ΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΕΝΤΕ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΧΩΡΩΝ ΒΑΣΙΣΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ Χριστίνα Μπαµπάτσου 1, Ευθύµιος Ζέρβας 2 1 ηµοκρίτειο Πανεπιστήµιο Θράκης, Τµήµα ιεθνών Οικονοµικών Σχέσεων & Ανάπτυξης, 691 00, Κοµοτηνή, Ελλάδα 2 Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήµιο, Σχολή Θετικών Επιστηµών και Τεχνολογίας, Ρήγα Φεραίου 167, 262 22 Πάτρα, Ελλάδα, e-mail: zervas@eap.gr ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στη παρούσα εργασία προσδιορίζεται ο δείκτης Τεχνικής Αποτελεσµατικότητας (ΤΕ) πέντε ευρωπαϊκών χωρών (Βέλγιο, Γερµανία, Ελβετία, Ελλάδα, Ισπανία) για τη περίοδο των ετών 1990-2004 µέσω ανάλυσης πάνελ δεδοµένων. Ο δείκτης ΤΕ εκφράζει την αποδοτικότητα των οικονοµικών συστηµάτων των χωρών, αναφορικά µε την ικανότητα που αυτά εµφανίζουν στην παραγωγή περισσότερου προϊόντος για δεδοµένα επίπεδα συνολικής ενεργειακής εισροής. Όπως αποδεικνύεται το ύψος του δείκτη καθορίζεται από τη σύσταση του ενεργειακού µείγµατος (ορυκτά, µη-ορυκτά καύσιµα, πυρηνική ενέργεια) της κάθε χώρας. Αποδεικνύεται ότι όταν µια οικονοµία πετυχαίνει σταδιακή αποδέσµευση από τη κατανάλωση ορυκτών καυσίµων και καλύτερη εκµετάλλευση των εναλλακτικών µορφών ενέργειας που αυτή διαθέτει, η ικανότητά της να παράγει περισσότερο προϊόν για δεδοµένα επίπεδα εισροών εµφανίζεται σαφώς βελτιωµένη. TECHNICAL EFFICIENCY INDEXES OF ECONOMIC SYSTEMS OF FIVE EUROPEAN COUNTRIES BASED ON ENERGY CONSUMPTION Christina Bampatsou 1, Efthimios Zervas 2 1 Democritus University of Thrace, Dept. of International Economic Relations & Development, 691 00, Komotini, Greece 2 Hellenic Open University, School of Science and Engineering Riga Feraiou 167, 262 22 Patra, Greece, e-mail: zervas@eap.gr ABSTRACT In the present study, panel data from five European countries (Belgium, Germany, Switzerland, Greece, Spain) over a period of years (1990 to 2004) is used to determine the Technical Efficiency index (ΤΕ) of each country via panel data analysis. TΕ index represents the capacity of an economy to produce a higher level of GDP for a given level of total energy input. The index level is determined from the energy mix (fossil, non-fossil fuels, nuclear energy) used in each country. This analysis shows that when an economy achieves a gradual steady release of the dirty energy consumption and a better exploitation of alternative energy sources, its capacity to produce more output with the given levels of inputs is clearly improved. 1
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το αυξανόµενο µερίδιο των ανανεώσιµων µορφών ενέργειας στο ενεργειακό µείγµα µιας χώρας αποτελεί αναγκαία συνθήκη για τη βιωσιµότητα του οικονοµικού της συστήµατος όχι όµως και ικανή. Αυτό οφείλεται στη διαρκώς αυξανόµενη ζήτηση ενέργειας που δε δύναται να καλυφθεί από τους ανανεώσιµους πόρους και µόνο. Προκειµένου να εξασφαλισθεί η ικανοποίηση των ενεργειακών αναγκών µιας χώρας, κρίνεται απαραίτητη η εξασφάλιση και διατήρηση, υψηλών επιπέδων ενεργειακής αποτελεσµατικότητας. Στην ανάλυση που ακολουθεί ως µέτρο αποτελεσµατικότητας ορίζεται ο δείκτης Τεχνικής Αποτελεσµατικότητας (Technical Efficiency index ΤΕ). Αν και ο όρος ενεργειακή αποτελεσµατικότητα χρησιµοποιείται ευρέως, δεν του έχει αποδοθεί ακριβής ορισµός. Πρόκειται για µια έννοια που µπορεί να διαφοροποιείται ανάλογα µε τον επιστηµονικό κλάδο που εντάσσεται η έρευνα που διεξάγεται κάθε φορά. Στη συγκεκριµένη µελέτη η ενεργειακή αποτελεσµατικότητα αποδίδει τα επίπεδα παραγωγικότητας των οικονοµικών συστηµάτων. Εναλλακτικά θα λέγαµε ότι η έννοια της τεχνικής αποτελεσµατικότητας συµβαδίζει µε την έννοια της ενεργειακής αποτελεσµατικότητας καθώς ως εισροές στο οικονοµικό σύστηµα λαµβάνονται οι ενεργειακοί πόροι (ορυκτά, µη-ορυκτά καύσιµα, πυρηνική ενέργεια) και µόνο. Ωστόσο ο δείκτης ΤΕ µας δίνει µια πιο σύνθετη πληροφορία καθώς δε περιορίζεται στα επίπεδα ενεργειακής αποτελεσµατικότητας ενός µεµονωµένου πόρου ή της συνολικής ενεργειακής εισροής. Αντιθέτως ενσωµατώνει τις ιδιαιτερότητες που µπορούν να προκύψουν από τη διαφορετική σύνθεση του συνολικού ενεργειακού µείγµατος ανά χώρα. Οι µέθοδοι που χρησιµοποιούνται για το προσδιορισµό του δείκτη ΤΕ, βασίζονται στην ανάλυση είτε διαστρωµατικών είτε διαχρονικών δεδοµένων και διακρίνονται στις µηπαραµετρικές όπως είναι η Περιβάλλουσα Ανάλυση εδοµένων (Data Envelopment Analysis DEA) και στις παραµετρικές όπως είναι η Ανάλυση Στοχαστικών Συνόρων (Stochastic Frontier Analysis, SFA) [1, 2]. Στη παρούσα µελέτη εφαρµόζεται µια ανάλυση πάνελ δεδοµένων [3], όπου αξιολογούνται ταυτόχρονα τόσο τα διαστρωµατικά, (Ευρωπαϊκές χώρες: Βέλγιο, Γερµανία, Ελβετία, Ελλάδα και Ισπανία) όσο και τα διαχρονικά στοιχεία (περίοδος 15 ετών: 1990-2004). Σε αυτή τη περίπτωση η ΤΕ των οικονοµικών συστηµάτων των 5 Ευρωπαϊκών χωρών, υφίσταται όταν µεγιστοποιείται η παραγωγή του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) χωρίς τη σπατάλη ενεργειακών πόρων. Η δοµή της συγκεκριµένης εργασίας, έχει ως ακολούθως: στην πρώτη παράγραφο περιγράφεται η διαδικασία που εφαρµόζεται προκειµένου να προσδιοριστεί ο δείκτης ΤΕ. Στην συνέχεια αναλύονται οι εµπειρικές εφαρµογές του υποδείγµατος για το δείγµα των 5 ευρωπαϊκών χωρών και γίνεται διερεύνηση της σχέσης που υφίσταται µεταξύ του δείκτη ΤΕ και της κατανάλωσης ορυκτών, µη ορυκτών καυσίµων και πυρηνικής ενέργειας. Τέλος διατυπώνονται τα συµπεράσµατα της εργασίας. 2. ΜΕΘΟ ΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΗΓΕΣ 2.1 ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΙΚΤΗ ΤΕ Για τον προσδιορισµό του δείκτη ΤΕ µέσω του Στοχαστικού Υποδείγµατος Συνόρων (Stochastic Frontier model SFM) πάνελ δεδοµένων, γίνεται η υπόθεση ότι η τεχνολογία παραγωγής αντιπροσωπεύεται από µια συνάρτηση παραγωγής της µορφής Cobb-Douglas και χαρακτηρίζεται από σταθερές αποδόσεις κλίµακας. ηλαδή όσο αυξάνεται το x που αποτελεί τις εισροές ή αλλιώς τους συντελεστές παραγωγής που χρησιµοποιούνται στη παραγωγική διαδικασία, αυξάνεται και το y που αποτελεί το παραγόµενο προϊόν, κατά την ίδια αναλογία (πχ. αν διπλασιαστεί η ποσότητα των παραγωγικών συντελεστών, τότε θα διπλασιαστεί και η ποσότητα του προϊόντος). 2
Υπόδειγµα ορίζεται η οριοθέτηση µέσα σε µια συγκεκριµένη συναρτησιακή σχέση που πλαισιώνεται από συγκεκριµένους περιορισµούς και υποθέσεις, του προβλήµατος που εξετάζουµε. β v 1 β 2 β 1 β 2 Έστω : y = Ax x TEe ή y = Ax x e u e v (1) 1 2 1 οπότε: ln y = lnα + β1 ln x1 + β 2 ln x2 + v u (2) Όπου: α,β: παράµετροι y: εκροή χ 1, χ 2 : εισροές v: εκφράζει το στατιστικό θόρυβο (πχ. σφάλµα µέτρησης) u ΤΕ: Τεχνική Αποτελεσµατικότητα, µε 0<TE 1 και TE= e u: εκφράζει την απόκλιση µεταξύ του παρατηρούµενου προϊόντος µιας Μονάδας Λήψης Αποφάσεων (Decision Making Unit DMU) και του µέγιστου δυνατού προϊόντος που θα µπορούσε η µονάδα αυτή να παράγει., µε u > 0 και επιπλέον u= ln TE 1 TE Η πάνελ έκδοση ενός Στοχαστικού Υποδείγµατος Συνόρων διαµορφώνει την ακόλουθη µορφή: ln yit = lnα + β1 ln x1 it+ β2 ln x2it+ vit ui (3) ln y ή it = lnα+ β1 ln x1 it+ β2 ln x2 it εit (4) Όπου: t: ο χρόνος i: οι παρατηρήσεις ε: ο διαταρακτικός όρος, µε ε = u v Για την επεξεργασία των δεδοµένων και ως εκ τούτου την ανάλυση της συνάρτησης παραγωγής των οικονοµικών συστηµάτων των πέντε ευρωπαϊκών χωρών για την περίοδο 1990-2004, εφαρµόζεται µια στοχαστική ανάλυση συνόρων πάνελ δεδοµένων που πραγµατοποιείται µε τη βοήθεια ειδικού οικονοµετρικού προγράµµατος. Οι µεταβλητές που εισάγονται σε αυτό εµπεριέχουν το επίπεδο του ΑΕΠ, της κατανάλωσης ορυκτών, µηορυκτών καυσίµων και πυρηνικής ενέργειας. 2.2. ΠΗΓΕΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ Οι εκτιµήσεις των δεικτών ΤΕ είναι αποτέλεσµα επεξεργασίας των δεδοµένων που παρέχονται από τους οργανισµούς IEA [4] και World Bank [5] και αφορούν τους δείκτες κατανάλωσης υδροηλεκτρικής ενέργειας, γεωθερµικής ενέργειας, ηλιακής ενέργειας, αιολικής ενέργειας, βιοµάζας (ξύλου και αποβλήτων), πυρηνικής ενέργειας, πετρελαίου, άνθρακα, φυσικού αερίου, τον δείκτη του ΑΕΠ και τον δείκτη της πληθυσµιακής αύξησης. 3. ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΟΥ ΥΠΟ ΕΙΓΜΑΤΟΣ Στη συγκεκριµένη παράγραφο προσδιορίζεται ο δείκτης ΤΕ για τις περιπτώσεις του Βελγίου, της Γερµανίας, της Ελβετίας, της Ελλάδας και της Ισπανίας, τη χρονική περίοδο 1990-2004. Οι πέντε χώρες που επιλέχτηκαν είναι ένα αντιπροσωπευτικό δείγµα χωρών που ανήκουν στο ίδιο γεωγραφικό διαµέρισµα και στα υψηλά εισοδήµατα του ΟΟΣΑ. Τα σχήµατα 1 και 2 παρουσιάζουν σε κατά κεφαλήν όρους το ενεργειακό µείγµα (ορυκτά καύσιµα, µη ορυκτά καύσιµα, πυρηνική ενέργεια) και την εξέλιξη του δείκτη οικονοµικής µεγέθυνσης των πέντε χωρών διαχρονικά. Να σηµειωθεί πως τα ορυκτά καύσιµα είναι το άθροισµα των δεικτών πετρελαίου, άνθρακα και φυσικού αερίου ενώ τα µη ορυκτά καύσιµα είναι το άθροισµα των δεικτών υδροηλεκτρικής, γεωθερµικής, ηλιακής, αιολικής ενέργειας και βιοµάζας (ξύλου και αποβλήτων). Τα µη ορυκτά καύσιµα (ανανεώσιµες µορφές ενέργειας) έχουν ανώτατο όριο συµµετοχής στο ενεργειακό µείγµα των χωρών που καθορίζει και τα περιθώρια 2 3
υποκατάστασης µεταξύ ορυκτών και µη ορυκτών καυσίµων. Αυτό οφείλεται στην αστάθεια του συστήµατος καθώς η παραγωγή αυτού του είδους της ενέργειας δεν είναι ούτε συνεχής ούτε συµβαδίζει µε την στιγµή της κατανάλωσης. 0.3 ΜηΟρυκτάΚαύσιµα ΠυρηνικήΕνέργεια ΟρυκτάΚαύσιµα εί κτες κατά κεφαλήν ενεργει ακής κατανάλωσης 0.2 0.1 ΒΕΛΓΙ Ο ΓΕΡΜΑΝΙ Α ΕΛΒΕΤΙ Α ΕΛΛΑ Α ΙΣΠΑΝΙΑ 0 Σχήµα 1:Ενεργειακό Μείγµα χωρών 40 30 20 10 0 Σχήµα 2: είκτης κατά κεφαλήν ΑΕΠ Στην πάνελ ανάλυση που πραγµατοποιείται για το προσδιορισµό του δείκτη ΤΕ, εφαρµόζονται δυο υποδείγµατα µε α) Υπόδειγµα 1-µια εκροή και δυο εισροές (ΤΕ1) και β) Υπόδειγµα 2-µια εκροή και τρεις εισροές (ΤΕ2). Στη πρώτη περίπτωση ως εκροή χρησιµοποιείται ο δείκτης του ΑΕΠ ενώ ως εισροές χρησιµοποιούνται οι δείκτες ενεργειακής κατανάλωσης ορυκτών και µη ορυκτών καυσίµων (σχήµα 1, 2). Να σηµειωθεί πως η συνολική κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας (ορυκτά, µη ορυκτά καύσιµα) περιλαµβάνει και τις καθαρές εισαγωγές ηλεκτρισµού κάθε χώρας. Αυτό συµβαίνει διότι τα δεδοµένα που αφορούν τη καθαρή κατανάλωση ενέργειας ανά ενεργειακό τύπο, περιλαµβάνουν την πραγµατική καθαρή ηλεκτροπαραγωγή που όµως τα δεδοµένα της δεν είναι προσαρµοσµένα ώστε να προσµετρούν τις εισροές και να αποκλείουν τις εκροές. Στη δεύτερη περίπτωση ως εκροή χρησιµοποιείται και πάλι ο δείκτης του ΑΕΠ ενώ ως εισροές χρησιµοποιούνται οι δείκτες ενεργειακής κατανάλωσης ορυκτών και µη ορυκτών καυσίµων και επιπλέον ο δείκτης κατανάλωσης πυρηνικής ενέργειας (σχήµα 1,2). Το σχήµα 3 παρουσιάζει την πορεία εξέλιξης των δεικτών ΤΕ1 και ΤΕ2 των επιµέρους χωρών. Ο τρόπος διαµόρφωσης των καµπυλών του σχήµατος 3, είναι αποτέλεσµα της ανοδικής πορείας που ακολουθούν οι δείκτες ΤΕ και στις πέντε χώρες που εξετάζονται. 4
Όπως προκύπτει από την εφαρµογή του πρώτου υποδείγµατος, η χώρα που διατηρεί τα υψηλότερα επίπεδα ΤΕ διαχρονικά σε σχέση µε τις υπόλοιπες χώρες είναι η Ελβετία. Στη συνέχεια ακολουθούν η Γερµανία, το Βέλγιο, και τέλος η Ισπανία και η Ελλάδα, που σηµειώνουν τις χαµηλότερες τιµές του δείκτη ΤΕ. Η συγκεκριµένη ταξινόµηση είναι αποτέλεσµα του βαθµού αποδοτικότητας που επιφέρει στα οικονοµικά συστήµατα ο διαφορετικός τρόπος σύνθεσης του ενεργειακού µείγµατος των χωρών. Στη περίπτωση που εφαρµόζεται το δεύτερο υπόδειγµα, η ταξινόµηση των χωρών εξακολουθεί να είναι η ίδια για τις περιπτώσεις της Ελβετίας, της Γερµανίας και του Βελγίου. ιαφοροποιείται όµως στις περιπτώσεις της Ισπανίας και της Ελλάδας όπου πλέον η δεύτερη υπερέχει της πρώτης. Οι χώρες µε τους υψηλότερους δείκτες οικονοµικής µεγέθυνσης (σχήµα 2) όπως η Ελβετία, η Γερµανία και το Βέλγιο µπορούν να εξασφαλίσουν την κατάλληλη υποδοµή και τις απαιτούµενες τεχνολογίες (απορρύπανσης και εξοικονόµησης ενέργειας) για την εγκατάσταση πυρηνικών αντιδραστήρων χωρίς αυτό να λειτουργεί εις βάρος της αποτελεσµατικότητάς τους. Για τις χώρες µε χαµηλότερα επίπεδα οικονοµικής µεγέθυνσης και ως εκ τούτου περιορισµένη χρηµατοδότηση για έρευνα και τεχνολογία, µια επένδυση στη πυρηνική ενέργεια αποδεικνύεται λιγότερο αποτελεσµατική (Ισπανία) από µια επένδυση στις ανανεώσιµες µορφές ενέργειας (Ελλάδα) που δίνει περεταίρω ώθηση. εί κτες Τεχνι κής Αποτελεσµατι κότ ητας 0.16 0.12 0.08 0.04 ΒΕΛΓΙ Ο ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΕΛΒΕΤΙΑ ΕΛΛΑ Α ΙΣΠΑΝΙΑ Σχήµα 3: είκτες ΤΕ 1 και ΤΕ 4. ΣΧΕΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥ ΕΙΚΤΗ ΤΕ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Η συµπεριφορά του δείκτη ΤΕ (σχήµα 3), που ουσιαστικά εκφράζει σε διαχρονική βάση την ικανότητα των επιµέρους χωρών στην παραγωγή ενός υψηλότερου επιπέδου του ΑΕΠ για δεδοµένα επίπεδα συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης, είναι αποτέλεσµα της τεχνολογίας παραγωγής ή εναλλακτικά της διαδικασίας µετασχηµατισµού των εισροών σε εκροές που η κάθε χώρα εφαρµόζει. Στη συγκεκριµένη εργασία το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στον τρόπο διαµόρφωσης των επιπέδων των εισροών που χρησιµοποιούνται στα υποδείγµατα που εφαρµόζονται. Στα σχεδιαγράµµατα που περιγράφονται στο σχήµα 4 απεικονίζεται για κάθε χώρα η εξέλιξη των δεικτών κατανάλωσης ορυκτών, µη ορυκτών καυσίµων, πυρηνικής ενέργειας και ΑΕΠ. Η τιµή αυτών των δεικτών για κάθε έτος, προκύπτει ως ο % λόγος της τιµής του εξεταζόµενου κάθε φορά µεγέθους κατά το έτος αυτό, προς τη τιµή που είχε στο έτος αναφοράς 1990. Μέσω µιας τέτοιας εξέτασης, γίνεται αντιληπτός τόσο ο βαθµός αποσύνδεσης των οικονοµιών, από την κατανάλωση ορυκτών καυσίµων όσο και η στροφή της κάθε χώρας προς την εκµετάλλευση των ανανεώσιµων µορφών ενέργειας και της πυρηνικής. 5
ΕξέλιξηΜη-ΟρυκτώνΚαυσίµων ΕξέλιξηΠυρηνικήςΕνέργειας ΕξέλιξηΟρυκτώνΚαυσίµων ΕξέλιξηΑΕΠ ΒΕΛΓΙΟ ΓΕΡΜΑΝΙ Α ΕΛΒΕΤΙ Α ΕΛΛΑ Α ΙΣΠΑΝΙΑ 300 Εξέλιξη εικτών 200 100 Σχήµα 4: Εξέλιξη ενεργειακών δεικτών και ΑΕΠ 4.1 Η ΣΧΕΣΗ ΜΕΤΑΞΗ ΤΟΥ ΕΙΚΤΗ ΤΕ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΟΡΥΚΤΩΝ ΚΑΙ ΜΗ ΟΡΥΚΤΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ Σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα του πρώτου υποδείγµατος, όταν η οικονοµική µεγέθυνση µιας χώρας συνοδεύεται από µια σταθερή τάση αποδέσµευσης από τη κατανάλωση ορυκτών καυσίµων µε παράλληλη ενίσχυση της κατανάλωσης των ανανεώσιµων µορφών ενέργειας, τότε η χώρα αυτή εµφανίζει µια βελτιωµένη ικανότητα στη παραγωγή ενός υψηλότερου επιπέδου του ΑΕΠ για δεδοµένα επίπεδα εισροών. Στη περίπτωση αυτή γίνεται λόγος για ποιοτική βελτίωση του προϊόντος που µακροχρόνια µπορεί να εγγυηθεί τη βιώσιµη ανάπτυξη µιας χώρας. Αντίθετα η ικανότητα αυτή εµφανίζεται σαφώς περιορισµένη όταν η οικονοµική µεγέθυνση εξαρτάται κυρίως από την κατανάλωση ορυκτών καυσίµων και πολύ λιγότερο από τα µη ορυκτά καύσιµα. Στη περίπτωση αυτή κύριο µέληµα των χωρών εξακολουθεί να είναι η ποσοτική αύξηση του προϊόντος που όµως ελλοχεύει σοβαρούς κινδύνους για επιδείνωση της περιβαλλοντικής υποβάθµισης και εξάντληση των αποθεµάτων των ορυκτών καυσίµων. - Περιπτώσεις χωρών µε τους υψηλότερους δείκτες ΤΕ1 Όπως παρατηρούµε (σχήµα 3), οι χώρες µε τους υψηλότερους δείκτες ΤΕ1 διαχρονικά είναι η Ελβετία, η Γερµανία και ακολουθεί το Βέλγιο. Στις περιπτώσεις αυτές σηµειώνεται µια σταδιακή αποδέσµευση της οικονοµικής µεγέθυνσης, από την κατανάλωση ορυκτών καυσίµων. Η αποδέσµευση αυτή είναι σαφώς πιο ξεκάθαρη στην περίπτωση της Γερµανίας όπου ο δείκτης κατανάλωσης ορυκτών καυσίµων εµφανίζει µε τη πάροδο των ετών µια σταθεροποιητική τάση καθώς αυξάνεται το ΑΕΠ (σχήµα 4). Στη περίπτωση της Ελβετίας, της οποίας η οικονοµική µεγέθυνση είναι περισσότερο ήπια από αυτήν της Γερµανίας και του Βελγίου, η εξέλιξη του δείκτη κατανάλωσης ορυκτών καυσίµων είναι ανάλογη µε αυτή του ΑΕΠ για το διάστηµα 1990-1999. Από εκεί και έπειτα η οικονοµική δραστηριότητα της χώρας σηµειώνει σηµαντική αποδέσµευση από την κατανάλωση ορυκτών καυσίµων (σχήµα 4). Στη περίπτωση του Βελγίου η εξέλιξη του δείκτη κατανάλωσης ορυκτών καυσίµων είναι ανάλογη µε αυτή του ΑΕΠ για το διάστηµα 1990-1995. Για το διάστηµα 1995-1999 είναι έντονη η εξάρτηση της χώρα για κατανάλωση ορυκτών καυσίµων. Το κλίµα αυτό αντιστρέφεται για τη περίοδο 1999-2004 όπου ο δείκτης κατανάλωσης ορυκτών καυσίµων εµφανίζεται να υποχωρεί σταδιακά καθώς αυξάνεται το ΑΕΠ, δηλώνοντας τη σταδιακή αποδέσµευση της οικονοµικής δραστηριότητας της χώρας από τη κατανάλωση ορυκτών καυσίµων. Για τις περιπτώσεις των χωρών που ήδη εµφανίζουν µια διαχρονική ή πρόσφατη τάση αποσύνδεσης από τη κατανάλωση ορυκτών καυσίµων σε σχέση µε την εξέλιξη του ΑΕΠ (Ελβετία, Βέλγιο, Γερµανία), το συγκριτικό πλεονέκτηµα που καθορίζει και το ύψος της ΤΕ το έχει η χώρα που σηµειώνει διαχρονικά τα χαµηλότερα επίπεδα στον δείκτη ενεργειακής έντασης ορυκτών καυσίµων και τα υψηλότερα στον δείκτη ενεργειακής έντασης µη-ορυκτών 6
καυσίµων. Εποµένως όσο µεγαλύτερη είναι η σύγκλιση που επιτυγχάνεται µεταξύ της κατανάλωσης ορυκτών και µη-ορυκτών καυσίµων καθώς αυξάνεται το ΑΕΠ τόσο πιο βελτιωµένος θα εµφανίζεται και ο δείκτης ΤΕ. Όπως προκύπτει από το σχήµα 5, ο δείκτης ενεργειακής έντασης µη-ορυκτών καυσίµων είναι σε ιδιαίτερα χαµηλά επίπεδα στην περίπτωση της Γερµανίας και του Βελγίου σε αντίθεση µε τη περίπτωση της Ελβετίας όπου ο δείκτης βρίσκεται σε αρκετά υψηλότερα επίπεδα. Επιπλέον ο δείκτης ενεργειακής έντασης ορυκτών καυσίµων σηµειώνει τα χαµηλότερα επίπεδα διαχρονικά στη περίπτωση της Ελβετίας κατατάσσοντάς τη στην πρώτη θέση όσον αφορά τον δείκτη ΤΕ. Στη δεύτερη θέση της κατάταξης βρίσκεται η Γερµανία µε αρκετά υψηλά επίπεδα στον δείκτη ενεργειακής έντασης ορυκτών καυσίµων και ακολουθεί το Βέλγιο µε ακόµη υψηλότερα επίπεδα στον ίδιο δείκτη από αυτά της Γερµανίας. 0.012 ΒΕΛΓΙ Ο ΓΕΡΜΑΝΙ Α ΕΛΒΕΤΙ Α ΕΛΛΑ Α ΙΣΠΑΝΙΑ εί κτες Ενεργει ακής Έντασης 0.008 0.004 0 Σχήµα 5: Ενεργειακές Εντάσεις Χωρών - Περιπτώσεις Χωρών µε τους χαµηλότερους δείκτες ΤΕ1 Οι χώρες µε τους χαµηλότερους δείκτες ΤΕ είναι η Ισπανία και η Ελλάδα (σχήµα 3). Στις δυο αυτές περιπτώσεις η οικονοµική µεγέθυνση εξαρτάται σηµαντικά από τη κατανάλωση ορυκτών καυσίµων µε µια θετική εξέλιξη από το 2001 και έπειτα στη περίπτωση της Ελλάδας που τείνει να αποδεσµεύεται σταδιακά (σχήµα 4). Αν και η Ισπανία δε δείχνει σαφή στροφή προς τις ανανεώσιµες πηγές ενέργειας όπως συµβαίνει εν µέρει στην περίπτωση της Ελλάδας (σχήµα 4), παρ όλα αυτά εµφανίζει υψηλότερα επίπεδα αποτελεσµατικότητας ΤΕ1 διαχρονικά (σχήµα 3). Αυτό οφείλεται στο ότι η εξάρτηση της Ελλάδας από τη κατανάλωση ορυκτών καυσίµων καθώς αυξάνεται το ΑΕΠ (δηλ. ο δείκτης ενεργειακής έντασης ορυκτών καυσίµων) είναι σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση µε τη περίπτωση της Ισπανίας και αντίστοιχα ο δείκτης ενεργειακής έντασης µη-ορυκτών καυσίµων σε χαµηλότερα επίπεδα σε σχέση µε αυτά της Ισπανίας (σχήµα 5). - είκτες ΤΕ2 και κατανάλωση πυρηνικής ενέργειας Όταν στο ενεργειακό µείγµα των χωρών εισάγεται και η κατανάλωση πυρηνικής ενέργειας ως επιπλέον εισροή (Υπόδειγµα 2), οι χώρες µε τους υψηλότερους δείκτες αποτελεσµατικότητας ΤΕ2 εξακολουθούν να είναι η Ελβετία, η Γερµανία και το Βέλγιο (σχήµα 3). Στις τρεις αυτές περιπτώσεις σηµειώνεται µια πτωτική τάση του δείκτη ενεργειακής έντασης ορυκτών καυσίµων (σχήµα 5). Στη περίπτωση της Ελβετίας αυτή η τάση είναι αποτέλεσµα της κατανάλωσης κυρίως ανανεώσιµων µορφών ενέργειας και λιγότερο πυρηνικής. Από την άλλη η Γερµανία στηρίζεται περισσότερο στη πυρηνική ενέργεια από ότι στις ανανεώσιµες µορφές ενέργειας. Το ίδιο ισχύει και για τη περίπτωση του Βελγίου και µάλιστα µε µεγαλύτερη ένταση γεγονός που το κατατάσσει στη τρίτη θέση αναφορικά µε το επίπεδο αποτελεσµατικότητάς του. Όσον αφορά τις περιπτώσεις των χωρών µε τους χαµηλότερους δείκτες αποτελεσµατικότητας (Ελλάδα, Ισπανία), η Ελλάδα εµφανίζει σαφή υπεροχή σε επίπεδο αποτελεσµατικότητας σε σχέση µε την Ισπανία που στο προηγούµενο υπόδειγµα βρισκόταν σε πλεονεκτικότερη θέση (σχήµα 3). Στη περίπτωση της 7
Ελλάδας που η κατανάλωση πυρηνικής ενέργειας είναι µηδενική, η πτωτική τάση του δείκτη ενεργειακής έντασης ορυκτών καυσίµων οφείλεται κυρίως στη στροφή προς τη κατανάλωση µη ορυκτών καυσίµων (σχήµα 5). Αντιθέτως η Ισπανία που επενδύει στη κατανάλωση πυρηνικής ενέργειας εµφανίζει ανοδική τάση στο δείκτη ενεργειακής έντασης ορυκτών καυσίµων και κατ επέκταση τα χαµηλότερα επίπεδα αποτελεσµατικότητας (σχήµα 5). 5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Ο τρόπος µετασχηµατισµού των εισροών σε εκροές και κατ επέκταση ο βαθµός αποδοτικότητας των οικονοµικών συστηµάτων, είναι αποτέλεσµα του βαθµού εξάρτησης της οικονοµικής δραστηριότητας από την κατανάλωση ορυκτών, µη-ορυκτών καυσίµων και πυρηνικής ενέργειας. Όπως προκύπτει η αποδέσµευση των χωρών από την κατανάλωση ορυκτών καυσίµων και η παράλληλη ενίσχυση των επιπέδων κατανάλωσης ανανεώσιµων µορφών ενέργειας, µπορούν να οδηγήσουν στην επίτευξη υψηλών δεικτών ΤΕ. Το ύψος του δείκτη ΤΕ των χωρών καθορίζεται από το κατά πόσο η οικονοµική µεγέθυνση, υπό την έννοια της αύξησης του ΑΕΠ, εξαρτάται από την κατανάλωση ορυκτών ή µη-ορυκτών καυσίµων και πυρηνικής ενέργειας. Οι χώρες που επενδύουν κατά κύριο λόγο στις ανανεώσιµες µορφές ενέργειας και λιγότερο στη πυρηνική εξασφαλίζουν, µέσω της ενεργειακής πολιτικής που ακολουθούν, το συγκριτικό πλεονέκτηµα στην εξοικονόµηση και διατήρηση της ενέργειας. Μέσω εφαρµογής της καταλληλότερης τεχνολογίας παραγωγής που περιορίζει στο ελάχιστο τη σπατάλη ενέργειας όσο και µέσω της σταδιακής υποκατάστασης µεταξύ ορυκτών και µη ορυκτών καυσίµων οι χώρες µπορούν να εγγυηθούν υψηλότερα επίπεδα αποτελεσµατικότητας.. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Ondrich J. and J. Ruggiero (2001) Efficiency measurement in the stochastic frontier model, European Journal of Operational Research 129: 434-442 2. Ruggiero J. (2007) A comparison of DEA and the stochastic frontier model using panel data, International Transaction in Operational Research 14: 259-266 3. Gong B. and R. Sickles (1992) Finite sample evidence on the performance of stochastic frontiers and data envelopment analysis using panel data, Journal of Econometrics 51: 259-284. 4. International Energy Annual (2004) Energy Information Administration, U.S. Department of Energy, Available online at the website http://www.eia.doe.gov/iea/contents.html, accessed on 27 December 2006. 5. World Bank (2006) World Development Indicators (GDP) adjusted to (2000) base and estimated and projected values developed by the Economic Research Service for Baseline Countries/Regions, Available online at the website: http://www.ers.usda.gov/data/macroeconomics/data/historicalrealgdpvalues.xls, accessed on 27 December 2006. 8