Τ.Ε.Ι. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Σχολή: ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Τμήμα: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ & ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ Πτυχιακή εργασία Θέμα: ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΑΛΓΗ Α.Ε.Γ.Ε. Σπουδάστριες: ΛΟΥΤΣΟΣΤΑΘΗ ΑΡΓΥΡΩ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΥΔΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑ Επιβλέπων Καθηγητής: Αθιανός Στέργιος 1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ...4 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο...6 1. ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ...6 1.1 Έννοια...6 1.2 Ανάγκες...7 1.3 Σκοπός...8 1.3.1 Η κοινωνική προσφορά και ανάγκη της χρηματοοικονομικής ανάλυσης..10 1.3.2 Στοιχεία που συνθέτουν τις Οικονομικές Καταστάσεις κατά τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα...11 1.4 Είδη ανάλυσης λογιστικών καταστάσεων...13 1.5 Χρηματοοικονομικός Προγραμματισμός...14 1.6 Μοντέρνα Ανάλυση...15 1.7 Μέθοδοι ανάλυσης λογιστικών καταστάσεων...16 1.8 Είδη και πηγές χρηματοοικονομικών καταστάσεων...17 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο...19 2. ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ...19 2.1 Εισαγωγή...19 2.1.1 Ανάλυση αριθμοδεικτών...20 2.1.2 Συγκριτική ανάλυση...21 2.1.3 Ποσοστιαία ανάλυση...21 2.2 Κατηγορίες αριθμοδεικτών...22 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 o...24 3.ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ...24 3.1 Γενικά...24 3.2 Αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας...27 3.3 Αριθμοδείκτης Ειδικής Ρευστότητας...32 3.4 Αριθμοδείκτης Ταμειακής Ρευστότητας (cash ratio)...35 3.5 Αριθμοδείκτης Κεφαλαίου Κίνησης...36 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 o...37 4.ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ...37 4.1 Γενικά...37 4.2 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κυκλοφορίας Ενεργητικού...38 4.3 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κυκλοφορίας Αποθεμάτων...40 4.4 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κυκλοφορίας Παγίων...41 4.5 Αριθμοδείκτης Ταχύτητας Κυκλοφορίας Ιδίων Κεφαλαίων...42 4.6 Αριθμοδείκτης Μέσης Περιόδου Είσπραξης Απαιτήσεων...43 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 o...45 5. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ...45 5.1 Γενικά...45 5.2 Αριθμοδείκτης Μικτού Περιθωρίου ή Μικτού Κέρδους...46 5.3 Αριθμοδείκτης Καθαρού Περιθωρίου ή Καθαρού Κέρδους...49 5.4 Αριθμοδείκτης Αποδοτικότητας Ιδίων Κεφαλαίων (roe-return on equity)...51 5.5 Αριθμοδείκτης Λειτουργικού Περιθωρίου Κέρδους...52 2
5.6 Αριθμοδείκτης Συντελεστή Απόδοσης Λειτουργίας...53 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6o...55 6. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ...55 6.1 Γενικά...55 6.2 Αριθμοδείκτης Ιδίων Προς Συνολικά Κεφάλαια...62 6.3 Αριθμοδείκτης Ιδίων Κεφαλαίων Προς Πάγια...63 6.4 Αριθμοδείκτης Κυκλοφορούντος Ενεργητικού Προς Συνολικές Υποχρεώσεις65 6.5 Αριθμοδείκτης Ιδίων Κεφαλαίων Προς Ξένα Κεφάλαια...66 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ο...68 7. Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΛΓΗ Α.Ε.Γ.Ε...68 7.1 Εταιρικό προφίλ...68 7.2 Το όραμα...68 7.3 Έδρα...69 7.4 Το Ιστορικό της Εταιρείας ΑΛΓΗ Α.Ε.Γ.Ε...70 7.5 Εγκαταστάσεις...71 7.6 Τι Είναι η Σπιρουλίνα...73 7.7 Περιγραφή /Ιστορία της Σπιρουλίνας...74 7.8 Τι Καθιστά την Σπιρουλίνα Τόσο Σημαντική...76 7.9 Πλεονεκτήματα της Σπιρουλίνας για την υγεία...77 7.10 Η Σπιρουλίνα και το Περιβάλλον...80 7.11 Προϊόντα...83 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ο...86 8. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ...86 8.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ...86 8.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ...89 8.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΜΕΙΑΚΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ...91 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ο...93 9 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ...93 9.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ...93 9.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ...95 9.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ...97 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10 ο...99 10 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ...99 10.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΜΙΚΤΟΥ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ Ή ΜΙΚΤΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ...99 10.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΚΑΘΑΡΟΥ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ Ή ΚΑΘΑΡΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ...101 10.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ...103 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ο...105 11 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ &...105 ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ...105 11.1 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΠΡΟΣ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ...105 11.2 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΠΡΟΣ ΠΑΓΙΑ...107 11.3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝΤΟΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣ ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ...109 11.4 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΠΡΟΣ ΞΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ...111 ΕΠΙΛΟΓΟΣ...113 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...115 3
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Στις μέρες μας, η χρηματοοικονομική ανάλυση αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο που χρησιμοποιούν πολλές εταιρείες, το δημόσιο και διάφοροι άλλοι φορείς. Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις αποτελούν οργανωμένες περιλήψεις λεπτομερούς πληροφόρησης και συνεπώς αποτελούν μια μορφή ανάλυσης. Ο βασικός στόχος της ανάλυσης των οικονομικών καταστάσεων είναι η διευκόλυνση της λήψης αποφάσεων οι οποίες αφορούν την αποτελεσματική κατανομή των οικονομικών πόρων που χρησιμοποιούνται από την επιχείρηση. Η χορήγηση πιστώσεων, η επιλογή επενδύσεων, η αμοιβή στελεχών και εργαζομένων, είναι μερικά από τα παραδείγματα των οικονομικών αυτών πόρων. Στα πλαίσια της οικονομικής δραστηριότητας, κάθε επιχείρηση πραγματοποιεί ένα μεγάλο αριθμό οικονομικών πράξεων, οι οποίες καταγράφονται, ταξινομούνται και στη συνέχεια αποτυπώνονται σε οικονομικές καταστάσεις. Από το χρονικό σημείο της κατάρτισης των χρηματοοικονομικών ή λογιστικών καταστάσεων και στη συνέχεια, ακολουθεί η ανάλυση, εκτίμηση, ερμηνεία και αξιολόγηση των στοιχείων που περιλαμβάνονται σε αυτές. Ο σκοπός της εργασίας μας είναι αρχικά να περιγράψουμε τη θεωρία των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, και στη συνέχεια να διερευνήσουμε την ανάλυση των χρηματοοικονομικών δεικτών. 'Όσον αφορά το πρακτικό μέρος, έχοντας ως παράδειγμα τους ισολογισμούς της εταιρείας ΑΛΓΗ Α.Ε.Γ.Ε, να εφαρμόσουμε την θεωρία, έτσι ώστε να καταλήξουμε σε κάποια συμπεράσματα που αφορούν την οικονομική πορεία της εταιρείας που εξετάζουμε πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. 4
Η εργασία αυτή χωρίζεται σε δύο ενότητες: Στην πρώτη ενότητα αναλύουμε θεωρητικά το θέμα με το οποίο ασχολείται η παρούσα εργασία, με απλές έννοιες και πίνακες για να είναι κατανοητά από τους αναγνώστες. Στο δεύτερο και τελευταίο σκέλος της εργασίας, γίνεται πρακτική αναφορά στους χρηματοοικονομικούς αριθμοδείκτες της εταιρείας ΑΛΓΗ Α.Ε.Γ.Ε και επεξηγείται ο καθένας χωριστά. Επίσης παρουσιάζονται τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την ανάλυση αυτών των αριθμοδεικτών τόσο για την περίοδο πριν την κρίση, όσο και μετέπειτα κατά τη διάρκεια της κρίσης. Η εργασία αυτή εκπονήθηκε με βάση την βιβλιογραφική ανασκόπηση αλλά και με υλικό και πληροφορίες που δόθηκαν από την ίδια την εταιρία. 5
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο 1. ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ 1.1 Έννοια Η χρηματοοικονομική ανάλυση αποτελεί μια μελέτη των σχέσεων και τάσεων με σκοπό να καθοριστεί εάν η χρηματοοικονομική κατάσταση, τα αποτελέσματα των εργασιών και η χρηματοοικονομική εξέλιξη της επιχείρησης είναι ικανοποιητικές ή όχι. "Η χρηματοοικονομική ανάλυση είναι μια διαδικασία επιλογής, συσχέτισης και αξιολόγησης", σύμφωνα με τον Νιάρχο. Το πρώτο και βασικό βήμα στη διαδικασία αυτή είναι να επιλέξουμε από τη συνολική πληροφόρηση που αναφέρεται στις δραστηριότητες μιας επιχείρησης, την πληροφόρηση που είναι σχετική με την υπό θεώρηση απόφαση. Το δεύτερο στάδιο αναφέρεται στην ταξινόμηση της πληροφόρησης κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αποκαλυφθούν οι σημαντικές συσχετίσεις. Το τρίτο και τελευταίο στάδιο αναφέρεται στη μελέτη αυτών των συσχετίσεων και στην ερμηνεία των αποτελεσμάτων. Κατά τη χρησιμοποίηση και μελέτη αυτών των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, οι αναλυτές εστιάζουν την προσοχή τους πάνω στα ζωτικής σημασίας μεγέθη και συσχετίσεις. Επίσης έχουν τη δυνατότητα να επεκτείνουν την διερεύνησή τους, για να εξακριβώσουν που οφείλονται οι συνθήκες που φανερώνονται από τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις. Μέσω της χρηματοοικονομικής ανάλυσης μπορεί να παρουσιαστεί και να αξιολογηθεί η παρούσα κατάσταση της επιχείρησης καθώς και η προηγούμενη χρηματοοικονομική της κατάσταση. Ένας πρωταρχικός και αντικειμενικός στόχος της ανάλυσης είναι ο καθορισμός των καλύτερων δυνατών εκτιμήσεων και προβλέψεων για την μελλοντική κατάσταση και απόδοση της επιχείρησης. 6
Με βάση τις παραπάνω παρατηρήσεις θα μπορούσαμε να δώσουμε τον ακόλουθο ορισμό της χρηματοοικονομικής ανάλυσης: Χρηματοοικονομική ανάλυση χαρακτηρίζεται ένα σύστημα πληροφόρησης το οποίο αντλεί τα δεδομένα του από τις δημοσιευμένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και από άλλες πηγές. Οι πηγές αυτές είναι άλλα συμπληρωματικά στοιχεία που δεν παρέχονται από τις καταστάσεις αλλά συνδέονται με τις διάφορες πτυχές της επιχείρησης. Μέσα από αυτές τις καταστάσεις, ο ενδιαφερόμενος πληροφορείται, μελετά, αξιολογεί και ερμηνεύει τις σχέσεις και τάσεις μεταξύ των διαφόρων χρηματοοικονομικών δεδομένων που γίνεται με ποσοτικά και ποιοτικά μέσα. Τέλος με την επεξεργασία αυτών των δεδομένων, μπορεί να προβλεφθεί η μελλοντική κατάσταση της επιχείρησης, καθώς και η επίδοσή της. Αναγκαία προϋπόθεση για έναν αναλυτή είναι η λεπτομερής γνώση χρηματοοικονομικής λογιστικής. Με τη βοήθεια των γνώσεων αυτών θα μπορέσει να αναγνωρίσει τις ελλείψεις των δημοσιευμένων λογιστικών καταστάσεων, να αναζητήσει πληροφορίες και να προσαρμόσει τα λογιστικά μεγέθη προκειμένου να ανταπεξέλθει στους σκοπούς της ανάλυσής του. 1.2 Ανάγκες Η χρηματοοικονομική πληροφόρηση στον ελλαδικό χώρο αποτελεί πρόβλημα *τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους δημόσιους φορείς. Το Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως και η Νομαρχία δέχεται τις οικονομικές καταστάσεις σε έντυπη μορφή, η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων σε αρχεία ASCCI, οι δηλώσεις ΦΠΑ συμπληρώνονται ηλεκτρονικά με πληκτρολόγηση, ενώ το Χρηματιστήριο και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δέχονται αρχεία excel. *Επίσης θα ήταν καλό *να αναφέρουμε την περιοδικότητα αυτών των αναφορών που σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνει τον ένα μήνα, με ότι αυτό συνεπάγεται σε κόστος και χρόνο για τις εταιρείες. 7
Η ανάγκη γίνεται μάλιστα ακόμη μεγαλύτερη όσον αφορά το ευρωπαϊκό επίπεδο αφού οι θεσμικοί, οικονομικοί και κοινωνικοί φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να αντλήσουν οικονομικά στοιχεία από τα Κράτη Μέλη για την διαμόρφωση μιας ενιαίας πολιτικής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία που έχει την ανάγκη να λαμβάνει αυτόματα τα δεδομένα, ώστε να ανανεώνουν δυναμικά τις βάσεις και τις αναφορές τους. Με την πρόσφατη διερεύνηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης το ζήτημα της ενοποίησης των πρακτικών των 27 χωρών-μελών γίνεται ακόμα πιο σημαντικό. Ο μόνος τρόπος για να γίνει εφικτό είναι με την προτυποποίηση του μοντέλου αναφορών με την XBRL να διατηρεί το συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι άλλων επιλογών. 1.3 Σκοπός Οι οικονομικές καταστάσεις είναι πίνακες στους οποίους εμφανίζονται τα στοιχεία του ισολογισμού και ορισμένων άλλων λογαριασμών των οικονομικών μονάδων κεφαλαιώδους σημασίας. Σε προσάρτημα των οικονομικών αυτών καταστάσεων εμφανίζονται επεξηγηματικές και άλλες σημαντικές πληροφορίες, που έχουν σκοπό να διευκολύνουν τους αναγνώστες στην αναγκαία πλήρη ενημέρωσή τους. Η επιδίωξη των οικονομικών καταστάσεων είναι να παρέχουν πληροφορίες οι οποίες είναι σχετικές με την οικονομική θέση, την απόδοση και τις ταμειακές ροές της επιχείρησης, που είναι χρήσιμες σε μια ευρεία ομάδα χρηστών προκειμένου να λαμβάνουν οικονομικές αποφάσεις με την αξιοποίησή τους. Οι οικονομικές καταστάσεις δείχνουν επίσης τα αποτελέσματα της διαχείρισης των οικονομικών πόρων που έχουν διατεθεί στη Διοίκηση. Για να επιτευχθεί ο σκοπός αυτός, οι οικονομικές καταστάσεις θα πρέπει να παρέχουν πληροφορίες σχετικές με τα ακόλουθα στοιχεία μιας επιχείρησης: τα περιουσιακά στοιχεία, τις υποχρεώσεις, 8
τα ίδια κεφάλαια, τα έσοδα και τα έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των κερδών και ζημιών και, τις ταμειακές ροές. Οι χρήστες μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτές τις πληροφορίες, καθώς και άλλες που βρίσκονται στο Προσάρτημα των οικονομικών καταστάσεων ώστε να προεκτιμήσουν τις μελλοντικές ταμειακές ροές της επιχείρησης και ειδικότερα το χρόνο και τη βεβαιότητα της δημιουργίας Ταμειακών Διαθεσίμων και Ταμειακών Ισοδύναμων. Οι βασικοί σκοποί της χρησιμοποίησης των χρηματοοικονομικών δεδομένων, ανεξάρτητα από το συγκεκριμένο υπεύθυνο λήψης αποφάσεων, είναι τρεις και είναι οι εξής: 1. Μέτρηση της προηγούμενης επίδοσης της επιχείρησης. Αυτός που είναι υπεύθυνος για τη λήψη αποφάσεων πρέπει οπωσδήποτε να γνωρίζει ποια ήταν η επίδοση της επιχείρησης στο παρελθόν. Για το σκοπό αυτό, πληροφόρηση που αναφέρεται σε στοιχεία όπως, καθαρό εισόδημα, όγκος πωλήσεων, ροή μετρητών και κεφάλαιο κίνησης και ποσοστό απόδοσης πάνω στο επενδυμένο κεφάλαιο, βοηθάει να εκτιμηθεί η επιτυχής ή μη απόδοση της επιχείρησης και αποτελεσματικότητα της διοίκησης της επιχείρησης. Επίσης η πληροφόρηση δίνει τη δυνατότητα στον υπεύθυνο λήψης αποφάσεων να προχωρήσει σε συγκριτική ανάλυση της μιας επιχείρησης με τις άλλες. 2. Μέτρηση της παρούσας κατάστασης της επιχείρησης. Ο υπεύθυνος λήψης αποφάσεως θα πρέπει να έχει δεδομένα για τη σημερινή κατάσταση της επιχείρησης. Για το σκοπό αυτό πληροφόρηση σχετικά με τα είδη των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης, την ταμειακή της θέση, το ύψος των κερδών που παρακρατήθηκαν, τη σχέση ιδίων και ξένων κεφαλαίων βοηθάει τον υπεύθυνο λήψης αποφάσεων να εκτιμήσει τις επιτυχίες και αποτυχίες του παρελθόντος. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι η πληροφόρηση 9
αυτή βοηθάει στην εκτίμηση των μελλοντικών δυνατοτήτων της επιχείρησης. 3. Πρόβλεψη των μελλοντικών δυνατοτήτων της επιχείρησης. Τα άτομα που χρησιμοποιούν τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις πραγματοποιούν αποφάσεις επιλέγοντας από αρκετές εναλλακτικές πορείες δράσης. Κάθε πορεία δράσης θα προκαλέσει διαφορετικά αποτελέσματα στο μέλλον, πολλά δε από αυτά αποτελέσματα είναι χρηματοοικονομικής φύσης. Κατά τη διαδικασία λοιπόν λήψης απόφασης τα υπεύθυνα άτομα αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της πρόβλεψης της πιθανής μελλοντικής επίδρασης. Όλες οι αποφάσεις λοιπόν έχουν μελλοντικό προσανατολισμό. Παρόλα αυτά κατά την πρόβλεψη της πιθανής μελλοντικής επίδρασης μιας απόφασης θα πρέπει να τονιστεί ότι αξιόπιστες μετρήσεις του τι συνέβη στο πρόσφατο παρελθόν είναι πολύτιμες. Αυτό είναι ιδιαίτερα αληθές όταν η απόφαση σχετίζεται με την επιχείρηση. Οι τάσεις στις πρόσφατες πωλήσεις και το κέρδος μιας επιχείρησης είναι καλοί δείκτες του τι είναι δυνατόν λογικά να αναμένεται στο μέλλον. Για να πραγματοποιηθεί ο τελευταίος σκοπός, θα πρέπει να γνωρίζουμε δεδομένα για τον πρώτο και δεύτερο σκοπό. Επομένως, οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων πρέπει να στηρίζονται ουσιαστικά στα προηγούμενα δεδομένα που εμφανίζονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις για να καταφέρουν κατά κάποιο τρόπο να εκτιμήσουν και να προβλέψουν τις πιθανόν μελλοντικές δυνατότητες της επιχείρησης. 1.3.1 Η κοινωνική προσφορά και ανάγκη της χρηματοοικονομικής ανάλυσης Στην ευρύτερη κοινωνία ο ρόλος που έχει η χρηματοοικονομική ανάλυση συνδέεται με αυτόν της κυκλοφορίας των οικονομικών πληροφοριών και έρχεται να κάνει από τη μία πλευρά αποτελεσματικότερη τη χρήση τους 10
στη λήψη οικονομικών αποφάσεων και από την άλλη, οικονομικότερη την παραγωγή και την κυκλοφορία τους. Τα παραπάνω οφέλη γίνονται εμφανέστερα αν λάβει κανείς υπόψη του ότι, στην πρώτη περίπτωση η πληροφοριακή εκμετάλλευση μπορεί να αποδώσει περισσότερα με την εντατικότερη και πιο εξειδικευμένη επεξεργασία και μελέτη των τυποποιημένων, κωδικοποιημένων και περιληπτικών λογιστικών καταστάσεων. Ενώ παράλληλα στη δεύτερη, είναι γνωστό πόσο δαπανηρή είναι η δημοσίευση από τους υπό εξέταση οργανισμούς όλων των στοιχείων, σε τέτοια μορφή που αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν απευθείας, χωρίς άλλη επεξεργασία στα κατά περίπτωση μοντέλα πρόβλεψης και απόφασης. Βέβαια αυτά τα οφέλη της χρηματοοικονομικής ανάλυσης προκύπτουν σε όσους δεν έχουν πρόσβαση στα εσωτερικά πληροφοριακά συστήματα των οικονομικών οργανισμών. Όμως οφέλη μπορούν να προκύψουν και στους εντός μιας μονάδας σε περίπτωση συγκριτικής χρηματοοικονομικής ανάλυσης της μονάδας τους με άλλες παρόμοιες στην αντικειμενική μορφή που η ανάλυση αυτή εφαρμόζεται από τους εκτός των μονάδων. Ενώ η ικανότητα της χρηματοοικονομικής ανάλυσης είναι θέμα εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης, η ανάγκη για αυτήν υπάρχει διάχυτη στη σημερινή οργανωμένη οικονομικά κοινωνία και συνδέεται με την ανάγκη για χρηματοοικονομική γενικά πληροφόρηση. 1.3.2 Στοιχεία που συνθέτουν τις Οικονομικές Καταστάσεις κατά τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα Για να συλλεχθούν οι παραπάνω πληροφορίες θα πρέπει ο αναλυτής να ψάξει στα ακόλουθα συνθετικά στοιχεία των οικονομικών καταστάσεων: Ισολογισμός, Κατάσταση λογαριασμού αποτελεσμάτων, Κατάσταση που να παρουσιάζει: 11
(i) είτε όλες τις μεταβολές των ιδίων κεφαλαίων, (ii)είτε τις μεταβολές των ιδίων κεφαλαίων, εκτός από εκείνες που προκύπτουν από συναλλαγές με τους μετόχους και από διανομές στους μετόχους, Κατάσταση Ταμειακών Ροών, και τέλος Λογιστικές Αρχές και επεξηγηματικές σημειώσεις. Οι επιχειρήσεις όμως, εκτός από τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις προτρέπονται να παρουσιάζουν, μια χρηματοοικονομική επισκόπηση από τη διοίκησή τους, όπου να περιγράφει και να επεξηγεί τα κύρια χαρακτηριστικά της χρηματοοικονομικής απόδοσης και της οικονομικής θέσης της επιχείρησης, καθώς επίσης και τις κύριες αβεβαιότητες που αντιμετωπίζει. Η έκθεση αυτή μπορεί να περιλαμβάνει μια επισκόπηση: Από τους βασικότερους παράγοντες, όπως επίσης και τις επιδράσεις που προσδιορίζουν την απόδοση της επιχείρησης.φυσικά μέσα σε αυτά να συμπεριλαμβάνονται οι μεταβολές στο περιβάλλον, στο οποίο δραστηριοποιείται η επιχείρηση, η ανταπόκριση της επιχείρησης σε αυτές τις μεταβολές και η επίδρασή τους. Τέλος περιλαμβάνεται η πολιτική της επιχείρησης για επενδύσεις προς διατήρηση και ενίσχυση της απόδοσης, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής της για τα μερίσματα. Τις πηγές κεφαλαιοδότησης της επιχείρησης και των πολιτικών κεφαλαιακής διάρθρωσης και διαχείρισης των κινδύνων της. Τη δυναμική και τους πόρους της επιχείρησης, η αξία των οποίων δεν αντανακλάται στον ισολογισμό, σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. Υπάρχουν μια πληθώρα επιχειρήσεων που, πέραν από τις οικονομικές καταστάσεις, παρουσιάζει πρόσθετες καταστάσεις, όπως περιβαλλοντολογικές εκθέσεις και καταστάσεις προστιθέμενης αξίας. Αυτό γίνεται κυρίως σε κλάδους όπου οι περιβαλλοντικοί παράγοντες είναι σημαντικοί και όπου οι εργαζόμενοι θεωρούνται ότι είναι μια σημαντική ομάδα 12
χρηστών. Οι επιχειρήσεις προτρέχονται να παρουσιάζουν τέτοιες πρόσθετες καταστάσεις, αν η διοίκηση πιστεύει ότι θα βοηθήσουν τους χρήστες να πάρουν οικονομικές αποφάσεις. 1.4 Είδη ανάλυσης λογιστικών καταστάσεων Τα είδη ανάλυσης των λογιστικών καταστάσεων, ανάλογα με την θέση του αναλυτή και με τα στάδια διενέργειας της επιχείρησης διακρίνονται ως εξής: 1. Ανάλογα με την θέση του αναλυτή, υπάρχουν δυο είδη ανάλυσης, η εσωτερική ανάλυση και η εξωτερική. Η εσωτερική ανάλυση γίνεται από πρόσωπα που βρίσκονται σε άμεση σχέση με την επιχείρηση και μπορούν ανά πάσα στιγμή να ανατρέξουν στα λογιστικά βιβλία της επιχείρησης (είναι η πλεονεκτικότερη θέση που μπορεί να έχει ένας αναλυτής). Η εξωτερική ανάλυση πραγματοποιείται από πρόσωπα, που βρίσκονται έξω από την επιχείρηση και βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στα στοιχεία που δημοσιεύονται στις λογιστικές καταστάσεις και στις εκθέσεις του διοικητικού συμβουλίου και των ελεγκτών. 2. Ανάλογα με τα στάδια διενέργειας της ανάλυσης. Σε αυτή την περίπτωση η ανάλυση διακρίνεται σε τυπική και ουσιαστική. Η τυπική ανάλυση προηγείται της ουσιαστικής και εν μέρει αποτελεί το προστατευτικό στάδιο της τυπικής ανάλυσης. Η τυπική ανάλυση ελέγχει την εξωτερική διάρθρωση του ισολογισμού και του λογαριασμού των αποτελεσμάτων χρήσης, προβαίνει στις ενδεικνυόμενες διορθώσεις, στρογγυλοποιήσεις, ομαδοποιήσεις, ανακατατάξεις και ανασχηματισμούς και συμπληρώνει σε απόλυτους αριθμούς τα κονδύλια με σχετικούς αριθμούς (αριθμούς σε ποσοστά επί τοις εκατό). Η δε ουσιαστική ανάλυση βασίζεται μεν στα δεδομένα της τυπικής ανάλυσης, αλλά επεκτείνεται στην εξεύρεση και επεξεργασία διαφόρων αριθμοδεικτών, οι οποίοι δίνουν την πραγματική εικόνα της επιχείρησης. 13
1.5 Χρηματοοικονομικός Προγραμματισμός Ως χρηματοοικονομικός προγραμματισμός μπορεί να θεωρηθεί η διαδικασία με την οποία μία κοινωνία προσπαθεί να επηρεάσει, να κατευθύνει και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και να ελέγξει την πορεία της επιχείρησης σε ένα συγκεκριμένο χρόνο. Έχει μεγάλη σημασία για την ομαλή και απρόσκοπτη λειτουργία και ανάπτυξη της επιχείρησης. Για την κατάστρωση ενός καλομελετημένου χρηματοοικονομικού προγραμματισμού πρέπει να ληφθούν υπόψη τόσο τα δυνατά όσο και τα αδύνατα σημεία της χρηματοοικονομικής λειτουργίας της επιχείρησης. Τα δυνατά σημεία πρέπει να προσδιοριστούν και να γίνουν πλήρως κατανοητά, διότι μόνο με αυτόν τον τρόπο η επιχείρηση θα είναι σε θέση να τα χρησιμοποιήσει ή να τα αξιοποιήσει προς όφελός της. Τα αδύνατα σημεία πρέπει, επίσης, να προσδιοριστούν αλλά και να εντοπιστούν οι αιτίες που τα προκάλεσαν. Έτσι η επιχείρηση θα μπορέσει να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες και να πάρει τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα για να εξαλείψει τις αιτίες αυτές και συνεπώς τη βελτιωθούν οι αδυναμίες στα συγκεκριμένα σημεία της χρηματοοικονομικής λειτουργίας. Ο προγραμματισμός των χρηματοδοτικών αναγκών της, προϋποθέτει τη χρηματοοικονομική ανάλυση των στοιχείων της επιχείρησης και το συντονισμό των δυνατοτήτων και αδυναμιών της. Η ανάλυση της χρηματοοικονομικής κατάστασης της επιχείρησης χρησιμοποιεί στοιχεία του ισολογισμού και των αποτελεσμάτων χρήσης. 14
1.6 Μοντέρνα Ανάλυση Ο έντονος προσανατολισμός της μοντέρνας ανάλυσης προς τη λήψη αποφάσεων αντικατοπτρίζεται στα παρακάτω χαρακτηριστικά: 1. Η ανάλυση χρηματοοικονομικών καταστάσεων δεν είναι πλέον απομονωμένη από τις οικονομικές θεωρίες και υποδείγματα. Η παροχή πληροφοριών αποτελεί τώρα ένα αναπόσπαστο τμήμα της χρήσης πληροφοριών (οικονομικά μοντέλα και μοντέλα της χρηματοοικονομικής διοίκησης της επιχείρησης). 2. Η κατασκευή και η επαλήθευση συστημάτων χρηματοοικονομικής ανάλυσης απαιτεί αξιολόγηση αναλυτική επιτήδευση. Οι απαιτήσεις σε πληροφόρηση των μοντέλων υποδειγμάτων λήψης αποφάσεων, τέτοιες όπως εκείνες που απορρέουν από τη θεωρία της επιλογής του άριστου χαρτοφυλακίου χρεογράφων, δεν μπορούν να ικανοποιηθούν με τους απλούς αριθμοδείκτες. Κατά συνέπεια, προχωρημένες τεχνικές στατιστικής τέτοια όπως η ανάλυση παλινδρόμησης, χρησιμοποιούνται για να δημιουργήσουν και να επαληθεύσουν τα συστήματα πληροφόρησης χρηματοοικονομικών καταστάσεων. 3. Η μοντέρνα ανάλυση δεν περιορίζεται πλέον στα λογιστικά δεδομένα που συμβατικά εμφανίζονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις. Επιπλέον, γίνεται χρήση στοιχείων που δεν εμφανίζονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις τέτοια όπως είναι οι αγοραίες αξίες περιουσιακών στοιχείων και οι προβλέπεις της διοίκησης για τη μελλοντική διαμόρφωση των κερδών. Επίσης, η ανάλυση περιλαμβάνει και μη λογιστικά δεδομένα, τέτοια όπως τιμές χρεογράφων (μετοχών, ομολόγων) και διαβαθμίσεις ομολογιών ως προς τον κίνδυνο που περιέχουν και την απόδοση που αποφέρουν. Από τις παραπάνω διαπιστώσεις συμπεραίνουμε ότι ο νέος τρόπος προσέγγισης της ανάλυσης χρηματοοικονομικών καταστάσεων, είναι αποτελέσματα της έρευνας που πραγματοποιήθηκε κατά τα τελευταία χρόνια και συγκεκριμένα κατά την τελευταία εικοσαετία. Είναι λοιπόν φυσικό και θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι ο νέος τρόπος προσέγγισης της ανάλυσης βρίσκεται σε εμβρυακή κατάσταση. Πραγματικά το πεδίο έρευνας είναι 15
περιορισμένο σε μερικά φαινόμενα, όπως είναι η διερεύνηση των αιτιών πτώχευσης της επιχείρησης, η διερεύνηση παραγόντων αύξησης των κερδών και οι διαβαθμίσεις ομολογιών. Οι μελέτες αυτές όμως πάσχουν από σοβαρές εννοιολογικές και μεθοδολογικές αδυναμίες. Η παραπάνω κατάσταση οφείλεται κατά ένα μέρος σε σφάλματα των ερευνητών της ανάλυσης, αλλά συγχρόνως αποτελεί μια απεικόνιση της μη ικανοποιητικής κατάστασης της θεωρίας αποφάσεων, κάτω από συνθήκες αβεβαιότητας. Η ατελής γνώση της συμπεριφοράς αυτών που λαμβάνουν αποφάσεις καθώς και οι ανάγκες τους σε πληροφόρηση είναι προφανές ότι παρεμποδίζουν την εξέλιξη της ανάλυσης. Όμως, παρά τις διάφορες αδυναμίες, φαίνεται ότι η ανάπτυξη της ανάλυσης χρηματοοικονομικών καταστάσεων έχει βρει τη σωστή κατεύθυνση και ότι η κατεύθυνση αυτή ακολουθείται. 1.7 Μέθοδοι ανάλυσης λογιστικών καταστάσεων Το αντικείμενο της χρηματοοικονομικής ανάλυσης είναι η μελέτη των σχέσεων των οικονομικών στοιχείων που αναφέρονται στις καταστάσεις σε δεδομένη χρονική στιγμή, καθώς και των τάσεων αυτών διαχρονικά. Η ανάλυση αυτή περιλαμβάνει τρεις διαδικασίες: i. Αναφορά στην επιλογή και στον υπολογισμό ορισμένων σχέσεων μεταξύ των αναφερόμενων στις λογιστικές καταστάσεις στοιχείων, ανάλογα με την επιδιωκόμενη απόφαση. ii. Κατάταξη των δεδομένων, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι δυνατός ο υπολογισμός των μεταξύ των σημαντικότερων σχέσεων. iii. Αξιολόγιση, μελέτη και ερμηνεία των παραπάνω σχέσεων. 16
Οι παραπάνω διαδικασίες κατατάσσονται σε δυο κύριες κατηγορίες: Στις συγκρίσεις και μετρήσεις με βάση τα οικονομικά στοιχεία των λογιστικών καταστάσεων δυο ή περισσοτέρων χρήσεων. Στις συγκρίσεις και μετρήσεις με βάση τα οικονομικά στοιχεία των λογιστικών καταστάσεων μιας χρήσης Για τη χρηματοοικονομική ανάλυση των λογιστικών καταστάσεων απαιτείται συνήθως η διενέργεια και των δυο κατηγοριών ανάλυσης. Για την ανάλυση των λογιστικών καταστάσεων υπάρχουν κάποιες βασικοί μέθοδοι που χρησιμοποιούνται. Οι μέθοδοι αυτοί μπορούν να ταξινομηθούν στις παρακάτω μεγάλες κατηγορίες: Διαστρωματική ή κάθετη μέθοδος ανάλυσης Συγκριτική ή διαχρονική μέθοδος ανάλυσης Μέθοδος ανάλυσης των χρονολογικών σειρών με δείκτες τάσεων Εξειδικευμένες μέθοδοι, οι οποίες περιλαμβάνουν την ανάλυση των μεταβολών της οικονομικής θέσης μιας επιχείρησης, την ανάλυση του νεκρού σημείου, όπως και κάποιες άλλες 1.8 Είδη και πηγές χρηματοοικονομικών καταστάσεων Η ανάλυση των πληροφοριών οι οποίες θα αποτελέσουν το «input» στη φάση της πρόβλεψης μπορεί να επεκταθεί σε μεγάλη ποικιλίαπληροφοριών, στοιχείων και μηνυμάτων τα οποία μπορούν επίσης να προέρχονται από πολυάριθμες πηγές. 17
Χρηματοοικονομικές πληροφορίες από: Ετήσιες λογιστικές καταστάσεις Ενδιάμεσες λογιστικές καταστάσεις Καταστάσεις που υποβάλλονται στο χρηματιστήριο Ανακοινώσεις Προϋπολογισμούς Χρηματιστηριακά στοιχεία Εκθέσεις αναλυτών Φορολογικούς καταλόγους Οικονομικά στατιστικά στοιχεία από: Επίσημα στατιστικά στοιχεία διαφόρων κρατικών και διεθνών οργανισμών Στατιστικές ιδιωτικών φορέων Μη αριθμητικά, χρηματοοικονομικά στοιχεία από Εφημερίδες Επαγγελματικά περιοδικά Διαφημιστικές καμπάνιες Δικαστικές αποφάσεις Αιτήματα και διαμαρτυρίες προσωπικού Νομοσχέδια και νόμους Εκθέσεις προϊόντων Τράπεζες Προσωπικές επαφές 18
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο 2. ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ 2.1 Εισαγωγή Μία από τις βασικότερες προτεραιότητες για κάθε επιχείρηση, ειδικά στις μέρες μας, είναι η ανάλυση, ερμηνεία και εκτίμηση των οικονομικών καταστάσεων. Ακόμη πιο σημαντικό είναι για τις επιχειρήσεις που είναι επιφορτισμένες με την ευθύνη της λήψης των διαφόρων επιχειρηματικών αποφάσεων. Για τα οικονομικά ζητήματα όμως, δεν ενδιαφέρονται μόνο οι άνθρωποι που βρίσκονται μέσα στην επιχείρηση, άλλα και πολλές άλλες ομάδες, εκτός αυτής. Τέτοιοι είναι οι διάφοροι επενδυτές, οι ομολογιούχοι και οι μέτοχοι της εταιρίας, οι πιστωτές, οι Τράπεζες, οι δημόσιες υπηρεσίες (κυβερνητικές υπηρεσίες). Αρχικά οι Τράπεζες ενδιαφέρονται για το πόσο ικανή είναι η επιχείρηση να πληρώσει τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της καθώς και τις δόσεις των δανείων της. Το ενδιαφέρον τους περιορίζεται στη βραχυχρόνια σύνθεση των κυκλοφορούντων περιουσιακών στοιχείων και την σχέση τους με τα ληξιπρόθεσμα περιουσιακά στοιχεία του παθητικού. Οι ομολογιούχοι από την άλλη ενδιαφέρονται κυρίως για τη μακροχρόνια σύνθεση του κεφαλαίου της επιχείρησης, για τα κέρδη του παρελθόντος και για τις προβλέψεις τους στο μέλλον καθώς επίσης και για τις μεταβολές στην περιουσιακή κατάσταση της επιχείρησης. Οι μέτοχοι επίσης στη μεγάλη τους πλειοψηφία, ενδιαφέρονται για την μακροχρόνια αποδοτικότητα της επιχείρησης και για τη σύνθεση και τη μεταβολή της περιουσιακής τους κατάστασης, εφ όσον αυτοί αποτελούν βασικούς παράγοντες που επηρεάζουν την τιμή των μετοχών τους. Είναι πολύ σημαντικό λοιπόν και αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση στις μέρες μας να υπάρχει η απαραίτητη γνώση των διαφόρων μεθόδων και 19
διαφόρων «εργαλείων» που χρησιμοποιούνται στην ανάλυση της οικονομικής κατάστασης των επιχειρήσεων. Στη συνέχεια τα αποτελέσματα που προκύπτουν από την ανάλυση ανακοινώνονται στους ενδιαφερόμενους ώστε να γίνει η λήψη των διαφόρων επιχειρηματικών αποφάσεων. Κάποιες από τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται στην ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων είναι: Η ανάλυση αριθμοδεικτών Η συγκριτική ανάλυση Η ποσοστιαία ανάλυση 2.1.1 Ανάλυση αριθμοδεικτών Οι αριθμοδείκτες ή χρηματοοικονομικοί δείκτες είναι το πηλίκο μεταξύ επιλεγμένων αριθμητικών τιμών που λαμβάνονται από τις οικονομικές καταστάσεις της επιχείρησης. Καταρτίζονται με σκοπό τον προσδιορισμό της πραγματικής θέσης ή της αποδοτικότητας των διάφορων τμημάτων ή ολόκληρων τομέων, οι οποίοι αφορούν μια οικονομική μονάδα και σε τελική ανάλυση της πραγματικής κατάστασης ολόκληρης της οικονομικής μονάδας ή και γενικότερα του κλάδου στον οποίο ανήκει η μονάδα αυτή. Η ανάλυση της κατάστασης μιας επιχείρησης με τους αριθμοδείκτες είναι ανάλυση του παρελθόντος. Πολλές φορές όμως, όταν έχουμε στοιχεία για το μέλλον, όπως από τις προβλέψεις των πωλήσεων, τον προγραμματισμό της παραγωγής, τους προβλεπόμενους Ισολογισμούς και Λογαριασμούς Αποτελεσμάτων Χρήσης, καταρτίζουμε αριθμοδείκτες και για το μέλλον. Πολλές φορές προσπαθούμε να προβλέψουμε το μέλλον μέσω των αριθμοδεικτών, όπως έχουν γίνει τελευταίες μελέτες για την πρόβλεψη πτωχεύσεων που χρησιμοποιούν σαν βάση την εξέλιξη και τάση των διαφόρων αριθμοδεικτών. 20
Με την χρησιμοποίηση των αριθμοδεικτών μπορούμε να προσδιορίσουμε τον βαθμό της παραγωγικότητας και αποδοτικότητας των διάφορων τομέων και κλάδων της επιχείρησης, με απώτερο σκοπό την ορθολογικότερη χρησιμοποίηση των διαφόρων μέσων, πόρων και συντελεστών της παραγωγής της επιχείρησης. 2.1.2 Συγκριτική ανάλυση Συγκριτικές ονομάζονται οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις που συντάσσονται με μορφή που απεικονίζει τα χρηματοοικονομικά δεδομένα για δύο ή περισσότερες λογιστικές χρήσεις και η πληροφόρηση που λαμβάνεται δεν περιορίζεται σε ένα μόνο οικονομικό έτος. Αυτός ο τρόπος ανάλυσης είναι γνωστός με τον όρο "οριζόντια ανάλυση"(horizontal analysis). Η χρησιμότητα των καταστάσεων αυτών είναι φανερή και αναγνωρίζεται σαν απαραίτητη από τους αναλύοντες τα στοιχεία της επιχείρησης. Πολλές φορές παρουσιάζονται συγκριτικά στοιχεία για χρονικό διάστημα δέκα ή και περισσότερων ετών. Με την παράθεση των στοιχείων αυτών μπορούμε να παρατηρήσουμε την αύξηση ή μείωση μεταξύ των ετών, να υπολογίσουμε τον μέσο ρυθμό μεταβολής των στοιχείων καθώς επίσης να ανακαλύπτουμε τάσεις κατευθύνσεως των μεταβολών και να μπορέσουμε να κάνουμε και μελλοντικές προβλέψεις. 2.1.3 Ποσοστιαία ανάλυση Η ποσοστιαία ανάλυση αποτελεί και αυτή συγκριτική ανάλυση με την διαφορά ότι οι συγκρίσεις δεν γίνονται με απόλυτους αριθμούς. Τα στοιχεία έχουν μετατραπεί σε ποσοστά. Η ποσοστιαία σύγκριση γίνεται είτε οριζοντίως (χρονική σύγκριση), είτε καθέτως (συνθετική σύγκριση). Η κάθετη σύγκριση ονομάζεται και «κοινού μεγέθους οικονομικές καταστάσεις». Η οριζόντια 21
ανάλυση είναι μια δυναμική ανάλυση των στοιχείων χρονικά, ενώ η κάθετη ανάλυση είναι μια στατική ανάλυση. Οι καταστάσεις κοινού μεγέθους αποτελούν πολύτιμο εργαλείο του αναλυτή για τη μελέτη της παρούσας θέσης και των αποτελεσμάτων των εργασιών της επιχείρησης και ειδικότερα για την πραγματοποίηση σύγκρισης μεταξύ επιχειρήσεων που ανήκουν στον ίδιο κλάδο. Αυτές οι καταστάσεις μπορούν να πάρουν μία από τις παρακάτω μορφές: 1. Τα απόλυτα μεγέθη κάθε χρηματοοικονομικής κατάστασης μίας περιόδου συνοδεύονται από τα ποσοστά που δείχνουν τη σχέση του μεμονωμένου στοιχείου στο αντίστοιχο του συνολικού(κάθετη ανάλυση) 2. Οι καταστάσεις χωρίζονται σε δύο μέρη. Το αριστερό εμφανίζει μόνο τα απόλυτα μεγέθη ενώ το δεξιό εμφανίζει μόνο τα ποσοστά, είτε της συγκεκριμένης επιχείρησης είτε διάφορων επιχειρήσεων 2.2 Κατηγορίες αριθμοδεικτών 1. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ Αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας Αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας Αριθμοδείκτης ταμειακής ρευστότητας Αριθμοδείκτης κεφαλαίου κίνησης προς πωλήσεις 2. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ Αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας ενεργητικού Αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων Αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας παγίων 22
Αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας ιδίων κεφαλαίων Αριθμοδείκτης μέσης περιόδου είσπραξης απαιτήσεων 3. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ Αριθμοδείκτης μικτού περιθωρίου ή μικτού κέρδους Αριθμοδείκτης καθαρού περιθωρίου ή καθαρού κέρδους Αριθμοδείκτης αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων Αριθμοδείκτης λειτουργικού περιθωρίου κέρδους 4. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ & ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ Αριθμοδείκτης ιδίων κεφαλαίων προς συνολικά κεφάλαια Αριθμοδείκτης ιδίων κεφαλαίων προς δανειακά κεφάλαια Αριθμοδείκτης ιδίων κεφαλαίων προς πάγια Αριθμοδείκτης κυκλοφορούντος ενεργητικού προς συνολικές υποχρεώσεις Αριθμοδείκτης παγίων προς μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις Αριθμοδείκτης καλύψεως τόκων 5. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ Ή ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ Κέρδη ανά μετοχή Μερισματική απόδοση Ποσοστό διανεμόμενων κερδών Μερισματική απόδοση ιδίων κεφαλαίων Τιμή μετοχής προς κέρδη ανά μετοχή 23
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 o 3.ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ 3.1 Γενικά Ρευστότητα είναι η ικανότητα μιας επιχείρησης να εξοφλεί τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της χρησιμοποιώντας εύκολα ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία. Το πόσο ρευστό είναι ένα περιουσιακό στοιχείο εξαρτάται από την ταχύτητα με την οποία μπορεί να μετατραπεί σε χρήμα χωρίς να μειωθεί η αξία του. Η ύπαρξη ρευστότητας σε μία επιχείρηση έχει επίδραση στα κέρδη της, διότι αν τα κυκλοφοριακά της στοιχεία δεν μετατρέπονται εύκολα σε μετρητά ή αν δεν υπάρχουν επαρκή ρευστά διαθέσιμα, τότε η επιχείρηση δε θα είναι σε θέση να πληρώσει τις υποχρεώσεις της. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τη δυσφήμισή της και τη μείωση της εμπιστοσύνης των συναλλασσόμενων με αυτή Οι αριθμοδείκτες ρευστότητας χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό τόσο της βραχυχρόνιας οικονομικής θέσης μιας επιχείρησης όσο και της ικανότητας της να ανταποκριθεί στις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Όταν σε μία επιχείρηση υπάρχει ρευστότητα, τότε αυτό έχει επίδραση στα κέρδη της. Αυτό συμβαίνει γιατί αν τα κυκλοφοριακά της στοιχεία δεν μετατρέπονται εύκολα σε μετρητά ή αν δεν υπάρχουν επαρκή ρευστά διαθέσιμα, τότε η επιχείρηση δεν είναι σε θέση να πληρώσει τις υποχρεώσεις της. Το αποτέλεσμα λοιπόν της μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων της είναι η δυσφήμιση της, η μείωση της εμπιστοσύνης των συναλλασσομένων με αυτή και πιθανός η κήρυξη της σε κατάσταση πτώχευσης. Είναι πολλές οι επιχειρήσεις που φροντίζουν να διατηρούν ένα πλεόνασμα κυκλοφοριακών στοιχείων ανάλογο προς τις τρέχουσες υποχρεώσεις τους, ώστε να μπορούν να τις εξοφλούν κανονικά. Σε αρκετές περιπτώσεις η τοποθέτηση κεφαλαίων σε κυκλοφοριακά στοιχεία δεν αποτελεί παραγωγική επένδυση και ως εκ τούτου η διατήρηση 24
υπερβολικά υψηλών κυκλοφοριακών στοιχείων ενδέχεται να μειώσει την κερδοφόρα δυναμικότητα της επιχείρησης. Από την άλλη πλευρά όμως, η ανεπάρκεια κυκλοφοριακών στοιχείων έιναι πιθανό να οδηγήσει στο ίδιο αποτέλεσμα, γιατί η αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεων καταλήγει σε οικονομικό κλονισμό με καταστρεπτικές συνέπειες για την επιχείρηση. Είναι γεγονός ότι για κάθε επιχείρηση υπάρχει ένα άριστο ύψος κυκλοφοριακών στοιχείων και τρεχουσών υποχρεώσεων. Κατά την ανάλυση της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης μιας επιχείρησης δημιουργούνται ερωτήματα σχετικά με τη ρευστότητα και την ικανότητα της να εκπληρώνει τις βραχυχρόνιες υποχρεώσεις της. *Τα ερωτήματα αυτά λοιπόν, αναφέρονται στις εξής καταστάσεις: Στην ύπαρξη επαρκών κυκλοφοριακών στοιχείων και συνέπειας στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων της Στην ύπαρξη επαρκών διαθέσιμων για την ομαλή λειτουργία της και την εκμετάλλευση τυχόν παρουσιαζόμενων ευκαιριών Στην ύπαρξη υπερβολικών αποθεματοποιήσεων Στο αν χορηγούνται μεγάλες πιστώσεις στους πελάτες της Στο αν οι απαιτήσεις της είναι υπέρογκες Αυτά τα ερωτήματα είναι πολύ πιθανό να απαντηθούν, με τι βοήθεια φυσικά των αριθμοδεικτών ρευστότητας, όπως και με τη λεπτομερή ανάλυση των οικονομικών στοιχείων μιας επιχείρησης. Έτσι λοιπόν συμπεραίνουμε ότι οι αριθμοδείκτες ρευστότητας αναφέρονται στο μέγεθος και στις σχέσεις των βραχυχρόνιων υποχρεώσεων και των κυκλοφοριακών στοιχείων μιας επιχείρησης, τα οποία αποτελούν τις πηγές κάλυψης αυτών των υποχρεώσεων. Αν επομένως μία επιχείρηση έχει επαρκή ρευστότητα, τότε θεωρείται ότι η οικονομική της κατάσταση βρίσκεται σε καλό επίπεδο. 25
Λαμβάνοντας υπόψη λοιπόν τα παραπάνω συνειδητοποιούμε ότι οι αριθμοδείκτες ρευστότητας προσδιορίζουν την εικόνα της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης μιας επιχείρησης. Ο προσδιορισμός της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης ενδιαφέρει τόσο τη Διοίκησή της, όσο και τους εκτός αυτής πιστωτές και μετόχους της. Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι η μελέτη για τον υπολογισμό των κεφαλαίων κίνησης ενδιαφέρει όλους όσους σχετίζονται κατά οποιονδήποτε τρόπο με την επιχείρηση. Από τη μία γιατί συνδέονται με τις καθημερινές λειτουργίες της, αλλά και από την άλλη γιατί η ανεπάρκεια κεφαλαίων κίνησης ή η κακή διαχείρισή τους αποτελεί μια από τις σπουδαιότερες αιτίες πτώχευσης. Πολύτιμη βοήθεια για την Διοίκηση της επιχείρησης αποτελεί η ανάλυση και ο υπολογισμός των αριθμοδεικτών ρευστότητας, γιατί επιτρέπει τον έλεγχο του κατά ποιο τρόπο απασχολούνται μέσα στην επιχείρηση τα κεφάλαια κίνησης της. Έτσι, είναι δυνατό να δοθούν απαντήσεις στα ερωτήματα που σχετίζονται με τη δυνατότητα της επιχείρησης να ανταποκριθεί στις τρέχουσες υποχρεώσεις της. Εκτός όμως από αυτό ελέγχεται αν και κατά πόσο γίνεται η κατάλληλη χρησιμοποίηση των κεφαλαίων κίνησης της επιχείρησης, δηλαδή αν τα κεφάλαια αυτά είναι επαρκή σε σύγκριση με τις εργασίες της, ή αν υπολείπονται από τα κανονικά, οπότε υπάρχει πρόβλημα ρευστών. Ένα επίσης πολύ σημαντικό κομμάτι της ανάλυσης των αριθμοδεικτών ρευστότητας και της παρακολούθησης αυτών διαχρονικά, είναι ότι παρέχει τη δυνατότητα να διαπιστωθεί αν υπάρχει βελτίωση ή όχι της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης. Οι παρακάτω προϋποθέσεις είναι αυτές που πρέπει να πληρεί μία επιχείρηση έτσι ώστε να θεωρηθεί ότι βρίσκεται σε καλή οικονομική κατάσταση, από άποψη κεφαλαίων κίνησης: Να μπορεί να ανταποκριθεί στις καθημερινές απαιτήσεις των βραχυχρόνιων δανειστών της και να είναι σε θέση να εξοφλεί τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της. 26
Να μπορεί να εκτελεί απρόσκοπτα τις εργασίες της και να μπορεί να εκμεταλλεύεται τυχόν παρουσιαζόμενες ευκαιρίες. Να μπορεί να ανταποκρίνεται στην εξόφληση των απαιτητών τόκων και μερισμάτων των μετόχων της. Θεωρούμε ότι μια επιχείρηση έχει καλή οικονομική κατάσταση όταν οι τρέχουσες δραστηριότητές της, πέρα από τη χρησιμοποίηση των κυκλοφοριακών στοιχείων, χρηματοδοτούνται και από τους βραχυχρόνιους πιστωτές. Έτσι αν αγοράζονται προϊόντα με πίστωση και στη συνέχεια ρευστοποιούνται μέσα στα χρονικά όρια των πιστώσεων, τότε η επιχείρηση μπορεί να λειτουργεί με τις διευκολύνσεις των πιστωτών της. Στην περίπτωση αυτή, οι επενδυτές-μέτοχοι, ενώ προσφέρουν μόνο το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό για κεφάλαιο κίνησης, καρπούνται και την απόδοση των κεφαλαίων των πιστωτών, τα οποία αποτελούν, κατά κάποιο τρόπο, επενδύσεις των πιστωτών της σε αυτή. 3.2 Αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας Ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας είναι ο πιο χρησιμοποιούμενος δείκτης και βρίσκεται *από το πηλίκο του συνόλου των κυκλοφοριακών στοιχείων μιας επιχείρησης με το σύνολο των βραχυχρόνιων υποχρεώσεων της. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΗΣ = ----------------------------------------------------- ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ ΒΡΑΧ/ΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ 27
Στον αριθμητή του κλάσματος, περιλαμβάνονται πολλές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, οι κυριότερες των οποίων είναι, τα διαθέσιμα (μετρητά, αμέσως ρευστοποιήσιμα χρεόγραφα), οι απαιτήσεις, τα αποθέματα και οι προκαταβολές προμηθευτών. Στον παρονομαστή έχουμε τις βραχυπ ροθεσμες υποχρεώσεις και οι βασικότερες κατηγορίες τους είναι οι βραχυχρόνιες υποχρεώσεις από πιστώσεις προμηθευτών, μερίσματα πληρωτέα, φόροι πληρωτέοι, βραχυπρόθεσμα δάνεια τραπεζών και προκαταβολές πελατών. Ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας δείχνει το μέτρο της ρευστότητας μιας επιχειρήσεως, αλλά και το περιθώριο ασφαλείας, που διατηρεί η διοίκησή της, για να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει κάποια ανεπιθύμητη εξέλιξη στη ροή των κεφαλαίων κίνησης. Αν η ροή των κεφαλαίων στην επιχείρηση είναι ομαλή και συνεχής και υπάρχει ακριβής αντιστοιχία μεταξύ των εισερχομένων κεφαλαίων και των εξοφλούμενων υποχρεώσεων, τότε η επιχείρηση δεν χρειάζεται να διατηρεί υψηλό περιθώριο ασφάλειας σε κεφάλαια κίνησης (π.χ. όταν τα ρευστά, που εισπράττει, είναι ίσα με αυτά που πληρώνει για την εξόφληση των υποχρεώσεων της). Στην πραγματικότητα όμως, αυτό σπάνια συμβαίνει, γι' αυτό μια επιχείρηση θα πρέπει να διατηρεί επαρκή κυκλοφοριακά στοιχεία, για να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις τρέχουσες υποχρεώσεις της, όταν καταστούν ληξιπρόθεσμες. Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας τόσο καλύτερη, από πλευράς ρευστότητας, είναι η θέση της συγκεκριμένης επιχείρησης. Όταν μελετάτε ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι διάφορες κατηγορίες που συνθέτουν το κυκλοφορούν ενεργητικό και το ποσοστό συμμετοχής κάθε μίας στο σύνολο αυτού. Αυτό γιατί μια εταιρία που έχει, σε ποσοστό, περισσότερα μετρητά είναι σε καλύτερη θέση, από άποψη ρευστότητας, από μια άλλη που έχει περισσότερα 28
σε ποσοστό αποθέματα, ακόμη και αν και οι δύο έχουν τον ίδιο αριθμοδείκτη γενικής ρευστότητας. Θα ήταν πολύ καλό για τον αναλυτή και για τον προσδιορισμό της ρευστότητας αν εκτός από αυτόν τον αριθμοδείκτη έπαιρνε πληροφορίες και από άλλους συμπληρωματικούς όπως: Τον αριθμοδείκτη ταχύτητας χορηγουμένων πιστώσεων ή είσπραξης απαιτήσεων Τον αριθμοδείκτη ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων Τον αριθμοδείκτη καθαρών πωλήσεων προς τα καθαρά κεφάλαια κίνησης Αν ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας είναι αρκετά υψηλός τότε δεν κρίνεται απαραίτητος ο προσδιορισμός των παραπάνω αριθμοδεικτών. Εκείνο όμως που πρέπει να τονιστεί στο σημείο αυτό είναι, ότι, επειδή το μέγεθος του αριθμοδείκτη αυτού εξαρτάται από πολλούς και ποικίλους παράγοντες, μεταξύ των οποίων το είδος της κάθε επιχείρησης, η ποιότητα των κυκλοφοριακών της στοιχείων, η αμεσότητα των τρεχουσών υποχρεώσεων της και η ευκαμψία των αναγκών της σε κεφάλαια κίνησης, ο βαθμός ρευστότητας αυτής θα πρέπει να εξετάζεται σε συνδυασμό με αυτούς τους παράγοντες. Με βάση λοιπόν τους παραπάνω λόγους δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί ένα «πρότυπο» αριθμοδείκτη για όλες τις επιχειρήσεις. Γενικά ένας αριθμοδείκτης γύρω στο δύο μπορεί, πολλές φορές, να θεωρηθεί ικανοποιητικός για μια βιομηχανική ή εμπορική επιχείρηση. Μια επιχείρηση κοινής ωφέλειας όμως θα έχει πολύ διαφορετικό δείκτη γενικής ρευστότητας από μια βιομηχανική ή εμπορική επιχείρηση. Πάντως σημαντική ένδειξη για την επάρκεια ή όχι κεφαλαίων κίνησης σε μια επιχείρηση αποτελεί η παρακολούθηση της πορείας του αριθμοδείκτη γενικής ρευστότητας για μια σειρά ετών. Μια μείωση του δείκτη πρέπει να διερευνηθεί. Μια συνεχής πτωτική πορεία αυτού διαχρονικά αποτελεί ένα είδος προμηνύματος, το οποίο δεν θα πρέπει να αγνοηθεί. Επίσης, η σύγκριση αυτού με τον μέσο όρο του 29
κλάδου παρέχει ένδειξη για την θέση της επιχείρησης από άποψη ρευστότητας. Ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας, παρέχει επίσης ένδειξη του βαθμού ασφαλείας, με τον οποίο βραχυχρόνιες πιστώσεις μπορεί να χορηγηθούν στην επιχείρηση από τους πιστωτές της, δηλαδή αντανακλά την τρέχουσα ικανότητα της επιχείρησης να ανταποκρίνεται στην πληρωμή των καθημερινά απαιτητών υποχρεώσεων της. Πολλές φορές όμως, είναι δυνατόν, μία επιχείρηση, παρά το γεγονός ότι έχει υψηλό αριθμοδείκτη να μη μπορεί να ανταποκριθεί στις τρέχουσες υποχρεώσεις της. Αυτό μπορεί να συμβαίνει γιατί η διοίκησή της δεν έχει κάνει ορθολογική κατανομή των κυκλοφοριακών της στοιχείων σε σχέση με το βαθμό ρευστότητας τους. Οι αιτίες μίας τέτοιας κατάστασης μπορεί να είναι, η υπεραποθεματοποίηση έτοιμων προϊόντων και πρώτων υλών σε σύγκριση με τις πωλήσεις της, ή η χαμηλή ταχύτητα κυκλοφορίας αυτών, ή το γεγονός ότι στις απαιτήσεις της περιλαμβάνονται τέτοιες «εν καθυστερήσει», οι οποίες δύσκολα θα εισπραχθούν καθώς και απαιτήσεις, οι οποίες εξοφλούνται με δόσεις και οι οποίες συνήθως μετατρέπονται σε μακροπρόθεσμες απαιτήσεις. Εκτός από τα παραπάνω, μία αύξηση των υποχρεώσεων της επιχείρησης συνοδευόμενη από μείωση των πωλήσεων της, μπορεί επίσης να οδηγήσει σε ανεπάρκεια κεφαλαίου κινήσεως. Μετά από όλα αυτά οδηγούμαστε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι, επειδή το κεφάλαιο κίνησης δείχνει το όριο ασφαλείας των βραχυχρόνιων πιστωτών, όσο μεγαλύτερο είναι αυτό σε σχέση με τις τρέχουσες υποχρεώσεις της επιχείρησης τόσο πιο ευνοϊκή είναι η θέση αυτής από την άποψη ότι μπορεί να ανταποκρίνεται: Στην πληρωμή των τρεχουσών υποχρεώσεων της, των σταθερών δαπανών, των απαιτητών τόκων και μερισμάτων και Στην απορρόφηση τυχόν τρεχουσών ζημιών, μειώσεων στην τρέχουσα αξία των αποθεμάτων και προσωρινών επενδύσεων, καθυστερήσεων εισπράξεων μεγάλων ποσών απαιτήσεων, κλπ. 30
Αυτό όμως το συμπέρασμα μπορεί να θεωρηθεί σωστό μόνο όταν η διοίκηση της επιχείρησης κάνει συστηματικό έλεγχο των επιμέρους στοιχείων του κυκλοφορούντος ενεργητικού. Αν μελετήσουμε τη ρευστότητα μίας επιχείρησης από την πλευρά των μετόχων της, τότε μπορεί να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ένας υψηλός αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας ενδέχεται να μην αποτελεί και την πλέον συμφέρουσα κατάσταση ιδιαίτερα, αν η επιχείρηση διατηρεί πολλά ρευστά διαθέσιμα ή έχει κάνει μεγάλα αποθέματα ή τέλος έχει χορηγήσει μεγάλες πιστώσεις στους πελάτες της. Σε γενικές γραμμές, ένας χαμηλός αριθμοδείκτης κεφαλαίου κίνησης παρέχει ένδειξη ύπαρξης μεγαλύτερου βαθμού κινδύνου στην επιχείρηση απ ότι ένας υψηλός αριθμοδείκτης. Επιπλέον, ένας χαμηλός αριθμοδείκτης μπορεί να δείχνει ότι η διοίκηση της επιχείρησης κάνει πιο εντατική χρήση των κυκλοφοριακών της στοιχείων, δηλαδή διατηρεί τα ρευστά διαθέσιμα της στο ελάχιστο δυνατό επίπεδο, ή η ταχύτητα κυκλοφορίας των αποθεμάτων και των απαιτήσεων της βρίσκεται στο ανώτατο δυνατό σημείο. Πάντως, το ύψος των ρευστών διαθέσιμων μιας επιχείρησης, εξαρτάται από το ποσό που απαιτείται για να ανταποκριθεί αυτή στις τρέχουσες υποχρεώσεις της, τις δαπάνες της, καθώς και από το ποσό ασφαλείας που πρέπει να διατηρεί για την αντιμετώπιση έκτακτων περιστατικών. Αν η μείωση του αριθμοδείκτη γενικής ρευστότητας για μία επιχείρηση είναι συνεχής*, αυτό παρέχει ένδειξη ότι αρχίζει να αναπτύσσεται μια όχι ευνοϊκή κατάσταση γι αυτήν, σε ότι αφορά την ικανότητα της να ανταποκρίνεται στις τρέχουσες υποχρεώσεις της. Υπάρχει όμως πιθανότητα μια πτωτική εικόνα όχι μόνο να μη δείχνει δυσμενή οικονομική κατάσταση, αλλά αντίθετα να οφείλεται σε μια πιο ορθολογική χρησιμοποίηση του υπάρχοντος κεφαλαίου κίνησης. Στην περίπτωση αυτή, η επιχείρηση χρειάζεται σχετικά μικρότερο κυκλοφορούν ενεργητικό. Πάντως, εκείνο που πρέπει να τονιστεί και πάλι είναι, ότι η πραγματική σημασία του αριθμοδείκτη γενικής ρευστότητας μπορεί 31
να προσδιοριστεί μόνο αν αναλυθούν με κάθε λεπτομέρεια τα χαρακτηριστικά τόσο του κυκλοφορούντος ενεργητικού, όσο και των τρεχουσών υποχρεώσεων της επιχείρησης. Θα ήταν λάθος να παραλείψουμε να αναφέρουμε ότι ο αναλυτής, κατά τη μελέτη του δείκτη γενικής ρευστότητας, θα πρέπει να καταλήγει σε τελικά συμπεράσματα, πριν λάβει υπόψη του και τα παρακάτω στοιχεία της επιχείρησης: Την κατανομή των κυκλοφοριακών στοιχείων, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω Την πορεία των μεγεθών των κυκλοφοριακών στοιχείων και των τρεχουσών υποχρεώσεων για μια πενταετία τουλάχιστον Τους όρους χορήγησης πιστώσεων στους πελάτες της. Την τυχόν ύπαρξη εποχικότητας της συγκεκριμένης επιχείρησης Τις μεταβολές στο ύψος των αποθεμάτων σε σχέση με τις παρούσες και μελλοντικές πωλήσεις της επιχείρησης Την ανάγκη για μεγαλύτερα ή μικρότερα ποσά κεφαλαίων κίνησης κατά τον επόμενο χρόνο Την έκταση χρησιμοποίησης τραπεζικών πιστώσεων και την ύπαρξη ευχέρειας για περαιτέρω τραπεζικό δανεισμό Το ποσό των μετρητών και των ρευστοποιήσιμων χρεογράφων καθώς και την ύπαρξη μεγάλου πλεονάσματος ή ελλείμματος σε σχέση με τις ανάγκες για κεφάλαια κίνησης Το ύψος των απαιτήσεων σε σχέση με τις πωλήσεις καθώς και τις καθυστερημένες απαιτήσεις Το είδος της εξεταζόμενης επιχείρησης, αν δηλαδή πρόκειται για βιομηχανία, εμπορική επιχείρηση, ή επιχείρηση κοινής ωφέλειας 3.3 Αριθμοδείκτης Ειδικής Ρευστότητας 32
Ο συγκεκριμένος αριθμοδείκτης έχει σχέση με τη ρευστότητα. Δημιουργήθηκε για να συμπεριλάβει όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία μετατρέπονται εύκολα και γρήγορα σε ρευστά και αγνοεί όλα εκείνα τα στοιχεία του κυκλοφορούντος ενεργητικού τα οποία δεν μετατρέπονται εύκολα σε μετρητά. Τον αριθμοδείκτη ειδικής ρευστότητας τον βρίσκουμε από το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των ταχέως ρευστοποιήσιμων περιουσιακών στοιχείων μιας επιχείρησης (μετρητά στο ταμείο, τραπεζικές καταθέσεις, χρεόγραφα, απαιτήσεις) με το σύνολο των βραχυπροθέσμων υποχρεώσεων της. ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΗΣ ΚΥΚΛΟΦ. ΕΝΕΡΓ. - ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΕΙΔΙΚΗΣ = --------------------------------------------------- ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ ΒΡΑΧ/ΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ Ο αριθμητής του κλάσματος περιλαμβάνει όλα εκείνα τα στοιχεία που*μπορούν να μετατραπούν γρήγορα σε χρήμα, στην ονομαστική τους αξία, δηλαδή στην αξία που αναγράφονται στα βιβλία της επιχείρησης, εκτός των απαιτήσεων που συχνά δεν είναι εύκολο και γρήγορο να μετατραπούν σε χρήμα. Για να υπολογίσουμε όμως τον αριθμοδείκτη ειδικής ρευστότητας είναι κάποια στοιχεία που δεν λαμβάνουμε υπόψη και δεν τα συμπεριλαμβάνουμε. Αυτά τα στοιχεία είναι: Τα αποθέματα πρώτων και βοηθητικών υλών, ημικατεργασμένων και έτοιμων προϊόντων, γιατί δεν θεωρούνται ταχέως ρευστοποιήσιμα. Πράγματι, απαιτείται αρκετό χρονικό διάστημα μέχρι την πώληση τους ή μέχρι τη μετατροπή των πρώτων υλών και των ημικατεργασμένων προϊόντων σε έτοιμα προϊόντα. Εκτός αυτού, υπάρχει αβεβαιότητα 33
τόσο ως προς την δυνατότητα πώλησης όλων των αποθεμάτων όσο και ως προς την αξία, που θα εισπραχθεί κατά την πώληση τους. Οι προκαταβληθείσες δαπάνες, οι οποίες κανονικά χρειάζονται κάποιο χρονικό διάστημα για να μετατραπούν σε χρήμα. Υπάρχει περίπτωση μια επιχείρηση να έχει δυσκολίες στην πώληση των αποθεμάτων ετοίμων προϊόντων της. Αυτό σημαίνει ότι το μεγάλο ύψος αποθεμάτων δεν βοηθά στην εξυπηρέτηση των τρεχουσών υποχρεώσεων της. Ένας υψηλός αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας, λόγω μεγάλων αποθεμάτων, δεν προσδίδει ρευστότητα στην επιχείρηση. Παρ' όλο που ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας είναι ο πιο διαδεδομένος, ο αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας αποτελεί καλύτερη ένδειξη της ικανότητας μιας επιχείρησης να εξοφλεί τις τρέχουσες υποχρεώσεις της από ότι ο προαναφερόμενος. Η επιχείρηση θεωρητικά έχουμε συνηθίσει να λέμε ότι έχει καλή τρέχουσα οικονομική κατάσταση αν τα αμέσως ρευστοποιήσιμα στοιχεία μιας επιχειρήσεως (κυκλοφορούν μείον αποθέματα) είναι ίσα ή μεγαλύτερα των τρεχουσών υποχρεώσεων. Αυτό που μας δείχνει ο αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας είναι πόσες φορές τα ταχέως ρευστοποιήσιμα στοιχεία της επιχείρησης καλύπτουν τις βραχυχρόνιες υποχρεώσεις της. Ικανοποιητικός θεωρείται ένας αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας γύρω στη μονάδα μόνο αν στις απαιτήσεις της επιχείρησης δεν περιλαμβάνονται επισφαλείς ή ανεπίδεκτες εισπράξεις απαιτήσεων. Επειδή όμως στην πράξη ο εξωτερικός αναλυτής ενδέχεται να μην έχει στοιχεία για το είδος αυτών των απαιτήσεων, κρίνεται σκόπιμο οι απαιτήσεις να λαμβάνονται μειωμένες προκειμένου να υπολογιστεί ο αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας. Τέλος, αυτό που μας δείχνει ένας αριθμοδείκτης μικρότερος της μονάδας είναι ότι τα αμέσως ρευστοποιήσιμα στοιχεία της επιχείρησης είναι ανεπαρκή για να καλύψουν τις τρέχουσες υποχρεώσεις της, με αποτέλεσμα η επιχείρηση να εξαρτάται από τις μελλοντικές της πωλήσεις, προκειμένου να 34