ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Σχετικά έγγραφα
ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ. Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (ΔΛΠ) & Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) Δρ. Μαρία Ροδοσθένους

Διεθνή Λογιστικά & Χρηματοοικονομικά Πρότυπα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ (Οι αριθμοί παραπέμπουν στις σελίδες)

ΔΙΕΘΝΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ 1 «ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. (Οι αριθμοί παραπέμπουν στις σελίδες) ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

F A R M A E M WORK R K F O F R R T H T E P RE R PAR A A R T A I T ON A N A D

Απευθύνεται: Σε όλα τα στελέχη και υπαλλήλους επιχειρήσεων που εφαρμόζουν ή πρόκειται να εφαρμόσουν τα IFRS

Εννοιολογικό Πλαίσιο (Γενικά) Σκοπός (Παράγραφος 1) Πεδίο Εφαρμογής (Παράγραφος 5) Αξιολόγηση του Ε.Π της IASB

Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα

ΣΥΝΕΝΩΜΕΝΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ PRO FORMA ΧΡΗΣΗΣ 2005

ΚΟΙΝΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΝ ΛΕΩΦΟΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

REDS Ανώνυμη Εταιρεία Ανάπτυξης Ακινήτων & Υπηρεσιών. Ενδιάμεσες συνοπτικές Οικονομικές καταστάσεις για την 3μηνη περίοδο έως 31 Μαρτίου 2005.

ΕΜΑ ΑΕ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΙΔΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΜΑΝΑΤΖΜΕΝΤ ΤΩΝ ΚΕΡΔΩΝ

ΟΜΙΛΟΣ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΤΗΣ «ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΑΥΤΟΜΑΤΙΣΜΟΙ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΒΙΟΤΕΧΝΙΚΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» Αγ. Αθανασίου 17, Παιανία

Ενδιάμεσες συνοπτικές, εταιρικές και ενοποιημένες, οικονομικές καταστάσεις για το τρίμηνο που έληξε την 31 Μαρτίου 2006

PRISMA ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΧΑΡΑΞΕΙΣ ΚΥΛΙΝΔΡΩΝ ΒΑΘΥΤΥΠΙΑΣ ΕΤΗΣΙΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ Ν. 4308/2014

6.5. Η πρώτη εφαρμογή των ΕΛΠ για τις προσωπικές εταιρείες - πολύ μικρές οντότητες (άρθρο 1 παρ. 2γ Ν 4308/2014) Σελ. 26

Έκθεση Ελέγχου Ανεξάρτητου Ορκωτού Ελεγκτή Λογιστή

ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006

ΔΟΥΡΟΣ - ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ & ΕΜΠΟΡΙΑ ΕΤΟΙΜΩΝ ΕΝΔΥΜΑΤΩΝ Α.Ε

Οικονομικός Απολογισμός


οικονομικός απολογισμός 2014

Οικονομικός. Aπολoγισμός. 33% Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις για τη χρήση από 1 η Ιανουαρίου 2011 έως 31 η Δεκεμβρίου 2011

Λογιστικές Πολιτικές, Αλλαγές στις Λογιστικές εκτιμήσεις και λάθη ΔΛΠ 8. Accounting Policies, Changes in Accounting Estimates and Errors IAS 8

Υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας. Γενική Γραμματεία Εμπορίου, Διεύθυνση Α.Ε. και Πίστεως

Οικονομικός. Aπολoγισμός. 33% Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις για τη χρήση από 1 η Ιανουαρίου 2011 έως 31 η Δεκεμβρίου 2011


ALFA-BETA ROTO A.B.E.E. ΕΤΗΣΙΕΣ ΕΤΑΙΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ Ν. 4308/2014

EPSILON EUROPE PLC. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ Έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2017

Ενδιάμεσες Οικονομικές Καταστάσεις. για την περίοδο. (1 Ιανουαρίου έως 31 Μαρτίου 2006)

εντατικής προώθησής τους, την δηµιουργία τουλάχιστον ενός νέου Αµοιβαίου Κεφαλαίου Ευρωπαϊκού προσανατολισµού, που θα ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις τ

ΚΛΕΜΑΝ ΕΛΛΑΣ - KLEEMANN HELLAS - ΑΝΩΝΥΜΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΓΙΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ Α.E. ΑΡΙΘΜΟΣ.Μ.Α.Ε: 10920/06/Β/86/40

ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006

Εισαγωγή στην. χρηματοοικονομική ανάλυση

Ενδιάμεσες Οικονομικές Καταστάσεις για την Εξαμηνιαία περίοδο από 1 Ιανουαρίου έως 30 Ιουνίου 2007

ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ-ΕΥΒΟΙΑΣ

Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική ανάλυση

SFS GROUP PUBLIC COMPANY LIMITED

* Οι συνοδευτικές σημειώσεις αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι των οικονομικών καταστάσεων.

Σύμφωνα με την Απόφαση 4/507/ του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΜΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ & ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ

ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΑΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε.Ε.Α.Π. Ενδιάμεσες Συνοπτικές Ατομικές Οικονομικές Kαταστάσεις

ΙΟΝΙΚΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΑΘΗΝΑΙ

ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΟΔΩΝ ΚΑΙ ΓΕΦΥΡΩΝ ΕΔΡΑ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ Ν. ΕΒΡΟΥ Σ. Οικονόμου ΑΡ. Μ.Α.Ε /65/Β/86/03 ΑΡ. ΓΕ.ΜΗ.

Ι. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

ΚΑΛΛΙΣΤΩ ΠΕΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΡΙΑ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΗ ΦΥΣΗ

I.F.R.S. Newsletter. Πληροφορίες για τα Δ.Π.Χ.Π. στην Ελλάδα.

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΧΡΗΣΕΩΣ 2017

ΑΙΘΡΙΟ ΑΕ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΚΙΑΘΟΣ ΣΚΙΑΘΟΣ ΑΦΜ ΔΟΥ Ν. ΙΩΝΙΑΣ ΒΟΛΟΥ. Ισολογισμός (Β.1.

Ιδιοπαραχθέντα πάγια στοιχεία. Αποτέλεσμα προ φόρων , ,26. ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΛΟΓ/ΜΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΧΡΗΣΗΣ 31ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2015 (1/1-31/12/2015)

Υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας. Γενική Γραμματεία Εμπορίου, Διεύθυνση Α.Ε. και Πίστεως

Α.Κ.Ο.Μ.Μ. ΨΗΛΟΡΕΙΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ Α.Ε. Ο.Τ.Α. Αρ.Μ.Α.Ε.16385/72/Β/88/1 ΑΡΙΘΜΟΣ Γ.Ε.ΜΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ.

Υπόδειγμα Β.2.1: Κατάστασης Αποτελεσμάτων κατά λειτουργία Ατομικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις

ΔΙΑΔΗΜ ΑΕ ΕΤΗΣΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ

ΠΕΙΡΑΙΩΣ ASSET MANAGEMENT ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ. Βάσει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης

ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ «ΚΥΠΡΟΥ ASSET MANAGEMENT Α.Ε..Α.Κ»

DPG GROUP OF COMPANIES

Άυλα πάγια στοιχεία Λοιπά άυλα , ,50 Σύνολο , ,50

SALAMIS TOURS (HOLDINGS) PUBLIC LTD

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΧΡΗΣΕΩΣ 2016

HARVEST CAPITAL MANAGEMENT PUBLIC LIMITED ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΑΠΟ 1 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ ΜΕΧΡΙ 30 ΙΟΥΝΙΟΥ 2014

DIADIKASIA BUSINESS CONSULTING ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΑΕ

Διεύθυνση διαδικτύου: Ημερομηνία έγκρισης από το Διοικητικό Συμβούλιο των οικονομικών καταστάσεων: 26 Νοεμβρίου 2012

Για την εταιρεία «ALTIUS IT SOLUTIONS ΕΠΕ» παρουσιάζονται οι χρηματοοικονομικές της καταστάσεις για την περίοδο 2016

Κατόπιν των ανωτέρω, ο πρόεδρος προτείνει την έγκριση των Οικονοµικών Καταστάσεων της 31/12/2009 και των αποτελεσµάτων της χρήσης αυτής.

ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΗ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΜΠΟΡΙΑ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ-ΝΑΥΛΟΜΕΣΙΤΕΙΕΣ. Αρ.Μ.Α.Ε / 01 / Β / 86 / 5335 ΑΡΙΘΜΟΣ Γ.Ε.ΜΗ.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΙΣΤΗ ASSET MANAGEMENT ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΟΜΙΛΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

SCHUR FLEXIBLES ΑBR Α.B.E.Ε. ΕΤΗΣΙΕΣ ΕΤΑΙΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ Ν. 4308/2014

Τόκοι και συναφή κονδύλια (καθαρό ποσό) (47.046,77) (41.973,09) Αποτέλεσμα περιόδου μετά από φόρους (54.865,67) ,29

Κατάσταση Λογαριασμού Αποτελεσμάτων για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2005

Με την επιστολή αυτή σας πληροφορούμε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας Salamis

1. ΙΔΡΥΜΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΙΕΘΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ

ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΣ της 31 Δεκεμβρίου η Εταιρική Χρήση (1 Ιανουαρίου Δεκεμβρίου 2017) ποσά σε ευρώ. ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ Σημείωση

Το παράδοξο της παρουσίας ΞΚ

BROKERS UNION ΜΕΣΙΤΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ Α.Ε.

Papageorgiou Food Service S.A.

Τίτλος εργασίας: αξίας στην πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση

Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 44 παράγραφος 2 στοιχείο ζ), την πρόταση της Επιτροπής ( 1 ),

Κατόπιν των ανωτέρω, ο πρόεδρος προτείνει την έγκριση των Οικονοµικών Καταστάσεων της 31/12/2008 και των αποτελεσµάτων της χρήσης αυτής.

Έκθεση Ανεξάρτητου Ορκωτού Ελεγκτή Λογιστή. Προς τους Μετόχους της Εταιρείας «Θ.ΝΙΤΣΙΑΚΟΣ Α.Β.Ε.Ε.- ΠΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ»

Ανάλυση Λογιστικών Καταστάσεων

Σημείωση

Βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις Φόρος εισοδήματος 5 886,67 Λοιποί φόροι και τέλη 1.447,17 Σύνολο 2.333,84

ΤΕΚΤΟΝΑΡΧΟΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ. ΑΓ.ΤΡΥΦΩΝΟΣ 8, Αθήνα. Αρ.Μ.Α.Ε.46416/014Τ/Β/00/501 ΑΡΙΘΜΟΣ Γ.Ε.ΜΗ

ΦΙΛΟΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε. ΑΡ.ΓΕΜΗ [ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΧΡΗΣΗΣ 2016]

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ. Καταχώρισης στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.), στοιχείων της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «ΠΑΡΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ».

Παράγραφος Περιεχόμενο άρθρου 29 3 α) ΚΑΘΑΡΙΟΣ Α.Τ.Ε.Β.Ε.

2. ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΜΕΝΕΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ Οι ακολουθούµενες λογιστικές αρχές που εφαρµόστηκαν κατά τη σύνταξη των οικονοµικών καταστάσεων της 31/12/2

SCHUR FLEXIBLES ΑBR Α.B.E.Ε. ΕΤΗΣΙΕΣ ΕΤΑΙΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ Ν. 4308/2014

(ποσά σε ΕΥΡΩ) Ενσώματα πάγια Ακίνητα , ,42 Μηχανολογικός εξοπλισμός 8.738, ,17 Λοιπός εξοπλισμός 2.647,80 3.

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ POSTSCRIPTUM ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΕΠΕ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 2015 ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ 4 ΑΘΗΝΑ ΤΚ Αριθμός Μητρώου ΓΕ.ΜΗ.

Έκθεση Ανεξάρτητου Ορκωτού Ελεγκτή Λογιστή Προς τους Μετόχους της Εταιρείας «Θ. ΝΙΤΣΙΑΚΟΣ Α.Β.Ε.Ε ΠΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ»

Ενοποιημένη Κατάσταση Αποτελεσμάτων Χρήσης

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 9 η. Χρηματοοικονομική Ανάλυση

-ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ «ΚΥΠΡΟΥ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ»

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΜΕ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΩΡΑΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΤΩΝ ΕΙΣΗΓΜΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΣΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ» ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΤΣΕΡΚΕΖΗ ΑΤΑΛΑΝΤΗ ΑΜ:15 ΕΠΙΒΛΕΠΟΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΚΟΥΣΕΝΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2009 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

-2-2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΕΛΙΔΕΣ ΠΡΟΛΟΓΟΣ 9 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΩΡΑΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ. 1.1 Πηγές χρηματοοικονομικής πληροφόρησης 13 1.2 Η έννοια της δημιουργικής λογιστικής 14 1.3 Ορισμός και εννοιολογική προσέγγιση της δημιουργικής λογιστικής. 14 1.4 Μορφές της ωραιοποίησης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων 17 1.5 Η ωραιοποίηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων: ως έκφανση της δημιουργικής λογιστικής 17 1.6 Μορφές του earnings management 19 1.6.1 Εξομάλυνση των κερδών 19 1.6.2 Big Bath accounting 20 1.6.3 Κίνητρα για πλασματική αύξηση των κερδών 21 1.6.4 Μεγιστοποίηση αποζημίωσης στελεχών 22 1.6.5 Αποτίμηση εταιρικής αξίας - Μεγιστοποίηση τιμής μετοχής 23 1.6.6 Μεγιστοποίηση τιμής μετοχής 24 1.6.7 Μείωση κόστους κεφαλαίου 24 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΔΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ 2.1 Ιστορική Ανασκόπηση Κύρια Όργανα Κατάρτισης Διεθνών Λογιστικών Προτύπων 25 2.1.2 Συμβούλιο (IASB) 25 2.1.3 Συμβουλευτικό Συμβούλιο Προτύπων (SAC) 25 2.1.4 Μόνιμη Επιτροπή Διερμηνειών (SIC IFRIC) 26 2.2 Σκοποί και Υποχρεώσεις της IASC Περιεχόμενο Οικονομικών Καταστάσεων 26 2.2.1 Σκοποί της IASC 26 2.2.2 Υποχρεώσεις της IASC 26 2.2.3 Περιεχόμενο Οικονομικών Καταστάσεων 27 2.3 Γενικά Περί Διεθνών Λογιστικών Προτύπων 27 2.3.1 Διεθνή και Τοπικά Λογιστικά Πρότυπα 27 2.3.2 Πεδίο Εφαρμογής των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων 28 2.4 Διαδικασίες Κατάρτισης και Έκδοσης των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων 29 2.5 Εφαρμογή, δυσχέρειες και χρησιμότητα. 29 2.5.1 Δυσχέρειες στην εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων 30 2.5.2 Φάσεις προετοιμασίας για την εφαρμογή των διεθνών λογιστικών 36 προτύπων 2.5.3 Χρησιμότητα των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων 37-3- 3

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ 3.1 Εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων στην Ευρώπη 38 3.2 Εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων στην Ελλάδα 39 3.2.1 Ελληνικό Γενικό Λογιστικό Σχέδιο 39 3.2.2 Τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα στην Ελλάδα 39 3.2.3 Επιπτώσεις από την εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων στη Ελλάδα 40 3.3 Θέμα η εποπτεία 41 3.4 Το θεσμικό περιβάλλον 42 3.5 Ποιοτικά χαρακτηριστικά και προβλήματα 42 3.6 Θέματα και προτάσεις πολιτικής 43 3.7 Τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα 44 3.7.1 ΔΛΠ 1 Παρουσίαση Οικονομικών Καταστάσεων 44 3.7.2 ΔΛΠ 2 Αποθέματα 44 3.7.3 ΔΛΠ 7 Καταστάσεις Ταμειακών Ροών 45 3.7.4 ΔΛΠ 8 Λογιστικές Πολιτικές, Αλλαγές στις Λογιστικές Εκτιμήσεις και Λάθη 46 3.7.4.α Αναθεώρηση λογιστικών εκτιμήσεων 47 3.7.4.β Θεμελιώδη λογιστικά σφάλματα 47 3.7.4.γ Αλλαγή σε λογιστικές αρχές 47 3.7.5 ΔΛΠ 10 Γεγονότα Μετά την Ημερομηνία του Ισολογισμού 47 3.7.6 ΔΛΠ 11 Κατασκευαστικές Συμβάσεις 48 3.7.7 ΔΛΠ 12 Φόροι Εισοδήματος 49 3.7.8 ΔΛΠ 14 Οικονομικές Πληροφορίες Κατά Τομέα 50 3.7.9 ΔΛΠ 16 Ενσώματες Ακινητοποιήσεις 51 3.7.10 ΔΛΠ 17 Μισθώσεις 52 3.7.10.α Πώληση και επαναμίσθωση 53 3.7.11 ΔΛΠ 18 Έσοδα 53 3.7.11.α Αποτίμηση του εσόδου 54 3.7.11.β Πώληση αγαθών 54 3.7.11.γ Παροχή υπηρεσιών 55 3.7.11.δ Τόκοι, δικαιώματα εκμετάλλευσης και μερίσματα 55 3.7.12 ΔΛΠ 19 Παροχές σε Εργαζομένους 56 3.7.13 ΔΛΠ 26 Λογιστική Απεικόνιση και Παρουσίαση των Προγραμμάτων 56 3.7.14 ΔΛΠ 20 Λογιστική των Κρατικών Επιχορηγήσεων και Γνωστοποίηση της Κρατικής Υποστήριξης 57 3.7.14.α Λογισμός κρατικών επιχορηγήσεων 57 3.7.14.β Επιστροφή κρατικών επιχορηγήσεων 58 3.7.15 ΔΛΠ 21 Οι Επιδράσεις των Μεταβολών στις Συναλλαγματικές 58 3.7.15.α Ισοτιμίες 58 3.7.15.β Συμμετοχή σε θυγατρική εταιρεία σε ξένο νόμισμα: 59-4- 4

3.7.16 ΔΛΠ 23 Κόστος Δανεισμού 59 3.7.17 ΔΛΠ 24 Γνωστοποιήσεις Συνδεδεμένων Μερών 60 3.7.18 ΔΛΠ 27 Ενοποιημένες και Ατομικές Οικονομικές Καταστάσεις 60 3.7.19 ΔΛΠ 28 Επενδύσεις σε Συγγενείς Επιχειρήσεις 60 3.7.20 ΔΛΠ 31 Δικαιώματα σε Κοινοπραξίες 60 3.7.21 ΔΛΠ 29 Παρουσίαση Οικονομικών Στοιχείων σε Υπερπληθωριστικές Οικονομίες 65 3.7.22 ΔΛΠ 30 Γνωστοποιήσεις στις Οικονομικές Καταστάσεις Τραπεζών και Όμοιων Χρηματοοικονομικών Ιδρυμάτων 66 3.7.22.α Ισολογισμός 66 3.7.22.β Κατάσταση Αποτελεσμάτων 67 3.7.23 ΔΛΠ 32 Χρηματοοικονομικά Μέσα: Γνωστοποίηση και Παρουσίαση 69 3.7.24 ΔΛΠ 39 Χρηματοοικονομικά Μέσα: Αναγνώριση και Αποτίμηση 69 3.7.24.α Διαχωρισμός χρηματοοικονομικών στοιχείων 70 3.7.24.β Επανεκτίμηση αξίας χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού 70 3.7.24.γ Επανεκτίμηση αξίας δανείων 70 3.7.24.δ Παράγωγα Χρηματοοικονομικά Μέσα και Αντιστάθμιση Κινδύνου 70 3.7.25 ΔΛΠ 33 Κέρδη Ανά Μετοχή 71 3.7.26 ΔΛΠ 34 Ενδιάμεσες Οικονομικές Καταστάσεις 72 3.7.27 ΔΛΠ 36 Απομείωση Αξίας Περιουσιακών Στοιχείων 73 3.7.28 ΔΛΠ 37 Προβλέψεις, Ενδεχόμενες Υποχρεώσεις και Ενδεχόμενες Απαιτήσεις 74 3.7.29 ΔΛΠ 38 Άυλα Στοιχεία Ενεργητικού 75 3.7.30 ΔΛΠ 40 Επενδύσεις σε Ακίνητα 75 3.7.31 ΔΛΠ 41 Γεωργία 76 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ 78 4.1 Εμπειρική έρευνα της Grant Thornton 78 4.1.1 Περιεχόμενο της έρευνας 79 4.1.2 Πηγές της έρευνας 79 4.1.3 Βασικά συμπεράσματα 80 4.2 Τρία χρόνια με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα 83 4.2.1 Έρευνα 83 4.2.2 Θετικά για τις επιχειρήσεις τα ΔΛΠ 84 4.2.3 Ανάγκη για περισσότερη αξιοπιστία 85 4.2.4 Αναβάθμιση μέσω του ελέγχου 86 4.2.5 Ανεπαρκής εφαρμογή στη φορολόγηση 86 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 87 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 88 ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 100-5- 5

-6-6

Αφιερώνεται στην οικογένεια μου, -7-7

-8-8

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η παρούσα διπλωματική εργασία με τίτλο «Η ωραιοποίηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων των εισηγμένων ελληνικών εταιριών στο χρηματιστήριο πριν και μετά την εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων» έγινε στα πλαίσια του μεταπτυχιακού προγράμματος της Διοίκησης και Οικονομίας, στον τομέα της Οικονομικής των Υπηρεσιών με εξειδίκευση στην Οικονομική των Επιχειρήσεων, του τμήματος Οικονομικών Επιστημών, στηριζόμενη σε εγχώρια και διεθνή αρθρογραφία και βιβλιογραφία. Η εργασία ουσιαστικά χωρίζεται σε δύο επιμέρους θεματολογίες, εκ των οποίων η πρώτη αφορά την ωραιοποίηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων καθώς επίσης και τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την επίτευξη της και η δεύτερη τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, τις διαφορές τους με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα και τις επιπτώσεις που έχουν στις Ελληνικές εισηγμένες εταιρίες. Στο πρώτο κεφάλαιο της εργασίας γίνεται αναφορά στις πηγές της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης, δίδεται ο ορισμός και η εννοιολογική προσέγγιση της Δημιουργικής Λογιστικής καθώς επίσης και οι μορφές της ωραιοποίησης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Το δεύτερο κεφάλαιο αφορά τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. Περιλαμβάνει την Ιστορική ανασκόπηση και τα κύρια όργανα κατάρτισης των ΔΛΠ, τα Διεθνή και Τοπικά λογιστικά πρότυπα, τις διαδικασίες κατάρτισης και έκδοσης των ΔΛΠ και τέλος την εφαρμογή, τις δυσχέρειες και την χρησιμότητα τους. Το τρίτο κεφάλαιο αναφέρεται στην εφαρμογή των ΔΛΠ στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, στο Ελληνικό Γενικό Λογιστικό Σχέδιο, στις επιπτώσεις από την εφαρμογή των ΔΛΠ στην Ελλάδα. Οι εποπτεία και το θεσμικό περιβάλλον αναλύονται επίσης στο συγκεκριμένο κεφάλαιο έτσι ώστε να γίνουν κατανοητά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ΔΛΠ και τα πιθανά προβλήματα που μπορεί να προκύψουν. Τέλος γίνεται εκτενής αναφορά στα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα Στο τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο αυτής της εργασίας παρατίθενται ορισμένες έρευνες που έχουν γίνει σχετικά με την εφαρμογή των ΔΛΠ και τα αποτελέσματά τους. -9-9

Ευχαριστίες «Για την ολοκλήρωση της διπλωματικής μου εργασίας, οφείλω να ευχαριστήσω τον καθηγητή κ. Κουσενίδη Δημήτρη για το άψογο κλίμα συνεργασίας που αναπτύχθηκε κατά την διάρκεια της συγγραφής της εργασίας. Η συμβολή του στη διερεύνηση των επιστημονικών και ερευνητικών μου ανησυχιών υπήρξε καθοριστική, τόσο σε προπτυχιακό όσο και σε μεταπτυχιακό επίπεδο. Τέλος, οφείλω να ευχαριστήσω θερμά την οικογένεια μου για την ηθική και οικονομική στήριξη που μου παρείχε καθ όλη την διάρκεια των προπτυχιακών και των μεταπτυχιακών μου σπουδών.» -10-10

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ωραιοποίηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων είναι μία από της εκφάνσεις της δημιουργικής λογιστικής η οποία αποτελεί ένα φαινόμενη που παίρνει πολύ μεγάλες διαστάσεις με αποτέλεσμα να αποτελεί κίνδυνο για τις εταιρίες. Στην δημιουργική λογιστική οφείλεται ουσιαστικά η διαστρεβλωμένη εικόνα των Χρηματοοικονομικών καταστάσεων των επιχειρήσεων, η διαστρέβλωση αυτή έχει αντίκτυπο τόσο στην ίδια την επιχείρηση όσο και στη κοινωνία. Παρακάτω παρατίθενται ορισμένοι ορισμοί της Δημιουργικής Λογιστικής που παρουσιάζουν την έννοια της από διαφορετική οπτική γωνία: «Διαχείριση των κερδών είναι η ενεργή χειραγώγηση των λογιστικών αποτελεσμάτων, με σκοπό τη δημιουργία, διαφορετικής από την πραγματική, εντύπωση για την επίδοσης της επιχείρησης.» «Εφόσον η διοίκηση μπορεί να επιλέξει λογιστικές μεθόδους από ένα σύνολο (π.χ. από τις GAAP), είναι φυσικό να περιμένουμε ότι θα επιλέγονται οι μέθοδοι που θα μεγιστοποιούν την αξία της επιχείρησης. Αυτό καλείται χειραγώγηση κερδών.» «Η χειραγώγηση των κερδών έχει να κάνει με χρησιμοποίηση διαφόρων τρόπων που διαστρεβλώνουν την πραγματική οικονομική κατάσταση της επιχείρησης, ώστε να επιτύχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα.» Το κοινό χαρακτηριστικό των παραπάνω ορισμών είναι η διαστρέβλωση των Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων των επιχειρήσεων έτσι ώστε να εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της εκάστοτε εταιρίας και των άμεσα ενδιαφερομένων. Το φαινόμενο αυτό έχει γίνει αφορμή να πραγματοποιηθούν πολλές έρευνες από την ακαδημαϊκή κοινότητα, ιδιαίτερα μετά την τα χαρακτηριστικά εταιρικά σκάνδαλα παγκόσμιας κλίμακας ( Enron, Parmalat, Cendant, Xerox, Worldcom) που προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις στις διεθνείς αγορές και απεμπόλησαν οποιαδήποτε σχέση εμπιστοσύνης των εταιρειών με τους επενδυτές, τους μετόχους, τους πιστωτές και τους εργαζόμενους. Στην κατάσταση αυτή έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο εταιρείες ορκωτών λογιστών, οι λογιστές της επιχείρησης, χρηματοπιστωτικοί οίκοι και ανώτερα διοικητικά στελέχη. Σύμφωνα με έρευνες που πραγματοποιήθηκαν η παραποίηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων βρίσκει έφορο έδαφος σε χώρες με ασθενή συστήματα προστασίας των συμφερόντων των επενδυτών και των μετόχων. Στο δεύτερο σκέλος της εργασίας αυτής γίνεται εκτενής αναφορά στα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα των οποίων η εφαρμογή μέχρι πριν λίγα χρόνια έμοιαζε με μακρινό στόχο. Στόχος ο οποίος τελικά επιτευχθεί, καθώς υπάρχει μία αυξανόμενη ανάγκη για χρηματοοικονομικές πληροφορίες στην συνεχώς να αναπτυσσόμενη κεφαλαιαγορά. Η τάση προς εναρμόνιση των λογιστικών προτύπων θα πρέπει να συνεχιστεί με την ενίσχυση της διεθνούς οικονομικής δραστηριότητας, καθώς είναι ευρέως γνωστό πως οι παγκόσμιες κεφαλαιαγορές θέλουν χρηματοοικονομικές εκθέσεις που να συμμορφώνονται με ένα υψηλής ποιότητας σύνολο παγκόσμιων λογιστικών προτύπων, τα οποία θα εφαρμόζονται με συνέπεια από τις διεθνείς και -11-11

μεγάλες εθνικές επιχειρήσεις με εισηγμένες μετοχές και θα είναι κατανοητά από όλους ακόμη και αν υπάρχουν σημαντικές εθνικές διαφορές με τη μορφή οικονομικών, πολιτικών, πολιτιστικών ή κοινωνικών παραγόντων. Επίσης, η υιοθέτηση των ΔΛΠ θεωρείται από τους συντάκτες και τους χρήστες των οικονομικών καταστάσεων ως μία μέθοδος η οποία θα οδηγήσει σε περισσότερη διαφάνεια, αξιοπιστία και μεγαλύτερη συγκρισιμότητα (Levitt A., 1998 και IASB, 2002). Είναι απαραίτητο λοιπόν, να γίνει κατανοητό πως η εναρμόνιση με τα ΔΛΠ και με την προϋπόθεση ότι χρησιμοποιούνται ορθά, προσδίδει κύρος και αξιοπιστία στις εταιρίες που τα υιοθετούν, δίνοντας τους συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστικών. -12-12

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 1. ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΩΡΑΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ. 1.1 Πηγές χρηματοοικονομικής πληροφόρησης Κύριο αντικείμενο της λογιστικής είναι η προσφορά χρηματοοικονομικών πληροφοριών μέσω συγκεκριμένων υποδειγμάτων οικονομικών καταστάσεων, προσανατολισμένων σε λογιστικές αρχές και κανόνες. Οι οικονομικές καταστάσεις είναι μία δομημένη απεικόνιση της οικονομικής θέσης και επίδοσης μιας επιχείρησης, που παρουσιάζουν σε όλους τους ενδιαφερόμενους τα αποτελέσματα της διαχείρισης, από τη διοίκηση, των πόρων που της εμπιστεύθηκαν. Για να επιτύχουν αυτό το σκοπό, οι οικονομικές καταστάσεις παρέχουν πληροφορίες σχετικές με τα ακόλουθα στοιχεία της επιχείρησης: (α) τα περιουσιακά στοιχεία, (β) τις υποχρεώσεις, (γ) τα ίδια κεφάλαια, (δ) τα έσοδα και τις δαπάνες, συμπεριλαμβανομένων των κερδών και ζημιών (ε) άλλες μεταβολές των ιδίων κεφαλαίων, (στ) τις ταμειακές ροές. Αυτές οι πληροφορίες, παράλληλα με άλλες πληροφορίες στις σημειώσεις, βοηθούν τους χρήστες (εσωτερικούς και εξωτερικούς) να προεκτιμήσουν τις μ ελλοντικές ταμειακές ροές της επιχείρησης, και ειδικότερα το χρόνο και τη βεβαιότητα τους, και να λάβουν οικονομικές αποφάσεις. Σε γενικές γραμμές η ακριβοδίκαιη παρουσίαση της οικονομικής θέσης, της χρηματοοικονομικής επίδοσης και των ταμειακών ροών μιας επιχείρησης απαιτεί: Διαβεβαίωση με καλή πίστη των επιδράσεων των συναλλαγών, άλλων γεγονότων και συνθηκών σύμφωνα με τα κριτήρια των γενικά αποδεκτών λογιστικών αρχών ( Generally Accepted Accounting Principles - GAAP) και τις συνιστάμενες από αυτά λογιστικές πολιτικές. Εκτενή παρουσίαση παρεκκλίσεων (ή αναγκαστικής συμμόρφωσης) που δημιουργούν παραπλανητική εικόνα στις οικονομικές καταστάσεις, και πάντα σε αναφορά με τις πρακτικές συμμόρφωσης επιχειρήσεων σε παρόμοιες συνθήκες. Κατάρτιση στη βάση της συνεχιζόμενης δραστηριότητας (εκτίμηση διοίκησης για τη βιωσιμότητα της επιχείρησης) με γνωστοποίηση αβεβαιοτήτων και κινδύνων, σε χρονικό ορίζοντα τουλάχιστον έτους. Λογιστικό χειρισμό στη βάση δεδουλευμένων εσόδων εξόδων (εκτός πληροφοριών ταμειακών ροών). Ομοιομορφία παρουσίασης. Σημαντικές, ουσιαστικές και ολοκληρωμένες πληροφορίες (συγκέντρωση επεξεργασία κατάταξη συμπύκνωση τελική ταξινόμηση). Αποφυγή συμψηφισμού εντός προβλεπόμενων από κάποιο πρότυπο (π.χ. αφαίρεση υποτιμήσεων λόγω απαξίωσης και επισφάλειας). Συγκριτική πληροφόρηση με προηγούμενη περίοδο. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια είναι παγκοσμίως διάχυτη η άποψη πως οι επιχειρήσεις, άλλες σε -13-13

μικρότερο και άλλες σε μεγαλύτερο βαθμό, καταρτίζουν με τέτοιο τρόπο τις οικονομικές τους καταστάσεις ώστε η εικόνα που τελικά παρουσιάζουν να μην ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Με άλλα λόγια η εκροή (output) της λογιστικής διαδικασίας εγείρει σε πολλές περιπτώσεις ερωτηματικά ως προς την αξιοπιστία της γεγονός που συνδέεται άμεσα με την άσκηση της λεγόμενης «δημιουργικής λογιστικής». 1.2 Η έννοια της δημιουργικής λογιστικής Η έννοια της δημιουργικής λογιστικής, αν και έχει τις ρίζες της αρκετές δεκαετίες πριν, μόνο τα τελευταία χρόνια απασχολεί έντονα την ακαδημαϊκή κοινότητα αλλά και τους επαγγελματίες της αγοράς, επενδυτές, ρυθμιστικές αρχές κ.α. Είναι «νωπές» ακόμη οι μνήμες από την κατάρρευση της εταιρείας Εnron και τα υπόλοιπα σκάνδαλα στον τομέα της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης, που είχαν ως αποτέλεσμα να κλονισθεί παγκοσμίως η εμπιστοσύνη των επενδυτών στις κεφαλαιαγορές, αλλά και η αξιοπιστία του κλάδου των ορκωτών ελεγκτών λογιστών. Αν και δεν υπάρχει πλήρης συμφωνία των ειδικών ως προς το τι συνιστά «δημιουργική λογιστική» οι περισσότερες απόψεις συγκλίνουν στο ότι πρόκειται για την διαδικασία υιοθέτησης λογιστικών πρακτικών που μπορεί να ακολουθούν μπορεί και όχι τους εκάστοτε λογιστικούς κανόνες, αλλά σίγουρα αποκλίνουν από το πνεύμα και την ουσία αυτών. Πεδίο εφαρμογής της δημιουργικής λογιστικής αποτελεί το περιεχόμενο όλων των οικονομικών καταστάσεων : (α) ισολογισμού, (β) κατάστασης λογαριασμού αποτελεσμάτων, (γ) κατάστασης μεταβολών των ίδιων κεφαλαίων, (δ) κατάστασης ταμειακών ροών (ε) σημειώσεων που περιλαμβάνουν περίληψη των σημαντικών λογιστικών πολιτικών και άλλες επεξηγηματικές σημειώσεις, αφηγηματικές περιγραφές ή αναλύσεις των στοιχείων που γνωστοποιούνται στις καταστάσεις αυτές, καθώς και πληροφορίες για στοιχεία που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για αναγνώριση στις καταστάσεις. Βεβαίως θα πρέπει να ειπωθεί πως δεν θα μιλούσαμε για φαινόμενο δημιουργικής λογιστικής αν ο σχεδιασμός των παραπάνω καταστάσεων ήταν ιδεατός, κάτι που μέχρι σήμερα δεν έχει επιτευχθεί. Για παράδειγμα, αν αναφερθούμε στον ισολογισμό που φέρεται να είναι μια αντανάκλαση της εικόνας της επιχείρησης, θα πρέπει να επισημάνουμε πως η καταγραφή των περιουσιακών στοιχείων του ενεργητικού στο ιστορικό τους κόστος κάθε άλλο παρά συμβαδίζει με την πραγματικότητα τις περισσότερες φορές. Αυτό που λείπει είναι οι τρέχουσες τιμές καθώς επίσης και σημαντικές μη-ποσοτικές πληροφορίες. Υπό αυτό το πρίσμα η λογιστική του ιστορικού κόστους μπορεί να αποτελεί και ένα όχημα της δημιουργικής λογιστικής για κάποιους που δεν θέλουν να εμφανίσουν την αληθινή εικόνα μιας επιχείρησης. 1.3 Ορισμός και εννοιολογική προσέγγιση της δημιουργικής λογιστικής. Η δημιουργική λογιστική και το earnings management αποτελεί μια νέα μορφή κινδύνου στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία και το χρηματοοικονομικό σύστημα. Αποτελεί αναμφισβήτητα ένα σύγχρονο πρόβλημα παρόλο που τις ρίζες του τις -14-14

συναντάμε πριν από πολλές δεκαετίες. Ειδικοί και ακαδημαϊκοί έχουν διατυπώσει διαφορετικούς ορισμούς για το εξεταζόμενο φαινόμενο τοποθετώντας όμως το ζήτημα στην ίδια βάση. Ως δημιουργική λογιστική θεωρείται η «υπό την κρίση της διοίκησης μιας εταιρείας παρουσίαση των οικονομικών καταστάσεων με τέτοιο τρόπο όμως ώστε να μην παραβιάζονται οι λογιστικοί κανόνες και πρότυπα» ή «η διαδικασία υιοθέτησης λογιστικών πρακτικών που είτε ακολουθούν είτε όχι τους λογιστικούς κανόνες αλλά σίγουρα παρουσιάζουν απόκλιση από το πνεύμα και την ουσία αυτών». Σε αυτό το σημείο είναι αναγκαίο να διευκρινίσουμε ότι μέσω της δημιουργική λογιστικής και της διαχείρισης των κερδών καταλήγουμε στις παραποιημένες καταστάσεις, ένα ζήτημα το οποίο θα εξετάσουμε σε επόμενο κεφάλαιο της εργασίας. Εξάλλου όπως προαναφέρθηκε σκοπός του creative accounting και του earnings management είναι να παραποιήσει τα πραγματικά οικονομικά στοιχεία και τις επιδόσεις της επιχείρησης και να τα παρουσιάσει με τον τρόπο που επιθυμούν οι managers. Ένας άλλος ορισμός που αποδίδει επαρκώς την έννοια της δημιουργική (ή επινοητικής) λογιστικής είναι αυτή του Μπαραλέξη ( Μπαραλέξης, 2003, πανεπιστημιακές παραδόσεις) που την περιγράφει ως την «εκμετάλλευση των αδυναμιών των λογιστικών κανόνων και νόμων ή ακόμα και την παραβίαση αυτών, με απώτερο σκοπό την παρουσίαση των λογιστικών καταστάσεων όχι όπως αυτές θα έπρεπε κανονικά να είναι, αλλά όπως συμφέρει κάθε φορά την επιχείρηση να εμφανίζονται». Άλλοι ορισμοί που έχουν χρησιμοποιηθεί για να περιγράψουν την δημιουργική λογιστική, την ωραιοποίηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και την διαχείριση των κερδών είναι : Income smoothing Financial statement management The numbers game Aggressive accounting Juggling the books Creative accounting Financial statement manipulation Accounting magic Borrowing income from the future Banking income for the future Window dressing Accounting alchemy Στο άρθρο των Amat, Blake, Dowds (1999) συγκεντρώνονται διαφορετικές κρίσεις, γνώμες και αντιλήψεις ενώ διατυπώνονται και άλλοι ορισμοί σχετικά με τη δημιουργική λογιστική που ορίζουν το earnings management υπό διαφορετικό πρίσμα ο καθένας : Ο ακαδημαϊκός Kamal Naser (1993) παρέθεσε τον εξής ορισμό: Δημιουργική Λογιστική είναι ο μετασχηματισμός των χρηματοοικονομικών καταστάσεων σε σχέση με αυτό που πραγματικά πρέπει να απεικονίσουν, εκμεταλλευόμενη ή και αγνοώντας ακόμη τους κανόνες λογιστικής Ο Naser ισχυρίζεται ότι η δυνατότητα ελευθερίας επιλογής και υποκειμενικότητας που παρέχει το Αγγλοσαξονικό σύστημα -15-15

λογιστικής, οδηγεί στην κατάχρηση και κατά συνέπεια στην δημιουργική λογιστική. Από την πλευρά των επενδυτικών αναλυτών ο Terry Smith (1992) δεν διστάζει να δηλώσει ότι το 1980 στη Μεγάλη Βρετανία το μεγαλύτερο ποσοστό των κερδών των επιχειρήσεων ήταν προϊόν της επιδεξιότητας των λογιστών και δεν προήλθαν από πραγματική οικονομική ανάπτυξη. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι τα αποτελέσματα εκείνης της περιόδου ήταν συνέπεια συνένωσης λογιστικών τεχνασμάτων και όχι πραγματικής ανάπτυξης. Ο Michael Jameson διατυπώνει την άποψη ότι η λογιστική διαδικασία αποτελείται από την ενασχόληση με πολλά και ποικίλα ζητήματα ελεύθερης κρίσης της επίλυσης αντικρουόμενων προσεγγίσεων για τον τρόπο παρουσίασης των οικονομικών γεγονότων και συναλλαγών. Αυτή ακριβώς η ευέλικτη διαδικασία που παρέχει στον λογιστή τη δυνατότητα διαχείρισης, εξαπάτησης, ψευδούς καταχώρησης και παρουσίασης των διαφόρων στοιχείων ονομάζεται Δημιουργική Λογιστική. «Δημοσιογραφικά» ο Ian Griffiths (1986) εντοπίζει ότι κάθε επιχείρηση στη Μεγάλη Βρετανία παραποιεί τα κέρδη της και οι δημοσιευμένες λογιστικές καταστάσεις βασίζονται σε ένα διακριτικό και ευπρεπές «μαγείρεμα» των βιβλίων, το οποίο προσπαθεί να κρύψει κάθε ενοχή του επιχειρηματία όταν διατίθεται στο κοινό και που σε τελική ανάλυση είναι απόλυτα δικαιολογημένο. Από τις προαναφερθείσες διατυπώσεις μπορούμε να καταλήξουμε στο ότι η Δημιουργική Λογιστική συνίσταται στη σκόπιμη αποφυγή υφιστάμενων κανονισμών ή τη σκόπιμη εκμετάλλευση της έλλειψης κανονισμών για την επίτευξη συγκεκριμένου επιθυμητού αποτελέσματος. Έτσι, μπορούμε να διακρίνουμε δύο είδη δημιουργικής λογιστικής : την αθέμιτη και την θεμιτή αντίστοιχα. Κοινό σημείο των παραπάνω ορισμών είναι η διαστρέβλωση της πραγματικής εικόνας της επιχείρησης, ώστε να παρουσιάζει μια εικόνα που να εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντα της. Στην ουσία, η χειραγώγηση στηρίζεται στην ευελιξία των διάφορων λογιστικών κανόνων (παραδείγματος χάρη των Γενικών Αποδεκτών Λογιστικών Αρχών) και νόμων ή ακόμη και στην εκμετάλλευση των αδυναμιών τους και την παραβίαση αυτών. Έτσι, έχουμε επιλογές λογιστικής μεθόδου, για παράδειγμα μια επιχείρηση μπορεί να επιλέξει μέθοδο απόσβεσης ή μέθοδο αποτίμησης των αποθεμάτων της. Η παραποίηση των οικονομικών καταστάσεων αναφέρεται στον σκόπιμο «χειρισμό» των στοιχείων τους, όπως υπερτίμηση στοιχείων ενεργητικού, πωλήσεων και κερδών ή υποτίμηση των υποχρεώσεων, εξόδων ή ζημιών με σκοπό να επιτευχθεί το επιθυμητό ύψος τους. Οι χειρισμοί αυτοί έχουν ως αποτέλεσμα τη σημαντική αλλοίωση της ορθής εικόνας των οικονομικών καταστάσεων. Στις Η.Π.Α. ο αντίστοιχος όρος αναφέρεται ως απάτη (fraud) που διενεργείται μέσω της σκόπιμης αλλοίωσης των οικονομικών καταστάσεων. Συγκεκριμένα, συχνά η SEC, στις ομιλίες και στα έγγραφα της συνδέει την απάτη με τη χειραγώγηση των κερδών. Ως μέσα για την πραγματοποίηση των παραποιήσεων χρησιμοποιούνται διάφοροι μέθοδοι που περιλαμβάνονται στον όρο δημιουργική ή επινοητική λογιστική (creative accounting). Αντίστοιχοι όροι που εστιάζουν κυρίως στη μεταβολή των αποτελεσμάτων χρήσης, είναι η «εξομάλυνσή τους» μέσω εσφαλμένων λογιστικών καταχωρήσεων ή η -16-16

«ωραιοποίησή τους». Σύμφωνα με το αναμορφωμένο Διεθνές Ελεγκτικό Πρότυπο Νο 240 που αναφέρεται στις παραποιήσεις και στα λάθη στις οικονομικές καταστάσεις, ο όρος «παραποίηση» αναφέρεται σε εκούσια, εσκεμμένη ενέργεια από ένα ή περισσότερα άτομα της διοίκησης, των εργαζομένων ή τρίτου μέρους που έχουν ως αποτέλεσμα την ψεύτικη παρουσίαση των οικονομικών καταστάσεων. Συνοπτικά, οι γενεσιουργές αιτίες της χειραγώγησης των κερδών είναι η άντληση κεφαλαίων από την κεφαλαιαγορά και ειδικότερα ο δανεισμός από τράπεζες και άλλα πιστωτικά ιδρύματα και η άντληση κεφαλαίων από το χρηματιστήριο. Δεύτερον, η διανομή μερίσματος ή η μερισματική πολιτική των επιχειρήσεων. Τρίτον, η αποζημίωση ή οι αμοιβές του Διοικητικού Συμβουλίου. Τέταρτον, η κερδοσκοπία της διοίκησης επί της τιμής της μετοχής. Επίσης, το πολιτικό κόστος, η πίεση από τους θεσμικούς επενδυτές, η πίεση από τα εργατικά συνδικάτα, η πίεση από τους χρηματοοικονομικoύς αναλυτές, η φοροδιαφυγή ή φοροαποφυγή των επιχειρήσεων, καθώς επίσης, και ο ανταγωνισμός των οικονομικών μονάδων. Τέλος, οι συγχωνεύσεις και οι εξαγορές επιχειρήσεων. Στα τέλη του 1998, το θέμα της χειραγώγησης των κερδών απασχόλησε την οικονομική κοινότητα. Ο Levitt ο πρόεδρος της U.S. Securities and Exchange Commission δήλωσε ότι η κρίση προήλθε από τις οικονομικές καταστάσεις και τη λογιστική, και κάλεσε, την καταγγελία τυχόν παραβιάσεων των οικονομικών καταστάσεων, υπογραμμίζοντας την ευθύνη των επιτροπών ελέγχου και των ίδιων των ελεγκτών. Πολλοί πιστεύουν ότι οι λογιστικές αρχές έχουν αρκετά κενά, γεγονός που αφήνει χώρο, για να αλλοιώνονται τα νούμερα είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω. Θα ήταν προτιμότεροι κανόνες περισσότερο κατανοητοί. Όμως το να προσπαθήσεις να καταγράψεις κανόνες που θα καλύπτουν κάθε πιθανή περίπτωση είναι ουτοπία. Καταρχήν, δεν μπορείς να σκεφτείς τα πάντα. Δεύτερον, ανεξάρτητα με τον αριθμό των κανόνων που μπορούν να θεσπιστούν, πάντα θα υπάρχουν κάποιοι που θα προσπαθήσουν να βρουν κάποιο κενό σε αυτούς. 1.4 Μορφές της ωραιοποίησης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων Η χειραγώγηση των κερδών αποτελεί το πιο βασικό εργαλείο για την ωραιοποίηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Πρέπει να καταστεί σαφές ότι ο όρος ωραιοποίηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων είναι το αποτέλεσμα των μεθόδων και των μορφών του earnings management, στις περιπτώσεις που αυτό εφαρμόζεται. 1.5 Η ωραιοποίηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων: ως έκφανση της δημιουργικής λογιστικής Τα εταιρικά κέρδη, όπως αποκαλούνται ορισμένες φορές «σημείο κλειδί», είναι σίγουρα το πιο αξιοπρόσεκτο μέγεθος στις οικονομικές καταστάσεις των επιχειρήσεων. Καταδεικνύουν το βαθμό στον οποίο μια επιχείρηση έχει αναμιχθεί με προσθετικές της αξίας της δραστηριότητες και δίνουν το στίγμα που εξυπηρετεί την -17-17

απευθείας ανακατανομή πόρων στις κεφαλαιαγορές. Στην πραγματικότητα άλλωστε η θεωρητική αξία της μετοχής μιας εταιρείας δεν είναι παρά η παρούσα αξία των μελλοντικών κερδών. Αυξανόμενα κέρδη αντιπροσωπεύουν αύξηση στην εταιρική αξία ενώ μειούμενα κέρδη σηματοδοτούν μείωση της εταιρικής αξίας. Δεδομένης της σημασίας των κερδών δεν είναι περίεργο το ενδιαφέρον που εκδηλώνεται από τις διοικήσεις των εταιρειών σχετικά με το πώς δημοσιοποιούνται. Για αυτό άλλωστε σε όλες τις εταιρείες οι υπεύθυνοι λογιστηρίων ενδιαφέρονται πρωτίστως για τις επιπτώσεις των λογιστικών τους μεθόδων στην εικόνα της επιχείρησης. Είναι δε τόσο μεγάλη η έμφαση που δίνεται ώστε όπως προκύπτει από μια πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα που διεξήχθη στις ΗΠΑ (Graham et. al. 2005) και απευθύνθηκε σε περισσότερους από 400 managers με σκοπό να καταγραφούν οι κυριότεροι παράγοντες που καθοδηγούν τις αποφάσεις για την χρηματοοικονομική πληροφόρηση (financial disclosure), το 78% των συμμετεχόντων παραδέχθηκε ότι θα θυσίαζαν ακόμη και την μακροπρόθεσμη ευημερία της επιχείρησης τους προκειμένου να μην αλλοιώσουν ή διαταράξουν την εικόνα και την τάση των αποτελεσμάτων. Γίνεται έτσι σαφές πως οι σημερινοί managers μέσα σε όλα αυτά που μαθαίνουν πρέπει να συμπεριλάβουν και την εκμάθηση της μεθοδολογίας διαχείρισης4 των κερδών (earnings management). Έχουν δοθεί αρκετοί ορισμοί για το τι είναι διαχείριση των κερδών (earnings management). Δύο παρόμοιοι ορισμοί που είναι και οι επικρατέστεροι προέρχονται από τον ακαδημαϊκό χώρο: Η Shipper (1989) αναφέρει πως διαχείριση των κερδών είναι «η επί σκοπού παρέμβαση στην διαδικασία γνωστοποίησης των λογιστικών καταστάσεων μιας επιχείρησης για την αποκόμιση ιδιωτικού οφέλους». Οι Healy και Wahlen (1999) δίνουν τον ακ όλουθο ορισμό «η υπό την κρίση της διοίκησης παρουσίαση των οικονομικών καταστάσεων της επιχείρησης με τέτοιο τρόπο ώστε, χωρίς να παραβιάζονται οι λογιστικοί κανόνες και πρότυπα να παραπλανόνται οι ενδιαφερόμενοι για την πραγματική αποτελεσματικότητα της επιχείρησης». Από τους παραπάνω ορισμούς γίνεται σαφές ότι η χρήση λογιστικών τεχνασμάτων από τις επιχειρήσεις δεν συνιστά αναγκαστικά παράνομη ενέργεια. Έτσι το ενδιαφέρον επικεντρώνεται αφενός στην επάρκεια των λογιστικών προτύπων και αφετέρου στην ικανότητα των εμπλεκομένων (χρήστες των οικονομικών καταστάσεων, ελεγκτές) να διαγνώσουν και να μετριάσουν, αν όχι να επιλύσουν, το πρόβλημα. Για παράδειγμα, τα λογιστικά τεχνάσματα που χρησιμοποίησαν η Enron και η WordCom επιτρέπονταν σύμφωνα με τα αμερικανικά λογιστικά πρότυπα. Μόνο σε περίπτωση που μια επιχείρηση προβεί σε παραβίαση των λογιστικών κανόνων μιλάμε για παραποίηση των οικονομικών καταστάσεων η οποία και είναι παράνομη πράξη. Ο όρος παραποίηση (στις ΗΠΑ ο όρος χρησιμοποιείται ως συνώνυμο της απάτης- fraud) αναφέρεται σε εκούσια, εσκεμμένη ενέργεια από ένα ή περισσότερα άτομα της διοίκησης, των εργαζομένων ή τρίτου μέρους που έχει ως αποτέλεσμα την ψευδή παρουσίαση των οικονομικών καταστάσεων. Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις περιπτώσεις όπου η κρίση/διακριτικότητα/προαίρεση (discretion) της διοίκησης οδηγεί σε διαχείριση των αποτελεσμάτων : η διακριτικότητα στην μέθοδο, την εκτίμηση και την δομή. Η διακριτικότητα στην μέθοδο (method discretion) περιλαμβάνει για παράδειγμα την επιλογή μεταξύ LIFO και FIFO. Η διακριτικότητα στην εκτίμηση (estimation discretion) περιλαμβάνει π.χ. αποφάσεις για την ωφέλιμη διάρκεια ζωής ή τα ποσοστά απόσβεσης για τα περιουσιακά στοιχεία, τον υπολογισμό των μη εισπράξιμων χρεογράφων ή των -18-18

απαξιωμένων αποθεμάτων κλπ. Τέλος η διακριτικότητα στην δομή (structural discretion) περιλαμβάνει περιπτώσεις όπως τα συμβόλαια μισθώσεων (leasing). Ένας επιπλέον διαχωρισμός που θα μπορούσε να γίνει για τις τακτικές διαχείρισης των κερδών είναι αυτός μεταξύ ex ante και ex post earnings management. Ex ante earnings management θεωρείται όταν οι διοικήσεις προχωρούν σε τέτοιους λογιστικούς χειρισμούς την παρούσα χρονική στιγμή ώστε να αυξηθεί η πιθανότητα οι εταιρίες τους να δημοσιεύσουν εξομαλυμένη και σταθερή ανάπτυξη κερδών με σκοπό να επηρεάσουν τα κέρδη μελλοντικών περιόδων (για παράδειγμα μεταφέροντας τρέχοντα κέρδη στα αποθεματικά του ισολογισμού). Αντίθετα, ex post earnings management προκύπτει όταν οι διοικήσεις, προσπαθώντας να αντιμετωπίσουν κάποια μείωση στα κέρδη της εταιρίας, προχωρούν σε τέτοιες λογιστικές επιλογές ώστε να ενισχύσουν τη σημερινή απόδοση των δημοσιευμένων κερδών και να αναβάλλουν την αρχική μείωση. Γενικά, οι λογιστικές επιλογές που συνιστούν διαχείριση των κερδών θα πρέπει να έχουν τα εξής χαρακτηριστικά: 1. Να εξασφαλίζουν την μελλοντική ελευθερία κινήσεων. 2. Να κινούνται μέσα στα πλαίσια των GAAP. 3. Δεν πρέπει να απαιτούν τη συναλλαγή με τρίτους. Επίσης, θα πρέπει να εμπεριέχουν μόνο τη λογιστική εξήγηση ενός γεγονότος και όχι το ίδιο το γεγονός. 4. Θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνες ή σε συνδυασμό με άλλες πρακτικές για κάποιες διαδοχικές περιόδους. 5. Θα πρέπει να επιτρέπουν στη διοίκηση να μειώσει τη διακύμανση των δημοσιευμένων αποτελεσμάτων. 6. Δεν πρέπει να δεσμεύουν την επιχείρηση για μελλοντικές περιόδους. 1.6 Μορφές του earnings management 1.6.1 Εξομάλυνση των κερδών Από τις κυριότερες μορφές του earnings management είναι η εξομάλυνση των κερδών ( income smoothing) που έχει ως στόχο να εμφανίσει σταθερή αύξηση των κερδών της εταιρείας και να μειωθεί η αστάθεια τους. Βασική προϋπόθεση για την εφαρμογή του income smoothing είναι η επίτευξη αρκετά μεγάλων κερδών έτσι ώστε η οικονομική απόδοση να είναι πάνω από το μέσο όρο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η εξομάλυνση των κερδών συνεπάγεται την μη δημοσιοποίηση ενός μέρους των κερδών σε καλές χρήσεις διαμέσου της δημιουργίας αποθεματικών, τα earnings banks όπως τα αποκαλούν οι Wild, Bernstein και Subramanyam (2001). Σύμφωνα με τους προαναφερθέντες συγγραφείς πολλές γνωστές εταιρείες όπως η Coca-Cola, η General Electric και η Microsoft χρησιμοποιούν αυτή την μέθοδο διαχείρισης κερδών. Με την ομαλοποίηση των κερδών επιτυγχάνεται μείωση της διακύμανσης των κερδών, η οποία αποτελεί ένδειξη του επιχειρησιακού κινδύνου. Η επενδυτική κοινότητα αλλά και γενικότερα οι παράγοντες της κεφαλαιαγοράς, θεωρούν ότι τα δημοσιευμένα -19-19

κέρδη έχουν μεγαλύτερη αξιοπιστία εάν οι τιμές τους είναι κοντά στα αναμενόμενα. Μεγάλη απόκλιση από τα αναμενόμενα επίπεδα και τις προβλέψεις των αναλυτών μειώνει την αξιοπιστία των δημοσιευμένων κερδών έχοντας αντίκτυπο στην εταιρική αξία. Οι πρώτες έρευνες αναφορικά με την εξομάλυνση των κερδών έγιναν από τον Hepworth (1953) και τον Gordon (1964). Οι Belkaoui και Picur (1984) εντόπισαν διάφορα κίνητρα που ωθούσαν τους managers των επιχειρήσεων στην εφαρμογή μεθόδων income smoothing. Οι πρώτες έρευνες ( Cushing 1969, Ronen και Sadam 1975, Beidleman 1973) διατύπωσαν την υπόθεση ότι οι managers προκειμένου να μειώσουν τον κίνδυνο όπως τον αντιλαμβάνεται η αγορά προσέφευγαν σε τεχνικές μείωσης της διακύμανσης των κερδών. Σύμφωνα με τον Beattie (1994) η εξομάλυνση των κερδών αποτελεί μια φυσιολογική συμπεριφορά που βασίζεται στην υπόθεση ότι οι managers λειτουργούν με σκοπό τη μεγιστοποίηση της χρησιμότητας τους και ότι οι διακυμάνσεις και η αδυναμία πρόβλεψης των κερδών είναι από τους πιο συνηθισμένους προσδιοριστικούς παράγοντες των μέτρων του κινδύνου της αγοράς.πρέπει να σημειωθεί ότι οι managers δέχονται αυξανόμενη πίεση για τη δημοσίευση ομαλοποιημένης χρονοσειράς κερδών. 1.6.2 Big Bath accounting Η στρατηγική του μεγάλου λουτρού στηρίζεται στην πραγματοποίηση περισσότερων αποσβέσεων/διαγραφών σε μια εταιρική χρήση. Η χρήση που επιλέγεται είναι περίοδος ύφεσης για την εταιρεία ή περίοδος με ασυνήθη γεγονότα όπως η αλλαγή διοίκησης, συγχώνευση ή αναδιάρθρωση. Η μέθοδος του Big Bath accounting εφαρμόζεται σε συνδυασμό με στρατηγική αύξησης των κερδών για τις μελλοντικές εταιρικές χρήσεις. Λόγω της μη επαναλαμβανόμενης φύσης ενός μεγάλου λουτρού οι χρήστες των λογιστικών πληροφοριών ουσιαστικά προεξοφλούν την χρηματοοικονομική του επίπτωση. Με αυτό τον τρόπο, δίνεται η ευκαιρία να διαγραφούν «παλιές αμαρτίες» και να διευκολυνθεί η διοίκηση για μελλοντικές αυξήσεις των κερδών. Ο Moore (1973) που ασχολήθηκε με το θέμα του Big Bath accounting διαπίστωσε ότι κάθε νέα διοίκηση έχει την τάση να είναι απαισιόδοξη με την αποδοτικότητα της εταιρείας που αναλαμβάνει καθώς και τις αξίες των υφιστάμενων περιουσιακών στοιχείων της. Η διοίκηση της εταιρείας μπορεί να αποκομίσει οφέλη από την εικονική μείωση των τρεχόντων κερδών κατηγορώντας τις προηγούμενες διοικήσεις για τα χαμηλά επίπεδα κερδών που παρουσίαζαν κατά το παρελθόν. Πολλές επιχειρήσεις προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικές αναδιοργανώνουν κάποιες από τις λειτουργικές δραστηριότητες τους ή τις εξαλείφουν. Σε τέτοιες περιπτώσεις τα GAAP παρέχουν τη δυνατότητα στη διοίκηση να καταγράψει μια προβλεπόμενη χρέωση έναντι των εσόδων για το κόστος εφαρμογής της αλλαγής. Αυτή η εκτιμώμενη ζημία αναφέρεται ως μη επαναλαμβανόμενη ( nonrecurring) χρέωση έναντι των εσόδων γεγονός που σημαίνει ότι δεν αναφέρεται στα τακτικά λειτουργικά αποτελέσματα, Οι τεχνικές Big Bath accounting εφαρμόζονται με τη λογική ότι αν πρέπει κάποια στιγμή να ανακοινωθούν δυσάρεστα νέα για την εταιρεία, όπως ζημίες από κάποια σημαντική αναδιοργάνωση είναι προτιμότερο η διοίκηση να τα ανακοινώσει άμεσα -20-20

ούτως ώστε να δημιουργηθούν οι συνθήκες για αυξήσεις των κερδών στο μέλλον. Οι χρεώσεις αυτές έναντι των εσόδων είναι καλύτερα να εκτιμώνται σε υψηλότερα επίπεδα για να αποφεύγονται δυσάρεστες εκπλήξεις. Οι μέθοδοι Big Bath accounting εφαρμόζονται συνήθως στις εξής περιπτώσεις : Αναδιοργάνωση λειτουργιών Αναδιοργάνωση προβληματικού δανεισμού Μείωση και απαξίωση κεφαλαίων Διάθεση λειτουργιών Το συμπέρασμα που εξάγεται από τα παραπάνω είναι ότι όταν τα νέα για τα κέρδη της εταιρείας είναι άσχημα, τότε οι managers προβαίνουν στη στρατηγική του Big Bath accounting ενώ όταν η απόδοση της επιχείρησης είναι σε καλά επίπεδα τότε εφαρμόζεται η ομαλοποίηση των κερδών (income smoothing). 1.6.3 Κίνητρα για πλασματική αύξηση των κερδών Οι παράγοντες που ωθούν τις διοικήσεις των εταιρειών να προβούν σε αύξηση των κερδών σχετίζονται κυρίως με δύο ειδών κίνητρα. Το πρώτο αφορά την προσωπική τους ασφάλεια και εμπλουτισμό ενώ το δεύτερο αφορά την επιδίωξη της διοίκησης της εταιρείας να παρουσιάσει κέρδη προκειμένου να επωφεληθεί η ίδια η εταιρεία. Γενικότερα, οι λόγοι που συνδέονται με τη διαχείριση των κερδών σχετίζονται με τις αμοιβές των ανώτερων στελεχών οι οποίες πολλές φορές βρίσκονται σε εξάρτηση προς τα δημοσιευμένα κέρδη, με την αύξηση της τιμής της μετοχής καθώς και με την άσκηση πίεσης στην κυβέρνηση για χρηματοδότηση. Αναφορικά με το πρώτο κίνητρο έχουμε να σημειώσουμε ότι οι managers προβαίνουν σε εικονική αύξηση των κερδών προκειμένου να: Μεγιστοποιήσουν τη αποζημίωση τους Να διατηρήσουν δύναμη που ια τους προσδώσει ασφάλεια στην εργασία τους Να διεκδικήσουν στο μέλλον προαγωγή Σχετικά με το δεύτερο κίνητρο, τα στελέχη της ανώτερης διοικητικής βαθμίδας «διαμορφώνουν» ανάλογα τα δημοσιευμένα κέρδη προκειμένου η εταιρεία να κερδίσει κάποια οφέλη. Στόχος τους είναι να : Μεγιστοποιήσουν την τιμή της μετοχής και να αυξηθεί η εταιρική αξία της επιχείρησης Ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα χρεοκοπίας Αποφύγουν την παραβίαση περιοριστικών όρων που αφορούν χρέη -21-21

Ελαχιστοποιηθούν οι κανονιστικές παρεμβάσεις έτσι ώστε να μην κατηγορηθεί η εταιρεία για μονοπωλιακή πρακτική ή αντικαταναλωτική συμπεριφορά. 1.6.4 Μεγιστοποίηση αποζημίωσης στελεχών Οι managers των εταιρειών αμείβονται με μισθό και λαμβάνουν επιπλέον και κάποιο bonus το ύψος του οποίου εξαρτάται από την επίτευξη ενός συνδυασμού βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στόχων. Οι στόχοι αυτοί μπορεί να είναι η υπέρβαση ενός κατώτατου ορίου π.χ. της μετά φόρου απόδοσης των περιουσιακών στοιχείων, η οποία συνδέεται με ένα bonus για τον μάνατζερ επί του βασικού του μισθού. Ένα άλλο σύνηθες μακροπρόθεσμο κίνητρο είναι το μετοχικό δικαίωμα προαίρεσης ( stock-option) που συνδέεται με τις τιμές των μετοχών, όταν αυτές ξεπερνούν κάποιο κατώτατο σημείο. Σύμφωνα με μία μελέτη ( England, 1996), ένα ποσοστό από 47% έως 55% των εταιρειών που είχαν συμπεριληφθεί στο δείγμα, χρησιμοποιούσαν μακροπρόθεσμα και βραχυπρόθεσμα προγράμματα μέτρησης αποδοτικότητας συνδεδεμένα με δημοσιευμένα λογιστικά μεγέθη. Οι λογιστικές μετρήσεις που χρησιμοποιούνται σε σχέδια αποζημίωσης στελεχών είναι οι εξής : Ταμειακές ροές Απόδοση επί των μετοχών (return on equity) Απόδοση επί των επενδυμένων κεφαλαίων (return on assets) Κέρδη ανά μετοχή (EPS) Λειτουργικά ή καθαρά κέρδη Συνολικές αποδόσεις μετοχών Επομένως, προκειμένου οι managers να αυξήσουν τις οικονομικές απολαβές τους εφαρμόζουν μεθόδους επινοητικής λογιστικές σε μεγέθη που συνδέονται άμεσα με το ύψος των απολαβών αυτών. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνουν μεγιστοποίηση της αποζημίωσης τους. Υπέρ αυτής της απόψεως συνηγορούν αρκετές εμπειρικές μελέτες. Ενδεικτική είναι του Healy (1985) όπου εξετάστηκαν οι ενέργειες στις οποίες είχαν προβεί οι managers όταν το ετήσιο bonus συνδέονταν με τα δημοσιευμένα αποτελέσματα. Στις περιπτώσεις όπου τα κέρδη αναμενόταν να υπερβούν το ανώτατο σημείο του bonus, η διοίκηση εφάρμοζε λογιστικά τεχνάσματα (που άπτονταν της διακριτικής ευχέρειας των managers discretionary accounting options) έτσι ώστε τα έξοδα να περιοριστούν στο τρέχον έτος και να μετατοπιστεί το υπόλοιπο σε μελλοντικές χρήσεις. Όταν όμως το επίπεδο των κερδών βρισκόταν κάτω από το σημείο όπου το bonus δεν μπορούσε να εισπραχτεί, τότε διαμέσου της διακριτικής ευχέρειας/προαίρεσης ( managerial discretion) τα κέρδη περιορίζονταν ακόμη περισσότερο, μετατοπίζοντας ένα μέρος αυτών στο μέλλον. -22-22

Ένα συμπέρασμα που θα μπορούσε να εξάγουμε είναι ότι τα στελέχη μπαίνουν στη διαδικασία να παραποιήσουν τα δημοσιευμένα κέρδη επειδή οι ίδιες επιχειρήσεις τους παρέχουν τα κίνητρα για να το κάνουν. Είναι αυτονόητο ότι οποιοσδήποτε manager θα «μαγείρευε» τις οικονομικές καταστάσεις προκειμένου να αυξήσει την οικονομική του αποζημίωση. 1.6.5 Αποτίμηση εταιρικής αξίας - Μεγιστοποίηση τιμής μετοχής Για να γίνουν πιο κατανοητά τα κίνητρα διαχείρισης κερδών που συνδέονται με την μεγιστοποίηση της τιμής της μετοχής, είναι απαραίτητο να αναφερθούν συνοπτικά οι τρόποι με τους οποίους γίνεται η αποτίμηση μιας εταιρείας για να προσδιοριστεί η αξία της. Στην βιβλιογραφία αναφέρονται διάφορα μοντέλα εκτίμησης που προσδιορίζουν την τρέχουσα αξία προβλέποντας τις μελλοντικές αξίες μιας εκ των ακόλουθων μεταβλητών : Λογιστική αξία σύμφωνα με τον ισολογισμό Λειτουργικές ταμειακές ροές Καθαρά κέρδη Η λογιστική αξία ( book value) υπολογίζεται αν από τα περιουσιακά στοιχεία αφαιρέσουμε τις υποχρεώσεις, οπότε προκύπτουν τα «καθαρά περιουσιακά στοιχεία». Το ενεργητικό και το παθητικό είναι κατάλοιπα συναλλαγών που προέρχονται κυρίως από προηγούμενες λειτουργικές, επενδυτικές και χρηματοοικονομικές δραστηριότητες. Επειδή η λογιστική αξία αντανακλά το παρελθόν συχνά θεωρείται πιο σχετική για εταιρείες που δεν έχουν σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης ή αναμένεται να ρευστοποιηθούν. Η οικονομική θεωρία αναφέρει ότι μακροχρόνια η συνολική ταμειακή ροή και τα καθαρά κέρδη θα είναι ίσα. Ωστόσο, τα δύο μεγέθη μπορεί να διαφέρουν λόγω της εφαρμογής της λογιστικής των δεδουλευμένων ( accrual accounting) όπως υπαγορεύεται από τα GAAP. Επομένως, προσεγγίσεις που χρησιμοποιούν μια από τις δυο μεταβλητές είναι παρόμοιες, διαφέροντας κυρίως σε ποια από τις δύο το πρόσωπο που κάνει την εκτίμηση πιστεύει ότι είναι πιο σχετική. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες ( Dechow, 1994), οι τιμές των μετοχών συσχετίζονται περισσότερο με τα καθαρά κέρδη παρά με τις λειτουργικές ταμειακές ροές. Δηλαδή, τα δημοσιευμένα κέρδη παίζουν ρόλο στην αποτίμηση της επιχείρησης. Η αξία μιας επιχείρησης είναι η παρούσα αξία των μελλοντικών καθαρών κερδών εκτεινόμενων στο άπειρο, χρησιμοποιώντας ένα προσαρμοσμένο στον κίνδυνο προεξοφλητικό επιτόκιο. Το προεξοφλητικό επιτόκιο υποτίθεται ότι είναι ίσο με το κόστος κεφαλαίου της εκάστοτε επιχείρησης. Το μοντέλο που περιγράφει την εταιρική αξία είναι το εξής. Ωστόσο, για να χρησιμοποιηθεί αυτό το υπόδειγμα απαιτείται η εκτίμηση των καθαρών κερδών για όλες τις μελλοντικές περιόδους, γεγονός που είναι αρκετά δύσκολο. Γι αυτό τον λόγο οι οικονομικοί αναλυτές απλοποιούν το μοντέλο κάνοντας πρόβλεψη των καθαρών κερδών για 5 χρόνια. Το μοντέλο μπορεί να απλοποιηθεί ακόμη περισσότερο αν υποθέσουμε ότι τα ετήσια καθαρά κέρδη θα παραμείνουν σταθερά στο μέλλον. -23-23

1.6.6 Μεγιστοποίηση τιμής μετοχής Πολλές εταιρείες στην προσπάθεια τους να εξαλείψουν την μεταβλητότητα στα κέρδη τους επιλέγουν διάφορες λογιστικές μεθόδους για πετύχουν την ομαλοποίηση τους και κατά συνέπεια να αυξηθεί η τιμή της μετοχής. Για να γίνει πιο κατανοητή η στρατηγική αυτή υποθέτουμε ότι μια εταιρεία είχε Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως η μέθοδος αυτή διαχείρισης των κερδών ονομάζεται συχνά «εξομάλυνση των κερδών» ( income smoothing). Για να έχει επίδραση η εξομάλυνση των κερδών επί της τιμής της μετοχής δεν είναι απαραίτητο να απαλειφθεί εξ ολοκλήρου, αρκεί απλά να περιοριστεί. Ουσιαστικά, οι managers έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τις τιμές των μετοχών μειώνοντας τη μεταβλητότητα των δημοσιευμένων κερδών. Ένα ζήτημα που προκύπτει, είναι μέχρι ποιο βαθμό μπορεί η τιμή μιας μετοχής να αυξηθεί λόγω ομαλοποίησης των κερδών Μεγάλη σημασία σε αυτό το θέμα παίζει μια εκτίμηση που καλείται ποιότητα κερδών και ενσωματώνει πολλούς παράγοντες που εξακριβώνουν πόσο υγιή είναι τα καθαρά κέρδη της εταιρείας. Η ποιότητα των δημοσιευμένων κερδών είναι υψηλή όταν κατά την χρησιμοποίηση τους μπορούν να προβλέψουν μελλοντικά κέρδη χωρίς να απαιτείται περαιτέρω ανάλυση. Αντιθέτως, τα κέρδη είναι λιγότερο ποιοτικά όταν για να γίνουν αξιόπιστοι υπολογισμοί των μελλοντικών εσόδων χρειάζεται η συνδρομή ενός οικονομικού αναλυτή. Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι η παρουσία λογιστικών χειρισμών που μειώνουν την αντίληψη για την ποιότητα των κερδών, την τιμή της μετοχής και συνεπώς την αξία της εταιρείας, αυξάνεται όσο η μεταβλητότητα των καθαρών κερδών κατά τη διάρκεια της εταιρικής χρήσης αυξάνεται. Με άλλα λόγια, μια εταιρεία με χαμηλότερη μεταβλητότητα στα κέρδη επιτυγχάνει υψηλότερη τιμή στην μετοχή της. 1.6.7 Μείωση κόστους κεφαλαίου Μια παράμετρος που παίζει καθοριστικό ρόλο στο μετοχικό κόστος κεφαλαίου είναι η πιθανότητα χρεοκοπίας, δηλαδή ο αναμενόμενος βαθμός οικονομικού κινδύνου που αντιμετωπίζει η επιχείρηση. Το μετοχικό κόστος κεφαλαίου αυξάνεται όσο πιο υψηλός είναι ο οικονομικός κίνδυνος γιατί οι μέτοχοι απαιτούν μεγαλύτερη απόδοση ως αποζημίωση για τον υψηλότερο κίνδυνο που έχουν αναλάβει. -24-24

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΔΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ 2.1 Ιστορική Ανασκόπηση Κύρια Όργανα Κατάρτισης Διεθνών Λογιστικών Προτύπων Η Επιτροπή Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (International Accounting Standards Committee IASC) ιδρύθηκε στις 29 Ιουνίου 1973 στο Λονδίνο, ως αποτέλεσμα μιας συμφωνίας 16 Λογιστικών Σωμάτων εννέα χωρών, της Αυστραλίας, του Καναδά, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιαπωνίας, του Μεξικού, της Ολλανδίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και Ιρλανδίας και των ΗΠΑ. Η αρχική αυτή συμφωνία αναθεωρήθηκε το Νοέμβριο του 1982, οπότε υπεγράφη και το αναθεωρημένο καταστατικό της IASC. (Πρωτοψάλτης και Βρουστούρης, 2002, Σακέλλης, 2002). Τον Μάρτιο του 2001, συστάθηκε ως μη κερδοσκοπικός οργανισμός το International Accounting Standards Committee Foundation ( IASCF) με έδρα την πολιτεία Delaware των ΗΠΑ. Ο οργανισμός αυτός αποτελεί την μητρική οντότητα του International Accounting Standards Board, της ανεξάρτητης αρχής που έχει την ευθύνη και την έκδοση Λογιστικών Προτύπων. Στις 1 Απριλίου 2001, η IASC μετονομάστηκε σε International Accounting Standards Board (IASB), για εναρμόνιση της επωνυμίας της με την επωνυμία της αντίστοιχης αμερικάνικης οργάνωσης Financial Accounting Standards Board (FASB). Αυτό ήταν και το αποκορύφωμα της αναδιοργάνωσης που βασίστηκε στις προτάσεις της μελέτης που είχε ως τίτλο Προτάσεις για τη Δόμηση της IASC στο μέλλον. (Σακέλλης, 2002, Grant Thornton, 2006 Α ) Το IASC Foundation είναι ένας ανεξάρτητος οργανισμός που έχει ως κύρια σώματα τους Επιτρόπους (Trustees) και το IASB, όπως επίσης το Συμβουλευτικό Συμβούλιο Προτύπων (Standards Advisory Council) και την Μόνιμη Επιτροπή Διερμηνειών (Standing Interpretations Committee) η οποία πλέον ονομάζεται International Financial Reporting Interpretation Committee 2.1.1 Επίτροποι (Trustees) Οι Επίτροποι είναι 19 μέλη από διάφορες χώρες και με διαφορετικό επαγγελματικό και λειτουργικό υπόβαθρο, οι οποίοι έχουν ως αρμοδιότητες: Να διορίζουν τα μέλη του Συμβουλίου, της Μόνιμης Επιτροπής Διερμηνειών και του Συμβουλευτικού Συμβουλίου Προτύπων, Να καταγράφουν την αποτελεσματικότητα του Συμβουλίου, Να εγκρίνουν τον προϋπολογισμό Να τροποποιούν το καταστατικό (Πρωτοψάλτης και Βρουστούρης, 2002, Σακέλλης, 2002) 2.1.2 Συμβούλιο (IASB) Αποτελείται από 14 μέλη και έχει την αποκλειστική ευθύνη για την κατάρτιση και την έκδοση των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης). Το κριτήριο της επιλογής των μελών είναι η δημιουργία μιας ομάδας που θα συνδυάζει τις τεχνικές ικανότητες, την εμπειρία σε θέματα διεθνών αγορών και επιχειρήσεων και την ευρύτερη γνώση των συνθηκών -25-25

που επικρατούν στις αγορές, με σκοπό τη συνεισφορά στην ανάπτυξη Διεθνών Λογιστικών Προτύπων υψηλής ποιότητας. (Grant Thornton, 2006 Α ) 2.1.3 Συμβουλευτικό Συμβούλιο Προτύπων (SAC) Αποτελείται από 30 μέλη, τα οποία προέρχονται από διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές και επαγγελματικούς χώρους και διορίζονται για τρία έτη, και έχει ως σκοπό την παροχή συμβουλών προς το IASB σχετικά με τα τρέχοντα έργα και την πληροφόρηση του IASB για τις επιπτώσεις των προτεινόμενων Προτύπων στους χρήστες αυτών. Για την επίτευξη αυτών των σκοπών προβλέπονται ανά έτος τρεις τακτικές συνεδριάσεις με το IASB. (Grant Thornton, 2006 Α ) 2.1.4 Μόνιμη Επιτροπή Διερμηνειών (SIC IFRIC) Αποτελείται από 12 μέλη με θητεία επίσης τρία έτη. Η επιτροπή συνεδριάζει όταν αυτό απαιτείται και η βασική της αρμοδιότητα είναι η ερμηνεία των Προτύπων και η έγκαιρη παροχή οδηγιών σχετικά με θέματα που δεν αναλύονται επαρκώς στα εκδοθέντα Πρότυπα. (Grant Thornton, 2006 Α ) 2.2 Σκοποί και Υποχρεώσεις της IASC Περιεχόμενο Οικονομικών Καταστάσεων 2.2.1 Σκοποί της IASC Οι σκοποί της IASC σύμφωνα με το καταστατικό της, είναι: Να διαμορφώνει και να δημοσιεύει στο ευρύτερο κοινό Λογιστικά Πρότυπα, με βάση τα οποία θα συντάσσονται και θα παρουσιάζονται οι οικονομικές καταστάσεις και να προωθεί την παγκόσμια αποδοχή και τήρησή τους. Να εργάζεται γενικά για την βελτίωση και την εναρμόνιση των κανόνων, των Λογιστικών Προτύπων και των διαδικασιών που σχετίζονται με την παρουσίαση των οικονομικών καταστάσεων. (Πρωτοψάλτης και Βρουστούρης, 2002, Σακέλλης, 2002, Καββαδίας, 2003) 2.2.2 Υποχρεώσεις της IASC Τα μέλη της IASC είναι υποχρεωμένα να υποστηρίζουν το έργο της και οφείλουν: Να δημοσιεύουν στις χώρες τους τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (ή τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης), τα οποία γίνονται αποδεκτά για δημοσίευση από το IASB. Να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου: Να εξασφαλίζουν ότι οι δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις συμμορφώνονται από κάθε ουσιώδη άποψη με τα ΔΛΠ (ή τα ΔΠΧΠ) και να γνωστοποιούν το γεγονός της συμμόρφωσης αυτής. Να πείθουν τις Κυβερνήσεις και τα όργανα της λογιστικής τυποποίησης για το ότι οι δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις συμμορφώνονται με τα Πρότυπα από κάθε ουσιώδη άποψη. Να πείθουν τις αρχές που ελέγχουν τα χρηματιστήρια αξιών και την εμπορική και βιομηχανική κοινότητα, ότι οι δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις -26-26

πρέπει να συμμορφώνονται προς τα Πρότυπα από κάθε ουσιώδη άποψη και να γνωστοποιούν το γεγονός της συμμόρφωσης. Να εξασφαλίζουν ότι οι ελεγκτές είναι ικανοποιημένοι για το ότι οι οικονομικές καταστάσεις συμμορφώνονται με τα Πρότυπα από κάθε ουσιώδη άποψη. Να ενθαρρύνουν την αποδοχή και την τήρηση των Προτύπων διεθνώς. (Σακέλλης, 2002) 2.2.3 Περιεχόμενο Οικονομικών Καταστάσεων Με τον όρο οικονομικές καταστάσεις νοούνται οι ακόλουθες καταστάσεις: Ισολογισμός Κατάσταση αποτελεσμάτων Χρήσεως Κατάσταση μεταβολών Καθαρής Θέσης Κατάσταση Ταμειακών Ροών Επεξηγηματικές Σημειώσεις (Προσάρτημα) Οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται μία φορά το χρόνο και αποτελούν το αντικείμενο έκθεσης ενός ελεγκτή. Τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (ή τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης) εφαρμόζονται σε τέτοιες οικονομικές καταστάσεις κάθε είδους επιχείρησης εμπορικής ή βιομηχανικής. Η διοίκηση μιας επιχείρησης μπορεί να καταρτίζει οικονομικές καταστάσεις για δική της χρήση, με διαφορετικούς τρόπους, οι οποίοι αρμόζουν καλύτερα στους εσωτερικούς σκοπούς της. Μόνο όταν οι οικονομικές καταστάσεις εκδίδονται για άλλα πρόσωπα, όπως οι μέτοχοι, οι πιστωτές, οι εργαζόμενοι και το ευρύτερο κοινό, οι καταστάσεις πρέπει να ανταποκρίνονται στα ΔΛΠ. Η ευθύνη για την κατάρτιση των οικονομικών καταστάσεων και για τις κατάλληλες γνωστοποιήσεις ανήκει στη διοίκηση της επιχείρησης. Η ευθύνη του ελεγκτή είναι να σχηματίσει γνώμη για τις οικονομικές καταστάσεις και να την εκθέσει. (Πρωτοψάλτης και Βρουστούρη, 2002, Σακέλλης, 2002, Καββαδίας, 2003) 2.3 Γενικά Περί Διεθνών Λογιστικών Προτύπων 2.3.1 Διεθνή και Τοπικά Λογιστικά Πρότυπα Η νομοθεσία κάθε χώρας ρυθμίζει την δημοσίευση των οικονομικών καταστάσεων. Η νομοθεσία αυτή περιλαμβάνει τα Λογιστικά Πρότυπα που έχουν δημοσιευθεί από τα διοικητικά όργανα ή και τα επαγγελματικά λογιστικά σώματα στις αντίστοιχες χώρες. Πριν από την ίδρυση της IASC υπήρχαν συχνά διαφορές τύπου και περιεχομένου μεταξύ των δημοσιευμένων Λογιστικών Προτύπων των περισσοτέρων χωρών. Η IASC λαμβάνει γνώση των σχεδίων ή των Λογιστικών Προτύπων, τα οποία έχουν ήδη εκδοθεί για κάθε θέμα και υπό το φως μιας τέτοιας γνώσης δημιουργεί ένα ΔΛΠ για παγκόσμια αποδοχή. Ένα από τα αντικείμενα της IASC είναι να εναρμονίσει, όσο είναι δυνατόν, τα διαφορετικά Λογιστικά Πρότυπα και τις λογιστικές μεθόδους των διαφόρων χωρών. Για την επίτευξη αυτού του σκοπού της προσαρμογής των υπαρχόντων προτύπων και να διατυπώσει ΔΛΠ σε νέα θέματα, η IASC επικεντρώνεται στα ουσιώδη. Για το λόγο αυτό προσπαθεί να μη γίνουν τα ΔΛΠ τόσο περίπλοκα, ώστε να είναι δυνατό να -27-27