ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ : "ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΖΙΝΑΠΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΕΜ : 2894 ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ : Dr ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ - 1 -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ Η δημιουργικότητα ενός επιχειρηματικού φορέα (ιδιώτη, εταιρίας, συνεταιρισμού, ομίλου, δημόσιας επιχείρησης) εξαρτάται κυρίως από τα παραγωγικά έργα που προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο. Παραγωγικά έργα είναι:γεωργικές βιομηχανίες, μεταλλευτικές μονάδες, βιομηχανικές μονάδες, ναυπηγεία, ξενοδοχεία, επιχειρήσεις μεταφορών και πολλά άλλα, που δημιουργούνται για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες σε αγαθά και υπηρεσίες.ένα παραγωγικό έργο ξεκινάει από μια επιχειρηματική ιδέα ή από την επισήμανση μιας επενδυτικής ευκαιρίας.εφόσον αυτή κρίνεται ενδιαφέρουσα υποβάλλεται σε παραπέρα διερεύνηση ή μελέτη ως σχέδιο επένδυσης. Το σχέδιο επένδυσης είναι μια πολυσύνθετη δραστηριότητα που αναλαμβάνει κάποιος επιχειρηματικός φορέας(επενδυτής) και απαιτεί μια σειρά από καλά σχεδιασμένες αποφάσεις και ενέργειες διάθεσης σπανίων πόρων(το κόστος)για να δημιουργηθεί σε επιλεγμένη θέση μια νέα παραγωγική μονάδα ή και να επεκταθεί υφιστάμενη, που έχει ορισμένο χρόνο ζωής και παρέχει αγαθά και υπηρεσίες (οι ωφέλειες)τα οποία ζητούνται στο εσωτερικό ή το εξωτερικό. Η έννοια του σχεδίου επένδυσης θα γίνει περισσότερο κατανοητή, αν αναφερθούμε αναλυτικά στα επιμέρους στοιχεία που συνθέτουν το περιεχόμενό του.τα κυριότερα στοιχεία του σχεδίου επένδυσης είναι τα εξής : 1. Αποτελεί πολυσύνθετη δραστηριότητα, που αναλαμβάνει κάποιος υπεύθυνος επιχειρηματικός φορέας ως επενδυτής, ο οποίος πρέπει να πάρει ορισμένες καλά μελετημένες και σχεδιασμένες αποφάσεις για την ολοκλήρωση του σχεδίου επένδυσης σε παραγωγική μονάδα. Ο επιχειρηματικός φορέας μπορεί να είναι: ιδιώτης,ανώνυμος εταιρία, δημόσια επιχείρηση, συνεταιρισμός, συνεταιριστική εταιρία, δημοτική επιχείρηση, εταιρία λαϊκής βάσης κλπ. 2. Απαιτεί τη διάθεση σπανίων πόρων (εδαφικών εκτάσεων, κεφαλαίων, ειδικευμένων εργατών, διευθυντικών στελεχών κλπ.)που συνιστούν το κόστος του. Οι πόροι που χρησιμοποιούνται στο σχέδιο επένδυσης εκφράζονται σε χρηματικούς όρους ή χρηματοδότηση, η οποία εξασφαλίζεται κατά ένα μεγάλο μέρος από τους κατάλληλους χρηματοδοτικούς φορείς(τράπεζες κλπ). 3. Δημιουργεί μια νέα παραγωγική μονάδα ή είναι επέκταση υφιστάμενης ή μπορεί να πάρει και τη μορφή συμμετοχής σε παραγωγική ή άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα. - 2 -
4. Γίνεται σε ορισμένο τόπο (θέση εγκατάστασης του σχεδίου επένδυσης). 5. Έχει ορισμένο χρόνο παραγωγικής ζωής(η περίοδος παραγωγικής λειτουργίας του σχεδίου επένδυσης). 6. Παράγει αγαθά ή/και υπηρεσίες που αποτελούν τις ωφέλειες ή τα έσοδά του. 7. Δημιουργείται κυρίως για να ικανοποιήσει τη ζήτηση στη χώρα ή το εξωτερικό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που θα προσφέρει. Πρέπει να τονίσουμε ιδιαίτερα ότι το σχέδιο επένδυσης γίνεται με την πρωτοβουλία ευθύνης, διοίκησης, οργάνωσης και κατεύθυνσης ενός επιχειρηματικού φορέα(το μάνατζμεντ) και αποτελεί τεχνικό-οικονομικό συνδυασμό ή μετασχηματισμό πόρων σε παραγωγική διαδικασία, η οποία προσφέρει αγαθά και υπηρεσίες. Οι πόροι που χρησιμοποιούνται στο σχέδιο επένδυσης είναι το κόστος ή οι εισροές του(έξοδα και άλλες αρνητικές επιπτώσεις).τα παραγόμενα αγαθά αποτελούν τις ωφέλειες ή την εκροή του (έσοδα και άλλες θετικές αναπτυξιακές επιπτώσεις).είναι φανερό ότι τα δύο βασικά μεγέθη ή ροές του σχεδίου επένδυσης είναι: Α) το κόστος και Β) οι ωφέλειες. Α. Το κόστος του σχεδίου επένδυσης είναι άμεσο και έμμεσο. Άμεσο κόστος είναι η φανερή διάθεση ή δαπάνη οικονομικών πόρων για τη δημιουργία του σχεδίου επένδυσης(π.χ. διάθεση γης, κεφαλαίου, εργασίας κλπ.)και την παραγωγική λειτουργία του(λειτουργικό κόστος). Έμμεσο κόστος είναι μια σειρά από αρνητικές δευτερογενείς επιδράσεις ή επιπτώσεις(αρνητικές "διαχύσεις")που προκύπτουν από το σχέδιο επένδυσης(π.χ. αλλοίωση στο φυσικό περιβάλλον, καταστροφή ενός αρχαιολογικού χώρου κλπ). Β. Οι ωφέλειες του σχεδίου επένδυσης είναι άμεσες και έμμεσες. Οι άμεσες ωφέλειες περιλαμβάνουν όλα τα έσοδα από την πώληση των αγαθών και υπηρεσιών που παράγει το σχέδιο επένδυσης. Οι έμμεσες ωφέλειες περιλαμβάνουν όλες τις θετικές αναπτυξιακές επιδράσεις - επιπτώσεις (ή θετικές "διαχύσεις"),όπως π.χ. η χρησιμοποίηση των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών για την ανάπτυξη άλλων δραστηριοτήτων, η ενίσχυση της αναπτυξιακής ψυχολογίας από το σχέδιο επένδυσης, η τεχνική πρόοδος της χώρας από τη χρησιμοποίηση προχωρημένης τεχνολογίας κλπ. Τα δύο αυτά μεγέθη Α και Β αποτελούν τα βασικά στοιχεία πάνω στα οποία στηρίζεται η ανάλυση και αξιολόγηση του σχεδίου επένδυσης. Είναι απαραίτητο να επισημάνουμε εξαρχής ότι η προώθηση του σχεδίου επένδυσης δεν είναι εύκολη υπόθεση, γιατί έχει πολυδιάστατο χαρακτήρα και πολλές απόψεις. Να ποιες είναι οι κυριότερες απόψεις του σχεδίου επένδυσης: α) η επιχειρηματική άποψη, ως ανάληψη ευθυνών, πρωτοβουλιών και κινδύνων - 3 -
β) η τεχνική άποψη, ως διαδικασία τεχνικό-οικονομικού συνδυασμού και μετασχηματισμού πόρων-εισροών σε παραγωγή-εκροή αγαθών και ως πρόβλημα επιλογής του άριστου τεχνολογικού εξοπλισμού γ) η οικονομική άποψη,ως εξασφάλιση της οικονομικής απόδοσης του σχεδίου επένδυσης που προκύπτει από τη σύγκριση των πόρων που διατέθηκαν και των οικονομικών αποτελεσμάτων τους δ) η χρηματοδοτική άποψη,που αναφέρεται στη διερεύνηση της χρηματοδοτικής εφικτότητας για την εξασφάλιση των αναγκαίων χρηματικών κεφαλαίων που θα χρειαστούν για την ταμιακή εξυπηρέτηση του έργου σε όλες του τις φάσεις ε) η χωροταξική και περιβαλλοντική άποψη,που αναφέρεται στην επιλογή της άριστης τοποθεσίας για το σχέδιο επένδυσης, σε συσχετισμό και με τις επιδράσεις του στο φυσικό-οικολογικό και ιστορικό περιβάλλον στ) η οργανωτική άποψη,ως πρόβλημα εξασφάλισης της καλύτερης δυνατή οργανωτικής δομής των παραγωγικών και άλλων λειτουργιών του σχεδίου επένδυσης, όπως είναι π.χ. το σύστημα παραγωγής, οι σχέσεις με τους προμηθευτές, το δίκτυο διανομής κτλ. ζ) η διοικητική άποψη,ως πρόβλημα επιλογής του καλύτερου συστήματος μάνατζμεντ για τη διοίκηση όλων των υποθέσεων που αφορούν την πραγματοποίηση, τη λειτουργία, τη διάθεση της παραγωγής και τον έλεγχο όλων των διαδικασιών της μονάδας η) η διαχειριστική άποψη,ως πρόβλημα διαχείρισης των πόρων, της περιουσίας και της ρευστότητας της παραγωγικής μονάδας θ) η εργασιακή-συνδικαλιστική άποψη,ως μέριμνα για την εξασφάλιση αρμονικών εργασιακών σχέσεων, ώστε να επικρατεί κλίμα δημιουργικής σύμπνοιας μεταξύ ιδιοκτητών, στελεχών και εργατών ι) η κοινωνική-πολιτική άποψη,που είναι αναγκαία, γιατί το παραγωγικό έργο δεν απομονώνεται από τον κοινωνικό και πολιτικό του περίγυρο, δεδομένου ότι μπορεί να παράγει κοινωνικώς επιθυμητά ή ανεπιθύμητα αγαθά και ενδιαφέρει ζωηρά τους πολίτες όταν επηρεάζει το ανθρώπινο περιβάλλον μέσα στο οποίο ζουν. Η κατανόηση των παραπάνω πολλαπλών απόψεων των σχεδίων επένδυσης αποσαφηνίζει πληρέστερα τον χαρακτήρα τους και επιτρέπει σε όλους (επιχειρηματικούς φορείς, αναλυτές-αξιολογητές, χρηματοδοτικούς φορείς, τεχνικούς εμπειρογνώμονες και άλλους) να πάρουν ορθότερες αποφάσεις που αφορούν την αντιμετώπιση των προβλημάτων τους. Η ολοκληρωμένη αξιολόγηση των σχεδίων επένδυσης περιλαμβάνει τη - 4 -
διερεύνηση της ευστάθειας όλων των παραπάνω απόψεων α) έως ι) και κυρίως τη σύγκριση των ροών κόστους και ωφελειών τους από ιδιωτικόοικονομική άποψη (με τιμές της αγοράς) και από κοινωνική-οικονομική άποψη (με υπολογιζόμενες κοινωνικές τιμές). Σε περίπτωση που υπάρχουν πολλά εναλλακτικά σχέδια επένδυσης και οι διαθέσιμοι χρηματοδοτικοί πόροι είναι περιορισμένοι, η αξιολόγηση αναφέρεται στην ιεράρχηση των επενδυτικών σχεδίων από άποψη συγκριτικής αποδοτικότητας και στην επιλογή εκείνων των σχεδίων επένδυσης που προσφέρουν περισσότερα πλεονεκτήματα σε αναφορά με τις απόψεις α) έως ι).εκείνο όμως που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός ότι η πραγματοποίηση ενός σχεδίου επένδυσης, δηλ. η δημιουργία μιας παραγωγικής μονάδας, ως οργανωμένη συλλογική προσπάθεια πολλών φορέων, απαιτεί πριν από κάθε άλλο, ως θεμελιώδη προϋπόθεση, τη συντονισμένη δράση και τη συνεργασία όλων: των επιχειρηματικών φορέων, των τραπεζικών παραγόντων, των τεχνικών, των εμπειρογνωμόνων και πολλών άλλων. Αν απουσιάζει αυτή η θεμελιώδης προϋπόθεση, ένα σχέδιο επένδυσης δεν μπορεί να αξιολογηθεί ορθά και ούτε είναι δυνατόν να προωθηθεί αποτελεσματικά, για να γίνει αποδοτική μονάδα που θα προσφέρει τα αγαθά και τις υπηρεσίες της στο κοινωνικό σύνολο. - 5 -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΣΧΕΔΙΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ Υπάρχουν πολλές διακρίσεις των σχεδίων επένδυσης: 1. Στη φυσική του διάσταση, το σχέδιο επένδυσης μπορεί να είναι : α) μια νέα παραγωγική μονάδα β) επέκταση υφιστάμενης παραγωγικής μονάδας γ) συμπλήρωση ή προσαρμογή του παραγωγικού δυναμικού υφιστάμενης μονάδας δ) ανακατασκευή ή ανανέωση ή εκσυγχρονισμός εξοπλισμού (π.χ. για την προσθήκη νέων προϊόντων στην παραγωγική γραμμή) ε) συμμετοχή σε υφιστάμενη επιχειρηματική δραστηριότητα στ) αγορά υφιστάμενης ("προβληματικής") παραγωγικής μονάδας και ζ) ένα πρόγραμμα δράσης που αφορά δαπάνη ("επένδυση") για την προώθηση κάποιου επιχειρηματικού σκοπού. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, επειδή η προώθηση της "επένδυσης" απαιτεί κάποια σύγκριση κόστους και ωφελειών, ή εσόδων και εξόδων, ή πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων, μπορεί να εφαρμοστούν οι αρχές της ανάλυσης και αξιολόγησης των σχεδίων επένδυσης. 2. Από την άποψη της ένταξής τους στους κλάδους παραγωγής, τα σχέδια επένδυσης διακρίνονται στις εξής κατηγορίες: α) αγροτικά σχέδια επένδυσης β) σχέδια επένδυσης μεταλλείων γ) βιομηχανικά σχέδια επένδυσης δ) ενεργειακά σχέδια επένδυσης ε) τουριστικά σχέδια στ) σχέδια επένδυσης μεταφορών κ.ο.κ. Η διάκριση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί διαχωρίζει τα σχέδια επένδυσης σε κατηγορίες που καθιστούν δυνατή την ενιαία αντιμετώπιση των προβλημάτων τους κατά ομοειδείς κλάδους παραγωγής. 3. Από την άποψη του μεγέθους τους, τα σχέδια επένδυσης διακρίνονται α) σε μικρά β) σε μεσαία και γ) σε μεγάλα. Τα μεγάλα σχέδια επένδυσης, όταν έχουν έντονες αναπτυξιακές επιπτώσεις ("διαχύσεις") είτε " μέσα στον ίδιο κλάδο" είτε " στους άλλους κλάδους" της εθνικής οικονομίας, λέγονται στρατηγικές επενδύσεις ή "επενδύσεις-κλειδιά" (π.χ. ένα συγκρότημα αλουμίνας μπορεί να αναπτύξει και μονάδες κραμάτων, εάν η πρώτη ύλη του μπορεί να τροφοδοτήσει την ανάπτυξη πολλών βιομηχανικών, βιοτεχνικών και εξαγωγικών μονάδων). Οι μεγάλες αυτές επενδύσεις είναι σκόπιμο να - 6 -
εμφανίζονται ως "ολοκληρωμένα συμπλέγματα δραστηριοτήτων, τα οποία συνδέουν οργανικά επί μέρους σχέδια επένδυσης σε ένα ενιαίο σύνολο που πραγματοποιείται προγραμματισμένα κατά μια ορισμένη χρονική σειρά και παραγωγική διαδικασία. Η παραπάνω διάκριση έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον κατά την αξιολόγηση των σχεδίων επένδυσης. Φαίνεται ότι τα μεγάλα έργα ελκύουν το ενδιαφέρον, γιατί έχουν εντονότερες αναπτυξιακές διασυνδέσεις και επιπτώσεις σε σύγκριση με τα μικρά έργα(π.χ. επιδράσεις στους άλλους κλάδους της οικονομίας ). 4. Από την άποψη του φορέα που ενδιαφέρεται για την προώθηση των σχεδίων επένδυσης, διακρίνουμε: α) επενδυτικά σχέδια κοινωνικού ενδιαφέροντος που προωθούνται κατά κανόνα από τους κρατικούς ή τους άλλους παράλληλους φορείς και έχουν ως αντικειμενικό σκοπό την πραγματοποίηση έργων συλλογικής ή κοινωνικής ωφέλειας (π.χ. ίδρυση βιομηχανίας υψηλού κόστους για την παραγωγή ενός πολύτιμου θεραπευτικού ορού). β) επενδυτικά σχέδια ιδιωτικού ενδιαφέροντος που προωθούνται από τους ιδιωτικούς φορείς και αποβλέπουν στην πραγματοποίηση έργων που έχουν ως σκοπό την εξυπηρέτηση ιδιωτικών προτιμήσεων και κινήτρων (π.χ. η ίδρυση βιομηχανίας μόδας ). γ) σχέδια μικτού ή κοινού ενδιαφέροντος που προωθούνται κατά κανόνα από μικτούς ιδιωτικούς, συνεταιριστικούς,κρατικούς ή ημικρατικούς φορείς, γιατί συγκεντρώνουν το κοινό ενδιαφέρον για την πραγματοποίησή τους(π.χ. δημιουργία ενός δημοτικού πνευματικού κέντρου, στο οποίο όμως θα υπάρχει και ιδιωτική καφετέρια ή εστιατόριο). 5. Από την άποψη των σκοπών που επιδιώκουν, τα σχέδια επένδυσης διακρίνονται σε : α) σχέδια επενδύσεων ενός σκοπού και β) σχέδια επενδύσεων πολλαπλού σκοπού. Τα πρώτα αποβλέπουν σε μια παραγωγική επιδίωξη, ενώ τα δεύτερα έχουν ταυτόχρονα πολλούς παραγωγικούς σκοπούς. Έτσι,π.χ.,ενώ η μονάδα παραγωγής μολυβιών έχει ως σκοπό την παραγωγή ενός προϊόντος, το αρδευτικό φράγμα που χρησιμοποιείται για άρδευση, ύδρευση και διαμόρφωση οδικού κόμβου εξυπηρετεί συγχρόνως πολλούς σκοπούς. 6. Από την άποψη της έντασης στη χρήση ή εισροή των βασικών συντελεστών παραγωγής, τα σχέδια επένδυσης διακρίνονται σε : α) εντάσεως κεφαλαίου, δηλ. αυτά που χρησιμοποιούν αναλογικά περισσότερη εισροή κεφαλαίου ή τεχνολογίας, β) εντάσεως εργασίας, δηλ. αυτά που χρησιμοποιούν αναλογικά περισσότερη εισροή εργασίας και γ) εντάσεως εδαφικών πόρων, δηλ. αυτά που χρησιμοποιούν αναλογικά περισσότερη εισροή εδάφους (π.χ. σχέδια γεωργικής ανάπτυξης). - 7 -
7. Από την άποψη της γεωγραφικής κάλυψης, τα σχέδια επένδυσης διακρίνονται σε : α) τοπικής σημασίας β)περιφερειακής σημασίας γ)εθνικής σημασίας δ)κοινοτικής σημασίας (στη γεωγραφική κλίμακα της Ε.Ε) και ε) πολυεθνικής ή παγκόσμιας σημασίας. 8. Τέλος από την άποψη του κινδύνου που διατρέχουν, τα σχέδια επένδυσης διακρίνονται σε : α) απολύτως εξασφαλισμένα έναντι του κινδύνου και της αβεβαιότητας β) χαμηλού κινδύνου και γ) υψηλού κινδύνου. - 8 -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Κάθε δυναμική κοινωνία οριοθετεί τις προσδοκίες της για το μέλλον, χτίζοντας πάνω στις παραγωγικές της δυνάμεις. Στις σύγχρονες κοινωνίες αυτές οι δυνάμεις προσδιορίζονται κυρίως από τη ροπή της κοινωνίας για επενδύσεις και συγκεκριμένα από την προώθηση επενδυτικών σχεδίων για την αύξηση της εθνικής παραγωγής, δηλ. την οικονομική ανάπτυξη. Ο απώτερος υλικός στόχος όλων των κοινωνιών σήμερα, κατά γενική παραδοχή, είναι η αύξηση της οικονομικής ευημερίας, η οποία πραγματοποιείται με την κατανάλωση ή χρήση περισσότερων αγαθών και υπηρεσιών. Όλες οι κοινωνίες αποδίδουν υψηλή σημασία στα σχέδια ανάπτυξης γιατί αυτά αποτελούν τους κεντρικούς αγωγούς της αύξησης και ροής των αγαθών και υπηρεσιών, και επομένως της οικονομικής ευημερίας. Με τις επενδύσεις διευρύνεται η παραγωγική δυναμικότητα της οικονομίας και προωθείται στην πράξη η αύξηση της παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών. Οι επενδύσεις έχουν πολύπλευρες και πολλαπλές επιπτώσεις στην οικονομική και κοινωνική ζωή μιας χώρας για τους εξής λόγους : S προσφέρουν νέες ευκαιρίες απασχόλησης και περιορίζουν έτσι την ανεργία που αποτελεί τη σοβαρότερη οικονομική ασθένεια S αξιοποιούν συνήθως τους αδρανείς εθνικούς πλουτοπαραγωγικούς πόρους S επιταχύνουν τη διαδικασία οικονομικής ανάπτυξης S αποτελούν το οργανικότερο μέσο καταπολέμησης του πληθωρισμό γιατί ενισχύουν την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών και την παραγωγικότητα S προκαλούν πολυσχιδείς προωθητικές επιδράσεις στον παραγωγικό μηχανισμό της οικονομίας S έχουν σοβαρές αναδιανεμητικές επιπτώσεις στις παραγωγικές τάξεις και τις διάφορες περιοχές S συνήθως ενισχύουν την εξωτερική οικονομική θέση της χώρας, γιατί διευρύνουν τις εξαγωγικές δυνατότητες ή/και υποκαθιστούν τις εισαγωγές S επεκτείνουν τον κύκλο εργασιών της οικονομικής δραστηριότητας και δημιουργούν έτσι δυνητικές πηγές αύξησης των δημοσίων εσόδων S ενισχύουν την οικονομική σταθερότητα σε περιόδους ύφεσης με την καλλιέργεια του κλίματος επιχειρηματικής δραστηριότητας, εδραιώνουν την εμπιστοσύνη στο μέλλον της χώρας, αποτελούν τον ασφαλέστερο αγωγό για την προαγωγή της τεχνολογικής - 9 -
προόδου, δεδομένου ότι με τις επενδύσεις ενσωματώνεται στην παραγωγική διαδικασία η προχωρημένη τεχνολογία αντανακλούν φανερά τον δείκτη της οικονομικής δημιουργικότητας και προοδευτικότητας μιας χώρας προβάλουν το γόητρο της χώρας διεθνώς, γιατί αποτελούν το ισχυρότερο μέσο ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητάς της. Είναι τόσο μεγάλη η σημασία των επενδύσεων, ώστε σήμερα είναι γενικά αποδεκτό ότι η συνολική οικονομική επίδοση μιας χώρας και ο χαρακτηρισμός της ως προοδεύουσας οικονομίας αντανακλάται κατεξοχήν στην ποσοτική και ποιοτική στάθμη των επενδύσεων που πραγματοποιούνται. Ο αξιολογητής των σχεδίων επένδυσης οφείλει να γνωρίζει και να εκτιμά όλες τις παραπάνω επιπτώσεις των σχεδίων επένδυσης. Όλες οι βασικές εθνικές επιλογές για την οικονομική κοινωνική ανάπτυξη και επομένως και οι γενικές επενδυτικές επιλογές διατυπώνονται επίσημα στα "πενταετή προγράμματα οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης". Υποτίθεται ότι η πολιτική εξουσία "είναι ο αντιπροσωπευτικός φορέας των προτιμήσεων και συμφερόντων όλων των παραγωγικών ομάδων της κοινωνίας" και επομένως όλα τα σχέδια επένδυσης κοινωνικού ενδιαφέροντος πρέπει να αξιολογούνται με γνώμονα τη συμβολή τους στους "αντικειμενικούς σκοπούς που οριοθετεί η κυβέρνηση". Γι'αυτό,τόσο ο επενδυτής όσο και ο αξιολογητής των σχεδίων επένδυσης οφείλουν να γνωρίζουν τους αντικειμενικούς σκοπούς που επιδιώκει η κυβέρνηση της χώρας. Πέντε τουλάχιστον κύριοι αντικειμενικοί σκοποί αναγνωρίζονται διεθνώς κατά την επιλογή και αξιολόγηση των σχεδίων επένδυσης : 1) Η εμπορική βιωσιμότητα του σχεδίου, ως δείκτης της συμβολής του στην αύξηση των κοινωνικών ή κρατικών πόρων. 2) Η βελτίωση στην κατανομή των εθνικών πόρων, ως στόχος της καλύτερης χρήσης και ανακατανομής των πόρων από τις δραστηριότητες χαμηλής παραγωγικότητας στις δραστηριότητες υψηλής απόδοσης. 3) Η επιτάχυνση του ρυθμού ανόδου του εθνικού προϊόντος (εισοδήματος) στον υψηλότερο δυνατό βαθμό. 4) Η δικαιότερη διανομή του εισοδήματος (και του πλούτου) μεταξύ των παραγωγικών ομάδων ή περιοχών. 5) Η παραγωγή κοινωνικά επιθυμητών αγαθών, δηλ. αγαθών που έχουν ιδιαίτερη κοινωνική αξία και η αύξηση της προσφοράς τους. - 10 -
Η πραγματοποίηση των παραπάνω σκοπών έχει ως συνέπεια την εκλογή μιας ορισμένης στρατηγικής ανάπτυξης κατά τομείς. Τούτο σημαίνει ότι κατά την επιλογή και αξιολόγηση των σχεδίων επένδυσης πρέπει να γνωρίζουμε σε ποια κατεύθυνση θα προσανατολιστεί κυρίως η οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη: προς τη γεωργία ή τη βιομηχανία; προς το εμπόριο ή τον τουρισμό; Προς την προώθηση των εξαγωγών ή την υποκατάσταση των εισαγωγών; Προς τις βιομηχανίες έντασης εργασίας ή έντασης τεχνολογίας; Όσο και αν τα ερωτήματα αυτά δεν συνιστούν καταληκτικές επιλογές, γιατί η ανάπτυξη στην πράξη είναι ένας συνδυασμός αυτών των επιλογών,μακροχρόνια μας οδηγούν μέσω του συγκριτικού οικονομικού πλεονεκτήματος των διαφόρων κλάδων παραγωγής σε ένα ορισμένο "μονοπάτι" (στρατηγική) ανάπτυξης. Το συγκριτικό οικονομικό πλεονέκτημα πηγάζει και αντανακλάται κυρίως στην επάρκεια και ποιότητα των εθνικών πόρων και το κόστος αξιοποίησής τους. Η γενικότερη στρατηγική ανάπτυξης, η οποία υιοθετείται σε εθνικό επίπεδο, περιέχεται στο "πενταετές πρόγραμμα οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης" Στην ίδια πηγή προδιαγράφονται και οι εθνικές προτεραιότητες ανάπτυξης που καθορίζουν τους συγκεκριμένους κλάδους στους οποίους είναι επιθυμητή η κατανομή των επενδυτικών πόρων, κατά ιεραρχική και χρονική προτεραιότητα. Οι εθνικές προτεραιότητες καθορίζουν εκ των προτέρων και τα μεγάλα έργα στρατηγικής σημασίας που είναι αναγκαία για να δρομολογηθεί με σχετική ακρίβεια η πορεία της ανάπτυξης προς ορισμένη κατεύθυνση. ΦΑΣΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ Όλα τα σχέδια επένδυσης που τελικά επιλέγονται κατ'ανάγκη πρέπει να εναρμονίζονται προς τους εθνικούς αναπτυξιακούς σκοπούς,τη στρατηγική ανάπτυξης κατά κύριους τομείς και τις εθνικές προτεραιότητες κατά κλάδους και μεγάλα επενδυτικά σχέδια. Κάθε ολοκληρωμένη επενδυτική δραστηριότητα ακολουθεί μια ορισμένη διαδικασία, η οποία γίνεται σε τέσσερις κυρίως φάσεις : 1) τη φάση της προ-επένδυσης (φάση επιλογής και προπαρασκευής) 2) τη φάση της προώθησης του σχεδίου επένδυσης (φάση προώθησης) 3) τη φάση της κατασκευής του έργου (φάση επένδυσης) και 4) τη φάση της λειτουργίας (φάση παραγωγής). 1. Η φάση της προ-επένδυσης περιλαμβάνει : α) την αρχική επενδυτική ιδέα ή την επισήμανση της επενδυτικής ευκαιρίας, που γίνεται συνήθως με τη "μελέτη διερεύνησης των ευκαιριών επένδυσης" β) την προκαταρκτική επιλογή και περιγραφή του προτεινόμενου σχεδίου επένδυσης, που γίνεται με την "πρόταση για επένδυση" ή την "αναγνωριστική μελέτη" και εν συνεχεία με την "προμελέτη εφικτότητας" ή "προμελέτη επένδυσης". γ) την προπαρασκευή και ολοκληρωμένη παρουσίαση του σχεδίου επένδυσης που περιλαμβάνει τη διερεύνηση της "πρότασης για - 11 -
επένδυση από τις απόψεις που αναφέρονται παραπάνω και γίνεται με την ιδιαίτερα σημαντική εργασία της "μελέτης εφικτότητας" και με άλλες "μελέτες υποστηρίξεως". Εδώ γίνεται η συστηματική αξιολόγηση του σχεδίου επένδυσης και περιλαμβάνει 2 στάδια : i) την ιδιωτικό-οικονομική ανάλυση και ii) την κοινωνικό-οικονομική ανάλυση. δ) την οριστική αξιολόγηση και λήψη απόφασης με βάση τη "μελέτη εφικτότητας. 2. Η φάση της προώθησης του σχεδίου επένδυσης περιλαμβάνει : α) την εκπόνηση των λεπτομερειακών κατασκευαστικών σχεδίων με την "οριστική μελέτη" ή "μελέτη εφαρμογής" και τις επιμέρους "μελέτες εφαρμογής" β) την οριστική ρύθμιση χρηματοδότησης του σχεδίου επένδυσης με την υπογραφή των δανειακών συμβολαίων γ) την διαδικασία επιλογής κατασκευαστών και προμήθειας των υλικών και του μηχανολογικού εξοπλισμού δ) την υπογραφή των συμβολαίων αναθέσεως του έργου και των προμηθειών του εξοπλισμού 3. Η φάση της επένδυσης (κατασκευής ή πραγματοποίησης) περιλαμβάνει : α) τη χρονική κλιμάκωση και τον ταμειακό προγραμματισμό των κατασκευαστικών εργασιών β) την προετοιμασία των εδαφικών εκτάσεων και των χώρων για την εγκατάσταση του εργοταξίου, την χωροταξική διάταξη των έργων και την εκτέλεση των έργων υποδομής γ) την κατασκευή των έργων πολιτικού μηχανικού δ) την προμήθεια και εγκατάσταση των μηχανημάτων και του εξοπλισμού ε) την πρόσληψη και εκπαίδευση του προσωπικού και την οργάνωση δικτύου μάρκετινγκ στ) τη θέση σε λειτουργία της μονάδας και τις πρώτες δοκιμές 4. Η φάση της λειτουργίας και παραγωγής περιλαμβάνει : α) την αρχική περίοδο παραγωγής και την παρακολούθηση της μονάδας ως προς τον ποιοτικό έλεγχο των παραγομένων προϊόντων και τον έλεγχο της παραγωγικότητας β) την επιβεβαίωση των προβλέψεων των χρηματικών ροών,την τήρηση των δανειακών υποχρεώσεων και του οικονομικού αποτελέσματος της επένδυσης στην αρχική φάση λειτουργίας. - 12 -
ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ Η πρώτη ενέργεια του επιχειρηματικού φορέα, που επιδιώκει να πραγματοποιήσει μια βιώσιμη και αποδοτική επένδυση, είναι να παρουσιάσει μια ενδιαφέρουσα ή ελκυστική επενδυτική ιδέα ή ευκαιρία επένδυσης. Υπάρχουν τρείς τρόποι για να βρεθεί η ιδέα αυτή : α) από τις πληροφορίες και εμπειρίες που έχει ο ίδιος ο επιχειρηματικός φορέας β) από ειδικές λίστες ευκαιριών επένδυσης που έχουν καλά οργανωμένοι αναπτυξιακοί φορείς ή τράπεζες ή δημόσιοι οργανισμοί γ) από την εκπόνηση ιδιαίτερης μελέτης,που ονομάζεται "μελέτη διερεύνησης ή επισήμανσης ευκαιριών επένδυσης" ( identification of investment opportunities ή opportunities studies ). Οι "μελέτες διερεύνησης ή επισήμανσης ευκαιριών επένδυσης" είναι δύο ειδών : Α) γενικές μελέτες διερεύνησης ευκαιριών επένδυσης που είναι τριών τύπων: α) μελέτες ανάπτυξης περιοχών, που επισημαίνουν ευκαιρίες για επένδυση σε ορισμένες περιοχές που έχουν κάποιο γεωγραφικό συγκριτικό πλεονέκτημα, π.χ. την παραγωγή μιας ειδικής ποικιλίας σταφυλιών για εκλεκτική οινοπαραγωγή, ή την ύπαρξη ανεκμετάλλευτου ορυκτού πλούτου. β) κλαδικές μελέτες, που επισημαίνουν ευκαιρίες επένδυσης σε επιλεγμένους κλάδους της οικονομίας, όπως π.χ. τα ηλεκτρονικά. γ) μελέτες αξιοποίησης πλουτοπαραγωγικών πόρων, όπως π.χ. η αξιοποίηση του δασικού πλούτου για την παραγωγή χαρτομάζας ή η εγκατάσταση μιας ξενοδοχειακής μονάδας σε μια ελκυστική τουριστική τοποθεσία. Οι "γενικές μελέτες διερεύνησης ευκαιριών επένδυσης" βασίζονται σε γενικά ή ομαδοποιημένα στοιχεία και πληροφορίες που ενδιαφέρουν τους επενδυτές και απλώς επισημαίνουν ιδέες ή "περιοχές" στις οποίες μπορούν να κατευθύνουν το επενδυτικό ενδιαφέρον τους. "Γενικές μελέτες διερεύνησης ευκαιριών επένδυσης" υπάρχουν στη χώρα μας : 1) στο υπουργείο εθνικής οικονομίας ( αρμόδια διεύθυνση επενδύσεων ) 2) στο κέντρο προγραμματισμού και οικονομικών ερευνών 3) σε ορισμένες αναπτυξιακές τράπεζες. Β) ειδικές μελέτες για ευκαιρίες επένδυσης Οι μελέτες αυτές γίνονται ύστερα από την εκπόνηση των "γενικών μελετών διερεύνησης ευκαιριών επένδυσης" και εξειδικεύουν την ευκαιρία επένδυσης κατά υποκλάδο ή κατά συγκεκριμένο προϊόν. - 13 -
Με τον τρόπο αυτό οι γενικές διερευνήσεις των παραπάνω αρχικών μελετών εξειδικεύονται και εξατομικεύονται σε συγκεκριμένες προτάσεις ή ιδέες που περιέχουν ορισμένα "πρώτα" στοιχεία και πληροφορίες, με τα οποία "κατευθύνουν" τους επενδυτές προς ορισμένη περιοχή επιχειρηματικής δράσης. Σκοπός των ειδικών αυτών μελετών είναι να υποδείξουν προς τους επενδυτές το αντικείμενο προς το οποίο μπορούν να στραφούν, αν επιθυμούν να κάνουν επενδύσεις. Η επιλογή από τις παραπάνω ευκαιρίες μιας συγκεκριμένης ευκαιρίας κατά υποκλάδο ή προϊόν γίνεται με την " πρόταση για επένδυση " (project proposal ) ή την " αναγνωριστική μελέτη" (reconnaissance study) η οποία λέγεται και "επενδυτικό προφίλ" (investment profile) και περιέχει τα εξής στοιχεία : - το γενικότερο επενδυτικό κλίμα στη χώρα ή την περιοχή - η εσωτερική ζήτηση του προϊόντος - οι εισαγωγές και εξαγωγές του προϊόντος - οι προτιμήσεις των καταναλωτών ή χρηστών - η κρατική πολιτική (φορολογία,τιμολογιακή πολιτική,κίνητρα επενδύσεων κλπ. ) - οι διαθέσιμοι πόροι για την πραγματοποίηση της ευκαιρίας επένδυσης ( επάρκεια εργατικού δυναμικού,κόστος εργασίας,εξασφάλιση γης για την εγκατάσταση μονάδων κλπ.) - το διαθέσιμο δίκτυο πωλήσεων - άλλα στοιχεία που προσδιορίζουν τη θέση του προϊόντος στην αγορά Η "πρόταση για επένδυση" έχει έκταση 10-15 δακτυλογραφημένες σελίδες περίπου και γι'αυτό το κόστος εκπόνησής της είναι ασήμαντο. Έχει ως στόχο να πληροφορήσει και να κεντρίσει το επιχειρηματικό ενδιαφέρον και γι'αυτό ο βαθμός λεπτομέρειάς της δεν είναι υψηλός. Απλώς επισημαίνει και εντοπίζει την "περιοχή" στην οποία θα κατευθυνθεί το ενδιαφέρον του επενδυτή για παραπέρα διερεύνηση με την " προμελέτη επένδυσης" ή "προμελέτη εφικτότητας ", Γ) Προμελέτη Εφικτότητας Εφόσον η "πρόταση για επένδυση" είναι θετική,προχωρούμε στην εκπόνηση της "προμελέτης εφικτότητας" (pre-feasibility study) ή "προμελέτης επένδυσης" ή απλώς "προμελέτης". Αυτή διερευνά την επιχειρηματική ιδέα που προτείνει η "πρόταση για επένδυση" σε περισσότερο βάθος και από περισσότερες απόψεις. Γι'αυτό είναι λεπτομερέστερη και περισσότερο εκτεταμένη. Ο αντικειμενικός σκοπός της "προμελέτης εφικτότητας" είναι : (α) να διαπιστώσει αν η εξεταζόμενη ευκαιρία επένδυσης είναι πράγματι αποδοτική και ενδιαφέρουσα (β) να θεμελιωθεί αν ευσταθεί η απόφαση για την συνέχιση της περαιτέρω διερεύνησης της ευκαιρίας επένδυσης, με την εκπόνηση της "μελέτης εφικτότητας". - 14 -
(γ) να επισημάνει τις επιμέρους απόψεις που έχουν κρίσιμη σημασία και ιδιαίτερη βαρύτητα και γι'αυτό είναι απολύτως αναγκαία η περαιτέρω διερεύνησή τους σε βάθος με προτεινόμενες "μελέτες υποστήριξης" όπως: "έρευνα αγοράς", "επιλογή της άριστης θέσης για την εγκατάσταση της μονάδας", "το άριστο μέγεθος παραγωγής της μονάδας", "οι τεχνικές προδιαγραφές του μηχανολογικού εξοπλισμού" κλπ. Τα επί μέρους αντικείμενα που διερευνά κυρίως η "προμελέτη εφικτότητας" είναι : 1) η ύπαρξη επιχειρηματικού ενδιαφέροντος και φορέα για την ανάληψη του έργου 2) η ύπαρξη αγοράς για τα προϊόντα της μονάδας 3) η τεχνική εφικτότητας του σχεδίου επένδυσης 4) η οικονομική αποδοτικότητά της 5) η επιλογή της κατάλληλης τοποθεσίας για την εγκατάσταση του έργου 6) η επάρκεια του μάνατζμεντ Δ) Μελέτες Υποστήριξης Οι "μελέτες υποστήριξης" (support studies) είναι εξειδικευμένες έρευνες σε βάθος, πάνω σε επιμέρους θέματα - αντικείμενα του σχεδίου επένδυσης και θεωρούνται αναγκαία προϋπόθεση ή υποστήριξη κυρίως για τις "μελέτες εφικτότητας" των μεγάλων σχεδίων επένδυσης. Από τις σχετικές ανάγκες, προκύπτουν οι εξής κυρίως "μελέτες υποστήριξης" : 1) έρευνα αγοράς για τη ζήτηση των παραγομένων προϊόντων με βάση : την έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών, οικονομετρικές προβολές, τάσεις εισαγωγών-εξαγωγών, προτιμήσεις των καταναλωτών κλπ. 2) έρευνες πρώτων υλών για την εξασφάλιση της μόνιμης προμήθειάς τους στις κατάλληλες τεχνικές προδιαγραφές, σε χαμηλό κόστος και υπό διάφορες εναλλακτικές πηγές ώστε να υπάρχουν πάντοτε σε αναγκαίες ποσότητες για την ομαλή και ροή της παραγωγής του σχεδίου επένδυσης. 3) μελέτες για την επιλογή της άριστης τοποθεσίας ( μεταξύ διαφόρων εναλλακτικών θέσεων ) τόσο για τεχνικούς λόγους ( κατάλληλη εδαφολογική σύσταση ) όσο και για οικονομικούς και περιβαλλοντικούς λόγους ( χαμηλό κόστος μεταφοράς, γειτνίαση με τα μεγάλα καταναλωτικά κέντρα, προστασία αρχαιολογικών και άλλων μνημείων, διασφάλιση της αισθητικής του τοπίου και της οικολογικής ισορροπίας του φυσικού περιβάλλοντος κλπ.).η ίδια μελέτη αποσκοπεί στην εξεύρεση άριστου γενικού σχεδίου διάταξης του έργου ( master plan ) σε συνάρτηση και με την κατάλληλη υποδομή υποστήριξης ( αποχετευτικό δίκτυο, ύδρευση, τηλεπικοινωνιακό δίκτυο, ηλεκτροδότηση κλπ.) 4) έρευνες για την επιλογή της άριστης τεχνολογίας που γίνεται για να εξευρεθεί η άριστη τεχνολογία, οι πηγές προμήθειάς της σε χαμηλό - 15 -
κόστος, τα επιθυμητά πρότυπα ( standards ) αντοχής και ποιότητας, η διατύπωση των τεχνικών προδιαγραφών για την παραγγελία του εξοπλισμού, το χρονοδιάγραμμα παράδοσης των διαφόρων τμημάτων του εργοστασίου κλπ. 5) έρευνες επιλογής του άριστου οικονομικού και τεχνικού μεγέθους παραγωγής, ώστε να εξευρεθεί το άριστο σημείο παραγωγικής λειτουργίας σε συσχετισμό με το μέγεθος της αγοράς, την παραγωγική ικανότητα του τεχνικού εξοπλισμού, το μάρκετινγκ, το ύψος της επένδυσης, την τιμολογιακή πολιτική κλπ. 6) έρευνα μάρκετινγκ που εξετάζει τις δυνατότητες τοποθέτησης των προϊόντων στην εσωτερική και εξωτερική αγορά, την επιλογή των μέσων μεταφοράς σε σχέση με το συγκριτικό κόστος των διαφόρων μέσων μεταφοράς, τα συγκεκριμένα σημεία πωλήσεων, τον προϋπολογισμό διαφήμισης των προϊόντων, τις αποθήκες και τα πρατήρια κεντρικής πώλησης, τη διάθεση των προϊόντων με μακροχρόνια συμβόλαια κλπ. Ε) Μελέτη Εφικτότητας Μετά την "προμελέτη εφικτότητας" και εφόσον το συμπέρασμά της είναι θετικό, επακολουθεί η "μελέτη εφικτότητας" (feasibility study), η οποία είναι έρευνα και ανάλυση σε βάθος όλων των απόψεων του σχεδίου επένδυσης, ώστε να είναι δυνατή η λήψη οριστικής απόφασης για την απόρριψη ή αποδοχή της πρότασης για επένδυση. Αν και τα επί μέρους προβλήματα ή αντικείμενα διαφέρουν από επένδυση σε επένδυση,εν τούτοις, κατά την ανάλυσή τους,ακολουθείται μια ορισμένη σειρά κεντρικών θεμάτων ( ικανότητα του επιχειρηματικού φορέα, τεχνική εφικτότητας, επιλογή τοποθεσίας κλπ) που είναι κοινή για όλα τα σχέδια επένδυσης. Γι'αυτό από τη διεθνή εμπειρία έχει υιοθετηθεί ένα ενιαίο πρότυπο δομής και ανάλυσης της "μελέτης εφικτότητας" των σχεδίων επένδυσης, που είναι γενικά αποδεκτό. Πρέπει εξαρχής να τονιστεί ότι όλες οι απόψεις ή όλα τα θέματα μιας "μελέτης εφικτότητας" είναι αλληλοεξαρτώμενα και αλληλοεπηρεαζόμενα, άλλα σε υψηλό και άλλα σε χαμηλό βαθμό. Γι'αυτό τα θέματα που περιλαμβάνονται στη μελέτη δεν εξετάζονται μεμονωμένα αλλά ακολουθούν μια προσέγγιση διαδοχικής ανατροφοδότησης και διασυνδέσεων που καλύπτει όλα τα αντικείμενα και σε διαφορετικές εναλλακτικές λύσεις, ώστε να βρεθεί τελικά η καλύτερη εφικτή οικονομική, τεχνική, διαχειριστική κλπ. λύση. Έτσι πχ. η έρευνα της αγοράς, το μέγεθος της παραγωγής, η επιλογή του τόπου εγκατάστασης της μονάδας, η τεχνική παραγωγής, τα συστήματα προμηθειών πρώτων υλών, ο βαθμός απασχόλησης της παραγωγικής δυναμικότητας, το μέγεθος του εργατικού δυναμικού κλπ. θα πρέπει να επιλεγούν και εναρμονιστούν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίσουν το χαμηλότερο κόστος επένδυσης και παραγωγής. Ο τελικός σκοπός της "μελέτης εφικτότητας" είναι να ελέγξει αν μια επενδυτική ιδέα ευσταθεί από όλες εκείνες τις απόψεις που είναι - 16 -
αναγκαίες για την προώθησή της, ώστε να αποτελέσει τελικά μια βιώσιμη και αποδοτική μονάδα. Συγκεκριμένα ερευνά : - αν υπάρχει ικανός επιχειρηματικός φορέας να αναλάβει το σχέδιο επένδυσης - αν υπάρχει αποτελεσματική ζήτηση για τα προϊόντα που θα παραχθούν - αν το μέγεθος της μονάδας είναι εφικτό και άριστο - αν η τεχνική παραγωγής και ο τεχνικός εξοπλισμός που χρησιμοποιούνται είναι τα πλέον άριστα - αν η επιλογή της τοποθεσίας για την εγκατάσταση της μονάδας είναι η πλέον ενδεδειγμένη από άποψη κόστους μεταφοράς, περιβαλλοντικών επιπτώσεων κλπ - αν υπάρχουν οι πρώτες ύλες για την παραγωγή της μονάδας στις κατάλληλες τεχνικές προδιαγραφές, σε χαμηλό κόστος κλπ - αν η οργάνωση της διαδικασίας παραγωγής (πρόγραμμα προμηθειών, επάρκεια κατάλληλων ειδικοτήτων, παραγωγική ικανότητα εργοστασίου κλπ)είναι η άριστη δυνατή - αν η βιωσιμότητα του σχεδίου επένδυσης είναι εξασφαλισμένη, ιδίως αν συσχετισθεί με τα δεδομένα της διεθνούς αγοράς - αν η χρηματοδότηση τόσο κατά το στάδιο της μελέτης όσο και κατά το στάδιο της κατασκευής και λειτουργίας είναι εξασφαλισμένη - αν η διαχείριση της περιουσίας, των πόρων και της ρευστότητας της μονάδας είναι διαφανής και αποτελεσματική - αν θα υπάρχουν τυχόν αρνητικές αντιδράσεις από την κοινή γνώμη για την πραγματοποίηση του σχεδίου επένδυσης - αν η αξιολόγηση του σχεδίου επένδυσης από κοινωνική άποψη δίνει θετικά αποτελέσματα κλπ. Με βάση τα παραπάνω, διατυπώνεται το οριστικό συμπέρασμα για το σχέδιο επένδυσης και διαπιστώνεται τελικά αν αυτό είναι βιώσιμο και αποδοτικό. Εφόσον το συμπέρασμα της "μελέτης εφικτότητας" είναι ευνοϊκό προχωρούμε στην "οριστική μελέτη". ΣΤ) Οριστική Μελέτη ή Μελέτη Εφαρμογής Η "οριστική μελέτη" ή "μελέτη εφαρμογής" (final study) αναφέρεται στην εκπόνηση των λεπτομερειακών κατασκευαστικών σχεδίων και τον προγραμματισμό των εργασιών για την πραγματοποίηση του έργου ως και το στάδιο της έναρξης λειτουργίας της μονάδας παραγωγής. Ειδικότερα,η "οριστική μελέτη" καλύπτει τα εξής κυρίως αντικείμενα : 1) τον χρονικό και ταμειακό προγραμματισμό όλων των έργων και των εργασιών 2) την εξασφάλιση των εκτάσεων και των χώρων για την εγκατάσταση του εργοταξίου και τη διάταξη των έργων 3) τα λεπτομερή σχέδια εφαρμογής των έργων πολιτικού μηχανικού 4) την λεπτομερή περιγραφή της εγκατάστασης και διάταξης του μηχανολογικού εξοπλισμού και των άλλων εγκαταστάσεων παραγωγής(design) 5) τις οδηγίες για τα μέτρα ασφαλείας κατά τη διάρκεια της κατασκευής των έργων - 17 -
6) το πρόγραμμα πρόσληψης και εκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού και των στελεχών 7) την έναρξη λειτουργίας, τις δοκιμές και την παράδοση του έργου από τους κατασκευαστές-αναδόχους Η "οριστική μελέτη" ή "μελέτη εφαρμογής",επειδή είναι κατ'ανάγκη λεπτομερειακοί, έχει μεγάλη έκταση εξαιτίας των πολλών τεχνικών στοιχείων που απαιτεί η εφαρμογή των σχεδίων στην πράξη. Γι'αυτό το κόστος της "οριστικής μελέτης" είναι σχετικά υψηλότερο, δεδομένου ότι απαιτούνται πολλές ανθρωποώρες για τη σχεδίαση υπό κλίμακα εφαρμογής των τελικών σχεδίων πολιτικού μηχανικού, των εγκαταστάσεων παραγωγής κλπ. Επειδή τα σχέδια επένδυσης έχουν πολυδιάστατο χαρακτήρα, είναι αναγκαίο η εκπόνηση των σχετικών μελετών να γίνεται από ομάδα εργασίας με διεπιστημονική σύνθεση. Η ποιοτική στάθμη μιας μελέτης εξαρτάται κυρίως από τη σύνθεση και την ποιότητα των εμπειρογνωμόνων που την εκπονούν. Είναι ανάγκη να διατεθούν μερικοί πόροι για το σκοπό αυτό, αν επιθυμούμε να μελετήσουμε με επιστημονική επάρκεια και πληρότητα ένα σχέδιο επένδυσης. Για να διερευνηθεί πχ. ένα βιομηχανικό σχέδιο επένδυσης μεσαίου ή μεγάλου μεγέθους με πληρότητα, θα πρέπει να συγκροτηθεί ομάδα εργασίας με την εξής σύνθεση εμπειρογνωμόνων : S ένας οικονομολόγος με κατάρτιση στα θέματα βιομηχανίας (ως προϊστάμενος ή συντονιστής της ομάδας εργασίας) S ένας ερευνητής-αναλυτής αγοράς S ένας ή δυο μηχανολόγοι-τεχνολόγοι ειδικοί στα θέματα της βιομηχανίας S ένας πολιτικός μηχανικός ειδικευμένος σε θέματα βιομηχανικών κατασκευών S ένας περιβαλλοντολόγος αρμόδιος σε θέματα επιλογής τόπου εγκατάστασης βιομηχανικών μονάδων και μελέτης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των βιομηχανικών εγκαταστάσεων S ένας χρηματοδοτικός αναλυτής και φορολογικός εμπειρογνώμων S ένας ειδικός στο μάνατζμεντ S ένας ειδικός στο μάρκετινγκ S ένας ειδικός στα θέματα εργασιακών σχέσεων-επιλογής προσωπικού. Η παραπάνω πλήρης σύνθεση δεν είναι απαραίτητη για όλα τα επενδυτικά σχέδια. Η σύνθεση αυτή καλύπτει κυρίως τις ανάγκες ενός μεγάλου έργου βιομηχανικής ανάπτυξης σε επίπεδο "μελέτης εφικτότητας". Για έργα μικρότερης κλίμακας ή χαμηλότερου επιπέδου ανάλυσης ( πχ. για την "προμελέτη εφικτότητας ) ο αριθμός των μελών της ομάδας εργασίας προσεγγίζει περίπου το μισό. - 18 -
Η ομάδα εργασίας θα πρέπει να έχει και κάποια πρόσθετη ερευνητική υποστήριξη από άλλους ειδικούς ( εδαφολόγους, αναλυτές εργαστηρίων, νομικούς συμβούλους, αρχιτέκτονες κλπ. ) Ο προϊστάμενος της ομάδας εργασίας, εκτός από τη συμβολή του στην οικονομική ανάλυση του σχεδίου επένδυσης, είναι υπεύθυνος για: τις επαφές με όλους τους φορείς, τον προγραμματισμό των εργασιών της ομάδας, την εξασφάλιση της υποστήριξής της με στοιχεία, την επάρκεια των μέσων εκπόνησης της μελέτης και την άρτια ολοκλήρωσή της. Κυρίως όμως, ο προϊστάμενος της ομάδας εργασίας παίζει συντονιστικό ρόλο μεταξύ των διαφόρων εμπειρογνωμόνων, όταν πρόκειται να ληφθούν αποφάσεις και να γίνουν επιλογές για διασταυρούμενα ή διεπιστημονικά θέματα. Η τεχνική ανάλυσης και αξιολόγησης των σχεδίων επένδυσης, ως ιδιαίτερη επιστημονική και πρακτική "πειθαρχία", έχει δική της ορολογία. Όλοι οι εξειδικευμένοι όροι που χρησιμοποιούνται εδώ παρουσιάζονται με την περιγραφική και ποσοτική διάστασή τους. Οι ορισμοί που υιοθετούνται είναι διεθνώς καθιερωμένοι και χρησιμοποιούνται από την unido. Η εκπόνηση των μελετών των σχεδίων επένδυσης απαιτεί πολλές εκτιμήσεις και υπολογισμούς. Όταν υπάρχουν τα σχετικά στατιστικά στοιχεία, προχωρούμε στον έλεγχο της αξιοπιστίας τους και στην παραπέρα επεξεργασία. Όταν όμως τα στατιστικά στοιχεία και οι πληροφορίες απουσιάζουν ή είναι δυσεύρετα, τότε ο αναλυτής των σχεδίων πρέπει να βρει κάποιο τρόπο για να αναπληρώσει το σοβαρό αυτό κενό, προσφεύγοντας σε έμμεσες πληροφορίες ή πηγές. Σε πολλές περιπτώσεις, για να ολοκληρωθεί η σχετική αξιολόγηση, χρησιμοποιούνται παραδοχές ή υποθέσεις εργασίας. Οι παραδοχές χρησιμοποιούνται για μεγέθη ή τάσεις ή συμπεριφορές που υπάρχουν ή εικάζονται εύκολα εκ των προτέρων και είναι γενικά παραδεκτές. Πχ. είναι γενικά αποδεκτό ότι ο πληθυσμός της χώρας αυξάνεται τα τελευταία έτη με ετήσιο ποσοστό ανόδου 1% περίπου. Το μέγεθος αυτό είναι μια παραδοχή που δεν είναι εύκολο να αμφισβητήσει κανείς, παρά μόνον αν έχει κάνει ο ίδιος εξειδικευμένη δειγματοληπτική έρευνα για το ποσοστό αύξησης του πληθυσμού. Επομένως, στις προβολές της εγχώριας ζήτησης ενός προϊόντος είναι θεμιτό να γίνεται η παραδοχή ότι : "ο πληθυσμός της χώρας τα επόμενα 10 χρόνια προβλέπεται να αυξάνει με ετήσιο ρυθμό 1% ". Οι παραδοχές χρησιμοποιούνται σε πολλές περιπτώσεις για την εκτίμηση της ζήτησης, του κόστους παραγωγής, του κόστους εργασίας κλπ. Οι υποθέσεις εργασίας χρησιμοποιούνται κυρίως σε μεγέθη ή συμπεριφορές ή καταστάσεις στις οποίες δεν υπάρχει γενικά αποδεκτή παραδοχή, αλλά διατυπώνονται πολλές "απόψεις" ή "υποθέσεις".στην περίπτωση αυτή υιοθετούνται εκτιμήσεις "εξ υποθέσεως" για να διεκπεραιωθεί μια ορισμένη εργασία υπολογισμού.οι υποθέσεις εργασίας δεν είναι τόσο δεσμευτικές όσο οι παραδοχές και μπορεί να - 19 -
μεταβληθούν για διάφορους λόγους. Πχ. όταν διεξάγεται η "ανάλυση ευαισθησίας" για την εκτίμηση της αποδοτικότητας ενός σχεδίου επένδυσης, μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως υπόθεση εργασίας οι εναλλακτικές εκτιμήσεις ότι το ύψος των πωλήσεων θα είναι : 100.000 euro (υψηλό), 75.000 euro (μέσο) και 50.000 euro (χαμηλό). Οι εναλλακτικές αυτές υποθέσεις εργασίας, "υψηλό", "μέσο", "χαμηλό", είναι πολύ συνηθισμένες στην αξιολόγηση των σχεδίων επενδύσεων και γίνονται για να καλύψουν την απουσία συγκεκριμένης πληροφορίας ή ακριβών στατιστικών στοιχείων. Οι υποθέσεις εργασίας πρέπει να είναι όσο το δυνατόν ρεαλιστικές, δηλ. να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Όλες οι ποσοτικές και ποιοτικές αναλύσεις των σχεδίων επένδυσης στηρίζονται πάνω σε ορισμένες παραδοχές ή/και υποθέσεις εργασίας. Αυτές πρέπει να δηλώνονται με σαφήνεια στη σχετική παρουσίαση του σχεδίου ώστε να είναι εφικτός ο έλεγχος της αξιοπιστίας τους. Όλα τα σχέδια επένδυσης χρησιμοποιούν ροές κόστους (εξόδων) και ωφελειών (εσόδων) που έχουν χρονική διάσταση. Επειδή ο χρόνος είναι θεμελιώδες στοιχείο στη λήψη αποφάσεων αλλά και στις εκτιμήσεις της αποδοτικότητας των σχεδίων επένδυσης (κυρίως κατά την προεξόφληση - αναπροεξόφληση),είναι αναγκαίο να προσδιορίζεται εκ των προτέρων η διάσταση του χρονικού ορίζοντα. Οι χρονικές διαστάσεις που ενδιαφέρουν στην ανάλυση σχεδίων επένδυσης είναι: 1. Η περίοδος μελέτης που περιλαμβάνει τον χρόνο μελέτης και προγραμματισμού του σχεδίου επένδυσης. 2. Η περίοδος κατασκευής που περιλαμβάνει τον χρόνο πραγματοποίησης του έργου. 3. Ο χρόνος έναρξης της παραγωγής, δηλ. η χρονική στιγμή που αρχίζει η παραγωγή. 4. Η περίοδος παραγωγικής λειτουργίας της μονάδας (χρόνος ζωής της επένδυσης). 5. Ο χρόνος λήξεως της παραγωγικής ζωής του έργου (καταληκτικό έτος). Οι παραπάνω χρονικές προδιαγραφές πρέπει να αναφέρονται ρητά σε κάθε σχέδιο επένδυσης. Κατά την αποτίμηση των χρηματικών μεγεθών των ροών κόστους και ωφελειών των σχεδίων επένδυσης πρέπει να επιλέξουμε μεταξύ σταθερών και τρεχουσών τιμών. Το πρόβλημα αυτό δημιουργείται γιατί υπάρχει ο πληθωρισμός, ο οποίος διογκώνει τις τιμές. Οι αρχές ή κανόνες που εφαρμόζουμε στην ανάλυση των σχεδίων επένδυσης είναι οι παρακάτω: 1. Όταν δεν προβλέπεται σημαντική μεταβολή των τιμών ή όταν όλες οι τιμές των ροών κόστους και ωφελειών μεταβάλλονται διαχρονικά κατά το ίδιο ποσοστό, δεν υφίσταται πρόβλημα προσαρμογής τιμών δεδομένου - 20 -
ότι τόσο οι ροές κόστους όσο και οι ροές ωφελειών υφίστανται ισοδύναμες μεταβολές. Κάτω από τις συνθήκες αυτές, οι μεταβολές τιμών δεν επηρεάζουν το τελικό αποτέλεσμα της αξιολόγησης. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζουμε σταθερές τιμές σε όλα τα μεγέθη του σχεδίου επένδυσης και συνήθως τις τιμές του έτους αφετηρίας ή άλλου έτους βάσης. 2. Όταν προβλέπεται μεταβολή των σχετικών τιμών, δηλ. όταν στη διαδρομή του χρόνου οι τιμές των διαφόρων ροών κόστους και ωφελειών του σχεδίου επένδυσης μεταβάλλονται όχι με το ίδιο ποσοστό, επιβάλλεται προσαρμογή των τιμών ανάλογα με τις προβλέψεις ή πληροφορίες που έχουμε για τα διαφορετικά επίπεδα του πληθωρισμού των επί μέρους μεγεθών. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζουμε τους διαφορετικούς ρυθμούς πληθωρισμού (τρέχουσες τιμές) στα επί μέρους μεγέθη που υπόκεινται πληθωριστικές μεταβολές κατά την περίοδο της κατασκευής και λειτουργίας του σχεδίου επένδυσης. Έτσι, αν προβλέπεται π.χ. ότι οι τιμές δύο εισροών (οι πρώτες ύλες και η ηλεκτρική ενέργεια) θα αυξάνουν κατά 6% και 8% αντίστοιχα, ενώ οι τιμές των παραγόμενων προϊόντων της μονάδας (εκροών) θα αυξάνουν μόνον κατά 2%, οι συντελεστές αυτοί πρέπει να εφαρμοστούν στα σχετικά ετήσια μεγέθη, δηλ. πρέπει να γίνουν οι κατάλληλες προσαρμογές στις σχετικές αξίες των ροών κόστους και ωφελειών, γιατί οι τιμές τους μεταβάλλονται με διαφορετικά ποσοστά. 3. Στην πράξη, επειδή συνήθως όλα τα μεγέθη των ροών κόστους και ωφελειών των σχεδίων επένδυσης μεταβάλλονται με τον ίδιο γενικό ρυθμό πληθωρισμού ή οι σχετικές μεταβολές των τιμών δεν διαφέρουν σημαντικά, εφαρμόζουμε τις τιμές που ισχύουν τη στιγμή που κάνουμε την ανάλυση- αξιολόγηση της επένδυσης, δηλ. χρησιμοποιούμε σταθερές τιμές για όλες τις μελλοντικές αξίες. Η αξιολόγηση των σχεδίων επένδυσης, ως εργασία σύγκρισης των μεγεθών του κόστους και των ωφελειών, έχει έντονη ποσοτική διάσταση. Για να βρούμε τα μεγέθη των ωφελειών και του κόστους, καταφεύγουμε είτε σε μετρήσεις είτε σε εκτιμήσεις. Οι μετρήσεις γίνονται από επίσημες Υπηρεσίες ή διεξάγονται επί τόπου από εμπειρογνώμονες (μηχανικούς, αρχιτέκτονες, αναλυτές του μάρκετινγκ κ.α.) και για αυτό θεωρούνται δεδομένες, δηλ. δεσμεύουν τον αξιολογητή των σχεδίων επένδυσης. Όταν κάποιος υπεύθυνος μηχανικός μετρά το ύψος ενός φράγματος και σημειώνει π.χ. 10,5 μέτρα, αυτό αποτελεί δεδομένο στοιχείο που προέκυψε από μέτρηση και για αυτό δεσμεύει τον αξιολογητή. Οι εκτιμήσεις δεν είναι μετρήσεις αλλά υπολογισμοί με βάση την κρίση ή την εμπειρία ή πληροφορίες από αυθεντικές πηγές. Οι εκτιμήσεις είναι συνήθως τριών ειδών: α) η αισιόδοξη ή υψηλή, β) η πλέον πιθανή ή ενδιάμεση και γ) η απαισιόδοξη ή χαμηλή. Με βάση τις τρεις αυτές εκτιμήσεις και χρησιμοποιώντας τους κατάλληλους σταθμικούς συντελεστές, υπολογίζουμε τη μέση σταθμική τιμή των τριών εκτιμήσεων. - 21 -
Όλα τα μεγέθη που υπεισέρχονται στην ανάλυση των σχεδίων επένδυσης θα πρέπει να εκτιμούνται με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια. Αν υπάρχει δικαιολογημένη και θεμελιωμένη αδυναμία ακριβούς εκτίμησης, είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί και συντελεστής για απρόβλεπτα. Η δυνατότητα όμως αυτή δεν πρέπει να ενθαρρύνει την αδιαφορία μας να εξασφαλίσουμε ακριβείς μετρήσεις και εκτιμήσεις. Ο συντελεστής προσαρμογής απρόβλεπτων για τα φυσικά μεγέθη των σχεδίων επένδυσης (τόνοι πρώτων υλών, μήκος σωληνώσεων κλπ.) κυμαίνεται στο 5-10%. Ο συντελεστής προσαρμογής για τα χρηματικά μεγέθη εξαιτίας απρόβλεπτων παραγόντων μπορεί να είναι υψηλότερος 10-18%, ανάλογα με την περίπτωση. Κάθε, όμως, προσαρμογή για απρόβλεπτα πρέπει να είναι δικαιολογημένη και θεμελιωμένη, ώστε να μην οδηγεί στον ανεύθυνο ή αυθαίρετο προγραμματισμό των μεγεθών του σχεδίου επένδυσης. Η εκπόνηση των μελετών και η αξιολόγηση των σχεδίων επένδυσης απαιτεί στατιστικά στοιχεία και πληροφορίες σε τέσσερα κυρίως επίπεδα: 1) Σε επίπεδο συνολικών (μακροοικονομικών) μεγεθών (π.χ. εθνικό εισόδημα, συνολική εθνική κατανάλωση, συνολικές εθνικές επενδύσεις κλπ.). 2) Σε επίπεδο κλαδικής ανάλυσης (π.χ. στατιστικά στοιχεία ενός κλάδου ή υποκλάδου στον οποίο εντάσσεται το σχέδιο επένδυσης). 3) Σε επίπεδο σχεδίου επένδυσης (π.χ. στατιστικά στοιχεία που αφορούν ολόκληρο το σχέδιο επένδυσης). 4) Σε επίπεδο μεμονωμένου προϊόντος (π.χ. τιμές και πωλήσεις ενός προϊόντος που ανταγωνίζεται την παραγωγή του σχεδίου επένδυσης). Τα τέσσερα αυτά επίπεδα ομαδοποίησης και αποομαδοποίησης πρέπει να καλύπτουν τους κατάλληλους γεωγραφικούς χώρους, όπως απαιτεί η ανάλυση του σχεδίου επένδυσης. Οι πηγές από τις οποίες αντλούνται στατιστικά στοιχεία και πληροφορίες είναι οι εξής: Στο διεθνή χώρο στατιστικά στοιχεία και πληροφορίες προσφέρουν πολλές ετήσιες και περιοδικές εκδόσεις, όπως και Γραφεία Πληροφοριών των εξής φορέων: Ηνωμένα Έθνη (Ν. Υόρκη, Γενεύη, Βιέννη) Διεθνής Τράπεζα (Ουάσιγκτον) ΟΟΣΑ (Παρίσι) Γραφεία Στατιστικής Ε.Ε (Βρυξέλλες, Λουξεμβούργο) Πολλές ξένες Τράπεζες Ξένα Επιμελητήρια Ξένα Γραφεία Συμβούλων Ξένες Πρεσβείες (Εμπορικοί ή Οικονομικοί Ακόλουθοι) Γραφεία Διεθνών Εκθέσεων Διεθνή Κέντρα ή Ινστιτούτα Ερευνών κλπ. Στη χώρα μας σχετικές πληροφορίες και στοιχεία υπάρχουν: Στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας - 22 -
Στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών Στην Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Στην Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Στη Γεωγραφική Υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας Στο Ελληνικό Κέντρο Παραγωγικότητας Στον Οργανισμό Προωθήσεως Εξαγωγών Σε πολλά άλλα Υπουργεία Σε ορισμένες Τράπεζες Στα Επιμελητήρια Σε ορισμένους Συνδέσμους (Εξαγωγέων, Ελληνο-Αραβικός, Ελληνο- Γερμανικός κλπ.) Σε πολλούς άλλους φορείς. - 23 -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΜΕΛΕΤΗ ΕΦΙΚΤΟΤΗΤΑΣ Η πλήρης ανάλυση του σχεδίου επένδυσης γίνεται στην «Μελέτη Εφικτότητας». Στη Μελέτη αυτή, αφού εξεταστούν όλες οι απόψεις του σχεδίου επένδυσης και διερευνηθούν οι διάφορες εναλλακτικές λύσεις διαπιστώνονται τα οριστικά συμπεράσματα για το: αν είναι ή δεν είναι αποδοτικό το σχέδιο επένδυσης τόσο από επιχειρηματική - ιδιωτική όσο και από εθνική-κοινωνική άποψη. Για την εξαγωγή των σχετικών συμπερασμάτων λαμβάνονται υπ'οψιν τα έξης επί μέρους στοιχεία : 1. Επιχειρηματικός Φορέας-Ιστορικό και βασικά στοιχεία του σχεδίου επένδυσης. S Επωνυμία και διεύθυνση του επιχειρηματικού Φορέα. Αξιολόγηση της επιχειρηματικής ικανότητας (ποιότητα του Μάνατζμεντ). S Ο παραγωγικός προσανατολισμός του σχεδίου επένδυσης: Για καταναλωτική ζήτηση ή βιομηχανική ζήτηση; S Ο προσανατολισμός της αγοράς του σχεδίου επένδυσης: Εγχώρια αγορά ή εξαγωγές; 2. Έρευνα αγοράς και παραγωγική δυναμικότητα της μονάδας Ετήσια στατιστικά στοιχεία και πληροφορίες για τα εξής: S Ζήτηση του προϊόντος και συνθήκες αγοράς στην Ελλάδα και το εξωτερικό (κυρίως Ε.Ε). S Προβλεπόμενες πωλήσεις και διακίνηση προϊόντων. S Πρόγραμμα παραγωγής. S Μέγεθος μονάδας. 3. Τόπος εγκατάστασης της μονάδας και περιβαλλοντικές Επιπτώσεις S Επιλογή τοποθεσίας και γενική διάταξη των έργων (Master Plan). S Οικόπεδο και τοπικές συνθήκες (στρέμματα γης, μικρό-κλίμα, προσπέλαση, υποδομή κτλ.). S Κόστος γης (κόστος οικοπέδου, πληρωμές στους γειτονικούς ιδιοκτήτες, την τοπ. αυτοδιοίκηση, ενοίκια της κτλ.). S Κόστος διαμόρφωσης περιβάλλοντος χώρου. S Θετικές επιπτώσεις στο περιβάλλον (διάπλαση περιβάλλοντα χώρου κλπ.). S Αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον (ρύπανση κτλ.). - 24 -
4. Τεχνική και Τεχνολογία παραγωγής S Φυσική χωροθέτηση των διαφόρων τμημάτων του επενδυτικού σχεδίου. S Επιλογή τεχνολογίας και εξοπλισμός - εγκαταστάσεις. S Έργα πολιτικού μηχανικού. S Συνολικό κόστος επένδυσης (euro και συνάλλαγμα). 5. Εισροές παραγωγής Συνοπτική περιγραφή των πηγών προμήθειας: S Πρώτων υλών και άλλων εισροών. S Βοηθητικών υλικών εργοστασίου. S Εισροές υπηρεσιών κοινής ωφέλειας (ηλεκτρισμός, ύδρευση κτλ.). S Κόστος εισροών (euro και συνάλλαγμα). 6. Οργάνωση της παραγωγής και γενικά έξοδα κατά τομείς S Τομείς παραγωγής S Τομείς προμηθειών S Τομείς συντήρησης S Εργαστήρια ποιοτικού ελέγχου S Κόστος κατά τομείς («κέντρα κόστους»)- euro και συναλλαγματικό κόστος. 7. Οργάνωση Διοίκησης, Διαχείρισης, Διάθεσης-Εμπορίας S Διοίκηση S Διαχείριση S Διάθεση-Διακίνηση S Γενικές δαπάνες (κατά τομείς)- euro και συναλλαγματικό κόστος. 8. Στελέχωση και εργατικό δυναμικό S Οργανόγραμμα προσωπικού (γενική οργανωτική δομή) S Εργατικο-Διοικητικό προσωπικό (αριθμός) S Στελέχη (εγχώρια και ξένης προέλευσης) S Εργασιακές σχέσεις S Παραγωγικότητα S Πρόγραμμα εκπαίδευσης S Συνολικό κόστος εργασίας (euro και συναλλαγματικό). - 25 -
9. Υπολογισμός κεφαλαίου κίνησης Εκτίμηση του αναγκαίου κεφαλαίου κίνησης κατά κατηγορίες για τη θέση σε λειτουργία μονάδας. 10. Πραγματοποίηση του σχεδίου επένδυσης: Κατασκευή και έναρξη λειτουργίας S Πρόγραμμα έργων και κατασκευών -Χρονική κλιμάκωση. S Επιλογή αναδόχων-κατασκευαστών. S Το μάνατζμεντ κατασκευής των έργων. S Έναρξη λειτουργίας της μονάδας. 11. Συνολικό κόστος επένδυσης Παρουσιάζεται το συνολικό κόστος επένδυσης (συναλλαγματικό/euro) και η προβλεπόμενη χρονική περίοδος πραγματοποίησης (χρονική κλιμάκωση): α) Πάγιες επενδύσεις S Έδαφος (γήπεδα /οικόπεδα) S Διαμόρφωση Περιβάλλοντος χώρου S Κτιριακές εγκαταστάσεις S Μηχανολογικός εξοπλισμός και πρώτα ανταλλακτικά S Απόκτηση τεχνολογίας β) Έξοδα ίδρυσης- οργάνωσης (προκαταρτικές έρευνες, αμοιβή τεχνικοοικονομικών μελετών κτλ.). γ) Κεφάλαιο Κίνησης δ) Απρόβλεπτα 12. Χρηματοδοτικό Πρόγραμμα Παρουσίαση του μέσου κόστους παραγωγής της μονάδας: Α. Συνολικό κόστος σχεδίου επένδυσης. Β. Πηγές χρηματοδότησης: S Ίδια κεφάλαια (αυτοχρηματοδότηση από το φορέα). S Μακροπρόθεσμος δανεισμός (πιστώσεις προμηθευτών.) S Βραχυπρόθεσμος δανεισμός. S Επιχορηγήσεις Δημοσίου. S Από άλλες πηγές. - 26 -