ΔΗΜΗΤΡΑ ΚΑΤΟΦΙΑΝΟΥ. Χωροτάκτης-Περιφερειολόγος MCP, MIT, USA τ. Ερευνήτρια Α τάξεως, ΚΕΠΕ



Σχετικά έγγραφα
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΚΛΑΔΙΚΗ ΚΑΙ ΧΩΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟΥ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΠΡΟΤΟΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

1. ΣΚΟΠΟΣ 2. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ H ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ TOY ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ. Αναστασία Στρατηγέα. Υπεύθυνη Μαθήματος

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

(clusters) clusters : clusters : clusters : 4. :

ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Μέθοδοι και Τεχνικές Περιφερειακής Ανάλυσης

ΟΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗΣ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΕΩΣ

Τι είναι η Περιφερειακή Ε ιστήµη

ΠΑΝΤΕΙΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ & ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Η ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΕ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ

ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΚΑΙ Η ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου

Study of urban housing development projects: The general planning of Alexandria City

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ERSA

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου

Υγεία, οικονομική ανάπτυξη και ισότητα

Η Περιφερειακή Επιστήμη.

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΓΡΑΜΜΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΛΗΨΗ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ (1)

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΡΑΘΕΟΔΩΡΗΣ 2008

Η γεφύρωση της οικονομικής θεωρίας και της εφαρμοσμένης οικονομικής ανάλυσης: η χρησιμότητα μίας ενημερωμένης οικονομικής Βιβλιοθήκης

Στόχος του Τμήματος: Οικονομικής & Περιφερειακής Ανάπτυξης (152)


Πανεπιστήμιο Πειραιώς Τμήμα Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ - BOOK PRESENTATIONS

ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΡΥΕΝΑΣ ΔΙΑΛΕΞΗ 1: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΜΕΘΟΔΟΥΣ ΕΡΕΥΝΑΣ - ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ

Η οικονομία της γνώσης και η απόδοση της καινοτομίας στην Ελλάδα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

Οικονομική Ανάπτυξη. Ενότητα # 1: Εισαγωγή Διδάσκων: Πάνος Τσακλόγλου Τμήμα: Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών

Το παρόν αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης εργασίας, η οποία εξελίσσεται σε έξι μέρη που δημοσιεύονται σε αντίστοιχα τεύχη. Τεύχος 1, 2013.

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ERSA

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική. 2 η έκδοση. Chapter 1

Εισόδημα Κατανάλωση

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ. Αναστασία Στρατηγέα. Υπεύθυνη Μαθήματος

Περιφερειακή ανάπτυξη- Περιφερειακές ανισότητες. Εισαγωγικές έννοιες

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ. Α. Μπαρτζώκας 29 Μαρτίου 2009

ΜΑΘΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΑ GIS ΣΤΗ ΠΡΑΞΗ ΤΟ ARCGIS 9.3. Α. Τσουχλαράκη, Γ. Αχιλλέως ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΧΩΡΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Περιεχόμενα. Αστικά και περιφερειακά οικονομικά υποδείγματα και μέθοδοι... 37

Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε. Π.Μ.Σ. ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Η ΟΓ θέτει 3 συµπληρωµατικά ερωτήµατα (Dicken & Lloyd 1990)

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Δυτικής Μακεδονίας Western Macedonia University of Applied Sciences Κοίλα Κοζάνης Kozani GR 50100

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

:JEL. F 15, F 13, C 51, C 33, C 13

Ακαδηµαϊκό έτος

Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας Τμήμα Περιφερειακής Οικονομικής Ανάπτυξης Διαλέξεις Μαθήματος Οικονομική Γεωγραφία Ε Εξαμήνου

Καθ. Θεοδόσιος Παλάσκας Καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης & Ανάπτυξης, Διευθυντής του Κέντρου Μελετών Οικονομικής Πολιτικής (ΚΕ.Μ.Ο.

Η Έννοια και η Σημασία της Τιμής

Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης Msc. In Applied Economics. Lecture 1: Trading in a Ricardian Model

Κεϋνσιανές Προσεγγίσεις Περιφερειακής Ανάπτυξης. Περιφερειακή οικονομική 3 η ενότητα 3 η Διάλεξη

Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική. 2 η έκδοση. Chapter 1

Βασίλης Αυδίκος Λέκτορας, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πάντειον Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

Φωροταξική κατανομή και δυναμισμός του πρωτογενή τομέα στις περιφέρειες της Ελλάδας

Περιφερειακή Ανάπτυξη

Πολιτισμός και ψυχοπαθολογία:

Σχεδιασμός βελτίωσης της σχέσης μεταξύ διοίκησης ΑΈΙ και πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης. Ιωάννης Κλαψόπουλος. 1. Εισαγωγή Η

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

Πανεπιστήμιο Πειραιώς Τμήμα Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών

EC611. Θα ανακοινωθεί

Κώστας Γκόρτσος. Ειδικότητα Αρχιτέκτονας - Πολεοδόμος ΕΛΕ / Δ. Επικοινωνία Γραφείο 7.3, τηλ , kgortsos@ekke.gr,


Η χωρική διασπορά και η θέση των οικισμών

Οικονομικά της Τεχνολογίας

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. development law 1262/82 in the recent stagnation of investment in Greece

Κύρια σημεία. Μεθοδολογικές εργασίες. Άρθρα Εφαρμογών. Notes - Letters to the Editor. Εργασίες στη Στατιστική Μεθοδολογία

Μάθημα: Management και Διοίκηση Επιχειρήσεων και Οργανισμών

ΟΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

Οικονομία. Η οικονομία του νομού Ιωαννίνων βασίζεται στην κτηνοτροφία, κυρίως μικρών ζώων, στη γεωργία και στα δάση. Η συμβολή της βιομηχανίας και

356 Γεωγραφίας Χαροκοπείου (Αθήνα)

Η ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Περιφερειακή Ανάπτυξη

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΕΡΕΥΝΑ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ

Οικονομικά της τεχνολογίας

B Η ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ

Ενότητα Γ. Ερευνητικές Μέθοδοι και Τεχνικές Συλλογής και Παραγωγής Δεδομένων

Παραγωγή και Οικονομική Μεγέθυνση

Global Talent Competitiveness Index (GTCI) 2018 Παγκόσμιος Δείκτης Ανταγωνιστικότητας Ταλέντων (GTCI) 2017 Ελλάδα Σύνοψη Χώρας

Άγγελος Α. Τσιγκρής*

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ Εισαγωγή

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Πολεοδοµίας και Χωροταξίας Ακαδ. Έτος

OLS. University of New South Wales, Australia

,.,,,.,..,,,,,.,.,.,.,.,.,.,.,.,..,.,,,,.,

Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Πολυτεχνική Σχόλη Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης

ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Η εμπειρία του Παρατηρητηρίου της Εγνατίας Οδού

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

Εξετάσεις Οικονομικής Γεωγραφίας - Ιούλιος Όνομα: Επώνυμο: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ. Οικονομετρία

Μοντέλα Βαθμονόμησης-Analytic Hierarchy Process

Η ΓΕΦΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ: Η ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΜΙΑΣ ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ

Transcript:

Περιφερειακές και χωροταξικές αναλύσεις και σχεδιασμός αναπτυξιακής πολιτικής στη μεταπολεμική περίοδο 1945-2000 στην Ελλάδα και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Απαρχή και εξέλιξη της σχετικής θεωρητικής και μεθοδολογικής εμπειρίας και προοπτικές συνέχισής της στο μέλλον. ΔΗΜΗΤΡΑ ΚΑΤΟΦΙΑΝΟΥ Χωροτάκτης-Περιφερειολόγος MCP, MIT, USA τ. Ερευνήτρια Α τάξεως, ΚΕΠΕ Περίληψη Αμέσως μετά τη λήξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου οι κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών χωρών επιδόθηκαν εντατικά σε δράσεις ταχείας οικονομικής ανασυγκρότησης και ανοικοδόμησης, που αρχικά δεν βασίστηκαν σε επαρκή, κατάλληλη και συντονισμένη μελέτη των αναπτυξιακών προβλημάτων κάθε χώρας, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν κρίσιμες κοινωνικοοικονομικές ανισότητες. Έτσι σε πολλές χώρες ιδρύθηκαν από τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις κέντρα επιστημονικής αναπτυξιακής έρευνας και ολοκληρωμένου μεσο-μακροχρόνιου σχεδιασμού (Comprehensive Economic and Spatial Planning) για την επιστημονική οικονομική και χωροταξική προσέγγιση της ανάπτυξης του συνόλου χώρας, των επί μέρους τομέων και κλάδων, των ειδικών θεμάτων, των περιφερειών, των τεχνικών δικτύων και των οικισμών με βάση τις θεωρητικές προσεγγίσεις και τα αναλυτικά υποδείγματα της διεθνούς εμπειρίας, που είχαν αρχίσει και συνέχισαν να διαμορφώνονται και να διδάσκονται στα ακαδημαϊκά κέντρα της εποχής ήδη από το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου. Ένα από τα κέντρα αυτά ήταν το Κέντρο Προγραμματισμού και Ερευνών (ΚΕΠΕ), που ιδρύθηκε στην Ελλάδα το 1965, όπου στην περίοδο 1965-1990 πραγματοποιήθηκε και εκδόθηκε σημαντικό έργο έρευνας και σχεδιασμού (βλ. ΚΕΠΕ, Κατάλογος Εκδόσεων), έργο που περιέχει, εκτός των άλλων, και τεκμηριωμένες διαπιστώσεις, ερμηνείες και προβλέψεις, καθώς και αξιολογημένες εναλλακτικές προτάσεις για την ολοκληρωμένη οικονομική και χωροταξική ανάπτυξη της Ελλάδας που είχε διάρκεια 35 χρόνων (1965-1990), δηλαδή όση και η διάρκεια αρμοδιότητας του ΚΕΠΕ να εκπονεί μεσοχρόνια κυβερνητικά αναπτυξιακά προγράμματα. Από το έργο αυτό παρουσιάζονται συνοπτικά στην παρούσα εισήγηση οι γνωστές διεθνώς καθιερωμένες μέθοδοι εμπειρικής περιφερειακής-χωροταξικής ανάλυσης, που χρησιμοποήθηκαν σε τρεις επιστημονικές μελέτες που είναι: «Η Κλαδική-χωρική Ανάλυση της Μεταποίησης», «Οι Περιφερειακές Ανισότητες» και «Το Ελληνικό Σύστημα Αστικών Κέντρων». Για τη μετά το 1990 εποχή στην εισήγηση διατυπώνεται η άποψη ότι παρατηρείται διεθνώς και στην Ελλάδα υποβάθμιση της επιστημονικής προσέγγισης και του μεσοχρονίου σχεδιασμού της ανάπτυξης σε κυβερνητικό επίπεδο. Λόγω της διαπιστωμένης αδυναμίας πρόβλεψης και ελέγχου των κρισίμων εξελίξεων που οδήγησαν στην παγκόσμια οικονομική κρίση του 2010, η αντιμετώπιση των προβλημάτων μετατοπίστηκε στο επίπεδο του συνασπισμού κρατών, όπου σε συνεργασία με τις επί μέρους κυβερνήσεις-μέλη των συνασπισμών παίρνονται αποφάσεις για τους δεσμευτικούς όρους με τους οποίους καταρτίζονται από αυτές λογιστικού τύπου ετήσια ή βραχυχρόνια «Προγράμματα Οικονομικής Σταθερότητας». Εδώ υποστηρίζεται ότι, παράλληλα προς τις όποιες πιο άμεσες και απλουστευτικές διαδικασίες που ακολουθούνται τώρα σε κυβερνητικό επίπεδο -και που ουσιαστικά είναι «εκ των άνω προς τα κάτω» και «εκ του όλου προς τα μέρη»- οι συστηματικές επιστημονικές προσεγγίσεις εξακολουθούν να έχουν ρόλο για μια αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των ποικίλων, καινοφανών και σε μεγάλο μέρος ανεξερεύνητων προβλημάτων, που χαρακτηρίζει το παρόν και το 1

μέλλον σε διεθνές, εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Η περιφερειακή επιστήμη και η χωροταξία, από τη φύση τους πολυθεματικές και πολυεπίπεδες επιστήμες ανταποκρίθηκαν ικανοποιητικά στη μελέτη και το σχεδιασμό της ανάπτυξης με βάση τις οικονομικές, κοινωνικές τεχνολογικές, γεωπολιτικές καταστάσεις που ίσχυσαν μέχρι πρόσφατα και που μετά το 1990 άρχισαν να αλλάζουν ραγδαία. Στην εισήγηση παρουσιάζονται απόψεις για τις αλλαγές που ήδη έχουν αρχίσει να προκαλούν αμφισβητήσεις της παραδοσιακής βάσης των περιφερειακών και χωροταξικών αναλυτικών θεωριών και των υποδειγμάτων που χρησιμοποιούνται στις τρεις μελέτες, με σκοπό να φανεί που χρειάζονται αναθεωρήσεις και προσαρμογές των μεθόδων και ποια είναι τα ποικίλα νέα πεδία, στα οποία η πολυθεματική και πολυεπίπεδη περιφερειακή και χωροταξική προσέγγιση θα ήταν κατάλληλη και ώριμη να δράσει αποτελεσματικά στη νέα τάξη πραγμάτων. Λέξεις-κλειδιά Περιφερειακή και χωροταξική ανάλυση, ολοκληρωμένος σχεδιασμός, ανισότητες, ιεραρχική ταξινόμηση, συγκριτική αξιολόγηση. 1. Εισαγωγή Με την έναρξη της μεταπολεμικής ειρηνικής εποχής στην Ευρώπη τα κυβερνητικά επιτελεία επιδόθηκαν εντατικά σε δράσεις ταχείας ανοικοδόμησης και ανασυγκρότησης της οικονομίας, που αρχικά δεν βασίστηκαν σε επαρκή, κατάλληλη και συντονισμένη μελέτη των αναπτυξιακών προβλημάτων, με αποτέλεσμα να προκύψει άνιση κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη περιοχών και δραστηριοτήτων. υγκεκριμένα παρατηρήθηκαν τα παρακάτω: ως προς τις περιοχές, αυστηρή ιεραρχική κλιμάκωσή τους με επικεφαλής ένα υπεραναπτυγμένο «Κέντρο» (την πρωτεύουσα της χώρας) και μια υπανάπτυκτη «Περιφέρεια», 1 ως προς τις δραστηριότητες, ιεραρχική επίσης κλιμάκωσή τους σε λίγους δυναμικούς τομείς και κλάδους δραστηριότητας, με επικεφαλής τη βιομηχανία μεγάλου μεγέθους μονάδων, εντάσεως κεφαλαίου, σύγχρονης τεχνολογίας και οργάνωσης. ύντομα διαπιστώθηκε ότι η ανισότητα αυτή οδηγούσε ραγδαία σε κρίσιμα προβλήματα και στο «Κέντρο» και στην «Περιφέρεια», αλλά και στην όλη κοινωνικοοικονομική αναπτυξιακή διαδικασία, προβλήματα τα οποία έπρεπε να αντιμετωπιστούν με συστηματικούς τρόπους έρευνας και σχεδιασμού της όλης αναπτυξιακής πολιτικής. την Ελλάδα το πρόβλημα των αναπτυξιακών ανισοτήτων μεταξύ περιοχών και δραστηριοτήτων μελετήθηκε εντατικά στο Κέντρο Προγραμματισμού και Ερευνών (ΚΕΠΕ), που ιδρύθηκε το 1965 με αρμοδιότητα να εκπονεί «ολοκληρωμένα μεσοχρόνια κοινωνικοοικονομικά και χωροταξικά προγράμματα» (Long-term Comprehensive Socioeconomic and Spatial Development Plans) 2 κυβερνητικής πολιτικής. το γενικό αυτό πλαίσιο έρευνας και προγραμματισμού εντάσσεται και ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποίησε το έργο του το ΚΕΠΕ. 3 ημειώνεται εδώ ότι, καθόσον αφορά την 1 Τν θαηλόκελν άληζεο ζρέζεο κεηαμύ ππεξαλαπηπγκέλνπ θέληξνπ θαη ππαλάπηπθηεο πεξηθέξεηαο («Core-Periphery Unequality») εκθαλίζηεθε ζηελ Δπξώπε κε ηδηαίηεξε νμύηεηα ζηηο ρώξεο κε ηζρπξή θεληξηθή δηνίθεζε, όπσο είλαη ε Γαιιία, πνπ ραξαθηεξίζηεθε κε ην γλσζηό κόην «Γαιιία είλαη ην Παξίζη θαη ε γαιιηθή έξεκνο». 2 Η εθπόλεζε καθξνρξόλησλ νινθιεξσκέλσλ αλαπηπμηαθώλ πξνγξακκάησλ από εηδηθώο ηδξπόκελα θπβεξλεηηθά θέληξα έξεπλαο θαη ζρεδηαζκνύ ηεο αλάπηπμεο πηνζεηήζεθε ζηε κεηαπνιεκηθή πεξίνδν από ηηο κεηαπνιεκηθέο θπβεξλήζεηο γηα αλαπηπμηαθή πνιηηηθή ηαπηόρξνλα ζπλνιηθή, θαηά θιάδνπο θαη εηδηθά ζέκαηα, θαηά πεξηθέξεηεο θαη θαηά ηα ζπζηήκαηα ρσξηθήο δηάξζξσζεο ηεο θνηλσληθννηθνλνκηθήο αλάπηπμεο, κε βάζε ην ζεσξεηηθό θαη εκπεηξηθό αλαιπηηθό πιαίζην πνπ ε δηεζλήο αθαδεκατθή θνηλόηεηα είρε αξρίζεη λα δηακνξθώλεη από ην ηέινο ηνπ πξώηνπ παγθόζκηνπ πνιέκνπ θαη ζπλέρηζε λα εκπινπηίδεη κέρξη ηελ ηειεπηαία δεθαεηία ηνπ εηθνζηνύ αηώλα. 3 Βι. ηελ έθδνζε κε ηίηιν Τα Πλαίσια της Περιυερειακής Ανάπτσξης, Σεηξά Γηαιέμεσλ ζηειερώλ ηνπ ΚΔΠΔ ζην ΔΜΠ, 1970. 2

πολυθεματική προσέγγιση της ανάπτυξης, στο ΚΕΠΕ μελετήθηκαν γύρω στα 55 θέματα από ομάδες εργασίας αποτελούμενες από ειδικούς σε κάθε θέμα επιστήμονες συντονιζόμενους από επιτροπές ένταξης του κάθε θέματος στους γενικούς στόχους των προγραμμάτων (Κατοχιανός, Κατοχιανού 2009). Η εμπειρική ανάλυση βασίστηκε στις θεωρίες και τα υποδείγματα που διεθνούς φήμης ερευνητές συνέλαβαν, εφάρμοσαν, διέδωσαν και καθιέρωσαν από το 1930. Η πραγματοποίησή της διευκολύνθηκε από τη δημιουργία κατάλληλων συνθηκών, που η ακαδημαϊκή κοινότητα Ευρώπης και Αμερικής είχε ήδη προωθήσει, με οργάνωση προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών, στα οποία φοίτησαν οι Έλληνες περιφερειολόγοι και χωροτάκτες, με τους οποίους στελεχώθηκαν η Τπηρεσία Περιφερειακής Ανάπτυξης και η Τπηρεσία Φωροταξίας του ΚΕΠΕ από την αρχή της ιδρύσεώς του και οι οποίοι αποχώρησαν από αυτό διαδοχικά μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990. 4 Από το αναλυτικό έργο περιφερειακής ανάπτυξης και χωροταξικής διάρθρωσης που πραγματοποιήθηκε στο ΚΕΠΕ έγινε επιλογή των τριών επιστημονικών μελετών που εξετάζονται στην παρούσα εισήγηση. 2. Το εμπειρικό αναλυτικό έργο επιστημονικής προσέγγισης της περιφερειακής και χωροταξικής διάρθρωσης της ανάπτυξης στο ΚΕΠΕ στην περίοδο 1965-1990 ύμφωνα με τον τίτλο της η παρούσα εισήγηση αποτελεί ένα είδος σύντομης ιστορικής ανασκόπησης της εφαρμογής στην ελληνική περίπτωση συγκεκριμένων μεθόδων εμπειρικής ανάλυσης της περιφερειακής και χωροταξικής διάρθρωσης της ανάπτυξης στην τριακονταετία 1960-1990, με παρουσίαση του τρόπου χρήσης γνωστών θεωριών και αναλυτικών υποδειγμάτων σε τρεις σχετικές επιστημονικές μελέτες, που είναι κατά σειρά έκδοσής τους οι παρακάτω: η Κλαδική-Χωρική Ανάλυση της Ελληνικής Μεταποίησης, ειρά Επιστημονικές Μελέτες, Νο 12, της Δήμητρας Κατοχιανού σε συνεργασία με Θεοδωρή-Μαρκογιαννάκη Ευμορφία και υκαρά Αικατερίνη, 1984, οι Περιφερειακές Ανισότητες στην Ελλάδα, ειρά Επιστημονικές Μελέτες Νο 27, του Γλυτσού Νικολάου, 1988, το Ελληνικό Σύστημα Αστικών Κέντρων, ειρά Επιστημονικές Μελέτες Νο 29, των Κατοχιανού Δήμητρας και Θεοδωρή-Μαρκογιαννάκη Ευμορφίας, 1989. Όπως προκύπτει από την παράθεση των πεδίων και μεθόδων έρευνας στις τρεις μελέτες κοινή προσπάθεια αποτελεί η εξέταση πολλών αναπτυξιακών παραγόντων με ποικίλους τρόπους, ώστε να προκύψει μια κατά το δυνατόν πλήρης έγκυρη περιγραφή και ερμηνεία των αναπτυξιακών επιπέδων και εξελίξεων της περιφερειακής ανάπτυξης και της χωροταξικής διάρθρωσης, όπως διαμορφώθηκαν στην Ελλάδα μέχρι σήμερα, ως βάσης για την κατάρτιση ολοκληρωμένων μεσοχρονίων σχεδίων αναπτυξιακής πολιτικής. 2.1. Κλαδική-Χωρική Ανάλυση της Ελληνικής Μεταποίησης Η κλαδική-χωρική ανάλυση της μεταποίησης στο πλαίσιο γνωστών χωροταξικών θεωριών και υποδειγμάτων ανάλυσης και στατιστικών επεξεργασιών των σχετικών στοιχείων υπήρξε ένα από τα θέματα εντατικής ενασχόλησης των στελεχών των Τπηρεσιών 4 Σο τελευταίο έργο περιφερειακής ανάλυσης που έγινε με τις εξεταζόμενες εδώ μεθόδους, είναι η μελέτη που ανατέθηκε από τον ΕΟΣ με τίτλο «Εθνικό Οικονομικό και Φωροταξικό χέδιο Σουρισμού» Α Υάση, 1994, έκδοση ΚΕΠΕ. 3

Περιφερειακής Ανάπτυξης και Φωροταξίας του ΚΕΠΕ από την αρχή της ίδρυσής του το 1965. 5 Η μεταποίηση (βιομηχανία, βιοτεχνία) αποτελεί δραστηριότητα, της οποίας οι κλάδοι και οι περιοχές εγκατάστασής τους παρουσιάζουν αλληλεξάρτηση, δηλαδή κάθε κλάδος διακρίνεται από ορισμένη «χωρική συμπεριφορά», με βάση την οποία καθορίζεται η χωρική του διάρθρωση και, αντίστροφα, κάθε περιοχή διακρίνεται από ορισμένη «κλαδική συμπεριφορά», με βάση την οποία καθορίζεται η κλαδική της διάρθρωση. Οι συμπεριφορές αυτές διαμορφώνονται από διάφορους παράγοντες που εξετάζονται στα πλαίσια των γενικών θεωριών εγκατάστασης και καθορίζουν τα κριτήρια ζήτησης από τη μεριά των κλάδων και προσφοράς από τη μεριά των περιοχών διαφόρων παραγόντων, η τελική σύνθεση των οποίων καθορίζει την κλαδική-χωρική τους διάρθρωση. 6 την επιστημονική μελέτη της μεταποίησης με την οποία ασχολείται η παρούσα εισήγηση, γίνεται εμπειρική ανάλυση της κλαδικής-χωρικής διάρθρωσης της μεταποίησης στην Ελλάδα με εφαρμογή γνωστών σχετικών μεθόδων της διεθνούς εμπειρίας, η οποία παρουσιάζεται στην εισήγηση. Εξετάζεται με στατιστικά στοιχεία των απογραφών μεταποίησης, η κατανομή της απασχόλησης των 39 κλάδων διψηφίου κωδικού της μεταποιητικής δραστηριότητας (βιομηχανία, βιοτεχνία) στους 51 νομούς της χώρας στα έτη 1963, 1973, 1978 και στις μεταξύ τους περιόδους. Για την εμπειρική ανάλυση κατασκευάζεται καταρχήν μια «γεωγραφική μήτρα» σύμφωνα με τη μέθοδο Chorley and Haggett. 7 Με βάση τα στοιχεία της μήτρας αυτής γίνεται εμπειρική ανάλυση της κλαδικής-χωρικής κατανομής της μεταποιητικής δραστηριότητας με δύο τρόπους: Ο πρώτος τρόπος δίνει «στατική εικόνα» των κλαδικών-χωρικών κατανομών κάθε έτους με βάση τα στοιχεία του έτους και ο δεύτερος δίνει «δυναμική εικόνα» με βάση τις μέσες ετήσιες μεταβολές στις περιόδους μεταξύ των ετών. Επίσης οι δείκτες είναι δύο ειδών, «απόλυτοι» όταν δίνουν την κατανομή της απασχόλησης σε κάθε κλάδο σε κάθε νομό καθαυτή και «σχετικοί» όταν δίνουν τις μεταβολές της κλαδικής κατανομής της απασχόλησης στους νομούς σε σύγκριση με αυτήν του συνόλου χώρας αντίστοιχα. υγκεκριμένα εκτιμώνται οι παρακάτω δείκτες σε κάθε είδος εικόνας: α) τατική εικόνα «απόλυτοι δείκτες» κλαδικής-χωρικής κατανομής, όπως είναι ο συντελεστής GINI (GINI Coefficient) 8 (σελ. 85-97). «σχετικοί δείκτες» κλαδικής-χωρικής κατανομής, όπως είναι ο υντελεστής Φωρικής Κατανομής Κλάδων και Κλαδικής Εξειδίκευσης Περιοχών (Localization and Specialization Coefficient) 9 (σελ. 106-109). β) Δυναμική εικόνα «απόλυτοι δείκτες» μεταβολής της απασχόλησης των κλάδων στις περιοχές (σελ.121-122) και των περιοχών στους κλάδους (σελ.120-125), όπως είναι ο υντελεστής 5 Τνληθίδνπ 1979, Θενδσξή-Μαξθνγηαλλάθε, Καββαδίαο, Καηνρηαλνύ, 1986, Τνληθίδνπ 1984, 1988, 1991, Καηνρηαλνύ 1984. 6 Hoover 1936, Ιsard 1960, Koπηζνπκάξεο 1963, Yeates 1968, Claassen, Paelinck 1974, Bαλδώξνο 1976, Φηώηεο 1973, Πνξηαξίηνπ 1979, Kαηνρηαλνύ 1980, Katochianou 1993. 7 Chorley an Haggett 1969, όπνπ ζην θαηαθόξπθν δηάλπζκα θαηαηάζζνληαη νη λνκνί κε ηε ζεηξά ηνπ θσδηθνύ ηνπο θαηά ΔΣΥΔ θαη ζην νξηδόληην νη δηςήθηνπ θσδηθνύ θιάδνη κε ηε ζεηξά ηνπο επίζεο θαηά ΔΣΥΔ (ζει.25-26). 8 Αζαλαζηάδεο 1957, Hoover 1936, κε ηνλ νπνίν κεηξηέηαη α. ν βαζκόο ζπγθεληξσηηθόηεηαο ηεο ρσξηθήο θαηαλνκήο ησλ θιάδσλ (ζει.88-95) θαη β. ν βαζκόο ζπγθεληξσηηθόηεηαο ηεο θιαδηθήο θαηαλνκήο ησλ λνκώλ (ζει. 96-105). 9 Ιsard 1960, Koπηζνπκάξεο 1963, Ward 1963, Καηνρηαλνύ 1980 (ζει.106-113). 4

Spearman υσχέτισης των Σαξινομημένων κατά Μέγεθος Μεταβολών (Spearman Rank Correlation Coefficient). 10 «σχετικοί δείκτες» μεταβολής της κλαδικής και χωρικής απασχόλησης, όπως προκύπτουν από την Ανάλυση Απόκλισης-υμμετοχής (Shift-Share Analysis). 11 Με εφαρμογή της μεθόδου αυτής στη μελέτη συγκρίνεται η μεταβολή της κλαδικής κατανομής της απασχόλησης στους νομούς με τη μεταβολή της κλαδικής κατανομής της απασχόλησης στο σύνολο χώρας (σελ. 191-200). Οι παραπάνω δείκτες χωρικής-κλαδικής ανάλυσης της μεταποίησης χρησιμοποιούνται για συγκριτική αξιολόγηση, κατάταξη κατά ιεραρχικές κατηγορίες και εξαγωγή συμπερασμάτων για το επίπεδο, την εξέλιξη και τη συμβολή των νομών και των κλάδων στην εθνική και την περιφερειακή ανάπτυξη της μεταποίησης σε συσχέτιση και με το γενικότερο πλαίσιο κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης των μεταποιητικών κλάδων και των νομών στα τρία χρόνια της μελέτης και στις μεταξύ τους περιόδους (σελ.191-200). Για την ιεραρχική αυτή ταξινόμηση χρησιμοποιείται η ταξινομική κατάταξη κατά Boudeville 12 κάθε κλάδου και κάθε νομού με βάση δείκτες κατανομής αφενός της απασχόλησης και αφετέρου σειράς παραγόντων ενδεικτικών της γενικότερης ανάπτυξης (κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν, πληθυσμός στους νομούς, εγκατεστημένη ισχύς, μέσο μέγεθος καταστήματος στους κλάδους), με εφαρμογή μεθόδων ανάλυσης δύο ειδών: τις «μαθηματικές στατιστικές, οικονομετρικές» και τις «γραφικές, παραστατικές» (σελ.127 και 149-185). 2.2. Περιφερειακές ανισότητες στην Ελλάδα: Δημογραφικά και οικονομικά χαρακτηριστικά τη μελέτη αυτή γίνεται μέτρηση των περιφερειακών ανισοτήτων στην Ελλάδα στα έτη 1961, 1971, 1981 και στις μεταξύ τους περιόδους με βάση μεθόδους μέτρησης δεικτών κατανομής διαφόρων οικονομικών παραγόντων (κατά κεφαλήν προϊόντος, απασχόλησης, παραγωγικότητας, ανταγωνιστικότητας κατά τομείς) και βιοτικού επιπέδου (συνθηκών κατοικίας, κατοχής ιδιωτικών αυτοκινήτων, κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας) στις 9 προγραμματικές περιφέρειες στις οποίες έχει διαιρεθεί η χώρα και για ορισμένες περιπτώσεις στους 52 νομούς. 13 Λόγω της πληθώρας των σημαντικών παραγόντων, που η μελέτη δέχεται ότι προσδιορίζουν τις περιφερειακές ανισότητες και ο αριθμός τους ανέρχεται σε 17, αλλά και της επανειλημμένα διαπιστωμένης έλλειψης κατάλληλων επαρκών και έγκυρων στοιχείων για εμπειρικές αναλύσεις στην Ελλάδα, δοκιμάστηκαν διάφορες μέθοδοι και έγινε επιλογή για εφαρμογή εκείνων που έδωσαν τα ικανοποιητικότερα αποτελέσματα. τη μελέτη χρησιμοποιούνται «απλοί τρόποι» και «συστηματικοί τρόποι» και αντίστοιχες μέθοδοι αναλυτικής προσέγγισης των περιφερειακών ανισοτήτων. 14 α) Απλοί τρόποι περιφερειακής ανάλυσης με εκτίμηση συντελεστών, που προκύπτουν από συγκρίσεις ποσοστιαίων συνθέσεων των απόλυτων τιμών ή των μεταβολών των τιμών των αναπτυξιακών παραγόντων, όπως είναι: 10 Aζαλαζηάδεο 1957. 11 H κέζνδνο επηλνήζεθε αξρηθά από ηνλ Creamer 1943, ζπζηεκαηηθή αλαθνξά θαη πξνζπάζεηα εθαξκνγήο έγηλε από ηνπο Ιsard 1960, Perloff et al., 1960 θαη από ηόηε απνηειεί κηα από ηηο πην δηαδεδνκέλεο κεζόδνπο πεξηθεξεηαθήο αλάιπζεο ζηηο ΗΠΑ, Αγγιία, Ιηαιία, (Edwards 1976, Hewings 1977 θαη Φηώηεο 1973, Βαλδώξνο 1976, Κώηηεο 1980). 12 Beaud 1966, Edwards 1976 13 Σηελ ππνδηαίξεζε κηαο ρώξαο κε ζθνπό ηελ πεξηθεξεηαθή αλάιπζε αλαθέξνληαη νη Ward 1963, Richardson 1969, Weidfield and Nicolson, 1969, Φηώηεο 1970, Κώηηεο 1980, Κόλζνιαο 1983, Jackson 1990. 14 Δθηελήο αλαθνξά ζηνπο ηξόπνπο πεξηθεξεηαθήο αλάιπζεο γηα ηεθκεξίσζε ηεο πεξηθεξεηαθήο αλαπηπμηαθήο πνιηηηθήο βι. Κόλζνιαο 1983. 5

ο υντελεστής Εξειδίκευσης (Location Quotient), ο υντελεστής υσχέτισης Σάξεων Μεγέθους Μεταβολών (Spearman s Rank Correlation Coefficient), 15 ο υντελεστής υγκεντρωτικότητας (Gini Coefficient), η Ελαστικότητα (Elasticity), που μετράει την ποσοστιαία μεταβολή που προκαλείται σε μιαν εξαρτημένη μεταβλητή από την ποσοστιαία μεταβολή ανεξάρτητης μεταβλητής. β ) υστηματικοί τρόποι ανάλυσης των περιφερειακών ανισοτήτων όπως είναι: οι διαστρωματικές (για τους παράγοντες) και διαπεριφερειακές Παλινδρομήσεις 16 (σελ. 119-132), η εκτίμηση πολυμεταβλητών συναρτήσεων, η ανάλυση απόκλισης συμμετοχής (Shift Share Analysis), η εκτίμηση συντελεστών χωροθέτησης (Coefficient of Localization και Coefficient of Spatial Variation). 17 Σέλος με βάση τις παραπάνω εκτιμήσεις γίνεται στη μελέτη και παρουσιάζεται σε ένα πίνακα διπλής εισόδου η συγκριτική ιεράρχηση του Ανταγωνιστικού Πλεονεκτήματος των αναπτυξιακών παραγόντων (Κανετάκης 1983) και των περιφερειών (σελ.316-337). Επί πλέον η μελέτη, πέρα από τη μέτρηση του επιπέδου και της εξέλιξης των διαφόρων παραγόντων περιφερειακής ανισότητας στα τρία έτη 1961, 1971, 1981 και των εξελίξεων στις μεταξύ τους περιόδους, ασχολείται και με προβλέψεις και προβολές εξέλιξης του πληθυσμού και του εργατικού δυναμικού στο έτος 2000, δηλαδή των δύο βασικών συστατικών των περιφερειακών ανισοτήτων, για τις οποίες χρησιμοποιούνται στη μελέτη διεθνώς καθιερωμένες μέθοδοι εκτίμησης, που είναι οι εξής (σελ. 133) : 18 προβολή της απόλυτης αύξησης του συνολικού πληθυσμού, προβολή του ποσοστού αύξησης του συνολικού πληθυσμού, προβολή της απόλυτης αύξησης του πληθυσμού κατά φύλο και ηλικία ανεξάρτητα. «Δορυφορική Μέθοδος» περιφερειακοποίησης «εκ των άνω προς τα κάτω (top-down)» των προβολών των μεγεθών πληθυσμού και απασχόλησης, 19 που βασίζεται στην παραδοχή ότι oι περιφερειακές κατανομές είναι όμοιες με τις αντίστοιχες κατανομές στο σύνολο χώρας και εντάσσονται σε ένα ενιαίο εθνικό-διαπεριφερειακό σύστημα κατανομών (σελ. 135-137). 2.3. Το Ελληνικό Σύστημα Αστικών Κέντρων Η έρευνα και ο σχεδιασμός του ελληνικού δικτύου αστικών κέντρων (οικισμών πληθυσμού 10 χιλιάδων κατοίκων και άνω) υπήρξε από την αρχή της ίδρυσης του ΚΕΠΕ βασικό θέμα έρευνας και σχεδιασμού της ανάπτυξης, διότι έγινε αποδεκτό ότι αποτελεί το σκελετό της εθνικής, περιφερειακής και χωρικής διάρθρωσης της ανάπτυξης της χώρας και κύριο παράγοντα δημιουργίας του κρίσιμου προβλήματος των μεταπολεμικών αναπτυξιακών ανισοτήτων. 20 15 Τνλ ζπληειεζηή απηόλ εηζήγαγε ν Charles Spearman ηo 1940. 16 Σηε κειέηε κέζνδνη εθηίκεζεο ηέηνησλ παιηλδξνκήζεσλ εθαξκόδνληαη ζηηο δεκνγξαθηθέο αλαιύζεηο Greenberg 1972.. 17 Οη ζπληειεζηέο απηνί εθηηκώληαη κε ηερληθέο Αλάιπζεο Τόπνπ Δγθαηαζηάζεσο Βηνκεραληθώλ Κιάδσλ (Locational Analysis). 18 Barcklay 1958, Sonenblum, 1968 (ζει.133). 19 Greenberg 1978, Glickman 1977 (ζει.135-137). 20 Καηνρηαλνύ 1967, Καηνρηαλόο 1970. 6

την επιστημονική μελέτη του ελληνικού αστικού συστήματος έχει γίνει και παρουσιάζεται στην παρούσα εισήγηση σειρά αναλύσεων των αστικών κέντρων με στοιχεία των ετών των απογραφών πληθυσμού 1951, 1961, 1971, 1981 και με χρήση μεθόδων της ευρείας σχετικής διεθνούς εμπειρίας. Θεωρητικό υπόβαθρο της μελέτης αποτελεί η παραδοχή ότι το σύνολο των αστικών κέντρων μιας χώρας αποτελεί ένα «ύστημα», που σύμφωνα με τη θεωρία των γενικών συστημάτων (Systems Theory) διακρίνεται από νομοτέλεια, βρίσκεται σε κατάσταση ισορροπίας που τη διατηρεί με μεταβολές, προσαρμογές και συνεχείς ανακατατάξεις των μερών του, ως απόρροια εσωτερικών και εξωτερικών μεταβολών. 21 το πλαίσιο αυτό αναπτύχθηκαν θεωρητικές προσεγγίσεις και προτάθηκαν αναλυτικές τεχνικές που χαρακτήρισαν το πλούσιο έργο επιστημονικής έρευνας και σχεδιασμού των αστικών συστημάτων στη μεταπολεμκή περίοδο. 22 την εισήγηση αυτή παρουσιάζονται οι διεθνώς γνωστές και καθιερωμένες μέθοδοι εμπειρικής χωρικής ανάλυσης αστικών συστημάτων που παρήγαγε η ακαδημαϊκή κοινότητα από το 1930 και χρησιμοποιήθηκαν στη μελέτη, αφού δοκιμάστηκαν ως προς δυνατότητα εφαρμογής τους στην ελληνική περίπτωση. Σα στατιστικά στοιχεία που αναλύονται στη μελέτη είναι βασικά ο πληθυσμός των αστικών κέντρων και των ευρύτερων περιοχών των οποίων αποτελούν «αναπτυξιακούς πόλους», καθώς και άλλοι σημαντικοί για την ανάλυση της αστικής ανάπτυξης παράγοντες. Η αναλυτική προσέγγιση της ανάπτυξης των αστικών κέντρων είναι δύο ειδών: «ανάλυση της χωροταξικής του διάρθρωσης» και «ανάλυση της οικονομικής δομής» του. α) Ανάλυση χωροταξικής διάρθρωσης Η χωροταξική διάρθρωση του συστήματος αστικών κέντρων αναλύεται με βάση τις παρακάτω τεχνικές ανάλυσης: Ανάλυση της Πληθυσμιακής Κατανομής των Αστικών Κέντρων (City-Size Distribution). O πρώτος που παρατήρησε ότι η κατανομή των πληθυσμιακών μεγεθών σε ένα εθνικό σύστημα αστικών κέντρων παρουσιάζει κανονικότητες περιγράψιμες μαθηματικά είναι ο Auerbach τo 1913. 23 Aπό τότε πολλοί μελετητές αστικών συστημάτων διαφόρων χωρών κατασκεύασαν με βάση τις εμπειρικές τους παρατηρήσεις μαθηματικά υποδείγματα και ερεύνησαν υποθέσεις ερμηνείας και σχεδιασμού πολιτικής για τα αστικά συστήματα, της οποίας η μαθηματική διατύπωση συσχετίζει το μέγεθος με την ιεραρχική τάξη (Size Rank) των αστικών κέντρων με τη υνάρτηση Κατανομής ειράς-μεγέθους, με την Εξίσωση Pareto που αποτελεί τη λογαριθμική της μορφή 24 και με την εκτίμηση τoυ Δείκτη Κυριαρχίας ειράς- Μεγέθους (Primacy Index). Ανάλυση του Πληθυσμιακού Δυναμικού (Population Potential). Σο «δυναμικό» κάθε αστικού κέντρου του συστήματος πάνω στα άλλα αστικά κέντρα εξαρτάται από το πληθυσμιακό του μέγεθος, τα μεγέθη των άλλων αστικών κέντρων και την απόστασή του από αυτά. 25 Η μέτρηση του Δυναμικού γίνεται με το Τπόδειγμα Βαρύτητας (Gravity Model), του οποίου ο Ravenstein έκανε μερική εφαρμογή στη μελέτη 21 Simon 1957, Wilson 1970 (ζει. 26-27). 22 Thompson 1967, Haggett 1970, Μills 1972, Bourne and Mckinnon 1972, Maclauglin 1972. 23 Haggett 1970. 24 Singer 1936, Allen 1945, Zipf 1949, Stewart 1958, Berry 1961, Ward 1967, Richardson 1973. 25 Πξόθεηηαη γηα ην λόκν ηνπ Νεύησλα ακνηβαίαο έιμεο-άπσζεο πνπ ηζρύεη ζηα καγλεηηθά πεδία, ε δπλαηόηεηα ηζρύνο ηνπ νπνίνπ ζηελ αλζξσπνγεσγξαθία αλαθέξζεθε γηα πξώηε θνξά ζην πξώην ήκηζπ ηνπ 19 νπ αηώλα από ηνλ Carey. 7

μεταναστευτικών ροών προς τις πόλεις το 1885 26 και η γραφική του παράσταση δίνει ισοδυναμικές καμπύλες γύρω από κάθε αστικό κέντρο (σελ.101-120). Ιεραρχική Ανάλυση Πληθυσμιακών Μεγεθών Αστικών Κέντρων (Size Hierarchy in the System of Cities). Σο σύστημα αστικών κέντρων είναι κατά τον Woldenberg 27 ένα ιεραρχικό σύστημα, αποτελεί αστερισμό με ένα μέγιστου μεγέθους αστικό κέντρο, λίγα μεγάλα, πολλά μικρότερα και ακόμα περισσότερα μικρά αστικά κέντρα συνδεόμενα με δορυφορικό τρόπο μεταξύ τους. Η ιεραρχική ανάλυση είναι παλαιότερη από όλες τις αναλύσεις των αστικών κέντρων 28 και βασίζεται στη Θεωρία των Κεντρικών Σόπων (Central Place Theory), η μαθηματική διατύπωση των αστικών ιεραρχήσεων ανήκει στον Beckmann, 29 ενώ οι διαβαθμίσεις των αστικών κέντρων κατά τάξεις μεγέθους υπακούουν στο Νόμο Ιεραρχικής Διακλαδώσεως (Bifurcation Law) και μπορεί να προκύπτουν ισχυρά ή ομαλά διαστρωματωμένες και το ίδιο ισχύει για τις αποστάσεις μεταξύ των κέντρων των διαφόρων διαβαθμίσεων. ε ένα ομαλό γεωγραφικό πεδίο ο αστερισμός αστικών κέντρων διατάσσεται κατά εξαγωνικά σχήματα διαφόρων ιεραρχικών διαβαθμίσεων, 30 ενώ σε πιο ανώμαλα γεωγραφικά πεδία, όπως είναι ο ελληνικός χώρος o αστερισμός διατάσσεται κατά αξονικά ιεραρχικά σχήματα 31 (σελ. 124-128). β) Ανάλυση οικονομικής δομής του συστήματος αστικών κέντρων Η ανάλυση της οικονομικής δομής του συστήματος αστικών κέντρων γίνεται με τις παρακάτω τεχνικές: Ανάλυση Απόκλισης-υμμετοχής (Shift Share Analysis) 32 με την οποία εντοπίζεται ποιοί από τους τρείς οικονομικούς τομείς έχουν συμβάλει, πόσο στην ανάπτυξη ποιών αστικών κέντρων και αντίστροφα, ποια αστικά κέντρα έχουν συμβάλει, πόσο, στην ανάπτυξη των τομέων στις περιόδους 1951-1961, 1961-1971, 1971-1981. Ανάλυση της Οικονομικής Βάσης (Economic Base Study) των αστικών κέντρων. 33 ύμφωνα με τη θεωρία της οικονομικής βάσης ο ρυθμός και ο προσανατολισμός της οικονομικής ανάπτυξης μιας περιοχής προσδιορίζεται από την εξαγωγική της δραστηριότητα. Mε τη μέθοδο αυτή ανάλυσης εντοπίζονται σε κάθε αστικό κέντρο οι «προωθητικοί» ή «εξαγωγικοί» ή «βασικοί» λόγω πλεονασματικής παραγωγής κλάδοι, με εκτίμηση αρχικά του Λόγου υμμετοχής (Location Quotient) της απασχόλησης των κλάδων, με βάση τον οποίο γίνεται ακολούθως εκτίμηση της Βασικής Απασχόλησης (σελ. 165-178). Ιεραρχική Ανάλυση Αστικών Κέντρων-Δραστηριοτήτων (City-Activity Hierarchies). Η τεχνική ιεραρχικής ανάλυσης αστικών κέντρων-δραστηριοτήτων βασίζεται στη θεωρία που ανάπτυξε ο Σinbergen, 34 σύμφωνα με την οποία η ιεραρχική πυραμίδα ταξινόμησης των πληθυσμιακών μεγεθών των αστικών κέντρων συναρτάται με όμοια ιεραρχική πυραμίδα ταξινόμησης -με βάση τον αριθμό παραγωγικών μονάδων- των κλάδων δραστηριότητας. το ένα μεγίστου μεγέθους αστικό κέντρο της κορυφής της αστικής ιεραρχικής πυραμίδας αντιστοιχεί ένας κλάδος μεγίστου μεγέθους μονάδων δραστηριότητας, στα λίγα μεγάλου μεγέθους αστικά κέντρα αντιστοιχούν λίγοι κλάδοι μεγάλου μεγέθους μονάδων, κοκ μέχρι τη βάση της πυραμίδας, όπου στα πάρα πολλά 26 Carrothers 1956, Stewart and Warntz 1958, Berry and Norton 1970. 27 Woldenberg 1970. 28 Cristaller 1933, Losch 1940. 29 Richardson 1973. 30 Ιsard 1956. 31 Katochianou 1981, Katochianou 1991 (ζει. 121-145). 32 Eπεηδή πεξηγξαθή ηεο κεζόδνπ απηήο έρεη γίλεη ζηηο πξνεγνύκελεο δύν κειέηεο δελ επαλαιακβάλεηαη εδώ. 33 Homer Hoyt 1930, Blumefield 1955, Isard 1960. 34 Tinbergen 1961. 8

μικρού μεγέθους αστικά κέντρα αντιστοιχούν πάρα πολλοί μικρού μεγέθους μονάδων κλάδοι. Εφαρμογή του υποδείγματος συσχέτισης ταξινομημένων κατά μέγεθος αστικών κέντρων-οικονομικών κλάδων δραστηριότητας (όλων των τομέων εκτός του πρωτογενούς) γνωστού ως "υπόδειγμα Σinbergen" έχει γίνει από ερευνητές σε κράτη διαφόρων αναπτυξιακών επιπέδων, 35 όπως και στην εξεταζόμενη εδώ μελέτη (σελ. 181-195). Παράγοντες μεταβολών των μεγεθών των αστικών κέντρων (Factors of City-Size Changes). Πολλοί παράγοντες ευθύνονται για τις μεταβολές του πληθυσμού των αστικών κέντρων, που μετριέται με την τεχνική της Πολλαπλής υσχέτισης (Multiple Correlation Analysis). Η τεχνική αυτή εφαρμόστηκε σε πολλές χώρες. 36 τη μελέτη του αστικού συστήματος αστικών κέντρων που εξετάζεται εδώ η τεχνική αυτή εφαρμόστηκε με εξαρτημένη μεταβλητή την ποσοστιαία μεταβολή του πληθυσμού τους κατά περιόδους και ανεξάρτητες 23 μεταβλητές (μεταβολή απασχόλησης στα αστικά κέντρα κατά περιόδους, αριθμός καταστημάτων κλάδων, ξενοδοχειακές κλίνες στους νομούς, ιδιωτικό εισόδημα, κλπ). Επιπλέον εκτιμήθηκε ο υντελεστής Απλής υσχέτισης (Simple Correlation Coefficient) μεταξύ καθεμιάς ανεξάρτητης μεταβλητής επί της εξαρτημένης σε δύο περιόδους (σελ. 198-212). Γραφική συσχέτιση-ταξινόμηση τάξεων μεγέθους πληθυσμού-οικονομικών δραστηριοτήτων των αστικών κέντρων. Η χρήση γραφικών παραστάσεων αποτελεί έναν απλό και ικανοποιητικό τρόπο συσχέτισης μεταβλητών και εξαγωγής συμπερασμάτων στις γεωγραφικές οικονομικές αναλύσεις. 37 την εξεταζόμενη μελέτη χρησιμοποιήθηκε ο τρόπος αυτός στη συσχέτιση πληθυσμιακών και οικονομικών μεγεθών των αστικών κέντρων (σελ.213-225). ε τετραπλό (four-fold) διάγραμμα συσχέτισης δύο μεγεθών (διαξονικό) γίνεται ταξινόμηση μέσων όρων καθενός από τα συσχετιζόμενα μεγέθη σε τέσσερες ομάδες, την ομάδα Ι υψηλής βαθμολογίας ως προς τα δύο συσχετιζόμενα μεγέθη (τα δύο μεγέθη είναι και τα δύο άνω του μέσου όρου), την ομάδα ΙV χαμηλής βαθμολογίας (και τα δύο μεγέθη είναι κάτω του μέσου όρου), τις ομάδες ΙΙ ή ΙΙΙ μέσης βαθμολογίας (το ένα μέγεθος είναι πάνω και το άλλο κάτω του μέσου όρου. 3. Συμπεράσματα της ανασκόπησης του επιστημονικού τρόπου έρευνας της περιφερειακής και χωροταξικής ανάπτυξης στην περίοδο 1960-1990. Προοπτικές συνέχισης του τρόπου αυτού στο μέλλον. 3.1. Συμπεράσματα Η ανασκόπηση της ανάλυσης της περιφερειακής και χωροταξικής κατανομής της ανάπτυξης στο πλαίσιο κυβερνητικού «ολοκληρωμένου αναπτυξιακού σχεδιασμού», που πραγματοποιήθηκε στο ΚΕΠΕ στην περίοδο 1960-1990 και παρουσιάζεται με δείγματα τις παραπάνω τρεις μελέτες, οδηγεί στα παρακάτω συμπεράσματα: Σο θεωρητικό πλαίσιο και τις μεθόδους περιφερειακής, αστικής και κλαδικής ανάλυσης το έχουν ξεκινήσει και διαδοχικά καθιερώσει επώνυμοι ερευνητές από το 1930, στην προσπάθεια αντιμετώπισης της διεθνούς οικονομικής κρίσης του 1929 και γενικά της ανασυγκρότησης των ευρωπαϊκών κρατών μετά το τέλος του 1 ου παγκοσμίου πολέμου. Εκτοτε έχει διανύσει μια περίοδο εντατικής ακαδημαϊκής δραστηριότητας 60 ετών (1930-1990) (με ανάπαυλα στην περίοδο του 2 ου παγκοσμίου πολέμου) και επαναδραστηριοποίηση στη νέα μεταπολεμική εποχή. 35 Tinbergen 1961, Berry 1961, Chin 1964, Gupta 1971, Κatochianou 1981, Katochianou 1992, Κatochianou 1993. 36 Bourne and Mckinnon 1972, Glickman 1979. 37 Bourne and Mackinnon 1972. 9

Οι μέθοδοι περιφερειακής, αστικής και κλαδικής ανάλυσης που παρουσιάστηκαν εδώ βασίστηκαν αποκλειστικά σε στοιχεία των απογραφών και άλλων ερευνών των εθνικών στατιστικών υπηρεσιών, που εντάσσονταν σε ένα διεθνές στατιστικό σύστημα για δυνατότητα συγκριτικής αξιολόγησης, το μετά το 1980 άρχισε να αμφισβητείται ως προς τρόπο συλλογής, επεξεργασίας και παρουσίασης των στοιχείων από ορισμένα κράτη 38 καθώς και ως προς την παραδοσιακή διάκριση σε βασικούς τομείς: «Πρωτογενή», «Δευτερογενή, «Σριτογενή», στους οποίους εστιάστηκαν και συνεχίζουν να εστιάζονται οι οικονομικές μελέτες. Η αμφισβήτηση ξεκίνησε με τη διαπίστωση αφενός φαινομένων παρακμής των δύο πρώτων τομέων και αφετέρου ραγδαίας διόγκωσης του τρίτου «Σριτογενοποίηση» («Tertiarisation») - και οδήγησε στη σταδιακή και όχι ακόμα οριστικοποιημένη επέκτασή του στον Σεταρτογενή (Quaternary) και στον Πεμπτογενή (Quinary) τομέα. 39 3.2. Προοπτικές συνέχισης στο μέλλον του τρόπου επιστημονικής προσέγγισης της περιφερειακής και χωροταξικής αναπτυξιακής πολιτικής. Για τις προοπτικές παραπέρα εξέλιξης της περιφερειακής και χωροταξικής ανάλυσης και του σχεδιασμού της ανάπτυξης διατυπώνεται εδώ η άποψη ότι η προσέγγιση αυτή είναι σκόπιμο και αναγκαίο να συνεχιστεί στο μέλλον, αφού γίνει ενδελεχής αναγνώριση και κατανόηση των πολλών καινοφανών φαινομένων, άλλων που θα μπορούσαν να έχουν προβλεφθεί και να είχε προγραμματιστεί η αντιμετώπιση των προβληματικών επιπτώσεων και η αξιοποίηση των παρουσιαζομένων νέων προϋποθέσεων, άλλων που συμβαίνουν ανεξέλεγκτα σε παγκόσμια κλίμακα, με κατάληξη την πρόσφατη οικονομική κρίση. Ως προς τις αλλαγές, με βάση τις οποίες πρέπει να γίνουν αναθεωρήσεις και αναπροσαρμογές του θεωρητικού πλαισίου και των μεθόδων οικονομικής περιφερειακής και χωροταξικής εμπειρικής ανάλυσης στον 21 ο αιώνα αναφέρονται οι παρακάτω: Η διάλυση της ΕΔ το 1989, στο οποίο είχε ασκηθεί στα πενήντα μεταπολεμικά χρόνια κεντρικός, ορθολογικός, μη συμμετοχικός προγραμματισμός «από πάνω προς τα κάτω» και «από το όλο προς τα μέρη» και οι πολυάριθμες χώρες που πριν το αποτελούσαν βρέθηκαν σε υποανάπτυκτη κατάσταση και σε απόλυτη αδυναμία να ανασυγκροτηθούν και να οργανωθούν με νέους τρόπους χάραξης της αναπτυξιακής πορείας. 40 Αυτό οδήγησε σε αμφισβήτηση του όλου συστήματος ορθολογικού σχεδιασμού. 41 Οι παγκοσμιοποιημένες κοινωνικοοικονομικές και τεχνολογικές εξελίξεις στις δεκαετίες 1980-2010 στη Δύση, με χαρακτηριστικό τη γενικευμένη άνοδο του κοινωνικοοικονομικού και βιοτικού επιπέδου και του καταναλωτισμού, που προκάλεσαν ραγδαία υπερσυγκέντρωση πληθυσμού και εργατικού δυναμικού τριτοκοσμικής προέλευσης σε υπερμεγέθη παγκόσμιας εμβέλειας αστικά συγκροτήματα, εστίες αφενός ανακάλυψης και προώθησης παντός είδους πρωτοποριακών τεχνολογιών και αφετέρου κρισίμων κοινωνικοικονομικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων, κύρια στις κεντρικές περιοχές τους, εξελίξεις που κινήθηκαν παράλληλα με τη μετατόπιση των προβληματισμών από τις οικονομικές 38 υγκεκριμένα στην Ελλάδα το πρόβλημα εντοπίζεται στην αδυναμία εκτίμησης των μεγεθών του ΑΕΠ, του πληθυσμού και της απασχόλησης στο σύνολο χώρας και, ακόμα περισσότερο, κατά περιφέρεια, νομό, δήμο, κοινότητα, καθώς και κατά οικονομικό τομέα και κλάδο, που ως δημοσιευόμενα «επίσημα» μεγέθη είναι διάφορα μεγαλύτερα ή μικρότερα- από τα «πραγματικά», λόγω του ότι δεν συμπεριλαμβάνονται εκτιμήσεις του ύψους της «μαύρης» οικονομίας (απασχόληση, εισόδημα, πληθυσμός), του περιβαλλοντικού κόστους-οφέλους, κλπ. 39 Kuznets 1955, Kim, Huang, Lin 2010. 40 ΟΟΑ, Εκθέσεις που εκπονήθηκαν από την ομάδα Περιφερειακών Πολιτικών (Regional Development Problems and Policies) για την Ουγγαρία και τη Ρουμανία της μετακομμουνιστικής εποχής. 41 Βασενχόβεν 2000 10

και χωρικές ανισότητες της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου, που διαδοχικά αμβλύνθηκαν 42, σε ανισότητες μεταξύ κρατών 43 και στην κρίσιμη οικονομικά, κοινωνικά, πολιτισμικά και οικολογικά κατάσταση μέσα στις διεθνείς μητροπόλεις. 44 Η μετά τη διεθνή οικονομική κρίση του 2010 παρατηρουμένη μετατόπιση της ανάληψης ευθύνης για αντιμετώπιση της κρίσης από τις εθνικές κυβερνήσεις σε διεθνούς εμβέλειας συνασπισμούς κρατών μέσω συναποφασιζομένων βραχυχρονίων λογιστικού τύπου «Προγραμμάτων Oικονομικής ταθερότητας» με όρους δεσμευτικούς για τις κυβερνήσεις των κρατών που εντάσσονται στους συνασπισμούς. Παράλληλα με το γιγαντισμό αυτό της κορυφής της πυραμίδας προγραμματισμού των αποφάσεων για αντιμετώπιση της κρίσης, παρατηρείται τάση μετατόπισης της ανάληψης πρωτοβουλιών για την αντιμετώπιση εντοπισμένων στο χώρο και σε δραστηριότητες, αλλά και για αξιοποίηση των δυνατοτήτων προώθησης επενδυτικών προγραμμάτων κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης, στη βάση της οικονομικής, κοινωνικής και χωρικής πυραμίδας (τοπικό ή μικροεπιχειρηματικό ή ειδικού ενδιαφέροντος επίπεδο), σε εγκαταλειμμένες αγροτικές, εξορυκτικές, βιομηχανικές ή λιμενικές ζώνες, ένα είδος συλλογικού σχεδιασμού «από κάτω προς τα πάνω». Οι πρωτοβουλίες αυτές αναλαμβάνονται από τους μονίμους κατοίκους της άμεσης περιοχής, αλλά και από κατοίκους προερχόμενους από άλλες περιοχές της ίδιας ή άλλης χώρας στο πλαίσιο είτε της «επιστροφής στις ρίζες» των συνταξιούχων της πρώτης μεταπολεμικής αστυφιλίας, είτε της «φυγής» από τις περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά υποβαθμισμένες μεγαλουπόλεις, είτε της αναζήτησης ευκαιριών επαγγελματικής δραστηριότητας κυρίως από νέους ντόπιους ή ξένους. Η εξέλιξη αυτή που έχει ήδη αρχίσει και συνεχίζει να οδηγεί σε μείωση των ανισοτήτων ανάπτυξης ανάμεσα στις περιφέρειες, στις πόλεις του αστικού συστήματος, στις κλαδικές δραστηριότητες, καθιστά απόλυτα χρήσιμη την κατά περίπτωση και μετά από ανάθεση από αυτούς που άμεσα ενδιαφέρονται (επιχειρηματίες, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, επενδυτές, ομάδες πολιτών, δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς γενικά) σε ειδικούς στην οικονομική-χωροταξική ανάλυση και το σχεδιασμό επιστήμονες. Βιβλιογραφία: Ξενόγλωσση Albrechts L. and Vinicas B. Edrs (1986) Managing the Metropolis/Gestion des Metropoles, Bruxelles, Fondation Roi Baudouin. Allen G.R. (1945) «The "Courbe des Populations"- A Further Analysis», Bulletin of the Oxford Institute of Statistics, Vol. 16. Andreas B. (1953) «Mechanics of the Urban Economic Base», Land Economics, Vol. 29. Arrow K., (1953) Statistical Requirements for Greek Economic Planning, KEPE, Lecture Series 18. Armstrong H. and Taylor J. (1978) Regional Economic Policy and its Analysis. Philip Allan. Ashby L.D. (1970) «Changes in Regional Industrial Structure: A Comment», Urban Studies, Vol. 7, No 3. Barckley G.W. (1958) Techniques of Population Analysis, New York, John Wiley and Sons Inc. Beaud M. (1966) «Une Analyse des Disparites Regionales de Croissance», Revue Economique. 42 Illeris 1987 p.26, Puga 1999, Redding et Venables 2000. 43 Κrugman and Venables 1995. 44 Toffler 1980, Illeris 1987 p.27. 11

Beckmann M., "Outline of a Theory of Regional Structure", The Analysis of Regional Structure, Essays in Honor of August Losch, Funk R., Parr J.B., Eds, Karlsruhe Papers in Regional Science, A Pion Publication. Beckmann M. (1957-1958) «City Hierarchies and the Distribution of City Sizes», Economic Development and Cultural Change, Vol. 6. Beckmann M. and MacPherson J. (1970) «City Size Distribution in Central Place Hierarchy: An Alternative Approach», Journal of Regional Science, 10. Beenstock M. and Warburton P. (1982) «An Aggregate Model of U.K. Labour Market», Oxford Economic Papers, Vol. 34. No2. Berg L., Drewett R., Klaassen I., Rossi A., Vinjverberg C. (1982) A Study of Growth and Decline, Urban Europe, VI, Pergamon Press. Βerry B. (1961) «City Size Distributions and Economic Development», Economic Development and Cultural Change, Vol. 9. Berry B. (1967) Geography of Market Centers and Retail Distribution, Foundation of Economic Geography, Series. (1961) Berry B. and Horton F. (1970) Geographic Perspectives of Urban Systems, Prentice-Hall Inc., New Jersey. Bos H., (1965) Spatial Dispersion of Economic Activity, Rotterdam University Press. Bourne L.S., Mackinnon R.D, Eds. (1972) Urban Systems Development in Central Canada, Selected Papers, University of Toronto. Blumefield H. (1955) «The Economic Base of a Metropolis», Journal of the American Institute of Planners, Vol. 21. Boudeville J.R. (1966) «Problems of Regional Economic Planning», Edinburgh U.P. Brown J.H. (1969) «Shift and Share Projections for Regional Economic Growth: An Empirical Test», Journal of Regional Science, V.9. Chan-Lee J. (1984) «Labor Force Participation: An Analysis with Projections», Economics and Statistics Department, Working Paper No 12, OECD. Chorley R.J. and Haggett P. Eds. (1968) Socio-Economic Models in Geography, University Paperbacks, Mathuen and Co, London (last edition). Edwards J.A. (1976) «Industrial Structure and Regional Change: A Shift Share Analysis of the British Columbia Economy 1961-1970», Regional Studies, Vol. 16. Derycke P.H. (1970) L Economy Urbaine, Press Universitaires de France. Drakatos C.G. (1969) «The determinants of Birth Rate in Developing Countries: An Econometric Study of Greece», Economic Development and Cultural Change, Vol.17. No 4. Glickman N.J. «The Growth and Management of the Japanese Urban System», Studies in Urban Economics, Academic Press, New York. (1979) Greenberg M.R. et al. (1972) Local Population and Employment Techniques, New Brunswick, New Jersey, The Center for Urban Policy Research. Greenwood M.J. (1975) «A Simultaneous-Equations Model of Urban Growth and Migration», Journal of the American Statistical Association, Vol. 70, No 352. Gupta V.K. (1972) «The System of Cities and Towns in Relation to Economic Development», Market Towns and Spatial Development, National Council of Applied Economic Research, New Delhi, India. Haggett P., Edt. (1970) Locational Analysis in Human Geography, E. Arnold, First Published 1965, (Last Reprint). Harris C.C. Jr., McGuire M.C. (1969) «Planning Techniques for Regional Development Policy», Journal of Human Resources, IV 4. Hewings G.J.D. (1977) Regional Industrial Analysis and Development, Mathuen and Co. Ltd.. 12

Hoover E.Jr. (1936) «The Measurement of Industrial Localisation», The Review of Economics and Statistics, Vol. 18. Horn J.R. and Prescott R.J. «Central Place Models and the Economic Base: Some Empirical Results», Journal of Regional Science, Vol. 18, No 2 (1978). Hoyt H., Dr. (1950) An Economic Survey of New Jersey, Trenton: New Jersey Department of Conseravation and Economic Development. Illeris S. (1987) «The Metropolis, the Periphery and the Third Wave», The Town Planning Review, Vol. 58, No1. Isard W. (1956) Location and Space Economy, M.I.T. Press and Wiley N.V. Isard W. (1960) Methods of Regional Analysis, M.I.T. Press, Chapter 11, Cambridge Mass. Jefferson G.W. (1978) «A Regional Econometric Model of the Northern Ireland Economy», Scotish Journal of Political Economy, Vol. 25. Katochianou D. (1981) «Urban Hierarchy in Greece», Revue d Economie Regionale et Urbaine No 4. Κatochianou D. (1987) «Relation of Growth to Regional Concentration of Manufacturing Industries in Greece», in XXVII European Congress of the Regional Science Association, Singapore. Katochianou D. (1988) «A Method of Comparative Regional Evaluation and its Application to Manufacturing in the Greek Region of Northern Aegean Islands», in the Proceedings of the 2 nd Symposium on Quantitative Methods, University of the Aegean. Katochianou D. (1989) «Urban Systems Analysis», in the Proceedings of the Meeting of the Regional Science Association of Southern European States, Naples, Italy. Katochianou D. (1989) «Greek Urbanisation, Analysis and Results», in the Proceedings of the Conference of the International Regional Science Association, Sinkapore. Katochianou D. (1991) «Analysis of the Urban-Industrial Development in Greece», Proceedings, 1rst International Symposium. Industrial Areas Problems and Perspectives, pp 71-88, University of the Aegean, Chios. Katochianou D. (1992) «The Greek System of Cities», Ekistics. The Problems and Science of Human Settlements, Vol. 59, pp. 56-60. Kenessey Z., (1987), «The Primary, Secondary, Tertiary, Quaternary Sectors of the Economy», Review of Income and Wealth, 33. Kenessey Z. (2005), «The Primary, Secondary, Tertiary and Quaternary Sectors of the Economy», Paper, US Federal Reserve Board. Kim D-H, Huang H-Ch., Lin Sh-Ch. (2011) «Kuznets Hypothesis in a Panel of States», Contemporary Economic Policy, ISSN, Vol. 29, No 2. Klaassen L.H., Paelinck J.H.P. (1974) Integration of Socioeconomic and Physical Planning, Rotterdam University Press. Klein L.R. and Glickman N.J. (1977) «Econometric Model-building at Regional Level», Regional Science and Urban Economics, Vol 7, No 1-2. Klein L.R. and Glicman N.J. (1977) «Econometric Model-building at regional Level», Regional Science and Urban Economics, Vo l7, No1-2. Krugman P. et Venables A.J. (1995) «Globalisation and the Inequality of Nations», Quarterly Journal of Economics, 110. Lefeber L. (1954) Location and Regional Planning, KEPE, Training Seminar Series, No 7, Athens. Losch A. (1972) The Economics of Location, Yale University Press. Maclaughlin J.B., Urban and Regional Planning Systems Approach, Faber and Fabr, London (last reprint). 13

Matilla J., Thompson W. (1968) «Toward an Econometric Model of Urban Economic Development», Issues in Urban Economics, Perloff H., Wing L., Eds. Jonhs Hopkins Press. Mills E.D. «Studies in the Structure of Urban Economy», Resources for the Future, Johns Hopkins Press, 1972 Paelinck J.H.P. and Nijkamp P. (1975) Operational Theory and Method in Regional Economics, Saxon House and Lexington, Foreborough and Massachusetts. Paraskevopoulos Ch.C. (1974) «Patterns of Regional Economic Growth», Regional and Urban Economics, Vol. 4, No 1,. Paris J.D. (1970) «Regional Structural Analysis of Population Changes», Regional Studies, Vol 4. Perloff H.S. et al. (1960) Regions, Resources and Economic Growth, Johns Hopkins Press. Planque B. (1983) «Une Nouvelle Organisation Spatiale du Development» in Planque B., Edr. Le Developpement Decentralise, Paris, Litec. Prost M. (1965) La Hierarchie des Villes, Paris, Gautier-Vilards. Puga D. (1999) «The Rise and Fall of Regional Inequalities», European Economic Review, 43. Richardson H.W. (1969) Regional Economics: Location Theory, Urban Structure and Regional Change, Weindefeld and Nicolson. Richardson H.W. (1973) «Theory of the Distribution of City Sizes: Review and Prospects», Regional Studies, Vol. 7. Richardson H.W. (1980) «Polarisation Reversal in Developing Countries», Regional Science Association Papers, Vol. 45. Redding S. et VenablesA.J. (2000) «Economic Geography and International Inequality», CERP Discussion Paper, 2568. Rosenberg M., (2011), «Primary, Secondary, Tertiary, Quaternary and Quinary», Sectors of the Economy, Geography Guide. Simon H.A. (1957) Models of Man, John Wiley and Sons Inc, New York, London. Singer W.H. (1936) «Courbe des Populations, a Parallel to Pareto s Law», The Economic Journal, Vol.XI, VI. Sonenblum S. (1968) «The Uses and Development of Regional Projections», in Perloff H. S. and Wingo L., Issues in Urban Economics, Baltimore, Johns Hopkins University Press. Stewart G.J. and Warantz W. (1952), «Physics of Population Distribution», Journal of Regional Science. Stewart G.J. (1952) «The Size and Spacing of Cities», Geographic Review, Vol. 48. Stilwell, F.J.B. (1960) «Regional Growth and Structural Adaptation», Urban Studies, Vol. 6, No 2. Tinbergen J. (1964) «Sur un Modele de la Dispersion de l Activite Economique», Revue d Economie Politique, No Special. Tinbergen J. (1967) «The Hierarchy Model of Size Distribution of Centers», Regional Science Association, Papers, XX. Hague Congress. Thompson T.R. (1947) «A preface to Urban Economics», Resources for the Future, John Hopkins Press (Second Printing). Toffler A. (1980) The Third Wave, Pan Books, London. United Nations (Economic and Social Council) (1985) Demographic Trends and Human Resources Development in the ECE Region: A Review of Major Changes. Voloudakis E.A. (1980) «Determinants of Fertility and Family Size in Greece: A Crosssection Econometric Analysis 1961, 1971» in Siambos G., Edr, Recent Population Change Calling for Policy Action, NSSG and European Center for Population Studies, 4 th European Population Seminar 1979, Athens. 14

Waldenberg M.J. (1970) «A Sructural Taxonomy of Spatial Hierarchies», Regional Forecasting Proceedings of the 22 nd Symposium of the Colston Research Society. Warantz W. (1967) «Macroscopic Analysis and Some Patterns of Geographical Distribution of Population in the United States 1790-1950», in the Garrison and Marble Eds., Quantitative Geography, Evanston III., Northeastern Studies in Geography. Wilson A. G. (1970) Entropy in Urban and Regional Planning, Pion Ltd, London. Williamson J.G. (1968) «Regional Inequality and the Process of National Development» in Needlman Edr., Regional Analysis, Middlesex, England, Penguin Books Ltd. Yeates Μ., Αn Introduction to Quantitative Analysis in Economic Geography, McGraw- Hill. Zipf G.K. (1946) «The P1P2/D Hypothesis on the Intercity Movement of Persons», An American Sociological Review, Vol.11. Zipf G.K. (1949) The Human Behavior and the Principle of Least Effort, Addison Wesley Press. Ελληνόγλωσση Αθανασίου Λ. (1984) Η Διανομή του Εισοδήματος στην Ελλάδα, ΚΕΠΕ, Επιστημονικές Μελέτες, Νο 16. Βανδώρος Α.Γ. (1976) Η Διερεύνησις των Εξελίξεων και των Ιδιομορφιών της Ελληνικής Βιομηχανίας και Ειδικώτερον της Απασχολήσεως του Τόπου Εγκαταστάσεως κατά την Περίοδον 1958-1973, Αθήναι. Βασενχόβεν Λ. (2002), «Η δημοκρατικότητα του χεδιασμού του Φώρου και η Αμφισβήτηση του Ορθολογικού Μοντέλου», Αειχώρος, Σόμος 1, Σεύχος 1. Γλυτσός Ν., (1980), Περιφερειακή Κατανομή του Πληθυσμού και του Εργατικού Δυναμικού της Ελλάδος, ΚΕΠΕ, Έκθεση. Γλυτσός Ν. (1988) Περιφερειακές Ανισότητες στην Ελλάδα: Δημογραφικά και Οικονομικά Χαρακτηριστικά, ΚΕΠΕ, Επιστημονικές Μελέτες Νο 27. Θεοδωρή-Μαρκογιαννάκη Ε., Καββαδίας Π., Κατοχιανού Δ., (1986), Βασικά Στοιχεία κατά Νομό και Περιφέρεια, ειρά Θέματα Προγραμματισμού, Νο 24. Kανετάκης Ε. (1983) Σύστημα Περιφερειακού Προγραμματισμού, Οριστική Έκθεση για τη Γενική Διεύθυνση Περιφερειακής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, Αθήνα. Κατοχιανού Δ. (1967) Χωροταξική Μελέτη Εθνικού Δικτύου Αστικών Κέντρων, Τπουργείο υντονισμοιύ-κεπε. Κατοχιανού Δ. (1984) Κλαδική-Χωρική Ανάλυση της Ελληνικής Μεταποίησης, ΚΕΠΕ, ειρά Επιστημονικές Μελέτες Νο 12. Κατοχιανού Δ. και Θεοδωρή-Μαρκογιαννάκη Ε. (1989), Το Ελληνικό Σύστημα Αστικών Κέντρων, ΚΕΠΕ, ειρά Επιστημονικές Μελέτες, Νο 29. Κατοχιανού Δ. (2011) «Εξέλιξη των Προβληματισμών και των Μεθόδων Ανάλυσης και χεδιασμού της Πολιτικής για την Αστική Ανάπτυξη στην Ελλάδα» στα Πρακτικά του Συνεδρίου για την Περιφερειακή Ανάπτυξη, Πάντειο Πανεπιστήμιο. KEΠE- EMΠ (1970) Τα Πλαίσια της Περιφερειακής Ανάπτυξης, ειρά Διαλέξεων. Κόνσολας Ν. (1983) Περιφερειακή Οικονομική Πολιτική Ι. Εκδόσεις Παπαζήση. Κουτσουμάρης Γ. (1963) Η Μορφολογία της Ελληνικής Βιομηχανίας, ΚΕΠΕ. Κώττης Γ. (1980) Βιομηχανική Αποκέντρωσις και Βιομηχανική Ανάπτυξις, ΙΟΒΕ. Richardson H.W. (1969), Η Περιφερειακή Οικονομική (ελληνική μετάφραση), Σόμος 7Β. Σονικίδου-Ευαγγελάτου Π. (1979), Χωροταξική Κατανομή της Βιομηχανίας, ΚΕΠΕ, Έκθεση Προγράμματος 1963-1973. Σονικίδου-Ευαγγελάτου (1969) Ανάλυση Ειδικεύσεων στη Βιομηχανία κατά Νομό για το 1988, ΚΕΠΕ, ειρά τατιστικά τοιχεία. Ward B. (1963) Ελληνική Περιφερειακή Ανάπτυξις, ΚΕΠΕ. 15

Φιώτης Γ. (1973), «Η Κατανομή της βιομηχανικής Αναπτύξεως εις τον Ελληνικόν Φώρον», Σπουδαί, Σόμος ΚΒ, Σεύχος 1. Φιώτης Γ. (1980) «Η Πολιτική της Περιφερειακής Αναπτύξεως το Θεωρητικό Πλαίσιο», στο Προβλήματα Περιφερειακής Οικονομικής Αναπτύξεως, Δελτίο ΕΒΕΘ, ΈτοςΛΔ, Σεύχος 1-2. 16