Κεφάλαιο 11 Το Κεϋνσιανό Υπόδειγµα και η Σχέση µεταξύ Πληθωρισµού και Ανεργίας

Σχετικά έγγραφα
Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγμα και η Σχέση Μεταξύ Ανεργίας και Πληθωρισμού. Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης

Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγμα και η Σχέση Μεταξύ Ανεργίας και Πληθωρισμού

Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγμα και η Σταδιακή Προσαρμογή του Επιπέδου Τιμών. Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης

Κεφάλαιο 12 Το Κεϋνσιανό Υπόδειγµα, η Σχέση µεταξύ Πληθωρισµού και Ανεργίας και η Μακροοικονοµική Πολιτική

Ανεργία, Πληθωρισμός και Ορθολογικές Προσδοκίες. Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης

Κεφάλαιο 12 Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγµα και η Σταδιακή Προσαρµογή του Επιπέδου των Τιµών

Κεφάλαιο 8 Ένα Δυναµικό Υπόδειγµα Επενδύσεων

Η Μεγάλη Μεγάλη Ύφεση Ύφεση

Πληθωρισμός, Ανεργία και Αξιοπιστία της Νομισματικής Πολιτικής. Το Πρόβλημα του Πληθωρισμού σε ένα Υπόδειγμα με Υψηλή Ανεργία Ισορροπίας

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ενότητα 7 : Συνολική Προσφορά - Συνολική Ζήτηση και η μακροοικονομική ισορροπία

π = π e β(u-u n ) + ν

Κεφάλαιο 6 Η Νοµισµατική Προσέγγιση

Κεφάλαιο 5 Το Υπόδειγµα Mundell Fleming

Κεφάλαιο 14 Αξιοπιστία, Πληθωρισµός και Νοµισµατική Πολιτική

Ενα Νέο Κλασσικό Υπόδειγμα Χωρίς Κεφάλαιο. Μακροοικονομικές Διακυμάνσεις και Νομισματικοί Παράγοντες

Το Νέο Κεϋνσιανο Υπόδειγμα. Ένα Δυναμικό Στοχαστικό Υπόδειγμα Γενικής Ισορροπίας με Κεϋνσιανά Χαρακτηριστικά

Κεφάλαιο 12 Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγµα Οικονοµικών Διακυµάνσεων

Συναθροιστική ζήτηση και προσφορά

Κεφάλαιο 12 Ορθολογικές Προσδοκίες και Σταδιακή Προσαρµογή Μισθών

Νομισματική και Συναλλαγματική Πολιτική σε μια Μικρή Ανοικτή Οικονομία. Σταθερές ή Κυμαινόμενες Ισοτιμίες;

Συναθροιστική Προσφορά

Κεφάλαιο 8 Το Βασικό Κεϋνσιανό Υπόδειγµα

Ενα Νέο Κεϋνσιανό Υπόδειγμα με Περιοδικό Καθορισμό των Ονομαστικών Μισθών. Καθορισμός των Ονομαστικών Μισθών και Ανεργία

Οικονομική Πολιτική Ι: Σταθερές Συναλλαγματικές Ισοτιμίες χωρίς Κίνηση Κεφαλαίου

Η Νέα Κλασσική Θεώρηση των Οικονομικών Διακυμάνσεων

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη ΙΙ. 17 Πληθωρισμός και Ανεργία

Μακροοικονομική. Διάλεξη 4 Η Καμπύλη IS

Ενότητα 10: Πληθωρισμός και ανεργία

Κεφάλαιο 9 Μακροοικονοµική Πολιτική και Βραχυχρόνια Αλληλεξάρτηση στην Παγκόσµια Οικονοµία

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Κεφάλαιο 9 Μακροοικονοµική Πολιτική και Βραχυχρόνια Αλληλεξάρτηση στην Παγκόσµια Οικονοµία


ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Μακροοικονομική. Μακροοικονομική Θεωρία και Πολιτική. Αναπτύχθηκε ως ξεχωριστός κλάδος: Γιατί μελετάμε ακόμη την. Μακροοικονομική Θεωρία και

Κεφάλαιο 9. Το υπόδειγµα IS-LM/AD-AS : Ένα γενικό πλαίσιο µακροοικονοµικής ανάλυσης

Κεφάλαιο 14 Ατελής Ανταγωνισµός, Κλιµακωτή Προσαρµογή των Τιµών και Μακροοικονοµικές Διακυµάνσεις

Συνολική Ζήτηση, ΑΕΠ και Συναλλαγματικές Ισοτιμίες. Βραχυχρόνιοι Προσδιοριστικοί Παράγοντες του ΑΕΠ και της Συναλλαγματικής Ισοτιμίας

Κεφάλαιο 13 Το Ζήτηµα της Αξιοπιστίας της Αντιπληθωριστικής Πολιτικής

Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

Εισαγωγή στη Δυναμική Μακροοικονομική. Οικονομική Μεγέθυνση και Οικονομικές Διακυμάνσεις

Το Υπόδειγμα Mundell Fleming και Dornbusch


Κεφάλαιο 7 Νοµισµατική και Συναλλαγµατική Πολιτική σε µια Μικρή Ανοικτή Οικονοµία

ΔΕΟ34. Απάντηση 2ης ΓΕ Επιμέλεια: Γιάννης Σαραντής. ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ 17 Περιστέρι ,

ΤΙ ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΖΕΙ ΤΗ ΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΑΓΑΘΑ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ; Y = C + I + G + NX. απάνες Κατανάλωσης από τα νοικοκυριά

ΕΚΠΑ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Ακ. Ετος

H Βραχυχρόνια Καμπύλη Συναθροιστικής Προσφοράς - Μακροχρόνια περίοδος: Κατακόρυφη καμπύλη Συναθροιστικής Προσφοράς (Υ=Υ f ), δηλαδή σταθερή παραγωγή

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Κεφάλαιο 5 Συνολική Ζήτηση και Συνολική Προσφορά Το Υπόδειγµα AD AS

13 Το απλό κλασικό υπόδειγμα

ΕΚΠΑ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Ακ. Ετος

Μακροοικονομική Θεωρία Ι

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΜAΚΡΟ

Επανάληψη ΕΣΔΔΑ με ασκήσεις πολλαπλής επιλογής 1. Στην Οικονομική επιστήμη ως οικονομικό πρόβλημα χαρακτηρίζουμε:

Βραχυπρόθεσμες οικονομικές διακυμάνσεις

Εισοδήματος και Απασχόλησης Determination of Income and Employment

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

Η Νέα Κλασσική Θεώρηση των Οικονομικών Διακυμάνσεων. Το Υπόδειγμα των Πραγματικών Οικονομικών Κύκλων

Μακροοικονομική Θεωρία Ι

Περιεχόμενα. Πρόλογος 15

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Βασικές αρχές. Εφαρµογές στην Ελληνική Οικονοµία. Ασκήσεις.

ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

8 Το εισόδημα και το επιτόκιο

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μακροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ

Κεφάλαιο 17 Ένα Υπόδειγµα Δηµοσιονοµικών Κρίσεων

Να απαντήσετε τα παρακάτω θέματα σύμφωνα με τις οδηγίες των εκφωνήσεων. Η διάρκεια της εξέτασης είναι 3 (τρεις) ώρες.

Το Υπόδειγμα IS-LM. (1) ΗΚαμπύληIS (Ισορροπία στην Αγορά Αγαθών)

είναι η καµπύλη συνολικής ζήτησης εργασίας από τις επιχειρήσεις και η καµπύλη S

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

Η Επιστήµη της Μακροοικονοµικής

Η οικονοµία στη Βραχυχρόνια Περίοδο

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΙΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μακροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 30 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ

Μάθηµα 6 ο. Η Καµπύλη της Συνολικής Προσφοράς

Επίδραση νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής στη συναθροιστική ζήτηση

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ 1. Σε ένα κανονικό αγαθό, όταν αυξάνεται το εισόδηµα των καταναλωτών, τότε αυξάνεται και η συνολική δαπάνη των καταναλωτών 2.

Μακροοικονομική Θεωρία Ι

ΒΡΑΧΥΧΡΟΝΙΕΣ ΙΑΚΥΜΑΝΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΥΠΟ ΕΙΓΜΑ ΑΣΚΗΣΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ

17 Η συνολική προσφορά

Κατανάλωση, Αποταμίευση και Προσδιορισμός του Εθνικού Εισοδήματος σε Κλειστή οικονομία χωρίς Δημόσιο Τομέα

Επαναληπτικές Ερωτήσεις - ΟΣΣ5. Τόμος Α - Μικροοικονομική

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ

Ανεργία και Τριβές στην Αγορά Εργασίας. Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης

Επίλυση Υποδειγμάτων με Ορθολογικές Προσδοκίες. Το Πρωτοβάθμιο και Δευτεροβάθμιο Υπόδειγμα

5 Ο προσδιορισμός του εισοδήματος: Εξαγωγές και εισαγωγές

Η Διαχρονική Προσέγγιση στο Ισοζύγιο Πληρωμών

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Συναθροιστική Ζήτηση, Συναθροιστική Προσφορά και η Λειτουργία του Κλασικού Υποδείγματος - Βασικές Υποθέσεις Κεϋνσιανού Υποδείγματος: (1) Οι τιμές

Συναθροιστική Zήτηση στην Aνοικτή Οικονομία

Η Νομισματική Προσέγγιση

Μακροοικονομική Θεωρία Ι

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Κεφάλαιο 13 Ανεργία, Πληθωρισµός και Ορθολογικές Προσδοκίες


ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Η Ελληνική Οικονομία στο Διεθνές Οικονομικό σύστημα Σημειώσεις

Transcript:

Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2015 Κεφάλαιο 11 Το Κεϋνσιανό Υπόδειγµα και η Σχέση µεταξύ Πληθωρισµού και Ανεργίας Μετά τη µεγάλη ύφεση της δεκαετίας του 1930, η πιο διαδεδοµένη προσέγγιση στην ανάλυση των οικονοµικών διακυµάνσεων βασίστηκε στα λεγόµενα κεϋνσιανά υποδείγµατα. Τα υποδείγµατα αυτά έλκουν την καταγωγή τους από τη Γενική Θεωρία του Keynes (1936), ο οποίος επιχειρηµατολόγησε κατά της τότε επικρατούσας κλασσικής θεωρίας των οικονοµικών κύκλων. Η κεϋνσιανή προσέγγιση κωδικοποιήθηκε µέσω ενός απλού υποδείγµατος, του υποδείγµατος IS-LM του Hicks (1937), και κυριάρχησε για πολλά χρόνια τόσο ανάµεσα στους ακαδηµαϊκούς οικονοµολόγους όσο και ανάµεσα στους διαµορφωτές της οικονοµικής πολιτικής. Στα κεϋνσιανά υποδείγµατα, η υπόθεση της άµεσης προσαρµογής των τιµών και των µισθών ως µηχανισµών εξισορρόπησης των οικονοµιών, αντικαθίσταται από την υπόθεση ότι βραχυχρόνια υπάρχει ακαµψία των ονοµαστικών µισθών ή/και του επιπέδου των τιµών, και ότι ο κύριος µηχανισµός βραχυχρόνιας εξισορρόπησης των αγορών εργασίας και αγαθών και υπηρεσιών δεν είναι οι µισθοί και οι τιµές, αλλά το επίπεδο του εισοδήµατος και της απασχόλησης. Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζουµε τη διάρθρωση του βασικού κεϋνσιανού υποδείγµατος, υποθέτοντας αρχικά σταθερό επίπεδο τιµών και ονοµαστικών µισθών, και κατόπιν σταδιακή προσαρµογή του επιπέδου των τιµών και των ονοµαστικών µισθών µε βάση την καµπύλη Phillips, η οποία προστέθηκε αργότερα στο βασικό κεϋνσιανό υπόδειγµα. H αρνητική σχέση µεταξύ ανεργίας και πληθωρισµού, η οποία έγινε γνωστή ως καµπύλη Phillips, επισηµάνθηκε από τον οµώνυµο Νεο Ζηλανδό οικονοµολόγο (βλ. Phillips 1958) στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Έκτοτε αποτελεί κεντρικό σηµείο αναφοράς των κεϋνσιανών υποδειγµάτων, καθώς ερµηνεύθηκε ως απόδειξη της σταδιακής προσαρµογής των µισθών και των τιµών. Η σχέση αυτή άρχισε να συνδυάζεται µε το κεϋνσιανό υπόδειγµα, για το ταυτόχρονο προσδιορισµό του πληθωρισµού και της ανεργίας. Στα πλαίσια του βασικού κεϋνσιανού υποδείγµατος συνδυασµένου µε την καµπύλη Phillips, µία αύξηση της συνολικής ζήτησης, είτε µέσω των δηµοσίων δαπανών, είτε µέσω της προσφοράς χρήµατος, οδηγεί βραχυχρόνια σε αύξηση του επιπέδου του εισοδήµατος και της απασχόλησης, σε µείωση της ανεργίας και σε αύξηση του πληθωρισµού. Αντίθετα, µία µείωση της συνολικής ζήτησης οδηγεί βραχυχρόνια σε µείωση του επιπέδου του εισοδήµατος και της απασχόλησης, σε αύξηση της ανεργίας και σε µείωση του πληθωρισµού. Σύµφωνα µε τη θεώρηση αυτή (βλ. Samuelson and Solow (1960)), το βραχυχρόνιο πρόβληµα της µακροοικονοµικής πολιτικής δεν θα µπορούσε να είναι παρά ο καθορισµός του επιπέδου της συνολικής ζήτησης έτσι ώστε να επιλεγεί ο βέλτιστος συνδυασµός ανεργίας και πληθωρισµού.

Σε περιόδους ύφεσης, µία αύξηση της συνολικής ζήτησης θα οδηγούσε σε µείωση της ανεργίας, αλλά µε τίµηµα την αύξηση του πληθωρισµού. Σε περιόδους οικονοµικής άνθησης και υψηλού πληθωρισµού, ο πληθωρισµός θα µπορούσε να µειωθεί µέσω µείωσης της συνολικής ζήτησης, η οποία όµως θα είχε ως αποτέλεσµα και την αύξηση της ανεργίας. Ωστόσο, από τα µέσα της δεκαετίας του 1960, η αρνητική σχέση µεταξύ πληθωρισµού και ανεργίας στην οποία βασίστηκε η καµπύλη Phillips άρχισε να αποδεικνύεται ασταθής. Αύξηση του πληθωρισµού δεν οδηγούσε σε µείωση της ανεργίας παρά µόνο προσωρινά, καθώς η ανεργία έτεινε µετά από λίγο να επιστρέφει προς το αρχικό της επίπεδο χωρίς να µειώνεται ο πληθωρισµός. Αυτό αποδόθηκε στις επιπτώσεις των πληθωριστικών προσδοκιών. Όπως επιχειρηµατολόγησαν οι Phelps (1967) και Friedman (1968), µία παρατεταµένη αύξηση του πληθωρισµού θα είχε ως αποτέλεσµα να αυξηθούν οι προσδοκίες για το µελλοντικό πληθωρισµό εκ µέρους εκείνων που προσδιορίζουν τις τιµές και τους ονοµαστικούς µισθούς. Αποτέλεσµα αυτού θα ήταν να χρειάζεται όλο και µεγαλύτερη αύξηση του πληθωρισµού προκειµένου να επιτευχθεί µείωση της ανεργίας. Η αστάθεια της καµπύλης Phillips αποτέλεσε το έναυσµα µιας πραγµατικής επανάστασης στην ανάλυση των οικονοµικών κύκλων και της µακροοικονοµικής πολιτικής. Η επανάσταση αυτή οδήγησε στο να δίνεται µεγαλύτερη έµφαση στα µικροοικονοµικά θεµέλια των µακροοικονοµικών υποδειγµάτων, καθώς και στην υιοθέτηση της υπόθεσης των ορθολογικών προσδοκιών, αντί για την υπόθεση των προσαρµοζόµενων προσδοκιών που επικρατούσε έως τότε. 11.1 Η Διάρθρωση του Βασικού Κεϋνσιανού Υποδείγµατος Στα κεϋνσιανά υποδείγµατα η υπόθεση της άµεσης προσαρµογής των τιµών και των µισθών ως µηχανισµών εξισορρόπησης των οικονοµιών αντικαθίσταται από την υπόθεση ότι βραχυχρόνια υπάρχει ακαµψία των ονοµαστικών µισθών και του επιπέδου των τιµών και ότι ο κύριος µηχανισµός εξισορρόπησης των αγορών εργασίας και αγαθών και υπηρεσιών δεν είναι οι µισθοί και οι τιµές, αλλά το επίπεδο του εισοδήµατος και της απασχόλησης. 1 Στο τµήµα αυτό θα εξετάσουµε τις τρεις κύριες παραδοσιακές µορφές του κεϋνσιανού υποδείγµατος. Πρώτον, τον κεϋνσιανό σταυρό, ο οποίος προσδιορίζει το συνολικό εισόδηµα και την απασχόληση, ως συνάρτηση της συνολικής ζήτησης στην οικονοµία. Δεύτερον, το υπόδειγµα IS-LM, το οποίο προσδιορίζει το συνολικό εισόδηµα και το ονοµαστικό επιτόκιο, ως συνάρτηση της συνολικής ζήτησης και των νοµισµατικών συνθηκών, για δεδοµένο όµως επίπεδο τιµών. Τρίτον θα εξετάσουµε το υπόδειγµα συνολικής προσφοράς και συνολικής ζήτησης AD-AS το οποίο προσδιορίζει το συνολικό εισόδηµα και το επίπεδο τιµών, για δεδοµένους όµως ονοµαστικούς µισθούς. 11.1.1 O Κεϋνσιανός Σταυρός Τα κεϋνσιανά υποδείγµατα ξεκινούν από την υπόθεση ότι το συνολικό εισόδηµα Y, ισούται µε το άθροισµα της ιδιωτικής κατανάλωσης C, των ακαθάριστων επενδύσεων Ι και των δηµοσίων δαπανών G. Όλες οι µεταβλητές ορίζονται σε πραγµατικούς όρους. 1 Ο Keynes είχε πλήρη συναίσθηση της καινοτοµίας της Γενικής Θεωρίας του. Όχι µόνο για τους µηχανισµούς εξισορρόπησης των αγορών αγαθών και υπηρεσιών και εργασίας, αλλά ακόµα και για τις κεφαλαιαγορές. Για παράδειγµα, σε µία δηµοσίευσή του για το ρόλο του επιτοκίου, µετά την έκδοση της Γενικής Θεωρίας, o Keynes αναφέρει τα εξής: η αρχική καινοτοµία είναι στο ότι υποθέτω ότι οι αποταµιεύσεις και οι επενδύσεις δεν εξισορροπούνται από µεταβολές στο επιτόκιο, αλλά από µεταβολές στο επίπεδο του εισοδήµατος. (Keynes 1937, p. 250). Q2

Y t = C t + I t + G t (11.1) Στο απλούστερο υπόδειγµα του κεϋνσιανού σταυρού, οι επενδύσεις και οι δηµόσιες δαπάνες θεωρούνται εξωγενείς, και η κατανάλωση θεωρείται ότι είναι µία θετική συνάρτηση του διαθεσίµου εισοδήµατος. C t = C Y t T t ( ) 0 < C Y = C, (11.2) (Y T ) < 1 όπου T είναι οι φόροι και CY είναι η οριακή ροπή προς κατανάλωση. Η (11.2) είναι η κεϋνσιανή συνάρτηση κατανάλωσης. Από τις (11.1) και (11.2) προκύπτει η συνθήκη ισορροπίας µεταξύ συνολικού εισοδήµατος και δαπάνης, δηλαδή η συνθήκη ισορροπίας στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών. Y t = C( Y t T t ) + I t + G t (11.3) Η συνθήκη ισορροπίας (11.3) αναπαρίσταται στο Διάγραµµα 11.1, το οποίο είναι γνωστό και ως ο κεϋνσιανός σταυρός. Το συνολικό εισόδηµα, και η απασχόληση, ισορροπίας προσδιορίζονται στο σηµείο στο οποίο το άθροισµα της ιδιωτικής κατανάλωσης, των επενδύσεων και των δηµοσίων δαπανών ισούται µε το συνολικό εισόδηµα. Από την εξίσωση (11.3), µπορεί κανείς να συνάγει το περίφηµο πολλαπλασιαστή. dy t di t = dy t 1 = > 1 dg t 1 C Y (11.4) Μία µεταβολή στις εξωγενείς δαπάνες, είτε επενδύσεις είτε δηµόσια κατανάλωση, έχει ως αποτέλεσµα µία πολλαπλάσια αύξηση του συνολικού εισοδήµατος, δεδοµένου ότι η οριακή ροπή προς κατανάλωση είναι µικρότερη από τη µονάδα. Ο λόγος είναι ότι όταν αυξηθούν οι εξωγενείς δαπάνες, για να υπάρχει ισορροπία µεταξύ εισοδήµατος και δαπάνης, θα πρέπει να αυξηθεί και το εισόδηµα. Όταν όµως αυξηθεί το εισόδηµα, αυξάνεται και η κατανάλωση. Αυτό απαιτεί περαιτέρω αύξηση του εισοδήµατος για να υπάρξει ισορροπία. Κατά συνέπεια, δεδοµένη αύξηση των εξωγενών δαπανών έχει πολλαπλάσια επίπτωση στο συνολικό εισόδηµα, διότι προκαλεί δευτερογενείς αυξήσεις στην ιδιωτική κατανάλωση, που µε τη σειρά τους προκαλούν περαιτέρω αυξήσεις του εισοδήµατος, και ούτω καθεξής. Επίσης, από την εξίσωση (11.3) µπορεί κανείς να συνάγει τον πολλαπλασιαστή ισοσκελισµένου προϋπολογισµού, δηλαδή τις επιπτώσεις µιας ισόποσης µεταβολής της δηµόσιας κατανάλωσης και των φόρων. Με την υπόθεση dgt=dtt, προκύπτει ότι, dy t dg t dg t =dt t = 1 (11.5) Q3

Q Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2015 Κεφάλαιο 11 Μία αύξηση της δηµόσιας κατανάλωσης, που χρηµατοδοτείται από µία ισόποση αύξηση των φόρων, αυξάνει τη συνολική δαπάνη και το εισόδηµα κατά το ίδιο ποσό. Αυτό είναι κάτι που απέδειξε ο Haavelmo (1945), και οφείλεται στο ότι η αύξηση των φόρων µειώνει την ιδιωτική κατανάλωση κατά λιγότερο από ένα προς ένα, λόγω ακριβώς του ότι η οριακή ροπή προς κατανάλωση είναι µικρότερη από τη µονάδα. Κατά συνέπεια, η αρχική επίπτωση στη συνολική δαπάνη είναι 1-CY, και η συνολική επίπτωση µιας µεταβολής των δηµοσίων δαπανών που χρηµατοδοτούνται από αύξηση στη φορολογία είναι ίση µε τη µονάδα. 11.1.2 Το Κεϋνσιανό Υπόδειγµα IS-LM Μία κάπως πιο γενική µορφή του βασικού κεϋνσιανού υποδείγµατος θεωρεί ότι οι επενδύσεις εξαρτώνται από το επιτόκιο, και εισάγει και τη συνθήκη ισορροπίας στην αγορά χρήµατος. Η µορφή αυτή αναλύεται µετά το κεφάλαιο 10 της Γενικής Θεωρίας, και κωδικοποιήθηκε ως το υπόδειγµα IS-LM σε µία σηµαντική εργασία του Hicks (1937). Η βασική διαφορά από το προηγούµενο υπόδειγµα του κεϋνσιανού σταυρού είναι ότι οι επενδύσεις παύουν να αντιµετωπίζονται ως εξωγενείς, και θεωρείται ότι εξαρτώνται αρνητικά από το ονοµαστικό επιτόκιο. Κατά συνέπεια, η συνθήκη ισορροπίας στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών λαµβάνει τη µορφή, Y t = C( Y t T t ) + I t (i t ) + G t (11.6) όπου i είναι το ονοµαστικό επιτόκιο. 2 Η επίπτωση του επιτοκίου στις επενδύσεις υποτίθεται αρνητική, I i < 0 Η (11.6) περιγράφει τους συνδυασµούς πραγµατικού εισοδήµατος και ονοµαστικού επιτοκίου που διασφαλίζουν την ισορροπία στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών, και παρίσταται ώς η καµπύλη IS (Investment-Savings) στο Διάγραµµα 11.2. Από την ώρα που εισάγεται µία νέα ενδογενής µεταβλητή (το ονοµαστικό επιτόκιο) θα πρέπει να αναλυθεί και το πως προσδιορίζεται. Αυτό γίνεται µέσω της συνθήκης ισορροπίας στην αγορά χρήµατος, τη συνθήκη δηλαδή ότι η ζήτηση χρήµατος, η οποία είναι θετική συνάρτηση του συνολικού εισοδήµατος και αρνητική συνάρτηση του ονοµαστικού επιτοκίου (βλ. Κεφάλαιο 9), ισούται µε την προσφορά χρήµατος, όπως αυτή καθορίζεται από την πολιτική της κεντρικής τράπεζας. Η συνθήκη ισορροπίας αυτή λαµβάνει τη µορφή, M t P t = m( Y t,i t ) (11.7) 2 Στην πραγµατικότητα οι επενδύσεις θα έπρεπε να εξαρτώνται από το πραγµατικό επιτόκιο r=i-π e, όπου π e είναι ο προσδοκώµενος πληθωρισµός. Ωστόσο, θα θεωρήσουµε προς το παρόν ότι ο προσδοκώµενος πληθωρισµός είναι σταθερός και ισούται µε το µηδέν. Αυτό άλλωστε είναι συµβατό και µε τη υπόθεση του υποδείγµατος αυτού ότι το επίπεδο τιµών είναι βραχυχρόνια δεδοµένο. Q4

Q Q Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2015 Κεφάλαιο 11 όπου Μ είναι η ονοµαστική προσφορά χρήµατος, P το επίπεδο τιµών (το οποίο θεωρείται βραχυχρόνια δεδοµένο) και m η συνάρτηση ζήτησης πραγµατικών χρηµατικών διαθεσίµων (ρευστότητας). Οι ιδιότητες της συνάρτησης ζήτησης χρήµατος περιγράφονται από, m Y > 0, m i < 0 Η (11.7) περιγράφει τους συνδυασµούς πραγµατικού εισοδήµατος και ονοµαστικού επιτοκίου που διασφαλίζουν την ισορροπία στην αγορά χρήµατος, και παρίσταται ως η καµπύλη LM (Liquidity- Money) στο Διάγραµµα 11.2. Στο σηµείο που ικανοποιούνται οι δύο συνθήκες ισορροπίας, αφενός στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών (IS) και αφετέρου στην αγορά χρήµατος (LM), προσδιορίζονται βραχυχρόνια, για δεδοµένο επίπεδο τιµών, το επίπεδο του συνολικού εισοδήµατος και το ονοµαστικό επιτόκιο. Είναι απλό να συνάγει κανείς ότι µία αύξηση στις δηµόσιες δαπάνες µετακινεί την καµπύλη IS προς τα δεξιά και αυξάνει το συνολικό εισόδηµα και το επιτόκιο, και ότι µία αύξηση της προσφοράς χρήµατος µετακινεί την καµπύλη LM προς τα δεξιά, αυξάνοντας το συνολικό εισόδηµα και µειώνοντας το ονοµαστικό επιτόκιο. Και οι δύο πολιτικές οδηγούν σε αύξηση της συνολικής ζήτησης στην οικονοµία, και θεωρούνται πολιτικές συνολικής ζήτησης (aggregate demand policies). 11.1.3 Το Υπόδειγµα Συνολικής Ζήτησης και Συνολικής Προσφοράς Η τελευταία, και πιο σύνθετη, µορφή του βασικού κεϋνσιανού υποδείγµατος αναλύεται µετά το κεφάλαιο 19 της Γενικής Θεωρίας. Στη µορφή αυτή του υποδείγµατος, το επίπεδο τιµών παύει να θεωρείται εξωγενές, και µεταβάλλεται ώστε να εξισορροπήσει η συνολική ζήτηση µε τη συνολική προσφορά στην οικονοµία. Ωστόσο, οι ονοµαστικοί µισθοί θεωρούνται ως βραχυχρόνια δεδοµένοι. Η συνάρτηση συνολικής ζήτησης AD (Aggregate Demand) συνάγεται από την ταυτόχρονη ικανοποίηση της συνθήκης ισορροπίας στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών (IS) και της συνθήκης ισορροπίας στην αγορά χρήµατος (LM). Από τις (11.6) και (11.7), αντικαθιστώντας για το ονοµαστικό επιτόκιο, έχουµε τη συνάρτηση συνολικής ζήτησης, Y t = D M t P t,g t,t t (11.8) όπου, D P t < 0 Η (11.8) περιγράφει τη συνολική ζήτηση ως µία αρνητική συνάρτηση του επιπέδου τιµών, καθώς ένα υψηλότερο επίπεδο τιµών, για δεδοµένη ονοµαστική προσφορά χρήµατος, συνεπάγεται χαµηλότερα πραγµατικά χρηµατικά διαθέσιµα, υψηλότερα ονοµαστικά επιτόκια και χαµηλότερες επενδύσεις και συνολική ζήτηση. Η συνάρτηση συνολικής ζήτησης είναι η καµπύλη µε αρνητική κλίση στο Διάγραµµα 11.3. Q5

J Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2015 Κεφάλαιο 11 Προκειµένου να συναχθεί η συνάρτηση συνολικής προσφοράς AS (Aggregate Supply), εξετάζουµε τη συµπεριφορά της αντιπροσωπευτικής επιχείρησης. Θεωρείται ότι η αντιπροσωπευτική επιχείρηση είναι ανταγωνιστική και µεγιστοποιεί τα κέρδη της, επιλέγοντας το επίπεδο της απασχόλησης και παραγωγής, µε δεδοµένο τον ονοµαστικό µισθό και το επίπεδο τιµών. Η παραγωγή της επιχείρησης προσδιορίζεται ως η λύση στο ακόλουθο πρόβληµα, max[ P t Y t W t L t ] (11.9) υπό τον περιορισµό, Y t = F( L t ) (11.10) όπου F είναι µία κοίλη βραχυχρόνια συνάρτηση παραγωγής που εξαρτάται από το επίπεδο της απασχόλησης L. Η µεγιστοποίηση, για δεδοµένο ονοµαστικό µισθό W, οδηγεί σε µία συνάρτηση συνολικής προσφοράς στην οικονοµία η οποία είναι θετική συνάρτηση του επιπέδου τιµών. Y t = S W P t (11.11) όπου, για δεδοµένο ονοµαστικό µισθό W, S P > 0 Όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο τιµών, τόσο χαµηλότερος είναι ο πραγµατικός µισθός, µε αποτέλεσµα να αυξάνεται η ζήτηση εργασίας, η συνολική απασχόληση και η συνολική παραγωγή. Η συνάρτηση συνολικής προσφοράς είναι η καµπύλη µε θετική κλίση στο Διάγραµµα 11.3. 11.1.4 Οικονοµικές Διακυµάνσεις και Πολιτική Συνολικής Ζήτησης Οι εξισώσεις (11.8) και (11.11), καθώς και το Διάγραµµα 11.3, µπορούν να χρησιµοποιηθούν για την ανάλυση των οικονοµικών διακυµάνσεων και των επιπτώσεων της µακροοικονοµικής πολιτικής στο βασικό κεϋνσιανό υπόδειγµα. Καταρχήν, για δεδοµένους ονοµαστικούς µισθούς, µία οικονοµία µπορεί να εγκλωβισθεί σε µία βραχυχρόνια ισορροπία µε υψηλή ανεργία. Ας υποθέσουµε ότι το σύνολο του εργατικού δυναµικού είναι Ν. Από τη συνάρτηση παραγωγής (11.10), το εισόδηµα πλήρους απασχόλησης δίνεται από, 3 Q Y * = F(N) (11.12) Θεωρείστε το Διάγραµµα 11.4. Η αρχική ισορροπία είναι στο εισόδηµα πλήρους απασχόλησης. Μία αρνητική διαταραχή στη συνολική ζήτηση, µετακινεί την καµπύλη συνολικής ζήτησης AD Αναφερόµαστε σε εισόδηµα πλήρους απασχόλησης µε την έννοια ότι η ανεργία βρίσκεται στο φυσικό της ποσοστό, 3 αφού ληφθούν υπόψη η διάρθρωση και οι συνήθεις τριβές στην αγορά εργασίας. Q6

προς τα αριστερά. Στη νέα βραχυχρόνια ισορροπία, το εισόδηµα και η απασχόληση µειώνονται, όπως µειώνεται και το επίπεδο τιµών. Λόγω της ακαµψίας των ονοµαστικών µισθών, η οικονοµία ισορροπεί βραχυχρόνια σε εισόδηµα κάτω από το εισόδηµα πλήρους απασχόλησης και δηµιουργείται κυκλική ανεργία. Εάν οι ονοµαστικοί µισθοί δεν ήταν βραχυχρόνια δεδοµένοι, και προσαρµόζονταν ώστε να επιτευχθεί πλήρης απασχόληση, η συνάρτηση συνολικής προσφοράς θα ήταν κάθετη στο επίπεδο της πλήρους απασχόλησης, και µεταβολές στη συνολική ζήτηση θα είχαν ως αποτέλεσµα µόνο αυξήσεις στο επίπεδο τιµών. Κατά συνέπεια, το υπόδειγµα αυτό, µε πλήρη ευκαµψία των τιµών και των µισθών, µετατρέπεται σε ένα κλασσικό υπόδειγµα πλήρους απασχόλησης. Σε αντίθεση µε το κλασσικό υπόδειγµα της άµεσης προσαρµογής τιµών και µισθών, στο κεϋνσιανό υπόδειγµα µε ακαµψία των ονοµαστικών µισθών, ακόµη και νοµισµατικές διαταραχές µπορούν να προκαλέσουν οικονοµικές διακυµάνσεις. Πως µπορούν να αντιµετωπιστούν οι επιπτώσεις διαταραχών στη συνολική ζήτηση; Σύµφωνα µε την κεϋνσιανή προσέγγιση, µία πρόσφορη λύση προέρχεται από τη µακροοικονοµική πολιτική. Μία επέκταση των δηµοσίων δαπανών, µία µείωση των φόρων, ή µία αύξηση της προσφοράς χρήµατος, µπορεί να µετακινήσει την καµπύλη συνολικής ζήτησης πίσω προς τα δεξιά, και να αντιµετωπίσει τις επιπτώσεις µιας αρχικής διαταραχής στην ανεργία και το επίπεδο τιµών. Αυτή είναι η δικαιολογητική βάση της πολιτικής συνολικής ζήτησης στα κεϋνσιανά υποδείγµατα. 11.2 Το Κεϋνσιανό Υπόδειγµα και η Καµπύλη Phillips Ωστόσο, η υπόθεση της πλήρους ακαµψίας των ονοµαστικών µισθών ή/και των τιµών στο βασικό κεϋνσιανό υπόδειγµα δεν είναι καθόλου ρεαλιστική. Οι οικονοµίες χαρακτηρίζονται από την ταυτόχρονη συνύπαρξη πληθωρισµού και ανεργίας, κάτι που σηµαίνει ότι τόσο οι ονοµαστικοί µισθοί όσο και οι τιµές προσαρµόζονται σταδιακά. 11.2.1 Η Καµπύλη Phillips και η Σχέση Μεταξύ Πληθωρισµού και Ανεργίας Από τα τέλη της δεκαετίας του 1950, κεντρικό σηµείο αναφοράς των κεϋνσιανών υποδειγµάτων αποτέλεσε η καµπύλη Phillips, η αρνητική σχέση µεταξύ ανεργίας και πληθωρισµού µισθών που επισηµάνθηκε από τον οµώνυµο Νεοζηλανδό οικονοµολόγο (βλ. Phillips 1958). H καµπύλη Phillips άρχισε να συνδυάζεται µε το υπόδειγµα IS-LM, για το ταυτόχρονο προσδιορισµό του πληθωρισµού και της ανεργίας. Η καµπύλη, την οποία εκτίµησε οικονοµετρικά ο Phillips, είχε την εξής µορφή. Q π = ϕ(u), Q ϕ(u 0 ) = 0, Q ϕ < 0 (11.13) όπου π ο πληθωρισµός, u το ποσοστό ανεργίας και u0 το ποσοστό ανεργίας ισορροπίας, δηλαδή αυτό που αντιστοιχεί σε µηδενικό πληθωρισµό. Η συναρτησιακή σχέση φ µεταξύ πληθωρισµού και ανεργίας την οποία εκτίµησε ο Phillips ήταν µη γραµµική. Η καµπύλη Phillips παρίσταται στο Διάγραµµα 11.5. 4 Η καµπύλη την οποία εκτίµησε ο Phillips (1958) είχε τον πληθωρισµό µισθών και όχι τιµών στην αριστερή πλευρά. 4 Ωστόσο, η ίδια σχέση επικρατούσε και για τον πληθωρισµό τιµών και είχε επισηµανθεί ήδη από τη δεκαετία του 1920 από τον Irving Fisher (βλ. Fisher 1926). Q7

Στα πλαίσια του βασικού κεϋνσιανού υποδείγµατος συνδυασµένου µε την καµπύλη Phillips, µία αύξηση της συνολικής ζήτησης οδηγεί βραχυχρόνια σε αύξηση του επιπέδου του εισοδήµατος και της απασχόλησης, σε µείωση της ανεργίας και σε αύξηση του πληθωρισµού. Αντίθετα, µία µείωση της συνολικής ζήτησης οδηγεί βραχυχρόνια σε µείωση του επιπέδου του εισοδήµατος και της απασχόλησης, σε αύξηση της ανεργίας και σε µείωση του πληθωρισµού. Σύµφωνα µε τη θεώρηση αυτή (βλ. Samuelson and Solow (1960)), το βραχυχρόνιο πρόβληµα της µακροοικονοµικής πολιτικής δεν θα µπορούσε να είναι παρά ο καθορισµός του επιπέδου της συνολικής ζήτησης, ώστε να επιλεγεί ο βέλτιστος συνδυασµός ανεργίας και πληθωρισµού. Σε περιόδους ύφεσης, µία αύξηση της συνολικής ζήτησης θα οδηγούσε σε µείωση της ανεργίας, αλλά µε τίµηµα την αύξηση του πληθωρισµού. Σε περιόδους οικονοµικής άνθησης και υψηλού πληθωρισµού, ο πληθωρισµός θα µπορούσε να µειωθεί µέσω µείωσης της συνολικής ζήτησης, η οποία όµως θα είχε ως αποτέλεσµα και την αύξηση της ανεργίας. 11.2.3 Η Αστάθεια της Καµπύλης Phillips και οι Πληθωριστικές Προσδοκίες. Ωστόσο, από τα µέσα της δεκαετίας του 1960, η αρνητική σχέση µεταξύ πληθωρισµού και ανεργίας άρχισε να αποδεικνύεται ασταθής. Αύξηση του πληθωρισµού δεν οδηγούσε σε µείωση της ανεργίας παρά µόνο προσωρινά, καθώς η ανεργία έτεινε µετά από λίγο να επιστρέφει προς το αρχικό της επίπεδο χωρίς να µειώνεται ο πληθωρισµός. Αυτό αποδόθηκε στις επιπτώσεις των πληθωριστικών προσδοκιών. Όπως επιχειρηµατολόγησαν οι Phelps (1967) και Friedman (1968), µία παρατεταµένη αύξηση του πληθωρισµού θα είχε ως αποτέλεσµα να αυξηθούν οι προσδοκίες για το µελλοντικό πληθωρισµό εκ µέρους εκείνων που προσδιορίζουν τις τιµές και τους ονοµαστικούς µισθούς. Αποτέλεσµα αυτού θα ήταν να χρειάζεται όλο και µεγαλύτερη αύξηση του πληθωρισµού προκειµένου να επιτευχθεί µείωση της ανεργίας. Ουσιαστικά οι Phelps και Friedman επιχειρηµατολόγησαν ότι η καµπύλη Phillips έχει τη µορφή, Q π = π e +ϕ(u), Q ϕ(u o ) = π π e, Q ϕ < 0 (11.14) όπου π e ο προσδοκώµενος πληθωρισµός. Η µετακίνηση της καµπύλης Phillips λόγω αύξησης των πληθωριστικών προσδοκιών παρίσταται στο Διάγραµµα 11.6. Υποθέτουµε ότι αρχικά οι πληθωριστικές προσδοκίες ισούνται µε το µηδέν και η ανεργία βρίσκεται στο u0. Η κυβέρνηση και οι νοµισµατικές αρχές επιλέγουν να αυξήσουν τη συνολική ζήτηση (και τον πληθωρισµό) προκειµένου να µειώσουν την ανεργία, και η οικονοµία µετακινείται στο σηµείο A όπου η ανεργία έχει µειωθεί αλλά έχει αυξηθεί και ο πληθωρισµός. Καθώς οι πληθωριστικές προσδοκίες αυξάνονται, η καµπύλη Phillips µετακινείται προς τα επάνω, µε αποτέλεσµα, η οικονοµία να µετακινείται σταδιακά στο σηµείο B, όπου η ανεργία έχει επιστρέψει στο αρχικό ποσοστό, αλλά ο πληθωρισµός είναι θετικός. Αν η κυβέρνηση και οι νοµισµατικές αρχές επιθυµούν να µειώσουν και πάλι την ανεργία, θα πρέπει να αυξήσουν ακόµη περισσότερο τον πληθωρισµό, αλλά και αυτό θα είναι προσωρινό, καθώς σταδιακά θα προσαρµοστούν προς τα επάνω και οι πληθωριστικές προσδοκίες. 11.2.4 Το Φυσικό Ποσοστό Ανεργίας του Friedman Σύµφωνα µε τον Friedman (1968) κάθε οικονοµία τείνει προς ένα επίπεδο ανεργίας ισορροπίας u0, το οποίοε είναι το φυσικό ποσοστό ανεργίας που την χαρακτηρίζει. Το φυσικό αυτό ποσοστό ανεργίας, εξαρτάται µόνο από πραγµατικούς παράγοντες, συµπεριλαµβανοµένων των ατελειών Q8

στην αγορά εργασίας. Προσπάθεια να µειωθεί το ποσοστό ανεργίας κάτω από αυτό το φυσικό ποσοστό µέσω αύξησης της συνολικής ζήτησης και του πληθωρισµού θα είχε µόνο προσωρινή επιτυχία. Καθώς προσαρµόζονται οι προσδοκίες για το µελλοντικό πληθωρισµό, η ανεργία τείνει να επιστρέψει στο φυσικό της ποσοστό, µε αποτέλεσµα να απαιτείται ακόµη µεγαλύτερη αύξηση του πληθωρισµού προκειµένου να διατηρηθεί η µείωση της ανεργίας κάτω από το φυσικό της ποσοστό. Προκειµένου να αναλύσουµε αυτή την περίπτωση, ας υποθέσουµε ότι η καµπύλη Phillips έχει γραµµική µορφή και δίνεται από, Q π t = π e t + a bu t (11.15) όπου a και b είναι θετικές παράµετροι. Σύµφωνα µε το ορισµό του φυσικού ποσοστού ανεργίας, η οικονοµία βρίσκεται σε αυτό όταν οι προσδοκίες για τον πληθωρισµό ισούνται µε τον πραγµατικό πληθωρισµό. Κατά συνέπεια, το φυσικό ποσοστό ανεργίας στο υπόδειγµα αυτό δίνεται από, Q u 0 = a (11.16) b 11.2.5 Πορεία του Πληθωρισµού και της Ανεργίας µε Προσαρµοζόµενες Προσδοκίες Ένα βασικό ερώτηµα είναι το πως διαµορφώνονται και πως προσαρµόζονται οι πληθωριστικές προσδοκίες. Για πολλά χρόνια, η κυρίαρχη προσέγγιση στο σχηµατισµό των προσδοκιών στη µακροοικονοµική ήταν η υπόθεση των προσαρµοζόµενων προσδοκιών (βλ. Cagan 1956). Σύµφωνα µε αυτή την υπόθεση οι προσδοκίες σε κάθε περίοδο προσαρµόζονται κατά ένα ποσοστό της απόκλισης της πραγµατικής από την προσδοκώµενη τιµή µιας µεταβλητής στην προηγούµενη περίοδο. Κατά συνέπεια, η προσαρµογή των προσδοκιών για τον πληθωρισµό σύµφωνα µε την υπόθεση αυτή θα λάµβανε τη µορφή, Q π e e e t π t 1 = (1 λ)(π t 1 π t 1 ), Q 0 λ < 1 (11.17) Σύµφωνα µε την (11.17), σε κάθε περίοδο, οι πληθωριστικές προσδοκίες προσαρµόζονται κατά ένα ποσοστό 1-λ της απόκλισης µεταξύ του πραγµατικού και του προσδοκώµενου πληθωρισµού στην αµέσως προηγούµενη περίοδο. Υποτίθεται ότι το λ είναι µικρότερο από τη µονάδα, διότι αν ισούται µε τη µονάδα δεν έχουµε καµµία προσαρµογή των προσδοκιών και ισχύει η υπόθεση των µη προσαρµόζοµενων ή στατικών προσδοκιών. Τι ιδιότητες έχει όµως το συγκεκριµένο σχήµα προσαρµογής των προσδοκιών; Ας θεωρήσουµε ότι η κυβέρνηση έχει ένα σταθερό στόχο για τον πληθωρισµό ο οποίος ισούται µε π0, και ότι µπορεί να χρησιµοποιεί τη νοµισµατική και δηµοσιονοµική πολιτική για να επιτυγχάνει αυτό το στόχο σε κάθε περίοδο. Αντικαθιστώντας το π0 για τον πληθωρισµό στην (11.17), έχουµε, Q9

Q π e e t = (1 λ)π 0 + λπ t 1 (11.18) Δεδοµένου ότι λ<1, η εξίσωση διαφορών (11.18) συγκλίνει στη µακροχρόνια ισορροπία, δηλαδή οι πληθωριστικές προσδοκίες συγκλίνουν στον πραγµατικό πληθωρισµό π0. Η ταχύτητα της σύγκλισης εξαρτάται αρνητικά από το λ. Όσο µικρότερο είναι το λ, τόσο ταχύτερη είναι η σύγκλιση των προσδοκιών. Στην ακραία περίπτωση που λ=0, οι προσδοκίες συγκλίνουν άµεσα. Στην άλλη ακραία περίπτωση που λ=1, οι προσδοκίες δεν συγκλίνουν ποτέ, καθώς µεταπίπτουµε στην υπόθεση των στατικών προσδοκιών. Τι θα συνέβαινε στο υπόδειγµα µας εάν η κυβέρνηση δεν είχε ένα σταθερό στόχο για τον πληθωρισµό, αλλά ένα σταθερό στόχο για την ανεργία, ο οποίος όµως είναι µικρότερος από το φυσικό ποσοστό ανεργίας; Στην περίπτωση αυτή, η κυβέρνηση και οι νοµισµατικές αρχές επιδιώκουν να µειώσουν την ανεργία από το φυσικό της επίπεδο u0 στο επίπεδο ua, όπου ua<u0. Η κυβέρνηση δηλαδή επιλέγει τον πληθωρισµό ώστε να διατηρεί την ανεργία κάτω από το φυσικό της ποσοστό u0. Από την καµπύλη Phillips (11.15) ο πληθωρισµός που επιλέγει η κυβέρνηση για να επιτύχει το στόχο της για την ανεργία προσδιορίζεται από, Q π t = π e t + a bu A = π e t + b(u 0 u A ) (11.19) Από την υπόθεση των προσαρµοζόµενων προσδοκιών, ο προσδοκώµενος πληθωρισµός δίνεται από, Q π e e t = (1 λ)π t 1 + λπ t 1 (11.20) Αντικαθιστώντας την (11.20) στην (11.19) και λύνοντας για τον πληθωρισµό βρίσκουµε ότι, Q π t = π t 1 + b(1 λ)(u 0 u A ) (11.21) Η διαφορική εξίσωση αυτή έχει µοναδιαία ρίζα, και κατά συνέπεια ο πληθωρισµός δεν συγκλίνει αλλά αυξάνεται σε κάθε περίοδο κατά ένα ποσοστό που εξαρτάται από τη διαφορά του φυσικού ποσοστού ανεργίας u0 από το στόχο της κυβέρνησης για την ανεργία uα. Καθώς η κυβέρνηση επιχειρεί να διατηρεί την ανεργία κάτω από το φυσικό της ποσοστό, θα πρέπει να αυξάνει συνεχώς τον πληθωρισµό, ώστε ο πληθωρισµός να είναι πάντα µεγαλύτερος από τις προσαρµοζόµενες πληθωριστικές προσδοκίες. Η περίπτωση αυτή αναλύεται στο Διάγραµµα 11.7, όπου φαίνεται πως όταν η κυβέρνηση και οι νοµισµατικές αρχές επιδιώκουν να µειώσουν την ανεργία από το φυσικό της επίπεδο u0 στο επίπεδο ua, ο πληθωρισµός και οι πληθωριστικές προσδοκίες αυξάνονται συνεχώς. Αν η κυβέρνηση και οι νοµισµατικές αρχές πάψουν να αυξάνουν τον πληθωρισµό η ανεργία τείνει να επιστρέψει στο φυσικό της ποσοστό. 5 Ορισµένες φορές το φυσικό ποσοστό ανεργίας αναφέρεται και ως το ποσοστό ανεργίας µη επιταχυνόµενου 5 πληθωρισµού (Non Accelerating Inflation Rate of Unemployment, ή NAIRU), από το γεγονός ότι, µε την υπόθεση των προσαρµοζόµενων προσδοκιών, στο ποσοστό αυτό ανεργίας ο πληθωρισµός δεν επιταχύνεται αλλά παραµένει σταθερός. Q10

11.2.5 Μικροοικονοµικά Θεµέλια της Καµπύλης Phillips και Ορθολογικές Προσδοκίες Η αστάθεια της βραχυχρόνιας καµπύλης Phillips που παρατηρήθηκε προς τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και η ερµηνεία που έδωσαν σε αυτήν οι Phelps και Friedman, αποτέλεσε το έναυσµα µιας πραγµατικής επανάστασης στην ανάλυση των οικονοµικών κύκλων και της µακροοικονοµικής πολιτικής. Η ανάλυση των οικονοµικών κύκλων έκτοτε κινήθηκε σε δύο κατευθύνσεις. Πρώτον, έδωσε µεγάλη έµφαση στα µικροοικονοµικά θεµέλια του προσδιορισµού των µισθών, των τιµών, της προσφοράς και της ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών και του ποσοστού ανεργίας ισορροπίας. Αποτέλεσµα αυτού είναι ότι σήµερα τόσο η νεα κλασσική, όσο και η νέα κεϋνσιανή µακροοικονοµική ανάλυση των οικονοµικών κύκλων να βασίζεται σε δυναµικά στοχαστικά υποδείγµατα γενικής ισορροπίας µε λεπτοµερώς επεξεργασµένα µικροοικονοµικά θεµέλια. Τα υποδείγµατα αυτά επιχειρούν να αναλύσουν τους προσδιοριστικούς παράγοντες των παραµέτρων a και b της καµπύλης Phillips και του φυσικού ποσοστού ανεργίας. 6 Δεύτερον, η εξέλιξη αυτή οδήγησε στην υιοθέτηση της υπόθεσης των ορθολογικών προσδοκιών, ότι δηλαδή νοικοκυριά και επιχειρήσεις σχηµατίζουν τις προσδοκίες τους αναφορικά µε τον µελλοντικό πληθωρισµό, λαµβάνοντας υπόψη τους τα κίνητρα των κυβερνήσεων και των νοµισµατικών αρχών να επιλέγουν µεταξύ πληθωρισµού και ανεργίας. Η υπόθεση των ορθολογικών προσδοκιών είναι σήµερα η βασική υπόθεση που χρησιµοποιείται για όλες τις µελλοντικές µεταβλητές που προσδιορίζουν τις επιλογές των µονάδων λήψης αποφάσεων (νοικοκυριών, επιχειρήσεων και κυβερνήσεων) στα δυναµικά στοχαστικά υποδείγµατα γενικής ισορροπίας της σύγχρονης µακροοικονοµικής ανάλυσης. 7 Και οι δύο αυτές εξελίξεις αναλύονται στα επόµενα κεφάλαια. 11.3 Συµπεράσµατα Στο κεφάλαιο αυτό κάναµε µία εισαγωγή στα βασικά κεϋνσιανά υποδείγµατα, τα οποία από πολλούς θεωρούνται τα πιο ρεαλιστικά υποδείγµατα οικονοµικών διακυµάνσεων από τα κλασσικά υποδείγµατα. Δείξαµε ότι αυτό που διαχωρίζει τα κεϋνσιανά από τα κλασσικά υποδείγµατα είναι η υπόθεση της σταδιακής προσαρµογής των ονοµαστικών µισθών ή/και του επιπέδου των τιµών. Μεγάλο µέρος της θεωρητικής έρευνας των τελευταίων δεκαετιών επικεντρώνεται στα µικροοικονοµικά θεµέλια της καµπύλης Phillips. Αυτή αποτελεί σηµαντικό µέρος της λεγόµενης νέας-κεϋνσιανής προσέγγισης. Στο επόµενο κεφάλαιο αναλύουµε ένα απλό δυναµικό υπόδειγµα που 6 Βλ. Phelps E.S. (1970) για µία συλλογή υποδειγµάτων που αποτέλεσαν το έναυσµα αυτής της ερευνητικής κατεύθυνσης. Το νέο κλασσικό υπόδειγµα των πραγµατικών οικονοµικών κύκλων (Κεφ. 10), η νέα κεϋνσιανή προσέγγιση (Κεφάλαια 12 και 13), και τα σύγχρονα υποδείγµατα ανεργίας ισορροπίας (Κεφάλαιο 15), έλκουν την καταγωγή τους από τη σηµαντική αυτή συλλογή υποδειγµάτων του 1970. 7 Βλ. Lucas (1972), ο οποίος εισήγαγε την υπόθεση των ορθολογικών προσδοκιών του Muth (1961) στη σύγχρονη µακροοικονοµική. Q11

ανήκει σε αυτήν την κατηγορία και εξετάζουµε τις προβλέψεις του για τη σχέση µεταξύ πληθωρισµού και ανεργίας. Q12

Q Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2015 Κεφάλαιο 11 Διάγραµµα 11.1 Εξωγενείς Επενδύσεις και Δηµόσιες Δαπάνες: O Κεϋνσιανός Σταυρός Q13

Q Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2015 Κεφάλαιο 11 Διάγραµµα 11.2 Συνόλικο Εισόδηµα και Ονοµαστικό Επιτόκιο Το Υπόδειγµα IS-LM Q14

Q Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2015 Κεφάλαιο 11 Διάγραµµα 11.3 Συνόλικο Εισόδηµα και Επίπεδο Τιµών Το Υπόδειγµα AD-AS Q15

Q Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2015 Κεφάλαιο 11 Διάγραµµα 11.4 Διαταραχές στη Συνολική Ζήτηση και Επιπτώσεις στην Ανεργία και το Επίπεδο Τιµών Q16

Διάγραµµα 11.5 Η Καµπύλη Phillips Q17

Διάγραµµα 11.6 Η Μετακίνηση της Καµπύλη Phillips λόγω Πληθωριστικών Προσδοκιών Q18

Διάγραµµα 11.7 Η Καµπύλη Phillips και το Φυσικό Ποσοστό Ανεργίας Q19

Παραποµπές Fisher I. (1926), A Statistical Relation between Unemployment and Price Changes, International Labour Review, 13, pp. 785-92. Friedman M. (1968), The Role of Monetary Policy, American Economic Review, 58, pp. 1-17. Haavelmo T. (1945), Multiplier Effects of a Balanced Budget, Econometrica, 13, pp. 311-318. Hicks J.R. (1937), Mr Keynes and the Classics: A Suggested Interpretation, Econometrica, 5, pp. 147-159. Keynes J.M. (1936), The General Theory of Employment, Interest and Money, Macmillan, London. Keynes J.M. (1937), Alternative Theories of the Rate of Interest, Economic Journal, 47, pp. 241-252. Lucas R.E. Jr (1972), Expectations and the Neutrality of Money, Journal of Economic Theory, 4, pp. 103-124. Muth J.F. (1961), Rational Expectations and the Theory of Price Movements, Econometrica, 29, pp. 315-335. Phelps E.S. (1967), Phillips Curves, Expectations of Inflation and Optimal Unemployment over Time, Economica, 34, pp. 254-281. Phelps E.S. (1970), Introduction in Phelps E.S. et al, Microeconomic Foundations of Employment and Inflation Theory, New York, W.W. Norton. Phillips A.W. (1958), The Relationship between Unemployment and the Rate of Change of Money Wages in the United Kingdom, 1861-1957, Economica, 25, pp. 283-299. Samuelson P.A. and Solow R.M. (1960), Analytical Aspects of Anti-Inflation Policy, American Economic Review, 50, pp. 177-194. Q20