ΈΜΦΥΛΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ GENDERING TRANSFORMATIONS. Επιμέλεια ΓΙΩΤΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Πανεπιστήμιο Κρήτης

Σχετικά έγγραφα
Πρόλογος: Κογκίδου ήµητρα. Εκπαιδευτική Ηγεσία και Φύλο. Στο: αράκη Ελένη (2007) Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

ΘΗΛΥΚΟΤΗΤΑ ΑΝΔΡΟΠΡΕΠΕΙΑ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΑΥΤΟ-ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΑΥΤΟΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ/ΑΥΤΟΠΟΡΤΡΕΤΟ

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ - ΟΔΗΓΙΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ

Οπτική Απόλαυση και Αφηγηµατικός Κινηµατογράφος (1975) Laura Mulvey

Διδακτική Γλωσσικών Μαθημάτων (ΚΠΒ307)

Τελικός τίτλος σπουδών:

ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ:

Εναλλακτικές θεωρήσεις για την εκπαίδευση και το επάγγελμα του εκπαιδευτικού

Βασικοί κανόνες σύνθεσης στη φωτογραφία

Τα φύλα στη λογοτεχνία Τάξη: Α Λυκείου

Η πολιτισμική προσέγγιση

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Κείμενα Τράπεζας Θεμάτων ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ:ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΥΠΟΣ Μ.Μ.Ε

ΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟΙ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ - ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ -

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ιστορία της Ιστοριογραφίας

Το μυστήριο της ανάγνωσης

Στερεότυπα φύλου στις επαγγελματικές επιλογές των νέων γυναικών

III_Β.1 : Διδασκαλία με ΤΠΕ, Γιατί ;

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ Το κωμικό και η Ποιητική της Ανατροπής

Β. ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ 4. ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΚΑΙ ΕΜΦΑΣΗ

ΤΟ ΦΥΛΟ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΡΟΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΨΟΥΜΕ ΜΙΑ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ανάλυση Πολιτικού Λόγου

Εφηβεία και Πρότυπα. 2)Τη στάση του απέναντι στους άλλους, ενήλικες και συνομηλίκους

Γλαύκη Γκότση, Δρ. Ιστορίας της Τέχνης

ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΤΑΞΗ

Γιούλη Χρονοπούλου Μάιος Αξιολόγηση περίληψης

Τίτλος: Power/ Knowledge: Selected interviews and other writings

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 2. Έρευνα και θεωρία 2-1

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Βιολογικό και κοινωνικό φύλο

ΤΙΤΛΟΙ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΝΟΤΗΤΑΣ

Από το 0 μέχρι τη συγγραφή ενός σεναρίου μυθοπλασίας. (βιωματικό εργαστήρι) Βασισμένο σε μια ιδέα του Γιώργου Αποστολίδη

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

Δομή και Περιεχόμενο

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΠΡΟΣ : ΚΟΙΝ.: Ι. ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ

Επίπεδο Γ2. Χρήση γλώσσας (20 μονάδες) Διάρκεια: 30 λεπτά. Ερώτημα 1 (5 μονάδες)

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

Ανάγνωση ιστοριών και παραμυθιών. Ευφημία Τάφα

Γραμματισμός στο νηπιαγωγείο. Μαρία Παπαδοπούλου

Η λειτουργία της εκπαίδευσης στην κοινωνικοποίηση των ατόμων για το ρόλο των φύλων

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΒΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

V/ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ.

Ανάπτυξη Χωρικής Αντίληψης και Σκέψης

ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΜΝΗΜΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ

Διδακτική της Λογοτεχνίας

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης.

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κουσερή Γεωργία

Θέματα Συνάντησης. Υποστηρικτικό Υλικό Συνάντησης 1

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

II29 Θεωρία της Ιστορίας

Advanced Subsidiary. Κατανόηση γραπτού λόγου Μετάφραση Γραπτό κείμενο. Κατανόηση

Μάθηµα 5 ο. Κριτικός Εγγραµµατισµός

II29 Θεωρία της Ιστορίας

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΦΙΛΑΝΑΓΝΩΣΙΑΣ

þÿ ±ÁǹĵºÄ ½¹º Ä Â þÿãà Å Â Ä Â ±ÁǹĵºÄ ½¹º  Xenopoulos, Solon Neapolis University

Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΘΕΑΤΡΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ «ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΖΟΥΣΑ ΜΑΘΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ»

ΕΙΝΑΙ Η ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΓΕΝΟΥΣ ΘΗΛΥΚΟΥ; Ιστορική Εξέλιξη & Κοινωνική Ανάλυση

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ. στην Έκφραση-Έκθεση Β Λυκείου Δεκέμβριος 2013

ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ «ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΣΟ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΤΗ ΒΑΣΗ» ΚΕΦΑΛΑΙΟ:

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Χ Ρ Η Σ Η Γ Λ Ω Σ Σ Α Σ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 2 0 Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ

Κεφάλαιο Ένα Επίπεδο 1 Στόχοι και Περιεχόμενο

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Ανάλυση Πολιτικού Λόγου

Ο Γραπτός λόγος στο Νηπιαγωγείο

Τσικολάτας Α. (2012) Μουσεία και προσβασιμότητα: ανάδειξη και αξιοποίηση της διαφοράς. Αθήνα

ΤΟ ΧΙΟΥΜΟΡ ΤΩΝ ΒΡΕΦΩΝ

Ιστορία. ΓΙΑΝΝΗΣ Ι. ΠΑΣΣΑΣ, MED ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» 16 Σεπτεμβρίου Α. ΚΕΙΜΕΝΟ [Ιστορία & Εκπαίδευση]

Scenario How-To ~ Επιμέλεια: Filming.gr Σελ. 1. Το σενάριο, είναι μια ιστορία, ειπωμένη σε κινηματογραφικές εικόνες.

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ Το κωμικό και η Ποιητική της Ανατροπής

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας στη ΜΕ

Ηλικία - Επιχειρηματικότητα

ΘΕΑΤΡΟ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ. Συντάκτριες - ηµιουργοί: Αγγέλου ήµητρα Ζορµπά Βασιλική

Μετανάστευση, πολυπολιτισμικότητα και εκπαιδευτικές προκλήσεις: Πολιτική - Έρευνα - Πράξη

Έμφυλες ταυτότητες v Στερεότυπα:

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΦΥΛΟ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: Η ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΤΑΞΗΣ ΤΗΣ ΟΠΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Ιδανικός Ομιλητής. Δοκιμασία Αξιολόγησης Α Λυκείου. Γιάννης Ι. Πασσάς, MEd Εκπαιδευτήρια «Νέα Παιδεία» 22 Μαΐου 2018 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Εκπαιδευτική Διαδικασία και Μάθηση στο Νηπιαγωγείο Ενότητα 2: Μάθηση & διδασκαλία στην προσχολική εκπαίδευση: βασικές αρχές

TEACCH: ΘΕΡΑΠΕΙΑ & ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΑΥΤΙΣΜΟ & ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ. Β. Α. Παπαγεωργίου Παιδοψυχίατρος

Φωνολογική Ανάπτυξη και Διαταραχές

PHOTOVOICE. Κλειώ Κούτρα

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Χωρικές σχέσεις και Γεωμετρικές Έννοιες στην Προσχολική Εκπαίδευση

ΚΟΙΝΈΣ ΙΣΤΟΡΊΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΏΠΗ ΧΩΡΊΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΈΣ ΓΡΑΜΜΈΣ

Το Π.Σ. της Α Λυκείου με ένα παράδειγμα.. Κουτσογιάννης, Κ. Ντίνας, Σ. Χατζησσαβίδης συνεισφορά στο παράδειγμα: Μ. Αλεξίου

Α. Φραγκουδάκη. (1987). Γλώσσα και ιδεολογία, Αθήνα: Οδυσσέας (διασκευή). Γλώσσα και ηλικιωμένοι

Transcript:

ΈΜΦΥΛΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ GENDERING TRANSFORMATIONS Επιμέλεια ΓΙΩΤΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Πανεπιστήμιο Κρήτης ΡΕΘΥΜΝΟ 2007

Το Συνέδριο «Έμφυλοι Μετασχηματισμοί Gendering Transformations» διοργανώθηκε από το Π.Π.Σ. «Το Φύλο στις Κοινωνικές Επιστήμες. Σύγχρονες Διεπιστημονικές Προσεγγίσεις και Προοπτικές στην Έρευνα και την Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση», στο πλαίσιο του έργου «Προπτυχιακών Προγραμμάτων Σπουδών για Θέματα Φύλου και Ισότητας» (Κατηγορία Πράξης 4.2.1.β). Επιστημονική Επιτροπή: Γιώτα Παπαγεωργίου (Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Τμήμα Κοινωνιολογίας) Κατερίνα Κόπακα (Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας) Ζαχαρίας Παληός (Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών) Βασιλική Πετούση (Λέκτορας, Τμήμα Κοινωνιολογίας) Έμφυλοι Μετασχηματισμοί Gendering Transformations Πρακτικά Συνεδρίου Conference Proceedings Επιστημονική Επιμέλεια: Γιώτα Παπαγεωργίου Γλωσσική Επιμέλεια (Αγγλικά): Αγάπη Αμανατίδου Γλωσσική Επιμέλεια (Ελληνικά) Διορθώσεις: Μαρία Ηλβανίδου Σελιδοποίηση Τεχνική Επιμέλεια: Μαρία Ηλβανίδου ISBN: 978-960-89758-1-1 Εκτύπωση: Ψηφιακό Κέντρο Εκπαιδευτικών Μέσων Πανεπιστημίου Κρήτης (www.uoc.gr/emedia) Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναδημοσίευση του έργου αυτού, καθώς και η αναπαραγωγή του με οποιοδήποτε μέσο χωρίς σχετική άδεια του Εκδότη. Copyright Πανεπιστήμιο Κρήτης

Περιεχόμενα Εισαγωγή Introduction ix xix ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΦΥΛΟ 1 The Gender of Social Class: Theoretical and Methodological Discussion for a Feminist Sociology Ayse Durakbaşa 3 2 The Reaction of the Greek Orthodox Theology to the Challenges of Feminist Theologies Spyridoula Athanasopoulou-Kypriou 10 3 Η Πρόσληψη των Θέσεων του M. Foucault από τη Σύγχρονη (Μεταμοντέρνα) Φεμινιστική Σκέψη Κώστας Κοκογιάννης 19 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΕΜΦΥΛΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ 4 Μνήμες και Αφηγήσεις Παιχνιδιών Άννα Βιδάλη 35 5 Re-Constructing Boys and Girls in the Primary Classroom: Making 12-year-old Pupils Sensitive to Gender Symmetry Issues through a Project Eleni Daraki 46 6 (Hetero)Sexuality and Masculinities: Constructing Masculine Identities in the Context of a Single-Class Primary School Photis Politis 58 7 Μουσουλμάνες στην Ελλάδα και το Ζήτημα της Μαντίλας Κατερίνα Μάρκου 69 8 Private Lives and Public Roles of Syrian-Jewish Women in Mexico City: A Paradigm Paulette Kershenovich Schuster 80

vi Gendering Transformations ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ: ΦΥΛΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ 9 The Biological Body: A Gendered Children s Tale? Christine Détrez 89 10 Crossing B-Orders: From Georgia to Greece. Female Migration and Female Transformations Eleni Sideri 98 11 Μαγειρεύοντας τις Έμφυλες Σχέσεις: Φαγητό και Αντίσταση στον Ορεινό Μυλοπόταμο Έλια Βαρδάκη 109 12 Αποτυπώσεις της Βίας κατά των Γυναικών σε δύο Ταινίες του Ελληνικού Κινηματογράφου: «Μέχρι το Πλοίο» (1966), του Αλέξη Δαμιανού, και «Ζωή» (1995), του Γιώργου Κατακουζηνού Θεοδώρα Αδαμάκη 116 13 Ταυτότητες Φύλου και Αναπαραστάσεις. Από τη Συγκρότηση των Σημείων της Αυτονομίας στη μη Διχοτομική Ταυτότητα Γιάννα Αθανασάτου 126 14 Το Κοινωνικό Φύλο στο Περιοδικό «Έψιλον» της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας Χριστίνα Κωνσταντινίδου 135 15 Ανιχνεύοντας το Φύλο στο Χώρο Βάνα Τεντοκάλη 152 16 Μαγικές Τελετουργίες και Φύλο Μαρία Γκασούκα 165 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ: ΦΥΛΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ STATUS 16 The Position of Women in the Public Sphere in Turkey after the 1980s Nilay Çabuk Kaya 177 17 Women s Social Identity from an Armenian Perspective: Armenian Woman, Soviet Woman, Post-Soviet Woman Svetlana A. Aslanyan 192 18 East Wind Vs West Wind: Resistance through Buyi Women s Weaving Lihua Wang 203

Έμφυλοι Μετασχηματισμοί vii 20 Gender in Greek Media Roy Panagiotopoulou 216 21 The Private Sphere and Gender Differentiation Laura Maratou-Alipranti 223 22 Βία και Παρενόχληση στους Χώρους Εργασίας Χριστίνα Καρακιουλάφη 235 23 Η Προβληματική της Εκθήλυνσης της Περίθαλψης στις Κοινοτικού Τύπου Ψυχιατρικές Δομές Αποκατάστασης Μανόλης Τζανάκης 249 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ: ΦΥΛΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 24 Gendering on down Reflections on Gender, Equality, and Politics in Ireland Ailbhe Smyth 267 25 Framing Equality: The Politics of Race, Class, Gender in the United States, Germany, and the Expanding European Union Myra Marx Ferree 283 26 Conservative Parties and the Political Decision-Making Participation of Women in Southern European Countries Antonia Ruiz Jiménez 302 27 Engendering Political Spaces: The National and the Transnational Hilary Footitt 317 28 Gender and the Law: Notes for a Conversation Philomila Tsoukala 327 29 The Role of Gender in the Legal Profession: Findings from Simulated Bargaining Games Aspasia Tsaoussi 338 30 Feminist Voices in the Law: Debating Equality, Neutrality, and Objectivity Vassiliki Petoussi 351

Το Κοινωνικό Φύλο στο Περιοδικό «Έψιλον» της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας Χριστίνα Κωνσταντινίδου Πανεπιστήμιο Κρήτης Το Έψιλον πρωτοκυκλοφόρησε στις 14/4/1991 και αποτελεί υβρίδιο life-style περιοδικού όπως είναι το Κλικ, το ΜΑΧ, κλπ., που απευθύνονται στη λεγόμενη «νέα επαγγελματική-διευθυντική τάξη της οικονομίας και της εμπορικής κουλτούρας» και προωθούν τον καταναλωτικό ηδονισμό, την ειρωνική κατεδάφιση της κριτικής πολιτικής συνείδησης, την παρωδία και τον εύθυμο μηδενισμό της νεανικής κουλτούρας (Σεβαστάκης, 2004) και μιας πιο παραδοσιακής μορφής εικονογραφημένου περιοδικού ποικίλης ύλης (πχ. Εικόνες, Ταχυδρόμος, κλπ.). Απ την άλλη, το Έψιλον συνιστά ένθετο περιοδικό μιας πολιτικής, «έγκυρης» εφημερίδας, που απευθύνεται σε ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Έτσι, ακόμα κι αν δεν πρόκειται για ένα πολιτικό έντυπο με την κλασική σημασία του όρου, ακολουθεί με αρκετή συνέπεια τους κλασικούς ειδησεογραφικούς κανόνες ως προς το τι αποτελεί «είδηση»/«καλή ιστορία», πώς ιεραρχείται, ποιες είναι οι πηγές της, πώς γράφεται και πώς παρουσιάζεται (Κωνσταντινίδου, 1998). Ως βασικό κείμενο για την ανάλυσή μου επέλεξα το τεύχος 538 του Έψιλον, με ημερομηνία έκδοσης 29/7/2001. Tο συγκεκριμένο τεύχος, το οποίο μπορεί να θεωρηθεί τυπικό του περιοδικού, αριθμεί 96 έγχρωμες σελίδες, που συμπληρώνονται από το εξώφυλλο και το οπισθόφυλλο. Συνολικά, περιλαμβάνει οκτώ κύρια άρθρα, με αντίστοιχη εικονογράφηση. Επιπλέον, υπάρχουν οι τακτικές «ρουμπρίκες» του περιοδικού, ενώ διάσπαρτες μεταξύ των διαφόρων άρθρων είναι 28 διαφημίσεις προϊόντων. Κύριο χαρακτηριστικό του Έψιλον είναι η εντεινόμενη έμφαση προς τη φωτογραφική εικόνα και το χρώμα, σε συνδυασμό με τους μεγάλους, ευρηματικούς τίτλους και τις αντίστοιχες λεζάντες, σε βάρος του καθαυτού κειμένου. Με δεδομένο αυτό, κι επειδή είναι γενικά αποδεκτό σύμφωνα με τα δημοσιογραφικά κριτήρια ότι το εξώφυλλο έχει ως στόχο να προσελκύσει ή να «καταγοητεύσει» τον αναγνώστη (Lavoinne, 2004:124), αλλά και να προτείνει, επίσης, μια αναγνωστική διαδρομή, αποφάσισα να ξεκινήσω την «αναγνωστική/ερμηνευτική» μου απόπειρα από το εξώφυλλο. Στη συνέχεια, θα επιχειρήσω να ακολουθήσω μια πορεία στο εσωτερικό του περιοδικού, μέσω συναρθρώσεων και σχέσεων που θεωρώ ότι κατασκευάζονται βάσει συγκεκριμένων σημασιοδοτικών στρατηγικών από το ίδιο το περιοδικό. Γενικά μπορεί να παρατηρηθεί ότι κάθε εξώφυλλο του Έψιλον, μέσω της φωτογραφίας και της κεντρικής λεζάντας, παραπέμπει σε μία από τις ιστορίες του τεύχους. Η κατασκευή του εξώφυλλου αντλεί από την «παράδοση» τόσο της σύγχρονης εικονογραφίας των ΜΜΕ όσο και του ίδιου του Έψιλον. Ειδικότερα, θα

136 Gendering Transformations μπορούσαμε να πούμε ότι συγκροτεί «ένα πλέγμα από συγκλίνοντα μηνύματα, των οποίων το κέντρο είναι η φωτογραφία, αλλά όμως ο περίγυρος αποτελείται από το κείμενο, τον τίτλο, τη λεζάντα, τη σελιδοποίηση και, κατά έναν πιο αφηρημένο, όχι όμως λιγότερο πληροφορούντα, τρόπο, το ίδιο το όνομα [του περιοδικού]» (Barthes, 1988:25). Για παράδειγμα, στο εξώφυλλο του τεύχους που επέλεξα ως κεντρικό για την ανάλυσή μου, κυριαρχεί η έγχρωμη φωτογραφία του φωτομοντέλου Αντριάνας Σκλεναρίκοβα, η οποία εικονίζεται με έξωμο βραδινό φόρεμα σε μαύρο φόντο. Κύριο χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης πόζας συνιστά το βλέμμα της γυναίκας, που «πέφτει κατευθείαν πάνω στην κάμερα, βγαίνοντας από τα όρια της φωτογραφίας» (Mulvey, 2004:168) 1. Στο κάτω μέρος του εξώφυλλου, σε σημείο που συμπίπτει με το μαύρο μπούστο της, είναι αναγεγραμμένη η δήλωση «Μου αρέσει να υπηρετώ τον Καρεμπέ». Πάνω αριστερά υπάρχει το γνωστό λογότυπο του περιοδικού, ενώ στα δεξιά βρίσκονται δύο ένθετοι τίτλοι: «Γένοβα 2001: Ντοκουμέντο. Όταν η κάμερα νικάει τα κλομπ» και «Πέντε πολιτικοί Καλοκαιρινοί! Χόμπι & περιπέτειες στη θάλασσα». Εικόνα 1 Περιοδικό «Ε», τεύχος 539, 29/7/2001, εξώφυλλο Οι «προκλητικές», για το λογονομικό σύστημα (ή εξωγλωσσικό συμπεριέχον) του νοούμενου αναγνωστικού κοινού της Ελευθεροτυπίας, αλλά και για την ταυτότητα της εφημερίδας, οπτική εικόνα κι εξομολογητική δήλωση στο εξώφυλλο, προκαλούν «αμηχανία». Τίθεται, λοιπόν, το ερώτημα εάν το Έψιλον, μέσα από τέτοιες ή παρεμφερείς κατασκευές, (επιχειρεί να) αναπαράγει τα ηγεμονικά νοήματα των έμφυλων ταυτοτήτων ή εάν, αντίθετα, κάνει ένα έξυπνο, οπτικό

Έμφυλοι Μετασχηματισμοί 137 ειρωνικό σχόλιο, «βγάζει τη γλώσσα» στα «πολιτικώς ορθά» νοήματα του εκλαϊκευμένου «φεμινιστικού» λόγου της εποχής ή/και της Ελευθεροτυπίας, πιο ειδικά «κλείνοντας το μάτι» στην ανατρεπτικότητα της μεταμοντέρνας νεανικής μαζικής κουλτούρας. Ακόμα περισσότερο, ήθελα να διερευνήσω κατά πόσο, μέσα από τον υποτιθέμενο κατακερματισμό της σημασιοδοτικής και ιδεολογικής συνοχής της κουλτούρας που κυριαρχεί στο περιοδικό, αυτή ή άλλες κατασκευές της θηλυκότητας και της αρρενωπότητας θα μπορούσαν να θεωρηθούν μια γόνιμη βάση αμφισβήτησης του ηγεμονικού λόγου γύρω από τη φυσικότητα των έμφυλων διαφορών. Για να απαντήσω σ αυτό το ερώτημα, κινήθηκα ταυτόχρονα ανάμεσα σε δύο αλληλοεξαρτώμενα επίπεδα ανάλυσης. Πρώτον, εξέτασα τις μεμονωμένες εικόνεςσελίδες ως κείμενα στη δομική τους αυτοτέλεια, με βάση τους κώδικες, τις συμβάσεις και τα καταδηλωτικά και συνδηλωτικά νοήματα που τις συγκροτούν. Δεύτερον, μετακινήθηκα από τη μεμονωμένη εικόνα-σελίδα προς την ιστορία που την εμπεριέχει και το συνολικό περιεχόμενο του περιοδικού. Θεώρησα, δηλαδή, ότι η κάθε εικόνα ή ιστορία αποκτά την πλήρη της σημασία μόνο στη συνάρθρωση της με το υπόλοιπο περιεχόμενο, οπτικό, γλωσσικό, κλπ., καθώς συγκροτείται σε σύστημα στη μακρά διάρκεια. Μέσα από τη συστηματική επισκόπηση των τευχών του περιοδικού 2, φαίνεται ξεκάθαρα ότι ο συνδυασμός της εικόνας και της λεζάντας-δήλωσης, αλλά και το περικείμενο ολόκληρης της σελίδας, αποτελεί εκδοχή της κοινής τεχνικής της δημοσιογραφικής γλώσσας. Μέσω της εμπλοκής των αναγνωστών στην παραγωγή του νοήματος, συγκροτεί τη σχέση του «Εαυτού» (το «Κοινωνικό Εγώ») με τον «Άλλον», μια κατηγορία σημαδεμένη τυπικά, νομικά και πολιτισμικά. Όπως έχω τονίσει και αλλού (Κωνσταντινίδου, 1998), σ αυτήν τη διαδικασία, σύμφωνα με τη θεώρηση της Guillaumin (1972), διακρίνονται πάντα δύο επίπεδα. Το ένα παραπέμπει στην ανθρωπότητα γενικά, αλλά υπονοεί κατά κανόνα τους λευκούς ενήλικους άνδρες των μεσαίων και υψηλών εισοδηματικών στρωμάτων. Το άλλο παραπέμπει στην ιδιαιτερότητα του «Άλλου» (δηλαδή της κατηγορίας των γυναικών, όπως επίσης και της φυλής, της τάξης, της ηλικίας, της εθνικότητας, της θρησκείας, της κοινωνικής παρέκκλισης που διαφοροποιεί από την κοινωνική νόρμα ψυχοπαθείς, εγκληματίες, τοξικομανείς, κ.ά.). Η μνεία «γυναίκα», «φυλή», «τρέλα», «ηλικία», «εθνικότητα», κλπ. (δηλαδή η μεταχείριση του «Άλλου») και η απουσία μνείας στον «Εαυτό» 3 (δηλαδή η μεταχείριση του «Εγώ»), οργανώνουν την κατανόηση του δημοσιεύματος ή του συμβάντος που αναγγέλλεται 4. Μ αυτόν τον τρόπο, ο «Άλλος» ενσαρκώνει μία κοινωνική ομάδα και προσδιορίζεται απ αυτήν, παραπέμποντας συνεχώς στα υποτιθέμενα χαρακτηριστικά της αναφερόμενης κατηγορίας ή στη σημαίνουσα αντιστροφή τους. Οι τίτλοι των άρθρων «Η Κοντολίζα Ραίς γυμνάζεται: Θηλυκό γεράκι με αρσενικά ποντίκια» (28/11/04) και «Βία γένους θηλυκού: Γυναικείες Συμμορίες» (5/4/92) είναι ενδεικτικοί προς αυτήν την κατεύθυνση. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά στα φύλα, αν και η λογική πίσω από τη διαφοροποίησή τους δεν εκφράζεται ρητά στο περιοδικό, διαπιστώνεται ότι οι μη αναγώγιμες διαφορές των φύλων δεν παύουν ποτέ να αποτελούν δομικό στοιχείο των σχετικών σημασιοδοτήσεων (Rakow, 1986 Cowie 1977, 1978). Πράγματι, η δημοσιογραφική γλώσσα χρησιμοποιώντας συνεχώς τίτλους κι εκφράσεις, όπως «Φλογερές κυρίες, παγίδες θανατηφόρες. Δέκα γυναίκες του σινεμά και του πάθους» (15/5/94), «Η

138 Gendering Transformations Δεσποινίς διευθυντής υπάρχει μόνο στις ταινίες Γυναίκες στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας» (12/6/94), «Η δε γυνή να σκιτσάρει τον άνδρα. Ξένες σχεδιάστριες κόμικς» (30/1/94), «Πίσσα και Πούπουλο. Οι γυναίκες στα Γουέστερν» (12/9/93), διαχωρίζει συνεχώς τα φύλα. Αντιμετωπίζει το «ανδρικό» ως γενική κατηγορία και τις γυναίκες ως το ιδιαίτερα, μορφολογικά χαρακτηρισμένο, «θηλυκό», θέτοντας το γυναικείο φύλο έμμεσα σε αντίθεση με το γενικό-άφυλο (δηλαδή το ανδρικό). Εξάλλου, στο Έψιλον, ενώ προσφέρεται μία σειρά από κατασκευές της θηλυκότητας και της θηλυκής εμπειρίας, η συνεχής χρήση του ενικού (η γυναίκα), περιβάλλει τις γυναίκες με μια έννοια γενικότητας. Αυτό συμβάλλει στην παγίωση της ουσιοκρατικής ταυτότητας που τους αποδίδεται, υπογραμμίζοντας ακριβώς την εντύπωση ότι δεν πρόκειται για άτομα ενταγμένα σε συγκεκριμένες ιστορικοκοινωνικές σχέσεις. Με άλλα λόγια, κάθε δημοσίευμα ή φωτογραφία, σε συνδυασμό με τη δήλωση που «αγκυρώνει» το νόημά της, αλλά και το περικείμενό της που την εντάσσει στο σύμπαν του περιοδικού, φαίνεται ότι παραπέμπει σε αντιθετικές, «εγγενείς» ιδιότητες των φύλων. Στηρίζεται σε μια μη διατυπωμένη θεωρία «βιολογικού» ή «κοινωνικού» που, όμως, μετατρέπεται και πάλι σε «φυσικό» προσδιορισμού. M αυτήν την έννοια, αποτελεί ένα προνομιακό σημασιοδοτικό «εργαλείο», αφού καθολικοποιεί και συγκροτεί τις γυναίκες σε ξεχωριστή (από τους άνδρες), ενιαία, φυσική, δεδομένη, σταθερή και αναλλοίωτη ουσία («η Γυναίκα»). Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της απόδοσης σ αυτές μιας σειράς (βιολογικά) καθορισμένων ιδιοτήτων, χαρακτηριστικών, ρόλων, θέσεων, ενδιαφερόντων, κλπ., αγνοώντας τις μεταξύ τους διαφορές. Αντίθετα, το ζήτημα του ορισμού των ανδρών βρίσκεται σ ένα τελείως διαφορετικό επίπεδο πραγματικότητας. Γενικά, υπάρχει η τάση να γίνεται ταύτιση μεταξύ άνδρα και ανθρώπου (man, homme). Έτσι, το ανδρικό φύλο εξομοιώνεται μ ένα γενικό ανθρώπινο τύπο, που τις περισσότερες φορές δεν έχει ιδιαίτερα έμφυλα χαρακτηριστικά, ή μάλλον τα ανδρικά χαρακτηριστικά ταυτίζονται με ανθρώπινες ιδιότητες και με την ιδιότητα του πολίτη. Σχεδόν συστηματικά, με ελάχιστες εξαιρέσεις, στο Έψιλον ο ένας από τους όρους της διχοτομίας αρσενικό-θηλυκό απουσιάζει. Το ανδρικό φύλο δεν κατασκευάζεται ως τέτοιο και άρα το σημείο «άνδρας» ως σημείο αναφοράς είναι παρόν μέσω ενός αριθμού αντιθέσεων, που δεν εκφέρονται συνήθως, και μόνο συνειρμικά μπορεί να ανασυσταθεί. Θεωρητικά οι έμφυλες κατηγορίες δεν εμπεριέχουν αξιολογική κρίση. Εντούτοις, οι εκφορές που συνδέονται με το ανδρικό φύλο έχουν πιο συχνά θετικές συνεμφάσεις και παραπέμπουν στις έννοιες της εξουσίας, του κύρους και της ηγεσίας («Το θέμα είναι πώς φοράς τα παντελόνια», 6/10/91). Αντίθετα, στο λεξιλογικό πεδίο η έννοια «γυναίκα» έχει συχνά υποτιμητική απόχρωση ή έχει συχνά υποτιμητικές σεξουαλικές συνεμφάσεις, που επισκιάζουν άλλα νοήματα προσδίδοντας στην κατηγορία των γυναικών όλα τα στοιχεία μιας «φυσικής» κατωτερότητας. Σ αυτά τα συμφραζόμενα, κυριαρχεί μία «ήπια», αλλά βασική, μορφή σεξισμού, ο οποίος εκφράζεται με πολύ διαφορετικούς οπτικούς και λεκτικούς τρόπους και μορφές. Πράγματι, το Έψιλον βρίθει σημείων «αστεϊσμού» (υπαινιγμοί, λογοπαίγνια, χλευασμός, ειρωνεία, κλπ.) σχετικά με το φεμινισμό, τη θηλυκότητα, τις γυναίκες, την ανισότητα, τη σεξουαλικότητα, τις σχέσεις των δύο φύλων, τους οικογενειακούς ρόλους, κλπ. Αυτά εκφράζουν τη συμβολική βία κι ενσωματώνουν νοήματα εχθρότητας προς το γυναικείο φύλο, με τον ίδιο τρόπο που το κάνουν όλες οι κυρίαρχες κοινωνικές κατηγορίες για τον «ξένο», τον «άλλον» ή

Έμφυλοι Μετασχηματισμοί 139 τον «υποτελή». Ενδεικτικοί είναι οι τίτλοι των άρθρων «Η Σαγκάη κάνει λίφτιγκ. Η γυναίκα στην Κίνα» (18/4/93), «Από γυναίκες διπλώματα για νταλίκες» (Ελευθεροτυπία, 27/9/90), «Γιώργος Μάγκας: Η Γυναίκα γαργαλιέται πιο πολύ στ αυτί!» (23/1/94). Χαρακτηριστικό αυτών των συνδηλώσεων είναι το γεγονός ότι στη δημοσιογραφική γλώσσα η αντικατάσταση του όρου «γυναίκα» με τον ευφημισμό «κυρία», που συνδέεται συνειρμικά και με την ταξικότητα, γίνεται, όταν ακριβώς επιδιώκεται να αδρανοποιηθούν οι αρνητικές συνεμφάσεις της πρώτης έκφρασης από το αντικείμενο του λόγου (βλ. Lakoff, 1975: 19 κ.έ.). Ένα τέτοιο παράδειγμα συνιστά το άρθρο «Γεννήθηκε, έζησε και έφυγε ως κυρία» (Ελευθεροτυπία, 16/10/95). Αντίστοιχα, η θετική παρομοίωση μιας γυναίκας με το ανδρικό φύλο αποτελεί ένα ρητορικό τρόπο προκειμένου να συνδηλωθεί με οικονομία η «γενναιότητά» ή εντιμότητά της («Η Θάτσερ έφυγε σαν άντρας!», Ελευθεροτυπία, 23/11/90). Οι έμφυλες ταυτότητες μπορούν, συνεπώς, να προσδιοριστούν μόνο η μία σε συνάρτηση με την άλλη και δε συνιστούν απομονωμένες μορφές, αλλά έναν τύπο οργάνωσης που τις αγκαλιάζει. Για παράδειγμα, στο εξώφυλλο του τεύχους που αναλύω, σημεία στήριξης του εξωφύλλου συνιστούν το πρόσωπο της Α.Σ., η εξομολόγηση-δήλωσή της στο κάτω μέρος της σελίδας και οι δύο υπέρτιτλοι πάνω δεξιά, οι οποίοι παραπέμπουν σε «κυρίαρχες» μορφές της πολιτικής δράσης («κατεστημένη» πολιτική και κοινωνικά κινήματα). Αυτά τα σημεία, με έναν υπαινικτικό οπτικό τρόπο, αναπαράγουν τη διχοτομική λογική της διάκρισης μεταξύ γυναικείου/ανδρικού, ιδιωτικού/δημόσιου, μη πολιτικού/πολιτικού, δράσης/απραξίας, κλπ., χωρίς να γίνεται αναφορά στο φύλο. Εξάλλου, αν μετακινηθούμε προς το εσωτερικό του τεύχους, διαπιστώνουμε ότι οι διάφορες ιστορίες συγκροτούν μετωνυμικά, μέσω συγκεκριμένων στρατηγικών ανάγνωσης, το έμφυλο σύμπαν του περιοδικού στη βάση αυτής της θεμελιακής διχοτομικής λογικής, με σύνθετους κειμενικούς τρόπους (με τη βοήθεια των φωτογραφιών, του τίτλου, της λεζάντας, του καθεαυτού κειμένου). Πιο συγκεκριμένα, είναι ενδιαφέρουσα η σχέση που εγκαθιδρύεται ανάμεσα στην ιστορία του εξωφύλλου, με τον περιπαικτικό τίτλο «Στα πόδια του ζεύγους Καρεμπέ» (και υπέρτιτλο «Αντριάνα Σκλεναρίκοβα»), όπως και σε τέσσερα ακόμα, τουλάχιστον, άρθρα: «Η χαμένη ζωή της Χανελόρε Κόλ» (με τον «επεξηγηματικό» υπέρτιτλο «Η σύζυγος»), «Τα Κορίτσια της πίστας!» (με τον υπέρτιτλο «Με αγωνιστικές μοτοσικλέτες»), «Λίγο Βουλή, λίγο θάλασσα & το χόμπι μου» (με τον υπέρτιτλο «Καλοκαιρινά σπορ των βουλευτών»), και «Τρία κλικ αριστερά» (με τον υπέρτιτλο «Γένοβα: ντοκουμέντο. Ο Φακός του Έψιλον παρών στη σκηνή της εκτέλεσης»). Το να μπω στις λεπτομέρειες κάθε ιστορίας-άρθρου υπερβαίνει τη σκοπιμότητα της εργασίας μου. Είναι, όμως, σημαντικό να τονιστεί ότι στον παραδειγματικό άξονα συγκροτούνται τρεις διαφορετικές εκδοχές της γυναικείας ταυτότηταςθηλυκότητας: α) το κλασικό σύμβολο του σεξ, η πόρνη-σκλάβα, β) η αφοσιωμένη σύζυγος πολιτικού και μητέρα των παιδιών του, και γ) η σύγχρονη δυναμική γυναίκα που «σπάει το ανδρικό κατεστημένο» και αντιστρέφει το στερεότυπο του παθητικού θηλυκού. Στο συνταγματικό άξονα, από την άλλη πλευρά, η συνάρθρωση των άρθρων επιτελεί δύο λειτουργίες. Αφενός, σημασιοδοτεί με τον πιο στερεότυπο τρόπο τη σύζευξη των υποτιθέμενων σύγχρονων εκδοχών της γυναικείας εμπειρίας. Αφετέρου, αναπαράγει όπως και στο εξώφυλλο οπτικά ή

140 Gendering Transformations μέσω του γραπτού κειμένου τη διάκριση μεταξύ του υποτιθέμενα γενικού άφυλου υποκειμένου, που όμως ταυτίζεται άρρητα με το ανδρικό (της δράσης, του «έξω», του πολιτικού, κλπ.), και του ειδικού, δηλαδή του γυναικείου (του «μέσα», του μη πολιτικού, της εμφάνισης, της απραξίας) ή της αντιστροφής τους διατηρώντας, όμως, την έμφυλη διαφορά. H αιώνια γυναίκα-θέαμα Αυτές οι εκδοχές της έμφυλης ταυτότητας ή τα «σενάρια» της διαφοράς των φύλων δε συγκροτούνται αποκλειστικά στο πλαίσιο του Τύπου. Συνδέονται, λιγότερο ή περισσότερο χαλαρά, με μείζονες αφηγήσεις και κατασκευές της θηλυκότητας και της αρρενωπότητας, τόσο στην «υψηλή» (τέχνη, λογοτεχνία, κλπ.) όσο και στη «μαζική» κουλτούρα (κινηματογράφο, διαφήμιση, τηλεόραση, Τύπο, κλπ.). Ειδικά σε ό, τι αφορά το Έψιλον, δεσπόζουσα θέση κατέχει η εξίσωση της εικόνας των γυναικών με τη σεξουαλικότητα και την κατανάλωση ή, πιο συγκεκριμένα, ο ορισμός των γυναικών ως αντικειμένου του ανδρικού βλέμματος και ως αναπαράστασης των μορφών της ανδρικής επιθυμίας. Καταρχάς, όπως προανέφερα, πολύ συχνά στο εξώφυλλο ή στο εσωτερικό του περιοδικού η προσεκτική και εσκεμμένη οργάνωση της πόζας δεν επιτρέπει να παραβιαστεί η ευθεία κατεύθυνση του βλέμματος των φωτογραφημένων προσώπων, λειτουργώντας σα «δόλωμα» για την προσοχή του έμφυλου αναγνώστη. Εδώ, κυρίαρχο ρόλο διαδραματίζουν η εικόνα της γυναίκας προσεκτικά δομημένη κι εκτελεσμένη με δεξιότητα ως εικόνα της προσωπικότητας του έμφυλου ατόμου. Οι φωτογραφίες αυτές, μέσω της πόζας και της λεζάντας, μας καλούν να αποκωδικοποιήσουμε ενεργά το έμφυλο πορτρέτο, αντλώντας από τα σημαίνοντα των φυσικών χαρακτηριστικών, των στάσεων, των χειρονομιών, αλλά κι από τα στοιχεία τεχνικής στησίματος του πορτρέτου (οπτική γωνία, φωτισμό, συνδυασμό χρωμάτων, κλπ.). Εξάλλου, η έλλειψη βάθους ή πλαισίου στη φωτογραφία, τα ρούχα, τα μαλλιά, το με ιδιαίτερο τρόπο ντυμένο γυναικείο σώμα, η στάση του σώματος και η έκφραση του προσώπου (μισάνοιχτα χείλη, καρφωμένο βλέμμα στο θεατή-αναγνώστη, κλπ.) συνιστούν δυναμικές πηγές νοήματος. Συνδηλώνουν ένα είδος ανδροκεντρικής σεξουαλικότητας και κάποια στερεότυπα του θηλυκού υποκειμένου (νέα, ερωτική, διαθέσιμη), που μέσα από το υποτιθέμενο έμμονο ενδιαφέρον των γυναικών για την εξωτερική τους εμφάνιση τις συγκροτεί «σα μαριονέτες που περιμένουν τον εμψυχωτή τους» (Mulvey, 2004:42). Ταυτόχρονα, μέσα από τις ιδιαίτερες συνεμφατικές ιδιότητες της συνύπαρξης της φωτογραφίας και της «ευρηματικής» λεζάντας είτε με τη μορφή μιας «εξομολογητικής» εκφοράς του ίδιου του φωτογραφημένου προσώπου, είτε με τη μορφή μιας δήλωσης του «αφηγητή», ο οποίος λειτουργεί ως διαμεσολαβητής στην αφήγηση κάθε «ιστορίας», κάνοντας ένα σχόλιο για το φωτογραφημένο πρόσωπο υπό συγκεκριμένη οπτική γωνία εδραιώνεται ένα είδος «συνενοχής» με τον (έμφυλο) αναγνώστη του Έψιλον («Ανάσταση με την Μόνικα Μπελούτσι», τχ. 629, 26-27/4/2003, «Μόνικα Μπελούτσι. Ο ένας από τους δύο λόγους που λέμε ΝΑΙ στην Ιταλία* (μετά το 1940) [*ο άλλος είναι: ο εσπρέσσο, το Καμπιονάτο, ένα Φίατ, κλπ.]», τχ. 706, 24/10/2004). Ο έμφυλος αναγνώστης, μέσω ενός ιδεολογικού φαινομένου αναγνώρισης (effet idéologique de reconnaissance), ένα «déjà lu», το οποίο συνιστά διαδικασία που

Έμφυλοι Μετασχηματισμοί 141 αποσκοπεί σε ένα άρρητο «κλείσιμο ματιού» στην κουλτούρα που αναγνωρίζεται από τον αναγνώστη και την οποία συμμερίζεται και η εφημερίδα (βλ. Veron, 1978:92-95, 120-121), εμβαπτίζεται σ αυτήν την πολιτισμική συνενοχή. Ομοίως, καλείται να αποκωδικοποιήσει όλες τις νύξεις, τους υπαινιγμούς και τα υπονοούμενα που εγείρει η εικόνα-πόζα και η λεζάντά της, συγκροτώντας και ανασυγκροτώντας τη δυαδική διαφορά των φύλων ως σχέση ανισότητας. Εικόνα 2 Περιοδικό «Ε», τεύχος 637, 22/6/2003, σελ. 60-61 Η ανάλυση του Berger (1989) για τα οπτικά αφηγήματα 5 είναι πολύ χρήσιμη εδώ, γιατί μας βοηθά να διατυπώσουμε τη βάσιμη υπόθεση για τα κριτήρια μέσω των οποίων ένα έντυπο καταλήγει σε πολύ συγκεκριμένες επιλογές. Σύμφωνα με την ανάλυσή του (1989:53), σε όλες τις σύγχρονες μορφές αναπαράστασης, υψηλής ή μαζικής κουλτούρας, εξακολουθούν να εκφράζονται οι στάσεις και οι αξίες που διαμόρφωσαν την παράδοση του γυμνού στην ευρωπαϊκή ελαιογραφία. Σύμφωνα με αυτήν, «ο κύριος πρωταγωνιστής δε ζωγραφίζεται ποτέ. Είναι ο θεατής, που βρίσκεται μπροστά στην εικόνα και υποτίθεται πως είναι άντρας. Τα πάντα απευθύνονται σε αυτόν. Τα πάντα πρέπει να φαίνονται σαν αποτέλεσμα της ύπαρξής του εκεί.» Όπως τονίζει ο ίδιος ερευνητής, αν στη μοντέρνα τέχνη το ιδεώδες του γυμνού κλονίστηκε, στην πραγματικότητα αντικαταστάθηκε τελικά από το ρεαλισμό «της πόρνης που έγινε η πεμπτουσία της γυναίκας για την πρώιμη πρωτοπορία της ζωγραφικής του εικοστού αιώνα... [και] ο ουσιαστικός τρόπος του να βλέπει κανείς τις γυναίκες». Έτσι, στα ΜΜΕ «οι γυναίκες απεικονίζονται μ έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο από τους άντρες όχι γιατί το θηλυκό είναι διαφορετικό απ το αρσενικό αλλά γιατί ο ιδανικός θεατής υποτίθεται πως είναι πάντοτε αρσενικός και η εικόνα της

142 Gendering Transformations γυναίκας σχεδιάζεται για να τον κολακεύει» (Berger, 1989:63-64). Η ηγεμονική θέση αυτής της εκδοχής της γυναικείας ταυτότητας συνεπάγεται «την υποβάθμιση του πολύπλοκου κοινωνικού προσδιορισμού της θέσης των γυναικών, σε όφελος μιας εικόνας της γυναίκας εκτός κάθε κοινωνικού ή οικονομικού πλαισίου» (Mulvey, 2004:112). Η σύζυγος-θύμα και η ευτυχισμένη σύζυγος Εντούτοις, όπως επισημάνθηκε και πιο πάνω, παρά την κυριαρχία της εικόνας της «γυναίκας-θέαμα», στο Έψιλον, όπως και σ όλον τον αθηναϊκό τύπο εξάλλου, συνυπάρχουν κι άλλες εκδοχές της έμφυλης ταυτότητας ή «σενάρια» της διαφοράς των φύλων, που συνδέονται λιγότερο ή περισσότερο χαλαρά με κατασκευές της θηλυκότητας. Οι επιλογές αυτές περιλαμβάνουν ένα ολόκληρο πεδίο μηνυμάτων, που μεταβιβάζονται μέσα από τις λεπτές διακρίσεις ενός αριθμού αλληλοσυνδεόμενων νοημάτων, φύλου, ηλικίας, θέσης στην οικογένεια και κοινωνικής ιεραρχίας. Ο συνδυασμός αυτών των σημαινόντων είναι ικανός να παρουσιάσει μια εικόνα μέσα από την οποία η θηλυκότητα μπορεί να συνυπάρξει με τη μητρότητα, τη μέση ηλικία και την ταξική θέση και να συνδυαστεί με την εικόνα της παθητικότητας και της δεινοπάθειας ή αντίθετα με αυτήν της ευτυχίας, της δράσης και της ενεργητικότητας. Εικόνα 3 Περιοδικό Ε, τεύχος 539, 29/7/2001, σελ. 44-45 Για παράδειγμα, το άρθρο σχετικά με τη σύζυγο του καγκελάριου Κολ, αντλώντας στοιχεία από την ιδεολογία και την αισθητική του οικογενειακού

Έμφυλοι Μετασχηματισμοί 143 μελοδράματος (Πατσαλίδης και Νικολοπούλου, 2001), προτάσσει την αλλοτρίωση της ιδιωτικής ζωής των γυναικών και τις αντιφάσεις του αστικού γάμου, συνθέτοντας μία εικόνα της θηλυκότητας δομημένη πάνω στα παλιά στερεότυπα του εγκλεισμού, της υποταγής, της σιωπής και της αυτοθυσίας. Ουσιαστικά, κεντρικό πρόσωπο της αφήγησης είναι το στερεότυπο της απόσεξουαλικοποιημένης, απατημένης και δυστυχισμένης γυναίκας-εξιλαστήριου θύματος, που αδυνατεί να αντιδράσει στην υποτιθέμενη σχέση μεταξύ ενός «αδιάφορου» αρσενικού και της «κακιάς» δυναμικής γυναίκας (της γραμματέως του). Τέτοιου τύπου «κουτσομπολίστικα» αφηγήματα, που βασίζονται και απευθύνονται στις κυρίαρχες κοινωνικές φαντασιώσεις του πατριαρχικού ηγεμονικού λόγου, «καθιερώνουν όχι μόνο μια αισθητική του πόνου αλλά και μια ηθική του θύματος» (Hays και Nikolopoulou, xii, στο Δούκα-Καμπίτογλου, 2001:410). Από αυτήν την άποψη, είναι δύσκολο να υποθέσουμε ότι θα μπορούσαν να γίνουν δυνητικά οχήματα μετασχηματισμού της εμπειρίας της έμφυλης καταπίεσης, σε μια θεωρητική επαναδιαπραγμάτευση της καταπίεσης αυτής. Εικόνα 4. Περιοδικό Ε, τεύχος 556, 2/12/2001, εξώφυλλο. Πάντως, είναι αλήθεια ότι, κατά κανόνα στο Έψιλον, ο συνδυασμός θηλυκότητας και μητρότητας, συζυγικής ζωής, μέσης ηλικίας και κοινωνικής ιεραρχίας εντάσσεται σε ένα αισιόδοξο αφηγηματικό σενάριο. Πιο συγκεκριμένα, τα σημεία που ανήκουν στον κώδικα των έμφυλων διαφορών, εφόσον αλληλοεπικαλύπτονται με τον κώδικα της ταξικής ιεραρχίας και της κοινωνικής διάκρισης, νομιμοποιούν μια ιδιαίτερη ιδεολογία φύλου κι ένα συγκεκριμένο ταξικό νόημα:

144 Gendering Transformations ευτυχισμένες κι αξιόλογες γυναίκες είναι οι γυναίκες μιας συγκεκριμένης τάξης με υψηλό κοινωνικό status, των οποίων η δημόσια παρουσία δε συνεπάγεται εξομοίωση με τους άνδρες, αλλά αντίθετα εναρμονίζεται με την ηλικία και το κύρος της κοινωνικής (ταξικής) τους θέσης. Οι γυναίκες αυτές, είτε ως «ανδρο-προσδιορισμένα όντα» (Δούκα- Καμπίτογλου, 2001:419), μέσω του αξιώματος/επαγγέλματος του συζύγου (σύζυγοι πολιτικών, επιχειρηματιών, κλπ.) 6, είτε σπανιότερα ως αυτοτελή υποκείμενα, λόγω της δικής τους δραστηριότητας, χαρακτηρίζονται από το συνδυασμό των κωδίκων της έμφυλης διαφοράς και της κοινωνικής διάκρισης. Κατασκευάζεται, έτσι, μία εικόνα που σημασιοδοτεί ταυτόχρονα μια ιδιαίτερη μορφή θηλυκότητας, μιας «απούσας» (υπό περιορισμό) σεξουαλικότητας, και τη δυνητική γυναικεία εξουσία, που ενυπάρχει στο υψηλό κοινωνικό τους status (κώδικες καλής αγωγής, ακριβού και καλού γούστου, φιλαρέσκειας, καταναλωτισμού, κλπ.) Σ αυτά τα συμφραζόμενα, συναρθρώνονται «αρμονικά» τα χαρακτηριστικά της «γυναικείας φύσης» (η μητρότητα και η οικογένεια) και η κοινωνική (ταξική) θέση κι εξαίρονται η συναισθηματική και η συζυγική αγάπη. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την προβολή της ολοκλήρωσης των γυναικών μέσω της μητρότητας με κεντρικούς άξονες τις έννοιες της προσφοράς και της θυσίας, απαλείφουν οποιοδήποτε κοινωνικό προβληματισμό για το γάμο και τις σχέσεις των δύο φύλων. Το υποκείμενο σε δράση: Η συγκρότηση του άφυλου υποκειμένου, οι «επιτυχημένες» γυναίκες και η «κατάκτηση ανδρικών οχυρών» Το άρθρο για τις διακοπές των Ελλήνων πολιτικών, όπως επίσης κι εκείνο αναφορικά με τα γεγονότα στη Γένοβα, συνιστούν τυπικά παραδείγματα της αποσιώπησης της έμφυλης υπόστασης του υποκειμένου. Ενός υποκειμένου, όμως, που είναι πάντα άνδρας. Τα κείμενα αυτά, στη συνάρθρωσή τους με τα δύο προηγούμενα, επαληθεύουν στο επίπεδο της συνδήλωσης την υπόθεση του Berger (1989:47), σύμφωνα με την οποία «οι γυναίκες εμφανίζονται, ενώ οι άνδρες δρουν». Κοντολογίς, εδώ σκιαγραφείται μια υπόρρητη διαδικασία διαφοροποίησης του ανδρικού και του γυναικείου κόσμου, της θηλυκότητας και του ανδρισμού, στο επίπεδο του πράττειν και του είναι. Η αφήγηση, στραμμένη προς τη δράση των άφυλων υποκειμένων (ανδρών), στα συγκεκριμένα συμφραζόμενα ενός επίμονου πολιτιστικού ιδεαλισμού και της προσωποποίησης του πολιτικού, ενεργοποιεί ένα πλήθος σημασιών σχετικά με την κατεστημένη πολιτική και τα κινήματα αμφισβήτησης, το ρόλο του πολιτικού συστήματος, τις σχέσεις κράτους-πολιτών, το ρόλο των ΜΜΕ, το δημοσιογραφικό επάγγελμα, κλπ. Πυρήνας όλης της κατασκευής, στα συμφραζόμενα της ενημερωτικο-ψυχαγωγικής μαζικής κουλτούρας, είναι η προσωποποίηση της πολιτικής μέσω των αισθητικών κωδίκων του θεάματος και η επικέντρωση στις «προσωπικότητες» ή τους «ήρωες» της δημόσιας σφαίρας. Για παράδειγμα, στο πρώτο άρθρο η επιλογή του περιοδικού να «ακολουθεί» πολιτικούς στην καθημερινή τους ζωή ή στη διάρκεια των διακοπών τους είναι πλούσια σε κοινωνικές συνυποδηλωτικές λεπτομέρειες. Καταρχάς αναπαράγει την κλασική αντίθεση δημόσιο πρόσωπο/ιδιωτικός άνθρωπος, που είναι ένας από τους κεντρικούς μύθους στη σύγχρονη κουλτούρα: ο πολιτικός, απαλλαγμένος από τα

Έμφυλοι Μετασχηματισμοί 145 βάρη των «υψηλών» του καθηκόντων, πίσω στο σπίτι, «έξω» από το κοινωνικό. Αυτή η διαδικασία παραγωγής τέτοιων ζευγών αντιθέτων, είτε στο κείμενο είτε στις φωτογραφίες, παράγει εκείνο το οποίο ο Hall (1981:229) αποκαλεί συναισθηματικό φαινόμενο, έναν από τους πιο επιτακτικούς, πιεστικούς δεσμούς που συνδέει τους κυβερνωμένους με τους κυβερνώντες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η άμεση συσχέτιση με τα θαλάσσια σπορ η αντιστροφή από την κυριολεξία στη μεταφορά μεταξύ θάλασσας, ψαρέματος, κολύμβησης και πολιτικής, με μια συγκεκριμένη ερώτηση στο μέσο περίπου κάθε συνέντευξης αποτελεί ένα ευφυές τέχνασμα προκειμένου να τελεστεί η μετάβαση από τον ελεύθερο χρόνο στο «λειτούργημα», από την ιδιωτική στη δημόσια ταυτότητα, από το ατομικό στο πολιτικό, χωρίς όμως αυτή η μετάβαση να θεμελιώνεται στην έμφυλη ταυτότητα του ατόμου. Αντίθετα, όταν πρόκειται για γυναίκες «δημόσια πρόσωπα», η μετάβαση αυτή θεμελιώνεται εξ ολοκλήρου σε απόψεις περί ιδιαίτερων γυναικείων χαρακτηριολογικών γνωρισμάτων και αξιών, που καθορίζουν και την πολιτική τους συμπεριφορά, καθώς και σε ρηματικούς και οπτικούς τρόπους αναπαράστασης και συµβολοποίησης του νοήματος της έμφυλης διαφοράς, δηλαδή της θηλυκότητας (σεξουαλικότητα, μητρότητα, κλπ.) Απ την άλλη, αυτού του τύπου οι αφηγήσεις υποδεικνύουν ότι, ενώ στο επίπεδο της βαθιάς δομής, στο Έψιλον, σκιαγραφείται μια υπόρρητη διαδικασία διαφοροποίησης του ανδρικού και του γυναικείου κόσμου, της θηλυκότητας και της αρρενωπότητας, στο επίπεδο του «πράττειν» και του «φαίνεσθαι», του «ιδιωτικού» και του «δημόσιου», του «πολιτικού» και του «μη πολιτικού», υπάρχουν επίσης σενάρια της έμφυλης διαφοράς στα οποία έχουμε δηλωμένη αντιστροφή. Συνιστούν, δηλαδή, μια εξαιρετική περίπτωση, όπου οι γυναίκες δε λειτουργούν μόνο σε μία σφαίρα, του ιδιωτικού και, το σημαντικότερο, ούτε είναι αποδεκτό να το κάνουν. Με σημειολογικούς όρους αυτό σημαίνει ότι σε αρκετά δημοσιεύματα, εφόσον μείνει αμετάλλακτος ο ηγεμονικός λόγος που εδράζεται στο εκθείασμα της διαφοράς ανδρών και γυναικών, είναι δυνατόν πολλές δυαδικές αντιθέσεις που συνδέονται με αυτό το σύστημα να συγκροτούνται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην ισχύει η απόλυτη διχοτόμησή τους. Έτσι, ενώ γενικά οι διάφορες δυαδικές αντιθέσεις (μέσα-έξω, δράση-απραξία, παθητικότητα-ενεργητικότητα, κλπ.) ως μετασχηματισμοί της θεμελιώδους αντίθεσης αρσενικό-θηλυκό είναι με τέτοιο τρόπο συσχετισμένες, ώστε να καθιστούν μη «κανονικά» τα όρια μεταξύ των όρων των αντιθέσεων (δηλαδή κάθε όρο που δεν ταιριάζει με τη διχοτομική αντίθεση), υπάρχουν συχνά περιπτώσεις, όπου η απόλυτη διπολικότητα των όρων παραβιάζεται «νόμιμα». Έχουμε, δηλαδή, άρση της αντινομίας με κάποιο είδος διαμεσολάβησης ή υποκατάστασης (πχ., συγκερασμό ιδιωτικού και δημόσιου, εργασίας και οικογένειας [ή/και θηλυκότητας], θηλυκότητας και ενεργητικότηταςδράσης). Σ αυτού του είδους τις αφηγήσεις «πρωταγωνιστούν» δύο τύποι γυναικών. Πρώτον, οι γυναίκες εκείνες που καταλαμβάνουν μία θέση στην ανώτατη βαθμίδα της επαγγελματικής ιεραρχίας (πχ., επιχειρηματίας, αρεοπαγίτης, δικαστής, κλπ.) ή της πολιτικής (πχ. υπουργός). Αυτές ενεργοποιούν όλες τις αξίες του κύρους και της εξουσίας κι επιβεβαιώνουν ότι η έννοια της κοινωνικής παρουσίας, της επιτυχίας ή/και της κοινωνικής ανόδου συνδέεται με τη δημόσια σφαίρα και ταυτίζεται υπορρήτως με την αρρενωπότητα, χωρίς να διερευνώνται οι σύγχρονες κοινωνικές δομές απασχόλησης και άσκησης επαγγελμάτων. Δεύτερον, οι γυναίκες εκείνες που

146 Gendering Transformations απλώς «σπάνε» το ανδρικό μονοπώλιο μιας δραστηριότητας ή ενός επαγγέλματος, ανεξαρτήτως της θέσης του στην κλίμακα της ιεραρχίας, χωρίς να χάνουν τη θηλυκή τους υπόσταση (π.χ., οικοδόμος, οδηγός φορτηγού, πιλότος, ελαιοχρωματίστρια, κλπ.). «Αμφισβητούν», δηλαδή, πολιτισμικές ιδέες μέσω των οποίων η έννοια της αρρενωπότητας ταυτίζεται με μία ορισμένη δραστηριότητα, τέχνη ή εξειδίκευση. Σ αυτού του τύπου τις αφηγήσεις «κατάκτησης ανδρικών οχυρών», εφόσον δεν υπάρχει αμφισβήτηση ή απώλεια των γυναικείων ιδιοτήτων εφόσον, δηλαδή, δεν αμφισβητούνται οι έμφυλες διαφορές η παρουσία των γυναικών και στις δύο σφαίρες θεωρείται όχι απλώς θεμιτή, αλλά και επιβεβλημένη. Εικόνα 5 Περιοδικό Ε, τεύχος 539, 29/7/2001, σελ. 60-61. Συνδέοντας την έννοια της «χειραφέτησης» με την είσοδο στη δημόσια σφαίρα ή την οικειοποίηση «ανδρικών» δραστηριοτήτων, αυτού του τύπου οι αφηγήσεις προτάσσουν ρητά ή άρρητα μια «διαδικασία συνεχούς ταξινόμησης του κοινωνικά επιθυμητού» (Σκουτέρη-Διδασκάλου, 1988:178) στη βάση των διακρίσεων έξωμέσα, πράξη-απραξία, δημόσιο-ιδιωτικό. Κατά συνέπεια, ακόμα και αν λάβουμε υπόψη μας ότι στο Έψιλον οι έμφυλες ταυτότητες είναι δυνατό να ποικίλουν κι ότι από την «αντίθεση» αυτή γεννιέται ένα σύστημα το οποίο δομεί πολύπλοκους και σύνθετους όρους (θηλυκότητα και εργασία, δημόσιο και ιδιωτικό, δημόσια παρουσία και διαφοροποίηση των φύλων, κλπ.), η αξιολογική προτεραιότητα της διχοτομίας και η ουσιοκρατική κατασκευή της έμφυλης ταυτότητας επιτρέπουν να επανεισαχθεί η πιθανότητα ενός ηγεμονικού λόγου πάνω στα φύλα και τις έμφυλες διαφορές.

Έμφυλοι Μετασχηματισμοί 147 Εικόνα 6 Περιοδικό Ε, τεύχος 122, 4/7/1993, σελ. 44-45. Συμπεράσματα Ξεκινώντας την αναγνωστική/ερμηνευτική μου διαδρομή από τη «δήλωση» του φωτομοντέλου Αντριάνας Σκλεναρίκοβα («Μου αρέσει να υπηρετώ τον Καρεμπέ»), είχα αναρωτηθεί αν μπορούσα να υποστηρίξω πειστικά ότι το Έψιλον «βγάζει τη γλώσσα» στα «πολιτικώς ορθά» νοήματα του εκλαϊκευμένου «φεμινιστικού λόγου». Αν μέσα από την παρωδία ή την ειρωνεία «κλείνει το μάτι» στην ανατρεπτικότητα της μεταμοντέρνας νεανικής μαζικής κουλτούρας. Ακόμα περισσότερο ήθελα να διερευνήσω αν αυτή ή άλλες κατασκευές της θηλυκότητας και της αρρενωπότητας θα μπορούσαν να θεωρηθούν ενδεχομένως μία παραγωγική βάση αμφισβήτησης του ηγεμονικού λόγου γύρω από τη φυσικότητα των έμφυλων διαφορών. Όσο, όμως, προχωρούσα στην ανάλυσή μου, επισωρεύοντας, αφηγήσεις, αποφάνσεις, οπτικές εικόνες και κατασκευές της θηλυκότητας και του άφυλου υποκειμένου-άνδρα, τόσο λιγότερο σίγουρη ήμουν γι αυτήν την αρχική «αισιοδοξία» μου. Ακόμα κι αν δεχτούμε, εξαιτίας της «ανάγκης» του περιοδικού να έχει απήχηση σ ένα ευρύ αναγνωστικό κοινό, ότι υπάρχει η τάση σε αυτό να παρέχονται αφηγήσεις αρκετά ανοιχτές, ώστε να γίνονται αποδεκτές ποικίλες, αντίθετες ή τουλάχιστον ανθιστάμενες αναγνώσεις, και ότι δεν επιχειρείται τόσο το κλείσιμο ή η δημιουργία ενός αναγνωστικού υποκειμένου με σαφές και (έμφυλο) κέντρο (Fiske, 2000:326), δύσκολα θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η διαπιστωμένη «πολυσημία» του Έψιλον δεν υποκρύπτει τελικά μια θεμελιώδη αφηγηματική ή υπερκαθορίζουσα δομή. Κι ακόμα πιο δύσκολα θα μπορούσε κάποιος, κατά την άποψή μου, να ισχυριστεί ότι αυτή η κατακερματισμένη-

148 Gendering Transformations μεταμοντέρνα κουλτούρα δε συντελεί στην κοινωνική κατασκευή της πιο κοινότοπης και συντηρητικής εκδοχής του νοήματος των έμφυλων ταυτοτήτων, ως φυσικής διχοτομίας. Είναι αλήθεια ότι, αν στο σύμπαν του Έψιλον το αρσενικό αντιστοιχεί σε μια αδιαφορία ως προς το φύλο και σε ένα είδος αφηρημένης γενικότητας, σ ό,τι αφορά στο θηλυκό, το περιοδικό μέσω πρωτο-πρόσωπων ή τριτο-πρόσωπων αφηγήσεων προσφέρει μία σειρά από κατασκευές της θηλυκότητας, που περιλαμβάνουν γυναίκες διαφορετικές ως προς την ομιλία τους, τις θέσεις τους, τις πράξεις τους, την ηλικία τους, τους «ρόλους» τους. Εντούτοις, παρά την ύπαρξη μιας πληθώρας σεναρίων και πολλαπλών κατασκευών της έμφυλης, ή μάλλον της θηλυκής εμπειρίας, τα έμφυλα υποκείμενα, όσο κι αν διαφέρουν, προσφέρουν μιαν «αδύναμη» έννοια της ετερότητας, καθώς ενοποιούνται γύρω από μία σταθερά αναγνωρίσιμη βιολογική, ψυχολογική ή χαρακτηριολογική έμφυλη ταυτότητα μία υπερβατική και φυσική ουσία (Μιχαηλίδου και Χαλκιά, 2005:11). Αυτό οδηγεί σε μια σχετική ακαμψία της διχοτομίας αρσενικό-θηλυκό, η οποία αποτελώντας το κομβικό σημείο του λόγου οργανώνει σε επίπεδο σημασιοδότησης το σύνολο των υπόλοιπων διχοτομιών που συσχετίζονται μ αυτήν. Επιπλέον, τα αντιτιθέμενα μέλη των ζευγών δεν αποτελούν ισότιμες οντότητες, ανεξάρτητες μεταξύ τους, αλλά είναι ιεραρχημένα, ώστε το δεύτερο μέλος κάθε ζεύγους να θεωρείται η εκφυλισμένη κι αρνητική εκδοχή του πρώτου. Όπως τονίζει η Guillaumin (1979:31), κάνοντας μια ενδιαφέρουσα ετυμολογική παρατήρηση «ως προς το δισήμαντο όρο διαφορά, που αφορά ταυτόχρονα δεδομένα της ανατομίας-φυσιολογίας και φαινόμενα κοινωνικοδιανοητικά», η ανισότητα των γυναικών είναι εγγεγραμμένη στο ίδιο το γεγονός της διαφοροποίησης των δύο φύλων. Απ την άλλη, η μεταμοντέρνα προσέγγιση της μαζικής κουλτούρας θεωρεί ότι τα κείμενα των ΜΜΕ συνιστούν πολιτιστικές μορφές που με όχημα την υπερβολή, την ειρωνεία, την παρωδία, κλπ. χαρακτηρίζονται από μια παιγνιώδη διάθεση ανυπακοής, χλευάζοντας μέσα από τη διακωμώδηση και την υπέρβαση των ορίων τις κανονικότητες της κοινωνικής πραγματικότητας και τις σχέσεις εξουσίας (Fiske, 2000). Ωστόσο, το χιούμορ και η «ανατρεπτικότητα» του Έψιλον, καθώς αναπτύσσονται στο πλαίσιο αυτού του ήπιου, αλλά σαφούς, σεξισμού, που επιχείρησα να αναλύσω, δεν ενθαρρύνουν μιαν αποδόμηση ή επανεννοιολόγηση του έμφυλου υποκειμένου, ούτε αμφισβητούν πειστικά την ουσιοκρατική σύλληψη του ατόμου, με την οποία αποδίδεται μεταφυσικά στο άτομο ένας σταθερός πυρήνας ταυτότητας. Αντίθετα, στο συνδηλωτικό επίπεδο του λόγου, όταν μέσω της αντιστροφής διάφορων διαζευκτικών κατηγοριών τίθεται σ αμφισβήτηση η έμφυλη ταυτότητα (θηλυκότητα ή/και ανδρισμός), η «παραβίαση» σημασιοδοτείται είτε ως «αστείο», οπότε αποτελεί τη βάση ενός «ψυχαγωγικού» δημοσιεύματος («Αγόρια με σουτιέν!», 11/4/93), είτε ως «μη φυσιολογική», προκαλώντας αμηχανία, κριτική ή εχθρότητα. Από αυτήν την άποψη, το Έψιλον δεν προσφέρει στην πραγματικότητα εναλλακτικά ή «ειρωνικά» σενάρια για τη συγκρότηση της γυναικείας και της ανδρικής ταυτότητας. Αντίθετα, η αντιστροφή ιδιοτήτων, λειτουργιών, χώρων, συμπεριφορών, θέσεων, κλπ. πραγματοποιείται χωρίς να αμφισβητούνται οι ορισμοί του κανονικού και του μη κανονικού. Ορισμοί που παρέχουν το διαρθρωμένο πλαίσιο, πάνω στο οποίο το Έψιλον επεξεργάζεται την παραβίαση των ορίων της έμφυλης διαφοράς. Έτσι, στην πράξη, ο παιγνιώδης λόγος του περιοδικού,

Έμφυλοι Μετασχηματισμοί 149 ορίζοντας συστηματικά ως σημαντικό να δημοσιευτεί εκείνο που ξεφεύγει από το «κανονικό» ή «φυσιολογικό», «επιστρατεύει μια έννοια της κανονικότητας» (Ηall κ.α., 1988:276). Στηριζόμενος στα «ένδοξα», δηλαδή σε παραδοχές κοινής λογικής για τις κατά φύλο διαφορές, την έννοια της θηλυκότητας, το φεμινισμό, κλπ., χρησιμοποιεί τους πιο προσιτούς στον αναγνώστη «αυτονόητους» συνειρμούς, μέσα από ένα σύνολο εικόνων κι εννοιών και μία σειρά από επιχειρηματολογικά σχήματα, και καταφεύγει στις πιο ασφαλείς και παγκόσμιες επικλήσεις, εμπλέκοντας στο «παιχνίδι» στερεότυπα στοιχεία, στοιχειώδεις αντιθέσεις και «κλισέ». Μ αυτόν τον τρόπο συντελεί στη «φυσικοποίηση» του φύλου, κατά την μπαρτική έννοια του όρου, και ουσιαστικά συνυπογράφει τις σχέσεις εξουσίας που παράγουν την έμφυλη ανισότητα (Μιχαηλίδου και Χαλκιά, 2005:17). Η αντίληψη που θέλει να βλέπει μιαν ανατρεπτικότητα, μιαν αντίσταση κι ένα ριζοσπαστισμό στο «γέλιο» και στην «απόλαυση» που προκαλούν τα προϊόντα της μαζικής κουλτούρας (Fiske, 2000), αποσιωπά ότι το χιούμορ προκειμένου να θεωρηθεί ριζοσπαστικό, όπως και το «μπαχτινικό» καρναβάλι, «σ ένα σημειωτικό ξεφάντωμα, οφείλει να ξεκλειδώνει όλα τα υπερβατικά σημαίνοντα [του φύλου] και να τα υποβάλλει στη γελοιοποίηση και τη σχετικότητα» (Eagleton, 2004:114). Ακόμα περισσότερο, όμως, η «καρναβαλική» πρακτική της αντιστροφής, η αποδόμηση των εικόνων και των στερεοτύπων, η παραβίαση του νοήματος και η κατάργηση των δυαδικών αντιθέσεων οφείλει να είναι κάτι περισσότερο από αποδόμηση, «ένα πράγμα παραχωρημένο, μια επιτρέψιμη διακοπή της ηγεμονίας, μια περιφραγμένη λαϊκή εκτόνωση της αναταραχής» (Eagleton, 2004:118). Θα έπρεπε να μπορεί να διοχετευτεί πολιτικά, δηλαδή να υπονομεύει την ηγεμονία των κυρίαρχων λόγων για το φύλο, που την περικλείουν και την καθορίζουν κάτι που δε φαίνεται να πραγματοποιείται στο Έψιλον. 1 Εδώ η κειμενική και εικονογραφική στρατηγική είναι ακριβώς αντίθετη από εκείνην του αφηγηματικού κινηματογράφου, όπου οι ηθοποιοί δεν κοιτάζουν κατευθείαν μέσα στην κάμερα, ώστε να μην επιστρέφεται το βλέμμα στους θεατές. Μ αυτόν τον τρόπο, οι τελευταίοι απολαμβάνουν το ηδονοβλεπτικό προνόμιο να κοιτάζουν χωρίς να τους βλέπουν, ως μια από τις θεμελιώδεις απολαύσεις του κινηματογράφου (Phillips, 2004:135). 2 Συστηματική επισκόπηση έγινε στα τεύχη που κυκλοφόρησαν από το 2002 και μετά. Επιλεκτικά χρησιμοποιήθηκαν, επίσης, εξώφυλλα ή εσωτερικές σελίδες προγενέστερων ετών. 3 Για παράδειγμα, όταν πρόκειται για ανδρικό άθλημα υιοθετείται η μορφή του τύπου «η Α ομάδα κέρδισε τη Β ομάδα στο πόλο», ενώ, όταν πρόκειται για γυναικείο, η επικρατέστερη μορφή είναι του τύπου «τα κορίτσια της Α ομάδας κέρδισαν τα κορίτσια της Β ομάδας στο πόλο». 4 Για παράδειγμα, η μορφή «γυναίκα, ο εγκέφαλος της ληστείας...» ή «Αλβανός, σκότωσε...», «15χρονος μαχαίρωσε φίλο του», διαμέσου της σύγκρισης με τη μη-ύπαρξη αντίστοιχης φράσης του τύπου «Άνδρας σκότωσε τον», θεωρείται ότι παραπέμπει στο φύλο, την εθνικότητα, την ηλικία, το επάγγελμα, ή την κοινωνική υπόσταση του δράστη, ως κεντρικών για την ερμηνεία του συμβάντος. Ακριβώς αυτός ο ορισμός της ετερότητας μέσα στο κοινωνικό σύνολο επιτρέπει ταυτόχρονα την αναγνώριση του κοινωνικού Εγώ. Η απουσία αναφοράς σημαίνει ότι στην επεξεργασία της πληροφορίας το Εγώ έχει την τάση να προσδιορίζεται από τις προσωπικές του ιδιαιτερότητες (κοινωνικές και ψυχολογικές), ενώ, ταυτόχρονα, η πληροφορία επικεντρώνεται στον εαυτό της και όχι στην κατηγορία του δρώντος προσώπου.

150 Gendering Transformations 5 Βλ. επίσης Mulvey (2004) και Lambert (1986). 6 Βλ. ενδεικτικά συνέντευξη της συζύγου του Δημήτρη Αβραμοπούλου «Θέλω να δω το Δημήτρη πρωθυπουργό» (τχ. 556, 2/12/2001). Βιβλιογραφία Barthes, R. (1988). Το φωτογραφικό μήνυμα. Στο R. Barthes, Εικόνα, Μουσική, Κείμενο (σελ. 25-40). Αθήνα: Πλέθρον. Berger, J. (1989). Η Εικόνα και το Βλέμμα. Αθήνα: Οδυσσέας. Cameron, D. (1988). Γλώσσα και σεξουαλική διαφορά. Ποια είναι η φύση της γυναικείας καταπίεσης στη γλώσσα. Δίνη 3(Ιούλ.):86-91. (1992). Feminism and Linguistic Theory. London: Macmillan. Cowie, E. (1977). Women, representation and the image. Screen Education 23:1-23. (1978). Woman as Sign. M/F 1:49-63. Δούκα-Καμπίτογλου, Κ. (2001). 'Μια φορά και έναν καιρό': Πολιτισμικά πρωτομελοδράματα και οι σύγχρονες ποιητικές τους μεταμορφώσεις. Στο Σ. Πατσαλίδης, και Α. Νικολοπούλου (Επιμ.), Μελόδραμα: Ειδολογικοί και Ιδεολογικοί Μετασχηματισμοί (σελ. 405-452). Θεσσαλονίκη: University Studio Press. Dyer, G. (1992). Η Διαφήμιση ως Επικοινωνία. Αθήνα: Πατάκη. Eagleton, T. (2004). Καρναβάλι και κωμωδία: Μπένγιαμιν, Μπαχτίν και Μπρεχτ. Στο Φ. Τερζάκης (Επιμ.), Μετα-Μαρξιστικά Ρεύματα στην Αισθητική και στη Θεωρία της Λογοτεχνίας (σελ. 111-151). Αθήνα: Futura. Fiske, J., (2000). Η Ανατομία του Τηλεοπτικού Λόγου. Αθήνα: Δρομέας. Guillaumin, C. (1972). L Idéologie Raciste. Genèse et Langage Actuel. Paris: La Haye/Mouton. (1979). Ζήτημα διαφοράς. Σκούπα 3(Σεπτ.):24-36. Hall, S. (1981). The determination of news photographs. Στο S. Cohen και J. Young (Επιμ.), The Manufacture of News. Deviance, Social Problems and the Mass Media (σελ. 226-243). London: Constable, Sage. Hall, S., et al. (1978). Policing the Crisis: Mugging the State and Law and Order. London: Macmillan. Hodge, R. και Kress, G. (1988). Social Semiotics. Cambridge: Polity Press. Jameson, F. (1999). Το Μεταμοντέρνο. Αθήνα: Νεφέλη. Κωνσταντινίδου, Χ. (1998). Η Αναπαράσταση του Κατά Φύλο Καταμερισμού της Εργασίας στον Ημερήσιο Αθηναϊκό Τύπο Μαζικής Κυκλοφορίας. Διδακτορική Διατριβή. Αθήνα: Πάντειο Πανεπιστήμιο. Lakoff, H. R. (1975). Language and the Woman s Place. N.Y.: Harper Colophon Books. Lambert, F. (1986). Mythographies. La Photo de Presse et ses Legendes. Paris: Edilig. Lavoinne, Y. (2004). Η Γλώσσα των Μέσων Ενημέρωσης. Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Μιχαηλίδου, Μ. και Χαλκιά, Α. (Επιμ.). (2005). Η Παραγωγή του Κοινωνικού Σώματος. Αθήνα: Κατάρτι. Mulvey, L. (2004). Οπτικές και Άλλες Απολαύσεις. Αθήνα: Παπαζήσης. Πατσαλίδης, Σ. και Νικολοπούλου, Α. (Επιμ.). (2001). Μελόδραμα. Ειδολογικοί και Ιδεολογικοί Μετασχηματισμοί. Θεσσαλονίκη:University Studio Press. Phillips, P. (2004). Πώς να διαβάζουμε σωστά τις Κινηματογραφικές Ταινίες. Αθήνα: Ροδανθός. Rakow, L. F. (1986). Rethinking gender research in communication. Journal of Communication 36(4):11-26.

Έμφυλοι Μετασχηματισμοί 151 Σεβαστάκης, Ν. (2004). Κοινότοπη Χώρα. Όψεις του Δημόσιου Χώρου και Αντινομίες Αξιών στη Σημερινή Ελλάδα. Αθήνα: Σαββάλας. Σκουτέρη-Διδασκάλου, Ν. (1988). 'Γυναίκες εξωτικές' και 'γυναίκες οικόσιτες'. Σκέψεις για τις ιδεολογικές εκκρεμότητες του μέσα και του έξω. Πολίτης 96 (Δεκ.):52-65. Veron, E. (1978). Le Hibou. Communications 28:69-125. Williamson, J. (2001). Αποκωδικοποιώντας τη διαφήμιση: τα σημεία απευθύνονται σε κάποιον. Στο Ά. Βιδάλη (Επιμ.), Αφήγηση και Φαντασίωση (σελ. 27-78). Αθήνα: Νήσος.