και η «ρινοπαραρρινοκολπίτιδα»



Σχετικά έγγραφα
ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΟΞΕΙΑΣ ΡΙΝΟΚΟΛΠΙΤΙΔΑΣ ΣΕ ΕΝΗΛΙΚΕΣ

ΚΥΝΑΓΧΗ, ΙΓΜΟΡΙΤΙΔΑ. Σαµπατάκου Ελένη Επ. Καθηγήτρια Παθ/γίας Λοιµώξεων Β Παν/κη Κλινική ΕΚΠΑ

Οι οδοντικές λοιμώξεις της άνω γνάθου μπορεί να μιμηθούν συμπτωματολογία γναθιαίας κολπίτιδας.

Τα συνηθέστερα αίτια της οξείας φαρυγγοαμυγδαλίτιδας αναφέρονται στον Πίνακα. PINΙΟΙ 20% ΚΟΡΟΝΑΪΟΙ 8% ΑΔΕΝΟΪΟΙ 5% ΕΡΠΗΤΟΪΟΣ 1-2 4% ΙΟΣ EPSTEIN-BARR 2%

ΜΕΣΗ ΩΤΙΤΙΣ ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΜΕΣΗ ΩΤΙΤΙΣ

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ

ΣΟΒΑΡΟ ΑΣΘΜΑ ΚΑΙ ΡΙΝΙΤΙΔΑ «ΩΡΛ ΑΠΟΨΗ» ΠΑΥΛΟΣ Β. ΜΑΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗΣ ΕΠ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Β ΏΡΛ ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΚΠΑ

ΟΞΕΙΑ ΠΥΕΛΟΝΕΦΡΙΤΙΔΑ

Λοιμώξεις Αναπνευστικού

Λοιμώξεις Ανώτερου Αναπνευστικού

Ρινικοί πολύποδες και αντιμετώπιση

Δράμα Πνευμονία από την κοινότητα Κ.Κανελλακοπούλου

Ωτορινολαρυγγολόγος, Αναπληρωτής Διευθυντής ΩΡΛ Κλινμικής Γεν. Νοσοκομείου Βόλου

Ρινοκολπίτιδα και Αντιβιοτικά. Βασίλειος Παπανικολάου, Επιμελητής Α 1 Η Πανεπιστημιακή ΩΡΛ Κλινική Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Αθηνών

Οι λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος διακρίνονται σύμφωνα με την ανατομία του, σε 3 μεγάλες κατηγορίες:

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ Η ενδιαφέρουσα περίπτωση του μήνα Α Κ Τ Ι Ν Ο Λ Ο Γ Ι Κ Η Ε Τ Α Ι Ρ Ε Ι Α Β Ο Ρ Ε Ι Ο Υ Ε Λ Λ Α Δ Ο Σ

4 ο Σεμινάριο Συνεχιζόμενης Ιατρικής Εκπαίδευσης Ημέρες Άσθματος 2014 «ΦΑΙΝΟΤΥΠΟΙ & ΕΝΔΟΤΥΠΟΙ ΑΣΘΜΑΤΟΣ» Μαρτίου 2016

Η ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΣΩΜΑΤΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΩΣ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ΑΙΤΗΜΑ: ΓΝΩΡΙΖΩ-ΠΡΟΛΑΜΒΑΝΩ-ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΩ

ΟΞΕIΕΣ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ ΚΑΤΩΤΕΡΟΥ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟU ΣΥΣΤHΜΑΤΟΣ

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Θ Ρ Α Κ Η Σ

Χρόνια παραρρινοκολπίτιδα στους ενήλικες: διαγνωστική και θεραπευτική προσέγγιση

ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ ΚΑΤΩΤΕΡΟΥ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ (Υπεύθυνος : M Λαζανάς. 1.Εμπειρική θεραπεία πνευμονίας από την κοινότητα

Λοιμώξεις ανωτέρου αναπνευστι κού. Δήμητρα Καββαθά Παθολόγος Λοιμωξιολόγος Διευθύντρια ΕΣΥ ΔΠΠΚ

ΩΤΟΡΙΝΟΛΑΡΥΓΓΟΛΟΓΙΚΆ ΠΡΟΒΛΉΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΆΔΥΣΗ

διαταραχές και δυσκολία στη βάδιση άνοια επιδείνωση του ελέγχου της διούρησης- ακράτεια ούρων

ΠΑΥΛΟΣ ΜΑΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗΣ ΩΤΟΡΙΝΟΛΑΡΥΓΓΟΛΟΓΟΣ ΑΝ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΕΚΠΑ. Ρινίτιδα: Συντηρητικά ή Χειρουργικά

Διευθυντής Παθολογικής Κλινικής Ευρωκλινική Αθηνών

Pocket Guide Οδηγός Τσέπης EP3OS

ΡΙΝΙΚΟΙ ΠΟΛΥΠΟΔΕΣ. Γενικά. Συχνότητα εντόπιση

ΥΠΕΡΤΡΟΦΙΑ ΡΙΝΙΚΩΝ ΚΟΓΧΩΝ. Τι είναι οι ρινικές κόγχες;

Λοιμώδης Διάρροια (( Υπεύθυνος: Γ Πετρίκκος, Συνεργάτης:Σ Τσιόδρας)

ΣΚΟΛΙΩΣΗ ΡΙΝΙΚΟΥ ΔΙΑΦΡΑΓΜΑΤΟΣ

(FESS=Functional Endoscopic Sinus Surgery)

ΣΟΙΧΕΙΑ ΠΑΙΔΙΑΣΡΙΚΗ Ο ΚΑΘΗΓΗΣΗ ΣΙΡΩΝΗ.Β.ΦΡΗΣΟ

Αντιμετώπιση της Αλλεργικής Ρινίτιδας

Γεώργιος Λεβαντής 1, Ελένη Κυρίου 1,Ελευθέριος Βογιατζόγλου 2, Ανδριάνα Δώνου 2, Ελευθέριος Κουτσαντωνίου 1, Σοφία Λαφογιάννη 1, Χαρίκλεια Λούπα 2.

ΑΝΑΦΥΛΑΞΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΕΡΓΙΚΟ SHOCK

Στοιχειώδεις Δεξιότητες στην Οφθαλμολογία

Τα παθογόνα μικρόβια στο ιαβητικό πόδι σε ασθενείς που παρακολουθούνται στο ιατρείο ιαβητικού ποδιού και θεραπεύονται εκτός νοσοκομείου.

ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΩΝ:

Γνωριμία με τα αυτοάνοσα ρευματικά νοσήματα

ΚΡΑΝΙΟΕΓΚΕΦΑΛΙΚΕΣ ΚΑΚΩΣΕΙΣ

ΠΝΕΥΜΟΝΙΕΣ. Αικατερίνη Κ. Μασγάλα. Επιμελήτρια Α Α Παθολογικής Κλινικής

ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΜΕ ΑΠΛΗ ΑΚΤΙΝΟΓΡΑΦΙΑ ΝΕΚΡΩΤΙΚΩΝ ΛΟΙΜΩΞΕΩΝ ΜΑΛΑΚΩΝ ΜΟΡΙΩΝ ΣΕ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟ ΠΟΔΙ.

ΥΔΡΟΚΕΦΑΛΟΣ ΣΕ ΕΝΗΛΙΚΕΣ

Η βακτηριακήμηνιγγίτιςπαρά την ύπαρξη αποτελεσματικής αντιμικροβιακήςθεραπείας εξακολουθεί να είναι παράγων επιμένουσας

ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΣΥΝΗΘΗ ΑΙΤΙΑ ΔΥΣΟΥΡΙΑΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΟΥΡΟΛΟΙΜΩΞΕΩΝ. 1. Νοσήματα της ουροδόχου κύστης. 2. Νοσήματα της ουρήθρας. 3.

ΔΙΑΒΗΤΙΚΟ ΠΟΔΙ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΙΚΟΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ. Κ. ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Διευθυντής Γ.Ν.Α. «Γ. Γεννηματάς»

Κατευθυντήριες οδηγίες για την αντιµετώπιση της µέσης ωτίτιδας

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΛΟΙΜΩΞΗΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ (SSI) ΠΝΕΥΜΟΝΙΑΣ (PN) Ρουμπελάκη Μαρία Νοσηλεύτρια PhD,καθηγήτρια ΤΕΙ Ηρακλείου

Δεκαπεντάλεπτη προετοιμασία του φοιτητή για το μάθημα των ουρολοιμώξεων.

Η ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΣΤΗΝ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΦΛΕΓΜΟΝΩΝ ΣΤΟ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟ ΠΟΔΙ. Κ. ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Διευθυντής Γ.Ν.Α. «Γ. Γεννηματάς»

Χρόνια ρινίτιδα, ρινοκολπίτιδα, λοίμωξη ή αλλεργία;

Νεότερες παρεµβάσεις στην πρόληψη και θεραπεία του διαβητικού ποδιού

Θεραπευτική προσέγγιση βακτηριακών λοιμώξεων ΚΝΣ. Μαρία Θεοδωρίδου

ΦΩΤΙΖΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΠΛΕΥΡΕΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΚΡΥΟΛΟΓΗΜΑΤΟΣ

ΚΟΚΚΙΝΗΣ ΦΟΙΒΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΣ Β. ΠΝΕΥΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΦΥΜΑΤΙΟΛΟΓΟΣ ΠΝΕΥΜΟΝΟΛΟΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΓΝΝ ΛΑΜΙΑΣ

Οσφυαλγία-Ισχιαλγία ( Πόνος στη µέση )

ΑΛΛΕΡΓΙΚΗ ΡΙΝΙΤΙΔΑ ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ & ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

Η ενδοσκοπική χειρουργική των παραρρινίων κοιλοτήτων στην παιδική ηλικία

ΜΥΛΩΝΑ ΕΛΕΝΑ ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ Ε ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΛΙΝΙΚΗΣ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΟΜΕΝΗ ΛΟΙΜΩΞΕΩΝ


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΔΥΣΠΛΑΣΙΕΣ ΣΤΟΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΓΝΑΘΟΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

Ρευματικός Πυρετός και Μεταστρεπτοκοκκική Αντιδραστική Αρθρίτιδα

2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΣΕ ΔΡΑΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ. Κάθε ml διαλύματος περιέχει Sodium Diclofenac 1mg + Tobramycin 3mg

Αξιολόγηση και θεραπεία Από τα πρωτόκολλα των SOS Ιατρών Επιμέλεια Γεώργιος Θεοχάρης

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ ΣΥΝΤΑΓΟΓΡΑΦΗΣΗΣ ΣΕ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ( Υπεύθυνος: Γ Πετρίκκος, Συνεργάτες: M Σουλή, Δ Πλαχούρας )

Συνήθη αναπνευστικά προβλήματα παιδικής ηλικίας

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΝΕΜΟΒΛΟΓΙΑ

Παθογένεια της έξαρσης της Χ.Α.Π

Λοιμώξεις ουροποιητικού. Αικατερίνη Κ. Μασγάλα

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΛΟΙΜΩΔΩΝ ΠΑΡΟΞΥΝΣΕΩΝ ΤΗΣ ΧΑΠ

Νοσηρότητα - Βακτηριαιμία 28 ημέρες Θνητότητα 5%

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΓΡΙΠΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟ Ο ΓΡΙΠΗΣ

ΕΑΡΙΝΕΣ ΑΛΛΕΡΓΙΕΣ & ΑΛΛΕΡΓΙΚΗ ΡΙΝΙΤΙΔΑ

Τι είναι το διάφραγμα;

Σεξουαλικά µεταδιδόµενα νοσήµατα και AIDS στους εφήβους. Χαράλαµπος Ανταχόπουλος 3 η Παιδιατρική Κλινική ΑΠΘ

Προαγωγή Υγείας Πρόληψη Νόσου Ιατρική κοινότητας

Τι είναι το γλαύκωμα;

ΠΝΕΥΜΟΝΙΑ. Γ. Λ. Δαΐκος, M.D. Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ, Λαϊκό Νοσοκομείο. Δεκέμβριος 2014

Υπάρχουν κάποια συμπτώματα που τις περισσότερες φορές δηλώνουν κάποια σοβαρή νόσο.

Η αντίσταση των μικροβίων στα αντιβιοτικά αυξάνει συνεχώς - Ο Δρόμος για την Θεραπεία Τετάρτη, 16 Νοέμβριος :45

Θεραπεία Αναεροβίων Λοιμώξεων Βασικές Αρχές

ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΝΕΦΡΟΥ. Λειτουργία των νεφρών. Συμπτώματα της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας

Αντιβιοτικά- Χρήση και κατάχρηση

ΥΔΡΟΚΗΛΗ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΟΣΧΕΟΥ - ΥΔΡΟΚΗΛΗ - ΚΙΡΣΟΚΗΛΗ - ΣΥΣΤΡΟΦΗ ΣΠΕΡΜΑΤΙΚΟΥ ΤΟΝΟΥ - ΚΥΣΤΗ ΕΠΙΔΙΔΥΜΙΔΑΣ - ΣΠΕΡΜΑΤΟΚΥΣΤΗ - ΚΥΣΤΕΣ ΟΣΧΕΟΥ

ΟΥΡΟΛΟΙΜΩΞΕΙΣ ΠΥΕΛΟΝΕΦΡΙΤΙΔΑ

Παθήσεις του επιπεφυκότα, του κερατοειδή και του σκληρού. Π. Οικονομίδης Καθηγητής ΑΠΘ Θ. Γιαννόπουλος Ειδικευόμενος Οφθαλμίατρος

!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!ΝΕΥΡΟΛΟΓΙΚΕΣ!ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ!ΛΟΙΜΩΞΕΩΝ!ΚΝΣ!

Συνήθη λάθη στην αντιμετώπιση κοινών παιδιατρικών λοιμώξεων ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΠΑΙΔΙΑΤΡΟΣ Α ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΑΠΘ

ΙΦΝΕ (ΕΚ, ν.crohn, απροσδιόριστη) Συνήθεις λοιμώδεις, παρατεταμένες συστηματικές, αφροδισιακές-παρασιτικές, ιογενείς λοιμώξεις Φάρμακα και τοξίνες

Οξεία μονοαρθρίτιδα. 2 ο Κλινικό Σεμινάριο Εσωτερικής Παθολογίας Οκτ 2015, Πάτρα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ TΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ. Ενα g ρινικής αλοιφής περιέχει 21,5mg Mupirocin calcium που αντιστοιχεί σε 20mg (2% w/w) Mupirocin.

Πνευμονία. Ενότητα 6: Λοιμώξεις αναπνευστικού

Ανεπαρκεια Της Μεβαλονικης Κινασης (MKD) (Ή Υπερ-Igd Σύνδρομο)

ΕΝΔΟΔΟΝΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Ρευματολογία. Ψωριασική Αρθρίτιδα. Στέφανος Πατεράκης Φυσικοθεραπευτής, καθηγητής φυσ/πείας

ΟΥΡΟΛΟΙΜΩΞΕΙΣ ΤΟΥ ΣΚΥΛΟΥ & ΤΗΣ ΓΑΤΑΣ Λ.Β.Α. 1

Χρόνια βρογχίτιδα στην τρίτη ηλικία. Χρυσόστομος Αρβανιτάκης 7ο εξάμηνο

Θεραπευτικές εξελίξεις στις λοιμώξεις. Ε. Κωστής 2018

Transcript:

Ρινοπαραρρινοκολπίτιδα Για το γενικό ιατρό ΣΤΑΥΡΟΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ Ω.Ρ.Λ., Διευθυντής Noσοκομείου «Άγιος Σάββας» Η ρινοκολπίτιδα είναι ένα σημαντικό και αυξανόμενο πρόβλημα υγείας που οδηγεί σε ένα μεγάλο οικονομικό βάρος την κοινωνία. Η ρινίτιδα και η ιγμορίτιδα συνυπάρχουν συνήθως και είναι ταυτόχρονες στα περισσότερα άτομα, κατά συνέπεια η σωστή ορολογία είναι τώρα ρινοκολπίτιδα. Η ρινοκολπίτιδα ορίζεται ως η φλεγμονή της μύτης και των παραρρινίων κόλπων που χαρακτηρίζονται από δύο ή περισσότερα συμπτώματα, ένα από τα οποία πρέπει να είναι είτε η ρινική συμφόρηση, είτε η πυώδης ρινική έκκριση, πόνος κατά την πίεση του προσώπου, μείωση ή απώλεια της όσφρησης. Ο ενδοσκοπικός έλεγχος και η αξονική τομογραφία βοηθούν στη διάγνωση και στη θεραπεία της νόσου. Εισαγωγή Η ρινοπαραρρινοκολπίτιδα χαρακτηρίζεται από φλεγμονή των ιγμόρειων, ηθμοειδών και μετωπιαίων κόλπων και υπολογίζεται ότι αποτελεί την αιτία περίπου 25 εκατομμυρίων επισκέψεων σε ιατρεία στις Η.Π.Α. ετησίως. Είναι η πέμπτη συχνότερη αιτία συνταγογράφησης αντιβιοτικών από τους παθολόγους. Οι παθολόγοι έχουν την τάση να συνταγογραφούν αντιβιοτικά περίπου στο 90% των περιπτώσεων, παρότι οι περισσότερες περιπτώσεις θα αποδράμουν αυτόματα. Για πρακτικούς λόγους, η «παραρρινοκολπίτιδα» και η «ρινοπαραρρινοκολπίτιδα» είναι καταστάσεις αλληλένδετες και εναλλασσόμενες, όμως πολλοί ειδικοί προτιμούν πλέον τον τελευταίο όρο, διότι τα ανατομικά στοιχεία της ρινός, τα οποία είναι παρακείμενα των παραρρινίων κόλπων επίσης φλεγμαίνουν σε όλες τις περιπτώσεις μαζί με τους ίδιους τους κόλπους. Πίνακας 1. Παθογόνα μικρόβια οξείας παραρρινοκολπίτιδας Streptococcus pneumoniae 76% Haemophilus influenzae Moraxella catarrhalis 3-7% Staphylococcus aureus, κ.ά. Αιτιολογία και Παθογένεση Οι ιοί που προσβάλλουν το αναπνευστικό είναι οι συχνότερες αιτίες οξείας ρινοπαραρρινοκολπίτιδας. Η οξεία βακτηριακή ρινοπαραρρινοκολπίτιδα γενικά εκδηλώνεται ως μία δευτεροπαθής λοίμωξη που προκαλείται από μία ιογενή λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού. Οι πραγματοποιηθείσες, δια παρακεντήσεως, καλλιέργειες του κόλπου δείχνουν ότι τα συχνότερα παθογόνα μικρόβια είναι ο Streptococcus pneumoniae και ο Haemophilus influenzae. Εντούτοις, ενίοτε απομονώνονται κι άλλοι στρεπτόκοκκοι, καθώς και η Moraxella catarrhalis. Τα αναερόβια έχουν ενοχοποιηθεί για μερικές περιπτώσεις χρόνιας παραρρινοκολπίτιδας, παρότι ο παθολογικός τους ρόλος είναι ασαφής (πίνακας 1). Σε ασθενείς με αρρύθμιστο σακχαρώδη διαβήτη, ουδετεροπενία ή άλλες καταστάσεις ανοσοκαταστολής, αιτιολογικοί παράγοντες, όπως Aspergillus, Rhizopus (mucor), Candida, Alternaria, Pseudomonas, Nocardia, Legionella, άτυπα μυκοβακτήρια και κάποια παράσιτα, είναι ασυνήθεις αλλά σημαντικοί και θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. Η ενδονοσοκομειακή παραρρινοκολπίτιδα που σχετίζεται με τους ρινοτραχειακούς ή τους ρινογαστρικούς σωλήνες είναι συχνά πολυμικροβιακή. Σε αυτή τη νοσολογική οντότητα, ο Staphylococcus aureus, τα Gram (-) εντεροβακτήρια και τα αναερόβια, ιδιαίτερα οι αναερόβιοι στρεπτόκοκκοι και τα βακτηριοειδή, μπορεί να είναι παρόντα (πίνακας 2). Η φυσιολογική ασηψία των κόλπων διατηρείται με το συνεχή καθαρισμό μέσω του κροσσωτού επιθηλίου του βλεννογόνου. Μία ποικιλία παθοφυσιολογικών και ανατομικών ανωμαλιών μπορεί να οδηγήσει σε απόφραξη του στομίου του κόλπου και του ρινικού πόρου, ένας μηχανισμός συνήθης 25

Πίνακας 2. Συνηθέστερα αίτια Οδοντογενής μόλυνση Klebsiella pneumoniae Escherichia coli Streptococcus faecalis Ενδονοσοκομειακή λοίμωξη Gram (-) μικρόβια Pseudomonas aeruginosa Klebsiella pneumoniae Enterobacter Proteus mirabilis Escherichia coli Ανοσοκατασταλμένα ή ηλικιωμένα διαβητικά άτομα Myrcomycosis Aspergillosis στην παθογένεση των περισσότερων περιπτώσεων μικροβιακής παραρρινοκολπίτιδας. Παρότι η ιογενής λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού πιθανώς είναι η πιο συχνή αιτία, η αλλεργική και η αγγειοκινητική ρινίτιδα μπορούν επίσης να προκαλέσουν μικροβιακή παραρρινοκολπίτιδα. Το φύσημα της μύτης μπορεί να προωθήσει υγρό και μικρόβια εντός των παραρρινίων κόλπων και να προκαλέσει παραρρινοκολπίτιδα. Στους ανατομικούς παράγοντες περιλαμβάνονται η πολυποδίαση της ρινός, η σκολίωση του ρινικού διαφράγματος, οι ρινοτραχειακοί σωλήνες, οι ρινογαστρικοί σωλήνες και άλλα ξένα σώματα. Οι διαφορές στο υψόμετρο, οι καταδύσεις και η κολύμβηση θεωρείται ότι παίζουν κάποιο ρόλο σε μερικά άτομα. Το κάπνισμα και κάποιες ναρκωτικές ουσίες ενδορρινικής λήψης μπορούν να βλάψουν τη λειτουργία του κροσσωτού επιθηλίου, προδιαθέτοντας σε παραρρινοκολπίτιδα. Οποιαδήποτε από αυτές τις καταστάσεις μπορεί να αυξήσει το οίδημα εντός ή εγγύς του στομίου του κόλπου ή να βλάψει τον καθαρισμό των παραρρινίων κόλπων. Ένας σχετικά σαφής παθογενετικός μηχανισμός είναι η περιστασιακή επέκταση ενός οδοντικού αποστήματος εντός των ιγμορείων. Κλινική εικόνα Το άλγος του προσώπου και η συμφόρηση είναι τα συχνότερα χαρακτηριστικά ευρήματα από το ιστορικό, παρότι τα συμπτώματα αυτά διαπιστώνονται και σε άλλες αιτίες ρινικής απόφραξης, όπως την ιογενή ή την αλλεργική ρινίτιδα. Η οδονταλγία της άνω γνάθου και η πυώδης ρινόρροια είναι επίσης συχνά ευρήματα της οξείας ρινοπαραρρινοκολπίτιδας (πίνακας 3). Ένα παρατεινόμενο (>10 ημερών) «κρυολόγημα» με συμφόρηση και άλγος προσώπου, με ή χωρίς πυώδη έκκριση, συνήθως αναγκάζει τον ασθενή σε ιατρική εξέταση. Κάποιοι ασθενείς μπορεί να αναφέρουν μία διφασική πάθηση, με βελτίωση και μετά επιδείνωση των συμπτωμάτων. Μπορεί να υπάρχει πυρετός, χωρίς όμως αυτό να είναι τυπικό εύρημα. Μερικοί ασθενείς μπορεί να έχουν υποξέα (διάρκειας 4 έως 12 εβδομάδων) ή χρόνια (διάρκειας μεγαλύτερης των 12 εβδομάδων) συμπτώματα (πίνακας 4). Επιπλοκές Σοβαρές, απειλητικές για τη ζωή, επιπλοκές της παραρρινοκολπίτιδας είναι ασυνήθεις στην εποχή των αντιβιοτικών, όμως μπορεί να συμβούν. Η οστέινη μοίρα των οφθαλμικών κόγχων περιβάλλεται από τους παραρρίνιους κόλπους σε τρία μέρη, συνεπώς μία λοίμωξη του κόγχου μπορεί να προκληθεί από παραρρινοκολπίτιδα, ιδιαίτερα την ηθμοειδίτιδα, με την επέκτασή της μέσω του παπυρώδους πετάλου του ηθμοειδούς. Ένα οιδηματώδες άνω βλέφαρο μπορεί να είναι το πρώτο κλινικό σημείο, ακολουθούμενο από πτώση, χύμωση του επιπεφυκότα, πρόπτωση και οφθαλμοπληγία. Η μεμονωμένη λοίμωξη των μετωπιαίων κόλπων είναι σπάνια αλλά δυνητικά σοβαρή. Η πρόσθια επέκταση της λοίμωξης από το μετωπιαίο κόλπο μπορεί να οδηγήσει σε οστεομυελίτιδα του μετωπιαίου οστού, η οποία εκδηλώνεται με κεφαλαλγία, πυρετό και ένα ψηλαφητό μαλακό (ζυμώδες) οίδημα του μετωπιαίου οστού, καλούμενο οιδηματώδης όγκος του Pott. Η ανάδρομη μετανάστευση σηπτικού θρόμβου κατά μήκος του φλεβικού δικτύου μπορεί να οδηγήσει σε θρομφοφλεβίτιδα του σηραγγώδους κόλπου. Τα κλινικά ευρήματα περιλαμβάνουν πυρετό, τοξικότητα, χύμωση, πρόπτωση, παράλυση κρανιακών νεύρων με συμμετοχή του ΙΙΙ (κοινού κινητικού), του IV (τροχιλιακού) και του VI (απαγωγού). Η θρόμβωση του σηραγγώδους κόλπου μπορεί να καταστεί αμφοτε- Πίνακας 3. Κλινική εικόνα Πίνακας 4. Ορισμοί Συμπτώματα λοίμωξης του αν. αναπνευστικού, εντονότερα και παρατεινόμενα (>10 ημερών). Κάποιοι ασθενείς περιγράφουν μία «διφασική» πάθηση Άλγος, αίσθηση πληρότητας στο πρόσωπο Ρινική συμφόρηση με ή χωρίς πυώδη ρινόρροια Πυρετός, κακουχία Μετωπιαία ή βρεγματική κεφαλαλγία, ή οδονταλγία της άνω γνάθου Ευαισθησία στην ψηλάφηση ή επίκρουση του πάσχοντος κόλπου (όταν πρόκειται για πρόσθιο) Ελάττωση της όσφρησης Περικογχικό οίδημα Παραρρινοκολπίτιδα: Είναι η φλεγμονή του βλεννογόνου των παραρρινίων κόλπων. Οξεία (<4 εβδ.) Υποξεία (>4 εβδ. και <3 μην.) Χρόνια (>3 μην.) Φλεγμονή όλων των κόλπων = παγκολπίτιδα 26

Πίνακας 5. Επιπλοκές Βλεννογονοκήλη-πυοκήλη (κεφαλαλγία, διόγκωση, διπλωπία) Οστεΐτιδα, οστεομυελίτιδα (πυρετός, λευκοκυττάρωση, μετωπιαία κεφαλαλγία, "Pott s puffy tumor") Ο.Μ.Ω. Μαστοειδίτιδα Κυτταρίτιδα οφθ. κόγχου, απόστημα οφθ. κόγχου, περικογχικό (υποπεριοστικό) απόστημα (απώλεια όρασης, επέκταση στο Κ.Ν.Σ.) Σύνδρομο του υπερκόγχιου σχίσματος (παράλυση του απαγωγού ν., βλάβες άλλων κρανιακών ν., εξόφθαλμος, οφθαλμοπληγία, άλγος οφθαλμικού κόγχου) Εξωμηνιγγικό, υποσκληρίδιο, εγκεφαλικό απόστημα (κεφαλαλγία, έμετοι, ναυτία, πυρετός, νευρολογικές βλάβες) Βακτηριακή μηνιγγίτιδα (πυρετός, κεφαλαλγία, φωτοφοβία, δυσκαμψία Α.Μ.Σ.Σ. και Ο.Μ.Σ.Σ., έμετοι, επιληπτικοί σπασμοί) Θρόμβωση σηραγγώδους κόλπου (οίδημα οφθ. κόγχου, φλεβική στάση, συμμετοχή κρανιακών νεύρων, πυρετός, ναυτία, έμετοι, κεφαλαλγία, οξέως πάσχοντες ασθενείς) ρόπλευρη, λόγω εξάπλωσης μέσω των ενδοσηραγγωδών επικοινωνιών. Επέκταση στις μήνιγγες ή το εγκεφαλικό παρέγχυμα μπορεί να συμβεί άμεσα ή μέσω του φλεβικού δικτύου και μπορεί να οδηγήσει σε επισκληρίδιο ή υποσκληρίδιο απόστημα, απόστημα του μετωπιαίου λοβού ή μηνιγγίτιδα (πίνακας 5). Πίνακας 6. Διάγνωση παραρρινοκολπίτιδας Κύρια συμπτώματα Δευτερεύοντα συμπτώματα 1. Πόνος στο πρόσωπο 1. Πυρετός 2. Ρινική απόφραξη 2. Δυσοσμία στόματος 3. Πυώδεις εκκρίσεις 3. Οδονταλγία 4. Υποσμία 4. Βήχας Το άλγος του προσώπου και η συμφόρηση είναι τα συχνότερα χαρακτηριστικά ευρήματα από το ιστορικό, παρότι τα συμπτώματα αυτά διαπιστώνονται και σε άλλες αιτίες ρινικής απόφραξης, όπως την ιογενή ή την αλλεργική ρινίτιδα. Η οδονταλγία της άνω γνάθου και η πυώδης ρινόρροια είναι ε- πίσης συχνά ευρήματα της οξείας ρινοπαραρρινοκολπίτιδας Διαφορική διάγνωση Συχνές αιτίες πρόκλησης ρινικών και «παραρρινοκολπικών» συμπτωμάτων είναι η αλλεργική ρινίτιδα, η οξεία ιογενής λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού, η αγγειοκινητική ρινίτιδα (ιδιοπαθής), η κατάχρηση ρινικών σταγόνων (φαρμακευτική ρινίτιδα) και η σκολίωση του ρινικού διαφράγματος. Λιγότερο συχνές αιτίες είναι οι ρινικοί πολύποδες, η κοκκιωμάτωση Wegener, η αγγειοκινητική ρινίτιδα που προκαλείται από φάρμακα (κοκαΐνη, πραζοσίνη και αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης), ξένο σώμα, όγκος, διαφυγή εγκεφαλονωτιαίου υγρού και κάποιες ορμονικές διαταραχές (υποθυρεοειδισμός, κύηση). Διαγνωστική προσέγγιση Παρά το γεγονός ότι κανένα σημείο ή σύμπτωμα δεν είναι από μόνο του διαγνωστικό μικροβιακής λοίμωξης, αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι κάποια κλινικά ευρήματα είναι χρήσιμα και ιδιαίτερα ο συνδυασμός αυτών. Τα συμπτώματα αυτά γενικά ταξινομούνται σε πρωτεύοντα και δευτερεύοντα. Τα ακόλουθα 3 συμπτώματαπαρουσία ρινικής απόφραξης, ετερόπλευρη οδονταλγία της άνω γνάθου και μικρή ανταπόκριση στην αποσυμφορητική θεραπεία-σε συνδυασμό με το πυώδες ρινικό έκκριμα, είναι ενδεικτικά οξείας μικροβιακής ρινοπαραρρινοκολπίτιδας. Η παρουσία 4 ή περισσότερων από τα ευρήματα αυτά αυξάνει την πιθανότητα της οξείας παραρρινοκολπίτιδας. Η παρουσία ενός ή κανενός από τα ευρήματα αυτά μειώνει σημαντικά την πιθανότητα αντίστοιχα (πίνακας 6). Άλλες διαγνωστικές εξετάσεις που είναι διαθέσιμες στο γενικό ιατρό είναι η απλή ακτινογραφία και η αξονική τομογραφία (CT). Η απλή ακτινογραφία είναι περιορισμένης ευαισθησίας και ειδικότητας για τη μικροβιολογικά αποδεδειγμένη παραρρινοκολπίτιδα. Η CT των κόλπων είναι μία εξέταση υψηλής ευαισθησίας αλλά μικρής ειδικότητας. Λαμβάνοντας υπόψη το κόστος, η χρήση της ακτινογραφίας ή άλλων απεικονιστικών μεθόδων στην αρχική εκτίμηση μίας πιθανής παραρρινοκολπίτιδας είναι πάντοτε πιο δαπανηρή και όχι πιο αποτελεσματική από τις άλλες μεθόδους, όπως είναι η εμπειρική αντιβιοτική αγωγή σε ασθενείς με αρκετά μεγάλη κλινική πιθανότητα βακτηριακής ρινοπαραρρινοκολπίτιδας και η συμπτωματική αγωγή σε άλλους. Για τους λόγους αυτούς, ακτινογραφία συνιστάται μόνο όταν η αρχική θεραπεία είναι αναποτελεσματική ή σε υποτροπιάζουσες περιπτώσεις. Αντιμετώπιση και Θεραπεία Η οξεία ρινοπαραρρινοκολπίτιδα αποδράμει χωρίς αντιβιοτική αγωγή στις περισσότερες περιπτώσεις. Μη τοξικοί, ανοσοεπαρκείς ασθενείς με οξεία μη επιπλεγμένη ρινοπαραρρινοκολπίτιδα θα πρέπει να αντιμετωπίζονται συμπτωματικά με αναλγητικά, 27

Πίνακας 7. Θεραπευτική αντιμετώπιση Συντηρητική αγωγή Εισπνοή υδρατμών, ρινικά spray N/S, εναπόθεση θερμών επιθεμάτων, υγραντήρας Αγγειοσυσπαστικά ρινικά spray (oxymetazoline 2-3x2/3-5 ημέρες) ή από του στόματος (pseudoephedrine 30-60mgx4/ημερησίως) (;!) Κορτικοστεροειδή ρινικά spray (beclomethasone 1-2x2-4/ημερησίως) Βλεννολυτικά p.o. (qualifenesin ή bromelain 100-450mgx3/ημερησίως) Τοπική αποσυμφόρηση του μέσου ρινικού πόρου (τοποθέτηση τεμαχίου βάμβακος εμποτισμένου με αποσυμφορητικό για 20 λεπτά) Αντιβιοτική αγωγή με διάρκεια χορήγησης 14 ημερών ή συνέχισής της για τουλάχιστον μία εβδομάδα μετά την ύφεση των συμπτωμάτων Πίνακας 8. Αντιβιοτική αγωγή Αμοξικιλλίνη (250-500mgx3/ημερησίως για 5-14 ημέρες) Τριμεθοπρίμη/Σουλφαμεθοξαζόλη (εναλλακτικά) (160/800mgx2/ημερησίως για 5-14 ημέρες) Κεφουροξίμη (σε αλλεργικούς στα 2 πρώτα) (250mgx2/ημερησίως για 10 ημέρες) (10% διασταυρούμενη αντίδραση) ή Ερυθρομυκίνη (250-500mgx2-4/ημερησίως) ή Κλαριθρομυκίνη (500mgx2/ημερησίως για 7-14 ημέρες) Αναμενόμενη βελτίωση σε 5-7 ημέρες. Αν όχι, τότε: Αμοξικιλλίνη+Κλαβουλανικό οξύ (625mgx3 ή 1grx2/ημερησίως) Κινολόνη (levofloxacin) (500mgx1/ημερησίως) Κεφουροξίμη (250mgx2/ημερησίως για 10 ημέρες) Αναμενόμενη βελτίωση σε 3-4 εβδομάδες. Αν όχι, τότε: +Μετρονιδαζόλη (250-500mgx3 ή 4/ημερησίως) ή Κλινδαμυκίνη (150-45 mgx3 ή 4/ημερησίως) αποσυμφορητικά και τοπικά θερμά επιθέματα. Τα τοπικά αποσυμφορητικά φαίνεται ότι είναι σημαντικά, όχι μόνο λόγω του ότι προσφέρουν γρήγορη συμπτωματική ανακούφιση της ρινικής συμφόρησης, αλλά και γιατί μειώνουν το οίδημα του στομίου του κόλπου και του ρινικού πόρου. Το πρόβλημα της βραχυπρόθεσμης επανεμφάνισης συμπτωμάτων (φαινόμενο rebound) είναι ελάχιστο όταν τα φάρμακα αυτά χρησιμοποιούνται για λιγότερο από 4 ημέρες. Τα αντιϊσταμινικά θεωρείται ότι συμβάλλουν στην πύκνωση των εκκρίσεων και για το λόγο αυτό αποφεύγονται, τουλάχιστον αρχικά, παρότι η απόδειξη για κάτι τέτοιο είναι περιορισμένη. Η εισπνοή θερμών υδρατμών μπορεί να βοηθήσει όπως και οι ρινοπλύσεις με φυσιολογικό ορό. Επιλογή ασθενών για αντιβιοτική θεραπεία Είναι σημαντικό να τονίσουμε ιδιαίτερα ότι πολλές-αν όχι οι περισσότερες-περιπτώσεις οξείας «παραρρινοκολπίτιδας» που διαγιγνώσκονται σε επίπεδο εξωτερικών ιατρείων είναι μη επιπλεγμένες ιογενείς λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού. Ακόμη και στην περίπτωση που υπάρχει φλεγμονή των παραρρίνιων κόλπων, η βακτηριακή και η ιογενής αιτιολογία είναι δύσκολο να διακριθούν σε κλινική βάση. Παρότι υπάρχει μία αναμφισβήτητα υπερβολική συνταγογράφηση αντιβιοτικών για την πάθηση αυτή, καθώς και για άλλες συνήθεις λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος, η χορήγησή τους μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογημένη. Κατά συνέπεια, δεδομένου του αυξανόμενου προβλήματος της ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά, οι περισσότεροι ειδικοί συνιστούν τη χορήγηση αντιβιοτικών μόνο σε ασθενείς που τα συμπτώματά τους-άλγος της άνω γνάθου ή ευαισθησία στο πρόσωπο ή τα δόντια και πυώδεις ρινικές εκκρίσειςδιαρκούν περισσότερο από 7 ημέρες, καθώς επίσης και σε εκείνους που δεν ανταποκρίνονται στη χορήγηση αποσυμφορητικών ή έχουν σοβαρά συμπτώματα. Έγκαιρη αντιβιοτική θεραπεία σε συνδυασμό με επιθετική διαγνωστική προσπέλαση και παραπομπή είναι ενδεδειγμένη για κάθε ασθενή με σημεία τοξικότητας ή ενδείξεις επιπλοκών. Η παραπομπή σε ωτορινολαρυγγολόγο ενδείκνυται επίσης όταν η παραρρινοκολπίτιδα είναι υποτροπιάζουσα ή εμμένουσα παρά την εμπειρική αντιμετώπιση (πίνακας 7). Επιλογή των αντιβιοτικών φαρμάκων και διάρκεια θεραπείας Τελευταίες μελέτες έχουν οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι τα νεότερα αντιβιοτικά ευρέος φάσματος δεν είναι περισσότερο αποτελεσματικά από τα αντιβιοτικά περιορισμένου φάσματος. Όταν συνταγογραφείται κάποιο αντιβιοτικό, αυτό θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο περιορισμένου φάσματος, το οποίο να είναι δραστικό έναντι των συχνότερα απαντώμενων παθογόνων μικροβίων, του S. pneumoniae και του H. influenzae. Η αμοξικιλλίνη με ή χωρίς κλαβουλανικό οξύ και η τριμεθοπρίμη/σουλ- 28

φαμεθοξαζόλη (TMP/SMX) φαίνεται ότι είναι το ίδιο αποτελεσματικά όσο και τα νεότερα ακριβότερα αντιβιοτικά, όταν αυτά χορηγούνται ως φάρμακα πρώτης εκλογής. Η κλαρυθρομυκίνη είναι μία εναλλακτική αγωγή σε ασθενείς σοβαρά αλλεργικούς στην πενικιλλίνη. Η καταλληλότερη διάρκεια θεραπείας είναι άγνωστη, τυπικά όμως χρησιμοποιούνται θεραπευτικά σχήματα 7 έως 14 ημερών. Δεδομένης της ραγδαίας αύξησης της ανθεκτικότητας του S. pneumoniae και του H. influenzae στα αντιβιοτικά, οι κλινικοί ιατροί πρέπει επίσης να γνωρίζουν τις ισχύουσες συστάσεις θεραπείας έναντι των μικροοργανισμών όταν λαμβάνουν αποφάσεις για τη θεραπευτική αντιμετώπιση, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις όπου η επικράτηση των ανθεκτικών μικροοργανισμών είναι μεγάλη ή ο κίνδυνος των επιπλοκών είναι υψηλός (πίνακας 8). Βιβλιογραφία 1. Durr DG, Desrosiers MY, Dassa C. Impact of rhinosinusitis in health care delivery: the Quebec experience. J Otolaryngol. 2001; 30 (2): 93-7. 2. Goetzel RZ, Hawkins K, Ozminkowski RJ, Wang S. The health and productivity cost burden of the top 10 physical and mental health conditions affecting six large U.S. employers in 1999. J Occup Environ Med. 2003; 45 (1): 5-14. 3. Ray NF, Baraniuk JN, Thamer M, Rinehart CS, Gergen PJ, Kaliner M, et al. Healthcare expenditures for sinusitis in 1996: contributions of asthma, rhinitis, and other airway disorders. J Allergy Clin Immunol. 1999; 103 (3 Pt 1): 408-14. 4. Anon JB, Jacobs MR, Poole MD, Ambrose PG, Benninger MS, Hadley JA, et al. Antimicrobial treatment guidelines for acute bacterial rhinosinusitis. Otolaryngol Head Neck Surg. 2004 Jan; 130 (1 Suppl): 1-45. 5. Report of the Rhinosinusitis Task Force Committee Meeting. Alexandria, Virginia, August 17, 1996. Otolaryngol Head Neck Surg. 1997 Sep; 117 (3 Pt 2): S1-68. 6. Meltzer EO, Hamilos DL, Hadley JA, Lanza DC, Marple BF, Nicklas RA, et al. Rhinosinusitis: Developing guidance for clinical trials. J Allergy Clin Immunol. 2006 Nov; 118 (5 Suppl): S17-61. 7. Meltzer EO, Hamilos DL, Hadley JA, Lanza DC, Marple BF, Nicklas RA, et al. Rhinosinusitis: Establishing definitions for clinical research and patient care. Otolaryngology- Head & Neck Surgery. 2004; 131 (6 SUPPL.): S1-S62. 8. Fokkens W, Lund V, al. e. European position paper on rhinosinusitis and nasal polyps. Rhinol Suppl. 2005 (18): 1-87. 9. Fokkens W, Lund V, Bachert C, Clement P, Helllings P, Holmstrom M, et al. EAACI position paper on rhinosinusitis and nasal polyps executive summary. Allergy. 2005; 60 (5): 583-601. 10. Sackett DL, Rosenberg WM, Gray JA, Haynes RB, Richardson WS. Evidence based medicine: what it is and what it isn t. Bmj. 1996 Jan 13; 312 (7023): 71-2. 11. Shekelle PG, Woolf SH, Eccles M, Grimshaw J. Clinical guidelines: developing guidelines. Bmj. 1999 Feb 27; 318 (7183): 593-6. 12. New guidelines for sinusitis target prescribing practices. Dis Manag Advis. 2004 Mar; 10 (3): 27-30. 13. Bachert C, Hormann K, Mosges R, Rasp G, Riechelmann H, Muller R, et al. An update on the diagnosis and treatment of sinusitis and nasal polyposis. Allergy. 2003; 58 (3): 176-91. 14. Lim M, Lew-Gor S, Darby Y, Brookes N, Scadding GK, VJ L. The relationship between subjective assessment instruments in chronic rhinosinusitis. Rhinology. 2007; in press. 15. Winstead W. Rhinosinusitis. Prim Care. 2003; 30 (1): 137-54. 16. Slavin RG. Nasal polyps and sinusitis. Jama. 1997; 278 (22): 1849-54. 30