Geopolitics of the Arctic, American Journal of Economics and Sociology, 42:4, 1983, 463-471, σ.1-8, Gould, M. L., Strategy and Politics in the Polar Areas, Annals of the American
29 Η στρατηγική χρησιμότητα της περιοχής είχε φανεί από τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο. Σταδιακά άρχισαν να κατασκευάζονται στρατιωτικές βάσεις στην περιοχή. Ομοίως, η πυρηνικοποίηση της Αρκτικής δεν άργησε. Από το 1958 αμερικανικά υποβρύχια που έφεραν πυραύλους μεσαίου βεληνεκούς καταδύονταν στα παγωμένα νερά του Αρκτικού Ωκεανού χωρίς να γίνονται ανιχνεύσιμα. Το 1960 τέθηκε σε λειτουργία ο πυρηνικός σταθμός Camp Century κάτω από το καλυμμένο με πάγο έδαφος της Γροιλανδίας. Από τη μεριά της ΕΣΣΔ, το Μουρμάνσκ που βρίσκεται στη ρωσική Αρκτική, αποτελούσε ίσως τη μεγαλύτερη στρατιωτική βάση με εξαιρετικά μεγάλη στρατηγική σημασία για τη χώρα. 61 Παράλληλα, μετά τον Β Π.Π. και την ανάπτυξη της πολιτικής αεροπορίας έγινε χρήση των εναέριων διαδρομών που προσέφερε η Αρκτική. Αν και στην αρχή του Ψυχρού Πολέμου δεν είχε γίνει αντιληπτό το μέγεθος της αξίας των αρκτικών πόρων, ωστόσο, γινόταν συζήτηση για τη χρησιμότητά τους. Επίσης, παρά την έλλειψη της τεχνολογικής ικανότητας για αξιόπιστες επιστημονικές εκτιμήσεις, δινόταν ιδιαίτερη σημασία στα αρκτικά καύσιμα, και θεωρούνταν αξιόπιστη εναλλακτική στην εξάρτηση που είχαν οι Η.Π.Α. από τις αραβικές χώρες για πετρέλαιο. Όπως επίσης, τα τρόφιμα και τα μεταλλεύματα θεωρούνταν άξια προσοχής για τα κράτη που θα είχαν τη δυνατότητα να τα εκμεταλλευτούν. 62 Η γενικότερη αντίληψη της γεωπολιτικής της Αρκτικής την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου είχε σχέση κυρίως με τα στρατηγικά πλεονεκτήματα που προσέφερε στις δύο υπερδυνάμεις λόγω της γεωγραφικής της θέσης και του ξεχωριστού περιβάλλοντος. Φόβοι και ανησυχίες για επερχόμενο πόλεμο στην Αρκτική φάνηκαν νωρίς, με την αύξηση των στρατιωτικών δραστηριοτήτων εκεί. 63 Η στρατιωτικοποίηση της περιοχής ήταν πραγματικότητα και αντιμετωπίζονταν συμβολικά ως σημείο αντιπαράθεσης και ως ζήτημα ασφάλειας των δύο υπερδυνάμεων. Academy of Political and Social Science, 255: (Jan. 1948), 105-114, σ. 1-4. Welch, D., The Arctic and Geopolitics, ό.π. 61 Roucek, S. J., ό.π. 62 Ό.π. Gould, M. L., ό.π. σ. 10. 63 Gould, M. L., σ. 9.
30 2.2 Ιστορική καμπή-πρωτοβουλία Μουρμάνσκ. Τη δεκαετία του 1980 άρχισε να παρατηρείται μια αλλαγή στην αρκτική πολιτική. Οι αυτόχθονες της περιοχής άρχισαν να βρίσκουν έναν τρόπο διασύνδεσης και συνεργασίας, ενώ ταυτόχρονα διεθνείς μη κυβερνητικές οργανώσεις ανελάμβαναν πρωτοβουλίες σχετικά με την προστασία του αρκτικού περιβάλλοντος. Τα δεδομένα αυτά, συνέπεσαν με μια ξεχωριστή στιγμή για την αρκτική πολιτική, όταν τον Οκτώβριο του 1987 ο Mikhail Gorbachev επισκέφθηκε το Μουρμάνσκ που βρίσκεται στη ρωσική αρκτική επικράτεια, στο πλαίσιο πολιτικών πρωτοβουλιών ενσωματωμένων στη perestroika και εκφώνησε μια ομιλία που έμεινε γνωστή ως «η Πρωτοβουλία του Μουρμάνσκ». 64 Σκοπός της πρωτοβουλίας ήταν η μετατροπή της Αρκτικής από ένα θέατρο στρατιωτικών επιχειρήσεων σε μια «ζώνη ειρήνης», και η πρόσκληση σε αφοπλισμό και έναρξη διαλόγου για την Αρκτική ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση. Στο εσωτερικό, η ΕΣΣΔ αντιμετώπιζε την ομιλία ως ένα μέσο περιορισμού του επιπέδου στρατιωτικής αντιπαράθεσης στην περιοχή. 65 Η πρωτοβουλία διακρίνεται σε οκτώ σημεία, από τα οποία τα τρία αφορούν στο στρατιωτικό τομέα, ενώ τα υπόλοιπα αφορούν σε μη στρατιωτικές δραστηριότητες. Πιο συγκεκριμένα, η ομιλία καλεί σε αποπυρηνικοποίηση με τη δημιουργία μια ζώνης ελεύθερης από πυρηνικά όπλα, περιορισμό των ναυτικών επιχειρήσεων και την οικοδόμηση μέτρων εμπιστοσύνης στην περιοχή. Τα μη στρατιωτικά μέτρα αφορούν στη δημιουργία μιας «ειδικής ζώνης» ενεργειακής συνεργασίας, επιστημονική συνεργασία με τη δημιουργία μιας πρωτοβουλίας για την αρκτική έρευνα, ζητήματα αυτοχθόνων, δίνοντας τη δυνατότητα στους Ινουΐτ της Σοβιετικής Ένωσης να συμμετάσχουν στη Διάσκεψη του Inuit Circumpolar Council το 1989 στη Γροιλανδία, περιβαλλοντική συνεργασία με την ανάληψη κοινών μέτρων για την προστασία του αρκτικού περιβάλλοντος και τη διάνοιξη της Βόρειας Θαλάσσιας Οδού (Northern Sea Route), προτείνοντας παράλληλα τη διάνοιξη του Βορειοδυτικού Περάσματος(Northwest Passage) για τη διεθνή ναυσιπλοΐα. 66 Η ομιλία του M.Gorbachev στο Μουρμάνσκ οδήγησε σε συνεργατικές πρωτοβουλίες με την 64 Åtland, K., Mikhail Gorbachev, The Murmansk Initiative, and the Desecuritization of Interstate Relations in the Arctic, Cooperation and Conflict, 2008, 43:289, σ. 1-3, 6-7. Heininen, L., The Murmansk Speech of 1987, Contribution to the Barents Encyclopedia, διαθέσιμο στο http://barenc.didaktekon.se/editor/sample-articles/ex-murmansk-speech-s-heininen-2011-09.pdf, τελευταία ανάκτηση 05/11/2014. 65 Åtland, K., ό.π. Η έννοια της «ζώνης ειρήνης» είναι διαφορετική στη Δύση απ ότι στην Ανατολή. Για τη «Δύση» σημαίνει την επέκταση της δημοκρατίας, ενώ για την «Ανατολή» την ύπαρξη ή όχι στρατιωτικής έντασης και δυνάμεων. 66 Ό.π., σ. 8-9.
31 Αρκτική να αντιμετωπίζεται ως «ξεχωριστή» περιοχή. Επίσης, αποτέλεσε τον προπομπό για τη δημιουργία της Στρατηγικής για την Προστασία του Αρκτικού Περιβάλλοντος (Arctic Environmental Protection Strategy-AEPS). Μια πρωτοβουλία που σηματοδότησε την έναρξη της συνεργασίας των αρκτικών κρατών και που αργότερα εξελίχθηκε στο θεσμό του Αρκτικού Συμβουλίου-Arctic Council. 67 Σύμφωνα με την ανάλυση που κάνει ο Åtland, η ομιλία στο Μουρμάνσκ σήμαινε την «αποασφαλειοποίηση» των διακρατικών σχέσεων στην Αρκτική. Δηλαδή, τη διαδικασία όπου αποφεύγεται η επικοινωνία με όρους ασφάλειας και η διαχείριση των ζητημάτων γίνεται χωρίς την εμφάνιση διλημμάτων ασφαλείας και που όλα τα ζητήματα ασφαλείας μεταμορφώνονται σε απλά ζητήματα καθημερινής πολιτικής. 68 Οι όροι «ασφαλειοποίηση» και «αποασφαλειοποίηση» εισήχθησαν στην ανάλυση των διεθνών σχέσεων από τη Σχολή της Κοπεγχάγης. Ο Barry Buzan, κύριος εκπρόσωπος της Σχολής της Κοπεγχάγης, αναφέρεται στην έννοια της ασφαλειοποίησης ως την επιτυχημένη δημιουργία (κατασκευή) μιας απειλής έναντι ενός αντικειμένου και την εν συνεχεία λήψη εξαιρετικών μέτρων σε απάντηση αυτής της απειλής. Ως επιτυχημένο παράδειγμα αναφέρει την κομμουνιστική απειλή (ΕΣΣΔ) απέναντι στη Δύση μετά το 1947, ενώ ως αποτυχημένο αναφέρει την αδυναμία των Η.Π.Α. να εξασφαλίσουν και να διατηρήσουν την απαραίτητη υποστήριξη για τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Αντίστοιχα, ως αποσφαλειοποίηση αναφέρει την αποδόμηση μιας προηγούμενα κατασκευασμένης και αποδεκτής απειλής. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου σηματοδότησε αυτή τη διαδικασία γενικά αλλά και ειδικά σε συγκριμένες περιοχές, όπως στην Αρκτική. 69 Βέβαια, η έννοια της ασφάλειας την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου ήταν διαφορετική ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή. Στη Δύση η ασφάλεια αφορούσε αποκλειστικά σε στρατιωτικά ζητήματα ενώ στην Ανατολή περιελάμβανε και πολλά 67 Young, O., The Arctic in Play: Governance in a time of Rapid Change, ό.π., σ.4-5. Βλ. αναλυτικότερα στο σχετικό κεφάλαιο της παρούσας εργασίας για το «Αρκτικό Συμβούλιο». 68 Τζιφάκης Ν., «Η κατασκευή της ασφάλειας στις διεθνείς σχέσεις», Αγορά Χωρίς Σύνορα, 10:1, 2004, 91-104. Åtland, K., ό.π. σ. 3-5. 69 Buzan, B., The changing agenda of military security, στο Brauch, G. H. et al (eds.) Globalization and Environmental Challenges: Reconceptualizing Security in the 21 st Century, Hexagon Series on Human and Environmental Security and Peace, vol.3, Springer-Verlag, Berlin Heidenberg New York, 2008, σ. 1. Ο Barry Buzan αναφέρθηκε στη γενικότερη σημασία της έννοιας της ασφάλειας στις διεθνείς σχέσεις. Θεωρώντας ανεπαρκείς τις «ορθόδοξες» προσεγγίσεις αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δύο βασικές έννοιες της ισχύος και της ειρήνης, πρότεινε την εισαγωγή της ασφάλειας ως εναλλακτικό αναλυτικό πλαίσιο, που δύναται να ερμηνεύσει εκείνα τα στοιχεία στη διαμόρφωση των διεθνών σχέσεων που αδυνατούν να προσεγγίσουν τα δύο άκρα. Βλ. σχετικά Buzan, B, Peace, Power and Security: Contending Concepts in the Study of International Relations, Journal of Peace Research, 21:2, 1984, 109-125.
32 μη στρατιωτικά ζητήματα. Ιδιαίτερα για την Αρκτική, η υπερβολική συζήτηση με όρους ασφαλείας είχε οδηγήσει στην απομόνωση της περιοχής, τον έντονο περιορισμό της κοινωνίας και τη συρρίκνωση της οικονομίας της. 70 Επομένως, η ομιλία του Gorbachev οδηγούσε στην αντιστροφή αυτής της κατάστασης σηματοδοτώντας την αλλαγή του γεωπολιτικού σκηνικού. Αποτέλεσε την αφορμή της αλλαγής του καθεστώτος και του πνεύματος των σχέσεων της περιοχής από «τη σύγκρουση στη συνεργασία». Η σταθερότητα και η ειρήνη, σε συνδυασμό με την ενδυνάμωση των σχέσεων των αρκτικών κοινωνιών ήταν το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας γεωπολιτικών αλλαγών, την οποία επιτάχυνε η κατάρρευση της ΕΣΣΔ. 71 Η νέα γεωπολιτική συνθήκη άρχισε να διαμορφώνεται, διαφοροποιώντας σταδιακά τις μέχρι πρότινος αντιλήψεις για συνεργασία και ζητήματα κυριαρχίας, απομακρύνοντας έτσι την Αρκτική πολύ γρήγορα από την περιοριστική ψυχροπολεμική λογική. 70 Åtland, K., ό.π., σ. 3-6. 71 Heininen, L., The Murmansk Speech of 1987, ό.π.
33 Γ. Διαστάσεις της νέας αρκτικής γεωπολιτικής 1. Η αρκτική περιοχή 1.1 Το Αρκτικό Φυσικό Περιβάλλον Το μεγαλύτερο μέρος της Αρκτικής καταλαμβάνει ο Αρκτικός Ωκεανός, μια αχανής έκταση που περικλείεται από παγωμένο έδαφος και τμήματα οκτώ χωρών (Καναδάς, Η.Π.Α., Ρωσία, Δανία(Γροιλανδία), Φινλανδία, Ισλανδία, Νορβηγία, Σουηδία). Πάνω από το 90% της επιφάνειας του Αρκτικού Ωκεανού είναι καλυμμένο από κινούμενο πάγο. Κατοικείται από 10 εκατομμύρια κατοίκους μέσα στους οποίους συμπεριλαμβάνονται πολλοί ξεχωριστοί αυτόχθονες λαοί που μπορούν να διακριθούν σε πάνω από 30 διαφορετικές ομάδες. 72 Η περιοχή της Αρκτικής ορίζεται από τους επιστήμονες ως η περιοχή βορείως του Αρκτικού Κύκλου, μια νοητή κυκλική γραμμή στις 66 32 της υφηλίου, με έκταση 33 εκατομμυρίων km 2. Ο Αρκτικός Κύκλος σηματοδοτεί το γεωγραφικό πλάτος πάνω από το οποίο ο ήλιος δε δύει το καλοκαίρι και δεν ανατέλλει για τουλάχιστον μια μέρα στο μέσο του χειμώνα, ενώ ανατέλλει και δύει μια φορά κάθε χρόνο. Συνεπώς, υπάρχουν 6 μήνες συνεχούς ημέρας και 6 μήνες συνεχούς νύχτας. Ορισμένοι επιστήμονες προτιμούν να ορίζουν την Αρκτική λαμβάνοντας υπόψη άλλες μεταβλητές. Στη μια περίπτωση η Αρκτική ορίζεται ως η περιοχή βορείως της αρκτικής δένδρο-γραμμής και στη δεύτερη περίπτωση, βάσει της θερμοκρασίας, όπου περιλαμβάνει τις περιοχές που βρίσκονται σε υψηλά γεωγραφικά πλάτη και όπου η μέση ημερήσια θερμοκρασία το καλοκαίρι δεν ξεπερνά τους 10 βαθμούς Κελσίου. 73 Το περιβάλλον της Αρκτικής είναι πολύ ευάλωτο στην κλιματική αλλαγή που βιώνει ολόκληρος ο πλανήτης τις τελευταίες δεκαετίες. Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής προβάλουν δυσοίωνα, τόσο για το φυσικό περιβάλλον όσο και για τους ανθρώπους που διαβιούν εκεί. Οι πιο πρόσφατες επιστημονικές ανακαλύψεις και εκτιμήσεις έχουν παρουσιαστεί από το AMAP (Arctic Monitoring and Assessment 72 Jabour, J., Weber, M., Is it Time to Cut the Gordian Knot of Polar Sovereignty?, RECIEL, 17:1, 2008, σ. 3. Harders, E., In quest of an Arctic legal regime: Marine regionalism-a concept of international law evaluated, Marine Policy, 11:4, 1987, 285-298. 73 National Snow and Ice Data Center-NSIDC, διαθέσιμο στο: https://nsidc.org/cryosphere/arcticmeteorology/arctic.html, τελευταία ανάκληση 11/05/2014. Keskitalo, K., ό.π., σ. 7-8. Orheim, O., Protecting the environment of the Arctic ecosystem, United Nations Open-Ended Consultative Process on Oceans and the Law of the Sea. Fourth meeting, 2-6 June 2003, Panel on Protecting Vulnerable marine ecosystems, διαθέσιμο στο http://www.un.org/depts/los/consultative_process/documents/no3_npi2.pdf
34 Programme) του Αρκτικού Συμβουλίου, στο πλαίσιο ενός προγράμματος για τις αλλαγές που υφίσταται το αρκτικό περιβάλλον (Snow, Water, Ice, Permafrost in the Arctic-SWIPA). 74 Πιο συγκεκριμένα αναφέρεται στις αλλαγές της αρκτικής «κρυoσφαίρας»(cryosphere), όπως ορίζεται το τμήμα εκείνο της επιφάνειας της γης που είναι εποχικά ή παντοτινά παγωμένο. Αναφορικά με την Αρκτική, η κρυοσφαίρα δομεί το φυσικό περιβάλλον της, υπηρετώντας τις ανάγκες του ανθρώπινου πληθυσμού της περιοχής, όπως είναι η παροχή φρέσκου νερού και τα θαλάσσια περάσματα. Ορισμένα από τα σημαντικότερα ευρήματα της έκθεσης παρατίθενται παρακάτω. 75 Η υπερθέρμανση του πλανήτη έχει γίνει ιδιαίτερα αισθητή στην περιοχή. Την πενταετία 2005-2010 σημειώθηκαν οι υψηλότερες θερμοκρασίες στην ιστορία της Αρκτικής. Οι περισσότεροι επιστήμονες συμφωνούν πως η κλιματική αλλαγή στην περιοχή οφείλεται στην ανθρώπινη δραστηριότητα. Το πρώτο εξάμηνο του 2010 παρατηρήθηκε αύξηση της θερμοκρασίας κατά 4 C σε σχέση με τα τελευταία 30 χρόνια. Η μεγαλύτερη αύξηση σημειώνεται το φθινόπωρο στις περιοχές όπου έχει λιώσει ο πάγος με το πέρας του καλοκαιριού. Αυτό σημαίνει πως η απώλεια του πάγου οδηγεί σε μεγαλύτερη απορρόφηση της ηλιακής ακτινοβολίας από τη θάλασσα η οποία στη συνέχεια απελευθερώνεται ως ζέστη κατά το φθινόπωρο. Αυτό, έχει ως συνέπεια, ακόμη και την άνοιξη να παρατηρείται λιώσιμο του πάγου στη χερσαία επιφάνεια εξαιτίας της αύξησης της θερμοκρασίας. 76 Το λιώσιμο του πάγου αποτελεί την πιο εξέχουσα και ιδιαίτερη φυσική αλλαγή που έχει συμβεί σε ωκεανό. Το φαινόμενο είναι διαχρονικό και συνέβαινε ανέκαθεν. Ωστόσο, αυτό που παρατηρείται σήμερα είναι ότι βαθμός με τον οποίο λιώνει ο πάγος είναι πολύ μεγαλύτερος από το βαθμό με τον οποίο «ξαναπαγώνει». Ως εκ τούτου, πλέον γίνεται συζήτηση για την εποχική «απουσία πάγου-ice free» της Αρκτικής στα επόμενα 20 χρόνια. 77 Η μείωση του πάγου δεν μπορεί να εξηγηθεί λαμβάνοντας υπόψη τις φυσικές μεταβλητές. Άρχισε να παρατηρείται το 19 ο αιώνα 74 Arctic Climate Issues 2011: Changes in Arctic Snow, Water, Ice and Permafrost. SWIPA 2011 Overview Report. AMAP, 2012. Ο ορισμός της «κρυοσφαίρας» αναφέρεται ως εξής: Cryosphere is the scientific term for that part of the Earth s surface that is seasonally or perennially frozen. It includes snow, frozen ground, ice on rivers and lakes, glaciers, ice caps, ice sheets and sea ice. 75 Ό.π. 76 National Snow and Ice Data Center-NSIDC, ό.π., AMAP 2012, ό.π. 77 Lieutenant Colonel Sharp, L. T., Canadian Forces, The Implications of Ice Melt on Arctic Security Defence Studies, 11:2, 2011, 297-322, σ. 3-5. Numminen, L., Breaking the ice: Can environmental and scientific cooperation be the way forward in the Arctic?, Political Geography, 29: (2010), 85-87, σ. 1.
ψύξης. 79 Ως εκ τούτου, η αλλαγή που βιώνει η «κρυοσφαίρα» της Αρκτικής είναι 35 και επιταχύνθηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Το μεγαλύτερο μέγεθος έκτασης πάγου παρατηρείται το Μάρτιο και το ελάχιστο το Σεπτέμβριο. Η αύξηση της θερμοκρασίας μπορεί να επηρεάσει και τα καιρικά συστήματα πέρα από την Αρκτική. Επίσης οδηγεί σε διάβρωση των ακτών λόγω της κίνησης των κυμάτων. 78 Εκτός από την αύξηση της θερμοκρασίας που επιτυγχάνεται με το λιώσιμο των πάγων και την απορρόφηση της ηλιακής ακτινοβολίας, απελευθερώνεται μεθάνιο και διοξείδιο του άνθρακα από τη θέρμανση των εδαφών, των υδάτων και το λιώσιμο αρχαιοτάτων παγετώνων στον πυθμένα της θάλασσας. Αυτές οι διαδικασίες περιγράφονται με τον όρο «ανατροφοδοτήσεις-feedbacks» και αναφορικά με την Αρκτική, πολλοί μηχανισμοί ανατροφοδότησης έχουν παρατηρηθεί χωρίς ωστόσο να είναι δυνατή η διενέργεια προβλέψεων. Γενικά, θεωρείται πως όλοι οι μηχανισμοί οδηγούν σε επιτάχυνση της υπερθέρμανσης ενώ μόνο ένας μπορεί να οδηγήσει σε διαδικασία φανερή μέσα από διαφορετικές εκδηλώσεις. Καταρχήν η έκταση αλλά και η διάρκεια του χιονιού και του θαλάσσιου πάγου έχει μειωθεί, ενώ η θερμοκρασία του «permafrost» έχει αυξηθεί κατά τουλάχιστον 2 C, και τα μεγαλύτερα κομμάτια παλαιού πάγου έχουν αρχίσει να μειώνονται ταχέως, ιδίως μετά το 2000. 80 Μια εξαιρετικά σημαντική εκτίμηση, προβλέπει καλοκαίρια άνευ πάγου-ice-free summers εντός του αιώνα που διανύουμε. Εύκολα συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι εξελίξεις αυτές θα προκαλέσουν αλλαγές στα οικοσυστήματα της Αρκτικής αλλά και στις κοινωνίες των ανθρώπων που διαβιούν εκεί και που επωφελούνται από αυτά. Όπως επίσης και στον παραδοσιακό τρόπο ζωής τους, χωρίς ωστόσο να αποκλείονται οφέλη και νέες ευκαιρίες από αυτές τις αλλαγές. 81 Οι συνέπειες δεν περιορίζονται μόνο στην περιοχή, αλλά επηρεάζουν και όλον τον πλανήτη. Η αύξηση του επιπέδου της θάλασσας κατά τρία χιλιοστά, όπως 78 Polyak et al., History of Sea Ice in the Arctic, Quaternary Science Reviews, 29:15-16, 2010, 1757-1778. 79 Οι πρώτες καταγραφές θερμοκρασίας ξεκίνησαν το 1880, ενώ από το 1980 η αύξηση της μέσης ετήσιας θερμοκρασίας στην περιοχή είναι διπλάσια σε σχέση με άλλες περιοχές του πλανήτη. AMAP 2012, ό.π., NSIDC, ό.π. Μια θετική πρόβλεψη σε σχέση με αυτές τις διαδικασίες, ωστόσο, εκτιμά πως η ανάπτυξη και επιβίωση περισσότερων φυτών θα μπορούσε να οδηγήσει στην απορρόφηση από αυτά μεγαλύτερων ποσοτήτων διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα. 80 Ως «permafrost» χαρακτηρίζεται το έδαφος που παραμένει παγωμένο για δύο ή περισσότερα χρόνια. 81 Ορισμένες από τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται θα αναλυθούν διεξοδικά στη συνέχεια και σχετίζονται με την πρόσβαση και δυνατότητα εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων καθώς και την εμπορική δραστηριότητα με τη διάνοιξη νέων διόδων θαλάσσιας επικοινωνίας, εξαιτίας του λιωσίματος του πάγου.
36 καταγράφηκε στο διάστημα 2003-2008 οφείλεται στο λιώσιμο μεγάλων εκτάσεων πάγου και αναμένεται μεγαλύτερη αύξηση τα επόμενα χρόνια. Ο κίνδυνος της πλημμύρισης των παράκτιων πόλεων θα είναι αυξημένος. Επίσης, υπάρχει κίνδυνος καταστροφής των υπαρχουσών υποδομών και των κτηρίων πολλά από τα οποία βρίσκονται σε περιοχές με μέχρι πρότινος μόνιμη παρουσία πάγου-«permafrost». 82 Εάν συμβούν όλες αυτές οι προβλέψεις αναφορικά με το λιώσιμο των πάγων και τις αρνητικές επιπτώσεις σε όλα τα διαφορετικά επίπεδα που προαναφέρθηκαν, οι κάτοικοι θα πρέπει είτε να προσαρμοστούν, εάν αυτό είναι δυνατό, είτε να αποτελέσουν μια νέα γενιά περιβαλλοντικών προσφύγων σε ορισμένα τουλάχιστον, σημεία της Αρκτικής. 83 Ωστόσο, οι επιπτώσεις δεν προβλέπεται να έχουν μόνο αρνητική όψη, καθώς η δυνατότητα μείωσης των αποστάσεων που διανύουν τα εμπορικά κυρίως πλοία σε ποσοστό μέχρι και 40% σε σύγκριση με τις υφιστάμενες οδούς ναυσιπλοΐας, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των εκπομπών αερίων και των χρησιμοποιούμενων καυσίμων. 84 Οι αλλαγές που υφίσταται το αρκτικό περιβάλλον επηρεάζουν τη χλωρίδα και την πανίδα της περιοχής. Για παράδειγμα σημειώθηκε αύξηση της συγκέντρωσης των θαλάσσιων ελεφάντων και των πολικών αρκούδων στη βορειοδυτική ακτή της Αλάσκας εξαιτίας της μείωσης του πάγου, ενώ είναι υπό εξαφάνιση οι κόκκινες αλεπούδες της Αρκτικής. Επίσης, παρατηρείται αλλαγή στο μέγεθος και τον πληθυσμό των ψαριών, τα οποία αποτελούν σημαντικό τμήμα της αλυσίδας του αρκτικού οικοσυστήματος. 85 Η Αρκτική είναι αποδέκτης ρυπαντών, όπως είναι τα βαρέα μέταλλα και τα POPs (Persistent Organic Pollutants), τα οποία έχουν πιο επικίνδυνη δράση στην περιοχή αυτή. Ο λόγος είναι ότι βιοαπορροφούνται από τα θαλάσσια θηλαστικά τα οποία στη συνέχεια καταναλώνουν οι αυτόχθονες. Συγκεκριμένα οι Ινουΐτ του Καναδά και της Γροιλανδίας έχουν τη μεγαλύτερη έκθεση σε υδράργυρο και σε PCB (Polychlorinated Biphenyls) που έχει μετρηθεί στον πλανήτη. 86 82 AMAP, 2012. Holland, G., The Arctic Ocean-The Management of Change in the Northern Seas, Ocean and Coastal Management, 45: (2002), 841-851, σ. 5. 83 Dodds, K., A Polar Mediterranean?Accessibility Resources and Sovereignty in the Arctic Ocean, Global Policy, 1:3, 2010, σ. 2. Heininen, L., Geopolitics of a Changing North, ό.π. 84 Ό.π. AMAP, 2012. 85 Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., The Geopolitics of Arctic Melt, International Affairs, 85:6, 2009, 1215-1232, σ. 1-4. Polyak et al., ό.π. 86 Stokke, S. O., A Legal Regime for the Arctic? Interplay with the Law of the Sea Convention, Marine Policy, 31: (2007), 402-408, σ. 3.
37 Τα αρκτικά κράτη, ευθύνονται για το 40% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, που αποτελεί και έναν από τους λόγους της αλλαγής που βιώνει το αρκτικό περιβάλλον. Συνεπώς, εάν υπήρχε η πολιτική βούληση από τα ίδια τα κράτη, αυτά θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην επιβράδυνση του ρυθμού της κλιματικής αλλαγής, μέσω της υποστήριξης των απαραίτητων προληπτικών και κατασταλτικών μέτρων. 87 Τα αρκτικά κράτη έχουν δείξει πως είναι διατεθειμένα να συνεργαστούν μεταξύ τους προκειμένου να μετριάσουν τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Ο τομέας του περιβάλλοντος είναι ο τομέας, ο οποίος κατεξοχήν φανερώνει την αλλαγή στην αρκτική γεωπολιτική, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Το περιβάλλον αποτελεί ίσως έναν από τους πρώτους συνδετικούς κρίκους στη διαμόρφωση της αρκτικής γεωπολιτικής και την αφετηρία για την εμβάθυνση των σχέσεων των αρκτικών κρατών. 1.2 Υδρογονάνθρακες Οι περιοχές που είναι πλούσιες σε πετρέλαιο στην Αρκτική είναι γνωστές και γίνεται χρήση τους εδώ και χιλιάδες χρόνια. Η χρήση αυτή αφορά στην εμφάνιση στο έδαφος διαρροών πετρελαίου- «oil seeps» οι οποίες προέρχονται από υπόγειες πηγές, και που έχουν συνήθως πισσώδη σύσταση (άσφαλτος). Η εξόρυξη πετρελαίου και η εμπορική εκμετάλλευση ξεκίνησε τη δεκαετία του 1920 στο Norman Wells στον Καναδά και σημείωσε μεγάλη ανάπτυξη μετά το 1960. Το 1933 κατασκευάστηκε διυλιστήριο στην ίδια περιοχή, με σκοπό την παροχή καυσίμου στην τοπική κοινωνία. Ακολούθησαν η Ρωσία και η Αλάσκα με εξόρυξη πετρελαίου και αερίου. Εκτιμάται πως μεταξύ 1977-2004 στο Prudhoe Bay στην Αλάσκα παρήχθησαν πάνω από 15 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου, ενώ μέχρι το 2008 η συγκεκριμένη περιοχή προσέφερε το 25% της παραγωγής αργού πετρελαίου. 88 Τη δεκαετία του 1940 κατασκευάστηκε αγωγός πετρελαίου 925 μέτρων που θα μετέφερε το πετρέλαιο από το Norman Wells στον αγωγό Alaska High Way. Στη Ρωσία το 1960 ανακαλύφθηκαν σημαντικά κοιτάσματα αερίου και πετρελαίου στην 87 Chapin III et al., Building Resilience and Adaptation to Manage Arctic Change, AMBIO, 35:4, 2006, σ. 4. 88 Ως αργό πετρέλαιο ορίζεται το μείγμα υδρογονανθράκων που προέρχεται από υπόγεια αποθέματα και είναι σε υγρή μορφή. Το αργό πετρέλαιο χρησιμοποιείται, μετά από την επεξεργασία που υφίσταται, για θέρμανση, ως καύσιμο, ως λιπαντικό κ.ά. AMAP (2007), Arctic Oil and Gas, διαθέσιμο στο http://www.amap.no/documents/doc/arctic-oil-and-gas-2007/71. Cohen, A., Russia in the Arctic: Challenges to U.S. Energy and Geopolitics in the High North, στο Blank, S. (ed.), Russia in the Arctic, US Army War College- Strategic Studies Institute, Carlisle-United States, 2011, σ. 6. Επίσης, http://walrus.wr.usgs.gov/seeps/index.html
38 αρκτική της επικράτεια και το 1972 ξεκίνησε η παραγωγή. Στην Αλάσκα το 1977 ολοκληρώθηκε η κατασκευή του Trans-Alaska Pipeline System. Το υψηλό κόστος μεταφοράς του πετρελαίου και του αερίου από αυτές τις περιοχές ανέστειλε την κατασκευή περισσότερων αγωγών ακόμη και σε περιοχές που ήταν αρκετά πλούσιες σε κοιτάσματα. Στη Γροιλανδία τα πρώτα κοιτάσματα βρέθηκαν το 1970 μετά από σεισμικές έρευνες και στην συνέχεια προχώρησε στην άντλησή τους. Μετά το 1980 οι δραστηριότητες επεκτάθηκαν σε πιο βόρεια τμήματα της Αρκτικής με την Αλάσκα να επεκτείνει τις δραστηριότητές της σε υπεράκτιες περιοχές. Ακολούθησε η Νορβηγία η οποία σκοπεύει να προβεί στην εκμετάλλευση των τεράστιων αποθεμάτων που βρίσκονται στη Θάλασσα Μπάρεντς, το ίδιο και η Ρωσία (Gazprom) η οποία το Δεκέμβριο του 2013 ανακοίνωσε την εξόρυξη πετρελαίου στην Pechora Sea. 89 Το 2008 ο Οργανισμός Γεωλογικών Ερευνών των Η.Π.Α. (U.S. Geological Survey), ανέλαβε τη διενέργεια μιας έρευνας με σκοπό την εκτίμηση των πόρων που υπάρχουν στην περιοχή του Αρκτικού Κύκλου (Circum-Arctic Resource Appraisal- CARA). Για την ακρίβεια, το 2008 εξέδωσε τη σχετική έκθεση με τις εκτιμήσεις που προέκυψαν μετά από έρευνα. 90 Στην έρευνα αυτή, έγινε ποσοτική εκτίμηση των πετρελαϊκών δυνατοτήτων σε περιοχές βορείως του Αρκτικού Κύκλου και σε εκείνες τις γεωλογικές περιοχές όπου υπήρχε η πιθανότητα ενός ελάχιστου ποσοστού 10%, ύπαρξης σημαντικής ποσότητας συσσωρευμένου πετρελαίου ή αερίου. Το μέγεθος του όγκου των αποθεμάτων για να θεωρηθούν «σημαντικά», υπολογίστηκε σε τουλάχιστον 50 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου ή αερίου ή έστω συνδυασμό αυτών. Επίσης, στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν μόνο εκείνες οι πηγές που θα μπορούσαν να ανακτηθούν με τη χρήση της υπάρχουσας τεχνολογίας, ακόμη και σε εκείνες τις περιοχές που υπάρχει μόνιμη παρουσία πάγου. Όσον αφορά στην οικονομική διάσταση των εκτιμήσεων, αυτή δε λήφθηκε υπόψη στη βάση κόστους-οφέλους για την εκμετάλλευση αυτών των πόρων. 91 Η έρευνα σε χερσαίες εκτάσεις του Καναδά, της Ρωσίας και της Αλάσκας αποκάλυψε την ύπαρξη περισσότερων των 400 οικοπέδων αερίου και πετρελαίου 89 AMAP (2007), Arctic Oil and Gas, διαθέσιμο στο http://www.amap.no/documents/doc/arctic-oiland-gas-2007/71 90 USGS, Circum-Arctic Resource Appraisal: Estimates of Undiscovered Oil and Gas North oh the Arctic Circle, USGS Fact Sheet 2008-3049, διαθέσιμο στο http://energy.usgs.gov/regionalstudies/arctic.aspx 91 USGS, Circum-Arctic Resource Appraisal: Estimates of Undiscovered Oil and Gas North oh the Arctic Circle, ό.π.
αερίου. 93 Εκτός όμως από τη μελέτη του USGS, το Αρκτικό Συμβούλιο μέσω του 39 βορείως του Αρκτικού Κύκλου. Αυτό ισοδυναμεί με 240 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου και ισοδύναμου φυσικού αερίου, ήτοι το 10% των παγκοσμίων πόρων, βάσει της παραγωγής και των εκτιμούμενων αποθεμάτων. Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος της Αρκτικής είναι ανεξερεύνητο. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιφάνεια της καλύπτει το 6% της επιφάνειας της γης με 21 εκ. χμ 2, οι υφαλοκρηπίδες της Αρκτικής υπολογίζεται πως αποτελούν τη μεγαλύτερη ανεξερεύνητη περιοχή με πιθανότητα ύπαρξης πετρελαίου. 92 Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν πως περισσότερο από το 70% των ανεξερεύνητων πετρελαϊκών πόρων βρίσκεται στις περιοχές της αρκτικής Αλάσκας, της Αμερικανοασιατικής Λεκάνης (Amerasia Basin), στις Λεκάνες του σχίσματος της Ανατολικής Γροιλανδίας, στις Λεκάνες της Ανατολικής Θάλασσας του Μπάρεντς, και μεταξύ Δυτικής Γροιλανδίας-Ανατολικού Καναδά. Αντίστοιχα, περισσότερο από το 70% των ανεξερεύνητων πόρων φυσικού αερίου εκτιμάται πως βρίσκεται στη Λεκάνη της Δυτικής Σιβηρίας, στις Λεκάνες της Ανατολικής Θάλασσας του Μπάρεντς και στην αρκτική Αλάσκα. Το 84% των ανεξερεύνητων πόρων εκτιμάται πως βρίσκεται στις υπεράκτιες περιοχές. Συνολικά οι ανεξερεύνητοι πόροι συμβατικού πετρελαίου και αερίου στην Αρκτική υπολογίζονται σε 90 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου, 1,669 κυβικά φυσικού αερίου και 44 δισεκατομμύρια βαρέλια υγρής μορφής φυσικού προγράμματος AMAP, εξέδωσε μια ενδιαφέρουσα έκθεση με την οποία γίνεται εκτίμηση των επιπτώσεων από τις δραστηριότητες που σχετίζονται με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Δίνοντας έμφαση στις περιοχές που υπάρχει αυτή η δυναμική, γίνεται αναφορά και λαμβάνεται υπόψη ως ένας πολύ σημαντικός παράγων το περιβάλλον της περιοχής, συμπεριλαμβάνοντας τη χλωρίδα και την πανίδα, βάσει της ιδιαιτερότητάς του. Η πετρελαιοκηλίδα που σχηματίστηκε μετά από την πρόσκρουση του πετρελαιοφόρου Exxon-Valdez σε ύφαλο στην περιοχή της Αλάσκας στις 24/03/1989, θεωρήθηκε ως μια από τις μεγαλύτερες καταστροφές που έχει 92 Ό.π. 93 Ό.π. Μεταγενέστερα, η USGS δημοσίευσε αναλυτικές μελέτες ανά περιοχή μελέτης, οι οποίες είναι διαθέσιμες στο http://energy.usgs.gov/regionalstudies/arctic.aspx. Ως συμβατικό πετρέλαιο (conventional oil) ορίζεται η κατηγορία του πετρελαίου που περιλαμβάνει ακατέργαστο πετρέλαιο, φυσικό αέριο υγρής μορφής, και συμπυκνωμένα υγρά, τα οποία εξάγονται από την παραγωγή φυσικού αερίου. Θεωρείται πιο φθηνό και εύκολο σε σχέση με το μη-συμβατικό(unconventional) πετρέλαιο, το οποίο περιλαμβάνει μια ευρύτερη κατηγορία υγρών όπως άμμο πετρελαίου, πολύ βαρύ πετρέλαιο και αέριο. Βλ. σχετικά http://www.iea.org/aboutus/faqs/oil/
40 προκαλέσει η ανθρώπινη δραστηριότητα. 94 Πιο συγκεκριμένα, θεωρείται πως η σχετική δραστηριότητα θα θέσει τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την εξισορρόπηση της ανάπτυξης των πόρων, την προστασία του περιβάλλοντος και τις κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις. Λαμβάνοντας υπόψη την ιστορία των δραστηριοτήτων στην περιοχή, εξάγεται το συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να αποκλειστούν όλοι οι κίνδυνοι, όπως για παράδειγμα οι διαρροές από τα δεξαμενόπλοια ή τους αγωγούς, ακόμη και με τεχνολογικά προηγμένα συστήματα ελέγχου. Για αυτό το λόγο γίνεται πρόταση λήψης των απαραίτητων μέτρων, τα οποία περιλαμβάνουν συνεχή έρευνα, εκτιμήσεις και κατευθυντήριες οδηγίες, με στόχο την προστασία των ανθρώπων και του περιβάλλοντος της Αρκτικής. 95 Οι προτάσεις αφορούν συνάμα και τη λήψη προληπτικών μέτρων, λαμβάνοντας υπόψη και τον οικονομικό παράγοντα όπως αυτός εκφράζεται μέσα από τις ζωές των κατοίκων και τον τρόπο με τον οποίο θα επηρεαστούν από τις σχετικές δραστηριότητες και από τους κινδύνους που ενέχουν. 96 Ωστόσο, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο θεωρούνται, σύμφωνα με την έκθεση, οι πιο πολύτιμες μη-ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η Ρωσία θεωρείται η μεγαλύτερη παραγωγός πετρελαίου και αερίου, με το 75% του αρκτικού πετρελαίου και το 90% του αρκτικού αερίου, που είναι μέχρι σήμερα γνωστά, να βρίσκονται στην επικράτειά της. Παράλληλα, με τη συνεχή αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης, γίνεται πρόβλεψη για αύξηση της δραστηριοποίησης στην περιοχή. Αυτό περιλαμβάνει την κατασκευή νέων υποδομών για την ανάπτυξη και τις μεταφορές. Μάλιστα, εκτιμάται πως η εξάντληση των παγκόσμιων αποθεμάτων μπορεί να οδηγήσει στην αύξηση του ενδιαφέροντος και για μη συμβατικούς πόρους όπως είναι το βαρύ πετρέλαιο (πετρέλαιο υψηλής πυκνότητας), το μεθάνιο που βρίσκεται σε κοιτάσματα άνθρακα, και πηγές ένυδρου μεθανίου που εκτιμάται πως βρίσκονται στην περιοχή. 97 Ήδη το 10% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου προέρχεται από την Αρκτική. 98 Το ενδιαφέρον για την περιοχή εξαιτίας ακριβώς της ύπαρξης των ενεργειακών πόρων, εκδηλώθηκε με πολλούς και ορισμένες φορές μη συμβατικούς τρόπους. Καταρχήν, η προβολή των διεκδικήσεων και των αξιώσεων για επέκταση των εξωτερικών ορίων της υφαλοκρηπίδας των παράκτιων κρατών 94 AMAP (2007), Arctic Oil and Gas. 95 Ό.π. 96 Ό.π. 97 Ό.π. 98 Vallson, T., Ulfarsson, G. F., Future changes in activity structures of the globe under a receding Arctic ice scenario, Futures, 43: (2011), 450-459.
41 συνδέεται στενά με τη δυνατότητα εκμετάλλευσης των πόρων που βρίσκονται εκεί. Μια ακραία έκφραση κυριαρχικής αξίωσης υπήρξε η ρωσική κίνηση με την τοποθέτηση της ρωσικής σημαίας στον πυθμένα του Αρκτικού Ωκεανού τον Αύγουστο του 2007, κίνηση που προκάλεσε τον έντονο σχολιασμό από τα ΜΜΕ, αλλά τη σχετικά ήπια αντίδραση των υπολοίπων κρατών. 99 Επίσης, αξίζει να αναφερθούν οι προσπάθειες της Arctic Oil and Gas Corporation, μιας πετρελαϊκής εταιρείας συμμετοχών, να διεκδικήσουν τη δική τους «Arctic Ocean Commons Prospect». Συγκρίνοντας την Αρκτική με το Ιράκ και την ενεργειακή σημασία του περσικού κόλπου, και χαρακτηρίζοντας την Αρκτική ως το τελευταίο «ενεργειακό σύνορο» και ως τη «μεγαλύτερη ενεργειακή ιστορία όλων των εποχών», προκάλεσαν το ενδιαφέρον. 100 Αν και οι υδρογονάνθρακες της Αρκτικής θεωρούνται «δαπανηροί», εξαιτίας της ιδιαιτερότητας του αρκτικού περιβάλλοντος, ωστόσο αποτελούν μια αξιόπιστη εναλλακτική και ισχυρή διαπραγματευτική ικανότητα με τον OPEC. 101 Η τεχνολογία θα μπορούσε να ξεπεράσει τα υπάρχοντα εμπόδια στην εκμετάλλευση των πόρων της Αρκτικής. Η ανάγκη της νέας τεχνολογίας για άντληση σε βαθειά ύδατα και της αντοχής των ροών του πάγου, ευνοεί περισσότερο τη Ρωσία, καθώς τα συμφέροντά της τοποθετούνται στη Βόρεια Θαλάσσια Οδό, στην οποία τα νερά είναι σχετικά ρηχά και έχουν τεράστιες ιζηματογενείς λεκάνες. Τα παγοθραυστικά θεωρούνται απαραίτητα σε αυτήν την περίπτωση, ωστόσο είναι επίσης, πολύ δαπανηρά. Χρειάζονται περίπου 8-10 χρόνια για να κατασκευαστεί ένα παγοθραυστικό και περίπου ένα δισεκατομμύριο δολάρια. Για αυτό το λόγο η οικονομία αποτελεί ένα πολύ σημαντικό παράγοντα για τα σχέδια των κρατών στην Αρκτική. 102 Οι φυσικοί πόροι της Αρκτικής και κυρίως οι υδρογονάνθρακες αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους λόγους αύξησης του ενδιαφέροντος των κρατών για την περιοχή και σημαντικό παράγοντα διαμόρφωσης της αρκτικής γεωπολιτικής. Η έρευνα του γεωλογικού ινστιτούτου των Η.Π.Α. αποτέλεσε ίσως έναν τρόπο «αφύπνισης» κυρίως για τα παράκτια κράτη τα οποία, όπως θα φανεί στη συνέχεια, προέβησαν στις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να διασφαλίσουν το μέγιστο της 99 Για την τοποθέτηση της ρώσικης σημαίας, βλέπε δημοσίευμα στην The Guardian, στο http://www.theguardian.com/world/2007/aug/02/russia.arctic, τελευταία ανάκτηση 1/11/2014. 100 Powell, C. R., Guest Editorial, Configuring an Arctic Commons?, Political Geography, 27:(2008), 827-832. 101 Young, O., The Future of the Arctic: Cauldron of Conflict or Zone of Peace?, International Affairs, 87:1, (2011), 185-193, σ. 4. 102 Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π., σ. 6-8.
42 δυνατότητας εκμετάλλευσης των αποθεμάτων που βρίσκονται στον πυθμένα του Αρκτικού Ωκεανού. Παράλληλα, εμφανίστηκαν και άλλοι ενδιαφερόμενοι οι οποίοι προσπάθησαν, και εξακολουθούν να καθιστούν φανερή την παρουσία τους στην περιοχή. Ωστόσο, υπάρχουν ενδιαφερόμενοι οι οποίοι καθιστούν φανερή την παρουσία τους στη περιοχή με μη-συμβατικό τρόπο. Η δράση της Greenpeace αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα, με την προσπάθειά της να εμποδίσει την εξόρυξη πετρελαίου στον Αρκτικό Ωκεανό προκειμένου να προλάβει μια πιθανή οικολογική καταστροφή. Η ανακοίνωση από την Gazprom το Δεκέμβριο του 2013 ότι θα προέβαινε στην εξόρυξη πετρελαίου στη Θάλασσα Πεκόρα από την εξέδρα άντλησης Prirazlomnaya, προκάλεσε την έντονη αντίδραση των ακτιβιστών. Συγκεκριμένα, το Σεπτέμβριο του 2013 και πριν γίνει η επίσημη ανακοίνωση από την Gazprom, η διαμαρτυρία των ακτιβιστών της Greenpeace, οδήγησε στη σύλληψη 30 ατόμων (28 ακτιβιστών και δύο δημοσιογράφων) από τις ρωσικές αρχές. 22 από τα 30 άτομα ήταν υπό κράτηση για περισσότερο από δύο μήνες. Η ολλανδική κυβέρνηση (της οποίας τη σημαία έφερε το πλοίο) υποστήριξε ότι η σύλληψη ήταν παράνομη αφού έγινε σε περιοχή εκτός της ρωσικής δικαιοδοσίας και ζήτησε την άμεση απελευθέρωση των κρατουμένων. Η αρνητική απάντηση της Ρωσίας είχε ως αποτέλεσμα να καταφύγει η Ολλανδία στο Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας (ITLOS) το οποίο στις 22/11/2013 όρισε την άμεση απελευθέρωση των κρατουμένων έναντι εγγύησης 3.600.000. 103 1.3. Ναυσιπλοΐα Μια πολύ σημαντική επίπτωση της κλιματικής αλλαγής είναι η διάνοιξη νέων οδών για τη ναυσιπλοΐα. Όπως όλες οι σημαντικές αλλαγές, ενέχει ευκαιρίες αλλά και κινδύνους. Η αύξηση της δραστηριότητας στον Αρκτικό Ωκεανό συνεπάγεται επιπτώσεις στο περιβάλλον αλλά και στις ζωές των κατοίκων της περιοχής. Το Αρκτικό Συμβούλιο προκειμένου να αντιμετωπίσει έγκαιρα τους κινδύνους και τις προκλήσεις που θα επέλθουν από την κλιματική αλλαγή και τη συνακόλουθη αύξηση της ναυτιλιακής δραστηριότητας στην περιοχή, εξέδωσε την έκθεση Arctic Marine Shipping Assessment το 2009, μια εργασία της Ομάδας Εργασίας PAME. Σκοπός 103 Βλ. σχετικά www.greenpeace.org Για την απόφαση του ITLOS, International Tribunal on the Law of the Sea, Case No 22, The Arctic Sunrise Case (Kingdom of the Netherlands v. Russian Federation), Provisional Measures, διαθέσιμη στο http://www.itlos.org/index.php?id=264&l=0
43 της έκθεσης ήταν να ληφθούν υπόψη η περιφερειακή και τοπική προοπτική. Επικεντρώνει στα πλοία και ειδικά στη χρήση του Αρκτικού Ωκεανού από αυτά, στις πιθανές επιδράσεις στους ανθρώπους, το αρκτικό θαλάσσιο περιβάλλον και στις απαιτήσεις για θαλάσσιες υποδομές. Πρόσθετα, στο τέλος της έκθεσης γίνονται προτάσεις αναφορικά με τη λήψη μέτρων για τα προαναφερθέντα. 104 Σύμφωνα, μάλιστα, με τον Dodds, το «Arctic Marine Shipping Assessment», αποτελεί ένα από τα εμφανέστερα παραδείγματα της ικανότητας του Αρκτικού Συμβουλίου να δρα ως γεωπολιτικός παράγοντας. 105 Στην αρκτική ναυσιπλοΐα δύο είναι τα σημαντικά περάσματα. Το Βορειοδυτικό Πέρασμα (Northwest Passage) το οποίο περνά μέσα από το Καναδικό Αρχιπέλαγος και συνδέει τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό Ωκεανό, και το Βορειανατολικό Πέρασμα (Northeast Passage) το οποίο επίσης συνδέει Ατλαντικό και Ειρηνικό, και διασχίζει τις Θάλασσες Μπάρεντς, Κάρα, Λάπτεβ, Ανατολική Σιβηρική και Τσούκτσι. Υπάρχει επίσης και η Βόρεια Θαλάσσια Οδός (Northern Sea Route) η οποία αποτελεί τμήμα του Βορειοανατολικού Περάσματος, χωρίς όμως να περιλαμβάνει τη Θάλασσα Μπάρεντς και χωρίς να φτάνει στον Ατλαντικό Ωκεανό. Πολλές φορές χρησιμοποιείται μια από τις δύο ονομασίες χωρίς να αλλάζει το νόημα. 106 Το 2007 και το 2008 το Βορειοδυτικό Πέρασμα ήταν ανοιχτό για δύο εβδομάδες. Επίσης, τον Αύγουστο του 2009 δύο γερμανικά εμπορικά πλοία διέσχισαν τη Βόρεια Θαλάσσια Οδό χωρίς τη συνοδεία παγοθραυστικών, ταξιδεύοντας από το Βλαδιβοστόκ μέχρι την Ολλανδία, πραγματοποιώντας το πρώτο θαλάσσιο ταξίδι μέσω αυτής της διαδρομής. 107 104 Arctic Marine Shipping Assessment 2009 Report, διαθέσιμο στο http://www.pame.is/index.php/projects/arctic-marine-shipping/amsa. Βλ., επίσης, VanderZwaag, L. D., Climate Change and the Future of Arctic Governance: A Slushy Seascape and Hard Questions, στο Koivurova, T. et al. (eds.), Climate Governance in the Arctic, Environment and Policy 50:2009. 105 Dodds, K., Anticipating the Arctic and the Arctic Council: Pre-emption, Precaution and Preparedness, στο Axworthy, S. T., Koivurova, T., Hasanat, H. (eds), The Arctic Council: Its Place in the Future of Arctic Governance, Munk Gordon Security Program, 2012, σ. 13. 106 Επίσης έχει γίνει αναφορά στην μελλοντική ύπαρξη δύο περασμάτων, του Transpolar Sea Route, που θα αποτελεί την πιο άμεση δίοδο από τον Αρκτικό Ωκεανό και που θα βρίσκεται ανάμεσα στα δύο περάσματα και της Arctic Bridge μιας θαλάσσιας οδού που θα συνδέει τα λιμάνια του Μουρμάνσκ στη Ρωσία και Τσόρτσιλ στον Καναδά. Βλ. σχετικά: Humpert M., Raspotnik, A., The Future of Arctic Shipping Along The Transpolar Sea Route, Arctic Yearbook, 2012. διαθέσιμο στο http://www.arcticyearbook.com/images/articles_2012/humpert_and_raspotnik.pdf, τελευταία ανάκτηση 01/11/2014. 107 Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π., Blunden, M., Geopolitics and the Northern Sea Route, International Affairs, 88:1, 2012,115-129, σ. 3-5. σ. 1-2.
44 Η διάνοιξη των δύο κύριων θαλάσσιων περασμάτων, θέτει ερωτήματα ασφάλειας στη ναυσιπλοΐα καθώς θα σημάνει τη διέλευση πλοίων διαφόρων τύπων. Θα σημάνει ακόμη και την πιθανότητα κινητικότητας από πλοία με παράνομη δραστηριότητα όπως η διακίνηση ναρκωτικών και όπλων. Επίσης, αποτελεί πιθανή περιβαλλοντική απειλή, αν για παράδειγμα βυθιστεί ένα δεξαμενόπλοιο πετρελαίου, στρατιωτική απειλή, εξαιτίας της πιθανότητας διείσδυσης τρομοκρατών καθώς θα είναι λιγότερο ελεγχόμενη η περιοχή, ανθρώπινης ασφάλειας εάν για παράδειγμα βυθιστεί ένα επιβατικό πλοίο (όπως συνέβη το 2007 με το κρουαζιερόπλοιο MS Explorer, που βυθίστηκε μετά από σύγκρουση με παγόβουνο στην περιοχή της Ανταρκτικής) 108 Η σημασία των Περασμάτων θεωρείται μεγάλη για την εμπορική ναυτιλία. Μάλιστα, ο χαρακτηρισμός «Πολική Μεσόγειος-Polar Mediterranean» για τον Αρκτικό Ωκεανό, αντανακλά ξεκάθαρα τη σημασία που αναμένεται να έχει η διάνοιξη των θαλάσσιων οδών για την παγκόσμια ναυσιπλοΐα. Ως ένας ηπειρωτικός «σύνδεσμος», υπόσχεται την ανεμπόδιστη διέλευση των πλοίων με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα ενδιαφερόμενα κράτη. 109 Η διάνοιξη του Βορειοδυτικού Περάσματος θα μειώσει την απόσταση μεταξύ Ευρώπης-Ασίας πάνω από 4000 χλμ, αλλάζοντας τον μέχρι σήμερα τρόπο λειτουργίας της εμπορικής ναυτιλίας και μειώνοντας τα σχετικά ναυτιλιακά κόστη κατά δισεκατομμύρια δολάρια. 110 Το Βορειοδυτικό Πέρασμα και η κυριαρχία επί αυτού αποτελεί σύμφωνα με ορισμένους μελετητές ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα στην Αρκτική. 111 Η διαμάχη Καναδά-Η.Π.Α. εντοπίζεται αφενός στην αξίωση του Καναδά ότι αποτελεί τμήμα των εσωτερικών του υδάτων, και συνεπώς ασκεί πλήρη κυριαρχία, και αφετέρου στην πεποίθηση των Η.Π.Α. ότι αποτελεί διεθνές στενό. Μια διαμάχη που υπήρχε από το 1970, αλλά αναζωπυρώθηκε τη δεκαετία του 1990 με τις συζητήσεις για το λιώσιμο των πάγων και τη διάνοιξη των οδών ναυσιπλοΐας. 112 Δεν περιορίζεται όμως μόνο στην οικονομική διάσταση. Η σημασία της διάνοιξης των περασμάτων 108 Lassere, F., The Geopolitics of Arctic Passages and Continental Shelves, Public Sector Digest, November 2011, διαθέσιμο στο https://www.publicsectordigest.com, τελευταία ανάκτηση 03/03/2014. Dodds, K., Flag planting and finger pointing: The Law of the Sea, the Arctic and the political geographies of the outer continental shelf, Political Geography, 29: (2010), 63-73, σ. 1-3. 109 Powell, R., Dodds, K., Polar Geopolitics, ό.π. 110 Gupta, A., Geopolitical Implications of Arctic Meltdown, Strategic Analysis, 33:2,174-177, 2009, σ. 2. Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π., σ.6-7. 111 Gerhardt, H., Steinberg E. P., Tasch, J., Fabiano, J., S., Shields R., ό.π., σ. 5. 112 Lassere, F., ό.π., σ. 2. Rothwell, R., D., The polar regions and the law of the sea, στο Powell C. R., Dodds, K., (eds), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Publishing Limited, UK, 2014, σ. 33.
45 μπορεί να σημάνει την αλλαγή στην ναυτική στρατηγική. Σημεία μεγάλης κίνησης όπως τα Στενά της Μαλάκκας και η Διώρυγα του Σουέζ, μπορεί να χάσουν μέρος της σημασίας τους και να αυξηθεί η ευελιξία των ευρωπαϊκών και ασιατικών ναυτικών στόλων. 113 Άλλωστε, τα κανάλια που χρησιμοποιούνται σήμερα βρίσκονται στο μέγιστο των δυνατοτήτων τους. Αυτό σημαίνει πως μια αύξηση στην παγκόσμια κυκλοφορία εμπορευμάτων θα ήταν αδύνατο να εξυπηρετηθεί από αυτά. 114 Αν και αποτελούν σημαντική μείωση της απόστασης που πρέπει να διανύσουν τα πλοία, η μείωση του πάγου, δε σημαίνει την εξαφάνισή του σε μια νύχτα. Στο κοντινό μέλλον τα περάσματα θα είναι ανοιχτά για ορισμένη περίοδο του χρόνου και όχι συνεχώς, ενώ η ύπαρξη τμημάτων πάγου και παγόβουνων θα τα καθιστά επικίνδυνα. Σε συνδυασμό με άλλους περιορισμούς όπως είναι η πολιτική αβεβαιότητα, το κόστος ασφάλισης των πλοίων και η δαπανηρότητα της συντήρησης και χρήσης των παγοθραυστικών, οι δίοδοι αυτές, καθίστανται από την άλλη μεριά λιγότερο ελκυστικές για την εμπορική ναυτιλία. Θα πρέπει επομένως, να υπάρχει σύγκριση κόστους-οφέλους αναλόγως των περιστάσεων. 115 Επίσης, η έλλειψη ναυτιλιακής βοήθειας, οι ανεπαρκείς παράκτιες υποδομές και η χαμηλή προβλεψιμότητα των παρασυρόμενων πάγων και των καταιγίδων, αποτελούν σημαντικούς περιορισμούς. Λαμβάνοντας υπόψη τον τρόπο που λειτουργεί η παγκόσμια εμπορική ναυτιλία θα ήταν σχεδόν αδύνατο να υπάρξουν συνεπή χρονοδιαγράμματα. Ως εκ τούτου, η υπέρβαση αυτών των εμποδίων απαιτεί προσεκτικό σχεδιασμό ο οποίος είναι συνάμα χρονοβόρος και απαιτεί την ύπαρξη ισορροπίας μεταξύ εθνικής και διεθνούς δικαιοδοσίας όπως επίσης, σταθερά νομοθετικά πλαίσια από τη μεριά των κρατών. Σύμφωνα λοιπόν με τον Young, το πιο πιθανό είναι ο όγκος των μεταφορών και της κίνησης να συγκεντρωθεί στη Βόρεια Θαλάσσια Οδό, και να αφορά ενδοπεριφερειακή κυκλοφορία και όχι παγκόσμια. 116 Η αλήθεια είναι ότι το λιώσιμο των πάγων είναι πιο ταχύ στην περιοχή της Σιβηρίας. Όπως επίσης ο πάγος των σιβηρικών ακτών είναι αρκετά λεπτότερος σε σχέση με τον πάγο του καναδικού αρχιπελάγους. Ως εκ τούτου, το πιθανότερο είναι πως η Βόρεια Θαλάσσια Οδός θα είναι ανοιχτή για τα πλοία για μεγαλύτερο χρονικό 113 Gratz, J., The Arctic: Thaw with Conflict Potential, CSS Analysis in Security Policy, No 118, July 2012, σ. 2. 114 Blunden, M., Geopolitics and the Northern Sea Route, International Affairs, 88:1, 2012, 115-129, σ. 5-6. 115 Gratz, J., ό.π. Young, O., The Future of the Arctic: Cauldron of Conflict or Zone of Peace?, ό.π., σ. 5 116 Young, O., The Future of the Arctic: Cauldron of Conflict or Zone of Peace?, ό.π.
46 διάστημα μέσα στο χρόνο σε σχέση με το Βορειοδυτικό Πέρασμα. Αυτό έχει οδηγήσει τη Ρωσία στο σχεδιασμό και την κατασκευή των απαραίτητων υποδομών κατά μήκος των αρκτικών ακτών της, προσδοκώντας τεράστιες οικονομικές ευκαιρίες από αυτό. Ωστόσο, και σε αυτήν την περίπτωση οι Η.Π.Α. αλλά και η Ε.Ε. ισχυρίζονται ότι περνά μέσα από διεθνή στενά, αμφισβητώντας με αυτόν τον τρόπο την κυριαρχική υπεροχή της Ρωσίας. Μια υπεροχή που δεν είχε αμφισβητηθεί μέχρι πρότινος. Άλλωστε, η ονομασία «Βόρεια Θαλάσσια Οδός» αποτελεί μετάφραση της ρωσικού ονομασίας, έναντι του «Βορειοανατολικού Περάσματος» που χρησιμοποιούνταν στην Ευρώπη. 117 Υπάρχουν πολλές χώρες που εκδηλώνουν άμεσα ή έμμεσα το ενδιαφέρον τους για την περιοχή, όπως είναι η Κίνα και η Γερμανία και που θα ήθελαν να μη μείνουν εκτός μιας τόσο μεγάλης και σημαντικής αλλαγής που μπορεί να επέλθει στην παγκόσμια ναυτιλία. Ωστόσο, η άσκηση κυριαρχίας του Καναδά και της Ρωσίας στο Βορειοδυτικό Πέρασμα και τη Βόρεια Θαλάσσια Οδό αντίστοιχα, έρχεται σε αντίθεση με τα συμφέροντα άλλων ενδιαφερομένων οι οποίοι προτιμούν να χαρακτηρίζουν τα περάσματα ως υποκείμενα σε καθεστώς διεθνών στενών. 118 Ιστορικά, οι μεγάλες θαλάσσιες δίοδοι συνεπάγονταν την παρουσία των μεγάλων ναυτικών δυνάμεων. Μια αλλαγή στο ισχύον καθεστώς, θα σημάνει αλλαγή των γεωπολιτικών συσχετισμών ισορροπιών. Ο A. Τ.Mahan, είχε πει κάποτε πως «εκεί που πάνε τα εμπορικά πλοία, σίγουρα θα ακολουθήσουν πόλεμοι». 119 Η γεωπολιτική στην Αρκτική, έχει διαφορετική λειτουργία σε σχέση με τις παραδοσιακές γνώσεις και πρακτικές σχετικά με την ισχύ και την ισορροπία δυνάμεων. Είναι πολλοί οι παράγοντες που επηρεάζουν την πολιτική των αρκτικών κρατών και που δείχνουν την «έλλειψη διάθεσης» για πολεμικές συγκρούσεις. Ως εκ τούτου, αν και αληθοφανής, φαντάζει απλουστευτικός ένας τέτοιος ισχυρισμός. Η διαμόρφωση της αρκτικής γεωπολιτικής περιλαμβάνει την συμπερίληψη πολλών και διαφορετικών ενδιαφερομένων, οι οποίοι σε διάφορα επίπεδα συνεργάζονται και συζητούν μεταξύ τους, δημιουργώντας ένα αρκετά περίπλοκο δίκτυο σχέσεων που καλεί σε αναζήτηση ισορροπιών και όχι σύγκρουσης. 117 Blunden, M., ό.π., σ. 2. Dodds, K., A Polar Mediterranean? Accessibility, Resources and Sovereignty in the Arctic Ocean, ό.π., σ. 2. 118 Ό.π., σ. 15-16. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει σε αυτό το σημείο ένα πιθανό σενάριο που αναφέρει η συγγραφέας και σύμφωνα με το οποίο κινεζικά πλοία που θα φρουρούν τα εμπορικά τους πλοία στην περιοχή βόρεια της Ρωσίας ή στον Ατλαντικό, και που θα έφερνε ΝΑΤΟ και Ρωσία αντιμέτωπους με ένα νέο περιβάλλον ασφάλειας. Βλ. σχετικά, ό.π., σ. 2. 119 Ό.π., σ. 11-16.
47 2. Αυτόχθονες λαοί και κάτοικοι της Αρκτικής Ο Ο.Η.Ε. δεν έχει υιοθετήσει έναν επίσημο ορισμό για τον περιεχόμενο του όρου «αυτόχθονες λαοί». Λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές ανάμεσα στους αυτόχθονες λαούς έχει αναπτυχθεί και προτείνεται ένας σύγχρονος τρόπος κατανόησης του όρου, ο οποίος βασίζεται στον αυτοπροσδιορισμό τους ως αυτοχθόνων λαών, στην ιστορική συνάφεια με προ-αποικιακές κοινωνίες, στους ισχυρούς δεσμούς με τα εδάφη και τους φυσικούς πόρους που έχουν, στα ξεχωριστά κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά συστήματα, στην ξεχωριστή γλώσσα, τον πολιτισμό και τις πεποιθήσεις τους, στο σχηματισμό μη-κυρίαρχων κοινωνικών ομάδων, και στην απόφασή τους να διατηρήσουν και να αναπαράξουν τα προγονικά περιβάλλοντα και συστήματα ως ξεχωριστοί λαοί και κοινότητες. 120 Εδώ και χιλιάδες χρόνια βρίσκονται αυτόχθονες λαοί στην Αρκτική, οι οποίοι αποτελούν το 10% του πληθυσμού της. Πιο συγκεκριμένα, από τα τέσσερα εκατομμύρια κατοίκων της Αρκτικής, περίπου 500.000 είναι αυτόχθονες. Οι εθνικές ομάδες που διακρίνονται είναι πάνω από 40, όπως και οι γλώσσες τους. Όλες οι αρκτικές χώρες, με εξαίρεση την Ισλανδία έχουν αυτόχθονες πληθυσμούς στην αρκτική τους επικράτεια. 121 Οι πιο γνωστοί λαοί είναι οι Σάμι που βρίσκονται στις Σκανδιναβικές χώρες και τη βορειοδυτική Ρωσία, οι Νένετς, οι Κάντοι, οι Εβένκ, οι Τσούτσκι που βρίσκονται στη Ρωσία, οι Αλουΐτ, οι Γιουπί και οι Ινουΐτ στην Αλάσκα, οι Ινουΐτ του Καναδά και οι Ινουΐτ της Γροιλανδίας. Οι πολιτισμικές, ιστορικές και οικονομικές διαφορές είναι αρκετές, αλλά τους συνδέουν πολλά κοινά, όπως για παράδειγμα το πώς επηρεάζονται οι ζωές τους από τις τρέχουσες αλλαγές και την παγκοσμιοποίηση. 122 Η εκπροσώπηση των αυτοχθόνων λαών στο Αρκτικό Συμβούλιο αποτελεί μια πολλή σημαντική παράμετρο για τις ζωές τους. Έξι οργανισμοί αυτοχθόνων, Arctic Athabaskan Council(AAC), Aleut International Association (AIA), Gwich in Council International (GCI), International Circumpolar Council (ICC), Russian Association of Indigenous Peoples of the North (RAIPON), Saami Council (SA), αποτελούν Μόνιμα 120 United Nations Permanent Forum on Indigenous Issues, Who are Indigenous Peoples?, Indigenous Peoples, Indigenous Voices, Factsheet, διαθέσιμο στο: http://www.un.org/esa/socdev/unpfii/documents/5session_factsheet1.pdf 121 Arctic Indigenous Peoples διαθέσιμο στο http://www.arcticcentre.org/inenglish/science- COMMUNICATIONS/Arctic-region/Arctic-Indigenous-Peoples, τελευταία ανάκτηση 02/11/2014. Βλ. επίσης, Αρκτικό Συμβούλιο: http://www.arctic-council.org/index.php/en/about-us/permanentparticipants, 122 Arctic Indigenous Peoples ό.π.
48 Μέλη του Αρκτικού Συμβουλίου. Το καθεστώς τους ως Μόνιμα Μέλη στο Αρκτικό Συμβούλιο, εκτός από μοναδικό είναι και σπάνιο για τους αυτόχθονες πληθυσμούς ανά τον κόσμο. 123 Ωστόσο, υπάρχουν διαφορές στην αντιμετώπιση από το κράτος στο οποίο υπάγονται. Για παράδειγμα, η Νορβηγία αναγνωρίζει με συνταγματική τροποποίηση τους Σάμι, ως λαό. Αντίθετα η Φινλανδία τους αναγνωρίζει μονάχα ως γλωσσική μειονότητα. Οι Σάμι των Σκανδιναβικών χωρών εκπροσωπούνται από τρία αντίστοιχα κοινοβούλια. Το 2000 τα τρία αυτά κοινοβούλια ίδρυσαν το «Sami Parliamentary Council». Στη Ρωσία, βρίσκονται πάνω από 44 αυτόχθονες λαοί, δηλαδή περίπου 250.000 άνθρωποι (αν και η χώρα αναγνωρίζει επίσημα περίπου 55.000 αυτόχθονες κατοίκους). Στον Καναδά, επίσης υπάρχει μεγάλος πληθυσμός αυτοχθόνων, με πάνω από 42.000 κατοίκους, με αναγνωρισμένα δικαιώματα. 124 Οι Ινουΐτ αποτελούν τη μεγαλύτερη και καλύτερα οργανωμένη ομάδα αυτοχθόνων και έχουν καταφέρει να αποκτήσουν σημαντικό βαθμό αυτονομίας. Στη Γροιλανδία, οι Ινουΐτ, εργάζονται με αρκετή επιτυχία προς την αύξηση της αυτονομίας τους από τη Δανική κυβέρνηση. Ενώ το πρώτο πολιτικό κόμμα στη Γροιλανδία, ιδρύθηκε το 1964 και ήταν το Inuit Partiiat, το οποίο έδινε έμφαση στα δικαιώματα, την ιστορία και τον πολιτισμό των Ινουΐτ. 125 Μια σημαντική πρόκληση είναι η διατήρηση των γλωσσών των αυτοχθόνων λαών. Έχουν γίνει ορισμένες προσπάθειες, όπως της Δανίας, η οποία αναγνώρισε τη Γροιλανδική ως επίσημη γλώσσα το 1979 και της κυβέρνησης του Νουναβούτ στον Καναδά, που με νομοθετική ρύθμιση εγκαθίδρυσε δίγλωσση εκπαίδευση και διασφάλιση χρήσης της γλώσσας Ινουκτιτούτ από τις δημόσιες υπηρεσίες. Ωστόσο, 123 Heininen, L., Post-Cold War Arctic Geopolitics: Where are the Peoples and the Environment?, στο Bravo M., Triscott N. (eds.), Arctic Geopolitics and Autonomy, Arctic Perspective Cahier No2, Hatje Cantz, Germany, 2011, σ. 100. Επίσης, http://www.arctic-council.org/index.php/en/aboutus/permanent-participants Μάλιστα, σύμφωνα με τον T. Koivurova, η αλλαγή του καθεστώτος και της θέσης των οργανώσεων των αυτοχθόνων στο Αρκτικό Συμβούλιο που από παρατηρητές έγιναν μέλη, αποτελεί την μόνη ξεκάθαρη αλλαγή στη διαδικασία μεταβολής του AEPS σε Αρκτικό Συμβούλιο. Βλ. σχετικά Koivurova, T., Limits and possibilities of the Arctic Council in a rapidly changing scene of Arctic governance Polar Record, 46:2, 2010, 146-156, σ. 2. 124 United Nations Permanent Forum on Indigenous Issues, Indigenous Peoples in the Arctic Region, Indigenous Peoples Indigenous Voices Fact Sheet. 125 Strandsbjerg, J., Making sense of contemporary Greenland: indigeneity, resources and sovereignty, στο Powell C. R., Dodds, K., (eds), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Publishing Limited, UK, 2014, σ. 260, 266.
49 πολλές γλώσσες κινδυνεύουν να εξαφανιστούν εξαιτίας της σταδιακής εξαφάνισης πληθυσμών που τις ομιλούν. 126 Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει και μπορεί να επηρεάσει περισσότερο τις ζωές των αυτοχθόνων κατοίκων. Με την αύξηση της θερμοκρασίας στην Αρκτική να γίνεται με μεγαλύτερο ρυθμό απ ότι στον υπόλοιπο κόσμο, το λιώσιμο των πάγων προκαλεί βλάβες στις υποδομές στην Αλάσκα και τη Σιβηρία. Οι κτηνοτρόφοι και οι κυνηγοί επηρεάζονται επίσης, αφού τα ζώα δεν έχουν εύκολη πρόσβαση στην τροφή. Βέβαια η διάνοιξη των οδών ναυσιπλοΐας μπορεί να σημάνει νέες οικονομικές ευκαιρίες για τους αυτόχθονες της Αρκτικής, με την ανάπτυξη νέων βιομηχανιών όπως για παράδειγμα των ορυκτών. 127 Εμφανίζεται επομένως ένα δίλημμα για τους αυτόχθονες κατοίκους της Αρκτικής ανάμεσα στην αλλαγή του τρόπου ζωής και στην προσέλκυση του ενδιαφέροντος των κεντρικών κυβερνήσεων λόγων των προσοδοφόρων δραστηριοτήτων, όπως είναι η εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, η αλιεία και τα μεταλλεύματα. 128 Υπάρχουν δύο τρόποι προσαρμογής στις νέες συνθήκες. Η εκ των υστέρων προσαρμογή και η προληπτική, δηλαδή η προετοιμασμένη προσαρμογή. Η προληπτική προσαρμογή είναι σαφώς καλύτερη και απαραίτητη. Χωρίς τις πρέπουσες κατευθυντήριες οδηγίες και τους κανονισμούς που θα προετοιμάσουν τους κατοίκους της περιοχής για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, τη βιομηχανική ανάπτυξη και την εκμετάλλευση των πόρων, οι κοινωνίες θα είναι πιο ευάλωτες στις νέες συνθήκες. Η έκδοση του Polar Code από τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό(IMO), ο οποίος θέτει κανονισμούς ασφαλείας για τα πλοία που πλέουν 126 United Nations Permanent Forum on Indigenous Issues, Indigenous Peoples in the Arctic Region, Indigenous Peoples Indigenous Voices Fact Sheet. 127 Ό.π. 128 Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π., σ. 5. Επίσης, υπάρχει σύγχυση για τους αυτόχθονες στις νέες συνθήκες. Ενδιαφέρον παράδειγμα αποτελεί το περιστατικό το 2007 με αυτόχθονες της Γροιλανδίας, οι οποίοι καθώς συνέλλεγαν ρουμπίνια σε μια περιοχή, κυβερνητικό ελικόπτερο τους σταμάτησε. Οι αυτόχθονες παραπονέθηκαν δηλώνοντας πως τους απαγορεύεται με αυτόν τον τρόπο η άσκηση του δικαιώματος να συλλέγουν τους πόρους της γης τους. Βλ. σχετικά Strandsbjerg, J., Making sense of contemporary Greenland: indigeneity, resources and sovereignty, ό.π. σ. 259. Όπως επίσης, σύγχυση υπάρχει και σχετικά με τη διαφορετικότητα των δικαιϊκών συστημάτων. Οι αυτόχθονες έχουν σχηματίσει τους δικούς τους κανόνες σχετικά με τα ζητήματα που τους αφορούν. Εξαιτίας της έλλειψης της επίσημης μορφοποίησης που υπάρχει στα δυτικά δικαιϊκά συστήματα, πολλές φορές αγνοούνται και υπάρχει σύγκρουση κυβέρνησης και αυτοχθόνων. Έχοντας διαμορφώσει τους δικούς τους κανόνες στο πλαίσιο του δικού του πολιτισμού, οι αυτόχθονες, πολλές φορές, περιορίζονται από τις κυβερνητικές πρακτικές. Η αναγνώριση των δικαιωμάτων τους και η εγκαθίδρυση της θέσης τους αποτελεί γι αυτούς μια μεγάλη πρόκληση. Βλ. σχετικά, Strauss, H., Mazzullo, N., Narratives, bureaucracies and indigenous legal orders: resource governance in Finnish Lapland, στο Powell C. R., Dodds, K., (eds), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Publishing Limited, UK, 2014.
50 στα πολικά ύδατα, αποτελεί ένα καλό παράδειγμα προληπτικής δράσης. 129 Η υγεία και η ευημερία των ανθρώπων μπορεί να επηρεαστεί άμεσα από τις επικίνδυνες ταξιδιωτικές συνθήκες ή και έμμεσα από την αύξηση για παράδειγμα της υπεριώδους ακτινοβολίας και της θερμοκρασίας και την επιτάχυνση της μεταφοράς στελεχών ασθενειών. Όπως επίσης και από μολυσμένα τρόφιμα ή νερό εξαιτίας των ελλιπών υποδομών, την απελευθέρωση POPs (Persistent Organic Pollutants) και μεθανίου από τους λιωμένους πάγους καθώς και έκθεση απορριμμάτων από εγκαταλειμμένες στρατιωτικές βάσεις ή πετρελαϊκές εγκαταστάσεις. 130 Οι ψυχολογικές επιπτώσεις είναι εξίσου σημαντικές. Η εμφάνιση νέων επαγγελμάτων και η πιθανή εξαφάνιση παλαιών εξαιτίας των νέων συνθηκών, η επαφή με περισσότερους ανθρώπους από την αύξηση της κίνησης στην περιοχή αποτελούν προκλήσεις που ζητούν την έγκαιρη και κατάλληλη προετοιμασία. Η αλλαγή χωρίς πρότερη εμπειρία θα είναι μια πρόκληση για τις παλαιότερες γενιές και την παραδοσιακή γνώση που φέρουν. Οι πολιτισμικές και κοινωνικές σχέσεις ενδέχεται να αλλάξουν επηρεάζοντας την ψυχολογία των κατοίκων. Ήδη τα ποσοστά αλκοολισμού, αυτοκτονιών και εγκατάλειψης του σχολείου είναι αρκετά υψηλά για τους ανθρώπους που κατοικούν στις απομονωμένες αυτές περιοχές. Θα πρέπει να υπάρξει συνειδητοποίηση από τις κεντρικές κυβερνήσεις ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν αποτελούν μονάχα τη διασφάλιση των συνόρων και την παρουσία της σημαίας τους, αλλά ισότιμους πολίτες που αξίζουν ιδιαίτερης μέριμνας εξαιτίας των συνθηκών που βιώνουν και των αλλαγών που υφίστανται. 131 2.1 Inuit Circumpolar Council Το Inuit Circumpolar Council (ICC) αξίζει ξεχωριστής αναφοράς εξαιτίας της σημασίας που έχει για τους αυτόχθονες κατοίκους της Αρκτικής και όχι μόνο. Ιδρύθηκε το 1977 και εκπροσωπεί περίπου 160.000 Ινουΐτ της Αλάσκας, του Καναδά, της Γροιλανδίας και της Ρωσίας και έχει Συμβουλευτικό Καθεστώς στον Ο.Η.Ε. Κύριοι στόχοι του είναι η ενίσχυση της συνοχής των Ινουΐτ της Αρκτικής, η προώθηση των δικαιωμάτων και συμφερόντων τους σε διεθνές επίπεδο, η διασφάλιση και ανάπτυξη του πολιτισμού τους και για τις επερχόμενες γενιές, η επιζήτηση 129 Hovelsrud, K. G., Poppel, B., Oort van B., Reist, D. J., Arctic Societies, Cultures and Peoples in a Changing Cryosphere, AMBIO, 40:100-110, 2011, σ. 1-2. Για τον Polar Code βλ. http://www.imo.org/pages/home.aspx 130 Ό.π., σ. 7. 131 Hovelsrud, K. G., Poppel, B., Oort van B., Reist, D. J., ό.π., Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π. σ. 5-6.
51 πλήρους συμμετοχής στην οικονομική, πολιτική και κοινωνική ανάπτυξη στις πατρίδες τους, η ανάπτυξη και προώθηση πολιτικών που να προστατεύουν το αρκτικό περιβάλλον και η εργασία για τη διεθνή αναγνώριση των δικαιωμάτων όλων των αυτοχθόνων λαών. Μάλιστα μετά από έντεκα χρόνια συνεχούς προσπάθειας και εργασίας συνετέλεσε στην υιοθέτηση της Διακήρυξης για τα Δικαιώματα των Αυτοχθόνων Λαών (UNDRIPS). 132 Σύμφωνα με το ICC η Διακήρυξη αποτελεί το πιο σημαντικό όργανο για το δικαίωμα των αυτοχθόνων στη συμπερίληψη τους στις διαβουλεύσεις για την αρκτική κυριαρχία. Δίνει στους αυτόχθονες «φωνή» και θέτει ζητήματα αυτοκυριαρχίας των αυτοχθόνων λαών στις διαδικασίες διεθνούς λήψης αποφάσεων. 133 Επίσης, οι τελευταίες εδαφικές αξιώσεις των Ινουΐτ στον Καναδά διευθετήθηκαν, με τη δημιουργία της Κυβέρνησης του Νουνατσιαβούτ στο Λαμπραντόρ, ενώ η Γροιλανδία έχει επιτύχει μεγάλο βαθμό αυτοδιοίκησης. 134 Μετά τη Διακήρυξη του Ilulissat το 2008 από τα πέντε παράκτια κράτη, την καταφανή αγνόηση των αυτοχθόνων στην όλη διαδικασία, και των δικαιωμάτων τους, το 2009 εξέδωσαν τη Διακήρυξη των Ινουΐτ για την Κυριαρχία στην Αρκτική- Circumpolar Inuit Declaration on Sovereignty in the Arctic, δηλώνοντας εμφατικά πως κατοικούν στην αρκτική γη, τη γνωρίζουν και τη χρησιμοποιούν και πως οτιδήποτε ενδιαφέρει και αφορά στην Αρκτική αφορά και τους Ινουΐτ. Επισημαίνουν πως η έννοια της κυριαρχίας αλλάζει ανάλογα με τη ιστορική συγκυρία και πως δεν υπάρχει ένας συγκεκριμένος ορισμός για το περιεχόμενό της. Προτείνουν την αντιμετώπιση των ζητημάτων κυριαρχίας υπό το πρίσμα της μακράς ιστορίας των λαών στην περιοχή και του αγώνα για την κατάκτηση του σεβασμού των δικαιωμάτων τους. 135 Επομένως, οι Ινουΐτ αναγνωρισμένοι ως «λαός», έχουν το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, την εκμετάλλευση και χρήση του χώρου όπου διαβιούν. Έχουν το δικαίωμα να διαχειρίζονται τις γλώσσες, την επικράτεια, τη ζωή και τον πολιτισμό τους. Η αντίληψη των αυτοχθόνων για το χώρο που διαβιούν οδηγεί συγχρόνως στην απομάκρυνση από τις παραδοσιακές εννοιολογήσεις του χώρου και 132 International Circumpolar Council, http://www.inuit.org/. Βλέπε επίσης http://www.arcticcouncil.org/index.php/en/about-us/permanent-participants. 133 Nicol, H. L., Reframing Sovereignty: Indigenous peoples and Arctic states, ό.π., σ. 2-3. 134 http://www.arctic-council.org/index.php/en/about-us/permanent-participants 135 Strandsbjerg, J., Making sense of contemporary Greenland: indigeneity, resources and sovereignty, ό.π., σ. 262. Strandsbjerg, J., Cartography and Geopolitics in the Arctic Region,ό.π., σ. 18-19. Strandsbjerg, J., Cartopolitics, Geopolitics and Boundaries in the Arctic, ό.π., σ. 21. Dodds, K., Flag planting and finger pointing: The Law of the Sea, the Arctic and the political geographies of the outer continental shelf, ό.π., σ. 10. Για το κείμενο της Διακήρυξης βλ. http://inuit.org/fileadmin/user_upload/file/declarations/icc_sovereignty_declaration_2009_pages.pdf
52 τη διάκριση ακόμη μεταξύ χερσαίας και θαλάσσιας επικράτειας. Ιδιαίτερα στη περίπτωση του πάγου, αφού για τους αυτόχθονες της Αρκτικής ο πάγος θεωρείται έδαφος, ενώ στο διεθνές δίκαιο αναφέρεται ως θαλάσσιος χώρος. 136 Όπως έχει επισημανθεί το ICC συνέβαλε στον επαναπροσδιορισμό της Αρκτικής ως περιοχής. Σύμφωνα με τον Shadian, συμβολίζει κάτι παραπάνω από έναν Μ.Κ.Ο.: συμβολίζει την κορύφωση των διεθνών σχέσεων της Αρκτικής, μέσω της διεθνούς αυτονομίας που έχουν λάβει οι Ινουΐτ της Αρκτικής, σ ένα περιβάλλον συνεχών αλλαγών. 137 Χάρη στο ICC επιλύθηκε το 2010 η διαφωνία μεταξύ του Νουναβούτ και Γροιλανδίας, μέσω άμεσων συνομιλιών με την κυβέρνηση της Γροιλανδίας, όταν το πρώτο αμφισβητούσε τη δυνατότητα της Γροιλανδίας για εξερεύνηση πετρελαίου στη Θάλασσα Μπάφιν. Το συγκεκριμένο περιστατικό καθιστά φανερό το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσουν οι περιφερειακοί σχηματισμοί στην Αρκτική και τη δυνατότητα πραγματοποίησης συνεργασίας μέσω της δράσης των αυτοχθόνων και των υποεθνικών οντοτήτων. 138 Η αντιμετώπιση της Αρκτικής και των αρκτικών ζητημάτων από τη μεριά της εκάστοτε περιοχής-περιφέρειας θα αποτελούσε ουσιαστική βοήθεια και ώθηση για τους αυτόχθονες πληθυσμούς. Υπάρχει μεγάλη ποικιλομορφία στις διάφορες περιοχές που μπορούν να διακριθούν στην Αρκτική. Σε κάθε περιοχή υπάρχει και μια εστία αυτοχθόνων οι οποίοι όμως δεν ασκούν μεγάλη επιρροή στις πολιτικές των αρκτικών κρατών. Η λύση σε αυτό θα ήταν η μεταφορά εξουσιών και αρμοδιοτήτων προς τις περιφερειακές αρχές και η πολιτική αναγνώριση και εμπλοκή. Μια τέτοια οπτική θα έδειχνε σεβασμό στα δικαιώματα των αυτοχθόνων λαών και στον πολιτισμό και τις παραδόσεις που φέρουν και που σήμερα υφίστανται δραματικές αλλαγές. 139 Θα αποτελούσε ένα ακόμη παράδειγμα της ιδιαιτερότητας της αρκτικής γεωπολιτικής και της δυνατότητας να επιλύονται ζητήματα και να επέρχεται συμφωνία μέσα από τη συνεργασία πολλών διακριτών παραγόντων. 136 Ό.π. 137 Shadian, J., Remaking Arctic governance: The construction of an Arctic Inuit polity, Polar Record, 42 (222): 249-259 (2006), σ. 9. 138 Dubreuil A., The Arctic of the Regions: Between Indigenous Peoples and Subnational Entities-- Which Perspectives?, International Journal, 2011, 66:923, σ. 17-18. 139 Ό.π.
53 3. Θεσμική Διάσταση 3.1 Αρκτικό Συμβούλιο Το Αρκτικό Συμβούλιο αποτελεί τη βασική θεσμική διάσταση που αφορά στην Αρκτική και την πολιτική που ακολουθούν τα κράτη της περιοχής για τη διακυβέρνησή της. Ιδρύθηκε το 1996 με τη Διακήρυξη της Οττάβα. Σκοπός του Αρκτικού Συμβουλίου ήταν να αποτελέσει ένα αναβαθμισμένο διακυβερνητικό forum προκειμένου να παράσχει τα μέσα για τη συνεργασία, τον συντονισμό και τη διάδραση ανάμεσα στα αρκτικά κράτη με τη συμμετοχή των κοινοτήτων των αυτοχθόνων της περιοχής αναφορικά με τα αρκτικά ζητήματα, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στα ζητήματα βιώσιμης ανάπτυξης και περιβαλλοντικής προστασίας. 140 Προπομπός του Αρκτικού Συμβουλίου υπήρξε η Στρατηγική για την Αρκτική Περιβαλλοντική Προστασία-Arctic Environmental Protection Strategy-AEPS. Με φινλανδική πρωτοβουλία, το Σεπτέμβριο 1989 εκπρόσωποι των οκτώ κρατών (Δανία/Γροιλανδία, Νήσοι Φερόες), Η.Π.Α., Ισλανδία, Καναδάς, Νορβηγία, Ρωσία, Σουηδία, Φινλανδία) συναντήθηκαν στο Ροβανιέμι της Φινλανδίας προκειμένου να συζητήσουν για τη λήψη συνεργατικών μέτρων αναφορικά με την προστασία του αρκτικού περιβάλλοντος. Συμφώνησαν στη διενέργεια των ακόλουθων προπαρασκευαστικών συναντήσεων των αρμόδιων υπουργών των οκτώ αρκτικών κρατών: στο Γέλοουναϊφ του Καναδά τον Απρίλιο 1990, στην πόλη Κιρούνα της Σουηδίας τον Ιανουάριο 1991 και ξανά στο Ροβανιέμι τον Ιούνιο 1991. Σταδιακά και με τη δημιουργία των εκάστοτε τεχνικών και επιστημονικών εκθέσεων, αναπτύχθηκε η Στρατηγική. 141 Το Αρκτικό Συμβούλιο έλαβε τη σκυτάλη για τη συνέχιση και τον εμπλουτισμό του έργου που ξεκίνησε η AEPS. Το ουσιαστικό έργο του Συμβουλίου έχουν αναλάβει έξι Ομάδες Εργασίας (Working Groups), οι οποίες αντικατοπτρίζουν τα ζητήματα που ενδιαφέρουν και απασχολούν το Συμβούλιο. Ενδεικτικά, οι ομάδες αυτές είναι οι εξής; ACAP (Arctic Contaminants Action Programme), AMAP(Arctic Monitoring and Assessment Programme), CAFF (Conservation of Arctic Flora and Fauna), EPPR (Emergency Prevention, Preparedness and Response), PAME (Protection of the Arctic Marine Environment), Sustainable Development Working 140 Βλέπε σχετικά: http://www.arctic-council.org/index.php/en/about-us/arctic-council/about-arcticcouncil, τελευταία ανάκτηση 30/09/2014. 141 Βλ. σχετικά: http://www.arctic-council.org/index.php/en/about-us/arctic-council/history, τελευταία ανάκτηση 30/09/2014.
54 Group (SDWG). 142 Το πεδίο ενδιαφέροντος για τις Ομάδες Εργασίας εκτείνεται από την περιβαλλοντική προστασία μέχρι την αντιμετώπιση καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης. Εκάστη ομάδα λειτουργεί κατ ορισμένη εντολή, με εκπροσώπους από τα υπουργεία, ερευνητές και ειδικούς. Υπάρχει ξεχωριστή Προεδρία, Διοικητικό Συμβούλιο και Γραμματειακή υποστήριξη. Οι Ομάδες Εργασίας έχουν την ευθύνη της εκτέλεσης των προγραμμάτων που τους ανατίθενται από το Συμβούλιο μετά από σχετική Υπουργική Διακήρυξη, ενώ διέπονται από την Αρχή της Συναίνεσης, η οποία αφορά στην προαπαιτούμενη σύμφωνη γνώμη και των οκτώ κρατών μελών για τις αποφάσεις που λαμβάνει το Αρκτικό Συμβούλιο και τα επικουρικά του σώματα. 143 Τα οκτώ αρκτικά κράτη, ήτοι Δανία (Γροιλανδία, Νήσοι Φερόες), Η.Π.Α., Ισλανδία, Καναδάς, Νορβηγία, Ρωσία, Σουηδία, Φινλανδία, αποτελούν τα κράτη μέλη και εναλλάσσονται εκ περιτροπής στην προεδρία του Συμβουλίου κάθε δύο χρόνια. Όπως αναφέρθηκε προηγούμενα, το καθεστώς μονίμων συμμετεχόντων, έχει αποδοθεί σε έξι οργανώσεις αυτοχθόνων, (Arctic Atabaskan Council-AAC, Aleut International Association-AIA, Gwich in Council International-GCI, Inuit Circumpolar Council-ICC, Russian Association of Indigenous Peoples of the North- RAIPON, Saami Council), οι οποίες υποστηρίζονται από τη Γραμματεία των Αυτοχθόνων Λαών (Indigenous Peoples Secretariat). 144 Πρόσθετα, το Αρκτικό Συμβούλιο έχει προβλέψει την εισδοχή παρατηρητών στις συνεδριάσεις του, μετά την απονομή του σχετικού καθεστώτος-observer status. Δώδεκα κράτη από την ευρωπαϊκή και την ασιατική ήπειρο έχουν γίνει αποδεκτά ως παρατηρητές. Επίσης, σε εννέα διακυβερνητικούς και διακοινοβουλευτικούς οργανισμούς (όπως η Διάσκεψη των Κοινοβουλευτικών Εκπροσώπων της Αρκτικής- Conference of Parliamentarians of the Arctic Region) έχει αποδοθεί το καθεστώς του παρατηρητή, ανάμεσά τους και το UNEP, και το UNDP, όπως και σε έντεκα μη κυβερνητικούς οργανισμούς. Η ισχύς του καθεστώτος των παρατηρητών, εναπόκειται στη συναίνεση των υπουργών των οκτώ κρατών μελών και ρητά αναφέρεται πως η 142 Αξίζει να σημειωθεί πως αυτές οι ομάδες εργασίας δε δημιουργήθηκαν όλες ταυτόχρονα με τη σύσταση του Συμβουλίου, αλλά ορισμένες αποτέλεσαν το αποτέλεσμα των διαμορφούμενων αναγκών, όπως για παράδειγμα η ACAP στην οποία δόθηκε καθεστώς ομάδας εργασίας το 2006, με σκοπό τη μείωση των εκπομπών ρυπαντών στο περιβάλλον και παράλληλα την προώθηση της διεθνούς συνεργασίας. Βλ. σχετικά: http://www.arctic-council.org/index.php/en/about-us/working-groups, τελευταία ανάκτηση 30/09/2014. 143 Βλ. σχετικά: http://www.arctic-council.org/index.php/en/about-us/working-groups, τελευταία ανάκτηση 30/09/2014. 144 Ό.π. Το καθεστώς των οργανώσεων των αυτοχθόνων ως μονίμων συμμετεχόντων τους παρέχει το δικαίωμα να διαβουλεύονται σε όλες τις διαπραγματεύσεις και συζητήσεις που λαμβάνουν χώρα στο Αρκτικό Συμβούλιο.
55 αντίθετη με τη Διακήρυξη της Οττάβα ή τον εσωτερικό κανονισμό δράση από μέρους των παρατηρητών, συνεπάγεται αναστολή του καθεστώτος του παρατηρητή. 145 Τελευταία, άρχισε να συζητείται η ανάγκη περεταίρω ενδυνάμωσης και μεταρρύθμισης του Συμβουλίου ώστε να ανταποκριθεί στις προκλήσεις τις εποχής όπως αυτές διαμορφώνονται με την κλιματική αλλαγή και τις συνέπειες που αυτή επιφέρει. Η ανησυχία για το μέλλον του Αρκτικού Συμβουλίου ως προς τις «αναδυόμενες προκλήσεις» καταγράφεται στη Διακήρυξη του Nuuk 2011, οπότε και αποφασίστηκε η ίδρυση μόνιμης γραμματείας με έδρα το Tromso της Νορβηγίας, προς ενίσχυση του Συμβουλίου. 146 Ωστόσο, αυτό που έχει σημασία για το ρόλο του Αρκτικού Συμβουλίου ως οργανισμού αλλά και ως δικτύου σχετίζεται με τον τρόπο που γίνεται αντιληπτή η Αρκτική ως περιοχή, είτε εδαφικά είτε σε σχέση με τους ενδιαφερόμενους δρώντες σε αυτή. Ο ρόλος, για παράδειγμα, των παρατηρητών θεωρείται αποσταθεροποιητικός για τις οργανώσεις των αυτοχθόνων, αφού υπενθυμίζει την εξωεδαφική ανάμειξη και κατανόηση της αρκτικής περιοχής. Αυτό έγινε φανερό και με τη δήλωση της Σουηδίας στην εθνική της στρατηγική για την Αρκτική, όπου σαφώς αναφέρει το ότι κάποιοι δρώντες μπορεί να είναι πιο ευπρόσδεκτοι από κάποιους άλλους, και πως η δημιουργία ενός κοινού μέλλοντος εξαρτάται ακριβώς από τη δυνατότητα να συμφωνήσουν στην αντίληψη της κατάστασης που διαμορφώνεται στην περιοχή. 147 Αυτό που θα πρέπει επομένως να αναγνωρίσει το Συμβούλιο είναι ο ρόλος του «ως μείζονος παραγωγού διαλόγου και ουσιαστικών πραγμάτων και την 145 Στη Διάσκεψη των Κοινοβουλευτικών Εκπροσώπων της Αρκτικής Περιοχής, συμμετέχουν εκπρόσωποι των οκτώ αρκτικών κρατών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και οι αυτόχθονες λαοί έχουν καθεστώς μονίμων συμμετεχόντων. Η πρώτη Διάσκεψη έλαβε χώρα στο Ρέικιαβικ της Ισλανδίας το 1993 και η επομένη θα λάβει χώρα στη Ρωσία το 2016. Υπάρχει Μόνιμη Επιτροπή η οποία έχει την ευθύνη των εργασιών ανάμεσα στις δύο Διασκέψεις. Πρωταρχικός σκοπός της Επιτροπής ήταν η υποστήριξη της ίδρυσης του Αρκτικού Συμβουλίου, ενώ μέχρι σήμερα έχει λάβει ενεργό δράση για την προώθηση διαφόρων αρκτικών ζητημάτων. Για περισσότερες πληροφορίες: http://www.arcticparl.org/. Επίσης, περισσότερα σχετικά με το καθεστώς των παρατηρητών στο Αρκτικό Συμβούλιο διατίθενται στο Arctic Council Observer Manual, διαθέσιμο στο http://www.arctic-council.org/index.php/en/document-archive/category/4-foundingdocuments?download=1895:arctic-council-observer-manual, τελευταία ανάκτηση 30/09/2014. 146 Nuuk Declaration 2011, διαθέσιμη στο: http://www.arctic-council.org/index.php/en/documentarchive/category/5-declarations?download=259:nuuk-declaration-2011, τελευταία ανάκτηση 30/09/2014. 147 Dodds, K., Anticipating the Arctic and the Arctic Council: Pre-emption, Precaution and Preparedness, ό.π., σ. 24-25, 6. Η εθνική στρατηγική της Σουηδίας για την αρκτική περιοχή, διαθέσιμη στο http://www.government.se/content/1/c6/16/78/59/3baa039d.pdf, τελευταία ανάκτηση: 30/09/2014.
56 ικανότητά του να δρα ως γεωπολιτικός παράγων». 148 Το γεγονός όμως ότι αποτελεί ένα θεσμό ήπιας ισχύος περιορίζει ίσως την εμβέλεια της δράσης του ( άλλωστε, στην ιδρυτική Διακήρυξη της Οττάβα, 1996 υπήρχε υποσημείωση όπου ανέφερε τη μη ανάμειξη του Συμβουλίου σε ζητήματα στρατιωτικής ασφάλειας). Αν όμως θεωρηθεί πως το περιβάλλον δεν αποτελεί ζήτημα χαμηλής, αλλά υψηλής πολιτικής, μπορεί να αλλάξει όλη η αντίληψη για το ρόλο του Συμβουλίου. Και όπως παρατηρούν ορισμένοι μελετητές, από το 1980 έχει αλλάξει το παγκόσμιο πολιτικό πλαίσιο που διαμορφώνει εν μέρει την περιβαλλοντική πολιτική της περιοχής, προς μια κατεύθυνση αντιμετώπισης του περιβάλλοντος ως πεδίου άσκησης υψηλής πολιτικής. 149 Την επιθυμία για μεγαλύτερο βαθμό δέσμευσης στο πλαίσιο της αρκτικής συνεργασίας εξέφρασαν τα αρκτικά κράτη όταν στις 12/05/2011 υπέγραψαν το Σύμφωνο για τη Συνεργασία στην Αεροναυτική και Θαλάσσια Έρευνα και Διάσωση (Agreement on Cooperation on Aeronautical and Maritime Search and Rescue in the Arctic-Arctic SAR Agreement). Το Σύμφωνο αυτό αποτελεί το πρώτο νομικά δεσμευτικό κείμενο που υπέγραψαν τα αρκτικά κράτη στο πλαίσιο της λειτουργίας του Αρκτικού Συμβουλίου. Αυτή η απόφαση για δέσμευση γέννησε ερωτήματα αναφορικά με την αλλαγή του υπάρχοντος καθεστώτος και την πιθανότητα να μετατραπεί σταδιακά το Αρκτικό Συμβούλιο από ένα θεσμό «ήπιου δικαίου-soft law» σε ένα θεσμό «αυστηρού δικαίου-hard law». Η υπογραφή του δεύτερου δεσμευτικού Συμφώνου στις 15/05/2013, «Agreement on Cooperation on Marine Oil Pollution Preparedness and Response in the Arctic», ίσως να είναι δηλωτική της διάθεσης των αρκτικών κρατών για αλλαγή. 150 Όσον αφορά τη λειτουργία του, το Αρκτικό Συμβούλιο θεωρείται πετυχημένο καθώς, αφενός προώθησε τη συνεργασία σε επιστημονικό επίπεδο και αφετέρου διαμόρφωσε την εκπροσώπηση των αυτοχθόνων και την πρόσβασή τους στις διαδικασίες υψηλού επιπέδου λήψης αποφάσεων. Πρόσθετα, το γεγονός ότι αποτελεί 148 Dodds, K., Anticipating the Arctic and the Arctic Council: Pre-emption, Precaution and Preparedness, ό.π., σ. 11. 149 Nillson, A. E., The Arctic Environment from low to high politics, στο Heininnen L. (ed.), Arctic Yearbook 2012, Akureyri, Iceland: Northern Research Forum, διαθέσιμο στο: http://arcticyearbook.com/ay2012/files/assets/downloads/publication.pdf, τελευταία ανάκτηση: 01/10/2014, σ. 6, 10. Η διακήρυξη της Οτάβα, 1996 είναι διαθέσιμη στο: http://www.arcticcouncil.org/index.php/en/document-archive/category/5-declarations?download=13:ottawa-declaration, τελευταία ανάκτηση, 01/10/2014. 150 Kao, S.-M., Pearre, S. N., Firestone, J., Adoption of the arctic search and rescue agreement: a shift of the arctic regime toward a hard law basis, Marine Policy, 36: (2012), 832-838. Για τα κείμενα των Συμφώνων, www.arctic-council.org και http://www.ifrc.org/docs/idrl/n813en.pdf
57 ένα διευρυμένο forum με τη συμμετοχή, πέραν των κρατών της περιοχής, κατοίκων, οργανώσεων αυτοχθόνων και παρατηρητών με ενδιαφέρον στην Αρκτική, το καθιστά μοναδικό. Η αποτελεσματικότητα του Αρκτικού Συμβουλίου θα εξαρτηθεί από την αναγνώριση της μοναδικότητας της Αρκτικής γεωφυσικά και κοινωνικοπολιτικά και συνάμα της διασύνδεσης αυτών των δύο χαρακτηριστικών. 151 Η αρκτική γεωπολιτική διαμορφώνεται παράλληλα με τις εξελίξεις. Το Αρκτικό Συμβούλιο έχοντας αντιληφθεί τις συνεχείς αλλαγές και την ανάγκη έγκαιρης προσαρμογής σε αυτές, όπως φαίνεται, ισχυροποιεί και επικαιροποιεί συνεχώς την παρουσία του, διατηρώντας μια ξεχωριστή και υπερέχουσα θέση στην αρκτική γεωπολιτική. 3.1.1 Η Διακήρυξη του Ilulissat (The Ilulissat Declaration) Το Μάιο 2008, τα πέντε παράκτια αρκτικά κράτη υπέγραψαν μια Διακήρυξη στο Ilulissat της Γροιλανδίας, μετά από σχετική πρόσκληση του Δανού υπουργού εξωτερικών και του προέδρου (Premier) της Γροιλανδίας. Δανία, Καναδάς, Η.Π.Α. Νορβηγία και Ρωσία, συναντήθηκαν σε πολιτικό επίπεδο προκειμένου να συζητήσουν ζητήματα που αφορούν στις αλλαγές που υφίσταται η αρκτική περιοχή και κυρίως ο Αρκτικός Ωκεανός. 152 Η Διακήρυξη αφορά στην αναγνώριση των αλλαγών που συνεπάγεται η κλιματική αλλαγή και το λιώσιμο των πάγων τόσο για το εύθραυστο οικοσύστημα της περιοχής αλλά και για τις ζωές των κατοίκων και των κοινοτήτων των αυτοχθόνων και τη δυνατότητα εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων. Με γνώμονα τα κυριαρχικά τους δικαιώματα και τα ζητήματα δικαιοδοσίας στον Αρκτικό Ωκεανό, τα πέντε παράκτια κράτη δήλωσαν πως είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν αυτές τις αλλαγές και προκλήσεις. Αναγνωρίστηκε η ανάγκη ενός νομικού πλαισίου που να βρίσκει εφαρμογή στον Αρκτικό Ωκεανό, και πως το δίκαιο της θάλασσας είναι αυτό που αφορά στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις των κρατών και στη χάραξη των εξωτερικών ορίων της υφαλοκρηπίδας αυτών, στην προστασία του περιβάλλοντος, στην ελευθερία της ναυσιπλοΐας, στη θαλάσσια επιστημονική έρευνα καθώς και σε άλλες πιθανές χρήσεις της θάλασσας. Πρόσθετα στη Διακήρυξη γίνεται αναφορά στο περιβάλλον της Αρκτικής και στον κίνδυνο ρύπανσης από τις διάφορες 151 Gerhardt, H., Steinberg E. P., Tasch, J., Fabiano, J., S., Shields R., ό.π., σ. 8. 152 The Ilulissat Declaration, Arctic Ocean Conference Ilulissat, Greenland, 27-29 May 2008, διαθέσιμο στο http://www.oceanlaw.org/downloads/arctic/ilulissat_declaration.pdf, τελευταία ανάκτηση 01/10/2014.
58 δραστηριότητες και σε αυτό το σημείο επισημαίνεται ο ρόλος του IMO για την έκδοση οδηγιών και μέτρων αναφορικά με την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας. 153 Τα πέντε παράκτια κράτη, δήλωσαν πίστη στο κείμενο της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας 1982, για κάθε ζήτημα όπως και για τις αλληλεπικαλυπτόμενες αξιώσεις. 154 Η ρητή διαπίστωση της επάρκειας της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (ΣΔΘ), για όλα τα νομικά ζητήματα που μπορεί να ανακύψουν στον Αρκτικό Ωκεανό, συνεπάγεται την άμεση απόρριψη οποιασδήποτε άλλης μορφής νομικού καθεστώτος για τη διακυβέρνηση της Αρκτικής. Αυτή η δήλωση δεν υπήρξε τυχαία, αλλά ήταν απάντηση στις συζητήσεις για την ανάγκη δημιουργίας ενός νέου συστήματος αναλόγου του συστήματος που εφαρμόστηκε στην περίπτωση της Ανταρκτικής με τη δημιουργία ειδικής Συνθήκης (ATS 1959). 155 Αυτή η ιδέα βρίσκει ένθερμους υποστηρικτές, αλλά και αντιπάλους, πρωτίστως βέβαια τα παράκτια κράτη τα οποία ασκούν κυριαρχία σε περιοχές του Αρκτικού Ωκεανού. Για ορισμένους μελετητές η ιδέα μιας νέας Συνθήκης για το καθεστώς στον Αρκτικό Ωκεανό εικάζεται πως θα μπορούσε να προκαλέσει σύγχυση εξαιτίας της θέσης που έχει η ΣΔΘ, αναγνωρισμένη από τα πέντε παράκτια κράτη ως κυρίαρχο νομικό καθεστώς. Συνήθως, η δημιουργία ενός νομικά δεσμευτικού κειμένου απαιτεί χρόνιες διαβουλεύσεις και διαδικασίες που πιθανόν να μην αποδώσουν, αφού τα κράτη είναι συνήθως διστακτικά στην απόφαση δέσμευσής τους. Επίσης, όπως επισημάνθηκε, η Αρκτική είναι ένα χώρος που μεταβάλλεται συνεχώς. Η δημιουργία ενός κειμένου που να προβλέπει όλες τις εξελίξεις είναι αδύνατη και η μεταγενέστερη επικαιροποίηση μιας Συνθήκης πολύ δύσκολη. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει ανάγκη δημιουργίας κανονιστικών ρυθμίσεων αναφορικά με τη δράση των κρατών στον Αρκτικό Ωκεανό. Ωστόσο, ίσως θα ήταν πιο κατάλληλο ένα ολοκληρωμένο ρυθμιστικό καθεστώς το οποίο δηλαδή θα αφορά στην ευρύτερη αρκτική περιοχή και όχι μόνο στον Αρκτικό Ωκεανό. 156 Αυτοί κυρίως που αντιτίθενται σε μια τέτοια απόφαση, συγκρίνοντας τα δύο υποσυστήματα, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι είναι εκ διαμέτρου διαφορετικά. Ενώ η Ανταρκτική βρέθηκε στο επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος αναφορικά με τη δημιουργία ενός νομικού καθεστώτος που να διέπει την περιοχή, μοιρασμένη ανάμεσα στους πολλούς διεκδικητές, η Αρκτική απείχε από το πολιτικό προσκήνιο 153 The Ilulissat Declaration, ό.π. 154 Ό.π. 155 Gupta, A., ό.π., σ. 4. 156 Young, O., The Arctic in Play: Governance in a time of Rapid Change, ό.π., σ. 13-19.
59 για πολλά χρόνια. Οι διαφορές είναι ουσιαστικές. Η Ανταρκτική, ρυθμιζόμενη από μια διεθνή Συνθήκη, αποτελεί ένα χώρο περίκλειστο από θάλασσα που καταλαμβάνουν πληθυσμοί πιγκουΐνων. Αντίθετα στην Αρκτική, η οποία αποτελείται κυρίως από την αχανή και παγωμένη έκταση του Αρκτικού Ωκεανού, υπάρχουν αυτόχθονες κάτοικοι οι οποίοι υπάγονται στην κυριαρχική δικαιοδοσία κρατών. Ως εκ τούτου, όπως αναφέρει ο Strandsbjerg, οι δύο περιοχές δεν αποτελούν παρόμοιες καταστάσεις, αλλά εκ διαμέτρου αντίθετες-«mirror opposites». 157 Ο λόγος δημιουργίας της Συνθήκης για την Ανταρκτική, ήταν η διασφάλιση της ειρήνης στην περιοχή, η συνεργασία και το δικαίωμα των κρατών για επιστημονική έρευνα. Στην Αρκτική, τα κράτη επιζητούν περισσότερο την αντιμετώπιση των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής και την επέκταση των κυριαρχικών τους δικαιωμάτων. Επομένως, οι αντίθετες απόψεις αναφορικά με το αν θα πρέπει ή όχι να χρησιμοποιηθεί το ATS ως μοντέλο για την Αρκτική, είχαν ως αποτέλεσμα τον παραμερισμό και την αποτυχία των όποιων ουσιαστικών διαλόγων για την ανάγκη ύπαρξης και δημιουργίας ενός νομικού καθεστώτος για την Αρκτική. 158 Ως εκ τούτου, καθώς οι εξελίξεις τρέχουν στο μεταβαλλόμενο αρκτικό περιβάλλον, τα πέντε παράκτια κράτη, έλαβαν την πρωτοβουλία και ρητά δήλωσαν πως το μόνο νομικό καθεστώς κατάλληλο να διέπει τα αρκτικά ζητήματα είναι η ΣΔΘ, απομακρύνοντας, έστω πρόσκαιρα, σχετικές συζητήσεις. Το πνεύμα της συνεργασίας και της αμοιβαίας εμπιστοσύνης αλλά και διαφάνειας διαπνέει τη Διακήρυξη αναφορικά με τις σχέσεις των παρακτίων κρατών μεταξύ τους αλλά και με άλλους δρώντες στην περιοχή, με την ανταλλαγή πληροφοριών, επιστημονικών δεδομένων και την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Επίσης, στο κείμενο της Διακήρυξης αναγνωρίζεται η συνεισφορά του Αρκτικού Συμβουλίου σε ζητήματα που αφορούν στην περιοχή και δηλώνεται η συνέχιση της συνεργασίας και συνεισφοράς στο έργο που επιτελεί το Αρκτικό Συμβούλιο. 159 Το γεγονός ότι γίνεται αναφορά στο ρόλο και τη συνεισφορά του Αρκτικού Συμβουλίου στην αντιμετώπιση σημαντικών ζητημάτων της αρκτικής περιοχής, δε σημαίνει ότι δεν υπήρξε δυσαρέσκεια από τα τρία μη παράκτια αρκτικά κράτη (Ισλανδία, Σουηδία, Φινλανδία), τα οποία παραμερίστηκαν στην όλη διαδικασία. 157 Strandsbjerg, J., Cartography and Geopolitics in the Arctic Region, ό.π., σ. 8-9. 158 Ό.π. Molenaar, J. E., ό.π. 159 Young, O., The Arctic in Play: Governance in a time of Rapid Change, ό.π. Wegge N., The political order in the Arctic: power structures, regimes and influence, Polar Record, 47:241, 2011, 165-176, σ. 9.
60 Όπως επίσης και από τις οργανώσεις των αυτοχθόνων που έχουν συμφέροντα ζωτικής σημασίας στην περιοχή που αποτελεί για αυτούς τόπο διαβίωσης. Γενικά, υπάρχει μια αβεβαιότητα σχετικά με το καθεστώς των μη παράκτιων αρκτικών κρατών, στα αρκτικά ζητήματα μετά από αυτήν την εξέλιξη. 160 Η ανησυχία για σταδιακό παραγκωνισμό του Αρκτικού Συμβουλίου έγινε γρήγορα φανερή, αν και μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι ως όργανο ήπιας ισχύος, δεν μπορεί να καταπιαστεί με ζητήματα εκμετάλλευσης πόρων και κυριαρχίας. Η διαφορά στην προσέγγιση από την μια μεριά των Αρκτικών 5 (τα πέντε παράκτια κράτη) και από την άλλη μεριά από τα υπόλοιπα τρία αρκτικά κράτη μπορεί να χαρακτηριστεί ως μονομερής ή πολυμερής προσέγγιση αντίστοιχα. Το αν όμως αυτό, δηλαδή η μονομερής δράση των πέντε, σημαίνει την επιστροφή στον εθνικισμό όπως αυτός γίνεται αντιληπτός από την μονομερή δράση των κρατών και την κυριαρχία για την αρκτική περιοχή, μένει να διαφανεί από τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή. 161 3.2 Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας-UNCLOS III Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας αποτελεί τη δεύτερη θεσμική διάσταση της αρκτικής πολιτικής. Όπως αναφέρθηκε προηγούμενα, τα πέντε παράκτια αρκτικά κράτη με τη διακήρυξη στο Ilulissat το Μάιο του 2008, συμφώνησαν πως το μόνο νομικό κείμενο που θα διέπει τα ζητήματα που ανακύπτουν στον Αρκτικό Ωκεανό είναι η ΣΔΘ. Ένα ικανό και επαρκές νομικό κείμενο που αποκλείει την ανάγκη δημιουργίας ειδικού καθεστώτος που θα διέπει την Αρκτική, αναλόγου της Συνθήκης για την Ανταρκτική. Οι Η.Π.Α. είναι το μόνο κράτος που δεν έχει επικυρώσει ακόμη τη Σύμβαση, αν και συναινούν στη χρήση της από τα αρκτικά κράτη (Ilulissat Declaration). Ως εκ τούτου εξαρτώνται από διεθνές εθιμικό δίκαιο για τα αρκτικά ζητήματα, το οποίο βέβαια αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος της ΣΔΘ. Για ορισμένους μελετητές, η αποτυχία των Η.Π.Α. να επικυρώσουν τη Σύμβαση, συνεπάγεται την άρνηση της ηγεμονίας τους. 162 160 Young, O., The Arctic in Play: Governance in a time of Rapid Change, ό.π, σ. 8. 161 Heininen, L., Northern Geopolitics: actors, interests and processes in the circumpolar Arctic, στο Powell, R., Dodds, K., (eds), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Ltd, Cheltenham, UK, 2014, σ. 250. 162 Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π., σ. 11-12. Μάλιστα, υποστηρίζεται ότι αποτελεί και έρεισμα για άλλα ναυτικά κράτη όπως η Μαλαισία και η Ινδονησία, στην άρνησή τους να υπογράψουν το PSI (Proliferation Security Initiative).Το PSI, αποτελεί μια πρωτοβουλία η οποία εμποδίζει τη μεταφορά πυρηνικής-πυραυλικής τεχνολογίας στα «rogue states».
61 Διακρίνονται δύο σημαντικές χρήσεις της ΣΔΘ που ενδιαφέρουν την Αρκτική. Η πρώτη αφορά στον ορισμό της χωρικής θάλασσας και της ΑΟΖ στα 12ν.μ και 200ν.μ αντίστοιχα. Η δεύτερη σχετίζεται με τον τρόπο που τα κράτη χρησιμοποιούν την ΣΔΘ για να δικαιολογήσουν τις αξιώσεις τους σε υπεράκτια ύδατα, τον πυθμένα, το υπέδαφος και κυρίως στους πόρους που έχουν. Αυτό, γίνεται μέσα από τις προβλέψεις των άρθρων 76-77 της ΣΔΘ για τα μέσα επέκτασης της υφαλοκρηπίδας πέρα των 200ν.μ. Η επέκταση μπορεί να φτάσει τα 350ν.μ εάν υπάρχουν οι επιστημονικές αποδείξεις (γεωλογικά). 163 Το σώμα που είναι υπεύθυνο για τις αξιώσεις που υποβάλλονται σχετικά με την επέκταση της υφαλοκρηπίδας είναι η Επιτροπή για τα Όρια της Υφαλοκρηπίδας (CLCS). Τα κράτη έχουν τη δυνατότητα υποβολής αξιώσεων εντός δέκα ετών από την υπογραφή και επικύρωση της Σύμβασης. Όσον αφορά τις διαφορές που μπορεί να υπάρξουν, αυτή δεν αποτελεί διαιτητικό σώμα για την επίλυσή τους εκτός και αν τα κράτη μέρη συμφωνήσουν σε αυτό. Επίσης, η Επιτροπή δε θα πρέπει να εξετάζει τις υποβολές αιτημάτων σε περιοχές που είναι υπό αμφισβήτηση. 164 Ωστόσο, ο περιορισμός αυτός δεν εμπόδισε τα κράτη από τη διεκδίκηση των αξιώσεών τους. Η Νορβηγία, συγκεκριμένα, βρήκε τρόπο να παρακάμψει αυτόν τον περιορισμό λαμβάνοντας και στη συνέχεια προσκομίζοντας τη συγκατάθεση της Ρωσίας και της Δανίας πως η εργασία της Επιτροπής για τη σχετική υποβολή της Νορβηγίας δε θα έθιγε την εν συνεχεία διμερή οριοθέτηση, δίνοντας με αυτόν τον τρόπο τη δυνατότητα στην CLCS να εξετάσει τα αιτήματα ακόμη και για διαφιλονικούμενες περιοχές. 165 Σύμφωνα με τη ΣΔΘ η υφαλοκρηπίδα, η οποία είναι ένα γεωλογικό φαινόμενο, αποτελεί το πρώτο τμήμα του υφαλοπλαισίου, το οποίο αποτελείται από όλη την περιοχή «του βυθού από τις ακτές ως και το σημείο κλίσης προς την ωκεάνια άβυσσο». 166 Η υφαλοκρηπίδα «αρχίζει από την ακτή και συνεχίζεται μέχρι το σημείο όπου σημειώνεται μια σημαντική κλίση του πυθμένα.σε απόσταση 42-45 μιλίων από την ακτή και το μέγιστο βάθος του είναι περίπου 150-200 μέτρα» 167 Η 163 Lieutenant Colonel Sharp, L. T., ό.π., σ. 7-8. Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π., σ. 10-11. Tan, W. E., ό.π. 164 Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π. Lieutenant Colonel Sharp, L. T., ό.π. Mc Dorman, L., T.,.ο.π., σ. 18. 165 Mc Dorman, L., T.,.ο.π., σ. 18. 166 Ιωάννου, Κ., Στράτη, Α., Δίκαιο της Θάλασσας, 4η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2013, σ.128. 167 Ό.π.
62 υφαλοκρηπίδα, αποτελεί ένα νομικό όρο που απεικονίζει τις περιοχές του θαλάσσιου πυθμένα όπου το παράκτιο κράτος ασκεί δικαιοδοσία. Επίσης, η νομική διάσταση της υφαλοκρηπίδας μπορεί να συμπεριλάβει στην έκτασή της το σύνολο του υφαλοπλαισίου, αφού μπορεί να επεκταθεί μέχρι το εξωτερικό του όριο. Σε αντίθεση με την επιστημονική έννοια, όπου μπορεί να φτάσει μέχρι τα ρηχά τμήματα του εσωτερικού του. 168 Το άρθρο 76 8 προβλέπει σχετικά με την επέκταση της υφαλοκρηπίδας πέρα των 200ν.μ. και βάσει αυτού τα αρκτικά κράτη υπέβαλαν τις σχετικές πληροφορίες στην Επιτροπή για τα Όρια της Υφαλοκρηπίδας, για να στηρίξουν τις αξιώσεις τους. 169 Άρθρο 76 8 «..Πληροφορίες για τα όρια της υφαλοκρηπίδας πέρα των 200ν.μ..θα πρέπει να κατατεθούν από το παράκτιο κράτος στην Επιτροπή για τα Όρια της Υφαλοκρηπίδας η Επιτροπή θα πρέπει να κάνει συστάσεις στα παράκτια κράτη πάνω σε ζητήματα σχετικά με την εγκαθίδρυση των εξωτερικών ορίων της υφαλοκρηπίδας τους όρια της υφαλοκρηπίδας που θα καθιερωθούν από το παράκτιο κράτος βάσει αυτών των συστάσεων θα πρέπει να είναι τελικά και δεσμευτικά» 170 Η μορφολογία του Αρκτικού Ωκεανού, είναι ιδιαίτερα περίπλοκη με απειροβαθή πεδία, κορυφογραμμές και ανυψώματα, τα οποία μπορεί να αποτελέσουν τα εξωτερικά όρια της υφαλοκρηπίδας πέρα των 200ν.μ. Η Κορυφογραμμή Λομονόσοφ χωρίζει τον Αρκτικό Ωκεανό σε δύο μέρη: την ευρασιατική λεκάνη και την αμερικανική λεκάνη. Ως εκ τούτου, εάν η CLCS συμφωνήσει στη δυνατότητα αυτών των μορφολογικών σχηματισμών να αποτελέσουν εξωτερικά όρια υφαλοκρηπίδας, τότε το μεγαλύτερο μέρος και των δύο λεκανών θα βρεθεί υπό εθνική δικαιοδοσία. 171 Η Ρωσία είναι το πρώτο κράτος που αξίωσε την επέκταση της υφαλοκρηπίδας της το 2001. Μετά την υιοθέτηση των προτάσεων της CLCS το 2002, η Ρωσία υπέβαλλε ξανά στοιχεία το 2013 αναφορικά με τη θάλασσα Οκότσκ. 172 Ακολούθησε 168 Brekke, H., Defining and recognizing the outer limits of the continental shelf in the polar regions, στο Powell C. R., Dodds, K., (eds), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Publishing Limited, UK, 2014, σ. 39. 169 United Nations Convention on the law of the Sea,1982 διαθέσιμη στο:http://www.un.org/depts/los/convention_agreements/texts/unclos/unclos_e.pdf 170 Ό.π. 171 Το Chukchi Plateau για τις Η.Π.Α., Κορυφογραμμή Μεντελέεφ για τη Ρωσία, η Κορυφογραμμή Λομονόσοφ για τη Ρωσία, τη Δανία και τον Καναδά και η Κορυφογραμμή Άλφα για τον Καναδά. Brekke, H., ό.π., σ. 41. 172 Αναφορικά με τις σχετικές υποβολές των κρατών στην CLCS βλ. http://www.un.org/depts/los/clcs_new/commission_submissions.htm, Οι συστάσεις της CLCS στο:
63 η Νορβηγία το 2006. Η υποβολή της Νορβηγίας αφορά τις περιοχές του Loop Hole της Θάλασσα Μπάρεντς, το Western Nansen Basin στον Αρκτικό Ωκεανό και το Banana Hole στη Νορβηγική Θάλασσα (Norwegian Sea). Πρόσθετα, σημείωσε πως μπορεί να υποβάλλει ξεχωριστά πληροφορίες για άλλες περιοχές, καθώς η συγκεκριμένη κατάθεση αφορούσε μόνο αυτές τις τρείς. Το 2009 η Επιτροπή, υιοθέτησε συστάσεις αναφορικά με την υποβολή της Νορβηγίας. 173 Ο Καναδάς υπέβαλε το αίτημα το Δεκέμβριο 2013 με τη σημείωση ότι είναι μερική και θα υποβάλει συμπληρωματικές πληροφορίες αναφορικά με την επέκταση της υφαλοκρηπίδας του πέρα των 200ν.μ. Η Δανία υπέβαλε τις σχετικές πληροφορίες για την επέκταση της νότιας υφαλοκρηπίδας της Γροιλανδίας τον Ιούνιο 2012 σύμφωνα πάντα με το άρθρο 76 8 της ΣΔΘ. Επίσης, η υποβολή της ήταν μερική, καθώς, όπως επεσήμανε, σκοπεύει να αποστείλει ξεχωριστές πληροφορίες για τις θαλάσσιες περιοχές βόρεια και βορειοανατολικά της Γροιλανδίας. Οι Η.Π.Α. είναι το μόνο αρκτικό παράκτιο κράτος το οποίο δε δύναται να υποβάλει πληροφορίες για σχετική αξίωση, και δεν έχει τη διαδικαστική υποχρέωση, καθώς δεν έχει επικυρώσει ακόμη τη Σύμβαση. 174 Υπάρχουν δύο ζητήματα νομικής και πολιτικής φύσης που προκύπτουν από την επέκταση της υφαλοκρηπίδας πέρα των 200ν.μ. Το πρώτο αφορά, όπως αναφέρθηκε προηγούμενα, στη πιθανή δημιουργία αλληλεπικαλυπτόμενων αξιώσεων στο κέντρο του Αρκτικού Ωκεανού, με κάθε κράτος να προσπαθεί να δικαιολογήσει τη θέση του και να ισχυροποιήσει την αξίωσή του στη σχετική περιοχή. Η επίλυση αυτών των αλληλεπικαλυπτομένων αξιώσεων είναι υποκείμενη σε πολιτική διαπραγμάτευση βάσει των προβλέψεων του διεθνούς δικαίου για την οριοθέτηση θαλάσσιων περιοχών. 175 Το δεύτερο, αφορά στις περιοχές που δεν εμπίπτουν στη δικαιοδοσία κανενός κράτους και συνεπώς, ως «κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας», οι πόροι που βρίσκονται στον πυθμένα του ωκεανού εμπίπτουν στην http://www.un.org/depts/los/clcs_new/submissions_files/nor06/nor_rec_summ.pdf τελευταία ανάκτηση 20/10/2014. 173 Ό.π. 174 Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π., σ. 12. Mc Dorman, L., T., ό.π., σ.6. http://www.un.org/depts/los/clcs_new/commission_submissions.htm, http://www.un.org/depts/los/clcs_new/submissions_files/nor06/nor_rec_summ.pdf Όσον αφορά τις Η.Π.Α. έχουν ήδη συλλέξει αρκετά επιστημονικά δεδομένα. Αυτό συνεπάγεται ότι στην περίπτωση επικύρωσης της Σύμβασης, θα είναι σχεδόν έτοιμες να υποβάλλουν τις αξιώσεις τους στην CLCS. Βλέπε σχετικά: Dodds, K., Developments in geopolitics of Arctic resources, speech at Lloyd s Register Energy press event, 09/05/2012(δημοσίευση 25/05/2012) διαθέσιμο στο: https://www.youtube.com/user/lrupstream/videos, τελευταία ανάκτηση 17/12/2014. 175 Mc Dorman, L., T.,.ο.π., σ. 7.
64 αρμοδιότητα της Διεθνούς Αρχής των Θαλάσσιων Βυθών (ISA). Ως εκ τούτου όλα τα κράτη προσπαθούν να μεγιστοποιήσουν τις αξιώσεις τους στο εξωτερικό όριο της υφαλοκρηπίδας τους ώστε να αποφευχθεί η υπαγωγή της διαχείρισης ορυκτών πόρων στην ISA. 176 Το διεθνές νομικό πλαίσιο για την υφαλοκρηπίδα πέρα των 200ν.μ. έχει τρία ξεχωριστά συστατικά. Το πρώτο είναι τα διεθνή νομικά δικαιώματα που έχει ένα παράκτιο κράτος αναφορικά με την επέκταση της υφαλοκρηπίδας πέρα από τα 200ν.μ. βάσει της ΣΔΘ. Τα ουσιαστικά δικαιώματα, που αποτελούν εθιμικό δίκαιο, προέρχονται από την προηγούμενη Σύμβαση της Γενεύης για την Υφαλοκρηπίδα του 1958 αλλά και τις Υποθέσεις της Βόρειας Θάλασσας του 1969. Το δεύτερο συστατικό αφορά στα κριτήρια και τη διαδικασία που προβλέπει η ΣΔΘ για την οριοθέτηση του εξωτερικού ορίου της υφαλοκρηπίδας. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει και την χάραξη των θαλασσίων συνόρων στον πυθμένα μεταξύ του εκάστοτε κράτους και της ISA. Το τρίτο στοιχείο αποτελεί η πρακτική των κρατών και των διεθνών δικαστηρίων, συμπληρωματικά με τις προβλέψεις της ΣΔΘ, αναφορικά με τη διμερή οριοθέτηση των θαλασσίων συνόρων για την επέκταση της υφαλοκρηπίδας πέρα από τα 200ν.μ. 177 Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι το διεθνές νομικό πλαίσιο αναφορικά με την υφαλοκρηπίδα έχει ιστορική συνάφεια με τους πόρους υδρογονανθράκων. Η Συνθήκη μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Βενεζουέλας το 1942 για την «Εκμετάλλευση του Βυθού του Κόλπου της Παρία» αφορούσε στο χωρισμό των θαλάσσιων οικοπέδων πετρελαίου ανάμεσα στη Βενεζουέλα και το Τρινιντάντ. Όπως επίσης η Διακήρυξη του Τρούμαν για την Υφαλοκρηπίδα το 1945, συνδέονταν ξεκάθαρα με την αποκλειστική αρμοδιότητα των Η.Π.Α. για τη δραστηριοποίηση με υδρογονάνθρακες στην υφαλοκρηπίδα που γειτόνευε με τις Η.Π.Α. 178 Η ύπαρξη της απαραίτητης τεχνολογίας για την εκμετάλλευση του βυθού και η νομική ασάφεια ως προς τη δυνατότητα εκμετάλλευσης δημιουργούσαν μια αντίφαση που ενοχλούσε την κυβέρνηση των Η.Π.Α. Αποτέλεσμα της Διακήρυξης που εξέδωσε ο Τρούμαν ήταν να καταγραφεί η πρώτη επιχείρηση ρύθμισης των ζητημάτων της υφαλοκρηπίδας και 176 Ό.π. 177 Mc Dorman, L., T., ο.π., σ.8-9. 178 Ό.π. Ιωάννου, Κ., Στράτη, Α., ό.π., σ. 130-131.
65 να αποτελέσει την «ιστορική αφετηρία της νομικής ρύθμισης της υφαλοκρηπίδας». 179 Το κείμενο της ΣΔΘ σχετικά με τη διευθέτηση των αλληλεπικαλυπτόμενων αξιώσεων θεωρείται αμφιλεγόμενο. Δηλωτικό είναι το γεγονός ότι όλα τα κράτη με την εξαίρεση της Νορβηγίας επέλεξαν να απορρίψουν τη ΣΔΘ για την επίλυση των σχετικών διαφορών. 180 Το άρθρο 279 της Σύμβασης για την υποχρεωτική διαδικασία επίλυσης των διαφορών δεν περιλαμβάνει ζητήματα δικαιοδοσίας όπως είναι αυτά που προκύπτουν στην περίπτωση της Αρκτικής. Συνεπώς, η απουσία ενός αποτελεσματικού νομικού καθεστώτος, είναι πολύ πιθανό να περιπλέξει τη διαδικασία χάραξης των θαλασσίων συνόρων σε περιοχές που υπάρχουν αλληλεπικαλυπτόμενες αξιώσεις. 181 Επίσης, το άρθρο 279 της ΣΔΘ προβλέπει για την ειρηνική επίλυση των διαφορών και την εύρεση λύσης σύμφωνα με το 2 3 και 33 1 του Χάρτη. Ως μεθόδους επίλυσης προτείνει το Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας, το Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης, ή ένα από τα δύο διαιτητικά δικαστήρια όπως προβλέπονται από τα Παραρτήματα VII και VIII της ΣΔΘ (Άρθρο 287 της ΣΔΘ). Στην περίπτωση που τα κράτη έχουν επιλέξει διαφορετικά fora, η Σύμβαση προτείνει τη διαιτησία. Επίσης, επιτρέπει στα κράτη να απορρίψουν κάποια μέθοδο επίλυσης όταν αυτή εμπίπτει σε συγκεκριμένες κατηγορίες όπως είναι οι συνοριακές διαφορές ανάμεσα σε κράτη με γειτνιάζουσα χωρική θάλασσα ή υφαλοκρηπίδα (Άρθρο 298). Συγκεκριμένα ο Καναδάς αλλά και η Ρωσία δεν αποδέχονται καμία διαδικασία όπως αναφέρεται στο άρθρο 298. 182 Η γεωλογία δεν αποτελεί έναν εύκολο δρόμο στην επίλυση των αλληλεπικαλυπτόμενων αξιώσεων ούτε και μια ξεκάθαρη λύση. Στην περίπτωση που τα κράτη έχουν αλληλεπικαλυπτόμενες αξιώσεις ή/και όμορες χωρικές θάλασσες η γεωλογία δεν προβλέπει τη χάραξη συνοριακών γραμμών. Για αυτό το λόγο το άρθρο 76 της ΣΔΘ δεν εφαρμόζεται σε τέτοιες περιπτώσεις. Ιδιαίτερα στην περίπτωση της Αρκτικής η ύπαρξη αλληλεπικαλυπτόμενων αξιώσεων, όπως προαναφέρθηκε, είναι πολύ πιθανή λόγω της εγγύτητας των κρατών μεταξύ τους. Η χρήση της ιστορίας μπορεί να βοηθήσει στην Αρκτική. Αφενός, ένα κράτος μπορεί να ισχυριστεί ότι η 179 Ιωάννου, Κ., Στράτη, Α., ό.π., σ. 130. 180 Holmes, S., ό.π., σ. 3. 181 Tan, W. E., ό.π. σ. 3 182 Holmes, S., ό.π., σ. 14-15. Mendez, T., Thin Ice, Shifting Geopolitics: The Legal Implications of Arctic Ice Melt, Denv. J. Int l L. & Pol y, 38:527, 2010.
66 χρήση ενός τμήματος του Βορείου Πόλου αποδεικνύει τη συναίνεση των υπολοίπων χωρών σε μια συνοριακή γραμμή. Αφετέρου, ωστόσο, κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι η ΣΔΘ αποτελεί απομάκρυνση από τη λογική της ιστορικής πρακτικής αφού δεν επιτρέπει το συνυπολογισμό της ιστορικής πρακτικής σε περιπτώσεις γειτνιαζόντων ΑΟΖ ή υφαλοκρηπίδων (κάτι που δέχεται σε περιπτώσεις όμορων χωρικών θαλασσών). 183 Πρόσθετα, μια σημαντική πτυχή της ΣΔΘ είναι ότι προβλέπει την προστασία των καλυμμένων από πάγο εκτάσεων. Το άρθρο 234 της ΣΔΘ δίνει τη δυνατότητα στα παράκτια κράτη να υιοθετήσουν νόμους και κανονισμούς σχετικά με την πρόληψη, τη μείωση και τον έλεγχο της θαλάσσιας μόλυνσης από σκάφη. Η εφαρμογή λαμβάνει χώρα εντός της ΑΟΖ τους, σε περιοχές όπου εξαιτίας των δριμείων κλιματικών συνθηκών υπάρχει παρεμπόδιση και υψηλή επικινδυνότητα για τη ναυσιπλοΐα και συνακόλουθα για την οικολογική ισορροπία. Επίσης, η χρήση επιστημονικών δεδομένων και γνώσης θεωρείται απαραίτητη. 184 Η πρόβλεψη αυτή έγινε μετά από πρόταση του Καναδά και της ΕΣΣΔ. Μάλιστα για τον Καναδά είχε συμβολική σημασία αφού παρείχε διεθνή αναγνώριση και νομιμοποίηση για το νόμο που είχε εκδώσει το 1970 για την προστασία των αρκτικών υδάτων (Arctic Waters Pollution Act). 185 Η μη επικύρωση της Σύμβασης από τις Η.Π.Α. θεωρείται πως μπορεί να υποβαθμίζει τη ΣΔΘ ως προς την αποτελεσματικότητα και τη δυνατότητα διαχείρισης του ζητήματος της επέκτασης της υφαλοκρηπίδας. Σε αυτό το σημείο υποστηρίζεται πως είναι η έλλειψη ενός ολοκληρωμένου και ενιαίου καθεστώτος που ενέχει το ρίσκο της παρανόησης και της συνεχούς αναποτελεσματικότητας. Ωστόσο, η «ποικιλία» και η εξειδίκευση που επιφέρει η κατάσταση στην Αρκτική που συνεπάγεται περιορισμένο αριθμό ζητημάτων για κάθε οργανισμό, ίσως να την καθιστά για αρκετούς πιο αποτελεσματική διέξοδο και πιο εφικτή τη δυνατότητα επίτευξης συμφωνίας. 186 183 Holmes, S., ό.π., σ. 20-21. 184 United Nations Convention on the Law of the Sea, 1982. 185 Αν και στη ΣΔΘ δεν υπάρχει ξεκάθαρη αναφορά στις πολικές περιοχές. Rothwell, R., D., The polar regions and the law of the sea, ό.π., σ. 26. 186 Mychajlyszyn, N., The Arctic: Geopolitical Issues, ό.π.
67 Δ. (Γεω)Πολιτική των αρκτικών κρατών 1.Οι εθνικές στρατηγικές των οκτώ αρκτικών κρατών 1.1 Δανία Στη στρατηγική που εξέδωσε η Δανία για την Αρκτική με χρονικό ορίζοντα 2011-2020, δηλώνεται η κοινή αντιμετώπιση και δράση για το Δανικό Βασίλειο, ήτοι Δανία, Γροιλανδία και Νήσοι Φερόες. Φαίνεται η προσπάθεια να καταστεί ξεκάθαρο πως υπάρχει μια ενοποιημένη και ενιαία αντιμετώπιση των αρκτικών ζητημάτων, χωρίς την πρόθεση να υπάρξει αλλαγή στην αναλογία ισχύος των τριών κρατών του Βασιλείου. Όσον αφορά στα πεδία πολιτικής που εστιάζει, αρχικά αναφέρεται στην εκμετάλλευση των μεταλλευμάτων που είναι υπό Γροιλανδική εποπτεία και ευθύνη. Στη συνέχεια τονίζεται πως οποιαδήποτε δράση θα είναι καταρχήν με γνώμονα το όφελος των κατοίκων των αρκτικών περιοχών και με σεβασμό στον πολιτισμό τους. Επίσης, η στρατηγική έχει ως αφετηρία τη Διακήρυξη του Ilulissat 2008 για τη συνεργασία προς διαχείριση των ευκαιριών, των προκλήσεων αλλά και των διαμαχών έτσι ώστε να εξαλειφθεί «ο μύθος για ανταγωνισμό στο Βόρειο Πόλο». 187 Γενικά, η προσέγγιση του Δανικού Βασιλείου (εφεξής Δανία) για την αρκτική πολιτική είναι συνεργατική, προς αποφυγή των συγκρούσεων και τη στρατιωτικοποίηση και με στόχο αμοιβαία επωφελείς συνεργασίες. Επίσης, η έκδοση της στρατηγικής αποτελεί τρόπο εγκαθίδρυσης της θέσης της ως αρκτικής δύναμης. Σημεία κλειδί της στρατηγικής είναι, η ασφαλής και σταθερή Αρκτική, μέσω της εφαρμογής των κανόνων του διεθνούς δικαίου, της συνεργασίας για τη θαλάσσια ασφάλεια με προληπτικά μέτρα και εκπαίδευση, όπως επίσης και η άσκηση κυριαρχίας από τις ένοπλές δυνάμεις της Δανίας, ενώ δίνει παράλληλα ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη της εμπιστοσύνης και στη συνεργασία με τα υπόλοιπα αρκτικά κράτη. 188 Σε επόμενο στάδιο, η στρατηγική της Δανίας υποστηρίζει τη βιώσιμη ανάπτυξη θέτοντας τις υψηλότερες προδιαγραφές ασφάλειας στην εκμετάλλευση των μεταλλευμάτων με διαφάνεια ως προς την επιστροφή των κερδών στην κοινωνία. Επίσης, υποστηρίζει την αύξηση της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη βιώσιμη συγκομιδή όλων των ζώντων πόρων όπως είναι τα θαλάσσια θηλαστικά και τα ψάρια. Υποστηρίζει επίσης την εκμετάλλευση των 187 Kingdom of Denmark Strategy for the Arctic 2011-2020 188 Ό.π.
68 ευκαιριών που αναδύονται στην Αρκτική με αύξηση των εξαγωγών και την επιστημονική έρευνα για την ανάπτυξη της βιομηχανίας και της τοπικής κοινωνίας με βιώσιμο τρόπο με την προώθηση της συνεργασίας στους σχετικούς τομείς. 189 Η συνεργασία αυτή θα είναι ακόμη πιο έντονη στον τομέα του περιβάλλοντος καθώς θα πρέπει να εκμεταλλευθεί κάθε επιστημονικό δεδομένο αναφορικά με τη διαχείριση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και της παγκόσμιας προσαρμογής σε αυτό, με γνώμονα την προστασία του αρκτικού περιβάλλοντος και των δικαιωμάτων των κοινοτήτων των αυτοχθόνων. Επίσης, αναφέρεται στην προώθηση της συνεργασίας με το Αρκτικό Συμβούλιο και την Ε.Ε. αλλά τονίζει και τη σημασία των αρκτικών 5 ως forum διαλόγου, όπως επίσης και τη διμερή συνεργασία προκειμένου να προασπίσει τα συμφέροντα της. Πρόσθετα, η Δανία όρισε μια εποπτική επιτροπή προκειμένου να διασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή της στρατηγικής, γεγονός που καθιστά φανερό το έντονο ενδιαφέρον της χώρας για την επιτυχή εφαρμογή των στόχων που έχει θέσει για την Αρκτική. 190 1.2 Η.Π.Α. Διαχρονικά, για τις Η.Π.Α. ο Βορράς δεν αποτελούσε μέρος της κανονιστικής γεωπολιτικής συζήτησης και πρακτικής και ταυτίζονταν αποκλειστικά με την περιοχή της Αλάσκας. Η ένταξη του Bορρά στη γεωπολιτική πρακτική των Η.Π.Α. έγινε την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, οπότε και άλλαξε η γεωστρατηγική σημασία της Αρκτικής και ο ρόλος της στη μάχη ενάντια στην αντίπαλη δύναμη και στην κατασκευή της γραμμής ραντάρ D.E.W.Line. 191 Η εθνική στρατηγική ασφάλειας για την Αρκτική εκδόθηκε το 2013. Είχε προηγηθεί η εθνική στρατηγική του 2009, επί προεδρίας G. W. Bush λίγες μέρες πριν τελειώσει τη θητεία του και αναλάβει ο B. Obama. Και στις δύο στρατηγικές δηλώνεται ξεκάθαρα ότι οι Η.Π.Α. αποτελούν ένα αρκτικό έθνος με θεμελιώδη συμφέροντα στην περιοχή της Αρκτικής. Αν και στη στρατηγική του 2013 γίνεται πιο ολοκληρωμένη έκφραση των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή, η στρατηγική 2009 παραμένει το πιο θεμελιώδες και ουσιαστικό έγγραφο της πολιτικής των Η.Π.Α. για την περιοχή. Επιθυμώντας να ανταποκριθούν στις αναδυόμενες προκλήσεις και ευκαιρίες οι Η.Π.Α. 189 Ό.π. 190 Ό.π. 191 Heininen, L., Nicol, N., H., ό.π. Η D.EW. (Distant Early Warning) Line, ήταν ένα σύστημα σταθμών ραντάρ στην περιοχή της Αρκτικής (Καναδάς, Αλάσκα, Γροιλανδία, Φερόες Νήσοι, Ισλανδία), που ανίχνευε σοβιετικά βομβαρδιστικά και παρείχε έγκαιρη προειδοποίηση για κάθε εισβολή, από θαλάσσης ή αέρος. θέτουν
69 στρατηγικές προτεραιότητες και στόχους προς εξυπηρέτηση των εθνικών τους συμφερόντων. 192 Με άξονα προσπαθειών τριών κατευθύνσεων, οι Η.Π.Α. δηλώνουν πως θα προωθήσουν τα εθνικά συμφέροντα ασφαλείας στην περιοχή με την επιχείρηση πλοίων και αεροσκαφών σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, τη βελτίωση των υποδομών και την κατασκευή ειδικών πλοίων με δυνατότητα πλεύσης σε παγωμένα ύδατα. Επίσης δηλώνουν πως θα επιδιώξουν την προστασία του περιβάλλοντος και των πόρων της Αρκτικής, με τη θεσμοθέτηση ενός ολοκληρωμένου διαχειριστικού πλαισίου, τη χαρτογράφηση της περιοχής και τη χρήση γνώσης για την κατανόηση της Αρκτικής. Στη τρίτη κατεύθυνση θα ενδυναμώσουν τη διεθνή συνεργασία, με διμερείς συμφωνίες και πολυμερείς σχηματισμούς όπως το Αρκτικό Συμβούλιο για την προώθηση των συλλογικών συμφερόντων και την περιφερειακή ασφάλεια. Επίσης, δηλώνεται η πρόθεση προσχώρησης στην ΣΔΘ που ακόμη δεν έχει επικυρωθεί. 193 Οι κατευθυντήριες αρχές της προσέγγισης είναι η διασφάλιση της ειρήνης της περιοχής απαλλαγμένης από συγκρούσεις σε συνεργασία με τους εταίρους και η διατήρηση της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας. Προτείνεται η λήψη των αποφάσεων με βάση τις πιο πρόσφατες πληροφορίες και τη γνώση για την περιοχή και η περισσότερο αποτελεσματική ανάπτυξη και διαχείριση των δυνατοτήτων, με την προώθηση συνεργασιών με την πολιτεία της Αλάσκας, τους διεθνείς εταίρους και τον ιδιωτικό τομέα, λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, το «αυστηρό δημοσιονομικό περιβάλλον» της εποχής, στην προσπάθεια προώθησης των στρατηγικών συμφερόντων. Επίσης, ως κατευθυντήρια αρχή θέτει τη διαβούλευση με τους αυτόχθονες κατοίκους της Αλάσκας, αναγνωρίζοντας την ιδιαίτερη νομική σχέση της τοπικής κυβέρνησης με τις Η.Π.Α. και την ευκαιρία ενημέρωσης της ομοσπονδιακής πολιτικής αναφορικά με ζητήματα που επηρεάζουν τις κοινότητες των αυτοχθόνων της Αλάσκας. 194 192 Steinberg, E. Ph., Maintaining hegemony at a distance: ambivalence in US Arctic policy, στο Powell C. R., Dodds, K., (eds), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Publishing Limited, UK, 2014, σ. 126. Για την εθνική στρατηγική του 2013: National Strategy for the Arctic Region, May 2013, διαθέσιμο στο http://www.whitehouse.gov/sites/default/files/docs/nat_arctic_strategy.pdf, τελευταία ανάκτηση 03/10/2014. Για την εθνική στρατηγική του 2009: National Security Presidential Directive and Homeland Security Presidential Directive, subject: Arctic Region Policy, 09/01/2009, διαθέσιμο στο http://fas.org/irp/offdocs/nspd/nspd-66.htm, τελευταία ανάκτηση 09/10/2014. 193 Ό.π. 194 Ό.π.
70 Γενικά οι Η.Π.Α. ερχόμενες αντιμέτωπες με τις ραγδαίες εξελίξεις που επιφέρει η κλιματική αλλαγή στην Αρκτική, φαίνονται διατεθειμένες να επωφεληθούν από τις νέες ευκαιρίες αντιμετωπίζοντας συγχρόνως τις νέες προκλήσεις. Θέτουν ως προτεραιότητα την προστασία του περιβάλλοντος και τη συνεργασία με την πολιτεία της Αλάσκας καθώς και με άλλους διεθνείς εταίρους. Σύμφωνα με τη Στρατηγική, η επιτυχία της προσπάθειας έγκειται στις καινοτόμες σκέψεις και δράσεις που συνταιριάζουν τον ιδιωτικό με το δημόσιο τομέα. 195 1.3 Ισλανδία Το ισλανδικό κοινοβούλιο εξέδωσε το 2011 απόφαση σχετικά με την πολιτική της χώρας για την Αρκτική, με σκοπό να διαφυλάξει τα ισλανδικά συμφέροντα ενόψει των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, των περιβαλλοντικών θεμάτων, των φυσικών πόρων, της ναυσιπλοΐας, της κοινωνικής ανάπτυξης καθώς και τη συνεργασία με τα υπόλοιπα κράτη που έχουν ενδιαφέρον στην περιοχή. Η πολιτική βασίζεται σε έναν άξονα δώδεκα κυρίων αρχών, όπως θα εκτεθούν παρακάτω. 196 Πρώτη αρχή είναι η προώθηση και η ενδυνάμωση του Αρκτικού Συμβουλίου ως το σημαντικότερο σημείο διαλόγου και λήψης αποφάσεων για την Αρκτική. Εν συνεχεία, διατείνεται υπέρ της λήψης των διεθνών αποφάσεων για τα περιφερειακά ζητήματα με νομικά, οικονομικά, οικολογικά και γεωγραφικά επιχειρήματα. Παρότι δεν αποτελεί παράκτιο κράτος στην Αρκτική, υπερασπίζει τη θέση της ως τέτοιου, βασιζόμενη στο γεγονός ότι η ΑΟΖ της βόρειας Ισλανδίας εμπίπτει στην Αρκτική εκτεινόμενη ως τη Γροιλανδική θάλασσα που συνεφάπτεται του Αρκτικού Ωκεανού, και ως εκ τούτου, υποστηρίζει πως έχει έδαφος και δικαιώματα σε θαλάσσιες περιοχές βορείως του Αρκτικού Κύκλου (ένα επιχείρημα προ επίρρωση του οποίου συνεχίζει να εργάζεται η κυβέρνηση). Επίσης, υπερασπίζεται την άποψη της ευρείας οριοθέτησης της Αρκτικής στο Βόρειο Πόλο αλλά μέχρι και στο Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό με τον οποίο συνδέεται. Μάλιστα, αναφορικά με τα ζητήματα ασφαλείας, οικολογίας, οικονομίας και πολιτικής υποστηρίζει την άποψη της Αρκτικής πέρα από τα στενά γεωγραφικά όρια, ως μια «διευρυμένη περιοχή». 197 195 Ό.π. 196 A Parliamentary Resolution on Iceland s Arctic Policy, 20/03/2011, διαθέσιμο στο http://www.mfa.is/media/nordurlandaskrifstofa/a-parliamentary-resolution-on-ice-arctic-policyapproved-by-althingi.pdf, τελευταία ανάκτηση: 05/10/2014. 197 Ό.π.
71 Για την Ισλανδία, η ΣΔΘ αποτελεί το κατάλληλο νομικό κείμενο για την επίλυση των διαφορών στα ζητήματα του Ωκεανού. Σημαντική είναι η ενδυνάμωση των σχέσεων με τη Γροιλανδία και τις Νήσους Φερόες για την προώθηση των πολιτικών συμφερόντων των τριών κρατών στην περιοχή, όπως επίσης η υποστήριξη των αυτοχθόνων λαών σε συνεργασία με τους οργανισμούς των αυτοχθόνων της Αρκτικής. Ορισμένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που αναφέρει στην πολιτική της είναι τα εξής: Η οικοδόμηση σχέσεων και η υπογραφή Συμφώνων με άλλα ενδιαφερόμενα κράτη που επηρεάζουν τα ισλανδικά συμφέροντα. Η προσπάθεια μείωσης της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής και περιβαλλοντικής μόλυνσης, και η διασφάλιση της παραδοσιακής ζωής και κουλτούρας των αυτοχθόνων λαών. Η διασφάλιση των συμφερόντων ασφαλείας με πολιτικά μέσα και η αποτροπή της στρατιωτικοποίησης της περιοχής και η προστασία της βιώσιμης ανάπτυξης και κοινωνικής ευημερίας. Η ανάπτυξη εμπορικών σχέσεων με τα κράτη της περιοχής προς εκμετάλλευση των οικονομικών ευκαιριών που ανακύπτουν. Η ανάπτυξη της γνώσης για την Αρκτική, με την Ισλανδία ως το μέρος όπου θα διενεργούνται επιστημονικά συνέδρια, παράλληλα με την ενίσχυση των κέντρων έρευνας και εκπαίδευσης. Και η κατανόηση της σημασίας της Αρκτικής στο εσωτερικό επίπεδο μέσω του δημοκρατικού διαλόγου. 198 Ενδιαφέρον σημείο του κοινοβουλευτικού σχολιασμού της πολιτικής αποτελεί η αναγνώριση πως η Αρκτική αν και έχει σχετικά μικρές πιθανότητες να αποτελέσει πεδίο διαμάχης και συγκρούσεων στο μέλλον λόγω των αξιώσεων των κρατών σχετικά με τις υφαλοκρηπίδες, δεν αποκλείει ωστόσο, τη διαταραχή των διακρατικών σχέσεων. Μάλιστα αναφέρεται στη διαδικασία των Αρκτικών 5 (μέλος της οποίας δεν είναι), προειδοποιώντας πως σε περίπτωση επισημοποίησης της ως forum συνεργασίας για την Αρκτική, θα αποτελέσει αιτία διάσπασης της αλληλεγγύης μεταξύ των αρκτικών κρατών και αποδυνάμωσης του Αρκτικού Συμβουλίου. 199 Αυτή η δήλωση της Ισλανδίας είναι δηλωτική της «αγωνίας» της χώρας για πιθανό παραγκωνισμό των τριών μη-παράκτιων αρκτικών κρατών από τις πολιτικές διεργασίες και εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στην περιοχή. 1.4 Καναδάς 198 Ό.π. 199 Ό.π.
72 Για τον Καναδά η Αρκτική αποτελεί μια περιοχή μεγάλης εθνικής σημασίας. Υπάρχουν κοινότητες αυτοχθόνων στην καναδική επικράτεια που αποτελούν μέρος της ιστορίας και κληρονομιάς του Καναδά. Εξ αρχής, αυτό δηλώνεται ρητά στο κείμενο της εθνικής στρατηγικής, τονίζοντας τη θεμελιώδη σημασία του «μακρινού Βορρά» για τον Καναδά, ως μέρος της «κληρονομιάς, του μέλλοντος και της ταυτότητάς του». Αναγνωρίζοντας τις αλλαγές που υφίσταται το περιβάλλον και την αύξηση του διεθνούς ενδιαφέροντος για την περιοχή, δηλώνει την πρόθεση να αναλάβει ηγετική δράση για την ευημερία και τη σταθερότητα της περιοχής. Στο πλαίσιο αυτής της δράσης, στόχος είναι η υγιής ανάπτυξη και διαβίωση των κατοίκων της περιοχής οι οποίοι θα μπορούν να ορίζουν το πεπρωμένο τους, η βιώσιμη ανάπτυξη για την προστασία του περιβάλλοντος, η ενδυνάμωση της διακυβέρνησης ώστε να διαφυλάσσονται τα συμφέροντα του Καναδά, με περιπολίες στην επικράτεια ώστε να προστατεύεται το έδαφός του. 200 Η ιδέα μιας στρατηγικής για το Βορρά ξεκίνησε το 1940 αλλά δεν προχώρησε μέχρι τη δεκαετία του 1980, όπου υπήρξε ενσωμάτωση των κοινοτήτων των αυτοχθόνων στην πολιτική ατζέντα της χώρας. Ωστόσο, από το 1990 η έμφαση στο περιβάλλον, την ανθρώπινη ασφάλεια και τη βιωσιμότητα του Βορρά άρχισε να διαμορφώνει την αρκτική γεωπολιτική προσέγγιση της χώρας. 201 Ο Καναδάς συνδέει την εθνική του ταυτότητα με την Αρκτική, καθώς το 90% των Καναδών ζουν νοτίως της Αρκτικής και καθώς πάντοτε, από γεωγραφικής άποψης, η Αρκτική αποτελούσε σημείο προφύλαξης και προστασίας της χώρας, ως αμυντικό ανάχωμα, η προοπτική μιας προσβάσιμης Αρκτικής θέτει νέα ερωτήματα και προκλήσεις για τη χώρα. 202 Η στρατηγική βασίζεται κυρίως σε έναν άξονα τεσσάρων και ισοδύναμων προτεραιοτήτων που είναι η άσκηση της αρκτικής κυριαρχίας, η προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, η προστασία της περιβαλλοντικής κληρονομιάς του Καναδά και η βελτίωση και ανάπτυξη της διακυβέρνησης στο Βορρά. Η άσκηση της αρκτικής κυριαρχίας βασίζεται στην ιστορία και συγκεκριμένα, στους αυτόχθονες πληθυσμούς που διαβιούν εκεί από αμνημονεύτων 200 Canada s Northern Strategy: Our North, our Heritage our Future, 2009. Όπως αναφέρει ο N. Sciullo, η σχέση των Καναδών με την Αρκτική αποτελεί τμήμα της κατανόησης της ταυτότητάς τους όπως αυτή έχει διαπλαστεί μέσα στα χρόνια. Πιο συγκεκριμένα, κάνει μια ανάλυση των συνδέσεων Καναδά και Αρκτικής, τις οποίες διακρίνει σε επιστημολογική, πολιτική, ποιητική και οντολογική. Αναλυτικότερα βλ. Sciullo, N., Canada and Russia in the North Pole: Cooperation, Conflict, and Canadian Identity in the Interpretation of the Arctic Region, Crossroads, 8:1, 2008, 93-109. 201 Heininen, L., Nicol, N., H., The Importance of Northern Dimension Foreign Policies in the Geopolitics of the Circumpolar North, Geopolitics, 12:1, 2007, 133-165, σ. 16. 202 Lieutenant Colonel Sharp, L. T., ό.π., σ. 11.
73 χρόνων. Ωστόσο, για τον Καναδά, είναι απαραίτητη η έντονη παρουσία στην περιοχή, με σκοπό την προστασία της, μέσω της στρατιωτικής δράσης και της δημιουργίας κέντρων εκπαίδευσης αλλά και τον εκσυγχρονισμό της δράσης των «Canadian Rangers», μιας ομάδας αστυνόμευσης που έχει την ευθύνη της προστασίας των μακρινών και απομονωμένων παράκτιων κοινοτήτων. Ως ζήτημα ζωτικής σημασίας προβάλλεται η προστασία από τη μόλυνση του περιβάλλοντος και η απόκτηση γνώσης της περιοχής με τη συλλογή επιστημονικών δεδομένων. Σε αυτό το σημείο, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η ΣΔΘ αναφορικά με την οριοθέτηση των εξωτερικών ορίων της υφαλοκρηπίδας και γι αυτό το σκοπό υποστηρίζει τη συνεργασία των αρκτικών κρατών στη διενέργεια των ερευνών. 203 Σύμφωνα με τη στρατηγική της χώρας, η αρκτική κυριαρχία θεωρείται αδιαφιλονίκητη με εξαίρεση τη Νήσο Χανς η οποία αξιώνεται και από τη Δανία, μια διαμάχη που επιλύεται σταδιακά μέσω της διπλωματικής οδού. Παράλληλα τονίζεται η σημασία των κατοίκων του Βορρά ώστε η βιώσιμη ανάπτυξη να γίνει προς τη δική τους ευημερία και ωφέλεια, με την κατασκευή έργων υποδομής, και χρηματοδότηση από την καναδική κυβέρνηση. Επίσης, όπως επισημαίνεται, η κατασκευή υπερσύγχρονων παγοθραυστικών αλλά και η δημιουργία ενός υπερσύγχρονου ερευνητικού σταθμού στην Αρκτική θα συμβάλει στην ηγετική παρουσία του Καναδά στην επιστημονική έρευνα, όπου συμμετέχουν ενεργά και οι κοινότητες των αυτοχθόνων. 204 Η στρατηγική περιλαμβάνει επίσης, την ενδυνάμωσης της τοπικής διακυβέρνησης, την οικονομική ανάπτυξη (τουρισμός, κατασκευή αγωγών αερίου- Mackenzie Gas Project, ορυχεία), τη διασφάλιση της ευημερίας των κατοίκων (προγράμματα υγείας, εκπαίδευσης) και την περιβαλλοντική προστασία με την κατασκευή του πρώτου σημείου παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, στο Nahanni National Park Reserve, καθώς και άλλων πάρκων για την προστασία της άγριας πανίδας και χλωρίδας (wildlife). 205 203 Ό.π. 204 Ό.π. 205 Ό.π. Το ενδιαφέρον του Καναδά για το περιβάλλον αλλά και για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχουν έργα σε σχέση με την εκμετάλλευση των αποθεμάτων υδρογονανθράκων, φαίνεται από τις διαδικασίες που ακολουθήθηκαν για το «Alaska Highway Gas Pipeline Project» και το «Northern Gateway Pipeline» με δημόσιες ακροάσεις και την παρουσία εκπροσώπων των αυτοχθόνων, αλλά και την έντονη συζήτηση περί της πιθανότητας πρόκλησης περιβαλλοντικής μόλυνσης. Ωστόσο, χωρίς αυτό να διασφαλίζει την εξασφάλιση της συμπερίληψής τους στην εφαρμογή των σχεδίων. Βλ. σχετικά Nuttal, M., Pipeline politics in northwest Canada, στο Powell C. R., Dodds, K., (eds), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Publishing Limited, UK, 2014.
74 Στο διεθνές επίπεδο, τονίζεται η συνεργασία με τα αρκτικά κράτη προς επίτευξη των κοινών στόχων αλλά και ο ρόλος του Αρκτικού Συμβουλίου στην κατανόηση της περιοχής, στη συνεργασία των αρκτικών κρατών και στη δημιουργία κοινών αρκτικών πολιτικών. Επίσης, γίνεται αναφορά και σε άλλα fora και οργανισμούς που μπορούν να συμβάλλουν στην αρκτική πολιτική (όπως επιστημονικά ερευνητικά fora, ο IMO και η UNFCCC). Αναμενόμενα, από τη στρατηγική δεν απουσιάζει η Διακήρυξη του Ilulissat του 2008 για το νομικό πλαίσιο που θα εφαρμόζεται στην περιοχή. 206 Όπως δήλωσε Πρωθυπουργός του Καναδά, και πλέον υπέρμαχος μιας ισχυρής αρκτικής πολιτικής Stephen Harper, «η γεωπολιτική σημασία της Αρκτικής δεν υπήρξε ποτέ εντονότερη όπως επίσης και τα συμφέροντα του Καναδά στην περιοχή». Η εκπόνηση αυτής της φιλόδοξης στρατηγικής για το Βορρά, αποτελεί συνέπεια αυτού. Ο Καναδάς δηλώνει ξεκάθαρα το καθεστώς του ως αρκτικής δύναμης, βάσει της δυναμικής που έχει στην ενέργεια και στους πόρους που προέρχονται από το Βορρά, και την ανάληψη ισχυρής ηγεσίας στην περιοχή. Επίσης, η άσκηση κυριαρχίας αποτελεί, σύμφωνα με τον Harper, εκπλήρωση καθήκοντος απέναντι σε αυτούς που αποκαλούν το Βορρά σπίτι τους, αλλά και πίστη σε εκείνους που προηγήθηκαν. 207 Η συνεργασία, η διπλωματία και ο σεβασμός στο διεθνές δίκαιο αποτελούν πάντα προτεραιότητα για την πολιτική του Καναδά στην Αρκτική. Πλέον, σε αντίθεση με την πολιτική του Ψυχρού Πολέμου που χαρακτήριζε την Αρκτική ως περιοχή αντιπαλότητας και στρατηγικής αποκλεισμού, σήμερα τονίζεται η σημασία του αρκτικού χώρου ως μια περιοχή «ενσωμάτωσης» και συνεργασίας. 208 Ωστόσο, όπως δηλώνεται, δεν πρόκειται να παρεκκλίνει από τη δέσμευση να προστατεύσει την περιοχή και οποιαδήποτε συμπεριφορά που αντιτίθεται στα συμφέροντα του Καναδά, τις σχέσεις συνεργασίας που έχει οικοδομήσει, και δράσει με «έλλειψη ευαισθησίας» προς τα συμφέροντα των λαών της Αρκτικής, θα σημάνει την άμεση απάντησή του. 209 Η ανάγκη προσαρμογής στις νέες συνθήκες είναι επιτακτική για όλα τα 206 Ό.π. Canada s Northern Strategy: Our North, our Heritage our Future, 2009. ό.π. 207 Statement on Canada s Arctic Foreign Policy: Exercising Sovereignty and Promoting Canada s Northern Strategy Abroad, Government of Canada, διαθέσιμο στοhttp://www.international.gc.ca/arctic-arctique/arctic_policy-canadapolitique_arctique.aspx?lang=eng, τελευταία ανάκτηση: 03/10/2014. 208 Heininen, L., Nicol, N., H., ό.π., σ. 19. 209 Statement on Canada s Arctic Foreign Policy: Exercising Sovereignty and Promoting Canada s Northern Strategy Abroad, ό.π.
75 αρκτικά κράτη. Ο Καναδάς, ωστόσο, θεωρείται ως το πλέον έτοιμο, αποφασισμένο και κατάλληλα προετοιμασμένο κράτος, ικανό να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες. 210 1.5 Νορβηγία Η Αρκτική αποτελεί για τη Νορβηγία στρατηγική προτεραιότητα και θα συνεχίσει να αποτελεί για τα επόμενα χρόνια βάσει της στρατηγικής που εξέδωσε το 2006 για την περιοχή της Αρκτικής. Στους κύριους στόχους αυτής της στρατηγικής είναι η ξεκάθαρη άσκηση κυριαρχίας στον «Υψηλό Βορρά-High North», όπως ονομάζει την περιοχή, με συνεπή και αξιόπιστο τρόπο, η ένθερμη συμμετοχή στις διεθνείς προσπάθειες απόκτησης γνώσης για την περιοχή, και η προστασία του περιβάλλοντος. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνει η Νορβηγία στην εξόρυξη πετρελαίου στη Θάλασσα Μπάρεντς, με σκοπό την περεταίρω ανάπτυξη των δραστηριοτήτων σε συνδυασμό με την υποστήριξη των τοπικών επιχειρήσεων, όπως επίσης και την προστασία των τοπικών κοινοτήτων και των αυτοχθόνων πληθυσμών. Επίσης, προτεραιότητα αποτελεί και η ενδυνάμωση της συνεργασίας που έχει αναπτύξει με τη Ρωσία. 211 Λίγα χρόνια αργότερα και έχοντας ήδη ξεκινήσει με την υλοποίηση αυτών των στόχων, η νορβηγική κυβέρνηση αναθεώρησε τη στρατηγικής της και συμπληρωματικά έθεσε νέους στόχους και προτεραιότητες. Με χρονικό ορίζοντα 10-15 ετών, σκοπεύει στην ανάπτυξη της γνώσης του κλίματος και του περιβάλλοντος της περιοχής, στη βελτίωση της θαλάσσιας ασφάλειας και των συστημάτων ελέγχου και έκτακτης ανάγκης, στην προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης του πετρελαίου και των θαλάσσιων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την ανάπτυξη των επιχειρήσεων στην ξηρά καθώς επίσης και των υποδομών. Επαναλαμβάνει τη συνέχιση της άσκησης κυριαρχίας και της διασυνοριακής συνεργασίας όπως επίσης την προστασία και τη διασφάλιση του τρόπου διαβίωσης των αυτοχθόνων λαών και του πολιτισμού τους. 212 210 Tennberg, M., Is Adaptation Governable in the Arctic? National and Regional Approaches to Arctic Adaptation Governance,στο Koivurova, T. et al (eds.), Climate Governance in the Arctic, Environment and Policy 50, Springer Science + Business Media B. V., Netherlands, 2009. 211 The Norwegian Government s High North Strategy,Norwegian Ministry of Foreign Affairs, 12/2006, διαθέσιμο στο: http://www.regjeringen.no/upload/ud/vedlegg/strategien.pdf, τελευταία ανάκτηση 08/10/2014. 212 New Building Blocks in the North: The Next Step in the Governments High North Strategy, Norwegian Ministry of Foreign Affairs, 03/2009, διαθέσιμο στοhttp://www.regjeringen.no/upload/ud/vedlegg/nordomr%c3%a5dene/new_building_blocks_in_t he_north.pdf.
76 Όπως επισημαίνεται, αυτό το στρατηγικό σχέδιο αποτελεί περισσότερο τη χάραξη μιας καινούριας πορείας και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με δυναμικό τρόπο, και όχι άκαμπτα, βάσει των νέων προκλήσεων και ευκαιριών που θα εμφανίζονται αλλά και της γνώσης για την περιοχή, που σταδιακά θα αυξάνεται. Η Νορβηγία επιθυμεί η στρατηγική της να αποτελέσει το μέσο διεθνούς προβολής και ισχυροποίησης της θέσης της στην περιοχή. Επίσης, επιθυμεί οι προσπάθειές της να ερμηνεύονται μέσα σε γεωπολιτικό πλαίσιο και θεωρεί πως η ανάπτυξη της διεθνούς συνεργασίας για την περιοχή θα είναι αρκετά επωφελής για αυτήν, και ιδιαίτερα η συνεργασία με τη Ρωσία. 213 Για τη Νορβηγία, η ιδέα του «Υψηλού Βορρά» όπως συχνά επαναλαμβάνεται στη στρατηγική της, μπορεί να ερμηνευθεί, ως η προσπάθειά της να ορίσει την Αρκτική στο πλαίσιο της γεωπολιτικής πρακτικής, όπου η εδαφικότητα χρησιμοποιείται προκειμένου να γίνει εφαρμογή και λειτουργία των πολιτικών, οικονομικών και άλλων συμφερόντων. Ως η πολιτική παρέμβαση του νορβηγικού κράτους προκειμένου να καταστήσει το χώρο του «υπολογίσιμο». 214 1.6 Ρωσία Η Ρωσία το 2008 διαμόρφωσε μια πολιτική για την Αρκτική με χρονικό ορίζοντα το 2020. Τα ρωσικά εθνικά συμφέροντα στην Αρκτική περιλαμβάνουν την εκμετάλλευση της περιοχής ως βάσης πόρων για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, τη διατήρηση της ως «ζώνης ειρήνης και συνεργασίας», τη διατήρηση του ξεχωριστού οικολογικού συστήματος, και τη χρήση του Northern Sea Route ως μοναδικού εθνικού περάσματος για τις θαλάσσιες μεταφορές. 215 Περίπου το 1/5 της ρωσικής επικράτειας εμπίπτει στον Αρκτικό Κύκλο και στην ευρύτερη περιοχή της Αρκτικής. Επίσης, στη Ρωσία βρίσκονται οι τρεις μεγαλύτερες κοινότητες της Αρκτικής (Murmansk, Norilsk, Vorkuta), ενώ η αρκτική ρωσική ακτογραμμή 213 Ό.π. Blunden, M., ό.π., σ. 7. 214 Kristoffersen, B., Securing geography: framings, logics and strategies in the Norwegian High North, στο Powell C. R., Dodds, K., (eds), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Publishing Limited, UK, 2014, σ. 135-136. 215 Basics of the State Policy of the Russian Federation in the Arctic for the Period till 2020 and for a Further Perspective, Russian Federation s Policy for the Arctic to 2020, translated form Russian, promulgated 30/03/2009, publication of the official government newspaper Rossiyskaya Gazeta, διαθέσιμο στο: http://www.arctis-search.com/russian+federation+policy+for+the+arctic+to+2020, τελευταία ανάκτηση 08/10/2014.
77 ξεπερνά τα 17,500 χλμ. Συνεπώς, και μόνο από γεωγραφικής άποψης η Αρκτική είναι στενά συνδεδεμένη με τη Ρωσία. 216 Οι στρατηγικές προτεραιότητες της Ρωσίας αναφορικά με την οικονομικήκοινωνική ανάπτυξη, είναι η εκμετάλλευση των πόρων της Αρκτικής για την κάλυψη των αναγκών σε υδρογονάνθρακες, υδάτινους βιολογικούς και άλλους πόρους στρατηγικής σημασίας. Στο στρατιωτικό επίπεδο, επικεντρώνει στην επιχειρησιακή ετοιμότητα και στη δυναμική των ενόπλων δυνάμεων για την κάλυψη των ρωσικών συνόρων στην Αρκτική. Στρατηγική προτεραιότητα αποτελεί και η διατήρηση του περιβαλλοντικού συστήματος της περιοχής από τις οικονομικές δραστηριότητες και η δημιουργία ενός πληροφοριακού συστήματος που θα λαμβάνει υπόψη τις φυσικές ιδιαιτερότητες της περιοχής, όπως επίσης και επιστημονική έρευνα για την απόκτηση γνώσης με τη δημιουργία βάσεων γεω-πληροφόρησης που θα περιλαμβάνει δυνατότητες αντιμετώπισης αμυντικών ζητημάτων και ζητημάτων ασφαλείας. Επίσης, υποστηρίζει την αμοιβαία επωφελή συνεργασία με άλλα αρκτικά κράτη βάσει του διεθνούς δικαίου, κυρίως αναφορικά με την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών. 217 Η πραγματοποίηση της στρατηγικής θα γίνει σε τρία χρονικά στάδια. Το πρώτο 2008-2010, αφορά κυρίως τη συλλογή στοιχείων, τις προοπτικές της διεθνούς συνεργασίας και τη χρηματοδότηση των σχεδίων. Το δεύτερο 2011-2015, αφορά στο νομικό σχηματισμό για την οριοθέτηση των εξωτερικών συνόρων της αρκτικής ζώνης της Ρωσίας και τις διάφορες υποδομές. Το τρίτο στάδιο 2016-2020, αφορά στο μετασχηματισμό της ρωσικής αρκτικής ζώνης σε στρατηγική βάση πόρων και στη διατήρηση του ρόλου της ως ηγέτιδας αρκτικής δύναμης, διατηρώντας συγχρόνως την ασφάλεια και την ειρήνη της περιοχής. 218 Για τη Ρωσία η εθνική στρατηγική, αποτελεί έναν τρόπο διεκδίκησης της θέσης της ως Μεγάλης Δύναμης. Έχοντας συνειρμικά συνδέσει την εθνική ασφάλεια με την οικονομική ευρωστία, η Αρκτική, εξαιτίας των μεγάλων αποθεμάτων σε φυσικούς πόρους, αποτελεί πλέον προτεραιότητα για την εξωτερική και εσωτερική πολιτική της χώρας. 219 216 Foxall, A., We have proved it, the Arctic is ours : resources, security and strategy in the Russian Arctic, στο Powell C. R., Dodds, K., (eds), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Publishing Limited, UK, 2014, σ. 93-96. 217 Ό.π. 218 Ό.π. 219 Lieutenant Colonel Sharp, L. T., ό.π., σ. 9. Blunden, M., ό.π., σ. 6-7.
78 1.7 Σουηδία Για τη Σουηδία η Αρκτική δεν αποτέλεσε ποτέ πεδίο ξεχωριστής πολιτικής. Οι όποιες δράσεις της περιορίζονταν στο πλαίσιο της εσωτερικής πολιτικής, κυρίως της οικονομικής και περιφερειακής, καθώς το 25% της χώρας βρίσκεται βορείως του Αρκτικού Κύκλου. Τα τελευταία χρόνια άρχισε να αυξάνεται το ενδιαφέρον για την περιοχή, εξαιτίας των νέων εξελίξεων. Το 2011 η Σουηδία παρουσίασε την πρώτη Αρκτική Στρατηγική, ενώ η λέξη «Αρκτική», σε αντίθεση με παλαιότερα, χρησιμοποιείται πλέον σε επίσημα κυβερνητικά έγγραφα. 220 Η σουηδική στρατηγική για την Αρκτική δίνει ιδιαίτερη έμφαση και σημασία στη συνεργασία σε πολυμερές κυρίως επίπεδο, αλλά και σε διακρατικό. Επιθυμεί καταρχήν τη διατήρηση χαμηλής πολιτικής έντασης στην περιοχή, με την ενδυνάμωση του Αρκτικού Συμβουλίου και του Barents-Euro Arctic Council (BEAC) για την επίλυση των αρκτικών ζητημάτων. Επίσης, υποστηρίζει την ανάπτυξη μιας Ευρωπαϊκής Πολιτικής για την Αρκτική, με την Ε.Ε. να αποτελεί εταίρο σε επιμέρους ζητήματα. Όπως επισημαίνεται, τη συνεργασία με το Nordic Council και το Barents- Euro Arctic Council σκοπεύει να την εκμεταλλευτεί προς όφελος των αρκτικών ζητημάτων, με όλες τις αποφάσεις και τις δράσεις που αναλαμβάνονται να γίνονται σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. 221 Επίσης, γίνεται αναφορά στο σχηματισμό των Αρκτικών 5 και θεωρεί πως η ενδυνάμωση του Αρκτικού Συμβουλίου θα απέτρεπε τη λήψη αποφάσεων σε αυτό το ξεχωριστό πλαίσιο που έχουν επιλέξει τα παράκτια κράτη και πως η συμμετοχή των υπολοίπων τριών μη-παράκτιων αρκτικών κρατών 220 Sörlin, S., The reluctant Arctic citizen: Sweden and the North, στο Powell C. R., Dodds, K., (eds), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Publishing Limited, UK, 2014, σ. 162-163. 221 Sweden s Strategy for the Arctic Region, Government Offices of Sweden, 2011, διαθέσιμο - στοhttp://www.government.se/content/1/c6/16/78/59/3baa039d.pdf, τελευταία ανάκτηση 08/10/2014. Το Nordic Council το οποίο ιδρύθηκε το 1952, αποτελεί όργανο της Nordic Cooperation στην οποία συμμετέχουν η Δανία, η Νορβηγία, η Φινλανδία, η Ισλανδία, οι Φερόες Νήσοι, η Άλαντ και η Γροιλανδία. Η συνεργασία περιλαμβάνει πολλού τομείς δράσεις (πολιτισμός, εκπαίδευση, οικονομία, εμπορικές επιχειρήσεις, έρευνα, περιβάλλον και τις σχέσεις με γείτονες χώρες και περιοχές), στους οποίους περιλαμβάνεται και η σχέση των κρατών με την Αρκτική. Στο πλαίσιο της συνεργασίας το 2002 δημιουργήθηκε μια συμβουλευτική επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την Αρκτική. Για περισσότερες πληροφορίες βλέπε σχετικά: http://www.norden.org/en/nordic-council Το Barents-Euro Arctic Council (BEAC), ιδρύθηκε το 1993 και είναι ένα forum διακυβερνητικής και διαπεριφερειακής συνεργασίας των κρατών της περιοχής Barents. Στα μέλη του Συμβουλίου συμπεριλαμβάνονται η Δανία, η Ισλανδία, η Φινλανδία η Νορβηγία, η Σουηδία, η Ρωσία και η Ε.Ε. Η δράση του περιλαμβάνει πολλούς τομείς, (όπως η οικονομία, το περιβάλλον, οι μεταφορές, η ενέργεια, ο πολιτισμός, η παιδεία κ.ά.) καθένα εκ των οποίων αναλαμβάνει μια Ομάδα Εργασίας. Για περισσότερες πληροφορίες βλέπε σχετικά: http://www.beac.st/in-english/barents-euro-arctic-council
79 (Σουηδία, Φινλανδία, Ισλανδία) στη λήψη αποφάσεων είναι σημαντική για τα ενδιαφέροντα τους στην περιοχή. 222 Η Σουηδία βλέπει την Αρκτική ως την περιοχή που εμφανίζει νέες ευκαιρίες και προκλήσεις. Μέσα στο θετικό πολιτικό κλίμα που υπάρχει, υποστηρίζεται πως η περιοχή θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με βάση την ευρύτερη έννοια της ασφάλειας με προτίμηση τη χρήση αστικών/πολιτικών οργάνων και όχι στρατιωτικών. 223 Επίσης, σύμφωνα με την πολιτική που έχει αναπτύξει το Αρκτικό Συμβούλιο, η στρατηγική θα πρέπει να είναι μακροπρόθεσμη με γνώμονα τη βιώσιμη ανάπτυξη και την ολοκληρωμένη και ενιαία θεώρηση των οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών ζητημάτων. 224 Βάσει αυτών των τριών διαστάσεων, περιβαλλοντικήκλιματική, οικονομική και ανθρώπινη, η Σουηδία αναπτύσσει τη στρατηγική της και δίνει σημασία στην εκπαιδευτική και ερευνητική προσπάθεια για απόκτηση γνώσης. Κάθε μία από τις διαστάσεις αναπτύσσεται εκτενώς περιλαμβάνοντας ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων και συμφερόντων, με βάση τα οφέλη που επιθυμεί να αποκομίσει η Σουηδία αλλά και τα υπόλοιπα συνεργαζόμενα κράτη. 225 1.8 Φινλανδία Η Φινλανδία είναι ένα μη-παράκτιο αρκτικό κράτος. Ωστόσο, όπως αναφέρει και στη στρατηγική της, περίπου το 1/3 των κατοίκων που ζουν πάνω από τον 60 ο παράλληλο, είναι Φιλανδοί. Η στρατηγική που εκδόθηκε το 2013 αποτελεί ανανέωση της πολιτικής του 2010 με μια περισσότερο ευρεία και αποφασιστική πολιτική. Ως αρκτικός δρών, επιθυμεί να αναλάβει την καθοδήγηση προς τη βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής λαμβάνοντας υπόψη την κλιματική αλλαγή και την ιδιαιτερότητα του αρκτικού περιβάλλοντος ως ένα από τα πιο φυσικά και διαφυλαγμένα περιβάλλοντα, διαχειριζόμενη τους κινδύνους από την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας και την αύξηση των μεταφορών στην περιοχή, με διάθεση ωστόσο, να εκμεταλλευθεί τις οικονομικές ευκαιρίες που αναπτύσσονται. 226 Στο διεθνές επίπεδο, καθώς αποτελεί μέλος του Αρκτικού Συμβουλίου, του Barents Euro-Arctic Council, της Ε.Ε. και του Ο.Η.Ε., τονίζει τη σημασία της παρουσίας και συμμετοχής στις διεθνείς προσπάθειες 222 Ό.π. 223 Ό.π. 224 Ό. π. 225 Ό.π. 226 Finland s Strategy for the Arctic Region 2013, Prime Minister s Office Publications, 16/2013, διαθέσιμο στο http://vnk.fi/julkaisukansio/2013/j-14-arktinen-15-arktiska-16-arctic-17- saame/pdf/en.pdf, τελευταία ανάκτηση 04/10/2014.
80 και συνεργασίες για την αρκτική περιοχή με πρώτιστο παράδειγμα τη διαδικασία «Rovaniemi» δηλαδή την ίδρυση του AEPS το 1991 που αποτέλεσε τον πρόδρομο του Αρκτικού Συμβουλίου. 227 Η Φινλανδία τονίζει στη στρατηγική της τη θέση της ως ηγέτιδας δύναμης στη ναυσιπλοΐα και τη ναυτιλιακή βιομηχανία, καθώς και τη θέση της ως πρωτοπόρου στη βιώσιμη εκμετάλλευση των ορυκτών. Επίσης, αναγνωρίζει τις ευκαιρίες που αναδύονται από το άνοιγμα των οδών ναυσιπλοΐας από το Βορειοανατολικό Πέρασμα. Στη συνέχεια, λαμβάνοντας υπόψη τα τεράστια αποθέματα αερίου και πετρελαίου που εκτιμάται πως βρίσκονται στην Αρκτική, αναφέρει πως επιθυμεί να συμμετέχει και να συνεισφέρει με την παροχή των ειδικών επιστημόνων και της τεχνογνωσίας που κατέχει για την κατάλληλη εκμετάλλευση και προώθηση των εξαγωγών. Επίσης τονίζεται η σημασία της εκπαίδευσης, της έρευνας αλλά και της διαφάνειας ως προς τη γνώση της Αρκτικής προκειμένου να γίνει αντιληπτή η όλη αλλαγή που υφίσταται η περιοχή, με τα περιβαλλοντικά ζητήματα να κατέχουν εξέχουσα θέση στις σχετικές εκτιμήσεις. 228 Για τη φιλανδική εξωτερική πολιτική, η Αρκτική αποτελεί μια πολύ σημαντική διάσταση και γι αυτό το λόγο επιθυμεί την προώθηση της διεθνούς συνεργασίας για την περιοχή. Τονίζοντας σαφώς την ταυτόχρονη ανάγκη για σταθερότητα και ασφάλεια η οποία λειτουργεί προς όφελος όλων, πάντοτε όμως με γνώμονα την ευημερία των κοινοτήτων των αυτοχθόνων και με σεβασμό προς τις συνθήκες διαβίωσής τους. Όπως τονίζεται, οι Saami, της Λαπωνίας αποτελούν το μοναδικό αυτόχθονα λαό της Ε.Ε. και θα πρέπει να διαφυλαχθεί η θέση τους και να διασφαλισθεί η προστασία της κουλτούρας τους. 229 Όλα τα αρκτικά κράτη έχουν εκδώσει στρατηγικές για την Αρκτική. Έχοντας διακρίνει τις προκλήσεις της εποχής θεώρησαν απαραίτητη την έκδοση ολοκληρωμένων και επίσημων πολιτικών, που να αρθρώνουν ξεκάθαρα τα σχέδια και τις προθέσεις τους. Καθώς οι προσλαμβάνουσες είναι πολλές όπως και οι μορφές των αναδυόμενων προκλήσεων, κάθε αρκτικό κράτος επικεντρώνει σε ξεχωριστά σημεία στη στρατηγική του που θεωρεί πως άπτονται των εθνικών του συμφερόντων, αλλά και σε κοινά σημεία που αφορούν σε όλα τα κράτη της περιοχής. Με διακριτικό ή ενίοτε καταφανή τρόπο, είτε μέσω της υποστήριξης της πολυμερούς συνεργασίας και των συνεργατικών πρωτοβουλιών, είτε προβάλλοντας περισσότερο την εθνικότητα 227 Ό.π., Ιδιαίτερη έμφαση δίνει σε αυτό το σημείο η Φινλανδία, μιας και το Ροβανιέμι αποτελεί πόλη της Φινλανδίας και πιο συγκεκριμένα, πρωτεύουσα της περιφέρειας της Λαπωνίας. 228 Ό.π. 229 Ό.π.
81 και τη σημασία της Αρκτικής σε όρους εθνικών κυριαρχικών συμφερόντων, τα αρκτικά κράτη αρθρώνουν τα περισσότερα ζητήματα της αρκτικής γεωπολιτικής, ενώ παράλληλα τα διαμορφώνουν. 2. Σημεία τριβής ανάμεσα στα αρκτικά κράτη Η Αρκτική κατά το μεγαλύτερο μέρος της αποτελείται από τον Αρκτικό Ωκεανό. Η όλη συζήτηση για την επέκταση του εξωτερικού ορίου της υφαλοκρηπίδας των αρκτικών παράκτιων κρατών (Δανία, Η.Π.Α., Καναδάς, Νορβηγία, Ρωσία) συνεπάγεται την αλληλοεπικάλυψη αξιώσεων σε ορισμένες περιοχές. Τα περισσότερα παράκτια αρκτικά κράτη έχουν διαφωνία με ένα ή περισσότερα γειτονικά αρκτικά κράτη. 230 Οι σημαντικότερες των μεταξύ τους τριβών παρατίθεται παρακάτω. 2.1 Η.Π.Α.-ΚΑΝΑΔΑΣ Τα δύο παράκτια αρκτικά κράτη έχουν διαφωνία ως προς το Βορειοδυτικό Πέρασμα (Northwest Passage) και ένα τμήμα της Θάλασσας Μποφόρ. Σύμφωνα με τον Καναδά το Βορειοδυτικό Πέρασμα εντάσσεται στα εσωτερικά του ύδατα, ενώ αντίθετα για τις Η.Π.Α. αποτελεί διεθνές στενό. Η διαφορά ξεκινά από παλαιά και έγινε φανερή το 1969 μετά το περαστικό με το αμερικανικό πετρελαιοφόρο SS Manhattan. 231 Η Θάλασσα Μποφόρ εκτιμάται πως έχει τεράστια αποθέματα πετρελαίου ενώ η αξία του Βορειοδυτικού Περάσματος είναι σημαντική σε οικονομικό, πολιτικό και εμπορικό επίπεδο. Για τις Η.Π.Α., η καναδική αξίωση σημαίνει περιορισμό στη δράση και την κινητικότητά της στον Αρκτικό Ωκεανό. Επίσης, οι Η.Π.Α. επιθυμούν να αποφύγουν τη δημιουργία προηγούμενου, που θα οδηγούσε και άλλα κράτη να προβούν σε παρόμοιες κυριαρχικές αξιώσεις. Η διαφωνία των δύο κρατών αφορά και στο θαλάσσιο πυθμένα. Αναφορικά, η επέκταση της υφαλοκρηπίδας αποτελεί σημαντικότατο ζήτημα για την ενεργειακή ασφάλεια καθώς εκτιμάται πως στη θαλάσσια περιοχή ανοιχτά των ακτών της Αλάσκας τα 230 Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π., σ. 12-13. 231 Dodds, K., A Polar Mediterranean? Accessibility, Resources and Sovereignty in the Arctic Ocean, ό.π., σ. 2-3. Στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου εξαιτίας της σοβιετικής απειλής υπήρχε συνεργασία των δύο χωρών και ο Καναδάς επέτρεπε την αμερικανική στρατιωτική παρουσία στο έδαφός του. Ωστόσο από το 1960 η κυβέρνηση των Η.Π.Α. άρχισε να χαρακτηρίζει το Βορειοδυτικό Πέρασμα ως διεθνές στενό απορρίπτοντας τις καναδικές αξιώσεις, ότι δηλαδή αποτελεί τμήμα των εσωτερικών του υδάτων. Το 1969, το ταξίδι του πετρελαιοφόρου SS Manhattan το οποίο περνώντας από το Πέρασμα παγιδεύτηκε από πάγο και χρειάστηκε η συνοδεία καναδικών παγοθραυστικών για να απελευθερωθεί, έφερε στο προσκήνιο τις αντιμαχόμενες διεκδικήσεις των δύο χωρών.
82 αποθέματα πετρελαίου είναι τέτοιου μεγέθους, ικανά να την καταστήσουν τον επόμενο «Κόλπο του Μεξικού». 232 2.2 Δανία-Καναδάς-Ρωσία Η Δανία και Καναδάς από τη μια πλευρά και η Ρωσία από την άλλη διαφωνούν σχετικά με το καθεστώς της Κορυφογραμμής του Λομονόσοφ και του Μεντεέλεφ (Lomonosov and Mendeleev Ridges) στον Αρκτικό Ωκεανό και καθεμία υποστηρίζει πως αποτελούν φυσικές προεκτάσεις της εδαφικής τους επικράτειας. Ο Καναδάς προκειμένου να υποστηρίξει την αξίωσή του κατασκευάζει στρατιωτικές εγκαταστάσεις στη βόρεια επικράτειά του, ενώ έχει αρχίσει ναυτικές περιπολίες στην περιοχή. Η Δανία έχει ξεκινήσει περιπολίες και εκπαιδευτικά προγράμματα προκειμένου να είναι σε θέση οι ναυτικές της δυνάμεις να κάνουν υδρολογική έρευνα και άλλες επιχειρήσεις στην περιοχή. Η Ρωσία ανακοίνωσε τα σχέδιά της για τη δημιουργία στρατιωτικής δύναμης εντεταλμένης να διαφυλάττει τα αρκτικά συμφέροντα, μιας και η περιοχή είναι πολύ σημαντική για την ενεργειακή τροφοδότηση της χώρας ιδιαίτερα στα επόμενα 15 χρόνια. 233 Ένα πιθανό σημείο τριβής κυρίως μεταξύ Δανίας-Ρωσίας, είναι η αμερικανική βάση πυραύλων στο Thule της Γροιλανδίας, με συστήματα ραντάρ έγκαιρης ειδοποίησης. Μάλιστα, το 2004 η Δανία δέχτηκε να γίνει αναβάθμιση του συστήματος για την αμερικανική άμυνα. Η Ρωσία απάντησε με επιφύλαξη απέναντι στις αμερικανικές διαβεβαιώσεις ότι το σύστημα δε τη στοχοποιεί, καθώς η γεωγραφική θέση τη βάσης αποτελεί πιθανή απειλή για την εθνική ασφάλεια της χώρας. 234 232 Gupta, A., ό.π., σ. 3. Lieutenant Colonel Sharp, L. T., ό.π., σ. 11-13. Επίσης, βλ. A Parliamentary Resolution on Iceland s Arctic Policy, ό.π. Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π., σ. 14. 233 Gupta, A., ό.π. Επίσης, A Parliamentary Resolution on Iceland s Arctic Policy, ό.π. Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π. σ. 14-15. Μάλιστα, η γνωστή ρωσική επιχείρηση του Αυγούστου 2007 με την τοποθέτηση της ρωσικής σημαίας στον πυθμένα του Λομονόσοφ από Ρώσους εξερευνητές, μπορεί να ερμηνευθεί στο πλαίσιο των αντιμαχόμενων αξιώσεων των αρκτικών κρατών στην περιοχή και την προσπάθεια της Ρωσίας να εγκαθιδρύσει την υπεροχή της. Αν και η ρωσική κίνηση θα μπορούσε να υποτιμηθεί, υπάρχει ιστορία αποστολών όπου γινόταν προσπάθεια δημιουργίας κυριαρχικών αξιώσεων μέσω της χρήσης σημαιών. Dodds, K., Icy Geopolitics, Environment and Planning D: Society and Space, 26: (2008), 1-6, σ. 3. Επίσης, η Κορυφογραμμή Λομονόσοφ διασχίσει 1,200 ν. μ. της αρκτικής λεκάνης και εκτιμάται πως εκεί βρίσκονται πάνω από 10 δισεκατομμύρια τόνοι αποθεμάτων αερίου και πετρελαίου, καθώς και άλλων ορυκτών όπως είναι τα διαμάντια, ο λευκόχρυσος και ο κασσίτερος. Βλ. σχετικά Tan, W. E., After the Ice Melts: Conflict Resolution and the International Scramble for Natural Resources in the Arctic Circle, Journal of Politics and Law, 3:1, 2010, σ. 2. 234 Lieutenant Colonel Sharp, L. T., ό.π., σ. 15-16.
83 2.3 Καναδάς-Δανία Η διαφωνία ανάμεσα στα δύο κράτη αφορά τη Νήσο Χανς, η οποία γεωγραφικά τοποθετείται στο σημείο που συνδέονται ο Κόλπος Μπάφιν με τη Θάλασσα Λίνκολν και εκεί που χωρίζει η Νήσος Έλσμιρ από τη Βόρεια Γροιλανδία. Η υφαλοκρηπίδα ανάμεσα στις δύο χώρες οριοθετήθηκε με μια απόφαση επικυρωμένη από τον Ο.Η.Ε. το 1973, χωρίς όμως να περιλαμβάνει τη Νήσο Χανς, με αποτέλεσμα η διαφωνία ως προς το καθεστώς της να υπάρχει ακόμη. Και οι δύο χώρες προχώρησαν στην τοποθέτηση σημαιών στο νησί (οι Δανοί το 1984 και οι Καναδοί το 2005). Η σημασία του νησιού είναι κυρίως στρατηγική για τις δύο χώρες αναφορικά με την πρόσβαση που τις παρέχει στην Αρκτική και τους ενεργειακούς πόρους που αυτή η πρόσβαση συνεπάγεται, καθώς η έκταση του νησιού (1.3m 2 ), είναι πολύ μικρή. 235 2.4 Νορβηγία Η Νορβηγία αξιώνει ζώνη 200 ν.μ. γύρω από το Αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ, κάτι που απορρίπτουν τα περισσότερα αρκτικά κράτη. Ιδιαίτερα με τη Ρωσία, υπάρχει διαφορά για το καθεστώς στη Θάλασσα Μπάρεντς, όπου η Ρωσία σχεδιάζει την ανάπτυξη ενός τεράστιου οικοπέδου φυσικού αερίου, κάτι που ενδιαφέρει ιδιαίτερα τη Νορβηγία. Αυτή η διαφορά που υπάρχει από το 1970, τερματίστηκε με την υπογραφή μιας Συνθήκης μεταξύ των δύο χωρών, η οποία χωρίζει τη διαφιλονικούμενη περιοχή σε δύο ισοδύναμα μέρη και πρόσθετα προβλέπει για τη δυνατότατα αναζήτησης υδρογονανθράκων στην περιοχή. Η Συνθήκη υπεγράφη στο Μουρμάνσκ της Ρωσίας στις 15/09/2010 από το ρώσο Πρόεδρο Μεντβέντεφ και τον νορβηγό Πρωθυπουργό Στόλτενμπεργκ. Η συμφωνία αυτή αποτελεί, σύμφωνα με το ρώσο Πρόεδρο παράδειγμα επίλυσης των διαφορών που υπάρχουν στην Αρκτική. Για τη Νορβηγία, επειδή το οικονομικό της μέλλον εξαρτάται κατά ένα βαθμό από τις σχέσεις της με τη Ρωσία, η συμφωνία αποτέλεσε μια πολύ θετική έκβαση της μακροχρόνιας αυτής διαμάχης. 236 235 Gupta, A., ό.π., A Parliamentary Resolution on Iceland s Arctic Policy, ό.π. Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π. Στην περίπτωση της Δανίας, ενδιαφέρον έχει η εξέλιξη που θα υπάρξει αναφορικά με το καθεστώς της Γροιλανδίας, η οποία οδεύει σταδιακά προς την ανεξαρτησία. Côté, F., Dufresne, R., The Arctic: Canada s Legal Claims, Parliament of Canada, PRB-08-05E, 24 October 2008, διαθέσιμο στο: http://www.parl.gc.ca/content/lop/researchpublications/prb0805-e.htm, τελευατία ανάκτηση 06/12/2014. 236 Gupta, A., ό.π., A Parliamentary Resolution on Iceland s Arctic Policy, ό.π. Foxall, A., ό.π., σ. 102. Επίσης, για τη συμφωνία Ρωσίας-Νορβηγίας
84 Ωστόσο, υπάρχει και ένα άλλο πιθανό σημείο τριβής ανάμεσα στις δύο χώρες και αφορά στην εκμεταλλευτή των αλιευμάτων στο Αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ, όπου ενώ η Νορβηγία έχει κυριαρχικά δικαιώματα στα νησιά που βρίσκονται εκεί, η Συνθήκη Σπιτσμπέργεν του 1920, προβλέπει την ελεύθερη πρόσβαση στα ύδατα και στους πόρους του. 237 Γενικότερα, η Νορβηγία είναι πιο μετριοπαθής από τη Ρωσία στις αξιώσεις της και μάλιστα έχει παραδεχθεί ότι η υφαλοκρηπίδα της δεν εκτείνεται στο Βόρειο Πόλο. 238 Εκτός από την πολύ σημαντική συμφωνία Νορβηγίας-Ρωσίας αναφορικά με τις αξιώσεις στον Αρκτικό Ωκεανό, υπάρχουν άλλες δύο συμφωνίες ανάμεσα σε αρκτικά κράτη που είχαν ανάλογες διαφορές. Η πρώτη υπεγράφη από τη Ρωσία και τις Η.Π.Α. το 1990, ωστόσο δεν έχει τεθεί ακόμη σε ισχύ. Η δεύτερη υπεγράφη από τη Δανία/Γροιλανδία και τη Νορβηγία το 2006 και αφορά στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ζώνης αλιευμάτων. 239 http://www.theguardian.com/world/2010/sep/15/russia-norway-arctic-border-dispute, τελευταία ανάκτηση 10/10/2014. 237 Lieutenant Colonel Sharp, L. T., ό.π., σ. 14. Η Συνθήκη Σβάλμπαρντ/Σπίτσμπεργεν υπεγράφη το 1920 στο Παρίσι, ανάμεσα στις Νορβηγία, Η.Π.Α., Γαλλία, Δανία, Ιταλία, Ιαπωνία, Ολλανδία, Μ. Βρετανία, Ιρλανδία και Σουηδία και αναγνωρίζει την κυριαρχία της Νορβηγίας στο Αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ. Η Συνθήκη επιτρέπει στη Νορβηγία τη συλλογή φόρων, την υποχρεώνει σε προστασία του περιβάλλοντος της περιοχής, και απαγορεύει τη δημιουργία ναυτικών βάσεων για στρατιωτικούςπολεμικούς σκοπούς. Με την αρχή της μη-διάκρισης δίνει σε όλους τη δυνατότητα να κατοικήσουν στο Σβάλμπαρντ. Επίσης, όλα τα κράτη που υπέγραψαν τη Συνθήκη έχουν ίσα δικαιώματα για εμπορικές δραστηριότητες στα νησιά του Αρχιπελάγους, με νομοθεσία που ρυθμίζεται από τη Νορβηγία. 42 χώρες έχουν υπογράψει τη Συνθήκη. Το κείμενο της Σύμβασης διαθέσιμο στο: http://www.sysselmannen.no/en/toppmeny/about-svalbard/laws-and-regulations/svalbard-treaty/, τελευταία ανάκτηση 17/11/2014. 238 Holmes, S., Breaking the Ice: Emerging Legal Issues in Arctic Sovereignty, Chicago Journal of International Law, 9:1, 2008, σ. 17. 239 Mc Dorman, L., T., The Continental Shelf Beyond 200 nm: Law and Politics in the Arctic Ocean, Journal of Transnational Law and Policy, 18:2, 2009, 155-194, σ. 4. Επίσης, http://www.un.org/depts/los/legislationandtreaties/statefiles/dnk.htm
85 Ε. Άλλα ενδιαφερόμενα μέρη 1. Ε.Ε. Η Ευρωπαϊκή Ένωση άρχισε να εκδηλώνει το ενδιαφέρον της για την Αρκτική τα τελευταία χρόνια. Μέχρι πρότινος υπήρχε απουσία ξεκάθαρης πολιτικής ή έστω επίσημου ενδιαφέροντος για την Αρκτική, με αποτέλεσμα η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Αρκτική το 2008 να προκαλέσει τον έντονο σχολιασμό και τις συζητήσεις στους πολιτικούς και ακαδημαϊκούς κύκλους. Ιστορικά, η Γροιλανδία ήταν το μόνο κράτος που συνέδεε την Ε.Ε. με την Αρκτική. Η αποχώρησή της από την ΕΚ το 1985 συνεπάγονταν απουσία εδαφών για την ΕΚ στον Αρκτικό Κύκλο και συνεπώς την απομάκρυνση της Αρκτικής από την πολιτική της ατζέντα. Η προσχώρηση της Φινλανδίας και της Σουηδίας στην Ε.Ε. το 1995, επανέφερε διστακτικά το ενδιαφέρον για την περιοχή. Η προεδρία της Φινλανδίας στη Ε.Ε. το 1997 γέννησε την ιδέα της «North Dimension Policy». Με διάφορες διακυμάνσεις της ευρωπαϊκής πολιτικής στο μεσοδιάστημα και μια σημαντική αναζωογόνηση της ιδέας 2006, αφετηρία υπήρξε η «Θαλάσσια Πολιτική». Το 2007 στο αποκαλούμενο «Μπλε Βιβλίο» γίνεται ευθεία αναφορά στην Αρκτική. Η ανακοίνωση του 2008, θεωρήθηκε ως η σημαντικότερη εκδήλωση ενδιαφέροντος από την Ε.Ε. για την περιοχή της Αρκτικής. 240 Πιο συγκριμένα, η ανακοίνωση εξεδόθη στις 20/11/2008 με τον τίτλο «Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η αρκτική περιοχή». Στην ανακοίνωση γίνεται καταρχήν αναφορά στους ιστορικούς, γεωγραφικούς, οικονομικούς και επιστημονικούς δεσμούς που έχει η Ε.Ε. με την Αρκτική. Έχοντας τρία κράτη μέλη με αρκτικά εδάφη και οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς με όλα τα υπόλοιπα, η Ε.Ε. ορίζει τη θέση της στην περιοχή. 241 Το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής με τις εμφανείς επιπτώσεις του στο αρκτικό περιβάλλον, όπως είναι το λιώσιμο των πάγων και η αύξηση της θερμοκρασίας του αέρα, είναι το πρώτο που αναφέρεται. Μεταγενέστερες εξελίξεις οι οποίες σχετίζονται με τις τεχνολογικές καινοτομίες, τη διάνοιξη νέων οδών ναυσιπλοΐας και την αύξηση της ανθρώπινης δραστηριότητας στην περιοχή θεωρούνται ως προκλήσεις που ενέχουν κινδύνους. 242 Επίσης, πολλές πολιτικές της 240 Wegge, N., The EU and the Arctic: European Foreign Policy in the Making, Arctic Review on Law and Politics, 3:1, 2012, 6-29, σ. 13-16. 241 COM (2008) 763 final, The European Union and The Arctic Region, 20/11/2008, διαθέσιμο στο: http://eur-lex.europa.eu/legal-content/en/txt/pdf/?uri=celex:52008dc0763&from=en, τελευταία ανάκτηση 24/10/2014. 242 Ό.π.
86 Ε.Ε. που σχετίζονται με την ενέργεια, τα αλιεύματα, την κλιματική αλλαγή, τις μεταφορές και την έρευνα, έχουν συνάφεια και θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν στην περιοχή της Αρκτικής. Ως εκ τούτου και έχοντας χαρακτηριστεί η περιοχή, από την Επιτροπή και τον Ύπατο Αρμοστή της ΚΕΠΠΑ, ως «πολλαπλασιαστής απειλών», θεωρεί απαραίτητη την ανάπτυξη μιας Ευρωπαϊκής Πολιτικής για την Αρκτική. Αυτό διότι, η κλιματική αλλαγή επιφέρει αλλαγές και στη γεωστρατηγική δυναμική που αναπτύσσεται με πιθανές επιπτώσεις για τη διεθνή σταθερότητα και τα για τα συμφέρονταν της Ε.Ε. και για τους πολίτες της και για τις επερχόμενες γενιές. 243 Τρεις είναι οι κύριο στόχοι της πολιτικής: η προστασία και διατήρηση της Αρκτικής μαζί με τον πληθυσμό της, η προώθηση της βιώσιμης χρήσης των πόρων και η συνεισφορά για την ενίσχυση της πολυμερούς αρκτικής διακυβέρνησης. Όλες αυτές οι προτάσεις πολιτικής αποτελούν για την Ε.Ε. το πρώτο βήμα για μια ολοκληρωμένη και κατάλληλα αναπτυγμένη πολιτική για την περιοχή. 244 Επίσης, το ενδιαφέρον της Ε.Ε. για την Αρκτική διαφαίνεται από την προσπάθεια να αποκτήσει καθεστώς μονίμου μέλους στο Αρκτικό Συμβούλιο. Το Μάιο 2013, το Αρκτικό Συμβούλιο δήλωσε πως διάκειται θετικά στην πρόταση της Ε.Ε. να καταστεί μέλος του Συμβουλίου, κάτι που με χαρά εξέλαβε η Ε.Ε. 245 Η ανάπτυξη της ευρωπαϊκής πολιτικής για την Αρκτική μπορεί να χωριστεί σε τρία επίπεδα ανάλυσης. Το πρώτο είναι το «εσωτερικό», ως προϊόν ενός οργανισμού. Το δεύτερο είναι το «κρατικό», που αφορά στο ρόλο των εξωτερικών παικτών, κυρίως των κρατών. Το τρίτο είναι το «συστημικό», με την Ε.Ε. και την εξωτερική πολιτική αυτής να εξαρτώνται από τις δομικές συνθήκες του παγκόσμιου συστήματος. Το υπερεθνικό επίπεδο μαζί με εκείνο των κρατών-μελών υπήρξαν καθοριστικά στην εκπόνηση της πολιτικής. 246 Ως λέξεις κλειδί στην πολιτική της Ε.Ε. εμφανίζονται η «γνώση και η ευθύνη». Η γνώση αναφέρεται στη συνεργασία για τα αρκτικά ζητήματα, όπως είναι η τεχνολογία, η ανάπτυξη ελέγχου του αρκτικού χώρου από το διάστημα, η τεχνογνωσία και η χρηματοδότηση ερευνών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και άλλων περιβαλλοντικών προκλήσεων. Η ευθύνη σχετίζεται με την απαραίτητη συνεισφορά της Ε.Ε. στην περιοχή, η οποία προβάλλει 243 Ό.π. 244 Ό.π. 245 Βλέπε σχετικά, Kiruna Declaration 2013, διαθέσιμο στο: http://www.arcticcouncil.org/index.php/en/document-archive/category/5-declarations. Επίσης, http://www.consilium.europa.eu/uedocs/cms_data/docs/pressdata/en/foraff/137127.pdf, τελευταία ανάκτηση: 24/10/2014. 246 Wegge, N., The EU and the Arctic: European Foreign Policy in the Making ό.π., σ. 2.
87 πολλές προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες που μπορεί να επηρεάσουν τις ζωές των ευρωπαίων. Ένα είδος συνεισφοράς μπορεί να θεωρηθεί η χρηματοδότηση περιφερειακών προγραμμάτων και η προώθηση της ασφαλούς και βιώσιμης διαχείρισης και χρήσης των πόρων. 247 Πρόσθετα υπάρχει και μια τρίτη λέξη κλειδί, αυτή της «ανάμειξης». Ανάμειξη που γίνεται εφικτή μέσω του διαλόγου με τα αρκτικά κράτη, τους αυτόχθονες λαούς της περιοχής και άλλους εταίρους. 248 Επίσης, ενδιαφέρον έχει η αναφορά του ψηφίσματος του Κοινοβουλίου για τη διακυβέρνηση της Αρκτικής, στη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στην Αρκτική και την Ανταρκτική σε σχέση με τον πληθυσμό και τους αυτόχθονες κατοίκους, αλλά όχι σε σχέση με τη σημαντικότατη διαφορά στο ζήτημα της εδαφικής κυριαρχίας. Πιο συγκεκριμένα αναφέρει πως η Επιτροπή θα πρέπει να προετοιμαστεί για την έναρξη διαπραγματεύσεων για τη δημιουργία μιας τέτοιας Συνθήκης, λαμβάνοντας όμως υπόψη τις, ως άνω, διαφορές. 249 Γενικά, η θέση της Ε.Ε. δεν υπήρξε πολύ ξεκάθαρη. Το Κοινοβούλιο με κοινή πρόταση, καλούσε στη δημιουργία Συνθήκης για την Αρκτική. Ωστόσο, η Ε.Ε. αντέδρασε δηλώνοντας πως κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο στα συμφέροντα της Ένωσης. Μάλιστα, το Κοινοβούλιο το 2011 επανέφερε το θέμα με απόφαση που κατέληγε στο ότι όχι μόνο κάτι τέτοιο δεν προωθείται από τους λαούς της Αρκτικής αλλά θα ήταν και ακατάλληλο για την περιοχή. 250 Αποτέλεσμα της αμφιταλαντευόμενης στάσης της Ε.Ε. απέναντι στην Αρκτική, ήταν η αντίδραση από την καναδική κυβέρνηση με την παρεμπόδιση και αναστολή της αίτησης της Ε.Ε. να αποκτήσει καθεστώς μονίμου μέλους στο Αρκτικό Συμβούλιο. Με αρχική αιτία την απαγόρευση από την Ε.Ε. προϊόντων από δέρμα φώκιας (δραστηριότητα που επηρεάζει άμεσα την καναδική οικονομία), η καναδική αντίδραση υπήρξε επίσης απάντηση στην ανακοίνωση της Ε.Ε. του 2008, την οποία 247 Offerdal, K., An EU Arctic Policy? New EU Arctic Communication by Dr Christine Offerdal, 17 June 2012, διαθέσιμο στο: http://www.geopoliticsnorth.org/index.php?option=com_content&view=article&id=156:an-eu-arcticpolicy&catid=39:the-eu&itemid=107, τελευταία ανάκτηση 25/10/2014. 248 Join (2012) 19 final, Developing a European Union Policy towards the Arctic Region: Progress since 2008 and next steps, διαθέσιμο στο http://eeas.europa.eu/arctic_region/docs/join_2012_19.pdf. 249 Molenaar, J. E., Adapting Governance and Regulation of the Marine Arctic, στο Powell, R., Dodds, K., (eds), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Ltd, Cheltenham, UK, 2014, σ. 80-82. Ebinger, K., Ch., Zambetakis, E., ό.π. σ. 17-18. Βλ. επίσης European Parliament Resolution of 9 October 2009 on Arctic Governance στο: http://www.europarl.europa.eu/sides/getdoc.do?type=ta&reference=p6-ta-2008-0474&language=en 250 Molenaar, J. E., ό.π. Young, O., ό.π., σ. 16. Βλέπε επίσης: Report on a sustainable EU Policy for the High North, Explanatory Statement, διαθέσιμο στο: http://www.europarl.europa.eu/sides/getdoc.do?pubref=-//ep//text+report+a7-2010- 0377+0+DOC+XML+V0//EN#title2.
88 αντιλαμβανόταν ως προσπάθεια επέκτασης της αρκτικής διακυβέρνησης πέρα από τις αρκτικές δυνάμεις. Η Ε.Ε. θεωρώντας την Αρκτική πολύ σημαντική για την ενεργειακή της ασφάλεια, πιστεύει πως οι κανόνες αναφορικά με την εξόρυξη μεταλλευμάτων, την αλιεία και τις θαλάσσιες μεταφορές, θα πρέπει να τίθενται από διεθνή σώματα και όχι μόνο από τα αρκτικά κράτη. 251 Γενικά, η Ε.Ε. προσπαθεί να εγκαθιδρύσει τη θέση της ως «αρκτικός δρών». Με ανακοινώσεις που εκδίδει έκτοτε, καθιστά φανερή με κάθε τρόπο τη συνεισφορά της στα αρκτικά ζητήματα και στην αντιμετώπιση των προκλήσεων, ιδιαίτερα των περιβαλλοντικών. Συνοπτικά, ζητήματα θαλάσσια, χάραξης των συνόρων και περιβαλλοντικά μπορούν να θεωρηθούν πως αφορούν στη σχέση Ε.Ε. και Αρκτικής. 252 2. Ο.Η.Ε. Η ανάμειξη του Ο.Η.Ε. στα αρκτικά ζητήματα δεν είναι ιδιαίτερα έντονη. Ωστόσο, μέσω της ΣΔΘ ο Οργανισμός φέρεται να έχει ιδιαίτερες υποχρεώσεις στην περιοχή, ενώ μέσω του UNFCCC (United Nations Framework Convention on Climate Change), η αρκτική περιοχή εξετάζεται στο πλαίσιο του ιδιαίτερου ρόλου που διαδραματίζει για την κλιματική αλλαγή. Επίσης, μέσω προγραμμάτων του οργανισμού γίνονται συζητήσεις και προωθούνται θέματα που αφορούν άμεσα ή έμμεσα τους ανθρώπους και το περιβάλλον της Αρκτικής. 253 Το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα UNEP, κυρίως από το 2003, έχει αποφασιστικά αναλάβει δράση για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην Αρκτική. Είναι παρατηρητής στο Αρκτικό Συμβούλιο και πολλές φορές δρα σε συνεργασία με αυτό και τις Ομάδες Εργασίας του, τις Οργανώσεις των Αυτοχθόνων, τα αρκτικά κοινοβούλια και τον ιδιωτικό τομέα. 254 251 Blunden, M., The New Problem of Arctic Stability, ό.π., σ. 16-17. 252 Ενδιαφέρον έχει η ανάλυση του ρόλου της Ε.Ε. ως «δρώντος» στην Αρκτική. Ο όρος «actorness» αναφέρεται το βαθμό με τον οποίο μια οντότητα αποτελεί ένα γνήσιο δρώντα στις διεθνείς σχέσεις. Σύμφωνα με τους «κονστρουκτιβιστές» η «actorness» εξαρτάται εν μέρει από το πόσο αντιληπτή γίνεται από τους άλλους αυτή η οντότητα. Ως τέτοια κριτήρια και για την περίπτωση της Ε.Ε. θεωρούνται η αναγνώριση, η αυτονομία, η εξουσιοδότηση και η συνοχή. Βλ. σχετικά: Pieper, M., Winter, M., Wirtz, A., Dijkstra, H., The European Union as an Actor in Arctic Governance, European Foreign Affairs Review, 16:227-242, 2011. 253 Heininen, L., Northern geopolitics: actors, interests and processes in the circumpolar Arctic, ό.π., σ. 251. 254 UNEP New Awareness and Opportunities for UNEP to Address Climate Change in the Arctic, a background paper for the Arctic Side Event at the Governing Council/Global Environmental Ministerial Forum, Nairobi, Kenya, 18 February 2013, διαθέσιμο στο: http://www.unep.org/gc/gc27/docs/se/what%20future%20for%20the%20arctic.pdf
89 Πιο συγκεκριμένα, το πρόγραμμα Ατζέντα για την Αρκτική 2020, αφορά στην προώθηση και εφαρμογή προγράμματος βιώσιμης περιβαλλοντικής διαχείρισης στην ρωσική Αρκτική. Το πρόγραμμα έχει λάβει έγκριση χρηματοδότησης ύψους 335 εκατομμυρίων δολαρίων από την GEF (Global Environmental Facility) και θα εφαρμοστεί από τους συνεργαζόμενους οργανισμούς UNEP, UNDP, EBRD και την Παγκόσμια Τράπεζα. 255 Επίσης η UNEP έχει αναλάβει εκτιμητικές δραστηριότητες, όπως για παράδειγμα αναφορικά με τα επίπεδα υδραργύρου (με τη συνακόλουθη υπογραφή της Σύμβασης Μιναμάτα για τον Υδράργυρο 2012), το Global Environment Outlook σχετικά με ζητήματα που απασχολούν την περιοχή, αλλά και την έκδοση του ετήσιου τόμου αναφορικά με τα αναδυόμενα προβλήματα στην Αρκτική από την ταχεία κλιματική αλλαγή. Παράλληλα, όντας ιδρυτικό μέλος της Συμμαχίας για το Κλίμα και τον Καθαρό Αέρα (Climate and Clean Air Coalition), συνέβαλε στις προσπάθειες μείωσης των ρυπαντών της ατμόσφαιρας που συμβάλλουν στην αύξηση της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος. 256 Πρόσθετα το συνεργαζόμενο με την UNEP και το κέντρο GRID-Arendal έχει αναλάβει επίσης αρκετές πρωτοβουλίες σχετικά με τη βιώσιμη ανάπτυξη και διαχείριση του αρκτικού περιβάλλοντος και των ανθρώπων που διαβιούν σε αυτό. 257 Ανάλογη δράση, καθώς υπάρχει συνεργασία ανάμεσα στα προγράμματά τους, έχει αναληφθεί μέσω του Αναπτυξιακού Προγράμματος-UNDP. Μέσα από πολλές συζητήσεις, εκδόσεις, ομιλίες γίνεται αναφορά στη σημασία που έχει η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της. Ένα παράδειγμα αποτελεί η έκδοση στρατηγικών για την κλιματική αλλαγή και τη βιώσιμη ανάπτυξη στις περιοχές της ρωσικής Αρκτικής, ένα πιλοτικό πρόγραμμα που ξεκίνησε το 2008 από το UNDP και το RREC (Russian Regional Environmental Center) και στη συνέχεια το 2009 εκδόθηκε η αναλυτική μελέτη. Εξετάζοντας τις επιδράσεις της κλιματικής αλλαγής στην κοινωνική ανάπτυξη της ρωσικής Αρκτικής, προτείνονται στρατηγικές προσαρμογής και μετριασμού των σχετικών επιπτώσεων. 258 255 Ό.π. 256 Ό.π. 257 Για το έργο της Grind-Arendal, βλ.: http://www.grida.no/ 258 UNDP http://www.undp.org/content/undp/en/home.html, Το κείμενο της στρατηγικής, Berdin, V., Gershinkova, D., Dobrolyubova, J., Masloboyev, V., Integrated Climate Change Strategies for Sustainable Development of Russia s Arctic Regions (Case Study for Murmansk Oblast), Summary- Moscow: UN Development Programme in Russia, Russian Regional Environmental Centre, 2009 διαθέσιμο στο: http://www.undp.ru/climatechange/murmansk_summary_eng.pdf
90 Μια άλλη, έμμεση, αλλά ουσιαστική συνεισφορά του Ο.Η.Ε. στα αρκτικά ζητήματα υπήρξε η Διακήρυξη για τα Δικαιώματα των Αυτοχθόνων Λαών. Στις 13 Σεπτεμβρίου 2007 μετά από σχετική σύσταση του Συμβουλίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η Γενική Συνέλευση των Η.Ε. υιοθέτησε το κείμενο της Διακήρυξης. Την απόφαση αυτή των Η.Ε. καλωσόρισε το ICC (Inuit Circumpolar Council), καθώς από την ίδρυσή του το 1977 και έχοντας συμβουλευτικό ρόλο στον Ο.Η.Ε. εργάστηκε σκληρά για αυτό το σκοπό, διαδραματίζοντας πολύ σημαντικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις και τις συζητήσεις που λάμβαναν χώρα όλα τα χρόνια που οδήγησαν στην υιοθέτηση της Διακήρυξης. 259 3. Ηνωμένο Βασίλειο Το Ηνωμένο Βασίλειο, έχει ιστορικά σχέση με τις πολικές περιοχές, και ιδιαίτερα με την Ανταρκτική. Η κλιματική αλλαγή, η οποία επηρεάζει το αρκτικό οικοσύστημα, έχει επηρεάσει και το Η. Β. που πρόσφατα υπέστη βαρείς χειμώνες. Το οικονομικό κόστος είναι μεγάλο και αποτελεί ένα από τα κίνητρα και τους λόγους που αυξήθηκε το ενδιαφέρον της βρετανικής κυβέρνησης για την Αρκτική τα τελευταία χρόνια. 260 Το 2013 το υπουργείο εξωτερικών του Η. Β. και συγκεκριμένα το τμήμα που ασχολείται κατεξοχήν με τις πολικές περιοχές, εξέδωσε το κείμενο πολιτικής της χώρας για την Αρκτική. Στο κείμενο αναφέρεται πως παρόλο που δεν είναι αρκτικό κράτος, το Η. Β. βρίσκεται πολύ κοντά στην Αρκτική. Ως εκ τούτου έχει άμεσο ενδιαφέρον για τις εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα εκεί. Σκοπός της Βρετανίας είναι η απάντηση στις προκλήσεις που παρουσιάζονται εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής σε συνδυασμό με τις ευκαιρίες που αναδύονται παράλληλα, και η προστασία του αρκτικού περιβάλλοντος. 261 Με σεβασμό στα κυριαρχικά δικαιώματα των αρκτικών κρατών, στους ανθρώπους που ζουν εκεί και στο εύθραυστο περιβάλλον της περιοχής, το Η. Β. διατίθεται να λάβει ενεργό δράση και να ηγηθεί πρωτοβουλιών. Επίσης, αναγνωρίζει την οικουμενικότητα και την ευρύτερη επίδραση που έχουν οι αλλαγές στην Αρκτική 259 United Nations Declaration on the Rights of Indigenous Peoples, διαθέσιμη στο: http://www.un.org/esa/socdev/unpfii/documents/drips_en.pdf, Βλ. Επίσης http://www.iccalaska.org/servlet/download?id=46 260 Depledge, D., (Re) Assembling Britain s Arctic, στο Powell C. R., Dodds, K., (eds), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Publishing Limited, UK, 2014, σ. 185-187. 261 Foreign and Commonwealth Office, Adapting to Change- UK Policy towards the Arctic, Foreign and Commonwealth Office, Polar Regions Department, 2013.
91 για τον υπόλοιπο κόσμο. Επομένως, βάσει όλων αυτών αποφάσισε την έκδοση της πολιτικής, καθώς η ταχύτητα που καθορίζει την εξέλιξη των γεγονότων απαιτεί κατάλληλη και έγκαιρη προετοιμασία. 262 Πρόσθετα, έχει ιδρυθεί το γραφείο για την Αρκτική στο πλαίσιο του NERC (Natural Environment Research Council) και φιλοξενείται στο ερευνητικό κέντρο για την Ανταρκτική BAS (British Antarctic Survey). Σκοπός του γραφείου για την Αρκτική είναι η υποστήριξη της επιστημονικής έρευνας που λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο του προγράμματος για έρευνα στην Αρκτική (Arctic Research Programme), όπως επίσης και η διοίκηση του ερευνητικού σταθμού που έχει τοποθετηθεί στο Αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ. 263 Η έκδοση της πολιτικής για την Αρκτική ήταν μια εξέλιξη που από καιρό περίμεναν πολλοί αναλυτές και μελετητές της βρετανικής πολιτικής για την Αρκτική. Η αβεβαιότητα που υπήρχε αναφορικά με τη θέση της Βρετανίας στην Αρκτική και τα βρετανικά εθνικά συμφέροντα, άρχισαν να γίνονται περισσότερο διακριτά. Μένει να φανεί αν η διακριτική και ήπια μέχρι πρότινος παρουσία της χώρας θα καταστεί πιο ισχυρή. 264 4. Ιαπωνία Η Ιαπωνία από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 είχε αρχίσει να διερευνά τις πιθανές εμπορικές δυνατότητες στην Αρκτική, η έλλειψη όμως ενδιαφέροντος από τις εμπορικές δυνάμεις της χώρας διέκοψε το ενδιαφέρον της. Ωστόσο, μετά τις εξελίξεις της τελευταίας δεκαετίας και την εμφάνιση νέων ευκαιριών από το λιώσιμο των πάγων και τη διάνοιξη νέων οδών ναυσιπλοΐας, άρχισε να επανέρχεται το ενδιαφέρον της χώρας. 265 Από το Μάιο του 2013 με τη Διακήρυξη της Κιρούνα είναι παρατηρητής στο Αρκτικό Συμβούλιο. Η κυβέρνηση της Ιαπωνίας διατηρεί χαμηλό προφίλ σε σχέση με το ενδιαφέρον της για την Αρκτική, εστιάζοντας σε ζητήματα περιβάλλοντος και επιστημονικής έρευνας, αποφεύγοντας ζητήματα φυσικών πόρων και άλλων οικονομικών θεμάτων ώστε να αποφύγει, όπως και η Κίνα, την καχυποψία των αρκτικών κρατών (ιδιαίτερα την περίοδο μέχρι να αποκτήσει τη θέση του 262 Ό.π. 263 Βλ. σχετικά, NERC Arctic Office, στο http://www.arctic.ac.uk/ 264 Depledge, D., ό.π. 265 Jacobson, L., Lee S. H., The North East Asian States Interests in the Arctic and Possible Cooperation with the Kingdom of Denmark, SIPRI, Report Prepared for the Ministry of Foreign Affairs of Denmark, Armed Conflict and Conflict Management Programme, April 2013.
92 παρατηρητή στο Αρκτικό Συμβούλιο). 266 Ωστόσο, η Ιαπωνία εμφανίζει ανησυχία αναφορικά με τη στρατιωτική παρουσία και την πιθανότητα ναυτικών επιχειρήσεων που συνεπάγεται η αύξηση της δραστηριότητας στην αρκτική περιοχή. Το ενδιαφέρον που έχουν δείξει οι υπόλοιπες ασιατικές χώρες με την επένδυση πόρων σε ερευνητικά προγράμματα και φυσικά η Ρωσία με την ηγετική της παρουσία στην περιοχή, μπορεί να σημαίνει για την Ιαπωνία αλλαγή του στρατηγικού περιβάλλοντος. 267 5. Ινδία Η Ινδία δηλώνει ξεκάθαρα πως τα ενδιαφέροντά της στην Αρκτική είναι επιστημονικά, περιβαλλοντικά, εμπορικά και στρατηγικά. Από το Μάιο του 2013 είναι και αυτή παρατηρητής στο Αρκτικό Συμβούλιο παρακολουθώντας στενά τις εξελίξεις στην Αρκτική. Το 2007 ξεκίνησε ένα ερευνητικό πρόγραμμα με σκοπό τη συλλογή δεδομένων σχετικών με την κλιματική αλλαγή και συγκεκριμένα τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στους μουσώνες της Ινδίας. Επίσης, αφορά στην εκτίμηση των επιπτώσεων της υπερθέρμανσης του πλανήτη στην αρκτική περιοχή, στην επίδραση των παγόβουνων στο επίπεδο της θαλάσσιας στάθμης, αλλά και στη μελέτη αναφορικά με τη χλωρίδα και την πανίδα της περιοχής. Το Αρκτικό Πρόγραμμα της χώρας έχει χρηματοδοτηθεί με 12 εκατομμύρια δολάρια και εξασφάλισε την συμμετοχή διακεκριμένων επιστημόνων από όλον τον κόσμο. Το 2008 ξεκίνησε την πρώτη αποστολή στον Αρκτικό Ωκεανό, και στη συνέχεια δημιούργησε μια ερευνητική βάση στη Νορβηγία, συνεργαζόμενη παράλληλα και με ερευνητικά ινστιτούτα της Νορβηγίας. 268 Ενδιαφέρον παρουσιάζει η δήλωση της ινδικής κυβέρνησης ότι οι αλλαγές που υφίσταται το αρκτικό περιβάλλον έχουν αντίκτυπο πέρα των παράκτιων κρατών και πως θα πρέπει όλοι όσοι έχουν ενδιαφέρον στη διακυβέρνηση των πάνδημων χώρων,(χαρακτηρισμός που δε χρησιμοποιείται συχνά από άλλες χώρες) να συμμετέχουν ενεργά στην αντιμετώπιση των προκλήσεων. Επίσης, δηλώνει πως η εμπειρία της από την Ανταρκτική μπορεί να συμβάλλει στη διασφάλιση μιας σταθερής και ασφαλούς Αρκτικής. 269 266 Ό.π. 267 Ό.π. 268 India and the Arctic, Documents, Ministry of External Affairs, Government of India, 10/06/2013. Βλ. επίσης, Gupta, A., ό.π., σ. 4. 269 Ό.π.
93 6. Κίνα Η Κίνα τα τελευταία χρόνια άρχισε να δείχνει έντονα το ενδιαφέρον της για την Αρκτική. Μια πολύ σημαντική κίνηση υπήρξε η επιζήτηση της θέσης του μονίμου παρατηρητή στο Αρκτικό Συμβούλιο, κάτι που πέτυχε μαζί με άλλα ενδιαφερόμενα κράτη το Μάιο 2013, όπως αποφασίστηκε με τη Διακήρυξη της Κιρούνα. Επίσης έχει ήδη στην κατοχή της παγοθραυστικά, γεγονός που είναι δηλωτικό του ενδιαφέροντος της χώρας για την περιοχή. 270 Το ενδιαφέρον της Κίνας για την Αρκτική σχετίζεται πρωτίστως με τη διάνοιξη των οδών ναυσιπλοΐας και τη διασφάλιση της πρόσβασης σε αυτές, και έχει περισσότερο μακροπρόθεσμο προσανατολισμό. Παράλληλα, την ενδιαφέρει η επίπτωση που μπορεί να έχει η κλιματική αλλαγή που υφίσταται το αρκτικό περιβάλλον στην παραγωγή τροφίμων και στα ακραία καιρικά φαινόμενα που συμβαίνουν στην Κίνα. Επίσης, οι πόροι και τα αλιεύματα της Αρκτικής αποτελούν ένα πεδίο ενδιαφέροντος στο οποίο θέλει να εξασφαλίσει πρόσβαση. 271 Συνάρτηση όλων αυτών βέβαια είναι η εγκαθίδρυση της θέσης της μεγάλης δύναμης που έχει σταδιακά αποκτήσει η Κίνα διεθνώς και που επιθυμεί να αντανακλάται σε όλους τους τομείς που την ενδιαφέρουν. Αναγνωρίζοντας όμως το φόβο και την καχυποψία των υπολοίπων κρατών, οι κινέζοι αναλυτές αποφεύγουν την ανάμειξη σε ζητήματα δικαιοδοσίας, κυριαρχίας και πόρων και επικεντρώνονται περισσότερο στην κλιματική αλλαγή που της προσφέρει τη δυνατότητα συνεργασίας με τους άλλους εταίρους στην Αρκτική. 272 270 Gratz, J., ό.π., σ. 2-4. Τα παγοθραυστικά που έχει στην κατοχή της η Κίνα είναι δύο, ένα καινούριο και ένα μεταχειρισμένο. 271 Jacobson, L., Lee S. H., ό.π. Käpylä, J., Mikkola H., The Global Arctic-The growing arctic interests of Russia, China the United States and the European Union, FIIA Briefing Paper, No 133, The Finish Institute of International Affairs, August 2013. 272 Jacobson, L., Lee S. H., ό.π. Αυτό δεν εμπόδισε ωστόσο τον κινέζο ναύαρχο Yin Zhuo να δηλώσει πως η Αρκτική ανήκει σε όλους τους ανθρώπους και πως κανένα έθνος δεν ασκεί κυριαρχία στην περιοχή. Βλ. σχετικά Woon, Y. Ch., China, Canada and framings of Arctic geopolitics, στο Powell C. R., Dodds, K., (eds), Polar Geopolitics? Knowledges, Resources and Legal Regimes, Edward Elgar Publishing Limited, UK, 2014, σ. 166.
94 7. Νότια Κορέα Η Νότια Κορέα έχει κατεξοχήν οικονομικό ενδιαφέρον για την περιοχή της Αρκτικής. Για την κορεατική κυβέρνηση η Αρκτική συμπεριλήφθηκε στα εθνικά ζητήματα και η απόκτηση της θέσης του παρατηρητή στο Αρκτικό Συμβούλιο, ήταν εθνική προτεραιότητα. Όπως η Κίνα και η Ιαπωνία από το Μάιο του 2013 είναι πλέον παρατηρητής στο Αρκτικό Συμβούλιο, ελπίζοντας πως με αυτόν τον τρόπο θα έχει τη δυνατότητα να ασκεί μεγαλύτερη επιρροή στα αρκτικά ζητήματα. 273 Ως μια χώρα με έλλειψη φυσικών πόρων προσβλέπει στη δυνατότητα απόκτησης πρόσβασης στους πόρους της Αρκτικής. Επίσης, κατέχοντας ισχυρή θέση στην παγκόσμια βιομηχανία κατασκευής πλοίων, διαβλέπει το όφελος από τη διάνοιξη των θαλάσσιων οδών στον Αρκτικό Ωκεανό, έχοντας δικά της παγοθραυστικά, ενώ ήδη έχει αρχίσει την εξαγωγή παγοθραυστικών πλοίων στη Ρωσία. Αλλά και τα ζητήματα του περιβάλλοντος και της πράσινης ανάπτυξης αποτελούν πολιτική προτεραιότητα για τη Νότια Κορέα, αναφορικά κυρίως με την βελτίωση του διεθνούς προφίλ της χώρας. 274 273 Ό.π. 274 Ό.π. Gratz, J.,ό. π., σ. 2-4.
95 Στ. Καταληκτικά Συμπεράσματα Η αρκτική γεωπολιτική αποτελεί ένα ιδιαίτερο πεδίο μελέτης που απομακρύνει τον μελετητή από προκαθορισμένες αντιλήψεις και στερεότυπα των διεθνών σχέσεων. Αυτή είναι και η βασική αιτία που η κριτική προσέγγιση στην αρκτική γεωπολιτική προσφέρει τη δυνατότητα κατανόησης του αρκτικού περιβάλλοντος με ολοκληρωμένο τρόπο. Έχοντας εξετάσει τις βασικότερες συνιστώσες της αρκτικής γεωπολιτικής καθίσταται φανερή η ποικιλομορφία αυτών και η συμβολή τους στην ετερότητά της. Όποιος παράγοντας αποτελεί μέρος και συμμετέχει στα αρκτικά ζητήματα είναι συγχρόνως και γεωπολιτικός δρών. Το αρκτικό περιβάλλον υφίσταται ουσιώδεις μεταβολές που οφείλονται στην κλιματική αλλαγή. Η κλιματική αλλαγή συνιστά γεωπολιτικό παράγοντα στο αρκτικό περιβάλλον που καθορίζει κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό τις-γεωπολιτικές- εξελίξεις στην περιοχή. Οι αλυσιδωτές επιπτώσεις από την τήξη των πάγων στους ζώντες φυσικούς πόρους της αρκτικής (φυτά, αλιεύματα, ζώα) επηρεάζουν άμεσα την τροφική αλυσίδα και συνεπώς τους αυτόχθονες κατοίκους της περιοχής οι οποίοι διαβιούν εκεί εδώ και χιλιάδες χρόνια. Βέβαια, οι επιπτώσεις αυτές επεκτείνονται και στους λειτουργικούς τομείς της καθημερινής διαβίωσης, όπως είναι οι υποδομές και τα υπάρχοντα δίκτυα μεταφορών και επικοινωνιών. Η έγκαιρη αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και η προσπάθεια μετριασμού αυτών αποτελεί ήδη προτεραιότητα στις πολιτικές των αρκτικών κρατών που, είτε σε μονομερές εθνικό επίπεδο είτε σε πολυμερές μέσα από τη δράση του Αρκτικού Συμβουλίου, διεξάγουν έρευνες και μελέτες για τη λήψη των απαραίτητων μέτρων προκειμένου να επιτευχθεί το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα. Ωστόσο, τα αρκτικά κράτη εκτός από τις προκλήσεις διαβλέπουν την εμφάνιση νέων ευκαιριών μέσα από την αλλαγή στο φυσικό περιβάλλον της Αρκτικής. Η διάνοιξη νέων οδών για την παγκόσμια ναυσιπλοΐα που διασχίζουν τον Αρκτικό Ωκεανό είναι μια εξέλιξη που πέρα από την οικονομία σε καύσιμα και χρόνο που θα προσφέρει λόγω της σημαντικής μείωσης των αποστάσεων σε σύγκριση με τα υπάρχοντα περάσματα, θα σημάνει τη μετατόπιση της εμπορικής δραστηριότητας στο Βορρά. Το γεγονός αυτό έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον πολλών μη-αρκτικών κρατών όπως είναι η Κίνα, των οποίων η οικονομία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εμπορική ναυτιλία. Εάν τελικά επέλθει αυτή η μετατόπιση, τότε είναι βέβαιο πως θα επέλθει μετατόπιση σε γεωστρατηγικό επίπεδο. Είναι γνωστό πως στα σημεία που
96 υπάρχει μεγάλη ροή εμπορευμάτων τα εμπορικά πλοία συνοδεύονται από τους ναυτικούς στόλους των εθνικών κρατών. Επομένως, μια τέτοια εξέλιξη στον Αρκτικό Ωκεανό θα επιφέρει κραδασμούς στις ισχύουσες γεωπολιτικές δομές και τη μετατόπιση του γεωστρατηγικού ενδιαφέροντος στην περιοχή. Η ύπαρξη πετρελαίου στην Αρκτική είναι γνωστή εδώ και πάρα πολλά χρόνια όχι όμως τα αποθέματα στον πυθμένα του Αρκτικού Ωκεανού. Η δημοσίευση της έρευνας του οργανισμού γεωλογικών ερευνών των Η.Π.Α. το 2008 που χαρακτήρισε τον Αρκτικό Ωκεανό ως μια από τις μεγαλύτερες σε όγκο πετρελαϊκών αποθεμάτων, ανεξερεύνητες περιοχές του πλανήτη, προκάλεσε την άμεση αντίδραση των αρκτικών κρατών αλλά και μη-αρκτικών παραγόντων που επιθυμούν να συμμετάσχουν στις εξελίξεις και να επωφεληθούν από την εκμετάλλευση των πόρων του αρκτικού πυθμένα. Η κλιματική αλλαγή φαίνεται να επηρεάζει θετικά τα σχέδια των αρκτικών κρατών αφού το λιώσιμο των πάγων καθιστά πιο εύκολη, εφικτή και ίσως λιγότερο δαπανηρή τη διαδικασία εξόρυξης πετρελαίου και αερίου στον Αρκτικό Ωκεανό. Η επιθυμία των αρκτικών παράκτιων κρατών να επεκτείνουν το εξωτερικό όριο της υφαλοκρηπίδας τους σύμφωνα με τη δυνατότητα που τους παρέχει η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας συνδέεται στενά με τις εκτιμήσεις για την ύπαρξη πετρελαϊκών αποθεμάτων στον Αρκτικό Ωκεανό και ως εκ τούτου σε τμήματα της υφαλοκρηπίδας τους. Η μεγιστοποίηση του δυνατού οφέλους από την εκμετάλλευση των πόρων του αρκτικού πυθμένα, οδήγησε τα παράκτια κράτη στη διεξαγωγή ερευνών για τη συλλογή στοιχείων που να θεμελιώνουν την αξίωση επέκτασης της υφαλοκρηπίδας τους, ώστε να τις καταθέσουν στην Επιτροπή για τα Όρια της Υφαλοκρηπίδας όπως ορίζεται στη Σύμβαση. Αξιοσημείωτο στη διαμόρφωση της αρκτικής γεωπολιτικής είναι το γεγονός ότι τα αρκτικά κράτη συνεργάζονται μεταξύ τους ακόμη και στην περίπτωση των ζητημάτων αλληλεπικαλυπτόμενων ή διαφιλονικούμενων διεκδικήσεων που έχουν, προκειμένου να πετύχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Βασική αιτία που οδήγησε σε αυτήν τη συνεργασία είναι η πιθανότητα μη αποδοχής από την Επιτροπή μιας κατάθεσης που αφορά σε διαφιλονικούμενη περιοχή. Η εξέλιξη αυτή, είναι ένα ακόμη εξέχον παράδειγμα της ιδιαιτερότητας της αρκτικής γεωπολιτικής όπου επιλέγεται η συνεργασία και όχι η αντιπαράθεση στην αντιμετώπιση των αναδυόμενων ζητημάτων. Επίσης, δύναται να αποκρούσει τους «φόβους» πιθανής σύγκρουσης στο μέλλον, εξαιτίας των αντιτιθέμενων συμφερόντων των αρκτικών κρατών, που ανεδαφικά αναπτύσσονται μέσα από διάφορες συζητήσεις τα τελευταία χρόνια.
97 Επίσης, οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν τα παράκτια κράτη στο διαχωρισμό της θέσης τους από τα υπόλοιπα αρκτικά κράτη και τη Διακήρυξη του Ilulissat το 2008 με την οποία ρητά δήλωσαν πίστη στο νομικό κείμενο της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας αναφορικά με την επίλυση όποιων ζητημάτων ανακύψουν για το καθεστώς στον Αρκτικό Ωκεανό. Η επιλογή αυτή των αρκτικών παράκτιων κρατών εγείρει απορίες αναφορικά με τη θέση του Αρκτικού Συμβουλίου στην αρκτική γεωπολιτική. Η ανησυχία για τον πιθανό παραμερισμό του στις γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή μετριάστηκε όταν τα παράκτια κράτη δήλωσαν αργότερα ότι η κίνηση αυτή δε σκόπευε σε αυτό και πως δεν είναι στις προθέσεις τους. Σε αυτό το σημείο, αξίζει να αναφερθεί μια ακόμη ιδιαιτερότητα της αρκτικής γεωπολιτικής: οι αυτόχθονες λαοί. Όπως αναλύθηκε στο κείμενο της εργασίας, οι αυτόχθονες λαοί στην Αρκτική αποτελούν μια πολύ σημαντική διάσταση της αρκτικής γεωπολιτικής, καθώς για αυτούς η Αρκτική είναι τόπος διαβίωσης και συνεπάγεται την ύπαρξη θεμελιωδών δικαιωμάτων τα οποία ορίζονται στη Σύμβαση των Η.Ε. για τα Δικαιώματα των Αυτοχθόνων Λαών (UNDRIPS). Ιδιαίτερα στην περιοχή της Αρκτικής οι οργανώσεις των αυτοχθόνων έχουν πετύχει τη συμμετοχή τους στις διαβουλεύσεις των αρκτικών ζητημάτων κυρίως μέσα από τη συμμετοχή τους στο Αρκτικό Συμβούλιο. Το γεγονός αυτό είναι μοναδικό για τους αυτόχθονες πληθυσμούς ανά τον κόσμο γενικά. Η κίνηση των παράκτιων κρατών με τη Διακήρυξη του Ilulissat στην οποία καταφανώς αγνοήθηκαν οι οργανώσεις των αυτοχθόνων, οδήγησε ένα χρόνο αργότερα, σε μια εξίσου μοναδική εξέλιξη, τη Διακήρυξη του Inuit Circumpolar Council, για την Αρκτική Κυριαρχία των Ινουΐτ. Η θέση των αυτοχθόνων στην αρκτική γεωπολιτική είναι ουσιαστική και δεν μπορεί να αγνοηθεί. Τα αρκτικά κράτη, ιδιαίτερα εκείνα που έχουν μεγάλους πληθυσμούς αυτοχθόνων στην αρκτική τους επικράτειά, έχουν συμπεριλάβει στις εθνικές τους στρατηγικές για την Αρκτική ζητήματα αυτοχθόνων με άξονα το σεβασμό και τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων τους και την προστασία του περιβάλλοντος όπου διαβιούν. Το Αρκτικό Συμβούλιο, αποτελεί ίσως τη σημαντικότερη διάσταση της αρκτικής γεωπολιτικής και το διακυβερνητικό forum που ίδρυσαν τα αρκτικά κράτη σε μια προσπάθεια θεσμικής οργάνωσης των πρωτοβουλιών για την αντιμετώπιση των αρκτικών ζητημάτων και κυρίως των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στο αρκτικό περιβάλλον. Παρόλο που αποτελεί όργανο «ήπιου δικαίου-soft law» πρόσφατες εξελίξεις φανερώνουν την τάση να αλλάξει αυτό. Η υπογραφή από τα
98 αρκτικά κράτη το 2011 και το 2013 των πρώτων νομικά δεσμευτικών συμφώνων στην ιστορία της αρκτικής διακυβερνητικής συνεργασίας από την ίδρυση του Αρκτικού Συμβουλίου το 1996, είναι δηλωτική της διάθεσης για αλλαγή του καθεστώτος στο Αρκτικό Συμβούλιο και τη μεταμόρφωσή του σε όργανο «αυστηρού δικαίου-hard law». Η αναγνώριση αυτή, σε συνδυασμό με τη Διακήρυξη του Ilulissat, αποτελεί συγχρόνως μια απάντηση στις συζητήσεις για την ανάγκη δημιουργίας ενός νέου, ολοκληρωμένου και νομικά δεσμευτικού κειμένου για την περίπτωση της Αρκτικής, αναλόγου της Συνθήκης για την Ανταρκτική (ATS). Η μελέτη της αρκτικής γεωπολιτικής κατάστασης καθιστά φανερό πως δεν υπάρχει ουσιαστική ανάγκη για τη δημιουργία ενός νέου νομικού καθεστώτος που να διέπει τα αρκτικά ζητήματα. Το ισχύον νομικό καθεστώς για τον Αρκτικό Ωκεανό, ήτοι η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, αναγνωρίζεται από τα παράκτια κράτη ως επαρκές και ικανό για να ρυθμίζει τα ζητήματα στον Αρκτικό Ωκεανό. Ως εκ τούτου, η μεταστροφή της επιθυμίας τους θα ήταν δύσκολη και πιθανώς περιττή. Οι περιορισμοί που εκτέθηκαν μέσα στο κείμενο (χρονοβόρες διαδικασίες, επικαιροποίηση σε ένα περιβάλλον συνεχούς αλλαγής, απόφαση για διεθνή δέσμευση) και η ακαταλληλότητα ενός κειμένου όπως ισχύει στην περίπτωση της Ανταρκτικής (καθώς αποτελούν δυο εκ διαμέτρου αντίθετα συστήματα), απομακρύνουν εύκολα τη σκέψη από σχετικούς επίμονους ισχυρισμούς. Ο δρόμος που φαίνεται πως έχουν επιλέξει τα αρκτικά κράτη μέσα από τη δημιουργία δεσμευτικών κειμένων αναλόγως των περιστάσεων και ανά συγκεκριμένο τομέα δράσης, ίσως να είναι ένας αποτελεσματικότερος τρόπος ρύθμισης των αρκτικών ζητημάτων. Παράλληλα, η ενδυνάμωση του ρόλου του Αρκτικού Συμβουλίου μέσω αυτών των συμφωνιών αλλά και της ευρύτερης δράσης του στην ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των αρκτικών ζητημάτων, θα προσέφερε σημαντικά στη διαχείριση των νέων προκλήσεων. Η κριτική γεωπολιτική προσέγγιση στην περίπτωση της Αρκτικής επιχειρεί να συνεξετάσει όλους αυτούς τους παράγοντες που συμβάλλουν στη διαμόρφωσή της. Σε απόσταση από τις κλασικές γεωπολιτικές προσεγγίσεις που επικεντρώνουν στις εθνικές κυβερνήσεις, αναγνωρίζει τη σημασία και το ρόλο που διαδραματίζουν όλες οι συνιστώσες της αρκτικής γεωπολιτικής όπως εκτέθηκαν ανωτέρω. Ο συνυπολογισμός αυτών των παραγόντων στη διαμόρφωση της αρκτικής γεωπολιτικής είναι ουσιαστικός και όχι σε ρητορικό επίπεδο. Οι εθνικές κυβερνήσεις αναγνωρίζουν πως στην περίπτωση της Αρκτικής θα πρέπει να εκτείνουν τις πρακτικές τους σε
99 ζητήματα πέρα από εκείνα που αφορούν στη εθνική τους δικαιοδοσία, σε μια συντονισμένη προσπάθεια να ενσωματώσουν στις πολιτικές τους όλες τις εκφάνσεις της αρκτικής γεωπολιτικής. Ο ανθρώπινος παράγοντας είναι βασικός στη διαμόρφωση της αρκτικής γεωπολιτικής μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Τα αρκτικά κράτη το αναγνωρίζουν και προσπαθούν να διατηρήσουν το σεβασμό σε αυτόν. Η σημασία της περιοχής-region- και η εκχώρηση εξουσιών σε τοπικό επίπεδο θα μπορούσε να αποδειχτεί πολύ αποτελεσματικός τρόπος διακυβέρνησης στην Αρκτική, εμβαθύνοντας έτσι στην αντιμετώπιση των προβλημάτων των τοπικών κοινωνιών οι οποίες έρχονται αντιμέτωπες με τις μεγαλύτερες προκλήσεις. Η αρκτική γεωπολιτική περιλαμβάνει ένα περίπλοκο δίκτυο σχέσεων σε διαρκή αναζήτηση ισορροπίας και όχι σύγκρουσης. Η κριτική αρκτική γεωπολιτική θα πρέπει να παραμείνει το βασικό αναλυτικό και ερμηνευτικό εργαλείο των εξελίξεων στην Αρκτική, καθώς αυτό συνεπάγεται την υπεροχή της ιδιαιτερότητας της αρκτικής γεωπολιτικής στις διεθνείς σχέσεις. Μια ιδιαιτερότητα η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει μοντέλο διαμόρφωσης των σχέσεων σε περιφερειακούς και άλλους διακρατικούς σχηματισμούς, με την πρόταξη της συνεργασίας έναντι της αντιπαράθεσης και του αλληλοσεβασμού των δρώντων έναντι της εγωιστικής μονομέρειας των εθνικών κυβερνήσεων.
100 Παράρτημα Ι Άρθρα της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας- UNCLOS III 275 Article76 Definition of the continental shelf 1. The continental shelf of a coastal State comprises the seabed and subsoil of the submarine areas that extend beyond its territorial sea throughout the natural prolongation of its land territory to the outer edge of the continental margin, or to a distance of 200 nautical miles from the baselines from which the breadth of the territorial sea is measured where the outer edge of the continental margin does not extend up to that distance. 2. The continental shelf of a coastal State shall not extend beyond the limits provided for in paragraphs 4 to 6. 3. The continental margin comprises the submerged prolongation of the land mass of the coastal State, and consists of the seabed and subsoil of the shelf, the slope and the rise. It does not include the deep ocean floor with its oceanic ridges or the subsoil thereof. 4. (a) For the purposes of this Convention, the coastal State shall establish the outer edge of the continental margin wherever the margin extends beyond 200 nautical miles from the baselines from which the breadth of the territorial sea is measured, by either: (i) a line delineated in accordance with paragraph 7 by reference to the outermost fixed points at each of which the thickness of sedimentary rocks is at least 1 per cent of the shortest distance from such point to the foot of the continental slope; or (ii) a line delineated in accordance with paragraph 7 by reference to fixed points not more than 60 nautical miles from the foot of the continental slope. (b) In the absence of evidence to the contrary, the foot of the continental slope shall be determined as the point of maximum change in the gradient at its base. 5. The fixed points comprising the line of the outer limits of the continental shelf on the seabed, drawn in accordance with paragraph 4 (a)(i) and (ii), either shall not exceed 350 nautical miles from the baselines from which the breadth of the territorial 275 Πηγή: http://www.un.org/depts/los/convention_agreements/texts/unclos/closindx.htm
101 sea is measured or shall not exceed 100 nautical miles from the 2,500 metre isobath, which is a line connecting the depth of 2,500 metres. 6. Notwithstanding the provisions of paragraph 5, on submarine ridges, the outer limit of the continental shelf shall not exceed 350 nautical miles from the baselines from which the breadth of the territorial sea is measured. This paragraph does not apply to submarine elevations that are natural components of the continental margin, such as its plateaux, rises, caps, banks and spurs. 7. The coastal State shall delineate the outer limits of its continental shelf, where that shelf extends beyond 200 nautical miles from the baselines from which the breadth of the territorial sea is measured, by straight lines not exceeding 60 nautical miles in length, connecting fixed points, defined by coordinates of latitude and longitude. 8. Information on the limits of the continental shelf beyond 200 nautical miles from the baselines from which the breadth of the territorial sea is measured shall be submitted by the coastal State to the Commission on the Limits of the Continental Shelf set up under Annex II on the basis of equitable geographical representation. The Commission shall make recommendations to coastal States on matters related to the establishment of the outer limits of their continental shelf. The limits of the shelf established by a coastal State on the basis of these recommendations shall be final and binding. 9. The coastal State shall deposit with the Secretary-General of the United Nations charts and relevant information, including geodetic data, permanently describing the outer limits of its continental shelf. The Secretary-General shall give due publicity thereto. 10. The provisions of this article are without prejudice to the question of delimitation of the continental shelf between States with opposite or adjacent coasts. Article77 Rights of the coastal State over the continental shelf 1. The coastal State exercises over the continental shelf sovereign rights for the purpose of exploring it and exploiting its natural resources. 2. The rights referred to in paragraph 1 are exclusive in the sense that if the coastal State does not explore the continental shelf or exploit its natural resources, no one may undertake these activities without the express consent of the coastal State.
102 3. The rights of the coastal State over the continental shelf do not depend on occupation, effective or notional, or on any express proclamation. 4. The natural resources referred to in this Part consist of the mineral and other nonliving resources of the seabed and subsoil together with living organisms belonging to sedentary species, that is to say, organisms which, at the harvestable stage, either are immobile on or under the seabed or are unable to move except in constant physical contact with the seabed or the subsoil. Article83 Delimitation of the continental shelf between States with opposite or adjacent coasts 1. The delimitation of the continental shelf between States with opposite or adjacent coasts shall be effected by agreement on the basis of international law, as referred to in Article 38 of the Statute of the International Court of Justice, in order to achieve an equitable solution. 2. If no agreement can be reached within a reasonable period of time, the States concerned shall resort to the procedures provided for in Part XV. 3. Pending agreement as provided for in paragraph 1, the States concerned, in a spirit of understanding and cooperation, shall make every effort to enter into provisional arrangements of a practical nature and, during this transitional period, not to jeopardize or hamper the reaching of the final agreement. Such arrangements shall be without prejudice to the final delimitation. 4. Where there is an agreement in force between the States concerned, questions relating to the delimitation of the continental shelf shall be determined in accordance with the provisions of that agreement. Article 234 Ice-covered areas Coastal States have the right to adopt and enforce non-discriminatory laws and regulations for the prevention, reduction and control of marine pollution from vessels in ice-covered areas within the limits of the exclusive economic zone, where particularly severe climatic conditions and the presence of ice covering such areas for most of the year create obstructions or exceptional hazards to navigation, and pollution of the marine environment could cause major harm to or irreversible
103 disturbance of the ecological balance. Such laws and regulations shall have due regard to navigation and the protection and preservation of the marine environment based on the best available scientific evidence. Article 279 Obligation to settle disputes by peaceful means States Parties shall settle any dispute between them concerning the interpretation or application of this Convention by peaceful means in accordance with Article 2, paragraph 3, of the Charter of the United Nations and, to this end, shall seek a solution by the means indicated in Article 33, paragraph 1, of the Charter. Article 280 Settlement of disputes by any peaceful means chosen by the parties Nothing in this Part impairs the right of any States Parties to agree at any time to settle a dispute between them concerning the interpretation or application of this Convention by any peaceful means of their own choice. Article 281 Procedure where no settlement has been reached by the parties 1. If the States Parties which are parties to a dispute concerning the interpretation or application of this Convention have agreed to seek settlement of the dispute by a peaceful means of their own choice, the procedures provided for in this Part apply only where no settlement has been reached by recourse to such means and the agreement between the parties does not exclude any further procedure. 2. If the parties have also agreed on a time-limit, paragraph 1 applies only upon the expiration of that time-limit. Article 282 Obligations under general, regional or bilateral agreements If the States Parties which are parties to a dispute concerning the interpretation or application of this Convention have agreed, through a general, regional or bilateral agreement or otherwise, that such dispute shall, at the request of any party to the dispute, be submitted to a procedure that entails a binding decision, that procedure
104 shall apply in lieu of the procedures provided for in this Part, unless the parties to the dispute otherwise agree. Article 283 Obligation to exchange views 1. When a dispute arises between States Parties concerning the interpretation or application of this Convention, the parties to the dispute shall proceed expeditiously to an exchange of views regarding its settlement by negotiation or other peaceful means. 2. The parties shall also proceed expeditiously to an exchange of views where a procedure for the settlement of such a dispute has been terminated without a settlement or where a settlement has been reached and the circumstances require consultation regarding the manner of implementing the settlement. Article 284 Conciliation 1. A State Party which is a party to a dispute concerning the interpretation or application of this Convention may invite the other party or parties to submit the dispute to conciliation in accordance with the procedure under Annex V, section 1, or another conciliation procedure. 2. If the invitation is accepted and if the parties agree upon the conciliation procedure to be applied, any party may submit the dispute to that procedure. 3. If the invitation is not accepted or the parties do not agree upon the procedure, the conciliation proceedings shall be deemed to be terminated. 4. Unless the parties otherwise agree, when a dispute has been submitted to conciliation, the proceedings may be terminated only in accordance with the agreed conciliation procedure. Article 285 Application of this section to disputes submitted pursuant to Part XI This section applies to any dispute which pursuant to Part XI, section 5, is to be settled in accordance with procedures provided for in this Part. If an entity other than a State Party is a party to such a dispute, this section applies mutatis mutandis.
105 SECTION 2. COMPULSORY PROCEDURES ENTAILING BINDING DECISIONS Article 286 Application of procedures under this section Subject to section 3, any dispute concerning the interpretation or application of this Convention shall, where no settlement has been reached by recourse to section 1, be submitted at the request of any party to the dispute to the court or tribunal having jurisdiction under this section. Article 287 Choice of procedure 1. When signing, ratifying or acceding to this Convention or at any time thereafter, a State shall be free to choose, by means of a written declaration, one or more of the following means for the settlement of disputes concerning the interpretation or application of this Convention: (a) the International Tribunal for the Law of the Sea established in accordance with Annex VI; (b) the International Court of Justice; (c) an arbitral tribunal constituted in accordance with Annex VII; (d) a special arbitral tribunal constituted in accordance with Annex VIII for one or more of the categories of disputes specified therein. 2. A declaration made under paragraph 1 shall not affect or be affected by the obligation of a State Party to accept the jurisdiction of the Seabed Disputes Chamber of the International Tribunal for the Law of the Sea to the extent and in the manner provided for in Part XI, section 5. 3. A State Party, which is a party to a dispute not covered by a declaration in force, shall be deemed to have accepted arbitration in accordance with Annex VII. 4. If the parties to a dispute have accepted the same procedure for the settlement of the dispute, it may be submitted only to that procedure, unless the parties otherwise agree. 5. If the parties to a dispute have not accepted the same procedure for the settlement of the dispute, it may be submitted only to arbitration in accordance with Annex VII, unless the parties otherwise agree.
106 6. A declaration made under paragraph 1 shall remain in force until three months after notice of revocation has been deposited with the Secretary-General of the United Nations. 7. A new declaration, a notice of revocation or the expiry of a declaration does not in any way affect proceedings pending before a court or tribunal having jurisdiction under this article, unless the parties otherwise agree. 8. Declarations and notices referred to in this article shall be deposited with the Secretary-General of the United Nations, who shall transmit copies thereof to the States Parties. Article 288 Jurisdiction 1. A court or tribunal referred to in article 287 shall have jurisdiction over any dispute concerning the interpretation or application of this Convention which is submitted to it in accordance with this Part. 2. A court or tribunal referred to in article 287 shall also have jurisdiction over any dispute concerning the interpretation or application of an international agreement related to the purposes of this Convention, which is submitted to it in accordance with the agreement. 3. The Seabed Disputes Chamber of the International Tribunal for the Law of the Sea established in accordance with Annex VI, and any other chamber or arbitral tribunal referred to in Part XI, section 5, shall have jurisdiction in any matter which is submitted to it in accordance therewith. 4. In the event of a dispute as to whether a court or tribunal has jurisdiction, the matter shall be settled by decision of that court or tribunal. Article 289 Experts In any dispute involving scientific or technical matters, a court or tribunal exercising jurisdiction under this section may, at the request of a party orproprio motu, select in consultation with the parties no fewer than two scientific or technical experts chosen preferably from the relevant list prepared in accordance with Annex VIII, article 2, to sit with the court or tribunal but without the right to vote.
107 Article 290 Provisional measures 1. If a dispute has been duly submitted to a court or tribunal which considers that prima facie it has jurisdiction under this Part or Part XI, section 5, the court or tribunal may prescribe any provisional measures which it considers appropriate under the circumstances to preserve the respective rights of the parties to the dispute or to prevent serious harm to the marine environment, pending the final decision. 2. Provisional measures may be modified or revoked as soon as the circumstances justifying them have changed or ceased to exist. 3. Provisional measures may be prescribed, modified or revoked under this article only at the request of a party to the dispute and after the parties have been given an opportunity to be heard. 4. The court or tribunal shall forthwith give notice to the parties to the dispute, and to such other States Parties as it considers appropriate, of the prescription, modification or revocation of provisional measures. 5. Pending the constitution of an arbitral tribunal to which a dispute is being submitted under this section, any court or tribunal agreed upon by the parties or, failing such agreement within two weeks from the date of the request for provisional measures, the International Tribunal for the Law of the Sea or, with respect to activities in the Area, the Seabed Disputes Chamber, may prescribe, modify or revoke provisional measures in accordance with this article if it considers that prima facie the tribunal which is to be constituted would have jurisdiction and that the urgency of the situation so requires. Once constituted, the tribunal to which the dispute has been submitted may modify, revoke or affirm those provisional measures, acting in conformity with paragraphs 1 to 4. 6. The parties to the dispute shall comply promptly with any provisional measures prescribed under this article. Article 291 Access 1. All the dispute settlement procedures specified in this Part shall be open to States Parties. 2. The dispute settlement procedures specified in this Part shall be open to entities other than States Parties only as specifically provided for in this Convention.
108 Article 292 Prompt release of vessels and crews 1. Where the authorities of a State Party have detained a vessel flying the flag of another State Party and it is alleged that the detaining State has not complied with the provisions of this Convention for the prompt release of the vessel or its crew upon the posting of a reasonable bond or other financial security, the question of release from detention may be submitted to any court or tribunal agreed upon by the parties or, failing such agreement within 10 days from the time of detention, to a court or tribunal accepted by the detaining State under article 287 or to the International Tribunal for the Law of the Sea, unless the parties otherwise agree. 2. The application for release may be made only by or on behalf of the flag State of the vessel. 3. The court or tribunal shall deal without delay with the application for release and shall deal only with the question of release, without prejudice to the merits of any case before the appropriate domestic forum against the vessel, its owner or its crew. The authorities of the detaining State remain competent to release the vessel or its crew at any time. 4. Upon the posting of the bond or other financial security determined by the court or tribunal, the authorities of the detaining State shall comply promptly with the decision of the court or tribunal concerning the release of the vessel or its crew. Article 293 Applicable law 1. A court or tribunal having jurisdiction under this section shall apply this Convention and other rules of international law not incompatible with this Convention. 2. Paragraph l does not prejudice the power of the court or tribunal having jurisdiction under this section to decide a case ex aequo et bono, if the parties so agree. Article 294 Preliminary proceedings 1. A court or tribunal provided for in article 287 to which an application is made in respect of a dispute referred to in article 297 shall determine at the request of a party,
109 or may determine proprio motu, whether the claim constitutes an abuse of legal process or whether prima facie it is well founded. If the court or tribunal determines that the claim constitutes an abuse of legal process or is prima facie unfounded, it shall take no further action in the case. 2. Upon receipt of the application, the court or tribunal shall immediately notify the other party or parties of the application, and shall fix a reasonable time-limit within which they may request it to make a determination in accordance with paragraph 1. 3. Nothing in this article affects the right of any party to a dispute to make preliminary objections in accordance with the applicable rules of procedure. Article 295 Exhaustion of local remedies Any dispute between States Parties concerning the interpretation or application of this Convention may be submitted to the procedures provided for in this section only after local remedies have been exhausted where this is required by international law. Article 296 Finality and binding force of decisions 1. Any decision rendered by a court or tribunal having jurisdiction under this section shall be final and shall be complied with by all the parties to the dispute. 2. Any such decision shall have no binding force except between the parties and in respect of that particular dispute. SECTION 3. LIMITATIONS AND EXCEPTIONS TO APPLICABILITY OF SECTION 2 Article 297 Limitations on applicability of section 2 1. Disputes concerning the interpretation or application of this Convention with regard to the exercise by a coastal State of its sovereign rights or jurisdiction provided for in this Convention shall be subject to the procedures provided for in section 2 in the following cases: (a) when it is alleged that a coastal State has acted in contravention of the provisions of this Convention in regard to the freedoms and rights of navigation, overflight or the laying of submarine cables and pipelines, or in regard to other internationally lawful uses of the sea specified in article 58;
110 (b) when it is alleged that a State in exercising the aforementioned freedoms, rights or uses has acted in contravention of this Convention or of laws or regulations adopted by the coastal State in conformity with this Convention and other rules of international law not incompatible with this Convention; or (c) when it is alleged that a coastal State has acted in contravention of specified international rules and standards for the protection and preservation of the marine environment which are applicable to the coastal State and which have been established by this Convention or through a competent international organization or diplomatic conference in accordance with this Convention. 2. (a) Disputes concerning the interpretation or application of the provisions of this Convention with regard to marine scientific research shall be settled in accordance with section 2, except that the coastal State shall not be obliged to accept the submission to such settlement of any dispute arising out of: (i) the exercise by the coastal State of a right or discretion in accordance with article 246; or (ii) a decision by the coastal State to order suspension or cessation of a research project in accordance with article 253. (b) A dispute arising from an allegation by the researching State that with respect to a specific project the coastal State is not exercising its rights under articles 246 and 253 in a manner compatible with this Convention shall be submitted, at the request of either party, to conciliation under Annex V, section 2, provided that the conciliation commission shall not call in question the exercise by the coastal State of its discretion to designate specific areas as referred to in article 246, paragraph 6, or of its discretion to withhold consent in accordance with article 246, paragraph 5. 3. (a) Disputes concerning the interpretation or application of the provisions of this Convention with regard to fisheries shall be settled in accordance with section 2, except that the coastal State shall not be obliged to accept the submission to such settlement of any dispute relating to its sovereign rights with respect to the living resources in the exclusive economic zone or their exercise, including its discretionary powers for determining the allowable catch, its harvesting capacity, the allocation of surpluses to other States and the terms and conditions established in its conservation and management laws and regulations.
111 (b) Where no settlement has been reached by recourse to section 1 of this Part, a dispute shall be submitted to conciliation under Annex V, section 2, at the request of any party to the dispute, when it is alleged that: (i) a coastal State has manifestly failed to comply with its obligations to ensure through proper conservation and management measures that the maintenance of the living resources in the exclusive economic zone is not seriously endangered; (ii) a coastal State has arbitrarily refused to determine, at the request of another State, the allowable catch and its capacity to harvest living resources with respect to stocks which that other State is interested in fishing; or (iii) a coastal State has arbitrarily refused to allocate to any State, under articles 62, 69 and 70 and under the terms and conditions established by the coastal State consistent with this Convention, the whole or part of the surplus it has declared to exist. (c) In no case shall the conciliation commission substitute its discretion for that of the coastal State. (d) The report of the conciliation commission shall be communicated to the appropriate international organizations. (e) In negotiating agreements pursuant to articles 69 and 70, States Parties, unless they otherwise agree, shall include a clause on measures which they shall take in order to minimize the possibility of a disagreement concerning the interpretation or application of the agreement, and on how they should proceed if a disagreement nevertheless arises. Article 298 Optional exceptions to applicability of section 2 1. When signing, ratifying or acceding to this Convention or at any time thereafter, a State may, without prejudice to the obligations arising under section 1, declare in writing that it does not accept any one or more of the procedures provided for in section 2 with respect to one or more of the following categories of disputes: (a) (i) disputes concerning the interpretation or application of articles 15, 74 and 83 relating to sea boundary delimitations, or those involving historic bays or titles, provided that a State having made such a declaration shall, when such a dispute arises subsequent to the entry into force of this Convention and where no agreement within a reasonable period of time is reached in negotiations between the parties, at the request
112 of any party to the dispute, accept submission of the matter to conciliation under Annex V, section 2; and provided further that any dispute that necessarily involves the concurrent consideration of any unsettled dispute concerning sovereignty or other rights over continental or insular land territory shall be excluded from such submission; (ii) after the conciliation commission has presented its report, which shall state the reasons on which it is based, the parties shall negotiate an agreement on the basis of that report; if these negotiations do not result in an agreement, the parties shall, by mutual consent, submit the question to one of the procedures provided for in section 2, unless the parties otherwise agree; (iii) this subparagraph does not apply to any sea boundary dispute finally settled by an arrangement between the parties, or to any such dispute which is to be settled in accordance with a bilateral or multilateral agreement binding upon those parties; (b) disputes concerning military activities, including military activities by government vessels and aircraft engaged in non-commercial service, and disputes concerning law enforcement activities in regard to the exercise of sovereign rights or jurisdiction excluded from the jurisdiction of a court or tribunal under article 297, paragraph 2 or 3; (c) disputes in respect of which the Security Council of the United Nations is exercising the functions assigned to it by the Charter of the United Nations, unless the Security Council decides to remove the matter from its agenda or calls upon the parties to settle it by the means provided for in this Convention. 2. A State Party which has made a declaration under paragraph 1 may at any time withdraw it, or agree to submit a dispute excluded by such declaration to any procedure specified in this Convention. 3. A State Party which has made a declaration under paragraph 1 shall not be entitled to submit any dispute falling within the excepted category of disputes to any procedure in this Convention as against another State Party, without the consent of that party. 4. If one of the States Parties has made a declaration under paragraph 1(a), any other State Party may submit any dispute falling within an excepted category against the declarant party to the procedure specified in such declaration.
113 5. A new declaration, or the withdrawal of a declaration, does not in any way affect proceedings pending before a court or tribunal in accordance with this article, unless the parties otherwise agree. 6. Declarations and notices of withdrawal of declarations under this article shall be deposited with the Secretary-General of the United Nations, who shall transmit copies thereof to the States Parties. Article 299 Right of the parties to agree upon a procedure 1. A dispute excluded under article 297 or excepted by a declaration made under article 298 from the dispute settlement procedures provided for in section 2 may be submitted to such procedures only by agreement of the parties to the dispute. 2. Nothing in this section impairs the right of the parties to the dispute to agree to some other procedure for the settlement of such dispute or to reach an amicable settlement. ANNEX II. COMMISSION ON THE LIMITS OF THE CONTINENTAL SHELF Article 1 In accordance with the provisions of article 76, a Commission on the Limits of the Continental Shelf beyond 200 nautical miles shall be established in conformity with the following articles. Article 2 1. The Commission shall consist of 21 members who shall be experts in the field of geology, geophysics or hydrography, elected by States Parties to this Convention from among their nationals, having due regard to the need to ensure equitable geographical representation, who shall serve in their personal capacities. 2. The initial election shall be held as soon as possible but in any case within 18 months after the date of entry into force of this Convention. At least three months before the date of each election, the Secretary-General of the United Nations shall address a letter to the States Parties, inviting the submission of nominations, after
114 appropriate regional consultations, within three months. The Secretary-General shall prepare a list in alphabetical order of all persons thus nominated and shall submit it to all the States Parties. 3. Elections of the members of the Commission shall be held at a meeting of States Parties convened by the Secretary-General at United Nations Headquarters. At that meeting, for which two thirds of the States Parties shall constitute a quorum, the persons elected to the Commission shall be those nominees who obtain a two-thirds majority of the votes of the representatives of States Parties present and voting. Not less than three members shall be elected from each geographical region. 4. The members of the Commission shall be elected for a term of five years. They shall be eligible for re-election. 5. The State Party which submitted the nomination of a member of the Commission shall defray the expenses of that member while in performance of Commission duties. The coastal State concerned shall defray the expenses incurred in respect of the advice referred to in article 3, paragraph 1(b), of this Annex. The secretariat of the Commission shall be provided by the Secretary-General of the United Nations. Article 3 1. The functions of the Commission shall be: (a) to consider the data and other material submitted by coastal States concerning the outer limits of the continental shelf in areas where those limits extend beyond 200 nautical miles, and to make recommendations in accordance with article 76 and the Statement of Understanding adopted on 29 August 1980 by the Third United Nations Conference on the Law of the Sea; (b) to provide scientific and technical advice, if requested by the coastal State concerned during the preparation of the data referred to in subparagraph (a). 2. The Commission may cooperate, to the extent considered necessary and useful, with the Intergovernmental Oceanographic Commission of UNESCO, the International Hydrographic Organization and other competent international organizations with a view to exchanging scientific and technical information which might be of assistance in discharging the Commission's responsibilities.
115 Article 4 Where a coastal State intends to establish, in accordance with article 76, the outer limits of its continental shelf beyond 200 nautical miles, it shall submit particulars of such limits to the Commission along with supporting scientific and technical data as soon as possible but in any case within 10 years of the entry into force of this Convention for that State. The coastal State shall at the same time give the names of any Commission members who have provided it with scientific and technical advice. Article 5 Unless the Commission decides otherwise, the Commission shall function by way of sub-commissions composed of seven members, appointed in a balanced manner taking into account the specific elements of each submission by a coastal State. Nationals of the coastal State making the submission who are members of the Commission and any Commission member who has assisted a coastal State by providing scientific and technical advice with respect to the delineation shall not be a member of the sub-commission dealing with that submission but has the right to participate as a member in the proceedings of the Commission concerning the said submission. The coastal State which has made a submission to the Commission may send its representatives to participate in the relevant proceedings without the right to vote. Article 6 1. The sub-commission shall submit its recommendations to the Commission. 2. Approval by the Commission of the recommendations of the sub-commission shall be by a majority of two thirds of Commission members present and voting. 3. The recommendations of the Commission shall be submitted in writing to the coastal State which made the submission and to the Secretary-General of the United Nations. Article 7 Coastal States shall establish the outer limits of the continental shelf in conformity with the provisions of article 76, paragraph 8, and in accordance with the appropriate national procedures. Article 8
116 In the case of disagreement by the coastal State with the recommendations of the Commission, the coastal State shall, within a reasonable time, make a revised or new submission to the Commission. Article 9 The actions of the Commission shall not prejudice matters relating to delimitation of boundaries between States with opposite or adjacent coasts.
117 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II Χάρτες-Διαγράμματα 1.Θαλάσσιες Ζώνες Πηγή:http://www.dfo-mpo.gc.ca/oceans/canadasoceansoceansducanada/marinezones-zonesmarines-eng.htm#shelf
118 2.Η Αρκτική Περιοχή Πηγή: https://nsidc.org/sites/nsidc.org/files/images//arctic_map.gif
119 3.Τα Αρκτικά Θαλάσσια Περάσματα Πηγή: COMMUNICATIONS/Arctic-region/Maps/Seaways http://www.arcticcentre.org/inenglish/science-
120 Πηγή: http://www.arctic.noaa.gov/detect/documents/amsa_2009_report_2nd_print.pdf
121 4.Αυτόχθονες Πληθυσμοί ανά γλωσσική ομάδα Πηγή: http://www.grida.no/graphicslib/detail/demography-of-indigenous-peoples-ofthe-arctic-based-on-linguistic-groups_12f2
122 5.Διακυμάνσεις στην έκταση της επιφάνειας πάγου Πηγή: http://nsidc.org/arcticseaicenews/ Πηγή: http://nsidc.org/arcticseaicenews/