Mας εξηγεί ο Νίκος Γ. Τσιούμας, MD χειρουργός οφθαλμίατρος, εξειδικευμένος στο γλαύκωμα, στη μικροχειρουργική του καταρράκτη και τη διαθλαστική χειρουργική με laser Η αλματώδης εξέλιξη στα laser και στην οφθαλμολογία μάς επιτρέπει σήμερα να διορθώσουμε μυωπία, υπερμετρωπία και αστιγματισμό, και να απεξαρτηθούμε από τα γυαλιά οράσεως και τους φακούς επαφής. Διαθλαστικές ανωμαλίες ή αμετρωπίες είναι η μυωπία, η υπερμετρωπία, ο αστιγματισμός και η πρεσβυωπία. Ο κλασικός τρόπος αντιμετώπισης τους είναι τα γυαλιά οράσεως και οι φακοί επαφής. Πολλοί άνθρωποι όμως δεν θέλουν πλέον να τα χρησιμοποιούν, είτε γιατί κουράστηκαν από τη χρόνια χρήση τους, είτε για επαγγελματικούς λόγους, είτε επειδή τους προκαλούν προβλήματα, όπως δυσανεξία, αλλεργία ή επιπεφυκίτιδα, όσον αφορά κυρίως τους φακούς επαφής. Για τα άτομα αυτά -εκτός από τους πρεσβύωπες- υπάρχει η λύση της επέμβασης διαθλαστικής χειρουργικής, όπως μας εξηγεί ο Νίκος Γ. Τσιούμας, MD χειρουργός οφθαλμίατρος, ο οποίος εξειδικεύεται στο γλαύκωμα, στη μικροχειρουργική του καταρράκτη και τη διαθλαστική χειρουργική με laser. Πιο συγκεκριμένα, η διαθλαστική χειρουργική περιλαμβάνει όλες εκείνες τις τεχνικές που επιτρέπουν να διορθώσουμε κάποια αμετρωπία και εφαρμόζεται από εξειδικευμένους οφθαλμιάτρους στον τομέα αυτό. Τι προσφέρουν οι συνήθεις επεμβάσεις Θεωρητικά, κάθε άτομο που έχει διαθλαστική ανωμαλία μπορεί να υποβληθεί σε επέμβαση διόρθωσης, εφόσον το εγκρίνει ο οφθαλμίατρος του και έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του. Οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται κυρίως σήμερα σε όλο τον κόσμο είναι η ενδοστρωματική κερατοσμίλευση με laser (Lasik) και η φωτοδιαθλαστική κερατεκτομή (PRK). - Ενδείκνυνται: Για μυωπίες από 1 μέχρι 10 βαθμούς και ανάλογα με τις ενδείξεις. Η υπερμετρωπία και ο αστιγματισμός έχουν περισσότερους περιορισμούς (μέχρι 6 βαθμούς). - Προεγχειρητικά: Πριν από την επέμβαση με laser, θα πρέπει να γίνουν κάποιες οφθαλμολογικές εξετάσεις και μετρήσεις που έχουν μεγάλη σημασία, καθώς το αποτέλεσμα εξαρτάται άμεσα από τη συνέπεια και την ακρίβεια με την οποία γίνονται αυτές οι εξετάσεις. Επίσης πρέπει να γνωρίζουμε ότι τουλάχιστον 10 ημέρες πριν από τις 1 / 5
οφθαλμολογικές εξετάσεις και την επέμβαση δεν πρέπει να φοράμε τους φακούς επαφής. Η τεχνική Lasik: Ο χειρουργός δημιουργεί έναν κρημνό - (flap) στον κερατοειδή, σαν καπάκι, και το σηκώνει προς τα πίσω. To laser δρα πάνω στο στρώμα του κερατοειδούς, σμιλεύοντας την επιφάνεια του. Υστερα το flap κλείνει και η επέμβαση τελειώνει. - Στο χειρουργείο: Η επέμβαση είναι εντελώς ανώδυνη. Η εφαρμογή του laser διαρκεί λιγότερο από 1 λεπτό, ενώ η όλη διαδικασία περίπου 5-10 λεπτά. Δεν χρειάζεται προστατευτικός φακός ή ράμματα και δεν υπάρχει πόνος ή ενόχληση μετεγχειρητικά. - Αποτελέσματα: Επιτυγχάνεται η άμεση αποκατάσταση της όρασης μέσα σε λίγες ώρες και ελαχιστοποιείται η πιθανότητα κάποιας θολερότητας (haze) του κερατοειδούς μετεγχειρητικά. Ο ασθενής βγαίνει από το χειρουργείο χωρίς επιδέσμους και χωρίς την ανάγκη των γυαλιών του. - Εναλλακτική τεχνική: Μία από τις εναλλακτικές επεμβάσεις διόρθωσης των διάφορων αμετρωπιών, όταν το πάχος του κερατοειδούς δεν μας επιτρέπει να κάνουμε Lasik, είναι και η τεχνική PRK (Photorefractive Keratectomy ή φωτοδιαθλαστική κερατεκτομή). Στην PRK δεν δημιουργείται κρημνός, αλλά απλώς αφαιρείται το επιθήλιο του κερατοειδούς και εφαρμόζεται απευθείας το laser. Στο τέλος της επέμβασης εφαρμόζεται ένας θεραπευτικός φακός επαφής μέχρι να επουλωθεί το επιθήλιο. Κόστος: Εξαρτάται από το ιατρικό κέντρο και τον χειρουργό (κατά προσέγγιση από 1.800 έως 3.000 ευρώ). Από την άλλη, μπορούμε να δούμε την επέμβαση ως επένδυση ζωής, αφού το αποτέλεσμα δεν μεταβάλλεται με το χρόνο. Εξάλλου ξοδεύουμε πολύ περισσότερα χρήματα για φακούς επαφής ή ένα ζευγάρι διορθωτικά γυαλιά, που πρέπει να αλλάζουμε κάθε τόσο είτε γιατί φθείρονται, είτε γιατί ο σκελετός τους δεν είναι στη μόδα. Οι λύσεις για τους... υψηλόβαθμους Στις μεγαλύτερες αμετρωπίες, δηλαδή σε μυωπίες άνω των 10-11 βαθμών και υπερμετρωπίες άνω των 4-5 βαθμών, η δεκαπενταετής πείρα των laser δείχνει ότι καλύτερα αποτελέσματα έχουμε καταφεύγοντας σε συμβατικές επεμβάσεις ή σε συνδυασμό συμβατικών επεμβάσεων και laser, όπως μας εξηγεί ο κ. Τσιούμας. Αυτό συμβαίνει διότι η λέπτυνση του κερατοειδούς είναι πέρα από τα επιτρεπόμενα όρια στις πολύ μεγάλες μυωπίες και υπερμετρωπίες, οπότε διακινδυνεύεται η ασφάλεια του ματιού. Έτσι, οι πολύ υψηλές αμετρωπίες είναι προτιμότερο να αντιμετωπίζονται με χειρουργική επέμβαση που προβλέπει την ένθεση μόνιμων ενδοφθάλμιων φακών. Υπάρχουν ειδικοί ενδοφθάλμιοι φακοί επαφής που τοποθετούνται πίσω ή μπροστά από την ίριδα. Το πλεονέκτημα αυτής της μεθόδου είναι ότι ο φακός μπορεί να αφαιρεθεί εφόσον υπάρξει κάποιο πρόβλημα. Για καλύτερα αποτελέσματα οι τεχνικές αυτές συνδυάζονται με το laser (bioptics), το οποίο εφαρμόζεται λίγο καιρό αφού τοποθετηθεί ο ενδοφακός και έχουμε μια 2 / 5
τελική οπτική οξύτητα. To laser βοηθά ώστε να επιτευχθούν τα θεμιτά αποτελέσματα, διορθώνοντας το υπόλοιπο της αμετρωπίας που πιθανόν έμεινε μετά την ένθεση του φακού. Στην περίπτωση που υπάρχουν ήδη κάποιες θολερότητες του φυσικού φακού του ματιού με υψηλή μυωπία, μια εναλλακτική επέμβαση είναι η διαθλαστική φακεκτομή (clear lens extraction), δηλαδή η αφαίρεση του φακού του ματιού και η ένθεση διορθωτικού ενδοφακού. Η διαθλαστική φακεκτομή εφαρμόζεται κυρίως σε μεγαλύτερης ηλικίας άτομα, που έχουν πολύ μεγάλες μυωπίες και συγχρόνως απαλλάσσονται πρώιμα από μια πιθανή μελλοντική αφαίρεση καταρράκτη. Κίνδυνοι και... παρενέργειες Οι επεμβάσεις διαθλαστικής χειρουργικής είναι από τις πιο ασφαλείς επεμβάσεις που γίνονται στον ανθρώπινο οργανισμό. Κάθε επέμβαση όμως κρύβει πιθανούς κινδύνους επιπλοκών, για τους οποίους πρέπει να είμαστε ενημερωμένοι. - Διαθλαστικές επιπλοκές: Η τεχνική Lasik μπορεί να οδηγήσει είτε σε υπερδιόρθωση, είτε σε υποδιόρθωση, που οφείλονται στον τρόπο επούλωσης μετά την επέμβαση. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο ασθενής θα πρέπει να φοράει γυαλιά, φακούς επαφής ή να υποστεί συμπληρωματική επέμβαση. - Υποτροπή (regression): Αναφέρεται στην τάση του οφθαλμού να οπισθοδρομεί μερικώς προς τον αρχικό βαθμό του διαθλαστικού προβλήματος. Στις περισσότερες περιπτώσεις η υποτροπή είναι μικρού βαθμού και λαμβάνεται υπόψη όταν σχεδιάζεται η επέμβαση. Συχνά το μόνο που χρειάζονται οι ασθενείς που εμφανίζουν προβλήματα υποτροπής είναι να φορούν γυαλιά κατά τη νυχτερινή οδήγηση. - Απώλεια της καλύτερα διορθωμένης όρασης: Μικρός αριθμός ασθενών εμφανίζουν ελάχιστη απώλεια οπτικής οξύτητας μετά τη διόρθωση με λέιζερ. Αυτό σημαίνει ότι μετά την επέμβαση, ακόμα και φορώντας γυαλιά ή φακούς επαφής, ίσως να μη βλέπουν τόσο καθαρά. Στις περισσότερες περιπτώσεις η οπτική οξύτητα επανέρχεται σε διάστημα 6 έως 12 μηνών. - Νυχτερινές αντανακλάσεις: Οι νυχτερινές αντανακλάσεις (φωτοστέφανο, εκρήξεις αστεριών) είναι συχνές αμέσως μετά την επέμβαση και συνήθως διαρκούν 3 έως 4 μήνες. Από τη στιγμή που και τα δύο μάτια έχουν θεραπευτεί, ή μετά το πέρασμα εξαμήνου από την επέμβαση, οι νυχτερινές αντανακλάσεις τείνουν να μειωθούν και η όραση θα πρέπει να επιστρέψει στην αρχική κατάσταση. Ωστόσο μπορεί ακόμα να χρειαστούμε γυαλιά κατά τη νυχτερινή οδήγηση. - Μετεγχειρητική θολερότητα (haze): «Επουλωτικό θάμβος» (haze) καλείται η κολλαγονοειδής πρωτεΐνη που αναπτύσσεται στην επιφάνεια του ματιού μετά την επέμβαση. Παρά το γεγονός ότι είναι δυνατό να θεραπευτεί στις περισσότερες περιπτώσεις, συνήθως εξαφανίζεται σταδιακά τους επόμενους μήνες μετά την επέμβαση. 3 / 5
- Λοίμωξη (μόλυνση): Ισως η πιο σοβαρή επιπλοκή. Αυτός είναι πιθανότατα ο μεγαλύτερος κίνδυνος τις πρώτες 48-72 ώρες μετά την επέμβαση. Γι' αυτό και χρησιμοποιούμε αντιβιοτικές σταγόνες τόσο πριν, όσο και μετά την επέμβαση. Οι περισσότερες ελάσσονες λοιμώξεις θεραπεύονται και εξαλείφονται γρήγορα. Σπανιότερα υπάρχουν μολύνσεις του κερατοειδούς (κερατίτιδες) που μπορούν να προσβάλουν πολύ σοβαρά το μάτι και κατ' επέκταση την όραση μας (1 στους 5.000). - Ενδοεπιθηλιακή ανάπτυξη: Παρατηρείται συχνότερα ύστερα από επεμβάσεις Lasik και σε χρήστες φακών επαφής επί μακρόν. Παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες μικρές περιοχές επιθηλιακής ανάπτυξης χρειάζονται μόνο παρακολούθηση, οι μεγάλες περιοχές απαιτούν ανασήκωμα του κρημνού και καθαρισμό. - Επιπλοκές κερατοειδικού κρημνού: Το εύρος επικινδυνότητας των επιπλοκών του κερατοειδικού κρημνού κυμαίνεται από περιπτώσεις που απλώς απαιτούν αναβολή της επέμβασης από 3 έως 6 μήνες, μέχρι εκείνες που δημιουργούν μόνιμες κερατοειδικές ανωμαλίες, με αποτέλεσμα τη θολερή όραση. Ωστόσο, μόνο το 1% των ασθενών παρουσιάζει επιπλοκές με τη μέθοδο Lasik, ενώ ακόμα λιγότεροι εμφανίζουν σοβαρές επιπλοκές που σχετίζονται με τον κρημνό. Ποιες είναι οι διαθλαστικές ανωμαλίες - Μυωπία: Εμφανίζεται είτε επειδή η πρόσθια επιφάνεια του ματιού (ο κερατοειδής) είναι πολύ κυρτή, είτε επειδή το μάτι είναι μεγάλο σε μέγεθος, είτε και τα δύο. Η όραση είναι θαμπή «για μακριά». - Υπερμετρωπία: Το μάτι είναι συνήθως πιο μικρό. Η όραση είναι θαμπή τόσο «για μακριά», όσο και «για κοντά». - Αστιγματισμός: Η κυρτότητα του κερατοειδούς δεν είναι ομαλή, με συνέπεια το είδωλο να εμφανίζεται θολό. - Πρεσβυωπία: Θεωρείται μια φυσιολογική διαδικασία του ματιού, η οποία εμφανίζεται μετά την ηλικία των 40 ετών. Η όραση «για κοντά» δεν είναι πολύ καλή και χρειαζόμαστε διορθωτικά γυαλιά. Προς το παρόν, είναι η μόνη πάθηση που δεν διορθώνεται με διαθλαστική επέμβαση. ΤΗΣ ΕΛΕΝΑΣ ΚΙΟΥΡΚΤΣΗ 4 / 5
K-Life (Καθημερινή) Joomla SEO powered by JoomSEF 5 / 5