ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: «ΜΟΡΦΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟ ΕΞΩΣΧΟΛΙΚΟ, ΠΑΙΔΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ» ΓΚΛΙΟΓΚΟΥ ΧΡΙΣΤΙΝΑ



Σχετικά έγγραφα
Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης.

ICOM και ΜΟΥΣΕΙΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ΑΡΗΣ ΑΣΛΑΝΙΔΗΣ Φυσικός, M.Ed. Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας

Μουσεία και Εκπαίδευση (υποχρεωτικό 3,4 εξ.) Προσδοκώμενα αποτελέσματα: Στη διάρκεια του μαθήματος οι φοιτητές/τριες

Τύπος Εκφώνηση Απαντήσεις

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ

III_Β.1 : Διδασκαλία με ΤΠΕ, Γιατί ;

ΔΕΠΠΣ. ΔΕΠΠΣ και ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

Ελληνικό Παιδικό Μουσείο Κυδαθηναίων 14, Αθήνα Τηλ.: , Fax:

ΣΧΕΔΙΟ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Σχ. Έτος: «Τα παιδικά αναγνώσματα και η πορεία τους από τον 19 ο αιώνα έως και σήμερα».

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΩΝ ΜΥΚΗΝΩΝ. «Τα μυστικά ενός αγγείου»

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΦΙΛΑΝΑΓΝΩΣΙΑΣ

Α.Π.Θ. Α.Π.Θ. Διά Βίου Μάθησης. Μάθησης. Ποίηση και Θέατρο Αρχαία Ελλάδα

«Οι σελίδες αφηγούνται»

Τίτλος μαθήματος ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΜΟΥΣΕΙΑΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ. ΤΥΠΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Επιλογής / Ενότητα Τεχνών ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΕΙΡΗΝΗ ΝΑΚΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)»

Το μάθημα των Νέων Ελληνικών στα ΕΠΑΛ: Ζητήματα διδασκαλίας και αξιολόγησης. Βενετία Μπαλτά & Μαρία Νέζη Σχολικές Σύμβουλοι Φιλολόγων 5/10/2016

185 Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης Ιωαννίνων

Οδηγός. Σχολιασμού. Διπλωματικής Εργασίας

Δομή και Περιεχόμενο

Α. Στόχοι σε επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων

Αναλυτικό Πρόγραμμα Λογοτεχνίας. εμινάρια ΕΜΕ Φιλολογικών Μαθημάτων, επτέμβριος 2014

ΓΛΩΣΣΑ Γ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ. Πέτρος Κλιάπης 3η Περ. Ημαθίας

Η ΤΑΞΗ ΩΣ «ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ» «ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ»

Α. Δράσεις που αναπτύσσονται στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης «Πάφος 2017»

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Ελληνικό Παιδικό Μουσείο Κυδαθηναίων 14, Αθήνα Τηλ.: , Fax:

Τα φύλα στη λογοτεχνία Τάξη: Α Λυκείου

ΠΡΟΣ : ΚΟΙΝ.: Ι. ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ

Παρουσίαση Βιβλίου. Δημήτρης Γερμανός Τμήμα Επιστήμων Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μίου Κρήτης «Επιστήμες Αγωγής»

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΕΤΟΥΣ *

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥ ΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΕΙ ΙΚΟ ΜΕΡΟΣ: ΚΛΑ ΟΣ ΠΕ02 (78 ώρες)

12 Ο ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΧΟΡΟΣ στην εκπαιδευση

Περιβαλλοντικές διαδρομές στα ίχνη του παρελθόντος, αναζητώντας ένα βιώσιμο μέλλον. Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Λαυρίου

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ Επεξηγήσεις συμβόλων/αρχικών γραμμάτων:

Μεθοδολογία ερευνητικής εργασίας

Διδακτική της Λογοτεχνίας

Κριτήρια και αποφάσεις σχετικά με την Προμήθεια Βιβλίων στο πλαίσιο του Προγράμματος της Φιλαναγνωσίας

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Βλ. σχετικά στο έγγραφο Φ.3/1105/141440/ Δ1/ , άρθρα 18 και 25

ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΩΣ ΜΟΡΦΟΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΑΓΑΘΟ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΦΡΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Επικοινωνίας» ΦΟΡΜΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΟΜΙΛΟΥ ΡΗΤΟΡΙΚΗΣ ΕΙΡΗΝΗ ΒΟΓΙΑΤΖΗ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΕΚΠ/ΚΟΥ. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΟΜΙΛΟΥ «Εργαστήρι Δημιουργικού Λόγου και

Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση, Δια βίου Μάθηση: Θεωρία και Πράξη

ανθρωπιστικών επιστημών Ηρώ Φραντζή

Ρετσινάς Σωτήριος ΠΕ 1703 Ηλεκτρολόγων ΑΣΕΤΕΜ

«Οπτικοακουστική Παιδεία:... αδιέξοδα και διαδρομές»

«Ανακαλύπτοντας τους αρχαιολογικούς θησαυρούς της Επαρχίας Ελασσόνας»- Μια διδακτική προσέγγιση

Μεθοδολογία 2014 (για το Σεμινάριο Όπερες του Μότσαρτ)

Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (676)

Η εκπαίδευση των παιδιών από την Αρχαιότητα μέχρι και το Διαφωτισμό, Α

ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (ΠΣ) Χρίστος Δούκας Αντιπρόεδρος του ΠΙ

Η διαπολιτισμική διάσταση των φιλολογικών βιβλίων του Γυμνασίου: διδακτικές προσεγγίσεις

Το μυστήριο της ανάγνωσης

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΕΤΟΥΣ

Ο ρόλος της εικόνας στα μαθήματα των φυσικών επιστημών

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ»

Ο ΥΣΣΕΑΣ Ερευνητικό εκπαιδευτικό πρόγραµµα εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης σε ηµοτικά Σχολεία της Ελλάδος

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού

«Το μάθημα της Ιστορίας στο Νηπιαγωγείο, Σύγχρονες παιδαγωγικές προσεγγίσεις και εκπαιδευτικές στρατηγικές»

Τσικολάτας Α. (2012) Μουσεία και προσβασιμότητα: ανάδειξη και αξιοποίηση της διαφοράς. Αθήνα

ΣΕΝΑΡΙΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΣΤΟΡΙΑ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ -ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΙΑ ΤΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

Β2. β) Πρώτα απ όλα: Αρχικά παράλληλα: ταυτόχρονα εξάλλου: άλλωστε

ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΦΛΩΡΙΝΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

Παιδί και Ιστορικά Αρχεία: Προβληματισμοί, Μεθοδολογία, Μελέτη περίπτωσης. Λεωνίδας Κ. Πλατανιώτης Εκπαιδευτικός ΠΕ 02 (Φιλόλογος)

Αξιολόγηση μεταφράσεων ιταλικής ελληνικής γλώσσας

ΕΛΕΥΘΕΡΟ - ΠΡΟΟΠΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ Β Ενιαίου Λυκείου (Μάθημα : Κατεύθυνσης)

Η ΕΚΘΕΣΗ: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ Ι ΣΤΑΘΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Τμήμα Κλασικών Σπουδών και Φιλοσοφίας

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ. 1 η ενότητα:

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

Απαντήσεις: «Η δύναµη των ερωτήσεων» - Ερωτήσεις πριν κατά τη διάρκεια και µετά την ανάγνωση ενός βιβλίου ανειστική Βιβλιοθήκη Ράνια Ιατροπούλου

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. 1 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Ι. Δημόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών. ΤΕΙ Πελοποννήσου

Ψηφίδες για τη Νεοελληνική Γλώσσα

ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΣΕΙΣ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΠΑΛΑΙΟΥ. ΜΑΘΗΜΑ ΠΑΛΑΙΟΥ ΟΔΗΓΟΥ ΣΠΟΥΔΩΝ Κ3: Εισαγωγή στην Επιστήμη της Αρχαιολογίας.

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΚΑΘΗΓΗΤΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ

Αρχαιολογία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων (480 π.χ. - 1ος αι. π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Ε Π Ι Μ Ο Ρ Φ Ω Τ Ι Κ Α Π Ρ Ο Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Α Γ Ι Α Ε Κ Π Α Ι Δ Ε Υ Τ Ι Κ Ο Υ Σ Σ Τ Ο Ν Π Ο Λ Υ Χ Ω Ρ Ο Μ Ε Τ Α Ι Χ Μ Ι Ο

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ Ι ΑΣΚΑΛΙΑΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΦΟΡΜΑΓΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Διδακτική της Λογοτεχνίας

«Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία» Γ ημερήσιου και Γ και Δ εσπερινού ΓΕΛ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Προλογικό σημείωμα της Επιμελήτριας Εισαγωγή... 13

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας

3 βήματα για την ένταξη των ΤΠΕ: 1. Εμπλουτισμός 2. Δραστηριότητα 3. Σενάριο Πέτρος Κλιάπης-Όλγα Κασσώτη Επιμόρφωση εκπαιδευτικών

Πρόσκληση απασχόλησης στο έργο ''Πανδέκτης: Ψηφιακός θησαυρός πρωτογενών τεκµηρίων ελληνικής ιστορίας και πολιτισµού''

Πηγές πληροφόρησης: Πρωτογενείς Δευτερογενείς Τριτογενείς

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΕΤΗΣΙΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Α ΤΑΞΗ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΛΩΣΣΙΚΗΣ & ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: «ΜΟΡΦΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟ ΕΞΩΣΧΟΛΙΚΟ, ΠΑΙΔΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ» ΓΚΛΙΟΓΚΟΥ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ ΦΩΤΕΙΝΗ (ΕΠΟΠΤΡΙΑ) ΚΑΡΑΚΙΤΣΙΟΣ ΑΝ. ΜΠΙΚΑ ΑΝ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2008

2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1 Το πλαίσιο και η δομή της εργασίας... 4-7 1.2 Δομή εργασίας 7-8 1.3 Η Μεθοδολογία της Έρευνας 1.3.1 Καθορισμός του πεδίου της έρευνας...9-14 1.3.2 Το Δείγμα..15 1.3.3 Ο στόχος και ο τρόπος διεξαγωγής της έρευνας... 15-18 2. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ & ΠΑΙΔΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ 2.1 Βασικές διακρίσεις των παιδικών βιβλίων..19-21 2.2 Βιβλία γνώσεων...... 22-24 2.3 Κατηγοριοποίηση των βιβλίων γνώσεων.....25-27 2.4 Κριτήρια αξιολόγησης των βιβλίων γνώσεων...28-30 2.5 Εξωσχολικό παιδικό βιβλίο και σχολείο..... 31-34 3. Η ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ 3.1 Το παιδί στην κοινωνία της εικόνας.....35-37 3.2Τα εικονογραφημένα παιδικά βιβλία & οι κατηγορίες τους 38-43 3.3 Η λειτουργία της εικόνας...44-48 4. Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ 4.1 Σύγχρονες αντιλήψεις για το ιστορικό παρελθόν...49-51 4.2.1 Η διδασκαλία της Ιστορίας στο σχολείο...52-57 4.3 Ο εκπαιδευτικός ρόλος του Μουσείου.. 58-64 5. ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ 5.1 Εισαγωγή...65-70 5.2 Ευρήματα σχετικά με την εκδοτική παραγωγή...71 5.2.1 Η εκδοτική κίνηση.71-77 5.2.2 Εκδόσεις σε σειρές..78-86 5.2.3 Εκδοτικοί οίκοι...87-93 5.2.4 Ελληνικές και ξένες εκδόσεις.94-99 5.2.5.Οι συγγραφείς των «αρχαιολογικών» παιδικών βιβλίων.100-105

3 5.3 Το περιεχόμενο των αρχαιολογικών βιβλίων..106 5.3.1 Κατηγοριοποίηση κατά αρχαιολογικό θέμα.....106-111 5.3.2 Περίοδος αναφοράς.112-116 5.3.3 Κατηγοριοποίηση «αρχαιολογικών βιβλίων» κατά την μορφή τους....117-123 Α. Πραγματογνωστικά βιβλία....124-129 Β. Πραγματογνωστικά βιβλία με λογοτεχνική μορφή.130-139 Γ. Λογοτεχνικά βιβλία....140-143 5.3.4 Βοηθητικά κείμενα...... 144-151 5.4. Η εικόνα..152 5.4.1 Τα είδη της εικόνας.153-156 5.4.2 Ποιότητα εκτύπωσης......157-161 5.5 Το βιβλίο ως αντικείμενο..162 5.5.1 Μέγεθος βιβλίων. 162-163 5.5.2 Σελίδες βιβλίων...164-165 5.5.3 Ποιότητα εξωφύλλου..166-167 6. ΣΥΝΟΨΗ ΤΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...169-178 7. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...179-184

4 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1 ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΑΙ Η ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Η έρευνα αυτή με θέμα τις μορφές προσέγγισης του υλικού παρελθόντος της Ελλάδος στο εξωσχολικό παιδικό βιβλίο αφορά όλα εκείνα τα αντικείμενα, μνημεία και γενικά υλικά τεκμήρια του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού που αποτελούν το θέμα πραγμάτευσης στο παιδικό, εξωσχολικό βιβλίο και ο τρόπος που προσεγγίζονται. Η επιλογή του θέματος ξεκίνησε από το προσωπικό, παράλληλα παιδαγωγικό και επιστημονικό ενδιαφέρον για τους τρόπους γνωριμίας του παιδιού με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Το θέμα θέτει ο ίδιος ο πλούτος της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Η μακραίωνη ιστορία της Ελλάδας έχει αφήσει ανεξίτηλα τα υλικά ίχνη της σ όλο τον ελλαδικό χώρο. Εκτείνεται τόσο μέσα στο χρόνο, όσο και μέσα στο χώρο. Μιλώντας για το πιο μακρινό παρελθόν, εφόσον σ αυτό αναφέρεται η έρευνα, από τις προϊστορικές ανακαλύψεις στο Σέσκλο και στο Διμήνι μέχρι τις Βυζαντινές εκκλησίες, το παιδί μπορεί να γνωρίσει τις διάφορες φάσεις της μακράς ιστορικής πορείας μέσα από τα ίδια τα κατάλοιπα του παρελθόντος. Η Ελλάδα είναι κατάσπαρτη από αρχαιολογικά μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους, πολλά παγκόσμιας ακτινοβολίας (Κνωσός, Μυκήνες, Ακρόπολη, Βεργίνα). Πολλά παιδιά έχουν την τύχη να μεγαλώνουν και να παίζουν δίπλα σε τόπους με μεγάλη αρχαιολογική αξία, να ζουν ή να συναντούν καθημερινά ιστορικά μνημεία, καθώς πολλά από αυτά βρίσκονται μέσα στον πολεοδομικό ιστό των πόλεων ( Τείχη, Αψίδες Θριάμβου, Ακροπόλεις κ.α). Συνεπώς, μέσα από το πλήθος των Αρχαιολογικών μουσείων, των αρχαιολογικών μνημείων και των αρχαιολογικών χώρων που βρίσκονται σε διάφορες πόλεις, το παιδί συναντά πολύ συχνά στοιχεία του πολιτιστικού πλούτου της Ελλάδας. Παρ όλη όμως την έντονη παρουσία της πολιτιστικής αυτής κληρονομιάς διαπιστώνεται ότι όλος αυτός ο πλούτος δεν φθάνει στο άτομο απλά και μόνο με την παρουσία του, τόσο στο παιδί, όσο και στον ενήλικα, δεν αναπτύσσεται μία συστηματική και μόνιμη σχέση με τον πολιτισμό του. Αποτέλεσμα να παρατηρείται μικρή σχέση των παιδιών με την ιστορία, αλλά και μικρή σχέση των γονέων με τα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους. Από την άλλη πλευρά παρατηρείται το ολοένα αυξανόμενο ενδιαφέρον των μουσείων για το σχεδιασμό και την παροχή εκπαιδευτικών προγραμμάτων προσιτά στον πολύ κόσμο, αλλά ιδιαίτερα στο παιδικό κοινό. Τα μουσεία, σύμφωνα με τις

5 σύγχρονες μουσειολογικές θεωρίες, εκλαμβάνονται ως εκπαιδευτικά κέντρα και τα αντικείμενα γίνονται το μέσο γι αυτή την εκπαίδευση. Αποκτούν έτσι ένα εκπαιδευτικό ρόλο που στοχεύει στην άσκηση μιας γόνιμης εκπαιδευτικής και πολιτιστικής πολιτικής 1. Στα πλαίσια του «ανοίγματος» των μουσείων στο κοινό, η εκπαιδευτική και κοινωνική πολιτική αποτελεί προτεραιότητα όλων των μεγάλων μουσείων τις τρεις τελευταίες δεκαετίες 2. Στην Ελλάδα η δεκαετία του 80 υπήρξε καθοριστική 3. Το 1983 έχουμε την ίδρυση του ελληνικού τμήματος του Διεθνούς Οργανισμού Μουσείων (I.C.O.M.), ενώ το 1985 πραγματοποιείται το πρώτο κρατικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Η γέννηση της γραφής» στα πλαίσια των εκδηλώσεων «Αθήνα-Πολιτιστική Πρωτεύουσα 1985». Το 1988 ξεκίνησε η συνεργασία των Υπουργείων Παιδείας και Πολιτισμού με το Ελληνικό Τμήμα του ICOM. Έκτοτε όλο και περισσότεροι φορείς προσφέρουν εκπαιδευτικά προγράμματα. Μία συνεργασία των φορέων αυτών και του υπουργείου Παιδείας είχε ως αποτέλεσμα το σχεδιασμό και την εφαρμογή εκπαιδευτικών προγραμμάτων στο πρόγραμμα για τα δημοτικά σχολεία «Μελίνα- Εκπαίδευση και Πολιτισμός» που ξεκίνησε τη δράση του το 1994. Αποτέλεσμα της συνάντησης μουσείου και παιδαγωγικής είναι η δημιουργία ενός νέου επιστημονικού τομέα, της Μουσειοπαιδαγωγικής «αντικείμενο της οποίας είναι η επιστημονική διερεύνηση και βελτίωση των όρων γόνιμης αξιοποίησης των μουσείων και ευρύτερα του υλικού πολιτισμού προς όφελος της κοινωνίας 4». Παράλληλα οι ανάγκες για εκπαιδευτικά, μουσειακά προγράμματα δημιούργησαν με την σειρά τους την ανάγκη για εξειδικευμένο και καταρτισμένο, επιστημονικό προσωπικό στα μουσεία. Οι ειδικότητες του εμψυχωτή ή του μουσειοπαιδαγωγού δημιουργήθηκαν για να καλύψουν αυτές τις ανάγκες. Με τη σειρά τους οι πανεπιστημιακές σχολές δημιούργησαν ειδικά τμήματα και κατευθύνσεις ανταποκρινόμενες στις νέες αυτές απαιτήσεις (διδασκαλία Μουσειακής Εκπαίδευσης στο Τμήμα Νηπιαγωγών Α.Π.Θ., και αργότερα στο Παν. Θεσσαλίας Διατμηματικό Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Μουσειολογίας Α.Π.Θ. κ.ο.). O υλικός πολιτισμός ερευνάται από την επιστήμη της αρχαιολογίας, το Μουσείο με τη σειρά του εκθέτει τα αποτελέσματα αυτής επιστημονικής έρευνας, 1 Νάκου Ε., «ΜΟΥΣΕΙΑ:Εμείς, τα πράγματα και ο πολιτισμός», εκδ. Νήσος, Αθήνα, 2001, σ.143 2 Ό.π. Νάκου Ε., 2001, σ.177 3 Κόκκινος Γ.-Αλεξάκη Ε., «Διεπιστημονικές προσεγγίσεις στην μουσειακή αγωγή», εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα, 2002, σ. 187-188 4 Ό.π. Νάκου, 2001, σ 177

6 ωστόσο υπάρχουν και άλλες μορφές παρουσίασης του πολιτισμού, λιγότερο ακαδημαϊκές, όπως είναι αυτή των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, που πραγματεύονται συχνά μέσα από ηχηρές και συναισθηματικά φορτισμένες εκφράσεις ζητήματα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς (επιστροφής των μαρμάρων του Παρθενώνα, αρχαιοκαπηλίας, κ.α.),συμβάλλοντας στη δημιουργία στάσεων και αντιλήψεων. Η Κ. Emmot (1987) χαρακτηριστικά αναφέρει ότι «τα θεμέλια των αναπαραστάσεων και των εικόνων μας για το παρελθόν προδιαγράφονται στην παιδική μας ηλικία, όπου η παρουσίαση τους στην εκπαίδευση και στα ΜΜΕ δημιουργεί τις αρχικές, ίσως και τις τελικές εντυπώσεις 5». Ένας άλλος τομέας που διεκδικεί ιδιαίτερα δυναμικά τα τελευταία χρόνια την παρουσίαση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς στα παιδιά είναι οι εκδοτικοί οίκοι με εκλαϊκευμένα, επιστημονικού χαρακτήρα βιβλία. Η σχετική βιβλιογραφία αρχαιολογικού και ιστορικού περιεχομένου βιβλίων για παιδιά γνωρίζει μια σταθερή και ανοδική άνθηση. Ο Α. Καρακίτσιος παρατηρεί, σε μία έρευνα των χρόνων 2003-04, ότι τα εν λόγω βιβλία εκδίδονται σε υψηλό αριθμό, ενώ τα βιβλία με θέμα τη Μυθολογία και τους Ολυμπιακούς αγώνες έχουν μειωθεί 6. Ολοκληρώνοντας τη σκιαγράφηση της παρούσας κατάστασης της διαχείρισης του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού αντιλαμβανόμαστε ένα παράδοξο, το οποίο γεννάει με τη σειρά του κάποια ερωτήματα. Παρόλο το έντονο ενδιαφέρον για την αξιοποίηση του υλικού πλούτου του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού από διάφορους φορείς, μουσεία, πανεπιστήμια, Τύπο, δεν φαίνεται να επηρεάζεται η σχέση του με το άτομο και δη με το παιδί που μας ενδιαφέρει στην παρούσα μελέτη. Ο προβληματισμός μας λοιπόν εντάσσεται στο γενικότερο θέμα του πώς οικοδομείται η αντίληψη για τον υλικό πολιτισμό στα παιδιά. Καθώς τον υλικό πολιτισμό διαχειρίζονται με άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο ακαδημαϊκό τρόπο διάφοροι φορείς, μουσεία, σχολεία, Τύπος, εκδόσεις επιλέξαμε να διερευνήσουμε τον τομέα της εκδοτικής παραγωγής στο εξωσχολικό παιδικό βιβλίο. Θεωρώντας ότι το εξωσχολικό βιβλίο μετά το σχολείο και τα Μ.Μ.Ε. αποτελεί μια σημαντική πηγή πληροφόρησης και ταυτόχρονα ένα μέσο «μεταφοράς» του υλικού παρελθόντος στο παιδί, επιθυμούμε να διερευνήσουμε 5 Κασβίκης Κ., «Αρχαιολογικές Αναγνώσεις και Εκπαίδευση: Ανάλυση περιεχομένου και εικονογράφησης στα εγχειρίδια του δημοτικού»,διδακτορική διατριβή στο τμήμα Φιλοσοφικής Σχολής Α.Π.Θ., 2003, σ. 48 6 Καρακίτσιος Αν., «Περί του παιδικού βιβλίου γνώσης», στο: Διαδρομές, τ.20, 2005, σ. 288-296

7 τον τρόπο με τον οποίο αυτός ο πολιτισμός μεταφέρεται σ αυτό. Η έρευνα φιλοδοξεί να δώσει μια εικόνα των βιβλίων που κυκλοφορούν στην αγορά και να σκιαγραφήσει κατά πόσο αξιοποιείται η πολιτιστική κληρονομιά στον τρόπο αντίληψης του υλικού πολιτισμού και στη δημιουργία σχέσης με αυτόν. 1.2 Δομή Εργασίας Η παρούσα εργασία, όπως προαναφέρθηκε, επιχειρεί μία πρώτη προσέγγιση στα παιδικά, εξωσχολικά βιβλία που πραγματεύονται το υλικό παρελθόν της Ελλάδας με στόχο να απαντηθούν κάποια ερωτήματα σχετικά με το περιεχόμενο και τη μορφή τους, στοιχεία που παίζουν ρόλο στη σχέση που διαμορφώνουν τα βιβλία αυτά ανάμεσα στο παιδί και τον υλικό πολιτισμό που του παρουσιάζουν. Η επεξεργασία των ερωτημάτων αυτών γίνεται σταδιακά μέσα από τα διάφορα κεφάλαια της παρούσης εργασίας, αρχικά σ ένα επίπεδο θεωρητικό (κεφ. 2, 3, 4, ) και εν συνεχεία σ ένα επίπεδο επεξεργασίας του ερευνητικού υλικού, ανάλυσης και εξαγωγής αποτελεσμάτων. Πιο συγκεκριμένα στη συνέχεια της εισαγωγής αφού παρουσιάστηκαν οι λόγοι επιλογής του θέματος με στόχο να διαφανεί τόσο ο επιστημονικός, όσο και ο προσωπικός προβληματισμός για το συγκεκριμένο θέμα ακολουθεί η Μεθοδολογία. Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στο παιδικό βιβλίο. Καθώς το αντικείμενο της έρευνας μας είναι μια κατηγορία του παιδικού βιβλίου παρουσιάζονται ορισμένα θέματα σχετικά με την Παιδική Λογοτεχνία. Γίνεται λόγος για τις βασικές κατηγορίες του παιδικού βιβλίου, με έμφαση στα βιβλία γνώσεως, καθώς και αναφορά στη σχέση των παιδικών βιβλίων με την θεσμοθετημένη εκπαίδευση. Το τρίτο κεφάλαιο αφορά την εικονογράφηση των εν λόγω βιβλίων, καθώς η εικονική αναφορά στα αρχαιολογικά θέματα αποτελεί το δεύτερο άξονα της έρευνας μας μετά την κειμενική. Ο ρόλος της εικόνας στη σύγχρονη εποχή και μια σύντομη αναφορά στην ιστορική διαδρομή των εικονογραφημένων παιδικών βιβλίων μας εισαγάγουν στο θέμα των ειδών και της λειτουργίας της εικονογράφησης. Οι διάφορες λειτουργίες της εικόνας αλλά και οι ποικίλες επιδράσεις της στο παιδί καθώς και οι διάφοροι τρόποι εικονογράφησης καταδεικνύουν τον σημαντικό της ρόλο. Εφόσον τα βιβλία της έρευνα είναι αρχαιογνωστικού περιεχομένου και αναφέρονται στο μακρινό παρελθόν, το τέταρτο κεφάλαιο αναφέρεται στη σχέση του παιδιού με την Ιστορία και στις θεωρητικές μελέτες που αφορούν τη διαδικασία και

8 τη συγκρότηση της ιστορικής γνώσης. Παράλληλα παρατίθενται οι σύγχρονες θεωρίες για τον υλικό πολιτισμό καθώς και η προσέγγιση του μέσα στα Μουσεία μέσα από τα μουσειοπαιδαγωγικά προγράμματα που σχεδιάζονται. Στο πέμπτο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της έρευνας.τα αποτελέσματα της έρευνας αναφέρονται στην παρουσίαση της εκδοτικής κίνησης των βιβλίων που αφορούν την έρευνα στον ελληνικό χώρο (χρονολογική εξέλιξη, έκδοση σε σειρές, εκδοτικοί φορείς, ελληνικές και ξένες εκδόσεις, προτίμηση σε κάποια ιστορική εποχή αναφοράς), στο περιεχόμενο των βιβλίων (ταξινόμηση ως προς το κείμενο και ως προς τα συνοδευτικά κείμενα) στην εικονογράφηση των βιβλίων (τρόποι και είδη εικονογράφησης) και τέλος στο βιβλίο ως αντικείμενο (διαστάσεις, αριθμός σελίδων, υλικό εξωφύλλου). Τέλος ακολουθεί το κεφάλαιο των Συμπερασμάτων όπου αναφέρονται συνολικά τα σημαντικότερα στοιχεία που προέκυψαν από την επεξεργασία των πληροφοριών μας σχετικά με την εικόνα της εκδοτικής παραγωγής παιδικών, εξωσχολικών βιβλίων που πραγματεύονται τον υλικό πολιτισμό στην Ελλάδα.

9 1.3 H ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ 1.3.1 Καθορισμός του πεδίου της έρευνας Σ αυτό το σημείο θεωρούμε αναγκαίες κάποιες επισημάνσεις σχετικά με το θέμα της εργασίας που θα μας βοηθήσουν στην πιο ακριβή χρήση της ειδικής ορολογίας. Ο τίτλος της εργασίας είναι «Μορφές προσέγγισης του υλικού παρελθόντος της Ελλάδας, στο εξωσχολικό παιδικό βιβλίο». Τι εννοούμε με τον όρο «υλικό παρελθόν», «υλικό πολιτισμό»; Η θεωρία του υλικού πολιτισμού έχει ως αντικείμενο μελέτης τα πράγματα, τα αντικείμενα τα οποία θεωρεί ότι φέρουν μέσα τους πολιτισμικά νοήματα και σημασίες. Τα διακρίνει σε φυσικά (ένα κομμάτι ξύλο, μία πέτρα, ένα κόκαλο) και σε κατασκευασμένα από τον άνθρωπο. Τα δεύτερα διακρίνονται σε χρηστικά (εργαλεία, σκεύη καθημερινής χρήσης) και σε έργα τέχνης (τοιχογραφίες, ψηφιδωτά, γλυπτά)( Μ. Ηeidegger, 1986) 7. Ο Κ. Κασβίκης αναφέρει ότι η «ερμηνευτική» αρχαιολογία αντιμετωπίζει τον υλικό πολιτισμό του παρελθόντος «ως το πεδίο έκφρασης των σκέψεων, των συμβολισμών και των ακούσιων ή εκούσιων νοημάτων που αποδίδουν σε αυτόν οι άνθρωποι του παρελθόντος και θέτει ως σκοπό την ερμηνεία αυτών των νοημάτων στο παρόν 8». Συνεπώς η θεωρία του υλικού πολιτισμού αναφέρεται σ όλα τα υλικά στοιχεία του περιβάλλοντος και αποσκοπεί στην ερμηνευτική προσέγγιση των φυσικών και ανθρωπογενών αντικειμένων. Μέσα από αυτή την οπτική ο όρος «αντικείμενα» παραπέμπει στα υλικά στοιχεία που υπάρχουν στο περιβάλλον και «αφηγούνται» κάτι γι αυτό (υπάρχει ο όρος «αρχαιολογικές αφηγήσεις»). Ο τρόπος που δομούνται οι αφηγήσεις αυτές, είτε μέσα από ένα Μουσείο, είτε μέσα από τα παιδικά βιβλία και πώς συμβάλλουν στην δημιουργία αντιλήψεων για την αρχαιότητα στα παιδιά είναι το έδαφος πάνω στο οποίο πατά η έρευνα. Περαιτέρω διευκρίνιση χρειάζεται επίσης ο όρος «παρελθόν» της Ελλάδος, όπως νοείται στην εργασία. Ένας πρώτος περιορισμός που τίθεται στην έρευνα αφορά τον χώρο. Τα παιδικά βιβλία που αναφέρονται στον υλικό πολιτισμό του παρελθόντος δεν αφορούν μόνο την Ελλάδα. Πέραν του ότι η πρώτη διερεύνηση έδειξε ότι τα βιβλία που αναφέρονται στον ελληνικό χώρο υπερισχύουν συντριπτικά έναντι των άλλων (αρχαία Αίγυπτος, Ρώμη, εξωευρωπαϊκοί πολιτισμοί κ.τ.λ.) στην ελληνική εκδοτική παραγωγή, η απόφαση αυτή πάρθηκε για λόγους πρακτικού περιορισμού του αριθμού του δείγματος και κυρίως για λόγους ουσιαστικούς, για την 7 Ό.π. Νάκου Ε., 2001, σ.11 8 Ό.π. Κασβίκης Κ., 2003, σ.44

10 ομοιογένεια του δείγματος. Για τον ίδιο λόγο τέθηκαν και χρονολογικά όρια Με βάση τους περιορισμούς αυτούς τα αποτελέσματα της έρευνας μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να στηρίξουν ερμηνευτικά συμπεράσματα σχετικά με την παρουσίαση και διαχείριση του απώτερου ελληνικού παρελθόντος από την ελληνική εκδοτική δραστηριότητα. Για το λόγο αυτό εξετάσαμε τα παιδικά βιβλία που έχουν αρχαιολογικό και αρχαιογνωστικό χαρακτήρα και εμπίπτουν στην επιστήμη της αρχαιολογίας, προϊστορικής, κλασικής και βυζαντινής. Ξεκινήσαμε χρονικά από την περίοδο της Προϊστορίας και φθάσαμε μέχρι το 1453 μ.χ., ώστε να συμπεριλάβουμε και βιβλία που πραγματεύονται τον υλικό πολιτισμό της Βυζαντινής περιόδου (π.χ. Διαβάζοντας της Βυζαντινές εικόνες, Μ. Ντεκάστρο, Στους Δρόμους του Βυζαντίου, εκδ. Καλειδοσκόπιο, κ.α.). Δεν συμπεριλάβαμε δηλαδή βιβλία που αφορούν τα νεότερα χρόνια και τον υλικό πολιτισμό αυτής της περιόδου (λαϊκή τέχνη) καθώς εμπίπτουν σε άλλη επιστήμη, αυτή της λαογραφίας. Αναφορικά με τον όρο Προϊστορία είναι γεγονός ότι χρησιμοποιείται συχνά με ασάφεια ως προς το ακριβές του περιεχόμενο και συνήθως παραπέμπει στην περίοδο από την εμφάνιση του ανθρώπου έως την επινόηση της γραφής 9. Το χρονικό τέλος της Προϊστορίας δεν είναι το ίδιο για όλους του πολιτισμούς (το 3000π.Χ. για Μεσοποταμία και Αίγυπτο, το 2000π.Χ για Μ. Ασία, το 1000π.Χ για τους Έλληνες) και χωρίζεται σε περιόδους ανάλογα με τη φύση των εργαλείων που χρησιμοποιούσαν τότε οι άνθρωποι (εποχή του Λίθου, του Χαλκού, του Σιδήρου). Παρόλο το εύρος του όρου διαπιστώσαμε ότι τα βιβλία που αναφέρονται στην Προϊστορία (Προϊστορική ζωή, σειρά Αυτόπτης Μάρτυρας, εκδ. Ερευνητές, Πώς ζούσαν οι προϊστορικοί άνθρωποι, εκδ. Ίριδα, κ.α.) πραγματεύονται την Παλαιολιθική και Νεολιθική εποχή των ανθρώπων των σπηλαίων και την τέχνη τους (π.χ. βραχογραφίες) καθώς και ότι τα περισσότερα δεν αφορούν τον Ελλαδικό χώρο ή μόνον αυτό (εξαίρεση το βιβλίο της Ειρ. Νάκου, Ταξίδι στα προϊστορικά χρόνια, 1979). Ακριβώς επειδή για τις περιόδους πριν από την άνθηση των μεγάλων πολιτισμών του Ελλαδικού χώρου την εποχή του χαλκού δε γίνεται διάκριση, συμπεριλάβαμε γενικά τη ζωή κατά τα Παλαιολιθικά και Νεολιθικά χρόνια, καταστρατηγώντας τον περιορισμό του χώρου που θέσαμε εξαρχής. 9 Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Larousse Britannica, τομ. 50

11 Φυσικά μέσα στα χρονικά μας όρια είναι η αρχαιότητα από το 1100π. Χ μέχρι την κατάκτηση της Ελλάδας από τους Ρωμαίους το 146π.Χ 10 και η λεγόμενη ύστερη αρχαιότητα καθώς το επίσημο όριο που τίθεται για την αρχαιότητα για την περιοχή της Αν. Μεσογείου είναι το 395μ.Χ. (θάνατος του Μεγάλου Θεοδοσίου Α ). Και στη συνέχεια τη Βυζαντινή περίοδο μέχρι την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, που αποτελεί και το επίσημο τέλος της 11. Το ευρύτερο πεδίο της έρευνας μας είναι το εξωσχολικό παιδικό βιβλίο. Όπως γίνεται σαφές δεν θα ασχοληθούμε καθόλου με τα σχολικά εγχειρίδια, τα οποία αν και αποτελούν ισχυρό παράγοντα διαμόρφωσης των αντιλήψεων των παιδιών για την αρχαιότητα, ωστόσο είναι προϊόντα της εκάστοτε κρατικής εκπαιδευτικής πολιτικής και εξυπηρετούν τις ανάγκες των Αναλυτικών Προγραμμάτων. Πιο συγκεκριμένα μας ενδιαφέρει μια ειδική κατηγορία βιβλίων που πραγματεύεται το υλικό παρελθόν της Ελλάδος. Στη βιβλιογραφία τα βιβλία αυτά αναφέρονται ως βιβλία «αρχαιογνωσίας» και «μουσειακής εκπαίδευσης» 12 ή ως βιβλία «αρχαιολογίας», «ιστορίας» και «πολιτισμού» 13. Τα βιβλία αυτά που εμείς εδώ συνολικά ονομάζουμε «αρχαιογνωστικά», προκείμενου να συμπεριλάβουμε διάφορα είδη (αρχαιολογικούς και μουσειακούς οδηγούς, βιβλία μυθολογίας, διασκευές αρχαίας ελληνικής γραμματείας κ.α), εντάσσονται ως επί το πλείστον στην γενική κατηγορία των βιβλίων γνώσεων. Βιβλία γνώσεων είναι τα θεματικά βιβλία που δίνουν πληροφορίες για ένα ειδικό θέμα προεκτείνοντας, εμπλουτίζοντας ή συμπληρώνοντας μια ήδη αποκτημένη γνώση, σύμφωνα με τη Μ. Ντεκάστρο 14. Η Μ. Καρπόζηλου αναφέρει ότι τα βιβλία γνώσεων βοηθούν το παιδί να ανακαλύψει «μέσα από τα πράγματα, τα γεγονότα, τα φαινόμενα, τις γενικές έννοιες που διέπουν το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον 15». Τα διακρίνει σε δύο κατηγορίες, στα πληροφοριακά και στα κοινά πραγματογνωστικά. Στα πληροφοριακά εντάσσει τις εγκυκλοπαίδειες, τα λεξικά, τα άλμανακ, τα οποία είναι βιβλία που μπορούν διαβαστούν αποσπασματικά. Τα κοινά πραγματογνωστικά βιβλία έχουν μορφωτικό χαρακτήρα και αναφέρονται σε θέματα όπως η οικολογία, η τεχνολογία, οι εφευρέσεις, τα φυσικά φαινόμενα, οι επιστήμες, η 10 Ιστορία Δ Δημοτικού, «Στα αρχαία χρόνια», εκδ. ΟΕΒΔ, ΙΕ εκδ, 2000, σ. 8-9 11 Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Larousse Britannica, τομ. 11 12 Ό.π. Καρακίτσιος Α., σ.5 13 Καρπόζηλου Μ., «Το παιδί στη χώρα των βιβλίων», εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 1999, σ. 107 14 Ντεκάστρο Μαρίζα, «Σκέψεις γύρω από τα βιβλία γνώσεων», περ. Διαδρομές 19, 2005, σ. 192 15 Βλ Καρπόζηλου Μ., 1999, σ. 84

12 τέχνη. Διατηρούν στενή σχέση και συνάφεια με τη σχολική λογική και είναι βιβλία που απαιτούν προσωπική επιλογή 16. Ένα άλλο χαρακτηριστικό των εν λόγω βιβλίων είναι ότι έχουν πλούσια εικονογράφηση, η οποία συνοδεύεται συχνά από χάρτες, σχεδιαγράμματα, διαφάνειες, τα οποία αποσκοπούν να λειτουργήσουν από μόνα τους ως πηγή πληροφόρησης και περαιτέρω αναζήτησης 17. Στην εκδοτική αγορά τα εικονογραφημένα βιβλία που παραπέμπουν ή που πραγματεύονται το παρελθόν αποτελούν μία πολύ σημαντική κατηγορία, με έντονο αγοραστικό ενδιαφέρον. Στην εξωσχολική, παιδική βιβλιογραφία αρχαιογνωστικού περιεχομένου συναντήσαμε ένα πλήθος βιβλίων που εικονογραφούνται με μνημεία ή αντικείμενα του παρελθόντος, που θα μπορούσαμε να τα κατατάξουμε στις ακόλουθες κατηγορίες: 1. Βιβλία που πραγματεύονται άμεσα θέματα από τον υλικό πολιτισμό της αρχαιότητας. Βιβλία που χρησιμοποιούν, προβάλλουν, προσεγγίζουν αντικείμενα, υλικά τεκμήρια του παρελθόντος, είτε μιλούν για την επιστήμη που τα μελετά (αρχαιολογία), είτε για τις επιμέρους ιστορικές περιόδους κατά τις οποίες δημιουργήθηκαν, είτε για τον χώρο που εκθέτονται (μουσείο). Σ αυτή την κατηγορία συμπεριλαμβάνονται τόσο βιβλία γνώσεων, όσο και κάποια βιβλία λογοτεχνίας. 2. Βιβλία μυθολογικά και διασκευές της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Σ αυτό το είδος συναντήσαμε μεγάλη εκδοτική παραγωγή όπως βιβλία μυθολογίας, διασκευές των μύθων του Αισώπου, των Ομηρικών επών, των κωμωδιών του Αριστοφάνη και τώρα τελευταία και κάποιων τραγωδιών, αφηγήσεις ιστορικών γεγονότων όπως οι Περσικοί πόλεμοι, η Σικελική εκστρατεία. 3. Βιβλία λογοτεχνικά και βιογραφίες ιστορικών προσώπων, των οποίων είτε η δράση, είτε το σκηνικό σχετίζονται με κάποιο χώρο ή μνημείο του παρελθόντος (π.χ. Στη Βέροια και στη Βεργίνα, Θ. Χορτιάτη, Στα παλάτια της Κνωσού, Ν.Καζαντζάκη, Το τέλος του Βυζαντίου, Μ. Ντεκάστρο). Αυτά μπορεί να είναι μυθιστορήματα, διηγήματα, βιογραφίες. 4. Βιβλία αρχαιογνωστικά είτε με ευρύ και ποικίλο θεματικό πεδίο, είτε με κάποιο ειδικό θέμα. Στα πρώτα κατατάξαμε εκείνα που πραγματεύονται 16 Ό.π. Καρακίτσιος Α., σ.2 17 Ό.π. Ντεκάστρο Μ. 2005, σ. 193

13 τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό από διάφορες πλευρές ( ιδιωτική ζωή, πολίτευμα, θρησκεία, θεσμοί), ενώ μονογραφικά ή ειδικού θέματος εκείνα που προσεγγίζουν μια πλευρά του, όπως τη γυναίκα στην αρχαιότητα, τους Ολυμπιακούς Αγώνες, κ.α. Ωστόσο από όλη αυτήν την παραγωγή θα επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας στην πρώτη μόνο κατηγορία, σ εκείνα τα βιβλία στα οποία τα αντικείμενα του ελληνικού παρελθόντος παρουσιάζονται άμεσα. Οι κατηγορίες 2, 3, και 4 είναι βιβλία αρχαιογνωστικού περιεχομένου, αλλά σ αυτά η αναφορά στον υλικό πολιτισμό είναι έμμεση, συνοδευτική και όχι η κύρια. Όπως είναι κατανοητό τα όρια διάκρισης είναι ιδιαίτερα λεπτά και σε πολλές περιπτώσεις η διάκριση και η ένταξη σε κάποια κατηγορία υπήρξε δύσκολη. Σ αυτές τις περιπτώσεις βοηθούσε το παρακείμενο, τα βοηθητικά κείμενα καθώς και η εικονογράφηση για να αποσαφηνισθεί κατά πόσο το βιβλίο αφορούσε στοιχεία του υλικού πολιτισμού. Τα βιβλία της έρευνας στο εξής, για λόγους συντομίας θα τα ονομάσουμε «αρχαιολογικά» παιδικά βιβλία. Το αρχικό μας ερώτημα ξεκινάει από το πώς ένα πραγματικό αντικείμενο, κατάλοιπο και τεκμήριο ταυτόχρονα του παρελθόντος μεταφέρεται σ ένα βιβλίο. Δύο μορφές μεταφοράς υπάρχουν, ως εικόνα και ως λόγος. Η εικονική δηλαδή αναφορά του αντικειμένου και η κειμενική του αναφορά. Ως εικόνα, το αντικείμενο μπορεί να παρουσιασθεί με διάφορες μορφές, είτε άμεσες, είτε πιο έμμεσες. Άμεση θεωρούμε την αναπαραγωγή του πρωτοτύπου μέσα από τη φωτογραφία. Έμμεση τη σχεδιαστική αναπαραγωγή του από ειδικούς (αρχαιολόγους, αρχιτέκτονες, γραφίστες) συνήθως στις περιπτώσεις εκείνες που δεν έχει διασωθεί το πρωτότυπο (όπως το χρυσολεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς του Φειδία) ή απεικονίσεις του αντικειμένου σε μεταγενέστερα. Ακόμα πιο έμμεσα μπορεί να μεταφερθεί ένα αντικείμενο, διασκευασμένο κατά κάποιο τρόπο, από ένα σύγχρονο εικονογράφο παιδικών βιβλίων ειδικά για την εικονογράφηση του συγκεκριμένου βιβλίου, δηλαδή η εικόνα που φέρει το προσωπικό στίγμα και στυλ του εικονογράφου. Αυτή η εικονογράφηση μπορεί να ακολουθεί διάφορες τεχνικές που συναντάμε στα παιδικά βιβλία γενικά (ακουαρέλα, σκίτσο, κολάζ), διάφορα στυλ (κλασικίζον, αφαιρετικό, ελεύθερο). Μπορεί να είναι μια πολύ κοντινή στο πρωτότυπο διασκευή του αντικειμένου, αλλά μπορεί να απέχει πολύ και να φθάνει μέχρι τα κόμικς ή την εντελώς ελεύθερη απόδοση που μόνο την έμπνευση αντλεί από το πρωτότυπο. Στον εικονιστικό κώδικα ανήκουν και διάφορες μορφές αφαιρετικής

14 απόδοσης του αντικειμένου (όψεις, κατόψεις, κ.τ.λ.) αλλά και οι χάρτες και οι χρονογραμμές. Διαπιστώνουμε επομένως ότι το αντικείμενο από την μεταφορά της υλικής του υπόστασης στη δισδιάστατη πραγματικότητα της εικόνας μπορεί να υποστεί μια σειρά από αλλαγές. Η επίπτωση αυτής της μεταφοράς στο παιδί είναι ερώτημα που θα επισημανθεί χωρίς ωστόσο να ερευνηθεί καθώς ξεφεύγει από τα όρια της παρούσας εργασίας. Η δεύτερη μορφή μεταφοράς ενός αντικειμένου είναι η μετατροπή σε λόγο, σε κείμενο. Και σε αυτό το σημείο να διευκρινίσουμε το είδος της αναφοράς. Όπως αναφέρθηκε στην παρούσα μελέτη μας ενδιαφέρουν τα υλικά κατάλοιπα του ελληνικού πολιτισμού, δηλαδή αντικείμενα-τεκμήρια και όχι τα μνημεία λόγου, προφορικά και γραπτά όπως είναι η μυθολογία και η αρχαία ελληνική γραμματεία. Κατ επέκταση ενδιαφερόμαστε για εκείνα τα βιβλία που έχουν ως θέμα ή περιεχόμενο τον υλικό πολιτισμό, των οποίων οι παρεχόμενες πληροφορίες, ή η ιστορία και πλοκή στηρίζεται πάνω στα αντικείμενα, μνημεία, τεκμήρια του υλικού πολιτισμού. Συνολικά και επιγραμματικά θα λέγαμε ότι η παρούσα έρευνα μελετά τις εικονικές και κειμενικές παρουσιάσεις του υλικού πολιτισμού της αρχαιότητας της Ελλάδας στο παιδικό εξωσχολικό βιβλίο. Καθώς τόσο οι εικόνες, όσο και τα κείμενα αποτελούν ερμηνείες για το παρελθόν, δεν είναι το ίδιο το παρελθόν, φέρουν μέσα τους αντιλήψεις γι αυτό, δημιουργούν νοήματα, συμβάλλουν στη διαμόρφωση σχέσεων και στάσεων με το παρελθόν, θεωρούμε ότι αξίζει η περαιτέρω διερεύνηση του θέματος.

15 1.3.2. Το δείγμα Συνοπτικά θα λέγαμε ότι η έρευνα μας στηρίχθηκε σε μια επιλεγμένη παιδική βιβλιογραφία, από καθώς από τη μεγάλη ποικιλία βιβλίων που αφορούν την αρχαιότητα επιλέχθηκαν εκείνα που και με το κείμενο, και με την εικόνα πραγματεύονται τον υλικό πολιτισμό της αρχαιότητας, δηλαδή αντικείμενα, μνημεία, έργα τέχνης, και τα οποία όπως ήδη αναφέρθηκε, δομούν το πληροφοριακό περιεχόμενο τους, είτε την ιστορία τους βάσει αυτών των στοιχείων. Η συλλογή του υλικού πραγματοποιήθηκε με επιτόπια έρευνα κυρίως στα ράφια των μεγάλων βιβλιοπωλείων της Θεσσαλονίκης και ιδιαίτερα σε εκείνα που έχουν παιδικό τμήμα (Πρωτοπορία, Μαλιάρης, Ιανός, Παπασωτηρίου, Βιβλιοκίνηση). Επίσης επισκεφθήκαμε για την συμπλήρωση της έρευνας τη βιβλιοθήκη του Παιδαγωγικού Τμήματος Θεσ/νίκης, τη Δημοτική και τη Βαφοπούλειο βιβλιοθήκη. Προς συμπλήρωση του υλικού ανατρέξαμε σε εκδοτικούς καταλόγους και σε διαδικτυακούς τόπους (internet) των βιβλιοπωλείων και των εκδοτικών οίκων. Το δείγμα των 85 βιβλίων που συγκεντρώθηκε τελικά αφορά εκδόσεις που καλύπτουν το χρονικό διάστημα 1976-2005. Το δείγμα αυτό σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω για την επιστήμη της έρευνας θεωρείται τυχαίο, ωστόσο πιστεύουμε ότι είναι πολύ κοντά στον ακριβή αριθμό και περιέχονται σ αυτά τα περισσότερα σχετικά βιβλία. Θα πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι επειδή η έρευνα αφορά την ελεύθερη αγορά, εξαιρέθηκαν οι εκδόσεις των μουσείων που εξυπηρετούν τα εκπαιδευτικά τους προγράμματα και πωλούνται ή διατίθενται από τα ίδια. Η συλλογή του δείγματος υπήρξε ιδιαίτερα επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία, η αναζήτηση των βιβλίων διήρκεσε από το 2004 έως το 2007 καθώς οι τίτλοι που συναντήσαμε στους κατάλογους και στο Διαδίκτυο έπρεπε να ελεγχθούν αν εμπίπτουν στο θέμα μας. Όσα βιβλία δεν υπήρχαν στα ράφια των βιβλιοπωλείων και στις βιβλιοθήκες και όσα είχαν εξαντληθεί και δεν στάθηκε δυνατό να αποδελτιωθούν εξαιρέθηκαν. 1.2.3 Ο στόχος και ο τρόπος διεξαγωγής της έρευνας Βασικό ερώτημα αυτής της έρευνας υπήρξε το πώς παρουσιάζεται η ελληνική αρχαιότητα και το Βυζάντιο πως χρησιμοποιείται ο πλούτος του υλικού πολιτισμού της γι αυτήν την παρουσίαση στο παιδικό εξωσχολικό βιβλίο. Στόχος μας είναι μια πρώτη διερεύνηση της αγοράς και σκιαγράφηση μιας αδρής εικόνας των «αρχαιολογικών» παιδικών βιβλίων. Να σημειώσουμε ότι δεν θα

16 επιχειρηθεί ερμηνεία των αντιλήψεων που εκφέρουν τα εν λόγω βιβλία, καθώς κάτι τέτοιο είναι εκτός των ορίων της έρευνας. Τα ερευνητικά ερωτήματα που θέσαμε για να απαντήσουμε στο παραπάνω ερώτημα ήταν: 1. Ποια είναι η εικόνα της δραστηριότητας στον τομέα των «αρχαιολογικών» παιδικών βιβλίων στην ελληνική αγορά. Ποιος λ.χ. είναι ο αριθμός και ο ρυθμός των παραγόμενων βιβλίων. Ποιοι εκδοτικοί οίκοι δραστηριοποιούνται και τι μορφή παίρνει η δραστηριότητα του (εκδόσεις σειρών, ομοειδών τίτλων, μεταφράσεις ξένων βιβλίων κτλ) 2. Σε ποιες βασικές κατηγορίες ταξινομούνται βάση του περιεχομένου και της μορφής τους, τα βασικά χαρακτηριστικά κάθε κατηγορίας. 3. Ποια σε γενικές γραμμές είναι η εξωτερική εμφάνιση των βιβλίων αυτών. Επιδιώκεται να εξαχθούν κάποια ποσοτικά κυρίως συμπεράσματα, χωρίς να επιδιώκονται παιδαγωγικές ή άλλες αξιολογήσεις. Η ποιοτική ανάλυση θα απαιτούσε μεγαλύτερη έρευνα και πιο εξειδικευμένες γνώσεις (αρχαιολογικές, μουσειολογικές) γι αυτό και παραπέμπουμε συχνά σε έρευνες που έχουν γίνει και παραθέτουν πιο ολοκληρωμένες αποτιμήσεις ( βλ. Νάκου 2000,Κασβίκης 2004). Στην έρευνα μας χρησιμοποιήσαμε την περιγραφική-αναλυτική μέθοδο καθώς επιδιώκουμε να περιγράψουμε με συστηματικό τρόπο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μιας ειδικής κατηγορίας βιβλίων 18. Τα παιδικά, εξωσχολικά βιβλία αρχαιογνωστικού περιεχομένου όπως ορίστηκαν αποτελούν το δείγμα της παρούσας έρευνας. Μονάδα καταγραφής υπήρξε το μεμονωμένο βιβλίο, είτε άνηκε σε κάποια εκδοτική σειρά είτε ήταν ανεξάρτητο. Για την καταγραφή των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των βιβλίων κατασκευάσθηκαν κάποια ειδικά δελτία (βλ. Παράρτημα). Τα δελτία αυτά καταγράφουν στοιχεία τα οποία επιχειρούν να απαντήσουν στα ερευνητικά ερωτήματα και είναι τα εξής: 1.Τα βιβλιογραφικά στοιχεία του βιβλίου δηλαδή τίτλος, τίτλος σειράς, εκδοτικός φορέας. Επίσης συγγραφέας, εικονογράφος, χρόνος και τόπος έκδοσης, καθώς και στοιχεία για το πρωτότυπο στην περίπτωση των μεταφράσεων ξένων εκδόσεων, όνομα μεταφραστή και επιμελητή. Αυτά τα στοιχεία βοηθούν στην εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με την εμφάνιση και παρακολούθηση της χρονολογικής 18 Βάμβουκας Μ., «Εισαγωγή στην ψυχοπαιδαγωγική έρευνα και μεθοδολογία», εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα, 1988, σ. 83

17 εξέλιξης και των αυξομειώσεων της εκδοτικής παραγωγής. Επίσης απαντούν στα ερωτήματα σχετικά με τους φορείς που δραστηριοποιούνται, που πιθανόν εξειδικεύονται, σχετικά με την παρουσία ξένων εκδόσεων στην ελληνική αγορά καθώς και την πιθανή παρουσία συγκεκριμένων εξειδικευμένων συγγραφέων. 2. Η εξαγωγή οποιοδήποτε περαιτέρω συμπερασμάτων προϋποθέτει τα στοιχεία ταυτότητας του βιβλίου. Περιγραφή της εξωτερικής μορφής του βιβλίου: σχήμα, μέγεθος, αριθμό σελίδων και περιγραφή εξωφύλλου και οπισθόφυλλου. Επίσης στα εξώφυλλά συναντώνται και μερικές φορές πληροφορίες όπως η ηλικία των παιδιών στα οποία απευθύνονται. Ακόμη καταγράφεται η χρήση ιδιαίτερων τεχνικών και ειδικών τυπογραφικών εφέ (παρένθετες σελίδες, αναπτύγματα, διαφάνειες, c.d. κ.τ.λ.). Τα στοιχεία αυτά θα μας βοηθήσουν να καταγράψουμε την ύπαρξη ή μη τυπικών στοιχείων όγκου, μεγέθους, εκδοτικής ποιότητας, προτιμήσεις χρήσης του βιβλίου. Η εξωτερική άλλωστε εμφάνιση του βιβλίου είναι αυτή που επιτρέπει σε πρώτη ματιά την ταύτισή του. 3. Στοιχεία για το περιεχόμενο του βιβλίου. Πριν απ όλα αναφέρεται το αρχαιολογικό θέμα στο οποίο αναφέρεται το βιβλίο και η ιστορική περίοδος. Δίνεται μια μικρή περίληψη και ένας σύντομος χαρακτηρισμός για το ύφος του βασικού κειμένου και υποδεικνύεται και το είδος των βοηθητικών κειμένων, πληροφοριακού χαρακτήρα (λεζάντες, ευρετήρια, βιβλιογραφία, κατάλογοι κ.α) ή παιδαγωγικού (ασκήσεις, προτάσεις δραστηριοτήτων κτλ.). Από τα στοιχεία αυτά θα διαπιστωθεί τυχόν προτίμηση των εκδοτών σε συγκεκριμένη ιστορική εποχή, ή σε κάποιες κατηγορίες θεμάτων και θα γίνει μια πρώτη ταξινόμηση σύμφωνα με το περιεχόμενο τη μορφή των βιβλίων. 4. Δίνονται στοιχεία για την εικονογράφηση, δηλαδή ποσότητα εικονων κατά βιβλίο, είδη και τρόπος παρουσίασης του αρχαιολογικού υλικού. Επίσης το είδος του αρχαιολογικού υλικού που εικονογραφείται (κτίρια, αγάλματα κτλ.) Ειδικότερα τα είδη της εικονογράφησης ταξινομούνται στις: Α. φωτογραφικές αναπαραγωγές Β. Άλλες «αρχαιολογικές» απεικονίσεις, δηλαδή αρχιτεκτονικές αναπαραστάσεις όπως όψεις, κατόψεις, τομές κτιρίων, σχεδιαστικές αναπαραστάσεις, καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις όπως γκραβούρες ή έργα ζωγραφικής. Γ. Σύγχρονες απεικονίσεις, σύγχρονων χώρων, τοπίων κ.τ.λ. Δ. Διασκευές, Ε. Πρωτότυπη εικονογράφηση από σύγχρονο εικονογράφο, Στ κολάζ Ζ. Χάρτες και γραφήματα. Στοιχεία επίσης για την παρουσίαση της εικονογράφησης. Σε σχέση με την παρουσίαση η ασπρόμαυρη ή έγχρωμη απεικόνιση, πολύ αδρά η θέση των φωτογραφιών στη σελίδα και η χωρική

18 του σχέση με το κείμενο, η ύπαρξη ή μη λεζάντας. Αυτά προκειμένου να διασαφηνισθεί η συνέργεια της εικόνας με το κείμενο ως προς τις γνώσεις και τις σχέσεις που θέλει το βιβλίο να μεταφέρει. Βάσει των δελτίων αυτών τα οποία συνοδεύουν την εργασία στο Παράρτημα έγινε η παράθεση των αποτελεσμάτων και συμπερασμάτων της έρευνας. Τελειώνοντας σημειώνουμε την έλλειψη σχετικής βιβλιογραφίας για τη συγκεκριμένη κατηγορία βιβλίων. Τα βιβλία αρχαιογνωστικού περιεχομένου εντάσσονται συνήθως στα βιβλία γνώσεων, των οποίων ο αριθμός όπως αναφέρθηκε παρουσιάζει μια συνεχή και σταθερή αύξουσα πορεία 19. Ωστόσο παρ όλη την αυξητική πορεία παρατηρείται επίσης έλλειψη ερευνητικών δεδομένων, βιβλιοκριτικής ή βιβλίοπαρουσιάσεων στον ημερήσιο ή περιοδικό τύπο 20 γι αυτό και μεγάλο μέρος της θεωρητικής προσέγγισης στηρίχθηκε στο βιβλίο της Μ. Καρπόζηλου «Το παιδί στη χώρα των βιβλίων», 1999. 19 Ό.π. Καρπόζηλου, 1994, σ.92 20 Ό.π Καρακίτσιος Αν., 2005, σ. 288-296

19 2. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ & ΠΑΙΔΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ 2.1 Βασικές Διακρίσεις των Παιδικών Βιβλίων Στην παρούσα εργασία ερευνάται ένα μέρος της εκδοτικής παραγωγής παιδικών βιβλίων με κύριο θέμα τον υλικό πολιτισμό της αρχαιότητας. Στο κεφάλαιο αυτό θα επιχειρήσουμε να εντάξουμε τα βιβλία αυτά μέσα στο πλαίσιο της συνολικής παραγωγής και της παιδικής λογοτεχνίας γενικότερα, αναφερόμενοι τόσο στον προβληματισμό των σχετικών ορισμών και ταξινομήσεων όσο και στα ιδιαίτερα εκείνα χαρακτηριστικά που συγκροτούν αυτό το είδος βιβλίων. Σύμφωνα με τον Κ. Ντελόπουλο οι όροι «παιδικό βιβλίο» ή «βιβλίο για παιδιά» προσδιορίζουν μια ομάδα βιβλίων, η οποία στόχο έχει την κάλυψη των αναγνωστικών και ψυχαγωγικών αναγκών του παιδιού 21. Ωστόσο υπάρχει μεγάλη ασάφεια μεταξύ των ειδημόνων για το τι είναι παιδικό βιβλίο. Ο Κ. Ντελόπουλος αναφέρει ότι η ιστορία του μετράει μόλις δύο αιώνες ζωής και ότι η ανακάλυψη του παιδικού βιβλίου υπήρξε εν πολλοίς το αποτέλεσμα της ανακάλυψης της παιδικής ηλικίας 22. Συνέπεια αυτού είναι οι ελλιπείς γνώσεις που είχαμε για την παιδική ηλικία και για τις ανάγκες της να συμβάλλουν στην αδυναμία διατύπωσης ενός ορισμού για το παιδικό βιβλίο. Ενδεικτική της ασάφειας που επικρατεί είναι η τοποθέτηση της Μ. Καρπόζηλου 23 ότι το παιδικό βιβλίο δεν ταυτίζεται με την παιδική λογοτεχνία καθώς η παιδική λογοτεχνία αποτελεί ένα μέρος μόνο των «παιδικών αναγνωσμάτων», τα άλλα δύο είναι τα σχολικά εγχειρίδια και τα βιβλία γνώσεων. Επίσης την ένταξη του παιδικού βιβλίου γνώσης μέσα στο σώμα της Παιδικής Λογοτεχνίας αμφισβητεί και ο Α.Καρακίτσιος 24 καθώς το περιεχόμενο του και η γλώσσα του δεν συμφωνούν με τις συνήθεις λογοτεχνικές συμβάσεις. Ο Κ. Ντελόπουλος διακρίνει τα παιδικά βιβλία σε τρεις κατηγορίες: τα αμιγώς λογοτεχνικά, τα σχολικά και τα βιβλία γνώσεως 25. Με τον διαχωρισμό αυτό γίνεται αντιληπτή μια πρώτη διαφοροποίηση των παιδικών βιβλίων σε σχέση με την παιδική λογοτεχνία. 21 Ντελόπουλος Κ., «Προσεγγίζοντας το παιδικό βιβλίο»,καθημερινή «Επτά Ημέρες», αφιέρωμα στο Παιδικό Βιβλίο 29/3/1998, σ.6 22 Βλ Ντελόπουλος Κ, ό.π. 1998, σ.2 23 Καρπόζηλου Μ., «Βιβλία γνώσεων:χθες και σήμερα»,καθημερινή «Επτά Ημέρες», αφιέρωμα στο Παιδικό Βιβλίο 29/3/1998, σ.9 24 Ό.π. Καρακίτσιος Α., σ 25 Ό.π. Ντελόπουλος Κ., 1998, σ. 2

20 Ο Α. Δελώνης αναφέρει ότι η Λογοτεχνία για παιδιά και νέους ή Παιδική Λογοτεχνία είναι ένας νέος φιλολογικός κλάδος ο οποίος σχηματοποιήθηκε τα τελευταία είκοσι χρόνια εξαιτίας της εντυπωσιακής αύξησης της εκδοτικής παραγωγής αυτών των βιβλίων, της ανάγκης μελέτης αυτού του υλικού και της ανάγκης μιας υπεύθυνης φιλολογικής και κριτικής μελέτης 26. Ως προς αυτό η D. Escarpit σημειώνει ότι «η έννοια παιδική και νεανική λογοτεχνία είναι ομολογουμένως εξαιρετικά ασαφής.. Και αυτό οφείλεται στην ασάφεια που χαρακτηρίζει τη στάση του ενηλίκου απέναντι στο παιδί, αλλά εν μέρει και την ασάφεια που εμπεριέχει η ίδια η κατάσταση της παιδικής και νεανικής ηλικίας 27». Σύγχυση επίσης υπάρχει στο αν η παιδική λογοτεχνία, αποτελεί ένα ιδιαίτερο είδος της Λογοτεχνίας. Σ αυτό δε συμφωνεί η κοινότητα των ειδικών, καθώς άλλοι αναγνωρίζουν την ύπαρξη της ως ιδιαίτερο σώμα αυτής και άλλοι δεν την δέχονται ως διαφορετικό λογοτεχνικό είδος. Αναφορικά με αυτό, η D. Escarpit σημειώνει ότι η παιδική και νεανική λογοτεχνία ταξινομήθηκε συχνά στην κατηγορία υπό- ή παρά λογοτεχνία καθώς απευθύνεται σε αναγνώστες που κατανέμονται σε μια στενή ηλικιακή περίοδο η οποία παρουσιάζει πολλές μεταβολές στο βαθμό της γλωσσικής και γνωστικής ανάπτυξης, διαιρείται σε διαφορετικά επίπεδα, τα οποία δημιουργούν και διαφορετικά επίπεδα περιεχομένου 28. Με συνέπεια να προκύπτουν οι όροι υπό ή παρά λογοτεχνία. Υποδηλωτικό επίσης αυτής της σύγχυσης είναι ότι συνήθως έργα παιδικής λογοτεχνίας δεν συμπεριλαμβάνονται στις έγκυρες γραμματολογίες ή στο έργο επιφανών συγγραφέων δεν συμπεριλαμβάνονται τα παιδικά έργα τα οποία έχουν γράψει. Χαρακτηριστική περίπτωση στον ελληνικό χώρο είναι ο Ζ. Παπαντωνίου, που δεν αναφέρεται το παιδικό του έργο από τους Λ. Πολίτη και Μ. Vitti στις Ιστορίες της Ελληνικής Λογοτεχνίας 29. Σύμφωνα με τον Χ. Σακελλαρίου «παιδική λογοτεχνία είναι η Λογοτεχνία που απευθύνεται στα παιδιά, συστοιχεί με τα ενδιαφέροντα και τις αφομοιωτικές τους δυνατότητες, τα υποβοηθεί στην ψυχοπνευματική τους ανάπτυξη, την αισθητική τους καλλιέργεια και την ομαλή και ορθή ένταξή τους στο κοινωνικό σύνολο και είναι αποδεκτή από αυτά 30». Ενώ 26 Δελώνης Α., «Στοιχεία Παιδικής Λογοτεχνίας» εκδ. Χρ. Ε. Δάρδανος, Αθήνα, 2000, σ.11 27 Αναφέρεται στο Ντελόπουλος Κ., 1998,σ.6 28 Escarpit Denise, «Η παιδική και νεανική λογοτεχνία στην Ευρώπη», εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 1995, σ. 181 29 Ό.π. Καρπόζηλου Μ., 1999, σ. 153 30 Σακελλαρίου Χάρης, «Ιστορία της Παιδικής Λογοτεχνίας, Ελληνική και Παγκόσμια», εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα, 1987, σ. 36

21 σύμφωνα με τον άγγλο, βιβλιοκριτικό Marcus Crouch δεν υπάρχουν παιδικά βιβλία αλλά «πρόκειται για μία αντίληψη που επινοήθηκε για εμπορικούς λόγους και διατηρείται από το ανθρώπινο ένστικτο της ταξινόμησης και της κατηγοριοποίησης 31». Από την άλλη υπάρχουν και οι υπέρμαχοι της παιδικής λογοτεχνίας που επικαλούνται την ύπαρξη του είδους τουλάχιστον τα τελευταία 300 χρόνια στην αγγλοσαξονική παράδοση, καθώς και την ύπαρξη κλασικών αριστουργημάτων. Ο Χ. Σακελλαρίου σημειώνει ως προς αυτό «η Παιδική Λογοτεχνία δεν αποτελεί ξεχωριστό, αυτόνομο είδος Τέχνης, όπως διατείνονται μερικοί, αλλά το αποτέλεσμα προσαρμογής του έντεχνου λόγου στην παιδική αντιληπτικότητα, αισθαντικότητα και δεκτικότητα 32». Ενώ η άποψη του Ρώσου θεωρητικού Vissarion Bellinski (1811-1848) είναι ότι η θεματική που προορίζεται για παιδιά μπορεί να είναι η ίδια με τη θεματική για μεγάλους, μόνο που η έκθεση της θα πρέπει να προσαρμόζεται στα επίπεδα της κατανόησης τους 33. Συνεπώς η παιδική λογοτεχνία χαρακτηρίζεται από κάποια διακριτικά γνωρίσματα που τη διαφοροποιούν από τη λογοτεχνία των ενηλίκων. Πιο συγκεκριμένα και απλουστευμένα παιδικά λογοτεχνικά έργα είναι τα έργα που γράφονται ειδικά για παιδιά και διαβάζονται από παιδιά 34 σύμφωνα με τον Χ. Σακελλαρίου. Τα έργα της παιδικής λογοτεχνίας διαφοροποιούνται ως προς την μορφή, είναι συντομότερα με απλές δομές, απλό λεξιλόγιο και ιδιαίτερες γραμματοσειρές. Τα θέματά τους είναι σχετικά με παιδιά και κυρίως στηρίζονται στο διάλογο και τα επεισόδια παρά στις περιγραφές. Η γλώσσα είναι κοντά σ αυτή που χρησιμοποιούν τα παιδιά, χωρίς ιδιαίτερο ιδιωματικό λεξιλόγιο. Το ύφος είναι πολύ κοντά σ εκείνο των παραμυθιών και η πλοκή τους έχει μια ευδιάκριτη ακολουθία και ανάπτυξη που καταλήγει πάντα σ ένα ευτυχές τέλος, με αισιόδοξα μηνύματα και ξεκάθαρες, ηθικές τοποθετήσεις. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό της παιδικής λογοτεχνίας είναι ο διδακτισμός που διαπνέει τα περισσότερα έργα Παρακάτω θα αναφερθούμε στις επιμέρους ενότητες των παιδικών βιβλίων, σε ποιες κατηγορίες διακρίνονται και ποια τα ειδικότερα χαρακτηριστικά τους. 31 Αναφέρεται στο Ντελόπουλος Κ., 1998, σ. 8 32 Ό.π. Σακελλαρίου Χ., 1987, σ. 37 33 Αναφέρεται στο Ντελόπουλος Κ. 1998, σ.8 34 Ό.π. Σακελλαρίου Χ., 1987, σ. 15

22 2.2 Βιβλία γνώσεων Στην ενότητα αυτή θα δούμε τις επιμέρους κατηγορίες των παιδικών βιβλίων και ιδιαίτερα τα βιβλία γνώσεων καθώς το κύριο μέρος των βιβλίων μας εντάσσεται σ αυτή την κατηγορία. Τα παιδικά βιβλία μπορούν αρχικά να διακριθούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες «σχολικά» και «εξωσχολικά». Στην πρώτη εντάσσονται τα λεγόμενα σχολικά εγχειρίδια 35. Στη δεύτερη εξωσχολικά βιβλία νοούνται τα «παιδικά λογοτεχνικά βιβλία» και τα «μη λογοτεχνικά βιβλία». Στα μη λογοτεχνικά βιβλία αναφερόμαστε ουσιαστικά στα παιδικά βιβλία γνώσης, που διαχωρίζονται με τη σειρά τους στα ενημερωτικά /πληροφοριακά (παιδικές εγκυκλοπαίδειες, λευκώματα, λεξικά) και στα πραγματογνωστικά στα οποία η γνώση διαχέεται με τη βοήθεια ενός αφηγηματικού ιστού και λόγου ή με τη βοήθεια ενός υποτυπώδους σεναρίου. Πέραν του ότι απευθύνονται όλα σε παιδιά σχολικής ηλικίας, τα όρια μεταξύ των δύο τελευταίων κατηγοριών είναι αρκετά ρευστά. Η ασάφεια αυτή μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι τα βιβλία γνώσεων δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς σύμφωνα με τους Broadway & Howland 36, καθώς δεν υπάρχει ούτε συστηματική ιστορική επισκόπηση αυτού του είδους, αλλά ούτε και συστηματική έρευνα και κριτική (Καρπόζηλου, 96, Καρακίτσιος 1). Για το θέμα αυτό η Καπρόζηλου Μ. αναφέρει ότι οι λόγοι που μπορεί να συνέβαλαν στον παραγκωνισμό αυτό μπορεί να είναι η ταύτιση του παιδικού, λογοτεχνικού βιβλίου με το εξωσχολικό παιδικό βιβλίο, αλλά και το γεγονός ότι οι μελετητές της παιδικής λογοτεχνίας ήταν κυρίως φιλόλογοι, παιδαγωγοί, ψυχολόγοι που δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν με τα ίδια κριτήρια τα βιβλία γνώσεων. Η περιθωριοποίηση αυτή γίνεται αντιληπτή και μέσα από την έκταση που καταλαμβάνουν στις Ιστορίες Παιδικής Λογοτεχνίας, π.χ σε τέσσερις Ελληνικές Ιστορίες της Παιδικής Λογοτεχνίας, του Δ. Γιάκου(1977), της Ν. Κοντράρου (1978), του Χ. Σακελλαρίου (1984) και του Α. Δελώνη (1986), στα βιβλία γνώσεων αναφέρονται μόνο οι δύο τελευταίες. Ο Χ. Σακελλαρίου αφιερώνει τρεις σελίδες (σ.304-307) για το «Εγκυκλοπαιδικό και Επιστημονικό βιβλίο» που περιλαμβάνει κυρίως καταλόγους βιβλίων και ο Α. Δελώνης αφιερώνει πέντε σελίδες (74-79) για τα «λογοτεχνικά έργα γενικών γνώσεων». 35 Καρακίτσιος Αν., «Περί του παιδικού βιβλίου γνώσης», 36 Αναφέρεται στο Καρπόζηλου Μ.,1999, σ. 94

23 Αντίθετα σήμερα παρατηρούμε ότι ολοένα αυξάνεται το ερευνητικό ενδιαφέρον για αυτό το είδος βιβλίων. Η Μ. Καρπόζηλου (1999) αφιερώνει ειδικό κεφάλαιο (σ.90-147) για τη προσέγγιση του, ενώ το περιοδικό Διαδρομές είχε ειδικό αφιέρωμα στο τεύχος 19 (2005) στα βιβλία γνώσεων. Ταυτόχρονα όπως επισημαίνει και ο Α. Καρακίτσιος η έκδοση παιδικών βιβλίων γνώσης γνωρίζει μία ποσοτική αύξηση, αποτέλεσμα της ολοένα μεγαλύτερης ζήτησης από τους γονείς και τους μαθητές ως βοήθημα στο σχολείο και της εκδοτικής τους ποιότητας που συνεχώς βελτιώνεται 37. Όπως προαναφέραμε το παιδικό βιβλίο αποτελείται από το σχολικό εγχειρίδιο, το βιβλίο γνώσης και το λογοτεχνικό, παιδικό βιβλίο, ωστόσο κάθε ομάδα βιβλίων φέρει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τόσο προς τη χρήση της, όσο προς τη λειτουργία της και τα δομικά της χαρακτηριστικά 38. Το βιβλίο γνώσης, μέσα από την πραγμάτευση γεγονότων, φαινομένων, πραγμάτων και γενικότερα εννοιών στοχεύει να μυήσει το παιδί στον φυσικό και κοινωνικό κόσμο. Είναι βιβλία επιστημονικού χαρακτήρα, εκλαϊκευμένα και προσαρμοσμένα στο επίπεδο και το ύφος των παιδιών. Η Μ. Ντεκάστρο δίνει τον εξής ορισμό «βιβλία γνώσεων είναι τα θεματικά βιβλία που δίνουν πληροφορίες για ένα ειδικό θέμα, ενώ ταυτόχρονα το συνδέουν παραπέμποντας το σε κοντινά αντικείμενα 39». Τα σχολικά εγχειρίδια ή αλλιώς βοηθήματα συνδέονται άμεσα με το σχολείο και την εκπαίδευση 40. Τα σχολικά εγχειρίδια υπηρετούν στόχους και μεθοδολογίες που υπαγορεύονται από τα εκάστοτε Αναλυτικά Προγράμματα. Χαρακτηρίζονται από χαμηλή αισθητική τόσο στην εξωτερική εμφάνιση, όσο και στην ποιότητα εκτύπωσης. Ως προς τις ιδεολογικές προεκτάσεις, πολλές έρευνες υποστηρίζουν ότι αποτελούν μέσο έκφρασης της επίσημης πολιτικής. Συγκρινόμενο με το σχολικό εγχειρίδιο, το βιβλίο γνώσης προσεγγίζει το θέμα του πολύπλευρα, συνδυάζοντας τη γνώση από άλλους επιστημονικούς τομείς και προσφέροντας πλούσιες πηγές προς αναζήτηση. Χαρακτηρίζεται από πλούσια εικονογράφηση και χρήση διαφορετικών τρόπων «ανάγνωσης» του περιεχομένου: χάρτες, σχεδιαγράμματα, προτεινόμενες δραστηριότητες. Η έντονη αυτή διαφοροποίηση οφείλεται στο ότι το βιβλίο γνώσης ως προσφερόμενο προϊόν 37 Ό.π. Καρακίτσιος Α., σ.5-6 38 Για το κεφάλαιο αυτό παραθέσαμε τις απόψεις της Καρπόζηλου Μ, 1999 39 Ντεκάστρο Μ., «Σκέψεις γύρω από τα βιβλία γνώσεων», περ. Διαδρομές 19, 2005, 192 40 Ό.π. Καρπόζηλου Μ., 1999, σ. 84

24 υπόκειται στους νόμους της αγοράς, γεγονός που θέτει κάποιες προϋποθέσεις. Μια άλλη σημαντική διαφορά είναι ότι το βιβλίο γνώσεων είναι μία προσωπική επιλογή του αναγνώστη και ο ίδιος καθορίζει το χρόνο της ανάγνωσης του, σε αντίθεση με το σχολικό εγχειρίδιο που επιβάλλεται από τις ανάγκες της ύλης. Εύστοχα η Μ. Καρπόζηλου παρατηρεί ότι το διδακτικό εγχειρίδιο προορίζεται για να μελετηθεί, ενώ το εξωσχολικό βιβλίο γνώσης για να διαβαστεί 41. Συγκρινόμενο με το λογοτεχνικό βιβλίο, το βιβλίο γνώσης παρουσιάζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τόσο στο περιεχόμενο, όσο στη δομή ανάπτυξης και στη γλώσσα. Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο διαφοροποίησης είναι ο στόχος που θέτει η κάθε κατηγορία, καθώς το παιδικό, λογοτεχνικό βιβλίο στοχεύει στη ψυχαγωγία, στην τέρψη και στην αισθητική καλλιέργεια του μικρού αναγνώστη. Τα βιβλία αυτά αφορούν έντονα τον εσωτερικό κόσμο, τις ανθρώπινες σχέσεις και τείνουν να διαμορφώνουν στο παιδί ήθη και στάσεις, θα λέγαμε ότι χαρακτηρίζονται από μία ηθικοπλαστική και διδακτική διάθεση. Αντίθετα το βιβλίο γνώσης αποσκοπεί στον εμπλουτισμό των γνώσεων του παιδιού, στο να το βοηθήσει ν αναζητεί και να διαχειρίζεται πληροφορίες από διάφορες πηγές. Γι αυτό και μέσα στα βιβλία γνώσεων εμπεριέχονται χάρτες, σχεδιαγράμματα, πίνακες, βιβλιογραφικές αναφορές, αλλά και τελευταία ασκήσεις, δραστηριότητες που με διδακτικούς τρόπους και μεθόδους συμπληρώνουν τις σχολικές γνώσεις. Συνεπώς τα βιβλία γνώσεων μπορούν να χαρακτηρισθούν ως πολυτροπικά κείμενα, επειδή ακριβώς περιέχουν και συνδυάζουν κείμενο, εικόνες, πληροφορίες, χάρτες, λεζάντες, γλωσσάρια. Σύμφωνα με τον Σ. Χατζησαββίδη και την Ε. Γαζάνη η πολυτροπικότητα ορίζεται ως η ιδιότητα των κειμένων να συνδυάζουν ταυτόχρονα περισσότερα από ένα σημειωτικά συστήματα, έτσι ώστε να αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο 42. 41 Ό.π. Καρπόζηλου Μ., 1999, σ. 88 42 Χατζησαββίδης Σ.- Γαζάνη Ε., «Πολυτροπικός και μονοτροπικός / εικονικός λόγος, από την πρόσληψη στην κατασκευή του παιδικού υποκειμένου», πρακτικά του συνεδρίου Εικόνα κ Παιδί, Θεσσαλονίκη, 2002

25 2.3 Κατηγοριοποίηση των βιβλίων γνώσεων Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούμε με την επιμέρους κατηγοριοποίηση των βιβλίων γνώσεων 43. Όπως προαναφέραμε το μεγαλύτερο μέρος των ανευρεθέντων βιβλίων ανήκουν στα βιβλία γνώσεων, ωστόσο σε κάποιες περιπτώσεις η διάκριση κάποιων βιβλίων από τα λογοτεχνικά υπήρξε ιδιαίτερα δυσχερής, Σ αυτό επομένως το κεφάλαιο θα αναφέρουμε τα ιδιαίτερα εκείνα χαρακτηριστικά που αποδίδονται στα βιβλία γνώσεων και τα οποία μας βοήθησαν στην περαιτέρω κατηγοριοποίηση των βιβλίων της έρευνας μας. Τα βιβλία γνώσεων μπορούν να χωρισθούν ως προς το περιεχόμενο τους σε δύο κατηγορίες: στα πληροφοριακά /ενημερωτικά και στα πραγματογνωστικά βιβλία. Στα πληροφοριακά ανατρέχουμε για την ανεύρεση μιας συγκεκριμένης πληροφορίας και σπάνια διαβάζονται στην ολότητα τους. Τέτοια είναι οι εγκυκλοπαίδειες, τα λεξικά, οι άτλαντες, η χρήση των οποίων συνδέεται με το σχολείο, εφόσον οι παρεχόμενες πληροφορίες συχνά ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις κάποιου μαθήματος. Στα πραγματογνωστικά βιβλία μπορούμε να εντάξουμε όσα ασχολούνται με την ιστορία, τον πολιτισμό διαφόρων εθνών και χωρών, την αρχαιολογία, τις ανακαλύψεις, την τεχνολογία, τις εφευρέσεις, τη θρησκεία, το περιβάλλον και πρόσφατα τις βιογραφίες σημαντικών προσωπικοτήτων. Τα βιβλία γνώσεων, ως προς την μορφή τους μπορούν να διαιρεθούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες. Πρώτον στα καθαρά βιβλία γνώσεων, αυτά δηλαδή που μοιάζουν περισσότερο με τα σχολικά εγχειρίδια ή με επιστημονικά βιβλία σε απλουστευμένη μορφή και δεύτερον στα βιβλία που περιέχουν τις γνώσεις μέσα σε μια φανταστική ιστορία, δηλαδή, αυτά που παραδίδουν τις πληροφορίες για πρόσωπα και πράγματα μέσα σ ένα διηγηματικό πλαίσιο. Στην πρώτη κατηγορία η πρόθεση του καλλιτέχνη είναι περισσότερο διδακτική, ενώ στη δεύτερη ενδιαφέρεται και για την ψυχαγωγία του αναγνώστη. Τα βιβλία της δεύτερης κατηγορίας ανάλογα με την έμφαση που δίνουν στο φανταστικό ή στο γνωστικό μέρος τους, βρίσκονται συχνά στο μεταίχμιο ανάμεσα στα λογοτεχνικά και στα μη λογοτεχνικά βιβλία Βέβαια υπάρχουν και οι περιπτώσεις βιβλίων που η ένταξη στο ένα ή στο άλλο είδος δεν είναι τόσο ευδιάκριτη. Πρόκειται για εκείνα τα βιβλία των οποίων το θέμα παρουσιάζει μια αφηγηματική δομή, και εξαρτάται ακριβώς από το σύνολο των λογοτεχνικών συμβάσεων έναντι των 43 Για το κεφάλαιο αυτό στηριχθήκαμε στις απόψεις της Καρπόζηλου Μ., 1999