ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
|
|
- ÚΑἰσχύλος Μητσοτάκης
- 8 χρόνια πριν
- Προβολές:
Transcript
1 ΜΕΡΟΣ ΙΙ. ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Στο Κεφάλαιο αυτό θα παρουσιάσουμε μερικά πολύ βασικά εργαλεία μικροοικονομικής ανάλυσης τα οποία είναι απαραίτητα για την εξέταση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και των πολιτικών οι οποίες θα πρέπει να προσδιορισθούν για τον περιορισμό τους. Η παρουσίαση βασίζεται στην πολύ απλή και γενική παραδοχή των οικονομικών, ότι κάθε ενέργεια έχει δύο πλευρές: αυτή της δημιουργίας οφέλους και αυτή του κόστους. Επομένως σε κάθε περίπτωση στην οποία αντιμετωπίζουμε την ερώτηση εάν θα πρέπει να αναληφθεί κάποια δράση, η απόφαση θα πρέπει να στηρίζεται στην σύγκριση κόστους και οφέλους. Επομένως είναι πολύ σημαντικό να αναπτύξουμε τα εργαλεία εκείνα τα οποία θα μας βοηθήσουν στην μέτρηση και τελικά την σύγκριση μεταξύ κόστους και οφέλους. Καθώς πολλά από τα περιβαλλοντικά προβλήματα αφορούν και τις επιχειρήσεις, η συμπεριφορά των οποίων θα μας απασχολήσει σε αρκετά σημεία παρακάτω, είναι σημαντικό στο κεφάλαιο αυτό να παρουσιάσουμε συνοπτικά τα βασικά χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς των επιχειρήσεων ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ Ο καθένας μας είναι αναγκασμένος και παίρνει συνεχώς αποφάσεις, δηλαδή να επιλέγει μεταξύ διαφόρων εναλλακτικών επιλογών. Οι αποφάσεις αυτές είναι άλλοτε πολύ και άλλοτε λιγότερο σημαντικές, αλλά πάντοτε γίνονται κάτω από συγκεκριμένους περιορισμούς, όπως περιορισμούς χρηματικών πόρων και χρόνου. Για παράδειγμα, ο καθένας σας που αποφάσισε να επιλέξει αυτό το μάθημα μεταξύ όλων των υπολοίπων που υπάρχουν στο πρόγραμμά σας, ζύγισε πολύ καλά τα δυνητικά μελλοντικά οφέλη και κόστη. Επίσης όλοι σας έχετε συγκρίνει τα κόστη (μείωση χρόνου με τους φίλους σας, διάβασμα για άλλα μαθήματα, βόλτα για ψώνια, γυμναστήριο, ή όποιες άλλες επιλογές μειώνονται) και οφέλη (καλύτερη κατανόηση της ύλης, επίλυση αποριών που πιθανόν να έχετε, εμπλοκή σε συζήτηση, αύξηση της πιθανότητας να πάρετε καλύτερο βαθμό στο μάθημα, κλπ) πριν αποφασίσετε αν θα παρακολουθήσετε το σημερινό μάθημα. Και ανάλογα με τα οφέλη τα οποία θα εκτιμήσετε ότι είχατε από την παρακολούθηση του σημερινού μαθήματος, θα κρίνεται αν θα συνεχίσετε να παρακολουθείτε και τις επόμενες εβδομάδες. Εάν τα οριακά οφέλη είναι μικρότερα από τα οριακά κόστη, τότε θα αποφασίσετε να μην παρακολουθείτε το μάθημα. Αλλά πώς παίρνονται οι αποφάσεις; Για να απαντήσουν στην ερώτηση αυτή, οι οικονομολόγοι θεωρούμε ότι οι καταναλωτές έχουν συγκεκριμένες προτιμήσεις για τα διαφορετικά αγαθά και υπηρεσίες. Ένας καταναλωτής που πρέπει να πάρει μια απόφαση, εκδηλώνει τις προτιμήσεις του επιλέγοντας ένα αγαθό ή μια υπηρεσία έναντι κάποιου άλλου ή μιας δέσμης αγαθών και υπηρεσιών έναντι κάποιας άλλης δέσμης. Η αξία που προσδίδει ένας καταναλωτής σε ένα αγαθό και υπηρεσία αποτιμάται από το τι διατίθεται και μπορεί να θυσιάσει για να αποκτήσει το αγαθό ή την υπηρεσία αυτή. Για παράδειγμα μερικοί άνθρωποι προσδίδουν μεγάλη αξία στην ορθή περιβαλλοντική συμπεριφορά και δαπανούν καθημερινά σημαντικό μέρος του χρόνου τους για να την ανακύκλωση των οικιακών τους απορριμμάτων (διαλογή υλικών, τοποθέτηση σε διαφορετικές συσκευασίες, μεταφορά τους στους κάδους ανακύκλωσης). Άλλοι πάλι δεν προσδίδουν καμία αξία στην ανακύκλωση και πετούν Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 13
2 τα πάντα στα σκουπίδια. Επομένως το τι μπορεί να θυσιάσει κάποιος μπορεί να είναι οτιδήποτε, χρήματα, χρόνος, άλλα αγαθά, κλπ. Για να μπορέσουμε να κάνουμε συγκρίσεις θα αποτιμούμε, από δω και στο εξής, τα πάντα σε αγοραστική αξία. Ας εξετάσουμε την προθυμία πληρωμής ενός καταναλωτή για ένα συγκεκριμένο αγαθό. Ξεκινώντας χωρίς να έχει καμία μονάδα του αγαθού αυτού, ο καταναλωτής διατίθεται να πληρώσει 30 για να αποκτήσει την πρώτη μονάδα, όπως δείχνει το διάγραμμα 3.1. Έχοντας αποκτήσει την πρώτη μονάδα, πόσο θα προθυμοποιούνταν να πληρώσει για την δεύτερη μονάδα; Σύμφωνα με το διάγραμμα 3.1, διατίθεται να πληρώσει 23. Με τον ίδιο τρόπο, βλέπουμε ότι διατίθεται να πληρώσει 17 για την τρίτη, 12 για την τέταρτη μονάδα και ούτω καθεξής. Καθώς αυξάνονται οι μονάδες του αγαθού που έχει στην κατοχή του ο καταναλωτής, η επιθυμία του να πληρώσει για την επόμενη μονάδα μειώνεται συνεχώς. Βλέπουμε λοιπόν ότι για να αποκτήσει τις πρώτες τρεις μονάδες του αγαθού, ο καταναλωτής είναι πρόθυμος να πληρώσει 70. Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να τονίσουμε την διαφορά μεταξύ οριακής και συνολικής προθυμίας πληρωμής. Έχοντας ήδη αποκτήσει δύο μονάδες ο καταναλωτής είναι πρόθυμος να πληρώσει 17 για την τρίτη μονάδα. Επομένως η οριακή προθυμία πληρωμής για την τρίτη μονάδα είναι 17, ενώ η συνολική προθυμία πληρωμής για τις τρεις πρώτες μονάδες είναι 70. Επομένως η οριακή προθυμία εκφράζει την επιπλέον προθυμία να πληρώσει ένας καταναλωτής για την απόκτηση μίας ακόμη μονάδας του αγαθού. Τιμή ( ) Επιθυμία πληρωμής 1ης μονάδας= 30 2ης μονάδας= 23 3ης μονάδας= 17 για 3 μονάδες= Ποσότητα του αγαθού Α Διάγραμμα 3.1. Προθυμία πληρωμής ενός καταναλωτή Το παραπάνω διάγραμμα μας δίνει την προθυμία του καταναλωτή, υποθέτοντας ότι καταναλώνει αδιαίρετες μονάδες του αγαθού. Εάν υποθέσουμε, για να απλοποιήσουμε την ανάλυση, ότι το αγαθό μπορεί να διαιρεθεί σε απειροελάχιστες Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 14
3 υποδιαιρέσεις στις οποίες να μπορεί να αγορασθεί από τον καταναλωτή, τότε μπορούμε να αποδώσουμε την προθυμία του καταναλωτή να πληρώσει με μια συνεχή γραμμή όπως στο διάγραμμα 3.2 παρακάτω. Στην περίπτωση αυτή, η συνολική προθυμία του καταναλωτή να πληρώσει για να αποκτήσει τρεις μονάδες του αγαθού εκφράζεται από την σκιαγραφημένη περιοχή κάτω από την συνεχή καμπύλη. Τιμή ( ) Επιθυμία πληρωμής για 3 μονάδες= Ποσότητα του αγαθού Α Διάγραμμα 2. Προθυμία πληρωμής ενός καταναλωτή Ένας άλλος τρόπος με τον οποίο συνήθως αποδίδεται η προθυμία του καταναλωτή να πληρώσει για την απόκτηση ενός αγαθού ή υπηρεσίας είναι η καμπύλη ζήτησης. Η καμπύλη ζήτησης ενός καταναλωτή για ένα αγαθό, δείχνει την ποσότητα του αγαθού την οποία ο συγκεκριμένος καταναλωτής θα αγοράσει όταν το αγαθό πωλείται σε μια συγκεκριμένη τιμή. Για παράδειγμα, εάν η τιμή του αγαθού είναι 17, ο καταναλωτής στο διάγραμμα 3.2 θα αγοράσει τρεις μονάδες. Αυτό συμβαίνει γιατί η οριακή προθυμία του να πληρώσει υπερβαίνει την τιμή του αγαθού στις τρεις μονάδες. Δεν θα προχωρήσει στην αγορά περισσότερων μονάδων γιατί η οριακή προθυμία του να πληρώσει για την επόμενη μονάδα είναι μικρότερη από την τιμή. Η καμπύλη ζήτησης του καταναλωτή περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τις καταναλωτικές προτιμήσεις του αλλά και τις δυνατότητές του να πληρώσει για την αγορά των αγαθών και υπηρεσιών. Η καμπύλη ζήτησης ενός καταναλωτή για ένα αγαθό δείχνει τις ποσότητες τις οποίες ο καταναλωτής θα αγοράσει σε κάθε τιμή, έτσι ώστε να μεγιστοποιείται η χρησιμότητα που παίρνει ΘΕΩΡΙΑ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ Χρησιμότητα είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται από τους οικονομολόγους για να περιγράψει τις προτιμήσεις των καταναλωτών. Όταν ένας από σας δηλώνει ότι Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 15
4 προτιμά να περάσει το βράδυ του βλέποντας έναν αγώνα ποδοσφαίρου στην τηλεόραση αντί να πάει να ακούσει μια συναυλία Jazz σε ένα bar, τότε μπορούμε να αποδώσουμε ένα μεγαλύτερο δείκτη χρησιμότητας στην πρώτη επιλογή από ότι στην δεύτερη. Στα οικονομικά χρησιμοποιούμε την συνάρτηση χρησιμότητας για να μετρήσουμε την χρησιμότητα που παίρνει ένας καταναλωτής από την κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών. Στη γενική της μορφή, η συνάρτηση χρησιμότητας ενός καταναλωτή που καταναλώνει τα αγαθά Α και Β μπορεί να γραφεί ως εξής: U = U ( A, B), όπου τα Α και Β αντιπροσωπεύουν ποσότητες των δύο αγαθών. Ο συνδυασμών των ποσοτήτων των αγαθών Α και Β που επιλέγει ο καταναλωτής, προκύπτουν από την μεγιστοποίηση της παραπάνω συνάρτησης. Στο διάγραμμα 3.3 παρουσιάζεται η συνολική χρησιμότητα την οποία παίρνει ο καταναλωτής όταν καταναλώνει διάφορους συνδυασμούς των δύο αγαθών. Για παράδειγμα, ο συνδυασμός οκτώ μονάδων του αγαθού Α και έξι μονάδων του αγαθού Β, ο οποίος αντιστοιχεί στο σημείο Χ, δίνει στον καταναλωτή σαράντα δύο μονάδες χρησιμότητας. Αλλά όπως παρατηρούμε, ο συνδυασμός Χ(8,6) δεν είναι ο μοναδικός που δίνει χρησιμότητα σαράντα δύο μονάδων. Εάν κόψουμε την επιφάνεια της συνολικής χρησιμότητας στο επίπεδο των σαράντα δύο μονάδων, παίρνουμε μια «φέτα» όπως παρουσιάζεται από την σκιαγραφημένη επιφάνεια στο διάγραμμα 3.3. Όλα τα σημεία της περιμέτρου της φέτας αυτής αποτελούν συνδυασμούς ποσοτήτων των δύο αγαθών οι οποίοι αποδίδουν συνολική χρησιμότητα σαράντα δύο μονάδων στον καταναλωτή. Χρησιμότητα 42 Χ(8,6,42) Αγαθό Β 6 8 Χ(8,6) Αγαθό Α Διάγραμμα 3.3. Καμπύλη συνολικής χρησιμότητας Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 16
5 Εάν προβάλουμε όλα τα σημεία αυτά στην επιφάνεια (Α,Β) τότε παίρνουμε μια καμπύλη της οποίας όλα τα σημεία δίνουν το ίδιο επίπεδο χρησιμότητας στον καταναλωτή. Η καμπύλη αυτή ονομάζεται καμπύλη αδιαφορίας (ο καταναλωτής είναι αδιάφορος μεταξύ των συνδυασμών που βρίσκονται πάνω στην καμπύλη αυτή, καθώς όλοι του δίνουν την ίδια χρησιμότητα). Εάν λοιπόν μπορούσαμε να μετρήσουμε την χρησιμότητα που παίρνει ο καταναλωτής σε μονάδες, όπως μετρούμε το βάρος σε κιλά και την απόσταση σε μέτρα, τότε η συνολική χρησιμότητα του καταναλωτή θα μπορούσε να αποδοθεί από την καμπύλη στο διάγραμμα 3.3. Ασφαλώς όμως και δεν μπορούμε να μετρήσουμε την χρησιμότητα. Αλλά μπορούμε να συγκρίνουμε την χρησιμότητα που παίρνουμε από την κατανάλωση διαφορετικών αγαθών ή συνδυασμών αγαθών. Ας πάρουμε την καμπύλη αδιαφορίας η οποία στο διάγραμμα 3.3 δίνει τα σημεία εκείνα τα οποία δίνουν στον καταναλωτή χρησιμότητα σαράντα δύο μονάδων και ας την απεικονίσουμε στις δύο διαστάσεις όπως δείχνει το διάγραμμα 3.4. Τι μας δείχνει αυτή η καμπύλη αδιαφορίας; Δείχνει ότι ο καταναλωτής είναι αδιάφορος μεταξύ των συνδυασμών πάνω στην καμπύλη, όπως για παράδειγμα ο Χ(8,6) και ο Χ 1 (5,10). Επίσης ότι προτιμά όλους τους συνδυασμούς που περιέχουν μεγαλύτερες ποσότητες και από τα δύο αγαθά, δηλαδή προτιμά από τον συνδυασμό Χ να καταναλώσει οποιονδήποτε άλλο συνδυασμό αγαθών στην σκιασμένη περιοχή, όπως ο Ψ(12,10). Τέλος προτιμά τον συνδυασμό Χ από οποιονδήποτε άλλο που περιέχει μικρότερες ποσότητες και από τα δύο αγαθά, όπως για παράδειγμα ο Ζ(4,4). Αγαθό Β Ζ(4,4) Χ 1 (5,10) Χ(8,6) Ψ(12,10) Διάγραμμα 3.4. Καμπύλη αδιαφορίας Αγαθό Α Η κλίση της καμπύλης αδιαφορίας είναι αρνητική που σημαίνει ότι εάν ο καταναλωτής αναγκαστεί να εγκαταλείψει μια ποσότητα του αγαθού Α, θα πρέπει να αποζημιωθεί με κάποια ποσότητα του αγαθού Β για να παραμείνει αδιάφορος μεταξύ των δύο συνδυασμών (για να έχει το ίδιο επίπεδο χρησιμότητας). Για παράδειγμα, Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 17
6 εάν ο καταναλωτής βρίσκεται αρχικά στο σημείο Χ, για να αποδεχθεί μια μείωση της ποσότητας του αγαθού Α από οκτώ σε πέντε μονάδες, θα πρέπει να αυξηθεί η ποσότητα του αγαθού Β από έξι σε δέκα μονάδες. Επίσης η κλίση της καμπύλης μειώνεται καθώς αυξάνεται η ποσότητα του αγαθού Α. Αυτό συμβαίνει γιατί η χρησιμότητα που παίρνει ο καταναλωτής από την κατανάλωση μιας επιπλέον μονάδας του αγαθού, μειώνεται καθώς καταναλώνει ολοένα και περισσότερες μονάδες του αγαθού αυτού. Αυτό συνήθως το εκφράζουμε στα οικονομικά ως μειούμενη οριακή χρησιμότητα. Στο πλαίσιο των επιλογών μεταξύ συνδυασμών δύο αγαθών, η μειούμενη κλίση δείχνει ότι ο καταναλωτής γίνεται σταδιακά λιγότερο πρόθυμος να ανταλλάξει μονάδες του αγαθού Β με περισσότερες μονάδες του αγαθού Α. Επομένως, η κλίση της καμπύλης αδιαφορίας είναι αρνητική και μειώνεται καθώς αυξάνεται η ποσότητα του Α. Η κλίση της καμπύλης αδιαφορίας ονομάζεται οριακός λόγος υποκατάστασης (Marginal Rate of Substitution (MRS)) και ορίζεται ως: db MRS =. da U = U Δηλαδή ο οριακός λόγος υποκατάστασης μας δίνει την κλίση κατά μήκος της καμπύλης αδιαφορίας η οποία αποδίδει στον καταναλωτή σταθερή χρησιμότητα U. Το γεγονός ότι ο οριακός λόγος υποκατάστασης συνεχώς μειώνεται αποδίδεται διαγραμματικά από μία κυρτή καμπύλη αδιαφορίας. Πίνακας 3.1. Υπολογισμός οριακού λόγου υποκατάστασης Ο οριακός λόγος υποκατάστασης μπορεί να υπολογιστεί από την συνάρτηση χρησιμότητας. Ας υποθέσουμε ότι είμαστε στην καμπύλη αδιαφορίας που αντιστοιχεί σε U μονάδες χρησιμότητας:u(α,β) = U. Ας υποθέσουμε τώρα ότι θέλουμε να μετακινηθούμε από ένα σημείο σε ένα άλλο σημείο της, όπως για παράδειγμα από το Χ στο Χ 1 του διαγράμματος 3.4. Δηλαδή κρατάμε την συνολική χρησιμότητα σταθερή μεταβάλλοντας τον συνδυασμό των δύο αγαθών. Στο παράδειγμα του διαγράμματος 3.4 μειώνεται η ποσότητα του αγαθού Α και αυξάνεται αυτή του αγαθού Β. Η συνολική αλλαγή θα είναι: du = MU Α dα + MU dβ = 0 Β dβ / dα = - MU Α / MU Β, όπου MUΑ = U/ Α και MU Β = U/ Β, είναι οι οριακές χρησιμότητες των αγαθών Α και Β. Επομένως, ο οριακός λόγος υποκατάστασης είναι ίσος με τον λόγο των οριακών χρησιμοτήτων των δύο αγαθών: db MU A MRS = = da MU U = U B Καθώς το σημείο Ψ(12,10) δίνει μεγαλύτερη χρησιμότητα στον καταναλωτή, θα πρέπει να βρίσκεται σε μια διαφορετική καμπύλη αδιαφορίας. Στην πραγματικότητα, ολόκληρη η περιοχή (Α,Β) όπου Α>0 και Β>0, καλύπτεται από άπειρες καμπύλες αδιαφορίας, μερικές από τις οποίες εμφανίζονται στο διάγραμμα 3.5. Η καμπύλη αδιαφορίας που περνά από το σημείο Ψ δίνει προφανώς μεγαλύτερη χρησιμότητα στον καταναλωτή. Έχει όμως καμία σημασία το ακριβές νούμερο που θα αποδώσει την χρησιμότητα του καταναλωτή όταν καταναλώνει τον συνδυασμό Ψ; Η απάντηση είναι όχι, πέρα από το ότι θα πρέπει να είναι ένα νούμερο μεγαλύτερο του σαράντα δύο, ας πούμε πενήντα δύο. Θα μπορούσαμε όμως να πούμε εξ αρχής ότι η χρησιμότητα που παίρνει ο καταναλωτής από τον συνδυασμό Χ είναι χίλιες σαράντα Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 18
7 δύο μονάδες και η χρησιμότητα από τον συνδυασμό Ψ χίλιες πενήντα δύο μονάδες. Και στις δύο περιπτώσεις οι αριθμοί υποδηλώνουν απλώς ότι ο συνδυασμός Υ προτιμάται από τον συνδυασμό Χ. Επομένως το μόνο σημαντικό είναι η κατάταξη, ή αλλιώς η ταξινόμηση, των διαφόρων συνδυασμών και όχι οι συγκεκριμένοι αριθμοί, καθώς υπάρχουν άπειροι τρόποι να αντιστοιχίσουμε αριθμούς στις χρησιμότητες. Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι η ανάλυσή μας δεν χρειάζεται την μέτρηση της χρησιμότητας σε μονάδες, όπως το βάρος, η θερμοκρασία κλπ, πράγμα που όπως είπαμε και παραπάνω είναι αδύνατο. Γιατί λοιπόν μπήκαμε σε όλη αυτή τη διαδικασία; Για τον απλό λόγο ότι υποθέτοντας την μέτρηση της χρησιμότητας σε μονάδες, διευκολύνει την μαθηματική ανάλυση του προβλήματος των επιλογών του καταναλωτή. Αγαθό Β Αύξηση της χρησιμότητας Χ(8,6) Ψ(12,10) U 4 >U 3 U 3 >U 2 U 2 >U 1 U 1 = Διάγραμμα 3.5. Χάρτης καμπυλών αδιαφορίας Αγαθό Α Το γεγονός όμως ότι δεν υπάρχει μοναδικός τρόπος αντιστοίχισης της χρησιμότητας σε αριθμούς, μας οδηγεί αναγκαστικά στο συμπέρασμα ότι είναι αδύνατον να συγκριθούν οι χρησιμότητες μεταξύ δύο καταναλωτών. Στην περίπτωση που ένας καταναλωτής διαφορετικός από αυτόν που εξετάζουμε ως τώρα στα παραπάνω διαγράμματά δηλώσει ότι παίρνει χρησιμότητα εκατό μονάδων από τον συνδυασμό Χ(8,6) δεν μπορούμε να πούμε ότι ο νέος αυτός καταναλωτής αξιολογεί τον συνδυασμό Χ περισσότερο από ότι ο παλιός καταναλωτής του διαγράμματος 3.5, που δήλωσε χρησιμότητα σαράντα δύο μονάδων. Δεν μπορούμε απλά και μόνον γιατί δεν ξέρουμε τι κλίμακες χρησιμοποιεί ο καταναλωτής αυτός για να κατατάξει τις διάφορες επιλογές. Επίσης η θεωρία της χρησιμότητας δεν μας παρέχει κανένα τρόπο να μετρήσουμε το κατά πόσο μια μεταβολή σε μια κατάσταση (για παράδειγμα μια δενδροφύτευση) παρέχει μεγαλύτερη χρησιμότητα σε έναν καταναλωτή σχετικά με κάποιον άλλο. Παρακάτω θα μιλήσουμε για κάποια άλλα κριτήρια που μας βοηθούν στην κατάταξη της χρησιμότητας. Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 19
8 Ας περάσουμε τώρα στην επιλογή των άριστων συνδυασμών αγαθών από τον καταναλωτή και στην συνέχεια στην δημιουργία της καμπύλης ζήτησης. Δεδομένων των καμπυλών αδιαφορίας του καταναλωτή του οποίου την συμπεριφορά εξετάζουμε, το επόμενο ερώτημα είναι πως επιλέγει μεταξύ όλων των διαφορετικών επιλογών. Πρώτα θα πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν είναι όλοι οι συνδυασμοί στην περιοχή (Α,Β) εφικτοί για τον καταναλωτή. Από τη μια πλευρά, τα αγαθά δεν δίνονται τζάμπα αλλά πωλούνται σε συγκεκριμένες τιμές, και από την άλλη πλευρά ο καταναλωτής έχει ένα διαθέσιμο εισόδημα μέρος του οποίου διατίθεται να ξοδέψει για την κατανάλωση των αγαθών Α και Β. Ας υποθέσομε ότι το εισόδημά του είναι I και ότι οι τιμές των αγαθών Α και Β είναι P A και P B αντίστοιχα. Επομένως, ο καταναλωτής παίρνει τις αποφάσεις του με δεδομένο τον παρακάτω περιορισμό, ο οποίος ονομάζεται εισοδηματικός περιορισμός: PA A + PB B I. Υποθέτοντας ότι ο καταναλωτής ξοδεύει όλο το εισόδημα I στα δύο αγαθά Α και Β, ο παραπάνω περιορισμός ισχύει ως ισότητα. Στο διάγραμμα 3.6 απεικονίζεται ο εισοδηματικός περιορισμός με την ευθεία γραμμή που έχει κλίση (P A/PB). Όλοι οι συνδυασμοί των αγαθών Α και Β που βρίσκονται στην σκιασμένη περιοχή είναι εφικτοί για τον καταναλωτή, ενώ αυτοί που βρίσκονται πάνω στην γραμμή του εισοδηματικού περιορισμού εξαντλούν το εισόδημα I. Αγαθό Β I/P B MRS(X 1 ) Χ Χ 4 MRS(X 2 ) Χ * (8,10) Χ 3 Χ 2 -(P A /P B ) U 3 >U 2 U 2 >U 1 U Αγαθό Α Διάγραμμα 3.6. Επιλογή του άριστου συνδυασμού αγαθών μεταξύ των εφικτών Δεδομένου του εισοδηματικού περιορισμού ο καταναλωτής προσπαθεί να επιλέξει τον συνδυασμό εκείνον (δηλαδή να επιλέξει μεταξύ των σημείων της γραμμής του εισοδηματικού περιορισμού) ο οποίος μεγιστοποιεί την χρησιμότητα που παίρνει. Αυτό συμβαίνει στο σημείο εκείνο στο οποίο μία καμπύλη αδιαφορίας είναι εφαπτόμενη της γραμμής του εισοδηματικού περιορισμού. Στο διάγραμμα 3.6 ο άριστος συνδυασμός δίνεται από το σημείο X * που δίνει στον καταναλωτή επίπεδο χρησιμότητας U. Γιατί είναι το σημείο X * είναι άριστο; Ας ξεκινήσουμε από ένα 2 I/P A Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 20
9 άλλο σημείο πάνω στον εισοδηματικό περιορισμό, για παράδειγμα το σημείο Χ 1. Από το σημείο εκείνο περνά μια άλλη καμπύλη αδιαφορίας που δίνει στον καταναλωτή επίπεδο χρησιμότητας U 1. Επομένως ο καταναλωτής είναι αδιάφορος μεταξύ του συνδυασμών X 1 και X4. Αλλά είναι προφανές ότι ο καταναλωτής θα προτιμούσε τον συνδυασμό X * από τον συνδυασμό X 4, καθώς περιέχει περισσότερες μονάδες από το αγαθό Α. Επομένως, ο καταναλωτής προτιμά τον συνδυασμό X * από τον X 1. Με την ίδια λογική, ο καταναλωτής προτιμά τον συνδυασμό X * από τον X 2, και γενικά από όλους τους εφικτούς συνδυασμούς. Προφανώς ο καταναλωτής θα προτιμούσε έναν συνδυασμό πάνω στην καμπύλη αδιαφορίας U 3, αλλά κανένας από αυτούς τους συνδυασμούς δεν είναι εφικτός. Ένας άλλος τρόπος να ειδωθεί το πρόβλημα της επιλογής του άριστου συνδυασμού, είναι με την παρατήρηση των κλίσεων των καμπυλών αδιαφορίας στα σημεία X 1, X2 και X *. Παρατηρούμε λοιπόν ότι η κλίση της καμπύλης αδιαφορίας είναι μεγαλύτερη από την κλίση του εισοδηματικού περιορισμού στο σημείο Χ 1 και μικρότερη στο σημείο Χ 2. Δηλαδή ο λόγος ανταλλαγής μεταξύ των δύο αγαθών που προκύπτει από τις προτιμήσεις του καταναλωτή (δηλαδή ο οριακός λόγος υποκατάστασης) δεν συμπίπτει με τον λόγο ανταλλαγής που προκύπτει από την αγορά (λόγος αγοραίων τιμών). Ξεκινώντας από το σημείο Χ 1 μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι ο καταναλωτής μπορεί να βελτιώσει τη θέση του θυσιάζοντας κάποια ποσότητα του αγαθού Β για να καταναλώσει μεγαλύτερη ποσότητα του αγαθού Α. Η σιγουριά μας προκύπτει από το γεγονός ότι στο σημείο Χ 1 ο καταναλωτής αξιολογεί του αγαθό Α σχετικά με το Β πολύ υψηλότερα από ότι η αγορά (MRS = MU Α /MU Β > P A /P B πράγμα που σημαίνει ότι η οριακή χρησιμότητα ανά ευρώ για το αγαθό Α είναι μεγαλύτερη από αυτήν για το αγαθό Β, δηλαδή, MU Α /P A >MU Β /P Β ) και επομένως τον συμφέρει (με την έννοια ότι αυξάνει την συνολική του χρησιμότητα) να θυσιάσει κάποια ποσότητα του αγαθού Β για να καταναλώσει παραπάνω ποσότητα του αγαθού Α (υποκατάσταση του Β από το Α). Το αντίστροφο ισχύει εάν ξεκινήσουμε από το σημείο Χ 2, στην περίπτωση αυτή καθώς MUΑ /P A<MU Β /P Β, ο καταναλωτής υποκαθιστά ποσότητα του αγαθού Α για το αγαθό Β. Μόνο όταν MU Α /P A=MU Β /PΒ ο καταναλωτής δεν έχει λόγο να μεταβάλλει τον συνδυασμό των δύο αγαθών. Πίνακας 3.2. Υπολογισμός του άριστου συνδυασμού αγαθών Ας υποθέσουμε ότι έχουμε έναν καταναλωτή που πρέπει να επιλέξει τις ποσότητες των αγαθών Χ και Ψ που θα καταναλώσει. Υποθέτοντας μια γενική συναρτησιακή μορφή τη συνάρτησης χρησιμότητας το πρόβλημα του καταναλωτή είναι: maxu = f ( Χ, Ψ) Χ, Ψ υπό τον περιορισμό ότι: Ι = PΧ Χ + Pψ Ψ Το πρόβλημα μεγιστοποίησης υπό περιορισμό μπορεί να γραφεί με την μορφή της συνάρτησης Lagrange: max L f ( Χ, Ψ) + P Χ + P Ψ Χ, Ψ = Χ Ψ Οι συνθήκες πρώτης τάξης είναι: L U = 0 = λ PΧ (1) Χ Χ L U = 0 = λ PΨ (2) Ψ Ψ Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 21
10 L = 0 I = P Χ Χ + P Ψ Ψ (3) λ Συνδυάζοντας τις (1) και (2) παίρνουμε: U Χ PΧ MU Χ PΧ = = (4) U PΨ MU Ψ PΨ Ψ Η οποία είναι η συνθήκη που αναφέραμε στο κείμενο. Εάν είχαμε μια συγκεκριμένη συνάρτηση ωφέλειας τότε μπορούμε να καταλήξουμε στον προσδιορισμό της ζήτησης του συγκεκριμένου καταναλωτή για τα δύο αγαθά, όπως περιγράφεται παρακάτω: α β max U = Χ Ψ s.t. Χ, Ψ I = P Χ Χ + P ψ Σχηματίζουμε την συνάρτηση Lagrange: α β max L Χ Ψ + λ Χ, Ψ Ψ [ I ( P Χ + P Ψ) ] = Χ Ψ Οι συνθήκες πρώτης τάξης μας δίνουν: α 1 β ( 1) α Χ Ψ = λ P (1) Χ β 1 α ( 2) β Ψ Χ = λ PΨ (2) (1) α (2) β Ψ Χ P = P Χ α P Χ = β P Ψ Ψ (4) Ψ Χ α PΨ α + β * Ψ + PΨ Ψ = PΨ Ψ Ψ β PΧ β (5) * α (4) β I ( 3) I = PΧ = (5) α + β P ( 4) Χ = α + β Χ Η ζήτηση του κάθε αγαθού εξαρτάται από τις τιμές του ίδιου του αγαθού και από το εισόδημα του καταναλωτή. Έχοντας τα απαραίτητα εργαλεία ανάλυσης μπορούμε τώρα να προχωρήσουμε στην κατασκευή της καμπύλης ζήτησης του καταναλωτή για ένα αγαθό. Το πρώτο μέρος του διαγράμματος 3.7 δείχνει τις άριστες επιλογές του καταναλωτή καθώς η τιμή του αγαθού Α μειώνεται από P A σε P 1 B. Παρατηρούμε ότι καθώς η τιμή του αγαθού μειώνεται, η γραμμή του εισοδηματικού περιορισμού περιστρέφεται γύρω από το σημείο I/P B, (καθώς το εισόδημα και η τιμή του Β δεν μεταβλήθηκαν) και προς τα δεξιά. Τις περισσότερες φορές μια τέτοια μεταβολή συνεπάγεται, όπως στο διάγραμμα 3.7, μεγαλύτερη κατανάλωση του αγαθού Α (υπάρχει η εξαίρεση των αγαθών που εμπίπτουν στο παράδοξο Giffen, τα οποία αγαθά όμως αποτελούν πολύ μικρή εξαίρεση). Στο δεύτερο μέρος του διαγράμματος 3.7, οι πληροφορίες από το πρώτο μέρος του διαγράμματος μεταφέρονται έτσι ώστε να παρουσιάσουν τους συνδυασμούς τιμών και άριστα επιλεγόμενης ποσότητας του αγαθού Α. Οι συνδυασμοί αυτοί αποτελούν την καμπύλη ζήτησης του καταναλωτή για το αγαθό Α. Επομένως η ζητούμενη από τον καταναλωτή ποσότητα του αγαθού Α είναι συνάρτηση του εισοδήματος και των τιμών των δύο αγαθών Α και Β και επομένως μπορεί να αποτυπωθεί μαθηματικά από τη συνάρτηση: I P Ψ Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 22
11 Q = A f ( PA, PB, I). Ασφαλώς η ζητούμενη ποσότητα του αγαθού εξαρτάται και από διάφορες άλλες παραμέτρους, όπως για παράδειγμα τις προτιμήσεις του καταναλωτή, τις οποίες θεωρούμε ως δεδομένες, στην διαδικασία δημιουργίας της συνάρτησης ζήτησης. Αγαθό Β I/P B -(P A /P B ) -(P 1 A/P B ) Τιμή ( ) P A P 1 A D(A) A 1 A 2 Διάγραμμα 3.7. Κατασκευή της καμπύλης ζήτησης Αγαθό Α Θα πρέπει να τονίσουμε σε αυτό το σημείο ότι η καμπύλη ζήτησης του διαγράμματος 3.7 απεικονίζει τη σχέση μεταξύ της τιμής του αγαθού Α και της ζητούμενης ποσότητας από τον καταναλωτή, υποθέτοντας ότι όλοι οι άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τη ζήτηση του καταναλωτή για το αγαθό Α παραμένουν αμετάβλητοι. Τέτοιοι παράγοντες είναι το εισόδημα του καταναλωτή, οι τιμές των άλλων αγαθών αλλά και οι προτιμήσεις του που απεικονίζονται από την καμπύλη αδιαφορίας. Εάν για παράδειγμα το εισόδημα του καταναλωτή αυξηθεί, τότε η γραμμή του εισοδηματικού περιορισμού θα μετακινηθεί παράλληλα προς τα έξω και δεξιά για όλα τα επίπεδα τιμών. Ως αποτέλεσμα, η ζήτηση του αγαθού Α αυξάνεται (εκτός εάν το αγαθό Α είναι κατώτερο αγαθό) για κάθε επίπεδο τιμών, και επομένως η καμπύλη ζήτησης για το αγαθό Α θα είναι μετατοπισμένη προς τα έξω και δεξιά. Επίσης η καμπύλη ζήτησης επηρεάζεται από μια πλειάδα παραμέτρων οι οποίες διαμορφώνουν τις προτιμήσεις του καταναλωτή, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και όχι τόσο οικονομικοί παράμετροι όπως ο αλτρουισμός προς φίλους, συναδέλφους, κλπ, η κοινωνική υπευθυνότητα και συμμετοχή, και ο σεβασμός προς το περιβάλλον. Για παράδειγμα, εάν ο καταναλωτής που εξετάζουμε έχει ανεπτυγμένη περιβαλλοντική συνείδηση και το αγαθό Α έχει αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, η ζήτηση του καταναλωτή αυτού θα είναι μικρότερη σε σχέση με άλλα παραπλήσια αγαθά που έχουν μικρότερες επιπτώσεις στο περιβάλλον. Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 23
12 Με βάση την παραπάνω ανάλυση των προτιμήσεων μεμονωμένων καταναλωτών μπορούμε τώρα να προχωρήσουμε στην εξέταση της συμπεριφοράς ομάδων καταναλωτών. Καθώς οι επιπτώσεις στο περιβάλλον καθώς και οι αποφάσεις για παρέμβαση της κυβέρνησης λαμβάνονται με βάση την συμπεριφορά του συνόλου των ατόμων σε μια κοινότητα, είναι πολύ σημαντικό να εξετάσουμε την συνολική ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες. Η συνολική ζήτηση είναι προφανώς το άθροισμα των ατομικών ζητήσεων των καταναλωτών που απαρτίζουν μια συγκεκριμένη αγορά. Ο τρόπος άθροισης των ατομικών ζητήσεων εξαρτάται από το εάν το αγαθό είναι ιδιωτικό ή δημόσιο αγαθό (δημόσιο με την έννοια που δίνουμε οι οικονομολόγοι στα «καθαρά δημόσια» αγαθά). Θα αναβάλουμε τη συζήτηση για τα δημόσια αγαθά για το επόμενο κεφάλαιο και θα επικεντρωθούμε στα ιδιωτικά αγαθά (αγαθά τα οποία εάν καταναλωθούν από ένα άτομο μειώνεται ολοσχερώς ή μερικώς, η ωφέλεια που θα μπορούσαν να πάρουν άλλα άτομα). Τιμή ( ) Ζήτηση Γιώργου Τιμή ( ) Τιμή ( ) Ζήτηση Μαρίας Ζήτηση αγοράς P 1 P 2 P 3 D Γ (Q) D Μ (Q) D(Q) Q Γ 1 Q Γ 2 Q Γ 3 Q Μ 2 Q Μ 3 Q Γ 1 Q Γ 2+Q Μ 2 Q Γ 3+Q Μ 3 Q Διάγραμμα 3.8. Καμπύλη συνολικής ζήτησης Το διάγραμμα 3.8 απεικονίζει τον τρόπο δημιουργίας της αγοραίας ζήτησης στην περίπτωση που η αγορά απαρτίζεται από δύο μόνο καταναλωτές, τον Γιώργο και τη Μαρία. Όταν η τιμή είναι P 3, η ζήτηση του Γιώργου είναι Q Γ 3 και της Μαρίας Q Μ 3. Επομένως η συνολική ζήτηση όταν η τιμή είναι P 3, είναι ίση με το άθροισμα των ζητήσεων των δύο καταναλωτών, δηλαδή Q Γ 3+Q Μ 3. Όταν η τιμή είναι P 1, η ζήτηση του Γιώργου είναι Q Γ 1, αλλά η οριακή προθυμία της Μαρίας δεν φτάνει για καμία ποσότητα του αγαθού το επίπεδο P 1 και επομένως η Μαρία επιλέγει να μην καταναλώσει το αγαθό. Επομένως η συνολική ζήτηση είναι το οριζόντιο άθροισμα των καμπυλών ζήτησης των καταναλωτών που απαρτίζουν την αγορά ΠΡΟΘΥΜΙΑ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΟΧΗΣ Έχοντας ολοκληρώσει τα βασικά σημεία της θεωρίας χρησιμότητας θα μπορούσε ο αναγνώστης να αναρωτηθεί γιατί μπήκαμε στον κόπο και τι σχέση έχουν όλα αυτά με την προστασία του περιβάλλοντος και τις περιβαλλοντικές πολιτικές. Η ερώτηση αυτή γίνεται πιο ενδιαφέρουσα αν σκεφτούμε ότι τα πολλά από τα «περιβαλλοντικά Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 24
13 αγαθά» δεν διαπραγματεύονται σε αγορές, όπως για παράδειγμα ο καθαρός αέρας, η μείωση των κλιματικών αλλαγών, η βιοποικιλότητα, και οι καθαροί ποταμοί. Πολλά από τα «περιβαλλοντικά αγαθά» εμπίπτουν στην κατηγορία που οι οικονομολόγοι ονομάζουν αγαθά εκτός αγορών, εννοώντας ότι τα αγαθά αυτά δεν μπορούν να πωληθούν και να αγοραστούν σε κάποιο κατάστημα. Δεν μπορούμε για παράδειγμα να πάμε σε κάποιο κατάστημα και να αγοράσουμε μερικές μονάδες «καθαρού Θερμαϊκού» ή μερικές μονάδες καθαρής ατμόσφαιρας στο κέντρο της Αθήνας. Και όμως για να μπορέσουμε να αξιολογήσουμε τις περιβαλλοντικές πολιτικές, να επιλέξουμε το μέγεθος της παρέμβασης και το εργαλείο πολιτικής με το οποίο θα επιτύχουμε την επιδιωκόμενη βελτίωση, θα πρέπει να έχουμε κάποιο είδος μέτρησης της αξίας που προσδίδουν οι πολίτες και γενικότερα η κοινωνία στο συγκεκριμένο «περιβαλλοντικό αγαθό». Οι πιο συχνά χρησιμοποιούμενες έννοιες για την μέτρηση της αξίας των «περιβαλλοντικών αγαθών» είναι αυτές της προθυμίας πληρωμής (willingness to pay (WTP)) και της προθυμίας αποδοχής αποζημίωσης (willingness to accept payment (WTP)). Η προθυμία πληρωμής είναι το μέγιστο ποσό το οποίο διατίθεται να πληρώσει ένα άτομο για να αποκτήσει κάποιο αγαθό ή υπηρεσία, ενώ η προθυμία αποδοχής αποζημίωσης είναι το ελάχιστο ποσό το οποίο απαιτεί κάποιο άτομο για να θυσιάσει κάποιο αγαθό ή να αποδεχθεί κάποια βλάβη. Η προθυμία πληρωμής αντιπροσωπεύει την τιμή την οποία διατίθεται να πληρώσει ένα άτομο για την απόκτηση ενός αγαθού το οποίο δεν έχει, ενώ η προθυμία αποδοχής αντικατοπτρίζει την τιμή που θα δεχόταν ένα άτομο το οποίο κατέχει ένα αγαθό για να το παραχωρήσει. Για κάθε κανονικό αγαθό, η προθυμία αποδοχής είναι μεγαλύτερη από την προθυμία πληρωμής. Οι προθυμίες αποδοχής και αποδοχής συνδέονται άμεσα με τις έννοιες της εξισωτικής μεταβολής (equivalent variation (EV)) και της αντισταθμιστικής μεταβολής (compensating variation (CV)), οι οποίες έννοιες είναι μετρήσεις μεταβολών στην χρησιμότητα ενός ατόμου σε χρηματικές μονάδες. Στο διάγραμμα 3.9. έχουμε απομονώσει δύο καμπύλες αδιαφορίας U και U για τα αγαθά Α και Β. 1 2 Ας υποθέσουμε ότι θέλουμε να μετρήσουμε την μεταβολή της ευημερίας του καταναλωτή μεταξύ των δύο καμπυλών αδιαφορίας U 1 και U 2. Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η διαφορά σε μονάδες χρησιμότητας δεν μας προσφέρει τίποτα καθώς η επιλογή των μονάδων χρησιμότητας είναι απολύτως αυθαίρετη, και έτσι η διαφορά θα μπορούσε να είναι οσοδήποτε μικρή ή μεγάλη. Ένας έμμεσος τρόπος να μετρήσουμε την μεταβολή της ευημερίας είναι να χρησιμοποιήσουμε μεταβολές εισοδήματος. Η μετάβαση από την καμπύλη αδιαφορίας U 1 στην U2 μπορεί να μεταφραστεί σε μετάβαση από την άριστη επιλογή Χ 1 στην Χ2, η οποία οφείλεται σε μείωση της τιμής του αγαθού Α από P 1 A σε P 2 A. Η μείωση τη τιμής του αγαθού Α ασφαλώς αυξάνει την ευημερία του καταναλωτή. Η χρησιμότητα του καταναλωτή παραμένει αμετάβλητη μεταξύ των συνδυασμών Χ 2 και Χ3, όπου ο τελευταίος συνδυασμός είναι το σημείο στο οποίο η καμπύλη αδιαφορίας εφάπτεται με την γραμμή εισοδηματικού περιορισμού η οποία έχει ίδια κλίση με την αρχική γραμμή εισοδηματικού περιορισμού (δηλαδή ισχύει η αρχική τιμή του αγαθού Α, P 1 A) αλλά αντικατοπτρίζει εισόδημα μεγαλύτερο του αρχικού, δηλαδή εισόδημα Ι 2 >Ι 1. Η διαφορά αυτή στο εισόδημα είναι ένας καλός χρηματικός δείκτης της διαφοράς της ευημερίας μεταξύ των δύο καμπυλών ευημερίας και ονομάζεται εξισωτική μεταβολή (equivalent variation (EV)). Η εξισωτική μεταβολή λοιπόν είναι το χρηματικό ποσό το οποίο θα ήταν πρόθυμος να πληρώσει ο καταναλωτής για να αποφύγει την ζημιά από μια αύξηση της τιμής από P 2 A σε P 1 A, ή το χρηματικό ποσό το οποίο θα ήταν Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 25
14 πρόθυμος να αποδεχτεί για να θυσιάσει το όφελος από μια μείωση της τιμής από P 1 A σε P 2 A. Αγαθό Β Χ 3 Χ 2 Χ 1 U 2 I 1 /P 1 A I 2 /P 1 A I 1 /P 2 A Αγαθό Α Διάγραμμα 3.9. Ισοδύναμη Εξισωτική μεταβολή (equivalent variation (EV)) Η αντισταθμιστική μεταβολή μπορεί να μετρηθεί με παρόμοιο τρόπο. Στο διάγραμμα 3.10 η αντισταθμιστική μεταβολή μετράται από τη διαφορά του εισοδήματος μεταξύ Ι 2 και Ι 1 αλλά στην νέα τιμή μικρότερη P 2 A. Επομένως, η αντισταθμιστική μεταβολή είναι το χρηματικό ποσό το οποίο θα ήταν πρόθυμος να πληρώσει ο καταναλωτής για να κερδίσει το όφελος που προκύπτει από την μείωση της τιμής από P 1 A σε P 2 A ή το χρηματικό ποσό το οποίο θα ήταν πρόθυμος να αποδεχτεί για να αποδεχθεί την ζημιά από μια αύξηση της τιμής από P 2 A σε P 1 A. Ανακεφαλαιώνοντας, η αντισταθμιστική μεταβολή (CV) είναι η προθυμία να πληρώσει κάποιο άτομο για την βελτίωση της ευημερίας του (πέρα και πάνω από το παρόν επίπεδο ευημερίας) ή η προθυμία αποδοχής αποζημίωσης για να αποδεχθεί μια μείωση στην ευημερία του (από το παρόν επίπεδο ευημερίας). Η εξισωτική μεταβολή (EV) είναι η προθυμία αποδοχής αποζημίωσης για να θυσιάσει κάποιο άτομο μέρος της παρούσας ευημερίας του ή η προθυμία του να πληρώσει για να αποφύγει την μείωση της ευημερίας του. Η χρησιμότητα των δύο αυτών δεικτών μπορεί να γίνει σαφής με τη χρήση ενός παραδείγματος. Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι δύο άτομα διεκδικούν μια δεδομένη ποσότητα ενός αγαθού. Στο διάγραμμα 3.11 παρουσιάζεται η σταθερή ποσότητα του αγαθού. Ξεκινώντας από τα αριστερά, μετράμε την ποσότητα του αγαθού την οποία καταναλώνει το άτομο Α, ενώ από τα δεξιά προς τα αριστερά μετράμε την ποσότητα που καταναλώνει το άτομο Β. Η γραμμή WTP A αποδίδει την καμπύλη ζήτησης του ατόμου Α για το αγαθό, δηλαδή την προθυμία του να πληρώσει για να αποκτήσει U 1 Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 26
15 μονάδες του αγαθού, και ασφαλώς έχει αρνητική κλίση. Η γραμμή WTP A αποδίδει το ελάχιστο ποσό το οποίο θα αποδεχόταν το άτομο Α ως αποζημίωση για να θυσιάσει μονάδες του αγαθού. Η WTP A είναι μεγαλύτερη από την WTPA σε όλα τα επίπεδα του αγαθού. Τα ίδια ισχύουν και για το άτομο Β. Αγαθό Β Χ 1 Χ 2 Χ 3 U 2 I 1 /P 1 A I 2 /P 2 A I 1 /P 2 A Αγαθό Α Διάγραμμα Αντισταθμιστική μεταβολή (compensating variation (CV)) Τώρα μπορούμε να εξετάσουμε τις ισορροπίες οι οποίες προκύπτουν από διαφορετικές κατανομές των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας του αγαθού ανάμεσα στα δύο άτομα. Αν υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι τα δικαιώματα ιδιοκτησίας ανήκουν στο άτομο Α, τότε στην τελική ισορροπία, στο άτομο Α θα ανήκουν Q A Q 4 μονάδες του αγαθού, ενώ στο άτομο Β οι υπόλοιπες, δηλαδή Q Β Q 4. Το άτομο Β ξεκινά με μηδέν μονάδες (καθώς τα δικαιώματα ανήκουν αποκλειστικά στο άτομο Α), δηλαδή από ο σημείο Q Β και κινείται πάνω στην καμπύλη ζήτησης του (WTP Β ), ενώ το άτομο Α, κινείται πάνω στην γραμμή WTΑ A. Πέρα από το σημείο Χ 4 η προθυμία του ατόμου Β να πληρώσει το άτομο Α υπερβαίνει την προθυμία του ατόμου Α να αποδεχτεί την θυσία μονάδων του αγαθού, και ως εκ τούτου η μεταβίβαση περαιτέρω μονάδων από το άτομο Α στο Β δεν είναι εφικτή. Στην περίπτωση που τα δικαιώματα ανήκουν στο άτομο Β, τότε στην τελική ισορροπία, στο σημείο Χ 1, στο άτομο Β θα ανήκουν Q Β Q 1 μονάδες του αγαθού, ενώ στο άτομο Α οι υπόλοιπες, δηλαδή Q Α Q 1. Εάν η κυβέρνηση δεν παραχωρεί τα δικαιώματα ιδιοκτησίας ελεύθερα, αλλά τα δημοπρατεί, τότε η ισορροπία θα είναι στο σημείο Χ 3, στο οποίο τέμνονται οι γραμμές WTP A και WTP B. Εάν η κυβέρνηση θέλει να διανείμει τα δικαιώματα ιδιοκτησίας αλλά να μην επιτρέψει παραπέρα εμπορία των δικαιωμάτων μεταξύ των ατόμων, τότε θα πρέπει να δώσει σίγουρα Q Α Q 1 μονάδες στο άτομο Α και Q Β Q 4 μονάδες στο άτομο Β, καθώς εάν επιτρεπόταν η εμπορία του αγαθού μεταξύ των ατόμων, το κάθε άτομο θα κατέληγε με την ποσότητα αυτή ανεξάρτητα από την αρχική διανομή των δικαιωμάτων. Το πρόβλημα της διανομής των δικαιωμάτων U 1 Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 27
16 παραμένει για τις ποσότητες μεταξύ Q και Q. 1 4 X 2 X 1 X4 X 3 WTA A WTA B WTP A WTP B Q A Q 1 Q 2 Q 3 Q 4 Q B Διάγραμμα Κατανομή δικαιωμάτων και ισορροπία με EV και CV Το πρόβλημα της διανομής μεγαλώνει όσο μεγαλύτερη είναι η διαφορά μεταξύ WTP και WTΑ, η οποία προσδιορίζει και το μέγεθος της σκιασμένης περιοχής στο διάγραμμα Η διαφορά μεταξύ WTP και WTΑ είναι μεγαλύτερη όσο μεγαλύτερη είναι η διαφορά μεταξύ EV και CV. Σε θεωρητικό επίπεδο έχει αποδειχτεί ότι η διαφορά μεταξύ EV και CV εξαρτάται από την ελαστικότητα εισοδήματος της ζήτησης. Όσο μικρότερη είναι η ελαστικότητα εισοδήματος, τόσο μικρότερη είναι η διαφορά μεταξύ EV και CV. Αυτό όμως δεν ισχύει για όλα τα «κανονικά» αγαθά (με θετική ελαστικότητα εισοδήματος). Απεδείχθη σε θεωρητικό επίπεδο ότι για αγαθά τα οποία έχουν δεδομένη (σταθερή) προσφορά, η διαφορά μεταξύ EV και CV εξαρτάται και από το αποτέλεσμα υποκατάστασης. Κρατώντας το εισόδημα σταθερό, όσο λιγότερα υποκατάστατα υπάρχουν (μικρότερο αποτέλεσμα υποκατάστασης), τόσο μεγαλύτερη είναι η διαφορά μεταξύ EV και CV. Δυστυχώς, η παρατήρηση αυτή έχει μεγάλη σημασία για τα περισσότερα περιβαλλοντικά αγαθά τα οποία έχουν πολύ λίγα (και πολλές φορές κανένα) υποκατάστατα. Επομένως, η θεωρία υποδεικνύει ότι θα πρέπει να αναμένουμε μεγάλες διαφορές μεταξύ EV και CV και επομένως μεταξύ WTP και WTΑ όσον αφορά τα περιβαλλοντικά αγαθά ΠΛΕΟΝΑΣΜΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ Καθώς δεν μπορούμε να μετρήσουμε τις καμπύλες αδιαφορίας άμεσα, δεν είναι δυνατόν να έχουμε μετρήσεις και των EV και CV. Μπορούμε όμως να έχουμε εκτιμήσεις της ζήτησης, και για τον λόγο αυτό χρησιμοποιούμε ως προσέγγιση των EV και CV το πλεόνασμα καταναλωτή. Η έννοια του πλεονάσματος του καταναλωτή επιτρέπει την εκτίμηση κερδών ή απωλειών ευημερίας από την καμπύλη ζήτησης του αγαθού. Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 28
17 Για να αντιληφθούμε την έννοια του πλεονάσματος του καταναλωτή θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στην παρακάτω ερώτηση την οποία χρησιμοποιήσαμε και στην περίπτωση του ορισμού των EV και CV: Με τι ποσό θα πρέπει να αποζημιώσουμε ένα P 4 P 3 Τιμή ( ) Γ CS Ζήτηση Γιώργου Κόστος = P 3 Q Γ 3 D Γ (Q) Τιμή ( ) Ζήτηση Μαρίας Q Γ 3 Q Μ 3 άτομο προκειμένου εθελοντικά να δεχτεί την μείωση της κατανάλωσης ενός αγαθού που πωλείται σε μια συγκεκριμένη τιμή; Για παράδειγμα ας εξετάσουμε την περίπτωση του Γιώργου και της Μαρίας στο διάγραμμα Ο Γιώργος Γ 3 επιλέγει να καταναλώσει Q μονάδες του αγαθού όταν η τιμή είναι P 3, και δαπανά P 3 Q Γ 3. Για να πείσουμε τον Γιώργο να αποσυρθεί εντελώς από την κατανάλωση του αγαθού Α, θα πρέπει να χρεώσουμε μια υωηλότερη από P 3 τιμή για το αγαθό Α. Η τιμή στην οποία η ζήτηση του Γιώργου μηδενίζεται είναι P 4. Επομένως η αποζημίωση του Γιώργου θα πρέπει να είναι ίση με την σκιασμένη περιοχή στα αριστερά της καμπύλης ζήτησης του και μεταξύ των τιμών P 3 και P 4. Μαθηματικά η περιοχή αυτή δίνεται από το ορισμένο ολοκλήρωμα τη συνάρτησης ζήτησης μεταξύ των δύο τιμών: CS D Μ (Q) Διάγραμμα Πλεόνασμα καταναλωτή P = 4 P 3 Q ( P ) dp Επομένως, ο Γιώργος όταν αγοράζει ποσότητα Q Γ 3 του αγαθού Α, δαπανά P 3 Q Γ 3, και απολαμβάνει επιπλέον (ή «πλεονάζουσα») ευημερία που αντιπροσωπεύεται από την σκιασμένη περιοχή και υπολογίζεται από το παραπάνω ολοκλήρωμα, σε σχέση με την περίπτωση στην οποία το αγαθό Α δεν είναι διαθέσιμο καθόλου. Με άλλα λόγια, η συνολική του προθυμία να πληρώσει ισούται με το άθροισμα των περιοχών P 3 Q Γ 3 και CS. Με την ίδια διαδικασία μπορούμε να υπολογίσουμε το πλεόνασμα της Μαρίας όταν η τιμή είναι P 3. Στο διάγραμμα 3.12 παρουσιάζουμε το πλεόνασμα της Μαρίας με την σκιασμένη περιοχή στα αριστερά της καμπύλης ζήτησής της. Επομένως με την διαδικασία αυτή μπορούμε να βρούμε και το συνολικό πλεόνασμα όλων των καταναλωτών στην αγορά του αγαθού Α, χρησιμοποιώντας την καμπύλη ζήτησης της αγοράς. Δηλαδή το συνολικό πλεόνασμα θα είναι ίσο με το άθροισμα των πλεονασμάτων όλων των καταναλωτών που συμμετέχουν στην αγορά. 3.2 Η ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ P 5 CS M Κόστος Η βασική δραστηριότητα της επιχείρησης είναι η επιλογή και μετατροπή των εισροών σε αγαθά και υπηρεσίες (εκροές). Στην οικονομική θεωρία, παρουσιάζουμε την παραγωγή ενός αγαθού / υπηρεσίας ως συνάρτηση των εισροών: A A A Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 29
18 q = f ( K, L, M1,.., M n,...), όπου q συμβολίζει την παραγωγή του αγαθού από την επιχείρηση, Κ συμβολίζει το κεφάλαιο που χρησιμοποιείται, L την εργασία, και Μ ι τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται. Υποθέτουμε ότι η συνάρτηση αυτή παρουσιάζει τη λύση που έχουν δώσει οι μηχανικοί της επιχείρησης στο πρόβλημα του πώς να συνδυαστούν με τον καλύτερο τρόπο οι εισροές. Επομένως η συνάρτηση παραγωγής παρουσιάζει στοιχεία από άλλους επιστημονικούς κλάδους τα οποία στοιχεία θεωρούμε ως δεδομένα. Συνήθως για λόγους απλούστευσης και ευκολίας στην παρουσίαση, συμπυκνώνουμε όλες τις εισροές σε δύο, εργασία και κεφάλαιο και έτσι έχουμε: q = f ( K, L). Για να προχωρήσουμε στην μελέτη της συνάρτησης παραγωγής ορίζουμε το οριακό φυσικό προϊόν μιας εισροής ως: q q MPL = = f L ( K, L) και MPK = = f K ( K, L) L K όπου με f K και f L παρουσιάζουμε τις πρώτες παραγώγους της συνάρτησης παραγωγής. Το οριακό φυσικό προϊόν μια εισροής είναι το επιπρόσθετο προϊόν που μπορεί να παραχθεί αν απασχολήσουμε μια επιπλέον μονάδα της εισροής αυτής, κρατώντας την άλλη εισροή σταθερή. Στα οικονομικά υποθέτουμε ότι καθώς αυξάνεται ολοένα η ποσότητα μιας εισροής σε μια παραγωγική διαδικασία, ενώ όλες οι άλλες εισροές παραμένουν σταθερές, η αποδοτικότητα της εισροής αυτής μειώνεται, δηλαδή ο ρυθμός αύξησης του παραγόμενου προϊόντος μειώνεται. Η υπόθεση αυτή αναφέρεται ως υπόθεση της φθίνουσας οριακής φυσικής παραγωγικότητας, και σε μαθηματικούς όρους σημαίνει ότι η παράγωγος του οριακού προϊόντος είναι αρνητική, 2 2 MPL q MPK q = = f < 0 = = < 0 2 LL και f 2 KK. q L q K Μπορούμε επίσης να ορίσουμε την μέση παραγωγικότητα μιας εισροής ως εξής: q f ( K, L) AP L = =. L L Στο διάγραμμα 3.13 παρουσιάζεται η παραγωγή ενός προϊόντος ως συνάρτηση της εισροής Εργασία, θεωρώντας ότι η εισροή Κεφάλαιο παραμένει σταθερή. Το πρώτο μέρος του διαγράμματος 3.13 παρουσιάζει την καμπύλη παραγωγής ενώ το δεύτερο μέρος παρουσιάζει τις καμπύλες οριακού και μέσου προϊόντος. Το μεν οριακό προϊόν ισούται με την κλίση της εφαπτομένης της συνάρτησης παραγωγής, το δε μέσο προϊόν με την κλίση της γραμμής που ενώνει την αρχή των αξόνων με τα σημεία της καμπύλης παραγωγής. Για παράδειγμα, στο σημείο Β της συνάρτησης παραγωγής, το οριακό και το μέσο προϊόν αποδίδονται από την κλίση της γραμμής 0Α και επομένως είναι ίσα. Όπως παρατηρούμε, η παραγωγή αυξάνεται με αύξοντα ρυθμό ως το σημείο Α (δηλαδή το οριακό προϊόν αυξάνεται) ενώ ο ρυθμός αύξησης της παραγωγής μειώνεται μετά το σημείο Α (το οριακό προϊόν μειώνεται) και ως το σημείο Γ αλλά παραμένει θετικός, ενώ μετά το σημείο Γ γίνεται αρνητικός (δηλαδή το οριακό κόστος γίνεται αρνητικό). Όσον αφορά το μέσο προϊόν, αυτό αυξάνεται ως το σημείο Β, στο οποίο γίνεται ίσο με το οριακό προϊόν και μετά αρχίζει να μειώνεται. Καθώς στόχος μας είναι να παρουσιάσουμε εν συντομία τον τρόπο λήψης των αποφάσεων της επιχείρησης προχωρούμε στην παρουσίαση του κόστους λειτουργίας Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 30
19 της επιχείρησης. Συνεχίζουμε να υποθέτουμε ότι έχουμε μόνον δύο εισροές και ότι οι εισροές αυτές εκμισθώνονται σε τελείως ανταγωνιστικές αγορές (πράγμα το οποίο σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να επηρεάσουν την τιμή των εισροών). Επομένως, συμβολίζοντας το ανά μονάδα κόστος της εργασίας με w και το ανά μονάδα κόστος του κεφαλαίου με r, τότε το συνολικό κόστος παραγωγής είναι: TC = wl + rk. Από την διαδικασία επιλογής του συνδυασμού των εισροών με τρόπο ώστε να ελαχιστοποιείται το κόστος παραγωγής, μπορούμε να δημιουργήσουμε την συνάρτηση συνολικού κόστους, η οποία μας δίνει το συνολικό κόστος για κάθε συνδυασμό κόστους των εισροών και για κάθε επίπεδο προϊόντος: TC = f ( w, r, q). Η συνάρτηση του οριακού κόστους (MC) υπολογίζεται ως η μεταβολή του συνολικού κόστους από μια μεταβολή στο παραγόμενο προϊόν: TC( v, w, q) MC =, q και η συνάρτηση μέσου κόστους (AC) υπολογίζεται ως το συνολικό κόστος ανά μονάδα προϊόντος: TC( v, w, q) AC =. q Ας εξετάσουμε τις ιδιότητες του κόστους παραγωγής υποθέτοντας, όπως και παραπάνω, ότι μόνον η μία από τις δύο εισροές q Γ μπορεί να μεταβληθεί. Η περίπτωση αυτή Β αντιστοιχεί στο πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις σε βραχυχρόνιο διάστημα κατά το οποίο δεν Α μπορούν να μεταβάλουν q=f(l,k) όλες τις εισροές που χρησιμοποιούν. Στην περίπτωση αυτή ονομάζουμε το κόστος της εισροής που μένει q Εργασία (L) αμετάβλητη σταθερό κόστος (F), ενώ το κόστος της εισροής που μεταβάλλεται μεταβλητό κόστος (VC). Συνήθως, η σταθερή εισροή είναι το κεφάλαιο και η ΑΡ L μεταβλητή εισροή η εργασία, και επομένως ΜΡ L Εργασία (L) F=rK, και VC=wL. Διάγραμμα Συνάρτηση παραγωγής Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 31
20 Στο διάγραμμα 3.14 παρουσιάζονται οι καμπύλες κόστους ως συνάρτηση του παραγόμενου προϊόντος. Στο πρώτο μέρος του διαγράμματος παρουσιάζονται οι καμπύλες μέσου (VC) Κόστος ( ) και συνολικού κόστους (TC=F+VC). TC Στο δεύτερο μέρος του διαγράμματος Β 1 παρουσιάζονται οι VC καμπύλες οριακού προϊόντος (MC) και μέσου μεταβλητού Β (AVC) και μέσου συνολικού (AC) F Α κόστους. Οι ιδιότητες της καμπύλης μέσου Κόστος ( ) q κόστους εκφράζουν ΜC τις ιδιότητες της ΑC καμπύλης παραγωγής. Καθώς η εργασία ΑVC είναι η μόνη μεταβλητή εισροή και έχουμε υποθέσει ότι η τιμή της εργασίας είναι σταθερή, είναι q Διάγραμμα Συνάρτηση κόστους φανερό ότι μπορούμε να μεταφέρουμε τα όσο ελέχθησαν παραπάνω. Έως το σημείο Α, έχουμε αύξουσα οριακή παραγωγικότητα της εργασίας και επομένως η αύξηση του οριακού κόστους της εργασίας φθίνει. Στο τμήμα αυτό της καμπύλης, καθώς αυξάνεται η χρήση της εργασίας το προϊόν αυξάνεται πολύ γρήγορα καθώς υποθέτουμε ότι η σταθερή ποσότητα του κεφαλαίου χρειάζεται αρκετά υψηλά ποσά εργασίας για να αποδώσει τα μέγιστα. Μετά το σημείο Α, καθώς μπαίνουμε στην περιοχή της φθίνουσας οριακής παραγωγικότητας της εργασίας (για δεδομένο κεφάλαιο), το μεταβλητό κόστος αυξάνεται με αύξοντα ρυθμό. Επομένως, η καμπύλη οριακού κόστους είναι φθίνουσα έως το σημείο Α και μετά το σημείο αυτό είναι αύξουσα. Η καμπύλη του μέσου μεταβλητού κόστους είναι φθίνουσα έως το σημείο Β, σημείο στο οποίο το μέσο μεταβλητό ισούται με το οριακό κόστος, και μετά το σημείο Β είναι αύξουσα. Η καμπύλη συνολικού κόστους δημιουργείται ως κάθετη μετατόπιση της καμπύλης μεταβλητού κόστους κατά το σταθερό κόστος F. Καθώς η διαφορά των δύο συναρτήσεων είναι σταθερή, το οριακό μέσο και συνολικό κόστος ταυτίζονται, ενώ το μέσο συνολικό κόστος είναι υψηλότερο του μέσου μεταβλητού κατά το μέσο σταθερό κόστος (F/q). Η διαφορά αυτή προφανώς μειώνεται καθώς αυξάνεται η παραγωγή. Οι ιδιότητες της καμπύλης μέσου συνολικού κόστους είναι ίδιες με αυτές του μέσου μεταβλητού κόστους και το σημείο Β 1 είναι το ελάχιστο της καμπύλης Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 32
21 μέσου συνολικού κόστους, σημείο στο οποίο μέσο συνολικό και οριακό κόστος ταυτίζονται. Σημαντική είναι η σχέση μεταξύ μέσου και οριακού κόστους. Στα αρχικά επίπεδα παραγωγής το μέσο κόστος είναι υψηλότερο του οριακού καθώς αντανακλά τόσο το οριακό κόστος της τελευταίας παραγόμενης μονάδας (το οποίο έως το σημείο Α φθίνει) αλλά και το σχετικά υψηλότερο οριακό κόστος των προηγούμενων μονάδων. Εφόσον AC>MC το μέσο κόστος θα μειώνεται. Μετά όμως το σημείο Α, το οριακό κόστος αρχίζει να αυξάνεται και στο σημείο Β γίνεται ίσο με το μέσο κόστος. Μετά το σημείο αυτό, καθώς MC>AC το μέσο κόστος αυξάνεται καθώς έλκεται από το αυξανόμενο και υψηλότερο οριακό κόστος. Το σημείο τομής του μέσου από το οριακό κόστος είναι πολύ σημαντικό θεωρητικά καθώς το μέσο κόστος ελαχιστοποιείται. Το σημείο αυτό αντανακλά την ελάχιστη αποτελεσματική κλίμακα παραγωγής ΤΕΛΕΙΟΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟΠΩΛΙΟ Έχοντας περιγράψει τα βασικά στοιχεία τα οποία παρουσιάζουν την παραγωγή και τα κόστη μιας επιχείρησης μπορούμε να προχωρήσουμε και να εξετάσουμε την συμπεριφορά της επιχείρησης στην αγορά. Υποθέτουμε ότι οι επιχειρήσεις συμπεριφέρονται με στόχο την μεγιστοποίηση των κερδών τους, τα οποία ορίζονται ως η διαφορά της συνολικής προσόδου από τα συνολικά κόστη παραγωγής: Π = TR TC = Pq TC(q), όπου TR συμβολίζει την συνολική πρόσοδο και P την τιμή του αγαθού. Η τιμή του αγαθού και επομένως η συνολική πρόσοδος της επιχείρησης εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο έρχονται σε επαφή οι επιχειρήσεις στην αγορά, δηλαδή με το επίπεδο του ανταγωνισμού στην αγορά. Παρακάτω θα αναπτύξουμε εν συντομία δύο υποδείγματα συμπεριφοράς στην αγορά: τον τέλειο ανταγωνισμό και το μονοπώλιο. Ως τέλειο ανταγωνισμό προσδιορίζουμε μια ιδανική κατάσταση ενός κλάδου παραγωγής στον οποίον ισχύουν οι παρακάτω βασικές προϋποθέσεις: Υπάρχει μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων που κάθε μία εκ των οποίων παράγει το ίδιο ομοιογενές αγαθό. Κάθε επιχείρηση παίρνει την τιμή ως δεδομένη, το οποίο σημαίνει ότι οποιεσδήποτε ενέργειές της δεν μπορούν να επηρεάσουν την τιμή του αγαθού (ή η δυνατή επίδραση είναι ελάχιστη). Οι τιμές είναι γνωστές σε όλους όσους συμμετέχουν στην αγορά (παραγωγούς και καταναλωτές), δηλαδή η πληροφόρηση είναι τέλεια και άμεση. Οι συναλλαγές δεν έχουν κανένα κόστος. Δεδομένου ότι η κάθε επιχείρηση θεωρεί την τιμή ως δεδομένη, η μεγιστοποίηση της συνάρτησης κέρδους θα μας δώσει: TR TC max Π = P = MC q q q Επομένως, η επιχείρηση όταν λειτουργεί σε συνθήκες τέλειου ανταγωνισμού, μεγιστοποιεί τα κέρδη της επιλέγοντας να παράγει την ποσότητα εκείνη για την οποία το οριακό της κόστος είναι ίσο με την τιμή του αγαθού στην αγορά. Στον τέλειο ανταγωνισμό και σε βραχυχρόνιο διάστημα, η καμπύλη προσφοράς κάθε επιχείρησης θα είναι το τμήμα της βραχυχρόνιας καμπύλης οριακού κόστους που έχει θετική κλίση και βρίσκεται πάνω από το ελάχιστο της καμπύλης του μέσου μεταβλητού κόστους. Η τελευταία παρατήρηση σημαίνει ότι η επιχείρηση θα επιλέξει να μην Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 33
22 παράγει καθόλου ακόμη και στο βραχυχρόνιο διάστημα εάν δεν καλύπτει τα μεταβλητά της κόστη. Όταν η τιμή βρίσκεται μεταξύ του ελαχίστου μέσου μεταβλητού και μέσου συνολικού κόστους η επιχείρηση θα συνεχίσει να παράγει στο βραχυχρόνιο διάστημα καθώς καλύπτει τα σταθερά και μέρος των μεταβλητών κοστών. Επομένως, στο διάγραμμα 3.14, η καμπύλη βραχυχρόνιας προσφοράς της επιχείρησης είναι το μέρος της καμπύλης οριακού κόστους πέρα από το σημείο Β. Η συνολική καμπύλη βραχυχρόνιας προσφοράς στην αγορά θα είναι ίση με το οριζόντιο άθροισμα των καμπυλών βραχυχρόνιας προσφοράς όλων των επιχειρήσεων οι οποίες συμμετέχουν στην αγορά. Στον τέλειο ανταγωνισμό, η τιμή ισορροπίας στην αγορά και η συνολικά προσφερόμενη και ζητούμενη ποσότητα διαμορφώνονται στην τομή της καμπύλης ζήτησης και της συνολικής καμπύλης προσφοράς. Η βελτίωση της θέσης μιας επιχείρησης η οποία αποφασίζει να παράγει θετικό προϊόν σε σχέση με το να μην παράγει καθόλου ονομάζεται πλεόνασμα παραγωγού βραχυχρόνια. Το πλεόνασμα παραγωγού εκφράζει τα κέρδη της επιχείρησης από τη συμμετοχή της στην αγορά. Στο διάγραμμα 3.15 παρουσιάζεται το βραχυχρόνιο οριακό κόστος μιας επιχείρησης η οποία δρα σε μια τέλεια Κόστος ( ) ανταγωνιστική αγορά, και επομένως καθώς είναι αύξων για όλα τα ΜC επίπεδα παραγωγής είναι και η βραχυχρόνια καμπύλη ζήτησης της επιχείρησης. Αν υποθέσουμε ότι η τιμή στην αγορά αυτή είναι P 1, τότε P 1 η επιχείρηση επιλέγει να παράγει q 1 PS μονάδες του αγαθού έτσι ώστε να μεγιστοποιήσει τα κέρδη της. Τα κέρδη της (ή οι ζημιές της) είναι q Π 1 ( q 1 ) 1 q και συνολικά σε σχέση με την κατάσταση στην οποία θα Διάγραμμα 3.15 Πλεόνασμα παραγωγού αποσυρόταν από την αγορά (και επομένως βραχυχρόνια θα είχε κόστος F) τα βραχυχρόνια κέρδη της είναι Π 1( q1 ) + F. Επομένως το βραχυχρόνιο πλεόνασμα του παραγωγού όταν η τιμή είναι P1 και παράγει q 1, είναι ίσο με την σκιασμένη περιοχή στο διάγραμμα Μαθηματικά το πλεόνασμα του παραγωγού μπορεί να εκφραστεί ως εξής: PC = * q 0 = P * * * * [ P MC( q )] dq = ( P q * * q TC( q ) [ P 0 TC(0) ] TC) + TC(0) * = Π + F Το πλεόνασμα του συνόλου των παραγωγών σε μια αγορά υπολογίζεται ως το άθροισμα των πλεονασμάτων όλων των παραγωγών που δραστηριοποιούνται σε μια αγορά. Επομένως μπορεί να υπολογισθεί ως το εμβαδόν της περιοχής μεταξύ της καμπύλης συνολκής προσφοράς και της τιμής. Πίνακας 3.3. Υπολογισμός ισορροπίας στον τέλειο ανταγωνισμό Ας υποθέσουμε ότι σε μια αγορά η συνολική ζήτηση και προσφορά παρουσιάζονται από τις παρακάτω συναρτήσεις: Συνάρτηση ζήτησης: Q = P = Π * q= q q= 0 * Οικονομικά του Περιβάλλοντος Ε. Σαρτζετάκης 34
ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ
ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ Άσκηση 1 Αν το επιτόκιο είναι 10%, ποια είναι η παρούσα αξία των κερδών της Monroe orporation στα επόμενα 5 χρόνια; Χρόνια στο μέλλον
25. Μία τυπική επιχείρηση που λειτουργεί σε καθεστώς τέλειου ανταγωνισμού, στη μακροχρόνια θέση ισορροπίας της: α. πραγματοποιεί θετικά οικονομικά κέρδη. β. πραγματοποιεί μηδενικά οικονομικά κέρδη. γ.
ΘΕΩΡΙΑ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ
Ένθετο Κεφάλαιο ΘΕΩΡΙΑ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Μικροοικονομική Ε. Σαρτζετάκης 1 Καταναλωτική συμπεριφορά Σκοπός αυτής της διάλεξης είναι να εξετάσουμε τον τρόπο με τον οποίο οι καταναλωτές
3.1 Ανεξάρτητες αποφάσεις - Κατανομή χρόνου μεταξύ εργασίας και σχόλης
3. ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (ΝΕΟΚΛΑΣΙΚΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ). ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Ως προσφορά εργασίας ορίζεται το σύνολο των ωρών εργασίας που προσφέρονται προς εκμίσθωση μία δεδομένη χρονική στιγμή.
Σχεδιάγραμμα 1: Αξία ή Μικτή Ωφέλεια Ενός Προϊόντος και το Πλεόνασμα του Καταναλωτή. Μέτρα ευημερίας του καταναλωτή. Κ α μ π ύ λ η Ζ ή τ η σ η ς P 1
Ο ορισμός της κοινωνικής ευημερίας και συνεπώς και των αντίστοιχων μετρήσεων της στην περίπτωση του καταναλωτή είναι από τα πιο αμφιλεγόμενα αντικείμενα της οικονομικής επιστήμης. Αυτό συμβαίνει γιατί
ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ-ΜΑΘΗΜΑ ΠΕΜΠΤΟ-ΕΚΤΟ ΕΚΤΟ ΘΕΩΡΙΑ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ-ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΥ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ Ακαδηµαϊκό Έτος 2011-2012 ΕΠΙΧ Μικροοικονοµική
Προσφορά Εργασίας Προτιμήσεις και Συνάρτηση Χρησιμότητας ( Χ,Α συνάρτηση χρησιμότητας U(X,A)
Προσφορά Εργασίας - Έστω ότι υπάρχουν δύο αγαθά Α και Χ στην οικονομία. Το αγαθό Α παριστάνει τα διάφορα καταναλωτικά αγαθά. Το αγαθό Χ παριστάνει τον ελεύθερο χρόνο. Προτιμήσεις και Συνάρτηση Χρησιμότητας
ΕΡΓΑΣΙΕΣ 4 ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ. 1 η Ομάδα: Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής
ΕΡΓΑΣΙΕΣ 4 ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ 1 η Ομάδα: Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής 1. Σύμφωνα με το νόμο της προσφοράς: α) Η προσφερόμενη ποσότητα ενός αγαθού αυξάνεται όταν μειώνεται η τιμή του στην αγορά β) Η προσφερόμενη
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΘΕΩΡΙΑ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΤΑ-ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ
ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΘΕΩΡΙΑ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΤΑ-ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΤΑ- ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΘΕΜΑΤΙΚΩΝ ΕΝΟΤΗΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ Η θεωρία της οριακής
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τµήµα Οικονοµικών Επιστηµών Ακαδηµαϊκό έτος (διαβάζουμε κεφ. 4 από Μ. Χλέτσο και σημειώσεις στο eclass)
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τµήµα Οικονοµικών Επιστηµών Ακαδηµαϊκό έτος 2016-17 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ (διαβάζουμε κεφ. 4 από Μ. Χλέτσο και σημειώσεις στο eclass) 1 ιάλεξη2 Ανταγωνισμός, οικονομική
ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ. και το Κόστος
ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Κεφάλαιο 3 ο : Η Παραγωγή της Επιχείρησης και το Κόστος ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΚΟΣ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής 1. Το συνολικό προϊόν παίρνει την μέγιστη τιμή
ηµόσια Οικονοµική Βασίλης Ράπανος, Γεωργία Καπλάνογλου µόνο Τµήµα Ι.
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Ακαδηµαϊκό έτος 2013-2014 Τµήµα Οικονοµικών Επιστηµών Εξεταστική περίοδος Απριλίου Εξέταση στο µάθηµα: ηµόσια Οικονοµική ιδασκαλία: Βασίλης Ράπανος, Γεωργία Καπλάνογλου Η εξέταση αποτελείται
Μικροοικονομία. Ενότητα 4: Θεωρία Χρησιμότητας και Καταναλωτική Συμπεριφορά. Δριτσάκη Χάιδω Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής
Μικροοικονομία Ενότητα 4: Θεωρία Χρησιμότητας και Καταναλωτική Συμπεριφορά Δριτσάκη Χάιδω Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative
Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών
Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών Β1) Υποθέστε ότι στη θέση ισορροπίας της αγοράς ενός αγαθού η ζήτησή του ως προς την τιμή του είναι ελαστική. Μία μείωση της προσφοράς του αγαθού, με όλους τους άλλους παράγοντες
ΕΡΓΑΣΙΕΣ 4 ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ. 1 η Ομάδα: Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής
ΕΡΓΑΣΙΕΣ 4 ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ 1 η Ομάδα: Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής 1. Σύμφωνα με το νόμο της προσφοράς: α) Η προσφερόμενη ποσότητα ενός αγαθού αυξάνεται όταν μειώνεται η τιμή του στην αγορά β) Η προσφερόμενη
Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών
Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών 1. Έστω ότι μία οικονομία, που βρίσκεται πάνω στην καμπύλη των παραγωγικών της δυνατοτήτων, παράγει σε μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή 10 τόνους υφάσματος και 00 τόνους τροφίμων.
Συναρτήσεις Κόστους και η Καμπύλη Προσφοράς της Ανταγωνιστικής Επιχείρησης
Συναρτήσεις Κόστους και η Καμπύλη Προσφοράς της Ανταγωνιστικής Επιχείρησης - Στο εξής, συμβολίζουμε την ποσότητα του καταναλωτικού αγαθού με q. - Έστω ότι η συνάρτηση παραγωγής της επιχείρησης είναι: q=f(k,l),
ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ: Η ΘΕΩΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ
ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ: Η ΘΕΩΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο νόμος της ζήτησης λέει ότι η ποσότητα, που επιθυμούν να αγοράσουν οι καταναλωτές, σχετίζεται αρνητικά με την τιμή. Πίσω από το νόμο αυτό,
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ. Ενότητα 10. Ευτύχιος Σαρτζετάκης Τμήμα Οικονομικών Επιστημών
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ Ενότητα 10 Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό,
Τιµή, αξία (πρόθεση για πληρωµή) και µέτρα ευηµερίας του καταναλωτή
3: Μέτρα ευηµερίας του καταναλωτή Τιµή, αξία (πρόθεση για πληρωµή) και µέτρα ευηµερίας του καταναλωτή (Πλεόνασµα καταναλωτή Ισοδύναµη µεταβολή και µεταβολή αποζηµίωσης) Ο ορισµός της κοινωνικής ευηµερίας
Διάλεξη 3. Οικονομικά της ευημερίας. Οικονομικά της ευημερίας 3/9/2017. Περίγραμμα. Εργαλεία δεοντολογικής ανάλυσης
Περίγραμμα Διάλεξη Εργαλεία δεοντολογικής ανάλυσης Συνθήκες για αποτελεσματικότητα κατά areto Συνθήκες για ισορροπία σε ανταγωνιστικές αγορές Το πρώτο θεώρημα των οικονομικών της ευημερίας Το δεύτερο θεώρημα
ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ
ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ Τσελεκούνης Μάρκος Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης mtselek@unipi.gr http://www.unipi.gr/unipi/en/mtselek.html Γραφείο 516 Ώρες Γραφείου: Τετάρτη 12:00-14:00 ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πρώτο πακέτο ασκήσεων
ΕΚΠΑ Ακαδημαϊκό έτος 208-209 Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Μάθημα: Μικροοικονομική Θεωρία Ι Πρώτο πακέτο ασκήσεων Προθεσμία παράδοσης Παρασκευή 6 Νοεμβρίου (στο μάθημα της κ. Κουραντή, του κ. Παπανδρέου
Δεύτερο πακέτο ασκήσεων
ΕΚΠΑ Ακαδημαϊκό έτος 018-019 Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Μάθημα: Μικροοικονομική Θεωρία Ι Δεύτερο πακέτο ασκήσεων Προθεσμία παράδοσης Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου (στο μάθημα της κ. Κουραντή, του κ. Παπανδρέου
Α.Ο.Θ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Α.Ο.Θ ΕΡΩΣΗΕΙ ΚΛΕΙΣΟΤ ΣΤΠΟΤ ΑΝΑ ΚΕΥΑΛΑΙΟ Γ τάξης Γενικοφ Λυκείου ΝΙΚΟ ΠΕΡΟΤΛΑΚΗ Οικονομολόγος, ΙΕΡΑΠΕΣΡΑ Σηλ. 6977246129 ΑΟΘ ΝΙΚΟ ΠΕΡΟΥΛΑΚΗ Οικονομολόγος ελίδα 1 Γ τάξης Γενικοφ Λυκείου ΕΡΩΣΗΕΙ ΚΛΕΙΣΟΤ
ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. geeconomy@yahoo.com. Γ Ι Ω Ρ Γ Ο Σ Κ Α Μ Α Ρ Ι Ν Ο Σ Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ο Σ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2000 2012
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2000 2012 1 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2000 2012 ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Στο παρόν είναι συγκεντρωµένες όλες σχεδόν οι ερωτήσεις κλειστού τύπου που
Μικροοικονομική Ι. Ενότητα # 3: Θεωρία επιλογών καταναλωτή Διδάσκων: Πάνος Τσακλόγλου Τμήμα: Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών
Μικροοικονομική Ι Ενότητα # 3: Θεωρία επιλογών καταναλωτή Διδάσκων: Πάνος Τσακλόγλου Τμήμα: Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών Χρηματοδότηση Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό έχει αναπτυχθεί στα πλαίσια
Πολιτική Οικονομία Ενότητα
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 03: Ζήτηση και προσφορά αγαθών Πολυξένη Ράγκου Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons.
45 Γ. 0 10 Β Χ 2. Η τεχνολογία βελτιώθηκε στην παραγωγή: β) Του Υ µόνο
3 Ασκήσεις πολλαπλής επιλογής στην 1 η ενότητα: Παραγωγικές δυνατότητες Χρησιµότητα Ζήτηση 1. Στην Οικονοµική επιστήµη ως οικονοµικό πρόβληµα χαρακτηρίζουµε: α) Την έλλειψη χρηµάτων που αντιµετωπίζει µια
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ 1. Σε ένα κανονικό αγαθό, όταν αυξάνεται το εισόδηµα των καταναλωτών, τότε αυξάνεται και η συνολική δαπάνη των καταναλωτών 2.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ 1. Σε ένα κανονικό αγαθό, όταν αυξάνεται το εισόδηµα των καταναλωτών, τότε αυξάνεται και η συνολική δαπάνη των καταναλωτών 2. Το µαγνητόφωνο ενός παιδιού είναι καταναλωτό αγαθό
Διάλεξη 3. Οικονομικά της ευημερίας 2/26/2016. Περίγραμμα. Εργαλεία δεοντολογικής ανάλυσης. Αποτελεσματικότητα κατά Pareto: ορισμός. ορισμός.
Περίγραμμα Διάλεξη Εργαλεία δεοντολογικής ανάλυσης υνθήκες για αποτελεσματικότητα κατά areto υνθήκες για ισορροπία σε ανταγωνιστικές αγορές Το πρώτο θεώρημα των οικονομικών της ευημερίας Το δεύτερο θεώρημα
Δεύτερο πακέτο ασκήσεων και λύσεων
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Ακαδημαϊκό έτος 04-05 Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Μάθημα: Μικροοικονομική Ανάλυση της Κατανάλωσης και της Παραγωγής Δεύτερο πακέτο ασκήσεων και λύσεων Αντιστοιχούν τέσσερις μονάδες
ΑΠΑΝΤΗΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΑΕΜ ΕΞΑΜΗΝΟ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΟΜΕΑΣ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΑΘΗΜΑ: Μικροοικονομική Ι ΔΙΔΑΣΚΩΝ: Νίκος
Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ TΩN ΤΙΜΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜ Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ TΩN ΤΙΜΩΝ 1. Έννοια και λειτουργία της αγοράς Σε μια πρωτόγονη οικονομία, όπως του Ροβινσώνα Κρούσου, όπου δεν υπάρχει καταμερισμός της εργασίας ο άνθρωπος παράγει μόνος του
Οικονομικά για Μη Οικονομολόγους Ενότητα 3: Θεωρία Παραγωγής και Κόστους
Οικονομικά για Μη Οικονομολόγους Ενότητα 3: Καθηγητής: Κώστας Τσεκούρας Σχολή Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Σκοποί ενότητας Στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται βασικά στοιχεία
Μικροοικονομική. Θεωρία Συμπεριφοράς Καταναλωτή
Μικροοικονομική Θεωρία Συμπεριφοράς Καταναλωτή Συνολική και οριακή ρησιμότητα Η κατανάλωση αγαθών συνεπάγεται κάποια ικανοποίηση ή ρησιμότητα για τον καταναλωτή. Συνολική ρησιμότητα (U) είναι η συνολική
Οικονομικά για Μη Οικονομολόγους Ενότητα 2: Θεωρία Καταναλωτή
Οικονομικά για Μη Οικονομολόγους Ενότητα 2: Θεωρία Καταναλωτή Καθηγητής: Κώστας Τσεκούρας Σχολή Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Σκοποί ενότητας Στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται
Άσκηση 3: Έστω η συνάρτηση χρησιμότητας για δύο αγαθά Χ και Υ έχει τη μορφή Cobb- Douglas U (X,Y) = X o,5 Y 0,5
ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ Σημείωση: Κάποιες από τις παρακάτω ασκήσεις θα λυθούν στην 3 η και 4 η διάλεξη του μαθήματος (στις ημερομηνίες που αναγράφονται στο πρόγραμμα) και οι υπόλοιπες θα αποτελέσουν προσωπική
ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΓΙΑ ΔΥΝΑΤΟΥΣ ΛΥΤΕΣ
ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΓΙΑ ΔΥΝΑΤΟΥΣ ΛΥΤΕΣ 1. Σε γραμμική ΚΠΔ της μορφής Y a X : α. Η μέγιστη ποσότητα για το αγαθό Υ παράγεται όταν Y β. Η μέγιστη ποσότητα για το αγαθό Χ παράγεται όταν Y a γ. Η μέγιστη
ΘΕΩΡΙΑ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ
ΘΕΩΡΙΑ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Κεφάλαιο 3 Οικονοµικά των Επιχειρήσεων Ε. Σαρτζετάκης 1 Καταναλωτική συµπεριφορά! Σκοπός αυτής της διάλεξης είναι να εξετάσουµε τον τρόπο µε τον οποίο οι καταναλωτές
ΔΕΟ 34 ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΤΟΜΟΣ 1 ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΕΑΠ ΔΕΟ 34 Ν. ΠΑΝΤΕΛΗ ΔΕΟ 34 ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΤΟΜΟΣ 1 ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ & ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΑΘΗΝΑ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2012 1 ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΕΑΠ ΔΕΟ 34 ΚΟΣΤΗ Ν.
ΕΡΓΑΣΙΕΣ 3 ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ. 1 η Ομάδα: Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής
ΕΡΓΑΣΙΕΣ 3 ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ 1 η Ομάδα: Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής 1. Ως βραχυχρόνια περίοδος ορίζεται ένα χρονικό διάστημα: α) Ενός έτους β) Μιας λογιστική χρήσης γ) Στο οποίο η επιχείρηση δεν μπορεί να
Εξετάσεις Η επιβολή από το κράτος κατώτατης τιμής στα αγροτικά προϊόντα έχει ως σκοπό την προστασία του εισοδήματος των αγροτών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5: Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ Να σημειώσετε με Σ (σωστό) ή Λ (λάθος) στο τέλος των προτάσεων: 1. Η επιβολή από το κράτος ανώτατης τιμής σε ένα προϊόν δημιουργεί συνήθως «μαύρη αγορά». Εξετάσεις
Άριστες κατά Pareto Κατανομές
Άριστες κατά Pareto Κατανομές - Ορισμός. Μια κατανομή x = (x, x ) = (( 1, )( 1, )) ονομάζεται άριστη κατά Pareto αν δεν υπάρχει άλλη κατανομή x = ( x, x ) τέτοια ώστε: U j( x j) U j( xj) για κάθε καταναλωτή
Οι τιμές των αγαθών προσδιορίζονται στην αγορά από την αλληλεπίδραση των δυνάμεων της ζήτησης και της προσφοράς.
ΤΙΜΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: Η ΖΗΤΗΣΗ Οι τιμές των αγαθών προσδιορίζονται στην αγορά από την αλληλεπίδραση των δυνάμεων της ζήτησης και της προσφοράς. Χρησιμότητα ενός αγαθού, για τον καταναλωτή, είναι η ικανοποίηση
Μεγιστοποίηση της Χρησιμότητας
Μεγιστοποίηση της Χρησιμότητας - Πρόβλημα Καταναλωτή: Επιλογή καταναλωτικού συνδυασμού x=(x, x ) υπό ένα σύνολο φυσικών, θεσμικών και οικονομικών περιορισμών κατά τρόπο ώστε να μεγιστοποιεί τη χρησιμότητά
ΘΕΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Πρόγραµµα Σπουδών: ιοίκηση Επιχειρήσεων & Οργανισµών Θεµατική Ενότητα: ΕΟ 34 - Οικονοµική Ανάλυση & Πολιτική Ακαδ. Έτος: 2009-10 ΘΕΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΟΝΟΜΑ - ΕΠΩΝΥΜΟ:.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΡΙΣΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΦΟΡΟΥ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΡΙΣΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΦΟΡΟΥ Ας υποθέσουμε ότι έχουμε ένα αγαθό το οποίο δημιουργεί κατά την παραγωγή ή την κατανάλωσή του έναν ρύπο, και ας υποθέσουμε ότι για κάθε μία μονάδα
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μικροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μικροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ: ΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΕ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ Σταθερό και μεταβλητό κόστος Το συνολικό κόστος
Προσφορά επιχείρησης
Προσφορά επιχείρησης Πώς αποφασίζει μια επιχείρηση για το πόσο θα παράγει; Αυτό εξαρτάται από: Την τεχνολογία της επιχείρησης Το περιβάλλον της αγοράς Τις επιδιώξεις της Τη συμπεριφορά των ανταγωνιστών
Χρηματικά μέτρα των ωφελειών από ανταλλαγή
Χρηματικά μέτρα των ωφελειών από ανταλλαγή Έστω η αγορά πετρελαιοειδών. Μπορείτε να αγοράσετε όση βενζίνη θέλετε, με 1 το λίτρο, όταν μπείτε στην αγορά πετρελαιοειδών. Ε: Ποιο είναι το μέγιστο που θα πληρώνατε
Ασκήσεις 1. Με τα δεδομένα του παρακάτω πίνακα: Τιμή (Ρ) Ποσότητα (Q D )
2 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ 1. Ποια είναι η επιδίωξη του καταναλωτή και ποιοι παράγοντες την περιορίζουν; 2. Ποιος καταναλωτής ονομάζεται ορθολογικός και πότε λέμε ότι βρίσκεται σε ισορροπία; 3. Να διατυπώσετε
Μικροοικονομική Ανάλυση της Κατανάλωσης και της Παραγωγής
Μικροοικονομική Ανάλυση της Κατανάλωσης και της Παραγωγής Διάλεξη 8: Πλεόνασμα καταναλωτή Ανδρέας Παπανδρέου Σχολή Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Χρηματικά μέτρα των ωφελειών
Επαναληπτικές ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής: Κεφάλαιο 1 ο
Επαναληπτικές ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής: Κεφάλαιο 1 ο 1. Σε γραµµική ΚΠ της µορφής Y = a+ β X : α. Η µέγιστη ποσότητα για το αγαθό Υ παράγεται όταν Y = β β. Η µέγιστη ποσότητα για το αγαθό Χ παράγεται
3. ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ HECKSCHER-OHLIN
3. ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ HESHER-OHIN Υπάρχουν δύο συντελεστές παραγωγής, το κεφάλαιο και η εργασία τους οποίους χρησιμοποιεί η επιχείρηση για να παράγει προϊόν Y μέσω μιας συνάρτησης παραγωγής
ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι Ενότητα 3: Εργαλεία Κανονιστικής Ανάλυσης Κουτεντάκης Φραγκίσκος Γαληνού Αργυρώ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό
ΑΠΑΝΤΗΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΑΕΜ ΕΞΑΜΗΝΟ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΟΜΕΑΣ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΑΘΗΜΑ: Μικροοικονομική Ι ΔΙΔΑΣΚΩΝ: Νίκος
ΑΣΚΗΣΕΙΣ. 1η οµάδα. 2. Έστω ο επόµενος πίνακας παραγωγικών δυνατοτήτων: Χ Υ Κόστος. Κόστος ευκαιρίας Ψ Α /3
ΑΣΚΗΣΕΙΣ 1η οµάδα 1. Έστω επιχείρηση που διαθέτει 5 εργάτες. Κάθε εργάτης µπορεί να παράγει 12 µονάδες από το αγαθό Υ. Επιπλέον γνωρίζουµε ότι η ΚΠ είναι γραµµική µε το συνδυασµό X = 45, Y = 24 να είναι
Ελαστικότητες Ζήτησης
Ελαστικότητες Ζήτησης - Η ευαισθησία της ζητούμενης ποσότητας x σε μεταβολές της τιμής μπορεί να μετρηθεί άμεσα από το λόγο Δx / Δ (ήαπότην παράγωγο x / ). - Αυτό το μέτρο ευαισθησίας έχει το μειονέκτημα
Άσκηση 1. Μικροοικονοµική 5. ΖΗΤΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΦΟΡΑ. 5η Εισήγηση. Αξία ραδιοφώνων. Αριθµός ραδιοφώνων που χάνονται κάθε εβδοµάδα
Αριθµός φυλάκων Αριθµός ραδιοφώνων που χάνονται κάθε Άσκηση 1 Αξία ραδιοφώνων που χάνονται κάθε Πρόσθετο όφελος από κάθε φρουρό 0 100 1000 1 70 700 300 2 50 500 200 3 40 400 100 4 32 320 80 5 25 250 70
(i) Νόμος Ζήτησης. Μικροοικονομία Εξετάζει τη συμπεριφορά του οικονομούντος ατόμου (καταναλωτή, παραγωγού επιχείρησης)
ΕΙΣΑΩΗ Μικροοικονομία Εξετάζει τη συμπεριφορά του οικονομούντος ατόμου (καταναλωτή, παραγωγού επιχείρησης) Μικροοικονομία ή Θεωρία Τιμών Σημείο αναφοράς είναι ο προσδιορισμός της τιμής ενός αγαθού. Ν Ο
Μικροοικονομική. Ζήτηση και προσφορά
Μικροοικονομική Ζήτηση και προσφορά Ο νόμος της ζήτησης Σύμφωνα με το Νόμο της Ζήτησης, όταν μειώνεται η τιμή ενός αγαθού, αυξάνεται η ζητούμενη ποσότητά του και το αντίστροφο με τους προσδιοριστικούς
Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Επιχειρήσεις σε ανταγωνιστικές αγορές. Αρ. Διάλεξης: 09
Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι Επιχειρήσεις σε ανταγωνιστικές αγορές Αρ. Διάλεξης: 09 Τι είναι ανταγωνιστική αγορά; Η ανταγωνιστική αγορά έχει πολλούς αγοραστές/καταναλωτές και πολλούς παραγωγούς/επιχειρήσεις
Επιλογές του Καταναλωτή και Αποφάσεις Ζήτησης Εκδόσεις Κριτική
5 Επιλογές του Καταναλωτή και Αποφάσεις Ζήτησης Τέσσερα βασικά στοιχεία του υποδείγματος επιλογής του καταναλωτή Το εισόδημα του καταναλωτή. Οι τιμές των αγαθών. Οι προτιμήσεις του καταναλωτή. Η υπόθεση
Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ ΒΕΛΕΝΤΖΑΣ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ. Μερικές έννοιες Η συνάρτηση παραγωγής (, ), όπου είναι το συνολικό προϊόν και και οι συντελεστές
ΘΕΜΑ 1ο Σωστό, Λάθος, Ο νόμος της φθίνουσας η μη ανάλογης απόδοσης:
ΘΕΜΑ 1ο Για τις προτάσεις από 1 μέχρι και 15 να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό της καθεμιάς και δίπλα σε κάθε αριθμό τη λέξη Σωστό, αν η πρόταση είναι σωστή, και Λάθος, αν η πρόταση είναι λανθασμένη
Διάλεξη 14. Προσφορά επιχείρησης
Προσφορά επιχείρησης Διάλεξη 14 Προσφορά επιχείρησης Πώς αποφασίζει µια επιχείρηση για το πόσο θα παραγάγει; Αυτό εξαρτάται από: Την τεχνολογία της επιχείρησης Το περιβάλλον της αγοράς Τις επιδιώξεις της
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΜΟΡΦΕΣ ΑΓΟΡΑΣ. 1. Τι πρέπει να κατανοήσει ο μαθητής
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΜΟΡΦΕΣ ΑΓΟΡΑΣ 1. Τι πρέπει να κατανοήσει ο μαθητής Στο κεφάλαιο αυτό εξετάζονται τέσσερις βασικές μορφές οργάνωσης της αγοράς: ο πλήρης ανταγωνισμός, το μονοπώλιο, το ολιγοπώλιο και ο μονοπωλιακός
ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ. Θεωρία Χρησιµότητας και Συµπεριφοράς του Καταναλωτή
ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Θεωρία Χρησιµότητας και Συµπεριφοράς του Καταναλωτή Εισαγωγή: Όπως γνωρίζουµε, το οικονοµικό πρόβληµα εστιάζεται στην αποτελεσµατική κατανοµή των ανεπαρκών οικονοµικών πόρων στις εναλλακτικές
ΑΟΘ : ΘΕΜΑΤΑ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ
ΘΕΜΑΤΑ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ 2000 2017 : ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 Ο 1 ΑΟΘ : ΘΕΜΑΤΑ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ 2000 2017 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο 1. Οι συναρτήσεις αγοραίας ζήτησης και προσφοράς ενός αγαθού είναι αντίστοιχα: Q D1 = 600
Θεωρία παραγωγού. Μικροοικονομική Θεωρία Ι / Διάλεξη 10 / Φ. Κουραντή
Θεωρία παραγωγού Σκοπεύουμε να εξάγουμε από το πρόβλημα του παραγωγού τις συναρτήσεις ζήτησης παραγωγικών συντελεστών, την συνάρτηση προσφοράς της επιχείρησης και τις συναρτήσεις κόστους και κερδών. 1
Ερωτήσεις και Ασκήσεις κεφ. 5, Ο προσδιορισμός των τιμών Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής : Ερωτήσεις σωστού λάθους.
Ερωτήσεις και Ασκήσεις κεφ. 5, Ο προσδιορισμός των τιμών. Η τιμή ισορροπίας ενός κανονικού αγαθού αυξάνεται όταν: 0 α. η προσφορά μειώνεται και η ζήτηση παραμένει σταθερή β. η ζήτηση παραμένει σταθερή
Η θεωρία Weber Προσέγγιση του ελάχιστου κόστους
Η θεωρία Weber Προσέγγιση του ελάχιστου κόστους Ο θεμελιωτής της θεωρίας χωροθέτησης της βιομηχανίας ήταν ο Alfred Weber, την οποία αρχικά παρουσίασε ο μαθηματικός Laundhart (1885). Ο A. Weber (1868-1958)
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Α.Ο.Θ. ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ Θέματα και Απαντήσεις
Α.Ο.Θ. ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ Θέματα και Απαντήσεις Επιμέλεια: Ομάδα Οικονομολόγων http://www.othisi.gr 2 Παρασκευή, 14 Ιουνίου 2019 ΣΠΟΥΔΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΠΛΗΡ/ΚΗΣ ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ
ΛΥΜΕΝΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΟ 2 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΛΥΜΕΝΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΟ 2 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Έστω συνάρτηση ζήτησης με τύπο Q = 200 4P. Να βρείτε: α) Την ελαστικότητα ως προς την τιμή όταν η τιμή αυξάνεται από 10 σε 12. 1ος τρόπος Αν P 0 10 τότε Q 0 200 410
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 14 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019 ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 14 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019 ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ ΘΕΜΑ Α Α.1 α. Λάθος β. Σωστό γ. Λάθος δ. Σωστό ε. Σωστό Α.2 β Α.3 γ ΟΜΑΔΑ
ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΕΠΙΛΟΓΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 15/06/2018 ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ
Α Π Α Ν Τ Η Σ Ε Ι Σ Θ Ε Μ Α Τ Ω Ν Π Α Ν Ε Λ Λ Α Δ Ι Κ Ω Ν Ε Ξ Ε Τ Α Σ Ε Ω Ν 2 0 1 8 ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΕΠΙΛΟΓΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 15/06/2018 ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ ΘΕΜΑ A A1. Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις
Απαντήσεις στο 2 ο Διαγώνισμα Α.Ο.Θ. Γ Λυκείου Θ Ε Μ Α Τ Α
Θέμα Α Α.1. Σωστό Α.2. Λάθος Α.3. Σωστό Α.4. Λάθος Α.5. Σωστό Α.6. Λάθος Α.7. Το Α Α.8. Το Β Α.9. Το Β Α.10.Το Δ Απαντήσεις στο 2 ο Διαγώνισμα Α.Ο.Θ. Γ Λυκείου Θ Ε Μ Α Τ Α Α Ο Θ Θέμα Β Β.1. ΣΕΛΙΔΑ 22 Β.2.
Εισαγωγή. Αποτελεσματικότητα κατά Pareto. 1. ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (επεξεργασία σημειώσεων Β. Ράπανου)
1. ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (επεξεργασία σημειώσεων Β. Ράπανου) Εισαγωγή Μια από τις πιο βασικές διακρίσεις στην οικονομική θεωρία είναι μεταξύ των εννοιών της οικονομικής αποτελεσματικότητας
Πλεόνασμα του Καταναλωτή, Πλεόνασμα του Παραγωγού και η Αποτελεσματικότητα της Ανταγωνιστικής Αγοράς - Η αλληλεπίδραση της συνολικής ζήτησης και της
Πλεόνασμα του Καταναλωτή, Πλεόνασμα του Παραγωγού και η Αποτελεσματικότητα της Ανταγωνιστικής Αγοράς - Η αλληλεπίδραση της συνολικής ζήτησης και της προσφοράς προσδιορίζει την τιμή και την ποσότητα ισορροπίας
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ (Πρόκειται, κυρίως, για θέματα κλειστού τύπου από τις εξετάσεις των προηγούμενων ετών). Α. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ ΛΑΘΟΣ 1. Σε ένα κανονικό αγαθό, όταν αυξάνεται το
ΟΜΑ Α ΠΡΩΤΗ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ
ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑ Α Β ) ΤΕΤΑΡΤΗ 25 ΜΑΪΟΥ 2011 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΓΙΑ ΟΛΕΣ ΤΙΣ
Η Καμπύλη Προσφοράς της Επιχείρησης
Η Καμπύλη Προσφοράς της Επιχείρησης - Μπορούμε να διατυπώσουμε το πρόβλημα μεγιστοποίησης των κερδών και να βρούμε τις συναρτήσεις ζήτησης εισροών, τη συνάρτηση προσφοράς και τη συνάρτηση κερδών της επιχείρησης
Notes. Notes. Notes. Notes
Αγορές - Κώστας Ρουμανιάς Ο.Π.Α. Τμήμα Δ. Ε. Ο. Σ. 6 Δεκεμβρίου 2012 Κώστας Ρουμανιάς (Δ.Ε.Ο.Σ.) Αγορές - 6 Δεκεμβρίου 2012 1 / 26 Ως τώρα, υποθέσαμε ότι οι αγορές είναι ανταγωνιστικές. Μία συνέπεια των
(1β) Μη Χωροθετικά Υποδείγματα Διαφοροποιημένου Προϊόντος με Ενδογενές Πλήθος Επιχειρήσεων
(β) Μη Χωροθετικά Υποδείγματα Διαφοροποιημένου Προϊόντος με Ενδογενές Πλήθος Επιχειρήσεων Ελεύθερη Είσοδος και Ισορροπία Μηδενικών Κερδών - Η δυνατότητα νέων επιχειρήσεων να εισέρχονται ελεύθερα στην αγορά
Ακαδημαϊκό έτος ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Μάθημα: Μικροοικονομική Ανάλυση της Κατανάλωσης και της Παραγωγής
Ακαδημαϊκό έτος 2017-2018 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Μάθημα: Μικροοικονομική Ανάλυση της Κατανάλωσης και της Παραγωγής ΛΥΣΕΙΣ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΑΚΕΤΟΥ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΑΣΚΗΣΗ 1 Εάν D(p) = 20 2p η
x r i s t o s t s a g a l i d i s
ΕΑ-2009 1. Εισαγωγή 1. Πώς προσδιορίζονται οι τιμές των αγαθών στην αγορά; Οι τιμές των αγαθών προσδιορίζονται στην αγορά από την αλληλεπίδραση των δυνάμεων της ζήτησης και της προσφοράς. 2. Η συµπεριφορά
ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ - 1 ο ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ
ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ - 1 ο ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ Βάλτε σε κύκλο το σωστό γράμμα: Α. 1. Ταυτόχρονη αύξηση της ζήτησης και της προσφοράς μπορεί να μη μεταβάλλει την ποσότητα ισορροπίας. Α. 2. Έστω
Ζήτηση, Προσφορά και Ισορροπία στην Ανταγωνιστική Αγορά
Ζήτηση, Προσφορά και Ισορροπία στην Ανταγωνιστική Αγορά - Ορισμός: Η αγορά ενός αγαθού είναι η διαδικασία (θεσμικό πλαίσιο) μέσω της οποίας έρχονται σε επικοινωνία οι αγοραστές και οι πωλητές του συγκεκριμένου
Παραγωγική διαδικασία. Τεχνολογία
Σκοπός: Η μελέτη της σχέσης εισροών και εκροών Συντελεστές παραγωγής (Εισροές) Παραγωγική διαδικασία Παραγόμενο Προϊόν (Εκροές) Κεφαλαιουχικά αγαθά Εργασία Γή Επιχειρηματικές ή διοικητικές ικανότητες κλπ
Για τις παρακάτω προτάσεις Α2 και Α3 να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθµό της πρότασης και, δίπλα, το γράµµα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση.
ΑΡΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΕΠΙΛΟΓΗΣ (ΝΕΟ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΘΕΜΑ Α ΟΜΑ Α ΠΡΩΤΗ Α1. Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις που ακολουθούν, γράφοντας στο τετράδιό σας, δίπλα στο γράµµα που αντιστοιχεί
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Εξέταση Φεβρουαρίου 2012 / ιάρκεια: 2 ώρες ιδάσκοντες: Μ. Αθανασίου, Γ.
Οικονοµία. Βασικές έννοιες και ορισµοί. Η οικονοµική επιστήµη εξετάζει τη συµπεριφορά
Οικονοµία Βασικές έννοιες και ορισµοί Οικονοµική Η οικονοµική επιστήµη εξετάζει τη συµπεριφορά των ανθρώπινων όντων αναφορικά µε την παραγωγή, κατανοµή και κατανάλωση υλικών αγαθών και υπηρεσιών σε έναν
ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. geeconomy@yahoo.com. Γ Ι Ω Ρ Γ Ο Σ Κ Α Μ Α Ρ Ι Ν Ο Σ Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ο Σ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2000 2015
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2000 2015 1 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2000 2015 ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Στο παρόν είναι συγκεντρωµένες όλες σχεδόν οι ερωτήσεις κλειστού τύπου που
4.1 Ζήτηση εργασίας στο βραχυχρόνιο διάστημα - Ανταγωνιστικές αγορές
4. ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (ΝΕΟΚΛΑΣΙΚΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ). ΖΗΤΗΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Η ζήτηση εργασίας στο σύνολο της οικονομίας ορίζεται ως ο αριθμός εργαζομένων που οι επιχειρήσεις επιθυμούν να απασχολούν
Αγορές: Αγορά είναι οτιδήποτε φέρνει σε επικοινωνία αγοραστές και πωλητές. Η αγορά έχει δύο πλευρές: αγοραστές (Ζήτηση) και πωλητές (Προσφορά).
Ζήτηση και Προσφορά ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Αγορές: Αγορά είναι οτιδήποτε φέρνει σε επικοινωνία αγοραστές και πωλητές. Η αγορά έχει δύο πλευρές: αγοραστές (Ζήτηση) και πωλητές (Προσφορά). Ανταγωνιστικές Αγορές: Είναιοιαγορές,
Η ΖΗΤΗΣΗ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ. οι τιμές των αγαθών προσδιορίζονται στην αγορά από την αλληλεπίδραση των δυνάμεων της ζήτησης και της προσφοράς.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Η ΖΗΤΗΣΗ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ 1. Εισαγωγή Στο προηγούμενο κεφάλαιο εξετάσαμε τα βασικά οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει κάθε κοινωνία και στα οποία πρέπει να δίνει λύση. Παρουσιάσαμε επίσης
Επιχειρησιακά Μαθηματικά (1)
Τηλ:10.93.4.450 ΠΟΣΟΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΕΟ 13 ΤΟΜΟΣ Α Επιχειρησιακά Μαθηματικά (1) ΑΘΗΝΑ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 01 Τηλ:10.93.4.450 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο Συνάρτηση μιας πραγματικής μεταβλητής Ορισμός : Συνάρτηση f μιας πραγματικής
Ακαδημαϊκό Έτος [ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ Ι]
Ερώτηση: Γιατί το κόστος ευκαιρίας της επιλογής να σπουδάσει κάποιος Νομικά είναι μεγαλύτερο από το κόστος ευκαιρίας να σπουδάσει σε μια σχολή Κομμωτικής; Απάντηση: Το κόστος ευκαιρίας που αντιστοιχεί
Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ 1. Εισαγωγή Όπως έχουμε τονίσει, η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο προσδιορίζεται η τιμή ενός αγαθού απαιτεί κατανόηση των δύο δυνάμεων της αγοράς, δηλαδή της ζήτησης