ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ (Συνέχεια)

Σχετικά έγγραφα
ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ

ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ (Συνέχεια)

ΚΑΤΑΝΟΜΕΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑΣ ΤΥΧΑΙΩΝ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ (Συνέχεια)

ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ (Συνέχεια)

ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ (Συνέχεια)

ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ (Συνέχεια)

ΒΑΣΙΚΕΣ ΙΑΚΡΙΤΕΣ ΚΑΤΑΝΟΜΕΣ (Συνέχεια)

ΚΑΤΑΝΟΜΕΣ Ι ΙΑΣΤΑΤΩΝ ΤΥΧΑΙΩΝ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ

ΚΑΤΑΝΟΜΕΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑΣ ΤΥΧΑΙΩΝ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ (Συνέχεια)

ΒΑΣΙΚΕΣ ΙΑΚΡΙΤΕΣ ΚΑΤΑΝΟΜΕΣ (Συνέχεια)

ΚΑΤΑΝΟΜΕΣ Ι ΙΑΣΤΑΤΩΝ ΤΥΧΑΙΩΝ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ

(365)(364)(363)...(365 n + 1) (365) k

1. Πείραμα τύχης. 2. Δειγματικός Χώρος ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΩΝ

ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ Δειγματικός Χώρος. Ενδεχόμενα {,,..., }.

ΔΕΣΜΕΥΜΕΝΕΣ Ή ΥΠΟ ΣΥΝΘΗΚΗ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ

10/10/2016. Στατιστική Ι. 2 η Διάλεξη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ

Πιθανότητες Γεώργιος Γαλάνης Κωνσταντίνα Παναγιωτίδου

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ I Παντελής Δημήτριος Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών

Μάθηµα 1 ο. Πιθανότητα-Έννοιες και Ορισµοί. Στο µάθηµα αυτό θα αναφερθούµε σε βασικές έννοιες και συµβολισµούς της θεωρίας πιθανοτήτων.

Υπολογιστικά & Διακριτά Μαθηματικά

Βασικά στοιχεία της θεωρίας πιθανοτήτων

Υπολογιστικά & Διακριτά Μαθηματικά

ΑΣΚΗΣΕΙΣ - ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ

Περιεχόμενα 3ης Διάλεξης 1 Σύνοψη Προηγούμενου Μαθήματος 2 Δεσμευμένη Πιθανότητα 3 Bayes Theorem 4 Στοχαστική Ανεξαρτησία 5 Αμοιβαία (ή πλήρης) Ανεξαρ

1.1 Πείραμα Τύχης - δειγματικός χώρος

Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής. Θεωρία Πιθανοτήτων. Δρ. Αγγελίδης Π. Βασίλειος

Περιεχόμενα 3ης Διάλεξης 1 Σύνοψη Προηγούμενου Μαθήματος 2 Δεσμευμένη Πιθανότητα 3 Bayes Theorem 4 Στοχαστική Ανεξαρτησία 5 Αμοιβαία (ή πλήρης) Ανεξαρ

Πιθανότητες Γεώργιος Γαλάνης Κωνσταντίνα Παναγιωτίδου

Πιθανότητες. Βρέντζου Τίνα Φυσικός Μεταπτυχιακός τίτλος: «Σπουδές στην εκπαίδευση» ΜEd

Εισαγωγή Η Θεωρία Πιθανοτήτων παίζει μεγάλο ρόλο στη μοντελοποίηση και μελέτη συστημάτων των οποίων δεν μπορούμε να προβλέψουμε ή να παρατηρήσουμε την

3/10/2016. Στατιστική Ι. 1 η Διάλεξη

ΘΕΩΡΙΑ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΩΝ ( Version ) 2001

Κεφάλαιο 2 Πιθανότητες. Πέτρος Ε. Μαραβελάκης, Επίκουρος Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Πειραιώς

ΘΕΩΡΙΑ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΩΝ (ημιτελές Version )

Στατιστική Επιχειρήσεων Ι

Π Ι Θ Α Ν Ο Τ Η Τ Ε Σ

Περιεχόμενα 2ης Διάλεξης 1 Σύνοψη προηγούμενου μαθήματος 2 Αξιωματικός ορισμός και απαρίθμηση 3 Διατάξεις - Συνδυασμοί 4 Παραδείγματα υπολογισμού πιθα

3 ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ. ο δειγματικός χώρος του πειράματος θα είναι το σύνολο: Ω = ω, ω,..., ω }.

ΙΙΙ εσµευµένη Πιθανότητα

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ 89. Ύλη: Πιθανότητες Το σύνολο R-Εξισώσεις Σ Λ 2. Για τα ενδεχόμενα Α και Β ισχύει η ισότητα: A ( ) ( ') ( ' )

2. Στοιχεία Πολυδιάστατων Κατανοµών

Φροντιστήριο #8 Ασκήσεις σε Πιθανότητες 15/05/2015

cov(x, Y ) = E[(X E[X]) (Y E[Y ])] cov(x, Y ) = E[X Y ] E[X] E[Y ]

ΒΑΣΙΚΕΣ ΣΥΝΕΧΕΙΣ ΚΑΤΑΝΟΜΕΣ

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ

Πιθανότητες και Στοχαστικές ιαδικασίες Θόρυβος µετρήσεων είκτης Χρηµατιστηρίου Σήµα Πληροφορίας (φωνή, data) Ατµοσφαιρικός Θόρυβος Πως δηµιουργείται

ΓΕΛ ΝΕΑΣ ΠΕΡΑΜΟΥ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ ΚΛΑΣΙΚΟΣ ΟΡΙΣΜΟΣ-ΛΟΓΙΣΜΟΣ. Στατιστική ομαλότητα ή Νόμος των μεγάλων αριθμών

Θεωρία Πιθανοτήτων & Στατιστική

Οι μελέτες φυσικών φαινομένων ή πραγματικών προβλημάτων καταλήγουν είτε σεπροσδιοριστικά

Περίληψη ϐασικών εννοιών στην ϑεωρία πιθανοτήτων

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΠΟΣΟΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ στη Ναυτιλία και τις Μεταφορές

ΚΑΤΑΝΟΜΕΣ Ι ΙΑΣΤΑΤΩΝ ΤΥΧΑΙΩΝ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ (Συνέχεια)

Βασικά στοιχεία της θεωρίας πιθανοτήτων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ

Στοχαστικές Στρατηγικές

P (A) = 1/2, P (B) = 1/2, P (C) = 1/9

3.1 ΔΕΙΓΜΑΤΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΑ

Η Έννοια της Πιθανότητας. 1 Βρείτε την πιθανότητα του καθ ενός απ τα παρακάτω ενδεχόμενα:

Στατιστική. Ενότητα 1 η : Δεσμευμένη Πιθανότητα, Ολική Πιθανότητα, Ανεξαρτησία. Γεώργιος Ζιούτας Τμήμα Χημικών Μηχανικών Α.Π.Θ.

o Γενικό Λύκειο Χανίων Γ τάξη. Γενικής Παιδείας. Ασκήσεις για λύση

Α. α) ίνεται η συνάρτηση F(x)=f(x)+g(x). Αν οι συναρτήσεις f, g είναι παραγωγίσιµες, να αποδείξετε ότι: F (x)=f (x)+g (x).

1.1 ΔΕΙΓΜΑΤΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΑ

Γιατί πιθανότητες; Γιατί πιθανότητες; Θεωρία πιθανοτήτων. Θεωρία Πιθανοτήτων. ΗΥ118, Διακριτά Μαθηματικά Άνοιξη 2017.

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ BAYES, Η ΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΟΜΩΝΥΜΟΥ ΘΕΩΡΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ

P (B) P (B A) = P (AB) = P (B). P (A)

ΤΜΗΜΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ Σ

Μέρος ΙΙ. Τυχαίες Μεταβλητές

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ.ΣΠ. ΛΥΚΟΥΔΗΣ - ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

ΔΙΑΔΡΑΣΤΙΚΟ ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Θέμα 1 ο (ΜΑΪΟΣ 2004, ΜΑΪΟΣ 2008) Να δείξετε ότι η παράγωγος της σταθερής συνάρτησης f (x) = c είναι (c) = 0. Απόδειξη

Στην Ξένια και στην Μαίρη

ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Πιθανότητες - Κατανομές ΟΝΟΜΑ ΚΑΘΗΓΗΤΗ: ΦΡ. ΚΟΥΤΕΛΙΕΡΗΣ ΤΜΗΜΑ: Τμήμα Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών

ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ. Ερωτήσεις του τύπου «Σωστό - Λάθος»

3.2 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑΣ. Σχετική συχνότητα ενδεχοµένου Α : 2. Ιδιότητες της f, λ το πλήθος απλών ενδεχοµένων :

ΘΕΜΑ 3 Το ύψος κύματος (σε μέτρα) σε μία συγκεκριμένη θαλάσσια περιοχή είναι τυχαία μεταβλητή X με συνάρτηση πυκνότητας πιθανότητας

Σχολικός Σύµβουλος ΠΕ03

ιδιαιτεραμαθηματα.gr ΑΛΓΕΒΡΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΙΑ & ΑΣΚΗΣΕΙΣ

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΩΝ του Παν. Λ. Θεοδωρόπουλου 0

Π Ι Θ Α Ν Ο Τ Η Τ Ε Σ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

Πιθανότητες. Κώστας Γλυκός ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ. Γενικής κεφάλαιο 3 94 ασκήσεις. Kglykos.gr. εκδόσεις. Καλό πήξιμο. Ι δ ι α ί τ ε ρ α μ α θ ή μ α τ α

Α ΕΝΟΤΗΤΑ. Πιθανότητες. Α.1 (1.1 παρ/φος σχολικού βιβλίου) Α.2 (1.2 παρ/φος σχολικού βιβλίου) Δειγματικός χώρος - Ενδεχόμενα. Η έννοια της πιθανότητας

ΑΛΓΕΒΡΑ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΩΝ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΑΛΓΕΒΡΑΣ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

Για το Θέμα 1 στα Μαθηματικά Γενικής Παιδείας Γ Λυκείου

Στέλιος Μιταήλογλοσ Δημήτρης Πατσιμάς.

Κεφάλαιο 2: ιατάξεις και Συνδυασµοί.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ, ΜΕΤΑΘΕΣΕΙΣ, ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΙ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ. αντιστοιχίζεται ο αριθµός Χω= ω+ ω δηλαδή ορίζεται η συνάρτηση Χ : Ω µε Χω,ω ω ω Α 3, 2, 2,3, 4,1, 1, 4

ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ Α ΛΥΚΕΙΟΥ Ανδρεσάκης Δ. ΑΛΓΕΒΡΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ ΣΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΤΗΣ Γ ΓΕΝΙΚΗΣ ΙΑΦΟΡΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ

1 ο Κεφάλαιο : Πιθανότητες. 1. Δειγματικοί χώροι 2. Διαγράμματα Venn. Φυσική γλώσσα και ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. 3. Κλασικός ορισμός. 4.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Πιθανότητες. Εισαγωγή Διδάσκων: Επίκουρος Καθηγητής Κωνσταντίνος Μπλέκας

Στατιστική Ι. Ενότητα 5: Θεωρητικές Κατανομές Πιθανότητας. Δρ. Γεώργιος Κοντέος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Γρεβενών

Πιθανότητες Γεώργιος Γαλάνης Κωνσταντίνα Παναγιωτίδου

ΘΕΩΡΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ. Κεφάλαιο 2 : Πληροφορία και Εντροπία Διάλεξη: Κώστας Μαλιάτσος Χρήστος Ξενάκης, Κώστας Μαλιάτσος

5.3 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑΣ

Transcript:

ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ (Συνέχεια) Χαράλαµπος Α. Χαραλαµπίδης 26 Οκτωβρίου 2009

Η διερεύνηση, σε γενικές γραµµές, της δεσµευµένης πιθανότητας και η σύγκρισή της µε την απόλυτη πιθανότητα αποκαλύπτει την ανάγκη εισαγωγής και µελέτης της έννοιας της στοχαστικής ανεξαρτησίας ενδεχοµένων. Σχετικά, ας ϑεωρήσουµε ένα δειγµατικό χώρο Ω και δύο ενδεχόµενα A, B Ω. Από τον ορισµό της δεσµευµένης πιθανότητας συνάγουµε ότι (α) αν A και B είναι ξένα µεταξύ τους ενδεχόµενα, AB =, τότε P(B A) = 0, επειδή, δεδοµένης της πραγµατοποίησης του A, αποκλείεται η πραγµατοποίηση του B, ενώ (ϐ) αν το ενδεχόµενο A είναι υποενδεχόµενο του B, A B, τότε P(B A) = 1, επειδή η πραγµατοποίηση του A συνεπάγεται την πραγµατοποίηση και του B.

Αυτές είναι οι δύο ακραίες περιπτώσεις, όπου η γνώση της πραγµατοποίησης του A µας παρέχει σαφή πληροφορία καθορίζοντας την πιθανότητα πραγµατοποίησης του B. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, τόσο από ϑεωρητική άποψη όσο και από άποψη εφαρµογών, παρουσιάζει η περίπτωση όπου A και B ενδεχόµενα τέτοια ώστε P(B A) = P(B), στην οποία η γνώση της πραγµατοποίησης του A δεν έχει καµία επίδραση στην πραγµατοποίηση του B. Το ενδεχόµενο B καλείται τότε στοχαστικώς ανεξάρτητο του A.

Παρατηρούµε ότι για οποιαδήποτε ενδεχόµενα A, B Ω, µε P(A) > 0 και P(B) > 0, σύµφωνα µε το πολλαπλασιαστικό ϑεώρηµα, ισχύουν οι σχέσεις P(AB) = P(A)P(B A) = P(A B)P(B). Εποµένως, αν το ενδεχόµενο B είναι στοχαστικώς ανεξάρτητο του A, P(B A) = P(B), τότε και το ενδεχόµενο A είναι στοχαστικώς ανεξάρτητο του B, P(A B) = P(A) και αντίστροφα. Επιπλέον, στην περίπτωση αυτή, ισχύει η σχέση P(AB) = P(A)P(B), στην οποία αντικατοπτρίζεται η συµµετρικότητα της ανεξαρτησίας δύο ενδεχοµένων ως προς αυτά.

Ορισµός Εστω Ω ένας δειγµατικός χώρος στοχαστικού (τυχαίου) πειράµατος (ή ϕαινοµένου) και A, B Ω. Τα ενδεχόµενα A και B καλούνται (στοχαστικώς) ανεξάρτητα αν και µόνο αν ισχύει η σχέση P(AB) = P(A)P(B). (1)

Παράδειγµα Εστω ότι µία οικογένεια µε 3 παιδιά εκλέγεται τυχαία από το σύνολο των τρίτεκνων οικογενειών. Ας ϑεωρήσουµε το ενδεχόµενο A η εκλεγόµενη οικογένεια να έχει παιδιά και των δύο ϕύλων και το ενδεχόµενο B να έχει το πολύ ένα κορίτσι. Να εξετασθεί κατά πόσον τα ενδεχόµενα A και B είναι ανεξάρτητα. Παρατηρούµε ότι η τοµή AB είναι το ενδεχόµενο η εκλεγόµενη οικογένεια να έχει ακριβώς ένα κορίτσι. Εύκολα υπολογίζονται οι πιθανότητες P(AB) = 3 8, P(A) = 1 P(A ) = 1 1 4 = 3 4, P(B) = 1 8 + 3 8 = 1 2. Εποµένως P(AB) = P(A)P(B) και έτσι τα ενδεχόµενα A και B είναι ανεξάρτητα.

Η έννοια της στοχαστικής ανεξαρτησίας ενδεχοµένων δύναται να επεκταθεί σε περισσότερα από δύο ενδεχόµενα. Ας ϑεωρήσουµε αρχικά τρία ενδεχόµενα A 1, A 2 και A 3 και ας υποθέσουµε ότι είναι κατά Ϲεύγη ανεξάρτητα, οπότε ισχύουν οι σχέσεις P(A 1 A 2 )=P(A 1 )P(A 2 ), P(A 1 A 3 )=P(A 1 )P(A 3 ), P(A 2 A 3 )=P(A 2 )P(A 3 ). (2) Η ανεξαρτησία του A 1 τόσο από το A 2 όσο και από το A 3 δεν συνεπάγεται κατ ανάγκη την ανεξαρτησία του A 1 από την τοµή A 2 A 3

Παρατηρούµε ότι αν, επιπλέον των (2), ισχύει και η σχέση τότε ισχύει και η σχέση P[A 1 (A 2 A 3 )] = P(A 1 )P(A 2 A 3 ), (3) P(A 1 A 2 A 3 ) = P(A 1 )P(A 2 )P(A 3 ). (4) Αντίστροφα αν, επιπλέον των (2), ισχύει και η (4), τότε ισχύει και η (3), όπως επίσης και οι σχέσεις P[A 2 (A 1 A 3 )] = P(A 2 )P(A 1 A 3 ), P[A 3 (A 1 A 2 )] = P(A 3 )P(A 1 A 2 ).

Ορισµός Εστω Ω ένας δειγµατικός χώρος στοχαστικού (τυχαίου) πειϱάµατος (ή ϕαινοµένου) και A i Ω, i = 1, 2,..., ν. Τα ενδεχόµενα A i, i = 1, 2,..., ν καλούνται (αµοιβαίως ή πλήρως) ανεξάρτητα αν και µόνο αν ισχύουν οι σχέσεις P(A i1 A i2 A iκ ) = P(A i1 )P(A i2 ) P(A iκ ), (5) για κάθε συνδυασµό {i 1, i 2,..., i κ } των ν δεικτών {1, 2,..., ν} ανά κ και για κάθε κ = 2, 3,..., ν.

Παράδειγµα Κατά ζεύγη αλλά όχι πλήρως ανεξάρτητα ενδεχόµενα. Ας ϑεωρήσουµε δύο διαδοχικές ϱίψεις ενός κύβου και έστω A i το ενδεχόµενο εµφάνισης άρτιου αριθµού στην i-οστή ϱίψη, i = 1, 2, και A 3 το ενδεχόµενο το άθροισµα των αριθµών που εµφανίζονται στις δύο ϱίψεις να είναι άρτιος αριθµός. Να εξετασθεί κατά πόσον τα ενδεχόµενα A 1, A 2 και A 3 είναι ανεξάρτητα. Ο δειγµατικός χώρος Ω του τυχαίου πειράµατος των δύο ϱίψεων κύβου περιλαµβάνει N(Ω) = 36 ισοπίθανα δειγµατικά σηµεία, τα οποία είναι οι διατάξεις των 6 εδρών {1, 2,..., 6} ανά 2 µε επανάληψη.

Επίσης A 1 = {(2, 1), (2, 2), (2, 3), (2, 4), (2, 5), (2, 6), (4, 1), (4, 2), (4, 3), (4, 4), (4, 5), (4, 6), (6, 1), (6, 2), (6, 3), (6, 4), (6, 5), (6, 6)}, A 2 = {(1, 2), (1, 4), (1, 6), (2, 2), (2, 4), (2, 6), (3, 2), (3, 4), (3, 6), (4, 2), (4, 4), (4, 6), (5, 2), (5, 4), (5, 6), (6, 2), (6, 4), (6, 6)}, και A 3 = {(1, 1), (1, 3), (1, 5), (2, 2), (2, 4), (2, 6), (3, 1), (3, 3), (3, 5), (4, 2), (4, 4), (4, 6), (5, 1), (5, 3), (5, 5), (6, 2), (6, 4), (6, 6)} A 1 A 2 = A 1 A 3 = A 2 A 3 = A 1 A 2 A 3 = {(2, 2), (2, 4), (2, 6), (4, 2), (4, 4), (4, 6), (6, 2), (6, 4), (6, 6)}.

Σύµφωνα µε τον κλασικό ορισµό της πιθανότητας, και P(A 1 ) = P(A 2 ) = P(A 3 ) = 18 36 = 1 2, P(A 1 A 2 ) = P(A 1 A 3 ) = P(A 2 A 3 ) = P(A 1 A 2 A 3 ) = 9 36 = 1 4. Εποµένως τα ενδεχόµενα A 1, A 2 και A 3 είναι κατά Ϲεύγη ανεξάρτητα, επειδή ισχύουν οι σχέσεις P(A 1 A 2 ) = P(A 1 )P(A 2 ), P(A 1 A 3 ) = P(A 1 )P(A 3 ), P(A 2 A 3 ) = P(A 2 )P(A 3 ) αλλά δεν είναι πλήρως ανεξάρτητα, επειδή δεν ισχύει και η σχέση P(A 1 A 2 A 3 ) = P(A 1 )P(A 2 )P(A 3 ).

Παράδειγµα Ας ϑεωρήσουµε µία ακολουθία τριών ϱίψεων ενός συνήϑους νοµίσµατος. Εστω A j το ενδεχόµενο της εµφάνισης στην j-οστή ϱίψη της όψης κεφαλή (κορώνα), x = 1, 2, 3. Να εξετασθεί κατά πόσον τα ενδεχόµενα A 1, A 2 και A 3 είναι ανεξάρτητα. Ο δειγµατικός χώρος είναι το σύνολο Ω = {(γ, γ, γ), (γ, γ, κ), (γ, κ, γ), (κ, γ, γ), (γ, κ, κ), (κ, γ, κ), (κ, κ, γ), (κ, κ, κ)} και A 1 = {(κ, γ, γ), (κ, γ, κ), (κ, κ, γ), (κ, κ, κ)}, A 2 = {(γ, κ, γ), (γ, κ, κ), (κ, κ, γ), (κ, κ, κ)}, A 3 = {(γ, γ, κ), (γ, κ, κ), (κ, γ, κ), (κ, κ, κ)}.

Επίσης A 1 A 2 = {(κ, κ, γ), (κ, κ, κ)}, A 1 A 3 = {(κ, γ, κ), (κ, κ, κ)}, A 2 A 3 = {(γ, κ, κ), (κ, κ, κ)}, A 1 A 2 A 3 = {(κ, κ, κ)}. Σύµφωνα µε τον κλασικό ορισµό της πιθανότητας, P(A 1 ) = P(A 2 ) = P(A 3 ) = 4 8 = 1 2, P(A 1 A 2 ) = P(A 1 A 3 ) = P(A 2 A 3 ) = 2 8 = 1 4, P(A 1A 2 A 3 ) = 1 8 και έτσι P(A 1 A 2 ) = P(A 1 )P(A 2 ), P(A 1 A 3 ) = P(A 1 )P(A 3 ), P(A 2 A 3 ) = P(A 2 )P(A 3 ), P(A 1 A 2 A 3 ) = P(A 1 )P(A 2 )P(A 3 ). Εποµένως τα ενδεχόµενα A 1, A 2 και A 3 είναι πλήρως ανεξάρτητα.

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΟΚΙΜΕΣ Η έννοια των ανεξαρτήτων δοκιµών ενός στοχαστικού (τυχαίου) πειράµατος αποτελεί ϐασικό στοιχείο των περισσοτέρων στοχαστικών προτύπων (µοντέλων) που µελετά η Θεωρία Πιθανοτήτων. Για την εισαγωγή της έννοιας αυτής ας ϑεωρήσουµε αρχικά δύο στοχαστικά πειράµατα µε δειγµατικούς χώρους Ω 1 και Ω 2. Η διαδοχική (ή και ταυτόχρονη) εκτέλεση των δύο αυτών πειραµάτων ορίζει ένα (διδιάστατο) σύνθετο στοχαστικό (τυχαίο) πείραµα. Ενας κατάλληλος δειγµατικός χώρος για τη µελέτη του στοχαστικού αυτού πειράµατος είναι το καρτεσιανό (ή συνδυαστικό) γινόµενο Ω 1 Ω 2 = {(ω 1, ω 2 ) : ω 1 Ω 1, ω 2 Ω 2 }.

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΟΚΙΜΕΣ Ενα διδιάστατο σύνθετο στοχαστικό πείραµα, το οποίο συνίσταται στη διαδοχική εκτέλεση ενός στοχαστικού πειράµατος µε δειγµατικό χώρο Ω, καλείται ειδικότερα ακολουθία δύο δοκιµών του στοχαστικού αυτού πειράµατος. Στην ειδική αυτή περίπτωση, στην οποία Ω 1 = Ω και Ω 2 = Ω, ο δειγµατικός χώρος είναι το καρτεσιανό γινόµενο του Ω µε τον εαυτό του, Ω 2 = {(ω 1, ω 2 ) : ω 1 Ω, ω 2 Ω}.

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΟΚΙΜΕΣ Ας ϑεωρήσουµε ένα ενδεχόµενο A i Ω i (ως προς το δειγµατικό χώρο Ω i ), i = 1, 2. Το ενδεχόµενο αυτό ως προς το δειγµατικό χώρο Ω 1 Ω 2, του συνθέτου πειράµατος, εκφράζεται από το σύνολο B i Ω 1 Ω 2, i = 1, 2, όπου B 1 = A 1 Ω 2 και B 2 = Ω 1 A 2. Τα ενδεχόµενα B 1 και B 2 αναφέρονται ως ενδεχόµενα εξαρτώµενα από το πρώτο και δεύτερο στοχαστικό πείραµα, αντίστοιχα. Ειδικότερα, στην περίπτωση που Ω 1 = Ω και Ω 2 = Ω τα ενδεχόµενα B 1 και B 2 αναφέρονται ως ενδεχόµενα εξαρτώµενα από την πρώτη και δεύτεϱη δοκιµή του στοχαστικού πειράµατος, αντίστοιχα. Η πραγµατοποιήση ή µη του ενδεχοµένου B i εξαρτάται αποκλειστικά από το αποτέλεσµα του i-οστού πειράµατος (ή της i-οστής δοκιµής), i = 1, 2. Η έννοια της στοχαστικής ανεξαρτησίας ενδεχοµένων µεταφέρεται και σε στοχαστικά πειράµατα και κατά συνέπεια και σε δοκιµές στοχαστικού πειράµατος.

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΟΚΙΜΕΣ ύο στοχαστικά (τυχαία) πειράµατα µε δειγµατικούς χώρους Ω 1 και Ω 2 καλούνται ανεξάρτητα αν και µόνο αν η ισχύει η σχέση P(B 1 B 2 ) = P(B 1 )P(B 2 ), (6) όπου B 1 = A 1 Ω 2 και B 2 = Ω 1 A 2 ενδεχόµενα (ως προς το δειγµατικό χώρο Ω 1 Ω 2 ) εξαρτώµενα από το πρώτο και δεύτερο στοχαστικό πείραµα, αντίστοιχα.

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΟΚΙΜΕΣ Η σηµασία των ανεξαρτήτων στοχαστικών πειραµάτων και ειδικότερα των ανεξαρτήτων δοκιµών ενός στοχαστικού πειράµατος έγκειται κυρίως στο ότι δύνανται να χρησιµοποιηθούν για την κατασκευή χρησίµων στοχαστικών προτύπων (µοντέλων). Στην περίπτωση αυτή δεν αρχίζει κάποιος ορίζοντας αξιωµατικά την πιθανότητα P(B), B Ω 1 Ω 2, και µετά, εξετάζοντας κατά πόσον ικανοποιούνται όλες οι σχέσεις της µορφής (6), διαπιστώνει την ανεξαρτησία ή µη των στοχαστικών πειραµάτων. Αντίθετα µάλιστα, πρώτα ορίζονται οι πιθανότητες P i (A i ), A i Ω i, i = 1, 2 και µετά, υποθέτοντας ότι τα στοχαστικά πειράµατα είναι ανεξάρτητα, ορίζεται η πιθανότητα P(B), B Ω 1 Ω 2 έτσι ώστε να ισχύουν οι σχέσεις (6). Σηµειώνουµε ότι, από πρακτική άποψη, η υπόθεση της ανεξαρτησίας των στοχαστικών πειραµάτων διατυπώνεται µετά την εξέταση των συνθηκών κάτω από τις οποίες εκτελούνται και σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα σειράς παρατηρήσεων.

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΟΚΙΜΕΣ Σχετικά µε τη δυνατότητα ορισµού της πιθανότητας P(B), για κάθε ενδεχόµενο B Ω 1 Ω 2, µέσω των πιθανοτήτων P i (A i ), A i Ω i, i = 1, 2, στην περίπτωση που υποθέσουµε ότι τα στοχαστικά πειράµατα είναι ανεξάρτητα µε διακριτούς δειγµτικούς χώρους, επιτυγχάνεται ως εξής: Αρχικά, χρησιµοποιώντας την (6), ορίζεται η πιθανότητα για κάθε στοιχειώδες ενδεχόµενο {(ω 1, ω 2 )} του δειγµατικού χώρου Ω 1 Ω 2 : P({(ω 1, ω 2 )}) = P 1 ({ω 1 })P 2 ({ω 2 }). Η πιθανότητα P(B), για κάθε ενδεχόµενο B Ω 1 Ω 2, ορίζεται τότε από τη σχέση P(B) = P({(ω 1, ω 2 )}) (ω 1,ω 2 ) B

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΟΚΙΜΕΣ Παρατηρούµε ότι, αν B 1 = A 1 Ω 2 και B 2 = Ω 1 A 2, τότε P(B 1 ) = P 1 (A 1 ), P(B 2 ) = P 2 (A 2 ). Επίσης και P(A 1 A 2 ) = P 1 (A 1 )P 2 (A 2 ) P(B 1 B 2 ) = P(B 1 )P(B 2 ). Σηµειώνουµε ότι τα συµπεράσµατα αυτά επεκτείνονται, χωρίς καµµιά πρόσθετη δυσκολία, σε οποιοδήποτε πεπερασµένο αριθµό ν στοχαστικών πειραµάτων (ή δοκιµών στοχαστικού πειράµατος).

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΟΚΙΜΕΣ Παράδειγµα Ας ϑεωρήσουµε µια ακολουθία 3 ϱίψεων ενός Ϲεύγους διακεκριµένων κύβων. Να υπολογισθεί η πιθανότητα εµφάνισης του αποτελέσµατος (6, 6) σε 2 τουλάχιστο από τις 3 ϱίψεις. Ας ϑεωρήσουµε, αρχικά, το στοχαστικό πείραµα της ϱίψης ενός Ϲεύγους διακεκριµένων κύβων µε δειγµατικό χώρο Ω = {(i, j) : i = 1, 2,..., 6, j = 1, 2,..., 6}, ο οποίος περιλαµβάνει N(Ω) = 6 2 = 36 ισοπίθανα δειγµατικά σηµεία.

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΟΚΙΜΕΣ Το ενδεχόµενο A εµφάνισης του αποτελέσµατος (6, 6) έχει πιθανότητα P(A) = 1/36. Χαρακτηρίζοντας ως επιτυχία ε το ενδεχόµενο A εµφάνισης (6, 6) και ως αποτυχία α το συµπληρωµατικό ενδεχόµενο A, ο δειγµατικός χώρος Ω δύναται να παρασταθεί ως Ω = {α, ε}. Τότε P({ε}) = P(A) = 1 36, P({α}) = P(A ) = 1 P(A) = 35 36. Περαιτέρω, ο δειγµατικός χώρος του τυχαίου πειράµατος µιας ακολουθίας 3 ϱίψεων ενός Ϲεύγους διακεκριµένων κύβων είναι το Ω 3 = {(ω 1, ω 2, ω 3 ) : ω i {α, ε}, i = 1, 2, 3}.

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΟΚΙΜΕΣ Το ενδεχόµενο B κ πραγµατοποίησης κ επιτυχιών σε 3 ϱίψεις (δοκιµές), B κ = {(ω 1, ω 2, ω 3 ) : ω i = ε για κ ακριβώς δείκτες i {1, 2, 3}}, ( περιλαµβάνει 3 κ) δειγµατικά σηµεία, όσα και ο αριθµός των επιλογών των κ ϑέσεων για τις επιτυχίες από τις 3 συνολικά ϑέσεις. Επιπλέον κάθε τέτοιο δειγµατικό σηµείο, το οποίο περιλαµβάνει σε κ ϑέσεις το ε και σε 3 κ ϑέσεις το α, έχει πιθανότητα ( ) κ ( ) 3 κ 1 35 P({(ω 1, ω 2, ω 3 )}) = P 1 ({ω 1 })P 1 ({ω 2 })P 3 ({ω 3 }) =. 36 36

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΟΚΙΜΕΣ Εποµένως η πιθανότητα του ενδεχοµένου B κ δίνεται από την ( )( ) κ ( ) 3 κ 3 1 35 P(B κ ) =, κ = 0, 1, 2, 3. κ 36 36 Η πιθανότητα εµφάνισης του αποτελέσµατος (6, 6) σε 2 τουλάχιστο από τις 3 ϱίψεις, είναι ίση µε ( ) 3 P(B 35 0 B 1 ) = 1 P(B 0) P(B 1 ) = 1 3 1 ( 35 36 36 36 ) 2