ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΧΡΗΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΕΙΣΗΓΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ Καλφακάκου Γλυκερία Καθηγήτρια Τομέα Μεταφορών, Συγκοινωνιακής Υποδομής, Διαχείρισης Έργων και Ανάπτυξης (Το.Με.Σ.Υ.Δ.Ε.Αν.) Αρετούλης Γεώργιος Λέκτορας Τομέα Μεταφορών, Συγκοινωνιακής Υποδομής, Διαχείρισης Έργων και Ανάπτυξης (Το.Με.Σ.Υ.Δ.Ε.Αν.) Ξενίδης Ιωάννης Λέκτορας Τομέα Μεταφορών, Συγκοινωνιακής Υποδομής, Διαχείρισης Έργων και Ανάπτυξης (Το.Με.Σ.Υ.Δ.Ε.Αν.) ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2013
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Μ.Π.Σ. ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΧΡΗΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΕΙΣΗΓΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: κ. ΚΑΛΦΑΚΑΚΟΥ ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2013
Αφιερώνεται στη μνήμη του πατέρα μου Θεόδωρου
Περιεχόμενα 1 ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ... 1 1.1 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ... 1 1.2 ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ... 2 1.3 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ 15... 3 1.3.1 ΜΗΤΡΩΟ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΩΝ - ΜΕΚ... 3 1.3.2 ΜΗΤΡΩΟ ΕΡΓΟΛΗΠΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΕΠ... 5 1.3.3 ΜΗΤΡΩΟ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ.... 7 2 ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ... 10 2.1 ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ... 10 2.1.1 ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ...11 2.1.2 ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ... 16 2.2 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΧΡΗΣΕΩΣ... 18 2.3 ΔΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ... 18 3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΒΑΣΙΚΩΝ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ... 20 3.1 ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ... 20 3.1.1 ΔΕΙΚΤΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΜΟΧΛΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΗΣ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ... 21 3.1.2 ΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ... 22 3.1.3 ΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ Η ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ... 24 3.1.4 ΔΕΙΚΤΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ... 25 3.1.5 ΔΕΙΚΤΕΣ ΑΓΟΡΑΙΑΣ ΑΞΙΑΣ Η ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ... 27 4 ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΕΙΣΗΓΜΕΝΩΝ ΣΤΟ Χ.Α.Α.... 28 4.1 ΕΚΤΕΡ Α.Ε.... 28 4.1.1 ΠΡΟΦΙΛ ΕΤΑΙΡΙΑΣ... 28 4.1.2 ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ... 30 4.2 ΒΙΟΤΕΡ Α.Ε.... 34
4.2.1 ΠΡΟΦΙΛ ΕΤΑΙΡΙΑΣ... 34 4.2.2 ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ... 35 4.3 ΔΟΜΙΚΗ ΚΡΗΤΗΣ Α.Ε.... 39 4.3.1 ΠΡΟΦΙΛ ΕΤΑΙΡΙΑΣ... 39 4.3.2 ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ... 41 4.4 ΜΟΧΛΟΣ Α.Ε.... 45 4.4.1 ΠΡΟΦΙΛ ΕΤΑΙΡΙΑΣ... 45 4.4.2 ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ... 46 4.5 Ι. ΚΛΟΥΚΙΝΑΣ Ι. ΛΑΠΠΑΣ Α.Ε.... 50 4.5.1 ΠΡΟΦΙΛ ΕΤΑΙΡΙΑΣ... 50 4.5.2 ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ... 52 4.6 ΑΕΓΕΚ Α.Τ.Ε.... 56 4.6.1 ΠΡΟΦΙΛ ΕΤΑΙΡΙΑΣ... 56 4.6.2 ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ... 57 5 ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ALTMAN Z SCORE... 61 5.1 ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ Z SCORE ΚΑΤΑ ALTAMAN... 61 5.1.1 Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ALTMAN Z SCORE... 61 5.1.2 ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ALTMAN Z - SCORE... 64 5.2 ΜΕΛΕΤΗ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΕΙΣΗΓΜΕΝΩΝ ΣΤΟ Χ.Α.Α.... 66 5.2.1 ΕΚΤΕΡ Α.Ε.... 66 5.2.2 ΒΙΟΤΕΡ Α.Ε.... 67 5.2.3 ΔΟΜΙΚΗ ΚΡΗΤΗΣ... 68 5.2.4 ΜΟΧΛΟΣ Α.Ε.... 69 5.2.5 Ι. ΚΛΟΥΚΙΝΑΣ Ι. ΛΑΠΠΑΣ Α.Ε.... 70 5.2.6 ΑΕΓΕΚ Α.Τ.Ε... 71 5.2.7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 72 Βιβλιογραφία
Εικόνες Εικόνα 1:... 17 Εικόνα 2:... 50 Διαγράμματα Διάγραμμα 1:... 30 Διάγραμμα 2:... 31 Διάγραμμα 3:... 31 Διάγραμμα 4:... 32 Διάγραμμα 5:... 33 Διάγραμμα 6:... 35 Διάγραμμα 7:... 36 Διάγραμμα 8:... 36 Διάγραμμα 9:... 37 Διάγραμμα 10:... 38 Διάγραμμα 11:... 41 Διάγραμμα 12:... 42 Διάγραμμα 13:... 42 Διάγραμμα 14:... 43 Διάγραμμα 15:... 44 Διάγραμμα 16:... 46 Διάγραμμα 17:... 47 Διάγραμμα 18:... 47 Διάγραμμα 19:... 48 Διάγραμμα 20:... 49 Διάγραμμα 21:... 52 Διάγραμμα 22:... 53 Διάγραμμα 23:... 53 Διάγραμμα 24:... 54 Διάγραμμα 25:... 55 Διάγραμμα 26:... 57 Διάγραμμα 27:... 58 Διάγραμμα 28:... 58 Διάγραμμα 29:... 59
Διάγραμμα 30:... 60 Διάγραμμα 31:... 72 Πίνακες Πίνακας 1:... 66 Πίνακας 2:... 67 Πίνακας 3:... 68 Πίνακας 4:... 69 Πίνακας 5:... 70 Πίνακας 6:... 71
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η χρηματοοικονομική ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων επιχειρήσεων του κατασκευαστικού κλάδου που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών και η μελέτη βιωσιμότητας τους. Η χρηματοοικονομική ανάλυση γίνεται χρησιμοποιώντας κάποιους βασικούς οικονομικούς αριθμοδείκτες για το διάστημα 2007 2011. Η πρόβλεψη βιωσιμότητας έγινε με βάση το μοντέλο Z SCORE κατά ALTMAN στο οποίο χρησιμοποιήθηκαν οι οικονομικές καταστάσεις των επιχειρήσεων για το έτος 2012. Επιλέχθηκαν επιχειρήσεις εισηγμένες στο Χ.Α.Α. για να είναι πιο εύκολη η πρόσβαση στις οικονομικές καταστάσεις τους, καθώς βάσει νομοθεσίας οι επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο είναι υποχρεωμένες να δημοσιεύουν τις οικονομικές καταστάσεις τους. Η διπλωματική εργασία αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια: Το πρώτο κεφάλαιο αναφέρεται στις έννοιες του έργου και των δημοσίων έργων και δίνονται κάποιες πληροφορίες για το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει την μελέτη και κατασκευή των δημοσίων έργων. Γίνεται μία αναφορά στη Διεύθυνση Δ15 του ΥΠΕΚΑ και στα εξής μητρώα: Μητρώο Εργοληπτικών Επιχειρήσεων Μητρώο Εμπειρίας Κατασκευαστών Μητρώο Μελετητών Στο δεύτερο κεφάλαιο γίνεται μία αναφορά στην έννοια και χρησιμότητα του ισολογισμού, των βασικών και επιμέρους στοιχείων του. Επίσης γίνεται μία αναφορά στην έννοια των αποτελεσμάτων χρήσεως και τον Διεθνών Λογιστικών Προτύπων. Όλες οι οικονομικές καταστάσεις των επιχειρήσεων που μελετήθηκαν είχαν συνταχθεί με βάση τους κανόνες που διέπουν τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. Στο τρίτο κεφάλαιο περιγράφονται οι κατηγορίες των οικονομικών αριθμοδεικτών και δίνεται πιο αναλυτικά ο ορισμός των αριθμοδεικτών που χρησιμοποιήθηκαν στην παρούσα εργασία. Κρίθηκε σκόπιμο να χρησιμοποιηθεί ένας αριθμοδείκτης από κάθε κατηγορία αριθμοδεικτών για τη χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων που μελετώνται.
Στο τέταρτο κεφάλαιο γίνεται η παράθεση των αποτελεσμάτων των οικονομικών αριθμοδεικτών των επιχειρήσεων που μελετώνται, και ο σχολιασμός τους. Τα αποτελέσματα προέκυψαν ύστερα από επεξεργασία, με τη χρήση του προγράμματος Microsoft Excel, των τριμηνιαίων οικονομικών καταστάσεων για τα έτη 2007, 2008, 2009, 2010 και 2011 των εξής κατασκευαστικών εταιριών ΕΚΤΕΡ Α.Ε. ΒΙΟΤΕΡ Α.Ε. ΔΟΜΙΚΗ ΚΡΗΤΗΣ Α.Ε. ΜΟΧΛΟΣ Α.Ε. Ι. ΚΛΟΥΚΙΝΑΣ Ι. ΛΑΠΠΑΣ Α.Ε. ΑΕΓΕΚ Α.Τ.Ε. Στο πέμπτο κεφάλαιο εφαρμόζεται το μοντέλο Z SCORE κατά ALTMAN, για τις παραπάνω εταιρίες. Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό είναι δυνατόν να προβλέψουμε αν μία επιχείρηση είναι πιθανόν να χρεοκοπήσει σε διάστημα δύο χρόνων από την χρονική στιγμή των δεδομένων που εισάγονται στον τύπος του μοντέλου. Επομένως, αποφασίστηκε να χρησιμοποιηθούν τα ετήσια δεδομένα των οικονομικών καταστάσεων του 2012 για είναι δυνατή η πρόβλεψη της πορείας των επιχειρήσεων που μελετώνται στα έτη 2013 και 2014. Θα ήθελα να ευχαριστήσω την καθηγήτρια κα. Καλφακάκου Γλυκερία και τον λέκτορα κο. Αρετούλη Γεώργιο για την καθοδήγηση, την υπομονή τους και τη σημαντική βοήθειά τους για τη διεκπεραίωση της παρούσας διπλωματικής εργασίας. Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω τα μέλη της επιτροπής αξιολόγησης κα. Καλφακάκου Γλυκερία, κο. Αρετούλη Γεώργιο και κο. Ξενίδη Ιωάννη για το χρόνο που διέθεσαν για να αξιολογήσουν την εργασία. Τέλος ευχαριστώ την οικογένεια μου για την ηθική συμπαράσταση που μου προσέφερε όλο αυτό το χρονικό διάστημα προετοιμασίας της εργασίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ ΜΕΛΕΤΗ - ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ
Κεφάλαιο 1 1 ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ 1.1 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ Ανάμεσα στις πολλές ερμηνείες που υπάρχουν για την έννοια του έργου, μία ερμηνεία που βρίσκεται πλησιέστερα στα έργα αρμοδιότητας πολιτικού μηχανικού, είναι ότι ο όρος "Έργο εκφράζει την ανάληψη της ευθύνης για την επιτυχή διεκπεραίωση κάποιας "μοναδικής" εργασίας μέσα σε "πεπερασμένο" χρονικό ορίζοντα. Είναι η προσπάθεια ορισμένου χρόνου με σκοπό την δημιουργία ενός μοναδικού προϊόντος. Το αποτέλεσμα της εργασίας είναι εδώ μία νέα κατασκευή, που αποδίδεται στο σύνολό της με την έννοια του όρου "Έργο και ενέχει το στοιχείο της μοναδικότητας. Η έννοια του πεπερασμένου χρονικού ορίζοντα είναι πως η ανειλημμένη εργασία έχει σαφή χρονικά πλαίσια, δηλαδή καθορισμένη αρχή και καθορισμένο τέλος. Ως τέλος της εργασίας μπορεί να θεωρηθεί η ολοκλήρωση ή η οριστική διακοπή της. Πεπερασμένος χρονικός ορίζοντας δεν σημαίνει κατ ανάγκη περιορισμένα (μικρά) χρονικά πλαίσια. Πολλά έργα ανάλογα με το μέγεθος τους έχουν διάρκεια αρκετών ετών. Ο χαρακτηρισμός της εργασίας ως μοναδικής έχει το νόημα, ότι το αποτέλεσμα της δηλαδή το νέο έργο δεν είναι ποτέ ακριβώς όμοιο με κάποιο προηγούμενο. Δεν υπάρχουν έργα που να μοιάζουν απόλυτα μεταξύ τους, ακόμη και αν έχουν χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή τους οι ίδιες τεχνικές, υλικά και ανθρώπινο δυναμικό. Κοινά στοιχεία μπορεί να υπάρχουν, κάθε νέο έργο όμως έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες. Η κατασκευαστική δραστηριότητα αφορά την κατασκευή παντός τύπου τεχνικών έργων και μπορεί να αναλυθεί σε 2 βασικές κατηγορίες: A. Δημόσια Έργα B. Ιδιωτικά Έργα Τα ιδιωτικά έργα, θα μπορούσαν να ταξινομηθούν στις εξής κατηγορίες: α) Κατοικίες, β) Εμπορικά Ακίνητα, γ) Βιομηχανικά Ακίνητα, δ) Αγροτικά και Ειδικού σκοπού Ακίνητα. Για την ανάληψη ιδιωτικών έργων στην Ελλάδα δεν προβλέπεται από την νομοθεσία μέχρι σήμερα κανένα ιδιαίτερο επαγγελματικό προσόν. [1], [2] - 1 -
Κεφάλαιο 1 1.2 ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ Τα δημόσια έργα είναι έργα υποδομής της χώρας που καλύπτουν βασικές ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, συμβάλλουν στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνατοτήτων, στην αύξηση του εθνικού προϊόντος, στην ασφάλεια της χώρας και γενικά αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής του λαού. Τα δημόσια έργα εντάσσονται στο γενικό πλαίσιο της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης της χώρας και υλοποιούν επιλογές του δημοκρατικού προγραμματισμού. [3] Από τεχνική άποψη δημόσια έργα είναι όλα τα έργα που εκτελούν οι φορείς και συνδέονται με οποιονδήποτε τρόπο με το εδάφους, το υπέδαφος ή τον υποθαλάσσιο χώρο, όπως και τα πλωτά τμήματα των τεχνικών έργων. Ως έργο νοείται κάθε νέα κατασκευή ή επέκταση ή ανακαίνιση ή επισκευή ή συντήρηση και η οικονομικά ή τεχνικά αυτοτελής λειτουργία, καθώς και κάθε σχετική ερευνητική εργασία, που απαιτεί τεχνική γνώση και επέμβαση. [3], [4] Η πολιτεία, προκειμένου να διασφαλίσει τη φερεγγυότητα υλοποίησης των έργων έχει θεσμοθετήσει δύο όργανα: το Μητρώο Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (Μ.Ε.ΕΠ) και το Μητρώο Εμπειρίας Κατασκευαστών (Μ.Ε.Κ). Το πρώτο εξασφαλίζει την τεχνική, οικονομική και πιστοληπτική ικανότητα της εργοληπτικής επιχείρησης, την εμπειρία και την οργάνωση, ενώ το δεύτερο ελέγχει ότι τα άτομα που απασχολεί η επιχείρηση διαθέτουν τις κατάλληλες σπουδές και εμπειρία. Η εγγραφή στα ΜΕΕΠ και ΜΕΚ είναι ικανή και αναγκαία συνθήκη για να αναλάβει μία επιχείρηση την κατασκευή Δημόσιου Έργου. Το θεσμικό πλαίσιο δραστηριοποίησης των επιχειρήσεων αυτών καθορίζεται με τον Ν. 1418/84 (ΦΕΚ Α 23) «Δημόσια έργα και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων», όπως αναθεωρήθηκε με τον Ν. 2940/2001 (ΦΕΚ Α 180) «Αναπτυξιακά, φορολογικά και θεσμικά κίνητρα για τις επιχειρήσεις του κατασκευαστικού τομέα και άλλες διατάξεις», σε κρίσιμες διατάξεις σχετικά με τα ΜΕΕΠ. Σύμφωνα με το πνεύμα και τις διατάξεις των νόμων αυτών, για να θεωρηθεί ότι μπορεί να αντεπεξέλθει ικανοποιητικά μια επιχείρηση στην αποστολή της, δηλαδή την ορθή και άρτια κατασκευή ενός Δημόσιου Έργου, χρειάζεται να διαθέτει : την τεχνική ιδιότητα (που παρακολουθείται με το ΜΕΚ) την ανάλογη τεχνική ικανότητα (που παρακολουθείται από το ΜΕΕΠ) την πιστοληπτική και οικονομική δυνατότητα Οι εργοληπτικές αυτές επιχειρήσεις, μπορούν φυσικά να αναλάβουν και ιδιωτικά έργα. Οι μη εγγεγραμμένες, αναλαμβάνουν την κατασκευή μόνο ιδιωτικών έργων. [2] - 2 -
Κεφάλαιο 1 1.3 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ 15 Η Διεύθυνση Μητρώων και Τεχνικών Επαγγελμάτων, η οποία υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Ποιότητας Δημοσίων Έργων της Γενικής Γραμματείας, αποτελείται από τα εξής τμήματα: Τμήμα Μητρώου Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (ΜΕΕΠ). Τμήμα Μητρώου Εμπειρίας Κατασκευαστών (ΜΕΚ) και Εποπτείας Επαγγελμάτων. Τμήμα Μητρώου Μελετητών. Τμήμα Μητρώου Ελεγκτών - Αξιολογητών Ποιότητας και Λοιπών Μητρώων (ΜΕΑΠ). Η Διεύθυνση Δ 15 συγκεντρώνει, ελέγχει και καταχωρεί μηχανογραφικά τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την εγγραφή, κατάταξη, αναθεώρηση εγγραφής και διαγραφή των εργοληπτικών επιχειρήσεων και παρέχει σχετικές πληροφορίες στις υπηρεσίες του δημόσιου τομέα, όταν ζητούνται. Οι εγγεγραμμένοι στο ΜΕΚ επιτρέπεται να στελεχώνουν μία μόνο εργοληπτική επιχείρηση εγγεγραμμένη στο ΜΕΕΠ. Η συμμετοχή τους πρέπει να είναι ενεργός και παρακολουθείται από την υπηρεσία τήρησης του MΕΕΠ. Η ελάχιστη στελέχωση της επιχείρησης πρέπει να είναι συνεχής καθ' όλη τη διάρκεια της λειτουργίας της και να αποδεικνύεται με βεβαίωση ασφάλισης του προσωπικού από τον οικείο ασφαλιστικό φορέα. [14] Ακολουθούν λίγα παραπάνω στοιχεία για τα 3 πρώτα τμήματα. 1.3.1 ΜΗΤΡΩΟ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΩΝ - ΜΕΚ Για την παρακολούθηση της τεχνικής εμπειρίας στην κατασκευή έργων των προσώπων που στελεχώνουν τις εργοληπτικές επιχειρήσεις του ΜΕΕΠ, τηρείται στο Υπουργείο ΠΕΧΩΔΕ Μητρώο Εμπειρίας Κατασκευαστών (ΜΕΚ). Η εγγραφή γίνεται με αίτηση των ενδιαφερομένων τεχνικών που κατατάσσονται σε μια από τις προβλεπόμενες βαθμίδες εμπειρίας και για καθεμιά από τις προβλεπόμενες από το νόμο κατηγορίες έργων ή και υποκατηγορίες που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού δημοσίων έργων. Στο ΜΕΚ καταγράφονται τα φυσικά πρόσωπα, που στελεχώνουν τις εργοληπτικές επιχειρήσεις. Κριτήρια εγγραφής είναι οι τίτλοι σπουδών και η εμπειρία. Με την εγγραφή πραγματοποιείται και κατάταξη σε μία από τις βαθμίδες εμπειρίας, ενώ παρακολουθείται συστηματικά η εξέλιξη της εμπειρίας των εγγεγραμμένων, ώστε να μπορεί να γίνεται αναθεώρηση της κατάταξης σε κατηγορίες έργων και βαθμίδες. Η στελέχωση μιας εργοληπτικής επιχείρησης με στελέχη εγγεγραμμένα στο ΜΕΚ, παρακολουθείται από την επιτροπή ΜΕΕΠ, ώστε τα στελέχη αυτά να μετέχουν ενεργά στο έργο της επιχείρησης. - 3 -
Κεφάλαιο 1 Κατηγορίες έργων ΜΕΚ Στο ΜΕΚ υπάρχουν οι εξής κατηγορίες έργων, στις οποίες κατατάσσονται τα μέλη του: 1. Οδοποιία 2. Οικοδομικά 3. Υδραυλικά 4. Λιμενικά 5. Ηλεκτρομηχανολογικά 6. Υδραυλικά έργα υπό πίεση 7. Βιομηχανικά / Ενεργειακά και εξειδικευμένων εργασιών: 1. Πλωτά έργα & εγκαταστάσεις Ναυπηγείων 2. Έργα σηράγγων 3. Έργα αποκαλύψεων μεταλλείων 4. Έργα γεωτρήσεων 5. Έργα μεταλλουργικών βιομηχανιών 6. Έργα καθαρισμού και επεξεργασίας νερού & υγρών, στερεών & αερίων αποβλήτων. 7. Έργα χημικών βιομηχανιών 8. Έργα ηλεκτρονικού εξοπλισμού 9. Έργα πρασίνου Στις ανωτέρω κατηγορίες έργων και εξειδικευμένων εργασιών, οι οποίες υπόκεινται σε αλλαγές, με βάση τα Π.Δ. 472/85 και Π.Δ.368/94 έχουν δικαίωμα εγγραφής οι μηχανικοί κατά ειδικότητα ως εξής: 1..Αρχιτέκτονες στην κατηγορία 2 και εξειδικευμένη εργασία 9 2. Πολιτικοί Μηχανικοί στις κατηγορίες 1,2,3,4,6 3. Τοπογράφοι Μηχανικοί στις κατηγορίες 1,2,3,4 4. Μηχανολόγοι Μηχανικοί στις κατηγορίες 5, 5 α,6 5. Ηλεκτρολόγοι Μηχανικοί στις κατηγορίες 5,5 α, 6 6. Ηλεκτρονικοί Μηχανικοί στην εξειδικευμένη εργασία 8 7. Μηχανολόγοι-Ηλεκτρολόγοι στις κατηγορίες 5,5 α 6 8. Χημικοί Μηχανικοί στην κατηγορία 6 και στις εξειδικευμένες εργασίες 6,7 9. Μεταλλειολόγοι στην κατηγορία 6 και στις εξειδικευμένες εργασίες 2,3,4 10. Μεταλλουργοί στην κατηγορία 6 και στην εξειδικευμένη εργασία 5 11. Ναυπηγοί, Ναυπηγοί-Μηχανολόγοι στις κατηγορίες 5, 5 α 6 και εξειδικευμένες εργασίες 1. - 4 -
Κεφάλαιο 1 Βαθμίδες Κατάταξης Μελών ΜΕΚ Τα μέλη ΜΕΚ κατατάσσονται σε Βαθμίδες Εμπειρίας ανά Κατηγορία Έργου. Οι Βαθμίδες Εμπειρίας στις οποίες είναι δυνατή η κατάταξη των μελών ΜΕΚ είναι:α, Β, Γ, Δ. Οι διπλωματούχοι μηχανικοί ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (ΑΕΙ) εγγράφονται και κατατάσσονται ύστερα από τριετή άσκηση του επαγγέλματος με βάση την ειδικότητα του διπλώματος και το χρόνο απασχόλησης, σε έργα στη 1 η βαθμίδα και απευθείας στη 2 η βαθμίδα μετά από πενταετή άσκηση και εφόσον αποδεικνύεται η σχετική τους εμπειρία. Ειδικά για τη μετάβαση από τη Γ στη Δ κατηγορία απαιτείται 3/ετία στην κατασκευή, που δεν αναπληρώνεται με άλλου είδους απασχόληση. Οι πτυχιούχοι τεχνολογικών ιδρυμάτων (ΤΕΙ) και πρώην ανωτέρων τεχνικών σχολών, κατατάσσονται πάντοτε στην πρώτη βαθμίδα μετά πενταετή άσκηση με βάση την εμπειρία. Για την εξέλιξη από βαθμίδα σε βαθμίδα και την επέκταση της εγγραφής και σε άλλες κατηγορίες έργων απαιτείται αίτηση του ενδιαφερομένου μαζί με όλα τα αναγκαία συμπληρωματικά στοιχεία, ενώ ισχύει ο ίδιος κανόνας µε αυτόν που εφαρμόζεται στους πτυχιούχους των ΑΕΙ. [2], [3], [5], [14] 1.3.2 ΜΗΤΡΩΟ ΕΡΓΟΛΗΠΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΕΠ Οι τεχνικές εταιρίες χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: αυτές που είναι εγγεγραμμένες στο ΜΕΕΠ με στελέχη εγγεγραμμένα στο Μητρώο Εμπειρίας Κατασκευαστών (ΜΕΚ) αυτές που δεν είναι Η εγγραφή και κατάταξη των εργοληπτικών επιχειρήσεων στο Μ.Ε.ΕΠ., καθώς και η τακτική και έκτακτη αναθεώρηση της εγγραφής γίνεται με αίτησή τους και στηρίζεται σε όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την εξέταση της αίτησης και τον έλεγχο της ακρίβειας των υποβαλλομένων στοιχείων και τα οποία υποχρεούνται να υποβάλλουν οι εργοληπτικές επιχειρήσεις στο Μ.Ε.ΕΠ. Το ΜΕΕΠ τηρείται στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων, με αρμόδιο όργανο την Επιτροπή ΜΕΕΠ και αποσκοπεί στην παρακολούθηση της τεχνικής και οικονομικής ικανότητας των ημεδαπών επιχειρήσεων που επιθυμούν να αναλάβουν την εκτέλεση δημοσίων έργων. Η εγγραφή στο εν λόγω μητρώο αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την ανάληψη από μια εργοληπτική επιχείρηση της κατασκευής ενός δημοσίου έργου, με εξαίρεση την περίπτωση μικρών έργων, τα οποία καθορίζονται με Π.Δ., την κατασκευή των οποίων μπορούν να αναλάβουν επιχειρήσεις που δεν είναι εγγεγραμμένες στο ΜΕΕΠ. - 5 -
Κεφάλαιο 1 Εγγραφή σε κατηγορίες έργων και τάξεις Ανάλογα με τις τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις τις οποίες συγκεντρώνει κάθε εργοληπτική επιχείρηση, τη νομική μορφή της και μετά από αίτησή της, εγγράφεται στο Μητρώο Εργοληπτικών Επιχειρήσεων για μία ή περισσότερες κατηγορίες έργων σε μία τάξη για κάθε κατηγορία. Η εγγραφή αυτή ισχύει για μία τριετία, μετά την οποία γίνεται αναθεώρηση. Οι βασικές κατηγορίες έργων στις οποίες μπορεί να εγγραφεί μία εργοληπτική επιχείρηση είναι: 1. Οδοποιία 2. Οικοδομικά 3. Υδραυλικά 4. Ηλεκτρομηχανολογικά 5. Λιμενικά 6. Βιομηχανικά /ενεργειακά Στο ΜΕΕΠ μπορεί να εγγραφούν εξειδικευμένες επιχειρήσεις για τα αντίστοιχα ειδικά έργα ή εργασίες: 1) Γεωτρήσεων 2) Πρασίνου 3) Ειδικών μονώσεων 4) Ανελκυστήρων 5) Ηλεκτρονικού εξοπλισμού 6) Πλωτών έργων και εγκαταστάσεων ναυπηγείων 7) Αποκαλύψεων μεταλλείων 8) Καθαρισμού και επεξεργασίας νερού και υγρών, στερεών και αερίων αποβλήτων Οι τάξεις στις οποίες μπορεί να εγγραφεί μια εργοληπτική επιχείρηση, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, είναι επτά (1, 2, 3, 4, 5, 6, 7) και επιπλέον ορίζονται δύο ειδικές, οι Α1 και Α2, για μικρές επιχειρήσεις. Η κάθε δομική επιχείρηση έχει στην κατοχή της πτυχίο για ορισμένες κατηγορίες έργων από τις παραπάνω. Τα πτυχία αυτά είναι διαβαθμισμένα σε τάξεις, με την ανώτερη τάξη να είναι η 7 η.η πρώτη εγγραφή στο ΜΕΕΠ γίνεται μόνο μέχρι την τρίτη τάξη. Η κατάταξη στις ειδικές κατηγορίες είναι δυνατή μέχρι την τέταρτη τάξη. Βάσει λοιπόν αυτών των πτυχίων, η κάθε επιχείρηση έχει το δικαίωμα να συμμετάσχει ή όχι σε διαγωνισμούς για την ανάληψη εκτέλεσης έργων δημοσίου ενδιαφέροντος. Η εγγραφή εξαρτάται από τη νομική μορφή της εταιρείας, τις τυπικές προϋποθέσεις - κατώτατα όρια στελεχώσεως και κεφαλαίου - και τις - 6 -
Κεφάλαιο 1 ουσιαστικές, οι οποίες συνδυαζόμενες αποδεικνύουν την τεχνική ιδιότητα, την τεχνική ικανότητα και την οικονομική επάρκεια. Η νομική μορφή μιας εργοληπτικής επιχειρήσεως μπορεί να είναι προσωπική εταιρεία, ομόρρυθμη εταιρεία (ΟΕ), ετερόρρυθμη εταιρεία (EE), κεφαλαιουχική εταιρεία (ΑΕ) ή εταιρεία περιορισμένης ευθύνης (ΕΠΕ). Στις ειδικές τάξεις (Α1 & Α2) και στις δύο κατώτερες τάξεις (1 η & 2 η ) εγγράφονται επιχειρήσεις ατομικές και εταιρικής μορφής ΟΕ, ΕΕ, ΕΠΕ. Στις 5 ανώτερες τάξεις (3-7) εγγράφονται επιχειρήσεις με τη νομική μορφή μόνο της Ανώνυμης Εταιρείας (Α.Ε.). Η κατάταξη εργοληπτικής επιχειρήσεως στην έβδομη τάξη συνεπάγεται την κατάταξη της σε όλες τις βασικές κατηγορίες έργων. Αντίστοιχα, η κατάταξη της επιχειρήσεως στην έκτη ή την πέμπτη τάξη του ΜΕΕΠ έργων, είναι δυνατή μόνον εφόσον κατά την επανάκρισή της πληρούνται οι προϋποθέσεις κατατάξεώς της τουλάχιστον σε τέσσερις από τις βασικές κατηγορίες. Για την κατάταξη στις ειδικές τάξεις Α1 και Α2, το μόνο κριτήριο είναι η στελέχωση των εργοληπτικών επιχειρήσεων από τεχνικούς εγγεγραμμένους στο ΜΕΚ και δεν απαιτείται νομική μορφή εταιρικού σχήματος. [2], [3], [5], [14] 1.3.3 ΜΗΤΡΩΟ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ. Για να είναι κανείς μελετητής έργων του Δημοσίου, πρέπει να είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Μελετητών του ΥΠΕΧΩΔΕ. Για την εγγραφή στο μητρώο μελετητών, απαιτείται να είναι διπλωματούχος μηχανικός, μέλος ΤΕΕ, να έχει συμπληρώσει τέσσερα (4) χρόνια από τη κτήση του διπλώματος του και να μην είναι εργολήπτης δημοσίων έργων Μελετητικό πτυχίο είναι επομένως, η πιστοποίηση της επιστημονικής κατάρτισης (κατηγορία πτυχίου) και της εμπειρίας (τάξη πτυχίου) ενός επιστήμονα, η οποία αποτελεί βασική προϋπόθεση για το δημόσιο προκειμένου να του αναθέσει την εκπόνηση μιας μελέτης. Το Π.Δ. 541/1978, καθορίζει τις κατηγορίες μελετών ως εξής: 1. Χωροταξικές και Ρυθμιστικές Μελέτες. 2. Πολεοδομικές και Ρυμοτομικές Μελέτες 3. Μελέτες Οικονομικές. 4. Μελέτες Κοινωνικές. 5. Μελέτες οργανώσεως και επιχειρησιακής έρευνας. 6. Αρχιτεκτονικές Μελέτες Κτιριακών Έργων. 7. Ειδικές Αρχιτεκτονικές Μελέτες (Διαμόρφωσης εσωτερικών και παραδοσιακών κτιρίων και οικισμών και τοπίου) 8. Στατικές Μελέτες (Μελέτες για φέρουσες κατασκευές κτιρίων και μεγάλων ή ειδικών τεχνικών έργων). 9. Μελέτες Μηχανολογικές Ηλεκτρολογικές. - 7 -
Κεφάλαιο 1 10. Μελέτες Συγκοινωνιακών Έργων (οδών, σιδηροδρομικών γραμμών, μικρών τεχνικών έργων, έργων υποδομής αερολιμένων και κυκλοφοριακές). 11. Μελέτες Λιμενικών Έργων. 12. Μελέτες Μεταφορικών Μέσων (χερσαίων, πλωτών, εναέριων). 13. Μελέτες Υδραυλικών Έργων (Εγγειοβελτιωτικών Έργων, Φραγμάτων, Υδρεύσεων και Αποχετεύσεων). 14. Ενεργειακές Μελέτες (Θερμοηλεκτρικές, Υδροηλεκτρικές, Πυρηνικές). 15. Μελέτες Βιομηχανιών (Προγραμματισμός Σχεδιασμός Λειτουργία). 16. Μελέτες Τοπογραφίας (Γεωδαιτικές, Φωτογραμμετρικές, Χαρτογραφικές, Κτηματογραφικές και Τοπογραφικές). 17. Χημικές Μελέτες και Έρευνες. 18. Χημικοτεχνικές Μελέτες. 19. Μεταλλευτικές Μελέτες και Έρευνες. 20. Μελέτες και Έρευνες Γεωλογικές Υδρογεωλογικές και Γεωφυσικές. 21. Γεωτεχνικές Μελέτες και Έρευνες. 22. Εδαφολογικές Μελέτες και Έρευνες. 23. Μελέτες Γεωργικές (Γεωργοοικονομικές- Γεωργοτεχνικές Εγγείων Βελτιώσεων, Γεωργοκτηνοτροφικού Προγραμματισμού, 24. Γεωργοκτηνοτροφικών Εκμεταλλεύσεων). 25. Μελέτες Δασικές (διαχείρισης δασών και ορεινών βοσκοτόπων, δασοτεχνική διευθέτησης ορεινών λεκανών χειμάρρων, αναδασώσεων, δασικών οδών και δασικών μεταφορικών εγκαταστάσεων) 26. Μελέτες φυτοτεχνικής διαμόρφωσης περιβάλλοντος χώρου και έργων 27. Πρασίνου. 28. Μελέτες Αλιευτικές. 29. Περιβαλλοντικές Μελέτες (Π.Δ. 256/1998). 30. Μελέτες συστημάτων πληροφορικής και δικτύων (Ν. 3316/2005). 31. Ηλεκτρονικές Μελέτες (Ν. 3316/2005). Κάθε επιστήμονας έχει δικαίωμα να επιλέξει μέχρι δύο κατηγορίες από τις θεσμοθετημένες, εννοείται αυτές που το γνωστικό τους αντικείμενο προσιδιάζει στον τίτλο σπουδών τους. Μια άλλη διάκριση των μελετητικών πτυχίων, είναι αυτή της τάξης. Έτσι, τα ατομικά μελετητικά πτυχία διακρίνονται σε Α, Β & Γ τάξης, ενώ υπάρχουν δύο ακόμα τάξεις, η Δ και η Ε, τις οποίες μπορούν να αποκτήσουν εταιρείες (παραπάνω από ένας μελετητής). Η διάκριση αυτή έχει να κάνει με τη μελετητική εμπειρία και τα όρια αμοιβής των μελετών. - 8 -
Κεφάλαιο 1 Α τάξης μελετητικό πτυχίο μπορεί να αποκτήσει κανείς αφού συμπληρώσει τετραετία από τη λήψη του πτυχίου του. Β τάξης αφού συμπληρώσει οκταετία και έχει την απαραίτητη εμπειρία (δηλ. έχει εκπονήσει μελέτες της κατηγορίας που θέλει να αναβαθμίσει συνολικής αμοιβής τουλάχιστον όσο είναι το ανώτατο όριο της Β τάξης). Γ τάξης αφού συμπληρώσει δωδεκαετία και έχει εκπονήσει μελέτες της κατηγορίας που θέλει να αναβαθμίσει συνολικής αμοιβής τουλάχιστον όσο είναι το ανώτατο όριο της Γ τάξης. [3], [14] - 9 -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ
Κεφάλαιο 2 2 ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ 2.1 ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ Ο ισολογισμός είναι μία κατάσταση που παρουσιάζει την περιουσιακή κατάσταση μίας επιχείρησης σε μία δεδομένη ημερομηνία. Οποιαδήποτε συναλλαγή γίνει μετά τη σύνταξη του ισολογισμού μεταβάλλει τον ισολογισμό αυτό. Η περιουσιακή κατάσταση της επιχείρησης δεν παραμένει ίδια αλλά μεταβάλλεται ανάλογα με το μέγεθος της συναλλαγής που επιφέρει την μεταβολή στην περιουσία της επιχείρησης. Ο ισολογισμός εμφανίζει την περιουσιακή κατάσταση της επιχείρησης σε μία δεδομένη χρονική στιγμή και δεν παρουσιάζει τίποτε παραπάνω από την κερδοσκοπική ικανότητα της επιχείρησης, την αποδοτικότητα της και την αποτελεσματικότητα της. Επομένως παρουσιάζει την στατική εικόνα της επιχείρησης και όχι τη δυναμική της μορφή. Ο ισολογισμός συντάσσεται σύμφωνα με τις γενικά παραδεκτές αρχές της Λογιστικής και τις εκάστοτε νομικές και φορολογικές συνθήκες που ισχύουν στο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον που δραστηριοποιείται η επιχείρηση. Ο ισολογισμός περιλαμβάνει τρεις γενικές κατηγορίες στοιχείων ή λογαριασμών. Αυτές είναι οι εξής: Ενεργητικό ή στοιχεία ενεργητικού Παθητικό ή στοιχεία παθητικού Κεφάλαιο ή Καθαρή Περιουσία ή Καθαρή Θέση Ενεργητικό Ενεργητικό ή στοιχεία ενεργητικού είναι τα περιουσιακά εκείνα στοιχεία (Υλικά, άυλα ή δικαιώματα) τα οποία έχουν κάποια αξία εκφρασμένη σε χρήμα και τα οποία χρησιμοποιούνται για την επίτευξη των αντικειμενικών στόχων της επιχείρησης. Στο ενεργητικό συμπεριλαμβάνονται και ορισμένα άλλα στοιχεία τα οποία αναφέρονται στο μέλλον και αποτελούν μελλοντικά περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης όπως π.χ. οι προπληρωμένες δαπάνες. Παλαιότερα απαραίτητο στοιχείο ενεργητικού ήταν η κυριότητα της επιχείρησης επί του στοιχείου αυτού. Σήμερα η έννοια αυτή έχει διευρυνθεί και περιλαμβάνει απλώς την κατοχή ή τον έλεγχο και τη χρησιμοποίηση των στοιχείων τα οποία συνεισφέρουν στην εκπλήρωση των σκοπών της επιχείρησης. - 10 -
Κεφάλαιο 2 Παθητικό Παθητικό ή στοιχεία παθητικού είναι οι βραχυχρόνιες και μακροχρόνιες οικονομικές υποχρεώσεις της επιχείρησης, οι οποίες πρέπει να εξοφληθούν θυσιάζοντας διάφορα περιουσιακά στοιχεία ή παρέχοντας νέες υποχρεώσεις. Οι υποχρεώσεις πρέπει να προήλθαν από συναλλαγές του παρελθόντος και του παρόντος και να απαιτούν τακτοποίηση στο μέλλον. Σαν παθητικό χαρακτηρίζονται και ορισμένες μελλοντικές υποχρεώσεις οι οποίες δεν αποτελούν υποχρεώσεις σήμερα αλλά αναγνωρίζονται και εκτιμούνται σύμφωνα με τις γενικά παραδεκτές αρχές της Λογιστικής. Καθαρή Περιουσία Κεφάλαιο ή Καθαρή περιουσία ή Καθαρή θέση είναι το ποσό του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων το οποίο πραγματικά ανήκει στους ιδιοκτήτες της επιχείρησης, μετά την εξόφληση του παθητικού ( των υποχρεώσεων της επιχείρησης ). Με άλλα λόγια αποτελεί τη διαφορά μεταξύ ενεργητικού και παθητικού. Όπως είναι φανερό η καθαρή περιουσία επηρεάζεται και εξαρτάται άμεσα από την αξία στην οποία στην οποία αποτιμώνται τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού. Οποιαδήποτε υπερεκτίμηση ή υποεκτίμηση των στοιχείων αυτών συνεπάγεται μεταβολή της «καθαρής θέσεως» της επιχείρησης. Όταν ακόμη οι ιδιοκτήτες συνεισφέρουν και επενδύουν στην επιχείρηση, η αποτίμηση των συνεισφορών αυτών και των επενδύσεων θα καθορίσει το ποσό προσαύξησης της «καθαρής θέσης». Αν στη συνέχεια κατά τη λειτουργία της επιχείρησης, προκύψουν κέρδη ή ζημίες, η καθαρή αύξηση των στοιχείων του ενεργητικού θα καθορίσει το ποσό του καθαρού κέρδους το οποίο θα προσαυξήσει την καθαρή περιουσία της επιχείρησης. Η παρουσίαση στον Ισολογισμό των λογαριασμών της καθαρής περιουσίας της επιχείρησης εξαρτάται από τη νομική και επιχειρηματική μορφή της επιχείρησης και διαφέρει στην κάθε περίπτωση. 2.1.1 ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ Κυκλοφορούν Ενεργητικό Κυκλοφοριακά ενεργητικά στοιχεία ή κυκλοφοριακό ενεργητικό είναι τα στοιχεία εκείνα του ενεργητικού τα οποία αναμένονται να χρησιμοποιηθούν στην κανονική καθημερινή λειτουργία της επιχείρησης κατά τη διάρκεια του επόμενου κύκλου λειτουργίας ή του επόμενου χρόνου. Στον ισολογισμό τα κυκλοφοριακά στοιχεία παρουσιάζονται με τη σειρά του βαθμού ρευστοποίησης τους. - 11 -
Κεφάλαιο 2 Οι συνηθέστεροι λογαριασμοί των κυκλοφοριακών ενεργητικών στοιχείων είναι οι εξής: Ταμείο ή Μετρητά. Περιλαμβάνει χρήματα οποιασδήποτε μορφής όπως τραπεζογραμμάτια, κέρματα, χρήματα έτοιμα για κατάθεση, υπόλοιπο τραπεζικών λογαριασμών δι επιταγών και καταθέσεις όψεως. Βραχυχρόνιες επενδύσεις σε χρεόγραφα ή χαρτοφυλάκια χρεόγραφων. Οι επενδύσεις αυτές θεωρούνται δευτερεύουσες πηγές μετρητών. Τα χρεόγραφα που χρησιμοποιούνται συνήθως είναι κυβερνητικές ομολογίες ή ομολογίες και μετοχές εταιριών Δημοσίου Δικαίου ή ακόμα και άλλων ιδιωτικών εταιριών που είναι ευρέως γνωστές, των οποίων οι ομολογίες ή οι μετοχές αποτελούν αντικείμενο συναλλαγών καθημερινά στο χρηματιστήριο. Χρεώστες ή πελάτες. Εμφανίζονται σαν ανοιχτοί λογαριασμοί πελατών και προέρχονται από την πώληση εμπορευμάτων ή την παροχή υπηρεσιών επί πιστώσει. Στον ισολογισμό της επιχείρησης παρουσιάζονται με το ποσό το οποίο αναμένεται να εισπραχθεί. Γραμμάτια εισπρακτέα. Περιλαμβάνει γραμμάτια εις διαταγή ή συναλλαγματικές ή άλλα εμπορικά έγγραφα βραχυπρόθεσμης λήξης συνήθως 60 ή 90 ημερών. Στον ισολογισμό παρουσιάζονται με το ποσό που αναμένεται να εισπραχθεί από γραμμάτια εισπρακτέα. Εμπορεύματα ή αποθέματα εμπορευμάτων. Ο λογαριασμός αυτός περιλαμβάνει εμπορεύματα που αγοράστηκαν από την επιχείρηση και τα οποία αναμένεται να πωληθούν στους πελάτες στον επόμενο χρόνο. Περιλαμβάνει τα είδη τα οποία η επιχείρηση αγοράζει και μεταπωλεί για να πραγματοποιήσει κέρδη. Προπληρωθέντα έξοδα. Στον λογαριασμό αυτό περιλαμβάνονται όλα τα έξοδα τα οποία έχουν πληρωθεί εκ των προτέρων. Τα έξοδα αυτά αντιπροσωπεύουν κυκλοφοριακά στοιχεία του ενεργητικού και συμπεριλαμβάνουν το κόστος διαφόρων υπηρεσιών όπως ασφάλειες, ενοίκια, φόρους, μισθούς κτλ. Βραχυπρόθεσμο παθητικό η βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις Το βραχυπρόθεσμο παθητικό ή βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις αποτελούν υποχρεώσεις της επιχείρησης έναντι τρίτων, οι οποίες προέρχονται από οποιοδήποτε λόγο ή αιτία και οι οποίες πρέπει να πληρωθούν συνήθως κατά τη διάρκεια του επόμενου χρόνου ή του επόμενου κύκλου λειτουργίας. Για την πληρωμή τους απαιτείται θυσία κυκλοφοριακών ενεργητικών της επιχείρησης ή η δημιουργία νέων βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων. - 12 -
Κεφάλαιο 2 Στο βραχυπρόθεσμο παθητικό περιλαμβάνονται συνήθως οι εξής λογαριασμοί: Πιστωτές ή προμηθευτές, δηλαδή βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις που προκύπτουν από την αγορά εμπορευμάτων ή πρώτων υλών ή από την παροχή υπηρεσιών τρίτων προς την επιχείρηση. Επίσης στην κατηγορία κατατάσσουμε και βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις από την αγορά ακινήτων, μηχανημάτων, εγκαταστάσεων κτλ. Γραμμάτια πληρωτέα, δηλαδή συναλλαγματικές ή γραμμάτια εις διαταγή ή άλλα πιστωτικά έγγραφα βραχυχρόνιας λήξης (συνήθως 30, 60 ή 90 ημερών) τα οποία υπέγραψε η επιχείρηση για διάφορους λόγους (π.χ. αγορά εξοπλισμού γραφείου) και πρέπει να τα εξοφλήσει κατά τη λήξη τους. Βραχυχρόνια δάνεια. Στο λογαριασμό αυτό συνήθων περιλαμβάνονται δάνεια που αποτελούν αυτόματους ανοιχτούς λογαριασμούς τραπεζών, εγκεκριμένες ανοιχτές πιστώσεις τις οποίες η επιχείρηση μπορεί να χρησιμοποιήσει όταν έχει ανάγκη από χρήματα. Τον λογαριασμό «Φόροι εισοδήματος πληρωτέοι ή οφειλόμενοι» ο οποίος περιλαμβάνει επιχειρηματικούς φόρους εισοδήματος οφειλόμενους καθώς και τοπικούς (δημοτικούς φόρους τέλη), φόρους ακινήτων, φόρους υπεραξίας και οποιουσδήποτε άλλους φόρους ειδικής ή γενικής μορφής που πρέπει η επιχείρηση να πληρώσει στον ερχόμενο χρόνο. Τα έξοδα πληρωτέα, τα οποία συμπεριλαμβάνουν μισθούς και ημερομίσθια οφειλόμενα, προμήθειες οφειλόμενες, τόκους και οποιαδήποτε άλλα έξοδα δεδουλευμένα τα οποία πρέπει να πληρώσει η επιχείρηση στο προσεχές μέλλον. Προκαταβολές πελατών, που αντιπροσωπεύουν εισπράξεις μετρητών προκαταβολικά λόγω μη εκτελέσεως παραγγελιών και μη παραδόσεως εμπορευμάτων ή μη παροχής υπηρεσιών για τις οποίες υπάρχει αντίστοιχη υποχρέωση στο προσεχές μέλλον. Μερίσματα πληρωτέα ή οφειλόμενα. Τα μερίσματα αυτά συνιστούν υποχρέωση της επιχείρησης προς πληρωμή σε κάποια ορισμένη χρονική στιγμή, η οποία προσδιορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο με απαραίτητη βέβαια προϋπόθεση να έχουν εγκριθεί από τη γενική συνέλευση των μετόχων. - 13 -
Κεφάλαιο 2 Παρακρατηθέντες φόροι ή κρατήσεις προσωπικού και εισφορές οφειλόμενες που αντιπροσωπεύουν τις διάφορες κρατήσεις για ασφαλιστικούς οργανισμούς ( όπως Ι.Κ.Α. κλπ.) ή κρατήσεις φόρων (π.χ. χαρτοσήμου) που πρέπει να αποδοθούν στους δικαιούχους οργανισμούς ή στο δημόσιο κατά τη διάρκεια ορισμένης προθεσμίας. Δόσεις μακροχρόνιων υποχρεώσεων που πρέπει να πληρωθούν στον επόμενο χρόνο ή τον επόμενο κύκλο λειτουργίας. Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει δόσεις ομολογιακών δανείων, δόσεις ενυπόθηκων δανείων και οποιαδήποτε άλλη μακροχρόνια υποχρέωση, τμήμα της οποίας (χρεολύσια) πρέπει να καταβληθεί στην επόμενη διαχειριστική περίοδο ή κύκλο. Κεφάλαιο Κίνησης Σαν κεφάλαιο κίνησης ορίζεται η διαφορά μεταξύ του κυκλοφοριακού ενεργητικού και του βραχυπρόθεσμου παθητικού. Είναι μία αφηρημένη έννοια που στην κυριολεξία δεν μας δίνει κεφάλαιο κίνησης αλλά έναν τρόπο μετρήσεως της ρευστότητας μίας επιχείρησης, δηλαδή της ικανότητας να ανταποκριθεί στις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Το κεφάλαιο κίνησης αποτελείται από τα μετρητά που θα ήταν διαθέσιμα αν η επιχείρηση ρευστοποιούσε όλα τα κυκλοφοριακά ενεργητικά στοιχεία και αν πλήρωνε όλες τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Μη κυκλοφοριακά Στοιχεία Ενεργητικού Μη κυκλοφοριακά στοιχεία ενεργητικού ή πάγια στοιχεία διαφόρων κατηγοριών, είναι τα στοιχεία εκείνα του ενεργητικού τα οποία προορίζονται για πολυετή χρήση. Ο χρόνος κατά τον οποίο μπορούν να παρέχουν υπηρεσίες, δηλαδή η ωφέλιμη ζωή τους, είναι μεγαλύτερη του έτους και η επιχείρηση προτίθεται να τα χρησιμοποιεί για διάστημα μεγαλύτερο του έτους. Μεταξύ αυτών αναφέρονται ενδεικτικά οι παρακάτω κατηγορίες μη κυκλοφοριακών στοιχείων: Πάγια περιουσιακά στοιχεία, είναι τα μόνιμα περιουσιακά στοιχεία εκείνα τα οποία έχουν κάποια φυσική ύπαρξη όπως είναι τα κτίρια, μηχανήματα, εγκαταστάσεις και εξοπλισμός, έπιπλα, εργαλεία κλπ. Τα στοιχεία αυτά έχουν διαρκή χαρακτήρα και χρησιμοποιούνται παραγωγικά από την επιχείρηση για την ομαλή λειτουργία και την εκπλήρωση των αντικειμενικών σκοπών της. Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει Στοιχεία που δεν χρειάζονται αποσβέσεις όπως π.χ. γήπεδα, οικόπεδα κλπ. Στοιχεία που απαιτούν κανονική απόσβεση όπως είναι τα κτίρια, τα μηχανήματα κλπ - 14 -
Κεφάλαιο 2 Άυλα περιουσιακά στοιχεία είναι τα πάγια στοιχεία εκείνα που δεν έχουν καμία φυσική ύπαρξη, πλην όμως αποτελούν δικαιώματα και προνόμια τα οποία έχουν σημαντική οικονομική αξία και τα οποία πολλές φορές είναι δυνατόν να είναι μεγαλύτερης αξίας από τα υλικά στοιχεία. Παράδειγμα άυλων περιουσιακών στοιχείων αποτελούν τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, το σήμα, τα συγγραφικά δικαιώματα (copyright) τα έξοδα οργάνωσης, οι ειδικές άδειες, η φήμη και η πελατεία (goodwill), τα δικαιώματα αλυσωτών καταστημάτων (franchise), οι ειδικές μέθοδοι παραγωγής κλπ. Μακροχρόνιο Παθητικό Μακροχρόνιες υποχρεώσεις ή μακροχρόνιο παθητικό είναι οι υποχρεώσεις της επιχείρησης για την εξόφληση των οποίων δεν απαιτείται η χρησιμοποίηση κυκλοφοριακών περιουσιακών στοιχείων, κατά τον επόμενο κύκλο λειτουργίας ή το επόμενο έτος (όποιο από τα δύο είναι μεγαλύτερο). Όλες οι υποχρεώσεις οι οποίες δεν μπορούν να ταξινομηθούν σαν βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις περιλαμβάνονται στην κατηγορία αυτή. Είναι οι υποχρεώσεις που αναμένεται να εξοφληθούν στο απώτερο μέλλον. Το μέρος εκείνο ή οι δόσεις των μακροχρόνιων υποχρεώσεων που λήγουν και πρέπει να πληρωθούν στον επόμενο χρόνο κατατάσσονται στο βραχυπρόθεσμο παθητικό. Στο μακροχρόνιο παθητικό, το οποίο πολλές φορές αποτελεί σημαντικό μέρος του συνολικού κεφαλαίου της επιχείρησης περιλαμβάνονται συνήθως οι εξής λογαριασμοί: Ομολογιακά δάνεια τα οποία συνιστούν ειδική μορφή χρηματοδότησης περιουσιακών στοιχείων ή έργων της επιχείρησης και τα οποία συνήθως είναι μακροχρόνια (10, 15, 20 ετών). Ενυπόθηκα δάνεια τα οποία αποτελούν μακροχρόνιες υποχρεώσεις της επιχείρησης και για τα οποία έχει δοθεί σαν εγγύηση η πρώτη και δεύτερη υποθήκη ακινήτων. Γραμμάτια πληρωτέα τα οποία λήγουν μετά από διάστημα μεγαλύτερο του έτους. Τραπεζικά δάνεια τα οποία είναι μακροχρόνια και για τα οποία δεν έχει δοθεί ιδιαίτερη εγγύηση Δάνεια επ ενέχυρω. Σαν εγγύηση για τα δάνεια αυτά έχουν τεθεί υπό ενέχυρο διάφορα κινητά περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης. Υποχρεώσεις από μακροχρόνιες μισθώσεις ακινήτων π.χ. υποχρέωση καταβολής ετήσιου μισθώματος. - 15 -
Κεφάλαιο 2 Υποχρεώσεις για συνταξιοδοτήσεις και υποχρεώσεις για διάφορες αποζημιώσεις. Λογαριασμοί πιστωτών μακροχρόνιας διάρκειας καθώς επίσης δάνεια από τον ιδιοκτήτη ή τους συνεταίρους της επιχείρησης. 2.1.2 ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ Ο ισολογισμός παρέχει σπουδαίες πληροφορίες γιατί μας δίνει σε συγκεκριμένο χρόνο τα περιουσιακά στοιχεία, τις διάφορες υποχρεώσεις κατά κατηγορία και ποσό και τις διάφορες πηγές και κατηγορίες κεφαλαίου. Η σύνθεση των περιουσιακών στοιχείων καθώς και η σύνθεση των υποχρεώσεων και του κεφαλαίου είναι πληροφορίες πολύτιμες που μόνο ο Ισολογισμός μπορεί να δώσει. Οι πιστωτές π.χ. θα αναζητήσουν τη σχέση μεταξύ κυκλοφοριακού ενεργητικού και βραχυπρόθεσμου παθητικού για να ανακαλύψουν την ρευστότητα της επιχείρησης, την ικανότητα της να ανταποκριθεί στις βραχυχρόνιες υποχρεώσεις της. Επίσης η σχέση του ξένου κεφαλαίου (βραχυχρόνιου ή και μακροχρόνιου) προς το συνολικό κεφάλαιο δείχνει το βαθμό της δανειακής επιβάρυνσης της επιχείρησης και την ικανότητα νέου δανεισμού. Η σχέση επίσης μεταξύ κυκλοφοριακών και πάγιων περιουσιακών στοιχείων δίδει το βαθμό παγιοποίησης της περιουσίας της επιχείρησης ενώ η σχέση σύγκριση μεταξύ παγίων στοιχείων και ίδιων κεφαλαίων ή μακροχρόνιων κεφαλαίων πας παρέχει άλλες χρήσιμες πληροφορίες που μόνο η γνώση και η μελέτη του Ισολογισμού μπορεί να μας δώσει. Οι παραπάνω συσχετισμοί παρουσιάζονται πολλές φορές με τη χρήση κατάλληλων αριθμοδεικτών, κάποιοι από τους οποίους αναλύονται στο επόμενο κεφάλαιο. [6], [8], [9] - 16 -
Κεφάλαιο 2 Εικόνα 1: Παράδειγμα Ισολογισμού, [15] - 17 -
Κεφάλαιο 2 2.2 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΧΡΗΣΕΩΣ Τα αποτελέσματα χρήσεως ή «κέρδη και ζημίες χρήσεως» αποτελούν μία από τις σπουδαιότερες οικονομικές καταστάσεις που συντάσσει η επιχείρηση. Ο λογαριασμός «Αποτελέσματα Χρήσεως» αντικατοπτρίζει την ικανότητα της επιχείρησης να πραγματοποιεί κέρδη, να παρουσιάζει δηλαδή τα έσοδα, τα έξοδα και το καθαρό κέρδος της επιχείρησης. Ο λογαριασμός αυτός μετρά την επιτυχία της επιχείρησης (σε ορισμένη χρονική περίοδο) και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, ο επιχειρηματικός κόσμος, οι τράπεζες, οι προμηθευτές, οι επενδυτές και οι χρηματοδότες τα χρησιμοποιούν για να ενημερωθούν και να εκτιμήσουν την επενδυτική αξία, την αξιοπιστία δανειοδοτήσεως και την αποδοτικότητα της επιχείρησης. Ο λογαριασμός «Αποτελέσματα Χρήσεως» παρουσιάζει τη δυναμική μορφή της επιχείρησης και δίνει πληροφορίες για ολόκληρη τη διαχειριστική χρήση π.χ. από 1 ης Ιανουαρίου μέχρι 31 ης Δεκεμβρίου (δεν αναφέρεται δηλαδή σε μία μόνο χρονική στιγμή όπως ο ισολογισμός αλλά σε μία χρονική περίοδο). Ο λογαριασμός «Αποτελέσματα Χρήσεως» αποτελεί τον συνδετικό κρίκο μεταξύ δύο διαδοχικών ισολογισμών. Γενικά μάλιστα, η διαφορά μεταξύ δύο Ισολογισμών απεικονίζει το καθαρό κέρδος της μεταξύ αυτών των χρήσεων (με την προϋπόθεση ότι τα κέρδη δεν διανεμήθηκαν και δεν πραγματοποιήθηκαν ατομικές απολήψεις). Ο λογαριασμός αυτός απαριθμεί τα έσοδα και τα έξοδα της επιχείρησης (που αντιστοιχούν στην ίδια διαχειριστική περίοδο) και εμφανίζει τη μεταξύ τους διαφορά, η οποία αποτελεί το καθαρό κέρδος ή ζημία. [6] 2.3 ΔΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ Η εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (Δ.Λ.Π.) προέκυψε από την ανάγκη του Ενιαίου των Οικονομικών Καταστάσεων. Όλες οι οικονομικές καταστάσεις συμπληρώνονταν στην Ελλάδα μέχρι το 2004 με βάση το Ελληνικό Γενικό Λογιστικό Σχέδιο (ΕΓΛΣ) και από το 2005 έγινε η εναρμόνιση με τα Δ.Λ.Π. Στη χώρα μας, σαν Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφαρμόζονται τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα στα οικονομικά στοιχεία που δημοσιεύουν ορισμένες κατηγορίες επιχειρήσεων. Από το σχετικό νόμο, η εφαρμογή αυτή για κάποιες επιχειρήσεις επιβάλλεται σαν υποχρέωση, ενώ για άλλες παρέχεται σαν ευχέρεια. Στα Δ.Λ.Π. περιέχονται προσδιορισμοί, των εννοιών των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης, των λογιστικών τους χειρισμών και της παρουσίασής τους στις οικονομικές καταστάσεις, πολύτιμοι, με την έννοια ότι πρώτον δεν συναντιόνται σε άλλα ανάλογα κείμενα (π.χ. Ε.Γ.Λ.Σ.) και δεύτερον αποτελούν αξιόπιστη και έγκυρη πηγή αυτών των πληροφοριών. - 18 -
Κεφάλαιο 2 Με τα δεδομένα αυτά η προσφυγή στα πρότυπα, ανεξάρτητα από την υποχρέωση εφαρμογής τους, εμφανίζεται ιδιαίτερα χρήσιμη για την άντληση πληροφοριών για όλες τις ανάλογες ανάγκες που τυχόν παρουσιάζονται στη λογιστική πρακτική. Και αυτό αναδεικνύει την πραγματική αξία τους, ως πολύ ευρύτερη από την υποχρεωτική τους εφαρμογή. Γενικότερα η εφαρμογή των Δ.Λ.Π., δεν αποτελεί ένα θέμα ενδιαφέρον μόνο για τις ισχυρές μεν, αλλά ολιγάριθμες εισηγμένες τεχνικές εταιρείες του Χρηματιστηρίου Αθηνών, αλλά αφορά το σύνολο του κλάδου, διότι στο κοντινό μέλλον τα πρότυπα σταδιακά, θα αποκτήσουν καθολική εφαρμογή. Επιπλέον, η χρήση των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων γεννά ευκαιρίες και εξασφαλίζει τη δυνατότητα σύγκρισης των οικονομικών καταστάσεων μιας επιχείρησης τόσο με τις καταστάσεις αυτής σε παρελθόντα χρόνο όσο και με αντίστοιχες καταστάσεις ομοειδών επιχειρήσεων (του ίδιου κλάδου). Το Κράτος, προκειμένου να προασπίσει τα δίκαια συμφέροντα των εκάστοτε επενδυτών, αλλά ταυτόχρονα και τη λειτουργία των χρηματαγορών σαν διαδικασία επένδυσης των ιδιωτικών αποταμιεύσεων και ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας, καθιερώνει περιορισμούς. Οι περιορισμοί αυτοί συνίστανται βασικά σε δύο μέτρα θεσμικού χαρακτήρα: στο μέτρο της καθιέρωσης υποχρεωτικών κανόνων σχετικά με τη λογιστική απεικόνιση της οικονομικής ζωής των επιχειρήσεων και στο μέτρο του (εξωτερικού) οικονομικού ελέγχου των επιχειρήσεων. Έτσι ο έλεγχος διατυπώνει δημόσια την τήρηση ή την απομάκρυνση της επιχείρησης από τους θεσμοθετημένους κανόνες και αποκαλύπτει, με βάση αναφοράς τους κανόνες αυτούς, το περιεχόμενο, καθώς και το βαθμό αξιοπιστίας των δημοσιευόμενων οικονομικών στοιχείων των επιχειρήσεων.[2] - 19 -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΒΑΣΙΚΩΝ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ
Κεφάλαιο 4 3 ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΕΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΒΑΣΙΚΩΝ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ 3.1 ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ Οι χρηματοοικονομικοί δείκτες αποτελούν μία κατάλληλη μεθοδολογία με την οποία συνοψίζουμε μεγάλο αριθμό χρηματοοικονομικών δεδομένων προκειμένου να αξιολογήσουμε και να συγκρίνουμε την επίδοση των επιχειρήσεων. Οι δείκτες αυτοί χρησιμοποιούνται συχνά από τους αναλυτές για την αξιολόγηση της χρηματοοικονομικής δομής, ρευστότητας και της αποτελεσματικότητας των επιχειρήσεων. Η ιδέα πίσω από τη χρησιμοποίηση των χρηματοοικονομικών δεικτών είναι ότι, ενώ τα απόλυτα ποσά που επενδύονται στα διάφορα στοιχεία του ισολογισμού πιθανόν να μεταβάλλονται, οι σχέσεις όμως μεταξύ των διαφόρων ομάδων περιουσιακών στοιχείων και στοιχείων παθητικού θα πρέπει να παραμείνουν περισσότερο ή λιγότερο σταθερές. Επομένως, εάν συμβούν αλλαγές στις σχέσεις αυτές, οι δείκτες θα πρέπει να δίνουν στον οικονομικό αναλυτή την απαιτούμενη πληροφόρηση. Η χρηματοοικονομική ανάλυση γίνεται για να προσδιοριστούν οι δυνάμεις και οι αδυναμίες της επιχείρησης και να διαπιστωθεί κατά πόσο είναι χρηματοοικονομικά ισχυρή και κερδοφόρα σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις του κλάδου της και κατά πόσο βελτιώνεται ή επιδεινώνεται διαχρονικά η χρηματοοικονομική της θέση. Οι χρηματοοικονομικοί δείκτες είναι επομένως περισσότερο χρήσιμοι όταν χρησιμοποιούνται με τους εξής τρόπους: Μία χρονολογική σειρά ενός δείκτη της ίδιας επιχείρησης εξετάζεται για να διαπιστωθεί η αλλαγή της τάσης του. Οι δείκτες μίας επιχείρησης συγκρίνονται με τον μέσο όρο των αντίστοιχων δεικτών για το σύνολο κλάδου, στον οποίο υπάγεται η επιχείρηση. Οι χρονολογικές σειρές δεικτών μίας επιχείρησης συγκρίνονται με όμοιες χρονολογικές σειρές των κύριων ανταγωνιστών της επιχείρησης αυτής. Οι επενδυτές χρειάζονται τις παραπάνω πληροφορίες προκειμένου να εκτιμήσουν τόσο τις μελλοντικές χρηματικές ροές της επιχείρησης όσο και τους κινδύνους που εγκυμονούν αυτές. Από την άλλη πλευρά, οι διευθυντές των επιχειρήσεων θα πρέπει να γνωρίζουν πλήρως τη χρηματοοικονομική θέση των επιχειρήσεων τους προκειμένου να εντοπίζουν τις αδυναμίες σε μία συνεχή προσπάθεια για βελτίωση. - 20 -
Κεφάλαιο 4 Οι χρηματοοικονομικοί δείκτες διακρίνονται στις εξής πέντε κατηγορίες: 1 Δείκτες χρηματοοικονομικής μόχλευσης και περιουσιακής διάρθρωσης. 2 Δείκτες ρευστότητας. 3 Δείκτες απόδοσης ή αποτελέσματος. 4 Δείκτες δραστηριότητας. 5 Δείκτες αγοραίας αξίας ή αποτίμησης. [7] 3.1.1 ΔΕΙΚΤΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΜΟΧΛΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΗΣ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ Οι δείκτες χρηματοοικονομικής μόχλευσης ή δείκτες χρέους μετρούν τον βαθμό της χρηματοδότησης της επιχείρησης με ξένα κεφάλαια. Οι δείκτες αυτοί δίνουν την απαιτούμενη πληροφόρηση τόσο στους διοικούντες την επιχείρηση όσο και στους δανειστές της, προκειμένου να διαπιστωθεί το περιθώριο ασφαλείας που παρέχεται από το ύψος των ίδιων κεφαλαίων της επιχείρησης. [7] Αριθμοδείκτης ιδίων προς συνολικά κεφάλαια Ο προσδιορισμός του δείκτη αυτού δίνεται από την παρακάτω σχέση: Αριθμοδείκτης ιδίων κεφαλαίων προς συνολικά κεφάλαια = = Ίδια κεφάλαια Συνολικά κεφάλαια X 100 Υψηλές τιμές του δείκτη δείχνουν ότι υπάρχει μικρή πιθανότητα οικονομικής δυσκολίας για την εξόφληση των υποχρεώσεων της. Αντίθετα, μικρές τιμές του δείκτη δείχνουν ότι η επιχείρησης βρίσκεται σε επικίνδυνη κατάσταση και πιθανόν να προκύψουν μεγάλες ζημίες σε αυτήν, που θα πρέπει να καλυφθούν από τα ίδια κεφάλαια. Η οριακή τιμή 1 δείχνει ότι η επιχείρηση δεν ανέτρεξε καθόλου σε δανεισμό. - 21 -
Κεφάλαιο 4 Αριθμοδείκτης Δανειακής Κάλυψης ή Χρέους Ο δείκτης Δανειακής Κάλυψης ή Χρέους δίνεται από τη σχέση: Αριθμοδείκτης Δανειακής Κάλυψης ή Χρέους = = Ξένα Κεφάλαια (Μακροπρόθεσμες & βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις) Συνολικά κεφάλαια X 100 Ο αριθμοδείκτης αυτός δείχνει το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης που έχουν χρηματοδοτηθεί από τους μακροχρόνιους και βραχυχρόνιους πιστωτές της. Οι δύο παραπάνω αριθμοδείκτες δίνουν πληροφορίες για τόσο για τη σχέση των ίδιων και των δανειακών κεφαλαίων μεταξύ τους όσο και για το βαθμό προστασίας των πιστωτών της επιχείρησης. Επομένως όσο μεγαλύτερο είναι το ύψος των ιδίων κεφαλαίων μίας επιχείρησης σε σχέση με τις υποχρεώσεις της τόσο μεγαλύτερη προστασία παρέχεται στους δανειστές της και τόσο μικρότερη πίεση ασκείται σε αυτήν για την εξόφληση των υποχρεώσεων της. Ο αριθμοδείκτης ιδίων προς συνολικά κεφάλαια θεωρείται μαζί με τον αριθμοδείκτη ρευστότητας από τους πιο σπουδαίους αριθμοδείκτες διότι εμφανίζει την μακροχρόνια δύναμη αυτής και αντανακλά τη μακροχρόνια ρευστότητα της με το να παρέχει ένδειξη για την ύπαρξη ή όχι πιέσεως για την εξόφληση και εξυπηρέτηση των υποχρεώσεων της. [1], [2], [7], [8], [10] 3.1.2 ΔΕΙΚΤΕΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ Οι δείκτες ρευστότητας μετρούν την ικανότητα της επιχείρησης να αντιμετωπίσει τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Η ρευστότητα συνδέεται με το κεφάλαιο κίνησης. Η χρηματοοικονομική θέση θεωρείται ότι είναι ισχυρή όταν η επιχείρηση: Έχει την ικανότητα να εξοφλεί απρόσκοπτα τους βραχυπρόθεσμους πιστωτές της και να καταβάλλει τους τρέχοντες τόκους και τα μερίσματα, Διατηρεί συνθήκες χρηματοοικονομικής διαχείρισης, οι οποίες της εξασφαλίζουν την ευνοϊκή πιστοληπτική της κατάσταση. [7] - 22 -
Κεφάλαιο 4 Αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας Ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας βρίσκεται αν διαιρεθεί το σύνολο των κυκλοφοριακών στοιχείων μίας επιχείρησης (κυκλοφορούν ενεργητικό) με το σύνολο των βραχυχρόνιων υποχρεώσεων της, δηλαδή: Αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας = Διαθέσιμα + Απαιτήσεις + Αποθέματα Βραχυπρόθεσμες Υποχρεώσεις Η φυσική του ερμηνεία είναι πόσα κυκλοφορούντος ενεργητικού διαθέτει για κάθε ένα ευρώ βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων. Ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας δεν δείχνει μόνο το μέτρο της ρευστότητας μίας επιχείρησης, αλλά και το περιθώριο ασφαλείας, που διατηρεί η διοίκηση της προκειμένου να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει μία κάποια ανεπιθύμητη εξέλιξη στη ροή των κεφαλαίων κίνησης και την πληρωμή των καθημερινών απαιτητών υποχρεώσεων. Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας τόσο καλύτερη, από πλευράς ρευστότητας τουλάχιστον, είναι η θέση της συγκεκριμένης επιχείρησης και τόσο μεγαλύτερο το περιθώριο ασφαλείας υπάρχει για την αντιμετώπιση των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων προς τους δανειστές της. Δείκτης πολύ μεγαλύτερος του απαιτούμενου μπορεί να μην αποτελεί την βέλτιστη λύση, διότι μπορεί για παράδειγμα να είναι το αποτέλεσμα της διατήρησης περισσοτέρων ταμειακών ρευστών ή αποθεμάτων από αυτό που απαιτείται ή χορήγησης μεγάλων πιστώσεων προς τους πελάτες κ.α. Από την άλλη πλευρά δείκτης μικρότερος της μονάδας σημαίνει πως η επιχείρηση μπορεί να αντιμετωπίζει προβλήματα στην κάλυψη των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων της, ακριβώς λόγω της έλλειψης βραχυπρόθεσμης ρευστότητας. Μια αυξητική τάση του δείκτη αυτού, γενικά δείχνει ότι το κυκλοφορούν ενεργητικό της επιχείρησης αυξάνεται πιο γρήγορα από τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της και μια πτωτική τάση το αντίστροφο. Η τιμή του ποικίλει ανάλογα με τον κλάδο και τον τύπο της εταιρείας. Σε κάθε περίπτωση, το ζητούμενο όριο τίθεται μεγαλύτερο από τη μονάδα, γεγονός που δείχνει ότι υπάρχουν επαρκή στοιχεία διαθέσιμα για να πληρωθούν υποχρεώσεις, σε περίπτωση ανάγκης. Αν και δεν υπάρχει μια γενικά αποδεκτή ή επιστημονικά θεμελιωμένη άριστη τιμή, μπορεί να λεχθεί ότι τιμές μεταξύ 1.5 και 2.5 είναι ενδεικτικές καλής ρευστότητας. Αντίθετα διαρκώς πτωτική πορεία του δείκτη είναι ανησυχητική, γιατί υποδηλώνει πως με την πάροδο των χρόνων μειώνεται η ικανότητα των επιχειρήσεων να αντιμετωπίσουν μια ανεπιθύμητη εξέλιξη στη ροή των κεφαλαίων κινήσεως. - 23 -
Κεφάλαιο 4 Η ελάχιστη ανεκτή τιμή είναι ίση με την μονάδα (κατάσταση οριακής βραχυπρόθεσμης ρευστότητας), που σημαίνει ότι αν ρευστοποιηθεί ολόκληρο το κυκλοφορούν ενεργητικό, εξοφλούνται όλες οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις, και ότι το κεφάλαιο κίνησης της επιχείρησης είναι ίσο με μηδέν. Αν η τιμή του δείκτη είναι > 1, σημαίνει ότι διαθέτει κεφάλαιο κίνησης και έχει καλή κεφαλαιακή συγκρότηση. Αν είναι < 1, σημαίνει ακριβώς το αντίθετο και δείχνει ότι η επιχείρηση χρησιμοποίησε βραχυπρόθεσμες πιστώσεις για χρηματοδότηση στοιχείων του πάγιου ενεργητικού, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνη οικονομική στενότητα. Για κατασκευαστικές εταιρείες μια τιμή του δείκτη που κυμαίνεται σε επίπεδα ίσα ή και μεγαλύτερα του 2 στην καλύτερη περίπτωση, θεωρείται αρκετά ως πολύ ικανοποιητική, ενώ τιμές γενικής ρευστότητας κάτω του 1.5 προκαλούν αμφιβολίες για την βραχυχρόνια ρευστότητα τους και χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης. [1], [2], [7], [8], [10] 3.1.3 ΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ Η ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ Οι δείκτες απόδοσης ή αποτελέσματος δείχνουν το πόσο αποτελεσματικά λειτουργεί η εξεταζόμενη επιχείρηση. Η εξέταση μπορεί να αναφέρεται στην αποδοτικότητα σε σχέση με τις πωλήσεις ή σε σχέση με το επενδυμένο κεφάλαιο. [7] Ο αριθμοδείκτης Μικτού περιθωρίου κέρδους ανήκει σε αυτή την κατηγορία αριθμοδεικτών και ορίζεται ως εξής: Αριθμοδείκτης μικτού περιθωρίου ή μεικτού κέρδους = = Μεικτά κέρδη εκμετάλλευσης Καθαρές πωλήσεις χρήσης X 100 Η φυσική του ερμηνεία είναι, από την πώληση προϊόντων αξίας 100, πόσα ευρώ μικτού κέρδους απολαμβάνει μια επιχείρηση. Ο υπολογισμός του μικτού κέρδους είναι πολύ σημαντικός για τις εμπορικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις γιατί παρέχει ένα μέτρο αξιολογήσεως της αποδοτικότητας τους. Ο αριθμοδείκτης μικτού κέρδους δείχνει την λειτουργική αποτελεσματικότητα μιας επιχείρησης, καθώς και την πολιτική τιμών αυτής. Μια επιχείρηση για να θεωρηθεί επιτυχημένη θα πρέπει να έχει ένα αρκετά υψηλό ποσοστό μικτού κέρδους, που να της επιτρέπει να καλύπτει τα λειτουργικά και άλλα έξοδά της και συγχρόνως να της αφήνει ένα ικανοποιητικό καθαρό κέρδος σε σχέση με τις πωλήσεις, και τα ίδια κεφάλαια που απασχολεί, προς περαιτέρω ανάπτυξη της επιχείρησης. Επιθυμητή είναι - 24 -