ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ: ΝΕΥΡΙΚΗ ΕΝ-ΣΩΜΑΤΩΣΗ, ΕΠΙΓΕΝΕΤΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΜΟΡΦΕΣ 1. ηµήτρης Παπαδόπουλος



Σχετικά έγγραφα
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Μάθηση σε νέα τεχνολογικά περιβάλλοντα

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Γνωστική Ψυχολογία Ι (ΨΧ32)

Εκπαιδευτική Ψυχολογία Μάθημα 2 ο. Γνωστικές Θεωρίες για την Ανάπτυξη: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

Οπτική αντίληψη. Μετά?..

Οργανωσιακή μάθηση. Εισηγητής : Δρ. Γιάννης Χατζηκιάν

Ο συμπεριφορισμός ή το μεταδοτικό μοντέλο μάθησης. Η πραγματικότητα έχει την ίδια σημασία για όλους. Διδάσκω με τον ίδιο τρόπο όλους τους μαθητές

1. Γένεση, καταβολές καιεξέλιξητηςπε

Θεωρίες για την Ανάπτυξη

1. Οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών στην εκπαιδευτική διαδικασία

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 2. Έρευνα και θεωρία 2-1

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Πολλαπλοί τύποι νοημοσύνης και η σημασία τους για την ανάπτυξη και την εκπαίδευση των παιδιών, τη. Συναισθηματική Νοημοσύνη. και τη Δημιουργικότητα.

Εκπαιδευτική Τεχνολογία και Θεωρίες Μάθησης

Περιεχόμενο της έννοιας «πολιτισμός» Γνωρίσματα Λειτουργικός ορισμός Πολιτισμικός σχετικισμός

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Γνωστική ανάπτυξη Piaget

Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης

ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΕΙΦΟΡΟ ΓΕΩΡΓΙΑ. Α. Κουτσούρης Γεωπονικό Παν/μιο Αθηνών

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος των συγγραφέων για την ελληνική έκδοση... xxiii ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Κεφάλαιο 1. Παρουσίαση της ψυχολογίας της ανάπτυξης...

ΜΑΘΗΣΗ ΚΙΝΗΤΙΚΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ: Γενετικές ή Περιβαλλοντικές Επιδράσεις;

Κάθε επιλογή, κάθε ενέργεια ή εκδήλωση του νηπιαγωγού κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι σε άμεση συνάρτηση με τις προσδοκίες, που

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

Αυθεντικό πλαίσιο μάθησης και διδασκαλίας για ένα σχολείο που μαθαίνει. Κατερίνα Κασιμάτη Επικ. Καθηγήτρια Παιδαγωγικού Τμήματος ΑΣΠΑΙΤΕ

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

Η ιστορία της παιδικής συμπεριφοράς γεννιέται από την συνύφανση αυτών των δύο γραμμών (Vygotsky 1930/ 1978, σελ. 46).

Θεωρίες ανάπτυξης και μάθησης του παιδιού σε σχέση με τη μουσική

EΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

ENA, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών Ζαλοκώστα 8, 2ος όροφος T enainstitute.org

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας:

Βασικές αρχές του αντι θετικιστικού κινήματος. Τα άτομα έχουν πρόθεση και δημιουργικότητα στη δράση τους, δρουν εσκεμμένα και κατασκευάζουν νοήματα.

Κοινωνιογνωστική θεωρία Social Cognitive Theory

Μάθηση σε νέα τεχνολογικά περιβάλλοντα

Μια εισαγωγή στην έννοια της βιωματικής μάθησης Θεωρητικό πλαίσιο. Κασιμάτη Κατερίνα Αναπληρώτρια Καθηγήτρια ΑΣΠΑΙΤΕ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 8: Γνωστική επανάσταση/τομείς της ψυχολογίας

Κωνσταντίνος Π. Χρήστου

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 5: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: III

Διδάσκων : Επίκουρος Καθηγητής Στάθης Παπασταθόπουλος. Τμήμα: Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας

Περιβαλλοντική Ψυχολογία. Ορισμοί εννοιών Ιστορική αναδρομή Αντικείμενο Μέθοδοι

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 1: Εισαγωγή στην αναπτυξιακή Ψυχολογία

Ψυχολογία της προσωπικότητας θεωρίες.

10 DaniEl GolEman PEtEr SEnGE

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 6: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: IV

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

Συμβουλευτική στη δια βίου ανάπτυξη. Καθηγήτρια: Καλούρη Ο. Σπουδάστρια: Δασκαλά Βασιλική

Εισαγωγή στη Γνωστική Ψυχολογία. επ. Κωνσταντίνος Π. Χρήστου

Διδακτική των Φυσικών Επιστημών Ενότητα 2: Βασικό Εννοιολογικό Πλαίσιο

Ένα εννοιολογικό πλαίσιο για τη Διαπολιτισμική Ψυχολογία. Θεωρητικές προσεγγίσεις Το οικολογικό-πολιτισμικό μοντέλο Κοινωνικοποίηση & επιπολιτισμός

Ούτε καλύτερος, ούτε χειρότερος, απλά διαφορετικός

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

Παιδαγωγική ή Εκπαίδευση ΙΙ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 10: Μελέτη του Εγκεφάλου

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ

Σκοποί της παιδαγωγικής διαδικασίας

Η ανάπτυξη της Εποικοδομητικής Πρότασης για τη διδασκαλία και τη μάθηση του μαθήματος της Χημείας. Άννα Κουκά

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

Δ19. Γνωστική Ψυχολογία- Ψυχολογία Μάθησης. επ. Κωνσταντίνος Π. Χρήστου

Εκπαιδευτική Ψυχολογία Μάθημα 2 ο. Γνωστικές Θεωρίες για την Ανάπτυξη: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση

Κασιμάτη Αικατερίνη Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Παιδαγωγικού Τμήματος ΑΣΠΑΙΤΕ

Η έννοια της κοινωνικής αλλαγής στη θεωρία του Tajfel. Ο Tajfel θεωρούσε ότι η κοινωνική ταυτότητα είναι αιτιακός παράγοντας κοινωνικής αλλαγής.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (ΨΧ 00)

ΨΥΧ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Ενίσχυση ομαδικότητας στην τάξη μέσα από μουσικές ρουτίνες

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ. Φιλία Ίσαρη Επίκουρη Καθηγήτρια Συμβουλευτικής Ψυχολογίας Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Τρίτη 24 και Τετάρτη 25 Οκτωβρίου 2017

Asch, S Social Psychology Εισαγωγή: Αντιλήψεις για τον Ανθρωπο σελ. 3-39

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ, ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ

ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑΣ

ΙΑΤΡΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ: ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

εισήγηση 8η Είδη Έρευνας ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ (#Ν151)

ΕΝΙΑΙΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ

Παιδαγωγικά. Ενότητα A: Διασάφηση βασικών παιδαγωγικών εννοιών. Ζαχαρούλα Σμυρναίου Σχολή Φιλοσοφίας Τμήμα Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας

Τομέας Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου ATS2020 ΤΟΜΕΙΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ ΜΕ ΣΤΟΧΟΥΣ ΕΠΙΤΕΥΞΗΣ

Γνώσεις για την εγκεφαλική παράλυση

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 3: Η ανάπτυξη της σκέψης του παιδιού Η γνωστική-εξελικτική θεωρία του J. Piaget Μέρος ΙI

Μαθηση και διαδικασίες γραμματισμού

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Γιώργος Βλειώρας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (ΨΧ 00)

Ο ΑΞΟΝΑΣ της ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ στο ψηφιακό μουσικό ανθολόγιο ΕΥΤΕΡΠΗ ΜΑΙΗ ΚΟΚΚΙΔΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

Περιεχόμενα. Προλογικό Σημείωμα... 17

ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΜΝΗΜΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ

Παναγιώτης Γιαννόπουλος Σελίδα 1

Ανάλυση Πολιτικού Λόγου

Τι είναι οι αξίες και ποια η σχέση τους με την εκπαίδευση; Σε τι διαφέρουν από τις στάσεις και τις πεποιθήσεις; Πώς ταξινομούνται οι αξίες;

ΑΙΘΟΥΣΑ 4. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 2 Θετικές σχέσεις: θεωρία και πράξη

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

η φιλοσοφία Gestalt, η προσέγγιση PSP, το Playback Θέατρο: τοπία αυτοσχεδιασμού

Transcript:

ΕΠΑΝΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ 187 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ: ΝΕΥΡΙΚΗ ΕΝ-ΣΩΜΑΤΩΣΗ, ΕΠΙΓΕΝΕΤΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΜΟΡΦΕΣ 1 ηµήτρης Παπαδόπουλος Κάθε εποχή έχει τον εγκέφαλό της. Ο εν σωματωμένος εγκέφαλος φαίνεται να είναι σήμερα στην πρώτη γραμμή των προσπαθειών για την καθιέρωση μετα θετικιστικών προσεγγίσεων στις κοινωνικές επιστήμες και στην κοινωνική θεωρία όπως και μη αναγωγιστικών συλλήψεων του εγκεφάλου και του σώματος στη νευροεπιστήμη, στην αναπτυξιακή επιστήμη και στην ψυχολογία. Η ενσωμάτωση όμως, όχι μόνο αμφισβητεί τις επικρατούσες γνωσιολογικές και πολιτισμικές παραδοχές σε αυτά τα πεδία, αλλά ανοίγει και δρόμους για την εξερεύνηση της πλαστικότητας και την αναδυόμενη επιγενετική φύση του εγκεφάλου και του σώματος. Η πλαστικότητα κυριαρχεί στο φαντασιακό του εγκεφάλου σώματος της σύγχρονης εποχής. Στον πυρήνα του φαντασιακού της πλαστικότητας εδράζεται η πιθανότητα του ανασυνδυασμού του ζητήματος εγκεφάλου σώματος και της κατανόησης των οικολογικά εξαρτημένων μορφολογιών με έναν μη ντετερμινιστικό τρόπο. Αλλά η πλαστικότητα, ως ανασυνδυασμός δεν αποτελεί απλώς μια ριζοσπαστική πρόκληση σε ντετερμινιστικές παραδοχές σχετικά με τον εγκέφαλο σώμα στη Δυτική σκέψη, αλλά 1. Το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φοράμε τον τίτλο The Imaginary of Plasticity: neural embodiment, epigenetics and ecomorphs, στο περιοδικό Sociological Review, 2011, τεύχος 59 (3), σελ. 432 456. Αναδημοσιεύεται εδώ με τη νόμιμη άδεια του περιοδικού και τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα.

188 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ και ένα δυναμικό στοιχείο της ίδιας του της αναγέννησης και πραγμάτωσης. Ι. Ανασυνδυασµός και πλαστικότητα Κάθε εποχή έχει τον εγκέφαλό της. Και κάθε εποχή φαντασιώνεται έναν καλύτερο εγκέφαλο από αυτόν που έχει. Σήμερα, μπορούμε να δούμε, τα πρώιμα σημάδια μιας μετατόπισης από έναν εγκέφαλο προσανατολισμένο και επικεντρωμένο στη νόηση, που κυριαρχούσε στην έρευνα για πολλά χρόνια, προς μια εκτενή, συνδεδεμένη και κυρίως ενσωματωμένη κατανόηση του εγκεφάλου, προς την κατεύθυνση του εγκέφαλου σώματος. Στη νευροεπιστήμη, την αναπτυξιακή επιστήμη και την ψυχολογία το θέμα της ενσωμάτωσης χρησιμοποιείται για να γίνει αντιληπτή η ιδέα, ότι οι ψυχικές και οι εγκεφαλικές διαδικασίες είναι ενσωματωμένες σε ένα υλικό σώμα και σε ένα δομημένο περιβάλλον. Στις κοινωνικές επιστήμες, την πολιτισμική θεωρία και την κοινωνική θεωρία, η ενσωμάτωση χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό ερωτημάτων διαφορετικότητας, με το να φέρνει στο προσκήνιο τον κοινωνικο πολιτισμικό σχηματισμό του σώματος και της εμπειρίας. Και στις δυο περιπτώσεις, αν και συχνά με ανόμοιο τρόπο, η ενσωμάτωση παρουσιάζεται ως μια απάντηση στις ελλείψεις των επιστημών, οι οποίες χειρίστηκαν τον εγκέφαλο ως μια αυτοτελή, απόπλαισιωμένη οντότητα, μια απάντηση στις αδυναμίες των γονιδιοκεντρικών ντετερμινιστικών προσεγγίσεων, οι οποίες έχουν απορρίψει τον ρόλο του περιβάλλοντος και εν τέλει η ενσωμάτωση φαίνεται να είναι μια απάντηση στις ελλείψεις ποικίλων ουσιοκρατικών εννοιολογήσεων της διαφορετικότητας, κυρίως του φύλου και της φυλής, και στον αστήρικτο θεμελιωτισμό 2 σχετικών πολιτικών κινημάτων. Η ιδέα της ενσωμάτωσης φαίνεται να ασκεί μια σχεδόν θεραπευτική λειτουργία: υπόσχεται να θεραπεύσει τη βαθειά δυσφορία που υπάρχει μέσα στη «Δυτική σκέψη» (πρβλ. Lakoff & Johnson, 1999). 2. Μεταφράζεται έτσι ο όρος foundationalism. [ΣτΜ]

ΕΠΑΝΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ 189 Το παρόν κεφάλαιο εξερευνά συνδέσεις και μεταλλάξεις αυτών των ποικίλων χρήσεων της ιδέας του ενσωματωμένου εγκεφάλου σε σχέση με τα μεταβαλλόμενα πολιτισμικά και πολιτικά φαντασιακά των κοινωνιών στον Παγκόσμιο Βορρά. Υποστηρίζω, ότι αυτές οι μετατοπίσεις αναφέρονται σε μια νέα κυρίαρχη αφήγηση της μεταβολής του εγκεφάλου σώματος, η οποία ευδοκιμεί στην τεχνοεπιστημονική φιλοδοξία για καταγραφή, έλεγχο και μεταμόρφωση των διαδικασιών της ζωής, στο επίπεδο αυτό καθ αυτό της υλικής τους συγκρότησης. «Σήμερα μαθαίνουμε τη γλώσσα, με την οποία ο Θεός δημιούργησε τη ζωή», διακήρυξε ο Πρόεδρος Clinton στην ανακοίνωση του για την αποκωδικοποίηση του ανθρώπινου γονιδιώματος τη Δευτέρα της 26 ης Ιουνίου του 2000. Καθώς δε θα μπορούσα να μη θυμηθώ τον κανόνα του Wittgenstein (1958) εκείνη τη στιγμήπως η γλώσσα υπάρχει μόνο όταν χρησιμοποιείται ενεργητικά ένα αποθαρρυντικό όραμα μού παρουσιάστηκε: εξάσκηση της γλώσσας της δημιουργίας. Κοσμικός δημιουργισμός. Η ικανότητα ανασυνδυασμού της ύλης εγκεφάλου σώματος και παραγωγής νέων κοινωνικοϋλικών μορφών ύπαρξης. Η υποβόσκουσα παραδοχή της θεώρησης της ύλης εγκεφάλουσώματος ως επιδεχόμενης ανασυνδυασμού είναι ότι χαρακτηρίζεται από πλαστικότητα. Αλλά η πλαστικότητα δεν είναι μια καινούργια ιδέα, καθώς έχει μακρά ιστορία στη νευροεπιστημονική έρευνα και την παραδοσιακή έρευνα του εγκεφάλου. Το ερώτημα είναι τι είδους πλαστικότητα προϋποτίθεται εδώ. Η πλαστικότητα του σήμερα εκκινά από εκεί που σταματά το γονίδιο από την ιδιαιτερότητα του ατομικού οργανισμού. Η πλαστικότητα παρουσιάζεται, όταν αναλαμβάνει τη δουλειά η επιγενετική: η εγκόσμια δημιουργία και αναδημιουργία της ολότητας ενός οργανισμού κατά τη διαδικασία της ανάπτυξής του. Πέρα από μία απλώς σχετική ευπλαστότητα της ύλης του εγκεφάλου, η πλαστικότητα τώρα αναφέρεται στην πιθανότητα ανασυνδυασμού της ύλης εγκεφάλου σώματος. Όχι μόνο ως μια αφηρημένη και γενική διαδικασία της νευρωνικής αναγέννησης, αλλά ως μια διαδικασία η οποία λαμβάνει χώρα επιγενετικά, η οποία είναι σύμφωνη με τις συγκεκριμένες και πιθανές πραγματικότητες καθενός ιδιαίτε

190 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ρου οργανισμού. «Γονίδια και ιδιοφυία: Έχει ο καθένας τη δυνατότητα να γίνει μια ιδιοφυία; Η επιγενετική δίνει ελπίδες σε όλους μας» είναι ο τίτλος μιας ανασκόπησης της εκλαΐκευσης της επιγενετικής για όλους του David Shenk, στο New Scientist (27 Μαρτίου 2010: 51). Αυτή η κατανόηση της πλαστικότητας γλιστρά μέσα στο πολιτισμικό φαντασιακό του σώματος και του εγκεφάλου στον Παγκόσμιο Βορρά ως μια υπόσχεση. Και ως πρακτική, αφού στο εγγύς μέλλον θα είμαστε ικανοί να δημιουργούμε νέους νευρώνες «κατά βούληση, όπου και όποτε τους χρειάζεστε» (Horstman and Scientific American, 2010: 5). Η νευροπλαστικότητα ως νευρογένεση από τα κάτω. Στο παρόν κεφάλαιο, συλλέγω ποικίλα υλικά που μπορούν να παρέχουν μια ιστορική αναδόμηση των εννοιολογήσεων του εγκεφάλου σώματος, από την οπτική της κατανόησής του ως εύπλαστου και επιδεχόμενου ανασυνδυασμού. Αυτή είναι μια υποθετική ιστορία, στην οποία πρότερες εννοιολογήσεις και θεάσεις του εγκεφάλουσώματος γίνονται ορατές υπό το πρίσμα της ανασυνδυασμένης πλαστικότητας. Μια τέτοια ιστορία έχει φυσικά πολλούς περιορισμούς η γραμμικότητά της φαίνεται να είναι ο πιο προφανής αλλά στο τέλος δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ένα πείραμα: εάν κάθε εποχή έχει τον εγκέφαλό της και εάν ο ανασυνδυασμένος εύπλαστος εγκέφαλος είναι ο εγκέφαλος του μέλλοντος, τότε ο σκοπός αυτού του κειμένου είναι να παρουσιάσει μια μερική αφήγηση της ιστορίας του ανασυνδυασμένου εύπλαστου εγκεφάλου μέσα από τα δικά του μάτια. Η ε πόμενη ενότητα συζητά για τα ποικίλα πολιτισμικά φαντασιακά ε γκεφάλου σώματος που υπάρχουν, εξερευνώντας πώς ο ενσωματωμένος εγκέφαλος τα τροποποιεί, ώστε να γίνει ο ίδιος η κυρίαρχη ά ποψη του εγκεφάλου σώματος σήμερα. Οι ενότητες που ακολουθούν ιχνηλατούν τους συνδέσμους ανάμεσα σε αυτά τα φαντασιακά και τη γνωσιολογική γενεαλογία της ενσωμάτωσης και της ανασυνδυασμένης πλαστικότητας. Η ενότητα ΙΙ συζητά τη μετατόπιση από τον συμπεριφορισμό στον κογκνιτιβισμό και η ενότητα ΙΙΙ την κίνηση από τον κογκνιτιβισμό στον κονεξιονισμό. Ο κονεξιονισμός ήταν κρίσιμος για την προετοιμασία της ανόδου των θεωριών της ενσωμάτωσης. Η ενότητα IV επικεντρώνεται σε διαφορετικές προσεγγίσεις της ενσω

ΕΠΑΝΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ 191 μάτωσης του εγκεφάλου και της σχέσης του με την εμπειρία. Η Ενότητα V διερευνά τη σχέση της ενσωμάτωσης με την κουλτούρα και την πολιτική διοίκηση. Με τον ίδιο τρόπο που ο κογκνιτιβισμός και ο κονεξιονισμός προετοίμασαν τον δρόμο για την άνοδο των ενσώματων προσεγγίσεων, στην ενότητα IV υποστηρίζεται, ότι η ενσωμάτωση διευρύνει τη θέα προς μια κατανόηση του εγκεφάλου και του σώματος ως ανασυνδυασμένου και εύπλαστου. Στην ενότητα VII γίνεται επισκόπηση της επιγενετικής και των οικομορφών ως δύο εκδηλώσεων της αναπτυξιακής και οικολογικής πλαστικότητας του εγκεφάλου σώματος. Η ενότητα των συμπερασμάτων του κεφαλαίου θέτει πιθανές πολιτικές εφαρμογές του φαντασιακού της ανασυνδυασμένης πλαστικότητας. II. Η πολιτισµική διαρρύθµιση του ενσωµατωµένου εγκεφάλου Πώς ο ενσωματωμένος εγκέφαλος σώμα τοποθετείται σε σχέση με άλλους πολιτισμικούς τόπους εγκεφάλου σώματος; Τόπος (topos) είναι μια συμβατική περιοχή και αναφέρεται σε κοινά θέματα αναφοράς αλλά ο τόπος δε σχετίζεται μόνο με κοινά θέματα και μοτίβα επιχειρηματολογίας που αναπτύσσουμε, αναφέρεται επίσης στην ιδέα της περιοχής ως συγκεκριμένου κοινωνικο υλικού χώρου όπου διαδικασίες υλοποίησης λαμβάνουν χώρα (Barad, 1998). Ο τόπος α ναφέρεται εξίσου στη συμβολική ομοιότητα (κοινό νόημα) και στον υλικό χώρο (βιωμένος χώρος). Ο τόπος είναι η περιοχή όπου σωματικά συνερχόμαστε για να συμμετάσχουμε στην αντιμετώπιση των κοινών προκλήσεων. Με αυτήν την έννοια, κάθε διαφορετικός τόπος εγκεφάλου σώματος συνιστά μια συγκεκριμένη σημειωτική και υλική διευθέτηση, η οποία είναι ιστορικά και πολιτισμικά περιορισμένη και η οποία λειτουργεί ως ένας χώρος αλληλόδρασης, σύγκρουσης και διαπραγμάτευσης πάνω στη δημιουργία και την αναδημιουργία του εγκεφάλου σωματός μας. Πιο συγκεκριμένα, οι θεωρίες της ενσωμάτωσης έρχονται να προστεθούν στην αρένα άλλων τόπων (Gilbert, 1997 πρβλ. επίσης Bordo, 1990 Frank, 1991 Haraway, 1991 Martin, 1992), εμπλέκονται μαζί τους, τους προκαλούν, και συμμετέχουν στη

192 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ δημιουργία νέων κοινωνικών και υλικών πραγματικοτήτων και φαντασιακών από αυτά που υπήρχαν πρότερα. Ίσως το πιο ισχυρό από αυτά τα πολιτισμικά φαντασιακά του ε γκεφάλου σώματος είναι ο τόπος του εγκεφαλικού σώματος: το σώμα, το οποίο υπάρχει ως ο φορέας του πνεύματος, ως η τοποθεσία της νόησης. Το ερώτημα της υλικότητας του εγκεφαλικού σώματος είναι ένα ερώτημα ελάσσονος σημασίας η λογική του βασίζεται στην εξημέρωση, στην καταπίεση και στην παροχέτευση εγκεφαλικών ενεργειών και σωματικών συναισθημάτων. Η σάρκα πρέπει να ελέγχεται επειδή είναι «η πηγή του επιστημολογικού σφάλματος, του ηθικού σφάλματος και της θνητότητας» (Csordas, 1944a επίσης Leder, 1990). Το εγκεφαλικό σώμα επιδοκιμάζει την άφθονη παραγωγή γνώσης και την εφαρμόζει για τον έλεγχο των σύνθετων διαδικασιών της ίδιας του της σωματικότητας και υλικότητας. Το εγκεφαλικό σώμα παριστάνεται ως οικουμενικό, κανονιστικό, εκτεταμένο, ά φυλο και α πολιτισμικό. Ερευνά για εγκεφαλικές ενότητες (Fodor, 1983 Scholl & Leslie, 1999), για ντετερμινιστικές διαδικασίες, για σταθερούς αλγορίθμους προκειμένου να προσδιορίσει τον κανονικό ιδεώδη εγκέφαλο σώμα. Το εγκεφαλικό σώμα είναι η αξία που παράγει σώμα, η σάρκα, η οποία έχει αξία χρήσης, το ικανό σώμα ως αντίθετο στο μη παραγωγικό και ανίκανο σώμα, του οποίου η υλική ύπαρξη πρέπει πάντα να διορθώνεται (πρβλ. Breckenridge & Vogler, 2001). Ένας παράλληλος τόπος σώματος επικεντρώνεται σε ένα διαφορετικό τύπο ελέγχου: το άνοσο σώμα, που είναι έμμονο με την προστασία, με τη δημιουργία και την τήρηση ορίων. Ο τόπος του άνοσου σώματος ασχολείται με την πρόβλεψη πιθανών ζημιών και μολύνσεων επικεντρώνεται στις τεχνικές της διόρθωσης, της κανονικοποίησης και του διαχωρισμού. Στον τόπο του άνοσου σώματος, η έρευνα στοχεύει στο να θέσει τα όρια του σώματος, την αντοχή του και το εύρος ανοχής του. Το άνοσο σώμα «είναι ένα σώμα που μας ξεχωρίζει από τα άλλα σώματα που κατοικούν στην υδρόγειο και που μας απαγορεύει να διαχυθούμε με άλλες οντότητες. Το άνοσο σώμα είναι αυτό που καθορίζει τη Χομπεσιανή μας ατομικότητα και είναι σε πιθανή σύγκρουση με κάθε σώμα» (Gilbert, 1997:38). Το άνοσο σώμα ασχο

ΕΠΑΝΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ 193 λείται πρωταρχικά με την παραγωγή γνώσης, η οποία συντηρεί και αμύνεται, αντιτίθεται στην αδυναμία και προεξοφλεί τι είναι ουσιαστικό για την προστασία και τη συντήρηση των διαδικασιών του σώματος. «Αυτό που πρέπει να κάνουμε καλύτερα είναι να προβλέπουμε. Πρέπει να είμαστε προληπτικοί. Πρέπει να αναπτύξουμε την ικανότητα να προνοούμε τις επιθέσεις. Πρέπει να αναπτύξουμε την ικανότητα να κοιτάμε πίσω από τις γωνίες. Και αυτή είναι η αλλαγή. Αυτή είναι η μεταβολή επικεντρωμένη συγκεκριμένα στο στρατηγείο» όπως είπε ο Robert S. Mueller III, Διευθυντής του FBI, μετά τα γεγονότα της 11 ης Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη (Mueller III, 2002). Το άνοσο σώμα έχει εμμονή με την απειλή του ξαφνικού θανάτου. Αλλά ο θάνατος εδώ δε θεωρείται ως ένα φυσικό φαινόμενο, είναι μια διαδικασία, η οποία μπορεί να επιβληθεί από έξω, χαρακτηρίζει την κατάρρευση των ορίων του σώματος. Ο θάνατος μπορεί να προνοηθεί, να προβλεφθεί και ο κύριος ρόλος του άνοσου σώματος είναι να προκαταλάβει το θάνατο. Η χρονική καταγραφή του άνοσου σώματος είναι το μέλλον. Το μέλλον είναι ανοικτό σε ευπάθειες, το μέλλον είναι το ρεζερβουάρ πιθανών απειλών που μπορούν να εκπυρσοκροτήσουν την κατάρρευση, τη διάλυση του σώματος και τον θάνατο. Για παράδειγμα, όταν στα μέσα του 1980 ξέσπασε ο HIV στις δυτικές gay κοινότητες, προκάλεσε αρχικά έναν ηθικό πανικό, όχι για τους πραγματικούς θανάτους που προκάλεσε, αλλά γι αυτό που υ πονοούσε αναφορικά με την πιθανότητα θανάτου από ιό, καθώς και για την ευπάθεια του σώματος και του πολιτικού σώματος (Martin, 1990). Ο HIV έγινε ένα σημαίνον του πώς οι gay υπονόμευσαν την αρσενική φαντασίωση του άθικτου σώματος που θεμελιώνει το ετεροφυλοφιλικό matrix (Crimp, 1988 Weeks, 1995). Μια φαντασίωση που προϋπέθετε ότι τα αρσενικά σώματα είναι άνοσα, προστατευμένα, αδιάτρητα (Irigaray, 1985 Roberts et al., 1996) με τον ίδιο τρόπο που τα έθνη κράτη θεωρούνται ως ελεγχόμενες και ηγεμονικές περιοχές. Ο τόπος του άνοσου σώματος σχετίζεται λιγότερο με την άρνηση αυτής της ευπάθειας και περισσότερο με την πρόβλεψη του πώς να την αποφύγουμε, πώς να αποφύγουμε την πιθανή μόλυνση, την αρρώστια και τον θάνατο. Το άνοσο σώμα μαστίζεται από τον φόβο.

194 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ Το μόνο αντίδοτο στον φόβο είναι η έξοδος από την υλικότητα του σώματος εν συνόλω. Αυτός είναι ο τόπος του άσαρκου σώματος, που παρέχει αυτήν την έξοδο, την ανακούφιση από την ευπάθεια της σάρκας. Το άσαρκο σώμα εισάγει τη φαντασίωση του αγνού εαυτού, ασώματου, άνευ σάρκας, απελευθερωμένου από τα πάθη του, τις συνήθειές του, και τις αδυναμίες της γεγονότητάς του. Το άσαρκο σώμα είναι ο οίκος αγνών ιδεών, καθαρών σκέψεων, αδιαμφισβήτητης διανοητικότητας. Ενάντια στους τόπους του άνοσου και του εγκεφαλικού σώματος, οι οποίοι επικεντρώνονται στην παραγωγή διαφόρων τύπων γνώσης, το άσαρκο σώμα καλλιεργεί την ιερότητα. Αντί να παράξει γνώση για να δαμάσει το σώμα ή να το προστατεύσει, το ά σαρκο σώμα είναι η τοποθεσία της πίστης. Το άσαρκο σώμα σχετίζεται λιγότερο με το να εξερευνήσει και να πειραματιστεί με τις έμφυτες λειτουργίες του, τις πηγές και τα όρια του, και περισσότερο με τη βεβαιότητα σε κάποια υπερβατική τάξη και σκοπό του σώματος. Το άσαρκο σώμα προσανατολίζεται σε μια χρονικότητα, η οποία είναι εκτός του βιωμένου χρόνου. Η ισχύς της ερείδεται στην αυταρχική επίδραση, που αυτή η αιώνια χρονικότητα έχει στις καθημερινές πρακτικές συμβάσεις. Στον τόπο του άσαρκου σώματος ο χρόνος είναι ατέλειωτος ενώ η καθολική εγκεφαλική σάρκα είναι ένα μέρος χωρίς χρόνο, έξω από το χρόνο. Ο τόπος του άνοσου σώματος καθορίζεται από τα συγχρονικά αισθήματα ανάμεσα σε διαφορετικά σώματα. Ο διαχρονικός άξονας, η εξελικτική ιστορία της σάρκας, εγκλείεται στον τόπο του κληρονομικού σώματος: την έρευνα για γενετικούς αλγορίθμους, για τον απόλυτο κώδικα της ανάπτυξης (Dennett, 1995). Το κληρονομικό σώμα είναι το σώμα, το οποίο σημειώνει και κατηγοριοποιεί την καταγωγή: είναι ο τόπος, στον οποίο το κοινωνικό φύλο (gender) δομείται ως σεξουαλικό φύλο (sex), είναι ο τόπος που ξεδιπλώνεται η φυλετικοποίηση των έγχρωμων ανθρώπων και των μεταναστών, είναι ο τόπος ο οποίος καλλιεργεί τη μυθολογική αφήγηση του βαθέως ανήκειν (έθνος, γλώσσα) μέσα από υποτιθέμενες κοινές αρχιτεκτονικές του σώματος. Το κληρονομικό σώμα ασχολείται με το παρελθόν, βλέπει το μέλλον ως τη συνέχιση των δεδομένων εξελικτικών ριζών, προ

ΕΠΑΝΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ 195 σπαθεί να ελαττώσει τις συγχρονικές πιέσεις στον εγκέφαλο και στο σώμα και να ελαχιστοποιήσει την αβεβαιότητα. Αυτό που είναι κοινό σε όλες αυτές τις χρονικές καταγραφές είναι ότι η ροή του χρόνου είναι εξωτερική του σώματος. Συνιστά το υπόβαθρο πάνω στο οποίο συμβαίνουν καθένα από τα διαφορετικά φαντασιακά του σώματος. Σε όλες αυτές τις χρονικές τάξεις ο χρόνος είναι προϋπάρχων, είναι μια ουδέτερη τροχιά η οποία κινείται πολλαπλώς αντικειμενικά και ενοποιητικά ανεξάρτητα από τους πραγματικούς εγκεφάλους σώματα. Αλλά αν σκεφτούμε τον χρόνο ως μια δημιουργική δύναμη, όχι απλά ως μια ουδέτερη τροχιά αλλά ως ένα εντατικό στοιχείο στη μεταμόρφωση του εγκεφάλου σώματος, τότε ένα διαφορετικό πολιτισμικό όραμα του εγκεφάλου σώματος εμφανίζεται: ο τόπος της ανάδυσης. Αν «χρονικοποιήσουμε τον ίδιο τον χρόνο» (Sandbothe, 1988), ο εγκέφαλος σώμα γίνεται ταυτόχρονα το υποκείμενο και το αντικείμενο της ίδιας του της αναγέννησης. Ο αναδυόμενος εγκέφαλος σώμα από τη μία πλευρά ανταποκρίνεται στις διαμορφώσεις της ζωής, οι οποίες εξελίσσονται καθώς ο χρόνος της ζωής κυλά και δημιουργεί νέες απρόβλεπτες και καινοφανείς διαμορφώσεις της ύπαρξης. Αυτός ο αληθινός βιωμένος χρόνος είναι ο χρόνος της ανάπτυξης: το αναδυόμενο σώμα υπάρχει στο πεδίο της ίδιας του της αναπτυξιακής τροχιάς και πραγματικότητας (Gilbert & Epel, 2009 Gottlieb, 1997). Από την άλλη πλευρά, είναι αναδυόμενο επειδή η δημιουργία νέων μορφών είναι πάντα περιορισμένη από τις πραγματικά υπάρχουσες ενδεχόμενες συνθήκες ύπαρξης (για μια ε κτεταμένη συζήτηση των αναδυόμενων αρχιτεκτονικών του είναι, βλ. Cooper, 2008 και Κεφάλαια 8 και 9 στο Papadopoulos, Stephenson & Tsianos, 2008). Ο αναδυόμενος και ενσωματωμένος εγκέφαλος σώμα είναι αδιανόητος, πραγματικά αδύνατον να υπάρξει έξω από το διαμορφωτικό χρονότοπο της οντογένεσης. Αν το κληρονομικό σώμα συνενώνει την έννοια της προδιάθεσης σε διαφορετικές μορφές (πρβλ. Gould, 1977), το αναδυόμενο σώμα αναφέρεται στο πώς βιωμένες οικολογίες σχηματίζουν τον ίδιο τον εγκέφαλο σώμα. Το φαντασιακό του αναδυόμενου εγκεφάλου σώματος έχει μια ισχυρή ο μοιότητα με την κατανόηση του νομαδισμού των Deleuze & Guattari

196 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (1987), ως μιας κατάστασης ανοιχτότητας του σώματος στην ίδια του την κατασκευή μέσα από τις κινήσεις του, παρά μέσω μια εξωτερικά επιβαλλόμενης μορφής οργάνωσης. ΙΙΙ. Από τον κογκνιτιβισµό στον κονεξιονισµό Αυτά τα διαφορετικά πολιτισμικά φαντασιακά του εγκεφάλουσώματος είναι στενά συνυφασμένα με υπάρχουσες επιστημικές γλώσσες και πρακτικές του εγκεφάλου σώματος. Ενώ κάθε εποχή έχει τον εγκέφαλό της, δεν θεωρεί κάθε εποχή τον εγκέφαλο ως την έδρα της σκέψης και της συνείδησης. Στην αρχαία Ελλάδα τα ύψιστα μέρη της ψυχής εδράζονται στην καρδιά ομοίως, η παραδοσιακή κινεζική ιατρική θεωρεί την καρδιά ως τον οίκο του νου ο Καρτέσιος θεωρούσε την επίφυση ως την έδρα της σκέψης. Με την άνοδο της ιατρικής στο δεύτερο μισό του 19 ου αιώνα ο εγκέφαλος γίνεται ένα συστηματικό αντικείμενο μελέτης. Αλλά ακόμα και τότε, ο εγκέφαλος απέχει πολύ απ το να είναι η έδρα της σκέψης και της συνείδησης. Μέχρι τη δεκαετία του 1950 οι λειτουργίες και η ψυχολογία του ε γκεφάλου είναι ένα μαύρο κουτί εξαιτίας της κυριαρχίας του συμπεριφορισμού. Με τις διενέξεις σχετικά με το καθαρά θετικιστικό πρόγραμμα του Skinner, το συμπεριφοριστικό μηχανιστικό μοντέλο Ερεθίσματος Αντίδρασης (Ε Α) δέχεται βαθμιαία επιθέσεις. Το κύριο ζήτημα είναι η αποκατάσταση της σημαντικής ιδέας της σκέψης στην ψυχολογική και εγκεφαλική έρευνα. Υπήρξαν πολλοί πρόδρομοι σε αυτήν την προσπάθεια (πρβλ. Woodworth, 1921, 1938) μετά την εξορία της σκέψης από την ψυχολογία που έφερε ο συμπεριφορισμός στις αρχές του 20 ού αιώνα (J.B. Watson, 1913). Η θεώρηση του νου ως κοινωνικής διαδικασίας από τον Dewey (1999 βλ. επίσης Baldwin, 1897) αμφισβητούσε τη συμπεριφοριστική θέαση του νου και της σκέψης. Στις πρώτες δεκαετίες του 20 ού αιώνα, ο πραγματισμός έ μοιαζε μια βιώσιμη και δραστήρια εναλλακτική στην εξάλειψη της σκέψης, της συνείδησης και της εμπειρίας στους κυρίαρχους ακαδημαϊκούς λόγους αλλά δεν μπορούσε να αμφισβητήσει την κυριαρχία του συμπεριφοριστικού μοντέλου. Μόνο πολύ αργότερα η προσέγγι

ΕΠΑΝΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ 197 ση του πραγματισμού έδωσε υλικό στην έρευνα του εγκέφαλουσώματος μέσα από την επιρροή του σε συγκεκριμένες θέσεις του κονεξιονισμού και της ενσωμάτωσης. Στο πρώτο μισό του 20 ού αιώνα, ωστόσο, καμία από αυτές τις προσπάθειες δεν επέφερε μια θεμελιώδη στροφή στην έρευνα του νου και της συνείδησης, όπως αυτή που συνέβη με την άνοδο του κογκνιτιβισμού τη δεκαετία του 1950. Ο E.C. Tolman (1954) ήταν ένας εξ αυτών που διαμόρφωσαν το βασικό περίγραμμα για τη νέα τάση στην έρευνα πάνω στη σκέψη λίγες δεκαετίες πριν την άνοδο του κογκνιτιβιστικού κινήματος. Εισήγαγε την ιδέα των «μεσολαβητικών μεταβλητών», η οποία ήταν μια προσπάθεια να ανατμηθεί ολόκληρο το φαινόμενο της συμπεριφοράς προκειμένου να επιτευχθεί μια νέα ομοιογενής σύνθεση. Η α ντίδραση δεν είναι πλέον μια γραμμική, άμεση συσχέτιση του ερεθίσματος που συμβαίνει μετά από μια συγκεκριμένη χρονική υστέρηση. Είναι μια λειτουργία του ερεθίσματος, η οποία εξαρτάται από το περιβάλλον, το σύστημα αναγκών και το matrix πεποιθήσεων αξιών του ατόμου. Το εσωτερικό επίπεδο της ανθρώπινης συνείδησης γίνεται κεντρικός πυρήνας για τη ρύθμιση της συμπεριφοράς. Η έμφαση στην ιδέα ότι η σκέψη είναι μια λειτουργία, ήταν μια σημαντική στιγμή για την ανάδυση του κογκνιτιβισμού. Για παράδειγμα, ο Jerome Bruner, ένας από τους πρωταγωνιστές της γνωστικής στροφής, είδε ότι υπάρχει μια δυνατότητα για τον εκτροχιασμό της συμπεριφοριστικής κυριαρχίας με την εισαγωγή ενός νέου ενδιάμεσου συνδέσμου στη φόρμουλα Ε Α, η οποία θα επέτρεπε τη διερεύνηση αυτού του εσωτερικού πεδίου της σκέψης. Αυτός ο σύνδεσμός ήταν η «ρυθμιζόμενη από το σήμα σκέψη» (Bruner, 1967). Η σκέψη διευκρινίζεται ως ένα όργανο με συγκεκριμένες λειτουργίες. Το αποτέλεσμα μίας συγκεκριμένης εισαγωγής δεν είναι πλέον άμεσα προβλέψιμο, αλλά τώρα είναι κυρίως μια λειτουργία της σκέψης. Με την αναστολή της πρόβλεψης όμως, μοιάζουν να εξαφανίζονται οι επιστημονικίστικες προϋποθέσεις που χρειάζονται για να επιβεβαιώσουν τον φυσικό επιστημονικό χαρακτήρα της έρευνας. Στα μέσα του 1950 μια περίοδος στην οποία λαμβάνουν χώρα σημαντικές δημοσιεύσεις (από τον Chomsky, τον Newell, τον Simon, κ.ά.) και γεγονότα

198 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (όπως το Συμπόσιο της Θεωρίας της Πληροφορίας, του MIT) στην ιστορία του κογκνιτιβισμού (Gardner, 1987:28) οι Bruner, Goodnow και Austin (1956) δημοσιεύουν το A study of Thinking. Εδώ ισχυρίζονται ότι η μάθηση κανόνων, η κατηγοριοποίηση, και οι αφαιρετικές διαδικασίες είναι οι βασικές λειτουργίες της σκέψης. Η σκέψη δεν σχετίζεται μόνο με το αναπαριστάνειν, αλλά κυρίως με την επίλυση προβλημάτων, είναι δηλαδή μια λειτουργία. Το ερώτημα λοιπόν είναι πώς να απεικονίσεις το «αόρατο» πεδίο των λειτουργιών αυτών. Η απάντηση σε αυτό ήταν η ιδέα του υπολογιστικισμού 3 : οι γνωστικές λειτουργίες συνιστούν ένα σταθερό σύνολο διαδικασιών, οι οποίες μπορεί να αναχθούν σε προκαθορισμένες κατώτερου επιπέδου διαδικασίες (Churchland, 1986). Η νόηση αναδύεται σε «πρότυπα δεδομένων και σε λογικές σχέσεις που είναι ανεξάρτητες του φυσικού μέσου που τις φέρει» (Pinker, 1997: 24). Ακόμα κι αν ο κογκνιτιβισμός παραμένει το κυρίαρχο παράδειγμα έρευνας στο πεδίο της ψυχολογίας και της νευροεπιστήμης, υπάρχει μια αυξανόμενη επικέντρωση στην παραγωγή συστηματικής γνώσης για τις σωματο γνωστικές διαδικασίες, οι οποίες μπορούν να γενικευθούν χωρίς να περιπέσουν στον οικουμενισμό και την ουσιοκρατία του υπολογιστικισμού. Κάποιος θα μπορούσε να δει εδώ την εμμονή της πειραματικής νευροεπιστήμης με τη χαρτογράφηση των ψυχολογικών λειτουργιών και της υποκειμενικότητας στον εγκέφαλο (Beaurlieu, 2003 Dumit, 2004 Joyce, 2005), ως ένα ακόμα βήμα στη μακρά ιστορία του εντοπικισμού 4 (Star, 1989) που προσπάθησε να αποκαλύψει από τι συνίσταται η σχέση μεταξύ νου και εγκεφάλου. Η εγκεφαλική χαρτογράφηση της υποκειμενικότητας μέσα από νέες τεχνολογίες απεικόνισης, η οποία συσχετίζει ψυχολογικές λειτουργίες με εγκεφαλικές περιοχές φαίνεται να διαιωνίζει μια παραδοσιακή αφαιρετική θέαση του εγκεφάλου ως μιας εξ ολοκλήρου διαμορφωμένης, στατικής και ρυθμιστικής δομής (Littlefield, 2009 Karmiloff Smith, 1992). Αλλά αποκαλύπτει, επίσης, μια προσπάθεια να πάμε πέρα από τη χρήση της ενσωμάτωσης ως μιας εικονικής ή μεταφορι 3. Μεταφράζεται έτσι ο όρος computationalism. [ΣτΜ] 4. Μεταφράζεται έτσι ο όρος localizationism. [ΣτΜ]

ΕΠΑΝΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ 199 κής έννοιας ακόμα κι αν αυτή η χρήση είναι γόνιμη και σίγουρα α ναπόφευκτη, όπως θα επιχειρηματολογήσω παρακάτω προκειμένου να ιχνογραφήσει άμεσες σχέσεις ανάμεσα σε βιωματικές διαδικασίες και τη διυποκειμενικότητα στις υλικές διεργασίες (π.χ. εγκεφαλική δραστηριότητα και νευροβιολογικές διαδικασίες) του σώματος (πρβλ. Cromby, 2007 Franks, 2010 Scott, 2001). Σε αυτήν την προσπάθεια ο κονεξιονισμός αποτελεί ένα σημαντικό βήμα στη μετάβαση από τον κογκνιτιβισμό προς μια κατανόηση του ενσωματωμένου εγκεφάλου. Ο κονεξιονισμός υπόσχεται να αποκαλύψει τις δομικές σχέσεις ανάμεσα στην αντίληψη, τη νόηση, τη δράση και το συναίσθημα αντιλαμβανόμενος όλες αυτές τις διαστάσεις της ύπαρξης ως άμεσα συνδεδεμένες με τη νευρωνική υποδομή του εγκεφάλου. Η κονεξιονιστική έρευνα στην πειραματική νευροεπιστήμη (π.χ. Thelen & Smith, 1994 Liben, 1999 Wilson, 1998) απεικονίζει την ενσωμάτωση του εγκεφάλου στο υλικό νευροβιολογικό επίπεδο. Τα νευρωνικά δίκτυα απεικονίζουν σύνθετες συναθροίσεις διασυνδεδεμένων νευρικών κυττάρων, όπου συγκεκριμένες συνάψεις συνιστούν κεντρικούς κόμβους στο δίκτυο, ενώ άλλες κατέχουν πιο περιφερειακές θέσεις. Η διαδικασία της οντογενετικής ανάπτυξης βλέπει τη γένεση, την αλλαγή και την πτώση πολλών τέτοιων κονεξιονιστικών δικτύων υλοποιημένων μέσα από τα δίκτυα των νευρώνων (Changeux, 1997 Edelman, 1989 Edelman & Tononi, 2000). Μια κρίσιμης σημασίας αλλαγή, που εισάγει το κονεξιονιστικό μοντέλο είναι η διερεύνηση του αναπαραστατικού νατιβισμού ο οποίος είναι δεσπόζων στις κογκνιτιβιστικές προσεγγίσεις: η φλοιϊκή ανάπτυξη εξαρτάται από γενετικά καθοδηγούμενα μικροκυκλώματα που χρησιμεύουν στην οργάνωση των λειτουργιών του εγκεφάλου. Οι νοητικές αναπαραστάσεις στον κογκνιτιβισμό είναι αποτέλεσμα ε σώτερων νευροφυσιολογικών διαδικασιών που είναι ανεξάρτητες πλαισίου και οικουμενικές στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Η σκέψη έχει οικουμενική αλγοριθμική δομή και βασίζεται σε σταθερές νευρωνικές αρχιτεκτονικές. Ενάντια σε αυτό το μοντέλο «σε ένα κονεξιονιστικό δίκτυο, οι αναπαραστάσεις είναι πρότυπα ενεργοποίησης μέσα σε μια δεξαμενή διαδικαστικών μονάδων που μοιάζουν με νευρώνες. Η μορ

200 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ φή αυτών των προτύπων ενεργοποίησης καθορίζεται από τη φύση των συνδέσεων μεταξύ των μονάδων. Ως εκ τούτου, η εσωτερική α ναπαραστασιακή γνώση θα έπαιρνε τη μορφή προκαθορισμένων βαρών στις δια μοναδιακές συνδέσεις» (Elman et al., 1996:25). Αυτό που είναι σημαντικό στον κονεξιονισμό είναι ότι η σπουδαιότητα των κόμβων δεν είναι δεδομένη αλλά προκύπτει μέσα από τη μάθηση. Αυτή είναι η στιγμή όπου η ιδέα μιας εύπλαστης εγκεφαλικής ουσίας, η οποία χαρακτηρίζεται από τις αναδυόμενες ποιότητες και την εξάρτηση από το υποστηρικτικό περιβάλλον, έρχεται στο φως. Ενώ ο υ πολογιστικισμός προϋποθέτει εσωτερικές νευρωνικές δομές, ο κονεξιονισμός προϋποθέτει ημι ανοιχτές, μη γραμμικές αρχιτεκτονικές που ξεδιπλώνονται κατά τη διάρκεια της οντογενετικής ανάπτυξης. Η εγκεφαλική διαδικασία είναι ταυτόχρονα το δρών υποκείμενο και το αποτέλεσμα της ίδιας της δραστηριότητας της. Η εγκεφαλική διαδικασία διαμορφώνεται καθώς γίνεται ενεργή, αλλά είναι ενεργή μόνο επειδή αυτή η δραστηριότητα δίνει συγκεκριμένες μορφές στον ε γκέφαλο. Ο κονεξιονισμός είναι ένα κρίσιμο βήμα μακριά από την ουσιοκρατία και τον οικουμενισμό του κογκνιτιβισμού η διαμόρφωση της εγκεφαλικής ουσίας αναδύεται, αυτό θα πει, ότι σχετίζεται με το πλαίσιο: εξαρτάται από τα ενδο οργανισμικά και έξω οργανισμικά οικοσυστήματα. Αυτή η κίνηση προετοιμάζει την εννοιολόγηση της εγκεφαλικής ύλης ως ενσωματωμένης. IV. Εµπειρία και ενσωµάτωση Η προσέγγιση της ενσωμάτωσης προσθέτει μια σημαντική διάσταση στην κονεξιονιστική μοντελοποίηση του εγκεφάλου. Η ενσωμάτωση δεν αφορά μόνο τις συντακτικές δομές του νοήματος, αλλά επίσης, στοχεύει στο να συμπεριλάβει τη σημασιολογία της εμπειρίας την παραγωγή του νοήματος και της πραγματολογίας της εμπειρίας, δηλαδή πτυχών του νοήματος εξαρτημένων από το πλαίσιο και τον πολιτισμό. Πλαίσιο και εμπειρία συγχωνεύονται στις διεργασίες της εγκεφαλικής ύλης. Δεν είναι τυχαίο ότι οι κοινωνικές, πολιτισμικές και κριτικές ψυχολογικές θεωρίες της ενσωμάτωσης ασχολούνται με

ΕΠΑΝΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ 201 τη μελέτη της σχέσης εγκεφάλου σώματος: υπαρξισμός και φαινομενολογία (Heidegger, 1993 Merleau Ponty, 1966), κοινωνικός κονστρουξιονισμός (Cromby, 2004) και πολιτισμικό ιστορικές ψυχολογικές θεωρήσεις (Vygotsky, 1987 Wygotsky, 1987 βλ. επίσης Papadopoulos, 2010c). Η ενσωμάτωση της εγκεφαλικής ουσίας σημαίνει ότι οι ψυχικές λειτουργίες δεν είναι συμμετρικές διαδικασίες η νόηση δεν είναι ανεξάρτητη της εκτέλεσής της ο νους και η εμπειρία τεκμηριώνονται πάντα σε απτές υλικές δομές: σε ένα σώμα (Damasio, 2004 Lakoff & Johnson, 1999 Varela, Thomson & Rosch, 1991), σε ένα περιβάλλον (Clark, 1997 Edelman, 1992 Lewontin, 2000 S. Rose, 1998), σε ένα κοινωνικό πλαίσιο (Csordas, 1994b Harre, 1996 Overton, 1998 Sampson, 1996) ή σε πολιτισμικό πολιτικούς αστερισμούς (Bourdieu, 1987 Braidotti, 2002 Fausto Sterling, 2000). Υπό την προοπτική της ενσωμάτωσης δεν υπάρχει σε καμία περίπτωση εγκέφαλος ως ένα εξ ολοκλήρου χωριστό όργανο. Μπορούμε να θεωρήσουμε τον εγκέφαλο όχι ως διακριτό όργανο λοιπόν, αλλά ως μέρος κάποιου, ως ενσωματωμένο σε, ως σχετιζόμενο με άλλες λειτουργίες και συστήματα του σώματος. Αυτός είναι ο λόγος που χρησιμοποιώ τον όρο εγκέφαλος σώμα όταν μιλώ σχετικά με το σώμα ή τον εγκέφαλο στις θεωρίες της ενσωμάτωσης. Οι εννοιολογήσεις του ενσωματωμένου εγκέφαλου σώματος ποικίλουν ιδιαίτερα τόσο προς το περιεχόμενό όσο και προς το πεδίο δράσηs τους. Στην αδύναμη μορφή της, η ενσωμάτωση απλά σημαίνει, ότι οι γνωστικές λειτουργίες λαμβάνουν χώρα σε ένα φυσικό υπόστρωμα. Οι πιο ανεπτυγμένες εκδοχές κατανοούν τον εγκέφαλο σώμα ως ένα διαστρωματικό, πολυλειτουργικό, αυτό οργανώμενο σύστημα, το οποίο συμπεριλαμβάνει αλληλεπιδρώντα υποσυστήματα. Η εκδοχή αυτή είναι πολύ συνηθισμένη: η νόηση, η αντίληψη, το συναίσθημα, η δράση δεν είναι διακριτά, αλλά αλληλεπιδρούν διαρκώς και σχηματίζουν την κατανόησή μας για τον εαυτό και τον κόσμο. Μια άλλη προσέγγιση στον ενσωματωμένο εγκέφαλο σώμα δίνει έμφαση στις φαινομενολογικές του διαστάσεις ως το υπαρξιακό πεδίο της σκέψης. Οι σωματικές μας κινήσεις, οι προσανατολισμοί είναι, κυριολεκτικά, το πεδίο στο οποίο δομούνται οι ψυχικές μας έννοιες και αφαιρέσεις. «Α

202 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ νεξάρτητα από το πόσο εκλεπτυσμένες γίνονται οι αφαιρέσεις μας, αν πρέπει να έχουν νόημα για εμάς, πρέπει να διατηρούν τους εσώτερους δεσμούς τους με τα ενσωματωμένα μας πρότυπα εννοιολόγησης και λογικής. Μπορούμε να βιώσουμε μόνο ό,τι η ενσωμάτωση μας μάς επιτρέπει να βιώσουμε. Μπορούμε να εννοιολογούμε μόνο χρησιμοποιώντας εννοιολογικά συστήματα βασισμένα στη σωματική μας εμπειρία» (Johnson, 1999:81). Μια άλλη διαδεδομένη εκδοχή της έννοιας της ενσωμάτωσης, δίνει έμφαση στον εγκέφαλο σώμα ως ένα σημαντικό παράγοντα απορρόφησης, ρύθμισης, μεταμόρφωσης κοινωνικών, πολιτισμικών και συμβολικών δυνάμεων. Ο εγκέφαλος σώμα σε αυτές τις κατανοήσεις είναι το ανθρώπινο σώμα. Πολλοί επεκτείνουν αυτήν την προσέγγιση για να συμπεριλάβουν το τεχνητό, το οργανισμοειδές ή ανθρωποειδές σώμα και τις σχέσεις του με το ανθρώπινο σώμα: η ενσωμάτωση σε αυτές τις θεωρήσεις αναφέρεται σε υβριδικές μηχανές, οι οποίες είναι ικανές να δρουν σε περιβάλλοντα πραγματικού χρόνου και χώρου και όχι σε μηχανές οι οποίες δρουν σε εικονικό χώρο ή σε προστατευμένα, πειραματικά περιβάλλοντα (πρβλ. Chrisley & Ziemke, 2002 Brooks, 2001). Όλες αυτές οι αποκλίνουσες προσεγγίσεις και οι απειράριθμες α πότοκες θεωρίες της ενσωμάτωσης προτείνουν, ότι τα εννοιολογικά και εμπειριακά μας συστήματα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τις αισθητικο κινητικές και συναισθηματικές λειτουργίες του εγκεφάλουσώματος. Η εμπειρία ξεκινά με τη συναισθηματικό αντιληπτική αίσθηση του περιβάλλοντος και με τη μετακίνηση σε αυτό. Η εμπειρία γίνεται αντιληπτή στον εγκέφαλο σώμα, μέσα από τον εγκέφαλοσώμα, στις νευρωνικές συνδέσεις, οι οποίες διαμορφώνονται από τη διαρκή αλληλόδραση των διαφορετικών σωματικών υποσυστημάτων και του περιβάλλοντος. Από μια ενδο οργανισμική προοπτική, ο ενσωματωμένος εγκέφαλος είναι ο σταδιακά μετασχηματιζόμενος εγκέφαλος σε μια διαδικασία σταθερής απεικόνισης και αλληλόδρασης με την ολότητα του σώματος και του ίδιου του εγκεφάλου. Ο ε αυτός που έχουμε, οι εμπειρίες που μας αποτελούν δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς έναν εγκέφαλο που αναπαριστά την ίδια του την κατά

ΕΠΑΝΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ 203 σταση και την κατάσταση του σώματος, στο οποίο είναι ενσωματωμένος (Damasio, 1999 LeDoux, 2002). Επιστημολογικά, η προοπτική του ενσωματωμένου εγκεφάλου συνιστά μια ευθεία πρόκληση στον γενετικό αναγωγισμό, στον νατιβισμό και σε μια αποπλαισιωμένη και αφαιρετική κατανόηση του εγκεφάλου. Αλλά κάνει και κάτι ακόμη. Η Θεωρία των Αναπτυξιακών Συστημάτων η οποία ήταν ένας σημαντικός παράγοντας στην αμφισβήτηση του γενετικού αναγωγισμού, υποστηρίζοντας μια ολιστική προσέγγιση στην εξέλιξη του ενσωματωμένου εγκεφάλου (Oyama, 2000 Lewontin, 2000 Gottlieb, 1992) έχει δείξει ότι η ενσωμάτωση δε σχετίζεται απλώς με την αποκέντρωση του εγκεφάλου μέσα στο σώμα του οργανισμού, αλλά κυρίως με την αποκέντρωση του συνόλου του ίδιου του οργανισμού. Αντί να ανάγει τη μονάδα της ανάλυσης στον ίδιο τον οργανισμό, η Θεωρία Αναπτυξιακών Συστημάτων υποστηρίζει, ότι η ενσωμάτωση εξαρτάται πάντα από ένδο και διαοργανισμικές σχέσεις. Δεν υπάρχει ενσωμάτωση, εάν δεν υπάρχουν άλλα σώματα τριγύρω. Η ενσωμάτωση του εγκεφάλου είναι το γίγνεσθαι της ενσωμάτωσης με άλλα σώματα και μέσα από άλλα σώματα, είναι σχετιζόμενη περισσότερο με τη συμβίωση παρά με την εξυπηρέτηση μοναδικών οργανισμών, όπως το θέτουν οι Margulis & Sagan (2003). Η ενσωμάτωση σημαίνει σχεσιακότητα και συνδόμηση. Ο εγκέφαλος της σύγχρονης εποχής φαίνεται να είναι ένας εγκέφαλος που χαρακτηρίζεται από τις σχεσιακές αρχιτεκτονικές του σε μια προοδευτική μορφοποίηση της ύλης εγκεφάλου σώματος. Το ότι κάθε εποχή έχει τον εγκέφαλό της σημαίνει ότι ο εγκέφαλος που αναπαριστά γίνεται επίσης το δρών υποκείμενο των ίδιων του των υπαρξιακών συνθηκών. Με αυτήν την έννοια, οι θεωρίες της ενσωμάτωσης δεν είναι απλά άυλες αναπαραστάσεις των σωματο υλικών διαδικασιών. Αντίθετα, είναι ενεργές δυνάμεις στη μεταμόρφωση των υπαρχουσών κοινωνικών και υλικών πραγματικοτήτων μεταμορφώνουν ακόμα και τις απόλυτα υπαρξιακές συνθήκες του ίδιου του εγκεφάλου σώματος. Ως εκ τούτου, η ίδια η προσέγγιση της ενσωμάτωσης για τον εγκέφαλο είναι κυριολεκτικά ενσωματωμένη, δεν είναι η απεικόνιση της πραγ

204 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ματικότητας ή συγκεκριμένων νευροβιολογικών αναπτυξιακών ή κοινωνικών διαδικασιών, είναι η ίδια η διαδικασία η οποία ανασυνδυάζει προ υπάρχον υλικό και δημιουργεί νέους τρόπους του είναι και νέες «μορφές ζωής» (Winner, 1986 βλ. επίσης Papadopoulos, 2011). Οι θεωρίες της ενσωμάτωσης εισάγουν νέα πρότυπα ύπαρξης ενισχύοντας συνδυασμούς σε όλα τα διαφορετικά επίπεδα οργάνωσης, γενετικά, νευρωνικά, οργανισμικά, περιβαλλοντικά/κοινωνικά, συνδυασμοί οι οποίοι πρότερα δεν ήταν παρόντες. V. Η πολιτική της ενσωµάτωσης: χειραφέτηση και έλεγχος Η επιστημική και πολιτισμική δόμηση του ενσωματωμένου εγκεφάλου σώματος, αναλυθείσα στα προηγούμενα τμήματα, ανταποκρίνεται στις πολιτικές για το σώμα, των κινημάτων χειραφέτησης που αρχικά προέκυψαν μετά τη δεκαετία του 1970 και 1980. Ο Foucault (1995) είχε μια ουσιαστική συνεισφορά στην τοποθέτηση του εγκεφάλου σώματος στο κέντρο των ακαδημαϊκών συζητήσεων στις ανθρωπιστικές και τις κοινωνικές επιστήμες, αλλά είναι οι φεμινιστικές και gay πολιτικές (π.χ. Alaimo & Hekman, 2008 Clarke & Olesen, 1998 de Lauretis, 1987), οι κριτικές μελέτες της επιστήμης, της τεχνολογίας και της ιατρικής (π.χ. Bauchspies & Puig de la Bellacasa, 2009 Clarke et al., 2010 Haraway, 1991 Latimer & Schillmeier, 2009 Myers, 2008 Rapp, 2000), οι κριτικές των εξαϋλωμένων συστημάτων πληροφοριών και αναπαραστασιακών τεχνολογιών πληροφορίας (Lilley, Lightfoot & Amaral, 2004 Hayles, 1999) και ποικίλα ιθαγενή και αντιρατσιστικά κινήματα που δημιούργησαν την ιδέα του σώματος ως πολιτικού δυναμικού (Turner, 1984: 247). Ο τόπος του ενσωματωμένου και αναδυόμενου εγκεφάλου σώματος γίνεται ένα ανοικτό πεδίο όπου ουσιοκρατικές και στερεότυπες κατανοήσεις των λειτουργιών του εγκεφάλου σώματος ξαναγράφονται και αναδιαμορφώνονται υπό το πρόσχημα της κοινωνικής και της πολιτικής τους σημασίας. Οι «πολιτικές του σώματος» (Blanche, Bhavnani & Hook, 1999) ανταποκρίνονται άμεσα στην ανάπτυξη της έννοιας της ενσωμάτωσης και της ανάδυσης στις νευροεπιστήμες, στην αναπτυξιακή επιστήμη και

ΕΠΑΝΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ 205 στην ψυχολογία. Είναι απίθανο να εδραιωθεί μια εφικτή θεωρητική προσέγγιση για τον εγκέφαλο σώμα χωρίς να αμφισβητηθεί η ντετερμινιστική κατανόηση των υλικών του διεργασιών. Το να γίνει ο εγκέφαλος σώμα διαπερατός στις πιέσεις των κινημάτων χειραφέτησης συνέπεσε με την αμφισβήτηση της στεγανότητας και της οικουμενικότητας του επιστημονικού βιολογικού εγκεφάλου σώματος. Στην πραγματικότητα, οι λόγοι της χειραφέτησης του αναδυόμενου εγκεφάλου σώματος εμφυσούν κοινωνικούς ανταγωνισμούς στο πεδίο της επιστήμης. Τα κινήματα όμως της χειραφέτησης μέσα από τις πολιτικές εγκεφάλου σώματος συνιστούν μόνο έναν από τους τρόπους, με τους ο ποίους η ενσωμάτωση και η ανάδυση απεικονίζονται στις κοινωνικές πρακτικές και στο πολιτισμικό φαντασιακό. Συγχρόνως, μαζί με τους λόγους της χειραφέτησης, η ιδέα της ενσωμάτωσης συλλαμβάνει την επιθυμία για έναν αναπλαστικό εγκέφαλο σώμα στις κουρασμένες κοινωνίες του Παγκόσμιου Βορρά. Είναι ένας εγκέφαλος σώμα, ο οποίος προσπαθεί να ξεπεράσει τους λόγους της εισχώρησης, του θανάτου, και της καταγωγής, βλέποντας τον εαυτό του ως τη συνδυαστική λύση: είναι η πηγή, η τοποθεσία, και ο στόχος των δικών του αναπλαστικών πρακτικών. Έτσι, ακόμα κι αν ο τόπος του αναδυόμενου εγκεφάλουσώματος προάγει το ρόλο της συγκειμενικότητας και της ειδικότητας 5, η λογική του είναι επακριβώς βασισμένη σε μια ιδέα ουδετεροποίησης της έννοιας του ορίου και του πλαισίου, όπως επιβάλλεται από άλλους λόγους του εγκεφάλου σώματος. Ο αναδυόμενος εγκέφαλος σώμα αναπαριστά μια ιδιαιτέρως άγρια μορφή πολιτισμικού οικουμενισμού: υπόσχεται τη θεραπεία όχι με όρους σωφρονισμού (εγκεφαλικό σώμα), προστασίας (άνοσο σώμα), ή της ιδεολογίας μιας διορθωμένης καταγωγής (κληρονομικό σώμα) αλλά με όρους της ίδιας του της ανοικτής αναδόμησης και του ανασυνδυασμού. Η ενσωμάτωση υπόσχεται να ασχοληθεί με τους βιωμένους πόνους του σώματος, τη δαμασμένη σάρκα, τη βασανισμένη σάρκα, την καταπιεσμένη σάρκα (Scarry, 1985 Duden, 2002). Αλλά την ίδια 5. Μεταφράζονται έτσι οι όροι contextuality και specificity αντίστοιχα. [ΣτΜ]

206 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ στιγμή αυτή η υπόσχεση δεν έχει καθολική ισχύ αλλά είναι εντοπισμενη σε ένα συγκεκριμένο γεωπολιτικό χώρο στον οποίο κυριαρχεί η πίστη στο ανασυνδυασμένο ατομικό υποκείμενο μια πεποίθηση και μια πρακτική η οποία παρεμποδίζει και συγχρόνως ενδυναμώνει το πολιτικό δόγμα των νεοφιλελεύθερων κοινωνιών του Παγκόσμιου Βορρά, δηλαδή μεμονωμένα άτομα τοποθετημένα στο πλέγμα ισχύος της αγοράς, το οποίο δεν είναι ποτέ ευδιάκριτο ως τέτοιο. Η αμφιθυμία του τόπου του ενσωματωμένου και αναδυόμενου εγκεφάλουσώματος είναι ότι προέκυψε ως μια ισχυρή κριτική πρακτική, η οποία αμφισβητεί τον κυρίαρχο αποπλαισιωμένο και ά χρονο ατομισμό, ο οποίος διαδίδεται στην καθημερινή κουλτούρα όπως και στη νευροεπιστήμη, την εξελικτική βιολογία και την ψυχολογία/αναπτυξιακή επιστήμη στις κοινωνίες του Παγκόσμιου Βορρά. Αλλά αυτή η ώθηση προς την καταστροφή του ατομικού δρώντος υποκειμένου απορροφήθηκε σταδιακά μέσα στον λόγο του ευέλικτου ατόμου που έρχεται να αντικαταστήσει προηγούμενες ιδέες σχετικά με το αφαιρετικό λογικό αυτόνομο υποκείμενο (Papadopoulos, 2003). Το ευέλικτο άτομο επικεντρώνεται στην αυτό μετατροπή προκειμένου να πετύχει στο παρόν, παραμελώντας ευρύτερες μελλοντικές συνέπειες των πράξεών του (Schull & Zaloom, 2011). Η κοινωνική, υποκειμενική, νευρωνική ευελιξία δεν είναι απλώς ο στόχος ή ο τρόπος λειτουργίας της αυτο λογικότητας, αντίθετα είναι η απαραίτητη συνθήκη του ενσωματωμένου φιλελεύθερου ατομισμού στον Παγκόσμιο Βορρά. Ο έλεγχος είναι ενσωματωμένος, ασκείται με το να τίθεται σε μια συνεχή διαδικασία μετατροπής των ίδιων μας των υλικών υπάρξεων (βλ. Pitts Taylor, 2010 και το editorial στο Cromby, Newton, &Williams, 2011). Τα άτομα είναι σε μια μόνιμη διαδικασία αυτό καθορισμού θα πίστευε σχεδόν κάποιος ότι δεν πεθαίνουμε ούτε ζούμε ποτέ, απλώς αδιάκοπα καθορίζουμε και δουλεύουμε πάνω στους εγκεφάλους μας και τα σώματά μας (Martin, 2010). Η σύγχρονη πολιτική διακυβέρνηση αντιμετωπίζει το άτομο ως ένα άθροισμα ιδεών, σωματικών μελών, hi tech μηχανών, χημικών ουσιών, περιβαλλοντικών παραγόντων, το οποίο διαρκώς δημιουργεί και ανα δημιουργεί τον εαυτό του, αγωνιζόμενο να πετύχει μια συγκεκριμένη θέση σε ένα κοινωνι

ΕΠΑΝΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ 207 κό πλέγμα, το οποίο δε θα μπορούσε να ταυτοποιηθεί ως μια ολότητα (Martin, 2002 Papadopoulos, 2008). Η αμφιθυμία του ενσωματωμένου εγκεφάλου σώματος είναι η διπλή του προσχώρηση και στη χειραφέτηση και τον έλεγχο: το κίνημα προς την ενσωμάτωση ξεκίνησε από τις πιέσεις των κριτικών κοινωνικών κινημάτων και του κοινωνικού ακτιβισμού (συγκεκριμένα των φεμινιστικών, των gay και των αντιρατσιστικών κινημάτων) στο τεχνοεπιστημονικό πλέγμα γνώσης που διερευνά τον εγκέφαλο και το σώμα. Αλλά οι απελευθερωτικοί κόσμοι εγκεφάλου σώματος, τους οποίους αυτά τα χειραφετητικά κινήματα έθεσαν σε κίνηση, σταδιακά υιοθετούνται από τη νεοφιλελεύθερη γεωκουλτούρα που αναδύεται μετά τη δεκαετία του 1980. Αυτό θα μπορούσε να κατανοηθεί ως μια αποτυχία των κινημάτων χειραφέτησης. Αλλά αυτή η κατανόηση θα σήμαινε, ότι υπάρχουν καθαρές, αγνές, αιώνιες απελευθερωτικές απαντήσεις. Δεν είναι όμως αυτό το ζήτημα αντίθετα, η οικειοποίηση της χειραφετητικής σκέψης και του ακτιβισμού μαρτυρά τη σημασία και την κεντρικότητα της κριτικής του στην κοινωνική ζωή και της δυνατότητάς του να αλλάξει τις συνθήκες της ύπαρξης (Papadopoulos, Stephenson & Tsianos, 2008). Ενάντια στις θέσεις, οι οποίες βλέπουν την κριτική σκέψη και τον ακτιβισμό ως ένα περιθωριακό και περιθωριοποιητικό λόγο (π.χ. Latour, 2004), η ιστορία και η πρακτική του εγκεφάλου σώματος υποστηρίζει μια διαφορετική οπτική. Τα κινήματα χειραφέτησης έχουν ανοίξει έναν χώρο για την επιτέλεση του εγκεφάλου σώματος ως ενσωματωμένου, έναν χώρο που δεν υ πήρχε πρότερα, έναν χώρο που ήρθε πριν τον έλεγχο και είχε τη δυνατότητα να δημιουργήσει νέες απελευθερωτικές συνθήκες. Η γένεση νέων απελευθερωτικών μορφών ύπαρξης ανάγκασαν τον έλεγχο να αλλάξει και να αναδιοργανώσει τον εαυτό του προκειμένου να είναι ικανός να ανταποκρίνεται και τελικά να ιδιοποιηθεί αυτά τα κινήματα: η ιδέα του ενσωματωμένου εγκεφάλου σώματος βαθμιαία υιοθετήθηκε από τον λόγο της αναγέννησης του εγκεφάλου σώματος μέσα από τον ίδιο του τον ανασυνδυασμό.

208 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ VI. Από την ενσωµάτωση και την ανάδυση στην πλαστικότητα και τους αυτογενετικούς εγκεφάλους-σώµατα Η έρευνα για τον ανασυνδυασμό δεν είναι απλά ένα αφηρημένο ιδανικό που αντηχεί μέσα στους παράλληλους λόγους της κοινωνικής χειραφέτησης και του κοινωνικού ελέγχου αλλά εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την κοινωνικό τεχνική υλικότητα της ύπαρξης. Η ενσωμάτωση και η ανάδυση έχουν, για παράδειγμα, μια κρίσιμη συνεισφορά στον επανακαθορισμό των πεδίων της τεχνητής νοημοσύνης και των τεχνητών μηχανών με το να υποκινούν μια ριζοσπαστική πρακτική κριτική των κογκνιτιβιστικών μοντέλων της ρομποτικής (Balsamo, 1995 Hayles, 1999 Varela, Thomson & Rosch, 1991). Μία από τις βασικές παραδοχές αυτών των μοντέλων είναι η ενδεχόμενη πιθανότητα να αντιγράψουν τις λειτουργίες του ανθρώπινου νου και να δημιουργήσουν έναν τεχνητό οιονεί ανθρώπινο εγκέφαλο. Αυτός ο οιονεί εγκέφαλος θα μπορεί να διεξάγει έλεγχο στα αισθητικοκινητικά υποσυστήματα και να δρα ως μια συσκευή ελέγχου υπεύθυνη για την αυτόνομη λύση των προβλημάτων. Υπό αυτήν την οπτική, η νόηση κυριαρχεί και πάλι στα κυκλώματα της δράσης, του συναισθήματος και της αντίληψης. Αυτή η προοπτική έχει αποδειχτεί αβάσιμη στο πεδίο της ρομποτικής, ειδικά σε σχέση με ανθρωποειδή ρομπότ (Brooks, 1991 Hayles, 1999). Όχι μόνο απέχουμε από την αντιγραφή του ανθρώπινου εγκεφάλου ή από τη δημιουργία οιονεί εγκεφάλων ικανών να διευθύνουν ανθρωποειδή συστήματα, αλλά η έρευνα στην όραση και την κίνηση έχει κάνει αξιοσημείωτες προόδους, οι οποίες αμφισβητούν τη δυνατότητα δόμησης ενός οιονεί εγκεφάλου. Οι θεωρίες της ενσωμάτωσης προσπαθούν να υπερβούν την αντιφατικότητα των κογκνιτιβιστικών προσεγγίσεων: συνδέουν τη νόηση άμεσα με τα κυκλώματα κίνησης και αντίληψης (προοδευτικά επίσης και με αυτά του συναισθήματος) και θέτουν υπό αμφισβήτηση την ίδια την αναγκαιότητα της ύπαρξης ενός οιονεί εγκεφάλου (Brooks, 2002). Η ενσωμάτωση είναι η στρατηγική κλειδί για τη δημιουργία νέων αναδυόμενων μη ανθρώπινων δρώντων υποκειμένων από μια κείμενη προοπτική.

ΕΠΑΝΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ 209 Τα νέα ανθρωποειδή ρομπότ απαλλάσσονται της πίεσης να έχουν εμφυτευμένη συνείδηση από ανθρώπινο χέρι στον τεχνητό τους ε γκέφαλο σώμα. Χρειάζονται απλές γνωστικές αρχιτεκτονικές, εκλεπτυσμένα αισθητικοκινητικά υποσυστήματα, γρήγορο hardware και ένα ικανό ρεπερτόριο κοινωνικο συναισθηματικών ικανοτήτων. Ε μπνευσμένες από τη συμπεριφορά και την κίνηση των ζώων, οι προσεγγίσεις της ενσωμάτωσης στη ρομποτική χρησιμοποιούν μερικώς ανοικτά κονεξιονιστικά δίκτυα για να συνδέσουν διαφορετικά υποσυστήματα εγκεφάλου σώματος των ανθρωποειδών μηχανών και να δημιουργήσουν νέα κοινωνικά δρώντα υποκείμενα. Αυτές οι νέες μηχανές κατέχουν εμπρόθετη δράση και είναι γνήσια αναδυόμενες (Sonigo, 2005): απλές αντιλήψεις εκπυρσοκροτούν σωματικές κινήσεις, οι σωματικές κινήσεις προκαλούν γνωστικές διαδικασίες, με τη σειρά τους αυτές οργανώνουν την αντίληψη, οι αποτυχίες της δραστηριότητας παράγουν νέες συναισθηματικές καταστάσεις, τα συναισθήματα επιτείνουν σωματικές κινήσεις και νέα σενάρια επικοινωνίας, τα οποία απαιτούν πιο γρήγορες αποκρίσεις και πιο πολύπλοκες γνωστικές διαδικασίες και ούτω καθεξής. Στο πεδίο της κείμενης ρομποτικής, η πολυπλοκότητα δεν είναι ένα δώρο από τους ανθρώπους στις μηχανές. Στην πραγματικότητα, το μόνο που μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι είναι να μειώσουν την πολυπλοκότητα και να απλοποιήσουν τις εγκεφαλικές διαδικασίες και τις σωματικές αρχιτεκτονικές. Αυτό που αυτές οι νέες μηχανές κάνουν είναι πολύ πιο εκλεπτυσμένο από αυτό που μπορούν να παράγουν οι άνθρωποι, αφού αυξάνουν την πολυπλοκότητα μέσω του ανασυνδυασμού κείμενων και ενσωματωμένων διαδικασιών σε ζώο άνθρωπος μηχανή υβρίδια (Adam, 1998 Clark,1998 Kember, 2003 Puig de la Bellacasa, 2009 Steels&Brooks, 1995 Suchman, 2007). Ο ανασυνδυασμός εδώ στοχεύει προς κάτι περισσότερο από την αναδιαρρύθμιση των υπαρχουσών ενσωματωμένων αρχιτεκτονικών επαναφέρει στη μνήμη βιοτικές μηχανές που θα είναι τελικά ικανές να αναπαραγάγουν τους εαυτούς τους ανεξάρτητα από την ανθρώπινη παρέμβαση. Είναι ίσως αυτή η συγκεκριμένη διάσταση μιας αυτόοργανωμένης αναπαραγωγής που είναι κεντρική στο φαντασιακό

210 ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΠΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ της πλαστικότητας που διαδίδεται στη νευροεπιστήμη και τη μαζική κουλτούρα (Pitts Taylor, 2010). Εάν κάθε εποχή έχει τον εγκέφαλό της και όπως επιχειρηματολόγησα η σύγχρονη εποχή περιστρέφεται γύρω από τον ενσωματωμένο εγκέφαλο σώμα τότε κάθε εποχή φαντασιώνεται να έχει έναν καλύτερο εγκέφαλο σώμα. Η ενσωμάτωση και η ανάδυση προσφέρουν τη θέα του εύπλαστου εγκεφάλου. Η α νασυνδυασμένη πλαστικότητα είναι η υπόσχεση που δίνουν οι θεωρίες της ενσωμάτωσης και της ανάδυσης, αλλά που όμως δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν πλήρως. Αυτό που είναι κρίσιμο εδώ, δεν είναι μόνο ότι ο εγκέφαλος σώμα είναι αναδυόμενος και ενσωματωμένος αλλά ότι μπορεί επίσης να αλλάξει τον εαυτό του. The Brain That Changes Itself είναι ο τίτλος του best seller των New York Times, γραμμένο από τον Norman Doidge (2008). Αυτό που έχει σημασία δεν είναι η ενσωμάτωση αυτή καθ εαυτή αλλά οι αυτογενετικές δυνατότητες που απελευθερώνει ο ανασυνδυασμένος εύπλαστος εγκέφαλος σώμα. Η ανασυνδυασμένη πλαστικότητα δείχνει προς ένα διαφορετικό μοντέλο για την κατανόηση του ζητήματος εγκεφάλουσώματος ένα μοντέλο που είναι εν τέλει γοητευμένο περισσότερο με αυτό αναπαραγόμενα οργανικά σώματα παρά με διανεμητικά δίκτυα, αυτό οργανωμένα συστήματα και αλληλοδράσεις σώματοςπεριβάλλοντος, οι οποίες κυριαρχούν στις θεωρίες της ενσωμάτωσης. Η πλαστικότητα εδώ αναφέρεται κυρίως στην οικολογική αναπτυξιακή πλαστικότητα του εγκεφάλου σώματος και της νευρωνικής πλαστικότητας. Περιβαλλοντικές επιδράσεις (Gottlieb, Wahlsten & Lickliter, 1998) και εσωτερικές διαδικασίες αλληλόδρασης και οικολογικής συμβίωσης με άλλα σώματα (Margulis, 1998) καθορίζουν το εύρος των πιθανών φαινοτύπων, οι οποίοι μπορούν να πραγματωθούν (Gilbert & Epel, 2009). Ο εύπλαστος εγκέφαλος σώμα είναι παρών στον εαυτό του, αυτό γενετικός αλλά επίσης, δημιουργεί νέες μορφές μέσα από αδιάκοπες αλληλοδράσεις και αναδιαμορφώσεις των διαφορετικών επιπέδων οργάνωσης που συμμετέχουν. Και την ίδια στιγμή δεσμεύεται από τους ενδεχόμενους περιορισμούς, οι οποίοι υπάρχουν στον ίδιο και στην οικολογία του (Robert, 2004). Η αλληλεπίδραση α νάμεσα στην πλαστικότητα και την ειδικότητα, όπως το θέτει ο Steven

ΕΠΑΝΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟ 211 Rose (1998), περιγράφει τη συνθήκη για την εισαγωγή του χρόνου και του πλαισίου της πραγματικής ζωής στο σώμα και τον εγκέφαλο. Ο ανασυνδυασμένος εγκέφαλος σώμα που σημαδεύεται από γεγονότα, όπως αυτά συμβαίνουν στις πολλαπλές αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στο γενετικό, το νευρωνικό, το οργανισμικό και το οικολογικό επίπεδο ύ παρξης (Gottlieb, 1992), υπάρχει μόνο σε οικολογίες πραγματικού χρόνου και πραγματικού κόσμου, και ως εκ τούτου, μπορεί να γίνει κατανοητός μόνο μέσω μιας οικολογικής αναπτυξιακής προοπτικής (Sultan, 2007 Müller, 2007). Η θεωρία της αναπτυξιακής πλαστικότητας του West Eberhard (2003) και η θεωρία του Wexler (2006) για τη νευροπλαστικότητα καθ όλη τη διάρκεια της ζωής, παρέχουν στέρεες περιγραφές του πώς η φαινοτυπική ποικιλότητα συμβαίνει ως μια διαφοροποιημένη διαδικασία που εξαρτάται από ένα μεγάλο αριθμό περιβαλλοντικών παραγόντων, κοινωνικών και πολιτισμικών συνθηκών και από το γενετικό υλικό, που σχηματίζουν διαφορετικά την ύλη ε γκεφάλου σώματος (βλ. επίσης Jablonka & Lamb, 2005 Huttenlocher, 2002 Gilbert& Epel, 2009). VII. Ανασυνδυασµένη πλαστικότητα εφαρµοσµένη: επιγένεση και οικοµορφές Ποιες είναι οι απτές εκδηλώσεις του εύπλαστου εγκεφάλου σώματος; Εάν παράγοντες εντός και εκτός του σώματος στην ολότητά τους ε πηρεάζουν την ανάπτυξη και τη μορφή του εγκεφάλου, τότε ποιοι συγκεκριμένοι παράγοντες είναι σημαντικοί για τον σχηματισμό της ύλης εγκεφάλου σώματος και ποιοι όχι; Προκειμένου να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα πρέπει να εξερευνήσουμε τις συγκεκριμένες περιβαλλοντικά επαγόμενες παραλλαγές που επηρεάζουν την ανάπτυξη εγκεφάλου σώματος. Αυτή είναι η στροφή στην επιγενετική (Gottlieb, 2007 Robert, 2004 van Speybroeck, van de Vijver & de Waele, 2002). «Η επιγενετική ορίζεται εδώ ως εκείνοι οι γενετικοί μηχανισμοί που δημιουργούν φαινοτυπικές παραλλαγές χωρίς να μεταβάλλουν την ακολουθία των ζευγών βάσεων των νουκλεοτιδίων των γονιδίων» (Gilbert & Epel, 2009: 12). Οι επιγενετικοί παράγοντες θε