15531/10 ΑΚ/γπ 1 DGH 2 B

Σχετικά έγγραφα
16868/10 ΕΚΜ/σα 1 DG H 2 B

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD)

16350/12 ΑΓΚ/γπ 1 DG D 2A

18475/11 ΔΠ/νκ 1 DG H 2A

9664/19 ΘΚ/μκρ 1 JAI.2

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en)

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

12596/17 ΧΓ/ριτ/ΘΛ 1 DGD 2B

17362/10 ADD 1 ΜΓ/νικ/ΣΙΚ 1 DQPG

14598/12 ΔΛ/γομ 1 DG D 2B

9901/17 ΣΙΚ/γομ 1 DGD 2A

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

2. Η προτεινόμενη οδηγία περί αφερεγγυότητας υπάγεται στη συνήθη νομοθετική διαδικασία.

9663/19 ΣΠΚ/μγ 1 JAI.2

14491/18 ΜΙΠ/μκρ 1 TREE.2.B LIMITE EL

15272/18 ΜΙΠ/νκ 1 JAI.2

9271/17 ΚΑΛ/μκρ/ΜΜ 1 DGG 3 A

6812/15 ΑΒ/γπ 1 DG D 2A

9324/17 ΓΕΧ/σα 1 DG E2B

5865/17 ΜΜ/μκ/ΠΧΚ 1 DGG 3 A

5419/16 εγκρίθηκε από την ΕΜΑ, 2ο τμήμα, στις Οι δηλώσεις και/ή οι αιτιολογήσεις ψήφου επισυνάπτονται στο παρόν σημείωμα.

9666/19 ΣΠΚ/μκρ 1 JAI.2

8338/1/15 REV 1 ΕΚΜ/νικ 1 CAB SG

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 20 Απριλίου 2012 (24.04) (OR. en) 8913/12 Διοργανικός φάκελος: 2011/0130 (COD)

13543/17 ΜΑΠ/σα/ΣΙΚ 1 DG G 3 B

7429/17 ΜΜ/νκ/ΘΛ 1 D 2A

(Νομοθετικές πράξεις) ΟΔΗΓΙΕΣ

12306/17 ΠΧΚ/σα 1 DGD 1B

14708/16 ΜΑΠ/ακι/ΕΚΜ 1 DGD 1B

11382/17 ADD 1 ΜΑΚ/ριτ/ΠΧΚ 1 DG B 2A

ΙΙΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ VI ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

14469/16 ΕΜ/μκ/ΙΑ 1 DG E 2 A

10116/14 ΜΧΡ/νικ/ΚΣ 1 DG D 2B

14127/14 ADD 1 ΔΛ/γπ 1 DPG

9236/18 ΧΜΑ/σα 1 DGD 2

18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

10012/09 ΣΠΚ/φβ/ΠΧΚ 1 DG C III

8795/2/16 REV 2 ADD 1 ΜΑΠ/μκρ/ΕΚΜ 1 DRI

PUBLIC LIMITE EL ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2012 (14.11) (OR. en) 15880/12

15378/16 ADD 1 1 GIP 1B

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 16 Αυγούστου 2017 (OR. en)

15201/17 ΤΤ/γομ 1 DGD 2A

15730/14 ΕΚΜ/γπ 1 DG D 2C

10007/16 ΘΚ/ακι 1 DG D 2B

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0812 (COD) PE-CONS 59/14 ENFOPOL 63 CODEC 644

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

9332/15 ΔΑ/νικ 1 DG D 2A

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΗΜΕΙΟΥ «I/A» Γενικής Γραμματείας την ΕΜΑ / το Συμβούλιο αριθ. προηγ. εγγρ.:6110/11 FREMP 9 JAI 77 COHOM 34 JUSTCIV 16 JURINFO 4 Θέμα:

1. Επισυνάπτεται για τις αντιπροσωπίες σημείωμα της Προεδρίας σχετικά με την πρόταση οδηγίας για τα δικαιώματα των καταναλωτών.

5673/10 θμ 1 DG H 2B

14288/16 ΕΜ/μκρ/ΔΛ 1 DGD 1C

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 30 Μαΐου 2012 (05.06) (OR. en) 10360/12 EUROJUST 49 CATS 37 EJN 39 COPEN 127

Στο ανά χείρας σημείωμα επισυνάπτεται για τους Υπουργούς το κείμενο ψηφίσματος, όπως προέκυψε από τις προαναφερόμενες συζητήσεις.

11917/1/12 REV 1 IKS+ROD+GA/ag,alf DG C1

14662/16 ΣΠΚ/νικ/ΕΚΜ 1 DG G 3 A

13840/17 ΜΙΠ/γπ/ΚΚ 1 DG G 2B

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

15349/16 ΔΙ/νικ 1 DG D 2A

10335/10 ΕΚΜ/νικ 1 DG H 2B

(Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις) ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Μαρτίου 2018 (OR. en)

7597/18 ΔΛ,ΔΛ/γομ/ΔΛ 1 DRI

6996/18 1 DG D. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Βρυξέλλες, 23 Μαρτίου 2018 (OR. en) 6996/18 PV CONS 13 JAI 211 COMIX 122

14220/6/16 REV 6 ΕΜ/μκρ/ΔΛ 1 DG G 3 B

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2016 (OR. en)

12724/16 ΔΠ/ριτ 1 DGD 1B

9823/17 ΜΑΠ,ΓΕΧ/μκ/ΘΛ 1 DG B 1C

PUBLIC. Bρυξέλλες, 27 Ιανουαρίου 2000 (02.02) (OR. f) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ 12650/99 LIMITE PV/CONS 62 CONSOM 65

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 18 Νοεμβρίου 2011 (21.11) (OR. en) 17187/11 POLGEN 204 CATS 120

9580/16 1 EL. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 30 Μαΐου 2016 (OR. en) 9580/16 COMPET 336 RECH 213

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en)

16542/1/09 REV 1 ΛΜ/νικ 1 DG H 2B

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2017 (OR. en)

6187/17 ΙΑ/μκ 1 DG G 3 A

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 23 Οκτωβρίου 2017 (OR. en)

9301/16 ΕΜ/μκρ/ΧΓ 1 DG D 2B

8867/17 ΘΚ/νικ 1 DG E - 1C

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2018) 318 final.

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

8485/15 ΣΠΚ/γομ 1 DGB 1

1. Η Επιτροπή υπέβαλε την ανωτέρω πρόταση κανονισμού στις 29 Νοεμβρίου 2016.

PUBLIC LIMITE EL ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Νοεμβρίου 2007 (20.11) (OR. en) 15018/07

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2016 (OR. en)

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ,

***I ΈΚΘΕΣΗ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο A8-0252/

10080/17 ΔΙ,ΧΜΑ,ΧΦ/μκ 1 DG D 2A

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

7051/16 ΙΒ/σα/ΔΛ 1 DGB 1 A

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 4 Μαΐου 2017 (OR. en)

13286/1/14 REV 1 ΓΒ/γομ 1 DGE 2 A

9011/15 ΔΑ/μκρ 1 DG B 3A

3261η σύνοδος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ, ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑ) - Λουξεμβούργο, 10 Οκτωβρίου 2013

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Transcript:

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 29 Οκτωβρίου 2010 15531/10 Διοργανικός φάκελος : 2010/0817 (COD) COPEN 241 EJN 58 EUROJUST 122 CODEC 1136 ΣΗΜΕΙΩΜΑ της: Προεδρίας προς: την ΕΜΑ/ το Συμβούλιο αριθ. προηγ. εγγρ. : 15329/10 COPEN 230 EJN 56 EUROJUST 118 CODEC 1117 Θέμα: Πρωτοβουλία του Βασιλείου του Βελγίου, της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και του Βασιλείου της Σουηδίας για μια οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας σε ποινικές υποθέσεις - Συζήτηση προσανατολισμού Στο Πρόγραμμα της Στοκχόλμης, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δήλωσε ότι τα υπάρχοντα νομικά μέσα που ισχύουν για τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων σε άλλο κράτος μέλος για ποινικές υποθέσεις διαμορφώνουν ένα διάσπαρτο καθεστώς και ότι απαιτείται μια νέα προσέγγιση, που θα βασίζεται στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης αλλά και θα λαμβάνει υπόψη την ευελιξία του παραδοσιακού συστήματος της αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζήτησε συνεπώς ένα συνεκτικό σύστημα που θα αντικαταστήσει όλα τα υπάρχοντα νομικά μέσα στο συγκεκριμένο τομέα, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης-πλαισίου για το ευρωπαϊκό ένταλμα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων, που θα καλύπτει κατά το δυνατόν όλα τα είδη αποδεικτικών στοιχείων και θα ορίζει προθεσμίες για την εκτέλεση, θα περιορίζει δε όσο το δυνατό περισσότερο τους λόγους άρνησης. Βάσει των ανωτέρω, μια ομάδα επτά κρατών μελών υπέβαλε πρόταση οδηγίας σχετικά με την Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας σε ποινικές υποθέσεις. Οι σχετικές συζητήσεις άρχισαν κατά τη διάρκεια της βελγικής Προεδρίας σε επίπεδο Ομάδων του Συμβουλίου. Η εν λόγω πρόταση υποβάλλεται πλέον στο Συμβούλιο ενόψει της διεξαγωγής μιας πρώτης συζήτησης προσανατολισμού για ορισμένα βασικά ζητήματα. 15531/10 ΑΚ/γπ 1

Η Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας, λόγω του βασικού της στόχου που συνίσταται στον τερματισμό του διάσπαρτου καθεστώτος για τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων, θα αποτελέσει νομική πράξη που θα εφαρμόζει την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές υποθέσεις σε ευρύτατο φάσμα αποφάσεων. Το τελικό κείμενο θα πρέπει να επιτυγχάνει γενική ισορροπία και να συνδυάζει, αφενός μεν, την ευελιξία με την ασφάλεια δικαίου, αφετέρου δε, την προστασία των δικαιωμάτων της υπεράσπισης με την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας. Τα περισσότερα από τα στοιχεία της (αρχή έκδοσης, τύποι διαδικασιών, λόγοι άρνησης, προθεσμίες, κόστος, κλπ....) είναι αλληλένδετα. Οι οδηγίες που επιδιώκει να λάβει η Προεδρία σχετικά με τα ζητήματα που υποβάλλονται στο Συμβούλιο θα παράσχουν στην Ομάδα τη δυνατότητα να σημειώσει πρόοδο, έχοντας υπόψη ότι η πρόοδος αυτή εξαρτάται και από την εξεύρεση κατάλληλων λύσεων για άλλα σημαντικά θέματα. Η γενική ισορροπία του αποτελέσματος θα εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο. 1. Από την αμοιβαία δικαστική συνδρομή στην αμοιβαία αναγνώριση: η μη οπισθοδρόμηση ως αφετηρία Το άρθρο 82 της Συνθήκης ορίζει σαφώς ότι η δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις βασίζεται στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών αποφάσεων και διαταγών. Επομένως, μια νομική πράξη σχετικά με την Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας πρέπει να βασίζεται στην αρχή αυτήν. Παράλληλα, κατά την εφαρμογή της αρχής αυτής, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες και η ποικιλομορφία των αποφάσεων που λαμβάνονται στο επίπεδο της ανάκρισης. Στόχος της νέας σχετικής νομοθετικής πράξης θα πρέπει να είναι η ενίσχυση και η διευκόλυνση της δικαστικής συνεργασίας σε σύγκριση με το ισχύον σύστημα. Αυτό πρέπει να επιτευχθεί με παράλληλη κατάλληλη διασφάλιση των δικαιωμάτων της υπεράσπισης και το σεβασμό των θεμελιωδών πτυχών των συστημάτων ποινικής δικαιοσύνης των κρατών μελών. Αλλά, η κατευθυντήρια αυτή αρχή για τη βελτίωση της συνεργασίας δεν πρέπει να αγνοηθεί. Στο σύνολό της και σε συνδυασμό με τις διεξαγόμενες εργασίες για την προσέγγιση των δικονομικών δικαιωμάτων, η ΕΕΕ θα επιφέρει σαφή βελτίωση, θα επιταχύνει τις διαδικασίες και θα εξασφαλίσει καλύτερα τη δυνατότητα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων από άλλα κράτη μέλη. 15531/10 ΑΚ/γπ 2

Επομένως, η Προεδρία καλεί τις αντιπροσωπίες να συμφωνήσουν να διατηρηθεί ως κατευθυντήρια αρχή των διαπραγματεύσεων το γεγονός ότι οι λύσεις που πρέπει να εξευρεθούν για τις διάφορες πτυχές της ΕΕΕ δεν πρέπει να συνιστούν, τουλάχιστον, οπισθοδρόμηση σε σύγκριση με το ισχύον σύστημα όσον αφορά το βαθμό συνεργασίας μεταξύ των ενδιαφερόμενων αρχών. 2. Λόγοι άρνησης: διαφοροποίηση βάσει της οχληρότητας των ερευνητικών μέτρων Το ισχύον καθεστώς αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής προβλέπει ορισμένες συγκεκριμένες δυνατότητες για άρνηση συνεργασίας σε συγκεκριμένες υποθέσεις, παράλληλα δε περιλαμβάνει μια ευρεία και ασαφή διάταξη σύμφωνα με την οποία η συνδρομή μπορεί να μην παρέχεται «εάν το προς ο η αίτησις Μέρος θεωρή ότι η εκτέλεσις της αιτήσεως δύναται να θίξη την κυριαρχίαν, την ασφάλειαν, την δημοσίαν τάξιν ή άλλα ουσιώδη συμφέροντα της χώρας αυτού». 1 Η μετάβαση από την αμοιβαία δικαστική συνδρομή στην αμοιβαία αναγνώριση δεν θα συνεπάγεται πλήρη αυτοματισμό κατά την εκτέλεση των αποφάσεων. Επομένως, θα πρέπει να προβλεφθούν δυνατότητες για την άρνηση της εκτέλεσης μιας ΕΕΕ («λόγοι άρνησης»). Αλλά, κατά τον καθορισμό αυτών των λόγων άρνησης, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι η προσθήκη ενός λόγου άρνησης πρέπει να εξετάζεται με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του και την αναγκαιότητά του σε σχέση με την προς εκτέλεση απόφαση. Κατ αρχήν, η συνεργασία μεταξύ κρατών μελών της ΕΕ δυνάμει της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης θα πρέπει να διευκολύνεται με τη διατήρηση περιορισμένου μόνον αριθμού λόγων άρνησης. Ύστερα από διεξοδικές συζητήσεις στο πλαίσιο της Ομάδας, η Προεδρία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, λόγω της μεγάλης ποικιλομορφίας των μέτρων που είναι δυνατόν να διαταχθούν κατά τη φάση της ανάκρισης, μια πρόσφορη λύση για το ζήτημα αυτό είναι δυνατόν να επιτευχθεί μόνον μέσω της διαφοροποίησης των λόγων άρνησης ανάλογα με διάφορες κατηγορίες μέτρων. Με τον τρόπο αυτόν, θα εξασφαλιστεί διαφοροποίηση της προσέγγισης ανάλογα με την οχληρότητα ή τον καταναγκαστικό χαρακτήρα του ερευνητικού μέτρου. Σημειωτέον εν προκειμένω ότι το πλαίσιο αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής προβλέπει διαφορετικά καθεστώτα για συγκεκριμένα μέτρα. 1 Άρθρο 2 στοιχείο β) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής επί ποινικών υποθέσεων, της 20ής Απριλίου 1959. 15531/10 ΑΚ/γπ 3

Τα μέτρα θα κατατάσσονται στις κατωτέρω κατηγορίες με βάση την οχληρότητα ή τον καταναγκαστικό χαρακτήρα τους. Οι κατωτέρω περιπτώσεις είναι απλώς παραδείγματα και όχι πλήρης κατάλογος, θα απαιτηθούν δε περαιτέρω συζητήσεις της Ομάδας. 1. Μια πρώτη κατηγορία θα καλύπτει τα μέτρα τα οποία θεωρείται ότι είναι μη οχληρά ή καταναγκαστικά ή ελάχιστα οχληρά ή καταναγκαστικά και για τα οποία η εκτέλεση θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο αυτόματη. Στα μέτρα αυτά θα περιλαμβάνεται, π.χ., η ΕΕΕ που εκδίδεται για την οικειοθελή ακρόαση μαρτύρων ή για τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων που βρίσκονται ήδη στην κατοχή (π.χ. σε δικογραφίες ή σε αστυνομικές βάσεις δεδομένων) των αρχών του κράτους εκτέλεσης. 2. Μια δεύτερη κατηγορία θα καλύπτει τα οχληρά/καταναγκαστικά μέτρα. Η κατηγορία αυτή θα περιλαμβάνει ορισμένα από τα μέτρα που χρησιμοποιούνται συνήθως στο πλαίσιο της ισχύουσας αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής (ιδίως, μεταξύ άλλων, έρευνες και κατασχέσεις). Η προαναφερόμενη αρχή της μη οπισθοδρόμησης θα πρέπει να εφαρμόζεται ιδίως στα μέτρα αυτά. Το γεγονός ότι τα μέτρα αυτά υπάρχουν σε όλα τα κράτη μέλη και σε παρόμοια μορφή καθιστά δυνατόν τον περιορισμό των λόγων άρνησης για αυτά. Για το ζήτημα του διττού αξιοποίνου θα πρέπει να διεξαχθούν περαιτέρω συζητήσεις εν προκειμένω. 3. Για λιγότερο συνήθη μέτρα, τα οποία θα υπάγονται στη δεύτερη κατηγορία ή θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια τρίτη κατηγορία, ο καθορισμός λόγων άρνησης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι ορισμένα από τα μέτρα αυτά ενδέχεται να μην υπάρχουν πάντοτε σε όλα τα κράτη μέλη ή να μην εφαρμόζονται σε αδικήματα παρόμοιας σοβαρότητας, πράγμα που ενδέχεται να οδηγήσει σε πρόσθετους λόγους άρνησης. 4. Μια τελευταία κατηγορία θα συνίσταται στα πλέον οχληρά μέτρα (π.χ. παρακολούθηση τηλεπικοινωνιών, παρατήρηση, διείσδυση, παρακολούθηση τραπεζικών λογαριασμών κλπ.) Όλες οι αντιπροσωπίες συμφωνούν ότι η υπό συζήτηση οδηγία θα πρέπει να έχει ευρύτατο πεδίο εφαρμογής και να καλύπτει όλα τα υφιστάμενα ερευνητικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων αυτών των ιδιαίτερα οχληρών μέτρων. Ωστόσο, είναι γενικώς αποδεκτό ότι, για τα μέτρα αυτά, θα πρέπει να παρέχεται μεγαλύτερη ευελιξία στην αρχή εκτέλεσης. Για το λόγο αυτόν, η σημερινή πρόταση παρέχει τη δυνατότητα να περιορίζεται η συνεργασία στις καταστάσεις όπου το μέτρο θα εγκρινόταν σε παρόμοια εθνική υπόθεση. Για οποιαδήποτε από τις κατηγορίες αυτές, η αρχή εκτέλεσης θα πρέπει να διαθέτει πάντοτε τη δυνατότητα επιλογής εναλλακτικού μέτρου εάν το μέτρο αυτό επιτυγχάνει το ίδιο αποτέλεσμα με εκείνο που προβλέπεται στην ΕΕΕ αλλά με λιγότερο καταναγκαστικά μέτρα. 15531/10 ΑΚ/γπ 4

Επομένως, η Προεδρία καλεί τις αντιπροσωπίες να συμφωνήσουν ότι η διαφοροποίηση μεταξύ των τύπων ερευνητικών μέτρων βάσει της οχληρότητάς τους ή του καταναγκαστικού τους χαρακτήρα θα πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω προκειμένου να περιοριστούν οι λόγοι άρνησης στο ελάχιστο δυνατό για τα συγκεκριμένα μέτρα. 3. Αποφυγή ευρέως λόγου άρνησης Ο περιορισμός του φάσματος των λόγων άρνησης αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της αμοιβαίας αναγνώρισης σε σύγκριση με το ισχύον καθεστώς αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής. Μολονότι ενδέχεται να χρειαστεί να εκπονηθεί κατάλογος με πολλούς λόγους άρνησης, οι λόγοι αυτοί θα πρέπει να περιγράφονται σαφώς και να αφορούν συγκεκριμένες καταστάσεις. Κατά τις συζητήσεις της Ομάδας, ορισμένες αντιπροσωπίες τόνισαν ότι πρέπει να υπάρχει ευρύς λόγος άρνησης. Οι αντιπροσωπίες αυτές διατύπωσαν ανησυχίες για το γεγονός ότι η οδηγία ενδέχεται να οδηγήσει σε καταστάσεις κατά τις οποίες θα τους επιβάλλεται να εκτελέσουν ΕΕΕ αντίθετες προς το εθνικό τους δίκαιο. Ωστόσο, μια σαφής πλειοψηφία αντιπροσωπιών δήλωσε ότι ένας γενικόλογος ευρύς λόγος άρνησης θα αντέβαινε προς την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, με αποτέλεσμα να μην γνωρίζει ποτέ εκ των προτέρων η αρχή έκδοσης τι μπορεί να αναμένει από την αρχή εκτέλεσης, πράγμα που θα υπονόμευε την ασφάλεια δικαίου και την εύρυθμη συνεργασία. Για το λόγο αυτόν, οι περισσότερες αντιπροσωπίες προτιμούν να μην εισαχθεί ευρύς λόγος άρνησης. Κατά τις συζητήσεις της Ομάδας, διαπιστώθηκε ότι οι απαιτούμενες διασφαλίσεις είναι δυνατόν να εξευρεθούν μέσω συγκεκριμένων λόγων άρνησης. Για παράδειγμα, διατυπώθηκε το επιχείρημα ότι θα χρειάζεται γενικός λόγος άρνησης για να εξασφαλίζεται ότι η εκτέλεση μιας ΕΕΕ για την έρευνα του γραφείου ενός δικηγόρου είναι δυνατόν να απορρίπτεται για να προστατευθεί η σχέση μεταξύ του δικηγόρου και του υπόπτου ή κατηγορουμένου. Η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί βάσει του λόγου άρνησης που σχετίζεται με τα προνόμια και ασυλίες, ο οποίος πρέπει να αναπτυχθεί περαιτέρω, και δεν απαιτεί ευρύ λόγο άρνησης. Θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη και άλλες πτυχές της νομοθετικής πράξης, όπως, π.χ., το γεγονός ότι, για τα πλέον οχληρά ερευνητικά μέτρα, παρέχεται ήδη στην αρχή εκτέλεσης ευρύ περιθώριο ελιγμών. Επομένως, η Προεδρία καλεί τις αντιπροσωπίες να συμφωνήσουν ότι θα πρέπει να αποφευχθεί ένας ευρύς λόγος άρνησης. 15531/10 ΑΚ/γπ 5

4. Αναλογικότητα Κατά τις συζητήσεις, ορισμένα κράτη μέλη διατύπωσαν ανησυχίες για το γεγονός ότι η έκδοση ή η εκτέλεση μιας ΕΕΕ ενδέχεται να μην είναι ανάλογες. Βάσει της μέχρι σήμερα εμπειρίας από την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης, τα κράτη μέλη αυτά τόνισαν ότι είναι σκόπιμο να εξασφαλίζεται έλεγχος αναλογικότητας για κάθε ΕΕΕ. Ωστόσο, δεν συμφωνούν όλα τα κράτη μέλη για την επιθυμητή λύση. Τα κράτη μέλη συμφωνούν εν γένει ότι η αναλογικότητα θα πρέπει να ελέγχεται από την αρχή έκδοσης, δεδομένου ότι είναι η πλέον αρμόδια να κρίνει την αναγκαιότητα και την αναλογικότητα της έκδοσης μιας ΕΕΕ. Η Προεδρία πρότεινε να προστεθεί νέα διάταξη για το ζήτημα αυτό, πράγμα που υποστηρίχθηκε από όλες τις αντιπροσωπίες. Ορισμένα κράτη μέλη τόνισαν ότι η αναλογικότητα θα πρέπει επίσης να συνιστά λόγο άρνησης για την αρχή εκτέλεσης. Ωστόσο, μια ευρεία πλειοψηφία αντιπροσωπιών κρίνει ότι ένας λόγος άρνησης βασιζόμενος στην αναλογικότητα θα υπονόμευε την ενωσιακή συνεργασία που βασίζεται στην αμοιβαία αναγνώριση και την αμοιβαία εμπιστοσύνη. Οι αντιπροσωπίες αυτές τόνισαν επίσης ότι η αρχή έκδοσης είναι η πλέον αρμόδια για αυτήν την εκτίμηση της αναλογικότητας. Εάν ο έλεγχος αυτός ανατεθεί στην αρχή εκτέλεσης, η αρχή αυτή θα υποχρεούται να προβαίνει σε ουσιαστική ανάλυση της υπόθεσης, με τον πρόσθετο κίνδυνο να ζητούνται εκτενείς πληροφορίες από την αρχή έκδοσης και να καθυστερεί η συνεργασία. Βάσει των ανωτέρω, η έλλειψη λόγου άρνησης βασιζόμενου στην αναλογικότητα πρέπει να θεωρηθεί στο ευρύτερο πλαίσιο της νομοθετικής πράξης η οποία περιλαμβάνει ήδη πολλές πτυχές που αντιμετωπίζουν έμμεσα την αναλογικότητα. Σε αυτές περιλαμβάνεται, π.χ., το γεγονός ότι η αρχή εκτέλεσης θα έχει πάντοτε τη δυνατότητα να επιλέγει ένα μέτρο λιγότερο οχληρό από το μέτρο που αναφέρεται στην ΕΕΕ εάν με το μέτρο αυτό επιτυγχάνονται παρόμοια αποτελέσματα. Είναι επίσης σημαντικό να τονιστεί ότι, για τα πλέον οχληρά μέτρα, θα προβλέπεται ευρύς λόγος άρνησης ο οποίος θα περιλαμβάνει κάποιον έλεγχο αναλογικότητας. Και άλλα θέματα, όπως π.χ. το θέμα του κόστους που αναφέρεται κατωτέρω και ορισμένοι ήδη προαναφερθέντες λόγοι άρνησης, θα επηρεάζουν έμμεσα την αναλογικότητα. Διαπιστώθηκε επίσης κατά τις τελευταίες συνεδριάσεις της Ομάδας ότι θα πρέπει να διεξαχθούν περαιτέρω συζητήσεις για τη δυνατότητα παροχής μεγαλύτερης ευελιξίας για αδικήματα ήσσονος σημασίας. 15531/10 ΑΚ/γπ 6

5. Κόστος και επιπτώσεις για τους πόρους του κράτους εκτέλεσης Κατά τις συζητήσεις, διάφορες αντιπροσωπίες διατύπωσαν ανησυχία για το κόστος εκτέλεσης μιας ΕΕΕ και για τις ενδεχόμενες επιπτώσεις του στους πόρους του κράτους εκτέλεσης, και συμφώνησαν ότι πρέπει να διεξαχθεί σχετική συζήτηση στο ανώτατο επίπεδο. Όσον αφορά το συγκεκριμένο αυτό θέμα, ορισμένες αντιπροσωπίες κρίνουν ότι τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να εκτελούν μια ΕΕΕ εάν η εκτέλεση αυτή θα απαιτούσε τη χρήση δυσανάλογων πόρων από το κράτος εκτέλεσης. Προτάθηκε επίσης να συνδεθεί η υποχρέωση του κράτους εκτέλεσης με τη χρήση πόρων που θα διέθετε το κράτος αυτό για παρόμοια εθνική υπόθεση η προσέγγιση αυτή είναι η προσέγγιση που ακολουθεί η πρόταση για την ΕΕΕ όσον αφορά τις προθεσμίες. Και στο σημείο αυτό, η Προεδρία κρίνει ότι οι πόροι που απαιτούνται για την εκτέλεση μιας ΕΕΕ δεν θα πρέπει να συνιστούν γενικό λόγο άρνησης, διότι κάτι τέτοιο θα παρείχε υπερβολική διακριτική ευχέρεια στην αρχή εκτέλεσης και θα σήμαινε ότι η αρχή έκδοσης δεν θα γνωρίζει ποτέ τι μπορεί να αναμένει. Όπως και για τα άλλα θέματα που αναπτύσσονται στο ανά χείρας έγγραφο, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η ευελιξία που προβλέπεται ήδη στη νομοθετική πράξη, πράγμα που θα διασκεδάσει τις ανησυχίες των κρατών μελών για το θέμα αυτό. Μπορεί να αναφερθεί, π.χ., η δυνατότητα που προβλέπεται στην πρόταση για παράταση των προθεσμιών εάν δεν είναι εφικτές σε μια συγκεκριμένη υπόθεση, καθώς και για άρνηση εκτέλεσης ιδιαίτερα οχληρών μέτρων (παρακολούθηση τηλεπικοινωνιών, διείσδυση, κλπ.) εάν τα μέτρα αυτά δεν θα εγκρίνονταν σε παρόμοια εθνική υπόθεση. Η Προεδρία κρίνει ότι είναι δυνατόν να εξευρεθούν και άλλες λύσεις, π.χ., με τον επιμερισμό του κόστους μεταξύ των κρατών έκδοσης και εκτέλεσης, σε περιπτώσεις που θα πρέπει να καθοριστούν. Επομένως, η Προεδρία καλεί τις αντιπροσωπίες να συμφωνήσουν ότι η αναλογικότητα και το κόστος είναι σημαντικά ζητήματα για τα οποία είναι προτιμότερο να εξευρεθούν λύσεις διαφορετικές από την πρόβλεψη συγκεκριμένου λόγου άρνησης, και ότι απαιτούνται περαιτέρω εργασίες για την εξεύρεση της κατάλληλης ισορροπίας. Το Συμβούλιο καλείται να διεξαγάγει συζήτηση προσανατολισμού και να παράσχει οδηγίες στην Ομάδα με βάση τους προαναφερόμενους προσανατολισμούς. 15531/10 ΑΚ/γπ 7