Ρύθµιση Αγοράς, Ανταγωνισµός και Ποιότητα στις Τηλεπικοινωνίες *

Σχετικά έγγραφα
Οικονομικά της Τεχνολογίας

Γιάννης Κατσουλάκος (ΟΠΑ) Χρήστος Γκενάκος (ΟΠΑ & Cambridge University) Γιώργος Χούπης (Frontier Economics)

Μορφές και Θεωρίες Ρύθµισης

Χαιρετισμός Προέδρου Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου στην εκδήλωση με θέμα «Ενεργειακή απόδοση για έξοδο από την κρίση»

Εισαγωγή. Αποτελεσματικότητα κατά Pareto. 1. ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (επεξεργασία σημειώσεων Β. Ράπανου)

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΑ

To 2 ο Θεμελιώδες Θεώρημα Ευημερίας

ΜΟΝΟΠΩΛΙΟ. Κεφάλαιο 12. Τα χαρακτηριστικά των µονοπωλιακών αγορών

Βιοµηχανική Οργάνωση

1. Εκπαίδευση για την Εξυπηρέτηση Πελάτη (Customer Service Training) (Μικρός Οργανισμός)

Μικροοικονομική. Μορφές αγοράς

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τµήµα Οικονοµικών Επιστηµών Ακαδηµαϊκό έτος (διαβάζουμε κεφ. 4 από Μ. Χλέτσο και σημειώσεις στο eclass)

1. Εκπαίδευση για την Εξυπηρέτηση Πελάτη (Customer Service Training) (Οργανισμός)

ΜΟΝΟΠΩΛΙΑΚΟΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

13/1/2010. Οικονομική της Τεχνολογίας. Ερωτήματα προς συζήτηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Αποτροπή Εισόδου και Οριακή Τιμολόγηση

κλικ στη γνώση Τιμολόγηση

ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι

Η Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου

Ιδιωτικοποίηση ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ. Δρ. Κων/νος Κάρρας ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

Διάλεξη 3. Οικονομικά της ευημερίας. Οικονομικά της ευημερίας 3/9/2017. Περίγραμμα. Εργαλεία δεοντολογικής ανάλυσης

ΤΕΙ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΑΡΙΣΤΕΑ ΓΚΑΓΚΑ, Ι ΑΚΤΩΡ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Η θεωρία Weber Προσέγγιση του ελάχιστου κόστους

[ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΜΑΡΙΝΟΣ - ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ] ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΤΕΣΤ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ & ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΟΜΑΔΑ Α

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ I ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Πληροφοριακά Συστήματα Διοίκησης. Διοικητική Επιστήμη και Λήψη Αποφάσεων

Επιτελική Σύνοψη. Χρόνια Κινητή Τηλεφωνία στην Ελλάδα

«Ποιότητα και Κερδοφορία των Ξενοδοχειακών Επιχειρήσεων στην Ελλάδα»

(γ) Τις μορφές στρατηγικής αλληλεπίδρασης που αναπτύσσονται

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΤΩΝ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ


Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 4 η. Επιπτώσεις Επενδυτικών Έργων και Μέτρων Πολιτικής

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Εσωτερικές Οικονομίες Κλίμακας, Ατελής Ανταγωνισμός και Διεθνές Εμπόριο. Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης

ΟΙ ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΩΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΑΛΕΙΟ

ιαφήµιση 1 Το Υπόδειγµα Dorfman-Steiner

ΜΑΘΗΜΑ: ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ ΠΡΟΙΌΝΤΩΝ ΞΥΛΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΠΛΟΥ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ

Σημαντικότητα της Έρευνας Μάρκετινγκ

Ομάδα Εργασίας ΣΤ 1. Εισαγωγές Παρατηρήσεις

H Έννοια και η Φύση του Προγραμματισμού. Αθανασία Καρακίτσιου, PhD

Διάλεξη 3. Οικονομικά της ευημερίας 2/26/2016. Περίγραμμα. Εργαλεία δεοντολογικής ανάλυσης. Αποτελεσματικότητα κατά Pareto: ορισμός. ορισμός.

Ενημερωτική Διαφοροποίηση Προϊόντος: Ο Ρόλος της Διαφήμισης

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΜΑΣ. Αναλαμβάνουμε τη μελέτη, εγκατάσταση και υποστήριξη όλων των τηλεπικοινωνιακών συστημάτων VοIP.

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μακροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 30 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ

Θεµελιώδεις Οικονοµικές Έννοιες και Αρχές του Δίκαιου Ανταγωνισµού της ΕΕ

7

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ TΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

ΘΕΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ

ΗΔΙΑΝΟΜΗ (distribution channels) Η ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗ

Μονοπωλιακή Ισορροπία - Αν η αγορά του αγαθού Α είναι πλήρως ανταγωνιστική, τότε η ατομική επιχείρηση θεωρεί δεδομένη την τιμή (p) και, επομένως,

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ. Φορολογική Πολιτική και Οικονομική Ανάπτυξη

Δημιουργία Ανταγωνιστικού Πλεονεκτήματος μέσω των Συστημάτων Ποιότητας στον Αγροδιατροφικό Τομέα

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Ευρυζωνική Σύγκλιση Τηλεπικοινωνιών & ΜΜΕ

Βασική θεωρία Ολιγοπωλιακού ανταγωνισµού

Κεφάλαιο 1. Εισαγωγή στη µακροοικονοµική

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΜΟΡΦΕΣ ΑΓΟΡΑΣ. 1. Τι πρέπει να κατανοήσει ο μαθητής

Μονοπώλιο. Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Αρ. Διάλεξης: 10

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο Η έννοια της επιχείρησης. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

HERON Η επόμενη ημέρα της εφαρμογής των νέων Κανονισμών της Ενοποιημένης Αγοράς (Target Model)

Μάθημα 2 ο : Επιχειρηματικό Σχέδιο

Ευάγγελος Σαµπράκος Παναγιώτης ικαίος Γιώργος Γιαννής Αναπληρωτής Καθηγητής Οικονοµικός Επιστήµονας Λέκτορας Πανεπιστήµιο Πειραιά Eletson Corporation

Διάλεξη 2. Εργαλεία θετικής ανάλυσης Ή Γιατί είναι τόσο δύσκολο να πούμε τι συμβαίνει; Ράπανος-Καπλάνογλου 2016/7

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο SWD(2017) 115 final.

Κεφάλαιο 2: Έννοιες και Ορισμοί

Θεσμικοί Στόχοι. Λειτουργικοί Στόχοι 16/3/2014 ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΣΤΟΧΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Αρ. Διάλεξης: 4


14481/17 ΔΑ/μκρ 1 DG G 2B

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ. Εισαγωγή

Ισορροπία σε Αγορές Διαφοροποιημένων Προϊόντων

Μάθημα: Διεθνείς Επιχειρήσεις και Επενδύσεις

Εισαγωγή στην οικονομική της επικοινωνίας

Εξηγώντας την Ύπαρξη Πολυεθνικών Επιχειρήσεων: Θεωρητικά Υποδείγματα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ΣΩΤΗΡΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΔΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΪΌΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ

Περιεχόμενα. Εισαγωγικά Στοιχεία Τιμολόγησης Προσφορά & Ζήτηση Τιμολόγηση & Αγορές Βασικές Πολιτικές Τιμολόγησης

Κεφάλαιο 1 [Δείγμα σημειώσεων για την ύλη[ ]

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

2o Μάθηµα. Χαράλαµπος Χρήστου 1/7 Σηµειώσεις: ηµόσια Οικονοµική Ι/2 ο Μάθηµα

2. Διαφήμιση σε Αγορές όπου υπάρχουν πολλές Επιχειρήσεις

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΟΥΣ Σάββατο Proslipsis.gr ΚΛΑ ΟΣ ΠΕ 18 ΠΤΥΧΙΟΥΧΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΤΕΙ

Εναλλακτικά του πειράματος

Χαιρετισµός Προέδρου ΕΕΤΤ, Εµµ. Γιακουµάκη. Σε ένα διαρκώς µεταβαλλόµενο περιβάλλον οι οργανισµοί που θα επιβιώσουν είναι

Οικονομικά για Νομικούς Μέρος 6ο Άλλες μορφές οργάνωσης αγοράς

5.1.1 Η ΖΗΤΗΣΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

14182/16 ΔΛ/μκ 1 DGG 1A

Τεχνολογία και Κοινωνία

Στρεβλώσεις στους ρυθμιζόμενους μηχανισμούς εκτός ΗΕΠ

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Μονοπωλιακός Ανταγωνισμός. Αρ. Διάλεξης: 12

Βιομηχανική Οργάνωση ΙΙ: Θεωρίες Κρατικής Παρέμβασης & Ανταγωνισμού

Οικονομικά για Μη Οικονομολόγους Ενότητα 6: Εισαγωγή στη Διοίκηση της Καινοτομίας

Οικονοµία. Βασικές έννοιες και ορισµοί. Η οικονοµική επιστήµη εξετάζει τη συµπεριφορά

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΤΗ ΗΜΟΣΙΑ ΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΕΕΤΤ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΠΙΛΟΓΗΣ ΦΟΡΕΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

Transcript:

Ρύθµιση Αγοράς, Ανταγωνισµός και Ποιότητα στις Τηλεπικοινωνίες * Νικόλαος Ε. Λιωνής Πανεπιστήµιο Αθηνών Νοέµβριος 2005 but is far more true of quality of service than of price that the primary responsibility remains with the supplying company instead of with the regulatory agency, and that the agencies, in turn, have devoted much more attention to the latter than to the former Kahn (1971, p. 22) * Κείµενο προς παρουσίαση στην εσπερίδα "Ποιότητα στις Τηλεπικοινωίες" του Ελληνικού Οργανισµού Τυποποίησης (ΕΛΟΤ) στις 9 Νοεµβρίου 2005. 1

1 Εισαγωγή Οι τηλεπικοινωνίες ανέκαθεν αποτελούσαν βασικό κλάδο για την µεγέθυνση και γενικότερα την ανάπτυξη των οικονοµιών. Η ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη του πρόσφατου παρελθόντος, µε καινοτοµίες όπως η κινητή τηλεφωνία και το διαδίκτυο, καθώς και η σηµαντική δοµική αλλαγή που παρατηρήθηκε στην ζήτηση των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, οδήγησαν σε µια θεµελιώδη αλλαγή στην δοµή της τηλεπικοινωνιακής αγοράς. Οι συνθήκες φυσικού µονοπωλίου έπαψαν να ισχύουν και δηµιουργήθηκαν οι απαραίτητες βάσεις για εισαγωγή πολλών ανταγωνιστικών επιχειρήσεων στην προσφορά τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Το γεγονός αυτό έδωσε νέα δυναµική και σπουδαιότητα στον συγκεκριµένο κλάδο, θέτοντάς των στο επίκεντρο τόσο της θεωρητικής έρευνας των οικονοµολόγων όσο και της εφαρµοσµένης µικροοικονοµικής πολιτικής των κυβερνήσεων. Στο πλαίσιο αυτό, τις τελευταίες δύο δεκαετίες πραγµατοποιήθηκαν σηµαντικές αλλαγές στο θεσµικό και ρυθµιστικό πλαίσιο που διέπει τις αγορές των τηλεπικοινωνιών. Στις περισσότερες χώρες, τα κρατικά µονοπώλια παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών ιδιωτικοποιήθηκαν, πλήρως ή µερικώς, ειδικές ανεξάρτητες ρυθµιστικές αρχές δηµιουργήθηκαν, νέες επιχειρήσεις αδειοδοτήθηκαν, εισήχθησαν ρυθµίσεις για την διασύνδεση των ανταγωνιστικών επιχειρήσεων και αγορών ενώ παράλληλα άλλαξαν σηµαντικά οι ρυθµίσεις σχετικά µε την τιµολόγηση και την παροχή των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στους τελικούς καταναλωτές. Στόχος όλων αυτών των µεταρρυθµίσεων ήταν η εισαγωγή ανταγωνιστικών δυνάµεων στην αγορά έτσι ώστε να µειωθούν οι τιµές, να αυξηθεί η παραγωγικότητα, να βελτιωθεί η ποιότητα των υπηρεσιών, να ενσωµατωθούν οι νέες καινοτοµίες στην παραγωγή και στις παρεχόµενες υπηρεσίες και να πολλαπλασιαστούν οι επιλογές των τελικών χρηστών στις παρεχόµενες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες. Απώτερος στόχος, αλλά και βασικό κριτήριο επιλογής, των θεσµικών µεταρρυθµίσεων και των κρατικών παρεµβάσεων στην αγορά των τηλεπικοινωνιών ήταν, γενικότερα, η µεγιστοποίηση της κοινωνικής ευηµερίας και, ειδικότερα, η βελτίωση της θέσης των καταναλωτών. Το παρόν άρθρο αποτελεί µια, επιλεκτική, επισκόπηση και συζήτηση της θεωρητικής και εµπειρικής οικονοµικής αρθρογραφίας σχετικά µε την επίδραση των κρατικών πολιτικών στο επίπεδο της ποιότητας των παρεχοµένων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Απώτερος στόχος είναι η ανάδειξη των βασικών οικονοµικών δυνάµεων που επηρεάζουν την παρεχόµενη ποιότητα στις τηλεπικοινωνίες και ο προβληµατισµός για την περαιτέρω βελτίωση αυτής. Στο επόµενο κεφάλαιο παρουσιάζεται συνοπτικά η µεθοδολογία ανάλυσης και αξιολόγησης των κρατικών µικροοικονοµικών πολιτικών στην οργάνωση και λειτουργία της τηλεπικοινωνιακής αγοράς. Στο Κεφάλαιο 3, γίνεται, κατ αρχήν, µια επισκόπηση της σχέσης ρυθµιστικής πολιτικής και παρεχόµενης ποιότητας και, στη συνέχεια, αξιολογούνται τα αποτελέσµατα της ρυθµιστικής πολιτικής, όπως αυτή εφαρµόστηκε στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών, στην ποιότητα των παρεχοµένων υπηρεσιών. Τέλος, στο Κεφάλαιο 4 αναλύεται η σηµασία του ανταγωνισµού στην εξασφάλιση ποιοτικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και σχολιάζονται οι τρόποι 2

αποτελεσµατικής εισαγωγής ανταγωνισµού στην αγορά και η επίδραση αυτών στην ποιότητα. 2 Μικροοικονοµικές Πολιτικές στις Τηλεπικοινωνίες Γενικά, οι κρατικές πολιτικές που εφαρµόστηκαν στο χώρο των τηλεπικοινωνιών µπορούν διακριθούν σε δύο γενικές κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία πολιτικών αφορά την εισαγωγή ρυθµίσεων κάποιας µορφής ώστε οι επιχειρήσεις να ακολουθούν µια πολιτική τιµών που να συνάδει µε την µεγιστοποιούν της ευηµερίας του καταναλωτή. Η δεύτερη κατηγορία κρατικών παρεµβάσεων αφορά την εύρεση και υλοποίηση πολιτικών βελτίωσης της οργάνωσης και λειτουργίας των επιχειρήσεων και της αγοράς, όπως, για παράδειγµα, η εισαγωγή περισσότερου ανταγωνισµού στην αγορά και η ιδιωτικοποίηση των κρατικών µονοπωλίων. Η θεωρητική και η εµπειρική οικονοµική ανάλυση έχει ασχοληθεί επισταµένα µε την λεπτοµερή ανάλυση και την ποσοτικοποίηση των αποτελεσµάτων των κρατικών πολιτικών στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών µε στόχο, αφενός µεν, την διατύπωση ξεκάθαρων συµπερασµάτων για την επίδραση των συγκεκριµένων ρυθµίσεων στην αποτελεσµατικότητα της ισορροπίας, σε όρους κοινωνικής ευηµερίας, της τηλεπικοινωνιακής αγοράς και, αφετέρου δε, την γενικότερη αξιολόγηση και αποτίµηση των µικροοικονοµικών πολιτικών ως βασικό εργαλείο οικονοµικής πολιτικής για επίτευξη οικονοµικής ανάπτυξης. Συγκεκριµένα, η θεωρητική αρθρογραφία προσπαθεί να διατυπώσει συγκεκριµένες σχέσεις µεταξύ των εναλλακτικών πολιτικών και των βασικών οικονοµικών µεταβλητών της αγοράς. Το διάγραµµα που ακολουθεί επιχειρεί να παρουσιάσει, σε αρκετά γενική και απλοποιηµένη µορφή, την θεωρητική λογική µε την οποία επιδρούν οι διάφορες µικροοικονοµικές πολιτικές στην οργάνωση, δοµή και λειτουργία της τηλεπικοινωνιακής αγοράς. [ ιάγραµµα 1] Από µια απλή επισκόπηση του διαγράµµατος γίνεται αντιληπτό ότι οι σχέσεις µεταξύ των οικονοµικών µεταβλητών χαρακτηρίζονται από µεγάλη πολυπλοκότητα, γεγονός που συνεπάγεται µια σηµαντική δυσκολία, καθώς και µια ιδιαίτερη προσοχή, στην διαδικασία εφαρµογής µιας συγκεκριµένης πολιτικής στην αγορά των τηλεπικοινωνιών. Για παράδειγµα, η εφαρµογή µιας πολύ συγκεκριµένης ρυθµιστικής πολιτικής για την τιµολόγηση των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών µπορεί να έχει σηµαντικές θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις σε άλλες µεταβλητές της συµπεριφοράς των υπό ρύθµιση επιχειρήσεων (ποιότητα, ρυθµός ενσωµάτωσης νέων καινοτοµιών κτλ) και/ή σε µεταβλητές της επίδοσης της αγοράς (έσοδα, κερδοφορία, παραγωγικότητα κτλ) και/ή σε µεταβλητές της βασικής δοµής της αγοράς (είσοδο, αριθµό δραστηριοποιούµενων επιχειρήσεων κτλ) και/ή σε βασικές οικονοµικές µεταβλητές της αγοράς (εισοδήµατα, ζήτηση κτλ). Αυτές οι αλυσιδωτές αντιδράσεις µιας συγκεκριµένης κρατικής πολιτικής στις τιµές µπορούν να λάβουν σηµαντικές διαστάσεις και να αποσταθεροποιήσουν την αγορά οδηγώντάς την σε χειρότερη ισορροπία σε σχέση µε την αρχική ισορροπία. 3

Η εµπειρική οικονοµική αρθρογραφία προσπαθεί, κατ αρχήν, να επαληθεύει -ή να απορρίψει- και, στη συνέχεια, να ποσοτικοποιήσει τις θεωρητικές αυτές σχέσεις εφαρµόζοντας συγκεκριµένες οικονοµετρικές µεθοδολογίες. Κατ αντιστοιχία µε το παραπάνω διάγραµµα, οι βασικές σχέσεις που απασχολούν την εµπειρική ανάλυση των τηλεπικοινωνιακών αγορών συνοψίζονται στις εξής τρεις 1 : (1) Επίδοση = f(κρατική Πολιτική, Βασικές Συνθήκες, οµή, Συµπεριφορά) (2) Συµπεριφορά = f(κρατική Πολιτική, Βασικές Συνθήκες, οµή,) (3) Κρατική Πολιτική = f(επίδοση, Βασικές Συνθήκες, Πολιτικές Συνθήκες) Μερικές αναλύσεις, δηλαδή, ασχολούνται µε την αξιολόγηση της επίδοσης ολόκληρου του κλάδου ελέγχοντας την µεταβολή της παραγωγικότητας, του επιπέδου των τιµών και της ποιότητας, της καινοτοµικής δραστηριότητας και άλλων µεταβλητών, εξαιτίας κρατικών πολιτικών ή άλλων οικονοµικών και πολιτικών µεταβλητών (Σχέση 1). Άλλες αναλύσεις εκτιµούν τη επίδραση συγκεκριµένων ρυθµιστικών πολιτικών σε βασικές µεταβλητές της αγοράς, όπως, για παράδειγµα, οι τιµές και η ποιότητα, που χαρακτηρίζουν την συµπεριφορά των τηλεπικοινωνιακών επιχειρήσεων (Σχέση 2). Τέλος, άλλες αναλύσεις τεκµηριώνουν την χρήση διαφορετικών κρατικών πολιτικών στην βάση συγκεκριµένων οικονοµικών και πολιτικών παραγόντων (Σχέση 3). Γενικά, οι εµπειρική αρθρογραφία ποικίλη ως προς τα ερωτήµατα που θέτει, τις µεταβλητές που χρησιµοποιεί και της οικονοµετρικές µεθοδολογίες που ακολουθεί. Η κοινή εκτίµηση, όµως, της πλειοψηφίας των εµπειρικών οικονοµικών αναλύσεων είναι ότι οι µικροοικονοµικές πολιτικές που εφαρµόστηκαν στο χώρο των τηλεπικοινωνιών πέτυχαν στο να επηρεάσουν θετικά την ισορροπία και την δυναµική του κλάδου. 3 Ρύθµιση Αγοράς και Ποιότητα Μια επιχείρηση που δεν υπόκεινται σε κανέναν κρατικό έλεγχο έχει δύο βασικά κίνητρα να προσφέρει υψηλής ποιότητας προϊόντα και υπηρεσίες: i) αύξηση των πωλήσεων και ii) βελτίωση της φήµης τής. Όταν η ποιότητα γίνεται εύκολα αντιληπτή από τους καταναλωτές πριν την αγορά (αγαθό έρευνας), µία µείωση της ποιότητας οδηγεί σε µείωση των πωλήσεων και, συνεπώς, τα έσοδα και την κερδοφορία της επιχείρησης. Αντίθετα, όταν η ποιότητα γίνεται αντιληπτή από τους καταναλωτές µόνο µετά την αγορά (αγαθό εµπειρίας), η επιχείρηση δεν έχει κανένα κίνητρο να προσφέρει υψηλή ποιότητα, εκτός και εάν οι καταναλωτές πρόκειται να αγοράσουν το προϊόν τής και στο µέλλον. Σε αυτήν την περίπτωση, η παροχή ποιότητας συνδέεται µε την επιθυµία της επιχείρησης να διατηρήσει την φήµη τής και τις µελλοντικές πωλήσεις τής. Με άλλα λόγια σε µια ανταγωνιστική αγορά η ίδια η διαδικασία µεγιστοποίησης των κερδών µιας επιχείρησης δηµιουργεί τα απαραίτητα κίνητρα και συνθήκες για την παροχή υψηλής ποιότητας προϊόντα και 1 Βλ. Berg και Foreman (1996), 4

υπηρεσίες. Το βασικό ερώτηµα που θέτει η οικονοµική ανάλυση είναι το κατά πόσον παρόµοια κίνητρα παροχής ποιοτικών προϊόντων και υπηρεσιών υπάρχουν και σε µια υπό ρύθµιση επιχείρηση. Όπως προαναφέρθηκε η ποιότητα γίνεται παρατηρήσιµη από τους καταναλωτές πριν ή µετά την αγορά και κατανάλωσή του προϊόντος ή της υπηρεσίας. Για τον ρυθµιστή αυτό δεν είναι αρκετό. Αυτό που είναι σηµαντικό για την εξασφάλιση ενός συγκεκριµένου επιπέδου ποιότητας σε µία υπό ρύθµιση επιχείρηση είναι το κατά πόσον η παρεχόµενη ποιότητα είναι εξακριβώσιµη ή όχι 2. Στην περίπτωση που η ποιότητα είναι εξακριβώσιµη, ο ρυθµιστής µπορεί να θέσει το επιθυµητό επίπεδο ποιότητας ως βασικό όρο στο ρυθµιστικό πλαίσιο λειτουργίας της επιχείρησης και, στη συνέχεια, να ανταµείψει ή να τιµωρήσει την επιχείρηση ανάλογα µε το επίπεδο ποιότητας που εκείνη τελικά προσφέρει στους καταναλωτές. Το βασικό πρόβληµα δηµιουργείται όταν η ποιότητα δεν είναι εξακριβώσιµη ή όταν απαιτείται ένα µεγάλο οικονοµικό κόστος για να εξακριβωθεί. Σε αυτήν την περίπτωση, ο ρυθµιστής θα πρέπει να δηµιουργήσει κίνητρα στην υπό ρύθµιση επιχείρηση, αντίστοιχα µε τα κίνητρα της αγοράς, ώστε να εξασφαλίσει την παροχή ποιοτικών προϊόντων και υπηρεσιών. Στην τηλεπικοινωνιακή αγορά, οι τελικοί χρήστες (καταναλωτές) µπορούν να παρατηρήσουν εκ των προτέρων, µε κάποια έρευνα αγοράς, µόνο ένα µέρος της παρεχόµενης ποιότητας. Το ακριβές επίπεδο της ποιότητας στις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες που αγοράζουν δεν µπορεί να γίνει αντιληπτό παρά µόνο µετά την αγορά και κατανάλωση της υπηρεσίας για κάποιο συγκεκριµένο χρονικό διάστηµα. Παράλληλα, ενώ η ποιότητα των παρεχοµένων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών είναι δυνητικά εξακριβώσιµη, απαιτείται ένα µεγάλο οικονοµικό κόστος από πλευράς ρυθµιστικής αρχής για να εξακριβωθεί. Συνεπώς, µε βάση την πιο πάνω κατηγοριοποίηση της οικονοµικής ανάλυσης, η εξασφάλιση ποιότητας στις παρεχόµενες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες θα πρέπει να γίνει µέσα από την κατασκευή συγκεκριµένων ρυθµιστικών µηχανισµών έτσι ώστε να δηµιουργούνται τα απαραίτητα κίνητρα στην επιχείρηση, και κατ επέκταση στην αγορά, για την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών. Στο βαθµό που η ρυθµιστική αναµόρφωση της αγοράς των τηλεπικοινωνιών χαρακτηρίστηκε από την εγκατάλειψη παραδοσιακών µηχανισµών ρύθµισης, όπως η ρύθµιση ποσοστού απόδοσης κεφαλαίου (rate or return), και την εισαγωγή ρυθµιστικών µηχανισµών µε βάση την δηµιουργία κινήτρων (incentive regulation) 3, η εξασφάλιση ποιότητας στις τηλεπικοινωνίες ίσως φαίνεται µια απλή διαδικασία τροποποίησης των ήδη υπαρχόντων ρυθµιστικών πλαισίων. Στην πραγµατικότητα, όµως, η εξασφάλιση ενός συγκεκριµένου επιπέδου ποιότητας στις τηλεπικοινωνίες είναι κάθε άλλο παρά απλή διαδικασία. Επιπλέον, το πρόβληµα παροχής ποιοτικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών περιπλέκεται ακόµα περισσότερο από την πολυπλοκότητα των επιδράσεων της κρατικής πολιτικής στην λειτουργία της αγοράς (βλ. Κεφάλαιο 2). 2 Η ποιότητα είναι εξακριβώσιµη όταν είναι δυνατόν να περιγραφεί εκ των προτέρων σε ένα συµβόλαιο και να διαπιστωθεί εκ των υστέρων από µια δικαστική αρχή. 3 Η ρύθµιση µε βάση µηχανισµούς κινήτρων θεωρείτε σαν βασικό εργαλείο µε το οποίο οι υπό ρύθµιση εταιρείες οδηγούνται στην µείωση του κόστους παραγωγής και στην αύξηση της αποτελεσµατικότητας στην λειτουργία τους (Laffont και Tirole, 1993). 5

Γενικότερα, η δυνατότητα της ρύθµισης κινήτρων να εξασφαλίσει υψηλότερα επίπεδα στην ποιότητα των παρεχοµένων υπηρεσιών είναι υπό αµφισβήτηση. Η εφαρµογή της συγκεκριµένης ρυθµιστικής πολιτικής στις τηλεπικοινωνίες έχει σαν βασικό στόχο την εξυγίανση της λειτουργίας του κλάδου χωρίς την επιβάρυνση των καταναλωτών. Πιο συγκεκριµένα, η µονοπωλιακή διάρθρωση και η κρατική ιδιοκτησία δηµιούργησαν σηµαντικές στρεβλώσεις στην λειτουργία και οργάνωση της αγοράς, µε αποτέλεσµα να δηµιουργηθούν αναποτελεσµατικές και προβληµατικές επιχειρήσεις τηλεπικοινωνιών, οι οποίες παρήγαγαν σε υψηλό κόστος, πουλούσαν σε χαµηλές τιµές, και επιβίωναν από κρατικές επιδοτήσεις 4. Η αλλαγή ρυθµιστικού πλαισίου επιδίωξε την δηµιουργία των απαραίτητων κινήτρων έτσι ώστε η επιχείρηση να µειώσει το κόστος παραγωγής τής. Για παράδειγµα, συχνά εφαρµόζονται ρυθµιστικές πολιτικές, όπως η ρύθµιση οροφής τιµής, που αφήνουν την επιχείρηση να απολαµβάνει η ίδια τα επιπλέον κέρδη που µπορεί να προκύψουν από µια πιθανή µείωση του κόστους τής. Αυτές είναι πολιτικές ισχυρών κινήτρων (high powered incentives), αφού επιτρέπουν στην επιχείρηση να κρατήσει ένα σηµαντικό τµήµα του συνολικού πλεονάσµατος που δηµιουργεί, και προκαλούν ακριβώς τα σωστά κίνητρα για τη µείωση κόστους και την επίτευξη παραγωγικής αποτελεσµατικότητας. Στο βαθµό, λοιπόν, που η υπό ρύθµιση επιχείρηση απολαµβάνει σηµαντικά έσοδα πάνω από το κόστος παραγωγής της, θα µπορούσε να προχωρήσει στην αύξηση της ποιότητας των παρεχοµένων υπηρεσιών µε στόχο την αύξηση της ζήτησης των υπηρεσιών τής και, συνεπώς, την περαιτέρω αύξηση των εσόδων τής. Ο ίδιος, δηλαδή, ρυθµιστικός µηχανισµός παροχής ισχυρών κινήτρων θα µπορούσε να εξυπηρετεί τόσο την εξυγίανση της παραγωγικής διαδικασίας όσο και την παροχή ποιότητας. Παρόλα αυτά, όταν τα έσοδα που αφήνονται στην επιχείρηση δεν είναι άµεσα συνδεδεµένα µε το κόστος παραγωγής, όπως ισχύει σε ρυθµιστικές πολιτικές ισχυρών κινήτρων, η υπό ρύθµιση επιχείρηση έχει ένα κίνητρο να µειώσει την ποιότητα των παρεχοµένων υπηρεσιών έτσι ώστε να µειώσει το κόστος παραγωγής και να αυξήσει την κερδοφορία τής 5. Με άλλα λόγια, τα κίνητρα της ρυθµιστικής πολιτικής για την µείωση του κόστους παραγωγής και των τιµών, δηµιουργούν ισχυρά αντικίνητρα στην διαδικασία παροχής ποιοτικών υπηρεσιών 6. Σε περιπτώσεις, λοιπόν, όπου η εφαρµοσµένη ρυθµιστική πολιτική δεν δηµιουργεί τα σωστά κίνητρα για την παροχή ποιότητας, ο ρυθµιστής θα πρέπει να προβεί σε συγκεκριµένες τροποποιήσεις αυτής προκειµένου να 4 Βλ., για παράδειγµα, Megginson και Netter (2001) και Newbery (1999). 5 Η ρυθµιστική αρχή της Μεγάλης Βρετανίας αντιµετώπισε µια τέτοια κατάσταση σηµαντικής µείωσης της ποιότητας των παρεχοµένων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών από την BT όταν εισήγαγε ρύθµιση οροφής τιµής (price cap). Αντίστοιχα, η πλειοψηφία των καταναλωτών της U.S. West εξέφρασε σηµαντικά παράπονα για µείωση της παρεχοµένης ποιότητα όταν, ως αντίδραση στην αλλαγή ρυθµιστικού πλαισίου, η εταιρεία προχώρησε σε µεγάλο αριθµό απολύσεων (Laffont και Tirole, 2000). 6 Αντίθετα, µια ρυθµιστική πολιτική παροχής χαµηλών κινήτρων (low power incentives), όπως είναι η ρύθµιση ποσοστού απόδοσης κεφαλαίου, οδηγεί σε υψηλότερο κόστος παραγωγής, υψηλότερες τιµές αλλά και υψηλότερη ποιότητα υπηρεσιών (Spence, 1975). Μια τέτοια ρυθµιστική πολιτική αποζηµιώνει την επιχείρηση ανάλογα µε το κόστος, γεγονός το οποίο επιτρέπει την αύξήση του κόστους παραγωγής µε στόχο την βελτίωση της παρεχόµενης ποιότητας, χωρίς να συνεπάγεται µείωση των εσόδων και της κερδοφορίας της επιχείρησης. 6

βελτιωθεί το επίπεδο παρεχόµενης ποιότητας. Στην πράξη επιλέγονται ορισµένες διαστάσεις της ποιότητας των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών (π.χ. χρόνος αποκατάστασης βλαβών), θέτονται συγκεκριµένα επίπεδα ως στόχοι για την υπό ρύθµιση επιχείρηση και ορίζονται αµοιβές ή ποινές για επίπεδα ποιότητας που ξεπερνούν ή δεν ικανοποιούν τους καθορισµένους στόχους. Για παράδειγµα, σε ρύθµιση οροφής τιµής (price cap regulation), η αµοιβή της επιχείρησης για την παροχή της επιθυµητής ποιότητας γίνεται µε την αύξηση της οροφής σε συγκεκριµένες υπηρεσίες 7. Αντίθετα, οι ποινές που επιβάλλονται αφορούν είτε µείωση της οροφής τιµής είτε αποζηµιώσεις απευθείας στους καταναλωτές. Αυτός είναι και ο λόγος που η ρύθµιση οροφής τιµής συνοδεύεται συνήθως από την µέτρηση συγκεκριµένων δεικτών ποιότητας των παρεχοµένων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Το βασικό συµπέρασµα που προκύπτει από την παραπάνω ανάλυση είναι ότι, τουλάχιστον θεωρητικά, τα αποτελέσµατα της ρυθµιστικής πολιτικής στην ποιότητα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών δεν είναι και τόσο ξεκάθαρα. Όπως θα γίνει φανερό στη συνέχεια, και οι εµπειρική οικονοµετρική ανάλυση επιβεβαιώνει την αµφίβολη επίδραση της ρυθµιστικής πολιτικής κινήτρων στην παρεχόµενη ποιότητα. Στη συνέχεια του άρθρου γίνεται µια συνοπτική παρουσίαση της εµπειρικής οικονοµικής αρθρογραφίας στο θέµα της επίδρασης της ρυθµιστικής πολιτικής στο επίπεδο παρεχόµενης ποιότητας τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών 8. Τα άρθρα που θα παρουσιαστούν είναι των Ai, Martinez και Sappington (2004), Ai και Sappington (2002), Banerjee (2003), Clements (2004), Roycroft και Garcia- Murrilo (2000), τα οποία αναλύουν την ποιότητα των υπηρεσιών στην τηλεπικοινωνιακή αγορά των Η.Π.Α.. Στο Πίνακα 1 παρουσιάζονται τα βασικά στοιχεία των συγκεκριµένων µελετών, όπως η χρονική περίοδος της ανάλυσης, οι ρυθµιστικοί µηχανισµοί και οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι που εξετάζονται καθώς και οι διαστάσεις ποιότητας υπηρεσιών που χρησιµοποιούνται. [Πίνακας 1] Η χρονική αφετηρία των αναλύσεων είναι, γενικά, το 1991, χρονιά όπου ξεκίνησε η συλλογή στοιχείων ποιότητας από την ρυθµιστική αρχή των Η.Π.Α.. Η µεθοδολογία των συγκεκριµένων άρθρων εµπίπτει στην δεύτερη γενική κατηγορία εµπειρικών αναλύσεων του Κεφαλαίου 2, όπου εκτιµάτε η επίδραση συγκεκριµένων ρυθµιστικών πολιτικών σε βασικές οικονοµικές µεταβλητές, όπως η ποιότητα, της τηλεπικοινωνιακής αγοράς. Η λογική εκτίµησης, δηλαδή, των παραπάνω άρθρων συνοψίζεται στην σχέση: Ποιότητα = f(ρυθµιστική Πολιτική) Τα αποτελέσµατα των εµπειρικών εκτιµήσεων συγκεντρώνονται στον Πίνακα 2. Στην πρώτη γραµµή του πίνακα αναγράφονται οι πρωτεύοντες δείκτες ποιότητας ενώ στην πρώτη στήλη αναγράφεται η αντίστοιχη µελέτη. Όλοι οι δείκτες ορίζονται ως προβλήµατα ποιότητας υπηρεσιών. Συνεπώς, τα βέλη µε φορά προς τα πάνω φανερώνουν ότι η εφαρµογή της συγκεκριµένης 7 O Weisman (2005) επιβεβαιώνει οικονοµετρικά τη θετική σχέση µεταξύ της οροφής τιµής και του κινήτρου µιας, υπό ρύθµιση, επιχείρησης για παροχή ποιότητας. 8 Βλ., επίσης, Sappington (2003). 7

ρυθµιστικής πολιτικής οδήγησε σε αύξηση των προβληµάτων και, συνεπώς, σε µείωση της παρεχόµενης ποιότητας. Αντίθετα, ένα βέλος µε φορά προς τα κάτω αφήνει να εννοηθεί ότι η ρυθµιστική πολιτική οδήγησε σε µείωση των προβληµάτων και, συνεπώς, σε αύξηση της παρεχόµενης ποιότητας. Η παύλα υποδεικνύει µη σηµαντική επίδραση της ρυθµιστικής πολιτικής στην παρεχόµενη ποιότητα. Ο Πίνακας 2 επιβεβαιώνει την αµφίβολη επίδραση της ρύθµισης κινήτρων στην παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. εν προκύπτει καµία συστηµατική επίδραση. Μια απλή καταµέτρηση δείχνει οκτώ (8) περιπτώσεις όπου η ποιότητα τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών µειώνεται µε την εφαρµογή ρύθµισης κινήτρων, έξι (6) περιπτώσεις όπου η ποιότητα τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών αυξάνεται µε την εφαρµογή ρύθµισης κινήτρων και έξι (6) περιπτώσεις όπου η ρύθµιση κινήτρων δεν έχει στατιστικά σηµαντική επίδραση στην ποιότητα των παρεχοµένων υπηρεσιών. [Πίνακας 2] Όπως ακριβώς η θεωρητική οικονοµική αρθρογραφία έτσι και η εµπειρική οικονοµική αρθρογραφία δεν καταλήγουν σε σαφή συµπεράσµατα σε σχέση µε το εάν οι ρυθµιστικές πολιτικές κινήτρων που εφαρµόστηκαν στις τηλεπικοινωνίες επέδρασαν θετικά ή αρνητικά στο επίπεδο παρεχόµενης ποιότητας. Με άλλα λόγια, µε βάση την οικονοµική θεωρία, η ίδια η δυνατότητα της ρυθµιστικής πολιτικής να εξασφαλίζει υψηλότερα επίπεδα ποιότητας στις παρεχόµενες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες τίθεται υπό αµφισβήτηση (Sappington, 2003). 4 Ανταγωνισµός και Ποιότητα Σύµφωνα µε την παραπάνω συζήτηση, οι ρυθµιστική πολιτική δεν µπορεί να επιτύχει την δηµιουργία αποδοτικών, ως προς το κόστος, επιχειρήσεων και, παράλληλα, να εξασφαλίσει τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Η παροχή κινήτρων για µείωση του κόστους και, κατ επέκταση των τιµών, µειώνει το κίνητρο για αύξηση της ποιότητας. Απαντώντας, λοιπόν, το ερώτηµα που τέθηκε στην αρχή του προηγούµενου κεφαλαίου, η ρυθµιστική πολιτική δεν µπορεί να δηµιουργήσει κίνητρα παροχής ποιοτικών υπηρεσιών όµοια µε εκείνα που δηµιουργεί η αγορά από µόνη της. Η εύρυθµη λειτουργία µιας ανταγωνιστικής αγοράς εγγυάται ότι οι επιχειρήσεις, στο βαθµό που επιθυµούν να αυξήσουν τις πωλήσεις τούς και την κερδοφορία τους, θα προσφέρουν ποιοτικά προϊόντα και υπηρεσίες. Άλλωστε, το πιο σταθερό, και ίσως το µόνο σίγουρο, αποτέλεσµα της εµπειρικής οικονοµικής αρθρογραφίας είναι ότι η ανταγωνιστική αγορά οδηγεί σε µεγαλύτερη αποτελεσµατικότητα και αποδοτικότητα τις επιχειρήσεις. Παρόλα αυτά, το βασικό πλεονέκτηµα του ανταγωνιστικής αγοράς, έναντι της ρυθµιστικής πολιτικής, είναι ότι η επίλυση του προβλήµατος παροχής κινήτρων δεν εξαρτάται από το επίπεδο πληροφόρησης, σε αντίθεση µε την ρυθµιστική πολιτική όπου ο ρυθµιστής βρίσκεται στο έλεος της υπό ρύθµιση εταιρείας για την συλλογή των απαραίτητων πληροφοριών για την επιβολή των κανόνων συµπεριφοράς. Το δεύτερο σηµαντικό πλεονέκτηµα του ανταγωνισµού είναι η δυνατότητα άµεσης αντίδρασης και προσαρµογής σε µεταβολές των συνθηκών της αγοράς 8

και της οικονοµίας, σε αντίθεση πάλι µε την ρυθµιστική πολιτική που απαιτεί σηµαντικό χρόνο προσαρµογής. Συνεπώς, η εισαγωγή αποτελεσµατικού ανταγωνισµού στην τηλεπικοινωνιακή αγορά είναι απαραίτητη προϋπόθεση προκειµένου να επιτευχθεί η εξασφάλιση ποιοτικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών 9. Είναι σαφές, λοιπόν, ότι µικροοικονοµικές πολιτικές απελευθέρωσης της αγοράς, δηµιουργίας και ανάπτυξης αποτελεσµατικών ανταγωνιστικών πιέσεων και αυστηρής εποπτείας της εύρυθµης λειτουργίας του ανταγωνισµού είναι αυτές που θα φέρουν την επιθυµητή ποιότητα στις παρεχόµενες υπηρεσίες. Πράγµατι, οι εµπειρική οικονοµική αρθρογραφία επιβεβαιώνει την θετική επίδραση τέτοιων πολιτικών στην ποιότητα των τηλεπικοινωνιών. Για παράδειγµα, οι Boyland και Nicoletti (2001) µελέτησαν την επίδραση που είχε η απελευθέρωση της τηλεπικοινωνιακής αγοράς και η εισαγωγή αποτελεσµατικού ανταγωνισµού στην παραγωγικότητα, τις τιµές και την ποιότητα των υπηρεσιών 10. Συγκεκριµένα, µελέτησαν την αγορά υπεραστικών κλήσεων, την αγορά διεθνών κλήσεων και την αγορά κινητής τηλεφωνίας σε 23 χώρες - µέλη του Ο.Ο.Σ.Α. για την περίοδο από το 1991 έως το 1997. Για την περιγραφή της αγοράς τηλεπικοινωνιών και µέτρηση του αποτελεσµατικού ανταγωνισµού χρησιµοποίησαν ως δείκτες: α) τον βαθµό απελευθέρωσης, β) την προοπτική απελευθέρωσης, γ) τον βαθµό κρατικού ελέγχου της αγοράς, δ) την προοπτική ιδιωτικοποίησης, ε) τον βαθµό διεθνοποίησης και στ) την δοµή της αγοράς. Το γενικό συµπέρασµα στο οποίο κατέληξαν είναι ότι οι χώρες µε ισχυρότερο ανταγωνισµό στην αγορά τηλεπικοινωνιών απολαµβάνουν µεγαλύτερη παραγωγικότητα, χαµηλότερες τιµές και υψηλότερα επίπεδα παρεχόµενης ποιότητας. Αναλυτικότερα, ο υπάρχον ανταγωνισµός και η προοπτική περαιτέρω απελευθέρωσης της αγοράς, η οποία µπορεί να ερµηνευτεί ως προοπτική ενδυνάµωσης τού ανταγωνισµού, είναι οι αποκλειστικές ερµηνευτικές µεταβλητές της υψηλής παραγωγικότητας των χαµηλών τιµών και της υψηλής ποιότητας στις 23 χώρες της µελέτης. Αναφορικά µε το επίπεδο της παρεχόµενης ποιότητας, το συγκεκριµένο άρθρο καταλήγει στο συµπέρασµα ότι ο βαθµός περαιτέρω απελευθέρωσης της αγοράς, δηλαδή η προοπτική ενδυνάµωσης τού ανταγωνισµού, έχει ιδιαίτερα σηµαντική θετική επίδραση. Η ερµηνεία των συγκεκριµένων αποτελεσµάτων είναι απλή. Ο µηχανισµός της ανταγωνιστικής αγοράς δηµιουργεί σηµαντική πίεση στις δραστηριοποιούµενες επιχειρήσεις µε άµεσο αποτέλεσµα την βελτίωση της αποδοτικότητάς τους (αύξηση παραγωγικότητας λόγω ανταγωνισµού) και της συµπεριφοράς τους στην αγορά (µείωση τιµών λόγω ανταγωνισµού). Η επιθυµία της περαιτέρω µεγιστοποίησης των πωλήσεων και της κερδοφορίας οδηγεί τις επιχειρήσεις στην στρατηγική παροχή ποιοτικών προϊόντων (αύξηση ποιότητας λόγω ανταγωνισµού). Η στρατηγική παροχής ποιότητας 9 Η Ευρωπαϊκή Ένωση ορίζει τον αποτελεσµατικό ανταγωνισµό ως µια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από την συνεχόµενη απουσία παικτών µε σηµαντική ισχύ στην αγορά (ή κυρίαρχη θέση). Παράλληλα, σύµφωνα µε την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο αποτελεσµατικός ανταγωνισµός είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να απολαµβάνουν οι καταναλωτές µεγαλύτερη ποικιλία προϊόντων και υπηρεσιών σε χαµηλότερες τιµές και υψηλότερη ποιότητα (European Commission, 2001). 10 Μεθοδολογικά, η συγκεκριµένη εργασία ανήκει στην πρώτη κατηγορία όπου αξιολογείται η επίδοση του κλάδου σε σχέση µε τις εφαρµοσµένες κρατικές πολιτικές και τις οικονοµικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούν (βλ. Κεφάλαιο 2). 9

ενισχύεται ακόµα περισσότερο για την δηµιουργία φήµης από την επιχείρηση έτσι ώστε να µην απολεσθεί το υπάρχον µερίδιο αγοράς σε περίπτωση νέων ανταγωνιστών (αύξηση ποιότητας λόγω προοπτικής απελευθέρωσης της αγοράς). Σύµφωνα µε τα παραπάνω, ο ανταγωνισµός έχει πολλαπλά οφέλη, µεταξύ των οποίων και η εξασφάλιση τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών υψηλής ποιότητας. Το βασικό ερώτηµα που προκύπτει είναι το πώς θα σχεδιαστούν οι µικροοικονοµικές πολιτικές εισαγωγής αποτελεσµατικού ανταγωνισµού στις τηλεπικοινωνίες έτσι ώστε να οδηγηθεί ο κλάδος σε ποιοτικές υπηρεσίες. Μία αρκετά διαδεδοµένη προστατευτική πολιτική απελευθέρωσης 11 είναι η προσωρινή διατήρηση του µονοπωλίου ή η δηµιουργία προσωρινού ολιγοπωλίου. Η συγκεκριµένη πολιτική µπορεί να οδηγήσει σε σηµαντική στρέβλωση, αφού, από την µία, δεν εισαγάγει τα οφέλη του αποτελεσµατικού ανταγωνισµού, και, από την άλλη, δηµιουργεί ιδανικές συνθήκες για τις δραστηριοποιούµενες επιχειρήσεις να αναπτύξουν συγκεκριµένες στρατηγικές ώστε να αποτρέψουν στο µέλλον την είσοδο άλλων επιχειρήσεων στην αγορά. Πράγµατι, η συγκεκριµένη πολιτική δεν οδήγησε σε βελτίωση της ποιότητας των παρεχοµένων υπηρεσιών και σε ορισµένες περιπτώσεις οδήγησε σε µείωση αυτής. Στην αγορά κινητής τηλεφωνίας των Η.Π.Α., για παράδειγµα, η ποιότητα βελτιώθηκε και οι τιµές µειώθηκαν µόνο όταν έληξε η περίοδος προσωρινής διατήρησης του µονοπωλίου 12. Κάτι αντίστοιχο παρατηρήθηκε και κατά την διάρκεια του προσωρινού δυοπωλίου στην Μεγάλη Βρετανία και στην Αυστραλία 13. Μια άλλη διαδεδοµένη προστατευτική πολιτική απελευθέρωσης που εφαρµόστηκε στην αγορά των τηλεπικοινωνιών είναι ο αποκλεισµός της ήδη δραστηριοποιούµενης επιχείρησης από συγκεκριµένες αγορές (π.χ. απαγόρευση στον βασικό πάροχο τηλεφωνικών υπηρεσιών να προσφέρει υπηρεσίες καλωδιακής τηλεόρασης). Είναι προφανές ότι περιορισµοί που αποκλείουν έναν ισχυρό παίκτη από την αγορά, µειώνουν σηµαντικά την αποτελεσµατικότητα του ανταγωνισµού. Οι υπόλοιπες επιχείρησης δεν δέχονται ισχυρή ανταγωνιστική πίεση, γεγονός που συνεπάγεται ότι οι τιµές θα είναι υψηλότερες και η ποιότητα σηµαντικά χαµηλότερη. Εναλλακτικές πολιτικές απελευθέρωσης θέλουν το άµεσο άνοιγµα της αγοράς σε πολλές επιχειρήσεις µε σκοπό την δηµιουργία ισχυρών ανταγωνιστικών πιέσεων και, συνεπώς, την µείωση της ανάγκης κρατικής παρέµβασης για διασφάλιση της εύρυθµης λειτουργίας τούς. Ο ανταγωνισµός, όµως, µπορεί να εξαναγκάσει της επιχειρήσεις να προσφέρουν υψηλής ποιότητας υπηρεσίες σε χαµηλές τιµές µόνο όταν οι καταναλωτές έχουν την απαραίτητη πληροφόρηση για το σύνολο των παρεχόµενων υπηρεσιών. Συνεπώς, πολιτικές που εξασφαλίζουν την ενηµέρωση των καταναλωτών για την παρεχόµενη ποιότητα και διευκολύνουν την σύγκριση µεταξύ των 11 Γενικά, οι πολιτικές απελευθέρωσης που εφαρµόστηκαν στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: i) σε προστατευτικές πολιτικές και ii) σε ριζοσπαστικές πολιτικές. Η πρώτη κατηγορία αφορά πολιτικές στις οποίες οι νέες και οι ήδη δραστηριοποιούµενες επιχειρήσεις προστατεύτηκαν και ενισχύθηκαν σηµαντικά. Η δεύτερη κατηγορία αφορά πολιτικές όπου αφαιρέθηκαν όλα τα εµπόδια εισόδου στην αγορά έτσι ώστε να αναπτυχθεί γρήγορα ουσιαστικός ανταγωνισµός (Armstrong και Sappington, 2005). 12 Βλ. Federal Communications Commission (2003). 13 Βλ. Newbery (1999). 10

ανταγωνιστικών επιχειρήσεων είναι πολύ σηµαντικές για την επίτευξη υψηλότερης ποιότητας στις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες. Παράλληλα, είναι εξίσου σηµαντικό να µειωθεί το κόστος αλλαγής τηλεπικοινωνιακού παρόχου για τους καταναλωτές καθώς και το κόστος χρήσης συγκεκριµένων παρόχων. Πολιτικές, λοιπόν, όπως η φορητότητα και η προεπιλογή φορέα είναι εξίσου σηµαντικές µε την πολιτική πληροφόρησης των καταναλωτών αφού στο βαθµό που επηρεάζουν κατά τον ίδιο τρόπο την ανταγωνιστικότητα του κλάδου. Όλες αυτές οι πολιτικές έχουν σαν βασικό αποτέλεσµα την εδραίωση αποτελεσµατικού ανταγωνισµού και, συνεπώς, βοηθούν σηµαντικά την βελτίωση της ποιότητας των παρεχοµένων υπηρεσιών. 5 Συµπεράσµατα Το βασικό συµπέρασµα της παραπάνω ανάλυσης είναι ότι για την εξασφάλιση ποιοτικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών είναι απαραίτητο να δηµιουργηθούν ισχυρές ανταγωνιστικές δυνάµεις στην αγορά. Η ρυθµιστική πολιτική είναι σηµαντική για την δηµιουργία τον ικανών συνθηκών µετάβασης από την αναποτελεσµατική µονοπωλιακή δοµή στην ανταγωνιστική αγορά αλλά αδυνατεί να πετύχει την ποιοτική βελτίωση των παρεχοµένων υπηρεσιών. Η ίδια η αγορά και τα κίνητρα που δηµιουργεί ο αποτελεσµατικός ανταγωνισµός είναι ο βασικός µηχανισµός για να απολαµβάνουν οι καταναλωτές µεγαλύτερη ποικιλία προϊόντων και υπηρεσιών σε χαµηλότερες τιµές και υψηλότερη ποιότητα. 11

Βιβλιογραφία Ai, C. and D. Sappington (2002), The Impact of State Incentive Regulation on the U.S. Telecommunications Industry, Journal of Regulatory Economics, 22(2): 133-159. Ai, C., S. Martinez and D. Sappington (2004), Incentive Regulation and Telecommunications, Journal of Regulatory Economics, 26(3): 263-285. Armstrong, M. and D. Sappington (2005), Regulation, Competition and Liberalization, mimeo. Banerjee, A. (2003), Does Incentive Regulation Cause Degradation of Retail Telephone Service Quality?, Information Economics and Policy, 15(2): 243-269. Berg, S. and D. Foreman (1996), Incentive Regulation and Telco Performance: A Primer, Telecommunications Policy, 20(9): 641-652. Boyland, O. and G. Nicoletti (2001), Regulation, Market Structure and Performance in Telecommunications, OECD Economic Studies, 32: 99-142. Clements, M. (2004), Local Telephony Quality of Service: A Framework and Empirical Evidence, Telecommunications Policy, 28(5-6): 413-426. European Commission (2001), Principles of Implementation and Best Practice on Effective Competition in Electronic Communications Markets. Federal Communications Commission (2003), Eight Annual Report on the State of Competition in the Commercial Mobile Radio Services Industry, Washington, D.C.. Kahn, A. (1971), The Economics of Regulation: Principles and Institutions, Wiley. Laffont, J.-J. and J. Tirole (1993), A Theory of Incentives in Procurement and Regulation, MIT Press. Laffont, J.-J. and J. Tirole (2000), Competition in Telecommunications, MIT Press. Megginson and Netter (2001), From State to Market: A Survey of Empirical Studies on Privatization, Journal of Economic Literature, 39: 321-389. Newbery, D. (1999), Privatization, Restructuring and Regulation of Network Utilities, MIT Press. Roycroft, T. and M. Garcia-Murrilo (2000), Trouble Reports as an Indicator of Service Quality: The Influence of Competition, Technology and Regulation, Telecommunications Policy, 24(10-11): 947-967. Sappington, D. (2003), The Effects of Incentive Regulation on Retail Telephone Service Quality in the United States, Review of Network Economics, 2(4): 355-375. 12

Spence, M. (1975), Monopoly, Quality and Regulation, Bell Journal of Economics, 6(2): 417-429. Weisman, D. (2005), Price Regulation and Quality, Information Economics and Policy, 17(2): 165-174. 13

ιάγραµµα 1 Πολιτικές Συνθήκες Ρυθµιστική Αρχή Εκλεγµένη ιορισµένη Αµοιβές Σύνολο προσωπικού Βασικές Οικονοµικές Συνθήκες Εισόδηµα Ζήτηση Τεχνολογία οµή Αγοράς Εµπόδια Εισόδου Συγκέντρωση ιαφοροποίηση Κρατικές Πολιτικές Πολιτική ανταγωνισµού Ρυθµιστική πολιτική Ιδιωτικοποίηση Συµπεριφορά Επιχ/σεων Ποιότητα Τιµές Καινοτοµία Εξυχρονισµός Επίδοση Κλάδου Έσοδα Κέρδος Παραγωγικότητα 14

Πίνακας 1 Άρθρο Χρονική Περίοδος Υπό Ρύθµιση Εταιρεία Τύπος Ρυθµιστικής Πολιτικής ιαστάσεις Ποιότητας Υπηρεσιών 1. Ποσοστό Περάτωσης Παραγγελιών σε Καθορισµένη Ηµεροµηνία Ai, Martinez and Sappington (2004) 1991-2002 Πολιτειακοί Πάροχοι (RBOC) Κατανοµή εσόδων, Οροφή τιµής 2. Χρόνος Παροχής Αρχικής Σύνδεσης 3. Συχνότητα Βλαβών ανά Σύνδεση 4. Χρόνος Αποκατάστασης Βλαβών 5. Παράπονα στην Ρυθµιστική Αρχή 6. Ποσοστό Αποτυχίας Κλήσεων 1. Ποσοστό Περάτωσης Παραγγελιών σε Καθορισµένη Ηµεροµηνία Ai and Sappington (2002) 1992-1996 Πολιτειακοί Πάροχοι (RBOC) Κατανοµή εσόδων, Οροφή τιµής 2. Χρόνος Παροχής Αρχικής Σύνδεσης 3. Συχνότητα Βλαβών ανά Σύνδεση 4. Χρόνος Αποκατάστασης Βλαβών 5. Παράπονα στην Ρυθµιστική Αρχή 1. Ποσοστό Περάτωσης Παραγγελιών σε Καθορισµένη Ηµεροµηνία 2. Χρόνος Παροχής Αρχικής Σύνδεσης Banerjee (2003) 1991-1999 Πολιτειακοί Πάροχοι (RBOC) Κατανοµή εσόδων 3. Συχνότητα Βλαβών ανά Σύνδεση 4. Χρόνος Αποκατάστασης Βλαβών 5. Παράπονα στην Ρυθµιστική Αρχή 6. Ποσοστό Αποτυχίας Κλήσεων 7. είκτες Συµφόρησης ικτύου 1. Ποσοστό Περάτωσης Παραγγελιών σε Καθορισµένη Ηµεροµηνία Clements (2004) 1992-1998 Μεγαλύτεροι LEC Όλα τα ρυθµιστικά πλαίσια εκτός από την κατανοµή εσόδων 2. Χρόνος Παροχής Αρχικής Σύνδεσης 3. Συχνότητα Βλαβών ανά Σύνδεση 4. Συχνότητα Επαναλαµβανόµενων Βλαβών 5. Παράπονα στην Ρυθµιστική Αρχή 6. Ικανοποίηση Πελατών 7. είκτες Εκµοντερνισµού ικτύου Roycroft and Garcia-Murrilo (2000) 1991-1998 Ameritech, Bell Atlantic, NYNEX και SBC Οροφή τιµής 1. Χρόνος Παροχής Αρχικής Σύνδεσης 2. Συχνότητα Βλαβών ανά Σύνδεση 15

Πίνακας 2 Άρθρο Ποσοστό Περάτωσης Παραγγελιών σε Καθορισµένη Ηµεροµηνία Χρόνος Παροχής Αρχικής Σύνδεσης Συχνότητα Βλαβών ανά Σύνδεση Χρόνος Αποκατάστασης Βλαβών Παράπονα στην Ρυθµιστική Αρχή Ai, Martinez and Sappington (2004) Ai and Sappington (2002) - Banerjee (2003) - - Clements (2004) Roycroft and Garcia-Murrilo (2000) - - - 16