Περίληψη Εκδήλωσης. Ινστιτούτο ιπλωµατίας & ιεθνών Εξελίξεων. ηµήτρης Σκάλκος



Σχετικά έγγραφα
Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών

Πριν όµως περάσω στο θέµα που µας απασχολεί, θα ήθελα µε λίγα λόγια να σας µιλήσω για το ρόλο του Επιµελητηρίου Μεσσηνίας.

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. «Μεικτά» Συστήματα Καπιταλισμού και η Θέση της Ελλάδας

Κρίση στην Ευρωζώνη. Συνέπειες για τη στρατηγική θέση της Ευρώπης στον παγκόσμιο χάρτη.

Ομιλία του Βασίλειου Ν. Μαγγίνα Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. Θεωρία των Μοντέλων Καπιταλισμού

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ της. Σύστασης για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Η ΚΡΙΣΗ ΞΕΠΕΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΘΩΣ ΛΕΝΕ;

Κοινωνική Περιβαλλοντική ευθύνη και απασχόληση. ρ Χριστίνα Θεοχάρη

Βιοµηχανική ιδιοκτησία & παραγωγή καινοτοµίας Ο ρόλος του µηχανικού

Η Ελληνική Οικονομία και η κρίση: Προκλήσεις και Προοπτικές

η ενημέρωση για τις δράσεις που τυχόν υιοθετήθηκαν μέχρι σήμερα και τα αποτελέσματα που προέκυψαν από αυτές.

Εισήγηση. του κ. Θανάση Λαβίδα. Γενικού Γραµµατέα & Επικεφαλής ιεθνών ράσεων ΣΕΒ. στη «ιηµερίδα Πρέσβεων»

ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ; ΠΛΑΤΩΝ ΜΑΡΛΑΦΕΚΑΣ ΛΟΥΞ ΑΒΕΕ

Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Η «μικρή» επιχειρηματικότητα σε περίοδο κρίσης

Ομιλία κ. Νικόλαου Νανόπουλου Διευθύνοντος Συμβούλου της Τράπεζας Eurobank EFG

*** ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΣΤΑΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2010/0310(NLE)

Έρευνα και Ανάλυση Παρατηρητήριο Ανταγωνιστικότητας ΕΛΛΑ Α 2002: Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΩΝ

Παγκόσμια οικονομία. Διεθνές περιβάλλον 1


ΗΜΕΡΙΔΑ Σ.Ε.Γ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΓΕΩΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2019/0000(INI)

Το οικονομικό κύκλωμα

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2014/2236(INI)


Καθοδηγόντας την ανάπτυξη: αγορές εναντίον ελέγχων. Δύο διαφορετικά συστήματα καθοδήγησης της ανάπτυξης εκ μέρους της αγοράς:

Ηµερίδα του ΚΕΠΕΑ της ΓΣΕΕ µε θέµα: «Πολιτικές ενίσχυσης της Απασχόλησης»

Τηλ: ,

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΗΜΕΡΙΑ, ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ.

ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΕΣΠΑ

Ομιλία κ. Νικόλαου Καραμούζη Αναπληρωτή Διευθύνοντος Συμβούλου της Τράπεζας Eurobank EFG. στην εκδήλωση πελατών Corporate Banking.

Απασχόληση και πολιτισµός, πυλώνες κοινωνικής συνοχής και ένταξης των µεταναστών για µια βιώσιµη Ευρώπη

Σεµινάριο ΣΦΥΡΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΝΤΑΞΗ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ - Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΣΥΝΔΙΚΑΤΩΝ

[ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΜΑΡΙΝΟΣ - ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ] ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΤΕΣΤ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ & ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΟΜΑΔΑ Α

Εαρινές προβλέψεις : H ευρωπαϊκή ανάκαµψη διατηρεί τη δυναµική της, αν και υπάρχουν νέοι κίνδυνοι

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. ΑΞΟΝΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΧΑΤΖΗΜΠΟΥΣΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ: ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΟΥΣΚΟΥΒΕΛΗΣ ΗΛΙΑΣ

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Εισήγηση της ΓΓΠΠ Αγγέλας Αβούρη στην ενημερωτική συνάντηση για τη δημιουργία Οργανισμού Τουριστικής Ανάπτυξης ( )

Κεφάλαιο 1. Εισαγωγή στη µακροοικονοµική

B8-0885/2016 } B8-0892/2016 } B8-0893/2016 } RC1/Τροπ. 1

Σύσταση ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μακροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 30 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ

Το όφελος του διεθνούς εμπορίου η πιο αποτελεσματική απασχόληση των παραγωγικών δυνάμεων του κόσμου.

Δ Ε Λ Τ Ι Ο Τ Υ Π Ο Υ

Αποτυχία των Προγραμμάτων Λιτότητας στην Ελλάδα

ENA, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών Ζαλοκώστα 8, 2ος όροφος T enainstitute.org

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ «ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο Η έννοια της επιχείρησης. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

Η Έρευνα στα Ελληνικά Πανεπιστήµια και η Ευρωπαϊκή Πραγµατικότητα

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΓΙΑ «ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ» ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ

«Να συνειδητοποιήσουμε την πραγματικότητα και να διαμορφώσουμε σε νέα βάση. την πολιτική μας»

Η επένδυση στο κοινωνικό κεφάλαιο ως διαδικασία επίτευξης κοινωνικής συνοχής και ανάπτυξης

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΤΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΊΣΗΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗΣ ΑΚΕ-ΕΕ

ΓΕΝΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ 1

ΣΥΚΓΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. Κράτος Πρόνοιας, Δεξιότητες και Εκπαίδευση

Πίνακας αποτελεσμάτων της Ένωσης για την Καινοτομία το Σύνοψη Γλωσσική έκδοση ΕL

EL Ενωµένη στην πολυµορφία EL B8-0655/1. Τροπολογία

Τα αναλυτικά αποτελέσματα από την Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας του IMD

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Η Πρόκληση της Ανταγωνιστικότητας Η Εκθεση για την Παγκόσµια Ανταγωνιστικότητα,

13/1/2010. Οικονομική της Τεχνολογίας. Ερωτήματα προς συζήτηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΦΟΡΟΥΜ III: ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΧΗ (Οµάδα Εργασίας: Π. Ζέϊκου, Κ. Νάνου, Ν. Παπαµίχος, Χ. Χριστοδούλου)

Η σημασία της καινοτομίας για μικρές επιχειρήσεις. Αθήνα, Μάιος 2015

«Επιχειρηματικότητα και περιφερειακή ανάπτυξη μέσω έργων»

hp?f=176&t=5198&start=10#p69404

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του ΚΠΣ III

Στο 3,7% η ανάπτυξη της ελληνικής οικονοµίας το Στα ίδια περίπου επίπεδα η προβλεπόµενη άνοδος το 2006

Οι Δήμοι στο κατώφλι της νέας προγραμματικής περιόδου. Ράλλης Γκέκας, Διευθύνων Σύμβουλος ΕΕΤΑΑ Φεβρουάριος 2014

Σύνοψη προτάσεων ΣΕΒ για τις προτεραιότητες του υπό διαµόρφωση ΕΠΜ και σύνοψη Απολογισµού ΕΠΜ

Ετήσια Επισκόπηση της Ανάπτυξης 2015: νέα ώθηση στην απασχόληση, την ανάπτυξη και τις επενδύσεις

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ)

Ηγεσία. Ενότητα 2: Ηγετική συμπεριφορά και αποτελεσματικότητα. Δρ. Καταραχιά Ανδρονίκη Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ)

Επιδράσεις ΑΞΕ & Μέτρα Προσέλκυσης. Χρυσοβαλάντου Μήλλιου Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Ομιλία Γιάννου Παπαντωνίου. «Μετά από 10 χρόνια: η Δυναμική του Ευρώ»

Η λειτουργία της σύγχρονης επιχείρησης έχει τρεις πυλώνες αναφοράς: την εταιρική

ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Γ Ι Ω Ρ Γ Ο Σ Κ Α Μ Α Ρ Ι Ν Ο Σ Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ο Σ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

Νότια Ευρώπη. Οικονομική Κρίση: Αγροτικές/αστικές ανισότητες, περιφερειακή σύγκλιση, φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός. Ελληνικά

Εξειδικευμένοι Συντελεστές Παραγωγής και Διανομή του Εισοδήματος. Το Υπόδειγμα των Jones και Samuelson

Κυρίες και Κύριοι, Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την τιμή που μου κάνετε να απευθύνω χαιρετισμό στο συνέδριό σας για την «Οικογένεια στην κρίση», για

9473/19 ΘΚ/νκ 1 ECOMP 1A

Τρία ιαγράµµατα, Μία Ιστορία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΑΘΗΝΑΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Τα Οικονομικά της Μετάβασης ΜΑΡΑΓΚΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ, ΜΠΙΤΖΕΝΗΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ

KROES, ΕΠΙΤΡΟΠΟ Ε.Ε. ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΣΥΝ ΕΣΜΟΥ

Θέση ΣΕΒ: Ευρωπαϊκές προτεραιότητες της Ελληνικής Προεδρίας


ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 2 ο

Ενημερωτικό δελτίο 1 ΓΙΑΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ Η ΕΕ ΕΝΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ;

Το κράτος εμφανίζεται σαν διαμεσολαβητής των στρατηγικών των επιχειρήσεων και της κοινωνικής συνοχής στο εσωτερικό του. Πολιτικές

Εθνικό Σχέδιο ράσης για την Κοινωνική Ενταξη

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2008(INI)

Πρόταση ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. σχετικά με το πρόγραμμα οικονομικής εταιρικής σχέσης της Μάλτας

Θεσμοί και Οικονομική Αλλαγή

ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΝΑΤΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Οι κυπριακές προεδρικές εκλογές και η ζημιά από το «κούρεμα» καταθέσεων

ΟΜΙΛΙΑ ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ Ο.Κ.Ε. ΑΘΗΝΑ 25 ΙΟΥΝΙΟΥ 2009 «Ο

Σύνοψη και προοπτικές για το μέλλον

Transcript:

Περίληψη Εκδήλωσης Τα Μοντέλα Καπιταλισµού του 21 ου αιώνα και η Ελλάδα Ινστιτούτο ιπλωµατίας & ιεθνών Εξελίξεων ηµήτρης Σκάλκος Η συζήτηση για τις διαφορετικές µορφές οργάνωσης του εθνικού καπιταλισµού είναι τόσο παλιά όσο και το ίδιο το καπιταλιστικό σύστηµα. Είναι, περισσότερο ή λιγότερο, γνωστή η κοινωνιολογική έρευνα για το ρόλο της κουλτούρας στην οικονοµική ανάπτυξη και τις διαφορετικές µορφές που µπορεί να προσλάβει. Έρευνα όπου δεσπόζει, ανάµεσα στα άλλα, το έργο του γερµανού κοινωνιολόγου Μαξ Βέµπερ για την Προτεσταντική Ηθική και το Πνεύµα του Καπιταλισµού (1930), τη Θρησκεία της Κίνας (1951) και τη Θρησκεία της Ινδίας (1958) και η αντίστοιχη ανάλυσή του για την επίδραση του προτεσταντισµού, του ινδουισµού, του βουδισµού και του κοµφουκιανισµού στη διαµόρφωση του δυτικοευρωπαϊκού, του κινεζικού και του ινδικού τρόπου παραγωγής. Στο πεδίο των ακολουθούµενων οικονοµικών πολιτικών αξίζει να αναφέρουµε τη διαµάχη που δέσποζε στον 19 ο αιώνα ανάµεσα στα κυρίαρχα µοντέλα διεθνούς οργάνωσης του καπιταλισµού όπου απέναντι στον αγγλοσαξονικό οικονοµικό φιλελευθερισµό αντιπαρατίθεται ο κεντροευρωπαϊκός οικονοµικός εθνικισµός (ή µερκαντιλισµός, υπό την επίδραση του Γερµανικού Ιστορικισµού). Μάλιστα είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι, η σχετική συζήτηση αναζωπυρώνεται σήµερα καθώς ένας ανανεωµένος κορπορατισµός (ήτοι, συνεργασία κράτους και επιχειρήσεων) φαίνεται να αναλαµβάνει ενεργό ρόλο µέσω της βιοµηχανικής πολιτικής. Καθώς οι φιλελεύθερες καπιταλιστικές δηµοκρατίες υφίστανται τη διπλή πίεση των περιορισµένων δηµοσιονοµικών δυνατοτήτων και των φτωχών οικονοµικών επιδόσεων τους, αναµένεται να ενταθεί η συζήτηση για το αποτελεσµατικότερο µοντέλο καπιταλισµού. Στα τέλη του περασµένου αιώνα, ο θρίαµβος του δηµοκρατικού καπιταλισµού έπειτα από την κατάρρευση του σοσιαλισµού ως εναλλακτικού υποδείγµατος οργάνωσης της οικονοµικής ζωής, δε σήµανε την κυριαρχία της «µοναδικής σκέψης» αλλά αντίθετα, ανέδειξε τις επιµέρους διαφορές ανάµεσα στα διαφορετικά είδη (varieties) καπιταλισµού (είναι ενδεικτικό ότι, ο αριθµός των επιστηµονικών δηµοσιεύσεων που αφορούν τα µοντέλα-παραλλαγές του καπιταλισµού γνωρίζει αλµατώδη αύξηση από τα µέσα της δεκαετίας του 90). Η συνακόλουθη «µοντελοποίηση» των διαφόρων «καπιταλισµών» µας επιτρέπει να κατανοήσουµε τις διαφορετικές πτυχές του τρόπου λειτουργίας τους και τελικά να βελτιώσουµε την αποτελεσµατικότητά τους προσαρµόζοντας κατάλληλα θεσµούς και πολιτικές. Φυσικά, η σχετική συζήτηση δεν είναι, σε καµία περίπτωση, οριστική και η ανάδειξη των διαφορετικών καπιταλιστικών µοντέλων υποδηλώνει τον µη-ντετερµινιστικό χαρακτήρα του σύγχρονου καπιταλισµού, ανατρέποντας τη µονολιθική αντίληψη που θέλει τις καπιταλιστικές οικονοµίες να συγκλίνουν αναγκαστικά σε ένα µοναδικό τύπο διεθνοποιηµένου καπιταλισµού. Οι συνθήκες του εξωτερικού περιβάλλοντος µεταβάλλονται επηρεάζοντας τις ακολουθούµενες εθνικές οικονοµικές πολιτικές που

µε τη σειρά τους ανατροφοδοτούν το εξωτερικό σύστηµα προκαλώντας νέες προσαρµογές, συνέχειες και ασυνέχειες στο αέναο δίπολο αλλαγής/σταθερότητας. Τυπολογίες του Καπιταλισµού Η συγκριτική πολιτική οικονοµία του καπιταλισµού εµπλουτίζει εδώ και δεκαετίες τη συζήτηση για τα µοντέλα του καπιταλισµού. Έτσι, είναι γνωστή η παλαιότερη, και µάλλον απλουστευτική, διάκριση του Michel Albert (Καπιταλισµός Εναντίον Καπιταλισµού, 1991) ανάµεσα στον ρηνανικό καπιταλισµό (όρο που ο ίδιος καθιέρωσε, µε χαρακτηριστικά παραδείγµατα τη Γερµανία και την Ιαπωνία) και στο αγγλοσαξονικό µοντέλο καπιταλισµού, µε τη Γαλλία να τοποθετείται κάπου ενδιάµεσα. Στο βιβλίο του εντυπωσιάζει η φράση, «οι µεγαλύτερες τράπεζες γνωρίζουν ότι είναι πολύ µεγάλες για να καταστραφούν («too big to fail») και µπορούν να βασίζονται στην κρατική βοήθεια στην περίπτωση που έρθουν τα χειρότερα». ύο δεκαετίες µετά ο Albert επαληθεύεται. ε µοιάζει να επαληθεύεται όµως το πεσιµµιστικό του συµπέρασµα ότι ο δυναµικός χαρακτήρας του αγγλοσαξωνικού καπιταλισµού θα περιθωριοποιήσει τον περισσότερο αλληλέγγυο και αποτελεσµατικό ρηνανικό µοντέλο. Την ίδια περίπου εποχή ο Gosta Esping-Andersen (Οι Τρεις Κόσµοι του Καπιταλισµού της Ευηµερίας, 1990) αναπτύσσει την τυπολογία του µε άξονα τα ευρωπαϊκά κράτη πρόνοιας διακρίνοντας ανάµεσα στον φιλελεύθεροαγγλοσαξωνικό κόσµο (ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία), τον κορπορατιστικό-ηπειρωτικό κόσµο (Γερµανία, Γαλλία, Βέλγιο, κ.λπ) και τον σοσιαλδηµοκρατικό-σκανδιναβικό κόσµο (Σουηδία, κ.λπ). Τα νοτιοευρωπαϊκά κράτη απουσιάζουν από την τυπολογία του Esping-Andersen. Με τη σειρά τους, οι Peter Hall και David Soskice (Varieties of Capitalism: The Institutional Foundations of Comparative Advantage, 2001) προκάλεσαν µεγάλο ερευνητικό ενδιαφέρον µε την επιλογή τους να επικεντρωθούν στο θεσµικό περιβάλλον-πλαίσιο των εθνικών οικονοµιών εντός του οποίου δραστηριοποιούνται κυρίως οι επιχειρήσεις. Με βάση αυτή τη προσέγγιση, τα κράτη διακρίνονται σε «φιλελεύθερες οικονοµίες της αγοράς» (ΗΠΑ, Βρετανία, καναδάς, Αυστραλία, κ.ά.), όπου οι επιχειρήσεις ακολουθούν το νεοκλασσικό υπόδειγµα των ανταγωνιστικών αγορών και «κατευθυνόµενες οικονοµίες της αγοράς» (Γερµανία, Ολλανδία, Σουηδία, Ιαπωνία, κ.ά.), όπου οι επιχειρήσεις στηρίζονται σε εξω-αγοραίες ρυθµίσεις για να επιλύουν τα ζητήµατα συντονισµού τους. Σε αυτή την τυπολογία απουσιάζουν τα κράτη του ευρωπαϊκού Νότου, τα οποία θεωρούνται «αταξινόµητα». Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι ακόµη τη διάκριση ανάµεσα σε τέσσερα βασικά µοντέλα καπιταλισµού, τον προστατευτικό (mercantilist- ασιατικές χώρες), τον ολιγαρχικό (oligarchic- Ρωσία) τον εταιρικό (big firm- Ιαπωνία, Ευρώπη) και τον επιχειρηµατικό καπιταλισµό (entrepreneurial- στοιχεία του διακρίνονται στις ΗΠΑ) και βέβαια ένα πλήθος ενδιάµεσων παραλλαγών (William Baumol-Robert Litan- Carl Schramm, Good Capitalism, Bad Capitalism, 2007). Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η τυπολογία που αναπτύσσεται µε βάση τα ανερχόµενα «οικονοµικά της ευηµερίας» (Layard, κ.ά). Η τυπολογία αυτή περιλαµβάνει στις µεταβλητές της εκείνους τους παράγοντες που υποδηλώνουν «ικανοποίηση από τη ζωή» (life satisfaction). Το «χαρούµενο µοντέλο καπιταλισµού» ( The happy variety of capitalism, Deutsche Bank Research, 2007) κατατάσσει τις χώρες µε βάση δέκα (10) µετρήσιµα κριτήρια- υψηλός βαθµός εµπιστοσύνης ανάµεσα στους πολίτες, χαµηλή διαφθορά, χαµηλή ανεργία, υψηλό επίπεδο παρεχόµενης εκπαίδευσης, υψηλό εισόδηµα, µικρή παραοικονοµία, υψηλό ποσοστό απασχόλησης ηλικιωµένων ατόµων, χαµηλή εργασιακή προστασία, οικονοµική

ελευθερία και υψηλή γεννησιµότητα Με βάση αυτή την τυπολογία, στην κορυφή της κατάταξης ανάµεσα σε 22 κράτη τοποθετούνται η Βρετανία, τα σκανδιναβικά κράτη, οι ΗΠΑ και η Ιρλανδία («ευτυχισµένα κράτη»), ακολουθούν η Γερµανία, η Γαλλία και η Ισπανία («λιγότερο ευτυχισµένα κράτη»), ενώ στις τελευταίες θέσεις βρίσκουµε τα κράτη του ευρωπαϊκού νότου, ανάµεσά τους- µάλλον αναµενόµενακαι η Ελλάδα («δυστυχισµένα κράτη»). Σκανδιναβικό µοντέλο Στη σχετική συζήτηση επανέρχονται συχνά τα σκανδιναβικά κράτη, οι οικονοµικές επιδόσεις των οποίων έχουν ορθά προσελκύσει το ενδιαφέρον κοινής γνώµης και ερευνητών. Στη διεθνή συζήτηση έχει καθιερωθεί η φράση «getting to Denmark» προκειµένου να περιγράψει τις επιτυχείς προσπάθειες εκσυγχρονισµού. Σε κάθε περίπτωση, είναι σηµαντικό να µην αναπαράγουµε τα στερεότυπα που παραδοσιακά συνοδεύουν στη χώρα µας την αντίληψη για τα σκανδιναβικά κράτη, στις πολιτικές των οποίων πολλοί αναζητούν µια νοµιµοποιητική βάση του µεγάλου κράτους και της κρατικής παρέµβασης. Στην πραγµατικότητα, πρόκειται για µια παρωχηµένη αντίληψη που αφορά ενδεχοµένως τη Σουηδία είκοσι χρόνια πριν, όχι όµως και σήµερα, όπου έπειτα από µια σειρά σαρωτικών µεταρρυθµίσεων, οι δηµόσιες δαπάνες και το µέγεθος του δηµόσιου τοµέα βρίσκονται στα επίπεδα της Μεγάλης Βρετανίας. Παράλληλα, στα σκανδιναβικά κράτη προωθείται η κοινωνία της ελεύθερης επιλογής σε µια σειρά ζητηµάτων (όπως πχ. τα κουπόνια εκπαίδευσης). ιόλου τυχαία λοιπόν, για κάποιους αναλυτές στη σηµερινή Σουηδία διαµορφώνεται το φιλελεύθερο/συντηρητικό µοντέλο του 21 ου αιώνα! Σε γενικές γραµµές, η Σκανδιναβία συνδυάζει µία οικονοµία ανοιχτή στον διεθνή ανταγωνισµό που ενθαρρύνει την επιχειρηµατικότητα και στηρίζει την καινοτοµία, µε τη διατήρηση µιας γενναιόδωρης κοινωνικής µέριµνας και των εθνικών κοινωνικών χαρακτηριστικών της χώρας. Εκείνο το στοιχείο που ξεχωρίζει είναι η υπεροχή των σκανδιναβικών κρατών στους δείκτες «καλής διακυβέρνησης» (good governance) καθώς αποτελούν υποδειγµατικές δηµοκρατίες (διαφάνεια, λογοδοσία, ποιότητα κρατικής µηχανής, συµµετοχικότητα, κράτος δικαίου, ποιότητα κανονιστικών ρυθµίσεων, κ.ά). Τελικά, αυτό που εντυπωσιάζει στα καπιταλιστικά µοντέλα των σκανδιναβικών χωρών είναι ο διαρκής «θεσµικός πειραµατισµός», ο πραγµατισµός µε τον οποίο προσεγγίζουν τα οικονοµικά ζητήµατα, καθώς και η πολιτική συνέχεια που επιτυγχάνεται µε τη διαρκή επιδίωξη της επίτευξης συναίνεσης (consensus) ανάµεσα στις πολιτικές δυνάµεις. Και για ακόµη µια φορά, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η σηµασία της κουλτούρας. Τα σκανδιναβικά κράτη εµφανίζουν υψηλή κοινωνική εµπιστοσύνη (παρότι οι µεταναστευτικές ροές έχουν συνέπειες στην οµοιογένεια του πληθυσµού) και ιστορικά η επίδραση του φιλελευθερισµού (µε την αξία που αποδίδεται στον ατοµικισµό) αλλά και της θρησκείας (πχ. ο προτεσταντισµός στη Σουηδία) έχουν αφήσει τα χνάρια τους στο κοινωνικό τοπίο. Και η Ελλάδα; Οι τυπολογίες που αναφέραµε παραπάνω αγνοούν σε µεγάλο βαθµό τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου (και της Ελλάδας), γεγονός που επιβάλει την αναφορά σε αυτό και ειδικότερα στη χώρα µας προκειµένου να την τοποθετήσουµε στη σχετική συζήτηση. Σύµφωνα µε την ενδιαφέρουσα τυπολογία του Amable (2003), o «µεσογειακός» τύπος καπιταλισµού εµφανίζει, µεταξύ άλλων, τα παρακάτω χαρακτηριστικά γνωρίσµατα: δυισµός στην αγορά εργασίας (δηλαδή, υψηλή

προστασία της απασχόλησης στις µεγάλες επιχειρήσεις-ελάχιστη έως ανύπαρκτη προστασία στις υπόλοιπες αγορές εργασίας), χαµηλές δηµόσιες δαπάνες για την παιδεία (αδύναµη ανώτατη εκπαίδευση, επαγγελµατική κατάρτιση, δια βίου µάθηση), µέτρια κοινωνική πρόνοια (οι δαπάνες κατευθύνονται κύρια στην καταπολέµηση της φτώχειας και τις συντάξεις), συγκεντρωτικός και όχι πλήρως αναπτυγµένος χρηµατοπιστωτικός τοµέας (υψηλή συγκέντρωση τραπεζικού τοµέα, ελάχιστο venture capital), αγορές προϊόντων όπου παρεµβαίνει το κράτος και ο ανταγωνισµός αφορά κυρίως τις τιµές και όχι την ποιότητα των προϊόντων. Η Ελλάδα σαφέστατα ανήκει στο µεσογειακό µοντέλο καπιταλισµού, όπου ένα οικονοµικά αναποτελεσµατικό και κοινωνικά άδικο σύστηµα κοινωνικής προστασίας συνδυάζεται µε ένα εξίσου δυσλειτουργικό και αναποτελεσµατικό οικονοµικό σύστηµα. Τα προβλήµατα είναι πια σε όλους µας γνωστά: µεγάλος και ταυτόχρονα αναποτελεσµατικός δηµόσιος τοµέας, υψηλός βαθµός διαφθοράς και φοροδιαφυγής, διαρθρωτικά προβλήµατα στη λειτουργία των αγορών (παραοικονοµία, έλλειµµα ανταγωνιστικότητας, ανισορροπία ανάµεσα σε µεγάλες και µικρές επιχειρήσεις), προβληµατική αγορά εργασίας (υψηλή ανεργία- ειδικά νεανική και µακροχρόνια ανεργία, χαµηλά ποσοστά απασχόληση των γυναικών), στρεβλό παραγωγικό µοντέλο µε κατεύθυνση στην κατανάλωση (πολυπληθής αγροτικός τοµέας, σηµαντικός τοµέας υπηρεσιών, χαµηλής σηµασίας βιοµηχανία), ανισόρροπη κατανοµή κοινωνικών δαπανών που κατευθύνονται στις συντάξεις. Στη βάση πολλών από τα παραπάνω χαρακτηριστικά, πέρα από τα ιστορικά αίτια της «καθυστερηµένης εκβιοµηχάνισης» της χώρας, βρίσκεται η κύρια µεταπολιτευτική θεσµική συγκρότηση της χώρας µας. Οι Μητσόπουλος και Πελαγίδης έχουν περιγράψει µε γλαφυρό τρόπο το ελληνικό µοντέλο καπιταλισµού ως «ληστρικός µικροκαπιταλισµός», ένα µοντέλο που συνδυάζει µάλλον τα χειρότερα χαρακτηριστικά των υπολοίπων (ακόµη και των PIIGS), δηλαδή τη συνύπαρξη της οικονοµικής αναποτελεσµατικότητας µε την κοινωνική αδικία. Εφαρµόζοντας τη θεωρία της «προσοδοθηρίας» (rent-seeking) οι Μητσόπουλος και Πελαγίδης επικεντρώνονται στο ρόλο των προσοδοθηρικών οµάδων, εκείνων των «αναδιανεµητικών συσπειρώσεων» οι οποίες στο πλαίσιο της κλειστής πολιτικής αγοράς ασκούν πιέσεις για την εξυπηρέτηση των ειδικών, συντεχνιακών συµφερόντων τους (αυτούς που η θεωρία αποκαλεί «εγκατεστηµένους κλέφτες»). Οι δύο συγγραφείς παροµοιάζουν αυτές τις προσοδοθηρικές οµάδες παροµοιάζουν µε «Βίκινγκς» που καταληστεύουν τον εθνικό πλούτο της χώρας. Στην παραπάνω ανάλυση η οποία πραγµατικά «φωτίζει» πολλές σκοτεινές πτυχές της ελληνικής κακοδαιµονίας, φαίνεται να υποβαθµίζεται ο ρόλος των ιδεών και των κυρίαρχων αντιλήψεων καθώς και το γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία είναι µία κοινωνία εξαιρετικά «χαµηλής εµπιστοσύνης». Έτσι, σε όλες τις σχετικές µετρήσεις του κοινωνικού κεφαλαίου, η Ελλάδα καταλαµβάνει πάντοτε µία από τις τελευταίες θέσεις, είτε πρόκειται για τη συµµετοχή σε οµάδες, είτε για την εµπιστοσύνη στους θεσµούς, είτε για τη διαπροσωπική εµπιστοσύνη (World Value Survey). Η σχέση βέβαια ανάµεσα στα δύο είναι αµφίδροµη. Οι δοµές του πολιτικο-οικονοµικού συστήµατος υπονοµεύουν την ανάπτυξη του κοινωνικού κεφαλαίου, ενώ η απουσία επαρκούς κοινωνικού κεφαλαίου που θα διευκόλυνε τη µεταρρύθµιση του συστήµατος τελικά συµβάλει στην αναπαραγωγή του κυρίαρχου οικονοµικού µοντέλου. Και βέβαια, η Ελλάδα υστερεί σε όλους τους δείκτες «καλής διακυβέρνησης». Επ αυτού όµως, ενδεχοµένως να επανέλθουµε στη συζήτησή µας. Το µέλλον του «αυταρχικού καπιταλισµού» Το διαρκές εκκρεµές της οικονοµικής ελευθερίας, έπειτα από περίπου τρεις δεκαετίες αδιάλειπτης κίνησης στην κατεύθυνση του «ανοίγµατος» των οικονοµιών

και της διεθνοποίησης των αγορών, φαίνεται να κινείται αντίθετα προς την κατεύθυνση της κρατικής παρέµβασης. Η συµµετοχή των πρώην ολοκληρωτικών οικονοµιών (Κίνα, Ρωσία, κ.ά.) στον παγκόσµιο καταµερισµό εργασίας και οι (αναπόφευκτες;) κρατικές παρεµβάσεις των δυτικών κυβερνήσεων για την αντιµετώπιση των συνεπειών της χρηµατοπιστωτικής κρίσης, οδηγούν στη σηµαντική ενίσχυση του ρόλου του κράτους στην παγκόσµια οικονοµία. Η «κρίση κυβερνησιµότητας» (governability) των αναπτυγµένων δυτικών οικονοµιών, η πολύχρονη αναιµική ανάπτυξη των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι εντυπωσιακές επιδόσεις πολλών αναδυόµενων οικονοµιών, αναζωπυρώνουν τη συζήτηση για την αποτελεσµατικότητα και τη βιωσιµότητα των διαφόρων µοντέλων καπιταλισµού. Και κυρίως θέτουν επιτακτικά το ερώτηµα για την υπεροχή του «κρατικού καπιταλισµού» ως µοντέλου οργάνωσης µιας εθνικής οικονοµίας. Ο προσεκτικός παρατηρητής που δεν θα περιοριστεί στην επιφανειακή ανάγνωση των συνήθων µακρο-οικονοµικών δεικτών (ΑΕΠ, εµπορικά ισοζύγια, όγκος επενδύσεων, κλπ), αναµφίβολα θα διατυπώσει σοβαρές επιφυλάξεις για την παραπάνω άποψη. Επ αυτού, περιοριζόµαστε στις παρακάτω τρεις βασικές επισηµάνσεις: Πρώτον, ένας ικανός αριθµός εµπειρικών µελετών δείχνουν ότι η εκκίνηση της οικονοµικής ανάπτυξης είναι µία εντελώς διαφορετική υπόθεση, και σε κάθε περίπτωση ευκολότερη, από τη διατήρησή της για µακρές χρονικές περιόδους. Η οικονοµική ανάπτυξη είναι αγώνας αντοχής και όχι ταχύτητας. Η αρχική αναπτυξιακή ώθηση των οικονοµιών του κρατικού καπιταλισµού, η οποία σε µεγάλο βαθµό υπήρξε συνέπεια µιας πρωτοφανούς κινητοποίησης πόρων, του ανοίγµατος στο διεθνές εµπόριο και της ελεγχόµενης εσωτερικής ζήτησης, αναπόφευκτα θα επιβραδυνθεί (όπως υπήρξε η περίπτωση της Νότιας Κορέας την εικοσαετία 1960-1980). εύτερον, ο κρατικός καπιταλισµός δεν είναι οικονοµικά αποτελεσµατικός. Η πλέον επιτυχηµένη µορφή καπιταλιστικής οργάνωσης είναι ο επιχειρηµατικός καπιταλισµός, που βασίζεται στην ανάδειξη της καινοτοµίας, την ανάληψη ρίσκου και τον ανταγωνισµό. Ο κρατικός καπιταλισµός είναι ο κορπορατισµός των κατεστηµένων συµφερόντων, ο οποίος στερεί τον καπιταλισµό από τον δυναµικό και προσαρµοστικό χαρακτήρα του, παρεµποδίζοντας την αναγκαία διαδικασία της «δηµιουργικής καταστροφής» (Σούµπετερ). Ακόµη, ο κρατικός καπιταλισµός δεν ευνοεί τις οικονοµικά ορθές αποφάσεις. Η γνώση είναι ατελής (Χάγιεκ) και οι πολιτικές (κατευθυνόµενες) αποφάσεις των κυβερνητικών παραγόντων αναπόφευκτα περιορίζουν την οικονοµική αποτελεσµατικότητα σε αντίθεση µε τον απρόθετο συντονισµό των αγορών. Τρίτον, ο κρατικός (ή «αυταρχικός») καπιταλισµός δεν είναι πολιτικά βιώσιµος. Ο σύγχρονος καπιταλισµός στηρίχτηκε µεταπολεµικά στη λειτουργική συνύπαρξή του µε µορφές δηµοκρατικής εκπροσώπησης ευρύτερων συµφερόντων. Με την πάροδο λοιπόν του καιρού, οι πολιτικές ελίτ των χωρών του κρατικού καπιταλισµού θα βρεθούν µπροστά στην ασφυκτική πίεση νέων οικονοµικών και κοινωνικών αιτηµάτων από τα αναδυόµενα µεσαία στρώµατα και θα πρέπει να αντιµετωπίσουν το δίλληµα της φιλελευθεροποίησης του συστήµατος ή, αντίθετα, της επιστροφής σε αυταρχικότερες µορφές διακυβέρνησης. Οι πολιτικοί επιστήµονες Daron Acemoglu και James Robinson, συγγραφείς του σπουδαίου έργου Γιατί τα Έθνη Αποτυγχάνουν (Why Nations Fail, 2012) επισηµαίνουν ότι η πραγµατική διάσταση δε βρίσκεται ανάµεσα στον κρατικό καπιταλισµό και τις ανεµπόδιστες αγορές, αλλά ανάµεσα σε συστήµατα που

οργανώνονται γύρω από «περιεκτικούς» (inclusive) θεσµούς, οι οποίοι ενθαρρύνουν τον ανταγωνισµό και τη συµµετοχή των πολιτών στην οικονοµική ζωή και «εξαγωγικούς» (extractive) θεσµούς που κατανέµουν οφέλη και κατευθύνουν προσόδους σε συγκεκριµένες οµάδες. Τα αυταρχικά καθεστώτα αποσκοπούν πρώτιστα στη διατήρηση της πολιτικής εξουσίας παρά επιδιώκουν την οικονοµική αποτελεσµατικότητα. Βασική τους µέριµνα είναι η διατήρηση και αναπαραγωγή της κυρίαρχης δοµής εξουσίας, η οποία διασφαλίζεται µε τη λειτουργία των εξαγωγικών θεσµών. Αντίθετα, η λειτουργία των περιεκτικών θεσµών µεσοπρόθεσµα «υπονοµεύει» τις δοσµένες ισορροπίες ισχύος καθώς εµπερικλείει τη µηκατευθυνόµενη καινοτοµική δράση ενθαρρύνοντας τη «δηµιουργική καταστροφή». Με άλλα λόγια, ο αυταρχικός καπιταλισµός αντικαθιστά το «αόρατο χέρι της αγοράς» µε το «ορατό χέρι της πολιτικής». Για τους παραπάνω λόγους, οι δύο συγγραφείς θεωρούν ότι η οικονοµική ανάπτυξη της Κίνας µακροπρόθεσµα δεν είναι διατηρήσιµη και, περισσότερο ή λιγότερο σύντοµα, οι πολιτικές της ελίτ θα κληθούν να επιλέξουν ανάµεσα στη δυναµική αστάθεια των περιεκτικών θεσµών και τον ασφυκτικό πολιτικό και οικονοµικό έλεγχο των εξαγωγικών θεσµών. ρόµοι του καπιταλισµού Στην πραγµατικότητα έχουµε τόσους καπιταλισµούς όσα και τα καπιταλιστικά κράτη. Αυτή η πολυµορφία δεν εξηγείται απλά µε αναγωγή στους ιστορικούς όρους συγκρότησης των κοινωνιών ή µε τις ιδιαιτερότητες του πολιτικού παιγνίου σε αυτές, αλλά αντανακλά τη σύγχρονη πραγµατικότητα των παγκοσµιοποιηµένων οικονοµιών καθώς, δεν υπάρχει έτοιµη συνταγή οικονοµικής ανάπτυξης, µία ορισµένη δέσµη θεσµικών ρυθµίσεων που θα φέρει τα επιθυµητά αποτελέσµατα. Όπως χαρακτηριστικά τονίζει ο νοµπελίστας οικονοµολόγος Douglas North, «απλά δεν ξέρουµε!». Ξέρουµε όµως ότι η οικονοµική ανάπτυξη είναι µε τις λέξεις του Dani Rodrik στο εξαιρετικό του βιβλίο One Economics, Many Recipes (2008), «context specific», εξαρτάται δηλαδή από το θεσµικό περιβάλλον εντός του οποίου διαδραµατίζεται το οικονοµικό παίγνιο. Οι εµπειρικές µελέτες µοιάζουν να επιβεβαιώνουν τον Rodrik προσφέροντας µας ορισµένα χρήσιµα συµπεράσµατα. Πρώτον, οι φιλελεύθερες οικονοµίες της αγοράς εµφανίζουν καλύτερες οικονοµικές επιδόσεις συγκριτικά µε τις κατευθυνόµενες οικονοµίες. εύτερον, ορισµένα ενδιάµεσα-µεικτά µοντέλα (πχ. σκανδιναβικά κράτη) τα καταφέρνουν καλύτερα και από τις δύο παραπάνω κατηγορίες. Ανάµεσα στα κράτη των κατευθυνόµενων αγορών, εκείνα που τα καταφέρνουν καλύτερα είναι αυτά που µοιράζονται την ίδια οικονοµική κουλτούρα µε τα κράτη των φιλελεύθερων αγορών (επιχειρηµατικό πνεύµα, κ.ά.). Τρίτον, η πολιτική κουλτούρα/κοινωνικό πλαίσιο µετράει. Κράτη µε τις καλύτερες και τις χειρότερες επιδόσεις διαφέρουν τόσο στις οικονοµικές ρυθµίσεις, όσο και στο κοινωνικό περιβάλλον. Και αν οι πολιτικές µπορούν να αλλάξουν, η πολιτική κουλτούρα είναι (και θα είχε σίγουρα ενδιαφέρον στη συζήτηση που θα ακολουθήσει να αναφερθούµε στην ελληνική πολιτική κουλτούρα ως αίτιο του µετέωρου εκσυγχρονισµού µας αλλά και των µεταρρυθµιστικών αντιστάσεων). Φιλελευθερισµός εναντίον καπιταλισµού Πέρα από τα παραπάνω, η αποτελεσµατικότητα ενός εθνικού µοντέλου καπιταλισµού καθορίζεται από το βαθµό στον οποίο απαντά στη διάκριση ανάµεσα στον καπιταλισµό και τις αγορές (ή διαφορετικά, τη διάκριση φιλελευθερισµού και καπιταλισµού).

Ο κλασσικός φιλελευθερισµός και οι εκπρόσωποι του, όπως οι Adam Smith, David Ricardo και John Stuart Mill, όχι µόνο κατανοούσαν τις εννοιολογικές διαφορές ανάµεσα στις αγορές και τον καπιταλισµό, αλλά ήταν και ιδιαίτερα επιφυλακτικοί απέναντι στoν ασφυκτικό εναγκαλισµό των αγορών από την επιχειρηµατική τάξη. Οι λιγότερο απρόσεκτοι αναγνώστες του Πλούτου των Εθνών ασφαλώς γνωρίζουν τις παρακάτω γραµµές από το έργο του θεωρητικού της ελεύθερης αγοράς και του «αόρατου χεριού»: «Οι άνθρωποι του ιδίου επαγγελµατικού κλάδου σπανίως συναντώνται, ακόµη και για ψυχαγωγία, και οι συζητήσεις τους καταλήγουν σε συνωµοσία κατά του καταναλωτών, ή σε κάποια επινόηση για να αυξηθούν οι τιµές». (Ο Πλούτος των Εθνών, βιβλίο Ι, κεφάλαιο 10). Ο Adam Smith κατανοούσε ίσως καλύτερα από κάθε άλλον ότι, οι επιχειρηµατίες δεν είναι εξ ορισµού υπέρµαχοι των ανοικτών αγορών, αλλά τουναντίον συχνά τα συµφέροντά τους υπαγορεύουν να επιδιώκουν τον έλεγχο και τον περιορισµό του ελεύθερου ανταγωνισµού. Μεταφέροντας τη σκέψη του σκωτσέζου συγγραφέα στη σηµερινή εποχή, οι Raghuram Rajan και Luigi Zingales, αµφότεροι καθηγητές στη Graduate School of Business του πανεπιστηµίου του Σικάγο, στο βιβλίο τους µε τον εύγλωττο τίτλο Σώζοντας τον καπιταλισµό από τους καπιταλιστές- απελευθερώνοντας τη δύναµη των χρηµατοοικονοµικών αγορών για τη δηµιουργία πλούτου και τη διάχυση των ευκαιριών (Saving Capitalism from Capitalists- Unleashing the power of financial markets to create wealth and spread opportunity, 2003) επισηµαίνουν τα προσκόµµατα που θέτουν τα οργανωµένα επιχειρηµατικά συµφέροντα στο άνοιγµα των αγορών. Η προνοµιακή τους θέση σε αγορές περιορισµένης-ελεγχόµενης πρόσβασης τους επιτρέπει τη βέβαιη απόκτηση προσόδων µε το µικρότερο δυνατό κόστος και, αναµενόµενα, εξαντλούν κάθε δυνατότητα παρέµβασης στη διαµόρφωση-διατήρηση ευνοϊκών κανόνων που ρυθµίζουν τη λειτουργία των αγορών, κατά τρόπο αντίστοιχο µε αυτόν των συντεχνιών των «κλειστών» επαγγελµάτων. Οι συνεισφορές της σχολής της «δηµόσιας επιλογής» (public choice) και ειδικότερα της ανάλυσης της προσοδοθηρίας (rent-seeking) προσφέρουν επαρκή τεκµηρίωση για τη λειτουργία της πολιτικής αγοράς στο σύγχρονο καπιταλισµό. Η απάντηση των συγγραφέων σε αυτό το πρόβληµα είναι η επέκταση και όχι ο περιορισµός των αγορών, οι ενεργείς πολιτικές κρατικής παρέµβασης (µέσω φορολογικής, δηµοσιονοµικής, επενδυτικής, κλπ, πολιτικής) µε στόχο τη προώθηση του ανταγωνισµού, την ανάληψη επιχειρηµατικού ρίσκου, τη διαρκή καινοτοµία και τον εκσυγχρονισµό των επιχειρήσεων. Για τους Razan και Zingales το ζητούµενο είναι η αναζήτηση ενός ενδιάµεσου δρόµου για τις αγορές, ανάµεσα στην ανύπαρκτη και την υπερβολική κρατική παρέµβαση. Και γράφουν σχετικά: «ενώ η απουσία κανόνων καθιστά το παίγνιο άνισο, οι υπερβολικοί κανόνες λανθασµένης κατεύθυνσης καθιστούν και πάλι το παίγνιο άνισο- µια πραγµατικά ελεύθερη και ανταγωνιστική αγορά καταλαµβάνει έναν ιδιαίτερο ενδιάµεσο χώρο ανάµεσα στην απουσία κανόνων και στη παρουσία ασφυκτικών κανόνων. Ακριβώς επειδή ο ενδιάµεσος χώρος είναι τόσο περιορισµένος, ο καπιταλισµός είναι πολύ ασταθής. Εύκολα εκφυλίζεται σε ένα σύστηµα κατεχόντων, για τους κατέχοντες, από τους κατέχοντες». Ο Zingales, στο νέο του βιβλίο µε τον εύγλωττο τίτλο Καπιταλισµός για το Λαό (A Capitalism for the People, 2012) κάνει τη διάκριση ανάµεσα σε «pro-market» και «pro-business», κατηγορώντας το Ρεπουµπλικανικό Κόµµα ότι αντικατέστησε τις παραδοσιακές φιλελεύθερες αρχές µε πολιτικές εξυπηρέτησης των µεγάλων επιχειρήσεων.

Περί ανισοτήτων του καπιταλισµού Εν κατακλείδι, το µέλλον του καπιταλισµού θα κριθεί από την ικανότητά του να ανταποκριθεί στις προσδοκίες µεγάλων τµηµάτων του παγκόσµιου πληθυσµού, εξασφαλίζοντας την κοινωνική ειρήνη και την οικονοµική ευηµερία τους. Ο σπουδαίος στοχαστής Γιόζεφ Σούµπετερ ορθά παρατήρησε (Καπιταλισµός, Σοσιαλισµός και ηµοκρατία, 1950) ότι, κανένα άλλο οικονοµικό σύστηµα στην ανθρώπινη ιστορία δεν ωφέλησε τόσο πολύ τα φτωχότερα στρώµατα του πληθυσµού όσο ο καπιταλισµός. Πραγµατικά, η ιστορία του σύγχρονου καπιταλισµού (κύρια µετά τον β παγκόσµιο πόλεµο) φαίνεται να διαψεύδει πλήρως τον Λένιν, ο οποίος υποστήριζε ότι «αν ο καπιταλισµός οδηγούσε στην ευηµερία των µαζών, τότε δε θα ήταν καπιταλισµός». Ωστόσο, σήµερα φαίνεται ότι, τουλάχιστον στον αναπτυγµένο κόσµο, τα ωφελήµατα της καπιταλιστικής ανάπτυξης κατανέµονται ανισοµερώς στην εισοδηµατική πυραµίδα και σε βάρος των εργαζοµένων, όπως καταδεικνύεται από το δείκτη Gini που µετρά την ανισότητα (διασπορά του εισοδήµατος) ανάµεσα στο φτωχότερο και το πλουσιότερο τµήµα του πληθυσµού, και όπου καταγράφεται από τα µέσα της δεκαετίας του 70 συνεχή άνοδος του δείκτη ανισότητας σε όλο τον αναπτυγµένο κόσµο (πριν από τη φορολόγηση και τις µεταβιβαστικές πληρωµές). Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και το περίφηµο γράφηµα του Thomas Piketty, το οποίο αποτέλεσε επικοινωνιακό όπλο του κινήµατος Occupy Wall Street, σύµφωνα µε το οποίο το υψηλότερο 1% του αµερικανικού εισοδήµατος έφτασε στα µέσα της προηγούµενης δεκαετίας στο απώγειο της κερδοφορίας από το 1928 (για την αντιστροφή του φαινοµένου ο Piketty προτείνει φορολόγηση των «υπερ-πλούσιω»ν σε ποσοστό 83%). Η αδυναµία του συστήµατος να ανταποκριθεί στην «υπόσχεση του καπιταλισµού» (δηλαδή, την αύξηση των µισθών παράλληλα µε την αύξηση της παραγωγικότητας και την αποτροπή της κυριαρχίας των κατεστηµένων συµφερόντων) έχει προφανείς αρνητικές συνέπειες για την πολιτική σταθερότητα, την κοινωνική συνοχή αλλά και τη διατηρησιµότητα της οικονοµικής ανάπτυξης (καθώς η περιοριζόµενη συνολική κατανάλωση/ζήτηση περιορίζει τις δυνητικές επενδυτικές ευκαιρίες). Ο γνωστός βρετανός οικονοµολόγος Robert Skidelsky, προχωρά ακόµη περισσότερο υποστηρίζοντας ότι «η ανισότητα σκοτώνει τον καπιταλισµό» και θεωρεί ότι η ραγδαία αύξηση του ιδιωτικού χρέους αποτελεί την αναγκαστική καταναλωτική επιλογή των νοικοκυριών απέναντι στη στασιµότητα των εισοδηµάτων τους τις τελευταίες τρεις δεκαετίες (όπου το µέσο εισόδηµα παρέµεινε σταθερό- ή και µειώθηκε, όπως πχ. στην Ιαπωνία και τη Γερµανία- παρά το γεγονός ότι το κατά κεφαλή ΑΕΠ αυξήθηκε). Στην ίδια κατεύθυνση ο φιλελεύθερος Economist, όπου στο ειδικό αφιέρωµά του στην παγκόσµια οικονοµία (Οκτώβριος 2012), αναδεικνύει την ανισότητα ως τη µεγάλη κοινωνική, πολιτική και οικονοµική πρόκληση των καιρών µας. Αντί επιλόγου Κλείνοντας και εν ίδει συµπεράσµατος θα έλεγα ότι, η- όποια- έλξη που ασκούν τα διάφορα εναλλακτικά µοντέλα καπιταλισµού (όπως ο «αυταρχικός καπιταλισµός»,) οφείλεται περισσότερο στην προφανή αδυναµία των αναπτυγµένων κρατών να ανταποκριθούν στις προσδοκίες των πολιτών, παρά στην υποτιθέµενη ανωτερότητα των ανταγωνιστικών οικονοµικών µοντέλων. Στην πραγµατικότητα, η ύση παραµένει το ιδεατό µοντέλο ανάπτυξης για τους απόκληρους πληθυσµούς του πλανήτη, όπως κατέδειξαν οι πρόσφατες δηµοκρατικές κινητοποιήσεις στα αραβικά κράτη. Ο µεγαλύτερος εχθρός των αγορών δεν είναι τα διάφορα ανταγωνιστικά

κρατικά µορφώµατα, αλλά ο ίδιος ο εαυτός τους. Τούτο βέβαια, επ ουδενί δεν αποτελεί συνηγορία αδιαφορίας και εφησυχασµού. Η ύση οφείλει να αναπτύξει εκείνους τους οικονοµικούς και πολιτικούς θεσµούς που θα επιτρέψουν τη συµφιλίωση της ανάπτυξης µε την αλληλεγγύη. Και να ξαναθυµηθεί τον τίτλο του γερµανού φιλελεύθερου και αρχιτέκτονα του «γερµανικού οικονοµικού θαύµατος» Ludwig Erhard, «Πλούτος για Όλους». Η δηµιουργία ενός νέου πλούτου των εθνών είναι το στοίχηµα του 21 ου αιώνα.