Μαθησιακές Δυσκολίες ΟΡΙΣΜΟΣ - Παρόλο που ο όρος χρησιμοποιείται εδώ και 40 χρόνια περίπου, δεν υπάρχει συμφωνία πάνω στα αποδεκτά κριτήρια που ορίζουν τις μαθησιακές δυσκολίες είτε στον κλινικό είτε στον ερευνητικό τομέα. Από κλινική σκοπιά, ο όρος αυτός υποδεικνύει ότι σε ορισμένους τουλάχιστον τομείς, η σχολική επίδοση του παιδιού δεν φτάνει στα επίπεδα που προβλέπονται σύμφωνα με τους δείκτες των νοητικών ικανοτήτων. Σύμφωνα με τον ορισμό: Οι μαθησιακές δυσκολίες είναι ένας γενικός όρος που αναφέρεται σε μια ανομοιογενή ομάδα διαταραχών οι οποίες εκδηλώνονται με σημαντικές δυσκολίες στην απόκτηση και χρήση ικανοτήτων ακρόασης, ομιλίας, α νάγνωσης, γραφής, συλλογισμού ή μαθηματικών ικανοτήτων. Οι διαταραχές αυτές είναι εγγενείς στο άτομο και αποδίδονται σε δυσλειτουργία του κεντρικού νευρικού συστήματος. Με τις μαθησιακές δυσκολίες μπορεί να συνυπάρχουν προβλήματα σε συμπεριφορές αυτοελέγχου, κοινωνικής αντίληψης και κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Αυτά τα προβλήματα δεν συνιστούν από μόνα τους μαθησιακές δυσκολίες. Αν και οι μαθησιακές δυσκολίες μπορεί να εμφανίζονται μαζί με άλλες καταστάσ ε ι ς (αισθητηριακή βλάβη, νοητική καθυστέρηση, σοβαρή συναισθηματική διαταραχή) ή να δέχονται την επίδραση εξωτερικών παραγόντων, όπως είναι οι πολιτισμικές διαφορές και η ανεπαρκής ή ακατάλληλη διδασκαλία, αυτές δεν είναι τ ο άμεσο αποτέλεσμα των παραπάνω καταστάσεων ή εξωτερικών επιδράσεων. => Οι μαθησιακές δυσκολίες αποτελούν έναν ανομοιογενή πληθυσμό Τόσο ο τρόπος με τον οποίο εκδηλώνονται όσο και η πιθανή αιτιολογία εμφανίζονται ιδιαίτερα διαφοροποιημένα σε βαθμό που είναι δύσκολο να εντοπιστούν κάποια κοινά χαρακτηριστικά για όλα τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες. Ως χαρακτηριστικά αυτών των παιδιών έχουν καταγραφεί οι δυσκολίες σε: 1 / 7
- Αδρή κινητικότητα-γραφή, να συντονίσει όλες τις κινήσεις που χρειάζονται. - Λεπτή κινητικότητα-πιάσιμο μολυβιού, οπτικοκινητικός συντονισμός. - Λόγος / κατανόηση-έκφραση. - Όραση / ακοή. - Μνήμη. - Ακουστική διάκριση / επεξεργασία να ακολουθεί οδηγίες. - Οπτική διάκριση γραφή / αντιγραφή. - Χωροχρονικός προσανατολισμός. - Συγκέντρωση / προσοχή. - Φωνολογική ενημερότητα. Ωστόσο, όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά παρατηρούνται και σε πολλές άλλες κατηγορίες ειδικών δυσκολιών με αποτέλεσμα να συνεισφέρουν ελάχιστα στη διάγνωση των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες. => Οι μαθησιακές δυσκολίες εκδηλώνονται πάντοτε με σημαντικά προβλήματα στη μάθηση Δυστυχώς, τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες στη συντριπτική τους πλειοψηφία εντοπίζονται αφού έχουν ήδη αποτύχει στο σχολείο. Οι απόψεις σχετικά με το πόσο μεγάλη πρέπει να είναι η σχολική αποτυχία για να θεωρηθεί ότι παρουσιάζουν μαθησιακή δυσκολία διαφέρουν ανάλογα με τη χώρα και το γνωστικό αντικείμενο.. Παρόλα αυτά, συνήθως ένα παιδί θεωρείται υποψήφιο για την ένταξη στην κατηγορία των μαθησιακών δυσκολιών όταν η σχολική του επίδοση είναι χαμηλότερη κατά 2 χρόνια τουλάχιστον από την αναμενόμενη. Όμως, τα παιδιά αυτά πρώτο-αναγνωρίζονται όταν πλέον έχουν συσσωρεύσει 2 χρόνια αποτυχίας με σημαντικές συνέπειες στην αυτοπεποίθησή τους και στο κίνητρο για μάθηση. Δεύτερο, μετά από τουλάχιστον 2 χρόνια σχολικής αποτυχίας, ακόμη κι αν τα παιδιά αντιμετώπιζαν μόνο ένα ειδικό πρόβλημα (π.χ. ανάγνωση) οι δυσκολίες του θα είχαν πια έναν πιο διευρυμένο και συνολικό χαρακτήρα. Ένα επίσης σημαντικό στοιχείο του ορισμού αναφέρεται στη διαχρονική φύση των δυσκολιών μάθησης. Αυτό σημαίνει πως οι μαθησιακές δυσκολίες δεν ξεπερνιούνται με την πάροδο του χρόνου αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ανθρώπου. 2 / 7
Συνοψίζοντας, οι μαθησιακές δυσκολίες είναι μια ενδογενής διαταραχή (ελάχιστη εγκεφαλική δυσλειτουργία) και όχι συνέπεια εξωτερικών παραγόντων και σε αντίθεση με τον ορισμό, σύγχρονες μελέτες αποδεικνύουν πως οι δυσκολίες μάθησης παρουσιάζονται ανεξάρτητα από το δείκτη νοημοσύνης. ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΠΟΙΟΙ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΝ Η έγκαιρη διάγνωση των μαθησιακών δυσκολιών κρίνεται αναγκαία για την περαιτέρω σχολική, και όχι μόνο, εξέλιξη του παιδιού. Ο/Η παιδίατρος, λόγω του ότι παρακολουθεί το παιδί από τα πρώτα χρόνια της ζωής του θα διαπιστώσει ότι υπάρχει κάποια καθυστέρηση στην ανάπτυξη του παιδιού, που αργότερα πιθανά να του δημιουργήσει δυσκολία στο σχολείο. Έτσι, πρώτος θα βγάλει τη διάγνωση π.χ.. των διαταραχών λόγου και ομιλίας κ.λπ. πολύ πριν φθάσει στα χέρια του νηπιαγωγού ή/και του δασκάλου. Όμως, η πολύπλευρη φύση των μαθησιακών δυσκολιών δεν επιτρέπει σε ένα μόνο άτομο να διαγνώσει με ασφάλεια την ενδεχόμενη δυσκολία, έτσι είναι απαραίτητη η συστηματική παρακολούθηση της εξέλιξης της πορείας του παιδιού. Από την άλλη μεριά, τα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα στα οποία μπορούν να απευθυνθούν οι ενδιαφερόμενοι συνήθως είναι σταθερές μονάδες σε γενικά ή ειδικά νοσοκομεία ή σε συμβουλευτικά κέντρα, όπως τα Κέντρα Ψυχικής Υγιεινής. Οι ειδικότητες που εμπλέκονται με τη διάγνωση των μαθησιακών δυσκολιών είναι: Παιδοψυχίατροι, Ψυχολόγοι, Αναπτυξιακοί παιδίατροι, Ειδ. Παιδαγωγοί, Λογοπαιδικοί, Παιδονευρολόγοι. Η συλλογή των απαραίτητων για τη διάγνωση πληροφοριών γίνεται με τη χρήση διαφόρων μεθόδων και τεχνικών, όπως είναι τα σταθμισμένα τεστ, ερωτηματολόγια, η παρατήρηση της συμπεριφοράς, η λήψη και καταγραφή του αναπτυξιακού, οικογενειακού και σχολικού ιστορικού. Η διαγνωστική εκτίμηση παρέχει πληροφορίες που βοηθούν να καταρτιστεί το κατάλληλο εκπαιδευτικό πρόγραμμα για το παιδί. Οι δυσκολίες στην ανάγνωση έχουν λάβει την περισσότερη προσοχή πέρα από κάθε άλλο εκπαιδευτικό τομέα τα τελευταία 30 χρόνια. Αν και είναι πιθανό κάποιος να αποκτήσει μια επιτυχημένη καριέρα χωρίς να είναι ιδιαίτερα ικανός στην ανάγνωση, συνήθως η επιτυχία στο σχολείο συνδέεται με την αναγνωστική ικανότητα και τα παιδιά που αντιμετωπίζουν δυσκολίες σε αυτόν τον τομέα βιώνουν καθημερινά την αποτυχία, με αποτέλεσμα τη δημιουργία χαμηλής αυτοπεποίθησης. 3 / 7
Δυσλεξία ΟΡΙΣΜΟΣ - Ο ευρύτατα διαδεδομένος όρος «Δυσλεξία» χρησιμοποιείται για να δηλώσει: Τη διαταραχή των παιδιών που παρουσιάζουν εξαιρετική δυσκολία στην εκμάθηση της Ανάγνωσης, της Γραφής και της Ορθογραφίας. Η δυσκολία όμως αυτή δεν μπορεί να συνδεθεί με χαμηλή νοητική ικανότητα, νευρολογική βλάβη, αισθητηριακή βλάβη (ακοής ή όρασης), συναισθηματικές διαταραχές, άγχος, ψυχολογικά προβλήματα ή κακές περιβαλλοντικές συνθήκες. Αλλά οφείλεται σε υπολειτουργία κάποιων μηχανισμών του εγκεφάλου που αφορούν τη μάθησης και χαρακτηρίζει ένα άτομο από τη γέννηση ως το τέλος της ζωής του. => Τι είναι Ανάγνωση Η ανάγνωση θεωρείται πως περιλαμβάνει 2 βασικές ικανότητες: την αποκωδικοποίηση και την κατανόηση. Ένα παιδί για να μπορέσει να διαβάσει ικανοποιητικά θα πρέπει πρώτα να αναγνωρίσει τις συγκεκριμένες λέξεις κειμένου και μετά να συνδυάσει τη σημασία πρώτα των λέξεων και μετά των προτάσεων, ώστε να κατανοήσει όλο αυτό που διάβασε. Η αποκωδικοποίηση αφορά τη διαδικασία «μετάφρασης» της τυπωμένης λέξης στην ανάγνωση της λέξης. Αφορά, δηλαδή, περισσότερο το τεχνικό μέρος της ανάγνωσης. Από την άλλη μεριά, η κατανόηση επιτυγχάνεται όταν οι ορισμοί των λέξεων που διαβάζουμε ανασύρονται από το «εσωτερικό μας λεξικό» όπου είναι καταγεγραμμένοι και κωδικοποιημένοι. Οι δυσκολία του δυσλεκτικού μαθητή στην ανάγνωση εντοπίζεται κυρίως στην αποκωδικοποίηση. Συγκεκριμένα, δυσκολεύεται να απομνημονεύσει ποιο σύμβολο ταιριάζει 4 / 7
με ποιο φθόγγο, είναι πιθανό να μην αναγνωρίζει ή να συγχέει μερικά γράμματα, να συναντά δυσκολίες στη σύνθεση των γραμμάτων σε συλλαβές και στη σύνθεση των συλλαβών σε λέξεις. ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΟΛΟΓΙΑ Τα βασικότερα συμπτώματα στην Ανάγνωση και στην Ορθογραφία, καθώς και κάποια γενικά χαρακτηριστικά που βρίσκουμε σε δυσλεκτικά άτομα είναι τα εξής: Ανάγνωση - Παράλειψη (πόρτα / πότα), αντικατάσταση (ψήνω / ξήνω), επανάληψη (τρέεχω), αντιστροφή γραμμάτων και συλλαβών που συνθέτουν μια λέξη (πάντα / πάτνα) κλπ. - Καθρεφτική ανάγνωση - Ανάγνωση αργή, με δισταγμό, χωρίς ροή. - Αντικατάσταση λέξεων με άλλες που μοιάζουν οπτικά ή αρχίζουν με τα ίδια γράμματα (ιππόδρομος / ιπποπόταμος, άσπρο / άστρο). - Χάσιμο της σειράς στο βιβλίο. Γραφή - Πολλά ορθογραφικά λάθη ακόμα και σε λέξεις που έχουν συστηματικά διδαχθεί. - Παραλείψεις, προσθέσεις, αντιμεταθέσεις γραμμάτων, συλλαβών, λέξεων. - Καθρεπτική γραφή. - Κακογραφία, ακαταστασία, μουντζούρες στο γραπτό, αδικαιολόγητα κενά, κατάργηση των διαστημάτων, απουσία σημείων στίξης, απουσία κεφαλαίων ή παρεμβολή τους ανάμεσα 5 / 7
στα μικρά. Γενικά χαρακτηριστικά, γενικότερες δυσκολίες - Δυσκολία στη διάκριση δεξιού αριστερού τόσο του ίδιου του ατόμου όσο και του ατόμου που βρίσκεται απέναντι. - Σύγχυση ως προς το κυρίαρχο χέρι, μάτι, πόδι. - Πιθανή δυσκολία στον Προσανατολισμό, στην Αίσθηση του χώρου και του χρόνου. - Δυσκολίες στην αντίληψη των εννοιών της διαδοχής, αλληλουχίας. - Δυσκολία στην οπτική αντίληψη που δυσχεραίνει την αντίληψη και τη διάκριση μορφών, σχημάτων, συμβόλων. - Διάσπαση προσοχής / Παρορμητικότητα. - Δυσκολίες στην οργάνωση. - Δυσκολίες στην οπτική και ακουστική μνήμη. - Συχνά αργοπορημένη γλωσσική ανάπτυξη και σε ορισμένες περιπτώσεις καθυστέρηση στην κινητική ανάπτυξη (αργούν να περπατήσουν). - Περιορισμένη έκφραση όταν περιγράφουν τις εμπειρίες τους ή τα συναισθήματά τους και δε διαθέτουν πλούσιο λεξιλόγιο. Παρόλη την αδυναμία που μπορεί να δείχνουν στην έκφραση, τα παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες Δυσλεξία, έχουν πλούσιο συναισθηματικό κόσμο, καλή κριτική ικανότητα, κάνουν συλλογισμούς και διαμορφώνουν τις προσωπικές τους απόψεις και θέσεις, αισθάνονται όμως σαν να μην μπορούν να βρουν τα λόγια για να περιγράψουν όλον αυτόν τον πλούτο ιδεών που κρύβουν. Αυτά τα παιδιά, αλλά και τα παιδιά σε όλο το φάσμα των μαθησιακών δυσκολιών, αναπτύσσουν εύκολα αισθήματα χαμηλής αυτοπεποίθησης λόγω των δυσκολιών που έχουν να αντιμετωπίσουν. Γι αυτό το λόγο, συχνά χρησιμοποιούν τακτικές αποφυγής, όπως το να μη δείχνουν ενδιαφέρον για τα βιβλία και οτιδήποτε στο οποίο χρησιμοποιείται ο γραπτός λόγος. ΤΡΟΠΟΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ Ένα αποτελεσματικό πρόγραμμα αντιμετώπισης της ειδικής μαθησιακής δυσκολίας στηρίζεται στο προφίλ του παιδιού, δηλαδή στη λεπτομερή αξιολόγηση του επιπέδου 6 / 7
καλλιέργειας όλων των ικανοτήτων ή δυσκολιών του και στοχεύει στην αποκατάσταση των ικανοτήτων που δεν είναι αναπτυγμένες ικανοποιητικά και όχι μόνο στη διδασκαλία της ανάγνωσης και της ορθογραφίας. Το πρόγραμμα αυτό κινείται σε τρία επίπεδα, περιλαμβάνοντας: - την αποκατάσταση των ικανοτήτων σύμφωνα με το προφίλ του παιδιού που προκύπτει από τη Διαγνωστική διαδικασία. - τη διδασκαλία της ανάγνωσης και της ορθογραφίας των συμβόλων της γλώσσας. - τη συναισθηματική υποστήριξη του δυσλεκτικού μαθητή για την ενίσχυση του συναισθήματος αυτοεκτίμησης, αλλά και την αντιμετώπιση τυχών δευτερογενών ψυχολογικών προβλημάτων. Η διδακτική μέθοδος που ακολουθείται για τη διδασκαλία της γραφής, ανάγνωσης και ορθογραφίας είναι διαφορετική από αυτή του σχολείου και το πρόγραμμα αποκατάστασης πρέπει να είναι εξατομικευμένο και προσαρμοσμένο στις εκπαιδευτικές ανάγκες του κάθε μαθητή. Το γλωσσικό υλικό που θα χρησιμοποιηθεί θα πρέπει να είναι καλά οργανωμένο και να παρέχεται στα πλαίσια ενός αυστηρά δομημένου προγράμματος, με έναν κατανοητό και συστηματικό τρόπο, ώστε να αντιλαμβάνεται ο μαθητής το σύστημα του γραπτού λόγου σαν σύνολο και όχι σαν ενότητες που φαίνεται να μη σχετίζονται μεταξύ τους. Επιπλέον, το νέο κάθε φορά διδακτικό υλικό θα πρέπει να παρουσιάζεται με πολλούς τρόπους, δηλαδή να συμμετέχουν όλες οι αισθήσεις (όραση ακοή αφή), γιατί έτσι εξασφαλίζει περισσότερες πιθανότητες για επιτυχία στην επεξεργασία του, λόγω της παρουσίασής του με πολλούς κώδικες. Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες αν εντοπιστούν έγκαιρα και βοηθηθούν κατάλληλα και συστηματικά μπορούν κάλλιστα να λειτουργήσουν ικανοποιητικά σαν μαθητές και να αποκτήσουν τα εφόδια που θα χρειαστούν αργότερα ως επαγγελματίες. 7 / 7