OXFORD CAMBRIDGE AND RSA EXAMINATIONS General Certificate of Secondary Education CLASSICAL GREEK (1941/01) SECTION D A Shortened Vocabulary List to aid candidates and Centres in preparation for the translation of English into Greek sentences TL 7222 S47652/3 OCR 2004
Α γαθ ς, γαθή, γαθ ν γγέλλω, γγελ, γγειλα, γγέλθην γγελος, γγέλου, γορά, γορ ς, γρ ς, γρο, γω, ξω, γαγον, χθην θηνα οι, θηναίων, ο α τέω κο ω, κο σοµαι, κουσα, κο σθην ληθής, ληθής, ληθές ν ναγκάζω ναχωρέω νδρε ος, νδρεία, νδρε ον νήρ, νδρ ς, ξιος, ξία, ξιον + gen π + gen ποθν σκω, ποθανο µαι, πέθανον ποκρίνοµαι, ποκρινο µαι, πεκρινάµην ποκτείνω, ποκτεν, πέκτεινα ρα α τ ς, α τή, α τ α τ ν, α τήν, α τ (acc/gen/dat/only also plural) φικνέοµαι, φίξοµαι, φικ µην good I announce messenger market place field, countryside I lead, bring Athenians I ask I hear, listen true [used in some conditional sentences] I force, compel I retreat, withdraw brave man, husband worthy (of) from I die, am killed I reply I kill [introduces a question] himself, herself, itself (emphatic) him, her, it, them I arrive Β βαίνω, βήσοµαι, βην βασιλε ς, βασιλέως, βλάπτω βουλε οµαι I go king I harm I decide 2
Γ γέρων, γέροντος, γίγνοµαι, γενήσοµαι, γεν µην γράφω γυνή, γυναικ ς, old man I become, happen, occur I write woman, wife δε, δεήσει, δέησε (with acc + inf) δειν ς, δεινή, δειν ν δεσπ της, δεσπ του, δέχοµαι δηλ ω διά + acc διά + gen δι τί; δι τι διδάσκω, διδάξω, δίδαξα, διδάχθην δίκαιος, δικαία, δίκαιον διώκω δοκε (µοι) δο λος, δο λου, δ ρον, δώρου, τ it is necessary terrible master I receive I show because of, on account of through why? because I teach just I chase, pursue (I) decide (= it seems good (to me)) slave present, gift Ε άν γώ, µο θέλω, θελήσω, θέλησα ε ε µι, σοµαι, ν ε ς + acc if I, me I wish, am willing if I am to, into 3
κ/ ξ + gen κε νος, κείνη, κε νο Έλλην, Έλληνος, λπίζω ν + dat ξεστι(ν) + dat πεί πιστολή, πιστολ ς, ρχοµαι, ε µι, λθον ρωτάω, ρωτήσω, ρ µην (or ρώτησα) τος, τους, τ ε ρίσκω, ε ρήσω, η ρον, η ρέθην χω (impf. ε χον), ξω, σχον ως out of, from that, those a Greek I hope in, among it is possible when, since letter I go, come I ask year I find I have while, until Η γεµών, γεµ νος, µε ς, µ ν µέρα, µέρας, guide, leader we day Θ θάλασσα, θαλάσσης, θε ς, θεο, θ ω sea god I sacrifice Ι ερ ν, ερο, τ να (+ subj. or opt.) temple in order that, in order to 4
ππε ς, ππέως, ππος, ππου, σχυρ ς, σχυρά, σχυρ ν cavalryman, in plur. (the) cavalry horse strong Κ καί καίπερ + participle κακ ς, κακή, κακ ν καλ ς, καλή, καλ ν κελε ω κλέπτω, κλέψω, κλεψα κριτής, κριτο, κρ πτω κτάοµαι, κτήσοµαι, κτησάµην and although bad, wicked beautiful, handsome, fine I order I steal judge I hide I obtain, get Λ Λακεδαιµ νιοι, Λακεδαιµονίων, ο λαµβάνω, λήψοµαι, λαβον, λήφθην λέγω, ρ, ε πον λείπω, λείψω, λιπον, λείφθην λιµήν, λιµένος, λ γος, λ γου, λ ω the Spartans I take, capture I say, speak, tell I leave harbour word I untie, set free Μ µανθάνω, µαθήσοµαι, µαθον µάχη, µάχης, µάχοµαι, µαχο µαι, µαχεσάµην I learn battle I fight 5
µέγας, µεγάλη, µέγα big, great µένω, µεν, µεινα I wait, remain µετά + acc after µετά + gen with µή not µηδείς, µηδεµία, µηδέν no-one, nothing µήτηρ, µητρ ς, mother µικρ ς, µικρά, µικρ ν little Ν να της, να του, νεανίας, νεανίου, ν σος, νήσου, νίκη, νίκης, νικάω νοµίζω, νοµι, ν µισα ν ξ, νυκτ ς, sailor young man island victory I win, conquer I think, consider night Ο,, τ ο δα, ε σοµαι, δη (imperfect) ο κία, ο κίας, νοµα, ν µατος, τ πλα, πλων, τά ράω, ψοµαι, ε δον ς,, τι ο, ο κ, ο χ ο δείς, ο δεµία, ο δέν ο τος, α τη, το το ο τω(ς) the I know house name arms, weapons I see who, which that not no-one, nothing this, these so 6
Π πα ς, παιδ ς, and παρασκευάζω παρέχω π ς, π σα, π ν πάσχω, πείσοµαι, παθον πατήρ, πατρ ς, πεδίον, πεδίου, τ πείθω πείθοµαι, πείσοµαι, πιθ µην + dat πέµπω πέµπτος, πέµπτη, πέµπτον πέντε περί + gen πιστε ω + dat πιστ ς, πιστή, πιστ ν πλο σιος πλουσία, πλο σιον ποιέω πολέµιοι, πολεµίων, ο π λις, π λεως, πολίτης, πολίτου, πολ ς, πολλή, πολ πολλοί, πολλαί, πολλά π σος, π ση, π σον; π σοι, π σαι, π σα; ποταµ ς, ποταµο, π τε; π τερον πο ; πο ; π θεν; πρ ς + acc προσβάλλω + dat π ς; child, son, daughter, boy, girl I prepare I provide, cause, produce all, every I suffer father plain I persuade I obey I send fifth five about, concerning I trust, believe faithful rich I make, do the enemy city citizen much many how big? how much? how many? river when? whether or where? to where? from where? to, towards, against I attack how? 7
Σ σ τος, σίτου, σοφ ς, σοφή, σοφ ν στρατηγ ς, στρατηγο, στρατιώτης, στρατιώτου, στρατ πεδον, στρατοπέδου, τ σ, σο σ ζω food wise general soldier army camp you (singular) I save Τ ταχ ς, ταχε α, ταχ τε χος, τείχους, τ τέσσαρες, τέσσαρες, τέσσαρα τιµάω τίς; τί; τοιο τος, τοια τη, τοιο το τοσο τος, τοσα τη, τοσο το τοσο τοι, τοσα ται, τοσα τα τρε ς, τρε ς, τρία τρίτος, τρίτη, τρίτον fast, quick wall four I honour who? what? which? such so great so many three third Υ µε ς, µ ν π + gen ψηλ ς, ψηλή, ψηλ ν you (plural) by (with agent of passive verbs) high 8
Φ φέρω, ο σω, νεγκα, νέχθην φε γω, φε ξοµαι, φυγον φίλος, φίλου, φυλάσσω φ λαξ, φ λακος, φωνή, φων ς, I carry I run away, flee friend I guard guard voice Χ χαλεπ ς, χαλεπή, χαλεπ ν χειµών, χειµ νος, χρήµατα, χρηµάτων, τά χρ νος, χρ νου, χρυσ ς, χρυσο, χώρα, χώρας, difficult storm; winter money time gold country, land Ω στε φελέω that, so that, with the result that I help Alternatives are acceptable e.g. γ for χώρα, φηµί for λέγω 9