Νεφροβλάστωμα (όγκος Wilms): Σύγχρονη κλινική προσέγγιση και νεότεροι γενετικοί και μοριακοί δείκτες διερεύνησής του



Σχετικά έγγραφα
ΜΟΡΙΑΚΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΤΟΥ ΝΕΦΡΟΒΛΑΣΤΩΜΑΤΟΣ (ΟΓΚΟΥ ΤΟΥ WILMS) Σπυριδάκης Ιωάννης 2, Καζάκης Ι 2, Δογραματζής Κωνσταντίνος 1, Κοσμάς Νικόλαος 1,

Νεφροβλάστωμα (Wilms )

Κων/να Παναγιωτοπούλου. Επιμ. Α Παθολογοανατομικού Εργαστηρίου. Γ.Ν.Ν.Θ «Γ. Γεννηματάς»

Καρκίνος ορθού Προεγχειρητική ακτινοθεραπεία. Λουίζα Βίνη Ογκολόγος Ακτινοθεραπεύτρια Τμήμα Ακτινοθεραπείας Ιατρικό Αθηνών

ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΝΕΦΡΟΥ. Η κακοήθης νεοπλασία του νεφρού αποτελεί το 3 % των νεοπλασμάτων του ενήλικα. Ασυνήθης είναι η εμφάνιση του σε ηλικίες κάτω των

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΥ. Έλλη Μποτσφάρη Αναστασία Νικολαϊδου Α.Ν.Θ.Θεαγένειο Μάρτιος 2018

Προγνωστικοί βιοδείκτες στην παιδική λευχαιμία

ΚΑΛΟΗΘΕΙΣ ΚΥΣΤΙΚΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΦΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΡΔΕΛΑΣ, ΠΑΘΟΛΟΓΟΝΑΤΟΜΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΣ ΠΑΘΟΛΟΓΟΑΝΑΤΟΜΙΚΟΥ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

Σοφία Λουκά 3 ο Έτος Τμήμα Νοσηλευτικής Σχολή Επιστημών Υγείας Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου

Α ΜΑΙΕΥΤΙΚΗ & ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΟΓΚΟΛΟΓΙΑΣ Γ.Ν.Α. «ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ» ΝΟΣΟΣ PAGET ΑΙΔΟΙΟΥ

Γεώργιος Α. Ανδρουτσόπουλος Επίκουρος Καθηγητής Μαιευτικής - Γυναικολογίας Πανεπιστημίου Πατρών. Πυελική μάζα

Η ενδιαφέρουσα περίπτωση του μήνα

Δεκαπεντάλεπτη προετοιμασία του φοιτητή ιατρικής για το μάθημα του καρκίνου του όρχη βασικές γνώσεις :

BEST OF URO ONCOLOGY Penile Testicular Cancer 2016 ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΕΙΔΙΚΕΥΟΜΕΝΟΣ ΟΥΡΟΛΟΓΟΣ ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Γ.Ν.Α. Γ.

ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΟΓΚΩΝ ΤΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ. Β. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ Λέκτορας Νευροχειρουργικής Π.Γ.Ν.Π.

Πρόγραμμα Ογκολογίας Ουροποιογεννητικού GenitoUrinary Oncology

Δεκαπεντάλεπτη προετοιμασία του φοιτητή, για την παρακολούθηση του μαθήματος του καρκίνου του προστάτη.

Προληπτική Μαστογραφία Ανακαλύπτοντας το DCIS. Ιωάννης Θ. Νατσιόπουλος Ειδικός Χειρουργός Μαστού

Ουρολοιμώξεις: Απεικονιστικός έλεγχος ποιος και πότε. Παπαχρήστου Φώτιος Καθηγητής Παιδιατρικής Νεφρολογίας Διευθυντής Α Παιδιατρικής Κλινικής Α.Π.Θ.

Σπάνια περίπτωση πολυκυστικής νόσου παγκρέατος.

Β. Ράπτης, 1,2 Χ. Λουτράδης, 3 Κ. Μπακογιάννης, 4 Α. Κ. Μπούτου, 5 Μ. Ε. Αλεξάνδρου, 6 Μ. Σχοινά, 3 Α. Σιούλης, 1 Η. Μπαλάσκας, 1 Π. Α.

Φλοιοεπινεφριδιακό καρκίνωμα(adrenocortical

Ι) ΗΠΑΤΕΚΤΟΜΗ ΓΙΑ ΕΝ ΟΗΠΑΤΙΚΟ ΧΟΛΑΓΓΕΙΟΚΑΡΚΙΝΩΜΑ: ΜΑΚΡΟΣΚΟΠΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ:

ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΠΛΟΗΓΗΣΗΣ

Δεκαπεντάλεπτη προετοιμασία του φοιτητή για το μάθημα του καρκίνου του νεφρού :

ΟΓΚΟΛΟΓΙΑ - ΡΑΔΙΟΒΙΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑΤΑ ΕΚ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΥ ΕΠΙΘΗΛΙΟΥ ΑΝΩΤΕΡΟΥ ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ

Ενδείξεις μεταστασιεκτομής στον καρκίνο του νεφρού. Σεραφετινίδης Εφραίμ Επιμελητής Α Ουρολογική Κλινική Ασκληπιείο Βούλας Δντης: Αν. Καθ. Δ.

ΠΑΘΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΛΟΓΙΚΟΙ ΤΥΠΟΙ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΟΝΑ

ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΕΝ ΟΜΗΤΡΙΟΥ

Γυμνάσιο Κερατέας ΚΑΡΚΙΝΟΣ & ΜΕΤΑΛΛΑΞΕΙΣ. Αναστασία Σουλαχάκη Κωνσταντίνα Πρίφτη

PET/CT versus DWI-MRI στην ογκολογία του θώρακος. Ευθυμιάδου Ρωξάνη Τμήμα Αξονικής, Μαγνητικής Τομογραφίας & PET-CT ΔΘΚΑ «Υγεία»

Πυελική μάζα. Ενότητα 3: Πύελος Παθολογία πυέλου

Η Κυτταρογενετική στις αιματολογικές κακοήθειες

ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΣΕ ΑΣΘΕΝΗ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟ ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ Α ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΑΤΟΜΙΚΗΣ ΟΓΚΟΙ ΕΠΙΦΥΣΗΣ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΒΑΝΤΖΑΣ Επίκουρος Καθηγητής

21. ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ

Η ανίχνευση νεφρικών όγκων αυξάνει περίπου κατα 1% κατ' έτος. Η τυχαία ανεύρεση μικρών όγκων είναι σήμερα η πλειονότητα των νεφρικών όγκων.

ΝΕΟΠΛΑΣΜΑΤΑ ΝΕΦΡΩΝ ΕΠΙΝΕΦΡΙΔΙΩΝ: ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΜΕ CT Ν. Ε. ΕΥΛΟΓΙΑΣ Γ.Ν.Π. ΠΕΝΤΕΛΗΣ

Υπολογιστές ογκολογικού κινδύνου: Καρκίνος Νεφρού - Ουροδόχου Κύστης

Μοριακή βάση του καρκίνου της ουροδόχου κύστεως

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΜΕΛΑΝΩΜΑ ΔΙΑΛΕΥΚΑΝΣΗ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΕΩΝ

15/1/2018. Δρ. Σάββας Παρασκευόπουλος Χειρουργός Ουρολόγος Θεσσαλονίκη 2-5 /11/ ο Μακεδονικό Ουρολογικό Συμπόσιο

Ιδιαιτερότητες χειρουργικής αντιμετώπισης ΝΕΤ εντέρου

Μοριακή βιολογία του καρκίνου της ουροδόχου κύστης Νεότερα δεδοµένα

Πρόκειται για 4 μικρούς αδένες στο μέγεθος "φακής" που βρίσκονται πίσω από το θυρεοειδή αδένα. Οι αδένες αυτοί παράγουν μια ορμόνη που λέγεται

Χαράλαμπος Κ Σταθόπουλος. Ογκολογικό Τμήμα - ιευθυντής ΕΣΥ

Χειρουργική αντιμετώπιση μη μικροκυτταρικού Ca πνεύμονα. Μαδέσης Αθανάσιος Επιμελητής Α Καρδιοθωρακοχειρουργικής

ΕΠΗΡΜΕΝΟ ΔΕΡΜΑΤΟΪΝΟΣΑΡΚΩΜΑ AΓΓΕΛΙΚΗ ΜΠΕΦΟΝ ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ Α ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΣΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΥΓΓΡΟΣ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ-ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ ΣΤΑΔΙΟΠΟΙΗΣΗ-ΙΣΤΟΛΟΓΙΑ- ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

Χριστόφορος Ν. Φορούλης Επίκουρος Καθηγητής Θωρακοχειρουργικής Α.Π.Θ.

Η ΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΟΣΤΕΟΠΟΝΤΙΝΗΣ (OPN) ΣΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΠΝΕΥΜΟΝΑ

ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ

ΧΡΟΝΙΑ ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ/ΝΕΦΡΟΠΑΘΕΙΑ ΚΑΙ ΑΠΩΛΕΙΑ ΝΕΦΡΙΚΩΝ ΜΟΣΧΕΥΜΑΤΩΝ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Σ. ΓΟΥΜΕΝΟΣ


Ογκογονίδια και ογκοκατασταλτικά γονίδια

Section A: ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

YΠΟΤΡΟΠΙΑΖΟΥΣΕΣ ΘΡΟΜΒΩΣΕΙΣ ΩΣ ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΟΝΟΣ. Μ.Γκάμπρα 1, Ε.Μεταξά 1. Δ.Παπαδοπούλου 1, Δ.Μιχαηλίδης 1,

Κατευθυντήριες οδηγίες της EAU για τον ουροθηλιακό καρκίνο ανώτερης αποχετευτικής μοίρας ουροποιητικού

ΕΚΤΟΜΗ ΠΝΕΥΜΟΝΙΚΟΥ ΠΑΡΕΓΧΥΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΧΗΜΕΙΟ-ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΙΑ. Χριστόφορος Ν. Φορούλης Επίκουρος Καθηγητής Θωρακοχειρουργικής Α.Π.Θ.

Ψαλλίδας Ιωάννης, Μαγκούτα Σοφία, Παππάς Απόστολος, Μόσχος Χαράλαµπος, Βαζακίδου Μαρία Ελένη, Χαράλαµπος Ρούσσος, Σταθόπουλος Γέωργιος, Καλοµενίδης

Τ 1 G 3. Επαρκής TUR ή re-tur;

ΟΥΡΟΛΟΓΙΚΑ ΟΓΚΟΛΟΓΙΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ

Διαχείριση της βιοχημικής υποτροπής στον καρκίνο του προστάτη

Γκιζάς Β. Χρήστος, Σβάρνα Ευγενία, Μούκα Βασιλική, Αργυροπούλου Ι. Μαρία

Οι σκοποί της Εταιρείας μας είναι επιστημονικοί και κοινωνικοί και αφορούν στην:

ΥΔΡΟΚΗΛΗ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΟΣΧΕΟΥ - ΥΔΡΟΚΗΛΗ - ΚΙΡΣΟΚΗΛΗ - ΣΥΣΤΡΟΦΗ ΣΠΕΡΜΑΤΙΚΟΥ ΤΟΝΟΥ - ΚΥΣΤΗ ΕΠΙΔΙΔΥΜΙΔΑΣ - ΣΠΕΡΜΑΤΟΚΥΣΤΗ - ΚΥΣΤΕΣ ΟΣΧΕΟΥ

Εξωτερική Ακτινοθεραπεία Προστάτη. Εξωτερική Ακτινοθεραπεία Προστάτη

Έλεγχος κυτταρικού κύκλου-απόπτωση Πεφάνη Δάφνη Επίκουρη καθηγήτρια, Ιατρική σχολή ΕΚΠΑ Μιχαλακοπούλου 176, 1 ος όροφος

Η θέση της χημειοθεραπείας σε ασθενείς 3 ης ηλικίας. Θωμάς Μακατσώρης Λέκτορας Παθολογίας-Ογκολογίας Πανεπιστήμιο Πατρών

Καρκίνος της νεφρικής πυέλου ή του ουρητήρα


Δ. Μαγγανάς Νοσοκομείο Ευαγγελισμός

Όρχεις -Χειρισμός παρασκευάσματος -Εισαγωγή στους όγκους. Α.. Κιζιρίδου, Αναπ. Διευθύντρια Παθολογοανατομικού Τμήματος A.Ν.Θ.

Ευτέρπη Κ. ΔΕΜΙΡΗ Αναπλ. Καθηγήτρια Πλαστικής Χειρουργικής Α.Π.Θ. Κλινική Πλαστικής Χειρουργικής Α.Π.Θ. Νοσοκομείο Παπαγεωργίου Θεσσαλονίκης

Προεκλαμψία. Έγκαιρη εκτίμηση κινδύνου στις εβδομάδες

Γαστρεντερο-Παγκρεατικά Νευροενδοκρινή Νεοπλάσματα grade 3 (GEP NEN G3) Νεότερα Παθολογοανατομικά Δεδομένα

14. ΤΡΟΦΟΒΛΑΣΤΙΚΗ ΝΟΣΟΣ ΤΗΣ ΚΥΗΣΗΣ

Best of Uro-oncology Kidney Cancer 2016

Αρχές μοριακής παθολογίας. Α. Αρμακόλας Αν. Καθηγητής Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ

18. ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΟΥ

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ

ΕΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΥΛΑΙΑΣ ΦΛΕΒΑΣ ΚΑΙ ΚΙΡΣΩΝ. Δρ Πάρις Παππάς, f-cirse, EBIR Δ/ΝΤΗΣ ΕΣΥ ΑΚΤΙΝΟΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Π.Γ.Ν.Α. ΛΑΪΚΟ

H ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΜΑΓΝΗΤΙΚΗΣ ΦΑΣΜΑΤΟΣΚΟΠΙΑΣ (SPECTROSCOPY-MRS) ΣΕ ΜΑΓΝΗΤΙΚΟ ΤΟΜΟΓΡΑΦΟ 3Τ ΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ

Μοριακή Διαγνωστική. Σύγχρονες Εφαρμογές Μοριακής Διαγνωστικής. Κλινική Χημεία ΣΤ Εξάμηνο - Παραδόσεις

Ανατομία οπισθοπεριτοναϊκού χώρου

Β. Ράπτης, 1,2 Χ. Λουτράδης, 3 Κ. Μπακογιάννης, 4 Α. Κ. Μπούτου, 5 Μ. Ε. Αλεξάνδρου, 6 Μ. Σχοινά, 3 Α. Σιούλης, 1 Η. Μπαλάσκας, 1 Π. Α.

DEPARTMENT OF IMMUNOLOGY & HISTOCOMPATIBILITY UNIVERSITY OF THESSALY

ΠΝΕΥΜΟΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

Edinburgh dataset; unsupervised hierarchical

TI NEOTEΡΟ ΣΤΟΥΣ ΝΕΥΡΟΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΟΓΚΟΥΣ ΤΟ Ορισμοί-Κατάταξη-Ιστολογία. Δ Ροντογιάννη

Επεμβατική Ογκολογία Ενημέρωση Ασθενών Επεμβατική Ακτινολογία: Η εναλλακτική σου στη χειρουργική

ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΟΥ - ΠΟΤΕ?

NEYΡΟΒΛΑΣΤΩΜΑ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΟΓΑΝΗΣ

ΜΕΛΕΤΗ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΣΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ

ΙΩΑΝΝΗΣ Θ. ΝΑΤΣΙΟΠΟΥΛΟΣ Α ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ «ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ»

ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΛΕΜΦΩΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΗΣΗ. Βιβλιογραφική ενημέρωση, ΓΝΑ Ευαγγελισμός Θ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ

Ανατομία του προστάτη σε ζώνες κατά McNeal

Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος: το πρότυπο των αυτόάνοσων ρευματικών νοσημάτων

Transcript:

212 βημα Kλινικησ Oγκολογιασ Τόμος 6, Τεύχος 4, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2007 ΑΝΑΣΚΟΠΗΣH Νεφροβλάστωμα (όγκος Wilms): Σύγχρονη κλινική προσέγγιση και νεότεροι γενετικοί και μοριακοί δείκτες διερεύνησής του Γ. Τσικόπουλος 1, Α. Νοτόπουλος 2 ΠΕΡΙΛΗΨΗ Το νεφροβλάστωμα (όγκος Wilms) είναι ο τρίτος κατά σειρά συχνότητας συμπαγής όγκος της παιδικής ηλικίας. Είναι κακόηθες νεόπλασμα με προέλευση από το μετανεφρικό βλάστημα και αναπτύσσεται σε όλο το νεφρικό παρέγχυμα. Συνυπάρχει με γενετικές ανωμαλίες όπως: ανιριδία, σύνδρομο WAGR, σύνδρομο Denys-Drash, σύνδρομο Beckwith-Widemann, συγγενείς ανωμαλίες του ουροποιογεννητικού συστήματος και του δέρματος. Σε ποσοστό 15-20% οφείλεται σε μετάλλαξη ή αναστολή της δράσης του ογκοκατασταλτικού γονιδίου WT1, με τη συνεργική δράση μεταλλαγών του γονιδίου της β-κατενίνης ή ενζυμικής διάσπασης του μορίου της, ενώ έχουν περιγραφεί αρκετά γονίδια με αιτιολογική συμμετοχή. Επίσης, διερευνήθηκαν άλλοι παράγοντες των οποίων η δράση ενδεχομένως εμπλέκεται στην παθοφυσιολογία του νεφροβλαστώματος, όπως: bfgf, BclX, mrna της τελομεράσης, C/EBPB, Ε-καδερίνη, VEGF, LPR, PAI-1, MMP-9, TIMP-1, CDK4, EGFR, flt1, TGFα, HSP70, λεπτίνη, erbb2. Στο 80% των περιπτώσεων εμφανίζεται με ασυμπτωματική ψηλαφητή ή/και απεικονιστικά διαπιστούμενη μάζα. Το 65% των ασθενών με νεφροβλάστωμα ανευρίσκεται στα στάδια Ι και ΙΙ, το 15% στο στάδιο ΙΙΙ, 15% στο στάδιο ΙV και 5% στο στάδιο V. Συνήθως, μεταστάσεις παρατηρούνται στους πνεύμονες, το ήπαρ και στον άλλο νεφρό. Η αντιμετώπιση του νεφροβλαστώματος είναι η χειρουργική αφαίρεση του όγκου σε συνδυασμό με τη χημειοθεραπεία και την ακτινοθεραπεία. Το 20% των νεφροβλαστωμάτων χρήζουν προεγχειρητικής θεραπείας. Η πρόγνωση παρουσιάζει θεαματική βελτίωση (85% συνολική 5ετής επιβίωση) ως αποτέλεσμα της έγκαιρης διάγνωσης, της χρήσης σύγχρονων χημειοθεραπευτικών σχημάτων και της καλής συνεργασίας παιδοχειρουργού, παιδοογκολόγου, παθολογοανατόμου και ακτινοθεραπευτή. Βήμα Κλινικής Ογκολογίας 2007, 6 (4):212-224. Εισαγωγή Το νεφροβλάστωμα (όγκος του Wilms) είναι αντικείμενο έρευνας πολλών ιατρικών ειδικοτήτων, όμως ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι έρευνες οι 1 Αναπληρωτής Διευθυντής Παιδοχειρουργικής Κλινικής, Ιπποκράτειο Γενικό Νοσοκομείο Θεσ/νίκης, 2 Επιμελητής Β στο Α Εργαστήριο Πυρηνικής Ιατρικής Α.Π.Θ., Ιπποκράτειο Γενικό Νοσοκομείο Θεσ/νίκης. Υπεύθυνος Αλληλογραφίας: Γεώργιος Τσικόπουλος, Προπυλαίων 8, 57010, Πεύκα, Θεσσαλονίκη, τηλ. 2310674461, e-mail: tsikop@yahoo.gr οποίες εστιάζονται στη μοριακή βιολογία και στην ιστοπαθολογία του όγκου. Μεγάλη ώθηση στην αντιμετώπιση του όγκου του Wilms έδωσε η δημιουργία το 1969 του National Wilms Tumor Study Group (NWTSG), ενός πολυκεντρικού οργανισμού, ο οποίος συγκεντρώνει στοιχεία για τον όγκο και προτείνει πρωτόκολλα θεραπείας. Ιστορικά στοιχεία Οι πρώτες αναφορές για το νεφροβλάστωμα έγι-

Νεφροβλάστωμα (όγκος Wilms): Σύγχρονη κλινική προσέγγιση και νεότεροι γενετικοί και μοριακοί δείκτες διερεύνησής του 213 ναν το 1872 και ακολούθησε η πρώτη περιγραφή του όγκου το 1879 από τον William Osler. Το 1899, ο Max Wilms (1867-1918) ανασκοπεί τη βιβλιογραφία, προσθέτει 7 καινούργιες περιπτώσεις και κάνει τόσο λεπτομερή περιγραφή του όγκου, ώστε από τότε ο όγκος ονομάζεται «όγκος του Wilms» 1. Το 1876, ο Kocher πρώτος αφαιρεί χειρουργικά νεφροβλάστωμα. Η χειρουργική εκτομή ήταν η μόνη θεραπευτική προσέγγιση του όγκου έως το 1915, όταν προστέθηκε η ακτινοθεραπεία από τον Friedlander. Οι Ladd και White, το 1941, βελτίωσαν τη χειρουργική τεχνική και αύξησαν την επιβίωση στο 20%. Η χημειοθεραπεία με ακτινομυκίνη D εφαρμόστηκε το 1954 και με βινκριστίνη το 1963. Το 1956 ο Farber προτείνει το συνδυασμό χειρουργικής επέμβασης, μετεγχειρητικής ακτινοβολίας και χημειοθεραπείας 2. Συχνότητα εμφάνισης Σχετιζόμενες γενετικές ανωμαλίες Το νεφροβλάστωμα είναι ο τρίτος κατά σειρά συχνότητας συμπαγής κακοήθης όγκος της παιδικής ηλικίας μετά τους όγκους του εγκεφάλου και το νευροβλάστωμα. Συνιστά το 6% των νεοπλασιών αυτής της ηλικίας. Προέρχεται από εμβρυϊκά κύτταρα και αναπτύσσεται σε όλο το νεφρικό παρέγχυμα. Είναι ο συχνότερος όγκος των νεφρών σε παιδιά δεδομένου ότι αποτελεί το 93% των νεφρικών όγκων σε παιδιά στην Ευρώπη 3. Ο όγκος είναι σπάνιος κατά τη νεογνική περίοδο και συχνότερος στα βρέφη και τα μικρά παιδιά. Υπολογίζεται ότι σε κάθε 7.000-50.000 γεννήσεις ζώντων παιδιών αντιστοιχεί μία περίπτωση νεφροβλαστώματος. Το νεφροβλάστωμα εμφανίζει οικογενή προδιάθεση στο 2% των περιπτώσεων. Από πλευράς φύλου δεν υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές 4. Ο αριστερός νεφρός προσβάλλεται συχνότερα από τον δεξιό. Σε ποσοστό 6-10% των περιπτώσεων η εντόπιση είναι αμφοτερόπλευρη 5. Η διάγνωση τίθεται συνήθως στην ηλικία των 3 ετών. Σε ποσοστό χαμηλότερο του 3% η πάθηση αφορά ενήλικες. Μπορεί να συνυπάρχει με γενετικές ανωμαλίες, όπως: 1. ανιριδία: οφείλεται σε διαγραφή γειτονικού γονιδίου PAX6 στο χρωμόσωμα 11p13 ). Το 30% των παιδιών με ανιριδία αναπτύσσουν όγκο Wilms, 2. σύνδρομο WAGR: σπάνια γενετική νόσος, η οποία οφείλεται σε de novo διαγραφή του 11p13.3 και η οποία κλινικά χαρακτηρίζεται από όγκο Wilms, ανιριδία, ουρογεννητικές διαταραχές, νοητική υστέρηση 6,7, 3. σύνδρομο Denys-Drash: οφείλεται σε μετάλλαξη του γονιδίου WT1 και χαρακτηρίζεται από προοδευτική νεφροπάθεια απότοκη διάχυτης μεσαγγειακής σκλήρυνσης, ψευδοερμαφροδιτισμό και αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης όγκου Wilms ή γοναδοβλαστώματος 8,9, 4. σύνδρομο Frasier: οφείλεται σε μετάλλαξη του WT1, η οποία οδηγεί σε απώλεια των +KTS ισομορφών του. Οι πάσχοντες έχουν ΧΥ καρυότυπο με θηλυκά εξωτερικά γεννητικά όργανα. Παρουσιάζουν προοδευτική νεφροπάθεια με πρωτεϊνουρία, νεφρωσικό σύνδρομο και εστιακή-τμηματική σπειραματοσκλήρυνση, η οποία εξελίσσεται σε ΧΝΑ στην εφηβεία, καθώς και αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης γοναδοβλαστώματος ή όγκου Wilms 8. Πιθανώς το σύνδρομο Frasier και το σύνδρομο Denys-Drash να συνιστούν εκδηλώσεις ενός φάσματος προβλημάτων που προκαλούνται από μεταλλάξεις του WT1 10, 5. σύνδρομο Beckwith-Widemann: εκδηλώνεται με ομφαλοκήλη, σπλαγχνομεγαλία, μακρογλωσσία, υπογλυκαιμία, ημιυπερτροφία. Προκύπτει από επιγενετικές μεταλλάξεις στο χρωμόσωμα 11p15.5 11, όπου εδράζεται το γονίδιο WT2 και χαρτογραφείται το γονίδιο του παράγοντα IGF-II, ο οποίος πιθανολογείται ως αυτοκρινής αυξητικός παράγοντας για την ανάπτυξη νεφροβλαστώματος. Συνήθως η εμφάνισή του είναι σποραδική, αλλά σε 10-15% των περιπτώσεων η νόσος είναι οικογενής 12, 6. σύνδρομο Perlman: κληρονομείται με αυτοσωματικό υπολειπόμενο χαρακτήρα. Χαρακτηρίζεται από γιγαντισμό, σπλαγχνομεγαλία, ασυνήθιστο προσωπείο, αμφοτερόπλευρα νεφρικά αμαρτώματα με νεφροβλαστωμάτωση και όγκο Wilms 13, 7. σύνδρομο Simpson Golabi Behmel: οφείλεται σε απενεργοποιητική μετάλλαξη φυλοσύνδετου γονιδίου, το οποίο κωδικοποιεί την εξωκυττάρια πρωτεογλυκάνη γλυπικάνη 3 (GPC3). Έχει ευρύ φάσμα εκδηλώσεων, όπως μακροσωμία, δύσμορφο (bulldog) πρόσωπο, ανωμαλίες σπλάγχνων και σκελετού, διαφραγματοκήλη, πολυδακτυλία, συνδακτυλία, υπεράριθμες θηλές, γενικευμένη μυϊκή υποτονία, όγκος Wilms, ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα, και σπανιότερα νοητική υστέρηση, κ.ά. 14. Η GPC3 είναι αρνητικός ρυθμιστής του κυτταρικού πολλαπλασιασμού (διευκολύνει τη σύνδεση του πεπτιδίου Wnt5a με τον ανάλογο υποδοχέα Frizzled, οπότε το Wnt5a προκαλεί φωσφορυλίωση της JNK κινάσης και επαγωγή της απόπτωσης). Σε απενεργοποιητική μετάλλαξη του γονιδίου της GPC3 ή σε υπερμεθυλίωση του μορίου της, αναστέλλεται η αποπτωτική διεργασία και διεγείρεται η Wnt κανονική σηματοδοτική οδός, που με αλληλουχία αλληλεπιδράσεων οδηγεί σε αυξημένη έκφραση της κυκλίνης D1 και του πρωτο-ογκογονιδίου c-myc, συνεισφέροντας στο

214 βημα Kλινικησ Oγκολογιασ Τόμος 6, Τεύχος 4, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2007 νεοπλασματικό μετασχηματισμό 15,16. 8. συγγενείς ανωμαλίες του ουροποιογεννητικού συστήματος και συγγενείς ανωμαλίες του δέρματος. Με βάση τα ανωτέρω δεδομένα είναι κατανοητό ότι νήπια, τα οποία εμφανίζουν ανιριδία, ημιυπερτροφία ή το σύνδρομο Beckwith-Widemann, συνιστάται να υποβάλλονται σε υπερηχογραφικό έλεγχο νεφρών ανά τρίμηνο ως την ηλικία των 7 ετών, ώστε να διαπιστωθεί πρώιμα η τυχόν ανάπτυξη όγκου του Wilms 17. Αιτιολογία Η αιτιολογία της νόσου είναι άγνωστη, αν και η ανάπτυξη του όγκου συνδυάζεται με διάφορες συγγενείς χρωμοσωμικές ανωμαλίες ή άλλες κακοήθεις εξεργασίες (οστεοσάρκωμα, βοτρυοειδές ραβδομυοσάρκωμα, ρετινοβλάστωμα). Πιθανόν να οφείλεται σε απενεργοποιητική μετάλλαξη ή αναστολή της δράσης ογκοκατασταλτικών γονιδίων (WT1, WT2, p53) 18 με τη συνεργική δράση μεταλλάξεων του γονιδίου της β- κατενίνης ή ενζυμικής διάσπασης του μορίου της 19,20. Το ογκοκατασταλτικό γονίδιο WT1 υπό την επίδραση του ενεργοποιημένου παράγοντα STAT 3 (Signal Transducer and Activator of Transcription 3) φαίνεται ότι επάγει τον πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων 21. Στο 83% των όγκων ανευρίσκεται μικρομεταβολή στις θέσεις 11p15.5 ή /και 11p13 (θέσεις των γονιδίων WT2 και WT1 αντίστοιχα), ενώ στο 33% παρατηρούνται μεταβολές (γενετικές και επιγενετικές) σε πολλαπλές θέσεις 22. Πρόσφατα αναφέρθηκε ότι στο 30% των ασθενών με όγκο Wilms παρατηρείται απενεργοποίηση του ογκοκατασταλτικού γονιδίου WTX στο χρωμόσωμα Χ 23. Το γονίδιο WT1 εδράζεται στο βραχύ σκέλος του χρωμοσώματος 11, κωδικοποιεί ένα μεταγραφικό παράγοντα με πλειοτροπική δράση στους νεφρούς και τις γονάδες του αναπτυσσόμενου εμβρύου και επιπρόσθετα συνδέεται με άλλες ουρογεννητικές ανωμαλίες, όπως κρυψορχία, υποσπαδίας, κ.ά. 24. Πρόκειται για μια πρωτεΐνη με ΜΒ 53 kda, η οποία περιέχει 4 δακτυλίους ψευδαργύρου στην καρβοξυτελική περιοχή του μορίου και παρουσιάζει υψηλότερη έκφραση στις σωληναριακές δομές παρά στα στρωματικά στοιχεία. Μελέτες με κρυσταλλογραφία με ακτίνες Χ και με NMR φασματοσκόπηση δείχνουν ότι ο δακτύλιος 1 συνεισφέρει στην προσκόλληση του WT1 στο DNA, ενισχύοντας τη συγγένεια σύνδεσης, ενώ μεταλλάξεις στους δακτυλίους 2 και 3 συνδέονται με το προαναφερθέν σύνδρομο Denys-Drash 25. Η φωσφορυλίωση από την ΡΚΑ επιφέρει τη μετακίνηση του WT1 από τον πυρήνα στο κυτταρόπλασμα και επιδρά στη μεταγραφική του δραστηρότητα 26. Το WT1 επάγει παράγοντες, όπως: p21, epiregulin, amphiregulin, bak (προ-αποπτωτικό μόριο), αυξητικός παράγοντας συνδετικού ιστού, υποδοχείς καλσιτριόλης, PDGF, χυμοκίνη CX3CL1, μεταγραφικούς παράγοντες SLUG, JUNB, κ.ά. 27,28, ενώ καταστέλλει την έκφραση της ΜΜΡ-9, συνδεόμενο με τον υποκινητή του γονιδίου της 29. Σημαντικός είναι ο ρόλος του WT1 στην επαγωγή τόσο της φυσιολογικής όσο και της σχετιζόμενης με νεοπλασίες αγγειογένεσης, καθώς και της κυτταρικής προσκόλλησης, μέσω επαγωγής της α4 ιντεγρίνης. Στον Πίνακα 1 αναγράφονται γονίδια των οποίων η έκφραση ρυθμίζεται από το WT1. Επίσης, υψηλή έκφρασή του WT1 παρατηρείται σε όλες σχεδόν τις ανθρώπινες λευχαιμίες, όπου και συνιστά χρήσιμο δείκτη ύπαρξης υπολειπόμενης νόσου ή αυξημένης πιθανότητας υποτροπής, αρνητικό προγνωστικό παράγοντα (συνεισφέρει στην αντίσταση ενάντια στην θεραπευτικά προκαλούμενη απόπτωση των καρκινικών κυττάρων) και ελκυστικό στόχο ανοσοθεραπευτικών στρατηγικών 30,31. Πρόσφατα δοκιμάζεται η ανοσοθεραπεία με WT1 σε ενήλικες ασθενείς με καρκίνωμα του νεφρού 32. Απενεργοποιητικές μεταλλάξεις του WT1 παρατηρούνται στο 20-25% των ασθενών με όγκο Wilms 33. Ο ποσοτικός προσδιορισμός του γίνεται με RT-PCR. Ανάλογα με τα κύτταρα στα οποία εκφράζεται, το WT1 μπορεί να συμπεριφέρεται είτε ως ογκοκατασταλτικό γονίδιο (π.χ. στους νεφρούς, στους παραθυρεοειδείς αδένες), είτε ως ογκογονίδιο (π.χ. στον εγκέφαλο, τους μαστούς, τα αιμοποιητικά κύτταρα, κ.ά.) ή και να ασκεί αντικρουόμενες δράσεις στον ίδιο ιστό (π.χ. μαστός) ανάλογα με τις εκφραζόμενες ισομορφές του 34,35. Η καταστολή της ανάπτυξης και της καρκινογένεσης διενεργείται μέσω επαγωγής του προαποπτωτικού μορίου bak, αποδόμησης της β-κατενίνης (και συνακόλουθου ανταγωνισμού της Wnt σηματοδοτικής οδού), καθώς και προς τα κάτω ρύθμισης των υποδοχέων της ινσουλίνης και του EGF, μεταβάλλοντας την ισορροπία των σημάτων επιβίωσης προς τα αποπτωτικά σήματα 36,37. Σε άλλους ιστούς συνεισφέρει στην εξέλιξη της νεοπλασματικής Πίνακας 1. Γονίδια που η ρύθμισή τους συνδέεται με το WT1 Προς τα πάνω ρύθμιση Προς τα κάτω ρύθμιση N-myc PCNA CCND2 TOP2A DCC PAK1 PCDH2 E2F3 NDRG2 VEGF c-fos TIMP3 CD9 IGFBP5 ARHB

Νεφροβλάστωμα (όγκος Wilms): Σύγχρονη κλινική προσέγγιση και νεότεροι γενετικοί και μοριακοί δείκτες διερεύνησής του 215 διεργασίας καταστέλλοντας την έκφραση του bak, αναστέλλοντας τη διαφοροποίηση των κυττάρων και την απόπτωσή τους. Αυτή η ποικιλία συμπεριφοράς (Janus-like) στους διάφορους ιστούς οφείλεται πιθανώς: σε τροποποίηση των αλληλεπιδράσεων του WT1 με πρωτεΐνες, σε δράση εναλλακτικών υποκινητών του γονιδίου, σε εναλλακτική διασύνδεση (splicing), σε μετα-μεταφραστικές τροποποιήσεις, σε φωσφορυλίωση από την ΡΚΑ ή την ΡΚC και σε άλλους μηχανισμούς. Η β-κατενίνη είναι πολυπεπτίδιο με ΜΒ 92 kda, μέλος της Wnt σηματοδοτικής οδού, η οποία σχετίζεται με τον φυσιολογικό έλεγχο του κυτταρικού πολλαπλασιασμού. Υφίσταται φωσφορυλίωση υπό τη δράση του HGF (Hepatocyte Growth Factor) και αποσπάται από το σύμπλεγμά της με την Ε-καδερίνη στην κυτταρική μεμβράνη, μεταβαλλόμενη σε μεταγωγέα αυξητικών σημάτων στο κυτταρόπλασμα, που απενεργοποιείται, σχηματίζοντας σύμπλεγμα με το ογκοκατασταλτικό γονίδιο APC και το προαναφερθέν γονίδιο WTX. Η δράση της β-κατενίνης στο κυτταρόπλασμα, σε συνδυασμό με την παράλληλη μείωση της λειτουργίας της Ε-καδερίνης, οδηγούν στην αποδιαφοροποίηση και απόκτηση διηθητικού φαινότυπου των καρκινικών κυττάρων 38. Μεταλλάξεις του γονιδίου (CTNNB1) που κωδικοποιεί την β-κατενίνη παρατηρούνται σε 15% των ασθενών με όγκο Wilms. Η παρουσία τους συσχετίζεται με την παρουσία μεταλλάξεων του WT1 39. Η απώλεια του αποτυπώματος του γονιδίου που κωδικοποιεί τον IGF-II, απαντάται σε περίπου 50% των ασθενών με όγκο του Wilms και έχει ως αποτέλεσμα την υπερενεργοποίηση του φυσιολογικά κατεσταλμένου αλληλίου που κληρονομείται από τη μητέρα 40. Επιπρόσθετα, σε μελέτες με RT-PCR βρέθηκε ότι τα γονίδια TRIM22, CENPF, MYCN, CTGF, RARRES3, EZH2, CKS2, CCNA2, HOXA11, IGFBP-3, POU6F2 φαίνεται να συσχετίζονται με την ανάπτυξη νεφροβλαστώματος 41,42. σχηματισμός νεφρώνων 44,45. Έτσι, παρατηρείται υπερέκφραση γονιδίων (PAX2, EYA1, HBF2, HOXA11), με κύριο ρόλο στην επιβίωση και πολλαπλασιασμό των κυττάρων κατά την πρώιμη μετανεφρική ανάπτυξη, ενώ είναι χαμηλή η έκφραση γονιδίων που αντιστοιχούν σε μεταγενέστερα στάδια 46. Επίσης, στη διαφοροποίηση του μετανεφρικού βλαστήματος σημαντικός είναι ο ρόλος των παραγόντων STAT 47. Παθολογική Ανατομική Ο όγκος έχει μαλακή σύσταση και ομαλή επιφάνεια. Σε διατομή ο όγκος είναι υπόλευκος, με αιμορραγίες και τυχαίες κυστικές περιοχές. Ο διαχωρισμός του όγκου από το παρακείμενο υγιές παρέγχυμα είναι σαφής (Εικόνα 1). Μικροσκοπικά, το νεφροβλάστωμα είναι μικτός όγκος που αποτελείται από 3 ιστολογικούς τύπους 48,49 : 1. αδιαφοροποίητο νεφρογενές βλάστημα, με κυτταροβριθείς περιοχές από μικρά αρχέγονα κύτταρα, σφαιροειδή με πυκνοχρωματικούς πυρήνες, 2. επιθηλιακός ιστός, με σχηματισμό υποτυπωδών νεφρικών σπειραμάτων και σωληναρίων, και, 3. μεσεγχυματικός ιστός από ινώδη και βλεννώδη συνδετικό ιστό, άλλα είδη συνδετικού ιστού και ενδεχομένως λείες και γραμμωτές μυϊκές ίνες. Μπορεί να περιέχει και κύτταρα με ραβδομυοειδή διαφοροποίηση. Κλινική εικόνα Στο παρελθόν, τα περισσότερα παιδιά παρουσιάζονταν με το εύρημα της ασυμπτωματικής μάζας, η Εμβρυολογία Πολλές θεωρίες αναπτύχθηκαν για την προέλευση του νεφροβλαστώματος, οι οποίες περιστρέφονται γύρω από την ανάπτυξη των γραμμωτών μυών. Έτσι, μια παλιά θεωρία υποστήριζε ότι οι όγκοι προέρχονται από υπολείμματα του μεσόνεφρου, ενώ το 1931 ο Nicolson υποστήριξε την άποψη ότι οι όγκοι έχουν αφετηρία το νεφρό 43. Η σύγχρονη άποψη είναι ότι το νεφροβλάστωμα προέρχεται από καθυστερημένη διαφοροποίηση του μετανεφρικού βλαστήματος του διαπλασσόμενου νεφρού, έτσι ώστε εμβρυονικά, νεφρογενή, υπολειμματικά, πολυδύναμα κύτταρα εξακολουθούν να πολλαπλασιάζονται και καθυστερεί ο Εικόνα 1. Παρασκεύασμα όγκου του Wilms.

216 βημα Kλινικησ Oγκολογιασ Τόμος 6, Τεύχος 4, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2007 οποία, συνήθως, διαπιστωνόταν από κάποιο μέλος της οικογένειας (συνήθως κατά το λούσιμο ή το ντύσιμο του παιδιού). Η εφαρμογή των νέων απεικονιστικών μεθόδων, όπως του υπερηχογραφήματος και της αξονικής τομογραφίας, επιτρέπει την ανακάλυψη ακόμη και μη ψηλαφητών μαζών. Πρώιμα συμπτώματα είναι: μικροσκοπική αιματουρία (στο 1/3 των ασθενών), διαταραχές πήξης (20%) και σπάνια επίκτητο σύνδρομο von Willebrand 50, αδιαθεσία, κακουχία, απώλεια όρεξης και βάρους, αναιμία, υπέρταση (λόγω αυξημένων επιπέδων ρενίνης πλάσματος) 51,52. Ας σημειωθεί επιπλέον, ότι από επέκταση του όγκου κατά συνέχεια ιστού μπορεί να αποφραχθεί η νεφρική ή η σπερματική φλέβα με αποτέλεσμα την δημιουργία κιρσοκήλης ή να παρατηρηθεί υπέρταση λόγω πίεσης ή διήθησης της νεφρικής αρτηρίας από τον όγκο. Επίσης, μπορεί να δημιουργηθεί θρόμβος στην κάτω κοίλη φλέβα (συνήθως με διατήρηση αιματικής ροής πέριξ του θρόμβου) και να προκληθεί καρδιακή δυσλειτουργία. Συχνά, μια κρίση οξέος κοιλιακού άλγους συμβαίνει μετά από ρήξη του όγκου, ακόμη και ύστερα από μια μικρή κοιλιακή κάκωση. Επίσης, έχει αναφερθεί ως πρώτη εκδήλωση της νόσου η περινεφρική και υποκάψια αιμορραγία, που τεκμηριώνεται με τη διενέργεια νεφρικής αρτηριογραφίας 53. Φυσική εξέταση Διάγνωση Η φυσική εξέταση περιλαμβάνει την προσεκτική ψηλάφηση της κοιλίας και τη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης σε όλα τα άκρα. Ο όγκος μπορεί να παράγει ρενίνη ή να προκαλεί πίεση των αγγείων, γεγονός το οποίο οδηγεί σε υπέρταση. Αν σε κάποιο παιδί διαπιστωθεί ανιριδία, ανωμαλίες του ουροποιητικού ή ημιυπερτροφία, θα πρέπει να γίνονται εξετάσεις για τον αποκλεισμό πιθανής συνύπαρξης νεφροβλαστώματος. Το ιστορικό των γονέων πρέπει πάντα να λαμβάνεται λεπτομερώς, αν και ο ακριβής ρόλος της κληρονομικότητας δεν είναι ακόμα σαφής. Ο έλεγχος για τη διάγνωση και σταδιοποίηση του νεφροβλαστώματος περιλαμβάνει απλή ακτινογραφία κοιλίας και θώρακα, αξονική τομογραφία πνευμόνων, ενδοφλέβια πυελογραφία, υπερηχογράφημα κοιλίας, αξονική και μαγνητική τομογραφία κοιλίας, με λογισμικό τρισδιάστατης απεικόνισης για καλύτερες προεγχειρητικές πληροφορίες 54, σπινθηρογράφημα οστών και, σε πολύ ειδικές περιπτώσεις, αρτηριογραφία και αγγειογραφία της κάτω κοίλης φλέβας. Σε αδιευκρίνιστου τύπου ογκόμορφες βλάβες αντίστοιχα προς τη νεφρική χώρα, πέραν του μορφολογικού απεικονιστικού ελέγχου, συνιστάται ραδιοϊσοτοπική μελέτη νεφρικής λειτουργίας (νεφρόγραμμα με 99m Tc-MAG 3 ) 55. Ο λοιπός εργαστηριακός έλεγχος θα πρέπει να περιλαμβάνει: Γενική αίματος (η αναιμία είναι χαρακτηριστική στο νεφροβλάστωμα), γενική ούρων (μικροσκοπική ή μακροσκοπική αιματουρία είναι δυνατό να παρατηρηθεί λόγω νέκρωσης του όγκου στο 25-35% των περιπτώσεων του νεφροβλαστώματος), εξετάσεις για τη λειτουργία του ήπατος και των νεφρών (τρανσαμινάσες, ουρία, κρεατινίνη κ.λπ.), κατεχολαμίνες και VMA ούρων. Δείκτες με χρησιμότητα στη διάγνωση, παρακολούθηση και πρόγνωση του νεφροβλαστώματος Η μεταβολή λειτουργικότητας του γονιδίου WT1 δεν εξηγεί επαρκώς την ανάπτυξη όγκου Wilms, καθώς μεταλλαγμένοι τύποι του ανευρίσκονται στο 20-25% των περιπτώσεων. Έτσι, η έρευνα στράφηκε προς άλλες ουσίες που η δράση τους εμπλέκεται στην παθοφυσιολογία του νεφροβλαστώματος και ο προσδιορισμός τους πιθανώς συμβάλλει στην παρακολούθηση και πρόγνωση της νόσου, τη διαστρωμάτωση του κινδύνου υποτροπής και την επιλογή ανάλογης βαρύτητας (ή ακόμα και εξατομικευμένου) θεραπευτικού σχήματος 56, τείνοντας, κατά κάποιο τρόπο, προς μια «μοριακή σταδιοποίηση» της νόσου 57. Στη βιβλιογραφία αναφέρεται η αύξηση στα ούρα των ασθενών με όγκο του Wilms του bfgf (basic Fibroblast Growth Factor), πεπτιδίου με ΜΒ 16kDa, το οποίο αποτελείται από 146 αμινοξέα 58. Επίμονη αύξηση του bfgf μετά την εκτομή του όγκου μπορεί να δείχνει παραμονή ή υποτροπή της νόσου. Ο βαθμός της αύξησης έχει, επίσης, προγνωστική σημασία. Χαμηλά επίπεδα bclx συσχετίζονται με προχωρημένο στάδιο της νόσου, παρουσία αναπλασίας και φτωχότερη πρόγνωση 59. Τέτοια συσχέτιση δεν παρατηρήθηκε με άλλους προ-αποπτωτικούς παράγοντες, όπως κασπάση-8, SMAC, Bid, Fas 60. Φαίνεται ότι οι μεταλλάξεις του WT1 επηρεάζουν τη σχετιζόμενη με τον παράγοντα bcl-2 οδό απόπτωσης. Ο προσδιορισμός δεικτών με προγνωστική αξία συνιστά πρωταρχικό στόχο της NWTS-5, ώστε να καθοριστούν οι υπο-ομάδες με υψηλότερο κίνδυνο υποτροπής, οι οποίες θα ωφεληθούν από την εφαρμογή πλέον εντατικής αγωγής. Σε μελέτη 291 ασθενών, τα αυξημένα επίπεδα των mrna της τελομεράσης (TERT και TERC/hTR mrna), προσδιοριζόμενα με RT-PCR, αποδείχτηκε ανεξάρτητος δείκτης αυξημένου κινδύνου υποτροπής σε ασθενείς με όγκους Wilms ευνοϊκής ιστολογικής εικόνας 61. Η ενεργοποίηση της τελομεράσης σχετίζεται με την πρόσκτηση απεριόριστου δυναμικού πολλαπλασιασμού των καρκινικών κυττάρων. Με την ίδια μέθοδο (RT-PCR) ανευρισκόμενα υψηλά επίπεδα του γονιδίου C/EBPB επιτρέπουν

Νεφροβλάστωμα (όγκος Wilms): Σύγχρονη κλινική προσέγγιση και νεότεροι γενετικοί και μοριακοί δείκτες διερεύνησής του 217 την πρόγνωση μεταστάσεων με ακρίβεια 92% 62. Δηλωτική της παρουσίας μεταστάσεων και πτωχής πρόγνωσης είναι ακόμα η ανίχνευση χαμηλών επιπέδων της Ε-καδερίνης 63 και υψηλών επιπέδων VEGF (Vascular Endothelial Growth Factor) 64,65. Μάλιστα, πειραματικές θεραπείες με αναστολείς VEGF είχαν ως αποτέλεσμα μείωση της ανάπτυξης και αγγείωσης του όγκου, καθώς και ελάττωση της συχνότητας και του μεγέθους του όγκου 66. Χαμηλά επίπεδα LPR (LDL receptor-related peptide) και συνακόλουθα αυξημένα επίπεδα των πρωτεϊνών του εξωκυττάριου στρώματος PAI-1, MMP-9 και TIMP-1 παρατηρούνται σε στάδιο IV ή αναπλαστικό όγκο Wilms και σχετίζονται με την αυξημένη διηθητική ικανότητά τους 67. Θετικός συσχετισμός διαπιστώθηκε μεταξύ της εμφάνισης υποτροπής της νόσου και της υπερέκφρασης της CDK4 (Cyclin D-dependent Kinase 4) 68 και των παραγόντων TGFα, EGFR, IGFR-1, CRABP2, τοποϊσομεράση ΙΙ, FASN, flt1, CACNA1E, HSP70 69-72, αν και για την HSP70 (Heat Shock Protein 70) αναφέρονται και αντικρουόμενες παρατηρήσεις, ότι δηλαδή η έκφρασή της είναι γενικώς χαμηλή σε πάσχοντα παιδιά και αυξάνεται συγκριτικά σε εκείνα με καλύτερη επιβίωση 73. Ο μεταγραφικός ρυθμιστικός παράγοντας CITED1 (CBP/p300-interacting transactivators with glutamic acid [E]/aspartic acid [D]-rich C-terminal domain), που κατά τη διαφοροποίηση των νεφρογενών προδρομικών κυττάρων υφίσταται προς τα κάτω ρύθμιση, παρουσιάζει υψηλή έκφραση (προσδιοριζόμενη ανοσοϊστοχημικά) σε μεταστατικούς όγκους Wilms, στους οποίους ανευρίσκεται κυρίως στον πυρήνα, ενώ σε φυσιολογικά αναπτυσσόμενους νεφρούς έχει κυτταροπλασματική εντόπιση 74. Ο παράγοντας CITED1 είτε ασκεί απευθείας ογκοτρόπο δράση στα κύτταρα του μετανεφρικού βλαστήματος, είτε αναστέλλει τη Wnt σηματοδότηση, η οποία προάγει τη διαφοροποίηση του μετανεφρικού μεσεγχύματος. Τα επίπεδα λεπτίνης ορού, προσδιοριζόμενα με RIA μέθοδο, συσχετίζονται ισχυρά με την οστική πυκνότητα, και χρησιμεύουν για την παρακολούθηση του οστικού μεταβολισμού σε παιδιά με όγκο Wilms, λόγω του κινδύνου οστεοπενίας από την εφαρμογή χημειοθεραπείας και ακτινοθεραπείας. Τέλος, η συχνή ανεύρεση αυξημένης έκφρασης του υποδοχέα του αυξητικού παράγοντα erbb2, πέρα από την προφανή διαφοροδιαγνωστική και προγνωστική σημασία, έδωσε έναυσμα για επιτυχημένη εφαρμογή θεραπείας με anti-erbb2 μονοκλωνικό αντίσωμα (Herceptin) σε πειραματόζωα 75,76. Έτσι, μειώνονται οι πρώιμες και όψιμες επιπλοκές του συνδυασμού χημειοθεραπείας και ακτινοβόλησης (ουδετεροπενική σήψη, υστέρηση ανάπτυξης, δευτερογενείς κακοήθειες, κ.ά.). Παρομοίως, μελετάται η δυνατότητα χορήγησης αναστολέων της κυκλο-οξυγενάσης -2, καθώς συχνά διαπιστώνεται αυξημένη έκφραση αυτού του ενζύμου σε όγκους Wilms 77. Στον Πίνακα 2 συνοψίζονται οι παράγοντες με κάποια προγνωστική αξία στη διερεύνηση ασθενών με όγκο Wilms. Διαφορική διάγνωση Η διαφορική διάγνωση του νεφροβλαστώματος θα πρέπει να γίνει από τις εξής παθήσεις: 1. Νευροβλάστωμα: έχει παρόμοια οπισθοπεριτοναϊκή εντόπιση, αλλά ανώμαλη επιφάνεια. Το VMA είναι αυξημένο στα ούρα. Στην απλή ακτινογραφία μπορούν να υπάρχουν αποτιτανώσεις και στην αρτηριογραφία, στο υπερηχογράφημα και στην αξονική τομογραφία φαίνεται ότι ο όγκος δεν έχει σχέση με τον νεφρό, 2. Θρόμβωση της νεφρικής φλέβας: παρουσιάζεται σε νεογνά και βρέφη που προσβάλλονται από σηψαιμία και εμφανίζεται με χωροκατακτητική εξεργασία στη νεφρική χώρα, αιματουρία, σιγή νεφρού και θρομβοπενία. Επίσης, η διαφορική διάγνωση περιλαμβάνει και άλλες παθήσεις, π.χ. οι πολυκυστικοί νεφροί, σπάνιες νεφρικές νεοπλασίες της παιδικής ηλικίας (σάρκωμα εκ διαυγών κυττάρων, μεσοβλαστικό νέφρωμα, μετανεφρικό αδένωμα, κυστικό νέφρωμα), υδρονέφρωση, πυόνεφρος, αναπλαστικό σάρκωμα νεφρών, το οπισθοπεριτοναϊκό λεμφαγγείωμα και οι ενδοπεριτοναϊκές εξεργασίες. Πίνακας 2. Παράγοντες με χρησιμότητα ως αρνητικοί προγνωστικοί δείκτες σε νεφροβλάστωμα. Αυξημένα επίπεδα Χαμηλά επίπεδα bfgf bclx TERT και TERC/hTR Ε-καδερίνη C/EBPB LPR VEGF PAI-1, MMP-9, TIMP-1 CDK4, TGFα, EGFR, FASN, flt1 HSP70 (αμφιλεγόμενη διακύμανση) erbb2 κυκλο-οξυγενάση Σταδιοποίηση Κατά την εμφάνιση της νόσου, τo 65% των ασθενών με νεφροβλάστωμα ανήκει στα στάδια Ι και ΙΙ. Στο στάδιο ΙΙΙ ανήκει το 15%, στο στάδιο ΙV τo 15% και στο V το 5% περίπου (Πίνακας 3). Η σταδιοποίηση σύμφωνα με το NWTSG αναγράφεται στον Πίνακα 4, ενώ στον

218 βημα Kλινικησ Oγκολογιασ Τόμος 6, Τεύχος 4, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2007 Πίνακας 3. Ποσοστό κατανομής ασθενών με όγκο Wilms ανάλογα με το στάδιο της νόσου κατά τη διάγνωση. Στάδιο Νόσου Συχνότητα % Ι-ΙΙ 65 ΙΙΙ 15 IV 15 V 5 το ήπαρ κατά συνέχεια ιστών. Τοπικές μεταστάσεις μπορούν να συμβούν κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης, εφόσον γίνει ρήξη της κάψας του όγκου (διασπορά). Οι μεταστάσεις γίνονται μέσω της νεφρικής φλέβας, γι αυτό κατά την επέμβαση πρέπει να απολινώνουμε πρώτα τη νεφρική φλέβα και κατόπιν να προχωρούμε στην αφαίρεση του όγκου. Πίνακα 5 περιγράφεται η ΤΝΜ ταξινόμηση των όγκων Wilms. Περίπου 20% των ασθενών έχουν μεταστάσεις κατά τη διάγνωση. Πρώτα διηθούνται οι πέριξ ιστοί και οι επιχώριοι λεμφαδένες και ακολουθούν οι μεταστάσεις στα όργανα άλλων ανατομικών περιοχών. Πρώτοι σε συχνότητα έρχονται οι πνεύμονες και ακολουθούν το ήπαρ και ο έτερος νεφρός. Ασθενείς με ηπατικές μεταστάσεις έχουν χειρότερη πρόγνωση και χρήζουν εντατικότερης χημειοθεραπείας. Το νεφροβλάστωμα σπανιότερα εντοπίζεται δεξιά. Μπορεί να προσβληθεί Θεραπευτική αντιμετώπιση Η αντιμετώπιση του νεφροβλαστώματος είναι η χειρουργική αφαίρεση του όγκου σε συνδυασμό με τη χημειοθεραπεία και την ακτινοθεραπεία (στα στάδια Ι και ΙΙ η ακτινοβόληση της κοιλίας μπορεί να παραλειφθεί με ασφάλεια, εφόσον η εγχείρηση ακολουθείται από χημειοθεραπευτική αγωγή με συνδυασμό vincristine και actinomycin D) 78. Το 20% των νεφροβλαστωμάτων χρήζουν προεγχειρητικής θεραπείας (συνδυασμός vincristine, actinomycin D, Πίνακας 4. NWTSG σύστημα σταδιοποίησης όγκων Wilms. Στάδιο Ι ΙΙ ΙΙΙ IV V Περιγραφή Ο όγκος περιορίζεται στο νεφρό, γίνεται ριζική εξαίρεση χωρίς ρήξη ή βιοψία, ενώ η επιφάνεια της νεφρικής κάψας είναι άθικτη - Ο όγκος εκτείνεται πέρα από τη νεφρική κάψα, αλλά αφαιρείται πλήρως, χωρίς μικροσκοπική συμμετοχή στα όρια της εξαίρεσης. - Εξωνεφρικά αγγεία με νεοπλασματική διήθηση - Διενέργεια βιοψίας πριν την εγχείρηση - Περιοριζόμενη στην κοίτη του όγκου νεοπλασματική διασπορά κατά την εγχείρηση - Υπολειμματικός όγκος που περιορίζεται στην κοιλιά και προέρχεται από μη αιματογενή εξάπλωση - Νεοπλασματική διήθηση κοιλιακών λεμφαδένων - Διάχυτη περιτοναϊκή συμμετοχή απότοκη ρήξης του όγκου πέρα από τα όρια της κοίτης του - Περιτοναϊκές εμφυτεύσεις - Μικρο-/Μακροσκοπικά διηθημένα όρια εξαίρεσης Αιματογενείς μεταστάσεις σε οποιαδήποτε θέση Αμφοτερόπλευρη νεφρική προσβολή Πίνακας 5. ΤΝΜ ταξινόμηση των όγκων Wilms Τ Περιγραφή Τ0 Απουσία πρωτοπαθούς νεφρικού όγκου (ψηλαφητικά και ακτινολογικά) Τ1 Ετερόπλευρος όγκος (επιφάνεια του φέροντος τον όγκο νεφρού στην ενδοφλέβια πυελογραφία < 80 cm2) Τ2 Ετερόπλευρος όγκος (επιφάνεια του φέροντος τον όγκο νεφρού στην ενδοφλέβια πυελογραφία > 80 cm2) Τ3 - Ρήξη όγκου πριν από τη θεραπεία - Διήθηση γειτονικών οργάνων (κλινικά ή ακτινολογικά αποδεικνυόμενη) Τ4 Αμφοτερόπλευρος όγκος (πριν από τη θεραπεία) Τ5 Ανεπαρκή στοιχεία για τον πρωτοπαθή όγκο Ν0 Χωρίς διήθηση επιχώριων λεμφαδένων Ν1 Διήθηση επιχώριων λεμφαδένων Ν2 Ανεπαρκή στοιχεία για λεμφαδενικές μεταστάσεις Μ0 Χωρίς αιματογενείς μεταστάσεις Μ1 Αιματογενείς μεταστάσεις Μ2 Ανεπαρκή στοιχεία για αιματογενείς μεταστάσεις

Νεφροβλάστωμα (όγκος Wilms): Σύγχρονη κλινική προσέγγιση και νεότεροι γενετικοί και μοριακοί δείκτες διερεύνησής του 219 με ή χωρίς doxorubicin), είτε λόγω των τοπικών συνθηκών που καθιστούν τον όγκο ανεγχείρητο είτε λόγω των πολλαπλών μεταστάσεων 79. Αυτή διενεργείται βάσει πρωτοκόλλου και αφού προηγηθεί διαδερμική βιοψία για την επιβεβαίωση του όγκου. Ο ασθενής παρακολουθείται στενά με υπερηχογράφημα και εάν μετά τις πρώτες χημειοθεραπευτικές συνεδρίες δεν παρατηρηθεί βελτίωση, η θεραπεία διακόπτεται. Αν πρόκειται για τυπικό νεφροβλάστωμα, πρέπει να αναμένεται ελάττωση του όγκου και η ριζική εξαίρεση καθίσταται εφικτή στο 90% των περιπτώσεων. Αρκετοί θεράποντες ιδιαίτερα στην Ευρώπη, όπου εφαρμόζονται κυρίως τα πρωτόκολλα της SIOP (International Society of Pediatric Oncology) - προτείνουν την προεγχειρητική χημειοθεραπεία (για 4-8 εβδομάδες), ώστε να ευκολύνεται η χειρουργική αντιμετώπιση (μείωση του μεγέθους του όγκου και της πιθανότητας ρήξης του, δημιουργία ψευδοκάψας) και να μειώνονται οι υποτροπές της νόσου 80. Γενικά πάντως, σε ασθενείς μικρότερους των 2 ετών συνιστάται πάντα η χειρουργική αντιμετώπιση του νεφροβλαστώματος, αν ο όγκος είναι εξαιρέσιμος (Εικόνα 2). Η χημειοθεραπεία αρχίζει μεταξύ της 1ης και της 4ης μετεγχειρητικής ημέρας. Στις σύγχρονες μελέτες υπάρχει κοινή τάση περιορισμού της διάρκειας, της δόσης και του αριθμού των χημειοθεραπευτικών φαρμάκων με μείωση της νοσηρότητας και διατήρηση πολύ καλών ποσοστών ίασης σε σχετικά χαμηλού κινδύνου ασθενείς 81,82. Η εγχειρητική προσπέλαση είναι διαπεριτοναϊκή με εγκάρσια δεξιά ή αριστερή υπερομφάλια τομή. Με την προσπέλαση αυτή η νεφρική φλέβα προσφέρεται για απολίνωση, που γίνεται πριν την αφαίρεση του όγκου, ο όγκος εξωτερικεύεται καλύτερα, ενώ ο άλλος νεφρός αλλά και τα κοιλιακά σπλάχνα ελέγχονται σχολαστικά 83,84. Ο ουρητήρας απολινώνεται όσο γίνεται πιο κοντά στην ουροδόχο κύστη μαζί με τα σπερματικά αγγεία. Αφαιρούνται και οι διηθημένοι λεμφαδένες. Σε μονήρεις διηθήσεις σε λοβό του ήπατος γίνεται εκτομή. Αν υπάρχουν έμβολα στη νεφρική φλέβα, γίνεται φλεβοτομή και αφαίρεση των καρκινικών εμβόλων. Πρόβλημα αποτελούν οι ασθενείς με αμφοτερόπλευρο Wilms (στάδιο V), στο 5% των περιπτώσεων. Στις περιπτώσεις αυτές εκτελείται νεφρεκτομή από την πλευρά που ο όγκος καταλαμβάνει τη μεγαλύτερη έκταση και ημινεφρεκτομή από την άλλη πλευρά ή διενεργείται ημινεφρεκτομή ή βιοψία και από τις δύο πλευρές 85. Στους ασθενείς που και οι 2 νεφροί έχουν όγκο σε μεγάλη έκταση μπορεί να προηγηθεί της επέμβασης συνδυασμένη χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία. Σκοπός της προσέγγισης σε αυτούς τους ασθενείς είναι η διατήρηση κατά το δυνατόν περισσότερου λειτουργικού νεφρικού παρεγχύματος, ώστε να αποφευχθεί η εμφάνιση ΧΝΑ 86. Αυτή η προσέγγιση σε συνδυασμό με ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία, διασφαλίζει ικανοποιητική επιβίωση και σε αυτούς τους ασθενείς 87. Σε υποτροπιάζουσες περιπτώσεις (περίπου 15% των ασθενών με όγκο Wilms), εφαρμόζονται χημειοθεραπευτικά σχήματα 2 ης γραμμής (συνδυασμοί etoposide, ifosfamide, carboplatin ή vincristine, doxorubicin, cycloposphamide), ενώ έχει προταθεί και η βραχυθεραπεία και θεραπευτικό ablation με διαδερμικές ραδιοσυχνότητες υπό CT καθοδήγηση 88. Επίσης με επιτυχία έχει εφαρμοστεί και ο συνδυασμός εντατικής χημειοθεραπείας με αυτόλογη μεταμόσχευση αιμοποιητικών προγονικών κυττάρων, για την αποφυγή των βλαπτικών επιδράσεων που ασκούν οι υψηλές δόσεις χημειοθεραπευτικών φαρμάκων στον μυελό των οστών 89. Με την εφαρμογή των παραπάνω θεραπευτικών προσεγγίσεων σε υποτροπιάζουσα νόσο επιτυγχάνεται ελεύθερη νόσου 5ετής επιβίωση σε πάνω από το 50% των ασθενών και συνολική 4ετής επιβίωση σε 82% των ασθενών 90. Σε πρώιμη ερευνητική κλινική εφαρμογή είναι θεραπείες στόχου με χορήγηση ανταγωνιστών (π.χ. SB225002) του υψηλά εκφραζόμενου σε όγκους Wilms υποδοχέα CXCR2, των χυμοκινών CXCL2 και CXCL7, οι οποίες επάγουν την επιβίωση των καρκινικών κυττάρων και την αγγειογένεση 91. Πρόγνωση Εικόνα 2. Εγχειρητικό παρασκεύασμα όγκου Wilms. Η πρόγνωση εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, με κυριότερους το στάδιο της νόσου, όπως εκτιμάται μετά τη χειρουργική επέμβαση, και τα ιστοπαθολογικά χαρακτηριστικά του όγκου. Από τους παράγοντες που θεωρούνται ευοίωνοι είναι: η ηλικία κάτω των 3 ετών (ποσοστό ίασης 87%) 3 και η εκτεταμένη διαφοροποίηση του όγκου σε νεφρικά σωμάτια και ουροφόρα σωληνάρια. Δυσοίωνοι προγνωστικοί

220 βημα Kλινικησ Oγκολογιασ Τόμος 6, Τεύχος 4, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2007 παράγοντες θεωρούνται: ο πολυμορφισμός των πυρήνων και οι ανώμαλες μιτώσεις, η διήθηση της κάψας και της νεφρικής φλέβας, η απώλεια ετεροζυγωτίας στα χρωμοσώματα 1p και 16q, η αύξηση του μεγέθους του όγκου κατά τη διάρκεια της προεγχειρητικής χημειοθεραπείας 92 και η παρουσία απομακρυσμένων μεταστάσεων. Σε σύγκριση με το παρελθόν, η πρόγνωση σήμερα παρουσιάζει θεαματική βελτίωση, με τη συνολική μακροπρόθεσμη επιβίωση να υπερβαίνει το 85% (Πίνακας 6) 93,94. Το γεγονός αυτό είναι αποτέλεσμα της έγκαιρης διάγνωσης και της χρήσης σύγχρονων χημειοθεραπευτικών σχημάτων. Σε ενήλικες με όγκο Wilms, η συνολική 5ετής επιβίωση φτάνει το 83% και η ελεύθερη νόσου 5ετής επιβίωση το 57%. Πίνακας 6. Ποσοστά ίασης μετά από θεραπεία για όγκο Wilms Στάδιο Ποσοστό ίασης % Ι 85-95 ΙΙ 70-85 ΙΙΙ 56-75 IV 40-55 Η απώτερη (ακόμα και στην εφηβεία) εμφάνιση τελικού σταδίου ΧΝΑ παρουσιάζει σχετικώς αυξημένη συχνότητα σε ασθενείς με όγκο Wilms. Στον Πίνακα 7 αναγράφονται τα ποσοστά εκδήλωσης αυτής της επιπλοκής σε 5910 ασθενείς που μελετήθηκαν από το NWTSG 95. Άλλη σχετικώς συχνή όψιμη επιπλοκή της νόσου είναι η υπέρταση 96. Γυναίκες με ιαθέντα όγκο Wilms παιδικής ηλικίας, εφόσον υποβλήθηκαν σε ακτινοθεραπεία, παρουσιάζουν αυξημένη πιθανότητα (17,5%) πρόωρου τοκετού σε περίπτωση εγκυμοσύνης 97. Σε μελέτη 1362 παιδιών με διάφορα νεοπλάσματα και 5ετή επιβίωση, η μικρότερη συχνότητα εμφάνισης παρενεργειών από τις θεραπευτικές παρεμβάσεις παρατηρήθηκε σε ασθενείς με όγκο Wilms (12%) 98. Η καλή πρόγνωση του όγκου του Wilms μπορεί να αποδοθεί στην καλή συνεργασία ομάδας ιατρών με τη συμμετοχή παιδοχειρουργού, παιδοογκολόγου, παθολογοανατόμου και ακτινοθεραπευτή, ενώ είναι ιδιαίτερα χρήσιμη η δημιουργία προγνωστικών μοντέλων, τα οποία να επιτρέπουν την κατά το δυνατό εξατομικευμένη προσέγγιση των ασθενών, καθώς και η εξειδικευμένη μακροπρόθεσμη παρακολούθηση των ασθενών με στόχο τη μειωμένη νοσηρότητα και βέλτιστη ποιότητα ζωής. Πίνακας 7. Ποσοστά εμφάνισης τελικού σταδίου ΧΝΑ σε διάφορες περιπτώσεις όγκου Wilms95 Όγκος Wilms και υποπεριπτώσεις Ετερόπλευρη εντόπιση Αμφοτερόπλευρη εντόπιση n ΧΝΑ (%) n ΧΝΑ (%) WAGR 37 36 10 90 Denys-Drash 17 74 6 50 Ουρογεννητικές ανωμαλίες 125 7 25 25 Μεμονωμένος όγκος Wilms 5347 0,6 409 12 ΧΝΑ: Χρονία νεφρική ανεπάρκεια ABSTRACT G. TSIKOPOULOS, A. NOTOPOULOS. Nephroblastoma or Wilms tumor; a modern clinical procedure and a review of the new genetic and molecular markers. Wilms tumor is the third more frequent solid malignancy of childhood. It is the most common malignant kidney tumor and is considered to derive from metanephric blastemal cells. It is associated with genetic syndromes like WAGR, Denys-Drash, Beckwith-Widemann, Simpson-Golabi-Behmel and genitourinary abnormalities such as cryptorchidism and hypospadias. In 20-25% of the cases it is due to a mutation of the tumor-suppressing gene WT1. Other molecules that are involved in the pathophysiologic processes leading to the development of Wilms tumor have recently been identified and their measurement by (radio)immunoassays contributes to the prognosis and optimal follow up of the patients. Such molecules are: bfgf, BclX, telomerase mrna, C/EBPB, Ε-cadherin, VEGF, LPR, PAI-1, MMP-9, TIMP-1, CDK4, EGFR, flt1, TGFα, HSP70, leptin, erbb2, etc, and their role in the contemporary approach of Wilms tumor patients is discussed. In combination with well established factors (stage of the disease, histologic appearance), their quantitative determination helps to achieve a rational selection of patients at diagnosis for risk-adapted therapy which is essential for maintain-

Νεφροβλάστωμα (όγκος Wilms): Σύγχρονη κλινική προσέγγιση και νεότεροι γενετικοί και μοριακοί δείκτες διερεύνησής του 221 ing or improving cure rates while reducing the burden of treatment. 80% of cases present with a palpable or radiologically detected abdominal mass. Early symptoms include hematuria, coagulation disorders, weight loss and anemia. A thorough physical examination and an extensive radiological and laboratory investigation follow for the correct staging of the tumor. Treatment is generally very successful and together with the close co-operation of the involved specialties has led to an overall 5-year survival of 85%. Forum of Clinical Oncology 6 (4):212-224, 2007. Βιβλιογραφια 1. King SC. Wilm s tumor. N C Med J 1991; 52: 74-80 2. Farber S, Toch R, Scars EM. Advances in chemotherapy of cancer in man. Adv Cancer Res 1956; 4: 1-9 3. Pastore G, Znaor A, Spreafico F, et al. Malignant renal tumours incidence and survival in European children (1978-1997): report from the Automated Childhood Cancer Information System project. Eur J Cancer 2006; 42: 2103-14 4. Jepsen P, Olsen ML, Mellemkjaer L, et al. A registry-based study of gender, fetal growth, and risk of Wilms tumor. Pediatr Hematol Oncol 2004; 21: 435-9 5. Millar AJ, Davidson A, Rode H, et al. Bilateral Wilms tumors: a single-center experience with 19 cases. J Pediatr Surg 2005; 40: 1289-94 6. Fischbach BV, Trout KL, Lewis J, et al. WAGR syndrome: a clinical review of 54 cases. Pediatrics 2005; 116: 984-8 7. Termine C, Parigi G, Rossi M, et al. WAGR syndrome: is the R always justified? Clin Dysmorphol 2007; 16: 69-70 8. Niaudet P, Gubler MC. WT1 and glomerular diseases. Pediatr Nephrol 2006; 21: 1653-60 9. Schumacher VA, Jeruschke S, Eitner F, et al. Impaired Glomerular Maturation and Lack of VEGF165b in Denys-Drash Syndrome. J Am Soc Nephrol 2007; 18: 719-29 10. Kanemoto K, Ishikura K, Ariyasu D, et al. WT1 intron 9 splice acceptor site mutation in a 46,XY male with focal segmental glomerulosclerosis. Pediatr Nephrol 2007; 22: 454-8 11. Sparago A, Russo S, Cerrato F, et al. Mechanisms causing imprinting defects in familial Beckwith- Wiedemann syndrome with Wilms tumour. Hum Mol Genet 2007; 16: 254-64 12. Enklaar T, Zabel BU, Prawitt D. Beckwith-Wiedemann syndrome: multiple molecular mechanisms. Expert Rev Mol Med 2006; 8: 1-19. 13. Pirgon O, Atabek ME, Akin F, et al. A case of Perlman syndrome presenting with hemorrhagic hemangioma. J Pediatr Hematol Oncol 2006; 28: 531-3 14. Young EL, Wishnow R, Nigro MA. Expanding the clinical picture of Simpson-Golabi-Behmel syndrome. Pediatr Neurol 2006; 34: 139-42 15. Song HH, Shi W, Xiang Y-Y, et al. The loss of glypican-3 induces alterations in Wnt signaling. J Biol Chem 2005; 280: 2116-25 16. Lin X. Function of heparan sulfate proteoglycans in cell signaling during development. Development 2004; 131: 6009-21 17. Scott RH, Walker L, Olsen OE, et al. Surveillance for Wilms tumour in at-risk children: pragmatic recommendations for best practice. Arch Dis Child 2006; 91: 995-9 18. Yuan E, Li CM, Yamashiro DJ, et al. Genomic profiling maps loss of heterozygosity and defines the timing and stage dependence of epigenetic and genetic events in Wilms tumors. Mol Cancer Res 2005; 3: 493-502 19. Nakamoto K, Kuratsu J, Ozawa M. Beta-catenin cleavage in non-apoptotic cells with reduced cell adhesion activity. Int J Mol Med 2005; 15: 973-9 20. Ojesina AI. The role of beta-catenin in regulating angiogenesis in Wilms tumor. J Pediatr Surg 2004; 39: 1446-7 21. Rong Y, Cheng L, Ning H, et al. Wilms tumor 1 and signal transducers and activators of transcription 3 synergistically promote cell proliferation: a possible mechanism in sporadic Wilms tumor. Cancer Res 2006; 66: 8049-57 22. Satoh Y, Nakadate H, Nakagawachi T, et al. Genetic and epigenetic alterations on the short arm of chromosome 11 are involved in a majority of sporadic Wilms tumours. Br J Cancer 2006; 95: 541-7 23. Rivera M, Kim W, Wells J, et al. An X chromosome gene, WTX, is commonly inactivated in Wilms tumor. Science 2007; 315(5812): 642-5 24. Gao F, Maiti S, Alam N, et al. The Wilms tumor gene, Wt1, is required for Sox9 expression and maintenance of tubular architecture in the developing testis. Proc Natl Acad Sci USA 2006; 103: 11987-92 25. Stoll R, Lee BM, Debler EW, et al. Structure of the wilms tumor suppressor protein zinc finger domain bound to DNA. J Mol Biol 2007; 372: 1227-45 26. Marcet-Palacios M, Davoine F, Adamko DJ, et al. Human lymphocytes express the transcriptional regulator, Wilms tumor 1: The role of WT1 in mediating nitric oxide-dependent repression of lymphocyte proliferation. Biochem Biophys Res Commun 2007; 363: 283-7 27. Morrison DJ, English MA, Licht JD. WT1 induces apoptosis through transcriptional regulation of the proapoptotic Bcl-2 family member Bak. Cancer Res 2005; 65: 8174-82 28. Kim HS, Kim MS, Hancock AL, et al. Identification of

222 βημα Kλινικησ Oγκολογιασ Τόμος 6, Τεύχος 4, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2007 novel Wilms tumor suppressor gene target genes implicated in kidney development. J Biol Chem 2007; 282: 16278-87 29. Marcet-Palacios M, Ulanova M, Duta F, et al. The transcription factor Wilms tumor 1 regulates matrix metalloproteinase-9 through a nitric oxide-mediated pathway. J Immunol 2007; 179: 256-65 30. Hutchings Y, Osada T, Woo CY, et al. Immunotherapeutic targeting of Wilms tumor protein. Curr Opin Mol Ther 2007; 9: 62-9 31. Ariyaratana S, Loeb DM. The role of the Wilms tumour gene (WT1) in normal and malignant haematopoiesis. Expert Rev Mol Med 2007; 9: 1-17 32. Iiyama T, Udaka K, Takeda S, et al. WT1 (Wilms Tumor 1) peptide immunotherapy for renal cell carcinoma. Microbiol Immunol 2007; 51: 519-30 33. Huff V. Wilms tumor genetics: a new, UnX-pected twist to the story. Cancer Cell 2007; 11: 105-7 34. Burwell EA, McCarty GP, Simpson LA, et al. Isoforms of Wilms tumor suppressor gene (WT1) have distinct effects on mammary epithelial cells. Oncogene 2007; 26: 3423-30 35. Yang L, Han Y, Suarez Saiz F, et al. A tumor suppressor and oncogene: the WT1 story. Leukemia 2007; 21: 868-76 36. Lovvorn HN 3rd, Boyle S, Shi G, et al. Wilms tumorigenesis is altered by misexpression of the transcriptional co-activator, CITED1. J Pediatr Surg 2007; 42: 474-81 37. Major MB, Camp ND, Berndt JD, et al. Wilms tumor suppressor WTX negatively regulates WNT/beta-catenin signaling. Science 2007; 316(5827): 1043-6 38. Alami J, Williams BR and Yeger H. Differential expression of E-cadherin and β-catenin in primary and metastatic Wilms tumours. Mol Pathol 2003; 56: 218-25 39. Maiti S, Alam R, Amos CI, et al. Frequent association of beta-catenin and WT1 mutations in Wilms tumors. Cancer Res 2000; 60: 6288-92 40. Bjornsson HT, Brown LJ, Fallin MD, et al. Epigenetic specificity of loss of imprinting of the IGF2 gene in wilms tumors. J Natl Cancer Inst 2007; 99: 1270-3 41. Zirn B, Samans B, Spangenberg C, et al. All-trans retinoic acid treatment of Wilms tumor cells reverses expression of genes associated with high risk and relapse in vivo. Oncogene 2005; 24: 5246-51 42. Di Renzo F, Doneda L, Menegola E, et al. The murine Pou6f2 gene is temporally and spatially regulated during kidney embryogenesis and its human homolog is overexpressed in a subset of Wilms tumors. J Pediatr Hematol Oncol 2006; 28: 791-7 43. Nicholson GW. An embryonic tumor of the kidney in a foetus. J Path Bact 1931; 34: 711-30 44. Rivera MN, Haber DA. Wilms tumour: connecting tumorigenesis and organ development in the kidney. Nat Rev Cancer 2005; 5: 699-712 45. Schedl A. Renal abnormalities and their developmental origin. Nat Rev Genet 2007; 8: 791-802 46. Ladanyi M and Gerald WL (eds). Expression profiling of human tumors. Diagnostic and research applications. Humana Press, New Jersey 2003, p302 47. Timofeeva OA, Plisov S, Evseev AA, et al. Serinephosphorylated STAT1 is a prosurvival factor in Wilms tumor pathogenesis. Oncogene 2006; 25: 7555-64 48. Kumar V, Abbas AK, Fausto N (eds). Robbins and Cotran Pathologic basis of disease. Elsevier-Saunders, 7 th edition, Philadelphia 2005, pp 504-506. 49. Khoury JD. Nephroblastic neoplasms. Clin Lab Med 2005; 25: 341-61 50. Leung RS, Liesner R, Brock P. Coagulopathy as a presenting feature of Wilms tumour. Eur J Pediatr 2004; 163: 369-73 51. Maas MH, Cransberg K, van Grotel M, et al. Renininduced hypertension in Wilms tumor patients. Pediatr Blood Cancer 2007; 48: 500-3 52. Madre C, Orbach D, Baudouin V, et al. Hypertension in childhood cancer: a frequent complication of certain tumor sites. J Pediatr Hematol Oncol 2006; 28: 659-64 53. Byerly D, Coley B, Ruymann F. Perirenal hemorrhage as first presentation of Wilms tumor. Pediatr Radiol 2006; 36: 714-7 54. McHugh K. Renal and adrenal tumours in children. Cancer Imaging 2007; 7: 41-51 55. Lehner M, Stehr M, Till H, et al. Functional imaging for determination of nephroblastoma: an obligatory diagnostic program. Eur J Pediatr Surg 2005; 15: 343-6 56. Ahmed HU, Arya M, Tsiouris A, et al. An update on the management of Wilms tumour. Eur J Surg Oncol 2007; 33: 824-31 57. Driscoll K, Isakoff M, Ferrer F. Update on pediatric genitourinary oncology. Curr Opin Urol 2007; 17: 281-6 58. Argenta PA, Lin RY, Sullivan KM. Basic fibroblast growth factor in a Wilms tumor marker. Surg Forum 1994; 45: 789-95 59. Basta-Jovanovic G, Radonjic V, Stolic I, et al. Significance of proto-oncogene Bcl-X(S/L) expression in Wilms tumor. Ren Fail 2005; 27: 13-8 60. Miller MA, Karacay B, Breslow NE, et al. Prognostic value of quantifying apoptosis factor expression in favourable histology wilms tumors. J Pediatr Hematol Oncol 2005; 27: 11-4 61. Dome JS, Bockhold CA, Li SM, et al. High telomerase RNA expression level is an adverse prognostic factor for favorable-histology wilms tumor. J Clin Oncol 2005; 23: 9138-45 62. Li W, Kessler P, Yeger H, et al. A gene expression signature for relapse of primary wilms tumors. Cancer Res 2005; 65: 2592-601 63. Safford SD, Freemerman AJ, Langdon S, et al. Decreased E-cadherin expression correlates with higher stage of Wilms tumors. J Pediatr Surg 2005; 40: 341-8 64. Ozluk Y, Kilicaslan I, Gulluoglu MG, et al. The prog-

Νεφροβλάστωμα (όγκος Wilms): Σύγχρονη κλινική προσέγγιση και νεότεροι γενετικοί και μοριακοί δείκτες διερεύνησής του 223 nostic significance of angiogenesis and the effect of vascular endothelial growth factor on angiogenic process in Wilms tumour. Pathology 2006; 38: 408-14 65. Nowicki M, Ostalska-Nowicka D, Kaczmarek M, et al. The significance of VEGF-C/VEGFR-2 interaction in the neovascularization and prognosis of nephroblastoma (Wilms tumour). Histopathology 2007; 50: 358-64 66. Frischer JS, Huang J, Serur A, et al. Effects of potent VEGF blockade on experimental Wilms tumor and its persisting vasculature. Int J Oncol 2004; 25: 549-53 67. Desrosiers RR, Rivard ME, Grundy PE, et al. Decrease in LDL receptor-related protein expression and function correlates with advanced stages of Wilms tumors. Pediatr Blood Cancer 2006; 46: 40-9 68. Faussillon M, Monnier L, Junien C, et al. Frequent overexpression of cyclin D2/cyclin-dependent kinase 4 in Wilms tumor. Cancer Lett 2005; 221: 67-75 69. Natrajan R, Little SE, Reis-Filho JS, et al. Amplification and overexpression of CACNA1E correlates with relapse in favourable histology Wilms tumors. Clin Cancer Res 2006; 12: 7284-93 70. Williams RD, Hing SN, Greer BT, et al. Prognostic classification of relapsing favorable histology Wilms tumor using cdna microarray expression profiling and support vector machines. Genes Chromosomes Cancer 2004; 41: 65-79 71. Natrajan R, Reis-Filho JS, Little SE, et al. Blastemal expression of type I insulin-like growth factor receptor in Wilms tumors is driven by increased copy number and correlates with relapse. Cancer Res 2006; 66: 11148 55 72. Tretiakova M, Turkyilmaz M, Grushko T, et al. Topoisomerase IIalpha in Wilms tumour: gene alterations and immunoexpression. J Clin Pathol 2006; 59: 1272 7 73. Yang Y, Niu ZB, Hou Y, et al. The expression of HSP70 and HSP90alpha in children with Wilms tumor. J Pediatr Surg 2006; 41: 1062-6 74. Lovvorn HN, Westrup J, Opperman S, et al. CITED1 expression in Wilms tumor and embryonic kidney. Neoplasia 2007; 9: 589-600 75. Pinthus JH, Fridman E, Dekel B, et al. ErbB2 is a tumor associated antigen and a suitable therapeutic target in Wilms tumor. J Urol 2004; 172: 1644-8 76. Salem M, Kinoshita Y, Tajiri T, et al. Association between the HER2 expression and histological differentiation in Wilms tumor. Pediatr Surg Int 2006; 22: 891-6 77. Fridman E, Pinthus JH, Kopolovic J, et al. Expression of cyclooxygenase-2 in Wilms tumor: immunohistochemical study using tissue microarray methodology. J Urol 2006; 176: 1747-50 78. Metzger ML, Dome JS. Current therapy for Wilms tumor. Oncologist 2005; 10: 815-26 79. Gommersall LM, Arya M, Mushtaq I, et al. Current challenges in Wilms tumor management. Nat Clin Pract Oncol 2005; 2: 298-304 80. Mitchell C, Pritchard-Jones K, Shannon R, et al. Immediate nephrectomy versus preoperative chemotherapy in the management of non-metastatic Wilms tumour: results of a randomised trial (UKW3) by the UK Children s Cancer Study Group. Eur J Cancer 2006; 42: 2554-62 81. de Kraker J, Graf N, van Tinteren H, et al. Reduction of postoperative chemotherapy in children with stage I intermediate-risk and anaplastic Wilms tumour (SIOP 93-01 trial): a randomised controlled trial. Lancet 2004; 364(9441): 1229-35 82. Tucci S Jr, Cologna AJ, Suaid HJ, et al. Results of novel strategies for treatment of Wilms tumor. Int Braz J Urol 2007; 33: 195-203 83. Graf N, Reinhard H. Wilms tumors. Diagnosis and therapy. Urologe 2003; 42: 391-407 84. Acosta D, Martinez-Ibanez V, Lloret J, et al. Partial nephrectomy in unilateral Wilms tumor. New draft for a protocol of the SIOP. Cir Pediatr 2001; 14: 139-40 85. Kubiak R, Gundeti M, Duffy PG, et al. Renal function and outcome following salvage surgery for bilateral Wilms tumor. J Pediatr Surg 2004; 39: 1667-72 86. Hamilton TE, Green DM, Perlman EJ, et al. Bilateral Wilms tumor with anaplasia: lessons from the National Wilms Tumor Study. J Pediatr Surg 2006; 41: 1641-44 87. Giel DW, Williams MA, Jones DP, et al. Renal function outcomes in patients treated with nephron sparing surgery for bilateral Wilms tumor. J Urol 2007; 178: 1786-9 88. Brown SD, Vansonnenberg E, Morrison PR, et al. CT-guided radiofrequency ablation of pediatric Wilms tumor in a solitary kidney. Pediatr Radiol 2005; 35: 923-8 89. Campbell AD, Cohn SL, Reynolds M, et al. Treatment of relapsed Wilms tumor with high-dose therapy and autologous hematopoietic stem-cell rescue: the experience at Children s Memorial Hospital. J Clin Oncol 2004; 22: 2885-90 90. Geenen MM, Cardous-Ubbink MC, Kremer LC, et al. Medical assessment of adverse health outcomes in long-term survivors of childhood cancer. JAMA 2007; 297: 2705-15 91. Levashova ZB, Sharma N, Timofeeva OA, et al. ELR+-CXC chemokines and their receptors in early metanephric development. J Am Soc Nephrol 2007; 18: 2359-70 92. Ora I, van Tinteren H, Bergeron C, et al. Progression of localised Wilms tumour during preoperative chemotherapy is an independent prognostic factor: a report from the SIOP 93-01 nephroblastoma trial and study. Eur J Cancer 2007; 43: 131-6 93. Weirich A, Ludwig R, Graf N, et al. Survival in nephroblastoma treated according to the trial and study SIOP-9/GPOH with respect to relapse and morbidity. Ann Oncol 2004; 15: 808-20

224 βημα Kλινικησ Oγκολογιασ Τόμος 6, Τεύχος 4, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2007 94. Spreafico F, Bellani FF. Wilms tumor: past, present and (possibly) future. Expert Rev Anticancer Ther 2006; 6: 249-58 95. Breslow NE, Collins AJ, Ritchey ML, et al. End stage renal disease in patients with Wilms tumor: results from the National Wilms Tumor Study Group and the United States Renal Data System. J Urol 2005; 174: 1972-5 96. Haddy TB, Mosher RB, Reaman GH. Hypertension and prehypertension in long-term survivors of childhood and adolescent cancer. Pediatr Blood Cancer 2007; 49: 79-83 97. Signorello LB, Cohen SS, Bosetti C, et al. Female survivors of childhood cancer: preterm birth and low birth weight among their children. J Natl Cancer Inst 2006; 98: 1453-61 98. Green DM, Cotton CA, Malogolowkin M, et al. Treatment of Wilms tumor relapsing after initial treatment with vincristine and actinomycin D: a report from the National Wilms Tumor Study Group. Pediatr Blood Cancer 2007; 48: 493-9