Ανάδυση συστημικής επιστήμης, επικοινωνία, μάθηση MMedSci,IADAC,CGP,CFT,ECP Κλινικός Ψυχολόγος, Ψυχοθεραπευτής Θεραπευτής Οικογένειας, Σύμβουλος Τοξικοεξαρτήσεων
Κυβερνητική
Ο όρος εισήχθη από τον μαθηματικό Norbert Weiner το 1948 στο βιβλίο του Cybernetics, or the study of control and communication in the animal and the machine, για να περιγράψει ρυθμιστικά απλά και πολύπλοκα συστήματα που λειτουργούν με βρόγχους ανάδρασης Από την ελληνική λέξη «κυβερνήτης» Στον Πλάτωνα παρουσιάζεται ως η επιστήμη για αποδοτική κυβέρνηση
Η κυβερνητική ως κλάδος προήλθε από μια σειρά διεπιστημονικών συναντήσεων 1944-53 των οποίων χορηγός ήταν το Josiah Macy Jr. Foundation στη Νέα Υόρκη και στις οποίες συμμετείχαν μεταξύ άλλων και οι John von Newmann, Norbert Wiener, Heinz von Foerster, Ross Ashby, Gregory Bateson, Margaret Mead. Στη δεκαετία του 1950 συνδέθηκε με τη ΓΘΣ του Bertalanffy ως προσπάθεια να υπάρξει μια ενωμένη επιστήμη για την αποκάλυψη κοινών αρχών λειτουργίας ανοιχτών εξελισσόμενων συστημάτων (systems science)
Γενικά η κυβερνητική επηρέασε τη γέννηση μιας πληθώρας νέων επιστημών όπως η θεωρία ελέγχου, η επιστήμη των υπολογιστών, η θεωρία της επικοινωνίας, η θεωρία των αυτομάτων, η θεωρία των παιγνίων, η τεχνητή νοημοσύνη και η γνωσιακή επιστήμη. Ήταν ο Gregory Bateson, Άγγλος ανθρωπολόγος και εθνολόγος που εισήγαγε τις ιδέες της πρώτης κυβερνητικής στις κοινωνικές επιστήμες
Η πρώτη κυβερνητική μελετά τη δομή και τον έλεγχο του συστήματος μέσω μηχανισμών ανάδρασης και αναζητά παγκόσμιους νόμους και κώδικες για όλα τα συστήματα Το παρατηρούμενο σύστημα είναι ξεχωριστό από τον παρατηρητή που μπορεί αντικειμενικά να το μελετήσει και να επιφέρει αλλαγές, μένοντας ο ίδιος εκτός συστήματος
Νωρίς στη δεκαετία του 1970 εμφανίζεται στο προσκήνιο αυτό που ονομάστηκε δεύτερη κυβερνητική (second order cybernetics), σύμφωνα με την οποία ο παρατηρητής είναι μέρος του συστήματος και επηρεάζει το σύστημα όπως και επηρεάζεται από αυτό. Στη φυσική για παράδειγμα ένα σωματίδιο άλλοτε «εμφανίζεται» ως μάζα και άλλοτε ως ενέργεια αναλόγως του πως το «μετράμε»
Huberto Maturana, βιολόγος, Francisco Varela, γνωσιακός επιστήμων, Heinz von Foerster, κυβερνητικός, Ernst von Glaserfeld, γνωσιακός ψυχολόγος Στην θεραπεία οικογένειας οι μετανεωτερικοί (H. Anderson, H. Goolishian, T. Andersen, M. White) ακολουθούν τη δεύτερη κυβερνητική
Συστήματα και Γενική Θεωρία Συστημάτων (ΓΘΣ)
Η εμφάνιση της ΓΘΣ ήταν μια μεγάλη διανοητική και πρακτική αλλαγή στις επιστήμες και στην κλινική πράξη στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα Αν και ονομάστηκε έτσι από τον βιολόγο Ludwig von Bertalanffy ο οποίος συνέβαλε πάρα πολύ στη διαμόρφωση των εννοιών, η θεωρία συστημάτων προήλθε από εξελικτικές μακρόχρονες διεργασίες στον επιστημονικό τρόπο θεώρησης των πραγμάτων
Πολλοί επιστήμονες σε διαφορετικά επιστημονικά πεδία δούλευαν σε παρόμοιες έννοιες όταν το 1945 ο Bertalanffy δημοσίευσε τη ΓΘΣ Οι ιδέες του βρήκαν μεγάλη ανταπόκριση στον επιστημονικό κόσμο όπου ο κυρίαρχος ερευνητικός προσανατολισμός ήταν αυτός του μηχανιστικού / αναγωγικού (mechanism / reductionism) τρόπου σκέψης
Αριστοτελική τελεολογία (1900 έτη μέχρι τον 17ο αιώνα) Τελεολογία: η μελέτη των τελικών αιτίων το να κατευθύνεσαι προς ένα συγκεκριμένο τέλος (σκοπός) η πίστη ότι τα φυσικά φαινόμενα είναι καθορισμένα από έναν σκοπό στη φύση
Σε συνδυασμό με την μεσαιωνική θεολογία και ηθική ήταν ο επιστημονικός τρόπος σκέψης του μεσαίωνα Βασισμένη στη λογική και την πίστη αυτή η οργανική άποψη για τον κόσμο έχει ως κύριο στόχο την κατανόηση του νοήματος και της σημαντικότητας των πραγμάτων παρά την πρόβλεψη και τον έλεγχο όπως θα συμβεί αργότερα. Μια τέτοια θεώρηση δεν ευνοούσε την εμπειρική μελέτη των πραγμάτων και των φυσικών φαινομένων καθώς και την αναζήτηση εξηγήσεων άλλων από τις τελεολογικές
Μηχανιστικός / αναγωγικός (mechanistic / reductionistic) τρόπος σκέψης Ξεκίνησε τον 17ο αιώνα με τον Γαλιλαίο τον Καρτέσιο, τον Νεύτωνα και κυριάρχησε για τα επόμενα 300 χρόνια Σύμφωνα με αυτόν τον τρόπο σκέψης καθετί στον κόσμο κυβερνάται από άκαμπτους νόμους μηχανικής ή γραμμικής αιτιολογίας Η φυσική έγινε το μοντέλο για κάθε επιστήμη
Ο επιστημονικός στόχος ήταν να κατατμήσουμε την πραγματικότητα σε κάθε φορά μικρότερα κομμάτια, έτσι ώστε να καθορίσουμε τις αιτίες συγκεκριμένων γεγονότων ή μονάδων Οι επιστήμονες επιχειρούν να βρουν τους νόμους που κυβερνούν τα μέρη και μετά να κατανοήσουν τα πολύπλοκα φαινόμενα ως αποτέλεσμα της κατανόησης των βασικών μερών τους
«Το όλον δεν είναι τίποτα περισσότερο από το άθροισμα των μερών του» Το παράδειγμα από την ψυχολογία είναι το «ερέθισμα αντίδραση» που υποδηλώνει έναν γραμμικό τρόπο σκέψης όπου το Α προκαλεί το Β αυτό με τη σειρά του το Γ κοκ
Νέες θεωρίες του 20ου αιώνα (σχετικότητα κβαντική φυσική) Χρησιμοποίηση ολιστικών μοντέλων Οργανισμικές θεωρίες σε διάφορα επιστημονικά πεδία Η οργανισμική θεώρηση μελετά τις οργανωτικές αρχές ή σχέσεις όταν ολόκληρο το σύστημα λαμβάνεται υπόψη
Ο αναγωγισμός μελετά μέρη σε απομόνωση ενώ η οργανισμική προσέγγιση επικεντρώνεται σε ολόκληρο το σύνολο και στις σχέσεις που παράγονται από τη δυναμική αλληλεπίδραση των μερών του όλου Η πρώιμη δουλειά του Bertalanffy στη βιολογία τον έκανε να υιοθετήσει τις οργανισμικές αρχές Όταν δημοσίευσε τη ΓΘΣ βρήκε παράλληλες εξελίξεις στην κυβερνητική, στη θεωρία των παιγνίων, της πληροφορίας, της λήψης αποφάσεων κλπ
Ο ίδιος ο Bertalanffy αναγνώρισε ότι υπήρχαν οργανισμικές / συστημικές εξελίξεις στην ψυχιατρική και ψυχολογία (Kurt Goldstein, Karl Menninger, Ray Grinker, Carl Rogers, Silvano Arieti, Gordon Allport, Abraham Maslow) O Gregory Bateson υιοθέτησε τη συστημική προσέγγιση στις κοινωνικές επιστήμες και με τη δουλειά του για την επικοινωνία στο Palo Alto την εισήγαγε στη θεραπεία οικογένειας που τότε ήταν στα σπάργανα
«Το όλον είναι διαφορετικό από το άθροισμα των μερών του» είναι το συστημικό σκέπτεσθαι Το όλον πρέπει να μελετάται ως όλον Η συστημική σκέψη δεν καθιστά την προηγούμενη επιστημονική δουλειά άχρηστη. Η αναγωγική σκέψη και τρόπος δουλειάς είναι χρησιμότατα στην τεχνολογία για παράδειγμα Ούτε η αναγωγική ούτε η συστημική σκέψη είναι ο μόνος πιθανός τρόπος για να δούμε τον κόσμο
Επικοινωνία και επεξεργασία πληροφορίας
Τρεις πλευρές της επικοινωνίας (Watzlawick, Beavin, Jackson 1967, Pragmatics of Human Communication) Σύνταξη syntax Περιλαμβάνει τους γραμματικούς κανόνες της γλώσσας. Αναφέρεται στις συμβάσεις που χρησιμοποιούμε όταν οι λέξεις τοποθετούνται μαζί σε προτάσεις και παραγράφους, για να εκφράσουν κάποιο μήνυμα.
Σημασιολογία semantics Ασχολείται με το νόημα των λέξεων. Επίσης, με τους κανόνες που διέπουν τη σχέση μεταξύ λέξεων ή φράσεων και του νοήματός τους, όπως και με την καθαρότητα της γλώσσας και της χρήσης της σε συγκεκριμένες καταστάσεις.
Πραγματολογία pragmatics Είναι η μελέτη των συμπεριφορικών αποτελεσμάτων της επικοινωνίας. Σχετίζεται τόσο με τη μη λεκτική συμπεριφορά και με το πλαίσιο της επικοινωνίας όσο και με το σημασιολογικό περιεχόμενο του τι λέγεται. Είναι γνωστό ότι η μη-λεκτική συμπεριφορά όσο και το πλαίσιο της επικοινωνίας δείχνει αν κάτι λέγεται ως αστείο, απειλή, απολογία κλπ.
Αξιώματα ιδιότητες επικοινωνίας (Watzlawick, Beavin, Jackson 1967, Pragmatics of Human Communication) Είναι αδύνατο να μην επικοινωνείς Όλη η συμπεριφορά που συμβαίνει όταν ένα πρόσωπο είναι κοντά σ ένα άλλο μεταφέρει κάποιο μήνυμα. Δεν υπάρχει αντίθετο της συμπεριφοράς, δεν υπάρχει μη-συμπεριφορά, έτσι δεν υπάρχει μη-επικοινωνία.
Η επικοινωνία έχει πλευρές σχέσης Όταν επικοινωνούμε δεν μεταφέρουμε απλά πληροφορίες. Ορίζουμε επίσης τη σχέση μας. Σε κάθε επικοινωνία υπάρχει ένα επίπεδο περιεχομένου και ένα επίπεδο σχέσης. (π.χ. σπανακόπιτα) Στίξη τονισμός υπογράμμιση (punctuation) Ο σύζυγος αργεί επειδή η σύζυγος γκρινιάζει. Η σύζυγος γκρινιάζει επειδή ο σύζυγος αργεί. Δεν μπορούν να μετα-επικοινωνήσουν για την υπογράμμιση
Ψηφιακή και αναλογική επικοινωνία Στην ψηφιακή τα μηνύματα κωδικοποιούνται σε λέξεις προφορικώς ή γραπτώς π.χ. «Το λεωφορείο περνά στις 3:00». Η αναλογική επικοινωνία δεν είναι λεκτική. Είναι η στάση του σώματος, οι εκφράσεις του προσώπου, ο τόνος της φωνής, η ποίηση, η μουσική, η ζωγραφική κλπ. Άλλες μορφές αναλογικής επικοινωνίας είναι οι αγκαλιές, τα φιλιά ο τρόπος που ντυνόμαστε, που βαφόμαστε κλπ.
Ψηφιακή επικοινωνία: αριστερό ημισφαίριο Αναλογική επικοινωνία: δεξιό ημισφαίριο Όταν τα ψηφιακά και τα αναλογικά μηνύματα ενός ατόμου ή/και ομάδας είναι αλληλοσυγκρουόμενα τότε τα αναλογικά είναι τα πιο ακριβή των συναισθημάτων του/της.
Συμμετρική και συμπληρωματική αλληλεπίδραση Συμμετρική: ισότητα στη σχέση (φίλοι) Συμπληρωματική: ανισότητα στη σχέση (γιατρός ασθενής, δάσκαλος μαθητής) Το καθένα μπορεί να είναι υγιές. Αυτό που είναι χρήσιμο είναι η ευκαμψία, η ελαστικότητα.
Το μοντέλο McMaster για την οικογενειακή λειτουργικότητα εξετάζει ανάμεσα σε άλλες παραμέτρους και τη φύση της επικοινωνίας στην οικογένεια που μπορεί να είναι αρκετή ή μη-αρκετή, καθαρή ή καλυμμένη, ευθεία ή έμμεση.
Όταν κάποιος επικοινωνεί κάτι σε κάποιον άλλον τότε ο δεύτερος μπορεί να απαντήσει με 3 τρόπους: Αποδοχή της επικοινωνίας Απόρριψη της επικοινωνίας Μη-επιβεβαίωση της επικοινωνίας Τα συμπτώματα μπορεί να είναι επικοινωνία
Παράδοξη επικοινωνία «Θα σε επισκεφθώ το απόγευμα χωρίς να το περιμένεις» «Λέω ψέματα» «Αγνοήστε αυτή την πινακίδα» «Να είσαι ο εαυτός σου» «Να είσαι αυθόρμητος»
Θεωρία λογικών τύπων των Russell and Whitehead. Καθετί που εμπλέκει όλα τα μέρη ενός συνόλου δεν μπορεί να είναι μέρος αυτού του συνόλου. Έτσι δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τη γλώσσα και τη μετα-γλώσσα σαν να είναι ενός επιπέδου. Στο παράδειγμα του φαύλου κύκλου αυτού που λέει «λέω ψέματα» έχουμε μια δήλωση και μια μεταδήλωση, δηλαδή μια δήλωση για τη δήλωση, που είναι διαφορετικού επιπέδου
Θεωρία της μάθησης
Μεγάλο μέρος της συμπεριφοράς μαθαίνεται. Η υπόλοιπη είναι βιολογικά προκαθορισμένη. Το καταλαβαίνουμε ή όχι οι θεραπευτές χρησιμοποιούμε όλες τις μεθόδους στη μάθηση νέας συμπεριφοράς που είναι ένας από τους στόχους της θεραπείας Γνωρίζουμε αρκετές διεργασίες με τις οποίες συμβαίνει η μάθηση. Αυτές μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
Αντιδραστική εξαρτημένη μάθηση (Respondent Conditioning) Κλασική εξαρτημένη μάθηση (Classical Conditioning) Μορφή μάθησης όπου ένα αρχικά ουδέτερο εξαρτημένο ερέθισμα (ήχος κουδουνιού) προκαλεί μια εξαρτημένη αντίδραση (έκκριση σάλιου), σαν αποτέλεσμα της επαναλαμβανόμενης παρουσίασής του μαζί με το ανεξάρτητο ερέθισμα (τροφή), το οποίο αρχικά προκαλούσε την εξαρτημένη αντίδραση. Βασίζεται σε πειραματική τεχνική που ανέπτυξε ο I. Pavlov.
Συντελεστική εξαρτημένη μάθηση (Operant Conditioning) Μορφή μάθησης στην οποία η πιθανότητα επανάληψης μιας αντίδρασης καθορίζεται από τις επακόλουθες συνέπειες (ενίσχυση ή τιμωρία). Σε αντίθεση με την κλασσική εξάρτηση, το άτομο ή το ζώο πρέπει να ενεργήσει από μόνο του για να αποκτήσει κάτι επιθυμητό, μαθαίνοντας έτσι ότι η αντίδρασή του συντελεί στη μεταβολή του περιβάλλοντός του. Σχετικά πειράματα έκανε ο B.F. Skinner.
Θεωρία της κοινωνικής μάθησης (Social Learning Theory) Μίμηση προτύπου (Modeling) Η άποψη που αναπτύχθηκε από τον A. Bandura ότι το μεγαλύτερο μέρος της προσωπικότητας σχηματίζεται μέσω της παρατήρησης και μίμησης της συμπεριφοράς των άλλων. Π.χ. τα μικρά σηκώνουν το ακουστικό και τηλεφωνούν χωρίς να πάρουν αριθμό
Κοινωνική γνωστική θεωρία (Social Cognitive Theory) Μάθηση μέσω του γνωσιακου (Learning by cognition) Η μάθηση που συντελείται χρησιμοποιώντας τις γνωστικές λειτουργίες της προσοχής, μνήμης κλπ. σε συνδυασμό με παρατήρηση και μίμηση. Π.χ. ανακάλυψη της πενικιλίνης